Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 27, 2014

Ὑπαπαντὴ καὶ Σαραντισμὸς


 



«Κόλπους Πατρὸς τυποῦσι τοῦ σοῦ, Χριστέ μου, τοῦ Συμεὼν αἱ χεῖρες, αἳ φέρουσί σε.»

Τοὺς κόλπους τοῦ οὐρανίου Πατέρα συμβολίζουν, Χριστέ μου, τὰ χέρια τοῦ Συμεὼν ποὺ Σὲ κράτησαν στὴν ἀγκαλιά του.


Μόλις πέρασαν σαράντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, προσεφέρθη ὁ Κύριος στὸ ἱερὸ ὑπὸ Μητρὸς Παρθένου, καὶ ὑπεδέχθη Αὐτὸν ὁ πρεσβύτης Συμεών. Κατὰ τὴ διάταξη τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου «πᾶν ἄρσεν πρωτότοκον ἔσται ἀφιερωμένον τῷ Θεῷ, καὶ τὴν εἰς τοῦτον νενομισμένην θυσίαν προσενέγκη, ζεῦγος τρυγόνων, ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Δηλαδή, κάθε πρωτότοκο ἀρσενικὸ παιδὶ ἦταν ἀφιερωμένο στὸ Θεό, καὶ πρὸς τοῦτο γινόταν μία συγκεκριμένη τελετὴ στὸ ναό, περιλαμβάνουσα καὶ προσφορὰ δύο τρυγόνων ἢ περιστεριῶν.

Λαβὼν δὲ ὁ πρεσβύτης Συμεὼν τὸν Κύριο τῆς δόξης στὰ χέρια του εἶπε τὸ «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου Δέσποτα κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ…». Τώρα, δηλαδή, Κύριε, ἂς πεθάνω, ἀφοῦ εἶδα τὸ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Διότι αὐτὸ περίμενε χρόνια ὁ δίκαιος Συμεών· νὰ δεῖ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς του τὸν Κύριο καὶ Θεό του. Καὶ πλέον εὐτυχισμένος μποροῦσε νὰ ὑπάγει εἰς τὰ ἀγκάλας τοῦ Θεοῦ.

Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὴ τὴ γενικὴ ἀναφορά, γίνεται κατανοητὸ ὅτι ὁ σαραντισμὸς ἔχει τὶς ρίζες του στὴν ἐποχὴ τοῦ Μωυσῆ (καθὼς αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τὸ ἀντλοῦμε μέσα ἀπὸ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο). Λέγοντας «σαραντισμό», ἐννοοῦμε ὅτι ἡ μητέρα προσφέρει τὸ νεογέννητο στὸ ναὸ καὶ αὐτὸ πρὸς δόξαν τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ γυναίκα, ἔπειτα ἀπὸ τὴν κύηση χρειάζεται ἕνα διάστημα ὥστε νὰ ἐπανέλθει καὶ πάλι στὴν πρὸ τοῦ τοκετοῦ κατάσταση. Αὐτὸ τὸ διάστημα ἴσως εἶναι λιγότερο ἀπὸ τὶς σαράντα ἡμέρες, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ στιγμὴ τὴν ὁποίαν οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας θέσπισαν αὐτὸ τὸν συμβολικὸ ἀριθμό, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ τὸν ὑπακοῦμε.. Σίγουρα αὐτοὶ κάτι παραπάνω θὰ γνώριζαν γιὰ νὰ εἰσάγουν αὐτὸ τὸ διάστημα τῶν σαράντα ἡμερῶν. Ἂς μὴ μᾶς διαφεύγει ἄλλωστε ὅτι τὴν ἐποχὴ διαμορφώσεως τῶν τελετουργικῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, τόσες ἡμέρες ἐχρειάζοντο.

Ἡ γυναίκα λοιπόν, κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Παναγίας, ἔπειτα ἀπὸ σαράντα ἡμέρες πηγαίνει τὸ βρέφος στὸ ναὸ γιὰ δύο λόγους. Πρῶτον, γιὰ νὰ εἰσάγει τὸ βρέφος στὸ ναό, ὥστε αὐτὸ νὰ μπορεῖ στὴ συνέχεια νὰ βαπτισθεῖ καὶ νὰ συμμετάσχει στὴν ἐν Χριστῷ λατρευτικὴ ζωή, καὶ δεύτερον γιὰ νὰ καθαρισθεῖ καὶ αὐτὴ (καθὼς οἱ εὐχὲς τοῦ σαραντισμοῦ ἀναφέρονται καὶ στὸν καθαρισμὸ τῆς γυναικός).

Παρατηροῦμε ὅτι, ὅταν ἡ γυναίκα ἔρχεται στὸ ναὸ γιὰ νὰ λάβει ὑπὸ τοῦ ἱερέως τὴν εὐχὴ τοῦ σαραντισμοῦ, ὁ ἱερεὺς δὲν τὴν ἀφήνει νὰ μπεῖ στὸν κυρίως ναό, διότι θεωρεῖται ἀκόμα ἀκάθαρτη. Ἀκάθαρτη καὶ ὄχι ἁμαρτωλή, ὅπως τὸ συγχέουν πολλοὶ ἄνθρωποι στὶς ἡμέρες μας. Ἡ γυναίκα δὲν διέπραξε καμία ἁμαρτία, ἀντιθέτως ἔφερε στὸν κόσμο ἕναν ἄνθρωπο. Ἀκαθαρσία θεωρεῖται ὅ,τι ἀποβάλλεται ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, διὰ τοῦτο καὶ παραμένει ἡ γυναίκα ἔπειτα ἀπὸ τὴν κύηση στὸν οἶκο της γιὰ σαράντα ἡμέρες, ὥσπου νὰ καθαριστεῖ πλήρως καὶ νὰ μπορεῖ νὰ συμμετάσχει καὶ πάλι στὴ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας. Γι΄αὐτὸ τὸ λόγο καὶ διαβάζει ὁ ἱερεὺς τὴν εὐχὴ στὸν πρόναο τοῦ ναοῦ καὶ ἔπειτα καθὼς λαμβάνει στὰ χέρια του τὸ βρέφος καὶ τὸ εἰσάγει στὸν κυρίως ναό, τότε καὶ ἡ γυναίκα, ἀφοῦ ἔχει καθαρισθεῖ ἀπὸ τὶς εὐχές, ἀσπάζεται μετ’ εὐλαβείας τὶς εἰκόνες. Ὅλα αὐτὰ γίνονται πρὸς μίμηση τοῦ σαραντισμοῦ τοῦ Κυρίου.

Ἂς δοῦμε ὅμως τώρα λίγο ἀναλυτικότερα τὴν ἀκολουθία τοῦ σαραντισμοῦ.

Σήμερα, ὡς γνωστόν, ἡ ἀκολουθία τοῦ σαραντισμοῦ ἀποτελεῖται ἀπὸ τέσσερις εὐχές. Θέμα καὶ τῶν τεσσάρων εὐχῶν εἶναι ἡ προσαγωγὴ τοῦ βρέφους στὸ ναὸ κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ Κυρίου (σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου). Οἱ εὐχὲς ἀποτελοῦν εὐλογίες τοῦ βρέφους καὶ δεήσεις ὑπὲρ αὐτοῦ, ποὺ κατὰ «μίμησιν» τοῦ Κυρίου προσάγεται στὸ ναὸ καὶ ἀφιεροῦται στὸ Θεό. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ ἐμφανὴς σκοπὸς τῆς ἀκολουθίας. Τὸ παιδὶ εἰσέρχεται στὴν ἐκκλησία καὶ αὐτὸ σαραντίζει καὶ ὄχι ἡ μητέρα του. Ἡ μητέρα συνοδεύει τὸ βρέφος καὶ εὐλογεῖται μαζὶ μὲ αὐτό. Ἀναφέρεται ὅτι, ἡ εὐλογία περιλαμβάνει καὶ τοὺς δύο γονεῖς μαζί, καὶ ὄχι μόνο τὴν μητέρα, ὅπως συνήθως γίνεται.

Πρέπει ἐπίσης νὰ ἐπισημανθεῖ τὸ γεγονός, ὅτι τὸ βρέφος εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία ἀβάπτιστο, διότι προϋποθέτουν καὶ οἱ δύο εὐχὲς ὅτι ἡ εἴσοδός του στὸ ναὸ γίνεται γιὰ πρώτη φορά, καθὼς ζητοῦν νὰ ἀξιωθεῖ «ἐν καιρῷ εὐθέτῳ» τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Ἐξ ἄλλου οἱ εὐχὲς τῆς πρώτης ἡμέρας, τῆς ὀγδόης, καὶ τῆς τεσσαρακοστῆς παρουσιάζουν προοδευτικὸ χαρακτήρα καὶ ἐντάσσονται οὐσιαστικὰ στὶς προβαπτισματικὲς πράξεις. Ἡ κλιμάκωσις εἶναι φανερή. Τὴν πρώτη ἡμέρα εὐλογεῖται τὸ βρέφος καὶ χαιρετίζεται ἡ ἔλευσή του στὸ κόσμο. Τὴν ὄγδοη λαμβάνει τὸ ὄνομα καὶ χαρακτηρίζεται πιὰ «δοῦλος Χριστοῦ» καὶ «χριστιανός». Τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα εἰσέρχεται στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ «προσφέρεται» σὲ Αὐτόν. Ἕπονται δέ, ἡ κατήχησις, τὸ βάπτισμα, τὸ χρίσμα καὶ ἡ θεία κοινωνία.

Ἐπίσης, κατὰ τὴν παράδοση ἀλλὰ καὶ κατὰ τὶς τυπικὲς διατάξεις τῆς ἀκολουθίας, ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ὁ ἱερεὺς κρατώντας στὰ χέρια του τὸ βρέφος τὸ εἰσάγει στὸ ἱερὸ βῆμα ἀδιακρίτως φύλου. Σύμφωνα μὲ τὸν καθηγητὴ κ. Ἰ. Φουντούλη, οὔτε οἱ εὐχές, οὔτε οἱ τυπικὲς διατάξεις τῆς ἀκολουθίας κάνουν διαχωρισμὸ μεταξὺ φύλου, ἀλλὰ εἰσάγονται στὸ ἱερὸ βῆμα καὶ προσκομίζονται στὸ Θεὸ (καθὼς ὁ ἱερεὺς τὰ ἀνυψώνει μὲ τὰ χέρια του στὸν οὐρανό), ὡς «δῶρον» καὶ «ἀνάθημα». Ποῦ ἀλλοῦ θὰ προσφερθεῖ τὸ δῶρο στὸ Θεό, παρὰ στὸ θυσιαστήριό του; Αὐτὸ ἀκριβῶς ἑρμηνεύει καὶ τὴν εἴσοδο ὅλων τῶν βρεφῶν ἀδιακρίτως φύλου στὸ Ἅγιο βῆμα. Δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴν ἱερωσύνη ποὺ ἐπιφυλάσσεται στοὺς ἄνδρες. Πρόκειται περὶ πράξεως προσφορᾶς τοῦ νέου ἀνθρώπου στὸ Θεὸ καὶ γιὰ τὸν χριστιανισμὸ δὲν ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ ἄρρενος καὶ θήλαιου.

Συνελόντ’ εἰπεῖν, ὁ σαραντισμὸς εἶναι μία πανάρχαια λειτουργικὴ πράξη τῆς ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία ἔχει τὶς ρίζες της στὸν Μωσαϊκὸ νόμο, καθὼς αὐτὸς γίνεται σήμερα ὡς προτύπωση τῆς ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ γυναῖκες συμβολίζουν τὴν Παναγία, ἡ ὁποία ἔφερε στὶς ἀγκάλες της τὸν Υἱόν της καὶ τὸν πρόσφερε στὸν ναὸ ὡς θυσίαν «εὐπρόσδεκτη».

῾H Ὑπαπαντὴ τοῦ Χριστοῦ - Anthony Bloom



 



Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ» (Λκ. 2. 29­32)

Tὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Συμεών σημειώνουν τὸ τέλος μιᾶς μακρᾶς περιόδου, χιλιάδων χρόνων κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν χωρὶς τὸ Θεό· εἶχαν περάσει χιλιάδες χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Ἀδὰμ εἶχε χύσει τὸ πρῶτο του δάκρυ, ἀπὸ τότε ποὺ εἶχε θρηνήσει γιὰ πρώτη φορὰ πάνω στὴ γῆ ἐκείνη στὴν ὁποία δὲν εὕρισκες πιὰ τὸ Θεὸ ἀνάμεσα στὰ πλάσματά Του.

Ὁλόκληρη ἡ γῆ, ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ποθοῦσε τὴν ἡμέρα ἐκείνη ποὺ ἐπιτέλους θὰ συναντοῦσε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὸ Θεό του πρόσωπο μὲ πρόσωπο. Νά λοιπὸν ποὺ ἡ μέρα ἐκείνη εἶχε φτάσει: ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος μέσα σὲ μιὰ φάτνη στὴ Βηθλεέμ·  ὁ Αἰώνιος μπῆκε μέσα στὸ χρόνο· ὁ Ἀπεριχώρητος καὶ Ἀτελεύτητος ὑπάχθηκε στοὺς περιορισμοὺς τῆς κτιστῆς μας κατάστασης.

Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἁγιότητα μπῆκε στὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας τὴ μέρα τοῦ βαπτίσματός Του μὲ τὸ νὰ βυθιστεῖ στὰ φοβερὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη μέσα στὰ ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀποπλύνει τὰ ἁμαρτήματά τους· βυθίστηκε στὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ σὰν μέσα στὰ νεκρὰ νερὰ τῆς μυθολογίας καὶ τῶν παραμυθιῶν καὶ βγῆκε φορτισμένος μὲ τὴ νέκρα καὶ τὴ θνητότητα τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους εἶχε ἔλθει νὰ σώσει.

Σήμερα θυμόμαστε τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου, τὴ συνάντησή Του μὲ τὸ πρῶτο πρόσωπο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Μητέρα Του, τὸ ὁποῖο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Τὸν εἶχε διαισθανθεῖ ὡς Θεό. Ἡ τραγωδία τῆς ἀποστέρησης τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία βρίσκουμε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ τὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο ἔχει τελειώσει· ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ μὲ τὸ λαό Του· ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας κατοικεῖ πάνω στὴ γῆ αὐτή.

Μιὰ νέα ὅμως τραγωδία ἀρχίζει, ἡ πορεία τοῦ Θεανθρώπου πρὸς τὸ Σταυρό. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε στὴ χώρα τοῦ θανάτου καὶ μὲ σκοπό Του νὰ πεθάνει. Γεννήθηκε μὲ σκοπό Του νὰ πεθάνει γιὰ χάρη μας. Ἂν προσέξατε τὰ ἀναγνώσματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τὰ ὁποῖα διαβάζονται γιὰ τὴ γιορτὴ αὐτὴ εἶναι πιθανὸ νὰ καταλάβατε τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους θεσπίστηκε.

Στὸ δέκατο τρίτο κεφάλαιο τῆς Ἐξόδου διαβάζουμε ὅτι ὁ Θεὸς ζήτησε ἀπὸ τὸ Μωυσῆ τὴν καθιέρωση τοῦ κάθε πρωτότοκου ἀγοριοῦ, τὴν προσφορὰ τοῦ παιδιοῦ σὰν μιὰ θυσία σὲ μνήμη τοῦ γε­γονότος ὅτι ὁ Ἰσραὴλ σώ­θηκε ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν Αἰγυπτίων μέσῳ τοῦ θανά­του ὅλων τῶν πρωτοτόκων τῆς Αἰγύπτου.

Ἡ παρουσίαση αὐτὴ τοῦ κάθε πρωτότοκου βρέφους στὸ Ναὸ δὲ σήμαινε μιὰ πλήρη ἀφιέρωση στὸ Θεό: τὰ παιδιὰ αὐτὰ ἐπέστρεφαν στὴ συνέχεια πίσω στὴν καθημερινὴ κοσμικὴ ζωή. Ἡ παρουσίαση σήμαινε τὴν ἄφεσή τους στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, σήμαινε ὅτι ὁ Θεὸς εἶχε πάνω τους δικαίωμα ζωῆς καὶ θανάτου καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀναγνωριζόταν ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ γονεῖς πλήρωναν γιὰ τὸ παιδὶ σὰν λύτρα ἕνα ἀμνὸ ἢ ἕνα ζεῦγος περιστεριῶν.


 



Ὁ πρωτότοκος ἦταν πραγματικὰ μιὰ αἱματηρὴ θυσία ἡ ὁποία ἀναβαλλόταν ἀπὸ αἰώνα σὲ αἰώνα μέχρι τὴ μέρα ποὺ ὁδηγήθηκε στὸ ναὸ ὁ Μονογενὴς Γιὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε γίνει Γιὸς τῆς Παρθένου, ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Καὶ γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία ἡ αἱματηρὴ αὐτὴ θυσία ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὸ Θεὸ παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἀντικατάστατο τῆς θυσίας εἶχε προσφερθεῖ, αὐτὴ τὴ μοναδικὴ φορὰ ὁ Θεὸς Πατέρας δέχτηκε καὶ τὸν ἴδιο τὸ θάνατο τοῦ Βρέφους.

Ἡ θυσία ἔπρεπε νὰ περιμένει τὸν καιρό της· πέρασαν κάπου τριάντα χρόνια ἀπὸ τὴν παρουσίαση τοῦ βρέ­φους μέχρι τὸ θάνατο τοῦ ὥριμου Ἰησοῦ· ἡ θυσία ὅμως εἶχε γίνει δεκτὴ καί, ὅταν ἦλθε ὁ καιρός, τὸ βρέφος ποὺ εἶχε προσφερθεῖ ἀπὸ τὴν Παρθέ­νο Μαρία πέθανε στὸ Γολγοθὰ πάνω σ’ ἕνα σταυρό.

Ἐνῷ ὁ Ἅγιος Συμεὼν διακήρυττε τὴ λύτρωση τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴ μακραίωνη ἀποξένωσή του ἀπὸ τὸ Θεὸ ἔδινε ταυτόχρονα καὶ στὴ Θεομήτορα τὴ φοβερὴ προειδοποίη­ση ὅτι μιὰ ρομφαία θὰ διαπερνοῦσε καὶ τὴ δική της τὴν καρδιά, ὅτι ἡ θυ­σία ποὺ ἀναστελλόταν γιὰ τὴ στιγμὴ ἐκείνη θὰ φανερωνόταν κάποια μέρα σὰν θεϊκὴ βουλὴ καὶ θὰ ἀποτελοῦσε ἕνα τραγικὸ μονοπάτι γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ ἐκείνη (Λκ. 2. 34, 35).

