Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2016

Περιτομή του Χριστού και Μεγάλου Βασιλείου


Απομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα του π. Θεοδώρου Ζήση 
ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - ΕΟΡΤΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Τριπλή εορτή σήμερα!  Οι δύο από τις εορτές έχουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα: η εορτή της περιτομής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως και η εορτή και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας, Ουρανοφάντορος.  Και κοντά σ’ αυτές τις δύο γιορτές υπάρχει θα λέγαμε και η πολιτική εορτή της ενάρξεως του νέου πολιτικού έτους, η πρωτοχρονιά και η πρωτομηνιά, η οποία όμως κι αυτή προσλαμβάνει, μέσα στην Εκκλησία για όλους μας, πνευματικό χαρακτήρα και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως μία κοσμική εορτή και να κάνουμε κι εμείς τα του κόσμου.  Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της σημερινής ημέρας, το μεν Ευαγγέλιο του Όρθρου, από το κατά Ιωάννην Άγιο Ευαγγέλιο, ορίστηκε εξ αιτίας της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου·  και εκεί, όσοι ήσαν το πρωί στον Όρθρο, άκουσαν ότι ο Χριστός μάς ομίλησε για τον καλό ποιμένα, ποιος είναι ο καλός ποιμήν· κι ότι τα πρόβατα ακούν τη φωνή του καλού ποιμένος, ενώ του κακού ποιμένος την φωνήν ως ξένου, ως αλλοτρίου, δεν την ακούν.  Αλλοτρίω δε, ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν . (Ιωάν., 10, 5).  Και ορίστηκε αυτή η περικοπή, διότι καλός ποιμήν, κατ’ εξοχήν, καθ’ υπερβολήν μέγας ποιμήν της Εκκλησίας είναι ο εορταζόμενος σήμερα άγιος, ο Μέγας Βασίλειος.
Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της Κυριακής έχουν σχέση με την εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας, η οποία βέβαια δεν αναπτύσσεται εκτενώς μέσα στο Ευαγγέλιο·  όπως ακούσαμε ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας είπε ότι συμπληρώθηκαν οι οχτώ ημέρες του περιτεμείν το παιδίον (Λουκ., 2, 21) και ότι οδήγησαν στο ναό τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό μετά από οκτώ ημέρες και εκεί έγινε η περιτομή, όπως προέβλεπε ο Μωσαϊκός νόμος και συγχρόνως του έδωσαν και το όνομα Ιησούς, κατά την περιτομήν, το οποίο ήδη είχε αναγγείλει ο Άγγελος.
Η Αποστολική περικοπή, από την προς Κολασσαείς επιστολή, έχει κι αυτή σχέση με την περιτομή, κάνει λόγο για την περιτομή την χειροποίητο, αυτήν την οποίαν υπέστη και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, την Ιουδαϊκή περιτομή, η οποία όμως εγκαταλείφθηκε από μας τους χριστιανούς.  Γνωρίζετε όλοι ότι κατά τους πρώτους χρόνους της ζωής της Εκκλησίας μας έγινε πολύ μεγάλο ζήτημα, ανάμεσα στους ιουδαΐζοντας χριστιανούς και στους μη ιουδαΐζοντας, αν θα έπρεπε και οι χριστιανοί, και εμείς, να περιτεμνόμαστε·  κάποιο διάστημα μάλιστα και ο Απόστολος Πέτρος παρασύρθηκε και υποστήριζε και αυτός ότι πρέπει όλοι μας να περιτεμνόμαστε, όπως οι Ιουδαίοι, και τον ήλεγξε αυστηρώς ο Απόστολος Παύλος και τελικώς η Α’ Αποστολική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη στα Ιεροσόλυμα το 49-50 μ.Χ., αποφάσισε ότι δεν πρέπει οι χριστιανοί να τηρούν τη διάταξη αυτή του Μωσαϊκού νόμου και να περιτεμνόμαστε.  Αυτά όμως είναι εισαγωγικά.
Αυτό το οποίο σήμερα εδώ επέλεξα να σας αναπτύξω εν ολίγοις, είναι κάτι που έχει σχέση με την αποστολική περικοπή, η οποία είναι από την προς Κολασσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου, αλλά έχει σχέση επίσης και με μία νοοτροπία, η οποία έχει καλλιεργηθεί στις ημέρες μας, νοοτροπία και συνήθειες, οι οποίες μοιάζουν πολύ με αυτά που ζούσαν οι χριστιανοί στις Κολοσσές  και τις οποίες συνήθειες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος.  Και οι συνήθειες αυτές τις οποίες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος είναι ότι, ενώ είχαν γίνει πολλοί χριστιανοί, εξακολουθούσαν να τηρούν διατάξεις παλαιές, να παρασύρονται από την κοσμική νοοτροπία κι από τον κοσμικό τρόπο διαβιώσεως και ζωής, κι έτσι ουσιαστικώς να μην τηρούν όσα προβλέπει το Ευαγγέλιο, όσα προβλέπουν οι εντολές του Κυρίου.
Ακούσατε λοιπόν πριν από λίγο, ότι μας είπε ο Απόστολος Παύλος Βλέπετε μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν. (Προς Κολασ., 2, 8).   Να προσέχετε, λέγει, να μην υπάρξει κάποιος ο οποίος θα σας ξεγελάσει, θα σας παρασύρει  με την  φιλοσοφία αλλά και με την ψεύτικη απάτη, όπως επίσης και κατά τα στοιχεία του ανθρώπου, του κόσμου, κατά τις συνήθειες του κόσμου και ου κατά Χριστόν.  Διότι στον Χριστό κατοικεί όλο το πλήρωμα σωματικώς κι εμείς είμαστε γεμάτοι από το Χριστό, και εστέ εν αυτώ πεπληρωμένοι, κι όποιος είναι γεμάτος από το Χριστό δεν έχει ανάγκη να γεμίζει και από τις κοσμικές συνήθειες και από τις κοσμικές εορτές.  Και στη συνέχεια μας κάνει λόγο για την περιτομή την αχειροποίητο εν ω περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω· έχουμε υποστεί κι εμείς οι χριστιανοί μία περιτομή, σε μας όμως δεν απέκοψαν τμήμα του δέρματός μας, όπως στη σωματική περιτομή τη χειροποίητο, αλλά  σε μας περιέκοψαν τα αμαρτήματα, το σώμα της αμαρτίας εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού  αυτή είναι η δική μας αχειροποίητος περιτομή, ότι με το βάπτισμά μας απεκδυόμεθα τα αμαρτήματά μας, κόπτονται τα αμαρτήματά μας·  και περισσότερο ότι αυτή την περιτομή εμείς την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, περικόπτοντας όχι σωματικό μέρος, αλλά περικόπτοντας τις αμαρτίες μας.  Αυτή λοιπόν εδώ η περικοπή του Αποστόλου Παύλου, συνειρμικά, μ’ έκανε να σκεφτώ ότι όντως έχει κυριαρχήσει μία νοοτροπία, η οποία εξακολουθεί και η οποία επιδεινώνεται τις ημέρες αυτές των εορτών και κατά την ημέρα της σημερινής εορτής.  Δεν ξέρω αν και σε άλλες χρονιές ήταν και σε μας το εκκλησίασμα τόσο αραιωμένο, πάντοτε ήταν αραιωμένο διότι οι περισσότεροι ξενυχτούν, πολλοί από το εκκλησίασμα το δικό μας έχουν φύγει και βρίσκονται αλλού, αλλά παρατηρώ κάθε χρόνο ερχόμενος το πρωί στην εκκλησία ότι η Πρωτοχρονιά είναι η μόνη μέρα που η Θεσσαλονίκη είναι γεμάτη αυτοκίνητα, σαν  να είναι καθημερινή.  Τις Κυριακές που έρχομαι υπάρχει ησυχία, ξεκουράζονται όλοι, κοιμούνται τις Κυριακές, δεν παν στην εκκλησία·  τώρα κυκλοφορούν, κυκλοφορούν, κυκλοφορούν και γιατί κυκλοφορούν;  Διότι τη νύχτα ξενυχτούν, διότι υπάρχει αυτή η εσφαλμένη αντίληψις ότι πρέπει να είμαστε χαρούμενοι αυτή την ημέρα· τα στοιχεία του κόσμου, κατά την παράδοση των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Θεόν·  κι ότι πρέπει να γλεντήσουμε τη βραδιά αυτή της Πρωτοχρονιάς, να ξεδώσουμε, να χαρούμε, εις τρόπον ώστε αν αυτή η μέρα μας πάει καλά, όλες οι άλλες ημέρες θα πάνε καλά.  Πολλές φορές αναφέρθηκα σ’ αυτή την κακή πρόληψη, την κακή δεισιδαιμονία και είπα ότι ο χρόνος μας και η ζωή μας αγιάζεται όχι παρατηρώντας μήνας και καιρούς και ενιαυτούς, όχι βλέποντας αν την 1η του μηνός θα πάμε καλά ή αν την 1η της χρονιάς, του έτους, θα πάμε καλά, αλλά αγιάζοντας τη ζωή μας με την αρετή.
Υπάρχει επίσης και μια άλλη συνήθεια και νοοτροπία κοσμική, η οποία και αυτή κυριαρχεί αυτές τις ημέρες, η ευχή –πολλές φορές το έχω πει κι αυτό, ας το επαναλάβω- η ευχή «Χρόνια πολλά».  Χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, αφού και όλοι μας, κι εγώ από συνήθεια, όπου βρεθώ λέω «Χρόνια πολλά», τι να πω;  Και για να μειώσω λίγο αυτή την ευχή, που δεν είναι χριστιανική ευχή το «Χρόνια πολλά», προσθέτω «Χρόνια πολλά και ευλογημένα»·  τουλάχιστον να είναι ευλογημένα, να μην είναι απλώς «χρόνια πολλά», αλλά να είναι ευλογημένα, να είναι κατά Χριστόν τα «χρόνια πολλά».  Και η άλλη ευχή «πάνω απ’ όλα υγεία»·  όπου βρεθείς «πάνω απ’ όλα υγεία», υγεία, υγεία, υγεία, υγεία να έχετε, πάνω απ’  όλα υγεία.  Κι όλοι εύχονται για μακροημέρευση, εις έτη πολλά, για χρόνια πολλά, να είσαι γερός, να ζήσεις, να χαρείς, να είσαι υγιής…  Όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι στοιχεία του κόσμου, είναι παραδόσεις ανθρώπων, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, και δεν είναι χριστιανική νοοτροπία, δεν είναι χριστιανική διδαχή, δεν προκύπτουν όλα αυτά από το Ευαγγέλιο, δεν προκύπτουν από τη ζωή των Αγίων, δεν είναι παράδοση της Εκκλησίας μας, δεν είναι παράδοση των Αγίων Πατέρων.
