Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Τα Θεία Πάθη στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο

ΤΑ ΘΕΙΑ ΠΑΘΗ ΣΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Α.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ  κζ 1 – 65
(Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 478-501 εκδόσεις «ο Σωτήρ», μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας              Ζ = Ζιγαβηνός Ευθύμιος
Απ = Απολλινάριος                    Θφ = Θεοφύλακτος Βουλγαρίας
Αυ = Αυγουστίνος                     Ιε = Ιερώνυμος
Β = Βασίλειος ο Μέγας               Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός         Χ= Χρυσόστομος Ιωάννης
Γν = Γρηγόριος Νύσσης              Ω = Ωριγένης
Δ = Δαμασκηνός Ιωάννης           DB=Dict. Of the Bible,Hastings
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας
(Σύγχρονοι Θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible, St Matthew Edited by G.H. Box on the      basis of the earlier edition by Prof  W.F. Slater, Edirburgh 1922 (σημειώνεται με το S)
M.J. Lagrange.   Evangile selon s. Matthieu, Deuxieme edition      Paris 1923 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer.   An exegetical commentary on the Gospel according to S. Matthew, London 1911 (σημειώνεται με το p.)
W. Allen    A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Matthew Third edition 1922 (σημειώνεται με το a).
A. Commentary critical, expository and practical κ.λ.π by I. Owen, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
L. Cl. Fillion    La sainte Bible commentee VII (σημειώνεται με το F).
J.A. Bengel      Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm  Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά  Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
Η δίκη του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου
Ματθ. 27,11  Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος(1)· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν(2) ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ(3) εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων(4); ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις(5).
Ματθ. 27,11   Ο δε Ιησούς εστάθη όρθιος εμπρός στον ηγεμόνα και τον ηρώτησε ο ηγεμών λέγων• “συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;” Ο δε Ιησούς του απήντησε• “συ λέγεις ότι είμαι ο βασιλεύς”.
Ο Ματθαίος συμφωνεί εδώ με το Μάρκο, προσθέτοντας και κάποια δικά του, όπως η παρέμβαση της γυναίκας του Πιλάτου, και το πλύσιμο των χεριών του τελευταίου αυτού, και το ότι ο λαός ανέλαβε την ευθύνη της έκχυσης του αίματος του Ιησού (L).
(1)    Ο Πιλάτος είχε ανεβεί από την Καισάρεια για τήρηση της τάξης κατά το Πάσχα.
(2)    «Οι μεν Ιουδαίοι τον παρέδωσαν στον Πιλάτο για να τον σκοτώσει, όχι για να τον εξετάσει· αυτός όμως, πριν την εξέταση, δεν ανεχόταν να τον σκοτώσει· γι’ αυτό ζητά να μάθει ποια είναι η κατηγορία» (Ζ). Σύμφωνα με το Λουκά οι Ιουδαίοι κατηγόρησαν τον Ιησού όχι για βλασφημία, για την οποία είχε καταδικαστεί σε θάνατο από το συνέδριο, αλλά η οποία για τον Πιλάτο δεν θα αποτελούσε έγκλημα που συνεπάγεται θάνατο, αλλά για στάση, ότι αποτρέπει την καταβολή φόρου στον Καίσαρα και ότι διεκδικεί το βασιλικό αξίωμα (Λουκ. κγ 2) (p).
«Και δες κακουργία! Επειδή ήθελαν δηλαδή να ανάψουν το θυμό του Πιλάτου εναντίον του Χριστού και να τον παρασύρουν στο να τον φονεύσει γρήγορα, του προσάπτουν κατηγορία αποστασίας και τυραννίας» (Ζ).
(3)    Ο Πιλάτος είχε πιθανώς ακούσει για τη θριαμβευτική είσοδο και γι αυτό τη σχετικά με την τυραννία κατηγορία τη βρήκε κατ’ αρχήν βάσιμη. Από τη δική του σκοπιά λοιπόν η κατηγορία αυτή ήταν η σοβαρότερη από όλες. Αλλά τώρα που βλέπει τον κατηγορούμενο, η κατηγορία τον εκπλήσσει. Και ρωτά τονίζοντας την αντωνυμία, εσύ είσαι…; Θεωρούσε απιθανότατο, ότι ο άνθρωπος αυτός διεκδικούσε τη βασιλεία.
(4)     Η ερώτηση παρουσιάζεται η ίδια και στους τρεις συνοπτικούς (ευαγγελιστές). Και μία τέτοια ερώτηση κατά πάσα πιθανότητα θα χρησιμοποιούσε σε τέτοια περίπτωση κάθε Ρωμαίος αξιωματούχος. Εάν ο Ιησούς αξίωνε ότι είναι βασιλιάς, θα διεκδικούσε το αξίωμα του βασιλιά των Ιουδαίων.
(5)    Ο Ιησούς ενώπιον του Καϊάφα ομολογεί τον εαυτό του Χριστό, ενώπιον του Πιλάτου βασιλιά (b).
«Ο Ιησούς όμως είπε σε αυτόν· Εσύ το λες, δίνοντας σε αυτόν σοφότατη απόκριση. Διότι ούτε είπε, ότι δεν είμαι, ούτε πάλι, ότι είμαι. Αλλά κάπως ενδιάμεσα είπε· Εσύ το λες. Αυτό δηλαδή μπορεί να εννοηθεί και έτσι, ότι, είμαι όπως λες. Και έτσι, ότι, Εγώ μεν δεν το λέω αυτό, εσύ όμως το λες» (Θφ).
Είναι αμφίβολο εάν υπάρχει κάποια σκιά διαφοράς ανάμεσα στο «συ λέγεις» αυτό και στο «σὺ εἶπας» στο κστ 64.
Η απάντηση είναι κάπως μετριασμένη κατάφαση.=Δεν αρνούμαι αυτό, αλλά εσύ το λες αυτό και όχι εγώ. Και ως καταφατική θεώρησε αυτήν και ο Πιλάτος. Σε αυτήν την περίπτωση όμως γίνεται αναγκαία η συμπλήρωση των πληροφοριών μας από την αφήγηση του Ιωάννη, όπου ο Ιησούς εξηγεί στον Πιλάτο, ότι η βασιλεία του δεν είναι από τον κόσμο αυτόν. Αλλιώς η δίκη θα έληγε εδώ και η καταφατική απάντηση του Κυρίου θα οδηγούσε αμέσως στην από τον Πιλάτο επικύρωση της θανατικής απόφασης. Αλλά από την κατ’ ιδίαν συνομιλία του με τον Ιησού ο Πιλάτος πείστηκε, ότι επρόκειτο για ακίνδυνο και αθώο άνθρωπο. Γι’ αυτό προσπαθεί να τον σώσει. Δεν έχει όμως αρκετό σθένος, ώστε να ενεργήσει όπως ο Κλαύδιος Λυσίας στην περίπτωση του Παύλου (p).
Ματθ. 27,12  καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο(1).
Ματθ. 27,12  Και ενώ κατηγορείτο από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους, αυτός δεν έδωσε καμίαν απάντησιν.
(1)    Η αντίθεση μεταξύ της συμπεριφοράς του Κυρίου προς τον Πιλάτο κατ’ ιδίαν και της συμπεριφοράς του όταν αντιμετώπιζε δημόσια την εναντίον του κατηγορία της ιουδαϊκής ιεραρχίας, είναι αξιοσημείωτη. Αναγνωρίζει ως δικαίωμα του επιτρόπου να ρωτήσει αυτόν για τις κατηγορίες αυτές, και γι’ αυτό απαντά στα ερωτήματά του ελεύθερα. Δεν αναγνωρίζει όμως ως δικαίωμα των μελών του συνεδρίου να φέρνουν τέτοιες κατηγορίες, οι οποίες ήταν ψευδείς και γνώριζαν καλά οι του συνεδρίου, ότι ήταν ψευδείς (p).
«Διότι αν και είχαν μύριες αποδείξεις από τα πράγματα για τη δύναμη, την πραότητα, και την επιείκειά του, με τη θέλησή τους τυφλώνονταν και κακουργούσαν. Για αυτά ακριβώς δεν απαντά σε τίποτα, αλλά σιωπά…, προς τις κατηγορίες όμως αυτών τίποτα πλέον δεν λέει· διότι δεν επρόκειτο βεβαίως να τους πείσει» (Χ).
Ματθ. 27,13  τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι(1);
Ματθ. 27,13  Τότε λέγει εις αυτόν ο Πιλάτος• “δεν ακούς πόσα καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
(1)    «Διότι ήθελε ο Πιλάτος να απαλλαχτεί ο Ιησούς αφού απολογηθεί, γι’ αυτό και έλεγε αυτά» (Χ). Ο Πιλάτος φαίνεται ήδη πεπεισμένος για την αθωότητα του κατηγορουμένου.
Ματθ. 27,14   καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ ἓν ῥῆμα, ὥστε θαυμάζειν(1) τὸν ἡγεμόνα λίαν.
Ματθ. 27,14    Και δεν απήντησεν εις αυτόν ούτε ένα λόγον, ώστε ο ηγεμών να θαυμάζει παρά πολύ.
(1)    «Διότι πράγματι ήταν αξιοθαύμαστο να βλέπει να δείχνει τόση επιείκεια και να σιωπά, αυτός που μπορούσε άπειρα να πει» (Χ). Θαυμάζει ο Πιλάτος, διότι δεν είναι δυνατόν να παραμένει κάποιος σιωπηλός, όταν η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, μάλιστα αφού ήδη άρχισε να μιλά (b). Του Σωτήρα μας η πραεία και σεμνοπρεπής στάση, που τόσο διέφερε από τη στάση ενός τολμηρού και φιλόδοξου δημαγωγού που παρασέρνει τον όχλο σε στάση ή κάποιου αποσκληρυμένου εγκληματία, που συνταύτισε την τύχη του με κλέφτες και ληστές, πρέπει να προκάλεσε την προσοχή του επιτρόπου και το θαυμασμό του (ο).
Ματθ. 27,15  Κατὰ δὲ ἑορτὴν(1) εἰώθει(2) ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον(3), ὃν ἤθελον(4).
Ματθ. 27,15   Κατά την εορτή δε του πάσχα είχε την συνήθειαν ο ηγεμών να απολύη ένα κατάδικον χάριν του λαού, εκείνον τον οποίον ήθελαν.
(1)    «Τη γιορτή του Πάσχα δηλαδή» (Ζ). Κατά το οκταήμερο του Πάσχα (F).
(2)    Σχετικά με τη συνήθεια αυτή τίποτα άλλο δε γνωρίζουμε παρά μόνο αυτά που αναφέρουν τα ευαγγέλια. Είναι πιθανόν να πρόκειται για συνήθεια των Ιουδαίων, την οποία οι Ρωμαίοι σε συμφωνία με την ανοχή των τοπικών εθίμων, τα οποία δεν ήταν επικίνδυνα στην εξουσία τους, εξακολουθούσαν να τηρούν (p).
«Λέει ο Ιωάννης, ότι είπε ο Πιλάτος· Υπάρχει συνήθεια σε σας να ελευθερώσω για σας έναν κατά το Πάσχα» (Ζ).
(3)    Η συνήθεια αυτή ήταν σύμφωνη με την απελευθέρωση από την Αίγυπτο (b). Πιθανώς να είχε σχέση και με παλαιό έθιμο των Βαβυλωνίων-Ασσυρίων, σύμφωνα με το οποίο ο βασιλιάς του ζητούσαν σε κάποιες ημέρες του μήνα Μαρσιεσβάν να απαγγείλει κάποιο ψαλμό μετανοίας και να αφήνει ελεύθερο έναν δέσμιο, για δήλωση ίσως, του ότι οι θεοί δείχνονταν φιλάνθρωποι και συγχωρούσαν τις αμαρτίες τους (S).
(4)    Αδιαφόρως των μεγάλων ή πολλαπλών του εγκλημάτων, εάν ο λαός ήθελε την απόλυσή του, ο δέσμιος ελευθερωνόταν (ο).
Ματθ. 27,16  εἶχον(1) δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον(2) λεγόμενον Βαραββᾶν(3).
Ματθ. 27,16  Είχαν δε τότε ένα κατάδικον διαβόητον δια τα πολλά του εγκλήματα, ο όποιος ελέγετο Βαραββάς.
(1)    Είχαν οι ρωμαϊκές αρχές (ο).
(2)    Το αντίθετο του άσημος, το οποίο λέγεται πρώτα για το χρυσό και το ασήμι που δεν έχουν κοπεί και σφραγιστεί σε νομίσματα, και έπειτα για τον μη γνωστό. Επίσημος λοιπόν είναι ο σεσημασμένος, ο γνωστός για καλό ή κακό (δ). «Επίσημο, δηλαδή διαβόητο για κακία· ο οποίος είχε κάνει άπειρους φόνους» (Χ).
Εάν επρόκειτο για άνθρωπο που αξίωνε, ότι ήταν ο Μεσσίας ή που συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους υπέρ της ανεξαρτησίας του ιουδαϊκού λαού, θα ήταν πολύ δημοφιλής και συνεπώς θα ήταν πολύ ανόητο εκ μέρους του Πιλάτου, να προτείνει την απόλυσή του, ενώ αποτελούσε και κίνδυνο για το ρωμαϊκό καθεστώς, αφού θα ήταν εκ προτέρου βέβαιος, ότι αυτόν θα προτιμούσαν οι Ιουδαίοι. Η στάση και αιματοχυσία, για την οποία είχε φυλακιστεί (Λουκ. κγ 19), θα προκλήθηκε από κάποια ληστρική επιδρομή, στην οποία δεν αναφέρεται, ότι αυτός ήταν ο αρχηγός (p).
(3)    Όχι ασυνήθιστο στους Ιουδαίους όνομα (ο). Βάρ-αββά, υιός αββά, «γιος του πατέρα. Διότι βαρ είναι ο γιος και αββάς ο πατέρας» (Θφ). Άλλοι ερμήνευσαν γιος ραββίνου. «Διότι όπως φαίνεται ήταν πατρώνυμο του ληστή το Βαραββάς, το οποίο ερμηνεύεται γιος διδασκάλου» (Σχόλιο Αναστασίου Αντιοχείας), «filius magistri eorum(=γιος του διδασκάλου τους)» (Ιερώνυμος).
Σε αυτή την περίπτωση όμως έπρεπε να είναι Βαρ-ραββάν. Η συνήθης παραγωγή του ονόματος υιός πατρός παρέχει προφανή αντίθεση μεταξύ του Υιού του Πατρός (=του Χριστού), ο οποίος αποδοκιμάστηκε και του υιού κάποιου πατέρα (=Βαραββάς), ο οποίος προτιμήθηκε (p). «Οι Ιουδαίοι λοιπόν, ζήτησαν τον υιό του πατέρα τους του διαβόλου» (Θφ).
Ματθ. 27,17  συνηγμένων οὖν αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος(1)· τίνα θέλετε ἀπολύσω ὑμῖν(2); Βαραββᾶν(3) ἢ Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν;
Ματθ. 27,17   Ενώ δε εκείνοι ήσαν συγκετρωμένοι εμπρός στο πραιτώριον, τους ηρώτησεν ο Πιλάτος• “ποίον θέλετε να απολύσω προς χάριν σας; Τον Βαραββάν η τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;”
(1)    «Ο Πιλάτος επειδή δεν μπόρεσε να σώσει το Χριστό ως αθώο, επεχείρησε έστω λοιπόν και ως κατάδικο να του δώσει χάρη λόγω της γιορτής» (Ζ). «Διότι αν δε θέλετε, λέει, να τον αφήσετε ως αθώο, έστω και ως κατάδικο χαρίστε του τη ζωή λόγω της γιορτής» (Χ).
(2)    «Βλέπεις πώς αντιστράφηκε η κατάσταση; Διότι η μεν αίτηση υπέρ των καταδίκων, ήταν συνήθεια να γίνεται από το λαό, ενώ η απόλυση από τον άρχοντα· τώρα όμως έγινε το αντίθετο, και ο άρχοντας ζητά από το λαό και ούτε έτσι δεν γίνονται ήμεροι, αλλά εξαγριώνονται περισσότερο» (Χ).
(3)    Τόσο στο στίχο αυτό, όσο και στον προηγούμενο υπάρχει από ελάχιστα χειρόγραφα μαρτυρούμενη γραφή Ιησούν Βαραββάν. Ο Ωριγένης φαίνεται να προσκλίνει να δεχτεί τη γραφή αυτή.
«Σε πολύ παλαιά αντίγραφα που διάβασα και ο ίδιος ο Βαραββάς λεγόταν Ιησούς. Και η ερώτηση του Πιλάτου ήταν ως εξής σε αυτά· ποιόν θέλετε από τους δύο να ελευθερώσω σε σας, τον Ιησού τον Βαραββά ή τον Ιησού τον λεγόμενο Χριστό;» (Σχόλιο Αναστασίου Αντιοχείας).
Και μεταξύ των νεωτέρων ερμηνευτών προτιμούν αυτήν τη γραφή οι L,a,Burkitt,Ewald και Zahn. Όλοι όμως οι ελληνικοί μεγαλογράμματοι κώδικες, καθώς και οι περισσότερες και καλύτερες μεταφράσεις δεν μαρτυρούν υπέρ αυτής της γραφής. Επιπλέον και τα λίγα χειρόγραφα που μαρτυρούν υπέρ αυτής, ενώ έχουν το Ιησούς Βαρραβάς στους στίχους 16,17, δεν έχουν αυτό στους στίχους 20,21,26, όπου θα ανέμενε κάποιος να δει να επαναλαμβάνεται αυτό. Εξάλλου κανένα ίχνος της γραφής αυτής δεν συναντιέται σε κανένα χειρόγραφο των τριών υπόλοιπων ευαγγελίων (p). Είναι λοιπόν πιθανότατη η από απροσεξία μετάθεση από το όνομα του Σωτήρα και η σύγχυση του κύριου ονόματος του Σωτήρα και του πατρωνυμικού του ληστή (δ).
Ματθ. 27,18  ᾔδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον(1) παρέδωκαν(2) αὐτόν.
Ματθ. 27,18   Διότι είχε εννοήσει πολύ καλά, ότι ένεκα φθόνου τον παρέδωσαν.
(1)    Φθονούσαν τον Ιησού, διότι ο λαός ήταν με το μέρος του (b). Κριτής έμπειρος όπως ο Πιλάτος εύκολα αντιλήφθηκε αυτό (F). Άλλωστε οι ρωμαϊκές εξουσίες τηρούνταν ενήμερες με τους εγκαθέτους τους για το τι συνέβαινε στη χώρα, και δεν υπάρχει για αυτό καμία δυσκολία να υποθέσουμε, ότι ο Πιλάτος πληροφορήθηκε για τα σχετικά με τη δίκη του Ιησού (ο).
(2)    Οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όχι ο λαός, αυτοί είχαν συλλάβει και παραδώσει τον Ιησού, όπως σαφώς γράφει ο Μάρκος (S).
Ματθ. 27,19  Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος(1) ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ(2) αὐτοῦ λέγουσα(3)· μηδέν σοι(4) καὶ τῷ δικαίῳ(5) ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον(6) σήμερον(7) κατ᾿ ὄναρ(8) δι᾿ αὐτόν.
Ματθ. 27,19  Ενώ δε αυτός εκάθητο εις την δικαστικήν έδραν, έστειλε προς αυτόν η γυναίκα του και του είπε• “πρόσεχε να μην αναμιχθής εις την υπόθεσιν του δικαίου εκείνου, διότι πολλά έπαθα σήμερα ένεκα αυτού στο όνειρόν μου”.
(1)    Για τη φράση δες Πράξ. ιβ 21,ιη 12,16,17,κε 6,10,17,Ρωμ. ιδ 10,Β΄ Κορ. ε 10. Η φράση εδώ υπονοεί, ότι ο Πιλάτος ανέμενε έως ότου ο λαός αποφασίσει, ποιος από τους δύο δέσμιους να απολυθεί.
(2)    Το όνομά της σύμφωνα με το θρύλο των αποκρύφων ήταν στα λατινικά Πρόκουλα σύμφωνα με κάποια χειρόγραφα των Πράξεων Πιλάτου ή του ευαγγελίου του Νικοδήμου (Ι,2), το οποίο στα ελληνικά έγινε Πρόκλα (επιστολή Πιλάτου προς Ηρώδη περί της επιστροφής της συζύγου του. Νικηφόρου Καλλίστου Migne 145,720) (L). Στην αρχή απαγορευόταν στους ανθύπατους και ηγεμόνες να παίρνουν μαζί τους τις συζύγους τους στις επαρχίες· ύστερα όμως σιωπηρά επιτράπηκε αυτό (Σουετώνιος στο Αυγούστου βίος 24. Τακίτου Χρονικά 3,33) (δ).
(3)    Το μήνυμα αυτό της συζύγου του Πιλάτου έρχεται εδώ για να δοθεί εξήγηση του γιατί ο Πιλάτος, αφού ο λαός εξέφρασε την προτίμησή του, αποπειράθηκε και πάλι να απολύσει τον δίκαιο αυτόν άνδρα (p).
(4)   Εξυπακούεται το ρήμα «έστω (=ας είναι)» (g). «Καμία διαφωνία να μην υπάρχει ανάμεσα σε εσένα και σε εκείνον· μείνε μακριά του» (Ζ). Μη συμμετάσχεις στην καταδίκη του. Προσπάθησε να τον σώσεις (ο).
(5)    Έτσι αποκαλεί αυτόν και ο Πιλάτος στο σ. 24 αναφερόμενος με τρόπο ασθενικό στα λόγια αυτά της συζύγου του (b). Με την έννοια της λέξης αθώος εδώ (ο).
(6)    «Δεν βλέπει μόνο, αλλά και πάσχει, δηλαδή βασανίζεται, έτσι ώστε, λόγω της συμπάθειας προς τη γυναίκα του, ο άνδρας της να εμποδίσει το φόνο έστω και αν αυτοί δεν πείθονται» (Ζ). «Ω! Τι θαύμα! Ενώ κρινόταν από τον Πιλάτο, εκφόβιζε τη γυναίκα του» (Θφ). Πολλά δεινά έπαθα (δ).
(7)    «Το «σήμερα», λέγεται και για τη νύχτα» (Ζ). «Διότι την ίδια αυτή νύκτα είδε» (Χ). Στην ερώτηση πού ο Πιλάτος πέρασε τη νύχτα για να μην μπορεί η σύζυγός του να τού μιλήσει για το όνειρο το πρωί, εκτός από άλλα μπορεί να δοθεί και η απάντηση, ότι η σύλληψη και παράδοση του Ιησού ήταν απρόοπτη, και όταν έγινε γνωστή αυτή, το έως τότε αόριστο και ανεξήγητο για τη σύζυγο του Πιλάτου όνειρο συνδυασμένο με το απρόοπτο γεγονός έγινε σε αυτήν σημαντικό και λιγότερο ή περισσότερο φανερό (L).
(8)    «Κύτταξε τι συμβαίνει πάλι, ικανό να τους επαναφέρει όλους. Διότι μετά από την εκ των πραγμάτων πείρα και απόδειξη, και το όνειρο δεν ήταν μικρής σημασίας. Και για ποιο λόγο δεν το βλέπει αυτός; Ή, επειδή εκείνη ήταν πιο άξια· ή διότι εάν το έβλεπε αυτός, δεν θα πιστευόταν όπως εκείνη, ή δεν θα το αποκάλυπτε. Γι’ αυτό κανονίζεται να το δει η γυναίκα, ώστε να γίνει γνωστό σε όλους» (Χ).
Σύμφωνα με τη σκέψη του ευαγγελιστή το όνειρο της συζύγου του Πιλάτου ήταν υπερφυσικής προέλευσης (L). Πράγματι πώς η γυναίκα αυτή είδε τόσο φοβερό όνειρο σχετιζόμενο με έναν κατάδικο, τον οποίο δεν γνώριζε ούτε είχε δει ποτέ και για τη σύλληψη και καταδίκη του οποίου δεν ήταν δυνατόν να είχε κάποια είδηση μέχρι την ώρα που ξύπνησε (ο).
Ματθ. 27,20  Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν(1) τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν ἀπολέσωσιν(2).
Ματθ. 27,20   Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν εν τω μεταξύ τους όχλους να ζητήσουν τον Βαραββάν, να θανατώσουν δε τον Ιησούν.
(1)    Την ώρα που ο Πιλάτος λάμβανε το μήνυμα της γυναίκας του, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι ενεργούσαν στους όχλους, τους οποίους ο Πιλάτος για λίγη ώρα άφησε εξαιτίας του μηνύματος (δ). Έπεισαν με ευλογοφανείς λόγους (b). «Διεφθαρμένοι αυτοί, διέφθειραν και τους όχλους» (Ζ).
(2)    Να τον εξολοθρεύσουν δηλαδή να ζητήσουν να θανατωθεί (b).
Ματθ. 27,21  ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἡγεμὼν εἶπεν αὐτοῖς(1)· τίνα θέλετε ἀπὸ τῶν δύο ἀπολύσω ὑμῖν; οἱ δὲ εἶπον(2)· Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,21  Έλαβε δε τον λόγον ο ηγεμών και είπεν εις αυτούς• “ποίον θέλετε από τους δύο να σας απολύσω;” Εκείνοι δε εφώναξαν• “τον Βαραββάν”.
(1)    «Ρώτησε την πρώτη φορά, επειδή όμως δεν απάντησαν ακόμη, αφού ασχολήθηκε με το μήνυμα της γυναίκας του, πάλι επανέλαβε την ερώτηση» (Ζ).
(2)    «Όπως διδάχτηκαν» (Ζ).
Ματθ. 27,22  λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τί οὖν ποιήσω(1) Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; λέγουσιν αὐτῷ πάντες(2)· σταυρωθήτω(3).
Ματθ. 27,22   Τους λέγει ο Πιλάτος• “Τι λοιπόν να κάμω τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;” Λέγουν εις αυτόν όλοι, “να σταυρωθή”.
(1)    «Αφού αστόχησε σε αυτό που ήλπιζε, ρωτά πάλι για αυτό και κάνει αυτούς κύριους της υπόθεσης, καταπραΰνοντας έτσι και γλυκαίνοντάς τους» (Ζ), «έτσι ώστε, έστω και από ντροπή να ζητήσουν την απελευθέρωσή του και το παν να γίνει από το φιλότιμό τους» (Χ). Η προηγούμενη απάντηση του όχλου δεν έπεισε αυτόν, ότι τα συναισθήματα του όχλου έτειναν προς τον όλεθρο του Ιησού. Ο όχλος ήταν δυνατόν παρασυρόμενος να ψηφίσει υπέρ του Βαραββά, αλλά συγχρόνως να μην είναι δυσμενής και προς τον Γαλιλαίο (p).
Υπέθετε ίσως, ότι οι Ιουδαίοι δεν θα ζητούσαν τόσο βαριά τιμωρία για τον Ιησού. Θα όφειλε όμως να μην τους ρωτήσει. Θα ήταν ασφαλέστερο να αφήσει ελεύθερο τον Ιησού χωρίς τίποτα άλλο (b). «Αυτός λοιπόν ήταν άνανδρος και μαλακός (=αδύναμος, άτολμος)» (Χ).
(2)   «Όλοι, όχι οι όχλοι μόνοι, αλλά και οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι» (Ζ).
(3)    «Και δεν λένε, να φονευτεί, αλλά να σταυρωθεί, ώστε και το είδος του θανάτου να τον αποδεικνύει αυτόν (τον Ιησού) κακούργο» (Ζ).
Ματθ. 27,23  ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη(1)· τί γάρ(2) κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς(3) ἔκραζον(4) λέγοντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,23  Ο δε ηγεμών είπε• “διατί να σταυρωθή; Ποίον κακόν έκαμε;” Εκείνοι δε ακόμη περισσότερον εκραύγαζαν λέγοντες• “να σταυρωθή”.
(1)  Ο Πιλάτος επηρεαζόμενος από κάποιο ρωμαϊκό αίσθημα δικαιοσύνης, καθώς και από το ενδιαφέρον του για το δέσμιο και από το όνειρο της συζύγου του, επιχειρεί και πάλι να σώσει τον Ιησού.
(2)    Τι λοιπόν; (g). Αλλά γιατί; Τι έπραξε για να τιμωρηθεί έτσι;
(3)    «Αντί να πει: περισσότερο» (Ζ). Ή, με υπερβολή (δ).
(4)    Συνεχώς.
Ματθ. 27,24  ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ(1), ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος(2) γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας(3) ἀπέναντι(4) τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῶός εἰμι ἀπὸ(5) τοῦ αἵματος(6) τοῦ δικαίου(7) τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε(8).
