Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 11, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ ( Ιωάν. 20, 19-31 ) π. Χρυσόστομος Τελίδης


Ο Αναστημένος Κύριος,

 μας καλεί στο"σπίτι "του κάθε Κυριακή.

     Αργά το απόγευμα της ημέρας
 της Αναστάσεως οι δέκα 
μαθητές χωρίς τον Θωμά είναι
 συγκεντρωμένοι σ’ ένα σπίτι στην 
Ιερουσαλήμ. Κι ενώ οι καρδιές τους 
είναι βαθιά πληγωμένες από τα 
γεγονότα της Παρασκευής και οι θύρες του σπιτιού κλειδαμπαρωμένες, 
ξαφνικά εμφανίζεται ο αναστημένος Κύριος ανάμεσά τους και τους λέει:
«Εἰρήνη ὑμῖν». 
κι αμέσως τους δείχνει τα σημάδια των πληγών του, για να πεισθούν
 ότι είναι ο ίδιος ο Διδάσκαλός τους που αναστήθηκε. 
    Πόσο γρήγορα άλλαξαν όλα, πώς τόσο ξαφνικά η χαρά πλημμύρισε 
τις καρδιές τους! 
Και ο Κύριος τους ξαναλέει: 
«Εἰρήνη ὑμῖν»· όπως με απέστειλε ο Πατέρας μου στον κόσμο
 για το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, έτσι κι εγώ στέλνω
 εσάς να συνεχίσετε το έργο μου. Και τους μετέδωσε πνοή ουράνιας
 ζωής εμφυσώντας στο πρόσωπό τους και λέγοντας:
 «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον». Όσων ανθρώπων τις αμαρτίες θα συγχωρείτε, 
θα είναι συγχωρημένες από τον Θεό, και όποιων δεν τις συγχωρείτε,
 θα μένουν ασυγχώρητες.
    Σε λίγο ο Κύριος έγινε άφαντος. 
Η ημέρα όμως εκείνη χαράχθηκε 
ανεξίτηλα στην καρδιά τους ως η 
ιερότερη της ζωής τους. 
Ήταν η ημέρα εκείνη, η μία
 των Σαββάτων, η Κυριακή της Αναστάσεως. 
Αυτήν ακριβώς τη σημασία της ημέρας θέλει να τονίσει ο ιερός ευαγγελιστής 
Ιωάννης. Γι’ αυτό και επαναλαμβάνει:«τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων».
    Βέβαια οι άγιοι Απόστολοι δεν είχαν καταλάβει αμέσως τη σημασία εκείνης 
της πρώτης Κυριακής στην ιστορία του Κόσμου. Όμως ο ίδιος ο Κύριος κατέδειξε τ
ην ιερή θέση της ευθύς εξαρχής. Αυτός την ευλόγησε με την Ανάστασή του. 
Αυτός οικονόμησε έτσι τα πράγματα, ώστε να είναι συναγμένοι την ημέρα 
εκείνη οι άγιοι Απόστολοι για να τους προσφέρει τα αγαθά της Αναστάσεώς του. 
    Ημέρα Κυριακή πάλι,
 μετά από οκτώ μέρες,
 εμφανίζεται στους ένδεκα. Ημέρα
 Κυριακή κατόπιν αποστέλλει το
 Άγιο Πνεύμα στους μαθητές
 του. Ημέρα Κυριακή αργότερα 
αποκαλύπτεται στην Πάτμο στον
 ευαγγελιστή Ιωάννη. Βέβαια ο Αναστάς είναι παρών μέσα στο λαό του 
κάθε μέρα, ιδιαιτέρως όμως κάθε Κυριακή ζητά από τους πιστούς όλων
 των αιώνων να είμαστε συναγμένοι για να Τον δούμε με τα μάτια της ψυχής
 μας και να Τον ψηλαφήσουμε.
    Κι εκείνος να μας ευλογήσει και να μας μεταδώσει την ειρήνη του. 
Να εγκαταστήσει μέσα μας ανάπαυση και χαρά. Να μας προσφέρει διά 
των λειτουργών του τη συγχώρηση των αμαρτιών μας. Θέλει να μας κάνει 
συνδαιτυμόνες στο δείπνο του. Να μας προσφέρει τα ακριβότερα δώρα του, 
το Τίμιο Σώμα του και το Άχραντο Αίμα του. Μας περιμένει κάθε Κυριακή 
να μας δώσει δύναμη νέας ζωής. Ώστε να σκορπιστούμε στα σπίτια μας, 
να μεταδώσουμε την εμπειρία που ζούμε στο Ναό κάθε Κυριακή. Ώσπου να
 γίνει όλη η ζωή μας μια Κυριακή αιώνια, αληθινή. Μην απουσιάζουμε
 λοιπόν καμία Κυριακή από το Ναό του Θεού.

Απών ο Θωμάς!!!

      Ο Θωμάς δυστυχώς απουσίαζε από τη σύναξη αυτή της Κυριακής.
 Κι όταν τον είδαν κάποια άλλη στιγμή οι μαθητές και γεμάτοι 
ενθουσιασμό του είπαν: «τον είδαμε τον Κύριο!», αυτός έλεγε: 
Εάν δεν Τον δω με τα μάτια μου και δεν βάλω το δάκτυλό μου
 στο σημάδι των καρφιών, δεν πρόκειται να πιστεύσω. 
     Οκτώ μέρες μαρτυρικές πέρασε ο 
Θωμάς. 
Μέχρι την επόμενη Κυριακή· 
όταν ήταν και πάλι συναγμένοι οι μαθητές, 
μαζί τώρα με τον Θωμά. 
Οι θύρες του σπιτιού και πάλι κλειστές 
και ξαφνικά ήλθε και πάλι ο Ιησούς 
ανάμεσά τους λέγοντας: «Εἰρήνη ὑμῖν»
Κι έπειτα στράφηκε στον Θωμά 
και του είπε: Έλα, Θωμά, φέρε το
 δάχτυλό σου εδώ στα σημάδια των 
πληγών μου, δες τα χέρια μου, βάλε το χέρι σου στην πλευρά μου, και μην αφήνεις 
τον εαυτό σου να κυριευθεί από απιστία, αλλά γίνε πιστός.
 Τότε ο Θωμάς σε μία έκρηξη χαράς αναφώνησε:
 Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου!
 Και ο Κύριος του απαντά: Πιστεύεις επειδή με είδες!
 Είναι μακάριοι αυτοί που θα πιστεύσουν σε μένα χωρίς να με έχουν δει.
      Γιατί όμως ο Θωμάς έδειξε τέτοια δυσπιστία; 
Πώς δεν θυμήθηκε τις προρρήσεις του Κυρίου για την Ανάστασή του;
 Πώς δεν θυμήθηκε την ανάσταση του υιού της χήρας της Ναΐν 
και του Λαζάρου 
που τις είχε δει με τα μάτια του; Και τώρα γιατί, ενώ οι άλλοι μαθητές τον
 διαβεβαίωναν, παρέμεινε δύσπιστος;
    Ο Θωμάς βέβαια είχε κάποια δυσκολία. Ήταν ένας χαρακτήρας
 συναισθηματικός, ευαίσθητος και μελαγχολικός. 
Ο θάνατος του λατρευτού του Κυρίου ασφαλώς τον είχε βυθίσει
 σε κατάσταση απογοητεύσεως και μελαγχολίας. Εδώ όμως ακριβώς έκανε 
ένα τραγικό λάθος, απομονώθηκε από τους άλλους μαθητές. 
Γι’ αυτό και ταλανίστηκε πολύ τόσες μέρες. Οι άλλοι πανηγύριζαν
 κι αυτός υπέφερε. Δεν ήταν βέβαια άπιστος, αλλά βρισκόταν σε 
κατάσταση κρίσιμη. 
Κινδύνευε πολύ.
    Και ο Κύριος συγκαταβαίνει στην 
ολιγοπιστία του Θωμά. Κι έρχεται την
 ίδια μέρα και ώρα, στον ίδιο τόπο, 
με τον ίδιο τρόπο, λέγοντας τα ίδια 
λόγια, για να επαναφέρει το Θωμά
 στην πίστη. Και με μία τρυφερότητα
 μοναδική του δείχνει ότι γνωρίζει το 
δράμα που πέρασε και θέλει να
 τον οδηγήσει σε πίστη και μετάνοια.  
    Διδάσκει όμως ταυτόχρονα κι αυτόν και όλους μας να μην απομονωνόμαστε 
ποτέ όταν μας ζώνουν λογισμοί αμφιβολιών και απογοητεύσεων.
 Διότι έτσι κινδυνεύουμε. Αλλά να προστρέχουμε στο έλεος του Κυρίου, μέσα 
στην κοινωνία των πιστών, στην αγία μας Εκκλησία, για να λάβουμε πίστη 
και δύναμη, χαρά κι ελπίδα. Και να αναφωνούμε μαζί με τον Θωμά: 
«Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου»!

Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ (Ἰω. 20,19-31). (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης


πηγή


Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ (Ἰω. 20,19-31)
Ἕνα σπουδαιότατο εὐαγγέλιο

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Κυριακὴ τοῦ Ἀντίπασχα ἢ τοῦ Θωμᾶ. Σχετικὴ εἶνε καὶ ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούστηκε (Ἰω. 20,19-31). Τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ εἶνε σπουδαιότατο. Τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ ἀναστὰς Κύριος κατὰ τὴν ἐμφάνισί του μὲ τὸ Θωμᾶ ἀφοροῦν ὄχι μόνο τοὺς μαθητάς, ἀλλὰ κάθε ἄνθρωπο, σὲ ὁποιοδήποτε χρόνο καὶ τόπο καὶ ἂν ζῇ.
Διότι ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ τεχνικῶς καὶ ἐπιστημονικῶς, μέσα στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του ἔχει κάποιο δρᾶμα. Ζῇ τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς ποὺ δημιουργεῖ ἡ ἁμαρτία. Θά ᾿πρεπε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο νὰ τ᾿ ἀκούσῃ ὅλος ὁ κόσμος.
 * * * 

