Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 18, 2017

Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως Anthony Bloom

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως


Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἰοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Καθώς προχωρᾶμε τίς ἑβδομάδες τῆς Μ. Σαρακοστῆς, μποροῦμε να ποῦμε μὲ αὐξανόμενη αἴσθηση εὐγνωμοσύνης καὶ χαρᾶς, με μιά αἴσθηση γαλήνης καὶ χαρᾶς τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ «Ἡ ψυχή μου θα ζήσει, και μ’ εὐγνωμοσύνη θα δοξάζει τὸν Κύριο».

Τήν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἴδαμε τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας δοσμένη ἀπό τὴν Π. Διαθήκη νὰ ἐκπληρώνεται: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ σωτηρία ἔρχεται κι ὅσα ἐλπίζουμε εἶναι δυνατά. Μετά τὴν δεύτερη ἑβδομάδα ἔχουμε τὴν διακήρυξη ἀπό ὅλους τούς Ἁγίους τῆς Χριστιανοσύνης ὅτι ὁ Θεός ὄχι μόνο κατοίκησε ἀνάμεσα μας. ἀλλά καί (ἐξεχύθη πάνω μας) μᾶς πλημμύρισε ἡ χάρις Του, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλά καὶ σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή ἕτοιμη να δεχθεῖ Ἐκεῖνον, τὴν παρουσία Του, τὸ μεταμορφωμένο σέ Ἅγιο Πνεῦμα δῶρο, πού μᾶς κάνει νὰ κοινωνοῦμε ὅλο και πιό βαθιά (οὐσιαστικά) μὲ τόν ζώντα Θεό, μέχρι να γίνουμε μιά μέρα μέτοχοι τῆς θείας φύσης.

Καὶ σήμερα, ἄν ἀναρωτηθοῦμε «ἀλλά πῶς; Πῶς θα συγχωρηθοῦμε, πῶς τὸ κακό θὰ ἀναιρεθεῖ;» - ἕνα βῆμα μᾶς φέρνει βαθύτερα στήν εὐγνωμοσύνη, βαθύτερα στὴν χαρά, βαθύτερα στὴν σιγουριά, ὅταν σκεφτόμαστε, ὅταν ἀτενίζουμε τον Σταυρό.

Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός μιλᾶ γιά τὴν σωτηρία καί τὶς προϋποθέσεις, ὁ Πέτρος τοῦ λέει: «Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» -καὶ ὁ Χριστός τοῦ ἀπαντᾶ: «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ». Κι Ἐκεῖνος ἦρθε, ἡ πληρότητα τοῦ Θεοῦ κατοίκησε τὴν ἀνθρώπινη φύση, κι Ἐκεῖνος ἔχει τήν δύναμη να συγχωρεῖ γιατί Ἐκείνος εἶναι θύμα ὅλης τῆς κακίας, ὅλης τῆς σκληρότητας, τῆς καταστροφικότητας στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί βέβαια κανείς ἄλλος ἐκτός ἀπό τὸ θύμα δεν μπορεῖ να συγχωρεῖ αὐτόν πού ἔφερε την κακία, τὴν ἀθλιότητα, τήν μιζέρια, τήν φθορά και τόν θάνατο στήν ζωή μας. Καὶ ὁ Χριστός δὲν συγχωρεῖ μόνο τούς φονιάδες Του, ὅταν λέει; «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», ἀλλά πῆγε και πέρα ἀπ’ αὐτό γιατί εἶπε: Ὅ δ’ ἄν ποιήσετε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» «Ὅ τι κάνει κανείς στόν πιὸ μικρό ἀδελφό ἤ ἀδελφή μου, (εἶναι σὰν ) το κάνει σε μένα»)- ὄχι μόνο τὸ καλό ἀλλά και τὸ χειρότερο - γιατί στήν συμπόνια, τήν ἀλληλεγγύη βρίσκεται Ἐκεῖνος, σὲ καθένα πού ὑποφέρει: στόν θάνατο, τὸν πόνο, τήν ἀγωνία τοῦ καθενός πού ὑποφέρει, εἶναι Αὐτός. Καί ἀκόμα, ὅταν προσεύχεται «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς! Δέν ξέρουν τί κάνουν, τὶ πᾶνε να κάνουν», Ἐκεῖνος προσεύχεται γιὰ τὸν καθένα ἀπό μᾶς, ὄχι μόνο στό δικό Του ὄνομα, ἀλλά καί στό ὄνομα (για λογαριασμό) ὅλων αὐτῶν στοὺς ὁποίους ἔχει ἐπιτεθεῖ τὸ κακό, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Χριστός πού συγχωρεῖ· καθένας πού ἔχει πονέσει στὴν ψυχή, τὸ σῶμα, τὸ πνεῦμα – ὁ καθένας καλεῖται νά δώσει χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἔκανε νὰ ὑποφέρει.

Κι ἀκόμα, μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν Χριστό νά λέει «Συγχώρησε ὅπως συγχωρήθηκες» γιατί καὶ τὸ θύμα καὶ ὁ θύτης (ἔνοχος) δένονται μ’ ἕνα δεσμό ἀλληλεγγύης και ἀμοιβαίας ὑπευθυνότητας. Μόνο το θύμα εἶναι πού μπορεῖ νά πεῖ: «Κύριε συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την» καί ὁ Κύριος μπορεῖ νά πεῖ «ναί, θα το κάνω!».

Ἀλλά συνειδητοποιοῦμε ποιά εὐθύνη βάζει στόν καθένα μας, ἀπέναντι στον ἄλλο; Ἀλλά ἐπίσης το βάθος, τὸ θαυμάσιο πλάτος ἐλπίδας πού ἀνοίγεται μπροστά μας ὅταν ἀντικρύζουμε τὸν Σταυρό και βλέπουμε ὅτι μέ τὴν συμπόνια ἀπέναντι σ’ ὅλο το ἀνθρώπινο εἶδος ὁ Χριστός παίρνει ἐπάνω Του ὅλο τὸν πόνο τοῦ κόσμου, δέχεται νά πεθάνει ἕναν ἀπίστευτο θάνατο λέγοντας ἐκ μέρους ὅλων ὅσων ὑποφέρουν «Ναί- σᾶς συγχωρῶ..!»

Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία, ἕνα ἀκόμα βῆμα πρός τὴν στιγμή πού θα ἀντικρύσουμε τόν ἀναστημένο Χριστό, τὴν ἀνάσταση, πού θα περιλάβει κι ὅλους ἐμᾶς, γιατί ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί χάρισε σ’ ὅλους ἐμᾶς τήν πληρότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Καί μποροῦμε νὰ ποῦμε ξανά καί ξανά, ὅτι ἡ Σαρακοστή εἶναι μιά πηγή νέας ζωῆς, ἑνός νέου χρόνου, χρόνου ἀνανέωσης, ὄχι μόνο μὲ τήν μετάνοια, ἀλλά νὰ πιαστοῦμε ἀπό τὸν ἴδιο τόν Χριστό, πού σάν βοσκός ἅρπαξε τὸ χαμένο πρόβατο, καθώς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός σήκωσε τον Σταυρό Του, τὀν ἔβαλε στήν θέση τοῦ θανάτου, και ἀναίρεσε τόν θάνατο, ἀναίρεσε τὸ κακό (τήν ἁμαρτία) μὲ τὴν συγχώρεση και δίνοντας τήν ζωή Του. Γι’ ἄλλη μιά φορά ἐρχόμαστε ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία και τήν ἀνανέωση. Ἄς μποῦμε βαθύτερα στό μυστήριο, στὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας και εὐφραινόμενοι παρά Θεῷ, καί χαιρόμενοι βῆμα με βῆμα, ὅλο και πιό πολύ, ἄς ἐκφράζουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας γι’ αὐτήν τὴν ἀνακαίνιση τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.

Κυριακή Γ’ Νηστειών (Σταυροπροσκυνήσεως) – «Προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος»


Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως

Ἀπόστολος: Ἑβρ. δ´ 14 – ε΄ 6
Εὐαγγέλιον: Μᾶρκ. η´ 34 – θ’ 1
Ἦχος βαρύς – Ἑωθινόν: Ζ´
«Προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος»
   Ἂν καὶ οὐδέποτε ὁ ἄνθρωπος θὰ κατορθώσει νὰ κατανοήσει τὸ μέγεθος τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ ὅμως διά τῆς πίστεως στὸ ἄπειρον αὐτὸ ἔλεος καὶ μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας νὰ προσεγγίσει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δεχθεῖ διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὴν ἀπολύτρωση.
   Αὐτὸ μεταξὺ τῶν ἄλλων μᾶς τονίζει καὶ τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Παρουσιάζει θεοπνεύστως τὸν Χριστὸ ὡς τὸν μέγα καὶ αἰώνιο ἀρχιερέα μας, ὁ ὁποῖος αἴρει τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ταυτοχρόνως μεσιτεύει ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν σωτηρία.
    Τὰ λόγια καὶ τὰ νοήματα τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, συγκλονίζουν μὲ τὸν θεολογικό τους ρεαλισμὸ καὶ προσθέτουν θάρρος καὶ ἐλπίδα στὸ νὰ προσεγγίσει ὁ πιστὸς Χριστιανὸς τὸν “Μέγα Ἀρχιερέα”. “Ἀδελφοί, μᾶς τονίζει, ἔχοντες Ἀρχιερέα Μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ… (ἂς) προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν”.
    Αὐτὰ χαράσσει ὁ Ἀπόστολος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, καὶ διά τῶν εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἂς ἐμβαθύνουμε στὰ ὄντως ἀποκαλυπτικὰ αὐτὰ νοήματα.
    Ἀποτελεῖ μεγάλη παρηγορία καὶ προσθέτει θάρρος πνευματικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μεταξὺ ἡμῶν τῶν ἀδυνάμων ἀνθρώπων καὶ τοῦ Ἁγίου Θεοῦ ὑπάρχει μεσίτης. Μεσίτης καὶ φιλάνθρωπος πρεσβευτὴς αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς Χριστός! Διά τῆς μεσι- τείας του συγχωρεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ σῴζεται ἐκ τῆς καταδίκης τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε συνειδητῶς καὶ προκαλοῦμε τὴν δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐναντίον μας, Ἐκεῖνος παρεμβαίνει. Εἶναι συγκλονιστικὸ ὅτι στὶς περιστάσεις αὐτὲς ποὺ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ἐπιδεικνύει στὸν Θεὸ- Πατέρα τὶς πληγὲς τοῦ σταυροῦ Του ποὺ σήκωσε γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει τὸν Θεὸ γιὰ ἐμᾶς. Ἕνεκα δὲ τῆς ἀγάπης τοῦ Πατρὸς καὶ τῆς ἀπολυτρωτικῆς καὶ ὀδυνηρᾶς του θυσίας, λαμβάνει τὴν δική μας ἄφεση καὶ σωτηρία!
   Ἀλλὰ ὄχι μόνο αὐτό. Ὁ Κύριος, ποὺ εἶναι καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, κατὰ πάντα ὅμοιος πρὸς ἐμᾶς δίχως ὅμως ἴχνος ἁμαρτίας, ἔχει καὶ δεικνύει ἄπειρη συμπάθεια πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀδελφούς του ὡς “πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς” (Ρωμ. η´ 29). Καὶ ὅτι ἔτσι ἔχει ἡ πραγματικότης, ὅτι δηλ. ὁ Χριστὸς ἐπιδεικνύει ἄπειρη συμπάθεια πρὸς ἐμᾶς, τοῦτο τονίζεται ρητῶς ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου: “Οὐκ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν”!
    Ἐπειράσθη ὅπως δοκιμαζόμασθε ἐμεῖς. Πόνεσε καὶ ὑπέφερε. Γνωρίζει πόση δύναμη χρειάζεται νὰ διαθέτει ὁ πιστὸς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ κακό, τὸν διάβολο καὶ ἰδίως τὸν ἀδύναμο ἑαυτόν του. Ἔρχεται λοιπὸν στὴν θέση μας, ὅταν ἐμεῖς δοκιμάζουμε τὸν πόλεμο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὁ πόνος μας γίνεται πόνος Του καὶ μᾶς συμπαθεῖ. Τότε ὅλος στοργή, ἀγάπη καὶ εὐσπλαγχνία, ὡς “αἰώνιος ἀρχιερεύς” στρέφεται πρὸς τὸν πατέρα, παρακαλεῖ καὶ μεσολαβεῖ: “Πάτερ, Ἄφες αὐτοῖς”! Καὶ ὁπωσδήποτε ἀδελφοί μου ὁ Θεὸς- Πατέρας δέχεται τὴν μεσιτεία τοῦ φιλανθρώπου Υἱοῦ Του γιὰ τὴ συγχώρεση καὶ προσφέρει τὴν ἐνίσχυσιν διά τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μᾶς ἐλεεῖ, μᾶς συγχωρεῖ, καὶ μᾶς ἐνδυ- ναμώνει στὸν μοναδικὸ καὶ ἡρωικὸ ἐν χάριτι ἀγῶνα τῆς πί- στεως καὶ τοῦ ἐξαγνισμοῦ ὑπὸ μίαν βεβαίως προϋπόθεση.
    Ὥστε ὑφίσταται καὶ προϋπόθεση στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου; Δὲν ἀρκεῖ ἡ ἀγάπη, τὸ σχέδιον τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἡ μεσιτεία τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Ἰησοῦ Χριστοῦ;
   Βεβαίως καὶ ὑφίσταται προϋπόθεσις, ποὺ ἄνευ αὐτῆς τὸ ὅλο σχέδιον τῆς σωτηρίας παραμένει ἐξ ὑποκειμένου ἀνενέργητο. Καὶ αὐτὴ ἡ προϋπόθεση δὲν εἶναι παρὰ ἡ δική μας θέληση.
    Ναί, ὁ Θεὸς μᾶς ἐλεεῖ καὶ μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλὰ καὶ μᾶς ἐξαγιάζει ἀκόμα, ἀρκεῖ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐλευθέρως καὶ συνειδητῶς νὰ ζητοῦμε τὸ μέγα του ἔλεος. Αὐτὸ ὄχι ἁπλῶς καὶ θεωρητικῶς ἢ συναισθηματικῶς ἀλλὰ καταφεύγοντες στὰ ἱερὰ μυστήρια. Στὰ μυστήρια ποὺ κατέχει καὶ ἐνεργεῖ ἡ Ἐκκλησία μας μόνο ἐντὸς τῶν συγκεκριμένων της ὁρίων. Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ συμβαίνει διαφορετικά, ἀφοῦ ἔτσι λειτουργεῖ τὸ σχέ- διο τῆς σωτηρίας καὶ ἔτσι ἐφαρμόζονται οἱ πνευματικοὶ νόμοι τοῦ Θεοῦ;
   Δὲν ἀρκεῖ λοιπὸν νὰ ὑπάρχει μόνο ὁ μεσίτης καὶ ἀρχιερεὺς γιὰ τὴ συγχώρεση. Χρειάζεται καὶ νὰ καταφεύγει σὲ Αὐτὸν ὁ ἁμαρτωλὸς (ὁ κάθε ἄνθρωπος) μὲ τὶς προϋποθέσεις ποὺ ἀναφέραμε καὶ ἐντός τοῦ λειτουργικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ δηλ. τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, μακριὰ ἀπὸ αἱρέσεις, σχίσματα, καὶ παρασυναγωγὲς ποὺ σχίζουν τὸν ἄραφο τοῦ Χριστοῦ χιτῶνα.
    Ὄχι ἁπλῶς νὰ ποθοῦμε τὴν σωτηρία, ἀλλὰ “προσερχώμεθα τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος”. Μὲ θάρρος ἀλλὰ καὶ μὲ συντριβὴ ποὺ γεννᾶ ἡ μετάνοια. Διότι ἐπιτέλους “τὸ σφάλλειν ἀνθρώπινον, τὸ μὴ μετανοεῖν σατανικόν” καὶ ἐπιπλέον τὸ νὰ ἰσχυρίζονται κάποιοι ὅτι δύναται ὁ ἄνθρωπος νὰ σωθεῖ καὶ ἐκτός τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸ πιὰ καταντᾶ ἑωσφορικόν.
    Μακριὰ λοιπὸν ἀπὸ οἱαδήποτε μορφὴ ἀπογνώσεως καὶ ὡς ἀπὸ προσώπου πυρὸς μακριὰ ἀπὸ κάθε ἴχνος ἀπελπισίας, ἀφοῦ γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἦλθε ὁ Χριστὸς καὶ λειτούργησε τὸ μυστήριο τῆς ἀναδημιουργίας γιὰ τὴν δική μας προσωπικὴ σωτηρία.
    Καὶ ἂς μὴ λησμονοῦμε, ὅτι τὸ μόνο δικαίωμα ὥστε νὰ καταφεύγουμε στὸν θρόνο τῆς χάριτος, μᾶς τὸ δίδει ὄχι κάποια μορφὴ συναισθηματισμοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ ὁδηγεῖ στὴ διαίρε- ση καὶ ἄρα στὸ χάος, ἀλλὰ τὸ πιστοποιητικό τῆς αὐθεντικῆς μετανοίας ποὺ ἐκδίδεται στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀμήν
Αρχιμ.  Ιωήλ  Κωνστάνταρος

