Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαΐου 31, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Ἰω. 4, 5-42) Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης

 Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Σέ κάθε πίστη ἡ λατρεία προσδιορίζει τίς σχέσεις ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει αἰσθάνεται πηγαῖα τήν ἀνάγκη νά λατρεύει τόν Θεό καί νά προσεύχεται σ’ Αὐτόν. Ὅσο μάλιστα πιό δυνατή εἶναι ἡ πίστη, τόσο πιό μεγάλη εἶναι καί ἡ ἀνάγκη γιά προσευχή. Ἐξάλλου ἡ πίστη ἑνός ἀνθρώπου ὑποστηρίζεται καί ἐνισχύεται ἀπό τήν πίστη τῶν ἄλλων. Σ’ αὐτό ἔγκειται ἡ σημασία τῆς λειτουργίας καί τῆς κοινῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Τῆς λατρείας πού, σύμφωνα μέ τή βιβλική ἀντίληψη, ἔχει ἔντονο κοινοτικό χαρακτήρα. Ἀποτελεῖ τή στάση καί τήν προσφορά τοῦ πιστεύοντος λαοῦ πρός τόν ζῶντα καί ἀληθινό Θεό πού ἀποκαλύπτεται μέσα στό χρόνο καί τήν ἱστορία.
Στή λατρεία, τήν προσκύνηση καί τήν κοινή προσευχή, πού ἀναπέμπουμε πρός τόν Θεό, ἀναφέρεται καί ὁ θαυμαστός διάλογος τοῦ Κυρίου μέ τήν Σαμαρείτιδα γυναίκα, τήν κατοπινή ἁγία καί ἰσαπόστολο Φωτεινή. Ὁ Ἰησοῦς, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τό ἐρώτημα πού τοῦ ἔθεσε ἡ Σαμαρείτιδα γιά τόν ἐνδεδειγμένο τόπο λατρείας τοῦ Θεοῦ, θά προσδιορίσει μέ ἐλάχιστες λέξεις τήν οὐσία τῆς λατρείας καί τά θεμελιώδη ἐκεῖνα γνωρίσματά της, πού τήν καθιστοῦν γνήσια καί εὐάρεστη μπροστά στόν Θεό. Ἔτσι κλείνει τό κεφάλαιο τῆς ἀρχαίας λατρείας καί στή ζωή τῶν ἀνθρώπων εἰσάγεται μιά καινούργια λατρεία, πνευματική καί ἀληθινή. «Ἔρχεται ὥρα καί νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί προσκηνύσουσι τῷ Πατρί ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ».
Κοινωνία καί ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Κορ. 4,6). Εἶναι τό ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης καί τῆς εὐγνωμοσύνης μας. Ὁ αἶνος τῶν χειλέων καί ἡ δοξολογία τῆς καρδιᾶς μας. Ἡ ἐναπόθεση τῆς ὑπάρξεώς μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ· στήν πρόνοια, τήν ἀγάπη καί τήν πατρική φροντίδα Του.
Κέντρο τῆς χριστιανικῆς λατρείας εἶναι ἡ προσφορά τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία μας· «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας». Μέ τή θυσία τοῦ Χριστοῦ τερματίζεται ἡ ἀρχαία λατρεία τοῦ Ἰσραήλ, πού ἦταν προορισμένη νά ἐκφράσει καί νά διασώσει τήν ταπεινή καί ἐλπιδοφόρα προσδοκία τῆς σωτηρίας. Ἡ σωτηρία, χάρη στή θυσία πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός προσέφερε πάνω στό θυσιαστήριο τοῦ σταυροῦ, εἶναι πλέον πραγματικότητα. Καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά λάβει τούς καρπούς αὐτῆς τῆς θυσίας μετέχοντας στήν θεία Εὐχαριστία.
Μέσα στό χρόνο, στό παρόν, πραγματώνεται ἡ κοινωνία μας μέ τόν Θεό, ἡ ὁποία μᾶς προετοιμάζει γιά τήν αἰώνια καί πλήρη κοινωνία τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ εὐχαριστιακή κοινωνία, τό κέντρο τῆς νέας λατρείας καί ἡ δίοδος γιά τή νέα ζωή, εἶναι ἡ «εἰκών» καί τό «σημεῖον» τῆς οὐράνιας κοινωνίας καί τό μέσο γιά τήν ἐπίτευξή της.
Ποιά εἶναι τά οὐσιώδη γνωρίσματα τῆς καινούργιας αὐτῆς λατρείας πού εἰσάγει ὁ Χριστός μας; Πρῶτα-πρῶτα ὅτι εἶναι προσκύνηση καί λατρεία «ἐν πνεύματι». Δικαιοῦνται καί μποροῦν νά τήν προσφέρουν μόνο οἱ ἀναγεννημένοι «ἐκ τοῦ Πνεύματος» (Ἰω. 3,8).
Λατρεύω τόν Θεό «ἐν πνεύματι» σημαίνει τοῦ ἀφιερώνω τήν ὕπαρξή μου, τή σκέψη μου, τήν καρδιά μου, τή θέλησή μου. Προσηλώνομαι καί ἀνταποκρίνομαι ὁλόθυμα στήν ἀγάπη Του. Ἀναδεικνύω τήν ὕπαρξή μου θυσιαστήριο καί ναό συνεχοῦς δοξολογίας τοῦ θεϊκοῦ μεγαλείου Του.
Τό δεύτερο γνώρισμα τῆς νέας λατρείας πού ἐπεσήμανε στή Σαμαρείτιδα ὁ Κύριος εἶναι τό «ἐν ἀληθείᾳ». Προσκύνηση καί λατρεία τοῦ Πατρός ἀληθινή. Τί νά σημαίνει ἄραγε αὐτός ὁ προσδιορισμός τῆς χριστιανικῆς λατρείας; Ὄχι, βέβαια, ὅτι προέρχεται ἀπό εἰλικρινή διάθεση, διότι κάτι τέτοιο ἦταν δυνατό νά γίνει καί στήν ἀρχαία λατρεία. Μέ εἰλικρινῆ διάθεση εἶχε τήν ὑποχρέωση νά λατρεύει τόν Θεό καί ὁ Ἰουδαῖος καί ὁ Σαμαρείτης. Λατρεία ἀληθινή σημαίνει πραγματική λατρεία.
Ἡ δυνατότητα νά λατρεύουμε ἀληθινά οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό μᾶς ἐξασφαλίστηκε μέ τήν ἐνανθρώπηση καί τή θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος μᾶς φανέρωσε τό μυστήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Μᾶς γνωστοποίησε τήν Οἰκονομία Του, τό σχέδιο δηλαδή τῆς σωτηρίας μας. Προσέφερε αὐτή τή σωτηρία μέ τή σταυρική θυσία καί τήν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Ἔτσι ὁ ἔνδοξος Χριστός εἶναι μυστηριωδῶς παρών ἀνάμεσά μας. Μᾶς παρέχει τή δυνατότητα νά κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του καί νά γινόμαστε μέ τή συμμετοχή μας αὐτή ὅλοι ἕνα καί μόνο σῶμα, πού δοξάζει τόν Πατέρα «ἐν Χριστῷ» διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στό σημεῖο αὐτό ὅμως εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἀναρωτηθοῦμε:
Λατρεύουμε τόν Θεό «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ»; Δυστυχῶς ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο προσευχόμαστε καί λατρεύουμε τόν Θεό συχνά εἶναι ἐντελῶς ἐξωτερικός. Τύπος χωρίς οὐσία. Πράξη μηχανική. Συνήθεια καί ὄχι προσωπική πνευματική ἐμπειρία. Ἐρχόμαστε στό ναό. Μετέχουμε στήν κοινή λατρεία. Ἀναπέμπουμε προσευχές. Κάνουμε τίς προσφορές μας. Ὅλα αὐτά ὅμως ἐξωτερικά· συμβατική καί τυποποιημένη ἐκπλήρωση «θρησκευτικῶν καθηκόντων». Χωρίς ν’ ἀναγεννιέται ἡ ὕπαρξη καί νά μεταμορφώνεται ἡ ζωή μας. Ἐδῶ ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πού ἀκοῦμε ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα καί πού ἀναφέρεται στήν ἐξωτερική καί τυποποιημένη λατρεία: «Ὁ λαός τοῦτος μέ πλησιάζει μέ τά λόγια του στόματός του καί μέ τιμᾶ μόνο μέ τά χείλη του, ἐνῶ ἡ καρδιά του εἶναι μακριά ἀπό μένα» (29, 13).
Ὁ Θεός ὅμως θέλει λατρεία πού ν’ ἀναβλύζει μέσα ἀπό τήν καρδιά μας. Εὐαρεστεῖται στήν προσευχή πού προέρχεται ἀπό τά βάθη τῆς ὑπάρξεως καί ἡ ὁποία ἐκφράζει τή θερμή ἀγάπη καί τήν πλήρη ἀφοσίωση τῆς ψυχῆς μας. Ἀξιώνει νά τοῦ προσφέρουμε τήν ἴδια τήν καρδιά μας. Γιά νά γίνει ὁ ἔνοικός της. Καί νά ἀναδειχθεῖ ἔτσι ὁ πιό ὑπέροχος τόπος λατρείας· ὁ πιό περίλαμπρος ναός, ὅπου θά λατρεύεται καί θά δοξάζεται.
Ὁ Θεός ἐπιζητεῖ ἀκόμη τή θέληση καί τόν ἀγώνα μας. Ἐπαναπαύεται ὄχι στίς ὑλικές προσφορές ἀλλά στήν πιστότητά μας. Στήν προσπάθεια πού καταβάλλουμε γιά ν’ ἀκολουθήσουμε τό θέλημά Του καί νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιό Του. Μέ τό στόμα τοῦ προφήτου Ὡσηέ μας ἐπισημαίνει: «Ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν, καί ἐπίγνωσιν Θεοῦ ἤ ὁλοκαυτώματα» (6,6).
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ἡ μεγάλη ἐλπίδα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου, πού ὑποφέρει ἀπό μοναξιά καί συμπιέζεται κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῆς μηχανῆς, εἶναι ἕνα μεταφυσικό ἄνοιγμα στή ζωή του. Ὁ δρόμος τῆς πίστεως. Ἡ χαρά καί ἡ ἀνάπαυση τῆς προσωπικῆς συναντήσεως μέ τόν Θεό. Στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Στό κλίμα τῆς προσευχῆς. Στήν ἀτμόσφαιρα τῆς θείας λατρείας. Μιά λατρεία ὅμως πού, ὅπως ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει σήμερα, θά προσφέρουμε πάντοτε στόν Θεό «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Ἀμήν
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Κυριακής της Σαμαρείτιδος Η ζωντανή αλήθεια. εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου


Η ζωντανή αλήθεια.

«Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν»
Η ανακάλυψη του βαθύτερου νοήματος της ζωής περνά μέσα από την αλήθεια της Εκκλησίας, όπως μάς την αποκαλύπτει ο ίδιος ο Κύριος. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μάς βάζει ακριβώς μπροστά από αυτή τη μεγάλη πρόκληση. Να ανοίξουμε τον εαυτό μας, να τον καταστήσουμε διάφανο, για να δεχθεί τη μεγάλη αλήθεια της ζωής, η οποία είναι εκείνη που σώζει και ανεβάζει τον άνθρωπο στις πιο ψηλές πνευματικές κορυφογραμμές.
Χρονικά και εορτολογικά, βρισκόμαστε στο μέσο περίπου της πορείας μας προς την Πεντηκοστή. Είναι ίσως η πιο κατάλληλη στιγμή για να γίνουμε κοινωνοί της αποκάλυψης που ο ίδιος ο Κύριος κάνει στη συνάντηση του με τη Σαμαρείτιδα. Ότι δηλαδή ο ίδιος είναι το «ύδωρ το ζων», το «αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον». Μια αλήθεια, η οποία επιβάλλεται να αγγίξει υπαρκξιακά τον άνθρωπο και να τον ανυψώσει πνευματικά.

