Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Μαρτίου 01, 2016

Ο θαυματουργός φτωχόπαπας της Αθήνας Άγιος Νικόλαος Πλανάς (1851-1932)





Ο άγ. Νικόλαος Πλανάς κι από κάτω η παλιά Αθήνα, από την Ακρόπολη ώς το Λυκαβηττό (εικ. από εδώ)
 Ο άγιος τούτος, που γιορτάζει 2 Μαρτίου, άγιος που πρόφτασε τον 20ό αιώνα κιέζησε στην Αθήνα, ήταν παντρεμένος και είχε κι ένα γιο. Όμως χήρεψε λίγο μετά τη γέννηση του παιδιού του. Γι' αυτό ο λαός μας τον αναγνωρίζει ωςπροστάτη των παντρεμένων ζευγαριών.
Κάποτε παρακάλεσα κι εγώ, αν και ανάξιος & τεμπέλης στην προσευχή, για ένα ζευγάρι που κόντευε να βαρέσει διάλυση. Τώρα, με τη χάρη του Θεού, αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις τους. Λέτε να έβαλε το χεράκι του ο άγιος παπα-Νικόλας;
Ξέρω και μια πρόσφατη εμφάνισή του σε στενή συγγενή καλού μου φίλου, που αγνοούσε εντελώς την ύπαρξή του και μετά ανακάλυψε ποιος είναι, ψάχνοντας τη φωτογραφία του στο Διαδίκτυο. Εμφάνιση που είχε τεράστια σημασία για τη ζωή της.
Μεγάλη υπόθεση λοιπόν αυτό το σκυφτό γεροντάκι, που ήξερε ελάχιστα γράμματα κι η φωνή του δεν ήταν και τόσο καθαρή - αλλά η καρδιά του ήταν πεντακάθαρη... Αυτό το γεροντάκι που μιλούσε με τα άλογα, που γιάτρευε τα άλογα των αμαξάδων, που τα παιδιά το 'βλεπαν να περπατάει χωρίς να πατάει κάτω (φίλος μου γνώρισε μια γιαγιά στην Αθήνα που είχε ζήσει αυτή την εμπειρία όταν ήταν κοριτσάκι)...
Αλλά τι σας τα λέω τώρα αυτά; Τι νόημα έχουν, ενώ εμείς έχουμε κινητά τηλέφωνα και κομπιούτερς; Τώρα ζούμε στον αστερισμό της τεχνολογίας.
Ή μήπως ειδικά τώρα έχουν τεράστιο νόημα; Διαβάστε παρακάτω και θα κρίνετε μόνοι σας.

Λίγα πρώτα λόγια γι' αυτόν

π. Γ. Παπαβαρνάβας
Ο παπα - Νικόλας Πλανάς ήταν άνθρωπος άκακος, απονήρευτος και με βαθειά ταπείνωση. Ο προγνώστης Θεός τον επροίκισε με το προορατικό χάρισμα ενώ ήταν ακόμα μικρό παιδί. Με την μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε, διηγόταν: “Μια βραδυά χειμωνιάτικη, που καθόμασταν στο τζάκι είπα στον πατέρα μου: “Πατέρα, αυτή την στιγμή εβυθίσθη το καΐκι μας το “Ευαγγελίστρια” έξω από την Πόλη”. Έντρομος ο πατέρας μας, λέγει στην μητέρα μου: “Γυναίκα, τι λέγει το παιδί”; Και όντως, αυτή τη στιγμή επνίγη το καΐκι μας...”. Και για να αποφύγη τον θαυμασμό των άλλων, αλλά και τον πειρασμό της υπερηφανείας έλεγε, ότι “όλα τα παιδιά είναι προορατικά”. 

Δεκατεσσάρων ετών έμεινε ορφανός από πατέρακαι στα δεκαεπτά νυμφεύθηκε στην Αθήνα, όπου μετεκόμισε με την μητέρα και τα αδέλφια του από την γενέτειρά του την Νάξο. Η σύζυγος του απέθανε σε νεαρή ηλικία, αφού εν τω μεταξύ απέκτησαν ένα αγόρι. Στην πολυθόρυβη πόλη και μέσα σε τόσες φροντίδες, αφού ήταν πατέρας και μητέρα μαζί για το παιδί του και παράλληλα πνευματικός πατέρας για τους ενορίτες του, έζησε βίον αληθινού ασκητού με νήψη, προσευχή και λατρευτική ζωή. 

Τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την αγιότητα του παπα-Νικόλα τις έχουμε από τον σύγχρονό του Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ο Παπαδιαμάντης ήταν ψάλτης του, στο Εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, κοντά στο Μοναστηράκι της Αθήνας. Έψαλλε στους εσπερινούς και τους όρθρους, στις λειτουργίες και τις ολονυκτίες, που τελούσε με κατάνυξη, αλλά και μεγαλοπρέπεια ο παπα-Νικόλας. Και μπόρεσε να διεισδύση στο βάθος της αγιασμένης αυτής ύπαρξης και να αντιληφθή το πλήθος των χαρισμάτων της, τα οποία ήταν επιμελώς κρυμμένα κάτω από το κέλυφος της απλότητας και της ταπείνωσης, γιατί ήταν και εκείνος εντεταγμένος στην ίδια προοπτική, ήταν, δηλαδή, φορέας της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Τον ονομάζει άξιο λειτουργό του Υψίστου και τον αντιπαραβάλλει με τους “επαγγελματικούς ιερείς”, όπως τους αποκαλεί, και συνεχίζει: 
“Είναι ο ταπεινότερος των ιερέων και ο απλοϊκότερος των ανθρώπων... είναι αξιαγάπητος, είναι απλοϊκός και ενάρετος, είναι άξιος του πρώτου Μακαρισμού του Σωτήρος”.
Ήταν, όπως όλοι οι Άγιοι, αφιλοχρήματος και ελεήμων. 
“Περνούσε πολύ χρήμα από τα χέρια του, αλλά αμέσως διοχετευόταν στην ελεημοσύνη. Ως και νεαρούς διάκους βοηθούσε να σπουδάσουν. Πολλές φορές δεν είχε ούτε μια πεντάρα πάνω του. Χωρίς να το προσέξη κάποτε πήρε ένα αμάξι να τον πάη σε κάποιο σπίτι. Όταν έφθασαν και ηθέλησε να πληρώση... κοιτάζει για λεπτά, ξανακοιτάζει, τίποτα. Βρέθηκε σε αμηχανία. Του λέγει ο αμαξάς: “Δεν είσαι συ ο εφημέριος του Αγίου Ιωάννου, ο παπα - Νικόλας;” - “Ναι, παιδί μου, εγώ είμαι”. - Έ, δεν θέλω λεπτά, μόνον την ευχή σου!””. Σε μια άλλη περίπτωση κάποιος, που του διάβασε κάποτε παράκληση, του έδωσε ως πληρωμή κάποιο σεβαστό ποσόν, μέσα σε κλειστόν φάκελο. Αυτός, καθώς πήρε τον φάκελο, τον έδωσε αμέσως κλειστόν σε μια πτωχή, που τον περίμενε πότε να τελειώση την παράκληση. Ο άνθρωπος που του τον έδωσε, άναψε από στενοχώρια. “Μα τον ευλογημένον”, έλεγε, “να μην κοιτάξη καν τι του έδωσα;!”.
Έδειχνε μεγάλη υπομονή στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες και αφάνταστη ψυχραιμία. Έλεγε κάποτε ο ίδιος συμβουλεύοντας μια πνευματική του κόρη: 
“Εγώ παιδί μου με την υπομονή τα έβγαλα πέρα τα τόσα σκάνταλα που μου παρουσιαζόντουσαν”.
Μεγάλη σημασία έδινε στην προσοχή και την συγκέντρωση του νου κατά την διάρκεια της προσευχής και της λατρείας. Στις διδασκαλίες του προς τα πνευματικά του παιδιά τόνιζε πολύ το σημείο αυτό. Μάλιστα, όταν έβγαινε να θυμιάση, κατά την διάρκεια του Όρθρου, πολλές φορές τον είδαν να θυμιά άδεια στασίδια, ενώ αντίθετα δεν θυμιούσε κάποιους από τους παρισταμένους. Με το πνευματικό του χάρισμα διέκρινε ότι, κάποιοι από τους παρόντες σωματικά ήσαν ουσιαστικά απόντες, αφού ο νους τους ήταν σκορπισμένος και τριγυρνούσε έξω εδώ κι εκεί, ενώ κάποιοι που απουσίαζαν, λόγω ασθενείας ή για άλλους λόγους ανωτέρους της θελήσεώς τους ήσαν νοερά παρόντες και προσευχόντουσαν την ώρα εκείνη. 

Λειτουργούσε συχνά και μνημόνευε στην Αγία Πρόθεση πάρα πολλά ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Αξιώθηκε να ακούση ψαλμωδίες αγγέλων.

Προτρέπουμε την ανάγνωση του βίου του, που προκαλεί μεγάλη γλυκύτητα στην καρδιά, όρεξη για προσευχή, μετάνοια και διάθεση για διόρθωση και μίμηση της θεάρεστης ζωής του.


Απόσπασμα από τη βιογραφία του (από την ιστοσελίδα Σύγχρονοι Γέροντες)


...Όταν ο Άγιος Νικόλαος ήταν δεκατεσσάρων ετών, ο πατέρας του άφησε τον κόσμο αυτό. Έτσι, η μητέρα του μαζί με την αδελφή του ήρθαν στην Αθήνα και πήγε και ο ίδιος μαζί τους. Έμεναν στην περιοχή που είναι μεταξύ του Ι. Ναού του αγίου Ιωάννη της Πλάκας και του Ναού του αγίου Παντελεήμονος Ιλισσού, όπου υπήρχαν πολλοί Ναξιώτες.

Μοίρασαν με την αδελφή του την πολύ αξιόλογη πατρική τους περιουσία. Αλλά το μερίδιο του το έκανε ενέχυρο για κάποιο φτωχό, που δεν του το επέστρεψε ποτέ. 


