Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 19, 2014

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, Η ΕΙΣ ΑΔΟΥ ΚΑΘΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

                                     Παπαδόπουλου Παναγιώτη

Καθηγητού

  1. Ο θάνατος του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού

Ενώ όλη η προχριστιανική ανθρωπότητα θεωρεί τον θάνατον (του σώματος ) “τό μέγιστον τῶν δεινῶν”, διότι ο Άδης στον οποίον οδηγούνται οι ψυχές των νεκρών είναι μια ζοφερή κατάσταση, όπου «ο καλύτερος των νεκρών είναι σε πολύ πιο οδυνηρή θέση από τον χειρότερο εν ζωή δούλο» (όπως απεκάλυψε ο νεκρός Αχιλλέας στον Οδυσσέα που κατέβηκε ζωντανός στον Άδη) και δεν υπάρχει ελπίδα αναστάσεως ούτε στην πιο ζωηρή φαντασία, έρχεται να αλλάξει άρδην τα μέχρι τότε δεδομένα, ο θάνατος και η κάθοδος του Σωτήρος Χριστού στον Άδη. Αυτά τα δύο συγκλονιστικά γεγονότα έρχονται να ανατρέψουν ολότελα την προ Χριστού κατάσταση και να δώσουν μία νέα προοπτική, την “προοπτική Αναστάσεως” σε όλο το ανθρώπινο γένος”.

 Η ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού (του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος) αποτελεί την απαρχή της απαλλαγής του ανθρώπου από τα δεσμά του θανάτου, που πραγματοποιείται με τον Σταυρό, τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Ολόκληρο το κοσμοσωτήριο έργο του Χριστού, το θεϊκό Του κήρυγμα, τα θαύματά Του αλλά κυρίως  οι νεκραναστάσεις που επετέλεσε (του υιού της χήρας της Ναΐν, της θυγατρός του Ιαείρου, και του Λαζάρου) τονίζουν την θεαθρώπινη ιδιότητά Του. Ιδιαιτέρως όμως η Ανάσταση του τετραημέρου Λαζάρου, (η οποία είναι ένα μεγάλο, πραγματικό και αδιαμφισβήτητο θαύμα, διότι ο Λάζαρος ευρίσκετο ήδη σε κατάσταση απο-σύνθεσης και είχε ήδη αρχίσει να μυρίζει άσχημα), αποδεικνύει τον Χριστό εξουσιαστή της ζωής και του θανάτου και προαναγγέλλει και την δική του Ανάσταση.

Ο Σταυρός και ο θάνατος του Χριστού ήταν απολύτως εκούσιος. Άφησε να τον συλλάβουν όταν το θέλησε, και πέθανε πάνω στον Σταυρό, πάλι μόνον όταν Εκείνος το θέλησε, αφού όμως είχε εκπληρώσει στο ακέραιο το έργο που ο “Πατήρ” Του είχε αναθέσει. Με το “τετέλεσται” που είπε επάνω στο Σταυρό και την συγχώρηση των σταυρωτών Του, επεράτωσε επιτυχώς το έργο Του στη γή.

Ο Χριστός ως ελεύθερος από το προπατορικό αμάρτημα και ως απολύτως αναμάρτητος δεν ώφειλε να πεθάνει. Παρά ταύτα πέθανε σαν κοινός άνθρωπος εκούσια και ελεύθερα, από απέραντη αγάπη και φιλανθρωπία προς τον “παραπεσόντα ἂνθρωπο”. Όπως λέγει η Αγία Γραφή ο Χριστός «ἦλθε δοῦναι την ψυχήν (δηλ. τη ζωήν) αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν» (Ματθ. κ΄ 28 και κστ΄ 28 , Μαρκ. ι΄ 45). Δεν πέθανε ως άγιος και αναμάρτητος για να προσφέρει «θυσίαν δεκτήν εἰς τήν ὑπό τῆς ἁμαρτίας τρωθεῖσαν Θείαν Δικαιοσύνην» όπως λέγει η υπό του Ανσέλμου διατυπωθείσα στην Δύση “θεωρία της ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης”, αλλά “προσέλαβε” και “εθεράπευσε” όλην την “πεπτωκυίαν ανθρώπινη φύση και τελευταίο νίκησε και τον θάνατο. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος συμπυκνώνει αυτή τη διδασκαλία με δύο λέξεις: «τό ἀπρόσληπτον καί ἀθεράπευτον». Επομένως η ανθρώπινη φύση με την φθοράν της και τον θάνατον, προσληφθείσα ολόκληρη, πλην της αμαρτίας, υπό του Θεανθρώπου Χριστού, θεραπεύτηκε. Με την Ανάσταση του Χριστού και την Ανάληψή Του στους ουρανούς, η ανθρώπινη φύση θεώθηκε δηλ. συμμετέχει με το δοξασμένο Του Χριστού σώμα, στη ζωή της Αγίας Τριάδος.

Ο θάνατος του Χριστού δεν είναι ένας κοινός ανθρώπινος θάνατος. Λόγω της υποστατικής ενώσεως του σαρκωθέντος Λόγου του Θεού με την ανθρώπινη φύση Του, είναι ένας «Αναστάσιμος θάνατος». Πάνω στο Σταυρό έπαθε και πέθανε η ανθρώπινή φύση Του, «ἀλλ’ ἡ Θεότης ἀπαθής διέμεινε» (δηλ. η Θεότητα δεν υπέστη καμμία φθορά ή μεταβολή). Την παραδοξότητα του θάνατου του Χριστού που είναι συγχρόνως και Θεός, περιγράφει πολύ εύστοχα, ο παρακάτω υμνος του Μεγ. Σαββάτου: «ἐν νεκροῖς λογίζεται,ὁ ἐν ὑψίστοις οἰκῶν καί τάφῳ σμικρῷ ξενοδοχεῖται» δηλ. Αυτός, που ως Θεός κατοικεί στον ουρανό, καταλογίζεται μεταξύ των νεκρών και φιλοξενείται σε μικρό τάφο .

Ο θάνατος του Χριστού είναι ένα παγκοσμίου σημασίας και αξίας γεγονός. Διότι αποτελεί τον τελικό σκοπό της θείας ενσαρκώσεως και το μέσον καταλλαγής της ανθρωπότητας με το Θεό. Ο Χριστός «ἣπλωσε τάς παλάμας καί ἣνωσε τά τῷ πριν διεστώτα» δηλ. συμφιλίωσε την ανθρωπότητα (που βρισκόταν σε διάσταση με τον Θεό) με την θεότητα. Ο θάνατος του Χριστού επάνω στο Σταυρό ήταν ανθρωπίνως ο πιο επώδυνος (ο φυσιολογικός άνθρωπος έκανε 3-4 μέρες επάνω στον σταυρό μέχρι να πεθάνει) αλλά και ο πιο ταπεινωτικός, γι’ αυτό προοριζόταν μόνο για δούλους. Ο Χριστός γεύτηκε πάνω στον Σταυρό όλη την πίκρα του θανάτου, τη λύπη της εγκαταλείψεως και το βάρος της αμαρτίας όλης της ανθρωπότητας.

Με την Ανάστασή Του ο Χριστός, νίκησε τον θάνατο «γεγονός νεκρῶν πρωτότοκος» δηλ. ο πρώτος Αναστάς από όλη την ανθρωπότητα. Με νέο “δοξασμένο” και άφθαρτο σώμα γίνεται πλέον ο πρώτος «ἐκ κοιλίας Ἂδου» εξελθών και αναστάς από όλη την ανθρωπότητα. Θα τον ακολουθήσουν όλοι οι άνθρωποι, όταν ηχήσουν οι σάλπιγγες της Δευτέρας παρουσίας και ο θεός αναστήσει όλους τους ανθρώπους στην κοινή Ανάσταση, με “νέα δοξασμένα σώματα”  που θα είναι μιά  “νέα δημιουργία” του θεού”.

Η Ανάσταση του Χριστού αλλάζει πια το χαρακτήρα του θανάτου κάθε ανθρώπου. Ο θάνατος πλέον γίνεται ένα συμβάν, ένα παροδικό γεγονός σε όλη τη ζωή του ανθρώπου. Από άφατη τραγωδία που ήταν προ Χριστού, γίνεται για αυτούς που πίστευσαν στον Χριστό και τήρησαν τις εντολές Του “εὐλογημένη ἀνάπαυση” με ελπίδα και προσδοκία Αναστάσεως.

Η σωτηρία που προσέφερε ο Λυτρωτής Χριστός είναι συγχρόνως:



α. “καταλλαγή τοῦ κάθε αμαρτωλοῦ ἀνθρώπου με τον Θεό”,

β. δυνατότητα άρσης και εξάλειψης της αμαρτίας μέσω των συσταθέντων Μυστηρίων της Μετανοίας και Εξομολογήσεως αφ’ ενός και της θείας Ευχαριστίας και

γ. νέα προοπτική ζωής μέσα στη Χάρη του Θεού, στην κατάσταση της “υιοθεσίας”,    

    όπου ο άνθρωπος από «δούλος τοῦ Θεοῦ» γίνεται “κατά χάριν υἱός τοῦ Θεοῦ”.



Έτσι ο θάνατος του Χριστού, γίνεται αιτία της αιωνίου ζωής για τον άνθρωπο, που ήταν νεκρός (χωρισμένος από τον Θεό) λόγω της αμαρτίας. Δικαίως η εκκλησία με χαρά και άφατη αγαλλίαση ψάλλει την Δευτέραν της Διακαινησίμου τον ύμνον: «Τῷ σῷ Σταυρῷ Χριστέ Σωτήρ, θανάτου κράτος λέλυται καί διαβόλου ἡ πλάνη κατήρ-γηται, γένος δέ ἀθρώπων πίστει σωζόμενον, ὓμνον σοι καθ’ ἑκάστην προσφέρει»

Τέλος, ο Απ. Παύλος λέγει ότι, «ἳνα διά τοῦ θανάτου καταργήσει τόν τό κράτος ἒχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστιν τόν Διάβολο, καί ἀπαλλάξει τούτους ὃσοι φόβῳ θανάτου, διά παντός τοῦ ζῆν ἒνοχοι ἦσαν δουλείας» (Εβρ. β′ 14-16), δηλ.. ο Χριστός ήλθε για να καταστήσει διά του θανάτου του ανίσχυρον εκείνον, που είχε την δύναμη και το κράτος του θανάτου , δηλαδή τον διάβολο. Καί έτσι να απαλλάξη αυτούς, που ένεκα του φόβου που είχαν πρός τον θάνατο σ’ ολόκληρη την ζωήν τους κατεκρατούντο από την δουλεία της αγωνίας και της ανησυχίας, μήπως πεθάνουν και στερηθούν μεν την παρούσαν ζωήν, υποστούν δε και τα δεινά της μετά θάνατον καταδίκης.



  1. Η  “είς Ἃδου κάθοδος”  του Χριστού

Στην τραγωδία του μεγάλου μας τραγικού ποιητή Αισχύλου « Ο Προμηθέας Δεσμώτης», υπάρχει μια αναπάντεχη αλλά πραγματική προφητεία για τον Χριστό.

Ο Προμηθέας, ο οποίος εμφανίζεται ως εκπρόσωπος όλης της ανθρωπότητας, αμάρτησε βαρύτατα προς τους θεούς, διότι έκλεψε το “πύρ” από τους θεούς και το έδωσε στους ανθρώπους. Για το αμάρτημα αυτό τιμωρήθηκε από τον Δία και τους θεούς. Δέθηκε με βαριές αλυσίδες (τις οποίες έφτιαξε ο Ήφαιστος), στην κορυφή του όρους Καύκασος και ένας πελώριος γύπας διατάχθηκε να έρχεται κάθε μέρα να του τρώει το «ἧπαρ» (σηκώτι). Καθ’ όλη την ημέρα που μεσολαβούσε, το «ἧπαρ» του Προμηθέα ανεπλάσσετο και πάλι στην κανονική του κατάσταση, μέχρι την επομένη μέρα, που πάλι θα το έτρωγε ο γύπας. Αυτό το μαρτύριο θα συνεχιζόταν αιώνια.

         Από την τραγική αυτή θέση προλέγει ο ποιητής δια του αγγελιοφόρου των θεών Ερμή, ότι ο Προμηθέας θα λυτρωθεί από τον «υἱό τῆς παρθένου Ἰοῦς». Αυτός θα είναι υιός Θεού και υιός παρθένου και θα γεννηθεί υπερφυσικά. Ο παρθενογέννητος αυτός θεάνθρωπος θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών σε 13 γεννεές (κάθε γεννεά κατά τον Πλάτωνα διαρκεί 35 χρόνια) δηλ. σε 13 Χ 35= 455 χρόνια σύν 33 χρόνια τα χρόνια της ζωής του Χριστού, συνολικά 488 χρόνια, και θα κατέβει στο σκοτεινό βασίλειο του Άδη (Προμ. Δεσμ. στιχ. 1026-1029). Τα λόγια του Αισχύλου στο πρωτότυπο έχουν ως εξής:  «Τοιούτου μόχθου τέρμα μή τι προσδόκα πρίν ἂν θεός τις διάδοχος τῶν σῶν πόνων φανεῖ, θελήσει τε εἰς ἀναύγητον μολεῖν Ἂδην, Κνεφέα τ’ ἀμφί ταρτάρου βάθη» δηλαδή Προμηθέα (άνθρωπε) κατανοώ τα πάθη σου αλλά μην περιμένεις εύκολη λύση από τα δεινά σου, πριν ένας από τους θεούς σε σπλαχνιστεί και γίνει διάδοχος των πόνων σου και αναλάβει όλο το δικό σου φορτίο και κατέβει κάτω στα αιωνίως σκοτεινά τάρταρα του Άδη.

 

      Η εκπληκτική αυτή προφητεία πραγματοποιήθηκε με την εκ Παρθένου γέννηση του Θεανθρώπου Χριστού και την κάθοδό Του στον Άδη.



     Μετά το “τετέλεσται”, που ανεφώνησε ο Χριστός επί του Σταυρού και που είχε την σημασία ότι, το έργο Του επί της γης τελείωσε επιτυχώς, επήλθε ο σωματικός θάνατος της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Η ψυχή Του όμως ενωμένη υποστατικά με τη θεϊκή του φύση κατήλθε στον Άδη, για να κηρύξει στους προ Αυτού απελθόντας το θεϊκό του κήρυγμα. Εκεί όσοι ήσαν καλοπροαίρετοι στην ζωή τους τον δέχτηκαν και με την Ανάστασή Του τους πήρε μαζί του στον Παράδεισο, με πρώτο τον επί του Σταυρού μετανοήσαντα ληστή. Έτσι ο Διάβολος που νόμισε ότι σταυρώνοντας (δηλ. θανατώνοντας) τον Χριστό θα τερμάτιζε το έργο Του πάνω στη γη – δεν μπορούσε βεβαίως να προβλέψει την Ανάστασή Του διότι δεν γνωρίζει το μέλλον – έχασε και τις ψυχές που είχε αλυσοδέσει στον Άδη. Έτσι όπως πολύ εύγλωττα λέγει ο ψαλμωδός «ἐσκύλευται ὁ Ἂδης» δηλ. λαφυραγωγήθηκε ο Άδης χάνοντας τις ψυχές που κατείχε. Και «ὁ Ἂδης στένων βοά» (δηλ. βοά στενάζων), διότι κατελύθει η εξουσία του επάνω στους ανθρώπους και «κατεπόθη το κράτος του». Η κάθοδος του Κυρίου στον Άδη διέρρηξε «θανάτου δεσμούς ἀλύτους» και «πύλας χαλκάς συνέτριψε και μοχλούς σιδηρούς συνέθλασε» διότι απελευθέρωσε τους δεσμίους του ¨Αδη, όσους κατείχε ο ¨Αδης από τον Αδάμ μέχρι τον Χριστό .

       Η προφητεία αυτή του Αισχύλου μπορεί να παραλληλισθεί με τους στίχους του Προφήτη Ησαΐα «Οὑτος τάς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται.». Ο Χριστός λοιπόν είναι ο νέος Θεός που θα γίνει “διάδοχος των πόνων” του τιμωρημένου ανθρώπου-Προμηθέα (Ο οποίος εδώ εκπροσωπεί όλο το ανθρώπινο γἐνος).



Ο θάνατος του Κυρίου, αν και πραγματικός, δεν επέφερε φθορά στο σώμα Του, το οποίο δεν έμεινε στην κατάσταση της νεκρώσεως, επειδή ήταν ενωμένο με την Θεότητα. Κατά τον Μεγ. Αθανάσιο το σώμα Του «οὐκ εἶδεν διαφθοράν, ὁλόκληρον γάρ ἀνέστη». Έτσι ο θάνατος του Χριστού ήταν μάλλον ύπνος. Γι’ αυτό, ο ψαλμωδός σε γνωστό ύμνο του Μεγ. Σαββάτου λέγει: «Σαρκί ὑπνώσας ὡς θνητός, ὁ Βασιλεύς καί Κύριος, τριήμερος ἐξανέστης,Ἀδάμ (δηλ. τον άνθρωπο, όλη την ανθρωπότητα) ἐγείρας ἐκ φθορᾶς. Καί καταργήσας θάνατον, Πάσχα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ κόσμου σωτήριον».



Η θεόσωμος ταφή του Χριστού εξέπληξε και αυτά ακόμα τα αγγελικά τάγματα. Ο μεγάλος θεολόγος και υμνογράφος της Εκκλησίας του 8ου αιώνα Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός την περιγράφει ως εξής στο κάθισμα του Μεγ. Σαββάτου «ἐξέστησαν οἱ χοροί τῶν Ἀγγέλων ὁρῶντες, τόν ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός καθεζόμενον, πῶς τάφῳ κατατίθεται ὡς νεκρός ὁ ἀθάνατος»,.



Το συμπέρασμα που εξάγουμε για τον θάνατο και την κάθοδον του Χριστού στον Άδη είναι : Ο Χριστός ως αναμάρτητος δεν ήταν υποχρεωμένος να πεθάνει και μάλιστα επάνω στο Σταυρό. Μπορούσε να τελειώσει το επίγειο έργο Του δίνοντας τις τελευταίες εντολές και υποδείξεις στους μαθητές Του και να αναληφθεί στους ουρανούς. Επειδή ο Θεός είναι τελείως ανενδεής και απόλυτα ταπεινός κατ’ ουδένα τρόπο, ο Χριστός δεν είχε υποχρέωση να «ικανοποιήσει την Θείαν Δικαιοσύνη» όπως λέγει η Δυτική Εκκλησία. Άλλωστε μια τέτοια σχέση «δοῦναι καί λαβεῖν» δημιουργεί ένα απαράδεκτο παζάρι μεταξύ Θεού και ανθρώπου: ότι επειδή οι άνθρωποι όλων των εποχών αμάρτησαν έπρεπε κάποιος “αναμάρτητος” να “πληρώσει τα σπασμένα” (δηλ. τα χρέη) όλης της ανθρωπότητος στο Θεό, για να σβηστούν οι αμαρτίες των ανθρώπων. Αντί όλων αυτών μπορούμε να πούμε, ότι ο Χριστός πέθανε πάνω στον Σταυρό για τους παρακάτω λόγους :



α. Για να δώσει στους ανθρώπους υπόδειγμα άκρας ταπεινώσεως.
β. Για να θεραπεύσει όλην την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε (χωρίς την αμαρτία) δηλ. να θεραπεύσει και τον θάνατο (βλ. Ματθ. κ’ 28 και Μαρκ. ι 45).
γ. Για να σώσει και τους προ Αυτού νεκρούς με το κήρυγμα του Ευαγγελίου Του στον Άδη και να τους ανεβάσει μαζί του στον Παράδεισο, με την Ανάσταση.



Η συνήθως χρησιμοποιούμενη έκφραση του Παύλου ότι ο Χριστός «ἒδωκεν τήν ψυχήν (δηλ. την ζωήν) αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν» δεν έχει την έννοια του ανταλλάγματος προς τον Θεό, αλλά είναι μια ανθρωπομορφική έκφραση πολύ κατανοητή από τους ανθρώπους της εποχής του Παύλου, ότι ο Χριστός έδωσε τη ζωήν του λύτρον για πολλούς (όλους όσοι θα θελήσουν), για να τους ελευθερώσει από την αμαρτία (όπως έδιναν λύτρα την εποχή εκείνη για να απελευθερώσουν αιχμαλώτους).

Tην αλήθεια αυτή, ότι δια του θανάτου Του ο Χριστός νίκησε τον θάνατον, εκφράζεται πολύ εύστοχα και ποιητικά από την υμνολογία του Μεγ. Σαββάτου στο τροπάριο: «Διά θανάτου το θνητόν, διά ταφῆς τό φθαρτόν μεταβάλλεις, ἀφθαρτίζεις γάρ θεοπρεπέστατα (με τρόπο που αρμοζει στον Θεό) ἀπαθανατίζων τό πρόσλημα (κάνοντας αθάνατο αυτό που προσέλαβες, δηλ. την ανθρώπινη φύση)». Με την πυκνή αυτή διατύπωση περιγράφεται η μεγάλη αλήθεια, ότι η προσληφθείσα υπό του Χριστού ανθρώπινη φύση με την Ανάστασή  Του απαθανατίστηκε. (δηλ. έγινε άφθαρτη και αθάνατη). Γνωρίζουμε δε  στη  συνέχεια ότι με την Ανάληψή και την Ύψωσή Του ο Θεάνθρωπος Χριστός, «ἐθέωσε» την ανθρώπινη φύση, η οποία έκτοτε μετέχει  με το «δοξασμένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ» στή ζωή της Αγίας Τριάδος.



  1. Η Ανάσταση του Χριστού, μια νέα προοπτική για την ανθρωπότητα



Οι άσπλαχνοι και αγνώμονες Εβραίοι, μετά το φρικτό τους έγκλημα να καρφώσουν επάνω στον Σταυρό τον πολλαπλώς ευεργετήσαντα αυτούς Θείο διδάσκαλο, τον Ιησού Χριστό, ασφαλίζουν τον τάφο με κουστωδία 24 οπλισμένων ανδρών (Ματθ. κζ 66) και πανηγυρίζουν την νίκη τους. Παρά ταύτα, ένας ακόμα φόβος υποβόσκει μέσα τους, μήπως επαληθευθούν τα λόγια που είπε «ἐκεῖνος ὁ πλάνος ἒτι ζῶν, ὃτι μετά τρεῖς ἡμέρες ἐγείρομαι» (Ματθ. κζ’ 62). Γι’ αυτό η οπλισμένη κουστωδία φυλλάττει τον τάφο νυχθημερόν, μήπως έλθουν την νύχτα οι μαθητές και κλέψουν το σώμα και διαδώσουν ότι αναστήθηκε.

Κατά τον Ιερό Χρυσόστομο μία  τέτοια  κλοπή  είναι αδύνατη, αφότου τποθετήθηκε η φρουρά. Μόνον την πρώτη νύχτα, από Παρασκευή προς Σάββατο, που δεν υπήρχε φρουρά, θα μπορούσε να κλαπεί το σώμα.. Αλλά τότε οι μαθητές από φόβο μήπως χάσουν και την δική τους ζωή (πρβλ. «διά τον φόβον των Ιουδαίων»), ήσαν κλεισμένοι στο υπερώον της Ιερουσαλήμ, στην οικία της Μαρίας της μητέρας του Μάρκου, όπου έγινε ο Μυστικός Δείπνος. Το σώμα του νεκρού Ιησού ήταν γυμνό και “ἐσμυρνισμένο” δηλ. αλειμμένο με σμύρνα, μιά πυκτή αρωματική ουσία που κολλάει πάνω στα οθόνια (σεντόνια), με τα οποία ήταν τυλιγμένο το σώμα του. Τα οθόνια, ως εκ τούτου για να αφαιρεθούν θα απαιτούσαν πολύ χρόνο και μεγάλη προσπάθεια. Επί πλέον ο λίθος που εκάλυπτε την θύρα του μνημείου ήταν πολύ μεγάλος και βαρύς. Έτσι οποιαδήποτε προσπάθεια των μαθητών, να πάρουν το σώμα του Ιησού, θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Άλλωστε ποιός θα διεννοείτο να κλέψει νεκρό και γυμνό σώμα, διακινδυνεύοντας και τη ζωή του;

Την επομένη της ταφής νύχτα, τη νύχτα «τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων» και πριν ανατείλει ο ήλιος γίνονται, σύμφωνα με τη διήγηση των ευαγγελιστών, συγκλονιστικά γεγονότα. Μεγάλος σεισμός συγκλονίζει την περιοχή. Μέσα σε μια εκτυφλωτική αστραπή «ἂγγελος Κυρίου καταβάς ἐξ ουρανοῦ προσελθών ἀπεκύλησε τόν λίθο ἀπό τῆς θύρας καί ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ (δηλ. του μνημείου) Ἦν δέ ἡ ἰδέα (δηλ. η όψη του) αὐτοῦ ὡς ἀστραπή καί τό ἒνδυμα αὐτοῦ λευκόν ὡσεί χιών. Ἀπό δέ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες (στρατιώτες) καί ἐγένοντο ὡσεί νεκροί» (Ματθ. κη’ 2-4).

Η Μαρία η Μαγδαληνή, η άλλη Μαρία (η μητέρα του Κυρίου) και οι άλλες μυροφόρες γυναίκες όταν έφθασαν στον τάφο «λίαν πρωΐ ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου» (Ματθ. ιστ 2) «θεωροῦσιν ὃτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος, ἦν γάρ μέγας σφόδρα. Καί εἰσελθοῦσαι εἰς τό μνημεῖον, εἶδον νεανίσκον (άγγελον) καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν καί ἐξεθάμβήθησαν (θαμπώθηκαν γέμισαν φόβο και κατάπληξη). Ὁ δέ λέγει αὐταῖς, μή ἐκθαμβεῖσθε. Ἰησοῦν ζητεῖτε τόν Ναζαρηνόν τόν ἐσταυρωμένον, ἠγέρθη οὒκ ἒστιν ὧδε. Ἲδε ὁ τόπος ὃπου ἒθηκαν αὐτόν. Ἀλλ’ ὑπάγετε εἲπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτού καί τῷ Πέτρῳ, ὃτι προάγει ὑμᾶς (πηγαίνει προτήτερα από σας) εἰς τήν Γαλιλαίαν ἐκεί αὐτόν ὂψεσθε (θα τον δείτε) καθώς εἶπεν ὑμῖν. Καί ἐξελθοῦσαι  ἒφυγον ἀπό τοῦ μνημείου εἶχε (κατείχε) δέ αὐτάς τρόμος καί ἒκστασις, καί οὐδενί οὐδέν εἶπον, ἐφοβοῦντο γάρ».

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο άγγελος διακρίνει τον Πέτρο από τους υπόλοιπους μαθητές. Κι αυτό γιατί ο Πέτρος με την τριπλή μεθ’ όρκου άρνηση του Χριστού είχε εκπέσει του Αποστολικού αξιώματος. Και θα χρειαστεί η τριπλή ερώτηση του Κυρίου «Πέτρο φιλείς με;», η τριπλή καταφατική απάντηση του Πέτρου «ναι Κύριε συ οίδας ότι φιλώσε» και η τριπλή εντολή «ποίμαινε τα πρόβατά μου» για να αποκατασταθεί στο Αποστολικό του αξίωμα.

Στη συνέχεια το πρωί της «τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων» ο αναστημένος Χριστός εμφανίζεται στην Μαρία την Μαγδαληνή, η οποία τον νομίζει για κηπουρό στην αρχή και τον αναγνωρίζει αμέσως μετά όταν την προσφωνεί «Μαρία». Επιστρέφοντας αναγγέλλει στους μαθητές «ἑώρακα τον Κύριον» αναγκάζοντας τον Πέτρο και τον Ιωάννη να πάνε στον τάφο τρέχοντας για να διαπιστώσουν το «κενό μνημείο». Το ίδιο βράδυ και «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» εμφανίζεται στους 10 μαθητές (διότι έλλειπε ο Θωμάς), τους χαιρετά με το «εἰρήνη «ὑμῖν», τους δείχνει τους τύπους των ήλων στα χέρια Του και την λογχισθείσα πλευράν Του, λαμβάνει τροφή ενώπιόν τους (λίγο ψητό ψάρι και κομμάτι από κηρύθρα με μέλι) για να διαπιστώσουν ότι δεν είναι φάντασμα αλλά έχει σώμα απτό και ψηλαφητό. Μια εβδομάδα αργότερα και ενώ οι μαθητές αναγγέλλουν στον Θωμά «ἑωράκαμεν τόν Κύριον» εμφανίζεται ξανά και ψηλαφείται από τον Θωμά.

Ακολουθούν πολλές άλλες εμφανίσεις του αναστημένου  Ιησού «εν ετέρα μορφή» κατά τις οποίες συνομίλησε, συμπερπάτησε και συνέφαγε μαζί με τους μαθητές «ὀπτανόμενος αὐτοῖς δι’ ἡμερῶν τεσσαράκοντα» (Πραξ. α′ 3). Τέλος εμφανίζεται στη Βηθανία όπου έδωσε τις τελευταίες Του εντολές στους μαθητές Του και τους συνέστησε να μείνουν συγκεντρωμένοι όλοι μαζί στα Ιεροσόλυμα μέχρι να λάβουν «δύναμιν ἐξ’ ὓψους» δηλ. το Άγιο Πνεύμα. Στη συνέχεια ανελήφθη στους ουρανούς μέσα σε μια φωτεινή νεφέλη, δύο δε άγγελοι με απαστράπτοντα κατάλευκα ενδύματα προανήγγελλαν στους έκθαμβους και εκστατικούς θεατάς της αναλήψεως ότι ο Ιησούς «ὁ ἀναληφθείς ἀφ’ ὑμῶν εἰς τόν οὐρανόν, οὓτως ἐλεύσεται (θα έλθει) ὃν τρόπον ἐθεάσασθαι αὐτόν πορευόμενον εἰς τόν ουρανόν» (Πραξ. α 11), προανήγγειλαν δηλ. την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού στη γη, όπου θα έλθει πλέον «ὡς Κριτής της Οικουμένης».



ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

Είναι άξιο προσοχής ότι ο Χριστός ενώ εμφανίστηκε αναστάς σε περισσότερους από 500 ανθρώπους και πολλές φορές, δεν εμφανίστηκε σε κανένα από τους διώκτες του πλήν του Απ. Παύλου στη Δαμασκό. Δεν θέλησε έτσι να εκβιάσει την πίστη αυτών που δεν ήθελαν να τον πιστέψουν και να τον δεχθούν ως Μεσσία και Σωτήρα.

Ο εκατόνταρχος Λογγίνος, ήταν ο επικεφαλής του αποσπάσματος που εκτέλεσε την σταύρωση του Χριστού. Είδε όλα τα υπερφυσικά γεγονότα που ακολούθησαν την σταύρωση και επίστευσε στον Χριστό. ¨Οπως λένε τα Ευαγγέλια «ὁ δε ἑκατόνταρχος καί οἱ μετ’ αὐτοῦ τηροῦντες τόν Ἰησοῦ, ἰδόντες τόν σεισμόν καί τά γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες : Ἀληθῶς Θεοῦ Ὑιός ἧν οὗτος» (Ματθ. κζ 54, Λουκ. κγ 47)..

Εκτός από δύο, οι στρατιώτες της κουστωδίας δωροδοκήθηκαν από τους Αρχιερείς να πουν ότι κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ εκοιμώντο, οι μαθητές έκλεψαν το σώμα του Ιησού. Από τους 24 στρατιώτες, μόνο αυτοί οι δύο πίστεψαν στον Χριστό και αρνήθηκαν να πάρουν τα χρήματα από τους Αρχιερείς. Αυτοί λίγο αργότερα έφυγαν μαζί με τον εκατόνταρχο Λογγίνο στην Καππαδοκία, όπου εκήρυξαν τον Χριστό Υιό του Θεού «ἐσταυρωμένο καί ἀναστάντα». Αυτό το γεγονός πληροφορηθείς ο Πιλάτος, έστειλε γράμμα στον αυτοκράτορα Τιβέριο ζητώντας του να τους τιμωρήσει. Πράγματι, ο Τιβέριος διέταξε την εκτέλεσή του Λογγίνου και των δύο στρατιωτών και προς απόδειξη, έστειλε το κεφάλι του Λογγίνου στον Πόντιο Πιλάτο.

Με την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, οι Χριστιανοί πέτυχαν υπερφυσικά και αδιανόητα για την κοινή λογική πράγματα. Η νίκη του Χριστού κατά του θανάτου Τον καθιστά το μοναδικό πρόσωπο στην ιστορία, το οποίο κυρίευσε το τελευταίο προπύργιο της φθοράς και του Άδη. Γι’ αυτό και ο απόστολος Πέτρος (στην ομιλία του προς το συγκεντρωμένο πλήθος μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος) θεωρεί την Ανάσταση ως την αδιαφιλονίκητη απόδειξη ότι ο Ιησούς είναι όντως ο Κύριος και Χριστός, ο αναμενόμενος Μεσσίας και Λυτρωτής του ανθρωπίνου γένους.

Γι’ αυτό η Ανάστασή Του αποτελεί διαχρονικά την ελπίδα όλων των Αγίων και των μαρτύρων, την προσδοκία των δικαίων, την ανάπαυση των κεκοιμημένων και την υπομονή των ζώντων και αγωνιζομένων. Όλοι πορευόμεθα πλέον προς την Κοινή Ανάσταση, η Εκκλησία (στρατευομένη και θριαμβεύουσα), η υλική κτήση και ο κόσμος όλος.

Ο Χριστός με την Ανάστασή Του αναίρεσε το φόβητρο του θανάτου, έτσι ώστε ο θάνατος Χριστιανικά να νοείται ως ύπνος, που αναμένει την «Κοινήν Ανάστασην». Δεν θεωρείται πλέον αφανισμός αλλά μετάσταση και αποδημία.

Στην Γ’ Στάση της γονυκλισίας της Πεντηκοστής ο υμνογράφος λέει: Οὐκ ἒστιν οὖν Κύριε τοῖς δούλοις σου θάνατος, ἐκδημούντων ἡμῶν ἀπό τοῦ σώματος καί πρός Σέ τόν Θεόν ενδημούντων, ἀλλά μετάβασις ἀπό τῶν λυπηροτέρων ἐπί τά χρηστότερα καί θυμηδέστερα και ανάπαυσις και χαρά»

Ετσι, ο θάνατος γίνεται η μεγάλη και υποχρεωτική μύηση του κάθε ανθρώπου στον πνευματικό κόσμο, στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού.

Ο Χριστός με την ενσάρκωσή Του, δηλ. την πρόσληψη ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως -πλήν της αμαρτίας-, συμμετέχει πλέον στην κοινή φύση του ανθρωπίνου γένους. Επί πλέον όμως στον «Χριστό κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. β 9) δηλ. έχουν ενωθεί άρρηκτα η ανθρωπότητα με τη θεότητά Του. Σ’ αυτή την ενότητα ο θάνατος χάνει την δύναμη να χωρίζει από τη ζωή, που είναι ο Χριστός, διότι «ἐν τῶ Χριστῶ καί διά τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάντες ἑνωμένοι μέσα στην Θεία Ευχαριστία». Για τόν λόγο αυτό, μέσα στη Θεία Ευχαριστία μνημονεύονται συγχρόνως οι νεκροί μετά των ζώντων. Δεν γίνεται διάκριση νεκρών και ζώντων.
πηγή

Συνέπειες της Αναστάσεως του Χριστού

      Πόσο πιστεύουμε στην ανάσταση του Χριστού;

Φαίνεται όχι από τα λόγια μας αλλά από τη ζωή του καθενός, από τα έργα του και την αγάπη του στο Θεό.

Οι αρχαίοι έλληνες πίστευαν ότι το σώμα είναι θνητό και φυλακή της ψυχής που αυτή είναι αθάνατη. Χαρακτηριστική η στιγμή που ο Σωκράτης πίνει το κώνειο βέβαιος ότι δεν πεθαίνει!

Η χριστιανική θεολογία όμως διδάσκει ότι το σώμα δημιουργήθηκε από τη ύλη (αν και με ειδικό προνομιακό τρόπο σε σχέση με τα άλλα έμβια όντα) για να καταλάβεις ότι είσαι δημιούργημα του Θεού και κατόπιν δόθηκε η ψυχή για να ενωθεί αδιάσπαστα με αυτό και να καταλάβεις ότι είσαι "ζώον θεούμενον", αφού επλάσθης καθ΄ομοίωσιν Θεού. Αυτό μπορεί να μπερδεύει μερικούς στο να θεωρούν ότι μαζί με το σώμα χάνεται και η ψυχή. ʼλλοι πάλι θεωρούν ότι η ψυχή κάνει βόλτες στον κόσμο μέχρι να ξαναμπεί σε άλλο σώμα ή και ζώο, πιστεύοντας στη "μετενσάρκωση".

Αυτές οι απόψεις μπορεί να πλανήσουν και τους χριστιανούς και να εξασθενήσουν την πίστη μας στην ανάσταση του Χριστού. Όμως περισσότερο απ΄όλα μας εμποδίζει να δούμε την ανάσταση η αμαρτία. Διότι τα οψώνια της αμαρτία θάνατος, μας φέρνουν κοντά στη φθορά του θανάτου, σκοτίζουν τα μάτια της ψυχής και μας απομακρύνουν από τη Ζωή, από το Θεό, από την ανάσταση. Ο γ. Σοφρώνιος λέει ότι σε όσους μετανοούν αληθινά, έρχεται η χάρις του Αγίου Πνεύματος και τους δίνει το βίωμα της αναστάσεως της ψυχής από αυτήν ακόμη τη ζωή. Όπως και μέσα από την προσευχή μπορεί να αποκαλυφθεί στους αγωνιστές κάθε μυστήριο του Θεού, όπως το μυστήριο του θανάτου αλλά και της αναστάσεως των νεκρών.

Ο θάνατος του σώματος των πρωτοπλάστων ήταν ευεργεσία του Θεού για να μην αθανατίσει το κακό και για να οικονομηθεί μετά το μυστήριο της σωτηρίας μας δια του Ιησού Χριστού. Έτσι ο Χριστός με την ενανθρώπισή του προσλαμβάνει σάρκα γενόμενος τέλειος άνθρωπος, για να την αφθαρτοποιήσει και να την αναστήσει. Με το αίμα Του του, αίμα δικαίου και αθώου, μας ξεπλένει από την αμαρτία.

Πιστεύουμε ότι το σώμα μας θα αναστηθεί;

"Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών" λέμε με το σύμβολο της πίστεως και εννοούμε βέβαια τη σωματική ανάσταση, γιατί η ψυχή ποτέ δεν πέθανε αφού πλάστηκε κατ΄εικόνα του αθανάτου Θεού. Η ψυχή δεν πεθαίνει αλλά συναντάει το σώμα της μια μέρα όταν θα έλθει ο Κύριος. Το νέο αυτό σώμα θα είναι ανακαινισμένο από την ανάσταση του Χριστού, πνευματοποιημένο αφού θα έχει φορέσει την αφθαρσία (Α΄Κορ.15,53)

Προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης για την ανάσταση των νεκρών

"Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις" (Ησ.26,19) προλέγει ο προφήτης Ησαίας αλλά και ο Δανιήλ (12,2-3). Επίσης ο Ιεζεκιήλ όταν βλέπει τα ξηρά οστά να παίρνουν σάρκες και νεύρα και να σηκώνονται όρθια! Το ίδιο βλέπουμε και στους Μακκαβαίους να πιστεύει ο τρίτος γιός της Αγίας Σολομονής όταν καλείται να προτείνει τη γλώσσα και τα χέρια του στο μαρτύριο.

Η Καινή Διαθήκη για την ανάσταση

"Έρχεται ώρα εν ή πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής Αυτού και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως" (Ιω.5,28-29).

Τρείς αναστάσεις επώνυμων νεκρών αναφέρονται στα ευαγγέλια και επίσης άλλη μια τη στιγμή που αναστήθηκε ο ίδιος ο Χριστός όταν πολλοί κεκοιμημένοι αναστήθηκαν στα Ιεροσόλυμα και εμφανίστηκαν στους δικούς τους.

Η ανάσταση του Χριστού (Α΄Κορ.15,20) προδιαγράφει και εξασφαλίζει και την δική μας ανάσταση "Χριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος."

Πως θα είναι το αναστημένο σώμα μας;

Όπως ένας ορειχάλκινος ανδριάντας λυώνει στο χωνευτήριο και μπορεί να τον ξαναφτιάξουμε καλύτερον, έτσι και το σώμα μας αποσυντίθεται για να ξαναγίνει άφθαρτο στη Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, λέει ο Αγ. Ιω. Χυσόστομος. Πολύς λόγος έχει γίνει από τους άγιους Πατέρες για να καταλάβουμε την αλήθεια αυτή, αλλά τουλάχιστον εμείς οι σύγχρονοι δεν έχουμε αυτή τη δυσκολία αφού και η επιστήμη είναι κοντά στο να αναπαράγει οργανισμό από δύο και μόνον δικά του κύτταρα. Πόσο μάλλον ο Θεός που "εκ του μη όντος εις το είναι τα πάντα παραγαγών" δεν μπορεί να ξανακάνει τη σύσταση του σώματός μας ανακαινισμένου στη Δευτέρα Παρουσία Του. Ένα σώμα που δεν θα έχει ανάγκη από τροφή ή από σαρκικές απολαύσεις. Θα καθοδηγείται από το ʼγιο Πνεύμα.