Χριστοειδής ανύψωση.

Ο Χριστός στο πρόσωπο της γυναίκας εκείνης, της Σαμαρείτιδας – η οποία ήταν και αλλοεθνής και κουβαλούσε κοινωνικά και εθνικά στίγματα – συναντά τον κάθε άνθρωπο, τον καθένα από μας ξεχωριστά. Μάς αποκαλύπτει συγκλονιστικές αλήθειες. Δεν είναι απλά μια περίπτωση ενός Ιουδαίου που συζητά με μια Σαμαρείτισσα. Είναι ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρας του κόσμου που επικοινωνεί με όλους.
Ακόμα και με τους πιο περιφρονημένους του κόσμου, για να προσφέρει αφειδώλευτα την αγάπη και την Χάρη του. Η αλήθεια του, που είναι η ίδια η ζωή, ρέει από την παρουσία του ως ύδωρ ζων που ξεδιψά πραγματικά τον κάθε άνθρωπο, όσο κουρασμένος, όσο ταλαιπωρημένος και αν αυτός είναι. Καταξιώνει τον καθένα μας ως «πρόσωπο», με την ιδιαίτερη αξία και πνευματική αρχοντιά του.
Αγγίζει πιο πολύ το σημερινό άνθρωπο που περιπλανάται από αδιέξοδο σε αδιέξοδο και βρίσκεται μονίμως αποπροσανατολισμένος, χωρίς την πυξίδα της ζωής, που είναι ο ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία του. Η ισχυρή βεβαιότητα που έχουμε από την ευαγγελική αλήθεια είναι ότι ο Χριστός περιμένει σε κάθε στιγμή της ζωής μας για να μας συναντήσει.
Σύμφωνα με την Αποκάλυψη «ίσταται επί την θύραν και κρούει». Μας καλεί όλους και τον καθένα ξεχωριστά, προσωπικά. «Τα ίδια πρόβατα φωνεί κατ΄ όνομα» για να γίνουμε δέκτες της προσφοράς της θεϊκής του αγάπης.


Στο πηγάδι της ζωής.

Ο Χριστός κάθεται στο πηγάδι του Ιακώβ και συζητεί με τη Σαμαρείτιδα, την άγνωστη, τη στιγματισμένη, την περιθωριοποιημένη και ανώνυμη μέχρι τότε εκείνη γυναίκα. Της ζητά νερό. Ο Κύριος ζητά από όλους μας κάποιες κινήσεις, ενέργειες. Ζητά την προσφορά της δικής μας αγάπης για να αποτολμήσουμε την έξοδο από το εγώ και τον ατομικισμό μας. Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα που έχουμε εγκαταλείψει άσπλαχνα τον εαυτό μας στα ασφυκτικά γρανάζια της εγωκεντρικότητας, η ανταπόκρισή μας στην πρόσκληση του Κυρίου να συναντηθούμε μαζί του και να ξεδιψάσουμε από την αλήθεια του, είναι άκρως σημαντική.

Το ύδωρ το ζων

Όπως και εμείς πολλές φορές σήμερα, έτσι και η Σαμαρείτισσα τότε, λειτούργησε στην αρχή περισσότερο νοησιαρχικά, όταν ο Χριστός της ζήτησε νερό που αντλούσε από το βαθύ πηγάδι. Το μυαλό υπέβαλλε ότι ο Ιουδαίος είναι εχθρός και σε καμιά περίπτωση δεν άξιζε της οποιασδήποτε προσφοράς. Ο Χριστός όμως θέλει να της προσφέρει το αληθινό φως της ζωής. Μέσω του διαλόγου που έχει μαζί της, δίνει τη δυνατότητα στη γυναίκα να συναισθανθεί την ψυχική της κατάσταση, την αμαρτωλότητά της. Έτσι οδηγείται στο γκρέμισμα του τείχους του εγωισμού που ήταν μέχρι τότε αδιαπέραστο. Σε σημείο μάλιστα που να βλέπει τώρα καθαρά με τα μάτια της ψυχής της. Αναγνωρίζει, λοιπόν, τις προφητικές ικανότητες του συνομιλητή της. Καταξιώνεται να γίνει δέκτης τής πιο μεγάλης αποκάλυψης: της Θεότητας του Κυρίου. «Εγώ ειμί ο λαλών σοι».
Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός αυτό που μας ζητά είναι να ανοίξουμε την καρδιά μας για να δεχόμαστε την αγάπη του. Όταν την ύπαρξή μας καταυγάζει η θεία παρουσία τότε αισθανόμαστε την ανάγκη να λατρεύουμε αληθινά τον Θεό. Η αληθινή λατρεία, όπως μας διαβεβαιώνει ο Χριστός είναι η «εν Πνεύματι και αληθεία». Είναι η γεύση ότι η ύπαρξη μας ανακαινίζεται από την παρουσία της αγάπης του. Μεταβάλλεται σε Χριστοειδή, με όλη την πνευματική ακτινοβολία που μπορεί να εκπέμπει.


Πηγή: Εκκλησία της Κύπρου

Δημόσια εξομολόγηση ενός ταλαιπωρημένου Χριστιανού…


Κάτι δεν έμαθα καλά. Κάτι δε μου δίδαξαν σωστά. Ή κάτι δεν κατάλαβα; Κάτι πήγε στραβά σε μένα ή κάτι είναι στραβό; Προσπάθησαν να με μυήσουν λόγω της αγάπης τους; 



Ή εξ’ αιτίας της αδυναμίας τους να συνειδητοποιήσουν τη δική τους αδυναμία, επέβαλλαν σε μένα την «τελειότητα» της χριστιανικής τους πίστης; Είμαι Χριστιανός ή έτυχε επειδή γεννήθηκα στην Ελλάδα; Είμαι Χριστιανός ή αυθυποβλήθηκα ώστε να νοιώθω κάτι ξεχωριστό; Είμαι Χριστιανός γιατί το επέλεξα ή γιατί μου το «επιβάλλανε»; Είμαι Χριστιανός γιατί το δέχθηκα και το πίστεψα ή επειδή ψυχαναγκάστηκα να στήνομαι και να φορώ το προσωπείο μιας ανύπαρκτης ευσέβειας και να τηρώ τις εντολές του Θεού χωρίς να χαίρομαι γι’ αυτό! Είμαι Χριστιανός ή είμαι ένα ευσεβιστικό υβρίδιο; Τα ευσεβιστικά υβρίδια είναι χριστιανισμός ή ο χριστιανισμός είναι τελικά ένας άκρατος ευσεβισμός; Κι αν ο Χριστός που είναι ο Θεός του κόσμου είναι η αγάπη, γιατί ο κόσμος της Εκκλησίας Του ή που λέει ότι είναι η εκκλησία Του, δεν ξέρει να αγαπά; Κι αν οι άνθρωποι που τελικά αγαπούν είναι θεωρητικά εκτός Εκκλησίας, επειδή δεν τηρούν το savoir vivre (sic!) της ευσέβειας και του εκκλησιαστικού τύπου, μήπως εκείνοι είναι η Εκκλησία του Χριστού; Κι αν μου πεις ότι η εκκλησία είναι ένα νοσοκομείο με αρρώστους και ότι έτσι θα πρέπει να βλέπουμε και τον εαυτό μας και τους άλλους, εγώ λέω ότι οι άρρωστοι θα πρέπει να έχουν επίγνωση της αρρώστιας τους και να συμπεριφέρονται και στους άλλους αρρώστους με επίγνωση της δικής τους αρρώστιας! Γιατί αν δεν έχουν επίγνωση, τότε αυτό δεν είναι νοσοκομείο αλλά τρελάδικο! Μόνο οι ψυχασθενείς δεν κατανοούν την ασθένεια τους. Κι αν δεν αποτελεί ένα πολυτελές ψυχιατρείο, τότε είναι μια οργάνωση που κρύβει μεγαλειώδη ψυχασθένεια και υποκρισία. Ένας χώρος καθαρά κοσμικός που βρίθει «πνευματικής» κατάστασης, κρύβοντας εξουσιαστικές τάσεις, συμπλέγματα κατωτερότητας, ψυχολογικές ανάγκες προσώπων να ανήκουν κάπου, να αποκτήσουν μια προσωπικότητα ή μια ταμπέλα πνευματική που θα πρέπει να διατηρείται με κάθε κόστος, σαν τον «καθηγητή» που ποτέ δεν πρέπει να αμφισβητηθεί από τους μαθητές του. Δηλαδή γεμάτο ψεύτικες συμπεριφορές και συνεχόμενα ψέματα! Αυτό είναι η Εκκλησία;



Θα πει κάποιος, ποιος είσαι εσύ που θα κρίνεις τον Θεό και τους ανθρώπους Του; Ποιος είσαι εσύ που κρίνεις και κατακρίνεις τους άλλους; Έστω κι αν είναι υποκριτές, έστω και αν είναι ψεύτες, δικαιούσαι να τους κατακρίνεις; Όχι. Αλλά όλοι οι άνθρωποι διαμορφώνονται μέσα από τις εμπειρίες τους. Και οι δικές μου, μου δημιουργούν πλέον την ανάγκη να αποτινάξει οτιδήποτε έχει σχέση με αυτό τον ψεύτικο πνευματικό κόσμο, το κουτί με τις ευσεβιστικές ατάκες, το προσωπείο της πνευματικότητας, των συμπλεγμάτων και της υποκρισίας. Να λοιπόν, όπως όλοι οι υπόδουλοι λαοί, μετά από χρόνια δουλείας και κατοχής ξεσηκώνονται για την 





