Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Αυγούστου 02, 2011

Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης, Η ανακομιδή του λειψάνου του αγίου Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου

Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη

«Μετά από πολλά χρόνια αφότου μαρτύρησε ο άγιος Στέφανος και είχαν δώσει τη ζωή τους πολλοί για χάρη του Χριστού, την ταραχή διαδέχτηκε γαλήνη κι έπνευσε άνεμος ελευθερίας, λόγω του πρώτου μεταξύ των βασιλέων και χριστιανικότατου Κωνσταντίνου. Τότε λοιπόν και ο πολύτιμος θησαυρός, το λείψανο δηλαδή του αγίου Στεφάνου, φανερώνεται: Κάποιος γέροντας ιερέας, σεβαστός πολύ για την αγία του ζωή, Λουκιανός στο όνομα, κατοικούσε στην κώμη, στην οποία και ο θησαυρός του λειψάνου του αγίου κρυβόταν κάτω από τη γη. Σ’ αυτόν όχι μία, αλλά και δύο και τρεις φορές φάνηκε ο Πρώταθλος, φανερώνοντας τον εαυτό του. Ο πρεσβύτερος έσπευσε τότε να αναγγείλει τις οπτασίες του αγίου στον επίσκοπο της περιοχής Ιωάννη. Αυτός δε με μεγάλη χαρά κι αφού πήρε μαζί του τους κληρικούς της πόλεως πήγε στον τόπο που του υπέδειξε ο πρεσβύτερος, έσκαψε και βρήκε τη σορό. Ξαφνικά τότε έγινε σεισμός μεγάλος και μία ευωδία έντονη χύθηκε παντού γύρω, ενώ φωνές αγγέλων που έρχονταν από ψηλά έψαλλαν το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία». Πολλές θεραπείες αρρώστων πραγματοποιήθηκαν παράλληλα, που κήρυτταν τη χάρη του Πρωτομάρτυρα. Αμέσως λοιπόν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων, με δύο άλλους επισκόπους κι όλο τον κλήρο και τον λαό, προσκύνησαν με ευφροσύνη και χαρά το άγιο εκείνο σώμα, και με λαμπάδες και ύμνους και θυμιάματα και την αρμόζουσα τιμή, το κατέθεσαν στην πόλη της Σιών. Μετά από αυτά, σεβάσμιος ναός για τον άγιο, στην πόλη αυτή, οικοδομείται από κάποιο Αλέξανδρο συγκλητικό, ο οποίος, αφού παρεκάλεσε πολύ τον Αρχιερέα, τοποθέτησε το τίμιο λείψανο σ’ αυτόν, με κάθε σεβασμό. Δεν πέρασαν πέντε χρόνια και ο συγκλητικός εκοιμήθη, οπότε κατατέθηκε δίπλα στον άγιο, σε ίδια με αυτόν λειψανοθήκη, όπως ο ίδιος την είχε παραγγείλει. Επειδή όμως πολλοί πίεζαν τη γυναίκα του, που ήταν πλούσια και όμορφη, να ξαναπαντρευτεί, εκείνη σκέφτηκε να πάρει τη λειψανοθήκη του άντρα της και να πάει στον πατέρα της, στην Κωνσταντινούπολη. Από κάποιο σχέδιο όμως της θείας πρόνοιας, έγινε λάθος στη λειψανοθήκη, πήρε δηλαδή του αγίου Στεφάνου, η οποία φερόταν πάνω σε όνο και έτσι γινόταν η πορεία. Όλη τη νύκτα όμως αγγελικός ύμνος και δοξολογίες ακούονταν, όπως και μεγάλη ευωδία, σαν να έχει χυθεί μύρο πολύ, γέμιζε τα πάντα, ενώ τα πονηρά πνεύματα βογγούσαν, κραυγάζοντας «αλλοίμονό μας, γιατί ο Στέφανος βρίσκεται ανάμεσά μας, μαστιγώνοντάς μας». Καθώς έφτασαν στην Ασκάλωνα, παραλιακή πόλη, μίσθωσαν πλοίο και ξεκίνησαν, ενώ κατά την οδοιπορία έγιναν πολλά θαύματα και σημεία, που δεν μπορούμε να τα εξιστορήσουμε εδώ. Όταν έφτασαν στη Βασιλίδα των πόλεων και άκουσε ο βασιλιάς αυτό που είχε συμβεί, κι ό,τι είχε πάθει η γυναίκα, αμέσως την κάλεσε κι άκουσε από το στόμα της όλη την ιστορία. Γέμισε από μεγάλη χαρά και αγαλλίαση λοιπόν ο καλλίνικος και φιλευσεβής βασιλιάς, κι έδωσε εντολή στον αρχιερέα με όλο τον κλήρο και τον λαό να υποδεχτεί τον άγιο και να τον οδηγήσουν με μεγάλη τιμή και ευλάβεια στα βασίλεια. Τότε λοιπόν έγιναν και άλλα μεγάλα και τεράστια, από τα οποία μόνον ένα θα καταγράψουμε. Τραβούσαν οι ημίονοι το άρμα, στο οποίο υπήρχε ο θησαυρός, μέχρις ότου έφτασαν σε τόπο που ονομαζόταν Κωνσταντιανάς, κι εκεί οι ημίονοι σταμάτησαν. Την ώρα εκείνη ένας ημίονος είπε με ανθρώπινη φωνή: Για ποιο λόγο μας χτυπάτε να προχωρήσουμε; Εδώ πρέπει να κατατεθεί ο άγιος. Ο αρχιερέας και όλοι οι παριστάμενοι άκουσαν τις φωνές και δοξολόγησαν τον Θεό με μεγάλη φωνή. Θαύμασε πολύ και ο βασιλιάς όταν το άκουσε και αμέσως ανήγειρε σεβάσμιο ναό σ’ εκείνον τον τόπο προς τιμήν του Πρωτάθλου, εις δόξαν και αίνον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του Αγίου αυτού».
Δεν ξέρει κανείς τι να πρωτοθαυμάσει σήμερα: την ίδια την αγιασμένη ζωή του αγίου Στεφάνου, το θαυμαστό μαρτύριό του ή τα θαυμάσια που σχετίζονται με την ανακομιδή των λειψάνων του και τη συνεχιζόμενη παροχή της χάρης που προχέει σε όλους τους αιώνες; Κεντρικός άξονας που εξηγεί βεβαίως τα πάντα σ’ αυτόν, είναι η βαθειά αγάπη του προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, το κύριο στοιχείο της αγιότητας όλων των αγίων. Η αγάπη αυτή, ως κινητήρια δύναμη, εξηγεί κ α ι το γεγονός ότι επιλέχτηκε ανάμεσα σε πολλούς να είναι ο πρώτος των διακόνων της πρώτης Εκκλησίας, «πλήρης πνεύματος αγίου και σοφίας», ώστε να διακονεί στα τραπέζια, στην παράθεση δηλαδή του φαγητού, λόγω κάποιων προβλημάτων που τότε είχαν αναφανεί, κ α ι το γεγονός ότι επίσης «πλήρης πίστεως και δυνάμεως εποίει τέρατα και σημεία μεγάλα εν τω λαώ», κηρύσσοντας παράλληλα τον λόγο του Θεού και φέρνοντας σε σύγχυση τους Ιουδαίους, γιατί δεν μπορούσαν ν’ αντιμετωπίσουν αυτήν τη σοφία και το Άγιο Πνεύμα που τον φώτιζε στα λόγια του, αλλά κ α ι το γεγονός ότι καλούμενος σε απολογία για χάρη της πίστεώς του, λαμβάνει τη χάρη της θεοπτίας, δηλαδή μέσα στον φωτισμό του αγίου Πνεύματος να βλέπει τη δόξα του Θεού και τον Ιησού να στέκεται στα δεξιά του Θεού.
Εκεί όμως που αποκορυφώνεται η αγάπη του στον Χριστό και φανερώνεται η πλούσια χάρη που τον διακατείχε, είναι η ώρα του μαρτυρίου του. Σ’ αυτές τις στιγμές, που ο χρόνος παύει να υφίσταται, γιατί πλημμυρίζει από την αιωνιότητα του Θεού, την ίδια ώρα που οι πέτρες στον δια λιθοβολισμού θάνατο που αποφασίστηκε γι’ αυτόν, έπεφταν βροχή, εκείνος γεμάτος αγάπη προς τους μαινόμενους Ιουδαίους που τον σκότωναν, προσεύχεται για τη συγχώρησή τους: «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην»! Κύριε, μη τους καταλογίσεις αυτήν την αμαρτία. Ποια μεγαλύτερη αποκορύφωση αγάπης μπορεί να υπάρχει, όταν ζει ο Στέφανος, με τη χάρη του Θεού, την ίδια αγάπη μ’ εκείνην του Δημιουργού του πάνω στον Σταυρό; Όπως ο Κύριος συγχωρούσε τους σταυρωτές Του – «Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» - έτσι και ο άγιος Στέφανος: συγχωρεί τους λιθοβολιστές του, δείχνοντας ότι έχει φτάσει στο ανώτερο για άνθρωπο δυνατό σημείο: να είναι γνήσιο μέλος του Χριστού, προεκτείνονταν στον κόσμο την αγάπη Εκείνου.
Η ανεξικακία και η συγχωρητικότητα αυτή είναι το όριο στο οποίο προσβλέπει και κάθε Χριστιανός. Δεν μπορεί να λέγεται κανείς Χριστιανός, όταν σπεύδει να δικαιολογήσει την όποια κακία και πικρία του απέναντι σε οποιονδήποτε συνάνθρωπό του, επειδή εκείνος κάνει του έκανε ή του είπε. Με τον άγιο Στέφανο, δηλαδή στην πραγματικότητα με τον Ιησού Χριστό και πάλι, καταλαβαίνουμε ότι η ενδεχομένως κακή συμπεριφορά του άλλου απέναντί μας, τα υβριστικά πιθανόν λόγια του, η αδικία που μας κάνει, δεν θεωρούνται «δικαιολογητικά» παρόμοιας και σε μας συμπεριφοράς. Αυτό το επιλέγουν και το κάνουν οι εκτός της πίστεως ευρισκόμενοι. Για τους χριστιανούς, η εχθρική στάση των άλλων (πρέπει να) θεωρείται ευεργεσία που μας ανάγει στον ουρανό, με την έννοια ότι μας δίνει την ευκαιρία να τους συγχωρήσουμε και να αγιάσουμε. Είναι έξοχη η εικόνα του «ζωγράφου» υμνογράφου, όταν μεταξύ των άλλων μας εξηγεί το τι ήταν οι πέτρες του λιθοβολισμού για τον Στέφανο: «ως βαθμίδες και κλίμακες, προς ουράνιον άνοδον, αι των λίθων νιφάδες σοι γεγόνασιν. Ων επιβαίνων τεθέασαι, εστώτα τον Κύριον, του Πατρός εκ δεξιών, σοι ομώνυμον στέφανον, προτεινόμενον, δεξιά ζωηφόρω». Σκαλοπάτια και σκάλες για την άνοδο στον ουρανό έγιναν για σένα οι νιφάδες των λίθων. Αυτές τις νιφάδες ανεβαίνοντας είδες τον Κύριο να στέκεται εκ δεξιών του Πατέρα, και να σου προτείνει με το γεμάτο ζωή δεξί χέρι Του το ίδιο με το όνομά σου στεφάνι. «Ταις του αγίου πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς».

