Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Αυγούστου 12, 2015

Ἡ συμβολή τῆς Θεοτόκου στο ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Λάμπρου Σκόντζου

                                                                  Αποτέλεσμα εικόνας για κοιμηση θεοτοκου


Ἡ ἱερὴ μνήμη τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας εἶναι, μιά καλή εὐκαιρίᾳ νά ἐκδηλώσει ὁ εὐσεβὴς λαὸς τῶν πιστῶν τὴν ἀγάπη, τὸν σεβασμό, καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τοῦ πρὸς Αὐτήν, ἡ Ὁποία ὄντας ἄνθρωπος, ἀξιώθηκε νά γίνει τὸ τιμιότατο θεῖο δοχεῖο, τὸ ἱερότατο σκεῦος, ὥστε νά δεχτεῖ τὸν ἄπειρο Θεὸ στό καθαρότατο σαρκίο Της, νά κυοφορήσει τὸν ἄναρχο καὶ ἀναλλοίωτο Θεὸ στήν τίμια γαστέρα Της, νά θρέψει τὸν ἀπόλυτα αὐτάρκη Θεὸ ἀπὸ τὰ παρθενικὰ Της αἵματα, νά κρατήσει στά σεπτὰ Της χέρια τὸν «ἀχώρητον παντί».

    Τὸ ἱερὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἀποτελεῖ, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία μας, μέρος τοῦ ἀπερινοήτου μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας. Μετὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ Αὐτὴ κατέστη τὸ κύριο πρόσωπο, τὸ ὁποῖο συνέβαλε οὐσιαστικὰ στήν ὑλοποίηση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἐκλέχτηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀνάμεσα σὲ ἑκατομμύρια ἄλλα κορίτσια, ἀμετρήτων γενεῶν, ὡς ἡ καθαρότερη καὶ ἁγιότερη ἀνθρωπίνη ὑπάρξῃ, προκειμένου νά γίνει Θεοτόκος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας λένε πώς γιά τὴν ὑλοποίηση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸν Υἱὸ Του τὸν μονογενῆ καὶ ἡ ἀνθρωπότητα ἔδωσε τὴν Παναγία. Στό ἱερὸ πρόσωπο Ἐκείνης ἔγινε ἡ μεγάλη συνάντηση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Μέσα στό πάναγνο σῶμα Ἐκείνης ἔγινε ἡ μεγάλη καταλλαγή (Ἐφεσ.2:16) καὶ ἀπὸ αὐτὸ  ξεκίνησε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἡ ἀναδημιουργία καὶ ἡ θέωση τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.
  Ὁ μεγάλος Πατέρας τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας  Εἰρηναῖος (+199) παραλλήλισε καὶ σύγκρινε  τὴν Θεοτόκο μὲ τὴν προμήτορα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὴν Εὕα, ὥστε να δείξει τή διαφορά μεταξὺ τους. Ἡ παρθένος Εὕα δέν ἔκαμε καλὴ χρήσῃ τῶν θείων δωρεῶν καὶ δυνατοτήτων, ποὺ εἶχε λάβει ἀπὸ τὸ Θεό, ἀλλὰ τὰ χρησιμοποίησε γιά τὸ κακὸ καὶ τὴν καταστρατήγηση τοῦ θείου θελήματος. Ἡ αἰτία καὶ ἡ ῥίζα τῆς ἀνταρσίας αὐτῆς ὑπῆρξε ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἡ ἔπαρση. Ἂν ἐκείνη ὑπῆρξε φορέας τῆς ἀλαζονείας, ἡ Παναγία ὑπῆρξε τὸ πρότυπο τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς ταπείνωσης.   Ὁ ἱερὸς πατὴρ τονίζει πώς: «...ἡ Εὕα (ἔπρεπε) νά ἀποκατασταθεῖ ἐν τῇ Μαρίᾳ, ἵνα μία παρθένος νά γίνει συνηγόρος ἄλλης παρθένου καὶ νά ἐξαλήψει τὴν ἀνυπακοὴν τῆς πρώτης διὰ τῆς παρθενικῆς ὑπακοῆς» (Εἰρ. Ἐπιδ. Ἀποστ. Κηρύγματος 32,33). Ἐπίσης ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων (+ 386) ἔγραψε πώς: «Δία παρθένου τῆς Εὕας ᾖλθεν ὁ θάνατος, ἔδει διὰ παρθένου, μᾶλλον δὲ ἐκ παρθένου φανῆναι τὴν ζωήν» (Κυρίλ. Ἱερ. Κατηχ. 12,ιε ). Ἡ εὐλογημένη ῥήση Της πρὸς τὸν ἄγγελο τοῦ εὐαγγελισμοῦ: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ.1: 38) ἀποτελεῖ σαφῶς τὴν πεμπτουσία τῆς συμβολῆς Της στό ἔργο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Τὸ πρῶτο ἀνθρώπινο πλάσμα, στό ὁποῖο ἀποκαταστάθηκε ἡ ἀνθρωπίνη φύσῃ στήν ἀρχαία προπτωτικὴ της μορφὴ καὶ ὡραιότητα, ὑπῆρξε ἡ Θεοτόκος. Μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ (Λουκ.1: 35) καθαρίστηκε  ἀπὸ τὸν ῥύπο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τὸν ὁποῖο ἔφερε καὶ Αὐτὴ ἕκουσα, ὡς μέτοχος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καθιστῶντας Την πλέον ἄμωμη κηλῖδος ὥστε, νά δεχτεῖ στά ἁγνὰ σπλάχνα Της τὸ «πῦρ τῆς θεοτητος » καὶ νά μὴν κάει. Ἀπὸ τότε ἔγινε ἡ «Κεχαριτωμένη», ἡ ἁγιοτέρα ὑπάρξῃ μετὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Στό πρόσωπο Της ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς λυτρώσεως τοῦ κόσμου καὶ τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
  Ἡ συμβολὴ τῆς Παναγίας μας κατὰ τῇ διάρκεια τοῦ ἐπὶ γῆς ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχῶς πλάι στόν Λυτρωτή μας, ἀπὸ τή Γεννήση ὡς τὸ Πάθος, τὴν Ἀναστάσῃ καὶ τὴν Ἀναλήψη. Δοκίμασε, ὡς μητέρα, τὶς πίκρες τῶν παθημάτων τοῦ Θείου Γιοῦ της, μὲ ἀποκορύφωμα ἐκείνη τοῦ σταυρικοῦ θανάτου Του. Ἔνοιωσε κοντὰ Του τὴν ἀγωνία Ἐκείνου γιά τὴν ὑλοποίηση τοῦ θείου σχεδίου τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου . Σύμφωνα ἐπίσης μὲ τὴν ἀρχέγονη παράδοση τῆς Ἐκκλησία μας, Αὐτὴ ἦταν πού ἐμψύχωνε τοὺς διωκομένους πρώτους χριστιανοὺς τῆς νεαρᾶς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων.
 Κοντολογὶς ἡ ἐπὶ γῆς ζωὴ τῆς Παναγίας μας ὑπῆρξε ἕνας συνεχὴς ἀγῶνας καὶ προσφορὰ γιά τή σωτηρίᾳ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Αὐτὸ τὸ γνωρίζει πολὺ καλὰ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ ἀποδίδει στή Θεοτόκο, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς σήμερα, ὕψιστη τιμή, τή μεγαλύτερη, μετὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ, πὼς μόνο ἡ Ὀρθοδοξία μας ἀποδίδει τὴν δέουσα τιμὴ στήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας.
   Τὸ πρῶτο δεκαπενθήμερο τοῦ Αὐγούστου εἶναι ἀφιερωμένο στήν Παναγία μας.  Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινὰ στίς Ἀκολουθίες τῶν ὑπερόχων Παρακλητικῶν Κανόνων, νηστεύουμε, ἐξομολογούμαστε, κοινωνοῦμε. Τρέχουμε μὲ δάκρυα στά μάτια νά ἐναποθέσουμε σὲ Αὐτή τίς δυσκολίες καὶ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς μας, Τὴν παρακαλοῦμε μὲ ζέση ψυχῆς νά ἐλαφρώσει τὸν βαρὺ ζυγὸ μας, διότι πιστεύουμε ἀκράδαντα πῶς ἡ γλυκιά Θεομάνα καὶ μετὰ τὴν σεπτὴ Της Κοίμηση συνεχίζει νά ἀγαπᾶ καὶ νά νοιάζεται γιά μᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Μέσα στή μεγάλη καρδία Της ὑπάρχει χῶρος γιά τὸν κάθε ἄνθρωπο, ὄχι μόνο γιά τοὺς πιστούς, ἀλλὰ καὶ γιά τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀσεβεῖς , ἄκομα καὶ γιά τοὺς ὑβριστὲς Της! Ἡ μακάρια θέση Της κοντὰ στον Υἱὸ Της καὶ Θεὸ μας Ἰησοῦ Χριστό, τῆς δίνει τὴν εὐχέρεια νά προσεύχεται γιά τὸν καθένα μας, γιά κάθε μας πρόβλημα. Τὰ ἀποτελέσματα τῶν βοηθειῶν Της εἶναι ἁπτά. Γι’ αὐτὸ ψάλλουμε στόν περίφημο Μικρὸ Παρακλητικὸ Κανόνα πρὸς Αὐτήν: «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοὶ κατησχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ’ αἰτεῖται τὴν χάριν καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως». 


