Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 23, 2012

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ ΤΟΥΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΚΑΤΕΣΤΗΣΑΝ






Βρυξέλλες:

Άνω κάτω είναι οι κάτοικοι των Βρυξελλών μετά την απόφαση των αρχών να τοποθετήσουν τα Χριστούγεννα στην κεντρική πλατεία (Grand Place) μία ηλεκτρονική εγκατάσταση, αντί για το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δέντρο. Οι αρχές θεωρούν ότι η τοποθέτηση του παραδοσιακού δέντρου μπορεί να προσβάλει τον τοπικό μουσουλμανικό πληθυσμό. 
Από την πλευρά τους, οι πολίτες έχουν συγκεντρώσει 10.000 υπογραφές ζητώντας την άρση της απόφασης. Η απόφαση να αντικατασταθεί το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δέντρο από ένα «ηλεκτρονικό» εξόργισε τους πολίτες κυρίως όμως τους χρήστες των βελγικών κοινωνικών δικτυώσεων. 
Λάδι στη φωτιά έριξε η Μπιάνκα Ντέμπαετς, μέλος του δημοτικού Συμβουλίου των Βρυξελλών , δίνοντας μία διόλου πειστική εξήγηση με βάση τα θρησκευτικά κριτήρια. 
«Το δέντρο ως σύμβολο των χριστιανικών Χριστουγέννων μπορεί να προσβάλει τους ανθρώπους των άλλων θρησκειών», υποστήριξε.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα των Βρυξελλών «Brussels News», το ηλεκτρονικό δέντρο είναι μία κατασκευή ύψους 25 μέτρων η οποία  αποτελείται από τηλεοπτικές οθόνες. Κατά την διάρκεια της ημέρας, οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να την εξερευνήσουν . Να ανέβουν, δηλαδή, στην κορυφή του ηλεκτρονικού δέντρου και από εκεί να θαυμάσουν την θέα της πόλης. 
Όμως οι κάτοικοι των Βρυξελλών έχουν αντίθετη άποψη και ζητούν να τοποθετηθεί, όπως κάθε χρόνο, το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δέντρο. 
Οι Μουσουλμάνοι εκπροσωπούν το 25,5% του πληθυσμού των Βρυξελλών και, μάλιστα, πριν ένα μήνα, δύο Μουσουλμάνοι εξελέγησαν στο δημοτικό συμβούλιο της πρωτεύουσας. 

Ο Δρόμος προς το Φως: οι άγιοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας και οι αντίστοιχοι των θρησκειών


πηγή


Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Σε κάποιο χωριό της Μεσσαράς ζει μια γιαγιά, που όσοι τη γνωρίζουν καλά ξέρουν πως ο Θεός την έχει προικίσει με εξαιρετικά χαρίσματα.

Κάποτε, για παράδειγμα, σε κάποιον άρρωστο στην Αθήνα, που δεν τη γνώριζε καθόλου, εμφανίστηκε ο αρχάγγελος Μιχαήλ και του είπε:

«Ήρθα να σε θεραπεύσω, γιατί με στέλνει με την προσευχή της η Γ.».

Η γιαγιά Γ. μού είπε:
«Εγώ δεν είμαι αγία, μόνο μια γριά που παρακαλώ το Θεό για τη σωτηρία μου.
Άγιος είναι ο τάδε ασκητής, που μένει εκεί, ο δείνα που μένει εκεί» κ.τ.λ.,

και μου κατονόμασε 4-5 σημερινούς ασκητές, άγνωστους ως επί το πλείστον, που ζουν σε διάφορα σημεία της Κρήτης.

Ιδιότητες σαν αυτές της γιαγιάς Γ., από μόνες τους, δε σημαίνουν τίποτα.

Κάλλιστα μπορεί να τις αντιγράψει ένας απατεώνας – αν και άνθρωποι σαν τη γιαγιά δεν είναι απατεώνες· ποτέ δεν κέρδισε τίποτε απ’ αυτά, παρά μόνο ανησυχία μήπως χάσει τη μυστική σχέση με το Χριστό μέσα στην καρδιά της – ενώ παρόμοιες ικανότητες εμφανίζουν και δάσκαλοι άλλων θρησκειών, βουδιστές, ινδουιστές, ακόμη και μάγοι ιθαγενών φυλών ή σαμάνοι.

Ωστόσο, πρέπει να πούμε πως άνθρωποι που έχουν φτάσει στο επίπεδο της γιαγιάς στη δική μας πνευματική παράδοση υπάρχουν αρκετοί.

Είναι γνωστά π.χ. τα ασύλληπτα θαυματουργικά χαρίσματα σύγχρονων ορθόδοξων αγίων, όπως οι Γέροντες (=πνευματικοί διδάσκαλοι) Πορφύριος, Παΐσιος, Ιάκωβος κ.ά., οι οποίοι δεν είχαν μόνο διορατικό και θεραπευτικό χάρισμα, αλλά τους συνέβαιναν επίσης κάμψεις χώρου και χρόνου, πολλαπλασιασμός της ύλης, τηλεμεταφορά, επικοινωνία με τα ζώα κ.π.ά.

Και το πιο παράξενο, ίσως, είναι ότι παρόμοια φαινόμενα και εμφανίσεις τους συνεχίζονται και μετά το θάνατό τους, ή, για να μιλήσω ορθόδοξα, την κοίμησή τους.

Και στην Κρήτη υπήρχαν και υπάρχουν αντίστοιχοι, όπως ο Γέροντας Ευμένιος από τη μονή Ρουστίκων Ρεθύμνης κ.ά.

Οι θαυματουργοί αυτοί άγιοι είναι απόγονοι μιας προηγούμενης γενιάς θαυματουργών, στην οποία ανήκαν άνθρωποι όπως ο άγιος Γεώργιος Καρσλίδης († 1948), η αγία Ματρώνα της Μόσχας η αόμματη († 1952), ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς († Σηάτλ ΗΠΑ, 1966) κ.π.ά. σε όλο τον κόσμο, κι αυτοί με τη σειρά τους ήταν απόγονοι μιας άλλης γενιάς, που περιελάμβανε τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης († 1908), τον άγιο Νεκτάριο της Όπτινα (Ρωσία † 1937), την αγία Ματρώνα του Ανεμνιάσεβο († 1932), τον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη († 1924) κ.π.ά. Προχωρώντας έτσι ιστορικά προς τα πίσω, βλέπουμε αγίους θαυματουργούς εν ζωή σε κάθε χριστιανική γενιά, μέχρι τους μαθητές του Χριστού, που μερικά από τα θαύματά τους περιγράφονται ήδη στην Καινή Διαθήκη (στις «Πράξεις των Αποστόλων»).

* * *

Οι άγιοι αυτοί και χαρισματούχοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού έχουν πολλές διαφορές από τους αντίστοιχους λάμα, σουάμι, σαμάνους κ.τ.λ., αλλά θα ήθελα να αναφέρω τρεις, που ίσως φανερώνουν εκείνα τα στοιχεία που με ενδιαφέρει να επισημάνω και να σας προσφέρω.

Πρώτον, στη ζωή αυτών των χριστιανών δεν υπάρχει «μέθοδος», με την οποία ο άνθρωπος να εξασκείται στην απόκτηση τέτοιων ιδιοτήτων, ούτε και αυτοί οι άνθρωποι μυήθηκαν σε κάποιου είδους μυστική διδασκαλία.

Το μόνο που έκαναν ήταν και είναι ν’ ανοίξουν την καρδιά τους ολότελα προς το Χριστό, ως Θεό, και το συνάνθρωπο.

Ο τρόπος ζωής τους δεν περιέχει την εξάσκηση κάποιας μεθόδου (όπως π.χ. η γιόγκα, ο διαλογισμός ή μια πολεμική τέχνη), αλλά θα λέγαμε ότι πρόκειται για έναν δρόμο, που περιέχει την κατάβαση σε δυο νοερούς χώρους, που ο σύγχρονος άγιος Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ χαρακτηρίζει «άδη»:

στον «άδη της μετάνοιας» και στον «άδη της αγάπης».

Ο πρώτος «άδης» είναι η πλήρης απόρριψη του παλαιού εαυτού μου, των πράξεων και των επιθυμιών του (που χαρακτηρίζονται από εμπάθεια), και ο δεύτερος «άδης» περιέχει την αγάπη χωρίς όρους και μέχρι αυτοθυσίας για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ακόμη και τον εχθρό τους, που τον έχουν συγχωρήσει πλήρως.

Η αγάπη αυτή κορυφώνεται σε (ή ξεκινά από) αγάπη στο Χριστό, με τον Οποίο διατηρείται κανονική επικοινωνία μέσω της προσευχής, αλλά και της συμμετοχής στη θεία λειτουργία και στο μυστήριο της θείας Μετάληψης, και η οποία επικοινωνία μπορεί να φτάσει και μέχρι τη θέα του θείου Φωτός, κατά τη διάρκεια όχι μόνο της προσευχής αλλά και της κοινής καθημερινότητας – θέα που ενίοτε μπορεί να διαρκεί μέρες και ο άνθρωπος να κάνει τις καθημερινές του δραστηριότητες ευρισκόμενος συγχρόνως εντός του θείου Φωτός, το οποίο του αποκαλύπτεται ως προσωπική οντότητα, ως ο Χριστός.

Επειδή δεν υπάρχει μέθοδος, με την οποία να επιδιώκεται κάποιο αποτέλεσμα, μέγιστες πνευματικές εμπειρίες μπορεί να βιώσουν όχι μόνο μοναχοί ή ιερείς, αλλά και κοινοί άνθρωποι, οικογενειάρχες, ή ακόμη και παιδιά, που πιθανόν δεν ξέρουν καν τι ήταν αυτό που βίωσαν.

Χριστιανικές πνευματικές εμπειρίες – π.χ. θαύματα ή εμφανίσεις του Χριστού, της Παναγίας ή κάποιων αγίων – βιώνουν ακόμη και μη χριστιανοί, οι οποίοι ενίοτε παραμένουν πιστοί των θρησκειών τους, αλλά κάποιοι βρίσκουν το θάρρος να μεταστραφούν στην Ορθοδοξία, θέτοντας τον εαυτό τους στην αφετηρία της όλης πορείας.

Όλοι πάντως έχουν κάτι κοινό: τον άδη της μετάνοιας, που γεννά την ταπεινή καρδιά, και τον άδη της αγάπης, που προϋποθέτει αυτή την ταπεινή καρδιά.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των ορθόδοξων θαυματουργών αγίων είναι ότι δεν επιθυμούν καθόλου την απόχτηση εξαιρετικών χαρισμάτων, ούτε και τη βίωση ιδιαίτερων πνευματικών εμπειριών.

Δεν επιθυμούν ούτε την αύξηση της γνώσης τους, την απόχτηση «σοφίας» ή «ανώτερης συνειδητότητας» ή την «ένωση με το σύμπαν», την «εναρμόνισή τους» με αυτό ή κάτι παρόμοιο.

Επιθυμούν μόνο τον Χριστό.

Η επιθυμία τους τούς κατευθύνει έξω από τον εαυτό τους, προς ένα άλλο πρόσωπο, το οποίο αγαπούν και προς το οποίο τείνουν να ενωθούν, ακολουθώντας το δρόμο Του, το δρόμο της ταπεινής και ανιδιοτελούς αγάπης προς το Θεό (τον Άγιο Τριαδικό Θεό και όχι μια υποκειμενική ιδέα «περί Θεού» ή μια φαντασίωση ότι «θεός» είναι ένα σύμβολο της ομορφιάς ή της αγάπης ή μια σπίθα που υπάρχει μέσα μας ή σε όλα τα όντα κ.τ.λ.) και τον πλησίον.

Γι’ αυτό και δεν βυθίζονται στον εαυτό τους, όπως οι γιόγκι, αλλά απευθύνονται προς τον Χριστό, ως Θεό, και ζητούν το έλεός Του και την πολύτιμη βοήθειά Του για την κάθαρση της καρδιάς τους από τα πάθη και τη μεταλλαγή τους σε αυτό το ον που Εκείνος θέλει γι’ αυτούς.

Επίσης, δεν προσπαθούν να χαράξουν «ένα δικό τους δρόμο προς την τελειότητα», αλλά εντάσσονται στο δρόμο που δίδαξε ο Χριστός και στο σώμα που ίδρυσε Εκείνος, την Εκκλησία.

