Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουλίου 03, 2016

ΤΟ ΣΩΣΤΟ, ΝΑΙ! ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΤΟ ΣΩΣΤΟ;



Πρίν ἀπό λίγο σχετικά καιρό, ψάχνοντας στό ραδιόφωνο τήν εὕρεση κάποιου σταθμοῦ, συντονίσθηκα καί μέ κάποιον ἀπό τούς πάμπολλους μικρούς ἰδιωτικούς σταθμούς, ὅπου καί παρέμεινα λίγο, γιατί μοῦ κίνησαν τήν περιέργεια τά λόγια κάποιας νεαρῆς δημοσιογράφου. ᾽Απευθυνόταν στούς νέους τῆς ἡλικίας της καί τούς προέτρεπε νά μήν ἀκολουθοῦν ἄκριτα αὐτά πού οἱ μεγάλοι τούς λένε, ἀλλά νά τά θέτουν ὑπό τήν κρίση τους, γιά νά ἀποφασίσουν ἐκεῖνοι ἄν πρέπει ἤ ὄχι νά τά ἀποδεχθοῦν. ῎Ελεγε μάλιστα ἐπί λέξει: ῾Δέν ἔχει σημασία ποιός μᾶς λέει νά κάνουμε κάτι, ἄν εἶναι μεγάλος, μορφωμένος ἤ ὄχι. ᾽Εκεῖνο πού ἔχει σημασία εἶναι ἄν αὐτό πού μᾶς λέει εἶναι τό σωστό. Καί σωστό εἶναι αὐτό πού ἀρέσει στόν καθένα᾽.
῎Εχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι πρέπει νά μείνουμε λίγο στά λόγια αὐτά, γιατί περιέχουν κάποια ἀλήθεια, ἀναμειγμένη ὅμως μέ πολλή πλάνη. ᾽Ηχοῦν δηλαδή τά συγκεκριμένα λόγια ὡς σύνθημα, πού ἄν γίνει ἀποδεκτό, κλονίζει τά θεμέλια κάθε ἀξίας στή ζωή καί κάθε παραδοσιακῆς πεποιθήσεως.

Καί κατά πρῶτον: Ποιά ἡ ἀλήθεια στήν προτροπή τῆς νεαρῆς παρουσιάστριας; Τό γεγονός ἀσφαλῶς νά μήν εἴμαστε εὔπιστοι – γενικεύουμε τήν ἀναφορά της - ἀλλά νά ἐλέγχουμε πάντοτε ἄν αὐτό πού μᾶς σερβίρουν εἴτε ὡς λόγο εἴτε ὡς ὁτιδήποτε ἄλλο εἶναι τό σωστό. Μέ ἄλλα λόγια ὄντως χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος, καί μάλιστα ὁ νέος – αὐτόν κυρίως ἔχουν στόχο οἱ πάντες –, νά βρίσκεται σέ κατάσταση ἑτοιμότητος καί ἐγρηγόρσεως, ὥστε νά μή γίνεται πιόνι στά χέρια κανενός ἐπιτηδείου.
Ἡ ἑτοιμότητα καί ἐγρήγορση αὐτή ἰδιαιτέρως κρίνεται στήν ἐποχή μας ἀπολύτως ἀπαραίτητη, δεδομένου ὅτι ὅλοι διαπιστώνουμε πώς μᾶς περικυκλώνουν πολλές φορές συμφέροντα καί δυνάμεις τέτοιες, οἱ ὁποῖες ἀποσκοποῦν στό νά μᾶς κάνουν ἁπλούς ὀπαδούς, μάζα χωρίς κρίση, μέ ἀπώτερο στόχο νά γίνουμε μέσα πρός πραγματοποίηση τῶν δικῶν τους σκοτεινῶν ἐπιδιώξεων. Κατά κόρον μάλιστα ἀκούγεται στίς ἡμέρες μας ὅτι ἔχει χαθεῖ ἡ ἁπλότητα καί ἡ ἀγαθωσύνη ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων κι ἔχει περισσεύσει ἡ ὑποκρισία καί ἡ κακία, κατά συνέπεια δέν πρέπει κανείς εὔκολα νά ἀκολουθεῖ κάποιον ἤ κάτι πού ἐξωτερικά φαίνεται ὅτι τόν γοητεύει.
Τέτοια συμφέροντα καί τέτοιες δυνάμεις μέ σκοτεινές ἐπιδιώξεις, δηλαδή ἐπιδιώξεις πού καλύπτονται μέ προσωπεῖο καλωσύνης, μπορεῖ νά ἔχουν οἱ διάφορες αἱρέσεις πού ἔχουν κατακλύσει καί τήν πατρίδα μας, οἱ ἀποκρυφιστικές ὀργανώσεις πού παραπλανοῦν τούς ἀφελεῖς μέ συνθήματα γοητευτικά, οἱ μασονικές στοές, πολλές φορές δέ καί  διάφορες πολιτικές παρατάξεις. Εἶναι λοιπόν σωστό καί ἀναγκαῖο γιά τήν ἀκεραιότητά μας ὡς ἀνθρώπων νά ἀντιδροῦμε σ᾽ αὐτά πού μᾶς διακηρύσσουν, γιά τούς ἐπίγειους παραδείσους πού μᾶς ὑπόσχονται, καί νά θέτουμε τά λεγόμενα καί τίς ὑποσχέσεις τους κάτω ἀπό τήν κρίση μας.
῎Αν ὅμως εἶναι ὀρθό νά κρίνει κανείς τά πράγματα μέ τό κριτήριο τοῦ σωστοῦ, δέν εἶναι καθόλου εὔκολο στό νά προσδιορίσει καί τό περιεχόμενό του. ῾Υπάρχει ὁ κίνδυνος δηλαδή ὁ καθένας νά δίνει καί τόν δικό του ὁρισμό στό τό τί εἶναι σωστό, ἄρα ὅλοι νά νομίζουν ὅτι σκέπτονται καί δροῦν σωστά, καί ὅμως νά βρίσκονται στήν πλάνη. Στόν κίνδυνο αὐτόν ἀκριβῶς ἔπεσε καί ἡ νεαρή παρουσιάστρια, μέ τήν ὁποία ξεκινήσαμε. ᾽Αποπειράθηκε νά προσδιορίσει τήν ἔννοια τοῦ σωστοῦ καί οὐσιαστικά τήν κατήργησε. Καί τοῦτο γιατί γκρέμισε κάθε ἰδέα συλλογικότητος καί ἀντικειμενικότητος τοῦ σωστοῦ. ῾῎Εδεσε᾽ τό σωστό μόνο μέ τίς ὀρέξεις καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ καθενός: ῾Σωστό εἶναι ὅ,τι ἀρέσει στόν καθένα᾽ ἰσχυρίσθηκε.
῎Ετσι σωστό βαφτίστηκε μόνο τό ὑποκειμενικό, αὐτό πού ἐξαρτᾶται ἀπό τό περιεχόμενο τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀτόμου. Οὐσιαστικά, ἐδῶ βρισκόμαστε στήν ἐπαναφορά τῆς πεποιθήσεως τῶν σοφιστῶν τῆς ἀρχαίας ῾Ελλάδος, οἱ ὁποῖοι ἐκφράζουν τήν παρακμή καί τήν ἐκτροπή τῆς ἀρχαιοελληνικῆς φιλοσοφίας, μέ τό ῾πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος᾽. Γιά ὅλα τά πράγματα μέτρο καί κριτήριο εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος. Μέ τόν τρόπο αὐτόν εἶναι εὐνόητο ὅτι καταργεῖται κάθε ἀντικειμενική ἀξία, κάθε ἀλήθεια πού διεκδικεῖ κάποια καθολικότητα στή ζωή: ὁ καθένας γίνεται καί ἕνας μικρός θεός.
῎Αν ὅμως τό περιεχόμενο τῆς ψυχῆς μου εἶναι βρώμικο καί πονηρό, ἡ ἔννοια τοῦ σωστοῦ γιά μένα δέν θά χρωματιστεῖ ἀνάλογα; Πῶς θά πεισθεῖ ἕνας ἐγκληματίας πού ἔχει πωρωθεῖ ἐσωτερικά ὅτι τό νά σκοτώνει δέν εἶναι σωστό; Πῶς θά πεισθεῖ ἕνας κλέφτης ὅτι τό νά κλέβει δέν τόν δικαιώνει; Καί μάλιστα ὅταν τείνουμε ὡς ἄνθρωποι νά ντύνουμε καί ἰδεολογικά τίς ἐπιθυμίες καί τά πάθη μας; ῞Ωστε τό νά χρησιμοποιεῖ κανείς ὡς μέτρο τοῦ ὀρθοῦ καί σωστοῦ τίς ὀρέξεις του, εἶναι κάτι τό πολύ ἐπικίνδυνο καί ἐπισφαλές. Στήν πραγματικότητα δυναμιτίζει, ὅπως εἴπαμε, κάθε κοινωνική ἀξία, κάθε ἔννοια συλλογικότητος στή ζωή, ἄρα τήν ἴδια τή ζωή, ἀφοῦ αὐτή ἀναντίρρητα ἔχει κοινωνικό χαρακτήρα.

Τί περιεχόμενο λοιπόν θά δίναμε στήν ἔννοια τοῦ σωστοῦ; Τί θά λέγαμε ὡς ἀντίρρηση στά λόγια τῆς νεαρῆς, ἡ ὁποία πιθανόν ἐξέφραζε κάτι πού δέν τό εἶχε πολυσκεφθεῖ; Μά τί ἄλλο ἀπό τόν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ! Σωστό δηλαδή δέν μπορεῖ κανείς νά θέσει ἄλλο, ἄν μάλιστα εἶναι χριστιανός, ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τοῦ Θεοῦ πού φανερώθηκε στό πρόσωπο τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι ἡ πρόταση τῆς παρουσιάστριας, γιά ἕναν πιστό, θά ἔπαιρνε τήν ἑξῆς μορφή: ῾Νά κρίνουμε πάντοτε τά πράγματα,  ἄν εἶναι σωστά. Καί σωστό εἶναι αὐτό πού πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ᾽.
Αὐτό σημαίνει ὅτι τό ῾μέτρον πάντων ἄνθρωπος᾽ ἀντικαθίσταται, ὅπως ἔχει πεῖ καίρια ἐδῶ καί πολύ καιρό ὁ μεγάλος Σέρβος θεολόγος τῆς σύγχρονης ἐποχῆς ὅσιος ᾽Ιουστίνος Πόποβιτς, μέ τό ῾μέτρον πάντων ὁ Θεάνθρωπος᾽. Μόνον ὅ,τι τελεῖ σέ σχέση μέ τόν Χριστό εἶναι καί τό ὀρθό, ἄρα καί τό σωστό καί τό ἀναγκαῖο στή ζωή. Διαφορετικά, δέρνουμε τόν ἀέρα καί ὑποδουλωνόμαστε  σέ ἰδεολογίες πού ἔχουν δαιμονικές τίς ἐπιρροές.

Οἱ παραπάνω ἐπισημάνσεις πρέπει νά μᾶς προβληματίσουν. Διότι ὅλοι μας, μικροί καί μεγάλοι, ἔχουμε διαποτιστεῖ μέ τή νοοτροπία τοῦ ῾ἔτσι μ᾽ ἀρέσει᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἰδιαιτέρως ὅσοι ἀσχολούμαστε μέ τήν ἀγωγή – γονεῖς, δάσκαλοι, κληρικοί – θά πρέπει νά ἐμφυσήσουμε στά παιδιά μας αὐτό τό σύνθημα-πρόταση ζωῆς: Κρίνετε τά πάντα γύρω σας καί μέσα σας μέ τό κριτήριο πού λέγεται Χριστός. Εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια πού θά ἐπιβεβαιώνεται πάντοτε σέ ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς. Προϋπόθεση ὅμως σ᾽αυτό: πρῶτοι ἐμεῖς νά τό ἔχουμε ἐνστερνιστεῖ καί νά τό ζοῦμε.

ΕΚΟΙΜΗΘΗ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΑΥΙΔ ΕΚ ΤΟΥ ΚΕΛΙΟΥ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ ΚΑΡΥΩΝ



Εκοιμήθη σήμερα στις 10:35 π.μ. στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης ο γέροντας Δαυίδ εκ του Κελίου των Αγίων Αρχαγγέλων Καρυών μετά από πολύμηνη δοκιμασία υγείας.Η κηδεία του θα γίνει στον ιστορικό ναό του Πρωτάτου Καρυών το μεσημέρι της Δευτέρας στις 12:30.
Ο π.Δαυίδ εγεννήθη την 1/1/1967 στην Πάτρα από τον Ανδρέα και την Χαρίκλεια Κούτση.Το 1983 ήρθε στο Άγιο Όρος όπου και μαθήτευσε στην Αθωνιάδα ενώ το 1985 εκάρη μοναχός .Άνθρωπος αγάπης και πνευματικού ενδιαφέροντος, διετέλεσε Πνευματικός στην Ελλάδα και το εξωτερικό αναπαύοντας ιδιαιτέρως πάρα πολλά νέα άτομα.Συγκρότησε μοναστική συνοδεία αποτελούμενη από τρία άτομα ενώ παράλληλα οργάνωσε επίλεκτο εργαστήριο βυζαντινής αγιογραφίας με εξειδίκευση στα ψηφιδωτά.