Λόγος εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου.Αγίου Λουκά αρχιεπισκόπου Κριμαίας

                                         Αποτέλεσμα εικόνας για κοιμηση θεοτοκου

Τον καθένα από μας τον βασανίζει το ερώτημα: τι θα γίνει με μας και τι μας περιμένει μετά το θάνατο; Μία σαφή απάντηση σ' αυτό το ερώτημα μόνοι μας δεν μπορούμε να την βρούμε. Αλλά η Αγία Γραφή και πρώτα απ' όλα ο λόγος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού μας αποκαλύπτουν αυτό το μυστικό.
Μας το αποκαλύπτουν επίσης το απολυτίκιο και το κοντάκιο της μεγάλης αυτής γιορτής της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου και οι εκκλησιαστικοί ύμνοι που ψάλλονται σ' αυτή τη γιορτή.
Θέλω όλοι σας να καταλάβετε, γιατί ο θάνατος της Υπεραγίας Θεοτόκου και Παρθένου Μαρίας λέγεται Κοίμησή της. Ο μέγας απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος στο 20ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως μιλάει για τον πρώτο και το δεύτερο θάνατο. Ο πρώτος μόνο θάνατος, ο οποίος είναι αναπόφευκτος για όλους τους ανθρώπους, περιμένει και τους αγίους και τους δικαίους. Αλλά ο δεύτερος, ο φοβερός και αιώνιος θάνατος, περιμένει τους μεγάλους και αμετανόητους αμαρτωλούς, οι οποίοι αρνήθηκαν την αγάπη και την δικαιοσύνη του Θεού και είναι καταδικασμένοι να βρίσκονται αιωνίως σε κοινωνία με το διάβολο και τους αγγέλους του.
Στο Ευαγγέλιο του ίδιου μεγάλου αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου διαβάζουμε τα λόγια του Χριστού, τα οποία είναι πολύ στενά συνδεδεμένα με όσα γράφει η Αποκάλυψη: «αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ίωάν. 5, 24).
Το ακούτε, το καταλαβαίνετε; Νομίζω ότι ακόμα και θα πρέπει να σας κινήσει την περιέργεια το γεγονός ότι όλοι όσοι υπακούουν στο λόγο του Χριστού και πιστεύουν στον Ουράνιο Πατέρα του, ο οποίος τον έστειλε, αμέσως μετά το θάνατο τους θα περάσουν στην αιώνια ζωή. Δεν υπάρχει λόγος να δικαστούν αυτοί που έχουν ζωντανή πίστη στο Θεό και υπακούουν στις εντολές του.
Και στους μεγάλους δώδεκα αποστόλους είπε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός: «αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο Υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού, καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ» (Ματθ. 19, 28).
Δικαστές και κατήγοροι θα είναι κατά την Φοβερά Κρίση του Θεού οι Απόστολοι του Χριστού και, βεβαίως, είναι τελείως αδύνατο να φανταστούμε να δικάζονται η Υπεραγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, ο Βαπτιστής του Κυρίου Ιωάννης, οι μεγάλοι προφήτες του Θεού, ο Ηλίας και ο Ενώχ τους οποίους ζωντανούς τους πήρε ο Θεός στον Ουρανό, όλο το αμέτρητο πλήθος των μαρτύρων του Χριστού, οι δοξασμένοι από τον Θεό άγιοι αρχιερείς και θαυματουργοί με επί κεφαλής τον άγιο Νικόλαο, αρχιεπίσκοπο Μύρων της Λυκίας.
Είναι αδύνατον ακόμα και να περάσει από το μυαλό μας η σκέψη πως θα δικαστούν αυτοί, οι όποιοι άκουσαν από το στόμα του Χριστού: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν» (Λκ. 17, 21). Σ' αυτούς τους μεγάλους αγωνιστές του Χριστού, σαν σε πολύτιμους ναούς κατοικούσε το Άγιο Πνεύμα. Ακόμα και ζώντας στη γη, αυτοί βρισκόταν στην άμεση κοινωνία με τον Θεό, επειδή έτσι είπε ο Κύ¬ριος μας Ιησούς Χριστός: «Εάν τις αγαπήση με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυ¬τόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' αυτώ ποιήσομεν» (Ίωάν. 14, 23).
Η Υπεραγία Παρθένος Μαρία υπήρξε άχραντος ναός του Σωτήρος και σ' αυτήν κατοίκησε το Άγιο Πνεύμα και από την αγιότατη μήτρα της έλαβε το ανθρώπινο σώμα ο Υιός του Θεού, ο Οποίος κατέβηκε από τους Ουρανούς. Γι' αυτό ο σωματικός της θάνατος δεν ήταν θάνατος αλλά Κοίμηση, δηλαδή ένα άμεσο πέρασμα από τη Βασιλεία του Θεού εντός της στη Βασιλεία των Ουρανών και την αιώνια ζωή.
Μού ήρθε τώρα στο μυαλό και κάτι καινούριο. Σ' ένα από τα προηγούμενα κηρύγματα μου σάς έλεγα, ότι έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε, ότι και το σώμα της Υπεραγίας Θεοτόκου με τη δύναμη του Θεού έγινε άφθαρτο και ανελήφθη στους ουρανούς. Αυτό μάς λέει και το κοντάκιο της μεγάλης γιορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου: «Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον, και προστασίαις αμετάθετον ελπίδα, τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν ως γαρ ζωής Μητέρα, προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον».
Προσέξτε: «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν». Σκεπτόμενοι αυτό, ας θυμηθούμε και τι γράφει η Αγία Γραφή για το θάνατο του μεγαλυτέρου προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης, του Μωυσή στο 34ο κεφάλαιο του βιβλίου του Δευτερονομίου, ότι πέθανε σύμφωνα με το λόγο του Θεού στο όρος Νεβώ και τάφηκε στη γη Μωάβ. Ο τάφος του μεγάλου αυτού προφήτη έπρεπε να είναι για πάντα τόπος προσκυνήματος για όλο το λαό του Ισραήλ. Όμως στη Βίβλο διαβάζουμε, ότι: «ουκ οίδεν ουδείς την ταφήν αυτού έως της ημέρας ταύτης» (Δευτ. 34, 6). Όμως κατά τη Μεταμόρφωση του Κυρίου στο όρος Θαβώρ εμφανίστηκε ο Μωυσής στον Κύριο και Δεσπότη του τον Ιησού μαζί με τον προφήτη Ηλία, ο οποίος αρπάχτηκε ζωντανός στους ουρανούς.
Νομίζω ότι δεν θα είναι αμαρτία αν θα πούμε, ότι το σώμα του μεγάλου Μωυσή, όπως και το σώμα της Υπεραγίας Θεοτόκου, με τη δύναμη του Θεού, έμεινε άφθαρτο. Γι' αυτό και ο τάφος του είναι άγνωστος.
Να σκεφτόμαστε, αδελφοί και αδελφές μου, την μακάρια Κοίμηση της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας και να θυμόμαστε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: «Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ίωάν. 5, 24). Να μας αξιώσει ο Θεός να γευθούμε και εμείς οι αμαρτωλοί τη μεγάλη αυτή χαρά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ω η δόξα και το κράτος συν τω ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω Αυτού Πνεύματι εις τους αιώνας. Αμήν.

Τι μπορεί να 'ναι πιο γλυκό από τη Μητέρα του Θεού;


Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού

«Θεοτόκος» και «Παναγία», «Θεομήτωρ» ή «Μήτηρ Θεού», «Υπέραγνη Δέσποινα» και «αγία Μαρία η αειπάρθενος», είναι μερικές από τις προσωνυμίες της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού Χριστού, της "λαμπρότερης μορφής στo αγιολόγιο και εορτολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας".