ελευθερία τους, επαναστατώ ενάντια στην «αγάπη» μιας κατοχικής δύναμης. Που μου «συμβουλεύει» να σηκώσω τα βάρη και τις δουλειές του, να εναρμονιστώ με τις νομοθετικές διαταγές και εντολές του «κατακτητή», για να μην κολασθώ! Να είμαι «καλό παιδί» για να έχω το σπαθί του τιμωρού μακριά από το κεφάλι μου. Έτσι μου παρουσιάστηκε ο Θεός ή έτσι μου τον παρουσιάσανε; Αυτό είναι ο χριστιανισμός;
Την αγάπη του άλλου, όταν υπάρχει, τη νοιώθεις και την ανταποδίδεις με το φιλότιμο σου! Με την ελευθερία σου!!! Όχι με ψυχαναγκασμό και απειλές. Αυτό είναι ο Χριστός; Έχω ελευθερία ή ουσιαστικά είμαι ελεύθερος μονάχα αν υποδουλωθώ εν ελευθερία; Και πια ελευθερία θα δεχόταν υποδούλωση; Και πώς να αγαπήσεις πραγματικά τον Θεό όταν σου προβάλλεται κυρίως η τιμωρία και η κόλαση Του;
Θέλω να βρω την ελευθερία μου και να βρω τον Θεό μου που είναι όλος αγάπη! Και μη μου πείτε ότι είναι και δικαιοσύνη. Ναι μου το είπαν. Εγώ την αγάπη Του θέλω. Το έλεος Του. Την πατρική Του φιγούρα. Και τους ανθρώπους Του, από τους καρπούς τους, τους αναγνωρίζεις! Όχι από τα σχήματα ευσεβείας τους, τα λόγια τους ή τα ράσα τους! Να αγαπηθεί έχει ανάγκη ο άνθρωπος, όχι να κριθεί! Να βοηθηθεί, όχι να καταδικαστεί.
Πέσανε τα κάστρα της παιδικής μου ηλικίας. Πέσανε.
Πολλοί παράγοντες με επηρέασαν να φλερτάρω με την αθεΐα, μα ούτε εκείνοι αλλά ούτε κι ο ορθολογισμός μου κατάφερε να με πείσει για την ανυπαρξία του Θεού. Επιμένω για κάποιο λόγο να πιστεύω στο Χριστό ως αληθινό Θεό του κόσμου, χωρίς ωστόσο να είμαι βέβαιος. Δεν είδα ούτε τον Χριστό, ούτε την Ανάσταση Του. Αλλά θέλω να το πιστεύω. Δεν ξέρω γιατί. Απλά θέλω. Κάτι μέσα μου…
Αλλά ενώ πιστεύω, κάτι μέσα μου, μου λέει ότι κάτι πάει στραβά με την πραγμάτωση της αλήθειας του Χριστού στην κατεξοχήν οριοθέτηση της δόκιμης και αποδεκτής πνευματικότητας των σύγχρονων και περισσοτέρων χριστιανών. Κάτι που βίωσα από μικρό παιδί και αξιολόγησα μεγαλώνοντας. Άρχισα να διαπιστώνω μια άρρωστη κατάσταση που φωτογραφίζονταν ως αρετή και μια υποκρισία που υποδυόταν την ευσέβεια.
Αυτοί και ο τρόπος που βίωναν τη ζωή και σχεδόν την επέβαλλαν και στα παιδιά τους, με ώθησαν να έχω λογισμούς αμφιβολίας και ερωτηματικά για τον ίδιο χώρο της Εκκλησίας. Και εννοώ την πλειοψηφία των ανθρώπων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτοπροσδιορίζονται ως χριστιανοί και προσδιορίζονται από την κοινωνία. Μιλώ για Επισκόπους, μοναχούς, ανθρώπους με χριστιανικές «περγαμηνές», λαϊκούς ή γέροντες κλπ.
Αν λοιπόν όπως είπε ο Θεός, τους ανθρώπους μου θα τους καταλάβετε από τα έργα τους, πείτε μου, τι δουλειά έχει ο Χριστός σε αυτή την οργάνωση που κατήντησε και που ονομάστηκε Εκκλησία και αποτελείται από μικρότερες χριστιανικές ομάδες, με προσωποληψίες και πνευματικούς «Σούπερμαν» λαϊκούς ή κληρικούς, που δραστηριοποιούνται πνευματικά στο χώρο της και αποτελούν κανονικές σέκτες, με αρχηγούς, βοηθούς, συμβούλους, στρατηγούς και στρατιώτες, με εμφανής την παντελή έλλειψη αγάπης, που υπηρετούν μονάχα και αποκλειστικά τα συμφέροντα που θεωρούν ότι έχουν, κρύβοντας με πνευματικά προσωπεία, την σεκτοποίηση των ανθρώπων, και που κανένα αληθινό παράδειγμα δεν δίνουν για την αλήθεια του Χριστού; Άνθρωποι τελικά, κοσμικής επιρροής, που με προσωποληψίες και χειραγώγηση των ανθρώπων, οδηγούν σε τέτοιο βαθμό ανελευθερίας, που αγγίζουν τα όρια του αισχρού. Ψυχαναγκασμός και όχι ελεύθερη βούληση.
Όχι οι κοσμικοί! Οι πνευματικοί. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Όχι οι αμαρτωλοί άνθρωποι του ονομαζόμενου «κόσμου», που στην τελική ψάχνουν να βρουν την ευτυχία και τη χαρά, τη γαλήνη και την ηρεμία σε λιμνάζοντα ίσως νερά, αλλά ο κόσμος τους δείχνει να είναι πιο αγνός και πιο ανεκτικός από την υποκρισία που υπάρχει στις ταμπέλες μας, των ανθρώπων της Εκκλησίας. Είναι τόση η απόγνωση και η απογοήτευση που νοιώθω, που δεν θέλω να ανήκω στους ανθρώπους που τους θεωρούν πνευματικούς, γιατί πραγματικά δεν είμαι. Προτιμώ να ανήκω στον «κόσμο».
Δεν μπορώ να μην κρίνω το εργοστάσιο των υποκριτών στο οποίο μεγάλωσα και στην κατασκευή θαυμάτων που αποσκοπούσε στην ενδυνάμωση μιας, ουσιαστικά, ανύπαρκτης πίστης. Στη βαριά βιομηχανία της «πνευματικής» κατάκρισης που βαπτίζονταν διάκριση και στη χρησιμοποίηση της Εκκλησίας από ανθρώπους για προσωπικούς σκοπούς!
Εύχομαι κάποια στιγμή να καταφέρω να συγχωρήσω την αδυναμία τους, να αντιληφθούν πόσο μικροί είναι πλέον στα μάτια μου, και πόσο κακό έκαναν και κάνουν. Μας μάθανε να κατακρίνουμε και όχι να αγαπούμε! Όχι να δικαιολογούμε ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ μα να τους χαρακτηρίζουμε. Να κοιτάμε πλάγια τους άλλους. Να είμαστε καχύποπτοι και γεμάτοι κακούς λογισμούς. Μας έκαναν δάσκαλους και σημαιοφόρους της πίστης και της ορθοπραξίας. Αρχίσαμε να βάζουμε στο μικροσκόπιο τις ζωές των άλλων, συγκρίνοντας τις πράξεις τους με όλα αυτά που μας δόθηκαν ως γνώση, χάσαμε την απλότητα και την αλήθεια και υποκρινόμασταν τους αγίους ο ένας προς τον άλλον.
Θέλω να εμέσω όταν σκέφτομαι τα λόγια τους που ποτέ δεν πίστεψαν! Φοβάμαι μήπως μείνω στον ψυχαναγκασμό και τη φοβία που προσπαθώντας να με σώσουν, μου ενέσπειραν στην ψυχή, καταστρέφοντας την ανάγκη για ειλικρινή αναζήτηση της Θεότητας και την συνειδητοποίηση της αδιανόητης και ατελείωτης αγάπη Της για μένα! Μου μάθανε λάθος το Θεό που μου αποκαλύφθηκε μέσα στις πτώσεις μου, δείχνοντας το αληθινό Του πρόσωπο!
Πάμε λοιπόν πάλι απ’ την αρχή. Σαν να γεννήθηκα σήμερα. Το πρώτο κλάμα του μωρού ακούστηκε μες στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου, χωρίς να υπάρχει καμιά μητέρα. Όπως και τότε… Μα και ο πατέρας έκανε λίγο στην άκρη να μη φαίνεται. Και ο μικρός άρχισε να ρωτά για τη ζωή και το θάνατο. Για την αρχή, για το σύμπαν για το Θεό. Πάμε λοιπόν από τη αρχή, με πραγματικό ενδιαφέρον και όχι επιβολή του Θεού στην ύπαρξη μου. Μια ειλικρινή και βαθειά αναζήτηση της αλήθειας. Όχι αναπαραγωγή των κασετών και των ομιλιών. Βίωμα! Αν έχεις βίωμα μίλα μου! Θα ακούσω! Θα αγαπώ! Θα καταλάβω! Θα σε νοιώσω! Μα αν άνοιξες το κουτάκι με τις ατάκες, το βιβλίο με τις λύσεις, αν αντιγράφεις από τους αριστούχους και μου το προσφέρεις για να πειστώ για την αγάπη σου, τίποτα δε θα με κάνει να σε πιστέψω. Τίποτα! Μονάχα βίωμα! Πτώσεις! Αμαρτία. Μετάνοια! Ζωή! Αγάπη! Βίωμα! Αν είσαι εκεί και μπορείς, αν μ’ ακούς μίλα μου! Θα σε «ακούσει» η ψυχή μου…
Που απευθύνεσαι; Ποιος νομίζεις ότι είσαι; Σε ενοχλεί αυτή η έκφραση; Κι όμως δε θα έπρεπε! Ποιος νομίζεις ότι είσαι; Έχεις την επιγραφή του πνευματικού ανθρώπου στο μέτωπο σου! Το έχεις όπως ο Κάιν είχε το σημάδι του κακού, εσύ έχεις το σημάδι της αγάπης; Γιατί δεν αγαπάς λοιπόν; Με διώχνεις. Το κάνεις εσκεμμένα; Το καταλαβαίνεις ή με διώχνεις ακούσια; Σου το είπε κανείς ότι με διώχνεις; Ποιος είναι ο Πατέρας σου που σε δίδαξε;
Πώς να σου μιλήσω όταν συνεχώς δαιμονοποιείς τη ζωή μου! Δαιμονοποιείς τις ανάγκες μου! Πώς να σε εμπιστευτώ που με κάνεις να νοιώθω βρώμικος όταν την ερωτική έλξη και την ανθρώπινη ανάγκη την ονομάζεις πορνεία.
Αν ένοιωθες όπως ένοιωθα θα καταλάβαινες. Αλλά δεν ένοιωσες ποτέ! Αυτή είναι η αλήθεια. Και ποτέ δεν προσπάθησες να κατανοήσεις. Αλλά σε δικαιολογώ. Πως άλλωστε; Αφού για σένα είναι απαντημένα όλα τα ερωτήματα και η γνωμάτευση της πνευματικής ιατρικής αδιαμφισβήτητη. Δαίμονας! Παρασυρμός. Πειρασμός. Αμαρτία. Τώρα πρέπει να μετανοιώσεις. Να τιμωρηθείς και να απειληθείς με κόλαση ή ένδικη μισθαποδοσία ξεθαμένη από τον παλαιό νόμο, επικαλυμμένη με την δικαιοσύνη του Θεού και την τιμωρία Του ή πιο «μαλακά» παιδαγωγία Του. Σύνελθε γιατί ο Θεός θα τιμωρήσει εσένα ή ό,τι αγαπάς πιο πολύ. Ακόμη και τα παιδιά σου! Ή τους γονείς σου ή τον άνδρα σου ή την γυναίκα σου! Τρέμε την οργή του για τις αμαρτίες σου. Φώλιασε το φόβο μέσα σου μήπως και «σωθείς». Κι εγώ ο εξουσιαστής σου, ο οδηγός σου, θα σου απαγορεύσω το δέντρο της ζωής. Μακριά από τη Θεία κοινωνία! Θα καείς ανάξιε δούλε που δε φόρεσες το ένδυμα του γάμου. Φύγε πριν σε βγάλει ο ίδιος ο Κύριος. Φύγε μακριά από αυτό που πραγματικά μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, να τον αλλοιώσει και να τον φωτίσει!!! Σου απαγορεύεται η Ζωή και το Φως, ενώ εσύ, μπορείς να απολαμβάνεις το προνόμιο της αρετής σου.;;!!;; Πως αγγίζουν τα χείλη τα δικά σου το φρικτό μυστήριο; Η αξιοσύνη σου σε οδηγεί άραγε ή η οικονομία του Θεού προς τον άνθρωπο; Κι αν ο Θεός οικονομεί για σένα, εσύ γιατί δεν οικονομείς για τους άλλους; Σε μοναχούς απευθύνεσαι; Ή προορίζεται μονάχα για τους Αγίους; Και ποιος είναι Άγιος; Ποιος είναι άξιος ενώπιον Του; Γιατί λοιπόν ενώ δε μ’αγαπάς υποκρίνεσαι ότι νοιάζεσαι για μένα;
Με έκανες να χάσω την απλότητα της σκέψης μου. Εγώ δεν είχα την εμπειρία να διαχειριστώ τόσες πνευματικές έννοιες και με άφησες στον κυκεώνα εκατομμυρίων λογισμών να βγάλω άκρη. Εσύ με μπέρδεψες! Και ο μίτος συνεχώς μπερδεύονταν γιατί κοιτούσα εσένα να σου μοιάσω. Έτσι όπως νόμιζα ότι σε έβλεπα. ΆΓΙΟ! Μα άλλη η ζωή του λιονταριού κι άλλη της κουκουβάγιας, Κι άλλο τα δάχτυλα του Κύκλωπα κι άλλα του Οδυσσέα. Γιατί δεν βλέπεις το προφανές και θέλεις να με κάνεις ένα ομοίωμα δικό σου; Να πιθηκίζει και να περιφέρεται σαν μούμια ή καλύτερα σαν μαριονέτα. Γιατί αυτό με έφτιαξες. Μου γέμισες με φόβο την ψυχή. Μου πήρες την απλότητα της σκέψης. Με έκανες να νοιώθω βρώμικός και ότι όλα είναι αμαρτία! Το φαγητό, η μουσική, ο έρωτας και τόσα άλλα ανθρώπινα που ο ίδιος ο Θεός έβαλε μέσα στις ανάγκες του ανθρώπου. Μου πήρες την ελευθερία και με πάτησες στον καλουπωτή σου, να γίνω το καλούπι του «αγίου», χωρίς να νοιώσω ότι θέλω ή ότι μπορώ! Δεν σεβάστηκες ούτε την «υπομονή» του χρόνου και απαίτησες άμεσα να αλλάξω ζωή και συνήθειες. Χωρίς να μου εξηγήσεις γιατί. Μονάχα με απειλές και ένα πηδάλιο που μου εμφάνιζες σαν επιχείρημα για να πειστώ και να δω πόσο «ελεήμων» και ανεκτικός είσαι ώστε να νοιώσω και ευγνωμοσύνη που μείωσες την ποινή μου και μετρίασες τον κανόνα μου. Με γέμισες με «πρέπει». Με γέμισες με ενοχές και κόμπλεξ. Μου εξαφάνισες το δικαίωμα της επιλογής και με «ενεργοποίησες» με το «επιχείρημα» της επιβολής και της απειλής! Με έκανες πονηρό ώστε να «αγοράζω» την αρετή και τη Βασιλεία του Θεού μέσα σε εξαναγκαστικές συμπεριφορές και τύπους και παραγωγή «καλών πράξεων και λογισμών»! Να ψάχνω να «αγοράσω» το εισιτήριο της σωτηρίας, χωρίς να μου μάθεις το πιο βασικό άνθρωπε μου. ΝΑ ΑΓΑΠΩ! Ούτε σε σένα βρήκα την αγάπη, πώς λοιπόν να τη διδαχθώ; Αυτό δεν έπρεπε πρώτα από όλα να μου διδάξεις;
Κι όταν κατάφερα να υποκριθώ στον εαυτό μου και σε σένα ότι μπήκα στο δρόμο του Θεού και τώρα προσπαθώ να γίνω άγιος, άρχισα να κάνω «ομολογία» πίστης παντού! Και κηρύγματα στους «χλιαρούς» και αδαείς. Και τελείωσα με αριστείο το πανεπιστήμιο του Ευσεβισμού. Και εντέλει, όλο και πιο πολύ βυθιζόμουνα στην πρακτική του, κρίνοντας τους άλλους οι οποίοι πλέον δεν ήταν αδέλφια μου αλλά κοσμικοί! Και εγώ τώρα διέφερα από τους ανθρώπους της απωλείας. Εγώ τώρα βάδιζα στην αρετή με τόσα που έμαθα και τόσες προσπάθειες που έκανα. Τώρα πρέπει να βοηθήσω να σωθούν και οι άλλοι! Νηστέψτε, μετανοείτε! Κάντε ότι κάνω εγώ για να σωθείτε! Ελάτε στον πνευματικό μου που είναι ο καλύτερος για να βοηθηθείτε! Κοίτα εμένα πως υποκρίνομαι τον Άγιο; Έτσι μπορείς και εσύ! Έλα όμως που δεν αγάπησα το πλάσμα σου Κύριε και πως θα μάθω τώρα να αγαπώ; Ευτυχώς που έφαγα τα μούτρα μου και κατάλαβα πόσο μακριά από την αλήθεια και την αρετή είμαι. Αλλά ελπίζω μονάχα το έλεος και δεν ψάχνω την αρετή που ποτέ δεν έρχεται σε μένα. Έστω κι έτσι, μου επιτρέπεις να ελπίζω;
Δεν νομίζω όμως να με νοιώσεις καλέ μου φίλε που μακάρι να ήσουνα. Θα με βαπτίσεις μπερδεμένο και πλανεμένο ή ακόμη και τρελό. Με δαιμονική επήρεια που επηρεάστηκε ίσως από τις παρέες του και τα αντίχριστα διαβάσματα του. Ίσως. Δεν νοιώθω όμως έτσι. Αλήθεια πονάω και προσπαθώ να απαλλαγώ από τις σκέψεις μου. Να βρω γαλήνη και ηρεμία. Να πάψει να με βασανίζει η σκέψη ότι… τελικά υπάρχει η πραγμάτωση ή είναι μόνο θεωρία; Δεν το πιστεύω. Θέλω να πιστεύω και θα συνεχίσω με όλες μου τις δυνάμεις. Όχι για το φόβο μιας αιώνιας τιμωρίας. Αλλά με την ελπίδα μιας αναπάντεχης αιωνιότητας. Σε ευχαριστώ!
Αγιορείτης
πηγή

