Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 26, 2017

26 Φεβρουαρίου 1822. Ἡ Μάχη τῆς Χαλανδρίτσας


Ἄν καὶ ἀρκετὲς πόλεις καὶ φρούρια παρέμεναν στὰ χέρια τῶν ὀθωμανῶν, στὶς ἀρχὲς τοῦ 1822, ἐν τούτοις ἤδη συνεκροτήθησαν καὶ λειτούργησαν τὰ τοπικὰ κυβερνητικὰ σχήματα, ποὺ πρῶτο μέλημά τους, τελικῶς, δὲν εἶχαν τὴν διατήρησιν τῶν κεκτημένων ἀλλὰ τὴν μὴ ἀνάδειξιν προσώπων, ποὺ ἔως τότε ἐπάνω τους ἐστηρίχθησαν οἱ πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις.
(Ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ Ὀδυσσεὺς Ἀνδροῦτσος καὶ ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.)
Ἡ Ἑλλὰς , ὡς κράτος, ξεκινοῦσε …ἀνάποδα!!!
Στὸ μεταξύ, ὑπὸ κατάστασιν πολιορκίας εὑρίσκετο καὶ ἡ Πάτρα.
Ἀπὸ τὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1821 οἱ Τοῦρκοι τῶν Πατρῶν μετεκινήθησαν μὲ τὶς οἰκογένειές τους στὸ φρούριον, προσπαθώντας νὰ προστατευθοῦν, βλέποντας τὶς «ὕποπτες» κινήσεις τῶν Ἑλλήνων.
Στὶς 18 Μαρτίου τοῦ 1821 ἔκλεισαν τὶς πῦλες τοῦ φρουρίου ἀμυνόμενοι, ἐφ΄ ὅσον ἤδη μέσα στὴν πολιτεία οἱ ἀναταραχὲς καὶ οἱ κινήσεις τῶν Ἑλλήνων στόχευαν πλέον ξεκάθαρα στὴν ἐκδίωξίν των.
Πρωτοστατὼν στὶς πολεμικὲς δραστηριότητες ὁ Παναγιώτης Καρατζᾶς, ποὺ διέθετε καὶ τὸ μοναδικὸν ὀργανωμένο στρατιωτικὸ σῶμα.
Ὅμως, ἄν καὶ τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖον ἔδειχνε νὰ ἐπικρατῇ, ἐν τούτοις στὶς 3 Ἀπριλίου τοῦ 1821, ὁ Γιουσοῦφ πασσᾶς, ποὺ κατηυθύνετο πρὸς τὴν Εὔβοια, ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα, μὲ μίαν αἰφνιδιαστικὴ κίνησιν καὶ μὲ μόλις 300 ἱππεῖς, διέλυσε τὴν πολιορκία, διέσπειρε τὸν τρόμο, κατέσφαξε τοὺς ἀμάχους πολιορκητὲς κι ἐνίσχυσε τοὺς πολιορκημένους Τούρκους. Μόνον ὁ Καρατζᾶς κατάφερε νὰ ἀνακόψῃ τὴν ὁρμή τῶν ἱππέων τοῦ Γιουσοῦφ πασσᾶ.
Ἀπὸ τότε καὶ μετὰ ἡ Πάτρα παρέμενε σημεῖον συγκεντρώσεως τῶν τουρκικῶν σωμάτων, ποὺ ἡττῶντο σὲ μάχες, κυρίως ἐντὸς τῆς Πελοποννήσου. (Ἐκεῖ κατέφυγαν καὶ οἱ Ἀρβανῖτες τοῦ Λάλα, ὅταν ἡττήθησαν -γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἀνεχώρησαν ὡς κύριοι ἀπὸ τὸν Λάλα -στὶς 13 Ἰουνίου τοῦ 1821.)
Τὸ μεγάλο πλεονέκτημα τῶν Τούρκων, ποὺ παρέμεναν στὴν Πάτρα, ἦτο ἡ δυνατότης ἀνεφοδιασμοῦ τους.
Στὶς 20 Ἰανουαρίου τοῦ 1822 ὁ Κολοκοτρώνης μετέβη ἀπὸ τὴν Κόρινθονστὴν Γορτυνία, πρὸ κειμένου νὰ στρατολογήσῃ σῶμα ἀνδρῶν ἱκανὸ γιὰ τὴν πολιορκία τῶν Πατρῶν, κατόπιν προφορικῆς συνεννοήσεώς του μὲ τὴν κυβέρνησιν, δίχως ὅμως νὰ ἔχῃ γραπτὴ ἐξουσιοδότησιν.
Ἡ ἐκστρατεία θὰ ἀκυρώνετο, ὅπως καὶ ἡ προηγουμένη, ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπόλεως, ἀλλὰ στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 1822 ἡ πτῶσις τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ τῶν Ἰωαννίνων, ἀπεδέσμευε τὰ ὀθωμανικὰ στρατεύματα ποὺ παρέμεναν ἐκεῖ καὶ ἐθεωρεῖτο βέβαιον πὼς ὁ Χουρσῆτ πασσᾶς θὰ ἐστρέφετο, μὲ 80.000 ἄνδρες, κατὰ τῆς Πελοποννήσου. Ἔτσι ἀπεφασίσθη ὁριστικῶς νὰ ἐκδιωχθοῦν οἱ Τοῦρκοι ποὺ παρέμεναν ἐντὸς τοῦ φρουρίου τῶν Πατρῶν καὶ ἀνετέθη, ἐπισήμως, ἡ ἀρχιστρατηγεία τῆς ἐκστρατείας κατὰ τῶν Πατρῶν στὸν Κολοκοτρώνη. (Ὑπεγράφη ἐκ τοῦ Ἰωάννου Κωλέττου ἡ ἀπόφασις!!!)
Ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες ἡ Πάτρα ἔπρεπε νὰ περάσῃ σὲ ἑλληνικὰ χέρια.
Ὁ Κολοκοτρώνης προετοίμαζε τὴν πολιορκία της ἀλλὰ δὲν τοῦ ἐπετράπη νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον του.
Σημεῖον συγκεντρώσεως τῶν στρατευμάτων εἶχε ὁρισθῆ ἡ Γαστούνη μὰ τὰ στρατεύματα ἀνεχώρησαν πρὸς τὴν Πάτρα καὶ ὁ Κολοκοτρώνης ἀκολουθοῦσε.