Σχετικώς λοιπόν με αυτά σήμερα, ήθελα να σας παρουσιάσω μερικές σκέψεις, λέγοντας γενικώς τα εξής: κατά την Πίστη, της Εκκλησίας μας στο σχέδιο του Θεού ο άνθρωπος έπρεπε να είναι ένα ον, το οποίο θα ζούσε αιωνίως, όχι απλώς χρόνια πολλά, θα ζούσε αιωνίως ο άνθρωπος· δεν θα υπήρχε ούτε το γήρας, ούτε η φθορά, ούτε ο θάνατος, αλλά θα είχαμε μία αιώνια ζωή.  Και το Ευαγγέλιο μας λέει ότι αυτή την αιώνιο ζωή πρέπει πάντοτε να έχουμε στο νου μας, διότι αυτή η αιώνιος ζωή μπορεί ξανά να κερδηθεί.  Την χάσαμε αυτή τη ζωή στον Παράδεισο εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά αυτή η αιώνιος ζωή είναι μπροστά μας·  γιατί λοιπόν να κοιτάζουμε και να ενδιαφερόμαστε εδώ για τα «χρόνια πολλά», πόσο θα ζήσουμε και να μην ενδιαφερόμαστε για την αιώνια ζωή, την ατελεύτητη ζωή και να ευχόμαστε, όπως πολλές φορές έχω πει, «Καλό Παράδεισο»!  Πού να ευχηθείς «Καλό Παράδεισο»;  Θα θεωρηθεί αυτό ότι αυτό είναι μία ευχή, που λες να πεθάνει:  «Καλό Παράδεισο», άντε να πεθάνεις τώρα.  Αλλά υπάρχει καλύτερη ευχή;  Σαν να του λες να κληρονομήσεις την αιώνια ζωή, να κληρονομήσεις τον Παράδεισο.  Δεν υπήρχε λοιπόν στο σχέδιο του Θεού η φθορά και ο θάνατος και το γήρας.  Ο Αδάμ και η Εύα δεν γεννήθηκαν βρέφη, για να μεγαλώσουν, να γεράσουν και να πεθάνουν·  πλάστηκαν και δημιουργήθηκαν από το Θεό στην κατάσταση της νεότητος, για να μείνουν αιώνια νέοι και αθάνατοι και να φτάσουν στην αγήρω μακαριότητα, στην αγήραστη ευφροσύνη της αιωνίου ζωής.  Η εμφάνιση όμως του κακού, της αμαρτίας, η ανυπακοή και ο εγωισμός του ανθρώπου απέναντι του Θεού ανέτρεψαν αυτόν τον αρχικό σχεδιασμό και οδήγησαν το Θεό σε προσαρμογή του σχεδίου, στις νέες πλέον συνθήκες της αμαρτίας, τις οποίες συνθήκες δημιούργησε ο άνθρωπος.  Αν ο άνθρωπος εξακολουθούσε να είναι αθάνατος, μετά από την αμαρτία, θα διαιώνιζε το κακό στην ύπαρξή του και θα έδινε στο κακό αιώνια υπόσταση.  Για να μη γίνει, λοιπόν, το κακό αθάνατο, ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται ,πολύ ωραία φράση από τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Θεός δρώντας ευεργετικά και θεραπευτικά, επιτρέπει την εκδήλωση της φθοράς, του γήρατος, και του θανάτου με τη διαδικασία αυτή της φθοράς των κυττάρων του οργανισμού, για να διακοπεί η συνέχιση του κακού της αμαρτίας.  Δεν υπάρχει ούτε μία ημέρα στη ζωή μας χωρίς αμαρτία.  Γιατί ουδείς καθαρός από ρύπου, κι αν μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης.  Γι’ αυτό η παράταση της ζωής, η μακροβιότητα, τα πολλά χρόνια, τα οποία ευχόμαστε όλοι μας και τα οποία οραματίζονται να επιτύχουν οι ιατροί με έρευνα κτλ, αν δεν συνοδεύονται όλα αυτά, η μακροβιότητα, τα χρόνια πολλά, αν δεν συνοδεύονται και από προσπάθεια τελειοποιήσεως στην αρετή και στην αγιότητα, αν είναι απλώς χρόνια πολλά κι όχι χρόνια άγια, χρόνια ενάρετα είναι επιζήμια, γιατί παρατείνουν τη διάπραξη της αμαρτίας και του κακού και οδηγούν σε συσσώρευση αμαρτιών.  Όσο πιο πολύ ζούμε, όσο πιο πολλά χρόνια ζούμε, τόσο πιο πολλές αμαρτίες συγκεντρώνουμε και συσσωρεύουμε.
Αυτή η νέα, λοιπόν, θεώρηση του χρόνου της ζωής, σε σχέση με την αρετή και με την αγιότητα, άλλαξε ριζικά την αξιολόγηση όλων αυτών, της μακροβιότητος, της ευχής «χρόνια πολλά» και στην Αγία Γραφή και στην εκκλησιαστική Παράδοση.  Από την Αγία Γραφή να σας σημειώσω εδώ, μόνον, αυτό που κι άλλη φορά και στο Αρχονταρίκι κάτω είπαμε, ότι εκεί ο Απόστολος Ιάκωβος στην επιστολή του, τι λέει για την ζωή μας;  Ελάτε, λέει, εσείς που προγραμματίζετε για αύριο και μεθάυριο, όπως προγραμματίζουμε όλοι μας: το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, θα κάνουμε εκείνο, ας πάμε εδώ και ας πάμε εκεί, ας κάνουμε το χρόνο αυτό εκείνο και το άλλο.  Ποία γαρ η ζωή υμών;  Πώς σχεδιάζετε, λέει, εσείς για όλα αυτά, το χρόνο αυτό θα κάνουμε αυτό, το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, να ζήσουμε χρόνια πολλά.Ποία γαρ η ζωή υμών;  ατμίς γαρ έσται η προς ολίγον φαινομένη, έπειτα δε και αφανιζομένη.  Τι είναι η ζωή μας;  Η ζωή μας είναι ένας ατμός, μία ατμίς, η οποία ξαφνικά εμφανίζεται όπως ο ατμός και σε λίγο εξαφανίζεται, αυτός ο ατμός.  Μας λέει λοιπόν, κι άλλη φορά το είπαμε, αντί να λέμε θα κάνουμε αυτό κι αυτό κι αυτό τα χρόνια που θα ζήσουμε, να λέμε εάν ο Κύριος θελήσει και ζήσομεν και ποιήσομεν και ζήσομεν ετούτο και εκείνο.
Και σε πολλά άλλα χωρία η Αγία Γραφή μας ομιλεί για το πόσο η ζωή μας είναι σύντομη, ο καιρός συνεσταλμένος εστί  (Α’ Κορινθ., 7, 29).  Πέρα όμως από αυτό, υπάρχει στην Πατερική Παράδοση κι επειδή σήμερα γιορτάζει ο Μέγας Βασίλειος, ιδιαίτερα από τη διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου, θέλω να παρουσιάσω μερικές σκέψεις γύρω από το θέμα αυτό, σχετικά με το θέμα αυτό της μακροβιότητος και του γήρατος και του θανάτου.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος ότι υπάρχουν γέροντες -όλοι ευχόμαστε να φθάσουμε στη γεροντική ηλικία και ν’ ασπρίσουν τα μαλλιά μας, φτάνει αυτό; - υπάρχουν γέροντες λέει, οι οποίοι με την αμαρτωλή ζωή τους καταισχύνουν, ντροπιάζουν το γήρας και αποδεικνύονται αφρονέστεροι και των νηπίων ακόμη·  ενώ αντιθέτως υπάρχουν νέοι, οι οποίοι χωρίς να έχουν λευκές τρίχες, άσπρα μαλλιά, συμπεριφέρονται σαν να ήσαν γέροντες και αξίζουν γι’ αυτό σεβασμού και τιμής αυτοί οι νέοι που συμπεριφέρονται ως γέροντες.  Ενθυμείστε ότι ο Άγιος Σάββας, τον οποίον εδώ ιδιαιτέρως τιμούμε και τον εικονογραφήσαμε στις αγιογραφίες μας, τόσο συνετός ήταν από νεαράς ηλικίας είκοσι ετών, ώστε ο Μεγάλος Ευθύμιος τον ονόμαζε παιδαριογέροντα·  παιδάκι, που είχε τη σύνεση γέροντος, παιδαριογέρων, παιδαριογέροντας.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Πλείον γαρ τω όντι εις πρεσβυτέρου σύστασιν της εν θριξίν λευκότητας το εν φρονήσει πρεσβυτικόν» (Εις τον προφήτην Ησαΐαν 2, 101, PG 30, 284.). Περισσότερο λέγει, για να θεωρηθεί κανένας πρεσβύτερος, δεν είναι οι λευκές τρίχες, η λευκότητα στις τρίχες, αλλά είναι το εν φρονήσει πρεσβυτικόν,  να είναι κανείς πρεσβύτης στη φρόνηση, στην αρετή και στην αγιότητα.
Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος με τον χειμαρρώδη λόγο του, λέγει σχετικά απευθυνόμενος σε γέροντες, που αξίωναν σεβασμό, απλώς λόγω μόνον του γήρατος: «Η πολιά τότε αιδέσιμος, όταν τα της πολιάς πράττη. όταν δε νεωτερίζη, των νέων καταγελαστότερος έσται…» (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65).  Οι γέροντες, λέει, τότε είναι σεβαστοί, όταν συμπεριφέρονται σαν γέροντες, όταν όμως νεωτερίζουν –και σκεφτείτε τώρα, που έχουν καταντήσει οι γέροντες της εποχής μας·  οι γέροντες της εποχής μας έχουν εκτραπεί οι περισσότεροι τελείως, μ’ αυτήν τη συνήθεια των Κ.ΑΠ.Η. και τους γάμους των γερόντων σε μεγάλη ηλικία-  τι να σεβαστούν σ’ αυτούς τους γέροντες;  Οι οποίοι φτάνουν σε ηλικία 65 κι 70 και 80 ετών και σκέφτονται γάμους, είτε όντες εν χηρεία, είτε ακόμη από διαζύγια·  αυτοί νεωτερίζουν, τι να σεβαστείς σ’ αυτούς τους γέροντες;  Και γαρ την πολιάν τιμώμεν, ουκ επειδή το λευκόν χρώμα του μέλανος προτιμώμεν,  τιμούμε, λέει, την πολιάν, τ’  άσπρα μαλλιά, όχι γιατί προτιμούμε το λευκό χρώμα από το μαύρο, αλλ’ ότι τεκμήριόν εστι της εναρέτου ζωής, το να είναι κανένας γέροντας σημαίνει πως είναι ενάρετος, και ορώντες από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, κι όπως βλέπουμε να είναι κανένας άσπρος απ’ έξω, τι ωραία εικόνα, σκεφτόμαστε και πως μέσα είναι κάτασπρος, είναι λευκός και στην ψυχή, και από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν· τώρα πολλοί βάφουν τα μαλλιά τους, οι γέροντες, ακόμα και οι γυναίκες βάφουν τα μαλλιά τους, ενώ δέστε τι συμβολισμός είναι αυτός· τα άσπρα μαλλιά είναι σύμβολο της εσωτερικής καθαρότητος.   Και από τούτου ορώντες στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, την εσωτερική λευκότητα.  Μη αξίου τοίνυν διά την πολιάν τιμάσθαι, όταν αυτήν αυτός αδικής (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65), μην αξιώνεις λοιπόν να τιμάσαι για τα λευκά μαλλιά, όταν εσύ τα αδικείς.  Αυτή, λοιπόν, η αντιμετώπιση αποσυνδέει τον άνθρωπο από τα σωματικά γνωρίσματα και τον αξιολογεί με βάση τα πνευματικά γνωρίσματα.  Κι έτσι η Αγία Γραφή μας λέει πως μπορεί κανένας να είναι διαρκώς νέος, να υπάρχει διαρκής νεότης·  μη σκέφτεστε τα χρόνια πολλά, τα χρονολογικά, τα αστρονομικά έτη, τα πολιτικά έτη, μη σας νοιάζει αυτό, μπορεί να υπάρξει διαρκής νεότης, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.  Υπάρχει πολιά σφριγώσα και γήρας ακμάζον· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός, νενεύρωτο ο τόνος της πίστεως, ακόμη, λέει, κι αν γεράσει κανένας μπορεί να είναι νέος· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός;  Ατόνησε η σάρκα;  Μπορεί να νευρωθεί ο τόνος της Πίστεως.  