ΣΥΖΗΤΑΣ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ;

«Το γράμμα του νόμου αποκτείνει»*
γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
ΛΟΓΟΙ Β’ σελ. 78-80
paisios11
Είπα σε κάποιον μια φορά: «Τι είσαι εσύ; Μαχητής του Χριστού ή μαχητής του πειρασμού; Ξέρεις πώς υπάρχουν και μαχητές του πειρασμού;».


Ο Χριστιανός δεν πρέπει να είναι φανατικός, αλλά να έχη αγάπη για όλους τους ανθρώπους. Όποιος πετάει λόγια αδιάκριτα, και σωστά να είναι, κάνει κακό. Γνώρισα έναν συγγραφέα πού είχε ευλάβεια πολλή, άλλα μιλούσε στους κοσμικούς με μια γλώσσα ωμή, πού προχωρούσε όμως σε βάθος, και τους τράνταζε. Μια φορά μου λέει: «Σε μια συγκέντρωση είπα αυτό και αυτό σε μια κυρία». Αλλά με τον τρόπο πού της το είπε, την είχε σακατέψει. Την πρόσβαλε μπροστά σε όλους. «Κοίταξε, του λέω, εσύ πετάς στους άλλους χρυσά στεφάνια με διαμαντόπετρες, έτσι όμως πού τα πετάς, σακατεύεις κεφάλια, όχι μόνον ευαίσθητα άλλα και γερά».

Ας μην πετροβολάμε τους ανθρώπους… χριστιανικά. Όποιος ελέγχει μπροστά σε άλλους κάποιον πού αμάρτησε ή μιλάει με εμπάθεια για κάποιο πρόσωπο, αυτός δεν κινείται από το Πνεύμα του Θεού· κινείται από άλλο πνεύμα.

Ο τρόπος της Εκκλησίας είναι η αγάπη· διαφέρει από τον τρόπο των νομικών.

Η Εκκλησία βλέπει τα πάντα με μακροθυμία και κοιτάζει να βοηθήση τον καθέναν,ό,τι και αν έχη κάνει, όσο αμαρτωλός και αν είναι. Βλέπω σε μερικούς ευλαβείς ένα είδος παράξενης λογικής. Καλή είναι η ευλάβεια πού έχουν, καλή και η διάθεση για το καλό, άλλα χρειάζεται και η πνευματική διάκριση και ευρύτητα, για να μη συνοδεύη την ευλάβεια η στενοκεφαλιά, η γεροκεφαλιά (το γερό δηλαδή αρβανίτικο κεφάλι). Όλη η βάση είναι να έχη κανείς πνευματική κατάσταση, για να έχη την πνευματική διάκριση, γιατί αλλιώς μένει στο «γράμμα του νόμου», και το «γράμμα του νόμου αποχτείνει». Αυτός πού έχει ταπείνωση, δεν κάνει ποτέ τον δάσκαλο· ακούει και, όταν του ζητηθή η γνώμη του, μιλάει ταπεινά. Ποτέ δεν λέει «εγώ», αλλά «ο λογισμός μου λέει» ή «οι Πατέρες είπαν». Μιλάει δηλαδή σαν μαθητής. Όποιος νομίζει ότι είναι Ικανός να διορθώνη τους άλλους έχει πολύ εγωισμό.
- Όταν, Γέροντα, ξεκινάη κανείς από καλή διάθεση να κάνη κάτι και φθάνη στα άκρα, λείπει η διάκριση;
- Είναι ο εγωισμός μέσα στην ενέργειά του αυτή και δεν το καταλαβαίνει, γιατί δεν γνωρίζει τον εαυτό του, γι’ αυτό πιάνει τα άκρα. Πολλές φορές από ευλάβεια ξεκινούν μερικοί, αλλά που φθάνουν! Όπως οι εικονολάτρες και οι εικονομάχοι. Άκρη το ένα, άκρη το άλλο! Οι μεν έφθασαν στο σημείο να ξύνουν την εικόνα του Χριστού και να ρίχνουν την σκόνη μέσα στο Άγιο Ποτήριο, για να γίνη καλύτερη η Θεία Κοινωνία· οι άλλοι πάλι έκαιγαν τις εικόνες, τις πετούσαν… Γι’ αυτό η Εκκλησία αναγκάσθηκε να βάλη ψηλά τις εικόνες και, όταν πέρασε η διαμάχη, τις κατέβασε χαμηλά, για να τις προσκυνούμε και να απονέμουμε τιμή στα εικονιζόμενα πρόσωπα.
Βλ. Β’ Κορ. 3,6.'
Σχόλιο 
Όταν ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός χαρακτήρισαν ξεκάθαρα τον παπισμό αίρεση, ενώ πολλοί έως πάρα πολλοί σημερινοί Ιεράρχες τον χαρακτηρίζουν “Εκκλησία” με “κοινή πίστη” και, μάλιστα, συμπροσεύχονται με το σημερινό πάπα, είναι ή όχι αιρετικοί;
Κι αν τους χαρακτηρίσεις αιρετικούς ισχύει επίσης του μακαριστού Γέροντα Παΐσιου το “Όποιος ελέγχει μπροστά σε άλλους κάποιον που αμάρτησε ή μιλάει με εμπάθεια για κάποιο πρόσωπο, αυτός δεν κινείται από το Πνεύμα του Θεού· κινείται από άλλο πνεύμα.”;
Θα με ενδιέφεραν πολύ οι απαντήσεις σας.
Ευχαριστώ.