Ας κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεως

'


Ἀδελφοί, ἔχοντες Ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, ᾽Ιησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. Οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾽ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν. Πᾶς γὰρ Ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν· μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. Καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ ὁ ᾽Ααρών. Οὔτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ᾽ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. Τρίτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα, και ο απόστολος Παύλος μάς προτρέπει να κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας· προβάλλει δε για τον σκοπό αυτό, τον μέγα Αρχιερέα Χριστό. «Έχοντας λοιπόν», μάς λέει, «μέγα αρχιερέα τον Ιησού, τον Υιό του Θεού, ο οποίος έφτασε στους ουρανούς, ας κρατούμε την ομολογία της πίστεως.

Διότι δεν έχουμε αρχιερέα ο οποίος δεν δύναται να μάς συμπαθήσει εξαιτίας των ασθενειών μας, αλλά έχει δοκιμασθεί σε όλα όμοια με εμάς, εκτός από την αμαρτία. Ας προσερχόμαστε λοιπόν με θάρρος στον θρόνο της χάριτος του Θεού, ώστε να λάβουμε έλεος και να βρούμε χάρη προς βοήθειά μας στον κατάλληλο καιρό. Γιατί, κάθε αρχιερέας που προέρχεται από τους ανθρώπους εγκαθίσταται για να αναφέρεται προς τον Θεό υπέρ των ανθρώπων, για να προσφέρει δώρα και θυσίες για τις αμαρτίες τους· δύναται δε να είναι μετριοπαθής προς εκείνους που βρίσκονται στην άγνοια και στην πλάνη, επειδή και ο ίδιος περιβάλλεται από ασθένεια· και εξαιτίας αυτής οφείλει, όπως για τον λαό έτσι και για τον εαυτό του, να προσφέρει θυσίες για τις αμαρτίες. Και κανείς δεν λαμβάνει από μόνος του ετούτη την τιμή, αλλά αφού τον καλέσει ο Θεός, όπως κάλεσε τον Ααρών. Έτσι και ο Χριστός, δεν δόξασε ο ίδιος τον εαυτό του να γίνει αρχιερέας, αλλά τον δόξασε εκείνος που τού είπε “εσύ είσαι ο Υιός μου, εγώ σήμερα σε γέννησα”, όπως λέει και αλλού, ότι “εσύ είσαι ιερέας για πάντα κατά την τάξη του Μελχισεδέκ”». Ο Χριστός, μάς λέει ο απόστολος, είναι ο Μέγας Αρχιερεύς της σωτηρίας μας· είναι τέλειος άνθρωπος, όμοιος κατά πάντα με εμάς, εκτός από την αμαρτία, και ως άνθρωπος συμπαθεί κάθε άνθρωπο. Είναι επίσης Υιός του Θεού και τέλειος Θεός, ο οποίος ήλθε στον κόσμο, έπαθε και αναστήθηκε για την δική μας σωτηρία· προσέφερε τον εαυτό του ως θυσία για τις αμαρτίες όλου του κόσμου, και ανελήφθη στους ουρανούς αναβιβάζοντας ταυτόχρονα την ανθρώπινη φύση δίπλα στον θρόνο του Θεού. Εφόσον, επομένως, έχουμε έναν τόσο ισχυρό και αιώνιο μεσίτη προς τον Θεό, ο οποίος δεν μεταφέρει απλά τις ικεσίες μας αλλά προσφέρεται ο ίδιος και προσφέρει σε εμάς τα αναγκαία για την σωτηρία μας, ας κρατούμε σταθερή την πίστη μας, και ας προσερχόμαστε με θάρρος προς τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της χάριτος του Θεού για εμάς, ώστε να λαμβάνουμε την άφεση των αμαρτιών μας και την αναγκαία βοήθεια προκειμένου να διεξέλθουμε τις τρικυμίες του βίου. Οι λόγοι αυτοί του αποστόλου έχουν άμεση σχέση με τον Σταυρό του Κυρίου μας, τον οποίο σήμερα λιτανεύουμε στους ναούς και προσκυνούμε· γιατί ο Σταυρός είναι το όργανο και το σύμβολο της θυσίας του Χριστού, ο οποίος έπαθε εκουσίως προκειμένου να λυτρώσει από την φθορά και από την αμαρτία όλο το ανθρώπινο γένος. Η σταύρωση δεν ήταν ένα γεγονός αναπόφευκτο για τον Χριστό, αλλά επέλεξε να θυσιαστεί με αυτόν τον τρόπο· ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακολουθώντας την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, λέει ότι δεν κατέβηκε από τον Σταυρό ο Χριστός όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή βιαζόταν να αναστηθεί. Αλλά και η δική μας ζωή δεν είναι άμοιρη δοκιμασιών· το άφησε να εννοηθεί ο Χριστός, όταν μάς κάλεσε κοντά του λέγοντας «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (ματθ. 16.24). Σταυρική είναι η πορεία μας προς τον ουρανό, γιατί δίχως σταυρό δεν υπάρχει ανάσταση· εάν δεν νεκρώσουμε τις αμαρτίες και τα πάθη τα οποία καταδυναστεύουν την καρδιά μας, δεν θα μπορέσουμε να ενδυθούμε την κατά Θεόν αγάπη ούτε να ενωθούμε με τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της ζωής· και οι όποιες αγαθοεργίες μας θα είναι εύθραυστες και επίπλαστες, γιατί θα λείπει η σταθερή και ακλόνητη βάση. Έχοντας, επομένως, διανύσει το μίσο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ας μη αποκάμουμε στον αγώνα μας τον πνευματικό, ας μη απελπιζόμαστε, ας μη εγκαταλείψουμε κάθε προσπάθεια. Είμαστε ασθενείς, είμαστε άνθρωποι με αδυναμίες, ίσως να μη κατορθώνουμε και πολλά, ίσως πάλι ο πειρασμός ή η συνήθεια να μάς καθηλώνουν στα γήινα και στα μικρά. Ας κρατήσουμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας, ότι δηλαδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός και λυτρωτής μας, ότι η σταυρική του θυσία αποτελεί το μέσο της συγγνώμης που σκόρπισε στον κόσμο, ότι συμπαθεί όλους τους κοπιώτας και πεφορτισμένους [1] και δίδει έλεος και χάριν σε όλους όσους προστρέχουν κοντά του. Αμήν.
π. Χ.Β.
——————-

[1] Βλ. Ματθ. 11.28: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ – τῆς Σταυροπροσκυνήσεως – Μρκ. 8,34 – 9,1

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως



Ἡ ἑβδομάδα ποῦ ξεκινάει ἀπό αὔριο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ τέταρτη τῶν Νηστειῶν, εἶναι τό μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Φτάνουμε, δηλαδή, στά μέσα τῆς νηστείας καί τῆς πνευματικῆς μας ἄσκησης. Εἶναι φυσικό νά αἰσθανόμαστε κάποια κόπωση καί εἶναι δίκαιο νά πάρουμε μία ἐνίσχυση, γιά νά συνεχίσουμε τόν δρόμο μας. Αὐτή τήν ἐνίσχυση μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία σήμερα, προβάλλοντάς μας νά προσκυνήσουμε τόν τίμιο Σταυρό. Μᾶς θυμίζει ἔτσι πώς, ἄν ἐμεῖς κοπιάσαμε λίγο νηστεύοντας, ὁ Σωτήρας Χριστός πέθανε γιά τήν σωτηρία μας πάνω στόν Σταυρό. Μᾶς δίνει νά καταλάβουμε πώς, αὐτό πού λέμε πνευματική ἀνακαίνιση καί προκοπή, δέν μπορεῖ νά γίνει παρά μέ σταύρωση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἔτσι, οἱ ἱεροί πατέρες ὅρισαν νά διαβάζεται στήν σημερινή Θεία Λειτουργία ἡ εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, ὅπου ὁ Ἰησοῦς μιλάει γιά αὐταπάρνηση καί γιά σταυρό.
Πρῶτα εἶπε ὁ Κύριος: «ὅποιος θέλει». Σ’ αὐτά τά λόγια βλέπουμε πώς ὁ Θεός κανέναν δέν ἀναγκάζει καί κανέναν δέν ὑποχρεώνει νά τόν ἀκολουθήσει. Δέν καταργεῖ αὐτό πού μᾶς ἔδωσε ἐκεῖνος· τήν ἐλευθερία. Αὐτή ἡ ἐλευθερία εἶναι τό πολυτιμότερο δῶρο τοῦ Θεοῦ σ’ ἐμᾶς καί τό χαρακτηριστικότερο γνώρισμά μας. Ὁ Θεός θέλει ἡ ἀρετή μας νά εἶναι κατόρθωμα τῆς θέλησής μας, νά τό θέλουμε δηλαδή νά εἴμαστε καλοί, γιατί ἀλλιῶς, ἄν ἡ ἀρετή μας ἦταν χωρίς τή θέλησή μας, δέν θά εἶχε καμιά ἀξία. Τό ἴδιο κι ἡ σωτηρία μας. Ἄν δέν τή θέλουμε οἱ ἴδιοι, δέν ἔχει καμιά ἀξία. Γι’ αὐτό κι ὁ Θεός δέν μᾶς τήν ἐπιβάλλει. Τό μόνο πού μποροῦμε ἐμεῖς νά δώσουμε γιά τήν σωτηρία μας, ὕστερα ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ καλή μας θέληση, νά θέλουμε νά σωθοῦμε. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλει ἡ σωτηρία μας νά μήν εἶναι ἔργο μόνο δικό του, ἀλλά καί κατόρθωμα δικό μας.
Ἐπιπλέον, τό «ὅποιος θέλει» φανερώνει πώς, ὅταν ὁ Χριστός καλεῖ τόν κόσμο, δέν κάνει διάκριση μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Θεός θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί τούς καλεῖ ὅλους. Ὅταν πρόκειται γιά κεῖνο πού ὁ Θεός δίνει γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ὁ Ἰησοῦς Χριστός τούς καλεῖ ὅλους («δεῦτε πρός μέ πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι καγῶ ἀναπαύσω ὑμᾶς»). Ὅταν, ὅμως, πρόκειται γιά κεῖνο πού οἱ ἄνθρωποι πρέπει νά δώσουν γιά τήν σωτηρία τους, τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός λέει «ὅποιος θέλει».
Ἀπό τή στιγμή, ὅμως, πού ὁ ἄνθρωπος θά τό θελήσει, πού θά πάρει, δηλαδή, τήν ἀπόφαση ν’ ἀκολουθήσει τόν Χριστό, ἀμέσως τά πράγματα δυσκολεύουν: «ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ». Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι σκληρός. Εἶναι λόγος πού τόν ἀντέχουν μόνο δυνατοί ἄνθρωποι· δυνατοί στό φρόνημα καί τήν προαίρεση. Ὁ ἀληθινός χριστιανός εἶναι ἄνθρωπος ὁλοκληρωτικά δοσμένος στόν Θεό. Ὁ ἀληθινός χριστιανός ἀρνεῖται τελείως τόν ἑαυτό του, δηλαδή τό θέλημά του, τόν ἐγωισμό του, τίς ἐπιθυμίες του καί τά ἐγκόσμια συμφέροντά του. Ἀληθινός χριστιανός εἶναι ὅποιος, καθώς ὁ Κύριός του, σηκώνει κι αὐτός τόν σταυρό του· καί σταυρός εἶναι τό χρέος, ἡ εὐθύνη, ἡ θλίψη, ἡ θυσία, ἡ ἀγάπη. Ὅλα αὐτά, μέ μία λέξη, εἶναι ὁ σταυρός.
Βέβαια, ὁ σταυρός εἶναι σταυρός. Ὅσο κι ἄν τόν ὀμορφήνουμε, ὁ σταυρός παραμένει τό ματωμένο ξύλο, τό θανατικό ὄργανο, τό σύμβολο τῆς αὐταπάρνησης καί τῆς θυσίας. Δέν κερδίζουμε τίποτα καί λέμε λόγια στόν ἀέρα, ὅταν θέλουμε νά παρουσιάσουμε τό κήρυγμα τοῦ σταυροῦ γιά εὔκολο πράγμα. Τό πιό προσωπικά ὑπεύθυνο, τό πιό ἄξιο εἶναι νά σηκώνουμε τόν σταυρό μας καί νά πεθαίνουμε γιά τόν Χριστό καί τό εὐαγγέλιό του. Νά πεθαίνουμε, ὄχι γιά νά ὠφεληθεῖ ὁ Χριστός, ἀλλά γιά νά ζήσουμε ἐμεῖς. Ἀμήν.