Τί λέει; Ὅτι οἱ μαθηταὶ ἦταν κλεισμένοι μέσα σ᾽ ἕνα σπίτι καὶ δὲν τολμοῦσαν νὰ βγοῦν ἀπὸ ᾿κεῖ, οὔτε κἂν τὰ παράθυρα ν᾿ ἀνοίξουν, «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων», γιατὶ φοβοῦνταν τοὺς Ἰουδαίους (ἔ.ἀ. 20,19). Ἀλλ᾿ αὐτὸ δὲν συμβαίνει καὶ σήμερα; Τὰ ἔθνη, μικρὰ καὶ μεγάλα, εἶνε κλεισμένα στὸν χῶρο τους καὶ φοβοῦνται τὸ ἕνα τὸ ἄλλο.
Φόβος κυριαρχεῖ. Ἀγωνία καὶ ἄγχος πνίγει τὸν κόσμο, μήπως ἀπὸ κάποιο διαβολικὸ λάθος πέσῃ φωτιὰ πυρηνικῆς ἐνεργείας. Πόσο εὐτυχὴς θὰ ἦταν ὁ ταραγμένος κόσμος, ἐὰν μέσα στὰ διεθνῆ συνέδρια, ποὺ μαζεύονται οἱ μεγάλοι καὶ σπάζουν τὰ κεφάλια τους νὰ βροῦν λύσι στὰ προβλήματα Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, καλοῦσαν τὸ Χριστό!
Ὅπως τότε «ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον» τῶν φοβισμένων μαθητῶν (ἔ.ἀ.), ἔτσι θὰ ἐρχόταν πάλι, γιὰ νὰ πῇ τὴ λέξι ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, «Εἰρήνη ὑμῖν» (ἔ.ἀ.), καὶ νὰ προσφέρῃ τὸ πολυτιμότερο δῶρο, τὴν εἰρήνη. Διότι ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ εἰρήνη καὶ δίδει τὴν εἰρήνη.
Πρέπει ὅμως ὁ καθένας καὶ ὅλοι νὰ εἴμαστε ἄξιοι γιὰ νὰ λάβουμε τὸ ἀνεκτίμητο αὐτὸ δῶρο. Μέσα στὸν ταραγμένο κόσμο, τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θά ᾿πρεπε νὰ τ᾿ ἀκούσουν ἰδίως ὅλοι οἱ ἄπιστοι καὶ ὀλιγόπιστοι, οἱ διανοούμενοι καὶ ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς μας, αὐτοὶ ποὺ ζητοῦν πειστήρια καὶ ἀποδείξεις σὰν τὸ Θωμᾶ. Τέτοιος ἦταν καὶ αὐτός.
Ἐπὶ μία ἑβδομάδα εἶχε μεγάλα ἐρωτηματικά, ἐκυμαίνετο μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Ἀμφέβαλλε ἂν ἀναστήθηκε ὁ Χριστός. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος δὲν τὸν ἔδιωξε, δὲν τὸν ἀπεδοκίμασε, δὲν ἀπέκλεισε τὴν ἔρευνα. Εἰδικῶς γι᾿ αὐτὸν ἐμφανίσθηκε, τὸν κάλεσε καὶ τοῦ εἶπε· Παιδί μου, ἀμφιβάλλεις; ἔλα νὰ ἐρευνήσῃς· ἄγγιξε μὲ τὸ δάχτυλό σου στὶς πληγές μου καὶ θὰ πεισθῇς ὅτι εἶμαι ἐγώ.
Καὶ πράγματι ὁ Θωμᾶς, ποὺ ἔ λεγε «Δὲν θὰ πιστέψω ποτέ ἂν δὲν τὸν δῶ», μετὰ τὴν αὐτοψία ποὺ ἔκανε ὁ ἴδιος, ὡμολόγησε τὴν πίστι του· μιὰ πίστι ὄχι τυφλή, ἀλλὰ τεκμηριωμένη μὲ ντοκουμέντα καὶ ἀποδείξεις. Καὶ τώρα ὑπάρχουν Θωμᾶδες.
Αὐτοὶ ἑορτάζουν σήμερα. Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶνε ἡμέρα τῶν Θωμάδων, τῶν δυσπίστων καὶ ἀπίστων. Αὐτοὺς καλεῖ σήμερα ὁ Χριστὸς καὶ τοὺς λέει· Ἐλᾶτε, παιδιά μου, ἐσεῖς ποὺ ἀμφιβάλλετε γιὰ μένα· ἐλᾶτε κοντά μου, ψηλα φῆστε με, ψάξτε, ἐρευνῆστε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μιὰ καὶ δυὸ καὶ τρεῖς καὶ πολλὲς φορές· καὶ μετὰ τὴν ἔρευνα θὰ πεισθῆτε.
Θά ᾿πρεπε ἀκόμη τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο νὰ τ᾿ ἀκούσουν – ποιοί; Νὰ τ᾿ ἀκούσῃ ὁ Ἄρειος. Μὰ πέθανε, θὰ πῆτε. Δυστυχῶς ὁ Ἄρειος δὲν πέθανε· στὶς μέρες μας παρουσιάστηκαν τὰ ἐγγόνια καὶ τρισέγγονά του, οἱ πράκτορες τοῦ Μπρούκλιν, μὲ ἄλλα λόγια οἱ χιλιασταί, ποὺ συγγενεύουν μὲ τὸν Ἄρειο· γιατὶ ὅ,τι ἔ λεγε ἐκεῖνος λένε κι αὐτοί.
 Αὐτοὶ παίρνουν μιὰ γομμολάστιχα καὶ σβήνουν μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Ἂς ἀκούσουν ὅμως σήμερα τὸ Θωμᾶ, ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ Χριστό, τὸν εἶδε, τὸν ἄγγιξε, τὸν ψηλάφησε, καὶ λέει· «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (ἔ.ἀ. 20,28).
 Κι ὅταν ἕνας ἄπιστος Θωμᾶς ὁμολογῇ σήμερα μὲ ὅλη του τὴν πεποίθησι «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», ποιός εἶσαι σύ, κύριε χιλιαστά, ποὺ ἀρνεῖσαι τὸ δόγμα τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ;  Τέλος τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θά ᾿πρεπε νὰ τ᾿ ἀκούσουν καὶ κάποιοι ἄλλοι αἱρετικοί, οἱ προτεστάντες ἢ εὐαγγελικοί.
 Αὐτοὶ παίρνουν ἄλλη γομμολάστιχα τοῦ διαβόλου καὶ σβήνουν τὴν ἱερωσύνη. Οὔτε ἱερατεῖο, οὔτε παπᾶ, οὔτε μυστήρια, τίποτε δὲν παραδέχονται. Καθένας τους θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του παπᾶ. Ἀλλὰ κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς ἂς τ᾿ ἀκούσουν καὶ ὡρισμένοι ὀρθόδοξοι πού, ἐνῷ παραδέχονται ἱερωσύνη, ἐν τούτοις στὸ ἱερατεῖο δὲν δείχνουν τὸν πρέποντα σεβασμό.
Ὅλοι αὐτοὶ ἂς ἀκούσουν τί λέει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ λόγια του τὰ σπουδαιότερα εἶνε αὐτά· «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (ἔ.ἀ. 20, 23). Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅτι σήμερα, πρὶν φύγῃ στοὺς οὐρανούς, ὁ Χριστὸς παραδίδει τὴν ἐξουσία του.
Ποῦ τὴν παραδίδει; Σὲ ὅλους; Ὄχι. Σὲ ποιούς; Στοὺς μαθητάς. Κι ὅταν πεθάνουν αὐτοί, ποῦ; Στοὺς διαδόχους των. Καὶ οἱ διάδοχοι στοὺς διαδόχους των. Αὐτὴ εἶνε ἡ λεγομένη ἀποστολικὴ διαδοχή. Καὶ ἔτσι μιὰ χρυσῆ ἁλυσίδα, ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία, ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεὰ φθάνει μέχρι σ᾽ ἐμᾶς, μέχρι τὸν τελευταῖο σημερινὸ ἱερέα. «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον…»· ἐπάνω σ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια στηρίζεται ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία.
Ναί, ἀγαπητοί μου· αὐτὸς ὁ παπᾶς μὲ τὸ σχισμένο ῥάσο, αὐτὸς ὁ ἀγράμματος ποὺ τὸν κοροϊδεύουν οἱ δῆθεν ἐπιστήμονες, αὐτός, ὅταν φορῇ τὸ πετραχήλι καὶ ἱερουργῇ, δὲν εἶνε πλέον ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα ἄνθρωπος, ὁ Ἀντώνης, ὁ Κώστας, ὁ Γιάννης. Τὴν ὥρα ἐκείνη κρατάει τὰ κλειδιὰ τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ δὲν τὰ ἔχει κανένας ἄλλος. «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς…»· ὅποιους συγχωρεῖτε ἐσεῖς, συγχωρῶ κ᾿ ἐγώ.
Τὴν ἐξουσία αὐτὴ ὁ ἀναστὰς Χριστὸς δὲν τὴν ἔδωσε οὔτε σὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. Τὴν ἔδωσε στοὺς ἱερεῖς. Καὶ οἱ ἱερεῖς τὴν ἀσκοῦν ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ. Ναί· τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἁμαρτωλὸς γονατίζει μὲ δάκρυα μπροστὰ στὸν πνευματικὸ πατέρα, εἶνε τότε μπροστὰ στὸ Χριστό, καὶ ὁ ἱερεὺς ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ τοῦ λέει· «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Ματθ. 9,2. Μᾶρκ. 2,5).
Ἀλλὰ δὲν εἶπα τίποτα. Τὸ ὕψος τῆς ἱερωσύνης φαίνεται στὴ θεία λειτουργία. Ἔχετε πίστι; Τί εἶνε πάνω στὴν ἁγία τράπεζα; Ψωμὶ καὶ κρασί.
Ποιός θὰ κάνῃ τὸ ψωμὶ σῶμα Χριστοῦ καὶ τὸ κρασὶ αἷμα Χριστοῦ; Χιλιάδες λαϊκοὶ νὰ μαζευτοῦν, ὅλος ὁ κόσμος, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι νὰ μαζευτοῦν, δὲν μποροῦν νὰ κάνουν τὸ μυστήριο αὐτό. Ἕνας παπᾶς ἔχει αὐτὸ τὸ χάρισμα – ὤ θαῦμα τῶν θαυμάτων!
Γι᾿ αὐτὸ κάποιος ἅγιος εἶπε· Ἂν συναντήσῃς ἕναν ἄγγελο καὶ ἕνα παπᾶ, νὰ χαιρετίσῃς πρῶτα τὸν παπᾶ· νὰ φιλήσῃς πρῶτα τὸ χέρι τοῦ παπᾶ, κ᾿ ἔπειτα τὸ χέρι τοῦ ἀγγέλου. Γιατὶ στὸν ἱερέα ἔδωσε ἐξουσία μεγαλύτερη ὁ Χριστὸς ἀπ᾿ ὅ,τι ἔδωσε στοὺς ἀγγέλους.

* * * 

–Ὥστε ὁ ῥασοφόρος εἶνε ἄγγελος; θὰ πῇς. Τότε πρέπει καὶ νὰ ζῇ σὰν ἄγγελος. Ὅμως ὁ ἄλφα παπᾶς κάνει τοῦτο, ὁ βῆτα δεσπότης κάνει ἐκεῖνο… Νά γιατί ἐγὼ δὲν πατάω στὴν ἐκκλησία… Ἀδελφέ μου, δὲν εἶμαι ὀπαδὸς τῆς συγκαλύψεως τῶν σφαλμάτων τοῦ κλήρου.
Ἀντιθέτως· ζητῶ, ἡ ἐκκλησία νὰ καθαριστῇ ἀπὸ ὅ,τι σαπρὸ καὶ νὰ ἐπανέλθῃ στὴν παλαιά της δόξα, τῶν πατέρων. Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ μέχρι τὸ σημεῖο νὰ λές, Ἐγὼ δὲν πατάω στὴν ἐκκλησία γιατὶ τάχα ὁ παπᾶς εἶνε ἁμαρτωλὸς –κ᾿ ἐσὺ εἶσαι ἅγιος–, ὑπάρχει τεραστία ἀπόστασις. Ἄνθρωπέ μου· ἡ λειτουργία, ἢ τὴν κάνει ὁ πιὸ ἅγιος παπᾶς ἢ τὴν κάνει ὁ πιὸ ἁμαρτωλός, ἐφ᾿ ὅσον εἶνε κανονικῶς χειροτονημένος, ἔχει τὴν ἴδια δύναμι.
Μὴν ἔχεις καμμιά ἀμφιβολία. Ἕνας Χριστιανὸς ζύγιζε τοὺς παπᾶδες καὶ τοὺς εὕρισκε ὅλους σκάρτους. Κανένας δὲν ἦταν ἄξιος νὰ τὸν ἐξομολογήσῃ καὶ νὰ τὸν κοινωνήσῃ αὐτόν. Περίμενε νὰ βρῇ παπᾶ ποὺ νά ᾿νε ἄγγελος καὶ ἀρχάγγελος.
Μιὰ μέρα λοιπὸν βρέθηκε σ᾿ ἕνα ἔρημο μέρος καὶ δίψασε. Βλέποντας ἐκεῖ ἕνα ῥυάκι ἔσκυψε καὶ ἤπιε. –Τί ὡραῖο νερό! εἶπε· ἀπὸ ποῦ βγαίνει ἆραγε; Προχώρησε κ᾿ ἔφθασε στὴν πηγή. Ἀλλ᾿ ἐκεῖ τί νὰ δῇ· βρώμα καὶ δυσωδία. Μέσα στὴν πηγὴ ἦταν ἕνα ψόφιο σκυλὶ καὶ μέσα ἀπὸ τὰ σπλάχνα του περνοῦσε τὸ νερό.
–Τί ἔπαθα! εἶπε. Τότε παρουσιάστηκε ἄγγελος καὶ τοῦ λέει·
–Τὸ νεράκι ποὺ σὲ δρόσισε εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας. Τὸ ψόφιο σκυλὶ εἶνε ὁ παπᾶς ὁ ἁμαρτωλός. Ἀλλὰ καὶ ψόφιο σκυλὶ νά ᾿νε, ὁ ποταμὸς τῆς θείας χάριτος φθάνει σ᾿ ἐσένα δι᾿ αὐτοῦ. Ἀγαπητοί μου! Νὰ τιμοῦμε τὴν ἱερωσύνη. Τιμώντας τὸν ἱερέα τιμοῦμε τὸ Χριστό· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

 (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Aρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».