Έτσι παρέμεινε για όλη του την ζωή φτωχός
. Σε ηλικία δέκα επτά ετών συνήψε τίμιο γάμο κατόπιν πιέσεων της μητέρας του, με την Ελένη Προβελεγγίου από τα Κύθηρα. Από τον γάμο αυτό απέκτησε ένα γιό, τον Ιωάννη. Ύστερα απέθανε η σύζυγός του. Στις 28 Ιουλίου του έτους 1879 χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος Πλάκας. Στις 2 Μαρτίου του 1885 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Ιλισσού. Και στην Ενορία αυτή και στην Ενορία του Αγίου Ιωάννη της οδού Βουλιαγμένης υπηρέτησε. Στον Άγιο Ελισσαίο λειτουργούσε καθημερινά.

Ο Άγιος Νικόλαος υπήρξε ο άνθρωπος του Θεού, ο λειτουργός ο άγιας του Υψίστου, ο άοκνος ιερουργός και λάτρης του Τριαδικού Θεού. Η μεγάλη του ευλάβεια, η απεριόριστη καλωσύνη του, η υπερβολική του αφιλοχρηματία, η απλότητά του, το ακτινοβόλο ιερατικό του ήθος, η άφθαστη ιεροπρέπειά του, η ταπείνωσή του, η αγάπη του για την Θεία Λατρεία και οι λοιπές του αρετές, τον καταξίωσαν στη συνείδηση του λαού. 
Όλοι εσέβοντο τον άγιο Νικόλαο, επίσημοι και αφανείς.

Δεν αγάπησε ποτέ του τα πλούτη
. Όσα του έδιναν αμέσως τα έδινε στους φτωχούς. Είχε μισθοδοτήσει ένδεκα οικογένειες χηρών και ορφανών. Χρόνια και χρόνια τους έδινε επίδομα μέχρι που τα παιδιά τους έγιναν δεκατεσσάρων ετών. Βοηθούσε νεαρούς Διακόνους στις σπουδές τους. Ενίσχυε υλικά και πνευματικά όσους είχαν ανάγκη.

Υπήρξε ο ακαταπόνητος. Για μισό και πλέον αιώνα λειτουργούσε καθημερινά. Λιτός, απέριττος σε όλες του τις εκδηλώσεις! Πλούτος του και θησαυρός του, κέντρο της ζωής του η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας!
 Άνθρωπος προσευχής, του οποίου η ζωή ήταν μια διακονία πίστεως και αγάπης.

Ήταν νηστευτής
. Ενήστευε όλες τις Σαρακοστές και το λάδι. Και την νηστεία του Τιμίου Σταυρού την άρχιζε από την 1η Σεπτεμβρίου, μέχρι την 14η. Επίσης και των Ταξιαρχών ενήστευσε από τη 1η μέχρι και την 8η Νοεμβρίου.

Απλός και πανέξυπνος, εύστοχος στις απαντήσεις του, συνεδίαζε την απλότητα και την ιεροπρέπεια, την αφέλεια με την αγιότητα. 


Δεν είχε σπουδάσει σε Πανεπιστήμια, ούτε σε Εκκλησιαστικές Σχολές, ούτε σε Λύκεια και Γυμνάσια. Και ίσως να μη φοίτησε και σε καμμιά τάξη του τότε Ελληνικού Σχολείου. Όμως άριστα κατείχε την σοφία του Θεού. 


Ο Θεός εδόξασε τον Άγιο Νικόλαο με το να θαυματουργεί. 
Είναι αμέτρητα τα θαύματά του. Εθεράπευε ασθενείς, απεμάκρυνε δαιμόνια, προέλεγε το μέλλοντα, έλυνε δύσκολα θέματα, συμβούλευε πρεπόντως.

Εξαιρετική φωτο, που δείχνει το παρουσιαστικό του αγίου (εντελώς ταπεινός, άσημος, καθόλου εντυπωσιακός για τα κοινά μάτια). Αναρωτιέμαι αν πίσω του βρίσκεται κάποιος φτωχός - φαίνεται να κρατάει ένα ψωμί πάντως. Φωτο από εδώ.

Όμως, ύστερα από μια ζωή αγία, μια ζωή που υπήρξε προσφορά στον Θεό, έπρεπε κι αυτός ως άνθρωπος να αφήσει τον κόσμο αυτό και να οδηγηθεί στην αιώνια και αληθινή ζωή. 

Ξημέρωσε η Κυριακή του Ασώτου, 
28η Φεβρουαρίου του έτους 1932. Αυτή είναι η μέρα που λειτούργησε για τελευταία φορά στο επίγειο Ιερό Θυσιαστήριο. Μετά τη Θεία Λειτουργία έχασε τις αισθήσεις του. Οι πιστοί και οι οικείοι του τον φρόντισαν. Αλλά παρ' όλες τις φροντίδες τους, δεν μπόρεσαν να αναστρέψουν την πορεία που είχε πάρει η υγεία του.

Ήταν δέκα η ώρα το βράδυ της 2ας Μαρτίου του 1932. Έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού. Ψιθύριζε προσευχές. Είπε: 

"Τον δρόμον τετέλευκα!" [τέλειωσα το δρόμο μου (φράση από επιστολή του αποστόλου Παύλου)]. "Δόξα σοι ο Θεός!". "Η Θείο Χάρη να σας ευλογεί"

...και άλλα, και άφησε τον κόσμο αυτό.

Το πρωί έφεραν το ιερό του λείψανο στον Ναό Αγίου Ιωάννου της Οδού Βουλιαγμένης, εκεί όπου εφημέρευε. Για τρεις μέρες ετέθη σε λαϊκό προσκύνημα. Οι λαϊκές εκδηλώσεις ήταν πρωτοφανείς και το πλήθος του λαού αναρίθμητο. 
Χιλιάδες λαού κατέφθασαν από το λεκανοπέδιο Αττικής για να αποχαιρετήσουν τον σύγχρονο Άγιο! 

Στις 29 Αυγούστου του 1992, τα ιερώτατα και θαυματουργά Λείψανα του Αγίου Νικολάου του Πλανά τοποθετήθηκαν σε ασημένια λάρνακα, που σήμερα βρίσκεται στο δεξιό κλίτος του Ιερού αυτού Ναού. 


Η Αγία μας Εκκλησία ανεκήρυξε και επισήμως ως άγιο τον Άγιο Νικόλαο τον Πλανά κατά την 135 η Συνοδική Περίοδο (1991-1992) του Πανσέπτου Οικουμενικού Πατριαρχείου, με εισήγηση του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου, και με την φροντίδα του Μητροπολίτου Παροναξίας Αμβροσίου.
 

Αναμφίβολα, είναι πολύ ωφέλιμο το να παρουσιόζονται στις μέρες μας ζωντανά πρότυπα, παραδείγματα που ενσαρκώνουν τον αληθινό τρόπο ζωής, δηλαδή τον τρόπο της κατά Χριστόν Ορθοδόξου ζωής. 


Μεταξύ αυτών των σπουδαίων αγίων παραδειγμάτων, είναι και το παράδειγμα της ζωής του μεγάλου Ναξιώτη, του επιλέκτου τέκνου της Νάξου και της Ορθοδοξίας, του αγίου συμπατριώτη μας Ιερέως Νικολάου του Πλανά. Του αγίου, που δεν έζησε στα παλιά χρόνια, αλλά έζησε μόλις πριν εξήντα επτά χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι που ίσως τον θυμούνται, άρα είναι σύγχρονός τους. 


Έτσι, ο υπεράξιος, ο εκλεκτός, ο άγιος αυτός ιερέας του Υψίστου. με την πάμφωτη ζωή του, φωτίζει άπλετα και τον δρόμο της δικής μας ζωής. 


Η παρουσία του στην τοπική μας Εκκλησία, η διακονία του στον ευρύτερο χώρο της Εκκλησίας, η μαρτυρία του μέσα στην Ορθοδοξία, είναι ένας ανεκτίμητος θησαυρός, που πρέπει να αποτελέσει για όλους μας και μάλιστα για τους ιερείς μας κανόνα, υπογραμμό και πρότυπο πορείας. 


Η ζωή του ας μας εμπνέει και οι άγιες ευχές του ας μας στηρίζουν. Αμήν
 .

Ο άγιος Νικόλαος ο Πλανάς εορτάζει κατά την καθιερωμένη 
Πανήγυρη της 2ας Μαρτίου. Εάν η ημέρα της Εορτής συμπίπτει κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, τότε η Μνήμη του εορτάζεται κατά την επομένη Κυριακή.

Ωσαύτως, εορτάζει την 
πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωθείσα προσφάτως Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας, η οποία τελείται στον νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Άγιορείτου και Νικολάου του Πλανά ‚στην πόλη της Νάξου.

Ακόμη, την 
Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.

Οι Ασματικές Ακολουθίες του Αγίου Νικολάου του Πλανά, οι οποίες ευρίσκονται σε λειτουργική χρήση, συντάχθηκαν από τον Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Νικόδημο, και από τον Αρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ηγούμενο της Ι. Μονής Λειμώνος Λέσβου. 

