Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 07, 2017

''Ηδονή θαίνης''

Αποτέλεσμα εικόνας για Предтечи и Крестителя Господня Иоанна
...Στο άκουσμα του αιτήματος αυτού ο Ηρώδης τα έχασε γιατί ήταν κάτι που ποτέ δεν το περίμενε. Για τούτο τη στιγμή εκείνη δεν ήξερε πραγματικά τι να κάνει. Επειδή όμως όλοι οι συνδαιτημόνες είχαν ακούσει τους όρκους του και περίμεναν να ιδούν εάν θα τους εφήρμοζε, υποχώρησε για άλλη μια φορά στις αξιώσεις της Ηρωδιάδας, παρότι του ζητούσε το πιο μεγάλο και άδικο έγκλημα.
  Για το σκοπό αυτό έστειλε παρευθύς ένα σπεκουλάτορα (=δήμιο) στο υπόγειο του παλατιού του, προστάζοντας αυτόν να του φέρει την κεφαλήν του Αγίου. Και αυτό έγινε. 
Ο δήμιος, δηλαδή, αποκεφάλισε τότε τον αγιότερο των ανθρώπων όλων των εποχών και έφερε αμέσως την κεφαλή στον Ηρώδη, που την παρέδωσε στη Σαλώμη κι εκείνη με τη σειρά της στην Ηρωδιάδα, που ένιωσε, κατά τον Μ. Γαλανό«ηδονή θαίνης» (Οι βίοι των Αγίων τ.Η, Αθήναι 1988, 93),δηλαδή την πιο άγρια και σατανική χαρά.
 Τόσο μεγάλο μάλιστα ήταν το μένος της Ηρωδιάδας τη στιγμή εκείνη, ώστε, κατά την παράδοση, να φτύνει για ώρες την τίμια εκείνη κεφαλή, περιλούζοντας ταυτόχρονα και με ακατανόμαστες ύβρεις. Όταν δε κουράστηκε, έθαψε την κεφαλή του Αγίου σε κάποιο μέρος της αυλής, όπου κάθε μέρα μετέβαινε για να εκσπάσει τους κρουνούς της λυσσώδους οργής της, βρίζοντας χυδαία και καταπατώντας το χώμα που σκέπαζε το ιερότατο εκείνο λείψανο.
«Μα πάλι ανάπαυση δεν έβρισκε, γράφει χαρακτηριστικά ο ποιητής Βερίτης, στης αμαρτίας της το μεθύσι: νεκρή σου η κεφαλή κι’ εφώναζεν ουκ έξεστί σοι!

Κλῖμαξ, Λόγος 22, περὶ Ὑπερηφανείας





(Διὰ τὴν «ἀκέφαλον» ὑπερηφάνειαν)

Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἄρνησις τοῦ Θεοῦ, ἐφεύρεσις τῶν δαιμόνων, ἐξουδένωσις τῶν ἀνθρώπων, μητέρα τῆς κατακρίσεως, ἀπόγονος τῶν ἐπαίνων, ἀπόδειξις ἀκαρπίας, φυγαδευτήριο τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, πρόδρομος τῆς παραφροσύνης, πρόξενος πτώσεων, αἰτία τῆς ἐπιληψίας, πηγὴ τοῦ θυμοῦ, θύρα τῆς ὑποκρίσεως, στήριγμα τῶν δαιμόνων, φύλαξ τῶν ἁμαρτημάτων, δημιουργὸς τῆς ἀσπλαχνίας, ἄγνοια τῆς συμπαθείας, πικρὸς κριτής, ἀπάνθρωπος δικαστής, ἀντίπαλος τοῦ Θεοῦ, ρίζα τῆς βλασφημίας.

2. Ἀρχὴ τῆς ὑπερηφανείας εἶναι τὸ τέλος τῆς κενοδοξίας. Μέσον, ἡ ἐξουδένωσις τοῦ πλησίον, ἡ ἀναιδὴς φανέρωσις τῶν κόπων μας, ὁ ἐσωτερικὸς αὐτοέπαινος, τὸ μίσος τῶν ἐλέγχων. Καὶ τέλος, ἡ ἄρνησις τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐξύψωσις τῆς ἰδικῆς μας ἱκανότητος, ἡ δαιμονικὴ συμπεριφορά.

3. Ἂς τὸ ἀκούσωμε ὅλοι ὅσοι θέλομε νὰ διαφύγωμε αὐτὸν τὸν βαθὺ λάκκο. Πολλὲς φορὲς τὸ πάθος αὐτὸ ἀγαπᾶ νὰ τρέφεται ἀπὸ τὶς εὐχαριστίες ποὺ ἐκφράζομε στὸν Θεόν. Διότι δὲν παρουσιάζεται τόσο ἀναιδής, ὥστε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ μᾶς προτρέπη νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν Θεόν.

4. Εἶδα ἄνθρωπο νὰ εὐχαριστῆ τὸν Θεὸν μὲ τὸ στόμα καὶ νὰ κομπάζη μὲ τὸ ἐσωτερικὸ φρόνημα. Περὶ αὐτοῦ εἶναι ἀψευδὴς μάρτυς ἐκεῖνος ὁ Φαρισαῖος ποὺ ἔλεγε στὸν Θεὸν μὲ ἀπρεπῆ καύχησι: «Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι»! (Λουκ. ιη´ 11).

5. Ὅπου συνέβη πτῶσις, ἐκεῖ κατασκήνωσε προηγουμένως ἡ ὑπερηφάνεια. Διότι τὸ δεύτερο εἶναι τὸ προμήνυμα τοῦ πρώτου.

6. Ἄκουσα κάποιον ἀξιοσέβαστο ἄνδρα νὰ λέγη: «Ὑπόθεσε ὅτι εἶναι δώδεκα τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας. Ἐὰν ἕνα ἀπὸ αὐτά, τὴν οἴησι, τὴν ἀγαπήσης ὁλόψυχα, αὐτὴ θὰ ἀναπληρώση τὸν τόπο καὶ τῶν ὑπολοίπων ἕνδεκα».

7. Ὁ ὑψηλόφρων μοναχὸς ἀντιλέγει μὲ σφοδρότητα, ἐνῷ ὁ ταπεινόφρων δὲν γνωρίζει οὔτε νὰ βλέπη τὸν ἄλλον ἀντιπρόσωπα. Δὲν σκύβει τὸ κυπαρίσσι νὰ βαδίση στὴν γῆ, οὔτε ὁ ὑψηλοκάριος μοναχὸς νὰ ἀποκτήση ὑπακοή.

8. Ὁ ὑψηλοκάρδιος ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νὰ ἄρχη. Καὶ δὲν μπορεῖ ἢ μᾶλλον δὲν θέλει νὰ ὁδηγηθῆ στὴν τελικὴ ἀπώλεια μὲ κάποιον ἄλλον τυχόντα τρόπο.

9. «Ὑπερηφάνοις Κύριος ἀντιτάσσεται» (Α´ Πέτρ. ε´ 5), καὶ ποιὸς μπορεῖ ἔπειτα νὰ τοὺς ἐλεήση; «Ἀκάθαρτος παρὰ Κυρίῳ πᾶς ὑψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ιε´ 5), καὶ ποιὸς θὰ κατορθώση ἔπειτα νὰ καθαρίση ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο;

10. Παίδευσις τῶν ὑπερηφάνων εἶναι ἡ πτῶσις. Σκόλοψ αὐτῶν εἶναι ὁ δαίμων. Ἐγκατάλειψίς τους ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀπώλεια τῶν φρενῶν. Καὶ τὰ δυὸ πρῶτα πολλὲς φορὲς ἐθεραπεύθηκαν ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸ τελευταῖο ἀνθρωπίνως εἶναι ἀνίατο.

11. Ὅποιος ἀποκρούει τοὺς ἐλέγχους, ἐφανέρωσε ὅτι τὸ ἔχει τοῦτο τὸ πάθος, ἐνῷ ὅποιος τοὺς δέχεται, ἔχει ἐλευθερωθῆ ἀπὸ τὰ δεσμά του.

12. Ἂν ὄχι ἐξ αἰτίας ἄλλου πάθους, ἀλλὰ ἀπ᾿ αὐτὸ καὶ μόνο ἔπεσε κάποιος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, πρέπει νὰ ἐξετάσωμε μήπως καὶ χωρὶς καμμία ἄλλη ἀρετή, ἀλλὰ μὲ τὴν ταπείνωσι μόνο μποροῦμε νὰ ἀνεβοῦμε στοὺς οὐρανούς.

13. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἀπώλεια τοῦ πλούτου καὶ τῶν ἱδρώτων τῶν πνευματικῶν. «Ἐκέκραξαν, καὶ οὐκ ἣν ὁ σῴζων», ἐπειδὴ ἀσφαλῶς θὰ ἔκραξαν μὲ ὑπερηφάνεια· «Πρὸς Κύριον, καὶ οὐκ εἰσήκουσεν αὐτῶν» (Ψαλμ. ιζ´ 42), ἐπειδὴ ἀσφαλῶς δὲν ἀπέκοπταν τὶς αἰτίες τῶν ἁμαρτιῶν κατὰ τῶν ὁποίων προσεύχονταν.

14. Ἕνας πολὺ γνωστικὸς γέρων ἐσυμβούλευσε πνευματικὰ κάποιον ὑπερήφανο ἀδελφό. Καὶ αὐτὸς τυφλωμένος τοῦ λέγει: «Συγχώρησέ με, πάτερ. Δὲν εἶμαι ὑπερήφανος». Καὶ ὁ πάνσοφος γέρων τοῦ ἀποκρίνεται: «Καὶ ποιὰ καλύτερη ἀπόδειξι θὰ μᾶς ἔδινες τοῦ πάθους σου, ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶπες, τὸ «δὲν εἶμαι ὑπερήφανος»; Σὲ τέτοιους ὑπερηφάνους ἀνθρώπους προξενεῖ μεγάλη ὠφέλεια ἡ ὑποταγή, ἡ σκληρότερη καὶ ἀτιμωτικότερη διαγωγή, καθὼς καὶ ἡ ἀνάγνωσις τῶν ὑπερφυσικῶν κατορθωμάτων τῶν Πατέρων. Ἴσως ἔτσι νὰ ὑπάρξη σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀσθενεῖς κάποια μικρὴ ἐλπίδα σωτηρίας.

15. Εἶναι ἐντροπὴ νὰ καμαρώνη κάποιος γιὰ τὸν ξένο στολισμό. Ὁμοίως εἶναι ἐσχάτη ἀνοησία νὰ ὑπερηφανεύεται κανεὶς γιὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσα κατορθώματα ἐπέτυχες πρὶν γεννηθῆς, γι᾿ αὐτὰ μόνο νὰ ὑπερηφανεύεσαι, διότι τὰ μετὰ τὴν γέννησί σου τὰ ἐχάρισε ὁ Θεός, καθὼς ἐπίσης καὶ αὐτὴ τὴν γέννησι.

16. Ὅσες ἀρετὲς κατώρθωσες χωρὶς τὸν νοῦ καὶ τὴν λογική, αὐτὲς καὶ μόνο εἶναι ἰδικές σου, ἐφ᾿ ὅσον τὸν νοῦ καὶ τὴν λογικὴ σοῦ τὰ ἐδώρησε ὁ Θεός. Ὅσες νίκες ἐπέτυχες χωρὶς τὸ σῶμα σου, αὐτὲς καὶ μόνο ὀφείλονται στὴν ἰδική σου προσπάθεια, ἐφ᾿ ὅσον τὸ σῶμα δὲν εἶναι ἰδικό σου δημιούργημα, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ.

17. Μὴ ξεθαρρεύσης, παρὰ μόνον ὅταν δεχθῆς τὴν τελικὴ ἀπόφασι τοῦ Κριτοῦ. Καὶ νὰ παρατηρῇς ἐκεῖνο τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ἀνάκλισί του στὸ τραπέζι τοῦ γάμου ἐδέθηκε χειροπόδαρα καὶ ὡδηγήθηκε στὸ σκότος τὸ ἐξώτερον.

