Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Οκτωβρίου 01, 2011

Κυριακή β' Λουκά Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου

Κυριακή β' Λουκά
«Ὅπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄλλοι ἔτσι νὰ συμπεριφέρεσθε καὶ ἐσεῖς πρὸς αὐτούς, διότι ἂν ἀγαπᾶτε μόνο ἐκείνους πού σας ἀγαποῦν, ποιὰ ἀμοιβὴ θὰ λάβετε, ἀφοῦ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν, ἐκείνους ποῦ τοὺς ἀγαποῦν; Καμία.
Καὶ ἂν δανείζετε μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ τὰ πάρετε πίσω, ποιὰ χάρη θὰ λάβετε ἀπὸ τὸν Θεό, διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν γιὰ νὰ τὰ πάρουν πίσω; Καμία.
Νὰ ἀγαπᾶτε καὶ τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ τοὺς εὐεργετεῖτε καὶ νὰ τοὺς δανείζετε χωρὶς νὰ ἐλπίζετε σὲ ἀνταπόδοση καὶ τότε ὁ μισθός σας θὰ εἶναι πολύς, διότι καὶ ὁ Θεὸς εἶναι εὐεργετικὸς κι ὅμως οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀχάριστοι.
Γίνεσθε λοιπὸν σπλαχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον σας καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυσκολίες τοῦ καθὼς καὶ ὁ Θεὸς εἶναι σπλαχνικὸς πρὸς ὅλους».
Ἀδελφοί μου,
Πολὺ ὄμορφη ἡ σημερινὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου μας. Μία διδασκαλία ποὺ περιέχει ἕνα χρυσὸ κανόνα ἀποδεκτὸ ἀπὸ ὅλους τους ἀνθρώπους, μὲ τὸν ὁποῖον, ἐὰν τὸν εἴχαμε θὰ μπορούσαμε νὰ λύσουμε ὅλα τὰ προβλήματα καὶ τῆς κοινωνικῆς καὶ προσωπικῆς μας ζωῆς: «ὅπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄλλοι, ἔτσι νὰ συμπεριφέρεσθε καὶ σεῖς πρὸς τοὺς αὐτούς».
Ἴσως κάποιος ἀπό σας διερωτηθεῖ: «πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτὴ ἡ ἁπλὴ φράση νὰ λύνει τὰ προβλήματά μας, ὅταν ἑκατομμύρια νόμοι δὲν τὸ ἔχουν ἐπιτύχει;»
Ἔχετε ἀπόλυτο δίκιο νὰ διερωτηθεῖτε, γιατί εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι σήμερα οἱ ἄνθρωποι γράφουν νόμους γιὰ νὰ λύσουν τὰ προβλήματα. Καὶ εἶναι πράγματα ἑκατομμύρια οἱ νόμοι αὐτοί. Κι ὅμως ὄχι μόνο δὲν τὰ ἔχουν λύσει ἀλλὰ καὶ τὰ ἔχουν αὐξήσει. Γιατί ἄραγε; Ποιά εἶναι οἱ αἰτία τῆς ἀποτυχίας τῶν νόμων;
Ἔχουν ἀποτύχει γιατί στηρίζονται στὸν ἐξαναγκασμὸ καὶ τὴν βία καὶ ὄχι στὸν νόμο τῆς καρδιᾶς «Ὅπως θέλετε νὰ συμπεριφέρονται…», γι’ αὐτὸ γίνονται ἀτροφικοί καὶ βλέπουμε, ἐνῶ ὑπερασπίζουν τὴ ζωή, τὸ δίκαιο καὶ τὰ ἀγαθὰ τοῦ ἀνθρώπου ἡ ζωὴ νὰ σφαγιάζεται καθημερινά, τὸ δίκαιο νὰ παραβιάζεται καὶ τὰ ἀγαθὰ νὰ ληστεύονται καὶ νὰ καταπατοῦνται.
Ἔναντι τώρα αὐτῶν τῶν ἑκατομμυρίων νόμων ποὺ ὑπάρχουν, ὁ Κύριος ἀντιπαραθέτει τὸν δικό του νόμο, τὸν ὁποῖο στηρίζει, ὄχι στὴ βία ἀλλὰ στὴν ἀγάπη, γιατί αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ μυστικὸ τῆς λύτρωσής μας ἀπὸ τοὺς ἐφιάλτες ποὺ ὑπάρχουν στὴν προσωπικὴ καὶ στὴν κοινωνική μας ζωή. Αὐτὴ δημιουργεῖ καὶ τὴν συμπόνια μας γιὰ τὸν ἄλλο καὶ τὴ δυστυχία του, γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἄφησε ὁ Κύριος τὴν ἐντολή: «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».
Αὐτὸς ὁ νόμος τοῦ Κυρίου «καθὼς θέλετε νὰ συμπεριφέρονται οἱ ἄλλοι, ἔτσι καὶ σεῖς νὰ συμπεριφέρεσθε πρὸς αὐτούς», εἶναι πραγματικὰ ὁ νόμος τῆς τάξεως, ὁ νόμος τῆς δικαιοσύνης καὶ ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, γι’ αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐξαλείψει καὶ τὸ ἔγκλημα καὶ τὴν ἐκμετάλλευση.
Ἀδελφοί μου,
Ὅταν ζοῦσε ὁ Ἅγιος Διονύσιος τῆς Ζακύνθου, ἀσκήτευε στὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Ἀναφωνήτριας. Μία νύκτα λοιπόν, δέχθηκε τὴν ἐπίσκεψη ἐνὸς ἀγνώστου ποὺ εἶχε ἀγριεμένο βλέμμα, ἀλλὰ κουρασμένη καὶ τρομαγμένη μορφή. Ὅλα ἔδειχναν ὅτι κάτι τὸ φοβερὸ συνέβαινε σὲ αὐτόν.
Τὸν ἐρώτησε λοιπὸν ὁ ΄Ἅγιος, τί ἔχει καὶ εἶναι τόσο ἀναστατωμένος καὶ ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Ἁμάρτησα Ἅγιε Πατέρα. Σκότωσα ἄνθρωπο. Σὲ μία στιγμὴ ὀργῆς ὁ νοῦς μου σκοτίσθηκε καὶ ἔγινα φονιάς. Σκότωσα τὸν Κωνσταντῖνο Σιγούρο καὶ ἕνα ἀπόσπασμα μὲ κυνηγάει. Εἶμαι ἄθλιος τὸ ξέρω, ἀλλὰ ἔρχομαι στὴν ἁγιωσύνη σου γιὰ νὰ μὲ σώσει. Κρύψε μὲ σὲ παρακαλῶ».
Κεραυνὸς ἔπεσε στὸν Ἅγιο. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζητοῦσε νὰ τὸν βοηθήσει ἦταν ὁ φονιὰς τοῦ ἀδελφοῦ του, τὸν φόνο τοῦ ὁποίου μόλις ἄκουσε. Μία δυνατὴ ἐσωτερικὴ πάλη, ἐξέσπασε τότε στὴν ψυχὴ τοῦ Ἁγίου. Εἶχε πληροφορηθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν φονιὰ τὸν φόνο τοῦ ἀδελφοῦ του Κωνσταντίνου καὶ ὁ φονιὰς τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν σώσει. Τί θὰ ἔκανε;
Ἡ εὐσπλαχνία καὶ ἡ συγνώμη κυριάρχησαν στὴν ψυχὴ τοῦ ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ Σταυρωμένου Κυρίου του, ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν Πατέρα Του νὰ συγχωρήσει τοὺς σταυρωτές Του.
Δὲν ἔβλεπε τὸν φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του ἀλλὰ ἕνα δυστυχισμένο ἄνθρωπο γι’ αὐτὸ τὸν προστατεύει καὶ τὸν κρύβει ἀπὸ τοὺς διῶκτες του. Καὶ ὅταν ἐκεῖνοι ἔφυγαν τοῦ εἶπε:
«Ἐκεῖνος ποὺ σκότωσες εἶναι ἀδελφός μου. Μποροῦσα νὰ σὲ ἐκδικηθῶ καὶ νὰ σὲ παραδώσω, μὰ δὲν τὸ ἔκανα. Πήγαινε καὶ προσπάθησε νὰ ἐξιλεωθεῖς γιὰ τὸ ἔγκλημά σου. Ὁ Χριστὸς στὸ Σταυρὸ συγχώρησε τὸν ληστὴ ποὺ μετάνιωσε. Προσπάθησε καὶ ἐσὺ νὰ γίνεις ἄξιος της θείας συγνώμης».
Τότε ὁ φονιὰς γονάτισε καὶ μὲ πικρὰ δάκρυα ἔβρεξε τὸ χέρι τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος στὴ συνέχεια τὸν φυγάδευσε ἀπὸ τὸ νησὶ μὲ καΐκι.
Ἀδελφοί μου,
Ὁ Κύριος μας ζητεῖ νὰ μὴν κάνομε στοὺς ἄλλους ὅ,τι δὲν θέλουμε νὰ μᾶς κάνουν αὐτοὶ καὶ νὰ εἴμεθα σπλαχνικοί. Τί λέτε, θὰ προσπαθήσομε νὰ τὰ κάνομε;
Ὁ Κύριος ἂς εἶναι μαζί μας.
Π.Β.Μ

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΛΟΥΚΑ (Ι.Μ.Μεσογαίας και Λαυρεωτικής)