Υποδειγματικός ιερέας (από εδώ)

Θεόδωρος Εκκλησίαρχος,
Θεολόγος


Μιλάμε πολλές φορές στον καιρό μας για κρίση στους θεσμούς της κοινωνίας και ανάμεσα σ’ αυτούς περιλαμβάνουμε και την Εκκλησία ως διοίκηση. Σίγουρα το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο και σίγουρα δε σημαίνει ότι η Εκκλησία δεν διακονεί τον σκοπό της πάνω στη γη. Το παρήγορο και το ενισχυτικό είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι, και στον καιρό μας, που κατορθώνουν να ξεπεράσουν την κακομοιριά μας και να ποδηγετήσουν με το παράδειγμα τους το πλήρωμα της Εκκλησίας.
Μια τέτοια μορφή ήταν ο άγιος Νικόλαος ο Πλανάς Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του στις 2 Μαρτίου. Γεννήθηκε στη Νάξο το 1851 και κοιμήθηκε στην Αθήνα το 1932. Θα κάνουμε μια προσπάθεια να παρουσιάσουμε τον παπα-Νικόλα, τον απλοϊκό ποιμένα των απλοϊκών προβάτων, στις σχέσεις με τους ενορίτες του, όπως φαίνονται από το βιβλίο της μοναχής Μάρθας.
Η σχέση που καλλιεργεί ο ιερέας με τους ενορίτες τους είναι το μέτρο με το οποίο μετρά κανείς την προσπάθεια που καταβάλλεται. Μέτρο δεν είναι το πολυπληθές, και συνήθως απαθές, εκκλησίασμα. Ο παπα-Νικόλας αδιαφορεί για το πλήθος κι ενδιαφέρεται για το πώς θα τους κάνει μετόχους της αγιαστικής χάριτος των μυστηρίων. Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για το βαθμό των κοινωνικών γνωριμιών των «παιδιών» του και για όλα τα προβλήματα τους«διανυκτέρευε σχεδόν, προσευχόμενος» κι ας είχε λειτουργήσει με το δικό του, μοναδικό τρόπο την προηγούμενη και θα λειτουργούσε και τη μέρα που θα ξημέρωνε (αναφέρεται ότι η λειτουργία παρ’ αυτώ διαρκούσε 9-10 ώρες…)
Στη σχέση με τους ενορίτες κυριαρχούσε ο σεβασμός της ιδιαιτερότητας του προσώπου. Εκτός από την ξεχωριστή σε κάθε λειτουργία μνημόνευση όλων των ονομάτων βλέπουμε να μη συμπεριφέρεται ομοιόμορφα και κατά την εξομολόγηση, Ανάλογα με τις δυνάμεις και την πνευματική προκοπή του εξομολογούμενου καθόριζε τη νηστεία, Για τον κάθε ενορίτη του και πνευματικό παιδί του δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις στιγμές της θλίψεως «κατέβασε τον ουρανό στη γη, από την αδιάκοπη κι εγκάρδια προσευχή». Νιώθει τα ξεχωριστά ατομικά προβλήματα «άκουσε με προσοχή και συμπόνια, …είπε ότι θα προσευχηθεί». Και όταν κάνει παρατηρήσεις τις κάνει με πολύ ευγένεια, διακριτικότητα αλλά και αμεσότητα.
Στους υποτακτικούς του προσπαθεί να δώσει τη σωστή ιεράρχηση των αξιών. Δεν τους πιέζει να συμμετάσχουν πουθενά, αλά όπου συμμετέχουν πρέπει να συμμετέχουν ολόψυχα. «Ήρθαμε να αγρυπνήσουμε, όχι να κοιμηθούμε…» είπε σε κάποιον που αποκοιμήθηκε κατά την ώρα της αγρυπνίας.
Όταν πρόκειται να κάνει κάτι το καινούργιο, που θα έχει επίπτωση στους γύρω του, ρωτάει «τι λες να συνεχίσουμε και εμείς αυτό; (την προσευχή των Ακοίμητων)» και σέβεται την απάντηση της υποτακτικής του χωρίς να προσπαθήσει να επιβάλλει τη γνώμη του. Δε διστάζει να ζητήσει συγγνώμη«σας παιδεύω, παιδιά μου, να με συγχωρέσετε», «να με συγχωρέσεις… είμαι λιγάκι παράξενος!» από τους συνεργάτες του όταν καταλαβαίνει ότι η προσωπική του επιθυμία και διάθεση για συνέχιση του αγώνα και της προσευχής, τους κουράζει:
Όλες του οι ενέργειες είχαν ως αποτέλεσμα το γαλήνεμα του εσωτερικού κόσμου όσων τον πλησίαζαν. «Αποφάσισαν να τον φέρουν (ένα δαιμονισμένο) στο μικρό και ήσυχο λιμανάκι, εκεί που κατέφευγαν όλες οι κυματοδαρμένες από τις φουρτούνες της ζωής ψυχούλες». Ακόμη και η κουβέντα που είπε σε κάποιον στεναχωρημένο αμαξά «δεν πειράζει παιδί μου, πηγαίνω με τα πόδια», αντανακλούν τη γαλήνη που έκρυβε μέσα του. Η γαλήνη αυτή έκανε τον άλλον να παραμερίζει οποιαδήποτε εμπόδια και καλλιεργούσε την ειρήνη στις μεταξύ τους σχέσεις.
Ως καλός ποιμένας γνωρίζει καλά το ποίμνιο του και προσπαθεί να το γνωρίσει ακόμη καλύτερα. Όταν μια φορά είχε μείνει από πρόσφορο και δεν θα μπορούσε να τελέσει τη Θεία Λειτουργία έστειλε να ζητήσουν από τις γυναίκες «που ήξερε πως πάντα είχαν πρόσφορο». Ανακαλύπτει ένα κρυμμένο λεπρό και τον εντάσσει στα πλαίσια των ασχολιών του. Προσπαθεί να νιώσει την ουσία των προβλημάτων και μετά να προσφέρει τη βοήθεια του. Αυτό του δίνει την άνεση να έχει ξεκάθαρη στάση απέναντι τους και να μην τους κάνει να πικραίνονται ποτέ γιατί έβλεπαν ότι ο παπα-Νικόλας δεν έβλεπε τον άνθρωπο μόνο ως ψυχή αλλά και ως σώμα και κατά πρώτον λόγο έπρεπε να καλυφθούν οι σωματικές ανάγκες και μετά να προσεγγιστεί ο πιστός και από την «πνευματική» σκοπιά.
«Προσφέρθηκε να βάλει την περιουσία του ενέχυρο, για να σωθεί ο πλησίον του», «ένα γεροντάκι τον επισκεπτόταν δις της εβδομάδας και τον συντηρεί σχεδόν (ο παπα-Νικόλας)» -βλέπουμε ότι δεν αφήνει στο φιλόπτωχο την υλική συμπαράσταση- «πήρε τον φάκελο κλειστό με σεβαστό ποσόν…, τον έδωσε αμέσων κλειστό σε μια πτωχή, είχε κόψει μισθό σε έντεκα οικογένειες χήρων και ορφανών. …Χρόνια διατηρεί το επίδομα…», «περνούσε πολύ χρήμα από τα χέρια του, αλλ’ αμέσως το διοχέτευε στην ελεημοσύνη», προσεύχεται για να βρει κάποιος οικογενειάρχης δουλειά, προσεύχεται για ν’ απαλλαγεί από τους στομαχικούς πόνους μια ενορίτισσα του, και ακόμη, και μετά το θάνατο του, προσωπικά του αντικείμενα ή και μια ευχή στ’ όνομα του έδιναν λύση σε επείγοντα σωματικά προβλήματα.
Οι πράξεις του αυτές είχαν καλλιεργήσει ένα σεβασμό του ποιμνίου του, που τον συνόδευε σε κάθε του βήμα. Τον υποδέχονταν με χαρά και προσπαθούσαν να έρθουν σε επαφή μαζί του, να πάρουν την ευλογία του- ακόμη και οι οδηγοί θα είχαν εκείνη τη μέρα περισσότερα κέρδη! Δεν ενδιαφέρονταν για την πτωχική εξωτερική του εμφάνιση, ούτε και για το ότι ήταν κατά κόσμο αμόρφωτος. Όμως και ο παπα Νικόλας καταλάβαινε την αγάπη τους, δεν τη εκμεταλλεύονταν και δεν αδιαφορούσε όταν κάποιο «παιδί του» ετοίμαζε κάτι γι’ αυτόν. 

Εικ. από εδώ, όπου πολλές σκηνές από τη ζωή του - τη συγκεκριμένη την πήρα από εδώ

Πρόθυμα ο παπα-Νικόλας συγχωρεί τις πράξεις των άλλων που τον έχουν ως στόχο. Συγχωρεί τον νεωκόρο που τον μούντζωνε, συγχωρεί αυτούς που θέλουν να τον εμπαίξουν. Αυτό, όμως, που δεν συγχωρεί είναι η ασυγχωρησία: Θεωρούσε ένοχο έναν κληρικό που είχε αφορίσει μια κυρία και πέθαναν και οι δύο ασυγχώρητοι.
Κυριότερο μέσο αγωγής είχε το παράδειγμα και την έμπρακτη νουθεσία. Εξηγεί σε μια «κόρη του» γιατί να μην θυμώνει και λέει: «και ‘γω δεν ξέρω να μιλήσω; ξέρω, αλλά σκέφτομαι το αποτέλεσμα και έτσι σιωπώ».
Πηγαίνει νωρίς σ’ ένα σπίτι για να μπορέσει να λειτουργήσει την επόμενη,δίνοντας την αφορμή στο σπιτικό εκείνο να συλλειτουργηθεί μαζί του. Ελέγχει με πολύ όμορφο τρόπο τη συμπεριφορά των άλλων και του κάνει να καταλάβουν το βαθύτερο αίτιο των σφαλμάτων τους, «έβαλε κανόνα» σε ένα αστεφάνωτο ζευγάρι μόνο όταν τους καλλιέργησε πνευματικά, και εξηγεί με πολύ αγάπη σε μια γυναίκα που ζούσε παράνομα για ποιο λόγο δεν μπορεί να αποδεχθεί το πρόσφορο της. Έτσι η γυναίκα καταλαβαίνει ότι δόγμα και ήθος είναι ένα και το αυτό.
Ακόμη κι όταν βλέπει ότι η αγάπη του δεν βρίσκει ανταπόκριση και η καλημέρα του δεν απαντάται, αυτός συνεχίζει ακάθεκτος την προσπάθεια του για να δείξει ότι η αγάπη καταργεί όλα τα σύνορα: «δεν είχε εχθρό κανένα». Φυσικά, προτιμά να προλάβει μια κατάσταση παρά να τη νουθετήσει εξ υστέρων: ενίσχυε τις νεαρές χήρες «διότι η φτώχεια εξωθεί προς την διαφθορά». Το ενδιαφέρον του ήταν στραμμένο προς τον συνάνθρωπο αδιαφορώντας για την πολιτική του τοποθέτηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν τον ρώτησαν κάτι για τα πολιτικά, αυτός απάντησε: «Ποιος κυβερνάει τώρα;»
Ποτέ, επίσης, για κάποιο αίτημα του δεν έκρουσε την πόρτα ισχυρών- ούτε ενδιαφερόταν τι θέση κατείχε ο εξομολογούμενο. Ο παπα Νικόλας έκρουε συνεχώς την πόρτα του Θεού. Προσπαθεί να παρηγορήσει για πράγματα που νιώθει ότι στενοχωρούν τους άλλους αλλά δεν τους βλάπτουν πνευματικά: «δεν πειράζει παιδί μου» είπε σ’ έναν αμαξά όταν αφήνιασαν τα’ άλογα του, «μη στεναχωριέσαι» είπε στην ψάλτρια του όταν περπατούσαν στο σκοτάδι, και ο ίδιος δεν στεναχωρούνταν ακόμα και με πράξη που δικαιολογημένα θα έκαναν άλλους να αγανακτήσουν, αλλά διδάσκει την υπομονή και την αγάπη με καλοσύνη και απάθεια.
Κάναμε μια μικρή προσπάθεια να δούμε μια πλευρά της ζωής μιας από τις νεώτερες μορφές αγίων κληρικών. Όμως η προσωπικότητα του παπα-Νικόλα δεν μπορεί να κλειστεί σε μερικές γραμμές. Μπορεί να μετρηθεί μόνο με το πόσες ψυχές παρασυρμένες από τη ζωή του θα μπορέσουν να φτάσουν πιο κοντά στη Βασιλεία των Ουρανών.
Την ευχή του να 'χουμε! 