Είναι θράσος να ζητάς από το παιδί χαρίσματα που εσύ δεν έχεις αποκτήσει



Ο σημερινός τρόπος ζωής, αδυσώπητος στους ρυθ­μούς και την εξέλιξη του, αδιαφορεί για τις πληγές πού επιφέρει στο κοινωνικό σώμα. Από τη διαδικασία αυτή δε μπορούσε να γλυτώσει ό γάμος γενικότερα, ή οικογένεια ειδικότερα. Πληγές, πολλές φορές ανε­πανόρθωτες, δημιουργούνται στους θεμέλιους λίθους του ιερού αύτού οικοδομήματος. Έτσι ή οικογένεια έγινε γραφείο συμφω­νιών καί ωραρίων, δικαιωμάτων και απαιτήσεων. Χώρος αντιπα­λότητας καί δοκιμασίας νεύρων με συνέπειες ολέθριες. Ωστόσο , το πρόβλημα δεν είναι ό σημερινός αγχώδης τρόπος ζωής. Το μυστικό του προβλήματος κρύβεται στη μεγάλη αδυναμία μας να αγαπήσουμε το Θεό.
Ή σωστική καί θεραπευτική επέμβαση απο­δεικνύει πώς το κακό ξεκινά από μας. Υποφέρουμε καί μεΐς καί τα παιδιά μας επειδή αφήσαμε την ψυχή μας να λιμοκτονήσει στην έρημο των παθών. Καί να λοιπόν. Θεσμοί πού κράτησαν αιώνες, πού νίκησαν άγαρηνούς καί απίστους, πού άντεξαν τον ξεριζωμό καί την προ­σφυγιά, πού φτιάξανε από τη στάχτη πατρίδες, ήρθε ώρα πού πα­ρέδωσαν γη καί ύδωρ αφήνοντας το πυρ της οικογενειακής εστίας, αν όχι να σβήσει, πάντως να χάσει το φως καί τη ζεστα­σιά του. Όταν συνειδητοποιείς το πρόβλημα,δε φτάνει.
Χρειά­ζεται βαθειά τομή στη ζωή μας για να αποβάλουμε καθετί πού μας εμποδίζει να χαρούμε την οίκογενειακή θαλπωρή. Σ’ αυτή την κα­τάσταση φτάσαμε επειδή πολλές φορές πνίξαμε τη συνείδηση μας σε αβαρίες κάποιας έπίζηλης καριέρας. Επειδή σπαταλήσα­με ώρες καί μέρες για όμορφα σπίτια καί κτήματα, πού σαν κληρονομιά θ’ αφήσουμε στα παιδιά μας, αδιαφορώντας για την αθά­νατη ψυχή τους. Επειδή στο όνομα μιας επικοινωνιακής πολι­τικής δικής μας έπινοήσεως, γίναμε «φίλοι» με τα παιδιά μας, αγνοώντας την ιερή σχέση γονέων καί παιδιών. Αφού λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί αλήθεια μένουμε  έκθαμβοι στα εξωφρενικά καμώματα των παιδιών μας;
Οί γονείς  γίνονται οι πρώτες εικόνες παραδείγματος καί μίμησης των παιδιών. Ή ζωή τους, ή συμπεριφορά τους, ό λόγος τους, ακόμη καί οί κινήσεις πού χρησιμοποιούν, γίνονται πρότυπα ζωής για τα | παιδιά. Κι αν οί γονείς δεν έχουν αποκτήσει κάποια εμπειρία πνευματικής ζωής, είναι τουλάχιστον ανακόλουθο να ζητούν συ­νέπεια βίου από τα παιδιά τους. Είναι θράσος, λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας, να ζητάς για το παιδί σου χαρίσματα πού εσύ ακόμη δεν έχεις αποκτήσει…
Πρέπει δηλαδή ο ρόλος των γονέ­ων να είναι σαν το ρόλο των ιατρών. Οί ιατροί έχουν ανοσία στις ασθένειες καί έτσι μπορούν να θεραπεύουν.Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει καί με τους γονείς. Τουλάχιστον, να ξεκινήσουν καί οί ίδιοι στον εαυτό τους μαθήματα πνευματικής αγωγής. Τότε θα διακρίνουν τις «ασθένειες» των παιδιών, με γνώμονα την ορθό­δοξη ζωή. Αυτό αποτελεί βασικό στοιχείο στη διαπαιδαγώγηση. Κι αν, παρ’ όλ’ αυτά, τα αποτελέσματα δεν είναι τα αναμενό­μενα, ας μην απογοητευόμαστε. Στούς γονείς μένει ή σπορά. Όμως το να αυξηθούν τα στάχυα καί να δέσουν ώριμο καρπό, δεν οφείλεται μόνο σ’ αυτούς, αλλά στον καιρό, το χώμα, τη βροχή. Ό κόπος ωστόσο δεν πάει ποτέ χαμένος. «Ας θυμηθούμε, πώς ό Σπορέας τής παραβολής δε φείδεται του κόπου παρ’ ότι γνωρί­ζει ότι μόνο το ελάχιστο του καρπού θα έπιανε τόπο. Κι όμως δεν το έκανε. Για να μη δώσει το δικαίωμα – λέγουν οί πατέρες – στην έρημο ή στον πατημένο δρόμο να πεί: Εμείς δεν ε’ίχαμε τη διά­θεση, αλλά ούτε καί συ μας έδωσες μια ευκαιρία. «Ας μην κλαίμε λοιπόν τους κόπους. Εμείς ας σπείρουμε έντι­μα, κι ας θερίσει ό Θεός.

Ο καρπός της Υπακοής


Για τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό διηγούνται το εξής περιστατικό:
Κάποτε επισκέφθηκε ένα γέροντα, που εμόναζε σε μία σκήτη της Θηβαΐδος και κάθισε και αυτός εκεί στην έρημο. Ο αββάς αυτού του γέροντα πήρε μία μέρα ένα ξερό ξύλο και το έμπηξε στην γη και είπε στο γέροντα:
-Θα το ποτίζεις κάθε μέρα με μία στάμνα νερό, μέχρι να καρποφορήσει.

Το νερό βρισκόταν πολύ μακριά από το κελλί τους. Για να το μεταφέρει, έπρεπε να ξεκινήσει από βραδύς, για να επιστρέψει το πρωί. Ο γέροντας αν και ηλικιωμένος, αδύναμος από την άσκηση και την νηστεία δεν έφερε καμία αντίρρηση και πρόθυμα υπάκουσε στον γέροντά του, στον πνευματικό του καθοδηγητή.
Και ω του θαύματος, μετά από τρία χρόνια το ξερό ξύλο φύτρωσε και έδωσε καρπούς, καρύδια. Ο αββάς του γέροντα πήρε τους καρπούς και τους έφερε στην εκκλησία λέγοντας στους αδελφούς:
-Πάρτε και φάτε από τον καρπό της Υπακοής.