Και επικαλείται γι’ αυτό, το παράδειγμα του πατριάρχου Αβραάμ, ο οποίος ενώ στη νεότητά του δεν είχε πνευματικές επιτυχίες - αυτό είναι για όλους μας που βρισκόμαστε σε μεγάλη ηλικία, μπορούμε και σε μεγάλη ηλικία να έχουμε πνευματικές επιτυχίες.  Ο πατριάρχης Αβραάμ ξέρετε σε τι ηλικία εκλήθη από τον Θεόν; Σε ηλικία 75 ετών.  Μεγαλύτερος από μένα--  από την ηλικία των 75 ετών ο πατριάρχης Αβραάμ έκανε αυτά που έκανε και διέπρεψε ως άγιος και ως πατριάρχης.  Και λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφερόμενος στον Αβραάμ, ο οποίος σε τόσο μεγάλη ηλικία κατόρθωσε τόσο πολλά, τοιαύτα γαρ της Εκκλησίας τα κατορθώματα, ότι η ατονία του σώματος ουδέν λυμαίνεται την προθυμίαν της πίστεως·  το σώμα αν είναι άτονο, αυτό δε σημαίνει πως και η πίστις μπορεί να ατονήσει.  Κόσμος γαρ Εκκλη­σίας πολιά κατεσταλμένη, και πίστις επτερωμένη και εν τούτω χαίρει η Εκκλησία μάλλον, η Εκκλησία χαίρεται πιο πολύ αν κάποιος στην Πίστη, στην ψυχή του είναι επτερωμένος, όχι αν το σώμα του είναι υγιές και ζωντανό.  Επί μεν γαρ των έξω πραγμάτων ο γέρων άχρηστος, έξω στον κόσμο λέει ότι ο γέροντας είναι άχρηστος.  Αλλ’ ου τα της Εκκλησίας τοιαύτα, στην Εκκλησία δεν ισχύει αυτό, αλλ’ όταν γηράσωσιν οι εν αρετή διάγοντες, τότε μάλλον χρήσιμοι καθίστανται· ου γαρ σαρκών ευτονία, αλλά πίστεως επίτασις ζητείται  όταν λοιπόν γεράσουν οι άνθρωποι και διάγουν εν αρετή, τότε είναι περισσότερο χρήσιμοι.  (Λόγος εις τον μακάριον Αβραάμ 1, PG 50, 737-738).
Γι’ αυτό και η Αγία Γραφή άλλωστε, πολλές φορές το ακούμε στα αναγνώσματα, ιδιαίτερα στους εσπερινούς, μας λέγει γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον·  γιατί εύχεστε να ζήσετε πολλά χρόνια;  Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται·  ούτε τα γηρατειά μετρώνται με το πόσων ετών είναι κανένας,  καυχόμαστε μερικοί, εγώ είμαι 80, 85 ετών, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστί φρόνησις ανθρώποις, και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. (Σοφία Σολομώντος, 4, 8)  Από την Αγία Γραφή, από την Παλαιά Διαθήκη είναι αυτό, η πολιά λέει, το γήρας είναι η φρόνησις και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος και τα γεράματα φαίνονται από τον ακηλίδωτο βίο.
Υπάρχουν νέοι, οι οποίοι κατορθώνουν σε λίγα χρόνια την αρετή και την τελειότητα κι είναι έτοιμοι γι’ αυτό να εισέλθουν στην αιωνιότητα.  Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς, (Σοφ. Σολ. 4, 13), υπάρχουν νέα παιδιά, τα οποία φεύγουν σε ηλικία 20-25 ετών κι ήταν ήδη άγια, τα παιδιά αυτά·  δεν ισχύει γι’ αυτούς το «χρόνια πολλά», πολύ καλύτερα όμως που έφυγαν σ’ αυτή τη νεαρή ηλικία·  οι άγιοι δεν επιθυμούν να έχουν πολυχρόνια ζωή στον παρόντα βίο, χρόνια πολλά και χρόνια πολλά, οι άγιοι βιάζονται να φύγουν, να παν στην αιώνια ζωή, εκεί είναι ο κλήρος μας·  και επείγονται και βιάζονται να αποθάνουν, για να είναι μαζί με τον Χριστό, αισθάνονται εδώ ως πάροικοι και ως παρεπίδημοι, ως μετανάστες και ζητούν να τελειώσει ο χρόνος αυτός της παροικίας, για να κατοικήσουν στον μόνιμο και κατάλληλο χώρο.
Ο Μέγας Βασίλειος έχει ένα δύο καταπληκτικά κείμενα γύρω από το θέμα, κι άλλη φορά σας έχω μνημονεύσει, ας τα υπενθυμίσω απλώς τώρα.  Απευθυνόμενος προς τους νέους ο Μέγας Βασίλειος τους λέγει τα εξής: ότι εμείς, λέγει, παιδιά μου –άντε να τα πεις τώρα αυτά στα νέα παιδιά· ελάχιστοι νέοι είναι που ακούν αυτόν τον λόγο, τα παιδιά μας απόψε βρισκόταν τα περισσότερα στις καφετέριες και στα μπαρ κι εδώ κι εκεί-   εμείς, λέει, παιδιά μου, τον ανθρώπινον τούτον βίον ουδέν είναι χρήμα παντάπασιν υπολαμβάνουμεν, θεωρούμε ότι αυτή η ζωή, την οποίαν εμείς ευχόμαστε να ζήσουμε, να ζήσουμε, να ζήσουμε πολλά, ν’ απολαύσουμε αυτή τη ζωή, ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι εμείς αυτή τη ζωή δεν την εκτιμούμε καθόλου. Οὐδὲν εἶναι χρῆμα παντάπασι τὸν ἀνθρώπινον βίον τοῦτον ὑπολαμβάνομεν, οὔτ᾿ ἀγαθόν τι νομίζομεν ὅλως, οὔτ᾿ ὀνομάζομεν, ὃ τὴν συντέλειαν ἡμῖν ἄχρι τούτου παρέχεται. (Πρὸς τοὺς νέους 2, ΕΠΕ 7, 318).  Τίποτα από τα θεωρούμενα αγαθά αυτής της ζωής δεν έχει αξία, γιατί έχει χρονικό τέλος.  Κι ονομάζει μερικά: οὔκουν προγόνων περιφάνειαν,όχι η καταγωγή μας, δεν είναι μεγάλο πράγμα, οὐκ ἰσχὺν σώματος, όχι να έχουμε δυνατό σώμα, οὐ κάλλος, όχι ομορφιά,  οὐ μέγεθος, οὐ τὰς παρὰ πάντων ἀνθρώπων τιμάς, οὐ βασιλείαν αὐτήν, οὐχ ὅ,τι ἄν τις εἴποι τῶν ἀνθρωπίνων μέγα, ἀλλ᾿ οὐδὲ εὐχῆς ἄξιον κρίνομεν, όλα αυτά δεν τα κρίνουμε ούτε άξια ευχής.  Εμείς  όμως αντίθετα ευχόμαστε «Χρόνια πολλά», να καλοπεράσουμε, να ζήσουμε, να είμαστε υγιείς, τα σώματά μας να είναι ισχυρά, ουδέ ευχής άξιον κρίνομεν· ἢ τοὺς ἔχοντας ἀποβλέπομεν, ή βλέπουμε σ’ αυτούς οι οποίοι τα έχουν και τους ζηλεύουμε·  αλλά τι κάνουμε εμείς; Να τι κάνουμε, που έλεγα η αιώνιος ζωή· ἀλλ᾿ ἐπὶ μακρότερον πρόϊμεν ταῖς ἐλπίσι καὶ πρὸς ἑτέρου βίου παρασκευὴν ἅπαντα πράττομεν. Εμείς, η δική μας η προοπτική, των χριστιανών, δεν είναι μικρή και στενή, δεν περιορίζεται εδώ σ’ αυτή τη ζωή αλλ’ επί μακρότερον πρόιμεν ταις ελπίσι, πηγαίνουμε πολύ μακριά με τις ελπίδες μας και τα κάνουμε όλα για την αιώνια ζωή.  Αυτό από τον «Λόγο προς τους νέους».
Υπάρχει επίσης κι ένα άλλο κείμενο του Μεγάλου Βασιλείου, από ένα θαυμάσιο λόγο «Εις το πρόσεχε σεαυτώ», το οποίο επέλεξα ακριβώς γιατί κάνει λόγο γι’ αυτά που συζητούμε την ημέρα αυτή, για την μακροημέρευση, να ζήσουμε πολλά χρόνια, να μακροημερεύσουμε.  Λέει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος, εξηγώντας της Παλαιάς Διαθήκης το «Πρόσεχε σεαυτώ», να προσέχεις τον εαυτό σου.  Τι σημαίνει, λέει, αυτό το «πρόσεχε τον εαυτό σου»; Μή τη σαρκί πρόσεχε, μη νομίζεις όταν λέει η Αγία Γραφή πρόσεχε σεαυτώ, ότι λέει να προσέχουμε την υγεία μας, τη σάρκα μας.  Μή τη σαρκί πρόσεχε, μηδέ το ταύτης αγαθόν εκ παντός τρόπου δίωκε· και ποιο είναι το αγαθό της σαρκός; Εμείς πάνω απ’ όλα η υγεία· μην προσέχετε την υγεία, λέει ο Μέγας Βασίλειος. Υγείαν και κάλλος και ηδονών απολαύσεις, και μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα και δόξαν, και δυναστείαν θαύμαζε, (Εἰς τὸ «Πρόσεχε σεαυτῷ», ΕΠΕ, 6) μη τα θαυμάζετε αυτά, ούτε την υγεία, ούτε την μακροημέρευση, ούτε τίποτα, μην τα θαυμάζετε όλα αυτά· τι να κάνομε όμως;   Υπερόρα σαρκός, παρέρχεται γαρ·επιμελού ψυχής, πράγματος αθανάτου.  Τα σαρκικά αφήστε τα, γιατί είναι προσωρινά, να φροντίζεται για την ψυχή σας που είναι αθάνατη.
 Και υπάρχει επίσης ένα πολύ ωραία χωρίο του Μεγάλου Βασιλείου, αφού σήμερα γιορτάζει, εδώ να το υπενθυμίσουμε.  Ο Μέγας Βασίλειος, στο «Λόγο προς τους νέους» λέγει γι’ αυτή τη μακροημέρευση και για το να φτάσουμε σε πολύ γεροντική ηλικία –χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, χρόνια πολλά-  λέει:  Εγώ δε καν το Τιθωνού τις γήρας, καν το Αργανθωνίου λέγη, καν το του μακροβιωτάτου παρ’ ημίν Μαθουσάλα, εγώ λέει, ακόμα κι αν με παρουσιάσει κανένας τα γηρατειά του Τιθωνού, από την αρχαία ελληνική γραμματεία είναι αυτό, ή του Αργανθωνίου, κι αυτός σε πολύ μεγάλη ηλικία, αν μου φέρει κανείς σαν παράδειγμα ακόμη και τον Μαθουσάλα - μαθουσάλεια χρόνια - ος χίλια έτη, τριάκοντα δεόντων, βιώναι λέγεται, ο οποίος λέγεται ότι έζησε 970 χρόνια, χίλια χρόνια μείον τριάκοντα,  καν σύμπαντα τον αφ’ ου γεγόνασιν άνθρωποι χρόνον αναμετρή, κι αν μετρήσει όλο το χρόνο αφ’ ότου έγιναν οι άνθρωποι, ως επί παίδων διανοίας γελάσομαι, εγώ για όποιον σκέφτεται έτσι, να φτάσει να ζήσει, να ζήσει, να ζήσει χρόνια πολλά, εγώ θα τον περιπαίξω σαν να είναι παιδί, εις τον μακρόν αποσκοπών και αγήρω αιώνα, γιατί εγώ βλέπω στον μακρόν αιώνα, τον ατελεύτητο, ακόμα και χίλια χρόνια να ζήσει κανένας δεν είναι τίποτε μπροστά στον αιώνα τον αγήρω και αιώνιο, ου πέρας ουδέν έστι τη επινοία λαβείν, ου μάλλον γε η τελευτήν υποθέσθαι της αθανάτου ψυχής, ο οποίος δεν έχει τελειωμό. (Προς τους νέους 8, PG 31, 588.).
Σήμερα, λοιπόν, αγαπητοί μου, που γιορτάζουμε τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος κάνει αυτές τις θαυμάσιες σκέψεις και που όλοι μας παρασυρμένοι από τη νοοτροπία αυτή την κοσμική, ευχόμαστε «Χρόνια πολλά» και «πάνω απ’ όλα υγεία», ας ξανασκεφτούμε ότι όλα αυτά είναι κοσμική νοοτροπία, ανθρώπινες παραδόσεις, δεν είναι κατά Χριστόν.  Ο Θεός θέλει η ζωή μας να είναι γεμάτη αρετή και αγιότητα, είτε σύντομη, είτε μακρά·  η μακρινή ζωή δεν μας προσφέρει τίποτε περισσότερο, εκτός αν, η μακρινή ζωή από τον Θεόν δίδεται για να βοηθήσουμε τους άλλους ανθρώπους.  Και η μόνη μας επιδίωξη πρέπει να είναι, όχι εδώ τα χρόνια πολλά, αλλά η αιώνιος ζωή, την οποία μακάρι κι εμείς να κληρονομήσουμε μαζί με τους αγίους.  Αμήν.