Ούτε μια τρίχα μας δεν πρόκειται να χαθεί λέει ο Αγ. Μακάριος ο Αιγύπτιος και ο γ. Βαρσανούφιος βεβαιώνει σε κάποιον αδελφό που ρωτάει ότι ολόκληρο το σώμα μας θα αναστηθεί με σάρκες και οστά και τρίχες, αλλά θα είναι ένδοξο και φωτεινό και αιώνιο σύμφωνα με λόγια του Κυρίου που βεβαιώνει ότι "τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη Βασιλεία των ουρανών" (Ματ.13,43).

Και καταλήγει ο ι.Χρυσότομος ότι το σώμα αυτό που υπομένει τις θλίψεις και τους πειρασμούς, αυτό το σώμα θα αναστηθεί, το δικό μας και όχι κανένα άλλο, διότι θα ήταν άδικο κάτι τέτοιο.

Και ο άγ. Θεόδωρος Μοψουεστίας λέει ότι όπως το γυαλί προέρχεται από την άμμο αλλά δεν είναι άμμος και όπως όπως ο σπόρος με το στάχυ δεν είναι το ίδιο πράγμα, έτσι και το νέο σώμα σε σχέση με το παλιό.

Παρόμοια ο Απ.Παύλος λέει ότι το σώμα "σπείρεται εν φθορά και εγείρεται εν αφθαρσία" (Α΄Κορ.15,44)

Θα είναι λοιπόν πνεύμα ή σώμα; Όχι μας λέει ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς αλλά θα είναι σώμα πνευματικό, δεν θα έχει υλική παχύτητα (όπως και οι άγγελοι) άφθαρτο και αιώνιο όπως και το σώμα του Χριστού όταν αναστήθηκε.

Είχε δηλαδή μορφή συγκεκριμένη και μάλιστα όμορφη και ένδοξη, τον αναγνώρισαν κάποιοι μαθητές στην παραλία της Γαλιλαίας. Αλλά δεν έχει βάρος και φθορά. Έτρεχε όσο ήθελε ώστε να φτάσει τους δύο που πήγαιναν στους Εμμαούς. Μπήκε στο υπερώο "κεκλεισμένων των θυρών", όπως και έφυγε χωρίς να μπορούν να τον πιάσουν. Έτσι θα είναι και τα σώματα των δικαίων. Δεν θα υπάρχει ηλικία αφού δεν έχει νόημα η ηλικία, αλλά η πνευματική κατάσταση και δεν θα υπάρχει φύλο (Αγ.Γρηγ.Νύσσης) γιατί δεν έχει νόημα το φύλο (ουκ ενι άρσεν και θήλυ) που είναι προσωρινό χαρακτηριστικό μόνο για τη διαιώνιση του ανθρώπου .

Αλλά υπάρχουν και σύγχρονες μαρτυρίες για την ανάσταση των σωμάτων και την αθανασία της ψυχής.

Ο όσιος Παμβώ πριν κοιμηθεί ακτινοβολούσε σαν βασιλιάς πάνω σε χρυσό θρόνο και δεν μπορούσαν να τον αντικρύσουν. Το σώμα του είχε ήδη τη δόξα της βασιλείας του Θεού. Και δεν ήταν ο μοναδικός άγιος...

Τα λείψανα των αγίων τι μαρτυρούν παρά την αφθαρσία της ύλης όταν αυτή εμπνευματιστεί. Οι εμφανίσεις των αγίων, "εν παντί τόπω και χρόνω" δείχνουν ότι είναι ζωντανοί και μετά το θάνατό τους. Χαρακτηριστική και η συζήτηση της γ.Γαβριηλίας με Προτεστάντες στην Αμερική. Είπε ότι "εμείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε στην ανάσταση των νεκρών", "ουκ έστι ο Θεός ημών νεκρών αλλά ζώντων".

Μεγάλο Σάββατο - Η ταφή του Κυρίου

Μεγάλο Σάββατο - Η ταφή του Κυρίου

Μάτην φυλάττεις τὸν τάφον, κουστωδία.
Οὐ γὰρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν.

Το Σάββατο, αφού συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι στο Πόντιο Πιλάτο, τον παρακάλεσαν να ασφαλίσει τον τάφο του Ιησού για τρεις ημέρες διότι, καθώς έλεγαν, «έχουμε υποψία μήπως οι μαθητές Του, αφού κλέψουν την νύχτα το ενταφιασμένο Του σώμα κηρύξουν έπειτα στο λαό ως αληθινή την ανάσταση την οποία προείπε ο πλάνος εκείνος, όταν ακόμη ζούσε· και τότε θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη της πρώτης».
Αυτά αφού είπαν στον Πόντιο Πιλάτο και αφού πήραν την άδεια του, έφυγαν και σφράγισαν τον τάφο τοποθετώντας εκεί για ασφάλεια του κουστωδία, δηλαδή στρατιωτική φρουρά.

Απολυτίκιον
Ήχος β'.
Ο ευσχήμων Ιωσήφ, από του ξύλου καθελών το άχραντόν σου Σώμα, σινδόνι καθαρά, ειλήσας και αρώμασιν, εν μνήματι καινώ κηδεύσας απέθετο.
Έτερον Απολυτίκιον
Ήχος β'.
Ταίς Μυροφόροις Γυναιξί, παρά το μνήμα επιστάς, ο Άγγελος εβόα·Τα μύρα τοις θνητοίς υπάρχει αρμόδια, Χριστός, δε διαφθοράς εδείχθη αλλότριος.
Κοντάκιον
Ήχος β'.
Την άβυσσον ο κλείσας, νεκρός οράται, και σμύρνη και σινδόνι ενειλημμένος, εν μνημείω κατατίθεται, ως θνητός ο αθάνατος. Γυναίκες δε αυτόν ήλθον μυρίσαι, κλαίουσαι πικρώς και εκβοώσαι· Τούτο Σάββατόν εστι το υπερευλογημένον, εν ω, Χριστός αφυπνώσας, αναστήσεται τριήμερος.
Ο Οίκος
Ο συνέχων τα πάντα επί σταυρού ανυψώθη, και θρηνεί πάσα η Κτίσις, τούτον βλέπουσα κρεμάμενον γυμνόν επί του ξύλου, ο ήλιος τας ακτίνας απέκρυψε, και το φέγγος οι αστέρες απεβάλλοντο, η γη δε συν πολλώ τω φόβω συνεκλονείτο, η θάλασσα έφυγε, και αι πέτραι διερρήγνυντο, μνημεία δε πολλά ηνεώχθησαν, και σώματα ηγέρθησαν αγίων Ανδρών. Άδης κάτω στενάζει, και Ιουδαίοι σκέπτονται συκοφαντήσαι Χριστού την Ανάστασιν, τα δε Γύναια κράζουσι· Τούτο Σάββατόν εστι το υπερευλογημένον, εν ω Χριστός αφυπνώσας, αναστήσεται τριήμερος.

Παρασκευή, Απριλίου 18, 2014

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΑ (ΨΑΛΛΕΙ Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΑΤΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ)




Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σουΤῶν Ἀγγέλων ὁ δῆμος, κατεπλάγη ὁρῶν σε, ἐν νεκροῖς λογισθέντα, τοῦ θανάτου δὲ Σωτήρ, τὴν ἰσχὺν καθελόντα, καὶ σὺνἑαυτῷ τὸν Ἀδὰμ ἐγείραντα, καὶ ἐξ ᾍδου πάντας ἐλευθερώσαντα.

Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου
Τί τὰ μύρα, συμπαθῶς τοῖς δάκρυσιν, ὦ Μαθήτριαι κιρνᾶτε; ὁ ἀστράπτων ἐν τῷ τάφῳ Ἄγγελος, προσεφθέγγετο ταῖς Μυροφόροις. Ἴδετε ὑμεῖς τὸν τάφον καὶ ἤσθητε· ὁ Σωτὴρ γὰρἐξανέστη τοῦ μνήματος.

Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου
Λίαν πρωΐ, Μυροφόροι ἔδραμον, πρὸς τὸ μνῆμά σου θρηνολογοῦσαι· ἀλλ' ἐπέστη, πρὸς αὐτὰς ὁ Ἄγγελος, καὶ εἶπε· θρήνου ὁ καιρὸς πέπαυται, μὴ κλαίετε, τὴν Ἀνάστασιν δὲ Ἀπόστόλοις εἴπατε.

Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου.
Μυροφόροι γυναῖκες μετὰ μύρων ἐλθοῦσαι, πρὸς τὸ μνῆμά σου Σῶτερ ἐνηχοῦντο, Ἀγγέλου τρανῶς, πρὸς αὐτὰς φθεγγομένου. Τί μετὰ νεκρῶν, τὸν ζώντα λογίζεσθε; ὡς Θεὸς γὰρ ἐξανέστη τοῦμνήματος.

Δόξα...
Προσκυνοῦμεν Πατέρα, καὶ τὸν τούτου Υἱόν τε, καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, τὴν ἁγίαν Τριάδα, ἐν μιᾷ τῇ οὐσίᾳ, σὺν τοῖς Σεραφίμ,κράζοντες· τὸ Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ Κύριε.

Καὶ νῦν ...
Ζωοδότην τεκοῦσα, ἐλυτρώσω Παρθένε, τὸν Ἀδὰμ ἁμαρτίας,χαρμονὴν δὲ τῇ Εὔᾳ, ἀντὶ λύπης παρέσχες, ῥεύσαντα ζωῆς, ἴθυνε πρὸς ταύτην δέ, ὁ ἐκ σοῦ σαρκωθείς Θεὸς καὶ ἄνθρωπος.


Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα Δόξα σοι ὁ Θεός (τρὶς).
πηγή

Ὁ ἐπαναστατικός Ἐπιτάφιος τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Ἀγρινίου



 ΑΝΑCTA O ΘΕΟC... H ΕΛΛΑΔΑ; ΘΑ ΑΝΑCTHΘΗ;

πηγή το είδαμε εδώ

Μεγάλη Παρασκευή Βράδυ: «Ώσπερ Πελεκάν» +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

«Ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευράν σου, Λόγε, σοὺς θανόντας  παῖδας ἐζώωσας ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς» (Ἐγκώμ. β΄ στάσις)
Στὴν ὑπέροχη ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου θρήνου, ἀγαπητοί μου, ποὺ ψάλλεται στὸν ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ἰδιαίτερη θέσι κατέχουν τὰ Ἐγκώμια. Τί εἶνε τὰ Ἐγκώμια; Εἶνε μία ὡραία συλλογὴ τροπαρίων, ποὺ ἔχει ὡς θέμα τὴν ταφὴ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅλος ὁ Ἐπιτάφιος θρῆνος εἶνε γλυκυτάτη ἀκολουθία. Ἀρχίζει μὲ τὸ ἀπολυτίκιο «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελών…» ,προχωρεῖ μὲ τὸν ἀνεπανάληπτο κανόνα «Κύματι θαλάσσης…» , κορυφώνεται μὲ τὰ ἐγκώμια, τὰ εὐλογητάρια καὶ τοὺς αἴνους, καὶ τέλος κλείνει μὲ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐπιταφίουκαὶ τὰ ἀναγνώσματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων διακρίνεται ἡ σπουδαία προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ.
Τὰ Ἐγκώμια, παρ᾽ ὅλο ὅτι Ἐκκλησία πενθεῖ, δὲν μεταδίδουν φρίκη καὶ σπαραγμό· ἀποπνέουν τὴ γαλήνη καὶ τὸ θρίαμβο τοῦ Νικητοῦ τοῦ ᾅδου. Εἶνε μᾶλλον ἕνας παιὰν δόξης, ἕνα ἐμβατήριο νίκης, μὲ τὸ ὁποῖο συνοδεύουμε στὸν τάφο τὸν μεγάλο μας Νεκρὸ μαζὶ μὲ τὸ Νικόδημο, τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὶς μυροφόρες γυναῖκες. «Στῶμεν καλῶς» λοιπόν.Ὁ ἐμπνευσμένος αὐτὸς ὕμνος ἀποτελεῖται ἀπὸ διακόσα περίπου τροπάρια.

Στὶς ἐνορίες μας βέβαια δὲν ψάλλονται ὅλα· χάριν συντομίας λέγονται τὰ μισὰ περίπου. Ὅλα τὰ τροπάρια μπορεῖ νὰ τ᾽ ἀκούσῃ κανεὶς κατανυκτικὰ στὸ Ἅγιο Ὄρος ἢ σὲ ἄλλα μοναστήρια, ὅπου οἱ μοναχοὶ ὑμνοῦν καὶ δοξάζουν τὸν ἐσταυρωμένο Λυτρωτὴ μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες χωρὶς περικοπὲς καὶ παραλείψεις. Ἐμεῖς οἱ κοσμικοὶ εἴμαστε βιαστικοί· θέλουμε νὰ τελειώσουμε τὸ συντομώτερο. Ἔτσι γίνονται δυστυχῶς ὑποχωρήσεις καὶ συμβιβασμοί.Τὰ Ἐγκώμια διαιροῦνται σὲ τρεῖς στάσεις ἢ ὁμάδες· ἡ πρώτη ἀρχίζει μὲ τὸ τροπάριο «Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ…» , ἡ δευτέρα μὲ τὸ «Ἄξιόν ἐστι…» ,καὶ ἡ τρίτη μὲ τὸ «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι…» .Ποιός νά ᾽νε ἆραγε ὁ ποιητὴς τῶν Ἐγκωμίων; Δὲν γνωρίζουμε· εἶνε ἄγνωστος. Ἴσως καὶ νὰ εἶ νε ὄχι ἕνας μόνο ἀλλὰ περισσότεροι.Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρεται καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Δὲν ἔχουμε πάντως κάτι βέβαιο, ὅπως τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ποιητὴ τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου.
Ὁ ποιητὴς τῶν Ἐγκωμίων καλεῖ ὅλη τὴ φύσι νὰ δοξάσῃ τὸ Χριστό· καὶ τὰ ἄνθη καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ δέντρα καὶ τὰ βουνὰ καὶ οἱ πεδιάδεςκαὶ οἱ θάλασσες καὶ οἱ λίμνες καὶ τὰ ἄστρα καὶἡ σελήνη καὶ ὁ ἥλιος, ὅλα καλοῦνται νὰ τὸν ὑμνήσουν σὲ μία παναρμόνια συμφωνία.Ὅλα συγκινοῦνται σήμερα· καὶ μόνο ὁ ἄνθρωπος μένει δυστυχῶς ψυχρὸς καὶ ἀδιάφορος. Καὶ ἀπὸ μὲν τοὺς σταυρωτάς του τότε ἦταν ἀναμενόμενο νὰ μένουν ἀσυγκίνητοι ἢ νὰ στέκωνται ἐχθρικοὶ ἀπέναντί του· ἀλλὰ καὶ οἱ λεγόμενοι «χριστιανοὶ» σήμερα; Μιὰ φορὰ σταύρωσαν τὸ Χριστὸ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ ῾Ρωμαῖοι, μὰ ἐμεῖς τὸν σταυρώνουμε συνεχῶς μὲ τὶς ἁμαρτίες μας.
Εἴμαστε ἀλήθεια χριστιανοί; Αὐτὰ τὰ πλήθη ποὺ ὀνομάζονται χριστιανοί,ποιά οὐσιαστικὴ σχέσι ἔχουν μὲ τὸ Χριστό; Ἂν γινόταν χωρισμὸς κράτους καὶ ἐκκλησίας, πόσοι ἆραγε θὰ ἔμεναν μὲ τὴν Ἐκκλησία;Λίγοι ἀσφαλῶς. Ἀλλὰ προτιμότερο λίγοι ποὺ νὰ λατρεύουν ἀληθινὰ τὸν Κύριο στὸ ναό, παρὰ ἕνα πλῆθος μέσα στὸ ὁποῖο ἄλλος νὰ μιλάῃ, ἄλλος νὰ γελάῃ, ἄλλος νὰ χαζεύῃ, ἄλλος νὰ βγαίνῃ ἔξω… Θά ᾽ρθῃ μέρα, ποὺ θὰ πέσῃ κόσκινο, θὰ κοσκινιστῇ αὐτὸς ὁ λαός, καὶ θὰ μείνουμε ἐλάχιστοι. Τί νὰ τὴν κάνῃς τὴν ποσότητα; Ἡ ἀξία ἑνὸς στρατοῦ δὲν βρίσκεται στὸπλῆθος ἀλλὰ στὴ γενναιότητα τῶν στρατιωτῶν καὶ ἀξιωματικῶν· ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας πρέπει ν᾽ ἀποβλέπῃ στὴν ἁγιότητα τῶν μελῶν της. Σήμερα στὸν Ἐπιτάφιο ποιός προσεύχεται; ποιός δακρύζει; ποιός συγκινεῖται;
Ἀπὸ τὴ συλλογὴ τῶν Ἐγκωμίων ἂς πάρου-με ἕνα μόνο, ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο λέει· «Ὥσπερ πελεκάν, τετρωμένος τὴν πλευράν σου, Λόγε,σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας, ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς» (Ἐγκωμ. στάσις β΄).
Τὸ ἐγκώμιο αὐτὸ μιλάει γιὰ τὸν πελεκᾶνο. Τί σχέσι ἔχει ὁ πελεκᾶνος μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἡμέρας; Εἴπαμε, ὅτι ὅλη ἡ φύσις καλεῖται νὰ τιμήσῃ τὴν ταφὴ τοῦ Χριστοῦ μας· καλεῖ λοιπὸν ὁ ποιητὴς καὶ τὸν πελεκᾶνο.
Τί εἶνε ὁ πελεκᾶνος; Εἶνε ἕνα πουλὶ ὑδρόβιο. Ζῇ συνήθως κοντὰ σὲ λίμνες καὶ ποτάμια.Οἱ πελεκᾶνοι εἶνε κυνηγοί, ψαρᾶδες καὶ ἄριστοι κολυμβηταί· κολυμποῦν θαυμάσια μέσ᾽στὶς λίμνες καὶ ψαρεύουν μὲ τόση ἐπιτυχίαμὲ ὅση κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Στὴν περιφέρεια τῆς Φλωρίνης τὸ θέαμα πελεκάνων εἶνε συνηθισμένο. Ἔχουμε μάλιστα τὸπρονόμιο νὰ ζῇ στὴ λίμνη τῶν Πρεσπῶν ἕναεἶδος μικρῶν πελεκάνων.Τί λέει λοιπὸν τὸ ἐγκώμιο γιὰ τὸν πελεκᾶ-νο; Ὁ πελεκᾶνος εἶνε φιλόστοργο πουλί. Λένε ὅτι, ὅταν λείπει ἀπὸ τὴ φωλιά του, τὸ φίδι βρίσκει τὴν εὐκαιρία καὶ σέρνεται ὣς ἐκεῖ,βρίσκει τὰ μικρὰ τοῦ πελεκάνου μόνα τους,τὰ δαγκώνει, καὶ τὰ πουλάκια δηλητηριασμένα ἀπὸ τὸ φαρμάκι ναρκώνονται κ᾽ εἶνε ἕτοιμα νὰ πεθάνουν . Ὅταν ὁ πελεκᾶνος ἐπιστρέφει στὴ φωλιά, τὸ φίδι ἔχει φύγει, καὶ βρίσκει τὰ παιδιά του ἑτοιμοθάνατα. Τότε μὲ μία πρᾶξι συγκινητική, μία ἐνέργεια θεοκίνητη μποροῦμε νὰ ποῦμε, κάνει τὰ παιδιά του νὰ ζωογονηθοῦν.
Πῶς ζωογονοῦνται; Ὅπως γιὰ ἄλλα φαρμάκια ὑπάρχει ἀντίδοτο, ἔτσι καὶ γιὰ τὴ δηλητηρίασι τῶν πουλιῶν τοῦ πελεκάνου ἀπὸ φίδι ὑπάρχει ἀντίδοτο. Πῶς σῴζονται τὰ πουλιά; Λέει ἡ παράδοσις, ὅτι ὁ πελεκᾶνος σχίζει μὲ τὸ ῥάμφος τὸ στῆθος του, παίρνει ἀπὸ τὸ αἷμα του ποὺ τρέχει, ποτίζει μ᾽ αὐτὸτὰ παιδιά του, καὶ τότε αὐτὰ ζωντανεύουν!Αὐτὸ τὸ γεγονὸς παίρνει τώρα ὁ ποιητὴς καὶ τὸ ἀναφέρει στὸ Χριστό. Πελεκᾶνος, Πελεκᾶνος ὄχι μὲ πῖ μικρὸ ἀλλὰ μὲ Πῖ κεφαλαῖο,εἶνε ὁ Χριστός. (Γιατὶ ὅλα τὰ πράγματα εἶνε σκιὰ τοῦ Θεοῦ· ἥλιος μὲ ἦτα μικρὸ εἶνε ὁ φυσικὸς ἥλιος,
Ἥλιος μὲ ἦτα κεφαλαῖο εἶνε ὁ Χριστός· δέντρο μὲ δέλτα μικρὸ εἶνε τὸ φυσικό, Δέντρο μὲ δέλτα κεφαλαῖο εἶνε ὁ Χριστός· πηγὴ μὲ πῖ μικρὸ εἶνε αὐτὴ ποὺ μᾶς δίνει τὸ φυσικὸ νερό, Πηγὴ μὲ πῖ κεφαλαῖο εἶνε ὁ Χρι-στός). Πελεκάνος λοιπὸν μὲ Πῖ κεφαλαῖο εἶνεὁ Χριστός· αὐτὸς εἶνε ὁ πατέρας. Κ᾽ ἐμεῖς εἴ μαστε τὰ πουλιά του. Καὶ τὸ φίδι ποιό εἶνε; εἶνε ὁ σατανᾶς, ὁ ὁποῖος κατώρθωσε νὰ διεισ-δύσῃ μέσ᾽ στὸν παράδεισο καὶ νὰ δηλητηριάσῃ τὸν ἄνθρωπο. Ἀπὸ τότε τὸ δηλητήριο τὸἔχουμε ὅλοι μέσα μας· τὸ δηλητήριο ποὺ μᾶςφαρμακώνει εἶνε ἡ ἁμαρτία, αὐτὴ εἶνε τὸ φοβερὸ φαρμάκι. Καὶ πῶς σῴζεται ὁ ἄνθρωπος;πῶς τὸ φαρμάκι αὐτὸ τῆς ἁμαρτίας ἐξουδετερώνεται καὶ φεύγει; Ἕνα εἶνε τὸ μέσο, αὐτὸ ποὺ ψάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας· τὸ αἷ μα τοῦ Χριστοῦ , ποὺ ἔτρεξε ἀπὸ τὴν πλευρά του ὅταν τὴ λόγχισε ὁ στρατιώτης. Ὅπως λοιπὸν μὲ τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά του ὁ πελεκᾶνος σῴζει τὰ παιδιά του ἀπὸ τὸ φαρμάκι τοῦφιδιοῦ, ἔτσι –λέει ὁ ὕμνος μας–ὁ Χριστός, μὲτὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά του ὡς ἀντίδοτο, σῴζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.Μεγάλες οἱ ἀλήθειες αὐτές, πολὺ μεγάλες·μὰ δὲν συγκινοῦν τὴν χοιρώδη κοινωνία μας,ἡ ὁποία μὲ ἄλλα πράγματα ἀσχολεῖται τώρα.
Ἄλλοτε, ὅταν ἀκουγόταν στὶς ἐκκλησίες τὸ ἐγκώμιο «Ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευράν σου, Λόγε, σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς» ,δὲν ἔμενε μάτι ἀδάκρυτο. Ὁ πιστὸς λέει στὸΧριστό· «Μὲ τὴν πληγὴ στὴν πλευρά σου, Λόγε τοῦ Θεοῦ, ζωογόνησες σὰν πελεκᾶνος τὰ θανατωμένα παιδιά σου στάζοντάς τους (στὸ στόμα) ζωογόνους κρουνούς». Ἀκούγοντας τὸ τροπάριο αὐτό, ὅπως καὶ τὰ ἄλλα, νιώθει εὐγνωμοσύνη σ᾽ ἐκεῖνον ποὺ ἔδωσε τὸ αἷματου γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς τὴν αἰώνιο ζωή.
Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου, σᾶς παρακαλῶ νὰ παρακολουθοῦμε μὲ ἄκρα ἡσυχία τὴν ἀκολουθία καὶ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐπιταφίου. Χωρὶς ἄσκοπες μετακινήσεις, μὲ σιωπὴ καὶ μὲ κατάνυξι, ἂς ἀκοῦμε τὰ ἑκατὸ περίπου τροπάρια τῶν ἐγκωμίων, ποὺ ὅπως εἴπαμε εἶνε ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ σύνολο.Ἀλλοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν βαριοῦνται καὶ δὲν φεύγουν· στὰ νυχτερινὰ κέντρα κάθονται μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες· στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ δὲν ἔμαθαν δυστυχῶς νὰ μένουν καὶ νὰ λατρεύουν.Γιά σκεφτῆτε· Μεγάλη Παρασκευὴ καὶ νά ᾽νε ἀνοιχτὰ τὰ νυχτερινὰ κέντρα! Θεέ μου Θεέ μου, ἀστροπελέκια θὰ πέσουν, σφοδροὶ ἄνεμοι καὶ τυφῶνες θὰ σαρώσουν αὐτὸ τὸ ἁμαρτωλὸ κράτος. Στοὺς ναοὺς δὲν ἔρχονται· κι ἂν ἔρθουν,δὲ βλέπουν τὴν ὥρα πότε νὰ φύγουν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ ἐκκλησία συγκαταβαίνοντας στὴν ἀδυναμία τῶν ἀνθρώπων, τὰ ψάλλει συντομώτερα, γιὰ νὰ γίνῃ ἡ ἔξοδος τοῦ ἐπιταφίου.Παρακαλῶ, λοιπόν, νὰ ἐπικρατῇ τάξις.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 28-4-1978.

Τῆς Μεγαλης Παρακευῆς...


π .Κων. Ν. Καλλιανός  
Στὸν ποιητὴ τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων, τὸν φιλότιμο τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας Ἱεράρχη, Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Πέργης κύριον Εὐάγγελον, πασχάλιον εύχετήριον
Ἕνα τρυφερὸ καὶ ὁλοπόρφυρο, δροσερὸ τριαντάφυλλο, προσφέρεται σήμερα, αὐτὴ τὴ μέρα τὴ σημαδιακὴ καὶ κορυφαία τῆς Μεγαλης Παρασκευῆς, τριανταφυλλο πάντερπνο τῆς Πασχαλιᾶς, ποὺ εὐωδιάζει ἀπό κατάνυξη καὶ θάλπος, γιὰ τὸν Κύριό μας, ποὺ εἶναι καὶ παραμένει ὁ «πραΰς βασιλεύς»(Μτθ. 21,5). Βασιλεύς, μὲ φιλανθρωπία ὅμως, ποὺ φθάνει μέχρι σταυροῦ καὶ θανάτου· μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία γιὰ τὴν ἐπιστροφή μας ἀπό τὴ χαοτικὴ τὴ χώρα τῆς ὅποιας μας ἐξορίας. Ποὺ κυριολεκτικὰ συγκλονίζει τὶς ἁπλὲς καὶ ταπεινὲς ψυχὲς, οἱ ὁποῖες συνειδητοποιοῦν αὐτὴ Του τὴν προσφορά. Προσφορὰ δοσμένη μὲ ἁγνὴ ἀγάπη καὶ φιλία, ποὺ ἀσφαλῶς δὲν ἐξαντλεῖται μέσα σὲ μικροσυμφέροντα, ὅπως συμβαίνει μεταξὺ ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων.