18. Μὴ ἀνυψώνης τὸν αὐχένα σου, ἐνῷ εἶσαι πλασμένος ἀπὸ γῆ. Διότι πολλοὶ ἐρρίφθηκαν ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἂν καὶ ἦσαν ἅγιοι καὶ ἄϋλοι.

19. Ὅταν ὁ δαίμων καταλάβη ἔδαφος στὴν ψυχὴ τῶν ὀπαδῶν του, τότε τοὺς παρουσιάζεται, ὅταν κοιμῶνται ἢ ὅταν εἶναι ξύπνιοι, ὑπὸ τὴν μορφὴν ἁγίου Ἀγγέλου ἢ Μάρτυρος καὶ τοὺς δίδει πνευματικὰ χαρίσματα ἢ τοὺς ἀποκαλύπτει διάφορα μυστήρια· μὲ τὸν σκοπὸ νὰ ἐξαπατηθοῦν οἱ ταλαίπωροι καὶ νὰ χάσουν τελείως τὰ λογικά τους.

20. Καὶ ἂν ἀκόμη εἴχαμε ὑποστῆ μυρίους θανάτους γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ἔτσι θὰ ἐξεπληρώναμε τὸ χρέος μας. Διότι ἄλλο εἶναι τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλο τὸ αἷμα τῶν δούλων, ὄχι βέβαια ὡς πρὸς τὴν οὐσία, ἀλλὰ ὡς πρὸς τὴν ἀξία.

21. Ἂς μὴ παύσωμε ποτὲ νὰ συζητοῦμε γιὰ τοὺς πρὸ ἡμῶν Πατέρας καὶ φωστήρας, συγκρίνοντας τοὺς ἑαυτούς μας μαζί τους. Τότε θὰ διαπιστώσωμε ὅτι δὲν ἐπατήσαμε κἂν τὸ πόδι μας στὸν δρόμο τῆς πραγματικῆς μοναχικῆς ζωῆς, καὶ ὅτι δὲν ἐφυλάξαμε ὁσίως τὶς ὑποσχέσεις μας, ἀλλ᾿ ὅτι εὑρισκόμαστε ἀκόμη στὴν κατάστασι τῶν κοσμικῶν.

22. Μοναχὸς κατ᾿ ἐξοχὴν σημαίνει ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς ἀμετεώριστος καὶ σωματικὲς αἰσθήσεις ἀκινητοποιημένες. Μοναχὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ προκαλεῖ ἐναντίον του τοὺς δαίμονας σὰν ἄγρια θηρία, καὶ ποὺ ἀναγκάζοντάς τους νὰ ἀπομακρύνωνται ἀπὸ κοντά του, τοὺς παροξύνει. Μοναχὸς σημαίνει ἀδιάκοπη ἔκστασις τοῦ νοῦ καὶ ἀκατάπαυστη λύπη γιὰ τὴν παροῦσα ζωή. Μοναχὸς σημαίνει ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε ἕνα μὲ τὶς ἀρετές, ὅπως ἕνας ἄλλος ἔγινε ἕνα μὲ τὶς ἡδονές. Μοναχὸς σημαίνει ἄσβεστο φῶς στὸν ὀφθαλμὸ τῆς καρδίας. Μοναχὸς σημαίνει ἄβυσσος ταπεινώσεως ποὺ ἐγκρέμισε καὶ ἔπνιξε μέσα της κάθε πονηρὸ πνεῦμα.

23. Τὴν λήθη τῶν ἁμαρτημάτων τὴν προκαλεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, διότι ἡ ἐνθύμησίς των προξενεῖ ταπεινοφροσύνη.

24. Ὑπερηφάνεια σημαίνει, ἐσχάτη πτωχεία μιᾶς ψυχῆς ποὺ παρουσιάζεται κατὰ φαντασίαν ὡς πλουσία, καὶ ποὺ νομίζει ὅτι ζῆ στὸ φῶς, ἐνῷ εὑρίσκεται μέσα στὸ σκοτάδι. Ὄχι μόνο δὲν ἀφίνει τούτη ἡ μιαρὰ νὰ προοδεύη κάποιος, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὑψηλὰ τὸν ρίχνει κάτω.

25. Ὑπερήφανος σημαίνει ρόδι σαπισμένο ἐσωτερικῶς, ποὺ ἐξωτερικῶς γυαλίζει τὸ χρῶμα του. Ὁ ὑπερήφανος μοναχὸς δὲν χρειάζεται δαίμονα, διότι γίνεται πλέον ὁ ἴδιος δαίμων καὶ ἐχθρός του ἑαυτοῦ του.

26. Ξένο εἶναι τὸ σκοτάδι ἀπὸ τὸ φῶς. Ὁμοίως ξένος εἶναι ὁ ὑπερήφανος ἀπὸ κάθε ἀρετή. Στὶς καρδιὲς τῶν ὑπερηφάνων θὰ γεννηθοῦν λογισμοὶ βλασφημίας, ἐνῷ στὶς ψυχὲς τῶν ταπεινῶν οὐράνιες θεωρίες. Ὁ κλέπτης ἀπεχθάνεται τὸ φῶς τοῦ ἡλίου καὶ ὁ ὑπερήφανος ἐξουδενώνει τοὺς πρᾴους ἀνθρώπους.

27. Πολλοὶ ὑπερήφανοι, δὲν γνωρίζω πῶς, αὐταπατήθηκαν κι ἐνόμισαν ὅτι ἔφθασαν στὸ ὕψος τῆς ἀπαθείας. Ἀλλὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου εἶδαν τὴν πτωχεία τους. Ὅποιος συνελήφθη ἀπὸ αὐτήν, δηλαδὴ τὴν ὑπερηφάνεια, μόνο στὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου μπορεῖ νὰ ἐλπίζη, διότι γι᾿ αὐτὸν εἶναι μάταιο νὰ περιμένη σωτηρία ἀπὸ ἀνθρώπους.

28. Συνέλαβα κάποτε τούτη τὴν ἀκέφαλο πλάνη νὰ πλησιάζη πρὸς τὴν καρδιά μου, ἀνεβασμένη ἐπάνω στοὺς ὤμους τῆς μητέρας της.

Τὶς ἔδεσα καὶ τὶς δυό μὲ τὰ δεσμὰ τῆς ὑπακοῆς, τὶς ἐμαστίγωσα μὲ τὸ μαστίγιο τῆς εὐτελείας καὶ ἔτσι τὶς ἀνέκρινα μὲ ποιὸν τρόπο εἰσέρχονται μέσα μου. Καὶ αὐτές, καθὼς ἐμαστιγώνονταν, μοῦ ἔλεγαν:

«Ἐμεῖς δὲν ἔχομε οὔτε ἀρχὴ οὔτε γέννησι, διότι εἴμαστε ἀρχηγοὶ καὶ γεννήτορες ὅλων τῶν παθῶν. Ἐμᾶς μᾶς πολεμεῖ ὑπερβολικὰ ἡ συντριβὴ τῆς καρδίας ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὴν ὑποταγή. Ἐμεῖς δὲν ἀνεχόμεθα κανένα νὰ μᾶς ἐξουσιάζη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν ἐλάβαμε ἐξουσία στοὺς οὐρανούς, ἀπεστατήσαμε ἀπὸ ἐκεῖ.

» Ἐμεῖς μὲ ἕνα λόγο γεννοῦμε ὅλα τὰ πάθη ποὺ ἀντιστρατεύονται στὴν ταπεινοφροσύνη, διότι ὅλα ὅσα τὴν εὐνοοῦν εἶναι ἀντιμέτωπά μας. Ἀλλὰ ἀφοῦ καὶ στὸν οὐρανὸ ἐσημειώσαμε νίκη, πῶς μπορεῖς ἐσὺ νὰ μᾶς ξεφύγης;

» Ἐμεῖς συνηθίζουμε πολλὲς φορὲς νὰ ἐμφανιζώμεθα μετὰ ἀπὸ ἀτιμίες, ἀπὸ τὴν ὑπακοή, ἀπὸ τὴν ἀοργησία, ἀπὸ τὴν ἀμνησικακία, ἀπὸ τὴν πρόθυμη διακονία.

» Τέκνα ἰδικά μας εἶναι οἱ πτώσεις τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἡ ὀργή, ἡ καταλαλιά, ἡ πικρία, ὁ θυμός, ἡ κραυγή, ἡ βλασφημία, ἡ ὑποκρισία, τὸ μίσος, ὁ φθόνος, ἡ ἀντιλογία, ἡ ἰδιορρυθμία, ἡ ἀπείθεια.

» Ἕνα μόνο ὑπάρχει ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ νικήσωμε, καὶ σοῦ τὸ φανερώνουμε, ἐπειδὴ μᾶς μαστιγώνεις:

» Ἐὰν κατηγορῆς διαρκῶς τὸν ἑαυτόν σου ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὲ εἰλικρίνεια, θὰ μᾶς θεωρῆς ὡσὰν ἀράχνη. Ἵππος ἐπάνω στὸν ὁποῖο εἶμαι ἀνεβασμένη, ἐγὼ ἡ ὑπερηφάνεια, εἶναι, ὅπως βλέπεις, ἡ κενοδοξία. Ἡ ὁσία ὅμως ταπείνωσις καὶ ἡ αὐτομεμψία θὰ περιπαίξουν τὸν ἵππο καὶ τὸν ἀναβάτη του, ψάλλοντας μελωδικὰ τὴν ᾠδὴ τῆς νίκης: «Ἄσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται· ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν» (Ἐξοδ. ιε´ 1) καὶ εἰς ἄβυσσον ταπεινώσεως».

Βαθμὶς εἰκοστὴ δευτέρα! Ὅποιος τὴν ἀνέβηκε, ἐνίκησε· ἐὰν βεβαίως κατώρθωσε νὰ τὴν ἀνεβῆ.

Ο άγιος Προφήτης Πρόδρομος και Βαπτιστής Ιωάννης (7/1)



Ο Άγιος Προφήτης Πρόδρομος και Βαπτιστής Ιωάννης (7/1)
του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου,δασκάλου
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ: Πρόκειται για τον τελευταίο προφήτη, τον προφήτη ο οποίος συνδέει την Καινή με την Παλαιά Διαθήκη, του οποίου ο σκοπός της ζωής του υπήρξε η αναγγελία της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού. Πρόκειται για τον Ιωάννη τον βαπτιστή στον οποίο θα προσέλθει ο Κύριος να βαπτισθεί και Αυτός και να δοθεί με αυτόν τον τρόπο η ευκαιρία της επιφανείας του Αγίου Τριαδικού Θεού.
Ο Υιός “ταπεινών εαυτόν” βαπτίζεται, το Πνεύμα το Άγιον,«Ωσεί περιστερά», φανερώνεται σαν ένα περιστέρι και η φωνή του Θεού Πατρός ακούγεται να δηλώνει: «ουτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός». Αυτός είναι ο αγαπητός Μου Υιός. Εδώ λοιπόν βλέπουμε την εξαιρετική τιμή που επιφυλάσσει ο Θεός στο “σκεύος εκλογής του”, τον τελευταίο από την πλειάδα των προφητών Του: την προαναγγελία της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων, που έχει υποσχεθεί αιώνες πριν ο ίδιος ο Θεός στους πρωτόπλαστους. Πρόκειται για την μοναδική τιμή, σ’ αυτόν που μέσα στην ταπείνωσή του, λέγει στους ακροατές του ότι «ου ουκ ειμί άξιος το υπόδημα των ποδών λύσαι». Δηλαδή διαμαρτυρόμενος όταν τον παρομοιάζουν με τον αναμενόμενο Μεσσία λέγει ότι δεν είναι άξιος ούτε τα κορδόνια των υποδημάτων Του να λύσει.