Ο Ορθόδοξος κόσμος, την τιμά ως το γλυκύτερο και υψηλότερο δημιούργημα τού Θεού, της οποίας τη δόξα τοποθετεί πιο πάνω από τη δόξα των αγγέλων, την ψάλλει ως «τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ». 
Η ευλάβεια προς το πρόσωπό της δεν φαίνεται μόνο από την επίκλησή της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των ναών και μονών που είναι αφιερωμένοι σ' αυτήν, τις εικονογραφικές παραστάσεις, τους εκκλησιαστικούς ύμνους και τα εγκωμιαστικά έργα τα οποία έχουν γραφτεί προς τιμή της.
Η τιμή προς τη Θεοτόκο, έχει τις ρίζες της στην αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας, από την οποία προσαγορεύεται έτσι, επειδή έτεκε (=γέννησε) τον ενανθρωπήσαντα θείο Λόγο και Υιό του Θεού. Γι΄ αυτό ψάλλεται ως «Κλίμαξ επουράνιος», δια της οποίας ήρθε στη γη και σαρκώθηκε, ως τέλειος άνθρωπος ο Χριστός-Λόγος.

Η Εκκλησία, ως έκφραση ευχαριστίας αποδίδει στη Θεοτόκο τιμητική προσκύνηση και μέσω αυτής λατρεύει τον χορηγό της σωτηρίας Θεό, δεδομένου ότι τα ιδιώματα και χαρίσματα της Παναγίας αποδίδονται σ' αυτήν ως Θεομήτορα και πάντοτε σε σχέση με τον απ' αυτήν γεννηθέντα κατά σάρκα Θεό και Σωτήρα Χριστό.

Εφ’ όσον με τη δύναμη και του Υιού του Θεού μεταδίδεται η θεία χάρη στους Χριστιανούς, η Θεοτόκος γίνεται η Παναγία μητέρα τους και η γέφυρα η "μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν". Αυτή μιμούνται πνευματικά οι Χριστιανοί, όταν με την πίστη τους και τη θεία χάρη, γεννιέται στις ψυχές τους μυστικά ο Χριστός, και με τον τρόπο αυτό, διά της Θεοτόκου συμμετέχουν βιωματικά στην εν Χριστώ σωτηρία τους, αφού παίρνουν, πνευματικά, τη θέση της Παναγίας και προσφέρονται για να γεννηθεί και να μορφωθεί στην ύπαρξη τους ο Χριστός.

Όσιος Παΐσιος: Η Παναγία τρέχει αμέσως να μας Βοηθήσει


Όσιος Παΐσιος- Η Παναγία τρέχει αμέσως να μας Βοηθήσει
– Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;
– Η Παναγία, όποτε έχουµε ανάγκη, απαντά αµέσως στην προσευχή µας όποτε δεν έχουµε, µας αφήνει, για να αποκτήσουµε λίγη παλληκαριά.
Όταν ήµουν στην Μονή Φιλοθέου, µια φορά, αµέσως µετά την αγρυπνία της Παναγίας µε έστειλε ένας Προιστάµενος να πάω ένα γραµµα στην Μονή Ιβήρων.

Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της µονής και να περιµένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν µε το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο µοναστήρι µας – απόσταση µιαµιση ώρα µε τα πόδια.
Ήµουν από νηστεία και από αγρυπνία. Τότε την νηστεία του Δεκαπενταυγούστου την χώριζα στα δύο• µέχρι της Μεταµορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ηµέρα της Μεταµορφώσεως έτρωγα, και µετά µέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.

Έφυγα λοιπόν αµέσως µετά την αγρυπνία και ούτε σκέφθηκα να πάρω µαζί µου λίγο παξιµάδι. Έφθασα στην Μονή Ιβήρων, έδωσα το γραµµα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιµένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευµα, αλλά αργούσε να έρθη.
Άρχισα εν τω µεταξύ να ζαλίζωµαι. Πιό πέρα είχε µια στοίβα από κορµούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα µε τον λογισµο µου: «Ας πάω να καθήσω εκεί που είναι λίγο απόµερα, για να µη µε δη κανείς και αρχίση να µε ρωτάη τι έπαθα». Όταν κάθησα, µου πέρασε ο λογισµος να κάνω κοµποσχοίνι στην Παναγία να µου οικονοµήση κάτι.
Αλλά αµέσως αντέδρασα στον λογισµο και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πραγµατα θα ενοχλής την Παναγία;». Τότε βλέπω µπροστά µου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωµι, δύο σύκα και ένα µεγάλο τσαµπι σταφύλι. «Πάρε αυτά, µου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε. Ε, τότε διαλύθηκα µε έπιασαν τα κλαµατα, ούτε ήθελα να φάω πιά … Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζη και για τις µικρότερες λεπτοµέρειες! Ξέρεις τι θα πη αυτό!

το είδαμε εδώ

Άγιοι Φώτιος και Ανίκητος


Πῦρ Ἀνίκητον συμφλέγει τῷ Φωτίῳ,
Οὓς φωτὸς οἶκος ὡς ἀνικήτους φέρει.
Πῦρ κατὰ δωδεκάτην κτάνε Φώτιον ἠδ' Ἀνίκητον.
Άγιοι Φώτιος και Ανίκητος
Ο Φώτιος ήταν ανεψιός του Ανίκητου. Κατάγονταν και οι δύο από τη Νικομήδεια. Όταν ο Διοκλητιανός θέλησε να κινήσει διωγμό κατά των χριστιανών, μίλησε μπροστά στη Σύγκλητο με τους πιο υβριστικούς λόγους εναντίον τους. Εκεί ήταν παρών και ο Ανίκητος, που όταν άκουσε αυτά τα λόγια του βασιλιά, όχι μόνο δεν φοβήθηκε, αλλά σηκώθηκε με θάρρος, δήλωσε ότι είναι χριστιανός και είπε στο Διοκλητιανό: «Πλανάσαι, βασιλιά, αν νομίζεις ότι με τα μέτρα κατά των Χριστιανών θα πετύχεις τους ασεβείς σκοπούς σου. Μάθε ότι οι χριστιανοί αποτελούν σήμερα την υγιέστερη μερίδα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και θα ήταν ανόητοι και αναίσθητοι αν πίστευαν στα είδωλα. Γι' αυτό όποια μέτρα και αν πάρεις εναντίον τους, στο τέλος ζημιωμένος θα είσαι εσύ, ενώ αυτοί ένδοξοι μάρτυρες». Ο Διοκλητιανός, προσβεβλημένος από την παρατήρηση του Ανίκητου, διέταξε και τον έριξαν τροφή σε ένα τρομερό λιοντάρι. Αλλά το λιοντάρι σταμάτησε την άγρια ορμή του και ημέρεψε σαν πρόβατο. Τότε έγινε μεγάλος σεισμός και συνετρίβησαν πολλά ειδωλολατρικά αγάλματα. Κατόπιν τον έβαλαν σε τροχό με αναμμένη φωτιά από κάτω. Αλλά ω του θαύματος, ο τροχός σταμάτησε και η φωτιά έσβησε. Τότε έτρεξε και τον αγκάλιασε ο ανεψιός του Φώτιος. Μόλις είδαν αυτό οι ειδωλολάτρες, έδεσαν και τους δύο μέσα στο λεγόμενο λουτρό του Αντωνίου. Και αφού υπερθέρμαναν το νερό, παρέδωσαν και οι δύο ένδοξα το πνεύμα τους.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὴ συμφωνία, τὴν οἰκείωσιν, τῆς συγγενείας, δι' ἀγώνων ἱερῶν ἐλαμπρύνατε, θεομακάριστε Μάρτυς Ἀνίκητε, σὺν τῷ Φωτίῳ φωτὸς τῷ θεράποντι. Ἀλλὰ αἰτήσασθε, δοθήναι πταισμάτων ἄφεσιν, τοὶς μέλπουσιν ὑμῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Καταβαλόντες τοῦ ἐχθροῦ τὰς ἐπάρσεις, τῇ καρτερίᾳ τῶν δεινῶν ἀθλοφόροι, τὸν οὐρανὸν ᾠκήσατε γηθόμενοι, Φώτιε ἀοίδιμε, καὶ Ἀνίκητε μάκαρ· ὅθεν μακαρίζεσθε, εἰς αἰῶνας αἰῶνος, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύοντες Χριστῷ, τῶν ἐκτελούντων ὑμῶν τὰ μνημόσυνα.