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ


            Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί ἀδελφοί, κάνοντας χρήση τῆς διακριτικῆς αὐθεντίας της ἀπέδωσε σέ πολύ λίγα ἀπό τά παιδιά της τήν προσωνυμία Μέγας.  Ἕνα τέτοιο πρόσωπο ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Βασίλειος, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας.  Ὁ Βασίλειος γεννήθηκε κατά πᾶσα πιθανότητα στή Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, τό ἔτος 330 μ.Χ.  Ὁ πατέρας του, Βασίλειος, καταγόταν ἀπό τόν Πόντο καί ἡ μητέρα του Ἐμμελία ἀπό τήν Καππαδοκία.  Τά δύο γενεαλογικά δέντρα εἶχαν ἀριστοκρατική καταγωγή καί τόν ἴδιο δρόμο ἀκολούθησαν καί οἱ  ἀπόγονοί τους. 

            Ἡ οἰκογένεια τοῦ Βασιλείου ἦταν πολύτεκνη, ἀφοῦ εἶχε πέντε θυγατέρες καί τέσσερις υἱούς.  Ἡ μεγαλύτερη ἀδελφή, ἡ Μακρίνα, ἐγένετο μοναχή μέ τή φερώνυμη γιαγιά της.  Τρεῖς ἀπό τούς υἱούς ἐγένοντο Ἐπίσκοποι καί ἕνας μοναχός.  Μεταξύ τῶν προγόνων του ὑπῆρχαν μάρτυρες τῆς πίστεως.  Αὐτός σέ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπό πατέρα καί ἔτσι ἡ φροντίδα τῆς ἀνατροφῆς καί μορφώσεως ὅλων τῶν παιδιῶν παρέμεινε στήν εὐθύνη τῆς εὐσεβεστάτης μητρός των.  Ὁ πατέρας τοῦ Βασιλείου ὑπῆρξε διδάσκαλος καί ρήτορας, κάποιοι δέ πιστεύουν ὅτι ἦταν καί ἱερέας. 

            Ὁ Βασίλειος σπούδασε στά καλύτερα κέντρα τῶν γραμμάτων τῆς ἐποχῆς του.  Τέτοια ἦταν ἡ Καισάρεια, ἡ Κωνσταντινούπολη καί ἡ Ἀθήνα.  Ἐκεῖ ἔτυχε λιπαρᾶς παιδείας ἀπό διακεκριμένους δασκάλους.  Στήν Καισάρεια γνώρισε τόν κατόπιν διά βίου φίλο του Γρηγόριο τόν Ναζιανζηνό, τοῦ ὁποίου ἡ φιλία συνεχίσθηκε στήν Ἀθήνα καί ὑπῆρξε  παροιμιώδης.  Ἐκεῖ γνώρισε ἐπίσης τόν Ἰουλιανό τόν Παραβάτη. 

            Ὁ Βασίλειος διηκόνησε τήν Ἐκκλησία ἀπό τή θέση τοῦ διακόνου, τοῦ ἱερέως καί γιά μιά πενταετία ὡς Ἐπίσκοπος Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας, διαδεχθείς τόν Εὐσέβιο Καισαρείας.  Ἡ ποιμαντική του ἐργασία διεκρίθη στή φιλανθρωπία καί στήν καλλιέργεια τῶν γραμμάτων.  Τό φιλανθρωπικό του ἔργο μεσουράνησε μέ τή δημιουργία τοῦ συγκροτήματος τῆς γνωστῆς ὡς Βασιλειάδας, ἡ ὁποία ἐκάλυπτε σχολές ὀρφανῶν, οἴκους προστασίας τῶν γυναικῶν, συσσίτια διατροφῆς τῶν πτωχῶν καί νοσοκομεῖα νοσηλείας τῶν ἀσθενῶν.  Ἐπιπρόσθετα σώζεται πλῆθος κειμένων θεολογικῶν καί ἐπιστολῶν, οἱ ὁποῖες ἀπευθύνονται σέ ἰδιῶτες καί κληρικούς καί καλύπτουν πλῆθος θεμάτων. 
3
Ἡ θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία ἀποδίδεται στό Μέγα Βασίλειο, τελεῖται δέκα φορές τό χρόνο.  Αὐτές εἶναι τήν πρώτη Ἰανουαρίου, ἡμέρα τοῦ θανάτου τοῦ Ἁγίου, τίς πέντε πρῶτες Κυριακές τῆς Ἁγίας καί Μ. Τεσσαρακοστῆς, τήν Ἁγία Πέμπτη, τό Ἅγιο Σάββατο, τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Φώτων.  Πρόκειται γιά ἕνα βαθυστόχαστο καί θεολογικώτατο κείμενο.

            Νά παρατηρήσουμε δέ, ὅτι τήν ἡμέρα τῆς ταφῆς τοῦ Ἁγίου ἡ κοσμοσυρροή ὑπῆρξε τόση, ὥστε ἀπέθαναν ἄνθρωποι κάτω ἀπό τήν πίεση τοῦ πλήθους.  Ὁ Βασίλειος συνεορτάζεται στίς 30 Ἰανουαρίου, μαζί μέ τούς Ἱεράρχας Γρηγόριο τό Θεολόγο καί Ἰωάννη τό Χρυσόστομο, ὡς προστάτες τῶν Ἑλληνικῶν καί Χριστιανικῶν γραμμάτων.

            Ὁ Βασίλειος ἐργάσθηκε σκληρά καί συστηματικά γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν κακοδοξιῶν τοῦ Ἀρείου, οἱ ὁποῖες συνεχίσθησαν μετά τήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἐπίσης μέ τήν ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως τῶν Πνευματομάχων.  Αὐτός συνέβαλε πολύ στήν προετοιμασία τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν ὁποία ὅμως δέν ἀξιώθηκε νά χαρεῖ, γιατί τόν πρόλαβε ὁ θάνατος σέ ἡλικία μόλις 49 ἐτῶν.  Ταῖς αὐτοῦ πρεσβείαις Χριστέ ὁ Θεός ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν!

2016 : Δυστυχώς, Χριστούγεννα χωρίς Χριστό.

14947639_1255256504535337_2095729720958939811_n
2016 : ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΧΩΡΙΣ ΧΡΙΣΤΟ
Α] Χριστούγεννα προ Χριστού και χωρίς Χριστό.
Μερικοί ζούμε προ Χριστού ακόμη! Και εκτός Χριστού.
Κι ενώ στα ημερολόγια του κόσμου, σ΄ Ανατολή και Δύση, σημειώνεται π. Χ. και μ. Χ., δυστυχώς συνεχίζουν και υπάρχουν ακόμη άθεοι, ειδωλολάτρες, «ανθρωποφάγοι», εγκληματίες, τρομοκράτες, μάγοι και μάγισσες, σατανιστές, «γραμματείς και φαρισαίοι», βασανιστές, σαδομαζοχιστές, ο θηριώδης Ηρώδης και ο δειλός Πιλάτος, Σόδομα και Γόμορρα, κατακλυσμός αμαρτίας και ο στρατός του Αντιχρίστου.