Ὁ Χριστὸς ἀκολούθησε πραγματικὰ τὸ τραγικὸ αὐτὸ μονοπάτι, τὸ μονοπάτι τῆς ἀνθρώπινης καὶ τῆς Θείας ἐγκατάλειψης, τὴν ὁδὸ πρὸς τὸν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καὶ τὸ θάνατο τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ θάνατός Του ἦταν μιὰ καταπάτηση τοῦ θανάτου ἐφ’ ὅσον ἀναστήθηκε ζωντανὸς ἀπὸ τὸ μνῆμα. Ἔπειτα ἀναλήφθηκε μὲ δόξα καὶ μᾶς ἔδωσε τὸ Ἅγιό Του Πνεῦμα καὶ ὅμως οὔτε καὶ τότε δὲν ἐξαλείφεται τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἡ τραγωδία τοῦ κόσμου δὲ φτάνει στὸ τέλος της.

Ὁ ἐγερθεὶς Χριστὸς ἔχει στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια Του τὰ σημάδια ἀπὸ τὰ καρφιά, στὴν πλευρὰ τὴν οὐλὴ ἀπὸ τὴ λόγχη καὶ στὸ μέτωπό Του τὰ σημάδια ἀπὸ τὴν κορώνα τὴν ὁποία Τοῦ εἶχαν φορέσει κοροϊδευτικά, τὸ στεφάνι ποὺ ἀντὶ νὰ εἶναι βασιλικὸ εἶχε γίνει ἀπὸ ἀγκάθια.

Γινόμαστε κι ἐμεῖς μέ­τοχοι τῆς σταυρικῆς αὐτῆς ὁδοῦ: ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς παρουσιάστηκε στὴν ἐκκλησία ὕστερα ἀπὸ τὸ Βάπτισμά του· τότε διαβά­στηκαν προσευχὲς γιὰ τὶς μητέρες μας καὶ γιὰ μᾶς καὶ ἡ ἐκκλησία ἐπικαλέστηκε τὸν Κύριο, τὸν Προστάτη τῶν νηπίων ποὺ εἶχε ὁ ἴδιος κρατηθεῖ στὶς ἀγκάλες τοῦ Ἁγ. Συμεών, ζητώντας ἔλεος καὶ συμπα­ράσταση.

Αὐτὸ ἔγινε κατ’ εἰκόνα τῆς παρουσίασης τοῦ Χριστοῦ· πρὶν ἀπὸ αὐτὸ εἴχαμε βαπτιστεῖ καὶ τὸ Βάπτισμα σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπ. Παῦλο (Ρωμ. 6. 3­11) καὶ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιὰ καταβύθιση στὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ ὥστε νὰ τὸν κάνει δικό μας θάνατο, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἡ Ἀνά­στασή Του γίνεται δική μας ἀνάσταση.

Ἐμεῖς λοιπὸν ποὺ ἔχουμε πεθάνει μὲ τὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐγερθεῖ μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὁδηγούμαστε στὸ ναὸ ὅπως εἶχε ὁδηγηθεῖ κι Ἐκεῖνος, αἰώνιοι καὶ ἐν τούτοις ὑποκείμενοι στὴν τραγωδία τοῦ χρόνου, ζωντανοὶ ἀλλὰ προορισμένοι γιὰ τὸ θάνατο. Ὁ Χριστὸς ἦταν ζωντανὸς στὴν αἰώνια θεότητά Του καὶ τὴν ἀθά­νατη ἀνθρώπινη σάρκα Του, ὅμως δέχτηκε τὸ θάνατο τῆς σάρκας Του γιὰ νὰ κοινωνήσει σὲ ὅλα μὲ τὴ δική μας ἁμαρτωλὴ σάρκα. Μὲ παρόμοιο τρόπο ὕστερα ἀπὸ τὴ συνανάστασή μας μαζί Του ὁ Χριστὸς μᾶς ἀποστέλλει – ὅπως προηγουμένως ὁ Πατέρας εἶχε στείλει Ἐκεῖνον – στὴ σφαίρα τῆς ἁμαρτίας γιὰ νὰ σηκώσουμε στὰ σώματα, τὶς ψυχὲς καὶ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας τὸ σταυρὸ τοῦ κόσμου ὁ ὁποῖος ἔχει πέσει καὶ ἐξαγοραστεῖ ἀλλὰ ποὺ δὲν ἔχει ἀπολυτρωθεῖ ἀκό­μα.

Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἀπ. Παύλου καλούμαστε νὰ ἀνταναπληρώσουμε στὰ σώματά μας τὰ ὑστερή­ματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ (Κολ. 1. 24) – κι ἐπειδὴ εἴμαστε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ εἴμαστε ἕνα μαζί Του, ἡ τραγωδία τὴν ὁποία ὁ ἐρχομός Του ἀπάλειψε ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Δια­θήκη καὶ τὸν κόσμο τῆς ἀρχαιότητας καὶ ἡ ὁποία ἔγινε κατόπιν ἡ δική Του τραγωδία συνεχίζεται μέσα σ’ ἐμᾶς σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

Ὁ Πατριάρχης Ἀλέξιος (1877­ 1970. Ἔγινε Πατριάρχης Μόσχας τὸ 1945) εἶχε πεῖ μιὰ φορὰ ὅτι ἡ Ἐκκλη­σία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὸ ὁποῖο, ἐνῷ συνεχῶς οἱ ἄνθρωποι ἀπορρίπτουν, σταυρώνεται κατὰ τὴ διάρκεια τῶν αἰώνων γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς εἶναι ὁ δικός μας ὁ δρόμος, αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τὸ ὁποῖο μᾶς φέρνει ἡ ἔνδοξη μὰ τρομακτικὴ αὐτὴ γιορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ δίκαιο Συμεών.

Πλησιάζουμε στὶς ἑβδομάδες ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες μᾶς προπαρασκευάζουν γιὰ τὴν Τεσσαρακοστή, τὴν Ἁγία Ἑβδομάδα καὶ τὴν Ἀνάσταση· εἴμαστε ἤδη κοινωνοὶ τοῦ Θανάτου καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅμως ὀφείλουμε ξανὰ καὶ ξανὰ νὰ ἀκο­λουθήσουμε τὸ μονοπάτι· αὐτὸ τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ τὸ κάνουμε τρόπο ζωῆς μας πάντοτε, ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπου καὶ ἂν συμβεῖ νὰ βρεθοῦμε: εἴμαστε τὸ σταυρωμένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὸ ὁποῖο προσφέρεται ἀπὸ τὸ Θεό, τὸ ὁποῖο πέρα κι ἀπ’ αὐτό, καθ’ ὁμοίωση τοῦ Χριστοῦ, προσφέρει τὸ ἴδιο τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.



 

Η Υπαπαντή του Χριστού.


Η Υπαπαντή του Χριστού.

Στις 40 μέρες η Παναγία φέρνει το Θείο Βρέφος στον Ναό και Τον παραλαμβάνει ο «δίκαιος και ευλαβής» Συμεών.
Στην εβραϊκή γλώσσα Συμεών σημαίνει υπακοή ή «ού ήκουσε Κύριος» Ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, ήλθε στο ιερό εν Πνεύματι Αγίω. Έτσι αναγνώρισε τον Λόγο του Θεού. 
Ο Μ. Αθανάσιος λέγει πως ο άγιος Συμεών ήταν κατ' ουσίαν άνθρωπος αλλά κατά την αξίαν υπερκείμενος, πολύ πάνω από τους συνανθρώπους του. Ως προς την φύση άνθρωπος, ως προς την αρετή άγγελος.Είχε ως ενδιαίτημα την αισθητή Ιερουσαλήμ, αλλ' ως μητρόπολη είχε την άνω Ιερουσαλήμ. Όχι μόνο ήταν ανώτερος από τους ανθρώπους, αλλά «και των αγγέλων ο Συμεών υπέρτερος». Στον Ναό παραβρέθηκε και η προφήτις (εννοεί υποφήτις, δηλ εξηγεί τα παρόντα, σύμφωνα με τις προφητείες) Άννα, 84 ετών και χήρα, η οποία επίσης αναγνώρισε τον Θεό. Η παρουσία του δικαίου Συμεών και της Προφήτιδος Άννας έχει και μια άλλη πραγματικότητα, το ζεύγος των λογικών τρυγόνων, που υποδέχθηκε τον Χριστό, όταν ανέβηκε στον Ναό. Έτσι μαζί με το άλλο ζεύγος των άλογων τρυγόνων, το Άγιο Πνεύμα έστειλε και πνευματικό και πνευματέμφορο ζεύγος τρυγόνων, τον Συμεών και την Άννα. Αυτό φανερώνει, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ποιοι και πως πρέπει να είναι αυτοί που πρόκειται να δεχθούν τον Χριστό. Από το όραμα του Προφήτη Ησαϊα, αφού ομολόγησε την ακαθαρσία των χειλέων του: «Και απεστάλη προς με εν των Σεραφείμ και εν χειρί είχεν άνθρακα, ον τη λαβίδι έλαβε από του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματός μου και είπεν. ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί». Έτσι εδώ λέγεται ότι άνθρακας είναι ο Χριστός. Η μυστική λαβίδα που κρατεί τον άνθρακα είναι η Παναγία, που τον συνέλαβε στην κοιλία της. Και η Παναγία δίδει τον άνθρακα αυτόν στον δίκαιο Συμεών. Ουράνιο θυσιαστήριο είναι η δόξα του Θεού, ο ουρανός. Γι αυτό ψάλλουμε «Κατελθόντ' εξ ουρανού τον Δεσπότην του παντός, υπεδέξατο αυτόν Συμεών ο Ιερεύς». Κι όπως δεν κατακάηκε ο δίκαιος Συμεών αλλά καθαρίστηκε όταν δέχθηκε τον άνθρακα Χριστόν, έτσι και κατά την θεία Κοινωνία ψάλλεται «ιδού ήψατο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί», για να μην κατακαύσει τον άνθρωπο, ο οποίος πρέπει να έχει Πνεύμα Άγιον όπως ο Δίκαιος Συμεών. Ο Δίκαιος Συμεών είπε στην Θεοτόκο δύο προφητείες. Η πρώτη αναφερόταν στο πρόσωπο του Χριστού. «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. β΄ 34). Αυτή η προφητεία πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του Χριστού, αλλά εξακολουθεί να πραγματοποιείται στην ιστορία της ανθρωπότητας και στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου, αφού πέφτουμε (από τις αμαρτίες) και αναστηνόμαστε συνεχώς. «Αντιλεγόμενον» είναι το σημείο της ενσαρκώσεως του χριστού, το οποίο αμφισβητείται από πολλούς. Η δεύτερη αναφέρεται στην Παναγία. «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί». Ακριβώς αυτή η ρομφαία διήλθε την ψυχήν της Θεοτόκου κατά τον σταυρικό θάνατο του Χριστού. Αποκαλυφτήκαν δε όλοι οι λογισμοί των φίλων και εχθρών Του. Έτσι είναι και όλη η ζωή της Εκκλησίας. Άλλοι σώζονται κι άλλοι καταδικάζονται αρνούμενοι το σωτηριώδες έργο της. Η εορτή του σαραντισμού καθιερώθηκε και για όλους τους ανθρώπους. Ευλογείται μητέρα και βρέφος που ευχαριστούν τον Θεό για την σύλληψη και γέννηση του παιδιού. Ο Θεός, δια του Ιερέως μας το παραχωρεί εκ νέου για να το μεγαλώσουμε. Όμως στην πραγματικότητα ανήκει στον Θεό.Η Υπαπαντή του Χριστού δείχνει ότι ο Χριστός είναι η ζωή και το φως των ανθρώπων και ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποβλέπει στην απόκτηση αυτού του ενυποστάτου φωτός και της ενυποστάτου ζωής.


( από το βιβλίο του Μητροπολίτη Ναυπάκτου  Ιεροθέου  Βλάχου,  "Οι Δεσποτικές Εορτές").

Στοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες





α'. Σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἑλληνικὴ παιδεία ἑορτάζουν καὶ τιμοῦν τοὺς Τρεῖς μεγάλους Ἱεράρχες καὶ οἰκουμενικοὺς διδασκάλους, τὸν Μέγα Βασίλειο, τὸν Γρηγόριο τὸ Θεολόγο καὶ τὸν Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο. Ὁ λόγος στὴ σημερινὴ ἑορτή, ἀπὸ παλιὰ χρόνια, ἀπὸ τότε ποὺ συστήθηκε ἡ κοινὴ ἑορτή, δὲν ἀνήκει στὸ λειτουργό τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ στὸ λειτουργό τῆς παιδείας. Γι’ αὐτὸ ἡ ὁμιλία μου αὐτὴ τώρα δὲν ἔχει σκοπὸ νὰ καλύψη ἤ νὰ ἀντικαταστήση τὴν ὁμιλία ποὺ γίνεται ὕστερα στὸ μνημόσυνο τῶν εὐεργετῶν τῆς παιδείας καὶ τῶν διδασκάλων. Ἁπλῶς εἶναι τὸ κήρυγμα τῆς Κυριακῆς, στὸ ὁποῖο θὰ σᾶς ὁμιλήσω γιὰ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες, σὰν ποιμένες καὶ διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκολουθῶ τὴ σειρὰ μὲ τὴν ὁποία τοὺς κατατάσσει ἡ Ἐκκλησία στὴν κοινή τους σήμερα ἑορτή.


 



β'. Ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὅταν ἀρχίζη νὰ συνθέτη τὸν Κανόνα στὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Βασιλείου, ἔτσι ἐκφράζει τὴ δυσκολία ποὺ αἰσθάνεται καὶ τὸ δισταγμὸ ποὺ δοκιμάζει μπροστὰ στὴ μεγάλη καὶ ἱερὴ μορφὴ τοῦ ἀσύγκριτου Ἱεράρχη τῆς Ἐκκλησίας· «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε τοῖς ἐγχειρεῖν ἐθέλουσι τοῖς ἐγκωμίοις σου». Εἶναι ἀληθινὰ μεγάλο ἐγχείρημα καὶ τώρα νὰ καταπιανώμαστε μὲ τὴ μορφὴ καὶ τὸ ἔργο ἑνὸς ἀπὸ τοὺς πιὸ σοφοὺς καὶ πιὸ ἅγιους διαδόχους τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, Ἐκείνου ποὺ ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του ὠνομάσθηκε «ὁ ἀληθὴς μέγας ἀνήρ», «ὁ τῆς οἰκουμένης φωστήρ», «ὁ τῆς ἀληθείας στύλος».

γ'. Ἡ καταγωγὴ του ἦταν ἀπὸ παλιὰ ἀρχοντικὴ οἰκογένεια τῆς Καππαδοκίας· ἀρχοντικὴ ὄχι μόνο γιὰ τὴν οἰκονομική της κατάσταση καὶ τὴν κοινωνική της θέση, μὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματική της παράδοση. Ἡ μάμμα του Μακρίνα ἦταν θυγατέρα χριστιανοῦ μάρτυρα καὶ μαθήτρια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ. Στὰ πόδια τῆς μάμμης καθισμένη μιὰ ὁλόκληρη οἰκογένεια ἀπὸ δέκα παιδιὰ διδάχθηκε τὴν εὐσέβεια κι ἔδωκε στὴν Ἐκκλησία τρεῖς ἐπισκόπους καὶ δύο μοναχούς. Ὁ ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης, διατηρώντας εὐλαβικὴ ἀνάμνηση τῆς μάμμης Μακρίνας, τῆς μητέρας Ἐμμέλειας καὶ τῆς μεγαλύτερης ἀδελφῆς Μακρίνας, θὰ γράφη καὶ θὰ διατυπώνη τὸ ἀδιάψευστο παιδαγωγικὸ ἀξίωμα, ὅτι «ἀπὸ τῆς ἑστίας ἡ χάρις» (1)· ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τὴν οἰκογένεια ἀρχίζει ἡ προκοπὴ τοῦ ἀνθρώπου.

δ'. Ὕστερα ἀπὸ λαμπρὲς σπουδὲς στὴν Καισάρεια, στὸ Βυζάντιο καὶ στὴν Ἀθήνα, γεμάτος ἀπὸ κάθε γνώση καὶ ἐπιστήμη τῆς ἐποχῆς του καὶ χωρὶς πολλὴ ταλάντευση, ὁ Βασίλειος ἔδωκε τὸν ἑαυτό του στὴν Ἐκκλησία. Ὁ συμπατριώτης του, ὁμόστεγος καὶ ὁμοτράπεζος στὴν Ἀθήνα Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔτσι περιγράφει τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐξέλιξη τοῦ Μεγ. Βασιλείου καὶ τὴν ἄνοδό του στὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα· «Τὰς γὰρ ἱερὰς πρότερον ὑπαναγινώσκων τῷ λαῷ βίβλους ὁ τούτων ἐξηγητὴς καὶ ταύτην οὐκ ἀπαξιώσας τὴν τάξιν τοῦ βήματος, οὕτως ἐν καθέδρᾳ πρεσβυτέρων, ὄντως ἐν ἐπισκοπῇ αἰνεῖ τὸν Κύριον» (2). Μὲ ὅλες του τὶς σπουδὲς ἄρχισε ἀπὸ ἀναγνώστης, γιὰ νὰ προαχθῆ σὲ πρεσβύτερο κι ὕστερα σὲ ἐπίσκοπο.