Ματθ. 27,24   Όταν είδε ο Πιλάτος ότι καμίαν ωφέλειαν δεν έφερε η παρέμβασις του υπέρ του Ιησού, αλλά μάλλον προκαλούσε θόρυβον και αναταραχήν, αφού επήρε νερό εξέπλυνε καλά τα χέρια του εμπρός στον όχλον λέγων• “είμαι αθώος από το αίμα του δικαίου τούτου• εις σας θα πέση η ευθύνη και το κρίμα”.
(1)    Υποκείμενο ο Πιλάτος. Δες Ησ. λ 7,Παροιμ. ια 4, κατά τον Αλεξανδρινό κώδικα Ιω. ιβ 19.
(2)    Φοβόταν στάση (b).
(3)   Το πλύσιμο των χεριών είναι ένας φυσικός συμβολισμός για έκφραση αποποίησης κάθε ενοχής και ευθύνης. Βρίσκουμε αυτόν μεταξύ των Ιουδαίων (Δευτ. κα 6,Ψαλμ. κε 6,οβ 13,Ιωσήπου Αρχαιολ. IV,VIII,16) και των εθνικών (Virg. Aen. II 719·  Ovid. Fasti II 45). Δεν ήταν ασυνήθιστο για ένα δικαστή, όταν απήγγειλε την ποινή του θανάτου, να διαμαρτύρεται, ότι δεν είχε ευθύνη ή ενοχή για την αφαίρεση της ζωής του καταδικασμένου (Αποστολικαί Διαταγαί ΙΙ 52). Το απενίψατο είναι πιο έντονο από το απλό ενίψατο (p).
Ο Πιλάτος δεν συμμορφώνεται εδώ με συνήθεια ιουδαϊκή, αλλά κάτω από το κράτος δεισιδαιμονικού φόβου χρησιμοποιεί τον εκφραστικό αυτό συμβολισμό καθησυχάζοντας τη συνείδησή του με την επίρριψη ολόκληρης της ενοχής σε εκείνους (L).
«Καθάρισε με νερό τα χέρια δείχνοντας, ότι είναι καθαρός και αμέτοχος στο φόνο· διότι ήταν ιουδαϊκή συνήθεια, να διαμαρτύρονται έτσι αυτοί που δεν ήθελαν να συμμετέχουν σε κάποιο φόνο. Διότι λέει και ο Δαβίδ· Θα πλύνω με αθώους τα χέρια μου» (Ζ).
(4)    Μπροστά και αντικρυστά στο πλήθος.
(5)    Η σύνταξη «αθώος από» είναι εβραϊσμός. Δες Αριθμ. ε 31,Β΄ Βασ. γ 28 (L).
(6)    «Αίμα λένε την καταδίκη του αίματος» (Ζ)· από την ενοχή για το χύσιμο του αίματος.
(7)    Ο Πιλάτος υιοθετεί τον χαρακτηρισμό αυτόν από το μήνυμα της συζύγου του, στίχ. 19 (b).
(8)    Όπως οι Ιουδαίοι είπαν στον Ιούδα, έτσι και ο Πιλάτος λέει στους Ιουδαίους (b). Δική σας φροντίδα θα είναι το τι θα κάνετε, για να εξιλεωθείτε για το άδικο αυτό.
Ματθ. 27,25  καὶ ἀποκριθεὶς πᾶς ὁ λαὸς εἶπε· τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν(1).
Ματθ. 27,25   Και απεκρίθη όλος ο λαός και είπε• “το αίμα αυτού ας πέση επάνω εις ημάς και επάνω εις τα τέκνα μας”.
(1)    Εξυπακούεται το ελθέτω (=ας έλθει) (L).
«Τραβούν την κατάρα όχι μόνο εναντίον αυτών των ίδιων, αλλά και εναντίον των παιδιών τους» (Ζ). Για κατάρες παρομοίου είδους δες Πράξ. ιη 6 (S). Ως προς τις επερχόμενες γενιές ισχύει το «αυτοί που επιμένουν στην πώρωση, γίνονται κληρονόμοι του πατρικού φόνου» (Β).
Ο ευαγγελιστής επιθυμεί να αντιθέσει την σκληροκαρδία των Ιουδαίων κριτών με τις τύψεις της συνείδησης ειδωλολάτρη κριτή. Η κύρια ιδέα του στίχου είναι, ότι όλοι όσοι ήταν εκεί παρόντες, αναδέχτηκαν την ευθύνη. Το έγκλημα της θανάτωσης του Μεσσία από άποψη γενικότητας κατέστη εθνικό έγκλημα (p). Πόσο τρομερά πραγματοποιήθηκε αυτό! Κανείς ποτέ λαός δεν υπέφερε τόσους και τέτοιους διωγμούς, και όμως διασώζεται ακόμη με θαυμάσιο τρόπο ως ξεχωριστή φυλή, διαρκές και ζωντανό μνημείο της οργής του Θεού (ο).
«Για αυτόν το λόγο καταστράφηκαν όλοι μαζί ως γένος και τους αρπάχτηκαν οι πόλεις, ώστε σχεδόν να μην μπορεί να διαφύγει κανένας. Διότι το τι και πόσα έπαθαν, τα διηγούνται οι γραφές αυτών που εξιστόρησαν αυτά τα γεγονότα» (Κ)
Ματθ. 27,26 τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν φραγελλώσας(1) παρέδωκεν(2) ἵνα σταυρωθῇ.
Ματθ. 27,26  Τότε τους αφήκεν ελεύθερον τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν, αφού διέταξε και τον εμαστίγωσαν με το φραγγέλιον, τον παρέδωσε δια να σταυρωθή.
(1)    «Φραγγέλωσε δηλαδή μαστίγωσε» (Θφ). «Το φραγγέλιο ήταν μαστίγιο πλεγμένο από σχοινιά ή λωρίδες, με το οποίο χτυπούσαν την πλάτη των καταδίκων» (Ζ). Η φραγγέλωση στους Ρωμαίους αποτελούσε συνηθισμένη προκαταρκτική πράξη κάθε εκτέλεσης (S). Όχι σπάνια ο κατάδικος πέθαινε κατά τα χτυπήματα της φραγγέλωσης (F).
Σύμφωνα με τον Ιωάννη στην φραγγέλωση κατέφυγε ο Πιλάτος σαν σε έσχατη απόπειρα να σώσει τον Ιησού «επινοώντας τρόπο να εξασθενήσει την ένταση της μανίας των Ιουδαίων, έτσι ώστε, βλέποντας την ύβρη που έγινε σε αυτόν… να κατευνάσουν την οργή» (Ζ).
Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ του Ματθαίου και του Ιωάννη. Η τελική τυπική απόφαση του Πιλάτου να θανατωθεί ο Ιησούς εξαγγέλθηκε μετά την φραγγέλωση και την παρουσίαση του Ιησού με τη χλαμύδα μπροστά στον όχλο.
(2)    Στους στρατιώτες ως εκτελεστές των θανατικών αποφάσεων.
Ο Μεσσίας εμπαίζεται από τους στρατιώτες
Ματθ. 27,27  Τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος(1) παραλαβόντες τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον(2) συνήγαγον ἐπ᾿ αὐτὸν ὅλην τὴν σπεῖραν(3)·
Ματθ. 27,27   Τότε οι στρατιώται του ηγεμόνος, αφού παρέλαβαν τον Ιησούν εις την αυλήν του πραιτωρίου, εμάζεψαν γύρω από αυτόν όλην την φρουράν.
(1)    Δηλαδή τα στρατεύματα, τα οποία είχαν συνοδεύσει τον επίτροπο από την Καισάρεια στην Ιερουσαλήμ και τα οποία βοηθούσαν για τήρηση της τάξης (S).
(2)    Δηλαδή την επίσημη κατοικία του επιτρόπου, η οποία βρισκόταν στο δυτικό λόφο (S). Από την εξωτερική αυλή, όπου ήταν ο Πιλάτος μαζί με τους Ιουδαίους στο εσωτερικό της αυλής (δ). Πριν ήταν ανάκτορο του Ηρώδη, μεγαλοπρεπές οικοδόμημα στα δυτικά του ναού, ώστε να βλέπει κάποιος από ψηλά αυτόν (ο). Τον εισήγαγαν εκεί για να βρουν και τους υπόλοιπους στρατιώτες που είχαν εγκατασταθεί και φύλαγαν εκεί (L).
(3)     Κατ’ ακρίβεια είναι λόχος ή κοόρτις (τάγμα), που αριθμεί 500-600 άνδρες. Αλλά εδώ ο όρος χρησιμοποιείται ελεύθερα για δήλωση μικρότερου αριθμού (S). Το ένα δέκατο της λεγεώνας (g). Οι στρατιώτες όλοι εθνικοί βρήκαν ευκαιρία να διασκεδάσουν εκδηλώνοντας την περιφρόνησή τους προς τους Ιουδαίους στο πρόσωπο εκείνου, ο οποίος ομολόγησε τον εαυτό του βασιλιά τους (F).
Ματθ. 27,28  καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν περιέθηκαν αὐτῷ χλαμύδα(1) κοκκίνην,
Ματθ. 27,28   Και αφού τον εγύμνωσαν από τα ενδύματά του, τον ενέδυσαν με κόκκινον μανδύαν.
(1)    Στρατιωτική χλαίνη. Η χλαμύδα ήταν γενικώς στρατιωτικό ένδυμα, που φοριόταν όμως όχι μόνο από τους στρατιώτες, αλλά και τους βασιλιάδες (a). «Επειδή δηλαδή λεγόταν βασιλιάς των Ιουδαίων, επομένως ως βασιλιά τον χλεύαζαν» (Ζ).
Ματθ. 27,29  καὶ πλέξαντες στέφανον(1) ἐκ ἀκανθῶν(2) ἐπέθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ κάλαμον(3) ἐπὶ τὴν δεξιὰν αὐτοῦ, καὶ γονυπετήσαντες ἔμπροσθεν αὐτοῦ(4) ἐνέπαιζον αὐτῷ λέγοντες· χαῖρε ὁ βασιλεὺς(5) τῶν Ἰουδαίων(6)·
Ματθ. 27,29   Έπλεξαν δε ακάνθινον στέφανον και έβαλαν αυτόν στο κεφάλι του αντί για στέμμα• του έδωκαν καλάμι στο δέξι του χέρι αντί για σκήπτρο και αφού εγονάτισαν εμπρός του τον ενέπαιζαν λέγοντες• “χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
(1)    Το στεφάνι δινόταν στους νικητές σε μάχη ή σε αγώνισμα (S).
(2)    Δεν υπάρχει καμία ένδειξη στα ευαγγέλια, από την οποία να συμπεράνουμε από ποιο φυτό κατασκευάστηκε το στεφάνι. Παρόλο όμως που δεν χρησιμοποιείται εδώ η λέξη διάδημα (στέμμα), είναι αναμφίβολο, ότι «το αγκάθινο στεφάνι το έβαλαν αντί για διάδημα» (Ζ).
(3)    «Και το καλάμι, τού το έδωσαν στο χέρι αντί για σκήπτρο» (Ζ).
(4)    Οι στρατιώτες ήξεραν καλά την τελετή του χαίρε Καίσαρ και μιμούνταν τώρα αυτήν (p).
(5)    Μεταχειρίζονται αυτόν ως παράφρονα, ο οποίος φανταζόταν τον εαυτό του βασιλιά (b), «και χωρίς να το θέλουν κατασκεύαζαν την αλήθεια» (Ζ).
(6)    Αφού συντελέστηκε η εγκαθίδρυση του βασιλιά ο ειρωνικός και εμπαικτικός χαιρετισμός επακολούθησε συνοδευόμενος και από γονυκλισία (L).
Ματθ. 27,30  καὶ ἐμπτύσαντες εἰς αὐτὸν ἔλαβον τὸν κάλαμον καὶ ἔτυπτον εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ(1).
Ματθ. 27,30   Και αφού τον έπτυσαν, επήραν το καλάμι και εκτυπούσαν την κεφαλήν του.
(1)    Και για να γίνει πιο αισθητή η γελοιοποίηση, το εμπαικτικό σκήπτρο χρησιμοποιήθηκε, για να χτυπιέται με αυτό ο πάσχων (L). Παίρνουν το καλάμι από το χέρι του, ώστε χτυπώντας να μπήξουν με αυτό βαθύτερα το αγκάθινο στεφάνι, πράγμα το οποίο δεν μπορούσαν να πράξουν με γυμνό το χέρι (ο).
«Αυτό που γινόταν ήταν το έσχατο όριο εξευτελισμού. Διότι δεν εξευτελιζόταν ένα μέλος, αλλά ολόκληρο το σώμα και ολοκληρωτικά· το κεφάλι με το στεφάνι, το καλάμι και τους κολαφισμούς, το πρόσωπο το οποίο υφίστατο εμπτύσματα, τα σαγόνια που ραπίζονταν, ολόκληρο το σώμα με τις μαστιγώσεις, με την γύμνωση, με την περιβολή της χλαμύδας και με την προσποιητή προσκύνηση, το χέρι με το καλάμι, το οποίο έδωσαν να κρατά αντί για σκήπτρο, το στόμα πάλι με την προσφορά του ξυδιού. Τι θα μπορούσε να γίνει φοβερότερο από αυτό; Τι πιο υβριστικό;» (Χ).
Ματθ. 27,31  καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν χλαμύδα(1) καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι(2).
Ματθ. 27,31  Και όταν τον ενέπαιξαν όσον ήθελαν, έβγαλαν από αυτόν την χλαμύδα, του εφόρεσαν τα ενδύματά του και τον ωδήγησαν, δια να τον σταυρώσουν.
(1)     «Όταν τον ξέντυσαν από την χλαμύδα, αφαίρεσαν οπωσδήποτε και το στεφάνι» (Ζ). Παρόλ’ αυτά τίποτα δεν λέγεται από τους ευαγγελιστές για το αγκάθινο στεφάνι, το οποίο κατά τους Ωριγένη, Τερτυλλιανό και άλλους αρχαίους συγγραφείς παρέμεινε μέχρι τέλους του μαρτυρίου στο ιερό κεφάλι του Ιησού (F).
(2)    Το μισό της προφητείας στο κεφ. κ 19 εκπληρώθηκε επακριβώς και ήδη επακολουθεί και η εκπλήρωση του δεύτερου μισού (p)
Η σταύρωση του Μεσσία
Ματθ. 27,32  Ἐξερχόμενοι(1) δὲ εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον(2) ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν(3) ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,32   Καθώς δε έβγαιναν από την πόλιν, ευρήκαν ένα άνθρωπον, που κατήγετο από την Κυρήνην και ωνομάζετο Σίμων, αυτόν ηγγάρευσαν να σηκώση μέχρι του Γολγοθά τον σταυρόν του Ιησού.
Η συμπεριφορά των στρατιωτών στο έργο της εκτέλεσης του καταδίκου, το οποίο διατάχτηκαν να φέρουν σε πέρας, παρουσιάζεται με εμφανή αντίθεση με την πράξη εκείνων, οι οποίοι κορόιδεψαν και κακοποίησαν αυτόν. Η κοροϊδία και η κτηνώδης συμπεριφορά σταματά αμέσως, και με σοβαρότητα πλέον οι στρατιώτες προχωρούν σε εκπλήρωση της διαταγής που τους δόθηκε (p)
(1)    Οι Ιουδαίοι τις θανατικές εκτελέσεις τις τελούσαν έξω από την πόλη, Πράξ. ζ 58,Εβρ. ιγ 11-13. Παρόμοια ήταν η συνήθεια των Ελλήνων και των Ρωμαίων (ο).
(2)  Ιουδαίο από την Κυρύνη που ήταν εγκατεστημένος στα Ιεροσόλυμα, όπου είχαν οι Κυρηναίοι και δική του συναγωγή. Δες Πράξ. στ 9 (δ). Δεν υπήρχε τη στιγμή εκείνη ούτε Ιουδαίος ούτε Ρωμαίος διατεθειμένος να κουβαλήσει πρόθυμα το φορτίο του σταυρού. Ήταν πολλοί παρόντες τότε από Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Αλλά από τότε και στις πλέον μακρινές χώρες βρέθηκαν πολλοί, οι οποίοι πρόθυμα θα σήκωναν το σταυρό του (b).
(3)    «Διότι πρώτα μεν έβαλαν σε αυτόν το σταυρό ως κατάδικο και βαστάζοντάς τον βγήκε· έπειτα αφού συνάντησαν τον Σίμωνα, αυτόν αγγάρευσαν να σηκώσει αυτόν» (Ζ). «Αυτός που πρόκειται να καρφωθεί σε αυτόν (το σταυρό), προηγουμένως τον βαστάζει» (Αρτεμίδωρος Ονειρ. ΙΙ,56). Ήταν συνηθισμένο οι καταδικασμένοι σε σταύρωση να κουβαλάνε τους σταυρούς τους στον τόπο της καταδίκης. Και ο Κύριος βάσταξε το σταυρό για κάποιο διάστημα, διότι τον Σίμωνα τον συνάντησαν έξω από την πόλη. Για το αγγαρεύω δες Ματθ. ε 41.
Ματθ. 27,33  Καὶ ἐλθόντες εἰς τόπον λεγόμενον Γολγοθᾶ(1), ὅ ἐστι(2) λεγόμενος κρανίου(3) τόπος,
Ματθ. 27,33  Και αφού ήλθαν εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όνομα που σημαίνει “τόπος κρανίου”,
(1)    Σύμφωνα με τον Dalman, ενώ ο αραμαϊκός τύπος είναι Γουλγολθά, οι Έλληνες για διευκόλυνση της προφοράς του ονόματος παρέλειπαν το δεύτερο λ· αλλά οι Σύροι πέτυχαν το ίδιο αποτέλεσμα με τον τύπο Γαγουλθά. Είναι πιθανόν, ότι η αραμαϊκή προφορά στα Ιεροσόλυμα ήταν ήδη Γολγοθά (L).
(2)    «Το οποίο, το Γολγοθά δηλαδή, λέγεται που σημαίνει μεταφράζεται, όπως ο Μάρκος είπε, από την εβραϊκή διάλεκτο στην ελληνική, σημαίνει και λέγεται κρανίου τόπος» (Ζ).
(3)    Εκφράστηκε η γνώμη, σύμφωνα με την οποία ονομάστηκε έτσι από τα κρανία των καταδίκων, τα οποία έμεναν εκεί άταφα. Αυτό είναι απίθανο, διότι οι Ιουδαίοι δεν θα ανεχόντουσαν άταφα οστά, και επιπλέον η ονομασία θα έπρεπε να είναι κρανίων τόπος (p). Υπάρχει και η από τον Ωριγένη ήδη γνωστή ιουδαϊκή παράδοση των πιστών, σύμφωνα με την οποία «λένε κάποιοι ότι εκεί πέθανε και είναι θαμμένος ο Αδάμ, και τα οικονόμησε ο Θεός έτσι, ώστε, όπου ο παλαιός Αδάμ έπεσε από το θάνατο, εκεί να στηθεί και το τρόπαιο του νέου Αδάμ κατά του θανάτου, εννοώ βεβαίως το σταυρό» (Ζ)· «quia ibi erectus sit medicus, ubi jacebat aegrotus» (Αυγουστίνου, «ώστε εκεί να υψωθεί ο γιατρός, όπου ήταν πεσμένος ο ασθενής»). Αυτή όμως η μεταγενέστερη απόκρυφη παράδοση δεν μπορεί να έχει ιστορική βάση (δ).
Ο λόφος ονομαζόταν έτσι από το σχήμα του (b). Η τελευταία αυτή εκδοχή, αν και όχι βέβαιη, είναι η πιθανότερη. Σε αυτήν επίσης κλίνει και ο Κύριλλος Ιεροσολύμων (F).
Ματθ. 27,34  ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος(1) μετὰ χολῆς(2) μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε(3) πιεῖν.
Ματθ. 27,34  του έδωσαν να πιή ξύδι ανακατεμένον με χολήν, δια να του φέρη κάποιαν προσωρινήν νάρκωσιν. Εκείνος όμως αφού το εδοκίμασε, δεν ήθελε να το πιή.
(1)    Υπάρχει και η γραφή των αλεξανδρινών μεγαλογράμματων κωδίκων οίνον. «Ο Μάρκος λοιπόν είπε, ότι του έδιναν να πιει εσμυρνισμένο κρασί» (Ζ).
(2)    Αντί για το σμύρνα του Μάρκου λέει ο Ματθαίος χολή. Η αντίστοιχη εβραϊκή λέξη χρησιμοποιείται και για άλλα πικρά στη γεύση, όπως το αψίνθιον (Παροιμ. ε 4,Θρήνοι Ιερεμ. γ 15). Για αυτό κάποιοι το χολή το θεωρούν ως ταυτόσημο με το σμύρνα του Μάρκου (g).
Η λέξη χολή γίνεται έτσι γενική λέξη για δήλωση ποτού πικρής γεύσης και η έννοια του καθενός από τα δύο Ευαγγέλια είναι ότι το κρασί ήταν αναμεμιγμένο με φάρμακο, ίσως και διαφορετικό από τη χολή ή τη σμύρνα. Φαίνεται να υπήρξε ιουδαϊκή συνήθεια να δίνουν κάποιο ναρκωτικό ποτό στους από το συνέδριο καταδικασμένους στον δια λιθοβολισμού θάνατο με σκοπό να μετριάσουν την αγωνία από τον οδυνηρό θάνατο και υπάρχει η ιδέα, ότι στα Ιεροσόλυμα υπήρχε ένα είδος σωματείου γυναικών, για να προμηθεύει τέτοια αναισθητικά στους κατάδικους (p).
«Προτού μεν ανέβει στο σταυρό του προσφέρθηκαν αυτά που αναφέρθηκαν, όπως ο Ματθαίος και ο Μάρκος είπαν· μετά όμως που ανέβηκε στο σταυρό μόνο ξύδι, όπως ο Λουκάς και ο Ιωάννης λένε» (Ζ).
(3)    Διότι ο Ιησούς επιθυμούσε να διατηρήσει τις αισθήσεις του πλήρως αδιατάρακτες μέχρι το θάνατό του (b).
Ματθ. 27,35  σταυρώσαντες(1) δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια(2) αὐτοῦ βαλόντες κλῆρον(3),
Ματθ. 27,35   Αφού δε τον εσταύρωσαν, εμοίρασαν μεταξύ των με κλήρον τα ενδύματά του οι στρατιώται.
(1)    Η σταύρωση ήταν η σκληρότερη και φρικωδέστερη από τις ρωμαϊκές ποινές, συνηθισμένη σε δούλους, μεγάλους κακούργους και στασιαστές, ουδέποτε όμως σε Ρωμαίους πολίτες. Οι σταυρούμενοι έμεναν καρφωμένοι, ζώντας και φοβερά πονώντας γύρω στις δώδεκα ώρες, πολλές φορές όμως 24 και 36, και καμιά φορά, αυτοί που είχαν πολύ ισχυρή κράση, 48 ή 60 ώρες. Ερχόταν λοιπόν ο θάνατος όχι από αιμορραγία, διότι το από τις πληγές αίμα αφού έπηζε εκεί σταμάταγε να ρέει, αλλά από τη νάρκωση των μυών, των φλεβών και των νεύρων και την εξάντληση των δυνάμεων. Οι φοβεροί πόνοι προέρχονταν από τη φλόγωση των πληγών και από τη συρροή του αίματος στον εγκέφαλο (δ).
Η εκτέλεση γινόταν με το να υψώσουν πρώτα και να στερεώσουν το σταυρό, ο οποίος συνήθως ήταν αρκετά χαμηλός. Έπειτα ανέβαζαν τον κατάδικο καβαλικευτά πάνω σε ένα τεμάχιο πασσάλου στερεωμένου στο μέσο του κάθετου ξύλου του σταυρού. Συνήθως τα πόδια και τα χέρια καρφώνονταν στη συνέχεια με χοντρά καρφιά (F). Υπάρχει παρόλ’ αυτά και η γνώμη ότι συνηθέστερα ο σταυρός υψωνόταν, αφού τα χέρια και τα πόδια του καταδίκου καρφώνονταν σε αυτόν, ενώ βρισκόταν στο έδαφος (ο).
(2)    Οι σταυρούμενοι καρφώνονταν γυμνοί (Αρτεμίδ. ΙΙ, 58) και πιθανώς μόνο κάποιο ύφασμα κάλυπτε τη μέση τους. Τα ρούχα τους τα έπαιρναν αυτοί που εκτελούσαν την καταδίκη (δ).
(3)    «Τα μεν ιμάτια τα μοίρασαν, για τον άρραφο όμως χιτώνα έβαλαν κλήρο» (Ζ). Δες Ψαλμ. κα 19 «για να εκπληρωθεί η προφητεία του Δαβίδ που μιλούσε για αυτά» (Ζ).
Ματθ. 27,36  καὶ καθήμενοι ἐτήρουν(1) αὐτὸν ἐκεῖ.
Ματθ. 27,36  Και καθήμενοι εκεί τον φρουρούσαν.
(1)    «Τον φύλαγαν, για να μην τον κατεβάσει κάποιος» (Ζ). Τον φύλαγαν για να μην απελευθερωθεί από τους οπαδούς του (δ).
Ματθ. 27,37   καὶ ἐπέθηκαν(1) ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν(2) αὐτοῦ γεγραμμένην(3)· οὗτός ἐστιν(4) Ἰησοῦς ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων(5).
Ματθ. 27,37   Και τοποθέτησαν στον σταυρόν, επάνω από την κεφαλήν του, γραμμένην την κατηγορίαν του• “αυτός είναι ο Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
(1)    Η επιγραφή αυτή μεταφέρθηκε στον τόπο της καταδίκης έτοιμη. Διότι όπως φαίνεται από την αφήγηση του Ιωάννου, ο ίδιος ο Πιλάτος έγραψε αυτήν.
(2)    «Την κατηγορία, για την οποία σταυρώθηκε» (Ζ). Τον λόγο της καταδίκης (δ).
(3)    «Αυτό γράφτηκε σε τρεις διαλέκτους, επειδή πολλοί συνήθιζαν να επισκέπτονται τότε την πόλη των Ιουδαίων Έλληνες και Ρωμαίοι» (Ζ).
(4)    Ναι· αληθινά είναι βασιλιάς. Η επιγραφή ίσως παρέμεινε πάνω στο σταυρό πιο πολύ χρόνο παρά το σώμα του Ιησού (b). «Ήταν κρεμασμένα ψηλά τα γράμματα σαν αφιέρωμα που κατά τρόπο λαμπρό ανακήρυτταν τη βασιλεία του» (Ζ).
«Το ότι ο Κύριος είναι βασιλιάς του Ισραήλ μαρτυρήθηκε και από τους εχθρούς, που υπέγραψαν στο σταυρό την ομολογία της βασιλείας του, ότι δηλαδή αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων· διότι δεχόμαστε τη μαρτυρία, αν και θεωρείται ότι μικραίνει το μεγαλείο της εξουσίας, καθορίζοντας την κυριαρχία στη βασιλεία των Ισραηλιτών. Διότι δεν είναι έτσι· αλλά από το μερικό η επιγραφή αυτή στο σταυρό αποδίδει την πάνω σε όλους εξουσία, με το να μην προσθέσει ότι μόνο των Ιουδαίων είναι αυτός βασιλιάς» (Γν).
«Η ανάγνωση λοιπόν από αυτήν την επιγραφή δήλωνε ότι το σωτήριο πάθος έγινε όχι για χάρη της Ιουδαίας μόνης, αλλά και για κάθε ελληνική και βάρβαρη χώρα» (Δ).
(5)    Ελαφρές διαφορές στο λεκτικό της επιγραφής παρατηρούνται κατά τις διάφορες αφηγήσεις του πάθους από τους τέσσερεις ευαγγελιστές. Προέρχονται κυρίως από τις τρεις διαφορετικές γλώσσες, στις οποίες ήταν γραμμένη η επιγραφή αυτή, στη μετάφραση των οποίων φυσικό ήταν να προκύψουν ελαφρές λεκτικές διαφορές. Υπάρχει όμως απόλυτη συμφωνία ως προς την έννοια της επιγραφής έτσι ώστε τέτοιες λεκτικές διαφορές να αποδεικνύουν εμφανώς την μεταξύ τους ανεξαρτησία και την φιλαλήθεια των ιερών συγγραφέων (ο).
Ματθ. 27,38  Τότε(1) σταυροῦνται(2) σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί(3), εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων(4).
Ματθ. 27,38  Τότε σταυρώνονται μαζί με αυτόν δύο λησταί, ένας εκ δεξιών και άλλος εξ αριστερών.
(1)    Όταν σταύρωσαν τον Κύριο της δόξας (δ).
(2)   Αφού οι πρώτοι στρατιώτες, που σταύρωσαν τον Κύριο κάθισαν και «τον φύλαγαν εκεί», όχι αυτοί, αλλά άλλοι σταύρωσαν τους δύο ληστές . Για αυτό ο Ματθαίος καθορίζοντας ακριβέστερα το πράγμα δεν λέει «σταυρώνουν» όπως ο Μάρκος, αλλά σταυρώνονται (L).
(3)    Όχι κλέφτες, αλλά ληστές που αρπάζουν με βίαια μέσα. Ίσως είχαν συνεταιριστεί με τον Βαραββά στα εγκλήματα.
(4)    «Και αυτό οφειλόταν στην επίμονη προσπάθεια των Ιουδαίων, έτσι ώστε, με το να είναι κρεμασμένος ανάμεσα στους κακούργους, να θεωρηθεί και αυτός κακούργος, και ώστε η συμμετοχή στην τιμωρία να τον ανακηρύττει συμμέτοχο και στην κακουργία» (Ζ). Για χλευασμό, τον ενθρόνισαν κατά κάποιο τρόπο σε εξέδρα ως βασιλιά των ληστών. Έτσι με την χαιρεκακία των εχθρών του αυτός ο ίδιος ο τρόπος του θανάτου του διακηρύττει λαμπρά τον σκοπό και το αποτέλεσμα της έλευσής του στον κόσμο. Ήλθε να σώσει αυτούς που μετανοούν.
Αλλά αυτό συνυπονοεί διαχωρισμό μεταξύ μετανοημένων και αμετανόητων. Και διαχωρίζει πάνω στο σταυρό αυτόν που μετανόησε από αυτόν που παρέμεινε αμετανόητος. Κάποιοι κώδικες αναφέρουν και τα ονόματα αυτών Γιοάθαμ και Χαμμαθά ή Ιωάθας και Μαγγατράς, ή σύμφωνα με τα επικρατέστερα από απόκρυφες πηγές ονόματα Δισμάς και Γκεστάς. Του μετανοημένου ληστή η μνήμη τελείται στη μεν Δυτική εκκλησία στις 25 Μαρτίου ενώ στην Ελληνική στις 23 Μαρτίου (p).
Ματθ. 27,39  Οἱ δὲ παραπορευόμενοι(1) ἐβλασφήμουν(2) αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς(3) αὐτῶν