6.500 ἄνδρες κατηυθύνοντο, ἡνωμένοι ἐμπρὸς στὸν κίνδυνον, κατὰ τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν μὲ στρατηγό τους τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Ὁ Δημήτριος Πλαπούτας, ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης καὶ ὁ Ἀποστόλης Κολοκοτρώνης εὑρίσκοντο στὴν Παλαιὰ Ἀχαΐαν μὲ 750 Καρυτινούς, μαζὺ μὲ τὸν Κωνσταντῖνο Πετμεζᾶ καὶ τοὺς ὀκτακοσίους Ἠλείους τοῦ Σισίνη.
Ὁ Ζαΐμης καὶ ὁ Λεχουρίτης, μὲ χιλίους Καλαβρυτινοὺς καὶ οἱ Κουμανιωταῖοι (ΘᾶνοςΦώτιοςΚωνσταντῖνοςΔημήτριοςΣταμάτηςἈγγελῆς) εὑρίσκοντο ἀρχικῶς στὰ Νεζερὰ καὶ στὴν συνέχεια στὴν Χαλανδρίτσα. Μὲ αὐτοὺς συνηνώθησαν ἀκόμη ὀκτακόσιοι Καρυτινοί, ὑπὸ τὸν Κανέλλον Δηληγιάννην καὶ τὸν Δημήτριον Δηληγιάννην, καθὼς καὶ ἑξακόσιοι Τριπολίται ὑπὸ τὸν Γεώργιον Σέκερη, τὸν Ἀλέξιον Λεβιδιώτην καὶ ἄλλους.
Οἱ Δηληγιανναῖοι ἀπεχωρίσθησαν τῶν ἄλλων σωμάτων (τῶν Καρυτινῶν) καὶ ἐτοποθέτησαν τοὺς ἄνδρες τους πλησίον τοῦ Ζαΐμη, ἐπιβεβαιώνοντας τὴν μεταξύ των καὶ τοῦ Κολοκοτρώνη ψυχρότητα.
Στὰ Σελλὰ καὶ στὸ Ῥίον μὲ τριακοσίους Βοστιτσιανούς, παρέμενε ὁΝικόλαος Λόντος.
Στὶς 25 Φεβρουαρίου ὁ Κολοκοτρώνης διέταξε τὸν Πλαπούτα, τὸν Γενναῖον, τὸν Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη καὶ τὸν Κωνσταντῖνον Πετμεζᾶ νὰ καταλάβουν πλησιεστέρας πρὸς τῶν Πατρῶν θέσεις. Ὁ Πετμεζᾶς διετάχθη νὰ καταλάβῃ τὸν Παλαιόπυργον, ὁ Γενναῖος μὲ τὸν Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη τὴν Ὀβρεὰν καὶ ὁ Πλαπούτας τὸ Σαραβάλι, ὅπου θὰ ἐγκαθίστατο τὸ στρατηγεῖον.
Καθ’ ὃν χρόνον τὰ σώματα αὐτὰ ἐκινοῦντο πρὸς τὶς θέσεις ποὺ διετάχθησαν νὰ καταλάβουν, οἱ Τοῦρκοι τῶν Πατρῶν ποὺ εἶχαν ἐνισχυθῆ ἀπὸ μικρασιαστικὰ σώματα, ὑπὸ τὸν Μεχμὲτ πασσᾶ, ἐξεστράτευσαν κατὰ τῶν ἑλληνικῶν θέσεων.
Οἱ Τοῦρκοι διενυκτέρευσαν τὴν νύκτα τῆς 25ης Φεβρουαρίου στὴν θέσιν Τσουκαλᾶ καὶ τὴν ἐπομένη, 26 Φεβρουαρίου, δύο χιλιάδες ἐξ αὐτῶν ἐπετέθησαν κατὰ τῆς Χαλανδρίτσας καὶ τῶν Κουμανιωταίων, μὲ τοὺς πεντακοσίους Πατρινούς.
Ἀρχικῶς οἱ Ἕλληνες, ἐμπρὸς σὲ τέτοιαν δύναμιν, ὑπεχώρησαν καὶ οἱ Τοῦρκοι κατέκαυσαν τὴν Χαλανδρίτσαν. Ἐπιστρέφοντες ὅμως πρὸς τὴν Πάτρα εὑρέθησαν ἐμπρὸς στὰ σώματα τοῦ Γενναίου Κολοκοτρώνη καὶ τοῦ Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη, ποὺ ἀμέσως τοὺς ἐπετέθησαν καὶ κατόπιν ὁλίγου ἔφθασε ὡς βοήθεια τὸ σῶμα τοῦ Πλαπούτα. Οἱ Τοῦρκοι ὑπεχώρησαν μὰ ἐντὸς ὁλίγου κατέφθασε  τὸ σῶμα ποὺ εἶχε διανυκτερεύση στὸν Τσουκαλᾶ (περὶ τοὺς 6.000 ἄνδρες) καὶ ἔκανε χρήσιν πυρροβολικοῦ. Ὅμως ἡ ὁρμὴ τῶν Ἑλλήνων ἦταν τέτοια, ποὺ τελικῶς οἱ Τοῦρκοι ὑπεχώρησαν πάλι πρὸς τὸν Τσουκαλᾶ καὶ τελικῶς πρὸς τὴν Πάτρα.
Οἱ Ἕλληνες κατὰ τὴν ἐν λόγῳ συμπλοκὴν ἔχασαν τέσσερις ἄνδρες καὶ οἱ Τοῦρκοι τοὐλάχιστον 150, ἐκτὸς των τραυματιῶν.
Στὶς 28 Φεβρουαρίου ἔφθασε κι ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γιὰ νὰ ἐπιληφθῇ τῶν στρατιωτικῶν ἐπιχειρήσεων κατὰ τῶν Πατρῶν, ἐγκαθιστώντας τὸ στρατηγεῖον του στὸ Σαραβάλι.  Ὁ Πετμεζᾶς παρέμεινε στὸν Τσουκαλᾶ καὶ ἀργότερα τὴν Ὀβρεάν. Στὸ Παλαιόκαστρον μετέβη ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης.
Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, στὶς 2 Μαρτίου, κατόπιν σφοδρῆς μάχης, οἱ Ἕλληνες κατέλαβαν τὸ Γηροκομεῖον, σημεῖον πολὺ κοντὰ στὶς θέσεις τῶν Τούρκων, ποὺ πλέον συνιστοῦσε πραγματικὴ ἀπειλὴ γιὰ αὐτούς.
Στὶς 9 Μαρτίου, κατόπιν πολὺ καλὰ ὀργανωμένης ἀντεπιθέσεως τῶν Τούρκων, κι ἐφ’ ὅσον οἱ Ἕλληνες διεσκορπίσθησαν, μὲ παρέμβασιν τοῦ Κολοκοτρώνη ἐπραγματοποιήθη ἀντεπίθεσις, ἐκτόπισις τῶν Τούρκων καὶ τελικῶς νίκη.
Ἡ πολιορκία τῶν Πατρῶν ἰσχυροποιεῖτο καὶ γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο, παρὰ τοὺς τόσους ἀγῶνες, στὶς 23 Ἰουνίου τοῦ 1822 θὰ ἐλύετο, ἐφ΄ ὅσον ἡ Πάτρα ἐκινδύνευε νὰ πέσῃ στὰ χέρια τοῦ Κολοκοτρώνη, κάτι ποὺ θὰ τὸν ἰσχυροποιοῦσε στὰ μάτια τοῦ λαοῦ.