Πρόκειται γι’ αυτόν που προς στιγμήν αποτολμά ακόμη και να αρνηθεί να βαπτίσει τον Ιησού, λέγοντας «εγώ έχω χρείαν υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;» Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από εσένα και έρχεσαι Εσύ σε μένα; Αλλά η μοναδική αυτή τιμή δεν υπολείπεται της πράγματι μεγάλης αξίας του.

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ:Τα επίθετα «δίκαιος» και «άγιος», δηλαδή δίκαιος και άγιος απέναντι Θεού και ανθρώπων, που σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος και τα οποία αποδίδει ως χαρακτηρισμούς του που προέρχονται από τον ίδιο τον Ηρώδη, αποδίδουν ίσως μόνο ένα μέρος της σημαντικής αυτής προσωπικότητας. Ο ευσεβής και ταπεινός, δίκαιος, άγιος και απόγονος θρησκευόμενης οικογένειας, ως τέκνο του ιερέα Ζαχαρία, που συνδέεται με συγγένεια και με την Παρθένο Μαρία, ζει απλά και φτωχικά στην έρημο (ως Ναζιραίος, ασκητής δηλαδή των χρόνων της Π. Διαθήκης) κηρύττοντας τη μετάνοια στο λαό του Ισραήλ και μεταφέροντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της έλευσης του Θεανθρώπου. Προετοιμάζει την «οδόν του Κυρίου», εξ' ου και η προσωνυμία του Πρόδρομος. Βαπτίζει στον Ιορδάνη όσους προσέρχονται σ’ αυτόν εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους. Διδάσκει τον λόγο και τις εντολές του Θεού τονίζοντας τη λύτρωση που θα φέρει ο αναμενόμενος Μεσσίας και καλεί όλους σε μετάνοια. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να ελέγχει και τον Ηρώδη που συζούσε με την Ηρωδιάδα,γυναίκα του αδελφού του Φίλιππου: “ Ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου". Εξαιτίας αυτού του ελέγχου, η Ηρωδιάδα, προσπαθούσε να βρει αφορμή να απαλλαγεί από την ελεγκτική παρουσία του Ιωάννη και τις βαριές αλλά δίκαιες κατηγορίες του. Κατόρθωσε λοιπόν να πείσει τον Ηρώδη να αποφασίσει, να τον συλλάβει και να τον κλείσει σε φυλακή, για να τον φιμώσει, για να μην ακούγεται ο ενοχλητικός έλεγχός του. Ωστόσο, και εκεί που βρισκόταν ο ασυμβίβαστος Ιωάννης δεν έπαυσε να κηρύττει τον λόγο του Θεού, ελέγχοντας τον Ηρώδη και την Ηρωδιάδα. Παρ’ όλα αυτά ο λαός τον αγαπούσε. Ακολουθούσε το κήρυγμά του και σεβόταν τη διδαχή του. Πίστευε στο προφητικό του κήρυγμα για την έλευση του αναμενόμενου Σωτήρα. Γι' αυτό κι ο βασιλιάς της Ιουδαίας δεν τολμούσε να τον θανατώσει. Όμως η Ηρωδιάδα, όταν ο επιπόλαια φερόμενος βασιλεύς Ηρώδης στη γιορτή των γενεθλίων του, “γλεύκους μεμεστωμένος” υποσχέθηκε να χαρίσει οτιδήποτε, «έως ημίσους της βασιλείας» του, στην κόρη της και ανεψιά του, μετά από έναν ωραίο χορό, βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί και να απαλλαγεί από την φυσική παρουσία του Ιωάννη. Συμβούλεψε την κόρη της να ζητήσει «την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού». Κι ο Ηρώδης που με τόση ευκολία και χωρίς πολλή σκέψη έδωσε μια τόσο σοβαρή και μεγάλη υπόσχεση, δεν κατάφερε τώρα, αν και «περίλυπος γενόμενος», να αρνηθεί, βοηθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο να πετύχει την εκδίκησή της η Ηρωδιάδα. «Και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω κορασίω, και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής». Όμως, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο μέγιστος των Προφητών, ο Κήρυκας της Χάριτος, ο ασυμβίβαστος, ζούσε για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού. Και υπέγραψε αυτήν την αγάπη του με την ίδια του την κεφαλή. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλους τους ορθοδόξους ναούς η μορφή του εικονίζεται δίπλα στο Δεσπότη Κύριο, δεξιά της Ωραίας Πύλης. Ο Πρόδρομος, ως γνήσιος Προφήτης, παραμένει ανυποχώρητος, πιστός στο παράδειγμα των Προφητών πριν απ' αυτόν (Ησαϊας, Ιερεμίας, Ηλίας, Ελισσαίος), το δε αίμα του, είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία της συνέπειας στο πανάγιο θέλημα του Θεού.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 06, 2017

Ο ΑΓΙΟΣ IΩΑNNHΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ-ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΙΚΟΝΑΣ «Ὁρᾷς οἷα πάσχουσιν, ὦ Θεοῦ Λόγε, οἱ πταισμάτων ἔλεγχοι τῶν βδελυκτέων. Ἔλεγχον καί γάρ μή φέρων ὁ Ἡρώδης,τέτμηκεν, ἰδού, τήν ἐμήν κάραν, Σῶτερ»

Χρήστου Γκότση
ταν αὐτοκράτωρ τῆς Ρώμης ἦτο ὁ Τιβέριος, πλησίον τῶν ἐκβολῶν τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, τό 28 ἡ 29 μ·Χ·, ἕνας ἄνθρωπος ἄρχισε τό κήρυγμά του. Ἰωάννης ἦταν τό ὄνομά του. Οἱ προφῆται τῆς Παλαιᾶς διαθήκης εἶχαν μιλήσει γι’ αὐτόν καί ἡ γέννησίς του ἦταν θαῦμα καί θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπί πεντακόσια ἔτη δέν εἶχε φανῆ προφήτης τοῦ Θεοῦ εἰς τήν Παλαιστίνη. Γιά τοῦτο τό κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου ἐπέσυρε τήν προσοχή τοῦ πλήθους.
Οἱ κατωτέρω στίχοι, πού ἀφιερώνουν Οἱ ἱεροί Εὐαγγελισταί εἰς τήν προσωπικότητα τοῦ Προδρόμου, θά μᾶς βοηθήσουν εἰς τήν κατανόησιν τῆς μεγάλης αὐτῆς μορφῆς, τῆς θέσεώς της εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τῆς ἁγίας εἰκόνος της.
«Ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς προφήταις, ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου… ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν… Ἦν δέ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καί ζώνην δερματίνην περί τήν ὀσφύν αὐτοῦ, καί ἐσθίων ἀκρίδας καί μέλι ἄγριον…Ἰδών δέ πολλούς τῶν Φαρισαίων καί Σαδδουκαίων ἐρχομένους ἐπί τό βάπτισμα αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς… Ἤδη δέ καί ἡ ἀξίνη πρός τήν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται πᾶν οὖν δένδρον μή ποιοῦν καρπόν καλόν ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ βάλλεται… Ό… Ἡρώδης κρατήσας τόν Ἰωάννην ἔδησεν αὐτόν καί ἔθετο ἐν φυλακῇ διά Ἡρωδιάδα τήν γυναῖκα Φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ. Ἔλεγε γάρ αὐτῷ ὁ Ἰωάννης· οὐκ ἔξεστί σοι (=δέν σοῦ ἐπιτρέπεται) ἔχειν αὐτήν… Γενεσίων δέ ἀγόμενων τοῦ Ἡρώδου ὠρχήσατο ἡ θυγάτηρ τῆς Ἡρωδιάδος ἐν τῷ μέσῳ καί ἤρεσε τῷ Ἡρώδῃ· ὅθεν μεθ’ ὅρκου ὠμολόγησεν αὐτῇ δοῦναι ὅ ἐάν αἰτήσηται. Ἡ δέ… δός μοι, φησίν, ὧδε ἐπί πίνακι τήν κεφαλήν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ… Καί πέμψας ἀπεκεφάλισε τόν Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ. Καί ἠνέχθη ἡ κεφαλή αὐτοῦ ἐπί πίνακι καί ἐδόθη τῷ κορασίῳ, καί ἤνεγκε τῇ μητρί αὐτῆς» (Μάρκ.1,1-6, Ματθ. 3, 7.10. 14, 3-11).
Ὅπως βλέπομεν εἰς τό ἀνωτέρω κείμενο, τό μήνυμα τῆς σωτηρίας πού ἔφερε ὁ Χριστός εἰς τόν κόσμον, συνδέεται μέ τήν ἐμφάνισι τοῦ Προδρόμου. Αὐτός εἶναι ὁ «ἄγγελος», δηλαδή ὁ ἀγγελιαφόρος, ὁ ὁποῖος συμφώνως πρός τήν προφητείαν τοῦ προφήτου Μαλαχίου (3, 1) ἀπεστάλη διά νά προετοιμάση τόν δρόμον τοῦ Κυρίου καί νά προπαρασκευάση τάς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων πρός ὑποδοχήν Του. Εἶναι ἡ «ὡραία τρυγών καί χελιδών ἡδύλαλος», πού προεμήνυσε τήν θείαν ἄνοιξιν, δηλαδή τόν Χριστόν.
Καί ἄλλοι προφῆται μίλησαν διά τόν Μεσσία. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὅμως εἶναι ὁ τελευταῖος, ὁ μεγαλύτερος καί ὁ σεβασμιώτερος τῆς ἡρωικῆς παρατάξεως τῶν προφητῶν. Εἶναι, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων (+386), «ὁ μέγιστος μέν ἐν προφήταις, ἀρχηγός δέ τῆς καινῆς διαθήκης, καί τρόπον τινά συνάπτων ἀμφοτέρας ἐν αὐτῷ τάς διαθήκας, παλαιάν τε καί καινήν» (Κατήχησις 10,19). Δέν κήρυξε ἁπλῶς τόν Χριστόν, ἀξιώθηκε νά Τόν δείξη εἰς τά πλήθη, νά Τόν βαπτίση καί νά Τόν κηρύξη εἰς τόν κόσμον τῶν νεκρῶν. Τέλος διά τόν νόμον τοῦ Κυρίου καί τήν ἀλήθειάν Του ἔχυσε καί τό αἷμα του. Δικαίως λοιπόν εἶπε δι‘ αὐτόν ὁ Κύριος: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Ματθ. 11,11).
Τήν θαυμαστήν ζωήν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τό κήρυγμά του διά τόν Κύριον, τόν ζῆλον του καί τήν παρρησίαν του παρουσιάζει ὡραιότατα τό τρίτον Κάθισμα τοῦ Ὄρθρου τῆς ἑορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς του (29 Αὔγουστου). Εἶναι τό τροπάριον τοῦτο μία σύντομος βιογραφία τοῦ Βαπτιστοῦ εἰς ποιητικήν γλῶσσαν καί ψάλλεται εἰς τόν πλ. δ’ἦχον:
«Ἐκ τῆς στείρας ἐκλάμψας ψήφῳ Θεοῦ καί δεσμά διαρρήξας γλώσσης πατρός, ἔδειξας τόν ἥλιον, ἑωσφόρον αὐγάζοντα· καί λαοῖς ἐν ἐρήμῳ τόν Κτίστην ἐκήρυξας, τόν ἀμνόν τόν αἵροντα τοῦ κόσμου τά πταίσματα· ὅθεν καί πρός ζῆλον βασιλέα ἐλέγξας, τήν ἔνδοξον κάραν σου ἀπετμήθης, ἀοίδιμε Ἰωάννη πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τήν ἁγίαν μνήμην σου».
Ἡ θέσιςτοῦ Τιμίου Προδρόμου εἰς τήν Ἐκκλησίαν εἶναι τιμητική. Εἰς τάς δεήσεις καί τάς προσευχάς ἀναφέρεται μετά τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου. Μέ αὐτήν πλαισιώνει τόν Παντοκράτορα Κύριον εἰς τήν εἰκόνα τῆς δεήσεως ἤ τοῦ Τριμόρφου. (Ἔτσι λέγεται ἡ εἰκών, πού παρουσιάζει τόν Χριστόν εἰς τό μέσον μέ τήν Θεοτόκον ἐκ δεξιῶν Του καί ἐξ ἀριστερῶν Του τον Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον εἰς στάσιν δεήσεως). Ὁ Ἅγιος Πρόδρομος εἰκονίζεται παραπλεύρως τοῦ Κυρίου καί εἰς τό εἰκονοστάσιον ἤ τέμπλον, ὅπου τοποθετοῦνται καί οἱ εἰκόνες τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου ἤ τῆς Ἁγίας τοῦ ναοῦ.
Τήν μεγαλωσύνην τοῦ Προδρόμου ἀναγνωρίζει ἡ Ἐκκλησία μέ τάς ἑορτάς, πού ἔχει ἀφιερώσει εἰς αὐτόν. Μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἡ Τρίτη, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιερωμένη εἰς αὐτόν. «Αὐτόν λοιπόν τόν ἐπίγειο ἄγγελο καί τόν οὐράνιο ἄνθρωπο», γράφει ὁ Καθηγητής Ί. Φουντούλης, «ἐπαξίως τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἑορτάζει τά μαρτυρούμενα ἀπό τήν Καινή διαθήκη γεγονότα τοῦ βίου του, πάλι σέ σύνδεσμο μέ τά ἀντίστοιχα γεγονότα τοῦ βίου τοῦ Σωτῆρος.Τήν σύλληψή του στίς 23 Σεπτεμβρίου, ἕξ μῆνες πρίν ἀπό τόν Εὐαγγελισμό, πού ἔγινε «τῷ μηνί τῷ ἕκτῳ» ἀπό τήν σύλληψι τῆς Ἐλισάβετ τῆς μητρός τοῦ Προδρόμου. Τήν γέννησί του στίς 24 Ἰουνίου, ἕξ μῆνες πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα. Ἴσως καί ἡ μνήμη τοῦ θανάτου του στίς 29 Αὐγούστου δέν εἶναι ἄσχετη πρός τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ… Γιατί ὄχι μόνο τήν σύλληψι καί τήν γέννησι τοῦ Βαπτιστοῦ ἡ Ἐκκλησία συνέδεσε μέ τό ρόλο τοῦ Ἰωάννου σάν προδρόμου τῆς συλλήψεως καί τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί σ’ αὐτόν τόν θάνατό του ἔδωσε προδρομικό χαρακτήρα. Ὁ Πρόδρομος πεθαίνει μαρτυρικά πρίν ἀπό τόν Σωτήρα προμηνύοντας, τρόπον τινά, τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί πηγαίνοντας πάλι πρόδρομός Του στόν Ἅδη».