το είδαμε εδώ

Άγιος Γεράσιμος ο Νέος ο Μεγαλοχωρίτης

«Bίος και Μαρτύριο του Αγίου ένδοξου Οσιομάρτυρα Γερασίμου του Νέου του Μεγαλοχωρίτου» (3 Ιουλίου)
(Ιερομονάχου Κυρίλλου Καστανοφύλλη, Γέροντος του Αγίου)
Ο νέος Οσιομάρτυρας του Χριστού Γεράσιμος καταγόταν από ένα χωριό του Καρπενησιού που ονομάζεται «Μέγα» (το σημερινό Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας), υιός γονέων ευσεβών και φιλόχριστων, οι οποίοι όταν τον βάπτισαν τον ονόμασαν Γεώργιο. Σε ηλικία ένδεκα χρόνων, τον πήρε ο μεγαλύτερος αδελφός του Αθανάσιος και πήγαν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Αθανάσιος  μετά από λίγο καιρό γύρισε στην πατρίδα του, τον δε Γεώργιο τον άφησε να εργάζεται σ’ ένα παντοπώλη συμπατριώτη τους, που είχε εργαστήριο στο μέρος που λέγεται Ιπ.
ag-osiomartys-gerasimosMxwr2
Μία μέρα, βγήκε στο δρόμο, όπως συνήθιζε, και κρατώντας  στο κεφάλι του ένα ταψί, που είχε δοχεία γεμάτα με γιαούρτι και τα πουλούσε. Από δαιμονική συνεργεία σκόνταψε σε μία πέτρα, έπε­σε μέσα στο δρόμο και έσπασαν όλα τα δοχεία και μόνον το ταψί έμεινε ανέπαφο. Κάθισε στο δρόμο και έκλαιε σαν μικρό παιδί που ήταν γιατί σκεφτόταν ότι, για τη ζημιά που έπαθε, θα τον κτυπούσε πολύ το αφεντικό του που ήταν πολύ αυστηρό.
Εκεί που έκλαιε, τον είδε από το παράθυρο του σπιτιού της μία κυρία, γυναίκα ενός επισήμου οθωμανού, η οποία κατέβηκε, άνοιξε την πόρτα της και τον πήρε μέσα, και με τις συνηθισμένες κολακείες των γυναικών τον κράτησε στο σπίτι της. Μετά από δύο μήνες  ο αγάς εκείνος έκανε περιτομή στα δύο μικρά παιδιά του, και μαζί με αυτά έκανε περιτομή και στον Γεώργιο, τάζοντάς του τόσον αυτός όσον και η γυ­ναίκα του, ότι θα τον έχουν και αυτόν σαν τα παιδιά τους, και ότι αν θελήσει κάποτε να πάει στην πατρίδα του για να δει την μητέρα του, να έχει την άδεια. Έτσι, λοιπόν, αφού απατήθηκε ο μικρός Γεώργιος έγινε (αλλοίμονο) μωαμεθανός, και έμεινε εκεί  δύο χρόνια.
Έπειτα ο κύριος του σπιτιού, φοβούμενος μήπως η γυναίκα του τον απατήσει με αυτόν, τον έδωσε σε άλλον οθωμανό, ο οποίος, μόλις τον πήρε, εκτελώντας βασιλική αποστολή, τον πήρε μαζί του και διέσχισαν όλη τη Βουλγαρία, και πήγε στη Βοσνία. Απ’ εκεί ήλθαν  στα Βιτώλια(την Πελαγωνία), και στη Λάρισα, στην Εύριπο (Εύβοια) και έπειτα επανήλθαν στην Κωνσταντινούπολη.
Μετά από λίγο καιρό ο Γεώργιος ήλθε σε συναίσθηση, και γι’ αυτό έκλαιε και λυπόταν, σκεφτόμενος το κακό που έπαθε. Βρήκε τρόπο λοιπόν και έφυγε απ’ εκεί και γύρισε στην πατρίδα του. Εκεί έμεινε τρία χρόνια, ζώντας με νηστείες, αγρυπνίες, και δάκρυα, κλαίοντας για τη συμφορά που έπα­θε. Καθημερινά σύχναζε στην εκκλησία, και τον νουθετούσε πολλές φορές ο εκεί εφημέριος, παπά-Νικόλαος. Πολλές φορές δε τα παιδιά του χωριού τον πείραζαν για το θρήσκευμα, αλλ’ ο ιερέας τους έκανε παρατήρηση και τον  έπαιρνε στο άγιο Βήμα, για προστασία. Είχε και μεγάλη ευλάβεια προς τον συνώνυμο του τον μεγαλομάρτυρα θείον Γεώργιο, τον οποίον και παρακαλούσε θερμά να γίνει μεσίτης προς τον Θεό, για να αξιωθεί και αυτός το στεφάνι του μαρτυρίου. Είχε δε και συνήθεια κάθε βράδυ, όταν κοιμόνταν  όλοι οι δικοί του, να βγαίνει αυτός κρυφά, και πήγαινε έξω από το χωριό, σε απόσταση μισής ώρας, σ’ ένα γκρεμισμένο παρεκκλήσι του μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, όπου και προσευχόταν όλη τη νύκτα. Είχε δε και μίαν εικόνα και κανδήλα του Αγίου Γεωργίου εκεί, και, επειδή ήτο γκρεμισμένη εντελώς η εκκλησία, έκανε εκεί ένα μικρό ντουλάπι, και αφού τοποθέτησε την εικόνα και την κανδήλα, τα στήριξε στον μικρό τοίχο που υπήρχε, και έτσι προσευχόταν με θερμά δάκρυα όλη τη νύκτα παρακαλώντας τον συνώνυμό του θείον Γεώργιο να τον φωτίσει στο δρόμο της σωτηρίας.
 Κάποια νύκτα  έτυχε και τον βρήκε η ημέρα εκεί, και βλέποντάς τον δύο παιδία μικρά, που περνούσαν στο δρόμο, και επειδή δεν τον γνώριζαν,  φώναξαν ονομάζοντάς  τον «καλόγερον». Όταν αυτός το άκουσε πήγε αμέσως στο σπίτι του, αποφάσισε όμως αμέσως να γίνει καλόγερος, σύμφωνα με την πρόρρηση των παιδιών, πιστεύοντας ότι ο Κύριος τα φώτισε να του πουν τέτοιο λόγο. Φανέρωσε τον σκοπό του να γίνει μοναχός στην μητέρα του, η οποία, όταν το άκουσε, λυπήθηκε και ήθελε να τον παντρέψει, αλλ’ ο Γεώργιος έκρυψε πλέον τον σκοπό του, και σκεφτόταν να φύγει κρυφά. Ακούοντας δε πως ένας αδελφός από τη θαυμα­τουργό Μονή του Πυρσού (Προυσού), που τον έλεγαν Γεράσιμο, σκέφτεται να πάει στο Άγιον Όρος, χάριν προσκυνήσεως, βρήκε τρό­πο ο καλός Γεώργιος και πήγε μαζί του στο  Άγιον Όρος. Πηγαίνοντας δε στην σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, βρήκε ένα Ιερομόναχο που τον έλεγαν Κύ­ριλλο, για τον οποίον είχε ακούσει, επειδή ήταν από τα μέρη της πατρίδας του, και ησύχαζε εκεί. Σ’ αυτόν, λοιπόν, υποτάχθηκε, από τον οποίον κατηχήθηκε και παρηγορήθηκε για το κακό που έπαθε.
Τον φρόντισε ο γέροντάς του και του έμαθε και λίγα γράμματα, τόσα δηλαδή για να καταλαβαίνει και να διαβάζει τα πλέον απλά βιβλία. Δεν παρέλειπε καθημερινά να διαβάζει το βιβλίο περί «Μιμήσεως Χριστού», και ιδιαίτερα το «Νέον Μαρτυρολόγιον». Όταν πέρασε ένας χρόνος, ζήτησε να λάβει το αγγελικό σχήμα· ο δε γέροντάς του είπε προς αυτόν: Τέκνον μου, δεν είναι ακόμη καιρός να λάβεις το άγιο σχήμα, πρέπει μάλιστα να δοκιμαστείς τρία χρόνια κατά τους Κανόνες των αγίων Πα­τέρων, ή τουλάχιστον δύο. Ο δε Γεώργιος δάκρυσε, ζητώντας με πόθο να λάβει το σχήμα, τόσον που για τρεις ολοκλήρους μήνες δεν σταμάτησε να κλαίει και να  παρακαλεί. Βλέποντας ο γέροντάς του τον θερμό του ζήλο, του είπε: Ας εκπληρωθεί, Γεώργιε, η επιθυμία σου, όμως το πρώτο στοιχείο του ονόματος σου, που είναι το Γ,  θα το αλλάξω, και αντί του Γ να βάλω το Κ, για να μη σε ξέρει κανένας, ποιος είσαι και πώς σε έλεγαν όταν ήσουν κο­σμικός. Όταν το άκουσε αυτό είπε με ένα μεγάλο αναστεναγμό της καρδιάς: Αχ! γέροντά μου, εγώ για να βρω τον Γεώργιον προτιμώ μυρίους θανάτους, και συ λες να τον σβήσεις τελείως; Μη, γέροντά μου, παρακαλώ το κάνεις αυτό για τον Κύριο. Βλέποντας την ευλάβειά του και το ζήλο του, τον έκανε μοναχό κατά την δεύτερη Κυριακή των Νηστειών, ονομάζοντάς τον από Γεώργιο Γεράσιμο.
Μετά δε τρεις ημέρες άρχισε να ζητά άδεια να προχωρήσει στο μαρτύριο, το οποίο από καιρό μελετούσε. Ο γέροντάς του, με αυστηρότητα του είπε: Ακόμη τρεις ημέρες έχεις που έλαβες το άγιο σχήμα και άρχισε να σε πειράζει ο σατανάς, τάχα από τα δεξιά του, μήπως σε φέρει πάλιν σε χειρότερη πτώση, διότι, βλέποντας  ότι έφυγες από τα χέρια του, ορύεται σαν λιοντάρι και λυπάται πολύ, γι’ αυτό και θα μεταχειριστεί πολλές παγίδες εναντίον σου. Λοιπόν μην του δώσεις σημασία, διότι όλες είναι τεχνάσματα  του πειρασμού, επειδή εσύ να μαρτυρήσεις είναι δύσκολο, διότι μη σκεφθείς ότι, αφού παρουσιαστείς στους δημίους, θα σου κόψουν αμέσως το κεφάλι σου και θα πας στον Παράδεισο. Πρέπει να σκεφθείς το αντίθετο.    Σου λέω ν’ αφήσεις αυτόν το λογισμό, που έχεις, για να μη βάλεις τον εαυτόν σου σε μεγαλύτερη κόλαση, αν δε αμφιβάλλεις για τη σωτηρία σου, εγώ σου υπόσχομαι, ότι θα βρεις συγχώρηση από τον Θεό. Γι’ αυτό ησύχαζε και φρόντιζε να εφαρμόζεις τους κανόνες της καλογερικής ζωής, όπως τους υποσχέθηκες μπροστά στον Ιησού Χριστό, διότι η ασκητική ζωή θεωρείται μαρτύριο από τους αγίους Πατέρες, και μαρτυ­ρικούς στεφάνους λαμβάνει από τον Ιησού ο καλός μο­ναχός και μάλιστα ο υποτακτικός. Με τέτοια, λοιπόν, λόγια και άλλα πολλά διδακτικά, εμπόδιζε τον Γεράσιμο από το μαρτύριο, επειδή γνώριζε ότι αυτός ήταν απλός και ευμετάβολος κατά τη γνώμη, και φοβήθηκε μήπως γίνει «η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης». Έτσι και ο Γεράσιμος σιωπούσε προσωρινά, έκρυβε όμως μέσα στην καρδιά του τον πόθο του μαρτυρίου, περνώντας δε λίγος καιρός πάλιν άρχισε να ζητά το μαρτύριο, αλλά ούτε ο γέροντάς του, ούτε κανένας άλλος πνευματικός έδωσε σημασία στα λόγια του, επειδή όλοι γνώριζαν ότι ήταν ανώριμος.
Για τρία χρόνια παρακαλούσε και επαναλάμβανε το αίτημά του, και κανένας δεν τολμούσε να του πει «πραγματοποίησε αυτό που ζητάς». Μάλιστα του επέτρεψε ο γέροντάς του να αναζητήσει μέσα στο Όρος, σε όποιον μέρος θέλει, και να έχει το ελεύθερον της υποταγής, για περισσότερη ανάπαυση, μόνον ένα να τηρήσει, δηλαδή το να μη βγει στον κόσμο. Περιφερόταν στα Μοναστήρια ο καλός Γεράσιμος, ως ξένος αυτού του κόσμου, και άλλοτε μεν έμενε στην Ιεράν Μονήν του Κουτλουμουσίου, αρκετό δε καιρό στην Μονή Δοχειαρίου, και λίγο καιρό στην Μονή Γρηγορίου. Δεν ήταν όμως ευχαριστημένος από αυτή τη περιήγηση και η καρδιά του καιγόταν, ενθυμούμενος την άρνηση, και δεν ήθελε να ζει σ’ αυτό τον κόσμο, τόσον που και η εξωτερική μορφή του προσώπου του αλλοιώθηκε ώστε αυτοί που τον έβλεπαν περίλυπο έλεγαν ότι έπαθε μεγάλο κακό. Πηγαίνει, λοιπόν, σ’ ένα πνευματικό, που λεγόταν Δανιήλ , και κάνει μία γενική εξομολόγηση και μεταλαμβάνει τα άχραντα Μυ­στήρια· έπειτα γυρνώντας στο γέροντά του είπε (με τέχνη): Επειδή μου έβαλες κανόνα να μη βγω στον κόσμο, τώρα σε παρακαλώ, να με συγχωρήσεις και να μου δώσεις την άδεια να πάω στην Πατρίδα μας, για να δω την μητέρα μου, τους συγγενείς και τους φίλους, και ελπίζω στον Θεό να μη σε λυπήσω για το δρόμο που έχω να κάνω. Πατρίδα μεν εννοούσε ο ευλογημένος Γεράσι­μος την άνω Ιερουσαλήμ, Μητέρα δε την Κυρία Θεοτόκο, συγγενείς τους Μάρτυρες και φίλους όλους τους Αγίους.
Με αυτόν τον τρόπο, πήρε την ευχή, ως άλλος Ιακώβ, βγαίνοντας δε από το Όρος δεν φρόντισε να δει την προσωρινή πατρίδα του, ούτε λυπήθηκε για τα δάκρυα της μητέρας του, ούτε τη νεότητά του, ήταν τότε στην ηλικία εικοσιπέντε χρόνων, δεν φροντίζει, λέω, για κανένα από αυτά, αλλά τα περιφρονεί όλα, και αμέσως πηγαίνει στην Κωνσταντινούπο­λη, με σκοπό να παρουσιασθεί, και να ομολογήσει πως είναι χριστιανός. Όμως, για να συναντήσει τον αδελφό του, έμεινε κρυμμένος μερικές ημέρες και πριν να παρουσιασθεί έγραψε και μίαν επιστολή στη σκήτη, προς τον γέροντά του, για να διαβάζει, Παράκληση.
Έπειτα έτρεξε αμέσως και πήγε στο σπίτι του παλιού αφεντικού του, ντυμένος  διαφορετικά, χωρίς να φαίνεται αν ήταν κο­σμικός ή καλόγερος. Οι δούλοι του σπιτιού τον έδιωξαν, αυτός όμως τους λέει: Γιατί με διώχνετε τώρα που ήλθα να φέρω στον αφέντη σας καλόν μαντάτο; Αυτοί δε όταν το άκουσαν του είπαν: Και τί άνθρωπος είσαι εσύ, που φέρνεις καλά μαντάτα στον αφέντη μας; Ο δε Μάρτυρας λέει: Μικρός άνθρωπος είμαι, όμως έχω ένα μεγάλο αφέντη. Τότε οι δούλοι εκείνοι ειδοποίησαν  τον αφέντη τους, και έτσι του δόθηκε η άδεια και εμφανίσθηκε στον παλιό αφέντη του. Αυτός λέει προς τον Μάρτυρα: Τί άνθρωπος είσαι εσύ και πώς ήλθες εδώ; Εγώ είμαι, του λέει ο Μάρτυρας, εκείνος ο άκακος μικρός Γεώρ­γιος, που από την ακακίαν μου και νηπιότητά μου δέχθηκα τα δολερά λόγια της γυναίκας σου, και τα δικά σου, και από Χριστιανό με κάνατε Τούρκο, και τώρα ήλθα να σας ομο­λογήσω την αλήθεια, ότι τότε ως μικρός μεν και άκακος γελάστηκα, τώρα δε, που ενηλικιώθηκα και γνώρισα το φως από το σκοτάδι, ομολογώ ότι Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός είμαι, και Χριστιανός θα πεθάνω. Όταν  τα άκουσε αυτά ο Οθωμανός εκείνος έμεινε εκστατικός, έπειτα, ξέροντας τον χαρακτήρα του Μάρτυρα, που υποχωρούσε εύκολα με το καλόπιασμα, δεν τον μάλωσε αμέσως, αλλά τον δέχθηκε με λόγια κολακευτικά και τον κράτησε στο σπίτι του τρεις ημέρες, παρακινώντας τον με διάφορους τρόπους, τάζοντάς του πλούτο και άλλες τιμές, μήπως τον επαναφέρει στη θρησκεία του. Ο Μάρτυρας όμως έμεινε σταθερός στην πίστη του Χριστού και δεν υπολόγιζε τα πρόσκαιρα αγαθά.
Βλέποντας ο αφέντης εκείνος τη σταθερότητα του Μάρτυρα, και ίσως θέλοντας να τον δοκιμάσει, λέει σ’ αυτόν: Επειδή θέλεις να είσαι Χριστιανός, πήγαινε σε άλλον τόπον να ζήσεις, αλλά μέχρι να φύγεις από την πόλη να λες πως είσαι μουσουλμάνος, για να μη κινδυνεύσει η ζωή σου, διότι λυπούμαι την νεότητά σου, και δεν θέλω να δω το θάνατόν σου, διότι σε είχα ως δικό μου παιδί.
  Ο Μάρτυρας είπε: Σε ευχαριστώ, που μου χαρίζεις τη ζωή και μου δίνεις την άδεια να ζήσω ως Χριστιανός. Αυτό όμως, που μου λες, να πω, πως είμαι μουσουλμάνος, μέχρι να φύγω από την πόλη, είναι τελείως αδύνατο. Μάλιστα πρέπει να γίνω διαλα­λητής της πίστεώς μου, της πίστεως του Ιησού Χριστού, στην οποίαν γεννήθηκα, βαπτίσθηκα, και πρόκειται να πεθάνω. Όταν τα άκουσε ο Οθωμανός εκείνος, έστειλε και έφερε ένα σπουδασμένο Χότζα, εκείνον δηλαδή που τον διάβασε, όταν του έκανε περιτομή. Σ’ αυτόν τον παρέδωσε, τρόπον τινά, για να απαλλαγεί αυτός από το χρέος του.
Αυτός αφού παρέλαβε τον Μάρτυρα, μεταχειρίσθηκε πολλούς τρόπους  για να τον επαναφέρει στον ισλαμισμό, αλλ’ όμως τίποτε δεν κατάφερε και έμεινε νικημένος. Βλέποντας  και αυτός το σταθερό και αμετάθετο φρόνημα του Μάρτυρα, τον παρέδωσε στην εξουσία του Καζασκέρ (υπουργού στρατιωτικών), για να αποφασίσει για τον Μάρτυρα την κατάλληλη τιμωρία. Οι  στρατιώτες αφού παρέλαβαν τον Μάρτυρα τον έφεραν μπροστά στον τύραννο, ο οποίος και εξέτασε λεπτομερώς την υπόθεση. Ο ευλογημένος Γεράσιμος ομο­λόγησε με θάρρος, ότι είναι Χριστιανός, αποκαλώντας τον Μωάμεθ ψεύτικο προφήτη, μυθολόγο και βέβηλο. Μετά την καλή αυτή ομολογία του Αγίου, όλοι οι Αγαρηνοί που ήσαν στο δι­καστήριο, σαν αιμοβόρα λιοντάρια, όρμησαν εναντίον του, και αμέσως διέταξε ο τύραν­νος τους δημίους να τον δείρουν με ωμά βούνευρα (μαστίγιο από δέρμα βοδιών), μέχρι να μετανοήσει. Αλλ’ ο Άγιος έμεινε σταθερός  στη πίστη του Χριστού, και δόξαζε τον Θεό, ελέγχοντας πάντοτε τους ασεβείς.
Έπειτα ο τύραννος διέταξε να τον ρίξουν στη φυλακή και να βάλουν στο στήθος του μια βαριά πέτρα. Έβαλαν, λοιπόν, τον Άγιο οι δήμιοι σε μια υγρή λιθόστρωτη φυλακή, τον ξάπλωσαν κατά γης, έβαλαν δε στο στήθος του την βαριά εκείνη πέτρα. Έμεινε όμως ο Άγιος αβλαβής, με την παρουσία θείου Αγγέλου, περισσότερο από δέκα ημέρες  και ευχαριστούσε τον Θεό, ψάλλοντας: «Υψώσω σε, Κύριε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομά σου εις τον αιώνα του αιώνος. Κaθ’ εκάστην ημέραν ευλογήσω σε και αινέσω το όνομά σου εις τον αιώνα του αιώνος».
Έπειτα πάλιν διέταξε Ο τύραννος να φέρουν μπροστά του τον Άγιο. Οι δε δήμιοι, βλέποντες τον Άγιο υγιή, θαύμαζαν, και αφού για δεύτερη φορά έφεραν τον Άγιο ενώπιον του τυράννου, λέει αυτός στον Μάρτυρα: «άραγε συνετίστηκες  με αυτήν την τιμωρία άνθρωπε, ή παραμένεις ακόμα στην πίστη του Χριστού;» Λέει σ’ αυτόν ο Μάρτυρας: «Τις τιμωρίες σου τις δέχομαι με χαρά, διότι λαμπρύνουν την ψυχήν μου, τον γλυκύτατόν μου Ιησούν Χριστόν ουδέποτε αρνούμαι, έστω και αν δεχθώ μυρίους θανάτους γι’ αυτόν». Όταν τα άκουσε αυτά ο τύραννος γέμισε από θυμό και εξέδωσε εναντίον του την τελική απόφαση, να θανατωθεί με ξίφος.
 Αφού τον πήραν οι υπηρέτες, έχοντας μαζί τους και τον δήμιο, μέχρι να φθάσουν στον τόπο της καταδίκης, δεν σταμάτησαν να τον παρακινούν να αρνηθεί την πίστη του, αυτός δε δεν τους απαντούσε καθόλου, έδινε όμως και δεχόταν συγχώρηση από όσους Χριστιανούς έβλεπε στο δρόμο. Όταν έφθασαν στον καθορισμένο τόπο, τον πρόσταξε ο δήμιος να γονατίσει. Αμέσως ο Μάρτυρας γονάτισε προς την ανατολή λέγοντας το· «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου». Ο δήμιος όμως καταλαβαίνοντας τον σκοπό του Μάρτυρα, που γύρισε προς την ανατολή, τον γύρισε προς τη δύση. Πάλιν ο Μάρτυρας, με ένα τρόπο πως τάχα δεν στεκόταν καλά, γύρι­σε προς την  ανατολή. Πάλιν εκείνος τον γύρισε, και πάλιν ο Μάρτυρας για τρίτη φορά γύρισε προς την ανατολή. Αγανακτισμένος ο δήμιος έσυρε το ξίφος του και με βία έκοψε την αγία κεφαλή του Μάρτυρα, η οποία μετά την αποκοπή από το σώμα έμεινε αρκετή ώρα χαμογελαστή, το δε άγιο σώμα έμεινε γονατιστό σαν να προσεύχεται, περισ­σότερο από ένα τέταρτο, έπειτα έγειρε σαν να κοιμήθηκε, χωρίς να ταραχθεί, όπως συμβαίνει στα σώματα των αποκεφαλιζομένων καταδίκων, και αμέσως από τον ουρανό φάνηκε το θείο φως, το οποίον όταν είδαν οι Αγαρηνοί και γνωρίζοντας, οι ασεβείς, ότι είναι άγιο φως, φώναξαν όλοι, ότι είναι κε­ραυνός, τον οποίον έστειλε ο Θεός, για να τον κατακάψει για τις αμαρτίες του!
Συγκεντρώθηκε δε εκεί πολύ πλήθος χρι­στιανών, και άλλος μεν έλαβε από τα ρούχα του Μάρτυρα χάριν ευλαβείας, άλλος δε από τις τρίχες της κεφαλής του. Ένας Χριστιανός Μυκωνιάτης, που ονομαζόταν Χριστόδουλος, πήρε λίγες τρίχες από την κεφαλή του Μάρτυρα, και πηγαίνοντας στο σπίτι του, κάπνισε με αυτές μια γυναίκα, η οποία κατά την ευλάβειά της έγινε αμέσως καλά. Αυτή έπασχε επτά ολόκληρα χρόνια από ένα παράξενο πυρετό και  πόνο.
Με αυτόν τον τρόπο τελείωσε το μαρτύριο ο Οσιομάρτυρας του Χριστού Γεράσιμος κατά το έτος ,αωιβ ‘(1812) Ιουλίου γ ‘, ημέρα Τετάρτη στον τόπο που ονομάζεται Μπαμπά Χουμάϊ, κοντά στην Αγία Σοφία, το δε τίμιο και πάντιμο λείψανό του, μαζί με την αγία του κεφαλή, Χριστιανοί φιλομάρτυρες, αφού έδωσαν αρκετά χρήματα, το πήραν και το κήδευσαν με τιμή στο νησί, που λέγεται «Πρώτη», μέσα στην εκκλησία του θείου Μοναστηριού. Μετά δε τρία χρόνια μετακομίσθηκε από τον γέροντα Κύριλλο, που αναφέραμε, στο θε­ομητορικό Ιερό Μοναστήρι του Πυρσού (Προυσού), κοντά στην πατρίδα του Αγίου. Το λείψανο εκπέμπει άμετρη ευωδία, και προξενεί  θεραπείες σε όσους προσέρχονται με πίστη.
(Πρωτοπρεσβυτέρου Κων/νου Δ. Βαστάκη, Ο Οσιομάρτυρας Άγιος Γεράσιμος ο Νέος ο Μεγαλοχωρίτης, Αθήναι 2008, σ. 30-38).