«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου».
Ἀρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου. Πρ. Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιῶς.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ κυρίαρχο, τὸ κεντρικότερο, τὸ κατ’ ἐξοχὴν γεγονὸς τῆς ἐνσάρκου Θείας Οἰκονομίας. Εἶναι τὸ γεγονός, πάνω στὸ ὁποῖο θεμελιώνεται καὶ στηρίζεται ὅλο το οἰκοδόμημα τῆς πίστεως. «Εἰδὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἠμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν…Εἰδὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαῖα ἡ πίστις ὑμῶν» (Α΄ Κορ.15,14,17), βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἀναστήθηκε δὲν ἔχει πλέον κανένα νόημα καὶ περιεχόμενο τὸ κήρυγμά μας, ἀλλ’ ἐπίσης εἶναι ματαῖα καὶ κούφια ἀπὸ κάθε οὐσιαστικὸ περιεχόμενο καὶ ἡ πίστις σας. Καὶ τοῦτο διότι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σημαίνει τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, τὴν λύτρωσή του  ἀπὸ τὸ πτῶματοῦ θανάτου, ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Σημαίνει τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὸν θάνατον στὴν ζωή, στὴν ἀληθινὴ καὶ αἰώνια ζωή.
Χωρὶς τὴν ἀνάσταση ὅλο το χριστιανικὸ οἰκοδόμημα καταρρέει καὶ μεταβάλλεται σὲ μιὰ ἰδεολογία, σὲ ἕνα ἀνθρώπινο φιλοσοφικὸ κατασκεύασμα, ἀνίκανο νὰ σώσει, νὰ λυτρώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν θάνατον, ὁ ὁποῖος εἶναι κατὰ τὸν ἅγιο Ἰουστίνο Πόποβιτς «ἡ μόνη πικρία τῆς ζωῆς, ἡ μόνη πικρία τῆς ὑπάρξεως. Ἐξ αὐτοῦ προέρχεται καὶ ὅλη ἡ τραγικότητα τῆς ζωῆς». Ἐπειδὴ δὲ ἀκριβῶς ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ θεμελιακὸ γεγονὸς τῆς πίστεως, ἔπρεπε τὸ γεγονὸς αὐτὸ, νὰ βεβαιωθῆ ὡς ἀδιάψευστη ἱστορικὴ πραγματικότητα ἀπὸ πολλοὺς αὐτόπτες μάρτυρες.

Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ὁ Κύριος μετὰ τὴν ἀνάστασή του ἐμφανίστηκε πολλὲς φορὲς ἐπὶ σαράντα ἥμερες, σὲ διάφορα πρόσωπα καὶ σὲ διάφορους τόπους. Μία ἀπὸ αὐτές, ἡ πιὸ σημαντική, ὑπῆρξε ἡ δεύτερη ἐφάνισή του στοὺς μαθητές, ὀκτὼ ἡμέρες μετὰτ ὴν πρώτη, παρόντος καὶτοῦ Θωμά. Εἶναιδὲ ἡ πιὸ σημαντική, διότι ἐδῶ ἔχουμε ὄχι μόνον τὴν θέα τοῦ ἀναστάντος, ἀλλὰ ἐπὶ πλέον καὶ τὴν ψηλάφιση τοῦ ἀναστημένου σώματος, ὁπότε ἡ ἀνάσταση ἐπιβεβαιώνεται καὶ διὰ τῶν ὀφθαλμῶν καὶ διὰ τῆς ἁφῆς καὶ διὰ τῆς ἀκοῆς. Ἐπὶ πλέον διακηρύττεται ἀπὸ τὸν μέχρι πρὸς τινὸς ἀπιστοῦντα μαθητῆ, ὅτι ὁ ἀναστάς Κύριος εἶναι ὁ πρὸ αἰώνων Θεός, ὁ σαρκωθεῖς Θεὸς Λόγος.
Ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής, ὅταν ὁ Θωμὰς ἐπέστρεψε στὸ ὑπερῶον καὶ τοῦ ἀνήγγειλαν γεμάτοι χαρὰ οἱ ἄλλοι μαθητές, ὅτι εἶδαν τὸν ἀναστημένο Κύριο, αὐτὸς ἐδήλωσε ἀπερίφραστα: «Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶνἥλων καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω τὴν χείρα μου  εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ οὐ μὴ πιστεύσω» (Ἰω.20,25). Κοφτὴ καὶ κατηγορηματικὴ ἡ ἀπαίτηση τοῦ Θωμά, ποὺ θὰ ἱκανοποιοῦσε καὶ τὸν πιὸ ἀπαιτητικὸ καὶ ἀντικειμενικὸ ἐρευνητὴ καὶ ἀνακριτὴ τῆς ἀναστάσεως. Δὲν ἱκανοποιεῖται νὰ δὴ μὲτὰ μάτια τοῦ τὸν Ἐσταυρωμένο ζωντανό. Θέλει νὰ ἀγγίξει καὶ μὲτὰ χέρια του τὸ σῶμα τοῦ ἀναστημένου. Ἀκόμη περισσότερο! Νὰ ψηλαφήση μὲ τὰ δάκτυλά του τὶς πληγές, ποὺ προκάλεσαν τὰ καρφιὰ στὰ ἄχραντα χέρια του καὶ μὲ τὴν παλάμη του τὴν λογχευμένη του πλευρά. Μὲ ὅλες του τὶς αἰσθήσεις, ὅραση, ἀκοή, ἁφή, ζητεῖ νὰ λάβη πείραν τοῦ γεγονότος.
«Τὴν διὰ τῆς αἰσθήσεως τῆς παχυτάτης ἐζήτει πίστιν καὶ οὐδὲ τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπίστευεν. Οὗ γὰρ εἶπεν ἂν μὴ ἴδω, ἀλλ’ ἐὰν μὴ ψηλαφήσω…μήπως φαντασία τὸ ὀρώμενον ἤ», παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσὸστομος. Δηλαδὴ ὁ Θωμὰς ζητοῦσε τὴν πίστη ἐκείνη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ἁφῆς, καὶ δὲν ἐπίστευε μόνο σ’ ὅσα τὸν πληροφοροῦσαν οἱ ὀφθαλμοί του. Διότι δὲν εἶπεν ἐὰν δὲν δῶ, ἀλλὰ ἐὰν δὲν ψηλαφήσω, μήπως εἶναι φαντασία τὸ ὀρώμενον.
Καὶ ὁ Κύριος, ποὺ ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη γιὰ τὸ πλάσμα τοῦ ὑπέμεινε τὴν ἐσχάτη ταπείνωση τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, συγκαταβαίνει στὴν ἀπαίτηση τοῦ μαθητοῦ του. Ὑποχωρεῖ καὶ καταδέχεται νὰ ψηλαφηθῆ, γιὰ νὰ προσθέση ἔτσι μία ἀκόμη ἰσχυρὴ ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεώς του.
 «Οἶμαι δέ…οἰκονομικώτατα σφόδρα τὴν τοῦ μαθητοῦ γεγονέναι πρὸς καιρὸν ὀλιγοπιστίαν, ἴνα διὰ τῆς αὐτοῦ πληροφορίας καὶ ἠμεῖς οἱ μετ’ αὐτὸν ἀνενδοιάστως πιστεύομεν, ὅτι τὴν σάρκα τὴν ἐπὶ τοῦ ξύλου κρεμαμένην καὶ παθοῦσαν τὸν θάνατονἐζωοποίησεν ὁ Πατὴρ δὶ’ Υἱοῦ», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος. Δηλαδὴ ἡ πρόσκαιρη ἀπιστία τοῦ μαθητοῦ ὑπῆρξε θεία οἰκονομία, ἔτσι ὥστε ἡ ἰδικὴ τοῦ μαρτυρία καὶ βεβαίωσις νὰ γίνη καὶ σὲ μᾶς τοὺς μεταγενεστέρους ἀφορμὴ ἀνεπιφύλακτης πίστεως, ὅτι δηλαδὴ τὸ σῶμα ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἐκρεμάσθηκε πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ καὶ ὑπέστη τὸν θάνατον, ἐζωοποίησε ὁ Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ. Μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρας λοιπὸν ἐμφανίζεται καὶ πάλι στοὺς μαθητὲς παρόντος καὶ τοῦ Θωμά. Πρὸς αὐτὸν ἰδιαιτέρως τώρα ἀπευθύνεται ὁ Κύριος καὶ τὸν προσκαλεῖ νὰ τὸν ψηλαφήσει, ὅπως τὸ ἐζήτησε: «Φέρε τὸν δὰκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χείρας μου καὶ φέρε τὴν χείρα σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευρά μου καὶ μὴ γίνου ἄπιστος ἀλλὰ πιστὸς» (Ἰω.20,26-27). Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε: Θωμὰ ὅσα ἐδήλωσες πρὶν ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες τὰ ἄκουσα ὡς Θεός, διότι ἤμουν ἀοράτως παρών. Ἰδοὺ λοιπὸν βρίσκομαι ἐνώπιόν σου, μὴ διστάσης νὰ μὲ ψηλαφήσης. Ὅπως σημειώνει σύγχρονος ἑρμηνευτής, ἐκεῖνο τὸ «φέρε καὶ ἴδε» καὶ ἐκεῖνο τὸ «φέρε καὶ βάλε» τοῦ Ἰησοῦ ἠχεῖ μέσα μας μυσταγωγικὰ σὰν ἕνα ἄλλο «λάβετε φάγετε», «πίετε ἐξαὐτοῦ πάντες». Ὁ Ἰησοῦς προσφέρει τὸν ἑαυτό του σὲ μιὰ κοινωνία τοῦ πάθους καὶ τῆς ἀναστάσεώς του. Ἀγγίζοντας ὁ μαθητὴς μὲ τὸ δάκτυλό του τὶς πληγὲς τοῦ Χριστοῦ, πιάνει τὸν θάνατό του καὶ ἀκουμπώντας τὸ χέρι στὶς οὐλές του, κρατᾶ τὴν ἀνάστασή του.
Ὁ Θωμὰς μένει κατάπληκτος, συγκλονισμένος μὲ ὅσα βλέπει καὶ ἀκούει. Ἐπὶ ὀκτὼ ἡμέρες πάλευε μὲ τοὺς λογισμοὺς τῆς ἀπιστίας. Τὰ κύματα τῆς λύπης καὶ τῆς ἀπελπισίας χτυποῦσαν ἐπικίνδυνα το σκάφος τῆς ψυχῆς του καὶ ἀπειλοῦσαν νὰ τὸ καταποντίσουν στὴν ἀπώλεια. Καὶ νὰ τώρα ξαφνικὰ καὶ ἀποσδόκητα βλέπει μπροστὰ του ὁλοζώντανο τὸν Κύριο. Τὸν βλέπει νὰ εἰσέρχεται κεκλεισμένων τῶν θυρῶν. Τὸ ἕνα θαῦμα διαδέχεται τὸ ἄλλο. Σὲ ποιὰ ἄραγε κατάσταση δόξης βρίσκεται τὸ ἀναστημένο ἐκεῖνο σῶμα, ἀφοῦ μπορεῖ νὰ εἰσέρχεται κεκλεισμένων τῶν θυρῶν; Τὸν ἀκούει νὰ τὸν προσκαλεῖ, γιὰ νὰ τὸν ψηλαφίση. Ἄρα ἐγνώριζε τὶς ἀντιρρήσεις του.
Πλησιάζει ὁ Θωμάς, ἁπλώνειτὸ χέρι του, μὲ τὰ δάχτυλά του ψηλαφᾶ τὶς πληγές, μὲ τὴν παλάμη τὴν πλευρά του. Ὄντως αὐτὸς εἶναι ὁ διδάσκαλός του. Τὸ σῶμα του, ἀληθινὸ ἀνθρώπινο σῶμα μὲ σάρκα καὶ ὀστᾶ.
Εἶναι αὐτὸ τὸ σῶμα, ποὺ μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγο εἶχε καρφωθῆ πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ὄχι κάποιο ἄλλο. Καὶ ἰδοὺ οἱ πληγές του, ποὺ ἀποδεικνύουν τὸν θάνατόν του. Ὢ τῆς συγκαταβάσεως καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Δεσπότου!
Καταδέχεται νὰ ψηλαφηθῆ καὶ νὰ ἐρευνηθῆ, γιὰ νὰ στηρίξη στὴν πίστη τὸν κλονισμένο μαθητή, ἀλλὰ παράλληλα νὰ βεβαιώσει τὴν ἀνάστασή του, κατὰ τρόπον ἀδιαμφισβήτητον καὶ ἀναντίρρητον, σὲ ὅλες τὶς γενεὲς τῶν ἀνθρώπων ἀνὰ τοὺς αἰώνας. Ὡραιότατα διατυπώνει τὴν ἀλήθεια αὐτὴ ἕνα τροπάριο τοῦ Κανόνος τῆς ζ΄ ὠδῆς τῆς Κυριακῆς του Θωμά: «Οὐ μάτην διστάσας ὁ Θωμὰς τὴ ἐγέρσει σου οὐ κατέθετο, ἀλλ’ ἀναμφίλεκτον ἔσπευδεν ἀποδεῖξαι ταύτην Χριστὲ τοῖς πάσιν ἔθνεσιν. Ὅθεν δι’ ἀπιστίας πιστωσάμενος πάντας, ἐδίδαξε  λέγειν. Σὺ εἰ Κύριος…». Δηλαδὴ ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμὰ δὲν ἔγινε ματαίως καὶ χωρὶς λόγο, χωρὶς νὰ προκύψη ὠφέλεια πνευματική. Διότι μὲ τὴν ἀπιστία του ἔσπευδε, νὰ ἀποδείξη τὴν ἀνάσταση ἀναντίρρητη καὶ βεβαία σ’ ὅλους τούς λαούς.
Ἔτσι μᾶς ἐδίδαξε νὰ ὁμολογοῦμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως καὶ αὐτός, ὅτι ὁ ἀναστᾶς εἶναι ὁ Κύριος καὶ Θεός μας. Μετὰ ἀπὸ τὴν συγκλονιστικὴ αὐτὴ ἐμπειρία, θριαμβευτικὴ ἐπακολουθεῖ ἡ ὁμολογία τοῦ Θωμά: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ὁμολογία ὄχι μόνον τῆς ἀναστάσεως ἀλλὰ καὶ τῆς Θεότητος τοῦ ἀναστάντος. Δηλαδὴ ἐσύ, ποὺ νίκησες τὸν θάνατο δὲν εἶναι δυνατὸν παρὰ νὰ εἶσαι ὁ πλάστης καὶ δημιουργός μου, διότι ἡ ἀνάσταση, ἡ νίκη τοῦ θανάτου, δὲν εἶναι ἔργο ἀνθρωπίνης, ἀλλὰ θείας δυνάμεως.
Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Θωμά, ἀγαπητὲ φίλε ἀναγνώστα, «καὶ μὴ γίνου ἄπιστος ἀλλὰ πιστὸς» δείχνει, ὅτι ὑπῆρχε ἐνδεχόμενο ὁ Θωμὰς καὶ μετὰ τὴν ψηλάφιση τοῦ ἀναστημένου σώματος, νὰ μὴν θελήση, νὰ πιστεύση καὶ νὰ παραμείνη ἀμετανόητος στὴν ἀπιστία. Ἀπὸ ἕνα τέτοιο ὅμως ἐνδεχόμενο κινδυνεύομε ὅλοι μας. Διότι ἡ ἀνάσταση ὑπάρχει καὶ λάμπει ἡλίου φαεινότερον σ’ ὅλη τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καὶ σ’ ὅλους τους αἰῶνες. Οἱ ἀποδείξεις πολλές, πειστικὲς καὶ ἀτράνταχτες, ἀποκλείουν καὶ τὸ παραμικρὸ ἐνδεχόμενο ἀμφιβολίας.
 Ὅσοι ἑξακολουθοῦν νὰ ἀπιστοῦν δὲν ἔχουν ἐπιχειρήματα καὶ χάνονται στὸ σκοτάδι τῆς ἀπιστίας καὶ ἐν τέλει στὴν ἀπώλεια. Ἡ αἰτία τῆς ἀπιστίας βρίσκεται μέσα τους. Στὸ ὅτι δηλαδὴ κατὰ βάθος ἀγαποῦν τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀσωτεία καὶ δὲν θέλουν νὰ ἀλλάξουν ζωή. «Αὕτη ἐστὶν ἡ κρίσις» λέγει ὁ εὐαγγελιστής, «ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος, ἢ τὸ φῶς.  Ἣν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα» (Ἰω.3,19).