Ματθ. 27,39  Εκείνοι δε που περνούσαν από τον δρόμο κοντά στον σταυρόν, τον εβλασφημούσαν και εκινούσαν τα κεφάλια των
(1)    «Οι Ιουδαίοι που περνούσαν κοντά από το δρόμο εκείνο» (Ζ). Η Παρασκευή λοιπόν εκείνη δεν ήταν ημέρα αργίας, αλλά εργασίας (δ). Πολλοί δεν καταδέχονταν ούτε καν να σταθούν εκεί (b) αλλά περνούσαν. Ποιοι ήταν αυτοί δεν έχουμε κάποια νύξη στα ευαγγέλια που να μας διαφωτίζει.
(2)    Στην παρούσα περίπτωση οι εναντίον του εκτελεσθέντος ύβρεις ήταν βλασφημίες, διότι απευθύνονταν κατά του Μεσσία, κατά του Υιού του Θεού (F).
(3)    Κίνηση που δηλώνει άρνηση του να αναγνωρίσει κάποιος κάτι (b). Ή σημάδι χαιρεκακίας = καλά έκαναν αυτοί που σε έβαλαν πάνω σε αυτόν. Δες Ψαλμ. κα 8,ρθ 25,Ιωβ ιστ 4,Ιερεμ. ιη 16 (δ).
Ματθ. 27,40  καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων(1) τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν(2) ἡμέραις οἰκοδομῶν(3)! σῶσον σεαυτόν(4)· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ.
Ματθ. 27,40  λέγοντες• “συ λοιπόν, είσαι που θα εκρήμνιζες τον ναόν και εις τρεις ημέρας θα τον ξανάκτιζες! Σώσε τώρα τον εαυτόν σου. Εάν πράγματι είσαι υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρόν”.
(1)     Παρατατικός της απόπειρας (L). Εσύ που θα γκρέμιζες (a).
(2)     Και ήταν ήδη η πρώτη από τις ημέρες αυτές (b).
(3)        Αυτή ήταν η μόνη κατηγορία την οποία μετά από τριετή δημόσια δράση, είχαν να του απευθύνουν (ο).
(4)    Χρησιμοποιούν κοροϊδευτικά και το όνομα Ιησούς (=Σωτήρας), έπειτα και το όνομα υιός του Θεού και το όνομα του βασιλιά (δες σ. 42,43) (b). Ο Μεσσίας και πολύ περισσότερο ο Υιός του Θεού ήταν βεβαίως δυνατός να ελευθερώσει τον εαυτό του (F).
Ματθ. 27,41  ὁμοίως(1) δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων(2) καὶ Φαρισαίων ἔλεγον(3)·
Ματθ. 27,41  Παρομοίως δε και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και τους Φαρισαίους και έλεγαν ειρωνικώς•
(1)     «Το ομοίως λέχθηκε για τη βλασφημία. Διότι και αυτοί ομοίως τον βλασφημούσαν, έστω και αν το έκαναν με άλλα λόγια» (Ζ).
(2)      Περιλαμβάνει έτσι όλα τα μέλη του συνεδρίου.
(3)   Ήδη οι ηγέτες μιμούνται τον όχλο. Τι σύγχυση! Αλλά ξεπερνούν αυτοί τον όχλο σε πικρία (b). Το να κατεβαίνουν τόσο πολύ, ώστε μαζί με τον χυδαίο όχλο να βλασφημούν αυτόν, δείχνει πόσο άσβεστο ήταν το εναντίον του μίσος τους (ο)
Ματθ. 27,42   ἄλλους ἔσωσεν(1), ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ(2) ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν(3) ἐπ᾿ αὐτῷ(4)·
Ματθ. 27,42  “άλλους έσωσε, τον εαυτόν του όμως δεν ημπορεί να σώση. Εάν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεόν βασιλεύς του Ισραήλ, ας κατεβή από τον σταυρόν και θα πιστεύσωμεν εις αυτόν.
(1)    Η φράση βρίσκεται και στους τρεις ευαγγελιστές. Παρόλ’ αυτά ο σαρκασμός αυτός μαζί με το ακόλουθο «τον εαυτό του δεν μπορεί να σώσει», αν και ειπώθηκε για εμπαιγμό, ανταποκρινόταν σε βαθύτερη και αποκεκρυμμένη από τους υβριστές αλήθεια. Οι χλευαστές αυτοί ήταν μεταξύ εκείνων για τους οποίους ο Ιησούς πέθαινε, για να τους σώσει. Και ο Ιησούς δεν μπορούσε να κατέβει από το σταυρό και να σώσει τον εαυτό του, διότι ήταν εκεί καρφωμένος όχι από τα καρφιά, αλλά από τον πόθο του τού να σώσει αυτούς.
«Το άλλους έσωσε, το είπαν, συκοφαντώντας τις θαυματουργίες του ότι τάχα έγιναν με μαγεία» (Ζ).
(2)    «Αυτό το είπαν εξ’ αιτίας της επιγραφής του τίτλου. Επειδή δεν μπόρεσαν δηλαδή να την αλλάξουν, επιχειρούν να την αποδείξουν ψευδή» (Ζ). Εάν είναι βασιλιάς θεοκρατικός, Μεσσίας και Υιός του Θεού (δ). Του Ισραήλ και όχι των Ιουδαίων όπως είχε η επιγραφή και υπονοούσε αυτό την μεσσιακή βασιλεία πάνω στο λαό του Θεού (L).
(3)    «Και θα κατέβαινε, αν επρόκειτο να πιστεύουν» (Ζ). Είχαν τον Μωϋσή και τους προφήτες και όμως δεν πίστεψαν σε αυτόν. Άκουσαν τα λόγια του και είδαν τα θαύματά του, και όμως δεν πίστεψαν σε αυτόν (p). Εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε σε αυτόν για αυτόν ακριβώς το λόγο, διότι δεν κατέβηκε αμέσως τότε από το σταυρό, αλλά τελείως αντίθετα ολοκλήρωσε με το σταυρό το έργο του (b).
(4)    Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν επ’ αυτόν, ενώ πολλά άλλα γράφουν ἐπ᾿ αὐτῷ.
Ματθ. 27,43  (1)πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν(2), ῥυσάσθω(3) νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν(4)· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός(5).
Ματθ. 27,43   Έχει στηρίξει την πεποίθησίν του στον Θεόν. Ας τον σώση τώρα από τον σταυρόν, αν πράγματι τον θέλη. Διότι ο ίδιος είπε, ότι είμαι υιός Θεού”.
(1)    Ο στίχος είναι χαρακτηριστικός του Ματθαίου. Το πρώτο μέρος του είναι σχεδόν παράθεση, για να δειχτεί η εκπλήρωσης της προφητείας στο Ψαλμ. κα 9 (L). «Αυτό που προείπε ο Δαβίδ που αφορούσε το δικό τους πρόσωπο, τώρα αυτοί οι ίδιοι λένε αυτό, εκπληρώνοντας αυτήν την προφητεία» (Ζ).
(2)    Έχει εμπιστευθεί τον εαυτό του στο Θεό (L), «ως γιος του» (Ζ).
(3)   «Το έλεγαν αυτό, όχι επειδή ο Θεός δεν μπορούσε να τον σώσει, αλλά επειδή αυτός δεν ήταν Υιός του Θεού, όπως αυτοί νόμιζαν» (Ζ).
(4)    Όπως αυτός αξιώνει (δ). Εβραϊσμός = εάν τον αγαπά (F).
(5)    Δες και Σοφία Σολομ. β 13.
Ματθ. 27,44  τὸ δ᾿ αὐτὸ(1) καὶ οἱ λῃσταὶ(2) οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν.
Ματθ. 27,44  Κατά τον ίδιον τρόπον και οι λησταί, που είχαν σταυρωθή μαζί του, τον ύβριζαν.
(1)    «Αντί να πει παρομοίως. Διότι ο διάβολος όχι μόνο τους Ιουδαίους άναψε (=διέγειρε το θυμό τους), αλλά και τους Ρωμαίους στρατιώτες τους έκανε να συμπεριφέρονται σαν μανιακοί, και τους ίδιους του ληστές, παρόλο που ήταν συσταυρωμένοι, τους εξαγρίωσε εναντίον του» (Ζ).
(2)    «Πώς λοιπόν ο Λουκάς λέει, ότι ο ένας μάλωνε; Και τα δύο έγιναν. Διότι στην αρχή και οι δύο χλεύαζαν, ύστερα όμως όχι πια» (Χ). «Ίσως όμως το έκαναν αυτό και για χάρη των Ιουδαίων, ώστε εξ’ αιτίας αυτού να τους κατεβάσουν από το σταυρό· ύστερα όμως μετανόησε ο ένας» (Ζ).
Η μετάνοιά του αυτή και η ομολογία του παρουσιάζονται πράγματι αξιοθαύμαστες. «Διότι αν και τον έβλεπε να σταυρώνεται, τον αποκαλούσε βασιλιά· και προσδοκώντας ότι αυτός που ατιμαζόταν και έπασχε θα έρθει με δόξα που ταιριάζει σε Θεό, άρπαξε την πίστη, αν και δεν είχε ζήσει με ενάρετη διαγωγή» (Κ). Μπορεί όμως κάποιος να πει, ότι οι Ματθαίος και Μάρκος συντομεύοντας την αφήγηση γενικεύουν και στους δύο ληστές τους ονειδισμούς (F).
Ο θάνατος του Μεσσία
Ματθ. 27,45  Ἀπὸ δὲ ἕκτης(1) ὥρας σκότος(2) ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν(3) ἕως ὥρας ἐνάτης(1).
Ματθ. 27,45  Από δε την δωδεκάτην ώραν έως τις τρεις το απόγευμα έγινε σκοτάδι σε όλη τη γη.
(1)    Δηλαδή από τις 12-3 μ.μ. . Έτσι εάν η σταύρωση έγινε το μεσημέρι, το σκοτάδι παρατάθηκε καθ’ όλο το χρόνο, κατά τον οποίο ο Ιησούς ήταν πάνω στο Σταυρό (S). «Και πρόσεξε πότε γίνεται. Το μεσημέρι, για να μάθουν όλοι, όταν παντού ήταν ημέρα» (Χ). «Αφού χόρτασαν το μεθύσι της παραφροσύνης και τους χλευασμούς, μετά έγινε αυτό» (Ζ).
«Όταν είπαν όλα όσα θέλησαν, τότε δείχνει το σκοτάδι» (Χ), «έτσι ώστε, αφού σταμάτησε πλέον ο θυμός, να μπορέσουν να κερδίσουν κάτι από το θαύμα» (Ζ). «Διότι από το να κατέβει από το σταυρό, αυτό ήταν πιο θαυμαστό, το να ενεργεί δηλαδή τέτοια πράγματα ενώ είναι στο σταυρό. Διότι, είτε πίστευαν ότι τα έκανε Εκείνος αυτά, έπρεπε να πιστέψουν και να φοβηθούν· είτε πίστευαν ότι δεν τα έκανε εκείνος, αλλά ο Πατέρας, και πάλι έπρεπε να συγκινηθούν βαθιά· διότι το σκοτάδι εκείνο ήταν ενέργεια οργής για όσα είχαν αποτολμηθεί» (Χ).
(2)    Έκτακτα συμβάντα και όταν ακόμη οφείλονται σε αιτίες φυσικές, σωστά μπορούν να θεωρηθούν ως σημάδια από το Θεό (p). Παρόλ’ αυτά «δεν μπορούσαν να πουν, ότι ήταν μία φυσική έκλειψη ηλίου·… διότι στην δέκατη τέταρτη ημέρα της σελήνης, που είναι πανσέληνος, είναι αδύνατον να συμβεί κατά τρόπο φυσικό έκλειψη ηλίου» (Ζ).
(3)    Το «σε όλη τη γη» στο Λουκά δ 25 σημαίνει σε όλη τη χώρα της Παλαιστίνης (δ). Ίσως και εδώ να έχει την ίδια έννοια (p). Δεν αποκλείεται όμως να σημαίνεται και ολόκληρος ο πλανήτης μας, διότι ο ίδιος ο ήλιος έγινε σκοτεινός (b).
Ματθ. 27,46  περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων(1)· ἠλὶ ἠλί(2), λιμᾶ(3) σαβαχθανί(4); τοῦτ᾿ ἔστι, Θεέ μου Θεέ μου(5), ἱνατί με ἐγκατέλιπες(6);
Ματθ. 27,46   Περί την τρίτην απογευματινήν ώραν εβόησε με φωνήν μεγάλην ο Ιησούς, λέγων• “Ηλί, Ηλί, λιμά σαβαχθανί;” Δηλαδή, Θεε μου, Θεε μου, διατί με εγκατέλιπες;”
(1)    Η κραυγή δεν ήταν έκφραση απελπισίας, αλλά προκλήθηκε από την αγωνία που είχε κυριεύσει τον πάσχοντα και δείχνει πόσο πραγματικό ήταν το πάθος του Κυρίου (S).
«Βασανισμένος από τις οδύνες που προξενούσαν τα καρφιά, ως άνθρωπος λέει… Γιατί με άφησες έτσι να οδυνώμαι;… Διότι όπως ακριβώς αληθινά έγινε άνθρωπος, έτσι αληθινά σταυρώθηκε και όχι φανταστικά. Διότι δεν θα φώναζε έτσι αν δεν πονούσε τόσο πολύ» (Ζ). Φώναξε προς τον πατέρα την φωνή του δικαίου, που απευθύνεται προς τον Θεό από τον προφητάνακτα Δαβίδ στο Ψαλμ. κα 1 (δ).
(2)  Αραμαϊκός τύπος, εξ ολοκλήρου ορθός, που προσεγγίζει περισσότερο στο εβραϊκό (L).
(3)    Στα αραμαϊκά λεμά, στα εβραϊκά λαμά.
(4)    Ο κώδικας D στο Μάρκο γράφει ζαφθάνι, το οποίο μπορεί να είναι γραφή που προήλθε από προσαρμογή στο εβραϊκό, αφού ο D φαίνεται να εξομοιώνει τον όλο στίχο με την εβραϊκή ανάγνωση, ηλί ηλί λαμά ζαφθάνι (a).
(5)    Σε άλλες περιπτώσεις συνήθιζε να λέει Πατέρα· τώρα λέει Θεέ μου, σαν να ήταν ήδη σε κάποιο βαθμό αποξενωμένος. Προσθέτει το «μου» με εμπιστοσύνη, υπομονή και αυταπάρνηση (b). Η αντωνυμία αυτή προσδίδει στο παράπονό του τον τόνο της εμπιστοσύνης και όχι της μομφής (L).
(6)    Για μία στιγμή, πράγματι τρομερή, η αγωνία εντείνεται σε σημείο, το οποίο υπερβαίνει την κατανόησή μας, και η αγάπη του Πατέρα φάνηκε ότι απομακρύνθηκε από αυτόν (p). Σε αυτήν τη στιγμή η εγκατάλειψη έφθασε στο έπακρο, όπως μετά από λίγο και το πάθημα θα φτάσει στο τέλος του. Στο μέσο της εγκατάλειψης σιωπούσε. Τώρα παραπονιέται όχι για το πάθημά του, αλλά μόνο για την εγκατάλειψη (b).
Το ποτήρι της οργής του Θεού κατά της αμαρτίας εξαντλείται ήδη μέχρι το κατακάθι. Μέσα στη μεγάλη του ταλαιπωρία βγάζει τα συγκινητικά αυτά λόγια όχι με πνεύμα ανυπομονησίας ή μεμψιμοιρίας, αλλά διότι τόσο καταβεβλημένος σωματικά αισθανόταν τον εαυτό του εγκαταλελειμμένο και από τον επουράνιο Πατέρα του (ο)
Ματθ. 27,47  τινὲς(1) δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστώτων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν(2) φωνεῖ οὗτος.
Ματθ. 27,47  Μερικοί δε από εκείνους που εστέκοντο εκεί, όταν ήκουσαν τα λόγια του Ιησού έλεγαν, ότι αυτός επικαλείται τον Ηλία.
(1)    «Ήταν και αυτοί στρατιώτες Ρωμαίοι», ή και κάποιοι άλλοι «που αγνοούσαν την εβραϊκή γλώσσα» (Ζ). Μπορούσαν να είναι και ελληνιστές Ιουδαίοι, που μιλούσαν μόνο ελληνικά (δ). Και πιθανότερα τέτοιοι πρέπει να ήταν, εφόσον οι εθνικοί Ρωμαίοι αγνοούσαν τον Ηλία. Δεν αποκλείεται και σκόπιμα να διέστρεψαν τα λόγια του για εμπαιγμό, μολονότι είχαν αντιληφθεί την αληθινή έννοιά τους (ο).
(2)    Δεν υποδηλώνεται στα ευαγγέλια, εάν η φράση αυτή «τον Ηλία φωνάζει αυτός» ειπώθηκε κοροϊδευτικά ή όχι. Ο Ηλίας θεωρούνταν ως ελευθερωτής σε ώρα ταραχής και οι παριστάμενοι αυτοί ίσως να υπέθεσαν σοβαρά, ότι ο Ιησούς επικαλέστηκε τη βοήθειά του.
Ματθ. 27,48  καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους(1) καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν(2) αὐτόν.
Ματθ. 27,48   Και αμέσως ένας από αυτούς έτρεξε, επήρε σφουγγάρι το εγέμισε με ξύδι, το προσήρμοσε εις ένα καλάμι και τον επότιζε.
(1)    Μάλλον πράξη συμπάθειας που έγινε πιθανώς από κάποιον από τους στρατιώτες. Διότι το σφουγγάρι βουτήχτηκε στο σκεύος που περιείχε το όξινο κρασί, που είχαν φέρει για αναψυχή των στρατιωτών (S). Οπωσδήποτε δεν θα μπορούσαν να ακουμπήσουν το ποτό αυτό των στρατιωτών, που ονόμαζαν posca χωρίς την άδειά τους (L). Οι στρατιώτες συνήθιζαν να πίνουν ξύδι (b).
(2)    Παρατατικός της απόπειρας = ζητούσε να τον ποτίσει (δ).
Ματθ. 27,49  οἱ δὲ λοιποὶ(1) ἔλεγον· ἄφες ἴδωμεν(2) εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων(3) αὐτόν(4).
Ματθ. 27,49   Οι άλλοι όμως έλεγαν• “άφησε να ιδούμε, εάν θα έλθη ο Ηλίας, δια να τον σώση”.
(1)    Αντίθετα με την πράξη αυτή της συμπάθειας, στην οποία ένας προέβη, οι άλλοι προσθέτουν νέα λοιδορία και νέο χλευασμό.
(2)    = Ο σταυρωμένος δεν επικαλέστηκε τον Ηλία; Ας δούμε λοιπόν, αν θα έλθει (L). Με το «άφησε» δηλώνουν, ότι η βοήθεια αυτού που πρόσφερε το ξύδι δεν ήταν αναγκαία, αφού επικαλέστηκε εκείνος τον Ηλία (b).
(3)    Περίπτωση σπανιότατη χρήσης μετοχής χρόνου μέλλοντα με έννοια τελική (=σκοπού). Είναι λεπτότερη έκφραση από το  καθελεῖν, το οποίο χρησιμοποιεί ο Μάρκος (L).
(4)    Κάποια από τα μεγαλογράμματα χειρόγραφα και κάποια λίγα από τα άλλα, προσθέτουν εδώ: ένας άλλος αφού πήρε λόγχη τρύπησε την πλευρά του και βγήκε νερό και αίμα. Η γραφή δεν φαίνεται να είναι αυθεντική, αλλά προήλθε από το Ιωάννου ιθ 34.
Ματθ. 27,50  ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ(1) ἀφῆκε(2) τὸ πνεῦμα(3).
Ματθ. 27,50   Ο δε Ιησούς αφού πάλιν έκραξε με φωνήν μεγάλην, αφήκε ο ίδιος το πνεύμα του να φύγη από το σώμα.
(1)    «Τι έλεγε η φωνή, το δήλωσε ο Λουκάς, ότι, Πατέρα, στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου» (Ζ). Ο Ιησούς εξέπνευσε με φωνή μεγάλη, όχι όπως συνέβαινε συνήθως στους σταυρωμένους από αργή εξάντληση των φυσικών δυνάμεων (S).
(2)    Ο Ματθαίος αντί για το εξέπνευσεν, το οποίο χρησιμοποιεί ο Μάρκος, προτιμά τη φράση άφησε το πνεύμα, ίσως για να τονίσει το εκούσιο (=όταν αυτός το ήθελε) του θανάτου του Χριστού (a). «Όταν δηλαδή είπε, ότι Πατέρα, στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου, τότε λοιπόν παραχώρησε στο θάνατο να τον πλησιάσει» (Ζ). «Διότι όχι αναγκαστικά, αλλά με τη θέλησή του άφησε το πνεύμα» (Θφ).
(3)    Η ευαγγελική ιστορία αναφέρει το θάνατο του Ιησού Χριστού με λίγες λέξεις. Τα κηρύγματα και οι επιστολές των Αποστόλων εκθέτουν με πολλά λόγια τους καρπούς του θανάτου αυτού. Έτσι το ευαγγέλιο προμηθεύει το μαλλί και ο Απόστολος κατασκευάζει το ρούχο (b).
Ματθ. 27,51  Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα(1) τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο(2) ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω(3), καὶ ἡ γῆ(4) ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν(5),
Ματθ. 27,51   Και ιδού το παραπέτασμα του ναού, εσχίσθη εις δύο από επάνω έως κάτω και η γη συνεκλονίσθη από τον σεισμόν και οι πέτρες εσχίσθησαν
(1)    Είναι λέξη της ελληνικής αλεξανδρινής γλώσσας, αντί για το παραπέτασμα, το οποίο οι υπόλοιποι Έλληνες από τον Ηρόδοτο χρησιμοποιούν. Με τη λέξη αυτή στον ιερό κώδικα και στα συγγράμματα του Φίλωνα και του Ιωσήπου ονομάζονται τα δύο εκείνα μεγαλοπρεπή παραπετάσματα (=κουρτίνες) στο ναό των Ιεροσολύμων, από τα οποία το ένα χώριζε την είσοδο του ναού από τον περίβολο (Εξοδ. κστ 37,λη 18,Αριθ. γ 26,Ιωσηπ. Ιουδ. Πολ. V 5,4, το οποίο από τους Ο΄(=70 μεταφραστές) και τον Φίλωνα ονομάζεται και κ ά λ υ μ μ α· Εξοδ. κζ 16,Αριθμ. γ 25, Φίλων περί του βίου Μωϋσέως ΙΙΙ παραγραφος 5 και 9), το άλλο διαχώριζε τα άγια των αγίων από τα άγια και αυτό κατεξοχήν ονομάζεται καταπέτασμα και από τους Ο΄ και από τον Φίλωνα. Μόνο το τελευταίο αυτό καταπέτασμα αναφέρεται στην Κ.Δ. (g).
Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν αναφέρεται, διότι το καταπέτασμα στο χωρίο Εβραίους θ 3 αναφέρεται στη Σκηνή και όχι στο ναό (p). Ήταν αυτό πλουσιότατο και πολύ πυκνό (F). Ήταν επίσης και τόσο χαλαρά δεμένο από πάνω ώστε σε συνδυασμό με την πυκνότητα του υφάσματος και των κλωστών που το συγκρατούσαν γινόταν αδύνατον φυσικώς να σχιστεί, οσοδήποτε βίαιος και αν ήταν ο σεισμός που έγινε (ο).
(2)    Αναφέρεται ίσως σαν σύμβολο της μεταβολής και αλλαγής, την οποία επέφερε ο θάνατος του Μεσσία.
«Με το καταπέτασμα που σχίστηκε, δήλωσε ο Θεός, ότι έφυγε λοιπόν η θεία χάρη από το ναό και ότι τα ενδότερα, δηλαδή τα άγια των αγίων θα γίνουν σε όλους βατά (=προσβάσιμα) και ορατά, το οποίο και έγινε ύστερα, όταν μπήκαν οι Ρωμαίοι. Η πιο χαριτωμένη όμως ερμηνεία είναι ότι, επειδή τα εντός του καταπετάσματος ήταν τύπος του ουρανού, ενώ τα εκτός τύπος της γης, αφού σχίστηκε τώρα το καταπέτασμα, δήλωσε ότι σχίστηκε ήδη το μεσότοιχο του ουρανού και της γης… και έγινε βατός ο ουρανός στους ανθρώπους… Συνολικά πάντως αυτά που έγιναν, ήταν δείγμα θεομηνίας, που έλεγχαν την αναισθησία τω Ιουδαίων και προανήγγειλαν την καταστροφή τους» (Ζ).
(3)    Ο Ιερώνυμος λέει, ότι σύμφωνα με το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο το υπέρθυρο του ναού σχίστηκε. Είναι πιθανόν, το σχίσιμο του καταπετάσματος να συνοδεύτηκε και από φθορές του όλου κτιρίου του ναού. Ο Ιώσηπος (Ιουδ. Πολ. VI, 5,3) αναφέρει ένα αριθμό οιωνών που προηγήθηκαν από την καταστροφή του ναού και μεταξύ αυτών και ότι κατά το Πάσχα οι βαριές πύλες του ναού, οι οποίες έκλειναν μόλις και μετά βίας από είκοσι άνδρες, άνοιξαν αυτόματα τη νύχτα. Η Γεμάρα αναφέρει ένα όμοιο συμβάν κατά το Πάσχα, γύρω στα σαράντα χρόνια πριν την πτώση της Ιερουσαλήμ. Αυτά σύμφωνα με τον Zahn και Neander φανερώνουν ανάμνηση ενός έκτακτου συμβάντος στο ναό κατά το χρόνο της σταύρωσης (p).
(4)    Δηλαδή η Παλαιστίνη ολόκληρη και πιθανώς και άλλα μέρη (δ).
(5)   Η φύση κατά κάποιο τρόπο φοβήθηκε από την εγκληματικότητα των ανθρώπων και εκδήλωσε με τον τρόπο της τη συμπάθειά της για το θάνατο του Χριστού (F). Οσοδήποτε και αν αναζητηθούν λόγοι φυσικοί για εξήγηση του σεισμού και του σχισίματος των πετρών, το γεγονός, ότι όλα αυτά τα από μόνα τους ασυνήθιστα συνέπεσαν κατά την ίδια στιγμή μαζί με το σχίσιμο του καταπετάσματος και το άνοιγμα των μνημείων και μαζί με το ταυτόχρονο ξεψύχισμα του Λυτρωτή, αποτελεί εκπληκτικό θαύμα (ο)
Ματθ. 27,52  καὶ τὰ μνημεῖα(1) ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων(2) ἠγέρθη,
Ματθ. 27,52   και τα μνημεία εις την περιοχήν της Ιερουσαλήμ ανοίχθησαν μόνα των και πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων ανεστήθησαν•
(1)    Τα μνημεία στους βράχους (δ).
(2)   Των αγίων, οι οποίοι είχαν πεθάνει, είτε πολύ χρόνο πριν τη γέννηση του Χριστού, είτε όχι πολύ μετά τη γέννησή του. Οι παλαιοί φαίνεται να θεωρούσαν τον Ιώβ ως έναν από αυτούς, διότι στο τέλος του βιβλίου του οι Ο΄ και ο Θεοδοτίων προσθέτουν: «και έχει γραφτεί ότι πάλι θα αναστηθεί αυτός μαζί με αυτούς που ο Κύριος θα αναστήσει» (b). Το να αναγνωριστούν παρόλ’ αυτά αυτοί από πρόσωπα που ζούσαν ακόμη στα Ιεροσόλυμα συνηγορεί μάλλον, ότι πρόκειται για κεκοιμημένους όχι πριν πολύ χρόνο (ο).
Η λέξη άγιοι πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν συναντιέται· στις Πράξεις όμως και στις επιστολές χρησιμοποιείται πάντοτε για τους Χριστιανούς. Φαίνεται λοιπόν, ότι σημαίνει εκείνους, οι οποίοι όπως ο Συμεών και η Άννα, ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ δέχτηκαν τον Ιησού ως Μεσσία (p).
Αυτούς ίσως υπονοεί και ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος όταν γράφει στην προς Μαγνησίους (κεφ. θ) επιστολή του: «Τον οποίο (Χριστό) και οι προφήτες, όντας μαθητές του με το Πνεύμα, τον περίμεναν ως δάσκαλο, και για αυτό, αυτός τον οποίο δίκαια περίμεναν, όταν ήρθε τους ανέστησε από τους νεκρούς». Αναστήθηκαν όμως «και για βεβαίωση της μελλοντικής αναστάσεως» (Ζ).
Ματθ. 27,53  (1)καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν(2) αὐτοῦ(3) εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς(4).
Ματθ. 27,53    και αφού εξήλθαν από τα μνημεία μετά την ανάστασιν του Χριστού, εισήλθαν εις την αγίαν πόλιν, την Ιερουσαλήμ και παρουσιάσθησαν εις πολλούς.
(1)    Πιθανώς η περί ανάστασης των αγίων αφήγηση να ήταν στην αρχική παράδοση συνδεδεμένη με την ανάσταση του Χριστού και εδώ ανέφερε αυτήν ο ευαγγελιστής με ευκαιρία την εξιστόρηση του σεισμού και του ανοίγματος εξ’ αιτίας αυτού των μνημείων (S). Ταυτόχρονα με το θάνατο του Κυρίου το καταπέτασμα σχίστηκε, η γη σείστηκε και οι πέτρες σχίστηκαν. Και ο ιερός ευαγγελιστής συνύφανε μαζί και τα άλλα καταπληκτικά περιστατικά τα οποία σημειώθηκαν εκείνες τις ημέρες.
Ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να μην πεθάνει πλέον ήταν ο Χριστός. Είχε όμως και συντρόφους. Μετά την ανάστασή του, σημειώθηκε και η ανάσταση των αγίων. Και αναφέρεται ότι η έξοδός τους και η είσοδός τους στην αγία πόλη έγινε μετά την ανάστασή του, διότι τα πρόσωπα εκείνα, στα οποία εμφανίστηκαν οι αναστημένοι, είδαν πότε έγινε η είσοδός τους στην αγία πόλη, όχι όμως και πότε αναστήθηκαν (b).