"Σ΄ΑΥΤΑ ΔΙΑΠΡΕΠΟΥΝ ΚΑΤΙ ΑΤΣΙΔΕΣ ΚΑΤΙ ΜΙΜΟΙ ΚΑΤΙ ΝΑΝΟΙ ...

Ο ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ ΞΥΠΝΗΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟΥ ΛΗΘΑΡΓΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΠΛΗΞΕΙ ΤΟΝ ΣΑΜΑΡΑ ΓΙΑ ΤΟ..."ΑΝΤΙΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟ"!!!

Η χώρα βυθίζεται επί τρισήμισυ χρόνια, παραχωρήθηκε εθνική κυριαρχία, είμαστε υπό κατοχή, κυβερνάνε δωσίλογοι, πουλάνε τα πάντα, έχουν κλείσει χιλιάδες επιχειρήσεις ,έχουν εξαχρειώσει τον Ελληνικό λαό, 4000 Έλληνες έχουν αυτοκτονήσει και άλλοι τόσοι και 




περισσότεροι έχουν χάσει τη ζωή τους από την αδιέξοδη θλίψη που έχει πέσει σαν μαύρο πέπλο πάνω στις ψυχές των Ελλήνων, αλλά... 
ο Νάνος Βαλαωρίτης εξανέστη (αυτός και ο Πρόεδρος του Παγκοσμίου Εβραϊκού Συνεδρίου  Ronald Lauder, γιός της Estēe Lauder) γιατί δεν πέρασε το λεγόμενο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που υποτίθεται ότι θα περιορίσει την Χρυσή Αυγή!
Απολαύστε ένα απόσπασμα από την επιστολή του στον Σαμαρά:



"...έχουμε παραστεί μάρτυρες της δημιουργίας ενός βαρβαρικού μορφώματος που αυτο-αποκαλείται Χρυσή Αυγή, και χάρις στις αντίξοες περιστάσεις μας κατάφερε να μπει στη Βουλή των Ελλήνων με όλα τα σύμβολα και τις συμπεριφορές νεοναζιστών.


Πολλοί από τους συναδέλφους μου διανοούμενους και συγγραφείς δεν μοιάζουν να το παίρνουν στα σοβαρά.
 
 Δεν βαριέσαι, έχουμε δει κι άλλα κι αυτό θα περάσει, λένε ελαφρά τη καρδία.

Όμως όταν αυτή η κίνηση αρχίζει να βιαιοπραγεί, να δέρνει μέχρι θανάτου τα θύματά της κυκλοφορώντας τις μέρες στα ΜΜΣ και τις νύχτες σε ομάδες που στοχεύουν κυρίως τους ξένους μετανάστες ατιμωρητί χωρίς ποτέ να επεμβαίνει η αστυνομία, παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις, είναι λόγος μεγάλης ανησυχίας για την εικόνα της οχλοκρατίας που παρουσιάζει η Ελλάδα στο εξωτερικό, πράμα που προστίθεται και δικαιολογεί εν μέρει όλες τις προηγούμενες επιθέσεις και καταδίκες εναντίον μας.

Δεν είναι ανάγκη να επισημάνω πόσο μεγάλος κίνδυνος είναι αυτός για τα εθνικά μας συμφέροντα και ιδίως σε εποχή μεγάλης ύφεσης και παράλυσης της οικονομίας μας πόσο βλάπτει τον ξένο τουρισμότον οποίο προσφάτως άρχισαν να στοχεύουν, από όπου εξαρτάται το ψωμί του Έλληνα στους έξι μήνες από τον Απρίλιο-Μάιο έως τον Οκτώβριο-Νοέμβριο της καλοκαιρίας."

Καίγεται ρε η πατρίδα κι εσύ αυτό το λές αντίξοες περιστάσεις ;;;Και διαμαρτύρεσαι γιατί δεν εξανίστανται μαζί σου υπέρ του "αντιρατσιστικού"πολλοί από τους συναδέλφους σου;;  

Ποιοί συνάδελφοί σου ρε Νάνο, αφού δεν υπάρχουνε πια ποιητές στο προσκήνιο, εσύ κι ο Πατρίκιος του συστήματος παιδιά, αριστεροί στα λόγια, ούτε που βγάλατε άχνα τόσα χρόνια!!!
Καίγεται ρε η πατρίδα κι εσείς ντίπ!
Και τώρα σε έκαψε που δεν περνάει το δήθεν αντιρατσιστικό;
Αυτό προέχει για σένα;

Καμώνεσαι πως δεν ξέρεις τάχα, ότι η χρυσή αυγή είναι όργανο του συστήματος που χρειάζονται  οι δήθεν αριστεροί για να αποκτούν δημοκρατική ταυτότητα, ενώ υπηρετούν την νέα τάξη με όλες τους τις δυνάμεις;Πού είσουνα ρε Νάνο όταν ρίχνανε στην πυρά τους εφοριακούς, τους φορτηγατζήδες, τους ταξιτζήδες, τους ναυτεργάτες, τους δασκάλους, τους καθηγητές, μία μία τις τάξεις του Ελληνικού λαού, πού κοιμόσουν τον ύπνο του αδιάφορου και τώρα ξύπνησες υπό τις κραυγές του σιωνιστή Ronald Lauder για να ενώσεις την φωνή σου με τα άλλα νεοταξικά κατακάθια υπέρ του φιμωτικού νομοσχεδίου;

Άσε ρε Νάνο, ξαναγύρνα στον ύπνο σου, έτσι κι αλλιώς οι ποιητές, που είναι όντως ποιητές κι είναι και όντως αριστεροί, δεν είναι όπως σου είπα στο προσκήνιο, είναι στο παρασκήνιο, στην σκιά, αλλά με σπλάχνα και πνευμόνια, με αίμα και με πνεύμα, φωνάζουν ενάντια στην Νέα Τάξη στην παγκόσμια Τραπεζοπιστωτική Εξουσία, ενάντια σ΄αυτό που εσύ, ηθελημένα ή αθέλητα, υπηρετείς!

 
 πηγήαντιγραφή

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΡΜΕΙΑ

15Γιορτάζουμε σήμερα 31 Μαΐου, ημέρα μνήμης του Αγίου Ερμεία.

Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου.Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.

Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα.

Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα.

Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».

Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστώ στρατευσάμενος, τω Βασιλεί του παντός, γενναίως διέκοψας, τας παρατάξεις εχθρών. Ερμεία πανένδοξε συ γαρ εγκαρτερήσας, πολυτρόποις αικίαις, ήθλησας εν τω γήρα, ως του Λόγου οπλίτης, ω πρέσβευε Αθλοφόρε, σώζεσθαι άπαντας.

«Καὶ δὸς ἡμῖν σήμερον τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον» (μιὰ διαφορετικὴ ἑρμηνεία στὸ σήμερα)




«ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΒΙΩΝΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ, ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΩΣ; » 



"...Τὸ νὰ πιστεύουμε, νὰ ὁμολογοῦμε καὶ νὰ διαλαλοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς καὶ μοναδικὸς Σωτήρας τοῦ κόσμου, μετ’οὐ πολλὰς ἡμέρας, θὰ διώκεται στὴν πατρίδα μας ὡς ρατσιστικὸ ἔγκλημα ..." 
Π.Αθανασίου Μηνά

Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς καὶ ὁ Σωτήρας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι καὶ τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐλπίδος μας καὶ ὁ Δημιουργός της.
Ἐλπίς, μὴ στηριζομένη ἐπὶ τοῦ Σωτῆρος Μεσσίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι πλάνη καὶ ἀπάτη. 
Ὁ ἅγιος γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶχε προειδοποιήσει: 





«Ὅλα ὅσα λέγονται καὶ γίνονται στὶς ἡμέρες μας διέπονται καὶ διαποτίζονται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀπάτης».
Ἀλλὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη παροτρύνει ὁ Ἀπ. Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, κεφ. γ΄, 13:
«ἀλλὰ παρακαλεῖτε ἑαυτοὺς καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται, ἵνα μὴ σκληρυνθῇ ἐξ ὑμῶν τις ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας».
Ἐκτὸς τούτου καὶ στὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ εἰσαγωγικοῦ ἀπαραιτήτου μυστηρίου γιὰ τὴ σωτηρία μας, κατὰ τὴν εὐχὴ ποὺ σφραγίζει ὁ ἱερεὺς τὸ νερό, λέει:
«Ἐπιφάνηθι Κύριε τούτῳ· καὶ δὸς μεταποιηθῆναι τὸν ἐν αὐτῷ βαπτιζόμενον, εἰς τὸ ἀποθέσθαι μὲν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, ἐνδύσασθαι δὲ τὸν νέον, τον ἀνακαινούμενον κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ἵνα γενόμενος σύμφυτος τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου σου διὰ τοῦ Βαπτίσματος, κοινωνὸς και τῆς ἀναστάσεώς σου γένηται...».

Σύμφωνα, λοιπόν, μὲ ὅλους τοὺς παραπάνω λόγους, χαρὰ καὶ ἀγάπη, εἰρήνη καὶ ἀνάπαυση, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει εἰ μὴ μόνον διὰ τῆς πρὸς ἀλλήλους ἐν Χριστῷ ὁμοφροσύνης καὶ ὀρθοδόξου βιοτῆς. Τελεία καὶ παῦλα!

Ἐν τούτοις, σήμερα βλέπουμε τὴν πανταχοῦ ἀποστασία ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Νέας Ἐποχῆς εἰς παράλυσιν καὶ ψυχοσωματικὴν διαστροφήν, ὥστε ἀπὸ πρόσωπα νὰ παραμορφώνονται σὲ ἄτομα, κινούμενα χωρὶς Χριστό, χωρὶς ἐλπίδα. Εὔχομαι νὰ ὑπάρξει, παντοῦ καὶ ἐν πᾶσι, εἰλικρινὴς μετάνοια. Σὲ ἀντίθετη περίπτωση, τὰ πράγματα, ὁ κόσμος, θὰ ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, στὸ χείριστο καὶ τελικά, στὴν ἀπώλεια.
Παρακαλῶ, ἂς γνωρίζουμε καὶ τοῦτο.
Πλησιάζει ἡ ὥρα ποὺ τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ θὰ μισεῖται καὶ θὰ διώκεται ἀπὸ ὅλους ὅσους εὑρίσκονται ἐκτὸς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι σαφής:
« Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει∙ ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν∙ οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν, εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με.»
(Ἰω., κεφ.ιε΄, στ.18-21).

Ἐξ αὐτοῦ τούτου τοῦ λόγου, ὁ Κύριος, λίγο πρὶν τὴν φρικτὴν Σταύρωσιν καὶ τὴν εἰς Ἅδου κάθοδον, τὴν λαμπροφόρον Ἀνάστασιν, τὴν ἔνδοξον Ἀνάληψιν καὶ τὴν φοβερὰ καὶ Ἁγία Πεντηκοστή, προσευχήθηκε ἐκτενῶς πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα, ὄχι μόνον διὰ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ διὰ ὅλους ὅσους θὰ ἐπίστευαν δι’αὐτῶν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων . Δηλαδὴ γιὰ ἐκείνους ποὺ μὲ ὑπομονὴ ἐργάζονται καὶ τηροῦν τὶς ἐντολές Του κατὰ πάντα.

Ἄς προσέξουμε ὅμως!!!