Το όραμα του Αιγύπτιου Μοναχού, για τους Μοναχούς των έσχατων χρόνων


Οι άγιοι πατέρες, οι μοναχοί των πρώτων χριστιανικών χρόνων, γεμάτοι Άγιο Πνεύμα, είχαν λάβει πολλές αποκαλύψεις για τους μοναχούς των εσχάτων χρόνων και έκαναν διάφορες προφητείες. Μία από αυτές είναι και η παρακάτω.
 Κάποτε, ένας Αιγύπτιος μοναχός έπεσε σε έκσταση και είδε ένα παράξενο όραμα:

 
Είδε τρεις μοναχούς, να στέκωνται στην ακτή της θάλασσα. Και να, από την απέναντι ακτή ακούστηκε μια φωνή:
«Πάρετε φωτιά και έλετα σε μένα!»
Αμέσως τότε οι δύο μοναχοί απέκτησαν πύρινα φτερά και πέταξαν γρήγορα στην άλλη όχθη. Μα ο τρίτος έμεινε εκεί που ήταν! Και άρχισε να κλαίει και να στενάζει. Τελικά εδόθησαν και σ’ αυτόν φτερά – όχι πύρινα – αλλά άλλα αδύναμα. Και έτσι πέταξε και αυτός στην αντίπερα όχθη, μα με πολύ κόπο.
Πολλές φορές κουραζόταν τόσο που κινδύνευε να πέσει και να πνιγεί. Εστέναζε πικρά. Πετούσε επάνω από την θάλασσα. Πότε ψηλά και πότε χαμηλά. Πότε κουραζόταν και έπεφτε στα νερά της θάλασσας. Πότε στέναζε και ξανασηκωνόταν. Και τελικά, μόλις που το κατόρθωσε να περάσει το πέλαγος εκείνο, εντελώς εξαντλημένος!
Από αυτούς, οι δύο πρώτοι συμβολίζουν τους μοναχούς των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ενώ ο τρίτος τους μοναχούς των εσχάτων χρόνων, που θα είναι λίγοι σε αριθμό και φτωχοί σε προκοπή πνευματική. (Γεροντικόν Αββά Ιωάννου του Κολοβού, ιδ’).
από το βιβλίο: «Προσφορά στον σύγχρονο Μοναχισμό» του Αγίου Ιγνατίου Μπραντσιανίνωφ (Έκδοση Ι.Μ. Νικοπόλεως).

