Δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα από την θαυμάσια εργασία του κ. Αντ. Μάρκου (Κέντρον Αγιολογικών Μελετών «Όσιος Συμεών ο Μεταφραστής)
με αφορμή την εορτή των Αγίων Συμεώνος και Ιωάννου των εν Χριστώ Σαλών.(21 Ιουλίου)
———————————————————————————————-
Ὁ κόσμος τῶν Ἁγίων γενικῶς καί τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων εἰδικῶς, εἶναι κόσμος μυστικός καί πνευματικός. Γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολο νά ἑρευνηθεῖ ὁ προσωπικός τρόπος καί δρόμος πρς τήν Ἁγιότητα, ἑνός ἑκάστου τῶν Σαλῶν.
«Ὁ πνευματικός — λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος — ἀνακρίνει μέν τά πάντα, αὐτός δέ ὑπ’ οὐδενός ἀνακρίνεται» (Α’ Κορ. 2, 15). Ἡ Ἁγιότητα εἶναι κατάστασις πού πρώτιστα ἀναφέρεται στόν ἐσωτερικό «τῆς καρδίας ἄνθρωπο, ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πνεύματος,ὅ ἔστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές» κατά τόν Ἀπόστολο Πέτρο (Α’ Πέτρ. 3, 3 — 4). Πάνω στά προηγούμενα ἡ Τατιάνα Γκορίτσεβα γράφει:
«Ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νά γίνει ἀντικείμενο μελέτης καί ἐξετάσεων. Μπορεῖς νά τόν μελετήσεις, νά μάθεις πολλά ἀπ’ αὐτόν… Κανείς ὅμως δέν μπορεῖ νά κρίνει ἕναν Ἅγιο… (διότι) Ἁγιότητα σημαίνει κατ’ ἐξοχήν ἐσωτερικότητα» (Τ. Γκορίτσεβα, «Ἡ τρέλλα νά εἶσαι Χριστιανός», σελ. 37).
Ἐπομένως, μόνος τρόπος προσεγγίσεως ἑνός Ἁγίου, εἶναι ἡ προσεκτική παρατήρησις ὅσων ἀκτίνων ἁγιότητος διαφεύγουν ἀπό τό πνευματικό του κάλλος καί τήν ἀπαστράπτουσα λάμψη τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Χρησιμοποιοῦμε τήν ἔκφραση «διαφεύγουν», διότι οἱ Ἅγιοι προσπαθοῦν νά διατηρήσουν «ἐν κρυπτῷ», τόσο τόν προσωπικό τους ἀγῶνα, ὅσο καί τίς δωρεές μέ τίς ὁποῖες ἐλεήθηκαν ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι, στόν κόσμο ἀποκαλύπεται ὅτι οἱ ἴδιοι ἐπιτρέπουν νά «διαφύγει», γιά τήν οἰκοδομή τοῦ πλησίον καί τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσεκτική, λοιπόν, παρατήρησις τῆς ζωῆς καί τῶν σημείων τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, πείθει, ὅτι πλανοῦν καί ἐμπαίζουν τόν κόσμο μέ τίς ἐξωτερικές τους ἐκδηλώσεις. Δείχουν, ὅτι «καθεύδουν διά τήν χρείαν τῆς φύσεως», ἡ καρδιά τους ὅμως «ἀγρυπνεῖ διά τό πλῆθος τοῦ ἔρωτος» πρός τόν Θεό, κατά τήν ἔκφραση τοῦ ὁσ. Ἰωάννη τῆς Κλίμακος (Λόγος Λ’ Περί Ἀγάπης, 6 — 7).
«Ὁ μανικός ἔρως — γράφει ὁ ἀρχιμ. Ἰγνάτιος — εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς διά Χριστόν Σαλότητος… Οἱ Ἅγιοι διά Χριστόν Σαλοί παίζουν ἕνα ἱερό παιχνίδι. Ἐμπαίζουν τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ ματαίου καί φιλοδόξου. Ἐμπαίζουν τά κοσμικά σχήματα, τήν δῆθεν ἀξιοπρέπεια καί κοσμική εὐγένεια, τήν διπλωματία καί τήν ὑποκρισία, τήν ἐπίδειξη καί τόν φαρισαϊσμό. Ἐμπαίζουν αὐτό τό γελοῖο κοσμικό δόγμα ὡρισμένων, πού ἐκφράζεται μέ τό «τί θά πεῖ ὁ κόσμος», μέ τό «πῶς θά φανῶ στόν κόσμο» («Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 17).
Τό «ἱερό παιχνίδι» τῆς διά Χριστόν Σαλότητος, ἀποτελεῖ βίωμα τοῦ Ἀποστολικοῦ «τά μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο (ὁ Θεός), ἴνα καταιχνύνη τούς σοφούς» (Α’ Κορ. 1, 27). Οἱ «σαλοί» μέ τό καθημερινό τους μαρτύριο μαρτυροῦν τήν Πίστι, τήν σοφία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία οὔτε σοφοί, οὔτε γραμματεῖς, οὔτε συζητητές «τοῦ αἰ·ωνος τούτου» μπόρεσαν νά γνωρίσουν, διότι «ἐμώρανεν ὁ Θεός τήν σοφίαν τοῦ κόσμου». Αὐτή τήν Πίστι δίδουν στόν κόσμο «διά τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος», διά τῆς ὁποίας μωρίας «εὐδόκησεν ὁ θεός σῶσαι τούς πιστεύοντας» (Α’ Κορ. 1, 20 — 21).
Οἱ διά Χριστόν Σαλοί Ἅγιοι εἶναι διαφοροποιημένοι ἀπό τόν κόσμο σχεδόν σέ ὅλα. Μέ τόν τρόπο αὐτό καταθέτουν καθημερινά ἐνώπιον τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου τήν «μωρία», τήν ἁπλότητα, δηλαδή, τοῦ κηρύγματος, τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Διαφοροποιοῦνται ἀπό τόν κόσμο, γιά νά δείξουν τήν ἀπόσταση πού χωρίζει τόν πνευματικό κόσμο (πού εἶναι τό διαρκές μέλλον τοῦ ἀνθρώπου), ἀπό τόν ὑλικό κόσμο τῆς ρευστῆς καθημερινότητας.
Ἡ ζωή τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων εἶναι ἕνα διαρκές, καθημερινό μαρτύριο, ἕνα μαρτύριο ἐπώδυνο «διά βίου», πνευματικό ἀλλά καί σωματικό. Ὁ ἀγωνιζόμενος στό στάδιο τῆς «ἐπιπλάστου μωρίας», ἀγωνίζεται κατά δαιμόνων καί ἀνθρώπων, κατά σαρκός καί καιρικῶν συνθηκῶν, κατά ὁρατῶν καί ἀοράτων ἐχθρῶν. Εἶναι σχεδόν ἤ καί τελείως γυμνός (λ.χ. ὁ μακάριος Βασίλειος τῆς Μόσχας), στόν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ καί τίς παγωνιές τοῦ χειμῶνα. Δέν νηστεύει ἁπλῶς, ἀλλά πεινάει, τρεφόμενος μέ τά ἀποφάγια τῶν ἄλλων (π.χ. ἡ ὁσ. Ἰσιδῶρα τῆς Ταβέννης). Ὅλοι τόν κτυποῦν, εἷναι «ὁ τρελλός τοῦ χωριοῦ» καί μαζί του πρέπει νά «διασκεδάσουν» οἱ ἀλῆτες τοῦ δρόμου, τά κακομαθημένα παιδιά καί οἱ ἀργόσχολοι τῆς ἀγορᾶς. Ἀκόμη καί οἱ Χριστιανοί τόν διώχνουν ἀπό τίς Ἐκκλησίες, διότι εἷναι «δαιμονισμένος καί κάνει φασαρίες»!
Ὁ πονηρός τόν καταδιώκει συνεχῶς, μέ ὁράματα, φαντασίες, ἀπειλές, ἀλλά καί ἐμφανίσεις! Ὁ Σαλός εἶναι ἀπόλυτα μόνος. (Εἶδε κάποτε ὁ ἅγ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως σέ ἕνα σωρό κοπριά κάτι σκυλιά· πλησίασε νά ζεσταθεῖ κοντά τους, ἀλλά τά σκυλιά ἔφυγαν! Τότε ὁ Ὅσιος εὐχαρίστησε τόν Θεό πού ὅλοι τόν σιχάθηκαν!).
Αὐτό εἶναι τό ματύριο, ἀλλά καί ἡ μαρτυρία. Ὁ Καθηγητής Ἀρσένιεφ ὁμολογεῖ: «Στούς Σαλούς ὑπάρχουν οἱ μεγάλοι ἀσκητές καί μεγάλοι ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, τέλεια ὁμαλοί διανοητικῶς, οἱ ὁποῖοι ἔκρυβαν ἕνα ἐξαιρετικό πλοῦτο θρησκευτικῆς ζωῆς, ὄντας ἡ τρέλλα των ἁπλῶς μία προσωπίδα υἱοθετημένη ἀπό μία ἀξίωση ταπεινοσύνης, ὥστε νά μπορέσουν ἔτσι αὐτοί νά περιφρονηθοῦν, δυσφημιστοῦν κι ἐξευτελισθοῦν ἀπό τούς ἀνθρώπους» (Ν. Ἀρσένιεφ αὐτ. σελ. 132).