Απόδοση στη νεοελληνική από Α. Χριστοδούλου, Θεολόγο.

Σάββατο, Ιουλίου 02, 2016

Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν






«Ἐκάλεσεν αὐτοὺς»

Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ τοὺς τέσσερις πρώτους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα ἀλλὰ καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, τοὺς ἀδελφούς. Στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια δυὸ φορὲς φαίνεται νὰ καλεῖ ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς αὐτούς. Ἡ πρώτη κλήση ἦταν δοκιμαστική, ἐνῶ ἡ δεύτερη ὁριστικὴ καὶ γίνεται στὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε δολοφονηθεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρώδη. Ἡ σημερινὴ κλήση ποὺ περιγράφεται στὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ δεύτερη, ποὺ ὅπως εἴπαμε εἶναι καὶ ἡ ὁριστική.


Ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν Ἀποστόλων

Τί ἄνθρωποι ἦταν αὐτοὶ οἱ ψαράδες ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος γιὰ νὰ γίνουν μαθητές του; Ἦταν ἄνθρωποι ταπεινοί, ἀγράμματοι καὶ ἀφανεῖς κοινωνικά. Δὲν ἀνῆκαν στὴν τάξη τῶν Φαρισσαίων καὶ τῶν νομικῶν. Ὁ Βασίλειος ὁ Σελευκείας παρατηρεῖ: «ζητώντας ὁ Κύριος ἀνθρώπους νὰ παιδεύσουν τὴν οἰκουμένη παρέβλεψε πόλεις, δήμους καὶ βασιλεῖες. Ἀπεστράφη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ πλούτου, τοὺς ρήτορες, «ἐμίσησε κράτος ρητόρων»... «Ὁ Κύριος μὲ τὸν τρόπο τῆς κλήσεως τῶν πρώτων εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους: «ἁλιεῖς, οὐ βασιλέας ζητῶ». Ὁ Ματθαῖος γράφει πὼς ὁ Κύριος τοὺς βρῆκε «ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν» (Ματθ. 4,21). Διόρθωναν τὰ δίχτυά τους «μὴ δυνάμενοι ὠνήσασθαι ἕτερα», δηλ. δὲν μποροῦσαν νὰ ἀγοράσουν ἄλλα, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο. Ἦσαν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὅλοι μαζὶ ψάρευαν, ὅλοι μαζὶ διόρθωναν τὰ δίχτυα. Πατέρας καὶ παιδιὰ ἐργαζόντουσαν μαζὶ κι εἶχαν χαρακτηριστικὸ γνώρισμα «τὸ ἀπὸ δικαίων τρέφεσθαι πόνων», νὰ τρέφονται μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τὸν κόπο τους (Χρυσόστομος). Μπορεῖ νὰ μὴν εἶχαν μόρφωση ἀλλὰ τοὺς διέκρινε ἡ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ προσθέσει πὼς ὁ Κύριος δὲν κάλεσε ἀνέργους στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν λαῶν, ἀλλ’ ἀνθρώπους ποὺ ἐργάζονταν. Τὰ παράτησαν ὅλα, γιατί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.


Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν δείχνει τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ
Αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσε ὁ κόσμος, αὐτοὺς διάλεξε γιὰ Ἀποστόλους Του ὁ Κύριος.Ὁ Παῦλος τὸ σημειώνει αὐτὸ χαρακτηριστικά: «Τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρὰ» (Α’ Κορ. 1,27). Αὐτοὺς ἐπέλεξε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ φανεῖ στὸν κόσμο πὼς ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα δυνάμεως καὶ σοφίας ἀνθρώπινης, ἀλλ’ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς δυνάμεως καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, «ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (ὅπ.π. στίχ. 29). Ἡ ἀνταπόκριση τῶν μαθητῶν εἶναι αὐθόρμητη καὶ ὁλοκληρωτική. «Ἄφησαν τὰ δίχτυα, τὰ πλοῖα καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν» (Ματθ. 4,22) καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Δὲν εἶχαν δεῖ ἀπὸ τὸ Χριστὸ μεγάλα θαύματα ἢ δὲν ἄκουσαν σπουδαίους λόγους κι ὅμως ἀντελήφθησαν καὶ κατανόησαν τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ θυσίασαν τὰ πάντα γι’ Αὐτόν.


Οἱ πιστοὶ μόνο μὲ τὸ Χριστὸ δένονται ἄρρηκτα
Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ δένεται μὲ κανένα πράγμα ἢ πρόσωπο τῆς παρούσης ζωῆς τόσο, ὅσο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸν πρῶτο λόγο στὴ ζωή μας τὸν ἔχει ὁ Κύριος. Δὲν μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ σπίτια μας, τὰ ὑπάρχοντά μας καὶ τὶς οἰκογένειές μας. Θέλει ὅμως περισσότερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ ἀγαπημένα μας πρόσωπα νὰ ἀγαπᾶμε τὸ Χριστό. Νὰ ἔχουμε ζωντανὴ σχέση μὲ τὸ Χριστό. Ὁ σύνδεσμός μας μὲ τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴν περιορίζεται σὲ μία διανοητικὴ σχέση, σ’ ἕνα ἰδεολόγημα. Νὰ εἶναι ζωντανὸς καὶ νὰ ἐκφράζεται στὴν προσευχή, στὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια καί, ἂν παραστεῖ ἀνάγκη, στὴ δημόσια ὁμολογία καὶ στὴ θυσία ὁρισμένων προσφιλῶν μας πραγμάτων.

Στὶς ἡμέρες μας ἀνθεῖ ἡ ἁλιεία τῶν ἀνθρώπων γιὰ διαφόρους σκοπούς. Ἁλιεύονται μὲ πολλὴ τέχνη ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν πολιτικούς, κοινωνικούς, ἰδεολογικούς, παραθρησκευτικοὺς κι ἀκόμα καὶ αἰσχροὺς σκοπούς. Ἀνθεῖ στὶς ἡμέρες μας μία στρατολόγηση ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὸ κέρδος. Παρουσιάζονται πολλοὶ «μεσσίες» μὲ ἀξιώσεις ὑποταγῆς σ’ αὐτοὺς ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων. Οἱ προσωπικὲς φιλοδοξίες εἶναι στὴν ἡμερήσια διάταξη. Ζητᾶμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὰ πάθη μας ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι καὶ ποταπά. Μόνον ἡ ὑπακοὴ στὸ Χριστὸ ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο πολλαπλῶς. Τὸν κάνει εἰρηνικὸ ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, χωρὶς μικροσυμφέροντα καὶ ὑλικὲς ἀπολαβές. Τὸν καταξιώνει ὡς ἄνθρωπο καὶ ἀναδεικνύει τὰ χαρίσματά του καὶ τὶς ἀρετές του. Τὸν προάγει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια κοντὰ στὸ Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε ὁλοκληρωτικὰ καὶ ἐγκάρδια.

Ὁμιλία Β΄ Κυριακῆς Ματθαίου (Ματθ. 4, 18-23)



Ὁμιλία στὸ εὐαγγέλιο
τῆς Β΄ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου
ποὺ ἀναφέρεται στὴν κλήση τῶν μαθητῶν
(Ματθ. 4, 18-23)


Διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στήν Νέα Κερασοῦντα στίς 26/6/2011.
 


Τό ξεκίνημα

Ὁ Χριστός ἦλθε νά μᾶς διδάξει τήν ἐπιστροφή στόν Πατέρα κι’ αὐτό ἀκριβῶς δείχνει ἡ ἐνέργειά του νά βαπτισθεῖ ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη, πού δίδασκε τήν μετάνοια.

Βαπτίσθηκε δηλαδή ὁ Χριστός, γιά νά μᾶς ἀφήσει μέ τό ζωντανό αὐτό παράδειγμά του ὑπόμνηση, ὅτι χρειάζεται νά ἀλλάξουμε μυαλά. Νά τοποθετηθοῦμε ἀπέναντι στό Θεό πρῶτα, στόν ἑαυτό μας καί στή ζωή διαφορετικά. Καί ἀφοῦ βαπτίσθηκε στόν Ἰορδάνη, δίπλα στήν Ἱερουσαλήμ, ἔφυγε ὁ Κύριος καί πῆγε στήν Γαλλιλαία.