Η Αμυγδαλιά στην Λαογραφία και την Μυθολογία

Ο μύθος της Αμυγδαλιάς

Ήταν κάποτε στη Θράκη, μια πανέμορφη πριγκίπισσα, η Φυλλίς, η οποία ερωτεύτηκε το γιο του Θησέα, τον Δημοφώντα. Οι δύο νέοι γνωρίστηκαν όταν το καράβι του νεαρού Αθηναίου Δημοφώντα επέστρεφε από την Τροία.

Παντρεύτηκαν αλλά μετά από λίγο καιρό ο νεαρός Αθηναίος νοστάλγησε την πατρίδα του και η ερωτευμένη πριγκίπισσα μην αντέχοντας να τον βλέπει στεναχωρημένο,  τον άφησε να γυρίσει πίσω και αν την αγαπούσε πραγματικά θα ξαναγύριζε και τότε θα ήταν πραγματικά και ειλικρινά δικός της. Έτσι κι έγινε, και η ερωτευμένη Φυλλίς έμεινε μόνη να περιμένει τον εκλεκτό της για χρόνια ώσπου μαράζωσε και πέθανε από τη θλίψη της.
Όμως οι θεοί που ήξεραν την ιστορία της την μεταμόρφωσαν σε δέντρο για να μπορεί να περιμένει για περισσότερα χρόνια τον αγαπημένο της.Έτσι η ερωτευμένη γυναίκα δεν πέθανε αλλά έγινε το δέντρο, που έμελλε να γίνει σύμβολο της ελπίδας : η Αμυγδαλιά.

Έλεγαν λοιπόν ότι μετά από χρόνια και όταν ο Δημοφώντας επέστρεψε στη Θράκη βρήκε την αγαπημένη του και πιστή γυναίκα, όχι περιστοιχισμένη από μνηστήρες αλλά ένα ξερό δέντρο δίχως φύλλα στη μέση του παγωμένου τοπίου.Απελπισμένος και γεμάτος τύψεις αγκάλιασε τον κορμό της και τότε εκείνη πλημμύρισε ανθούς στη μέση του χειμώνα νικώντας το θάνατο.

Μια άλλη εκδοχή του μύθου για την αμυγδαλιά αναφέρει ότι η Φυλλίς έμεινε πίσω περιμένοντας τον, στον τόπο της τελετής του γάμου της. Τα χρόνια περνούσαν και ο Δημοφώντας δεν επέστρεφε. Απελπισμένη η βασιλοπούλα που τον έχασε για πάντα πήγε και κρεμάστηκε σ΄ ένα δέντρο. Το δέντρο κράτησε την ψυχή της κι από τότε δεν ξανά έβγαλε φύλλα ούτε άνθισε.

Κάποτε με τα χιόνια του Γενάρη γύρισε ο γιος του Θησέα. Σαν έμαθε τον τραγικό χαμό της αγαπημένης του πήγε, αγκάλιασε το δέντρο και αυτό άρχισε να βγάζει τρυφερά φύλλα και άνθη. Η ψυχή της βασιλοπούλας ένιωσε χαρά με το γυρισμό του Δημοφώντα μα δεν ξαναπήρε την ανθρώπινη μορφή της. Έμεινε δέντρο και κάθε χρόνο το Γενάρη, στολίζεται με κάτασπρα λουλούδια.

Έτσι η αμυγδαλιά, έγινε σύμβολο της ελπίδας, δείχνοντας ότι η αγάπη δεν μπορεί να νικηθεί από το θάνατο.

Λαογραφική ιστορία της αμυγδαλιάς


Η Αμυγδαλιά ήταν ένα νέο, πανέμορφο, ροδαλό κορίτσι. Η μητέρα της την αγαπούσε πολύ, φοβόταν όμως τις κρύες μέρες του χειμώνα να την αφήσει να βγει έξω για να μην κρυώσει. Γι’ αυτό το χειμώνα την κλείδωνε στο δωμάτιό της. Μια μέρα όμως ο Βοριάς πέρασε έξω από το παράθυρό της, την είδε και την ερωτεύτηκε.