Ἐκφράσεις τοῦ «μανικοῦ ἔρωτος» τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων ἀντλοῦμε ἀπό τά Συναξάριά τους. Οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Πνεύματος, κατ’ ἀρχήν, μπαίνουν στό στάδιο τῆς προσποιητῆς σαλότητας, ὄχι μέ δικό τους θέλημα, ἀλλά μετά ἀπό προσωπική πρόσκληση τοῦ Θεοῦ. Στόν Βίο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως, στό ὅραμα τῆς πάλης του μέ τόν Αἰθίοπα, μετά τήν νίκη του, «ὁ ἔνδοξος νέος πλησιάζει τόν μακάριο, τοῦ δωρίζει ἐκεῖνα τά πολύτιμα στεφάνια, τόν ἀσπάζεται καί τοῦ λέγει: «Ἀπό τήν στιγμή αὐτή εἶσαι φίλος μου καί ἀδελφός μου. Ἀγωνίζου τό καλόν ἀγῶνα γυμνός. Γίνε γιά χάρι μου σαλός κι ἐγώ θά σοῦ χαρίσω πολλά ἀγαθά στήν βασιλεία μου» («Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 25). Αὐτή εἶναι χωρίς ἀμφιβολία μία προσωπική πρόσκλησις τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ πρός τόν ἀγωνιστή.
Οἱ εὐσεβεῖς νέοι Συμεών καί Ἰωάννης κατευθύνονται πρός τήν Μονή τοῦ Ἀββᾶ Γερασίμου καί προσεύχονται, ἄν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά μείνουν, νά βροῦν τήν πύλη ἀνοικτή. Ὁ ἐνάρετος Ἡγούμενος Νίκων βλέπει στόν ὕπνο του τήν ἡμέρα πού ἦταν νά ἔρθουν, κάποιον νά τόν διατάσσει: «Σήκω κι ἄνοιξε τήν πόρτα ἀπό τό μαντρί, γιά νά μποῦν τά πρόβατά μου»! «Ὅταν πλησίασαν, τοῦ λέει ὁ Ἡγούμενος: «Καλῶς ἦρθαν τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ»! Καί ἀμέσως λέγει στόν Συμεών: «Καλῶς ἦρθες, Σαλέ· ἀλήθεια, δέκα περισσότερα τά δικά σου ἀπό τοῦ Ἀββᾶ Ἰωάννη καί σέ περιμένουν»! («Ὁ ἅγ. Συμεών…”, σελ. 27). Αὐτή εἶναι μία προσωπική πρόσκλησις μέσῳ διορατικοῦ Γέροντος.
Ἡ εὐλογημένη ὁσ. Ξένη, πρίν ἐπιστρέψει στήν Ἁγία Πετρούπολη ὑποκρινομένη τήν σαλή, ἔζησε ὀκτώ χρόνια «σέ κάποιο ἐρημητήριο μέ ἀδελφότητα ἱερῶν ἀσκητριῶν, διδασκομένη γιά τήν προσευχή καί τήν πνευματική ζωή ἀπό μία Γερόντισσα. Σ’ αὐτή τήν περίοδο ἔφθασε στό ὕψιστο σημεῖο πνευματικῆς τελειότητος καί ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τῆς διά Χριστόν Σαλότητος» (Μητροπ. Ὠρωποῦ καί Φυλῆς Κυπριανοῦ, «Ἡ ὁσ. Ξένη ἡ διά Χριστόν Σαλή», σελ. 22). Αὐτή εἶναι μία ἄλλη μορφή προσκλήσεως.
Οἱ Σαλοί τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δεχθοῦν καί ἀποδεχθοῦν τήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου τους, ἐντελῶς ξαφνικά ἀποκτοῦν περίεργη συμπεριφορά καί ἐξωτερική ἐμφάνιση (ὁ ὅσ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως κυκλοφορεῖ ντυμένος μία ψάθα· ἡ ὁσ. Ξένη τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως φοράει τήν στρατιωτική στολή τοῦ συζύγου της· ἡ ὁσ. Πελαγία τοῦ Ντιβίγιεβο φοράει πολύχρωμα φουστάνια καί παρδαλά μαντήλια). Ἔτσι, προκαλοῦν τόν κοινωνικό τους περίγυρο, ὁ ὁποῖος σπέυδει νά τούς χαρακτηρίσει σαλούς καί δαιμονισμένους. Καί ἔτσι ἀρχίζει τό μαρτύριο καί ἡ μαρτυρία.
Τά παιδιά θά τοῦ πετάξουν λάσπες, ἀλλά ὁ Σαλός δέν θά σκουπισθεῖ. Λέγει μέ τόν τρόπο του, «Χριστιανέ, τίς «λάσπες» μέ τίς ὁποίες θεληματικά λέρωσες τήν ψυχή σου, τίς σκέφτηκες ποτέ;» Οἱ ἀλῆτες θά τόν πειράξουν, θά τόν κτυπήσουν, θά τόν φτύσουν, ἀλλά ὁ Σαλός δέν θά ὑπερασπισθεῖ τόν ἐαυτό του. Θά ψάλλει μέ τό σῶμα του καί ὄχι μέ τό στόμα του τό γνωστό ΙΕ’ Ἀντίφωνο τῆς Ἀκολουθίας τῶν Παθῶν: «Σήμερον…ράπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τόν Ἀδάμ…”. Πιό ἁπλᾶ, θά μαρτυρεῖ μέ τό μαρτύριό του, ὅτι ὁ Υἱός τῆς Παρθένου, ὁ Μόνος Ἀναμάρτητος, πάντα ὑποφέρει «ὡς πρόβατον».
Ὁ Σαλός συνήθως δέν ἀρκεῖται στόν ἐμπαιγμό τοῦ κόσμου, ἀλλά προχωρεῖ ἤ φαίνεται νά προχωρεῖ καί στόν ἐμπαιγμό τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ὁ μακάριος Βασίλειος τῆς Μόσχας ἔριχνε πέτρες στούς τοίχους τῶν Ναῶν καί ἔκλαιγε στά σκαλιά τῶν κακοφήμων σπιτιῶν. Αὐτή ἡ ἀντίφαση σκανδάλιζε. Ἀργότερα θά ἀποκαλυφθεῖ, ὅτι ὁ Ὅσιος ἔριχνε πέτρες στούς δαίμονες πού ἡ προσευχή τῶν πιστῶν εἶχε ἐκδιώξει ἀπό τούς Ναούς, καί ἔκλαιγε στά σκαλιά τῶν πορνείων μαζί μέ τούς Ἀγγέλους τῶν ἁμαρτανώντων! Ὁ ὅσ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας ἔριχνε καρύδια στά καντήλια τῶν ἐκκλησιῶν καί στά κεφάλια τῶν ἐκκλησιαζομένων γυναικῶν. Γιατί κτυπᾶ τα καντήλια; Μήπως ἐπειδή τό λάδι περιέχουν προέρχεται ἀπό ἀδικία; Μήπως τό λάδι σάν προσφορά πρός τόν Θεό, δέν συνοδεύθηκε ἀπό ἀγάπη καί ἔλεος πρός τόν ἄνθρωπο (κατά τό «ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν»); Ἤ μήπως ἐπειδή αὐτός πού τό πρόσφερε νόμισε ὅτι ἔτσι ἡμέμησε τήν συνείδησή του; Διότι ἕνας ἄλλος Σαλός, ὁ ὅσ. Μάξιμος τῆς Μόσχας, συνήθιζε νά λέει: «Τό ἰδιωτικό σου ἐκκλησάκι εἶναι πράγματι δικό σου, ἡ συνείδησή σου ὅμως εἶναι γιά πούλημα»!
Ὁ ὅσ. Ἀνδρέας φαίνεται νά μιλᾶ στόν… τοῖχο. «Οἱ διαβάτης πού ἔτυχε νά περνοῦν ἀπό ἐκεῖ,…ἔλεγαν μεταξύ τους: «Κοιτάξτε τόν παράλυτο τί κάνει! Πῶς μιλάει ἀναίσθητα στόν τοῖχο!» Ὁ Ἅγιος ὅμως ἔβλεπε τόν θρῆνο τοῦ φύλακα Ἀγγέλου, κατά τήν κηδεία ἑνός ἁμαρτωλοῦ. Καί ὄχι μόνον ἔβλεπε, ἀλλά καί συμβούλευε τόν Ἄγγελο: «Σέ παρακαλῶ, Πυρίμορφε, ἄφησε τά δάκρυα καί τό πένθος. Αὐτός τελείωσε τήν ζωή του ὅπως τοῦ ἄξιζε. Ἐσύ ὅμως ἀπό ἐδῶ καί πέρα θά ἀπολαμβάνεις μέ τήν χάρι τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ τά ἀγαθά τῆς Βασιλείας Του» («Ἅγιος Ἀνδρέας…» σελ. 95).
Μέσα ἀπό αὐτό τόν δρόμο τῆς ἐσχάτης ταπεινώσεως, τοῦ ἐξευτελισμοῦ καί τῶν θεληματικῶν κακουχιῶν ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος «κήδεται σώματος κακοπαθοῦντος δι’ Αὐτόν — κατά τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σῦρο — ὥσπερ πατήρ κήδεται τέκνου, πλησίον ἐστί τοῦ σώματος αὐτοῦ διά παντός». Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος, κατά τόν ἅγ. Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, «τό παρά φύσιν διέφυγε καί τό κατά φύσιν διέσωσαι, τῶν ὑπέρ φύσιν ἠξίωται χαρισμάτων». Ὁ Κύριος ὁ Ὁποῖος εἶπε, «ὁ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπό τοῦ Πατρός μου καί ἐγώ ἀγαπήσω αὐτόν», ἔρχεται στόν δοῦλο Του καί «μονήν παρ’ αὐτῷ» ποιεῖ (Ἰω. 14, 21 — 23). Καί ὁ Ἅγιος «ἄνθρωπος τῇ φύσει ὑπάρχων — κατά τόν Ἱερό Ὑμνογράφο — ὑπέρ ἄνθρωπον χρηματίζει τοῖς ἔργοις».