Ὑπὸ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Ἀ. Κυπριανοῦ
Ἐφημερίου Ἱ.Ν. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Γλυκῶν Νερῶν

Κυριακὴ Β´ Λουκᾶ(Λουκ. 6, 31-36 )
«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι
καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»
«Χρυσὸς κανόνας», ἀγαπητοί μου, ἔχει ὀνομαστῆ αὐτὴ ἡ φράση τοῦ Κυρίου μας. Εἶναι μιὰ μικρὴ πρόταση τοῦ Κυρίου μας μ᾿ ἕνα ἀπέραντο ἠθικὸ περιεχόμενο. Λίγες λέξεις ποὺ ὅμως περικλείουν ὅλους τοὺς ἀνθρώπινους νόμους. «Χρυσὸς κανόνας», ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ὁποίου μπορεῖ νὰ διαπλάση χρυσοῦς ἀνθρώπους. Καταστατικὸς χάρτης κοινωνικῆς δικαιοσύνης καὶ εὐημερίας τῶν λαῶν. Σπουδαῖος καὶ δίκαιος ρυθμιστὴς διαπροσωπικῶν σχέσεων. Ὁ πιὸ ὑπέροχος νόμος στὴν πολυνομία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ πιὸ γλυκειὰ φωνὴ ποὺ ἀκούστηκε μέσα σ᾿ ἕνα κόσμο ποὺ κυβερνᾶ τὸ πάθος, ἡ ἀδικία καὶ ἀνομία. «Ὅπως θέλετε νὰ φέρωνται σὲ σᾶς οἱ ἄλλοι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ συμπεριφέρεστε καὶ σεῖς σ᾿ ἐκείνους». Νόμος δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης. Ὁδηγὸς εὐγένειας καὶ καλῆς συμπεριφορᾶς. Συμπερίληψη τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἐφαρμογὴ αὐτοῦ τοῦ κανόνα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κοινωνική της διάσταση ἔχει καὶ μεταφυσικὴ προοπτική· ἀφοῦ ὁ Κύριος μᾶς ὑπόσχεται: «Ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου».
Ἀδελφοί μου· ἂν ὑπάρχει κάτι ποὺ χαρακτηρίζει τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς δικαιοσύνης. Ὅλοι διψοῦν γι᾿ αὐτήν, ὅλοι τὴν ἀναζητοῦν, ὅλοι θεωροῦν πὼς δικαιοσύνη σημαίνει εἰρήνη καὶ ἰσότητα, ὅλοι τὴν προσδοκοῦν, καὶ καθ᾿ ἕνας ἀπὸ μᾶς μὲ τὴ ζωή του καὶ τὴ συμπεριφορά του τὴν ὑπονομεύει.
Μέσα ἀπὸ κάθε σελίδα τῆς Ἁγ. Γραφῆς ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ βροντοφωνάζει μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα «Δικαιοσύνην μάθετε οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς», γιὰ νὰ συμπληρώση ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ· «Δίκαιος Κύριος καὶ δικαιοσύνας ἠγάπησεν». Ἡ δικαιοσύνη εἶναι μητέρα τοῦ νόμου καὶ ἀδελφὴ τῆς ἀγάπης· «Ὃ μισεῖς, μηδενὶ ποιήσῃς». Δὲν εἶναι ἀρκετὸ ν᾿ ἀποφεύγη κανεὶς τὸ κακὸ, ἀλλὰ νὰ φροντίζη νὰ κάνη πάντα τὸ καλό. Ἡ διάπραξη τοῦ καλοῦ εἶναι πιὸ ὑπέροχη καὶ ἐπιβλητικὴ ἀπὸ τὴν ἁπλῆ ἀποφυγὴ τοῦ κακοῦ. Αὐτὸς ποὺ βοηθάει καὶ ἐξυπηρετεῖ καὶ διακονεῖ καὶ προσφέρει εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ δὲν παίρνει τὴν ξένη περιουσία. Ὅποιος ἀδικεῖ «κομιεῖται ὃ ἠδίκησε» καὶ «ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι». Ὁ παράδεισος εἶναι κλειστὸς στοὺς ἄδικους καὶ πλεονέκτες. Ὁ χριστιανὸς δὲν πρέπει νἄχη σχέση ἢ σύνδεσμο μὲ τὴν ἀδικία· γιατὶ «πᾶς ὁ ὀνομάζων τὸ ὄνομα Κυρίου ἀπέχει ἀπὸ ἀδικίας».
Ἡ ἄλλη διάσταση τοῦ «χρυσοῦ κανόνα» εἶναι, ἀγαπητοὶ ἀκροατὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες», δηλαδὴ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, εὐεργετεῖτε καὶ δανείζετε χωρὶς νὰ περιμένετε νὰ σᾶς τὰ ἐπιστρέψουν ἢ ὅτι κάποτε θὰ σᾶς ξεπληρώσουν.
Ἀγαπᾶτε τοὺς πάντας, τοὺς ἐχθρούς, τοὺς συκοφάντες σας, τοὺς ἀγνώστους, τοὺς ξένους, τοὺς ἀλλοεθνεῖς, τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ αὐτῶν.
Δικαίως κάποιος θὰ ρωτήση· γιατί; Γιατὶ «ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου». Ὁ στοχαστὴς ἅγιος, ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος λέγει: «Ἀγάπα καὶ κάνε ὅ,τι θέλεις» καὶ εἶναι αὐτὸ τόσο μεγάλη ἀλήθεια, ἀφοῦ, ὅταν ἀγαπᾶς, δὲν θὰ μισήσης, δὲν θὰ φονεύσης, δὲν θὰ κλέψης δὲν θὰ κατακρίνης, δὲν θὰ συκοφαντήσης, δὲν θὰ βλάψης τὴν τιμὴ καὶ ὑπόληψη τοῦ ἀδελφοῦ σου, τοῦ συνανθρώπου σου· δὲν θὰ πικράνης, ὅσο καὶ ἂν ἔχεις πικραθῆ.


«Μηδενὶ οὐδὲν ὀφείλομεν ἢ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους» . Ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γράφει: «Τεκνία, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»
» . Ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γράφει: »
Ἡ ἀγάπη ἐκτείνεται πρὸς πάντας, ὄχι μόνον πρὸς ὅσους μᾶς ἀγαποῦν. Γιατὶ ὅταν ἀγαπᾶμε ὅσους μᾶς ἀγαποῦν, τί διαφέρομε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἁμαρτίας καὶ μέθης τῆς κλοπῆς καὶ ἀνηθικότητος, ποὺ μεταξύ τους ἔχουν ἀλληλεγγύη καὶ φιλαλληλία καὶ κρατοῦν τὸν λόγον τους καὶ ἔχουν φιλία καὶ ἀγάπη. Ἐδῶ ἀκριβῶς ὑπάρχει ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη· ποὺ ἔχει θεία τὴν καταγωγὴ, γιατὶ εἶναι ἀνιδιοτελής, ἀνυστερόβουλος, ἀνυπόκριτος, μιὰ «ἀγάπη ποὺ οὐδέποτε ἐκπίπτει». Ἡ ἀγάπη ἔχει καταγωγὴ θεία, ἐπειδὴ εἶναι χάρις καὶ γνώρισμα οὐράνιο, εὐλογία Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ ὑπερβολικὴ ἀγάπη μᾶς ἀγάπησε καὶ ὡς ἐκ τούτου «τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους». Εἶναι δὲ ὡφέλιμος καὶ «οἰκτίρμων πρὸς τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς». Ἐναγκαλίζεται τοὺς πάντας, ἀκόμα καὶ τοὺς ἀποκρουστικοὺς ἐχθρούς, γιατὶ «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶν», καὶ γιατὶ ὑπάρχει «οἰκτίρμων πρὸς τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς.
Ὅπως εἶναι δόξα στὸ Θεό, τὸ ὅτι ἐμφανίζεται εὐμενὴς πρὸς τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς, καὶ ὅτι παρέχει τὶς δωρεές του πρὸς τοὺς χειρότερους καὶ φαυλότερους τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι εἶναι δόξα καὶ ἔπαινος σ᾿ ὅσους μιμοῦνται τὸ Θεό καὶ γίνονται εὐεργετικοὶ καὶ πρὸς τοὺς ἀδικοῦντες καὶ πρὸς τοὺς προκαλοῦντες ἐχθρούς τους, γιατὶ «γίνονται τέλειοι, καθὼς ὁ Θεὸς τέλειός ἐστιν».
Ἡ ἀγάπη εἶναι καὶ λέγεται σύνδεσμος τελειότητος καὶ ἀφοῦ ἡ κυριωτέρα ἐντολὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ εἶναι «ν᾿ ἀγαπῶμεν ἀλλήλους» ὀφείλουμε μιμούμενοι τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ν᾿ ἀγαπᾶμε ἀπεριόριστα καὶ συνεχῶς ὡς Ἐκεῖνος, γιὰ νὰ γίνουμε τέλειοι σὰν Αὐτὸν. Τὸ γνώρισμα τῶν ἀνθρώπων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εἶναι: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» ποὺ σημαίνει ὅτι: αὐτὸ εἶναι τὸ μοναδικὸ γνωρισμά σας στὸν κόσμο· ἡ ἀγάπη μεταξύ σας.
Γιατὶ ἡ ἀγάπη εἶναι ὑπέρβαση τῆς δικαιοσύνης. Ἀδελφοί μου· ὅταν ἡ δικαιοσύνη ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι μιὰ ἀφηρημένη κατάσταση καὶ εἶναι πλάνη νὰ μιλοῦμε γι᾿ αὐτή. Ἐὰν θέλουμε νὰ ᾿μαστε δίκαιοι καὶ ἐὰν θέλουμε νὰ ἐπικρατήση στὸν κόσμο μας, στὴ ζωή μας ἡ δικαιοσύνη, τότε πρέπει νὰ ἐφαρμόσουμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν».