Τι γιορτάζουμε αύριο Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως;

Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως

Αύριο, Κυριακή 19 Μαρτίου, είναι τρίτη Κυριακή των Νηστειών. Ονομάζεται Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και εορτάζεται κάθε χρόνο 28 ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα. Τι ακριβώς σημαίνει, όμως, και τι γιορτάζουμε αυτήν την ημέρα;
Ονομάζεται Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως γιατί στην αγρυπνία ή στον Όρθρο αυτής της μέρας, μετά από τη μεγάλη Δοξολογία, ο Σταυρός μεταφέρεται σε μια σεμνή πομπή στο κέντρο του ναού και παραμένει εκεί όλη την υπόλοιπη εβδομάδα οπότε στο τέλος κάθε ακολουθίας γίνεται προσκύνηση του Σταυρού.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το θέμα του Σταυρού, που κυριαρχεί στην υμνολογία αυτής της Κυριακής, παρουσιάζεται όχι μέσα στο πλαίσιο του πόνου, αλλά της νίκης και της χαράς. Ακόμα δε περισσότερο οι Ειρμοί του Κανόνα της Κυριακής είναι παραμένει από την πασχαλινή ακολουθία,«Αναστάσεως ημέρα», και ο Κανόνας είναι παράφραση του αναστάσιμου Κανόνα (Σταυροαναστάσιμος Κανόνας).
Ποιό, όμως, είναι το νόημα όλων αυτών; Βρισκόμαστε στη μέση της Μεγάλης Σαρακοστής. Από τη μια πλευρά η φυσική και πνευματική προσπάθεια, αν είναι συστηματική και συνεχής, αρχίζει να μας γίνεται αισθητή, το φόρτωμα να γίνεται πιο βαρύ, η κόπωση πιο φανερή.Έχουμε ανάγκη από βοήθεια και ενθάρρυνση. Από την άλλη πλευρά, αφού αντέξουμε αυτή την κόπωση και έχουμε αναρριχηθεί στο βουνό μέχρι αυτό το σημείο, αρχίζουμε να βλέπουμε το τέλος της πορείας μας και η ακτινοβολία του Πάσχα γίνεται πιο έντονη.
Η Σαρακοστή είναι η σταύρωσητου εαυτού μας, είναι η εμπειρία – περιορισμένη βέβαια – που αποκομίζουμε από την εντολή τουΧριστού που ακούγεται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής: «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Μάρκ. 8,34). Αλλά δεν μπορούμε να σηκώσουμε το σταυρό μας και ν΄ ακολουθήσουμε το Χριστό αν δεν ατενίζουμε το Σταυρό που Εκείνος σήκωσε για να μας σώσει. Ο δικός Του Σταυρός, όχι ο δικός μας,είναι εκείνος που μας σώζει. Ο δικός Του Σταυρός είναι εκείνος που δίνει νόημα αλλά και δύναμη στους άλλους. Αυτό μας εξηγεί το συναξάρι της Κυριακής αυτής:
«Τη αυτή ημέρα Κυριακή τρίτη των Νηστειών, την προσκύνησιν εορτάζομεν του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού». Επειδή στη διάρκεια της νηστείας των σαράντα ημερών, κατά κάποιο τρόπο, και μείς σταυρωνόμαστε, νεκρωνόμαστε από τα πάθη, έχουμε την πίκρα της ακηδίας και της πτώσης, γι΄ αυτό υψώνεται ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός, για αναψυχή και υποστήριξή μας· μας θυμίζει τα πάθη του Κυρίου Ιησού Χριστού και μας παρηγορεί… Είμαστε σαν τους οδοιπόρους σε δύσκολο και μακρινό δρόμο που κατάκοποι, αν βρούν κάποιο ευσκιόφυλλο δένδρο κάθονται για λίγο ν΄αναπαυθούν και ανανεωμένοι συνεχίζουν το δρόμο τους. Έτσι και τώρα τον καιρό της νηστείας και στο δύσκολο ταξίδι της προσπάθειας, ο ζωηφόρος Σταυρός φυτεύτηκε στο μέσον του δρόμου από τους αγίους Πατέρες για να μας δώσει άνεση και αναψυχή, για να μας ενθαρρύνει στην υπόλοιπη προσπάθειά μας.
Ή, για να δώσουμε και ένα άλλο παράδειγμα: όταν έρχεται ένας βασιλιάς, πριν απ’ αυτόν πορεύονται τα διακριτικά του γνωρίσματα, τα σκήπτρα, τα σύμβολα του και ύστερα εμφανίζεται ο ίδιος χαρούμενος για τη νίκη και μαζί του χαίρονται και όλοι οι υπήκοοί του· έτσι και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, που σε λίγο θα μας δείξει τη νίκη Του κατά του θανάτου Του και θα εμφανιστεί μετά δόξης την ημέρα της αναστάσεως, μας στέλνει πρώτα το σκήπτρο Του, τη βασιλική σημαία, το ζωοποιό Σταυρό ώστε να μας προετοιμάσει να δεχτούμε και τον ίδιο τον Βασιλιά και να Τον δοξάσουμε για τη νίκη…
Με το ζωοποιό Σταυρό γλυκαίνει την πικρία που νοιώθουμε από τη νηστεία, μας ενισχύει στην πορεία μας στην έρημο έως ότου φτάσουμε στην πνευματική Ιερουσαλήμ με την ανάστασή Του… Επειδή ο Σταυρός λέγεται Ξύλον Ζωής και είναι εκείνο το ξύλο που φυτεύτηκε στον Παράδεισο,γι΄ αυτό και οι θείοι Πατέρες τοποθέτησαν τούτο στο μέσον της Σαρακοστής, για να μας θυμίζει του Αδάμ της ευδαιμονία και την πτώση του από αυτή· να μας θυμίζει ακόμα ότι με τη συμμετοχή μαςστο παρόν Ξύλο δεν πεθαίνουμε πια αλλά ζωογονούμαστε».
π. Αλεξάνδρου Σμέμαν