Περιγραφή τῆς εἰκόνας
Ἡ εἰκών πού θά περιγράψωμεν, εἰκονίζει τόν Ἅγιον Ἰωάννην, ὅπως τόν παρουσιάζουν τά Εὐαγγέλια καί τόν ὑμνεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Διά τήν Ἐκκλησίαν ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής Ἰωάννης εἶναι ἄγγελος, Ἀπόστολος καί Μάρτυς.
Ὁ Ἅγιός μας εἶναι κατ’ ἀρχάς ἄγγελος διά δύο λόγους: Πρῶτον, λόγῳ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του. Ἦτο «ἄνθρωπος μέν τῇ φύσει, Ἄγγελος δέ τόν βίον».
Ἔτσι ἀνεδείχθη εἰς «ἐπίγειον ἄγγελον καί οὐράνιον ἄνθρωπον». (Βλέπ. τροπάρια τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς Γεννήσεώς του).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος εἶναι, δεύτερον, ἄγγελος διότι ἔφερε τό μήνυμα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν ὡς ἀγγελιαφόρος τοῦ Κυρίου. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἡ εἰκών τόν παρουσιάζει ὡς ἕνα ἀσκητήν, πού φέρει πτέρυγας. «Ζωγραφίζεται δέ ὁ Ἅγιος κάτισχνος καί κεραμόχρους ἐκ τοῦ καύσωνος, φορῶν τό δέρμα τῆς καμήλου καί περιβεβλημένος ἐπάνωθεν ἱμάτιον.Ἡ κεφαλή του εἶναι λιπόσαρκος, μέ τό ὄμμα πλῆρες πίστεως καί ἐγκαρτερήσεως. Οἱ βόστρυχοι τῆς κόμης καί τοῦ γενείου του εἶναι ἀνατεταραγμένοι ἀπό τόν ἄνεμον τῆς ἐρήμου ὡς ὄφεις, Οἱ βραχίονες καί οἱ πόδες του εἶναι λεπτοί καί ἄσαρκοι ὡς τῶν πτηνῶν. Φέρει δέ πτέρυγας ὡς οἱ ἄγγελοι, κατά τήν ρῆσιν τοῦ προφήτου Μαλαχίου «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου». Τό ἱερόν τοῦτο ὄρνεον ἵσταται ἐπί ἀποτόμου βραχώδους κορυφῆς, ἐν τῷ μέσῳ φάραγγος μεταξύ δύο συντετριμμένων ὀρέων, δι’ ὧν ὑποδηλοῦται τό ἄγριον τῆς ἐρήμου» (Φ. Κόντογλου).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ἐκτός ἀπό ἄγγελος, εἶναι καί Ἀπόστολος. Ὅπως οἱ Ἀπόστολοι ἔτσι καί αὐτός ἔλαβεν ἀπό τόν Θεόν τήν ἐντολήν νά κηρύττη καί νά βαπτίζη τούς ἀνθρώπους. Ὅ,τι ἔπραξε καί ἐκήρυξε, τό ἔκαμε κατ’ ἐντολήν τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ μας. Πρός αὐτόν εἶναι ἐστραμμένον τό βλέμμα τοῦ Βαπτιστοῦ. Ὁ Κύριος εἰκονίζεται ἐντός ἡμικυκλίου, πού συμβολίζει τόν οὐρανόν, εἰς τό ἄνω ἀριστερόν μέρος τῆς εἰκόνος. Μέ τήν δεξιάν Του χεῖρα εὐλογεῖ τόν Ἀπόστολόν Του καί μέ τήν ἀριστεράν κρατεῖ εἰλητάριον.
Εἰς τήν ἰδίαν στάσιν εὑρίσκεται καί ὁ Βαπτιστής. Ἡ δεξιά του χείρ εἶναι εἰς σχῆμα παρακλητικόν καί ἡ ἀριστερά του κρατεῖ εἰλητάριον, τό ὁποῖον γράφει:
«Ὁρᾷς οἷα πάσχουσιν, ὦ Θεοῦ Λόγε, οἱ πταισμάτων ἔλεγχοι τῶν βδελυκτέων. Ἔλεγχον καί γάρ μή φέρων ὁ Ἡρώδης,τέτμηκεν, ἰδού, τήν ἐμήν κάραν, Σῶτερ». δηλαδή: Βλέπεις, Κύριε, πού εἶσαι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τί ὑποφέρουν ὅσοι ἐλέγχουν τά πταίσματα τῶν βδελυρῶν. Διότι καί ὁ Ἡρώδης, ἐπειδή δέν μποροῦσε νά βαστάση τόν ἔλεγχον (τῆς ἀνηθικότητός του), ἰδού, Σωτήρ μου, ἀπέκοψε τήν κεφαλήν μου.
Εἰς τήν δεξιάν γωνίαν τῆς εἰκόνος ζωγραφίζεται δρῦς, πού ἔχει μεταξύ τῶν κλάδων της μίαν ἀξίνην. Μᾶς ὑπενθυμίζει τούς ἀναφερθέντας λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ πρός τούς Φαρισαίους καί Σαδδουκαίους: «Ἤδη δέ καί ἡ ἀξίνη πρός τήν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται…». Οἱ θρησκευτικῶς ἐντυπωσιακοί ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων καί οἱ ὅμοιοί των θά ἔχουν τήν τύχην τῶν ἄκαρπων, πού κόπτονται ὡς ἄχρηστα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης εἶναι, τελευταῖον, καί ἕνας Μάρτυς. Τό βλέπομεν καί αὐτό εἰς τήν εἰκόνα. Μᾶς τό ὑπενθυμίζει ἡ ἀποτμηθεῖσα κεφαλή του, πού εἰκονίζεται ἐντός λεκάνης εἰς τό κάτω ἀριστερόν μέρος τῆς εἰκόνος. Φέρει εἰς τόν νοῦν τῶν πιστῶν τό μισητόν συμπόσιον τοῦ Ἡρώδου, πού ἔγινεν ἀφορμή νά διαπραχθῆ τό ἀνοσιούργημα τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ θεοκήρυκος Προδρόμου.
Ἡ εἰκών πού περιεγράψαμεν, εἰκονίζει τόν Τίμιον Πρόδρομον μέ τήν τριπλῆν του ἀποστολήν: τοῦ ἀγγέλου, τοῦ Ἀποστόλου καί τοῦ Μάρτυρος. Ἔτσι τόν ὑμνεῖ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός εἰς τό πρῶτον τροπάριον τῆς Λιτῆς τοῦ α’ ἤχου (29 Αὐγούστου):
«Τί σέ καλέσωμεν Προφήτα; Ἄγγελον, Ἀπόστολον ἤ Μάρτυρα; Ἄγγελον, ὅτι ὡς ἀσώματος διήγαγες· Ἀπόστολον, ὅτι ἐμαθήτευσας τά ἔθνη· Μάρτυρα δέ, ὅτι σοῦ ἡ κεφαλή ὑπέρ Χριστοῦ ἐτμήθη. Αὐτόν ἱκέτευε, ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».
Ἀπό τό βιβλίο,
Ὁ μυστικός κόσμος τῶν Βυζαντινῶν εἰκόνων,
Ἔκδοσις Ἀποστολικῆς Διακονίας

Η διπλή γιορτή τού Τιμ. Προδρόμου«Την χείραν σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου».