π. Χερουβειμ Βελέτζας Κυριακή Β Λουκά

 
Σήμερα ο Κύριος μάς ομιλεί, μέσα από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά, για την εντολή της αγάπης. Και ξεκινά προτέποντάς μας να συμπεριφερόμαστε στους συνανθρώπους μας όπως ακριβώς επιθυμούμε και οι άλλοι να συμπεριφέρονται προς εμάς, δηλαδή μας λέει ότι αν θέλουμε οι άνθρωποι να μάς αγαπάνε, να μάς σέβονται, να μάς συγχωρούν, τότε κι εμείς πρώτοι θα πρέπει να είμαστε άνθρωποι της αγάπης. Γιατί, συνεχίζει, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, όπως κάνουν οι αμαρτωλοί, και κάνετε καλό μόνο σε εκείνους που σας φέρονται καλά, τότε μέσα σας δεν υπάρχει η χάρις του Θεού. Αν δανείζετε σ’ εκείνους από τους οποίους περιμένετε να έχετε απολαβές, όπως κάνουν οι αμαρτωλοί, τότε η αγάπη γίνεται αντικείμενο δοσοληψίας, τότε η φιλανθρωπία είναι ιδιοτελής, τότε δεν υπάρχει αγάπη, αλλά συμφέρον και εγωισμός. Γι αυτό, πάλι μας προτρέπει, να αγαπάτε τους εχθρούς σας, και να πράττετε το αγαθό και να δανείζετε χωρίς να περιμένετε σε καμία ανταπόδοση, και τότε ο μισθός σας θα είναι πολύς, και θα είστε γνήσια παιδιά του Υψίστου, μιας που ο ίδιος ο Θεός ευεργετεί ακόμα και τους αχάριστους και πονηρούς ανθρώπους. Να είστε ελεήμονες, καταλήγει στο λόγο Του ο Χριστός, όπως ελεήμων είναι και ο Πατέρας σας.
Με τους λόγους αυτούς ο Κύριος αναλύει πρακτικά τι σημαίνει η αγάπη προς τον πλησίον, και την διαστέλλει από κάθε ενέργεια που αποβλέπει στο συμφέρον μας. Η αγάπη δεν είναι για το Χριστό μια κίνηση που εξαρτάται από τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας, αλλά αντλεί την καταγωγή της και τη δύναμή της από τον ίδιο το Θεό. Γι αυτό και η νέα εντολή, η μοναδική εντολή της Καινής Διαθήκης, είναι το «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους»[1], καθώς σ’ αυτή στηρίζονται και ο Νόμος και οι Προφήτες[2], και κάθε έκφραση της εν Χριστώ ζωής. Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος[3] θα μάς πει ότι η αγάπη, η ευσπλαγχνία και η φιλανθρωπία προς τους αδελφούς μας, είναι θεώνυμες και θεομίμητες πράξεις, και πραγματώνουν το καθ’ ομοίωσιν μέσα μας. Και ο Μέγας Βασίλειος[4], σημειώνει ότι ο άνθρωπος, δεν είναι ούτε άγριο ζώο, ούτε πλασμένος για να ζει μόνος του, αλλά ως κοινωνικό όν έχει ανάγκη να επικοινωνεί με τους άλλους ανθρώπους, να αγαπά και να εισπράττει αγάπη. Γι αυτό και ο Κύριος δίνει την σαφή εντολή της προς αλλήλους αγάπης, και θέλοντας να διεγείρει την ψυχή μας προς την πραγμάτωση της αληθινής κοινωνίας με τον πλησίον, μάς λέει ότι σημάδι ότι είμαστε γνήσιοι μαθητές Του είναι όχι η θαυματουργία, αλλά η αγάπη. Δεν ζήτησε ο Χριστός από τους Αποστόλους να κάνουν σημεία και θαύματα, παρόλο που ο ίδιος τούς έδωσε αυτή την δωρεά και χάρη, αλλά ταυτίζει την αγάπη προς τον πλησίον μα την αγάπη προς τον ίδιο το Θεό. Επείνασα, μας λέει, και μου δώσατε να φάω, και τα λοιπά. Και τούτο, επειδή η αγάπη προς τον πλησίον και η αγάπη προς τον Θεό είναι αλληλένδετες, και η μία τροφοδοτεί και ενισχύει την άλλη.
Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, μέσα στην ανθρώπινη ατέλεια και αδυναμία μας, και έχοντας ανάγκη να εισπράξουμε την αγάπη των συνανθρώπων μας, την αποδοχή τους, την κατανόησή τους, να αντιλαμβανόμαστε την αγάπη ως μια κίνηση συναισθηματική, που περιορίζεται σε ένα στενό κύκλο ανθρώπων γύρω μας, και συχνά μεταβάλλεται, ανάλογα με τη συμπεριφορά τους. Όμως για τον Χριστό η αγάπη είναι κοινωνία προσώπων, και επειδή ως κοινωνία προσώπων και ως σχέση ενότητας με τον συνάνθρωπο και με τον Θεό δεν μπορεί να υπάρξει με όρους ιδιοτελείς, το χαρακτηριστικό της γνώρισμα δεν είναι η αντιπροσφορά, αλλά η προσφορά δίχως ανταλλάγματα, χωρίς κατ’ ανάγκη να περιμένουμε την ανταπόδοση των άλλων. Πιο απλά, αν περιμένουμε όλοι μας πρώτα οι άλλοι να μάς φερθούν με αγάπη, ώστε κι εμείς να πράξουμε ανάλογα, τότε μοιραία οι άνθρωποι αποξενωνόμαστε μεταξύ μας, κλεινόμαστε στο Εγώ μας και ζούμε από τώρα την απομόνωση, την προσωπική μας Κόλαση. Οι κοινωνίες μας συχνά χαρακτηρίζονται ως απρόσωπες, οι άνθρωποι κυκλοφορούμε στους δρόμους ως μονάδες μέσα στο πλήθος, απομονωμένοι, σκυθρωποί, δίχως ενδιαφέρον για τον πλησίον, δίχως πραγματική αγάπη μέσα μας.
Γι αυτό και ο Χριστός μάς προτρέπει σήμερα να περάσουμε από την παθητική εγωιστική στάση στην ενεργητική και πραγματική έκφραση της αγάπης, που πρώτη προσφέρει και προσφέρεται και θυσιάζεται για τον κάθε άνθρωπο, ακόμα και γι αυτόν που μάς έχει βλάψει ή μάς μισεί. Παράδειγμα, οδηγός και βοηθός στην προσπάθειά μας αυτή είναι ο ίδιος, που ως ο Θεός αγαπά και τους δικαίους και τους αδίκους, και έγινε άνθρωπος και έπαθε για τις δικές μας αμαρτίες, παρόλο που δεν το αξίζαμε και δεν μάς το χρωστούσε, και Αναστήθηκε χαρίζοντας σε όλους εμάς την προοπτική της όντως Ζωής και Ανάστασης και χαράς πνευματικής, που μόνο η σταυρωμένη αγάπη μπορεί να πραγματώσει, μέσα μας και γύρω μας.


[1] Ιω. 13, 34-35. «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν͵ ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους· καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε͵ ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις».
[2] Πρβ. Ματθ. 22, 37-40.
[3] Λόγος περί ἀρετῶν και παθῶν.
[4] Όροι κατά πλάτος, PG 31, 916-917.


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: http://xerouveim.blogspot.com/2009/10/4-10-09_01.html#ixzz1ZB6WAYUC

Αρχιμ.Ιωήλ Κωνστάνταρος ,Κυριακή Β΄Λουκά

 
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. στ΄ 31-36)

Γράφει ο Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ι. Μητρ. Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης

Αν πραγματικά οι άνθρωποι ήθελαν να μελετήσουν και να εφαρμόσουν το Ιερό Ευαγγέλιο, τότε όχι μόνο η κοινωνία μας θα ήταν διαφορετική και όντως ανθρώπινη, αλλά θα είχαμε προσεγγίσει αρετές που έχει ο ίδιος ο Ουράνιος Πατέρας μας.
Αυτή ακριβώς την αλήθεια μας διδάσκει και η Ευαγγελική περικοπή την οποία θα ακούσουμε την Κυριακή στους Ιερούς μας ναούς.
Με το ιδιαίτερο αριστοτεχνικό του χάρισμα και το εξαιρετικό δώρο της θεοπνευστίας που διέθετε ο Άγιος Ευαγγελιστής Λουκάς, καταγράφει τους αποκαλυπτικούς λόγους του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην επί του Όρους ομιλία..........