ε'. Μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ ναοῦ μέσα στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀνθρώπινη σοφία καὶ ἐπιστήμη, δηλαδὴ ἡ θεολογία, παίρνει τὸν ἱερατικό της τύπο, ποὺ τῆς ταιριάζει καὶ τὴν δικαιώνει. Μέσα στὴ λειτουργικὴ ζωὴ καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας γίνονται οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι. Φιλοτιμοῦνται πρὶν ἀπ’ ὅλα νὰ εἶναι ἱερεῖς καὶ λειτουργοί, ποὺ ἀφιερώνουν τὸν ἑαυτό τους στὴ διακονία τῶν θείων Μυστηρίων καὶ παραδίνουν τὸ πνεῦμα τους στὸ Θεό, σὰν σὲ λειτουργικὴ πράξη καὶ τελευταία ἀναφορά, ὅταν ἔλθη νὰ φύγουν ἀπὸ τὸν κόσμο. Τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἦσαν «Κύριε, εἰς χεῖράς σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμα μου» (3). Ὁ βίος του δὲν κράτησε οὔτε πενήντα χρόνια. Γεννήθηκε στὰ 330 καὶ πέθανε στὰ 379. Σὲ ἡλικία σαράντα ἐτῶν χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος στὴν πατρίδα του τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ἡ ποιμαντορία του δὲν κράτησε παρὰ ἐννέα μόνο χρόνια. Κι ὅμως τόσο μόνο ἦταν ἀρκετό, γιὰ νὰ φανῆ ἡ ποιμαντική του ἄξια καὶ γιὰ νὰ ψάλλη ὕστερα ἡ Ἐκκλησία· «Τὸ τοῦ Χριστοῦ ἔθνος ἅγιον φιλοσοφίᾳ καὶ ἐπιστήμῃ, Πάτερ, ἐποίμανας».

στ'. Ὁ Μέγας Βασίλειος, μέσα στὴ μεγάλη χορεία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ ἐκκλησιαστικὸς ρήτορας, ὁ δογματικὸς καὶ πολεμικὸς θεολόγος, ὁ ἄφθαστος ἑρμηνευτὴς τῆς θείας Γραφῆς, ὁ μεγάλος παιδαγωγὸς καὶ διδάσκαλος τῆς εὐσέβειας, ὁ διοργανωτὴς τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξης καὶ τελετουργίας, ὁ ἐκκλησιαστικὸς ποιμένας καὶ ὁ κοινωνικὸς ἐργάτης. Ὡλοκληρωμένος ἄνθρωπος, θεωρητικὸς καὶ πρακτικὸς συγχρόνως γι’ αὐτὸ δὲν γελάστηκε ἡ Ἐκκλησία στὸν τίτλο ποὺ τοῦ ἀπένειμε, Μέγας. «Παιδείας γεγονὼς ἁπάσης ἔμπλεως», ὅπως τὸν ὑμνεῖ ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, καὶ «ἄριστος ἐν πᾶσι τοῖς αὐτοῦ λόγοις ὁ Μέγας Βασίλειος» (4), ὅπως γράφει ὁ ἱερὸς Φώτιος. Οἱ γενεὲς τῶν ὀρθοδόξων τὸν ἀνευφημοῦν σὰν τὸ βασιλικὸ στολίδι τῆς Ἐκκλησίας, «ὡς βασίλειον κόσμον τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ» καὶ κάθε χρόνο στὴ μνήμη του τὸν χαιρετίζουν σὲ εὐλαβικὸ τόνο· «Ὦ θεία καὶ ἱερά τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας μέλισσα». Μέλισσα ἐργατικὴ καὶ φιλόπονη ποὺ δίνει μέσ’ ἀπὸ τὸ βίο καὶ τὸ ἔργο του τὸ γλυκὸ μέλι καὶ τὸ πεντακάθαρο κερὶ τῆς ἁγιωσύνης.


 



ζ'. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Μὲ τέτοια λόγια ἡ Ἐκκλησία χαιρετίζει στὴ μνήμη του τὸν Γρηγόριο τὸ Ναζιανζηνό, τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους Ἱεράρχες· «τὸν θεολόγον τὸν δεύτερον τὸν στύλον τοῦ φωτὸς τὸν οὐράνιον». Ὁ τίτλος τοῦ Θεολόγου ἀνήκει μόνο σὲ τρεῖς στὴν Ἐκκλησία· στὸν Ἰωάννη τὸν εὐαγγελιστή, τὸ Γρηγόριο τὸ Ναζιανζηνὸ καὶ στὸ Συμεὼν τὸ Νέο Θεολόγο. Ὁ βίος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου καλύπτει μία περίοδο μόλις ἑξήντα χρόνων γεννήθηκε στὰ 329 καὶ πέθανε στὰ 390. Πατρίδα του ἦταν ἡ Ἀριανζός, ἕνα μικρὸ χωριὸ τῆς Καππαδοκίας κοντὰ στὴν κωμόπολη Ναζιανζό. Ὀφείλει κι αὐτὸς τὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ἐπίδοσή του σὲ μία καλὴ καὶ εὐσεβὴ μητέρα, τὴ Νόννα.

η'. Καλὴ φύση, ἐπιμελὴς καὶ φιλομαθὴς ὅπως ἦταν, ὁ Γρηγόριος ἔκαμε λαμπρὲς καὶ ἐξαίρετες σπουδὲς στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ τέλος στὴν Ἀθήνα. Ἐδῶ γνωρίσθηκε μὲ τὸ συμπατριώτη του καὶ ἰσάδελφό του ὕστερα Μέγα Βασίλειο. Στὴν Ἀθήνα ὁ Γρηγόριος ἕξη ὁλόκληρα χρόνια σπούδαζε τὰ ἑλληνικὰ γράμματα· στὸ τέλος τοῦ προσφέρθηκε ἐκεῖ καθηγητικὴ θέση, μὰ ἐκεῖνος προτίμησε νὰ ξαναγυρίση στὴν πατρίδα. Ὕστερα ἀπὸ χρόνια στὸν ἐπιτάφιο λόγο του στὸν Μέγα Βασίλειο, ὁ Γρηγόριος θὰ γράφη γιὰ τὶς σχέσεις τῶν δύο σπουδαστῶν στὴν Ἀθήνα καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ κατάσταση τῆς πόλης, ποὺ ἐξακολουθοῦσε νὰ εἶναι τὸ κέντρο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σοφίας.

θ'. Καὶ στὸν ἐπιτάφιο λόγο του στὸν Μέγα Ἀθανάσιο θὰ γράφη τὰ ἑξῆς ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γιὰ τὰ ἑλληνικὰ γράμματα, γιὰ τὴν παιδευτική τους ἀξία καὶ γιὰ τὴ χρησιμότητά τους· «Οἶμαι δὲ πᾶσιν ἂν ὁμολογεῖσθαι τῶν νοῦν ἐχόντων, παίδευσιν τῶν παρ’ ἡμῖν ἀγαθῶν εἶναι τὸ πρῶτον οὐ ταύτην μόνον τὴν εὐγενεστέραν καὶ ἡμετέραν, ἥ πᾶν τὸ ἐν λόγοις κομψὸν καὶ φιλότιμον ἀτιμάζουσα, μόνης ἔχεται τῆς σωτηρίας καὶ τοῦ κάλλους τῶν νοουμένων, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔξωθεν, ἥν πολλοὶ χριστιανῶν διαπτύουσιν, ὡς ἐπίβουλον καὶ σφαλεράν, καὶ τοῦ Θεοῦ πόρρω βάλλουσαν, κακῶς εἰδότες...» (5).

ι . Ὁ Γρηγόριος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν πατέρα του ἐπίσκοπο Ναζιανζοῦ καὶ ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο χειροτονήθηκε παρὰ τὴ θέλησή του. Χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος γιὰ τὰ Σάσιμα, ἕνα μικρὸ καὶ ἄσημο χωριὸ τῆς Καππαδοκίας, ὅπου ὅμως φαίνεται μᾶλλον πὼς δὲν πῆγε ποτέ. Γι’ αὐτὴ τὴ χειροτονία καὶ γιὰ τὴν ἐπισκοπὴ τῶν Σασίμων ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει σὲ μιά του ἐπιστολὴ· «Τὸν δ’ ἀδελφὸν Γρηγόριον κάγω ἠβουλόμην οἰκονομεῖν Ἐκκλησίαν τῇ αὐτοῦ φύσει σύμμετρον. Αὕτη δὲ ἦν πᾶσα εἰς ἕν συναχθεῖσα ἡ ὑφ’ ἡλίῳ. Ἐπειδὴ δὲ τοῦτο ἀδύνατον, ἔστω ἐπίσκοπος, μὴ ἐκ τοῦ τόπου σεμνυνόμενος, ἀλλὰ τὸν τόπον σεμνύνων ἀφ’ ἑαυτοῦ. Ὄντως γὰρ μεγάλον ἐστὶν οὐ τοῖς μεγάλοις μόνον ἀρκεῖν, ἀλλὰ καὶ τὰ μικρὰ μεγάλα ποιεῖν τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει» (6).

ια'. Τὸν τίτλο τοῦ Θεολόγου τὸν πῆρε ὁ Γρηγόριος γιὰ τοὺς περίφημους πέντε θεολογικοὺς λόγους, ποὺ ἔκαμε στὸ ναὸ τῆς ἁγίας Ἀναστασίας στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἔστησε τὸ στρατηγεῖο της ἡ Ὀρθοδοξία ἐναντίον τοῦ ἀρειανισμοῦ, φέρνοντας ἔμπειρο καὶ γενναῖο ἀγωνιστὴ ἀπὸ τὴν Καππαδοκία τὸν Γρηγόριο. Σὲ δυὸ χρόνια μέσα, ἀπὸ τὰ 379 ὥς τὰ 381 ἡ Ἐκκλησία ἀνέβασε τὸν Γρηγόριο στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο καὶ στὴ θέση τοῦ προέδρου τῆς δεύτερης οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλὰ δὲν ἔμεινε ἐκεῖ γιὰ πολύ. Ὅταν τοῦ ἀμφισβητήθηκε ἡ θέση, δὲν δίστασε νὰ παραιτηθῆ καὶ νὰ προτίμηση τὸν ἤρεμο βίο στὴν πατρίδα του. Ἐκεῖ ἀποτραβηγμένος, ἀφωσιώθηκε στὶς θεολογικές του μελέτες καὶ στὴν ποίηση γιὰ δέκα χρόνια μέχρι τὸ θάνατό του.

ιβ'. Γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο ἡ φυγὴ ἦταν ἄμυνα. Κι ὅταν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος κι ὅταν ἔπειτα ἐπίσκοπος, καὶ τὶς δυὸ φορὲς παρὰ τὴ θέλησή του, σὰν ἕναν ἔσχατο τρόπο ἄμυνας βρῆκε νὰ φύγη στὴν ἔρημο. Καρπὸς τῆς φυγῆς του τὴν πρώτη φορὰ εἶναι ὁ περίφημος «Ἀπολογητικὸς περὶ τῆς εἰς Πόντον φυγῆς». Εἶναι μία ποιμαντικὴ πραγματεία μὲ γενικώτερη παιδαγωγικὴ σημασία. Πορίσματα, στὰ ὁποία τώρα καταλήγουν ἡ ψυχολογία καὶ ἡ Παιδαγωγική, διατυπώνονται μὲ πολλὴ εὐστοχία καὶ ἀκρίβεια στὴν πραγματεία αὐτή. Ἐκεῖ ἡ παιδαγωγικὴ ὀνομάζεται «τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» καὶ διατυπώνεται τὸ βασικὸ τοῦτο παιδαγωγικὸ ἀξίωμα, ὅτι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους «τοὺς μὲν ἄγει λόγος, οἱ δὲ ρυθμίζονται παραδείγμασιν οἱ μὲν δέονται κέντρου, οἱ δὲ χαλινοῦ» (7).

ιγ'. Πιστεύεται πὼς ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἦταν ἄπραγος ἄνθρωπος. Ἀλλὰ κάθε ἄλλο. Ὁ Γρηγόριος ἦταν πραγματικὰ μαχητὴς καὶ ἀξίωμά του ἦταν τὸ «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Αὐτὸ θὰ πῆ πὼς ἀπὸ τὴν πράξη πρέπει νὰ ξεκινήσουμε κι ἐπάνω στὴν πράξη καὶ τὴν πείρα πρέπει νὰ στηρίξουμε καὶ νὰ χτίσουμε τὴ θεολογικὴ γνώση καὶ τὴ θεωρητικὴ σοφία. Τέτοια εἶναι ἡ θεολογία καὶ ἡ σοφία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας· πρῶτα ζωὴ κι ὕστερα θεολογία, πρῶτα πράξη κι ὕστερα θεωρία. Μέσ’ ἀπὸ τὴν πράξη καὶ τὸ «πάθος» βγαίνει τὸ «μάθος», καθὼς τὸ διδάσκει ὁ χορὸς στὴν ἀρχαία τραγωδία, ὅταν ὑμνῆ τὸ Θεό, «τὸν πάθει τὸ μάθος θέντα καὶ βροτοὺς ὁδώσαντα...». Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῶν ἀληθινὰ σοφῶν καὶ τῶν ἁγίων, ποὺ τὸν ἤξερε καλὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος.

ιδ'. Σὰν τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο δὲν ὑπάρχουν πάντα πολλοί. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶναι ὁ ἐσωτερικὰ καλλιεργημένος ἄνθρωπος, ὁ καθαρὸς νοῦς, ποὺ πάντα αἴρεται ἐπάνω ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα. Εἶναι ὁ ρήτορας, ὁ θεολόγος, ὁ ποιητής, ποὺ ἀντὶ γιὰ τὸν κοσμικὸ θόρυβο καὶ τὴν αἴγλη τῶν ἀξιωμάτων, προτιμᾶ τὴν ἡσυχία τῆς ἐρήμου καὶ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἰδιωτικοῦ βίου. Οἱ ἀγῶνες του γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς ὀρθῆς πίστης τὸν ἀνέβασαν στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο καὶ στὴν προεδρία τῆς Συνόδου. Μὰ ἐκεῖνος ἀφήνοντας τὶς μικρότητες τῶν ἀνθρώπων καὶ χαιρετίζοντας τὸ ποίμνιό του μὲ ἕνα λόγο ἀσύγκριτης ἐκκλησιαστικῆς ρητορικῆς τέχνης, ἔφυγε γιὰ νὰ ἀφιερωθῆ στὶς πνευματικές του θεωρήσεις. Πιστὰ χαρακτηρίζουν τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο οἱ ἑξῆς στίχοι ἀπὸ τὸν Κανόνα τῆς ἑορτῆς του. «Ἠράσθης τῆς ὄντως σοφίας Θεοῦ καὶ τῶν λόγων τὸ κάλλος ἠγάπησας καὶ πάντων προτετίμηκας τερπνῶν τῶν ἐπὶ γῆς».


 



ιε'. Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὅποιος καταπιάνεται νὰ γράψη καὶ νὰ πῆ κάτι γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο βρίσκεται στὴν ἴδια δύσκολη θέση ποὺ βρέθηκε ὁ ὑμνογράφος του· «Τῷ τῶν ὅλων ποιητῇ κλίνω γόνυ τῷ προαιωνίῳ Λόγῳ χεῖρας ἐκτείνω λόγου ζητῶν χάρισμα, ἵνα ὑμνήσω τὸν ὅσιον, ὅν αὐτὸς ἐμεγάλυνε». Αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ ἐπαναλάβουμε τὰ ἴδια αὐτὰ λόγια, ποὺ δὲν ἀποτελοῦν ἁπλῶς ποιητικὸ σχῆμα καὶ δὲν εἶναι ἡ συνηθισμένη ἐπίκληση τῶν ποιητῶν στὴν ἀρχὴ τῶν ποιημάτων. Εἶναι μιὰ βαθειὰ συναίσθηση ἀδυναμίας κι ἕνα δέος ποὺ μᾶς πιάνει ἐμπρὸς στὰ μεγάλα καὶ τὰ ἱερά. Κι εἶναι, ἀλήθεια, καὶ μεγάλος καὶ ἱερὸς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἡ μεγαλωσύνη καὶ ἡ ἱερότητά του ξεπερνοῦσε τὰ ἀνθρώπινα μέτρα καὶ εἶν’ ἔξω ἀπὸ κάθε φυσικὴ τάξη· εἶναι δωρεὰ καὶ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

ιστ'.
 Στὴν ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου κυριαρχεῖ ἡ πίστη στὴν ἀλήθεια αὐτὴ τῆς θείας δωρεᾶς. Σ’ αὐτὴν ὀφείλεται βέβαια πάντα κάθε ἀληθινὴ ἀρετὴ καὶ μὲ αὐτὴν μόνο ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ ἐξηγήση τὸ φαινόμενο τῆς διδακτικῆς δεινότητας τοῦ Ἁγίου. Ἡ δύναμη καὶ ἡ χάρη τοῦ λόγου τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου εἶναι δῶρο οὐράνιο, καθὼς ἀκριβῶς τὸ λέγει ὁ ὕμνος· «Ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐδέξω τὴν θείαν χάριν». Δὲν εἶναι συνηθισμένη ἀνθρώπινη ἱκανότητα καὶ τέχνη, γιατί καὶ ὡς πρὸς τὴν ποσότητα καὶ ὡς πρὸς τὴν ποιότητα τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου προκαλεῖ τὴν κατάπληξη καὶ μόνο σὰν θαῦμα ἐξηγεῖται. Ὄργανο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὁ ἱερὸς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας· «Γέγονας, Χρυσόστομε, θεόπνευστον ὄργανον δι' οὗ ἡμῖν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐφώνησε».

ιζ'. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι σχεδὸν σύγχρονος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια στὰ 344, ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία καὶ ἀνατράφηκε μὲ τὴ φροντίδα καὶ τὴν ἀφοσίωση τῆς μητέρας του Ἀνθούσας. Ὁ διδάσκαλός του στὴ ρητορική, ὁ περίφημος ρήτορας τῆς ἐποχῆς Λιβάνιος ἔλεγε γιὰ τὴ μητέρα τοῦ Χρυσοστόμου· «Βαβαί! οἷαι παρὰ τοῖς χριστιανοις γυναῖκες εἰσι...» (9). Γιὰ λίγον καιρὸ μετὰ τὶς σπουδές του, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἄσκησε τὸ ἔργο τοῦ συνηγόρου στὴν Ἀντιόχεια κι ὕστερα ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στὴν Ἐκκλησία. Ὅταν ἀκόμα ζοῦσε, οἱ σύγχρονοί του τὸν κατέτασσαν στοὺς «ἐνδόξους ἄνδρας», καὶ μέσα σ’ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατό του, γιὰ τὴ δεινότητα καὶ τὴ γλυκύτητα τῶν λόγων του, τὸν ὠνόμασαν Χρυσόστομο. Μέσα στὴ μεγάλη σειρὰ τῶν τόμων τῆς Ἑλληνικῆς Πατρολογίας οἱ περισσότεροι σὲ ἀναλογία εἶναι τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ἐκφράζει τὸ ἰαμβικὸ δίστιχο· «Μύσας ὁ χρυσοῦς Ἰωάννης τὸ στόμα ἀφῆκεν ἡμῖν ἄλλο τὰς βίβλους στόμα».