Πώς όμως θα ερωτεύονταν και αυτή το Βοριά; Τριγυρνούσε θλιμμένος έξω από το παράθυρό της. Ώσπου μια νύχτα σκέφτηκε να μεταμορφωθεί σε πρίγκηπα. Ο Βοριάς παρουσιάστηκε στην Αμυγδαλιά σαν όμορφος νεαρός άντρας και της ζήτησε αμέσως να παντρευτούν. Εκείνη μόλις τον αντίκρισε τον ερωτεύτηκε και δέχτηκε την πρότασή του.

Μια μέρα λοιπόν, που έλειπε η μητέρα της από το παλάτι, βγήκε έξω τρέχοντας και αγκάλιασε το Βοριά. Δεν άντεξε την παγωνιά και απ’ το κρύο του ξεψύχησε.  Από τότε ντύνεται νυφούλα και δέχεται το άγγιγμα του αγαπημένου της Βοριά κάθε χειμώνα.

Η αμυγδαλιά ανθίζει νωρίτερα από όλα τα δέντρα, μέσα στον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο.
Παλιότερα  θεωρούσαν πως αν η αμυγδαλιά ανθίσει τον Ιανουάριο ο χειμώνας θα συνεχιστεί βαρύς και με χιόνι και κρύο.

Χλέτσος Βασίλης


Πηγή

π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος - Η Νηστεία

π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος - Η Νηστεία
Η Νηστεία
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Ο Μέγας Βασίλειος δίνει τον ακόλουθο ορισμό της νηστείας: «Νη­στεία αληθινή είναι η αποξένωσις από το κακόν, η εγκράτεια της γλώσ­σης, η αποχή από τον θυμόν, ο χωρισμός από τας επιθυμίας, την καταλαλιάν, το ψεύδος και την ψευδορκίαν. Η στέρησις από αυτά είναι αλη­θινή νηστεία. Μέσα εις αυτά λοιπόν η νηστεία είναι αγαθόν».

Ο περιορισμός της νηστείας στην αποχή από φαγητά δεν είναι «αγαθόν»· μόνο νηστεία τού σώματος που συνοδεύεται από τον χωρι­σμό από τα πάθη λογίζεται αρετή. «Η αληθινή νηστεία είναι η αποξένωσις από τα κακά» επαναλαμβάνει ο Μ. Βασίλειος και παραπέμπει στο Ης. ξγ' 4-6' να λύσης τα δεσμά της αδικίας, μη νηστεύεις χάριν δια­μάχης και έριδος. «Δεν τρώγεις κρέατα, αλλά τρώγεις τον άδελφόν σου· δεν πίνεις οίνον, αλλά δεν είσαι εγκρατής εις τας ύβρεις».

«Διότι ποίον είναι το όφελος εάν απέχης από τροφάς, αλλά τρώγεις δια των οφθαλμών την ακολασίαν της μοιχείας ή με την θέλησίν σου ακούεις δια των ώτων ματαίας και διαβολικάς φωνάς; Δεν ωφελεί καθό­λου να απέχης από τροφάς, όμως να μην απέχης από την έπαρσιν της υψηλοφροσύνης, της κενοδοξίας και κάθε πάθους. Ή τι ωφελεί βεβαί­ως να είσαι εγκρατής εις τας τροφάς, αλλά να μην απέχης από πονηρούς λογισμούς... Ας γίνωμε λοιπόν εγκρατείς εις όλα αυτά, δια να μη έλθη ποτέ εις ημάς η κατηγορία τού Κυρίου, ότι διυλίζομεν τον κώνωπα και καταπίνομε την κάμηλον (Ματθ. κγ' 24)» (Μ. Βασίλειος).

Για τον Μ. Βασίλειο η νηστεία είναι παλαιότερη εντολή (Γέν. β' 17). Το «μη φάγετε», λέγει, είναι «νομοθέτημα νηστείας και εγκράτειας». Με­τά από την πτώση όμως η νηστεία πήρε τη θέση τού ιατρού, γιατί συν­δέεται με τη μετάνοια· είναι η μετάνοια τού σώματος! Εκείνος που νη­στεύει δεν μιμείται την παρακοή της Εύας και δεν ακολουθεί τη συμ­βουλή του φιδιού. Για τους πρωτόπλαστους η «νηστεία» ήταν το μέτρο που θα εδοκιμάζετο η σφοδρή επιθυμία των να μείνουν σε κοινωνία με τον Θεό. Μετά από την πτώση η νηστεία, που συνοδεύεται με την άσκη­ση των άλλων αρετών, αποτελεί θεμέλιο στο οποίο ο πνευματικός αθλη­τής στηρίζει τον πνευματικό του αγώνα.

«Η νηστεία, οπού είναι ο ιατρός των ψυχών ημών», λέγει ο Συμεών ο νέος Θεολόγος, «έχει συνήθειαν, άλλου χριστιανού να ταπεινώση την σάρκα και άλλου να καταπραΰνη τον θυμόν και άλλον να φέρη εις προ-θυμίαν δια να κάμη το καλόν και άλλου να καθαρίζη τον νουν του και να τον κάμνη ελεύθερον από τους πονηρούς λογισμούς. Και άλλου να δαμάζη την αδάμαστον και ακράτητον γλώσσαν και να την κρατά με τον φόβον τού Θεού... Και άλλου να εμποδίζη τα μάτια να μη κοιτάζουν εδώ και εκεί και να περιεργάζονται τι κάμνει ο ένας και ο άλλος, αλλά κά­μνει τον κάθε ένα να προσεχή εις τον εαυτόν του και να ενθυμήται τα ιδικά του ελαττώματα...». Η νηστεία οδηγεί σε κατάνυξη και μας βοηθεί να περάσουμε με τη χάρη τού Θεού «όλην την ταραχήν των παθών και την φουρτούνα των πειρασμών τού διαβόλου οπού μας καταδυνα­στεύει πικρώς και θέλει έλθωμεν εις τον λιμένα της απαθείας», καταλή­γει ο ίδιος πατέρας.

«Θλίβε την κοιλία και οπωσδήποτε να κλείσης και το στόμα· διότι η γλώσσα ισχυροποιείται από τα πολλά φαγητά. Να πυγμαχής συνεχώς εναντίον της και να επαγρυπνής συνεχώς επάνω της. Εάν συ κοπιάσης λίγο, αμέσως και ο Κύριος σε βοηθεί» (Κλίμαξ).

«Η σωματική νηστεία δεν είναι το πρώτο· κατέχει τελευταίον μέρος εις τον χώρον της αρετής» (Χρυσ.). Η αληθινή νηστεία είναι «βία φύ­σεως και περιτομή των ηδονών τού λάρυγγος, εκτομή της σαρκικής πυρώσεως, εκκοπή των πονηρών λογισμών, απελευθέρωσις από μολυσμούς ονείρων, καθαρότης προσευχής, φωτισμός της ψυχής, διαφύλαξις τού νου, διάλυσις της πωρώσεως, θύρα της κατανύξεως... σταμάτημα της πολυλογίας, αφορμή ησυχίας, φρουρός της υπακοής ελαφρότης τού ύπνου, υγεία τού σώματος πρόξενος της απαθείας, άφεσις των αμαρτη­μάτων, θύρα και απόλαυσις τού παραδείσου» (Κλίμαξ). Οι κόποι και οι ταλαιπωρίες είναι η συνεργασία τού σώματος στην άσκηση των αρετών της ψυχής, λέγει ο Μ. Βασίλειος και αναφέρεται στη νηστεία τού Κυρί­ου, τού Μωυσή και τού Ηλία

Διακρίνοντας τη νηστεία τού Κυρίου με την ιδική μας νηστεία ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει πως η νηστεία Εκείνου προβάλλεται εναντίον των πειρασμών (Ματθ. δ' 1-2), ενώ για μας σημαίνει «συμμετοχή εις την νέκρωσιν τού Χριστού και μία προεόρτιος κάθαρσις». Και δεν είναι αυτό «παντελής αποχή από τας τροφάς», λέγει ο Μ. Βασίλειος, αλλά «αποχή από τας απολαύσεις, με σκοπόν να συντρίψωμε το φρόνημα της σαρκός (Ρωμ. η' 8) και να επιτύχωμε τον σκοπόν της ευσέβειας». Γι' αυτό κα­νείς δεν εξαιρείται «από τον κατάλογον των νηστευόντων... Άγγελοι είναι αυτοί που κάμνουν την καταγραφήν των νηστευόντων εις κάθε εκκλησίαν».

Σκοπός της νηστείας δεν είναι η συντριβή τού σώματος, αλλά χαλι­ναγώγηση της δυνάμεως της σάρκας ώστε ο ίππος των επιθυμιών να κα­ταστεί ευπειθής, λέγει ο Χρυσόστομος και συνιστά την τροφή για την ικανοποίηση των αναγκών.