Ὁ ὁδός τῆς ἀσκήσεως, δηλαδή, καί ὁ ἀγῶνας τοῦ ἁγιασμοῦ, φέρνουν τόν ἀγωνιστή στήν ποθητή κατάσταση τῆς ἁγιότητας. Καί ἔρχονται πλέον τά χάρίσματα μέ τά ὁποῖα ὁ χαριτωμένος Σαλός θά ὑπηρετήσει τόν ἄνθρωπο καί θά δοξάσει τόν θεό, τόν «θαυμαστό ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ». Ἀκόμη καί τότε ὅμως ὁ ἀγωνιστής δέν σηκώνει τά πέπλα τῆς ἐπίπλαστης μωρίας. «Οὐδέν με ὠφελήσει τά τερπνά τοῦ κόσμου — λέγει μαζί μέ τόν ἅγ. Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο — ἐκεῖνον ζητῶ τόν ὑπερ ἐμοῦ ἀποθανόντα, ἐκεῖνον θέλω τόν ὑπέρ ἡμῶν ἀναστάντα, ἐπιτρέψατέ μου μιμητήν εἶναι τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου μου».
Τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, ἐκφράζονται καί αὐτά μέ τρόπο περίεργο, σαλό. Γράφει ὁ I. G. Pryshov γιά τόν διά Χριστόν Σαλό Ἰωάννη τῆς Μόσχας: «Ἡ συνήθεια τοῦ Ἰβάν νά κάνει ὅλες του τίς δουλειές — δηλαδή ὅλα τά γεύματα νά τά παίρνει ξαπλωμένος καί ὅλα, ἀκόμη καί τήν σούπα καί τόν χυλό, νά τά τρώει μέ τά χέρια, σκουπίζοντάς τα ἐπάνω του — ὅλα αὐτά ἔκαναν τό κρεββάτι του μία γκρίζα βρώμικη μάζα, τήν ὁποία μόνο μέ κόπο θά μποροῦσες νά πλησιάσεις.
Ἡ Ἡγεμονίδα Β. πνέει τά λοίσθια. Οἱ γιατροί διστάζουν νά τήν κουράρουν. Ἐκείνη τότε διατάζει τούς ὑπηρετες της νά τήν μεταφέρουν στόν Ἰβάν. Ὑποβασταζόμενη ἀπό δύο ὑπηρέτες, πηγαίνει σ’ αὐτόν καί θέλει νά μάθει πῶς εἶναι ἡ ὑγεία της. Ὁ Ἰβάν κρατάει ἐκείνη τήν στιγμή δύο μεγάλα μῆλα στά χέρια του. Χωρίς νά πεῖ λέξη χτυπάει τήν Ἡγεμονίδα μέ τά μῆλα στό στομάχι! Ἐκείνη λιποθυμᾶ καί πέφτει. Μέ κόπο τήν μεταφέρουν σπίτι καί — ὤ τοῦ θαύματος — τήν ἑπομένη εἶναι καλά»! (I. G. Pryshov, «Μελέτες, Ἄρθρα, Ἐπιστολές», Μόσχα 1934).
Οἱ χαριτωμένοι Σαλοί, οἱ «μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες» στόν κόσμο αὐτό, διαθέτουν συνήθως μία καταπληκτική παρρησία. «Συχνά — γράφει ὁ Ἀρσένιεφ — εἶπαν μέ θαρραλέα χτυπητό τρόπο τήν ἀλήθειά τους, στούς μεγάλους «τοῦ κόσμου τούτου», μπροστά στούς ὁποίους ὅλοι ἔτρεμαν» (Νικ. Ἀρσένιεφ αὐτ. σελ. 133). Ὁ διά Χριστόν Σαλός Νικόλαος τοῦ Πσκώφ, ἐπανέλαβε τό παράδειγμα τοῦ δημοσίου ἐλέγχου τοῦ Βασιλέως, ὅπως τό δίδαξε ὁ ἅγ. Ἀμβρόσιος Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων μέ τό ἐπιτίμιο τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου.
«Τό Πσκώφ στά 1570 — γράφει ὁ G. P. Fedotov — τό ἀπειλοῦσε ἡ ἴδια μοίρα τοῦ Νόβγκοροντ. (Σ. Σ. Ὁ Τσάρος Ἰβάν Δ’ ὁ Τρομερός, ὑποψιαζόμενος συνεργασία τῶν κατοίκων μέ τούς Λιθουανούς, εἶχε διατάξει τήν σφαγή τους)! Τότε ὁ Σαλὀς τοῦ Θεοῦ Νικόλαος καί ὁ Διοικητής τῆς πόλεως, ἔδωσαν διαταγή νά στρώσουν στούς δρόμους τραπέζια μέ ψωμί κι ἁλάτι, σάν ἔνδειξη φιλοξενίας, καί νά ὑποδεχθοῦν τόν Τσάρο μέ βαθειά γεμάτη σεβασμό ὑπόκλιση. Ὅταν μετά τήν κοινή εὐχαριστία ὁ Τσάρος τόν πλησίασε γιά νά πάρει τήν εὐλογία του, ὁ Νικόλαος, παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν Μεγάλη Σαρακοστή, ἔβαλε μπροστά στόν Τσάρο ὡμό κρέας καί στήν ἄρνηση ἐκείνου νά τό δεχθεῖ λέγοντας, «εἶμαι Χριστιανός καί δέν τρώω κρέας σέ καιρό νηστείας», τοῦ ἀπάντησε: «Πίνεις ὅμως ἀνθρώπινο αἷμα»! (G. P. Fedotov, «Οἱ Ἅγιοι τῆς ἀρχαίας Ρωσίας», 1931).
Ἡ περίεργη συμπεριφορά τῶν διά Χριστόν Σαλῶν συνοδεύει κυρίως τίς προφητείες τους. «Κάποτε — ἀναφέρει ὁ Βίος τοῦ ἁγ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας — πού ἦταν νά γίνει μεγάλος σεισμός στήν πόλη, τήν ἐποχή πού καταστράφηκε ἡ Ἀντιόχεια, στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Μαυρικίου, ὁ Ὅσιος ἄρπαξε ἕνα λουρί ἀπό τό σχολεῖο καί ἄρχισε νά κτυπάει τούς στύλους καί νά λέει στόν καθένα: «Εἶπε ὁ Κύριός σου νά σταθεῖς»! Κι ὅταν ἔγινε σεισμός, κανείς ἀπό ὅσους στύλους κτύπησε σέ ἔπεσε! Σέ κάποιο στύλο ὅμως εἶχε πεῖ: ‘Ἐσύ οὔτε νά πέσεις, οὔτε νά σταθεῖς»! Αὐτός σχίσθηκε ἀπό πάνω μέχρι κάτω, ἔγειρε λίγο καί ἔμεινε ἔτσι». (Λεοντίου ἐπ. Νεαπόλεως, «Ὁ ἅγ. Συμεών ὁ διά Χριστόν Σαλός»· Migne P. G. 93, 1670 — 1748).
Ὁ ἴδιος Ἅγιος ἔσπασε κάποτε μία στάμνα μέ κρασί, σέ κάποια ταβέρνα καί ὁ ταβερνιάρης τόν ἔδιωξε μέ κτυπήματα, ὅταν ὅμως μπῆκε στό κατάστημά του εἶδε κατάπληκτος στόν πάτο τοῦ δοχείου ἕνα ψόφιο φίδι! Ὁ Σαλός τοῦ Θεοῦ εἶχε δεῖ ἀοράτως τήν λέξη «θάνατος»!
Αἰῶνες ἀργότερα ἡ ὁσ. Ξένη ἐμφανίσθηκε μία ἡμέρα σέ κάποια ἀγορά τῆς Πετρουπόλεως, ὅπου ἔμποροι πωλοῦσαν ἕνα ἐκλεκτό μέλι καί ἄρχισε νά φωνάζει νά μήν τό ἀγοράζουν διότι «βρωμάει ψοφήμι»! Ἐπειδή ὅμως δέν τήν πίστευαν, ἡ μακαρία ἀναποδογύρισε τό δοχεῖο καί ὅλοι ἔντρομοι εδαν ἕναν ψόφιο ἀρουραῖο μέσα σ’ αὐτό!
Τό προφητικό χάρισμα τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, μετέφερε σέ πολλές περιπτώσεις στόν κόσμο μηνύματα μεγάλης σημασίας γιά τό μέλλον χωρῶν ἤ σημαντικῶν προσώπων. Στήν μακαρία Παρασκευή τοῦ Ντιβίγιεβο ἀνέθεσε ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ νά μεταφέρει στόν Τσάρο Νικόλαο Β’ τήν προφητεία του γιά τόν ἴδιο, τήν οἰκογένειά του καί τήν χώρα του.
«Ἡ Πάσσα — γράφει ἡ Εἰρ. Γκοραϊνωφ — εἶχε τήν συνήθεια νά προσφέρει τσάἱ στούς ἐπισκέπτες της. «Παρηγοροῦσε» αὐτούς πού μία δυστυχία τούς περίμενε, βάζοντας πολλή ζάραχη στό τσάϊ τους! Ἔβαλε τόση ζάχαρη στό φλυτζάνι τοῦ Αὐτοκράτορα, πού τό τσάϊ ξεχείλισε! Ὁ Ἄρχοντας ζήτησε νά μείνει μόνος μαζί της. Ὅταν βγῆκε ἀπό τό κελλί της, ἡ συνοδεία του ἔμεινε κατάπληκτη ἀπό τά ἀλλοιωμένα χαρακτηριστικά του καί τήν ὠχρότητα τοῦ προσώπου του»! (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ», σελ. 244).
Ἕνα ἐξαίσιο ὅραμα τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως, μία προσωπική ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἐκλεκτό δοῦλο Του καί στόν μαθητή του Ἐπιφάνιο (ἔπειτα Πατριάρχη ΚΠόλεως), ἡ ὅρασις τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, συγκίνησε τόσο βαθειά τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα, ὥστε σύντομα ἡ θεία αὐτή ὁπτασία νά τιμηθῖ μέ ἰδιαίτερη ἐορτή καί νά λάβει λαμπρή θέση στόν ἑορτολογικό κύκλο τῆς Ὀρθοδοξίας (1η Ὀκτωβρίου).