Οπωσδήποτε δεν πρέπει να υπάρχει πιστός ο οποίος να αγνοεί τους λόγους αυτούς της «Επί του Όρους ομιλίας» όπου συνοψίζουν την ευαγγελική αποκάλυψη και οδηγούν τον άνθρωπο στο να γίνεται γνήσιο τέκνο του Θεού.
Εμείς τώρα, ας σταθούμε μπροστά σ’ ένα ουράνιο διαμάντι και ας προσπαθήσουμε να ρίξουμε κάποιες ματιές, με την σταθερή όμως απόφαση να εφαρμόσουμε στη ζωή μας τις οδηγίες που μας χαρίζει. «Καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως». (Λουκ. στ’ 31), δηλ. Όπως θέλετε να συμπεριφέρονται προς σας και να σας κάνουν οι άνθρωποι, και σεις να κάνετε σ’ αυτούς τα ίδια.
Δεν γνωρίζω αδελφοί μου αν κι εμείς που θέλουμε να λεγόμαστε πιστοί Χριστιανοί, όχι αν τον εφαρμόζουμε τούτο τον λόγο, αλλά αν έχουμε καν συνειδητοποιήσει το ύψος και το βάθος του.
Προφανώς όχι. Τουλάχιστον στο μέγεθος που θα έπρεπε. Ανήκει δυστυχώς και το εδάφιον τούτο στους λησμονημένους λόγους του Κυρίου μας…
Και δεν είναι εκτός πραγματικότητας αλλ’ ούτε και υπερβολικός ο λόγος συγχρόνου αγίου ότι: «Αν οι άνθρωποι εφάρμοζαν την ουράνια αυτή φράση, όχι μόνο οι φοβεροί πόλεμοι (τουλάχιστον μεταξύ των «Χριστιανών» πολιτισμένων) θα είχαν παύσει το καταστροφικό τους έργο, αλλά και αυτές οι σκάλες των δικαστηρίων θα είχαν χορταριάσει, διότι κανένας (τουλάχιστον πιστός), δεν θα περνούσε τις πύλες τους για αν συκοφαντήσει ή να ζημιώσει τον αδελφό του…
Τι τα θέλετε φίλοι μου. Είναι μεγάλη αλήθεια η φράση των σοφών προγόνων μας: «η πολυνομία εστίν ανομία!».
Ψάξτε να βρείτε τον αύξοντα αριθμό του τελευταίου νόμου που εκδόθηκε στην πατρίδα μας και θα εκπλαγείτε από τις χιλιάδες των νόμων που έχουν προηγηθεί, και υφίστανται βέβαια, αποτελώντας στην κυριολεξία ένα απέραντο χαρτοβασίλειο όπου και οι ειδικοί χάνουν τον λογικό τους ειρμό!...
Και όλα αυτά βέβαια, για να διευκολύνεται ο άνθρωπος, ο πολίτης, η κοινωνία…
Αλήθεια, πότε επιτέλους ο άνθρωπος, με απλότητα μικρού παιδιού, θα κατανοήσει πως την χαρά και την ευτυχία του θα τη βρει μόνο κοντά στον Θεό, εφαρμόζοντας τον Άγιο και σωστικό του Νόμο;
Να κάνουμε τώρα λόγο για το ότι έχουμε καταντήσει ή μάλλον έχουν καταντήσει τις κοινωνίες μας επισήμως άθεες και έτι πλέον σατανικές, όταν φτάνουν επίσημα οι ταγοί των εθνών να ψηφίζουν (με ένα δημοκρατικό μανδύα), νόμους που αντιστρατεύονται άμεσα τις επίσημες εντολές του Θεού; Από πού να αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει. Διαζύγια, σύμφωνα ελευθέρας συμβιώσεως, εκτρώσεις, και το έπακρο της διαστροφής και της αποστασίας, η νομιμοποίηση της ομοφυλοφιλίας με όλα τα συμπαρομαρτούντα που καταντούν τον ταλαίπωρο άνθρωπο μια αηδία και ένα βδέλυγμα και τέλος τον αποδεικνύουν χειρότερο και από αυτά τα άλογα κτήνη, τα οποία επιτέλους παραμένουν κινούνται εντός των ορίων της φύσεώς τους…
Αλλ’ αυτοί είναι μια άλλη τραγική πραγματικότητα των μακρά του Θεού κοινωνιών που πληγώνει βαθύτατα και προκαλεί την δικαία οργή και τιμωρία του Θεού…
Ας κλείσουμε τώρα με τούτο. Ο λόγος «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως», αποτελεί πλέον, πρέπει να αποτελεί για τους πιστούς, κανόνα ζωής και συμπεριφοράς, τον οποίον και ο απλούστερος των ανθρώπων τον εννοεί, τον βρίσκει ορθό και μπορεί εύκολα να τον εφαρμόσει.
Η εφαρμογή του κανόνα αυτού θα μας οδηγήσει και σε όλα τ’ άλλα που αναφέρει η Ευαγγελική περικοπή και τέλος θα μας ωθήσει στο να γευθούμε τον γλυκασμό των οικτιρμών. Είναι σημαντικό ότι ο Κύριος Ιησούς, κλείνει τον υπέροχο αυτό κανόνα της τέλειας κοινωνικής συμπεριφοράς με την βαρυσήμαντη προτροπή: «Γίνεσθαι ούν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί.» (Λουκ. στ΄ ,36), δηλ. Γίνεσθε ευσπλαχνικοί προς τον πλησίον σας, συμπονετικοί στις δυστυχίες του, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός, όπως και ο Θεός ο ουράνιος Πατέρας σας είναι ευσπλαχνικός προς όλους και προς σας τους ίδιους.
Υπάρχει αλήθεια αμφιβολία στο ότι αν η κοινωνία μας εφάρμοζε τον κανόνα αυτόν, και αν οι άνθρωποι ρύθμιζαν τη συμπεριφορά τους με απόλυτο κριτήριο τα λόγια του Χριστού, ότι η ζωή μας θα ήταν αρμονική, ειρηνική, και κατά πάντα ευλογημένη;

Αιμιλιανός Λαζαρίδης (1877-1911)

Οι φωτογραφίες και τα κείμενα είναι από το Αρχείο του Αλέξανδρου Τζιόλα που μας παραχώρησε εν όψει των εορτών για τα 100 χρόνια από τη δολοφονία του Αιμιλιανού.
Τιμώντας τη ζωή και το έργο του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού δίνουμε στη δημοσιότητα σημαντικά στοιχεία από την δράση του (και σε φωτογραφικό υλικό) όπου κυρίαρχο ρόλο παίζει …
η ηγετική και μαχητική φυσιογνωμία του που μέχρι σήμερα παρέμεινε στην αφάνεια ή/και δεν έτυχε να έχει στο παρελθόν την αντίστοιχη μεγάλη δημοσιότητα που του αξίζει. Στις περισσότερες αναγνωρίστηκε μετά από χρόνια το πρόσωπο του Αιμιλιανού, επίσης τώρα αναγνωρίζονται οι φωτογράφοι αυτών που είναι οι Αφοί Μανάκια αποδεικνύοντας τη μεγάλη συμβολή τους στην ιστορική τεκμηρίωση των μεγάλων αυτών γεγονότων.
Ο ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ στο Μοναστήρι.
undefined


«…Ιππεύει τότε της Πέτρας ο Αιμιλιανός…»
Σε εκτενή ανταπόκριση του Νικολάου Γεωργιάδη («Πυγμαλίων») δημοσιογράφου της εφημερίδας «Αλήθεια» της Θεσσαλονίκης από την 15η μέχρι την 31η Ιουλίου 1908 από το Μοναστήρι αναφέρεται :
«…Ιούλιος.
Πανηγυρικαί εορταί είχον ήδη επισφραγίση την ανακήρυξιν του Οθωμανικού Συντάγματος. Από των τεσσάρων σημείων της πολυπαθούς Μα­κεδονικής γης αυτοβούλως έσπευδον εις τας πόλεις τα Ελληνομακεδονικά
σώματα, ίνα καταθέσω σι τα τετιμημένα όπλα της αμύνης προ του αναστηλω­θέντος βωμού της θεάς Ελευθερίας. Τόσον εις τας πόλεις όσον και εις τα χωρία και αυτός ακόμη τας καλύ­βας οι πατρώζοντες απόγονοι του βουλγαροκτόνου Αυτοκράτορος και του Με­γάλου Στρατηλάτου πυρετωδώς ητοιμάζοντο να υποδεχθώσι τα ξεφτέρια των βουνών μας
Το Μοναστήριον… Και τίς Έλλην δεν είχε την υπερήφανον αξίωσιν να ίδη αυτό πρωτοστατούν εν τοιαύταις εθνικαίς εορταίς;
Το κατά του ατιμωτικού ζυγού της απολυταρχίας και του βαρβάρου μι­σελληνισμού των ποικιλωνύμων προπαγανδών στήθη ατρόμητα, τόσον πνευ­ματικά όσον και σωματικά, αντιτάξαν ελληνικώτατον αυτού στοιχείον δεν η­δύνατο εν τη περιστάσει ταύτη παρά πλησιφαώς να εξωτερικεύση τους παλ­μούς της καρδίας του και δι’ υποδοχής μεγαλοπρεπούςν’ αποδείξη ότι οι κά­τοικοί του είνε γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων εκείνων Ελλήνων, οίτινες ενθριάμβοις και εορταίς, πανηγύρεσι και θυσίαις πνευματικαίς υπεδέχοντο τους δορυκτήτορας αυτών νικητάς διά να τους στεφανώσωσι με των κλάδων της ελαίας τον μυροβόλον κότινον.
Η 25 Ιουλίου είχεν ορισθή ως ημέρα υποδοχής των Ελληνομακεδο­νικών σωμάτων της περιφιρείας Μοναστηρίου. Η συγκέντρωσίς των εγένετο εν τη ελληνικωτάτη κωμοπόλει Μεγαρόβω, οπόθεν θα κατήρχοντο εις την Μητρόπολιν της επαρχίας, το εύανδρον Μοναστήριον.
Τας προετοιμασίας είχεν αναλάβη εξ ονόματος της Ελληνικής Κοινότη­τος ο Μουσικός μας Όμιλος η «Λύρα». Η αγορά θα έμενε - όπως και έμεινε ­κλειστή δι’ όλης της ημέρας.
Τα κοινοτικά σωματεία, αι κυρίαι και δεσποινίδες, οι διδάσκαλοι και μαθηταί, τα προεδρεία των συντεχνιών και των αδελφοτήτων, οι αντιπρόσω­ποι των πέριξ Κοινοτήτων, όλοι οικειοθελώς ανελάμβανον να δαπανήσωσι χρήμα αδρόν, ίνα εξωτερικεύσωσι την εθνικήν των υπερηφάνειαν επί τω πρωτοφανεί δια τον τόπον μας γεγονότι. Όλοι εσφυρηλάτουν με την σφύραν εκεί­νην την πνευματικήν, ην ισχυροποιεί και οξύνει το αγνόν Ελληνικόν αίσθημα και δι’ αυτής επί αρραγούς άκμονας διέπλαττον σιδηρότευκτον ευριύκυκλον δακτυλοειδιή άλυσον. ήτις μετ’ ολίγας στιγμάς έμελλε να περισφίξη στενότατα. εις εναρμόνιον πανελλήνιοv χορόν τους πανηγυριστάς Μακεδόνας και Κρήτας, Θεσσαλούς και Ηπειρώτας, Μικρασιάτας και Μωραίτας και πάντας τους προς την φωνήν της αμύνης προσδραμόντας λοιπούς Έλληνας και συνδέση αυτούς, άπαντας, είς μίαν λατρείαν, εις ένα αίνον, προς εν όνειρον, προς μίαν Ιδέαν…
Τρισόλβιοι οι γέροντες, ευδαίμoνες οι άνδρες και γυναίκες και οι νέοι οι ιδόντες την εθνικήν εκείνην εν Μοναστηρίω εορτήν, μακάριοι δε και οι μικροί της Πατρίδος βλαστοί μαθηταί, των οποίων αι καρδίαι διαπλάσσονται ελλη­νοπρεπέστατα με τοιαύτης εθνικής αναγεννήσεως αλησμόνητα ιστορικά γεγο­νότα,
Ήτο ημέρα Παρασκευή, Με τους βαρύγδουπους, όσον και ενθουσιώδεις ήχους της καμπάνας αι οικίαι εκκενούνται. Συνταγματικοί ελεύθεροι άπαντες: υπερδεκακισχίλιοι πολίται και αντιπρόσωποι των πέριξ κωμοπόλεων υπεχίλιοι χωρικοί αντιπροσωπεύοντες την πολυστενάζουσαν ύπαιθρον χώραν, προσέρχονται και κατακλάζουσι την αυλήν και τους πέριξ της εκιcλησίας του Αγίου Δημητρίου δρόμους. Αι γυναίκες και τα παιδιά κατολαμβάνουσι τας κεντρικωτέρας οδούς, δια ν’ αποθαυμάσωσι της μεγαλοπρεπούς παρελάσεως την πρωτότυπον εκτύλιξιν.
Υψούνται τα Λάβαρα.
Μυριόστομοι ζητωκραυγαί διερμηνεύουσι μίαν εναρμόνων των αισθη­μάτων της ψυχής συναυλίαν. Προηγείται το λάβαρον της Ελευθερίας. Παρι­στάνει νέαν φυσικού μεγέθους με ολόλευκον χιτώνα και πορφυράν χλαμύδα στεφανούσαν τους νικητάς και επιτάσσουσαν την ανάγνωσιν δύο γλυκυτάτων ρητών: «Τοις προμάχοις της Ελευθερίας η Πατρίς ευγνωμονούσα» και «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί Πάτρης». Λάβαρον πολυδάπανον. Είχε στολί­ση αυτό ο χρωστήρ και η φιλοκαλία των μεγαλοφρόνων δεσποινίδων της α­γλαοφήμου Ελληνικής Κοινότητος Μοναστηρίου.
Το λάβαρον της Ελευθερίας συνοδεύει το των μαθητών του Γυμνασίου.
Το πλαισιοί είς ιερός και εθνικός συμβολισμός, όστις συνδέει τα ομηρικά με τα σημερινά «κλέα ανδρών». Εν τω μέσω οίνε εζωγραφισμένη η εικών του νι­κητού Αχιλλέως σύροντος υπό τα όμματα των Τρώων τον νεκρωθέντα Έκτορα. Κύκλωθεν μία ανθοδέσμη διασκορπίζει όλην την μυρίπνοον ιδέαν του ε­θνικού ρητού «Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων».
Έπονται κατά σειράν τα λάβαρα της Κοινότητος Μοναστηρίου, των Δημοδιδασκάλων της υπαίθρου, των πέριξ κωμοπόλεων, είκοσι και πέντε Συντεχνιών Μοναστηρίου, πεντήκοντα περίπου ορθοδόξων χωρίων, όλα βα­ρύτιμα, βαρυσήμαντα. Ιδιαιτέραν σημασίαν εις τον πανηγυρισμόν εκείνον τον αλησμόνητον προσέδιδεν η ανύψωσις των λαβάρων υπό των αντιπροσώπων των χωρίων της υπαίθρου γης, καθ’ όσον τρανώτατα απεδείκνυον τοιουτο­τρόπως οι πολυπαθείς αγρόται ότι το Ελληνομακεδονικόν κίνημα ήτο επιβε­βλημένης εγχωρίου αμύνης αποτέλεσμα και ουχί ξένης επιβολής προπαγανδι­κόν επιχείρημα,
Με έν θούριον της ορχήστρας ανυψούται και το χρυσοποίκιλτον λάβαρον του Μουσικού Ομίλου η «Λύρα» Προσέρχεται και η στρατιωτική μουσική και απόσπασμα στρατού παντός όπλου συνοδεύει την όλην πομπήν.
Βαδίζομεν προς την εξοχήν. Υπερτεσσαράκοντα νέοι τάσσονται φρουροί της τάξεως Λόχος μαθητών του Γυμνασίου τιμητικώς ακολουθεί το λάβαρο, της Ελευθερίας. Προχωρούμεν. Φθάνομεν εις τα εξοχικά καφενεία Δεβεχανί­ου. Τα τρισδεδοξασμένα των βουνών παλληκάρια, τ’ ακριβοθεώρητα ξεφτέρια της ραχούλας κατέρχονται ίνα διχθώσι τον αδελφικόν ασπασμόν των ομαιμό­νων και ομοφρόνων αδελφών των. Συναντώμεθα…
Προβάλλουσι με τα ευθυτενή και αργυροστόλιστα στήθη των οι αρχηγοί. Ακολουθούσιν οι οπλαρχηγοί και οι οπλίται.
Καβάλλα παν οι αρχηγοί, καβάλλα χαιρετούνε, καβάλλα παίρνουν ταις κρυφαίς ματιαίς, ταις χίλιαις-δυό ευχαίς μας. Φορούν ασήμια στον λαιμό, τσαπράκια στο κορμί των και μεσ’ στη μέσ’ στο στήθος των και τίμιο φέρουν ξύλο. Ένα ασημένιο χαϊμαλί που φέρει Σταυρού σχήμα, περήφανα, το βλέ­πεις, κρέμεται σε κάθε νιου παλληκαριού το φλογισμένο στήθος… Ποιός τους χορταίνει;…
Προπορεύονται οι Κρητικοί Μακρής, Βολάνης, Κοραβίτης και οι Ελ­ληνομακεδόνες Τσίτσος, Παύλος, Σίμος και Στέφος. Το λάβαρον της ελευθε­ρίας, μία νύμφη, είς ζωγραφιστός εθνικός άγγελος καμαρωτά-καμαρωτά υψώ­νεται επί τιμητικού ανθοστολίστου άρματος και με μία γλαυκή ματιά και με μία κρυφή ελπίδα τους χαιρετά, τους μειδιά και με το χιονάτο δεξί ολόλευκο της χέρι ένα στεφάνι της ελιάς στ’ ανδρεία στέλλει παλληκάρια. Χαιρετά τους αρχηγούς, χαιρετά τους οπλαρχηγούς μαζύ και τους οπλίτας. Όλους τους στε­φανώνει.
Αντιχαιρετούν γλυκά-γλυκά της μάχης τ’ ανδρεία λεοντάρια.
Ιππεύει τότε της Πέτρας ο Επίσκοπος.
Με την χείρα του την δεξιάν, ήτις την στιγμήν εκείνην, την ιεράν, αντιπροσώπευε τα τίμια των Γερμανών και Γρηγορίων δεξιά χέρια, ευλογεί το δεδοξασμένον έργον των αρματολών και χαιρετίζει εν μέσω γενικής συγκινήσεως την κάθοδον των ελληνομακεδονικών σωμάτων. Μετ’ αυτόν προσφωνεί τους κατελθόντας ελληνιστί εκ μέρους των αναστηλωτών του Συντάγματος ο Βεχίπ βέης, ακριβώς ο αξιωματικός εκείνος του Οθωμ. στρατού, όστις την 10 Ιουλίου εν τη πλατεία των Στρατώνων Μο­ναστηρίου εκήρυξε πρώτος την αναστήλωσιν του Συντάγματος. Τον επίσημον εν τω τόπω τηςσυναντήσεως χαιρετισμόν της επαρχίας όλης προς τα «ξεφτέ­ρια των βουνών και τους αγιασμένους προμάχους του εθνικού μας αγώνος» διηρμήνευσε δια πατριωτικής προσφωνήσεως ο Μοναστηριώτης καθηγητής κ. Βασίλειος Νώτης.
Επί του αττικώς αιθρίου και γαλανού, την ημέραν εκείνην, ουρανίου στε­ρεώματος τα χιονώδη νέφη εξηκολούθουν ακόμη να διαγράφωσι μίαν ζωηρώς εκτεταμένην κυανόλευκον μαρμαρυγήν, καθ’ ην στιγμήν ευθαλπής ο ήλιος ει­σέδυε θαυμασίως πορφυροβαφής εις της οροσειράς του υπερηφάνου Περιστε­ρίου τας δρυμώδεις πτυχάς.
Η πόλις εναγωνίως αναμένει τα αγγελόμορφα λεβεντόπουλα. Καταρτίζε­ται πομπή θριαμβευτική. Πρώτος σταθμός προ του Διοικητηρίου. Παρίστανται ο Γεν. Διοικητής και αι επίσημοι κυβερνητικαί αρχαί, εξ ονόματος δ’ αυτών προσφωνεί τους κατελθόντας αρηιφίλους άνδρας ελληνιστί ο βοηθός νομάρχης Στεφανάκης Βέης. Προχωρούμεν δια να φθάσωμεν εις την οδόν της 10 Ιουλίου. Ευρισκόμεθα εις το μέσον της πόλεως.
Εκεί «εις το μέσον της ενδόξου πόλεως Μοναστηρίου και εξ ονόματος της επαρχίας Πελαγωνείας» ο Θεοφ Επίσκοπος Πέτρας κύριος Αιμιλιανός «χαιρετίζει γηθυσύνως τους γενναίους προμάχους της ελευθερίας», αναφω­νών: «Ζήτωσαν τα παλληκάρια μας». Μυριόστομος ομοβροντή επαναλαμβά­νει την ζητωκραυγήν ταύτην, ην διαδέχεται ενθουσιασμός ακράτητος και είς απερίγραπτος πανζουρλισμός.
Εκατέρωθεν της οδού φάλαγγες πυκνόταται πανηγυριστών μόλις επι­τρέπουσι να παρελάση η πλειάς των υπερδιακοσίων Πανελλήνων ανταρτών. Οι αρχηγοί συνεχώς χαιρετώσι με τας ανθοδέσμας εις τας χείρας, τας ανθοδέ­σμας εκείνας, ας προσέφερεν εις αυτούς η Φιλόπτωχος Αδελφότης των Eλλη­νίδων Κυριών Μοναστηρίου. Χαίρε, χαριτωμένη λεβεντιά, που με το ηρωικό παράστημα, το αναμμένο μέτωπον, το ήλιοκαμμένο πρόσωπον και την λυγερή σου στάσιν μία φλόγα στην καρδιά μας άναψες, που δεν θα ξανασβύση
Συγκλονούνται οι τοίχοι, οι εξώσται σείονται. Τα λάβαρα, αι σημαίαι, αι υπερτρισχίλιαι πάλιν μικραί σημαίαι, αι κυματίζουσαι εις τας χείρας πολλών εορταστών, τα άνθη τα κατά ανθοδέσμας ριπτόμενα εις τους αρχηγούς και τα σώματα, αι αθώοι περιστεραί, αίτινες με τας κυανολεύκους των ταινίας διαρ­κώς περιίπταντο καθ’ όλην την γραμμήν της 10 Ιουλίου, αι προσφωνήσεις και τα χειροκροτήματα, όλοι αι εκδηλώσεις αύται των αισθημάτων προσέδιδαν
μίαν ονειρώδη μεγαλοπρέπειαν και μίαν φασμαγορικήν αίγλην εις την πρωτο­φανή της αλησμονήτου 25 Ιουλίου εθνικήν μας εν Μοναστηρίω εορτήν. Τα παράθυρα είχον μεταβληθή εις κήπους. Επιγραφαί εκφραστικαί και πατριωτικαί διαυλακούσι τους πευκοστολίστους εξώστας. Εδώ αναγινώσκεις μίαν κυα­νόλευκον επιγραφήν, που σου ανάφτει την φλόγα στα στήθη: «Καλώς τα παλ­ληκάρια μας». Παρέκει άλλην επιγραφήν: «Είς οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί Πάτρης». Παρακάτω άλλην: «Ζήτω η Ελληνομακεδονική άμυνα». Ολί­γον περαιτέρω προβάλλει η εικών του Εθνομάρτυρος Παύλου Μελά, με την επιγραφήν: «Ακολουθήσατε τον Μάρτυρα». Πανταχόθεν και από τας στέγας ακόμη λαμβάνονται φωτογραφίαι….».

