Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 03, 2015

Η βάπτιση του Ιησού σηματοδοτεί την αρχή ενός νέου κόσμου του Ιωάννη Καραβιδόπουλουκα

«Τότε έρχεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη, προς τον Ιωάννη για να βαφτιστεί απ' αυτόν. Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε λέγοντάς του: «Εγώ έχω ανάγκη να βαφτιστώ από σένα κι έρχεσαι εσύ σ' εμένα;»Ο Ιησούς όμως του αποκρίθηκε: «Ας τ' αφήσουμε τώρα αυτά, γιατί πρέπει να εκπληρώσουμε κι οι δυο μας ό,τι προβλέπει το σχέδιο του Θεού». Τότε ο Ιωάννης τον άφησε να βαφτιστεί.Βαφτίστηκε, λοιπόν, ο Ιησούς κι αμέσως βγήκε από το νερό. Κι αμέσως άνοιξαν γι' αυτόν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού σαν περιστέρι να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω του. Ακούστηκε τότε μια φωνή από τα ουράνια που έλεγε: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μουΥιός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου» (Ματθ. 3,13-17).
Τρία είναι τα σημεία που θέλουμε να σχολιάσουμε στη σύντομη και λιτή διήγηση της βάπτισης του Ιησού από τον ευαγγελιστή Ματθαίο: α) η διάνοιξη των ουρανών, β) η εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος με τη μορφή περιστεράς και γ) η εξ ουρανών φωνή του Θεού Πατέρα, με την οποία ολοκληρώνεται η Επιφάνεια ή Θεοφάνεια. Η Αγία Τριάδα μετέχει στο γεγονός με το οποίο αρχίζει η επί γης δραστηριότητα του Μεσσία. Ο ευαγγελιστής δεν ενδιαφέρεται νακαθορίσει ως ιστορικός το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα το γεγονός της βαπτίσεως (αντίθετα βλ. Λουκ 3, 1-2),αλλά κυρίως ενδιαφέρεταιως θεολόγος ναεξάρει τη σημασία του γεγονότος πουβρίσκεται στα τρία σημεία που θα σχολιάσουμε:
α) Η διάνοιξη των ουρανών, γνωστό θέμα της αποκαλυπτικής φιλολογίας του Ιουδαϊσμού, δηλώνει με παραστατικό τρόπο την επικοινωνία επίγειου και ουράνιου κόσμου, κατά την οποία «τὰ ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει, καὶ τὰ κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ» (Απότο ποίημαΣωφρονίουΠατριάρχου Ιεροσολύμωνπου διαβάζεταιστονΜ.Αγιασμότηςεορτήςτων Θεοφανείων)Δεδομένου ότι οι ουρανοί παραμένουν κλειστοί και μόνο σεεξαιρετικές περιπτώσειςανοίγουν, η διάνοιξή τους στην πα­ρούσα περίσταση εκφράζει, με τις παραστάσεις βέβαια του κοσμοειδώλου τηςεποχής εκείνης, την άμεση σχέση Θεού καιανθρώπου πουεπιτυγχάνεται με το έργο του Χριστού. Ο Θεός βρίσκεται κοντά στον άνθρωπο, χωρίς να υπάρχει κάποιο εμπόδιο ανάμεσά τους. Το ίδιο νόημα έχει και το σχίσιμο του καταπετάσματος του Ναού που χώριζε τα «Άγια των Αγίων» από τα «΄Αγια» την ώρα του θανάτου του Ιησού επί του σταυρού προς το τέλος του Ευαγγελίου (Ματθ. 27,51 κ.παρ.).
β) Ηορατή μορφή με την οποία κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα από τον ουρανό δηλώνεται με το «ὡσεί περιστερά». Ηπερι­στερά είναι το μόνο από τα πτηνά που μπορεί να προσφερθεί ως θυσία στο Ναό (Λευιτ 1, 14) και αποτελείσύμ­βολο ακεραιότητας (Ματθ 10, 16). Η κάθοδος του Πνεύμα­τος «ὡσεί περιστερά» έχει κατά τους πατέρες τηςΕκκλη­σίας, ένα βαθύτατο συμβολισμό, στηριγμένο σεαντίστοιχο παράλληλο της Π.Δ.: Όπως στην περίπτωση τουΝώε η περιστερά που έφερε κλαδί ελιάς υπήρξε άγγελος καλής είδησης, γιατί δήλωσε το τέλος του κατακλυσμού (Γεν 8, 8-12), έτσι και τώρα η κάθοδος του Πνεύματος με τη μορφή περιστεράς δηλώνει το τέλος του κατακλυσμού της αμαρτίας και την έναρξη νέας εποχής για την ανθρωπότητα, της εποχής του Μεσσία. Τότε μεν, παρατηρείοάγιος Ιωάννης ο Χρυ­σόστομος, «το περιστέρι που φάνηκε βγάζει απτην κιβωτό έναν νθρωπο», ενώ τώ­ρα «όλητην οικουμένη ανεβάζει στον ουραν, και αντ κλάδου ελιάς προσφέρει τν υιοθεσία σε όλόκληρη την οκουμένη»· «κα τότε που βασίλευε η απόγνωση έδωσε λύση και διόρθωση,λλά τό­τε μεν με την τιμωρία, τώρα όμως  με τη χάρη και τη δωρεά» (PG 57,205).Εκφράζεται συνεπώς με την περιστερά ένα μήνυμα ελπίδας για την ανθρωπότητα, τομήνυμα ότι έφτασε η ώρα της απελευθέρωσης από τη δουλεία στις δυνάμεις της φθοράς και της καταστροφής.
γ) Τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος βρί­σκονται επί σκηνής: Ό Πατέρας απευθύνεται προς τον Υιόν, ο οποίος βαπτίζεται αρχίζοντας έτσι το μεσσιανικό έργο του, και το Πνεύμα του Θεού κατέρχεται επάνω του. Η διήγησηαποκορυφώνεται στη φωνή εξ ουρανού του στίχου 17: «Οτός στιν υός μου γαπητός, ν  εδόκησα».Ηεπιγραμματική αυτή προσφώνηση του Θεού Πατέρα προς τον Ίησοϋ μας φέρει στονου δύο κυρίως χωρία της Π.Δ., τοΨαλμ.2, 7 («Υός μου ε σ») και το Ήσ 42,1 («σραήλ κλεκτός μου, προσεδέξατο ατν  ψυχή μου· δωκα τ πνεμά μου π’ ατόν...».). Γιατη μεσσιανική ερμηνεία του Ψαλμού 2 στην Κ.Δ. βλ. τα χωρία Πράξ 4,25. 13,33, Έβρ 1,5. 5,5 κ.ά. Το δεύτερο τμήμα της πατρικής προσφώνησης μας θυμίζει τα άσματα του Πάσχοντος Δούλου τουΘεού από το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα. Με τη φωνή από τα ουράνια σημειώνεται μια σημαντική στιγμή στην ιστορία του Ιησού και στην αποκάλυψη του προσώπου και της αποστολής του στον κόσμο: Αναγνωρίζεται δημόσια ότι είναι Υιός του Θεού. Δεδομένου ότι στον ιουδαϊσμό δεν μαρτυρείται ο τίτλος Υιός Θεού για τον Μεσσία, μπορούμε ναυποστηρίξουμε ότι πρόκειται για χριστιανική θεώρηση του προσώπου του Ιησοϋ, ηοποία απορρέει όχι μόνο από την πίστη της Εκκλησίας σ’ αυτόν αλλά κυρίως από τη συνείδηση που είχε ο ίδιος ο Ιησούς για τον εαυτό του, συνείδηση πουεκφράζεται σαφώς στις προσφωνή­σεις του Θεού ως Πατέρα και στον αυτοχαρακτηρισμό του ως Υιού. Όπως ο βασιλιάς μετα λόγια του Ψαλμού 2 ενθρονίζεται καιαρχίζει το έργο του, έτσι καιοΙησούς αρχίζει τηδημόσια δράση του με την αναγνώρισή του ως Υιούαπό τον Θεό Πατέρα, δηλ. με την επίσημη διακήρυξη της μεσσιανικής του ιδιότητας, γιατί τελικά το «Σ ε ὁ υός μου» ισοδυναμεί με το: Συ είσαι ο Μεσσίας. Ότι όμως δεν είναι ο πολιτικός επίγειος Μεσσίας των Ιουδαϊκών προσδοκιών της εποχής διαφαίνεται στο δεύτερο μέρος της πατρικής φωνής: Ο Μεσσίας αναλαμβάνει το δύσκολο έργο του πάσχοντος δούλου του Θεοϋ (Ήσ 42,1.52,13-53,12) για το οποίο επανειλημμένως γίνεται λόγος στην Κ.Δ. και τοοποίο ολοκληρώνεται με το πάθος, Ό θρόνος επί του ο ποίου θα καθήσει ο Μεσσίας Ιησούς θα είναι ο σταυρός, γιά τον οποίο προετοιμάζεται   ο αναγνώστης ήδη από τα πρώτα κεφάλαια των ευαγγελίων. Υιός Θεού και Πάσχων Δούλος είναι δύο μεσσιανικοί τίτλοι που θα συνοδεύσουν τον Ιη­σού σε όλο το επίγειο έργο του.
Στη διήγηση αυτή φαίνεται σαφώς η έναρξη της καινούργιας εποχής για την ανθρωπότητα, της μεσσιανικής εποχής,εφόσον η παλαιοδιαθηκική προσδοκία τοϋ Πνεύματος γί­νεται πραγματικότητα με την κάθοδο τουύ Πνεύματος κατά τη βάπτιση. Η διάνοιξη των ουρανών, που στοΗσ 64, 1 αποτελεί έκφραση επιθυμίας τοϋ λαού για την έναρξη τωνεσχάτων, στη διήγησή μας δηλώνει την έναρξη της νέας έποχής κατά την οποία οιυποσχέσεις του Θεούεκπληρώνονται στο πρόσωπο και το έργο του Ίησού. Το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της καινούργιαςεποχής που αρχίζει είναι το Πνεύμα του Θεού που «ὅλον συγκροτε» τὸν θεσμὸν τῆς ἐκκλησίας». Το Πνεύμα, ενώ κατέρχεται στον Ιησού και δρα ήδη μέσα στον κόσμο, συνάμα αναγγέλλεται από τον Ίησούως ο Παράκλητος πουθαέλθει μετά τη δική του επάνοδο στον Θεό Πατέρα για ναοδηγήσει την Εκκλη­σία «ες τν λήθειαν πσαν» (Ιω 16, 13). Η περικοπή αυτή εκτός από τον σαφή μεσσιανικό της χαρακτήρα έχει καιεκκλησιολογικό προσανατολισμό. Ηβάπτιση του Υιούη φωνή του Θεού Πατέρα καιη παρουσία του Α­γίου Πνεύματος αποτελούν τη τριαδολογική βάση και πί­στη της Εκκλησίας. Ήδη εδώ έχουμε τις απαρχές της εκκλησιολογίας, που θααναπτυχτείαργότερα στηθεολογική σκέψη της Εκκλησίας.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 02, 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ ῾Σύ δέ νῆφε ἐν πᾶσι᾽ (Β´ Τιμ. 4, 5)