Ἡ Γαλιλαία ἦταν ἡ πιό ὑποβαθμισμένη, ἠθικά, πνευματικά καί κοινωνικά περιοχή τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ Ἰσραήλ. Οἱ Ἑβραῖοι τῆς Ἱερουσαλήμ θεωροῦσαν τούς Γαλιλαίους «ὑπόκοσμο». Γι’ αὐτό ὅταν κάποτε ρώτησαν γιά τόν Χριστό: «ἀπό πού εἶναι αὐτός;» καί κάποιοι εἶπαν «ἀπό τήν Γαλιλαία», ἀποφάνθηκαν οἱ φαρισαῖοι: «Καλός ἄνθρωπος ἀπό τήν Γαλιλαία, δέν εἶναι δυνατόν».

Δέν θυμόντουσταν ὅτι ὁ Χριστός γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ.

Ἐπῆγε λοιπόν ὁ Χριστός στή Γαλιλαία, δίδασκε, θεράπευε καί ἐκήρυττε.

Τί ἔλεγε;

«Μετανοεῖτε ἤγγικεν ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».

Τί σημαίνει «μετανοεῖτε»; Ἀλλάξτε μυαλά. Πάψτε νά σκέπτεσθε ὅπως μέχρι τώρα. Ποῦ τά ἔλεγε αὐτά;

Σέ μιά περιοχή πού βασίλευε ἡ ἁμαρτία καί οἱ διαστροφές. Ἡ πλεονεξία καί ἡ καταφρόνηση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Καί γι’ αὐτό, παρατηροῦντο ἐκεῖ οἱ χειρότερες ἀταξίες καί ἁμαρτωλές καταστάσεις, πού ἄνθρωποι εὐλαβεῖς, δέν τίς ἔπιαναν οὔτε στό στόμα τους.

Ἐκεῖ πῆγε ὁ Κύριος. Καί ἐκτός ἀπό τό κήρυγμά του «μετανοεῖτε», ἔκανε καί μιά ἄλλη ἐνέργεια. Βλέποντας κάποιους ἀνθρώπους τούς ἔλεγε:

-Ἀφεῖστε αὐτά πού κάνετε. Ἐλᾶτε κοντά μου. Μιμηθεῖτε με. Περπατᾶτε γιά νά φθάσετε στόν Πατέρα τόν ἐπουράνιο, ἀγαπώντας τό θέλημά του· ἀλλάζοντας μυαλά· ἀφήνοντας τήν ἁμαρτία καί τόν κόσμο.
 


Γνώρισες τόν Χριστό; Πᾶρε ἀπόφαση

Τό Εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε σήμερα, λέγει ὅτι βρῆκε ὁ Χριστός δύο νέους ἄνδρες, τόν Ἀνδρέα καί τόν Πέτρο καί τούς κάλεσε νά τόν ἀκολουθήσουν. Ἐκεῖνοι ἄφησαν ἀμέσως τόν πατέρα τους καί τήν περιουσία τους. Τήν βάρκα τους καί τά δίχτυα τους μέ τά ὁποῖα ζοῦσαν. Γι’ αὐτούς ὅλος ὁ κόσμος ἦταν τό καραβάκι τους, τά δίχτυα τους καί ἕνα σπιτάκι. Τά ἄφησαν ὅλα γιά νά πᾶνε κοντά στόν Χριστό. Νά ζήσουν γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα -τό ξέρομε παρακολουθώντας τή ζωή τους μέσα στό εὐαγγέλιο- οἱ δυό αὐτοί ἄνθρωποι ἀκολούθησαν τόν Χριστό γιά πάντα. Ἐδῶ στή γῆ σέ διάφορες περιπέτειες. Ἀλλά ἡ τελική κατάληξη τους ἦταν στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Δοξάστηκαν μέ δόξα θεϊκή.

Τό ἴδιο ἔκανε καί γιά δυό ἄλλους νέους. Τόν Ἰωάννη καί τόν Ἰάκωβο.

-Ἐλᾶτε μαζί μου, τούς εἶπε. Ἐλᾶτε κοντά μου. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι. Ὄχι νά κάνει ὁ καθένας ὅτι τοῦ ὑπαγορεύει τό μυαλό του, ἡ σάρκα του, τά συναισθήματά του, ἀλλά ὅτι τοῦ ὑπαγορεύει τό θέλημα τοῦ Πατέρα μας «τοῦ ἐν οὐρανοῖς».

Πρέπει νά τόν θεραπεύσομε τόν ἄνθρωπο ἀρχίζοντας ἀπό τόν ἑαυτό μας. Ἐλᾶτε κοντά μου νά γίνομε ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Νά τούς μαζέψομε, ὄχι ὅπως μαζεύουν οἱ ψαράδες τά ψάρια, γιά τό τηγάνι, ἀλλά νά τούς μαζέψομε γιά τήν αἰώνια ζωή. Γιά τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ὁ Ἰωάννης καί ὁ Ἰάκωβος τόν ἀκολούθησαν.

Τί σημαίνει αὐτό;

Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μυαλό. Κρίση. Ἔχει βούληση. Προτιμᾶ καί ἐπιλέγει. Ἔχει καί πράξη. Προηγεῖται τό μυαλό, γιά νά δεῖ τί θέλει νά κάνει. Νά σκεφθεῖ λίγο, ποῦ θά τόν βγάλει, ἄν συνεχίσει νά πορεύεται «ὅπως πάει ὁ ὅλος ὁ κόσμος», καί ὅπως ὁ ἴδιος βάδιζε μέχρι τώρα...

Ζυγίζει τά πράγματα καί λέει:

-Ἐκεῖ νά πάω ἤ ἐκεῖ; Τί προτιμῶ;

Ζωή γιά τήν κοιλιά, γιά τήν τσέπη, γιά τίς αἰσχρότητες, πού μερικοί τίς ἔχουν σέ προτεραιότητα;

Ἤ ζωή γιά τήν ἀγάπη, τήν καλωσύνη, τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς, πού διδάσκει ὁ Πατέρας μας ὁ ἐν οὐρανῷ; Καί νά κάνω ἕναν ἀγώνα γιά τήν Βασιλεία του, πρῶτα γιά μένα, καί μετά γιά κάποιον ἄλλο; Μέ τό παράδειγμά μου κυρίως. Ἄς εἶμαι ὁ φτωχότερος καί ὁ μικρότερος ἀπό ὅλους.

Μετά τίς σκέψεις αὐτές, ὁ ἄνθρωπος, κάνει τήν ἐπιλογή του μέ τόν τόν ἐσωτερικό του κόσμο, γιά τό πῶς θά συνεχίσει νά ζεῖ.
 


Τό δίδαγμα τῶν θαυμάτων

Ποιός δέν τό ξέρει, ὅτι μερικά γεροντάκια καί μερικές γριούλες εἶναι οἱ μεγαλύτεροι κήρυκες τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν;

Καί ποιός δέν τό ξέρει, ὅτι κάποια παιδιά στήν ἡλικία τῶν 18 καί τῶν 20 χρόνων, εἶναι κήρυκες τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἀφοῦ κάνουν τόν σταυρό τους, ὄχι μόνο πάνω στό σῶμα τους, ἀλλά ἐπάνω στήν καρδιά τους καί λένε:

-Ὄχι ζωή ὅπως τήν θέλει ὁ κόσμος. Ἀλλά ὅπως τήν θέλει ὁ Θεός. Μέ σεμνότητα, μέ ἐγκράτεια, μέ εὐσέβεια. Καί μέ ἀφοσίωση στό Θεό.

Μά ἐπειδή αὐτά εἶναι λίγο δύσκολα γιά τό μυαλό καί τήν ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου, κατέβηκε ὁ Χριστός καί ἔδειξε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ἐν δυνάμει».

Τί ἔβρισκε στή Γαλιλαία; Ἀρρώστειες, κακίες, δαιμόνια. Νά ἕνας παράλυτος...

Γιατί ἔφτειαξε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο;

Παράλυτος νά εἶναι ἤ γεμάτος ὑγεία; Στό σῶμα, στήν ψυχή καί στό πνεῦμα;

Ἕνας ἔχει Ἀλτσχάιμερ. Παρέλυσε ὄχι μόνο τό σῶμα του, μά καί τό μυαλό του. Πόσες ἄλλες καταστάσεις βλέπομε, πού καί μόνο νά τίς σκεφθεῖ κανείς τόν πιάνει κατάθλιψη;

Καί λέμε κάνοντας τόν Σταυρό μας: «οὔτε στό χειρότερο ἐχθρό μου Κύριε, τέτοια πράγματα. Ἐλέησε τόν κόσμο σου». Ἀλλά νά. Στέκει ὁ Χριστός δίπλα στόν παράλυτο, καί τοῦ λέει: «Σήκω, συχωρεμένες οἱ ἁμαρτίες σου». Μά ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἀποκλειστικά ζήτημα τοῦ Θεοῦ.

Καί ὁ Χριστός συνεχίζει:

-Σήκω παιδί μου καί περπᾶτα, γιά νά καταλάβουν αὐτοί πού τά μετρᾶνε ὅλα μέ τό ὑποδεκάμετρο καί μέ τό ζύγι, ὅτι ἦλθε ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί ὁ ἄνθρωπος ὑπακούοντας, ἤ μᾶλλον μέ τήν δύναμη τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ, ἔγινε καλά.

Αὐτά τί ἦταν;

Ἦταν μιά δύναμη πού ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά λέει:

-Τοῦτο, (τό μυαλό) δέν τά ξέρει ὅλα. Ἡ σκέψη μας ὅπως τήν κάνομε, δέν ἔχει ἀξία μπροστά στή σοφία τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν στιγμή πού βλέπομε τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί τήν Βασιλεία του στόν κόσμο. Θεραπεύει τόν παράλυτο, ἀνασταίνει τόν πεθαμένο ἐδῶ καί τέσσερες μέρες Λάζαρο. Δέν ἰσχύει ἡ λογική τοῦ ἀνθρώπου μπροστά στή λογική τοῦ Θεοῦ.

Ἐγώ διαλέγω τήν λογική τοῦ Θεοῦ, καί θέλω νά προχωρήσω μέ τήν λογική τοῦ Θεοῦ, μά θέλω καί δύναμη γιά νά τήν ἀκολουθήσω. Γιά νά κάνω ἀπό δῶ καί πέρα ζωή πιό ἤρεμη, πιό ἥσυχη· εὐλαβή. Μακρυά ἀπό πάθη καί ἁμαρτίες. Ἔξω ἀπό τή διάθεση πού λέει: «Ὅλους νά τούς ἔχεις παιχνιδάκια στά χέρια σου. Γιά τίς δικές σου ὀρέξεις».

Ὄχι! Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅτι εἶναι παιδιά του ὅλοι. Ἐγώ σάν παιδί τοῦ Θεοῦ, θά τούς ἀγαπῶ. Καί θά θέλω νά τούς ὑπηρετήσω ὅλους. Μέ ἀγάπη. Σάν μικρότερος. Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.

Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἀδελφός τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
 


Ὄχι μόνο καλές σκέψεις

Αὐτό εἶναι τό μήνυμα πού ἔφερε ὁ Κύριος μας, μέ τήν κλήση τῶν τεσσάρων ἀποστόλων.

Ναί. Πῆγαν κοντά του, μά δέν ἔπαυσαν νά εἶναι ἄνθρωποι ὅπως ἦταν μέχρι τότε. Δέν εἶχαν ἀλλάξει ἀκόμη. Τί ἄλλαξαν; Μυαλά. Κρίση. Ὅλος ὁ ἄλλος ἄνθρωπος ἦταν ὁ παληός ἄνθρωπος.

Δέν ἀρκεῖ μόνο νά ἀλλάξεις σκέψη. Πρέπει νά ἁρπάξεις τόν ἑαυτό σου μέ χέρια ἀτσάλινα, καί νά πεῖς σέ κάθε μέλος τοῦ σώματος σου: «Ἀπό δῶ καί πέρα, στό σωστό δρόμο».

Τό ἴδιο νά πεῖς στήν καρδιά καί στόν νοῦ σου. Στήν γλώσσα, στά μάτια, στά αὐτιά.

Ὁ Χριστός πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ, γιά νά μᾶς γλυτώσει ἀπό τόν θάνατο, ἀπό τόν διάβολο, ἀπό τά πάθη, πού φέρνουν ἐδῶ στή γῆ τήν διάλυση, καί στήν αἰώνια ζωή τήν αἰώνια ἀπώλεια, αὐτός ὁ Χριστός μᾶς εἶπε:

«Πρώτη ἐνέργεια σας νά εἶναι ἡ ἀπόφαση: Ναί, θέλω νά ἀκολουθήσω τόν Χριστό στό δρόμο του πρός τήν Βασιλεία τοῦ Πατέρα μας τοῦ ἐν οὐρανοῖς».
 


Ἡ ἀρχή της πνευματικῆς ζωῆς

Ἔπειτα νά κάνω αὐτό πού πρέπει, γιά νά ὑποταχθῶ στό νόμο τοῦ Θεοῦ. Νά ψάξω νά τόν βρῶ, νά τόν διαβάσω, νά τόν κατανοήσω, νά γεμίσει ἡ καρδιά μου καί ἡ σκέψη μου μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Καί νά σφίγγω τήν καρδιά μου, νά σφίγγω τόν ἑαυτό μου, γιά νά τηρῶ τό ἅγιο τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τί γίνεται ὅταν τό κάνομε;

Ὅταν ἀκολουθοῦμε τόν δρόμο τοῦ κόσμου τούτου, ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ ταραχή καί κακία. Καί ἡ συνείδηση συνέχεια φωνάζει:

-Δέν ντρέπεσαι τόν ἑαυτό σου; Τόν Θεό δέν τόν ντρέπεσαι, τόν ἑαυτό σου, δέν τόν κοιτάζεις ποτέ στόν καθρέφτη πού λέγεται «τό θέλημα τοῦ Θεοῦ»; Δέν ἔχεις τό θάρρος νά τόν κοιτάξεις; Πῶς ζεῖς;

Ὅταν ὅμως βάλομε ὁδηγό μας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, παίρνομε ἕνα ψαλιδάκι καί ψαλιδίζομε κάθε τόσο ἀπό λίγο –μιά τρίχα ἔστω ἀπό τίς κακίες μας, καί μετά ἀπό λίγο βρισκόμαστε νά ἔχομε μιά ἀγγελική κατάσταση.