ιη'. Ὁ ἱερὸς Φώτιος λέγει χαρακτηριστικὰ γιὰ τὸ πλῆθος καὶ τὸ εἶδος τῶν ἔργων τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου ὅτι «ὅσα ἡ τῶν ἀκροατῶν ἐχώρει δύναμις καὶ εἰς τὴν ἐκείνων συνέτεινε σωτηρίαν καὶ ὠφέλειαν οὐδὲν οὐδαμοῦ παρῆκε» (10). Χαρακτηριστικὸ εἶναι ἐπίσης αὐτὸ ποὺ γράφει Νικηφόρος ὁ Κάλλιστος, ποὺ τὸ παραθέτομε ἐδῶ σὲ μετάφραση. «Ἔχω διαβάσει περισσότερες ἀπὸ χίλιες ὁμιλίες του, οἱ ὁποῖες σκορπίζουν ἀνέκφραστη γλυκύτητα. Τὸν ἔχω ἀγαπήσει ἀπὸ πολὺ νέος καὶ πρόσεξα τὰ λόγια του σὰν καὶ νὰ ἦσαν λόγια τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι γνωρίζω κι ὅ,τι εἶμαι τὸ ὀφείλω σ’ αὐτόν». Εἶναι πραγματικὰ μέγα δυστύχημα ὅτι ἡ παιδεία μας στὴ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν δὲν χρησιμοποιεῖ τὰ πατερικὰ κείμενα. Ἔτσι οἱ νεώτερες γενεὲς τῶν Ἑλλήνων μαζὶ μὲ τὰ ἀρχαῖα Ἑλληνικά, ποὺ δὲν τὰ μαθαίνουν κι ἐκεῖνα, δὲν διδάσκονται καὶ δὲν ἀνοίγουν τὰ μάτια τους στὴν ἱερὴ σοφία καὶ τὴν ἠθικὴ ὀμορφιὰ τῶν λόγων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

ιθ'. Ἕνας ξένος ἱστορικὸς καὶ φιλόλογος γράφει τὰ ἑξῆς γιὰ τὰ ἔργα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου· «Τὰ ἔργα τοῦ Χρυσοστόμου ἀποτελοῦν ἕναν ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους φιλολογικοὺς θησαυροὺς τοῦ κόσμου. Οἱ μετέπειτα γενεὲς ὑπέστησαν τὴν ἐπιρροὴ τῆς γοητείας τῆς μεγαλοφυίας του... Οἱ φιλολογικὲς κινήσεις τῶν μεταγενεστέρων ἐποχῶν δανείσθηκαν ἰδέες, εἰκόνες καὶ ἐκφράσεις ἀπὸ τὸ Χρυσόστομο, χρησιμοποιώντας τὸ ἔργο του σὰν μία ἀνεξάντλητη πηγή». Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ γνώμη αὐτὴ τοῦ ξένου σοφοῦ, ἀλλὰ τὸ ἴδιο ψάλλει καὶ ἡ Ἐκκλησία. «Χρυσέοις ἔπεσι καὶ θεοφθόγγοις διδάγμασι κατακοσμήσας τὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν πλοῦτον πνευματικὸν ἐθησαύρισας ἐν αὐτῇ τὰ σὰ θεοπαράδοτα λόγια...».

κ'. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀρχιεπίσκοπος στὴν Κωνσταντινούπολη, δὲν εἶναι μόνο ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἀσυνήθιστη δύναμη τοῦ λόγου, ὁ διδάσκαλος ποὺ οἱ πράξεις συμφωνοῦν πάντα μὲ τὰ λόγια του, ὁ συνήγορος τῶν πιὸ αὐστηρῶν ἠθικῶν ἀρχῶν συγχρόνως εἶναι καὶ ὁ «μάρτυς», στὴν εἰδικὴ καὶ πιὸ καθαρὴ ἁγιολογικὴ σημασία. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία στὴ μνήμη του ψάλλει. «Προσωμίλησας θλίψεσι πικραῖς ἐξορίαις τε ἐν αἷς ἠξιώθης μακαρίου τέλους οἷα γενναῖος ἀθλητής...». Μακάριο πραγματικὰ ὑπῆρξε τὸ τέλος τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Ὁ οἰκουμενικὸς διδάσκαλος, τοῦ ὁποίου ἡ διδασκαλία «ἀποτελεῖ ἔκφρασιν ὑπερόχου ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους», ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου ὁ βίος «δὲν ὑπῆρξεν ἁπλῶς ἀφιέρωσις εἰς τὴν διακονίαν τοῦ Χριστοῦ», ἀλλὰ «μία δωρεὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν», ἐξόριστος σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Ἀρμενίας, ἐξαντλημένος σωματικὰ καὶ ἄρρωστος, ἀπέθανε στὸ 407, ριγμένος ἐπάνω στὶς κρύες πλάκες ἑνὸς ἐρημοκκλησιοῦ, μὲ τὶς λέξεις αὐτὲς στὸ στόμα· «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκα».

κα'. Ἀφοῦ ἑώρτασε πρῶτα τὸν καθέναν χωριστὰ μέσα στὸ μῆνα Ἰανουάριο, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει σήμερα μαζὶ καὶ τοὺς τρεῖς μεγάλους Ἱεράρχες καὶ οἰκουμενικοὺς διδασκάλους «Βασίλειον τὸν Μέγαν καὶ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, σὺν τῷ κλείνῷ Ἰωάννῃ τῷ τὴν γλῶτταν χρυσορρήμονι». Συγχρόνως καὶ ἡ Ἑλληνικὴ Παιδεία τιμᾶ τοὺς προστάτες τῶν Ἑλληνικῶν γραμμάτων, γιατί στὸ ἔργο τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, περισσότερο παρὰ στοὺς ἄλλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν συζευχθῆ ἁρμονικὰ ἡ ὑγιὴς ἑλληνικὴ σκέψη καὶ τὸ καθαρὸ χριστιανικὸ πνεῦμα. Ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γιὰ τὸν Μέγα Βασίλειο ἔχει ἐφαρμογὴ καὶ γιὰ τοὺς τρεῖς μεγάλους Ἱεράρχες· «Σπουδὴ γὰρ εὐφυΐᾳ συνέδραμεν, ἐξ ὧν ἐπιστῆμαι καὶ τέχναι τὸ κράτος ἔχουσιν» (11). Προικισμένοι μὲ φυσικὰ προσόντα, πρόσθεσαν σ’ αὐτὰ τὴ σπουδὴ καὶ τὴν ἐπιμέλειά τους. Καὶ οἱ τρεῖς σοφοὶ καὶ ἅγιοι, φωτεινὰ πρότυπα καὶ πολύτιμοι ὁδηγοὶ σὲ ὅλους τοὺς καιροὺς καὶ σὲ ὅλες τὶς γενεὲς τῶν ἀνθρώπων.


21 Ἰαν. 1983



Ὑποσημειώσεις

1. Γρηγορ. Νύσσης, περὶ παρθενίας, κεφ. 23,1 ἔκδ. M. Aubineau.

2. Γρηγορ. Θεολόγου, Λόγος 43, ἐπιτάφιος εἰς Μέγαν Βασίλειον, ἔκδ. Boulenger, κεφ. 27,1.

3. Αὐτόθι, 79,2.

4. Φώτιος, Βιβλ., κώδ. 141, Bekker, σ. 98b, 26.

5. Γρηγορ. Θεολόγου, Ἐπιτάφιος, ἔκδ. Boulenger, κεφ. 11,1.

6. Μ. Βασίλειου, ἐπιστ. 98, 2, ἔκδ. Courtonne.

7. MPG 35,440.

8. Αἰσχύλος, Ἀγαμέμνων 176-178.

9. Χρυσοστ. Λόγ. εἰς νεωτέραν χηρεύσασαν.

10. Φωτ. Βιβλιοθήκη, Κώδ. 172-74, Bekker, σ. 119b, ἔκδ. R. Henry.

11. Γρηγορίου Θεολόγου, ἐπιτάφιος εἰς Μέγαν Βασίλειον κεφ. 23,2 (Boulenger).



Παγκοσμιοποίηση: Ἔννοιες καὶ σκοποὶ - π.Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος




( Ἡ σχέση μὲ τὴ «Νέα Ἐποχὴ» καὶ τὸ θρησκευτικὸ φαινόμενο)


Ὁμιλία στὸ 9ο Πανελλήνιο Θεολογικὸ Συνέδριο τῆς ΠΕΘ

Ἀθήνα 7 - 9 - 2007



Σεβασμιώτατοι Πατέρες

ἀξιότιμε κ. Πρόεδρε τῆς ΠΕΘ

ἀγαπητοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοὶ


Βρίσκομαι σήμερα μπροστὰ σας μὲ τὴν ὑποχρέωση νὰ σᾶς παρουσιάσω ἕνα θέμα μεγάλο καὶ πολὺ ἀμφισβητούμενο. Δὲν ξέρω, ἢ μᾶλλον ξέρω, ὅτι δὲν εἶναι τὰ μέτρα μου γιὰ τέτοιου μεγέθους θέματα καὶ τὸ καρύδι εἶναι πολὺ σκληρὸ γιὰ τὰ δικά μου δόντια. Ἐξ ἀρχῆς καταθέτω τὰ δεδομένα μου καὶ ζητῶ ἀπὸ σᾶς νὰ κατανοήσετε τὴν ἀνεπάρκεια τῆς παρουσίασης.

Εὐχαριστῶ τὸ Δ.Σ τῆς Π.Ε.Θ. ποὺ ἐπέλεξε καὶ ἐμένα στὴν ὁμάδα αὐτῶν ποὺ θὰ παρουσιάσουν πτυχὲς καὶ ὄψεις τῶν μεγάλων θεμάτων τῆς Παγκοσμιοποίησης ἀφ' ἑνὸς καὶ τῆς Οἰκουμενικότητας τῆς Ὀρθοδοξίας ἀφ' ἑτέρου• εἶναι γιὰ μένα ὁπωσδήποτε μεγάλη τιμὴ γιὰ τὴν ὁποία θερμῶς εὐχαριστῶ ὅλο τὸ Συμβούλιο καὶ ἰδιαίτερα τὸν Ἐλλογιμώτατο Πρόεδρό του, ὁμότιμο καθηγητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, κ. Μᾶρκο Ὀρφανό. Εὐχηθεῖτε νὰ καλύψω ἔστω στοιχειωδῶς, σὲ χρόνο εἴκοσι λεπτῶν, τὸ πελώριο θέμα πού μοὺ ἀνετέθη.

 
* * *

 
Ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ τὸν ὁρισμὸ ποὺ μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς γιὰ τὴν Παγκοσμιοποίηση στὸ Internet: «Παγκοσμιοποίηση εἶναι νὰ σκοτώνεται μία Ἀγγλίδα πριγκίπισσα, ποὺ ἔχει Αἰγύπτιο φίλο, σὲ ἕνα γαλλικὸ τοῦνελ, μέσα σὲ γερμανικὸ αὐτοκίνητο, ποὺ ἔχει ὀλλανδικὴ μηχανὴ καὶ τὸ ὁδηγεῖ Βέλγος ὁδηγὸς ποὺ κατανάλωσε Σκωτσέζικο οὐίσκυ ἐνῶ ἀκολουθεῖται ἀπὸ Ἰταλοὺς "παπαράτσι", ἀφοῦ τὴν περιποιηθεῖ ἀμερικανὸς γιατρὸς μὲ βραζιλιάνικα φάρμακα»!!!

Καὶ πίσω ἀπὸ τὴν ἀστεία αὐτὴ παράθεση τῆς ἐθνικῆς προέλευσης κάθε προσώπου ἢ ἀντικειμένου ποὺ συμμετεῖχε στὴν γνωστὴ τραγωδία, γίνεται φανερὴ ἡ νέα τάξη πραγμάτων ποὺ ἤδη ἔχει ἔρθει.

Ἦταν μοιραῖο νὰ φτάσουμε ἐδῶ;

Ἂς δοῦμε ἕνα ἀξιόλογο κείμενο ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὸ παρελθόν: «Ἡ ἄρχουσα τάξη, ἐκμεταλλευόμενη τὴν παγκόσμια ἀγορά, ὁδήγησε τὴν παραγωγὴ καὶ τὴν κατανάλωση σὲ ὅλες τὶς χῶρες στὸν κοσμοπολιτισμό. Πρὸς μεγάλη ἀπογοήτευση τῶν ἀντιδραστικῶν, τράβηξε τὸ χαλὶ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τῆς ἐθνικῆς ὑπόστασης τῆς βιομηχανίας. Οἱ παλιές, παραδοσιακὲς βιομηχανίες ἔχουν ἐξοντωθεῖ καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἐξοντώνονται καθημερινά.

Πιέζονται ἀσφυκτικὰ ἀπὸ τὶς νέες βιομηχανίες, ἡ ὕπαρξη τῶν ὁποίων ἐγείρει ἕνα ἐρώτημα ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση ὅλων τῶν πολιτισμένων κρατῶν... Τὴ θέση τῶν παλιῶν φαινομένων αὐτάρκειας καὶ ὀλιγάρκειας σὲ τοπικὸ καὶ ἐθνικὸ ἐπίπεδο παίρνει μία κινητικότητα πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις, μία πολύπλευρη ἀλληλεξάρτηση τῶν ἐθνῶν. Τόσο ὅσον ἀφορᾶ τὴν ὑλικὴ ὅσο καὶ τὴν πνευματικὴ παραγωγή.

Τὰ πνευματικὰ ἐπιτεύγματα τῶν μεμονομένων ἐθνῶν διεθνοποιοῦνται. Ἡ ἐθνικὴ ἀπομόνωση καὶ περιχαράκωση γίνονται ὅλο καὶ περισσότερο ἀδύνατες καὶ μέσα ἀπὸ τὶς πολλὲς ἐθνικὲς καὶ τοπικὲς λογοτεχνίες διαμορφώνεται μία παγκόσμια λογοτεχνία.»
(Κὰρλ Μάρξ, Φρίντριχ Ἔνγκελς, Μανιφέστο τοῦ Κομουνιστικοῦ Κόμματος)

Νομίζω, καὶ πιστεύω θὰ συμφωνεῖτε μαζί μου, ὅτι τὸ κείμενο ποὺ διαβάσαμε εἶναι ἕνα προφητικὸ κείμενο ἂν σκεφτεῖ κανεὶς ὅτι γράφτηκε ὄχι σήμερα ἀπὸ κάποιον σύγχρονο κοινωνιολόγο ἢ παρατηρητὴ τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, ἀλλὰ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1848 ἀπὸ τοὺς Μὰρξ καὶ Ἔνγκελς στὸ Μανιφέστο τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος! Πρέπει κάποτε νὰ ξεπεράσουμε τὶς φοβικὲς μας ἀναστολὲς μπροστὰ στὰ ὅσα πολλὰ ὀξυδερκῆ καὶ σωστὰ ἔχουν εἰπωθεῖ ἀπὸ κάποιους ποὺ τοὺς θεωροῦμε ἐκ προοιμίου "ἀντιπάλους" ἢ μάθαμε νὰ τοὺς ἀξιολογοῦμε μὲ μιὰ ἐκ τῶν προτέρων σχηματισμένη ἄποψη.

Εἶναι καταφανὴς στὸ κείμενο αὐτὸ ἡ ἀγωνία μπροστὰ στὰ διαφαινόμενα νέα δεδομένα. Ἂν ἴσχυαν πρὸ 160 ἐτῶν πολὺ περισσότερο ἰσχύουν σήμερα.

Φαίνεται λοιπόν, ὅπως λέει ὁ πρώην Πρύτανης τοῦ Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Γιάννης Τσεκούρας, πὼς βρισκόμαστε στὸ δρόμο τῆς μετάβασης ἀπὸ τὸν ἕνα γνωστό μας καπιταλισμὸ (τῆς κατοχῆς τῶν μέσων παραγωγῆς) στὸν "πολυκαπιταλισμὸ" ἢ "ὑπερκαπιταλισμὸ" ἀφοῦ αὐτὸς ἐπεκτείνεται στὴν πληροφόρηση, τὴν ἐπικοινωνία, τὸν πολιτισμὸ κ.λπ. Μέχρι στιγμῆς τὸ προβάδισμα στὴν διαδικασία τῆς παγκοσμιοποίησης ἔχουν οἱ τομεῖς τῆς οἰκονομίας ὅπως τὸ ἐμπόριο ἀγαθῶν καὶ ὑπηρεσιῶν, οἱ ἀγορὲς χρήματος καὶ κεφαλαίου (χρηματιστήρια), οἱ ἄμεσες ἐπενδύσεις διὰ τῶν πολυεθνικῶν ἐταιριῶν καὶ ἡ γνώση ὡς πληροφόρηση. Ὅλα ὅμως συγκλίνουν στὴν ἅλωση καὶ τοῦ ἰδιωτικοῦ χωροχρόνου. Ἤδη ἡ τηλεόραση ποὺ ὁπωσδήποτε ὑπάρχει ἀνοιχτὴ μονίμως σὲ κάθε σπίτι, στὸ μυθιστόρημα 1984 τοῦ Τζὸρτζ Ὄργουελ, ἄλλοτε ἐκπέμπει καὶ πολλάκις κάνει λήψεις. Τώρα αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνεται ὄχι μόνο μὲ τοὺς δορυφόρους ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς συνδεδεμένους στὸ Internet ὑπολογιστὲς ἢ μὲ τὰ κινητὰ τηλέφωνα. Ὁ ἰδιωτικὸς χῶρος καὶ χρόνος τείνει πρὸς ἐξαφάνιση.

Καταλύτης τῆς σύγχρονης παγκοσμιοποίησης θεωρεῖται ἡ ἠλεκτρονικὴ τεχνολογία μὲ τὶς ραγδαῖες ἐξελίξεις της. Καὶ ἂν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ "ψηφιακὴ ὁμοιογενὴς ἀγορὰ" τοῦ Internet ἀποτελεῖται κυρίως ἀπὸ παιδιά, τότε ἴσως τὸ μέλλον νὰ εἶναι ἤδη διὰ γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ ὁρατό.

