Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2012

ΟΛΑ ΘΑ ΒΟΛΕΥΤΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΧΩΜΑ» Εὐλαβικὸ ἀφιέρωμα στὸν ἀσκητὴ τῆς Παναγούδας +12.07.1994



Τρίτη 12 Ἰουλίου 1994. Ὁ πατὴρ Παΐσιος περνᾶ στὴν αἰωνιότητα.
Εὐλαβικὸ ἀφιέρωμα στὸν ἀσκητὴ τῆς Παναγούδας

.         Ὁ Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὶς 25 Ἰουλίου τοῦ 1924. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Πρόδρομος καὶ ἦταν πρόεδρος τῶν Φαράσων, ἐνῶ ἡ μητέρα του λεγόταν Εὐλαμπία. Ὁ Γέροντας εἶχε ἀκόμα 8 ἀδέλφια. Στὶς 7 Αὐγούστου τοῦ 1924, μία ἑβδομάδα πρὶν οἱ Φαρασιῶτες φύγουν γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ὁ Γέροντας βαφτίστηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀρσένιο τὸν Καππαδόκη, ὁ ὁποῖος ἐπέμεινε καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ δικό του ὄνομα «γιὰ νὰ ἀφήσει καλόγερο στὸ πόδι του», ὅπως χαρακτηριστικὰ εἶχε πεῖ.
.         Πέντε ἑβδομάδες μετὰ τὴ βάπτιση τοῦ μικροῦ τότε Ἀρσένιου, στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 1924 ἡ οἰκογένεια Ἐζνεπίδη, μαζὶ μὲ τὰ καραβάνια τῶν προσφύγων, ἔφτασε στὸν Ἅγιο Γεώργιο στὸν Πειραιὰ καὶ στὴ συνέχεια πῆγε στὴν Κέρκυρα, ὅπου καὶ τακτοποιήθηκε προσωρινὰ στὸ Κάστρο. Στὴν Κέρκυρα ἡ οἰκογένειά του ἔμεινε ἑνάμιση χρόνο. Ἐν συνεχείᾳ μεταφέρθηκε στὴν Ἠγουμενίτσα καὶ κατέληξε στὴν Κόνιτσα. Ἐκεῖ ὁ Ἀρσένιος τελείωσε τὸ δημοτικὸ σχολεῖο καὶ πῆρε τὸ ἀπολυτήριό του «μὲ βαθμὸ ὀκτὼ καὶ διαγωγὴ ἐξαίρετο». Ἀπὸ μικρὸς συνεχῶς εἶχε μαζί του ἕνα χαρτί, στὸ ὁποῖο σημείωνε τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου. Ἔδειχνε ἰδιαίτερη κλίση πρὸς τὸν μοναχισμὸ καὶ διακαῶς ἐπιθυμοῦσε νὰ μονάσει. Οἱ γονεῖς του χαριτολογώντας, τοῦ ἔλεγαν «βγάλε πρῶτα γένια καὶ μετὰ θὰ σὲ ἀφήσουμε».
.            Στὸ διάστημα ποὺ μεσολάβησε μέχρι νὰ ὑπηρετήσει στὸ στρατὸ ὁ Ἀρσένιος δούλεψε σὰν ξυλουργός. Ὅταν τοῦ παραγγελνόταν νὰ κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ὁ ἴδιος συμμεριζόμενος τὴν θλίψη τῆς οἰκογένειας, ἀλλὰ καὶ τὴν φτώχεια τῆς ἐποχῆς, δὲν ζητοῦσε χρήματα.Τὸ 1945 ὁ Ἀρσένιος κατατάχτηκε στὸ στρατὸ καὶ ὑπηρέτησε σὰν ἀσυρματιστὴς κατὰ τὸν ἑλληνικὸ ἐμφύλιο. Ὅσο καιρὸ δὲν ἦταν ἀσυρματιστής, ζητοῦσε νὰ πολεμεῖ στὴν πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οἰκογενειάρχες, νὰ μὴ βλαφτοῦν. Τὸ μεγαλύτερο ὅμως διάστημα τῆς θητείας του τὸ ὑπηρέτησε μὲ τὴν εἰδικότητα τοῦ ἀσυρματιστῆ. Ἀπολύθηκε ἀπὸ τὸ στρατὸ τὸ 1949.