Του Πρωτοπ. Στέφανου Αναγνωστόπουλου

«Την χείραν σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου».
Δυό φορές τιμά σήμερα χριστιανοί μου η Εκκλησία, τον Τίμιο Πρόδρομο και Βαπτιστή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Μια για να τον τιμήσει ως πρωταγωνιστή και μάρτυρα του μεγάλου θαύματος της Βαπτίσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, μαζί με την μαρτυρία του για την αποκάλυψη των Θεοφανείων, δηλαδή της Αγίας Τριάδος, και άλλη μια φορά γιατί σαν σήμερα μεταφέρθηκε το δεξιό αγιασμένο χέρι του, αυτό που «ήψατο την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου», στην Κωνσταντινούπολη. Επί λέξει σήμερα ο Συναξαριστής μας λέγει: «Τη εβδόμη αυτού του μηνός η σύναξις του Αγίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Συνέδραμε δε και η της παντίμου και αγίας αυτού χειρός προς την Βασιλεύουσα μετένεξις».
Η σημερινή γιορτή ονομάζεται κυρίως Σύναξις του Τιμίου Προδρόμου, και έτσι την ξέρουμε. Τι σημαίνει όμως Σύναξη ενός Αγίου ή πολλών αγίων; Σημαίνει την Σύναξη ή την συγκέντρωση των χριστιανών, των πρώτων χριστιανικών αιώνων, για να τιμήσουν πρόσωπο άγιο και ιερό, που κατείχε πρωτεύοντα ρόλο στο μεγάλο θαύμα μιας Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής.
Στα Θεοφάνεια παραδείγματος χάρη, τα πρόσωπο αυτό ήταν ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Στη Γέννηση του Θεανθρώπου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος. Στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Στην Υπαπαντή του Κυρίου ήταν ο Άγιος Συμεών ο Θεοδόχος. Στην εορτή των Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ήσαν οι δώδεκα Απόστολοι. Στο Γενέθλιο της Θεοτόκου πάλι, ήσαν οι γονείς της Ιωακείμ και Άννα. Την επομένη ημέρα όλοι αυτοί γιορτάζουν, που αναφέραμε. Και στην Μεγάλη γιορτή της Πεντηκοστής, συνάζοντο ή συγκεντρώνοντο οι χριστιανοί, για να τιμήσουν το Πανάγιον Πνεύμα, ως το τρίτον πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ομοούσιον και συνάναρχον με τον Πατέρα και τον Υιόν. Μία σύνταξις, μία προσκύνησις, μία τιμή και δόξα της Αγίας Τριάδος, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Αμήν.
Έτσι λοιπόν χριστιανοί μου, συγκεντρωθήκαμε και μείς σήμερα όλοι εδώ, όσοι βρισκόμαστε, οι λίγοι ή οι πολλοί, δεν έχει σημασία, για να τιμήσουμε τον μέγα Πρόδρομο και προφήτη Ιωάννη, ο οποίος αξιώθηκε να αγγίξει την άχραντη κορυφή της κεφαλής του Δεσπότου και Σωτήρος Χριστού, να Τον βαπτίσει και να γίνει μάρτυρας της καθόδου του Αγίου Πνεύματος εν είδει περιστεράς, -το ακούσαμε και στα Ευαγγελικά Αναγνώσματα- και να ακούσει την φωνήν του Θεού Πατρός που βεβαίωνε ότι «σύ ει ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα». Αυτό σημαίνει ότι ο Τίμιος Πρόδρομος, αξιώθηκε από τον Θεό του λαμπροτέρου αξιώματος και της μεγαλυτέρας τιμής, που δεν αξιώθηκαν ούτε άγγελοι, ούτε αρχάγγελοι, ούτε όλοι οι προφήτες μαζί. Αυτός και μόνον κατέστη ο Βαπτιστής του Θεανθρώπου, και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και είναι ο μεγαλύτερος όλων των προφητών, και όχι ο Ησαΐας, ή ο Ιερεμίας, ή ο Δανιήλ ή ο Ηλίας και άλλοι. Το βεβαίωσε και ο ίδιος ο Κύριος στους μαθητάς του αλλά και σε μας, ότι «ουκ εγήγερται εκ γεννητοίς γυναικών, μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού».
Αδελφοί μου, σύμφωνα με όσα μας λένε οι ιεροί Συναξαριστές, το Άγιο μαρτυρικό σώμα του Τιμίου Προδρόμου, ετάφη απ’ τους μαθητάς του στην πόλη Σεβαστή της Ιουδαίας. Ο Ευαγγελιστής όμως Λουκάς, λίγα χρόνια αργότερα, για ευλογία και χάρη απέκοψε το δεξιό χέρι του Τιμίου Προδρόμου, αυτό με το οποίον άγγιξε, το επαναλαμβάνω, την άχραντη κορυφή του Δεσπότου Χριστού, τη στιγμή της Βαπτίσεως, και το πήρε μαζί του, στην Αντιόχεια της Συρίας, όπου πολλά και μεγάλα θαύματα επιτελούντο. Εγίνοντο θαύματα κάθε μέρα, όπως οι τυφλοί να αναβλέπουν, οι λεπροί να καθαρίζονται, οι παράλυτοι να περπατούν, οι βωβοί να ομιλούν, οι κωφοί να ακούνε, δαιμόνια να εξέρχονται, και να ελευθερώνονται δυστυχισμένες υπάρξεις από την δαιμονοκρατία, ακόμα και θεομηνίες να αποτρέπονται, και πολλά άλλα βέβαια αξιόλογα θαύματα.
Λίγο πριν από το ολοκαύτωμα και την καταστροφή των Ιεροσολύμων, από τον τότε Ρωμαίο στρατηγό Τίτο, τον μετέπειτα αυτοκράτορα, το 70 μΧ, αναφέρεται και κάποιο άλλο παράδοξο θαύμα, το οποίον θα σας το διηγηθώ περίπου, όπως μας το περιγράφει ο βιογράφος του και Συναξαριστής.
Στα περίχωρα της Αντιοχείας, υπήρξε, – τα άγρια θηρία βέβαια κατέβαιναν μέχρι τα χωριά και τις πόλεις, γνωστό αυτό – , ένα αγριότατο αιμοβόρο θηρίο, που τους χειμωνιάτικους μήνες, καιροφυλακτούσε σε κάποιο τρίστρατο πέρασμα, και κατέτρωγε τους περαστικούς.
Οι ειδωλολάτρες της περιοχής, που είχαν θεοποιήσει αυτό το θηρίο, και δεν ξέραν αν ήταν πάντοτε το ίδιο. Πίστευαν πως θα το εξευμένιζαν, αν του πρόσφεραν το χειμώνα ένα θύμα αγνό και καθαρό, δηλαδή έναν έφηβο νέο, ή μια νεαρά άγαμη κοπέλα. Και το θύμα επελέγετο κατόπιν κληρώσεως ανάμεσα εκεί στους κατοίκους.
Μια χρονιά ο κλήρος έπεσε σε μια νέα κοπέλα, αλλά κατηχουμένη όμως στη χριστιανική πίστη, της οποίας οι γονείς της ήταν ήδη χριστιανοί. Μόλις το πληροφορήθηκε ο πατέρας ότι επελέγη η κόρη του για να ριχθεί στο θηρίο, φωτίστηκε και έτρεξε για βοήθεια στον Τίμιο Πρόδρομο. Έπεσε στα γόνατα όπως είναι φυσικόν, και με πολλά δάκρυα παρακαλούσε τον Άγιο Πρόδρομο να κάμει το θαύμα του, και να σώσει τη μονάκριβη κόρη του.
Στο τέλος, προσκυνώντας το χέρι του Τιμίου Προδρόμου, εντελώς αυθόρμητα σκύβει, δαγκάνει με τα δόντια του, το μεγάλο δάκτυλο, τον αντίχειρα, και το κόβει. Και όπως το κρατούσε μέσα στα δόντια του, στο στόμα του, τρέχει γρήγορα, πολύ γρήγορα προς το μέρος που είχαν οδηγήσει την κόρη του, για να την κατασπαράξει το θηρίο. Ευτυχώς δεν είχε φανεί ακόμα το θηρίο.
Σε λίγο ακούστηκε το φοβερό του μουγκρητό, φαίνεται πως είχε μυριστεί τα θύματά του. Μόλις φάνηκε το θηρίο και είδε έτοιμη τη λεία του, επιτέθηκε αμέσως με φοβερή αγριότητα και με ανοιχτό το στόμα. Αλλ’ ω, του θαύματος των θαυμάτων, ο πατέρας ψυχραιμότατα, ρίπτει το αγιασμένο δάκτυλο του Τιμίου Προδρόμου, μέσα στο ανοικτό στόμα του θηρίου το οποίο πέφτει αμέσως νεκρό, κάτω. Και συγχρόνως ξερνάει και βγάζει ακέραιο το αγιασμένο εκείνο δάκτυλο.
Τότε ο πατέρας μαζί με την κόρη του, πήραν με πολύ ευλάβεια το δάκτυλο, εδόξασαν τον Άγιο Πρόδρομο για το θαύμα, και το επέστρεψαν στη θέση του, εκφράζοντας με πολλούς τρόπους, την ευγνωμοσύνη τους για τη σωτηρία τους. Γρήγορα αυτό το παράδοξο θαύμα έγινε γνωστό, αλλά και στα πολλά χρόνια που ακολούθησαν, διότι το δάκτυλο έμεινε εκεί στην Αντιόχεια για πολλές εκατοντάδες, όπως και πολλά άλλα τα οποία άρχισαν να ακούγονται σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, γι’ αυτό και οι βασιλείς και οι άρχοντές της, ήθελαν τη μεταφορά της αχράντου αυτής χειρός.
Αυτό επραγματοποιήθηκε, – είναι ιστορικό το γεγονός, γι’ αυτό τα λέγω όλα αυτά- γύρω στο 960 μΧ, επί αυτοκράτορος Ρωμανού του Πορφυρογεννήτου, από κάποιο διάκονο Ιώβ, της Εκκλησίας της Αντιοχείας. Η υποδοχή της δεξιάς χειρός του Τιμίου Προδρόμου, ήταν μεγαλοπρεπέστατη και αυτοκρατορική. Και όπως καταλαβαίνετε, η προσκυνηματική προσέλευσις των χριστιανών ήτο κατά χιλιάδες, όχι μόνον από την Κωνσταντινούπολη αλλά και από τα περίχωρά της. Αυτό το πράγμα γιορτάζουμε μαζί με τη Σύναξη σήμερα. Ιδού λοιπόν τι γιορτάζουμε. Πρώτον την Σύναξη του Τιμίου Προδρόμου, και δεύτερον την ανάμνηση της επιστροφής της τιμίας χειρός του «της αψαμένης την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου» στην Βασιλεύουσα Πόλη.
Ιδού αδελφοί μου ευκαιρίες που μας δίδει η Εκκλησία μας, για να παραδειγματιζόμεθα από τους βίους των Αγίων, για να αποταμιεύουμε γνώσεις Θείας Χάριτος και ευλογίας, για να γιορτάζουμε πάνδημα τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης, και δη της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, για να συναντώμεθα, με πνεύμα αληθινής αγάπης, στον ίδιο Ιερό Ναό, στην ίδια Αγία Τράπεζα, στο ίδιο στο κοινό Άγιο Ποτήριο, για να καλλιεργούμε από κοινού, τη μετάνοια, την ταπεινοφροσύνη, τη θέρμη της πίστεως, τη βεβαιωμένη ελπίδα της σωτηρίας, την ενεργουμένη αγάπη προς τον Θεόν και τον πλησίον και γενικά βέβαια τους πνευματικούς ασκητικούς αγώνες με την κατά δύναμιν νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, εγκράτεια και υπομονή.
Και είθε χριστιανοί μου σε όλα αυτά, να μας ενισχύουν
οι πρεσβείες του Τιμίου ενδόξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Αγίου Ιωάννου,
Αμήν.