πηγη

Τρίτη, Αυγούστου 11, 2015

Για να έχουν αποτέλεσμα οι προσευχές μας

Για να έχουν αποτέλεσμα οι προσευχές μας

Όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό
Αλλά επειδή μονάχα η κατάνυξη και τα δάκρυα δεν είναι αρκετά για να πείσουν τον Θεό να μας δώσει αυτά που του ζητούμε στις προσευχές μας αυτές, πρέπει να προσθέσουμε και κάποια άλλα στοιχεία που χρειάζονται ακόμη, για να έχουν θετικό αποτέλεσμα οι προσευχές μας. Ιδού μερικές από αυτές τις προϋποθέσεις στη συνέχεια, έξι τον αριθμό.
α) Όποιος θέλει να πάρει θετική απάντηση στο πρώτο του αίτημα, που είναι η συγχώρηση των αμαρτημάτων του, πρέπει κι αυτός ο ίδιος, όταν προσεύχεται, να συγχωρεί τ’ αμαρτήματα που διέπραξαν εις βάρος του οι άλλοι, καθώς μας δίδαξε ο Κύριος: «όταν στέκεστε σε προσευχή, ν’ αφήνετε ότι διαφορές έχετε με κάποιον, συγχωρώντας τον, κ’ έτσι να συγχωρήσει και ο Πατέρας μας ο ουράνιος και τα δικά σας παραπτώματα» (Μαρκ. ια’ 25).
β) Όποιος ζητάει να λάβει κάτι από τον Θεό, πρέπει να το ζητάει χωρίς διψυχία και δισταγμό, αλλά με στερεή και αδίσταχτη πίστη, όπως μας λέει πρώτα ο ίδιος ο Κύριος μας: «όλα όσα ζητάτε στην προσευχή σας με πίστη, θα τα λάβετε» (Ματθ. κα’ 22) και, κατόπιν, ο αδελφόθεος Ιάκωβος: «κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητήσει από τον Θεό, που τη χαρίζει με απλότητα σε όλους, χωρίς να περιφρονεί κανέναν αλλά που να τη ζητάει με πίστη, δίχως αμφιβολία, διότι όποιος έχει αμφιβολίες ομοιάζει με το κύμα της θάλασσας, που ο άνεμος το παρασέρνει και το πηγαίνει πότε εδώ και πότε εκεί· να μην ελπίζει ποτέ πως θα πάρει κάτι από τον Κύριο ένας τέτοιος άνθρωπος δίγνωμος και άστατος σ’ όλους τους τρόπους της ζωής του» (Ιακ. α΄ 5-7).
γ) Όποιος ζητάει, πρέπει να μην παρακαλεί για ζητήματα που δεν τον συμφέρουν πνευματικά, δηλαδή για κοσμικά πράγματα που προξενούν τις ηδονές του, αλλά να ικετεύει για ζητήματα κατά Θεόν, δηλαδή που συμφέρουν κ’ ενδιαφέρουν τη σωτηρία της ψυχής του. Ακούστε και τον ονειδισμό εκ μέρους του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, που λέει: «ζητάτε κάτι και δεν το λαμβάνετε, διότι το ζητάτε με κακό σκοπό, δηλαδή το ζητάτε για να το κατασπαταλήσετε για τις ηδονές σας» (Ιακ. δ’ 3)
δ) Όποιος θέλει να λάβει όσα συμφέροντα για την ψυχή του ζητάει από το Θεό, πρέπει κι αυτός να εργάζεται και να κάνει όλα όσα δύνεται και μπορεί, σύμφωνα και με την κοινή παροιμία, που λέει «συν Αθηνά και χείρα κίνει»· πρέπει δηλαδή να μην αμελεί και να μην παραδίνει θεληματικά τον εαυτό του πρώτα στα πάθη, και τις επιθυμίες, κ’ έπειτα ζητάει τη θεία βοήθεια, διότι δεν θα τη λάβει ποτέ, σύμφωνα και με τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου: πρέπει, λοιπόν, πρώτα να προσφέρει κάνεις όλα όσα μπορεί μόνος του, και υστέρα να παρακαλεί τον Θεό να έρθει βοηθός και σύμμαχος του- διότι, όταν κάποιος παραδώσει τον εαυτό του με νωθρότητα στις επιθυμίες και παραδοθεί έτσι μόνος του στους εχθρούς, αυτόν ο Θεός δεν τον βοηθάει ούτε εισακούει τις δεήσεις του, διότι πρόλαβε ο ίδιος και με την αμαρτία του αποξενώθηκε από τον Θεό· γιατί, βέβαια, όποιος επιθυμεί να έχει τη βοήθεια του Θεού, δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον· κι αυτός που δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον, δεν προδίδεται και δεν εγκαταλείπεται ποτέ από τη θεία πρόνοια και βοήθεια» (Ασκητικαί Διατάξεις, κεφ. α’). Και, ακριβώς, γι’ αυτούς λέγει ο Θεός με το στόμα του προφήτου Ησαΐα: «με αναζητούν την κάθε ημερα, κ’ επιθυμούν να γνωρίσουν τις εντολές μου, ωσάν λαός που έπραξε το δίκαιο και που δεν εγκατέλειψε την κρίση του Θεού» (Ησ. νη’ 2).
Και, για να το πούμε με δυο λόγια, οποίος θέλει να εισακούσει ο Θεός τη δέησή του και να λάβει θετική απάντηση στο ζήτημά του, πρέπει να βιάζει τον εαυτό του, όσο μπορεί, για να φυλάγει τις εντολές του Θεού, ώστε να φτάσει στο σημείο να μην τον κατηγορεί η συνείδηση του ότι καταφρόνησε ή αμέλησε κάποιο πράγμα, που μπορούσε να το κάμει και δεν το έκαμε.
Διότι, όπως λέει ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «όταν η καρδιά μας παύει να μας κατηγορεί, τότε αποκτούμε θάρρος εμπρός στον Θεό, κι Εκείνος μας δίνει ότι Του ζητούμε, γιατί εκτελούμε τις εντολές Του, και κάνουμε όλα όσα είναι αρεστά σ’ Εκείνον» (Α’ Ιωάν. γ’ 21-22). 
Και ο μέγας Βασίλειος προσθέτει: «Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να μη μας κατηγορεί σε τίποτε η συνείδησή μας, και τότε μονάχα μπορούμε να επικαλούμαστε τη θεία βοήθεια» (Ασκητ. Διατ., ο.π.) Και όχι μονάχα, όταν κάποιος προσεύχεται για τον εαυτό του, πρέπει να κάνει τα καθήκοντά του όσο μπορεί καλύτερα, αλλά και στην περίπτωση που κάποιος άλλος προσεύχεται για κείνον, πρέπει κι αυτός να συνεργεί προσωπικά για να καρποφορήσει η προσευχή που γίνεται για λόγου του. 
Αυτό ακριβώς σημαίνει ο λόγος του Αδελφοθέου, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (Ιακ. ε’ 16), τον οποίο ερμηνεύοντας ο θείος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγει: «Πράγματι, πολύ ισχύει η δέηση του δικαίου, είτε χάρη στον δίκαιο που την κάνει, είτε και χάρη σ’ εκείνον που ζητάει από τον δίκαιο να την πραγματοποιήσει· διότι, από μεν την πλευρά του δικαίου που γίνεται η δέηση, αυτή δίνει θάρρος να παρουσιαστεί και να ζητήσει από Κείνον που μπορεί να εισακούσει τα αιτήματα των δικαίων, ενώ από την πλευρά εκείνου που ζητάει από τον δίκαιο να κάμει γι’ αυτόν τη δέηση, του δίνει την ευκαιρία ν’ απομακρυνθεί από την κακία και να εγκολπωθεί πάλι την διάθεση για ενάρετο βίο» (Ε’ εκατ. περί θεολογίας, κεφ. πδ’).
Και ο ίδιος πάλι, σε άλλο σημείο, λέει: «Είναι πράγματι δείγμα μεγάλης νωθρότητας, για να μην πω παραφροσύνης, να επιζητεί κανείς τη σωτηρία του με τις δεήσεις των δικαίων, ενώ η διάθεσή του στρέφεται προς τις τέρψεις, και να ζητάει τη συγχώρεση εκείνων των αμαρτημάτων, για τα οποία σπιλώνεται με δική του διάθεση και ενέργεια. Πρέπει, λοιπόν, να μην αφήνει ανενεργή και ακίνητη τη δέηση του δικαίου…, αλλά να την ενεργοποιεί και να την ισχυροποιεί, δίνοντάς της φτερά με τις δικές του αρετές» (ο.π., κεφ. πγ’).
ε) Όποιος θέλει να εισακούσει ο Κύριος το αίτημά του, πρέπει να μην λιποψυχάει, ούτε να θλίβεται και να στενοχωριέται όταν προσεύχεται, αλλά να προσμένει με υπομονή και μακροθυμία, κι ας περνάει αρκετός καιρός αναμονής. Έτσι και ο Κύριος, για να μας διδάξει να προσμένουμε υπομένοντας και προσκαρτερώντας στην προσευχή, χωρίς να στενοχωριόμαστε καθόλου, μας αναφέρει στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο την παραβολή της χήρας, η οποία με την επιμονή και την υπομονή της, έπεισε στο τέλος τον άδικο δικαστή να της αποδώσει το δίκιο της. «Και τους έλεγε και την παραβολή αυτή, για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποκάμουν» (Λουκ. ιη’ 1). Έχουμε, από την άλλη πλευρά, και τον λόγο του μεγάλου Βασιλείου, που λέει ότι, μπορεί στη δέησή σου πολλές φορές να ζητήσεις τα πνευματικώς συμφέροντα, όμως δεν επέμεινες αρκετά. Διότι, όπως είναι γραμμένο, «με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας» (Λουκ. κα’ 19). Και, «όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί» (Ματθ. ι’ 22). Έχουμε γι’ αυτό το θέμα παράδειγμα τον Αβραάμ, ο οποίος, αν και ήταν νέος όταν προσεκλήθη από την Ασσυρία να πάει στην Παλαιστίνη, και είχε λάβει μάλιστα και υπόσχεση από το Θεό, πως θα πληθυνθεί το σπέρμα της γενιάς του όπως τ’ αστέρια τ’ ουρανού, είδε να πραγματοποιείται η παραπάνω υπόσχεση του Θεού μόλις στα εκατό χρόνια της ηλικίας του!
Επίσης, και το παράδειγμα του Ισαάκ, ο οποίος παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσει τέκνα, αλλά η δέησή του εισακούστηκε μόλις ύστερα’ από είκοσι χρόνια!
Ο μέγας Βασίλειος σε συμβουλεύει: «μιμήσου, λοιπόν, και σύ, αδελφέ μου, αυτούς τους Πατριάρχες και την πίστη τους· και αν περάσει κ’ ένας χρόνος, τρίτος ή τέταρτος ή περισσότερα χρόνια δίχως να λάβεις το αίτημά σου, μην αφήνεις την προσευχή, αλλά να επιμένεις με πίστη, εργαζόμενος πάντα το αγαθό».
Και ο άββάς Μακάριος προσθέτει: «οποίος δεν βλέπει να εισακούεται γρήγορα η δέησή του, αλλά ν’ αναβάλλεται από το Θεό, αυτός αισθάνεται πιο φλογερή την επιθυμία της προσευχής· και όσο πιο πολύ μακροθυμεί ο Θεός, δοκιμάζοντάς μας στον πόνο, τόσο πιο πολύ έντονα οφείλει ο προσευχόμενος να επιμένει, ζητώντας την δωρεά του Θεού» (Σειρά στο Κατά Ματθαίον, κεφ. ζ’).ς) και τελευταίον· όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό, είτε λάβει γρήγορα εκείνο που ζητά, είτε και αργότερα. 
Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος μας λέγει: «τα αιτήματά σας να τ’ απευθύνετε στο Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία» (Φιλιπ. δ’ 6).
Επειδή, πολλές φορές, ο Θεός δεν μας δίνει γρήγορα εκείνο που του ζητούμε, ή γιατί ξέρει πως θα χάσουμε αυτό που θα μας χαρίσει και, γι’ αυτόν το λόγο, θα τιμωρηθούμε περισσότερο, αφού αθετήσαμε το χάρισμα του και τη δωρεά του· ή, γιατί, γνωρίζοντας πως μόλις λάβουμε το αίτημά μας θα πάψουμε να προσευχόμαστε.
Γι’ αυτό αναβάλλει το ζήτημα μας και δεν το πραγματοποιεί, θέλοντας και προνοώντας να τον παρακαλούμε πάντοτε και να βρισκόμαστε κοντά του με την προσευχή· ή, ακόμη, για να φανεί η πίστη και η αγάπη μας προς τον Θεό, ή και για άλλους λόγους που έχει ο Θεός, ακατανόητους βέβαια σ’ εμάς, αλλά δίκαιους, που αποβλέπουν πάντοτε προς το πνευματικό συμφέρον μας.
Τα βεβαιώνει όλα αυτά και ο βαθύς θεολόγος και πράγματι μέγας Βασίλειος, με όσα γράφει στο α’ κεφάλαιο των Ασκητικών του Διατάξεων, οπού συμπερασματικά μας λέγει:
«Γνωρίζοντας, λοιπόν, όλα αυτά, είτε πιο γρήγορα εισακουστούμε και λάβουμε, είτε πιο αργά, ας παραμείνουμε πάντοτε με ευχαριστίες στον Κύριο, διότι όλα όσα κάνει ο Δεσπότης τα κάνει πάντοτε οικονομώντας τη δική μας σωτηρία· και να μην λιποψυχούμε, σταματώντας τις προσευχές και τις δεήσεις».
Και τί λέω; είτε λάβουμε απ’ το Θεό, είτε δεν λάβουμε τα αιτήματά μας, εμείς πρέπει να τον ευχαριστούμε πάντοτε και να επιμένουμε κρούοντας τη θύρα του Θεού και ζητώντας πάλι και πάλι με την προσευχή μας· διότι μας αρκεί και τούτο το μέγα χάρισμα που λαβαίνουμε, δηλαδή το ότι αξιωνόμαστε να συνομιλούμε με τον ίδιο το Θεό και να παραμένουμε ενωμένοι μ’ Εκείνον όταν προσευχόμαστε.
Έτσι μας λέει και ο χρυσός κάλαμος του αγίου Ιωάννου, με κομψότητα και γλαφυρότητα, γράφοντας τα παρακάτω: «μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με διάνοια καθαρή και χαρούμενη, κι όταν μάθουμε τους εαυτούς μας να ευχαριστούν το Θεό πάντοτε: όχι μονάχα όταν λαβαίνουμε τα αιτήματα της προσευχής, μα κι όταν δεν τα λαβαίνουμε.
Διότι, άλλοτε μεν μας δίνει κι άλλοτε δεν μας δίνει· ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις είσαι κερδισμένος, αφού είτε λάβεις είτε δεν λάβεις, ήδη έχεις λάβει και μη λαμβάνοντας· κι όταν επιτύχεις το ζητούμενο κι όταν δεν το πετύχεις· ήσουν τυχερός κι όταν δεν το πέτυχες, επειδή μερικές φορές το να μη λάβεις το αίτημά σου είναι επωφελέστερο· διότι, αν δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μην το λάβουμε, ο Θεός θα μας το έδινε οπωσδήποτε. Και το να μην πετυχαίνουμε κάτι, όταν καταλήγει προς το συμφέρον μας, είναι όντως επιτυχία» (Εις Ανδριάντας, λόγ. α΄· και Περί ευχής, τ. ζ’).
Ανάλογα έγραψε και ο άγιος Ιωάννης, που μας παρέδωκε την ουράνια Κλίμακα: «να μη λες, πως περνάς πολλή ώρα στην προσευχή, δίχως να κατορθώσεις τίποτε, γιατί ήδη έχεις κάτι κατορθώσει· διότι, ποιό άλλο αγαθό θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερο απ’ το να βρίσκεσαι κοντά στον Κύριο και να είσαι με την προσευχή εκεί, αδιαλείπτως περιμένοντας την ένωση μ’ Εκείνον;»
Αν, λοιπόν, αδελφοί και πατέρες, συμφωνείτε με όλα όσα είπαμε πιο πάνω, και προσφέρετε στον άγιο Θεό τις προσευχές, εγώ σας πληροφορώ πως θα πλουτίσετε τις ψυχές σας με πίστη ακλόνητη, με βέβαιη ελπίδα, με αγάπη ανόθευτη, με συγχώρεση των αμαρτημάτων, και θα έχετε την απαλλαγή των ορατών και των αοράτων κακών, την απόλαυση των αιτημάτων σας, τη λύτρωση από τους πειρασμούς των δαιμόνων και την επικοινωνία και ένωση με τον Θεό και τους Αγγέλους του· επειδή, κατά τον χαριτώνυμο και χρυσόστομο κήρυκα της προσευχής: «όταν αληθινά συνομιλούμε στην προσευχή με τον Θεό, τότε γινόμαστε ένα με τους Αγγέλους» (Λόγος Περί Προσευχής). Και μ’ ένα λόγο, θέλω να σας πω, ότι με τις θείες τούτες προσευχές θ’ απολαύσετε ένα σωρό αγαθά, μια απέραντη θάλασσα από θησαυρούς, πλήθος από καλά, ολόκληρη θημωνιά από αρετές, ατελείωτη σειρά χαρισμάτων και ώριμους καρπούς πνευματικής ωφελείας.
το είδαμε εδώ