Ο σταυρικός αγώνας γιά τήν σωτηρία μας καί τό μεσημβρινό δαιμόνιο


Σχετική εικόνα



Εφόσον σήμερα είναι η τιμητική ημέρα δια την προσκύνησιν του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, άρα και το μικρό μας κήρυγμα θα πρέπει να αναφερθεί σ’ αυτό το γεγονός.
Θέλω κατά πρώτον λόγον, αδελφοί και συλλειτουργοί και πατέρες και ιδιαιτέρως πάτερ Αθανάσιε, θέλω κατά πρώτον λόγον να σας πω μια ιστορία.
Ίσως σας φανεί λίγο παράξενη και λίγο σαν παραμύθι.
Αλλά έχει μια προέκταση και ένα βάθος μέσα στην αιωνιότητα.
Σε κάποιο μεγάλο δάσος, πολύ ωραίο, και παρθένο μάλιστα, υπήρχαν τρία δένδρα, πούχαν ας το πούμε λίγη σκέψη, ας το πούμε έτσι.
Τα ένα λοιπόν απ’ αυτά ονειρευόταν όταν θα μεγαλώσει και θα γίνει ένας ωραιότατος κορμός, θαρχόταν οι υλοτόμοι, για να το κόψουν και να το κάμουν ένα ωραιότατο σεντούκι, ένα μπαούλο, περίτεχνο όμως, σκαλισμένο, απ’ τους καλύτερους καλλιτέχνας της εποχής, που υπήρχαν τότε στον κόσμο, και να ετοποθετείτο μέσα σ’ ένα παλάτι, όπου οι βασίλισσες και οι πριγκίπισσες θα τοποθετούσαν τα πολύτιμα στολίδια τους, τα ολόχρυσα σκουλαρίκια ασφαλώς, τα βραχιόλια, τα δαχτυλίδια, τα περιλαίμια από διαμάντια, μαργαριτάρια, τοπάζια και τόσα άλλα.
Το δεύτερο όμως δένδρο έκανε ένα άλλο όνειρο. Ήθελε να γίνει ένα μεγαλόπρεπο καράβι με τρία μεγάλα κατάρτια, και να διασχίζει τις θάλασσες και τους ωκεανούς, αλλά να μεταφέρει όμως βασιλιάδες, πρίγκιπες και άρχοντες εκείνης της εποχής, πρωθυπουργούς όπως θα λέγαμε σήμερα και κυβερνήτας, από το ένα κράτος στο άλλο. Αυτό ήταν το όνειρό του.
Το τρίτο δένδρο δεν ήθελε να ξυλευθεί. Να το κόψουν δηλαδή. Ήθελε να γίνει πιο ψηλό, το πιο ψηλό και το πιο δυνατό δένδρο του δάσους. Να ξεπερνούσε στο ύψος λόφους και βουνά ώστε τα γύρω χωριά και οι πολιτείες ακόμα ανά τον κόσμον, να το θαυμάζουν, να το καμαρώνουν, και βλέποντας τη μεγαλοπρέπειά του να είχαν περηφάνια γι’ αυτό το ωραιότατο, ψηλότατο δένδρο.
Πέρασαν πολλά χρόνια, μεγάλωσαν τα δένδρα, ήρθαν κάποτε οι υλοτόμοι και ξύλευσαν το δάσος. Μεταξύ των άλλων των δένδρων έκοψαν και αυτά τα τρία. Κι έτσι τα πράγματα, ξετυλίχτηκαν τελείως τελείως διαφορετικά από ότι αυτά είχαν ονειρευτεί.
Το πρώτο το πήρε ένας χωρικός, και κατασκεύασε βέβαια όχι ένα μπαούλο σκαλιστό και περίφημο, αλλά μια σκάφη, μέσα στην οποία θα έβαζε το σανό, όποιος το έπαιρνε, για να τρέφονται τα ζώα. Πήρε λοιπόν τη σκάφη ότι την κατασκεύασε, και την έβαλε σ’ ένα σταύλο έξω απ’ το χωριό.
Το δεύτερο δένδρο, αντί για μεγαλόπρεπο καράβι έγινε μια ψαρόβαρκα, στην οποίαν έμπαινε μέσα ένας πατέρας με τα δυο του παιδιά, και ψάρευαν, και μάλιστα όχι σε θάλασσα, αλλά σε μια λιμνοθάλασσα.
Το τρίτο, αυτό που είχε όλο υπερηφάνεια μέσα του, το πήραν, το έκοψαν σε μεγάλα κομμάτια και το πέταξαν σε μια αποθήκη.
Δεν έκανε πλέον για τίποτα. Αυτή ήταν η κατάντια του τρίτου δένδρου.
Πέρασαν πολλά χρόνια, πολλά, πολλά, α, και αυτά απογοητευμένα από την εξέλιξη που είχαν ξέχασαν και τον ίδιο τους τον εαυτό.
Όμως κάποια μέρα στο χωριό κατέφθασε ένα γαϊδουράκι που μετέφερε πάνω του μια κοπέλα περίπου δεκαπέντε δεκαέξι ετών, έγκυο. Και το γαϊδουράκι αυτό το έσερνε ο άνδρας της. Ψάχνανε να βρούν κάπου να μείνουν γιατί πλησίαζε η ώρα για να γεννήσει και δεν εύρισκαν κατάλυμα. Τελικά, κατέληξαν σ’ αυτόν τον σταύλο. Κι εκεί μέσα στο σταύλο, ανάμεσα στα ζώα, γέννησε η κοπέλα ένα ωραιότατο αγοράκι, και πήρε το παιδάκι, το τύλιξε με ό,τι πρόχειρο είχε και το έβαλε μέσα σ’ αυτή τη σκάφη.
Η κοπέλα αυτή ήταν η Παναγία!
Και η σκάφη αυτή που όταν ήταν δένδρο ήθελε να γίνει μπαούλο για να μπαίνει ό,τι πολύτιμο υπήρχε, μέσα, δέχθηκε το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο, το θησαυρό των θησαυρών, τον Υιόν του Θεού, και αυτό το γεγονός έγινε στο χωριό που λεγόταν τότε Βηθλεέμ, και εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα.
Το δεύτερο δένδρο είπαμε ότι έγινε μια φτωχή βάρκα. Κι ύστερα από μερικά χρόνια, περίπου ύστερα από τριάντα, πούχαν μεγαλώσει πλέον κι είχαν γίνει άνδρες εκείνα τα παιδιά, και κει που ψάρευαν μαζί με τον πατέρα τους, βλέπουν ξαφνικά έναν άνθρωπο να ακολουθείται από ένα πλήθος ανδρών και γυναικών και παιδιών, χιλιάδες, λαοθάλασσα, και να φθάνει εκεί στην ακροποταμιά, στη λιμνοθάλασσα.
Μπήκε στη βαρκούλα και τους είπε: «Δεν πάτε λίγο πιο εκεί να μιλήσω στα πλήθη, για να φαίνομαι;» Και μίλησε στα πλήθη και τα σαγήνευσε.
Και μετά την ομιλία τους είπε: «Δεν ξανοίγεστε να πάμε στην αντίπερα όχθη, να ξεφύγομε λίγο από τα διψασμένα αυτά πλήθη των ανθρώπων που διψούν για την αλήθεια του Θεού;» Αυτοί Τον θαύμασαν.
Ποιος ήταν αυτός άραγε που μιλούσε τόσο ωραία στα πλήθη;
Σε λίγο έπεσε να κοιμηθεί γιατί ήτο πολύ κουρασμένος.
Ξαφνικά σηκώθηκε μπουρίνι και έγινε μεγάλη τρικυμία, και φοβήθηκαν μήπως βουλιάξει η βάρκα και ξύπνησαν τον ξένο, ο οποίος σηκώθηκε και διέταξε τους ανέμους και την θάλασσα την τρικυμισμένη να γαληνέψουν.
«Σιώπα, πεφίμωσο», και εγένετο γαλήνη μεγάλη. Ήταν ο Χριστός και είχε μπει στην βάρκα των υιών Ζεβεδαίου, Ιακώβου και Ιωάννου. Ο Κύριος και ο διδάσκαλος που εκήρυττε μετάνοιαν και το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. Έτσι και το δεύτερο δένδρο αξιώθηκε όχι να μεταφέρει πρίγκιπες, αλλά τον Βασιλέα των βασιλεών, τον ίδιο τον Χριστό και τους Αποστόλους Του.
Ύστερα όμως από τρία χρόνια, κάποιος στρατιώτης με κάποιους βοηθούς, μπήκαν μέσα στην αποθήκη, άρπαξαν εκείνα τα ξύλα από το τρίτο το δένδρο, κι έκαναν ένα Σταυρό, κι εκεί πάνω, ένα άγριο πλήθος, στρατιώτες, άρχοντες και λαός, κάρφωσαν επάνω έναν άνθρωπο. Τον Θεάνθρωπο. Τον Κύριο της Δόξης.
Έτσι το δένδρο αυτό, το τρίτο, έγινε ασυγκρίτως υψηλότερο από ότι αυτό ήθελε και ονειρευότανε.
Η κορυφή του έφθασε μέχρι τον ουρανόν και όπως λένε οι μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας μας έγινε ουρανού ισοστάσιον, και όχι μόνον φαίνεται σε πόλεις και χωριά, αλλά φωτίζει και ολόκληρη την οικουμένην.
Είναι ο Σταυρός, το σημείον που θα εμφανιστεί στον ουρανό και σαν προοίμιον της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Είναι και ο σημερινός Σταυρός, στον οποίον αποδώσαμε τιμές προς Αυτόν με τους Χαιρετισμούς που απαγγείλαμε λίγο πριν.
Και είναι εκείνος που το πρωί ψάλαμε θριαμβευτικά «τον Σταυρό Σου προσκυνούμε Δέσποτα, και την Αγία Σου Ανάσταση δοξάζομεν».
Στη μέση της Σαρακοστής χριστιανοί μου, προβάλλει η Εκκλησία μας την προσκύνησιν του Τιμίου Σταυρού.
Στα τροπάρια που ψάλλονται βλέπομε ότι ο Σταυρός δεν είναι το τέλος του κοσμοσωτηρίου έργου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, δεν είναι αυτό το τέλος, το τέλος είναι η Ανάστασις που σφράγισε την απολυτρωτική θυσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού πάνω στο Σταυρό.
Γι’ αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία από τα αρχαία Αποστολικά χρόνια, κάθε φορά που κάνει λόγο για την Σταύρωσιν του Κυρίου, και το φρικτό Του πάθος, αμέσως το συνδέει με την Ανάστασίν Του.
Η Ανάστασις σφραγίζει την Σταύρωσιν.
Για παράδειγμα θα πάρομε δύο αποσπάσματα της σημερινής πρωινής ακολουθίας.
«Σταυρός, ο της εγέρσεως Χριστού τας αυγάς φωτοβολών», δηλαδή ο Σταυρός είναι η φωτοφόρος αυγή της εκ νεκρών εγέρσεως του Χριστού, και το άλλο ας το δώσομε σε μετάφραση.
«Ο Σταυρός είναι ο προάγγελος της λαμπράς και χαρμοσύνου και φωτοφόρου ημέρας της Αναστάσεως του Χριστού».
Κι είναι γνωστότατος ο ύμνος που ψάλομε τη Μεγάλη Εβδομάδα, με πολλή συγκίνηση και πολλών δακρύων, όταν εμείς οι ιερείς περιφέρουμε τον Εσταυρωμένο Κύριο μέσα στο ναό, φωνάζοντες και λέγοντες «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου».
Σ’ αυτόν τον ύμνον πριν από το τέλος φωνάζομε παρακλητικά τρείς φορές.
«Προσκυνούμεν Σου τα Πάθη Χριστέ», για να κλείσουμε θριαμβευτικά «δείξον ημίν και την ένδοξόν Σου Ανάστασιν».
Άραγε τι θέλει να μας πει ο Απόστολος Παύλος, στην Πρώτη Προς Κορινθίους Επιστολή Του, όταν μας λέγει «το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετίθη Χριστός»; Αυτό ακριβώς που βεβαιώσαμε πριν από λίγο.
Δηλαδή το Πάσχα μας είναι η Θυσία του Αμνού του Θεού του Αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου, παρά ταύτα όλοι καλούμεθα να πανηγυρίσουμε πάνω απ’ όλα την Ανάστασή Του.
Γιατί; Διότι μόνον η Ανάστασις μπορεί να εγγυηθεί το απολυτρωτικό έργο της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αυτό σημαίνει τρία πράγματα.
Πρώτον. Ότι η θυσία του Ιησού Χριστού έγινε δεκτή από τον Θεόν Πατέρα.
Δεύτερον. Ότι με αυτήν σώθηκε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από τις αμαρτίες του.
Και Τρίτον με την Ανάστασίν Του, συνανασταίνει όλους εκείνους τους πιστούς που πίστεψαν στο έργον Του. Βαπτίστηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αλλά και τράφηκαν και τρέφονται από το Πανάγιον Σώμα και Αίμα Του.
Υπάρχει χριστιανοί μου μια Ορθόδοξη εικόνα της Αναστάσεως, που λέγεται και είναι η πιο σωστή και η πιο Ορθόδοξη, «η Κάθοδος στον Άδη».
Εκεί βλέπομε να θραύονται οι πύλες του Άδου, και ο Αναστάς Κύριος να ανασταίνει τον Αδάμ και την Εύαν, και μαζί τους όλους εκείνους που πίστεψαν σ’ Αυτόν.
Δηλαδή ο Αναστημένος Θεάνθρωπος Κύριος, εισέρχεται στην Ουράνιο Δόξα Του, και συνανασταίνει ολόκληρο το Μυστικό Σώμα Του, την Εκκλησία.
Και την καθιστά συμμέτοχο και κληρονόμο της Βασιλείας των ουρανών.
Αλλά μέλη όμως της Εκκλησίας του Χριστού είμεθα εμείς.
Για να συναναστήσει λοιπόν ο Κύριος και μας, που αυτήν την στιγμήν βρισκόμεθα σ’ αυτόν τον ναόν, ζητάει από μας την μετάνοια.
Την αληθινή μετάνοια όμως. Όχι την ξηρή εξαγόρευση των αμαρτημάτων μας, αλλά την αληθινή μετάνοιά μας, την συντριβή μας και τα δάκρυά μας, την απόφασή μας να μην ξαναμαρτήσομε, να μην ξαναμπούμε στον βούρκο της αμαρτίας.
Αυτός λοιπόν ο άρρηκτος δεσμός Σταυρού και Αναστάσεως, έχει βαθειές προεκτάσεις και στον καθέναν από μας, και στον κάθε χριστιανό.
Γι’ αυτό το να πείς τας ανομίας σου πρώτος, ή να δικαιωθείς, είναι Σταυρός.
Είναι Σταυρός να κόψωμε τα πάθη.
Είναι Σταυρός να κόψωμε τις αδυναμίες, τις κακές συνήθειες που έχουμε και τις πολλές ιδιοτροπίες, που δυστυχώς κοσμούν τον χαρακτήρα μας.
Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος, στην προς Ρωμαίους Επιστολή Του και στο έκτο κεφάλαιο λέγει ότι όπως ο Χριστός, πέθανε πάνω στο Σταυρό και αναστήθηκε απ’ τον τάφο, έτσι και κάθε χριστιανός χωριστά, καλείται να γίνει και κείνος κοινωνός, τόσο του Σταυρού όσο και της Αναστάσεώς Του.
Αυτό, πως γίνεται;
Γίνεται με την πίστη στην Θεανθρωπότητά Του.
Πρέπει να πιστεύομε ότι ο Χριστός εδώ είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος Κύριος.
Δεν φτάνει μονάχα να το πιστέυουμε, «ο πιστέυσας και βαπτισθείς σωθήσεται», σωστό, αλλά «δείξον μου την πίστην σου εκ των έργων σου».
Άρα λοιπόν χρειάζονται και έργα πίστεως.
Και το πρώτον έργον πίστεως είναι το Άγιον Βάπτισμα.
Διότι ο παλαιός άνθρωπος, ο παλαιός Αδάμ, συνανίσταται μαζί με τον Χριστόν ως καινούργιος άνθρωπος.
«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε». Ενδυόμεθα τον Χριστόν βαπτιζόμενοι.
Δεύτερον, με την τήρησιν των Ευαγγελικών εντολών.
Πολλοί από μας, μάλλον οι περισσότεροι, λέμε ότι αγαπάμε τον Θεόν.
Υπάρχει κανένας που να λέει ότι δεν τον αγαπάει τον Θεόν; Δεν το πιστεύω…
Όλοι μας λέμε ότι τον αγαπάμε. Ναι αλλά εκείνος μας παρακαλεί και μας λέγει:
«Ο αγαπών Με, τας εντολάς τας εμάς τηρείσετε ή τηρήσει».
Λοιπόν, αν με αγαπάς, τις εντολές μου να τηρήσεις.
Να τηρήσεις τις εντολές, για να νικηθεί το τριπλό κακό της αμαρτίας «Η σάρκα ο κόσμος και διάβολος».
Η σάρκα με τις αισθήσεις μας, ο κόσμος με την κακία του και ο διάβολος με το φθόνο του.