Οι φωτογραφίες είναι των Αφών Μανάκια από την Αβδέλλα Γρεβενών που είχαν κάνει έδρα των δραστηριοτήτων τους το Μοναστήρι.

Ήταν η εποχή όταν μετά την ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεοτούρκων που έγινε μετά από στρατιωτικό πραξικόπημα το οποίο ξεκίνησε στο Μοναστήρι και έλαβε κυρίως χώρα στη Θεσσαλονίκη όπου και μεταφέρθηκαν, αμέσως σιδηροδρομικά, ολόκληρα τα επαναστατημένα στρατεύματα με επικεφαλής τον Ενβέρ μπέη και τον Νιάζι μπέη. Υπήρχε διάχυτη η ψευδαίσθηση της «επερχόμενης ελευθερίας και ισότητας των Βαλκανικών λαών» η οποία ουσιαστικά ενταφιάστηκε οριστικά με την δολοφονία του Αιμιλιανού στα Γρεβενά το 1911. Ήταν η αρχή των νέων αγώνων για την απελευθέρωση της πατρίδας.

Από το Αρχείο του Αλέξανδρου Τζιόλα.


Επιστολές του Αιμιλιανού κατά την άσκηση των καθηκόντων του στα Γρεβενά. «Η κατάστασις τέλος εδώ είναι ανυπόφορος. …Εις την Κρανιάν είς Ρουμάνος μας ήρπασεν το σχολείον μας και οι μαθηταί οι ημέτεροι είνε εις το ύπαιθρον… Το Κομιτάτον και αι αδικίαι και αι αυθαιρεσίαι χορεύουν.» επισημαίνει ο Αιμιλιανός σε επιστολή του, ενώ παρακάτω καταγράφει την απαγόρευση να περιοδεύσει «…Αμφιβάλλω δε εάν και τώρα θα μοι επιτρέψουν περιοδείαν». Μαρτυρία που έχει δημοσιευθεί το 1911 από τον Θ. Παναγιωτόπουλο εκ Θεσσαλονίκης που συνομίλησε μαζί του μέσα στην Ιερά Μητρόπολη Γρεβενών αναφέρει : «…μεταξύ των άλλων τω ελέγομεν : – Δεν φοβείσαι Δεσπότη μου τον μέχρι Σαμαρίνης δρόμον; Τουρκορουμανικαί γαρ συμμορίαι ελυμαίνοντο την περιφέρειαν ταύτην. – Τι να φοβηθώ, λέγει, τον θάνατον; Πικρόν πράγμα το ποτήριον αυτού, γλυκύς όμως και ένδοξος ο θάνατος εις τον προσπαθούντα να αφήσει ίχνη της διαβάσεώς του, εργάζεται εθνωφελώς και τέλος πίπτει επί του πεδίου της τιμής.»


O Επίσκοπος Πέτρας Αιμιλιανός αναγνωρίζεται, στο κέντρο, να περιβάλλεται από πολυπληθή ομάδα κληρικών σε μαζική εκδήλωση στο Μοναστήρι όπου το Ελληνικό στοιχείο (η φωτογραφία είναι απόσπασμα από μεγαλύτερη πανοραμική εικόνα των Αφων Μανάκια).

Η πρώτη δημοσίευση τoυ ποιήματος του Γ. Σουρή για τον Αιμιλιανό στο Μακεδονικό Ημερολόγιο του Παμμακεδονικού Συλλόγου στην Αθήνα το 1912.

Ο Εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός


Η “Εξόδιος Ακολουθία του Εθνομάρτυρα Αιμιλιανού”
Ιστορικό φίλμ του 1911 απο τους αδερφούς Μανάκια
Tον Μάρτιο του 1910, ο Πατριάρχης έστειλε στην Μητρόπολη Γρεβενών, που χήρευε γιατί είχε απομακρυνθεί ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος, τον νεαρό Επίσκοπο Πέτρας Αιμιλιανό Λαζαρίδη.