Οἱ ἀναφορὲς μας αὐτὲς δὲν σκοπεύουν στὴ μοιρολατρικὴ ὑποταγὴ στὸ ἀναπόφευκτο καὶ στὴ διανοητικὴ κλπ. παραίτηση. Οὔτε στὴν ἐπιδοκιμασία τῶν ἐνδημούντων συνομωσιολογικῶν θεωριῶν. Μακρυὰ ἀπὸ μᾶς κάθε ἀντίληψη συνωμοσιολογίας καὶ ὀμφαλοσκοπισμοῦ. Ὅμως πρέπει ἔχοντας σαφῆ γνώση τῆς προέλευσης καὶ τοῦ περιεχομένου αὐτῶν τῶν φαινομένων νὰ τοποθετηθοῦμε σωστά.

 
* * *

 
Ἐμεῖς οἱ νεωτερικοὶ χριστιανοὶ πάσχουμε ἀπὸ τὴ νόσο τῆς μονομεροῦς τοποθετήσεως. Ἢ θιασῶτες ἢ ἀντίπαλοι. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ὑπόθεση μᾶς φαίνεται νέα καὶ ἄγνωστη ἔχομε εὐκολότερη τὴν τάση τῆς ἐπιφύλαξης-ἀπόρριψης. Μὲ αὐτὰ ποὺ λέω δὲν ἐννοῶ ὅτι πρέπει νὰ ἀποδεχτοῦμε ἄνευ ὅρων κάθε τί καινούργιο, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε τὴν ἄνεση τῆς ἤρεμης θέασης ἀφοῦ, ὑποτίθεται, ὄντας χριστιανοὶ γνωρίζουμε ὅτι "μείζων ὁ ἐν ἡμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ" (Ἰω. 4, 4). Ἡ Παγκοσμιοποίηση ὅπως ὅλα τὰ ἀνθρώπινα ἐμπερικλείει καὶ θετικὰ καὶ ἀρνητικά. Εἶναι γέννημα τῆς ἀντίληψης τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ποὺ εὐαισθητοποιεῖ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς λειτουργεῖ οὐσιαστικὰ ὡς καθεστὼς ἐπιβολῆς ὅπου σὲ ἕνα σκηνικὸ διαρκοῦς ἀνακατανομῆς, ὁρατὸ καὶ ἀνελέητο, οἱ πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι καὶ οἱ φτωχοὶ φτωχότεροι.

Ἡ κύρια ἔκφραση τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι ἐπικοινωνιακὴ καὶ οἰκονομική, καθὼς ὅπως εἶναι γνωστὸ ὅλοι οἱ πολιτισμοὶ ἐπεκτείνονται διότι παρέχουν. Μὲ τὴν ὑπόσχεση τῶν παροχῶν μετέχουν σ’ αὐτὸν τὸ διεθνῆ χορὸ οἱ πάντες παρότι οὐσιαστικὰ δὲν πρόκειται περὶ παγκοσμιοποιήσεως ἀλλὰ περὶ ἐξαμερικανισμοῦ, ἀφοῦ ἡ ὅλη προσπάθεια κατευθύνεται ὑπὸ τοῦ Διεθνοῦς Νομισματικοῦ Ταμείου (19η ὁδὸς τῆς Οὐάσιγκτον) τῆς Διεθνοῦς Τραπέζης (18η ὁδὸς) καὶ τοῦ Ἀμερικανικοῦ Ὑπουργείου Οἰκονομικῶν (15η ὁδός).

Ὁ κόσμος μας διανύει μεταβατικὴ περίοδο μὲ κυρίαρχα στοιχεῖα τὴν πολυπλοκότητα, τὴν ἀβεβαιότητα καὶ ἀπροσδιοριστία, τὴν ἀλληλεξάρτηση καὶ τυχαιότητα καὶ τὴν ἐξαιρετικὰ ἀσταθῆ ἰσορροπία• καὶ αὐτὰ εἶναι ποὺ δημιουργοῦν ὁλοκληρωτικὲς στρατηγικὲς ἐλέγχου ἀπὸ χῶρες (βλέπε ΗΠΑ) ποὺ διαθέτουν ἰσχυρότερα οἰκονομικά, πολιτικὰ καὶ στρατιωτικὰ μέσα. Πάρα πολλοὶ πλέον εἶναι αὐτοὶ ποὺ μὲ σαφῆ μελέτη τῶν θεμάτων-προβλημάτων ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν, κυριολεκτικά, προέλαση τῆς παγκοσμιοποίησης, ἔχουν γράψει ὀξυδερκεῖς μελέτες-κριτικές. Ἡ δική μας ὀλιγόλεπτη παρουσίαση δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὶς διεξέλθει. Ἐνδεικτικὰ θέλω νὰ καταθέσω γιὰ στοιχειώδη ἐνημέρωση τέσσερεις:

1. Οὔρλιχ Μπέκ, Τί εἶναι ἡ παγκοσμιοποίηση•

2. Ζίγκμουντ Μπάουμαν, Παγκοσμιοποίηση, Οἱ συνέπειες γιὰ τὸν ἄνθρωπο•

3. Τζὸν Ράλστον Σώλ, Πολιτισμὸς χωρὶς συνείδηση•

4. Τζόζεφ Στίγκλιτς, Ἡ μεγάλη αὐταπάτη.


Μπορεῖ κανεὶς νὰ δεῖ σ’ αὐτὰ βιβλία ἀρκετὲς ἀπὸ τὶς πτυχές, προβληματικὲς καὶ μὴ ποὺ ἔχει τὸ θέμα.

 
* * *

 
Γιὰ μᾶς μένει νὰ συνειδητοποιήσουμε σὲ τί κοινωνικὰ δεδομένα μᾶς ἔχει φέρει ὁ Θεὸς νὰ ζήσουμε καὶ νὰ τοποθετηθοῦμε καὶ νὰ ἐνεργήσουμε ἀνάλογα. Ἂν ξέρουμε ποιοὶ εἴμαστε δὲν κινδυνεύουμε ἀπὸ κανένα. "Τὸν μὴ βλάπτοντα ἑαυτόν, οὐδεὶς δύναται βλάψαι". Ἡ Παγκοσμιοποίηση δημιουργεῖ γέφυρες ἐπικοινωνίας, διαδίδει "εἰκόνες" καὶ προτείνει ἀγαθὰ καὶ χρήματα. Ὅπως λέει ἕνα Βυζαντινὸς συγγραφέας, ὁ Νικόλαος Καβάσιλας: "ὁ ἄνθρωπος διακατέχεται ἀπὸ ἀπέραντη δίψα". Καὶ ἐδῶ εἶναι τὸ μυστικό. Ἂν εἴμαστε "διψασμένοι" τότε τὰ προτεινόμενα θὰ βροῦν καὶ σὲ μᾶς τόπο. Ἂν μᾶς λείπει τὸ καθαρὸ νερὸ τότε καὶ τὰ "ἀπονέρια" θὰ τὰ φανταζόμαστε χρήσιμα.



Ἀπὸ τί ξεδιψᾶ ὁ ἄνθρωπος;

Γίναμε καὶ μεῖς οἱ χριστιανοὶ ἐνδοκόσμιοι καὶ ξεχάσαμε τὶς ὑποδείξεις τοῦ Χριστοῦ στὴν Σαμαρείτιδα. Ἐ! λοιπὸν ἂν αὐτὸ εἶναι πραγματικότητα τότε κινδυνεύουμε. Κινδυνεύουμε ἀπὸ τὸν χείμαρρο τῆς παγκοσμιοποίησης ποὺ διαρκῶς προτείνει καὶ πάντοτε "Πρωτεϊκὰ" ἑξαλλάσεται ἀναλόγως μὲ τὸ τί μᾶς τρομάζει ἢ μᾶς γοητεύει.

Ἡ Παγκοσμιοποίηση εἶναι βάση καὶ βάθρο γιὰ νὰ στηθεῖ ὁ,τιδήποτε. Αὐτονόητο ὅτι μπορεῖ πλέον κανεὶς νὰ συναντᾶ τὰ πάντα. Ἀπὸ τὰ σοβαρότερα καὶ ἁγιότερα μέχρι τὰ γελοιότερα καὶ αἰσχρότερα. Αὐτὸ τὸ περιβάλλον γίνεται "γέφυρα" καὶ "καράβι" διὰ τῶν ὁποίων διαπορθμεύονται στοὺς "ἀπέναντι" καὶ στοὺς "μακρὰν" ἀντιλήψεις καὶ ἰδέες.

Ἐννοεῖται καὶ θρησκευτικές. Μὲ τὴν ἄνεση τῶν συνθηκῶν (γρήγορη μετάδοση) γίνεται "ἱεραποστολικὸς ἄμβων" τὸ ὁποιοδήποτε τεχνικὸ μέσο ἀνακαλύπτεται καὶ τίθεται στὴν διάθεση ὅλων. Καὶ ἡμῶν. Ἔτσι καὶ οἱ ἀντιλήψεις τῆς "Νέας Ἐποχῆς" συνδυάζοντας καὶ τὸ καινούργιο τῶν μεθόδων προσπαθοῦν νὰ ἐξαπλωθοῦν στὸν σύγχρονο κόσμο. Τὸ πλέγμα τῶν θρησκευτικῶν ἀντιλήψεων τῆς Νέας Ἐποχῆς εἶναι μία ἔκπτωση ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Χριστό• μία ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν παγανισμὸ τῆς λαϊκῆς θρησκείας τῶν προγόνων. Ἡ ἐπιστροφὴ αὐτὴ ἀξιολογεῖται (λόγω ἐπιστροφῆς στὶς "ρίζες") σὰν γνησιότητα θρησκευτικῆς ζωῆς ἐνῶ δὲν εἶναι παρὰ ἔκπτωση καὶ ἀποστασία.

Νομίζω ὅμως ὅτι εἶναι τουλάχιστον ἀφελὲς νὰ θέλει κανεὶς νὰ συνδυάσει (ἀπὸ πλευρᾶς σκοπιμότητος καὶ εὐθύνης) τὸ τηλέφωνο μὲ τὰ λεγόμενα. Εὐθύνη ὑπάρχει στὰ λεγόμενα ὄχι στὸ τηλέφωνο. Δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ χριστιανικὰ νὰ θέλουμε νὰ περιορίσουμε λανθασμένες ἀντιλήψεις ἢ διδασκαλίες μὲ τὴν ἰσχὺ τοῦ Καίσαρος ἢ μὲ ἐμπόδια τεχνικῆς φύσεως.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὑπὲρ πάντα. Ἡ ἀλήθεια ὅμως καὶ ὄχι ἐμεῖς ποὺ μπορεῖ νὰ εἴμαστε ἀνόητοι σφετεριστές της γιὰ προσωπική μας καταξίωση. Ἡ ἀνεπάρκεια εἶναι δική μας ὄχι τῆς ἀλήθειας. Ἂν τὸ ἀναγνωρίσουμε μὲ ταπείνωση θὰ εἶναι τὸ πρῶτο βῆμα νὰ ἀληθεύσουμε. Νὰ ἠρεμήσουμε ἀπὸ φοβικὰ ἄγχη. Νὰ ἀγαπήσουμε καὶ τὸν "ἀντίπαλο" ἀφοῦ ὁ Πατέρας μᾶς ζητάει νὰ ἀγαπᾶμε καὶ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἐχθρεύονται.

Γιατί αὐτὸ ἐμᾶς μᾶς τρομάζει;

Δὲν μᾶς ἔμαθε ὁ Χριστὸς ὅτι χωρὶς πλήρη καὶ ἀπόλυτη ἐλευθερία δὲν ἔχουν ἀξία οἱ ἐνέργειες καὶ τὰ πράγματα τὰ ἀνθρώπινα;

Ἄραγε δὲν εἶναι "χρήσιμο" ἕνα τέτοιο περιβάλλον γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ; Ἀκόμα δὲν μᾶς ἔκανε, ἔστω ἡ ἐμπειρία τῆς Ἱστορίας νὰ δεχθοῦμε τὴν παρατήρηση τῶν ἁγίων ὅτι "ὅταν ὁ διάβολος ὀργώνει, ὁ Θεὸς σπέρνει"; Ἀρχίζοντας τὴν γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ψάλλει διαπιστωτικὰ ὅτι "Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἀνθρώπων ἐπαύσατο" καὶ δημιουργήθηκαν συνθῆκες γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου του. Γιατί ἐμεῖς σήμερα δὲν ἔχουμε τὴν σύνεση νὰ βλέπουμε τὶς συνθῆκες ὡς εὐκαιρία καὶ ὄχι ὡς πρόβλημα; Πότε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἑστίασε τὸ "κέντρο βάρους" στὰ ἔξω; Πότε τὸ περιβάλλον ἔπαιξε καθοριστικὸ ρόλο στὴ σχέση μὲ τὸν Θεό; Στὸν Λώτ; Στὸν Ἀβραάμ; Ἢ στὸν Ἰωσήφ;

Ἄραγε ὅμως στὰ σημερινὰ δεδομένα ἡ σύγχρονη Ἐκκλησία ἔχει νὰ ἀπαντήσει καὶ νὰ προτείνει κάτι στὴν ἀγωνία τῶν σημερινῶν νέων ἀνθρώπων ποὺ θέλουν νὰ ὑπάρχει κάτι περισσότερο στὴν ζωή τους "ἀπὸ τὸ νὰ ἀποφοιτᾶ κάποιος ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο καὶ νὰ βρίσκει μιὰ δουλειά";

Τὰ θρησκευτικὰ ἐκδηλώματα καὶ φαινόμενα εἶναι ἀνθρώπινες καταστάσεις πολλὲς φορὲς νοσηρές. Στὸ χῶρο τῆς Παγκοσμιοποίησης βρίσκουν κι αὐτὰ ἔδαφος γιὰ ἀνάπτυξη. Τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅμως δὲν τὴν ἐνδιαφέρει ἕνας ἀόριστος θεϊσμὸς (Deismus) καὶ μία ὑποκειμενικὴ πίστη ἀλλὰ ἡ ἀγάπη-πίστη γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν πίστη-ἀγάπη "οὐδεὶς δύναται ἄραι" ὄχι μόνο τὸ παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, ἀλλὰ οὔτε τὰ θηρία τοῦ Κολοσσαίου.

Γιὰ μᾶς πρώτη ἀξία καὶ προτεραιότητα, εἶναι ἡ ἀληθινὴ καὶ ζῶσα πίστη στὸν ἀληθινὸ καὶ ζῶντα Θεὸ Ἰησοῦ Χριστό. Οἱ σ’ Αὐτὸν πιστεύοντες λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ διάκονοι τοῦ λόγου Του ἱερεῖς καὶ θεολόγοι, πρέπει νὰ εἶναι γιὰ τὸ λαὸ τῆς Ἐκκλησίας τὸ ἁλάτι τῆς γῆς καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Ἂν οἱ ἴδιοι ἔχουν ἐκπέσει, καὶ τὸ ἅλας ἔχει μωρανθῆ, τότε ἡ εὐθύνη δὲν πρέπει νὰ ἀναζητεῖται στὸν λαό, ποὺ ἀλλοτριούμενος ἀναζητεῖ τὶς παροχὲς ποὺ ποθεῖ, πουλώντας τὸν Χριστὸ (ἐξισλαμισμοὶ-σήμερα ἀποστασίες). Ἡ πίστη στὸν Χριστὸ πρέπει νὰ εἶναι γιὰ τὴν ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας δίδαγμα ζωῆς. Ὁ χριστιανικὸς πολιτισμὸς καταξιώνεται σὰν ἔκφραση τῆς πίστης στὸν Χριστό.

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅμως πρέπει νὰ πορεύεται κατὰ τὴν ὑπόδειξή Του "ἐν μέσῳ λύκων φρονίμη ὡς ὄφις καὶ ἀκεραία ὡς περιστερὰ" (Ματθ. 10, 16). Νὰ γνωρίζει τὸ περιβάλλον ἐντός τοῦ ὁποίου ἱστορικὰ κάθε φορὰ εὑρίσκεται καὶ νὰ τὸ ἀξιολογεῖ (ἀναλαμβάνοντας καὶ τὰ λάθη της τῶν ἐκπροσώπων) ὥστε τὰ τέκνα-μέλη της νὰ πορεύονται ἐλεύθερα ὡς "υἱοὶ φωτὸς" καὶ γιὰ τοὺς "ἐν σκότει πορευομένους".

 
* * *

Θὰ τελειώσω παραθέτοντας ἕνα ἔξοχο κείμενο ἑνὸς σύγχρονου ἀνθρώπου ποὺ διακρίνει διεισδυτικὰ τὰ σημερινὰ καὶ τὰ ἀξιολογεῖ:

"Τὸ τεχνικὸ πνεῦμα ἐπικράτησε στὴν Εὐρώπη ὅταν ἡ λύτρωση ποὺ πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία ἔπαψε νὰ εἶναι κέντρο καὶ σκοπὸς τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ἡ τεχνικὴ παρουσιάζεται σὰν διάδοχός τοῦ Χριστιανισμοῦ. Αὐτὸ δὲν ἔγινε ὅταν ἡ πίστη συνάρπαζε τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναζήτησε τὴν σωτηρία του στὸν κόσμο αὐτόν, ὅταν προσπάθησε νὰ νικήσει τὸν θάνατο μὲ τὶς δικές του δυνάμεις. Ὅταν ἔπαψε νὰ πιστεύει στὴν θρησκευτικὴ ὑπερνίκηση τοῦ θανάτου, στὴν λύση τοῦ βασικοῦ του προβλήματος διὰ τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἔπαψε νὰ πιστεύει στὴν Χάρη ποὺ ἔπαιρνε ἐνῶ δὲν τὴν ἄξιζε, καὶ ἄρχισε νὰ συγκεντρώνει ὅλες του τὶς προσπάθειες σὲ ἐτούτη τὴν ζωή.

Ὅταν προσπάθησε νὰ θεωρήσει τὴν ζωὴ ὡς λυτρωτικὴ δυνατότητα. Ὅταν προσπάθησε νὰ στήσει ἱστορικὴ ἀξία, ἀντὶ τῆς ἀθανασίας. Ὅταν ἀγωνιοῦσε νὰ νικήσει τὴν ἐνθύμηση τοῦ θανάτου, ἀντὶ τοῦ ἴδιου τοῦ θανάτου.