Αξιοθαύμαστα στιγμιότυπα από τη ζωή του (από εδώ)


Μέσα από τα βάθη της ψυχής του τελούσε ο Άγιος τη Θεία Λειτουργία. Πενήντα ολόκληρα χρόνια δεν πέρασε ούτε μία μέρα χωρίς να λειτουργήσει. Κατά τις πολύωρες λειτουργίες δεν ήταν λίγα τα θαύματα που συνέβαιναν. Ο Άγιος Νικόλαος τα θεωρούσε εντελώς φυσιολογικά, όπως εντελώς φυσιολογική ήταν η αστείρευτη αγάπη του προς τον Θεό.

Οι ακολουθίας του Παππού, όπως τον φώναζαν τον Άγιο τα πνευματικά του παιδιά, ήταν μοναδικές και ανεπανάληπτες. Είχαν τη μεγαλοπρέπεια του Βυζαντίου αλλά και τη σφραγίδα της αγιοπατερικής παράδοσης. Πλήθος κόσμου συγκεντρώνονταν στους ναούς που λειτουργούσε ο ταπεινός ιερέας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας, άνδρες και γυναίκες, Αθηναίοι και επαρχιώτες, επιστήμονες και απλοί εργάτες. Ακόμα και παιδιά, αρκετά παιδιά με τις μητέρες τους, έμεναν στο ναό ώρες πολλές μέχρι να τελειώσει η ακολουθία. Τα μικρά παιδιά τον αγαπούσαν πολύ τον παππούλη, αλλά και ο Άγιος αγαπούσε τα αθώα παιδιά.

Συχνά πήγαιναν από νωρίς στην εκκλησία για να προλάβουν να είναι πρώτα στο ιερό και έτσι να ντυθούν τη στολή τους για να βοηθήσουν τον Άγιο στη Θεία Λειτουργία. Ακολουθούσαν τις οδηγίες του και συμμετείχαν και αυτά με τον τρόπο τους στο δοξολογικό ύμνο προς το Θεό. Δεν τα στενοχωρούσε η πολύωρη ακολουθία. Αντίθετα, τους άρεσε αφού κοντά στον Άγιο ένιωθαν απερίγραπτη γαλήνη και σιγουριά.

Αρκετές φορές τα παιδιά είχαν δει ένα παράδοξο θέαμα. Κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας έβλεπαν τον Άγιο να στέκεται ψηλότερα από τη γη και τα πόδια του να μην αγγίζουν στο έδαφος. Πολλά παιδιά τρόμαζαν και έτρεχαν με φόβο να το ανακοινώσουν στους γονείς τους που, μολονότι δεν έβλεπαν αυτό το θαυμαστό γεγονός, δάκρυζαν και ευχαριστούσαν τον Θεό που τους αξίωνε να βρίσκονται κοντά στον ευλογημένο ιερέα. Στη συνέχεια καθησύχαζαν τα παιδιά και με ακόμα μεγαλύτερη πίστη συμμετείχαν στην ακολουθία.

Κάποια μέρα που ο Άγιος βρισκόταν σ’ ένα από τα αγαπημένα του ξωκκλήσια για να λειτουργήσει, παρατήρησε πως δεν υπήρχε κανένα πρόσφορο. Δεν ταράχτηκε. Προτίμησε να περιμένει με τη βεβαιότητα ότι σύντομα κάποιο πρόσφορο θα βρισκόταν. Άλλωστε τόσα χρόνια, όσες φορές είχε συμβεί να μην έχει πρόσφορο, πάντα την κατάλληλη στιγμή, κάποιος θα έφερνε, ή αν έπρεπε κάποιος από το εκκλησίασμα πήγαινε σε κοντινό φούρνο και αγόραζε ένα. Εκείνη τη μέρα όμως τα πράγματα δυσκόλευαν….

Η ώρα περνούσε και κανένας δεν έφερνε πρόσφορο. Έψαξε καλά στα ράφια του ιερού μήπως και υπήρχε κάποιο από προηγούμενη φορά, μα δε βρήκε τίποτα. Τότε έκανε νόημα σε δύο πνευματικά του παιδιά να πλησιάσουν στο ιερό και τους ζήτησε να πάνε γρήγορα στο φούρνο και να ζητήσουν πρόσφορο κι αν δεν έβρισκαν να ζητούσαν από κάποιες ενορίτισσες που πάντα φρόντιζαν και είχαν.

Έφυγαν τρέχοντας από το εκκλησάκι οι δύο, μα μάταιος ο κόπος τους. Λίγη ώρα αργότερα γύρισαν με άδεια χέρια πίσω και ανακοίνωσαν στον Άγιο πως, παρά την προσπάθεια τους, κανένας δε βρέθηκε να τους εξυπηρετήσει. Ο Άγιος ευχαρίστησε τα πνευματικά του παιδιά για τον κόπο τους και έμεινε μόνος του στο ιερό. Στενοχωρήθηκε πολύ και τα ασκητικά του μάτια γέμισαν δάκρυα. Η ώρα είχε περάσει. Ο Όρθρος έφτανε στο τέλος και ο ευλογημένος ιερέας δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στη Θεία Λειτουργία. Τόσα χρόνια, καθημερινά λειτουργούσε, μα εκείνη τη μέρα με θλίψη θα έπρεπε να διακόψει αυτή την ευλογημένη σειρά. Με ασταμάτητα δάκρυα κοιτούσε την εικόνα του Εσταυρωμένου και με δυνατή προσευχή παρακαλούσε τον Κύριο να μη του στερήσει τη Θεία Λειτουργία.

Ξαφνικά βλέπει πάνω στην Αγία Τράπεζα ένα μικρό πρόσφορο που άχνιζε. Ήταν ολόφρεσκο και τοποθετημένο στη μέση. Μόλις το είδε ο Άγιος έκανε το σταυρό του και ύψωσε τη δακρυσμένη ματιά του προς τον ουρανό ευχαριστώντας το Θεό. Το θαύμα είχε γίνει. Κάποιος άγγελος σταλμένος από το Χριστό είχε τοποθετήσει το μικρό πρόσφορο στην Αγία Τράπεζα. Ο Άγιος σκέφτηκε πως ένα τέτοιο θαυμαστό γεγονός δεν έπρεπε να μείνει κρυφό. Κρατώντας λοιπόν το θεόσταλτο δώρο βγήκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ιερού και διακόπτοντας τους ψάλτες έδειξε το πρόσφορο προς το εκκλησίασμα και είπε συγκινημένος: “Κοιτάξτε παιδιά μου τι σημείο μας έκανε ο Θεός”. Ο κόσμος σάστισε. Χωρίς πολλά λόγια ο Άγιος εξήγησε τι είχε προηγηθεί και αμέσως προχώρησε πάλι μέσα στο ιερό και σαν να είχε συμβεί κάτι απλό και συνηθισμένο συνέχισε την ακολουθία.

Στο μεταξύ, βαθιά συγκίνηση κατέλαβε τους παρευρισκόμενους όταν συνειδητοποίησαν πως ένα μεγάλο θαύμα – σημείο, όπως τους είπε ο Παππούς – είχε συμβεί εκείνη την ώρα. Όλων τα μάτια βούρκωσαν και στράφηκαν με ευγνωμοσύνη προς την εικόνα του Χριστού που τη φώτιζε αμυδρά ένα μικρό καντήλι. Ευχαριστούσαν τον Κύριο για το μεγάλο θαύμα. Τον ευχαριστούσαν όμως και για την ευλογημένη παρουσία του Παππού κοντά τους.

Μέχρι την απόλυση της Θείας Λειτουργίας όλοι ήταν συγκλονισμένοι και με δυσκολία συγκρατούσαν τα δάκρυα τους. Μόνο ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς έμοιαζε να μην έχει συναίσθηση του θαύματος που είχε γίνει. Άλλωστε για τον ίδιο τα θαύματα ήταν μέρος του καθημερινού του προγράμματος και η ταπεινή του ψυχή ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα θεία σημεία. Ήταν για τον Άγιο τα θαύματα φυσιολογικά, όπως φυσιολογική ήταν και η αστείρευτη πίστη και αγάπη του στο Θεό.

(Από το βιβλίο «Το πρώτο μου συναξάρι», εκδόσεις Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, 1997)

Μητρ. Κυθήρων: To μασκάρεμα είναι υποκρισία και ειδωλολατρικό έθιμο(ΒΙΝΤΕΟ)

Μητρ. Κυθήρων: To μασκάρεμα είναι υποκρισία και ειδωλολατρικό έθιμο(ΒΙΝΤΕΟ)

Ο Μητροπολίτης Κυθήρων και Αντικυθήρων κ. Σεραφείμ καλεσμένος στην εκπομπή του Δημήτρη Νατσιού "Γράμματα σπουδάματα" που προβάλλεται στο κανάλι 4Ε μιλά για την ίδρυση τμήματος ισλαμικών σπουδών στη θεολογική σχολή Θεσσαλονίκης,το σύμφωνο συμβίωσης,την πολυπολιτισμική Ευρώπη,το τάμα του Έθνους και το ισλαμικό τέμενος στην Αθήνα,το τάμα του Κολοκοτρώνη,την κάρτα του πολίτη,το καρναβάλι κ.α 
Αναλυτικά:

Τί είναι και τί συμβολίζει η Τσικνοπέμπτη;

Η τσικνοπέμπτη είναι η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου και για την φετινή Αποκριά, την γιορτάζουμε την Πέμπτη 3 Μαρτίου. 