Ειλικρινά είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει ο κόσμος και να γίνει «μετά Χριστόν».
Για να αλλάξει ο κόσμος πρέπει πρώτα να αλλάξει ο άνθρωπος. Και για να αλλάξει ο άνθρωπος θέλει δουλειά πολλή. Αυτομεμψία και μαθητεία κοντά στο Χριστό.
Αυτά που λένε κοινωνιολόγοι και πολιτικοί, θεραπευτές και ανθρωπολόγοι, θρησκευτικοί αρχηγοί της συμφοράς και διαχειριστές της ανθρώπινης ζωής και συμπεριφοράς, ότι θα αλλάξουν, θα ομορφύνουν τον κόσμο, θα φέρουν ευημερία και ασφάλεια, ανάκαμψη και ανάπτυξη, πολιτισμική ισορροπία και ισότητα, θα «χαίρεται και θα γελάει ο κόσμος», αυτά είναι «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα».
Β] Αλλαγή προς το καλύτερο δε γίνεται χωρίς Χριστό.
Με τον Μωάμεθ και τον Βούδα δεν αλλάζει ούτε ο άνθρωπος ούτε ο κόσμος. Ούτε με τους μάγους, τους αστρολόγους και ωροσκόπους. Με τα δαιμόνια ο άνθρωπος και ο κόσμος δαιμονοποιούνται. Και η Αγ. Γραφή μας λέγει ότι «οι θεοί – δυστυχώς – των εθνών είναι δαιμόνια».
Για παράδειγμα, την Αφρική την κυβερνάνε οι μάγοι, την Ασία οι γκουρού και την Ανατολή οι ληστές και οι φονιάδες του Ισλάμ. Κάπου ανάμεσά τους χώνονται και οι άθεοι μαρξιστές, οι θεοποιημένοι ηγέτες και οι παράφρονες βασιλιάδες. Τι καλό να προέλθει από αυτούς σε επίπεδο ευτυχίας, ελευθερίας, σωτηρίας, αξιοπρέπειας και ποιοτικής ζωής του ανθρωπίνου προσώπου;
Πάλι η Γραφή λέγει: «τυφλός εάν οδηγή τυφλόν αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται». Τυφλοί οδηγούν τυφλούς. Τραγικοί τραγικούς. Ανελεύθεροι σκλάβους. Διεστραμμένοι σκορπούν δυστυχία και βουλιάζουν στο ψέμα και στο αίμα τον κόσμο.
Γ] Ο κόσμος για να αλλάξει θέλει την αλήθεια και τη χάρη του Χριστού. Θέλει το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία.
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι και η Χριστιανική Ευρώπη βουλιάζει μέσα στη διαστροφή και τη διαφθορά, στην εκμετάλλευση και στην παρανομία, στην ασπλαγχνία και τους εξοπλισμούς.
Ναι έτσι είναι, διότι η Ευρώπη είναι αιρετική. Και η αίρεση κατά τον απόστολο Παύλο είναι απώλεια, οι αιρετικοί συνειδητά ή ασυνείδητα είναι όργανα «άλλης δύναμης» και κατά τον άγιο Αγάθωνα «η αίρεση είναι χωρισμός από το Θεό και πνευματικός θάνατος». Η αλλοίωση στην πίστη αλλοιώνει και τη ζωή. Τη δηλητηριάζει.
Δ] Αλλά και μείς εδώ οι Ορθόδοξοι, που έχουμε την αλήθεια, το Ευαγγέλιο, το Άγιο Όρος, τους αγίους, είμαστε χριστιανοί και έχουμε ορθόδοξο χριστιανικό κράτος; Τι είδους Χριστιανοί είμαστε με χιλιάδες εκτρώσεις και βλασφημίες, με διαζύγια και μοιχείες, με κομπίνες και καταχρήσεις; Μπορεί να έχουμε τη σωστή πίστη και το λιμάνι της σωτηρίας, να γεμίζουμε τους ναούς χρονιάρες μέρες, αλλά ο άνθρωπος και κατ΄ επέκταση ο κόσμος δεν αλλάζουν διακοσμητικά, τηλεοπτικά, μαγικά, εθιμοτυπικά, δωροληπτικά, ταξιδιωτικά, εκδρομικά, απλώς φιλανθρωπικά και γλυκαντικά…
Ε] Πραγματικά Χριστούγεννα δε γίνονται χωρίς Χριστό. Και όταν λέμε Χριστούγεννα εννοούμε ο Χριστός να γεννηθεί στην καρδιά μας, να αναγεννηθούμε εν Χριστώ Ιησού, μυστηριακά και ευαγγελικά, εξομολογητικά και λειτουργικά.
Ας το πούμε καθαρά και ας το πάρουμε απόφαση: Χριστούγεννα, βλέποντας από μακριά τον Νεογέννητο Χριστό δεν γίνονται. Ή θα ζήσουμε σωστά και γνήσια την εν Χριστώ ζωή στη Βηθλεέμ της Εκκλησίας μας, όπως την λέει το Ευαγγέλιο, ή ας σταματήσουμε να κοροϊδεύουμε εαυτούς και αλλήλους με φωτάκια και δεντράκια, με ελαφάκια και τραγουδάκια.
Ας γίνουμε επιτέλους άνθρωποι και όχι ανθρωπάκια.

Η οσιότατη γ. Μαρία Μαγδαληνή από την Φαράν του Σινά


Η οσιότατη αδελφή Μαρία Μαγδαληνή (κατά κόσμον Marie Madeleine Le Beller) εκοιμήθη εν Κυρίω σε ηλικία 67-68 ετών, την 12ηνΔεκεμβρίου 2013 (Ν.Η.) ημέρα Πέμπτη και ώρα 13:00 μ.μ. στο ερημητήριό της πλησίον του σπηλαίου του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος στο όρος Σινά. Απώλεσε την επαφή με το περιβάλλον λίγες ώρες προ της τελευτής της και είχε ένα ειρηνικό τέλος στα χέρια του γέροντός της π. Παύλου Σιναϊτου που έσπευσε να της δώσει την τελευταία Θεία Μετάληψη.

Bαπτίστηκε σε ηλικία 40 ετών περίπου στον Ιορδάνη, το έτος 1986. Έζησε στον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος δεκαοχτώ (18) χρόνια, με πολλούς πειρασμούς και από τους ανθρώπους και από τους δαίμονες. Έξι μήνες στην αρχή διανυκτέρευε έξω ανάμεσα στα βράχια, άστεγη με ένα υπνόσακο, σ`εκείνη την απαράκλητη έρημο συντροφιά με σκορπιούς και δηλητηριώδη φίδια. Έζησε μεγάλη απόρριψη, πολλοί την θεωρούσαν τρελή και πλανεμένη. Πούλησε το σπίτι της στο Παρίσι κι αγόρασε ένα κομμάτι γη από ένα βεδουίνο κάτω ακριβώς από το σπήλαιο του Άγίου Ιωάννου της Κλίμακος. Εκεί υπήρχε μια χαρουπιά κι ένα πηγάδι. Έχτισε σταδιακά πέντε αυτόνομα κελλάκια, ένα μικρό ναύδριο πάνω σ`ένα βράχο, φύτεψε δένδρα, λίγες ελιές, δυο-τρεις μηλιές και ένα κλήμα και έφτιαξε μικρή στέρνα και κήπο. Όλη την σκήτη της την περιέφραξε με τείχος. Ζούσε απλά καλλιεργώντας τον κήπο της πλέκοντας κομποσχοίνια και ασχολούμενη τα τελευταία χρόνια με την ξυλογλυπτική οπού σημείωσε μεγάλη πρόοδο κατασκευάζοντας εικόνες για το εκκλησάκι της. Στην μονή κατέβαινε κάθε Κυριακή αρχικά και αργότερα κάθε δεκαπέντε και τις μεγάλες εορτές για να μεταλαμβάνει.

Κάποιοι πατέρες την συμπαθούσαν και την προστάτευαν αλλά οι πολλοί την απέρριπταν και σε πολλά την δυσκόλευαν. Κάποτε απαγόρευσαν στον π. Παύλο να την δέχεται για εξομολόγηση και δεν της επέτρεπαν την δωρεάν φιλοξενία στον ξενώνα των γυναικών. Είχε μεγάλη δύναμη ψυχής που την αντλούσε από την ακράδαντη πίστη της και την ευλογία που της είχαν δώσει για εγκαταβίωση στην έρημο του Σινά, ο π. Πορφύριος (νύν Άγιος Πορφύριος) και η μάτουσκα Λουμπούσκα η δια ΧΝ Σαλή της Αγίας Πετρουπόλεως. Όλος ο πειρασμός ξεκίνησε από την αγάπη της στην έρημο, ενώ οι πατέρες την ήθελαν να ζεί εντός της γυναικείας μονής της Φαράν στην οποία είχε ζήσει δοκιμαστικά ένα χρόνο και μισό στην αρχή. Όμως δεν αναπαύθηκε και όταν ο Γέρων Παϊσιος επίσκεφθηκε τελευταία φορά το Σινά και πέρασε από την Φαράν της έδωσε την ευλογία του να ζήσει στην έρημο αφού την εξέτασε και ευλόγησε το τυπικό της προσευχής της.

Κάθε Πάσχα πήγαινε στα Ιεροσόλυμα πού περνούσε όλη την μεγάλη εβδομάδα και την Διακαινήσιμο επέστρεφε στο αγαπημένο της ασκητήριο. Μετά το Πάσχα του 2009 δεν πήγε ξανά στα Ιεροσόλυμα.

Στις 18 Νοεμβρίου του 2012 (Κυριακή) ήρθε στη Κρήτη άρρωστη πλέον και στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο διεγνώσθη προχωρημένος καρκίνος του εντέρου.

Έφυγε για την Μόσχα που είχε γνωστό της τον επίσκοπο που διοικούσε το νοσοκομείο της ρωσικής εκκλησίας. Εκεί τις έκαναν παρατεταμένες ιατρικές εξετάσεις και της ζήτησαν να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση και χημειοθεραπείες, στο μεγαλύτερο ιατρικό κέντρο κατά του καρκίνου, της Ρωσίας. Όμως δεν δέχθηκε επιθυμώντας να πεθάνει στην αγαπημένη της σκήτη. Πήγε για προσκύνημα στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, λούστηκε στην πηγή του και πήρε μεγάλο θάρρος. Επέστρεψε στο Σινά μέσω Ιταλίας όπου προσκύνησε τον Άγιο Νικόλαο στο Μπάρι κι εκεί γνώρισε την ρωσίδα Ευφροσύνη, την οποία κάλεσε για να την διακονήσει όταν επέστρεψε στο Σινά κι εκείνη ανταποκρίθηκε άμεσα. Ήρθε κοντά της και την υπηρέτησε μέχρι το τέλος, χωρίς κανένα υλικό όφελος. Η Ευφροσύνη ήταν δώρο του Θεού γιατί ομιλούσε μόνο ρωσικά τα οποία η Μαρία ελάχιστα ομιλούσε και καταλάβαινε. Όμως είχαν άριστη συνεργασία και την περιποιήθηκε σαν καλή υποταχτική (για δέκα μήνες περίπου), ώστε να κερδίσει και την αγάπη και τον σεβασμό των πατέρων.

Από το Πάσχα του 2013 δεν μετακινήθηκε πλέον ούτε μέχρι την μονή της Αγίας Αικατερίνης, αλλά με μεγάλη ανδρεία και υπομονή εβάστασε τον σταυρό της πολυώδυνης νόσου, χωρίς ιατρική βοήθεια και νοσοκομειακή περίθαλψη.

Την επόμενη της κοίμησής της, η κυρίαρχος μονή της Αγίας Αικατερίνης, μετά την θεία Λειτουργία που έκαναν στο εκκλησάκι της σκήτης της, την μετέφερε με φορείο στο τοπικό νοσοκομείο της περιοχής όπου διεγνώσθη ο θάνατός της και τοποθετήθηκε σε ψύξη μέχρι την έκδοση άδειας ταφής από το Γαλλικό Προξενείο. Τότε συνέβη ένα παράδοξο γεγονός που σχολιάστηκε με θαυμασμό από όσους παραβρέθηκαν εκεί. Από την προηγούμενη το βράδυ είχε ξεσπάσει χιονοθύελλα και κάλυψε στα λευκά όλη την γύρω περιοχή. Το μοναστήρι έστειλε 14 εργάτες (χριστιανούς κόπτες) για να μεταφέρουν εναλλάξ το σκήνωμά της λόγω της μαινόμενης χιονοθύελλας και του δύσβατου τόπου. Κι ενώ έκαναν περίπου δύο ώρες για να διανύσουν την απόσταση από τον αυτοκινητόδρομο έως το ασκητήριό της (πορεία μίας ώρας το πολύ, υπό κανονικές συνθήκες), όταν σήκωσαν το τίμιο λείψανό της, διήνυσαν την ίδια απόσταση σε σαράντα πέντε λεπτά χωρίς να τους αγγίξει ούτε μια νιφάδα χιονιού, ενώ τα πάντα ήταν ολόλευκα και φωτεινά γύρω τους. Όταν έφθασαν πάνω στον αυτοκινητόδρομο και την απόθεσαν στο αυτοκίνητο που περίμενε εκεί, σε λίγα δευτερόλεπτα βρέθηκαν πάλι μέσα στην χιονοθύελλα και τους κάλυψε το χιόνι.