Αὐτὸ ἦταν τὸ ἐσωτερικὸ κίνητρο τῆς τεχνικῆς ἀφοσίωσης τοῦ ἀνθρώπου, τὸ νὰ νομίζει ὅτι κατακτᾶ τὴν ἀθανασία μὲ ὅ,τι αὐτὸς κατορθώνει. Γι’ αὐτό, στὴν ἀρχὴ τοῦ δρόμου τῆς ἀπιστίας, ὅταν ὁ ἄνθρωπος νόμισε ὅτι δὲν χρειάζεται τὸν Θεό, τότε ἀκριβῶς σκέφτηκε νὰ μιμηθεῖ τὶς Θεϊκὲς ἱκανότητες! Τὸ "ἀεικίνητον" (perpetuum mobile) ὑπῆρξε ἡ πρώτη ἀμιγῶς εὐρωπαϊκὴ σκέψη. Τελικῶς ἦταν οὐτοπία, γιὰ τὴν ὁποία οἱ μελλοντικὲς γενιὲς θὰ κατηγορήσουν τὴν ἐποχή μας ὅταν θὰ κοπάσουν οἱ ἰαχὲς τῶν θαυμαστῶν καὶ οἱ κατάρες τῶν διαφωνούντων.Ἡ μίμηση τοῦ Θεοῦ εἶναι χριστιανικὴ ἐντολὴ ("Γίνεσθε οὖν μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητὰ" Ἐφ. 5, 1) ἀλλὰ ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἀπέρριψε τὴν πρόταση τῆς ἠθικῆς ὁμοιώσεως καὶ ἀποφάσισε νὰ Τὸν μιμηθεῖ ὀντολογικά. Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἀντιληπτὸ ἐξ ἀρχῆς, μέχρις ὅτου παραμερίστηκε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν καθημερινότητα τῶν ἀνθρώπων ἀντικαθιστάμενος ἀπὸ τὶς τεχνικὲς δυνατότητες καὶ ὁ ἄνθρωπος ἄρχισε "νὰ κάνει δικές του" μία-μία τὶς Θεϊκὲς ἰδιότητες. Ὁ Θεὸς δὲν δεσμεύεται ἀπὸ τὸν χρόνο, ἄρχισε καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ ὑπερπηδᾶ τὰ χρονικὰ φράγματα. Ὁ Θεὸς δὲν δεσμεύεται ἀπὸ τὸν χῶρο, γίνεται καὶ ὁ ἄνθρωπος "πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν".

Μέρα μὲ τὴν ἡμέρα ἡ παντοδυναμία γίνεται ἀνθρώπινη ἰδιότητα, δὲν ἔχει βεβαίως ἀκόμα τὴν δύναμη νὰ δημιουργεῖ ζωὴ τροποποιεῖ ὅμως τὶς μορφές της καὶ ὅπως δείχνουν τὰ πράγματα εἶναι ἱκανὸς νὰ καταστρέψει "τὸ Θεϊκὸ κατόρθωμα". Φυσικὰ τὸν ἀπασχολεῖ ἡ ὕπαρξη ποὺ θὰ περιορίζει τὴν δύναμή του, ὅμως δὲν ἀνατρέχει καὶ δὲν τὴν ἀναζητᾶ στὸν Θεὸ ἀλλὰ θεωρεῖ ἀποτελεσματικότερο μέσον τὸν ἔλεγχο τῶν ὑπεράριθμων καὶ ἀπρόσκλητων ἀνθρώπων. Ὅπως ὁ Θεϊκὸς Νοῦς "ἐτάζει καρδίας καὶ νεφροὺς" μπαίνει καὶ ὁ ἄνθρωπος στὸν πειρασμὸ νὰ θέλει νὰ εἰσέλθει στὰ ἄδηλα καὶ κρύφια τοῦ πλησίον του γιὰ νὰ τὸν κατευθύνει μέσῳ τῆς θελήσεώς του.

Τὸ τελευταῖο ὑπερβατικὸ ὀχυρό, ὁ θάνατος, μένει ἀπόρθητο. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος δὲν διαθέτει χρόνο νὰ σκεφτεῖ τὸ ἐνδεχόμενο τῆς διακοπῆς τῶν ἀσχολιῶν-ἐπιθυμιῶν του, ὑπὸ τοῦ θανάτου. Συνήθειες παγιωμένες• νόμιμα καὶ μὴ ναρκωτικά• ὑπνωτικὰ καὶ ἀναλγητικὰ πάσης φύσεως• ἐξαφανίζουν τὴν ἀντίσταση τοῦ σώματος καὶ τοῦ πνεύματος καὶ φυσικὰ πολὺ περισσότερο ἐξαφανίζουν τὴν ὑποψία ἑνὸς τέλους.

Δὲν ἀρνεῖται, ἁπλὰ λησμονεῖ τὸν Θεὸ ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος, ὅπως δὲν ἀποφεύγει τὸν θάνατο, ἀλλὰ ἁπλὰ μὲ τὴν ρύθμιση τῶν σωματικῶν δυσκολιῶν (σύγχρονη ἰατρικὴ) παρακάμπτει τὴν παρουσία του.

Σήμερα καλεῖται ἡ ἐργασία νὰ προσφέρει ὅ,τι ἄλλοτε ἡ λατρεία. Ἡ ἐργασία ἔχασε τὸν ἠθικὸ χαρακτήρα της καὶ θεωρεῖται μία, ἀδιάφορη γιὰ τὴν πίστη, ἀπασχόληση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν κόσμο• ἐνῶ συγχρόνως τῆς ἀποδόθηκε "θρησκευτικὸ νόημα" γιατί ἔγινε ὁ μόνος λόγος ὕπαρξης σὲ ὅσους δὲν ἔχουν ὑπερβατικὴ ἀναφορά. Ὅταν ὅμως ἡ ἐργασία γίνεται τὸ κυρίως νόημα τῆς ζωῆς αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ὁ σύγχρονος κόσμος τὴν ἔχει ἐκλάβει σὰν κεντρικὴ ἔκφραση τῆς πίστης. Στὸν ὁρίζοντα τοῦ σημερινοῦ κόσμου προβάλει ἡ τραγικότερη ἐκδοχὴ καὶ μορφή, εὐτυχίας καὶ ἀθανασίας" Σπ. Κυριαζόπουλου, Ἡ Καταγωγὴ τοῦ Τεχνικοῦ Πνεύματος. Ἀθῆναι 1965 (σελ. 155-156).

 
* * *

 
Ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ γίνει θεός.

Θεμιτότατο, ἀφοῦ εἶναι στὴ φύση του.

Εἶναι ὅμως ἐλεύθερος;

Δὲν τοῦ ἀρέσει ἡ ἐκδοχὴ «μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ». Καὶ δοκιμάζει τὴν «αὐτοθέωση», διὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας. Δικαίωμά του νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία του.

Ἐμεῖς τί τοῦ λέμε καὶ προπαντὸς τί κάνουμε;

Καὶ πρὶν ἀπ΄ ὅλα κατανοοῦμε τὴν ἐμπειρία του;

Σᾶς εὐχαριστῶ.


Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου





Σήμερα, 2 τοῦ μηνὸς Φεβρουαρίου, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τότε ποὺ τὸν δέχθηκε στὶς ἀγκάλες του ὁ δίκαιος Συμεών. Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς εἶναι Δεσποτικὴ ἑορτή, ἑορτὴ δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὸ Δεσπότη Χριστό. Ὅταν πέρασαν σαράντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ παναγία Μητέρα του καὶ ὁ δίκαιος Ἰωσήφ, σύμφωνα μὲ τὴ διάταξη τοῦ παλαιοῦ νόμου, τὸν πρόσφεραν στὸ ναό. Ὁ νόμος ὥριζε γιὰ τὴ μητέρα ὅτι σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴ γέννηση ἔπρεπε νὰ παρουσιαστῆ στὸ ναὸ γιὰ νὰ καθαριστῆ, καὶ γιὰ τὸ πρωτότοκο ἀρσενικὸ παιδὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ ἀφιερωθῆ στὸ Θεό.

Τὸ Συναξάριο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς εἶν’ εὐαγγελικὸ· ὅ,τι δηλαδὴ ξέρομε καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου μας τὸ διηγεῖται τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Στὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του, μὲ πληροφορίες, ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶχε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς διηγεῖται καὶ μᾶς περιγράφει ὅ,τι συνέβη στὸ ναὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Γι’ αὐτὸ τὸ καλύτερο ποὺ ἔχομε τώρα εἶναι νὰ ἐπαναλάβωμε τὸ εὐαγγελικὸ κείμενο σὲ ἀπόδοση στὴ δική μας γλώσσα. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ποὺ ἡ παράδοση τὸν θέλει νὰ ἦταν ζωγράφος, εἶναι πραγματικὰ ζωγράφος στὴ διήγηση καὶ περιγραφὴ τῶν γεγονότων τῆς ἱερῆς ἱστορίας.

Ὅταν συπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, λέγει τὸ εὐαγγέλιο, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία ἔφεραν τὸν Ἰησοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ τὸν παρασουσιάσουν στὸν Κύριο, καθὼς εἶναι γραμμένο στὸ νόμο, ὅτι κάθε ἀρσενικὸ ποὺ ἀνοίγει μήτρα θὰ ἀφιερωθῆ στὸν Κύριο· καὶ γιὰ νὰ προσφέρουν θυσία, σύμφωνα πάλι μὲ τὸ νόμο Κυρίου, ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἤ δυὸ μικρὰ περιστέρια. Οἱ ἠμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, γιὰ τὶς ὁποῖες λέγει ἐδῶ τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴ γέννηση τοῦ παιδιοῦ. Ὁ σκοπὸς τῆς παρουσίασης στὸ ναὸ ἦταν διπλός· ὁ καθαρισμὸς τῆς μητέρας καὶ ἡ ἀφιέρωση τοῦ παιδιοῦ.

Ἦταν τότε στὰ Ἱεροσόλυμα ἕνας ἄνθρωπος ποὺ λεγότανε Συμεών, κι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβὴς καὶ περίμενε τὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν Ἰσραήλ. Ἦταν ἐπάνω του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τοῦ εἶχε προφητευτῆ πὼς δὲν θὰ πεθάνη πρὶν δῆ τὸ Χριστό, καὶ μὲ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦλθε στὸ ναό. Ὅταν οἱ γονεῖς ἔφεραν τὸ παιδὶ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ ἐκτελέσουν γι’ αὐτὸν τὰ ἔθιμα τοῦ νόμου, τότε ὁ Συμεὼν τὸν πῆρε στὴν ἀγκαλιά του, εὐλόγησε τὸ Θεὸ καὶ εἶπε· «Τώρα, Δέσποτα, πάρε μὲ εἰρήνη τὸ δοῦλο σου, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο σόν, γιατί εἶδα μὲ τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου, ποὺ ἑτοίμασες γιὰ ὅλους τοὺς λαούς, τὸ φῶς ποὺ θὰ φωτίση τὰ ἔθνη καὶ θὰ δοξάση τὸ λαό σου τὸν Ἰσραήλ».


 



Κι ἐνῶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία θαύμαζαν γιὰ ὅσα λέγονταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, ὁ Συμεὼν τοὺς εὐλόγησε καὶ εἶπε στὴ Μαριάμ· «Αὐτὸς εἶναι προωρισμένος γιὰ νὰ πέσουν καὶ γιὰ νὰ ἀνυψωθοῦν πολλοὶ ἀνάμεσα στὸν Ἰσραήλ, κι αὐτὸς θὰ εἶναι πρόσωπο ἀντιλογίας, γιὰ νὰ φανερωθῆ τί σκέφτονται πολλοὶ μέσα τους, ἀλλὰ καὶ τὴ δική σου ψυχὴ θὰ περάση μαχαίρι». Ἦταν ἐκεῖ καὶ κάποια προφήτισσα Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Φανουὴλ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἀσήρ. Αὐτὴ ἦταν σὲ πολὺ προχωρημένη ἡλικία. Εἶχε ζήσει μὲ τὸν ἄνδρα της ἑπτὰ χρόνια κι ὀγδοντατέσσερα χρόνια ὕστερα, ὡς χήρα, δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὸ ναό, ἀλλὰ σὲ προσευχὲς καὶ νηστεῖες λάτρευε μέρα-νύχτα τὸ Θεό. Παρουσιάστηκε λοιπὸν ἐκείνη τὴν ὥρα, δοξολογοῦσε τὸ Θεὸ καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸ παιδὶ σ’ ὅλους ποὺ περίμεναν λύτρωση τῆς Ἱερουσαλήμ.

Δὲν μποροῦμε νὰ προσθέσουμε τίποτε στὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστῆ καὶ δὲν θέλομε νὰ σχολιάσουμε οὔτε τὴν προσευχὴ οὔτε τὰ προφητικὰ λόγια τοῦ πρεσβύτη Συμεὼν γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Θὰ ἐπαναλάβωμε μόνο τὰ λόγια της Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν ὕμνο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς· «Ὁ παλαιὸς ἡμερῶν, νηπιάσας σαρκί, ὑπὸ Μητρὸς παρθένου τῷ Θεῷ προσάγεται, τοῦ οἰκείου νόμου πληρῶν τὸ ἐπάγγελμα». Συμμορφώθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πρὸς τὸ νόμο καὶ ὑποβλήθηκε ἡ Παναγία στὶς διατάξεις τοῦ καθαρισμοῦ, γιὰ νὰ φανῆ πὼς ὅλοι χωρὶς ἐξαίρεση ὀφείλομε νὰ ἐκτελοῦμε μὲ ταπεινὸ φρόνημα ὅ,τι ἐντέλλεται ὁ Θεὸς καὶ ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία. Ἀμήν.


ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΑΡΧΗΓΕ ΔΙΓΕΝΗ


40 ΧΡΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ,
 ΑΛΛΑ ΠΟΛΥ ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΧΑΣΤΕΙΣ

40ο ΕΤΗΣΙΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΡΙΒΑ ΔΙΓΕΝΗ
ΜΝΗΜΗ ΑΡΧΗΓΟΥ

Αρχηγέ Διγενή,
πέρασαν ήδη 40 χρόνια από την ημέρα που πέρασες το κατώφλι της Αθανασίας.
Το άγγελμα του θανάτου σου εξαφάνισε αμέσως τα σύννεφα που μαζεύτηκαν τα 3 προηγούμενα χρόνια και σύσσωμος ο Κυπριακός Ελληνισμός συνέρευσε στο ταπεινό-υπέροχο κρησφύγετο, να σε τιμήσει και να σε συντροφέψει ταυτόχρονα στον αποχαιρετισμό για την παντοτινή εγκατάσταση, εκεί δίπλα, στον τάφο, που θα θυμίζει πάντα ότι, «ο Διγενής στάθηκε όρθιος στις επάλξεις μέχρι την τελευταία του πνοή».
Και η Κυπριακή Βουλή, ομόφωνα, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ελληνικής Βουλής, του 1959 (αμέσως μετά το πέρας του Αγώνος της Ε.Ο.Κ.Α.) σε ανακήρυξε «Άξιον Τέκνον της Πατρίδος»...



