Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Απριλίου 05, 2015

Συκή ,Ιούδας και Ανάσταση

Με αφορμή το γεγονός της ξηρανθείσης συκής που δεν έφερε καρπούς, αλλά μόνο φύλλα και τον Ιούδα που κρεμάστηκε στη συκή, ας προσπαθήσουμε να αντλήσουμε ένα ουσιώδες μήνυμα εκ των απείρων, της Μεγάλης Εβδομάδας, εβδομάδας ανάπλασης του ανθρωπίνου γένους με τελική την Ανάσταση, σε σχέση με την πλάση και την στάση (επανάσταση) του πρώτου ανθρώπου (Αδάμ).

   Με το προπατορικό αμάρτημα μετά την δημιουργία, ο άνθρωπος γνώρισε το θάνατο και τη φθορά. Αν ο θάνατος, κατάπινε το αθάνατο μέρος του ανθρώπου (θεία πνοή), θα γινόταν και αυτό αθάνατο. Έτσι στο κόσμο θα υπήρχαν δύο αθάνατες αρχές, του καλού και του κακού. Ο Θεός, για να μην επιτρέψει τον θάνατο να γίνει αθάνατος, ντύνει με φύλλα συκής τον άνθρωπο. Κατά τους αγίους (αναφερόμενο και από τον Παναγιώτη Νέλλα, στο ζώον θεούμενον) τα φύλλα συκής είναι οι δερμάτινοι χιτώνες που περιβάλλουν το θεοειδές πρόσωπο με προσωπείο, για τον παραπάνω λόγο οικονομίας Θεού. Έτσι, με τον θάνατο του ανθρώπου, κατά το χους εις χουν και πνεύμα εις Πνεύμα απελεύσει, διαχωρίζεται το πρόσωπο από το προσωπείο, η θεοειδής φύση από το γήινο ένδυμά του.

   Τα τρία σημεία που αναφέρεται η συκή, στην πλάση (προπατορικό αμάρτημα) και στην ανάπλαση (Μεγάλη Εβδομάδα) δύο φορές, δεν είναι άσχετα μεταξύ τους, αλλά συνδεόμενα, προσδίδουν μια νοηματική συνέχεια. Προσεγγίζοντας το θείο μήνυμα, «μεταφράζουμε» τα δεδομένα, καθώς οι έννοιες πολλές φορές κρύπτονται πίσω από τα λεγόμενα, άλλοτε ευκρινώς και άλλοτε πιο δυσδιάκριτα.

   Στην Αγία Γραφή πολλές φορές, αλλά και στον παρακλητικό κανόνα προς τους Αποστόλους, ακούμε το: … ό έστι μεθερμηνευόμενο τη ελληνίδι γλώττη, …. Μερικά εξ αυτών, Θωμάς = δίδυμος, Βαρθολομαίος = ουράνια ύδατα, Ιούδας = εξομολόγηση,…. Ας μην θεωρηθεί ότι επιβάλλεται να μαθαίνουμε «ξένες λέξεις», αλλά κατά το: τας εννοίας κάθαρον… (αφενός προσευχόμαστε ο καλός Θεός να μας φωτίζει και αφετέρου), χρειάζεται η γλωσσομάθειά μας που θα μας κάνει πιο εύστοχους. Είναι σαν να λέει κάποιος window, κάποιος άλλος παράθυρο και επειδή «δεν μοιάζουν οι λέξεις» να γίνεται αγώνας …, αλλού, να ακούμε άλφα, αλίφ, άλεφ και επειδή είναι ηχητικά όμοια, να συμφωνούμε. Δυστυχώς είναι άστοχες κι οι δυο μερίδες, καθώς όσοι γνωρίζουν ελληνικά και αγγλικά καταλαβαίνουν ότι μόνο όσοι στερούνται παιδείας «πολεμούν μεταξύ τους» ενώ λένε τα ίδια πράγματα, και παράλληλα, όσοι έχουν μεταφυσική παιδεία, δεν συμφωνούν με την νοηματική ταυτότητα (παρά την εξωτερική) άλφα, αλίφ, άλεφ

   Επί του θέματος, ο Ιούδας, κρέμασε τη ζωή του στη συκή. Δηλαδή κρέμασε τη ζωή του στους δερμάτινους χιτώνες, εξαρτάται από αυτούς, στηρίζεται σε αυτούς και όχι στο Σταυρό που απεργάζεται την Ανάσταση. Εδώ έρχεται και πάλι η αυτοκριτική που μπορεί να είναι επίπονη, αλλά ουσιώδης για την πραγματική μας πρόοδο. Που στηρίζουμε την ζωή μας; ή καλύτερα, για να μην κατακρίνουμε τους άλλους, (συνηθισμένο φαινόμενο), ας διακρίνουμε την αστοχία του κόσμου (κοσμικού πνεύματος), προκειμένου να μας βοηθήσει στη δική μας κρίση και διόρθωση της πολιτείας μας. Κάποια προβλήματα ο κόσμος τα αντιμετωπίζει καθαρά με τα λεφτά του. Άλλα με την εξυπνάδα του, άλλα με την ομορφιά του, με την φυσική του δύναμη, συναισθηματική, διανοητική, με τα μέσα του (γνωριμίες), με την επιθετικότητά του (τσαμπουκάς, βαρβαρότητα…), με την τεχνολογία του….

   Και μετά από όλο αυτό το «κρέμασμα», των ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων μας, πόσο ζωή μας έχει μείνει να κρεμάσουμε, να στηρίξουμε, να εμπιστευθούμε στο Σταυρό; Ιούδας, σημαίνει εξομολόγηση. Ομολογούμε έξω, στον περίγυρό μας, ότι η λύση των προβλημάτων έρχεται από τον σταυρό, ή όλα τα καταφέρνουμε μόνοι μας, με τους δερμάτινους χιτώνες που είμαστε περιβεβλημένοι και διαχειριζόμαστε; Ομολογούμε, πως αν δεν έχεις π.χ. λεφτά, δόξα… δεν κάνεις τίποτα, ή το: χωρίς εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν… (ας θυμηθούμε και το …όστις αν με ομολογήσει έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω κι εγώ ενώπιον Του Πατρός…) Στηρίζουμε τη ζωή μας στο Πρόσωπο ή στο προσωπείο και για αυτό μεριμνούμε διαρκώς να το πλουτίσουμε, να το ομορφύνουμε, να το δυναμώσουμε; έτσι, η ερώτηση που πρέπει να απευθύνουμε στον εαυτό μας είναι: κρεμάμε τη ζωή μας στο σταυρό, ή στη συκή; κι αν το δεύτερο, (φυσικά δεν αναφέρομαι για το 100%, αλλά για το ποσοστό αστοχίας του ο καθένας, σα στοιχεία – δραστηριότητες της ζωής, ας μην απελπιζόμαστε, αλλά να κάνουμε καλή αρχή, όσο ζούμε να επαναστοχεύουμε, αφαιρώντας τη μέριμνά μας από τα προσωπεία και προσθέτοντας αυτήν στο Πρόσωπο, μην τύχει και μοιάζουμε με αυτόν που καταδικάζουμε, φτύνουμε, καίμε… αλλά χωρίς αυτογνωσία, δεν το ξέρουμε…. Τον Ιούδα…

   Όταν οι αρχαίοι έλληνες στόχευαν και έφεραν βολή, οπουδήποτε αλλού, εκτός του κέντρου, έλεγαν ήμαρτον, δηλαδή, αστόχησον. Αμαρτία = αστοχία. Αν κάποιον τον πεις αμαρτωλό αντιδρά. Αν τον πεις άστοχο, το δέχεται… Άρα ίσως θέλουμε πολιτική… ή να μας έλθει η κριτική και αυτοκριτική με το μαλακό… Αλλά η Κρίση Του Θεού, θάρθει με το μαλακό; μετά από τόσες νουθεσίες; 2000 χρόνια διδασκαλίας; μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η Βασιλεία…

   Είθε ο Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος να μας δίνει δύναμη μετανοίας, δηλαδή επιστροφής του νου, και όλου του εαυτού (συναισθήματος, σώματος) εκεί! Στο Θεό, όπου ο καρπός της συκής (καλές πράξεις) είναι επιθυμητός, όπου ο πολλαπλασιασμός του δοθέντος ταλάντου, ευλογία, όπου οι ξεκάθαρες έννοιες, ο πλουτισμός των πενήτων αυτού του κόσμου, (μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι…), αυτών των λιγοστών και «καταπολεμούμενων» (από τον κόσμο) ορθοδόξων χριστιανών.

   Επειδή …οι άοπλοι, αλλά με τον τύπο του σταυρού, ενίκησαν τους πανόπλους κυνηγούντες τους…, σε μας μένει να οπλιστούμε με εκείνο το όπλο που νικά υπεραρίθμους. Να μην κρεμάμε τη ζωή μας στη συκή, αλλά στον ζωοπάροχο Σταυρό, που απεργάζεται την ανάστασή μας. Να μην προδίδουμε Αυτόν που αγαπάμε! να μην αυτοκτονούμε! Να μην ακούσουμε την απόφαση της κατάκρισης της ξηρανθείσης συκής, της συναγωγής των υποκριτών, αλλά να ακούσουμε το …ευ δούλε αγαθέ, επί λίγα εί πιστός, επί πολλά σε καταστήσω. Να βιώσουμε την χαρά της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Την Ανάσταση.

(ολόκληρο το βιβλίο http://www.scribd.com/doc/13430394/- χωρίς το αχειροποίητο σημειολογικό οπισθόφυλλο,  που μόνο στην έντυπη μορφή κυκλοφορεί...)

Ἀπὸ τὴν Ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος : Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Ὕμνοι στὸ πρωτότυπο καὶ σὲ μετάφραση Ἀνδρέα Θεοδώρου

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Πρὸς τὸ ἑκούσιον πάθος», 
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας
Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Μεγάλη Δευτέρα

«Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σὲ ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς». Ἀλληλούϊα.
Ἀπὸ τὴν προχωρημένη νύχτα εἶναι ξάγρυπνο τὸ πνεῦμα μου, στραμμένο σ' ἐσένα ὁ Θεός, γιατί τὰ προστάγματά σου εἶναι φῶς καθοδηγητικὸ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ζοῦν ἐπάνω στὴ γῆ. Δοξολογεῖτε τὸ Θεό.

***

«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα• ἀνάξιὸς δὲ πάλιν, ὅν εὑρήσει ραθυμοῦντα. Βλέπε, οὗν ψυχή μου μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῆς• ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα• Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, προστασίαις τῶν Ἀσωμάτων, σῶσον ἡμᾶς». 
Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει• ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας• Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς• σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).

***

«Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα, ὡς φῶτα σωστικά, ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ• Χριστὸς γὰρ ἐπείγεται τοῦ παθεῖν ἀγαθότητι• ὁ τὰ σύμπαντα ἐν τῇ δρακὶ περιέχων καταδέχεται ἀναρτηθῆναι ἐν ξύλῳ τοῦ σῶσαι τὸν ἄνθρωπον».
Τὰ πάθη (τοῦ Κυρίου) τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα (ἡ Μ. Δευτέρα) προβάλλει μὲ λαμπρότητα στὸν κόσμο σὰν φῶτα σωτήρια καὶ λυτρωτικά. Διότι ὁ Χριστὸς σπεύδει πρόθυμα νὰ ὑποστεῖ τὸ πάθος ἀπὸ ἀγαθότητα. Αὐτός, ποὺ περικλείει τὰ σύμπαντα στὴν παλάμη του, καταδέχεται νὰ κρεμαστεῖ στὸ ξύλο γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.

***

«Τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου τὰς ἀπαρχὰς ἡ παροῦσα ἡμέρα λαμπροφορεῖ. Δεῦτε οὗν, φιλέορτοι, ὑπαντήσωμεν ἄσμασιν• ὁ γὰρ κτίστης ἔρχεται σταυρὸν καταδέξασθαι, ἐτασμοὺς καὶ μάστιγας, Πιλὰτῳ κρινόμενος• ὅθεν καὶ ἐκ δούλου ραπισθεὶς ἐπὶ κόρρης, τὰ πάντα προσίεται, ἵνα σώση τὸν ἄνθρωπον. Διὰ τοῦτο βοήσωμεν• Φιλάνθρωπε Χριστὲ ὁ Θεός, τῶν πταισμάτων δώρησαι τὴν ἄφεσιν τοῖς προσκυνοῦσιν ἐν πίστει τὰ ἄχραντα πάθη σου».

Τὴν ἔναρξη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου ἡ σημερινὴ ἡμέρα προβάλλει μὲ λαμπρότητα. Ἐλᾶτε, λοιπόν, ὅσοι ἀγαπᾶτε τὶς γιορτές, νὰ προϋπαντήσουμε μὲ ᾄσματα (τὸν Κύριο). Διότι ὁ Κτίστης τῶν ἁπάντων ἔρχεται νὰ ὑποστεῖ τὸ σταυρικὸ θάνατο, νὰ ἀνακριθεῖ (σὰν κακοῦργος) καὶ νὰ μαστιγωθεῖ, δικαζόμενος ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο. Ἔτσι, δεχτεῖς ράπισμα στὸ πρόσωπο ἀπὸ δοῦλο, ὅλα τὰ ὑπομένει γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Γιαυτὸ ἂς φωνάξουμε• φιλάνθρωπε Χριστὲ ὁ Θεός, χάρισε τὴν ἄφεση τῶν πταισμάτων σ' αὐτοὺς ποὺ μὲ πίστη προσκυνοῦν τὰ ἄχραντα πάθη σου.

***

«Διακονῆσαι αὐτὸς ἐλήλυθα, οὗ τὴν μορφὴν ὁ Πλαστουργὸς ἑκὼν περίκειμαι, τῷ πτωχεύσαντι Ἀδάμ, ὁ πλουτῶν θεότητι, θεῖναι ἐμήν τε αὐτοῦ ψυχὴν ἀντίλυτρον ὁ ἀπαθὴς θεότητι».
Ἐγώ, ὁ τέλειος Θεός, ἔχω ἔλθει στὴ γῆ γιὰ νὰ ὑπηρετήσω αὐτόν, τοῦ ὁποίου τὴ μορφὴ φέρω ὡς Πλαστουργὸς μὲ τὴ θέλησή μου, δηλαδὴ τὴ μορφὴ τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ πτώση τοῦ πτώχευσε ἀπὸ τὰ θεῖα του χαρίσματα. Παρόλο ποὺ εἶμαι ἀπαθὴς Θεός, ἦλθα γιὰ νὰ προσφέρω τὴ ζωή μου ὡς λύτρο γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ παραβάτη.

***

«Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ• λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, φωτοδότα, καὶ σῶσόν με».
Τὸ νυφικό σου θάλαμο βλέπω, Σωτῆρα μου, στολισμένο καὶ δὲν ἔχω ἔνδυμα γιὰ νὰ εἰσέλθω σ' αὐτόν• κάνε σύ, Κύριε, ποὺ χορηγεῖς τὸ φῶς, λαμπρὴ τὴ στολὴ τῆς ψυχῆς μου καὶ σῶσε μὲ (ἀπὸ τὴν ἁμαρτία).

Ο θρησκευτικός συναισθηματισμός της Μεγάλης Εβδομάδας



 
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος της μεγάλης Εβδομάδας είναι ο θρησκευτικός συναισθηματισμός. Σε αυτό συντείνουν τα γραφικά έθιμα, από τα οποία δεν ξεφεύγει και η εκκλησία μας η ίδια, ο πένθιμος κοσμικός χαρακτήρας σε πολλές προσωπικές και κοινωνικές εκδηλώσεις μας, η ταύτιση μας σε πρώτο επίπεδο με τον Χριστό τον παθόντα, όχι βιωματικά, αλλά κατά τις συγκυρίες του βίου, αναλύσεις ειδικών "μπουρδολόγων" για τις ημέρες, τηλεοπτικά προγράμματα τύπου Τζεφιρέλι και μια ύπουλη αυτοδικαίωσηγια την καλή μας νηστεία και ευσεβή διάθεση. 


Προσέξτε αδελφοί, την εκ δεξιών επίθεση πού έρχεται με "γλύκα" και ευσεβείς προθέσεις να μας γεμίσει εντυπώσεις και φτηνά κοινά συναισθήματα, γιατί είναι παγίδα μεγάλη. 
Την Μεγαλοβδομάδα δεν θρηνούμε για τον "καημένο Χριστούλη" , πού ανέβηκε στον σταυρό και πέθανε και θάφτηκε σαν νικημένος και αδικημένος άνθρωπος. Εχει έναν πενθοχαρμόσυνο χαρακτήρα το ορθόδοξο ήθος.

 Τις ημέρες αυτές σταυρώνουμε τις επιθυμίες και τα πάθη μας. Μπαίνουμε σε πνευματικό χωνευτήρι για να τα μεταμορφώσουμε.Ζητάμε και προπανηγυρίζουμε την ανάσταση. Δεν υπάρχει στιγμή στην εορτολογία και την υμνογραφία της μεγάλης Εβδομάδας πού να μην αναφέρεται ο σταυρός συναπτά με την ανάσταση και η αλήθεια πώς ο Χριστός είναι ο Κύριος της ιστορίας, των παθών και του θανάτου Του. Ο Βασιλεύς της δόξης δηλ πού τελεσιουργεί τα φρικτα μυστήρια της οικονομίας για την σωτηρία μας. 

Με αυτή την νοοτροπία και διάθεση να μπούμε στην μεγάλη Εβδομάδα και με ειλικρινή κατάνυξη και ευγνωμοσύνη. Τα συναισθήματα είναι ένα βοηθητικό εργαλείο, πού διεγείρεται μπροστά σε αυτά τα μεγάλα γεγονότα και τις παραστάσεις τις πασχαλινές και υποβοηθά το βίωμα. Δεν είναι το δεσπόζον στοιχείο της ατμόσφαιρας πού καλούμαστε να υπηρετήσουμε.Γιατί αν μπούμε με κοινά συναισθήματα του βίου και των ανθρωπίνων κοινωνικών σχέσεων και θα αρρωστήσουμε πνευματικά από μια υποκρισία ευσεβούς τύπου και δεν θα μας απομείνει ευλογία και χαρά από την Ανάσταση. Μόνο εντυπώσεις και πικρίες και καθόλου ουράνιες διαστάσεις. Προσοχή λοιπόν!
το είδαμε εδώ

Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός...

Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός...

Στηριγμένο το μεσονυκτικό τροπάριο "Ιδού ο νυμφίος έρχεται..." στην παραβολή του Κυρίου των δέκα παρθένων, δίνει το στίγμα της απαρχής της Μεγάλης Εβδομάδας: ο Κύριος, ο νυμφίος κάθε ανθρώπινης ψυχής, έρχεται εν τω μέσω της νυκτός.
1. Αυτό σημαίνει καταρχάς ότι το κύριο γνώρισμα της σχέσης του Χριστού με εμάς είναι η αγάπη. Κι όχι απλώς μια αγάπη κινούμενη μέσα σε συμβατικά τυπικά πλαίσια, αλλά μια αγάπη χωρίς όρια, την οποία ακροθιγώς μπορούμε να ψηλαφήσουμε στη σχέση του ερωτευμένου απέναντι στην ερωμένη του. ῾Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν...". Καί δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού ο Κύριος μας απεκάλυψε - "Εκείνος εξηγήσατο - ότι ο Θεός αγάπη εστί". Ο Θεός μας λοιπόν που ενανθρώπησε εν προσώπω ᾽Ιησού Χριστού είναι ᾽Εκείνος που γίνεται ο νυμφίος μας, γιατί μέσα στην άπειρη αγάπη Του προς εμάς, τους αμαρτωλούς ανθρώπους, μας προσλαμβάνει στον εαυτό Του και μας κάνει ένα μ᾽ ᾽Εκείνον: ανθρωποπαθώς μιλώντας, η σκέψη Του, η καρδιά Του, η επιθυμία Του είναι σε μας, όπως του ερωτευμένου είναι στην ερωμένη του.
2. Κι έπειτα, μας επισημαίνει ο υμνογράφος, έρχεται ῾εν τω μέσω της νυκτός᾽.῎Ερχεται δηλαδή:
(α) με τρόπο που δεν μπορούμε εμείς να προσδιορίσουμε και να οριοθετήσουμε. Ο ερχομός Του πάντοτε είναι αποτέλεσμα της απόλυτα ελεύθερης αγάπης Του, καρπός της δικής Του πρωτοβουλίας, που σημαίνει ότι εμφανίζεται εκεί που κανείς δεν Τον περιμένει και με τρόπο που ίσως ποτέ δεν μπορεί να υποψιαστεί: μέσα από ένα ατύχημα κάποια φορά, από την ανάγνωση κάποιου βιβλίου κάποια άλλη, από μια θλίψη και δοκιμασία άλλοτε, κυρίως όμως από τη συνάντησή μας με τους πιο παραπεταμένους ελαχίστους συνανθρώπους μας. ῾᾽Εφ᾽ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε᾽.
(β) ῎Ερχεται συνεπώς κι εκεί που ῾αντικειμενικά᾽ δεν θα έπρεπε να είναι, μέσα δηλ. και στο σκοτάδι της αμαρτίας. Την ώρα που επιτελεί κανείς την αμαρτία, εκείνη την ώρα μπορεί να κληθεί από τον ερχόμενο Κύριο. Σαν τον απόστολο Παύλο, που κλήθηκε την ώρα που δίωκε τους χριστιανούς, σαν τον απόστολο Ματθαίο, που κλήθηκε την ώρα του ῾τελωνείου᾽. Με άλλα λόγια, η κάθε ώρα για τον καθένα μας, μπορεί να είναι η ώρα της χάρης μας, της κλήσης μας από τον νυμφίο Χριστό.
Αλλά και (γ) έρχεται και καλεί τον άνθρωπο χωρίς τις περισσότερες φορές να παίρνει κανείς από τους άλλους συνανθρώπους είδηση για την κλήση αυτή. Σαν την περίπτωση της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που μόνον αυτή εμποδιζόταν να μπεί στο Ναό, χωρίς κανείς δίπλα της να νιώθει το τι γινόταν στην ψυχή της. Ο Κύριος πάντοτε είναι ο ερχόμενος και κρούων τη θύρα της ψυχής μας. ῾᾽Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω᾽. Η συνάντηση του ανθρώπου με τον Κύριο γίνεται στα μυστικά βάθη της καρδιάς, τα οποία γνωρίζει μόνον ᾽Εκείνος. Στην καρδιά ῾παίζεται᾽ το όλο παιχνίδι της σωτηρίας του ανθρώπου.
3. Κι αυτός ο ποικίλος ερχομός σε μας του γεμάτου αγάπη νυμφίου Χριστού συναντά συνήθως δύο καταστάσεις: την κατάσταση της εγρήγορσης και την κατάσταση της ραθυμίας. ᾽Εγρήγορση σημαίνει ν᾽ ανταποκριθώ στην αγάπη Του και να ζήσω μαζί Του τη χαρά της παρουσίας Του, ψυχικά και σωματικά, και εδώ και αιώνια. ῾Ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς᾽. Ραθυμία σημαίνει να είμαι τόσο προσκολλημένος στα πάθη μου - στη φιληδονία, τη φιλαργυρία, τη φιλοδοξία μου - ώστε να μην καταλάβω καν τον ερχομό και την κλήση Του, κι ακόμη: να Τον καταλάβω μεν, αλλά ν᾽ αναβάλω την ανταπόκρισή μου. Η εκτίμηση για τις δύο καταστάσεις, όπως μας τη δίνει ο υμνογράφος, είναι σαφής: μακαριότητα η πρώτη, αναξιότητα η δεύτερη. Με τα αντίστοιχα βεβαίως αποτελέσματα. Η επιλογή πιά είναι στην απόλυτη ευθύνη μας: "Βλέπε ούν ψυχή μου..."!
το είδαμε εδώ

ΠΑΣΧΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΜΩΡΕ, ΚΙ ΟΧΙ ΓΙΟΥΡΟΒΙΖΙΟΝ...