Εις την Σύναξη τοῦ Τιμίου Προδρόμου Ἰωάννου


Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀνανία Κουστένη
Στὶς 7 Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν Σύναξη τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου. Εἶναι ἡ ἀρχαιότερη γιορτὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Καὶ ἦλθε Θεόθεν. Ὁ Θεὸς φώτισε τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ὅρισαν τὴν ἑπόμενη τῶν Θεοφανείων, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν ἅγιο Ἰωάννη, ποὺ βάπτισε τὸν Χριστό μας. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἅγιος της Ἐκκλησίας μας. Ἡ Παναγία δὲν συγκρίνεται, βέβαια. Ὁ «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικν». Ἡ φιλανθρωπία καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἔνσαρκη. Ὁ φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν. Ὁ κῆρυξ τῆς μετανοίας. Ἡ φιλέρημος τρυγῶν. Σ’ ὁποια ἐρημιὰ κι ἂν εἴμαστε, καὶ τῶν πόλεων καὶ τῶν ἄλλων περιοχῶν, ὑπάρχει ἐκεῖ πάντοτε, νὰ τὸ ξέρομε αὐτό, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ μᾶς συντροφεύει. Μᾶς κάνει καὶ μᾶς κρατᾶ τὴν καλύτερη παρέα καὶ τὴν καλύτερη συντροφιά.
Γι’ αὐτό, ὁ κὺρ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, εὐρισκόμενος  στὴν πολύβουη Ἀθήνα τῆς πλουτοκρατίας κλπ, ἐνθυμεῖτο περισσότερο τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο τῆς Σκιάθου. Ποῦ τὸν ἔλεγαν Ἀσέληνο, θὰ ’ταν σὲ κάποιο σημεῖο, ποὺ δὲν τὸ ’βλεπε οὔτε ὁ ἥλιος οὔτε καὶ ἡ σελήνη. Καὶ τοῦ λέει σ’ ἕνα ὡραῖο ποίημα, μὲ τὸν ἴδιο τίτλο: «Ἀπὸ τὴν ἐρημία σου Ἄϊ μου Γιάννη/ ποὺ ἤχησε τὸ πάλαι ἡ φωνή σου/θυμήσου μας...
κ’ ἐμᾶς κ’ ἐμᾶς λυπήσου/ ποὺ λυώνομε μέσα σὲ μία ἐρημία/ γεμάτη ἀπὸ πληθυσμὸν ἀνθρώπινον.» Τί ὡραία! Γι’ αὐτὸ δὲν εἴμαστε μόνοι στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία. Τυπικὰ μόνοι μπορεῖ. Ὑπαρξιακά, ὅμως, ὄχι. Εἶναι κοντά μας ὁ σαρκωθεῖς, κοντά μας ἡ Ἁγία Τριάς, πολλῶ μᾶλλον, κοντά μας ἡ Παναγία, ὁ ἄη Γιάννης, οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ μάρτυρες, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι, τὰ πνεύματα καὶ οἱ ψυχὲς τῶν δικαίων. Κι ὅσοι μᾶς ἀγαποῦν, ὅπου κι ἂν βρίσκονται ἐπὶ τῆς γς. Γι’ αὐτὸ δὲν εἴμαστε καθόλου μόνοι. Μόνο νὰ προσευχόμεθα καὶ νὰ τοὺς ἐπικαλούμεθα καὶ εἴμεθα «ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων.» Ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους. Καὶ μὲ τοὺς ἁγίους.
Τὴν ἴδια μέρα, 7 Ἰανουάριου πάντα, γιορτάζει καὶ ἡ μετένεξις, ἡ μεταφορά, δηλαδή, τῆς Τιμίας χειρὸς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια στὴν Κωνσταντινούπολη, στὰ χρόνια το Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογέννητου καὶ τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Β’, τοῦ υἱοῦ του, Πορφυρογέννητου κι αὐτοῦ, τὸν 10ο  αιώνα. Εἶχε ταφεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης στὴ Σεβαστή. Μία πόλη, ἐκεῖ κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, στὴν Κιλικία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, εἶναι κοντὰ αὐτά, καὶ πῆγε ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς κι ἐπῆρε τὸ χέρι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τὸν ἀγαποῦσε πολύ. Κι αὐτὸς γράφει τὰ περισσότερα γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη, ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας.
Τὸ πῆρε καὶ τὸ πῆγε στὴν πατρίδα του, τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Τὶς Συριάδες  Ἀθῆνες, ποὺ προῆλθε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος καὶ τόσοι ἄλλοι ἀπὸ ’κε. Κι ἐκεῖ τὸ χεράκι τοῦ ἁγίου μας Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἔκανε πολλὰ καὶ μεγάλα θαύματα. Ξεκλείδωνε ψυχές. Τὶς ἔφερνε στὸν Χριστό. Τὶς ἔβγαζε ἀπ’ τὴν ἁμαρτία, δίνοντας μετάνοια καὶ χάρη. Καὶ θαυματουργοῦσε παντοιοτρόπως. Ἔβγαζε δαιμόνια, θεράπευε ἀρρώστους, σήκωνε παράλυτους, καὶ ἔδινε, προπαντός, ψυχικὴ καὶ πνευματικὴ ὑγεία.
Ἐκεῖ στὰ ὅρια τῆς Ἀντιόχειας, λέει τὸ ταπεινὸ καὶ Ἱερὸ Συναξάριο τῆς 7ης  Ιανουαρίου, ἦτο κι ἕνας μεγάλος δράκοντας. Τὸν ὁποῖο ὁ κόσμος ἐκεῖ ὁ ἁπλός, οἱ εἰδωλολάτραι, οἱ μὴ χριστιανοί, δηλαδή, τοῦ ἀπένεμαν λατρεία. Τὸν εἶχαν θεό. Καὶ τοῦ πρόσφεραν κάθε χρόνο θυσία, μὲ θύμα ἕναν ἄνθρωπο. Ἔριχναν κλῆρο κι ὁποῖος τύχαινε. Μία χρονιὰ ἔτυχε, λοιπόν, ἡ κόρη ἑνὸς χριστιανοῦ, νὰ τὴν ρίψουν στὸν δράκοντα, νὰ τὴν φάγει. Ἐκεῖνος στενοχωρήθηκε. Δὲν ἤξερε τί νὰ κάνει. Παρακαλοῦσε, λοιπόν, τὸν Θεό, τὸν Χριστό μας, καὶ τὸν ἅγιο Ἰωάννη. Καὶ τὴν παραμονὴ αὐτῆς τῆς φοβερῆς καὶ θεοστυγοὺς πράξεως, πῆγε καὶ προσκύνησε τὸ χεράκι τοῦ ἁγίου. Καὶ καθὼς προσκυνοῦσε, δάγκωσε καὶ ἔκοψε, ἢ πῆρε, μᾶλλον, μὲ τὸ στόμα του τὸν ἀντίχειρα. Δὲν τὸν κατάλαβε κανείς.
Τὴν ἄλλη μέρα, κρατώντας στὸ χεράκι του κρυφὰ τὸν ἀντίχειρα τοῦ μεγάλου Βαπτιστοῦ, πῆγε τὴν κόρη του στὸ μέρος ποὺ ἤρχετο ὁ δράκων, γιὰ νὰ τὴν φάει. Κι εἶχε μαζευτεῖ πολὺς κόσμος ἀπὸ περιέργεια, —τί ἄχαρο θέαμα καὶ τί σκληρὴ πράξη!— καὶ περίμεναν ὅλοι τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἐγίνετο αὐτὸ τὸ κακό. Καὶ καθὼς ἤρχετο ὁ δράκων καὶ ὁρμοῦσε πάνω στὸ θύμα του, τρέχει μπροστὰ ὁ πατέρας κι ἐνῶ εἶχε ἐκεῖνος ἀνοίξει τὸ στόμα του νὰ καταπιεῖ τὴν κόρη, τοῦ ρίχνει μέσα στὸ στόμα, σημάδεψε, καὶ τοῦ ρίχνει τὸν ἀντίχειρα τοῦ μεγάλου Προδρόμου. Καὶ τί γίνεται; Ἐκεῖνος ἔσκασε καὶ ἐχάθη. Συγκινήθηκαν ὅλοι. Καὶ περισσότερο ὁ πατέρας. Καὶ πιὸ πολὺ ἡ κορούλα του. Χάρηκαν τόσο πολύ. Δόξασαν καὶ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ καὶ τὸν μεγάλο Πρόδρομό Του, τὸν Χριστό μας. Καὶ τὸν μεγάλο Πρόδρομο. Πανηγύρισαν. Ἀλάλαξαν. Πολλοὶ εἰδωλολάτραι ἔγιναν χριστιανοί. Κι ὅλοι μαζὶ κι ὁ εὐεργετηθεῖς πατέρας περισσότερο, πῆραν πέτρες καὶ φτειάξανε μία μεγάλη ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.
Εἶχαν μάθει τὰ θαύματα κι οἱ αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου. Καὶ περισσότερο οἱ Κωνσταντῖνος καὶ Ρωμανὸς Πορφυρογέννητοι. Καὶ θὰ ἤθελαν νὰ ἔχουν στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ χεράκι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ὅλα τὰ βλέπει, καὶ χάρηκε πολὺ ποὺ τὸν ἤθελαν καὶ στὴ Βασιλεύουσα. Καὶ τί κάνει; Σ’ ἕναν ἑσπερινὸ καὶ καθς ἔκαναν οἱ πατέρες στὸ ναὸ ἐκεῖ ἁγιασμό, στὸ ναὸ ποῦ ἦταν τὸ χεράκι τοῦ ἁγίου, τί κάνει ὁ ἅγιος; Φωτίζει καὶ σπρώχνει, θὰ λέγαμε, ἕνα διάκονο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, τὸν Ἰώβ, καὶ τί κάνει; Καθς ἦταν ὅλοι ἐκεῖ στὸν ἁγιασμὸ προσηλωμένοι καὶ προσευχόμενοι, πάει καὶ ἁρπάζει, λέει τὸ Συναξάριο, ἁρπάζει τὸ χέρι τοῦ ἁγίου καὶ τὸ φέρνει στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὑπάρχει καὶ καλὸς ἁρπαγμός. Καὶ καλὴ κλοπή.
Καὶ τώρα ὁ ἄη Γιάννης ἤθελε νὰ πάει τὸ χέρι του ἐκεῖ καὶ πῶς νὰ τὸ κάνει; Βάζει τὸν ἄνθρωπο: «Ἄντε πήγαινε καὶ κᾶνε τὸ αὐτό.» Καὶ ὄντως ἔφθασε τὸ χεράκι τοῦ ἁγίου ἀνήμερα στὴ Σύναξή του. Στὴ χάρη του. Ἑπτὰ Ἰανουαρίου. Ἔφθασε. Μυστικὰ ἔφθασε. Τὸ ’φερε μυστικὰ ὁ ἄνθρωπος. Μὴν τὸν γνωρίσουν καὶ τὸν τρέξουνε πίσω καὶ τοῦ πάρουν τὸ χέρι. Ἤτανε μεγάλος θησαυρός. «Τὴν χείρα σου τὴν ἀψαμένην τὴν ἀκήρατον κορυφὴν τοῦ Δεσπότου…», ποὺ λέει στὴν ἐννάτη ὥρα τὸ Δοξαστικόν, καὶ τὸ ἔψαλε ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ἐκοιμήθη μὲ αὐτό.
Τὸ ἔμαθαν οἱ αὐτοκράτορες καὶ βγῆκαν. Προϋπάντησαν τὸν μεγάλο Βαπτιστή. Ἔπεσαν κάτω στὴ γῆ, κλαίγανε, ἔκλαιγε ὁ κόσμος, ἦταν μεγάλη, ἔτσι, ἐκδήλωση χαρᾶς καὶ εὐγνωμοσύνης καὶ ὑποδοχῆς γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη, τὸν μείζονα τῶν προφητῶν. Καὶ τὸ πῆραν στὰ χέρια τους. Στὸ χέρι τους οἱ αὐτοκράτορες. Καὶ ποῦ τὸ πῆγαν; Στὸ παλάτι. Στὸν ναὸ τοῦ παλατιοῦ. Κι ἐκεῖ: «Εὐχαριστοῦμε, ἅγιε Ἰωάννη, ποὺ ἄκουσες, εἶδες τὴν ἐπιθυμία μας κι ἄκουσες τὴ δέησή μας καὶ μᾶς ἦλθες μόνος, κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο. Καὶ κάθε χρόνο, στὶς 7 Ἰανουαρίου, ὅσο ἤσαν οἱ αὐτοκράτορες στὴν ἀθάνατη Κωνσταντινούπολή μας, γιόρταζαν τὴν μετένεξη, τὴ μεταφορά, δηλαδή, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Καὶ εἶναι στὸ Μηναῖο καὶ τὸ γιορτάζουμε κι ἐμεῖς. Τί ὄμορφο εἶναι! Τί καλὸ εἶναι! Χρόνια πολλὰ καὶ σ’ ὅσους ἑορτάζουν.

