Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2022

Η αντιμετώπιση του θανάτου

 


ΑνάστασιςΠολλά πράγματα θέλουμε να μαθαίνουμε και να κατανοούμε, προπαντός όμως τον καιρό που θα γίνει η συντέλεια του κόσμου. Ο απόστολος Παύλος, για να περιορίσει την άκαιρη αυτή πολυπραγμοσύνη μας, γράφει σε μιαν επιστολή του: «Σχετικά με το χρόνο του ερχομού του Κυρίου, αδελφοί, δεν χρειάζεται να σας γράψω, γιατί κι εσείς το ξέρετε πολύ καλά, ότι η ημέρα του Κυρίου θα έρθει απροειδοποίητα, όπως ο κλέφτης τη νύχτα» (Α' Θεσ. 5:1-2).

θάνατος - θανάτου

Τί θα κερδίσουμε, δηλαδή, αν γνωρίζουμε πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού; Πέστε μου. Ας υποθέσουμε ότι θα γίνει ύστερ' από είκοσι χρόνια ή τριάντα ή εκατό. Ποιά σημασία μπορεί να έχει αυτό για μας; Μήπως για τον καθένα μας η συντέλεια δεν έρχεται με το τέλος της ζωής του; Γιατί, λοιπόν, πονοκεφαλιάζεις και βασανίζεσαι για το τέλος του κόσμου; Δυστυχώς, όμως, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, στις οποίες αδιαφορούμε για τα ζητήματα που μας αφορούν άμεσα και καταπιανόμαστε με τα ζητήματα των άλλων, παραμελούμε τις δικές μας υποθέσεις και φροντίζουμε για τις ξένες, έτσι και σε τούτη την περίπτωση• αντί ο καθένας μας να ενδιαφέρεται για το δικό του τέλος, θέλουμε να μάθουμε με λεπτομέρειες πώς και πότε θα έρθει το κοινό τέλος όλων μας.

θάνατος - θανάτου

Αν θέλετε να πληροφορηθείτε, γιατί είναι άγνωστο στον καθένα μας το τέλος της ζωής του και γιατί ο θάνατος έρχεται ξαφνικά, όπως ο κλέφτης τη νύχτα, θα σας το πω, καθώς μάλιστα νομίζω ότι σωστά γίνεται έτσι. Αν, λοιπόν, ο καθένας μας ήξερε τη χρονική στιγμή του θανάτου του, κανείς μας δεν θα φρόντιζε να κάνει ενάρετα έργα, όσο θα ζούσε, αλλά, γνωρίζοντας ποια θα ήταν η τελευταία μέρα της ζωής του, αφού πρώτα θα έκανε αμέτρητα κακά, θα μετανοούσε λίγο πριν κλείσει για πάντα τα μάτια του και θα έφευγε για την άλλη ζωή απαλλαγμένος από τις αμαρτίες του. Αν δηλαδή τώρα, που ο φόβος από την άγνοια του χρόνου του θανάτου συγκλονίζει τις ψυχές μας, αφού περάσουμε όλη μας τη ζωή μέσα στην αμαρτία, μόλις στις τελευταίες μας στιγμές αποφασίζουμε οι περισσότεροι να μετανοήσουμε, εφόσον βέβαια προλάβουμε, ποιος από μας θα φρόντιζε για την αρετή, αν ξέραμε σίγουρα το πότε θα πεθάνουμε; Τίποτα δεν θα διστάζαμε να πράξουμε ως την ημέρα εκείνη. Από τους εχθρούς μας θα παίρναμε εκδίκηση, όσους θέλαμε θα σκοτώναμε, τα άγρια πάθη της ψυχής μας θα ικανοποιούσαμε σε βάρος των συνανθρώπων μας, και μετά, πριν πεθάνουμε, θα... μετανοούσαμε!

θάνατος - θανάτου

Πέρα απ' αυτό, ούτε πράξεις αληθινής αυτοθυσίας θα υπήρχαν ούτε οι γενναιόψυχοι άνθρωποι θα είχαν καμιάν ανταμοιβή, γιατί, όταν θ' αντιμετώπιζαν τολμηρά και ατρόμητα τους διάφορους κινδύνους, θα αντλούσαν το θάρρος τους από τη βεβαιότητα ότι δεν ήρθε η ώρα να πεθάνουν. Και ο πιο δειλός ακόμα θα ριχνόταν αδίσταχτα στη φωτιά, έχοντας τη γνώση ότι δεν κινδυνεύει να πάθει κανένα κακό. Γιατί αυτός που γνωρίζει ότι μπορεί να χάσει τη ζωή του σε κάποιον κίνδυνο και εντούτοις δεν διστάζει να εκτεθεί στον κίνδυνο αυτό, αποδεικνύει με ασφάλεια τη γενναιότητα και την αυτοθυσία του.

θάνατος - θανάτου

Όποιος έχει πραγματικά φιλοσοφημένη σκέψη και κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών, ούτε και το θάνατο θα θεωρήσει σαν θάνατο. Ο δίκαιος, δηλαδή, που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και καθημερινά περιμένει να μπει στη βασιλεία Του, δεν ταράζεται, δεν αναστατώνεται, δεν στενοχωριέται, όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, όταν λ.χ. αντικρύσει νεκρό κάποιον συγγενή ή φίλο του. Γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος, γι' αυτούς που έζησαν ενάρετα στη γη, δεν είναι παρά μετάθεση σε μια καλύτερη ζωή, ταξίδι για έναν καλύτερο τόπο, δρόμος που οδηγεί στα στεφάνια.

θάνατος - θανάτου

Γι' αυτό μπροστά στις πόλεις και στα χωριά υπάρχουν τα κοιμητήρια και οι τάφοι, για να μας θυμίζουν συνέχεια την ανθρώπινη θνητότητα. Έτσι, καθώς μπαίνουμε σε μια μεγάλη και πλούσια πόλη ή σ' ένα ωραίο και γραφικό χωριό, πριν δούμε τις ομορφιές και τα αξιοθέατά τους, βλέπουμε το τέλος και την κατάληξη κάθε ομορφιάς, κάθε πλούτου, κάθε δόξας.

θάνατος - θανάτου

Όταν, πάλι, ένας άνδρας και μια γυναίκα παντρεύονται, υπογράφουν συχνά ένα συμβόλαιο, με το οποίο ρυθμίζουν από πριν την τύχη της περιουσίας τους σε περίπτωση θανάτου του ενός ή του άλλου: «Αν ο σύζυγος πεθάνει πριν από τη σύζυγο, θα γίνει τούτο. Αν η σύζυγος πεθάνει πριν από το σύζυγο, θα γίνει τούτο και τούτο». Καλά-καλά δεν γνωρίστηκαν ακόμα, καλά-καλά τη ζωή τους δεν άρχισαν, και το θάνατο σκέφτονται. Πολλές φορές, μάλιστα, το συμβόλαιο αναφέρει τι θα γίνει, αν πεθάνει το παιδί, που θα γεννήσουν: «Αν το παιδί, που θα γεννηθεί, πεθάνει, θα γίνει αυτό κι αυτό». Ακόμα δεν φάνηκε ο απόγονος, και εκδόθηκε η απόφαση του θανάτου του!

θάνατος - θανάτου

Τί θέλω να πω με όλα αυτά; Ότι, πηγαίνοντας στο συμβολαιογραφείο για τη σύνταξη ενός συμβολαίου, ο καθένας γνωρίζει πως ο θάνατος θα επισκεφθεί κάποια στιγμή τον ίδιο ή έναν δικό του άνθρωπο. Το θεωρεί απόλυτα φυσιολογικό και αναπόφευκτο. Όταν, όμως, έρθει ο θάνατος, ξεχνάει όσα έγραψε και άλλα λέει. "Έπρεπε να πάθω εγώ τέτοιο πράγμα;", φωνάζει με θρήνους και αναστεναγμούς ο άντρας που χήρεψε. "Περίμενα να με βρει τέτοια συμφορά και να χάσω τη γυναίκα μου;". Τί λες, άνθρωπέ μου; Όταν ήσουνα, ή μάλλον νόμιζες πως ήσουνα, μακριά από το θάνατο, ήξερες καλά τους φυσικούς νόμους• τώρα που έπαθες τη συμφορά, τους ξέχασες; Ίσως να πήρε ο Θεός τη γυναίκα σου, επειδή θέλει να σε οδηγήσει στην εγκράτεια, επειδή σε θεωρεί ικανό για μεγαλύτερους αγώνες, για ανώτερη πνευματική ζωή, και γι' αυτό σε ελευθέρωσε από τον συζυγικό δεσμό.

θάνατος - θανάτου

Κι εσύ πάλι, η γυναίκα, που έχασες τον άντρα σου, γιατί κλαις; Μήπως επειδή έχασες τον προστάτη σου κι έμεινες έρημη στον κόσμο; Ποτέ μην πεις κάτι τέτοιο. Γιατί δεν έχασες το Θεό, που είναι ο πραγματικός προστάτης όλων μας. Αφού έχεις βοηθό το Θεό, δεν έχεις ανάγκη από κανέναν άλλο. Μήπως, και όταν ζούσε ο άντρας σου, ο Θεός δεν ήταν που σας τα έδινε όλα; Αυτό να σκέφτεσαι και να λες, όπως ο Δαβίδ: «Ο Κύριος είναι το φως μου και ο σωτήρας μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος είναι ο υπερασπιστής της ζωής μου, τί θα με κάνει να δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26:1). Τώρα πια Αυτός, «ο πατέρας των ορφανών και συμπαραστάτης των χηρών» (Ψαλμ. 67:6), θα φροντίζει για σένα περισσότερο απ' όσο φρόντιζε πριν. Βλέπεις, λοιπόν, ένα συγγενή σου να φεύγει απ' αυτόν τον κόσμο; Μην τρομάζεις, μη θρηνείς, μη συντρίβεσαι. Συγκεντρώσου στον εαυτό σου, εξέτασε τη συνείδησή σου και σκέψου ότι σε λίγο καιρό σε περιμένει κι εσένα το ίδιο τέλος.

θάνατος - θανάτου

"Μα ο νεκρός", θα μου πεις, "σαπίζει, γίνεται σκόνη". Ακριβώς γι' αυτό πρέπει να χαίρεσαι περισσότερο. Όταν θέλει κανείς να ξαναχτίσει ένα σπίτι, που πάλιωσε και έγινε ετοιμόρροπο, αφού πρώτα βγάλει τους ενοίκους, το κατεδαφίζει και το φτιάχνει πιο καλό. Και όταν γίνεται αυτό, οι ένοικοι δεν λυπούνται, επειδή βγήκαν από το παλιό σπίτι, αλλά μάλλον ευχαριστημένοι είναι. Δεν τους νοιάζει, βλέπεις, για την κατεδάφιση, που βλέπουν με τα μάτια τους, γιατί συλλογίζονται τη νέα και ωραία οικοδομή, που θα ανεγερθεί, κι ας μην τη βλέπουν ακόμα.

θάνατος - θανάτου

Το ίδιο κάνει και ο Θεός. Όταν πρόκειται να διαλύσει το σώμα μας, βγάζει πρώτα την ψυχή, που κατοικεί μέσα σ' αυτό, όπως θα την έβγαζε από ένα παλιό και ετοιμόρροπο σπίτι, για να την εγκαταστήσει πάλι με μεγαλύτερη δόξα στο νέο σπίτι, που θα οικοδομήσει. Και ο Αδάμ, όταν δημιουργήθηκε, δεν είδε ότι πλάστηκε από χώμα. Ο Θεός, δηλαδή, δεν έπλασε την ψυχή πρώτη, για να μη δει τη δημιουργία του σώματος. Γι' αυτό η ψυχή δεν γνώριζε την ευτέλεια του σώματος. Όταν, όμως, γίνει η κοινή ανάσταση, τότε η ψυχή θα βρεθεί σ' ένα νέο άφθαρτο σώμα, όχι πια στο παλιό χωμάτινο ένδυμά της.