Αὐτὸς ὁ τελευταῖος λόγος, δηλαδὴ τὸ νὰ ἐργαζόμαστε μὲ ὑπομονὴ εἰς τέλος καὶ νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ νὰ πιστεύουμε, νὰ ὁμολογοῦμε καὶ νὰ διαλαλοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς καὶ μοναδικὸς Σωτήρας τοῦ κόσμου, μετ’οὐ πολλὰς ἡμέρας, θὰ διώκεται στὴν πατρίδα μας ὡς ρατσιστικὸ ἔγκλημα. Λὲς καὶ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ δίωξη ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν πράξη τοῦ ρατσισμοῦ! Ὦ τοῦ παραλόγου!

Ἀγαπητά μου παιδιά, τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν εἶναι ἐμφανῆ.

Ὅλοι σχεδὸν οἱ νόμοι ποὺ ψηφίζονται στὴν πατρίδα μας ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τοῦ κόσμου, σὲ ἕναν καὶ μόνο σκοπὸ ἀποβλέπουν. Νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν Ζωηφόρο Λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν στὸν δυσώδη καὶ βορβορώδη ἐπερχόμενο Ἀντίχριστο.
Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ χρησιμοποιοῦνται ὅλα τὰ μέσα (τηλεόραση, ραδιόφωνο, ἴντερνετ, ἔντυπος τύπος, ἀφίσσες, παιχνίδια), μὲ πρῶτο καὶ καλύτερο τὴν χωρὶς Θεὸ «ἐπιστήμη» - χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχουν κατὰ καιροὺς φωτεινὲς ἐξαιρέσεις.


Ἡ ὁποιαδήποτε νεοεποχήτικη διδασκαλία, συζήτηση ἤ ἐνημέρωση προβάλλεται πανταχοῦ, δεικνύει καὶ κατευθύνει εὐθέως πρὸς τὸν Ἑωσφόρο καὶ ἔτσι ἑτοιμάζεται δικτατορικὰ ὁ δρόμος τοῦ «ἑνός», δηλαδὴ τοῦ ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ, ἀντιχρίστου!

Βλέπουμε ἤδη μὲ πόση λυσσώδη μανία πολεμοῦν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.

Ἡ εἰδωλολατρεία καὶ ὁ σατανισμὸς διδάσκονται καθαρὰ καὶ ξεδιάντροπα, ἀκόμα καὶ σὲ τρυφερὲς ἡλικίες, σὰν μοναδικὴ καὶ ἀναγκαία τροφὴ τῶν ἀνθρώπων γιὰ ἀπόκτηση δύναμης καὶ κυριαρχίας.
Ἀλλ᾿ εἰς μάτην!
Ἔφθασαν, μάλιστα, οἱ ἄρχοντες τοῦ σκότους σὲ τέτοιο ζοφερὸ χάος καὶ ἀ-νοησία, ὥστε νὰ μὴν μποροῦν νὰ διακρίνουν τὸν Δημιουργό τους καὶ νὰ ὑποστηρίζουν ὅτι κατάγονται ἀπὸ τοὺς πιθήκους. Ὦ τῆς βλασφημίας τὸ ὕψωμα!!! Καὶ δὲν τὰ κρατοῦν τουλάχιστον γιὰ τὸν ἑαυτό τους τὰ ὅσα πιστεύουν, ἀλλὰ παρασύρουν μαζί τους στὸ θάνατο, ἐκβιαστικὰ ἤ δελεαστικὰ μύριους χίλιους κακομοίρηδες.
Ξεχνοῦν σαφῶς ἤ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸ Ἀποκ. ιγ΄, 10:


«εἴ τις εἰς αἰχμαλωσίαν ἀπάγει, εἰς αἰχμαλωσίαν ὑπάγει· εἴ τις ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτέννει, δεῖ αὐτὸν ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτανθῆναι. ὧδέ ἐστιν ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστις τῶν ἁγίων».
(Ἄν κανεὶς παρασύρει ἄλλους σὲ αἰχμαλωσία, θὰ αἰχμαλωτισθεῖ καὶ αὐτός. Ἄν κανεὶς φονεύσει μὲ μαχαίρι πρέπει καὶ αὐτὸς σύμφωνα μὲ τὴ θεία δικαιοσύνη νὰ φονευθεῖ μὲ μαχαίρι. Ἐδῶ θὰ φανεῖ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστη τῶν Χριστιανῶν).

Βιασμοὶ, βίαιοι θάνατοι, ληστεῖες, ἀσέλγειες, ἐκμετάλλευση ψυχῶν καὶ σωμάτων ἀνήκουν στὴν ἡμερησία διάταξη ὅλων τῶν κοινωνικῶν τάξεων.
Ἀποτέλεσμα τούτων, εἶναι νὰ ὑπάρχει παντοῦ ἀνασφάλεια, δάκρυα, ἀπελπισία καὶ πολὺς πόνος.

Ἄς προσέξουμε ἀκόμη καὶ τοῦτο.


Ὅτι καὶ ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐξανίσταται καὶ διαμαρτύρεται. Πρωτοφανῆ σημεῖα καὶ τέρατα συμβαίνουν συχνὰ-πυκνὰ σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη τοῦ πλανήτη μας, ἀποδεικνύοντας καὶ διατρανώνοντας ἔτσι, μὲ αὐτοὺς τοὺς φοβεροὺς «γογγυσμούς», τὰ ἐπερχόμενα δεινὰ στὸν ταλαίπωρο κόσμο μας.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀρχὲς ὠδίνων . Οἱ ὠδίνες ἕπονται.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Μακάριοι εἶναι ὅλοι ὅσοι πορεύονται αὐτὴν τὴν κρίσιμη ὥρα μὲ πραγματικὴ μετάνοια, συνεχῆ δάκρυα καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή, γαντζωμένοι κυριολεκτικὰ στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Μακάριοι, ὅσοι βαπτισμένοι καὶ μυρωμένοι Ὀρθοδόξως ἐμπιστεύονται ἀπόλυτα τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ κοινωνοῦν ἀκατακρίτως τὸ Πανάχραντο Σῶμα Του καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα Του, ποὺ εἶναι τὸ φάρμακο τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς, ὁ Παράδεισος.

Ἄς μάθουμε τέλος, ὅτι ἀλάνθαστο κριτήριο Ὀρθοδόξου ἐλπίδος, αὐτὲς τὶς δύσκολες ὧρες, εἶναι ἡ καρδιακὴ εἰρήνη, χαρὰ καὶ ἀνάπαυση, ὅπως καὶ ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι βεβαιότητα πὼς αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν, φανερώνουν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, ὅτι δηλαδὴ πλησιάζει ἡ ἀπολύτρωσις ἡμῶν
Λουκ., κεφ.κα΄, στ.28.:
«ἀρχομένων δὲ τούτων γίνεσθαι ἀνακύψατε καὶ ἐπάρατε τὰς κεφαλὰς ὑμῶν, διότι ἐγγίζει ἡ ἀπολύτρωσις ὑμῶν.»
Ἀλλὰ καὶ Ἀποκ. ιγ΄, 6-8:
«καὶ ἤνοιξε τὸ στόμα αὐτοῦ (τὸ θηρίον) εἰς βλασφημίαν πρὸς τὸν θεόν, βλασφημῆσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὴν σκηνὴν αὐτοῦ, ...καὶ προσκυνήσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς...»

Γένοιτο Κύριε Ἰησοῦ. Σὲ Σένα ἀνήκει ἡ Δόξα, ἡ Δύναμις καὶ τὸ Κράτος εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.

πηγή / αντιγραφή

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ (ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΥ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΟΥ)



Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις
πρεσβείες των αγίων. Αυτές οι πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις,
ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από τους αγίους και από τις άκτιστες
ενέργειες του Θεού. Αλλά οι άγιοι δεν μεσιτεύουν απλώς. Με το να βλέπουν
τον Χριστόν και να γνωρίζουν την ζωή του, και με το να δέχωνται εν
Πνεύματι Αγίω θείο φωτισμό ο οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη,
όταν θα παραβρεθούμε και εμείς μαζί τους, ο Χριστός γίνεται πλέον
περιουσία τους και φωτίζουν και εμάς. Διαφωτίζουν τον νου μας, μας
αποκαλύπτουν. Όταν έχω κάτι και μου το ζήτησης, θα σου το δώσω. Αν έχω
δύο χιτώνες, ο Θεός με υποχρεώνει να σου δώσω τον ένα. Αλλά και αν έχω
έναν, σε λυπάμαι και σου τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον
ηγούμενο. Ο άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού, δεν θα
δώση και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;

Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και
το σπουδαιότερο που μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους. Ό,τι και αν
μας λείπη, αποκαθίσταται ή μπορούμε να ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον
φωτισμό, την γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.
Η γνώσις του Θεού
συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει το πνεύμα μας, μας παριστάνει ενώπιον
του Θεού και μας σώζει και μας βάζει στην βασιλεία των ουρανών. Η
γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η μεγάλη, μας κάνει ζωντανούς ή
νεκρούς. Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση
την αγάπη του με το να μας πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, με το να μας
διαφωτίζη στο κάθε μας θέμα.




Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι
μακριά από εμάς, δεν πηγαίνουν πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν τον
θεόν, αλλά προσεύχονται μαζί μας. Εφ’ όσον είναι πρόσωπα, όταν γονατίζω
εγώ, αυτός που κάθε ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου,
συν-γονατίζει, συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με την δική μου
παράστασι ενώπιον του Θεού. Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι. Αναγώνιος είναι η
αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία αγωνία, μία συμμετοχή στην ζωή μας.
Εφ’ όσον το Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ», και αγωνιά μαζί μας, εφ’ όσον
ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί μας, δεν θα αγωνισθή ο άγιος που
τον φέραμε και τον βάλαμε στο κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η
πράξις! Κάνεις μια μικρή έπιστράτευσι και υποχρεώνεις όλους τους αγίους
να γονατίσουν μαζί σου.

Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος;
Γιατί; Διότι εμείς είμαστε άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό αυτό
περίβλημα, έχομε την χονδροείδεια του μυαλού μας και της καρδιάς μας και
δεν έχομε σταθερότητα στην πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να
γελάω. Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να αναρωτιέμαι γιατί το
ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι και μετά να το ξεχνώ. Τώρα να υπόσχωμαι κάτι
και μετά να κάνω το αντίθετο. Τώρα να ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα
μετανοήσω και μετά να περιπίπτω στην ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη
και βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν με τα μάτια μου τα σαρκικά, όπως τον
θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο Θεός τον εαυτό του, όπως εγώ θα το ήθελα ή
το φανταζόμουν, και του εκφράζω τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου,
παίζω μαζί του και τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.

Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την
βεβαιότητα του Θεού, την αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και
μπορεί να την πιάση και να μας την δώση, και από την άλλη έχει εμάς τους
ανίδεους και χονδρούς ανθρώπους και δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν
είναι βέβαιος, αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι που
του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για να συν-γονατίση μαζί
μας. Εχομε την βούλησί μας και αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε, και τότε
θα αναγκασθή να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.

Κάποιος Γέροντας παρακαλούσε την Παναγία
για τους υποτακτικούς του και μία ήμερα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν
να της λέγη: Πήγαινε, μητέρα μου, και μη με ξεγελάς άλλο· τους βλέπεις
ότι είναι αμετανόητοι. Πόσες φορές και οι άγιοι παίρνουν την ίδια
απάντησι, όταν εμείς τους ζητάμε και εν συνεχεία τους εγκαταλείπωμε!