Οι χριστιανοί δεν κάνουν ποτέ ατομικό αγώνα για την τελειότητα, αλλά εντάσσονται, και εντάσσουν τον πνευματικό και ηθικό αγώνα τους, στην Εκκλησία:

συγκεντρώνονται με τους αδελφούς τους και κοινωνούν από το ίδιο άγιο ποτήριο, σώμα και αίμα Χριστού.

Μέλος αυτής της κοινότητας είναι και ο Χριστός, συγκεκριμένα η κεφαλή της, και μέσα στην κοινότητα αυτή θα Τον συναντήσω.

Ακόμη και ένας ερημίτης είναι πάντα μέλος της κοινότητας, ενώνεται μ’ αυτήν διά της προσευχής προς τον Χριστό (προσευχής υπέρ όλων των ανθρώπων και μάλιστα όλων των όντων) και συμμετέχει στη θεία Μετάληψη όποτε καθίσταται εφικτό.

Επειδή ο Χριστός είναι Αυτός που αγαπώ, επειδή με Αυτόν θέλω να ενωθώ και ξέρω ότι η ένωση αυτή είναι εφικτή (το ξέρουν όλοι οι άγιοι της Ορθοδοξίας, που τη ζουν ήδη από αυτή τη ζωή – και είναι αυτή η ένωση που τους κάνει θαυματουργούς, με χαρίσματα που παρέχει ο Τριαδικός Θεός όταν και στη μορφή που Εκείνος θέλει και τα αποσύρει όταν πρέπει, χωρίς ο άνθρωπος να μπορεί να «τα φέρει πίσω» με δικές του μεθόδους, πράγμα που θα ήταν εγωιστικό), δε με ενδιαφέρει η πιθανή ύπαρξη «άλλων δρόμων» απόχτησης σοφίας, γνώσης ή υπερφυσικών δυνάμεων.

Τις δυνάμεις αυτές (ακόμη κι αν κάποιοι με διδάξουν πώς να τις αφυπνίζω ή πώς να τις χειρίζομαι) δεν τις θέλω.

Θέλω μόνο τον Χριστό!

Μέσα μου, κρυφά, επιθυμώ τις δυνάμεις, γι’ αυτό και δεν είμαι σε θέση να δω το Χριστό – και, αν δω κάτι, μάλλον δεν θα είναι Εκείνος αλλά κάποιος «άλλος» που θα θέλει να με παγιδεύσει.

Οι άγιοι, που φτάνουν στην τελειότητα, πράγματι έχουν βγάλει από μέσα τους τον εγωισμό και δεν επιθυμούν τις δυνάμεις, αλλά μόνο τον Χριστό.

Ένα προσφιλές παράδειγμα στην Ορθοδοξία, που φανερώνει τον τρόπο που πλησιάζουν το Χριστό, είναι ο άσωτος υιός· αυτός, εξουθενωμένος, έπεσε στα πόδια του πατέρα του, εκλιπαρώντας να τον βάλει με τους υπηρέτες.

Έτσι νιώθει και ο ταπεινός χριστιανός, έχοντας επίγνωση της αβύσσου που τον χωρίζει από την απόλυτη καθαρότητα του Χριστού.

Ξέρει ότι δεν είναι αναμάρτητος.

Αλλά ο Πατέρας του ασώτου (που συμβολίζει το Χριστό) αποκατέστησε τον άσωτο σε θέση υιού και τον τίμησε με δαχτυλίδι και λαμπρά ενδύματα, χωρίς να λάβει υπόψιν όχι μόνο την παράκληση να τον κάνει υπηρέτη, αλλά ούτε και την άσωτη ζωή του, με την οποία κατασπατάλησε τον πλούτο, που είχε απαιτήσει και πάρει από τον Πατέρα χωρίς να δουλέψει.

(Ας αναφέρουμε εδώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είμαστε πολύ αμαρτωλοί· οι προθέσεις μας στο βάθος δεν είναι καθόλου αγνές και, αν μπορούσαμε, ο εγωισμός θα μας οδηγούσε σε πολύ σκοτεινούς δρόμους, άσχετα αν θα κάναμε κακό στους ανθρώπους ή θα τους «ωφελούσαμε».

Ωστόσο, δεν το παραδεχόμαστε, συχνά ούτε στον εαυτό μας, εμφανίζοντας τον εαυτό μας ως «άξιο» να δεχτεί χαρίσματα από τον Χριστό, ενώ μπορεί ακόμη και να μην παραδεχόμαστε καν ότι ο Χριστός είναι Θεός ή ότι έχει επικοινωνία με τους ανθρώπους και να ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει μόνο μια απρόσωπη «θεία ουσία» ή μια «συμπαντική ψυχή», γυρίζοντας την πλάτη μας στον Αληθινό Θεό, παρόλο που έχει εμφανιστεί σε αμέτρητους αγίους.

Δυο παραδείγματα διαφορετικής προσέγγισης του Θεού είναι οι άγιοι Γέροντες Πορφύριος και Σωφρόνιος.

Ο πρώτος ταξίδεψε στο Άγιο Όρος από την πρώιμη εφηβική του ηλικία και δεν απομακρύνθηκε ποτέ απ’ το Χριστό· έτσι, όπως φαίνεται, δε χρειάστηκε να βιώσει σε μεγάλο βαθμό την οδύνη της μετάνοιας.

Αντίθετα, ο δεύτερος αρνήθηκε το Χριστό, έγινε άθεος, καλλιέργησε τον υπερβατικό διαλογισμό, έκανε σχεδόν νοσηρές σκέψεις ότι ο ίδιος είναι θεός – σκέψεις επηρεασμένες από την ανατολική φιλοσοφία – κι έτσι, όταν έζησε την εμπειρία της εμφάνισης του θείου Φωτός, η απόλυτη ταπεινή αγάπη του Θεού τον έκανε να νιώσει ανάξιος προδότης, που ποτέ δεν φανταζόταν πως ο Θεός είναι τόσο ταπεινός και καταδεχτικός.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος έζησε τον «άδη της μετάνοιας» με έντονη οδύνη, που όμως «αναγεννά, δεν απελπίζει, ούτε εξοντώνει τον άνθρωπο».

Οι περισσότεροι άνθρωποι μοιάζουμε πιο πολύ με το Γέροντα Σωφρόνιο, τηρουμένων των αναλογιών, παρά με το Γέροντα Πορφύριο – παρεμπιπτόντως, γι’ αυτό έχει ανυπολόγιστη αξία να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας χριστιανικά, ώστε να βρουν τον Χριστό με τον εύκολο τρόπο, όχι με το δύσκολο, ούτε να τελειώσουν τη ζωή τους χωρίς να Τον βρουν καν).

Το τρίτο χαρακτηριστικό των αγίων, που θα ήθελα να επισημάνω, είναι η γνώση, μέσω της εμπειρίας, όλων των πνευματικών καταστάσεων, που τους επιτρέπει να διακρίνουν τις θετικές από τις αρνητικές, ακόμη κι όταν εξωτερικά έχουν ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά.

Η πνευματική αυτή επιστήμη ονομάζεται διάκριση των πνευμάτων και επιτρέπει στους αγίους να ξεχωρίζουν μια αληθινή εμπειρία ή ένα χάρισμα που προέρχεται από τον Θεό από ένα «ακριβές αντίγραφο» που προέρχεται από το διάβολο και δίνεται στους ανθρώπους ως δόλωμα, για να κολακεύσει τον εγωισμό τους και να τους απομακρύνει ακόμη περισσότερο από το σκοπό τους, που είναι η ένωση με το Θεό εν Χριστώ.

Η διάκριση των πνευμάτων είναι ιδιαίτερα εμφανής σε αγίους που βίωσαν και εμπειρίες εξωχριστιανικού τύπου, έχοντας μυηθεί σε άλλες πνευματικές παραδόσεις, πριν ανακαλύψουν την Ορθοδοξία.

Ένας τέτοιος είναι ο Γέροντας Σωφρόνιος, όπως είπαμε, αλλά παρόμοιες περιπτώσεις είναι καταγεγραμμένες σε όλη την ιστορία της Ορθοδοξίας, ακόμη και σε ασκητές που ποτέ δεν έπαψαν να είναι πιστοί στο Χριστό, αλλά συνελήφθησαν σε στιγμή εγωιστικής αδυναμίας και απόχτησαν «χαρίσματα» που τους οδήγησαν σε πολλά βάσανα.

Η διάκριση των πνευμάτων είναι η συμβολή των χριστιανών, που θα ήταν απαραίτητη για μια πραγματική αξιολόγηση των πνευματικών εμπειριών, αλλά και των «δυνάμεων», των «χαρισμάτων», των «επαφών με άλλες οντότητες», των «αποκαλύψεων», της «σοφίας» και όλων των άλλων στοιχείων που οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις φυλάσσουν και μεταδίδουν ως ανεκτίμητους θησαυρούς.

Οι ορθόδοξοι άγιοι (ας μου επιτραπεί να πω ότι αυτό το στοιχείο λείπει ακόμη και από τις μη ορθόδοξες εκδοχές του χριστιανισμού, γι’ αυτό στις διάφορες αιρέσεις, όπως στον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό, βλέπουμε «πνευματικές εμπειρίες» και «χαρισματικές καταστάσεις», που με ορθόδοξα κριτήρια είναι ύποπτες, έως και καθαρά δαιμονικές), οι ορθόδοξοι άγιοι, επαναλαμβάνω, έχουν ζήσει οι ίδιοι καταστάσεις παρόμοιες με αυτές που βιώνουν οι διδάσκαλοι και οι σοφοί των διαφόρων θρησκειών.

Αντίθετα, οι διδάσκαλοι των θρησκειών, όσο κι αν έχουν «διευρύνει τη συνειδητότητά τους» ή έχουν έρθει σε επαφή με «οντότητες» κ.τ.λ., δεν έχουν ζήσει την εμπειρία της ένωσης με το Χριστό.

Γι’ αυτό ένας ορθόδοξος άγιος, που αντιλαμβάνεται αμέσως την ύπαρξη ή την απουσία της θείας χάριτος, έχει περισσότερα εφόδια, για να αξιολογήσει μια πνευματική κατάσταση – και, ειλικρινά, η αξιολόγηση αυτή δεν είναι ευνοϊκή για την ποιότητα των «δυνάμεων», των «χαρισμάτων», των «επαφών», των «αποκαλύψεων» κ.τ.λ., ακόμη και μέσα στο χριστιανισμό, και μέσα στον Ορθοδοξία, και πολύ περισσότερο στις διάφορες θρησκείες, όπου οι άνθρωποι λατρεύουν πνεύματα ακαθόριστης ταυτότητας (ακόμη και μοχθηρά ή απειλητικά, ή θεότητες που συγχέουν «καλό και κακό» ως δήθεν όψεις του ίδιου πράγματος ή αλληλοσυμπληρούμενα) και ανοίγονται προς αυτά, προσπαθούν να ενωθούν με αυτά ή να καταληφθούν απ’ αυτά (ενώ ο Θεός, οι άγγελοι και οι ψυχές των κεκοιμημένων αγίων, δηλαδή τα αγαθά πνεύματα, ποτέ δεν καταλαμβάνουν τον άνθρωπο).

Οι θρησκείες της Άπω Ανατολής, όπως ο ινδουισμός ή ο βουδισμός, θεωρούν τελειότητα και λύτρωση την εξαφάνιση της ανθρώπινης προσωπικότητας και την εκμηδένισή της ή την αφομοίωσή της στην «παγκόσμια ψυχή», επειδή τον παρόντα κόσμο τον θεωρούν αυταπάτη.

Αντίθετα, ο χριστιανισμός γνωρίζει, από την προσωπική πείρα των αγίων, ότι η προσωπικότητα του ανθρώπου δε χάνεται ποτέ, παραμένει ζωντανή μετά το θάνατο του σώματος και ακόμη και για το σώμα αναμένεται η ανάσταση, που έχει προαναγγείλει ο Χριστός σε πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης.

Πού οδηγεί λοιπόν αυτή η «εκμηδένιση» που επιδιώκουν οι ανατολικές θρησκείες ή τι ακριβώς είναι τα πνεύματα και οι οντότητες, που έρχονται σε επαφή με τους ανθρώπους, είτε ως «θεοί», είτε ως «πρόγονοι», είτε ως όντα από «άλλους κόσμους» (π.χ. ξωτικά και νεράιδες), είτε ακόμη (στη σύγχρονη δύση, που βρίσκεται σε πνευματική σύγχυση) και ως «σοφοί εξωγήινοι» με θείες ιδιότητες;

Τα παραπάνω είναι μόνο ένα μικρό κεφάλαιο στο μεγάλο θέμα της διαφοράς μεταξύ των θρησκειών.