θάνατος - θανάτου

  Ο νεκρός, κι αν δεν βλέπει τον εαυτό του, βλέπει όμως εκείνους που πέθαναν πιο μπροστά να γίνονται σκόνη, και διδάσκεται πολλά. Για κοίτα πόσο μαζεμένοι και συγκρατημένοι είναι μπροστά στους νεκρούς ακόμα και οι πιο περήφανοι, ακόμα και οι πιο απόκοτοι άνθρωποι! Ακούγεται η λέξη "θάνατος", και η καρδιά όλων σπαρταράει από το φόβο. Και φιλοσοφούμε γύρω από τους τάφους και σκεφτόμαστε που καταλήγουμε και φλυαρούμε για τη ματαιότητα των εγκοσμίων, αλλά, μόλις απομακρυνθούμε, ξεχνάμε την ευτέλειά μας. Να, για παράδειγμα, όταν βρεθεί κανείς στην κηδεία ενός φίλου του, γυρίζει στο διπλανό του και του λέει λόγια σαν και τούτα: "Αλήθεια, πόσο ταλαίπωροι είμαστε! Πόσο ασήμαντη είναι η ζωή μας! Τί γινόμαστε, άραγε, μετά το θάνατο; Αυτό πρέπει να σκεφτόμαστε και να μην κακολογούμε, να μην αδικούμε, να μη μνησικακούμε...". Φαίνεται να μιλάει με τόση ειλικρίνεια, ώστε, καθώς τον ακούς, δεν αμφιβάλλεις ότι την ίδια κιόλας στιγμή θ' απαρνηθεί ολότελα την κακία του και θ' αρχίσει να ζει ενάρετα. Μα, αλίμονο, μετά την κηδεία θα ξεχάσει και το φόβο του και τα λόγια του, και θα συνεχίσει να ζει στην αμαρτία, όπως πρώτα.

θάνατος - θανάτου

Ας ξαναγυρίσουμε, όμως, στο θέμα μας. Πες μου, για ποιό λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε; Γιατί ήταν κακός; Ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν πρέπει να κλαις, αλλά και να ευχαριστείς το Θεό, που σταμάτησε πια η κακία του. Μήπως, απεναντίας, ήταν καλός; Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να χαίρεσαι, γιατί πέθανε «πριν η κακία αλλάξει τη σύνεσή του ή η δολιότητα της αμαρτίας εξαπατήσει την ψυχή του» (Σοφ. Σολ. 4:11). Ήταν μήπως νέος; Και γι' αυτό ακόμα ευχαρίστησε το Θεό και δόξασέ Τον, γιατί τον πήρε κοντά Του. Όπως εκείνους που πηγαίνουν για ν' αναλάβουν κάποιο αξίωμα, τους κατευοδώνουμε με χαρά και ικανοποίηση, έτσι πρέπει ν' αποχαιρετάμε κι αυτούς που φεύγουν από τούτη τη ζωή, γιατί πηγαίνουν κοντά στο Θεό, όπου θ' απολαμβάνουν μεγάλη τιμή και ευτυχία.

θάνατος - θανάτου

Δεν λέω, βέβαια, ότι δεν πρέπει να λυπόμαστε για το χωρισμό από τ' αγαπημένα μας πρόσωπα, που πεθαίνουν, αλλά να μη λυπόμαστε περισσότερο απ' όσο πρέπει. Γιατί θα παρηγορηθούμε αρκετά, αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος, που χάσαμε, ήταν θνητός, όπως όλοι μας. Με το ν' αγανακτούμε, δεν δείχνουμε τίποτ' άλλο, παρά πως ζητάμε πράγματα ασυμβίβαστα με την ανθρώπινη φύση. Γεννήθηκες άνθρωπος, επομένως θνητός. Γιατί, λοιπόν, υποφέρεις με κάτι τόσο φυσικό, όπως ο θάνατος; Μήπως λυπάσαι, επειδή, για να ζήσεις, πρέπει να τρως; Μήπως επιδιώκεις να ζήσεις χωρίς τροφή; Τότε γιατί επιδιώκεις να μην πεθάνεις; Όσο φυσικό είναι το να τρως, άλλο τόσο και το να πεθάνεις. Αφού είσαι θνητός, μη ζητάς να γίνεις αθάνατος• γιατί αυτό το πράγμα καθορίστηκε και νομοθετήθηκε μια μόνο φορά και για πάντα. Ας μη μοιάζουμε στους ληστές, που θέλουν να κάνουν δικά τους όσα ανήκουν σε άλλους. Έτσι, όταν ο Θεός παίρνει από μας χρήματα ή τιμή ή δόξα, ακόμα και το σώμα ή και την ψυχή, παίρνει αυτά που Του ανήκουν. Και το παιδί σου ακόμη αν πάρει, δεν παίρνει ουσιαστικά το παιδί σου, αλλά το δικό Του πλάσμα.

θάνατος - θανάτου

Αφού, λοιπόν, εμείς δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, πώς θα ανήκουν σ' εμάς όσα ανήκουν σ' Εκείνον; Αν η ψυχή σου δεν είναι δική σου, πώς είναι δικά σου τα χρήματά σου; Και αν δεν είναι δικά σου, πώς ξοδεύεις άσκοπα ή άπρεπα αυτά που ανήκουν σε άλλον; Μη λες, "Τα δικά μου ξοδεύω, από τα δικά μου διασκεδάζω"• γιατί ξοδεύεις και διασκεδάζεις με τα ξένα. Και τα αποκαλώ ξένα, γιατί ο Θεός θεωρεί δικά σου όσα σου έδωσε, για να τα μοιράσεις στους φτωχούς. Τότε μόνο τα ξένα γίνονται δικά σου. Αν τα ξοδέψεις για τον εαυτό σου, τότε τα δικά σου γίνονται ξένα.

θάνατος - θανάτου

Δεν βλέπεις ότι τα σώματά μας τα υπηρετούν τα χέρια; Δεν βλέπεις ότι το στόμα μασάει την τροφή, πριν τη δεχθεί το στομάχι; Μήπως το στομάχι λέει, "Αφού δέχτηκα την τροφή, δικαιωματικά τα κατέχω όλα"; Τα μάτια πάλι, μήπως, επειδή αυτά δέχονται το φως, το κρατάνε μόνο για τον εαυτό τους και δεν το θέτουν στην υπηρεσία όλου του σώματος; Ή μήπως τα πόδια, επειδή μόνο αυτά βαδίζουν, τον εαυτό τους μόνο μετακινούν και όχι το σώμα ολόκληρο; Αλλά και από τους επαγγελματίες, αν θελήσει ο καθένας να μην παραχωρήσει και σε άλλους την ωφέλεια από το επάγγελμά του, όχι μόνο εκείνους, αλλά και τον εαυτό του θα ζημιώσει. Ακόμα και οι φτωχοί, αν ήταν τόσο κακοί όσο εσείς, οι πλούσιοι, που τίποτ' άλλο δεν σκέφτεστε παρά το πως θ' αυξήσετε τα κέρδη σας, και δεν έδιναν από το υστέρημά τους στους πιο φτωχούς και αναγκεμένους, γρήγορα θα σας έριχναν κι εσάς στη φτώχεια.

θάνατος - θανάτου

"Μα έχασα το μονάκριβο παιδί μου", θα πει ίσως κάποιος, "που πάνω του στήριζα τόσες ελπίδες". Και τί μ' αυτό; Ευχαρίστησε το Θεό, που πήρε το παιδί σου, και τότε δεν θα είσαι κατώτερος από τον Αβραάμ, που οδήγησε το γιο του Ισαάκ στο βουνό για να τον θυσιάσει, ύστερ' από θεία εντολή. Όπως εκείνος αγόγγυστα πρόσφερε το μονάκριβο παιδί του στο Θεό, έτσι πρόσφερέ το κι εσύ, και δεν θα πάρεις μικρότερη αμοιβή. Μην κλαις, μη βαρυγγωμάς, μην αναστενάζεις. Πες ό,τι είπε και ο μακάριος Ιώβ, όταν έχασε όλα του τα παιδιά: «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου τα πήρε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι κι έγινε. Ας είναι τ' όνομά Του δοξασμένο παντοτινά» (Ιώβ 1:21). Έτσι αποστόμωσε και τη γυναίκα του, λέγοντάς της μάλιστα και τούτα τα λόγια, που προκαλούν το θαυμασμό μας: «Αν δεχτήκαμε από τα χέρια του Κυρίου τα αγαθά, δεν θα υπομείνουμε και τις συμφορές;» (Ιώβ 2:10). Έτσι να σκέφτεσαι κι εσύ, καθώς μάλιστα το παιδί σου δεν έπεσε στα χέρια εχθρού ή κακούργου, αλλά πήγε κοντά στο Θεό, που φροντίζει γι' αυτό περισσότερο από σένα και που γνωρίζει το συμφέρον του καλύτερα από σένα. Κοίτα πόσα παιδιά, που βρίσκονται στη ζωή, έκαναν μαρτυρική τη ζωή των γονιών τους.