Πατερικά άνθη στην κοίμηση της Θεοτόκου

Ο Αύγουστος είναι ο μήνας της Παναγίας μας. Όλοι οι πιστοί καταφεύγουμε με τις θαυμάσιες «Παρακλήσεις» στη Χάρη της και νοιώθουμε, ανάλογα με την πίστη μας, τη βοήθειά της και την παρουσία της στη ζωή μας.
Η φράση του Απολυτικίου της εορτής της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» «ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε» επαληθεύεται διαρκώς στη ζωή της Εκκλησίας και επιβεβαιώνεται καθημερινά από την προσωπική εμπειρία μας. Δεν μας εγκατέλειψε αναχωρώντας με τον θάνατο από τον κόσμο. Είναι μαζί μας, με τα θαύματα που επιτελεί με τη μεσολάβησή της στον Υιό και Θεό της χάριν εκείνων οι οποίοι ζητούν ταπεινά και με πίστη τις πανίσχυρες πρεσβείες της.
Ως έκφραση θερμής ευγνωμοσύνης για την πολυποίκιλη βοήθειά της στον καθένα μας προσωπικά, και γενικότερα στον φιλόχριστο και θεοτοκόφιλο λαό μας, παραθέτουμε λίγα πνευματικά άνθη από θαυμάσιες ομιλίες στην εορτή της κοιμήσεως ορισμένων αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας.
«Ὤ πῶς ἡ πηγή τῆς ζωῆς πρός τήν ζωήν διά μέσου θανάτου μετάγεται», αναφωνεί ο ιερός Δαμασκηνός…
«Τί τοίνυν τό περί σέ τοῦτο μυστήριον ὀνομάσωμεν· θάνατον; ἀλλά καί φυσικῶς ἡ πανίερος καί μακαρία σου ψυχή τοῦ πανολβίου καί ἀκηράτου σου χωρίζεται σώματος, ὅμως οὐκ ἐναπομένει τῷ θανάτῳ οὐδ’ ὑπό τῆς φθορᾶς διαλύεται. Ἧς γάρ τικτούσης ἀλώβητος ἡ παρθενία μεμένηκε, ταύτης μεθισταμένης ἀδιάλυτον τό σῶμα πεφύλακται καί πρός κρείττονα καί θειοτέραν σκηνήν μετατίθεται».
Ω πώς εκείνη που γέννησε την Πηγή της ζωής μεταφέρεται διά μέσου του θανάτου προς την ζωή! Να ονομάσουμε θάνατο αυτό το μυστήριο που συμβαίνει με σε; Αλλ’ εάν και εχωρίσθη η παναγία και μακαρία ψυχή σου από το πανευτυχές και αμόλυντο σώμα σου, όπως συμβαίνει με τον θάνατο κάθε ανθρώπου, όμως το σώμα σου δεν παραμένει μόνιμα στον θάνατο, ούτε διαλύεται από την φθορά. Διότι αυτής της οποίας η παρθενία έμεινε άθικτη, όταν γεννούσε τον θεάνθρωπο, αυτής και το σώμα, όταν ήλθε η ώρα να αναχωρήσει από τον παρόντα κόσμο, φυλάχθηκε αδιάλυτο και μετετέθη προς καλυτέρα και θειοτέρα ζωή (PG 96, 713-716).
«Σέ τάφος ἔχειν οὐ δύναται», προσθέτει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης …
«Ἅδης κρατεῖν οὐκ ἰσχύει σου… Ἄπιθι τοίνυν, ἄπιθι σύν εἰρήνῃ. Μεταναστεύου τῶν ἐν τῇ κτίσει μονῶν· ἐξιλάσκου τόν Κύριον ὑπέρ τοῦ κοινοῦ πλάσματος».
Δεν μπορεί να σε κρατήσει ο τάφος. Δεν έχει δύναμη να σε έχει φυλακισμένη ο Άδης… Φύγε λοιπόν, φύγε ειρηνική. Αναχώρησε από τις γήινες διαμονές και ικέτευε και εξιλέωνε τον Κύριο για όλους εμάς τους συνανθρώπους σου. (PG 97, 1100).
«Ὅν τρόπον καί ὁ σός Υἱός καί πάντων Θεός», συμπληρώνει ο άγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «… τοῦ ὁμοίου σαρκικῶς ἀπεγεύσατο θανάτου· παραδοξάσας δηλαδή, κατά τόν ἴδιον αὐτοῦ καί ζωοποιόν τάφον καί τό σόν τῆς κοιμήσεως ζωοπαράδεκτον μνῆμα· ὥστε ἀμφοτέρων σώματα μέν ἀφαντάστως ὑποδεξαμένων, διαφθοράν δέ μηδαμῶς ἐνεργησάντων. Οὐδέ γάρ ἐνεδέχετό σε θεοχώρητον οὖσαν ἀγγεῖον, τῆς ἀναλύσεως νεκροφθόρῳ διαρρυῆναι χοΐ: Ἐπειδή γάρ ὁ κενωθείς ἐν σοί, Θεός ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, καί ζωή προαιώνιος, καί τήν Μητέρα τῆς Ζωῆς σύνοικον ἔδει τῆς Ζωῆς γεγονέναι…».
Όπως δηλαδή ο Υιός σου και Θεός των όλων εγεύθη κατά την σάρκα του τον ίδιο θάνατο και όπως δόξασε τον δικό του ζωοποιό τάφο, έτσι δόξασε και το δικό σου μνήμα, που εδέχθη κατά την κοίμησή σου Σε την Μητέρα της ζωής. Και οι δύο τάφοι δέχθηκαν μεν, χωρίς να φαντάζονται, κάτι ξεχωριστό, τα σώματα και των δύο, αλλά δεν ενήργησαν καμιά διαφθορά σ’ αυτά. Διότι δεν ήταν δυνατόν συ που ήσουν δοχείο που εχώρησε τον Θεό να διαλυθείς στο χώμα της νεκρώσεως. Επειδή Αυτός που εταπεινώθη και εκυοφορήθη μέσα σου ήταν εξ αρχής Θεός και ζωή προαιώνιος, έπρεπε και συ, η Μητέρα της Ζωής, να γίνεις σύνοικος με την Ζωή, με τον Υιό σου, στα ουράνια (PG 98, 345-8).
Το σώμα της υπεραγίας Θεοτόκου, σημειώνει και ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, «μικρόν παραμεῖναν τῇ γῇ καί αὐτό συναπῆλθε… Καί τοίνυν ἐδέξατο μέν ὁ τάφος ἐπί μικρόν, ἐξεδέχετο δέ καί ὁ οὐρανός τήν καινήν γῆν ἐκείνην, τό πνευματικόν σῶμα… τό ἁγιώτερον ἀρχαγγέλων».
Το ιερό σώμα της, αφού παρέμεινε για λίγο στη γη, έφυγε κατόπιν κι αυτό στους ουρανούς με την ψυχή της. Δέχθηκε λοιπόν το σώμα της ο τάφος για μικρό χρονικό διάστημα, δέχθηκε δε τελικώς και ο ουρανός το σώμα της, την καινή εκείνη γη, που ανεκαινίσθη από τον Υιό και Θεό της που κατοίκησε μέσα της, το πνευματικό και άγιο εκείνο σώμα… που είναι αγιότερο από τους αρχαγγέλους («Η Θεομήτωρ», έκδοση Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Αθήναι 1968, σελ. 214-216).
«Μόνη αὕτη νῦν μετά τοῦ θεοδοξάστου σώματος σύν τῷ Υἱῷ τόν οὐράνιον ἔχει χῶρον», τονίζει και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς· «οὐ γάρ εἶχε κατέχειν εἰς τέλος γῆ καί τάφος καί θάνατος ζωαρχικόν σῶμα καί θεοδόχον».
Μόνη η Θεοτόκος τώρα, προ της Δευτέρας δηλαδή Παρουσίας, βρίσκεται με το θεοδόξαστο σώμα της μαζί με τον Υιό της στον ουράνιο Παράδεισο. Διότι δεν μπορούσαν να κρατούν παντοτινά η γη, ο τάφος και ο θάνατος το σώμα εκείνο, που έγινε δοχείο του Θεού και πηγή της Ζωής (PG 151, 465).
Ας την ικετεύουμε να ενθυμείται και εμάς εκεί στη δόξα της την ανέκφραστη και να πρεσβεύει και υπέρ ημών στον παντοκράτορα Υιό της.

Ιερά Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρεττανίας-Εγκύκλιος Δεκαπενταυγούστου

Εγκύκλιο Γράμμα του Αρχιεπισκόπου κ. Γρηγορίου προς το Χριστεπώνυμο Πλήρωμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας με την ευκαιρία της ιεράς και χαρμόσυνης Περιόδου του Δεκαπενταυγούστου.
Αγαπητοί μας εν Κυρίω

Εν ταις ζάλαις, εφεύρον σε λιμένα˙ εν ταις λύπαις, χαράν και ευφροσύνην, και εν ταις νόσοις ταχινήν βοήθειαν˙ και εν τοις κινδύνοις, ρύστιν και προστάτιν εν τοις πειρατηρίοις.
Με την είσοδό μας στο μήνα Αύγουστο, κατά παράδοση η Ορθόδοξη Εκκλησία μας ψάλλει στους Ναούς κάθε βράδυ, τους κατανυκτικούς Παρακλητικούς Κανόνες προς την Παναγία Θεοτόκο και Μητέρα του Θεού ημών. Θα ψάλλουμε και φέτος τα θαυμάσια αυτά και εμπνευσμένα Τραγούδια, τους ύμνους που φωτισμένοι υμνογράφοι πριν από πολλούς αιώνες συνέγραψαν και έκτοτε χιλιοτραγούδησαν μυριάδες Ορθοδόξων Χριστιανών για να τιμήσουν την Μάνα του Χριστού και να διακηρύξουν την αγιοπαράδοτη διδασκαλία και πίστη της Εκκλησίας στο πρόσωπο Της. Οι Ακολουθίες αυτές τελούνται τις πρώτες μέρες του Αυγούστου σαν ιερή προσφορά των πιστών προς την Παναγία, Μάνα του Χριστού, η οποία δέχθηκε στα σπλάχνα της τον Σωτήρα του Γένους ημών Θεάνθρωπον Χριστό. Οι ύμνοι γράφτηκαν και ψάλλονται σ’ αυτήν την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου που οι Χριστιανοί γιορτάζουμε την Κοίμηση της Παναγίας, την αποχώρηση της δηλαδή από την σκηνή τούτου του κόσμου και την άνοδό της στους ουρανούς για να ενωθεί για πάντα με τον Μονογενή Υιό Της Χριστόν. Όπως κάθε πλάσμα που έρχεται σε τούτον τον κόσμο πεθαίνει και «επιστρέφει εις την γήν εξ ης ελήφθη», έτσι και η Παναγία δέχθηκε το κεντρί του θανάτου και αυτό ακριβώς το γεγονός γιορτάζουμε θεωρώντας το ως ορόσημο στην ιστορία και την ζωή της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, της οποίας Κεφαλή και Κύριος είναι ο Χριστός. Ο ίδιος ο Χριστός γεύτηκε το κεντρί του θανάτου για να ολοκληρώσει την παγκόσμια αποστολή Του για την σωτηρία του ανθρώπου και την επιστροφή Του «πάλιν εις τον Παράδεισον».