Άνοιξαν μεν τα μνημεία κατά την ώρα της εκπνεύσεως του Λυτρωτή, αλλά καμία ζωοποίηση νεκρών δεν έγινε τότε. Η ανάσταση των κεκοιμημένων αυτών έγινε μετά την ανάσταση του Κυρίου για να καταδειχτεί, ότι η δύναμη του τάφου καταργήθηκε από το Χριστό (ο).
(2)    Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. ή τους Ο΄ η λέξη έγερσις δεν συναντιέται με την έννοια της ανάστασης (p).
(3)   Φαίνεται παράδοξο, ότι αναγγέλλεται η ανάσταση των προσώπων αυτών κατά τη στιγμή του θανάτου του Κυρίου και η εμφάνισή τους αναβάλλεται μετά την ανάσταση του Κυρίου. Για αυτό υπάρχουν και κάποιοι λίγοι κώδικες με τη γραφή «έγερσιν αυτών», ενώ η συριακή μετάφραση της Παλαιστίνης παραλείπει ολοτελώς τη φράση. Ασφαλώς όμως αυτά αποτελούν διορθώσεις που προστέθηκαν μετέπειτα (L).
(4)    «Έτσι ώστε από την ανάσταση αυτών, να βεβαιωθούν και για την ανάσταση εκείνου, συλλογιζόμενοι, ότι αυτός που ανέστησε αυτούς, πολύ περισσότερο ανέστησε τον εαυτό του» (Ζ).
Ως προς το ζήτημα, τι απέγιναν αυτοί οι αναστημένοι, ο μεν Ζ. φρονεί, ότι «αφού εμφανίστηκαν, πάλι κοιμήθηκαν». Υπέρ της εφήμερης ζωοποίησής τους κηρύττεται και ο L. Ο δ. όμως φρονεί, ότι ανέβηκαν στον παράδεισο με το πρόσκαιρο εκείνο σώμα που αναμένει την κοινή ανάσταση. Η ευαγγελική αφήγηση αφήνει το πράγμα αόριστο. Πιθανότερο παρόλ’ αυτά φαίνεται, ότι αναστήθηκαν αυτοί οριστικά.
Ματθ. 27,54  Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος(1) καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ τηροῦντες τὸν Ἰησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες(2)· ἀληθῶς(3) Θεοῦ υἱὸς(4) ἦν οὗτος(5).
Ματθ. 27,54   Ο δε εκατόνταρχος και οι στρατιώται, που ήσαν μαζί του δια να φρουρούν τον Ιησούν, εφοβήθησαν παρά πολύ και έλεγαν• “αληθώς! αυτός ήτο υιός Θεού”!
(1)    «Αυτόν ο Μάρκος τον ονόμασε κεντυρίωνα. Διότι κεντυρίων στους Ρωμαίους είναι ο εκατόνταρχος» (Ζ) «ή ταγματάρχης εκατοντάδας. Διότι κέντο στους Ρωμαίους είναι το εκατό» (Φαβωρίνος).
(2)    Η ακόλουθη αναφώνηση από τον Ματθαίο αναφέρεται ότι έγινε από όλους. Είναι όμως δυνατόν να έγινε από τον εκατόνταρχο που εξέφραζε τη συγκίνηση όλων (L).
(3)   Αυτό αναφέρεται αντιθετικά στους σ. 40,  43 (b). Ο εκατόνταρχος, ο οποίος ίσως θα γνώριζε καλά, ότι ο Ιησούς αξίωνε ότι ήταν γιος του Θεού, εκφράζει την πεποίθησή του, ότι τα περιστατικά του θανάτου του αποδεικνύουν το βάσιμο και πραγματικό αυτής της αξίωσής του (α).
(4)    Σύμφωνα με την εθνική τους ιδέα ως Θεού Υιό, δηλαδή ημίθεο ή ήρωα τον θεώρησαν (δ). Και «ο μεν εθνικός εκατόνταρχος, από τα θαύματα πιστεύει μαζί με αυτούς που ήταν μαζί του· οι Ιουδαίοι όμως που άκουσαν ολοκάθαρα τους προφήτες και το νόμο, μένουν άπιστοι» (Θφ).
(5)    «Μερικοί μάλιστα λένε ότι υπάρχει και μαρτύριο αυτού του Κεντυρίωνα, αφού ανδρώθηκε στην πίστη ύστερα από αυτά» (Χ). «Ήταν αληθής ο Κύριος όταν έλεγε «Όταν υψωθώ από τη γη, θα τους ελκύσω όλους προς τον εαυτό μου». Γιατί να, ενώ υψωνόταν στον τίμιο σταυρό, άρχισε να σαγηνεύει πολλούς στην επίγνωση της αλήθειας. Προσέλκυσε λοιπόν τον εκατόνταρχο, προσέλκυσε και κάποιους από τους Ιουδαίους, οι οποίοι «χτυπούσαν και τα στήθη τους» συγκινημένοι οπωσδήποτε βαθειά, και με τα μάτια της διάνοιάς τους έβλεπαν επάνω προς τον Κύριο» (Κ).
Ματθ. 27,55  Ἦσαν δὲ ἐκεῖ καὶ γυναῖκες πολλαὶ(1) ἀπὸ μακρόθεν(2) θεωροῦσαι, αἵτινες ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας(3) διακονοῦσαι(4) αὐτῷ·
Ματθ. 27,55  Ήσαν δε εκεί και πολλαί γυναίκες, αι οποίαι από μακρυά παρακολουθούσαν τα γεγονότα. Αυταί ηκολούθησαν τον Ιησούν από την Γαλιλαίαν και τον υπηρετούσαν.
(1)    Οι τρεις που αναφέρονται κατά τρόπο άμεσο και ειδικό ίσως πλησίασαν περισσότερο προς το σταυρό. Κατά την αφήγηση του Ιωάννου η μητέρα του Κυρίου, κάποιες άλλες γυναίκες και ο αγαπημένος μαθητής στέκονταν δίπλα στο σταυρό (S). «Και δες την σειρά που αντιστράφηκε· διότι οι μαθητές έφυγαν· οι μαθήτριες όμως παρέμειναν» (Ζ).
(2)    Πιθανώς απαγορεύτηκε σε αυτές από τους στρατιώτες να σταθούν κοντά στο σταυρό ή επειδή εμποδίζονταν από το να προβούν σε κάποια ενέργεια και εκδήλωση συμπάθειας προς αυτόν, αποχώρησαν μαζί σε κάποιο μακρινό σημείο, από όπου θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν το μαρτύριο του Διδασκάλου, απολαμβάνοντας εκεί και πλήρη ελευθερία, ώστε να εκδηλώσουν τη θλίψη τους (ο).
(3)    Και οι τρεις συνοπτικοί αναφέρουν, ότι οι γυναίκες ήταν από τη Γαλιλαία και δεν πρέπει συνεπώς να ταυτίζονται με τις «θυγατέρες Ιερουσαλήμ» του χωρίου Λουκά κγ 28 (p).
(4)    «Χορηγούσαν τα αναγκαία» (Ζ). Παρείχαν τα αναγκαία προς το ζην (g).
Ματθ. 27,56  ἐν αἷς ἦν Μαρία ἡ Μαγδαληνή(1), καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ(2), καὶ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου(3).
Ματθ. 27,56   Μεταξύ αυτών ήσαν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή, και η μητέρα των υιών Ζεβεδαίου.
(1)    Εισάγεται εδώ σαν πάρα πολύ γνωστό πρόσωπο, παρόλο που δεν αναφέρθηκε από το Ματθαίο μέχρι τώρα. Από τον Λουκά (η 2) και το Μάρκο (ιστ 9) μαθαίνουμε, ότι θεράπευσε αυτήν ο Ιησούς κυριευμένη από δαιμόνια. Μαγδαληνή σημαίνει πιθανώς αυτή που κατάγεται από τα Μάγδαλα. Δες Ναζαρηνός. Δεν πρέπει να ταυτίζεται με την πόρνη, για την οποία αφηγείται ο Λουκάς στο ζ 37. Η ταύτιση αυτή και σύμφωνα με τον Swete αποτελεί βαριά πλάνη της δυτικής χριστιανικής παράδοσης, που είναι βαθειά παρόλ’ αυτά ριζωμένη (p).
(2)    Η συριακή μετάφραση του Σινά και μαζί με αυτήν ο Wellhausen αποδίδουν τη φράση Μαρία η θυγάτηρ του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ (a). Μάλλον πρόκειται για τη μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή. Είναι η ίδια με τη Μαρία του Κλωπά (Ιω. ιθ 25). Δεν ήταν όμως αδελφή της Παρθένου και ο Κλωπάς δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον Αλφαίο ούτε με τον Κλεόπα του Λουκά κδ 18 (p). Όταν ο Ματθαίος έγραψε, οι γιοι ήταν γνωστότεροι παρά η μητέρα τους. Εξαιτίας αυτού καθόρισε αυτήν από τους γιους της (b).
(3)    Είναι αναμφίβολα η ίδια με τη Σαλώμη που αναφέρει ο Μάρκος.
Ο Ιησούς στον τάφο
Ματθ. 27,57  Ὀψίας(1) δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος(2) ἀπὸ Ἀριμαθαίας(3), τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθήτευσε(4) τῷ Ἰησοῦ·
Ματθ. 27,57    Αργά δε το απόγευμα ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος από την Αριμαθαίαν, ονόματι Ιωσήφ, ο οποίος και αυτός είχε μαθητεύσει κοντά στον Ιησούν.
(1)    Πριν ακόμη έλθει το Σάββατο. Γύρω στις 6 μ.μ. θα άρχιζε η νέα αυτή ημέρα (S). Οψία (=δειλινή) εξυπακούεται ώρα. Επίθετο όψιος, οψία, ιον. Ο μεταμεσημβρινός χρόνος ο από τις 3-6 μ.μ. (g).
(2)    Σύμφωνα με το Μάρκο και Λουκά βουλευτής, δηλαδή μέλος του συνεδρίου. Ο Ματθαίος ονομάζει αυτόν πλούσιο (L). Είχε υπ’ όψη το Ησ. νγ 9 «και θα δώσω… τους πλούσιους αντί για το θάνατό του;». Έτσι φρονούν οι a και p. Αλλά το χωρίο αυτό είναι τόσο ασαφές και σκοτεινό, ώστε γίνεται αμφίβολο να υπέβαλε στον Ματθαίο εδώ τη λέξη πλούσιος (L). Μάλλον το πλούσιος μπήκε για να δηλώσει, ότι ασκούσε μεγάλη επιρροή (F).
(3)    Η ταύτιση της Αριμαθαίας με την Αρμαθαίμ ή Ραμαθά ή Ραμαθαΐμ (Α΄ Βασ. α 1,19,Α΄Μακ. ια 34,Ιωσήπου Αρχ. 13,4,9) είναι πιθανή, αλλά όχι βέβαιη. Διότι το όνομα αυτό το είχαν πολλά χωριά της Παλαιστίνης (g). Πατρίδα του Σαμουήλ η Ραμαθέμ ή Ραμά βρισκόταν στο όρος Εφραίμ (δ). Ο Ιωσήφ καταγόταν από την Αριμαθαία, αλλά ήδη ήταν εγκατεστημένος και είχε ιδιοκτησία στην Ιερουσαλήμ (S).
(4)    Αμετάβατο, με τη σημασία: έγινε μαθητής του Ιησού (δ). Μπήκε αυτό για να εξηγηθεί ο ζήλος του Ιωσήφ που εκδηλώθηκε στην προκειμένη περίπτωση (F).
Ματθ. 27,58  οὗτος προσελθὼν(1) τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα(2) τοῦ Ἰησοῦ. τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν(3) ἀποδοθῆναι(4) τὸ σῶμα.
Ματθ. 27,58   Αυτός προσήλθε στον Πιλάτον και εζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του δοθή.
(1)    «Αυτός που προηγουμένως κρυβόταν, τώρα έδειξε μεγάλη τόλμη μετά το θάνατο του Χριστού. Διότι ούτε ασήμαντος ήταν, ούτε από εκείνους που μένουν απαρατήρητοι, αλλά ένας από τα μέλη του συνεδρίου και πολύ επιφανής. Από αυτό μάλιστα μπορεί να δει κανείς και την ανδρεία του. Διότι καταδίκασε σε θάνατο τον εαυτό του, όταν διακήρυξε την απέχθειά του προς όλους με τη συμπάθειά του προς τον Ιησού, και τόλμησε να ζητήσει το σώμα του, και δεν απομακρύνθηκε παρά μόνο αφού πέτυχε αυτό που ήθελε» (Χ).
(2)    Και ο Ματθαίος και ο Μάρκος αποφεύγουν τη λέξη πτώμα (p).
(3)   Ο Ματθαίος και ο Μάρκος εκφράζονται με τρόπο που επιτρέπει να υποθέσουμε, ότι ο Πιλάτος διέταξε οι στρατιώτες να αποκαθηλώσουν το σώμα και να το παραδώσουν στον Ιωσήφ. Ο Λουκάς όμως ξεκάθαρα αναφέρει ότι ο Ιωσήφ κατέβασε αυτό και ο Ιωάννης προσθέτει ότι ο Νικόδημος τον βοήθησε.
(4)    Η πρόθεση «από» στο ρήμα μπορεί να σημαίνει και το ότι δόθηκε αντί αμοιβής (p). «Ο Ιωσήφ επειδή ήταν πλούσιος, είναι εύλογο ότι θα έδινε και χρυσάφι στον Πιλάτο» (Θφ). Μπορεί όμως να έχει τη σημασία να δοθεί επειδή ανήκε σε αυτόν ως πιστό μαθητή και οπαδό (δ), διότι τα σώματα των καταδίκων παραδίδονταν μερικές φορές για ταφή και στους φίλους (S).
Έξυπνη και η ερμηνεία: οι Ιουδαίοι είχαν αποξενωθεί από αυτόν· ο Ιωσήφ πήρε αυτό από τους εθνικούς και μαζί με τον Νικόδημο έδωσαν αυτό πάλι στους Ιουδαίους (b).
Ματθ. 27,59  καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ(1),
Ματθ. 27,59  Και λαβών ο Ιωσήφ το σώμα το ετύλιξε εις σινδόνι καινούριο και καθαρό
(1)    Το καθαρό σημαίνει, ότι όπως ο τάφος, έτσι και το σεντόνι δεν είχε προηγουμένως χρησιμοποιηθεί (p). Καθαρό σεντόνι λέει αυτό που δεν έχει ακόμη λερωθεί ή χρησίμευσε σε κάτι άλλο (δ). Οι προς τον Ιησού τιμές άρχισαν ήδη (b).
Ματθ. 27,60  καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ(1) αὐτοῦ(2) μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν(3) ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν(4) τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν.
Ματθ. 27,60   και το έθεσε στο καινούριο μνημείον του, το οποίον είχε σκαλίσει στον βράχον. Και αφού εκύλισε εμπρός εις την θύραν του μνημείου μεγάλον λίθον, ανεχώρησε.
(1)    «Την αγάπη και την ανδρεία του την δείχνει όχι μόνο με το ότι παρέλαβε το σώμα του Χριστού και το έθαψε με πολυτέλεια, αλλά και με το ότι τον έθαψε στο δικό του καινούργιο μνημείο. Και αυτό δεν έγινε έτσι στην τύχη, αλλά για να μην υπάρξει ούτε η παραμικρή υποψία ότι αναστήθηκε άλλος αντί άλλου» (Χ).
(2)    Ο Ιησούς Χριστός ο αρχηγός και η οδός της ζωής, μπήκε σε τάφο, που δεν σκαλίστηκε επίτηδες για αυτόν, αλλά προοριζόταν εξαρχής να δεχτεί το σώμα του Ιωσήφ.
(3)    Ο τάφος είχε σκαλιστεί μέσα σε βράχο (S). Λατομέω = λας (λίθος) τέμνω (κόβω) (δ). «Το μνημείο είχε τη μορφή σπηλιάς, ήταν σκαλιστό» (Ζ).
(4)    Η μεγάλη πέτρα αναμφίβολα ήταν έτοιμη για να χρησιμεύσει για το σκοπό αυτόν. Ήταν από εκείνες τις πέτρες, οι οποίες έκλειναν τις πόρτες των τάφων και κάθε άνοιξη ασβεστώνονταν (Ματθ. κγ 27), για να προλαβαίνουν κάθε τελετουργικό μολυσμό από τους διαβάτες. Οι πέτρες αυτές ήταν μερικές φορές στρογγυλές και λείες, όμοιες με μυλόπετρες, που στήνονταν στην όψη του βράχου, όπου είχε γίνει η εκσκαφή. Μπορούσαν για αυτό εύκολα να κυλιστούν προς τα μπρος ή προς τα πίσω και να ανοίξουν ή να κλείσουν το άνοιγμα του τάφου (p).
Ματθ. 27,61  Ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία(1), καθήμεναι(2) ἀπέναντι τοῦ τάφου(3).
Ματθ. 27,61   Ήτο δε εκεί Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, αι οποίαι εκάθηντο απέναντι από τον τάφον.
(1)     Δηλαδή η αναφερθείσα ήδη Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και Ιωσή.
(2)    Κάθισε η Μαρία μαζί με τη Μαγδαληνή, για να δουν για τελευταία φορά τον Κύριο, τον οποίο είχαν αγαπήσει. Ο Ιωσήφ έφυγε. Αλλά οι δύο γυναίκες κάθισαν.
(3)   «Κάθισαν απέναντι από τον τάφο, παρατηρώντας, πού τοποθετείται το σώμα και πώς τοποθετείται, έτσι ώστε, αφού φύγουν και ετοιμάσουν αρώματα να έλθουν την Κυριακή και να αρωματίσουν και να αλείψουν με μύρα αυτό. Διότι αφού δεν γνώριζαν ακόμη τίποτα το υψηλό σχετικά με την ανάσταση, περίμεναν ότι θα βρουν το σώμα θαμμένο» (Ζ). Κάθονταν απέναντι από τον τάφο απορροφημένες από τη θλίψη (L), με ήσυχη ευλάβεια, αξιοσημείωτη (p).
Η ασφάλιση του τάφου
Ματθ. 27,62  (1)Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν(2), συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι(3) πρὸς Πιλᾶτον
Ματθ. 27,62   Κατά δε την επομένην ημέραν, η οποία είναι έπειτα από την Παρασκευήν, δηλαδή το Σάββατον, συνεκεντρώθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι και ήλθαν προς τον Πιλάτον
(1)    Ο Ματθαίος εισάγει εδώ άλλο γεγονός από την προφορική παράδοση. Αποτελεί ζωηρή αντίθεση με την προηγούμενη παράγραφο. Σε εκείνην αυτοί που παρέμειναν πιστοί στον Ιησού δείχνουν στοργική αφοσίωση στο σώμα του. Εδώ έχουμε τους άσπονδούς του εχθρούς  που τον καταδιώκουν και μετά θάνατον. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ενώ και αυτοί που μέχρι τέλους παρέμειναν πιστοί στον Ιησού δεν έχουν ιδέα για την ανάσταση ούτε κατάλαβαν τα λόγια του Κυρίου στο Μάρκου θ 10, οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι κατανόησαν αυτά και θυμούνταν αυτά και ήταν ήδη αποφασισμένοι κάθε αγύρτικη και πλαστή επαλήθευση της προφητείας αυτής (p).
(2)    Το τῇ ἐπαύριον θα ήταν επαρκές και θα ήταν σαφέστερο, εάν έγραφε το Σάββατο. Η ονομασία Παρασκευή είχε ήδη γίνει όνομα της ημέρας, η οποία ήταν παραμονή του Σαββάτου. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί χωρίς εξήγηση την ονομασία αυτή. Ο Μάρκος όμως (ιε 42) εξηγεί στους εθνικούς αναγνώστες του, τι σημαίνει αυτή (p). = η ημέρα, κατά την οποία προετοιμάζονταν στους Ιουδαίους, όσα ήταν αναγκαία για το Σάββατο ή για εορτασμό της γιορτής (g).
Ίσως επίσης, κατά την εποχή που ο Ματθαίος έγραφε, η φράση αυτή να ήταν συνηθισμένη μεταξύ των εξ’ Ιουδαίων χριστιανών (p)· και με αυτήν να δηλωνόταν η μεγάλη ημέρα της σταύρωσης του αληθινού αμνού (δ).
(3)    Προβλήθηκε η ένσταση, ότι σε ημέρα Σαββάτου δεν ήταν δυνατόν να συνεδριάσει το συνέδριο επισήμως. Αλλά και ο Ματθαίος κανένα λόγο δεν κάνει για πρεσβύτερους του λαού, τους οποίους πολλές φορές είχε κατονομάσει. Πρόκειται λοιπόν εδώ για διάβημα τελείως ιδιωτικό (L).
Ματθ. 27,63  λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος(1) ὁ πλάνος(2) εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι(3).
Ματθ. 27,63  λέγοντες• “κύριε, εθυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ακόμη εζούσε• Έπειτα από τρεις ημέρες θα αναστηθώ.
(1)    Δεν θέλουν ούτε το όνομά του να ακούσουν. Χρησιμοποιούν αντωνυμία, η οποία δείχνει ότι είναι πολύ μακριά από αυτούς (p). Εκείνος, που είναι ήδη μακριά, αφού πέθανε (δ).
(2)    Που πλανά το λαό (δ). Επίθετο, με το οποίο τον στιγματίζουν. «Αυτό δείχνει την ωμότητα (=σκληρότητα) εκείνων, αφού ούτε με το θάνατο δεν άφησαν την οργή» (Χ).
(3)    «Αξίζει να αναζητήσουμε και αυτό, πού δηλαδή είπε ότι μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ; Διότι δεν θα το βρει κανείς πουθενά να λέγεται τόσο σαφώς, εκτός από το παράδειγμα του Ιωνά» (Χ). Υπαινίσσονται πιθανώς την προφητεία του Ιησού στο Ματθ. ιβ 40, η οποία λέχθηκε παρόντων των γραμματέων και Φαρισαίων και η οποία στο μεταξύ θα είχε διεγείρει σε αυτούς το ενδιαφέρον, για να ζητήσουν πληροφορίες περισσότερο ακριβείς (L).
Ματθ. 27,64  κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι(1) τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ(2), ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη(3) πλάνη(4) χείρων τῆς πρώτης(4).
Ματθ. 27,64   Δώσε, λοιπόν, διαταγήν να φρουρηθή ο τάφος μέχρι την τρίτην ημέραν, μήπως έλθουν οι μαθηταί αυτού νύκτα, τον κλέψουν και πουν στον λαόν• Ανεστήθη εκ των νεκρών. Και τότε η τελευταία πλάνη θα είναι χειροτέρα από την πρώτην, που μερικοί τον είχαν πιστέψει ως Μεσσίαν”.
(1)    Χωρίς να το συνειδητοποιούν υπηρετούν στην επιβεβαίωση της αλήθειας. Καμία ανθρώπινη ασφάλεια όμως δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει το Θεό. Δες Πράξ. ε 23,ιστ 23-26 (b). «Παντού η πλάνη συγκρούεται με τον εαυτό της και άθελά της συνηγορεί υπέρ της αλήθειας» (Χ).
«Να ασφαλίσουν τον τάφο δηλαδή να τον σφραγίσουν και να τον φρουρήσουν. Επειδή έπρεπε να πιστευτεί ότι και πέθανε και ενταφιάστηκε και αναστήθηκε, βλέπε και τα τρία αυτά να μαρτυρούνται από τους εχθρούς. Ας εξετάσουμε δηλαδή προσεχτικά τα λόγια τους· το να πούνε μεν… «εκείνος είπε όσο ζούσε ακόμη» μαρτυρεί, ότι πέθανε· το «διάταξε να ασφαλιστεί ο τάφος» βεβαιώνει ότι ενταφιάστηκε· το «μήπως έλθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν», πληροφορεί ότι εφόσον ασφαλιστεί ο τάφος, δεν θα κλαπεί» (Ζ).
«Αν όμως βρέθηκε ο τάφος κενός, είναι φανερό ότι αναστήθηκε σαφώς και αναντίρρητα» (Χ).
(2)    Οι Φαρισαίοι υπέθεταν, ότι αυτοί δεν θα πίστευαν αυτό ποτέ. Επιθυμούν λοιπόν να λάβουν προφυλακτικά μέτρα για το λαό (b).
(3)    Με έννοια συγκριτικού (L)· η νεώτερη πλάνη, η τελευταία.
(4)    Με άμεση αναφορά στο εκείνος ο πλάνος (p). Η πρώτη πλάνη υπήρξε το ότι θεώρησαν αυτόν Μεσσία. Η τελευταία θα ήταν χειρότερη από την πρώτη (L). Οι Φαρισαίοι αντιλήφθηκαν, ότι έπρεπε πολιτικούς λόγους να χρησιμοποιήσουν, για να επηρεάσουν τον Πιλάτο. Όπως κατηγόρησαν τον Ιησού ότι διεκδικούσε το βασιλικό αξίωμα, αποσιωπώντας τελείως την αξίωσή του, ότι ήταν ο υιός του Θεού, έτσι και εδώ το νόημά τους είναι, ότι, εάν οι μαθητές έπειθαν το λαό ότι ο Ιησούς αναστήθηκε, θα προκαλούσαν πολύ μεγαλύτερη εξέγερση από εκείνην, η οποία σημειώθηκε κατά την θριαμβευτική είσοδο ως συνέπεια της πλάνης του λαού, ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας.
Ματθ. 27,65  ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος(1)· ἔχετε(2) κουστωδίαν(3)· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε(4) ὡς οἴδατε.
Ματθ. 27,65  Είπε εις αυτούς ο Πιλάτος• “έχετε εις την διάθεσίν σας φρουρά• πηγαίνετε και ασφαλίσατε τον τάφον, όπως γνωρίζετε”.
(1)    Δεν τους δέχεται ευχάριστα. Είχε δει την κακεντρέχειά τους προηγουμένως (δες σ. 17,18), και αναμφίβολα αντιλαμβάνεται αυτήν και τώρα. Με ολιγόλογη συγκατάθεση τούς διώχνει.
(2)    Μάλλον προστακτική = Πάρτε κουστωδία. Και αυτό φαίνεται σαφώς, από το ότι η μόνη φρουρά την οποία οι αρχιερείς είχαν ήταν η αστυνομία του ναού, δεν μπορούσαν όμως να χρησιμοποιήσουν αυτήν χωρίς την άδεια του Ρωμαίου επιτρόπου. Προφανώς χρειάζονται κάτι, το οποίο θα γινόταν με την άδειά του (p). Δίνει τους φύλακες γρήγορα και όπως ήταν αγανακτισμένος εναντίον τους, διώχνει γρήγορα τους συκοφάντες (b).
(3)     Λέξη λατινική = φύλακες, φρουρά. «Κουστωδία λέγεται στους Ρωμαίους η φύλαξη· τους στρατιώτες λοιπόν που ήταν ταγμένοι να φυλάνε, τους ονομάζει κουστωδία» (Θφ).
(4)    «Δεν αφήνει τους στρατιώτες μόνους τους να σφραγίσουν· διότι επειδή είχε μάθει τα σχετικά με αυτόν (τον Ιησού), δεν ήθελε πλέον να συμπράξει με αυτούς. Αλλά για να απαλλαγεί από αυτά ανέχεται και αυτό και λέει· εσείς, όπως θέλετε σφραγίστε, για να μην μπορείτε να κατηγορείτε άλλους» (Χ).
Ματθ. 27,66 οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο(1) τὸν τάφον σφραγίσαντες(2) τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας(3).
Ματθ. 27,66  Εκείνοι δε επήγαν και ασφάλισαν τον τάφον, έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθον που έκλειε το μνημείον και ετοποθέτησαν φρουράν.
(1)    «Και αυτά τα έκαναν ημέρα σαββάτου, παραβιάζοντας αυτό εξαιτίας της λύσσας της μανίας τους» (Ζ). Το «ασφάλισαν» εκφράζει το σύνολο της ενέργειάς τους, το «σφράγισαν» και το «της κουστωδίας» τα μέρη της (b).
(2)    Η σφράγιση του λίθου φαίνεται ότι ήταν των Φαρισαίων ιδέα, και ίσως εισηγήθηκε σε αυτούς αυτήν η σφράγιση του λίθου στην πόρτα του σπηλαίου των λεόντων, στο οποίο ρίχτηκε ο Δανιήλ (Δαν. στ 17). Στην Π.Δ. οι λέξεις σφραγίδα και σφραγίζω συχνά χρησιμοποιούνται και με κυριολεκτική και με μεταφορική έννοια. Στην Κ.Δ. κυρίως χρησιμοποιούνται μεταφορικά (p). Μία ταινία (λωρίδα) από ύφασμα εκτεινόταν σε όλο το άνοιγμα του τάφου, πάνω από την πέτρα, που χρησίμευε ως πέτρα και οι δύο άκρες της, που εφάρμοζαν στα χείλη του τάφου που βρίσκονταν στην κάθε μία πλευρά, σφραγίζονταν (F).
(3)    Εξαρτάται από το ασφάλισαν και όχι από το σφράγισαν. «Όχι μόνο σφράγισαν την πέτρα της πόρτας, τοποθετώντας σε αυτήν σφραγίδες, αλλά και αφού επέλεξαν στρατιώτες, αυτούς που ήθελαν, τούς έβαλαν να κάθονται φύλακες σε αυτήν» (Ζ).