Ανέστη Χριστός και πλέον όλα έχουν νόημα! αρχιμανδρίτης Παύλος Παπαδόπουλος



Ανάσταση. Μία λέξη που περιέχει μέσα της τόσα πολλά για εμάς τους Έλληνες.
Η Ανάσταση με παραπέμπει αμέσως στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού, στην χαρμόσυνη περίοδο του Πάσχα. Ανάσταση σημαίνει συγχώρεση, εκκλησιασμός, κόκκινα αυγά, αντάμωμα με τους οικείους μας, πασχαλινό τραπέζι, ευθυμία, χαρά, ελπίδα.
Ανάσταση όμως πάνω απ’ όλα σημαίνει Σωτηρία. Η Ανάσταση του Χριστού είναι το καθοριστικό γεγονός που σημάδεψε την ανθρώπινη φύση μας. Είναι το γεγονός που μας δίνει την δυνατότητα όχι μόνο να ελπίζουμε αλλά να γνωρίζουμε ότι μπορούμε να σωθούμε. Ο Χριστός αναστήθηκε, νίκησε τον Θάνατο, έσπασε τις πόρτες του Άδη και μας τράβηξε όλους στο Φως, στην Αλήθεια, στην Θέωση.
Όλες αυτές τις ημέρες αντί για άλλους χαιρετισμούς οι Έλληνες Ορθόδοξοι χρησιμοποιούν το «Χριστός Ανέστη» και απαντούν «Αληθώς Ανέστη». Επιβεβαιώνουν συνεχώς ότι η πίστη τους είναι αληθινή, δεν είναι μία θεωρία, δεν είναι μία ιδέα, δεν είναι κάτι έξω από την καθημερινότητά τους.

Ο Χριστός Ανέστη όχι μόνο για μία ημέρα το χρόνο, αλλά για πάντοτε. Ο Χριστός Ανέστη όχι για μερικούς αλλά για όλους. Ο Χριστός Ανέστη όχι για να φάμε και να πιούμε, αλλά για να Τον κοινωνήσουμε.
Χωρίς την Ανάσταση του Χριστού η πίστη μας δεν θα είχε νόημα. Όπως λέγει και ο απόστολος Παύλος : «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, … κενή δε και η πίστις υμων» (Α’ Κορ. 15,14).  Ο Χριστός όμως Ανέστη και τώρα πλέον Ζωή πολιτεύεται.
Η Ανάσταση του Χριστού καθόρισε μια και καλή την πορεία των ανθρώπων. Οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν ότι υπάρχει Κάποιος ο οποίος όχι μόνο κάνει θαύματα, όχι μόνο λέγει όμορφες διδασκαλίες αλλά νικά τον Θάνατο. Αυτός λοιπόν ο Κάποιος είναι ο Θεός. Ένας Θεός διαφορετικός από τους άλλους, γιατί είναι ο Αληθινός. Ένας Θεός ταπεινός, πράος, υπέροχος, σιωπηλός, παντοδύναμος, φιλάνθρωπος, ανεξίκακος, υπέρλογος, αόρατος και ορατός, μελιζόμενος και μη διαιρούμενος,  πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, σταυρωμένος και αναστημένος….Θεός και Άνθρωπος.
Ο Χριστός Ανέστη στην καρδιά του εκατόνταρχου, ο Χριστός Ανέστη στην καρδιά του Πέτρου που τον αρνήθηκε, στις μυροφόρες που ήλπιζαν, στην ύπαρξη του Θωμά που αμφέβαλλε αλλά και λαχταρούσε να Τον δει. Ο Χριστός Ανέστη για τον κάθε άνθρωπο που θέλει ο Χριστός να είναι στην ζωή του, στις χαρές και στις λύπες, στις επιτυχίες και στις αποτυχίες, στην νηνεμία και στις τρικυμίες της καθημερινότητας.
Οι άνθρωποι στον κόσμο ξεχνούν εύκολα ότι ο Χριστός Ανέστη με το που πιάσουν πάλι δουλειά, με το που μπουν πάλι στην αδυσώπητη ρουτίνα της καταναλωτικής κοινωνίας μας. Ο Χριστός όμως παραμένει Αναστημένος και περιμένει. Περιμένει τον καθένα μας. Περιμένει να Τον θυμηθούμε. Να Τον ακούσουμε να μας καλεί να συναναστηθούμε μαζί Του. Πολλοί μένουν αδιάφοροι, κλείνουν τα αυτιά τους, τα μάτια τους, την καρδιά τους στο Αναστάσιμο Φως που βγαίνει από το κενό μνημείο.
Μερικοί όμως Τον αφουγκράζονται, μπαίνουν στο μνημείο και βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια ότι λείπει. Λείπει ώστε να βρίσκεται παντού. Απουσιάζει από τον τάφο για παρουσιάζεται στις καρδιές που Τον αναζητούν. Άνθρωποι απλοί, καθαροί και αμαρτωλοί, επιστήμονες και αγράμματοι, ανήλικοι και ηλικιωμένοι, πλούσιοι και φτωχοί μπορούν να Τον αγγίξουν, μπορούν να Τον δουν, να Τον ακούσουν, να Τον αισθανθούν, αρκεί να ομολογήσουν μαζί με τον απόστολο: «Ο Κύριός μου και ο Θεός», αρκεί να μην δειλιάσουν να ταπεινωθούνε, αρκεί να μην αρκεσθούν στην τρυφή της φθαρτότητας, αρκεί να ατενίσουν μπροστά, πέρα από τα μαρτύρια, τους αγώνες, την άσκηση, τις ταλαιπωρίες και να δουν το Τέλος - την Τελειότητα που προσφέρει ο Θεάνθρωπος δια της Αναστάσεως.
Ο Χριστός Ανέστη νικώντας τους τύπους, νικώντας τον ευσεβισμό, νικώντας την υποκρισία, νικώντας την απιστία, νικώντας την εμπάθεια, νικώντας τον πόνο, τα βάσανα, το μίσος, νικώντας τον Διάβολο, το σκοτάδι, τον Θάνατο.
Ο Χριστός Ανέστη και γι’ αυτό ας μην υπάρχει πλέον κανένας δειλός κλεισμένος στο «υπερώο» του. Ο Χριστός Ανέστη και γι’ αυτό ας βγούμε όλοι έξω στον κόσμο ομολογώντας με την ζωή μας την χαρά που έχουμε, χωρίς μιζέρια, χωρίς αγωνία για το αν γίνουμε πιστευτοί ή όχι διότι δεν είμαστε εμείς που κάνουμε τους άλλους να συνέλθουν αλλά ο Παράκλητος που έρχεται, που ήρθε. Ας σπάσουμε το καβούκι της μετριότητας και ας εισέλθουμε στο πανηγύρι των τελείων, στο ευωδιαστό ξημέρωμα της ανέσπερης ημέρας που ξεπροβάλει κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού μας, μέσα στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.
Ανέστη ο Χριστός και η ζωή μας άλλαξε. Ανέστη ο Χριστός και οι τάφοι άδειασαν. Ανέστη ο Χριστός  οι κεκοιμημένοι ξύπνησαν. Ανέστη ο Χριστός και οι αμαρτωλοί συγχωρέθηκαν. Ανέστη Χριστός και οι πιστοί Τον γνώρισαν. Ανέστη Χριστός και όλα πλέον έχουν νόημα.