Οι άνθρωποι προετοιμάζονται για την μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής και δίνει την ευκαιρία στα νοικοκυριά να καταναλώσουν με εορταστικό και χαρούμενο τρόπο ό,τι κόκκινο κρέας τους έχει απομείνει πριν από τη νηστεία της Σαρακοστής!

Η λέξη “τσικνοπέμπτη” προέρχεται από την λέξη “τσίκνα” (η μυρωδιά του ψημένου κρέατος) και από την λέξη “Πέμπτη”. Γιορτάζεται άλλωστε την Πέμπτη, 11 ημέρες πριν την Καθαρά Δευτέρα. Είναι μια μέρα προ- ετοιμασίας για την μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής πριν από το Πάσχα, μια προετοιμασία που έγκειται στην προσπάθεια να βιώσουμε τις επερχόμενες ημέρες της Μεγάλης Τεασσαρακοστής.

Η Τσικνοπέμπτη βρίσκεται στη 2η εβδομάδα της περιόδου που εκκλησιαστικά ονομάζεται Τριώδιο, η οποία αποτελείται απο τρεις εβδομάδες πριν εισέλθουμε στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή, δηλαδή την νηστεία πριν από το Πάσχα: την 1η εβδομάδα την λέμε Προφωνή ή Προφωνέσιμη ή και Απολυτή, την 2η εβδομάδα την λέμε Κρεατινή ή Κρεοφάγος και την 3η εβδομάδα την λέμε Τυρινή ή Τυροφάγος που πλέον δεν τρώγεται το κρέας (από εγκράτεια και «φρενάρισμα» των θελημάτων μας), αλλά τρώμε μόνο γαλακτοκομικά προϊόντα (άμα είναι και βιολογικά, ακόμη καλύτερα)!!!.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας του Τριωδίου, δηλαδή την Απολυτή σταματάει η συνηθισμένη νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, ενώ στη δεύτερη εβδομάδα των «απόκρεω» ίσχυε η νηστεία καιέτσι η Τσικνοπέμπτη αποκτά ιδιαίτερη σημασία και εθεωρείτο εορτάσιμη ημέρα και το τραπέζι είναι γιορτινό αφού έρχεται μετά από νηστεία και την επομένη έχουμε πάλι νηστεία, δηλαδή προετοιμασία για τα επερχόμενα.

Ο λόγος που έχει καθιερωθεί αυτή η γιορτή να γίνεται ημέρα Πέμπτη είναι πως η ορθόδοξη εκκλησία θεωρεί σημαντικές τις νηστείες της Τετάρτης και της Παρασκευής, οπότε και έγινε επιλογή της ενδιάμεσης ημέρας από την Τετάρτη και την Παρασκευή, δηλαδή την Πέμπτη.

Επειδή με τον τρόπο που έχει καθιερωθεί το μαγείρεμα της τσικνοπέμπτης, στα κάρβουνα ή τηγανισμένο, αναδύεται έντονη τσίκνα-κάπνα, ονομάζεται τσικνοπέμτη.

Εχει καθιερωθεί να κυριαρχεί το κόκκινο χρώμα την τσικνοπέμπτη, είτε το κρέας είναι αυτό, είτε το κρασί, για να μας θυμίσει το Πάσχα και την χαρά της Αναστάσεως.

Ας θυμηθούμε όμως κάτι πολύ σημαντικό λόγω των γιορτινών συναντήσεων μας και των σχετικών τραπεζωμάτων. Καλή διασκέδαση να έχουμε και όσοι γευθούν το κρασάκι, αυτό ν αγίνει με το προβλεπόμενο μέτρο, τα ξέρετε άλλωστε, αλλά συγχωρέστε μου την επανάληψη, ΟΧΙ ΥΠΕΡΒΟΛΕΣ και ΚΑΤΑΧΡΗΣΕΙΣ και ασφαλώς ΔΕΝ ΟΔΗΓΟΥΜΕ ΠΟΤΕ εφόσον τα εύγεστα ποτηράκια είναι πλέον των 1-2!!

ΔΕΝ ΟΔΗΓΟΥΜΕ!!! 


ΚΑΛΗ ΤΣΙΚΝΟΠΕΜΤΗ!!!


Του Πατρός Νικολάου Λαγουμτζή
πηγή

Γιατί φοράμε Μάρτη;






Σύμφωνα με το έθιμο, από την 1η ως τις 31 του Μάρτη, τα παιδιά φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον "Μάρτη" ή "Μαρτιά"
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο «Μάρτης» προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν.

Φτιάχνεται την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου και φοριέται είτε σαν δαχτυλίδι στα δάχτυλα είτε στον καρπό του χεριού σαν βραχιόλι. Καμιά φορά φοριέται ακόμα και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, ώστε να μην σκοντάφτει ο κατοχός του. Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο τέλος του μήνα ή το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές, όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.
Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στα Σκόπια με την ονομασία «Μάρτινκα» και στην Αλβανία ως «Βερόρε». Οι κάτοικοι των δύο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή, για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι. Άλλοι πάλι δένουν τον «Μάρτη» σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μία πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.
Τηρώντας παραδόσεις και έθιμα αιώνων, οι Βούλγαροι, την πρώτη ημέρα του Μάρτη, φορούν στο πέτο τους στολίδια φτιαγμένα από άσπρες και κόκκινες κλωστές που αποκαλούνται «Μαρτενίτσα». Σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας, οι κάτοικοι τοποθετούν έξω από τα σπίτια τους ένα κομμάτι κόκκινου υφάσματος, για να μην τους «κάψει η γιαγιά Μάρτα» (Μπάμπα Μάρτα, στα βουλγαρικά), που είναι η θηλυκή προσωποποίηση του μήνα Μάρτη.
Η «Μαρτενίτσα» λειτουργεί στη συνείδηση του βουλγαρικού λαού ως φυλαχτό, το οποίο μάλιστα είθισται να προσφέρεται ως δώρο μεταξύ των μελών της οικογένειας, συνοδευόμενο από ευχές για υγεία και ευημερία.
Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία «Μαρτιζόρ». Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Θεός – Ήλιος μεταμορφώθηκε σε νεαρό άνδρα και κατέβηκε στη Γη, για να πάρει μέρος σε μία γιορτή. Τον απήγαγε, όμως, ένας δράκος, με αποτέλεσμα να χαθεί και να βυθιστεί ο κόσμος στο σκοτάδι.
Μία ημέρα ένας νεαρός, μαζί με τους συντρόφους του, σκότωσε το δράκο και απελευθέρωσε τον Ήλιο, φέροντας την άνοιξη. Ο νεαρός έχασε τη ζωή του και το αίμα του -λέει ο μύθος- έβαψε κόκκινο το χιόνι. Από τότε, συνηθίζεται την 1η του Μάρτη όλοι οι νεαροί να πλέκουν το «Μαρτισόρ», με κόκκινη κλωστή που συμβολίζει το αίμα του νεαρού άνδρα και την αγάπη προς τη θυσία και άσπρη που συμβολίζει την αγνότητα.
Το πιο πιθανόν, όμως, για φέτος είναι να ευχηθούμε «Καλό μήνα», συμπληρώνοντας τη φράση με μία γνωστή παροιμία που συνοδεύει -ανάλογα με τις περιστάσεις βέβαια- το μήνα «…από Μάρτη καλοκαίρι…», αφού ο σχετικά ήπιος χειμώνας ευχόμαστε ότι μας προετοιμάζει για τον ερχομό μίας μοσχοβολιστής άνοιξης.
Αλλά, σύμφωνα με την παράδοση, «Μάρτη» δεν φορούσαν μόνο οι άνθρωποι. Σε κάποιες περιοχές της χώρας κρεμούσαν την κλωστή όλη τη νύχτα στα κλαδιά μίας τριανταφυλλιάς, για να χαρίσουν ανθοφορία, ενώ σε άλλες περιοχές την έβαζαν γύρω από τις στάμνες, για να προστατέψουν το νερό από τον ήλιο και να το διατηρήσουν κρύο. Σε άλλες περιοχές το φορούσαν μέχρι να φανούν τα πρώτα χελιδόνια, οπότε και το άφηναν πάνω σε τριανταφυλλιές, ώστε να τον πάρουν τα πουλιά, για να χτίσουν τη φωλιά τους. Αλλού πάλι το φορούν ως την Ανάσταση, οπότε και το δένουν στις λαμπάδες της Λαμπρής, για να καεί μαζί του.
Εμείς ας φορέσουμε τον Μάρτη μας, εις πείσμα όσων θα χαμογελάσουν ειρωνικά, βλέποντας έξω το χιονιά – άλλωστε μία μικρή δόση αισιοδοξίας ποτέ δεν χάλασε κανέναν. Κι ας είμαστε προετοιμασμένοι για την αυριανή ηλιόλουστη μέρα.