Ο δια Χριστόν σαλός Γέρο Κωνσταντίνος

5014---konstantinos-monaxos-kareotis-fotografies-1-315x236

Διήγηση του Οσίου Παϊσίου
Ο άκακος και σιωπηλός δια Χριστόν σαλός Γέρο Κωνσταντίνος (Αγγελής) γεννήθηκε στο Καλέντσι της Δωδώνης, στην Ήπειρο, στις 10-2-1898. Τον πατέρα του τον έλεγαν Σταύρο και την μητέρα του Ανθούλα.
Λε­πτομέρειες από τα πρώτα χρόνια της μοναχικής ζωής του δεν γνωρίζουμε, αλλά αυτό που ξέρουμε είναι ότι είχε κά­νει παλιά στην Ι. Μονή Διονυσίου ως αρχάριος. Χρόνια όμως, συνέχεια, τον έβλεπε κανείς να εμφανίζεται γύρω στις Καρυές και να μένη σ’ ένα γκρεμισμένο Κελλί της Μονής Κουτλουμουσίου. (Παλιά ήταν το «Μονύδριο των Φιλαδέλφων» του Αγίου Γεωργίου).

Εκεί λοιπόν σε μία γωνία του γκρεμισμένου κτιρίου, που έπεφταν λιγότερα νερά από την στέγη και έμπαινε λιγότερο κρύο από τα σπασμένα παράθυρα και τις πόρτες, είχε κάτι κουρελιασμένες κουβέρτες και έμοιαζε σαν αετός στην φωλιά του.
Εξωτερικά ο Γέρο Κωνσταντίνος δεν φαινόταν τι είναι, διότι μόνο σκουφί και γένια είχε, που τον έδειχναν για Καλόγηρο. Πάντα τον σκέπαζε μια παλιά χλαίνη, με ένα σχοινί σφιχτά δεμένο στην μέση, και έδειχνε για κοσμικός. Εσωτερικά όμως ήταν ντυμένος με την Χάρη του Αγγελικού Σχήματος, η οποία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του. Όποιος τον έβλεπε από μακριά τον Γέροντα, τον περνούσε για δυστυχισμένο φτωχό άνθρωπο ή τρελό, αλλά από κοντά, όταν έβλεπε κανείς το λαμπερό του πρόσωπο, καταλάβαινε ότι κάποιο μυστήριο κρύβεται σ’ αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο και δεν τον θεωρούσε για τρελό, αλλά τρελούς θεωρούσε εκείνους που έλεγαν τρελό τον Γέρο Κωνσταντίνο.

Ο Γέρο Κώστας (έτσι τον έλεγαν), ενώ ζούσε στις συνθήκες που ανέφερα, με τελεία εγκατάλειψη του εαυτού του, και ενώ ούτε πλενόταν, εν τούτοις ήταν καθαρός, γιατί ζούσε σαν πετεινό του ουρανού.
Με ανθρώπους σπάνια μιλούσε, ενώ με τον Θεό πάντοτε δια της αδιαλείπτου προσευχής. Πολλές φορές ηρπάζετο ο νους του, και, όταν συνερχόταν, έκανε κάτι κινήσεις με το χέρι του, «για να θολώση τα νερά», χωρίς να πη τίποτα και έφευγε. Φυσικά, για τους κοσμικούς ανθρώπους αυτή η συμπεριφορά του ήταν παρεξηγήσιμη. Ακόμη και όταν τους έλεγε κανένα προφητικό, και αυτό τους φαινόταν για ανοησία.
Όταν καμιά φορά μιλούσαν οι γύρω του, και ο Γέρο Κωνσταντίνος δεν τους παρακολουθούσε, γιατί αυτός προσευχόταν, και ο νους του ήταν στον Θεό, πάλι για αφηρημένο τον νόμιζαν. Έπρεπε να τον ρωτάη κανείς πολλές φορές τον Γέρο Κωνσταντίνο και να επιμένη για να απαντήση, και πάλι θ’ άκουγε δυό – τρία λόγια μουρμουριστά, αλλά προφητικά.
Ο Γέρο Κωνσταντίνος είχε εσωτερική καθαρότητα, γι αυτό έβλεπε καθαρά πολύ μακριά! Δυστυχώς όμως, μερικοί από εμάς τους ταλαίπωρους «τον άνθρωπο του Θεού» τον θεωρούσαμε για ταλαίπωρο άνθρωπο, επειδή έμενε μέσα στα χαλάσματα, ενώ εκείνος εκεί στα χαλάσματα έκτιζε συνέχεια την ψυχή του, η οποία ψυχή αξίζει περισσότερο απ’ όλο τον κόσμο, καθώς μας είπε ο Χριστός.
Όπως ανέφερα, σε μια γωνιά στα χαλάσματα είχε την φωλιά του με τις κουρελιασμένες κουβέρτες και δίπλα του ένα Ψαλτήρι και ένα Ωρολόγιο της Εκκλησίας. Το δε νοικοκυριό του ήταν ένα τενεκάκι από κουτί κονσέρβας με ένα σύρμα για χερούλι! Αυτή ήταν όλη η περιουσία του!
Κάθε Σάββατο περνούσε συνήθως από δύο Κονάκια στις Καρυές, και οι Πατέρες του έβαζαν κάτι από τα περισσεύματα στο τενεκάκι του. Περνούσε πάντα σιωπηλά, χωρίς να ζητάει είχε αρχοντιά. Εάν οι άλλοι ήταν απασχολημένοι, έφευγε χωρίς να πάρη τίποτα. Κάπου – κάπου περνούσε και από τα μπακάλικα και έπαιρνε μόνος του, σαν σπουργίτης, πέντε – έξι ελιές στο χέρι του και έφευγε. Οι μπακάληδες το θεωρούσαν αυτό ευλογία, γιατί τον αγαπούσαν τον Γέρο Κώστα. Εάν κανείς του έβαζε χρήματα στην τσέπη του κρυφά, τα άφηνε και αυτός κρυφά στα μπακάλικα και έφευγε. Έτσι φρόνιμα ζούσε ο Γέρο Κώστας στο Περιβόλι της Παναγίας, σαν άκακο αρνάκι.