Γιατί; Γιατί κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος κάνει ἕνα ἐλάχιστο γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, λέει τό λογικό του:

-Αὐτό τό κατόρθωσες. Γιατί νά μή κατορθώσεις καί ἐκεῖνο; Λίγη καλή θέληση χρειάζεται. Προσπάθησε καί τό ἔφτασες.

Γι’ αὐτό λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες: Ποιό εἶναι τό πιό εὔκολο ξεκίνημα γιά τήν πνευματική ζωή; Λίγη νηστεία καί προσευχή. Αὐτό εἶναι!

Παρασκευή σήμερα, λές. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά φᾶμε κρέας οὔτε τυριά. Τό κατάφερα νά περάσω μέ νηστίσιμα. Πῶς δηλαδή; Ἔπρεπε νά εἶμαι σάν τό γατάκι πού ἅμα τοῦ δώσεις ψάρι τρελλαίνεται; Ἄνθρωπος εἶμαι.

Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, ἔμαθες πῶς εἶσαι δυνατός καί ξεκινᾶς νά πολεμᾶς τό ὁποιοδήποτε πάθος. Τοῦ σώματος, τῆς καρδιᾶς καί τοῦ πνεύματος. Καί τό νικᾶς.

Ἔτσι μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός νά πορευόμαστε. Αὐτό ἔκαναν οἱ μαθητές του. Στήν ἀρχή, ἀνθρωπάκια ἦταν. Κοντά του, μέρα μέ τήν ἡμέρα ἔγιναν ἄγγελοι. Ἤ μᾶλλον καλύτεροι ἀπό τούς ἀγγέλους. Θέλει κουβέντα, ὅτι ὁ ἅγιος ἀπόστολος Ἰωάννης ἦταν καλύτερος ἀπό τούς ἀγγέλους μέ τήν ἀγάπη, τήν ἁγνότητα καί τήν σεμνότητα πού εἶχε;

Αὐτό γίνεται ἄνθρωπος κοντά στόν Χριστό.

Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός!

Καί νά μᾶς φωτίζει, νά μᾶς ἐλεεῖ, νά μᾶς προφυλάσσει ἀπό τίς λαθεμένες ἀξιολογήσεις. Ἀμήν.

Κυριακὴ Β΄Ματθαίου Ὁ ἐσωτερικὸς κριτὴς τοῦ ἀνθρώπου, Ρωμ.2,10-16


Κυριακὴ Β΄Ματθαίου


Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς Β΄ Ματθαίου ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἄπ. Παύλου εἶναι σὲ μετάφραση ἡ ἀκόλουθη: 

«Ἀδελφοί, δόξα, τιμὴ καὶ εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τὸ καλό, πρῶτα τὸν Ἰουδαῖο ἀλλὰ καὶ τὸν ἐθνικό· γιατί ὁ Θεὸς δὲν κάνει διακρίσεις. Ἔτσι, λοιπόν, ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ξέρουν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ καταδικαστοῦν ὄχι μὲ κριτήριο τὸν νόμο. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τὸν νόμο, θὰ δικαστοῦν μὲ κριτήριο τὸν νόμο. Γιατί στὸ θεϊκὸ δικαστήριο δὲν δικαιώνονται ὅσοι ἄκουσαν ἁπλῶς τὸν νόμο ἀλλὰ μόνο ὅσοι τήρησαν τὸν νόμο. Ὅσο γιὰ τὰ ἄλλα ἔθνη, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸν νόμο, πολλὲς φορὲς κάνουν ἀπὸ μόνοι τους αὐτὸ ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ νόμος. Αὐτὸ δείχνει πώς, ἂν καὶ δὲν τοὺς δόθηκε ὁ νόμος, μέσα τους ὑπάρχει νόμος. Ἡ διαγωγὴ τους φανερώνει πὼς οἱ ἐντολὲς τοῦ νόμου εἶναι γραμμένες στὶς καρδιές τους· καὶ σ' αὐτὸ συμφωνεῖ καὶ ἡ συνείδησή τους, ποὺ ἡ φωνὴ της τοὺς τύπτει ἢ τοὺς ἐπαινεῖ, ἀνάλογα μὲ τὴ διαγωγή τους. Ὅλα αὐτὰ θὰ γίνουν τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Θεὸς θὰ κρίνει διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὶς κρυφὲς σκέψεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως λέει τὸ εὐαγγέλιό μου» (Ρωμ.2,10-16).

Ὁ Ἄπ. Παῦλος στὴν περικοπὴ αὐτή τῆς πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολῆς θίγει τὸ θέμα τῆς καθολικότητας καὶ βεβαιότητας τῆς τελικῆς κρίσης τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτη καὶ ἀμερόληπτο Θεό. Ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς εἶχε τὸν Νόμο ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν Μωυσῆ στὸ ὄρος Σινὰ καὶ ὁ νέος λαός, ἡ Ἐκκλησία, ἔχει τὸν εὐαγγελικὸ Νόμο τῆς Χάρης ποὺ δίδαξε ὁ Χριστός. Τὸ ἐρώτημα ποὺ θέτουν πολλοὶ χριστιανοὶ εἶναι: Καλά, οἱ Ἰσραηλίτες καὶ οἱ Χριστιανοὶ ἔχουν τὸν Νόμο τους, ὅμως τὸ ὑπόλοιπο μέρος τῆς ἀνθρωπότητας – ποὺ εἶναι κι αὐτὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ – μὲ ποιὸ κριτήριο θὰ ἀντιμετωπισθεῖ στὴν τελικὴ κρίση; Θὰ ἀδικηθεῖ ἐπειδὴ δὲν γνώρισε τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ; ἢ μήπως γι’αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο θὰ τύχει εὐμενοῦς κρίσης; Πολλοὶ φιλόσοφοι καὶ θεολόγοι ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες μέχρι σήμερα τόνισαν τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ δὲν συμβιβάζεται μὲ ὁποιαδήποτε σκέψη τιμωρίας καὶ διατύπωσαν τὴν ἄποψη ὅτι ὁ πανάγαθος Θεὸς θὰ δώσει γενικὴ ἄφεση ἁμαρτιῶν σὲ ὅλους. Βέβαια κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ θέσει ὅρια στὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ τὴν περιορίσει σὲ ὁρισμένους μόνο καλοὺς χριστιανοῦ, διότι οἱ βουλὲς τοῦ θεοῦ εἶναι ἀνεξιχνίαστες. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὅμως ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ὁμιλεῖ μόνο γιὰ τὴν ἀγάπη ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.

Ἂς δοῦμε τώρα καὶ τὴν ἀπάντηση τοῦ Ἀπ. Παύλου στὴν παραπάνω περικοπή. Ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται στὴν ἀνθρωπότητα κυρίως διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς διδασκαλίας του, τῶν θαυμάτων, τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀνάστασης, Ἀποκαλύπτεται ὅμως καὶ διὰ τῶν δυνατοτήτων ποὺ ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους κατὰ τὴ δημιουργία τους. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἕνα ἀδέκαστο κριτὴ μέσα τους ποὺ λέγεται συνείδηση, ἡ ὁποία ἐλέγχει ἢ ἐπιδοκιμάζει τὶς διάφορες πράξεις τους, ὥστε νὰ αἰσθάνονται «θλίψη» καὶ «στενοχώρια», ὅταν διαπράττουν τὸ κακὸ ἢ «δόξα» καὶ «τιμὴ» καὶ «εἰρήνη», ὅταν ἐνεργοῦν τὸ καλό. Ἔτσι, σὲ κάθε ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ διαπιστώσει κανεὶς τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα του.

Ἴσως παρατηρήσει κανεὶς ὅτι μία τέτοια διδασκαλία εἶχαν ἤδη διατυπώσει οἱ Στωικοὶ φιλόσοφοι. Αὐτὸ εἶναι σωστό, γιατί ὁ Θεὸς φώτισε πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ στὰ προχριστιανικὰ χρόνια νὰ φθάσουν ψηλαφώντας τὴν ἀλήθεια. Τοὺς ἔδωσε κατὰ τὸν φιλόσοφο καὶ μάρτυρα Ἰουστίνο τὸν «σπερματικὸ λόγο». Ἡ διαφορὰ ὅμως τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας ἀπὸ τὴ στωικὴ εἶναι: 

α) ὅτι ἡ συνείδηση δὲν εἶναι αὐτονόητο φυσικὸ δεδομένο ἀλλὰ δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, 
β) ὅτι σχετίζεται ὄχι μὲ ἕνα ἀκαθόριστο Θεὸ ποὺ συγχέεται πανθεϊστικὰ μὲ τὴ φύση ἀλλὰ μὲ ἕναν προσωπικὸ Θεὸ ἀγαθὸ καὶ δίκαιο, καὶ τέλος 
γ) τὸ ἔργο τῆς συνείδησης τελεῖ σὲ σχέση μὲ τὴν τελικὴ κρίση, ὅπως γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος στὴ σημερινὴ περικοπή. 

Βέβαια ὅλα αὐτὰ δὲν γράφονται ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο μὲ σκοπὸ νὰ οἰκοδομηθεῖ μία «φυσικὴ θεολογία», ἢ μία φιλοσοφία περὶ τοῦ «ἄγραφου νόμου τῆς συνείδησης», ἀλλὰ γράφονται μὲ ἐνδιαφέρον ἱεραποστολικό, μὲ σκοπὸ νὰ ἀφυπνιστοῦν οἱ ἐθνικοὶ ἀκροατὲς τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος καὶ ξεκινώντας ἀπὸ τὴν ὁλοφάνερη παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα τους νὰ προχωρήσουν στὸ νὰ ἀναγνωρίσουν αὐτὸν τὸν Θεό, ὅπως τὸν ἀποκάλυψε στὸν κόσμο ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γράφονται ἐπίσης καὶ πρὸς τοὺς γεμάτους αὐτοπεποίθηση Ἰουδαίους ἀλλὰ καὶ πρὸς Χριστιανοὺς ποὺ βλέπουν ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους σὰν μάζα ἀπωλείας, ὥστε νὰ καταλάβουν ἐπιτέλους ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὸ τὸ τελευταῖο εἶναι ποὺ χρειάζεται νὰ ὑπογραμμιστεῖ στὴν ἐποχή μας. Ὅσο κι ἂν αἰσθάνεται παντοδύναμος καὶ αὐτάρκης ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος μὲ τὶς ἐπιστημονικές του γνώσεις καὶ τὴν τεχνικὴ ἐξέλιξη, τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του, οἱ μύχιοι λογισμοὶ καὶ οἱ κρυφὲς ἐπιθυμίες του βρίσκονται ἀνὰ πάσα στιγμὴ κάτω ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δὲν κρίνεται ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ τεχνικὰ κατορθώματά του – ποὺ σὲ τελικὴ ἀνάλυση ἀποτελοῦν πραγματοποίηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Δημιουργοῦ «πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς» (Γεν. 1,28) – ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του, ὅπως αὐτὴ ἐξωτερικεύεται σὲ πράξεις ἀγάπης πρὸς τὸν συνάνθρωπο.

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, Ας μαθητεύσωμεν εις τον Κύριον και Θεόν μας

Στα Ιερά Ευαγγέλια διακρίνουμε δυό κλήσεις των 4 πρώτων μαθητών και Αποστόλων από τον Θείο Διδάσκαλο Ιησού Χριστό. Δοκιμαστική η πρώτη κλήσις και απευθύνθηκε από τον Κύριό μας, όταν ακόμη ζούσε και διακονού­σε τον λαό του Θεού ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Η δεύτερη είναι οριστική και έγινε μετά την σύλληψι και την φυλάκισι του Προδρόμου.

Για την πρώτη εξιστορεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ενώ για την δεύτερη ομιλούν οι τρεις Συνοπτικοί Ευαγγελιστές. Σήμερα ο λόγος περιστρέφεται γύρω από την δεύτερη κλήσι με βάσι το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. «Δευτέρα αύτη κλήσις ην», σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Η πρώτη δεν είναι κυρίως κλήσις, αλλά πιο πολύ μια συνάντησις και προσωπική γνωριμία, έπειτα από τις επανειλημμένες υποδείξεις του Προδρόμου, που έλεγε προς τους μαθητές του για τον Ιησού Χριστό: «ίδε ο αμνός του Θεού…». Τότε, ύστερα από μια ολοήμερη σχεδόν αναστροφή και συνομιλία του Ανδρέα και του Ιωάννη με τον Ιησού Χριστό, ο Ανδρέας ανήγγειλε με σκιρτήματα καρδιάς στον αδελφό του Σίμωνα· «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν!». Και μετά τον έφερε κοντά στον Ιησού για συνάντησι και γνωριμία. «Συ ει Σίμων ο υιός Ιωνά, συ κληθήση Κηφάς, ο ερμηνεύεται Πέτρος» του είπε ο Θεάνθρωπος Κύριός μας.

Πάντως, δεν είναι βέβαιο ότι τότε οι τρεις μαθητές του Ιωάννου ακολούθησαν τον Ιησού. Οι μαθητές του Ιωάννου και αν είχαν ακολουθήσει από την αρχή τον Ιησού, τώρα μετά την επιστροφή τους στη Γαλιλαία επανέρχονται στα έργα τους, ίσως με την υπόδειξί του. Μετά την πρώτη γνωριμία και τις εντυπώσεις τους από την περιοδεία στην Ιουδαία δόθηκε η ευκαιρία να ωριμάση σ᾽αυτούς η σκέψις της ολοκληρωτικής τους επιδόσεως και αφιερώσεως στο έργο της αποστολής.

Τα Ιερά Ευαγγέλια είναι σύντομα και περιληπτικά υπομνήματα των Αποστόλων, αλλά εμείς με ευλαβική διάθεσι και με ευσεβή λογισμό πρέπει να αναζητούμε υπό την απλή ευαγγελική διήγησι την εξέλιξι και την συνέχεια των γεγονότων.

Η όλη ευαγγελική ιστορία έχει βεβαίως χαρακτήρα υπερφυή, αλλά ταυτόχρονα είναι και ιστορικό γεγονός, λόγοι και πράξεις δηλαδή που έγιναν μέσα σε χώρο και χρόνο και συνεπώς κατά μία φυσική σειρά και εξέλιξι.

Στην Εκλογή των Αποστόλων από την πλευρά του Θεού υπάρχει πάντοτε ο απόκρυφος και απόρρητος λόγος της προγνώσεως και του προορισμού, αλλά από την πλευρά των ανθρώπων, εκτός της προαιρέσεώς τους, υπάρχουν οι φυσικοί και ιστορικοί λόγοι, που τους προετοιμάζουν για την ώρα της κλήσεως και για το έργο της αποστολής.

Είναι η μαθητεία κοντά στον Ιωάννη, είναι η συνάντησις και η γνωριμία με τον Ιησού, είναι οι εντυπώσεις και διαπιστώσεις, που όλα αποτελούν μια εξωτερική ανταπόκρισι στην εσωτερική τους προσδοκία και συντελούν στην ωρίμανσι της κλίσεώς των και απαρτισμό της ετοιμασίας τους.

Όλα αυτά, και τα υπερφυσικά και φυσικά, και τα εσωτερικά και τα εξωτερικά και τα εκ μέρους του Θεού και τα εκ μέρους των ανθρώπων, εντάσσονται μέσα στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.

Για τη δεύτερη και οριστική κλήσι γράφει ο αοίδιμος Μητροπολίτης Κοζάνης κυρός Διονύσιος Ψαριανός:

«Ο Ιησούς Χριστός εκάλεσε τέσσαρας αλιείς της θαλάσσης της Γαλιλαίας με την επαγγελίαν ότι θα τους κάμη «αλιείς ανθρώπων». Τους εκάλεσεν από την εργασίαν και τούτο βεβαίως έχει σημασίαν, ότι δηλαδή δεν ευρήκεν αργοσχόλους τινάς δια το έργον του Αποστόλου. Αλλά δεν θα μας απασχολήση τώρα το θέμα τούτο, η τιμή δηλαδή την οποίαν κάμνει ο Κύριος προς την εργασίαν, αν και είναι πολύ επίκαιρον να είπωμεν περί της εργασίας, εις ένα καιρόν που τόσον εργάζονται οι άνθρωποι, αλλά και τόσον ολίγον «εκ ψυχής» αγαπούν την εργασίαν. Διότι οι άνθρωποι σήμερον δεν εργάζονται, αλλά «δουλεύουν» και σκέπτονται πως θα ήτο τρόπος να ζουν καλύτερα και να μη εργάζωνται διόλου. Αλλ᾽ας αφήσωμεν το θέμα τούτο και ας επανέλθωμεν εις το «ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Υπάρχουν πολλαί ομοιότητες μεταξύ του έργου του αλιέως και του έργου του Αποστόλου, αλλ᾽ ούτε και περί αυτών θα είπωμεν, διότι δεν ήσαν αυταί δήθεν, δια τας οποίας ο Ιησούς Χριστός εκάλεσεν αλιείς δια να τους αναδείξη Αποστόλους, αφού άλλως τε μεταξύ των δώδεκα φαίνεται σαφώς ότι εξ μόνον ήσαν αλιείς. Σήμασίαν έχει ότι εκάλεσεν «ους εκάλεσε», δια να τους αναδείξη Αποστόλους· «και ποιήσω υμάς», είπεν. Επί τρία σχεδόν έτη, ο Κύριος ήσκησε σύντονον παιδευτικήν αγωγήν επί του στενού εκείνου κύκλου των δώδεκα, τους οποίους μετά ολονύκτιον προσευχήν «Αποστόλους ωνόμασεν». Ας υπενθυμίσωμεν λόγους τινάς και γεγονότα της ευαγγελικής ιστορίας, που αναφέρονται εις τον καταρτισμόν των Αποστόλων. Αι παραβολαί εν πρώτοις είναι ειδικός τρόπος διδασκαλίας χάριν των δια το αποστολικόν έργον ετοιμαζομένων, ενώ επί παραδείγματι η επί του όρους ομιλία γίνεται προς τον λαόν η έστω προ τον ευρύτερον κύκλον των μαθητών. Η Μεταμόρφωσις, ενώπιον μάλιστα ουδέ καν των δώδεκα, αλλά τριών των εμπιστοτέρων, γίνεται προς καταρτισμόν των Αποστόλων και ειδικώς χάριν μόνον αυτών. Ο προ της Μεταμορφώσεως διάλογος μεταξύ του Ιησού και των δώδεκα και η μεγάλη ομολογία του Πέτρου· η διδαχή καθ᾽οδόν ότε ανέβαινον εις Ιεροσόλυμα και ο Ιησούς ήρχετο προς το Πάθος· η προκαταρκτική αποστολή των δώδεκα εις το κήρυγμα· η νίψις των ποδών των Αποστόλων προ του Μυστικού Δείπνου· η παραίνεσις, μετά τον δείπνον και η Αρχιερατική προσευχή μετά την παραίνεσιν· αι επανειλημμέναι εμφανίσεις μετά την Ανάστασιν ότι και «διήνοιξεν αυτών τον νουν»· όλα αυτά, όπως τα απαριθμούμεν απλώς και χωρίς σειράν, και άλλα τα οποία παραλείπομεν, αποτελούν ειδικάς πράξεις και ενεργείας του Κυρίου προς καταρτισμόν των Αποστόλων. Ο Παράκλητος, όταν θα έλθη, θα εύρη ετοίμους ανθρώπους εις τους οποίους θα σκηνώση, φως και δύναμις εξ ύψους, φωτίζων και ενισχύων τους Αποστόλους εις τούτο ακριβώς, εις το να ενθυμώνται όλα όσα είπε προς αυτούς ο Διδάσκαλος. Όσα ήκουσαν και όσα είδον θα κηρύξουν οι Απόστολοι· «ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν…. απαγγέλλομεν υμίν». Ο Απόστολος Πέτρος αναφερόμενος εις το θαύμα της Μεταμορφώσεως, επιβεβαιώνει ότι ο Ιησούς, «τους οικείους παιδεύων μαθητάς», πολλά έπραττε και έλεγεν ενώπιον αυτών. Όθεν μέλημα των Αποστόλων ήτο οι πιστοί να ενθυμώνται τους λόγους τούτους και τας πράξεις του Κυρίου, δια δε τούτο το αποστολικόν κήρυγμα δεν είναι θεωρία, αφηρημένη διδασκαλία και ιδεολογία, αλλ᾽ ο,τι ο Κύριος είπε και έπραξε. Οι άγιοι Απόστολοι εγενήθησαν «επόπται της εκείνου μεγαλειότητος»… Πράγματι λοιπόν ο Ιησούς Χριστός δια τους 12 Αποστόλους υπήρξεν «ο Διδάσκαλος όστις παραλαβών αυτούς αλιείς, κατήρτισε και εποίησεν «αλιείς ανθρώπων».

Το μήνυμα της σημερινής Κυριακής είναι να μαθητεύωμε στον Κύριό μας Ιησού Χριστό υπακούοντες πρόθυμα στον Ευαγγελικό Θείο Λόγο του και αγωνιζόμενοι να εφαρμόσωμε τις θείες εντολές Του. Και έτσι, να είμαστε βέβαιοι ότι κι εμείς στο μέτρο των πνευματικών μας δυνατοτήτων θα γίνωμε κάποια στιγμή «αλιείς ανθρώπων» με τον ευγενικό και καλωσυνάτο λόγο μας, με τη μελέτη των Θείων Γραφών και των Αγιοπατερικών συγγραμμάτων και κυρίως με την ταπείνωσι, την υπομονή και την θεάρεστη προσευχή μας.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ

Παρασκευή, Ιουλίου 01, 2016

Σύναξις Ορθοδόξων κληρικών και μοναχών: Η «Σύνοδος» του Κολυμπαρίου Κρήτης και η σύμπλευσή της με τον Οικουμενισμό

ΤΑ ΤΕΛΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ "ΜΕΓΑΛΗΣ" ΣΥΝΟΔΟΥ
ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ
e-mailsynaxisorthkm@gmail.com 
Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΟΥ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
ΚΑΙ Η ΣΥΜΠΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Οἱ ἀνησυχίες καὶ ἡ ἀγωνία τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἔκβαση τῶν ἐργασιῶν τῆς λεγόμενης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπαληθεύθηκαν. Ἡ σύναξη αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε σύνοδος οὔτε ἁγία οὔτε μεγάλη.