Οι άγιοι λοιπόν ενεργούν οι ίδιοι,
μεσιτεύουν για μας και μας φωτίζουν, συμπροσεύχονται μαζί μας και
συναγωνιούν, συμπάσχουν και συμμετέχουν στην δική μας πάλη. Και όλα αυτά
τα κάνουν από μόνοι τους. Εμείς καλούμε τον άγιο, του ζητάμε αυτό που
θέλομε, καμιά φορά με πολύ δισταγμό, και ο άγιος αναλαμβάνει το δικό μας
υστέρημα να το αναπλήρωση. Προσπαθεί και εμάς να ζωογονή και τον Θεόν
να συγκινή. Όπως φέρνεις έναν λογιστή και σου κάνει στο ακέραιο την
εργασία, εσύ όμως δεν ξέρεις τι σου έκανε, όπως εμπιστεύεσαι τον γιατρό
και σου διανοίγει τα σπλάγχνα, αλλά εσύ δεν πονάς ούτε καταλαβαίνεις
τίποτε, έτσι ακριβώς καλείς τον άγιο και όλα τα κάνει μόνος του. Εμείς
δεν έχομε τίποτε να κάνωμε· εν συνεχεία πάμε και κοιμόμαστε, ο άγιος
όμως συνεχίζει να κάνη την δουλειά του. Άραγε συνεχίζει; Βεβαίως
συνεχίζει. Συνεχίζουν οι δαίμονες να μας πειράζουν, και θα σταματήση ο
άγιος την δουλειά του;

Οι άγιοι παραβιάζουν ακόμη και τα άδυτα
του Θεού και την γνώμη του. Πόσες φορές η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον
Θεόν μεταμελούμενον! Ασφαλώς, ουδέποτε μεταμελείται ο Θεός, αλλά το
γεγονός αυτό δείχνει το πόσο ακούει τους άγιους του. Ο Θεός
αποκαλύπτεται εμφανώς στους άγιους, και εκείνοι τον αποκαλύπτουν και σε
μας. Μας μεταφέρουν δηλαδή τα άδηλα και τα κρύφια της γνώσεως του,
σύμφωνα με την θεία οικονομία και πρόγνωσι. Οι άγιοι είναι δικοί μας.

Αφού προσκαλέσωμε τόσο απλά τους αγίους,
με την εικόνα τους, τα λείψανά τους ή τον νου μας, οι άγιοι γίνονται η
ζωντανή συντροφιά μας. Και επειδή ο άγιος είναι αχώριστος από τον Θεόν,
το ξέρω ότι μαζί του είναι και ο Θεός. Ακόμη και αν εγώ είμαι μέσα στην
αμαρτία, μέσα στην δυσωδία, και δεν μπορή να ενεργήση σε μένα ο Θεός,
ακόμη και αν δεν τον νοιώθω, το ξέρω και το πιστεύω ότι μαζί με τον άγιο
είναι και ο Θεός.

Επίσης, το ξέρω ότι ο άγιος είναι για
μένα μία ευφροσύνη. Πόσες φορές κουβεντιάζαμε για να απαλλαγούμε από το
βάρος της μοναξιάς! Πόσες φορές λέμε αηδίες, γιατί είμαστε
στενοχωρημένοι και θέλομε να μας φύγη η δυσκολία, ο πειρασμός, η
στενοχώρια, ή θέλομε να σπάσωμε τα οχυρά που μας χωρίζουν από τους
άλλους! Πόσες φορές έχομε κάποιο σύμπλεγμα μέσα μας από την αμαρτία μας,
από την αναπηρία μας, από την μει¬ονεξία μας, και δεν ξέρομε τι να
κάνωμε! Τότε βγαίνομε έξω να αναπνεύσωμε αέρα ή πάμε στο κελλί ενός
αδελφού μας να του πούμε κάτι. Για την περίπτωσι αυτή οι Πατέρες λένε,
αν έλθη ο αδελφός σου και σου πη πως είναι στενοχωρημένος, πέταξε αμέσως
το κομποσχοίνι σου, μη τυχόν το δη και καταλάβη ότι προσευχόσουν, και
αμέσως πες του: Αδελφέ μου, τί έχεις; Διαφορετικά θα φερθούν οι άγιοι;
Αφού έτσι φερόμεθα εμείς, που διατρέχομε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε από
τον αδελφό μας στην αμαρτία, δεν θα φερθή ο άγιος, ο οποίος δεν
παρασύρεται και μπορεί να διάλυση τα νέφη μας και να γίνη για μας μία
πραγματική ευφροσύνη;

«Εγχρονίζει η ευφροσύνη τοις δικαίοις».
λέγει η Άγια Γραφή. Η ευφροσύνη γίνεται στοιχείο συνακόλουθο,
αδιαλείπτως ενωμένο με τον δίκαιο. Αν η Αγία Γραφή το λέγη αυτό για τους
ζώντας δικαίους, οι οποίοι αύριο μπορεί να πέσουν, πόσο μάλλον ισχύει
για τους αγίους, οι οποίοι δεν πίπτουν πλέον. Σε αυτούς η ευφροσύνη
εγχρονίζει πολύ περισσότερο. Ερχόμενος λοιπόν ο άγιος, έρχεται μαζί με
την ευφροσύνη του, με το χαμόγελό του, με τα χαρακτηριστικά του, με τις
εμπειρίες του, με την ζωή του• είναι ο ίδιος, έχει τα ίδια μυαλά, ζη
όπως όταν ήταν κάτω στην γη. Επομένως, μπορώ πολύ εύκολα να αποκτήσω την
ευφροσύνη, που μου είναι τόσο αναγκαία για να προσεύχωμαι άνετα.

Ο άγιος όμως δεν είναι μόνον η συντροφιά
μας, η ευφροσύνη μας, είναι και «η πανήγυρίς μας εν τοις πρωτοτόκοις», η
συμμετοχή μας στον χορό όλων των αγίων. Για να νοιώσωμε αυτή την
πραγματικότητα, ας θυμηθούμε το όραμα του προφήτου Δανιήλ το σχετικό με
την επικράτησι του Χριστού, της Εκκλησίας και των αγίων. Ο Προφήτης
παρουσιάζει με θηρία τα διάφορα έθνη, τα οποία νικώνται από τον Υιόν του
Θεού και πίπτουν, τον δε Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί νεφελών και
τον Παλαιόν των ημερών καθήμενον επί του θρόνου του για να δικάση την
οικουμένη, τα έθνη, τους βασιλείς, τις ψυχές των ανθρώπων. Τα πάντα
εξουθενώνονται, δεν μένει τίποτε, δεν αντιστέκεται τίποτε στον Υιόν του
ανθρώπου. Σε αυτόν ο Παλαιός των ημερών χαρίζει την αρχή και την τιμή
και την βασιλεία. Δηλαδή ο Πατήρ μεταβιβάζει τα δικαιώματά του στον
Υιόν, παραδίδει τα πάντα στα χέρια του, μέχρις ότου αποκατασταθούν τα
πάντα και ο Υιός τα παραδώση στον Πατέρα.

Άλλος Προφήτης λέγει, «η αρχή επί του
ώμου αυτού». Με το ουσιαστικό «αρχή» δεν εννοεί τόσο την εξουσία, όσο
την θεότητα· θέλει να δηλώση ότι η ύπαρξις του Υιού, και μάλιστα το
είναι του, η δύναμίς του, είναι συνυφασμένη με την θεότητα, και επομένως
ο Υιός είναι Θεός. Ο Υιός του ανθρώπου δεν είναι κάποιος άνθρωπος αλλά ο
Υιός του Θεού. Η λέξις «αρχή» αποκαλύπτει την θεότητα του Υιού, ήτοι
την αΐδιο πρόσληψι των πάντων εν τω Θεώ και τήν βεβαιότητα αυτής της
αληθείας, και έτσι νοιώθομε μια ασφάλεια. Ο Υιός του ανθρώπου, ο οποίος
ίσταται ανάμεσα στον Παλαιόν των ημερών και στον πεσμένο άνθρωπο, είναι
ένας Θεός, μάλλον είναι ο Θεός.

«Αυτώ εδόθη η αρχή και η τιμή». Όλη η
προσκύνησις, που απενέμετο στον Γιαχβέ, τώρα απονέμεται στον Υιόν του
Θεού. Εμείς οι χριστιανοί, επικαλούμενοι τον Θεόν, εννοούμε τον Χριστόν.
Ό,τι και αν κάνωμε, θα πούμε. Χριστέ μου. Και αν πούμε, Θεέ μου, πάλι
τον Χριστόν εννοούμε. Το ότι ο Πατήρ έδωσε στον Υιόν όλη την τιμή,
σημαίνει ότι τον έκανε και εκείνον βασιλέα, αρχιερέα, προφήτη,
διδάσκαλο, τα πάντα. Ο δημιουργός Πατήρ έκανε τον Υιόν εξουσιαστή των
πάντων και Κύριον όλων των ψυχών μετέδωσε τον εαυτό του στον Υιόν,
μολονότι δεν υπήρξε χρόνος κατά τον οποίον ο Υιός δεν ήταν εν τω Πατρί,
και τώρα, σαρκούμενος ο Υιός, ο Πατήρ του μεταδίδει με την άρχιερωσύνη
και όλον τον κόσμο, ο οποίος συμβολίζεται με τα θηρία που νικά. Εν
συνεχεία του χαρίζει τήν βασιλεία, την καινούργια βασιλεία, την
ερχόμενη, την βασιλεία του Θεού, των αγίων, και όχι τα βασίλεια. Αυτά τα
διέλυσε ως ατμίδα, καταποντίζοντάς τα στην υπό των βιαίων άνεμων
ταρασσομένην θάλασσαν.

Και συνεχίζει ο Προφήτης: Ο Παλαιός των
ημερών «έδωκεν το κρίμα τοις αγίοις». Οι προφητείες συνήθως έχουν κάτι
ανακόλουθο· πρέπει κανείς να δη το νόημά τους με το πρίσμα της ιστορίας
και με το πνεύμα των ιδίων των προφητών. «Το κρίμα σου τω βασιλεί δος»,
λέγει ο Ψαλμωδός. «Κρίμα» εμείς θα λέγαμε ότι είναι το δίκαιο, η
απόδοσις της δικαιοσύ¬νης· κυρίως όμως είναι η δικαίωσις. Αλλά η
δικαίωσίς μου είναι η νίκη μου. Αν παραδέχεσαι πως είχα δίκαιο, μου
δίνεις την νίκη. Και εδώ το κρίμα έχει την έννοια της νίκης. Ο Παλαιός
των ημερών όμως δεν έδωσε την νίκη σε αυτόν που έδωσε την βασιλεία και
την τιμή και την αρχή, αλλά την έδωσε «τοις αγίοις». Δηλαδή τώρα όλα τα
δικαιώματα του Υιού, την αρχή, την εξουσία, την προφητεία, την
αρχιερωσύνη, τα παραδίδει στους αγίους, σε μας τον νέο Ισραήλ.