Μεταφορά των σωμάτων των δολοφονημένων Δεσπότου Αιμιλιανού , Διάκου και αγωγιάτη
Η κατάσταση στην περιοχή Γρεβενών ήταν τόσο έκρυθμη, όσο και στο Μοναστήρι. Κι εδώ υπήρχε η δίωξη που είχαν εξαπολύσει οι Τούρκοι, το όργιο το εγκληματικό των Βουλγάρων και επιπλέον και η ρουμανική προπαγάνδα, που την ενεθάρρυναν οι Νεότουρκοι.
Όπως όλοι, έτσι και ο Μητροπολίτης Αιμιλιανός στην αρχή είχε πιστέψει στις εξαγγελίες των Νεοτούρκων. Για να δει πολύ γρήγορα την αλήθεια. Όσο ο καιρός περνούσε, οι Νεότουρκοι άρχισαν να δολοφονούν τους Μακεδονομάχους και να καταδιώκουν τους κληρικούς.
Ο Μητροπολίτης Αιμιλιανός, νέος, γενναίος, αποφασισμένος για κάθε θυσία, ύψωσε το ανάστημα. Με τακτικές Εκθέσεις προς το Πατριαρχείο και την Ελληνική Κυβέρνηση, έκανε γνωστή την κατάσταση που επικρατούσε και τα μαρτύρια των Ελλήνων. Επισκεπτόταν τα χωριά για να εμψυχώσει τους ιερείς και τους δασκάλους, να τονώσει το ηθικό των κατοίκων.
Η θαρραλέα στάση του διαρκώς αύξανε το μίσος των εχθρών. Το μόνο που επεδίωκαν ήταν να τον εξοντώσουν, να τον βγάλουν από τη μέση. Ιδίως ο Μπεκήρ αφέντης, ο ισχυρός Τούρκος, μένεα έπνεε εναντίον του.

Όμως τίποτε δεν δείλιαζε τον ατρόμητο Μητροπολίτη. Συνεχίζοντας το παράδειγμα των προκατόχων του, εξακολουθούσε το έργο του. Είχε γίνει ο καλός ποιμένας που όλοι λάτρευαν.
Την μοιραία 1η Οκτωβρίου 1911, μετά από περιοδεία, πήγε στο χωριό Σνίχοβο (Αιμιλιανό) να λειτουργήσει, να έρθει σε επικοινωνία με τους πιστούς. Το απόγευμα αποφάσισε να επιστρέψει στα Γρεβενά. Οι χωρικοί τον παρακαλούσαν να αναβάλει την αναχώρηση, γιατί είχαν πληροφορηθεί ότι Νεότουρκοι και Ρουμανίζοντες καιροφυλακτούσαν στα γύρω μέρη με κακές προθέσεις. Μα ο Μητροπολίτης δεν ήθελε να υποχωρήσει. Δεν δείλιαζε εκείνος. Το καθήκον μόνο λογάριαζε. Ξεκίνησε. Στον δρόμο, σε μια χαράδρα, οι εχθροί περίμεναν. Ανεπεράσπιστος καθώς ήταν, τον συνέλαβαν, μαζί με τον διάκονο που τον συνόδευε, τον Δημήτρη Αναγνώστου και τον αγωγιάτη τους. Αφού τους βασάνισαν, τους κατακρεούργησαν κατά τον πιο φρικτό, απάνθρωπο τρόπο.
Μόνο την 6η Οκτωβρίου, ψάχνοντας, βρήκαν τα πτώματα στην οικτρή εκείνη κατάσταση. Τους μετέφε­ραν στα Γρεβενά, όπου η κηδεία τους έγινε σε κατανυκτική ατμόσφαιρα θρήνου και πένθους, την 11η Οκτωβρίου.
Εκεί, στην Μητρόπολη, αναπαύεται ο Αγωνιστής του Χριστού και του Έθνους, ο οποίος έβαψε με το αίμα του την Μακεδονική γη, που υπερασπίστηκε με όλη την ψυχή του. Ήρωας της Μεγάλης Ιδέας, Εθνομάρτυρας.
Ο Μητροπολίτης Αιμιλιανός ήταν το τελευταίο θύμα της θηριωδίας των εχθρών του Γένους. Τον ηρωικό του θάνατο θρήνησε όλος ο Ελληνισμός.
Στα Γρεβενά, στήθηκε η προτομή του στην κεντρική Πλατεία.
Και τα δύο τελευταία χωριά που επισκέφθηκε, πήραν το όνομά του τιμητικά. Το ένα «Δεσπότης», το άλλο «Αιμιλιανός», ενώ το 1990 ο διάδοχός του Μητροπολίτης Γρεβενών Σέργιος έστησε τον ανδριάντα του στον αύλειο χώρο του Μητροπολιτικού Οίκου, δίπλα στον ανδριάντα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Κι ύστερα, μετά τόσων χρόνων αγώνα, τόσες θυσίες, τόσα μαρτύρια, τόσους ηρωισμούς, τόσο αίμα, τόσους νεκρούς, ευδόκησε ο Θεός και χάρισε στην Ελληνική Μακεδονία την ελευθερία, με τους ένδοξους Πολέμους του 1912-13.

Η “Εξόδιος Ακολουθία του Εθνομάρτυρα Αιμιλιανού”
Στον Μακεδονικό Αγώνα, τον μοναδικό αυτό Αγώνα, που διεξήχθη εθελοντικά, για το ύψιστο αγαθό της ελευθερίας, η Εκκλησία είχε από την αρχή τον πρώτο λόγο. Η Εκκλησία στάθηκε ο ακρογωνιαίος λίθος που στήριξε το οικοδόμημα, που χάρισε θάρρος, ελπίδα, δύναμη, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι ευνοϊκό, όπως το πόθησε ο Ελληνισμός.
Η Εκκλησία θυσιάστηκε. Από τον Πατριάρχη, τους Αρχιερείς, τον Κλήρο, τους Μοναχούς, η Εκκλησία έδωσε το μεγάλο παράδειγμα της αυταπάρνησης και της ανδρείας. Στους ιερείς που θυσιάστηκαν αξίζει, όσο και στους αγωνιστές, η δόξα.
Θα τελειώσουμε το ευλαβικό αυτό αφιέρωμά μας, με τα λόγια του Παύλου Μελά: «Πάντοτε κατά τους αγώνας του Έθνους μας προΐστατο η Εκκλησία. Έτσι, τώρα προ πάντων, στην Μακεδονία, ότε κατ’ Αυτής κυρίως στρέφονται αι επιθέσεις των εχθρών, η Εκκλησία και πάλιν θα προστατεύση τον Αγώνα».

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ για τις μεταμοσχεύσεις και τη δωρεά οργάνων

Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Μέ τόν Νόμο 3984/27.6.2011 πού ἐψηφίσθη ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων ρυθμίζεται, μέ ἀρχές πού ἀπάδουν στήν ἰδιοπροσωπεία τοῦ Γένους μας καί τήν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τό πολυσήμαντο θέμα τῆς δωρεᾶς καί μεταμοσχεύσεως τῶν ἀνθρωπίνων ὀργάνων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὑπέβαλε κατά τήν διαβούλευση τοῦ εἰρημένου Νόμου θέσεις Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικῆς βιοηθικῆς οἱ ὁποῖες προδήλως περιφρονήθησαν καί ἑπομένως διά τό μέγιστο αὐτό θέμα καθηκόντως ὀφείλομε νά ἐνημερώσωμε τούς πάντας καί νά καταδείξωμε οἱ Ἱεράρχαι τήν καταφανῆ διάστασι τοῦ ψηφισθέντος Νόμου μέ τήν ἀνθρώπινη ὀντολογία, τήν ὀρθόδοξη θεολογία καί τήν θεόσδοτη ἀνθρώπινη ἐλευθερία... Ἐν συνεχείᾳ τῇ συμβολῇ τῆς ἐργασίας εἰδικῶν, ἤτοι τῶν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου-Ἰατροῦ Λουκᾶ Τσιούτσικα, Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεβυτέρου Στεφάνου Στεφοπούλου καί Πανοσιολ. Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου παρατηροῦμεν ὅτι:

"Α'. Θεολογία - Ἀνθρωπολογία

1. Κατὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν φύση τοῦ εἶναι σύνθετο, μεικτό, ὄν. Πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὴν ψυχή, ποὺ συνιστᾶ τὸ πνευματικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ἐντάσσει στὸν πνευματικὸ κόσμο, καὶ ἀπὸ τὸ σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἐντάσσεται στὸν ὑλικό, αἰσθητὸ κόσμο. Εἶναι μείξη καὶ κράση πνεύματος καὶ ὕλης, «σύνδεσμος τῆς ὁρατῆς καὶ ἀοράτου φύσεως». Καὶ τὸ μὲν σῶμα εἶναι ὑλικό, σύνθετο καὶ φθαρτό, ἡ δὲ ψυχὴ εἶναι «οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματος, σωματικοῖς ὀφθαλμοῖς κατ' οἰκείαν φύσιν ἀόρατος, λογικὴ τὲ καὶ νοερά, ἀσχημάτιστος... ἀθάνατος» (Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Ἑπομένως ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἁπλὴ βιολογικὴ ἐνέργεια τοῦ σώματος, ὅπως εἶναι τῶν ζώων, τὰ ὁποία γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶναι θνητόψυχα, δὲν ἐπιβιώνουν μετὰ τὸν σωματικὸ θάνατο, ἀλλὰ εἶναι κτιστή, οὐσία ἀθάνατη μὲ δική της ἐνέργεια. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι παντελὴς ἐξαφάνιση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ἄλλα χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ ὁποῖο στὴ συνέχεια, φθείρεται καὶ διαλύεται, ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ ἐνεργεῖ• «Οὐχ ἡ ψυχὴ ἐστιν ἡ ἀποθνήσκουσα, ἀλλὰ διὰ τὴν ταύτης ἀναχώρησιν ἀποθνήσκει τὸ σῶμα» (Μ. Ἀθανάσιος).