Αὐτὸ λοιπὸν, τὸ τριαντάφυλλο κατατίθεται σήμερα, Μεγάλη Παρασκευὴ, μέρα πανόλβια καὶ ἐστεμμένη μὲ τὸ γνήσιο καὶ ἐπίσημο διάδημα, ἐκεῖνο τῆς Θυσίας. Διάδημα ἀναμφισβήτητο, ποὺ κανεὶς δὲν τόλμησε νὰ τὸ ἀποκαθηλώσει. Κατατίθεται, λοιπόν, σήμερα στὸν Κύριο τῆς δόξης. Τὸν ἐσταυρωμένο ὅμως Κύριο, ποὺ στέκει «νεκρὸς καὶ ἄπνους» στὸ μέσον τῆς Ἐκκλησιᾶς-στὸ κέντρο τοῦ Κόσμου δηλαδὴ καὶ ἀναμένει: ἀναμένει Ὕμνους Ἐπιταφίους, ἀναθρεμένους μές στὴν κατενυγμένη καρδιά, ποὺ μὲ συνειδητὴ πενθοφορία ἐπιμένει νὰ κελαϊδεῖ. «Κύριε Θεέ μου, ἐξόδιον ὕμνον, καὶ ἐπιτάφιον, ᾠδήν σοι ᾄσομαι, τῷ τῇ ταφῇ σου ζωῆς μοι» . Γιατί, ἄραγε; Μά, ἐπειδὴ ὅλη αὐτὴ ἡ στράτα θὰ καταλήξει στὸ «Τοῦτο Σάββατόν ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ᾧ Χριστὸς ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος.» .
Ἂς συνεχίσουμε τὸ ταξίδι μας στὴν Μ. Ἑβδομάδα χωρὶς νὰ καταστοῦμε θεατὲς τῶν ὅσων συμβαίνουν, ἀλλὰ, ἂς μπερδευτοῦμε μὲ τὸ πλῆθος καὶ ἄς ἀναρωτηθοῦμε τελικὰ ποιοὶ καὶ μὲ ποιοὺς εἴμαστε...Μονάχα ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ φθάσουμε στὴν ἡμέρα τὴ Λαμπρὰ τῆς Ἀνάστασης, μαζὶ μ’ έκείνους ποὺ τὴν πρωτογνώρισαν, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Ἰησοῦς ἦταν πραγματικὰ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάσταση (βλ. Ἰω.15, 6) Γιὰ νὰ εἰσοδεύει ἔτσι στὴ ζωή μας ἡ νέα ἐλπίδα, δηλαδή, ὁ Θεὸς πού ἔχει νικήσει τὸν θάνατο, «Θανάτῳ, θάνατον πατήσας»

Ἀμήν. 
πηγή 

Δεν ήταν οι εβραίοι…αλλά ΕΓΩ Κύριέ μου!


xristosΤου Φιλούμενου Χατζή /πηγή
Δεν ήταν οι Ιουδαίοι, Ιησού Χριστέ, φως και χαρά μου, που Σε σταύρωσαν, Δεν ήταν αυτοί που Σε πρόδωσαν στο δικαστήριο, που με μοχθηρία Σε έφτυσαν στο πρόσωπο, που σε χτύπησαν, σε κορόϊδεψαν, σε μαστίγωσαν.
Δεν ήταν οι στρατιώτες με τις σιδερένιες τους γροθιές που σε βασάνισαν, σου φόρεσαν το αγκάθινο στεφάνι, σήκωσαν το σφυρί να μπήξουν τα καρφιά, σήκωσαν τον καταραμένο μέχρι εκείνη την ημέρα Σταυρό, ή έπαιξαν στα ζάρια τον χιτώνα σου:
Εγώ είμαι Κύριε, Εγώ είμαι Χριστέ μου αυτός που τα έκανε όλα αυτά. Εγώ είμαι το βαρύ ξύλο που κουβάλησες, Εγώ το χοντρό σκοινί που Σε δέσανε, Εγώ τα καρφιά και η λόγχη, Εγώ το μαστίγιο που Σε φραγγέλωσε, Εγώ το καταματωμένο στεφάνι.
Επειδή όλα αυτά έγιναν, αλλοίμονο! για τις αμαρτίες μου.
Oταν πλησίασε και είδε την Πόλη, έκλαψε γι αυτήν και είπε: 
«μακάρι νάξερες κι εσύ, έστω την ημέρα αυτή, τι θα μπορούσε να σου χαρίσει την ειρήνη. Τώρα όμως αυτό μένει κρυφό απο τα μάτια σου. Γιατί θάρθουν για σένα μέρες που οι εχθροί σου θα σε χωρίσουν με χαρακώματα, θα σε περικυκλώσουν και θα σε πολιορκήσουν απο παντού. Θα αφανήσουν κι εσένα και τα παιδιά σου και δεν θα σου αφήσουν πέτρα πάνω στην πέτρα. Κι όλα αυτά γιατί δεν έδωσες σημασία την ημέρα που σ’ επισκέφθηκε ο Θεός». (Λουκάς 19: 41-44)
Γεθσημανή 
Νύχτα της 4ης Απριλίου του έτους 30… Νύχτα 16η του μηνός Νισσάν η πρώτη νύχτα των αζύμων...
Νύχτα γαλήνης, στον κήπο των ελαιών,
στη γή της ελιάς και της πέτρας,
απέναντι απο την αγαπημένη Πόλη,
Ο Άνθρωπος λύγισε...
Ο Θεός αγρυπνά μαζί Του...
Οι άνθρωποι κοιμούνται ανυποψίαστοι,
Οι προδότες αγρυπνούν...
Σείς δένδρα αιώνια που μιλάτε με τον άνεμο,
Σείς πουλιά της νύχτας ακοίμητα,
Σύ νύχτα που αγκαλιάζεις την πλάση,
Αγρυπνείστε σείς μαζί μου,
Τη νύχτα της αγωνίας, τη στιγμή του πόνου..
Μην μ’ εγκαταλείπετε.
Μην μ’ εγκαταλείπετε μόνον με την καρδιά μου.
O Iησούς στο όρος των Ελαιών (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 14,32-36)
Ο Ιησούς γνωρίζει ότι ήδη καταδικάσθηκε από τις θρησκευτικές αρχές, γνωρίζει ότι ένας απο τους αδελφούς του, ο Ιούδας, τον πρόδωσε, γνωρίζει ότι το τέλος του πλησιάζει…
Ο Ιησούς είναι ένας άνθρωπος, ένας απλός κανονικός άνθρωπος όπως εμείς, και μπροστά στο αίνιγμα του θανάτου, ενός θανάτου ατιμωτικού, βίαιου που τον περιμένει, αγωνιά και φοβάται όπως κάθε άνθρωπος.
Οι μαθητές του, οι φίλοι του δεν καταλαβαίνουν και κοιμούνται…
Έτσι αρχίζει το πάθος του Ιησού, πάθος ανθρώπινο, και σε τούτο το πάθος του Ιησού, του Υιού, αρχίζει και το πάθος του Θεού Πατρός: Ακόμη και σε τούτη την ώρα του μαρτυρίου Ο Ιησούς και Ο Πατήρ είναι ένα, μία ουσία, μία θέληση μία κοινωνία εν πνεύματι αγίω.
Αλλά γιατί αυτό το μαρτύριο, γιατί αυτό το πάθος;
Υπάρχει μόνον μία απάντηση:
Σ’ έναν άδικο κόσμο, το δίκαιο μπορεί μόνον να απορριφθεί, να καταδικασθεί, να καταδιωχθεί.
Στον αθώο πέφτει η βίαιη λύσσα των ενόχων.
Στον αμνό ορμάνε οι λύκοι,
Στον άνθρωπο της ειρήνης ορμάνε αυτοί που αγαπούν τον πόλεμο. Ο Ιησούς που γνωρίζει μία αιτία για την οποία αξίζει να θυσιάσει τη ζωή του, γνωρίζει ότι ακόμη και το μαρτύριο μπορεί να έχει ένα νόημα.
Ναι, Ο Ιησούς προσδίδει σ’ αυτό του το μαρτυρικό τέλος την συμπαράστασή του με εμάς,

Αποδέχεται τον βίαιο θάνατό που χτυπάει τα θύματα της ιστορίας,
Αποδέχεται μέσα στην αμφιβολία και τον ανθρώπινο δισταγμό την θέληση του Πατρός και συνεχίζει να τον καλεί με το όνομα Του:
"Abba, Πάτερ ηγαπημένε".
Κύριε, Πατέρα και αδελφέ μας,
Μπροστά στα στην αγωνία και το μαρτύριο του θανάτου
Στεκόμαστε με φόβο.
Στάσου δίπλα μας, συμπαραστάσου μας.
Ο Ιησούς προδίδεται απο τον Ιούδα, συλλαμβάνεται. (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 14,43-46)
Κι ενώ οι πιστοί μαθητές κοιμούνται,
Ενας άλλος μαθητής αγρυπνά και προδίδει τον ηγαπημένο.
Νάτος έρχεται μέσα στο σκοτάδι, οδηγός ληστών και κακοποιών, σπείρας που κινείται γρήγορα για μιά αιφνιδιαστική σύλληψη.
Κτηνωδία των γεγονότων:
Ενα μέλος της κοινωνίας των ανθρώπων,
Ενας φίλος που έζησε τρία χρόνια με τον Υιό του Ανθρώπου,
Τον παραδίδει στην σπείρα,
Τον προδίδει με ένα φιλί.
Το φιλί που χαρακτηρίζει την αγάπη, γίνεται σημείο ενοχής.
Και ο Ιησούς δεν αμύνεται:
Ήδη αμετάκλητα επρόφερε με την καρδιά και τα χείλη το «Αμήν» στον Πατέρα, στο θέλημα εκείνου που τον έστειλε, απεδέχθη να στρατευθεί με το μέρος των ανωνύμων θυμάτων και παραδίδεται στους σφαγείς του.
Αλλά με τον λόγο συνεχίζει να αποδεικνύει την ελευθερία του, να παραδίδεται την νύχτα που καλύπτει ενόχους και αθώους και να διαφεύγει την ημέρα που ευρίσκετο στον ναό ανάμεσα σε όλους διδάσκοντας.
Είναι ο καιρός των σκιών και του φόβου:
Το κακόν φαίνεται να υπερισχύει και το φώς φαίνεται να σβέννυται.
Και εμείς που ευρισκόμαστε;
Οπως ο Ιούδας εκτελούμε σημεία αγάπης που γίνονται εκδηλώσεις μίσους;
Όπως οι άλλοι μαθηταί που εγκατέλειψαν τα πάντα για να ακολουθήσουν τον Ιησού, όλοι τον εγκαταλείπουμε, δραπετεύοντας την εσχάτη ώρα του πόνου και του μαρτυρίου;
Ιησού Αγαπημένε, φίλε μας μοναδικέ,
Στο σκοτάδι σε προδώσαμε,
Προδώσαμε αυτόν που αγαπάμε;
Μόνον Εσύ δεν μας προδίδεις ποτέ.
Ο Ιησούς καταδικάζεται απο τους Αρχιερείς. (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 14,55 61β-64)
Ιδού ανακοινώνεται επισήμως η καταδίκη. Η καταδίκη εκείνη
Που, όπως κάθε δίκη ενάντια στο δίκαιο,
Εχει αποφασισθεί πρίν ακόμη αρχίσει η διαδικασία:
Απο πάντοτε οι αθώοι καταδικάζονται έτσι,
Απο πάντοτε οι θρησκευτικοί άρχοντες καταδικάζουν έτσι τους προφήτες.
Στον χώρο που αγιάσθηκε για το δίκαιο,
Στον οίκο της γνώσεως,
Στο χώρο που αφιερώθηκε στην εξομολόγηση στον Θεό της αληθείας,
Ο Ιησούς δικάσθηκε ένοχος θανάτου, γιατί έπραξε και εδίδαξε την αλήθεια.
Πόσοι δίκαιοι καταδικασμένοι ανα τους αιώνας
Αναγνωρίζουν επιτέλους στο πρόσωπο του μοναδικού δικαίου και αθώου την αξία της δικής τους άδικης θυσίας;
Ο Ιησούς, ο αμνός του πατρός ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου,
Ταπεινός και ήσυχος άν και βασανιζόμενος,
Σιωπά και δεν ανοίγει το στόμα του.
Κι αυτή του η σιωπή κραυγάζει την αλήθεια με τη δύναμη της θύελλας.
Και έτσι οι άρχοντες της θρησκείας των πατέρων Του,
Μπροστά στον αθώο Υιό του Πατρός, δεν μπορούν τίποτε άλλο να κάνουν για να υποκριθούν το δίκαιο της ατιμίας τους απο το να σκίζουν τα ενδύματά τους – σημάδι πένθους του λαού Του- για να δηλώσουν ότι το Ευαγγέλιο είναι για κείνους – τους «Εκλεκτούς» άγγελμα ζοφερόν και κακόν.
Και όμως ακόμη και σ’ αυτούς ο Ιησούς δίδει μιά ελπίδα σωτηρίας:
Θα ιδούν τον Υιόν του Ανθρώπου να ανέρχεται εις τους ουρανούς και όλοι τους θα χτυπούν με απελπισία το στήθος τους, ακόμη και εκείνοι που τον επρόδωσαν.
Ιησού, Προφήτη και Πατέρα μας,
Ακόμη και εμείς οι χριστιανοί, πολλές φορές στην ιστορία, σε καταδικάσαμε ερήμην σου, καταδικάζοντας τους μάρτυρές σου.
Η σιωπή σου μας το θυμίζει με οδύνη.