Η άδεια ταφής δόθηκε στις 17-12-2013 το βράδυ. Ετάφη την 18η Δεκεμβρίου 2013 (Ν.Η.) ημέρα Τετάρτη μετά το μεσημέρι, στο κοιμητήριο της γυναικείας μονής του Προφήτου Μωϋσέως της Φαράν με απόφαση της συνάξεως των πατέρων της μονής της Αγίας Αικατερίνης. (όχι στο ασκητήριό της όπως επιθυμούσε). Δεν παρέστη κανείς γνωστός κι αγαπητός της εκτός την ρωσίδα Ευφροσύνη που την υπηρέτησε με μεγάλη αυταπάρνηση. Ακόμη και μιά γνωστή της γερμανίδα προσήλυτη που βρέθηκε στην θανή της, την άλλαξε και την ξενύχτησε διαβάζοντας της ψαλτήρι, είχε φύγει για τα Ιεροσόλυμα.

Την κήδεψαν ο επίσκοπος Σιναίου κ.κ. Δαμιανός και οι Ιερομόναχοι Μιχαήλ και Ευγένιος της ιδίας μονής. Παρέστησαν και οι 4 μοναχές της μονής Φαράν.

Πηγή: εδώ 


Ἐπίθεση κατὰ τοῦ οὐρανοῦ




(Οἱ ἀντιδράσεις ἐξ ἀφορµῆς τῆς γνωστῆς ὑποθέσεως τῆς µονῆς Βατοπαιδίου, τὸ κλίµα ποὺ ἔχει δηµιουργηθεῖ, οἱ τρόποι ἔκφρασης ποὺ χρησιµοποιοῦνται, δηµιουργοῦν στὴν καρδιὰ τοῦ πιστοῦ ἰδιαίτερα συναισθήµατα. Ἐν µέσῳ αὐτῶν τῶν συναισθηµάτων ἔπεσε στὰ χέρια µας τὸ θαυµάσιο βιβλίο τοῦ ἐπισκόπου Διοκλείας Κάλλιστου Ware «H ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Παραθέτουµε ἀπόσπασµα τοῦ βιβλίου ἀναφερόµενο στὸ τρόπο ποὺ ἔζησε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας τὴν περίοδο 1917-1988. Εὐκαιρία γιὰ ἐκτίµηση τῆς σχέσης µας µὲ τά µεγάλα καί καίρια τῆς ζωῆς.)


«Αὐτοί πού ἐπιθυµοῦν νά Μέ δοῦν, θά περάσουν µέσα ἀπό βάσανα καί ἀπελπισία»
Ἐπιστολή τοῦ Βαρνάβα vii, 11.


Ἀπὸ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1917, ὅταν οἱ Μπολσεβίκοι κατέλαβαν τὴν ἐξουσία, µέχρι περίπου τὸ 1988, τὸ ἒτος ποὺ ὁ Ρωσικὸς Χριστιανισµὸς γιόρτασε τὴ χιλιετηρίδα του, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση ἔζησε σὲ µία κατάσταση πολιορκίας. Ἡ ἔνταση τοῦ διωγµοῦ διέφερε ἀπὸ ἐποχὴ σὲ ἐποχὴ σ’ αὐτὰ τὰ ἑβδοµήντα χρόνια, ἀλλὰ ἡ βασικὴ στάση τῶν Κοµµουνιστικῶν Ἀρχῶν παρέµεινε ἡ ἴδια: ἡ θρησκευτικὴ πίστη, σὲ ὅλες της τὶς ἐκφάνσεις, εἶναι ἕνα λάθος ποὺ πρέπει νὰ καταπνιγεῖ καὶ νὰ ξερριζωθεῖ. Σύµφωνα µὲ τὰ λόγια τοῦ Στάλιν, «Τὸ Κόµµα δὲν µπορεῖ νὰ παραµείνει οὐδέτερο µπροστὰ στὴ θρησκεία. Διεξάγει ἕναν ἀντιθρησκευτικὸ ἀγώνα ἐναντίον κάθε θρησκευτικῆς προκατάληψης». Γιὰ νὰ κατανοήσουµε τὴν πλήρη σηµασία ποὺ ἔχουν αὐτὰ τὰ λόγια, θὰ πρέπει νὰ θυµηθοῦµε πὼς τὸ Κόµµα, ὑπὸ τὸν Σοβιετικὸ Κοµµουνισµό, ἦταν ἐντελῶς ταυτισµένο µὲ τὸ Κράτος.

Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀπὸ τὸ 1917 καὶ ἐφεξῆς, οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ ἄλλοι χριστιανοὶ βρέθηκαν µπροστὰ σὲ µία κατάσταση, ποὺ ὅµοιά της δὲν ὑπῆρξε ἄλλη στὴν ἱστορία τοῦ ἀρχέγονου Χριστιανισµοῦ. Ἡ Ρωµαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ἂν καὶ κατὰ καιροὺς καταδίωκε τοὺς χριστιανούς, ὅµως δὲν ἦταν κατὰ καµία ἔννοια ἀθειστικό κράτος, προσανατολισµένο στὴν καταπίεση αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς θρησκείας. Οἱ Ὀθωµανοί Τοῦρκοι, πιστοὶ τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, ἂν καὶ δὲν ἦσαν χριστιανοί, φάνηκαν ἀρκετὰ ἀνεκτικοὶ ἀπέναντι στὴν Ἐκκλησία, καθὼς εἴδαµε. Ὁ Σοβιετικὸς ὅµως Κοµµουνισµός, λόγω τῶν βασικῶν του ἀρχῶν, ἦταν στραµµένος σὲ µιά ἐπιθετικὴ καὶ στρατευµένη ἀθεία. Δὲν τοῦ ἀρκοῦσε ἕνας οὐδέτερος χωρισµὸς µεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, ἀλλά ἐπεζήτησε µὲ ὅλα τὰ µέσα, εὐθέα καὶ πλάγια, νὰ ἀναποδογυρίσει ὅλη τὴν ὀργανωµένη ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καὶ νὰ ἐξαλείψει κάθε θρησκευτικὴ πίστη.

Οἱ Μπολσεβίκοι, µόλις κατέλαβαν τὴν ἐξουσία, ἔσπευσαν νὰ βάλουν σὲ ἐνέργεια τὸ πρόγραµµά τους. Ἡ Νοµοθεσία τοῦ 1918 ἀπέκλεισε τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ κάθε συµµετοχὴ στὴν ἐκπαίδευση καὶ δήµευσε ὅλη τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία. Ἡ Ἐκκλησία ἔπαυσε νὰ ἒχει ὁποιοδήποτε δικαίωµα ἁπλῶς δὲν διέθετε καµιὰ νοµικὴ ὑπόσταση. Τὰ ἄρθρα τοῦ Σοβιετικοῦ Συντάγµατος ἔγιναν ὅλο καὶ πιὸ σκληρά.

Τὸ Σύνταγµα τοῦ 1918 ἐπέτρεπε τὴν «ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς καὶ ἀντιθρησκευτικῆς προπαγάνδας» (ἄρθρο 13), ἀλλά στὸν «Νόµο γιὰ τὶς θρησκευτικὲς Ἑνώσεις» ποὺ µπῆκε σ’ ἐφαρµογὴ τὸ 1929, αὐτὸ ἄλλαξε καὶ ἒγινε «ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς πίστης καὶ τῆς ἀντιθρησκευτικῆς προπαγάνδας». Εἶναι πολὺ σηµαντικὴ ἐδῶ ἡ διάκριση: στοὺς χριστιανοὺς ἐπιτρεπόταν -τουλάχιστον θεωρητικά- ἐλευθερία πίστης, ἀλλὰ δὲν τοὺς ἐπιτρεπόταν καµιὰ ἐλευθερία προπαγάνδας.

Η Ἐκκλησία ἐθεωρεῖτο ἁπλῶς ὡς µία λατρευτικὴ Ἕνωση. Οὐσιαστικά τῆς ἐπετράπη νὰ τελεῖ τὶς θρησκευτικὲς ἀκολουθίες καὶ στὴν πράξη -µετὰ µάλιστα ἀπὸ τὸ 1943-ἀποδόθηκαν ὁρισµένες ἐκκλησίες στὴ λατρεία. Ἐπίσης µετὰ ἀπὸ τὸ 1943 ἐπετράπη στὴν Ἐκκλησία νὰ διατηρεῖ λίγες ἱερατικὲς σχολὲς καὶ νὰ ἔχει κάποια περιορισµένη ἐκδοτικὴ δραστηριότητα. Ἀλλά πέρα ἀπ’ αὐτὰ δὲν τῆς ἐπετράπη οὐσιαστικὰ τίποτε ἄλλο.

Μ’ ἄλλα λόγια οἱ ἐπίσκοποι καὶ ὁ κλῆρος δὲν µποροῦσαν ν’ ἀσχοληθοῦν µὲ τὸ φιλανθρωπικὸ ἤ τὸ κοινωνικὸ ἔργο.Ἡ ἐπίσκεψη τῶν ἀσθενῶν ἦταν πολὺ περιορισµένη. Ἦταν ἀδύνατο τὸ ποιµαντικὸ ἔργο στὶς φυλακές, στὰ νοσοκοµεῖα ἤ στὰ ψυχιατρεῖα. 0ἱ ἐνοριακοὶ ἱερεῖς δὲν µποροῦσαν νὰ ὀργανώσουν κανενὸς είδους νεανικὲς ὁµάδες ἤ κύκλους µελέτης. Δὲν µποροῦσαν νὰ ὀργανώσουν κατηχητικὰ γιὰ τὰ παιδιά. Ἡ µόνη κατήχηση ποὺ οὐσιαστικὰ µποροῦσαν νὰ προσφέρουν στὸ ποίµνιό τους ἦταν µέσω τοῦ κηρύγµατος κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν. (Συχνὰ µάλιστα δὲν ἄφηναν ἀνεκµετάλλευτη µία τέτοια εὐκαιρία: θυµᾶµαι τὴ συµµετοχή µου στὴν τέλεση µιᾶς Λειτουργίας, στὴ δεκαετία τοῦ ‘70, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας ἔγιναν τέσσερα ἤ πέντε διαφορετικὰ κηρύγµατα. Τὸ ἐκκλησίασµα τὰ παρακολούθησε µὲ µεγάλη προσοχὴ καὶ στὸ τέλος εὐχαρίστησε τὸν κήρυκα µὲ ἐκδηλώσεις µεγάλης εὐγνωµοσύνης - ἦταν µιά ἐµπειρία ποὺ δὲν τὴν ἒχω συνήθως ὅταν κηρύττω στὴ Δύση!)