Η νηστεία είναι όπλο στην εκστρατεία εναντίον τού Διαβόλου (Μάρκ. θ' 29). Ένας πολεμιστής προμηθεύεται πάντοτε τα αναγκαία τρόφιμα, όχι εκείνα που χρησιμεύουν στην απόλαυση· έτσι πρέπει να κάνει και ο πολεμιστής εναντίον των αοράτων έχθρων, λέγει ο Μ. Βα­σίλειος και προσθέτει σε άλλο σημείο: «Η εγκράτεια πρέπει να ορίζε­ται δια κάθε άνθρωπο ανάλογα της σωματικής του δυνάμεως, ώστε ούτε ολιγώτερον της υπαρχούσης δυνάμεως να αγωνισθώμεν, ούτε να επεκτεινόμεθα υπέρ την δύναμιν. Διότι και τούτο, νομίζω, πρέπει να προσέξωμε, μήπως δηλαδή καταλύσωμε την αντοχήν τού σώματος με την υπερβολήν της εγκράτειας και το καταστήσωμεν ανίκανον να επιτελέση τας σπουδαίας πράξεις».

Αναφερόμενος στην αναγκαιότητα της εργασίας και ταυτόχρονα της νηστείας λέγει· «πρέπει να νηστεύωμε και να τρώγωμεν όπως απαιτείται από την θεοσέβειαν ώστε όταν μεν χρειάζεται να εκτελεσθή η εντολή τού Θεού δια της νηστείας, να νηστεύσωμεν όταν δε πάλιν η εντολή τού Θεού ζητή τροφή τονωτικήν δια το σώμα, να φάγωμεν όχι ως γαστρίμαργοι, άλλ' ως εργάται τού Θεού. Διότι πρέπει να τηρούμε τον λόγον τού αποστόλου· «είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε, είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» (Α' Κορ. Γ 31).

Εκείνος που τρώγει τόσο, «όσον χρειάζεται δια να αναλάβη δυνά­μεις το σώμα που ασθενεί», λέγει ο Χρυσόστομος, μπορεί να είναι «εφάμιλλος προς εκείνον που νηστεύει ως προς την σωφροσύνην της ψυχής. Γιατί και αν το σώμα είναι ασθενικό για τη νηστεία, δεν είναι ασθενικό για την προσευχή, ούτε ανίσχυρο για να περιφρονήσει την τρυφηλή ζωή και να αποφύγει την αμαρτία ή να μετάσχει με κατάνυξη στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Αυτός που για λόγους ασθενείας δεν νηστεύει σε τίποτε δεν εμποδίζεται να ασκηθεί στην ταπείνωση, να περιφρονήσει την κενοδοξία, να προσεύχεται και να εξομολογείται και να βοηθεί τον εαυτό του με την ελεημοσύνη», λέγει ο Χρυσόστομος και υπογραμμίζει ότι η ελεημοσύνη μπορεί να εξαλείψει τις αμαρτίες μας, όταν την ασκούμε με αφθονία και χωρίς επίδειξη ενώπιον των ανθρώ­πων.

«Διότι υπάρχουν πράγματι τρόποι κατά πολύ σπουδαιότεροι από την αποχήν από τα τρόφιμα, οι οποίοι μπορούν να μας ανοίξουν τας θύρας της παρρησίας προς τον Θεόν. Εκείνος λοιπόν, που τρώγει και δεν ημπορεί να νηστεύει ας επιδεικνύει πλουσιωτέραν ελεημοσύνην, εκτε­νείς προσευχάς ας έχη έντονον προθυμίαν δια την ακρόασιν των θείων λόγων εδώ δεν μας εμποδίζει καθόλου».

Από το βιβλίο: ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μία μικρή αλλά σημαντική ευχή δεσπόζει στις ακολουθίες της Αγίας μας Εκκλησίας. Μια ευχή μικρή, αλλά περιεκτική, η οποία δεν απαγγέλλεται απλά, αλλά συνοδεύεται από κινήσεις μετανοίας. «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…». 

Η Ευχή αυτή, σύμφωνα με την Παράδοση, αποδίδεται σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο (28 Ιανουαρίου), τον Άγιο των δακρύων, όπως τον χαρακτηρίζει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
Η δομή της ευχής αποτελείται από 3 μέρη. Στο πρώτο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση από την απαλλαγή 4 παθών, στο δεύτερο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση για την απόκτηση 4 αρετών και στο τρίτο μέρος είναι η συγκεφαλαίωση του ανωτέρου περιεχομένου.
Η ευχή αρχίζει με την φράση «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…».   Η έκφραση αυτή είναι παρμένη από το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, της Σοφίας Σειράχ (23,1). Αρχίζει με την προσφώνηση του ονόματος του Θεού, ο οποίος αποτελεί τον οδηγό και κυβερνήτη της ζωής μας, τον υπερασπιστή της ζωής μας , όπως λέει και ο ψαλμωδός (Ψαλμ. 26,1).  Στη συνέχεια γίνεται η αναφορά στην αποφυγή 4 παθών. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, τα πάθη βλαστάνουν πάνω στο έδαφος των αισθήσεων και της μνήμης.
Πρώτο πάθος είναι το πάθος της αργίας. Αργία είναι η τεμπελιά, η αδιαφορία, η ραθυμία. Αυτό θα πει αργία. Γι΄αυτό και η ακηδία, η αδιαφορία δηλαδή περί των πνευματικών θεμάτων, θεωρείται από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Ο Μέγας Βασίλειος την ακηδία την παρουσιάζει ως αιτία κάθε κακουργίας και ο Ιερός Χρυσόστομος την θεωρεί πηγή πάσης αμαρτίας.
Το επόμενο πάθος, το οποίο συνδέεται στενά με την αργία, είναι το πάθος της περιέργειας. Είναι το να θέλει κάποιος να γνωρίζει τα πάντα.  Η περιέργεια αποδεικνύει την έλλειψη επίγνωσης και μετανοίας. Ο Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος αναφέρει πως από την αργία γεννιέται η περιέργεια, από την περιέργεια η αταξία και από την αταξία κάθε κακία. Η περιέργεια συνδέεται στενότατα με το πρώτο προαναφερθέν πάθος, την αργία.
Το άλλο πάθος που αναφέρεται στην ευχή, είναι το πάθος της φιλαρχίας, δηλαδή της φιλοπρωτίας. Το να θέλουμε να είμαστε πάντα πρώτοι, να επιθυμούμε τιμές, δόξες, μεγαλεία. Να βλέπουμε τον πλησίον μας κατώτερο από εμάς, να ψάχνουμε τρόπους πως να τον μειώσουμε στα μάτια των άλλων και να αποδειχθούμε εμείς οι καλύτεροι, οι ανώτεροι. Αυτά όλα, όμως, αποδεικνύουν τον μαρασμό που επικρατεί στην πνευματική μας ζωή και την κενότητα που υπάρχει στην ψυχή μας. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός  λέει «Εἴ τις θέλει πρῶτος εἴναι, ἔσται πάντων ἔσχατος, καὶ πάντων διάκονος» [Μαρκ. 9,35]. Από το αναφερθέν Κυριακό λόγο εξάγεται το συμπέρασμα ότι πρέπει να είμαστε απλοί και ταπεινοί. Όχι ατομιστές και εγωκεντρικοί. Η φιλαρχία μπορεί να συνυπάρξει με τον Χριστιανισμό μόνο σε μια περίπτωση. Όταν αυτή γίνεται διακονίας αγάπης και προσφοράς στο συνάνθρωπο, στον πλησίον.
Τελευταίο πάθος στο οποίο γίνεται αναφορά, είναι η αργολογία. Αργολογία είναι το να λες ανούσια και άχρηστα πράγματα, λόγια που δεν προσφέρουν κανένα όφελος, παρά μονάχα χάσιμο χρόνου. Ο Απόστολος Παύλος λέει από το στόμα μας λόγος αργός «μη ἐκπορευέσθω» (Εφες. 4,29) Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας και δημιουργός της ακηδίας. Η αργολογία σκοτώνει τη συνείδηση απέναντι στον εαυτό μας με τη σπατάλη του θεϊκού λόγου, « Εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα» (Ιακώβ. 3,1). Θα ερωτηθεί κανείς ποιος είναι τέλειος. Ο Άγιος Ιάκωβος μας δίδει την απάντηση λέγοντάς μας ότι τέλειος είναι αυτός που δεν πέφτει σε κανένα σφάλμα λέγοντας διάφορα λόγια. Αυτός που έχει καθαρό στόμα, εγγίζει πλέον την κατάσταση της τελειότητος.
Συνεπώς, παρακαλούμε και ικετεύουμε τον Πανάγαθο Θεό να μην επιτρέψει την παρουσία των 4 αυτών παθών, αλλά να επιτρέψει τις αντίστοιχες αρετές των. Αντί της αργίας το φιλότιμο, αντί της περιέργειας το απερίεργον, αντί της φιλαρχίας την υποχωρητικότητα και αντί της αργολογίας τη σιωπή.
Θα αναρωτιόταν κανείς γιατί από τα τόσα πάθη που έχουμε – μάλιστα ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός, στη Φιλοκαλία, τα απαριθμεί με τον αριθμό 300 – ο Όσιος Εφραίμ επέλεξε μόνο αυτά τα 4; Ο λόγος είναι ότι αυτά τα 4 πάθη έχουν τόση δύναμη, ώστε εύκολα να νεκρώνουν την ψυχή χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Ο Όσιος Εφραίμ, εκτός από την ικεσία για την απαλλαγή των παθών, ικετεύει τον Κύριο να του χαρίσει 4 πολύτιμες αρετές. Αυτές οι αρετές είναι η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη.
Η σωφροσύνη προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την πίστη, την εμπιστοσύνη στο Θεό. Σωφροσύνη σημαίνει καθαρότητα, ακεραιότητα, να είναι κανείς σώος, ισορροπημένος πνευματικά. Η πρώτη αρετή είναι η καθαρότητα του σώματος και της ψυχής. Χριστιανός σημαίνει πεντακάθαρη κατάσταση.
Η δεύτερη αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Πρώτος που μας δίδαξε αυτή την αρετή είναι ο ίδιος ο Κύριός μας. Ταπείνωση θα πει να μην έχεις καμία ιδιαίτερη υπόληψη για τον εαυτό σου, να μην έχεις την ψευδαίσθηση ότι κάποιος είσαι. Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει πως ό,τι δεν γίνεται με ταπεινοφροσύνη και πνευματική γνώση, σε τίποτα δεν ωφελεί εκείνον που το πράττει.
Η επόμενη αρετή είναι η υπομονή. Διαβάζουμε στον Ευαγγελιστή Λουκά την φράση «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 21,19). Αυτή η φράση σημαίνει να έχουμε υπομονή στη ζωή μας, στα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, στις θλίψεις και δοκιμασίες που επιτρέπει ο Κύριος. Με την υπομονή αποκτάται ο έλεγχος των ψυχών μας.
Η τελευταία αρετή που παρακαλεί ο Όσιος είναι η αγάπη. Αγάπη προς όλους, προς τον Θεό, τον πλησίον, προς όλο τον κόσμο. Στην αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει διάκριση. Αγάπη μεριζομένη δεν είναι αγάπη. Αν υπάρχει διάκριση τότε δεν μπορούμε να κοιτάξουμε το πρόσωπο του Θεού, διότι «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄Καθολ. Ιωάν. 4,16) εν τω Θεώ μένει. Ο Απόστολος Παύλος μεταξύ 3 αρετών, της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης, τονίζει και εξαιρεί την αγάπη «μείζων δὲ τούτων ἡ άγάπη.» (Α΄Κορ.13,13)
Στη συνέχεια ο συγγραφεύς της ευχής ικετεύει παρακλητικά τον Κύριο και Θεό να του χαρίσει φώτιση και σύνεση, ώστε να κοιτάζει μόνο τα δικά του αμαρτήματα «δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα» και όχι να κρίνει τα αμαρτήματα του αδελφού  του. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του πάθη και τις αδυναμίες και έχει χρέος να αγωνίζεται να τα εξαλείψει. Εάν ασχολούμεθα με τα αμαρτήματα των άλλων δεν μας απομένει χρόνος για να ασχοληθούμε με τα δικά μας. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει να μην κινείς την γλώσσα σου για να κατακρίνεις τον αδελφό σου, ούτε να τεντώνεις τ΄ αυτιά σου και να ακούς με ευχαρίστηση τις κατακρίσεις και καταλαλιές του άλλου (Κεφάλαια περί αγάπης). Ο Άγιος Δωρόθεος  λέει  ότι τίποτα δεν είναι πιό βαρύ, τίποτα πιό επιζήμιο, από το να κατακρίνει κανείς ή να εξουδενώνει τον πλησίον. Αυτό παρακαλούμε τον Κύριο, να μας χαρίσει την αρετή και την αυτογνωσία ώστε να μην κρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να αποβλέπουμε στα δικά μας σφάλματα.
Συνοψίζοντας, εάν κατανοήσουμε τα λόγια της ευχής αυτής και προσπαθήσουμε να τα κάνουμε εφαρμογή στην καθημερινότητά μας, όχι μόνο την Μεγάλη Τεσσαρακοστή αλλά όλο τον χρόνο, τότε δικαίως και ειλικρινώς θα μπορούμε όλοι μαζί «Ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ» να εκφωνήσουμε  το «Ὄτι εὐλογητός εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» Αμήν.
Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης, Φοιτητής Θεολογίας ΑΠΘ
Εκκλησία Κύπρου  - πηγή
το είδαμε εδώ