.         Ὁ πατὴρ Παΐσιος πρώτη φορὰ εἰσῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος γιὰ νὰ μονάσει τὸ 1949, ἀμέσως μετὰ τὴν ἀπόλυσή του ἀπὸ τὸ στρατό. Ὅμως ἐπέστρεψε στὰ κοσμικὰ γιὰ ἕνα χρόνο ἀκόμα, προκειμένου νὰ ἀποκαταστήσει τὶς ἀδελφές του. Ἔτσι τὸ 1950 πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἡ πρώτη μονὴ στὴν ὁποία κατευθύνθηκε καὶ παρέμεινε γιὰ ἕνα βράδυ ἦταν Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὶς Καρυές. Ἐν συνεχείᾳ κατέλυσε στὴ σκήτη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, στὸ κελὶ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ θὰ γνωρίσει τὸν πατέρα Κύριλλο ποὺ ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ καὶ θὰ τὸν ἀκολουθήσει πιστά.
.         Λίγο ἀργότερα ἀποχώρησε ἀπὸ τὴν μονὴ καὶ κατευθύνθηκε στὴν Μονὴ Ἐσφιγμένου. Ἐκεῖ τελέσθηκε ἡ τελετὴ τῆς «ρασοευχῆς» καὶ πῆρε τὸ πρῶτο ὄνομά του ποὺ ἦταν Ἀβέρκιος. Καὶ ἐκεῖ ἀμέσως ξεχώρισε γιὰ τὴν ἐργατικότητά του, τὴν μεγάλη ἀγάπη καὶ κατανόηση ποὺ ἔδειχνε γιὰ τοὺς «ἀδελφούς» του, τὴν πιστὴ ὑπακοὴ στὸ γέροντά του, τὴν ταπεινοφροσύνη του, ἀφοῦ θεωροῦσε ἑαυτὸν κατώτερο ὅλων τῶν μοναχῶν στὴν πράξη. Προσευχόταν ἔντονα καὶ διάβαζε διαρκῶς, ἰδιαίτερα τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ.
.         Τὸ 1954 ἔφυγε ἀπὸ τὴ μονὴ Ἐσφιγμένου καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴν Μονὴ Φιλοθέου, ποὺ ἦταν Ἰδιόρυθμο μοναστήρι ὅπου μόναζε καὶ ἕνας θεῖος του. Ἡ συνάντησή του ὅμως μὲ τὸν Γέροντα Συμεὼν θὰ εἶναι καταλυτικὴ γιὰ τὴν πορεία καὶ διαμόρφωση τοῦ μοναχικοῦ χαρακτήρα τοῦ Παϊσίου. Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια, τὸ 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» καὶ πῆρε τὸ «Μικρὸ Σχῆμα». Τότε ἦταν τελικὰ ποὺ ὀνομάστηκε καὶ «Παΐσιος», χάρη στὸ Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τὸν β΄, ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ συμπατριώτης του. Ὁ Γέρων Αὐγουστίνος αὐτὴν τὴν περίοδο ἀπέκτησε στενὴ σχέση μὲ τὸν Παΐσιο.
.         Τὸ 1958, ὕστερα ἀπὸ «ἐσωτερικὴ πληροφόρηση», πῆγε στὸ Στόμιο Κονίτσης. Ἐκεῖ πραγματοποίησε ἔργο τὸ ὁποῖο ἀφοροῦσε στοὺς ἑτερόδοξους ἀλλὰ περιελάμβανε καὶ τὴν βοήθεια τῶν βασανισμένων καὶ φτωχῶν Ἑλλήνων, εἴτε μὲ φιλανθρωπίες, εἴτε παρηγορώντας τους καὶ στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, μὲ αἰχμὴ τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπὶ 4 ἔτη ἔμεινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίων τῆς Θεοτόκου στὸ Στόμιο, ὅπου ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπὸ τὸν λαὸ τῆς περιοχῆς γιὰ τὴν προσφορὰ καὶ τὸν μετριοπαθῆ χαρακτήρα του. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὸ Ὄρος Σινᾶ στὸ κελὶ τῶν Ἁγίων Γαλακτίωνος καὶ Ἐπιστήμης. Ὁ Γέροντας ἐργαζόταν ὡς ξυλουργὸς καὶ ὅ,τι κέρδιζε τὸ ἔδινε σὲ φιλανθρωπίες στοὺς Βεδουίνους, ἰδίως τρόφιμα καὶ φάρμακα.