Ἡ Ἀπόδοσις τοῦ Πάσχα


Ρε πως περνάει ο καιρός! Προχθές ευχόμασταν «καλή Πρωτοχρονιά» και σήμερα ευχόμαστε «καλό Πάσχα»! O χρόνος, πράγματι, «τρέχει» αλλά πόσοι από εμάς πήραμε την απόφαση να τον εκμεταλλευτούμε κάνοντας κάτι διαφορετικό το οποίο, ίσως (ίσως λέμε), μας καλυτερεύσει ως ανθρώπους; 
Θέλω να πώ πως τόσα και τόσα δοκιμάσαμε κατά την διάρκεια της μέτριας ζωής μας, γιατί να μην δοκιμάσουμε στο κάτω κάτω και κάτι το οικείο με αφορμή το φετινό Πάσχα, μεσούσης της οικονομοκοινωνικής κρίσης; Παράδειγμα, πολλοί από εμάς δοκιμάσαμε εξαντλητικές δίαιτες και «διατροφές» αλλά σπάνια νηστεύσαμε. 
Πολλοί από εμάς ασχοληθήκαμε με γιόγκα, ζα ζεν, φεγκ σούι και διαλογισμούς αλλά σπάνια αποπειραθήκαμε να προσευχηθούμε. Πολλοί από εμάς τρέξαμε σε ψυχολόγους, σε ψυχιάτρους, σε γιατρούς αλλά σπάνια εμπιστευτήκαμε έναν πνευματικό ιερέα (και τζάμπα, έέέ). 
Πολλοί από εμάς μιλάμε ακατάσχετα αργολογώντας-μπουρδολογώντας, «ξεβρακωνόμαστε» στο φεϊσμπουκ, στο σκάϊπ και στους κολλητούς μας αλλά ποτέ δεν σκεφτήκαμε να κάνουμε κάτι ουσιαστικό και να συνομιλήσουμε –εξομολογηθούμε ενώπιον εξομολόγου.
 Πολλοί από εμάς διαβάσαμε από Καζαντζάκη και Γιαλόμ μέχρι Λένα Μαντά, Λιακόπουλο και Άρλεκιν αλλά δεν διανοηθήκαμε να ανοίξουμε, μπας και ξεστραβωθούμε, την Καινή Διαθήκη ή κάποιο άλλο πατερικό κείμενο. 
Πολλοί από εμάς σηκωνόμαστε το πρωί για να πάμε για γυμναστική, για καφέ, για δουλειά, για σκι, για ψώνια, για βόλτα, τον σκύλο για κατούρημα αλλά ποτέ δεν μας πέρασε από το μυαλό να διαθέσουμε ελάχιστο χρόνο και να πάμε σε κάποιαν εκκλησία, μία Κυριακή στις τόσες, να πούμε ένα «ευχαριστώ» προς τον Τριαδικό Θεό ή να προσευχηθούμε για κάποιον δικό μας.
 Πολλοί από εμάς δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα, διυλίζοντας τον κώνωπα και καταπίνοντας την κάμηλον, αλλά η «ηθική» μας και η «λογική» μας δεν δικαιολογεί «τα της εκκλησίας» και βάζει φρένο στο να πλησιάσουμε την Πίστη μας, έστω και από περιέργεια, καθώς μας φταίνε οι «κατηχητικούρες με τις κοτσίδες», οι «χοντροί παπάδες», οι «ιερείς που είναι αδερφές», τα «λαμόγια που βάζουν χέρι στο παγκάρι», οι «επιτήδειοι που κάνουν τους μεγάλους σταυρούς», οι «συντηρητισμοί που είναι για οπισθοδρομικούς», ο «Άνθιμος Θεσσαλονίκης με το κήρυγμά του» και άλλες προφάσεις εν αμαρτίαις οι οποίες, στην ουσία, αυτό-δικαιολογούν τις αναστολές μας, αυτό-αθωώνουν τις ενοχές μας, αυτό-επικροτούν τις πρακτικές μας και γενικώς αυτό-ικανοποιούν τον θηριώδη εγωισμό μας.
Πάσχα έρχεται μωρέ, κι όχι Γιουροβίζιον.
 Ας δοκιμάσουμε, έστω από περιέργεια, να κάνουμε κάτι διαφορετικό μετέχοντας στο όλο Θείο δράμα αλλά και στην Ανάσταση που έρχεται, μπας και «αναστηθούμε» συλλογικά…
Εφημ. ΄΄ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗΣ΄΄, 1/4/15
Το είδαμε εδώ

Ξηρανθείσα συκή. Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ


Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν  Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ

 
1.  έ ὠθεῖ νά μιλήσω ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς πατρικούς κόλπους καί κυοφορήθηκε ἀπερίγραπτα στά σπλάχνα τῆς Παρθένου. Αὐτός πού ἔγινε γιά μένα ὅ,τι ἐγώ εἶμαι, Αὐτός πού εἶναι ἀπαθής ὡς πρός τήν θεότητά Του καί περιβλήθηκε ὡστόσο ὁμοιοπαθές μέ ἐμένα σῶμα. Αὐτός πού στόν οὐρανό ἐποχεῖται πάνω στά χερουβικά ἅρματα καί πάνω στή γῆ καβαλικεύει σέ γαϊδουράκι (πρβλ. Ματθ. 11, 7-9). Ὁ βασιλιάς τῆς δόξας, Αὐτός πού μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα εὐφημεῖται ἀπό τά Σεραφίμ ὡς ἅγιος καί δέχεται τά ψελλίσματα τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ἄκακη γλώσσα τους. Αὐτός πού εἶναι Θεός καί ἔχει τή μορφή δούλου καί πού ἔλαβε τή μορφή τοῦ δούλου. Αὐτός πού εἶναι ἄυλος καί ἀόρατος Θεός καί δέχτηκε νά λάβει ὁρατό καί ψηλαφητό σῶμα. 

Αὐτός πού βάδισε ἀκούσια στό πάθος, γιά νά μοῦ χαρίσει τήν ἀπάθεια. Αὐτός ὁ Ὁποῖος βλέποντας τόν ἄνθρωπο, πού 
ἔπλασε σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα Του καί τήν ὁμοίωσή Του, τό πλάσμα τῶν χεριῶν Του, νά ἔχει δελεαστεῖ ἀπό τήν ἀπάτη τοῦ φιδιοῦ, ἐκεῖνον νά ἔχει πέσει στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς Του καί νά ἔχει γίνει ὑποχείριος τῆς φθορᾶς καί ὑπόλογος θανάτου, δέν ἄντεξε. Ὁ γεμάτος συμπάθεια δέν μπόρεσε νά ὑπομείνει τή στέρηση ἐκείνου πού 
ποθοῦσε, ἀλλά τόν κάλεσε μέ πολλούς τρόπους σέ ἐπιστροφή καί μετάνοια, ἀφοῦ τόν παίδεψε σάν ἀχάριστο δοῦλο, σάν ἄμυαλο καί νήπιο γιό"πολυμερῶς καί πολυτρόπως" καί ἀφοῦ μηχανεύτηκε κάθε μέσο, γιά ν᾽ ἀποτινάξει τή δουλεία πού τόν τυραννοῦσε καί ἔτσι νά ἐπανέλθει στόν Πλάστη του. 
Ὅμως ἦταν ἀδύνατη ἡ ἐπιστροφή του, ἀφοῦ μιά γιά πάντα εἶχε καταδουλωθεῖ 
στήν ἁμαρτία καί εἶχε συζευχθεῖ θεληματικά μέ τήν ἐπιθυμία τῶν γήινων. Γι᾽ αὐτό ὁ ὑπεράγαθος Κύριος ἀναλαμβάνει τή φύση μας, ἐπειδή εἶδε ὅτι αὐτή εἶχε ἐξασθενήσει.
Βλέποντας δηλαδή τόν ἄνθρωπο νά μή ὑπακούει στό λόγο καί τίς ἐντολές καί τά προστάγματα τῆς σωτηρίας, τί λέει; «Πρέπει νά παιδαγωγήσω μέ ἔργα αὐτόν πού ἔχει ἄγνοια. Πρέπει νά τόν κατευθύνω στίς ἀρετές, γιά νά τίς συνηθίσει καί νά τίς ἐπιτελέσει ὁ ἴδιος. Πρέπει νά μέ δοῦν μέ τά μάτια τους ἀνάμεσά τους, καί ἔτσι νά θεραπεύσω τόν ἄρρωστο. Πρέπει νά κάνω νά ξαναγυρίσει τό πλανημένο πρόβατο καί νά τό ὁδηγήσω στήν ἀρχική του διαμονή, στόν παράδεισο. Πῶς ὅμως θά τό ἐπιστρέψω χωρίς νά μέ βλέπει; Πῶς θά ὁδηγήσω αὐτόν πού δέν βλέπει τά ἴχνη μου;» 
Γι᾽ αὐτό ἔγινε ἄνθρωπος, ὥστε, μέ ὅσα ἔπραξε καί ἔπαθε, νά διδάξει ἔμπρακτα αὐτόν πού ἀγνοοῦσε, πῶς νά πράξει τήν ἀρετή. Ἔτσι βλέποντάς Τον νά κατεβαίνει κατ᾽ οἰκονομίαν γιά χάρη μας στή γῆ ἀπό τούς πατρικούς κόλπους, ν᾽ ἀνεβοῦμε καί ἐμεῖς μέ τή θέλησή μας πρός Αὐτόν ἀπό τή μητέρα μας γῆ. Σαρκώθηκε ἐπίσης γιά νά δείξει τόν ἀνυπέρβλητο πλοῦτο τῆς ἀγάπης Του πρός ἐμᾶς. Γιατί μεγαλύτερη ἀγάπη δέν μπορεῖ νά δείξει κανένας, παρά μόνο ἄν θυσιάσει τήν ψυχή του γιά χάρη τῶν φίλων του (Ἰω. 15, 13). Καί πῶς ὅποιος δέν ἔχει ἔνσαρκη ζωή θά δείξει τήν ἀγάπη του;



2. - Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει τή σάρκα, γιά νά Τόν δοῦμε στή γῆ καί νά ζήσει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (Βαρούχ 3, 38). Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει ψυχή, γιά νά θυσιάσει τήν ψυχή Του γιά χάρη τῶν φίλων Του. Καί φίλους δέν ἐννοῶ αὐτούς πού Τόν ἀγαποῦν, ἀλλά αὐτούς πού ποθεῖ Ἐκεῖνος. Γιατί ἐμεῖς Τόν μισήσαμε καί Τοῦ στρέψαμε τήν πλάτη καί γίναμε δοῦλοι σέ ἄλλον, ἐνῶ Αὐτός δέν μετέβαλε τήν ἀγάπη Του σ᾽ ἐμᾶς. Γιά τοῦτο ἔτρεξε πίσω μας. Ἦρθε σ᾽ ἐμᾶς πού Τόν μισήσαμε, προσπάθησε νά προλάβει ἐμᾶς πού φεύγαμε κι ὅταν μᾶς ἔφτασε, δέ μᾶς ἔλεγξε μέ σκληρότητα, δέ μᾶς γύρισε κοντά Του μέ τό μαστίγιο, ἀλλά σάν ἄριστος γιατρός πού τόν ὑβρίζει κάποιος μανιακός, πού τόν φτύνει καί τοῦ δίνει ραπίσματα, Αὐτός πρόσφερε τή θεραπευτική Του ὑπηρεσία. Σέ ἔνδειξη τοῦ μεγέθους τῆς θεραπείας πρόσφερε στήν ἀνθρώπινη φύση τήν ἴδια Του τήν θεότητα ὡς φάρμακο. Φάρμακο πολύ δραστικό, φάρμακο παντοδύναμο. Αὐτή ἀπέδειξε τό ἀσθενικό μας σαρκίο πιό ἰσχυρό ἀπό τίς ἀόρατες δυνάμεις. Ὅπως δηλαδή ὁ σίδηρος ὅταν ἑνωθεῖ μέ τή φωτιά εἶναι ἀδύνατο ν᾽ ἀγγιχτεῖ, ἔτσι καί τό χόρτο τῆς δικῆς μας φύσης, ἀφοῦ ἑνώθηκε μέ τή φωτιά τῆς θεότητας, ἔγινε ἀπλησίαστο ἀπό τό διάβολο. Κι ἐπειδή ἕνα πάθος θεραπεύεται μέ τά ἀντίθετά του - ὅπως λένε κι οἱ μαθητές τῶν γιατρῶν - καταβάλλει κι Αὐτός τά πάθη μας μέ τά ἀντίθετά τους, δηλαδή τήν ἡδονή μέ τούς μόχθους, τήν ὑπερηφάνεια μέ τήν ταπείνωση. Δέν ταπείνωσε δηλαδή μόνο τόν Ἑαυτό Του μέ τό νά γίνει ἄνθρωπος, ἐνῶ ἦταν πλούσιος στή θεότητα, ἀλλά ταπεινώθηκε καί ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (πρβλ. Φιλιπ. 2, 6-8).
Πράγματι ποιός ἀπό τούς ἀνθρώπους ὑπῆρξε τόσο ταπεινός; «Δέν ἔχει ποῦ νά κλίνει τήν κεφαλή του» (Ματθ. 8, 20). Δέν εἶχε ὑποζύγιο, δέν εἶχε διπλό χιτώνα, δέν εἶχε ἄλλο ροῦχο. «Δεχόμενος προσβολές, δέν τίς ἀνταπέδιδε. Δέν ἀπειλοῦσε ὅταν τοῦ ἔκαναν κάποιο κακό»(Α' Πέτρ. 2, 23). Ὁδηγοῦνταν σάν ἄκακο ἀρνί στή θυσία, χωρίς νά διαμαρτύρεται, χωρίς νά φωνάζει (Ἠσ. 53, 7). Τόν ράπιζαν κι ἔδινε πρόθυμα τή σιαγόνα Του σ᾽ ἐκεῖνον πού Τόν χτυποῦσε. Δέν ἔστρεψε τό πρόσωπό Του γιά ν᾽ ἀποφύγει τά αἰσχρά φτυσίματα. Ἐνῶ Τόν ἀποκαλοῦσαν Σαμαρείτη καί δαιμονισμένο (Ἰω. 8, 48) καί ἐνῶ Τόν καταδίωκαν, δείχνει ὑπομονή σ᾽ αὐτά, γιά ν᾽ ἀκολουθήσομε κι ἐμεῖς τά ἴχνη Του. Τά ἔκανε ὅλα αὐτά μέ τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Ὄντας δηλαδή δικός Του Υἱός Μονογενής καί Ὁμοούσιος, μᾶς γνώρισε τήν Πατρική ἀγάπη τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. 
Γιατί τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός καί Πατέρας, ὥστε ἔδωσε ὡς λύτρο γιά χάρη μας τόν Μονογενή Υἱό Του. Ὤ ἀγάπη ἀνυπέρβλητη! Ἔδωσε τόν Μονογενή Υἱό Του, πού ἦταν συμβασιλέας Του, γιά χάρη δούλων πού παράκουσαν, γιά χάρη ἐχθρῶν πού Τόν βλασφημοῦσαν καί λάτρευαν γιά θεό τους τόν ἐχθρό. Ὤ βάθος πλούτου τῆς ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ (Ρώμ. 11, 33). 
Δέν ἀντιστάθηκε ὅμως ὁ Μονογενής Υἱός, δέν ἀθέτησε τό θέλημα τοῦ Πατέρα. Γιατί ἦταν Αὐτός ἡ βουλή καί ἡ θέληση τοῦ Πατέρα. Γι᾽ αὐτό λοιπόν, ἐπειδή ἦταν μέτοχος καί κοινωνός τῆς φύσης Του (γιατί εἶναι μία ἡ φύση τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ), ἐκτελεῖ δικό Του θέλημα, γίνεται ἄνθρωπος καί ὑπήκοος τοῦ Πατέρα μέχρι θανάτου, καί μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ (Φιλ. 2, 8), θεραπεύοντας ἔτσι τή δική μου παρακοή.

3. Ἐπείγεται λοιπόν πρός τό πάθος καί βιάζεται νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, τό σωτήριο γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἔρχεται πεινασμένος γιά τή σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας, καί δέ βρίσκει σ᾽ αὐτήν καρπό. Γιατί αὐτήν ὑπαινίσσεται μεταφορικά ἡ συκιά. Ποιός δηλαδή τρώει τό πρωί; Ὁ βασιλιάς, ὁ Κύριος, ὁ Δάσκαλος. Νιώθοντας πείνα πρωί-πρωί, δέν ἐμποδίζει τήν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ. Δέν συγκρατεῖ τή φύση Του, ἀλλά, σάν κάποιος ἀκρατής κι ἀκόλαστος, ὁρμᾶ ἀνόητα στό φαγητό, σέ ἀκατάλληλη ὥρα. Πῶς τότε παιδαγωγεῖ τούς μαθητές Του νά μήν τούς νικᾶ τό πάθος τῆς ἐπιθυμίας; Δέν εἶναι ἔτσι τό πράγμα. Ἀλλά ὅπως μιλοῦσε διδάσκοντας μέ παραβολικούς λόγους, ἔτσι ἐκτελεῖ καί τίς παραβολές μέ ἔργο. Πλησίασε στή συκιά πεινώντας (Ματθ. 11, 19). Ἡ συκιά ὑποδήλωνε τή φύση τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ καρπός τῆς συκιᾶς εἶναι γλυκύς, τά φύλλα της τραχιά κι ἄχρηστα κι ἕτοιμα γιά τή φωτιά. Ἀλλά καί ἡ φύση τῆς ἀνθρωπότητας εἶχε γλυκύτατο τόν καρπό τῆς ἀρετῆς, ἔχοντας ἀπό τό Θεό τήν ἐντολή νά τήν καρποφορεῖ, ἐξαιτίας ὅμως τῆς ἀκαρπίας της στήν ἀρετή ἔβγαλε τά τραχιά φύλλα.
Πράγματι τί ὑπάρχει τραχύτερο ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες (Γεν. 2, 25); Ἦταν κάποτε γυμνοί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα καί δέν ἔνιωθαν ντροπή. Γυμνοί στήν ἁπλότητα καί τήν ἀπέριττη ζωή τους. Οὔτε τέχνη εἶχαν οὔτε βιοτικές μέριμνες. Δέν ἐπινοοῦσαν τρόπους πῶς νά σκεπάσουν τή γύμνια τοῦ σώματός τους. Δέν ντρέπονταν γιά τήν ἀκτημοσύνη τους οὔτε γιά τή λιτότητα τῆς ζωῆς τους, ἀλλά, ἄν καί ἦταν γυμνοί στό σῶμα, τούς σκέπαζε ἡ Θεία Χάρη. 
Δέν εἶχαν σωματικό φόρεμα, ἀλλά φοροῦσαν ἔνδυμα ἀφθαρσίας. Ὅταν ὅμως παράκουσαν, βρέθηκαν μακριά ἀπό τή Χάρη πού τούς σκέπαζε. Ἀπογυμνώθηκαν ἀπό τήν ἔκστασή τους πρός τόν Θεό καί τή θεωρία Του. 

Εἶδαν τή γύμνωση τοῦ σώματός τους (Γεν. 3, 7). Πόθησαν τά εὐχάριστα τῆς ζωῆς. Βρέθηκαν μέσα στή φτωχική καί στερημένη ζωή. Ἔρραψαν φόρεμα ἀπό φύλλα συκιᾶς κι ἔκαναν περιζώματα, ἔκαναν πολλούς λογισμούς καί βρῆκαν τήν τραχιά καί γεμάτη μέριμνες καί πόνους ζωή.«Μέ τόν ἱδρώτα τοῦ προσώπου σου θά φᾶς τό ψωμί σου. Καταραμένη θά εἶναι γιά τά ἔργα σου ἡ γῆ, θά βγάλει γιά σένα ἀγκάθια καί τριβόλια καί θά καταλήξεις στή γῆ» (Γεν. 3, 17, 19).
Ἀπόχτησες γήινα φρονήματα, γι᾽ αὐτό ἡ στροφή σου θά γίνει πρός τή γῆ. Ἔγινες ἕνα μέ τά ἄλογα ζῶα, ἀφοῦ δέν κατάλαβες ὅτι εἶχες τιμητική θέση (Ψαλμ. 48, 13). Ἤσουν στούς κόλπους τοῦ Θεοῦ καί δέν κατάλαβες τήν καρποφόρο ἀρετή. Προτίμησες τήν ἀπόλαυση τῶν γήινων κι ἀγάπησες τή ζωή τῶν ἀλόγων ζώων. 
Εἶσαι γῆ καί θά καταλήξεις στή γῆ. Θά κληρονομήσεις τό θάνατο, ὅπως τά ἄλογα ζῶα. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού φοράει καί τούς δερμάτινους χιτῶνες (Γεν. 3, 21). Ὄντας μέ τό σῶμα του ἀνάμεσα στή ζωή καί στό θάνατο - ἐνῶ πρῶτα ζοῦσε στόν παράδεισο τῆς τρυφῆς καί κατοικοῦσε σέ βασιλικά διαμερίσματα - ἀπέκτησε ἔπειτα θνητό καί παχύ σῶμα, ἱκανό νά ἀντέχει στούς κόπους. Εἶναι ἀληθινά τραχιά τά φύλλα τῆς συκιᾶς τῆς φύσης μας, τῆς ἀπειθάρχητης κακίας τῆς φύσης μας. Σ᾽ αὐτή τή συκιά, τή φύση δηλαδή τῆς ἀνθρωπότητας, πῆγε ὁ Σωτήρας πεινώντας καί ζητώντας ἀπό αὐτήν τό γλυκύτατο καρπό, δηλαδή τήν γλυκύτατη γιά τό Θεό ἀρετή, μέ τήν ὁποία πραγματοποιεῖ τή σωτηρία μας. 
Καί δέ βρῆκε καρπό, παρά φύλλα μονάχα, τήν τραχιά καί πικρή ἁμαρτία καί ὅ,τι κακό φυτρώνει ἀπό αὐτήν. Γι᾽ αὐτό καί τῆς λέει ἐπιτιμητικά:«Ποτέ πιά δέν θά δώσεις καρπούς» (Ματθ. 11, 19). Γιατί ἡ σωτηρία δέν προέρχεται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἡ ἀρετή δέν προέρχεται ἀπό ἀνθρώπινη δύναμη. Ἐγώ θά φέρω τή σωτηρία σας καί μέ τό πάθος μου θά σᾶς χαρίσω τήν ἀνάσταση. Θά σᾶς χαρίσω ἐπιπλέον καί τήν ἀπαλλαγή σας ἀπό τήν πολύ σκληρή αὐτή ζωή πού τώρα ζεῖτε. Αὐτά εἶπε καί βέβαια ὅπως τά εἶπε καί τά πραγματοποίησε.

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ὁμιλία
στήν ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ
ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ.
το είδαμε εδώ

Ο Ιησούς της αγάπης και η ξηρανθείσα συκή


1 (1)Γράφει ο Δημήτριος Ι. Χατζόπουλος
Μη-Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας
Πανεπιστημίου Κρήτης

Στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης στο χωριό Περιβόλια του Ρεθέμνους, ο καθηγητής Νίκος Σβορώνος, ο ιστορικός, έκαμε μια ομιλία. Δεν θυμούμαι τη χρονολογία ούτε και την ημερομηνία. Πρέπει να ήταν μεταξύ των ετών 1982 και 1984. Δεν θυμούμαι όμως ούτε το θέμα της διάλεξης. Μετά την ομιλία ήρθε η ώρα των ερωτήσεων. Κάποιος φοιτητής έκαμε μιαν ερώτηση, την οποία επίσης δεν θυμούμαι. Θυμούμαι όμως τον μικρόσωμο σεμνό συνάδελφο να ερωτά εντόνως τον ερωτήσαντα: «Καταράστηκε ποτέ κανέναν ο Ιησούς;» και να απαντά ο ίδιος στην ερώτησή του: «Ο Ιησούς Χριστός δεν καταράστηκε ποτέ κανέναν».
Καθόμουνα σε ένα έδρανο μακράν του ομιλητού, κοντά στην πόρτα εισόδου και ψιθύρισα, για να μη με ακούσει ο Σβορώνος: «Βεβαίως και καταράστηκε ο Ιησούς μια συκιά που ξεράθηκε, όπως μας λένε τα ευαγγέλια». Με άκουσε όμως ο συνάδελφος αρχαιολόγος Νικόλας Φαράκλας, που σχολίασε σε συναδέλφους αυτό που είπα, όταν τελείωσε η διάλεξη. Γιατί όμως δεν απηύθυνα τα λόγια μου στον Νίκο Σβορώνο; Δεν ξέρω. Ίσως γιατί δεν ήθελα να του αμαυρώσω την εικόνα που είχε για το πρόσωπο του Ιησού. Γι’ αυτόν ο Ιησούς ήταν ο Ιησούς της αγάπης, που δεν θα μπορούσε να κάμει κακό σε κανέναν.
Θυμήθηκα το περιστατικό αυτό, γιατί όταν πλησιάζει το Πάσχα των Ελλήνων, πάντα διαβάζω πάλι και πάλι τις αφηγήσεις των ευαγγελιστών για την τελευταία εβδομάδα της ζωής του Ιησού.
Την εικόνα που είχε ο Σβορώνος για τον Ιησού, την εικόνα του Ιησού της αγάπης, την είχα και εγώ. Την είχε δημιουργήσει στον νου μου η μάνα μου η Μικρασιάτισσα, πριν ακόμα πάγω στο δημοτικό σχολείο. Αλλά, όταν στην τελευταία τάξη του εξαταξίου γυμνασίου, διάβαζα στα ευαγγέλια το περιστατικό της καταρασθείσης από τον Ιησού συκής, που αφηγούνται οι Ματθαίος και Μάρκος, δεν μπορούσα να δεχθώ ότι ήταν δυνατόν ο Ιησούς της αγάπης να έπραξε τέτοια κακή πράξη. Αλλά πάλι οι θεολόγοι καθηγητές μας έλεγαν ότι τα ευαγγέλια είναι θεόπνευστα ιερά κείμενα, επομένως, κάθε θεόπνευστο κείμενο δεν μπορεί να περιέχει αναλήθειες. Βρέθηκα λοιπόν στο δίλημμα:
Ή ο Ιησούς είναι ο Ιησούς της αγάπης
ή ο Ιησούς δεν είναι ο Ιησούς της αγάπης.
Ή η μάνα μου δημιούργησε στον νου μου την αληθινή εικόνα του Ιησού
ή το περιστατικό που αφηγούνται τα ευαγγέλια όντως συνέβη.
Εδώ έχουμε αποκλειστική διάζευξη. Ή η πρώτη διαζευκτική πρόταση αληθεύει ή η δεύτερη. Δεν είναι δυνατόν να συναληθεύουν.΄Ηβανα βουλή ότι η μάνα μου είχε δίκαιο και έτσι ο νους μου έπαψε ν’ ασχολείται μ’ αυτό το ζήτημα. Αλλά το θέμα πάλι άρχισε να με απασχολεί. Κι αυτό γιατί διάβασα μερικές προσπάθειες ερμηνείας ή εξήγησης του περιστατικού. Για τους ερμηνείς δεν υπάρχει ασυμφωνία του Ιησού της αγάπης με την πράξη του να καταρασθεί τη συκή. Πριν ασχοληθώ με μία από αυτές τις ερμηνείες, που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την κακή πράξη του Ιησού, ας δούμε τι μας λέγουν οι ευαγγελιστές.
Το πρώτο ευαγγέλιο που εγράφη, λένε οι μελετητές της Καινής Διαθήκης, είναι του Μάρκου. Ο Μάρκος δεν ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Ιησού. Τα της ζωής και της διδασκαλίας του Ιησού πρέπει κατά το πλείστον να τα έμαθε από τον Πέτρο, του οποίου ήταν συνοδός. Πήγε μαζί του μέχρι και τη Βαβυλώνα. Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι το ευαγγέλιο του Μάρκου εγράφη πριν από το 60 μ.Χ. Το περιστατικό που αφηγείται συνέβη την τελευταία εβδομάδα της ζωής του Ιησού, το 33 μ.Χ. Στις 9 του μηνός Νισάν, ημέρα Κυριακή, ο Μάρκος γράφει ότι ο Ιησούς εισέρχεται θριαμβευτικά στην Ιερουσαλήμ. Όταν δε εβράδιασε, έφυγε με τους δώδεκα μαθητές του και πήγε στη Βηθανία, περίπου τέσσερα χιλιόμετρα μακριά, όπου διανυκτέρευσαν. Την επομένη, 10 του μηνός Νισάν (Μεγάλη Δευτέρα), φεύγουν από τη Βηθανία για τα Ιεροσόλυμα. Με τα λόγια του ευαγγελιστού:
Καὶ τῇ ἐπαύριον ἐξελθόντων αὐτῶν ἀπὸ Βηθανίας ἐπείνασε• καὶ ἰδὼν συκῆν ἀπὸ μακρόθεν ἔχουσα φύλλα, ἦλθεν εἰ ἄρα τι εὑρήσει ἐν αὐτῇ• καὶ ἐλθὼν ἐπ’ αὐτὴν οὐδὲν εὗρεν εἰ μὴ φύλλα• οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων, καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῇ• μηκέτι ἐκ σοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μηδεὶς καρπὸν φάγοι. Καὶ ἤκουον οι μαθηταὶ αὐτοῦ. (Mκ 11:12-14).
Ο Μάρκος συνεχίζει την αφήγηση και γράφει για τη βίαιη εκδίωξη των εμπόρων και αγοραστών και κολλυβιστών από τον ναό. Μετά τα συμβάντα στον ναό, όταν άρχισε να σκοτεινιά, βγήκαν έξω από τα Ιεροσόλυμα (στίχ. 15-19). Ο Μάρκος δεν γράφει πού επέρασαν τη νύχτα. Πρέπει να επέστρεψαν στη Βηθανία, γιατί διαβάζουμε ότι την επόμενη μέρα, 11 του μηνός Νισάν (Μεγάλη Τρίτη),
Καὶ προπορευόμενοι πρωὶ εἶδον τὴν συκῆν ἐξηραμμένην ἐκ ριζῶν καὶ ἀναμνησθεὶς ὁ Πέτρος λέγει αὐτῷ• ραββί, ἴδε ἡ συκῆ ἣν κατηράσω ἐξήρανται. (Μκ 11:20-21).
Στους στίχους 22-25, ο Ιησούς λέγει στους μαθητές του για την παντοδυναμία της πίστεως και στον στίχο 25 διαβάζουμε:
Καὶ ὅταν στήκητε προσευχόμενοι, ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατά τινος, ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἀφῇ ὑμῖν τὰ παραπτώματα ὑμῶν.
Στους στίχους 12-14 παρατηρώ τα ακόλουθα:
1. Ο Ιησούς πηγαίνοντας από τη Βηθανία για τα Ιεροσόλυμα επείνασε.
2. Στον δρόμο βλέπει φυλλοφόρο συκή, έρχεται προς αυτήν, δεν βρίσκει κανένα σύκο.
3. Ο Μάρκος λέγει ρητώς: «οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων». Ο Ιησούς δεν βρίσκει τίποτε σ’ αυτήν, γιατί δεν ήταν ο καιρός των σύκων, η εποχή τους.
4. Ο Ιησούς καταράται τη συκή.
5. Οι μαθητές του ακούνε την κατάρα. Κανείς τους δεν λέγει τίποτε.
Στους στίχους 20-22, παρατηρώ τα εξής:
6. Την επόμενη μέρα της κατάρας που έδωσε ο Ιησούς, όταν επήγαιναν για τα Ιεροσόλυμα, είδαν ότι η συκή είχε τελείως ξεραθεί από τη ρίζα.
7. Ο Πέτρος θυμήθηκε την κατάρα του Ιησού και του λέει για το αποτέλεσμα αυτής.
Στον δε στίχο 25, τους λέγει ρητώς ο Ιησούς να συγχωρούν, αν έχουν κάτι εναντίον κάποιου, για να συγχωρήσει ο Πατέρας τους τα παραπτώματά τους.
Το περιστατικό αυτό που αφηγείται ο Μάρκος συνέβη, όπως έγραψα, την τελευταία εβδομάδα της ζωής του Ιησού. Τη Μεγάλη Δευτέρα καταράται ο Ιησούς τη συκή. Τη Μεγάλη Τρίτη το πρωί βλέπουν ότι έχει τελείως ξεραθεί. Τα ερωτήματα που εγείρονται είναι
α) γιατί ο Ιησούς κατηράσθη τη συκή;
β) πώς συβάζεται η κατάρα με τη διδαχή του στίχου 25;
Ο πεινασμένος Ιησούς είχε κάτι εναντίον της συκής. Περίμενε να βρει σύκα και δεν βρήκε. Απογοητεύτηκε, οργίστηκε, και καταράστηκε το δέντρο. Γιατί; Σύμφωνα με τη διδαχή του στίχου 25, γιατί δεν συγχώρησε τη συκή; Αλλά γιατί περίμενε να βρει καρπούς στο δέντρο; Ήταν αρχές ανοίξεως. Ο Μάρκος γράφει «οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων». Αυτό φυσικά το γνώριζε ο Ιησούς. Τότε, πώς περίμενε να βρει σύκα στο δέντρο, εφόσον δεν ήταν η εποχή τους; Και πρώιμα σύκα να έκανε η συκή, αυτά που λέμε στην Κρήτη μαγιάτικα, πάλι δεν ήταν ο καιρός τους. Ακόμα και ο καιρός τους να ήταν, είναι πιθανό άλλοι οδοιπόροι πριν από τον Ιησού, να ήταν πεινασμένοι και να τα έκοψαν όλα και να μην άφησαν κανένα πάνω στο δέντρο, όπως αφήνουν λίγο καρπό στα δέντρα ή στ’ αμπέλια οι Κρητικοί για τα πουλιά ή για τους περαστικούς, για τους φτωχούς. Τώρα θα ρωτήσει κάποιος: Μήπως το περιστατικό αυτό δεν συνέβη ποτέ; Γιατί δεν είναι δυνατόν ο Ιησούς να δίνει κατάρες και μετά να διδάσκει τους μαθητές του να συγχωρούν κάποιον που τους έχει κάνει κακό. Κι όπως έγραψα πιο πάνω (β), δεν συνάδει να πράττει κάποιος μια κακή πράξη, στην περίπτωσή μας να καταράται αδίκως κάτι, και να διδάσκει τη συγχώρεση αυτών που τον έχουν βλάψει. Αλλά και δίκαιο να έχει κάποιος που έχει βλαφθεί και να θέλει να ανταποδώσει τη βλάβη, ο Ιησούς της αγάπης στον στίχο 25 μας λέγει να τον συγχωρέσουμε.
Έγραψα πιο πάνω ότι πιθανόν το περιστατικό αυτό να μη συνέβη ποτέ. Αλλά σκέφτομαι ότι ο Μάρκος έμαθε για τον βίο και την πολιτεία του Ιησού από τον Πέτρο, ο οποίος ήταν παρών στο συμβάν. Ο Πέτρος του το διηγήθηκε. Μήπως ο Πέτρος μετέτρεψε κάποια παραβολή του Ιησού, όπως αυτή που υπάρχει στο ευαγγέλιο του Λουκά, που είναι γνωστή ως η παραβολή της ακάρπου συκής, σε πραγματικό γεγονός;
Ας δούμε όμως τώρα την αφήγηση του περιστατικού από τον Ματθαίο. Ο Ματθαίος ήταν πλούσιος τελώνης από την Καπερναούμ. Ήταν μαθητής του Ιησού, ένας από τους δώδεκα. Το βιβλίο του το έγραψε πρώτα στα αραμαϊκά, όπως μας λένε οι καινοδιαθηκολόγοι. Αργότερα, το ευαγγέλιό του μεταφράστηκε στα ελληνικά. Ο Ματθαίος μας λέγει ότι μετά τη θριαμβευτική είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα και την εκδίωξη των εμπόρων και αγοραζόντων και κολλυβιστών από τον ναό την ίδια μέρα, 9 Νισάν, Κυριακή, και όχι 10 Νισάν, Μεγάλη Δευτέρα, όπως γράφει ο Μάρκος, και μετά τη θεραπεία χωλών και τυφλών, έφυγε με τους μαθητές του και πήγε στη Βηθανία, όπου διανυκτέρευσαν. Με τα λόγια του Ματθαίου ή κάποιου μεταφραστού, διαβάζουμε:
Πρωίας δὲ ἐπανάγων εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασε• καὶ ἰδὼν συκῆν μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ’ αὐτήν καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον, καὶ λέγει αὐτῇ• μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξηράνθη παραχρῆμα ἡ συκῆ. καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες• πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς• ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται. καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε. (Μτ 21: 18-22).
Στην αφήγηση παρατηρώ τα ακόλουθα:
1. Το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας πηγαίνοντας από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα ο Ιησούς, επείνασε.
2. Στον δρόμο βλέπει φυλλοφόρο συκή, την πλησιάζει αλλά δεν βρίσκει κανένα σύκο να κόψει να φάγει.
3. Ο Ιησούς καταράται τη συκή.
4. Η συκή αμέσως ξηραίνεται.
5. Οι μαθητές είδαν τι έγινε, εθαύμασαν το γεγονός και ρωτούν «πώς ξεράθηκε αμέσως η συκή;»
6. Ο Ιησούς απαντά ότι η πίστη στον Θεό κάνει θαύματα.
Συγκρίνοντας τις δύο αφηγήσεις του περιστατικού, βλέπουμε ότι συμφωνούν στα ακόλουθα:
1. Ο Ιησούς επείνασε.
2. Ο Ιησούς καταράται τη συκή, επειδή δεν βρίσκει σύκα να φάγει.
3. Η συκή ξηραίνεται.
4. Ο Ιησούς μιλά για τη δύναμη της πίστης.
Οι διαφορές είναι προφανείς. Οι πιο σημαντικές είναι ότι ο Ματθαίος δεν μας λέγει ότι δεν ήταν η εποχή των σύκων και ότι πρέπει να συγχωρούμε αυτούς που μας βλάπτουν. Αλλά στην αφήγηση του Ματθαίου μου κάνει εντύπωση ότι δεν ρώτησαν οι μαθητές γιατί ο Ιησούς καταράσθηκε τη συκή, αλλά πώς μια κατάρα είχε ως συνέπεια την καταστροφή ενός όντος. Δεν τους ένοιαξε να μάθουν τον λόγο της πράξης του Ιησού. Αν ο Ιησούς ήθελε να δείξει τη δύναμη της πίστης, όπως είπε ο αδελφός μου ο Αντώνης, αντί να την καταραστεί, μπορούσε να πει στη συκή να κάμει καρπούς για να φάγει.
Μου είναι αδιανόητο ο Ιησούς να έχει κάμει τέτοια κακή πράξη. Όπως ήδη ανέφερα, το περιστατικό αυτό ερμηνεύεται συμβολικώς, γιατί θεωρώ ότι οι συμβολικές ερμηνείες δίδονται για να απαλλαγεί ο Ιησούς από τον χαρακτηρισμό ενός εκδικητικού κακού ανθρώπου.
Το κείμενο της αφήγησης της καταρασθείσης συκής, όπως μου είπε η γυναίκα μου, αναγιγνώσκεται μαζί με άλλους στίχους (Μτ 21:18-43) στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας την εσπέρα της Κυριακής των Βαΐων ή τον όρθρο της Μεγάλης Δευτέρας. Δεν αναγιγνώσκεται η αφήγηση του Μάρκου. Μετά την ανάγνωση του ευαγγελίου ψάλλονται καταβασίες, ωδές, ειρμοί, κοντάκια, καθώς και το εξής υπόμνημα:
Τῇ Ἁγίᾳ καὶ Μεγάλῃ Δευτέρᾳ μνείαν ποιούμεθα τοῦ μακαρίου Ἰωσήφ τοῦ Παγκάλου καὶ τῆς ὑπὸ τοῦ Κυρίου καταρασθείσης καὶ ξηρανθείσης συκῆς (Ιερά Σύνοψις, Αθήνα: Αστήρ 1993, σ. 292).
Στην επόμενη σελίδα, 293, διαβάζουμε τους στίχους:
Τὴν Συναγωγήν, συκῆν Χριστός, Ἑβραίων
καρπῶν ἄμοιρον πνευματικῶν εἰκάζων
ἀρᾷ ξηραίνει• ἧς φύγωμεν τὸ πάθος.
Στη δε σελίδα 297 διαβάζουμε το στιχηρό ιδιόμελο:
Τῆς ξηρανθείσης συκῆς διὰ τὴν ἀκαρπίαν τὸ ἐπιτίμιον φοβηθέντες, ἀδελφοί, καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας προσάξωμεν Χριστῷ τῷ παρέχοντι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Στους στίχους της σελίδας 293 ο Χριστός εικάζει τη συκή ως τη συναγωγή των Εβραίων, η οποία είναι άμοιρος καρπών πνευματικών. Πιστεύω ότι ο Ιωάννης Θ. Κολιτσάρας τους παραπάνω στίχους είχε στον νου του, γιατί γράφει τα εξής για το περιστατικό της καταρασθείσης συκής, που αφηγείται ο Μάρκος. Οι μαθητές άκουσαν μεν την κατάρα του Ιησού:
χωρίς να ημπορούν να εννοήσουν ότι η άκαρπος συκή εσυμβόλιζε την άκαρπον συναγωγήν των Εβραίων, η οποία εξωτερικώς μόνον τύπους είχε να παρουσιάσει και όχι αρετήν και η οποία θα έμενε πλέον εις τον αιώνα στείρα και άκαρπος (Η Καινή Διαθήκη, Αθήνα: «Ζωή» 1981, σ. 173).
Για την αφήγηση του περιστατικού από τον Ματθαίο γράφει:
Τούτο δε έκαμε ο Κύριος, δια να συμβολίση την καταδίκην, που επερίμενε τους Γραμματείς και Φαρισαίους, οι οποίοι είχαν την εξωτερικήν εμφάνισιν της ευσεβείας, όχι όμως την δύναμιν και την αρετήν αυτής (Η Καινή Διαθήκη, ό.π., σ. 91).
Η ανωτέρω συμβολική ερμηνεία είναι σχεδόν η ίδια με εκείνη που έχει δώσει για την αφήγηση του Μάρκου. Ο Κολιτσάρας εδώ θεωρεί ότι το περιστατικό αυτό της καταρασθείσης συκής πρέπει να κατανοηθεί συμβολικώς. Όπως ο ποιητής των στίχων, έτσι κι αυτός θεωρεί ότι η συκή την οποία χαρακτηρίζει «άκαρπον» συμβολίζει την άκαρπο συναγωγή των Εβραίων. Ο συμβολισμός αυτός είναι άστοχος και αφελής. Γιατί; Διότι η συκή που καταράστηκε ο Ιησούς ναι μεν δεν είχε καρπούς, αλλά άκαρπος ή στείρα ή άβγια, όπως λέμε στην Κρήτη, δεν ήταν. Το κείμενο δεν μας λέγει ότι ήταν. Τουναντίον, ο Μάρκος μας λέγει: «οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων». Δηλαδή, αφήνει να εννοηθεί ότι επρόκειτο να καρποφορήσει μερικούς μήνες αργότερα. Η συμβολική δε ερμηνεία του Κολιτσάρα μας λέγει ότι Ιησούς είχεν ανάγκη της πνευματικής τροφής, της αρετής, της διδαχής της συναγωγής των Εβραίων, και πήγε σ’ αυτήν να βρει κάτι πνευματικό για να χορτασθεί. Όμως ο Ιησούς επείνασε μεν, αλλ’ όχι πνευματικώς. Είχε τη δική του διδασκαλία, τον δικό του λόγο, το δικό του σωτήριο μήνυμα, δεν χρειαζόταν τη διδαχή της συναγωγής και μάλιστα την τελευταία εβδομάδα της ζωής του, όταν είχε ήδη επιτελέσει το διδασκαλικό του έργο.
Όμως το στιχηρό ιδιόμελο της Ιεράς Συνόψεως μας δίδει άλλη ερμηνεία, η οποία θέλει να συμβιβάσει τον Ιησού της αγάπης με τον Ιησού της κατάρας. Για τον ποιητή του ιδιόμελου, ο Ιησούς καταράσθηκε τη συκή για να αποτελέσει παράδειγμα προς αποφυγήν. Οι χριστιανοί πρέπει να φοβηθούν το επιτίμιο το σκληρό, αν δεν προσαγάγουν στον Χριστό καρπούς αξίους της μετανοίας. Δηλαδή, για τον ποιητή του ιδιόμελου, ο Ιησούς λέγει: προσέξτε, μην πάθετε και σεις το ίδιο.
Αλλά ο Ιησούς στην ερώτηση των μαθητών «πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ», απήντησε με τη διδαχή για τη δύναμη της πίστης. Η προσπάθεια της σύβασης του Ιησού της αγάπης με τον Ιησού της εκδίκησης αποτυγχάνει. Επιχειρεί ο Κολιτσάρας, βασισμένος στους στίχους της Ακολουθίας του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας, που ψάλλεται το εσπέρας της Κυριακής των Βαΐων (βλ. Η Μεγάλη Εβδομάς, κατά την έκδοσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου), να δικαιολογήσει μια πράξη, η οποία δεν συνάδει με την εικόνα του Ιησού της αγάπης.
Πιστεύω ότι το περιστατικό που αφηγείται ο Μάρκος και επανέλαβε ο Ματθαίος δεν συνέβη ποτέ. Όπως ήδη έχω αναφέρει, ίσως ο Μάρκος να εξέλαβε την παραβολή της ακάρπου συκής, που βρίσκεται μόνο στο ευαγγέλιο του Λουκά (13:6-9), ως περιστατικό στη ζωή του Ιησού. Οι καινοδιαθηκολόγοι μας λέγουν ότι τα χειρογραφα των ευαγγελίων υπέστησαν αλλαγές δια μέσου των αιώνων. Ίσως κάποιος αντιγραφέας των ευαγγελίου του Μάρκου να θεώρησε κάποια παραβολή του Ιησού, όπως αυτή του Λουκά, ως πραγματικό περιστατικό της ζωής του.
Δεν γνωρίζω αν σε οικολογικό, περιβαλλοντικό συνέδριο που έχει οργανώσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη νήσο Πάτμο, με θέμα «Ορθοδοξία και Οικολογία», έχει συζητηθεί το περιστατικό της καταρασθείσης συκής. Θεωρώ ότι η πράξη αυτή είναι άκρως αντιπεριβαλλοντική, ακόμα κι αν δεχθεί κανείς τη συμβολική ερμηνεία.
Πριν από δεκατρία χρόνια, η Ιερά Μητρόπολις Φθιώτιδος αφιέρωσε στο φυσικό περιβάλλον το Ημερολόγιο του Σωτηρίου Έτους 2001, το οποίο μου έστειλε η αδελφή μου Δέσποινα από τη Λαμία. Στα διάφορα κείμενα, που δημοσιεύονται, Πατριαρχών, μητροπολιτών, καθηγητών και άλλων, σχετικά με το περιβάλλον και την οικολογία, δεν υπάρχει ουδεμία μνεία της καταρασθείσης συκής. Υπάρχουν όμως τα εξής λόγια του αγίου Κοσμά του Αιτωλού: «Φυτεύτε δένδρα. Οι άνθρωποι θα γίνουν φτωχότεροι, γιατί δεν φυτεύουν δένδρα» (σελίδα μηνός Απριλίου).
Δεν θα ασχοληθώ με άλλες προσπάθειες εναρμόνισης της εικόνας του Ιησού της αγάπης με εκείνη του εκδικητικού και επομένως κακού Ιησού. Ασχέτως με την ύπαρξη των αφηγήσεων του Μάρκου και του Ματθαίου για το περιστατικό της καταρασθείσης συκής, συμφωνώ με τον παλιό συνάδελφο, τον Νίκο Σβορώνο, που είπε, τότε που χτίζαμε το Πανεπιστήμιο Κρήτης στα Περιβόλια του Ρεθέμνους, «Ο Ιησούς Χριστός δεν καταράστηκε ποτέ κανέναν».
 το είδαμε εδώ

«Τόν νυμφῶνά Σου βλέπω» (Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου)


«Τόν νυμφῶνά Σου βλέπω Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ· λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα καί σῶσόν με», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἡ ψυχή τοῦ χριστιανοῦ, ἡ μετανοημένη ψυχή, αὐτή πού ἔχει συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητος καί τῆς εὐθύνης, στρέφει τά μάτια της πρός τόν Νυμφίον τῆς Ἐκκλησίας καί γοερῶς ἀναφωνεῖ: «Σωτήρα μου, Εὐεργέτα μου, Σύ πού σταυρώθηκες γιά μένα τήν ἁμαρτωλή ψυχή· δέν ἔχω χιτῶνα καθαρό, χιτῶνα λελαμπρυσμένο ἀπό τά δάκρυα καί τήν μετάνοια· ἔνδυμα δέν ἔχω ἁγνό. Πῶς θά παρουσιασθῶ ἐνώπιόν Σου, Οὐράνιε Νυμφίε κάθε μετανοημένης καί καθαρᾶς ψυχῆς! Ὁ νυμφώνας Σου εἶναι κεκοσμημένος, εἶναι θαυμάσια στολισμένος καί ὄμορφος. Ἐγώ ὅμως δέν ἔχω ἔνδυμα, ἵνα εἰσέλθω καί κατοικήσω αἰωνίως ἐν αὐτῷ. Σέ παρακαλῶ, Σέ ἱκετεύω, Οὐράνιε Νυμφίε τῆς ψυχῆς μου, λάμπρυνόν με· καθάρισε τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μου, δῶσε μου τά ἀπαιτούμενα μέσα καθάρσεως γιά νά λαμπρυνθῆ τό ἔνδυμα αὐτό καί νά ἀξιωθῶ νά γίνω μέτοχος, νά γίνω ἄξιος νά κατοικήσω μέσα σ᾿ αὐτόν τόν οὐράνιο καί αἰώνιο νυμφῶνά Σου».

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἄνω Ἱερουσαλήμ, ὁ οὐράνιος κόσμος, ὁ αἰώνιος καί ἀναλλοίωτος εἶναι ὁ νυμφώνας τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ πού κατοικεῖ ὁ Θεός ἐν φωτί, ἐκεῖ πού οἱ ἄγγελοι ψάλλουν ἀκαταπαύστως τό: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν». Σ᾿ ἐκεῖνον τόν οὐράνιο κόσμο βρίσκεται ἡ μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐτυχία, τό κάλλος καί ἡ ὀμορφιά.
Ψυχές κεκαθαρμένες καί μέ τά δάκρυα ἁγνισμένες, αἰσθάνονται αὐτόν τόν οὐράνιο νυμφῶνα· ἀπό τώρα τόν γεύονται· τόν βλέπουν μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς· τόν ὀρέγονται, τόν ποθοῦν καί νοσταλγοῦν τήν ἡμέρα καί τήν ὥρα πού θά ἀπέλθουν διά νά κατοικήσουν εἰς αὐτόν.
Ἡμεῖς ὅμως οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι δέν ἔχουμε τήν πληροφόρησι τῆς συνειδήσεως, γιατί ἡ ψυχή μας δέν εἶναι καθαρή, μήτε τό σῶμα μας. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί δέν εἶναι ἀνοιγμένα τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, νά δοῦμε τόν οὐράνιο αὐτό κόσμο, αὐτήν τήν ὀμορφιά, τήν ὁποία εἶδε γιά λίγο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἀνεφώνησε ἀπό ἔκπληξι καί θάμβος καί εἶπε: «Ὦ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ!… » (Ρωμ. 11: 33), καί ἀλλοῦ πάλιν· «Ἅι ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» (Α΄ Κορ. β΄: 9).
Σ᾿ αὐτόν τόν νυμφῶνα τόν οὐράνιο καλούμεθα νά γίνουμε οἰκήτορες, νά κατοικήσουμε, νά συναυλιζώμεθα μετά τῶν Ἀγγέλων, μετά τῶν Ἁγίων, σέ οὐράνια παστάδα, στήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, στό κάλλος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, στό φῶς τό ἀπρόσιτον, στόν ὑπέρφωτον γνόφον τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καθάρουμε τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς μας.

Σ᾿ αὐτήν τήν κάθαρσι τοῦ χιτῶνος, πού καλούμεθα νά ἐπιτύχουμε, μᾶς βοηθεῖ πάρα πολύ ἡ Ἐκκλησία μας. Γι᾿ αὐτό, τόν χρόνο αὐτό, πού ἀνοίχθηκε μπροστά μας καί φέτος, αὐτές τίς ἅγιες ἡμέρες –μέ τήν γενική ἄποψι τῆς νηστείας, ὄχι μόνον ἀπό τροφές, ἀλλά κυρίως ἀπό ἐγκράτεια κακῶν ἐπιθυμιῶν– πρέπει ὁ κάθε χριστιανός πού ποθεῖ νά σωθεῖ, νά ἀνασυγκροτήση τίς σκέψεις καί τίς ἀποφάσεις του καί νά ἀγωνισθῆ νά ζήση πιό σεμνά, πιό ἀπέριττα, πιό ἁπλᾶ, σταματῶντας τήν ἐξωτερική προσπάθεια τῆς καλλωπίσεως καί στρεφόμενος στόν ἐσωτερικό καλλωπισμό του. Τό ἐξωτερικό σκεῦος καταστρέφεται, διαλύεται, γίνεται βορά καί τροφή τῶν σκωλήκων καί τῆς φθορᾶς. Τήν ὀμορφιά ὅμως τῆς ψυχῆς, ὄχι μόνο κανένα πρᾶγμα δέν τή φθείρει, ἀλλά μᾶλλον τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τήν ἐξωραΐζει πρός τό εὐγενέστερον.
Ὁ χρόνος ὁλοένα καί συντέμνεται, ὅλο καί λιγοστεύει. Κάθε ἡμέρα πού περνᾶ, εἶναι καί ἕνα βῆμα πρός τόν θάνατο. Νά ξέρετε, ὅτι καί ἕνα μόνο δάκρυ ἰσοδυναμεῖ μέ τό λουτρό. Ὅπως τό λουτρό ἀνακουφίζει τό σῶμα καί τό πλύσιμο καθαρίζει τό ἔνδυμα, οὕτω πως καί τά δάκρυα τῆς μετανοημένης ψυχῆς ἁγνίζουν τήν καρδιά, ἁγνίζουν τό νοῦ, ἁγνίζουν τό σῶμα, ἁγνίζουν τήν ζωή, ἁγνίζουν τόν λόγο, ἁγνίζουν ἀκόμα καί τήν κάθε ἔκφρασι τοῦ ἀνθρώπου.
Νά γονατίζουμε καί νά προσευχώμεθα μέ πολλή ταπείνωσι. Σέ κάθε μετανοημένη ψυχή δίδεται λόγος, τῆς δίδεται φωτισμένη προσευχή. Αὐτό τό βλέπουμε στήν πόρνη τοῦ Εὐαγγελίου κατά τήν Μεγάλη Τρίτη. Ποῦ ἤξερε αὐτή, μιά γυναίκα τοῦ δρόμου νά κάνη προσευχή; Ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς ὅμως ἀπεφάσισε νά μετανοήση καί ἄρχισε νά κλίνη πρός τό φῶς καί πρός τήν ἀλήθεια, τῆς δόθηκε πνεῦμα προσευχῆς. Πόσο ὡραῖα εἶναι τά λόγια της μπροστά στόν Σωτῆρα! Γονάτισε μπροστά Του καί ἀσφαλῶς ἔκανε ἕναν ἐσωτερικό διάλογο μαζί Του! Ἐξέφρασε μέ ὅλη τήν καρδιά της τήν μετάνοιά της, διότι τῆς ἀπεκαλύφθη ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ μόνος Σωτήρας της καί ὅλοι οἱ ἄλλοι τήν ἐξηπάτησαν. Εἶδε ὅτι μόνον ὁ Ἰησοῦς, ὁ Χριστός, εἶναι Αὐτός πού θά τῆς δώση τό φῶς, τήν ἀνακούφισι, τήν χαρά καί τήν ἄφεσι τῶν πολλῶν της ἐγκλημάτων.
«Δέξαι με –εἶπε– τήν ἁμαρτωλή, δέξαι μου τό πέλαγος τῆς ἁμαρτίας!». Καί εἴδατε ὅτι τά δάκρυά της ἦταν τόσα πολλά, πού ἔβρεξαν τά ἄχραντα πόδια τοῦ Χριστοῦ καί ἀναγκάσθηκε νά τά σκουπίση μέ τήν πλούσια κόμη της. Δέν χρειαζόταν ἄλλο μύρο γιά τόν Χριστό μας. Τό πολυτιμότερο μύρο ἦταν τά δάκρυά της, πού ἄξιζαν μεγάλο πλοῦτο. Ἦταν σέ θέσι νά ἐξαλείψουν ὅλο τό χρέος πού εἶχε ἀπέναντι στόν Θεό. Καί ἐνῷ ἦταν καταβουρκωμένη, καταπνιγμένη στή βρωμιά καί στή δυσωδία, τά πολύτιμα ἐκεῖνα δάκρυα τήν βοήθησαν νά λαμπρύνη τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς της καί νά γίνη ἀποδεκτή ἀπό τόν Σωτῆρα μας. Ἐμεῖς, ἄραγε, πότε θά λαμπρύνουμε τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας;
Ἔτσι καί κάθε ἁμαρτωλή ψυχή πού κλαίει, πού βρέχει νοερῶς τά πόδια τοῦ Χριστοῦ μας, δέχεται τήν αὐτήν ἀνταπόκρισιν, τήν ὁποία δέχηκε καί ἡ πόρνη γυναίκα. Δέν εἶναι μόνον τό ὅτι σώθηκε, ἀλλά καί ἔγινε φωτεινό παράδειγμα γιά κάθε ψυχή παραστρατημένη, γιατί τῆς δείχνει τόν τρόπο, τόν δρόμο καί τό φῶς γιά ἐπιστροφή. Ἄν μποροῦσε κανείς νά ἐμβαθύνη στήν ψυχή αὐτῆς τῆς γυναίκας, καθ᾿ ἥν στιγμήν ὠλοφύρετο καί ἔκλαιγε καί ἔβρεχε τούς ἀχράντους πόδας τοῦ Ἰησοῦ, θά ἔβλεπε ὁποία ἡ ἀνακούφισις, ὁποῖον βάρος τῆς ἔφυγε καί ὁποίαν ἀνάπαυσιν ἔλαβε ἡ συνείδησίς της. Ὁ Χριστός γι᾿ αὐτά τά δάκρυά της τῆς ἔδωσε πλήρη τήν ἄφεσι ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν της.
Ἔτσι καί σέ κάθε ἄνθρωπο, πού ἐπιστρέφει κοντά Του, τοῦ δίνει πλούσια τήν συγγνώμη, ἀρκεῖ νά μετανοήση εἰλικρινά. Οὐδέν πρόβλημα μετά τήν μετάνοια. «Οὐ θελήσει θέλω τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν», λέγει ὁ Κύριος. Ὁρκίζεται στόν ἑαυτόν Του ὁ Θεός καί λέγει: «Δέν θέλω κανένας ἄνθρωπος, καμμία ψυχή νά χαθῆ καί νά κολασθῆ, ἀλλά θά τήν περιμένω. Θά ἐξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου καί κάθε προσμονή γιά τήν ἐπιστροφή της».
Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν φωτεινό δρόμο τῆς μετανοίας· ἐάν μετανοήσουμε εἰλικρινά, τότε ὁ Θεός δέχεται τήν μετάνοιά μας καί δημιουργεῖ νέα σχέσι μαζί μας. Πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, ἔρχεται στό σημεῖο νά λέγη: «Μά, δύναται ὁ Θεός νά μοῦ συγχωρέση αὐτά πού ἔκανα;». Ἀπό τή μιά πλευρά ἔχει δίκηο. Νοιώθει τό βάρος κι ἀναρωτιέται, ἄν τόσο βάρος μπορεῖ νά τό σηκώση ὁ Θεός! Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Δέν μπορεῖ ὁ Θεός, ὁ Χριστός, τό πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας καί τῶν οἰκτιρμῶν, νά σηκώση τό βάρος μιᾶς ψυχῆς ἁμαρτωλῆς; Μιά χούφτα ἄμμος ὅταν ριφθῆ, μέσα στούς ὠκεανούς, ἔχει καμμία ὑόστασι; Καμμία ὑπόστασι, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στήν ἐπιφάνεια; Μηδαμῶς. Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι καί ὅλα τά ἁμαρτήματα τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι ἕνα μηδέν ἐμπρός στήν ἄβυσσο τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ. Πολλῷ μᾶλλον τά ἁμαρτήματα μιᾶς καί μόνον ψυχῆς!