Κυριακή του Θωμά


Κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η απιστία. Η δυσκολία δηλ. να δεχθούμε ότι πάνω από εμάς βρίσκεται, όχι απλά μια ανώτερη δύναμη, αλλά ο Θεός ο οποίος μας βλέπει και ακολουθεί πατρικά κάθε μας βήμα. Η άρνηση της ύπαρξης του Θεού εντοπίζεται στο επιχείρημα ότι αφού δεν βλέπουμε τον Θεό, άρα δεν υπάρχει. Μόνο ότι βλέπουμε, ότι ψηλαφίζουμε, ότι πιάνουμε είναι πραγματικό ενώ από κει και πέρα όλες οι θεωρίες περί υπάρξεως Θεού ανήκουν στην σφαίρα της φαντασίας.

Θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω ένα ανέκδοτο στο οποίο φαίνεται το παράλογο εκείνων που υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει Θεός : Ένας δάσκαλος λοιπόν κατά την ώρα της διδασκαλίας με βεβαιότητα υποστήριξε ότι δεν υπάρχει Θεός, αφού δεν τον βλέπουμε. Τότε ένας έξυπνος μαθητής παίρνει τον λόγο και του απαντά : Με αυτό το σκεπτικό κύριε και εσείς δεν έχετε μυαλό διότι δεν το βλέπουμε. Βλέπουμε εσάς, το κεφάλι σας αλλά εάν έχει μέσα μυαλό κ εάν είναι άμυαλο δεν το βλέπουμε. Τότε όλοι οι μαθητές ξέσπασαν σε χειροκροτήματα ενώ ο Δάσκαλος έσκυψε ντροπιασμένος κάτω το κεφάλι. Η τάση του να μην πιστεύει κανείς δεν είναι κάτι το καινούργιο. Δεν είναι δηλαδή χαρακτηριστικό μόνο της σημερινής εποχής. Ανέκαθεν υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι και αν ακόμα είχαν μπροστά τους χειροπιαστές αποδείξεις ότι υπάρχει Θεός εκείνοι τον αρνήθηκαν και τον πολέμησαν. Από την άλλη υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αναζητούν αποδείξεις για να πιστέψουν όπως ακριβώς έκανε ο άπιστος στην αρχή και κατόπιν πιστός μαθητής του Χριστού ο Θωμάς.

Φοβισμένοι λοιπόν οι μαθητές του Χριστού μας μετά την Ανάσταση είχαν κλεισθεί σ΄ ένα σπίτι συζητώντας τα καταπληκτικά γεγονότα των ημερών. Και περίμεναν. Περίμεναν να εκπληρωθούν όλες οι υποσχέσεις του Διδασκάλου, αφού εκπληρώθηκε αυτή η απίστευτη πρόβλεψη η εκ Νεκρών Ανάστασή Του. Βέβαια σύννεφα αμφιβολίας και απιστίας είχαν εμφανισθεί αλλά την κατάλληλη ώρα παρουσιάζεται ανάμεσα τους ο Θεάνθρωπος, ο νεκραναστημένος Χριστός διαλύοντας την ομίχλη των δισταγμών, σκορπίζοντας τις αμφιβολίες με τον Αναστάσιμο χαιρετισμό «Ειρήνη υμίν…»! Ναι! Μπροστά τους έχουν τον Διδάσκαλο με τα τρυπημένα χέρια από τα καρφιά, και την ματωμένη πληγή από την λόγχη ο ίδιος ο Κύριος με σώμα άφθαρτο, αναστημένο.



Η χαρά των μαθητών είναι απερίγραπτη «Έωρακαμεν τον Κύριον»! Είδαμε τον Κύριο φώναζαν. Δεν δοκίμασαν όμως όλοι αυτήν την υπερκόσμια χαρά της αναστάσιμης Παρουσίας του Χριστού. Ο Θωμάς έλειπε από την συντροφιά των μαθητών, και όταν συναντήθηκε μαζί τους και άκουσε για την εμφάνιση του νεκραναστημένου δεν έδειξε τον ίδιο ενθουσιασμό δεν ένιωσε την ίδια χαρά. Ο Απόστολος Θωμάς ήταν δύσπιστος χαρακτήρας, ήταν θετικός τύπος, ζητούσε αποδείξεις. Δεν ήταν από εκείνους τους σημερινούς χριστιανούς που λένε : «Πίστευε και μην ερεύνα…» αλλά εκπροσωπούσε τους ερευνητές και αναζητητές της αλήθειας. Ήθελε μία προσωπική εμπειρία. Δεν αρκέσθηκε στα όσα του είπαν οι υπόλοιποι μαθητές…

Τον είδε μαζί με τους άλλους να δαμάζει τα στοιχεία της φύσεως, να διατάζει τα κύματα και εκείνα να γαληνεύουν, τον είδε να ανασταίνει νεκρούς, τον είδε να σηκώνει παράλυτους, τον είδε να συγχωρεί τους εχθρούς του επάνω στον Σταυρό, είδε την γη να τρέμει κάτω από τα πόδια του όταν ο Εσταυρωμένος είπε το «Τετέλεσται», άκουσε ότι το Σώμα του δεν βρέθηκε στον Τάφο μετά τρεις ημέρες, όμως παρά ταύτα δεν πίστεψε. Γιατί ; Γιατί η απιστία είναι ζυμωμένη με την ανθρώπινη φύση. Όλοι μας πιστεύουμε, αλλά σε καιρό πειρασμού, η πίστη μας χαλαρώνει, ζητούμε από τον Θεό να κάνει έντονη την παρουσία του και έτσι γίνεται μόνο που ο Θεός εμφανίζεται μπροστά μας όπως θέλει εκείνος όχι όπως θέλουμε εμείς.

Μετά από οκτώ ημέρες ο Αναστημένος Σωτήρας εμφανίζεται και πάλι. Παρόντες είναι όλοι οι μαθηταί και ο Θωμάς. «Έλα Θωμά. Φέρε τον δακτυλόν Σου εδώ. Και κοίταξε τα χέρια μου και φέρε το χέρι Σου και βάλε στην πλευρά μου και μην γίνεσαι άπιστος αλλά πιστός»! Να η ώρα της σωτηρίας,της ομολογίας. Ο μαθητής συντετριμμένος, ταπεινωμένος μετά την έρευνα, σωριάστηκε μπροστά στα πόδια του Διδασκάλου και άφησε να βγουν από τα ευτυχισμένα στήθη του τούτα τα λόγια : «Ο Κύριος μου και ο Θεός μου».

Αγαπητοί μου αδελφοί! Ας γίνουμε και εμείς ομολογητές της πίστεως μας, ας απομακρύνουμε τα σύννεφα της απιστίας και της αμφιβολίας που σκεπάζουν τον ουρανό της πίστης μας και ας αφήσουμε το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού να διαποτίσει όλη την ζωή μας έτσι ώστε όλη η εβδομάδα μας να φωτίζεται από το Πανάγιο φως της Αναστάσεως, αφού η Κυριακή είναι η καρδιά της εβδομάδας, η ημέρα εκείνη που γιορτάζουμε το μέγιστο θαύμα της εκ νεκρών Αναστάσεως. Γι΄ αυτό είναι απαραίτητο όλη η ζωή μας να κινείται γύρω από την Αναστάσιμη Θ. Λειτουργία της Κυριακής που είναι το κέντρο της πίστεως μας και της Σωτηρίας μας. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει ότι ολόκληρο το Ευαγγέλιο των Ορθόδοξων κλείνεται μέσα σε τέσσερις λέξεις: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ! 

Η άνοιξη που ήδη ξεκίνησε ας δώσει την θέση της στην πνευματική άνοιξη της ζωής μας η οποία θα απομακρύνει τον πνευματικό χειμώνα της αμαρτίας κάτω από το φως της Αναστάσεως. Αμήν. 


πηγή  / αντιγραφή

Ομιλία εις την Κυριακή του Θωμά (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς)