Σύ δέ νῆφε ἐν πᾶσι᾽ (Β´ Τιμ. 4, 5)
α. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνεται στόν μαθητή του Τιμόθεο, ἀφήνοντάς του τίς ὑποθῆκες ζωῆς πού πρέπει ν᾽ ἀκολουθεῖ. Πρόκειται γιά ἕνα εἶδος πνευματικῆς διαθήκης θά ἔλεγε κανείς, ἀφοῦ ἔχει τήν ἐκ Θεοῦ πληροφορία ὅτι βρίσκεται στό τέλος τῆς ζωῆς του - ῾ὁ καιρός τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε᾽ - καί συνεπῶς ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ὁ λόγος του ἀποκτᾶ μία ἐπί πλέον βαρύτητα. ῾Η προτροπή του μάλιστα στόν Τιμόθεο νά βρίσκεται σέ νήψη ὡς πρός ὅλα θεωρεῖται ἄκρως σημαντική ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς τόσο ὥστε ὡς ὅρος χαρακτήρισε μία ὁλόκληρη σειρά πατερικῶν κειμένων, τή γνωστή σέ ὅλους νηπτική γραμματεία.
β. 1. ῾Ο ὅρος νήψη βεβαίως σημαίνει τήν ἐγρήγορση καί τήν πνευματική ἑτοιμότητα, στήν ὁποία καλεῖ νά βρίσκεται ἀδιάκοπα ὁ Τιμόθεος. Καί μάλιστα ἐγρήγορση ὡς πρός ὅλα, πού σημαίνει ὄχι μόνο ὡς πρός τίς ἀνάγκες τίς βιοτικές, οἱ ὁποῖες καί αὐτές εἶναι ἐντελῶς ἀπαραίτητες στόν κόσμο τοῦτο, ἀλλά πρωτίστως ὡς πρός τίς ἀνάγκες τίς πνευματικές. Ὅπως σημειώνει ὁ γνωστός ὀρθόδοξος θεολόγος ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ σέ λόγο του περί νήψεως ἐν σχέσει πρός τόν ἅγιο ῾Ησύχιο καί τόν ἀρχιμ. Αἰμιλιανό τῆς ῾Ι. Μονῆς Σίμωνος Πέτρας ῾Αγίου ῎Ορους ῾ὁ ἅγιος ῾Ησύχιος - ὁ ὁποῖος σημειωτέον ἔχει γράψει εἰδικό ἔργο περί νήψεως πνευματικῆς - θεωρεῖ τή νήψη ὡς περιεκτική ἐνέργεια, πού περιλαμβάνει κάθε ἀρετή καί κάθε ἐντολή. ῾Η κυριολεκτική ἔννοια τῆς λέξεως αὐτῆς εἶναι νηφαλιότης, ἀλλά ἡ βαθύτερη ἔννοιά της εἶναι ἐγρήγορση, ἐπαγρύπνηση, ἐσωτερική ἐνάργεια καί διαύγεια. Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ πατρός Αἰμιλιανοῦ, ἡ νήψη πρέπει νά κατανοηθεῖ γενικότερα ὡς ῾ἔλεγχος τῆς καρδίας καί τοῦ νοῦ...ἔλεγχος τοῦ ἑαυτοῦ μου᾽, γεννᾶ δέ τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό καί τό ῞Αγιον Πνεῦμα, ἀφοῦ, ὅπως σημειώνει καί ὁ ἑρμηνευτής, ῾ἔχεις νήψη; ἔχεις τόν Χριστό᾽.
2. ῾Η προτροπή τοῦ ἀποστόλου γιά νήψη καί ἐγρήγορση τοῦ μαθητῆ του  βρίσκεται σέ εὐθεῖα γραμμή πρός τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου στούς μαθητές Του νά εἶναι σέ ἐγρήγορση ἐνόψει τοῦ τελικοῦ ἐρχομοῦ Του νοουμένου εἴτε ὡς Δευτέρα Παρουσία Του εἴτε ὡς ὥρα τοῦ θανάτου. Κι ἀκόμη: νά εἶναι σέ ἐγρήγορση προκειμένου νά μή εἰσέλθουν σέ δαιμονικό πειρασμό. ῾Γρηγορεῖτε ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ Κύριος ἔρχεται᾽. ῾Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν᾽. Νήφω καί γρηγορῶ λοιπόν κατά τόν Κύριο σημαίνει: μένω ἄγρυπνος πρῶτον, γιά νά μπορῶ νά ὑποδεχθῶ τόν Κύριο σάν τίς πέντε φρόνιμες παρθένους τῆς γνωστῆς παραβολῆς, οἱ ὁποῖες αὐτές μόνες εἰσῆλθαν μαζί μέ τόν νυμφίο Χριστό στούς γάμους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ· δεύτερον, γιά νά εἶμαι θωρακισμένος ἀπέναντι στόν Πονηρό πού πάντοτε ξύπνιος προσπαθεῖ νά ἁλώσει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
3. Αἰτία ἀσφαλῶς γιά τήν ἀνάγκη τῆς νήψεως εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος σ᾽ ἕναν κόσμο πεσμένο στήν ἁμαρτία, μέσα τόν ὁποῖο ῾ἐπιμελῶς ἔγκειται ἡ διάνοια αὐτοῦ ἐπί τά πονηρά ἐκ νεότητός του᾽ μπορεῖ εὔκολα νά παγιδευτεῖ ἀπό ῾τήν τυραννίδα τῆς λήθης᾽ (ἅγ. Νικόλαος Καβάσιλας), καθώς ἐμπλέκεται στόν κόσμο τῶν αἰσθήσεων καί γοητεύεται ἀπό αὐτόν. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ προτροπή τοῦ Κυρίου, ὅπως καί τοῦ ἀποστόλου, δίνεται σέ ἐνεστωτικό χρόνο διαρκείας, ὥστε νά μήν ὑπάρξει ὑπόνοια διαλείμματος καί ἀποπροσανατολισμοῦ: ῾γρηγορεῖτε᾽, ῾νῆφε᾽. Τυχόν ἀμέλεια ἤ χαλάρωση ὡς πρός τήν ἐγρήγορση θά σημάνει τήν ἴδια ὥρα πνευματική ὀπισθοδρόμηση καί ἄνοιγμα ῾κερκόπορτας᾽ στήν ψυχή πρός ὄφελος τοῦ ἐχθροῦ. Πολλές φορές ἔχει ἐπισημανθεῖ ἡ παραπάνω ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή δέν μπορεῖ νά βαδίζει κανείς ταυτόχρονα σέ δύο ἀντίθετες κατευθύνσεις, διότι ῾οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν᾽. ῾῾Ο μή ὥν μετά τοῦ Κυρίου κατ᾽ Αὐτοῦ ἐστιν᾽, συνεπῶς ἡ λήθη ὡς παραμερισμός τῆς προτεραιότητας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ σέ κατάσταση πνευματικοῦ χάους καί πνευματικῆς νέκρωσης. Τό παράδειγμα τοῦ ἀσώτου τῆς ὁμώνυμης παραβολῆς τοῦ Κυρίου εἶναι ἀπολύτως ἐνδεικτικό: ὁ ἄσωτος πού ἐμπλέκεται μόνο στίς ἡδονές τοῦ βίου ἔχοντας διαγράψει τόν Πατέρα του εἶναι χαμένος καί νεκρός. ῾῾Ο υἱός μου οὗτος νεκρός ἦν καί ἀπολωλός᾽.
4. ῎Ετσι ἡ προτροπή τοῦ ἀποστόλου στόν Τιμόθεο ἀποτελεῖ ὑπενθύμιση ὅτι ὁ χριστιανός δέν μπορεῖ νά βρίσκεται σέ ἀνάπαυση σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο. ῾Η ζωή του ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς στρατιωτικῆς ἑτοιμότητας ἐν καιρῷ πολέμου, ὅπως τό σημειώνει μάλιστα σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ἴδιας ἐπιστολῆς πού τοῦ λέει νά πορεύεται στόν κόσμο ὡς καλός στρατιώτης ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ.  Σύ οὖν κακοπάθησον ὡς καλός στρατιώτης ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽. Διότι, πέραν τῆς ἀνά πᾶσα στιγμή ἐμφάνισης τοῦ Κυρίου, ὁ ἀντίδικος διάβολος ῾ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ᾽. Κι ἐκεῖνο πού κατεξοχήν βοηθεῖ τόν πιστό στήν ἐγρήγορση καί τήν πνευματική ἑτοιμότητα εἶναι, κατά τόν Κύριο, ἡ προσευχή καί ἡ διαρκής ἔγνοια γιά τή διακονία πού ἔχει κανείς ἀναλάβει. ῾Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε᾽ λέει ὁ Κύριος, ῾ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ καί τήν διακονίαν σου πληροφόρησον᾽, λέει ὁ ἀπόστολος. ῞Οσο μέ ἄλλα λόγια ἡ προσευχή ὡς ἀδιάκοπη ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο δέν ὑποβαθμίζεται καί δέν παραλείπεται, ὅσο ἡ προτεραιότητα τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἐκζήτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐπιμέλεια στήν πραγματοποίηση τοῦ χριστιανισμοῦ μας, τόσο καί ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι ἐναργής στή ζωή μας καί οἱ πύλες τῆς βασιλείας Του ἀνοικτές καί γιά μᾶς.
 Κι εἶναι περιττό βεβαίως νά τονίσουμε ὅτι μιλώντας γιά τήν προσευχή καί τήν ἐπιμέλεια στήν ἄσκηση τῆς ὅποιας διακονίας μας ἐννοοῦμε ἀφενός τήν προσευχή ὡς κοινή λατρεία στήν ᾽Εκκλησία πού ὁδηγεῖ καί στήν ἀδιάλειπτη κατ᾽ ἰδίαν προσευχή, ἀφετέρου τήν ἐπιμονή μας στην ὁδό τῆς ἀγάπης, ἀφοῦ αὐτή εἶναι ἡ πρώτιστη καί πιό σημαντική διακονία μας στόν κόσμο τοῦτο, πράγμα πού σημαίνει ἐκ τοῦ ἀντιθέτου ὅτι χριστιανός χωρίς ἐκκλησιασμό καί προσευχή, ὅπως καί χωρίς ἀγάπη, βρίσκεται σέ κατάσταση πνευματικῆς καταστολῆς καί ἀναισθησίας, ἤδη χαμένος καί νεκρωμένος στόν αἰώνα τοῦτο τόν ἀπατεώνα.
γ. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος μέ τήν προτροπή τῆς νήψεως μᾶς φέρνει λίγο καί πάλι στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδας. ῾Η ᾽Εκκλησία μας, σ᾽ αὐτήν την πιό λεπτή καί ὑψηλή ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς περίοδο, μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ῾ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός. Καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δέ πάλιν ὅν εὑρήσει ραθυμοῦντα᾽. ῾Η νήψη δηλαδή ὡς χαρισματικό ἄνοιγμα τῶν ὀφθαλμῶν μας γιά ὅ,τι γίνεται στόν κόσμο καί μάλιστα στό βάθος του πέραν τῶν αἰσθήσεων, ὁδηγεῖ στή μακαριότητα. ῾Η ἔλλειψή της συνιστᾶ  ἀπό τώρα τήν κόλαση. ῾Ο Χριστός ἐντέλει δέν μᾶς θέλει κοιμισμένους ἀλλά μέ ὁλάνοιχτους τούς ὀφθαλμούς τῆς διανοίας καί τῆς συνειδήσεώς μας. ῞Οσοι μίλησαν ἀπό τήν ἄποψη αὐτή γιά τή θρησκεία ὡς ὄπιο τοῦ λαοῦ ἀσφαλῶς ἐννοοῦσαν κάτι ἄλλο πέραν τοῦ χριστιανισμοῦ. 