Τρίτον, με την καλλιέργειαν των αντιστοίχων αρετών, όπως της διπλής αγάπης προς τον Θεόν, εξ’ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας, τον αγαπάμε άραγε τον Θεόν; Και τον πλησίον ως εαυτόν! Αγαπάμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτόν μας; Εγώ να σας πω την αλήθεια, δεν τον αγαπώ. Γιατί είναι οδυνηρή η αλήθεια, Όταν ο άλλος μας κάνει κακόν, όταν μας συκοφαντεί, όταν μας διαβάλλει, όταν μας λερώνει την τιμή, όταν μας σκοτώνει την υπόληψη, όταν μας αδικεί κατάφορα.
Πώς να κάνομε υπέρβαση. Αυτός είναι Σταυρός, Σταυρός οδυνηρός για να μπορείς να αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν.
Αλλά ζεί Κύριος ο Θεός!
Πρέπει να καλλιεργούμε τις αρετές και να ζητούμε το έλεος και την βοήθειαν του Θεού και Αυτός θα μας δώσει την δύναμιν.
Τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ.
Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν.
Αν μείνομε κοντά στο Θεό θα παράγομε καρπόν. Καρπόν πίστεως και αρετής, και της διπλής αγάπης.
Πρέπει να καλλιεργήσομε και το πνεύμα της μετανοίας. Όσο ζούμε μετανοούμε, ή πρέπει να μετανοούμε.
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι η μετάνοια πρέπει να είναι η αναπνοή της ζωής μας.
Πρέπει να καλλιεργούμε το ταπεινό φρόνημα, διότι δυστυχώς έχουμε πολύ πολύ εγωισμό.
Πρέπει επίσης να καλλιεργούμε την υπομονή και την μακροθυμία, να μελετάμε τας γραφάς.
Μη μου πείτε ότι δεν μπορείτε να ανοίξετε την Καινή Διαθήκη και να διαβάσετε μια σελίδα. Δεν μπορείτε;
Δε μπορούμε; Μια σελίδα. Πόσο θα διαρκέσει σε χρόνο μια σελίδα;
Περισσότερο από τρία λεπτά;
Εγώ σας παρακαλώ λοιπόν, από σήμερα με το ρολόι, τρία λεπτά, να βλέπετε και τον δευτερολεπτοδείκτη πως γυρίζει και να μελετήσετε την Αγία Γραφή τρία λεπτά.
Θάρθουν ύστερα και τα πέντε και τα δέκα, και το ένα κεφάλαιο και το δεύτερο.
Γιατί μέσα στην Αγία Γραφή καθρεφτιζόμεθα.
Βλέπομε ποιος είναι ο πραγματικός μας εαυτός και ποιος είναι ο προορισμός μας εδώ στη γη.
Κατόπιν πρέπει να μάθομε να προσευχόμεθα, όχι μόνον με τυπική προσευχή, και ένα βιαστικό «Πάτερ ημών» που δεν καταλαβαίνουμε τι λέγει. Καταλάβαμε άραγε ποτέ τι θα πει «γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης»;
Να γίνει το θέλημά Σου σήμερα Θεέ μου σε μένα;
Μπήκε αυτό ποτέ βαθειά μέσα μας;
Κατόπιν πρέπει να καλλιεργήσομε νηστεία, βέβαια είμαστε άρρωστοι και έχομε πολλών ειδών ασθένειες, έχομε και γεράματα.
Έχομε και πλήθος άλλων οδυνηρών καταστάσεων και αδυναμιών.
Αλλά δεν μπορείτε να μου πείτε ότι δεν μπορούμε να νηστέψουμε στις αισθήσεις.
Δεν μπορεί να νηστέψει η γλώσσα μας που κόκαλα δεν έχει αλλά κόκαλα τσακίζει.
Τα μάτια μας να νηστεύουν από τα πονηρά θεάματα, τα αυτιά μας από τα πονηρά ακούσματα, η αφή μας, η όσφρησίς μας, και ούτω κάθε εξής.
Άρα λοιπόν την μεν νηστεία την άλλη στο κατά δύναμιν, και την άλλη υποχρεωτική, με τη δύναμη και τη βοήθεια του Αγίου Θεού.
Να φυλάξομε κατόπιν τις αισθήσεις μας, και να καλλιεργήσομε ένα πλήθος άλλων αρετών για να μη σας κουράζω περισσότερο.
Τέταρτον. Με τη συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία και στην Ιερά Εξομολόγηση, το τόνισα και προηγουμένως.
Και πέμπτον με τον καθημερινόν μας αγώνα για το πώς θα καθαριστούμε από τα πάθη μας.
Κάθε σοβαρή προσπάθεια στη ζωή μας χριστιανοί μου, απαιτεί κόπους και θυσίες, δηλαδή Σταυρό.
Και πολύ περισσότερον όταν αυτή η προσπάθεια, δεν αποβλέπει στο να πάρομε κάποιο πανεπιστημιακό πτυχίο, ούτε στην απόκτηση κάποιων συγκεκριμένων υλικών αγαθών, ούτε στο να γίνουμε πρωταθλητές, αλλά στο να πετύχουμε τον σκοπόν της ζωής μας, που είναι η σωτηρία μας, ο αγιασμός της ψυχής μας εν Χριστώ, με την ζωντανή πίστη και τα έργα της που αναφέραμε προηγουμένως.
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει: «Ο σκοπός της ζωής μας είναι η μετοχή του Αγίου Πνεύματος».
Να έχουμε την αίσθηση ότι μέσα μας, πώς να το πω τώρα δεν ξέρω, βιώνεται η αίσθησις της ζώσας παρουσίας του Παναγίου Πνεύματος.
Τα έργα της πίστεως και τα έργα της μετανοίας, θα νικήσουν συν Θεώ την πονηριά, τον κόσμο της κακίας, τις αμαρτωλές επιθυμίες και τον φθόνον του διαβόλου.
Κι είναι αλήθεια ότι ο κόπος που καταβάλουμε και η κόπωσις που υφιστάμεθα αρχίζει να φαίνεται στη μέση του δρόμου.
Δηλαδή στη μέση των προσπαθειών μας.
Στην αρχή μας διακρίνει ένας πολύ πολύ μεγάλος ενθουσιασμός, και είμεθα όλο υποσχέσεις. Θα κάνω αυτό, θα κάνω εκείνο, θα κάνω το άλλο, θα, θα, «θα» σαν τους υπουργούς.
Και νομίζουμε ότι κρατάμε την αγιότητα στη χούφτα μας.
Και μόνον το στεφάνι μας λείπει.
Έτσι νομίζουμε και έτσι πιστεύουμε μερικές φορές.
Αλλά να, που σε λίγο καιρό έρχονται οι πρώτες δυσκολίες, οι πρώτοι πειρασμοί και τότε μας κόβεται η όρεξις.
Και αρχίζουν οι αμφιβολίες και οι απογοητεύσεις και τα πολλά γιατί. Γιατί σε μένα αυτό;
Α, πνευματικοί είναι εδώ οι πατέρες, το ακούνε χιλιάδες φορές. Γιατί πάτερ σε μένα αυτό;
Όλα γύρω γύρω μας φαίνονται μαύρα και βουνά.
Και ακολουθούν οι πολλές γκρίνιες και τα πολλά μουρμουρητά.
Οι δε λογισμοί και σκέψεις απελπισίας, απογνώσεως, γογγυσμού, διαμαρτυρίας και αμφιβολίας μας δέρνουν και μας χτυπούν χωρίς έλεος.
Θα μου πείτε γιατί το είπα τώρα αυτό.
Το είπα γιατί χριστιανοί μου, να που έρχεται η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως στο μέσον της Μεγάλης Σαρακοστής, και μας παρηγορεί όλους διότι μας δείχνει τον δρόμον της σωτηρίας.
Μας δείχνει τον Τίμιο Σταυρό δηλαδή την Σταυρική Θυσία του Χριστού που σφραγίζεται όπως είπαμε με την Ανάστασή Του.
Βλέποντες όμως τον Τίμιο Σταυρό, ταυτόχρονα δεν βλέπομε ένα σκέτο Σταυρό, βλέπομε και τον Εσταυρωμένο Κύριο.
Και όσοι από μας μελετούμε την Σταυρική Θυσία του Χριστού, δι’ υπομονής τρέχουμε τον προκείμενον ημίν αγώνα.
Αυτό σημαίνει ότι αφού ο Θεάνθρωπος Κύριος, έφθασε μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού, άρα και όλοι μας ως χριστιανοί, δεν δικαιολογούμεθα να χαλαρώνουμε τις πνευματικές μας προσπάθειες και να λιποτακτούμε.
Αλλά οφείλουμε με υπομονή να εκμεταλευθούμε τη Θεία Χάρη, και την παντοδυναμία που απορρέει από τη Σταυρική Θυσία, και να συνεχίζουμε τον πνευματικό μας αγώνα για τη σωτηρία μας μέχρι την τελευταία μας πνοή.
Η αγκαλιά του Θεού είναι μεγάλη, απέραντη, άπειρη και μας χωράει όλους.
Το έλεός Του μας δέχεται ανά πάσαν στιγμήν.
Και πολύ περισσότερον δεν πρέπει να μιμηθούμε η να μοιάσουμε όλους εκείνους, για τους οποίους ο Κύριος σε μια παραβολή του είπε: «οι προς καιρόν πιστεύουσιν και εν καιρώ πειραμού αφίστανται».
Δηλαδή στην αρχή είχαν κάποιον ενθουσιασμόν, αλλά χωρίς όμως βαθειές τις ρίζες της πίστεως.
Ο αγώνας είχε ενθουσιασμό αλλά όχι συνέπεια.
Είχε πολλές υποσχέσεις αλλά όχι πόλεμο με τον διάβολο και την κακία.
Είχε πολλά λόγια, καλά πολλά λόγια, αλλά όχι έργα μετανοίας.
Είχε πολλές καλές θεωρίες, αλλά όχι ενεργουμένη αγάπη προς τον Θεόν και τον πλησίον.
Και τέλος ο αγώνας τους είχε όνειρα και πόθους, αλλά όχι σκληρή πάλη για την κάθαρση, από τα τόσα πάθη που όλους μας κατατυραννούν.
Γι’ αυτό και πολύ σωστά μας λέγουν οι πατέρες της Εκκλησίας μας, ακούστε το είναι πολύ φοβερό αυτό, ότι «ο δρόμος της απωλείας, ο δρόμος της κολάσεως είναι στρωμένος από πολλές πολλές πολλές πολλές και καλές αποφάσεις».
Αλλά οι αποφάσεις πρέπει να γίνουν, επαναλαμβάνω, έργα μετανοίας, έργα πίστεως, έργα ενεργουμένης αγάπης, έργα Θείου φωτός, έργο ταπεινού φρονήματος.
Ναι χριστιανοί μου, αυτών των ειδών τα έργα συνιστούν και τους καρπούς του Παναγίου Πνεύματος.
Και επειδή ομιλούμε για εγκατάλειψη των προσπαθειών μας στη μέση του δρόμου προς τη σωτηρία, ας θυμηθούμε για λίγο και με το μεσημβρινό δαιμόνιο…
Υπάρχει τέτοιο δαιμόνιο; Και βεβαίως υπάρχει. Αναφέρεται αυτό, και δεν αναφέρεται μόνον εκεί, στον εννενηκοστόν ψαλμόν του Δαβίδ.
Αναφέρεται επίσης στις κατηχήσεις, που διαβάζονται πρίν από το Άγιον Βάπτισμα για το μεσημβρινό δαιμόνιο.
Αλλά και στους εξορκισμούς του Μεγάλου Βασιλείου και του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Είναι το δαιμόνιον της ακηδίας, το δαιμόνιον της αναβολής.
Μας προσβάλλει όχι μόνο το μεσημέρι που ο ήλιος είναι ζεστός και μας πιάνει έτσι ένα είδος τεμπελιάς, αλλά σε κάθε στιγμή μιας καλής πνευματικής προσπάθειας, για τη σωτηρία μας, για να κόψομε ένα πάθος, για να ζήσομε εν Χριστώ.
Είναι αυτό που μας λέγει, α, έλα καϋμένε είσαι πολύ κουρασμένος, άσε για αύριο τώρα και την προσευχή και το διάβασμα, κάτσε τώρα να ξεκουραστείς, ε, αύριο πάλι βλέπουμε. Είσαι τόοοσο αδύνατος, τι να τα κάνεις τώρα αυτά.
Και πολύ συχνά ακούγεται ότι αυτές οι Ευαγγελικές εντολές δεν είναι για την εποχή μας.
Ή άλλοτε αυτά είναι παραμύθια για τις γιαγιάδες και τους παππούδες.
«Ποιος ξέρει ποιος τάγραψε αυτά», «για να τρώνε οι παπάδες», όλα λέγονται.
Το μεσημβρινό δαιμόνιο είναι το δαιμόνιον της δικαιολογίας, της ραθυμίας, της αναβολής και της ρίψεως της ευθύνης στους άλλους.
Είναι επίσης το δαιμόνιο που μας παρουσιάζει πάντοτε τις αμαρτίες εύκολες και γλυκές.
Ενώ τις αρετές αναχρονιστικές και πολύ πολύ δύσκολες.
Είναι αυτό που μας πολεμά στη μέση των πνευματικών μας αγώνων και που θέλει να μας γονατίσει με την αμέλεια και την αναβολή.
Να μας απογοητέψει και στο τέλος να τα εγκαταλείψουμε όλα και να κολασθούμε.
Αφήστε καμιά φορά, μας κάνει να πιστέψουμε ότι μας προδίδει και ο ίδιος ο εαυτός μας.
Θανατηφόρο λοιπόν αυτό το μεσημβρινό δαιμόνιο.
Αλλά ζει Κύριος ο Θεός διότι τον τρόπον με τον οποίον θα απαλλαγούμε από το φαρμακερό αυτό κεντρί αυτού του δαιμονίου, μας το δείχνει ο Τίμιος Σταυρός, στη μέση της Μεγάλης Σαρακοστής, μας το δέιχνει η Θυσία του Θεανθρώπου.
Δεν μπορείς να δεις Ανάσταση αν δεν βαδίσεις προς τον Γολγοθά, και αν δεν σταυρώσουμε τα πάθη μας.
Η Σταύρωσις και η Ανάστασις του ανθρώπου είναι νίκη κατά του θανάτου.
Νίκη κατά της αμαρτίας και νίκη κατά του διαβόλου.
Άρα και για μας όλους τους χριστιανούς υπάρχει ελπίδα σωτηρίας, «μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου», φώναξε ο ληστής πάνω στο Σταυρό, και να, έδωσε μια κλωτσιά στην πόρτα και μπήκε πρώτος στον Παράδεισο.
«Ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», φώναξε ο Τελώνης.
«Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου», φώναξε συντετριμμένος και μετανοημένος ο Άσωτος Υιός και ενδύεται την πρώτην την στολήν, και αποκαθίσταται κληρονόμος και πάλι της Βασιλείας του Θεού.
«Ιησού επιστάτα ελέησον ημάς» φώναζαν οι λεπροί, και έτσι μπορεί να φωνάξει και η δική μας λέπρα, της ψυχής μας η λέπρα, και να καθαριστεί από τον Κύριο με μία μόνο λέξη, «καθαρίσθητι», όπως τη λέγει ο πνευματικός δια του πετραχηλίου, «έσο λελυμένος και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι».
Από τον Σταυρόν και τον Εσταυρωμένον, και από την Ανάστασίν Του, απορρέει ανεξάντλητο όλο το έλεος του Θεού, η άπειρη ευσπλαχνία Του και η αιώνια αγάπη Του.
Ναι χριστιανοί μου, ο Εσταυρωμένος Χριστός και Σωτήρας του κόσμου είναι αυτός, που τον πεσμένο βοηθάει να σηκωθεί, που τον πληγωμένο από την κακία ζητά να θεραπεύσει, και είμαστε όλοι πληγωμένοι, τον τυφλωμένο από τα πάθη να φωτίσει, και τον φωτισμό τον χρειαζόμεθα όλοι μας, τον σκλάβο στην αμαρτία να λυτρώσει.
Άπαντες γαρ πταίομεν, ας μην το ξεχνάμε αυτό, βεβαίωσις του λόγου του Κυρίου είναι, και νεκρόν τη αμαρτία να αναστήσει.
Αδελφοί και πατέρες, τα σέβη μου πάτερ Αθανάσιε,
χριστιανοί μου, σ’ Αυτόν τον Εσταυρωμένον Κύριο και Αναστάντα εκ νεκρών, τον Ιησούν Χριστόν, και αληθινόν Θεόν ημών ανήκει πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις, τώρα και πάντοτε, και εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων,
Αμήν.