Μεγάλη Τρίτη βράδυ.«Η πόρνη έν κλαυθμώ» (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)


«Ἡ πόρνη ἐν κλαυθμῷ»
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, ποὺ ἑλκύει σὰν μαγνήτης πολλὲς ψυχές. Ἡ ἀκολουθία ἀρχίζει καὶ συνεχίζεται μὲ ὕμνους ποὺ κατ᾿ ἐπανάληψιν ἀναφέρουν τὴ λέξι «πόρνη».
Μερικοὶ σκανδαλίζονται ὅταν ἀκούσουν τέτοιες λέξεις. Τί εἶν᾿ αὐτά! λένε· ἐπιτρέπεται στὴν ἐκκλησία ν᾿ ἀκούγωνται τέτοιες βρωμερὲς λέξεις;… Ἐνῷ ὁ κόσμος κολυμπᾷ στὸ βόρβορο, αὐτοὶ ταράζονται ἅμα ἀκούσουν νὰ μι-λάῃ ὁ ἱεροκήρυκας περὶ πορνείας. Ἀνήκουν στὸ κόμμα τῶν λεγομένων εὐφημιστῶν · εἶνε αὐτοὶ ποὺ λένε τὸ ξίδι γλυκάδι, τὸ σκότος φῶς… Ἀλλὰ τέτοια γλῶσσα κολακείας δὲν γνωρίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Τὰ πράγματα θὰ τὰπῇ ὅπως εἶνε· τὴν πορνεία πορνεία. Ἐνῷ γιὰ τὸν κόσμο ἡ πορνεία πῆρε τώρα ἄλλο ὄνομα·ὀνομάζεται «φιλία», καὶ ἡ πόρνη «φιλενάδα»!
Γιὰ τὴν πόρνη λοιπὸν κάνει λόγο καὶ τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…». Εἶνε ἕνα ἐμπνευσμένο ποιητικὸ ἀριστούργημα, τὸ ὁποῖο ἔγραψε μία γυναίκα, ἡ Κασσιανή.