π. Γεώργιος Δορμπαράκης

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 31, 2014

Στὸ κατώφλι τοῦ νέου χρόνου - Anthony Bloom


Καθὼς ὁ ἕνας χρόνος διαδέχεται τὸν ἄλλον σᾶς μιλοῦσα γιὰ τὴν νέα χρονιὰ ποὺ ἐρχόταν παρομοιάζοντάς την μὲ μιὰ πεδιάδα πού, ἀκηλίδωτη, ἁγνή, εἶναι σκεπασμένη ἀπὸ χιόνι, καὶ ζητοῦσα νὰ δώσετε προσοχὴ στὸ γεγονὸς ὅτι πρέπει νὰ βαδίζουμε μὲ ὑπευθυνότητα ἐκεῖ ποὺ ἁπλώνεται τὸ λευκὸ τοπίο ποὺ εἶναι ἀκόμα παρθένο, ἐπειδὴ σύμφωνα μὲ τὸν τρόπο ποὺ βαδίζουμε, θὰ ὑπάρχει μιὰ ὁδὸς ποὺ θὰ τὸ διασχίζει, ὅταν ἀκολουθοῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἢ βήματα πλανεμένα ποὺ μοναχὰ θὰ λερώνουν τὴν λευκότητα τοῦ χιονιοῦ. Ἀλλὰ ἕνα πράγμα δὲν μποροῦμε, οὔτε πρέπει νὰ ξεχάσουμε τούτη τὴ χρονιὰ περισσότερο ἀπὸ τὶς προηγούμενες φορές, εἶναι ὅτι ὑπάρχει σκοτάδι ποὺ περιβάλλει, καλύπτει τούτη τὴ λευκότητα καὶ αὐτὸ τὸ ἄγνωστο τοπίο, ὅπως ἕνας τροῦλος, ἕνα σκοτάδι μὲ λίγα ἢ πολλὰ ἀστέρια, πλὴν ὅμως ἕνα σκοτάδι θολό, ἐπικίνδυνο καὶ τρομακτικό. Βγαίνουμε ἀπὸ μία χρονιά, ὅπου ὅλοι μας ἔχουμε ἀντιληφθεῖ τὸ σκοτάδι ὅπου εἶναι ἀκόμαδιαδεδομένη ἡ βία καὶ ἡ σκληρότητα.