Ο Πέτρος αρνείται τον Κύριο (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 14, 66. 70β-72)
Ο Πέτρος, ο Πρώτος απο τους Αποστόλους, αυτός που πρώτος αναγνώρισε στο πρόσωπο του Διδασκάλου τον Μεσσία, αυτός που επελέγη και ονομάστηκε η πέτρα πάνω στην οποία η εκκλησία του Κυρίου θα θεμελιωθεί, αυτή την ώρα που ο Ιησούς παρουσιάζεται στους εχθρούς και σταυρωτές του, αυτή ακριβώς την ώρα δεν αναγνωρίζει το πρόσωπο εκείνου με τον οποίο έζησε μαζί για τρία χρόνια.
Η σκληρή πέτρα δεν αντέχει. Υποχρεούται να αναγνωρίσει την αδυναμία της να εμπιστευτεί ακόμη και τον εαυτό της.
Ο Ιησούς είχε προειδοποιήσει τον Πέτρο:
Μην εμπιστεύεσαι ούτε τον εαυτό σου, να πιστεύεις στον ακλόνητο βράχο που είναι ο Θεός Πατέρας!
Αρκεί ένας υπηρέτης, μία σκλάβα για να προκαλέσει αγωνία θανάτου στον Πέτρο, για να τον κάνει να παραλύσει απο φόβο, αλλά δεν θα μπορούσε να γίνει αλλοιώς!
Ο Πέτρος δεν μπόρεσε να δεχθεί ούτε την ταπείνωση του Θεού, ούτε την ταπείνωση του Διδασκάλου, ούτε την ιδέα του μαρτυρίου του Μεσσία. Ήταν βέβαιος ότι ο Θεός θα επικρατούσε,
Ότι ο Υιός του Θεού θα αποδείκνυε την δόξα του, ότι η Βασιλεία θα εγκαθίστατο με πυγμή.
Διεμαρτυρήθη στον Ιησού
Όταν τους μίλαγε για το πάθος,
Όταν θέλησε να τους πλύνει τα πόδια
Ταπεινωνόμενος σαν δούλος.
Και τώρα δίπλα στον κόκκορα της αυγής, ο Πέτρος κλαίει,
Κλαίει με πικρό δάκρυ,
Ως ο πρώτος αμαρτωλός που μετανοεί και συγχωρείται απο τον Ιησού, αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να ηγηθεί με την αγάπη, όχι με την δόξα,
Χωρίς χρυσό ή άργυρο,
Πλένοντας τα πόδια στους αδελφούς,
Προσφέροντας την ζωή
Δούλος των δούλων του Κυρίου.
Ιησού, Υιέ του Ανθρώπου,
Φαντάζει τόσο εύκολο για τον καθένα μας να σ’ αρνηθεί:
Να πούμε ότι δεν σε γνωρίζουμε, ούτε σαν Υιό του Θεού, ούτε σαν Ιουδαίο, ούτε σαν τον πλησίον.
Χάρισέ μας δάκρυα μετανοίας.
Ο Ιησούς καταδικάζεται απο τον Πιλάτο, (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15, 6.11-15)
Λίγες μέρες πρίν ο Ιησούς εισήλθε θριαμβευτής στην Ιερουσαλήμ,εισήλθε σαν Βασιλεύς.
Τώρα ο όχλος κραυγάζει τον θάνατό του:
Άρον, άρον, Σταύρωσον Αυτόν.
Ο πιλάτος ο κυβερνήτης, γνωρίζει την αθωότητα του Ιησού,
Γνωρίζει ότι δεν παρέβη τον νόμο.
Μα γνωρίζει επίσης ότι δεν μπορεί να απογοητεύσει τις μάζες
Για να διασώωσει την εξουσία του Καίσαρος.
Όπως τότε έτσι και σήμερα.
Σε πόσες άραγε «λειτουργίες» φάρσα έχουμε συμμετάσχει:
Μακάβριες τελετές στις οποίες οι όχλοι υποκλινόταν μπροστά στην εξουσία των βασανιστών του πλησίον μας,
Πόσες φορές σιωπήσαμε μπροστά στους καταδικασμένους χωρίς δίκη, στα Άουσβιτς, στα γκουλάγκ, στους ορυζώνες της Καμπότζης και της Κίνας, στα δάση του Αμαζονίου.
Ας ελευθερωθεί ο εγκληματίας,
Ας καταδικασθεί ο αθώος που μας ενοχλεί και μόνον να τον βλέπουμε!
Κραυγές των όχλων σ’ όλες τις εποχές
Που πίσω τους αναγνωρίζουμε την φωνή της εξουσίας,
Του πολιτικού ολοκληρωτισμού που την διευθύνει,
Για να πνίξει την φωνή των φτωχών,
Των καταδεδιωγμένων, των καταπιεσμένων,για να σβήσει για πάντα ο διάλογος της ψυχής με τη συνείδηση των ανθρώπων.
Αντί του Ιησού που σαρκώνει τον Υιό του Θεού Πατρός και του Ανθρώπου, αντί της πορείας ειρήνης, ταπείνωσης και ελέους
Προτιμάται αυτός που έγινε ο υιός του Πατρός, Βαραβάς, (Bar-Abba), ο δρόμος του εγκλήματος, της παρανομίας, του φόνου.
Ναι! Ο Ιησούς είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος που θα καλύψει με το θάνατό του τα εγκλήματα της εξουσίας.
Σταύρωσον Αυτόν!
Αλλά ο αποδιοπομπαίος τράγος μετατρέπεται στον αμνό τον αίροντα τας αμαρτίας του κόσμου δια της ελευθερίας που του δίδει η αγάπη.
Θα μπορούσε να τους συντρίψει με ένα του βλέμμα,
Ρίχνοντας πάνω τους ποταμούς φωτιάς
Αλλά υπέμεινε τον θάνατο σαν άνθρωπος.
Αυτό είναι το πραγματικό θαύμα, η αποδοχή του θανάτου, η αγάπη.
Γι αυτό λοιπόν δεν έχω ανάγκη την ανάσταση και τη βασιλεία του για να τον αγαπήσω με όλη μου την δύναμη της αδύναμης ανθρώπινης καρδιάς μου...
Τον λατρεύω σήμερα, αυτή την θλιμμένη Παρασκευή, αυτή την ημέρα, αυτή την ώρα του θανάτου Του.
Ιησού, Πατέρα, Αδελφέ και Βασιλέα,
Υποκρισία, απληστία και ψεύδος μας κυριεύουν:
Κι έτσι ο δίκαιος και ο αθώος διώκονται.
Εως πότε Κύριε, έως πότε;
Ο Ιησούς μαστιγώνεται και περιβάλλεται στέφανον εξ ακανθών. (κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15, 16-20)
Δεν αρκεί η καταδίκη, απαιτείται ο εξευτελισμός η ταπείνωση.
Ο Μεσσίας ο Βασιλεύς του Ισραήλ Γίνεται ο τελευταίος, ο κατάπτυστος, ο περιφρονούμενος απο τους ανθρώπους, ο άνθρωπος του πόνου που γνωρίζει το μαρτύριο.
Ενδεδυμένος την βασιλική πορφύρα,
Περιτεθείς τον στέφανον εξ ακανθών,
Λοιδορείται, βασανίζεται.
Αυτό το πρόσωπο που στο Θαβώρ
Έλαμψε ως ο ήλιος,
Αυτό το πρόσωπο που μετεμορφώθη,
Σήμερα εδώ, αυτές τις ώρες, στο χλωμό φώς
Μιάς αυλής σβήνει...
Το πρόσωπο του Ιησού,
Εικών του αοράτου Θεού,
Υπόσχεση του προσώπου που αναμένει κάθε άνθρωπο,
Μετεβλήθη στο πρόσωπο του δούλου,
Αυτού που στερείται προσώπου,
Μετεμορφώθη στην εικόνα εκείνου που στερείται κάθε ανθρώπινης ιδιότητος.
Συντρίβεται το όνειρο, η ψευδαίσθηση
Ενός Μεσσία ισχυρού και εκδικητή,
Ενός Θεού που επιβάλλει
Και υποχρεώνει στόν άνθρωπο
Την αναγνώρισή του.
Ο Ιησούς σήμερα αποδεικνύεται περισσότερο απο ποτέ Θεός,
Περισσότερο απο ποτέ ότι είναι το πρόσωπο του Θεού:
Εδώ στο Πραιτώριον περισσότερο απο ότι στο Θαβώρ.
Το πρόσωπον εκείνου που ταπεινώνεται
Και δεν εκδικείται,
Το πρόσωπον εκείνου που αγαπά τόσον που δέχεται χτυπήματα
Και δεν ανταποδίδει,
Το πρόσωπον εκείνου που χάνει την ταυτότητα του
Για να αναγνωρισει την ταυτότητα του πλησίον.
Κύριε, ποιό είναι το πρόσωπόν σου που αναζητούμε;
Σε ποιό πρόσωπον θέλουμε να σε αναγνωρίσουμε;
Κύριε Ιησού Χριστέ, Εικόνα του Θεού του Αοράτου,
Ημείς αναζητούμε το πρόσωπόν σου, Το πρόσωπον του Θεού, το πρόσωπον του αληθώς ανθρώπου.
Βοήθησέ μας να σε αναγνωρίσουμε στο πρόσωπον του πλησίον μας που υποφέρει.
Ο Σίμων ο Κυρηναίος βοηθά τον Κύριο να σηκώσει τον Σταυρό Του (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15, 20-21)
Αρχίζει το πραγματικό μονοπάτι του σταυρού. O Ιησούς όμως συντετριμμένος καταρρέει κάτω απο το βάρος του σταυρού του ατιμωτικού θανάτου και του μαρτυρίου του.
Ο Ιησούς μεταφέρει το σταυρό του,
Πρώτος απο εκείνους που επιστρέφουν μεταννοούντεςστον Θεο. Εκείνος που είπε: «Οστις θέλει οπίσω μου ελθείν άρον τον σταυρόν αυτού και ακολούθει μοι» ανοίγει σήμερα πρώτος τον δρόμο.
Αλλά κανείς απο τους ηγαπημένους μαθητές δεν βρίσκεται πίσω του: Εφυγαν όλοι, εκρύβησαν απο τον φόβο. Ομως υπάρχει ένας Ιουδαίος ο Σίμων ο Κυρηναίος που επέστρεψε σήμερα στη γή του Ισραήλ, στις πύλες της Ιερουσαλήμ.
Γυρνάει άραγε στο σπίτι του; Ανεβαίνει στο Ναό για το Πάσχα; Δεν γνωρίζει τίποτε για τον Ιησού, ούτε για τα τεκταινόμενα.
ΟΙ φρουροί τον πλησιάζουν, τον υποχρεώνουν να μεταφέρει τον σταυρό, έναν σταυρό που δεν είναι δικός του, τον σταυρό του Κυρίου.
Εκείνον μόνον απο το πλήθος που παρακολουθεί. Έναν Ιουδαίο, ακόμη έναν Ιουδαίο. Ο Σίμων δεν αρνείται ούτε κρύβεται στο πλήθος για να φύγει, υποχρεώνεται να κουβαλήσει-όπως τόσοι ανάμεσά μας-ένα σταυρό που δεν είναι δικός τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι κουβαλούν τον σταυρό του Κυρίου τους...όπως τόσοι που δεν γνωρίζουν ούτε το όνομα του σταυρού, στην καθημερινή κούραση, την δυστυχία και τον πόνο της ζωής.
Ο Σίμων δέχεται να άρει εκείνο τον Σταυρό, τον Σταυρό ενός αγνώστου απο συμπάθεια σ’ εκείνο τον συντετριμμένο άνθρωπο που κατέρρευσε εμπρός του.
Στο Πρόσωπο του Ιησού αναγνωρίζει έναν άλλον συνάνθρωπόν του, ημιθανή, καταδικασμένο, βασανισμένο, κυνηγημένο: έναν άνθρωπο που χρειάζεται βοήθεια.
Πόσοι Σίμωνες Κυρηναίαοι μέσα στον κόσμο: Ισως και να μην είναι χριστιανοί, ίσως να μην γνωρίζουν τον Χριστό, αλλά είναι άνθρωποι που αναγνωρίζουν στον πόνο του άλλου την δική τους ανθρώπινη υποχρέωση, φτωχοί άνθρωποι που βοηθούν φτωχούς ανθρώπους.
Μιά μέρα ο Κύριος θα θυμηθεί αυτή την βοήθεια που αυτοί προσέφεραν στον συνάνθρωπο, για τον σταυρό που βοήθησαν να κουβαληθεί.
Τότε θα του απαντήσουν: «μα ποτε Κϋριε σε βοηθήσαμε να άρεις τον Σταυρόν Σου;» Ο δέ Κύριος θα τους πεί: «κάθε φορά που κουβαλήσατε τον σταυρό ενός εκ των ελαχίστων τον ιδικόν μου Σταυρόν άρατε ως άλλοι Σιμωνες Κυρηναίοι.
Κύριε και Θεέ μας, δούλε και Υιέ του Πατρός Και εμείς κουβαλάμε τον σταυρό και κάποτε δεν το γνωρίζουμε κάν:
Τον σταυρό του θανάτου μας, του αινίγματος της αμαρτίας, το μυστήριο της ζωής.
Για τον καθένα μας Εσύ Κύριε είσαι καθημερινά ο Σίμων ο Κυρηναίος.
Ο Χριστός Σταυρώνεται (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15, 22-27)
Γολγοθάς-κρανίου τόπος: εκεί ευρίσκεται κατα την παράδοση το κρανίου του Αδάμ, του ανθρώπου. Στον τόπο που πέθανε ο Αδάμ ο πρώτος άνθρωπος, πεθαίνει σήμερα ο νέος Αδάμ, ο Ιησούς.
Ο Αθώος κρεμάται στο ξύλο.