Τί ἦταν ἡ Κασσιανή ; Κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς χρονικογράφους ἦταν μία ἐκλεκτὴ κόρη τοῦ Βυζαντίου, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα, τὴ μόρφωσι, καὶ τὴν καλλονή της.Στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας της ἦταν ὅταν ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ μία ἐπιλογή. Ὁ αὐτοκράτωρ Θεόφιλος τὸ 830 μ.Χ. ἐπρόκειτο νὰ ἐκλέξῃ τὴ γυναῖκα ποὺ θὰ γινόταν σύζυγός του.
Ἡ μητέρα του Εὐφροσύνη συγκέντρωσε στὰ ἀνάκτορα τὶς ὡραιότερες καὶ περιφημότερε ςπαρθένες νεάνιδες τῆς αὐτοκρατορίας. Ὁ Θεόφιλος κρατοῦσε ἕνα χρυσὸ μῆλο, ποὺ θὰ τὸ ἔδινε στὴν ἐκλεκτὴ τῆς καρδιᾶς του. Μέσα σὲ ὅλες διέκρινε ὡς ὡραιότερη τὴν Κασσιανή. Ἀλλὰ πρὶν τῆς δώσῃ τὸ μῆλο, θέλοντας νὰ δοκιμάσῃ καὶ τὴν εὐφυΐα της, τὴ ρώτησε· «Ὡς ἆρα διὰ γυναικὸς ἐρρύη τὰ φαῦλα;» , ἂν δηλαδὴ ἀπὸ τὴ γυναῖκα προέρχονται ὅλα τὰ κακά (καὶ ἐννοοῦσε τὴν Εὔα , ποὺ ὑπῆρξε ἡ αἰτία τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους).Ἡ Κασσιανὴ ὅμως ἀπήντησε μ᾿ ἐκεῖ νο τὸ ἄφθαστο· «Καὶ διὰ γυναικὸς πηγάζει τὰ κρείττονα», ὅτι δηλαδὴ ἀπὸ τὴ γυναῖκα ἐπίσης προέρχεται ὅ,τι ἀνώτερο καὶ ὡραιότερο ὑπάρχει στὸν κόσμο (καὶ ἐννοοῦσε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο). Μὲ τὴν ἀπάντησι αὐτὴ ὁ Θεόφιλος δυσαρεστήθηκε –οἱ ἄντρες δὲν θέλουν οἱ γυναῖκες νά ᾿νε ἔξυπνες. Ἔτσι ἔδωσε τὸ μῆλο σὲ ἄλλη, στὴν Θεοδώρα.
Μετὰ τὴν ἀποτυχία αὐτὴ ἡ Κασσιανὴ πικραμένη ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο. Ἵδρυσε μοναστήρι, συγκέντρωσε κι ἄλλες γυναῖκες καὶ ἔζησε ἀσκητικά. Εἶχε δὲ καὶ ποιητικὸ τάλαντο .Συνέθεσε ἔξοχους ὕμνους, ἀλλ᾿ ὁ ἐξοχώτερος εἶνε αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε σήμερα· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…».
Ποιά ἆραγε νὰ εἶνε αὐτὴ ἡ γυναίκα γιὰ τὴ νὁποία ὁμιλεῖ τὸ τροπάριο; Δὲν εἶνε ἡ Κασσιανή. Ἡ Κασσιανή, ὅπως εἴπαμε, ἦταν μιὰ ἁγνὴ παρθένος κόρη· ἀλλὰ πῆρε ὡς θέμα τοῦ ποιήματός της τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα .Τί ἦταν αὐτὴ ἡ γυναίκα; Σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Λουκᾶν εὐαγγέλιο (7,36-50) συνέβη τὸ ἑξῆς.Ἕνας φαρισαῖος κάλεσε τὸ Χριστὸ σὲ τραπέζι , καὶ ὁ Κύριος πῆγε· ὄχι ἀπὸ γαστριμαργία ἀλλὰ γιὰ ἕναν ἀνώτερο σκοπό, γιὰ νὰ προσφέρῃ κ᾿ ἐκεῖ τὸ λόγο, τὴ διδασκαλία του. Ἐκεῖ  ἦρθε ἡ γυναίκα αὐτή, ποὺ ἦταν γνωστὴ γιὰ τὴν κακὴ ζωή της. Ἄκουσε ὅμως τὸ κήρυγμα τοῦΧριστοῦ καὶ εἶχε μετανοήσει. Ἐκδηλώνονταςτὴ μετάνοια καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη της, ἔπλυνε τότε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου μὲ δάκρυα, τὰ μύρωσε μὲ ἕνα πανάκριβο μύρο, καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της. Ὁ φαρισαῖος σκανδαλίστηκε, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπήντησε μὲ τὴν ἑξῆς παραβολή. Δύο χρεωφειλέτες χρωστοῦσαν σὲ κάποιο πλούσιο δανειστὴ ὁ μὲν ἕνας 500 δηνάρια, ὁ δὲ ἄλλος 50 μόνο δηνάρια.Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος εἶχαν νὰ πληρώσουν, ὁ κύριος τὰ χάρισε καὶ στοὺς δυό. –Ποιός ἀπὸ τοὺς δύο, ἐρωτᾷ ὁ Χριστὸς τὸ φαρισαῖο, θὰ εἶνε πιὸ εὐχαριστημένος καὶ πιὸ εὐγνώμων; –Ἐκεῖνος ποὺ τοῦ χαρίστηκε τὸ περισσότερο, ἀπαντᾷ ὁ φαρισαῖος. –Κατάλαβες, λέει ὁ Χριστός, τί ἤθελα νὰ σοῦ πῶ; Ἐσὺ εἶσαι ποὺ νομίζεις ὅτι ἔχεις μικρὸ χρέος (50 δηναρίων) –ἐνῷ τὸ χρέος σου εἶνε τεράστιο. Αὐτὴ ὅμως αἰσθάνεται τὸ βάρος μεγάλης ἁμαρτίας (500 δηναρίων) καὶ δείχνει τέτοια εὐγνωμοσύνη. Γι᾿ αὐτὸ σοῦ λέω· «Ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47) . Τί μεγάλος λόγος αὐτός, «ὅτι ἠγάπησε πολύ» ! Ἕνας διάσημος ἱεροκήρυκας, ὅταν διάβαζε τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἐρχόταν νὰ κλάψῃ παρὰ νὰ μιλήσῃ.Αὐτὴ λοιπὸν τὴνἁμαρτωλὴ γυναῖκα εἶχε ἡ Κασσιανὴ στὴ σκέψι της ὅταν ἔκανε τὸ ποίημα αὐτό. Γιὰ νὰ τὸ ἑρμηνεύσουμε θὰ χρειαζόταν πολλὴ ὥρα. Ἕνα μόνο θὰ τονίσω, ὅτι ὑμνεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα, ποὺ μὲ τὰ δάκρυά της καὶ μὲ τὰ μύρα της ἔπλυνε καὶ ἀρωμάτισε τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ εἰς ἔνδειξιν μετανοίας . Εὐλογημένη ἡ γυναίκα αὐτή, εὐλογημένα τὰ δάκρυά της.
Ὤ τὰ δάκρυα ! Ποιός δὲν ἔκλαψε; Δὲν βλέπετε· καὶ τὸ βρέφος ὅταν γεννιέται κλαίει. Ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ γεννιῶνται κλαῖνε. Βγαίνουν μέσα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας τους καὶ μπαίνουν σ᾿ ἕνα νέο κόσμο, καὶ ὅμως κλαῖνε. Βλέπουν τὴ μεταβολή. Καὶ τὰ δάκρυα, ποὺ χύνειτὸ μικρὸ παιδί, εἶνε τὸ προοίμιο ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἡ ζωὴ αὐτὴ λέγεται «κοιλὰς κλαυθμῶνος» (Ψαλμ. 83,7). Ποιός δὲν ἔκλαψε; Εἴτε σὲ καλύβα γεννηθῇ εἴτε σὲ παλάτια καὶ ἀνάκτορα γεννηθῇ, καὶ σὲ ὁποιοδήποτε σημεῖο τοῦ πλανήτη καὶ ὁποιαδήποτε δόξακαὶ μεγαλεῖο καὶ ἂν ἔχῃ, κλαίει ὁ ἄνθρωπος.Ὁ ἕνας κλαίει γιατὶ ἔχασε τὸν πατέρα του, ὁἄλλος κλαίει γιατὶ ἔχασε τὴ μητέρα του, ἡ χήρα γυναίκα κλαίει γιατὶ ἔχασε τὸν προσφιλῆ σύζυγό της, τὰ ὀρφανὰ παιδιὰ κλαῖ νε γιὰ τὸν πατέρα τους, ὁ φίλος τὸν φίλο του…. Ὅλοι κλαῖνε. Κι ἂν ἕνας ἄγγελος μάζευε τὰ δάκρυατοῦ κόσμου, θὰ ἔφτειαχνε μιὰ λίμνη μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ λίμνη τῶν Πρεσπῶν.Πόσα δάκρυα χύνει ὁ ἄνθρωπος! Μάταια ὅμως τὶς περισσότερες φορές. Εἶνε δάκρυα ποὺ δὲν φέρνουν ἀποτέλεσμα. Τὰ δάκρυα αὐτὰ εἶνε μόνο ἐκφράσεις εὐγενῶν αἰσθημάτων.
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ δάκρυα ποὺ σῴζουν. Ποιός ἀπὸ μᾶς ἔχει τέτοια δάκρυα; Μὲ τὰ δάκρυα αὐτὰ ἐξοφλοῦνται τὰ χρέη ποὺ ἔχουμε. Διότι χρωστᾶμε· χρωστᾶμε στὸ Χριστό .Τώρα, ποὺ εἶνε Μεγάλη Ἑβδομάδα, σπεύσατε, ἀδελφοί μου, στὴν πνευματικὴ τράπεζα ποὺ λέγεται ἱερὰ ἐξομολόγησις, καὶ ἐξοφλῆστε τὰ χρέη σας , εἴτε 50 εἴτε 500 δηνάρια εἶνε. Τὰ χρέη ἐξοφλοῦνται, ὅπως εἴπαμε, μ᾿ ἕνα δάκρυ, δάκρυ μετανοίας . Θὰ ἔπρεπε βέβαια ὄχι ἕνα δάκρυ, βροχὴ δακρύων νὰ χύσουμε.Ἀλλὰ ἔστω καὶ ἕνα δάκρυ ἂν ἔχουμε, αὐτὸ θὰ γίνῃ Ἰορδάνης ποταμὸς νὰ πλύνῃ τ᾿ ἁμαρτήματά μας. Τέτοια ἦταν τὰ δάκρυα τῆς γυναίκαςαὐτῆς ποὺ προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Δῶστε μου ἕνα δάκρυ σὰν τὰ δικά της. Δῶσ-τε μου ἕνα δάκρυ σὰν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ ἀρνήθηκε μὲν τὸ Χριστό, ἀλλ᾿ ὅταν ἐκεῖ νος τοῦ ἔρριξε μιὰ ματιὰ ὁ Πέτρος βγῆκε ἔξω καὶ «ἔκλαυσε πικρῶς» (Ματθ. 26,75. Λουκ. 22,62) . Δῶστε μουἕνα δάκρυ σὰν τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ποὺ πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἔκλαιγε τὴν προηγούμενη ζωή της. Δῶστε μου ἕνα δάκρυ ἀπὸ ᾿κεῖνα τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου (λένε γιὰ κάποιον ἀσκητή, ὅτι τὸ μαντήλι του ἦταν πάντα ὑγρό, μουσκεμένο ἀπὸ τὰ μάτια του). Ὦ Θεέ μου, σὲ ποιόν αἰῶνα ζοῦμε! Σὲ αἰῶ-να ἀμετανοήτων ἀνθρώπων. Ποῦ ὀφείλεται τὸ μεγάλο δρᾶμα τῆς ἀνθρωπότητος; Ἀπαντᾷ ὁ Σολτζενίτσιν, ἕνας Ῥῶσος φιλόσοφος τῶν ἡμερῶν μας ποὺ ὑπῆρξε καὶ προφήτης. Ἀπ᾿ὅλα τὰ λόγια ποὺ ἄκουσα στὴ ζωή μου, λέει,τὰ ὡραιότερα τ᾿ ἄκουσα ἀπὸ ἕναν ἀγράμμα-το ἀλλὰ σοφὸ Ῥῶσο χωρικό. Αὐτὰ τὰ κακά, ἔλεγε, ποὺ ὑποφέρει ἡ Ῥωσία κι ὅλη ἡ ἀνθρωπότης, εἶνε γιατὶ ὅλοι φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό …Παπᾶδες, δεσποτάδες, μικροί, μεγάλοι, πολιτικοὶ καὶ ἄλλοι ἄνδρες, φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό.Ποιά εἶνε ἡ ὁδὸς γιὰ νὰ ξαναγυρίσουμε κοντάτου; Εἶνε ἡ ὁδὸς τῆς μετανοίας.
Ἐξοφλῆστε λοιπὸν τὸ χρέος σας. Κι ὅταν ἐξοφληθῇ τὸ χρέος, τότε θ᾿ ἀκούσουμε κ᾿ ἐμεῖς στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας αὐτὸ ποὺ ἄκουσε ἡ μετανοημένη γυναίκα. Δὲν εἶνε ἡ θρησκεία μας κάποιο ψέμα· εἶνε ζωντανὴ ἀλή-θεια, εἶνε ἕνα μεγάλο καὶ ὑψηλὸ καὶ ὑπέροχο πρᾶγμα, ξεπερνᾷ τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ· εἶνε αἰώνια ἡ θρησκεία μας. Ἀπόδειξις· ὅταν ἐξομολογηθῇς καὶ βγῇς ἀπὸ τὸ ἐξομολογητήριο,τὸ χρέος πλέον θὰ ἔχῃ ἐξοφληθῆ καὶ θ᾿ ἀκούσῃς κ᾿ ἐσὺ ὅ,τι εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ μετανοημένη ἁμαρτωλὴ γυναῖκα· «Ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 21-4-1992 τὸ βράδυ.