Πῶς θὰ συναντήσουμε τὴ νέα χρονιά; Θὰ ἦταν ἀφελὲς καὶ πολὺ ἀντιχριστιανικό, νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς προστατέψει, νὰ κάνει τὴ γῆ ἕναν παράδεισο εἰρήνης, ἐνῶ γύρω μας δὲν ὑπάρχει εἰρήνη. Ὑπάρχει διαμάχη, ἔνταση, ἀποθάρρυνση, φόβοι, βία, φονικό. Δὲν μποροῦμε νὰ ζητᾶμε γιὰ μᾶς εἰρήνη, ὅταν αὐτὴ ἡ εἰρήνη δὲν μπορεῖ νὰ ἁπλωθεῖ πέρα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅταν δὲν ἔρχεται σὰν ἀκτίνες φωτὸς νὰ διαλύσουν τὸ σκοτάδι. Ἕνας πνευματικὸς συγγραφέας τῆς Δύσης εἶχε γράψει ὅτι ὁ Χριστιανὸς εἶναι αὐτὸς στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς ἔχει ἐμπιστευθεῖ τὴν εὐθύνη ὅλων τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ αὐτὴν τὴν εὐθύνη πρέπει νὰ προετοιμαστοῦμε νὰ φέρουμε εἰς πέρας. Σὲ λίγα λεπτά, θὰ ἱκετεύσουμε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἄγνωστη νέα χρονιὰ καὶ τὸ σκοτάδι ποὺ τὴν καλύπτει, μὲ τὴν μεγαλύτερη εὐχὴ ποὺ προφέρεται στὶς λειτουργικὲς ἀκολουθίες, «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» ἂς εἶναι εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Τοῦτα τὰ λόγια προφέρονται σπάνια: στὴν ἀρχὴ τῆς λειτουργίας, σὰν εὐχὴ γιὰ τὸν νέο χρόνο καὶ σὲ στιγμὲς ὅπου ἑνώνεται χρόνος καὶ αἰωνιότητα, ὅταν μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης μποροῦμε νὰ δοῦμε τὴν αἰωνιότητα συνυφασμένη μὲ τὸν χρόνο. Ὁ χριστιανὸς εἶναι ὁ μόνος ποὺ πρέπει νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ βλέπει τὴν ἱστορία, ὅπως τὴν βλέπει ὁ Θεός, σὰν ἕνα μυστήριο τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ ἐπίσης σὰν μιὰ τραγωδία τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας καὶ πτώσης. Καὶ σὲ σχέση μὲ αὐτὰ τὰ τελευταῖα, πρέπει νὰ πάρουμε θέση. Ὁ Χριστὸς λέει στὸ Εὐαγγέλιο: «Ὅταν ἀκούσετε ὅτι γίνονται πόλεμοι ἢ φῆμες ποὺ μιλοῦν γιὰ πολέμους, μὴν πανικοβληθῆτε»· σηκῶστε ψηλὰ τὰ κεφάλια, δὲν ὑπάρχει χῶρος στὴν καρδιὰ καὶ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ γιὰ διστακτικότητα, δειλία καὶ φόβο, ποὺ εἶναι ὅλα γεννήματα τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς μέριμνας γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἀκόμα καὶ ἂν αὐτὴ ἡ μέριμνα ἀγγίζει αὐτοὺς ποὺ ἀγαπᾶμε. Ὁ Θεὸς εἶναι Θεὸς τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ πρέπει νὰ γίνουμε συνεργάτες Του καὶ μᾶς στέλνει σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο ποὺ εἶναι δικός Του γιὰ νὰ μεταβάλλει τὴν παράφωνη Πολιτεία τῶν ἀνθρώπων σὲ ἁρμονία ποὺ θὰ ὀνομάζεται Πολιτεία τοῦ Θεοῦ.

Καὶ πρέπει νὰ θυμόμαστε τὰ λόγια του Ἀποστόλου ποὺ λέει, ὅτι ὅποιος ἐπιθυμήσει νὰ ἐργασθεῖ γιὰ τὸν Κύριο, θὰ ὁδηγηθεῖ σὲ δίκη, καὶ τὰ λόγια ἑνὸς ἄλλου Ἀποστόλου ποὺ μᾶς λέει νὰ μὴν φοβόμαστε τὴ δοκιμασία τῆς φωτιᾶς. Στὸν σημερινὸ κόσμο, πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ δικαστοῦμε καὶ ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουμε, ἴσως μὲ τὸ φόβο στὴν καρδιὰ μήπως χάσουμε τὴν πίστη μας, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ μείνουμε ἀκλόνητοι στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ὅταν κοιτάξουμε πίσω τὴν προηγούμενη χρονιά, τὰ λόγια της λιτανείας μᾶς χτυποῦν καὶ μᾶς κατηγοροῦν. Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς συγχωρέσει ὅσα ἔχουμε κάνει ἢ ὅσα ἔμειναν ἀτέλειωτα τὴν χρονιὰ ποὺ πέρασε. Ἰσχυριζόμαστε ὅτι εἴμαστε Ὀρθόδοξοι· εἴμαστε Ὀρθόδοξοι δὲν σημαίνει μόνο νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν ὁλότητά του καὶ νὰ τὸ διακηρύττουμε στὴν ἁγνότητά του, ἀλλὰ συνίσταται, ἀκόμα περισσότερο ἀπὸ αὐτό, στὸ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ αὐτό. Καὶ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν συμβιβάζεται μὲ τίποτα παρὰ μὲ τὸ μεγαλεῖο του ἀνθρώπου καὶ τὸ μήνυμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς λατρείας.

Μποροῦμε πράγματι νὰ μετανοήσουμε ἐπειδὴ ποιὸς θὰ ἔλεγε, βλέποντάς μας, καθὼς ἔλεγαν οἱ ἄνθρωποι γιὰ τοὺς πρώτους Χριστιανούς, «Δεῖτε πῶς ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον!». Ποιός, βλέποντάς μας, θὰ ἔλεγε ὅτι κατέχουμε τὸ νόημα τῆς ζωῆς, τῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς πηγαίνει πέρα ἀπὸ κάθε σύγκριση, ποὺ προκαλεῖ τὸν καθένα νὰ ἀναρωτηθεῖ ἀπὸ ποῦ προέρχεται αὐτό; Ποιὸς τοὺς τὸ ἔδωσε; Πῶς μποροῦν νὰ ὑπομείνουν τὴν δοκιμασία; Καὶ ἂν θέλουμε τούτη τὴ χρονιὰ νὰ γίνουμε ἄξιοι τοῦ Θεοῦ, τῆς Χριστιανικῆς μας κλήσης, τοῦ ἁγίου ὀνόματος τῆς Ὀρθοδοξίας, πρέπει χωριστὰ καὶ σὰν ἕνα σῶμα νὰ γίνουμε γιὰ ὅλους, γιὰ τὸ κάθε πρόσωπο ποὺ ἴσως νὰ μᾶς χρειάζεται, ἕνα ὅραμα γιὰ τὸ τί μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ γιὰ τὸ τί μιὰ κοινότητα ἀνθρώπων μπορεῖ νὰ εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ἂς προσευχηθοῦμε γιὰ συγχώρεση, ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε μέχρι τώρα μακρυὰ ἀπὸ τὴν κλήση μας, ἂς προσευχηθοῦμε νὰ μᾶς δίνει ὁ Κύριος γενναιότητα, κουράγιο, θέληση νὰ δικαιώσουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ σηκώσουμε τὸν σταυρό μας, νὰ ἀκολουθήσουμε τὰ βήματα τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖ ὅπου μᾶς καλεῖ.

Στὸ ξεκίνημα τοῦ πολέμου εἰπώθηκε κάτι ποὺ μποροῦμε νὰ λέμε ξανὰ κάθε νέο χρόνο. Στὸ μήνυμά του πρὸς τὸ Ἔθνος διαβάζει ἕνα ἀπόσπασμα: « Εἶπα στὸν ἄνθρωπο ποὺ στάθηκε στὸ κατώφλι τοῦ νέου χρόνου: δῶσε μου ἕνα φῶς γιὰ νὰ πορευτῶ μὲ ἀσφάλεια πρὸς τὸ ἄγνωστο, καὶ ἀπάντησε: πήγαινε ἔξω στὸ φῶς καὶ βάλε τὸ χέρι σου στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ εἶναι καλύτερο γιὰ σένα ἀπὸ ὅ,τι τὸ φῶς καὶ ἀσφαλέστερο ἀπὸ ἕναν συνηθισμένο δρόμο.»

Αὐτὸ καλούμαστε νὰ κάνουμε, καὶ ἴσως σήμερα νὰ πάρουμε μιὰν ἀπόφαση, μιὰ ἀπόφαση νὰ εἴμαστε πιστοὶ στὴν κλήση μας καὶ νὰ ξεκινήσουμε τὴν Νέα Χρονιὰ μὲ κουράγιο. Ἀμήν.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 29, 2014