Οι θρησκείες δεν είναι δρόμοι που «οδηγούν στο ίδιο τέρμα», δεν λένε «τα ίδια πράγματα με άλλα λόγια», ούτε όλες μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην Αλήθεια και στην τελειότητα.

Αυτό οι χριστιανοί το ξέρουμε πολύ καλά, γιατί η πείρα μας έχει βεβαιώσει ότι η Αλήθεια είναι ο Χριστός και η τελειότητα είναι η ένωση με Αυτόν, που σημαίνει συμμετοχή του ατελούς ανθρώπου στην τελειότητα και καθαρότητα του Θεού εν Χριστώ.

Χωρίς Χριστό, δεν υπάρχει τελειότητα, ούτε Αλήθεια, παρά μόνο μοναξιά (όπως στο βουδισμό) ή δρόμοι που οδηγούν στο άγνωστο.

Ένα «άγνωστο»… πολύ γνωστό από την πείρα και τη σοφία των αληθινών ειρηνικών πολεμιστών και διδασκάλων της ανθρωπότητας, που έφτασαν στο ανώτερο σημείο πνευματικής προόδου που είναι εφικτό για ανθρώπινα πρόσωπα, των αγίων.

Όλα αυτά, αδελφέ μου, δε χρειάζεται να τα δεχτείς ως δόγματα.

Ερεύνησέ τα σε βάθος και θα διαπιστώσεις μόνος σου ποια είναι η αλήθεια – πρόσεξε μόνο, μήπως πεις στον εαυτό σου πως είναι «αλήθεια» αυτό που κολακεύει τον εγωισμό σου (λέγοντάς σου πως θα βρεις «μέσα σου» το Θεό ή πως εσύ και ο Θεός «είσαστε ένα» ή πως με σκληρή εξάσκηση πρόκειται να γίνεις ενάρετος, φωτεινός, πάνσοφος και παντοδύναμος), επειδή θα σου φανεί δυσάρεστο αυτό που σε καλεί σε ό,τι μισεί περισσότερο ο πεσμένος άνθρωπος, δηλαδή σε μετάνοια και ταπείνωση.

Ο Θεός να μας προστατεύει από την πλάνη των αιρέσεων.

Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Θεόδωρο Ι. Ρηγινιώτη για το υπέροχο άρθρο του που μας έστειλε.

Επιμέλεια δημοσίευση '' ΑΝΤΙΧΙΛΙΑΣΤΙΚΟΣ ''
www.antixiliastikos.blogspot.com

Χωρίς τον Χριστό μου δεν θέλω τίποτα.(Αγ.Ιουστίνος Πόποβιτς)

Οι άγιοι αναρχικοί !!!


πηγή





 γράφει ο Θ. Ι. Ρηγινιώτης

Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. στην αιγυπτιακή έρημο άρχισε τη ζωή της η μακροβιότερη αναρχική κοινωνία όλων των εποχών: οι χριστιανοί αναχωρητές. Ήταν άνθρωποι που ζούσαν εκεί, για να βρουν την ησυχία που τους ήταν απαραίτητη για την προσευχή τους. Όπως, όταν θέλεις ν’ ακούσεις έναν δίσκο με πολύ λεπτή μουσική, κλείνεις πόρτες και παράθυρα και απομονώνεσαι στην πιο ήσυχη γωνιά σου (λέει ο π. Σωφρόνιος του Essex), έτσι κι όταν θέλεις ν’ ακούσεις τη φωνή του Θεού απομονώνεσαι στο πιο ήσυχο μέρος που μπορείς να βρεις. Δεν το κάνεις από μίσος ή αποστροφή προς τον κόσμο ή προς το σώμα σου ή προς τις χαρές της ζωής κ.τ.λ. Αυτό έχει ξεκαθαριστεί πολλές φορές στην ιστορία του χριστιανισμού. Απλώς, το πιο ήσυχο μέρος για ν’ ακούσεις είναι η έρημος.

Η εκπληκτική αυτή κοινωνία της «πανερήμου», όπως την ονόμαζαν, αν και περιελάμβανε μερικά μοναστήρια (που ήταν οργανωμένες και ιεραρχημένες κοινότητες), στο σύνολό της ήταν «αναρχική», γιατί δεν περιείχε καμιά απολύτως εξουσιαστική δομή, εκτός από την άτυπη –αλλά πολύ ουσιαστική– σχέση δασκάλου και μαθητή, δηλαδή «γέροντα» και «υποτακτικού». Με τη σχέση αυτή κάθε καινούργιος κάτοικος της ερήμου εισαγόταν στις πνευματικές επιστήμες, όπως στην ταπείνωση και τη διάκριση (την ικανότητα αξιολόγησης των πνευματικών εμπειριών). Η σχέση ήταν ελεύθερη: έπρεπε να υπακούς απόλυτα στο γέροντά σου (να του εμπιστευτείς τη ζωή σου, για να απελευθερωθείς από την εξάρτηση στις επιθυμίες σου), αλλά μπορούσες να φύγεις από αυτόν, να πας σ’ έναν άλλο ή και να μείνεις χωρίς γέροντα. Κανείς δε σε υποχρέωνε να κάνεις τίποτα.

Σ’ αυτή την κοινωνία, που ήταν γεμάτη αγάπη πολύ περισσότερο από τις δικές μας συμβατικές κοινωνίες, πολλοί έχασαν το δρόμο, αλλά και χιλιάδες αγίασαν. Στο Γεροντικό αναφέρεται ότι ο άγιος Ιάκωβος της Πανεφώ, όταν ρωτήθηκε, από κάποιον αδύναμο μοναχό, ώς πού μπορεί να φτάσει ο κάτοικος της πανερήμου, ύψωσε τα χέρια σε προσευχή και φλόγες πετάχτηκαν από τα δάχτυλά του. «Αν θέλεις, γίνε όλος σαν φωτιά» απάντησε.

Φυσικά η κοινωνία της πανερήμου δεν ήταν αποκομμένη από την παγκόσμια Εκκλησία, ούτε επιθετική απέναντι σε άλλες εκφάνσεις της χριστιανικής ζωής. Και, πολύ περισσότερο, δεν αρνιόταν την ιεροσύνη και τα άγια μυστήρια, που μας παραδόθηκαν από το Θεό για να μας βοηθήσουν στην ένωσή μας μ’ Εκείνον και μεταξύ μας. Γι’ αυτό μοναστήρια και αναχωρητές συνυπήρχαν αρμονικότατα, ενώ κάποιοι αναχωρητές κατέληξαν επίσκοποι και Πατέρες της Εκκλησίας, χωρίς να θεωρήσουν ότι αυτό αντιστρατεύεται στον «δικό τους τρόπο» προσέγγισης του Θεού.

Επισκέπτονταν (ή είχαν ανάμεσά τους) ιερείς κανονικά χειροτονημένους από επίσκοπο, λειτουργούσαν και κοινωνούσαν το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Χριστού. Όμως η ιεροσύνη στην αρχαία και στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι «εξουσιαστικός θεσμός», αλλά χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, και ο ιερέας δεν είναι κάποιος «αντιπρόσωπος του Θεού», αλλά ο φορέας του χαρίσματος (και της ευθύνης) να τελεί τη θεία λειτουργία, την εξομολόγηση και τις άλλες θεμελιώδεις εκκλησιαστικές πράξεις και να φέρνει τα άχραντα μυστήρια στους χριστιανούς. Ο ίδιος, ως άνθρωπος, μπορεί να υποτάσσεται ως μαθητής σε έναν άγιο διδάσκαλο, που να μην είναι ιερέας.

Το ότι κοινωνούσαν ακόμη και οι πιο προοδευμένοι πνευματικά αναχωρητές, φαίνεται από περιπτώσεις όπως της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που, αν και ζούσε στα βάθη της παλαιστινιακής ερήμου και ήταν η ίδια μια μεγάλη διδασκάλισσα της αγιότητας, ο Θεός έστειλε τον άγιο Ζωσιμά, να την κοινωνήσει πριν την κοίμησή της.

Έσβησε η πανέρημος;

Θα έλεγα πως η κοινωνία αυτή διατηρήθηκε μέχρι τη μουσουλμανική κατάκτηση της βόρειας Αφρικής, αν και δεν είμαι βέβαιος πως έπαψε ποτέ εντελώς να υπάρχει. Όμως το σπουδαίο είναι πως γρήγορα ξεπήδησαν κι άλλες παρόμοιες «πανέρημοι», στην έρημο της Παλαιστίνης, στη χερσόνησο του Άθωνα, στα δάση της Ρωσίας, αλλά και στα δάση της Γαλλίας, στα νησιά γύρω από τη Βρετανία και σε πολλά άλλα μέρη της Ευρώπης, όταν ολόκληρη η Ευρώπη γνώριζε μόνον ένα χριστιανισμό, τον ορθόδοξο.

Ας σημειωθεί ότι κάθε αναρχική κοινωνία, για να πραγματωθεί, χρειάζεται υψηλή πνευματική καλλιέργεια των μελών της. Η καλλιέργεια αυτή ήταν η επιδίωξη των χριστιανών αναχωρητών, η πνευματική πρόοδος, που πρώτο βήμα είχε την κάθαρση της καρδιάς και τελευταίο –μιας μακράς και δύσκολης πορείας– την ένωση με τον Τριαδικό Θεό διά του Χριστού, τη θέωση, που ταυτίζεται με την αγαπητική ένωση προς όλα τα πλάσματα του κόσμου. Το τελευταίο φανερώνει και ότι η κοινωνία της πανερήμου δεν ήταν «ιδιόρρυθμη» και «θνησιγενής», παρόλο που όλοι οι κάτοικοί της ήταν άγαμοι. Ήταν άγαμοι, αλλά δεν ήταν στείροι –η κατάστασή τους υπερέβαινε το γάμο, γιατί ο γάμος ξεκινά ως ένωση με έναν άνθρωπο, ενώ εκείνοι επιδίωκαν, και πετύχαιναν στο βαθμό που προόδευαν, ένωση με όλους και με όλα. Ο μοναχός είναι «ο πάντων κεχωρισμένος και πάσι συνηρμοσμένος» (χωρισμένος απ’ όλους και ενωμένος με όλους) κατά τον ασκητικό συγγραφέα του 4ου αι. Ευάγριο Ποντικό. Φυσικά ήταν άνθρωποι και των δύο φύλων.

Μια ακόμη διευκρίνιση: οι αναχωρητές δεν ζούσαν απομονωμένοι, παρά μόνον κάποιοι που έφταναν στο ανώτατο στάδιο πνευματικής προόδου (αγιότητας) και μπορούσαν να είναι τέλεια ενωμένοι με όλους χωρίς να βλέπουν κανέναν (μα και ένας μεγάλος επιστήμονας μπορεί να ζει εντελώς απομονωμένος, γιατί θέλει να ασχολείται απερίσπαστος με την επιστήμη του). Οι μεγάλοι αυτοί δάσκαλοι (που ταυτίζονταν τόσο με τους συνανθρώπους τους, ώστε ένιωθαν τη χαρά και τον πόνο των άλλων ως δικά τους) είχαν υπερβεί και τις φυσικές ανθρώπινες ανάγκες –τον ύπνο, το φαγητό, τη θερμότητα– ή μάλλον είχαν τόσο γεμίσει από τη χάρη του Τριαδικού Θεού, έχοντας παραδώσει ολόκληρο τον εαυτό τους στα χέρια Του, ώστε ζούσαν ήδη τα ύψη του παραδείσου και οι ανάγκες τους αυτές είχαν ξεπεραστεί από μόνες τους. Ο μεγάλος τους ασκητικός αγώνας (οι νηστείες, οι αγρυπνίες, οι χαμαικοιτίες [=το να κοιμούνται στο έδαφος]) συνέβαλλε σ’ αυτή την ένωση με το Θεό, αλλά δεν την προκαλούσε αυτόματα, γιατί «υπάρχει ακραία άσκηση και εκ του πονηρού», για να θυμηθούμε το λόγο της μεγάλης Μητέρας της ερήμου, της αγίας Συγκλητικής.

Ο ασκητικός αγώνας στον αρχαίο –και τον ορθόδοξο– χριστιανισμό συμβάλλει στο απόλυτο άνοιγμα της καρδιάς μας προς το Θεό, δεν είναι μια «πνευματική και σωματική εξάσκηση» που ενεργοποιεί «δικές μας δυνάμεις» κάνοντάς μας «συνειδητούς και δυνατούς», όπως στις θρησκείες της κεντρικής και ανατολικής Ασίας.