Άγιος Νικόλαος Πλανάς +Αρχιμ. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ

 
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ
«Ένα τάλληρον την ημέραν ήτο δι ' αυτόν πολύ»
        Μεταξύ των ολίγων πραγματικών, λειτουργών του Υψίστου, υπήρξεν ασφαλώς ο χθες εις Κύριον αποδήμησας αίδεσιμώτατος ιερεύς Νικόλαος Πλανάς, εις ηλικίαν 82 ετών.
Εγεννήθη εις Νάξον το 1851 και από μικρό παιδί αφιερώθη εις τα θεία και την υπηρεσίαν της Εκκλησίας. Από δέκα ετών υπήρξεν υπηρέτης του ιερού, εσήκωνε τα άγια εξαπτέρυγα, αγρυπνούσεν εις τας ολονυκτίας, και από της ηλικίας εκείνης είχεν εκδηλωθή το φιλεύσπλαγχνον του χαραχτήρος του και τα αλτρουιστικά του αισθήματα. Το ψωμί που του έδιδε η μητέρα του, το εμοίραζε με τα άλλα παιδιά του χωριού του, και πολλές φορές είχε δώσει και τα ρούχα του ακόμη στα φτωχά παιδιά.
Το 1879 εχειροτονήθη διάκονος εις τον Άγιον Παντελεήμονα τον παλαιόν... κατόπιν εχειροτονήθη ιερεύς (1884) εις το παρά τον Παλαιόν Στρατώνα ναΰδριον του Προφήτου Ελισσαίου, εις το οποίον μετέβαινε, ως γνωστόν, και έψαλλε κάθε Κυριακήν ο αείμνηστος διηγηματογράφος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ελειτούργησεν εις τον ιερόν ναόν της Μεταμορφώσεις ολίγον διάστημα, και ετοποθετήθη εις το τότε εξωκκλήσιον του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, μετόχιον της Μονής του Όρους Σινά.[...]
Ο σημερινός ναός του Αγίου Ιωάννου οφείλεται κατά μέγα μέρος εις αυτόν και τας ενεργείας ενός άλλου μορφωμένου και αφοσιωμένου κληρικού, του ιερέως Νικολάου Λαμπροπούλου. Ο κόσμος χάρις εις τον παπα-Πλανάν, συνέρρεεν εις την μικράν εκκλησίαν και τα εισοδήματά της, φυσικά, ηύξανον. Ταυτοχρόνως εμεγάλωνε και η συνοικία και κατέστη, συν τω χρόνω, μεγάλη ενορία. Όλα τα κέρδη του ο παπα-Νικόλαος τα διέθετε εις την εκκλησίαν και τους πτωχούς. Ηγόρασεν εικόνας και προσέφερε δώδεκα χιλιάδας προπολεμικών δραχμών, ως εμφαίνεται εκ των πρακτικών, και δεκαπέντε μεταπολεμικάς. Ουδέποτε κρατούσε χρήματα. Ό,τι του έδιδον, τα διέθετεν αμέσως. Με το ένα χέρι τα έπαιρνε και με το άλλο τα έδιδε σε πτωχούς, χήρας και ορφανά. Εισέπραττε το πρωί; Το μεσημέρι δεν είχε πεντάρα. Εισέπραττε το απόγευμα; Το βράδυ εκοιμάτο απένταρος.
Άκακος και άχολος, μη γνωρίζων την άρνησιν, έδιδε εις πάντας τους ζητούντας. Και πολλάκις, όπως μου έλεγεν ο πάτερ Λαμπρόπουλος, έπιπτε θύμα εκμεταλλευτών, οι οποίοι επήγαιναν και του έλεγαν ότι ήσαν πτωχοί, ότι επεινούσαν και υπέφεραν και τους έδιδε και την τελευταίαν του δεκάραν.
Όπως ήτο επόμενον, ήτο αδύνατον ο άγιος άνθρωπος να έχη εχθρούς. Και να τον ύβριζον ακόμη και να τον έκλεπτον φανερά, αυτός με το μειδίαμα της καλωσύνης εις τα χείλη τους συνεχώρει και τους ηυλόγει. Ένα τάλληρο την ημέραν ήτο δι' αυτόν πολύ. Ουδέποτε κρατούσε περισσότερα χρήματα. Τα υπόλοιπα τα εμοίραζε.

Εφημερίς ΕΣΠΕΡΙΝΗ. 6.3.1932

 
« Άλλη τις ξένη δύναμις τον εβάσταζε»

Κατά το έτος 1905-1907 υπηρετών εις τας τάξεις του στρατού, εφοίτων εις την Βυζαντινήν Μουσικήν Σχολήν «Ιωάννης ο Δαμασκηνός», την οποίαν είχεν ιδρύσει ο εκ Μονεμβασίας συμπατριώτης μου, αείμνηστος Ανδρέας Τσικνόπουλος, μουσικοδιδάσκαλος. Εις την ιδίαν Σχολήν εφοίτα και ο επίσης συμπατριώτης μου εκ Συκέας της Λακωνίας Ιωάννης Αλεξάκης, μετέπειτα Ιεροψάλτης. Ούτος ημέραν τινά λέγει μοι: «Να έλθης εις τον μικρόν ναόν του Προφήτου Ελισσαίου, εις τον οποίον γίνονται κατανυκτικαί αγρυπνίαι και ψάλλουν βυζαντινά οι Παπαδιαμάντης, Μωραϊτίδης, Τσώκλης και άλλοι. Θα ωφεληθής και θα μάθης πολλά αναγκαία, χρήσιμα και ωφέλιμα δια την ιεράν υμνωδίαν».[...]

Εις τας αγρυπνίας ήρχετο ανήρ τις, Αλέκος το όνομα, όστις έψαλλε, αλλ' ήτο μέθυσος, και ότε ήτο μεθυσμένος έψαλλε με κατάνυξιν και με δάκρυα. Ο Παπαδιαμάντης που τον ήξευρε όταν έψαλλε με κατάνυξιν έλεγε: «ο Αλέκος έχει κρασοκατάνυξιν» και πολλάκις τον εδίωκεν εκ της εκκλησίας. Ο παπα-Νικόλας, ως απλούς και άκακος, επειδή κατά τον ίδιον σοφόν παροιμιαστήν: «άκακος ανήρ, παντί πιστεύει», έλεγε: «καλός, καλός ο Αλέκος, έχει κατάνυξιν, έχει φόβον Θεού», και ενίοτε μετά την αγρυπνίαν τω έδιδε και μικράν αμοιβήν. Τούτο υπήρξεν αφορμή εις τον Αλέκο να πλησίαση τον παπα-Νικόλα και να γίνη οικείος του και αχώριστος, αλλ' υπήρξε και αφορμή σκανδάλου εις τινάς αδελφούς και εις εμέ, όστις ήμην νέος 22 - 23 ετών και εγνωρίζαμε τον Αλέκο, τινές δε είπον εις τον παπα-Νικόλα να διώξη τον Αλέκον, διότι ήτο μέθυσος και γίνεται σκάνδαλον εις τους αδελφούς. Αλλ' ο παπα-Νικόλας με την συνήθη απλότητα του, έλεγε: «καλός, καλός ο Αλέκος, αγαπά την εκκλησίαν, ψάλλει καλά». Ως τόσον ο Αλέκος επήρε θάρρος και με τρόπον έβαζε το χέρι και εις την τσέπην του παπα - Νικόλα και του αφαιρούσε τα χρήματα που του έδιδαν οι ευλαβείς χριστιανοί, δια να μνημόνευση τα ονόματα των προσφιλών γονέων, τέκνων, αδελφών και συγγενών των εις τας αγρυπνίας και Λειτουργίας.

Κάποτε ο παπα - Νικόλας είχε εις την τσέπη του αρκετά κέρματα και ο Αλέκος έβαλε το χέρι του και προσεπάθει να τα πάρη όλα. Ο παπα-Νικόλας αντελήφθη τούτο και χωρίς να θυμώση, να τον υβρίση, να τον ελέγξη, ηρκέσθη και τω είπε με πραότητα: «Αλέκο ήσυχα, ήσυχα- ήσυχα Αλέκο». Ο Αλέκος εξηκολούθει αφόβως και εισήρχετο ενίοτε και εις το Άγιον θυσιαστήριον και του αφήρει ό,τι είχε. [...]

Απορίαν και θαυμασμόν μοι προξενεί, όταν αναλογισθώ, ότι ο παπα-Νικόλας επί 15 περίπου ώρας ίστατο άυπνος και όρθιος, καίτοι υπέφερεν από τους πόδας του και είχε και άλλας ασθενείας. Ίστατο όλην την αγρυπνίαν 10-11 ώρας και κατά τα εξημερώματα μετέβαινεν εις την ενορίαν του και συνέχιζε τον Όρθρον και την Λειτουργίαν, άλλας 4-5 ώρας. Δεν θα ήτο δυνατόν να ίσταται τόσος ώρας, εάν δεν είχε υπομονήν μεγάλην. Αλλά και όσον μεγάλην υπομονήν εάν είχε, πάλιν δεν θα εβάσταζε. Τον παπα-Νικόλα άλλη τις ξένη δύναμις τον εβάσταζε: η δύναμις του Θεού, η χάρις του Αγίου Πνεύματος, «η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα», η τα αδύνατα δυνατά ποιούσα. Αρμόζει να είπη τις, ότι εν τω π. Νικολάω δεν έζη ο Νικόλαος, αλλά το εν ταις καρδίαις των πραέων αναπαυόμενον Πνεύμα Κυρίου: «εν καρδίαις πραέων αναπαύσεται πνεύμα Κυρίου, καρδία δε ταραχώδης καθέδρα διαβόλου», λέγει ο σοφός Παροιμιαστής.

Ο π. Νικόλαος ουδέποτε εταράχθη, ουδέποτε εθύμωσε, πάντας ηγάπα, υπέρ πάντων ηύχετο. Είχε δε την νοεράν προσευχήν, το χαροποιόν πένθος, το αείρυτον δάκρυον, άτινα τον κατέστησαν πράον και κληρονόμον της γης των πραέων, της Βασιλείας των Ουρανών.

Ας μιμηθώμεν και ημείς, αγαπητοί, κατά το δυνατόν, την ταπείνωσιν του αγίου παπα-Νικόλα, δια να επιβλέψη και εις ημάς ο Κύριος και μας υψώση. Ας μιμηθώμεν την πραότητα αυτού, δια να αναπαυθή και εις τας ιδικάς μας καρδίας το Πνεύμα του Κυρίου, ας μιμηθώμεν την εκείνου υπομονήν, ίνα εν τη υπομονή ημών κτησώμεθα τας ψυχάς ημών, και ούτω κληρονομήσωμεν την Ουράνιον και αιώνιον Βασιλείαν του Θεού. Ης γένοιτο πάντας επιτυχείν, ελέει και οικτιρμοίς, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ι. Χριστού, και δια πρεσβειών της Πανάχραντου Μητρός Αυτού και πάντων των Αγίων. Αμήν.

Αρχιμ. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ
Πηγή περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ ΤΕΥΧΟΣ 16 (από το βιβλίο Ο παπα Νικόλας Πλανάς Εκδόσεις «ΑΣΤΗΡ» Αθήνα 1979. )

…Όπως ο Θεός έτρεφε τον Προφήτη Του Ηλία για τριάμισι χρόνια, έτσι θα τρέφει και τον λαό Του στην έρημο για ίσο χρονικό διάστημα



† Π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ – Ο Προφήτης Ηλίας στην εποχή του και στα έσχατα. (Απομαγνητοφωνημένη ομιλία)
…Όπως ο Θεός έτρεφε τον Προφήτη Του για τριάμισι χρόνια, έτσι θα τρέφει και τον λαό Του στην έρημο για ίσο χρονικό διάστημα.