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«Η αγία έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και οι γονείς της που ήταν ευσεβείς και πιστοί στον Χριστό, είχαν αρκετή περιουσία. Όταν αυτοί έφυγαν από τη ζωή, η αγία ζούσε μόνη της, ευαρεστώντας τον Θεό με τον βίο και τις πράξεις της. Κάποια φορά που πήγαινε στην Εκκλησία κατά τη συνήθειά της, την σταμάτησε ένας ειδωλολάτρης στρατιώτης, ο οποίος την τραβούσε με τη βία στους βωμούς των ειδώλων  και την προέτρεπε να προσφέρει θυσίες στους δαίμονες. Επειδή όμως η Ανυσία ομολογούσε την πίστη της στον Χριστό, τότε ο στρατιώτης εξοργίστηκε (διότι η αγία μάρτυς φύσηξε και έφτυσε στο πρόσωπό του) και με το ξίφος του διεπέρασε την πλευρά της. Έτσι η αξιοσέβαστη μάρτυς δέχτηκε το μακάριο τέλος».
Η πόλη  της Θεσσαλονίκης καυχάται όχι μόνον για τον πολιούχο της, μεγαλομάρτυρα και μυροβλήτη άγιο Δημήτριο, όχι μόνον για τον δεύτερο πολιούχο της μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αλλά και για την αγία μάρτυρα Ανυσία, της οποίας το σεπτό λείψανο αναπαύεται στον ναό του αγίου Δημητρίου. Κατά τον άγιο Θεοφάνη μάλιστα τον υμνογράφο, η μεν Θεσσαλονίκη καυχάται για τα σπάργανα και τους άθλους της αγίας, η δε θριαμβεύουσα Εκκλησία έχει το πνεύμα της και χαίρεται γι’ αυτό, που σημαίνει ότι η αγία Ανυσία αποτελεί πηγή χαράς για ολόκληρη την Εκκλησία, και την επί γης και την εν ουρανοίς. «Θεσσαλονικέων η πόλις, σου τοις σπαργάνοις και τοις άθλοις, μάρτυς, εγκαυχάται Παρθένε η Εκκλησία των πρωτοτόκων δε, μετά δικαίων έχει σου πνεύμα το θείον ευφραινόμενον» (Η πόλη των Θεσσαλονικέων, μάρτυς παρθένε, καυχιέται για τα σπάργανά σου και τους άθλους σου. Η Εκκλησία δε των πρωτοτόκων κατέχει με χαρά το θεϊκό πνεύμα σου).
Αιτία βεβαίως για την καθολική αυτή χαρά της Εκκλησίας είναι το γεγονός ότι η αγία με το μαρτύριό της φανέρωσε «τον εγκάρδιον έρωτά» της προς τον Χριστό, τόσο που η έμπνευση του αγίου υμνογράφου την βάζει στη θέση της γυναίκας που προσήγγισε τον Χριστό λίγο πριν από το πάθος Του και εξέφρασε την αγάπη της προς Εκείνον  με το μύρο που έχυσε στα πόδια Του, σπογγίζοντάς Τα με τους πλοκάμους της κεφαλής της. Κι ενώ το γεγονός της Καινής Διαθήκης ενέπνευσε την αγία υμνογράφο Κασσιανή (με το γνωστό μεγαλοφυές άσμα της του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης, ψαλλόμενο το εσπέρας της Μεγάλης Τρίτης), το ίδιο γίνεται πρότυπο για ανάλογη έμπνευση του αγίου Θεοφάνη, αλλά σε σχέση με την αγία Ανυσία. «Τον εγκάρδιον έρωτα, υποφαίνουσα δάκρυσι, κατανύξει Ένδοξε, γην κατέβρεχες, και ταις θριξίν εναπέσμηχες, Χριστού υποπόδιον» (Φανερώνοντας τον έρωτα που είχες μέσα στην καρδιά σου, ένδοξε μάρτυς, κατάβρεχες από την κατάνυξή σου με δάκρυα τη γη και σκούπιζες με τις τρίχες της κεφαλής σου τα πόδια του Χριστού).
Η ένσταση βεβαίως εν προκειμένω είναι προφανής. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα ιστορικό γεγονός: είναι η γυναίκα που προσήλθε στον Χριστό και προέβη στο ξέσπασμα της καρδιάς της. Στην περίπτωση όμως της αγίας Ανυσίας; Πώς αγκάλιαζε και σκούπιζε τα πόδια του Χριστού; Ο υμνογράφος μας δεν μας αφήνει μετέωρους. Η αγία Ανυσία μπόρεσε και άντεξε τα μαρτύριά της, βρήκε το κουράγιο να ομολογήσει την πίστη της, έστω και με απώλεια της ζωής της, γιατί η αγάπη της προς τον Χριστό την έκανε με νοερό τρόπο να Τον έχει παρόντα μπροστά της και με τη διάνοιά της να αγγίζει τα ίχνη των ποδών Του. «Εννοούσα – λέει - και Αυτόν ως παρόντα προβλέπουσα, ον εποθησας και ιχνών απτομένη διανοία, θεωρίαις θειοτάταις την σην ψυχήν κατελάμπρυνας» (Σπόγγιζες τα πόδια του Χριστού, εννοώντας Τον και βλέποντάς Τον σαν να ήταν παρών, Αυτός τον Οποίο πόθησες. Και αγγίζοντας τα ίχνη των ποδών Του με τη διάνοιά σου, λάμπρυνες την ψυχή σου με θειότατες θεωρίες). Με άλλα λόγια, η αγία την ώρα του μαρτυρίου της, με τη χάρη του Χριστού, βρισκόταν σε κατάσταση θεοπτίας. Ο Χριστός της έδινε τη δύναμη να Τον βλέπει και να Τον εναγκαλίζεται, όπως παρομοίως είχε δώσει τη χάρη και σε άλλους μάρτυρες, όπως μεταξύ άλλων και στην αγία Ερμιόνη. Η θεωρία του Χριστού την ώρα του μαρτυρίου ή της ετοιμασίας προς αυτό είναι κάτι που το διαπιστώνουμε συχνά στα συναξάρια των μαρτύρων της πίστεώς μας.
Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος «εκμεταλλεύεται», όπως όλοι οι υμνογράφοι, τον τρόπο που άφησε την τελευταία της πνοή: την διά ξίφους διαπέραση της πλευράς της. Αμέσως ο νους του αγίου Θεοφάνη πηγαίνει στη λογχευμένη πλευρά του Κυρίου, συνεπώς συσχετίζει το μαρτύριο της αγίας με το πάθος Του: «Ζωηφόροις σου τοις ίχνεσιν επομένη, λόγχη πλευράν τιτρώσκεται» (Ακολουθώντας τα ίχνη Σου που φέρουν τη ζωή, πληγώνεται με λόγχη την πλευρά της η αγία). Ο υμνογράφος δηλαδή σαν να μας λέει, ότι όποιος αγαπά τον Χριστό και θέλει να Τον ακολουθεί κατά πόδας – «επακολουθών τοις ίχνεσιν Αυτού» κατά τον απόστολο Πέτρο – δέχεται τη χάρη και να πάθει υπέρ Χριστού με τον ίδιο τρόπο που έπαθε Εκείνος. Τα πάθη του Χριστού γίνονται πάθη και του πιστού, δείγμα της πλημμύρας της χάρης του Χριστού στον πιστό. Ακολουθία του Χριστού και μαρτύριο υπέρ Αυτού τελικώς είναι έννοιες ταυτόσημες. 

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΑΣ

AgioOrosL
Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Στην Ελλάδα σήμερα ζουν τρεις βασικές κατηγορίες ανθρώπων. Η πρώτη κατηγορία είναι αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα των καιρών και  αγωνιούν για το μέλλον αυτής της χώρας. Βλέπουν την λαίλαπα των μνημονίων να έχει καταστρέψει κάθε ελπίδα και προοπτική για την επιβίωση και προσπαθούν να ορθώσουν κάποιο λόγο αντίστασης. Αγωνίζονται να σταματήσουν τον θανατηφόρο κατήφορο της ελληνικής κοινωνίας και πιστεύουν ότι ακόμα δεν έχουν χαθεί όλα και ότι μπορεί να αντιστραφεί αυτή η προδοτική πορεία που έχει φέρει την μεγαλύτερη κρίση στην σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτοί που μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση. Είναι οι βασικοί υπεύθυνοι της παράδοσης της εθνικής κυριαρχίας σε ξένους, ανθέλληνες, τοκογλύφους. Είναι αυτοί που απομύζησαν τον κρατικό κορβανά τις τελευταίες δεκαετίες και το μόνο που τους ενδιέφερε, ήταν πάντα η προσωπική τους τσέπη και το πως θα εξασφαλίσουν ακόμα και τα δισέγγονα τους με αφθονία αγαθών σε βάρος πάντα του γενικού συνόλου. Είναι το πολιτικό κατεστημένο που κατέστρεψε την οικονομία, καταλήστεψε τα κρατικά ταμεία, κατέκλεψε τις οικονομίες του κόσμου και έστειλε την αφρόκρεμα του ελληνικού λαού εξορία σε άλλες χώρες, όπου διαπρέπει προς δόξα της εθνικής μας προδοσίας.
Και τέλος είναι η τρίτη κατηγορία που είναι και η μεγάλη πλειοψηφία. Είναι η κατηγορία της αδιαφορίας για όλα αυτά. Είναι αυτοί που το μόνο που τους ενδιαφέρει, παρά τις όποιες δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν, είναι το πως θα περάσουν καλά, το πώς θα έχουν το iphone, το πως να κάνουν facebook, να διασκεδάζουν όσο μπορεί περισσότερο, να έχουν καλό φαγητό και να μιμηθούν όσο μπορούν περισσότερο του καλοβολεμένους, αν είναι δυνατόν να γίνουν και οι ίδιοι καταβολεμένοι. Είναι οι άνθρωποι του, «τι με ενδιαφέρει έμενα ; σάμπως μπορώ εγώ να αλλάξω την κατάσταση ;». Υποστηρίζουν πως όλα είναι προσχεδιασμένα και ότι δεν υπάρχει καμία προοπτική, γ”  αυτό και θα πρέπει να υποτασσόμαστε και να μην αντιστεκόμαστε. Είναι αυτοί που γίνονται τα καλυτέρα όργανα του προδοτικού συστήματος και αυτοί στους οποίους το σύστημα βασίζεται για την εθνοκτόνο επιβίωση του και για τις ληστρικές επιδρομές του στην καθημερινή ζωή τους. Αν και πολλοί από αυτούς έχουν πληγεί από την μνημονιακή κατοχή, δεν θέλουν να αλλάξει ουσιαστικά τίποτα. Αναπαύονται στον καναπέ της καταστροφής τους και ούτε λίγο ούτε πολύ ευλογούν την εθνική απώλεια σαν αναπόφευκτο κακό και σαν νομοτελειακή εξέλιξη. Σε αυτή την κατηγορία θα προσθέσουμε και τους διάφορους «ποιμένες», που προπαγανδίζουν πως το λιγότερο κακό… είναι καλύτερο από το χειρότερο!
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η εικόνα μιας Ελλάδας που βαδίζει πλέον σε γενικές εκλογές που θα κρίνουν το μέλλον του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας για πολλές δεκαετίες. Μέσα σε ένα τέτοιο περίγραμμα, αναρωτιέται κανείς αν ακόμα υπάρχει πραγματικά η ελπίδα για να σωθεί αυτός ο δύσμοιρος τόπος, με την τόσο μεγάλη ιστορία και το τόσο ηρωικό παρελθόν του. Δυστυχώς, τα ωραία λόγια και οι εμμονές σε περασμένες ιστορικές δόξες έχουν πια περισσέψει και δεν ωφελούν σε τίποτα. Είναι υπεκφυγή πλέον να καταφεύγουμε στο ένδοξο παρελθόν, όταν καταστρέφουμε το παρών.
Αλλά υπάρχει και μια άλλη κατηγορία που δεν είναι πολύ γνωστή, αλλά ίσως η πιο ελπιδοφόρα όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο για κάποιους, για την σωτηρία της πατρίδας μας. Είναι κάποιοι «φωτεινοί» γέροντες, άγνωστοι και κρυμμένοι σε κάποια «σπηλιά», αλλά έχουν την μεγαλύτερη δύναμη από όλους τους άλλους. Η χώρα αυτή ποτέ δεν έπαψε να παράγει αγίους και συνεχίζει στον ευλογημένο αυτό δρόμο, παρά τα όσα έχουν γίνει και τα όσα έχουν παραβιαστεί. Η αγιότητα έχει μεγαλύτερη δύναμη από την κοσμική διαστροφή και την κοσμική παρακμή και η χώρα αυτή, δόξα το Θεό, έχει ακόμα κάποιους «άξιους» που προσεύχονται για το μέλλον της. Είναι η πραγματική μας ελπίδα!
Αμήν!!