Ελληνίδες και Έλληνες αδελφοί μου. Στις κηδείες και τα μνημόσυνα ο μοναδικός τιμώμενος είναι ο Νεκρός. Γι’ αυτό δεν προσφώνησα κανέναν άλλο.
Σαν μέλος της Επιτροπής Μνημοσύνου, εκφράζω τη χαρά και τις ευχαριστίες μου για την παρουσία του Πρέσβη της Κυπριακής Δημοκρατίας, των εκπροσώπων της Κυβερνήσεως, του Πρωθυπουργού και της Ελληνικής Βουλής, των τιμημένων Αποστράτων Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και των αυριανών ηγητόρων που φοιτούν στις Σχολές Ευελπίδων, Ικάρων και Ναυτικών Δοκίμων, των εκπροσώπων των Κυπριακών Σωματείων της Αθήνας και με ιδιαίτερη τιμή, καλωσορίζω τους Αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. του 1955-1959 και τα αδέλφια μας που πολέμησαν στην Κύπρο και βέβαια ευχαριστώ κάθε έναν χωριστά που με την παρουσία σας αποδεικνύετε ότι τιμάτε τη μνήμη του Αρχηγού.
Το καλοκαίρι του 1897 ήταν πολύ πικρό για τον Ελληνισμό, γιατί η προσπάθεια να ενωθεί η Κρήτη με την Ελλάδα παρ’ ολίγο να στοιχίσει πολύ ακριβά. Αλλά η προσπάθεια δεν σταμάτησε και κάποτε επέτυχε.
Μια ζεστή όμως μέρα εκείνου του Ιουνίου γεννήθηκε η ελπίδα από το ζευγάρι Θεοδώρου και Καλομοίρας Γρίβα. Ο θείος Γεώργιος πολεμούσε εθελοντής και έπεσε μαχόμενος στην Κρήτη. Στη μνήμη του, πήρε το όνομα και τον βαφτιστικό σταυρό του «ο Νεογέννητος». Όπως έδειξε ο χρόνος το τίμησε με το παραπάνω. Παρά την επιθυμία των γονέων του να σπουδάσει Ιατρική, επέλεξε την στρατιωτική καριέρα και αρίστευσε στη Σχολή Ευελπίδων. Νέος ανθυπολοχαγός, επολέμησε, ανδραγάθησε, επληγώθη και επαρασημοφορήθη στην Μικρά Ασία.
Ήταν ανάμεσα σ’ εκείνους που πέρασαν τον Σαγγάριο κι αγνάντευσε την Άγκυρα. Η τραυματική εμπειρία της ήττας και του ενταφιασμού της Μεγάλης Ιδέας δεν τον κάμπτουν. Τελειοποιεί τις γνώσεις του στις Σχολές πολέμου Ελλάδος και Γαλλίας, διδάσκει στη Σχολή Ευελπίδων και όταν τα τύμπανα του Πολέμου κτυπούν στα Βορειοηπειρωτικά βουνά αγωνίζεται από μάχιμες κι επιτελικές θέσεις κατά των Ιταλών και Γερμανών, για την Ελευθερία και την Αξιοπρέπεια του Ανθρώπου.
Πιστός στις αρχές του, αρνήθηκε να συνεργαστεί με την κατοχική κυβέρνηση με αποτέλεσμα να κυνηγηθεί και να στερηθεί των απολαβών του.
Η ήττα των Γερμανών δεν εσήμανε δυστυχώς το τέλος των δεινών για την Ελλάδα, η οποία ενεπλάκη σε μία αδελφοκτόνο αναμέτρηση που αποδυνάμωσε την ικανότητα για διεκδικήσεις, σαν μία από τις νικήτριες χώρες.
Ο Γεώργιος Γρίβας με την Αντιστασιακή Οργάνωσή του στο Θησείο συμβάλλει αποφασιστικά στη διατήρηση της Ελευθερίας της Αθήνας και της Ελλάδος τον Δεκέμβριο του 1944.
Μετά την αποστρατεία του το 1945 ανεμείχθη στην πολιτική, οι στόχοι του όμως δεν ευοδώθησαν και το 1951 διέκοψε την πολιτική δραστηριότητα. Ήδη στον ορίζοντα άρχισε να εμφανίζεται ο χώρος μέσα από τον οποίο ο Γεώργιος Γρίβας θα έμπαινε στην Αθανασία.
Με έναν συντριπτικό 96% τον Ιανουάριο του 1950 οι Κύπριοι αξίωσαν Ένωσιν της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Οι μέχρι χθες σύμμαχοι Άγγλοι απήντησαν με ένα αυταρχικό «ουδέποτε». Οι προσπάθειες μέσω Ηνωμένων Εθνών απέτυχαν, έτσι, δεν έμενε άλλος δρόμος, από τον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα. Και εγεννήθη η Ε.Ο.Κ.Α με Αρχηγό τον Διγενή.
Η εποποιία του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνος της Ε.Ο.Κ.Α για αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού και Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα αποτελεί την κορυφαία συνεισφορά του Γεωργίου Γρίβα Διγενή στον Ελληνισμό και ταυτόχρονα την μεγαλιοδέστερη έκφραση της σύγχρονης Κυπριακής ιστορίας. Κατά τη διάρκεια του τετράχρονου εκείνου αγώνα ανέπτυξε ένα καταπληκτικό σύστημα διοικήσεως με σημειώματα που έφταναν στην πλέον απομακρυσμένη ομάδα της οργανώσεως με γενικές οδηγίες, κατευθύνσεις, λεπτομερή σχέδια μάχης καθώς και θεωρητική και ιδεολογική καθοδήγηση.
Μην θεωρηθεί όμως ότι ο Διγενής διοικούσε από μακριά ή από κάποια γραφεία. Ζούσε κι αυτός όπως τα παλικάρια του σε κρησφύγετα, στο ύπαιθρο, κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες και δεν ήταν λίγες οι φορές που ενεπλάκη και κατηύθυνε μάχες στην πρώτη γραμμή ( Κυπερούντα, Σπήλια).
Ο Διγενής εσχεδίασε τον αγώνα και ακολούθως εδημιούργησεν, εξεπαίδευσε ενέπνευσε και καθοδήγησε αλλά κυρίως επαραδειγμάτισε αγωνιστές, μαχητές στο πεδίο της τιμής.
Μέσα από αυτό τον μηχανισμό ανεδύθησαν ήρωες όπως ο Κυριάκος Μάτσης που απέρριψε ενσυνειδήτως τις χιλιάδες λίρες και τα αξιώματα που του προσέφεραν οι Άγγλοι. Με το δικό του Μολών λαβέ «ΑΝ ΘΑ ΒΓΩ, ΘΑ ΒΓΩ ΠΥΡΟΒΟΛΩΝΤΑΣ» πέρασε στην Αιωνιότητα. Και ο Γρηγόρης Αυξεντίου που έδωσε εντολή στα μέλη της ομάδος του να παραδοθούν κι εκείνος εδήλωσε «Εγώ πρέπει να πεθάνω» και κατέκτησε την Αθανασία με την επική του μάχη.
Αντάμα και ο δεκαοχτάχρονος Ευαγόρας Παλληκαρίδης
«…επήρε μιαν ανηφοριά επήρε μονοπάτια
να βρει τα σκαλοπάτια που παν στην Λευτεριά».
Κι ενώ ακόμα τραγουδούσε
«την Ελλάδα αγαπώ αλλά κι εσένα»,
έβαλε το λαιμό του ενέχυρο για να ζούμε ‘μεις ελεύθεροι. Δεν αντέχω να μην αναρωτηθώ αν εμείς οι ευεργετηθέντες αγαπούμε ανάλογα αυτή την Ελλάδα. Ή μήπως στο βωμό της σκοπιμότητος τα παραγράφουμε όλα. Νόμιζα μέχρι τώρα ότι η παραγραφή γίνεται για εγκλήματα, για χρέη, για οφειλές. Τι υπαγορεύει το σβήσιμο των παρακαταθηκών του Διγενή και των παλικαριών του από κάποιους σύγχρονους αναθεωρητές της Ιστορίας; Δεν είναι ώρα για μεμψιμοιρίες αλλά δεν μπορώ να μην στηλιτεύσω τους υποκριτές που υποτίθεται θαυμάζουν τους ήρωες της Ε.Ο.Κ.Α. αλλά εξαιρούν στον Αρχηγό τους. Όλοι όμως ξέρουμε ότι ΔΙΓΕΝΗΣ ΘΑ ΠΕΙ Ε.Ο.Κ.Α. ΚΑΙ Ε.Ο.Κ.Α. ΔΙΓΕΝΗΣ.
Μέχρι στιγμής δεν ετόλμησε κανείς να αμφισβητήσει την ηγετική φυσιογνωμία του στην Οργάνωση του Αντάρτικου και την διεξαγωγή του ανορθόδοξου πολέμου. Ίσως πολλοί να αγνοούν ότι το σχετικό βιβλίο του απετέλεσε οδηγό για πολλούς εξεγερθέντες κατά των δυνάμεων που τους εδυνάστευαν, όπως στην Κούβα, την Αλγερία και άλλα κράτη που διεκδίκησαν την ελευθερία μέσω της ένοπλης πάλης.
Πολλοί που γνώρισαν την έννοια της μάχης μόνο από τα σαλόνια και την τηλεόραση κρίνουν τον Διγενή ως «καλό στρατιώτη αλλά χωρίς πολιτική κρίση».
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας ένα κείμενό του, γραμμένο τον Σεπτέμβριο του 1958, ενώ ήταν καταζητούμενος και οι πληροφορίες που ελάμβανε σχετικά με τις συνομιλίες για λύση ήταν αποσπασματικές και ενδεχομένως με απόκρυψη κάποιων στοιχείων.
«Μέχρι σήμερον αλλάξαμεν βασικώς αρκετά σχέδια με αποτέλεσμα να μη γνωρίζωμεν και εμείς τι ακριβώς θέλουμε, αλλά και να φαινώμεθα εις τα όμματα φίλων και εχθρών ως λαός μη σταθερός εις τας επιδιώξεις του. Δεν είναι τα διάφορα σχέδια που λείπουν και που μπορεί να εμφανίζει τις, δεκάδας τοιούτων. Εκείνο που λείπει είναι εκείνος, ο οποίος θα μπορέσει να υποστηρίξει ΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟΝ και να επιμείνει μέχρι τέλους δια την αποδοχήν του υπό των αντιπάλων μας. Ελαστικότης μπορεί να υπάρξει ως προς τας λεπτομερείας του σχεδίου, ουχί όμως και ως προς τας βασικάς αρχάς του».
Πόσο επίκαιρη αλήθεια, είναι αυτή η Λακωνική διατύπωση του πολιτικού πλαισίου για συνομιλίες-λύση. Αρκεί να την αντιπαραβάλουμε με το γεγονός ότι εδώ και κάποιες δεκαετίες διεξάγεται ένα διάλογος κωφών, μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και των εκάστοτε ανδρεικέλων της Άγκυρας. Το τραγικό είναι ότι κανείς, μα κανείς, δεν είναι σε θέση ακόμη να μας πει με απλά λόγια ποιος είναι ο στόχος αυτών των συνομιλιών και υπ’ αυτήν την έννοια είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΛΟΓΙΚΗ Η ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΟΜΙΛΙΩΝ ΠΡΙΝ ΑΡΧΙΣΟΥΝ ΝΕΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ.
Και πρέπει να απομονωθούν και να κλείσουν τα στόματα κάποιων που συντάσσονται αναφανδόν με τις Τουρκικές θέσεις και απαιτούν επανέναρξη συνομιλιών άνευ όρων εδώ και τώρα.
Όσον αφορά τώρα εμάς τους απλούς πολίτες, διάχυτη είναι η επιθυμία να επανατοποθετηθεί το πρόβλημα πάνω στην ορθολογική του βάση, που είναι η ανάγκη για Απελευθέρωση από την κατοχή, μετά την εισβολή. Ο νεόκοπος στόχος της «επανένωσης», πιστεύω ότι δεν έχει καμία προοπτική. Διότι δεν χωρίσαμε για κάποιο λόγο με τους Τουρκοκυπρίους αλλά παρενεβλήθη η κατοχική στρατιωτική δύναμη της Τουρκίας που, εφόσον παραμένει, το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί είναι η τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου.
Και δυο λόγια για την περιβόητη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (Δ.Δ.Ο.). Ποιος αλήθεια θα ήταν διατεθειμένος να θυσιαστεί, φωνάζοντας Δ.Δ.Ο. Όλοι εκείνοι που έπεσαν μαχόμενοι, αν έπρεπε να κραυγάζουν κάτι με αυτά τα γράμματα θα έλεγαν «Δεν Δίνω τα Όπλα».
Οι ήρωές μας καθαγιάστηκαν ή με την ουρανομήκη κραυγή «αέρα» ή τους χρωματισμούς του υπέροχου γράμματος «Έψιλον» του ελληνικού αλφάβητου.
Ε για την Ελλάδα, Ε.Ε. για την Ελευθερία, Ε.Ε.Ε. για Ένωση και άλλα τόσα Ε για Έρωτα, Ειρήνη, Ευημερία, Ελιά και Ευαγόρα.
Οι συμφωνίες Ζυρίχης, Λονδίνου που επεβλήθησαν στον Κυπριακό Λαό δε βρήκαν σύμφωνο τον Διγενή. Μία από τις ρυθμίσεις προέβλεπε εξορίαν του από την Κύπρο, όπως και μεγάλου αριθμού καταζητουμένων και καταδικασμένων αγωνιστών. Εδέχθη για τον εαυτόν του την απαράδεκτη αυτή πρόνοια αλλά διεκδίκησε κι επέτυχε την αμνηστία όλων των άλλων. Μέσα σε μία εξαιρετικά φορτισμένη ατμόσφαιρα συνήντησε τους τομεάρχες και άλλους μαχητές, τους περισσότερους για πρώτη φορά, λίγο πριν αναχωρήσει για την Αθήνα.
Με την τελευταία διαταγή του «Παύσατε πυρ», έδωσε οδηγίες για ομόνοια, ενότητα και αγάπη. Προέτρεπε δε όλους να παραμείνουν ενωμένοι πέριξ του Εθνάρχου τον οποίον εχαρακτήριζε σύμβολο ενότητος και ισχύος.
Στην Αθήνα, έγινε δεκτός ως ήρωας του Ελληνισμού. Ανεκλήθη στην ενεργό υπηρεσία με το βαθμό του Αντιστρατήγου, ο δε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών τον εστεφάνωσε κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Αξίζει να δει κανείς στα Απομνημονεύματά του, όπου ο ίδιος γράφει πως δέχεται την τιμή σαν εκπρόσωπος του υπέροχου Ελληνικού Κυπριακού Λαού.
Όπως ανεμένετο η δομή του νεοσύστατου κράτους, με τα υπερβολικά προνόμια των Τουρκοκυπρίων και την ύπουλη υπόσκαψη των Βρετανών, δεν άργησε να ραγεί και το 1964, μπροστά στον κίνδυνο να καταληφθεί η Κύπρος από την Τουρκία, εκλήθη και έφθασε κρυφά πάλι ο Διγενής για να την σώσει. Οργάνωσε την Εθνική Φρουρά, εγκαθίδρυσε στην πράξη το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα και κατέστησε την Κύπρο απόρθητη, ένα βήμα πριν την Ένωση. Ανεκλήθη στην ενεργό υπηρεσία μετά από δύο ολόκληρα χρόνια, εξαντλητικής εργασίας και του του ανεγνωρίσθη η ιδιότης του Ανώτατου Στρατιωτικού Διοικητή Αμύνης Κύπρου (Α.Σ.Δ.Α.Κ.)
Μετά τα γεγονότα της Κοφίνου για τα οποία είχε εκφράσει την πλήρη αντίθεσή του, εκλήθη για διαβουλεύσεις στην Αθήνα, απεστρατεύθη και ετέθη σε κατ’ οίκον περιορισμό. Παράλληλα απεσύρθη η Μεραρχία που θωράκιζε το Νησί και πλέον δεν εχρειάζετο κερκόπορτα˙ είχεν ανοίξει διάπλατα λεωφόρος για το επόμενο κτύπημα της Τουρκίας.
Αμέσως μετά την αποστρατεία του ο Διγενής διείδε τους κινδύνους που εγκυμονούσε η Δικτατορία κι άρχισε την οργάνωση αντιστασιακών ομάδων στον προσφιλή του χώρο των νέων και δη των φοιτητών.
Ανέφερα στην αρχή του λόγου μου, ότι με τον θάνατό του διελύθησαν τα σύννεφα των τριών προηγούμενων χρόνων και σύσσωμος ο λαός τον αποχαιρέτησε σαν Άξιο Τέκνο της Πατρίδος. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα ασχοληθεί με τα γεγονότα εκείνης της περιόδου.
Θα καταθέσω μόνο μία μαρτυρία από συνομιλία που είχα μαζί του λίγο πριν την απόδραση από το Χαλάνδρι για να πάει κρυφά στην Κύπρο. Όνειρο και διακαής πόθος του ήταν να βαδίσει το δρόμο της Ελευθερίας-Ενώσεως της Κύπρου μαζί με τον Μακάριο. Πάντα θυμόταν με νοσταλγία τα χρόνια της αρμονικής συνεργασίας τους που έκανε θρύλο την Ε.Ο.Κ.Α. και τον Αγώνα του Κυπριακού Λαού. Ένα από τα ερωτήματα για τον ιστορικό του μέλλοντος είναι ποιοι και γιατί τορπίλισαν την προοπτική αυτής της συνεργασίας.
Πριν από 12 χρόνια είχα την τιμή να πω τον επιμνημόσυνο λόγο δίπλα στον τάφο του Αρχηγού κι εκείνη την ημέρα έγιναν, με καθυστέρηση 28 ετών τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του εκεί, στο χώρο του κρησφύγετου και του τάφου του. Ήταν τόση η συγκίνηση που σαν να ζωντάνεψε ο θρυλικός Γέρος, ο πάντα Νέος Αρχηγός με το μπερέ, το πουλόβερ με το γυριστό γιακά και το πιστόλι του στη μέση που σήμανε προσκλητήριο και παρήλασαν μπροστά μου οι ήρωες του 55-59, οι κατάδικοι, οι αντάρτες, οι μαχητές του 63-64, οι εκατοντάδες των ανώνυμων ηρώων του 1974. Και όταν την τελετή έκλεισε ο Εθνικός μας Ύμνος, ήλθαν στο μυαλό μου οι στίχοι του Κώστα Μόντη:
«Κι η Ελλάδα, τελευταίος θάμνος στο γκρεμό,
να τον αρπάζει η Λευτεριά και να κρατιέται»
Ναι, η ιδέα Ελλάδα που μάλλον πρέπει να την θυμόμαστε όπου κι αν βρισκόμαστε. Στην Αθήνα, στη Λευκωσία, στην Αμερική, την Αυστραλία, σ’ όλο τον κόσμο.
Όλοι ξέρουμε πόσο πίστευε αλλά και πόσο ενέπνεε τη νεολαία ο Διγενής. Τολμώ να υποθέσω ότι αν μιλούσε σήμερα, θα απευθυνόταν πρώτα στους νέους φοιτητές και θα τους νουθετούσε να είναι καλοί μαθητές, για να εξελιχθούν σε άριστους μαχητές. Ένα γράμμα άλλαξε, αλλά η συνέχεια είναι προφανής. Μετά θα μιλούσε στους αυριανούς ηγέτες των Ενόπλων Δυνάμεων και θα τους έλεγε ότι αυτό που τους ξεχωρίζει δεν είναι το ένστολον, όπως παρεξηγημένα διαχέεται εσχάτως, αλλά το ότι έχουν την ιδιότητα του ενόλπου δια βίου, εν αντιθέσει με τους άλλους πολίτες, που γίνονται οπλίτες μόνο για λίγο διάστημα για να τους συνδράμουν στην προστασία της Πατρίδος.
Θα κληθούμε σε λίγο να αποθέσουμε τα στεφάνια της ευγνωμοσύνης μας. Εύχομαι του χρόνου να υπάρχει τουλάχιστον μία προτομή του Ήρωα όπου θα καταθέτουμε υπό το αετίσιου βλέμμα του.
40 ΧΡΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ, ΑΛΛΑ ΠΟΛΥ ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΧΑΣΤΕΙΣ
ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ ΑΡΧΗΓΕ ΔΙΓΕΝΗ

Στὸν Ἀπόστολο τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἀγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου




Στὸν Ἀπόστολο τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἀγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Στὸν ἀπόστολο τῆς ἑορτῆς (Ἑβρ. ζ΄28-η΄12)




α'. Σήμερα, 27 τοῦ μηνὸς Ἰανουαρίου, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη ἑνὸς ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους Πατέρες καὶ οἰκουμενικοὺς διδασκάλους, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.

Στὶς 27 Ἰανουαρίου τοῦ 438, τριανταένα χρόνια ὕστερ’ ἀπὸ τὸ θάνατό του, ἔφεραν μὲ τιμὴ στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὰ Κόμανα τοῦ Πόντου τὰ ἱερὰ ὀστᾶ του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στὴν Ἀντιόχεια πρεσβύτερος καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπίσκοπος, ὑπῆρξε ἀπαράμιλλος καὶ ὡς ἱερέας καὶ ὡς διδάσκαλος. Εἶναι μέχρι σήμερα ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους ρήτορες, ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ κόσμου. Λίγα χρόνια ὕστερ’ ἀπὸ τὸ θάνατό του, τοῦ δόθηκε ὁ μοναδικὸς τίτλος τοῦ Χρυσοστόμου, καὶ εἶναι μέχρι σήμερα ὁ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ὁμιλεῖ στὶς ψυχὲς τῶν Χριστιανῶν. Σὰν τὸν Ἰωάννη τὸν πρόδρομο, ὁ Χρυσόστομος ὑπῆρξε ἀτρόμητος καὶ ἀλύγιστος στοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ γιὰ τὰ δίκαια τῆς Ἐκκλησίας. Διώχθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του, καθαιρέθηκε καὶ πέθανε στὴν ἐξορία, ἄρρωστος μιὰ νύχτα στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407, ξαπλωμένος κατάχαμα ἀπάνω στὶς κρύες πλάκες μιᾶς μικρῆς Ἐκκλησίας. Συνήθιζε πάντα στὴ ζωή του νὰ λέη· «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν», κι ἦταν αὐτὰ τὰ τελευταῖα του λόγια, ὅταν ἔκλεισε γιὰ πάντα τὰ μάτια του καὶ τὸ χρυσό του στόμα, τὸ στόμα ποὺ δὲν ἔπαψε νὰ μᾶς διδάσκει μὲ τὰ πολύτιμα σοφὰ του συγγράμματα, καθὼς ἔτσι τὸ λέει τὸ ἰαμβικὸ δίστιχο στὸ συναξάριο τοῦ ἁγίου·

«Μύσας ὁ Χρυσοῦς Ἰωάννης τὸ στόμα,
ἀφῆκεν ἡμῖν ἄλλο τὰς βίβλους στόμα».