(Ἀρχιμ. Ἀνανίας Κουστένης, Χειμερινὸ Συναξάρι, τ. Α΄, σ.134-140)

το είδαμε εδώ

Σύναξις του αγίου ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου

7 Ιανουαρίου
Σύναξις του αγίου ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου
Από πολύ παλιά έχει καθορισθεί να εορτάζουμε κατά την επομένη ημέρα των Αγίων Θεοφανείων την Σύναξη του Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού , για το λόγο ότι αξιώθηκε να βαπτίσει τον Ιησού Χριστό. Ο Τίμιος Πρόδρομος υπήρξε ο Όρθρος που ανήγγειλε τον ερχομό της ημέρας του Κυρίου. Ο Όρθρος που προηγήθηκε της Ανατολής του Ηλίου της δικαιοσύνης. Έτσι τον ονομάζει ένας ύμνος των Θεοφανείων .
«Φωνή βοώντος εν τη ερήμω , ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου». Ομιλεί το στόμα του Ασκητού. Ο χαρισματικός άνθρωπος που αναδείχθηκε «μείζων εν γεννητοίς γυναικών». Ο Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει προδρομικά μέσα στην έρημο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού. Ξαναθυμίζει τα προφητικά λόγια του Ησαΐου ο Ευαγγελιστής Μάρκος, που βεβαίως αναφέρονται στον μεγάλο ερημίτη του Ιορδάνου. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει, με πέντε βαρυσήμαντες λέξεις ό,τι θα διδάξει λίγο αργότερα ο Ιησούς: «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών».
Λίγες σε αριθμό οι λέξεις του, αλλά βαριές σε δύναμη μαρτυρίας. Ο άγγελος της ερήμου προετοιμάζει τον ερχομό του Κυρίου και κηρύσσει συνοπτικά τις διαστάσεις του λυτρωτικού του έργου. Το προδρομικό αυτό έργο του Ιωάννου καθαγιάζεται και επικυρώνεται από τον εν Τριάδι Θεό στο γεγονός της βαπτίσεως του Κυρίου. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν αναμφίβολα μια ασκητική φυσιογνωμία. «Είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον ». Αυτό σημαίνει πως ο Ιωάννης ήταν συγχρόνως και πρόδρομος, αλλά και υπόσχεση όλων των Αγίων Ασκητών της χριστιανικής ερήμου. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι το βασικό έργο του Ιωάννου ήταν ν' αφυπνίσει τις συνειδήσεις των ακουόντων το κήρυγμά του και όχι να θωπεύσει τα αυτιά τους.
Το κήρυγμά του, κήρυγμα μετανοίας, σκόπευε στην συνειδητοποίηση και εξαγόρευση της ενοχής τους, των αμαρτιών τους. «Και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται, και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ' αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών».
Η μαρτυρία, η φωνή του αγγέλου της ερήμου είναι η ίδια η φωνή της Εκκλησίας που βοηθά τον άνθρωπο να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Χριστού τον Μεσσία μέσα στην ξερή και άνυδρη έρημο του παρόντος κόσμου.
Η Εκκλησία μάς καλεί στη σημερινή εορτή να ακούσουμε την «φωνή βοώντος εν τη ερήμω ...» και να προετοιμάσουμε όλοι μας «την οδόν Κυρίου», για να εξανθίσει η έρημος που ζούμε και λέγεται σύγχρονη κοινωνία και ο καθένας μας να βιώσει το βαθύτερο και πολυδύναμο νόημά της με το « απελθείν εις ερημίαν των παθών του».
Όμως, την ημέρα αυτή εορτάζουμε και το γεγονός της μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη της τιμίας Χειρός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έγινε κατά τον ακόλουθο τρόπο:
Όταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς μετέβη στην πόλη Σεβαστή στην οποία είχε ενταφιασθεί το τίμιο λείψανο του Προδρόμου, παρέλαβε από τον τάφο τη δεξιά χείρα του Αγίου Ιωάννου και την μετέφερε στην Αντιόχεια. Δια της δεξιάς χειρός του Προδρόμου γίνονταν στην Αντιόχεια πολλά θαύματα. Λέγεται μάλιστα ότι κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού ο Επίσκοπος ανύψωνε και την τιμία Χείρα. Την ώρα της ανυψώσεως άλλοτε εκτεινόταν και άλλοτε συστελλόταν. Με την έκτασή της δήλωνε ευφορία καρπών, ενώ με την συστολή δήλωνε ανέχεια και φτώχεια. Για τον λόγο αυτό πολλοί αυτοκράτορες του Βυζαντίου επιθυμούσαν να την πάρουν και, κυρίως, οι Κωνσταντίνος και Ρωμανός, οι Πορφυρογέννητοι. Έτσι, λοιπόν, κατά την περίοδο που διετέλεσαν αυτοκράτορες αυτοί οι δύο, κάποιος διάκονος της Εκκλησίας των Αντιοχέων, Ιώβ ονομαζόμενος, ένα βράδυ που κατά την παράδοση οι Χριστιανοί τελούσαν την ακολουθία του Αγιασμού, άρπαξε την αγία χείρα του Προδρόμου και την μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ο φιλόχριστος αυτοκράτορας, αφού την ασπάσθηκε με πολύ σεβασμό, την τοποθέτησε στα βασιλικά ανάκτορα.
Η σύναξη των πιστών, σε ανάμνηση του γεγονότος της μετακομιδής της τιμίας Χειρός του προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη, ετελείτο στην περιοχή του Φορακίου (ή Σφωρακίου ).
Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, τ. Ιανουαρίου, σελ. 99-102.

Για το κήρυγμα του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και τον μεταφυσικό του χαρακτήρα



Το Ευαγγέλιο του Πάσχα, κείμενο και μετάφραση από τον κ. Νικόλαο Σωτηρόπουλο Δεν έκανε μόνο θεολογικό, χριστολογικό κήρυγμα αλλά έκανε και κήρυγμα με τη γενική έννοια της λέξεως. Μέσα στη γενική έννοια της λέξεως είναι και το ηθικό κήρυγμα και το κοινωνικό κήρυγμα. Και αφ’ ενός εποικοδομητικό, αφ’ ετέρου ελεγκτικό κήρυγμα. Ηθικό κήρυγμα.
Άρχισε ο Τίμιος Πρόδρομος το κήρυγμα του με την προτροπή «Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών». Μετανοείτε διότι πλησίασε η Βασιλεία των Ουρανών και για να εισέλθετε στη Βασιλεία των Ουρανών πρέπει να μετανοήσετε. Με την προτροπή αυτή «Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών», ο Τίμιος Πρόδρομος θα έλεγα κάνει κήρυγμα όχι μόνο ηθικό αλλά και μεταφυσικό. Διότι συνδέει την μετάνοια με τη Βασιλεία των Ουρανών. Η Βασιλεία των Ουρανών είναι μεταφυσικός κόσμος, ασύλληπτος, αφάνταστος, απερίγραπτος αλλά πραγματικός όπως είναι ο φυσικός κόσμος. Θα έλεγα πραγματικότερος του Το αποστολικό ανάγνωσμα του Ψυχοσάββατου, σε μετάφραση απο τον κ. Νικόλαο Σωτηρόπουλο φυσικού κόσμου.

Η Βασιλεία των Ουρανών διαφέρει απο τις βασιλείες της γης, όσο διαφέρει ο ουρανός από τη γη. Όλα τα μεγαλεία μαζί των βασιλειών της γης, όλων αιώνων και όλων των βασιλέων, είναι πολύ μικρά μπροστά στο μεγαλείο της Βασιλείας των Ουρανών, η οποία δεν είναι πρόσκαιρη αλλ’ αιώνια βασιλεία.

Ο ΑΓΙΟΣ IΩΑNNHΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ – ΕΙΚΟΝΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για προδρομος

Ὅταν αὐτοκράτωρ τῆς Ρώμης ἦτο ὁ Τιβέριος, πλησίον τῶν ἐκβολῶν τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, τό 28 ἡ 29 μ.Χ., ἕνας ἄνθρωπος ἄρχισε τό κήρυγμά του. Ἰωάννης ἦταν τό ὄνομά του. Οἱ προφῆται τῆς Παλαιᾶς διαθήκης εἶχαν μιλήσει γι’ αὐτόν καί ἡ γέννησίς του ἦταν θαῦμα καί θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπί πεντακόσια ἔτη δέν εἶχε φανῆ προφήτης τοῦ Θεοῦ εἰς τήν Παλαιστίνη. Γιά τοῦτο τό κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου ἐπέσυρε τήν προσοχή τοῦ πλήθους.