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος


πηγή
Το είδαμε εδώ

Πόσα ήταν τα νήπια που σφαγιάστηκαν;


Μέσα στην φύση του ανθρώπου είναι η επιθυμία να λύσει τις απορίες του.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να τοποθετηθεί και η συζήτηση για τον αριθμό των νηπίων που σφαγιάσθηκαν στη Βηθλεέμ από τον Ηρώδη μετά τη γέννηση του Χριστού.
Μελετώντας την πατερική παράδοση θα εντοπίσουμε αρκετές αναφορές στο γεγονός, χωρίς καμία αναφορά στον αριθμό των αθώων θυμάτων.
 Ο αριθμός 14.000 φαίνεται ότι εισχώρησε σε κάποια κατοπινή στιγμή, χωρίς όμως να ενσωματωθεί ποτέ πλήρως ούτε στα συναξάρια. Για παράδειγμα το Μέγα Ωρολόγιο σε έκδοση της Αποστολικής Διακονίας τοποθετεί τον αριθμό αυτόν ανάμεσα σε παρενθέσεις.
Η σύγχρονη βιβλική έρευνα καταλήγει σε ένα πολύ μικρότερο νούμερο, βασισμένη στον υπολογισμό του αριθμού των παιδιών που ήταν δυνατό να μεγαλώνουν στη Βηθλεέμ και στα περίχωρά της. Ίσως γύρω στα 30 με 40.
Στους Αγίους Τόπους δείχνονται στους προσκυνητές οι τάφοι των νηπίων, οι οποίοι, ούτε κατά προσέγγιση δεν πλησιάζουν τον αριθμό των 14.000.
Πόσα ήταν τελικά τα νήπια;
Προφανώς δεν γνωρίζουμε.
Ο κίνδυνος σε αυτή τη συζήτηση είναι να εστιάσουμε στον (μικρό ή μεγάλο) αριθμό και να χάσουμε την ουσία του προβλήματος που πρέπει να εντοπιστεί στο ότι ο Ηρώδης στηριγμένος σε έναν παράλογο και εγωιστικό φόβο μήπως χάσει το θρόνο του θυσίασε αθώους.
Αν στη Βηθλεέμ υπήρχαν λίγα παιδάκια το έγκλημα θα ήταν μικρότερο; Οι μανάδες τους θα τα θρηνούσαν λιγότερο;
Οι Πατέρες εστιάζουν στο γεγονός καθεαυτό και όχι στις (τεχνικές) “λεπτομέρειες”. Τους ενδιέφερε ο πόνος που προκάλεσε η κακία και όχι πόσα παιδάκια έπεσαν “θερισμένα σαν σιτάρι”, όπως λέει το κοντάκιο της εορτής.
Το περιστατικό της σφαγής των νηπίων δεν καταγράφεται σε άλλη πηγή της εποχής, παρά μόνο στον ευαγγελιστή Ματθαίο, αλλά είναι απόλυτα ταιριαστό με τις μαρτυρίες άλλων πηγών σχετικά με τον χαρακτήρα του Ηρώδη, ο οποίος δεν δίστασε να σκοτώσει πολλές από τις συζύγους του -μεταξύ αυτών και τη μόνη που φαίνεται ότι αγάπησε, τη Μαριαμνή- αλλά και αρκετά από τα παιδιά του, για να μην του πάρουν το θρόνο.
Το έγκλημα αυτό, όπως και όλα τα άλλα που διέπραξε ο Ηρώδης, είναι έτσι ή αλλιώς ασύλληπτο από το μέσο άνθρωπο: η διατήρηση του θρόνου, απέναντι σε μία αόριστη απειλή, για τον Ηρώδη ζυγίζει περισσότερο από τη ζωή ενός, δύο, τριών, τεσσάρων . . . παιδιών, ακόμη και αν αυτά είναι τα δικά του.
Αυτό που ο θολωμένος και διεστραμμένος νους του βασιλιά δεν μπόρεσε να συλλάβει είναι ότι με το έγκλημά του θεμελίωνε στη θυσία των αθώων βρεφών, τα οποία τιμώνται ως άγιοι, την Εκκλησία των μαρτύρων, οι οποίοι την πότισαν και την ποτίζουν με το αίμα τους.
Σημασία, λοιπόν, δεν έχει ο αριθμός, αλλά το ότι έστω και ένα παιδάκι σφαγιάστηκε, θύμα του ανθρώπινου εγωισμού. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Εκκλησία δίνει μεγάλη αξία στον έναν άνθρωπο, στο εκατοστό πρόβατο, στον ένα αμαρτωλό που μετανοεί. Μήπως άλλωστε γνωρίζουμε πόσοι είναι οι άγιοι; Πόσοι είναι οι μάρτυρες; Οι νεομάρτυρες; Μας αρκεί το ότι όταν τέθηκε το ερώτημα Χριστός ή όχι, εκείνοι επέλεξαν το Χριστό.

ΑΓΙΟΥ ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ: ΑΝ Ο ΙΕΡΕΑΣ ΔΕΝ ΖΕΙ ΣΩΣΤΑ Ο ΒΑΠΤΙΖΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΒΛΑΠΤΕΤΑΙ;

ΑΓΙΟΥ ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ:
ΑΝ Ο ΙΕΡΕΑΣ ΔΕΝ ΖΕΙ ΣΩΣΤΑ
Ο ΒΑΠΤΙΖΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΒΛΑΠΤΕΤΑΙ;  
ΣΤΟΝ ΚΟΜΗΤΑ ΕΡΜΙΟ
Ότι, εάν ο Ιερέας δεν ζει σωστά, ο βαπτιζόμενος
δεν βλάπτεται καθόλου ως προς τα σωτηριώδη σύμβολα. 
 