Χαρακτηριστικές λεπτομέρειες τῶν Βίων τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων θά ἔμεναν ἐρωτηματικά, ἄν ἄλλοι Ἅγιοι ἤ καί οἱ ἴδιοι οἱ Σαλοί δέν εἶχαν τήν πραγματική διάσταση τῶν ὁρωμένων, τήν πνευματική τους ἐξήγηση καί ἀναγωγή. Ἕνα ἀπό τά κύρια χαρακτηριστικά τῶν Σαλῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ γυμνότητα — γιά τόν κόσμο ἀδιανόητη, ὄχι τόσο ἀπό τήν πλευρά τῆς ντροπῆς, ὅσο ἀπό τήν πλευρά τῆς σφοδρότητας τῶν καιρικῶν φαινομένων — παίρνει ἀπάντηση καί περιεχόμενο λ.χ. ἀπό τήν ἐξομολόγηση τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως ἤ τήν διδασκαλία περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ ὁσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ.
Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως ἀντιμετωπίζει γυμνός ἕναν βαρύτατο χειμῶνα. «Δέν μποροῦσα ἀγαπητέ μου — ἐξομολογεῖται στόν Ἐπιφάνιο — νά ὑποφέρω τό φοβερό κρύο καί τόν ἀέρα, πού κι ἐσύ δοκίμασες, γιατί ἤμουν γυμνός, ξυπόλητος καί ἄστεγος. Κατέφυγα, λοιπόν, στούς φτωχούς, στούς ὁμοίους μου, ἀλλά δέν μέ δέχονταν. Μέ σιχαίνονταν καί μέ ἔδιωχναν μέ τά ραβδιά σάν σκύλο»!
Ὁ Ἅγιος παγώνει. «Καί ξαφνικά — συνεχίζει τήν διήγηση — ἔνοιωσα μία ζεστασιά. Ἄνοίγω τά μάτια καί βλέπω ἕνα νέο πολύ ὡραῖο ν’ ἀστράφτει πιό πολύ ἀπό τόν ἥλιο. Στά χέρια του κρατοῦσε ἕνα χρυσό κλαδί… «Ἀνδρέα πού ἤσουν» μέ ρώτησε. «Ἐν σκοτεινοῖς καί σκιᾷ θανάτου» ἀποκρίθηκα. Κι ἐνῶ μιλοῦσα, μέ χτύπησε στό πρόσωπο μέ τό ὁλάνθιστο κλαδί λέγοντάς μου: «Ἄς πάρει δύναμη τό σῶμα σου καί ζωή ἀκατανίκιτη». Ἀμέσως ἡ εὐωδία ἐκείνων τῶν λουλουδιῶν μπῆκε στήν καρδιά μου καί ἀστραπιαῖα μοῦ ἔδωσε ζωή. Ἄκουσα τότε μία φωνή νά λέει: «Πηγαίνετέ τον νά τόν παρηγορήσετε γιά δύο ἑβδομάδες καί πάλι νά ἐπιστρέψει, γιατί θέλω νά ἀγωνισθεῖ ἀκόμη»!.. Ζοῦσα γιά δύο ἐβδομάδες ἐκεῖ πού διέταξε ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ, σάν νά κοιμήθηκα εὐχάριστα ὅλην τήν νύκτα καί νά ξύπνησα τό πρωϊ» («Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας…”, σελ. 47 — 48).
«Ἀπό τήν παγωνιά στήν θαλπωρή τοῦ οὐρανοῦ»! Ἔτσι τιτλοφοροῦν οἱ ἐκδότες τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου, τήν ἀρπαγή του στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
«Τί ἄλλο αἰσθάνεσθε (ἐκτός ἀπό τήν χαρά, τήν γλυκύτητα καί τήν εἰρήνη), φίλε τοῦ Θεοῦ;» ρωτᾶ ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ τόν μαθητή του Νικόλαο Μοτοβίλωφ, κατά τήν διάρκεια τῆς συγκλονιστικῆς τους συζητήσεως περί τοῦ σκοποῦ τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, μέσα στό χιονισμένο δάσος τοῦ Σάρωφ.
«Μία ἐξαιρετική θερμότητα», ἀπαντᾶ ὁ νέος.
«Θερμότητα — ἐρωτᾶ ὁ Στάρετς — Πῶς γίνεται; Μήπως δέν εἴμαστε χειμῶνα καιρό μέσα στό δάσος; Τό χιόνι κάτω ἀπό τά πόδια μας εἶναι πολύ καλί συνεχίζει νά πέφτει. Γιά τί εἴδους θερμότητα πρόκειται;”
«Εἶναι μία θερμότητα παρόμοια μ’ αὐτή πού αἰσθάνεται κανείς στό ἀτμόλουτρο», ἀπαντᾶ ὁ Μοτοβίλωφ. Κι ὁ μακάριος ἐρημίτης δίνει τήν ἀπάντηση:
«Εἴπατε λίγο πρίν πς κάνει ζέστη, ὅπως μέσα στό λουτρό, κι ὅμως τό χιόνι πού καλύπτει τά πάντα δέν λυώνει· ἄρα ἡ θερμότης δέν βρίσκεται γύρω στόν ἀέρα, ἀλλά μέσα σέ μᾶς τούς ἴδιους! Παρακαλοῦμε στήν προσευχή μας νά μᾶς θερμάνει τό Πνεῦμα. Αὐτή ἡ ἴδια ζέστη ἔκανε τούς ἐρημῖτες νά μήν φοβοῦνται τόν χειμῶνα, τυλιγμένοι καθώς ἦταν, σάν μέσα σέ γούνινο παλτό, στήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ», σελ. 196).
Ἄξια θαυμασμοῦ εἶναι καί τά «ἔσχατα» καί τά «μετά θάνατον» τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων. Ὁ Κύριος ἀναπαύει τούς δούλους Του καί τιμᾶ τά τίμια Λειψανά τους. Καταπληκτικά θαύματα, οὐράνια εὐωδία καί ὑπερκόσμιο φῶς, συνοδεύουν συνήθως τήν ἐκδημία τῶν «ἱερῶν ἀκροβατῶν». Τό Λείψανο τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ Μαξίμου τῆς Μόσχας ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. «Ἐν δέρματι» καί εὐωδιαστό βρέθηκε ἐπίσης καί τό Λείψανο τοῦ ὁσ. Σάββα — «Εὐδοκίμου» τοῦ Βατοπεδινοῦ. Τό Λείψανο τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ Ἰακώβου τοῦ Μποροβίτσι, μεταφέρονταν πάνω σέ ἕνα τεράστιο κομμάτι πάγου, τό ὁποῖο ἔπλεε ἀντίθετα ἀπό τήν φορά τοῦ ποταμοῦ Μστά! καί ἡ καταγραφή τῶν θαυμάτων του σταμάτησε ἀφοῦ εἶχαν συμπληρωθεῖ 88 ἑβδομηντάδες, δηλαδή 6. 160 περιπτώσεις!!! Ὁ τάφος τῆς μακαρίας Ξένης στό Κοιμητήριο τοῦ Σμολένσκ, εἶναι μέχρι σήμερα πηγή θαυμάτων καί θεραπειῶν.
Σπανίως στίς ἁγιολογικές πηγές ἀναφέρονται μεταθέσεις ἁγίων Λειψάνων. Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας καί Συμεών ἀνήκουν στίς περιπτώσεις αὐτές. Κενό τάφο βρῆκε ὁ Διάκονος Ἰωάννης, βιογράφος τοῦ ἁγ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας, ὅταν ἀναζήτησε τό Λείψανο τοῦ φίλου καί συνασκητοῦ του γιά νά τό τιμήσει! Στόν Βίο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως ὑπάρχει ἐξαίρετη περιγραφή παρομοίου γεγονότος:
«Ξάπλωσε ὁ Ἅγιος στήν γῆ καί βλέποντας μέ χαρούμενο πρόσωπο τούς Ἁγγέλους καί ὅλους τούς Ἁγίους πού σάν φίλοι εἶχαν ἔρθει κοντά του, παρέδωσε τό πνεῦμα. Ἀμέσως στόν τόπο ἐκεῖνο ἁπλώθηκε εὐωδία μύρων καί θυμιαμάτων»!
Ποιός ἦταν αὐτός ὁ τόπος; Ὁ Ἱππόδρομος, οἱ στοές μέ τήν βαρειά ἀτμόσφαιρα πού ἔκαναν τόν περίπατό τους οἱ κοινές γυναῖκες!
«Ἐν τῷ μεταξύ — συνεχίζει ὁ Βίος — μία φτωχή γυναῖκα πού ἔμενε σέ κάποια καλύβα ἐκεῖ κοντά, ὠσφράνθηκε τήν ἀσύλληπτη καί μεθυστική εὐωδία. Σηκώθηκε λοιπόν βιαστκά, ἄναψε φῶς καί ἀκολουθῶντας τήν εὐωδία ἔφτασε στόν τόπο πού βρισκόταν ὁ Ὅσιος, ἤδη κεκοιμημένος. Ἡ θεϊκή εὐωδία ἀναδιδόταν ἐδῶ ἐντονώτερη καί το μῦρο ἔτρεχε σάν ποτάμι ἀπό τό Λείψανό του, κατά τρόπο θαυμαστό! Ἔτρεξε, λοιπόν, καί ἀνήγγιλε σέ μερικούς τό θαῦμα, ἐπικαλουμένη μέ ὄρκο γιά μάρτυρα τόν Θεό.
Ἔτρεξαν πολλοί, ἀλλά καθώς πλησίασαν ἐκεῖ, δέν εἶδαν κανέναν. Δοκίμασαν ὅμως κατάπληξη ἀπό τήν εὐωδία τοῦ μύρου καί τῶν θυμιαμάτων κι ἀπό τό φῶς πού φάνηκε στό σημεῖο ἐκεῖνο. Τό Λείψανο τοῦ Δικαίου δέν κατάφεραν νά τό βροῦν. Το μετέθεσε ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος ἔβλεπε τά κρυφά του κατορθώματα, γιά λόγους πού Ἐκεῖνος γνωρίζει» («Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 241).
Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΙ ΑΓΙΟΙ
———————————————————————————————-
Ὁ κόσμος τῶν Ἁγίων γενικῶς καί τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων εἰδικῶς, εἶναι κόσμος μυστικός καί πνευματικός. Γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολο νά ἑρευνηθεῖ ὁ προσωπικός τρόπος καί δρόμος πρς τήν Ἁγιότητα, ἑνός ἑκάστου τῶν Σαλῶν.
«Ὁ πνευματικός — λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος — ἀνακρίνει μέν τά πάντα, αὐτός δέ ὑπ’ οὐδενός ἀνακρίνεται» (Α’ Κορ. 2, 15). Ἡ Ἁγιότητα εἶναι κατάστασις πού πρώτιστα ἀναφέρεται στόν ἐσωτερικό «τῆς καρδίας ἄνθρωπο, ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πνεύματος,ὅ ἔστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές» κατά τόν Ἀπόστολο Πέτρο (Α’ Πέτρ. 3, 3 — 4). Πάνω στά προηγούμενα ἡ Τατιάνα Γκορίτσεβα γράφει:
«Ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νά γίνει ἀντικείμενο μελέτης καί ἐξετάσεων. Μπορεῖς νά τόν μελετήσεις, νά μάθεις πολλά ἀπ’ αὐτόν… Κανείς ὅμως δέν μπορεῖ νά κρίνει ἕναν Ἅγιο… (διότι) Ἁγιότητα σημαίνει κατ’ ἐξοχήν ἐσωτερικότητα» (Τ. Γκορίτσεβα, «Ἡ τρέλλα νά εἶσαι Χριστιανός», σελ. 37).
Ἐπομένως, μόνος τρόπος προσεγγίσεως ἑνός Ἁγίου, εἶναι ἡ προσεκτική παρατήρησις ὅσων ἀκτίνων ἁγιότητος διαφεύγουν ἀπό τό πνευματικό του κάλλος καί τήν ἀπαστράπτουσα λάμψη τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Χρησιμοποιοῦμε τήν ἔκφραση «διαφεύγουν», διότι οἱ Ἅγιοι προσπαθοῦν νά διατηρήσουν «ἐν κρυπτῷ», τόσο τόν προσωπικό τους ἀγῶνα, ὅσο καί τίς δωρεές μέ τίς ὁποῖες ἐλεήθηκαν ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι, στόν κόσμο ἀποκαλύπεται ὅτι οἱ ἴδιοι ἐπιτρέπουν νά «διαφύγει», γιά τήν οἰκοδομή τοῦ πλησίον καί τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσεκτική, λοιπόν, παρατήρησις τῆς ζωῆς καί τῶν σημείων τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, πείθει, ὅτι πλανοῦν καί ἐμπαίζουν τόν κόσμο μέ τίς ἐξωτερικές τους ἐκδηλώσεις. Δείχουν, ὅτι «καθεύδουν διά τήν χρείαν τῆς φύσεως», ἡ καρδιά τους ὅμως «ἀγρυπνεῖ διά τό πλῆθος τοῦ ἔρωτος» πρός τόν Θεό, κατά τήν ἔκφραση τοῦ ὁσ. Ἰωάννη τῆς Κλίμακος (Λόγος Λ’ Περί Ἀγάπης, 6 — 7).
«Ὁ μανικός ἔρως — γράφει ὁ ἀρχιμ. Ἰγνάτιος — εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς διά Χριστόν Σαλότητος… Οἱ Ἅγιοι διά Χριστόν Σαλοί παίζουν ἕνα ἱερό παιχνίδι. Ἐμπαίζουν τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ ματαίου καί φιλοδόξου. Ἐμπαίζουν τά κοσμικά σχήματα, τήν δῆθεν ἀξιοπρέπεια καί κοσμική εὐγένεια, τήν διπλωματία καί τήν ὑποκρισία, τήν ἐπίδειξη καί τόν φαρισαϊσμό. Ἐμπαίζουν αὐτό τό γελοῖο κοσμικό δόγμα ὡρισμένων, πού ἐκφράζεται μέ τό «τί θά πεῖ ὁ κόσμος», μέ τό «πῶς θά φανῶ στόν κόσμο» («Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 17).
Τό «ἱερό παιχνίδι» τῆς διά Χριστόν Σαλότητος, ἀποτελεῖ βίωμα τοῦ Ἀποστολικοῦ «τά μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο (ὁ Θεός), ἴνα καταιχνύνη τούς σοφούς» (Α’ Κορ. 1, 27). Οἱ «σαλοί» μέ τό καθημερινό τους μαρτύριο μαρτυροῦν τήν Πίστι, τήν σοφία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία οὔτε σοφοί, οὔτε γραμματεῖς, οὔτε συζητητές «τοῦ αἰ·ωνος τούτου» μπόρεσαν νά γνωρίσουν, διότι «ἐμώρανεν ὁ Θεός τήν σοφίαν τοῦ κόσμου». Αὐτή τήν Πίστι δίδουν στόν κόσμο «διά τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος», διά τῆς ὁποίας μωρίας «εὐδόκησεν ὁ θεός σῶσαι τούς πιστεύοντας» (Α’ Κορ. 1, 20 — 21).
Οἱ διά Χριστόν Σαλοί Ἅγιοι εἶναι διαφοροποιημένοι ἀπό τόν κόσμο σχεδόν σέ ὅλα. Μέ τόν τρόπο αὐτό καταθέτουν καθημερινά ἐνώπιον τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου τήν «μωρία», τήν ἁπλότητα, δηλαδή, τοῦ κηρύγματος, τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Διαφοροποιοῦνται ἀπό τόν κόσμο, γιά νά δείξουν τήν ἀπόσταση πού χωρίζει τόν πνευματικό κόσμο (πού εἶναι τό διαρκές μέλλον τοῦ ἀνθρώπου), ἀπό τόν ὑλικό κόσμο τῆς ρευστῆς καθημερινότητας.
Ἡ ζωή τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων εἶναι ἕνα διαρκές, καθημερινό μαρτύριο, ἕνα μαρτύριο ἐπώδυνο «διά βίου», πνευματικό ἀλλά καί σωματικό. Ὁ ἀγωνιζόμενος στό στάδιο τῆς «ἐπιπλάστου μωρίας», ἀγωνίζεται κατά δαιμόνων καί ἀνθρώπων, κατά σαρκός καί καιρικῶν συνθηκῶν, κατά ὁρατῶν καί ἀοράτων ἐχθρῶν. Εἶναι σχεδόν ἤ καί τελείως γυμνός (λ.χ. ὁ μακάριος Βασίλειος τῆς Μόσχας), στόν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ καί τίς παγωνιές τοῦ χειμῶνα. Δέν νηστεύει ἁπλῶς, ἀλλά πεινάει, τρεφόμενος μέ τά ἀποφάγια τῶν ἄλλων (π.χ. ἡ ὁσ. Ἰσιδῶρα τῆς Ταβέννης). Ὅλοι τόν κτυποῦν, εἷναι «ὁ τρελλός τοῦ χωριοῦ» καί μαζί του πρέπει νά «διασκεδάσουν» οἱ ἀλῆτες τοῦ δρόμου, τά κακομαθημένα παιδιά καί οἱ ἀργόσχολοι τῆς ἀγορᾶς. Ἀκόμη καί οἱ Χριστιανοί τόν διώχνουν ἀπό τίς Ἐκκλησίες, διότι εἷναι «δαιμονισμένος καί κάνει φασαρίες»!
Ὁ πονηρός τόν καταδιώκει συνεχῶς, μέ ὁράματα, φαντασίες, ἀπειλές, ἀλλά καί ἐμφανίσεις! Ὁ Σαλός εἶναι ἀπόλυτα μόνος. (Εἶδε κάποτε ὁ ἅγ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως σέ ἕνα σωρό κοπριά κάτι σκυλιά· πλησίασε νά ζεσταθεῖ κοντά τους, ἀλλά τά σκυλιά ἔφυγαν! Τότε ὁ Ὅσιος εὐχαρίστησε τόν Θεό πού ὅλοι τόν σιχάθηκαν!).
Αὐτό εἶναι τό ματύριο, ἀλλά καί ἡ μαρτυρία. Ὁ Καθηγητής Ἀρσένιεφ ὁμολογεῖ: «Στούς Σαλούς ὑπάρχουν οἱ μεγάλοι ἀσκητές καί μεγάλοι ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, τέλεια ὁμαλοί διανοητικῶς, οἱ ὁποῖοι ἔκρυβαν ἕνα ἐξαιρετικό πλοῦτο θρησκευτικῆς ζωῆς, ὄντας ἡ τρέλλα των ἁπλῶς μία προσωπίδα υἱοθετημένη ἀπό μία ἀξίωση ταπεινοσύνης, ὥστε νά μπορέσουν ἔτσι αὐτοί νά περιφρονηθοῦν, δυσφημιστοῦν κι ἐξευτελισθοῦν ἀπό τούς ἀνθρώπους» (Ν. Ἀρσένιεφ αὐτ. σελ. 132).
Ἐκφράσεις τοῦ «μανικοῦ ἔρωτος» τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων ἀντλοῦμε ἀπό τά Συναξάριά τους. Οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Πνεύματος, κατ’ ἀρχήν, μπαίνουν στό στάδιο τῆς προσποιητῆς σαλότητας, ὄχι μέ δικό τους θέλημα, ἀλλά μετά ἀπό προσωπική πρόσκληση τοῦ Θεοῦ. Στόν Βίο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως, στό ὅραμα τῆς πάλης του μέ τόν Αἰθίοπα, μετά τήν νίκη του, «ὁ ἔνδοξος νέος πλησιάζει τόν μακάριο, τοῦ δωρίζει ἐκεῖνα τά πολύτιμα στεφάνια, τόν ἀσπάζεται καί τοῦ λέγει: «Ἀπό τήν στιγμή αὐτή εἶσαι φίλος μου καί ἀδελφός μου. Ἀγωνίζου τό καλόν ἀγῶνα γυμνός. Γίνε γιά χάρι μου σαλός κι ἐγώ θά σοῦ χαρίσω πολλά ἀγαθά στήν βασιλεία μου» («Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 25). Αὐτή εἶναι χωρίς ἀμφιβολία μία προσωπική πρόσκλησις τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ πρός τόν ἀγωνιστή.