θάνατος - θανάτου

"Τα καλά παιδιά δεν τα βλέπεις;", θα με ρωτήσεις. Και σου απαντώ: Τα βλέπω κι αυτά, η κατάσταση όμως του δικού σου παιδιού είναι πιο σίγουρη από τη δική τους. Μπορεί τώρα να είναι καλά, το τέλος τους όμως είναι άγνωστο. Εσύ δεν φοβάσαι πια για το παιδί σου, μήπως πάθει τίποτα ή μήπως πάρει στραβό δρόμο. Γι' αυτό, σου το ξαναλέω, μη θρηνείς. Να δοξολογείς μόνο τον Κύριο, όπως έκανε ο Ιώβ. "Και πώς να μη θρηνώ", θα πεις, "που δεν είμαι πια πατέρας;". Τί λόγια είναι τούτα; Μήπως έχασες το παιδί σου; Μάλλον τώρα το έκανες δικό σου και το έχεις πιο σίγουρα. Δεν έπαψες να είσαι πατέρας. Είσαι μάλιστα κάτι παραπάνω -όχι πια πατέρας ενός θνητού πλάσματος, μα ενός αθάνατου όντος! Μη νομίζεις ότι έχασες πραγματικά το παιδί σου, επειδή δεν είναι κοντά σου. Όπως θα συνέχιζε να είναι παιδί σου, αν είχε μεταναστεύσει σε μακρινή χώρα, έτσι και τώρα, που έφυγε για τον ουρανό. Βλέποντας, λοιπόν, τα μάτια του κλειστά, το στόμα του άφωνο και το σώμα του ακίνητο, μη σκέφτεσαι: "Αυτό το στόμα δεν μιλάει πια, αυτά τα μάτια δεν βλέπουν πια, αυτά τα πόδια δεν βαδίζουν πια". Αλλά να σκέφτεσαι: "Αυτό το στόμα θα πει καλύτερα λόγια, αυτά τα μάτια θα δουν ωραιότερα πράγματα, αυτά τα πόδια θα περπατήσουν στον ουρανό, αυτό το σώμα θ' αναστηθεί άφθαρτο και θα πάρω πίσω το παιδί μου λαμπρότερο". "Αλλά δεν γνωρίζω που πήγε", ίσως θα μου πεις. Πώς δεν το γνωρίζεις; Είτε θεάρεστα έζησε είτε όχι, είναι γνωστό που θα πάει. "Γι' αυτό ακριβώς κλαίω", θα εξηγήσεις, "γιατί έφυγε φορτωμένο με αμαρτίες". Μα κι αν δεν είχε αμαρτίες, μήπως δεν θα έκλαιγες και δεν θα βαρυγγωμούσες; Τώρα παραπονιέσαι στο Θεό και Του λες: "Γιατί μου πήρες το παιδί μου γεμάτο αμαρτίες;". Τότε θα Του έλεγες: "Γιατί μου πήρες ένα τόσο καλό παιδί;". Και στις δυο περιπτώσεις, όμως, πρέπει να χαίρεσαι. Αν το παιδί ήταν αμαρτωλό, γιατί έπαψε πια ν' αμαρτάνει και δεν πρόσθεσε μεγαλύτερο βάρος κακίας στην ψυχή του. Ενώ μάλιστα δεν μπορούσες να το βοηθήσεις όσο ζούσε, γιατί δεν άκουγε τις συμβουλές σου, τώρα μπορείς να το βοηθήσεις• όχι με δάκρυα και θρήνους, αλλά με προσευχές και ελεημοσύνες και προσφορές. Αυτά καθορίστηκαν από τους αγίους αποστόλους όχι τυχαία, αλλά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Ο ιερέας, μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, όταν τελεί τα φρικτά Μυστήρια του Χριστού, μνημονεύει όχι μόνο τους ζωντανούς, αλλά και τους νεκρούς, οπότε οι ψυχές ανακουφίζονται. Και όταν εμείς κάνουμε γι' αυτούς προσφορές στην εκκλησία ή ελεημοσύνες στους φτωχούς, τους προξενούμε κάποια παρηγοριά, όσο αμαρτωλοί κι αν ήταν. Αν πάλι το παιδί σου ήταν καλό και ενάρετο, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να λυπάσαι. Γιατί, όπως ο καθαρός κι ολόλαμπρος ήλιος ανεβαίνει στον ουρανό, έτσι και η καθαρή ψυχή, που εγκαταλείπει το σώμα, ανεβαίνει ολόλαμπρη, με τη συνοδεία αγγέλων, στο βασίλειο του Θεού.

θάνατος - θανάτου

Δεν είναι κακό, λοιπόν, το να πεθάνει κανείς. Τότε για ποιο λόγο φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν μας έχει κυριέψει ο έρωτας της ουράνιας βασιλείας, γιατί δεν μας έχει φλογίσει ο πόθος των μελλοντικών αγαθών. Αν είχε συμβεί αυτό, όλα τα αγαθά της γης θα τα περιφρονούσαμε. Όποιος φοβάται πάντα την κόλαση, δεν θα φοβηθεί ποτέ το θάνατο. Να μην έχετε, λοιπόν, τη σκέψη μικρού παιδιού, αλλά την ακακία μικρού παιδιού. Τα μικρά παιδιά φοβούνται τις αγριωπές αλλ' ακίνδυνες μάσκες, δεν φοβούνται όμως την επικίνδυνη φωτιά. Έτσι, αν τα κρατάει κανείς κοντά σ' ένα αναμμένο λυχνάρι, χωρίς να το σκεφτούν, ακουμπάνε το χέρι τους στη φλόγα και καίγονται.

θάνατος - θανάτου

Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε. Απόδειξέ μου ότι θα κληρονομήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ' εκείνα τα αγαθά. "Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα", ίσως θα μου πεις. Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πεθάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια. Όποιος πεθαίνει άδικα, μοιάζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ' αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός παραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στεφάνι, λόγω της άδικης σφαγής του.

θάνατος - θανάτου

Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθάνεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε;

θάνατος - θανάτου

Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πεθαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ' αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι. Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους; Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοήσουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τίποτα με τη μετάνοια. Ας τους κλαίμε, ναι, όχι όμως με τρόπο υστερικό και άπρεπο, όχι τραβώντας τα μαλλιά μας, ξεσκίζοντας το πρόσωπό μας, ουρλιάζοντας και τσιρίζοντας, αλλά με σεμνότητα, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλούν ήρεμα από τα μάτια μας. Αυτό ωφελεί κι εμάς. Γιατί, πενθώντας έτσι τον νεκρό, πολύ περισσότερο θα προσπαθήσουμε να μην πέσουμε και οι ίδιοι σε παρόμοια αμαρτήματα. Με το τράβηγμα των μαλλιών και τις κραυγές ο νους σκοτίζεται, ενώ με το ήρεμο πένθος διατηρεί τη διαύγειά του και μπορεί να φιλοσοφήσει ωφέλιμα γύρω από το θάνατο.

θάνατος - θανάτου

Μ' αυτόν τον τρόπο να φιλοσοφείς όχι μόνο όταν πεθαίνει κάποιος γνωστός σου, μα κι όταν βλέπεις έναν άγνωστο νεκρό να οδηγείται με πομπή μέσ' από τους δρόμους στην τελευταία του κατοικία και να συνοδεύεται από τα ορφανά παιδιά του, τη χήρα γυναίκα του, τους συγγενείς και τους φίλους του, όλους κλαμένους και συντριμμένους. Να συλλογίζεσαι τότε πως η ζωή και τα πράγματα του κόσμου τούτου δεν έχουν καμιάν αξία και καμιά διαφορά από τις σκιές και τα όνειρα.

θάνατος - θανάτου

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγεμόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθησαν στο χώμα• κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» (Σοφ. Σειρ. 11:5). Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά είναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα. Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις. Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιοθαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.

θάνατος - θανάτου

Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκείνος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και περήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού είναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέσεις, οι σπατάλες; Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέγινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια. Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος. Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κακά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.

θάνατος - θανάτου

Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγιναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύσηξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει; Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο. Ας μη γίνεται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μανίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω• δίψασα και μου δώσατε να πιω• ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» (Ματθ. 25:35-36). Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα περισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ περισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώσουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια ποσά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι' αυτό;

θάνατος - θανάτου

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ' ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά 'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

θάνατος - θανάτου

Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής».
Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου.
Η επεξεργασία και μετάφραση των κειμένων καθώς και η έκδοση των βιβλίων έχουν γίνει από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, Τόμος

πηγή

Δούλος του φόβου, δούλος του θανάτου

 Θάνατος

Μπροστὰ στὸν θάνατο οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀδύναμοι σὰν τὰ κουνούπια, σὰν τὰ πετραδάκια.
Γιὰ ποιὸ πρᾶγμα καυχᾶσθε ὦ ἄνθρωποι;
Γιὰ τὸν πλοῦτο, τὴν ἐπιστήμη, τὴν φιλοσοφία καὶ τὴν κουλτούρα;
Ὅλα αὐτὰ εἶναι σκύβαλα - σὺ καὶ ἐγὼ δοῦλοι τοῦ θανάτου! Κάθε ἄνθρωπος εἶναι δοῦλος τοῦ φόβου, δοῦλος τοῦ θανάτου.

Μπορεῖ νὰ γίνει ἄνθρωπος σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο μὲ χαρά;
Ὄχι δὲν μπορεῖ.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ ἀντικρίσει σοβαρὰ τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ σοβαρότητα θὰ κοιτάξει τὸν θάνατο σὰν τὸν ἔσχατο σταθμὸ αὐτῆς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει χαρὰ σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο, δὲν ὑπάρχει γι' αὐτὸν καμιὰ ἀπόλαυση ἐδῶ. Ὅλες οἱ ἀπολαύσεις εἶναι ἕνα ψέμα, ἐὰν ὁ θάνατος ἀποτελεῖ γιὰ μένα καὶ γιὰ σένα τὸν τελευταῖο σταθμὸ αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Ποιὸς εἰσήγαγε τὸν θάνατο σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο;
Ποιὸς ἄλλος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία;
Στὸν ἄνθρωπο ἀνήκει δυστυχῶς, αὐτὸς ὁ γεμάτος ντροπὴ ρόλος αὐτῆς τῆς ζωῆς, τῆς εἰσαγωγῆς δηλ. τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου καὶ τοῦ διαβόλου σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο.
Δὲν τὸ ἔπραξαν αὐτὸ μήτε οἱ τίγρεις μήτε οἱ ἀλεποῦδες, τὸ ἔπραξε ὁ ἄνθρωπος.
Γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλάσμα ντροπιασμένο μπροστὰ σὲ ὅλα τὰ ζώα καὶ ὅλα τὰ φυτά καὶ ὅλα τὰ πετούμενα.
Πρέπει νὰ ντρέπεται ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ ἐκλιπαρεῖ γιὰ συγνώμη ἀπὸ τὸ κάθε πουλὶ γιὰ τὸ ὅτι αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔφερε τὸν θάνατο στὸν κόσμο αὐτό, ἔφερε τὸν θάνατο καὶ στὰ πουλιά καὶ στὰ ζῶα καὶ στὰ φυτά.
Τὰ πάντα φθείρονται καὶ ἀποθνήσκουν.

Μέχρι πότε ὅμως;
Μέχρι τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὅταν ὁ Κύριος θὰ κρίνει τὸν κόσμο καί, στὴ θέση τῆς παλαιᾶς γῆς, θὰ δώση καινὴ γῆ, ὅταν ὅλα θὰ γίνουν ἀθάνατα ἐπάνω της.
Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε μὰ οὔτε καὶ ξέρουμε νὰ τὸ συλλάβουμε, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἡ καλὴ εἴδηση τοῦ Κυρίου καὶ Χριστοῦ μας.

Ιουστίνος Πόποβιτ

Ο Χριστός βαδίζει αργά μέσα στην ιστορία

        

Ο Χριστός βαδίζει αργά μέσα στην ιστορία.
Αργά σαν βαθύ ποτάμι, που κάποιο παιδί θα το νόμιζε ακίνητο, αλλά που ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να του φτιάξει φράγμα.

Αργά σαν σιτάρι, που σπέρνεις το φθινόπωρο και το χειμώνα νομίζεις ότι είναι νεκρό.Ακόμα δεν ήρθε η άνοιξη για το σπόρο του Χριστού.
Ο δρόμος Του είναι δύσκολος.Γι' αυτό βαδίζει αργά.

Πορεύεται μέσα από λακκούβες αίματος, μέσα από το σκοτάδι των αμαρτιών, και μέσα από τα αγκάθια των ληστών.

Είναι στενός ο δρόμος Του και πολλοί πεσμένοι αμαρτωλοί βρίσκονται στον γκρεμό και στις δυο πλευρές του δρόμου Του.

Εκείνος πρέπει να σκύβει και στις δυο πλευρές, να τους σηκώνει και να τους τραβά πίσω Του και να περπατά προς τα μπρος.

Γι' αυτό βαδίζει αργά.
Βαδίζει αργά, γιατί το πλήρωμά Του είναι μακριά.
Το πλήρωμά Του εκτείνεται στα πέρατα της ιστορίας και η θέση Του είναι στα έσχατα...
Αγ.Νικόλαος Βελιμίροβιτς 

''Αργά βαδίζει ο Χριστός''Εκδ.''Εν Πλω''
το μεταφέρουμε από εδώ

κήρυγμα Κυριακής προ Χριστουγέννων «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ υἱοῦ Δαυὶδ, υἱού Ἀβραάμ»

 Κήρυγμα Κυριακής προ Χριστουγέννων 

«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ υἱοῦ Δαυὶδ, υἱού Ἀβραάμ».