Σιωπή και σιωπή...

Ο Μητροπολίτης Κάλλιστος Wave έχει γράψει στο βιβλίο του “Το έσχατο μυστήριο” το εξής σημαντικό: «Η σιωπή είναι μια από τις μυστικές πηγές της ανθρώπινης ύπαρξης  χωρίς σιωπή δεν είμαστε γνήσια ανθρώπινοι».

Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι κατ’ εξοχήν η εκκλησιαστική περίοδος που καλούμαστε, εκτός των άλλων, να καλλιεργήσουμε την αρετή της σιωπής.  Όχι, βέβαια, ως απόρριψη της επικοινωνίας με τους άλλους, αλλά ως δυνατότητα ανασυγκρότησης του προσώπου μας, όπου η σιωπή θα οδηγήσει στην εσωστρέφεια και η εσωστρέφεια στην αυτογνωσία.Σε μια εποχή που βιώνουμε τον πληθωρισμό του λόγου, σοβαρού και επιπόλαιου, προφορικού και γραπτού, η σιωπή ακούγεται εξωπραγματική και δύσκολη.  Και είναι!  Γιατί χρειάζεται να παλέψουμε με την πολυλογία και αργολογία, αλλά, κυρίως, με τους ανυπότακτους λογισμούς που η πολυπραγμοσύνη της ζωής ενθαρρύνει.  Όμως η σιωπήβοηθά στη θεραπεία του νου, γίνεται το μέσον που θα γνωρίσουμε τον κρυμμένο εαυτό μας, τον πλησίον και το Θεό μας.

Στην αρχή η προσπάθεια για σιωπή φαίνεται να μην έχει αποτέλεσμα.  Σιγά-σιγά όμως θα αρχίσουμε να απολαμβάνουμε τους ωραίους καρπούς της, που ’ναι η ειρήνη, η ανασυγκρότηση, η γνώση του μέσα και γύρω μας κόσμου, το «ετέρωςοράν τα πράγματα».  Τότε θα μας αποκαλυφθούν οι ομορφιές του εαυτού μας και της ζωής.

Η σιωπή, όπως περιγράφεται πιο πάνω και τη συναντούμε σ’ όσους αφουγκράζονται τον ουρανό, είναι πηγή όντως κοινωνίας με τους ανθρώπους.  Γιατί τους περιχωρεί, δια της αγάπης, η καρδιά και άρα υπάρχουν στη ζωή μας.

Η σιωπή όμως που προέρχεται από εμπάθεια, απόρριψη και υπερηφάνεια, οδηγεί στην απομόνωση, στην ακοινωνησία, στη μοναξιά.  Η καρδιά δεν χωρεί τον αδελφό, γι’ αυτό απουσιάζει η χαρά και η πληρότητα. 

Είναι, βέβαια, και η σιωπή της δειλίας, της προσπάθειας να μην αποκαλυφθούν τα λάθη μας, όπως και η σιωπή της κενοδοξίας που απορρίπτει τους άλλους με την αίσθηση της υπεροχής.

Τέλος είναι η σιωπή:

Του πόνου· για να τον αντέξουμε.

Της σοφίας· για να αποφύγουμε τις επιπολαιότητες.

Της αγιότητας· που βλέπει τον  κόσμο διαφορετικά και ωραία.

Της μετάνοιας· για να πραγματοποιηθεί ουσιαστικά.

Της χαράς· για να βιωθεί με πληρότητα.

π.  Ανδρέα Αγαθοκλέους

πηγή  το είδαμε εδώ

«ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ»

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως

Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο
Πρωτ. Δημητρίου Στανιλοάε (†),
«Στὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως»,
ἔκδ. Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος,
Κύμη 1984, σελ. 30-32


… Στήν Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία, ὅλα τά πρόσωπα καί ὅλα τά πράγματα, μέσῳ τοῦ σταυροῦ, θυσιάζονται καί προσφέρονται. Οἱ χριστιανοί, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ζητοῦν τήν δύναμη νά φερθοῦν μέ καθαρότητα ἀπέναντι στόν κόσμο. ᾿Ακόμη διαδηλώνουν τήν θέλησή τους, νά ὑψωθοῦν μέ τήν προσπάθειά τους, ὥς τήν συνάντηση αὐτῆς τῆς δύναμης· νά δοξάσουν τόν Θεό μέ ὅλες τους τίς πράξεις καί τίς ὀδύνες μέσα στόν κόσμο, ἀκόμη καί μέ τό θάνατό τους· νά ζήσουν καί νά πεθάνουν γιά τόν Θεό, νά ἐκδηλώσουν μέ κάθε τρόπο, ὅτι θυσιάζονται σ᾿ ᾿Εκεῖνον. ῾Η ᾿Εκκλησία διά τοῦ σταυροῦ ἁγιάζει τά πάντα· τό νερό, μέ τό ὁποῖο ραντίζει τούς πιστούς, τίς τροφές, τά σπίτια, τά περιβόλια καί τά χωράφια μέ τούς καρπούς τους, τά δῶρα πού προσφέρονται στόν Θεό. ῾Ο σταυρός ὅλα τά ἁγιάζει, τά καθαίρει στό βαθμό πού καθαίρονται, καθιστώντας τόν Θεό διάφανο, Κύριό τους. ῾Ο σταυρός τά θέτει, μέσα ἀπό ὅλα τά πράγματα, σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Τά πάντα προσφέρονται ὡς δῶρα στόν Θεό. ῞Ολες οἱ λατρευτικές ἀκολουθίες ἀρχίζουν καί τελειώνουν μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ὅλες οἱ κύριες χειρονομίες τῆς λατρείας συνοδεύονται ἀπό τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, γιατί ἡ ἴδια ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ κατέρχεται διά τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ στόν βαθμό, πού κάνοντάς το, Τόν ἐπικαλούμαστε. Μ᾿ αὐτό τό σημεῖο οἱ πιστοί ἔρχονται νά συναντήσουν τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενοι νά προσφερθοῦν καθαρήθυσία στόν Θεό, νά φερθοῦν μέ καθαρότητα σέ κάθε πράξη τους μέσα στόν κόσμο. Γι᾿ αὐτό, τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, συνοδεύεται πάντοτε ἀπό τήν ἐπίκληση τῆς ῾Αγίας Τριάδας. Γιατί αὐτή ἐνεργεῖ τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί ἀπό αὐτή κατέρχεται ἡ θεία δύναμη, πού ἐνεργεῖ μέσα στόν κόσμο, γιά νά τόν ἐξαγιάσει καί νά τόν μεταμορφώσει. Αὐτή φανερώνεται διά τοῦ σταυροῦ μέσα στόν κόσμο.
῾Η δύναμη τοῦ σταυροῦ καθαίρει ὄχι μόνο τούς πιστούς καί τή σχέση τους μέ τόν κόσμο, ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν κόσμο. Διά τοῦ σταυροῦ ἀποδιώχνονται οἱ δαίμονες, πού προξενοῦν τό κακό καί ἐκτοξεύουν τούς πειρασμούς μέσα ἀπό τό νερό, τό κρασί, τούς καρπούς, τά ἀνθρώπινα πρόσωπα…



Ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ






Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ, σ' ὅλες τὶς ἐποχὲς ἀκούγεται παράδοξα. Στὴ δική μας ὅμως, ἡ ὁποία ἔχει θεοποιήσει τὴν ἄνεση καὶ τὴν εὐμάρεια, ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μόνο παράλογος, ἀλλὰ καὶ ἀσυμβίβαστος μὲ τὴ λογική τοῦ κόσμου. Εἶναι τρομακτικὸς γιὰ τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς του, γιὰ τὶς ἐπιδιώξεις στὸ κυνήγι τῆς εὐδαιμονίας καὶ τῆς καλοπέρασης. Καὶ ὅμως τὸ εὐαγγέλιο ἐπιμένει σταθερὰ νὰ διακηρύσσει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ φανερώνουν τὴν αὐθεντικότητα τῆς κλήσης μας καὶ τοῦ προορισμοῦ μας. Τὰ ἠχηρὰ καὶ εὔκολα συνθήματα τοῦ κόσμου, ἂν καὶ ἀρχικά μᾶς γοητεύουν, τελικά μᾶς ἀπογοητεύουν, γιατί μᾶς παραπλανοῦν καὶ παραμορφώνουν τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Ἀποδεικνύουν τὴ ματαιότητα ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων, ὅταν αὐτὰ δὲν εἶναι διαποτισμένα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.


Σταυρὸς καὶ αὐταπάρνηση


Τὸ κήρυγμα τοῦ σταυροῦ σφραγισμένο ἀπὸ τὸ σταυρικὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπισημαίνει ὅτι «ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴν ψυχή του θὰ τὴ χάσει, ἐνῶ ὅποιος χάσει τὴ ζωὴ του χάριν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, θὰ τὴ σώσει». Ἐδῶ βρίσκεται ὁ δρόμος ποὺ διάλεξε ὁ θεός, γιὰ νὰ ἔρθει στοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰ νὰ πᾶνε οἱ ἄνθρωποι στὸν Θεό. Πρόκειται γιὰ ἕνα δρόμο ἀντιφατικό. Ἕνα δρόμο ποὺ προκαλεῖ τὴ λογικὴ καὶ μᾶς προσκαλεῖ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὴν ἀλήθεια ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε. Ἕνα δρόμο σκληρό, ἐπίπονο καὶ ὀδυνηρό, ποὺ ὅμως τὸ τέρμα του εἶναι λυτρωτικό. Ἀπαρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου σημαίνει ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ἐγώ. Ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν παραλογισμὸ ποὺ μὲ ὠθεῖ νὰ ὑπερτονίζω καὶ νὰ ὑψώνω τὸν ἑαυτό μου σὲ εἴδωλο γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζητάω νὰ στρέφεται ἡ ζωὴ ἡ δική μου καὶ τῶν γύρω μου. Αὐτὸ εἶναι αὐτοκαταστροφικό. Γιατί κάθε φορὰ ποὺ ἀσχολούμαστε ἀποκλειστικὰ μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν μας ἐπιθυμιῶν δὲν μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων. Ἔτσι ὅμως κλείνουμε τὴν πόρτα στὸν Θεὸ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του.

Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἐν ὑπομονῇ καὶ ἐλπίδι ἄρση τοῦ σταυροῦ ὁδηγεῖ τὸν πιστὸ στὴν ἐν Χριστῷ ὑπέρβαση τοῦ μαρτυρίου του. Ὅπως παρατηρεῖ ἕνας λόγιος Ἐπίσκοπος, «στὸν Γολγοθὰ ὑπῆρχαν τρεῖς σταυροί. Οἱ δύο ἦταν τὸ τέρμα τῆς πορείας δύο ληστῶν, ὁ μεσαῖος ἦταν ἁπλῶς ἕνα σταυροδρόμι. Διότι Ἐκεῖνος ποὺ ὑψώθηκε πάνω του εἶχε περάσει μιὰ ζωὴ ἀγάπns καὶ ἀλήθειας καὶ ὅδευε διὰ τοῦ σταυροῦ πρὸς τὸν Πατέρα. Ἀλλά, ἀκόμη, ἡ χάρη καὶ ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἐπηρέασε καὶ μεταμόρφωσε τὸν ἕναν ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους σταυροὺς κάνοντάς τον διὰ τῆς μετανοίας "θύραν" τοῦ παραδείσου. Αὐτὸ εἶναι μία πολὺ οὐσιαστικὴ παρηγοριὰ γιὰ ὅσους σήμερα σηκώνουν σταυρὸ ἐνοχῆς».


Σταυρὸς καὶ σωτηρία

Νά, λοιπόν, γιατί ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τὰ ἀδιέξοδα καὶ τὰ σκοτάδια ποὺ τόσο συχνά μᾶς φοβίζουν. Μᾶς ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὶς πλάνες καὶ τὰ εἴδωλα ποὺ μᾶς αἰχμαλωτίζουν. Μᾶς θεραπεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ μᾶς βασανίζουν. Ὁ πόνος τοῦ σταυροῦ θὰ φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Γιατί ἕνας σταυρὸς χωρὶς ἀνάσταση ἀποτελεῖ ἀποτυχία καὶ τραγωδία, ἐνῶ μιὰ ἀνάσταση χωρὶς σταυρὸ θὰ εἶναι μία νίκη χωρὶς βαρύτητα καὶ ἀξία. Ὁ σταυρὸς καὶ ἡ ἀνάσταση εἶναι ἀλληλένδετα ὄχι μόνο στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας, ἀλλὰ καὶ στὸν ἀγώνα καὶ τὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ. Γι' αὐτὸ ἡ θεληματικὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μιὰ ἀρρωστημένη τάση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ζητᾶ ἱκανοποίηση στὴν ὀδύνη. Εἶναι πηγὴ δύναμης, ποὺ μεταμορφώνει τὶς δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μέσα ἀπὸ τὴν πάλη καὶ τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς, ἔστω καὶ ἂν δὲν νικᾶμε πάντοτε, τουλάχιστον ὡριμάζουμε πνευματικά, ὥστε νὰ ἀντέχουμε τοὺς πειρασμοὺς καὶ νὰ προχωροῦμε.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ σταυρὸς δὲν εἶναι μόνο τὸ σημαντικότερο καὶ χαρακτηριστικότερο σύμβολο τοῦ χριστιανοῦ. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ἔκφραση τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς νίκης, τῆς θυσίας καὶ τῆς δόξας, τῆς ζωῆς καὶ τῆς σωτηρίας. «Ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ καθημερινὴ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στὴν τραγωδία καὶ ἀπόγνωση τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀνθρώπου». Εἶναι τὸ θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πο
ὺ μᾶς περιμένει καρτερικά, γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Ἀμήν.



Κυριακή Γ Νηστειών Ὁ Ἰησοῦς προλέγει τό πάθος Του. (Μάρκ. 8,31-9,1)

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως


Ὁ Ἰησοῦς προλέγει διά πρώτην φοράν τό πάθος καί τον Θάνατόν Του.
Ματθ. 16,21 -28. Μάρκ. 8,31-9,1. Λουκ. 9,22-27.
Μέχρι τῆς ἡμέρας ταύτης οὐδέν εἶχεν εἲπει ὁ Κύριος περί τοῦ πάθους Του. «Ἀπό τότε» ὃτε δηλαδή ὁ Χριστός ὡμολογήθη ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὃτι εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ «ἢρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ὃτι δεῖ αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα ἀπελθεῖν καί πολλά παθεῖν ἀπό τῶν Πρεσβυτέρων καί Ἀρχιερέων καί Γραμματέων καί ἀποκτανθῆναι καί τῆ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι». Ὁ Κύριος δηλαδή ἀπεδείκνυε διά τῶν προφητῶν τόν τόπον ὃπου ἒμελλε νά θυσιασθῆ, τήν Ἱερουσαλήμ, ὃπου προσεφέροντο αἱ θυσίαι, τό ἀπαραίτητον τοῦ πάθους Του «δεῖ παθεῖν». Ὁ Χριστός ἒπρεπε ὁπωσδήποτε νά πάθῃ λόγῳ τῆς ἐχθρότητος τῶν ἀνθρώπων, τῆς μή ἀντιστάσεώς του εἰς τήν βίαν αὐτῶν καί τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ, κατά τό ὁποῖον ὁ θάνατος Του ἀπετέλει τό κεντρικόν σημεῖον ἐν τῆ Ἀπολυτρώσει. Καί τέλος προέλεγε τήν τριήμερον ἀνάστασίν Του. «Καί παρρησίᾳ τόν λόγον ἐλάλει» καθαρά καί μετά θάρρους δηλαδή ἐνώπιον τῶν μαθητῶν ἒλεγε τοῦτα, ἐνῶ μέχρι τώρα ὑπαινιγμούς μόνον ἒκαμε περί τοῦ πάθους Του. Ἰωάν 2,19. 3,14 -16. Ματθ. 9,15. Πρεσβύτεροι, ἀρχιερεῖς καί Γραμματεῖς ἦσαν τρεῖς τάξεις τοῦ Μεγ. Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, oἱ ὁποῖοι, θά τόν παραδώσουν εἰς τό πάθος. Αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἒπρεπε νά Τόν γνωρίσουν ὡς Μεσσίαν, Τόν θανατώνουν ὡς κακοῦργον!.
Ό Απόστολος Πέτρος σκανδαλισθείς, διότι ό τόσον ἒνδοξος Χριστός θά πάθῃ πολλά καί θά ἀποθάνῃ «προσλαβόμενος Αὐτόν» λαβών δηλαδή, τόν Ἰησοῦν ἀπό τό χέρι ἢ ἀπό τό ἒνδυμα Του κατά μέρος ἐκ σεβασμοῦ ἰδιαιτέρως «ἢρξατο ἐπιτιμᾶν Αὐτῶ λέγων∙ ἳλεως σοι Κύριε∙ οὐ μή ἒσται σοι τοῦτο». Ὁ Πέτρος δηλαδή ἐπιπλήττει τον Χριστόν, διότι εἶπεν, ὃτι θά πάθῃ καί πρέπει νά πάθῃ καί ταυτοχρόνως, παρακαλεί τόν θεόν, ὃπως φανῆ ἳλεως, εὐμενής πρός τόν Ἰησοῦν καί μή ὑποστῆ τό πάθος τοῦτο. Ὁ Πέτρος σκανδαλισθείς γίνεται σκάνδαλον εἰς τόν Χριστόν, διότι κατ’ αὐτόν τόν τρόπον συνιστᾶ εἰς Αὐτόν πράγματα ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἒπρεπε νά γίνουν, νά μή πάθῃ δηλαδή ὁ Χριστός. Ἀποτέλεσμα τούτου θά ἦτο νά μή ἀπολυτρωθῆ τό ἀνθρώπινον γένος. Ἡ συμβουλή ἑπομένως αὓτη τοῦ Πέτρου ἦτο σατανική.
Ἐπειδή ὃμως οἱ ὁλίγον ὃπισθεν τοῦ Κυρίου ἂλλοι μαθηταί ἢκουσαν τήν σύστασιν ταύτην τοῦ Πέτρου, ὁ Κύριος «στραφείς και ἰδών τούς μαθητάς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῶ Πέτρῳ καί λέγει ὓπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ, σκάνδαλον μου εἶ, ὃτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων». Ὃπως ὁ Διάβολος πειράζων τόν Ἰησοῦν ἐν ἐρήμῳ ὑπέδειξεν εὒκολον καί σύντομον ὁδόν τῆς ζωῆς Του, τήν ὁδόν τῆς θαυματουργίας καί οὐχί τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεων, ἳνα φανῆ, ὃτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὁμολογῶν Αὐτόν υἱόν Θεοῦ δέν ἐπιθυμεῖ τό πάθος Του, εἶναι Σατανᾶς. Διά τοῦτο λέγει ὁ Χριστός πρός αὐτόν. Φύγε ἀπ’ ἐδῶ Σατανᾶ, ἐμπόδιον μου ἒγινες, διότι δέν φρονεῖς τήν διά τοῦ πάθους Μου ἀπολύτρωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τήν ὁποίαν ό Πατήρ ἀπεφάσισεν, ἀλλά ἀνθρωπίνως σκεπτόμενος θεωρεῖς τό πάθος καί τήν θλίψιν ὡς μειωτικά Ἐμοῦ ὡς Μεσσίου ἐξ ἀδυναμίας ἀνθρωπίνης δῆθεν προερχόμενα. Οὓτω ἡ πέτρα ὁμολογίας ὁ Πέτρος γίνεται πέτρα σκανδάλου εἰς τόν οἰκοδόμον Χριστόν! Πόση ἡ ἀδυναμία τοῦ Πέτρου ὡς ἀνθρώπου!
Ὁ Κύριος, ἳνα δώσῃ περισσότερον τόνον εἰς τό πάθος Του «προσκαλεσάμενος» τόν εἰς ἀπόστασίν τινα εὑρισκόμενον λαόν «σύν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ» λέγει: Ὂχι ἐγώ μόνον πρέπει νά πάθω καί νά σταυρωθῶ, ἀλλά καί σεῖς. Καί συγκεκριμένως∙ «εἲ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν καί ἀκολουθήτω μοι». Ἂν θέλετε δηλαδή νά εἶσθε μαθηταί Μου, πρέπει νά σηκώσητε ἓκαστος ἐξ’ ὑμῶν τον ἰδιαίτερόν του σταυρόν, καθημερινῶς θέτων εἰς ἐφαρμογήν τήν διδασκαλίαν Μου. Ἂρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπομάκρυνσις παντός τό ὁποῖον μᾶς χωρίζει ἀπό τόν θεόν. Σήκωμα τοῦ σταυροῦ μας εἶναι ὁ βαθμός τῆς ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας ἡ ὑπομονή δηλ. τῶν βασάνων μας μέχρι θανάτου. Ἀκολούθησις τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ὑποφέρωμεν καί ὑπομένωμεν ὂχι δι’ ἂλλην τινά αἰτίαν ὡς κακοποιοί, ἀλλά ὡς ἐνάρετοι ὃπως ὑπέφερε καί ὁ Χριστός βαδίζοντες εἰς τά ἲχνη Αὐτοῦ.
Ἐπειδή ὃμως ἡ ἀπάρνησις τῶν ἁμαρτωλῶν μας ὀρέξεων πίπτει πολύ βαρεῖα εἰς τήν ἀνθρωπίνην φιλαυτίαν, ὁ Κύριος προβάλλει πρός ὑπερνίκησιν ταύτης τό μέλλον Δικαστήριον, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θά κριθῶμεν. Φροντίζει μέ τόν φόβον ἐκείνου τοῦ Δικαστηρίου νά νικήσῃ τόν ἐπίγειον φόβον καί λέγει: «ὃς γάρ ἂν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν, ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἓνεκεν Ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου σώσει αὐτήν». Ἐνταῦθα ἡ λέξις ψυχή ἒχει.δύο ἐννοίας. Σημαίνει τήν ἐδῶ ζωήν καί τήν ἐκεῖ αἰωνιότητα. Ἑπομένως ὃποιος θελήσει ὑπακούων εἰς τήν φιλαυτίαν του νά μή θυσιάσῃ τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας, οὗτος «ἀπολέσει τήν ψυχήν» θά κατακριθῆ ὑπό τοῦ θείου Δικαστηρίου καί θά χάσῃ τήν ἐκεῖ αἰωνίαν μακαριότητα. Ὃποιος ὃμως θυσιάσει τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου «οὗτος σώσει τήν ψυχήν αὐτοῦ» θά κερδίσῃ τήν αἰωνίαν μακαριότητα.
‘Ο Κύριος συνεχίζων τόν λόγον του, ὃτι πρέπει νά θυσιασθῶμεν ἐδῶ χάριν τῆς ἂλλης μακαριότητος, φέρει τάς δύο ὑπάρξείς μας παροῦσαν καί μέλλουσαν καί λέγει: «τί γάρ ὠφεληθήσεται ἂνθρωπος, ἐάν τόν κόσμον ὃλον κερδίσῃ τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ἀπολέσας ἢ ζημιωθείς ;» Τί σημασίαν δηλαδή ἒχει ἐάν κερδίσωμεν ὂχι μόνον τήν ζωήν μας ἀποφεύγοντες τόν μαρτυρικόν θάνατον χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὁλόκληρο τόν παρόντα κόσμον μέ ὃλα τά ἀγαθά του, κατακριθῶμεν ὃμως βάσει μικρᾶς ἢ μεγάλης ἁμαρτίας ύπό τοῦ θείου Δικαστηρίου; «ἢ τί δώσει ἂνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» Ἡ αἰωνία ψυχή μας εἶναι ἀνωτέρα ὃλου τοῦ κόσμου, ὣστε οὐδέν ἀντάλλαγμα αὐτῆς ὑπάρχει!
Ὁ Κύριος παρουσιάζει ἐν συνεχείᾳ τόν φόβον ἢ τήν λαμπρότητα τοῦ Δικαστηρίου ἐκείνου, ὃπου θά δικασθῆ τό πολυτιμότερον, τό ὁποῖον ἒχομεν, ἡ ψυχή μας, ἳνα νικήσῃ τόν φόβον τοῦ ἐπιγείου μαρτυρικοῦ θανάτου καί λέγει: «ὃς γάρ ἐάν ἐπαισχυνθῆ με καί τούς ἐμούς λόγους ἐν τῆ γενεᾶ ταύτῃ τῆ μοιχαλίδι καί ἁμαρτωλῷ καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν, ὃταν ἒλθῃ ἐν τῆ δόξῃ τοῦ Πατρός αὐτοῦ μετά τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων καί τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τήν πρᾶξιν αὐτοῦ». Ὁ Κύριος ὀνομάζει τήν γενεάν ταύτην μοιχαλίδα, διότι ζῆ ἐν ἁμαρτίᾳ καί ἐν τῆ ἁμαρτίᾳ εὑρισκομένη ἒχει πάρει διαζύγιον ἀπό τόν Θεόν. Ὁ Χριστός θά ἐντραπῆ τότε ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θά Τόν ἐντραποῦν ἐδῶ. Ἐκεῖνοι ὃμως οἱ ὁποῖοι δέν θά δειλιάσουν ἐδῶ, θά δοξασθοῦν ἐκεῖ. Ὃσος εἶναι ὁ τρόμος τῶν καταδικαζομένων, ἂλλη τόση θά εἶναι ἡ δόξα τῶν ἀμειβομένων ἐκεῖ, ὃπου ἓκαστος θά ἀμειφθῆ δικαίως.
Ὁ Κύριος περιγράφει ἐκτενέστερον τό Δικαστήριον ἐκεῖνο καί λέγει: «ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὃτι εἰσί τίνες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἳτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου, ἓως ἂν εἲδωσι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει». Περί τίνος πρόκειται ἐνταῦθα; Ἰδού! ‘Ἡ μέλλουσα κρίσις θά γίνῃ κατά τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἡ ἐποχή ἐκείνη ὡς λίαν ἀπομεμακρυσμένη δέν θά ἲδῃ οὐδένα ἐκ τῶν ζώντων τότε Ἀποστόλων. Ἀλλά ἡ Μεσσιανική ἐποχή καί ἑπομένως καί τό Μεσσιανικόν θεῖον Δικαστήριον ἐκτείνεται ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου μέχρι τέλους κόσμου. Δύο μεγάλαι δίκαι καί καταδίκαι θά λάβωσι χώραν κατά τήν Μεσσιανικήν ταύτην περίοδον. Ἡ μία ἀφορᾶ τήν δίκην καί καταδίκην τῆς Ἱερουσαλήμ καί κεῖται εἰς τήν ἀρχήν τῆς Μεσσιανικῆς περιόδου ταύτης. Ἡ πρώτη εἶναι εἰκών τῆς δευτέρας. Ἡ πρώτη δίκη καί καταδίκη εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, ἣτις ἒγινε τό 70 μ.Χ. Κατά τήν καταστροφήν ταύτην ἒζων τινές τῶν Ἀποστόλων καί ἐκ τοῦ λαοῦ τοῦ παρευρισκομένου μετά τοῦ Ἰησοῦ. Κατά ταύτην ἦλθεν «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει», διότι ἐφάνη ἡ θαυματουργική δύναμις τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἐκκλησίας καθ’ ὃσον ἡ μέν Ἱερουσαλήμ κατεστράφη τιμωρηθεῖσα, ἡ δέ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐξηπλώθη εἰς ὁλόκληρον τόν κόσμον. Μικρά εἶναι ἡ δύναμις αὓτη τῆς βασιλείας τοῦ θεοῦ; Κάθε ἂλλο!