Δεν είναι βεβαια τυχαίον ότι εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, που είμαστε οι Χριστιανοί της Αναστάσεως, γιορτάζουμε κατά τρόπον μεγαλόπρεπο και χαρμόσυνο την Κοίμηση της Παναγίας και την γιορτή αυτή την θεωρούμε σαν το Πάσχα του καλοκαιριού. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί για δεκαπέντε μέρες γιορτάζουμε και κάθε βράδυ ψάλλουμε στις Εκκλησίες και τα σπίτια μας την Μικρή και την Μεγάλη Παράκληση της Παναγίας και μαζί με τον εστεμμένον ποιητήν επαναλαμβάνομεν «Των λυπηρών επαγωγαί χειμάζουσι την ταπεινήν μου ψυχήν και συμφορών νέφη την εμήν καλύπτουσι, καρδίαν Θεονύμφευτε».

Δεν μένει λοιπόν ασυγκίνητη η προσευχομένη, και στρατευομένη Εκκλησία, μπροστά στον πόνο και τον θάνατον, μπροστά στις πολυποίκιλες δοκιμασίες και συμφορές, τις αρρώστειες, τους πολέμους, τις αιχμαλωσίες και όλα τα λυπηρά που μαστίζουν καθημερινά την κοινωνία. Οι ύμνοι της Ιεράς Παρακλήσεως είναι γεμάτοι ανθρωπιά, δίνουν παρηγορίαν και θάρρος στον πονεμένο και ανήσυχον από τις μέριμνες του βίου άνθρωπο. Ξυπνούν μέσα του την μακαρίαν ελπίδα και το πνεύμα της ειρήνης και καλωσύνης του Θεού που πρέπει να πρυτανεύει στην ζωή του, την προσωπική και την δημόσια. Η λέξη ‘παράκληση’ κρύβει μέσα της ένα πνευματικό, ουράνιο αγγελικό κόσμο και υπενθυμίζει ικετευτικά την μυστική σχέση μας με τον Θεό, και την αγάπη και το φώς τα οποία είναι ποτισμένα από την χάριν και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα μαλακώνει τους πόνους και αναπτερώνει τις χαμένες ελπίδες, διώχνει τον φόβον του θανάτου και ανυψώνει την ψυχή μας στον ουρανό, σκορπίζει τα μίση, και τα αμαρτωλά πάθη που φωλιάζουν στα βάθη του είναι μας. Όπως χαρακτηριστικά λέγει ο θείος Παύλος «Το Πνεύμα υπερεντυγχάνει υπερ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ. Κεφ. 8, 26) για την δική μας παρηγορία και ψυχική γαλήνη και σωτηρία.

Να τρέξουμε λοιπόν στις Εκκλησίες και να ενώσουμε τις προσευχές μας με εκείνες της Παναγίας και εκείνες των Αγίων και όλων των Πιστών του Κόσμου. Να γονατίσουμε με ευλάβεια μπροστά στο εικόνισμα της Θεοτόκου και να ζητήσουμε τις μεσιτείες της για την οικογένειά μας, για τους φίλους και για τους εχθρούς μας, για τους Άρχοντες της Ελλάδος, της Κύπρου, της Μεγάλης Βρετανίας και όλης της Οικουμένης, στα χέρια των οποίων ευρίσκεται η τύχη και η πρόοδος των λαών. Μην λησμονούμε ότι η πίστη στο Θεό όπως και η προσευχή είναι ανίκητα όπλα στον αγώνα μας για την την ειρήνη και την ευημερία του Σύμπαντος Κόσμου. Εναποθέτουμε τον εαυτό μας στην πρόνοια του εν Τριάδι δεδοξασμένου Θεού και λαμπροφανώς γιορτάζουμε την Κοίμηση της Κυρίας Θεοτόκου και μαζί με τον υμνωδόν επαναλαμβάνουμε: «Δέσποινα και μήτηρ του Λυτρωτού, δέξαι παρακλήσεις αναξίων σων ικετών, ίνα μεσιτεύσης προς τον εκ σου τεχθέντα˙ ω Δέσποινα του κόσμου, γενού μεσίτρια».

Με τις πρεσβείες Κύριε, της Παναγίας Μάνας σου, ελέησε και σώσε τον Κόσμον Σου ως μόνος αγαθός και φιλάνθρωπος και ελεήμων Θεός. Αμήν.

Λονδίνο, Αύγουστος 2011

Ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας Γρηγόριος

Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν


Στυλιανός (Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας)



Τὸ Δεκαπενταύγουστο εἶναι μία περίοδος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ὀρθόδοξη ψυχὴ στρέφει τά μάτια μὲ βαθειὰ κατάνυξη πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἐπὶ δεκαπέντε ἡμέρες, πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, σημαίνουν οἱ καμπάνες τὴν ὥρα τοῦ δειλινοῦ καὶ τὰ πλήθη τῶν πιστῶν πᾶνε νὰ ψάλλουν τὸν Μεγάλο Παρακλητικὸ Κανόνα.

Ἀνάλογη κατάνυξη ἔχει βέβαια καὶ ἡ περίοδος τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας. Ἀλλὰ ἐνῶ στοὺς Χαιρετισμοὺς κυριαρχεῖ ὁ ὑμνολογικὸς τόνος, ἡ θριαμβικὴ δοξολόγηση τῶν ἀπείρων χαρίτων τῆς «Μητρὸς τοῦ Θεοῦ γενομένης», στὸν Παρακλητικὸ Κανόνα τοῦ Δεκαπενταύγουστου κυρίαρχος τόνος εἶναι τὸ πένθος καὶ ἡ ὀδύνη τῆς βαρυαλγούσης ψυχῆς τοῦ πιστοῦ ποὺ ζητᾷ παράκληση καὶ παρηγοριὰ ἀπὸ τὴν Παναγία.

Ἀσφαλῶς δὲν ὑπάρχει πιστὸς ποὺ νὰ μὴν ἄκουσε μὲ συντριβὴ τοὺς σπαραχτικοὺς στίχους τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος, ποὺ ὁμιλοῦν γιὰ τὸν «νοσοῦντα τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή». Ὅμως ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ ὀδύνη ἀπογνώσεως, ποὺ συνήθως ὁδήγει στὴν ἀπιστία καὶ στὴν ἀποστασία. Ἡ ὀδύνη τοῦ κατὰ Θεὸν δεινοπαθοῦντος ἀνθρώπου εἶναι ὀδύνη ἐπιγνώσεως, καὶ γίνεται καθαρμὸς καὶ ἀναβαθμός. Γιατί, ἐνῷ τὸν θλίβει καὶ τὸν πληγώνει, δὲν τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Θεόν, ἄλλα τὸν ὁδηγεῖ σὲ βαθύτερη θεογνωσία. Γι’ αὐτὸ ἡ ὀδύνη κορυφώνεται μὲν ἀλλὰ καὶ συγχρόνως καταπαύει στὴν ἀκόλουθη μορφὴ ἱκεσίας: «Ἐπιβλεψον ἐν εὐμενείᾳ, πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπήν τοῦ σώματος κάκωσιν, καί ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος».

Ἀκούοντας κανεὶς ἐπιπόλαια τὶς στροφὲς τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος, ἔχει τὴν ἐντύπωση ὅτι κάποιος ἀνώνυμος ὑμνογράφος διατραγῳδεῖ κοινὰ σὲ ὅλους τοὺς πιστοὺς δεινοπαθήματα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Γιατί πράγματι δὲν ὑπάρχει χριστιανὸς ποὺ νὰ μὴν ἔζησε κατ' ἐπανάληψη, «τῶν παθῶν του τὸν τάραχον» ἤ νὰ μὴν αἰσθάνθηκε ποτὲ «πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς».

Διαβάζοντας ὅμως προσεκτικότερα καὶ ἐμβαθύνοντας περισσότερο σ' αὐτὰ τὰ ἱερὰ στιχουργήματα, διαπιστώνουμε ὅτι ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ περιγραφὴ καὶ ἐξιστόρηση τῶν ἐν γένει περιπετειῶν τοῦ ἀνθρώπου στὸν καθημερινὸ ἀγώνα τῆς τελειώσεώς του. Πρόκειται γιὰ σπαρακτικὲς κραυγὲς «ἐκ τοῦ φυσικοῦ», γιὰ ὀδύνη καὶ πόνο ποὺ μᾶς ἔρχεται «ἀπὸ πρῶτο χέρι».

Ἑπομένως ἔχομε νὰ κάνωμε μὲ τελείως προσωπικὸ δρᾶμα ποὺ βιώθηκε ἀπὸ πρόσωπο ἱστορικὸ καὶ ἐπώνυμο κάτω ἀπὸ συνθῆκες πραγματικὲς καὶ συγκεκριμένες. Πόσοι ἄραγε ἀπὸ τοὺς ἀνυποψίαστους πιστούς μας ποὺ ψάλλουν κάθε τόσο τὴν παράκληση γνωρίζουν ποιὸ εἶναι τὸ πρόσωπο αὐτό;

Θὰ περίμενε κανεὶς ὁ ὑμνογράφος τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος νὰ εἶναι κάποια εὐαίσθητη γυναικεία ὕπαρξη σάν τὴν Κασσιανή ἤ κάποιος ὑπέργηρος Μοναχός τῆς ἐρήμου. Κι ὅμως μήτε τὸ ἕνα μήτε τὸ ἄλλο. Ὁ συντάκτης αὐτοῦ τοῦ δακρύβρεκτου ὑμνολογικοῦ κειμένου ἦταν ἕνας ἄνδρας στὴν πλήρη ἀκμή του, καὶ μάλιστα ἐστεμμένος.

Ἦταν ὁ Βυζαντινὸς Αὐτοκράτορας τῆς Νικαίας, Θεόδωρος Β' ὁ Λάσκαρις (1222-1258), ποὺ λίγο πρὸ τοῦ θανάτου του ἔκαρη Μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Θεοδόσιος. Σύμφωνα μὲ τοὺς βιογράφους του, ἦταν ἰδιαίτερα λεπτὸς καὶ εὐγενικὸς ἄνθρωπος, εἶχε δὲ τὴν εὐκαιρία νὰ ἀποκτήσει σπουδαία μόρφωση γιὰ τὴν ἐποχή του. Ἔζησε ὅμως σὲ πολὺ δύσκολους καιρούς. Οἱ Φράγκοι εἶχαν πάρει τὴν Κωνσταντινούπολη, οἱ Βούλγαροι καὶ τὸ Δεσποτάτο τῆς Ἠπείρου ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπισθοῦν καταλλήλως, οἱ δὲ Μουσουλμάνοι στὴν Μικρὰ Ἀσία ἦταν μία ἄμεση καὶ μόνιμη ἀπειλή.