Ο κανόνας για τους ερημίτες ήταν να ζουν σε συστάδες καλυβιών, σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους, ώστε να υπάρχει η οριακή ανθρώπινη σχέση που επιτρέπει την άσκηση της έμπρακτης αγάπης, παρηγορεί στη μοναξιά της ερήμου και προστατεύει από τους πειρασμούς – και ιδίως το μεγαλύτερο πειρασμό, την ψευδαίσθηση της αγιότητας, που ονομάζεται, στη γλώσσα της ερήμου, «πλάνη». Γι’ αυτό στους βίους τους υπάρχουν τόσοι σοφοί διάλογοι μεταξύ τους, αλλά και τόσες περιπτώσεις ζεστής και βαθιάς συμπεριφοράς. Η έρημος δεν είναι απομόνωση.



Ο κοσμικός αναρχισμός και η έρημος

Οι νεότεροι επαναστατημένοι στοχαστές, που αποκαθήλωσαν το Θεό από την καρδιά τους, χωρίς να Τον έχουν γνωρίσει ποτέ, ανακάλυψαν τον αναρχισμό, αλλά δεν έμαθαν για την ύπαρξη αυτής της αναρχικής κοινωνίας, παρόλο που, όταν εκείνοι έγραφαν ή αγωνίζονταν ποικιλότροπα, τουλάχιστον η ρωσική και η αθωνική πανέρημος υπήρχαν στην ακμή τους. Η τελευταία (το Άγιο Όρος) ακμάζει και σήμερα, μέσα από τις δυσκολίες και τις περιπέτειες της ανθρώπινης ιστορίας φυσικά.

Βέβαια, άγιοι αναδείχθηκαν και συνεχίζουν ν’ αναδεικνύονται και στις πόλεις, αθόρυβα και ταπεινά, όπως αρμόζει στον ταπεινό Θεό μας, που καμία σχέση δεν έχει με το μπαμπούλα του γνωστού σε σας ηθικισμού. Όμως κάθε άγιος ή αγία –ακόμη και σε μια πολυκατοικία ή σε μια πλινθοπαράγκα, όπου μπορεί να μεγαλώνει δέκα παιδιά– έχει λίγη έρημο στην καρδιά του. Τη χρειάζεται, για ν’ αποσύρεται εκεί και ν’ αφουγκράζεται την πιο λεπτή μουσική του κόσμου, την προσευχή.

Μ’ αυτή την ενατένιση της αγιοτόκου πανερήμου, μέσα από επιτόπιες επισκέψεις ή από βιβλία σαν το Γεροντικό, το Μητερικό, το Λειμωνάριο, τη Θηβαΐδα του Βορρά, το Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα (του γέροντα Παΐσιου) κ.π.ά., θαρρώ πως είναι κατάλληλο να ξεκινήσει την πορεία του όποιος θέλει να γνωρίσει αληθινά το χριστιανισμό. Μπορεί συχνά οι εμπειρίες του να γίνουν σκανδαλιστικές, μπορεί κάποτε, άθελά του, να περάσει κι από λάθος δρόμο. Όμως η ευχή των αγίων της ερήμου –της αμμώδους ερήμου της Αιγύπτου και της Παλαιστίνης, της δασώδους ερήμου του Άθωνα, της δασώδους, βαλτώδους ή παγωμένης ερήμου της Ρωσίας, των δασών της Ρουμανίας ή της Σερβίας, ακόμη και της παγωμένης ερήμου της Αλάσκας, όπου αγίασαν ο άγιος Γερμανός της Αλάσκας, ο άγιος Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ, ο άγιος Ιάκωβος Νετσέτωφ κ.ά., αλλά και της τσιμεντένιας ερήμου της Ομόνοιας των Αθηνών, όπου αγίασε ο γέροντας Πορφύριος– η ευχή όλων αυτών των δασκάλων ως πολύτιμος σύντροφος και πολικός αστέρας θα τον συνοδεύει.

Καλό ταξίδι.

Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος





Σήμερα, 23 τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου ἐπισκόπου Ἰκονίου. Ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος εἶναι ἀπὸ τοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, συμπατριώτης καὶ σύγχρονος τῶν ἁγίων Βασιλείου τοῦ Μεγάλου καὶ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Ὑπῆρξε κι αὐτός, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μαθητὴς τοῦ Λιβανίου, καὶ διακρίθηκε πρῶτα ὡς ρήτορας καὶ δικηγόρος στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὸν ἀγαποῦσαν καὶ τὸν τιμοῦσαν ὅλοι γιὰ τὴν ἀρετή του καὶ γιὰ τὴ μεγάλη του μόρφωση. Κατεῖχε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον τὴν ἔξω σοφία καὶ τὴ γνώση τῶν θείων Γραφῶν.

Ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος, νέος καὶ ἐπιτυχημένος πιὰ στὸ βίο του, περιφρόνησε λοιπὸν τὰ ἐγκόσμια, τὰ παράτησε ὅλα κι ἔφυγε στὴν ἔρημο. Ἔζησε ἀσκητικὰ πολλὰ χρόνια, νηστεύοντας καὶ προσευχόμενος. Ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὡρίμασαν στὴν ἔρημο κι ἀπὸ ἐκεῖ ξεκίνησαν γιὰ τὸ κατοπινό τους ἔργο. Τὸ 373 ὁ Μέγας Βασίλειος πρωτοστάτησε καὶ οἱ ἐπίσκοποι τῆς ἐπαρχίας τὸν ἐξέλεξαν καί, παρὰ τὶς διαμαρτυρίες του, τὸν χειροτόνησαν ἐπίσκοπο Ἰκονίου. Τότε ὁ Μέγας Βασίλειος τοῦ ἔστειλε χαιρετιστήρια ἐπιστολή, στὴν ὁποία τοῦ γράφει· «Χαίρει καὶ ἡ πατρὶς καὶ εὐφραίνεται ταῖς τοῦ Κυρίου οἰκονομίαις». Ἡ ἐκλογὴ καὶ χειροτονία τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου χαροποίησε τὴν Καππαδοκία.

Μέσα στὶς πολλὲς ἐπιστολὲς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου πρὸς τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο βλέπομε ποιὸς ἦταν ὁ Ἅγιος, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη ἑορτάζομε σήμερα, Σὲ μία του ἐπιστολὴ ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει πρὸς τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο. «Ἐθαυμάσαμεν δὲ σου τὴν φιλομάθειαν ὁμοῦ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνην, ὅτι καὶ μαθεῖν καταδέχῃ τὴν τοῦ διδάσκειν τάξιν πεπιστευμένος, καὶ μανθάνειν παρ’ ἡμῶν, οἷς οὐδὲν πρόσεστι πρὸς γνῶσιν». Θαύμασα, λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος, καὶ τὴ φιλομάθειά σου καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη σου, ὅτι καταδέχεσαι καὶ νὰ μάθης ἐσὺ ὁ δάσκαλος καὶ νὰ μαθαίνης ἀπὸ μένα, ποὺ δὲν ἔχω τίποτε νὰ σὲ διδάξω γιὰ νὰ μάθης. Αὐτὰ δὲν εἶναι μόνο φιλοφρόνηση τοῦ Μέγ. Βασιλείου, ἀλλὰ δείχνουν καὶ ποιὸς ἦταν ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος.

Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιωσύνη τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος στὶς ἐπιστολές του. Εἶναι γνωστὸ πὼς ὁ Μέγας Βασίλειος εἶχε κλονισμένη ὑγεία, γι’ αὐτὸ καὶ ζητοῦσε τὶς προσευχὲς ἑνὸς ἁγίου ἀνθρώπου καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὸν ἐπισκέπτεται, γιὰ νὰ τοῦ δίνη δύναμη καὶ χαρά. Γράφει λοιπὸν σὲ μιά του ἐπιστολή· «Σὲ παρακαλῶ νὰ προσεύχεσαι γιὰ μένα, τώρα ποὺ περισσότερο ἀπὸ ἄλλη φορὰ μοῦ χρειάζεται ἡ βοήθεια τῶν προσευχῶν σου» Καὶ σὲ μιὰ ἄλλη ἐπιστολὴ γράφει πάλι ὁ Μέγας Βασίλειος πρὸς τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο· «Ἂν μπόρεσης, ὅσο ἀκόμα εἶμαι στὴ ζωή, δόσε μου τὴ χαρὰ νὰ σὲ δῶ». Πολύ μᾶς συγκινεῖ αὐτὸς ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀλληλογραφοῦσαν μεταξύ τους.

Ὁ ἅγιος 'Ἀμφιλόχιος ἔλαβε μέρος στὴ δεύτερη οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 381. Ἐκεῖ τὸν θαύμασαν ὅλοι, καὶ τοὺς ἔκαμε μεγάλη ἐντύπωση ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο διετύπωνε τὰ ἐπιχειρήματά του ἐναντίον τοῦ πνευματομάχου Μακεδονίου. Ὅταν ἔληξε ἡ Σύνοδος, ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος θέλησε νὰ τὸν κράτηση κοντά του, ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος δὲν δέχθηκε καὶ εἶπε στὸν αὐτοκράτορα· «ὁ βοσκός, Βασιλιά μου, πρέπει νὰ εἶναι κοντὰ στὰ πρόβατά του». Τὸν παρακάλεσε μόνο νὰ τοῦ κτίση δύο ναοὺς στὸ Ἰκόνιο. Ὁ αὐτοκράτορας ἔκτισε τοὺς ναούς, τοὺς ὁποίους ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος κάλεσε καὶ τοὺς ἐγκαινίασε ὁ Μέγας Βασίλειος.

Στὸ Πηδάλιο τοῦ ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτη, ποὺ εἶναι ὅλοι οἱ Κανόνες τῶν οἰκουμενικῶν καὶ τῶν τοπικῶν Συνόδων, ὡς καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων, εἶναι καὶ οἱ 92 Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Οἱ 92 αὐτοὶ Κανόνες, ὅλοι σχεδόν, εἶναι ἀπὸ τὶς τρεῖς κανονικὲς ἐπιστολὲς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου πρὸς τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο. Φαίνεται στὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς ὄχι μόνο ἡ σοφία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνύστακτη φροντίδα τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου, ποὺ διαρκῶς ζητοῦσε νὰ ἔχη τὴ γνώμη τοῦ συμπατριώτη του ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας, γιὰ ζητήματα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων τοῦ πνευματικοῦ του ποιμνίου. Ἐπίσης τὴ σπουδαία πραγματεία του «Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὁ Μέγας Βασίλειος τὴ γράφει καὶ τὴν ἀφιερώνει πρὸς τὸν «ἐν ἁγίοις Ἀμφιλόχιον ἐπίσκοπον Ἰκονίου». Ἀμήν.

Ὁ παπα Τύχων





Ἔλεγε ὁ παπα-Τύχων:- Γιὰ νὰ βρεῖς καλὸ πνευματικὸ πρέπει νὰ κάνεις τρεῖς μέρες προσευχὴ καὶ κατόπιν τί ὁ Θεὸς θὰ φωτίσει. Καὶ στὸ δρόμο ποὺ θὰ πηγαίνεις νὰ κάνεις προσευχὴ νὰ τὸν φωτίσει ὁ Θεὸς νὰ σοῦ πεῖ λόγους καλούς. Ἔλεγε ἀκόμη:

- Πάντοτε νὰ κάνεις εὐχὴ πρὶν ἀρχίσεις κάθε ἐργασία. Νὰ λὲς «Θεέ μου, δῶσε μου δύναμη καὶ φώτιση» καὶ κατόπιν νὰ ἀρχίσεις τὴν δουλεία σου. Καὶ στὸ τέλος «δόξα τὸν Θεό».

Ἔλεγε πάλι:- Ἡ κόλαση ἔχει γεμίσει ἀπὸ ἀνθρώπους παρθένους – ὑπερήφανους. Ταπεινὸ ἄνθρωπο θέλει ὁ Θεός.

Κάποτε τοῦ εἶχε στείλει κάποιος ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ μιὰ ἐπιταγή. Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ τὴν ἔπαιρνε ὁ Γέροντας ἀπὸ τὸ Ταχυδρομεῖο, τὸν εἶδε ἕνας κοσμικὸς καὶ νικήθηκε ἀπὸ τὸν πειρασμό τῆς φιλαργυρίας.