Ψηλάφιση του Θωμά



Θ’ αντιληφθής καλύτερα την υπεροχή της Κυριακής απέναντι στις άλλες εορτάσιμες ημέρες και από το εξής. Κάθε άλλη εορτάσιμη ημέρα το έτος φέρει μόνο μια φορά, ενώ την Κυριακή μας την επαναφέρει και ο κάθε μήνας μόνος του τέσσερις φορές· έτσι αυτή με την τόσο συχνή επάνοδο μάς καθιστά όλο το έτος της αληθινής αφέσεως, έτος ευπρόσδεκτο από τον Κύριο. Γι’ αυτό και ο Κύριος διδάσκοντάς μας να την εορτάζωμε εμπράκτως με το πέρασμα κάθε εβδομάδος ημερών, εμφανίσθηκε πρώτα στους μαθητάς σε οικία, ενώ απουσίαζε ο Θωμάς, και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανόν, τους πρόσφερε την ειρήνη και με το εμφύσημα εχάρισε τη χάρι του θείου Πνεύματος· ενέβαλε σ’ αυτούς θεία δύναμι να δένουν και να λύουν τις αμαρτίες και τους κατέστησε συμμετόχους της ουράνιας κυριαρχίας, λέγοντάς τους, «λάβετε άγιο Πνεύμα, αν συγχωρήσετε τις αμαρτίες κάποιων, τους συγχωρούνται, αν τις κρατήτε, κρατούνται».
Αυτήν λοιπόν τη δύναμι και χάρι παρέσχε ο Κύριος, εμφανισθείς κατά την ιδία την ημέρα της αναστάσεώς του, που πάντως ήταν Κυριακή· έπειτα παραλείποντας τις ενδιάμεσες ημέρες της εβδομάδος, κατά την ογδόη, δηλαδή την Κυριακή που έχομε σήμερα, έρχεται πάλι στην ίδια οικία, για να εγκαινιάση την πανήγυρί του και οδηγήση τον διστακτικό Θωμά προς την πίστι· διότι κατά τον αγαπημένο ευαγγελιστή και μαθητή του Σωτήρος, «έπειτα από οκτώ ημέρες οι μαθηταί ήσαν πάλι μέσα και ανάμεσά τους ο Θωμάς· έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι θύρες ήσαν κλειστές, εστάθηκε στη μέση τους και λέγει σ’ αυτούς, ειρήνη σ’ εσάς».
Βλέπετε ότι Κυριακή συνέβηκαν και η συνάθροισις των μαθητών του Χριστού και ο ερχομός του Κυρίου προς αυτούς; Διότι Κυριακή ήταν, όταν για πρώτη φορά ήλθε σε συνάθροισί τους, και μετά οκτώ ημέρες πάλι Κυριακή έρχεται σε σύναξί τους. Εκείνες τις συνάξεις εικονίζει διαρκώς η Εκκλησία του Χριστού με το να επιτελή κυρίως κατά Κυριακή τις συνάξεις, όπου κι’ εμείς ευρισκόμαστε ανάμεσά σας και κηρύττομε δημοσία τα χρήσιμα για την σωτηρία και οδηγούμε προς την ευσέβεια και τον ευσεβή βίο.
Κανένας λοιπόν να μη απουσιάζη από αυτές τις ιερές και θεοπαράδοτες συνάξεις είτε από ραθυμία είτε από την συνεχή ασχολία με τα γήινα, ώστε να μη εγκαταλειφθή δικαίως από τον Θεό και πάθη κάτι παρόμοιο με τον Θωμά που δεν ήλθε στην ώρα του· κι’ αν πνιγμένος από τις φροντίδες απουσιάση μια φορά, να ανταποδώση την επομένη, φέροντας τον εαυτό του στην Εκκλησία του Χριστού, για να μη μείνη αμείωτος, αφού, ενώ ασθένησε κατά την ψυχή στην απιστία με έργα και λόγια, δεν προσήλθε στο ιατρείο του Χριστού και δεν εδέχθηκε την ιερά ιατρεία, όπως ο θείος Θωμάς. Υπάρχουν πραγματικά, υπάρχουν όχι μόνο λογισμοί και λόγοι, αλλά και έργα και πράξεις πίστεως (διότι, λέγει, «δείξε μου την πίστι σου από τα έργα σου»), από τα οποία αν εκπέση κανείς τελείως απομακρυνόμενος από την Εκκλησία του Χριστού και επιδιδόμενος αποκλειστικώς στα μάταια, έχει την πίστι νεκρά, δηλαδή ανύπαρκτη, γινόμενος κι’ αυτός νεκρός διά της αμαρτίας.
Αλλ’ απορούν μερικοί, πώς με κλειστές θύρες εισήλθε ο Χριστός έχοντας σώμα; Διότι, όπως φαίνεται, δεν γνωρίζουν να συγκρίνουν τα πνευματικά με τα πνευματικά και να τα κατανοούν δι’ αλλήλων, όπως λέγει ο θείος απόστολος. Διότι, αν δεν έφθειρε τη μήτρα της Παρθένου που τον εγέννησε κατά σάρκα, αφού δεν την έθιξε κατά την γέννησί του αλλά διετήρησε σώα τα σημεία της παρθενίας, μ’ όλο που τότε έφερε παθητό και θνητό σώμα, τι το παράδοξο, αν τώρα, που απαθανάτισε το ανθρώπινο πρόσλημμα και έχει αθάνατο σώμα, εισήλθε από κλειστές θύρες; Αλλά επειδή πάντως είχε αθάνατο και απαθές σώμα, πώς λοιπόν είχε τις ουλές και τα τρυπήματα στα χέρια και την πλευρά; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής ότι ο Κύριος είπε προς τον Θωμά· «φέρε εδώ τον δάκτυλό σου και ιδέ τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου· και να μη είσαι άπιστος, αλλά πιστός». Πώς είχε λοιπόν τις ουλές; Βέβαια θνητό και παθητό σώμα δεν θα μπορούσε να επιδείξη ουλές και τρυπήματα και παρ’ όλα αυτά να μένη σώο και υγιές· το δε απαθές και αθάνατο μπορεί και ουλές να δείξη και τρυπήματα, που έπαθε πρωτύτερα, σε όσους θέλει, και παρ’ όλα αυτά να μένη απαθές και αθάνατο.
Εμένα δε τούτο μου επιτρέπει ν’ αντιληφθώ και αυτό, ότι δηλαδή τις ουλές φέρουν ως αιώνιο στολίδι όσοι έπαθαν για τον Χριστό. Όπως δηλαδή οι φωταγωγοί των παραθύρων χωρίς να μειώνουν κατά τίποτε την ασφάλεια της οικοδομής, δεν αποτελούν ασχήμια αλλά στολίδι αναγκαιότατο στις οικίες,αφού στέλλουν μέσα το φως και προσφέρουν την προς τα έξω θέα των ενοίκων, κατά τον ίδιο τρόπο τα πάθη επί του σώματος γιά τον Χριστό και τα τρυπήματα από αυτά είναι γι’ αυτούς, που τα έχουν φωταγωγοί του ανεσπέρου φωτός και κατά τον καιρό της εκφάνσεως του φωτός εκείνου αυτοί αναγνωρίζονται μάλλον από το θείο κάλλος και την λαμπρότητα, αλλ’ όχι μόνο δεν φθείρονται από την απάθεια, αλλά μάλλον είναι πρόξενοι της αθανασίας.
Το δε σώμα του Χριστού που έχει μέσα του την πηγή του φωτός, εκλάμποντας από εκεί εφώτισε νοερώς τον διστάζοντα, ώστε ο Θωμάς να φωνάξη αμέσως με τελεία θεολόγησι, «ο Κύριός μου και ο Θεός». Ο δε Κύριος είπε προς αυτόν, «επειδή με είδες επίστευσες; μακάριοι αυτοί που επίστευσαν χωρίς να ιδούν», δεικνύοντας ότι οι αυτόπτες δεν έχουν περισσότερα δικαιώματα στη δόξα από εκείνους που οδηγούνται δι’ αυτών στην προς τον Κύριο πίστι. Αν δε δεν είπε ‘πιστεύοντες’ αλλά «πιστεύσαντες», το είπε με την θεία και προγνωστική δύναμι του γνωρίζοντος τα πάντα πριν από τη γένεσί τους, ότι τα εσόμενα είναι γεγονότα.
Κάτι που μόλις τώρα μου ήλθε στο νου, θα το ειπώ προς την αγάπη σας. Πραγματικά βλέπω ότι ο Θωμάς, όταν ήταν απών, έγινε άπιστος, όταν δε ήλθε μαζί με τους πιστεύοντας, δεν αστόχησε καθόλου στην πίστι. Γι’ αυτό έβαλα στο νου μου ότι, και ο αμαρτωλός άνθρωπος, μόνο αν αποφύγη την συναναστροφή με τους φαύλους και συναναστρέφεται τους δικαίους δεν θα αστοχήση ποτέ στη δικαιοσύνη και στη γι’ αυτήν ψυχική σωτηρία. Κι’ αυτό νομίζω ότι υπαινίσσεται και ο ψαλμωδός προφήτης, όταν μακαρίζη τους παρεκκλίνοντας από την συμπαράστασι και συνοδοιπορία με τους διεφθαρμένους, και άλλος προφήτης όταν λέγη, να μη είσαι με πολλούς στην κακία, και ο παροιμιαστής, «στη συνάθροισι των αμαρτωλών θα γίνη πυρκαϊά, ενώ αυτός που συμπορεύεται με σοφούς θα είναι σοφός».
Επομένως, αδελφοί, ας συναθροιζώμαστε και ας επισκεπτόμαστε συχνά την Εκκλησία του Θεού· διότι κάθε πραγματικά ευλαβής παρευρίσκεται και παραμένει σ’ αυτήν χωρίς απουσίες. Και όταν ο καθένας σας έλθη σ’ αυτήν, ας παρατηρή τους ευλαβέστερους, που μπορεί να τους διακρίνη και μόνο με τη θέα της παραστάσεως σε σιωπή και προσοχή. Ας παρατηρή λοιπόν τους ευλαβέστερους και σεβόμενους τον Κύριο περισσότερο από τους άλλους, και πλησιάζοντας ας προσκολλάται σ’ αυτούς και ας συμπαραστέκεται στον Θεό μαζί με αυτούς. Κι αν εξέλθη από εδώ μετά την απόλαυσι, σε ημέρα Κυριακή, σχολάζοντας από τα επίγεια έργα για τον Κύριο, του οποίου επώνυμος είναι αυτή, ας αναζητή με επιμέλεια, μήπως κάποιος μιμούμενος τους Αποστόλους εκείνους μένη τον περισσότερο χρόνο κατάκλειστος, ποθώντας να επικοινωνήση προς τον Κύριο διά της προσευχής και της ψαλμωδίας σε ησυχία, καθώς και διά της άλλης διαγωγής. Ας προσέλθη λοιπόν και αυτός σ’ εκείνον, ας εισέλθη στην οικία του με πίστι, σαν σε ουράνιο χώρο που έχει μέσα την αγιαστική δύναμι του Πνεύματος· ας παρακάθεται με τον ένοικο, ας παραμένη μαζί του, όσο μπορεί, και ας συνομιλή μαζί του περί Θεού και θείων πραγμάτων, ερωτώντας, μαθαίνοντας με ταπείνωσι κι επικαλούμενος την βοήθεια δι’ ευχής. Πράττοντας έτσι θα έλθη και προς αυτόν αοράτως – το γνωρίζω καλά – ο Χριστός και θα προσφέρη την ειρήνη μέσα στο λογικό της ψυχής, θ’ αυξήση την πίστι, θα δώση μεγαλύτερη δύναμι στον στηριγμό και στον καιρό του θα τον κατατάξη μαζί με τους εκλεκτούς του στη βασιλεία των ουρανών.
Αυτήν είθε να επιτύχωμε όλοι εμείς, στο όνομα αυτού που τώρα απέθανε για μας και αναστήθηκε και ύστερα θα έλθη με δόξα, του βασιλέως των αιώνων Χριστού· διότι σ’ αυτόν πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
(Απόσπασμα λόγου εις το μυστήριον του Σαββάτου και της Κυριακής)
ΠΗΓΗ.ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ

Θεολογικά σχόλια στην Κυριακή του Θωμά (Ιω. 20,19-31) Μιχαήλ Χούλης


Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου



Όποιος μελετήσει με αντικειμενικότητα τα Ευαγγέλια θα διαπιστώσει ότι λένε πάντα την αλήθεια! Δεν αναφέρουν λ.χ. οι ευαγγελιστές πότε ακριβώς ο Κύριος αναστήθηκε (αφού δεν το γνωρίζουν), αλλά αναφέρονται μόνο στον κενό τάφο και τις εμφανίσεις του αναστάντος επί 40 ημέρες, σε συγκεκριμένους ανθρώπους-μαθητές του Χριστού, σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, όλες τις ώρες της ημέρας, και χωρίς να χρησιμοποιούν συναισθηματικά φορτισμένα και ωραιοποιημένα λογοτεχνικά σχήματα. Οι διηγήσεις τους παρουσιάζονται απλές, λιτές και όχι εκδικητικές (γι’ αυτούς που συνέργησαν στο φόνο του Ιησού). Ο Χριστιανισμός, σύμφωνα και με τον Ρενάν, στηρίζεται πάνω σε έναν άδειο τάφο! Απέμεινε λοιπόν κενός ο τάφος; Άρα κάποιος πράγματι ετάφη πρωτύτερα εκεί! Ιστορικό γεγονός λοιπόν η ανάσταση και επαληθεύεται από τις μαρτυρίες πολλών αυτοπτών μαρτύρων (όπως και κάθε ιστορικό γεγονός), που είδαν τον αναστάντα, σε 11 περιπτώσεις που αυτός εμφανίστηκε –σε μια απ’ αυτές εμφανίστηκε σε περισσότερους από 500 πιστούς συγχρόνως- σύμφωνα με τον άλλοτε διώκτη των χριστιανών και μετέπειτα απόστολο των εθνών Παύλο.