Κρεμάται ανάμεσα σε ουρανό και γή,
Κρεμάται ανάμεσα σε δύο εγκληματίες.
Ο θάνατος του Σταυρού, θάνατος των καταραμένων απο Θεό και ανθρώπους,
Θάνατος για εκείνους που η κοινωνία ήθελε να ξεχάσει...
Οι περαστικοί βλαστημούν εκείνον που ανέστησε νεκρούς,
Οι «ευσεβείς» ιερείς ασχημονούν κατα εκείνου που έσωσε άλλους,
Οι κακοποιοί προσβάλλουν εκείνον που έζησε κάνοντας μόνον το καλό: «Δείξε μας τώρα άν είσαι ο Μεσσίας , επέβαλλε τη θέλησή σου στους ανθρώπους με δύναμη και δόξα!»
Κι όμως αυτά τα τρυπημένα χέρια θέλουν να τα φιλήσουν όλοι, ακόμη και οι εχθροί που τα τρύπησαν, ακόμη και οι διώκτες που τον εσταύρωσαν.
Ο καθένας μας, πιστός ή όχι οδεύει προς τον θάνατο, που όταν τον συναντήσει θα συναντηθεί με τον Ιησού που τον συνάντησε πρίν απο όλους: Θα τον συναντήσει να έχει τα χέρια του ανοιχτά έτοιμον να αγκαλιάσει όλη την ανθρωπότητα απο την οποία ουδείς-ούτε και ο θάνατος μπόρεσε να τον χωρήσει.
Αυτή είναι ή αίτησή του προς τον Πατέρα,
Αίτηση που διετυπώθη με παρρησία
Αίτηση που διετυπώθη με την ανίκητη δύναμη της αγάπης.
Επέτρεψε σε όλους Πατέρα μου να με προσκηνύσουν νεκρό. Και στον φονηά και στον ληστή και στην πόρνη και στον βλάσφημο. Και δώς τους άφεση και συνείδηση της αμαρτίας τους για να επιστρέψουν σε σένα.
Ο Χριστός στο σταυρό. Τα πόδια αγγίζουν τη γή. Οι τρείς σταυροί βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Ο Χριστός δεν βρίσκεται στη μέση, είναι ο τριτος εσταυρωμένος.
Η μαύρη γενειάδα πέφτει στο πρόσωπο. Το πρόσωπο δεν είναι η εξειδανικευμένη μορφή των ζωγράφων. Είναι πρόσωπο αποστεωμένο, σκληρό, πρόσωπο εβραϊκό.
Αυτό το πρόσωπο δεν το βλέπω και θα επιμένω να το αναζητώ μέρι την τελευταία μέρα της πορείας μου στη γή.
Ιησού Εσταυρωμένε, ακομη και στον θάνατο, τον θάνατο των καταραμένων στο σταυρό, μας αγκαλιάζεις.
Τα χέρια σου ανοιχτά μοιάζουν να θέλουν να αγκαλιάσουν όλη την πλάση.
Σε αντικρύζουμε ντροπιασμένοι απο το βάρος της αμαρτίας μας, η αγκαλιά σου θα μας εξιλεώσει.
Ο Ιησούς πεθαίνει στον Σταυρό. (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15, 33-39)
Απεσταλμένος του Θεού για τους ανθρώπους, Ο Ιησούς επιστρέφει στον Θεό.
Ιδού ο θάνατος, το τέλος του ανθρώπου:
Για τον Ιησού θάνατος βίαιος, τον συναντά στο μέσον της ζωής.
Ο θάνατος είναι εκεί, αλλά που είναι ο Θεός;
Ο Ιησούς φωνάζει, προσεύχεται, καλεί...
Στον Ιορδάνη την ώρα της βάπτισης ο Πατήρ ενεφανίσθη: «Ιδού ο Υιός μου ο αγαπητός!...»
Στο Θαβώρ την ώρα της Μεταμόρφωσης, οι μαθηταί ήκουσαν την ίδια φωνή.
Στον Γολγοθά την ώρα του θανάτου, η φωνή του Θεού είναι η σιωπή: Ο Θεός σιωπά, όπως και ο Ιησούς στο μαρτύριο.
Ο Ιησούς τον καλεί: «Θεέ μου Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλειπες;»
Στην αγωνιώδη αυτή επίκληση σαρκώνονται όλες οι αμφιβολίες μας, όλες μας οι δυσπιστίες, όλες μας οι απομακρύνσεις.
Ο Ιησούς μας έδειξε τον δρόμο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια. Υπήρξε μαζί μας μέχρι το τέλος, προσέγγισε ακόμη και την μικρότερη αδυναμία μας, έφτασε μέχρι εκεί που στην ψυχή μας δεν υπάρχει ο Θεός.
Αυτός είναι ο Σταυρός, το σκάνδαλο του Σταυρού, ο τόπος του μαρτυρίου του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Ο Κύριος πεθαίνει με μιά φωνή, μιά κραυγή αγωνίας προς τον ουρανό, μιά φωνή που πρίν απο εμάς συγκέντρωσε όλες τις επιθανάτιες αγωνίες κάθε ανθρώπου στη γή: «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλειπες;»
Χριστέ μου, Αγάπη άχρι θανάτου,
Κατήλθες έως του Άδου,
Όπου δεν υπάρχει Θεός, όπου απουσιάζει η χάρις,
Και ανέστης θριαμβευτής,
Ενίκησες για όλους μας.
Οι γυναίκες στον Γολγοθά (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15,40-41)
Μόνον μερικές γυναίκες παρακολουθούν απο μακρυά το μαρτύριο και το πάθος του Κυρίου. Μερικές γυναίκες που τον ακολουθήσαν απο την Γαλιλαία, έως την Ιερουσαλήμ, είναι μαθήτριες δίπλα απο τους μαθητές στην μικρή μετακινούμενη κοινότητα του Χριστού. Οι μαθητές έφυγαν και κρύφτηκαν, οι γυναίκες όμως όχι!
Με αφοσίωση ακολούθησαν τον Διδάσκαλο και προφήτη τους μέχρι τον θάνατο.
Κατά τη διάρκεια όλης της επίγειας πορείας τους ο Ιησούς υπερασπίστηκε τη γυναίκα, την άκουσε, την υποδέχθηκε σαν ίσος προς ίσον σε μια κοινωνία που την θεωρούσε λίγο καλύτερα απο ένα ζώο, την παρηγόρησε, την υποστήριξε.
Καμμιά γυναίκα δεν υπήρξε εχθρός του Ιησού, Ο Διδάσκαλος ουδέποτε επιτίμησε τις γυναίκες όπως το έκανε στους ιερείς τους γραμματείς και τους ανθρώπους του ναού.
Ανάμεσα στις γυναίκες μοναδικούς μάρτυρες του μαρτυρίου και του θριάμβου της ταπείνωσης του διδασκάλου, βρίσκεται η μητέρα του Ιησού, μάρτυρας αιώνιος της αγάπης που γεννιέται, δίπλα της βρίσκεται μόνος ο μαθητής ο ηγαπημένος ο Ιωάννης, μάρτυρας αιώνιος της αγάπης που δεν θνήσκει.
Ελάχιστα έχουν γραφεί γι αυτή την παρουσία των γυναικών στο πάθος του Κυρίου. Άραγε μάθαμε έστω και σήμερα να αναγνωρίζουμε αυτή την διακριτική παρουσία την γεμάτη αγάπη στην εκκλησία μας και τις κοινωνίες μας;
Ιησού, Δίκαιε και Άμωμε, εσύ θα βρίσκεσαι επι του σταυρού μέχρι το τέλος των ημερών:
Υπάρχουν αυτοί που σε αντικρύζουν με αγάπη και κλαίνε,
Υπάρχουν κι αυτοί που σε κοιτάζουν και δεν σε βλέπουν.
Κι εμείς, εμείς σε βλέπουμε άραγε όλες τις ημέρες της ζωής μας;
Ο Ιησούς τίθεται στο μνημείο (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 15,42-46)
Το βράδυ αυτής της αγίας ημέρας, Παρασκευή 7 Απριλίου του έτους 30, το σώμα του Ιησού, όπως το σώμα κάθε θνητού, τίθεται στο μνήμα.
Ο Ιωσήφ ο απο Αριμαθαίας, μέλος του Συνεδρίου, ζητά απο τον Πιλάτο το σώμα του Κυρίου: κατεβάζει το άγιο σώμα χωρίς ψυχή απο τον σταυρό, το τυλίγει στο σάββανο και το εναποθέτει σε μνήμα σκαμμένο στο βράχο. Κι ένας βράχος φράζει το μνημείο.
Τέλειωσαν άραγε όλα;
Τέλειωσαν μ΄ένα προβλέψιμο, λογικό τρόπο;
Τέλειωσε λοιπόν έτσι μιά ιστορία που για πολλούς ήταν η ιστορία του Θεού;
Το σώμα του Ιησού, χάνεται στο σκοτάδι της γής και κάθε ελπίδα φαίνεται να σβύνει για πάντα μ΄ εκείνο το σεισμό που ακολουθεί.
Με τον θάνατο του Ιησού ο ουρανός εσκοτίσθη και φαντάζει αδιαπέραστος:
Για τις γυναίκες που μοιρολογούν, για τον Ιωσήφ που περιμένει την βασιλεία τώρα δεν αντικρύζει παρά μόνον την σιωπή του Θεού.
Δύσκολα σκέφτεσαι μιά νέα αυγή.
Το σώμα του Ιησού, βασανισμένο, μαστιγωμένο, εξευτελισμένο, ταπεινωμένο, αυτό το σώμα το σημαδεμένο απο το αίμα του, αυτό το σώμα τυλιγμένο στο σάββανο, αυτό το σώμα αναπαύεται και αναμένει την φωνή του Πατρός.
Ιησού μου Λόγε και Σιωπή του Θεού Πατρός, στην ζωή σου υπήρξες λόγος και παρηγορία των αδυνάτων, στο σάββανο και την παγωνιά του μνήματος υπήρξες ελπίδα και ανάστασις των κεκοιμημένων. Άραγε μές στις κραυγές του κόσμου μας μπορούμε να ακούσουμε τον ψίθυρο της σιωπής στην αναμονή της Ανάστασης;
Η αυγή του Πάσχα (Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 16,1-4)
Ακόμη και μετά απο μιά τέτοια Παρασκευή ανέτειλε το Σάββατο, ημέρα γιορτής, ημέρα ανάπαυσης, ημέρα του Θεού που σώζει. Ύστερα η αυγή της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, ημέρα που ο Θεός δημιούργησε το φώς, ημέρα που το σκότος ενικήθη.
Αλλά ακόμη και σ’ αυτή την θλίψη του σκότους, ακόμη και μέσα σ’ αυτή την σιωπή του θανάτου οι γυναίκες μαθήτριες του Κυρίου, συνεχίζουν να αισθάνονται την παρουσία του Διδασκάλου και Προφήτη, ανάμεσα τους η Μαρία απ’ τα Μάγδαλα, που ήδη είδαν την συντριβή της δικής τους σκοτίας.
Ο Ιησούς είναι νεκρός αλλά η αγάπη ζεί:
Το σώμα που αναπαύεται στο μνήμα πρέπει να αρωματισθεί, να διατηρηθεί, να προφυλαχθεί απο την σήψη και την φθορά, πρέπει να φιληθεί, πρέπει να θρηνηθεί.
Υπάρχει λοιπόν μιά αγάπη πιο δυνατή απο τον θάνατο, υπάρχει μιά αγάπη πιο δυνατή απο την κόλαση!
Τρεις γυναίκες προχωρούν προς το μνήμα, στο πρώτο χάραγμα της ημέρας μετά το Σάββατο, πιστές  μυροφόρες, μα ποιός θα μετακινήσει το λίθο που στέκεται ανάμεσα στην αγάπη τους και τον Ιησού;
Κι όμως ο βράχος απεκυλήθη, κανένα εμπόδιο για μιά νέα κοινωνία εν Χριστώ Ιησού.
Επι του μνήματος ένας νέος,καθήμενος ενδεδυμένος φώς
Στο Θαβώρ τρείς άνδρες με φορέματα φωτός.
Και μία φωνή απο φώς υποδέχεται τις μαθήτριες του Κυρίου:
«Μην φοβείσθε! Ζητείτε τον Ιησού απο την Ναζαρέτ τον Εσταυρωμένο; Τι ζητείτε τον ζώντα μετα των νεκρών; Ανέστη ουκ έστιν ώδε!»
ΝΑΙ, ο Πατήρ απήντησε στον Υιό:
Το αγαθόν επεκράτησε του πονηρού, ο θάνατος κατοικήθηκε απο τον Θεό τον ζώντα, η ζωή κατατρόπωσε τον θάνατο!
Οι γυναίκες φεύγουν απο το μνημείο άφωνες: ανακοίνωση που δεν μπορεί να ανακοινωθεί, ευαγγέλιον μή αναγνώσιμο.
Για να το κοινωνήσουμε στους άλλους πρέπει μόνον να το ζήσουμε στην ελπίδα της ανάστασης.
Αναστημένε μας Ιησού, η μόνη θανάσιμη αμαρτία είναι η απιστία στην Ανάστασή σου, η απιστία στη νίκη της ζωής επι του θανάτου: στερέωσε την πίστη μας, την ελπιδα μας, το έλεός μας προς τον πλησίον.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...