Δὲν εἶναι σύνοδος, διότι δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας· διακόπτει τὴν παράδοση τῶν ὀρθοδόξων συνόδων, δὲν ἀποτελεῖ συνέχειά τους, συνιστᾶ συνοδικὴ παρεκτροπὴ καὶ κανονικὴ καινοτομία. Ἡ ἐκκλησιολογικὰ κυνικὴ καὶ προκλητικὴ ὁμολογία τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας ὅτι «δὲν εἶναι ἀντίγραφο τῶν παλαιῶν συνόδων ἀλλὰ ἕνα νέο εἶδος συνόδου», ἐπαινεθεῖσα ἀπὸ τὸν πρωτοστάτη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἰκουμενικὸ πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸν καὶ πρόεδρο τῆς «Συνόδου», καθιστᾶ ὅλους τοὺς συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς, ποὺ τὴν ἀποδέχθηκαν ἀδιαμαρτύρητα, καινοτόμους καὶ παραβάτες τῆς μακραίωνης συνοδικῆς καὶ κανονικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὑποκείμενους στὴν κρίση μιᾶς μελλοντικῆς ἀληθοῦς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἡ εἰκόνα τῶν συμπροσευχομένων μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους αἱρετικῶν παρατηρητῶν, Μονοφυσιτῶν, Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν καὶ οἱ φιλόφρονες πρὸς αὐτοὺς λόγοι καὶ ἐκδηλώσεις βοοῦν καὶ κραυγάζουν γιὰ τὴν πρωτοφανῆ συνοδικὴ καινοτομία καὶ τὴν εὐθεία προσβολὴ τῶν Ἱερῶν Κανόνων.
Δὲν εἶναι ἁγία, διότι ὁρισμένα σημαντικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐνέκρινε εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες διὰ τῶν αἰώνων ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν. Δὲν εἶναι δυνατὸν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸν ἑαυτό του· ἄλλοτε νὰ καταδικάζει, στὶς ὄντως ἅγιες συνόδους, τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ἀναθεματίζει τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἄλλοτε, ὅπως στὴν «σύνοδο» τῆς Κρήτης, νὰ τὶς θεωρεῖ ἐκκλησίες. Καὶ ἐπειδὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι εὐθές, ἀναλλοίωτο καὶ ἄτρεπτο, διεστραμμένες καὶ ἀλλοιωμένες εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις τῆς συνάξεως τοῦ Κολυμπαρίου ποὺ ἔχουν κατεξοχὴν δογματικὸ περιεχόμενο. Δὲν ἐλήφθησαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀλλ᾽ ἐν ἄλλῳ πνεύματι, σκολιῷ καὶ ἀλλοτρίῳ.
Δὲν εἶναι ἐπίσης μεγάλη ἡ «σύνοδος» γιὰ δύο λόγους. Τὸ μεγαλεῖο ἐν πρώτοις συνδέεται μὲ τὴν θεοσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητα. Ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε μεγάλους ὅσους Ἁγίους διακρίθηκαν εἴτε στὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας εἴτε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα ἢ καὶ στὰ δύο· Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Κωνσταντῖνος, Μέγας Βασίλειος, Μέγας Ἀντώνιος, Μέγας Εὐθύμιος καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης στὴν ὑπεράσπιση τῆς πίστεως ὄχι μόνον δὲν παίρνει μεγάλο βα-θμό, ἀλλὰ ἡ ἐπίδοσή της εἶναι ἀρνητική, κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀφοῦ δὲν καταπολεμεῖ, ἀλλὰ ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις.
Εἶναι μικρὴ καὶ γιὰ ἄλλο σημαντικὸ λόγο· ἡ παρουσία ὅλων τῶν ἐπισκόπων στὶς μεγάλες συνόδους πιστοποιεῖ τὴν διὰ τῶν ποιμένων παρουσία ὅλου τοῦ ποιμνίου, τὴν ἔκφραση τῆς συνειδήσεως τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τῆς πλευρᾶς αὐτῆς ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης εἶναι κολοβὴ καὶ ἐλλιπής. Δὲν ἐκλήθησαν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι, ἀλλὰ μικρός, περιορισμένος ἀριθμὸς ἐπισκόπων. Ἑπομένως δὲν ἐκπροσωπεῖται ὅλο τὸ πλήρωμα. Ἀλλὰ καὶ οἱ κληθέντες, βάσει τοῦ ἀπαράδεκτου Κανονισμοῦ, δὲν ἔχουν τὸ δικαίωμα διὰ τῆς ψήφου τους νὰ ἐκφράσουν τὴν συμφωνία ἢ τὴν διαφωνία τους πρὸς τὰ ἀποφασιζόμενα, νὰ ἐκφράσουν τὸ ἐκπροσωπούμενο ποίμνιο. Ἀποτελεῖ μοναδικὴ ἱστορικὴ πρωτοτυπία παπικῆς, ὀλιγαρχικῆς, ἀντισυνοδικῆς ἐμπνεύσεως. Ψηφίζουν ὄχι ὅλοι οἱ παρόντες ἐπίσκοποι, ἀλλὰ ὁ μικρὸς ἀριθμὸς τῶν δεκατεσσάρων (14) προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται οἱονεὶ πάπες ὑπεράνω τῶν συνόδων τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν. Πρόκειται γιὰ μικρὴ σύναξη προκαθημένων, γιὰ ἕνα ἄγνωστο καινοφανῆ θεσμό, ποὺ προσβάλλει τὴν ἰσότητα τῶν ἐπισκόπων, διότι μεταβάλλει τοὺς προκαθημένους ἀπὸ «πρώτους μεταξὺ ἴσων» (primos inter pares) σέ «πρώτους ἄνευ ἴσων» (primos sine paribus).
Δύο ἀκόμη παράγοντες ἐσμίκρυναν τὴν δῆθεν μεγάλη σύνοδο· ἡ ἀπουσία τεσσάρων πατριαρχῶν, προκαθημένων ἰσαρίθμων αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, ὄχι ἐκ λόγων ἀνάγκης, ὅπως ὑγείας, πολεμικῶν συγκρούσεων καὶ ἄλλων, ἀλλὰ λόγῳ διαφωνιῶν πρὸς τὴν διαδικασία συγκλήσεως, τοῦ Κανονισμοῦ Λειτουργίας καὶ τῆς Θεματολογίας τῆς συνόδου. Δὲν ἔλαβαν μέρος οἱ αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες τῆς Ἀντιοχείας, τῆς Ρωσίας, τῆς Βουλγαρίας καὶ τῆς Γεωργίας. Πρὶν νὰ συνέλθει ἡ «σύνοδος» ἔχασε τὸν πανορθόδοξο χαρακτήρα της καὶ πρὸ παντὸς τὴν ἀξιοπιστία τῶν ἀποφάσεών της, διότι οἱ ἀπόντες κατήγγειλαν ἔλλειψη συνοδικότητας, διαφάνειας καὶ σεβασμοῦ τῶν παραδεδομένων, ἐν ὀλίγοις ἔλλειμμα Ὀρθοδοξίας, καὶ προώθηση προειλημμένων ἀποφάσεων. Καὶ δὲν εἶναι βέβαια μόνον ἡ ἀπουσία τῶν τεσσάρων αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν ποὺ μικραίνει τὴν «σύνοδο»· περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ εἶναι ἡ μὴ ἐκπροσώπηση τοῦ συντριπτικὰ μεγαλυτέρου ἀριθμοῦ πιστῶν, τῆς πληθυσμιακῆς ὑπεροχῆς τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ δὲν ἐκπροσωπήθηκαν στὴν «σύνοδο».
Ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἀγωνίσθηκε μὲ συνέδρια, ὁμιλίες, συνεντεύξεις καὶ ἀρθογραφία τῶν μελῶν της, συνεργαζόμενη μὲ ὁμόφρο-νες ἐπισκόπους, νὰ ἐνημερώσει τοὺς Ὀρθοδόξους πιστοὺς γιὰ τὴν κακὴ πορεία τῆς «συνόδου», ἰδιαίτερα κατὰ τὴν τελευταία φάση τῆς προετοιμασίας της. Θὰ ἤ-μασταν εὐτυχεῖς, ἂν εἶχε ἀποτραπῆ ἡ σύγκληση αὐτῆς τῆς οἰκουμενιστικῆς συνόδου ἢ ἂν κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν της κάποιοι προκαθήμενοι ἢ συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς ἀγωνίζονταν ἀποφασιστικὰ καὶ ἀποτελεσματικὰ νὰ ἀπορριφθεῖ ὁλόκληρο τὸ κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», τὸ ὁποῖο νομιμοποιεῖ καὶ θεσμοθετεῖ τὸν Οἰκουμενισμό. Οἱ διορθώσεις καὶ οἱ βελτιώσεις, τὶς ὁποῖες ἐπρότεινε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀκόμη καὶ ἂν ἐγίνοντο συνοδικὰ δεκτές, δὲν ἐπρόκειτο βέβαια νὰ καταστήσουν τὸ κείμενο ὀρθόδοξο καὶ ἀποδεκτό, ἀφοῦ οὔτε τὰ ἀπαράδεκτα κείμενα τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων ἐκρίνοντο οὔτε πολὺ περισσότερο ἡ μὲ ἀντορθόδοξους ὅρους συμμετοχή μας στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Ἀντίθετα, μέσα στὸ κείμενο ἐπαινοῦνται καὶ ἐγκωμιάζονται. Ἡ δὲ ὀρθὴ πρόταση τὸ «χριστιανικὲς ἐκκλησίες» νὰ γίνει «χριστιανικὲς κοινότητες» συνάντησε λυσσώδη ἀντίδραση καὶ ἀπορρίφθηκε μὲ ἀνιστόρητες, ἀθεολόγητες, παράλογες, σοφιστικὲς ἀντιπροτάσεις, τὶς ὁποῖες υἱοθέτησε, ἄγνωστο πῶς, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ποὺ δὲν ὑπεστήριξε, ὡς ὄφειλε, τὴν ἀπόφαση τῆς συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος καί ὑπερέβη ἀναιτιολόγητα τὴν ἐξουσιοδότηση, ποὺ εἶχε λάβει ἀπὸ αὐτήν, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται γιὰ τὴν ἐγκυρότητα τῶν ἀποφάσεων ποὺ ἐλήφθησαν. Ἀναμένονται οἱ ἀπαραίτητες ἐξηγήσεις ποὺ ὀφείλουν νὰ δώσουν στὸ Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας τόσο ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὅσο καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἑλλαδίτες Ἱεράρχες τῆς «συνόδου» τῆς Κρήτης.
Ἀπὸ τὸ ναυάγιο στὰ θολὰ νερὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν τελευταία στιγμὴ γλύτωσαν, κολυμπώντας ὀρθόδοξα στὸ Κολυμπάρι, οἱ ἐπίσκοποι ποὺ δὲν ὑπέγραψαν τὸ περιλάλητο κείμενο ἤ διετήρησαν τὶς ἐπιφυλάξεις τους. Πρόκειται, ἀπ’ ὅσα γνωρίζουμε ἕως τώρα, γιὰ τοὺς Μητροπολίτες Μπάτσκας κ. Εἰρηναῖο (ἀπὸ τὴν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας), ἀπὸ τὴν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τοὺς Μητροπολίτες Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιο, Μόρφου κ. Νεόφυτο, Ἀμαθοῦντος κ. Νικόλαο, Λήδρας κ. Ἐπιφάνιο, οἱ ὁποῖοι δὲν ὑπέγραψαν τὸ κείμενο, καὶ Νεαπόλεως κ. Πορφύριο, ὁ ὁποῖος διετήρησε ἐπιφυλάξεις κατὰ τὴν ὑπογραφή, καὶ τὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεο (ὁ μόνος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ποὺ δὲν ὑπέγραψε). Ἀρκετοὶ ἀκόμη Ἱεράρχες ἄσκησαν ἔντονη κριτικὴ στὸ ἐν λόγῳ κείμενο καὶ διετήρησαν τὶς ἐπιφυλάξεις τους κατὰ τὴν ὑπογραφή του. Ἀποτελοῦν τὴν συνέχεια τῶν ὁμολογητῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ γιὰ ὅλους ἐμᾶς ἐλπίδα καὶ προοπτικὴ πὼς στὸ μέλλον συνοδικὰ καὶ ὀρθόδοξα θὰ ἀπορριφθεῖ ἡ «σύνοδος» τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης, ὡς οὐνιτική, οἰκουμενιστικὴ καὶ φιλοπαπική, ὅπως ἔγινε καὶ μὲ τὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀποτελεῖ μία πρώτη ἀποτίμηση· θὰ ἀκολουθήσουν λεπτομερέστερες καὶ ἐμβριθέστερες.

Γιὰ τήν «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»


Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου
Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου

Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου,
Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος,
Ἄνω Γατζέας Βόλου

Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστη-μίου Θεσσαλονίκης (Σύμβουλος)
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος
Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους

το είδαμε εδώ

Ιούλιος, Αλωνάρης ή Γυαλιστής: Το πορτρέτο του



Ο Ιούλιος είναι ο έβδομος μήνας του Γρηγοριανού Ημερολογίου, με διάρκεια 31 ημερών. Πήρε το όνομά του από τον Ιούλιο Καίσαρα, δημιουργό του Ιουλιανού Ημερολογίου. 
Αρχικά, ο Ιούλιος, ήταν ο πέμπτος μήνας του Ρωμαϊκού Ημερολογίου, εξού και η ονομασία του Quintilis (Πέμπτος). Με την προσθήκη των μηνών Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου από τον Νουμά Πομπίλιο, έγινε ο έβδομος μήνας του Ρωμαϊκού Ημερολογίου. Ιούλιος ονομάσθηκε με πρόταση του Μάρκου Αντωνίου, που αποδέχθηκε η Ρωμαϊκή Σύγκλητος μετά τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα.
Στην Αρχαία Ρώμη γιορτάζονταν: Οι Nonae Caprotinae ή Caprotinia, προς τιμή της Ήρας, με γιορτές που συμμετείχαν μόνο γυναίκες (οι Ρωμαίες πατρίκιες με τις σκλάβες τους). Στην Αρχαία Αθήνα ο Ιούλιος αντιστοιχούσε με τo δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα Σκιροφοριώνα και το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα Εκατομβαιώνα. Ο Σκιροφοριών ήταν ο τελευταίος μήνας του έτους και ο Εκατομβαιών ο πρώτος.
Στο διάστημα αυτό στην Αθήνα γιορτάζονταν τα: 

Διισωτήρια στον Πειραιά, προς τιμή του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Σώτειρας, με ταυροθυσίες και λεμβοδρομίες.
Διισωτήρια στην Αθήνα, την τελευταία μέρα του έτους (χονδρικά 14 Ιουλίου), με προσφορά θυσίας στον Δία και παρουσίαση των νέων αρχόντων που είχαν προκύψει κατόπιν κληρώσεως από τους Αθηναίους πολίτες και θα αναλάμβαναν την εξουσία από την επομένη.
Εκατόμβαια, προς τιμή του Απόλλωνα, όπου θυσιάζονταν «εκατόμβες» ζώων.
Ηράκλεια, προς τιμή του Ηρακλή, με αγώνες στην πεδιάδα του Μαραθώνα.
Κρόνια, προς τιμή του Κρόνου.

Στην αγροτική Ελλάδα ο Ιούλιος ονομάζεται: Αλωνάρης, Αλωνιστής, Αλωνητής, Αλωνητής, Αλωνιάτης και Αλωνεύτης, διότι την εποχή αυτή γίνεται το αλώνισμα των δημητριακών.
Στα ορεινά της πατρίδας μας συναντάται και με την ονομασία Θεριστής, καθώς λόγω των ψυχρού κλίματος ο θερισμός γίνεται τον Ιούλιο.

Στη Ρόδο τον ονομάζουν και Φουσκομηνά ή Χασκομηνά, επειδή αρχίζουν φουσκώνουν ή να χάσκουν τα σύκα, δηλαδή να ωριμάζουν και να ανοίγουν.

Στη Νάξο και τη Χίο ο Ιούλιος αναφέρεται και ως Γυαλιστής, επειδή ωριμάζουν τα σταφύλια και γυαλίζει η ρώγα τους. Δευτερόλης ή Δευτερογιούλης, επειδή είναι ο δεύτερος μήνας του καλοκαιριού. Αηλιάς ή Αηλιάτης, λόγω της γιορτής του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου.


Μεγάλες θρησκευτικές γιορτές του μήνα:


Αγίων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού, ιατρών που εξασκούσαν αφιλοκερδώς το επάγγελμά τους (1 Ιουλίου)
Αγίας Κυριακής (7 Ιουλίου), προστάτιδας ανθρώπων και ζώων από ασθένειες.
Αγίας Μαρίνας (17 Ιουλίου), προστάτιδας από εξανθηματικές νόσους.
Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου). Σχετική η παροιμία «Ο Αηλιάς κόβει σταφύλια και η Αγιά Μαρίνα σύκα».
Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου), προστάτιδας των ματιών και των οπτικών.
Αγίου Παντελεήμονα (27 Ιουλίου), ιατρού που θεράπευε αφιλοκερδώς. Σχετική και η παροιμία «Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα».


Παροιμίες για τον Ιούλιο:


Αλωνάρη με τ’ αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια.

Αλωνάρης αλωνίζει, στάρι το χωριό γεμίζει.

Αλωνάρης μαραίνει τα χορτάρια κι ο Αύγουστος τα παλικάρια.

Αλωνάρης τ’ αλωνίζει κι Αύγουστος τα ξεχωρίζει.

Κάψες τον Αλωνάρη, ευτυχία όλο το χρόνο.

Πού μοχτάει το χειμώνα, χαίρεται τον Αλωνάρη.

Στο κακορίζικο χωριό τον Αλωνάρη βρέχει.

Της Αγια-Μαρίνας ρώγα (ή σύκα) και τ’ Αϊ-Λιος σταφύλι. Και της Αγιάς Παρασκευής γεμάτο το κοφίνι.

Το Θεριστή τον Αλωνάρη πάμπολλα καρβέλια είναι.(Μπόλικο στάρι, μπόλικο ψωμί.

Τ’ Αλωναριού τα κάματα, τ’ Αυγούστου τα λιοπύρια.

Χόρτο θεροαλωνιστή, ρώγα-ρώγα γυαλιστή.

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...