β'. Πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἁγίους μάρτυρες ἐγκωμίασε στὶς ὁμιλίες του, καὶ στάθηκε ἀπόλυτα συνεπὴς στὰ λόγια του. Σὲ μία ὁμιλία λέει· «Ὅποιος θέλει νὰ ἐπαινῆ τοὺς μάρτυρες πρέπει νὰ μιμῆται τοὺς μάρτυρες» (1)· κι αὐτὸς ὁ ἐγκωμιαστὴς τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως μιμήθηκε ὥς τὸ τέλος τοὺς ἁγίους μάρτυρες καὶ ἔκλεισε τὰ μάτια του, ὅταν ὁ πυρετὸς ἔκαιγε τὸ αἷμα του κι οἱ κρύες πλάκες πάγωναν τὸ ἀδύνατο σῶμα του σ’ ἐκεῖνο τὸ ἐρημοκκλήσι τοῦ Πόντου.
Ἦταν σὰν καὶ νὰ ἔκανε ἐκεῖ ὁ ἱεράρχης τὴν τελευταία του θεία Λειτουργία, προσφέροντας στὸ Θεό, ἀντὶ γιὰ ἄλλα δῶρα, τὸν ἑαυτό του, καὶ καθὼς στὸ λόγο του στοὺς ἁγίους Μακκαβαίους λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· «ἐποίησε τὴν τελευτὴν τελευταῖον μυστήριον» (2), τὸ τέλος τοῦ βίου του ἦταν ἡ τελευταία του Λειτουργία.


γ'. Σήμερα, στὴ μνήμη τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη διαβάζεται στὴ θεία Λειτουργία ὁ Ἀπόστολος ποὺ ἀκούσαμε· κι ἐμεῖς, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχὴ ποὺ ἀκολουθοῦμε φέτος, θὰ πρέπει τώρα νὰ προχωρήσουμε στὴν ἐξήγηση τῆς περικοπῆς. Μὰ εἶναι δίκαιο καὶ πρέπει, ἀντὶ γιά μᾶς, νὰ ὁμιλήση σήμερα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἄφθαστος κι ἀσύγκριτος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐμεῖς, ἂν μποροῦμε στὸ λόγο νὰ ποῦμε πέντε πράγματα, τὰ μάθαμε ἀπὸ κεῖνον. Θὰ ἐπαναλάβωμε λοιπὸν τὴν ἀποστολικὴ περικοπή, σὲ μία μετάφραση, ὅπως πάντα κάνομε, στὴ δική μας γλώσσα, κι ὑστέρα, πάλι μεταφρασμένα στὴ γλώσσα μας, θὰ ἀκούσωμε τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου ἀπὸ μία πρακτικὴ ὁμιλία του ἀπάνω στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή. Γιατί θὰ πρέπει νὰ ποῦμε καὶ τοῦτο, ὅτι ὁ ἅγιος Πατέρας, τοῦ ὁποίου σήμερα ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴ μνήμη, εἶναι πρὶν ἀπ’ ὅλα, ὡς διδάσκαλος, ὁ ἐξηγητής, ποὺ ἐξήγησε καὶ ἀνέπτυξε σὲ πρακτικὲς ὁμιλίες ὅλη σχεδὸν τὴ θεία Γραφή. Ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ εἶναι ἕνα μικρὸ κομμάτι ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ τὸν μέγα καὶ αἰώνιο Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστὸ· τὰ πρῶτα λόγια τῆς περικοπῆς ταιριάζουν κι ἔχουν ἐφαρμογὴ στὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου.


δ'. Νὰ τώρα τί μᾶς εἶπε ὁ Ἀπόστολος σήμερα. «Τέτοιος ἀρχιερέας μᾶς ἔπρεπε· ἅγιος, ἄκακος, ἀμόλυντος, χωρισμένος ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ὑψωμένος τώρα ἐπάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τοῦ νόμου, νὰ προσφέρη θυσίες κάθε μέρα, πρῶτα γιὰ τὶς δικές του ἁμαρτίες κι ὕστερα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ: αὐτὸ τὸ ἔκαμε μιὰ γιὰ πάντα, ὅταν πρόσφερε τὸν ἑαυτό του. Ὁ νόμος βάζει ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους, ποὺ ἔχουν ἀδυναμίες· τὰ λόγια ὅμως τοῦ ὅρκου, ποὺ δόθηκε ὕστερα ἀπὸ τὸ νόμο, βάζουν ἀρχιερέα αἰώνιο καὶ τέλειο τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Βασικό, σ’ αὐτὰ ποὺ λέμε, εἶναι ὅτι ἔχομε ἕναν τέτοιο ἀρχιερέα, ποὺ κάθησε στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης στοὺς οὐρανούς, καὶ τώρα λειτουργεῖ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ στὴν ἀληθινὴ σκηνή, ποὺ τὴν ἔφτιαξε ὁ Κύριος καὶ ὄχι ἄνθρωπος» (3).


ε'. Νὰ τώρα στὴ συνέχεια ἕνα μέρος ἀπὸ τὴν πρακτικὴ καὶ ἠθικὴ ὁμιλία τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, μεταφρασμένο, καθὼς εἴπαμε, στὸ σύγχρονο ἑλληνικὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα.

1. «Ἐπειδὴ λοιπὸν τέτοιον ἔχομε Ἀρχιερέα, καθὼς μᾶς τὸν περιγράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, γι’ αὐτὸ ἂς τὸν μιμηθοῦμε κι ἂς βαδίσουμε στὰ χνάρια του. Δὲν ὑπάρχει κι ἑπομένως ἂς μὴν ἐλπίζουμε σὲ ἄλλη θυσία γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μιὰ θυσία προσφέρθηκε ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀρχιερέα, στὴν ὁποία πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ του· μία θυσία μᾶς καθάρισε καὶ μᾶς ἀποκατάστησε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴ θυσία, ἂν δὲν τὴν ἐκτιμήσουμε, δὲν μᾶς μένει παρὰ τιμωρία καὶ καταδίκη. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ὁ ἅγιος Ἀπόστολος διαρκῶς ὁμιλεῖ γιὰ ἕναν Ἀρχιερέα καὶ γιὰ μία θυσία, γιὰ νὰ μὴ θαρῆ κανεὶς πὼς εἶναι πολλὲς θυσίες κι ἔτσι νὰ ἁμαρτάνη χωρὶς φόβο. Ὅσοι λοιπὸν καταξιωθήκαμε νὰ λάβωμε τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ τὴ σφραγίδα τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅσοι ἔχομε τὴν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν τῆς θυσίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅσοι μετέχομε τῆς ἀθάνατης τράπεζας καὶ κοινωνοῦμε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, ἂς φυλᾶμε γιὰ πάντα τὴν εὐγένεια καὶ τὴν τιμή, μὲ τὴν ὁποία μᾶς τίμησε ὁ Θεός.


2. Κι ἂς μὴν ἁμαρτάνη κανεὶς μὲ τὴν πρόφαση καὶ τὴν ἀπατηλὴ ἐλπίδα πὼς ἔχει νὰ μετανοήση, πὼς πρὶν νὰ ἀποθάνη θὰ τρέξη νὰ ἐξομολογηθῆ καὶ νὰ ζητήση τὴ συγχώρεση τοῦ Θεοῦ, γιατί πολλὲς φορὲς δὲν τὸ ἐπιτυγχάνουν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι. Παρακαλῶ νὰ πιστέψετε σ’ αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς πῶ καὶ νὰ μὴ νομίστε πὼς τὸ λέω, γιὰ νὰ σᾶς φοβίσω. Ξέρω πολλοὺς ποὺ τὸ ἔπαθαν αὐτὸ· ἁμάρταναν μὲ τὴν ἀπαντοχὴ καὶ τὴν ἐλπίδα πὼς θὰ μετανοήσουν κι ἦρθε ἡ μέρα νὰ πεθάνουν κι ἔφυγαν ἀμετανόητοι. Γιατί ὁ Θεὸς γι’ αὐτὸ ἔδωκε τὴ μετάνοια, γιὰ νὰ συγχώρηση τὶς ἁμαρτίες κι ὄχι γιὰ νὰ τὶς αὔξηση. Ἂν ὅμως κανεὶς τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ τὴν χρησιμοποιεῖ σὰν εὐκαιρία γιὰ νὰ ἁμαρτάνη περισσότερο, τότε λοιπὸν ἡ μετάνοια γίνεται αἰτία γιὰ νὰ εἶναι κανεὶς ἀμελὴς καὶ ὀκνηρός.


3. Σᾶς παρακαλῶ προσέχετε. Κανένας ἂς μὴν εἶναι σὰν μισθωτός, κανένας ἂς μὴν εἶναι ἀφιλότιμος, κανένας ἂς μὴν κάνη τὸ καλὸ καὶ τὸ θαρεῖ βαρὺ καὶ κουραστικό, ἀλλ’ ἂς ἐργαστοῦμε τὴν ἀρετὴ μὲ προθυμία καὶ μὲ χαρά. Ἤ μήπως κι ἂν δὲν ὑπῆρχε μισθός, δὲν θὰ ’πρεπε λοιπὸν νὰ ὑπάρχη καλὸ καὶ ἀρετὴ στὸν κόσμο; Ἀλλ’ ὅμως, ἔστω καὶ μὲ μισθὸ καὶ μὲ πληρωμή, ἂς γίνωμε καλοὶ καὶ ἐνάρετοι. Γιατί πῶς αὐτὸ δὲν εἶναι ντροπὴ καὶ καταδίκη; Ἂν δὲν μὲ πλήρωσης, λέει, δὲν γίνομαι καλὸς ἄνθρωπος, φεύγω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

Λοιπὸν τολμῶ νὰ πῶ κάτι· ποτὲ δὲν θὰ εἶσαι καλὸς ἄνθρωπος, κι ὅταν ἀκόμα εἶσαι τάχα ἐνάρετος, ὅταν τὸ κάνης αὐτό, ἐπειδὴ θὰ λάβης μισθό. Γιατί ποτὲ δὲν θὰ ἐκτίμησης τὴν ἀρετή, ἂν δὲν τὴν ἀγαπᾶς. Ὁ Θεὸς ὅμως, γιὰ τὴν πολλὴ ἀδυναμία μας, θέλησε ὥστε ἡ ἀρετὴ νὰ γίνη ἐπιτέλους καὶ μισθὸς καὶ πληρωμή. Ἐμεῖς ὅμως οὔτε καὶ ἔτσι εἴμαστε ἐνάρετοι.


4. Ἂς ἐξετάσουμε τώρα τί εἶναι βαρὺ καὶ κουραστικὸ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μᾶς λέει ὁ Θεός. Νὰ ἔχης, λέει, τὴ γυναίκα σου καὶ νὰ σωφρονῆς, νὰ τὴ σέβεσαι καὶ νὰ τὴν τιμᾶς. Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι βαρύ; Κι ὅμως πολλοὶ δὲν ἔχουν γυναίκα καὶ εἶναι σώφρονες καὶ ἐγκρατεῖς· κι ὄχι μόνο χριστιανοί, ἀλλὰ καὶ εἰδωλολάτρες. Σ’ ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ ὁ εἰδωλολάτρης εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ κενοδοξία, ἐσὺ δὲν κάνεις τὸ ἴδιο οὔτε γιὰ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ.

-Νὰ δίνης, λέει, στοὺς φτωχοὺς ἀπὸ τὰ ἀγαθά σου. Κι αὐτὸ λοιπὸν εἶναι βαρύ; Ἀλλὰ κι ἐδῶ μᾶς κατηγοροῦν οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ δίνουν ὁλόκληρες περιουσίες ἀπὸ κενοδοξία καὶ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὸν προσωπικό τους ἐγωισμό.

-Ἄλλη ἐντολὴ λέει· νὰ μὴν αἰσχρολογῆς, γιατί μέσα στὴν αἰσχρολογία εἶναι βέβαια καὶ ἡ βλασφημία. Εἶναι τάχα καὶ τοῦτο δύσκολο; Κι ἂν δὲν δινότανε ἐντολή, πάλι θὰ 'πρεπε νὰ τὸ ἀποφεύγωμε σὰν τίμιοι ἄνθρωποι. Ὅτι δὲ τὸ ἀντίθετο εἶναι δύσκολο, δηλαδὴ ἡ αἰσχρολογία καὶ ἡ βλασφημία, τὸ βλέπομε στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ καθένας ντρέπεται καὶ κοκκινίζει, ὅταν τοῦ ξεφύγη κάποιος αἰσχρὸς καὶ βλάσφημος λόγος, ἐκτὸς κι ἂν εἶναι μεθυσμένος.


5. Νὰ μὴν πίνης καὶ νὰ μὴ μεθᾶς, λέει ἄλλη ἐντολή, καὶ πολὺ σωστὰ τὸ λέει. Γιατί ἀπὸ μόνη της ἡ μέθη εἶναι κόλαση καὶ τιμωρία τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶπε νὰ στερῆς καὶ νὰ βασανίζης τὸ σῶμα, ἀλλὰ νὰ μὴ μεθᾶς. Δηλαδὴ νὰ μὴν ἐξευτελίζης καὶ ντροπιάζης τόσο τὸν ἑαυτό σου, ποὺ νὰ τοῦ ἀφαιρῆς κάθε ψυχικὸ καὶ λογικὸ γνώρισμα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ μήπως δὲν πρέπει νὰ προνοοῦμε καὶ νὰ ἐνδιαφερώμαστε γιὰ τὸ σῶμα; Μὴ γένοιτο! Δὲν λέω αὐτό, ἀλλὰ νὰ μὴν προνοῆς γιὰ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες του καὶ νὰ μὴν τὸ ἀνάβης. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ λέει ὁ ἅγιος Παῦλος· «τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (4).

Ἄλλη ἐντολὴ λέει· νὰ μὴν ἁρπάζης, νὰ μὴν κλέβεις, νὰ μὴν εἶσαι πλεονέκτης: νὰ μὴν ὁρκίζεσαι ψέματα στὰ δικαστήρια καὶ νὰ μὴν παραβαίνης τοὺς ὅρκους καὶ τὶς ὑποσχέσεις σου. Ποιὸν κόπο καὶ ποιὸν ἱδρώτα χρειάζονται αὐτά;

-Ἄλλη ἐντολὴ λέει- νὰ μὴν κατηγορῆς καὶ νὰ μὴ συκοφαντῆς. Ποιὸν κόπο ἔχει καὶ τοῦτο; Τὸ ἀντίθετο μάλιστα εἶναι κουραστικό. Γιατί μόλις κατηγορήσης κάποιον, ἀμέσως σὲ πιάνει ἀνησυχία καὶ ὑπόνοια· μήπως ὅ,τι εἶπες τὸ μάθη καὶ τὸ ἀκούση ἐκεῖνος ποὺ τὸν κατηγόρησες, ἐκεῖνος ποὺ συκοφάντησες.


6. Τίποτα λοιπὸν δύσκολο καὶ βαρὺ δὲν μᾶς ἐντέλλεται ὁ Θεός, ἂν βέβαια θέλωμε· ἀλλιῶς καὶ δὲν θέλομε, τότε καὶ τὰ εὐκολώτερα μᾶς φαίνονται βαριὰ καὶ κουραστικά... γιατί ἀπὸ τὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου κι ἀπὸ τὴ θεία χάρη ἐξαρτῶνται τὰ πάντα. Ἂς θελήσουμε λοιπὸν τὰ καλὰ σὲ τοῦτο τὸ βίο, γιὰ νὰ ἐπιτύχωμε καὶ τὰ αἰώνια ἀγαθά, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ» (5).



Ἀγαπητητοί μου ἀδελφοί,

στ. Σήμερα, ποὺ ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου καὶ διαβάζεται στὴ θεία Λειτουργία ὁ Ἀπόστολος ποὺ ἀκούσαμε, ἔκρινα πὼς ἦταν καλὸ νὰ ἀκούσωμε τὸ μεγάλο ἱεράρχη καὶ τὸν οἰκουμενικὸ διδάσκαλο νὰ μᾶς διδάσκη μὲ μία ὁμιλία του στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Εἴπαμε στὴν ἀρχὴ πὼς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι ὁ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ πάντα καὶ σήμερα ὁμιλεῖ στὶς γενεὲς τῶν πιστῶν περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο διδάσκαλο· εἶναι πάντα σύγχρονος καὶ ἐπίκαιρος σὲ κάθε ἐποχή, ἐπειδὴ βέβαια καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ κακίες τους εἶναι πάντα οἱ ἴδιες. Ἐμεῖς ἂς δοξάσουμε τὸ Θεό, ποὺ πάντα δίνει στὴν Ἐκκλησία ποιμένες καὶ διδασκάλους, γιὰ νὰ μᾶς διδάσκουν καὶ νὰ μᾶς ὁδηγοῦν μὲ τὰ σοφὰ τους λόγια καὶ μὲ τὸν ἅγιο βίο τους. Καὶ γι’ αὐτὴ τὴν πολύτιμη δωρεὰ μαζὶ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες, ἀνήκει στὸ Θεὸ κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀθήνα 19 Ἰαν. 1980

†Ο Σερβίων καὶ Κοζάνης Διονύσιος


* Ἐλέχθη στὸν [Μητροπολιτικὸν] ἱ. Ν. ἁγίου Νικολάου [Κοζάνης] στὶς 27 Ἰανουαρίου 1980.




Ὑποσημειώσεις

1. MPG 50,675.
2. MPG 35,929.
3. Ἑβρ. 7,26 - 8,3.
4. Ρωμ. 13,14.
5. MPG 63,107-110.





 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...