Δυστυχώς όμως, πριν από ένδεκα χρόνια, το 1969, επειδή έρχονταν πολλοί κοσμικοί, Ευρωπαίοι, και τον νόμιζαν για τρελό, έτσι όπως εμφανιζόταν στις Καρυές, οι Αρχές έστειλαν στο Τρελοκομείο τον άνθρωπο του Θεού!
Εκεί στην κλινική, αφού τον εξέτασαν οι γιατροί, δεν του βρήκαν τίποτε. Τα μυαλά του ζύγιζαν τετρακόσια δράμια (μια οκά), αλλά εμείς οι σημερινοί άνθρωποι, oι εξωτερικοί, με την κατ’ όψιν κρίση μας, τον αδικήσαμε και στην συνέχεια. Ενώ τον βρήκαν υγιέστατο, τον έστειλαν από το Τρελοκομείο στο Γηροκομείο. Εκεί, επειδή είχε βρεθεί τελείως ξαφνικά σε κοσμικό περιβάλλον – στην Θεσσαλονίκη – έπιανε μία γωνία και έλεγε την ευχή, και από τα μάτια του κυλούσαν συνέχεια τα δάκρυα σαν χάνδρες.

Όταν έμαθα ότι ο Γέρο-Κώστας πέρασε αυτή την ταλαιπωρία και βρίσκεται πια στο Γηροκομείο, είπα στην αδελφή που ήταν στην Γραμματεία να τον φροντίζει. Φυσικά, ήταν καλύτερα από το Τρελοκομείο στο Γηροκομείο, αλλά όσο και καλά να ήταν, για τον φιλήσυχο Μοναχό Γέρο Κωνσταντίνο το Περιβόλι της Παναγίας ήταν καλύτερο και απ’ όλα τα παλάτια του κόσμου.
Απορούσε το καημένο Γεροντάκι και έλεγε στην αδελφή :
-Γιατί μ’ έφεραν εδώ;

Εκεί λοιπόν πέρασε την επίλοιπη ζωή του ο «δια Χριστόν σαλός», ο οποίος ταλαιπωρήθηκε από εμάς τους κοσμικά έξυπνους.
Δεν έχει σημασία που κοιμήθηκε κι αν κοιμήθηκε στο Γηροκομείο… και όχι στο άγιον Όρος ο Γέρο Κώστας. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι θα ξύπνησε στον Παράδεισο, ο πολύ έξυπνος, ο «δια Χριστόν σαλός» Γερο Κωνσταντίνος. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.


Απόσπασμα απο το βιβλίο: ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ – Γέροντος Παισίου Αγιορείτου.

Πηγή: εδώ

πνευματικοί δολοφόνοι…


Χριστός (τελώνου και φαρισαίου)
«Πνευματικός» εξομολογούσε μια γυναίκα, στο σπίτι της οποίας διέμενε με ενοίκιο κάποιος παπάς.
-«Ξέρεις, της είπε, αυτός ο παπάς, που μένει στο σπίτι σου, είναι αιρετικός, κλέφτης, τρελός και, με λίγα λόγια, παλιάνθρωπος. Να προσέχεις»!
-«Κι από πού τα ξέρετε όλα αυτά, πάτερ»; Ρώτησε απορημένη η γυναίκα.
-«Μου τα είπε το Άγιο Πνεύμα»! Ισχυρίστηκε ο «πνευματικός». Ποντάροντας, προφανώς, στην ευπιστία της γυναίκας.
Αλλά η γυναίκα, που δεν ήταν καθόλου εύπιστη, έσπευσε και τα είπε στον παπά. O οποίος και έσπευσε να συναντήσει τον «πνευματικό», για να του πει:
-«Άγιε πατέρα, πώς θα σας φαινόταν, αν σας έλεγα ότι είστε κρετίνος, δολοφόνος και συλλήβδην παλιάνθρωπος»!
-«Πώς τολμάς»! Ούρλιαξε ο συκοφάντης.
-«Όχι εγώ, αλλά το Άγιο Πνεύμα»!
-Και πώς είναι δυνατόν να πει σε σένα το Άγιο Πνεύμα για μένα τέτοια πράγματα;
-Όπως και σε σένα είπε ότι εγώ είμαι αιρετικός, κλέφτης, παλιάνθρωπος και όσα άλλα η μωρία και η μοχθηρία σου υπαγόρευσε»!…
Ασφαλώς μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν αληθινά άγιοι πνευματικοί, οι οποίοι συχνά-όπως οι νεοφανείς Άγιοι, Γέροντας Πορφύριος και Γέροντας Παΐσιος, κλπ-γνωρίζουν την πνευματική ταυτότητα του εξομολογούμενου, προτού εκείνος ανοίξει καν το στόμα του. Και ο λόγος τους είναι «άρτος επιούσιος», ιδιαίτερα για τις σημερινές συνθήκες πνευματικού λιμού.
Αλλά υπάρχουν, δυστυχώς, και κάποιοι κενοί ηθικού και πνευματικού περιεχομένου ρασοφόροι, που καταφεύγουν σε συκοφαντίες, πιστεύοντας ότι θα ανεβάσουν τους εαυτούς τους, υπονομεύοντας τους άλλους. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν, θέλουν να εξασφαλίσουν πιστοποιητικό γλειψηματία για τη μελλοντική δεσποτοποίησή τους .
Οι ρασοφόροι του φυράματος αυτού, εκτός του ότι, ως εξομολόγοι, παίζουν το ρόλο κομματικών προπαγανδιστών, φτάνουν, συχνά, στο κατάντημα να χρησιμοποιούν τα πνευματικά τους παιδιά ακόμη και ως διακινητές των δολοφονικών συκοφαντικών τους ιδιοσκευασμάτων. Και μιλώ για «δολοφονικά ιδιοσκευάσματα», δεδομένου ότι η συκοφαντία συνιστά ηθική δολοφονία, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι βδελυρότερη ακόμη και από τη βιολογική δολοφονία.
Και απορεί κανείς πώς κάποιοι τέτοιοι Ιησουΐτες, με καλπάζουσα υποκρισία τολμούν να παριστάνουν και τους ιεροκήρυκες και ν’ ανεβαίνουν στον άμβωνα, για να μιλούν για τη χριστιανική αγάπη, παρότι ουδέποτε την φιλοξένησαν στα σπλάχνα τους. Και ύστερα απορούν, γιατί τα κηρύγματά τους δεν βρίσκουν απήχηση. Δεδομένου ότι το χριστεπώνυμο πλήρωμα διαθέτει, σε μεγάλο ποσοστό το αισθητήριο να ξεχωρίζει αυτούς, που, μέσα απ’ την καρδιά τους, του μιλούν με ειλικρίνεια και αγάπη. Σε αντίθεση με τα κάλπικα και αλαλάζοντα φαρισαϊκά κύμβαλα, τα οποία δεν έχουν να του προσφέρουν τίποτε περισσότερο απ’ την ανούσια κενότητά τους και την αποκρουστική υποκρισία τους.
Δυστυχώς την ίδια τακτική ακολουθούν και κάποιοι ανερμάτιστοι μητροπολίτες. Που απομονωμένοι σαν τα ψαράκια της γυάλας και αποστειρωμένοι από τη γνώση του περιβάλλοντός τους, άκριτα και αβασάνιστα υιοθετούν ο, τι τους σερβίρουν οι ρουφιάνοικαι οι ρουφιάνες. Οι οποίοι άγουν και φέρουν την αχυρώδη τους υπόσταση και κάνουν άνω κάτω τις μητροπόλεις. Δεδομένου ότι σπρώχνουν τους ρουφιανο-δεσποτάδες σε άδικες ενέργειες σε βάρος αθώων ανθρώπων. Έτσι ώστε να εκτίθενται ανεπανόρθωτα στην κοινή γνώμη, η οποία σε αντίθεση με τους εμπαθείς ρουφιάνους έχει σε μεγάλο βαθμό ανεπτυγμένο το περί δικαίου αίσθημα. Με αποτέλεσμα να λυπάται και να ντρέπεται ο λαός με τα τέτοιου είδους ακατανόητα καμώματα κάποιων δεσποτάδων. Που, μη έχοντας συναίσθηση της ανεπάρκειας του εαυτού τους και συνείδηση του περιβάλλοντός τους, μιλούν ακόμη και για κλίκες και συνωμοσίες αθώων κληρικών εναντίον τους. Τη στιγμή που τα άνθη αυτά του κακού θεριεύουν και ανθούν στις παρυφές της αλλοπρόσαλλης αυλής τους. Όπου αυτοί οι ίδιοι, με την ακρισία τους και την πονηρία τους γίνονται αρχιτέκτονες πάσης αυθαιρεσίας και ακαταστασίας.
Κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, οι εξομολόγοι, που επιχειρούν να κάμουν τα πνευματικά τους παιδιά «υιούς γεέννηςδιπλότερους αυτών» (=παιδιά της κόλασης χειρότερα απ’ τους ίδιους), οι ιεροκήρυκες, που χρησιμοποιούν τις θρησκευτικές οργανώσεις ως γιάφκες -με την ηθική του όρου έννοια-δολοφόνων και οι δεσποτάδες, που εκτρέφουν στις μητροπόλεις τους κλίκες ρουφιάνων, είναι σαν τους κακούς γεωργούς της ευαγγελικής παραβολής. Οι οποίοι άλλους μεν εκ των απεσταλμένων του οικοδεσπότη έδειραν, άλλους λιθοβόλησαν και άλλους φόνευσαν. Για να μη διστάσουν στο τέλος να προχωρήσουν στο φόνο και του ίδιου του γιου του οικοδεσπότη. Που σημαίνει ότι, σε τελική ανάλυση, οι «άγιοι» αυτοί συκοφάντες και πνευματικοί δολοφόνοι δολοφονούν στις καρδιές των ανθρώπων τον ίδιο το Χριστό, τον οποίο υποτίθεται ότι υπηρετούν.
Δεν ξέρω, αν, για κάποιες απ’ αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να καταφύγει κανείς στη, λεγόμενη, Δικαιοσύνη. Δεδομένου ότι οι «πνευματικοί» δολοφόνοι φτάνουν σε τέτοιο βαθμό πονηρίας, ώστε, προκειμένου να προφυλάξουν τον εαυτό τους από δικαστικές περιπέτειες, να δεσμεύουν, συχνά, τα «βαποράκια» της συκοφαντικής τους πραμάτειας με το απόρρητο της εξομολόγησης. Αλλά και όταν ακόμη στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις, προκειμένου να προσφύγει κάποιος στη Δικαιοσύνη, κινδυνεύει, όχι μόνο να μη βρει το δίκιο του, αλλά να βρεθεί και κατηγορούμενος. Δεδομένου ότι ανάμεσα στους θρησκευτικούς ιεροεξεταστές αφενός και κάποιους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς αφετέρου υπάρχει συχνά διαπλοκή. Αφού, ανάμεσα στους Τερτσέτηδες και Πολυζωίδηδες της, λεγόμενης, Δικαιοσύνης υπάρχουν και οι Τριβωνιανοί, που δωροδοκούνται και επηρεάζονται ποικιλοτρόπως.
Γεγονός που, σε τελική ανάλυση, σημαίνει ότι όσοι παίρνουν στα σοβαρά τη χριστιανική τους ταυτότητα καλό είναι να θυμούνται το «προσέχετε από το προζύμι των φαρισαίων», που είπε ο Χριστός. Κι ακόμη, όπως έλεγε και ο μεγάλος Γιουνγκ «να προσέχουν πολύ σε ποιους εμπιστευόμαστε την πολύτιμη ψυχή τους»!….
παπα-Ηλίας
https://papailiasyfantis.wordpress.com
e mail: papailias6391@gmail.com