Ἔχοντας φύση καλλιτεχνικὴ ὁ τραγικὸς αὐτὸς Αὐτοκράτορας, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἀνταποκριθεῖ σὲ τέτοιες σκληρὲς εὐθύνες χωρὶς νὰ κλονισθεῖ ἡ ὑγεία του. Γι' αὐτὸ πέθανε σὲ ἡλικία μόλις 36 ἐτῶν.

Ἡ ζωὴ του χαρακτηριζόταν ἀπὸ πολλὲς ἀντινομίες, ποὺ δὲν ἦταν βέβαια πρωτοφανεῖς μήτε στὰ Βυζαντινὰ Ἀνάκτορα μήτε στὴν ἐν γένει ἀνώτερη γύρω τους κοινωνία. Ὅμως αὐτὸ ἀκριβῶς στάθηκε τὸ μεγαλύτερο θαῦμα τοῦ Βυζαντίου πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸ ὅτι δηλ. οἱ ἀντινομίες τοῦ βίου δὲν ἔκλεισαν ποτὲ στὸ πρόσωπο τὴν θέα πρὸς τὴν αἰωνιότητα καὶ τὴν σωτηρία, ἐφ' ὅσον ὑπῆρχε ἡ μετάνοια.

Ἔκαναν καὶ τότε φρικαλέα κάποτε ἐγκλήματα οἱ ἄνθρωποι, ἄλλα μετὰ μὲ ποταμοὺς εἰλικρινῶν δακρύων ἐξαγνίζονταν στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων.

Ὁλόκληρος ὁ Χριστιανικὸς Μεσαίωνας, σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση σ' αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ χαρακτηριστικότατο σημεῖο διαφέρει ἀπὸ τοὺς νεωτέρους χρόνους. Οἱ νεώτεροι χρόνοι φροντίζουν — ἀπὸ ἀνθρωπισμὸ ὅπως ἰσχυρίζονται — νὰ διαμορφώσουν ἕνα πολίτη νομοταγῆ καὶ ἔντιμο, ἀλλὰ δὲν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὶς βαθύτερες πεποιθήσεις του, γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐν γένει πνευματική του ἀγρύπνια. Ἔτσι, αὐτὸς ὁ πολίτης μπορεῖ μὲν ν' ἀποφεύγει προσεκτικότερα σήμερα τὸ ἄμεσο καὶ πρωτογενὲς ἔγκλημα στὶς σχέσεις του μὲ τοὺς συνανθρώπους — πρᾶγμα ποὺ ἀσφαλῶς τὸν ἀναδεικνύει δικονομικὰ τουλάχιστον δικαιότερο ἀπὸ τὸν Χριστιανὸ τοῦ Μεσαίωνα — ὅμως ὁ πολίτης αὐτὸς τῶν νεωτέρων χρόνων καὶ τοῦ ἀνθρωπισμοῦ ναρκισσευόμενος γιὰ τὴν «αὐτόνομη» καὶ αὐτονομημένη ἠθική του, δὲν ἔχει ποτὲ γνωρίσει τὴν συντριβὴ καὶ τὴν κάθαρση, τὴν μετάνοια καὶ τὸν ἁγιασμὸ ποὺ ἐπιφέρουν τὰ μετὰ τὴν ἁμαρτία δάκρυα.

Καὶ ἐρωτᾶται: Τί σχέση μπορεῖ νά ἔχουν αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ πολῖτες μὲ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ: Ἐμεῖς γνωρίζομε δτὶ ὁ Χριστὸς διεκήρυξε: «οὐκ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν» (Μάρκ. 2,17)' ποὺ σημαίνει ὅτι τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν τὴν κατοικοῦν οἱ ἄψογοι νάρκισσοι ποὺ δὲν ἐράγισαν ποτὲ μπροστὰ στὰ ἀνεξερεύνητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ἄλλα οἱ διὰ τῆς μετανοίας ἀναγεννημένοι ἄνθρωποι.

Αὐτὲς ἀκριβῶς τὶς σωτηριώδεις ἀλήθειες γνωρίζοντας καὶ ὁ Αὐτοκράτορας Θεόδωρος Β' Λάσκαρις, ἐνῷ περιγράφει τὸν ἑαυτόν του ὅτι ἦταν «παντοίως τῇ λύπῃ τρωθείς καὶ τιτρωσκόμενος», δὲν ἀπογοητεύεται ἀλλὰ πιστεύει καὶ ἀγρυπνεῖ. Πιστεύει καὶ ἐλπίζει ὅτι μ’ ὅλες τὶς συμφορὲς του ὁ Θεὸς ἀπεργάζεται τὴν σωτηρία του: «Οἴμοι, ὅτι οὐκ ἐμοί γέγονεν οὐδὲν ἄλλο εἴποιμι ἤ ὅτι πάντως κάθαρσις ψυχικὴ καὶ ταπείνωσις σαρκική, ἵνα σώσῃ ὁ πλάστης τὸ συναμφότερον».

Τοῦ μακαριστοῦ Αὐτοκράτορος Θεοδώρου Β' τοῦ Λασκάρεως, ποὺ μᾶς ἐδίδαξε τὸν Παρακλητικὸ Κανόνα, αἰωνία ἡ μνήμη!

Ο Όσιος Βασίλειος Μόσχας ο δια Χριστόν Σαλός(+2 Αυγούστου)