Οἱ εὐσεβεῖς νέοι Συμεών καί Ἰωάννης κατευθύνονται πρός τήν Μονή τοῦ Ἀββᾶ Γερασίμου καί προσεύχονται, ἄν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά μείνουν, νά βροῦν τήν πύλη ἀνοικτή. Ὁ ἐνάρετος Ἡγούμενος Νίκων βλέπει στόν ὕπνο του τήν ἡμέρα πού ἦταν νά ἔρθουν, κάποιον νά τόν διατάσσει: «Σήκω κι ἄνοιξε τήν πόρτα ἀπό τό μαντρί, γιά νά μποῦν τά πρόβατά μου»! «Ὅταν πλησίασαν, τοῦ λέει ὁ Ἡγούμενος: «Καλῶς ἦρθαν τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ»! Καί ἀμέσως λέγει στόν Συμεών: «Καλῶς ἦρθες, Σαλέ· ἀλήθεια, δέκα περισσότερα τά δικά σου ἀπό τοῦ Ἀββᾶ Ἰωάννη καί σέ περιμένουν»! («Ὁ ἅγ. Συμεών…”, σελ. 27). Αὐτή εἶναι μία προσωπική πρόσκλησις μέσῳ διορατικοῦ Γέροντος.
Ἡ εὐλογημένη ὁσ. Ξένη, πρίν ἐπιστρέψει στήν Ἁγία Πετρούπολη ὑποκρινομένη τήν σαλή, ἔζησε ὀκτώ χρόνια «σέ κάποιο ἐρημητήριο μέ ἀδελφότητα ἱερῶν ἀσκητριῶν, διδασκομένη γιά τήν προσευχή καί τήν πνευματική ζωή ἀπό μία Γερόντισσα. Σ’ αὐτή τήν περίοδο ἔφθασε στό ὕψιστο σημεῖο πνευματικῆς τελειότητος καί ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τῆς διά Χριστόν Σαλότητος» (Μητροπ. Ὠρωποῦ καί Φυλῆς Κυπριανοῦ, «Ἡ ὁσ. Ξένη ἡ διά Χριστόν Σαλή», σελ. 22). Αὐτή εἶναι μία ἄλλη μορφή προσκλήσεως.
Οἱ Σαλοί τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δεχθοῦν καί ἀποδεχθοῦν τήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου τους, ἐντελῶς ξαφνικά ἀποκτοῦν περίεργη συμπεριφορά καί ἐξωτερική ἐμφάνιση (ὁ ὅσ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως κυκλοφορεῖ ντυμένος μία ψάθα· ἡ ὁσ. Ξένη τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως φοράει τήν στρατιωτική στολή τοῦ συζύγου της· ἡ ὁσ. Πελαγία τοῦ Ντιβίγιεβο φοράει πολύχρωμα φουστάνια καί παρδαλά μαντήλια). Ἔτσι, προκαλοῦν τόν κοινωνικό τους περίγυρο, ὁ ὁποῖος σπέυδει νά τούς χαρακτηρίσει σαλούς καί δαιμονισμένους. Καί ἔτσι ἀρχίζει τό μαρτύριο καί ἡ μαρτυρία.
Τά παιδιά θά τοῦ πετάξουν λάσπες, ἀλλά ὁ Σαλός δέν θά σκουπισθεῖ. Λέγει μέ τόν τρόπο του, «Χριστιανέ, τίς «λάσπες» μέ τίς ὁποίες θεληματικά λέρωσες τήν ψυχή σου, τίς σκέφτηκες ποτέ;» Οἱ ἀλῆτες θά τόν πειράξουν, θά τόν κτυπήσουν, θά τόν φτύσουν, ἀλλά ὁ Σαλός δέν θά ὑπερασπισθεῖ τόν ἐαυτό του. Θά ψάλλει μέ τό σῶμα του καί ὄχι μέ τό στόμα του τό γνωστό ΙΕ’ Ἀντίφωνο τῆς Ἀκολουθίας τῶν Παθῶν: «Σήμερον…ράπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τόν Ἀδάμ…”. Πιό ἁπλᾶ, θά μαρτυρεῖ μέ τό μαρτύριό του, ὅτι ὁ Υἱός τῆς Παρθένου, ὁ Μόνος Ἀναμάρτητος, πάντα ὑποφέρει «ὡς πρόβατον».
Ὁ Σαλός συνήθως δέν ἀρκεῖται στόν ἐμπαιγμό τοῦ κόσμου, ἀλλά προχωρεῖ ἤ φαίνεται νά προχωρεῖ καί στόν ἐμπαιγμό τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ὁ μακάριος Βασίλειος τῆς Μόσχας ἔριχνε πέτρες στούς τοίχους τῶν Ναῶν καί ἔκλαιγε στά σκαλιά τῶν κακοφήμων σπιτιῶν. Αὐτή ἡ ἀντίφαση σκανδάλιζε. Ἀργότερα θά ἀποκαλυφθεῖ, ὅτι ὁ Ὅσιος ἔριχνε πέτρες στούς δαίμονες πού ἡ προσευχή τῶν πιστῶν εἶχε ἐκδιώξει ἀπό τούς Ναούς, καί ἔκλαιγε στά σκαλιά τῶν πορνείων μαζί μέ τούς Ἀγγέλους τῶν ἁμαρτανώντων! Ὁ ὅσ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας ἔριχνε καρύδια στά καντήλια τῶν ἐκκλησιῶν καί στά κεφάλια τῶν ἐκκλησιαζομένων γυναικῶν. Γιατί κτυπᾶ τα καντήλια; Μήπως ἐπειδή τό λάδι περιέχουν προέρχεται ἀπό ἀδικία; Μήπως τό λάδι σάν προσφορά πρός τόν Θεό, δέν συνοδεύθηκε ἀπό ἀγάπη καί ἔλεος πρός τόν ἄνθρωπο (κατά τό «ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν»); Ἤ μήπως ἐπειδή αὐτός πού τό πρόσφερε νόμισε ὅτι ἔτσι ἡμέμησε τήν συνείδησή του; Διότι ἕνας ἄλλος Σαλός, ὁ ὅσ. Μάξιμος τῆς Μόσχας, συνήθιζε νά λέει: «Τό ἰδιωτικό σου ἐκκλησάκι εἶναι πράγματι δικό σου, ἡ συνείδησή σου ὅμως εἶναι γιά πούλημα»!
Ὁ ὅσ. Ἀνδρέας φαίνεται νά μιλᾶ στόν… τοῖχο. «Οἱ διαβάτης πού ἔτυχε νά περνοῦν ἀπό ἐκεῖ,…ἔλεγαν μεταξύ τους: «Κοιτάξτε τόν παράλυτο τί κάνει! Πῶς μιλάει ἀναίσθητα στόν τοῖχο!» Ὁ Ἅγιος ὅμως ἔβλεπε τόν θρῆνο τοῦ φύλακα Ἀγγέλου, κατά τήν κηδεία ἑνός ἁμαρτωλοῦ. Καί ὄχι μόνον ἔβλεπε, ἀλλά καί συμβούλευε τόν Ἄγγελο: «Σέ παρακαλῶ, Πυρίμορφε, ἄφησε τά δάκρυα καί τό πένθος. Αὐτός τελείωσε τήν ζωή του ὅπως τοῦ ἄξιζε. Ἐσύ ὅμως ἀπό ἐδῶ καί πέρα θά ἀπολαμβάνεις μέ τήν χάρι τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ τά ἀγαθά τῆς Βασιλείας Του» («Ἅγιος Ἀνδρέας…» σελ. 95).
Μέσα ἀπό αὐτό τόν δρόμο τῆς ἐσχάτης ταπεινώσεως, τοῦ ἐξευτελισμοῦ καί τῶν θεληματικῶν κακουχιῶν ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος «κήδεται σώματος κακοπαθοῦντος δι’ Αὐτόν — κατά τόν Ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σῦρο — ὥσπερ πατήρ κήδεται τέκνου, πλησίον ἐστί τοῦ σώματος αὐτοῦ διά παντός». Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος, κατά τόν ἅγ. Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, «τό παρά φύσιν διέφυγε καί τό κατά φύσιν διέσωσαι, τῶν ὑπέρ φύσιν ἠξίωται χαρισμάτων». Ὁ Κύριος ὁ Ὁποῖος εἶπε, «ὁ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπό τοῦ Πατρός μου καί ἐγώ ἀγαπήσω αὐτόν», ἔρχεται στόν δοῦλο Του καί «μονήν παρ’ αὐτῷ» ποιεῖ (Ἰω. 14, 21 — 23). Καί ὁ Ἅγιος «ἄνθρωπος τῇ φύσει ὑπάρχων — κατά τόν Ἱερό Ὑμνογράφο — ὑπέρ ἄνθρωπον χρηματίζει τοῖς ἔργοις».
Ὁ ὁδός τῆς ἀσκήσεως, δηλαδή, καί ὁ ἀγῶνας τοῦ ἁγιασμοῦ, φέρνουν τόν ἀγωνιστή στήν ποθητή κατάσταση τῆς ἁγιότητας. Καί ἔρχονται πλέον τά χάρίσματα μέ τά ὁποῖα ὁ χαριτωμένος Σαλός θά ὑπηρετήσει τόν ἄνθρωπο καί θά δοξάσει τόν θεό, τόν «θαυμαστό ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ». Ἀκόμη καί τότε ὅμως ὁ ἀγωνιστής δέν σηκώνει τά πέπλα τῆς ἐπίπλαστης μωρίας. «Οὐδέν με ὠφελήσει τά τερπνά τοῦ κόσμου — λέγει μαζί μέ τόν ἅγ. Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο — ἐκεῖνον ζητῶ τόν ὑπερ ἐμοῦ ἀποθανόντα, ἐκεῖνον θέλω τόν ὑπέρ ἡμῶν ἀναστάντα, ἐπιτρέψατέ μου μιμητήν εἶναι τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου μου».
Τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, ἐκφράζονται καί αὐτά μέ τρόπο περίεργο, σαλό. Γράφει ὁ I. G. Pryshov γιά τόν διά Χριστόν Σαλό Ἰωάννη τῆς Μόσχας: «Ἡ συνήθεια τοῦ Ἰβάν νά κάνει ὅλες του τίς δουλειές — δηλαδή ὅλα τά γεύματα νά τά παίρνει ξαπλωμένος καί ὅλα, ἀκόμη καί τήν σούπα καί τόν χυλό, νά τά τρώει μέ τά χέρια, σκουπίζοντάς τα ἐπάνω του — ὅλα αὐτά ἔκαναν τό κρεββάτι του μία γκρίζα βρώμικη μάζα, τήν ὁποία μόνο μέ κόπο θά μποροῦσες νά πλησιάσεις.
Ἡ Ἡγεμονίδα Β. πνέει τά λοίσθια. Οἱ γιατροί διστάζουν νά τήν κουράρουν. Ἐκείνη τότε διατάζει τούς ὑπηρετες της νά τήν μεταφέρουν στόν Ἰβάν. Ὑποβασταζόμενη ἀπό δύο ὑπηρέτες, πηγαίνει σ’ αὐτόν καί θέλει νά μάθει πῶς εἶναι ἡ ὑγεία της. Ὁ Ἰβάν κρατάει ἐκείνη τήν στιγμή δύο μεγάλα μῆλα στά χέρια του. Χωρίς νά πεῖ λέξη χτυπάει τήν Ἡγεμονίδα μέ τά μῆλα στό στομάχι! Ἐκείνη λιποθυμᾶ καί πέφτει. Μέ κόπο τήν μεταφέρουν σπίτι καί — ὤ τοῦ θαύματος — τήν ἑπομένη εἶναι καλά»! (I. G. Pryshov, «Μελέτες, Ἄρθρα, Ἐπιστολές», Μόσχα 1934).
Οἱ χαριτωμένοι Σαλοί, οἱ «μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες» στόν κόσμο αὐτό, διαθέτουν συνήθως μία καταπληκτική παρρησία. «Συχνά — γράφει ὁ Ἀρσένιεφ — εἶπαν μέ θαρραλέα χτυπητό τρόπο τήν ἀλήθειά τους, στούς μεγάλους «τοῦ κόσμου τούτου», μπροστά στούς ὁποίους ὅλοι ἔτρεμαν» (Νικ. Ἀρσένιεφ αὐτ. σελ. 133). Ὁ διά Χριστόν Σαλός Νικόλαος τοῦ Πσκώφ, ἐπανέλαβε τό παράδειγμα τοῦ δημοσίου ἐλέγχου τοῦ Βασιλέως, ὅπως τό δίδαξε ὁ ἅγ. Ἀμβρόσιος Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων μέ τό ἐπιτίμιο τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου.
«Τό Πσκώφ στά 1570 — γράφει ὁ G. P. Fedotov — τό ἀπειλοῦσε ἡ ἴδια μοίρα τοῦ Νόβγκοροντ. (Σ. Σ. Ὁ Τσάρος Ἰβάν Δ’ ὁ Τρομερός, ὑποψιαζόμενος συνεργασία τῶν κατοίκων μέ τούς Λιθουανούς, εἶχε διατάξει τήν σφαγή τους)! Τότε ὁ Σαλὀς τοῦ Θεοῦ Νικόλαος καί ὁ Διοικητής τῆς πόλεως, ἔδωσαν διαταγή νά στρώσουν στούς δρόμους τραπέζια μέ ψωμί κι ἁλάτι, σάν ἔνδειξη φιλοξενίας, καί νά ὑποδεχθοῦν τόν Τσάρο μέ βαθειά γεμάτη σεβασμό ὑπόκλιση. Ὅταν μετά τήν κοινή εὐχαριστία ὁ Τσάρος τόν πλησίασε γιά νά πάρει τήν εὐλογία του, ὁ Νικόλαος, παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν Μεγάλη Σαρακοστή, ἔβαλε μπροστά στόν Τσάρο ὡμό κρέας καί στήν ἄρνηση ἐκείνου νά τό δεχθεῖ λέγοντας, «εἶμαι Χριστιανός καί δέν τρώω κρέας σέ καιρό νηστείας», τοῦ ἀπάντησε: «Πίνεις ὅμως ἀνθρώπινο αἷμα»! (G. P. Fedotov, «Οἱ Ἅγιοι τῆς ἀρχαίας Ρωσίας», 1931).
Ἡ περίεργη συμπεριφορά τῶν διά Χριστόν Σαλῶν συνοδεύει κυρίως τίς προφητείες τους. «Κάποτε — ἀναφέρει ὁ Βίος τοῦ ἁγ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας — πού ἦταν νά γίνει μεγάλος σεισμός στήν πόλη, τήν ἐποχή πού καταστράφηκε ἡ Ἀντιόχεια, στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Μαυρικίου, ὁ Ὅσιος ἄρπαξε ἕνα λουρί ἀπό τό σχολεῖο καί ἄρχισε νά κτυπάει τούς στύλους καί νά λέει στόν καθένα: «Εἶπε ὁ Κύριός σου νά σταθεῖς»! Κι ὅταν ἔγινε σεισμός, κανείς ἀπό ὅσους στύλους κτύπησε σέ ἔπεσε! Σέ κάποιο στύλο ὅμως εἶχε πεῖ: ‘Ἐσύ οὔτε νά πέσεις, οὔτε νά σταθεῖς»! Αὐτός σχίσθηκε ἀπό πάνω μέχρι κάτω, ἔγειρε λίγο καί ἔμεινε ἔτσι». (Λεοντίου ἐπ. Νεαπόλεως, «Ὁ ἅγ. Συμεών ὁ διά Χριστόν Σαλός»· Migne P. G. 93, 1670 — 1748).
Ὁ ἴδιος Ἅγιος ἔσπασε κάποτε μία στάμνα μέ κρασί, σέ κάποια ταβέρνα καί ὁ ταβερνιάρης τόν ἔδιωξε μέ κτυπήματα, ὅταν ὅμως μπῆκε στό κατάστημά του εἶδε κατάπληκτος στόν πάτο τοῦ δοχείου ἕνα ψόφιο φίδι! Ὁ Σαλός τοῦ Θεοῦ εἶχε δεῖ ἀοράτως τήν λέξη «θάνατος»!
Αἰῶνες ἀργότερα ἡ ὁσ. Ξένη ἐμφανίσθηκε μία ἡμέρα σέ κάποια ἀγορά τῆς Πετρουπόλεως, ὅπου ἔμποροι πωλοῦσαν ἕνα ἐκλεκτό μέλι καί ἄρχισε νά φωνάζει νά μήν τό ἀγοράζουν διότι «βρωμάει ψοφήμι»! Ἐπειδή ὅμως δέν τήν πίστευαν, ἡ μακαρία ἀναποδογύρισε τό δοχεῖο καί ὅλοι ἔντρομοι εδαν ἕναν ψόφιο ἀρουραῖο μέσα σ’ αὐτό!
Τό προφητικό χάρισμα τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων, μετέφερε σέ πολλές περιπτώσεις στόν κόσμο μηνύματα μεγάλης σημασίας γιά τό μέλλον χωρῶν ἤ σημαντικῶν προσώπων. Στήν μακαρία Παρασκευή τοῦ Ντιβίγιεβο ἀνέθεσε ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ νά μεταφέρει στόν Τσάρο Νικόλαο Β’ τήν προφητεία του γιά τόν ἴδιο, τήν οἰκογένειά του καί τήν χώρα του.
«Ἡ Πάσσα — γράφει ἡ Εἰρ. Γκοραϊνωφ — εἶχε τήν συνήθεια νά προσφέρει τσάἱ στούς ἐπισκέπτες της. «Παρηγοροῦσε» αὐτούς πού μία δυστυχία τούς περίμενε, βάζοντας πολλή ζάραχη στό τσάϊ τους! Ἔβαλε τόση ζάχαρη στό φλυτζάνι τοῦ Αὐτοκράτορα, πού τό τσάϊ ξεχείλισε! Ὁ Ἄρχοντας ζήτησε νά μείνει μόνος μαζί της. Ὅταν βγῆκε ἀπό τό κελλί της, ἡ συνοδεία του ἔμεινε κατάπληκτη ἀπό τά ἀλλοιωμένα χαρακτηριστικά του καί τήν ὠχρότητα τοῦ προσώπου του»! (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ», σελ. 244).
Ἕνα ἐξαίσιο ὅραμα τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως, μία προσωπική ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἐκλεκτό δοῦλο Του καί στόν μαθητή του Ἐπιφάνιο (ἔπειτα Πατριάρχη ΚΠόλεως), ἡ ὅρασις τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, συγκίνησε τόσο βαθειά τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα, ὥστε σύντομα ἡ θεία αὐτή ὁπτασία νά τιμηθῖ μέ ἰδιαίτερη ἐορτή καί νά λάβει λαμπρή θέση στόν ἑορτολογικό κύκλο τῆς Ὀρθοδοξίας (1η Ὀκτωβρίου).