Αλλά εκεί στην έρημο ο προφήτης Ηλίας τί έτρωγε;
«Και οι κόρακες έφερον αυτώ άρτους το πρωί και κρέα το δείλης, και εκ του χειμάρρου έπινεν ύ­δωρ.»[35] Κοράκια του έφερναν ψωμί το πρωί, και το βράδυ του έφερναν κρέας, κι έπινε νερό από τον χείμαρρο.

 
Γιατί κοράκια; Ξέρετε ότι τα κοράκια είναι σαρκοβόρα. Το λέει και η Αγία Γραφή αυτό[36], αλλά το ξέρουμε κι από τη φύση τους. Τα κοράκια τρώνε κρέατα, και μάλιστα σάπια κρέατα. πτώματα τρώνε τα κοράκια. Βάζει λοιπόν κοράκια, στέλνει κοράκια, για να δείξει -τί;- ότι πρόκειται για θαύμα, που με τον τρόπο αυτό τονίζεται. Τα κοράκια, που μπορούν να φάνε το κρέας, και μάλιστα σε μία εποχή πείνας, δεν το τρώνε, αλλά το φέρνουν στον Προφήτη. Για να τονισθεί το θαύμα της προστασίας του Προφήτου από τον Θεό. Παρόμοια θα τρέφεται και η Εκκλησία στην έρημο.
Λέει πάλι το βιβλίο της Αποκαλύψεως: «όπως τρέφηται εκεί καιρόν και καιρούς και ήμισυ καιρού από προσώπου του όφεως»[37], για να τρέφεται εκεί η Εκκλησία, λέει, «καιρόν» -είναι το έτος- «και καιρούς» -είναι τα δύο χρόνια. δύο συν ένα, τρία- «και ήμισυ καιρού» -είναι ο μισός χρόνος- δηλαδή τριάμισι χρόνια, «από προσώπου του όφεως», δηλαδή για όσο καιρό ο Διάβολος και ο Αντίχριστος θα επικρατούν σ’ αυτόν τον κόσμο.
Τα ιστορικά προηγούμενα διαθρέψεως του λαού του Θεού αποτελούν εγγύηση για τη διατροφή του στα έσχατα.
Ώστε λοιπόν θα τρέφει ο Θεός. Πώς όμως θα τρέφει ο Θεός εκεί;
Ξέρουμε ότι ο παλαιός Ισραήλ τρεφόταν στην έρημο κατά θαυμαστό τρόπο σαράντα ολόκληρα χρόνια.[38] Ξέρουμε ακόμη ότι και οι Χριστιανοί στην έρημο, που κατέφευγαν από τους διωγμούς, τρέφονταν κατά τρόπο που οικονομούσε ο Θεός. Πώς όμως θα τρέφονται στα έσχατα οι Χριστιανοί που θα φεύγουν στην έρημο;
Αυτό το ξέρει ο Θεός, και θα το φανερώσει τότε. Δεν είπε ποτέ, φέρ’ ειπείν, στους Εβραίους στην Αίγυπτο «Όταν θα σας βγάλω στην έρημο, εγώ θα σας τρέφω με το μάννα». δεν είπε κάτι τέτοιο ο Θεός. αλλ’ όταν ο λαός βρέθηκε στην έρημο και είπαν «Τί θα φάμε;», τότε ο Θεός έριξε το μάννα.[39] Όταν λοιπόν και οι Χριστιανοί θα βρεθούν στις ερημιές και θα πουν «Τί θα φάμε;», τότε ο Θεός ξέρει τί θα δώσει. τώρα δεν το ξέρουμε αυτό.
Η απεικόνιση του Προφήτη με τον κόρακα που τον διατρέφει τονίζει την ιστορικότητά του ως τύπου των εσχάτων.
Αγαπητοί μου. ο μέγιστος των Προφητών, ο Ηλίας ο ένδοξος, έζησε τον ιστορικό τύπο των εσχάτων, όπως σας εξήγησα διά πολλών, για να μας δείξει πώς θα ζήσει κοντά του και η Εκκλησία.
Η Εκκλησία μας, ανάμεσα στα τόσα γεγονότα του πολυτάραχου βίου του προφήτου Ηλιού, ιστορεί, απεικονίζει δηλαδή επάνω σε εικόνες, ένα μόνο χαρακτηριστικό. να κάθεται μέσα σε μία σπηλιά, και εκεί να βλέπει τον κόρακα να του φέρνει το ψωμί ή το κρέας. Δεν δείχνει τίποτε άλλο η Ορθόδοξος Εκκλησία μας από τη ζωή του προφήτου Ηλιού. Ούτε την θαυμαστή εκείνη θυσία του στο Καρμήλιον όρος, ούτε ακόμα εκείνη την θεοπτεία του στο όρος Χωρήβ, δηλαδή στο Σινά, ούτε τίποτε απ’ όλα τ’ άλλα τα παράδοξα, παρά εικονίζει μόνο αυτό. Ξέρετε γιατί; Γιατί η Εκκλησία μας θέλει να τονίσει την ιστορικότητα του Προφήτου σαν τύπο των εσχάτων; αλλά και να μας πει -μόνο αυτή την εικόνα παίρνω κι εγώ από τον Προφήτη- να μας πει τί θα γίνει με τους πιστούς μας όταν θα έλθει το τέλος του κόσμου.
Όπως έλεγξε τον Αχαάβ, έτσι θα ελέγξει και τον Αντίχριστο.
Αγαπητοί μου, ο προφήτης Ηλίας, όπως σας είπα και προηγουμένως, θα δείξει τον Αντίχριστο αλλά και θα τον ελέγξει φοβερά, όπως έλεγξε και τον Αχαάβ.
Ξέρετε τί είπε στον Αχαάβ; Του είπε: «Το αίμα σου θα το γλύψουν τα σκυλιά και τα γουρούνια!». Έτσι έγινε, αγαπητοί μου. Πληγώθηκε σ’ έναν πόλεμο ο Αχαάβ, και τον πήγαν πληγωμένο σε μία πηγή. εκεί, λέει, που οι πόρνες λούζονται. Εκεί λοιπόν τον έπλυναν, του έπλυναν τις πληγές. Αλλά τόσο πολύ έτρεχε το αίμα, ακατάσχετο, που τελικά πέθανε εκεί. Και πήγαν μετά τα σκυλιά και τα γουρούνια και έγλυφαν εκεί το αίμα του Αχαάβ![40]
«Εσένα, λέει στην Ιεζάβελ, εσένα… εσένα… θα σε ποδοπατήσουν τα άλογα και θα σε λιανίσουν, και θα σε φάνε τα σκυλιά!…» Έτσι κι έγινε, αγαπητοί μου. Την πέταξαν από το παράθυρο του παλατιού κάτω στην αυλή. Πραγματικά, εκείνοι που ξεκλήρισαν την οικογένεια του Αχαάβ -άλλαξε η κυβέρνηση. να μην πολυλογώ- την πέταξαν από το παράθυρο, τα άλογα την ποδοπάτησαν, και σε λίγο πήγαν τα σκυλιά και την έφαγαν! Και λένε για μια στιγμή εκείνοι που μπήκαν μες στο παλάτι: «Για να πάμε να δούμε. τί έγινε αυτή;». Και πάνε κάτω και βλέπουνε μόνο γδαρμένα κόκκαλα… Την είχαν φάει τα σκυλιά![41]
Ελέγχει λοιπόν φοβερά ο Προφήτης. Έτσι θα ελέγξει και τον Αντίχριστο.
Αν για τους απίστους θα είναι φοβερός, τότε για τους δικαίους θα είναι μια αληθινή ευλογία. Αλλά και για τους απίστους θα είναι φοβερός ο Προφήτης.
Μας λέει το βιβλίο της Αποκαλύψεως ότι όταν ο Αντίχριστος θα τον συλλάβει μαζί με τον άλλο Προφήτη, τον Ενώχ, και θα τους κρεμάσει, θα τους φονεύσει, τότε τόσο θα χαρούν οι άνθρωποι -ακούστε. θα χαρούν!- ώστε θα ανταλλάξουν δώρα μεταξύ τους, γιατί επιτέλους απαλλάχτηκαν από έναν κήρυκα που τους βασάνιζε με τα λόγια του…[42] Οι αμαρτωλοί λοιπόν άνθρωποι θα χαρούν. Αλλά θα σταθεί όμως φοβερός, γιατί σε τρεισήμισι μέρες θα δουν τον προφήτη Ηλία να ανασταίνεται από τους νεκρούς και να ανεβαίνει στον ουρανό, και τότε θα τους πιάσει φόβος και τρόμος![43]
Αλλά εάν για τους απίστους ο Ηλίας θα είναι φοβερός, για τους δικαίους θα είναι μια αληθινή ευλογία. Γι’ αυτό και ο ύμνος των Πατέρων στο βιβλίο της Σοφίας Σειράχ, στο 48ο κεφάλαιο, στην Παλαιά Διαθήκη, που αναφέρεται στον προφήτη Ηλία, τελειώνει ως εξής: «μακάριοι οι ιδόντες σε και οι εν αγαπήσει κεκοσμημένοι, και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα»[44], ευτυχισμένοι αυτοί που θα σε δουν, ή που σε βλέπουν, αυτοί που ζουν στολισμένοι με αρετές. κι εμείς θα ζήσουμε και θα σε δούμε. Ο Σειράχ ζει περίπου εξακόσια χρόνια μετά τον Προφήτη. Λέει «θα σε δούμε»!
Τη χαρά και την ελπίδα που σκορπούσε ο προφήτης Ηλίας στους δικαίους της εποχής του θα σκορπίσει και στους δικαίους των εσχάτων αλλά και σ’ όλους που θα αναστηθούν.
Αγαπητοί μου, τον προφήτη Ηλία τον είδαν με χαρά και ελπίδα πρώτα-πρώτα εκείνοι οι εφτά χιλιάδες άνδρες στην εποχή του, όταν ήταν κρυμμένοι και δεν φανέρωναν την πίστη τους στον αληθινό Θεό. τότε που ο Προφήτης με παράπονο έφθασε να πει στον Θεό: «Κύριε, μόνος εγώ έμεινα να Σε λατρεύω. Όλοι οι άλλοι προσκύνησαν τα είδωλα!». «Όχι, Ηλία. ήταν η ελπίδα τους ο Προφήτης! εφτά χιλιάδες άνδρες δεν προσκύνησαν τον Βάαλ.» Αυτοί οι εφτά χιλιάδες άνδρες, άμα έβλεπαν τον Προφήτη να ελέγχει τον Αχαάβ, χαίρονταν. Χαίρονταν
Αλλά θα τον δουν με χαρά και ελπίδα και οι δίκαιοι των εσχάτων. Όταν θα κηρύσσει στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι ευσεβείς, οι δίκαιοι, θα πουν: «Ήλθε ο Ηλίας. Ήλθε ο Ηλίας! Ελέγχει τον Αντίχριστο. Ήλθε ο Ηλίας!… Τα βάσανά μας τελειώνουν! Έρχεται ο Χριστός!…». Θα είναι λοιπόν και η ελπίδα των δικαίων των εσχάτων.
Θα τον δουν ακόμη και όλοι οι δίκαιοι που κατά τη δευτέρα Παρουσία θα αναστηθούν «και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα»,. όπως τον είδαν και οι τρεις Μαθητές στο Θαβώρ, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. γιατί κι εμείς θα ζήσουμε, όπως έγραφε ο συγγραφέας της Σοφίας Σειράχ το 200 π.Χ.
Αγαπητοί μου, αυτή είναι με λίγα λόγια η θαυμαστή προσωπικότητα του αγίου προφήτου Ηλιού. Κι εμείς, τελειώνοντας, τί άλλο θα μπορούσαμε να πούμε; Ω άγιε του Θεού Προφήτα, ένδοξε Ηλία, πρέσβευε υπέρ ημών!…
*απόσπασμα από την ομιλία.
35. Γ’ Βασ. 17, 6. 36. Βλ. Γέν. 8, 6-7 κ.α. 37. Αποκ. 12,14. 38. Βλ. Έξοδ. 16, 35 39. Βλ. Έξοδ. 16, 2-14. 40. Βλ. Γ’ Βασ. 20,19. 22, 30-38. 41. Βλ. Γ’ Βασ. 20, 23. Δ’ Βασ. 9,1-37. 42. Βλ. Αποκ. 11,10. 43. Βλ. Αποκ. 11,11-13. 44. Σ. Σειρ. 48, 11.45. Γ’ Βασ. 19, 14-18. Πρβλ. Ρωμ. 11, 3-4 46. Βλ. Ματθ. 17, 1-6. Μάρκ. 8, 2-9
«ΛΟΓΟΙ ΑΦΥΠΝΙΣΕΩΣ» † π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΜΝΗΝΕΙΟΥ ΣΤΟΜΙΟΝ ΛΑΡΙΣΗΣ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
πηγή: εδώ