Ύμνος στην συγχώρηση(Αγ.Νικολάου Αχρίδος)


Αποτέλεσμα εικόνας για Αγ.Νικολάου Αχρίδος


Δεν είναι έργα της Εκκλησίας οι αλαζονικές αντικανονικότητες

Λεζάντα: Ὁ Γέρων Ἐπιφάνιος περιστοιχιζόμενος ἀπὸ τὸν νῦν Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιον, τὸν Σπάρτης κ. Εὐστάθιον καὶ ἀπὸ ὀκτὼ πατέρας, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ νῦν Ν. Σμύρνης κ. Συμεὼν καὶ ὁ νῦν Παροναξίας κ. Καλλίνικος.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΑΙ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΕΣ
Γράφει ὁ π. Ἱερόθεος Ἀργύρης, Ἱεροκήρυξ
«Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν; οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος; οἱ τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρὸν» (Ἡσ. ε΄ 20).

(Ἤτοι, ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους ποὺ λέγουν καὶ παριστάνουν τὸ κακὸν ὡς καλὸν καὶ τὸ καλὸν ὡς κακὸν καὶ οἱ ὁποῖοι διὰ τῶν πράξεών τους παρουσιάζουν τὸ σκότος ὡς φῶς καὶ τὸ φῶς ὡς σκότος, οἱ ὁποῖοι πείθουν μὲ τὸ παράδειγμά τους καὶ τοὺς ἄλλους, ὅτι τὸ πικρὸν εἶναι γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ εἶναι πικρόν).
Νὰ συλλειτουργήσουν μὲ καθῃρημένους καὶ αὐτοχειροτονήτους;
Δεχθήκαμε ἐπίμονα τηλεφωνήματα ἀγωνίας ἀπὸ Πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Μᾶς ἀπεκάλυψαν τὸ βαθὺ συνειδησιακὸ πρόβλημα ποὺ ἀνέκυψε ἐσχάτως γιὰ ἐκείνους. Ἀναγκαστικὰ κάναμε μία ἔρευνα γιὰ τὰ τεθέντα ἐρωτήματα καὶ διλήμματα. Αὐτὸ συμβαίνει, διότι, μερικοὶ κληρικοί, δῆθεν ἔχοντες πνευματικὴ σχέσι μὲ τὸν Μέγα Κανονολόγο Γέροντα Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο τοὺς προτρέπουν νὰ συλλειτουργήσουν μὲ τοὺς σχισματικούς, καθῃρημένους καὶ αὐτοχειροτονήτους ἐκ τῆς Οὐκρανίας (τῆς ὀνομαζομένης «Μικρῆς Ρωσίας»). Μὲ τοὺς «Ἐπισκόπους» τῆς μὴ σοβαρῆς «Ψευτο-Συνόδου» τῶν τοῦ Κιέβου.
«Εἶναι ἀληθές, ρωτοῦν οἱ Πατέρες, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ σοφὸς Γέροντας, ὁ ἔγκριτος καὶ παραδοσιακὸς Κανονολόγος, διετείνετο ὅτι πρέπει νὰ ὑπακούωμε σὲ πᾶν ὅ,τι προστάζει ἡ Διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὀρθό;»
Προφανῶς, τὸ ἐρώτημα τίθεται γιὰ τὸ ζήτημα τῆς Οὐκρανικῆς περιπλοκῆς. Περὶ ἀποδοχῆς καὶ ἀναγνωρίσεως, κοινωνίας καὶ συλλειτουργίας μὲ Καθηρημένους καὶ Ἀναθεματισμένους Σχισματικοὺς «Ἐπισκόπους». Ἀκόμη καὶ μὲ «Ἐπισκόπους» «χειροτονηθέντας» ἀπὸ αὐτοχειροτονήτους «Ἐπισκόπους». Συγκεκριμένα στὴν Οὐκρανία, τὸ 1921, ἐπὶ Ἐρυθροῦ Κομμουνισμοῦ, καθὼς ὁμοίως καὶ τὸ 1941, ἐπὶ μαύρου Γερμανικοῦ Ναζιστικοῦ Φασισμοῦ. Τότε συνετελέσθησαν παντελῶς ἄκυρες «Χειροτονίες» «Ἐπισκόπων». Πῶς; Μὲ τὴν ἐναπόθεσι ἐπάνω στὸ κεφάλι τῶν «Χειροτονουμένων» τῆς χειρὸς τοῦ πρώτου, πρὸ χιλίων (1.000) ἐτῶν, Ἐπισκόπου Κιέβου Ἁγ. Μιχαήλ. Αὐτοὶ οἱ «Ἐπίσκοποι» εἶναι γνωστοὶ ὡς «Σαμοσφιάτοι», (= Αὐτοχειροτόνητοι).
Καταπάτησις βασικῆς Τετραπλοῦς ἀρχῆς Ἰσότητος
Ἰδού. Ὁ αὐτοαποκαλούμενος, «Πατριάρχης Οὐκρανίας» κ. Φιλάρετος Ντενισένκο, καθῃρημένος, ἀναθεματισμένος καὶ σχισματικός. Ὁ ἀναφερόμενος ὡς «Ἀρχιεπίσκοπος Οὐκρανίας» κ. Μακάριος Μαλέτιτς «χειροτονηθεὶς» ἀπὸ αὐτοχειροτονήτους. Καὶ ὁ «Μητροπολίτης Κιέβου» κ. Ἐπιφάνιος Πέτροβιτς Ντουμένκο μὲ «χειροτονία» ἀπὸ καθῃρημένους… καὶ ἅπαντες οἱ σὺν αὐτοῖς.
Καὶ πάντα ταῦτα συντελοῦνται κάτω ἀπὸ τὸν μελανὸ μανδύα καὶ τὰ γαμψὰ νύχια τῶν Ναζιστῶν παρακρατικῶν τῆς Οὐκρανίας. Μὲ σχέδια καὶ ἐντολὲς τῶν διεθνῶν ἐγκληματιῶν τῶν «ψευτο-εἰρηνιστῶν ἐμπόρων ὅπλων». Τῶν δολίων ὑποκινητῶν τῶν πιὸ φρικτῶν ἐμφυλίων πολέμων.
Ἑπομένως, τό, ὡς μὴ ὤφειλε ἀνακύψαν θέμα ποὺ δημιουργεῖ μέγιστο συνειδησιακὸ πρόβλημα σὲ μερικοὺς Ἁγιορεῖτες Πατέρες, εἶναι τὸ τῆς ἀναγνωρίσεως ἢ μή, μιᾶς «Ψευτο-Συνόδου» τοῦ Κιέβου (15-12-18), μιᾶς «Ψευτο-Αὐτοκεφαλίας» (6-1-19) καὶ ἑνὸς «Ψευτο-Μητροπολίτου Κιέβου».
Ὅλα τὰ σκοτεινὰ ἔργα συνετελέσθησαν, κατὰ κατάφωρη παράβασι τῆς βασικῆς Τετραπλῆς Κανονικὸ-Εὐαγγελικῆς Ἀρχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανοσύνης:
«Ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι εἶναι Ἴσοι». «Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες εἶναι Ἴσες». «Ὅλες οἱ Σύνοδοι εἶναι Ἴσες». «Ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι Ἴσοι».
Μαύρη προπαγάνδα χωρὶς ὅρια
Μὰ εἶναι δυνατὸν νὰ τίθενται παρόμοια ἐρωτήματα καὶ τόσο ἀντιφατικὰ διλήμματα ἀπὸ τοὺς Πατέρες, ποὺ ἀποτελοῦν «τὴν Ἀριστοκρατία τῆς Ἐκκλησίας μας», κατὰ τὰ λόγια τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου; Ἀπὸ τοὺς γνῶστες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως τῆς Οὐρανίου Τάξεως καὶ τῶν Θεοπνεύστων Ἱερῶν Κανόνων; Ἀσφαλῶς ὄχι. Εἶναι ποτὲ δυνατὸν ὁ Κανονολόγος Ἐπιφάνιος νὰ ἔλεγε ναὶ σὲ «Ἐκκλησία Σχισματικῶν Καθηρημένων καὶ Αὐτοχειροτονήτων»
Ἡ μαύρη προπαγάνδα καὶ τὸ ψεῦδος δὲν ἔχουν τὰ ὅριά τους.Ὁ Γέροντας Ἐπιφάνιος ποτὲ δὲν ἔλεγε παρόμοια ἀντικανονικὰ πράγματα. Κατ’ ἀρχάς, ἄλλο Ἐκκλησία καὶ ἄλλο Διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ βέβαια πρέπει νὰ ἀποδεχώμεθα ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποφασίζει, ὡς θεοσύστατος Ὀργανισμός, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Ὑφίστανται ἀποφάσεις ποὺ διέρχονται μέσα ἀπὸ τὸ κριτήριο τῆς διαχρονικότητος. Καὶ ἐπὶ πλέον ὀρθὸν εἶναι «πᾶν ὅ,τι πάντοτε καὶ ὑπὸ πάντων ἐπιστεύθη». Προφανῶς, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας πορεύεται καὶ βιώνει τὴν Παράδοσί της, ἐφαρμόζοντας τοὺς Θεοπνεύστους καὶ Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ΟΧΙ παραβιάζοντάς τους.
Εἶναι γνωστὸν πώς, καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν ἀνέκυψαν, ὡς ἀποτελέσματα τῆς ἀλαζονείας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας, ἀντικανονικὲς ἀποφάσεις ἀπὸ «Ψευτο-Συνόδους» κάθε μορφῆς καὶ κατηγορίας. Αὐτὲς ποτὲ δὲν ἀπετέλεσαν ἐκφράσεις καὶ ἐκφάνσεις τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ἐπίσης εἴχαμε καὶ αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους, Κληρικοὺς καὶ Πατριάρχες.
Ἐπολέμησε δυναμικὰ τὰς ἀντικανονικότητας
Ἂς ἐπανέλθουμε ὅμως καὶ στὸν Γέροντα Ἐπιφάνιο. Ὁ σοφὸς καὶ συνετὸς αὐτὸς Γέροντας, μὲ τὸν ποιὸ καταλυτικὸ τρόπο διετύπωσε ὅτι οἱ ἀντικανονικὲς ἀποφάσεις τῆς Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας δὲν γίνονται ἀποδεκτὲς μὲ κανένα τρόπο. Καὶ πολεμῶνται χωρὶς κανένα συμβιβασμό.
Τρεῖς ἔμπρακτες καὶ οὐσιαστικὲς ἀποδείξεις τῆς ἀληθοῦς πραγματικότητος:
Πρῶτον, στὸ θέμα τῆς ἀντικανονικῆς καὶ ἀδίκου ἐκδιώξεως τῶν Δώδεκα σεμνῶν, ἁγίων Μητροπολιτῶν, κατὰ τὸ 1974, ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ποτὲ δὲν ἀνεγνώρισε τοὺς καταληψίες τῶν θρόνων, τοὺς «Μοιχεπιβάτες». Ποτὲ δὲν εἶχε καμιὰ κοινωνία καὶ ἐπικοινωνία μαζί τους. Οὔτε καὶ μὲ πρόσωπα πολὺ γνωστὰ ἢ λίαν φιλικὰ πρὸς τόν Γέροντα Ἐπιφάνιο.
Μὲ ἕνα λόγο, ΠΟΤΕ δὲν Συλλειτούργησε οὔτε συνιερούργησε μὲ ὁποιοδήποτε «Μοιχεπιβάτη». Κατὰ μείζονα λόγο, προφανῶς, ποτὲ δὲν θὰ συλλειτουργοῦσε μὲ Καθῃρημένους καὶ Αὐτοχειροτονήτους. Ἀλλά, τραγικὴ διαπίστωσις ἀνακύπτει:
Πλεῖστοι ὑμνηταὶ τοῦ διασήμου Γέροντος, συλλειτούργησαν, κατὰ συρροή, συστηματικὰ καὶ κατ’ ἐξακολούθησι μὲ ἀρκετοὺς «Μοιχεπιβάτες». Καὶ δυστυχέστατα, … Αὐτοσυστηνόμενο ἢ Νομιζόμενο ἢ Πρώην «Πνευματικὸ Τέκνο» του, διάσημός τις Ἁγιορείτης Ἡγούμενος, μετέβη γιὰ νὰ συλλειτουργήση μὲ τὸν «Ψευτο-Κιέβου», κατὰ τὴν ἀπίθανη Ψευτο-Ἐνθρόνισι στὴν Πρωτεύουσα τῆς Μικρῆς Ρωσίας, τῆς Οὐκρανίας στὶς 03-02-2019. Ἀλλά…
Ὁ Γέροντας Ἐπιφάνιος δὲν συλλειτούργησε ΠΟΤΕ μὲ «Μοιχεπιβάτες», καθότι ἐτηροῦσε, ἐν προκειμένῳ, τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου τῆς Ἀγάπης, τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Ἠγαπημένου, ποὺ προστάζει, «…μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε» (Β΄ Ἰωάνν. 10), διότι «… ὁ λέγων γὰρ αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄ Ἰωάνν. 11). [Δηλαδή, (εἰς αὐτὸν ποὺ δὲν φέρει τὴν γνησία διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ) μὴ τὸν δέχεσθε πρὸς φιλοξενία εἰς τὸ σπίτι σας, οὔτε χαιρετισμὸν νὰ ἀπευθύνετε πρὸς αὐτόν. Διότι ἐκεῖνος ποὺ χαιρετᾶ αὐτὸν γίνεται συγκοινωνὸς πρὸς τὰ πονηρά του ἔργα).
Δεύτερον, στὸ ζήτημα τοῦ Μακαρίου τῆς Κύπρου καὶ τῆς Κανονικῆς Ἱερᾶς Συνόδου ποὺ τὸν Καθήρεσε. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε τὶς ἀποφάσεις τῆς λεγομένης Ψευδεπιγράφου λεγομένης «Μείζονος Συνόδου» τοῦ Μακαρίου. Ἀνεγνώριζε πάντοτε μόνο τὴν Κανονικὴ Ἱερὰ Σύνοδο τῶν Μητροπολιτῶν τῆς Κύπρου.
Στὴ συνέχεια, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ὑπαιτίου Μακαρίου ὁ ἴδιος ἐπεμελήθη, ὥστε νὰ κλείση τὸ θέμα, νὰ ἀναγνωρισθῆ, κατ’ οἰκονομίαν, τὸ διαμορφωθὲν σύστημα στὴν Κύπρο. Ἐλάβομεν γνῶσιν τῶν κειμένων καὶ τῶν ἐνεργειῶν. Συμμετείχαμε δὲ σ’ αὐτὴ τὴν διαδικασία ἀποκαταστάσεως τῆς Ἱεροκανονικότητος.
Τρίτον, ἐπολέμησε μὲ πολλὴ δύναμι καὶ μὲ πολλοὺς κινδύνους καὶ ἀπειλὲς τὸ περίφημο «Μεταθετὸ» τῶν Ἐπισκόπων, παρὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως.
Πραγματικὰ ἐρεβώδη ἔργα εἰς τὰς αὐλὰς  τῆς ὁλοφωτείνου Ἐκκλησίας
Ἐν κατακλεῖδι, ἂς μὴ ἐπιτρέπουμε στοὺς παραβάτες τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοὺς συνεργούς των καὶ στοὺς συνοδοιπόρους των νὰ μᾶς ἐξαπατοῦν, ἐμφανίζοντας τὸ σκοτάδι ὡς φῶς.
Αὐτοὶ δὲν θὰ ἐπιτύχουν νὰ παραπλανήσουν ἢ νὰ ἐκβιάσουν τὶς ἁπλοϊκές, μὰ σοφὲς ἅγιες μορφὲς τῶν γνησίων Πατέρων, ἐπικαλούμενοι τὸν Γέροντα Ἐπιφάνιο, ποὺ ἐδίδασκε καὶ ἔπραττε φωτεινὰ τὰ ἀντίθετα πρὸς τὰ «ἐρεβώδη» δικά τους ἔργα.
Ὀφείλουμε νὰ ἀναζητοῦμε μεθοδικά. Νὰ ἀνακαλύπτουμε τὰ λάθρα γενόμενα. Κατόπιν, νὰ ἀποκαλύπτουμε συνετὰ τὰ σκολιὰ ἔργα καὶ τοὺς ἐπιβούλους μεθοδευτὲς ρασοφόρους. Νὰ προστατεύουμε ἑαυτούς, τοὺς ἀδελφούς μας καὶ τὴν Ἐκκλησία μας.
«… Οἱ εὐφραινόμενοι ἐπὶ κακοῖς καὶ χαίροντες ἐπὶ διαστροφῇ κακῇ, ὧν αἱ τρίβοι σκολιαὶ καὶ καμπύλαι αἱ τροχιαὶ αὐτῶν τοῦ μακράν σε ποιῆσαι ἀπὸ ὁδοῦ εὐθείας καὶ ἀλλότριον τῆς δικαίας γνώμης» (Παροιμ. β΄ 12-16).
(Τουτέστιν, ἀλλοίμονο σὲ ἐκείνους ποὺ ὄχι μόνον εὐφραίνονται μὲ τὸ κακὸ καὶ χαίρουν, ὅταν κατορθοῦται διαστοφὴ καὶ διαφθορὰ τῶν χαρακτήρων.
Αὐτῶν οἱ δρόμοι εἶναι ἀνάποδοι καὶ διεστραμμένοι καὶ ἡ πορεία τους καμπυλωτὴ καὶ ὕπουλος, ἔχουσα σκοπὸν νὰ σὲ ἀπομακρύνη ἀπὸ τὸν εὐθὺν δρόμον καὶ νὰ σὲ ἀποξενώση ἀπὸ τὰς ἐναρέτους σκέψεις καὶ ἀποφάσεις).
το μεταφέρουμε απο εδώ