Πῆγε λοιπὸν τὴν νύχτα στὸ Κελλί τοῦ Γέροντα, γιὰ νὰ τὸν ληστέψη, μὲ τὸν λογισμὸ ὅτι θὰ εὕρισκε καὶ ἄλλα χρήματα, χωρὶς νὰ ξέρη ὅτι καὶ ἐκεῖνα ποὺ εἶχε πάρει ὁ Γέροντας τὰ εἶχε δώσει τὴν ἴδια ὥρα στὸν κυρ - Θόδωρο, γιὰ νὰ πάρη ψωμιὰ γιὰ τοὺς φτωχούς. Ἀφοῦ τὸν βασάνισε ἀρκετὰ τὸν Γέροντα - τὸν ἕσφιγγε μὲ ἕνα σχοινὶ στὸν λαιμὸ του - διεπίστωσε ὅτι πράγματι δὲν εἶχε χρήματα καὶ ξεκίνησε νὰ φύγη. Ό Πάπα - Τύχων τοῦ εἶπε:

- Θεὸς συγχωρέσοι, παιδί μου.

Ὁ κακοποιὸς αὐτὸς ἄνθρωπος πῆγε καὶ σὲ ἄλλον Γέροντα μὲ τὸν ἴδιο σκοπό, ἀλλὰ ἐκεῖ τὸν ἔπιασε ἡ Ἀστυνομία, καὶ ὁμολόγησε μόνος του ὅτι εἶχε πάει καὶ στὸν Πάπα - Τύχωνα. Ὁ Ἀστυνόμος ἔστειλε χωροφύλακα καὶ ζήτησε τὸν Γέροντα γιὰ ἀνάκριση, ἐπειδὴ θὰ γινόταν ἡ δίκη τοῦ κλέφτη. Ὁ Γέροντας στενοχωρέθηκε γι' αὐτὸ καὶ ἔλεγε στὸν χωροφύλακα:

- Παιδί μου, ἐγὼ τὸν συγχώρεσα μὲ ὅλη τὴν καρδιά μου τὸν κλέφτη.

Ἐκεῖνος ὅμως δὲν ἔδινε καθόλου σημασία στὰ λόγια τοῦ Γέροντα, γιατί ἐκτελοῦσε ἀνώτερη διαταγή, καὶ τὸν τραβοῦσε καὶ τοῦ ἔλεγε:

- Ἄντε, γρήγορα, Γέροντα! ἐδῶ δὲν ἔχει συγχώρεση καὶ «εὐλόγησαν».

Τελικὰ τὸν λυπήθηκε ὁ Διοικητὴς καὶ τὸν ἄφησε ἀπὸ τὴν Ἱερισσὸ νὰ γυρίση στὸ Κελλί του, ἐπειδὴ ἔκλαιγε σὰν μωρὸ παιδί, γιατί νόμιζε ὅτι θὰ γίνη καὶ αὐτὸς αἰτία νὰ τιμωρηθῆ ὁ κλέφτης.

Ὅταν τὸ θυμόταν αὐτὸ τὸ περιστατικό, δὲν μποροῦσε νὰ τὸ χωρέση στὸ μυαλό του καὶ μοῦ ἔλεγε:

- Πὰ-πὰ-πά, παιδί μου! αὐτοὶ οἱ κοσμικοὶ ἄλλο τυπικὸ ἔχουν" δὲν ἔχουν τὸ «εὐλόγησον», «Θεὸς συγχωρέσοι».

Ἐνῶ ὁ Γέροντας τὴν λέξη «εὐλόγησον» τὴν χρησιμοποιοῦσε πάντα καὶ μὲ τὶς πολλὲς καλογερικὲς ἔννοιες, ὅπως τὸ «εὐλογεῖτε» ἢ «εὐλόγησον», ὅταν ζητοῦσε ταπεινὰ τὴν εὐλογία τοῦ ἄλλου, καὶ μετὰ θὰ ἔδινε καὶ αὐτὸς τὴν εὐλογία του μὲ τὴν εὐχὴ «Ὁ Κύριος νὰ σὲ εὐλόγηση». Μετὰ ἀπὸ τὸν συνηθισμένο χαιρετισμὸ ὁδηγοῦσε τοὺς ἐπισκέπτες στὸ Ναὸ καὶ ἔψαλλαν μαζὶ τὸ Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου καὶ τὸ Ἄξιον ἐστὶν καί, ἐὰν ἦταν καλὸς καιρός, ἔβγαιναν ἔξω, κάτω ἀπὸ τὴν ἐλιά, καὶ καθόταν μαζί τους πέντε λεπτά, μετὰ σηκωνόταν μὲ χαρὰ καὶ ἔλεγε:

- Ἐγὼ τώρα κεράσματα. Ἔβγαζε νερὸ ἀπὸ τὴν στέρνα καὶ γέμιζε ἕνα κύπελλο γιὰ τὸν ἐπισκέπτη, ἔβαζε καὶ στὸ δικό του τενεκάκι (κονσερβοκούτι, ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦσε καὶ γιὰ μπρίκι) καὶ ἔψαχνε μετὰ νὰ βρῆ κανένα λουκούμι, ἄλλοτε κατάξηρο καὶ ἄλλοτε μυρμηγκοφαγωμένο, τὸ ὁποῖο, ἐπειδὴ ἦταν εὐλογία τοῦ Πάπα Τύχωνα, δὲν προξενοῦσε ἀηδία. Ἀφοῦ τὰ ἑτοίμαζε, ἔκανε τὸν Σταυρὸ του ὁ Γέροντας, ἔπαιρνε τὸ νερὸ καὶ ἔλεγε: «Πρῶτα ἐγὼ· εὐλογεῖτε!» καὶ περίμενε νὰ τοῦ πῆ ὁ ἐπισκέπτης τὴν εὐχὴ «Ὁ Κύριος νὰ σὲ εὐλόγηση», ἀλλιῶς δὲν ἔπινε νερό. Μετὰ θὰ ἔδινε καὶ αὐτὸς τὴν εὐχή του.

Τὴν εὐχὴ ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὴν αἰσθανόταν ὡς ἀνάγκη, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς Ἱερωμένους ἢ Μοναχοὺς ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς λαϊκούς, μικροὺς καὶ μεγάλους στὴν ἡλικία. Μετὰ ἀπὸ τὸ κέρασμα περίμενε νὰ ἰδῆ ἐὰν ἔχουν κανένα θέμα. Ὅταν ἔβλεπε ὅτι εἶναι ἀργόσχολος ἄνθρωπος καὶ ἦρθε μόνο γιὰ νὰ πέραση τὴν ὥρα του, τότε τοῦ ἔλεγε:

- Παιδί μου, στὴν κόλαση θὰ πᾶνε καὶ οἱ τεμπέληδες, ὄχι μόνο οἱ ἁμαρτωλοί. Ἐὰν παρέμενε καὶ δὲν ἔφευγε, τὸν ἄφηνε ὁ Γέροντας καὶ ἔμπαινε στὸ Ναὸ καὶ προσευχόταν, καὶ ἔτσι ὁ ἐπισκέπτης ἀναγκαζόταν νὰ φύγη.

Ὅταν πάλι ἤθελε νὰ ἐκμεταλλευθῆ κανεὶς τὴν ἁπλότητα τοῦ Γέροντα, γιὰ νὰ ἐξυπηρέτηση τὸν ἄλφα ἢ βήτα σκοπό του, τὸ καταλάβαινε μὲ τὴν θεία του φώτιση καὶ τοῦ ἔλεγε:

- Παιδί μου, ἐγὼ Ἑλληνικὰ δὲν ξέρω· πήγαινε σὲ κανέναν Ἕλληνα, γιὰ νὰ συνεννοηθῆς καλά.

Φυσικά, δὲν λυπόταν ποτὲ τὸν κόπο οὔτε τὸν χρόνο, ὅταν ἔβλεπε πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα στοὺς ἀνθρώπους. Ἐνῶ μὲ τὸ στόμα συμβούλευε, μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὸν νοῦ προσευχόταν. Ἡ προσευχὴ του ἦταν πιὰ αὐτοενέργητη, καρδιακή. Οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τὸν πλησίαζαν, τὸ αἰσθάνονταν αὐτό, γιατί ἔφευγαν πολὺ δυναμωμένοι. Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς εὐλογοῦσε μέχρι νὰ κρυφτοῦν πιά.

Κάποτε τὸν εἶχε ἐπισκεφθεῖ ὁ Πατὴρ Ἀγαθάγγελος ὁ Ἰβηρίτης, ὡς Διάκος. Ὅταν ἔφευγε, ἦταν σκοτάδι, δὲν εἶχε φωτίσει ἀκόμη. Ὁ Πάπα - Τύχων προεῖδε τὸν κίνδυνο, ποὺ θὰ διέτρεχε ὁ Διάκος, καὶ ἀνέβηκε αὐτὴ τὴν φορὰ στὸ τοιχάκι τῆς μάνδρας καὶ εὐλογοῦσε συνέχεια. Ὅταν ἔφθασε ὁ Διάκος στὴ ράχη καὶ εἶδε τὸν Γέροντα νὰ εὐλογῆ ἀκόμη, τὸν λυπήθηκε καὶ τοῦ φώναξε νὰ μὴ κουράζεται, νὰ μπῆ στὸ κελλί του. Αὐτὸς ὅμως ἀτάραχος μὲ ὑψωμένα τὰ χέρια, σὰν τὸν Μωυσῆ, προσευχόταν καὶ εὐλογοῦσε. Ἐνῶ λοιπὸν βάδιζε ξένοιαστος ὁ Διάκος, ξαφνικά, πέφτει πάνω σὲ καρτέρι κυνηγῶν, ποὺ περίμεναν ἀγριόχοιρους. Ἕνας κυνηγὸς τράβηξε νὰ ρίξη, ἀλλὰ οἱ εὐχὲς τοῦ Γέροντα ἔσωσαν τὸν Διάκο ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ τὸν κυνηγὸ ἀπὸ τὴν φυλακή. Γι' αὐτό μοῦ ἔλεγε πάντα ὁ Γέροντας:

- Παιδί μου, νὰ μὴν ἔρχεσαι ποτὲ τὴν νύχτα, γιατί τὴν νύχτα τὰ θηρία περπατοῦν, καὶ οἱ κυνηγοὶ τὰ περιμένουν κρυμμένοι...

Ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία ἔλεγε στὸν Μοναχό, ποὺ θὰ τὸν βοηθοῦσε καὶ θὰ ἔκανε τὸν ψάλτη, νὰ ἔρχεται τὸ πρωΐ μὲ τὸ φώτισμα. Τὴν ὥρα δὲ τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ ἔλεγε νὰ μένη στὸν μικρὸ διάδρομο, ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ λέη τὸ Κύριε, ἐλέησον, γιὰ νὰ νιώθη τελείως μόνος του καὶ νὰ κινῆται ἄνετα στὴν προσευχή του. Ὅταν ἔφθανε στὸ Χερουβικό, ὁ Πάπα -Τύχων ἠρπάζετο εἴκοσι ἕως τριάντα λεπτά, καὶ ὁ ψάλτης θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπαναλάβη πολλὲς φορὲς τὸ Χερουβικό, μέχρι νὰ ἀκούση τὶς περπατησιές του στὴν Μεγάλη Εἴσοδο. Ὅταν τὸν ρωτοῦσα μετὰ στὸ τέλος «τί βλέπεις, Γέροντα», ἐκεῖνος μοῦ ἀπαντοῦσε:

-Τὰ Χερουβεὶμ καὶ Σεραφεὶμ δοξολογοῦν τὸν Θεό.

Ἔλεγε ἐπίσης στὴν συνέχεια:

- Ἔμενα μετὰ ἀπὸ μισὴ ὥρα μὲ κατεβάζει ὁ φύλακάς μου Ἄγγελος καὶ τότε συνεχίζω τὴν Θεία Λειτουργία.

Κάποτε, τὸν εἶχε ἐπισκεφθῆ ὁ π. Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης. Ἐπειδὴ ἡ πόρτα τοῦ Πάπα - Τύχωνα ἦταν κλειστή, καὶ ἀπὸ τὸν Ναὸ ἀκούγονταν γλυκιὲς ψαλμωδίες, δὲν θέλησε νὰ ἐνόχληση μὲ τὸ χτύπημα τῆς πόρτας, ἀλλὰ περίμενε νὰ τελειώσουν, γιατί νόμιζε ὅτι βρίσκονται στὸ «Κοινωνικό». Σὲ λίγο βγαίνει ὁ Πάπα - Τύχων καὶ ἀνοίγει τὴν πόρτα. Ὅταν μπῆκε ὁ π. Θεόκλητος, δὲν βρῆκε κανέναν ἄλλον ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Πάπα - Τύχωνα. Τότε κατάλαβε ὅτι οἱ ψαλμωδίες ἐκεῖνες ἦταν Ἀγγελικές.