 Γεννήθηκε στη Μόσχα έπΐ βασιλείας του Ίβάν Γ' από φτωχούς και τίμιους ευσεβείς γονείς. Από τα πρώτα του χρόνια φάνηκε ότι θα γινόταν άγιος άνθρωπος. Αρνιόταν να θηλάσει από τον αριστερό μαστό της μητέρας του και ποτέ δε θήλαζε Τετάρτες και Παρασκευές.Όταν μεγά­λωσε, ό πατέρας του τον έστειλε σαν μαθητευόμενο σ' έναν υποδηματοποιό. Εκεί ό μικρός Βασίλειος, δούλευε και εξυπηρετούσε το αφεντικό του μέχρι κάποια μέρα που κάποιος πελάτης τους παράγγειλε ένα ζευγάρι μπότες, πού τις ήθελε ιδιαίτερα δυνατές. Ό νεαρός Βασίλειος χαμογέ­λασε για να ρωτηθεί σχετικά από το αφεντικό του, μετά πού έφυγε ό πελάτης. Του απάντησε ότι ό άνθρωπος αυτός δε θα προφτάσει να φορέσει τις μπότες του γιατί θα πεθά­νει. Και πράγματι την επαύριον πέθανε. Το γεγονός αύτό είχε παίξει τεράστια σημασία για τον άγιο για το υπόλοιπο της σταδιοδρομίας του. Διότι εάν ό άνθρωπος εκείνος γνώ­ριζε την ώρα του θανάτου του θα μεριμνούσε για την ψυχή του και όχι να καταπιάνεται με ευτελή πράγματα όπως να παραγγέλλει δυνατές μπότες.
Αφήνει λοιπόν τον παπουτσή και αρχίζει να γυρίζει γυμνός και προπάντων ανυπόδητος στους δρόμους της Μόσχας και να προειδοποιεί πάντες για το πρόσκαιρο της ζωής αυτής. Ελεούσε τους ζητιάνους, τους σακάτες και όλων των ειδών τους δυστυχισμένους και έμπερίστατους.
Συχνά επισκεπτόταν τις ειδικές φυλακές για αποτοξί­νωση αλκοολικών και στήριζε τους τροφίμους ψυχολογι­κά. Ή μεγάλη του άσκηση και αγιότητα καλυπτόταν από τη γύμνια, τις μωρίες και το δυνατό του γέλιο πού, έμεινε παροιμιώδες.
Το 1547 μ.Χ., χρονιά της στέψης του Ίβάν του Τρομερού στις 23 Ιουνίου ό Βασίλειος πήγε στο μοναστήρι πού είναι αφιερωμένο στην Εύρεση της Τίμιας Κάρας του Ιωάννη του Βαπτιστή και άρχισε να κλαίει γοερά και να προσεύ­χεται. Οί άνθρωποι, γνωρίζοντας ότι ό σάλος δεν έκανε τίποτα χωρίς λόγο, αναρωτήθηκαν τι να σήμαινε αυτό. Την απάντηση την πήραν την επομένη, όταν μια πυρκαγιά τερα­στίων διαστάσεων ξέσπασε στον εν λόγω ναό κι απλώθηκε σ' όλη την πόλη. Τα πάντα κάηκαν. Οι φλόγες στο πέρα­σμα τους άφησαν μόνο χόβολη κι ερείπια.
Κάποτε, ενώ ένα περσικό πλοίο κινδύνευε στην Κα­σπία Θάλασσα, ένας ναύτης Ρώσος ορθόδοξος, αναφωνεί καλώντας το Βασίλειο σε βοήθεια. Τότε ό γυμνός σάλος εμφανίζεται περπατώντας πάνω στα κύματα, μπαίνει στο πλοίο, αρπάζει το τιμόνι, το οδηγεί σε ασφαλισμένα νερά κι ακολούθως εξαφανίζεται. Μετά παρέλευση οι Πέρ­σες έμποροι έρχονται στη Μόσχα για δουλειές τους και αναγνωρίζουν τον τρελό σωτήρα τους, πού θέλοντας να τους αποφύγει άρχισε να κάνει διάφορες μωρίες.
Οί Πέρσες ενημέρωσαν τον Τσάρο για το γεγονός και εκείνος κάλεσε το Βασίλειο στο παλάτι σε κάποια δεξίωση του. Έκεϊ ό Ιβάν θυμώνει όταν τον είδε να χύνει το ποτήρι με κρασί πού του έβαλαν, τρεις φορές από το παράθυρο. «Μη θυμώνεις Τσάρε». Του λέει. «Μία μεγάλη πυρκαγιά μόλις ξέσπασε στο Νόβγκοροντ και προσπαθώ να τη σβή­σω». Ό Τσάρος στέλλει αμέσως απεσταλμένους, οι όποιοι επιβεβαιώνουν το γεγονός. "Οχι μόνο αυτό, αλλά οι κά­τοικοι του Νόβγκοροντ μαρτυρούν ότι τις φλόγες έσβηνε κάποιος γυμνός μ' ένα ποτήρι στο χέρι. Όταν αργότερα ήρθαν στη Μόσχα αναγνώρισαν το Βασίλειο.
"Ετσι σιγά-σιγά οι σχέσεις σαλοϋ-ήγεμόνα έγιναν πολύ καλές. Ό τελευταϊος μάλιστα δίνει αρκετό χρυσάφι στο Βασίλειο για να το μοιράσει στους φτωχούς πού γύριζαν στους δρόμους της Μόσχας. Ό άγιος αντί αύτοϋ, το δί­νει δλο σ' έναν πλούσιο έμπορο. Όταν ρωτήθηκε σχετικά απάντησε ότι ό καλοντυμένος έντιμος έμπορος, προτιμούσε να κρύβει τη φτώχια του και να πεθαίνει της πείνας παρά να ζητιανεύει.
"Αλλοτε τον ρωτά πάλι ό Τσάρος που ήταν μετά τη Θεία Λειτουργία και δεν τον είδε, για να του απαντήσει με πονηρό υφός ότι αυτός τον είδε και εκεί πού ήταν και έκεϊ πού δεν ήταν. «Μα ήμουνα στο ναό». «"Οχι Τσάρε δεν λες την αλήθεια. Σέ είδα να περιφέρεσαι στο λόφο των σπουργιτιών, εκεί όπου έχεις σκοπό να κτίσεις ένα παλά­τι». Και ό βασιλιάς χαμογελώντας του αποκρίνεται: «Είναι αλήθεια. "Εχεις δίκιο. "Ημουνα εκεί».
Κάποτε άρχισε να πετροβολά, μέχρι πλήρους κατασ­τροφής, μια εικόνα της Παναγίας, πού περιφερόταν στους δρόμους στα πλαίσια μιας λιτανείας. Το πλήθος εξαγριωμένο όρμησε κατά πάνω του μέχρι πού με έκπληξη τους ανακάλυψαν ότι κάτω από την εικόνα, υπήρχε καμου­φλαρισμένη ή ζωγραφιά του σατανά. "Αλλοτε πετροβολούσε τους ναούς στο κατώφλι των οποίων έβλεπε δαίμονες πού προσπαθούσαν ν' αποτρέψουν τους πιστούς από το να μπουν στη Θεία Λειτουργία, κι' άλλοτε φιλούσε τα σκα­λοπάτια κακόφημων τόπων, διότι σ' αυτά στεκόντουσαν άγγελοι, πού απότρεπαν τον κόσμο να μπει σ' αυτά για σωματική και μόνο τέρψη.
Ο Ναός του Αγιου Βασιλείου του δια Χριστόν Σαλού στην Κόκκινη Πλατεία
Λίγο πριν πεθάνει σε ηλικία 88 χρονών το 1552 μ.Χ., τον επισκέπτεται όλη ή βασιλική οικογένεια, οπού ό σάλος προφητεύει στο μικρότερο παιδί, το Θεόδωρο, δτι αυτός θα κληρονομήσει την αυτοκρατορική περιουσία. Ό Ίβάν και ή Τσαρίνα Αναστασία, κλαίνε από χαρά γιατί γνώ­ρισαν έναν άγιο άνθρωπο και από λύπη γιατί το χάνουν. Στή νεκρική πομπή, το φέρετρο με τη σωρό του Βασίλει­ου κουβαλούν στους ώμους τους ό ίδιος ό Τσάρος με τους πρίγκιπες και όλη ή Μόσχα έλαβε μέρος στη νεκρώσιμη ακολουθία και την ταφή. Αργότερα άνεγέρθηκε ναός με εντολή του βασιλιά στον τάφο του αγίου. Ό μεγαλοπρεπής αυτός ναός, πού είναι αφιερωμένος στον άγιο Βασίλειο τον δια Χριστόν Σαλό, κοσμεί μέχρι σήμερα την Κόκκινη Πλατεία και θεωρείται το κατεξοχήν αξιοθέατο της Μό­σχας. Αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός, ότι ή άθεϊστική κομμουνιστική κυβέρνηση της Σοβιετικής "Ενωσης σ' δλα τα χρόνια της, όχι μόνο δεν πείραξε το ναό, όπως σε άλλες περιπτώσεις, αλλά τον σεβόταν.
Ο τάφος του Οσίου Βασιλείου στον ναό του στην Κόκκινη Πλατεία
Ό άγιος μνημονεύεται επίσης στο βίο του οσίου Νικόδημου της Λίμνης Κόζα (+3 Ιουλίου). Προτού ό όσιος Νικό­δημος γίνει μοναχός και ακόμα ονομαζόταν Νικήτας, προ­σπάθησαν μια φορά να το δηλητηριάσουν. Δεν κατάφεραν να τον θανατώσουν, άλλα του προκάλεσαν μεγάλο κακό στο στομάχι και είχε αφόρητους πόνους και δεν μπορούσε να εργαστεί. Τότε αποφάσισε να φύγει από τη Μόσχα για άλλου, μέχρι να βρει κάποιο γιατρό πού θα τον θεράπευε. Φεύγοντας συνάντησε τον άγιο Βασίλειο, πού ρακένδυτος τριγύριζε στους δρόμους. Του ζήτησε να του εξηγήσει τι συνέβαινε και όταν πληροφορήθηκε, ό Βασίλειος του είπε: «Παιδί μου Νικήτα, έλα στις έξι ή ώρα στο μητροπολιτικό ναό. Εκεί θα με βρεις και θα σου δώσω κάτι να πιεις. Και οι προσευχές της Ύπεραγίας Θεοτόκου θα σε βοηθήσουν να θεραπευτείς». Πράγματι πήγε ό Νικήτας τη συγκεκριμέ­νη ώρα στο ναό και ό Βασίλειος του έδωσε ένα δοχείο και τον πρόσταξε να το πιει, άφοΰ πρώτα κάνει το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυροΰ. Αμέσως έγινε καλά.
πηγή το βιβλίο του Ίκαρου Πετρίδη-''Εμπαίζοντες...Υμεις μωροί δια Χριστόν
Πηγη Ιστολόγιο ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Η Παναγία,ο γλυκασμός των Αγγέλων

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
Ὁ γλυκασμὸς τῶν Ἀγγέλων, τῶν θλιβομένων ἡ χαρά, χριστιανῶν ἡ προστάτις, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου, ἀντιλαβοῦ μου καὶ ῥῦσαι, τῶν αἰωνίων βασάνων.
 undefined
Ο  γλυκασμός των Αγγέλων.
Η λέξη γλυκασμός σημαίνει γλυκύτητα.Την λέξη αυτή την χρησιμοποιούν οι Προφήτες Αμώς και Ιωήλ (Αμ.θ΄13-Ιωήλ δ΄18 ) με καθαρά εσχατολογική έννοια για να περιγράψουν την γλυκύτητα που θα ρέει  και θα ευφραίνει κάθε κτιστή ύπαρξη κατά την ημέρα Κυρίου ,δηλαδή κατά την ημέρα που ο Θεός θα συντρίψει ολοσχερώς το κακό.
Η Θεοτόκος χαρακτηρίζεται σαν «γλυκασμός των Αγγέλων », γιατί με την Σάρκωση του Λόγου στην Θεοδόχο γαστέρα της και αυτή  η αόρατη κτίση δηλ.τα αγγελικά τάγματα απέλαβαν την ύψιστη δωρεά και χάρη από τον Θεό.Ενώ μέχρι τότε «ήταν δύστρεπτα αλλά όχι άτρεπτα προς το κακό,έγιναν πλέον ακίνητα προς αυτό».
Έτσι η Παναγία έγινε και για τους Αγίους Αγγέλους η αιτία ανείπωτης γλυκύτητας για την δωρεά αυτή του Θεού,που έρρευσε από τα παρθενικά σπλάχνα Της.
(Ιγνάτιος Θεοφόρος προς Σμυρναίους ,Ιωάννης Δαμασκηνός P.G.94,872 ).

Ευχή προς την Παναγία μας


Άγ.Γρηγόριος Παλαμάς

Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε,
Κάμε δεκτὴ τὴν ἐξαγόρευση τῶν πολλῶν καὶ χαλεπῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ φέρε τὴ μετάνοιά μου στὸ μονογενή σου Υἱὸ καὶ Θεό, παρακαλώντάς τον νὰ λυπηθῇ τὴν ἄθλια καὶ ταλαίπωρη ψυχή μου. Γιατὶ ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐμποδίζομαι νὰ ἀτενίσω πρὸς Αὐτὸν καὶ νὰ ζητήσω συγχώρηση. Γι᾿ αὐτὸ σὲ προβάλλω ὡς πρέσβη καὶ μεσίτρια, γιατί ἐνῶ ἀπόλαυσα πολλῶν καὶ μεγάλων δωρεῶν παρὰ τοῦ δημιουργήσαντός με Θεοῦ, τὶς ξέχασα ὅλες, ὁ ἄθλιος καὶ ἀχάριστος, ὁμοιωθεὶς ἔτσι μὲ τὰ ἀνόητα κτήνη· πτωχεύοντας στὶς ἀρετές, καὶ πλουτώντας στὰ πάθη, γεμάτος ντροπὴ καὶ στερημένος ἀπὸ τὴ θεία παῤῥησία, ἔχω κατακριθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ γι᾿ αὐτὸ θρηνοῦν γιὰ μένα οἱ Ἄγγέλοι, καὶ χαίρονται οἱ δαίμονες. Μισοῦμαι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐλεγχόμενος ὑπὸ τῆς συνειδήσεως, γεμᾶτος ντροπὴ γιὰ τὰ πονηρά μου ἔργα, νεκρὸς πρὶν τὸ θάνατό μου, καὶ πρὶν τὴν κρίση αὐτοκατάκριτος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀτελεύτητη κόλαση αὐτοτιμωρούμενος ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση. Γι᾿ αὐτὸ καταφεύγω μόνο στὴ δική σου καὶ μόνη βοήθεια, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων, ἐγὼ ποὺ σπατάλησα τὴν πατρικὴ περιουσία μὲ πόρνες, ποὺ φέρθηκα χειρότερα καὶ ἀπὸ τὴν πόρνη, ποὺ παρανόμησα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν Μανασσῆ, ποὺ ἔγινα ἄσπλαγχνος περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸν πλούσιο, ὁ λαίμαργος δοῦλος, τὸ δοχεῖο τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ὁ φύλακας τῶν αἰσχρῶν καὶ ῥυπαρῶν λόγων, ὁ γεμάτος μὲ κάθε ἀκαθαρσία, ὁ ξένος κάθε ἀγαθοῦ ἔργου.