Σάββατο, Φεβρουαρίου 23, 2019

Κυριακή του Ασώτου αύριο. Ποιού Ασώτου όμως

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κάθεται και παπούτσια



Ο πρεσβύτερος γιος προτίμησε την απομόνωση. Μια απομόνωση,
που έφερε τη δηλητηρίαση της ψυχής του. Του φόρεσε τη στολή του
εγωισμού. Αρνήθηκε τη σωτηρία στον αδελφό του. Κλείστηκε, σαν σε 
συρματόπλεγμα, στον δικό του κόσμο.
Σ’ έναν κόσμο παράλογο. Μηδενικό. Απομόνωσης. Φθοράς πνευματικής.
Ηθικής ασωτίας.
Ο μεγαλύτερος αδελφός ζούσε με τις προσωπικές του αναζητήσεις. Τις
αγωνίες.
Δεν είχε την ετοιμότητα, τη γνώση, την ειλικρίνεια να σταθεί απέναντι
στο γεγονός πια της επιστροφής του αδελφού του με περίσκεψη.
Σοβαρότητα. Ταπείνωση. Σιωπή. Δάκρυα. Χαρά.
Ζούσε σταθερά σ’ ένα δικό του κόσμο. Αδέσμευτος. Ασυνόρευτης
τυπολατρίας. Βυθισμένος στο λιμάνι μιας ψεύτικης αγιότητας. Πλήρους
αυτάρκειας. Φανατισμένος. Τυπολάτρης. Αμετανόητος.
Ο μεγαλύτερος αδελφός κατακρίνει τον αδελφό του.
Καταδικάζει τον πατέρα του.
Θεωρεί τον εαυτό του δίκαιο.
Επιθυμεί έναν πατέρα εκδικητικό. Κριτήν. Αυστηρότατον. Τιμωρό
αμείλικτο.
Ο παραλογισμός της μεγάλης ιδέας που έχει για τον εαυτό του, τον
κάνει δάσκαλο του πατέρα του. Του καθορίζει τη θέση του. Τη στάση
του. Τι πρέπει να πράξει εκείνος και όχι τι να προσέξει ο ίδιος.
Η μεγάλη του πλάνη τον κάνει να μιλά περί του εαυτού του με
απαιτήσεις και δικαιώματα. Παραπονείται. Οργίζεται. Κατακρίνει τον
αδελφό του. Υπερυψώνει τον εαυτό του. Θέλει να φανερώσει την ανύπαρκτη
αξία του.
Μένει τελικά έξω από το παλάτι της σωτηρίας, αυτός που ένιωθε την
προστασία του πατέρα ως στήριγμα. Βάλσαμο. Παρηγοριά μέσα στον
αγώνα και την τρικυμία της ζωής του.
Σωστά λοιπόν μερικοί ερμηνευτές μιλούν για δύο άσωτους γιους. Έναν
μετανοημένο και έναν αμετανόητο.
Συγκρίναμε ποτέ τη δική μας πορεία με αυτή των δύο αδελφών;
Πού τοποθετούμαστε λοιπόν;
Η σύγκριση τελικά μας χρειάζεται.
+ο π. γ

Καλό μεσημέρι...

Σάββατο, Φεβρουαρίου 16, 2019

Ὅλοι οἱ προφῆτες … – τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς


Ὅλοι οἱ προφῆτες ἀπό τήν ἀρχή φωνάζουν στήν ψυχή μου ἱκετεύοντάς την νά γίνει παρθενική καί νά προετοιμαστεῖ νά λάβει τόν Θεῖο Υἱό στήν ἄμωμο μήτρα της· ἱκετεύοντάς την νά γίνει κλίμακα γιά νά κατέλθει ὁ Θεός στόν κόσμο καί νά ἀνέλθει ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό· ἱκετεύοντάς την ν’ ἀποστραγγίσει τήν ἐρυθρά θάλασσα τῶν αἱμάτινων παθῶν ἐντός της, ἔτσι ὥστε ὁ σκλάβος ἄνθρωπος νά μπορέσει νά τήν διασχίσει ὥς τήν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὥς τήν γῆ τῆς ἐλευθερίας.

Ὁ σοφός τῆς Κίνας συμβουλεύει τήν ψυχή μου νά εἶναι εἰρηνική καί ἥσυχη καί νά περιμένει τό Τάο νά ἐνεργήσει ἐντός της. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Λάο Τσέ, τοῦ δάσκαλου καί προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ σοφός τῆς Ἰνδίας διδάσκει τήν ψυχή μου νά μήν φοβᾶται τήν ὀδύνη, ἀντίθετα μέσα ἀπό κοπιώδη καί ἀδιάκοπη ἄσκηση ἐξαγνισμοῦ καί προσευχῆς νά ἀνυψωθεῖ ἕως τόν Ἕνα ψηλά, πού θά ἐξέλθει νά τήν προϋπαντήσει καί νά τῆς φανερώσει τό Πρόσωπό Του καί τήν Δύναμή Του. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Κρίσνα, δασκάλου καί προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ πριγκιπικός γιός τῆς Ἰνδίας διδάσκει τήν ψυχή μου νά ἀδειάσει ἀπό κάθε σπόρο τῆς σοδιᾶς τοῦ κόσμου, ν’ ἀπαρνηθεῖ ὅλες τίς σαγηνευτικές σερπαντίνες τῆς ἀδύναμης καί σκιώδους ὕλης καί κατόπιν σέ κένωση, ἡρεμία, ἁγνότητα καί εὐδαιμονία νά ἀναμένει τή νιρβάνα. Εὐλογημένη νά είναι ἡ μνήμη τοῦ Βούδα, τοῦ πριγκιπικοῦ γιοῦ καί ἀδιαμφισβήτητου δασκάλου τοῦ λαοῦ του.

Ὁ κεραυνοφόρος σοφός τῆς Περσίας λέει στήν ψυχή μου πώς δεν ὑπάρχει στον κόσμο τίποτα ἄλλο ἐκτός ἀπό Φῶς και Σκοτάδι, καί πώς ἡ ψυχή πρέπει νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τό σκοτάδι ὅπως ἡ μέρα ἀπό τή νύχτα. Διότι οἱ υἱοί τοῦ φωτός συλλαμβάνονται ἀπό τό φῶς και οἱ υἱοί τοῦ σκοταδιοῦ συλλαμβάνοναι ἀπό τό σκοτάδι. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Ζωροάστρη, τοῦ μεγάλου προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ προφήτης τοῦ Ἰσραήλ φωνάζει στήν ψυχή μου: Πρόσεχε, ἡ παρθένος θά συλλάβει καί θά γεννήσει γιό τοῦ ὁποίου το ὄνομα θά εἶναι Θεάνθρωπος. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Ἡσαϊα τοῦ ἐνορατικοῦ προφήτη τῆς ψυχῆς μου.

Ὤ οὐράνιε Κύριε, ἄνοιξε τά ὦτα τῆς ψυχῆς μου, μή τυχόν καί γίνει κουφή στίς προτροπές τοῦ Ἀγγελιαφόρου Σου…

Ψυχή μου, μή σκοτώνεις τούς προφῆτες πού σοῦ στέλνονται. Γιατί οἱ τάφοι τους δεν κλείνουν μέσα τους αὐτούς, ἀλλ’ ἐκείνους πού τούς φόνευσαν.

Πλύσου, ἀποκαθάρου, γίνε γαλήνια μέσα στήν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ κόσμου, καί φύλαξε ἐντός σου τίς συμβουλές τῶν προφητῶν πού σοῦ ἐστάλησαν. Παραδώσου ὁλοκληρωτικά στόν Ἕνα ψηλά, καί πές στόν κόσμο «Δέν ἔχω τίποτα γιά σένα».

Καί οἱ πιό ἐνάρετοι γιοί τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν σέ σένα, δέν εἶναι περισσότερο ἀπό τρεμάμενες σκιές, οἱ ὁποῖες, σάν τόν δίκαιο Ἰωσήφ περπατοῦν στή σκιά σου. Γιατί ἡ θνητότητα γεννᾶ θνητότητα καί ὄχι Ζωή. Ἀληθινά σοῦ λέω: οἱ γήϊνοι σύζυγοι κάνουν λάθος ὅταν λένε πώς δίνουν ζωή. Δέν τήν δίνουν ἀλλά τήν καταστρέφουν. Σπρώχνουν τή ζωή στήν ἐρυθρά θάλασσα καί τήν πνίγουν, καί ἐκ τῶν προτέρων τήν τυλίγουν στό σκοτάδι καί τήν κάνουν μιά διαβολική ψευδαίσθηση. Δέν ὑπάρχει ζωή, ὦ ψυχή, παρά μόνον ὅταν ἔρχεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οὕτε καμιά πραγματικότητα στόν κόσμο ὑπάρχει, παρά μόνον ἄν κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό.

Μή φονεύεις τούς προφῆτες πού σοῦ ἀποστέλλονται, ψυχή μου, γιατί ὁ φόνος εἶναι μόνο μιά ψευδαίσθηση σκιῶν. Μή φονεύεις, γιατί μόνον τόν ἑαυτό σου μπορεῖς νά σκοτώσεις.

Γίνε παρθενική , ψυχή μου, γιατί ἡ παρθενικότητα τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ μόνη ἡμι-αλήθεια σ’ ἕναν κόσμο σκιῶν. Μιά ἀλήθεια μισή ἕως ὅτου ὁ Θεός γεννηθεῖ ἐντός της. Τότε ἡ ψυχή γίνεται μιά πλήρης πραγματικότητα.

Παρθένε μου, γίνε σοφή καί δέξου πριγκιπικά τά πολύτιμα δῶρα τῶν σοφῶν ἀπό τήν Ἀνατολή, τά προορισμένα γιά τόν Ὑιό σου. Μήν κοιτάζεις πίσω κατά τή Δύση, ἐκεῖ ὅπου ὁ ἥλιος δύει ,καί μή λαχταρᾶς δῶρα πού εἶναι μυθευματικά καί ψευδῆ.


Εἰσαγωγικό σημείωμα – Ἀπόδοση: Νατάσα Κεσμέτη
Ἀριθμημένος ὡς ΧLVIII, ὁ παραπάνω ὕμνος εἶναι μιά ἀπό τίς Προσευχές δίπλα στή Λίμνη πού ἔγραψε στά 1922 ὁ τότε Ἐπίσκοπος Ζίτσας καί νῦν Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Ἡ ρώμη ἀλλά καί ἡ τόλμη τόσο στήν σύλληψη ὅσο καί στήν ἐκφραστική του φανερώνονται καί σ’ αὐτήν τήν προσευχή, καθώς πηγάζουν σχεδόν ἀκράτητα ἀπό τήν φλεγόμενη καρδιά του.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Και πάλι Τριώδιο και πάλι Τελώνης και Φαρισαίος- Υπόθεση λατρείας ορθής


Και πάλι Τριώδιο και πάλι Τελώνης και Φαρισαίος και πάλι η ορθή προσευχή και υψοποιός ταπείνωση και έλεγχος του κομπασμού και καιρός μετανοίας και διόρθωση βίου και πάλι καρδία συντετριμμένη και πάλι συντριβή των υπερηφάνων και πάλι διατριβή αγιότητας.

Λέει ο νηπτικός διδάσκαλος αββάς Ισαάκ ότι θέλει να μιλήσει για την ταπείνωση και αισθάνεται συστολή, διότι η ταπείνωση είναι αυτή η ίδια η στολή της θεότητας. Και ναι! Πράγματι. Με την ταπείνωση ο Υιός και Λόγος του Θεού ντύθηκε για να συναναστραφεί με τους ανθρώπους. Όχι μέσα σε αστραπές και βροντές και γνόφο όπως παλιά, αλλά με την χοϊκή ανθρώπινη φύση, ήρεμα. Σκήνωσε ανάμεσα μας και μοιράστηκε το ψωμί μας. Και με αυτή την ταπείνωση, ένδυμα και όχημα έπαθε, σταυρώθηκε, πέθανε και ετάφη για την σωτηρία μας.

Πώς να εισακουστούν και να εκτιμηθούν τα λόγια του αββά Ισαάκ σήμερα; Σήμερα η ταπείνωση θεωρείται ταπεινολογία, φαρισαϊσμός, αδυναμία, δειλία. Δεν διακρίνουμε την παρρησία από το θράσος, αλλά ούτε και τον εξευτελισμό και την ένοχη σιωπή από την αληθινή ταπείνωση. Η ταπείνωση στον άνθρωπο σε αντίθεση με τον ταπεινούντα εαυτόν εως γης Χριστόν,  έχει και σχήμα και ενέργεια εσωτερικά κυρίως. Κοσμεί τον μέσα άνθρωπο. Η ταπεινοσχημία όμως η οποία συνηθίζεται και στις μέρες μας, ως εύκολος και γλυκύς πειρασμός, δεν διαφέρει από αυτή την κομπαστική υπερηφάνεια που έκανε τον Φαρισαίο "άγιο" και δικαιούντα εαυτόν. Γι' αυτό και οι πραγματικά ταπεινοί είναι και δυσδιάκριτοι, αλλά και σε έναν κόσμο αυτοπροβολής και επιδεικτικής θρησκευτικότητας, καλά κρυμμένοι. Οι άγιοι όταν από τον Θεό φανερή γινόταν  η αρετή τους έφευγαν από τόπο σε τόπο, για να μην τους καταλάβει το δαιμόνιο της κενοδοξίας και άλλοι  επιδείκνυαν αχαρακτήριστες και σκανδαλώδεις συμπεριφορές για να κρύψουν την αγιότητα τους. Αυτή είναι η μεγαλειώδης ταπείνωση πού δεν χωρεί αμφισβήτηση παρά μόνο διακριτικώς θαυμασμό και σεβασμό και είναι αποκεκαλυμμένη μόνο σε αυτόν ο οποίος την ασκεί και την γνωρίζει. Είναι αυτές οι ευλογημένες ψυχές οι οποίες την φέρουν, που καταφέρνουν να ξεχνούν κάθε αρετή και να αποκλείουν ακόμα κάθε δυνατότητα σωτηρίας για τον εαυτό τους. Είναι αυτοί οι οποίοι "τρίφτηκαν" στην ορθόδοξη βιοτή και άσκηση.

Φυσικά το μόνο μήνυμα της αυριανής Κυριακής δεν είναι μόνον η ταπείνωση ως αυτοσκοπός, αλλά και το ορθόν μέσον, η ταπείνωση ως ευάρεστη στον Θεό προσευχή. Γιατί το Τριώδιο από την προσευχή δύο ανθρώπων στον Ιερό τόπο, στον ναό αρχίζει. Μας ανοίγει το Τριώδιο τα βημόθυρα του Ναού. Μας εισοδεύει στην λειτουργική ζωή. Υπόθεση του Τριωδίου είναι λοιπόν η ορθή λατρεία. Αν οι αρχαίοι προσέφεραν στο θείο θυσίες και ολοκαυτώματα, η δική μας λατρεία ορίζει μοναδική και ευάρεστη θυσία "καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην" μπροστά στον Θεό. Η ορθόδοξη λατρεία είναι θέατρον και δράμα, αλλά και "ανάμνησις" της μοναδικής ταπεινώσεως. Η Φάτνη, ο Γολγοθάς, ο Τάφος, η Ανάσταση, οι ζωντανές αποδείξεις της  Κένωσης του Θεού είναι έμπροσθεν μας και μας διδάσκουν, μας μυούν στο μυστήριο και το ήθος της ταπείνωσης, με Μυσταγωγό αυτόν τον ίδιο τον Αμνό του Θεού, τον πράο και ταπεινό τη καρδιά και εαυτόν ταπεινώσαντα και κενώσαντα εως θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.Είναι και άσκηση πνευματική, είναι νηστεία αληθινή, είναι αρμονία ώστε ψυχή και σώμα να γίνουν όργανο ένα και μοναδικό για να αποδίδει ασταμάτητη λατρεία στον Θεό. Προσευχή λατρευτική και προσευχή βίου, ζώσα προσευχή ανθρώπου εναρμονισμένου όλου με την λατρεία του Θεού, μέσα από το ήθος, τις πράξεις, τις σκέψεις του. Γιατί το Τριώδιο είναι η αναγέννηση μας, η αναβάπτιση μας στο γνήσιο ορθόδοξο ήθος, η κλήση μας για μια αυθεντική ορθόδοξη φυσιολογία πνευματικού ανθρώπου.

Αρχίζει το Τριώδιο με αναφορά την λατρεία και καταλήγει με αναφορά στην ανάσταση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου. Τέρμα Τριωδίου το Πανάγιο Μνήμα. Και ο τάφος ως τερματικός σταθμός και αναφορά, είναι και αυτός σημείο μέγα. Αν δεν θάψουμε το εγώ και τα πάθη μας, δεν θα δούμε συνανάσταση με τον Χριστό. Έτσι όπως το είπε ο Κύριος. Σπόρος το θέλημα πού χρειάζεται να νεκρωθεί, κάτω, χαμηλά, ταπεινά, με αφάνεια κρυφά, στο χώμα. Γιατί αλλιώς δεν θα ξεπεταχτεί το αναστάσιμο σιτάρι. Το στοίχημα λοιπόν είναι η νέκρωση της αμαρτίας για να δούμε την Ανάσταση, νέκρωση τελωνική και όχι εντύπωση και ψευδαίσθηση φαρισαϊκή. Θέλει γενναιότητα ψυχής για να μπούμε στο Τριώδιο. Γενναιότητα να απορρίψουμε όλα αυτά που αγαπάμε και συνηθίζουμε. Να βγούμε από τον εαυτό μας. Να μονωθούμε στην έρημο, ζώντας παράλληλα την κοινωνία των ανθρώπων. Το τριώδιον είναι μια δέσμευση για επιστροφή στον Θεό Πατέρα. Είναι μια χαρά ανεκλάλητη πού βγαίνει μέσα από καμίνι θλίψης και ενδοσκόπησης. Είναι ένα κατανυκτικό πάσχα. Μια μεταμόρφωση ταπεινού σκώληκος μέσα ένα μελανοπόρφυρο κουκούλι κατάνυξης, σε αναστάσιμη ψυχή. 


Η Εκκλησία μέσα στο Τριώδιο όρισε την πυκνή λειτουργική ζωή και προσευχή. Αυτά μας προσδιορίζουν και δίνουν χρώμα και κατεύθυνση στον αγώνα μας. Ας πάρουμε την γενναία απόφαση να τα γνωρίσουμε συνειδητά για να γνωριστούμε εκ νέου με τον Θεό μας...

ππκ 27-1-2018 από παλαιότερα κηρύγματα και κείμενα 

το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...