Σχεδόν ολόκληρη η Ευαγγελική περικοπή σήμερα αδελφοί μου είναι ένας μακρύς οικογενειακός κατάλογος που μας παραθέτει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος.

Ίσως στους περισσότερους να φαίνεται παράξενος και κουραστικός όμως αυτός έχει ένα πολύ σημαντικό σκοπό. Θέλει να μας αποδείξει ότι το πρόσωπο που γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία «εκ Πνεύματος Αγίου» είναι ο Μεσσίας. Απευθυνόμενος προς τους ομοεθνείς του Εβραίους να τους τονίσει ότι είναι Αυτός που αιώνες περίμεναν, να τους λυτρώσει «εκ των αμαρτιών αυτών». Γι αυτό και στο τέλος της περικοπής αναφέρει την προφητεία του προφήτη Ησαΐα «ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ», ο Θεός ήλθε ανάμεσά μας.

Ο γενεαλογικός κατάλογος σε συνδυασμό με όλες εκείνες τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης καταδεικνύουν την ιστορικότητα και αυθεντικότητα του προσώπου του Χριστού μας σε συνδυασμό με την Θεότητα του. Ο σκοπός του Ευαγγελιστή Ματθαίου είναι να τονίσει την Θεανδρικότητα του Χριστού μας.

Πλησιάζει αδελφοί μου η κοσμοχαρμόσυνη ημέρα της Γεννήσεως του Σωτήρος Χριστού μας. Ίσως για τους περισσότερους ανθρώπους του κόσμου να είναι μια σημαντική γιορτή που δίνει χαρά και σπάει την καθημερινότητα. Όμως για μας τα συνειδητά μέλη της Εκκλησίας, που βιώνουμε τα γεγονότα μέσα στον Λειτουργικό και λατρευτικό χωροχρόνο της πίστεως μας είναι συγκλονιστικά, βιωματικά και σωτήρια.

Το μυστήριο της σαρκώσεως και Γεννήσεως του Χριστού μας, φανερώνει την «άφατη κένωση του Θεού για τον δικό μας πλουτισμό».

Είναι ένα διαρκές γεγονός μέσα στην ζωή της Εκκλησίας όπως άλλωστε όλα τα γεγονότα της ιεράς παρουσίας του Χριστού μας στην γη. Μέγα το μυστήριο της Γέννησης. Με τα ανθρώπινα μέτρα δεν μπορεί να κατανοηθεί. Οι άγιοι πατέρες, ακόμη και αυτοί κυριεύονται από φόβο και αδυναμία να κατανοήσουν το Μυστήριον. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει σχετικά για την Γέννηση του Κυρίου μας: «φοβάμαι να προχωρήσω στην έρευνα, δεν κατέχω τον τρόπο, δεν ξέρω που να στρέψω την ροή του λόγου, τι να πω, για ποιο να μιλήσω; Βλέπω την μητέρα, αντικρίζω το παιδί, όμως τον τρόπο της γεννήσεως δεν καταλαβαίνω! Νικιέται ο

φυσικός νόμος, νικιέται και η τάξη του κόσμου, όπου η θέληση του Θεού εκφράζεται. Ο Μονογενής που υπάρχει προ των αιώνων στον κόλπο του Πατρός, ο ασύνθετος, ο ασώματος περιβλήθηκε το σώμα που υπόκειται στην φθορά».

Πλησιάζουν Χριστούγεννα αδελφοί! Ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να θεώσει εμάς τους πεσμένους ανθρώπους. Προσέλαβε την δική μας φύση προκειμένου να μας εντάξει και πάλι στον αρχαίο προορισμό του Παραδείσου.

Και πάλι στολισμοί, φώτα, βιτρίνες επιδερμικές ετοιμασίες. Μόνον σ’ αυτό θα μείνουμε; Ο Θεός θέλει «τῶν Γενεθλίων τὰς εἰσόδους ἐπί τῶν ψυχικῶν θησαυρισμάτων, οὕτω  Χριστὸν θεοπρεπῶς ἐναγκαλισώμεθα» μας λέγει ο Άγιος Αθανάσιος, δηλαδή την είσοδο της Γεννήσεως ας την θεωρήσουμε ψυχικό θησαυρό και έτσι όπως αξίζει σε Θεό ας τον αγκαλιάσουμε και να τον δεχτούμε.

Φάτνη η καρδιά μας! Η ψυχή μας ας μεταβεί μέχρι την Βηθλεέμ να δούμε τον λόγο τον αληθινό της Γεννήσεως του Χριστού μας!

Κάθε ορθόδοξος Ναός, κάθε Αγία Τράπεζα είναι η Βηθλεέμ, ο Χριστός μας περιμένει. «Δεύτε πάντες λάβετε Αυτόν ως Σώμα και Αίμα εις άφεσιν αμαρτιών». Αμήν!

Πηγή

Ποια είναι η «επί γης ειρήνη» του Αγγελικού ύμνου της Βηθλεέμ;

 

του μακαριστού π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου

Ελάχιστα χωρία της Αγίας Γραφής έχουσι τόσον οικτρώς παρερμηνευθεί όσον το χωρίον Λουκ. β΄ 14.

Πρόκειται περί του Ύμνου όστις εψάλλετο υπό των Αγγέλων κατά την θεσπεσίαν εκείνην νύκτα της κατά σάρκα γεννήσεως του Ανάρχου Θεού Λόγου, του Κυρίου Ιησού.

Η παρερμηνεία αυτή υπό πολλών ορθοδόξων δεν είναι βεβαίως ηθελημένη και σκόπιμος (μόνον οι αιρετικοί παρερμηνεύουσιν ηθελημένως), αλλ’ οφείλεται εις άγνοιαν του καθόλου νοήματος της Αγίας Γραφής. Ένεκεν αυτής της αγνοίας καθ’ έκαστον έτος εν τη ημέρα των Χριστουγέννων ακούομεν κηρύγματα ή αναγιγνώσκομεν δημοσιεύματα πολλών διδασκάλων του Ευαγγελίου της ημετέρας Εκκλησίας, κληρικών και λαϊκών, αποδυρόμενα διότι οι πόλεμοι δεν έλαβαν ακόμη τέλος και τα όπλα δεν κατηργήθησαν και η ειρήνη του Αγγελικού Ύμνου δεν επεκράτησεν εισέτι επί της γής.

Ακόμη και εις επισήμους Εκκλησιαστικάς Εγκυκλίους βλέπομεν διατυπουμένας τοιαύτας θέσεις, ως και παρακλήσεις προς τον Θεόν όπως επί τέλους επιτρέψει την επικράτησιν επί της γής της ειρήνης αυτής «ήτις επί δύο σχεδόν χιλιάδας ετών εξακολουθεί να παραμένει μακράν της πραγματικότητος, απλή ελπίς, απλούν όνειρον, απλή και εναγώνιος προσδοκία».

Αγνοούσιν οι ευλογημένοι ότι η ειρήνη του Αγγελικού Ύμνου είναι ήδη πραγματικότης και έχει επικρατήσει επί της γής απ’ αυτής της σαρκώσεως του Κυρίου. Κακώς και εκ παρεξηγήσεως εκλαμβάνομεν την ειρήνην αυτήν ως εξωτερικήν, ως κατάστασιν φιλίας μεταξύ των ανθρώπων, ατόμων προς άτομα και λαών προς λαούς, ως κατάπαυσιν των πολέμων και των μαχών. Τοιαύτην ειρήνην ουδέποτε επηγγείλατο το Ευαγγέλιον.

Η ειρήνη του Ευαγγελίου είναι εσωτερική, είναι η κατάστασις γαλήνης, ήτις βασιλεύει εν τη ψυχή του πιστού ανθρώπου, του ανθρώπου όστις έχει φιλίαν και κοινωνίαν προς τον Θεόν.

Είναι ειρήνη μεταξύ ανθρώπου και Θεού και ουχί ανθρώπων προς ανθρώπους.

Είναι η κατάλυσις του «μεσοτοίχου του φραγμού», όπερ εχώριζε γην και Ουρανόν, άνθρωπον και Θεόν· είναι η λήξις της ανταρσίας, το τέλος της επαναστάσεως του πλάσματος προς τον Πλάστην.

Αυτήν την ειρήνην ήλθε κομίζων εις τον κόσμον ο Υιός του Θεού. Και έκτοτε πας ο πιστεύων εις Ιησούν Χριστόν Σαρκωθέντα, Σταυρωθέντα, και Αναστάντα, έχει πλέον φίλον τον Θεόν, ευρίσκεται εις κοινωνίαν υιικήν προς Αυτόν. Δεν είναι πλέον αντάρτης, δεν είναι αποστάτης, δεν είναι εχθρός του Θεού. Συνεφιλιώθη και «αποκατηλλάγη» προς Αυτόν δια του Αιωνίου Μεσίτου Κυρίου Ιησού Χριστού.

Η διά της παραβάσεως του Αδάμ κατάστασις ανταρσίας και εχθρότητος προς τον Θεόν ανήκει πλέον εις το παρελθόν και αποτελεί, διά τον πιστόν άνθρωπον, απλήν πικράν ανάμνησιν. Από της εποχής του Κυρίου και δυνάμει της Σταυρικής Αυτού Θυσίας, εισήλθεν ο άνθρωπος εις νέαν περίοδον, εις νέαν κατάστασιν· εις κατάστασιν Χάριτος, Φιλίας, Υιοθεσίας. Αι περί ειρήνης υποσχέσεις του Ευαγγελίου εις αυτήν την ειρήνην αναφέρονται και ουχί εις την εξωτερικήν ειρήνην.

«Ειρήνην αφίημι υμίν», έλεγεν ο Κύριος προς τους Αποστόλους,«ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν». Και ίνα τονίσει ότι η ειρήνη αυτή είναι άλλου είδους ειρήνη, συμπληροί: «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιωάν. ιδ’ 27). Και αλλαχού ομιλών περί της εξωτερικής ειρήνης, λέγει ότι δεν κομίζει τοιαύτην ειρήνην.

Απεναντίας προβλέπει ότι η εις Αυτόν πίστις θα αποβεί αιτία διαστάσεων και πολέμων μεταξύ των ανθρώπων. Οι άπιστοι θα διώκωσι τους πιστούς του Ιησού και ούτως οι πόλεμοι όχι μόνον δεν θα ελαττωθώσιν, αλλά θα αυξηθώσιν, εφόσον εις τους υπάρχοντας θα προστεθεί και ο κατά της νέας πίστεως.

«Μη νομίσητε», λέγει, «ότι ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής» (Ματθ. ι’ 34-35).

Πριν δε οδηγηθεί εκουσίως εις τον Γολγοθάν, ίνα πιεί φρικτού θανάτου ποτήριον, παρείχεν εις τους Αποστόλους την εσωτερικήν ειρήνην, ήτις δεν θα επηρεάζετο υπό των μυρίων εξωτερικών θλίψεων και διωγμών. Παρά πάντα ταύτα θα υπήρχεν, ακριβώς διότι ήτο εσωτερική:

«Ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε. Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε· αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωαν. ιστ’ 33). Εχαρίζετο εις τους Αποστόλους ειρήνην, καίτοι εγνώριζεν ότι επώδυνοι θάνατοι ανέμενον αυτούς, καίτοι ρητώς έλεγεν ότι απέστειλεν αυτούς ως «πρόβατα εν μέσω λύκων» (Ματθ. ι’ 16). Ήτο δυνατόν λοιπόν να παρέχει εξωτερικήν ειρήνην; Αναμφιβόλως όχι!