Στὰ γεράματά του πιά, ἐπειδὴ ἔτρεμαν τὰ πόδια του, ἔρχονταν συνήθως καὶ λειτουργοῦσαν ὁ Πάπα Μάξιμος καὶ ὁ Πάπα - Ἀγαθάγγελος, οἱ Ἰβηρίτες, ποὺ ἦταν πιὸ κοντά, καὶ τοῦ ἄφηναν καὶ Ἅγιον Ἄρτο, γιατί κοινωνοῦσε κάθε μέρα. Φυσικά, ἦταν προετοιμασμένος κάθε μέρα μὲ τὴν ἁγία του ζωή. Γιὰ τὸν Πάπα - Τύχωνα ὅλες σχεδὸν οἱ ἡμέρες τοῦ χρόνου ἦταν Διακαινήσιμες, καὶ ζοῦσε πάντα τὴν Πασχαλινὴ χαρά. Συνέχεια ἄκουγε κανεὶς ἀπὸ τὸ στόμα του τὸ Δόξα σοι ὁ Θεός, Δόξα σοι ὁ Θεός. Αὐτὸ συνιστοῦσε καὶ σὲ ὅλους: νὰ λέμε τὸ Δόξα σοι ὁ Θεός, ὄχι μόνο ὅταν περνᾶμε καλά, ἀλλὰ καὶ ὅταν περνᾶμε δοκιμασίες, γιατί καὶ τὶς δοκιμασίες τὶς ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς γιὰ φάρμακα τῆς ψυχῆς.

Πολὺ πονοῦσε γιὰ τὶς ψυχὲς ποὺ ὑπέφεραν στὸ ἄθεο καθεστὼς τῆς Ρωσίας. Μοῦ ἔλεγε μὲ δακρυσμένα μάτια:

-Παιδί μου, ἡ Ρωσία ἔχει ἀκόμη κανόνα ἀπὸ τὸν Θεὸ· θὰ περάση ὅμως.

Γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ὁ Γέροντας δὲν νοιαζόταν καθόλου οὔτε καὶ φοβόταν, γιατί εἶχε πολὺ φόβο Θεοῦ (θεία συστολὴ) καὶ εὐλάβεια. Ἐπειδὴ ἀγωνιζόταν καὶ μὲ πολλὴ ταπείνωση, δὲν διέτρεχε οὔτε τὸν πνευματικὸ κίνδυνο τῆς πτώσεως. Ἑπομένως, πῶς νὰ φοβηθῆ καὶ τί νὰ φοβηθῆ; Τοὺς δαίμονες, ποὺ τρέμουν ἀπὸ τὸν ταπεινὸ ἄνθρωπο, ἢ τὸν θάνατο, ποὺ συνέχεια τὸν μελετοῦσε καὶ ἑτοιμαζόταν χαρούμενος γι' αὐτόν; Μάλιστα, εἶχε ἀνοίξει καὶ τὸν τάφο του μόνος του, γιὰ νὰ εἶναι ἕτοιμος, καὶ ἔμπηξε καὶ τὸν Σταυρό, ποὺ καὶ αὐτὸν τὸν εἶχε κάνει ὁ ἴδιος, καὶ ἔγραψε τὰ ἑξῆς, ἀφοῦ εἶχε προαισθανθῆ τὸν θάνατό του:

«Ἁμαρτωλὸς Τύχων, Ἱερομόναχος, 60 χρόνια στὸ Ἅγιον Ὅρος. Δόξα σοι ὁ Θεός».

Πάντα μὲ τὸ Δόξα σοι ὁ Θεὸς θὰ ἄρχιζε καὶ μὲ τὸ Δόξα σοι ὁ Θεὸς θὰ τελείωνε ὁ Γέροντας. Εἶχε συμφιλιωθῆ πιὰ μὲ τὸν Θεό, γι' αὐτὸ χρησιμοποιοῦσε περισσότερο τὸ Δόξα σοι ὁ Θεὸς παρὰ τὸ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.

Κινεῖτο, ὅπως εἴδαμε, στὸν θεῖο χῶρο, ἀφοῦ λάμβανε μέρος καὶ στὴν οὐράνια δοξολογία μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἐπειδὴ εἶχε ἀνάψει πιὰ ἡ φλόγα τοῦ θείου ἔρωτος μέσα στὴν καρδιά του, γι'αὐτὸ καὶ δὲν τὸν συγκινοῦσαν τὰ μάταια πράγματα, ὅπως ἀνέφερα. Τὸ κελλὶ του ἦταν καὶ αὐτὸ μικρό. Εἶχε ἕνα τραπεζάκι ποὺ ἀκουμποῦσε εἰκόνες, καθὼς καὶ τὸ ἀκοίμητο κανδήλι καὶ τὸ θυμιατήρι. Δίπλα εἶχε τὸ Ἀγγελικό του Σχῆμα καὶ τὸ τριμμένο του ράσο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ τοίχου εἶχε τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ σὲ μία ἄκρη εἶχε τρεῖς σανίδες γιὰ κρεβάτι μὲ μιὰ κουρελιασμένη κουβέρτα ἁπλωμένη γιὰ στρῶμα. Γιὰ σκέπασμα εἶχε ἕνα παλιὸ πάπλωμα μὲ τὰ βαμβάκια ἀπ' ἔξω, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔπαιρναν καὶ τὰ ποντίκια βαμβάκι, γιὰ νὰ κάνουν τὶς φωλιές τους. Ἐπάνω στὸ δῆθεν μαξιλάρι του εἶχε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἕνα βιβλίο μὲ ὁμιλίες τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου. Τὸ δὲ πάτωμα τοῦ κελλιοῦ του ἦταν μὲν ἀπὸ σανίδες, ἀλλὰ φαινόταν σὰν σουβαντισμένο,ἐπειδὴ δὲν σκούπιζε ποτέ, καὶ οἱ λάσπες, ποὺ ἔμπαιναν ἀπὸ ἔξω, μὲ τὰ γένια καὶ τὰ μαλλιά, ποὺ ἔπεφταν κάτω χρόνια ὁλόκληρα, εἶχαν σχηματίσει κανονικὸ σουβά. Ὁ Πάπα - Τύχων δὲν ἔδινε καμιὰ σημασία στὸ καθάρισμα τοῦ κελλιοῦ του ἀλλὰ στὸ καθάρισμα τῆς ψυχῆς του, γι' αὐτὸ καὶ κατόρθωσε νὰ γίνη δοχεῖο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Συνέχεια ἔπλενε τὴν ψυχή του μὲ τὰ πολλά του δάκρυα καὶ χρησιμοποιοῦσε χονδρὰ προσόψια, ἐπειδὴ τὰ συνηθισμένα μανδήλια δὲν τὸν ἐξυπηρετοῦσαν.

Εἶχε φθάσει σὲ μεγάλη κατάσταση πνευματικὴ ὁ Γέροντας! Ἡ ψυχὴ του εἶχε γίνει πολὺ εὐαίσθητη, ἀλλὰ γιὰ νὰ βρίσκεται ὁ νοῦς του συνέχεια στὸν Θεό, εἶχε φθάσει καὶ σὲ ἀναισθησία σωματική. Ἀφοῦ δὲν αἰσθανόταν πιὰ καμιὰ ἐνόχληση ἀπὸ τὶς μύγες, τὰ κουνούπια καὶ τοὺς ψύλλους, ποὺ εἶχε χιλιάδες. Τὸ κορμὶ του ἦταν κατατρυπημένο καὶ τὰ ροῦχα του γεμάτα ἀπὸ κόκκινα στίγματα. Μοῦ λέει ὁ λογισμός μου ὅτι καὶ μὲ τὶς σύριγγες νὰ τοῦ τραβοῦσαν τὸ αἷμα του τὰ ζουζούνια, πάλι δὲν θὰ τὸ αἰσθανόταν. Μέσα στὸ κελλὶ του κυκλοφοροῦσαν ὅλα ἐλεύθερα, ἀπὸ ζουζούνια μέχρι ποντίκια. Κάποτε τοῦ εἶπε ἕνας Μοναχός, ἐπειδὴ ἔβλεπε τὰ ποντίκια νὰ χοροπηδοῦν:

- Γέροντα, θέλεις νὰ σοῦ φέρω μία γάτα;

Ἐκεῖνος ἀπάντησε:

- Ὄχι, παιδί μου. Ἐγὼ ἔχω μία γάτα, μιάμιση φορὰ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν γάτα. Ἔρχεται ἐδῶ, τὴν ταΐζω, τὴν χαϊδεύω, καὶ μετὰ πηγαίνει στὴν καλύβα της κάτω στὸ λάκκο καὶ ἡσυχάζει. Ἦταν μία ἀλεποῦ, ἡ ὁποία ἐπισκεπτόταν τὸν Γέροντα τακτικά, σὰν καλὸς γείτονας.

Εἶχε ἐπίσης καὶ ἕνα θηλυκὸ ἀγριόχοιρο, ποὺ γεννοῦσε κάθε χρόνο κοντὰ στὸ φράχτη τοῦ κήπου του, γιὰ νὰ τὴν προστατεύει ὁ Γέροντας.

Ὅταν ἔβλεπε κυνηγοὺς νὰ περνοῦν ἀπὸ τὴν περιοχή του, τοὺς ἔλεγε ὁ Πάπα - Τύχων:

- Παιδιά μου, ἐδῶ δὲν ὑπάρχουν μεγάλα γουρούνια. Φύγετε.

Οἱ κυνηγοὶ νόμιζαν ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἀγριόχοιροι στὴν περιοχή του καὶ ἔφευγαν.

Ὁ ἅγιος Γέροντας σὰν καλὸς πατέρας τοὺς μὲν ἀνθρώπους ἔτρεφε πνευματικά, τὰ δὲ μεγάλα ἄγρια ζῶα τὰ τάϊζε ἀπὸ τὴν λίγη τροφὴ ποὺ εἶχε καὶ τὰ χόρταινε περισσότερο ἀπὸ τὴν πολλή του ἀγάπη, καὶ τὰ μικρὰ ζουζούνια τ' ἄφηνε νὰ θηλάζουν ἀπὸ τὸ λίγο του αἷμα.

Εἶχε γερὴ κράση ὁ Γέροντας, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πολλὴ ἄσκηση εἶχε ἐξαντληθῆ. Ὅταν τὸν ρωτοῦσε κανεὶς «τί κάνεις, Γέροντα, εἶσαι καλά», ἀπαντοῦσε:

- Δόξα σοι ὁ Θεός, καλὰ εἶμαι, παιδί μου. Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄρρωστος, ἀλλὰ ἀδυναμία ἔχω.

Πολὺ στενοχωριόταν, ὅταν ἔβλεπε καλοθρεμμένο νέο, καὶ περισσότερο, ὅταν ἔβλεπε καλοθρεμμένο Καλόγηρο, ἐπειδὴ δὲν ταιριάζουν τὰ πάχια μὲ τὸ Ἀγγελικὸ Σχῆμα.

Μιὰ μέρα τὸν ἐπισκέφτηκε ἕνας λαϊκὸς πολὺ χονδρὸς καὶ τοῦ λέει:

- Γέροντα, ἔχω πόλεμο σαρκικὸ μὲ βρώμικους λογισμούς, ποὺ δὲν μ' ἀφήνουν καθόλου νὰ ἡσυχάσω.

Ὁ Πάπα - Τύχων τοῦ εἶπε:

- Ἐάν, παιδί μου, ἐσὺ θὰ κάνης ὑπακοή, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ ἐγὼ θὰ σὲ κάνω Ἄγγελο. Νὰ λές, παιδί μου, συνέχεια τὴν εὐχή, τὸ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, καὶ νὰ περνᾶς ὅλες τὶς ἡμέρες μὲ ψωμὶ καὶ νερό, καὶ τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ νὰ τρῶς φαγητὸ μὲ λίγο λάδι. Νὰ κάνης καὶ ἀπὸ ἑκατὸν πενήντα μετάνοιες τὴν νύκτα καὶ νὰ διαβάζης μετὰ τὴν Παράκληση τῆς Παναγίας καὶ ἕνα κεφάλαιο ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Συναξάρι τοῦ Ἁγίου τῆς ἡμέρας. Μετὰ ἀπὸ ἕξι μῆνες, ποὺ τὸν ξαναεπισκέφτηκε, ὁ Γέροντας δὲν μπόρεσε νὰ τὸν γνωρίση, γιατί εἶχαν φύγει ὅλα τὰ περίσσια πάχια, καὶ μὲ εὐκολία πιὰ χωροῦσε ἀπὸ τὴν στενὴ πόρτα τοῦ Ναοῦ του. Ὁ Γέροντας τὸν ρώτησε:

- Πῶς περνᾶς τώρα, παιδί μου;

Κι ἐκεῖνος ἀπήντησε:

- Τώρα νιώθω πραγματικὰ σὰν Ἄγγελος, γιατί δὲν ἔχω οὔτε σαρκικὲς ἐνοχλήσεις οὔτε καὶ βρώμικους λογισμοὺς καὶ αἰσθάνομαι πολὺ ἐλαφρός, ποὺ ἔφυγαν τὰ πάχη.