Ὁ κλῆρος δὲν µποροῦσε νὰ ὀργανώσει κάποια ἐνοριακὴ βιβλιοθήκη, καθόσον τὰ µόνα βιβλία ποὺ ἐπιτρεπόταν νὰ ὑπάρχουν στὴν ἐκκλησία ἦσαν τὰ λειτουργικὰ βιβλία γιὰ λατρευτικὴ χρήση. Δὲν διέθεταν οὔτε φυλλάδια, οὔτε τὸ παραµικρότερο ἄλλο πληροφοριακὸ ὑλικό. Ἀκόµη καὶ ἡ Ἁγία Γραφὴ ἦταν σπάνιο εἶδος, ποὺ ἀνταλλασσόταν στὴ µαύρη ἀγορὰ σὲ τεράστιες τιµές. Τὸ χειρότερο δὲ ἀπ’ ὅλα ἦταν πὼς ὁ κάθε κληρικός, ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο µέχρι τὸν ταπεινότερο ἐνοριακὸ ἱερέα, χρειαζόταν νὰ ἒχει ἄδεια ἀπὸ τὸ Κράτος γιὰ νὰ ἐξασκήσει τὸ λειτούργηµά του, καὶ βρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴ στενὴ καὶ ἀνελέητη παρακολούθηση τῆς µυστικῆς ἀστυνοµίας. Κάθε λέξη ποὺ ἔλεγε ὁ ἱερέας στὰ κηρύγµατά του σηµειωνόταν προσεκτικά. Ὁλόκληρη τή µέρα, κάποια ἐχθρικὰ καὶ παρατηρητικὰ µάτια θὰ παρακολουθοῦσαν ποιὸς ἐπισκεπτόταν τὴν ἐκκλησία γιὰ βαπτίσεις ἤ γάµους, γιὰ ἐξοµολόγηση ἤ ἁπλὴ προσωπικὴ συζήτηση.

Τὸ ὁλοκληρωτικὸ κοµµουνιστικὸ καθεστὼς χρησιµοποίησε ὅλες τὶς δυνατὲς µορφὲς ἀντιθρησκευτικῆς προπαγάνδας, ἐνῶ εἶχε στερήσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κάθε δικαίωµα ἀνταπάντησης. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὑπῆρχε ἡ ἀθειστικὴ διδασκαλία ποὺ µεταδιδόταν συστηµατικὰ σὲ κάθε σχολεῖο. Οἱ δάσκαλοι ἔπαιρναν ἐντολές, σὰν αὐτή:

΄΄Ὁ Σοβιετικὸς δάσκαλος πρέπει νὰ καθοδηγεῖται ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ ἐπιστηµονικοῦ πνεύµατος τοῦ Κόµµατος. Ὑποχρεοῦται ὄχι µόνον νὰ εἶναι ὁ ἴδιος ἄπιστος, ἀλλά καὶ νὰ εἶναι ἕνας δραστήριος προπαγανδιστὴς τῆς Ἀθεΐας µεταξὺ τῶν ἄλλων, νὰ εἶναι φορέας τῶν ἰδεῶν τοῦ στρατευµένου προλεταριακοῦ ἀθεϊσµοῦ. Μὲ ἱκανότητα καὶ ἠρεµία, µὲ λεπτότητα καὶ ὑποµονὴ θὰ πρέπει ὁ Σοβιετικὸς δάσκαλος νὰ ἀποκαλύπτει καὶ νὰ ὑπερβαίνει τὶς θρησκευτικὲς προκαταλήψεις στὴ διάρκεια τῆς ἐργασίας του στὸ σχολεῖο ἀλλά καί ἔξω ἀπ’ αὐτό, κάθε µέρα΄΄.

Ἔξω ἀπὸ τὸ σχολεῖο, µιά τεράστια ἀντιθρησκευτικὴ ἐκστρατεία διεξαγόταν ἀπὸ τὸν Σύνδεσµο Στρατευµένων Ἀθέων. Τὸν Σύνδεσµο αὐτὸν ἀντικατέστησε τὸ 1942 ἡ λιγότερο ἐπιθετικὴ «Πανενωσιακὴ Ἑταιρεία γιὰ τὴ διάδοση τῆς Ἐπιστηµονικῆς καὶ Πολιτικῆς Γνώσης». Ἡ ἀθεΐα καλλιεργεῖτο συστηµατικὰ µεταξὺ τῶν νέων ἀπὸ τὸν Σύνδεσµο Νέων Κοµµουνιστῶν. Δηµιουργήθηκαν Μουσεῖα Θρησκείας καὶ Ἀθεΐας, συχνὰ σὲ πρώην ἐκκλησίες, ὅπως στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Στὴ δεκαετία τοῦ ‘20 διοργανώνονταν στοὺς δρόµους ἀντιθρησκευτικὲς «λιτανεῖες» µὲ ὠµὸ καὶ προκλητικὸ χαρακτήρα, ἰδιαίτερα τὸ Πάσχα καὶ τὰ Χριστούγεννα. Ἐδῶ ἔχουµε µιά περιγραφὴ ἀπὸ κάποιον αὐτόπτη µάρτυρα: ΄΄Δὲν ὑπῆρχαν διαµαρτυρίες ἀπό τούς σιωπηλοὺς δρόµους -τὰ χρόνια τοῦ τρόµου, εἶχαν κάνει καλὰ τὴ δουλειά τους — καὶ ὅλοι προσπαθοῦσαν νὰ παρακάµψουν τὸν δρόµο ὅταν συναντοῦσαν αὐτὴ τὴν προκλητικὴ «λιτανεία». Ἐγώ, προσωπικά, ποὺ παραβρέθηκα στὸ Καρναβάλι τῆς Μόσχας, µπορῶ νὰ διαβεβαιώσω πὼς δὲν ὑπῆρχε οὔτε µιά σταγόνα λαϊκῆς εὐχαρίστησης σ’ αὐτό. Ἡ πορεία ἐκινεῖτο σὲ ἄδειους δρόµους καὶ ἡ προσπάθειά της νὰ δηµιουργήσει γέλιο ἤ πρόκληση συναντοῦσε τὴ βαθιὰ σιωπὴ τῶν τυχαίων περαστικῶν.΄΄

Ὄχι µόνο ἔκλεισε ἕνας µεγάλος ἀριθµὸς ἐκκλησιῶν στὶς δεκαετίες τοῦ ‘20 καὶ τοῦ ‘30, ἀλλά καὶ πάρα πολλοὶ ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, µοναχοί, µοναχὲς καὶ λαϊκοὶ κλείστηκαν σὲ φυλακὲς καὶ σὲ στρατόπεδα συγκέντρωσης. Δὲν µποροῦµε νὰ ὑπολογίσουµε πόσοι ἐκτελέστηκαν ἤ πέθαναν ἀπὸ τὰ βασανιστήρια. Ὁ Νικήτας Στροῦβε µᾶς δίνει ἕναν κατάλογο µὲ 130 ὀνόµατα µαρτύρων ἐπισκόπων, ἀλλὰ ἀκόµη κι αὐτὸν τὸν ἀποκαλεῖ «προσωρινὸ καὶ ἀτελῆ». Ὁ συνολικὸς ἀριθµὸς τῶν ἱερέων ποὺ µαρτύρησαν πρέπει νὰ φτάνει σὲ δεκάδες χιλιάδες. Φυσικὰ οἱ Χριστιανοὶ δὲν ἦσαν κατὰ κανένα τρόπο οἱ µόνοι ποὺ ὑπέφεραν κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς τροµοκρατικῆς ἐξουσίας τοΰ Στάλιν, ἀλλ’ ὑπέφεραν περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον. Τίποτε δὲν θὰ µποροῦσε νὰ συγκριθεῖ µὲ ὅ,τι συνέβαινε στοὺς διωγµοὺς κατὰ τὴ Ρωµαϊκὴ περίοδο. Τὰ λόγια τοῦ Πρωτόπαπα Ἀββακούµ, ποὺ ἒζησε τὸν δέκατο ἕβδοµο αἰώνα, βγῆκαν ἀληθινὰ στὴν περίοδο τοῦ κοµµουνιστικοῦ καθεστῶτος, τρεῖς αἰῶνες ἀργότερα: «Ὁ Σατανᾶς ἀπέσπασε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴ φωτεινὴ Ρωσία µας, γιὰ νὰ γίνει κόκκινη ἀπὸ τὸ αἷµα τῶν µαρτύρων».

Πῶς ἐπηρέασε τὴν Ἐκκλησία ἡ κοµµουνιστικὴ προπαγάνδα καὶ οἱ διωγµοί; Σὲ πολλὲς περιοχὲς ὑπῆρξε µιά καταπληκτικὴ ἀναζωογόνηση τῆς πνευµατικῆς ζωῆς. Οἱ ἀληθινοὶ Ὀρθόδοξοι πιστοί, καθαρισµένοι ἀπὸ τὰ κοσµικὰ στοιχεῖα, ἐλευθερωµένοι ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ψευδῶν µελῶν τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἁπλῶς συµµορφώνονταν µὲ τοὺς τύπους γιὰ κοινωνικοὺς λόγους, «κεκαθαρµένοι ὡς διὰ πυρός», συγκεντρώθηκαν καὶ ἀντιστάθηκαν µὲ ἡρωισµὸ καὶ ταπείνωση. Ἕνας Ρῶσος τῆς διασπορᾶς ἒχει γράψει: «Ἐκεῖ ὅπου δοκιµάστηκε ἡ πίστη, ἡ χάρις ξεχύθηκε ἄφθονη, καὶ συνέβησαν τὰ πιὸ καταπληκτικὰ θαύµατα: εἰκόνες ποὺ ἀνακαινίστηκαν µπροστὰ στὰ ἔκθαµβα µάτια τῶν πιστῶν(1), θόλοι τῶν ἐκκλησιῶν ποὺ ἔλαµψαν µ’ ἕνα φῶς ποὺ δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν κόσµο αὐτό... Μολαταῦτα, πολὺ λίγοι τὰ πρόσεξαν αὐτά. Ἡ ἔνδοξη πλευρὰ ὅσων συνέβησαν στὴν Ρωσία δὲν ἐνδιέφερε σχεδὸν καθόλου τὸ σύνολο τῆς ἀνθρωπότητας... Ὁ σταυρωµένος καὶ ἐνταφιασµένος Χριστὸς πάντοτε θὰ κρίνεται ἔτσι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι τυφλοὶ στὸ φῶς τῆς ἀναστάσεώς Του». Τὸ ἐκπληκτικὸ δὲν εἶναι πὼς ἕνας τόσο µεγάλος ἀριθµὸς ἀνθρώπων ἐγκατέλειψε τὴν Ἐκκλησία στὴν ὥρα τοῦ διωγµοῦ, ἐπειδὴ αὐτὸ ἀνέκαθεν συνέβαινε, καὶ χωρὶς ἀµφιβολία θὰ ξανασυµβεῖ. Ἐκπληκτικότερο εἶναι τὸ γεγονὸς πὼς τόσοι πολλοὶ παρέµειναν πιστοί.



(1). Lossky, Ή Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας. Ἡ θαυµατουργή «ἀνακαίνιση τῶν εἰκόνων», στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Λόσσκυ, ἔλαβε χώρα σέ ἀρκετές περιοχές ὑπό τό κοµµουνιστικό καθεστώς. Εἰκόνες καί τοιχογραφίες, µαυρισµένες καί παραµορφωµένες ἀπό τόν καιρό, ξαφνικά, χωρίς καµιά ἀνθρώπινη ἐπέµβαση, ἀπόκτησαν ξανά τά λαµπρά καί φωτεινά χρώµατά τους.

