Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 01, 2018

Γιορτὴ Ὑπαπαντῆς, Ἡ ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου






Ἀγαπητοὶ Ἐνορίτες.

Δεύτερος πλέον μήνας τῆς καινούργιας χρονιᾶς! Καὶ ξεκίνησε μὲ τὴν Γιορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ στὶς 2 Φεβρουαρίου. Εἶναι πολὺ μεγάλη Γιορτή. Ὑποδέχεται τὸν Χριστὸ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ σ' ὅλο του τὸν βίο ἔχει αὐτὴν τὴν προσδοκία περιεχόμενο ζωῆς. Ἐκεῖνος Τὸν περίμενε καὶ Τὸν δέχτηκε. Ἄραγε ἐμεῖς Τὸν περιμένουμε; Εἶναι ἡ ζωὴ μας ἀναμονὴ τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ; Ὁ Συμεὼν περίμενε τὸν Χριστὸ περιεχόμενο καὶ ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς του. Ἐμεῖς ἀτυχῶς ἀλλοῦ ἑστιάζομε τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς μας. Ἄλλα ἀποτελοῦν τὶς προτεραιότητές μας.

Πῶς ὑποδέχεται, "ὑπαντᾶ" ἄραγε κάποιος τὸν Χριστό; Τί προϋποθέσεις χρειάζονται γιὰ νὰ Τὸν συναντήσει; Τί περιμένει ἀπ' Αὐτόν;

Πρῶτα ἀπ' ὅλα ἡ ζωή μας σήμερα μπερδεύτηκε καὶ δὲν περιμένει τὸν Χριστό. Ἄλλα πράγματα περιμένει. Σύγχυσις κυριαρχεῖ στὰ κριτήριά μας. Στὶς ἐπιδιώξεις μας. Στὶς ἐπιθυμίες μας. Ὁ Χριστὸς ἔγινε ὑπόθεση εἰδικοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ ἡλικιωμένους καὶ ἀφελεῖς.

Ἐμεῖς ξύπνιοι καὶ προσγειωμένοι, ὅπως θέλουμε νὰ πιστεύουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, δὲν ἔχουμε διαθέσιμο χρόνο γιὰ τέτοιες ἀσχολίες. Ἂν δὲν κυνηγᾶμε χρηματικὲς ἐπεκτάσεις, ψάχνουμε ἀπολαύσεις πάσης φύσεως. Ἂν δὲν τρέχουμε στὸν ξέφρενο ρυθμό μας, ἐπιδιώκουμε διακοπές. Ἂν δὲν εἴμαστε ἀπασχολημένοι μὲ τὰ τόσα ποὺ τριβελίζουν τὸ κεφάλι μας, διαβάζουμε τὶς "πάνσοφες" ἐφημερίδες μας ποὺ ἀπαντοῦν σ' ὅλα τὰ θέματα. Σπουδαῖα καὶ ἀστεῖα. Σοβαρὰ καὶ γελοῖα. Ἐνδιαφέροντα καὶ ἀδιάφορα. Καὶ οἱ ὁποῖες, τὸ σπουδαιότερο, μᾶς διαφωτίζουν καὶ γιὰ τὶς "ἔρευνες" ποὺ ἔχουν γίνει καὶ "ἀπέδειξαν" τὴν ἀνυπαρξία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἔτσι καὶ μεῖς πληροφορημένοι "ἔγκυρα" γινόμαστε ἐνημερωμένοι, καὶ "γνωρίζοντες". Πλέον τί σχέση νὰ ἐπιδιώξουμε; Πῶς νὰ γιορτάσουμε; Τὸ σπουδαιότερο, ποιὸν νὰ γιορτάσουμε;

Ἀδελφοί μου, ἂς μείνουμε λιγάκι μόνοι μὲ τὸν ἑαυτό μας. Ἂς ἀφουγκραστοῦμε τὴν συνείδηση καὶ τὴν καρδιά μας. Ἂς σκεφτοῦμε: Ἄραγε μὲ μία τέτοια πορεία ἔγινε ἡ ζωή μου καλύτερη; Ἀπόκτησε περιεχόμενο; Χαρά, γαλήνη, ἠρεμία; Ἔδιωξα τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ζωή μου καὶ λοιπὸν ὀμόρφηνε ἡ ζωή μου; Μήπως ἐρήμωσε; Μήπως γέμισε κακίες; Μήπως οἱ σχέσεις μου γίναν προβληματικές; Μήπως ἡ ψυχή μου εἶναι ἀνάστατη;

Ἡ Γιορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς φέρνει στὴν ἐπιφάνεια ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρωτηματικά. Χρειάζονται ἀπάντηση! Μὲ εἰλικρίνεια. Καὶ μὲ δυναμισμό. Οἱ διαπιστώσεις μποροῦν νὰ εἶναι διάγνωση ἀλλὰ δὲν εἶναι θεραπεία. Ἡ θεραπεία θέλει ἀπόφαση καὶ κόπο.

Ἔστω καὶ ἂν μᾶς εἶναι ξένη ἡ Γιορτή, ἂς τὴν πάρουμε ἀφορμὴ νὰ μὴν συνεχίσει νὰ μᾶς εἶναι ξένος ὁ Χριστός.

Ὑποδοχὴ τοῦ Χριστοῦ σημαίνει: Εἰλικρίνεια ἀναζήτησης. Μεθοδικὴ ἀναζήτηση. (Δὲν πάει κανεὶς στὸ βουνὸ γιὰ ... ψάρια!) Ὕπαρξη βοηθοῦ σ' αὐτὴν τὴν πορεία. (Πνευματικός). Συνέπεια στὴν "θεραπευτικὴ ἀγωγὴ" ποὺ θὰ μᾶς δώσει.

Ὅταν αὐτὰ γίνουν, τότε ἡ καρδιά μας θὰ ἀρχίσει νὰ φωτίζεται ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τότε ὅλα θὰ γίνουν Φῶς Χριστοῦ. Τότε ἡ προσδοκία τῆς Ὑπαπαντῆς Του θὰ γίνη χαρὰ τῆς ζωῆς μας. Τότε τὸ πρόσωπό Του θὰ γίνη τὸ πιὸ ἀγαπημένο μας πρόσωπο. Τότε κάθε θυσία γιὰ Αὐτὸν ποὺ ἀγαπᾶμε δὲν θὰ εἶναι κόπος ἀλλὰ χαρά. Τότε ἡ Εὐχαριστία τῆς Κυριακῆς δὲν θὰ εἶναι καθῆκον ἀλλὰ αὐτονόητη ἐκδήλωση ζωῆς.

Ἂς σκύψουμε πάνω σὲ ὅλα αὐτά. Ἀφορμὲς εἶναι γιὰ προβληματισμό. Ἂς τὰ ἐπεκτείνουμε καὶ σὲ περισσότερο βάθος καὶ ἔκταση.

Ὁ Χριστός, ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος εἶναι τὰ μόνα θέματα ποὺ χρειάζονται ἀπάντηση, ἔλεγε ἕνας ὄντως σοφὸς ἄνθρωπος τοῦ περασμένου (...εἰκοστοῦ ) αἰώνα.

Μὲ εὐχὲς γιὰ "ὑπάντηση" τοῦ Χριστοῦ ἀπ' ὅλους μας
 
Ὁ Ἐφημέριος π. Θεοδόσιος

Τρίτη, Ιανουαρίου 03, 2017

Σήμερα τὰ Φῶτα καὶ ὁ φωτισμός… π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος

Ἀγαπητοὶ ἐνορίτες
Ἀκόμα βρισκόμαστε στὸν ἀπόηχο τῆς γιορτῆς τῶν Θεοφανείων καὶ νομίζω εἶναι χρήσιμο νὰ σκεφτοῦμε κάποια θέματα-ἀπορίες σχετικὰ μ’ αὐτὴν τὴν μεγάλη Γιορτή, ποὺ ἀτυχῶς πλέον ἔχει καταλήξει στὴν συνείδηση τῶν χριστιανῶν μας, μιὰ… κατάδυση τοῦ Σταυροῦ στὴν θάλασσα!!
Οἱ φολκλὸρ συνήθειες ἔχουν «σκεπάσει» τὸ θεμελιῶδες καὶ οὐσιαστικὸ νόημα τῆς Γιορτῆς μὲ ἤθη καὶ ἔθιμα ποὺ ἴσως κάποτε νὰ ἀντιπροσώπευαν πραγματικότητες καὶ νὰ ἐξέφραζαν τοὺς παλαιότερους χριστιανούς, ὅμως δὲν ἔχουν νὰ ποῦν τίποτε στοὺς χριστιανοὺς τοῦ σήμερα ποὺ τὰ βλέπουν σὰν εὐσεβῆ «ἐπετειακὰ» ἐκδηλώματα.
Μὲ ἀφορμὴ τὴν Γιορτὴ οἱ ἀπορίες πού γεννιοῦνται στοὺς χριστιανοὺς εἶναι τοῦ τύπου:
– Πίνουμε σήμερα ἀπὸ αὐτὸν τὸν Ἁγιασμό;
– Ὅ,τι μᾶς περισέψει τί τὸ κάνουμε;
– Θὰ πιῶ πρῶτα ἁγιασμὸ καὶ μετὰ θὰ φάω τὸ ἀντίδωρο;
– Μπορῶ νὰ ραντίσω τὸ σπίτι μου;
* * *
Οἱ συνήθειες «γεννιοῦνται» ἀπὸ τὶς τοποθετήσεις! Τὰ ἔθιμα προκύπτουν ἀπὸ τὴν πράξη τῆς καθημερινότητας. Τὰ ἤθη διαμορφώνονται ἀπὸ τὰ πιστεύω τοῦ καθενός! Ἀλλοίμονο ὅμως, ὅταν οἱ συμβολισμοὶ καὶ οἱ συνήθειες δὲν λειτουργοῦν ὡς «γέφυρες» γιὰ νὰ περάσουμε στὸ περιεχόμενο τῆς γιορτῆς! Ὅταν μένουν… παραδόσεις (μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἐπαναληπτικῆς «φωτοτυπίας») καὶ ὄχι δυναμισμὸς διαμόρφωσης τρόπου ζωῆς. Τότε τὰ πράγματα εἶναι πεθαμένα!
Ἂς δοῦμε ὅμως τὴν Γιορτή.
Θεοφάνεια εἶναι ἡ Γιορτὴ-ὑπόδειγμα τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς. Ἐκεῖνος (ὁ Χριστὸς) δὲν τὸ χρειαζόταν. Βαπτίσθηκε δείχνοντας «τρόπο» καὶ «δρόμο». Θέλει νὰ μᾶς πεῖ: Βαπτίζομαι σημαίνει «πεθαίνω» γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς χωρὶς Θεὸ καὶ ὑπόσχομαι νὰ ζήσω κατὰ τὸν τρόπο ζωῆς ποὺ ὑποδεικνύουν οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ.
Ποιὸς σημερινὸς χριστιανὸς ξέρει ποιὲς εἶναι οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Βαπτίσματος; Πόσο συνειδητοποιεῖ ὅτι ἀποφάσισε νὰ ζήσει μὲ ἕνα τρόπο ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν σημερινὴ κοινωνία εἶναι… ἀστεῖος, ἀνεδαφικὸς καὶ ὄχι ὠφέλιμος; Γιατί ἂς μὴ κρυβόμαστε, ὁ σημερινὸς κόσμος δὲν θεωρεῖ τὴν ἀπάτη, ζημιά του· τὴν κλοπή, χασούρα· τὴν ἀνεντιμότητα, ἀναπηρία· τὴν ἀλητεία, φθορά· τὸν ὠχαδερφισμό, καταστροφή· τὴν ἀπιστία, θάνατο!
Αὐτὰ εἶναι οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Βαπτίσματος!
Ὑποσχόμαστε νὰ ἐμπιστευόμαστε τὴν ζωή μας (νὰ πιστεύουμε) στὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζοῦμε κατὰ τὶς ὑποδείξεις Του.
Καὶ μεῖς;
Ἐμεῖς «κρατᾶμε γυμνὰ ὀνόματα». Βαπτιζόμαστε οὐσιαστικὰ γιὰ νὰ πολιτογραφηθοῦμε… Ἕλληνες καὶ ὄχι χριστιανοί. Βαπτιζόμαστε γιὰ νὰ μᾶς δοθεῖ… ὄνομα καὶ ὄχι ἡ ἐλπίδα τῆς μόνιμης ζωῆς κοντὰ στὸν Χριστό. Βαπτιζόμαστε ἀπὸ συνήθεια καὶ ὄχι γιὰ νὰ γίνουμε μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀγωνιοῦντες καὶ ἀγωνιζόμενοι γιὰ τὴν σωτηρία μας. Βαπτιζόμαστε γιὰ λόγους ταυτότητας καὶ ὄχι ποιότητας, ἀφοῦ μὲ τὴν ζωή μας καθόλου δὲν διαφέρουμε ἀπὸ ἕνα ἄθεο.
Ὅμως, ὅπως λέει ἕνας μεγάλος σοφός: «Ὅποιος ἔμαθε νὰ πεθαίνει – Ξέμαθε νὰ εἶναι δοῦλος»
Αὐτὸ μᾶς ζητάει ὁ Χριστός. Νὰ μάθουμε νὰ πεθαίνουμε ὥστε νά… ξεμάθουμε νὰ εἴμαστε δοῦλοι. Εἶναι ἀπόφαση καὶ δυναμισμὸς τὸ νὰ «πεθαίνεις» γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω (τὴν ἀπάτη, τὴν κλοπή, τὴν ἀνεντιμότητα, τὴν ἀλητεία, τὸν ὠχαδερφισμό, τὴν ἀπιστία) καὶ νὰ ζήσεις ἐλεύθερος καὶ ὄχι δοῦλος. Εἶναι μάθημα ποὺ θέλει χρόνο (χρόνους) γιὰ νά… μαθευτεῖ! Αὐτὸ τὸ ξέρει ἡ Ἐκκλησία καὶ γι’ αὐτό μᾶς τὸ θυμίζει κάθε χρόνο μὲ τὴν Γιορτὴ τῶν Θεοφανείων.
Ἡ Γιορτὴ λοιπὸν εἶναι ὑπενθύμιση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Βαπτίσματος. Πόσες τηρήσαμε καὶ πόσες ὄχι. Γιὰ πόσα… πεθάναμε καὶ πόσα… ζοῦν καὶ βασιλεύουν στὶς καρδιές μας! Καὶ ἐπειδὴ τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος δὲν ἐπαναλαμβάνεται, ὁ Ἁγιασμὸς (ποὺ εἶναι τὰ νερὰ τοῦ Βαπτίσματος) ἔρχεται νὰ μᾶς θυμίσει τὶς «ἀπωθημένες» ὑποσχέσεις μας καὶ νὰ μᾶς ξυπνήσει στὸ νὰ γίνουμε ἐλεύθεροι… πεθαίνοντας γιὰ τὴν ἁμαρτία ποὺ μᾶς τυραννάει.
Αὐτὰ εἶναι ὑποθέσεις ποὺ δὲν ἀφοροῦν τὸν Χριστό, οὔτε τοῦ κάνουμε… χάρη, γινόμενοι χριστιανοί. Εἶναι ὑποθέσεις ποὺ ἀφοροῦν ἐμᾶς καὶ φανερώνουν τὴν συνειδητοποίηση ἐκ μέρους μας τῆς σχέσεως μαζί Του, ὡς… ἐλευθερίας μας.
«Ὅποιος ἔμαθε νὰ πεθαίνει – Ξέμαθε νὰ εἶναι δοῦλος»
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν τρόπο τῆς δίκης Του βιοτῆς (Βάπτισμα-Σταύρωση) προσπαθεῖ νὰ μᾶς μάθει νά… πεθαίνουμε γιὰ ὅ,τι νοσηρὸ καὶ ἄχρηστο καὶ νὰ ἀποχτήσουμε τὴν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.
ΤΟΤΕ δὲν θὰ φοβόμαστε νά… νηστέψουμε μία μέρα (κάνοντας θυσιαστικὴ προσφορὰ εἰλικρίνειας) τὴν Παραμονὴ τῶν Θεοφανείων, γιὰ νὰ πιοῦμε Μεγάλο Ἁγιασμό, οὔτε θὰ μπερδεύουμε τὶς εὐλογίες (Μ. Ἁγιασμὸς) μὲ τὶς εὐσεβεῖς συνήθειες (ἀντίδωρο) καὶ φυσικὰ θὰ καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ κακὸ εἶναι ἠθικὸ καὶ ὄχι τεχνικὸ καὶ ξεκινάει ἀπὸ μέσα μας (ἀπὸ τὴν καρδιά μας) καὶ ἐκεῖ πρέπει πρῶτα νὰ τὸ πολεμήσουμε, (καὶ μὲ τὸν Μ. Ἁγιασμό), καὶ κατόπιν στὰ ντουβάρια τοῦ σπιτιοῦ μας.
Ἂς πάρουμε στὰ σοβαρὰ τὴν ζωή μας καὶ ἂς προσπαθήσουμε νά… ξεμάθουμε νὰ εἴμαστε δοῦλοι· ὁ Χριστὸς θὰ μᾶς βοηθήσει καὶ μὲ τὸ Βάπτισμά Του καὶ μὲ τὴν Σταύρωσή Του.
Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς γιὰ ἕνα καλύτερο νέο χρόνο
ὁ ἐφημέριός σας
π. Θεοδόσιος

Δευτέρα, Μαΐου 09, 2016

Ο ΑΡΧΙΜ. ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΜΑΡΤΖΟΥΧΟΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΙΣ "ΚΑΤΑΡΕΣ" ΤΟΥ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ



Με αφορμή τις "κατάρες" του Μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβροσίου, το βράδυ της Μ. Παρασκευής, ο αρχιμ. Θεοδόσιος Μαρτζούχος, ανήρτησε στο ιστολόγιο που επιμελείται Enoriako.info, ένα σημαντικό κείμενο με τίτλο:
Το παραθέτουμε στη συνέχεια ολόκληρο. 
το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Απριλίου 08, 2016

Μετάνοια καὶ μετάνοιωμα

Κάποιος κλέβει δύο κότες ἀπὸ τὸ κοτέτσι τοῦ παπᾶ καὶ μετὰ ἀπὸ καιρὸ ἀποφασίζει νὰ τὸ ἐξομολογηθεῖ!

- Πάτερ μου ἔκλεψα δύο κότες!

- Νὰ τὶς ἐπιστρέψεις, λέει ὁ παπάς.

- Πάτερ μου, τὶς θέλετε ἐσεῖς;

- Ἐγώ, τοῦ λέει ὁ παπάς. Ὄχι. Νὰ τὶς δώσεις σὲ κεῖνον ποὺ τὶς πῆρες.

- Ἐκεῖνος δὲν τὶς θέλει.

- Ἔ! Τότε κράτα τες.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἡ διάθεσή μας εἶναι ἴδια. Νὰ ὑπεκφύγουμε! Γι’ αὐτὸ ἔκανα τὴν σκέψη, καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν περίοδο ποὺ διανύουμε, νὰ ποῦμε λίγες διασαφήσεις γι’ αὐτὸ τὸ πελώριο θέμα καὶ τὶς τόσες συγχύσεις ποὺ συνήθως ἔχει. Φανταζόμαστε ὅτι μὲ τὸ νὰ πάω νὰ ἐξομολογηθῶ πάω σ’ ἕνα δικαστήριο… Πολλοὶ ἄνθρωποι λένε κιόλας, ὅταν ἔρθουν νὰ ἐξομολογηθοῦν, «πὼς θὰ μὲ δικάσεις τώρα παπούλη». Φανταζόμενοι ὅτι βρίσκονται μπροστὰ σ’ ἕνα, ἔστω τοῦ Θεοῦ, δικαστὴ φυσικὰ ἀγωνιοῦν καὶ φοβοῦνται ὅπως ὅλοι μας στὸ δικαστήριο. Ἐνῶ, ἂν θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἕνα δικαστήριο, εἶναι τὸ μόνο δικαστήριο ποὺ βγάζει μόνο ἀθώους. Γιατί στὴν ἐξομολόγηση πηγαίνει κάποιος γιὰ νὰ ἀθωωθεῖ. Δὲν πάει γιὰ νὰ καταδικαστεῖ. Ἀκριβῶς γιὰ νὰ προλάβει τὴν καταδίκη πάει. Πάει νὰ ἀθωωθεῖ πρὶν καταδικαστεῖ. Ὁπότε ἀντιλαμβάνεται κανεὶς πόσο στραβὸ εἶναι, σὲ μιὰ τέτοια κίνηση γνησιότητας, νὰ μπερδεύει τὰ πράγματα εἴτε συνειδητὰ εἴτε ἀσυνειδήτως.

Πρὶν ποὺ ἀκούσαμε τὸ μικρὸ αὐτὸ ἀστεῖο ἢ ἀνέκδοτο, μᾶς φάνηκε πάρα πολὺ γελοῖο, νὰ λέει ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔκλεψε τὶς κότες ἀπ’ τὸν ἴδιο τὶς θέλεις, νὰ ἀκούει τὸ ὄχι, καὶ νὰ γίνεται ἕνας κύκλος τυπικὰ ἐντάξει καὶ οὐσιαστικὰ διαστροφικός.

Ἀκριβῶς ὅμως, ἐδῶ μπαίνουν μερικὰ θέματα, ποὺ χρειάζονται ἐπεξηγήσεις. Τί σημαίνει μετάνοια. Τί εἶναι μετάνοια. Ἕνα θέμα γεμάτο παρανοήσεις. Καὶ ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ μακρύτερα.