Θέλω να με φωνάζετε...." (Θαύμα της Παναγίας)


Έχουμε μια προσωπική μαρτυρία, της αείμνηστης γερόντισσας Μακρίνας, μοναχής, από την Πορταριά του Βόλου, που την διηγείτο τακτικά. Την άκουσα και γω, προσωπικά, παρουσία και άλλων χριστιανών.
 

 
Μια νεαρά σχετικώς κυρία, είχε υποστεί κάποιο εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να παραλύσει τελείως από τη μέση και κάτω, έμεινε παράλυτη από τη μέση και κάτω, και ελαφρά από τη δεξιά της πλευρά. Το μυαλό της, όμως, και η ομιλία της δεν πειράχτηκαν καθόλου… Από τη γερόντισσα Μακρίνα, αυτή η συγκεκριμένη κυρία είχε μάθει, πριν από τέσσερα – πέντε χρόνια, την ευχή και επικαλείτο συνεχώς, όχι μόνο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αλλά και της Υπεραγίας Θεοτόκου. Έτσι, κατάκοιτη και ακίνητη, όπως ήταν, με το ελεύθερο αριστερό της χέρι, έκαμε συνέχεια κομποσχοίνι στο όνομα της Παναγίας, λέγοντας και φωνάζοντας με πόνο και θέρμη «Υπεραγία Θεοτόκε, βοήθει μοι».
 

 
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με».
 

 
«Παναγία μου, σώσε με, είμαι αμαρτωλή».
 

 
Ύστερα από αρκετές ημέρες συνεχών επικλήσεων, ω του θαύματος θα ανακράζαμε όλοι μαζί, παρουσιάστηκε ένα βράδυ την ώρα που ήτο ξυπνητή, και απευθυνόταν προς την Παναγία με το κομποσχοινάκι της, παρουσιάστηκε Εκείνη ολόλαμπρη μπροστά της. Φωτεινή σαν τον ήλιο. Και είχε τέτοια ομορφιά που θαμπώθηκε, όχι μόνον από την θεϊκή ακτινοβολία της, αλλά και από την απερίγραπτη ωραιότητά της. Το ανάστημά της ήτο μεγαλοπρεπέστατο, ουράνιο και ακατάληπτο. Ενώ πίσω της εφαίνοντο πολύ καθαρά ένα πλήθος από τάγματα αγγέλων και αρχαγγέλων. Ταυτόχρονα είχε την ορατή αίσθηση ότι με τη θεία της παρουσία η Παναγία σκέπαζε ολόκληρο τον κόσμο.
 

 
Και μέσα στο ιερό δέος της, τον θαυμασμό και την κατάπληξή της, άκουσε την ουράνια φωνή Της να την ρωτάει.
 

 
- Τι θέλεις να σου κάνω, Μαρία, παιδί μου; – Μαρία την λέγανε.
 

 
Και η άρρωστη αλλά η ευλαβής εκείνη χριστιανή, χωρίς δισταγμό, Της απάντησε:
 

 
Θέλω να γυρίζω από το ένα πλευρό στο άλλο, γιατί είμαι παράλυτη απ’ τη μέση και κάτω, και δεν μπορώ. Κουράστηκε η πλάτη μου απ’ την ακινησία. Ιδιαιτέρως, όμως, θέλω να σωθώ. Τη σωτηρία μου ποθώ, γι’ αυτό και Σε φωνάζω.
 

 
Και η Υπεραγία Θεοτόκος, η γλυκυτάτη Παναγία μας, που συμπονάει με τους πόνους μας και τα βάσανά μας, της απάντησε:
 

 
- Αυτά θα σου τα δώσω. Και, γι’ αυτό ήλθα, επειδή με φωνάζεις κάθε μέρα, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Γιατί θέλω να με φωνάζετε! Να με φωνάζετε συνεχώς. Και γω ακούω και έρχομαι. Θέλω να με φωνάζεις, της είπε. Θέλω να με φωνάζετε όλοι σας, όλοι οι χριστιανοί, αυτό εννοούσε τώρα.
 

 
Πλημμύρισε, όχι μόνον το δωμάτιο από την υπέρλαμπρη φωτοχυσία της, και το ουράνιο άρωμά της, αλλά και ολόκληρο το σπίτι της. Όλα τα μέλη της οικογένειάς της, κατά την μαρτυρία της αείμνηστης γερόντισσας, έζησαν αυτό το ολοζώντανο θαύμα. Η δε ουράνια αυτή ευωδία παρέμεινε διάχυτη για μέρες μέσα στο σπίτι, και ιδιαίτερα στο δωμάτιο της άρρωστης. Το πρόσωπο της Μαρίας έλαμπε από την πολλή χάρη που έλαβε. Και όχι μόνον άρχιζε να κινεί το σώμα της, και να γυρίζει πλευρό με ευκολία, αλλά σε λίγες μέρες έγινε τελείως καλά και σηκώθηκε υγιεστάτη.
 

 
Εγώ όμως δεν θα μείνω στο καταπληκτικό αυτό θαύμα της θείας παρουσίας της Υπεραγίας Θεοτόκου, ούτε στο θαύμα της θεραπείας της άρρωστης. Αλλά θα παραμείνω σ’ αυτά που είπε η Παναγία μας, η Μητέρα όλων μας. Τι είπε; «Θέλω να με φωνάζετε». «Θέλω να με επικαλείσθε. Και ’γω ακούω και έρχομαι. Θέλω να με φωνάζετε. » 
 
 
«Υπεραγία Θεοτόκε βοήθησέ με»,
 

 
«Υπεραγία Θεοτόκε σώσε με»,
 

 
«Υπεραγία Θεοτόκε σώσε το παιδί μου», και ό,τι άλλο νομίζετε ότι μπορείτε να φωνάξτε απ’ το βάθος της καρδιάς σας, αυτό που μας πονάει συνήθως περισσότερο.



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...