Κυριακή της Τυροφάγου -«Όπου γαρ έστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών»

Σχετική εικόνα
«Όπου γαρ έστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών» (Ματθ. στ΄ 21)
Η Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή, που αρχίζει από αύριο, έχει ένα διπλό στόχο. Πρώτον, να συνειδητοποιήσουμε κατά τον Απόστολο Παύλο ότι: «Το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστός (Α΄ Κορ. ε΄ 7). 

Η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι θυσιάστηκε για χάρη μας ο Χριστός. Αυτή η συναίσθηση ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για μας, θα μας οδηγήσει στο δεύτερο στόχο, δηλαδή, στο να γίνουμε μέτοχοι των αγαθών της Σταυρικής θυσίας και της Αναστάσεως του Χριστού. Όμως, πώς θα γίνουμε μέτοχοι των αγαθών της Σταυρικής θυσίας και της Αναστάσεως του Χριστού; Ο Απόστολος Παύλος μας δίνει και πάλι την απάντηση. Έχοντας συναίσθηση του γεγονότος ότι θυσιάστηκε για μας ο Χριστός ας γιορτάζουμε το Πάσχα «μη εν ζύμη παλαιά, μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας, αλλ’ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας» (Α΄ Κορ. ε΄ 8). Δεν μπορούμε να γιορτάζουμε το Πάσχα έχοντας μέσα μας το προζύμι της αμαρτίας και της πονηρίας. Γι’ αυτό κατά το σημερινό Απόστολο: «Ας πετάξουμε από πάνω μας τα έργα του σκότους, κι ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός. Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που να ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη κι ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας» (Ρωμ. ιγ΄ 12- 14).
Ο αγώνας μας είναι ιδιαίτερα πνευματικός και κατά το σημερινό ευαγγέλιο επικεντρώνεται σε τρία σημεία. Πρώτον, την έκφραση της αγάπης, μέσα από την προσφορά της συγχώρησης προς τους άλλους ανθρώπους. Δεύτερον, την ειλικρινή και όχι υποκριτική άσκηση και προβολή των αρετών. Και τέλος, τρίτος και σημαντικός στόχος είναι η επικέντρωση της προσοχής του ανθρώπου στους ουράνιους θησαυρούς οι οποίοι είναι άφθαρτοι και αιώνιοι.
Αρχή και θεμέλιο αυτού του αγώνα είναι η αγάπη η οποία εκφράζεται μέσα από την προσφορά της συγχώρησης στο συνάνθρωπο. Ο άνθρωπος έχοντας την εμπειρία της συγχώρησης των δικών του αμαρτιών από το Θεό και οι οποίες, κατά την παραβολή του «κακού δούλου» (Ματθ. ιγ΄ 23-35) είναι πολλαπλάσιες από τις δικές του, οφείλει να συμπεριφερθεί με επιείκεια στο συνάνθρωπο του. Κάθε στιγμή, στ’ αυτιά του καθενός μας θα πρέπει να αντηχούν τα λόγια του Θεού προς τον κακό δούλο: «κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρεκάλεσες· δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σπλαχνίστηκα εσένα»; (Ματθ. ιη΄ 32-33).
Η εμπειρία της συγνώμης που δεχόμαστε με την καταφυγή μας στο Θεό δημιουργεί, κατά την «Κυριακή προσευχή», τη δέσμευση και παράλληλα την υποχρέωση «ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Ματθ. στ΄ 12). Για τούτο σήμερα ο Κύριος μας προειδοποιεί «Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματα τους θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο Ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δε συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα».
Ρώτησε κάποτε ο Πέτρος το Διδάσκαλό του: «Κύριε πόσες φορές θα σφάλει σ’ εμέ ο αδελφός μου και θα τον συγχωρήσω; Ως εφτά φορές»; Του λέει ο Ιησούς: «Δε σου λέω ως εφτά, αλλά ως εβδομήντα φορές εφτά» (Ματθ. ιη΄ 21-22). Σχολιάζοντας την απάντηση του Κυρίου ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Κι αν συγχωρήσεις εβδομήντα φορές εφτά, κι αν ακόμα συγχωρείς συνεχώς τα αμαρτήματα του συνανθρώπου σου η φιλανθρωπία σου αυτή μοιάζει σαν μια σταγόνα νερό μέσα στο άπειρο πέλαγος και ακόμα πιο κατώτερη η φιλανθρωπία σου από την άπειρη αγαθότητα του Θεού» (Δες Π. Ν Τρεμπέλα: «Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» σελ. 338).
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να υπάρξει πνευματικός αγώνας και πραγματική πνευματική ζωή αν δεν απαρνηθούμε τη μνησικακία και εκδηλώσουμε μέσα από τη συγχώρηση ότι είμαστε άνθρωποι της αγάπης. Σε διαφορετική περίπτωση η ζωή μας θα είναι υποκριτική και σαν τέτοια ο Θεός όχι μόνο την αποστρέφεται, αλλά και την καταδικάζει. Μάλιστα, πέραν από την αγάπη και η άσκηση οποιασδήποτε άλλης αρετής, όπως για παράδειγμα της νηστείας, δεν έχει αξία αν δε έχει σαν κίνητρο την αγάπη και όχι την επίδειξη. Για τούτο και ο σημερινός Απόστολος προτρέπει: «Ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω· ο Θεός γαρ αυτόν προσελάβετο». Δηλαδή, αυτός που τρώει απ’ όλα ας μην περιφρονεί όποιον δεν τρώει· κι αυτός που δεν τρώει ας μην κατακρίνει όποιον τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει δεχτεί στην εκκλησία του».
Παρά το ότι η νηστεία είναι Θεόδοτη, αυτή αποτελεί χρήσιμο μέσο για να φτάσουμε στο σκοπό. Αυτή διακρίνεται στην υλική και την πνευματική νηστεία. Η υλική νηστεία είναι χρονικά περιορισμένη και δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Αντίθετα η πνευματική νηστεία, η νηστεία των παθών, αποτελεί σκοπό ζωής και μάλιστα σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Η υλική νηστεία, έστω κι αν είναι πραγματική τότε μόνο οδηγείται στην καταξίωση όταν ολοκληρώνεται με την αποξένωση από τα πάθη. Κατά τον υμνωδό: «Νηστεία καθαρά μακρυσμός αμαρτίας, αλλοτρίωσις παθών». Λέει πάλι ο υμνωδός: «Βρωμάτων νηστεύουσα, ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλη τη ατροφία ει μη αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν». Για τούτο και προτρέπει ο υμνωδός: «νήστευσον ψυχή μου κακίας και πονηρίας, κράτησον οργής και θυμού και πάσης αμαρτίας Ιησούς γαρ τοιαύτην θέλει νηστείαν ο φιλάνθρωπότατος Θεός ημών».
Πέραν από τα πιο πάνω είναι ιδιαίτερα σημαντικό και το τρίτο μήνυμα του σημερινού ευαγγελίου: «Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν».
Αδελφοί μου, η οικονομική καταστροφή που βιώνουμε είναι αποτέλεσμα της ηθικής και πνευματικής χρεωκοπίας που προηγήθηκε και που δυστυχώς εξακολουθεί να υφίσταται. «Ώρα ημάς ήδη εξ’ ύπνου εγερθήναι». Μας προτρέπει ο σημερινός Απόστολος. Ήρθε η ώρα να ξυπνήσετε από τον ύπνο. Ας τον ακούσουμε. Χάσαμε μια μάχη. Ας κερδίσουμε τον πόλεμο μέσα από τη δική μας αναγέννηση. Ας διακριθούμε στη νηστεία των τροφών και ιδιαίτερα των παθών. Ας διακριθούμε πάνω απ’ όλα στην επιείκεια και τη συγχώρηση όπως έπραξε και ο εσταυρωμένος Κύριος και Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός. Αμήν.

Θεόδωρος Αντωνιάδης

"ΑΝ ΒΡΕΘΩ ΣΕ ΔΥΣΚΟΛΑ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΑ ΚΑΝΩ ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ... ΣΑΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΜΑΙ ΟΤΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ «ΕΦΗΜΕΡΕΥΕΙ» Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ..."



Ο ΟΜΟΤΙΜΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ ΠΑΝΑΓΙΙΩΤΗΣ ΔΗΜΑΚΑΚΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΘΕΙΑΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ...




Συνέντευξη στον Γιώργο Ρήγα

Ο πραγματικός ερευνητής αναζητά την αλήθεια και, τελικά, εκεί είναι που συναντά τον Θεό. Τέτοιο είναι το παράδειγμα του Παναγιώτη Δημακάκου, ομότιμου καθηγητή της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, ο οποίος σημειώνει στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»: 
«Θρησκεία και επιστήμη είναι δίδυμες αδελφές. Δεν συγκρούονται, αλλά είναι πυλώνες του κτιρίου που λέγεται αλήθεια».


Φλογερός ευπατρίδης και πρωτοπόρος στον τομέα της αγγειοχειρουργικής, με χιλιάδες επεμβάσεις στο ενεργητικό του, γνώρισε την αναγνώριση σε μεγάλα ιατρικά κέντρα στο εξωτερικό, αλλά επέστρεψε για να δημιουργήσει στον τόπο του. Παρά τις πολλές διακρίσεις του, με σεμνότητα και συγκίνηση εξομολογείται πως έχει την προσευχή ως νοερό όπλο. 

Με προσωπική του φροντίδα, το δωμάτιο στο οποίο εκοιμήθη ο Άγιος Νεκτάριος στο Αρεταίειο Νοσοκομείο έγινε χώρος προσκυνήματος, ενώ το παρεκκλήσι του αγίου στο νοσοκομείο αγιογραφήθηκε με τα θαύματά του.



Από τη μακρά εμπειρία σας στο χειρουργικό τραπέζι, έχετε ζήσει περιπτώσεις θείας παρέμβασης;

Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Μπορώ να σας πω την περίπτωση ενός αρρώστου 52 ετών από τη Σαμοθράκη, με 5 παιδιά, όπου είχε αποφραγμένη την αορτή του. Καθάρισα την αορτή και είδα ότι οι βλάβες αυτές προχωρούσαν και στις νεφρικές αρτηρίες. Αν μείνουν οι νεφροί μία ώρα χωρίς ροή αίματος και οξυγόνο, νεκρώνουν. Αυτό τότε δεν φαινόταν στις εξετάσεις και είχε ήδη περάσει μισή ώρα, ώσπου να καθαρίσω την αορτή και να την κλείσω. 

Συνειδητοποιώ πλέον ότι θα έχω έναν νεφροπαθή ασθενή, που θα πρέπει 2 και 3 φορές την εβδομάδα να υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση. Με λούζει κυριολεκτικά κρύος ιδρώτας, τα νεότερα παιδιά βέβαια δεν συνειδητοποιούν τίποτα, και εκείνη την ώρα ψελλίζω μέσα από τη μάσκα τρεις φορές, σαν προσευχή: «Γλυκέ μου Χριστέ, άπλωσε τα χέρια Σου και κατηύθυνε τα δικά μου δάχτυλα».

 Όπως έχω ανοιχτή την αορτή και εκφύονται τα αγγεία, «τυφλά» βγάζω με τις λαβίδες ό,τι σκληρά αθηρώματα και σε λιγότερο από μισή ώρα κάνω την πιο «τρελή» επέμβαση που θα μπορούσα να κάνω. Πέντε παιδιά τον περίμεναν εκεί έξω κι εγώ έκανα κάτι ανορθόδοξο!

Όταν κάναμε την επομένη μια ενδοφλέβια αγγειογραφία, που μας φωτογραφίζει τις αρτηρίες, ομολογώ ότι ο ασθενής φαινόταν, όχι σαν να είναι χειρουργημένος, αλλά όπως τον γέννησε η μάνα του. Σαν να μην είχε αρρωστήσει ποτέ! Τότε στην επίσκεψή μου επάνω έκανα ομολογία στους νέους συναδέλφους μου: «Δεν χειρούργησα εγώ, παρακάλεσα και χειρούργησε κάποιος άλλος». Δεν το ξεχνώ ποτέ αυτό.

Ψελλίζω μέσα από τη μάσκα τρεις φορές, σαν προσευχή: «Γλυκέ μου Χριστέ, άπλωσε τα χέρια Σου και κατηύθυνε τα δικά μου δάχτυλα»

Μπορούμε να μιλήσουμε και για περιστατικά που έχουν επανέλθει;

Θυμάμαι το παράδειγμα ενός ασθενούς που παρουσίασε ανακοπή της καρδιάς και είχε διάρκεια ανάνηψης πλέον της μίας ώρας. Όταν επανήλθε, με σοβαρότητα και ικανοποίηση, σαν να συμμετείχε ενεργά στην όλη διαδικασία. «Γιατρέ, είχατε σοβαρό πρόβλημα μαζί μου. 