Μὲ τέτοιες πρακτικὲς συμβουλὲς νουθετοῦσε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοῦ ζητοῦσαν βοήθεια.

Ἐκτός, φυσικά, ἀπὸ τὴν μεγάλη πεῖρα ποὺ εἶχε ἀποκτήσει, εἶχε λάβει καὶ θεῖο φωτισμὸ ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἀσκητικούς του ἀγῶνες. Μετὰ ἀπὸ τὶς νουθεσίες του ἐπακολουθοῦσαν οἱ προσευχές του, ποὺ τὶς αἰσθάνονταν οἱ ἐπισκέπτες ἔντονα, ὅταν ἔφευγαν. Τὸ πετραχῆλι σχεδὸν ποτὲ δὲν τὸ ἔβγαζε, γιατί πολλὲς φορὲς τὸ σήκωνε ἀπὸ τὸν ἕναν ἄνθρωπο καὶ τὸ ἅπλωνε στὸν ἄλλον καὶ ἔπαιρνε τὶς ἁμαρτίες ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του καὶ τοὺς ξαλάφρωνε μὲ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Ἐξομολογήσεως. Τὶς ἐξομολογήσεις, ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι, τὶς ξεχνοῦσε ἀμέσως καὶ ἔτσι ἔβλεπε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους πάντοτε καλοὺς καὶ ὅλο καλοὺς λογισμοὺς εἶχε γιὰ ὅλους, γιατί εἶχε ἐξαγνισθῆ πιὰ ἡ καρδιά του καὶ ὁ νοῦς του.

Κάποτε τὸν εἶχε ρωτήσει ἕνας Ἡγούμενος:

-Γέροντα, ποιὸς ἀδελφὸς εἶναι πιὸ καθαρὸς μέσα στὸ Κοινόβιο;

Ὁ Πάπα - Τύχων ἀπήντησε:

- Ἅγιε Καθηγούμενε, ὅλοι οἱ ἀδελφοὶ εἶναι καθαροί.

Ποτὲ δὲν πλήγωνε ἄνθρωπο, ἀλλὰ τοῦ θεράπευε τὰ τραύματα μὲ τὸ βάλσαμο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Ἔλεγε στὴν πονεμένη ψυχή:

- Παιδί μου, ἐσένα ὁ Χριστὸς σὲ ἀγαπάει, σὲ συγχώρεσε. Ὁ Χριστὸς ἀγαπάει περισσότερό τοὺς ἁμαρτωλοὺς ποὺ μετανοοῦν καὶ ζοῦν μὲ ταπείνωση.

Πάντα τόνιζε τὴν ταπείνωση καὶ ἔλεγε χαρακτηριστικά:

- Ἕνας ταπεινὸς ἄνθρωπος ἔχει περισσότερη Χάρη ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους. Κάθε πρωΐ ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὸν κόσμο μὲ τὸ ἕνα χέρι, ἀλλ' ὅταν ἰδῆ κανέναν ταπεινὸ ἄνθρωπο, τὸν εὐλογεῖ μὲ τὰ δύο Του χέρια. Πὰ-πὰ-πά, παιδί μου! ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μεγαλύτερη ταπείνωση, εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ ὅλους.

Ἐπίσης, ἔλεγε γι' αὐτοὺς ποὺ παρθενεύουν πὼς πρέπει νὰ ἔχουν καὶ ταπείνωση, γιατί ἀλλιῶς δὲν σώζονται μόνο μὲ τὴν παρθενία, διότι ἡ κόλαση εἶναι γεμάτη καὶ ἀπὸ ὑπερήφανους παρθένους.

- Ὅταν καυχᾶται κανεὶς ὅτι εἶναι παρθένος - ἔλεγε -θὰ τοῦ πῆ ὁ Χριστός: «Ἐπειδὴ δὲν ἔχεις καὶ ταπείνωση, πήγαινε στὴν κόλαση». Ἐνῶ σ' ἐκεῖνον ποὺ ἦταν ἁμαρτωλὸς καὶ μετανόησε καὶ ζῆ ταπεινὰ μὲ συντριβὴ καρδίας καὶ ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, θὰ τοῦ πῆ ὁ Χριστός: «Ἔλα, παιδί μου, ἐδῶ στὸν γλυκὸ Παράδεισο».

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν μετάνοια τόνιζε πολὺ τὴν μελέτη τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ γυρίζη συνέχεια γύρω ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπίσης,τόνιζε τὴν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων: Εὐεργετινό,Φιλοκαλία, Ἅγιο Χρυσόστομο, Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο, Ἅγιο Μάξιμο, Συμεὼν Νέο Θεολόγο, Ἀββᾶ Μακάριο καὶ Ἀββᾶ Ἰσαάκ. «Ἡ μελέτη, ἔλεγε ὁ Γέροντας, θερμαίνει καὶ τὴν ψυχή, καθαρίζει καὶ τὸν νοῦ καὶ ἔτσι ἀσκεῖται μὲ προθυμία ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀποκτάει ἀρετές, ἐνῶ, ὅταν δὲν ἀσκῆται,ἀποκτάει πάθη».

Μιὰ μέρα ρώτησε τὸ Γέροντα Παΐσιο:

- Ἐσύ, παιδί μου, τί βιβλία διαβάζεις;

Τοῦ ἀπάντησε:

-Ἀββᾶ Ἰσαάκ.

- Πὰ-πὰ-πά, παιδί μου! αὐτὸς ὁ Ἅγιος εἶναι μεγάλος! Οὔτε ἕναν ψύλλο δὲν σκότωνε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ.

Ἤθελε μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε νὰ τονίση τὴν μεγάλη πνευματικὴ εὐαισθησία τοῦ Ἁγίου.

Ὁ Πάπα - Τύχων προσπαθοῦσε νὰ μιμηθῆ τὸν Ἅγιο Ἰσαάκ, ὄχι μόνο στὸ ἡσυχαστικό του πνεῦμα ἀλλὰ καὶ στὴν εὐαισθησία τῆς πνευματικῆς του ἀρχοντιᾶς, καὶ δὲν ἐπιβάρυνε κανέναν ἄνθρωπο.

Ἔλεγε στοὺς Μοναχοὺς ὅτι πρέπει νὰ ζοῦν ἀσκητικά, γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὶς μέριμνες, καὶ ὄχι νὰ δουλεύουν σὰν ἐργάτες καὶ νὰ τρῶνε σὰν κοσμικοί. Γιατί τὸ ἔργο τοῦ Μονάχου εἶναι οἱ μετάνοιες, οἱ νηστεῖες, οἱ προσευχές, ὄχι μόνο γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ζωντανοὺς καὶ πεθαμένους, καὶ λίγη δουλειὰ γιὰ τὰ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ μὴν ἐπιβαρύνη τοὺς ἄλλους, διότι μὲ τὴν πολλὴ δουλειὰ καὶ μέριμνα ξεχνάει κανεὶς τὸν Θεό. Ἔλεγε χαρακτηριστικά:

- Ὁ Φαραὼ ἔδινε πολλὴ δουλειὰ καὶ πολὺ φαγητὸ στὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ ξεχάσουν τὸν Θεό.

Πρὶν ἀρχίση τὶς συμβουλὲς τοῦ ὁ Γέροντας, εἶχε τυπικὸ νὰ κάνη πρῶτα προσευχή, νὰ ἐπικαλεσθῆ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γιὰ νὰ τὸν φώτιση, καὶ αὐτὸ συνιστοῦσε καὶ στοὺς ἄλλους. Ἔλεγε: «Ὁ Θεὸς ἄφησε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γιὰ νὰ μᾶς φωτίζη. Αὐτὸ εἶναι νοικοκύρης. Γι' αὐτὸ καὶ ἢ Ἐκκλησία μας ἀρχίζει μὲ τὸ Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Ἐνῶ ἔλεγε αὐτὰ γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλοιωνόταν τὸ πρόσωπό του, καὶ πολλοὶ εὐλαβεῖς ἄνθρωποι τὴν ἔβλεπαν αὐτὴ τὴν ἀλλοίωση. Εἶπε γέρων:

- Κάποτε πῆγε ἕνας μοναχὸς σ` ἕνα κελὶ ποὺ ἦταν καθαρό, περιποιημένο, ἀρχοντικὸ ἐπίσημο. Εἶπε: «Ὅπως εἶναι ἡ καρδιὰ τοῦ Γέροντα ἔτσι εἶναι καὶ τὸ κελί του». Πῆγε σ` ἕνα ἄλλο ποὺ ἦταν ἀκατάστατο, ἀραχνιασμένο κι ἄνω – κάτω. Εἶπε: «Ὁ Γέροντας εἶναι καλός, ἀσχολεῖται συνέχεια μὲ τὰ πνευματικά, καὶ δὲν ἔχει καθόλου καιρὸ γιὰ τὰ ὑλικά».Ἦταν ἀγαθὸς ὁ μοναχὸς αὐτὸς καὶ τὰ ἔβλεπε ὅλα ὄμορφα. Ὅ,τι εἶσαι αὐτὸ βλέπεις, ὅ,τι ζητᾶς αὐτὸ βρίσκεις.



Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ

«Δόξα εἰς τὸν Γολγοθᾶ τοῦ Χριστοῦ». Ὦ Θεῖε Γολγοθᾶ, ἁγιασμένε μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Σὲ παρακαλοῦμε, πές μας πόσες χιλιάδες ἁμαρτωλῶν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τὴν μετάνοια καὶ τὰ δάκρυα καθάρισες καὶ γέμισες τὸν νυμφώνα τοῦ Παραδείσου; Ὦ! μὲ τὴν ἀγάπη σου τὴν ἄρρητη, Χριστὲ Βασιλιά, μὲ τὴν Χάρη Σου ὅλα τὰ οὐράνια παλάτια γέμισες ἀπὸ μετανοοῦντας ἁμαρτωλούς. Σὺ καὶ ἐδῶ κάτω ὅλους ἐλεεῖς καὶ σώζεις. Καὶ ποιὸς μπορεῖ ἀντάξια νὰ Σὲ εὐχαριστήση, ἔστω κι ἂν εἶχε Ἀγγελικὸ νοῦν; Ἁμαρτωλοί, ἐλᾶτε γρήγορα. Ὁ Ἅγιος Γολγοθᾶς εἶναι ἀνοικτὸς καὶ ὁ Χριστὸς εὔσπλαχνος. Προσπέσετε πρὸς Αὐτὸν καὶ φιλήσετε τὰ ἅγιά Του πόδια. Μόνον Αὐτὸς σὰν εὔσπλαχνος μπορεῖ νὰ γιατρέψη τὶς πληγές σας! Ὤ, θὰ εἴμαστε εὐτυχεῖς, ὅταν ὁ πολυεύσπλαχνος Χριστὸς μᾶς ἀξίωση μὲ μεγάλη ταπείνωση καὶ φόβο Θεοῦ καὶ καυτὰ δάκρυα νὰ πλύνωμε τὰ πανάχραντά Του πόδια καὶ μὲ ἀγάπη νὰ τὰ φιλήσουμε! Τότε ὁ Χριστὸς εὔσπλαχνος θὰ εὐδοκήση νὰ πλύνη τὶς ἁμαρτίες μας καὶ θὰ μᾶς ἄνοιξη τὶς πόρτες τοῦ Παραδείσου, ὅπου μὲ μεγάλη χαρά, μαζὶ μὲ τοὺς Ἀρχαγγέλους καὶ Ἀγγέλους,τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφεὶμ καὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους, αἰώνια θὰ δοξάζωμεν τὸν Σωτήρα τοῦ κόσμου, τὸν γλυκύτατο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν Ὁμοούσιο καὶ ἀδιαίρετο Τριάδα.