Και ο θείος Παύλος αυτής της εσωτερικής, της προς τον Θεόν ειρήνης είναι κήρυξ και απόστολος. «Δικαιωθέντες ούν εκ πίστεως, ειρήνην έχομεν προς τον Θεόν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» γράφει προς Ρωμαίους (ε’ 1). Γράφων δε προς Εφεσίους, λέγει ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι «η ειρήνη ημών», είναι ο τους ανθρώπους «αποκαταλλάξας τω Θεώ» διά του σταυρού, ός έλθών, «ευηγγελίσατο ειρήνην…, ότι δι’ αυτού έχομεν την προσαγωγήν… προς τον πατέρα» (Εφεσ. β’ 14-18).

Συμπέρασμα: Η ειρήνη του Αγγελικού Ύμνου είναι ειρήνη του ανθρώπου προς τον Θεόν και ουχί εξωτερική. Η ειρήνη αυτή επεκράτησεν όντως «επί γης», εφόσον πλέον αυτή συνεφιλιώθη προς τον ουρανόν δια της μέχρι Σταυρού ταπεινώσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.

Περιττόν βεβαίως να λεχθεί ότι ο έχων «ειρήνην προς τον Θεόν» άνθρωπος, είναι ειρηνικός και προς τους έξω. Πάντας αγαπά, ουδένα μισεί. Μόνος αυτός δύναται να λέγει το «και μετά των μισούντων την ειρήνην ήμην ειρηνικός» (Ψαλμ. 119,6). Αγαπά και ευεργετεί και αυτούς ακόμα τους εχθρούς του. Η εσωτερική ειρήνη είναι προϋπόθεσις της εξωτερικής. Και η εξωτερική είναι όχι απλώς ανεπίτευκτος, αλλά αδιανόητος άνευ της εσωτερικής. Η δε τραγωδία της συγχρόνου εποχής εις τούτο ακριβώς έγκειται: Ενώ εκήρυξε τον πόλεμον κατά του Θεού, επιζητεί εναγωνίως την ειρήνην μεταξύ των ανθρώπων. Ενώ αδιαφορεί παντελώς δια την εσωτερικήν ειρήνην, επιδιώκει κραυγαλέως την εξωτερικήν. Εκριζοί το δένδρον και αναμένει καρπούς, κρημνίζει την οικίαν και αναζητεί θαλπωρήν, απομακρύνεται εκ του ηλίου και θέλει φώς!…

Ανέκαθεν η ειρήνη, «το γλυκύ πράγμα και όνομα», ήτο «ποθούμενη τοις πάσιν ανθρώποις» (Εσθ. γ΄, 12α). Ουδεμία όμως εποχή είχε τόσον πόθον, τόσην δίψαν ειρήνης, όσον και όσην η εποχή μας. Θα επιτύχει λοιπόν αυτή όπου όλαι οι άλλαι εποχαί απέτυχαν οικτρώς; Θα κατορθώσει δηλαδή να οικοδομήσει την ειρήνην άνευ Θεού; Θα καταργήσει τους φρικαλέους σημερινούς εξοπλισμούς; Θα καταστήσει τους πολέμους μακρινήν ιστορικήν ανάμνησιν; Με βοηθόν ποίον; Την Επιστήμην; Την Τεχνολογίαν; Τον Ανθρωπισμόν; Τη Φιλοσοφίαν; Τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά συστήματα;

Αλλά εκ του βάθους των αιώνων ακούεται σαφής και κατηγορηματική η συγκλονιστική προειδοποίησις, ης την αξίαν και την αλήθειαν επιβεβαιοί φευ! η πικρότατη πείρα των διαρρευσασών έκτοτε τριών σχεδόν χιλιετιών «εάν θέλητε και εισηκούσητέ μου, τα αγαθά της γης φάγεσθαι· εάν δε μη θέλητε, μηδέ εισακούσητέ μου, μάχαιραν υμάς κατέδεται· το γαρ στόμα Κυρίου ελάλησε ταύτα» (Ησ. α΄19-20). Εάν η «μάχαιρα» θα είναι η γνωστή και συνήθης ή άλλη τις, νέας κατασκευής, προϊόν εργοστασίων πυρηνικής ενέργειας, τούτο μικράν σημασίαν έχει….

«Κύριε ο Θεός ημών, ειρήνην δος ημίν, πάντα γαρ απέδωκας ημίν, Κύριε ο Θεός ημών, κτήσαι ημάς…» (Ησ. κστ’ 12-13).

πηγή «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» φύλλον Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 1984

Το είδαμε εδώ και εδώ

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2022

Τί ήταν τελικά το Άστρο της Βηθλεέμ

 βηθλεέμ

Περισσότερα από 2.000 χρόνια έχουν περάσει από τη νύχτα που εμφανίστηκε στον ουρανό το Άστρο της Βηθλεέμ, με τους επιστήμονες και τους θεολόγους να έχουν διαφορετικές εξηγήσεις για το φαινόμενο.

Από θρησκευτικής πλευράς, το Άστρο της Βηθλεέμ αναφέρεται από τον ευαγγελιστή Ματθαίο σε μία μόνο περικοπή (κεφάλαιο Β’. 2), στην οποία αναφέρεται μόλις τέσσερις φορές. Από τα λόγια του Ματθαίου, προκύπτουν κάποια συμπεράσματα αρκετά χρήσιμα για την κατανόηση αυτού του φαινομένου.

Το Άστρο της Βηθλεέμ έπρεπε να ήταν κάτι ασυνήθιστο για να έλξει την προσοχή των Μάγων και να κάνουν ένα τόσο μακρινό ταξίδι, ενώ παράλληλα, θα έπρεπε να βρίσκεται στην ίδια θέση για εβδομάδες ή μήνες, μιας και οι Μάγοι είχαν αρκετά μεγάλη απόσταση να διασχίσουν.

Επίσης, θα έπρεπε να είναι δυσδιάκριτο στο πολύ κόσμο, διότι φαίνεται πως μόνο οι Μάγοι το είχαν δει. Δεν το διέκριναν στον ουρανό ή είχαν ακούσει κάτι γι’ αυτό ούτε οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, το ίδιο και ο Ηρώδης.

Από επιστημονικής πλευράς, ορισμένοι ερευνητές υπέθεσαν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν κάποιο μετέωρο, φαινόμενα τα οποία δεν είναι καθόλου σπάνια και συνεπώς δεν θα είχε προκαλέσει την εντύπωση των Μάγων για να κάνουν ένα τόσο μακρινό ταξίδι.

Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι η εμφάνιση κάποιου κομήτη. Συνολικά, έχουν καταγραφεί από τους αρχαίους χρόνους έως και τη γέννηση του Χριστού 135  κομήτες. Όπως αναφέρει ο Ωριγένης Αδαμάντιος, μάρτυρας του Χριστιανισμού και δάσκαλος που έζησε στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα:

«Έχω τη γνώμη ότι το άστρο που εμφανίστηκε στους σοφούς της Ανατολής… ήταν ένα από εκείνα τα φωτεινά σώματα που εμφανίζονται από καιρό σε καιρό και που οι Έλληνες οι οποίοι συνηθίζουν να τα ξεχωρίζουν με ονομασίες ανάλογα με τη μορφή και το σχήμα τους τα ονόμαζαν κομήτες, φωτεινές δοκούς, θυσάνους, άστρα με ουρά, καράβια και με διάφορα άλλα ονόματα».

Εν τούτοις είναι δύσκολο να θεωρηθεί ότι το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν ένας κομήτης, αφ’ ενός μεν γιατί θα τον έβλεπαν όλοι, αφ’ ετέρου δε γιατί οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν τους κομήτες ως προάγγελους δυσάρεστων γεγονότων και καταστροφών.

Μήπως το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν κάποιος νόβα, κάποιο «καινοφανές» άστρο ή μήπως σούπερ νόβα; Καθώς τα άστρα γερνάνε γίνονται ασταθή στις θερμοπυρηνικές τους αντιδράσεις και φτάνει μια στιγμή που το άστρο αυτό αποβάλλει με μια ή περισσότερες εκρήξεις μερικά από τα εξωτερικά του στρώματα αερίων και έτσι παρουσιάζεται λαμπρότερο από ότι ήταν πριν.

Έτσι, άστρα που ήταν πολύ αμυδρά, όταν μετατραπούν σε νόβα γίνονται εύκολα ορατά. Όταν ένα άστρο μεταβληθεί σε σούπερ νόβα, διασπάται κυριολεκτικά στα «εξ ων συν ετέθη» και μπορεί να εκπέμψει εκατομμύρια φορές περισσότερο φως και ακτινοβολία απ’ ότι ο Ήλιος μας.

Το Άστρο της Βηθλεέμ όμως, δεν θα πρέπει να ήταν ένα παρόμοιο άστρο, καθώς θα υπήρχε κάποια ένδειξη των αστρονόμων της εποχής εκείνης και ο κάθε άνθρωπος της εποχής θα μπορούσε να δει ένα νόβα ή σούπερ νόβα, ενώ, όπως φαίνεται, το παρατήρησαν μόνο οι Μάγοι.

Μία ακόμα θεωρία για την εξήγηση αυτού του φαινομένου διατυπώθηκε από τον Γιόχαν Κέπλερ, ο οποίος υποστήριξε πως αυτό που οδήγησε τους Μάγους στον Ιησού ήταν μια σύνοδος πλανητών ή συζυγία. Οι πλανήτες, στις κανονικές τους κινήσεις γύρω από τον Ήλιο φαίνονται να κινούνται από τη Δύση προς την Ανατολή.

Οι πλανήτες που βρίσκονται πλησιέστερα στον Ήλιο φαίνονται όμως να κινούνται ταχύτερα και οι πιο απομακρυσμένοι δείχνουν να κινούνται βραδύτερα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ένας από τους πλανήτες είναι δυνατόν να φτάσει και να προσπεράσει κάποιον άλλον. Το προσπέρασμα αυτό ονομάζεται σύνοδος ή συζυγία των δύο πλανητών.

Οι πλανήτες Δίας και Κρόνος στη διάρκεια του 7 και του 6 π.Χ. έλαβαν μέρος σε μία τριπλή ή μεγάλη συζυγία. Αν το Άστρο της Βηθλεέμ όμως ήταν μια συζυγία, θα το γνώριζαν οι αστρονόμοι της εποχής καθώς η μελέτη του ουρανού ήταν αρκετά ανεπτυγμένη την εποχή εκείνη.

Στην πορεία των χρόνων διατυπώθηκαν και άλλες θεωρίες για την «ταυτότητα» του Άστρου. Το 1911, ο Γερμανός Alfred Jeremias υποστήριξε πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν το λαμπρότερο άστρο του αστερισμού του Λέοντος, ο Βασιλίσκος, ενώ το 1913 ο A. Stenzel υποστήριξε πως «οδηγός» των Μάγων ήταν ο κομήτης του Χάλεϊ.

Μία ακόμη θεωρία, του Έλληνα αστρονόμου Κωνσταντίνου Χασάπη υποστηρίζει πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο πλανήτης Κρόνος τον οποίο αποκαλεί «ηγετικό πλανήτη της μεγάλης συγκεντρώσεως του 6 π.Χ.», ενώ ο αείμνηστος Κ. Χασάπης ορίζει τη γέννηση του Χριστού στις 6 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ. και το προσκύνημα των Μάγων στις 19 του ίδιου μήνα.