Αργήσατε και κουραστήκατε πολύ», μου είπε και με ευχαρίστησε. Οι άρρωστοι σε «αποχωρητικές» καταστάσεις, όταν καταβάλλουμε προσπάθειες επανόδου τους στη ζωή, φαίνεται ότι συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή. Κάποιοι μαρτυρούν ότι βρέθηκαν σε κάποιον κόσμο φωτεινό και όμορφο. Είναι ικανοποιημένοι. Κάποιοι άλλοι περιγράφουν λεπτομέρειες από τις ιατρικές μας ενέργειες, ακόμη κι από συζητήσεις, κατά τον χρόνο της ανάνηψης.

Εσείς προσωπικά έχετε προσευχηθεί για ασθενείς σας;

Χειρούργησα μια γυναίκα 65 ετών στην καρωτίδα, σε μια, κατά τα άλλα, επέμβαση ρουτίνας. Η ασθενής όταν ξύπνησε από τη νάρκωση ήταν ημιπληγική από τη μία πλευρά, στο χέρι και στο πόδι, δεν επικοινωνούσε κι έλεγε πράγματα ασυνάρτητα. Στην αγγειογραφία και στο κρανίο όλα έδειχναν απολύτως φυσιολογικά. 

Μιλώ με τους συγγενείς κι ανοίγω για δεύτερη φορά, προκειμένου να ελέγξω. Ακολούθησε συμβούλιο καθηγητών, ειδικών, αλλά κανείς δεν μπορούσε να δώσει απάντηση. Αποφασίσαμε την παραμονή της ασθενούς στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας μέχρι την άλλη ημέρα το πρωί, σε βαθιά νάρκωση. Δεν θα ξεχάσω την ημερομηνία: 8 Νοεμβρίου 2006, παραμονή του Αγίου Νεκταρίου. 

Δεν μπορούσα να εκκλησιαστώ, γιατί είχα στις 7 το πρωί προγραμματισμένο χειρουργείο. Γινόταν αγρυπνία στον Ι.Ν. του Αγίου Νεκταρίου στο Νέο Ηράκλειο. Στάθηκα για πολλή ώρα, παρακάλεσα τον άγιο και κοινώνησα. Την επομένη νωρίς το πρωί άνοιξα τον μικρό ναό που έχουμε φτιάξει για τον άγιο στο Αρεταίειο, άναψα ένα κεράκι, ζήτησα και πάλι τη βοήθειά του και πήγα και χειρούργησα. 

Η ασθενής ξύπνησε, είχε θαυμάσια επικοινωνία με το περιβάλλον, κινούσε ελεύθερα όλα τα άκρα, πήρε το πρόγευμά της κανονικά, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, με φυσιολογική επικοινωνία μαζί μας.


Νιώθετε την παρουσία του αγίου στο Αρεταίειο;

Ο άγιος, αφότου εγκαταστάθηκε μόνιμα το 1908 στην Αίγινα, σπάνια την εγκατέλειπε. Απέκρυπτε, μάλιστα, το πρόβλημα της υγείας του, υποφέροντας σιωπηλά τους σωματικούς πόνους και το βαρύ μαρτύριο. Όταν, όμως, η κατάστασή του επιδεινώθηκε, δέχθηκε την υπόδειξη του γιατρού για εισαγωγή σε νοσοκομείο της Αθήνας.

 Έκτοτε παραμένει μεγάλη η ευλογία του για το Αρεταίειο και το πανεπιστήμιό μας, αφού φιλοξένησε για νοσηλεία τον μεγάλο άγιο του 20ού αιώνα. Σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του ιατρού Καραπλή, οι γάζες που είχαν χρησιμοποιηθεί με την κοίμησή του ευωδίαζαν και γι’ αυτό δεν τις πέταξαν, αλλά τις τοποθέτησαν μέσα στη γη. Νοσηλεύτηκε στη γ’ θέση (απορίας), όπου στην παρακείμενη κλίνη νοσηλευόταν ύστερα από ατύχημα ένας παραπληγικός ασθενής. 

Από τότε κιόλας, αμέσως μετά την κοίμησή του, έγινε το πρώτο  θαύμα του Αγίου Νεκταρίου εδώ στο Αρεταίειο. Κατά την αλλαγή του ιερού λειψάνου, η μοναχή Ευφημία τοποθέτησε τη φανέλα του αγίου στο κρεβάτι του παραπληγικού, ο οποίος αιφνίδια σηκώθηκε και άρχισε να βηματίζει ελεύθερα. Αυτό ήταν το πρώτο από μια σειρά θαυμάτων του Αγίου Νεκταρίου που έγιναν στο νοσοκομείο μας. 

Έκτοτε, στο δωμάτιο υπάρχει η εικόνα του, ένα καντήλι που καίει συνεχώς και από το 2000 είναι τόπος προσκυνήματος, χωρίς να νοσηλεύονται ασθενείς. Όνειρό μου ήταν ο χώρος αυτός να γίνει εκκλησία και μάλιστα είχα βρει και τα οικονομικά μέσα για να το υλοποιήσω… αλλά η διοίκηση δεν ήθελε να ακούσει τίποτα από αυτά.


Πολλοί επιστήμονες κοιτάζουν με δυσπιστία ό,τι δεν εξηγείται με όρους επιστημονικούς. Τι θα τους λέγατε;

Ο αληθινός επιστήμονας αναζητά την αλήθεια. Επειδή ο Θεός αλήθεια εστί, εξαρτάται από τον Θεό. Γίνεται έτσι λάτρης, μύστης, ακόλουθος, μαθητής του. Ο ίδιος, ομολογώ, δεκαετίες τώρα, δεν χειρουργώ χωρίς να έχει προηγηθεί προσευχή και, κατά κανόνα, καθαρίζω με το αντισηπτικό την περιοχή του δέρματος που θα χειρουργήσω, ξεκινώντας με το σημείο του Σταυρού για ευλογία. 

Αν, μάλιστα, βρεθώ σε δύσκολα χειρουργεία, κάνω νοερά προσευχή. Σας εξομολογούμαι ότι πολλές φορές «εφημερεύει» ο ίδιος ο Χριστός και ζούμε την παρουσία του...

Με τις μαρτυρίες αυτές μπορώ να πω σε κάθε συνάδελφο: το απόλυτο είναι θεία κτίση. Το σχετικό με την πρόοδο της επιστήμης, την πείρα, την Τέχνη, την τόλμη και την αρετή χειρουργούμε.

 Δεν ανήκει, όμως, σε εμάς το 100%. Μπορεί να έχω εκτελέσει μία επέμβαση 200.000 φορές και ύστερα από τόση πείρα να παρουσιάσει κάποιος μια εμπλοκή, ένα κακό. Γι’ αυτό ο ίδιος προσωπικά έχω την προσευχή ως νοερό όπλο.

Η ασθένεια είναι κρίκος θρησκείας και επιστήμης. Αυτές οι δύο είναι δίδυμες αδελφές. Δεν συγκρούονται, αλλά είναι πυλώνες του κτιρίου που λέγεται αλήθεια.




Από τη μακρά εμπειρία σας, έχετε γνωρίσει ασθενείς που ξεπέρασαν το κλινικό πρόβλημα με όπλο την πίστη τους;

Ασθενείς με πίστη έχουν ιδιαίτερο χάρισμα, είναι γαλήνιοι, ήρεμοι, γεμάτοι ελπίδα και προσευχόμενοι συγκεντρώνουν περισσότερη δύναμη. Το θαύμα, άλλωστε, είναι προϊόν πίστεως, δώρο μέγιστο για όσους την κατέχουν, δύναμη ανεξάντλητη. Το θαύμα εμφανίζεται σιωπηλά, αθόρυβα, και, ξαναλέω, επιτυγχάνεται μέσω πίστεως, η οποία ούτε υποχρεωτική ούτε καταναγκαστική είναι, αλλά εδρεύει και πηγάζει από την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.

Ποια εφόδια πρέπει να έχει ένας νέος γιατρός;

Το κάλλος της ιατρικής επιστήμης βρίσκεται στην εμπιστοσύνη, την οποία ο ίδιος ο Δημιουργός έχει εκδηλώσει για την ιπποκράτεια επιστήμη, για τον διάκονο του ανθρώπινου πόνου στην Παλαιά Διαθήκη: «Και ιατρώ δος τόπον, και γαρ αυτόν έκτισε Κύριος». 

Ο γιατρός είναι το πρώτο και το τελευταίο πρόσωπο που βλέπει κανείς όταν έρχεται και όταν εγκαταλείπει τα γήινα. Στην ενδιάμεση λοιπόν ζωή, η αποστολή του είναι να φροντίζει την καλή ποιότητα υγείας, διότι χαρά μεγαλύτερη δεν υπάρχει από το να είναι κανείς υγιής. Όλοι καταλαβαίνουμε πόσο ευτυχής είναι ο ζητιάνος, όταν είναι υγιής, συγκριτικά με έναν άρρωστο βασιλιά. 