«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι».
Πόσο εκφραστική είναι η Πάλαια Διαθήκη! Ανοίγεις τις πύλες, μπαίνεις
μέσα και παίρνεις τα πάντα υπό την κατοχή σου. Ο Πατήρ παίρνει τα πάντα
από τον Υιόν, με την αγάπη και την αποδοχή του Υιού, και τα παραδίδει
στους αγίους. Την βασιλεία που είχε χαρίσει στον Υιόν, την παίρνομε
εμείς. Επίσης, την τιμή του Υιού την δίνει σε μας. Άρα οι άγιοι γίνονται
φορείς όλων των δυνατοτήτων, όλων των δυνάμεων, Όλων των εξουσιών, όλης
της οντότητος, θα λέγαμε, του Χριστού. Εντεύθεν ο Χριστός είναι οι
άγιοι και οι άγιοι είναι ο Χριστός, και έτσι έχομε πλέον την πανηγύρι
των πρωτοτόκων, την ίδια την Εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των αγίων, οι
οποίοι λαμβάνουν από τον Θεόν την δικαίωσι και την νίκη. Ο Χριστός
ευχαρίστως τους παραχωρεί τα πάντα, μέχρις ότου έλθη η ώρα που και εμείς
θα τα παραδώσωμε σε εκείνον και εκείνος θα τα παραδώση στον Πατέρα.
Τότε, θα κλείση η ιστορία, για να ανοίξη πια η αιωνιότης, η διαρκής
σχέσις Θεού και ανθρώπου.

«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι».
Οι άγιοι άρπαξαν την βασιλεία, την κέρδισαν, την κατέκτησαν και την
κρατούν γερά· την κατέχουν, δεν θα την κατάσχουν, τους την έδωσε ο
Πατήρ. Και αν ερμηνεύσουμε τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη, το ανωτέρω
χωρίο αναφέρεται στην Εκκλησία, πολύ δε περισσότερο στην βασιλεία των
ουρανών. Αυτή η κατοχή δηλαδή είναι πληρέστατη και τελεία στους άγιους,
οι οποίοι ήδη θριαμβεύουν στον ουρανό.

Οι άγιοι λοιπόν, τους οποίους
προσκαλούμε στο κελλί μας, έχουν την νίκη, την κατοχή της βασιλείας των
ουρανών. Επομένως, οι άγιοι είναι για μας η δυνατότητά μας, το
περιβάλλον μας μέσα στο οποίο συγχορεύομε και εμείς ενώπιον του πολιού
ουρανίου Πατρός και ενώπιον του Υιού του Θεού, ο οποίος μας παρέδωσε τα
πάντα και μας έκανε θεούς, διά της προσλήψεως του φυράματός μας.

Άραγε, πώς οι άγιοι γίνονται για μένα η
νίκη; Βεβαίως η νίκη υπήρξε ο Χριστός. Αυτός «εξήλθε νικών», αλλά την
νίκη την παρέδωσε στους αγίους. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι είναι η νίκη
των δύο κόσμων που φέρω μέσα μου. Μέσα μου έχω από την μια τον φρικτό
κόσμο των παθών μου, που δεν μπορώ να τον κάνω τίποτε. Δεν μπορώ να βάλω
τα χέρια μου και να βγάλω τα πάθη από την καρδιά μου. Δεν μπορώ να
διώξω τον λογισμό μου· δεν μπορώ να συγκρατήσω τα λόγια μου, διαρκώς μου
ξεφεύγουν. Είμαι όλος εμπαθής, μαύρος, δυσώδης και τερατώδης. Από την
άλλη όμως είναι μέσα μου και ο κόσμος των θείων επιθυμιών, ο κόσμος της
αγάπης του Θεού, το όνειρό μου να πάω στον ουρανό. Εγώ στέκομαι ενώπιον
των αγίων με αυτούς τους δύο κόσμους. Οι άγιοι είναι «η νίκη η νικήσασα
τον κόσμον». Ποιός είναι ο κόσμος; Ο κόσμος είναι η αμαρτία, ο σατανάς,
είναι όμως και η Εκκλησία, η ίδια η παρουσία του Χριστού. Ο κόσμος είναι
αυτοί οι δύο οι κόσμοι, ο Χριστός και η αμαρτία, δηλαδή ο σατανάς, ο
οποίος οργιάζει και κυβερνάει τα πάντα -ακόμη και μένα- και τα ρίχνει
στην φθορά. Οι άγιοι είναι η νίκη και των δύο αυτών κόσμων. Συγκαλώντας
εγώ τους αγίους μου, συμμετέχω στην νίκη του αγίου και επιβάλλω την νίκη
αυτή και στον κόσμο.

Οι άγιοι είναι ακόμη η προσκύνησις του
Κυρίου, ο οποίος, αφού εκενώθη, εδόθη σε αυτούς και υπάρχει εντός τους.
Άλλωστε οι Πατέρες σαφώς λέγουν ότι «επί το πρωτότυπον διαβαίνει η
προσκύνησις». Όπως, όταν προσκυνώ την εικόνα ενός αγίου ή το λείψανό του
-που πολλώ μάλλον έχει τα στίγματα όχι των αιμάτων, αλλά του Αγίου
Πνεύματος διότι αγιάσθηκε-, η προσκύνησις γίνεται στον άγιο, έτσι και η
προσκύνησις ενός αγίου, της ζώσης εικόνος του Θεού, μεταβαίνει επί το
πρωτότυπον, τον Θεόν.

Ποιός μπορεί να αρνηθή τις Οικουμενικές
Συνόδους, την πείρα των Πάτερων; Όσο ανόητος και ψυχρός να είναι, αυτό
δεν μπορεί να το κάνη. Δηλαδή μπορεί να πη, δεν σε νοιώθω, Θεέ μου. Αλλά
δεν μπορεί να πη, δεν υπάρχεις, διότι δεν μπορεί να είπε ψέματα ο Μέγας
Βασίλειος, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος Χρυσόστομος, ο Μέγας
Αθανάσιος, ο άγιος Διονύσιος. Κάποιος θα είπε τήν αλήθεια. Ένας μόνον να
είπε την αλήθεια, ο Θεός είναι εδώ μπροστά μου.

Οι άγιοι είναι και το μέλλον μου, η
βασιλεία των ουρανών. Επειδή, οι άγιοι «κατέσχον την βασιλείαν»,
σημαίνει ότι τώρα αυτοί κυριαρχούν, αυτοί έχουν τα κλειδιά, για να
ανοίξη η θύρα της βασιλείας, αυτοί έχουν τους θρόνους. Επομένως, έχοντας
μαζί μου τον άγιό μου ή τους άγιους μου, κατέχω το μέλλον, εισέρχομαι
στο μέλλον, στην βασιλεία των ουρανών, που θέλω να πάω. Η εσχατολογία
μου δεν είναι κάποια θεωρία, κάποια φιλοσοφία, είναι μία αλήθεια. Με
τους αγίους εισέρχομαι στον κόσμο τον οποίο επιθυμούσα μέχρι προ μιας
στιγμής ή, καλύτερα, έχω το μέλλον μου έδώ, διότι το μέλλον μου είναι οι
άγιοι.

Οι άγιοι είναι επίσης η παρρησία μου.
Όταν τόσο δικαιωματικά, τόσο εξουσιαστικά εισέρχωμαι με τον άγιο στην
βασιλεία των ουρανών, ο άγιος είναι για μένα η παρρησία μου. Επειδή
αυτός είναι μέσα, αρπάζει και μένα. Λέμε στην λειτουργία μας, μετά τον
καθαγιασμό των τιμίων δώρων: «Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην
λατρείαν υπέρ των προπατορων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών». Γιατί;
Διότι αυτοί μπήκαν στην βασιλεία των ουρανών.

Εφ’ όσον λοιπόν οι άγιοι είναι το μέλλον
μου, και εφ’ όσον εγώ είμαι μέλος του σώματος του Χριστού, οι άγιοι
αυτοί είναι η οικογένειά μου και η τιμή μου. Μπαίνοντας και εγώ στον
χορό τους, γίνομαι οικείος του Θεού. Από εκεί που ήμουν ένας απλός
άνθρωπος, ένας οικογενής, γεννημένος σε ένα σπίτι, δούλος ή υιός,
γίνομαι ο οικείος, ο σύμφυτος, ο φίλος, ο υιός του Θεού. Τί άλλο μπορώ
να επιθυμήσω; Τί άλλο θα ήθελα να έχω και δεν το παίρνω καλώντας μπροστά
μου τους αγίους; Και όλα αυτά μου τα δίνει ο άγιος, χωρίς εγώ να τα
επιδιώκω, χωρίς να αναλογίζωμαι τι θέλω. Όλα τα τακτοποιεί ο άγιος. Όπως
πάω στον δικηγόρο μου και εκείνος τακτοποιεί την υπόθεσί μου και μου
στέλνει την απόφασι, έτσι ακριβώς και οι άγιοι ρυθμίζουν τα πάντα. Εγώ,
αφού τον επικαλέσθηκα, πάω και κοιμάμαι· εκείνος όμως, ενώ εγώ κοιμάμαι,
συνεχίζει την πορεία του και μου ετοιμάζει τα πάντα.

Συχνά παρουσιάζουν τους ασκητάς να
προσεύχωνται μέσα σε μια σπηλιά μπροστά σε μια εικόνα, κατά κανόνα της
Υπεραγίας Θεοτόκου. Κάποιος άγιος προσερχόμενος μπροστά στην εικόνα της
Παναγίας είχε πάρα πολλούς σαρκικούς πειρασμούς. Μα τί έπαθα,
αναρωτιόταν. Εγώ προσεύχομαι στην Παναγία, και ο σατανάς συνεχώς με
πειράζει. Πότε θα σταματήση; Τότε παρουσιάζεται ο σατανάς και του λέγει:
Γιατί διαμαρτύρεσαι; Εσύ φταις. Μην προσκυνάς αυτή την εικόνα, και εγώ
δεν θα σε πολεμήσω άλλη φορά. Του είπε την αλήθεια. Ο σατανάς στις
υποσχέσεις του είναι πιο τίμιος από εμάς. Οι άγιοι εξόρκιζαν τον σατανά
και έλεγε την αλήθεια. Εμείς, και να μας εξορκίζουν, δεν την λέμε.

Δέχθηκε ο σατανάς να φύγη, αρκεί ο
μοναχός να σταματούσε να προσκυνά την εικόνα, διότι η προσκύνησις, το
άνοιγμα των χειρών μπροστά σε εκείνη την εικόνα, ήταν η τελεία επιτυχία.
Αν, σκέφθηκε ο σατανάς, σταματήση να προσκυνά την εικόνα, τότε δεν
χρειάζεται να τον πειράζω εγώ. Μόνος του θα χάση την βασιλεία, την
παρρησία, και θα πέση σε απομόνωσι, θα ξεφύγη από τα χέρια του Θεού και
θα παύση να είναι κάτω από το εκχυνόμενο αίμα του Χριστού, και κάτω από
το Άγιον Πνεύμα που τον βρέχει και τον σκεπάζει.

Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία
Γραφή, δηλαδή όλη την ιστορία της Εκκλησίας και όλη την οικονομία του
Θεού, έχομε τους αγίους, πιθανόν και τα έργα των χειρών μας. Ποιός
απομένει να μπη στο κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο
εαυτός μας, και κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει. Το πρόβλημα τώρα
είναι να βάλωμε μέσα εκεί και τον εαυτό μας. Οι άγιοι έρχονται, ο Θεός
έρχεται, όλοι υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον»
άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον εαυτό του ούτε και στην
προσκλη¬σι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο πρόβλημα στην αγρυπνία μας
είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού μας. Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται
διά της προσευχής.



πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...