Αυτή η ημερομηνία γέννησης του Χριστού φαίνεται αρκετά δύσκολο να είναι και η σωστή, καθώς ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την εποχή που οι βοσκοί «φυλάσσουν φυλακάς νυκτός επί την ποίμνη αυτών». Αυτή η εποχή είναι απίθανο να είναι οι τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου καθώς τότε η Βηθλεέμ είναι βυθισμένη στην παγωνιά και τη βροχή.

Πιθανότερη εποχή να συνέβη η γέννηση του Χριστού είναι η άνοιξη, όταν τα νεογέννητα αρνάκια χρειάζονται τη βοήθεια των βοσκών, ερμηνεύοντας κατά γράμμα αυτά που αναφέρει το κατά Λουκά Ευαγγέλιο.

Βλέπουμε πως οι θρησκευτικές και επιστημονικές αντιλήψεις και θεωρίες δεν «συμβαδίζουν» σε κάποιο σημείο για την ταυτότητα του Άστρου της Βηθλεέμ. Εμείς θα κλείσουμε με τα λόγια του Άγιου Δαμασκηνού του Στουδίτη :» Ακόμα και φυσικό φαινόμενο να ήταν, συνέβη συγκεκριμένη στιγμή μετά από παρέμβαση του θεού».

Πηγή

πόλεμος και ειρήνη



 Η γερουσία των Εφεσίων συνεδρίαζε, αλλά ο στοχαστικός Ηράκλειτος απουσίαζε. Κι ενώ έστειλαν να τον ειδοποιήσουν, τον βρήκαν να παίζει με τα παιδιά. «Η γερουσία κι ο βασιλιάς,του είπαν, σε περιμένουν». Κι εκείνος  αποκρίθηκε: «Παιδός η βασιλείη»! Που σημαίνει βασιλιάδες είναι τα παιδιά.

Κάτι ανάλογο συνέβη και στην περίπτωση του Χριστού: Οι μαθητές του φιλονικούσαν για το ποιοι θα έπαιρναν τις πρώτες θέσεις, όταν ο Χριστός θα γινόταν βασιλιάς. Ο Χριστός πήρε ένα παιδάκι και βάζοντάς το ανάμεσά τους, τους είπε: «Αν δεν επιστρέψετε στην παιδική απλότητα, δεν θα μπορέσετε να γίνετε πολίτες της βασιλείας του Θεού».

Τα όμορφα αυτά περιστατικά του Ευαγγελίου και του αρχαίου στοχασμού μας προσανατολίζουν στα Χριστούγεννα, τη γιορτή των παιδιών. Και πρώτα-πρώτα τη γιορτή του θεϊκού παιδιού: Του οποίου τις προγραμματικές δηλώσεις, μια και ο ίδιος ήταν νήπιο, ανέλαβαν τα ουράνια παιδιά, οι άγγελοι.

Που βέβαια δεν είπαν πολλά, χωρίς να λένε τίποτε, όπως το συνηθίζουν κάποιοι θρησκευτικοί και πολιτικοί ρήτορες, αλλά με δέκα λέξεις τα είπαν όλα. Ψάλλοντας με τη χερουβική τους μελωδία το: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».

Που σημαίνει ότι πρωταρχικός σκοπός του θεϊκού παιδιού είναι να γκρεμίσει τους μωροφιλόδοξους Αλεξο-Κούληδες. Ώστε να δώσει στους ανθρώπους να καταλάβουν ότι απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου να ευτυχήσουν είναι, αντί για τις μωροφιλοδοξίες, να βάλουν πάνω απ’ όλους και όλα τη δόξα του Ύψιστου και την ευτυχία των συνανθρώπων τους.

Και βέβαια το γκρέμισμα των τυράννων δεν θα γίνει με ραγιαδισμό και παθητικότητα αλλά με πόλεμο μέχρις εσχάτων. Γιατί κι αυτό το τόνισε ξεκάθαρα ο Χριστός, λέγοντας: «Δεν ήρθα να φέρω ειρήνη στη γη, αλλά μαχαίρι» (Ματθαίου: Ι: 34). Κάτι παραπλήσιο με το «πόλεμος πάντων πατήρ» του Ηράκλειτου.

Παρότι  οι προσανατολισμοί τους μπορεί να είναι διαφορετικοί: Δεδομένου ότι ο Ηράκλειτος φαίνεται να εννοεί τους πολέμους, που γίνονται στο φυσικό και κοινωνικό επίπεδο. Σε αντίθεση με  το Χριστό, που αναφέρεται στο ηθικό και πνευματικό επίπεδο. Και, σε τελική ανάλυση, εννοεί τον πόλεμο εναντίον του πολέμου. Που είναι και ο μόνος ικανός να φέρει την πραγματική και όχι την κάλπικη ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων. Λέγοντας: «Σας δίνω τη δική μου ειρήνη, που δεν έχει καμιά σχέση με την ειρήνη του κόσμου» (Ιωάννη: ΙΔ: 27).

 Γιατί, όπως έλεγε ο Τάκιτος: «Οι Ρωμαίοι καταστρέφουν τις χώρες και ύστερα μιλούν για ειρήνη» (pax romana). Όπως σήμερα μιλούν για την αμερικάνικη ειρήνη (pax americana)). Τη στιγμή που οι Αμερικάνοι αιματοκυλούνε αδιάκοπα χώρες και λαούς, προκειμένου να επιβάλλουν καθεστώτα ανελευθερίας και προδοσίας.


Και εδώ ακριβώς βρίσκεται και το νόημα της ειρήνης του Χριστού. Γιατί, όπως προαναφέραμε, και η ειρήνη του Χριστού προϋποθέτει τον πόλεμο. Μόνο, που ο πόλεμος αυτός δεν γίνεται με τα όπλα, που χρησιμοποιούν οι πολεμοκάπηλοι, προκειμένου να προωθήσουν τα σχέδιά τους και να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.

 Γίνεται με τα όπλα της αλήθειας και της δικαιοσύνης, που ως κινητήρια δύναμή τους έχουν το λόγο. Που σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο είναι «πιο κοφτερός κι από δίκοπο μαχαίρι»(Εβραίους: Δ: 12). Και που οι λυμεώνες του κόσμου τον φοβούνται περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Αφού η φωνή της αλήθειας είναι πιο ισχυρή απ’ το ψέμα και η φωνή της δικαιοσύνης απ’ την αδικία. Γι’ αυτό και αγωνίζονται σε όλα τα επίπεδα, να ξεριζώσουν οτιδήποτε έχει σχέση με το Ευαγγέλιο. Πράγμα που γίνεται τα τελευταία χρόνια με ιδιαίτερη μεθοδικότητα στη νέο ταξική Ελλάδα.

Αξιοσημείωτο είναι πως τις προγραμματικές δηλώσεις του Χριστού οι άγγελοι δεν έσπευσαν να τις γνωστοποιήσουν στον αρχικακούργο Ηρώδη και πολύ περισσότερο στην κοσμοκράτειρα τότε Ρώμη. Ούτε εξάλλου στους μόνιμα υποκρινόμενους αρχιερείς, γραμματείς και φαρισαίους.

Γιατί, πέραν του ότι ήταν  περισσότερο επικίνδυνοι ακόμη κι απ’ τον Ηρώδη, επιπλέον  δεν υπήρχε περίπτωση μέσα στο έρεβος  της υποκρισίας τους να καταλάβουν το παραμικρό. Τις έκαμαν στα απλοϊκά παιδιά, τους τσοπάνηδες, που με ανοιχτές καρδιές τις δέχτηκαν, όπως η διψασμένη γη τη βροχή. Και βέβαια έσπευσαν να προσφέρουν στο νεογέννητο βασιλιά τα ειρηνικά τους δώρα.

Στα σοφά όμως παιδιά της Ανατολής, στους αστρολόγους Μάγους, μίλησαν στη γλώσσα τους. Με το πρωτοφανέρωτο εκείνο αστέρι, που τους καθοδήγησε, προκειμένου να φτάσουν μέχρι τη φάτνη. Και, επειδή ο Ηρώδης τους ζήτησε, όταν βρουν το νεογέννητο να τον ενημερώσουν, οι άγγελοι με τη σειρά τους συνέστησαν στους Μάγους να αποφύγουν τη συνάντησή του και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους «δι’ άλλης οδού».

Κι εκείνοι υπάκουσαν. Κάτι βέβαια που δεν κάνουν οι σημερινοί σοφοί, που δεν ακούνε τη φωνή των αγγέλων, που είναι τα παιδιά, αλλά υπηρετούν τη θέληση των μισάνθρωπων Ηρωδών, που δολοφονούν τα παιδιά. Γι’ αυτό και τις μεγάλες τους ανακαλύψεις, αντί να τις χρησιμοποιούν για την ανακούφιση των συνανθρώπων τους, τις εμπιστεύονται στους πολεμοκάπηλους  και τους εμπόρους θανάτου.

 Για να τις χρησιμοποιούν, προκειμένου να σπέρνουν τον όλεθρο και το θάνατο. Αμαυρώνοντας έτσι, όχι μόνο το παρόν αλλά και  το μέλλον της ανθρωπότητας, που είναι τα παιδιά.

Αλλά δυστυχώς ούτε κι εμείς, κατά κανόνα, ακούμε τη φωνή των αγγέλων, για ν’ ακολουθήσουμε το δρόμο του Θεού και να φτάσουμε στη σωτηρία. Αλλά ακούμε τη φωνή των Ηρωδών, που οδηγούν εμάς και τα παιδιά μας σ’ ένα σκοτεινό παρόν και ένα ακόμη σκοτεινότερο μέλλον…

https://papailiasyfantis.wordpress.com/

Κυριακή, Δεκεμβρίου 18, 2022

Χωρὶς τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου μήτε ἀσϑενοῦμεν μήτε ἀποθνήσκομεν.

 Φὀβος Κυρίου ἀρχὴ τῆς σοφίας, ὁμιλεῖ ὁ σοφὸς Σολομῶν, καὶ συμφωνοῦν οἱ Πατέρες. Κἀγὼ δὲ λέγω ὑμῖν: "Μακάριος καὶ τρισμακάριος ἀνὴρ ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον".

Ἐξ αὐτοῦ τοῦ ϑείου φόβου γεννᾶται ἡ πίστις πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ πιστεύει ὁ ἄνϑρωπος ὁλοψύχως ὅτι, ἀφοῦ τελείως ἀφιερώϑη εἰς τὸν Θεόν, ἔχει καὶ ὁ Θεὸς ὅλην τὴν πρόνοιαν δι᾽ αὐτόν. Καὶ ἐκτὸς τροφῆς καὶ σκεπάσματος -- ὅπου πάλιν Αὐτὸς τὸν παρακινεῖ νὰ φροντίζῃ -- ἄλλην φροντίδα δὲν ἔχει. Ἀλλὰ μὲ ὅλην ἁπλότητα εἰς τὸ ϑέλημα τοῦ Κυρίου ἀκολουϑῶν ὑποτάσσεται.

Ὁπότε, ὅταν ριζώσῃ ἡ πίστις αὐτὴ καταργεῖται τελείως ἡ γνώσις ἐκείνη ὅπου γεννᾷ τὴν ἀμφιβολίαν εἰς ὅλα σμικρύνει τὴν πίστιν, καὶ πολλάκις τὴν ἀφαιρεῖ· διότι ἔχει ἰσχὺν φύσεως, καϑότι μὲ αὐτὴν ἀνετράφημεν.