Γιατί ο Θεός διάλεξε τον Ισραηλιτικό λαό, για να αποκαλυφθεί;


Αποτέλεσμα εικόνας για ναος σολομωνταΟ Θεός είχε πολλές δυνατότητες επιλογής λαού για την ενανθρώπησή Του. Το ότι διάλεξε αυτόν, δημιουργώντας τον από τον Αβραάμ, σημαίνει ότι ήταν η καλύτερη εκδοχή. Δεν μπορούμε και δεν επιτρέπεται να ελέγχουμε το Θεό για τις πράξεις Του.
Τον Ισραηλιτικό λαό ο Θεός, αν και αποτελούσε τον περιούσιο λαό Του, όταν Τον αρνήθηκε και λάτρευσε τα είδωλα, τον εγκατέλειψε και τον άφησε να υποδουλωθεί σε
ξένους λαούς. Κι όταν οι πολιτικοί και θρησκευτικοί αρχηγοί μαζί με τον όχλο των Ιεροσολύμων καταδίκασαν και σταύρωσαν το Μεσσία, ο Θεός πήρε απ’ αυτόν την ιδιαίτερη ευλογία Του και την έδωσε σε κάθε λαό, που θα τηρεί το θέλημά Του (Ματθ. 21, 43). Σήμερα κάθε άνθρωπος, που ζει κατά Θεόν, ανήκει στον περιούσιο λαό του Θεού.
Κάθε λαός είναι παιδί του Θεού και έχει το ρόλο του στο θείο σχέδιο για τον κόσμο. Ο απόστολος Παύλος στο λόγο του στον Άρειο Πάγο είπε ότι ο Θεός από ένα αίμα δημιούργησε όλα τα έθνη της γης και όρισε εποχή εμφάνισης και χώρο εξάπλωσης του καθενός έθνους (Πράξ. 17,26).
Οι Έλληνες με την καλλιέργεια της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής φιλοσοφίας βοήθησαν στη διατύπωση και στη δογματική θεμελίωση της αλήθειας του Ευαγγελίου.
Κι αν ο Θεός διάλεγε κάποιον άλλο λαό και αυτός Τον σταύρωνε, ποιο το όφελος γι’ αυτόν; Σημασία έχει η είσοδος κάθε λαού στην Εκκλησία του Χριστού, στην κιβωτό της σωτηρίας.
Ο Ισραηλιτικός λαός, είπε ο Χριστός, θα δεχθεί κάποτε ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας και θα τον δοξολογήσει (Ματθ. 23,39). Τη  μελλοντική είσοδο του Ισραήλ στο χριστιανισμό την επαναλαμβάνει και ο απόστολος Παύλος (Ρωμ. 11,25-36).


Από το βιβλίο «Νεανικές Αναζητήσεις Α’ Τόμος: Ζητήματα πίστεως» (σελ.82), Αρχ. Μαξίμου Παναγιώτου, Ιερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 29, 2016

ΤΙ ΜΟΥ ΚΑΤΕΘΕΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΥΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Ι.Μ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ. ΔΗΜΗΤΡΙΑ 2016.

Δοκιμασίες καί παρουσία τοῦ Θεοῦ



«Πιστεύω… εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ τόν μονογενῆ,... σαρκωθέντα... καί ἐνανθρωπήσαντα».

Ἀνησυχία, πόνος καί φόβος ἁπλώνονται αὐτό τόν καιρό στή ζωή μας. Πολύμορφη ἀνέχεια, ξενιτεμοί, δυσβάστακτες στερήσεις· τρομοκρατικά ξεσπάσματα ἐπιθετικότητας καί μίσους. Καί μέσα στή θολή ἀναταραχή, ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων ἔρχεται σάν ὁλοφώτεινη δέσμη παρηγοριᾶς, εἰρήνης καί ἐλπίδας.

Τά γεγονότα σχετικά μέ τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τά περιγράφουν οἱ Εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Λουκᾶς, τονίζουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀπό βρέφος ἀκόμη ἀντιμετωπίζει σειρά δυσκολιῶν. Γεννιέται ὕστερα ἀπό ἕνα μακρύ ταξίδι τῆς Παναγίας μητέρας Του, σέ χῶρο φτωχικό τῆς Βηθλεέμ, οἱ κάτοικοι τῆς ὁποίας μένουν ψυχροί καί ἀδιάφοροι. Ἀκολουθεῖ τό μίσος τῶν ἰσχυρῶν, τό διαβολικό σχέδιο τοῦ Ἡρώδη, ἕνας παράλογος καί ἄδικος διωγμός, πού Τόν ἀναγκάζει νά καταφύγει στήν Αἴγυπτο. Σέ ὅλες ὅμως τίς δύσκολες συνθῆκες τῆς ζωῆς τοῦ μικροῦ Ἰησοῦ δεσπόζει ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ Πατρός.

Μήν ἀποροῦμε, λοιπόν, καί μήν τά χάνουμε, ὅταν βρισκόμαστε ἐμπρός σέ κακουχίες, ἐχθρότητες, ἀδικίες, φτώχεια, ἀδιαφορία καί ἀδιέξοδα. Οἱ δοκιμασίες εἶναι ἀναπόσπαστα στοιχεῖα τοῦ ἀνθρώπινου βίου. Ἄς μάθουμε νά τίς ἀντιμετωπίζουμε εἰρηνικά. Κυρίως μέ πίστη καί ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια καί τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη καί στίς σκοτεινές φάσεις τοῦ βίου μας, ὅταν ἀπειλές, στερήσεις, ἀσθένειες, ἀποτυχίες μᾶς συνθλίβουν, ἀντηχεῖ παρηγορητικά ὁ στίχος τοῦ Ψαλμωδοῦ: «Ἐάν γάρ καί πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σύ μετ’ ἐμοῦ εἶ» (Ψαλμ. 22:4). Ἡ αἴσθηση τῆς πανταχοῦ καί πάντοτε παρουσίας τοῦ Θεοῦ παρηγορεῖ, ἐνισχύει καί ἐξασφαλίζει ἀντοχή καί εἰρήνη στόν πόνο καί τίς θλίψεις. Γεμίζει ἐπίσης τήν ψυχή μέ φῶς ἀγαλλιάσεως σέ ὧρες ἐπιτυχίας καί δημιουργίας.

Ἡ γνώση τῆς παρουσίας καί προνοίας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο ἦταν μία ἀλήθεια ἀποδεκτή ἤδη ἀπό τήν ἀποκάλυψη τῆς Π. Διαθήκης. Τό συγκλονιστικό Νέο πού τονίζει ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων εἶναι ὅτι ὁ Θεός ὄχι ἁπλῶς εἶναι παρών στόν κόσμο μας, ἀλλά ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος Του «σαρκώθηκε», προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση. Αὐτή ἡ ἀποκάλυψη διαφοροποιεῖ τή χριστιανική πίστη ἀπό τά ποικίλα θρησκεύματα. Τό σύμβολο τῆς χριστιανικῆς πίστεως ὑπογραμμίζει: «Πιστεύω… εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ τόν μονογενῆ,... σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντα».

Ἔκτοτε, ὅσοι πιστεύουν σ’ Αὐτόν καί βαπτίζονται στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος γίνονται μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ «ὅ ἐστιν ἡ Ἐκκλησία» (Κολ. 1:24). Λαμβάνουν τή Χάρη καί τή δύναμη νά μένουν «ἐν αὐτῷ», νά βρίσκονται σέ προσωπική κοινωνία μέ τόν Χριστό.

Τό βίωμα πού γαληνεύει τόν πιστό Χριστιανό εἶναι κάτι ἀκόμα ἐντονώτερο ἀπό τήν ἁπλή θεϊκή παρουσία. Εἶναι ἡ ὑπαρξιακή «κοινωνία» μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. «Ὁ φανερωθεὶς Λόγος διά τοῦτο κατέμειξεν ἑαυτόν τή ἐπικήρῳ τῶν ἀνθρώπων φύσει, ἵνα τῇ τῆς θεότητος κοινωνίᾳ συναποθεωθῇ τό ἀνθρώπινον» (Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης: Ὁ φανερωθεὶς Λόγος, γι’ αὐτό ἔσμιξε τόν ἑαυτό Του μέ τή θνητή φύση τῶν ἀνθρώπων, γιά νά συναποθεωθεῖ τό ἀνθρώπινο μέσω τῆς κοινωνίας μέ τή Θεότητα). Μέ τή «σάρκωσή» Του, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μᾶς προσέφερε τό ἀσύλληπτο δικαίωμα νά «μένωμε ἐν Αὐτῷ», νά μετέχουμε μυστικά στή ζωή ἀγάπης τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης διατύπωσε λακωνικά τήν ἐκπληκτική ἀλήθεια πού συνοψίζει τήν Καινή Διαθήκη: «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ.» (A΄ Ἰω. 4:16).

Ὁ Χριστός ἐπανειλημμένως ἀναφέρθηκε στό μυστήριο τῆς σχέσεώς Του μέ τόν Οὐράνιο Πατέρα. «Πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγώ ἐν τῷ πατρί καί ὁ πατήρ ἐν ἐμοί» (Ἰω. 14:11), «Καί ὁ πέμψας με μετ’ ἐμοῦ ἐστίν οὐκ ἀφῆκε με μόνον ὁ πατήρ, ὅτι ἐγώ τά ἀρεστά αὐτῷ ποιῶ πάντοτε» (Ἰω. 8:29). Σέ αὐτή τή σχέση κοινωνίας μαζί Του καλεῖ ὅλους τοὺς μαθητές καί ἀποστόλους Του. Μέ σαφήνεια δήλωσε: «Ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ Αὐτῶ ποιήσομεν.» (Ἰω. 14:23). Προαπαιτούμενο λοιπόν γιά τήν «κοινωνία» μαζί Του εἶναι ἡ συμμόρφωση τῆς συμπεριφορᾶς μας μέ τόν λόγο Του, μέ τό θέλημά Του, μέ τίς ἀρχές πού Ἐκεῖνος καθόρισε: τή δικαιοσύνη, τή φιλαλήθεια, τή μακροθυμία, τή συγχωρητικότητα, τήν ἁγνότητα, τήν ταπεινοφροσύνη καί τήν αὐτοθυσία.

Τό μεγαλύτερο δῶρο, ἀδελφοί μου, πού μᾶς προσφέρουν τά Χριστούγεννα εἶναι ἡ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός εἶναι «μεθ’ ἡμῶν». Ὁ ἄπειρος καί παντοδύναμος Θεός, ὁ ἄχρονος καί ἀχώρητος, ὁ Ὁποῖος «Ἀγάπη ἐστι», εἰσῆλθε στόν χρόνο καί τόν χῶρο τόν δικό μας. «Καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (A΄ Ἰω. 4:16). Ὅποιος ἀγαπᾶ καί νιώθει διαρκῶς τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, τήν κοινωνία μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Λόγο Του, δέν φοβᾶται κανέναν καί τίποτε. «Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ’ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον» (A΄ Ἰω. 4:18), κάθε μορφῆς φόβο.

Ἄς δεηθοῦμε, ὁ ἐν Τριάδι Θεός νά μᾶς δίνει τή δύναμή Του γιά νά μή λυγίζουμε ἀπό τίς θλίψεις, τίς ἀδικίες, τίς κακουχίες πού ὀρθώνονται στόν δρόμο μας. Γιά νά ἐνισχύει τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ οὐρανίου Πατρός, τή βεβαιότητα ὅτι στό κέντρο τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας δεσπόζει ὁ Ἐμμανουήλ - ὁ Χριστός. Καί μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ δοκιμασίες νά μεταμορφώνονται σέ εὐκαιρίες πνευματικῆς ὡριμότητας καί ἁγιασμοῦ.

Εἰρηνοφόρα Χριστούγεννα, εὐλογημένος καί δημιουργικός ὁ νέος χρόνος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...