Ἰδού τό τρομερόν δικαστήριον, ἡ ἃλωσις τῆς Ἱερουσαλήμ! Ἑπομένως, λέγει ό Κύριος, νικήσατε τόν φόβον τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου χάριν ἐμοῦ, μέ τόν φόβον τοῦ μέλλοντος τρομεροῦ δικαστηρίου, τό ὁποῖον θά γίνῃ πέραν τοῦ κόσμου τούτου καί τοῦ ὁποίου εἰκών εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, τῆς ὁποίας τινές ἐξ ὑμῶν τῶν Ἀποστόλων καί παρισταμένων θά γίνετε αὐτόπται μάρτυρες.
θ έ μ α « Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου καί ἡμῶν»
Ἐνταῦθα ὁ λόγος εἶναι περί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ και ἡμῶν.
Καί Α. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Τρία πρόσωπα εἶναι σπουδαῖα ἐνταῦθα. Ὁ Χριστός, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί ὁ Διάβολος. Ὁ Χριστός καί ὁ Πέτρος εἶναι τά ἁγιώτερα πρόσωπα εἰς τήν γῆν καί τόν Οὐρανόν. Ὁ Διάβολος εἶναι τό βρωμερώτερον πρόσωπον ἐδῶ καί εἰς τόν ἂλλον κόσμον. Ὁ Χριστός ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον Διάβολον! Πόσον τρομερόν εἶναι τό πράγμα, ἂν σκεφθῶμεν, ὃτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὠνομάσθη διάβολος, διότι δέν ἠθέλησε νά σταυρωθῆ ό Χριστός ἀπό ἀγάπην του πρός Αὐτόν. Ὀνομάζει δέ ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον, διότι εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ, ἳνα ἐξιλεώσῃ ἡμᾶς ἒναντι τοῦ Πατρός του διά.τό προπατορικόν ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ. Ἐρωτᾶται ὃμως. Διατί ἒχει τόσην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ ὁ Χριστός, ὣστε ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον καί δέν συγχωρεῖ τό ἁμάρτημα μας διά λόγου, ἀλλά δι’ αἳματος σταυρικοῦ; Ἰδού! Μέ τόν σταυρικόν θάνατον τοῦ Χριστοῦ φαίνονται δύο ἀντίθετα πράγματα τοῦ θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου.
Πρῶτον τοῦ Θεοῦ. Διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου φαίνονται ἡ αὐστηρότης τῆς θείας δικαιοσύνης καί ἡ θεία εὐσπλαγχνία. Ἡ Δικαιοσύνη του! Δέν ἦτο ἂλλος καταλληλότερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας δικαιοσύνης ἐν τῆ ὑψίστῃ αὐστηρότητι παρά διά μίαν μόνην ἁμαρτίαν τῶν πρωτοπλάστων καί ἐκείνην πρό χιλιάδων ἐτῶν καί κατά πρώτην φοράν γενομένην καί εἰς μορφήν μικρᾶς βαρύτητος – βρῶσις ἀπηγορευμένου καρποῦ! – νά ὑποστῆ ὁ μονογενής Του Υἱός τήν ἐσχάτην τῶν ποινῶν, τόν θάνατον και τοῦτον ἐν τῆ ἀτιμωτική καί πολυωδύνῳ μορφῆ τοῦ σταυροῦ! Ἀλλά ταυτοχρόνως δέν ὑπάρχει καλλίτερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας εὐσπλαγχνίας πρός τούς ἁμαρτωλούς ἀπό τοῦ νά μή πάθῃ τίποτε ἀπό τήν ποινήν ταύτην ὁ ἁμαρτήσας ἂνθρωπος ἀλλά ὁ ἀναμάρτητος Ἰησοῦς, ἡμεῖς δέ νά σωζώμεθα δωρεάν οὐχί διά λόγου, ἀλλά διά τοῦ αἳματος τοῦ σταυρωθέντος Ἰησοῦ. Ὣστε μέ τόν σταυρικόν θάνατον Του ὁ Χριστός ἒδειξε τήν αὐστηρότητα τῆς θείας δικαιοσύνης κατά τῆς ἁμαρτίας καί τήν μεγάλην Του ἀγάπην πρός τούς ἁμαρτωλούς. Πόσον ἐπιτυχής καί ἀνάγλυφος εἶναι ὁ τραγικός συνδυασμός τῶν δύο ἰδιοτήτων τοῦ θεοῦ δικαιοσύνης καί ἀγάπης ἐν τῶ σταυρῶ!
Δεύτερον. Τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ Σταυρός ὃμως τοῦ Κυρίου συνδυάζει καί ζυγίζει και δύο ἂλλας ἀντιθέσεις, αἳτινες ὑπάρχουσιν εἰς τόν ἂνθρωπον, τήν βρωμιά του καί τό μεγαλεῖον του. Βρωμιά εἶναι αἱ ἁμαρτίαι του και μεγαλεῖον του εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Πόσον βαρεῖα εἶναι και τί ζυγίζει ἡ ἁμαρτία, μία ζυγαριά μόνον ἠδύνατο νά τά ζυγίση, ἓνας μεγάλος ζυγιστής ἠδύνατο νά κρατήσῃ εἰς τό χέρι του τήν ζυγαριάν αὐτήν καί εἰδικά δράμια ἒπρεπε πρός τοῦτο νά εὑρεθῶσι. Καί αὐτά εἶναι: Ζυγός μέν ὁ Σταυρός, ζυγιστής ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς καί δράμια τό αἷμα Του! Δέν ὑπάρχει βαρύτερον πράγμα ἀπό τόν σταυρόν, δέν ὑπάρχει δυνατώτερος ἀπότόν Θεόν. Δέν ὑπάρχουν ἐλαφρότερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν καί τά ἐλάχιστα βάρη, βαρύτερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν μεγάλα βάρη ἀπό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τά τρία αὐτά ἐζύγισαν τήν μίαν, τήν πρώτην τήν πρό χιλιάδων ἐτῶν ἁμαρτίαν καί ἐχύθη τόσον καί τοιοῦτον αἷμα. Πόσον βαρεῖα εἶναι ἡ ἁμαρτία!
Ἀλλά ὁ σταυρός δηλοῖ καί τήν ἀξίαν τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Ἰδού πῶς! Προκειμένου νά καθαρίσωμέν οἱονδήποτε ὓφασμα ἐξετάζομεν πόσον θά μᾶς στοιχίσουν τά καθαριστικά. Ἑπομένως ἀπό τήν ἀξίαν τοῦ καθαριστικοῦ μέσου ἐξάγεται ἡ ἀξία τοῦ καθαριζομένου ὑφάσματος. Καί ἐδῶ καθαρτήριον μέσον εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καθαριζόμενον πρᾶγμα ἡ ψυχή μας. Ἂπειρη εἶναι ἡ ἀξία τοῦ αἳματος τοῦ Χριστοῦ; Ἂπειρη εἶναι καί ἡ ἀξία τῆς ψυχῆς μας. Ὣστε ἰδού ὁ σταυρός δεικνύει τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀξίαν τοῦ ἀνθρώπου! Ἑπομένως ὁ σταυρός δηλοῖ πόσον δίκαιος καί ἀγαθός εἶναι ὁ Θεός, πόσον βάρος ἒχει ἡ ἁμαρτία καί ἀξίαν ὁ ἂνθρωπος!
Β.’ Οἱ ἰδικοί μας σταυροί ; Τό ἲδιον και οὗτοι φανερώνουν: Τήν ἀγάπην καί δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ, τήν ἀξίαν καί τήν βρωμιάν μας. Καί συγκεκριμένως. Ἒχεις και σύ τά σταυρουλάκια σου. Πτωχείαν, ἀσθένειαν, γείτονα κακόν, νοικάρην ὀχληρόν, ἀδελφόν καί συγγενῆ ἰδιότροπον, ἂνδρα ἢ γυναῖκα τύραννον, φίλον συκοφάντην, συνάδελφον κουτσομπόλην ἢ ὑβριστήν, κ.λ.π. Μέσα εἰς αὐτά θά φανῆ ἡ ἀγάπη καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἡ ἀξία σου καί ἡ βρωμιά σου. Πράγματι! Πότε ὁ Θεός θά δείξη τήν ἀγάπην Του πρός ἐσέ; Ὃταν εἶσαι πτωχός, ἀσθενής, ὃταν ἒχεις γείτονα ὀχληρόν, ὃταν ἀδικῆσαι ἀπό τόν ἂνδρα σου, τήν γυναῖκα σου, τόν φίλον σου, τόν συνάδελφον σου. Ὃταν δέν ἀδικῆσαι, δέν ὑπάρχει λόγος νά ἐκδηλωθῆ τόση ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Πότε σύ χαϊδεύεις τό μάτι σου, τό χέρι σου, τό πόδι σου; Ὃταν ἒχῃ πληγήν τινα. Πότε ἡ μητέρα φιλεῖ τό παιδί της καί ἐκδηλοῖ τήν ἀγάπην της; Ὃταν ἀσθενῆ. Τό ἲδιον κάμνει καί ὁ Θεός πρός ἡμᾶς, ὃταν ὑποφέρωμεν.
Εἰς τούς σταυρούς μας δέν φαίνεται μόνον ἡ ἀγάπη Του ἀλλά καί ἡ δικαιοσύνη Του. Πόσοι ἀπό τούς σταυρούς αὐτούς εἶναι τιμωρία μας! Σέ κουτσομπολεύει αὐτή, διότι καί σύ κάποιον ἂλλον κουτσομπόλευσες. Σε συκοφαντεῖ ἐκεῖνος, διότι καί σύ εἰς κάποιον λόγον συκοφαντίας ἐξετόξευσες.. Eἶσαι ἀσθενής; Ἀποκλείεται, ὣστε ἀπό τῶν πολλῶν σου ἁμαρτιῶν νά ἀσθενῆ τό σῶμα; Εἶσαι πτωχός; Ἀποκλείεται ἡ τεμπελιά, ἡ σπατάλη νά σ’ ἒφερον εἰς τό σημεῖον αὐτό; Εἶναι τύραννος ὁ ἂνδρας σου; Ποῦ ξέρω ἂν τόν βασανίζῃς καί σύ μέ τούς ἰδικούς σου γυναικείους τρόπους; Εἶσαι ἐν τάξει, εἰς αὐτά καί ἀδικεῖσαι; Αἲ, τότε θά ἐκδηλωθῆ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός σέ.
Ἀλλά εἰς τούς σταυρούς αὐτούς φαίνεται ἡ βρωμιά μας καί ἡ ἀξία μας ἐπάνω εἰς τήν πίεσιν τῆς ἀδικίας, τῆς συκοφαντίας, τῆς πτωχείας, τῆς ἀσθενείας, θά ξεράσῃς ὃ,τι ἒχεις μέσα σου κατά τοῦ γείτονα σου, τοῦ ἰδιοκτήτου σου, τοῦ νοικάρη, τοῦ φίλου, τοῦ συναδέλφου σου, τῆς φίλης. Τότε θά δείξης καί τό μεγαλεῖον τῆς ψυχῆς σου διά τῆς ὑπομονῆς εἰς τήν πτωχείαν καί νόσον, διά τῆς μεγαλοκαρδίας σου εἰς τούς συκοφάντας σου, διά τῆς σιωπῆς εἰς τάς ἐξάψεις τοῦ θυμοῦ τοῦ ἀνδρός σου, διά τῆς συγγνώμης σου πρός τούς βλάψαντάς σε, γενικῶς διά τῆς προσπαθείας σου νά ρίπτῃς νερό καί ὂχι λάδι στή φωτιά. Ἰδού καί οἱ δικοί μας σταυροί, καθρέπται τῆς ἀγάπης καί δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τῆς. βρωμιᾶς καί τοῦ μεγαλείου μας! Ἰδού διατί ό Χριστός τόσον πολύ ἐπεθύμει νά σταυρωθῆ, ὣστε νά εἲπῃ τόν Πέτρον, ὃστις τοῦ συνέστησε, νά μή σταυρωθῆ, Διάβολον. Ἰδού διατί συνέστησεν, ὃτι πρέπει νά προσέχωμεν εἰς τούς σταυρούς μας, ὣστε νά ὑπομένωμεν αὐτούς
Παράδειγμα σπουδαιότατο καί εἰκών φωτεινοτάτη, πόσον ἡ θλίψις, ἐξαγνίζει τόν ἂνθρωπον καί ἀναδεικνύει, τόν θεόν, εἶναι ὂχι μόνον τῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι διά τῶν βασάνων ἐξελαμπικαρίσθησαν ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ, ἀλλά καί κατά τόν κατακλυσμόν. Κατά τόν κατακλυσμόν δηλαδή τοῦ Νῶε, ὃσον ὁ κατακλυσμός ἐμεγάλωνε, τόσον ἡ κιβωτός τῶν 8 δικαίων ψυχῶν ἀνυψοῦτο εἰς ὑψηλότερον ὓψος. Ὃσο περισσότεροι ἀσεβεῖς ἐπνίγοντο, τόσον ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας τῶν δικαίων ἢγγιζε πρός τόν Οὐρανόν. Τό γεγονός τοῦτο εἶναι ἐκφραστικωτάτη εἰκών τῆς δικαιοσύνης τοῦ θεοῦ πρός τούς ἁμαρτωλούς, ἀγάπης Του πρός τούς δικαίους καί δεῖγμα τῆς ἀνθρωπίνης βρωμιᾶς, ἀλλά καί ἀξίας, ἀφοῦ 8 ἂνθρωποι ἐσώθησαν μέσα εἰς τόσην κοσμοχαλασιά.
Μ ί α   ἀ π ο ρ ί α.  Εἶπεν ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν. Ἑπομένως ἐπιτρέπεται καί ἡμεῖς νά εἲπωμεν τόν ἂλλον Σατανᾶν ἢ νά. διαβολοστείλωμεν ἂλλον, ἂνθρωπον; Ἀπαντῶ. 1) Ό Χριστός θά στείλῃ εἰς τόν Διάβολον κατά τήν μεγάλην Κρίσιν, ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι εἰργάσθησαν αὐτόν διά τοῦ «ὑπάγετε ἀπ’ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιόν τό ἡτοιμασμένον τῶ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Ἑπομένως ὁ Χριστός ἒχει δικαίωμα νά στείλῃ ἀνθρώπους, ὑπηρέτας τοῦ Σατανᾶ, εἰς τόν Σατανᾶν, διότι ἡ παγγνωσία του γνωρίζει ἂν ὁ Α εἶναι διάβολος ἢ ἀξίζει νά πάῃ εἰς τόν διάβολον, ἐνῶ ἡμεῖς οὒτε γνῶσιν οὒτε δικαίωμα ἒχομεν. 2) Ὁ Χριστός εἶπε τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν, διότι τοῦ εἶπε νά μή σταυρωθῆ. Σύ ὃμως λέγεις τόν ἂλλον Σατανᾶν, διότι σέ σταυρώνει. Πόση διαφορά!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...