Ἀφοῦ ὅμως νικήσῃ ἡ πίστις κατόπιν πολλῶν δοκιμασιῶν, τότε στρέφεται καὶ γεννᾷ, ἢ μᾶλλον τῆς δίδεται δῶρον γνῶσις πνευματική, ὅπου δὲν ἀντίκειται εἰς τὴν πίστιν, ἀλλὰ μὲ τὰς πτέρυγάς της πετᾷ καὶ ἐξερευνᾷ τὰ βάϑη τῶν μυστηρίων καὶ εἶναι πλέον αὐτὲς αἱ δύο, πίστις καὶ γνῶσις - γνῶσις καὶ πίστις, ἀχώριστες ἀδελφές.

Ἄς ἐξετάσωμε λοιπὸν τώρα ἐμεῖς, ὅπου ἀφιερώϑημεν τῷ Θεῷ, ἂν εἶναι ἡ πίστις αὐτὴ εἰς ἡμᾶς ἢ κυριεύῃ ἡ γνῶσις. Καί, ἐὰν μὲν ἀφήνῃς τὰ πάντα εἰς τὸν Θεόν, ἰδοὺ ὅπου ἔχεις καταλάβει τὴν πίστιν, καὶ ἀσφαλῶς χωρὶς καμμίαν ἀμφιβολίαν ϑὰ εὕρῃς Αὐτὸν βοηϑόν.
Ὁπότε κἂν μυριάκις δοκιμασϑῇς καὶ σὲ πειράξῃ ὁ Σατανᾶς, ἵνα σοῦ ἀμβλύνῃ τὴν πίστιν, ἐσὺ προτίμησε μυριάκις τὸν ϑάνατον καὶ μὴ ὑπακούσῃς τὴν γνῶσιν. Καὶ οὕτως ϑὰ ἀνοιγῇ ἡ ϑύρα τῶν μυστηρίων. Καὶ ϑὰ ϑαυμάσῃς ὅτι ἤσουν πρότερον δεμένος μὲ ἁλύσεις τῆς γνώσεως. Καὶ τώρα πετᾷς μὲ πτέρυγας ϑεϊκὰς ἐπάνω ἀπὸ τὴν γῆν. Καὶ ἀναπνέεις ἄλλον ἀέρα ἐλευϑερίας, ὅπου οἱ ἄλλοι τὸν ὑστεροῦνται.

Εἰ δὲ καὶ βλέπεις τὴν γνῶσιν νὰ βασιλεύῃ, καὶ εἰς ἕνα παραμικρὸν κίνδυνον τὰ χάνεις καὶ ἀπελπίζεσαι, γίνωσκε ὅτι εἰσέτι ὑστερεῖσαι τῆς πίστεως· καὶ ἑπομένως δὲν ἔχεις ἀκόμη ὅλην σου τὴν ἐλπίδα εἰς τὸν Θεόν, ὅτι δύναται νὰ σὲ σώσῃ ἀπὸ κάϑε κακόν. Φρόντισε νὰ διορϑωϑῇς ἐδῶ καϑὼς λέγομεν διὰ νὰ μὴ ὑστερηϑῇς ἕνα τόσον μέγα καλόν.

Καὶ νῦν πρόσχες εἰς τὸ λεγόμενον·

Ἦλϑε κάποιος μίαν φορὰν εἰς ἡμᾶς, ἀπὸ χρόνια πολλὰ μοναχός, ὅπου ἧτο στὴν ᾿Ἐλβετίαν. Διότι εἶχεν τρεῖς μεγάλας καὶ φοβερὰς ἀλλὰ καὶ ἀνιάτους ἀσϑενείας. Καὶ ἐξώδευε πλοῦτον στὰ φάρμακα. Διότι ἦτον πλούσιος ἄνϑρωπος. Καὶ ἐπειδὴ κάποιος τὸν ἐσύστησεν εἰς ἐμένα νὰ ἔλϑῃ, νὰ εἰπῇ τὸν λογισμόν του, τὸν ἐλυπήϑην πολύ. Λοιπὸν τὸν εἶπα ὅτι γίνεται ἀμέσως καλά, μόνον νὰ πιστεύσῃ ὅτι δύναται ὁ Θεὸς νὰ τὸν ϑεραπεύσῃ. Τέλος, ἐὰν σᾶς γράψω ὅλην τὴν ἱστορίαν, τὸ πόσον ὑπέφερα νὰ τὸν πείσω, πρέπει νὰ γράψω τέσσαρες κόλλες. Διότι, μήτε μὲ ἄφηνε καὶ νὰ φύγῃ μήτε ἤϑελε νὰ πιστεύσῃ. Μέχρις ὄτου συνήργησεν ὁ Θεὸς καὶ ἤκουσε μίαν φωνὴν αἰσϑητῶς·

- Διατὶ δὲν ἀκούεις, νὰ γίνης καλά;

Καὶ ἔτσι ἐλυτρώϑη. Διότι ἡ αἴτησις, ὅπου τὸν ἐζήτησα ἦτον νὰ φάγῃ τὰ ἀντίϑετα - ὅπου ἔλεγεν ὅτι ἐὰν φάγῃ ϑὰ ἀποϑάνῃ - καὶ νὰ ἀφήσῃ ὅλην τὴν ἐλπίδα εἰς τὸν Θεόν, καὶ ἀφήσας τὴν γνῶσιν νὰ ἀκολουϑήσῃ τὴν πίστιν. Καὶ ἀντὶ δέκα φορὰς ὅπου ἔτρωγε τὴν ἡμέραν, μίαν νὰ τρώγῃ. Μόνον τρεῖς ἡμέρας ἀρκέσϑη ὁ Θεὸς νὰ τὸν δοκιμάσῃ. Καὶ ἐγώ ἐκτενῶς δι᾿ αὐτὸν προσηυχόμην. Καὶ τὴν νύκτα εἶδα καθ' ὕπνον δύο ὄρνεα φοβερά, ποὺ τὸν εἶχον ἀρπάσει διὰ νὰ τὸν φάγουν. Καὶ ὄφις τὸν εἶχε τυλίξει σφικτὰ εἰς τὸν λαιμόν. Καὶ μὲ ἐφώναζε μὲ ἀγρίας φωνάς νὰ τὸν σώσω. Ὁπότε παλαίσας ἐγὼ μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐθανάτωσα καὶ ἐξύπνησα. Ἔρχεται λοιπὸν καὶ μοῦ λέγει·

- Ἔγινα τελείως καλά, ὅπως ἐγεννήϑην!

Καὶ ὄντως ἀποκατεστάϑη ἡ σάρξ του ὡς παιδίου μικροῦ. Εἶχε λοιπὸν φάρμακα και δύο κάσσες ἐνέσεις.
Καὶ τὸν εἶπα καὶ τὰ ἔρριξεν ὅλα τὸν κατήφορον εἰς τὰ βράχια. Καὶ πλέον ἔζησεν ὑγιής, ἅπαξ τῆς ἡμέρας ἐσϑίων.

Βλέπετε λοιπὸν ἡ πίστις τί ἐνεργεῖ; Μὴ νομίσετε ὅτι ἐγὼ τὸ ἐνήργησα. Ὄχι. Δὲν ἔχω τοιαύτην κατάστασιν. Ἡ πίστις εἶναι, ὅπου ἔχει τὴν δύναμιν νὰ κάμνῃ τοιαῦτα.

Ἀκούσατε πάλιν·

Μία μοναχὴ μοῦ ἔγραψε ὅτι πάσχει καὶ ἂν δὲν κάμῃ ἐγχείρησιν ἀποϑνήσκει. Ἐγὼ γράφω, λέγων τελείως ἀντίϑετα. Ἐκείνη πάλιν γράφει ὅτι τῆς εἶπεν ὁ ἰατρὸς εἰς τόσας ἡμέρας, ἂν δὲν κάμῃ ἐγχείρησιν, ϑὰ γίνη διάτρησις καὶ τέλος ὁ ϑάνατος. Ἐπαναλαμβάνω ἐγώ: - Ἔχε πίστιν· ἄφησέ τὰ ὅλα εἰς τὸν Θεόν: προτίμησε ϑάνατον. Μοῦ στέλνει ἀπάντησιν, ὅτι ἐστράφη ὀπίσω.

Βλέπετε; Μυρίας φορὰς ἐδοκίμασα τὸ τοιοῦτον.
Ὅταν βάλῃς ἐμπρὸς σου τὸν ϑάνατον καὶ τὸν περιμένῃς εἰς κάϑε στιγμήν, φεύγει μακρὰν ἀπὸ σοῦ. Ὅταν φοβῆσαι τὸν θάνατον, διαρκῶς σὲ καταδιώκει. Τρεῖς φθισικοὺς ἔθαψα τρέφων ἐλπίδα ὅτι ϑὰ κολλήσω καὶ ἐγώ. Τὸ ροῦχο του ἐφόρεσα, ὅταν ἐξέδυσα ἀποθνήσκοντα, ἀλλ' ὁ θάνατος ἔφυγε πηγαίνων εἰς τοὺς φοβουμένους αὐτόν. Εἶμαι ἀσϑενὴς εἰς ὅλην μου τὴν ζωήν. Δὲς ἔκαμα ποτὲ ϑεραπείαν. Τρώγω ἐνάντια ἐπιμόνως. Ἀλλὰ ποῦ ὁ θάνατος!

Τοιαῦτα γράφω ὑμῖν, ἐπειδὴ ἀγαπᾶτε τὴν τελειότητα. Διότι οἱ κοσμικοὶ δὲν ἁμαρτάνουν τὰ τῆς γνώσεως πράττοντες, ἐπειδὴ δὲν ζητοῦν ἄλλην ὁδόν.

Θέλω δὲ νὰ εἰπῶ, μὲ ὅλα αὐτὰ ὅτι, χωρὶς τὸ ϑέλημα τοῦ Κυρίου, μήτε ἀσϑενοῦμεν μήτε ἀποϑνήσκομεν.
Φύγε λοιπὸν μακρὰν ἀφ᾽ ἡμῶν ὀλιγοπιστία.

Καὶ ἀφοῦ πρῶτον γνωρίσωμεν τὸν Θεὸν ὡς δημιουργὸν παντὸς ἀγαθοῦ, Πατέρα, προνοητὴν καὶ κηδεμόνα ἡμῶν, πρέπει νὰ πιστέψωμεν εἰς Αὐτὸν ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας. Καὶ μόνον εἰς Αὐτὸν νὰ ἐλπίζωμεν. Καὶ κατόπιν ϑὰ τὸν ἀγαπήσωμεν αἰσϑόμενοι τὰς πολλάς του εὐεργεσίας. Καί, ὅταν τὸν Θεὸν ἀγαπήσωμεν ἐξ ὅλης καρδίας ὡς Πλάστην, τότε καὶ τὸν πλησίον ϑὰ ἀγαπήσωμεν ὡς ἑξαυτόν, εἰδότες ὅτι ὅλοι εἴμεϑα ἀδελφοὶ - κατὰ φύσιν Ἀδὰμ, καὶ κατὰ χάριν, Χριστοῦ. Καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν πρέπει ὁ ἄνϑρωπος ὁ πνευματικὸς νὰ ϑεωρῇ τὴν συγγένειαν τῆς σαρκός, ἀφοῦ ἀφιερώϑη εἰς τὸν Θεόν, ἀλλὰ τοῦ πνεύματος τὴν συγγένειαν. Διότι ἡ σάρξ, ἄρρεν καὶ ϑήλυ εἶναι διὰ τὸν πληϑυσμόν, ὅπερ ἡμεῖς ἀπαρνήθημεν καὶ ἀνέβημεν ὑψηλότερα. Λοιπὸν ὡς πνευματικοὶ ὅπου εἴμεϑα πρέπει καὶ πνευματικῶς νὰ βλεπώμεϑα. Κατὰ τὴν ψυχήν, δὲν ἔχει ἄρρεν καὶ ϑῆλυ ψυχή, μήτε νέα ἢ γέρων, ἀλλὰ χάρις Χριστοῦ ἐπὶ πάντα.