.         Τὸ 1964 ἐπέστρεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀπὸ ὅπου δὲν ξαναέφυγε ποτέ. Ἡ σκήτη ἡ ὁποία τὸν φιλοξένησε ἦταν ἡ Ἰβήρων. Στὸ διάστημα ποὺ παρέμεινε ἐκεῖ, καὶ συγκεκριμένα τὸ 1966, ἀσθένησε σοβαρὰ καὶ εἰσήχθη στὸ Νοσοκομεῖο Παπανικολάου. Ὑποβλήθηκε σὲ ἐγχείρηση, μὲ ἀποτέλεσμα μερικὴ ἀφαίρεση τῶν πνευμόνων. Στὸ διάστημα μέχρι νὰ ἀναρρώσει καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὸ Ἅγιον Ὄρος φιλοξενήθηκε στὴν Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου, στὴ Σουρωτή. Ἐπέστρεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος μετὰ τὴν ἀνάρρωσή του καὶ τὸ 1967 μετακινήθηκε στὰ Κατουνάκια, καὶ συγκεκριμένα στὸ Λαυρεώτικο κελὶ τοῦ Ὑπάτου. Ἀπὸ τότε ἄρχισε νὰ δέχεται πολλὲς ἐπισκέψεις. Ἤδη τὸ ὄνομά του ἔχει ἀρχίσει νὰ γίνεται ἀρκετὰ γνωστὸ μακριὰ ἀπὸ τὸ Ὄρος καὶ κάθε λογῆς βασανισμένοι ἄνθρωποι ὁδηγοῦνταν σὲ αὐτόν, μαθαίνοντας γιὰ ἕνα χαρισματικὸ μοναχὸ ποὺ ὀνομάζεται Παΐσιος. Τὸ ἑπόμενο ἔτος μεταφέρεται στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικὰ σὲ χειρωνακτικὲς ἐργασίες, συνεισφέροντας στὴν ἀνακαίνιση τοῦ μοναστηριοῦ. Συχνὰ μάλιστα βοηθάει ὡς ψάλτης στὴν Σκήτη Τιμίου Προδρόμου τὸν Γέροντα Τύχωνα. Οἱ δύο γέροντες ἀνέπτυξαν δυνατὴ φιλία, ἡ ὁποία τερματίσθηκε μὲ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντος Τύχωνος τὸ 1968. Ὁ Παΐσιος ἔμεινε στὸ κελὶ τοῦ Γέροντος Τύχωνος γιὰ ἕνδεκα ἔτη μετὰ τὴν κοίμησή του, πράγμα ποὺ ἦταν ἐπιθυμία τοῦ φίλου του λίγο πρὶν πεθάνει.
.         Τὸ 1979 ἀποχώρησε ἀπὸ τὴν σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴν Μονὴ Κουτλουμουσίου. Ἐκεῖ εἰσχώρησε στὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα ὡς ἑξαρτηματικὸς μοναχός. Ἡ Παναγούδα ἦταν μία σκήτη ἐγκαταλελειμμένη καὶ ὁ Παΐσιος ἐργάστηκε σκληρὰ γιὰ νὰ δημιουργήσει ἕνα κελὶ μὲ «ὁμόλογο», ὅπου καὶ ἔμεινε μέχρι καὶ τὸ τέλος τὴ ζωῆς του. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐγκαταστάθηκε στὴν Παναγούδα πλῆθος λαοῦ τὸν ἐπισκεπτόταν. Ἦταν μάλιστα τόσο τὸ πλῆθος, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ εἰδικὲς σημάνσεις ποὺ ἐπεσήμαναν τὸν δρόμο πρὸς τὸ κελί του, ὥστε νὰ μὴν ἐνοχλοῦν οἱ ἐπισκέπτες τοὺς ὑπολοίπους μοναχούς. Ἐπίσης δεχόταν πάρα πολλὲς ἐπιστολές. Ὅπως ἔλεγε ὁ γέροντας, στενοχωρεῖτο πολύ, γιατί ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς μάθαινε μόνο γιὰ διαζύγια καὶ ἀσθένειες ψυχικὲς ἢ σωματικές. Παρὰ τὸ βεβαρυμένο πρόγραμμά του, συνέχιζε τὴν ἔντονη ἀσκητικὴ ζωή, σὲ σημεῖο νὰ ξεκουράζεται ἐλάχιστα, 2 μὲ 3 ὧρες τὴν ἡμέρα. Ἐξακολούθησε ὅμως νὰ δέχεται καὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ βοηθήσει τοὺς ἐπισκέπτες.
.         Συνήθιζε ἐπίσης νὰ φτιάχνει «σταμπωτὰ» εἰκονάκια τὰ ὁποῖα χάριζε στοὺς ἐπισκέπτες σὰν εὐλογία.