    Επειδή, όπως έχεις γράψει, σκανδαλίζεσαι από τη ζωή τού πρεσβυτέρου Ζωσίμου, και νομίζεις ότι, όσοι βαπτίζονται από αυτόν, βλάπτονται καίρια και αναπόφευκτα, θεώρησα σωστό να σου απαντήσω πολύ γρήγορα, ότι αυτός που βαπτίζεται δεν βλάπτεται ως προς τα σωτηριώδη σύμβολα, εάν ο ιερέας δεν ζει σωστά, αλλ’ αυτός βέβαια οπωσδήποτε (γιατί πρέπει να σε δια­βεβαιώσω) θα απολαύσει εκείνες τις θεϊκές και ανώτερες από κάθε περιγραφή ευεργεσίες, ενώ ο ιερέας θα δώσει λόγο πιο ανυπόφορο για τη δική του ζωή, και θα κολαστεί τόσο περισσό­τερο, όση είναι και η τιμή της οποίας είχε αξιωθεί. Γιατί αυτός που δεν έγινε αγαθός ούτε με το ότι τιμήθηκε με την ιερωσύνη, δικαιολογημένα θα είναι άξιος μεγαλύτερης τιμωρίας.
Κανένας λοιπόν από αυτούς που μυήθηκαν σ’ εκείνη την θεϊκή τελετή, η οποία ανοίγει στους μυημένους τους ουρανούς, να μη σκέφτεται ότι βλάπτεται άμεσα ως προς τα σύμβολα της σωτηρίας, ούτε, όταν ενδεχομένως φταίξει, να νομίζει ότι θα έχει ευπαρουσίαστη ομολογία τη ζωή τού ιερέα. Αυτά βέβαια τα λέγω, όχι επειδή όλοι οι ιερείς είναι τέτοιοι, μη γένοιτο (αν και βέβαια σε κάποι­ους υπάρχουν αυτά τα παραπτώματα, από άλλους όμως απουσιάζουν. Και αν σε μερικούς δεν υπάρχουν αρετές, ούτε από όλους λείπουν), αλλά θέλοντας να δείξω, ότι ακόμα και αν όλοι είναι τέτοιοι, αυτός που βαπτίζεται δεν βλάπτεται καθόλου.
Αν όμως νομίζεις ότι αυτά είναι σκέψεις ανθρώπων, θα προσπαθή­σω να σε βεβαιώσω από τα θεία λόγια. Τι δηλαδή πιο βδελυρό υπήρξε από τον Βαλαάμ; Και όμως ο Θεός χρησιμοποίησε τη γλώσσα του σε ευλογίες10. Τι επίσης πιο μυαρό από τον Καϊάφα; Και όμως προφήτεψε11, και η χάρη του Θεού τη γλώσσα του βέ­βαια την άγγιξε, την πρόθεσή του όμως δεν την άγγιξε. Αν όμως θέλεις να μάθεις και κάτι πιο παράδοξο, με κόρακα, το ακάθαρτο αυτό πτηνό, έτρεφε τον Ηλία που διέτρεξε τους ουρανούς12.
Μην αμφιβάλλεις λοιπόν, όταν τα θεία και υπερφυσικά χαρίσματα δίνονται σε μερικούς αμαρτωλούς ιερείς (γιατί δεν πρέπει να τους καταδικάζουμε όλους, ούτε και είναι δίκαιο).

 ΣΤΟΝ ΖΩΣΙΜΟ Για το ίδιο θέμα.
Απορώ πολύ, πως, ενώ δεν έχεις εξαναγκασθεί από κάποιο παράδειγμα, ούτε και έχεις κάποιον να μιμηθείς (γιατί εύχομαι να μη συμβεί σε κανένα να πέσει σε τόσο βαθύ βάραθρο, και είθε συ να συνέλθεις από αυτή την καταστρεπτική μέθη), κατηγορείς τους ιερείς που διακρίνονται για τις αρετές και είναι πλούσιοι σε πνευματικά κατορθώματα, νομίζοντας ότι η διακωμώδηση των άλλων αποτελεί δικαιολογία για τα δικά σου καμώματα.
Αλλ’ αυτό δεν είναι έτσι, αγαπητέ, δεν είναι έτσι, αντίθετα και από τους ανθρώπους γελοιοποιείσαι και καταδικάζεσαι, και από τον Θεό θα υποστείς πολλές τιμωρίες, και επειδή ασπάσθηκες την κακία, και επειδή ατίμασες την αρετή, και επειδή κατηγόρησες αυτούς που είναι τρόφιμοι της αρετής, και επειδή, φερόμενος σαν μεθυσμένος, εξύβρισες την ιερωσύνη, με αποτέλεσμα οι πε­ρισσότεροι από τους ανθρώπους, για να μη πω όλοι, σκανδαλίσθηκαν από σένα, νομίζοντας ότι έπαθαν ζημιά ως προς τα μυστήρια της σωτηρίας.
Για να απαλλαγείς λοιπόν από όλα αυτά τα κακά, πράγμα που εύχομαι, γνώρισε τον εαυτό σου.
ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ    2
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ – ΒΙΒΛΙΟ Β’ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α’-Τ’
Εισαγωγή Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια
Από τον Παναγιώτη Παπαευαγγέλου Διδάκτορα θεολογίας
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ:
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
26    ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2014
 πηγή
το είδαμε εδώ

Των αναιρεθέντων αγίων Νηπίων

Συντάκτης επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης
Νεώτεροι Ηρώδες
ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ αυτό του Δωδεκαημέρου έχουμε συνεχώς εορτές. Στις 25 Δεκεμβρίου εορτάσαμε τα Χριστούγεννα, στις 26 την Σύναξη της Θεοτόκου, στις 27 τη μνήμη του πρωτομάρτυρας Στεφάνου. Σήμερα, 29 Δεκεμβρίου, εορτάζουμε τη μνήμη των 14.000 νηπίων πού σφάγιασε ό Ηρώδης. Για το γεγονός αυτό θέλω να σας μιλήσω.
Ό Κύριος μας, ως Θεός πού ήταν, μπορούσε να έρθει και να εμφανιστεί στον κόσμο σε ηλικία ώριμη. Μη σας φαίνεται αυτό παράξενο· αν ό πρώτος άνθρωπος, ό Αδάμ, εμφανίσθηκε σε μεγάλη ηλικία, πολύ περισσότερο ό Χριστός, πού έπλασε τον Αδάμ, μπορούσε να εμφανιστεί σε όποια ηλικία ήθελε. Εν τούτοις γεννήθηκε ως βρέφος. Γεννήθηκε ως βρέφος, για να τίμηση τα βρέφη. Ποιος φανταζόταν, ότι εκείνο το βρέφος είναι ό παγκόσμιος βασιλεύς!
Αφανής ήταν ή γέννηση του Χριστού στους μεγάλους. Σε λίγη απόσταση από τη Βηθλεέμ ήταν τα ανάκτορα του Ηρώδη. Τι θα 'καναν άραγε εκείνη τη νύχτα στο παλάτι; Θα γλεντούσαν, θα διασκέδαζαν καμιά ιδέα του μεγάλου μυστηρίου δεν είχαν. Ανάξιος ό Ηρώδης να μάθη την είδηση, έκανε τότε το πρώτο.. ρεβεγιόν (όπως πολλοί σήμερα κάνουν Χριστούγεννα χωρίς Χριστό). Ό Χριστός δεν ειδοποίησε τον Ηρώδη και τους άλλους μεγάλους· ειδοποίησε τους βοσκούς, τους μικρούς και καταφρονεμένους. Κ' ενώ δεν αντελήφθη την θεία Γέννηση ό Ηρώδης πού ήταν τόσο κοντά, το γεγονός αποκαλύφθηκε σε άλλες εκλεκτές ψυχές πού κατοικούσαν πολύ μακριά από την αγία γη. Γνώρισε το μυστήριο στους μάγους της Περσίας, πού ήταν επιστήμονες αστρονόμοι, μεγάλες διάνοιες. Αυτοί είδαν στον ουρανό το λαμπρό αστέρι, φόρτωσαν τις καμήλες δώρα, περπάτησαν μέρες και νύχτες, και τέλος ήρθαν και προσκύνησαν τον Κύριο στη Βηθλεέμ.
Πονηρός όμως ό Ηρώδης. Όταν προηγουμένως, έμαθε πώς ήρθαν στα Ιεροσόλυμα οι μάγοι, τους κάλεσε και κρύβοντας το σκοπό του τους είπε, μόλις βρουν το νέο βασιλέα να τον ειδοποιήσουν να πάει κι αυτός να τον προσκύνηση. 'Αλλά οί μάγοι ειδοποιήθηκαν να φύγουν χωρίς να περάσουν από τον Ηρώδη. Κι αυτός, όταν κατάλαβε πώς τον γέλασαν, «εθυμώθη λίαν», θύμωσε πολύ (Ματθ. 2,16).
Ήταν ανόητος. Φοβήθηκε πώς θα χάση τη βασιλεία; Ήταν όμως ήδη τότε γέρος· μέχρι να μεγαλώσει ό νεογέννητος Χριστός, να γίνη είκοσι χρονών, αυτός θα πέθαινε, θα έλιωναν και τα κόκαλα του. Ανόητος επίσης, γιατί ή βασιλεία του Χριστού δεν είναι όπως οί άλλες πού στηρίζονται στη βία και τα όπλα. Ή βασιλεία του Χριστού δεν έχει βία. Ό θρόνος της είναι στις καρδιές, είναι βασιλεία αιώνιος της οποίας «ουκ έσται τέλος» (Λουκ. 1,33· Σύμβ. πίστεως).
Ό Ηρώδης, μοχθηρά ψυχή, έπνιξε με τα χέρια του την πρώτη του γυναίκα, σκότωσε τον κουνιάδο του και πολλούς άλλους, σκότωσε ακόμη και τα παιδιά του, για να μην του πάρουν την εξουσία. Γι' αυτό ήταν λαομίσητος.
'Αλλά τώρα έφτασε στο μεγαλύτερο έγκλημα. Έγινε σφαγεύς 14.000 νηπίων, πιστεύοντας ότι μέσα σ' αυτά θα είναι και ό Υιός της Παρθένου. Απέτυχε όμως το σχέδιο του. Ένας άγγελος ειδοποίησε τους μάγους να φύγουν από άλλο δρόμο στην πατρίδα τους, κ' ένας άλλος τον δίκαιο Ιωσήφ να φυγή στην Αίγυπτο. Έτσι ό Χριστός έγινε ό πρώτος πρόσφυγας.
Θυμωμένος ό Ηρώδης διέταξε στρατιωτικά αποσπάσματα να θερίσουν την περιοχή της Βηθλεέμ. Όπως ή αλεπού μπαίνει στα κοτέτσια, όπως το τσακάλι ανοίγει τους τάφους, όπως ό λύκος ορμά στα μαντριά, έτσι οί στρατιώτες έμπαιναν στα σπίτια. Άρπαζαν τα βρέφη από τις αγκαλιές των μανάδων, πού θρηνούσαν, και τα έσφαζαν μπροστά τους.
Άδικος ό Θεός! θα πει κάποιος αυθάδης. Δεν έστελνε ένα αστροπελέκι να κάψει τον Ηρώδη και το στρατό του;...
Απαντώ. Τα παιδιά αυτά είναι μακάρια. Κι όσοι γονείς είχατε παιδάκια και πέθαναν μικρά, μην τα κλαίτε. Να κλαίτε εκείνο το γέρο, πού έφαγε την αμαρτία με την κουτάλα αμετανόητος και θα κάνη βουτιά στην κόλαση.
—Μα τα 14.000 νήπια ήταν αβάπτιστα...
Όχι βαπτίστηκαν. Πώς; Υπάρχουν δύο είδη βαπτίσματος- το ένα στο νερό και το άλλο στο αίμα. Τα νήπια της Βηθλεέμ βαπτίστηκαν στην κολυμβήθρα του αίματος κ' είναι τώρα άγγελοι. Μακάρι να ήμασταν κ' εμείς ανάμεσα σ' αυτά. Εγώ, αμαρτωλός όπως είμαι, επιθυμούσα να είμαι ένα από 'κείνα τα νήπια, αθώος ν' ανεβώ στον ουρανό. Τώρα Τι κάνουμε; Περνούν τα χρόνια και φορτωνόμαστε νέα αμαρτήματα. Μακάρια λοιπόν αυτά τα παιδιά, οι μάρτυρες του Χριστού, πού μαζί με τον πρωτομάρτυρα Στέφανο βρίσκονται στους ουρανούς.
Ό Ηρώδης σκότωσε 14.000 παιδιά. Σταμάτησε άραγε το έγκλημα της παιδοκτονίας; Οχι δυστυχώς. Και σήμερα υπάρχουν Ηρώδες.
•Από Κυπρίους πρόσφυγες του Αττίλα μάθαμε, ότι όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Κύπρο σκότωσαν γέροντες, ατίμασαν γυναίκες, έσφαξαν και παιδιά. Σ' ένα χωριό σκότωσαν με οπλοπολυβόλο ολόκληρη οικογένεια. Ύστερα από τρεις μέρες άνοιξαν το σπίτι και βρήκαν ζωντανό ένα μικρό παιδάκι. Πώς έζησε;
Το ένστικτο το ώθησε να πλησίαση τη μάνα του, και έγλειφε το αίμα πού έτρεχε από την πληγή της. Οι Τούρκοι είναι νέοι Ηρώδες.
• Άλλα πόσα παιδιά σκότωσαν αυτοί; 50; 100;200; 300;... Ακούστε τώρα έναν άλλο αριθμό και θα φρίξετε. Κάθε χρόνο στην Ελλάδα σκοτώνουν 300.000 μικρά παιδιά! Ποιοι είναι οι φονιάδες τους; είναι γιατροί, με άσπρες μπλούζες, ελεεινοί εκμεταλλευτές. είναι όμως και γονείς άσπλαχνοι, πού οδηγούν εκεί τα βρέφη τους. Δύο είναι τα μεγαλύτερα αμαρτήματα μας, ή βλασφημία και οί εκτρώσεις.
—Εσύ όμως δεν ξέρεις Τι στοιχίζει ένα παιδί. Που να βρούμε λεφτά να το μεγαλώσουμε;...
Ψεύτες! Έχετε χρήματα για τσιγάρα, ποτά, πολυτέλειες, αυτοκίνητα, ρεβεγιόν, θεάματα, δηλαδή για το διάβολο· για τα παιδιά δεν έχετε. Με όλ' αυτά πού ξοδεύονται για περιττά πράγματα, θα μπορούσαν να συντηρηθούν πλήθος παιδιά. Και τώρα ή Ελλάδα παιδιά δεν έχει, γηροκομείο κατήντησε. Ήρθε πριν δύο μήνες στο γραφείο μου ένας στρατηγός και το ρώτησα πόσα παιδιά έχει. —Δύο, μου απαντά. —Βρε στρατηγέ, του λέω, με τόσο μισθό, μόνο δύο;... Ήταν ταπεινός. —Μου θυμίζεις την αμαρτία μου, λέει, κι άρχισε να κλαίει. — Γιατί κλαις, στρατηγέ; του λέω. —Θυμήθηκα τον πατέρα μου, άπαντα. Είμαι από ένα χωριό της Μάνης. Ό πατέρας μου φτωχός, σκάλιζε τη γη, κλάδευε αμπέλια, μάζευε ελιές, και έριχνε τα δίχτυα στον Ευρώτα να πιάσει κανένα ψαράκι να φάμε την Κυριακή. Πόσα παιδιά, λέτε, γέννησε; Δεκαπέντε· κ' εγώ είμαι ό τελευταίος! —Πώς έγινε αυτό; —Πίστευε στο Μεγαλοδύναμο, μου άπαντα. Ώ μεγαλεία του Θεού! Ποιος περίμενε, ότι το τελευταίο παιδί του πάμπτωχου Μανιάτη θα γινόταν στρατηγός; Βγήκε και ένα βιβλίο στο Παρίσι πού υποστηρίζει με επιχειρήματα, ότι τα τελευταία παιδιά διακρίνονται, γίνονται επιστήμονες, εφευρέτες, στρατηγοί, ναύαρχοι....
Μέσα στα πολλά παιδιά είναι ή ευλογία. Πού είναι τώρα οί πολύτεκνοι; Εξαφανίστηκαν...
Θα μου πει κάποιος· Ποιος σ' ακούει; δεν πά' να φωνάζεις... Κ' εσύ πού λες έτσι, δεν αποκλείεται να είσαι ένοχος. Αν κανείς είναι ένοχος, να πάει να βρει αυστηρό πνευματικό, να πει το κρίμα του, και ό,τι του πει ό πνευματικός να το κάνη. Αλλιώς θα χαθεί, θα κολαστεί. Δεν τον σώζει τίποτε, αν δεν μετανοήσει, κλαύση και πονέσει για να βρει σωτηρία.
Αγαπητοί μου· όσοι δεν ακούνε τα λόγια του Χριστού τα σωτήρια, θα έχουν το τέλος του Ήρώδου. Ό Ηρώδης ύστερα από το φόνο των νηπίων έζησε μερικά χρόνια και μετά αρρώστησε, έπεσε στο κρεβάτι. Κάλεσε γιατρούς· πήρε φάρμακα, μα δεν πέτυχε τίποτε. Σκουλήκιασε, βρώμισε, κανείς δεν τον πλησίαζε, και πέθανε μέσ' στην ακαθαρσία. Τέτοιο ήταν το τέλος του Ήρώδου. Άλλα τέτοιο είναι και το τέλος όλων όσοι πάνε κόντρα στο θέλημα του Θεού θα γίνουν στάχτη. Και κόντρα με το Θεό πάνε όσοι σκοτώνουν τα αθώα νήπια.
Τα αντρόγυνα αυτά ας μετανοήσουν και θα βρουν έλεος. Γιατί όλους τους συγχωρεί ό Θεός. Άλλα και όλοι, αδελφοί μου, να μετανοήσουμε. Και να σκοτώσουμε τον Ηρώδη! Όλοι τον έχουμε μέσα μας. Ηρώδης αιμοβόρος και ακάθαρτος, πού τον έχουμε μέσα στην καρδιά μας, είναι ό παλαιός άνθρωπος. Ας τον φονεύσουμε λοιπόν, για να γεννηθεί ό νέος άνθρωπος, ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός· όν, παίδες Ελλήνων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας· αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον Ι. ναό Αγίας Τριάδος Πτολεμαΐδος την 29-12-1974. Καταγραφή και σύντμησης 29-12-2004.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...