Ἀφήσατε ὅϑεν παρακαλῶ τὸν νοῦν σᾶς ἐλεύϑεθον - μὴν τὸν κλείετε ὑπὸ νόμον, ἀφοῦ ἐσμὲν ὑπὸ χάριν νὰ θεωρήσῃ τὶ μέγα μυστήριον κρύπτετοι ἐν τοῖς λόγοις, ὅπου σᾶς λέγω. Νὰ γευϑῇ ἀϑώαν ἀγάπην. Καὶ νὰ πετάξῃ εἰς τὴν θεωρίαν τοῦ μόνον Θεοῦ, τοῦ ἀγαϑοῦ μας Πατρός.

Ἀφοῦ ὅλοι εἴμεθα ἀδελφοί, ἡ πνοὴ τοῦ Θεοῦ, τὸ ϑεῖον ἐμφύσημα, καὶ ὁ ζωοπάροχός μας Πατὴρ ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν, ὅλαι αἱ πράξεις μας, κινήματα καὶ νοήματα, κρίνονται διαφανῶς ὑπὸ τὸ ὄμμα Αὐτοῦ. Καὶ προτοῦ ἐσὺ κινηϑῆς ἢ διανοηϑῇς κάτι καλὸν ἢ κακόν, εὐϑὺς ἡ πνοή, ἡ ψυχὴ ὡς ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ κεντᾷ τὸν Θεόν. Εἶδε προλαβὼν τὶ ϑὰ πράξῃς καὶ κατόπιν ἐσὺ ϑὰ κάμῃς τὴν κίνησιν τῆς ψυχῆς ἢ τοῦ σώματος.;

Τώρα πρόσχες εἰς τὸ λεγόμενον τοῦ Προφήτου: "Προωρώμην τὸν Κύριόν μου ἐνώπιόν μου διαπαντός". Ἄραγε εἶναι πάντοτε ἀνοικτοὶ οἱ ὀφϑαλμοὶ τῆς ψυχῆς σου, ἢ νομίζεις ὅτι, ἐπειδὴ δὲν βλέπεις ἐσὺ πλησίον σου τὸν Θεόν, δὲν σὲ βλέπει καὶ Ἐκεῖνος; Ἤ νομίζεις ὅτι ἠμπορεῖς νὰ κάμῃς κάτι κρυφὰ ἀπ᾽ Αὐτόν, ἐπειδὴ ὁ νοῦς σου εἶναι κλειστός; Ὅμως Ἐκεῖνος σὲ βλέπει, λυπεῖται καὶ παραβλέπει· μέμφεται τὴν ὀλιγοπιστίαν σου καὶ τὸν σκοτισμὸν τοῦ νοός σου.

Δὲν γνωρίζεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς γίνεται ἐν ἑκάστῳ ϑεραπεία πάσης ἀνάγκης; Ἤγουν τροφὴ τῷ πεινῶντι, τῷ διψῶντι ὕδωρ, ὑγεία τῷ ἀσϑενεῖ, ἐνδυμασία τῷ γυμνητεύοντι, φωνὴ εἰς τοὺς ψάλλοντας, τῷ εὐχομένῳ πληροφορία, τοῖς πᾶσι τὰ πάντα εἰς σωτηρίαν;

Πίστευσον, τέκνον μου, ὅτι εἰς ὅσα καὶ ἂν πάσχωμεν, εἰς ὅλα ὁ Χριστὸς εἶναι ἄριστος ἰατρὸς τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Ἀρκεῖ νὰ ἔχῃς τὴν τελείαν αὐταπάρνησιν, τὴν τελείαν πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν εἰς αὑτὸν χωρὶς δισταγμόν.

Ἀφοῦ ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς εἶναι τόσον καλός, εὔσπλαγχνος, ἀγαϑὸς, διατί νὰ ἀπελπισϑῇς; Ἕνα ὀλίγον τὸν ἐζητοῦμε καὶ αὐτὸς μᾶς δίδει τόσον πολύ. Μίαν ἀκτῖνα φωτὸς τοῦ γυρεύουμε καὶ αὐτὸς μᾶς χαρίζεται ὅλος Φῶς, Ἀλήϑεια, Ἀγάπη. Λοιπὸν ταπεινώσου καὶ πᾶσαν τὴν ἐλπίδα σου στήριζε εἰς Αὐτόν.

Και πιστευσόν μοι τὴν ἀλήϑειαν λέγοντι ὅτι· ἀφότου ἔγινα μοναχός, ὁσάκις ἠσϑένησα, παντάπασι δὲν ἐπιμελήϑην τὸν ἑαυτόν μου. Μήτε ἄφησα κανένα νὰ φροντίσῃ διὰ τὴν σωματικήν μου ὑγείαν, ἀλλὰ ὅλην μου τὴν ἐλπίδα ἄφησα εἰς τὸν ἄμισϑον ἰατρόν.

Καὶ τόσον ἐδοκιμάσϑην εἰς τὴν ἀρχήν, ὅπου ἐγέμισε μεγάλα ὡσὰν λεμόνια σπυριὰ ὅλη ἡ ράχη μου μέχρι καὶ κάτω. Καὶ ἔγινα ὡσὰν ξύλινος, μὴ δυνάμενος νὰ λυγίσω. Καὶ ἐγὼ ἐμαχόμην τὸ πάϑος, χωρὶς νὰ ἀλλάξω ποσῶς μήτε φανέλλα μήτε ἕτερον ροῦχο. Ἀλλὰ ἐφορτώϑηκα ἕνα τορβά εἰς τὴν ράχην καὶ ἐγύρισα ὅλον τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὡσότου ἔσπασαν ὅλα ἐκεῖνα καὶ ἔτρεχαν μόνα τους μέχρι τοὺς πόδας μου; Καὶ δὲν ἄλλαξα, ὡς εἶπον, μαχόμενος καὶ δεινῶς ὑπομένων· καὶ ἔγιναν ἡ φανέλλα καὶ κάτω ἕνα δάκτυλο πάχος τὸ ροῦχο ἀπὸ τὴν ὕλην ποὺ ἔτρεξε. Καὶ εἰς τὲς τρύπες τῶν πληγῶν ἐχωροῦσε τὸ δάκτυλον. Καὶ δὲν ἔπαϑα τίποτε. Καὶ μέχρι σήμερον ὅ,τι ἀρρώστεια μοῦ ἔρχεται μὲ πολλὴν χαρὰν τὴν ἐκδέχομαι, μήπως μὲ φέρῃ τὸν αἰώνιον ὕπνον· νὰ εὑρεθῶ εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Ἀλλὰ δὲν ἦλϑεν ἡ ὥρα. Πάντως ϑὰ ἔλθῃ συντόμως.

Ὁ ϑάνατος, ὅπου εἰς τοὺς πολλοὺς εἶναι μέγας καὶ τρομερός, εἰς ἐμένα εἰναι μία ἀνάπαυσις, ἕνα γλυκύτατον πρᾶγμα, ὅπου μόλις ἔλϑῃ ϑὰ μὲ ξεκουράσῃ ἀπὸ τὰς ϑλίψεις τοῦ κόσμου. Καὶ τὸν περιμένω ἀπὸ στιγμῆς εἰς στιγμὴν. Εἶναι μέγας ὄντως· ἀλλὰ πολὺ μεγάλος ἀγὼν νὰ σηκώσῃ κανεὶς ὅλα τὰ βάρη τοῦ κόσμου ἐσήμερον, ὅπου ὅλοι ζητοῦν ἀπὸ τὸν ἄλλον νὰ πληρωϑοῦν ὅλαι αἱ ἐντολαί.

Ἔτσι εἶναι τὰ χρόνια μας. Δι’ αὐτὸν ἀπαιτεῖται ὑπομονὴ ἕως νὰ ξεψυχήσωμεν ὄρϑιοι. Διὰ τοῦτο ἀνδρίζου καὶ κραταιούσϑω ἡ ψυχή σου εἰς πᾶν ὅ,τι σοι ἀκολουϑεῖ.

Δι᾿ αὐτὰ καὶ δι᾽ ὅλα καὶ ἐγὼ ἔγινα πτῶμα.
Παρακαλῶ τὸν Θεὸν νὰ μὲ πάρῃ νὰ ἡσυχάσω.
Παρακαλῶ τὴν ἀγάπην σας πολὺ νὰ μὲ εὔχεσϑε. Διότι ἔχω πολλὰς ψυχὰς ὅπου μοῦ γυρεύουν βοήϑειαν.

Καὶ πιστεύσατε, ὅτι διὰ τὴν κάϑε μίαν ψυχὴν ὅπου λαμβάνει βοήϑειαν δοκιμάζω τὸν πόλεμον ὅπου ἔχει.

Καὶ πάλιν γράφω αὐτὰ δίδων σας ϑάρρος νὰ μὴ φοβῆσϑε τὰς ἀσϑενείας, κἂν καὶ νὰ πάσχωμεν ἐφ᾽ ὅρου ζωῆς.

Ἀφοῦ εἶναι διαρκῶς παρών ὁ Θεός, διατὶ ἀνησυχεῖς; Ἐν αὐτῷ ζῶμεν, κινούμεϑα. Εἰς τὴν ἀγκάλην του βασταζόμεϑα. Θεὸν ἀναπνέομεν· Θεὸν περιβαλλόμεϑα· Θεὸν ψηλαφῶμεν· Θεὸν ἐσθίομεν ἐν Μυστηρίῳ. Ὅπου στρέψῃς, ὅπου ἰδῇς, παντοῦ Θεός· ἐν οὐρανοῖς, ἐπὶ γῆς, εἰς τὰς ἀβύσσους, εἰς τὰ ξύλα, μέσα στὶς πέτρες, εἰς τὸν νοῦν σου, εἰς τὴν καρδίαν σου. Λοιπὸν δὲν σὲ βλέπει πῶς πάσχεις; Ὅτι ὑποφέρεις;

Εἰπέ εἰς αὐτὸν τὰ παράπονά σου καὶ ϑὰ ἰδῇς παράκλησιν, ϑὰ ἰδῇς ϑεραπείαν, ὅπου νὰ ϑεραπεύῃ ὄχι μόνον τὸ σῶμα, ἀλλὰ μᾶλλον τῆς ψυχῆς σου τὰ πάϑη.

Με γράφεις ὅτι μετέχεις εἰσέτι τοῦ παλαιοῦ σου ἀνϑρώπου. Κἀγὼ σοὶ λέγω ὅτι μήτε ρανίδα δὲν ἔχεις ἀκόμη ἀπὸ τὸν νέον Ἀδάμ· ὅλος εἶσαι ὁ παλαιός. Καί, ὁπόταν ἀρχίσῃ ὁ νέος Ἀδὰμ νὰ μορφώνεται ἐπὶ σοί, ἐγὼ μόνος ϑὰ σοῦ γράψω τὰ σχήματα τῆς μορφώσεως τοῦ νέου ἀνϑρώπου, ἐὰν εἶμαι ἐν τῇ ζωῇ.


Πηγή: Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας
Γέροντος Ἰωσήφ
Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...