Προς την Υπεραγία Θεοτόκο


 Άγ.Νεκτάριος

Σὺ εἶ, Ἁγία Παρθένε, ἡ τὸν Θεὸν Λόγον ὡς βρέφος ἐν ὠλέναις βαστάσασα. Σὺ εἶ, Πανάχραντε Δέσποινα, ἡ τὸν τροφέα τῶν ὅλων ὡς μήτηρ θηλάσασα. Σὺ εἶ, σεπτὸν κειμήλιον τῆς Οἰκουμένης ἁπάσης. Σὺ εἶ, ὁ τόμος ἐν ᾧ θείῳ δακτύλῳ ὁ λόγος τοῦ Πατρὸς ἐγγέγραπται. Σὺ εἶ, δοχεῖον οὐρανίου εὐφροσύνης. Σὺ εἶ, ὁδηγὸς τῶν πιστῶν σωφροσύνης. Σὺ εἶ, λειμὼν εὐωδίας. Σὺ εἶ, παράδεισος ἀφθαρσίας. Σὺ εἶ, ἡ κλεὶς τῆς τῶν Οὐρανῶν βασιλείας. Σὺ εἶ, ἡ ὁλκὰς τῶν δεομένων σωτηρίας. Σὺ εἶ, προνοίας Θεοῦ ταμεῖον. Σὺ εἶ, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον. Σὺ εἶ, φωτὸς ἔνδυμα. Σὺ εἶ, ἀρετῆς ἐφέστιον. Σὺ εἶ, παρθένων τὸ καύχημα. Σὺ εἶ, μητέρων ἀγλάϊσμα. Σὺ εἶ, ἁγνείας θησαύρισμα. Σὺ εἶ, παρθενίας ὡράϊσμα. Σὺ εἶ, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας. Σὺ εἶ, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας. Σὺ εἶ, ὁ στῦλος τῆς παρθενίας. Σὺ εἶ, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας. Σὺ εἶ, ὁ ἀρχηγὸς νοητῆς ἀναπλάσεως. Σὺ εἶ, ὁ χορηγὸς θεϊκὴς ἀγαθότητος. Σὺ εἶ, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα. Σὺ εἶ, λαμπρὸν τῆς χάριτος γνώρισμα. Σὺ εἶ, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα. Σὺ εἶ, τῶν ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.

ο πλoῦτoς καί ἡ φτώχειαἍγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

 
Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



Ἄχρηστoι εἶναι oἱ πλoύσιoι· ναί, ἄχρηστoι, ἐκτός κι ἄν εἶναι ἐλεήμoνες καί φιλάνθρωπoι. Μά, δυστυχῶς, λίγoι πλoύσιoι, πoλύ λίγoι ξεχωρίζoυν γιά τή φιλανθρωπία τoυς. Οἱ περισσότερoι εἶναι βoυτηγμένoι στή φιλαυτία, τήν ἀσπλαχνία, τήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό μήν τoὺς ζηλεύεις. Ἐσύ νά σκέφτεσαι τὸν Πέτρo καί τὸν Παῦλo, νά σκέφτεσαι τὸν Ἰωάννη καί τὸν Ἠλία, νά σκέφτεσαι τὸν ἴδιo τὸ Χριστό, ὁ ὁπoῖoς δέν εἶχε πoῦ νά γείρει τὸ κεφάλι Τoυ. Μιμήσoυ τή φτώχεια Ἐκείνoυ καί τῶν ἁγίων Τoυ, πoὺ ἦταν στερημένoι ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά, εἶχαν ὅμως ἀμύθητα πνευματικά πλoύτη.

Νά θυμᾶσαι πάντα καί τή διακήρυξη τoῦ Κυρίoυ, πoὺ βεβαίωσε πώς εἶναι πoλύ δύσκoλo νά σωθεῖ πλoύσιoς: "Ὅσoι ἔχoυν χρήματα, πoλύ δυσκoλα θά μπoῦν στή βασιλεία τoῦ Θεoῦ. Πιό εὔκoλo εἶναι νά περάσει καμήλα μέσ’ ἀπό βελoνότρυπα, παρά νά μπεῖ πλoύσιoς στή βασιλεία τoῦ Θεoῦ" (Λoυκᾶ 18:24-25). Δίπλα σ’ αὐτή τή θεϊκή διακήρυξη βάλε, ἄν θέλεις, ὅλo τὸ χρυσάφι τῆς γῆς, καί θά δεῖς ὅτι δέν ἀντισταθμίζει τή ζημιά πoὺ θά σoῦ πρoξενήσει ἡ κατoχή τoυ. Ἀκόμα, δηλαδή, κι ἄν εἶχες δικές σoυ τήν ξηρά καί τή θάλασσα, τίς χῶρες καί τίς πoλιτεῖες τῆς oικoυμένης, ἄν δoύλευε γιά σένα ἡ ἀνθρωπότητα, ἄν ἔδιναν γιά χάρη σoυ oἱ πηγές χρυσάφι ἀντί γιά νερό, καί τότε θά ἔλεγα πὼς δέν ἀξίζεις oὔτε τρεῖς δεκάρες, ἀφoῦ θά ἔχανες τή βασιλεία τῶν oὐρανῶν.

Πές μoυ, ἄν ὁ βασιλιάς σέ καλoῦσε στά ἀνάκτoρα καί σ’ ἔβαζε νά καθήσεις δίπλα στὸ θρόνo τoυ καί σoῦ μιλoῦσε τιμητικά μπρoστά σέ ὅλoυς τoὺς αὐλικoὺς καί σέ κρατoῦσε στὸ τραπέζι τoυ, γιά νά γευθεῖς τά βασιλικά φαγητά, δέν θά θεωρoῦσες τὸν ἑαυτό σoυ ὡς τὸν πιό εὐτυχισμένo ἄνθρωπo;

Τώρα, λoιπόν, πoὺ πρόκειται ν’ ἀνέβεις στόν oὐρανό καί νά σταθεῖς κoντά στὸ Βασιλιὰ τoῦ συμπαντoς καί νά λάμπεις ὅπως oἱ ἄγγελoι καί νά συμμετέχεις στήν ἀπρόσιτη Θεία δόξα, διστάζεις νά περιφρoνήσεις τά χρήματα, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά πετᾶς ἀπό χαρά, ἀκόμα κι ἄν χρειαζόταν νά θυσιάσεις τή ζωή σoυ γιά τὸ σκoπό αὐτό; Γιὰ ν’ ἀναρριχηθεῖς σέ κάπoιo πρόσκαιρo δημόσιo ἀξίωμα, πoὺ θά σoῦ δώσει τήν εὐκαιρία νά κλέψεις, χρησιμoπoιεῖς κάθε μέσo, θεμιτό καί ἀθέμιτo. Καί τώρα, πoὺ μπρoστά σoυ βρίσκεται ἡ αἰώνια βασιλεία τῶν oυρανῶν, πoὺ τίπoτα δέν πρόκειται νά τήν καταργήσει, ἀδιαφoρεῖς καί κάθεσαι μ’ ἀνoιχτό τὸ στόμα μπρoστά στά χρήματα;

Ἀλίμoνo, πόση εἶναι ἡ ἀναισθησία μας! Τέτoια ἀγαθά πρoσδoκᾶμε, καί στά πράγματα τῆς γῆς εἴμαστε κoλλημένoι! Δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν πανoυργία τoῦ διαβόλoυ, πoὺ μᾶς δίνει τά μικρά καί μᾶς παίρνει τά μεγάλα· μᾶς πρoσφέρει λάσπη καί μᾶς ἁρπάζει τὸν oὐρανό· μᾶς παρασύρει στή σκιά καί μᾶς ἀπoμακρύνει ἀπό τὸ φῶς· μᾶς τραβάει στήν ἀπάτη καί μᾶς στερεῖ τήν ἀλήθεια· μᾶς ξεγελάει μέ ὄνειρα -γιατί ὄνειρo εἶναι ὁ πλoῦτoς τoῦ κόσμoυ τoύτoυ- καί μᾶς καταντάει, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα τoῦ θανάτoυ μας, φτωχότερoυς κι ἀπό τoὺς πιό φτωχoύς. Γιατί τότε δέν παίρνει μαζί τoυ ὁ ἄνθρωπoς τίπoτ’ ἄλλo πέρα ἀπό τήν ἀρετή τoυ καί τά καλά τoυ ἔργα.

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



Ἄχρηστoι εἶναι oἱ πλoύσιoι· ναί, ἄχρηστoι, ἐκτός κι ἄν εἶναι ἐλεήμoνες καί φιλάνθρωπoι. Μά, δυστυχῶς, λίγoι πλoύσιoι, πoλύ λίγoι ξεχωρίζoυν γιά τή φιλανθρωπία τoυς. Οἱ περισσότερoι εἶναι βoυτηγμένoι στή φιλαυτία, τήν ἀσπλαχνία, τήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό μήν τoὺς ζηλεύεις. Ἐσύ νά σκέφτεσαι τὸν Πέτρo καί τὸν Παῦλo, νά σκέφτεσαι τὸν Ἰωάννη καί τὸν Ἠλία, νά σκέφτεσαι τὸν ἴδιo τὸ Χριστό, ὁ ὁπoῖoς δέν εἶχε πoῦ νά γείρει τὸ κεφάλι Τoυ. Μιμήσoυ τή φτώχεια Ἐκείνoυ καί τῶν ἁγίων Τoυ, πoὺ ἦταν στερημένoι ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά, εἶχαν ὅμως ἀμύθητα πνευματικά πλoύτη.

Νά θυμᾶσαι πάντα καί τή διακήρυξη τoῦ Κυρίoυ, πoὺ βεβαίωσε πώς εἶναι πoλύ δύσκoλo νά σωθεῖ πλoύσιoς: "Ὅσoι ἔχoυν χρήματα, πoλύ δυσκoλα θά μπoῦν στή βασιλεία τoῦ Θεoῦ. Πιό εὔκoλo εἶναι νά περάσει καμήλα μέσ’ ἀπό βελoνότρυπα, παρά νά μπεῖ πλoύσιoς στή βασιλεία τoῦ Θεoῦ" (Λoυκᾶ 18:24-25). Δίπλα σ’ αὐτή τή θεϊκή διακήρυξη βάλε, ἄν θέλεις, ὅλo τὸ χρυσάφι τῆς γῆς, καί θά δεῖς ὅτι δέν ἀντισταθμίζει τή ζημιά πoὺ θά σoῦ πρoξενήσει ἡ κατoχή τoυ. Ἀκόμα, δηλαδή, κι ἄν εἶχες δικές σoυ τήν ξηρά καί τή θάλασσα, τίς χῶρες καί τίς πoλιτεῖες τῆς oικoυμένης, ἄν δoύλευε γιά σένα ἡ ἀνθρωπότητα, ἄν ἔδιναν γιά χάρη σoυ oἱ πηγές χρυσάφι ἀντί γιά νερό, καί τότε θά ἔλεγα πὼς δέν ἀξίζεις oὔτε τρεῖς δεκάρες, ἀφoῦ θά ἔχανες τή βασιλεία τῶν oὐρανῶν.

Πές μoυ, ἄν ὁ βασιλιάς σέ καλoῦσε στά ἀνάκτoρα καί σ’ ἔβαζε νά καθήσεις δίπλα στὸ θρόνo τoυ καί σoῦ μιλoῦσε τιμητικά μπρoστά σέ ὅλoυς τoὺς αὐλικoὺς καί σέ κρατoῦσε στὸ τραπέζι τoυ, γιά νά γευθεῖς τά βασιλικά φαγητά, δέν θά θεωρoῦσες τὸν ἑαυτό σoυ ὡς τὸν πιό εὐτυχισμένo ἄνθρωπo;

Τώρα, λoιπόν, πoὺ πρόκειται ν’ ἀνέβεις στόν oὐρανό καί νά σταθεῖς κoντά στὸ Βασιλιὰ τoῦ συμπαντoς καί νά λάμπεις ὅπως oἱ ἄγγελoι καί νά συμμετέχεις στήν ἀπρόσιτη Θεία δόξα, διστάζεις νά περιφρoνήσεις τά χρήματα, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά πετᾶς ἀπό χαρά, ἀκόμα κι ἄν χρειαζόταν νά θυσιάσεις τή ζωή σoυ γιά τὸ σκoπό αὐτό; Γιὰ ν’ ἀναρριχηθεῖς σέ κάπoιo πρόσκαιρo δημόσιo ἀξίωμα, πoὺ θά σoῦ δώσει τήν εὐκαιρία νά κλέψεις, χρησιμoπoιεῖς κάθε μέσo, θεμιτό καί ἀθέμιτo. Καί τώρα, πoὺ μπρoστά σoυ βρίσκεται ἡ αἰώνια βασιλεία τῶν oυρανῶν, πoὺ τίπoτα δέν πρόκειται νά τήν καταργήσει, ἀδιαφoρεῖς καί κάθεσαι μ’ ἀνoιχτό τὸ στόμα μπρoστά στά χρήματα;

Ἀλίμoνo, πόση εἶναι ἡ ἀναισθησία μας! Τέτoια ἀγαθά πρoσδoκᾶμε, καί στά πράγματα τῆς γῆς εἴμαστε κoλλημένoι! Δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν πανoυργία τoῦ διαβόλoυ, πoὺ μᾶς δίνει τά μικρά καί μᾶς παίρνει τά μεγάλα· μᾶς πρoσφέρει λάσπη καί μᾶς ἁρπάζει τὸν oὐρανό· μᾶς παρασύρει στή σκιά καί μᾶς ἀπoμακρύνει ἀπό τὸ φῶς· μᾶς τραβάει στήν ἀπάτη καί μᾶς στερεῖ τήν ἀλήθεια· μᾶς ξεγελάει μέ ὄνειρα -γιατί ὄνειρo εἶναι ὁ πλoῦτoς τoῦ κόσμoυ τoύτoυ- καί μᾶς καταντάει, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα τoῦ θανάτoυ μας, φτωχότερoυς κι ἀπό τoὺς πιό φτωχoύς. Γιατί τότε δέν παίρνει μαζί τoυ ὁ ἄνθρωπoς τίπoτ’ ἄλλo πέρα ἀπό τήν ἀρετή τoυ καί τά καλά τoυ ἔργα.

Γέρων Ιωσήφ Ησυχαστής: Όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου


01.jpg
   
«Ο θυμός καθ' εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρον ψυχής και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθείς εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και παντός κωλύοντος από την όδόν του Θεού. Εάν δε θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή, εκτός εαυτού γενόμενος, χαλάς τα έργα των χειρών σου, γίνωσκε ότι κενοδοξίαν νοσείς και κάμνεις παράχρησιν του νεύρου της ψυχής. Απαλλάττεσαι δε διά της αγάπης προς πάντας και αληθούς ταπεινώσεως.
Διά τούτο όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου δυνατά και μη ομιλήσεις εις τον υβρίζοντα ή ατιμάζοντα ή ελέγχοντα ή πολυειδώς σε πειράζοντα άνευ λόγου.
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος ήμερος και λογικός και επομένως ο θυμός δεν αρμόζει ουδέποτε εις την φύσιν του, ενώ με την αγάπην πάντοτε ευδοκιμεί και υποτάσσεται. Με το καλό και με την αγάπην μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάμνεις ογλήγορα να συμμορφωθεί, να γένη Άγγελος Θεού».
«Μη ζητήσεις ποτέ σου να ευρείς το δίκαιον, διότι τότε έχεις το άδικον. Αλλά μάθε να υπομένεις ανδρείως τους πειρασμούς, οιουσδήποτε και αν επιτρέψει ο Κύριος. Χωρίς πολλές δικαιολογίες να λέγεις «Ευλόγησον»! Και χωρίς να σφάλλεις να μετανοείς ότι έσφαλες. Εν επιγνώσει ψυχής και όχι απ' έξω, δι΄ έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να κατακρίνεις. Μη ζητάς εις τις θλίψεις σου παράκληση από τους ανθρώπους, διά να παρακληθείς από τον Θεόν. Μη νομίζεις ανάπαυσιν οπόταν ομιλήσεις, εάν ζητήσεις να ευρείς το δίκαιον. Το δίκαιον είναι να υπομείνεις ανδρείως τον επερχόμενον πειρασμόν διά να βγης νικητής καν έπταισες ή δεν έπταισες. Ει δε και λέγεις «μα διατί;» μάχεσαι τον Θεόν, τον αποστείλαντα λυπηρά διά την εμπαθή σου κατάσταση».
πηγή: Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού-διδασκαλίες, «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ. Ι. Μ. Φιλοθέου -Αγ. Όρος

"Απλά και ωφέλιμα..."


undefined
Με την πρώτη ματιά έβλεπε κανείς απλώς μια γριούλα. Έσερνε τα βήματά της στο χιόνι, μόνη, παρατημένη, με σκυμμένο κεφάλι. Όσοι περνούσαν από το πεζοδρόμιο της πόλης αποτραβούσαν το βλέμμα τους, για να μη θυμηθούν ότι τα βάσανα και οι πόνοι δεν σταματούν όταν γιορτάζουμε . Ένα νέο ζευγάρι μιλούσε και γελούσε με τα χέρια γεμάτα από ψώνια και δώρα και δεν πρόσεξαν τη γριούλα. Μια μητέρα με δυο παιδιά βιάζονταν να πάνε στο σπίτι της γιαγιάς. Δεν έδωσαν προσοχή. Ένας παπάς είχε το νου του σε ουράνια θέματα και δεν την πρόσεξε.

Αν πρόσεχαν όλοι αυτοί, θα έβλεπαν ότι η γριά δεν φορούσε παπούτσια. Περπατούσε ξυπόλητη στον πάγο και το χιόνι. Με τα δυο της χέρια η γριούλα μάζεψε το χωρίς κουμπιά παλτό της στο λαιμό. Φορούσε ένα χρωματιστό φουλάρι στο κεφάλι· σταμάτησε στη στάση σκυφτή και περίμενε το λεωφορείο. Ένας κύριος που κρατούσε μια σοβαρή τσάντα περίμενε κι αυτός στη στάση, αλλά κρατούσε μια απόσταση. Μια κοπέλα περίμενε κι αυτή, κοίταξε πολλές φορές τα πόδια τής γριούλας, δεν μίλησε.

Ήρθε το λεωφορείο και η γριούλα ανέβηκε αργά και με δυσκολία. Κάθησε στο πλαϊνό κάθισμα, αμέσως πίσω από τον οδηγό. Ο κύριος και η κοπέλα πήγαν βιαστικά προς τα πίσω καθίσματα. Ο άντρας που καθόταν δίπλα στη γριούλα στριφογύριζε στο κάθισμα κι έπαιζε με τα δάχτυλά του. «Γεροντική άνοια», σκέφτηκε. Ο οδηγός είδε τα γυμνά πόδια και σκέφτηκε: «Αυτή η γειτονιά βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη φτώχεια. Καλύτερα να με βάλουν στην άλλη γραμμή, της λεωφόρου». Ένα αγοράκι έδειξε τη γριά. «Κοίταξε, μαμά, αυτή η γριούλα είναι ξυπόλυτη». Η μαμά ταράχτηκε και του χτύπησε το χέρι. «Μη δείχνεις τους ανθρώπους, Αντρέα! Δεν είναι ευγενικό να δείχνεις». «Αυτή θα έχει μεγάλα παιδιά», είπε μια κυρία που φορούσε γούνα. «Τα παιδιά της πρέπει να ντρέπονται». Αισθάνθηκε ανώτερη, αφού αυτή φρόντισε τη μητέρα της.

Μια δασκάλα στη μέση του λεωφορείου στερέωσε τα δώρα που είχε στα πόδια της. «Δεν πληρώνουμε αρκετούς φόρους, για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις σαν αυτές;» είπε σε μια φίλη της που ήταν δίπλα της. «Φταίνε οι δεξιοί», απάντησε η φίλη της. «Παίρνουν από τους φτωχούς και δίνουν στους πλούσιους». «Όχι, φταίνε οι άλλοι», μπήκε στη συζήτηση ένας ασπρομάλλης. Με τα προγράμματα πρόνοιας κάνουν τους πολίτες τεμπέληδες και φτωχούς». «Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να αποταμιεύουν», είπε ένας άλλος που έμοιαζε μορφωμένος. «Αν αυτή η γριά αποταμίευε όταν ήταν νέα, δεν θα υπέφερε σήμερα». Και όλοι αυτοί ήταν ικανοποιημένοι για την οξύνοιά τους που έβγαλε τέτοια βαθιά ανάλυση.

Αλλά ένας έμπορος αισθάνθηκε προσβολή από τις εξ αποστάσεως μουρμούρες των συμπολιτών του. Έβγαλε το πορτοφόλι του και τράβηξε ένα εικοσάρι. Περπάτησε στο διάδρομο και το έβαλε στο τρεμάμενο χέρι της γριούλας. «Πάρε, κυρία, να αγοράσεις παπούτσια». Η γριούλα τον ευχαρίστησε κι εκείνος γύρισε στη θέση του ευχαριστημένος, που ήταν άνθρωπος της δράσης.

Μια καλοντυμένη κυρία τα πρόσεξε όλα αυτά και άρχισε να προσεύχεται από μέσα της. «Κύριε, δεν έχω χρήματα. Αλλά μπορώ να απευθυνθώ σε σένα. Εσύ έχεις μια λύση για όλα. Όπως κάποτε έριξες το μάννα εξ ουρανού, και τώρα μπορείς να δώσεις ό,τι
χρειάζεται η κυρούλα αυτή για τα Χριστούγεννα».

Στην επόμενη στάση ένα παληκάρι μπήκε στο λεωφορείο. Φορούσε ένα χοντρό μπουφάν, είχε ένα καφέ φουλάρι και ένα μάλλινο καπέλο που κάλυπτε και τα αυτιά του. Ένα καλώδιο συνέδεε το αυτί του με μια συσκευή μουσική. Ο νέος κουνούσε το σώμα του με τη μουσική που άκουε. Πήγε και κάθισε απέναντι στη γριούλα. Όταν είδε τα ξυπόλυτα πόδια της, το κούνημα σταμάτησε. Πάγωσε. Τα μάτια του πήγαν από τα πόδια της γιαγιάς στα δικά του. Φορούσε ακριβά ολοκαίνουργια παπούτσια. Μάζευε λεφτά αρκετό καιρό για να τα αγοράσει και να κάνει εντύπωση στην παρέα. Το παληκάρι έσκυψε και άρχισε να λύνει τα παπούτσια του. Έβγαλε τα εντυπωσιακά παπούτσια και τις κάλτσες. Γονάτισε μπροστά στη γριούλα. «Γιαγιά, είπε, βλέπω ότι δεν έχεις παπούτσια. Εγώ έχω κι άλλα». Προσεκτικά κι απαλά σήκωσε τα παγωμένα πόδια και της φόρεσε πρώτα τις κάλτσες κι ύστερα τα παπούτσια του. Η γριούλα τον ευχαρίστησε συγκινημένη.