Γι’ αυτόν τον λόγο ο γιατρός πρέπει να είναι ένας οικουμενικός ευπατρίδης, όταν πλησιάζει τον άρρωστό του, στοργικός πατέρας, όπως ο Κύριος που μας δημιούργησε, με τριπλή προσωπικότητα: καλό επιστήμονα, ανθρωπιστή και με πίστη στον Χριστό. Αν έχει αυτές τις προϋποθέσεις, τότε μπορεί να δει και τις περιπτώσεις που αναφέραμε με τη θεία παρέμβαση σε πολλές στιγμές της ζωής του.

Έχουμε έναν γερασμένο πληθυσμό, με 120.000 θανάτους και μόνο 100.000 γεννήσεις... 
Με την Ελλάδα να ψυχορραγεί στην εντατική μονάδα, έχουμε ελεύθερες τις εκτρώσεις, με 1.000 δολοφονίες κάθε πρωί!

Τι φοβάστε από την κρίση στον τόπο;

Ένα έθνος και μία πατρίδα μπορεί να ελπίζουν, αν η νεολαία υπερέχει των γερόντων, αν οι γεννήσεις υπερέχουν των θανάτων. 

Τώρα εμείς έχουμε έναν γερασμένο πληθυσμό, με 120.000 θανάτους και μόνο 100.000 γεννήσεις. Με την Ελλάδα να ψυχορραγεί στην εντατική μονάδα, έχουμε ελεύθερες τις εκτρώσεις, με 1.000 δολοφονίες κάθε πρωί! Χίλια ελληνόπουλα κάθε πρωί σκοτώνονται. Αν κοιτάξεις το καρδιογράφημα ενός εμβρύου, θα δεις την καρδιά του να χτυπά από την 4η εβδομάδα. 

Μιλάμε για δολοφονίες σε άτομα που δεν μπορούν να αμυνθούν. Δείτε τα νούμερα: Πετάμε στους οχετούς 350.000 ζωές τον χρόνο, δηλαδή μια πόλη σαν την Πάτρα. Αντί να στηρίξουμε, λοιπόν, την οικογένεια και τα νέα ζευγάρια, που φοβούνται εξαιτίας της οικονομικής ανασφάλειας, δημιουργούμε αφύσικους στην οικογένεια θεσμούς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 25, 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ: Η νηστεία




Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικής 



(Ματθ.ς΄,14-21)

Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του, ὅπως καταγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, συνδέει τὴ συγγνώμη καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴν νηστεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, εἶναι πρὸ πάντων περίοδος μετανοίας, προσευχῆς καὶ ἀγάπης μεταξύ μας.

Ἐὰν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σύνδεση, τότε ἡ νηστεία ἀπὸ μόνη της δὲν φθάνει. Ἐὰν εἶναι νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ μὴ μετανοοῦμε· «ἐὰν εἶναι νὰ μὴν τρῶμε καὶ νὰ τρωγώμαστε ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ νὰ μισοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ποιὸ λοιπὸν τὸ ὄφελος ἀπὸ τὴν νηστεία μας;». Ἄρα λοιπὸν ἡ νηστεία βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαγιάσει ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς ζωῆς του· νὰ τὸν προσγειώσει στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ τὸν μονοιάσει μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ τέλος νὰ συναισθανθεῖ τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του καταβάλλοντας προσπάθεια ἀπαλλαγῆς.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐρχόμενος ὁ ἄνθρωπος εἶναι καιρὸς νὰ θρηνήσει, γιατὶ μὲ τὴ ζωή του προσβάλλει καθημερινὰ τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ συγγνώμη τῶν ἀδελφῶν, νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι ὅμως κάμποσοι ποὺ πιστεύουν, καὶ ἴσως πράττουν, πὼς ἡ νηστεία εἶναι μονάχα ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά. Καὶ καθησυχάζουν τοὺς ἑαυτούς τους πὼς ἔτσι ἔχουν τελειώσει. Ὅμως κάτι τέτοιο εἶναι φανερὸ πὼς εἶναι λάθος· εἶναι μιὰ πράξη τυπική, ποὺ τῆς λείπει ἡ οὐσία.

Βεβαίως ἡ νηστεία εἶναι ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά, μὰ δὲν εἶναι μονάχα αὐτό. Γιατί, ἂν εἶναι μόνον αὐτό, τότε δὲν θὰ εἶχε θέση ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅπως περιγράφεται στὸν προφήτη Ἰωήλ.

Νὰ τὶ λέγει ἀκριβῶς: «Τώρα λοιπόν, λέγει Κύριος ὁ Θεός μας, ἐπιστρέψατε σὲ Ἐμένα μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας, μὲ νηστεία, θρήνους καὶ κοπετούς». Δηλαδὴ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἐσωτερικὴ ἐπιστροφή, μετάνοια καὶ ἀλλαγή, μὰ πρὸ πάντων νηστεία μὲ δάκρυα.

Ἐτούτη ὅμως ἡ μετάνοια καὶ ἡ αἴτηση συγγνώμης ἀπὸ τὸ Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει δίχως τὴ συγγνώμη πρὸς τὸν ἀδελφό. Δίχως τὴν ἐξάλειψη τῶν κακιῶν μας, ποὺ μᾶς διχάζουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ τὶς ὁποῖες ἀκριβῶς ὁ Θεὸς βδελύσσεται.

Προχωρώντας ὅμως πιὸ πέρα, ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ τὴν ἀφιλοχρηματία, ποὺ φυσικὰ συνδέεται μὲ τὴν νηστεία. Ἔτσι, «ὅποιος πασχίζει νὰ ᾿χει τὶς ἀποθῆκες του γεμᾶτες ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, αὐτὸς θὰ πρέπει νὰ ᾿χει τὴν καρδιά του ἀδειανὴ ἀπὸ ἀγάπη. Ὅσο πιὸ πολὺ γεμίζουν οἱ ἀποθῆκες, τόσο πιὸ πολὺ ἀδειάζει ἡ καρδιά». Καὶ ὅσο ἀδειάζει ἡ καρδιὰ τόσο στερεύει ἡ ἀγάπη, καὶ ἂς εἶναι γεμᾶτες οἱ ἀποθῆκες.

Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε πώς ἡ νηστεία γιὰ τὸν φιλοχρήματο καὶ πλεονέκτη ἔχει κάποια σημασία; Σ᾿ αὐτὸν ποὺ στέρεψε ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, τί νόημα ἔχει ἡ νηστεία;

Μποροῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὸ δικό του φαγοπότι, τὴν καλοπέραση, σ᾿ ἕνα κόσμο καταδικασμένο σὲ διαρκῆ νηστεία. Αὐτὸς μὲν νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ εὐφραίνεται καὶ οἱ ἄλλοι νὰ πεινοῦν, γιατὶ τοὺς καταδικάσαμε σὲ διὰ βίου νηστεία! Ὁ ἕνας νὰ εἶναι χορτᾶτος καὶ οἱ ἄλλοι πεινασμένοι.

Νὰ λοιπὸν πὼς ἡ νηστεία ἀποτελεῖ μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους. Νὰ παρέχουμε τὰ ἀγαθά μας, γιὰ νὰ χορτάσουν οἱ ἄλλοι.

Ἔτσι θησαυρίζουμε ἀγαθὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς περισσεύει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τονίζει πὼς ὅποιος δίνει στὸ Θεό, δανείζει στὸ Θεό. Ἔτσι, καλὸν εἶναι ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ν᾿ ἀποτινάξουμε τὸ περιττὸ καὶ τὸ ἐπὶ πλέον. Νὰ κάνουμε τὴν νηστεία μας, καθὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, καὶ ν᾿ ἁπλώσουμε τὸ χέρι μας στὸν ἀδελφὸ ποὺ ᾿χει τὴν ἀνάγκη.

Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ πράγματα, ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπορροφήσει, τότε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ συναντήσουμε τὸ Θεό. Γιατὶ αὐτὰ κλείνουν τὸ δρόμο καὶ μᾶς τραβοῦνε σὲ ἄλλες ἀτραπούς.

Δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ζητήσουμε τὴ σωτηρία μας· δὲν θὰ θρηνήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· δὲν θὰ κληθοῦμε στὴν Βασιλεία Του.

Τρώγοντας καὶ πίνοντας κάθε ἡμέρα εὐφραινόμενοι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοήσουμε τὴ σημασία τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, θὰ περάσει ἴσως κι αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, καὶ ἐμεῖς θὰ παλεύουμε πῶς θὰ ἀπολαύσουμε περισσότερα ἀγαθά.

Ἐνῶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νὰ ἀρχίσουμε τὴ νηστεία χαρούμενοι· νὰ νηστεύσουμε ἀπὸ κάθε πάθος καὶ νὰ ἐντρυφήσουμε στὶς ἀρετές.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...