Το βράδυ της πρώτης ημέρας της αναστάσεως εμφανίστηκε ο Ιησούς στους συγκεντρωμένους, λυπημένους και φοβισμένους μαθητές, στο σπίτι του ευαγγελιστή Μάρκου, στο υπερώο του Μυστικού Δείπνου, ‘των θυρών κεκλεισμένων’. Στάθηκε στη μέση και τους είπε «Ειρήνη σ’ εσάς». Η Παράδοση και η Γραφή της Εκκλησίας μιλούν για ανάσταση του Κυρίου με το δικό Του σώμα και όχι ότι χρησιμοποίησε άλλο πνευματικό δήθεν σώμα: «Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου. ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ Ο ΙΔΙΟΣ. Ψηλαφίστε με και δείτε: Ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε να έχω εγώ». Άλλωστε έφαγε μπροστά τους ένα κομμάτι από ψητό ψάρι και κηρύθρα από μέλι (Λουκ. 24,38-43). Ο απ. Πέτρος μάλιστα λέγει ότι ο βασιλιάς Δαυίδ «μίλησε προφητικά για την ανάσταση του Χριστού, ο οποίος, ούτε εγκαταλείφθηκε στον άδη, ούτε ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ γνώρισε φθορά» (Ψλμ. 15,8). ΑΥΤΟΝ τον Ιησού τον ανέστησε ο Θεός (ως Θεάνθρωπο: Ιω. 1,1 & 1,14), και για το γεγονός αυτό ΟΛΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΡΤΥΡΕΣ» (Πράξ. 2,29-32). Ακόμη, πώς τον ονομάζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης «πρωτότοκον εκ των νεκρών» (Αποκ. 1,5), αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί με το δικό Του σώμα και αν δεν αποτελεί η δική Του σωματική ανάσταση τον τύπο της δικής μας, κατά την Δευτέρα Παρουσία, ανάστασης;

Τους είπε πάλι ο Ιησούς «ΕΙΡΗΝΗ ΥΜΙΝ» και τους κάλεσε να δουν ότι είναι ο ίδιος και όχι, όπως είπαμε, κανένα φάντασμα. Οι μαθητές φοβήθηκαν στην αρχή, αλλά αμέσως μετά χάρηκαν όλοι. «Την ειρήνη σας αφήνω. Την δική μου ειρήνη σας δίνω», λέγει σε άλλο σημείο ο Ιησούς (Ιω. 14,27). Η ειρήνη αυτή του Χριστού, που σχετίζεται με τη νίκη του πάνω στο κοσμικό φρόνημα, στο θάνατο και την εξουσία πάνω στην αμαρτία (Ιω. 20,19-23), είναι πνευματικό αγαθό και έχει ουράνια προέλευση, αποκατέστησε δε δι’ αυτής την ένωση Ουρανού και γης. Δεν προέρχεται από την εκδούλευση στα πάθη, αλλά είναι δώρο του Παρακλήτου στα υιοθετημένα, δια του σταυρικού αίματος του Χριστού, παιδιά του Θεού (βλ. και Κολ. 1,20 & Ιω. 16,33), εν τη ενότητι του Σώματός Του και του Ταμείου του Πνεύματος, που είναι η Εκκλησία. Η τελική βέβαια και μόνιμη ειρήνη του Θεού, η ειρήνη του Πάσχα, θα λάμψει κατά την Εσχάτη Ημέρα της Έλευσης του Χριστού, οπότε θα κρίνει ζώντες και νεκρούς και θα αποκαταστήσει τη βασιλεία του Θεού.

Στη συνέχεια ο Ιησούς, αφού φύσηξε στα πρόσωπά τους, τους λέγει: Λάβετε Πνεύμα Άγιο. Σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες. Σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι» (Ιω. 20,22-23). Δια του μυστηρίου επομένως της ιερωσύνης, χορήγησε ο Θεάνθρωπος ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΦΕΣΕΩΣ των αμαρτιών στους αποστόλους Του (και δι’ αυτών στους επισκόπους και ιερείς), δηλαδή στους ποιμένες της Εκκλησίας, και όχι γενικά στο ποίμνιο. Το ίδιο βλέπουμε να γίνεται και στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: «Σας βεβαιώνω, λέγει ο Χριστός, πως ότι κρατήσετε ασυγχώρητο στη γη, θα είναι ασυγχώρητο και στον ουρανό. Και ό,τι συγχωρήσετε στη γη, θα είναι συγχωρημένο και στον ουρανό» (18,18). Δια της μετανοίας-εξομολογήσεως δηλαδή διαφαίνεται η έννοια της Εκκλησίας ως πνευματικού νοσοκομείου και όχι ιδεολογίας και ότι μέσω της μετανοίας επανευρίσκεται η χαμένη κοινωνικότητα του ανθρώπου.

Ο ΘΩΜΑΣ, ένας από τους δώδεκα αποστόλους, απουσίαζε κατά την πρώτη συνάντηση του Ιησού με τους μαθητές, και όταν του είπαν ότι τους εμφανίστηκε έδειξε δυσπιστία και είπε ότι, αν δεν το δει με τα μάτια του και δεν ελέγξει τις πληγές Του, δεν θα το πιστέψει πως αναστήθηκε. Την επόμενη Κυριακή εμφανίστηκε με τον ίδιο τρόπο ο αναστημένος Ιησούς και κάλεσε αυτή τη φορά τον Θωμά να ψηλαφίσει τις πληγές Του, για να δει ότι είναι πράγματι ο ίδιος. «Μην αμφιβάλεις και πίστεψε», του λέγει. Ο Θωμάς απέβαλε τον αρχικό σκόπελο της πτωτικής λογικής και με δάκρυα στα μάτια, και γονατίζοντας μπροστά Του, ξεσπά με τα θαυμάσια λόγια: «ΕΙΣΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ» (Ιω. 20,28). Αυτή ήταν και είναι η πίστη της Εκκλησίας για τον Χριστό, όπως πολύ ωραία το γράφει η Α΄ Ιωάννου: «Είμαστε ενωμένοι με τον αληθινό Θεό μέσω του Υιού Του, του Ιησού Χριστού. Αυτός είναι ο αληθινός Θεός, αυτός είναι η αιώνια ζωή. Παιδιά μου, φυλαχθείτε από τους ψεύτικους θεούς» (5,20).

Η Ανάσταση του Κυρίου είναι πνευματική ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ εμπειρία και όχι ιδεολογική σύλληψη. Οι εμφανίσεις του αναστάντος πραγματοποιήθηκαν στην εκκλησιαστική κοινότητα και όχι κατά μόνας, δεν αποτελούν δηλαδή ατομικές εμπειρίες. Ο Θωμάς είναι ο άνθρωπος που έχει ανάγκη την προσωπική συνάντηση με τον Χριστό και την εμπειρική επαλήθευση των όσων πιστεύει. Ο Χριστός το αναγνωρίζει αυτό, αρνείται εξάλλου την ιδεολογική πίστη, γι’ αυτό και δεν ‘μαλώνει’ τον Θωμά. Τον διορθώνει όμως όταν του λέγει ότι ανώτερη από δω και πέρα θα είναι η καρδιακή πίστη και η εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν, ακόμη κι όταν δεν θα είναι πια ορατά κοντά τους. Αρκεί πλέον, είναι σαν να του λέγει, η Παράδοση και εμπειρία της Εκκλησίας για να πιστέψει κανείς. Δεν χρειάζονται τόσο τα προσωπικά θαύματα και η ορθολογιστική αυτοψία, αφού αυτά είναι αναγκαία στους αδύναμους ως προς την πίστη και προς το κήρυγμα της Εκκλησίας. Εξάλλου με τη Θεία Ευχαριστία, ο Κύριος ζει μέσα στους πιστούς, δια του Αγίου Πνεύματος και καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας.

Η ευαγγελική περικοπή καταλήγει γράφοντας πως «Ο Ιησούς έκανε βέβαια και άλλα θαύματα μπροστά στους μαθητές Του, ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΡΑΜΜΕΝΑ σ’ αυτό εδώ το βιβλίο. Αυτά όμως γράφτηκαν για να πιστέψετε πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντας να έχετε δι’ αυτού τη ζωή» (Ιω. 20,30-31). Οι απόστολοι επομένως μετέδωσαν πολύ περισσότερα δια στόματος απ’ όσα καταγράφτηκαν στα Ευαγγέλια. Αυτό λέγεται ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ και έχει το ίδιο κύρος στην Ορθοδοξία με την Αγία Γραφή. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, στη δεύτερη (και στην Γ΄) επιστολή του γράφει: «Έχω πολλά ακόμα να σας γράψω. Δεν θέλησα όμως να το κάνω με χαρτί και μελάνι. Ελπίζω να σας επισκεφθώ και να τα πούμε από κοντά…» (στίχ. 12 & Γ΄ Ιω. στίχ. 13,14). Πολλές αλήθειες λοιπόν διασώθηκαν προφορικά, μέσω της λειτουργικής ζωής, του αρχικού κηρύγματος και αργότερα καταγράφτηκαν από τους Πατέρες και αγίους της Εκκλησίας και έμειναν ως απαραίτητο πνευματικό κτήμα της Εκκλησίας. Το γεγονός επισημαίνει ο απόστολος Παύλος, όταν λέγει: «Σας παραγγέλλουμε …. να αποφεύγετε κάθε αδελφό που είναι αργόσχολος και δε ζει σύμφωνα με την ΠΑΡΑΔΟΣΗ που ΠΑΡΕΛΑΒΕ ΑΠΟ ΜΑΣ» (Θεσσαλ. Β΄, 3,6). Σε άλλο σημείο ο Παύλος γράφει στους Κορινθίους: «Σας υπενθυμίζω αδελφοί το ευαγγέλιο που σας κήρυξα, το οποίο και παραλάβατε, στο οποίο και στέκεστε, δια του οποίου και σώζεστε, αν το κρατάτε στερεά, όπως σας το κήρυξα, εκτός αν μάταια πιστέψατε» (Α΄ Κορ. 15,1-2). Περί ποίου μηνύματος σωτηρίας ομιλεί ο Παύλος, αφού δεν είχε γραφεί ακόμη κανένα Ευαγγέλιο; Ακόμη: Μήπως καταγράφτηκαν κάπου οι διδασκαλίες και νουθεσίες του προς τους πρεσβυτέρους της Εφέσου, τους οποίους νυχθημερόν με δάκρυα στα μάτια ΔΙΔΑΣΚΕ ΓΙΑ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ; (Πράξ. 20,31). Όχι βέβαια! Μετεδόθησαν στην πρώτη Εκκλησία προφορικά, και πολλά άλλωστε από τα λόγια του Χριστού και των αποστόλων χάθηκαν. Διότι την Εκκλησία και τους πιστούς πρωτίστως ενδιέφερε να ζήσουν εμπειρικά το θείο μήνυμα και τις ζωηφόρες εντολές του Χριστού, τους ενδιέφερε η άμεση πνευματική κοινωνία με το Θεό, ενώ για λόγους ανάγκης (διδαχής αλλά και αντιαιρετικής προστασίας των πιστών) κατεγράφησαν αργότερα τα σπουδαιότερα σημεία της ζωής και του έργου του Κυρίου.

Σαφώς λοιπόν πρόκειται για προφορικές αλήθειες-διδαχές, που μετέδιδαν οι απόστολοι περί του Θεού και της σωτηρίας μας –ιδιαίτερα για τον σταυρό και την ανάσταση του Κυρίου- και που ονομάστηκε αγία Παράδοση. Αργότερα το κήρυγμα των αποστόλων καταγράφτηκε, όπως προείπαμε, για πρακτικούς, απολογητικούς, ποιμαντικούς και κατηχητικούς λόγους. Υπενθυμίζουμε την κατάληξη σχεδόν της αποχαιρετιστήριας ομιλίας του αποστόλου των εθνών προς τους πρεσβυτέρους της Εφέσου, όταν αναφέρει πως πρέπει να ενθυμούνται τα λόγια του Κυρίου Ιησού «ΠΟΥ ΕΙΠΕ ΑΥΤΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ: “ΕΙΝΑΙ ΕΥΤΥΧΕΣΤΕΡΟ ΝΑ ΔΙΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΙ” (Πράξ. 20,35). Τα συγκεκριμένα λόγια του Ιησού δεν βρίσκονται πουθενά καταχωρημένα στα Ευαγγέλια. Άρα αντλεί ο Παύλος από την προφορική παράδοση της Εκκλησίας. Μην ξεχνάμε ακόμη: (α) ότι ο Χριστός «παρουσιάστηκε ζωντανός μετά τον θάνατό Του σ’ αυτούς (τους μαθητές Του) με πολλές αποδείξεις. ΓΙΑ 40 ΗΜΕΡΕΣ τούς εμφανιζόταν ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΜΙΛΟΥΣΕ σχετικά με τη βασιλεία του Θεού» (Πράξ. 1,3), χωρίς να έχει καταγραφεί στην Καινή Διαθήκη το παραμικρό από το περιεχόμενο των λόγων Του (το οποίο βεβαίως έγινε πνευματικό κτήμα των αποστόλων), και (β) τα λόγια του ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν λέει: «Υπάρχουν κι άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, που αν γραφτούν ένα προς ένα, ΟΥΤΕ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ δε θα χωρούσε νομίζω τα βιβλία που θα ‘πρεπε να γραφτούν» (Ιω. 21,25).