το είδαμε εδώ

Αγιορείτες Άγιοι εορτάζοντες τον Μάρτιο


Στο Άγιον Όρος δεν γεννήθηκε κανένας άγιος, ούτε όλοι εκοιμήθησαν εδώ.
Φιλοξενήθηκαν όλοι για λίγο ή πολύ. Αγάπησαν τον ιερό τόπο...
... Έζησαν στον Άθωνα από τον 9ο αιώνα και αρκετοί έδρασαν ποικιλόμορφα σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο. Βέβαια δεν είναι αυτοί οι μόνοι που ευαρέστησαν τον Θεό και δοξάσθηκαν από Αυτόν. Υπάρχει κι ένα πλήθος αγνώστων σ' εμάς αγίων, που απολαμβάνουν τους μισθούς των καμάτων τους στη Βασιλεία των Ουρανών...
(Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης)
Αγιορείτες Άγιοι, η Μνήμη των οποίων τιμάται τον Μάρτιο:
1 Μαρτίου
Όσιος Αγάπιος μετά τεσσάρων οσίων
2 Μαρτίου
Άγιος Ιωακείμ ο Παπουλάκης (1786-1868)
5 Μαρτίου
Aγιος Νικόλαος, επίσκοπος Αχρίδος και Ζίτσης (†1956)
Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Βούλγαρος (†1784)
17 Μαρτίου
Όσιος Μακάριος του Κολαζίνσκ (†1483)
19 Μαρτίου
Όσιος Ιννοκέντιος Βολογκόντσκυ (†1521)
23 Μαρτίου
Άγιος Νεομάρτυς Λουκάς (†1802)
27 Μαρτίου
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
31 Μαρτίου
Όσιος Βλάσιος ο εξ Αμορίου (†909/912)
(Πηγή πληροφοριών το βιβλίο του Μωυσέως Μοναχού, Αγιορείτου ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ)
το είδαμε εδώ

Η τήρηση της νηστείας κατά την διάρκεια του θηλασμού


Η τήρηση της νηστείας κατά την διάρκεια του θηλασμού
"Hταν Μεγάλη Τεσσαροκοστή, μία χριστιανή θήλαζε το παιδί της και τηρούσε τη νηστεία. Ωστόσο, ο ιατρός, της είπε να τρώει απ’ όλα, διότι θηλάζει και η κατάλυση δεν είναι αμαρτία.
Η γυναίκα υπάκουσε και σε μία εβδομάδα στέρεψε το γάλα της και άρχισε να δίνει στο παιδί γάλα του εμπορίου.
Στενοχωρήθηκε πολύ. Η συνείδηση την έλεγχε. Κατάλαβε ότι κάποια σοβαρή αμαρτία είχε κάνει και άρχισε να ψάχνει για έναν καλό πνευματικό. Της συνέστησαν τον πατέρα Σίμωνα. Πήγε στον Γέροντα και εξομολογήθηκε.
«Αυτό που έκανες είναι αμαρτία, να καταργήσεις την νηστεία», της είπε ο Γέροντας. «Όταν, παιδί μου, κάνεις την νηστεία, δεν παθαίνεις τίποτα, είσαι υγιέστατη. Το γάλα δεν σταματάει, αλλά πληθαίνει. Γι’ αυτό, εάν θέλεις να έλθει ξανά το γάλα, να κάνεις την νηστεία όλη, όπως λέει η Εκκλησία», είπε τελειώνοντας ο Γέροντας.
΄Ετσι, η κυρία υποσχέθηκε ότι στο εξής θα τηρήσει όλη τη νηστεία.
«Σε μια εβδομάδα γέμισαν τα στήθη μου με γάλα», έλεγε κατόπιν. «΄Ετρωγε το παιδάκι μου, εδάνειζα και σ’ ένα άλλο παιδάκι, που δεν είχε γάλα η μητέρα του!». (Δ – 74).
– Μια συμβουλή, που έδινε σε όλους ο μακαριστός Γέροντας Σίμων, ήταν: ΄Οποιος νηστεύει την νηστεία που λέει η Εκκλησία μας γίνεται καλά. Γι’ αυτό όλος ο κόσμος είναι γεμάτος αρρώστιες σήμερα, διότι κατήργησαν τις νηστείες. (Ε – 140).

Εορτή της Αγίας Ευδοκίας

Εορτή της Αγίας Ευδοκίας Τη μνήμη της Αγίας Ευδοκίας της από Σαμαρειτών η Οσιομάρτυς τιμά σήμερα, 1 Μαρτίου, η Εκκλησία μας.
Η Αγία Ευδοκία γεννήθηκε στη Ηλιούπολη της επαρχίας Λιβανησίας, της Φοινίκης, την εποχή του Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.). Πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της στην αμαρτία και την ακολασία, παρασύροντας με την εκτυφλωτική της ομορφιά πολλούς άνδρες στη αμαρτωλή ζωή, ενώ συγχρόνως συγκέντρωσε πολλά χρήματα.
Η χάρη όμως του Θεού ευδόκησε, ώστε να συμβεί η θαυμαστή αλλοίωση και στην ψυχή της Ευδοκίας. Μετά από μία σοβαρή ασθένεια, εγκατέλειψε την πόλη και την αμαρτία της, για να επιστρέψει εκεί ένα χρόνο αργότερα. Επιθυμώντας όμως να παραμείνει άγνωστη, εγκαταστάθηκε στην άκρη της πόλης. Εκεί γνωρίζει κάποιον μοναχό ονόματι Γερμανό και με τις νουθεσίες του μετανοεί.
Στην συνέχεια, αφού είδε οπτασία, προσήλθε στον Επίσκοπο Θεόδοτο και βαπτίσθηκε. Η οπτασία ήταν η εξής: Παρατηρούσε Άγγελο Θεού να οδηγεί αυτήν προς τον ουρανό και άλλους Αγγέλους να τη συγχαίρουν, ενώ την ίδια στιγμή κάποιος μαύρος ούρλιαζε και έλεγε ότι αδικείται πάρα πολύ, επειδή η Ευδοκία έγινε Χριστιανή.
Από τότε αλλάζει η ζωή της, χαρίζει όλη της τη περιουσία στο φιλανθρωπικό έργο της τοπικής εκκλησίας και πηγαίνει σε κάποιο μοναστήρι, όπου ζει βίο ασκητικό ως τη στιγμή που τη άρπαξαν οι πρώην εραστές της και την οδήγησαν στο Αυριλιανό για να δικαστεί.
Η Αγία όμως με την προσευχή της, κατόρθωσε να αναστήσει το νεκρό παιδί του βασιλιά και να προσελκύσει και τον ίδιο στο Χριστιανισμό. Αργότερα οδηγήθηκε μπροστά στον ηγεμόνα Διογένη, ο οποίος την άφησε ελεύθερη, αφού η Αγία και πάλι θαυματούργησε. Τελικά αποκεφαλίσθηκε από το Βικέντιο και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.Φόβον ένθεον, αναλαβούσα, κόσμου έλιπες, την ευδοξίαν, και τω Λόγω Ευδοκία προαέδραμες, ου τον ζυγόν τη σαρκί σου βαστάσασα, υπερφυώς ηγωνίσω δι' αίματος. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...