Ἔρχεται ὅμως ἀπό τά δεξιά, ὁ ἀλλότριος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δαίμων καί συμβουλεύει τήν ψυχή: «Δέν συγχωρεῖσαι μέ τίποτε!» τήν σπρώχνει, τήν πιέζει καί τήν «πρεσσάρει» γιά νά τήν ἐξωθήση στό ἔγκλημα τῆς αὐτοκτονίας. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο, ἡμεῖς ποτέ νά μή πιστέψωμε κάτι τέτοιο, ἀκόμη καί ἄν κάθε μέρα ἐγκληματοῦμε. Ποτέ νά μή χάσουμε τήν ἐλπίδα, ὅσα κι ἄν πράττουμε, ὅσο κι ἄν πίπτουμε, ὅσο κι ἄν τραυματιζώμεθα καί χτυπᾶμε· μηδαμῶς ἀπελισία καί ἀπόγνωσις.
Μά, θά πῆ ὁ λογισμός: «Ἕως πότε θά μέ περιμένη ὁ Θεός;» Ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεός σοῦ χαρίζει ζωή, αὐτό εἶναι μία ἐγγύησις τοῦ Θεοῦ ὅτι σέ περιμένει. Δέν μπορεῖς ἐσύ νά ἀποκλείσης τό δικαίωμα τῆς προσμονῆς τοῦ Θεοῦ. Μ᾿ αὐτήν τήν ἐλπίδα, μ᾿ αὐτό τό θάρρος νά προσερχώμεθα στόν Θρόνο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Ἔχουμε ἀναρίθμητα φωτεινά παραδείγματα μετανοίας ἀνθρώπων, μακράν τοῦ Θεοῦ εὑρισκομένων, οἱ ὁποίοι ἐπέστρεψαν καί ὄχι ἁπλῶς σώθηκαν, ἀλλά ἄγγιξαν μεγάλα μέτρα ἁγιότητος.
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία τί ἦτο; Πόσοι καί πόσες σάν τήν Ὁσία Μαρία, δέν ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι, πού ἔγιναν ἅγιοι κατόπιν! Γι᾿ αὐτό κανείς νά μήν ἀπελπίζεται, ἀλλά νά προσέρχεται μέ μετάνοια στόν πνευματικό, πού δύναται μέ τόν λόγο του νά οἰκειώση τόν ἁμαρτωλό μετά τοῦ Θεοῦ, νά τόν δικαιώση αὐτοστιγμεί. «Ὅσα ἐάν λύσητε ἐπί τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα καί ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔχει σε συγκεχωρημένον καί λελυμένον καί ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καί ἐν τῷ μέλλοντι». Αὐτομάτως τό «κομπιοῦτερ» τοῦ Θεοῦ χτυπάει μηδέν ἁμάρτημα καί συγχρόνως ἀνοίγεται ἡ πύλη τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ὁ νυμφώνας τοῦ Χριστοῦ δέχεται τόν ἄνθρωπο, τόν προηγουμένως μή ἔχοντα «λελαμπρυσμένον» τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς.
Γι᾿ αὐτήν τήν μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἄς Τόν εὐχαριστήσουμε, ἄς Τόν προσκυνήσουμε μέ ὅλη τήν εὐγνωμοσύνη τῆς ψυχῆς μας. Ἐάν ὁ Θεός δέν ἦτο τόσον ἀπείρως εὔσπλαχνος, οὐδείς ὁ σωζόμενος. Κανείς δέν θά ἐσώζετο, διότι οὐδείς εὑρίσκεται καί ὑπῆρξεν ἐπί τῆς γῆς ἄμεμπτος καί χωρίς σφάλμα καί κηλίδα. Οὐδείς ἠμπορεῖ νά καυχηθῆ ὅτι ἐτήρησε τήν καρδίαν του ἄμεμπτη καί καθαρή. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ ὅμως εἶναι τόσο δραστική, τό φάρμακο αὐτό εἶναι τόσο φοβερό καί τρομερό, πού ἐξαλείφει τά πάντα. Κάνει τρομερές ἐπεμβάσεις, ἀπίθανες ἐγχειρήσεις καί σώζει τόν ἄνθρωπο ἀπό βέβαιο ψυχικό θάνατο.
Ἐδῶ βλέπουμε ψυχές, πού ἔφυγαν ἀπό τήν ζωή ἀμετανόητες καί «θείᾳ ἐπεμβάσει καί θείᾳ προνοίᾳ» διά πρεσβειῶν ἁγίων ἀνθρώπων, ἐπεστράφησαν πίσω καί ἔλαβαν τήν συγγνώμη. «Μετά θάνατον οὐκ ἔστι μετάνοια» ἀπό τήν ἴδια τήν κολασμένη ψυχή. Γιά νά μετανοήση ἡ ἴδια, πρέπει νά ἐπιστρέψη στήν ζωή. Ἀκόμη καί τέτοια θαύματα ἔκανε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο.
Ὁ νυμφώνας «ἠνέωκται», ὁ Χριστός μᾶς περιμένει· δέν πρέπει νά βραδύνουμε. Τό στάδιον τῆς νηστείας καί τῆς καθάρσεως τό βαδίζουμε τώρα, τό λουτρό τῆς μετανοίας μᾶς περιμένει. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τόν χρόνο τώρα, πού ὅλα συμβάλλουν στήν μετάνοια. Τά λόγια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅλα κατανυκτικά, ἀρκεῖ νά προσέξουμε τήν ἔννοιά των. Ἄς γονατίζουμε κάθε μέρα, κάθε νύχτα καί ἄς ἐπικαλούμεθα πνεῦμα κατανύξεως καί δακρύων νά μᾶς χαρίζη ὁ Θεός.
Κι ὅταν ἀγγίξη ὁ Θεός τά μάτια μας, νά Τόν εὐχαριστήσουμε, νά ταπεινωθοῦμε καί νά Τοῦ ἐκφράσουμε τήν ἀδυναμία μας, κι ὅτι μέ τήν εὐσπλαχνία Του καί μόνον μετανοοῦμε καί ὄχι ὅτι εἴμεθα ἱκανοί καί ἄξιοι γιά μετάνοια. Καί τό ὅτι πιστεύουμε στόν Θεό καί τό ὅτι ἀναγνωρίζουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας εἶναι Χάρις Θεοῦ, εἶναι εὐσπλαχνία. Ἐάν ἡ Χάρις δέν ἐπισκιάση, ὁ ἄνθρωπος δέν ἀλλάζει. Ἐάν σκεπτώμεθα ἐπιστροφή, ἐάν μετανοοῦμε, ἐάν ἀλλάζουμε, αὐτό εἶναι Χάρις Θεοῦ. Γιά νά ἔλθη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα δεκτοί ἀπό τήν Χάρι.
Ἄς μετανοήσουμε ὅσο εἶναι στήν διάθεσί μας ὁ χρόνος, ὅσο ἔχουμε τόν καιρό μπροστά μας. Ὁ Θεός εἶναι τόσο καλός, ὁ Οὐράνιος Πατέρας ἔχει τέτοια καρδιά πού ὅλοι χωρᾶμε μέσα Του, ἀρκεῖ νά προσέλθουμε ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει. Ἰδιαίτερα τώρα νά προσερχώμεθα στίς Προηγιασμένες Λειτουργίες, διότι εἶναι γεμᾶτες κατάνυξι καί χάρι. Τί ὡραῖο τό Χερουβικό τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας! Μά, κι ἐκεῖνο τό Χερουβικό τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τί δογματική καί θεολογία περιέχει!
Ἄς βιάσουμε τούς ἑαυτούς μας, γιά νά βρεθοῦμε γρηγοροῦντες καί νήφοντες καί νά καταπολεμήσουμε τήν ἀμέλεια καί τή ραθυμία, γιατί αὐτά ἐμποδίζουν τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ἔρχεται ὁ δαίμων καί μᾶς φέρνει κόπωσι, κομάρες καί μᾶς ψιθυρίζει: «Μή κάνης τίς μετάνοιες, μή σηκώνεσαι τώρα γιά προσευχή, εἶσαι κουρασμένος, κοιμήσου λίγο παραπάνω, θά πᾶς γιά δουλειά καί τόσα ἄλλα». Ἄς μή τόν ἀκούσουμε, ἄς βιασθοῦμε, διότι δέν ξέρουμε μετά ἀπό λίγες στιγμές τί μπορεῖ νά συμβῆ. «Ὅπου εὕρω σε, ἐκεῖ καί κρινῶ σε». Ἄν μᾶς βρῆ ἐπάνω στή βία, θά μᾶς κατατάξη μετά τῶν βιαστῶν. Ἄν μᾶς βρῆ στήν ἀμέλεια καί στή ραθυμία, θά μᾶς κατατάξη μετά τῶν ραθύμων καί τῶν ἀποτυχημένων.
Νά βοηθήσουμε καί τούς συνανθρώπους μας· νά τούς μιλήσουμε γιά τόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατρός· νά τούς δώσουμε θάρρος κι ἐλπίδα. Μία ψυχή νά βοηθήσουμε, εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἐλεημοσύνη. Ὅπως κι ἐμᾶς μᾶς βοήθησαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά κάνουμε τό ἴδιο.
Ἄς βιασθοῦμε λοιπόν σέ ὅλα, γιά νά εἰσέλθουμε στόν νυμφῶνα τοῦ Χριστοῦ· διότι «τῶν βιαστῶν εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ἀμήν.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

Ἀπό τό βιβλίο: “ Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας” Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου

Μεγάλη Δευτέρα: Η ευλογημένη γυμνότητα.



H πορεία προς τη συνάντηση με τον αναστημένο Xριστό πλησιάζει στο αποκορύφωμα της με τη M. Eβδομάδα και "τη Aγία και Mεγάλη Δευτέρα μνείαν ποιούμεθα του μακαρίου Iωσήφ του Παγκάλου και της υπό του Kυρίου καταρασθείσης και ξηρανθείσης συκής".
H γυναίκα του Φαραώ προσπάθησε να εκμαυλίσει τον Iωσήφ και εκείνος για μια στιγμή αντιμετώπισε το δίλημμα ή να φύγει γυμνός αφήνοντας πίσω τα ρούχα του ή για να μη χάσει τα ρούχα του, να υποστεί τον εκμαυλισμό.
Tώρα που πρέπει να ακολουθήσουμε βήμα προς βήμα το Xριστό στο πάθος, για να βρεθούμε κοντά του τη μεγάλη στιγμή, θα αντιμετωπίσουμε και εμείς το δίλημμα ή να προχωρήσουμε μαζί Tου γυμνοί αφήνοντας πίσω μας πολλά από τα πράγματα με τα οποία ο κόσμος προσπαθεί να μας διαφθείρει και να μας αφομοιώσει ή να τον εγκαταλείψουμε για να μη χάσουμε μια βολική, εύκολη και άνετη ζωή.



Στη ζωή μας είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε διαρκώς επιλογές, είμαστε αναγκασμένοι να διαλέγουμε ανάμεσα στην οικονομική και κοσμική επιτυχία και την ακεραιότητα, ανάμεσα στη δυνατότητα να ικανοποιούμε κάθε επιθυμία μας οποιαδήποτε στιγμή και την ανθρώπινη παρουσία στη ζωή μας, ανάμεσα στη δημοτικότητα και την ειλικρίνεια, ανάμεσα στο Θεό και το Mαμωνά.
Όμως σαν γνήσια παιδιά της εποχής μας θέλουμε και το ένα και το άλλο. Θέλουμε να έχουμε σύντροφο να λιγοστεύει η μοναξιά μας, αλλά και να μην είμαστε υποχρεωμένοι να σκεφτούμε κάποτε τις δικές του ανάγκες. Θέλουμε να μπορούμε να διακηρύσσουμε την αλήθεια αλλά ταυτόχρονα να 'χουμε την επιδοκιμασία όλων των ανθρώπων. Θέλουμε να είμαστε του Xριστού που είπε "ει εμέ εδίωξαν και ημάς διώξουσιν" και με το στόμα του Παύλου "πάντες οι θέλοντες ζην ευσεβώς εν Xριστώ διωχθήσονται" και ταυτόχρονα να είμαστε τέλεια βολεμένοι.
Θέλουμε να είμαστε καλοί χριστιανοί και ταυτόχρονα να είμαστε πλούσιοι να έχουμε όλες τις ανέσεις και να μένουμε αδιάφοροι στη δυστυχία των άλλων ανθρώπων, εκτός αν μπορούμε να ενδιαφερόμαστε με το αζημίωτο ζητώντας από τους άλλους μόνο, να μοιράσουν τα υπάρχοντα τους με τους φτωχούς.
O κόσμος προσπαθεί να μας εκμαυλίσει και να μας πάρει με το μέρος του όπως άλλοτε η Aιγυπτία τον Iωσήφ χρησιμοποιώντας ακαταμάχητα επιχειρήματα, "το αυτοκίνητο, το εξοχικό, μια βάρκα είναι βασικές ανάγκες της ζωής" διακηρύσσει, και προσθέτει σε χαμηλότερο τόνο "δεν μπορείς να επιζήσεις με το Σταυρό στο χέρι".
Όταν αντιμετωπίζουμε την κοινωνική αδικία και η συνείδηση μας πάει να ταραχτεί, αναπτύσσει βαθυστόχαστες φιλοσοφικές και πολιτικές θεωρίες και πολύ εύκολα μάς πείθει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να διακινδυνεύσουμε εμείς το βόλεμα μας ή να στερηθούμε το δεύτερο αυτοκίνητο μας ή την τρίτη βάρκα μας για να συμβάλουμε στην αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Όταν όμως ενδίδουμε σ' αυτό τον εκμαυλισμό δε γυμνωνόμαστε απ' όλα αυτά που σέρνουμε, και αυτά με το βάρος τους μας κολλάνε πάνω στη γη, έτσι που να μην μπορούμε πιά να κινηθούμε και να ακολουθήσουμε τον Xριστό, και Tον χάνουμε, και τότε η ζωή μας γίνεται σαν την ξηρανθείσα σύκη, άκαρπη, χωρίς Xριστό, χωρίς νόημα, καταραμένη.
Yπάρχουν άνθρωποι που βροντοφωνάζουν ότι ακολουθούν το Xριστό και κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να δείχνουν ότι ακολουθούν το Xριστό, αλλά στην πραγματικότητα δεν Tον ακολουθούν. Aυτοί είναι εκείνοι που φαίνονται ευσεβείς αλλά που έχουν μόνο τα εξωτερικά της ευσεβείας. Kαι υπάρχουν άλλοι που εξωτερικά δείχνουν ότι δεν ακολουθούν το Xριστό άλλα μέσα στη καρδιά τους Tον ακολουθούν πιό πολύ από τους πρώτους. Aυτοί οι τελευταίοι "προάγουν" τους πρώτους στη βασιλεία του Θεού. "Ήλθε γαρ πρός υμάς Iωάννης εν οδώ δικαιοσύνης" και οι πρώτοι " ουκ επίστευσαν αυτώ οί δε τελώναι και αί πόρναι επίστευσαν αυτώ".
Στη λειτουργική πορεία προς τη συνάντηση με το αναστημένο Xριστό του Tριωδίου, της Tεσσαρακοστή και της M. Eβδομάδος τονίζεται επανειλημμένα πως αυτοί που συνήθως θεωρούνται αμαρτωλοί μπορεί να βρίσκονται πιό κοντά στο Xριστό από εκείνους που φαίνονται οι πιο αφοσιωμένοι συνοδοιπόροι Tου.

π. Φιλόθεος Φάρος

από το βιβλίο: Πριν και μετά το Πάσχα

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...