.         Τὸ 1966 ὁ γέροντας νοσηλεύθηκε στὸ Νοσοκομεῖο Παπανικολάου λόγῳ βρογχεκτασιῶν. Μετὰ τὴν ἐπέμβαση γιὰ τὴν ἀφαίρεσή τους καὶ λόγῳ τῆς χρήσης ἰσχυρῶν ἀντιβιοτικῶν ὁ γέροντας ἔπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, ἡ ὁποία τοῦ ἄφησε μόνιμα δυσπεπτικὰ προβλήματα. Κάποια στιγμή, ἐνῶ ἐργαζόταν στὴν πρέσσα ποὺ εἶχε στὸ κελί του, ἔπαθε βουβωνοκήλη. Ἀρνήθηκε νὰ νοσηλευτεῖ καὶ ὑπέμεινε καρτερικὰ τὴν ἀσθένεια, ἡ ὁποία τοῦ ἔδινε φοβεροὺς πόνους γιὰ τέσσερα ἢ πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σὲ μία ἐπίσκεψή του στὴ Σουρωτή, κάποιοι γνωστοί του γιατροὶ κυριολεκτικὰ τὸν ἀπήγαγαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸ Θεαγένειο νοσοκομεῖο, ὅπου καὶ χειρουργήθηκε. Παρὰ τὴν ἀντίθεση τῶν γιατρῶν, ὁ γέροντας συνέχισε τὴ σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ τὶς χειρωνακτικὲς ἐργασίες κάτι ποὺ ἐπιδείνωσε καὶ ἄλλο τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας του.
.         Μετὰ τὸ 1993 ἄρχισε νὰ παρουσιάζει αἱμορραγίες γιὰ τὶς ὁποῖες ἀρνοῦνταν νὰ νοσηλευτεῖ λέγοντας χαρακτηριστικὰ ὅτι «λα θ βολευτον μ τ χμα». Τὸν Νοέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους ὁ Παΐσιος βγαίνει γιὰ τελευταία φορὰ ἀπὸ τὸ Ὄρος καὶ πηγαίνει στὴ Σουρωτή, στὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου γιὰ τὴν γιορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου (10 Νοεμβρίου). Ἐκεῖ μένει γιὰ λίγες μέρες καὶ ἐνῶ ἑτοιμάζεται νὰ φύγει ἀσθενεῖ καὶ μεταφέρεται στὸ Θεαγένειο, ὅπου τοῦ γίνεται διάγνωση γιὰ ὄγκο στὸ παχὺ ἔντερο. Στὶς 4 Φεβρουαρίου τοῦ 1994 ὁ γέροντας χειρουργεῖται.
.         Παρότι ἡ ἀσθένεια δὲν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στοὺς πνεύμονες καὶ στὸ ἧπαρ), ὁ γέροντας ἀνακοίνωσε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ἐπιστρέψει στὸ Ἅγιον Ὄρος στὶς 13 Ἰουνίου. Ὁ ὑψηλὸς πυρετὸς ὅμως καὶ ἡ δύσπνοια τὸν ἀνάγκασαν νὰ παραμείνει.
.         Στὸ τέλος τοῦ Ἰουνίου οἱ γιατροὶ τοῦ ἀνακοινώνουν ὅτι τὰ περιθώρια ζωῆς τοῦ ἦταν δύο μὲ τρεῖς ἑβδομάδες τὸ πολύ. Τὴ Δευτέρα 11 Ἰουλίου (γιορτὴ τῆς Ἁγίας Εὐφημίας) ὁ γέροντας κοινώνησε γιὰ τελευταία φορὰ γονατιστὸς μπροστὰ στὸ κρεβάτι του. Τὶς τελευταῖες μέρες τῆς ζωῆς του ἀποφάσισε νὰ μὴν παίρνει φάρμακα ἢ παυσίπονα, παρὰ τοὺς φρικτοὺς πόνους τῆς ἀσθένειάς του.
.         Τελικὰ τὴν Τρίτη 12 Ἰουλίου 1994  καὶ ὥρα 11:30 τὸ βράδυ τὴν ἡσυχία τάραξε μία δυνατὴ βροντή! Κατόπιν μὲ συνεχεῖς ἀστραπὲς φωτιζόταν ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος.Τὸ ἀπόγευμα ἔγινε γνωστὸ ὅτι ὁ γέροντας εἶχε περάσει πιὰ στὴν αἰωνιότητα. Ἐνταφιάστηκε στὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης. Ἔκτοτε, κάθε χρόνο στὶς 11 πρὸς 12 Ἰουλίου, στὴν ἐπέτειο κοιμήσεως τοῦ Γέροντος, τελεῖται ἀγρυπνία στὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο, μὲ συμμετοχὴ χιλιάδων πιστῶν.