Ἱερομόναχος Τύχων - Ἅγιον Ὅρος

Γέρων Παΐσιος Οι πειρασμοί στις γιορτές...για να στερηθούν οι άνθρωποι τα θεία δώρα!



 
- Γέροντα, γιατί στις γιορτές συνήθως συμβαίνει κάποιος πειρασμός;
- Δεν ξέρεις; Στις γιορτές ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι έχουν χαρά και κερνούν, δίνουν ευλογίες, δώρα πνευματικά στους ανθρώπους. Εδώ οι γονείς κερνούν, όταν γιορτάζουν τα παιδιά, η οι βασιλείς χαρίζουν ποινές, όταν γεννιέται κανένα βασιλόπουλο ,οι Άγιοι γιατί να μην κεράσουν;
Μάλιστα η χαρά που δίνουν κρατάει πολύ και βοηθιούνται πολύ οι ψυχές. Γι΄ αυτό ο διάβολος ,επειδή το ξέρει αυτό, δημιουργεί πειρασμούς ,για να στερηθούν οι άνθρωποι τα θεία δώρα και να μη χαρούν ούτε να ωφεληθούν από την γιορτή. Και βλέπεις, μερικές φορές στην οικογένεια, όταν σε μια γιορτή ετοιμάζονται όλοι να κοινωνήσουν , τους βάζη ο πειρασμός να μαλώσουν, και όχι μόνο δεν κοινωνούν, αλλά ούτε στην εκκλησία πηγαίνουν.
Τα φέρνει έτσι τα πράγματα το ταγκαλάκι, ώστε να στερηθούν όλη την θεία βοήθεια.
Αυτό παρατηρείται και στην δική μας ,την καλογερική ζωή. Πολλές φορές το ταγκαλάκι, επειδή γνωρίζει εκ πείρας ότι θα βοηθηθούμε πνευματικά σε κάποια γιορτή, εκείνη την ημέρα, ή μάλλον από την παραμονή , δημιουργεί έναν πειρασμό- σαν πειρασμός που είναι- και μας χαλάει όλη την διάθεση.
Μπορεί λ.χ. να μας βάλη να φιλονικήσουμε με ένα αδελφό ,και ύστερα μας θλίβει, μας τσακίζει ψυχικά και σωματικά. Έτσι, δεν μας αφήνει να ωφεληθούμε από την γιορτή με τον χαρούμενο τρόπο της δοξολογίας. Ο Καλός Θεός όμως, όταν δη ότι δεν δώσαμε εμείς αφορμή, αλλά αυτό έγινε μόνον από φθόνο του πονηρού, μας βοηθάει.
Και ακόμη πιο θετικά μας ωφελεί ,όταν εμείς παίρνουμε ταπεινά το σφάλμα επάνω μας και δεν κατηγορούμε όχι μόνον τον αδελφό μας αλλά ούτε και τον μισόκαλο διάβολο, διότι η δουλειά του αυτή είναι: να δημιουργή σκάνδαλα και να σκορπάη κακότητα, ενώ ο άνθρωπος ως εικόνα Θεού πρέπει να σκορπάη ειρήνη και καλωσύνη.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΠΕΝΤΕ ΝΕΟΑΣΤΕΓΟΥΣ ΕΙΝΑΙ... ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΣ!!

.Η οικονομική κρίση οδηγεί τους Έλληνες στη φτώχεια. 
Όλο και περισσότεροι καταφεύγουν στα συσσίτια, ενώ αυξάνεται ο αριθμός των λεγόμενων «νεοαστέγων». Το ακόμα πιο θλιβερό είναι όμως ότι ένας στους πέντε έχει πτυχίο και οι περισσότεροι βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία.

Σύμφωνα με έρευνα της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Κλίμακα», που δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα «6 ΜΕΡΕΣ», το προφίλ όσων δεν έχουν να φάνε ή είναι σχεδόν άστεγοι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι μόνο παράνομοι μετανάστες, δεν είναι μόνο τοξικομανείς ή ψυχικά ασθενείς ή αλκοολικοί. 

Είναι και πολίτες της διπλανής πόρτας: άνεργοι σε παραγωγική ηλικία (20 έως 45 ετών) με μέτριο ως υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Ένας στους πέντε έχει πτυχίο. Τα στοιχεία της ΜΚΟ απεικονίζουν επίσης την κάθετη αύξηση των συσσιτίων: Στην «Κλίμακα» σιτίζονται πλέον 220 άτομα, από 80 πριν λίγο καιρό.

Η έρευνα, που διενεργήθηκε σε 214 άτομα, χρησιμοποιεί ένα όρο που η κρίση έχει εισάγει στο ελληνικό λεξιλόγιο , τον όρο «νεοάστεγος». Ως νεοάστεγος χαρακτηρίζεται όποιος βρίσκεται ένα βήμα από το δρόμο, και ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Άνεργοι που έχασαν το σπίτι τους, ή δεν μπορούσαν να το συντηρήσουν, εργαζόμενοι που απολύθηκαν λίγο πριν τη σύνταξη, και κοινωνικά ενταγμένοι μετανάστες.

Στο δείγμα των 214 ατόμων της έρευνας, σύμφωνα με τις «6 Μέρες», εντυπωσιάζει το προφίλ των ανθρώπων αυτών:

Το 50% έχει ολοκληρώσει τουλάχιστον την υποχρεωτική εκπαίδευση
Το 25% έχει ολοκληρώσει την μέση εκπαίδευση
Το 19,6% έχει πτυχίο.

Τα άτομα αυτά είναι ηλικίας 25-45 ετών και είναι οι περισσότεροι άνεργοι από κλάδους που μαστίζονται από την κρίση:

Το 24,8% προέρχεται από τις κατασκευές
Το 21,9% ήταν ιδιωτικοί υπάλληλοι
Το 18,1% είχαν επιχείρηση
Το 16,2% απασχολούνταν σε τουριστικά επαγγέλματα
Το 6,7% εργάζονταν στη Ναυτιλία.
πηγή

"Ορθόδοξος Τύπος και Καλαβρύτων Αμβρόσιος"



Ἀκολουθεῖ τὴ Νεοταξικὴ συνταγὴ τῆς λογοκρισίας
καὶ ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος»;

 «Ὀρθόδοξος Τύπος» δεκαετίες στὶς ἐπάλξεις τοῦ ἀντι-οικουμενιστικοῦ ἀγῶνα τελευταῖα φαίνεται νὰ συμβιβάζεται μὲ πρόσωπα καὶ καταστάσεις. Ἀκολουθώντας τὴν λογοκρισία, τὴν ὑποκρισία, τὴν διπλωματία καὶ τὴν ἐμπάθεια τῶν ἄλλων μέσων ἐνημερώσεως, δημοσιεύει μόνο ὅ,τι ἀρέσει στὴν οἰκογενειοκρατία καὶ τὴν ἱερατικὴ ὁμάδα ποὺ τὸν διευθύνει.
Ἡ δημοσίευση τῆς ἐφημερ. Ορθ. Τύπος"
Ἀφορμὴ γιὰ τὸ σχόλιό μας αὐτὸ ἀποτελεῖ μιὰ δημοσίευση τοῦ Ορθ. Τύπου" (16/11/12, ἀριθ.φύλ. 1950). Σ’ αὐτὴν ἀσχολεῖται ὁ «Ὀρθόδ.Τύπος» μὲ μιὰ ἀστεία, ἀλλὰ καὶ  παραπλανητικὴ Ἀνακοίνωση τοῦ Μητρ.Καλαβρύτων. Μὲ αὐτὴκαταγγέλλει τὸν ΟΤΕ Αἰγίου ὁ Μητροπολίτης,γιατὶ τοῦ ἔκοψε τὸ τηλέφωνο ἐπειδὴ καθυστέρησε νὰ τὸ ...πληρώσει! Δηλαδή, ὁ Μητροπολίτης θέλει νὰ πιστέψουμε (ὅπως πίστεψε ὁ «Ὀρθ. Τύπος» παίζοντας τὸ παιχνίδι τοῦ Μητροπολίτη) ὅτι δὲν εἶχε νὰ πληρώσει 140,50 εὐρώ!!! Ἢ μήπως, ὅτι διώκεται ἀπὸ τὸν ΟΤΕ;
Αὐτό, λοιπόν, κατὰ τὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο», ἀποτελεῖ εἴδηση ἄξια δημοσιεύσεως!
Ἀντίθετα, οὐδεμία ἀναφορὰ ἔγινε ἀπὸ τὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» γιὰ τὶς πρόσφατες δημοσιεύσεις τοῦ Μητροπολίτη Καλαβρύτων, ὡς πρὸς τὴ «Χρυσῆ Αὐγή», ποὺ ξεσήκωσε σάλο ἐναντίον του στὰ Μ.Μ.Ε. Τὸ ἴδιο, ἡ πρόσφατη δίκη μὲ κατηγορούμενο τὸν Μητροπολίτη Καλαβρύτων, ποὺ κράτησε τρεῖς ἑβδομάδες στὸ Ἐφετεῖο Πατρῶν (ἔγινε μὲ διακοπὲς λόγῳ τῆς ἀπεργίας τῶν δικαστῶν) δὲν ἀποτελεῖ εἴδηση κατὰ τὴν ἐφημερίδα. Γι’ αὐτὴν δὲν ἔβγαλε μιλιά! Οὔτε πρὶν ἀνέφερε κάτι, οὔτε καὶ μετὰ τὴν δίκη! Φαίνεται ὅτι εἶναι προστατευόμενος τῆς ἐφημερίδος ὁ κ. Ἀμβρόσιος, τοῦ ὁποίου ἀνελλιπῶς δημοσιεύει ἄρθρα, γεγονός πού δημιουργεῖ εὔλογες ἀπορίες καί ἐρωτήματα!
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς «ἀποτειχίσεως» Ὀρθοδόξων πιστῶν ἡ ἐφημερίδα σιώπησε. Οὔτε θετικά, οὔτε ἀρνητικά, οὔτε οὐδέτερα ἔδωσε τὴν εἴδηση.
Τέλος, ἐνῶ στὴν ἐφημερίδα δημοσιεύεται «Βιβλιογραφικὸ Δελτίο», ἀλλὰ καὶ ἑκατοντάδες «Παρουσιάσεις» σημαντικότατων, σημαντικῶν ἢ καὶ ἀσήμαντων βιβλίων, κόπηκε μὲ ἄνωθεν ἐντολή, ὄχι μόνο ἡ παρουσίαση, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ ἡ μνημόνευση τῶν βιβλίων τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, παρόλο ποὺ διαπραγματεύονται ἕνα κρίσιμο γιὰ τὴν Ἐκκλησία θέμα, τὴν Διακοπὴ τῆς Μνημονεύσεως τῶν αἱρετικῶν-Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων. Ἡ πρακτική τῆς Διακοπὴ τῆς Μνημονεύσεως εἶναι ἕνα γεγονός πού ἀντιπαρέρχεται σκανδαλωδῶς. Γιὰ τὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» τέτοια βιβλία εἶναι σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν.
Κάποια ὀνόματα, ἐκεῖ στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» δὲν θέλουν οὔτε στὸν ὕπνο τους νὰ τὰ σκέπτονται καὶ νὰ βλέπουν. Ἴσως γιά κάποιους ἐκεῖ εἴμαστε persona non grata.
Αὐτὴ εἶναι ἡ «Νέα Τάξη» ἀγάπης, ἐλευθερίας λόγου καὶ ἀντικειμενικῆς ἐνημέρωσης!
Καὶ βέβαια, εἶναι φανερό· θέλουν νά πιστέψουμε ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ κάνουν ἀπὸ «ἀγάπη» πρὸς τὰ πρόσωπά μας. Γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐκθέσουν.
Τοὺς εὐχαριστοῦμε καὶ δημοσίως.

Ὁρθόδοξος Χριστιανικὸς Ἀγωνιστικὸς Σύλλογος
“Ὁ ἅγ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης”»

Ὁμιλία τοῦ Ἀρχιεπ. Ἀλβανίας Ἀναστασίου



Παρακολουθήστε την ομιλία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. κ. Αναστάσιου,
την οποία εκφώνησε στον Ιερό Ναό της του Θεού Σοφίας, στην Κύπρο, την Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012.

Πηγή:churchofcyprus.org.cy

Μήνυμα αποκρυφιστών για άμεση ανατροπή στην Ελλάδα


πηγή


Οι αποκρυφιστές στέλνουν μήνυμα (καθοδηγούμενης) άμεσης ανατροπής στην Ελλάδα μέσα από διαφήμιση!!!


www.imdleo.gr

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...