Χαρακτηριστικές λεπτομέρειες τῶν Βίων τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων θά ἔμεναν ἐρωτηματικά, ἄν ἄλλοι Ἅγιοι ἤ καί οἱ ἴδιοι οἱ Σαλοί δέν εἶχαν τήν πραγματική διάσταση τῶν ὁρωμένων, τήν πνευματική τους ἐξήγηση καί ἀναγωγή. Ἕνα ἀπό τά κύρια χαρακτηριστικά τῶν Σαλῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ γυμνότητα — γιά τόν κόσμο ἀδιανόητη, ὄχι τόσο ἀπό τήν πλευρά τῆς ντροπῆς, ὅσο ἀπό τήν πλευρά τῆς σφοδρότητας τῶν καιρικῶν φαινομένων — παίρνει ἀπάντηση καί περιεχόμενο λ.χ. ἀπό τήν ἐξομολόγηση τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως ἤ τήν διδασκαλία περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ ὁσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ.
Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας τῆς ΚΠόλεως ἀντιμετωπίζει γυμνός ἕναν βαρύτατο χειμῶνα. «Δέν μποροῦσα ἀγαπητέ μου — ἐξομολογεῖται στόν Ἐπιφάνιο — νά ὑποφέρω τό φοβερό κρύο καί τόν ἀέρα, πού κι ἐσύ δοκίμασες, γιατί ἤμουν γυμνός, ξυπόλητος καί ἄστεγος. Κατέφυγα, λοιπόν, στούς φτωχούς, στούς ὁμοίους μου, ἀλλά δέν μέ δέχονταν. Μέ σιχαίνονταν καί μέ ἔδιωχναν μέ τά ραβδιά σάν σκύλο»!
Ὁ Ἅγιος παγώνει. «Καί ξαφνικά — συνεχίζει τήν διήγηση — ἔνοιωσα μία ζεστασιά. Ἄνοίγω τά μάτια καί βλέπω ἕνα νέο πολύ ὡραῖο ν’ ἀστράφτει πιό πολύ ἀπό τόν ἥλιο. Στά χέρια του κρατοῦσε ἕνα χρυσό κλαδί… «Ἀνδρέα πού ἤσουν» μέ ρώτησε. «Ἐν σκοτεινοῖς καί σκιᾷ θανάτου» ἀποκρίθηκα. Κι ἐνῶ μιλοῦσα, μέ χτύπησε στό πρόσωπο μέ τό ὁλάνθιστο κλαδί λέγοντάς μου: «Ἄς πάρει δύναμη τό σῶμα σου καί ζωή ἀκατανίκιτη». Ἀμέσως ἡ εὐωδία ἐκείνων τῶν λουλουδιῶν μπῆκε στήν καρδιά μου καί ἀστραπιαῖα μοῦ ἔδωσε ζωή. Ἄκουσα τότε μία φωνή νά λέει: «Πηγαίνετέ τον νά τόν παρηγορήσετε γιά δύο ἑβδομάδες καί πάλι νά ἐπιστρέψει, γιατί θέλω νά ἀγωνισθεῖ ἀκόμη»!.. Ζοῦσα γιά δύο ἐβδομάδες ἐκεῖ πού διέταξε ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ, σάν νά κοιμήθηκα εὐχάριστα ὅλην τήν νύκτα καί νά ξύπνησα τό πρωϊ» («Ὁ ἅγ. Ἀνδρέας…”, σελ. 47 — 48).
«Ἀπό τήν παγωνιά στήν θαλπωρή τοῦ οὐρανοῦ»! Ἔτσι τιτλοφοροῦν οἱ ἐκδότες τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου, τήν ἀρπαγή του στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
«Τί ἄλλο αἰσθάνεσθε (ἐκτός ἀπό τήν χαρά, τήν γλυκύτητα καί τήν εἰρήνη), φίλε τοῦ Θεοῦ;» ρωτᾶ ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ τόν μαθητή του Νικόλαο Μοτοβίλωφ, κατά τήν διάρκεια τῆς συγκλονιστικῆς τους συζητήσεως περί τοῦ σκοποῦ τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, μέσα στό χιονισμένο δάσος τοῦ Σάρωφ.
«Μία ἐξαιρετική θερμότητα», ἀπαντᾶ ὁ νέος.
«Θερμότητα — ἐρωτᾶ ὁ Στάρετς — Πῶς γίνεται; Μήπως δέν εἴμαστε χειμῶνα καιρό μέσα στό δάσος; Τό χιόνι κάτω ἀπό τά πόδια μας εἶναι πολύ καλί συνεχίζει νά πέφτει. Γιά τί εἴδους θερμότητα πρόκειται;”
«Εἶναι μία θερμότητα παρόμοια μ’ αὐτή πού αἰσθάνεται κανείς στό ἀτμόλουτρο», ἀπαντᾶ ὁ Μοτοβίλωφ. Κι ὁ μακάριος ἐρημίτης δίνει τήν ἀπάντηση:
«Εἴπατε λίγο πρίν πς κάνει ζέστη, ὅπως μέσα στό λουτρό, κι ὅμως τό χιόνι πού καλύπτει τά πάντα δέν λυώνει· ἄρα ἡ θερμότης δέν βρίσκεται γύρω στόν ἀέρα, ἀλλά μέσα σέ μᾶς τούς ἴδιους! Παρακαλοῦμε στήν προσευχή μας νά μᾶς θερμάνει τό Πνεῦμα. Αὐτή ἡ ἴδια ζέστη ἔκανε τούς ἐρημῖτες νά μήν φοβοῦνται τόν χειμῶνα, τυλιγμένοι καθώς ἦταν, σάν μέσα σέ γούνινο παλτό, στήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ», σελ. 196).
Ἄξια θαυμασμοῦ εἶναι καί τά «ἔσχατα» καί τά «μετά θάνατον» τῶν διά Χριστόν Σαλῶν Ἁγίων. Ὁ Κύριος ἀναπαύει τούς δούλους Του καί τιμᾶ τά τίμια Λειψανά τους. Καταπληκτικά θαύματα, οὐράνια εὐωδία καί ὑπερκόσμιο φῶς, συνοδεύουν συνήθως τήν ἐκδημία τῶν «ἱερῶν ἀκροβατῶν». Τό Λείψανο τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ Μαξίμου τῆς Μόσχας ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. «Ἐν δέρματι» καί εὐωδιαστό βρέθηκε ἐπίσης καί τό Λείψανο τοῦ ὁσ. Σάββα — «Εὐδοκίμου» τοῦ Βατοπεδινοῦ. Τό Λείψανο τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ Ἰακώβου τοῦ Μποροβίτσι, μεταφέρονταν πάνω σέ ἕνα τεράστιο κομμάτι πάγου, τό ὁποῖο ἔπλεε ἀντίθετα ἀπό τήν φορά τοῦ ποταμοῦ Μστά! καί ἡ καταγραφή τῶν θαυμάτων του σταμάτησε ἀφοῦ εἶχαν συμπληρωθεῖ 88 ἑβδομηντάδες, δηλαδή 6. 160 περιπτώσεις!!! Ὁ τάφος τῆς μακαρίας Ξένης στό Κοιμητήριο τοῦ Σμολένσκ, εἶναι μέχρι σήμερα πηγή θαυμάτων καί θεραπειῶν.
Σπανίως στίς ἁγιολογικές πηγές ἀναφέρονται μεταθέσεις ἁγίων Λειψάνων. Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας καί Συμεών ἀνήκουν στίς περιπτώσεις αὐτές. Κενό τάφο βρῆκε ὁ Διάκονος Ἰωάννης, βιογράφος τοῦ ἁγ. Συμεών τῆς Ἔμεσσας, ὅταν ἀναζήτησε τό Λείψανο τοῦ φίλου καί συνασκητοῦ του γιά νά τό τιμήσει! Στόν Βίο τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα τῆς ΚΠόλεως ὑπάρχει ἐξαίρετη περιγραφή παρομοίου γεγονότος:
«Ξάπλωσε ὁ Ἅγιος στήν γῆ καί βλέποντας μέ χαρούμενο πρόσωπο τούς Ἁγγέλους καί ὅλους τούς Ἁγίους πού σάν φίλοι εἶχαν ἔρθει κοντά του, παρέδωσε τό πνεῦμα. Ἀμέσως στόν τόπο ἐκεῖνο ἁπλώθηκε εὐωδία μύρων καί θυμιαμάτων»!
Ποιός ἦταν αὐτός ὁ τόπος; Ὁ Ἱππόδρομος, οἱ στοές μέ τήν βαρειά ἀτμόσφαιρα πού ἔκαναν τόν περίπατό τους οἱ κοινές γυναῖκες!
«Ἐν τῷ μεταξύ — συνεχίζει ὁ Βίος — μία φτωχή γυναῖκα πού ἔμενε σέ κάποια καλύβα ἐκεῖ κοντά, ὠσφράνθηκε τήν ἀσύλληπτη καί μεθυστική εὐωδία. Σηκώθηκε λοιπόν βιαστκά, ἄναψε φῶς καί ἀκολουθῶντας τήν εὐωδία ἔφτασε στόν τόπο πού βρισκόταν ὁ Ὅσιος, ἤδη κεκοιμημένος. Ἡ θεϊκή εὐωδία ἀναδιδόταν ἐδῶ ἐντονώτερη καί το μῦρο ἔτρεχε σάν ποτάμι ἀπό τό Λείψανό του, κατά τρόπο θαυμαστό! Ἔτρεξε, λοιπόν, καί ἀνήγγιλε σέ μερικούς τό θαῦμα, ἐπικαλουμένη μέ ὄρκο γιά μάρτυρα τόν Θεό.
Ἔτρεξαν πολλοί, ἀλλά καθώς πλησίασαν ἐκεῖ, δέν εἶδαν κανέναν. Δοκίμασαν ὅμως κατάπληξη ἀπό τήν εὐωδία τοῦ μύρου καί τῶν θυμιαμάτων κι ἀπό τό φῶς πού φάνηκε στό σημεῖο ἐκεῖνο. Τό Λείψανο τοῦ Δικαίου δέν κατάφεραν νά τό βροῦν. Το μετέθεσε ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος ἔβλεπε τά κρυφά του κατορθώματα, γιά λόγους πού Ἐκεῖνος γνωρίζει» («Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας…”, σελ. 241).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά