Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Μαΐου 01, 2016

Η Ποιμαντορική Πασχαλινή Εγκύκλιος του Παναγιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας & Σπάρτης κ. κ. Ευσταθίου

ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗ 
Μία ἀνεπανάληπτη ἀγαλλίαση κατακλύζει σήμερα τίς χειμαζόμενες ψυχές μας. Μία λαμπροφεγγής αὔρα μεταδίδει τό πανευφρόσυνο μήνυμα τῆς συντριπτικῆς νίκης τοῦ Κυρίου μας κατά τοῦ θανάτου. Σήμερα ὁ Ἅδης νεκρώνεται, εὐτελίζεται, καταργεῖται καί στενάζει.
«Χριστός Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν» καί «ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν ἑορτάζομεν». Μία καινούργια ζωή πού δέν περιορίζεται στά στενά ὅρια τοῦ παρόντος βίου, δέ διακρίνεται ἀπό θλίψεις, ἀπελπισίες, θάνατο ἀλλά μόνο ἀπό ἠρεμία, ἀπό μακαριότητα καί ἐπεκτείνεται στήν αἰωνιότητα.
Τό ὑπέρτατο, ὅμως, ἀγαθό τῆς αἰωνίου ζωῆς ξεκινάει ἀπό τόν παρόντα κόσμο. Ὁ  χριστιανός  καλεῖται νά ἀφήσει τό σκότος τῆς ἁμαρτίας καί νά ἀγωνιστεῖ νά ζήσει νέα ζωή, ἐνάρετη, στραμμένη  στήν  ἀναζήτηση  τοῦ  λυτρωτικοῦ φωτός, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἀναστάς καί ζωῆς αἰωνίου χορηγός Χριστός.
Ὁ ἀγώνας αὐτός διεξάγεται μέσα στήν τρικυμιώδη θάλασσα τῆς διάψευσης, τῆς ἀμφισβήτησης καί τῆς ἀπελπισίας τοῦ ὑλόφρονος καί ἀπνευμάτιστου αἰῶνα μας. Μυριάδες ἄνθρωποι βαδίζουν σκυθρωποί τόν ἀκανθώδη δρόμο τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Πονεμένοι καί πικραμένοι προχωροῦν στήν ἀτελείωτη ἔρημο τοῦ βίου. Θλιβερά γεγονότα πληγώνουν τόν ταλαίπωρο ἔνοικο τοῦ πολυστένακτου πλανήτη μας. Ἀρρώστιες, θάνατοι προσφιλῶν προσώπων, ἐγκατάλειψη, ἀκόμη καί ἀπό συγγενικά πρόσωπα, μοναξιά, συκοφαντίες, ἀχαριστία, οἰκονομικά ἀδιέξοδα καί ἄλλοι ‘’βαρύτατοι σταυροί’’ πιέζουν τήν ψυχή τῶν ὁδοιπόρων τῆς ζωῆς. Σέ τέτοιες ἀντίξοες συνθῆκες τό καθῆκον τοῦ συνεποῦς χριστιανοῦ δυχεραίνει πολύ. Ὁ πνευματικός ἀγωνιστής παλεύει καί μάχεται κατά ὁρατῶν κάι ἀόρατων ἐχθρῶν. Ἔρχονται στιγμές πτώσεων καί φάσεις ἀπόγνωσης. Βλέπει τόν χείμαρρο τῆς ἁμαρτίας νά τοῦ ὁρμᾶ καί θολώνει ὁ νοῦς του. Ἐντούτοις, δέν παραιτεῖται. Συνεχίζει τόν ὡραῖο ἀγῶνα του πιό ἀποφασιστικά, ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι ὁ Νικητής τοῦ θανάτου Χριστός συμπονεῖ, προστατεύει, ἐμπνέει, σηκώνει τό φορτίο τῶν θλίψεων, καθοδηγεῖ.
Ἀδελφοί μου καί παιδιά μου εὐλογημένα,
Ὁ Σταυρός ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση καί ἡ Μεγάλη Παρασκευή κυοφορεῖ τή λαμπροφόρο Κυριακή τοῦ Πάσχα. Τή λύπη, τήν ἀθυμία, τήν ἀπόγνωση διαδέχονται ἡ χαρά, ἡ ἀναδημιουργία, ἡ ἀνακαίνιση, ἡ ζωή, ἡ σωτηρία καί ἡ εἰρήνη τῆς Ἀναστάσεως. Χωρίς σταυρό δέ νοεῖται ἡ Ἀνάσταση καί χωρίς Ἀνάσταση δέν ἔχει νόημα ὁ Σταυρός. Στήν παροῦσα ζωή ὅλοι οἱ ἄνθρωποι βιώνουμε δυσκολίες καί ἀντιμετωπίζουμε ποικίλους ἐπώδυνους πειρασμούς. Ἡ κρίση τῶν καιρῶν μας εἶναι ἕνας βαρύς Σταυρός γιά κάθε ἄνθρωπο. Δέν πρέπει νά ἀπελπιζόμαστε.Θά ἔλθει καί ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως. Ἄς μήν ἐγκαταλείψουμε τόν ἑαυτό μας στίς διάφορες ἀπογοητευτικές περιστάσεις, ἀλλά νά δείξουμε ἀγωνιστικό φρόνημα καί ὁ Θεός θα βρίσκεται πάντοτε «μεθ΄ἡμῶν». Θά συσταυρωθεί μαζί μας καί θά μᾶς χαρίσει τή λύτρωση, διότι εἶναι «τό φῶς τό ἀληθινό πού φωτίζει πάντα ἄνθρωπο ἐρχόμενο στόν κόσμο». Παράλληλα, ἀπαιτεῖται, γιά νά κάνουμε δικό μας αὐτό τό φῶς, καί ἡ διαρκής ἀνθρώπινη συναίνεση καί προσπάθεια μέσω τῆς ἄσκησης. Σ’ αὐτό συμβάλλουν ἡ νηστεία τῶν ἡμερῶν πού προηγήθηκαν, ἡ μετάνοια, πού πρέπει νά εἶναι διαρκής, ἀφοῦ διαρκῶς σφάλλουμε, ἡ ἐγκράτεια, πού μᾶς ἐξασφαλίζει δύναμη σωματική καί χαρά πνευματική, καί ἡ ἔμπρακτη ἄσκηση τῆς ἀγάπης διά τῆς φιλανθρωπίας.Ὁ ἀναστημένος Κύριός μας ὡς Θεάνθρωπος ἀνοίγει δρόμο γιά τόν καθένα μας, πού μποροῦμε νά τόν ἀκολουθήσουμε. Ὁ Χριστιανός σταυρώνει τά πάθη του, γιά νά συσταυρωθεῖ μέ τόν Χριστό. Πεθαίνει διά τῆς μετανοίας καί τῶν δακρύων καί γεύεται ἀπό τήν παροῦσα ζωή τά ἀγαθά τῆς αἰωνίου βιοτῆς.
Ἐπικαλοῦμαι γιά ὅλους σας τόν θεῖο φωτισμό, πού πήγασε ἀπό τό ζωηφόρο Τάφο τοῦ Κυρίου μας. Εὔχομαι στόν καθένα χωριστά καί σ΄ ὅλους μαζί τήν παρουσία τοῦ Κυρίου μας παντοτινή στή ζωή σας, γιά νά ἔχετε δύναμη, χαρά, εὐτυχία καί νοσταλγία γιά τή βασιλεία Του, στήν ὁποία ὅλοι μας ἔχουμε κληρονομικά δικαιώματα, πού πρέπει νά διεκδικήσουμε μέ ἀγῶνα συνεχῆ καί ἰσόβιο.

ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ 2016

Θερμός Εὐχέτης πρός τόν ἀναστάντα Κύριο

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Παρασκευή, Αυγούστου 14, 2015

Μήτερ του Θεού φύλαξον με υπό την σκέπην Σου Του Σεβ. Μητροπολίτου Σπάρτης κ. Ευσταθίου

                                                       
                     

Αποτέλεσμα εικόνας για κοιμηση θεοτοκουΣήμερα ἡ ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία μας γιορτάζει μιά ἀπό τίς πιό μεγάλες γιορτές της.

Σήμερα ἡ ἀθάνατη χώρα μας, ἡ γλυκιά μας ῾Ελλάδα, ἀπό τή μιά ἄκρη της ὡς τήν ἄλλη πανηγυρίζει τό καλοκαιρινό της «Πάσχα», ὅπως ὀνομάζει ὁ πιστός λαός μας τή μεγάλη γιορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Η Οἰκουμενική Σύνοδος, βάζοντας τέρμα στίς αἱρέσεις, διατυπώνει τήν ἀλήθεια, πού πλέον σέβονται ὅλοι οἱ Χριστιανοί καί ὀνομάζει τήν Παναγία μας αὐτό πού ἦταν, δηλαδή Θεοτόκο.

Καί ὁ εὐσεβῆς λαός μας, ἐνῶ τή νοιώθει σάν οὐράνια δύναμη, πού ἔχει θέση στά δεξιά τοῦ Κυρίου μας, ἀνάμεσα σέ ἀγγέλους καί ἁγίους καί τή θεωρεῖ τιμιωτέρα τῶν πρώτων καί «ἁγία μείζων» τῶν ἁγίων, ἐν τούτοις τή φέρνει καί πολύ κοντά του καί τήν ὀνομάζει Μητέρα του.

Πράγματι ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ Μάννα ὅλων τῶν χριστιανῶν μέ τίς χίλιες ἀγκαλιές.

Εἶναι τό οὐράνιο πρόσωπο πού καταλαβαίνει τόν πόνο τοῦ καθενός, τόν συμμερίζεται καί μεσιτεύει στόν Παντοδύναμο Θεό γιά τή λύτρωσή του.

Πόνεσε ἡ ἴδια. Εἶδε τό μονάκριβο παιδί Της ἐπάνω στόν Σταυρό, ἐνῶ γνώριζε τήν ἀθωότητά Του καί τήν ἁγιότητά Του.

Πόνεσε, ὅταν μέ τά μάτια Της ἔβλεπε νά μαστιγώνουν τό πανάγιο Σῶμα Του μέ τό μαστίγιο τῆς ἀχαριστίας.

Ο πόνος Της αὐτός μαζί καί ἡ ὑπομονή Της, Τήν ἔκαναν νά πάρει μιά ξεχωριστή θέση στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας.

Γι᾿ αὐτό χιλιάδες οἱ ναοί πού εἶναι ἀφιερωμένοι στό ὄνομά Της. ῾Εκατοντάδες χιλιάδες οἱ πιστοί καί τῶν δύο φύλων πού μέ καμάρι ἔχουν τό ὄνομά Της.

Καί ὅλοι οἱ ᾿Ορθόδοξοι, ἡμέρα σάν τή σημερινή, τιμοῦν τήν αἰώνια Μάννα πού δέν πέθανε ποτέ. Γιατί ὁ δικός Της σωματικός θάνατος κράτησε τρεῖς μόνο μέρες.

Οσο ζοῦσε σ᾿ αὐτή τή γῆ, τή χαιρότανε μόνο ἡ ᾿Ιερουσαλήμ καί ἡ πρώτη χριστιανική Εκκλησία.

Μετά τόν πρόσκαιρο θάνατό Της καί τή μετάθεσή Της στούς οὐρανούς, τήν κατέχει ὅλη ἡ Οἰκουμένη καί ὁ κάθε χριστιανός τή διεκδικεῖ γιά μητέρα του, τήν ἔχει γιά παρηγοριά του καί τήν ἐπικαλεῖται συχνά σάν τή μοναδική ἐλπίδα.

Οσο εὑρισκόταν ἐδῶ στή γῆ σωματικά, ἦταν ἡ ἐγγύηση τῆς ἑνότητος τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας, ὅπως ἡ παρουσία τῆς μάννας μέσα στήν οἰκογένεια ἀποτελεῖ τόν συνδετικό κρίκο τῶν παιδιῶν της.

Ετσι εἶναι ὁλοφάνερο στή ζωή μας, πώς ἡ Παναγία μας, φέρνει τόν ἕνα κοντά στόν ἄλλο, ὄχι μόνο στίς γιορτές Της, πού παρατηρεῖται ἀπερίγραπτη κοσμοσυρροή, ἀλλά πάντοτε, καί ὄχι μόνο τοπικά ἀλλά πρό πάντων ψυχικά καί αὐτό τό τελευταῖο ἐκφράζεται μέ τούς ἀσπασμούς, μέ τήν ἀνταλλαγή ἐγκαρδίων εὐχῶν μέ τά κοινά γεύματα ἀκόμη καί μέ τίς ὁμαδικές ἁγνές διασκεδάσεις.

Ολοι χωρᾶνε στίς χίλιες ἀνοιχτές ἀγκαλιές Της. Καί πρῶτα τά μικρά παιδιά, πού εἶναι ἁγνά στή σκέψη καί καθαρά στό σῶμα. Αὐτό ἄλλωστε ἀπηχεῖ καί ὁ στίχος τοῦ χριστιανοῦ ποιητή, πού ἀπευθυνόμενος στήν Παναγία τῆς Τήνου μέ ἐγκαρδιότητα τῆς λέγει: «῎Αχ Παναγιά μου Τηνιακιά μέ τά πολλά καντήλια, φύλαγε τό παιδάκι μου νά σοῦ τά κάνω χίλια».

Στήν ἀγκαλιά Της ἔχουν θέση οἱ νέοι μας, πού ἀγωνίζονται νά καταρτισθοῦν, νά μορφωθοῦν καί νά σταδιοδρομήσουν. ᾿Ακόμη καί ἐκεῖνοι πού παρασύρθηκαν ἀπό τά ἀθεϊστικά καί ὑλιστικά σύγχρονα ρεύματα. Αὐτοί πού εἶναι τά ἀθῶα θύματα μιᾶς χρεωκοπημένης κοινωνίας.

Τό ξεύρει ὁ ὑμνογράφος τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί τήν παρακαλεῖ νά σώσει τή νεολαία μας ἀπό τούς λύκους πού τήν ἀπειλοῦν. Γνωρίζει τήν ἀγάπη Της πρός τούς νέους μας καί ὁ ἱερός ποιητής τοῦ ᾿Ακαθίστου ῞Υμνου καί γι᾿ αὐτό τήν ὀνομάζει προστατευτικό «τεῖχος τῶν παρθένων».

Στήν ἀγκαλιά Της εὑρίσκουν ξεκούραση οἱ ὥριμοι ἄνθρωποι πού ἔχουν στά χέρια τους τήν εὐθύνη τῆς οἰκογένειας.

Μόνοι τους εἶναι ἀδύνατο σέ τούτη τήν ἐποχή νά τά βγάλουν πέρα ὅσο νά τό θέλουν καί ὅσο νά προσπαθοῦν.

Μόνο ὁ Θεός καί ἡ Παναγία μας μποροῦν νά βοηθήσουν, ὥστε νά ξεπερνοῦν τίς δυσκολίες καί νά προχωροῦν χωρίς νά ἀποκάμουν, γι᾿ αὐτό καί ἡ προσευχή τους εἶναι «Φθάσε, Παναγία μου» ἤ «῾Υπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς».

Στήν ἀγκαλιά Της εὑρίσκουν καταφύγιο καί παίρνουν δύναμη οἱ ἀφοσιωμένοι στή λατρεία τοῦ Θεοῦ ῾Ιερεῖς καί Μοναχοί, γι᾿ αὐτό πάλι ὁ ὑμνογράφος τήν ὀνομάζει «καύχημα σεβάσμιον ῾Ιερέων εὐλαβῶν», ἐνῶ οἱ ἴδιοι εὐλαβικά ἀναφέρουν στίς ῾Ιερές ᾿Ακολουθίες τό ὀλιγότερο 45 φορές τό ὄνομά Της κάθε μέρα.

Ακόμη σέ μιά ἀπό τίς χίλιες ἀγκαλιές Της μποροῦν νά καταφύγουν, νά ξεκουραστοῦν καί νά λυτρωθοῦν οἱ ἁμαρτωλοί πού βασανίζονται ἀπό τίς τύψεις καί δοκιμάζουν τούς στυφούς καρπούς τῆς παρανομίας τους.

Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό τό πρῶτο τροπάριο τοῦ Μικροῦ Παρακλητικοῦ Κανόνος πού λέγει: «Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρός σέ καταφεύγω σωτηρίαν ἐπιζητῶν».

Οἱ Πατέρες μᾶς διδάσκουν πώς ὁ Δαβίδ νίκησε τόν Γολιάθ, χρησιμοποιώντας πέντε μικρές πέτρες.

Καί εὑρίσκουν ἕναν εὐλογημένο συμβολισμό στά πέντε γράμματα ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελεῖται τό κύριο ὄνομα τῆς Παναγίας, δηλαδή «Μαρία». Καί μᾶς συμβουλεύουν, ἐάν θέλουμε νά νικήσουμε τόν δαίμονα, πού εἶναι ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας, ἄς χρησιμοποιοῦμε καί ἐμεῖς σάν ἄλλες πέντε πέτρες, τά πέντε γράμματα, δηλαδή τό ὄνομά Της καί τότε ἡ νίκη θά εἶναι δική μας.

Τέλος, κοντά Της ἀναπαύονται οἱ πονεμένοι, οἱ ἄρρωστοι, αὐτοί πού δέν ἔχουν προστάτη κανένα, οἱ πτωχοί, οἱ ἐμπερίστατοι ἀδελφοί μας καί αὐτοί πού λόγω ἀδυναμίας αὐτοεξυπηρετήσεώς τους ἄραξαν τό κουρασμένο σῶμα τους σέ κάποιο ῞Ιδρυμα ἀγάπης καί στοργῆς τῆς ᾿Εκκλησίας.

Αὐτός εἶναι ἄλλωστε καί ὁ λόγος πού καθιερώσαμε στή Μητρόπολή μας αὐτή τήν ἡμέρα, τόν ἔρανο γιά τούς φτωχούς καί γιά ὅλους τούς πονεμένους ἀδελφούς μας.

Η Παναγία μας δείχνει τήν προστασία Της κάθε ἡμέρα στούς φτωχούς ἀδελφούς μας.

Μέ τρόπο θαυμαστό τούς παρηγορεῖ. Μυστικά καί ἀξιοθαύμαστα ἐνσταλάζει τήν ἀπαραίτητη ὑπομονή στίς καρδιές τους.

Μᾶς δείχνει ἔτσι τόν δρόμο νά τήν ἀκολουθήσουμε καί μᾶς ὑποδεικνύει τόν τρόπο νά τή μιμηθοῦμε.
                                       Αποτέλεσμα εικόνας για κοιμηση θεοτοκου
                                          

Κυριακή, Απριλίου 05, 2015

Ο Νυμφίος της Εκκλησίας μας (Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιου)



nymfios

Η εἰκόνα τοῦ Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλαδή τοῦ Κυρίου μας μέ τό στεφάνι, εἶναι ἡ πιό προσφιλής καί συμπαθής εἰκόνα γιά κάθε χριστιανό καί μάλιστα τόν πονεμένο.

Ὁ πονεμένος ἄνθρωπος ἀναπαύεται κοντά στόν πονεμένο. Ὁπληγωμένος εὑρίσκει παρηγοριά σ’ ἐκεῖνον πού ἔχει τίς περισσότερες πληγές, γιατί εἶναι σέ θέση νά τόν καταλάβει. Ὁ ἀδικημένος στηρίζεται στήν ἀπελπισία του, ὅταν ἀτενίζει μέ τά σωματικά του μάτια καί ἄλλον διασυρμένο καί καταδικασμένο καί μάλιστα ἀδίκως.

Ἀκριβῶς τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν κάθε ἐμπερίστατο ἄνθρωπο. Τό λυπημένο, τό ταπεινωμένο, τό ματωμένο πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας προσελκύει κάθε ἄνθρωπο πού ἔχει προβλήματα ἤ ἀντιμετωπίζει δοκιμασίες.
Εἶναι ἀδικημένος καί κατατρεγμένος ἀπό τήν κακότητα τῶν ἀνθρώπων; Ἠρεμεῖ, ὅταν βλέπει μέ τά μάτια τοῦ σώματός του τήν εἰκόνα τοῦ Κυρίου μας ἤ τόν ἀγκαλιάζει μέ τή θερμή του πίστη,ὅταν σκέπτεται ὅτι αὐτός μέν ὡς ἄνθρωπος μπορεῖ νά εἶχε φταίξει, πρίν καταδικαστεῖ, ἐνῶ ὁ Κύριός μας καταδικάσθηκε χωρίς νά πράξει κάποιο, ἔστω μικρό, σφάλμα. Τήν ἀθωότητά του τήν παραδέχεται ἀκόμη καί ὁ Πιλάτος καί μάλιστα τρεῖς φορές ὁμολογεῖ ἐνώπιον τοῦ ὄχλου: «Οὗτος οὐδέν ἄτοπον ἔπραξεν».


Ὁ πληγωμένος σωματικά ἀπό θεληματική καί ὀργανωμένη ἐπίθεση συνανθρώπου του ἤ ὁτραυματισμένος ψυχικά ἀπό λόγια πικρά, ὅταν βλέπει τήν Εἰκόνα τοῦ Νυμφίου, αἰσθάνεται μιά παρηγοριά καί παίρνει μεγάλη ἐνίσχυση, γιατί σέ μιά εἰλικρινῆ αὐτοεξέταση ἀναλογίζεται: «Ἐκεῖνος “ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ». Παρά ταῦτα οἱ ἄνθρωποι ὡς ληστή τόν συνέλαβαν καί ὡς κακοῦργο τόν σταύρωσαν, ἐνῶ ἐγώ δέν κατάφερα, οὔτε μιά μέρα νά ζήσω χωρίς νά διαπράξω κάποιο σφάλμα, χωρίς νά διατυπώσω ἕναν πικρό ἤ ἀκατάλληλο λόγο ἤχωρίς νά σκεφθῶ κάτι πονηρό καί βλαπτικό γιά τήν ψυχή μου».
Ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν βλέπει τό ἀκάνθινο στεφάνι τοῦ Κυρίου μας, παρηγορεῖται καί θεριεύει μέσα τουἡἐλπίδα, ὅτι θά λυτρωθεῖ ἀπό τά πάθη του καί θά σωθεῖ ἀπό τίς ἁμαρτίες του, ἀφοῦ ὁ Χριστός μας μέ τήν ἀναμφισβήτητη πλέον ἐσταυρωμένη ἀγάπη του θυσιάσθηκε «ὑπέρ ἡμῶν καί ἀντί ἡμῶν».
Καί ἐν γένει ὁ κάθε δοκιμαζόμενος ἄνθρωπος, βλέποντας καί διαπιστώνοντας ὅτι ἔχει συμπάσχοντα καί συναγωνιζόμενο τόν Κύριο, παίρνει θάρρος καί κουράγιο, ξεχνάει τόν πόνο του, δέ συντρίβεται στίς μυλόπετρες τῆς δοκιμασίας του καί ζεῖ μέ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας του καί τῆς ἀπαλλαγῆς τουἀπό τήν πίκρα τῆς ζωῆς αὐτῆς.
Μακάρι νά συνειδητοποιήσει ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅτι στή ζωή δέν παλεύει μόνος του. Ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας μας ἀγαπάει τή νύμφη ψυχή μας καί θέλει πάντα νά εὑρίσκεται κοντά της «συγκοιταζόμενος καί συνανιστάμενος».
Ὁ πονεμένος χριστιανός, ὁ πολυπαθής οἰκογενειάρχης, ὁ δοκιμαζόμενος κάθε ἡμέρα νέος, ὁ ἄρρωστος πού ὑποφέρει καί ὁ ἁμαρτωλός πού βασανίζεται ἤ ἀπό τύψεις ἤ ἀπό λογισμούς ἤ ἀπόἐγκατάλειψη προσφιλῶν προσώπων, ἄς ἔχουν ὑπόψη τους ὅτι στόν ἀγῶνα τους καί στήν ἀγωνία τους, στίς ἧττες καί στίς νίκες τους, στή χαρά καί στή λύπη τους εἶναι μπροστά τους ὁ Κύριός μας, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας, πού, σύμφωνα μέ τήν ὡραία διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, εἶναι γιά μᾶς τά πάντα.
«Ἐγώ πατήρ, φησίν ὁ Χριστός, ἐγώ ἀδελφός, ἐγώ νυμφίος, ἐγώ οἰκία, ἐγώ τροφή, ἐγώ ἱμάτιον, ἐγώῥίζα, ἐγώ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἄν θέλῃς ἐγώ. Μηδενός ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγώ καί δουλεύσω, ἦλθον γάρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγώ καί φίλος καί μέλος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ, πάντα ἐγώ. Μόνον οἰκείως ἔχε πρός ἐμέ. Ἐγώ πένης διά σέ καί ἀλήτης διά σέ, ἐπί σταυροῦ διά σέ, ἐπί τάφου διά σέ, ἄνω ὑπέρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σύ καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί πλέον θέλεις;».
Από το βιβλίο του Σεβ. Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.κ. Ευσταθίου «Σταλαγματιές ἀπό τό θεῖο δρᾶμα».
Το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 08, 2014

«Ἡ Γέννησίς σου Θεοτόκε χαράν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ» του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μονεμβασίας & Σπάρτης κ. Ευσταθίου

                                                                                    
Μητροπολίτου Μονεμβασίας & Σπάρτης 
κ. Ευσταθίου

Ἕνας βαθυστόχαστος ὕμνος τῆς ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ μάλιστα τὸ Ἀπολυτίκιο αὐτῆς, ποὺ ψάλλουμε γιά πολλὲς ἡμέρες καὶ μετὰ τὴν ἑορτή, διαλαλεῖ στὰ πέρατα τῆς ὀρθοδοξίας ὅτι ἡ Γέννηση τῆς Θεοτόκου ἔδωσε χαρὰ σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη.

«Ἡ Γέννησίς σου, Θεοτόκε, χαρὰ ἐμήνυσεν πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ». Ἔδωσε χαρὰ πρῶτα στούς γονεῖς της, τὸν δίκαιο Ἰωακεὶμ καὶ τὴν ἁγία Ἄννα. Πολλὲς ἡμέρες, ἀκόμη καὶ νύχτες πέρασαν προσευχόμενοι. Παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ νά τοὺς δώσει τή χαρά νά κρατήσουν στά χέρια τους τὴν ἄνοιξη τῆς ζωῆς. Τὸ παιδὶ εἶναι μία ἰδιαίτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Νιώθουν οἱ γονεῖς τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τούς ἐμπιστεύεται μία ψυχή πού ἔχει αἰώνιο προορισμό.

Τὴν ἐποχὴ μάλιστα ἐκείνη ἡ ἀτεκνία ἦταν ὄνειδος, ἐντροπή, γιατὶ διέψευδε κάθε ἐλπίδα περὶ τῆς γεννήσεως τοῦ ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ.

Ἡ προσευχὴ τῶν ἁγίων Θεοπατόρων συνοδευόταν καὶ μὲ κραυγή. Γιά νά μὴν εἶναι ἐνοχλητικοὶ στούς γείτονες, ἀποφάσισαν ν’ ἀπομακρυνθοῦν, οὕτως ὥστε στό βουνὸ εὑρισκόμενος ὁ Ἰωακεὶμ, νά κραυγάζει, γιά νά ἀκουστεῖ ἀπὸ τὸν Θεό.

«Κύριε ἐκέκραξα πρὸς Σέ, εἰσάκουσον Κύριε» θὰ ἔλεγε, ὅπως ἐνωρίτερα προσευχόταν ὁ Δαβίδ.

Καὶ ἡ θερμή, ἡ καρδιακή, ἡ γεμάτη πίστη καὶ ἐλπίδα προσευχὴ τοῦ ἔφερε τὸ εὐλογημένο ἀποτέλεσμα. Ἄλλωστε εἶναι ἐπιβεβαιωμένο διαχρονικὰ καὶ αὐτὴ πλέον εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ἐκκλησίας μας, ὅτι ὁ Θεός ποτέ δέν περιφρονεῖ καὶ δέν παραβλέπει τὶς προσευχὲς τῶν ἀνθρώπων μόνο που ἡ ἀπάντηση εἶναι ἄλλοτε ἄμεση καὶ ἄλλοτε κατὰ τή γνώμη μας καθυστερημένη, ἄλλοτε ἔρχεται ὅπως τή θέλουμε καὶ ἄλλοτε ὅπως τὴν ἐπιθυμεῖ μόνο ὁ Θεός. Καὶ ἐμεῖς πρέπει νά μάθουμε νά περιμένουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ νά δεχόμαστε τὴν ἀπάντηση ὅπως τὴ θέλει ὁ Θεός.

Ἕνας προχωρημένος στήν πνευματικὴ ζωὴ ἅγιος ἔλεγε «Κύριε ὅπως θέλεις, ὅταν θέλεις, ὅσο θέλεις καὶ ἐὰν θέλεις» καὶ θαυμάζει κανεὶς τὴν πλήρη ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό.

Ἡ Γέννηση τῆς Θεοτόκου εἶναι χαρὰ γιά τὸν οὐρανό. Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος, οἱ ἄγγελοι, οἱ ἀρχάγγελοι τὰ λειτουργικὰ πνεύματα πού εἶναι στή διακονία τοῦ Θεοῦ ἀγαποῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ παρακολουθοῦν μὲ ἀγωνία τὴν πορεία τους στή γῆ. Ἔβλεπαν ὅτι ἡ κάθε ἡμέρα πού ἐρχόταν ἦταν χειρότερη ἀπὸ αὐτή πού πέρασε. Ἔβλεπαν τοὺς ἀνθρώπους ν’ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ Θεὸ ὅλο καὶ περισσότερο. Νά λατρεύει ὁ ἄνθρωπος τὴν κτίση παρὰ τὸν Κτίσαντα. Νά γίνεται ὁ ἕνας γιά τὸν ἄλλο ἄνθρωπο λύκος καὶ πρὸ πάντων νά μὴν μπορεῖ ν’ ἀντισταθεῖ στίς ἀδυναμίες του, γιατὶ δέν ὑπῆρχε Ἐκεῖνος πού θὰ τὸν βοηθοῦσε. Καὶ ἔβλεπαν τὸ σχέδιο τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου νά ματαιώνεται.

Αὐτὴ τὴν ἀγωνία τὴν ἔζησαν οἱ ἄγγελοι γιά πολλὰ χρόνια, γιά πολλοὺς αἰῶνες. Ὅταν γεννήθηκε ἡ Θεοτόκος, ἔνιωσαν ἀνείπωτη χαρά, γιατὶ πλησίαζε πλέον καὶ ἡ Γέννηση τοῦ Λυτρωτῆ τοῦ κόσμου καὶ ἡ ἀπαλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τή δυστυχία καὶ τὴν αἰώνια καταδίκη.

Ἡ Γέννηση τῆς Θεοτόκου γεμίζει χαρὰ καὶ ὅλο τὸν κόσμο. Ὅλος ὁ κόσμος ζεῖ μέσα στήν κατάρα καὶ δοκιμάζει τὴ φοβερὴ συνέπεια τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Ὅλος ὁ κόσμος πού δοκιμαζόταν ἀπὸ τὴν ἀρρώστια, ἀπὸ τὸν πόνο, ἀπὸ τὸν φόβο καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο, ποὺ ἦταν στυφοὶ καρποὶ τῆς παρακοῆς, ζητοῦσε λύτρωση καὶ περίμενε τὸν Λυτρωτή.

Αὐτοί πού ζοῦσαν στήν Ἀνατολὴ τὸν περίμεναν ἀπὸ τή Δύση καὶ αὐτοί πού ζοῦσαν στή Δύση τὸν περιμεναν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ τὰ βλέμματα ὅλων διασταυρώνονταν στήν Παλαιστίνη κατὰ θαυμαστὸ τρόπο.

Σ’ ὅλες τίς χῶρες καὶ σ’ ὅλους τοὺς λαοὺς ἔχουμε λαχτάρα γιά τήν ἀναμενόμενη Γέννηση τοῦ ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε συγκινητικὴ νοσταλγία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία.

Ἡ Γέννηση τῆς Θεοτόκου ἔφερε χαρὰ σ’ ὅλο τὸν κόσμο, γιατὶ ὅπως ὁ αὐγερινὸς προμηνύει τὸν ἐρχομὸ τοῦ ἡλίου ἔτσι καὶ ἡ Γέννησή της προεμήνυσε τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἦταν ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης.

Τὸ μεγάλο καὶ πολυσήμαντο γεγονὸς τῆς Γεννήσεως τῆς Παναγίας μας ἔφερε χαρὰ καὶ στόν Ἅδη, στόν κάτω κόσμο, ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει ὁ λαὸς μας.

Γιατὶ καὶ ἐκεῖ περίμεναν τὸν λυτρωτή. Περίμεναν νά ἀκούσουν κήρυγμα μετανοίας. Περίμεναν καὶ ἐκεῖ τὸν «Ἄγγελο τοῦ Θεοῦ», δηλαδὴ τὸν τίμιο Πρόδρομο, γιά νά τοὺς προετοιμάσει, ἀφοῦ ὁ Λυτρωτὴς θὰ ἔφθανε καὶ ἐκεῖ γιά τρεῖς ἡμέρες καὶ τρεῖς νύχτες, ὥστε κανεὶς νά μὴν ἀδικηθεῖ.

Καὶ ὅπως ἕνα σπουδαῖο γεγονὸς σήμαινε τὴν ἀποφυλάκιση καὶ ἀπελευθερώσῃ καταδικασμένων ἀνθρώπων ἔτσι καὶ ἡ γέννηση τῆς Παναγίας σήμανε τὴ βέβαιη ἐλπίδα τῆς ἀπελευθερώσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν αἰώνια καταδίκη.

Αὐτὸ τὸ πολυσήμαντο γεγονὸς ὀφείλουμε μὲ χαρὰ νά γιορτάζουμε μὲ πνεῦμα μαθητείας νά τὸ μελετᾶμε, γιά νά ἔχουμε ὠφέλεια πνευματική.

Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.

Από το βιβλίο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης “Ροδοπέταλα στη χάρη της”.

Δευτέρα, Αυγούστου 11, 2014

Μήτερ του Θεού φύλαξον με υπό την σκέπην Σου Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σπάρτης κ.κ. Ευσταθίου


Σήμερα ἡ ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία μας γιορτάζει μιά ἀπό τίς πιό μεγάλες γιορτές της.

Σήμερα ἡ ἀθάνατη χώρα μας, ἡ γλυκιά μας ῾Ελλάδα, ἀπό τή μιά ἄκρη της ὡς τήν ἄλλη πανηγυρίζει τό καλοκαιρινό της «Πάσχα», ὅπως ὀνομάζει ὁ πιστός λαός μας τή μεγάλη γιορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Η Οἰκουμενική Σύνοδος, βάζοντας τέρμα στίς αἱρέσεις, διατυπώνει τήν ἀλήθεια, πού πλέον σέβονται ὅλοι οἱ Χριστιανοί καί ὀνομάζει τήν Παναγία μας αὐτό πού ἦταν, δηλαδή Θεοτόκο.

Καί ὁ εὐσεβῆς λαός μας, ἐνῶ τή νοιώθει σάν οὐράνια δύναμη, πού ἔχει θέση στά δεξιά τοῦ Κυρίου μας, ἀνάμεσα σέ ἀγγέλους καί ἁγίους καί τή θεωρεῖ τιμιωτέρα τῶν πρώτων καί «ἁγία μείζων» τῶν ἁγίων, ἐν τούτοις τή φέρνει καί πολύ κοντά του καί τήν ὀνομάζει Μητέρα του.

Πράγματι ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ Μάννα ὅλων τῶν χριστιανῶν μέ τίς χίλιες ἀγκαλιές.

Εἶναι τό οὐράνιο πρόσωπο πού καταλαβαίνει τόν πόνο τοῦ καθενός, τόν συμμερίζεται καί μεσιτεύει στόν Παντοδύναμο Θεό γιά τή λύτρωσή του.

Πόνεσε ἡ ἴδια. Εἶδε τό μονάκριβο παιδί Της ἐπάνω στόν Σταυρό, ἐνῶ γνώριζε τήν ἀθωότητά Του καί τήν ἁγιότητά Του.

Πόνεσε, ὅταν μέ τά μάτια Της ἔβλεπε νά μαστιγώνουν τό πανάγιο Σῶμα Του μέ τό μαστίγιο τῆς ἀχαριστίας.

Ο πόνος Της αὐτός μαζί καί ἡ ὑπομονή Της, Τήν ἔκαναν νά πάρει μιά ξεχωριστή θέση στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας.

Γι᾿ αὐτό χιλιάδες οἱ ναοί πού εἶναι ἀφιερωμένοι στό ὄνομά Της. ῾Εκατοντάδες χιλιάδες οἱ πιστοί καί τῶν δύο φύλων πού μέ καμάρι ἔχουν τό ὄνομά Της.

Καί ὅλοι οἱ ᾿Ορθόδοξοι, ἡμέρα σάν τή σημερινή, τιμοῦν τήν αἰώνια Μάννα πού δέν πέθανε ποτέ. Γιατί ὁ δικός Της σωματικός θάνατος κράτησε τρεῖς μόνο μέρες.

Οσο ζοῦσε σ᾿ αὐτή τή γῆ, τή χαιρότανε μόνο ἡ ᾿Ιερουσαλήμ καί ἡ πρώτη χριστιανική Εκκλησία.

Μετά τόν πρόσκαιρο θάνατό Της καί τή μετάθεσή Της στούς οὐρανούς, τήν κατέχει ὅλη ἡ Οἰκουμένη καί ὁ κάθε χριστιανός τή διεκδικεῖ γιά μητέρα του, τήν ἔχει γιά παρηγοριά του καί τήν ἐπικαλεῖται συχνά σάν τή μοναδική ἐλπίδα.

Οσο εὑρισκόταν ἐδῶ στή γῆ σωματικά, ἦταν ἡ ἐγγύηση τῆς ἑνότητος τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας, ὅπως ἡ παρουσία τῆς μάννας μέσα στήν οἰκογένεια ἀποτελεῖ τόν συνδετικό κρίκο τῶν παιδιῶν της.

Ετσι εἶναι ὁλοφάνερο στή ζωή μας, πώς ἡ Παναγία μας, φέρνει τόν ἕνα κοντά στόν ἄλλο, ὄχι μόνο στίς γιορτές Της, πού παρατηρεῖται ἀπερίγραπτη κοσμοσυρροή, ἀλλά πάντοτε, καί ὄχι μόνο τοπικά ἀλλά πρό πάντων ψυχικά καί αὐτό τό τελευταῖο ἐκφράζεται μέ τούς ἀσπασμούς, μέ τήν ἀνταλλαγή ἐγκαρδίων εὐχῶν μέ τά κοινά γεύματα ἀκόμη καί μέ τίς ὁμαδικές ἁγνές διασκεδάσεις.

Ολοι χωρᾶνε στίς χίλιες ἀνοιχτές ἀγκαλιές Της. Καί πρῶτα τά μικρά παιδιά, πού εἶναι ἁγνά στή σκέψη καί καθαρά στό σῶμα. Αὐτό ἄλλωστε ἀπηχεῖ καί ὁ στίχος τοῦ χριστιανοῦ ποιητή, πού ἀπευθυνόμενος στήν Παναγία τῆς Τήνου μέ ἐγκαρδιότητα τῆς λέγει: «῎Αχ Παναγιά μου Τηνιακιά μέ τά πολλά καντήλια, φύλαγε τό παιδάκι μου νά σοῦ τά κάνω χίλια».

Στήν ἀγκαλιά Της ἔχουν θέση οἱ νέοι μας, πού ἀγωνίζονται νά καταρτισθοῦν, νά μορφωθοῦν καί νά σταδιοδρομήσουν. ᾿Ακόμη καί ἐκεῖνοι πού παρασύρθηκαν ἀπό τά ἀθεϊστικά καί ὑλιστικά σύγχρονα ρεύματα. Αὐτοί πού εἶναι τά ἀθῶα θύματα μιᾶς χρεωκοπημένης κοινωνίας.

Τό ξεύρει ὁ ὑμνογράφος τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί τήν παρακαλεῖ νά σώσει τή νεολαία μας ἀπό τούς λύκους πού τήν ἀπειλοῦν. Γνωρίζει τήν ἀγάπη Της πρός τούς νέους μας καί ὁ ἱερός ποιητής τοῦ ᾿Ακαθίστου ῞Υμνου καί γι᾿ αὐτό τήν ὀνομάζει προστατευτικό «τεῖχος τῶν παρθένων».

Στήν ἀγκαλιά Της εὑρίσκουν ξεκούραση οἱ ὥριμοι ἄνθρωποι πού ἔχουν στά χέρια τους τήν εὐθύνη τῆς οἰκογένειας.

Μόνοι τους εἶναι ἀδύνατο σέ τούτη τήν ἐποχή νά τά βγάλουν πέρα ὅσο νά τό θέλουν καί ὅσο νά προσπαθοῦν.

Μόνο ὁ Θεός καί ἡ Παναγία μας μποροῦν νά βοηθήσουν, ὥστε νά ξεπερνοῦν τίς δυσκολίες καί νά προχωροῦν χωρίς νά ἀποκάμουν, γι᾿ αὐτό καί ἡ προσευχή τους εἶναι «Φθάσε, Παναγία μου» ἤ «῾Υπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς».

Στήν ἀγκαλιά Της εὑρίσκουν καταφύγιο καί παίρνουν δύναμη οἱ ἀφοσιωμένοι στή λατρεία τοῦ Θεοῦ ῾Ιερεῖς καί Μοναχοί, γι᾿ αὐτό πάλι ὁ ὑμνογράφος τήν ὀνομάζει «καύχημα σεβάσμιον ῾Ιερέων εὐλαβῶν», ἐνῶ οἱ ἴδιοι εὐλαβικά ἀναφέρουν στίς ῾Ιερές ᾿Ακολουθίες τό ὀλιγότερο 45 φορές τό ὄνομά Της κάθε μέρα.

Ακόμη σέ μιά ἀπό τίς χίλιες ἀγκαλιές Της μποροῦν νά καταφύγουν, νά ξεκουραστοῦν καί νά λυτρωθοῦν οἱ ἁμαρτωλοί πού βασανίζονται ἀπό τίς τύψεις καί δοκιμάζουν τούς στυφούς καρπούς τῆς παρανομίας τους.

Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό τό πρῶτο τροπάριο τοῦ Μικροῦ Παρακλητικοῦ Κανόνος πού λέγει: «Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρός σέ καταφεύγω σωτηρίαν ἐπιζητῶν».

Οἱ Πατέρες μᾶς διδάσκουν πώς ὁ Δαβίδ νίκησε τόν Γολιάθ, χρησιμοποιώντας πέντε μικρές πέτρες.

Καί εὑρίσκουν ἕναν εὐλογημένο συμβολισμό στά πέντε γράμματα ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελεῖται τό κύριο ὄνομα τῆς Παναγίας, δηλαδή «Μαρία». Καί μᾶς συμβουλεύουν, ἐάν θέλουμε νά νικήσουμε τόν δαίμονα, πού εἶναι ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας, ἄς χρησιμοποιοῦμε καί ἐμεῖς σάν ἄλλες πέντε πέτρες, τά πέντε γράμματα, δηλαδή τό ὄνομά Της καί τότε ἡ νίκη θά εἶναι δική μας.

Τέλος, κοντά Της ἀναπαύονται οἱ πονεμένοι, οἱ ἄρρωστοι, αὐτοί πού δέν ἔχουν προστάτη κανένα, οἱ πτωχοί, οἱ ἐμπερίστατοι ἀδελφοί μας καί αὐτοί πού λόγω ἀδυναμίας αὐτοεξυπηρετήσεώς τους ἄραξαν τό κουρασμένο σῶμα τους σέ κάποιο ῞Ιδρυμα ἀγάπης καί στοργῆς τῆς ᾿Εκκλησίας.

Αὐτός εἶναι ἄλλωστε καί ὁ λόγος πού καθιερώσαμε στή Μητρόπολή μας αὐτή τήν ἡμέρα, τόν ἔρανο γιά τούς φτωχούς καί γιά ὅλους τούς πονεμένους ἀδελφούς μας.

Η Παναγία μας δείχνει τήν προστασία Της κάθε ἡμέρα στούς φτωχούς ἀδελφούς μας.

Μέ τρόπο θαυμαστό τούς παρηγορεῖ. Μυστικά καί ἀξιοθαύμαστα ἐνσταλάζει τήν ἀπαραίτητη ὑπομονή στίς καρδιές τους.

Μᾶς δείχνει ἔτσι τόν δρόμο νά τήν ἀκολουθήσουμε καί μᾶς ὑποδεικνύει τόν τρόπο νά τή μιμηθοῦμε.

Πέμπτη, Απριλίου 17, 2014

«Ἥπλωσας τάς παλάμας καί ἥνωσας τά τό πρίν διεστῶτα» Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευσταθίου

εσταυρωμένος

Ἐάν ρωτήσουμε ἕνα μικρό παιδάκι, πού δέ γνωρίζει ἀκόμη πολλά πράγματα, ἀλλά πού ὀσφραίνεται τήν ἀγάπη τῶν μεγαλύ­τερων ἀνθρώπων πού εἶναι κοντά του- καί μάλιστα τοῦ στοργικοῦ πατέρα καί τῆς ἀναντικατάστατης μητέρας του- πόσο τούς ἀγαπάει, τότε αὐτό ἁπλώνει καί τά δύο χεράκια του καί μέ τά λίγα λόγια πού γνωρίζει ἀπαντᾶ: «τόοοσο!».
Τά πανάγια χέρια τοῦ Κυρίου μας εἶναι ἁπλωμένα ἐπάνω στό Σταυρό. Εἶναι τρυπημένα μέ τά φαρμα­κερά καρφιά καί γεμάτα αἵματα. Στάζουν κυριολε­κτικά μιά-μιά σταγόνα τό πανάχραντο αἷμα του, γιά νά ξεπλύνουν τά δικά μας ἀνομήματα, γιά νά γιατρέψουν τίς δικές μας πληγές, γιά νά θρέψουν τή δική μας ψυχή καί γιά νά ἐπιβεβαιώσουν μέ αὐτό τόν τρόπο τήν Ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου γιά τόν ἄνθρωπο.
Ὅταν, μετά τή θριαμβευτική Ἀνάστασή Του τήν ἴδια ἡμέρα τό ἀπόγευμα, ἔκανε τήν ἐμφάνισή του στούς φοβισμένους καί κλεισμένους στό ὑπερῶο μαθητές του, γιά νά βεβαιωθοῦν ἐκεῖνοι, ὅτι δέν ἦταν ἄλλος, οὔτε φάντασμα «ἔδειξεν αὐτοῖς τάς χεῖρας». Καί  ἐκεῖνοι,   βλέποντας  τά  πληγωμένα χέρια Του, τόν ἀναγνώρισαν καί «ἐχάρησαν οἱ μαθηταί ἰδόντες τόν Κύριον».


Ἔχει πολύ βάθος αὐτή ἡ συνάντηση τοῦ Ἀνα­στημένου Χριστοῦ μέ τούς μαθητές του. Τόσο με­γάλη εἶναι ἡ σημασία της, ὥστε, γιά νά ἐμπεδωθεῖ ἡ πεποίθησή τους στήν Ἀνάστασή Του καί νά θεριέψει ἡ πίστη τους στή θεότητά Του, ἐπανέλαβε τήν ἐμφάνισή του «μεθ’ ἡμέρας ὀκτώ», παρόντος καί τοῦ ἀπουσιάζοντος ἀπό τήν πρώτη ἐμφάνισή Του Θωμᾶ. Χρησιμοποιεῖ, μάλι­στα, τόν ἴδιο τρόπο, γιά νά κάνει καί ἐκείνου ὄχι μόνο τή χαρά ἀληθινή ἀλλά καί τήν πίστη πιό στέρεα καί πιό μεγάλη.
«Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ, φέρε τόν δάκτυλόν σου ὧδε καί ἴδε τάς χεῖρας μου». Ὁ Θωμᾶς, γεμάτος ἔκπληξη καί πλημμυρισμένος ἀπό μιά ἀνείπωτη χαρά, ἀναφωνεῖ: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Μερικοί, μάλιστα, ἑρμηνευτές ἀναφέρουν ὅτι, ὅταν ὁ Θωμᾶς εἶδε τά πληγωμένα χέρια τοῦ Κυρίου καί βέβαια τά πόδια καί τήν πλευρά Του, τίποτε δέν ἄγγιξε, ἀλλά πείσθηκε καί ὁμολόγησε καί τήν ὁμο­λογία αὐτή ἐπαναλάμβανε στό κήρυγμά του σέ κάθε εὐκαιρία καί τελικά τήν ὑπέγραψε μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του.
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι τά σημαδεμένα καί πλη­γωμένα ἀπό τά καρφιά χέρια τοῦ Κυρίου ἔγιναν αἰτία νά τόν ἀναγνωρίσουν οἱ μαθητές Του ἀνα­στημένο πλέον, νά τόν πιστεύσουν γιά «Κύριό τους καί Θεό τους» καί νά γίνουν μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεώς Του, προσφέροντας γι’ αὐτή τήν αὐταπάρνησή τους, τόν κόπο καί τόν ἱδρῶτα τους, μά πρό πάντων τή μαρτυρία τοῦ ὀρθόδοξου λόγου τους, τήν ἐνάρετη βιοτή τους καί τό μαρτυρικό τους αἷμα.
Ἡ κοινωνία μας καί σήμερα, γιά νά πιστέψει καί νά ἐμπιστευθεῖ κάποιον καί γιά νά τόν παραδεχθεῖ, κοιτάζει τά χέρια του, μέ μεταφορική, βεβαίως, ἔννοια, τά ὁποῖα πρέπει νά εἶναι:
α) Καθαρά, ὄχι ἐξωτερικά, ἐπιδερμικά, ὅπως ἦταν τοῦ Πιλάτου. Ἐκεῖνος «λαβών ὕδωρ ἀπενίψατο τάς χεῖρας αὐτοῦ λέγων ἀθῶος εἰμί ἀπό τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου». Ἦταν ὅμως δυνατό νά χαρακτηρισθοῦν τά χέρια του καθαρά, ἀφοῦ μέ τή δική του ὑπογραφή συντελέσθηκε τό μεγαλύτερο ἔγκλημα πάνω στή γῆ; Μπορεῖ νά τό εἶπε, ὅτι εἶναι ἀθῶος, ἀλλά εἶναι ὁ μέγας ἔνοχος, γιατί, ἐνῶ τρεῖς φορές ὁμολογεῖ καί ἀναγνωρίζει τήν ἀθωότητά Του, λέγοντας πρός τούς Ἰουδαίους «ἐγώ οὐδεμίαν κατηγορίαν εὑρίσκω ἐν αὐτῷ», ἐν τούτοις «παραδίδει αὐτόν αὐτοῖς, ἵνα σταυρωθῇ». Τά χέρια εἶναι καθαρά, ὅταν δέν ἐνέχονται σέ ψευδορκίες, σέ ἁρπαγές, σέ χειροδικίες, σέ λαθροχειρίες, σέ κλεψιές, σέ ἐγκληματικές ἐνέργειες καί σέ ἄλλα ἀνομήματα πού διαπράττονται μ’ αὐτά.
Πόσο, ἀλήθεια, εἶναι ἀξιοπρόσεκτο τό ἐπίγραμμα πού ἦταν χαραγμένο στή βρύση μπροστά στό ναό τῆς ἁγίας Σοφίας στήν Κων/πολη: «Νίψον ἀνομήματα μή μόναν ὄψιν» .
β) Νά εἶναι ἐργατικά. Μέ καύχηση ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔδειχνε τά ἐργατικά καί ροζια­σμένα χέρια του στούς ἀνθρώπους καί πρόσθετε διδακτικά «Ταῖς χρείαις μου καί τοῖς οὖσιν μετ’ ἐμοῦ ἐξέθρεψάν με αἱ χεῖρες αὗται».
Εἶναι ἰδιαίτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἡ ἐργασία, ἡ ὁποία καί τήν ὕλη ἀξιοποιεῖ καί τήν ἀρετή προάγει. Παίρνει ὁ ἐπιπλοποιός ἕνα ἄμορφο ξύλο καί, ἀφοῦ μέ προσοχή καί γιά πολλές ὧρες τό σμιλέψει, δημιουργεῖ ἕνα πανέμορφο ἔπιπλο καί στολίζει μέ αὐτό τό σπίτι μας, τό Ναό μας, τό χῶρο τῆς δουλειᾶς μας.
Ταυτόχρονα, βοηθάει τόν ἄνθρωπο στήν καλ­λιέργεια τῆς ψυχῆς του, ἀφοῦ τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τούς πειρασμούς, πού πέφτουν ἐπάνω του τίς στιγμές τῆς ἀργίας καί τῆς ἀπραξίας του. Νά γιατί οἱ πατέρες ἔλεγαν, ὅτι «ὅποιος δέν ἔχει δουλειά τοῦ εὑρίσκει ὁ διάβολος ἀπασχόληση» καί ὁ λαός μας μέ τή σοφία του ἐπιβεβαιώνει, λέγοντας ὅτι «στοῦ τεμπέλη τήν καρδιά φτιάχνει ὁ διάβολος φωλιά», ἐνῶ οἱ πρόγονοί μας ἐπιγραμματικά δίδα­σκαν, ὅτι «ἡ ἀργία ἐστί μήτηρ πάσης κακίας». Ἰδίως γιά τούς νέους ἀνθρώπους ἡ ἀπραγία εἶναι κατάσταση ἐγκληματική, ἀφοῦ σπαταλοῦν τόν πο­λύτιμο χρόνο τους ἀσκόπως τότε πού πρέπει νά βάζουν γερά θεμέλια, γιά τή μετέπειτα ζωή τους. Γιά αὐτό ἕνας παιδαγωγός ἔλεγε σ’ ἕναν πατέρα: «θέλεις νά σώσεις τό παιδί σου; Γέμισέ του δημι­ουργικά τίς ὧρες».
γ) Ἐπίσης τά χέρια μας, γιά νά μᾶς παραδεχθοῦν καί ἀναγνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι, πρέπει νά ὑψώ­νονται σέ θέση προσευχῆς συχνά -πυκνά. Οἱ μεγάλοι ἀγωνιστές, ὅσιοι καί ἀσκητές, ὕψωναν τά χέρια τους στήν προσευχή γιά ὧρες πολλές. Τέτοια ἦταν ἡ ἀφοσίωσή τους, ὥστε ἡ ἀκινησία τῶν χεριῶν τους, πού διαρκοῦσε πολλές ὧρες ξεγελοῦσε τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ, πού ἄρχιζαν νά συγκεν­τρώνουν ὑλικά, γιά νά κάνουν τή φωλιά τους στίς ἀνοιχτές παλάμες τῶν ἀσκητῶν.
Βέβαια δέν εἶναι ὁ μόνος τρόπος προσευχῆς τά ἁπλωμένα χέρια, εἶναι ὅμως δηλωτική ἡ στάση αὐτή τῆς ἀφοσιώσεως καί τῆς ἐπικοινωνίας μας μέ τόν πλάστη καί Θεό μας, ἀφοῦ κατά τή διάρκειά της παίρνει μέρος ὅλος ὁ ψυχοσωματικός μας κό­σμος.
δ) Ἀκόμη τά χέρια μας πρέπει νά εἶναι ὄχι μόνο καθαρά ἀπό ἀδικίες, ἀλλά καί στολισμένα μέ τίς ἀγαθοεργίες καί μέ τίς φιλάνθρωπες ἐνέργειές μας, πού ἀποσκοποῦν στή συμπαράσταση τοῦ ἐμπερί-στατου συνανθρώπου μας, πού δέν εἶναι, οὔτε ξένος, οὔτε πολύ περισσότερο ἐχθρός μας, ἀλλά ἀδελφός μας, ἀφοῦ ὅλοι εἴμαστε ἑνός πατέρα παι­διά.
Εἶναι εὐλογημένα καί ἁγιασμένα τά χέρια πού μεταβάλλουν τά ψυχρά χρήματα σέ ζεστό φαγητό, σέ μανδήλι γιά τά δάκρυα τῶν πονεμένων, σέ φάρ­μακο γιά τήν ἀρρώστια τοῦ δοκιμαζομένου, γιά ψωμί τοῦ πεινασμένου, γιά στέγη τοῦ ἀστέγου καί γιά βακτηρία τοῦ γέροντα.
Αὐτά τά χέρια θεωροῦνται τά πιό ὄμορφα καί τά πιό ὡραῖα καί μακάρι νά τά ἀγαπήσουμε, νά τά ἀσπασθοῦμε καί νά τά κάνουμε δικά μας.
Κάποτε στό σπίτι μιᾶς ἀρχόντισσας συγκεντρώ­θηκαν γυναῖκες, γιά νά περάσουν ἕνα ὄμορφο ἀπόγευμα, πίνοντας καφέ καί συζητώντας. Σέ κά­ποια στιγμή μιά ἀπό αὐτές εἶχε τή «φαεινή» ἰδέα νά κάνουν ἕνα «διαγωνισμό», γιά νά ἀποδειχθεῖ ποιᾶς τά χέρια θά ἦταν τά πιό ὡραῖα. Ἐπειδή ἡ καθεμία θεωροῦσε τά δικά της, ὡς τά καλύτερα καί δέν κατέληγαν σέ συμπέρασμα, ἀποφάσισαν νά ἐρωτήσουν τό γέροντα πατέρα τῆς κυρίας πού φιλοξενοῦσε τήν παρέα. Ἐκεῖνος, πεπειραμένος καί σοφός, τούς εἶπε: «Δῶστε μου προθεσμία νά βγῶ στίς φτωχογειτονιές καί νά ρωτήσω τούς φτω­χούς, τούς μοναχικούς, τούς πονεμένους, τούς πο­λύτεκνους καί τότε θά σᾶς πῶ ποιᾶς τά χέρια εἶναι ὀμορφότερα».
Μακάρι νά παύσουμε νά βλέπουμε ἀκίνητο τόν Κύριό μας στό Σταυρό. Μακάρι νά θελήσουμε νά βλέπουμε καί τούς ἁγίους μας νά κινοῦνται καί νά μήν εἶναι ἀκίνητοι καί κρεμασμένοι στόν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ μας.
Εἶναι ἀνάγκη νά βλέπουμε μέ τά μάτια τοῦ Χρι­στοῦ μας, νά ἀκοῦμε μέ τά αὐτιά του, νά μιλᾶμε μέ τό στόμα του, νά περπατᾶμε μέ τά πόδια του, νά δουλεύουμε μέ τά χέρια του καί νά ἀγαπᾶμε μέ τήν καρδιά του.
Τότε οἱ ἄνθρωποι θά μᾶς παραδεχθοῦν, τότε ἀπό τή ζωή μας θά ὠφελοῦνται καί ἀπό τό λόγο μας θά διδάσκονται. Μή λησμονοῦμε αὐτό πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, γιά τόν Ἅγιο Βασίλειο: «τοῦ Βασιλείου ὁ λόγος ἀκουγόταν σάν βροντή, γιατί ὁ βίος του ἔλαμπε σάν ἀστραπή».
Από το βιβλίο του Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.κ. Ευσταθίου: » ΣΤΑΛΑΓΜΑΤΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΙΟ ΔΡΑΜΑ»

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...