Επισημαίνουμε ακόμη και τα εξής:

Η ζωή πολλών ανθρώπων κινείται μεταξύ πίστεως και απιστίας, αποδοχής των μυστηρίων του Θεού και αμφιβολίας. Η ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ από μόνη της δεν αποτελεί πάντα κάτι το αρνητικό. Αν είναι γόνιμη τότε προβληματίζει θετικά τον άνθρωπο και, αντιμετωπιζόμενη εκκλησιοκεντρικά και μυστηριακά, μπορεί να οδηγήσει στη βαθειά πίστη και κατά χάριν γνωριμία με τον Θεάνθρωπο, όπως έγινε με τον Θωμά. Διαφορετικά, όταν η αμφιβολία αυτονομείται από την Κοινότητα των πιστών, οδηγεί στην απόρριψη και την απιστία. Ο Θωμάς εμπιστεύτηκε την αλήθεια της Εκκλησίας, των άλλων μαθητών και την αποκάλυψη του Θεού, γι’ αυτό αξιώθηκε να γευτεί και την προσωπική αποκάλυψη ότι ο Χριστός είναι Θεός και Κύριος. Τόσο ο Πέτρος (που τον αρνήθηκε τρεις φορές), όσο και ο Θωμάς (που φάνηκε δύσπιστος στην Ανάστασή Του) είχαν το θάρρος να μείνουν εν μετανοία στο ποίμνιο του Χριστού και μετείχαν και πάλι της Θείας Χάριτος όπως οι υπόλοιποι μαθητές [και οι άλλοι μαθητές επίσης δεν πίστεψαν εξαρχής. Δεν ήσαν πιο πιστοί από τον Θωμά, όπως φαίνεται στα ιερά κείμενα]. Ταπεινώθηκαν και καταστάθηκαν σκεύη εκλογής. Αντίθετα, ο Ιούδας προτίμησε την απομόνωση, την διανοητική αίρεση, την απομάκρυνση από τη θεία λατρεία και φυσικά από τη Θεία Χάρη.

Εκεί που θεραπεύονται, με την εμφάνιση και τη Χάρη του Αναστημένου, η αρχική ολιγοπιστία, ο φόβος, η δειλία –αισθήματα που παίδευαν τους αποστόλους μετά τον θάνατο του Ιησού- εκεί τα γεγονότα είναι αληθινά και δεν χωρούν παραισθήσεις. Ο αναστάς Κύριος εμφανίζεται και δίνει παρηγοριά και θάρρος, φυγαδεύει την προσωπική αποτυχία, τα αισθήματα εγκατάλειψης, επουλώνει τραύματα, εγκαινιάζει τη νέα ζωή των εσχάτων, πάντοτε ιστορικά, υπαρξιακά και πνευματικά, όχι μυθιστορηματικά, γεγονός που φανερώνει η μετέπειτα ΠΛΗΡΩΣ ΑΛΛΑΓΜΕΝΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ, όπως φαίνεται στις Πράξεις των Αποστόλων. Ο Χριστός άλλωστε, που είναι η Αυτοζωή, είχε αναστήσει τον τετραήμερο νεκρό Λάζαρο και με την Μεταμόρφωσή Του οδήγησε την Πρώτη Εκκλησία Του στο νόημα της χριστιανικής ζωής: «Θαρσείτε. Ο Κύριος ζει!» Το νόημα της ζωής βρίσκεται: Στην προσωπική και πνευματική αναγέννηση, στην Χριστοκεντρική ερμηνεία της καθημερινότητάς μας, στην έλευση του Παρακλήτου ώστε να φωτίσει τις σκοτεινές πτυχές και να διώξει τους μύχιους φόβους μας, στην μυστηριακή ένωση με τον Κύριο, στο ξεπέρασμα του θανάτου και τη χαρά της αναστάσεώς μας, και τέλος, στην προσμονή της αιώνιας ζωής και την χαρισματική ένωση των εν μετανοία και εν καθάρσει ζώντων πιστών με τον αναστάντα Θεάνθρωπο.

Τέλος, το θάρρος, η επιμονή, η υπομονή, και η μετάνοια είναι που σώζουν τον άνθρωπο. Η απιστία στα δύσκολα δείχνει δειλία και ανευθυνότητα. Ο Χριστός αναζητεί φίλους, αδελφούς, αλλά και αγωνιστές στο όνομά Του: «Όποιος με απαρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα τον απαρνηθώ κι εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου» (Ματθ. 10,33). Η βοήθειά Του στα δύσκολα χρόνια που ζούμε παραμένει, από τότε, αμείωτη: «Θα είμαι μαζί σας πάντα, μέχρι τη συντέλεια του κόσμου» (Ματθ. 28,20), αναφέρει ο ίδιος. Η ζωντανή πίστη είναι καθημερινός αγώνας. Σκέπη και θεία αρωγή παραμένει όμως ο αναστάς Θεάνθρωπος: «Όπου δύο ή τρεις είναι ΣΥΝΑΓΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ, εκεί είμαι κι εγώ ανάμεσά τους» (Ματθ. 18,20). Συναγμένοι πού; Στο Σώμα Του φυσικά, δηλαδή στην Εκκλησία, όχι στην απομόνωση, όχι στον ατομικό διαλογισμό, αλλά στην μεταμορφωμένη δια της αγάπης και των μυστηρίων καθημερινή ζωή των πιστών.

{Τα κεφαλαία γράμματα σε όλα τα αγιογραφικά κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν είναι δικά μας}

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:

‘Η Ψευδώνυμος Γνώσις’, Μιχαήλ Γ. Χούλη, Στερέωμα, Θεσσαλονίκη
‘Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας’, λήμμα ‘Ειρήνη’, Άρτος Ζωής, Αθ. 1980
‘Κήρυγμα και Θεολογία’, τόμ. β΄, Γεωργίου Πατρώνου, Αποστολική Διακονία, 2003
‘Κυριακοδρόμιο’, Άρτος Ζωής, Αθ. 2011
‘Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού’, Νικολάου Νευράκη, Αθ. 1989
Εικόνα, από: xristianos.gr

 πηγή

" ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΑΝΤΙΔΩΡΟΝ"






Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ


Σχεδόν όλες οι μέρες του χρόνου, είναι αφιερωμένες και σε κάποιο θεσμό. Η δεύτερη Κυριακή του Μαΐου, καταλαμβάνει ιδιαίτερη θέση, όπου έχει ορισθεί ως εορτή της Μητέρας. Θα ακουστούν πάλι περίτεχνες ομιλίες, θα γραφούν και θα διαβαστούν λογοτεχνικά κείμενα και άρθρα, θα σταλούν κάρτες και υπέροχα ευωδιαστά λουλούδια. Και μετά, όλα περιορίστηκαν στα πλαίσια μιας μέρας, ξεχωριστής μεν αλλά μίας ημέρας δε. Τις υπόλοιπες μέρες, τις περισσότερες φορές, δεν υπάρχει χρόνος για τιμή και σεβασμό προς τη μάνα, όσο θα έπρεπε ή σε πολλές περιπτώσεις τιμούμε τη μητέρα, με δάκρυα μάλιστα, όταν τη συνοδεύουμε στην τελευταία κατοικία της. Επειδή ότι και να πούμε και ότι και να γράψουμε είναι λίγο για τη μάνα. Αφιερώνω το παρακάτω ποίημα ως μικρή και ελάχιστη ένδειξη σεβασμού σε όλες τις μανάδες του κόσμου.


Γόρτυνα 11/05/13 ΠΑΤΗΡ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ    

"Η αγωνία ενός μικρού αγγέλου"

Μια φορά και ένα καιρό ένα παιδί ήταν έτοιμο να γεννηθεί. Την προηγούμενη ημέρα ρώτησε το Θεό: «Μου λένε ότι θα με στείλεις αύριο στη γη.Φοβάμαι. Πώς θα μπορέσω να ζήσω εκεί; Είμαι μικρός και αβοήθητος». Και ο Θεός του απάντησε: «Μην ανησυχείς. Έχω φροντίσει για σένα. Μεταξύ πολλών Αγγέλων διάλεξα έναν και για σένα. Θα σε περιμένει στη γη και θα σε φροντίζει».Το παιδί επέμενε.


«Ναι, αλλά εδώ στον παράδεισο δεν κάνω τίποτα άλλο από το να τραγουδάω και να γελάω κάθε μέρα! Μόνο αυτά χρειάζομαι για να είμαι ευτυχισμένος! Θα νοιώθω τόση ευτυχία στη γη;»

Τότε ο Θεός του είπε:

«Ο Άγγελος που έχω διαλέξει για σένα, ο Άγγελός σου, θα σου τραγουδάει όλη την ημέρα. Θα αισθάνεσαι την αγάπη του κι έτσι θα είσαι ευτυχισμένος».

Και το παιδί ρώτησε:

«Και πώς θα καταλαβαίνω τους ανθρώπους, όταν θα μιλούν, αφού δεν ξέρω τη γλώσσα τους;»

«Αυτό είναι εύκολο», του είπε ο Θεός. «Ο Άγγελός σου θα σου λέει τα πιο όμορφα και γλυκά λόγια, που έχεις ακούσει ποτέ και με πολλή υπομονή και φροντίδα θα σε μάθει να μιλάς»!

Και ύστερα το παιδί κοιτώντας το Θεό ρώτησε: «Και τι θα κάνω, όταν θα θέλω να μιλήσω σε σένα;»

Ο Θεός χαμογέλασε στο παιδί και του είπε: «Ο Άγγελός σου θα σε μάθει πώς να προσεύχεσαι»!

Και το παιδί είπε: «Έχω ακούσει ότι στη γη υπάρχουν και κάποιοι άνθρωποι, που είναι κακοί. Ποιος θα με προστατεύσει από τους κακούς;»

Ο Θεός αγκάλιασε το παιδί και του είπε:

«Ο Άγγελός σου θα σε υπερασπιστεί ακόμα και αν χρειαστεί να βάλει σε κίνδυνο την ζωή του».

Λυπημένο το παιδί τον ρώτησε: «Ναι, αλλά πάντα θα είμαι λυπημένος, γιατί δε θα σε βλέπω πια».

- «Ο Άγγελός σου θα σου μιλάει συνέχεια για μένα και θα σε διδάξει τον τρόπο που θα μπορέσεις να γυρίσεις πάλι σε μένα.Έτσι και αλλιώς δε θα σου λείψω ποτέ, αφού θα είμαι πάντα δίπλα σου».

Τη συγκεκριμένη στιγμή επικρατούσε απόλυτη γαλήνη στον παράδεισο και οι μακρινές φωνές από τη γη είχαν ήδη ακουστεί.

Το παιδί βιαστικά ρώτησε: «Θεέ μου αν πρέπει να φύγω τώρα πες μου το όνομα του Αγγέλου μου!»

Και ο Θεός απάντησε: «Τον Άγγελό σου θα τον αναγνωρίσεις εύκολα. Άλλωστε θα είναι ο πρώτος που θα αντικρίσεις, φτάνοντας στη γη. Το όνομα του Αγγέλου σου δεν είναι τόσο σημαντικό...

…θα τoν φωνάζεις απλά «μαμά»!
π. Δημήτριος Φορτετσανάκης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...