Τότε το λεωφορείο έκανε πάλι στάση. Ο νέος κατέβηκε και προχώρησε ξυπόλυτος στο χιόνι. Οι επιβάτες μαζεύτηκαν στα παράθυρα και τον έβλεπαν καθώς βάδιζε προς το σπίτι του. «Ποιος είναι;», ρώτησε ένας. «Πρέπει να είναι άγιος», είπε κάποιος. «Πρέπει να είναι άγγελος», είπε ένας άλλος. «Κοίτα! Έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι!» φώναξε κάποιος. «Είναι ο Χριστός!» είπε η ευσεβής κυρία. Αλλά το αγοράκι, που είχε δείξει με το δάχτυλο τη γιαγιά, είπε: Όχι, μαμά τον είδα πολύ καλά. Ήταν ΑΝΘΡΩΠΟΣ».

Το μεγάλο λάθος των ταξιτζήδων, είναι η ελληνική σημαία που κρατούν, και η μη συμετοχή των παράνομων μεταναστών στο ΔΣ του συλλόγου τους.



Ραγκούσης Παντελώς,ragkousis pantelos

Σίγουρα οι ταξιτζήδες έχουν 100% δίκιο, καθώς δεν είναι αυτοί που άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου. Μπορεί πολλές άλλες φορές στην Ελλάδα μια κοινωνική ομάδα να ήταν αυτή που προκάλεσε το κοινό περί δικαίου αίσθημα, εδώ όμως τώρα με τους ταξιτζήδες αυτός που τους έβγαλε στον δρόμο έχει όνομα και δημόσιο αξίωμα, είναι ο υπουργός Ι Ραγκούσης.


 Είναι εντελώς παράλογο μια κυβέρνηση να αλλάζει θέση σε ένα ζήτημα, μόνο και μόνο επειδή άλλαξε ο υπουργός. Αυτή η πράξη του υπουργού Ραγκούση, αλλά και η μη γρήγορη επέμβαση του ίδιου του πρωθυπουργού, μας δείχνει σε μικρογραφία, αλλά ξεκάθαρα γιατί δεν υπάρχει κράτος στην Ελλάδα.


 Από που να αρχίσω. Από την εξωτερική πολιτική που σχεδόν κάθε διπλωμάτης κάθε υπουργός έχει άλλο όραμα και στόχους από τον προκάτοχό του. Στο Υπουργείο Παιδείας, που κάθε υπουργός κάνει την δική του μεταρρύθμιση (μηχανορραφία την λέω εγώ)  και αλλάζει την ιστορία κατά το δοκούν. Μήπως στον τουρισμό, που σήμερα στήνουν το Υπουργείο και αύριο το κάνουν υφυπουργείο!



 Λοιπόν, τώρα και με τα ταξί, αλήθεια τι είναι οι ταξιτζήδες, κλοτσοσκούφι;  Μήπως οι ταξιτζήδες είναι του κασίδη το κεφάλι, και άντε ο κάθε επιτυχημένος η αποτυχημένος υπουργός, εγκρίνει η απορρίπτει νόμους και συμφωνίες, χωρίς αυτοί να ρωτούνται;


 Ας σοβαρευτούμε λίγο. Ναι έχουν οι ταξιτζήδες 100 % δίκιο. Γιατί δεν γίνεται αυτό που χθες η ίδια κυβέρνηση ενέκρινε σήμερα να είναι μη εφαρμόσιμο, απλά πράγματα, απλά.


 Βέβαια δεν τυγχάνει ο αγώνας των ταξιτζήδων, της έγκρισης των δελτίων ειδήσεων, των μεγάλων δημοσιογράφων και καναλιών, και αυτό θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν με ρεαλισμό οι ταξιτζήδες.


 Τα επικοινωνιακά λάθη των ταξιτζήδων είναι δύο. Α)  κάνουν το λάθος και κρατούν πολλές ελληνικές σημαίες, Και Β)  δεν υπάρχει κανένας παράνομος μετανάστης στο διοικητικό τους συμβούλιο.


 Μην ξεχνούμε ότι τους παράνομους της Υπατίας, τους δέχτηκε ταυτόχρονα και ο Ραγκούσης και ο Λοβέρδος, αλλά και τους υποστήριξαν όλοι οι μεγαλοδημοσιογράφοι.


 Λοιπόν, αγαπητοί ταξιτζήδες, είστε ρατσιστές. Γιατί κρατάτε την ελληνική σημαία, και γιατί δεν υπάρχει κανένας παράνομος μετανάστης στο ΔΣ σας, με τέτοιες ακραίες απόψεις μην περιμένετε υποστήριξη από την ελληνική κοινωνία.  πηγη

Το αλίευσα ΕΔΩ http://nationalpride.wordpress.com/

Εξελέγη νέος Ηγούμενος στην ιστορική Μονή της Αγίας Λαύρας

hgoymenos-eusebiosΤην Τετάρτη 27 Ιουλίου πραγματοποιηθήκαν στην Ιστορική Μονή της Αγίας Λαύρας, συμφώνως προς τους Ιερούς Κανόνες και την τάξη της Μοναστικής Πολιτείας, οι εκλογές για την ανάδειξη του νέου Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής , μετά την πρόσφατη εκδημία προς Κύριον του μακαριστού Καθηγουμένου και γέροντος της Ιεράς Μονής Φιλαρέτου.
Η αδελφότητα της Μονής εξέλεξε παμψηφεί νέο Ηγούμενο, τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Ευσέβιο Σπανό.
Να αναφερθεί ότι ο νέος Καθηγούμενος διακρίνεται για τα πνευματικά και ποιμαντικά του προσόντα, έχει πλούσια δραστηριότητα στην περιοχή των Καλαβρύτω ν γι αυτό είναι ιδιαίτερα αγαπητός από το λαό της περιοχής αυτής.
Τέλος η ενθρόνισή του θα πραγματοποιηθεί από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καλαβρύτων στις 13 Αυγούστου 2011.
Βιογραφικό π. Ευσεβίου
Ο π. Ευσέβιος ( κατά κόσμον Ιωάννης Σπανός) γεννήθηκε στην Αθήνα στις 12 Απριλίου του 1969. Μετά την στοιχειώδη εκπαίδευση εφοίτησε στο Μαράσλειο Γυμνάσιο και Λύκειο.
Το 1993 αποφοίτησε από την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Υπό την πνευματική καθοδήγηση του αειμνήστου γέροντός του, Αρχιμανδρίτου Ευσεβίου Γιαννακάκη και του μακαριστου Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής της Αγίας Λαύρας Αρχιμανδρίτου Φιλαρέτου Κωνσταντακοπούλου, εκάρη μοναχός στις 13 Δεκεμβρίου 1994 λαβών το μοναχικό όνομα Ευσέβιος.
Στις 25 Μαρτίου του 1995 χειροτονήθηκε διάκονος στο Καθολικό της Ιεράς Μονής της Αγίας Λαύρας ενώ στις 5 Ιουνίου του 1998 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Αμβρόσιο.
Ο Σεβασμιώτατος διακρίνοντας τις πνευματικές του ικανότητες τον προεχείρισε πνευματικό στις 17 Μαρτίου 2004 και Αρχιμανδρίτη στις 25 Μαρτίου του ιδίου έτους.
Διετέλεσε μέλος του Ηγουμενοσυμβουλίου της Ιεράς Μονής από το 2001

Η υπερβολική τεχνολογία μας τρελαίνει – Ειρήνης Βενιού.

Ένας στους τρεις Βρετανούς νιώθει κουρασμένος από την υπερβολική επικοινωνία, που προκύπτει από τη συχνή χρήση έξυπνων κινητών και ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, εκτιμά νέα μελέτη του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
Πνιγόμαστε στη θάλασσα των επικοινωνιακών εξελίξεων
Στη δημοσκόπηση που διεξήγαγαν οι βρετανοί επιστήμονες συμμετείχαν σχεδόν 1.300 άτομα. Από τα στοιχεία που συνέλεξαν οι ειδικοί, φάνηκε ότι η πλειοψηφία όσων χρησιμοποιούσαν συχνά διάφορες μορφές σύγχρονων τεχνολογιών επικοινωνίας, έτειναν να δηλώνουν λιγότερο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους. Αντίθετα, όσοι αισθάνονταν πως κρατούσαν τη χρήση των παραπάνω τεχνολογιών υπό έλεγχο, εμφανίζονταν σαφώς πιο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους. Ιδιαίτερα σημαντικό κρίνεται το γεγονός ότι η αίσθηση του «ανικανοποίητου» ήταν ιδιαίτερα έντονη στις νεαρές ηλικίες, που θεωρούνται περισσότερο «εξαρτημένες» από τις σύγχρονες τεχνολογίες.
Τεχνολογική «κούραση»
Συγκεκριμένα οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι περίπου 38% των συμμετεχόντων, ηλικίας 10-18 ετών αισθάνονταν καταβεβλημένοι από τον διαρκή βομβαρδισμό της τεχνολογίας. Αμέσως μετά ακολουθούσε η ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών με ποσοστό τεχνολογικής «κούρασης» που άγγιζε το 34%.
Από τη μελέτη δεν έλειψαν και εκείνοι που δήλωναν ότι έκαναν «νηστεία» στις νέες τεχνολογίες, με το 36% να ανήκει στους ενήλικες και το 43% σε νέους 10-18 ετών. Επιπλέον, το 36% των γονιών που έλαβαν μέρος στη δημοσκόπηση, υπογράμμισε ότι ο συγκεκριμένος τρόπος επικοινωνίας έκλεβε πολύτιμο χρόνο από τον οικογενειακό βίο, ενώ το 58% τόνισε ότι η οικογένειά τους θα ωφελούνταν από ένα χρονικό διάστημα αποχής από τις τεχνολογίες αυτές.
Υπερφόρτωση SOS
Ένα μεγάλο μέρος των συμμετεχόντων ισχυρίστηκε ότι η χρήση των συγκεκριμένων τεχνολογιών αναμένεται να αυξηθεί μέσα στα επόμενα χρόνια, ενώ το 37% υποστήριξε ότι η τεχνολογική υπερφόρτωση από εδώ και πέρα θα αποτελεί όλο και συχνότερο φαινόμενο της σύγχρονης κοινωνίας. «Γίνονται πολλές συζητήσεις για το αν οι σύγχρονες τεχνολογίες επικοινωνίας τελικά μας βοηθούν ή μας δυσκολεύουν» αναφέρει ο κύριος συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής δρ Τζον Κλάρκσον. «Η μελέτη μας έδειξε ότι παρά το γεγονός ότι ο κόσμος βλέπει τις τεχνολογίες αυτές θετικά στο σύνολό τους, υπάρχουν αρκετά παραδείγματα που δείχνουν ότι ένα μεγάλο μέρος των χρηστών έχει τελικά πρόβλημα ως προς τη διαχείρισή τους» εξηγεί ο ειδικός

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...