Ἀκούγοντας τὴν λέξη τί λέμε ἀμέσως; Ὅτι αὐτὸ εἶναι μιὰ ἐκκλησιαστικὴ λέξη, μιὰ θρησκευτικὴ λέξη, εἶναι ἔκφραση τῆς θρησκευτικῆς γλώσσας. Πόσες γλῶσσες ὅμως ὑπάρχουν; Ἡ θρησκευτικότητά μας εἶναι μέσα στὴ ζωὴ ἢ ἔξω ἀπὸ τὴν ζωή; Μήπως εἶναι ξένη ἀπὸ τὴν ζωὴ τελικά; Πάρα πολλὲς φορὲς κάνουμε τὸ ἑξῆς μπέρδεμα: Φανταζόμαστε τὴν σχέση μας μὲ τὴν ἐκκλησία ἕνα κομμάτι τῆς ζωῆς μας ποὺ εἶναι κάπου σὲ μιὰ ἄκρη• σὲ μιὰ ἀφορμὴ ἐπετειακὴ (Χριστούγεννα-Πάσχα)• σ’ ἕνα γεγονὸς ποὺ δὲν μᾶς ἀφορᾶ ὁλόκληρους, ἀλλὰ μᾶς ἀφορᾶ, μονάχα κατὰ τὴν σκέψη ἢ σὲ κάποια ἄκρη τοῦ μυαλοῦ μας ἂν θέλετε. Καὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, αὐτοὶ ποὺ περπατᾶνε στὸ τώρα (καὶ μεῖς στὸ τώρα περπατᾶμε, ἀλλὰ καμμιὰ φορὰ βρισκόμαστε στὸν κόσμο μας) φαντάζονται ὅτι τέτοιου εἴδους θέματα εἶναι δραστηριότητες ποὺ δὲν τοὺς ἀφοροῦν. Ἴσως ἐμεῖς φταῖμε γιὰ τὴν τοποθέτηση καὶ ἐκείνων. Ἐμεῖς ζοῦμε στραβὰ μέσα μας τὴν ὑπόθεση, τὴν ἐκλαμβάνουν καὶ κεῖνοι, ἀκόμα πιὸ στραβά. Καὶ βλέποντάς μας λένε: αὐτὰ ἐμένα δὲν μὲ νοιάζουν• δὲν ἔχω καμμία διάθεση νὰ σκάψω μέσα σὲ σκουπίδια. Γιατί φαντάζονται τὴν μετάνοια ἢ τὴν ἐξομολόγηση μιὰ ἐνασχόληση μὲ πράγματα ποὺ εἶναι σάπια, βρώμικα, λανθασμένα. Καταντοῦν λοιπὸν αὐτὰ τὰ θέματα ξύλινη γλώσσα. Ἔχει περάσει μιὰ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ξύλινη, ἡ ὁποία λέει «πνευματικὴ ζωή», «ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος», «τί κάνεις μὲ τὴν πνευματική σου ζωή». Πόσες ζωὲς ἔχει ὁ ἄνθρωπος; Μία ἔχει, δὲν ἔχει δύο. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι δύο ἄνθρωποι ὁ καθένας μας, ἕνας καθημερινὸς κι ἕνας κυριακάτικος• ἕνας ἐπίσημος κι ἕνας ἀνεπίσημος• ἕνας ποὺ φαίνεται κι ἕνας ποὺ κρύβεται• ἕνας ποὺ θέλει νὰ παρουσιάζεται κι ἕνας ποὺ λειτουργεῖ πίσω ἀπὸ τὸ παραβάν. Καὶ ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ μπερδέματα ξεκινᾶνε γιατί ὅπως εἶπα καὶ πρὶν ἡ θρησκευτική μας ζωὴ δὲν εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.

Προσέξτε ἐδῶ ὑπάρχει μία λεπτομέρεια ποὺ χρειάζεται ἐπεξήγηση.

Προσδιορίζοντας «θρησκευτικὴ ζωή», παθαίνουμε κρυάδα στὴ προοπτικὴ αὐτὸ ποὺ ξέρουμε ὡς θρησκευτικὴ ζωή, νὰ γίνει ὁλόκληρή μας ἡ ζωή. Γιατί φανταζόμαστε: πῆγα στὴν ἐκκλησία; Κρατάω καὶ μερικὰ πράγματα χοντρικῶς; Καλὰ εἶμαι. Ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ ἐτοῦτο ἢ τ’ ἄλλο. Ὅμως ἡ διδασκαλία τῆς ἐκκλησίας καὶ ἡ ὑγεία τῶν πραγμάτων λέει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἐκκλησία. Καὶ ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ἅμα αὐτὸ δὲν τὸ ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ μπερδευτοῦμε.

Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ ἑξῆς μπέρδεμα: Τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία τὰ φανταζόμαστε ἰδέες καὶ πνευματικὰ θέματα. Ἐνῶ τὴν ζωὴ μας μία καθημερινότητα, ποὺ κυλάει στὸν δικό της τὸν ρυθμὸ καὶ μᾶς κλέβει καὶ μᾶς μπερδεύει ἂν θέλετε. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ φτιάξει πνευματικὴ ζωὴ στοὺς ἀνθρώπους! Σκεφτεῖτε τὸ ἁπλούστατο: πόσες φορὲς χρησιμοποιοῦμε τὴν ἔκφραση «αὐτοὶ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι» γιὰ ἀνθρώπους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ γράμματα. Ἔτσι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο λέμε, καὶ «πνευματικὴ ζωὴ» γιὰ τὴν ἐνασχόληση θὰ λέγαμε μὲ τὰ θεολογικὰ γράμματα, ἐνῶ δὲν εἶναι αὐτὸ πνευματικὴ ζωή. Γιατί δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωή. Ὑπάρχει ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ διαφοροποίηση ταξινομεῖται οὐσιαστικὰ ὄχι διανοητικὰ μόνον.

Ἐκκλησία εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς ὅμως Ἐκκλησία θεωροῦμε τὸν Πατριάρχη, τὸν Ἀρχιεπίσκοπο, τὸν Δεσπότη, τὸν κάθε παπά. Καὶ συγχρόνως θεωροῦμε ἀπ’ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν δυνατότητα νὰ κρίνει τοὺς πάντας. Εἶναι ἄλλωστε πιὸ εὔκολο αὐτό. Μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ δὲν θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία! Αὐτὸ εἶναι τὸ θεμελιακὸ λάθος. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ξεκινᾶνε ὅλα.

Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι: Ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα στὸ ὁποῖο κεφαλὴ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι εἶναι μέλη• καὶ πρόβατα τῆς ἴδιας ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: ἡ διάκριση ποιμένες καὶ πρόβατα εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιὰ τὸν Θεὸ «πάντες πρόβατα». Γιὰ τὸν Θεὸ ὅλοι πρόβατα εἶναι. Καὶ ὁ Πατριάρχης• καὶ τὸ παιδάκι ποὺ βαφτίστηκε σήμερα• καὶ ὁ ὁποιοσδήποτε παπποὺς καὶ γιαγιά• καὶ ὁ ὁποιοσδήποτε νέος ἢ γέρος• ὅλοι. Ἡ διάκριση ποιμένες-πρόβατα εἶναι μονάχα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ σῶμα αὐτό, λοιπόν, ἔχει κεφαλὴ τὸ Χριστὸ καὶ μέλη ὅλους ἐμᾶς τοὺς ὑπολοίπους.

Ἐμεῖς βαπτιστήκαμε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ δὲν καταλαβαίναμε τὰ πράγματα. Γίναμε μέλη τῆς Ἐκκλησίας… ἀσυνειδήτως. Ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ τὴ στιγμή, ἂς μὴ φοβόμαστε νὰ λέμε τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, περνάει τὴν σύγχυσή του νὰ μὴ ξέρει ποιοὶ εἶναι μέλη της. Γιατί; Βαπτίζοντας νήπια, δὲν ξέρει ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ τὴν πορεία τους. Ἀπὸ ποῦ ἄρχισε ὁ νηπιοβαπτισμός; Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλη ἡ κοινωνία ἔγινε χριστιανική. Ὅμως προσέξτε: ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων ἔγινε χριστιανική. Καὶ ὅταν ἔγινε ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων χριστιανική, μετὰ αὐτονοήτως καὶ τὰ παιδιὰ τους τὰ ἔκαναν χριστιανοὺς καὶ κείνους. Ὅμως τώρα, ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων εἶναι χριστιανική; Οἱ ἐνήλικες ξέρουν μὲ σαφήνεια ποιὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ποιὰ ἡ σχέση τους μὲ τὴν Ἐκκλησία; Μὴ κοροϊδευόμαστε. Βαφτίζουμε τὰ μωρὰ μὲ τὴν ἐλπίδα τοῦ γονιοῦ. Γιατί ὁ ἀνάδοχος ἔχει καταντήσει τυπικὴ διαδικασία ἀπὸ παλιά, ἀκόμα κι ἂν παλαιότερες γενεὲς σεβόντουσαν τὸν νονὸ (κι ἐγὼ θυμᾶμαι τὸν μακαρίτη τὸν πατέρα μου, νὰ μὲ βάζει παπὰ ὄντας, νὰ φιλάω τὸ χέρι τῆς νονᾶς μου). Δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία παλαιότερα πῶς περπατοῦσε; Ἐγὼ γινόμουνα χριστιανὸς κι ὁ γείτονάς μου ἔβλεπε ὅτι κάτι ἄλλαξε στὴν ζωή μου. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ τὸν ἐνδιέφερε κι αὐτόν, ἔλεγε: «Ρὲ παιδί μου κάτι τρέχει στὴν ζωή σου. Τί ἔγινε;». Κι ἔλεγα ἐγώ: «ἔγινα χριστιανός». Τότε καὶ αὐτὸς ἔλεγε: «θέλω νὰ γίνω κι ἐγὼ χριστιανός». Καὶ τί γινότανε; Τὸν ἔπαιρνα ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸν πήγαινα στὸν Δεσπότη καὶ τοῦ ἔλεγα: «ἀναδέχομαι τὴν εὐθύνη νὰ γίνει κι αὐτὸς μέλος τῆς Ἐκκλησίας». Ἐγγυόμουν, θὰ λέγαμε, ἐγὼ (ἀνάδοχος σημαίνει ἐγγυητὴς) νὰ γίνει κάποιος χριστιανός. Ἀναδεχόμουνα τὴν εὐθύνη τῆς δικῆς του πορείας. Καὶ κατ’ ἐπέκταση ὅτι ἐγὼ ἀναλάμβανα καὶ νὰ τὸν κατηχήσω ὥς ἕνα βαθμό. Πλὴν τοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔκανε ἐπισήμως κατήχηση. Φαντάζεστε; Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Κύριλλος ἔχει γράψει κατηχήσεις πελώριες. Λέει ἡ Ἱστορία ὅτι ὁ ναὸς τῆς Ἀναστάσεως ποὺ χωροῦσε 3000 ἀνθρώπους, γέμιζε κατηχουμένους ὅλο τὸν χρόνο μέχρι νὰ ρθεῖ ἡ ὥρα τῆς βαπτίσεως. Καὶ τὸ νὰ γίνει ἕνας μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ὑπόθεση ὅλης τῆς Ἐκκλησίας.

Τώρα εἶναι ἰδιωτικὴ ὑπόθεση. Ὅποτε ὁ γονιὸς ἀποφασίσει πάει καὶ βαφτίζει τὸ μωρό του καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀγνοεῖ. Καὶ γι’ αὐτὸ εἴπαμε πρὶν ὅτι ἡ Ἐκκλησία βιώνει τὴν τραγωδία νὰ μὴ ξέρει τὰ μέλη της καὶ τί πορεία εἶχαν ἀπὸ τὸ βάπτισμα καὶ μετά. Μπορεῖ ὁ πιτσιρίκος νὰ μεγαλώσει καὶ νὰ μὴ πιστεύει τίποτα. Οὔτε στὸν Χριστό, οὔτε στὸν διάβολο, ὅπως λέμε ἁπλά. Ἀλλὰ ἐμεῖς νὰ τὸν ἔχουμε γραμμένο στὰ χαρτιά μας ὅτι βαφτίστηκε καὶ ἄρα εἶναι χριστιανός. Καὶ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ ἀρχίζουν ὅλες οἱ συγχύσεις καὶ ὅλα τὰ μπερδέματα.

Βαπτίζομαι σήμαινε πεθαίνω γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς. Γι’ αὐτὸ εἴπαμε πιὸ πρίν. Δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωὴ καὶ μὴ πνευματικὴ ζωή. Ὑπάρχει ζωὴ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία.

Ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἀποφάσιζε νὰ γίνει χριστιανός, ἀποφάσιζε ὅτι θὰ ζεῖ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὸν τρόπο ποὺ λέει ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τὸν τρόπο τὸν ὁποῖο βιοῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ μέλη της. Αὐτὸ εἶναι ποὺ εἴπαμε πιὸ πρίν. Ἔβλεπαν τὴν ἀλλαγὴ κι ἤθελαν καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι νὰ ἀλλάξουν. Καὶ γινόνταν ἔτσι χριστιανοί. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τοὺς βάφτιζε μιὰ ἡμέρα ποὺ γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία. Ὅπως καὶ τοὺς πάντρευε μιὰ μέρα ποὺ γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία. Γι’ αὐτὸ τὰ δύο αὐτὰ μυστήρια, τὸ βάφτισμα καὶ ὁ γάμος ἀρχίζουν μὲ τὸ εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς. Ἔχει μείνει ἡ Χειροτονία μέσα στὴν Θεία Λειτουργία. Τὰ ἄλλα δύο μυστήρια, ὁ γάμος καὶ τὸ βάπτισμα, ἀποσπάστηκαν ἀπὸ τὴν Λειτουργία. Κακῶς! Κάκιστα! Ἡ Εὐχαριστία συναρμόζει τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μεταξύ τους.

Σήμερα τὸ νὰ εἶμαι ἢ νὰ μὴν εἶμαι χριστιανὸς εἶναι ὑπόθεση δική μου. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἀλλαγή, ἡ ἀλλοίωση, ἂν θέλετε, τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ ὁ καθένας τώρα ἀξιολογεῖ τὸν ἑαυτό του ὡς χριστιανό. Τὸ λέει μόνος του. Τὸ ἀποφασίζει μόνος του. Τὸ περιγράφει μόνος του. Δὲν διανοῆται, οὔτε καταλαβαίνει τί σημαίνει ἡ λέξη ἀφορισμὸς (ἀφορισμὸς σημαίνει: ἡ κατάσταση ἔχει ὅρια-σύνορα. Ἀφορισμὸς σημαίνει βγάζω κάποιον ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορα). Ἔχει βγεῖ αὐτὸς μόνος του καὶ ἡ Ἐκκλησία οὐσιαστικὰ κάνει διαπιστωτικὴ πράξη. Ὅπως κάνει ὁ γιατρὸς διαπιστωτικὴ πράξη γιὰ κάποιον ποὺ πέθανε. Δὲν πέθανε ὁ ἄνθρωπος ἐπειδὴ ἔγραψε ὁ γιατρὸς βεβαίωση θανάτου. Ἔχει πεθάνει ὁ ἄνθρωπος καὶ μετὰ γράφει ὁ γιατρὸς βεβαίωση θανάτου. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος βγεῖ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία τὸν ἀφορίζει ὅπως λέμε. Αὐτὰ ἐμᾶς ἔχουν καταντήσει νὰ μᾶς εἶναι ἄγνωστες λέξεις. Ἐνῶ εἶναι αὐτονόητα. Ἅπαξ καὶ δὲν εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν πιστεύει στὸν Χριστό, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι χριστιανός. Ἅμα δὲν πιστεύει τὸν Χριστὸ Θεὸ καὶ δὲν πιστεύει στὴν Ἀνάσταση, ἀπὸ ποῦ κι ὥς ποῦ εἶναι χριστιανός; Τὰ ὑπόλοιπα ὅλα δὲν εἶναι κουβεντολόι;

Βαφτίζομαι, λοιπόν, σημαίνει: πεθαίνω γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς. Τί σημαίνει αὐτὸ τὸ περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μὲ μιὰ πάρα πολὺ ὡραία εἰκόνα. Ἔλεγε, λοιπόν: Τί μου λὲς ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος ὅταν κλωτσᾶς σὰν γαΐδαρος; Ὅταν εἶσαι λαίμαργος σὰν ἀρκούδα; Ὅταν εἶσαι μνησίκακος σὰν καμήλα; Ὅταν ἁρπάζεις σὰν λύκος; Ὅταν δαγκώνεις σὰν σκορπιός; Ὅταν εἶσαι ὕπουλος σὰν ἀλεποῦ; Κι ὅταν ἔχεις δηλητήριο χειρότερο ἀπὸ τῆς ὀχιᾶς; Αὐτὰ εἶναι τὰ πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι πεθαίνανε γινόμενοι Χριστιανοί. Πέθαινε ἀπὸ τὸ νὰ δαγκώνει, νὰ κλωτσάει, νὰ εἶναι μνησίκακος, νὰ λαιμαργεῖ, νὰ ἁρπάζει, νὰ εἶναι ὕπουλος, νὰ ἔχει δηλητήριο μὲς τὴν ψυχή του. Ἢ τουλάχιστον αὐτὸ ἀποφάσιζε νὰ κάνει. Ὅταν λοιπὸν αὐτὸ τὸ ἀποφάσιζε, ἀπὸ κεῖ καὶ μετά, μετὰ ἀπὸ μιὰ δοκιμασία κι ἀφοῦ συνειδητοποιοῦσε τί πιστεύει, ἀπὸ τὴν διδασκαλία ποὺ γινόταν στὴν κατήχηση, ὁ ἄνθρωπος βαφτιζόταν. Δηλαδή, τὸν βουτοῦσαν μέσα στὰ νερὰ τοῦ ἁγιασμοῦ, γιὰ νὰ ἀναγεννηθεῖ σ’ ἕνα καινούργιο τρόπο ζωῆς. Νὰ ἀποχτήσει τὴν δυνατότητα τῆς μυστηριακῆς σχέσης μὲ τὴν Ἐκκλησία ποὺ εἶναι τὸ μυστήριο-κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας. Ἔξω ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει σωτηρία.

Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Τί ἐκάναμε στὸ βάπτισμα; Ταφήκαμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε μαζί του σὲ ἕνα καινούργιο τρόπο ζωῆς. Πόσοι ἀπὸ μᾶς ἔχουν σαφῆ ἀντίληψη αὐτοῦ τοῦ γεγονότος; Οὔτε ἐμεῖς οἱ παπάδες μερικὲς φορές. Κι ἐμεῖς ἀκόμα ζοῦμε μὲ ἕνα τρόπο ποὺ εἶναι σὰν νὰ μὴν εἴχαμε βαφτιστεῖ ποτέ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὑπόδειγμα τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο ζεῖ ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ὁ τρόπος ποὺ ζεῖ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Πάρα πολλὲς φορὲς βέβαια διεκδικοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας τὸ ρόλο τοῦ ἀνήλικου. Μᾶς βολεύει. Θέλουμε ὁ παπὰς ἢ ὁ Δεσπότης ἢ ὁ Πατριάρχης νὰ εἶναι ἄψογος τέλειος καὶ ἅγιος, οὕτως ὥστε ἐμεῖς τὰ ἀνήλικα νὰ βλέπουμε μονίμως παράδειγμα ζωῆς. Χρειάζεται νὰ εἶναι. Ἀλλὰ δὲν πρέπει αὐτὸ νὰ γίνεται γιά μᾶς, δικαιολογία στὸ νὰ μὴν ἀλλάξει ἡ κατάστασή μας ἢ νὰ θεωροῦμε δικαιολογημένη τὴν κατάστασή μας. Πάρα πολλὲς φορὲς τὸ λάθος κάποιου λειτουργεῖ μέσα μας ὡς δικαιολογία στὸ νὰ μείνουμε ἐκεῖ ποὺ εἴμαστε κι αὐτὸ εἶναι τὸ οὐσιαστικό μας λάθος. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἐμεῖς οἱ παπάδες καλύτεροι. Ναί. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὅταν δὲν εἴμαστε εἶναι δικαιολογία γιὰ κάποιον νὰ μὴν εἶναι καὶ κεῖνος. Αὐτὸ μόνο σὲ ἀνήλικους συμβαίνει. Τὰ παιδάκια χρειάζονται μονίμως ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ περπατήσουν κάθε βῆμα. Ὑποτίθεται ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔχει γίνει χριστιανὸς καὶ εἶναι ἐνήλικας δὲν χρειάζεται μονίμως ἕνα παράδειγμα. Χρειάζεται βοηθό. Ναί. Ἀλλὰ δὲν χρειάζεται μονίμως ἕνα παράδειγμα.

Εἴπαμε λοιπὸν πρὶν ὅτι ζῶ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία ἢ ζῶ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Βαφτίζομαι ἀποφασίζοντας νὰ ζήσω μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ δὲ σημαίνει ὅτι μαγικὰ μὲ ἀκούμπησε ἡ Κίρκη καὶ ἄλλαξαν τὰ πάντα μέσα μου. Ἡ ἀπόφαση νὰ γίνω χριστιανὸς δὲν μὲ ἔφτασε στὸ τέλος τῆς πορείας. Ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας δὲν εἶναι κατάληξη τῆς πορείας. Τὸ βάπτισμα δὲν εἶναι ἁγιότητα διὰ μιᾶς. Αὐτὸ πάρα πολλὲς φορὲς συγχέουν οἱ ἄνθρωποι, ἐπειδὴ τοὺς δώσαμε καὶ μεῖς τέτοιες αὐταπάτες, καὶ λένε: καὶ πᾶς καὶ στὴν Ἐκκλησία! Αὐτὸ δὲν λέει τίποτα. Δείχνει ἁπλῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν δούλεψε ποτὲ μὲ τὸν ἑαυτό του, δὲν κατάλαβε πόσο δύσκολο εἶναι νὰ μαζέψει κανεὶς τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τὸν βάλει στὸν τρόπο ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γι’ αὐτὸ λέει εὔκολες κουβέντες. Ἀλλὰ τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ἐκεῖ. Τὸ πρόβλημα εἶναι μέ μᾶς.

Ὅταν, λοιπόν, εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία, κι ἔχουμε βαφτιστεῖ, καὶ περίπου προσπαθοῦμε νὰ συνειδητοποιήσουμε αὐτὰ τὰ πράγματα, ἔρχεται κάποια στιγμὴ ἕνα δίλημμα: Νὰ κάνω αὐτὸ ἢ νὰ κάνω τὸ ἄλλο. Τὸ δίλημμα ἔρχεται μὲς στὴν ψυχή μας ὡς μία πρόταση. Σὰν ἕνα βέλος θὰ λέγαμε ποὺ μᾶς στοχεύει ποῦ; Ἐκεῖ ποὺ πονᾶμε. Ἐκεῖ ποὺ ἂν ἀκουμπήσεις μιὰ χορδὴ θ’ ἀρχίσει νὰ βγάζει ἕνα ἦχο. Σ’ ὅποια θέματα: ἄλλος στὴν κακία, ἄλλος στὸν φθόνο, ἄλλος στὰ σωματικά, ἄλλος στὰ ψυχικὰ πάθη. Ἔρχεται λοιπὸν ἕνα δίλημμα: Νὰ κάνω ἢ νὰ μὴ κάνω κάτι. Κι ἐπειδὴ δὲ μάθαμε ποτὲ μας νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ δὲν ξέρουμε μὲ σαφήνεια ὅτι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἐξασφάλιση ἐκείνου, ἀλλὰ εἶναι ζωὴ δική μας, ἀποφασίζουμε τὸ λάθος.

Καὶ κάνουμε τὴν ἁμαρτία. Ἁμαρτία τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι ἀποφάσισα νὰ κάνω κάτι ποὺ δὲν τὸ κάνει ὁ Χριστός. Δηλαδή. Ἅμα ὁ Χριστὸς εἶναι ζωὴ καὶ κάτι δὲν τὸ κάνει, ἐγὼ κάνοντάς το, ἀρνοῦμαι τὴν ζωή. Ἅμα δὲν ξεκαθαρίσει μέσα στὴν ψυχὴ μας αὐτό, δὲν θὰ καταλάβουμε ποτὲ πόσο οὐσιαστικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἁμαρτία καὶ πόσο μᾶς ζημιώνει. Τὶς περισσότερες φορὲς τὴν ἁμαρτία τὴν φανταζόμαστε ὅπως τὸν κώδικα ὁδικῆς κυκλοφορίας, δηλαδὴ περνᾶμε καμμιὰ φορὰ σὲ λάθος δρόμο ἢ μὲ πράσινο ἢ μὲ κόκκινο δὲν ξέρω ἐγὼ ἀναλόγως, καὶ κάναμε μιὰ παράβαση. Μὰ ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι μιὰ παράβαση ἑνὸς κώδικα, εἶναι ἀλλοίωση τῆς ζωῆς, γι’ αὐτὸ εἶπα πιὸ πρὶν ὁ Χριστὸς ζεῖ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐμεῖς κάνουμε κάτι ἄλλο ποὺ δὲν εἶναι αὐτό, ἄρα δὲν ἔχουμε ζωή. Ἄρα ἡ ἁμαρτία τί εἶναι; Θάνατος. Αὐτὸ βέβαια ἐπειδὴ δὲν ἔχει βιολογικὰ ἀποτελέσματα καὶ μεῖς μονάχα τὰ βιολογικὰ μετρᾶμε δὲν τὸ ἀντιλαμβανόμαστε. Γιατί πάρα πολλὲς φορὲς ἐμεῖς μὴ ἐμπιστευόμενοι τὸν λόγο Του ἔχουμε μονάχα ἐμπιστοσύνη σ’ αὐτὰ ποὺ ὑποτίθεται βλέπουμε. Κι ὁ Χριστὸς κάνει συγκατάβαση στὴν κατάστασή μας καὶ κάνει ἕνα θαῦμα σωματικὰ ἐντυπωσιακὸ (θεραπεία τοῦ Παραλύτου) γιὰ νὰ πιστοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι τοῦ εἶχε προηγουμένως συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες. Καὶ ὁ Θεὸς συγχώρησε πρῶτα τὶς ἁμαρτίες γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι εἶναι βαρύτερο γεγονὸς ἡ ψυχικὴ παράλυση ἀπὸ τὴν σωματική. Ἐπειδή, λοιπόν, ἐμεῖς δὲν βλέπουμε τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ θανάτου, ποὺ φέρνει στὴν ψυχή μας ἡ ἁμαρτία, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ζυγιάσουμε. Καὶ τὸ βλέπουμε ἐντελῶς ἀδιάφορα (καλά, ναί! Ἔκανα λάθος… ἢ τί νὰ κάνεις ἄνθρωπος εἶσαι). Ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ τὰ πράγματα λειτουργοῦν ἐντελῶς στραβά.

Παλιότερα ἡ σχέση ἑνὸς ἀνθρώπου μὲ τὴν Ἐκκλησία δήλωνε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ζωὴ καὶ ὁ τρόπος της εἶναι κι ἐκεῖνος τρόπος ζωῆς. Γι’ αὐτὸ ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔκανε μιὰ ἁμαρτία ὁ πνευματικός, ὁ πρεσβύτερος τῆς μετανοίας ὅπως λεγόταν τότε, τί τοῦ ἔβαζε ὡς ἐπιτίμιο; Τοῦ ἔβαζε τὸ ἐπιτίμιο νὰ μὴ κοινωνήσει (ποιὸν ἄνθρωπο ἀπασχολεῖ σήμερα τὸ νὰ μὴν κοινωνήσει; Μήπως καὶ τὸ ἀντιμετωπίζει καὶ ψιλοειρωνικά. Ἔ! Καλὰ μήπως καὶ μεταλαβαίνω; Μιὰ φορὰ τὸ χρόνο. Κι ἄν μοῦ ἀπαγορεύσεις νὰ μεταλάβω, χάθηκε ὁ κόσμος; Τοῦ χρόνου. Καλὰ νὰ εἴμαστε θὰ μεταλάβω τὸν ἄλλο χρόνο). Εἴδατε πῶς ἔρχεται σιγὰ σιγὰ ἡ ἀλλοίωση καὶ τὸ ξεκόμμα. Χριστιανὸς σήμαινε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ γιόρταζε τὴν Ἀνάσταση κάθε Κυριακή• πήγαινε στὴν Εὐχαριστία καὶ μετεῖχε στὴν Εὐχαριστία• κι ἂν δὲν πήγαινε τρεῖς φορές, χωρὶς λόγο ὑγείας, ἡ Ἐκκλησία τὸν ἀπέκοπτε ἀπὸ τὸ σῶμα της. Ποιὸν ἀπασχολεῖ ἀπὸ μᾶς αὐτὸ τὸ θέμα τώρα; Ἀκόμα περισσότερο, ποιὸν ἀπασχολεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι τοῦ λέει ὁ πνευματικὸς μετὰ ἀπὸ μιὰ τέτοια ἁμαρτία δὲν θὰ κοινωνήσει; Σάμπως κοινωνοῦσε πρίν, γιὰ νὰ μὴν κοινωνήσει μετά;

Συνεπῶς ἡ οὐσιαστικὴ σχέση καὶ ἐκδήλωση ἦταν: Ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις τοῦ τρόπου ζωῆς καὶ αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς ἐκφράζεται μὲ τὴν μετοχὴ στὴν Εὐχαριστία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ζωή. Κοινωνόντας τί κάνουμε; Ἀποχτᾶμε ζωὴ καὶ μεῖς. Γι’ αὐτὸ ἡ ἁμαρτία μὲ ἀποκόπτει ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ ἐκδήλωση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πνευματικὸς βάζει ἐπιτίμιο τὸ νὰ μὴ κοινωνήσω γιὰ ἕνα διάστημα. Καὶ μπαίνει τὸ θέμα: πόσο μᾶς πονάει αὐτό; Ἢ πόσο μᾶς ἀπασχολεῖ; Ἀφοῦ δὲν ὑπάρχουν ὅλα τὰ προηγούμενα εἶναι μοιραῖο νὰ μὴ μᾶς ἀπασχολεῖ καθόλου. Δὲν ὑπάρχει ὁ Χριστὸς ὡς ζωή• ὁ ἄλλος τρόπος ζωῆς• δὲν ὑπάρχει Εὐχαριστία στὴ ζωή μας• δὲν ὑπάρχει Ἀνάσταση τὴν Κυριακή• τὶς περισσότερες φορὲς ἀκόμη καὶ τὰ παιδιά μας γιὰ νὰ τὰ πείσουμε νὰ πᾶνε στὴν Ἐκκλησία τοὺς λέμε ὅτι «πρέπει νὰ πᾶνε». Τί σημαίνει πρέπει; Γιατί πρέπει; Ἅμα δὲν συνειδητοποιήσει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως στὴν καθημερινότητα, γιατί θὰ πάει στὴν Ἐκκλησία; Καὶ θὰ τὸ δεῖ, εἴπαμε στὴν ἀρχή, στὸ πρόσωπο κάποιου ἄλλου. Αὐτοῦ ποὺ τοῦ προτείνει τὸ νὰ πάει τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία.

Κοιτᾶμε κατάματα τὴν ἁμαρτία μας τώρα. Καὶ ἔχουμε μιὰ διπλὴ δυνατότητα. Σὲ πρώτη φάση, φυσικὰ μετανοιώνουμε, ἢ μερικὲς φορὲς μετανοιώνουμε γι’ αὐτὸ ποὺ κάναμε. Πιστεύετε ὅτι αὐτὸ φτάνει; Γιατί μετανοιώνουμε; Γιατί ἀπ’ αὐτὸ ποὺ κάναμε, μέσα μας γεννήθηκαν ἐνοχές• καὶ τύψεις. Αὐτὸ τὸ στάδιο, εἶναι ἕνα πολὺ ἀρχικὸ στάδιο ποὺ μπορεῖ πάρα πολὺ εὔκολα νὰ διαστραφεῖ. Πῶς νὰ διαστραφεῖ; Νὰ γίνει ἕνα ἐγωιστικὸ μετάνοιωμα. Νὰ ἀρχίσουμε νὰ συχτιρίζουμε, ὅπως λέμε ἁπλά, τὸν ἑαυτό μας γιατί κάναμε ἐμεῖς (ἐγὼ νὰ κάνω τέτοιο πράγμα;), καὶ γέρνει τὸ βάρος ὄχι σ’ αὐτὸ ποὺ ἔκανα, ἀλλὰ στὸ ἐγώ. Καὶ τελικὰ οἱ ἐνοχὲς λειτουργοῦν μονάχα ὡς ἕνα ἀνακουφιστικὸ «ξέσκισμα». Δὲν λειτουργοῦν ὡς μετάνοια. Κυριολεκτικῶς σὰν ἕνα ἀνακουφιστικὸ ξέσκισμα. Κάνουμε ἕνα ξέσκισμα τῶν σαρκῶν μας ἐντὸς εἰσαγωγικῶν τὸ ὁποῖο μᾶς δημιουργεῖ ἀνακούφιση. Καὶ συνεπῶς, ἕνα μετάνοιωμα. Δὲν εἶναι μετάνοια. Ἡ ζωὴ ἡ ἀνθρώπινη εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἕνα σωρὸ μετανοιώματα, τὰ ὁποία δὲν φέραν τίποτα στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἐκεῖνο τὸ σαρκαστικὸ ἀστεῖο ποὺ λέει: τὰ λάθη εἶναι γιὰ νὰ ξαναγίνονται. Δὲν γεννοῦν τίποτε ὅταν ἀντιμετωπιστοῦν μὲ αὐτὸν τὸν στραβὸ τρόπο. Ὑπάρχουν δύο πρόσωπα στὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσδιορίζουν τὸ ὑγιὲς καὶ τὸ λάθος. Θὰ μιλήσουμε γι’ αὐτὰ ἀμέσως παρακάτω.



Τώρα ἂς δοῦμε: μετάνοια τί εἶναι; Μετάνοια σημαίνει ὅτι κατάλαβα ὅτι ἔφυγα ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τώρα εἶμαι στὸν θάνατο. Καὶ τί πρέπει νὰ κάνω; Νὰ ἐπιστρέψω «ὅθεν ἐξῆλθον» ποὺ λέει, νὰ ξαναγυρίσω ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου ἔφυγα. Τί εἶναι αὐτό; Νὰ γυρίσω ξανὰ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ποιὸς εἶναι ὁ πατέρας μου; Ὁ Χριστός. Θυμηθεῖτε τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. Εἶναι τὸ 15 κεφάλαιο τοῦ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγελίου. Διαβάστε το πολλὲς φορές. Ἔχει κι ἄλλα δύο παραδείγματα ἐκεῖ. Τὴν παραβολὴ μὲ τὸ πρόβατο ποὺ χάθηκε στὰ βουνὰ καὶ τὴν παραβολὴ μὲ τὴ δραχμὴ ποὺ εἶχε μιὰ κυρία καὶ τὴν ἔχασε κλπ, καὶ τὸ τρίτο κομμάτι εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. Ἡ παραβολὴ περιγράφει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σωστὸ τρόπο μετανοίας. Δηλαδὴ ἐπιστροφῆς στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ἅμα κανεὶς δὲν τὸ κατανοήσει αὐτὸ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ μείνει ἡ μετάνοια ἀκριβῶς ἕνα νοσηρὸ μετάνοιωμα καὶ δὲν θ’ ἀλλάξει τίποτα. Θὰ συχτιρίσουμε τὸν ἑαυτὸ μας πολλὲς φορὲς καὶ θὰ μείνουμε ἐκεῖ ποὺ εἴμαστε. Ἐνῶ ἡ μετάνοια σημαίνει ἐπιστρέφω ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἔφυγα. Ἐπιστρέφω ξανὰ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου, ἀναγνωρίζω τὸν πατέρα μου ὡς ζωὴ καὶ ἐπιστρέφω σ’ Αὐτόν, γιατί μένοντας μακρυὰ του πεθαίνω. Καὶ εἶπα πιὸ πρὶν ὑπάρχουν δύο πρόσωπα στὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσδιορίζουν τὴν κατάσταση.

Τὸν ἕνα πρόσωπο εἶναι ὁ Ἰούδας καὶ τὸ ἄλλο πρόσωπο εἶναι ὁ Πέτρος. Φαντάζεστε ὅτι ὁ Ἰούδας ἦταν ἕνας ἀναίσθητος καὶ ἀσυνείδητος ὁ ὁποῖος ἐν ψυχρῷ πῆγε καὶ Τὸν πρόδωσε. Γιατί αὐτοκτόνησε; Ἀναίσθητοι ἄνθρωποι δὲν αὐτοκτονοῦν. Ἂν θέλετε εὐαίσθητοι αὐτοκτονοῦν. Ἀλλὰ ἡ εὐαισθησία δὲν σημαίνει ἀπαραιτήτως προσόν. Οὔτε εἶναι ποιότητα. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας ἐγωισμὸς ἐκλεπτυσμένος. Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος μπαίνοντας σ’ αὐτὴν τὴν λογική τοῦ μετανοιώματος συχτήρισε τὸν ἑαυτό του καὶ εἶπε: «Ἔλεος, ρέ, σύ. Τί ἔκανα; Γιὰ 30 δεκάρες πούλησα Αὐτὸν μὲ τὸν ὁποῖο ἔφαγα ψωμὶ κι ἁλάτι γιὰ τρία χρόνια. Γιατί; Μὲ ξεχώρισε ἀπὸ τοὺς ἄλλους; Μοῦ συμπεριφέρθηκε σκάρτα; Καὶ γὼ πῆγα καὶ τὸν πούλησα γιὰ 30 δεκάρες;» Καὶ πνιγμένος μεσὰ στὶς ἐγωιστικές του τύψεις, στὶς ἐνοχὲς ποὺ γέννησε στὴν ψυχὴ του αὐτὴ ἡ πράξη, ὁδηγήθηκε σὲ ἕνα ἀδιέξοδο καὶ τὸ ἀδιέξοδο τὸν ἔφερε στὴν τραγωδία τῆς αὐτοκτονίας.

Ὁ Πέτρος εἶχε κάνει ἴσως χειρότερα πράγματα ἀπὸ τὸν Ἰούδα. Ὁ Ἰούδας εἶχε κι ἕνα πάθος ὁ ἔρημος καὶ προσπαθώντας νὰ τὸ ἱκανοποιήση βρέθηκε σ’ αὐτὴ τὴ τραγωδία. Ὁ Πέτρος ὁρκιζόταν μπροστὰ στὰ κοριτσόπουλα, γέρος ἄνθρωπος, 50 χρόνων, ὅτι, μὰ τὸν Θεό, δὲν τὸν ξέρω. Ἦταν ἀδιανόητο πράγμα γιὰ Ἑβραῖο νὰ ὁρκιστεῖ. Θυμηθεῖτε τὴν ἐντολὴ ποὺ ἔλεγε «οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ». Καὶ τώρα μπροστὰ σὲ ἕνα κοριτσόπουλο, μιὰ δούλη μικρή, ποὺ τοῦ λέει «Ἄ! καὶ σὺ ἀπ’ αὐτοὺς παρέα τους εἶσαι. Σὲ καταλαβαίνω καὶ ἀπὸ τὴν ὁμιλία σου Γαλιλαῖος εἶσαι», αὐτὸς νὰ ὁρκίζεται, νὰ καταναθεματίζει καὶ νὰ ὀμνύει, ὅτι δὲν Τὸν ξέρω. Μετὰ ἀπὸ τὸ γεγονὸς κι ἐκεῖνος βρέθηκε στὴν ἴδια κατάσταση ἐνοχῶν. Ὅμως οἱ ἐνοχές του δὲν μπῆκαν στὸ ἀδιέξοδο τῶν τύψεων τῶν προσωπικῶν. Κατάλαβε ὅτι ἔκανα τὸ λάθος τῆς ζωῆς μου. Ὅμως ἂν μείνω ἐδῶ τὰ πράγματα θὰ πᾶνε πολὺ στραβὰ καὶ πρέπει νὰ ἐπιστρέψω στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ὁ ἕνας εἶχε τύψεις καὶ μετανοιώματα, ὁ ἄλλος εἶχε μετάνοια σωστὴ καὶ ἐπιστροφή. Γιατί μετάνοια ἀκριβῶς αὐτὸ σημαίνει: τὴν ἐπιστροφὴ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου, ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἔφυγα.

Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ καταλάβουμε, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περπατήσουμε μέσα μας τὴν μετάνοια. Εἶναι μοιραῖο ὅτι στὴν ἀρχή, ὅταν κανεὶς κάνει ἕνα λάθος, θὰ γεννηθεῖ μέσα στὴν ψυχὴ του ἐνοχικὸ βίωμα, ἐνοχικὸ αἴσθημα. Θὰ καταλάβει ὅτι εἶναι ἔνοχος. Ὅταν αὐτὸ ὅμως δὲν καλλιεργηθεῖ οὕτως ὥστε ἀπὸ ἐνοχή, ἐγωιστικὴ ἂν θέλετε μερικὲς φορές, ἀπὸ ἕνα στεῖρο μετάνοιωμα ποὺ δὲν γεννάει τίποτα δὲν μεταφερθεῖ στὸ νὰ γίνει μιὰ μετάνοια, ποὺ σημαίνει νὰ καταλάβω ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔκανα ἦταν θάνατος καὶ λάθος καὶ κάτι ποὺ ἐμένα, ὄχι τὸν Θεό, ζημιώνει. Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μου δὲν ζημιώνεται κανεὶς ἄλλος παρὰ μόνον ἐγώ, τότε κινδυνεύει γιὰ ὅλα τὰ ἐνδεχόμενα.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἐμεῖς μέσα στὸ μυαλὸ μας πιστεύουμε ὅτι ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ ἀφορᾶ τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἁμαρτία πάλι ἀφορᾶ τὸν Θεό. Εἶναι λάθος αὐτό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο καὶ ἡ ἀρρώστια εἶναι δική μας καὶ μπήκαμε ἐκεῖ γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε. Ὁ Γιατρὸς εἶναι ὑγιής, δὲν τοῦ κάναμε χάρη ποὺ μπήκαμε στὸ νοσοκομεῖο. Οἱ ἐντολὲς Του εἶναι τὰ φάρμακά μας. Οὔτε ὅταν πάρουμε τὰ φάρμακά μας τὸ κάνουμε γιὰ κεῖνον γιὰ νὰ εἶναι ἱκανοποιημένος. Ὁ Χριστὸς ἐρχόμενος στὸν κόσμο φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε ἐμεῖς. Ἐμεῖς πολλὲς φορὲς φανταζόμαστε ὅτι κάνουμε εἴτε τὴν νηστεία μας, εἴτε τὸν κόπο μας, εἴτε τὴν προσευχή μας ἢ ὀ,τιδήποτε ἄλλο γιὰ Κεῖνον. Καὶ μερικὲς φορὲς ὅτι μᾶς γυρεύει Ἐκεῖνος γιὰ δικό Του λογαριασμὸ καὶ ἀπαίτηση πράγματα. Ἐνῶ δὲν εἶναι ἔτσι. Αὐτὸ εἶναι θεμελιακὸ λάθος.Δὲν γυρεύει ὁ Γιατρὸς ἀπὸ μένα, ἀπό σᾶς, ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄρρωστο νὰ τηρήσει ἕνα τρόπο ἀγωγῆς θεραπευτικῆς ἐξαιτίας δικῆς του ἰδιοτροπίας, ἀλλὰ γιὰ νὰ θεραπευτεῖ ὁ ἄρρωστος.

Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ μὲς στὴν Ἐκκλησία. Ἅμα αὐτὰ δὲν ταξινομηθοῦν σωστὰ ὅπως εἶπα πιὸ πρὶν δὲν θὰ περάσουμε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ στὴν μετάνοια καὶ ἀπὸ τὴν μετάνοια στὸ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μας. Νὰ καταλάβουμε ὅτι αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς, ἡ ἁμαρτία, μᾶς ἀποκόπτει ἀπὸ τὸν Ζωή. Ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ δὲν εἶναι σκέψεις. Ἄλλοτε καλές, ἄλλοτε λιγότερο καλές, ἄλλοτε ἐνοχικές, ἄλλοτε μετανοιώματα, ἢ εἶναι συναισθήματα! Πάω σὲ μία Προηγιασμένη ποὺ εἶναι μισοσκότεινα, εἶναι πολὺ ὄμορφα, ξεκουράζεται κανείς. Πάω σὲ ἕνα ἑσπερινὸ εἶναι ἥσυχα καὶ κατανυκτικά, γαληνεύω. Μὲ αὐτὰ θὰ μποῦμε σὲ μία λογικὴ ἀνακουφιστική, ἂν τὰ δέχτουμε, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι χρήσιμη μερικὲς φορές, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀπολύτως ὑγιής. Πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι πηγαίνουν νὰ ἐξομολογηθοῦν ὑπὸ τὸ βάρος τῶν ἐνοχῶν τους κι ὅταν ποῦνε αὐτὸ ποὺ ἔχουν λένε: ἄχ! Ἀνακουφίστηκα. Ἢ προτρέποντας κάποιον νὰ πάει νὰ ἐξομολογηθεῖ τοῦ λένε: Πήγαινε νὰ ἐξομολογηθεῖς, μετὰ θὰ αἰσθανθεῖς νὰ πετᾶς. Θὰ αἰσθάνεσαι πάρα πολὺ ἄνετα. Μπορεῖ κι αὐτὰ νὰ συμβαίνουν πολλὲς φορές, ἀλλὰ ξέρετε καὶ σὲ ψυχολόγο νὰ πηγαίνατε πάλι θὰ «πετάγατε» καὶ πάλι θὰ αἰσθανόσασταν ἀνακούφιση. Τὸ θέμα ὅμως τῆς μετανοίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς, δὲν εἶναι ἕνας ψυχολογισμὸς τὸ πῶς αἰσθάνθηκα. Γιατί ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ δὲν εἶναι συναισθήματα. Εἶναι ρεαλιστικὴ ζωή. Εἶναι καθημερινότητα. Εἶναι τρόπος ζωῆς. Ἅμα αὐτὸ δὲν τὸ συνειδητποιήσουμε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ τὴν ἀγαπήσουμε σωστά. Μετὰ θὰ ψάχνουμε πῶς θὰ ἀνακουφιστοῦμε, ἀλλὰ ἡ ἀνακούφιση δὲν σημαίνει ὁπωσδήποτε ἀλλαγή. Μετάνοια σημαίνει ἄλλαξα τὴν ζυγαριὰ ποὺ ζυγιάζω τὰ πράγματα. Αὐτὸ ποὺ θεωροῦσα κέρδος, κατάλαβα ὅτι ἦταν ζημιὰ καὶ τὸ πετάω.

Μπορεῖ κανεὶς καμμιὰ φορὰ ἀδελφοί μου νὰ ἐξομολογηθεῖ ἀκόμη ἀπὸ ἐγωισμό, γιὰ νὰ τακτοποιήση τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Θεό, ὄχι γιὰ νὰ ἀλλάξει. Πάρα πολλὲς φορὲς οἱ παπάδες ἀκοῦν τὴν προτροπή: διάβασέ μου παπούλη μιὰ εὐχή. Νὰ τὴν κάνεις τί; Τί θὰ πεῖ διάβασέ μου μιὰ εὐχή; Ὑπὲρ τίνος; Ἔχουμε ἀκριβῶς μιὰ μπερδεμένη σχέση καὶ μιὰ εὐχὴ θὰ τὴν τακτοποιήση καὶ θὰ κοιμόμαστε πιὸ ἥσυχα; Δὲν εἶναι αὐτὸ μετάνοια. Δὲν εἶναι ὁ λόγος νὰ γίνει κάποιος χριστιανός, ἢ νὰ μπεῖ στὴν Ἐκκλησία, τὸ νὰ αἰσθανθεῖ καλύτερα. Εἶναι νὰ συνειδητοποιήση τί εἶναι ζωὴ καὶ τί εἶναι θάνατος καὶ νὰ μάθει σιγὰ σιγὰ νὰ προτιμάει τὴν ζωή.

Ποῦ εἶναι τὰ δύσκολα; Ὅτι μάθαμε ἀνάποδα. Καὶ φανταζόμαστε τὸν θάνατο ζωή. Καὶ τὴν ἁμαρτία κέρδος. Καὶ μέχρι νὰ μάθουμε τὸ σωστὸ εἶναι δύσκολα. Καὶ μέχρι νὰ τὸ περπατήσουμε, ἀκόμη πιὸ δύσκολα. Καὶ μέχρι νὰ τὸ σταθεροποιήσουμε ἀκόμη περισσότερο. Γι’ αὐτὸ ἐξομολογούμαστε πολλὲς φορές. Γιατί πολλὲς φορὲς κάνουμε τὰ ἴδια λάθη. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ ἅγιος ἐκεῖ στὸ Γεροντικό: Πάτερ κάνω τὰ ἴδια πράγματα, τὰ εἶπα μιὰ φορὰ, τὰ ξαναέκανα. Τὰ ξαναεῖπα, τὰ ξαναέκανα. Πόσες φορὲς θὰ γίνει αὐτό; Τοῦ ἁπαντᾶ ὁ ἅγιος: μέχρι ποὺ νὰ σὲ βρεῖ ὁ Θεὸς ὄρθιο. Ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ἀπὸ ἐγωισμό, ὁ ἐγωισμὸς χώνεται παντοῦ, λέμε: πάλι τὰ ἴδια θὰ πάω νὰ πῶ; Ἀμάν. Θὰ μ’ ἔχει βαρεθεῖ κι ὁ παπάς. Ἐνῶ τὸ πρόβλημα ἀκριβῶς δὲν εἶναι ἂν σὲ βαρέθηκε ἢ δὲν σὲ βαρέθηκε ὁ παπάς. Τὸ θέμα δὲν εἶναι νὰ ἀκούει νέα καὶ ἐντυπωσιακὰ πράγματα ὁ παπάς. Τὸ πρόβλημα εἶναι νὰ βοηθήσει κάποιον νὰ μάθει νὰ περπατάει. Ἄλλωστε αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος νὰ ἔχω πνευματικό.

Τί σημαίνει ὅτι ἔχω πνευματικό; Εἴδατε τί γίνεται στὰ γήπεδα. Ὅλοι οἱ ἀθλητὲς ἔχουν ἕνα προπονητή. Ὁ προπονητὴς τοὺς βοηθάει νὰ μάθουν σωστὰ τὸ ἄθλημα μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολοῦνται. Καὶ ὁ πνευματικὸς κάθε χριστιανοῦ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ λόγο ἔχει. Κανέναν ἄλλο. Νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μάθει σωστὰ τὸν τρόπο ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι νὰ ἔχουμε καλὸ πρόσωπο στὸν πνευματικὸ ἢ μὴ μᾶς κακοχαρακτηρίσει. Δὲν εἶναι ἐκεῖ τὸ ζητούμενο. Ἡ σχέση δὲν εἶναι ἀνθρωποκεντρική. Δὲν κάναμε ἕναν πνευματικὸ γιὰ νὰ μᾶς λέει μπράβο, τί καλὰ ποὺ τὰ κάνες, τί καλὰ ποὺ τὰ ’πες, εἶσαι μιὰ χαρά! Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐμεῖς νὰ πνιγόμαστε στὴν ντροπή: πῶς τώρα θὰ πάω νὰ τοῦ πῶ ξανά, ξέρεις ἔκανα αὐτὸ κι αὐτό.

Ἄλλωστε ὅσο πιὸ εἰλικρινὴς εἶναι κανεὶς τόσο πιὸ γρήγορα περπατάει. Γιατί; Τί ἐμποδίζει τὸ περπάτημα; Τὸ βάρος. Εἴτε χοντρὸς εἶναι κανεὶς σὰν ἐμένα, εἴτε βάρος κουβαλάει στὴν πλάτη, αὐτὸ ἐμποδίζει τὸ περπάτημα. Ὅσο κανεὶς ἐξομολογεῖται εἰλικρινῶς τόσο λιγότερο βάρος κουβαλάει στὴν πλάτη, ἄρα τόσο πιὸ γρήγορα περπατάει. Τὰ πράγματα ἁρμοδένονται σὲ μία λογικὴ συνέχεια. Ὅταν τὰ κατανοήσουμε στὴν σωστή τους βάση, ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ τὰ περπατᾶμε μιὰ χαρά. Ἀκόμα καὶ τὸ λάθος μας θὰ γίνεται ἀφορμὴ γιὰ νὰ τοποθετηθοῦμε σωστότερα. Γι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἐκείνη ἡ κουβέντα ποὺ λέει ἕνας παλαιὸς ἅγιος «μακάρια ἁμαρτία», γιὰ τὴν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ. Γιατί ἔγινε ἀφορμή, λέει ἐκεῖνος βέβαια, γιὰ νὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Ἀλλὰ ἀνεξάρτητα ἀπὸ αὐτὸ μερικὲς φορὲς μπορεῖ κανεὶς νὰ κάνει ἕνα λάθος ἢ μία ἁμαρτία καὶ αὐτὸ νὰ τὸν μεγαλώσει. Ἂν τὸ δεῖ σωστὰ μπορεῖ νὰ τὸν μεγαλώσει. Ἂν τὸ δεῖ λάθος μπορεῖ νὰ κολλήσει. Καὶ κεῖ εἶναι τὸ πρόβλημα γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν πρέπει κανεὶς νὰ χρονίζει σὲ κατάσταση ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ἕως τὸ σήμερον καλεῖται• μετανοήσατε ἵνα μὴ σκληρήνῃ ὑμᾶς ἡ ἁμαρτία». Ἐνῶ ἔχετε ἀκόμα στὰ χέρια σας τὴν σημερινὴ ἡμέρα ζωῆς, ἀλλάξτε τρόπο ζωῆς, λέει, γιὰ νὰ μὴ σᾶς σκληρήνει ἡ ἁμαρτία καὶ μετὰ εἶναι δύσκολες οἱ κινήσεις ἐλευθερίας.

Ὑπάρχει ἕνας ἅγιος, ποὺ εἶναι καὶ δικός μας ἅγιος, ἔζησε στὴν Γαλλία, ὁ ἅγιος Μαρτῖνος. Γιὰ μᾶς εἶναι λιγάκι ἄγνωστος, ἀλλὰ δὲν ἔχει σημασία. Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἦταν στρατιωτικὸς πρῶτα. Εἶχε γίνει ἕνα θαῦμα στὴ ζωή του μὲ τὸν Χριστό. Τύλιξε ἕναν γυμνὸ νεκρὸ μὲ τὴν κάπα του καὶ ὁ Χριστὸς μετὰ τοῦ παρουσιάστηκε φορώντας τὴν κάπα ποὺ εἶχε δώσει στὸν γυμνὸ ἐκεῖνος. Αὐτός, λοιπόν, ἀργότερα ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν Τουρώνη ὅπως λεγόταν τότε, τὴν σημερινὴ Τοὺρ τῆς Γαλλίας. Αὐτός, λοιπόν, στὰ γεράματά του, ὄντας Δεσπότης τῆς περιοχῆς, εἶχε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκανε θαύματα. Ὅπως ξέρετε, ἔξω ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες μαζεύονται ζητιάνοι. Ὅταν, λοιπόν, μετὰ τὴν Λειτουργία ἔβγαινε ὁ Δεσπότης ἀπὸ τὸν ναό, παρουσιαζόταν τὸ ἑξῆς ἀπίθανο θέαμα: ἕνας κουτσός, μόλις συνειδητοποιοῦσε ὅτι βγαίνει ὁ Δεσπότης, ἔφευγε τρέχοντας. Οἱ ἄνθρωποι λέγανε: Μὰ τί στὸ καλὸ κάνει αὐτός; Μόλις ὁ Δεσπότης πάει νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ὁ κουτσὸς φεύγει τρέχοντας. Κάποια, λοιπόν, μέρα οἱ παπάδες τὸν πιάσανε καὶ τοῦ λένε: Καλὰ γιατί ὅταν βγαίνει ὁ Δεσπότης φεύγεις τρέχοντας. Καὶ ἀπαντάει αὐτός: Τί λέτε; Νὰ βγεῖ ὁ Δεσπότης νὰ μὲ δεῖ καὶ νὰ μὲ κάνει καλά; Μετὰ πῶς θὰ ζητιανεύω;

Τραγωδία! Ἔτσι εἴμαστε καὶ μεῖς. Μὴ τὰ ψάχνετε. Καὶ μεῖς φοβόμαστε νὰ μὴ μᾶς κάνει καλὰ ὁ Χριστὸς καὶ μετὰ θὰ μᾶς λείψει ἡ «πνευματικὴ ζητιανιὰ» στὴν ἁμαρτία. Συνηθήσαμε στὴν κατάστασή μας καὶ δὲ θέλουμε οὔτε ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς τὴν ἀλλάξει. Βέβαια δὲν εἴμαστε κουτσοὶ σὰν τὸν ζητιάνο τοῦ ἁγίου Μαρτίνου, ἀλλὰ ἔχουμε ἄλλα προβλήματα, τὰ ὁποῖα τὰ κουβαλᾶμε στὸν ἐσωτερικό μας χῶρο καὶ εἶναι ἀκόμα χειρότερα. Γιατί εἶναι πιὸ δύσκολα. Τὸ νὰ ἔχουμε μιὰ ἐξωτερικὴ ἀναπηρία εἶναι καὶ ἔλεος καμιὰ φορὰ ἀπὸ τὸν Χριστό. Τὰ ἐσωτερικὰ εἶναι τὰ πιὸ δύσκολα.

Στὸν προφήτη Ἰεζεκιὴλ ὑπάρχει τὸ ἑξῆς τὸ ὁποῖο φανερώνει τὴν κατάστασή μας. Μία ἡμέρα ὁ Θεὸς εἶπε στὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ: πήγαινε νὰ πετάξεις τὰ εἴδωλα ἀπὸ τὸν ναό. Λέει: Κύριε, δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα στὸν ναό. Τοῦ λέει: Δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα στὸν ναό; Ἔλα ἐδῶ νὰ σὲ πάω στὸν ναό. Τὸν πηγαίνει, μπαίνουν μέσα στὸν ναὸ καὶ ὁ Ἰεζεκιὴλ τοῦ λέει: Κύριε δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα πουθενά. Τοῦ λέει: Κοίταξε κατὰ τὸν Βορρᾶ. Κοίταξε ὁ Προφήτης. Τοῦ λέει: βλέπεις αὐτὴ τὴν τρύπα ἐκεῖ ποὺ ἔχει ὁ τοῖχος. Ναί. Ὄρυξον αὐτή. Δηλαδὴ ἄνοιξέ την. Τὴν ἄνοιξε καὶ ὁ προφήτης ἔμεινε ἔκπληκτος γιατί ἀπὸ μέσα ὑπῆρχε ἕνας χῶρος στὸν ὁποῖο ὑπῆρχαν «μάταια καὶ βδελύγματα» ὅπως λέει τὸ κείμενο. Δηλαδὴ ὑπῆρχαν εἰδώλια ψευδῶν θεῶν βδελυκτὰ στὸ Θεό. Ἦταν εἴδωλα ποὺ κάποιοι παλιότεροι τὰ εἶχαν ἀκόμη καὶ μέσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ κρύψει.

Ναὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι καθένας ἀπό μᾶς. Βαπτιζόμενος γίνεται ναὸς τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς εἶναι ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὅποιος μὲ τὴν ἁμαρτία φθείρει τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ θὰ ’χει προβλήματα μετὰ στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό. Ἔ! Λοιπὸν καὶ κεῖ μέσα στὸν ναὸ μερικὲς φορὲς ὑπάρχουν μάταια καὶ βδελύγματα. Καὶ μέσα στὴν δική μας καρδιὰ χρειάζεται νὰ σκύψουμε καὶ νὰ δοῦμε τί κουβαλᾶμε καὶ νὰ πᾶμε παραμέσα. Νὰ δοῦμε: εἶναι καθαρὰ τὰ πράγματα ἢ ἔχουμε μάταια καὶ βδελύγματα; Καὶ ἂν ἔχουμε εἰλικρίνεια θὰ καταλάβουμε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ψαλμὸς 103 ποὺ διαβάζουμε σὲ κάθε ἑσπερινό: Θὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ καρδιὰ μας εἶναι θάλασσα μεγάλη καὶ εὐρύχωρος ἐκεῖ ἑρπετὰ ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός. Καὶ τὰ ἑρπετὰ φυσικὰ δὲν εἶναι τὰ διακοσμητικὰ κατοικίδια! Οἱ ἄνθρωποι τώρα ἔχουν διαστραφεῖ καὶ μαζεύουν τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ χαϊδεύουν. Μαζεύουν κροκοδειλάκια, ποντικάκια… Ὅ,τι θέλουν. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι παλαιότερα, ὄντας ὑγιῶς τὰ θεωροῦσαν ἀπαράδεκτα. Θάλασσα λοιπὸν εἶναι ἡ καρδιὰ μας μερικὲς φορὲς γεμάτη ἑρπετά.

Πῆγαν στὸν ἅγιο Ποιμένα, κάποιοι χριστιανοί. Τὸν ρωτήσανε τί χρειάζεται κανεὶς γιὰ νὰ γίνει χριστιανός. Τί ἔχει ἀνάγκη γιὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει χριστιανός; Καὶ κεῖνος εἶπε: Οὐ δεόμεθά τινος, εἰ μὴ νηφούσης διανοίας. Δηλαδή. Δὲν χρειαζόμαστε τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα μυαλὸ τὸ ὁποῖο ἀντιλαμβάνεται τί συμβαίνει γύρω του. Νήφει. Εἶναι νηφάλιο, δηλαδή, νὰ μπορεῖ νὰ καταλαβαίνει τί συμβαίνει γύρω του. Αὐτὸ χρειάζεται, λέει, κανεὶς γιὰ νὰ σωθεῖ.

Ἐμεῖς πιστεύουμε πολλὲς φορὲς ὅτι ἡ μετάνοια σημαίνει θὰ τὰ πῶ καὶ θὰ τελειώσουν. Ὄχι. Θὰ τὰ πῶ καὶ θὰ τὰ παραγράψει ὁ Χριστός, ἀλλὰ δὲν θὰ τελειώσουν. Οἱ συνεπαγωγὲς μιᾶς ἁμαρτίας θὰ ὑπάρχουν καὶ θὰ εἶναι ἀπαραίτητος ἀγώνας γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦμε. Συγχώρηση σημαίνει παραγραφὴ τοῦ χρέους ἀλλὰ δὲν σημαίνει γίνομαι πλούσιος!

Δηλαδή, ἔπεσα καὶ ἔσπασα τὸ πόδι μου. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, τὸ λέω μεταφορικά, καὶ πάω στὸν Χριστὸ καὶ τοῦ λέω ἔσπασα τὸ πόδι μου. Μοῦ λέει ἐντάξει. Ἐγὼ τὸ παραγράφω, τὸ παραβλέπω. Ἀλλὰ πρέπει ἐσὺ νὰ μάθεις νὰ κάνεις ὑπομονὴ καὶ νὰ προσέχεις τὸ τσάκισμα μέχρι νὰ κλείσει. Γιατί ἂν κάνεις ἐξ αἰτίας τῆς δικῆς μου παραγραφῆς τὸν «νταή», ὅτι τώρα περπατᾶς, θὰ πέσεις καὶ θὰ σπάσεις καὶ τὸ ἄλλο τὸ πόδι.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἡ μετάνοιά μας εἶναι στρεβλὴ καὶ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Φανταζόμαστε ὅτι ἡ παραγραφὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὸν Χριστὸ σημαίνει ὅτι δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑλοποιήσουμε δυναμικὰ τὴν ἀπόφαση τῆς ἀλλαγῆς. Ἄλλωστε αὐτὸ εἴπαμε καὶ πιὸ πρὶν σημαίνει μετάνοια. Ἡ ἁγία Μαρία ἡ αἰγυπτία προβάλλεται στὰ μάτια τῶν χριστιανῶν, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γι’ αὐτὸ καὶ μόνο τὸ λόγο. Γιὰ τὸν δυναμισμὸ μιᾶς μετάνοιας, ἡ ὁποία σημαίνει ὑπομονή, ἐπιμονὴ καὶ ἀγάπη τοῦ κόπου. Ὅλα αὐτὰ πάντα ἦταν δύσκολα, νὰ εἴμαστε ρεαλιστές, στὴ σημερινὴ ἐποχὴ εἶναι καὶ ἀπεχθῆ. Κανεὶς δὲν ἀκούει εὔκολα τὴν λέξη ὑπομονή. Τὴν λέξη ἐπιμονὴ ἀπὸ ἐγωισμὸ καμιὰ φορὰ τὴν ἀκούει. Ἀλλὰ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ ἀκόμη πιὸ δύσκολα φεύγει ἀπὸ μία ψυχολογικὴ διάθεση νὰ μπεῖ, στὸ ὅτι πρέπει ἡ ζωή του νὰ προσαρμοστεῖ πλήρως, καὶ νὰ εὐθυγραμμιστεῖ μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ζωὴ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ θάνατος εἶναι ἡ ἁμαρτία.

Τετάρτη, Μαΐου 27, 2015

Πεντηκοστή-Ψυχοσάββατο





Ὁ Χριστὸς "ἐπεξηγώντας" στοὺς Σαδδουκαίους τὸ μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν ἔλεγε ὅτι εἶναι Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακὼβ καὶ "οὐκ ἔστιν Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων" (Ματθ. 22, 32). Αὐτὴ τὴν διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας ἡ Ἐκκλησία ἔθαπτε τοὺς βιολογικὰ νεκροὺς Χριστιανοὺς ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, ἐντός τοῦ ὁποίου τελοῦσε τὰ μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Εὐχαριστία θεωρώντας ὅτι "παρὰ τῷ Θεῷ πάντες ζῶσι".

Τὰ ψυχοσάββατα καὶ τὰ μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων (ὅταν τελοῦνται μὲ τὸν σωστὸ τρόπο) εἶναι ἡ οὐσιαστικότερη φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νὰ πάψουν νὰ εἶναι μονάδες, τμήματα, μέλη καὶ προσπαθοῦν νὰ ἑνωποιηθοῦν στὸ ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γίνουν ἀδέρφια. Νὰ γίνουν ἕνα σῶμα. Νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ ἀποσπασματικὸ καὶ νὰ γίνουν ὁλοκληρία. Νὰ βιώσουν τὰ λόγια τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα ὅταν παρακαλεῖ γιὰ τοὺς μελλοντικοὺς Χριστιανοὺς (ποὺ θὰ ὑπάρξουν ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν ἀποστόλων): "νὰ εἶναι ἕνα ὅπως ἐμεῖς (Πατὴρ καὶ Υἱὸς) εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ νὰ ἑνωθοῦν μαζί μας γιὰ νὰ πιστεύσει ὁ κόσμος ὅτι Σὺ μὲ ἔστειλες" (Ἰω 17, 21).

Αὐτὸ τὸ ἔργο, τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, γιορτάζουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἅγιος Παράκλητος ἔρχεται μὲ τὴν Πεντηκοστὴ στὸν κόσμο καὶ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ ὁδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ ὁ ὁποῖος κάνει δύσκολη τὴν ἑνότητα.

Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φωτίζει καὶ ἁγιάζει τὶς καρδιὲς ὥστε νὰ μάθουν νὰ ἀγαποῦν καὶ ἔτσι νὰ μοιάσουν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κύκλου. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀκτίνες τοῦ κύκλου. Ὅσο πορευόμαστε πρὸς τὸ κέντρο τοῦ κύκλου τόσο πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Ἐγγίζοντας πρὸς τὸν Χριστὸ "ἐν ταυτῷ" ἐγγίζουμε καὶ πρὸς ἀλλήλους. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ φωτίζει σ’ αὐτὴν τὴν διπλὴ πορεία ἐνδυναμώνοντάς μας στὸν κόπο τῆς ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἐγωιστική μας αὐταπάτη. Μένοντας στὸν ἐγωισμό, μένουμε μόνοι. Ἀκίνητοι σὲ αὐταπάτη ἀεικινησίας. Ἀπλησίαστοι καὶ ἀδιάφοροι. Ξένοι. Μὲ μία καρδιὰ ποὺ γίνεται σιγὰ-σιγὰ "λίθινη". Ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, διὰ τοῦ προφήτη Ἰεζεκιήλ, κραυγάζει: "Δῶστε μου τὴν πέτρινη καρδιά σας καὶ θὰ τὴν κάνω σάρκινη" (Ἰεζ. 36, 26). Σὲ μᾶς μένει νὰ ἀνταποκριθοῦμε. Ἂν ναί, τότε θὰ ΄ρθεῖ καὶ θὰ κατοικήσει μέσα μας καὶ θὰ γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: "ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια" (Γαλ. 5, 22).

Ὅταν, λοιπόν, αὐτά, ἔστω καὶ κατ’ ἀρχὰς καὶ ἐν μέρει, ἀρχίσουν νὰ ὑπάρχουν στὰ μέλη-χριστιανοὺς τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἀρχίζει νὰ σαρκώνεται τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Τότε οἱ Χριστιανοί, μέσα στὴν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε καὶ γιὰ τὴν ὁποία χαίρουν• ἀγαποῦν καὶ νοιάζονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Γίνονται ἀδέρφια. Ἀποχτοῦν κοινότητα σκέψης καὶ τρόπου. Γίνονται κοινότητα σὲ ὅλα, στὴν χαρά, στὴν θλίψη, στὶς ἀνάγκες, στὴν ἄνεση. Τότε οἱ ἀρετὲς ποὺ φυτρώνουν σιγὰ-σιγὰ στὴν καρδιὰ ἀρχίζουν νὰ καρποφοροῦν καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (δικοί μας καὶ ξένοι) γίνονται ἀδέρφια μας.

Γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία καὶ τὸ τρεπτὸ τῆς φύσεως οἱ χριστιανοὶ ἀγωνίζονται γιὰ ὅσο γίνεται μεγαλύτερη μετοχὴ στὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὄχι μηχανικά, μὲ μόνη τὴν μετοχὴ στὰ μυστήρια, ἀλλὰ οὐσιαστικά. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν μυστηρίων, στὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ψυχοσωματικὸ ἐγωισμὸ ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη καὶ ἀνακόπτει τὴν πορεία πρὸς τὴν ἀδερφό.

Στὴν γιορτὴ λοιπὸν τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς ποὺ εἶναι φανέρωση τοῦ τρόπου τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοὶ (τὴν παραμονὴ) προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀδερφούς τους ποὺ ἔχουν φύγει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ ἔχουν περάσει στὴν κατάσταση ποὺ προσδιορίζεται μόνον ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Στὸ μέτρο ποὺ κάποιος ἔγινε μέτοχος τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ, τόσο Τοῦ μοιάζει, τόσο ἄνεση ἔχει στὴν σχέση μαζί Του. Οἱ μάρτυρες καὶ οἱ Ἅγιοι, μεγάλη· οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί, ἀνάλογα. "Ἀστὴρ ἀστέρος, διαφέρει ἐν δόξῃ". Ἀτυχῶς κάποιοι, πολὺ λίγο ἢ καὶ ἐπικίνδυνα λίγο, ὥστε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι γι’ αὐτοὺς ξένο ἢ καὶ ἐνοχλητικό!

Ἔρχεται λοιπὸν τώρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ προσεύχεται μὲ τὴν Εὐχαριστία τὴν παραμονὴ τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, (ποὺ εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς δυνατότητος τῆς ἀνθρώπινης ἀλλαγῆς), καὶ παρακαλεῖ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, τὸν Δεσπότη Χριστό, γιὰ ὅλους ὅσοι βρίσκονται ἐνώπιόν Του: Νὰ παραβλέψει ἀδυναμίες. Νὰ συγχωρήσει λάθη. Νὰ παραγράψει ἁγνοήματα. Νὰ δώσει ζωή. Νὰ φέρει ἐλπίδα ἀναπαύσεως.

Ἡ Ἐκκλησία παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει. Ὁ Χριστὸς θέλει. Ἡ τραγωδία εἶναι ὅτι ἴσως κάποιος δὲν ἐπιθυμεῖ καμμιὰ ἀλλαγή… Ἀκόμα καὶ τὴν ἑπομένη μετὰ τὸ ψυχοσάββατο ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅλη ἡ Ἐκκλησία γονατιστὴ παρακαλεῖ γιὰ ὅσους ἔχουν φύγει "Δέξου Κύριε δεήσεις καὶ ἱκεσίες καὶ ἀνάπαυσε ὅλους τοὺς γονεῖς, τοὺς ἀδερφούς, τὰ τέκνα ὅλων καὶ κάθε ἄνθρωπο, ὅλους ὅσους ἔχουν πεθάνει, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ…".

Ἡ συμμετοχή μας λοιπὸν στὴν γιορτὴ ἂς γίνει μία προσπάθεια κατανόησης τῆς σχέσης μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (κάθαρση-φωτισμό). Μετοχὴ στὰ χαρίσματά του ποὺ μόνον στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν καὶ δίνονται. Ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τοὺς ἀδερφούς μας δηλαδή, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.

Κάποια στιγμὴ καὶ μεῖς θὰ χρειαστοῦμε αὐτὴ τὴν ἀγάπη.

Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

ὁ ἐφημέριος

π. Θεοδόσιος

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 18, 2015

Περίοδος Τριωδίου- σκέψεις - π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος

 
…Ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση εἶναι ἐδῶ…
(λαϊκὸ τραγούδι)

(ἢ …ὅπως ὁ τσοπάνος χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια...)
(Τὸ εὐαγγέλιο)

Πολλοὶ ἄνθρωποι καὶ παλαιότερα καὶ τώρα, ἀρνούμενοι μιὰ μεταφυσικὴ ἐκδοχὴ συνέχισης τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου σὲ κατάσταση Παραδείσου (τέλεια εὐδαιμονία) ἢ σὲ κατάσταση κολάσεως (ταλαιπωρία ἀπόλυτης μόνιμης μοναξιᾶς) καὶ θέλοντας νὰ «γελάσουν» μὲ τὶς λαϊκότροπες χαλκογραφίες ποὺ παρίσταναν τὴν κόλαση σὰν ἕνα «τόπο» φωτιᾶς καὶ μαρτυρίων σωματικῶν καὶ τὸν Παράδεισο σὰν ἕνα «κῆπο» μὲ φρεσκοκουρεμένο γκαζὸν γεμάτο ὄμορφα λουλούδια στὸν ὁποῖον περιδιάβαιναν ἀργόσχολοι χαζούληδες γεμάτοι...ἀρετές, ἰσχυρίζονται ὅτι τέτοια πράγματα εἶναι ἀνυπόστατα καὶ συνεπῶς «ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση εἶναι ἐδῶ»!

Ἂς δοῦμε ὅμως… τὸ τραγούδι ἀναλυτικά!

Ὁ Χριστὸς στὸ 25ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου περιγράφει μὲ τρεῖς εἰκόνες τὴν σχέση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό.

Στὴν εἰσαγωγικὴ καὶ πρώτη (κεφ. 25,1-13) μὲ τὴν γνωστὴ παραβολὴ τῶν Δέκα Παρθένων θέτει τὸ θέμα ὄχι τῆς θεωρητικῆς μόνον ἀγάπης τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν συνάντηση μὲ τὸν Δημιουργὸ-Νυμφίο τους (ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου), ἀλλὰ καὶ τὸ θέμα τῆς οὐσιαστικῆς προετοιμασίας γι’ αὐτὴν τὴν συνάντηση (ἔλαιον...εἰς τὰ ἀγγεῖα). Δὲν φτάνει μόνον νὰ περιμένεις• χρειάζεται νὰ ἔχεις τὰ ἀναγκαῖα γι’ αὐτὴ τὴ συνάντηση, ὥστε νὰ μὴ ἀποδειχθεῖς...ἀνόητος (μωραὶ παρθένοι). Ἀρχικὴ λοιπὸν προϋπόθεση εἶναι νὰ εἶσαι στὴν ἑτοιμότητα τῆς ἀγάπης γιὰ μία...αἰφνίδια ἔκκληση-συνάντηση!

Στὴν δεύτερη εἰκόνα (κεφ. 25, 14-30) περιγράφεται τὸ μυστήριο τοῦ ἐκ Θεοῦ...γονιδιώματος, ἀφοῦ Αὐτὸς δίνει στὸν ἕνα «πέντε τάλαντα», στὸν δεύτερο «δύο τάλαντα» καὶ στὸν τρίτο «ἕνα τάλαντο». Κανεὶς δὲν ξέρει ἀπὸ ποῦ καὶ γιατί προέκυψαν σ’ αὐτὸν τὰ ὅποια προσόντα-τάλαντά του. Τὸ βάρος ἄλλωστε γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν πέφτει στὸ πόσα ἔχεις ἀλλὰ στὸ τί τὰ κάνεις! Κι ἐδῶ ἔχουμε δύο στάσεις-ἀντιμετωπίσεις. Κάποιους ποὺ κοπιάζουν νὰ αὐξήσουν τὰ δοθέντα (τὰ πέντε-δέκα, τὰ δύο-τέσσερα) καὶ κάποιους ποὺ κλείνονται στὸν ἑαυτό τους καὶ θάβουν στὸ κλουβὶ τοῦ ἐγωϊσμοῦ τους τὴν δωρεά. Ἡ κατάληξη γιὰ τοὺς πρώτους εἶναι «εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου», ἐνῶ γιὰ τοὺς δεύτερους «τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον».

Καὶ ἐρχόμαστε στὴν καταληκτικὴ τρίτη εἰκόνα (κεφ. 25, 31-46) στὴν ὁποῖα τὸ πλαίσιο τῆς σχέσεως τίθεται δυναμικὰ καί... μονόπλευρα, «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» καὶ «ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ». Ὁ Χριστὸς ἔρχεται ὡς Ἥλιος ἀνατέλλων. Μία κίνηση ζωοποιοῦ δυναμισμοῦ ἀνεξάρτητου ἀπὸ τὶς ἐπιλογὲς καὶ ἐπιθυμίες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν κτισμάτων. Κάτω ἀπὸ τὰ μάτια καὶ τὸ φῶς τοῦ ἀληθινοῦ Ἥλιου τῆς Δικαιοσύνης Χριστοῦ «συναχθήσονται... πάντα τὰ ἔθνη».

Ὁ φυσικὸς ἥλιος μὲ τὴν παρουσία καὶ τὸ φῶς του ἀποσαφηνίζει ὅσα μέσα στὸ σκοτάδι ποὺ προηγεῖται εἶναι στὰ μυαλὰ καὶ στὰ μάτια πολλῶν ἀνθρώπων, σὲ μπέρδεμα καὶ παρανόηση. Καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἔνδοξη παρουσία Του «ξεχωρίζει» τοὺς ἀνθρώπους «ὥσπερ ὁ ποιμὴν τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων». Δὲν φτιάχνει «πρόβατα» καὶ «ἐρίφια». Τὰ βρίσκει. Ἡ δική του παρουσία ἁπλῶς κάνει σαφῆ τὴν ποιοτική τους διαφορὰ καὶ αὐτὸ ποὺ μέχρι τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν σὲ σύγχυση, ἀσάφεια καὶ ἀνάμιξη (τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, ὁ πόνος καὶ ἡ καλωσύνη, τὸ δάκρυ καὶ ἡ σκληρότητα, ὁ θάνατος καὶ ἡ εὐζωΐα γενικῶς τὸ σκάνδαλο τοῦ κόσμου μας) τώρα πλέον ἀποκτᾶ τὴν πραγματικὴ μόνιμη καὶ σαφῆ θέση του.

Αἰωνιότητα δὲν εἶναι κάτι• εἶναι ΚΑΠΟΙΟΣ. Εἶναι ὁ Χριστός. Ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ μετὰ θάνατον ζωὴ εἶναι ἡ σχέση μαζί Του. Ὅμως ὑπάρχει σχέση ἀγάπης ἐξ ὁμοιότητος καὶ σχέση ἀπέχθειας ἀπὸ φιλαυτία. Ἐκεῖνος ἀγαπᾶ ὅλους μονίμως καὶ διαρκῶς μὲ τὴν ἴδια ἔνταση. Στὸ ἴδιο μέτρο καὶ τὴν Παναγία καὶ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ ποιότητα τῆς σχέσης μας μαζί Του, ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς. Ἑξαρτᾶται ἀπὸ τὴν θυσία μας νὰ ἀποκτήσουμε «ἔλαιον» στὰ ἀγγεῖα τῆς ὕπαρξής μας. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν κόπο μας νὰ διπλασιάσουμε τὸ «τάλαντο» ποὺ μᾶς ἔδωσε. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ἀποκτήσαμε δουλεύοντας τὶς ἀρετὲς ποὺ μᾶς ὑπέδειξε τὸ θέλημά Του ὥστε νὰ ἔχουμε «μάθει» νὰ ἀγαπᾶμε. Ἐκεῖνος εἶναι ἀγάπη. Ἐμεῖς μιμούμενοι τὸν τρόπο καὶ τὶς ἐντολὲς Του ἀποκτᾶμε ἀγάπη καὶ ἔτσι Τοῦ μοιάζουμε. Γινόμαστε παιδιά Του. Ἡ συνάντησή μας μαζί Του εἶναι χαρὰ «ἀνεννόητος» (ποὺ δὲν τὴν χωράει, δηλαδή, ἀνθρώπινο μυαλό). Γίνεται ἡ σχέση Παράδεισος. Ὅμως ὅλος αὐτὸς ὁ κόπος ξεκινάει ἀπὸ ἐδῶ. «Ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος...».

Καὶ στὶς δύο κατηγορίες-τοποθετήσεις τῶν ἀνθρώπων ὁ Χριστὸς ἀπευθύνει τὸ ἴδιο «ἐρωτηματολόγιο»: Νοιάστηκες τὸν πεινασμένο καὶ τὸν διψασμένο; Τὸν ξένο; Τὸν μετανάστη; Τὸν γυμνό; Τὸν ἄρρωστο; Τὸν φυλακισμένο; Στὰ πρόσωπα ὅλων αὐτῶν ὁ Χριστὸς «ταυτοποίησε» τὸν ἑαυτό Του. Ὅσοι εἶχαν δουλέψει στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν (νηστεία-ἐγκράτεια, ὄχι ὡς καταξιωτικὰ κατορθώματα ἀλλὰ ὡς τρόπο ἐλευθερίας ἀπὸ τὴν φιλαυτία μετὰ τὰ ὁποῖα ἡ προσευχὴ γίνεται σχέση μετοχῆς στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ), εἶχαν βγεῖ στὴν ἁπλωσιὰ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ εἶχαν ἀποκτήσει ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη• ἀνταποκρίθηκαν στὸ «ἐρωτηματολόγιο» τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν εὐτυχία καὶ τὴν χαρὰ τῆς συνάντησης μὲ γνώριμο πρόσωπο. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε αἰώνια καὶ μόνιμη πηγὴ αὔξουσας εὐτυχίας. Τὸ φῶς δὲν χορταίνεται!

Ὅσοι κλείστηκαν στὴν αὐταπάτη τῆς ἐγωιστικῆς ἰδιοτελοῦς ἀγάπης γιὰ νὰ μὴ χάσουν καὶ θυσιάσουν καὶ κουραστοῦν, αὐτὴ ἡ αὐτοερωτικὴ τους τοποθέτηση τοὺς ἔκανε νὰ μὴ μποροῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν Σταυρικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἀντίθετα, ἡ παρουσία Του τοὺς ἐνοχλεῖ γιατί τὸν φαντάζονται καὶ Αὐτὸν ὡς κάποιον ποὺ κλέβει τὴν...στάχτη τῆς σβησμένης καὶ κρύας ἀγάπης τους γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Καὶ ἔτσι γίνεται γι’ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς «ἀνέκφραστος ὀδύνη»! Κόλαση ἄπειρες φορὲς χειρότερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ ἡ ἀφέλεια τῶν λαϊκῶν λιθογραφιῶν περιέγραφε μὲ εἰκόνες φωτιᾶς καὶ δυσωδίας. Τὸ «πῦρ τὸ ἐξώτερον» γιὰ τὸ ὁποῖο μιλάει τὸ εὐαγγέλιο, εἶναι «φωτιὰ» ὑπαρξιακῆς αἰώνιας ταλαιπωρίας στὸν ἐγκλεισμὸ τῆς ἀπόλυτης μόνιμης μοναξιᾶς, ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶναι… φοῦρνος. Ὅταν ὁ ἄλλος γιὰ μᾶς δὲν εἶναι παρὰ ἐκμεταλλεύσιμη εὐκαιρία (ἐπαγγελματικά, ἐρωτικά, κοινωνικὰ) τότε ἔχουμε πάρει τὸν δρόμο γιά... τὴν Κόλαση. Ὅπως ὁ Παράδεισος ἔτσι καὶ ἡ κόλαση, «εἶναι ἐδῶ»!

Κάθε πρωὶ βγαίνει ὁ ἥλιος γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἂν ἐγὼ ὅμως καταστρέψω τὰ μάτια μου μὲ τὰ χέρια μου, τὸ ὅτι δὲν θὰ τὸν βλέπω ἀκόμα καὶ ὅταν βγεῖ, παρὰ μόνον ὡς σκοτάδι, δὲν εἶναι ρύθμιση Ἐκείνου ἀλλὰ δική μου ἐπιλογή.

Ἡ ἁμαρτία καταστρέφει τὴν δυνατότητα μετοχῆς στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ διὰ τῆς ἁμαρτίας (ψυχικῆς ἢ σωματικῆς) ἐγκλωβιζόμαστε στὸν ἑαυτό μας. Ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι φόβος γιὰ ἡλικιωμένους μπροστὰ στὸ ἄγνωστο τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ὑπαρξιακὴ ἀναπηρία ποὺ στερεῖ τὴν δυνατότητα ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο νὰ μπορεῖ νὰ γευτεῖ τὴν χρηστότητα τοῦ Κυρίου.

Πλέον πρέπει νὰ διορθώσουμε τὸ λαϊκὸ τραγούδι: «Ἐδῶ ἀρχίζει ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση ἐδῶ»! Ὁ Χριστὸς δὲν στέλνει κανένα στὴν κόλαση. Μόνοι μας διαλέγουμε νὰ ζήσουμε μακριά Του.


Ἀδελφοί μου,

Ἂς κάνουμε τὸν Χριστὸ καὶ τὸ θέλημά Του (ποὺ ἐμᾶς...ἑξασφαλίζει) κέντρο καὶ τρόπο τῆς ζωῆς μας.

Ἂς ἀγωνιστοῦμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸ «καβούκι» τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ νὰ μάθουμε νὰ ἀγαπᾶμε.

Ἂς χαροῦμε μὲ τὴν μεγαλειώδη προοπτική τῆς συνάντησης μαζί Του. Βραχυπρόθεσμα στὸ Πάσχα ποὺ ἔρχεται. Μόνιμα, στὴν ἀγκαλιὰ Αὐτοῦ ὁ ὁποῖος εἶναι Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ.

 
Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

ὁ ἐφημέριός σας

π. Θεοδόσιος

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 17, 2014

Νά προσευχόμαστε ὑπέρ ἀλλήλων


Oremus pro in vicem

"Νά προσευχόμαστε ὑπέρ ἀλλήλων"


[ἤ ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ;]

(Εἰσήγηση σέ Ἱερατική Σύναξη τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως – 23 Νοεμβρίου 2010)



Σεβασμιώτατε Πάτερ,

Σεβάσμιοι Πατέρες, ἀδελφοί μου.

Μέ εὐγνωμοσύνη καί χαρά ἀνταποκρίνομαι στό κάλεσμα τοῦ καλοῦ Σας Δεσπότη νά βρεθῶ μαζί Σας νά εἰσηγηθῶ καί στήν συνέχεια νά συζητήσουμε, ἕνα ὀδυνηρό καί ἄμεσα πιεστικό θέμα, πού εἴτε τό κατανοοῦμε εἴτε ὄχι, εἴτε μᾶς ἀρέσει εἴτε ὄχι, εἶναι γιά τήν ἐποχή μας, ἡ μεγαλύτερη ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας, ἄν δέν θέλουμε φυσικά νά μείνουμε ἕνα εὐσεβές ὑπόλοιπο τῆς κοινωνίας!

Μπροστά σας, ἀγαπητοί πατέρες, εἶμαι μειράκιο καί σέ γνώσεις καί σέ πεῖρα. Συγκαταβεῖτε στήν ἀναίδια μου καί δεχθεῖτε τά λόγια μου ἁπλῶς ὡς ἀφορμή σκέψεων, προερχόμενα ἀπό κάποιον πού ζεῖ σ᾿ ἕνα περιβάλλον ἐκκλησιαστικό, τό ὁποῖο ἐν πολλοῖς χρησιμοποιεῖ τήν σημερινή γλῶσσα.

Πρέπει πλέον νά συζητήσουμε τό θέμα ("μᾶς πρόλαβε τό μεθαύριο" ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Μητρ. Χαλκηδόνος Μελίτων), ποιά γλῶσσα πρέπει νά χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία σήμερα, ἄν θέλει νά ἐπικοινωνεῖ μ᾿ αὐτούς πού ἀποκαλεῖ ποίμνιό της.

Εὐχαριστῶ θερμά τόν Σεβασμιώτατο πού παρ᾿ ὅτι δέν μέ γνώριζε μέ καλέσε νά μιλήσω σέ σᾶς τούς ἱερεῖς του. Σᾶς εὐχαριστῶ, Σεβασμιώτατε, γιά τήν ἐμπιστοσύνη.

Εὐχαριστῶ καί Σᾶς, ἀγαπητοί πατέρες πού θά μέ ἀνεχθεῖτε νά Σᾶς λέω κοινότοπα πράγματα καί γνωστά. Ὅμως πιστεύω καί κοινούς καϋμούς, γιά μιά παρουσία Ἐκκλησίας, πού θά εἶναι γοητευτικό ἐνδεχόμενο ζωῆς, γιά τόν σημερινό ἄνθρωπο καί ὄχι εὐσεβές Κ.ΑΠ.Η., στό ὁποῖο… κανείς δέν βιάζεται νά εἰσέλθει! (Πιστέψτε με…!)





Α. Θεοπνευστία.

Μιά "κακομεταχειρισμένη" διδασκαλία.

Ὁ Χριστός δέν ἔχει γράψει τίποτα. Δέν ἄφησε πίσω του ἕνα βιβλίο ἀλλά μιά κοινότητα. Ὄχι μιά σέκτα μυημένων ἀλλά μιά κοινότητα ἀπό ανθρώπους πού ἐστάλησαν νά ἀναγγείλουν ἕνα καλό νέο ὡς τίς ἄκρες τοῦ κόσμου. Αὐτή ἡ κοινότητα μεταφέρει τόν Λόγο.

Χρειάστηκε μιά τριακονταετία μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ καί τόν σωματικό χωρισμό τους καί τότε οἱ ἀπόστολοι βλέποντας νά ἐκλείπουν οἱ πρώτοι μάρτυρες, (δηλαδή οἱ ἴδιοι) ξεκίνησαν νά γράφουν τά Εὐαγγέλια γιά νά προσδώσουν διαχρονικότητα στίς ἀναμνήσεις τους. Ἡ κοινότητα λοιπόν εἶναι πρώτη, εἶναι αὐτή, πού μᾶς δίνει τή Βίβλο. Καί αὐτό συνεχίζεται. Τί θά γινόταν ἡ γνώση τῶν Γραφῶν ἐάν οἱ διάφορες χριστιανικές κοινότητες δέν τήν μετέδιδαν ἀπό γενιά σέ γενιά;

Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό: εἶναι ἡ κοινότητα αὐτή πού, μέσα σέ ὅλα πού ἔχουν γραφτεῖ γιά τόν Χριστό, ἀποφάσισε ποιά βιβλία θά συμπεριλαμβάνονται στίς Γραφές καί ποιά ὄχι. (Αὐτά πού ὀνομάζονται Ἀπόκρυφα). Ἡ λίστα τῶν βιβλίων πού συμπεριλήφθησαν πῆρε τό ὄνομα «Κανών» δηλαδή "εὐθεῖα γραμμή", πλαίσιο, κανονισμός. Γύρω στό 70 μ.Χ. καί μετά τήν καταστροφή τοῦ ἑβραϊκοῦ κράτους, διδάσκαλοι τοῦ Νόμου συναντήθηκαν στὴν Ἰάμνεια (νότια τοῦ Τέλ Αβίβ) καί ἀποφάσισαν τόν "Κανόνα" καί τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ χριστιανοί τόν υἱοθέτησαν προσθέτοντας παρόλα αὐτά κάποια βιβλία προερχόμενα ἀπό τήν ἑλληνική μετάφραση τῆς Βίβλου. Γιά τήν Καινή Διαθήκη ἡ λίστα συντάχτηκε κοπιαστικά. Τήν τελική της μορφή πῆρε μόλις στό τέλος τοῦ 4ου αἰώνα.

Τό σημαντικό εἶναι ὅτι τά βιβλία πού ἐπιλέχθηκαν ἦταν αὐτά πού οἱ διάφορες ἐκκλησίες χρησιμοποιοῦσαν αὐθόρμητα στούς ἑορτασμούς τους. Μέσα σέ αὐτά τά βιβλία οἱ κοινότητες ἀναγνώρισαν τήν πίστη τους καί τά ὀνόμασαν «θεόπνευστα», πού σημαίνει ὅτι οἱ συγγραφεῖς τους τά συνέθεσαν φωτισμένοι ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὅμως θεόπνευστα, ὄχι ὑπαγορευμένα. Ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων δέν δέχεται τήν κατά γράμμα θεοπνευστία.

"Ἀποτέλεσμα τῆς περί κατά γράμμα θεοπνευστίας διδασκαλίας… ἦτο, ὅτι ἐνδιαφέρθησαν οἱ Δυτικοί νά μάθουν τήν γνησίαν μορφήν τῶν τριῶν γλωσσῶν τοῦ Θεοῦ, τῶν ἑβραϊκῶν, τῶν ἑλληνικῶν καὶ τῶν λατινικῶν καί νά ἐξακριβώσουν τήν ἀκριβῆ μορφήν τῆς ἀποκαλύψεως διά τῆς κατοχῆς τοῦ ἀρχικοῦ καί γνησίου κειμένου τῆς ἁγίας Γραφῆς… διότι τἄχα μόνον εἰς τάς ἀρχικάς γλώσσας ὡμίλησεν ὁ Θεός ἐν ταῖς γραφαῖς εἰς τούς ἀνθρώπους... Οὐδέποτε ἠδυνήθησαν νά καταλάβουν οἱ Διαμαρτυρόμενοι, ἀλλά καί οἱ Ρωμαιοκαθολικοί (ἄν και ἀπέδιδον μεγάλην σημασίαν εἰς τήν Vulgata) πῶς οἱ Ὀρθόδοξοι ἐθεώρουν ἐξ ἴσου θεόπνευστον μετά τοῦ Ἑβραϊκοῦ κειμένου καί τήν μετάφρασιν τῶν Ἑβδομήκοντα! Ἐξ ὀρθοδόξου ἐπόψεως ἐκεῖνο τό ὁποῖον κάμνει τό κείμενον θεόπνευστον δέν εἶναι αἱ ἀρχικαί λέξεις καθ᾿ ἑαυτάς… Καί τοῦτο, διότι θεόπνευστον δέν εἶναι τό κείμενον καθ᾿ ἑαυτό, ἀλλά θεόπνευστος εἶναι ὁ γράφων… Ὄχι μόνον ὁ γράφων, ἀλλά καί ὁ διαβάζων πρέπει νά γνωρίζει γράμματα. Ὄχι μόνον ὁ γράφων περί μαθηματικῶν πρέπει νά γνωρίζει μαθηματικά, ἀλλά καί ὁ διαβάζων καί ὁ ἑρμηνεύων τά γραφόμενα τοῦ μαθηματικοῦ πρέπει νά γνωρίζῃ τά μαθηματικά. Τό ἴδιον ἀκριβῶς ἰσχύει διά τήν διά κειμένων μετάδοσιν οἱασδήποτε ἐπιστήμης. Καί διά ποῖον λόγον νά ἐξαιρῆται, ἡ ἁγία Γραφή;" (π. Ἰω. Ρωμανίδη: Δογματική και Συμβολική θεολογία. Ἐκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ - 1981, σελ. 171-174, επιλογή).

Στά Εὐαγγέλια καταγράφεται ἡ εμπειρία τῶν Ἀποστόλων ἀπό τήν σχέση τους μέ τόν Χριστό. Ἡ ἐξωτερική σχέση καί ἡ πνευματική σχέση. Αὐτά ὅμως τά κείμενα δέν εἶναι ἕνα ὑπαγορευμένο "τηλεγράφημα" τοῦ Χριστοῦ στούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἔκφραση, περιγραφή καί διήγηση τῆς προσωπικῆς τοῦ καθενός συγγραφέα πρόσληψης, τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἀπόστολοι συγγραφεῖς εἶναι πραγματικοί συγγραφεῖς πού ἐμψυχώνονται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γράφουν ὅμως μέ τή δική τους ἰδιοσυγκρασία, στή δική τους κουλτούρα, σέ γλῶσσες πού χρησιμοποιοῦνται ἐκεῖ πού βρίσκονται, μέ βάση τίς ἀνάγκες τῶν κοινοτήτων, ὅπου κατοικοῦν. Δηλαδή γράφουν βιβλία τοποθετημένα στό χρόνο καί στό χῶρο.

Ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν ἔχουμε ἱερή γλῶσσα! Δέν γνωρίζουμε παρά μόνο στά ἑλληνικά τά λόγια πού ὁ Χριστός πρόφερε στά ἀραμαϊκά, καί τά ἀκοῦμε τώρα στή γλῶσσα τοῦ κάθε τόπου. Ἐπιπλέον ἔχουμε τέσσερα Εὐαγγέλια ἐντελῶς διαφορετικά, ἰδιαίτερα αὐτό τοῦ Ἰωάννη. Εἶναι βέβαια Εὐαγγέλια τοῦ Χριστοῦ ἀλλά («σύμφωνα μέ», ὅπως τά βλέπουν δηλαδή) ὁ Ματθαῖος ἤ ὁ Μάρκος ἤ ὁ Λουκᾶς.

Γιά τούς περισσότερους ἀπό ἐμᾶς, πρέπει μέ εἰλικρίνεια νά τό ὁμολογήσουμε, λειτουργεῖ μέσα μας μιά πίστη πού στηρίζεται περισσότερο στήν ἐγκυρότητα ἑνός κειμένου (τελικά sola scriptura) καί λιγότερο στήν περιπέτεια τῆς αὐτοπαράδοσης στά χέρια τοῦ Χριστοῦ μέσω τῆς ὅλης διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας.

Δέν θέλουμε νά σκεφτοῦμε ὅτι σχεδόν διακόσια χρόνια οἱ κατά τόπους Ἐκκλησίες δέν διέθεταν κανένα κείμενο παρά μόνο τήν προφορική παράδοση τῶν Ἀποστόλων, πού σύστησε τήν τοπική τους Ἐκκλησία. Καί αὐτό πού τούς παρεδόθη ἦταν ἡ διδασκαλία γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Γραφή δέν εἶναι ἀποκάλυψη. Εἶναι λόγος γιά τήν Ἀποκάλυψη πού εἶναι μόνο ὁ Χριστός. Ἡ ποιότητα τῆς ζωῆς τῶν μελῶν κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας βεβαίωνε τούς ἀνθρώπους γιά τήν ἀλήθεια. Ἐμπιστευόντουσαν καί προχωροῦσαν. Πρός τά ποῦ; Πρός τόν θάνατο, πού ἦταν πλέον νικημένος ἀπό τόν Ἀναστάντα Χριστό. "Ἡ χαρά τῆς καρδίας αὐτῶν ἐνέπαιζε τόν θάνατον" πού λέει καί ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, μέσα στόν ἴδιο κύκλο κι αὐτός.





Β. Μεταφράσεις. - Ἕνας "ἀνεδαφικός τρόμος".


Ξεκινώντας πάνω σ᾿ αὐτήν τή βάση καί ἔχοντας ἀποσαφηνίσει μέσα μας ὅτι θεόπνευστα (ὄχι μέ τήν ἔννοια τῆς κατά γράμμα θεοπνευστίας, ἀλλά μέ τή νοηματική) εἶναι μόνον τά Γραφικά (τῆς Γραφῆς δηλαδή) κείμενα ἀρχίζουμε νά βλέπουμε μέ ἡσυχία τό ἐνδεχόμενο καί τήν πιθανότητα κάποιων μεταφράσεων τῶν ἐν χρήσει Λειτουργικῶν Κειμένων.

Ἀρχική τοποθέτηση καί διαπίστωση: Δέν μεταφράζονται ποιητικά κείμενα! Ὕμνοι, κανόνες, τροπάρια, ἀπολυτίκια ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ νά μεταφραστοῦν! Χρειάζονται… ἄλλα μέτρα γιά κάτι τέτοιο. Ἄς μή ἐπεκταθοῦμε σέ αὐτονόητες διευκρινίσεις.(Τό βλέπουμε στήν συζήτηση).

Χρειάζεται νά ποῦμε ἐξ ἀρχῆς ὅτι ἡ προσπάθεια μεταφορᾶς τοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος στήν σήμερα ὁμιλουμένη δημοτική δέν εἶναι μιά μετάφραση ἀπό κάποια γλῶσσα σέ ἄλλη γλῶσσα, ἀλλά εἶναι ἐνδογλωσσική μετάλλαξη. Ὅλοι ξέρετε τούς Ἰαμβικούς Κανόνες, τούς στίχους στά Συναξάρια τῶν Μηναίων, τά Κοντάκια ὡς ὑπόλοιπα τῶν Ὕμνων τοῦ ἁγ. Ρωμανοῦ, τήν διαφορά γλώσσας ἀνάμεσα σέ εὐχές Μυστηρίων καί Θ. Λειτουργίας, τίς σύγχρονες ἀκολουθίες! Δηλαδή, ἀπό τά Ὀμηρικά, τήν κοινή Ἑλληνική, τά ἰδιότυπα τοῦ Βυζαντινοῦ Μεσαίωνα, μέχρι καί σήμερα, ΟΛΟΙ οἱ γλωσσικοί τύποι χωρᾶνε στήν Ἐκκλησία καί καλῶς!

Αὐτά δείχνουν τήν ἐλευθερία τῆς Ἐκκλησίας νά ἔχει, διαχρονικά ἐλεύθερο, τό θέμα τῆς ἐπιλογῆς, ὑπό τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, τῆς γλωσσικῆς μορφῆς τῆς λατρείας. Γιατί λοιπόν ὄχι καί στό σημερινό γλωσσικό ἰδίωμα;

Οἱ Ἑβραῖοι ὅταν πιά δέν καταλάβαιναν τό Μασωρητικό κείμενο τό μετέφρασαν στά τότε ὁμιλούμενα καί ἀπό αὐτούς Ἑλληνικά (Μετάφραση τῶν Ο΄) καί τό γεγονός τό γιόρταζαν κατ᾿ ἔτος στό νησί Φάρος τῆς Ἀλεξάνδρειας μέ τριήμερες γιορτές, ὅπως λέει ὁ Ἰουδαῖος Φίλων. Γιά τήν Δυτική Ἐκκλησία ὑπῆρξαν πολλές Λατινικές μεταφράσεις μέ κατάληξη τήν γνωστή Vulgata πού σημαίνει λαϊκή μετάφραση.

Γιά τήν Ἀνατολική Ἐκκλησίας τό θέμα τῶν μεταφράσεων σέ ἄλλες γλῶσσες τό προώθησε ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (Ἁρμενικά) καί οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος (Σλαβονικά) φτιάχνοντας γραμματικοσυντακτικά τήν γλῶσσα αὐτή καί ξεπερνώντας τίς τυχόν "παραδοσιακές" ἀντιρρήσεις τῶν τριγλωσσιτῶν τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρώμης.

Καμμία θεολογική βάση καί κανένα κανονικό ἔρεισμα δέν ἔχει, ἡ ἀντίρρηση γιά τίς μεταφράσεις! Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τῆς φανερώσεώς της ἐν χρόνῳ, χρησιμοποιεῖ τά τοπικά γλωσσικά ἰδιώματα. Ὁ ἁγ. Γρηγόριος Νύσσης ΕΜΠΑΙΖΕΙ τόν αἱρετικό Εὐνόμιο καί τούς ὀπαδούς του Εὐνομιανούς πού εἶχαν ἀντιλήψεις, σχετικές μέ κάποιους σημερινούς, γιά ἱερότητα τῆς γλώσσας!!


Οὔτε οὖν Ἑβραία τοῦ Θεοῦ ἡ φωνή, οὔτε καθ᾿ ἑκάτερον τινα τύπον τῶν ἐν τοῖς ἔθνεσι νενομισμένων προφερομένη, ἀλλ᾿ ὅσοι τοῦ Θεοῦ λόγοι παρά τοῦ Μωϋσέως ἤ τῶν προφητῶν ἐνεγράφησαν, ἐνδείξεις εἰσί τοῦ Θείου θελήματος, ἄλλως καί ἄλλως κατά τήν ἀξίαν τῶν μετεχόντων τῆς χάριτος τῷ καθαρῷ καί ἡγεμονικῷ τῶν ἁγίων ἐλλάμπουσαι.

Οὔτε τά ἑβραϊκά εἶναι ἡ "γλῶσσα" τοῦ Θεοῦ, οὔτε κάποιο ἄλλο γλωσσικό ἰδίωμα τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν. Τά λόγια τοῦ Θεοῦ πού γράφτηκαν ἀπό τόν Μωϋσῆ ἤ τούς προφῆτες, δέν εἶναι παρά ἡ φανέρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ... (ἁγ. Γρηγόριος Νύσσης)


"Ὁ Μωϋσῆς πολλαῖς ὕστερον γενεαῖς τῆς πυργοποιΐας γενόμενος, μιᾷ τῶν μετά ταῦτα κέχρηται γλώσση, ἱστορικῶς τήν κοσμογενίαν ἡμῖν διηγούμενος, καί τινας τῷ Θεῷ προσάπτει φωνάς, τῇ ἑαυτοῦ γλώσση καθ᾿ ἥν πεπαίδευτό τε καί συνείθιστο, ταῦτα δεξιών, καί οὐκ ἀλλάσσων τὰς τοῦ Θεοῦ φωνάς ἀλλοιοτρόπῳ τινί καί ξενίζοντι φωνῆς χαρακτῆρι, ὥστε διά τοῦ ξένου τῆς συνηθείας καί παρηλλαγμένου τῶν ὀνομάτων, αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι τάς φωνάς κατασκευάζειν, ἀλλά τῇ συνήθει χρώμενος γλώσσῃ, ὁμοίως τά τε ἑαυτοῦ καί τά τοῦ Θεοῦ διεξέρχεται".

"Ὁ Μωϋσῆς γεννήθηκε πολλά χρόνια μετά τήν πυργοποιΐα τῆς Βαβέλ καί χρησιμοποιεῖ μιά ἀπό τίς γλῶσσες πού προέκυψαν μετά τήν Βαβέλ, γιά νά μᾶς διηγηθεῖ περιγραφικά τήν κοσμογένεση. Βάζει τόν Θεό, νά χρησιμοποιεῖ ὡς γλῶσσα αὐτήν, στήν ὁποία εἶχε ἐκπαιδευτεῖ (ὁ Μωϋςῆς) καί τήν εἶχε συνηθίσει. Δέν ἀλλοιώνει τήν γλώσσα τοῦ Θεοῦ ὅτι δῆθεν (ἡ γλῶσσα... τοῦ Θεοῦ) ἔχει κάποιο ἐντελῶς ἰδιότυπο καί παράξενο φωνητικό χαρακτήρα, ὥστε μέ κάτι περίεργες (ὅσον ἀφορᾶ τά συνηθισμένα), διαφορετικές λέξεις, νά παριστάνει, ὅτι εἶναι ἡ φωνή-γλῶσσα τοῦ Θεοῦ! Μέ τήν ἴδια συνηθισμένη γλῶσσα περιγράφει, καί τά σχετικά μέ τόν ἄνθρωπο, καί τά σχετικά μέ τόν Θεό".

Καί καταλήγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης:

"Ἡ Θεία Γραφή τοῖς ἐν τῷ βίῳ τετριμμένοις ὀνόμασι πρός διδασκαλίαν ἡμῖν συγκέχρηται". Δηλαδή ἡ ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖ ἐξίσου γιά διδασκαλία μας τὶς λέξεις πού χρησιμοποιοῦμε στήν καθημερινή ζωή καί πράξη.

"Παρηγοριά ἀπό τόν Θεό" σημαίνει στά ἑβραϊκά τό ὄνομα ἑνός ἀπό τούς ἐνδοξότερους διοικητές τῶν Ἑβραίων, τοῦ Νεεμία (433 π.Χ.). Ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μέ ἱκανότητες καί προσόντα καί βασική ἀρχή του τήν ἀγάπη γιά τόν Θεό. Μέ τήν σύνεση καί τόν δυναμισμό του κατόρθωσε νά ἐλευθερώσει καί τόν ὑπόλοιπο λαό τοῦ Θεοῦ πού εἶχε μείνει στήν Βαβυλώνα, αἰχμάλωτος. Μπόρεσε νά ξαναχτίσει τά τείχη τῆς κατεστραμμένης Ἱερασουλήμ καί τό σπουδαιότερο νά ἀποκαταστήσει τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ καί τήν τιμή καί τήρηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου.

Ἄνθρωπος μέ φόβο Θεοῦ καί ἀγάπη γιά τόν λαό Του συνειδητοποίησε ὅτι χωρίς τήν γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὁ λαός δέν πρόκειται καθόλου νά προκόψει καί νά βαθύνει τήν σχέση καί τήν ἀγάπη του πρός τόν Θεό. (Ὅταν γιά λίγο ἀπουσίασε οἱ Ἑβραῖοι ἐπέστρεψαν στά προηγούμενα χάλια τους!). Ἐπειδή λοιπόν ὁ λαός μετά ἀπό διακόσια χρόνια συνοίκηση μέ τούς Ἀσσυρίους καί τούς Πέρσες μιλοῦσε πλέον Ἀραμαϊκά καί δέν κατανοῦσε τήν γλῶσσα τῶν Γραφῶν, καθιέρωσε τήν μετάφραση τῶν κειμένων στήν γλῶσσα τοῦ λαοῦ!

Ἄς ἀκούσουμε τό ἴδιο τό κείμενο τῆς Γραφῆς νά μᾶς διηγεῖται τό θέμα. Στό κεφάλαιο ὀκτώ (8) τοῦ Βιβλίου Νεεμίας (ἤ Β’ Ἔσδρας) καί εἰδικότερα στούς στίχους 5 ἕως 12 ὁ Ἔσδρας διαβάζει τόν νόμο στόν λαό:

... 5 Ἔτσι ὅπως στεκόταν ὁ Ἔσδρας ψηλότερα ἀπ' ὅλο τό λαό, ἄνοιξε τό βιβλίο μπροστά τους -κι ὅταν τό ἄνοιξε, σηκώθηκαν ὅλοι ὄρθιοι.

6 Τότε ὁ Ἔσδρας δόξασε τόν Κύριο, τό μεγάλο Θεό, καί ὅλος ὁ λαός ἀπάντησε «ἀμήν, ἀμήν!» ὑψώνοντας τά χέρια. Ὕστερα ἔσκυψαν τά κεφάλια τους καί προσκύνησαν τόν Κύριο μέ τό πρόσωπο στή γῆ.

7 Μετά σηκώθηκαν, καί οἱ λευίτες Ἰησοῦς, Βανί, Σερεβίας, Ἰαμεῖν, Ἀκκούβ, Σαββεθάι, Ὠδίας, Μαασεΐας, Κελιτά, Ἀζαρίας, Ἰωζαβάδ, Ἀνανίας καί Πελαΐας τούς ἐξηγοῦσαν τό νόμο. Κανένας δέν κουνήθηκε ἀπό τή θέση του.

8 Τούς ἔκαναν προφορική μετάφραση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί τούς τόν ἐξηγοῦσαν, γιά νά καταλαβαίνει ὅλος ὁ λαός τί τούς διάβαζαν.

9 Ὁ κυβερνήτης Νεεμίας καί ὁ Ἔσδρας, ἱερέας καί γνώστης τοῦ νόμου, καθώς καί οἱ λευίτες, πού ἐξηγοῦσαν τό κείμενο, εἶπαν στό λαό: «Ἡ ἡμέρα αὐτή εἶναι ἀφιερωμένη στόν Κύριο τό Θεό σας! Δέν εἶναι ὥρα τώρα γιά κλάματα καί πένθη», γιατί ὅλος ὁ λαός ἔκλαιγε ἀκούγοντας νά διαβάζεται ὁ νόμος.

10 Ὁ Νεεμίας εἶπε ἀκόμα: «Πηγαίνετε στά σπίτια σας, φᾶτε ἀπό τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, πιεῖτε γλυκό κρασί καί στεῖλτε φαγητό σ' ὅποιον δέν ἔχει τίποτε νά ἑτοιμάσει»! Ἡ σημερινή μέρα εἶναι ἀφιερωμένη στόν Κύριό μας! Καί μή στενοχωριέστε, γιατί ἡ χαρά πού δίνει ὁ Κύριος εἶναι ἡ δύναμή σας».

11 Τό ἴδιο καί οἱ λευίτες καθησύχαζαν τόν λαό λέγοντάς τους: «Ἠρεμῆστε καί μή στενοχωριέστε! Ἡ σημερινή μέρα εἶναι ἀφιερωμένη στόν Κύριο». 12 Ἔτσι ὅλος ὁ λαός ἔφαγε καί πῆγαν σπίτια τους νά φᾶνε καί νά πιοῦν. Ἔστειλαν καί μερίδες φαγητοῦ σ' ἐκείνους πού δέν εἶχαν νά ἑτοιμάσουν τίποτα. Καί πανηγύρισαν τή μεγάλη γιορτή, γιατί εἶχαν καταλάβει τά λόγια πού τούς ἐξήγησαν.

…………………………………………………………………………

13, 22 Θυμήσου με, Θεέ μου, ἐπίσης καί γι᾿ αὐτό καί σπλαγχνίσου με, ἀφοῦ τόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη σου.

Τί ἔξοχα ὅλα αὐτά καί τί ἀπελπισία ἡ σημερινή θρησκευτική πραγματικότητα, πού στενόκαρδα καί παράλογα, ἐπιμένει σέ τύπους καί μορφές καί ὄχι στήν οὐσία τῆς σχέσεως μέ τόν Θεό πού εἶναι ἡ ὁλοκάρδια ἀλλαγή καί ἡ λατρεία Του "ἐξ ὅλης" ψυχῆς καί διανοίας καί καρδίας καί χειλέων!;

Τί λογική καί ἐλεύθερη ΤΟΤΕ καί πόση στενόκαρδη καί κοντόθωρη (παρά πᾶσαν θεολογική βάση) ΤΩΡΑ… ἡ θεολογία μας.

Σήμερα πλέον κινδυνεύουμε νά καταλήξουμε σέ γνωστικιστές ἀπολυτότητες "Ἑρμητικοῦ" τύπου (Ἑρμῆς ὁ Τρισμέγιστος), ἀφοῦ πολλοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας (ἱερεῖς καί μή) εὔκολα συμφωνοῦν μέ τήν γνώμη: "Οὐδέ γάρ πάντως τήν αὐτήν διασώζειν διάνοιαν μεθερμηνευόμενα τά ὀνόματα, ἀλλ᾿ ἔστι τινά καθ᾿ ἕκαστον ἔθνος ἰδιώματα, ἀδύνατα εἰς ἄλλο ἔθνος διά φωνῆς σημαίνεσθαι. Ἔπειτα κἄν εἰ οἷόν τε αὐτά μεθερμηνεύειν, ἀλλά τήν γε δύναμιν οὐκέτι φυλάττει τήν αὐτήν".

Δηλαδή: "Δέν διατηροῦν τό ἴδιο νόημα τά ὀνόματα ὅταν μεταφρασθοῦν σέ ἄλλη γλῶσσα. Ὑπάρχουν σέ μερικά ἔθνη κάποια ἰδιώματα τά ὁποῖα δέν εἶναι δυνατόν νά μεταφρασθοῦν-φανερωθοῦν σέ ἄλλη ἐθνική γλῶσσα! Ἀκόμα καί ἄν μπορέσουμε νά τά ἑρμηνεύσουμε, δέν θά συνεχίσουν νά ἔχουν τήν ἴδια δύναμη! Μιά τελείως μαγική ἀντίληψη πού ἀσκεῖ ὅμως γοητεία καί γίνεται ἀποδεκτή.



Γ. Συναισθηματισμός καί… Μέθεξις.


Γράφει σέ γράμμα του στό φοιτητικό Περιοδικό Η ΔΡΑΣΙΣ ἕνας καθηγητής τῶν ΤΕΙ Σερρῶν, διηγούμενος ἐμπειρίες του ἀπό τήν λειτουργική ζωή τῆς σημερινῆς ἐκκλησίας:

"Διάβαζα πρόσφατα, πάνω ἀπό τό νεκρό σῶμα τοῦ πεθεροῦ μου… Ψαλμούς... Διάβαζα καί οἱ γύρω καθήμενοι σιωποῦσαν ὥρα πολλή. Ὥσπου ἀναρωτήθηκα ἐάν κανείς καταλάβαινε ἔστω ἐλάχιστα ἀπό αὐτά πού διάβαζα. Ρώτησα, μά κανείς δέν καταλάβαινε τίποτα... Πῶς γίνεται νά κάνουμε κάτι πού δέν καταλαβαίνουμε;... Τούς ρώτησα καί μοῦ εἶπαν ὅτι θά ἤθελαν νά καταλαβαίνουν."

Καί συνεχίζει:

"Μετά τόν κυριακάτικο ἐκκλησιασμό, ὁ χριστιανός πῆγε στό καφενεῖο τοῦ χωριοῦ... Τόν ρώτησαν οἱ φίλοι του… πῶς ἦταν ἡ λειτουργία σήμερα. Ἀπάντησε: «Σήμερα ἡ λειτουργία εἶχε καλά γράμματα». Δηλαδή τί ἐννοεῖς «καλά γράμματα» ρώτησαν τόν ἀγράμματο… «Δέν ξέρω νά σᾶς πῶ, ἀλλά σήμερα εἶχε πολύ καλά γράμματα»".

……………………………………………………………………

Γεώργιος Πάσχος

Καθηγητής Ἐφαρμογῶν Τ.Ε.Ι. Σερρών



Καί ἡ ἀπάντηση τοῦ Περιοδικοῦ:

Ὁ προβληματισμός Σας (πού ἐκφράζετε γιά τήν ἀνάγκη τῶν μεταφράσεων) εἶναι βάσιμος…

… Ὅμως ὅταν ὁ ἀγράμματος Χριστιανός λέει -ὅπως γράφετε- «σήμερα ἡ λειτουργία εἶχε πολύ καλά γράμματα», αὐτό ἔχει πολύ μεγάλο βάθος: Σημαίνει ὅτι ἡ θεία χάρις «ἄγγιξε» τήν ψυχή του, τήν καρδιά του, καί τόν πλημμύρισε μέ τίς δωρεές της. Μπορεῖ νά μήν κατάλαβε τήν ἀκριβῆ ἔννοια τῶν λεγομένων, ἀλλά «ἔζησε» τή Θεία Λειτουργία.

…………………………………………………………………



Ἀγαπητοί Πατέρες,

Νά φθάνεις στά δάκρυα καί νά ἔχεις δυνατές συγκινήσεις δέν εἶναι πάντα ἀναγκαῖο γιά νά βεβαιώνεσαι γιά τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη Του! Στήν πορεία μας στήν πίστη, κάποιες στιγμές, ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐνέργειά Του πάνω μας ἐμφανίζονται εὐδιάκριτα. Βιώνουμε τότε τήν ἐμπειρία νά συγκλονιζόμαστε ἀπό μία λέξη, ἕνα στίχο τῆς Γραφῆς, ἕνα λόγο. Στήν προσωπική προσευχή ἤ κατά τή διάρκεια μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς γιορτῆς αὐτή ἤ αὐτές οἱ λέξεις ἀποσπῶνται καί ἀντηχοῦν. Ἔρχονται νά μιλήσουν στήν καρδιά μας, κάνοντας νά γεννηθῇ μιά βαθειά εἰρήνη, μιά χαρά, ἕνα ξέσπασμα, ἕνα "τραῦμα πού ὑπόσχεται ζωή".

Ὡστόσο ὑπάρχουν στιγμές πού ἡ πνευματική ζωή γίνεται λιγότερο ἀπολαυστική, περισσότερο ἄγονη. Τότε μπαίνουμε στόν πειρασμό νά στενοχωριόμαστε καί ν᾽ ἀμφιβάλλουμε γιά τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνουμε νά μπαίνουν μέσα μας ὅλων τῶν εἰδῶν οἱ λογισμοί λιγότερο ἤ περισσότερο ἀρνητικοί, οἱ ὁποῖοι μᾶς ὁδηγοῦν στήν ἀποθάρρυνση, στήν ἀπογοήτευση.

Στήν πραγματικότητα, ν᾽ ἀγαπᾶς τόν Θεό σημαίνει νά δέχεσαι νά μήν αἰσθάνεσαι πάντα τήν παρουσία Του: ἀντί ν᾽ ἀρεσκόμαστε σέ μιά συμπεριφορά κακομαθημένου παιδιοῦ πού ἀπαιτεῖ ἀδιάκοπα νέες ἀποδείξεις ἀγάπης, νέες ἱκανοποιήσεις, νέα φῶτα γιά νά προχωράει, μαθαίνουμε νά μπαίνουμε σέ μιά πιό μεγάλη δωρεά καί σέ μιά πιό βαθειά ἐμπιστοσύνη.

Μιά ὑπερβολική ἀναζήτηση εὐχαρίστησης καί συγκίνησης μπορεῖ νά γίνει ἕνα ἀπ᾽ τά κυριώτερα ἐμπόδια τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη μετριέται στήν ἱκανότητά μας ν᾽ ἀγαπᾶμε τόν ἄλλον γι᾽ αὐτόν τόν ἴδιο πρώτιστα, καί ὄχι γιά τή συναισθηματική ἱκανοποίηση πού μᾶς παρέχει! Κι ὅμως, πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι τό ἐνδιαφέρον μας γιά τόν Θεό βρίσκεται κάποτε σέ μεγάλη ἐξάρτηση ἀπ᾽ αὐτό πού μᾶς δίνει. Φτάνουμε μάλιστα, κάποιες φορές, στό σημεῖο νά Τόν κατηγοροῦμε ὅτι δέν μᾶς δίνει τήν παρηγοριά καί τή συγκίνηση πού ἐλπίζουμε.

Κακά τά ψέματα! Ἡ γνώση καί ἡ συνείδηση τῶν λεγομένων εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση σχέσεως. Καί ὁπωσδήποτε, ἀπαιτεῖται «θράσος» νά ζητᾶμε νά μᾶς ἀκούσει, ἐνῶ ἐμεῖς δέν καταλάβαμε τί Τοῦ εἴπαμε!!!

Ἡ ἀνάγκη καί τό σωστό εἶναι, ὁ χριστιανός «συναγόμενος» στήν Εὐχαριστία ἤ στίς ἀκολουθίες νά μπορεῖ νά προσεύχεται μαζί μέ τόν ἱερέα, καί ὄχι νά πρέπει νά σκέφτεται τί λέει ὁ ἱερέας, ἀκόμη καί ἄν εἶναι κατανοητή ἡ γλώσσα. Πολύ περισσότερο ὅταν ὁ χριστιανός βρίσκεται στήν κατάσταση πού ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α' Κόρ. 14, 16), δηλαδή νά μή μπορεῖ νά πεῖ τό ἀμήν, ἀφοῦ τίποτε δέν κατάλαβε ἀπό τά λεγόμενα!

Τά μυστήρια τῆς ἐκκλησίας καί ἐξηγοῦνται καί κατανοοῦνται, ὅσον ἀφορᾶ τήν προσευχή καί τά τελούμενα.

Ἄγνωστο-Μυστήριο εἶναι ὁ τρόπος παρέμβασης τοῦ Χριστοῦ διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στήν μεταβολή τῶν Δώρων τῆς Εὐχαριστίας ἤ τοῦ Εὐχελαίου ἤ τῆς καθιέρωσης τῶν χειροτονιῶν ἤ τοῦ Ἁγιασμοῦ καί γενικῶς τῶν ὅποιων μυστηρίων ἤ πράξεων.

Ὁ Χριστός καί οἱ ἐνέργειες Του εἶναι ὑπέρ λόγον. Τά τελούμενα ἀπό μᾶς καί δι᾿ ἡμῶν εἶναι καί πρέπει νά εἶναι στό χῶρο τῆς λογικῆς καί τῆς κατανόησης, ἀλλιῶς εἶναι στόν χῶρο τῆς μαγείας καί ὁ ἱερέας ἀντί διάκονος τῆς σωτηρίας τῶν ἀδελφῶν καταντᾶ "ὁ μάγος τῆς φυλῆς". Χωρίς τουλάχιστον γνώση-κατανόηση τῶν λεγομένων στήν Θ. Εὐχαριστία ἤ τά μυστήρια, ὁ δρόμος εἶναι ἐπικινδύνως ὀλισθηρός γιά ἕνα "μαγικό" προσανατολισμό στόν ὁποῖον ἀπό μέν τούς κληρικούς θά ἰσχύει τό "ἡ ἰσχύς ἐν τῇ ἀσαφίᾳ" ἀπό δέ τούς πιστούς, μία ἀφασιακή "συμμετοχή" σέ λεγόμενα καί τελούμενα πού δέν ζητοῦν τήν δική τους μετοχή παρά μόνον σωματικά καί ἀπό τῶν ὁποίων τήν τελετουργία ἀναμένεται ἡ σωτηρία! (Γαλάτας 5, 2).

Στήν εὐχή πού ἀκολουθεῖ μετά τούς τρεῖς ἀφορκισμούς τῆς ἀκολουθίας "εἰς τό ποιῆσαι κατηχούμενον" εὐχόμαστε καί παρακαλοῦμε: "Διάνοιξον αὐτοῦ τούς ὀφθαλμούς τῆς διανοίας, εἰς τό αὐγάσαι ἐν αὐτῷ τόν φωτισμόν τοῦ Εὐαγγελίου σου" καί στήν Θ. Λειτουργία πρό τῆς ἀναγνώσεως τῶν περικοπῶν Ἀποστόλου καί Εὐαγγελίου προσευχόμαστε καί πάλι λέγοντας: "Ἔλλαμψον ἐν… ταῖς καρδίαις ἡμῶν τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς καί τούς τῆς διανοίας ἡμῶν διάνοιξον ὀφθαλμούς εἰς τήν τῶν Εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν"…

Ὁ μέγας ἅγιος τῆς Φιλοκαλίας ὁ Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Θεόληπτος γράφει:

"Νά ἐφαρμόζεις τήν ψαλμωδία μέ τό στόμα, βέβαια μέ πολύ ἥσυχη φωνή καί "ἐπιβλέποντας" τό μυαλό σου νά μή σκορπίζει ἡ προσοχή του. Νά μήν ἀνέχεσαι νά ἀφίνεις ἀκατανόητο κάτι ἀπό τά λεγόμενα. Ἄν κάποτε κάτι διαφύγει τήν προσοχή τοῦ νοῦ σου, ἐπανάλαβε τόν στίχο ὅσες φορές καί ἄν χρειαστεῖ, μέχρις ὅτου κατορθώσεις νά συμπορεύεται ἡ προσοχή τοῦ μυαλοῦ σου μέ τά λεγόμενα"!!

Τό κείμενο αὐτό τοῦ ἁγίου Θεολήπτου Φιλαδελφείας διαφωτίζει πλήρως τό θέμα: μή ἀνεχόμενος ἀδιανόητόν τι τῶν λεγομένων καταλιπεῖν!

Ὅλοι ξέρουμε ὅτι ὁ ἀγώνας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι νά καθαρισθεῖ "τό βρώμικο παληομάγαζο τῆς καρδιᾶς" (W. Yeats).

Καί μέ τήν Εὐχαριστία καί μέ τά μυστήρια τό ἐπιδιωκόμενο εἶναι ὁ χριστιανός νά "ἀκούσει" τόν χτύπο τοῦ Χριστοῦ στήν πόρτα τῆς καρδιᾶς του καί νά Τοῦ ἀνοίξει. Τότε Ἐκεῖνος "εἰσελεύσεται πρός αὐτόν καί δειπνήσει μετ' αὐτοῦ..." (Ἀποκάλ. 3, 20). Αὐτό εἶναι τό σκοπούμενο τῆς ἀνάγκης τῶν μεταφράσεων. Αὐτή τήν στιγμή τό "χτύπημα" τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται ἀκουστό.

Ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας μας τόν 20ο αἰῶνα, ὁ ἅγιος Νεκτάριος στήν 16η Ἐπιστολή του πρός τίς μοναχές τοῦ μοναστηριοῦ του γράφει: "Θέλω οἱ λόγοι νά ὁμιλῶσιν εἰς τήν καρδία σας· θέλω νά μή ἐκτελῆται τύπον προσευχῆς, ἀλλά λατρείαν· διοτί ἡ καρδία ἐκ τῆς λατρείας ἱκανοποιεῖται καί οὐχί ἐκ τῶν τύπων· οὐχί ἐκ τῆς ἀναγνώσεως ὅλων τῶν κανόνων, οἵτινες ἐγράφησαν διά τόν πανηγυρισμόν τῶν ἁγίων, ἀλλά ἐκ τοῦ ποιοῦ τῆς προσευχῆς. Ἐπιθυμῶ νά μέ ἐννοεῖτε τί λέγω".



Δ. Φόβοι, διάφοροι καί ἀσαφεῖς.


Ἡ ἔνσταση ὑπάρχει γιά τό ὅτι χάνεται μέ τήν μετάφραση (ἔτσι ἰσχυρίζονται) ἡ ὀμορφιά καί ἡ ἀκριβολογία τῆς ἀρχαίας γλώσσας. Αὐτό τό "ἐπιχείρημα" μοιάζει μέ τήν ἔνσταση τῶν ἀρχαίων ἐκείνων αἱρετικῶν πού θεωροῦσαν τόν τρόπο γέννησης τοῦ Χριστοῦ διά τῆς φυσικῆς ἀνθρώπινης ὁδοῦ, ὡς πράγμα "ἀκαλλές"! Κατ᾿ ἀναλογίαν, κάποιοι, θεωροῦν τήν χρήση τῆς καθημερινῆς γλώσσας ἀπαράδεκτη γιά τήν ὀμορφιά τῆς Θ. Λειτουργίας ξεχνώντας ὅτι "πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρός τοῦ Βασιλέως ἔσωθεν" (Ψαλμ. 44, 14).

Δέν εἶναι ἡ γλωσσική μορφή τό οὐσιῶδες, ἡ γλῶσσα εἶναι τό περιτύλιγμα. Ἄραγε δέν θά εἰδωλολατρεῖ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ "θεοποιόντας" ἕνα γλωσσικό σχῆμα ἀφοῦ στήν δική μας Ἐκκλησία δέν ὑπῆρξε ποτέ διδασκαλία γιά ἱερές γλῶσσες ἤ γλῶσσες τοῦ Σταυροῦ; (ἑλληνικά, λατινικά, ἑβραϊκά, στήν ἐπιγραφή τοῦ Πιλάτου στόν Σταυρό!).

Δέν εἶναι τό κάλλος τῆς γλώσσης ὁ λόγος πού χρησιμοποιήθηκαν τά ἑλληνικά, ἀλλά ἡ διάδοσή τους σχεδόν "ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον" τοῦ τότε μεσογειακοῦ κόσμου. Ἄν ἄλλη γλώσσα μιλιόταν, θά γινόταν χρήση ἐκείνης, ὡς ἐπικρατούσης γλώσσας.

Ἡ ποιητική δυναμική καί ἡ ἀκριβολογία τῆς γλώσσας εἶναι μεγάλα καί σπουδαῖα θέματα καί ὅποιος τά ἀγνοεῖ λαθεύει. Ἀλλ᾿ ὅμως δέν μπορεῖ νά εἶναι προαπαιτούμενα γιά τήν σχέση μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία. Μακάρι νά γινόταν νά συνδυαστοῦν. Σήμερα ὅμως σέ μία ἐποχή "φασιστικῆς" ἁπλοποίησης τῶν πάντων εἶναι ἐξωπραγματικό νά πιστεύουμε, ὅτι μποροῦν νά συνδυαστοῦν καί τελικῶς νά κλείνουμε τόν δρόμο πρός τόν Χριστό στούς περισσότερους, "διά τήν παράδοσιν ἡμῶν".

Ἄλλη ἔνσταση εἶναι ὅτι ἡ γλῶσσα εἶναι πλέον καθιερωμένη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ἐπιτρέπεται ἀλλαγή ἀφοῦ ἐξαγιάστηκε ἀπό τήν χρήση αἰώνων. Ὅμως εἶναι θεολογική τραγωδία νά μήν ἔχουμε ξεκάθαρο μέσα μας τό ὅτι, παράδοση εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ διδασκαλία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι τά καιρικά σχήματα. Ἀποκάλυψη εἶναι ὁ Χριστός, καί συνεπῶς τά βιβλικά κείμενα ἔχουν ἀξία (σέ ὅποια γλῶσσα) ἐπειδή εἶναι Λόγος γιά τήν Ἀποκάλυψη-Χριστό!! Κάθε τι πού ἐμποδίζει τήν γνωριμία μέ τόν Χριστό πρέπει νά "αἴρεται", γιά νά γίνεται εὔκολος καί καθαρός ἀπό ἐμπόδια ὁ δρόμος πρός τόν Χριστό. Ἄλλωστε ὁ Χριστός δέν ἦρθε νά ἐξαγιάσει πολιτιστικά ἐκδηλώματα καί αὐτό μᾶς τό ἔδειξε μέ τήν στάση του γιά τίς παραδόσεις τῶν Ἑβραίων (Μάρκ 7, 8-9) καί τήν γλῶσσα τους (Μάρκ 7, 6-7). Καί ὅπως διασαφηνίζει γιά δική μας χρήση ἕνας σύγχρονος ἅγιος, ὁ ὅσιος Σιλουανός: "Καί ἄν ὑποτεθεῖ πώς γιά τήν α' ἤ β' αἰτία ἡ Ἐκκλησία θά ἔχανε ὅλα τά βιβλία της, δηλαδή τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, τά ἔργα τῶν Πατέρων καί τά Λειτουργικά βιβλία, τότε ἡ παράδοση θά ἀποκαθιστοῦσε τήν ἁγία Γραφή, ἔστω ὄχι μέ τίς ἴδιες λέξεις, ἔστω σέ ἄλλη "γλῶσσα", ἀλλά πάντως θά τήν ἀποκαθιστοῦσε" Γερ. Σιλουανός σελ. 92. Γιά νά μή θυμήσουμε ἐν προκειμένῳ τήν ἐπισήμανση τοῦ ἁγίου Ἱερομάρτυρα Κυπριανοῦ, ἐπισκόπου Καρχηδόνος (258 μ.Χ) ὅτι "ἡ ἐπίκληση τῆς ἀρχαιότητος μιᾶς παραδόσεως δέν εἶναι ἀπαραιτήτως τεκμήριο γνησιότητος, μπορεῖ νά εἶναι χρονία πλάνη"!

Ἡ ἔνσταση γιά τό ὅτι τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας (πού ἦταν ἐποχή ἄγνοιας καί σκοταδιοῦ) δέν χρειάστηκε ἀλλαγή τῆς γλώσσας καί συνεπῶς οὔτε καί σήμερα, εἶναι ἁπλῶς ἐξωπραγματική. Ἡ Τουρκοκρατία ἔχει τά δικά της δεδομένα καί οἱ κοινότητες τῶν Ρωμηῶν τότε εἶναι κολεκτιβιστικές. Ἔχουν τό σχῆμα κοινότητας, ἀλλά οὐσιαστικά τά πρόσωπα ὑπάρχουν μόνο ὡς ὑπηρέτες τῆς συντήρησης τῆς κολεκτιβιστικῆς κοινότητας. Ἔξω ἀπό τό μαντρί τό πρόβατο τό ἔτρωγε ὁ λύκος! Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅμως δέν φιλοδοξεῖ νά εἶναι... μαντρί! Τότε ἴσως χρειαζόταν νά εἶναι, τώρα καί νά θέλει δέν γίνεται. Τότε οἱ ἄνθρωποι ὑπῆρχαν ἐπειδή ὑπῆρχε ἡ κοινότητα, σήμερα εἴμαστε στό ἐντελῶς ἀντίθετο σχῆμα τῆς αὐτονομίας, οὔτε κἄν τῆς συνειδητῆς ἐνοριακῆς σχέσεως. Τότε ὁ ἄνθρωπος εἶχε μόνο ὑποχρεώσεις. Σήμερα ἔχει μόνο δικαιώματα. Τό "τώρα" εἶναι ἄθλιο κατά τήν γνώμη κάποιων, ἀλλά καί τό "τότε" δέν πρέπει νά γοητεύει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ!

Καί ἐνῶ εἶναι τόσο σαφής ἡ τοποθέτηση τῆς Ἐκκλησίας διαχρονικά γιά τό θέμα ἐμεῖς φοβόμαστε καί ἀγωνιοῦμε. Φοβόμαστε τό ἐνδεχόμενο ἀπόκλισης πρός αἱρετικές διδασκαλίες. Φοβόμαστε τό ἐνδεχόμενο ἀλλοίωσης τῆς πίστης. Φοβόμαστε ὑπαρκτούς καί ἀνύπαρκτους κινδύνους. Ἀντί νά φοβόμαστε γιά τήν πνευματική μας κατάσταση καί πορεία, φοβόμαστε γιά τήν Ἐκκλησία. Ὅμως ὄχι. Δέν κινδυνεύει οὔτε τό δόγμα, οὔτε ἡ πίστη. Εἶναι ἀποσαφηνισμένα, συγκεκριμένα καί "περιγράφονται" στούς ὅρους τῶν Συνόδων καί στούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίες.

Τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά "μετοχετεύουμε" στούς χριστιανούς μας, πού ἀκατήχητοι δέν ξέρουν κατά κυριολεξίαν, τί Θεό λατρεύουν! Τούς βαφτίσαμε, πρίν τούς κατηχήσουμε καί τώρα ἔντρομοι (ἐμεῖς) τρέχουμε μήπως καί μπορέσουμε νά τούς διδάξουμε τά "στοιχεῖα" τῆς πίστεως.

Σέ ποιά γλῶσσα ὅμως;

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων ἔκανε κατηχήσεις στήν ἴδια γλῶσσα στήν ὁποία καί λειτουργοῦσε. Ἐμεῖς σέ ἄλλη λειτουργοῦμε καί σέ ἄλλη διδάσκουμε (κήρυγμα-κατήχηση)!

Ἔχουμε ἀγωνία γιά τήν ὀμορφιά τῆς γλώσσας μήπως καί χαθεῖ, ἀλλά δέν θέλουμε νά σκεφτοῦμε στά σοβαρά πόσοι, τυπικῶς χριστιανοί μας, ἐμποδίζονται νά πλησιάσουν τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν δυσκολία τῆς γλώσσας, καί χάνονται.

Δέν θά μεταφράσουμε τίς ἀκολουθίες γιά νά ἔρθει κόσμος! Ἡ μετάφραση χρειάζεται γιά μᾶς. Γιά τούς ἐντός. Ἐμεῖς πρέπει νά γίνουμε προζύμι γιά νά ζυμωθεῖ ὁ κόσμος. Ἐξ αἰτίας μας βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ σωτηρία τῶν ἀδελφῶν διακονεῖται μέ τόν κόπο νά φτάσει ὁ σπόρος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Καί ὅπως μᾶς εἶπε ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας ἅγιος Παῦλος: ὅταν ἡ σάλπιγγα τοῦ λόγου μας "ἄδηλον δίδει (ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΚΟΥΟΝΤΑ) φωνήν" τότε τό στράτευμα ἀδιαφορεῖ καί δέν ἑτοιμάζεται γιά πόλεμο!

"Τί ποιότητα ἔχουν ἡ προσευχή μας καί ἡ δέησή μας; Λίγοι προσεύχονται μαζί μου καί αὐτοί ζαλίζονται, χασμουριοῦνται, στριφογυρνοῦν διαρκῶς, καί παρατηροῦνε πότε θά τελειώσει τήν στιχολογία τῶν ψαλμῶν ὁ ψάλτης! Καί πότε θά φύγουν (ἐπιτέλους!) ἀπό τήν Ἐκκλησία, λές καί εἶναι σέ δεσμωτήριο· καί πότε θά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τό βάρος τῆς προσευχῆς!" (Μ. Βασιλείου, Ἐν λιμῷ και αὐχμῷ).

Σᾶς εὐχαριστῶ.
πηγή

Πέμπτη, Ιουνίου 05, 2014

Πεντηκοστή-Ψυχοσάββατο


Ὁ Χριστὸς "ἐπεξηγώντας" στοὺς Σαδδουκαίους τὸ μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν ἔλεγε ὅτι εἶναι Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακὼβ καὶ "οὐκ ἔστιν Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων" (Ματθ. 22, 32). Αὐτὴ τὴν διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας ἡ Ἐκκλησία ἔθαπτε τοὺς βιολογικὰ νεκροὺς Χριστιανοὺς ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, ἐντός τοῦ ὁποίου τελοῦσε τὰ μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Εὐχαριστία θεωρώντας ὅτι "παρὰ τῷ Θεῷ πάντες ζῶσι".

Τὰ ψυχοσάββατα καὶ τὰ μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων (ὅταν τελοῦνται μὲ τὸν σωστὸ τρόπο) εἶναι ἡ οὐσιαστικότερη φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νὰ πάψουν νὰ εἶναι μονάδες, τμήματα, μέλη καὶ προσπαθοῦν νὰ ἑνωποιηθοῦν στὸ ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γίνουν ἀδέρφια. Νὰ γίνουν ἕνα σῶμα. Νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ ἀποσπασματικὸ καὶ νὰ γίνουν ὁλοκληρία. Νὰ βιώσουν τὰ λόγια τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα ὅταν παρακαλεῖ γιὰ τοὺς μελλοντικοὺς Χριστιανοὺς (ποὺ θὰ ὑπάρξουν ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν ἀποστόλων): "νὰ εἶναι ἕνα ὅπως ἐμεῖς (Πατὴρ καὶ Υἱὸς) εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ νὰ ἑνωθοῦν μαζί μας γιὰ νὰ πιστεύσει ὁ κόσμος ὅτι Σὺ μὲ ἔστειλες" (Ἰω 17, 21).

Αὐτὸ τὸ ἔργο, τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, γιορτάζουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἅγιος Παράκλητος ἔρχεται μὲ τὴν Πεντηκοστὴ στὸν κόσμο καὶ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ ὁδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ ὁ ὁποῖος κάνει δύσκολη τὴν ἑνότητα.

Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φωτίζει καὶ ἁγιάζει τὶς καρδιὲς ὥστε νὰ μάθουν νὰ ἀγαποῦν καὶ ἔτσι νὰ μοιάσουν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κύκλου. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀκτίνες τοῦ κύκλου. Ὅσο πορευόμαστε πρὸς τὸ κέντρο τοῦ κύκλου τόσο πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Ἐγγίζοντας πρὸς τὸν Χριστὸ "ἐν ταυτῷ" ἐγγίζουμε καὶ πρὸς ἀλλήλους. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ φωτίζει σ’ αὐτὴν τὴν διπλὴ πορεία ἐνδυναμώνοντάς μας στὸν κόπο τῆς ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἐγωιστική μας αὐταπάτη. Μένοντας στὸν ἐγωισμό, μένουμε μόνοι. Ἀκίνητοι σὲ αὐταπάτη ἀεικινησίας. Ἀπλησίαστοι καὶ ἀδιάφοροι. Ξένοι. Μὲ μία καρδιὰ ποὺ γίνεται σιγὰ-σιγὰ "λίθινη". Ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, διὰ τοῦ προφήτη Ἰεζεκιήλ, κραυγάζει: "Δῶστε μου τὴν πέτρινη καρδιά σας καὶ θὰ τὴν κάνω σάρκινη" (Ἰεζ. 36, 26). Σὲ μᾶς μένει νὰ ἀνταποκριθοῦμε. Ἂν ναί, τότε θὰ ΄ρθεῖ καὶ θὰ κατοικήσει μέσα μας καὶ θὰ γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: "ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια" (Γαλ. 5, 22).

Ὅταν, λοιπόν, αὐτά, ἔστω καὶ κατ’ ἀρχὰς καὶ ἐν μέρει, ἀρχίσουν νὰ ὑπάρχουν στὰ μέλη-χριστιανοὺς τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἀρχίζει νὰ σαρκώνεται τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Τότε οἱ Χριστιανοί, μέσα στὴν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε καὶ γιὰ τὴν ὁποία χαίρουν• ἀγαποῦν καὶ νοιάζονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Γίνονται ἀδέρφια. Ἀποχτοῦν κοινότητα σκέψης καὶ τρόπου. Γίνονται κοινότητα σὲ ὅλα, στὴν χαρά, στὴν θλίψη, στὶς ἀνάγκες, στὴν ἄνεση. Τότε οἱ ἀρετὲς ποὺ φυτρώνουν σιγὰ-σιγὰ στὴν καρδιὰ ἀρχίζουν νὰ καρποφοροῦν καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (δικοί μας καὶ ξένοι) γίνονται ἀδέρφια μας.

Γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία καὶ τὸ τρεπτὸ τῆς φύσεως οἱ χριστιανοὶ ἀγωνίζονται γιὰ ὅσο γίνεται μεγαλύτερη μετοχὴ στὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὄχι μηχανικά, μὲ μόνη τὴν μετοχὴ στὰ μυστήρια, ἀλλὰ οὐσιαστικά. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν μυστηρίων, στὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ψυχοσωματικὸ ἐγωισμὸ ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη καὶ ἀνακόπτει τὴν πορεία πρὸς τὴν ἀδερφό.

Στὴν γιορτὴ λοιπὸν τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς ποὺ εἶναι φανέρωση τοῦ τρόπου τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοὶ (τὴν παραμονὴ) προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀδερφούς τους ποὺ ἔχουν φύγει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ ἔχουν περάσει στὴν κατάσταση ποὺ προσδιορίζεται μόνον ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Στὸ μέτρο ποὺ κάποιος ἔγινε μέτοχος τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ, τόσο Τοῦ μοιάζει, τόσο ἄνεση ἔχει στὴν σχέση μαζί Του. Οἱ μάρτυρες καὶ οἱ Ἅγιοι, μεγάλη· οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί, ἀνάλογα. "Ἀστὴρ ἀστέρος, διαφέρει ἐν δόξῃ". Ἀτυχῶς κάποιοι, πολὺ λίγο ἢ καὶ ἐπικίνδυνα λίγο, ὥστε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι γι’ αὐτοὺς ξένο ἢ καὶ ἐνοχλητικό!

Ἔρχεται λοιπὸν τώρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ προσεύχεται μὲ τὴν Εὐχαριστία τὴν παραμονὴ τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, (ποὺ εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς δυνατότητος τῆς ἀνθρώπινης ἀλλαγῆς), καὶ παρακαλεῖ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, τὸν Δεσπότη Χριστό, γιὰ ὅλους ὅσοι βρίσκονται ἐνώπιόν Του: Νὰ παραβλέψει ἀδυναμίες. Νὰ συγχωρήσει λάθη. Νὰ παραγράψει ἁγνοήματα. Νὰ δώσει ζωή. Νὰ φέρει ἐλπίδα ἀναπαύσεως.

Ἡ Ἐκκλησία παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει. Ὁ Χριστὸς θέλει. Ἡ τραγωδία εἶναι ὅτι ἴσως κάποιος δὲν ἐπιθυμεῖ καμμιὰ ἀλλαγή… Ἀκόμα καὶ τὴν ἑπομένη μετὰ τὸ ψυχοσάββατο ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅλη ἡ Ἐκκλησία γονατιστὴ παρακαλεῖ γιὰ ὅσους ἔχουν φύγει "Δέξου Κύριε δεήσεις καὶ ἱκεσίες καὶ ἀνάπαυσε ὅλους τοὺς γονεῖς, τοὺς ἀδερφούς, τὰ τέκνα ὅλων καὶ κάθε ἄνθρωπο, ὅλους ὅσους ἔχουν πεθάνει, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ…".

Ἡ συμμετοχή μας λοιπὸν στὴν γιορτὴ ἂς γίνει μία προσπάθεια κατανόησης τῆς σχέσης μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (κάθαρση-φωτισμό). Μετοχὴ στὰ χαρίσματά του ποὺ μόνον στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν καὶ δίνονται. Ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τοὺς ἀδερφούς μας δηλαδή, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.

Κάποια στιγμὴ καὶ μεῖς θὰ χρειαστοῦμε αὐτὴ τὴν ἀγάπη.

Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

ὁ ἐφημέριος

π. Θεοδόσιος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...