.         Πολλοὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ γνώρισαν τὸ Γέροντα Παΐσιο. Καθένας ἀπὸ αὐτοὺς μπορεῖ νὰ πεῖ μία ἱστορία γιὰ τὸ Γέροντα ἢ νὰ θυμηθεῖ τὴν ἁπλότητά του. Οἱ πιὸ κοντινοὶ στὸ Γέροντα Παΐσιο ἄνθρωποι ποὺ ζοῦνε σήμερα εἶναι: Ὁ πατὴρ Παΐσιος ὁ μαθηματικὸς ποὺ ζεῖ σὲ ἕνα κελλάκι κοντὰ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κουτλουμουσίου τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Αὐτὸς ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Γέροντα καὶ εἶναι ὁ πνευματικός τῆς Μονῆς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴ Σουρωτή. Ὁ ἱερομόναχος Ἀρσένιος καὶ ὁ μοναχὸς Ἠσαΐας ποὺ μένουν στὸ κελλάκι τῆς Παναγούδας ὅπως ὁ γέροντας Παΐσιος ἐπιθυμοῦσε. Οἱ δύο μοναχοὶ κρατοῦν τὸ κελλάκι ὅπως τὸ εἶχε ὁ γέροντας καὶ δέχονται μὲ μεγάλη χαρὰ ὅσους ἐπισκέπτονται τὸ σπιτάκι ποὺ ἔζησε ὁ γέροντας Παΐσιος.
.         Οἱ μοναχές τῆς Σουρωτῆς στὴ γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου κατέχουν δύο πολύτιμους θησαυρούς: Τὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Ἀρσενίου καὶ τὸν τάφο τοῦ γέροντος Παισίου. Στὸ μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς καθημερινὰ συρρέουν πολλοὶ προσκυνητὲς ἀπὸ ὁλόκληρο τὸν κόσμο γιὰ νὰ προσκυνήσουν στὸν τάφο τοῦ γέροντος Παισίου.
.         Ὑπάρχουν βεβαίως καὶ πάρα πολλοὶ ἄλλοι ἄνθρωποι ποὺ γνώρισαν τὸ Γέροντα Παΐσιο, ἄκουσαν τὴν διδασκαλία του, διαπίστωσαν τὴν ἁγιότητά του, δέχτηκαν τὰ δῶρα τῆς προσευχῆς του. Ὅλοι αὐτοὶ ὁμολογοῦν πὼς ὁ γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σημαντικοὺς ἁγίους ἀσκητὲς τοῦ 20ο αἰώνα.Ὁ Γέρων Παΐσιος ἦταν ἕνας πολὺ ἁπλὸς ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πίστευε στὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, κάνοντας τρόπο ζωῆς τὸν μοναστικὸ βίο καὶ τὶς διδαχὲς τῆς ὀρθόδοξης ἀσκητικῆς παράδοσης. Οἱ ἐγκύκλιες γνώσεις του περιορίζονταν στὸ ἐπίπεδο τοῦ δημοτικοῦ. Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ ξεχώριζε γιὰ τὴν «χαριτωμένη» ἁπλότητά του καὶ τὴν ἔντονη ἀγωνία ποὺ τὸν διακατεῖχε γιὰ τὴν βοήθεια τῶν συνανθρώπων του, ποὺ ἀναζητοῦσαν ἕνα πνευματικὸ καθοδηγητή. Ὁ ἴδιος ἀποτελοῦσε παράδειγμα ἀνθρώπου ἀφιερωμένου στὸν Θεό, ἀφαιρώντας τὶς προσωπικὲς ἐπιδίωξεις καὶ τὰ προσωπικὰ θελήματα. Ἡ ὑπακοή, ἡ ἄσκηση, ἡ ταπείνωση, ἡ εὐσέβεια, τὸ φιλότιμο καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ ἀγάπη καὶ ἡ μακροθυμία, ἀποτελοῦσαν τρόπο ζωῆς γιὰ τὸν ἴδιο, ἀλλὰ καὶ διδαχὲς γιὰ ὅσους ἀποζητοῦσαν ἕνα λόγο παρηγοριᾶς ἢ κάποια ἐπίλυση προσωπικοῦ προβλήματος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...