Οἱ κατωτέρω στίχοι, πού ἀφιερώνουν Οἱ ἱεροί Εὐαγγελισταί εἰς τήν προσωπικότητα τοῦ Προδρόμου, θά μᾶς βοηθήσουν εἰς τήν κατανόησιν τῆς μεγάλης αὐτῆς μορφῆς, τῆς θέσεώς της εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τῆς ἁγίας εἰκόνος της.
«Ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς προφήταις, ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου… ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν… Ἦν δέ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καί ζώνην δερματίνην περί τήν ὀσφύν αὐτοῦ, καί ἐσθίων ἀκρίδας καί μέλι ἄγριον…Ἰδών δέ πολλούς τῶν Φαρισαίων καί Σαδδουκαίων ἐρχομένους ἐπί τό βάπτισμα αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς… Ἤδη δέ καί ἡ ἀξίνη πρός τήν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται πᾶν οὖν δένδρον μή ποιοῦν καρπόν καλόν ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ βάλλεται… Ό… Ἡρώδης κρατήσας τόν Ἰωάννην ἔδησεν αὐτόν καί ἔθετο ἐν φυλακῇ διά Ἡρωδιάδα τήν γυναῖκα Φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ. Ἔλεγε γάρ αὐτῷ ὁ Ἰωάννης· οὐκ ἔξεστί σοι (=δέν σοῦ ἐπιτρέπεται) ἔχειν αὐτήν… Γενεσίων δέ ἀγόμενων τοῦ Ἡρώδου ὠρχήσατο ἡ θυγάτηρ τῆς Ἡρωδιάδος ἐν τῷ μέσῳ καί ἤρεσε τῷ Ἡρώδ· ὅθεν μεθ’ ὅρκου ὠμολόγησεν αὐτῇ δοῦναι ὅ ἐάν αἰτήσηται. Ἡ δέ… δός μοι, φησίν, ὧδε ἐπί πίνακι τήν κεφαλήν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ… Καί πέμψας ἀπεκεφάλισε τόν Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ. Καί ἠνέχθη ἡ κεφαλή αὐτοῦ ἐπί πίνακι καί ἐδόθη τῷ κορασίῳ, καί ἤνεγκε τῇ μητρί αὐτῆς» (Μάρκ.1,1-6, Ματθ. 3, 7.10. 14, 3-11).
Ὅπως βλέπομεν εἰς τό ἀνωτέρω κείμενο, τό μήνυμα τῆς σωτηρίας πού ἔφερε ὁ Χριστός εἰς τόν κόσμον, συνδέεται μέ τήν ἐμφάνισι τοῦ Προδρόμου. Αὐτός εἶναι ὁ «ἄγγελος», δηλαδή ὁ ἀγγελιαφόρος, ὁ ὁποῖος συμφώνως πρός τήν προφητείαν τοῦ προφήτου Μαλαχίου (3, 1) ἀπεστάλη διά νά προετοιμάση τόν δρόμον τοῦ Κυρίου καί νά προπαρασκευάση τάς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων πρός ὑποδοχήν Του. Εἶναι ἡ «ὡραία τρυγών καί χελιδών ἡδύλαλος», πού προεμήνυσε τήν θείαν ἄνοιξιν, δηλαδή τόν Χριστόν.
Καί ἄλλοι προφῆται μίλησαν διά τόν Μεσσία. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὅμως εἶναι ὁ τελευταῖος, ὁ μεγαλύτερος καί ὁ σεβασμιώτερος τῆς ἡρωικῆς παρατάξεως τῶν προφητῶν. Εἶναι, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων (+386), «ὁ μέγιστος μέν ἐν προφήταις, ἀρχηγός δέ τῆς καινῆς διαθήκης, καί τρόπον τινά συνάπτων ἀμφοτέρας ἐν αὐτῷ τάς διαθήκας, παλαιάν τε καί καινήν» (Κατήχησις 10,19). Δέν κήρυξε ἁπλῶς τόν Χριστόν, ἀξιώθηκε νά Τόν δείξη εἰς τά πλήθη, νά Τόν βαπτίση καί νά Τόν κηρύξη εἰς τόν κόσμον τῶν νεκρῶν. Τέλος διά τόν νόμον τοῦ Κυρίου καί τήν ἀλήθειάν Του ἔχυσε καί τό αἷμα του. Δικαίως λοιπόν εἶπε δι‘ αὐτόν ὁ Κύριος: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Ματθ. 11,11).
Τήν θαυμαστήν ζωήν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τό κήρυγμά του διά τόν Κύριον, τόν ζῆλον του καί τήν παρρησίαν του παρουσιάζει ὡραιότατα τό τρίτον Κάθισμα τοῦ Ὄρθρου τῆς ἑορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς του (29 Αὔγουστου). Εἶναι τό τροπάριον τοῦτο μία σύντομος βιογραφία τοῦ Βαπτιστοῦ εἰς ποιητικήν γλῶσσαν καί ψάλλεται εἰς τόν πλ. δ’ ἦχον:
«Ἐκ τῆς στείρας ἐκλάμψας ψήφῳ Θεοῦ καί δεσμά διαρρήξας γλώσσης πατρός, ἔδειξας τόν ἥλιον, ἑωσφόρον αὐγάζοντα· καί λαοῖς ἐν ἐρήμῳ τόν Κτίστην ἐκήρυξας, τόν ἀμνόν τόν αἵροντα τοῦ κόσμου τά πταίσματα· ὅθεν καί πρός ζῆλον βασιλέα ἐλέγξας, τήν ἔνδοξον κάραν σου ἀπετμήθης, ἀοίδιμε Ἰωάννη πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τήν ἁγίαν μνήμην σου».
Ἡ θέσιςτοῦ Τιμίου Προδρόμου εἰς τήν Ἐκκλησίαν εἶναι τιμητική. Εἰς τάς δεήσεις καί τάς προσευχάς ἀναφέρεται μετά τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου. Μέ αὐτήν πλαισιώνει τόν Παντοκράτορα Κύριον εἰς τήν εἰκόνα τῆς δεήσεως ἤ τοῦ Τριμόρφου. (Ἔτσι λέγεται ἡ εἰκών, πού παρουσιάζει τόν Χριστόν εἰς τό μέσον μέ τήν Θεοτόκον ἐκ δεξιῶν Του καί ἐξ ἀριστερῶν Του τον Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον εἰς στάσιν δεήσεως). Ὁ Ἅγιος Πρόδρομος εἰκονίζεται παραπλεύρως τοῦ Κυρίου καί εἰς τό εἰκονοστάσιον ἤ τέμπλον, ὅπου τοποθετοῦνται καί οἱ εἰκόνες τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου ἤ τῆς Ἁγίας τοῦ ναοῦ.
Τήν μεγαλωσύνην τοῦ Προδρόμου ἀναγνωρίζει ἡ Ἐκκλησία μέ τάς ἑορτάς, πού ἔχει ἀφιερώσει εἰς αὐτόν. Μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἡ Τρίτη, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιερωμένη εἰς αὐτόν. «Αὐτόν λοιπόν τόν ἐπίγειο ἄγγελο καί τόν οὐράνιο ἄνθρωπο», γράφει ὁ Καθηγητής Ί. Φουντούλης, «ἐπαξίως τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἑορτάζει τά μαρτυρούμενα ἀπό τήν Καινή διαθήκη γεγονότα τοῦ βίου του, πάλι σέ σύνδεσμο μέ τά ἀντίστοιχα γεγονότα τοῦ βίου τοῦ Σωτῆρος.Τήν σύλληψή του στίς 23 Σεπτεμβρίου, ἕξ μῆνες πρίν ἀπό τόν Εὐαγγελισμό, πού ἔγινε «τῷ μηνί τῷ κτῳ» ἀπό τήν σύλληψι τῆς Ἐλισάβετ τῆς μητρός τοῦ Προδρόμου. Τήν γέννησί του στίς 24 Ἰουνίου, ἕξ μῆνες πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα. Ἴσως καί ἡ μνήμη τοῦ θανάτου του στίς 29 Αὐγούστου δέν εἶναι ἄσχετη πρός τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ… Γιατί ὄχι μόνο τήν σύλληψι καί τήν γέννησι τοῦ Βαπτιστοῦ ἡ Ἐκκλησία συνέδεσε μέ τό ρόλο τοῦ Ἰωάννου σάν προδρόμου τῆς συλλήψεως καί τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί σ’ αὐτόν τόν θάνατό του ἔδωσε προδρομικό χαρακτήρα. Ὁ Πρόδρομος πεθαίνει μαρτυρικά πρίν ἀπό τόν Σωτήρα προμηνύοντας, τρόπον τινά, τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί πηγαίνοντας πάλι πρόδρομός Του στόν Ἅδη».
Περιγραφή τῆς εἰκόνας
Ἡ εἰκών πού θά περιγράψωμεν, εἰκονίζει τόν Ἅγιον Ἰωάννην, ὅπως τόν παρουσιάζουν τά Εὐαγγέλια καί τόν ὑμνεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Διά τήν Ἐκκλησίαν ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής Ἰωάννης εἶναι ἄγγελος, Ἀπόστολος καί Μάρτυς.
Ὁ Ἅγιός μας εἶναι κατ’ ἀρχάς ἄγγελος διά δύο λόγους: Πρῶτον, λόγῳ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του. Ἦτο «ἄνθρωπος μέν τῇ φύσει, Ἄγγελος δέ τόν βίον».
Ἔτσι ἀνεδείχθη εἰς «ἐπίγειον ἄγγελον καί οὐράνιον ἄνθρωπον». (Βλέπ. τροπάρια τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς Γεννήσεώς του).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος εἶναι, δεύτερον, ἄγγελος διότι ἔφερε τό μήνυμα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν ὡς ἀγγελιαφόρος τοῦ Κυρίου. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἡ εἰκών τόν παρουσιάζει ὡς ἕνα ἀσκητήν, πού φέρει πτέρυγας. «Ζωγραφίζεται δέ ὁ Ἅγιος κάτισχνος καί κεραμόχρους ἐκ τοῦ καύσωνος, φορῶν τό δέρμα τῆς καμήλου καί περιβεβλημένος ἐπάνωθεν ἱμάτιον.Ἡ κεφαλή του εἶναι λιπόσαρκος, μέ τό ὄμμα πλῆρες πίστεως καί ἐγκαρτερήσεως. Οἱ βόστρυχοι τῆς κόμης καί τοῦ γενείου του εἶναι ἀνατεταραγμένοι ἀπό τόν ἄνεμον τῆς ἐρήμου ὡς ὄφεις, Οἱ βραχίονες καί οἱ πόδες του εἶναι λεπτοί καί ἄσαρκοι ὡς τῶν πτηνῶν. Φέρει δέ πτέρυγας ὡς οἱ ἄγγελοι, κατά τήν ρῆσιν τοῦ προφήτου Μαλαχίου «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου». Τό ἱερόν τοῦτο ὄρνεον ἵσταται ἐπί ἀποτόμου βραχώδους κορυφῆς, ἐν τῷ μέσῳ φάραγγος μεταξύ δύο συντετριμμένων ὀρέων, δι’ ὧν ὑποδηλοῦται τό ἄγριον τῆς ἐρήμου» (Φ. Κόντογλου).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ἐκτός ἀπό ἄγγελος, εἶναι καί Ἀπόστολος. Ὅπως οἱ Ἀπόστολοι ἔτσι καί αὐτός ἔλαβεν ἀπό τόν Θεόν τήν ἐντολήν νά κηρύττη καί νά βαπτίζη τούς ἀνθρώπους. Ὅ,τι ἔπραξε καί ἐκήρυξε, τό ἔκαμε κατ’ ἐντολήν τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ μας. Πρός αὐτόν εἶναι ἐστραμμένον τό βλέμμα τοῦ Βαπτιστοῦ. Ὁ Κύριος εἰκονίζεται ἐντός ἡμικυκλίου, πού συμβολίζει τόν οὐρανόν, εἰς τό ἄνω ἀριστερόν μέρος τῆς εἰκόνος. Μέ τήν δεξιάν Του χεῖρα εὐλογεῖ τόν Ἀπόστολόν Του καί μέ τήν ἀριστεράν κρατεῖ εἰλητάριον.
Εἰς τήν ἰδίαν στάσιν εὑρίσκεται καί ὁ Βαπτιστής. Ἡ δεξιά του χείρ εἶναι εἰς σχῆμα παρακλητικόν καί ἡ ἀριστερά του κρατεῖ εἰλητάριον, τό ὁποῖον γράφει:
«Ὁρᾷς οἷα πάσχουσιν, ὦ Θεοῦ Λόγε, οἱ πταισμάτων ἔλεγχοι τῶν βδελυκτέων. Ἔλεγχον καί γάρ μή φέρων ὁ Ἡρώδης,τέτμηκεν, ἰδού, τήν ἐμήν κάραν, Σῶτερ». δηλαδή: Βλέπεις, Κύριε, πού εἶσαι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τί ὑποφέρουν ὅσοι ἐλέγχουν τά πταίσματα τῶν βδελυρῶν. Διότι καί ὁ Ἡρώδης, ἐπειδή δέν μποροῦσε νά βαστάση τόν ἔλεγχον (τῆς ἀνηθικότητός του), ἰδού, Σωτήρ μου, ἀπέκοψε τήν κεφαλήν μου.
Εἰς τήν δεξιάν γωνίαν τῆς εἰκόνος ζωγραφίζεται δρῦς, πού ἔχει μεταξύ τῶν κλάδων της μίαν ἀξίνην. Μᾶς ὑπενθυμίζει τούς ἀναφερθέντας λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ πρός τούς Φαρισαίους καί Σαδδουκαίους: «Ἤδη δέ καί ἡ ἀξίνη πρός τήν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται…». Οἱ θρησκευτικῶς ἐντυπωσιακοί ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων καί οἱ ὅμοιοί των θά ἔχουν τήν τύχην τῶν ἄκαρπων, πού κόπτονται ὡς ἄχρηστα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης εἶναι, τελευταῖον, καί ἕνας Μάρτυς. Τό βλέπομεν καί αὐτό εἰς τήν εἰκόνα. Μᾶς τό ὑπενθυμίζει ἡ ἀποτμηθεῖσα κεφαλή του, πού εἰκονίζεται ἐντός λεκάνης εἰς τό κάτω ἀριστερόν μέρος τῆς εἰκόνος. Φέρει εἰς τόν νοῦν τῶν πιστῶν τό μισητόν συμπόσιον τοῦ Ἡρώδου, πού ἔγινεν ἀφορμή νά διαπραχθῆ τό ἀνοσιούργημα τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ θεοκήρυκος Προδρόμου.
Ἡ εἰκών πού περιεγράψαμεν, εἰκονίζει τόν Τίμιον Πρόδρομον μέ τήν τριπλῆν του ἀποστολήν: τοῦ ἀγγέλου, τοῦ Ἀποστόλου καί τοῦ Μάρτυρος. Ἔτσι τόν ὑμνεῖ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός εἰς τό πρῶτον τροπάριον τῆς Λιτῆς τοῦ α’ ἤχου (29 Αγούστου):
«Τί σέ καλέσωμεν Προφήτα; Ἄγγελον, Ἀπόστολον ἤ Μάρτυρα; Ἄγγελον, ὅτι ὡς ἀσώματος διήγαγες· Ἀπόστολον, ὅτι ἐμαθήτευσας τά ἔθνη· Μάρτυρα δέ, ὅτι σοῦ ἡ κεφαλή ὑπέρ Χριστοῦ ἐτμήθη. Αὐτόν ἱκέτευε, ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».
Ἀπό τό βιβλίο,
Ὁ μυστικός κόσμος τῶν Βυζαντινῶν εἰκόνων,
Ἔκδοσις Ἀποστολικῆς Διακονίας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...