2. Σχετικὰ μὲ τὸν χρόνο τῆς ἑνώσεως τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἡ Ἐκκλησία δέχεται ὅτι δημιουργοῦνται συγχρόνως• «Ἅμα δὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ πέπλασται, οὐ τὸ μὲν πρῶτον, τὸ δὲ ὕστερον» (Ἄγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πλάση κάθε νέου ἀνθρώπου• τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ συνυπάρχουν «ἐξ ἄκρας συλλήψεως». Συνεπῶς τὸ ἔμβρυο εἶναι πλήρης ἄνθρωπος, ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν σχηματισμὸ καὶ τὴ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτὸ καταδεικνύει ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος ἄλλα καὶ ἡ παντελὴς ἔλλειψη τοῦ ἐγκεφά-λου δὲν συνεπάγονται ὅτι ὁ εὑρισκόμενος στὶς καταστάσεις αὐτὲς ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι ἔμψυχο καὶ ζωντανὸ ὄν.

3. Σχετικὰ μὲ τὸ ποὺ βρίσκεται καὶ πὼς ἐνεργεῖ ἡ ψυχὴ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν ἑδρεύει σὲ συγκεκριμένο ὄργανο, ἀλλὰ εὑρίσκεται σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ σώματος, ζωοποιοῦσα καὶ κινοῦσα τὰ μέλη. Κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἡ ψυχὴ «συνέχουσα τὸ σῶμα, ὅ καὶ ἐκτίσθη, πανταχοῦ τοῦ σώματος ἐστίν, οὐχ ὡς ἐν τόπω οὐδ' ὡς περιεχομένη, ἀλλ' ὡς συνέχουσά τε καὶ περιέχουσα καὶ ζωοποιοῦσα τοῦτο, κατ' εἰκόνα καὶ τούτ' ἔχουσα Θεοῦ», κατὰ δὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ «ὀργανικῶ κεχρημένη σώματι καὶ τούτῳ ζωῆς αὐξήσεως τὲ καὶ αἰσθήσεως καὶ γεννήσεως παρεκτική».

4. Βιολογικὴ ζωὴ χωρὶς τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα δὲν νοεῖται. Στὴν περίπτωση ἀποκοπῆς, καταστροφῆς ἢ νεκρώσεως ἑνὸς ζωτικοῦ ὀργάνου, ὅποτε ὁ ἄνθρωπος ἐπιβιώνει μὲ ὑποστηρικτικὲς ἐνέργειες, ἐξακολουθεῖ ἡ ψυχὴ νὰ παραμένει συνδεδεμένη μὲ τὸ σῶμα καὶ νὰ ἐνεργεῖ σὲ ἄλλα σωματικὰ ὄργανα. Στὴν κατάσταση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ἡ ἰατρικὴ κατορθώνει μὲ τὴ βοήθεια τῆς τεχνολογίας νὰ διατηρεῖ τὴ βιολογικὴ ζωή, ἀφοῦ ὁ ὑπόλοιπος ὀργανισμός, πλὴν τοῦ ἐγκεφάλου, λειτουργεῖ. Ἡ διατήρηση τῆς βιολογικῆς ζωῆς προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα καὶ δείχνει ὅτι δὲν λύθηκε ἀκόμη ὁ μεταξύ τους δεσμός, δὲν ἐπισυνέβη δηλαδὴ ὁριστικῶς καὶ καθ' ὁλοκληρίαν ὁ θάνατος. Συνεπῶς ἡ διακοπὴ τῆς ὑποστηρικτικῆς λειτουργίας, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν συγκατάθεση τοῦ ἀσθενοῦς, πολὺ περισσότερο ἡ λήψη ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση ἀπὸ τοὺς «ἐγκεφαλικὰ νεκρούς», ἀποτελοῦν ἐνεργητικὴ πρόκληση θανάτου, ἡ ὁποία κατὰ τὴν κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἰσοδυναμεῖ μὲ φόνο, καὶ μάλιστα ἀσθενοῦς καὶ ἀνυπερασπίστου ἀνθρώπου κατ' ἀναλογίαν πρὸς τὴν ἔκτρωση τῶν ἐμβρύων.

5. Εἰδικώτερα, κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἡ ψυχὴ φανερώνεται μὲ τὸ νὰ ἐνεργεῖ πάνω στὰ μέλη τοῦ σώματος, ἀνάλογα μὲ τὴν δυνατότητα ποὺ ἔχουν. Κάθε σωματικὸ ὄργανο δέχεται ἐκείνη τὴν ψυχικὴ ἐνέργεια, τὴν ὁποία ἐκ φύσεως ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἐκφράσει. Ὅταν δὲ κάποιο ὄργανο ὑποστεῖ βλάβη, ἁπλῶς παύει νὰ ἐκφράζεται ἡ ἀντίστοιχη λειτουργία τῆς ψυχῆς. Ἔτσι, ὅταν στὸν ἐγκεφαλικὸ θάνατο τὸ νευρικὸ σύστημα, σὲ ποικίλο βαθμό, δὲν λειτουργεῖ, δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς σκέψεις ἢ τὰ συναισθήματα, αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποκλείει τὴν ὕπαρξή τους στὸ χῶρο τῆς ψυχῆς. Τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης παραμένει, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχει ἀδυναμία νὰ ἐκφρασθεῖ. Στὸν «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸ» καταργεῖται μὲν ὁ προφορικὸς λόγος, ὄχι ὅμως ὁ ἐνδιάθετος, οὔτε οἱ ἄδηλοι λόγοι. Μὲ ἄλλα λόγια, συνεχίζει νὰ «ἐργάζεται» ἡ νοερὰ του ἐνέργεια.

6. Κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ μέρος τῆς ψυχῆς, «τὸ καθαρώτατον», εἶναι ὁ νοῦς, τοῦ ὁποίου ἡ μὲν οὐσία εὑρίσκεται στὴν σαρκικὴ καρδιά, χωρὶς νὰ περικλείεται ἀπὸ αὐτὴν σὰν σὲ ἀγγεῖο, οὔτε πολὺ περισσότερο νὰ ταυτίζεται μὲ αὐτήν, ἀλλὰ ἁπλῶς τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο καὶ ὄχημα, ἡ ἐνέργειά του ὅμως στὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο εὑρίσκεται στὸν ἐγκέφαλο• στὸν κατὰ φύσιν ἄνθρωπο πρέπει νὰ ἐπανέλθει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ στὴν οὐσία της, στὴν καρδιά, ὥστε νὰ παύσει ἡ διάχυση, νὰ ἑνοποιηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Θεό.
7. Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ καρδιά, «ὁ κρυπτός της καρδίας ἄνθρωπος» (Ἀπ. Πέτρος), εἶναι ὁ χῶρος στὸν ὁποῖο ἀναπτύσσεται ὅλη ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖ ἐνοικεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τὸν καταστήσει «ναὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ἀπ. Παῦλος). Ἐκεῖ οὐσιώνεται καὶ ὑποστασιοποιεῖται τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στὸ «καθ' ὁμοίωσιν». Εἶναι προφανές, ὅτι ἡ ἐσωτερικὴ αὐτὴ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ζωὴ συνειδητὴ καὶ χαρισματική, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο καὶ τὶς λειτουργίες του.

8. Ἡ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής, συνειδητή, καὶ ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Δὲν ἐκτιμᾶται μὲ τὴν ἀντικειμενικὴ ἀξία τοῦ προσφερομένου ἢ μὲ τὴν ἀξία ποὺ ἔχει αὐτὸ γιὰ τοὺς ἀποδέκτες του, ἀλλὰ μὲ τὸ πόσο στοιχίζει στὸν δότη ἡ προσφορά του, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα διδάσκει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ δίλεπτο τῆς χήρας, μὲ τὸ ἐὰν δηλαδὴ στερεῖται κανεὶς κάτι ποὺ τοῦ εἶναι χρήσιμο, ἐὰν θυσιάζει κάτι χρήσιμο αὐτός, γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἄλλος. Ἐὰν ὅμως ὁ «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸς» εἶναι νεκρός, ἡ προσφορὰ τῶν ὁποιωνδήποτε ὀργάνων του στερεῖται τοῦ χαρακτήρα τῆς ἀγάπης, ἐφ' ὅσον αὐτὴ δὲν τοῦ στοιχίζει τίποτε, γιατί προσφέρει ἄχρηστα γι' αὐτὸν ὄργανα, δὲν στερεῖται οὔτε θυσιάζει κάτι χρήσιμο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Πρόκειται γιὰ πράξη συμφεροντολογική, ἰδιοτελῆ καὶ ἐγωιστική, διότι περιμένει κανεὶς ἀμοιβὲς καὶ ἀνταπόδοση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ στερηθεῖ ἢ νὰ θυσιάσει κάτι ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἀντίθετα οἱ ἀρετὲς τῆς θυσίας καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ἐφαρμόζονται ἀπόλυτα στὴν προσφορὰ ὀργάνων ἀπὸ ζῶντες δότες, ὅταν πρόκειται γιὰ διπλὰ ὄργανα καὶ ἱστούς ὅπως καί στήν αἱμοδοσία. Προσφέρουν τότε θυσιάζοντες καὶ ἐλαττούμενοι.
9. Δὲν ὑπάρχει μέχρι σήμερα ἀπόλυτη ὁμοφωνία τῶν ἰατρῶν διεθνῶς γιὰ τὸν «ἐγκεφαλικὸ θάνατο». Πολλοὶ ἰατροὶ ἔχουν ἀναπτύξει ἔγκυρη καὶ συγκροτημένη ἐπιχειρηματολογία, περὶ τοῦ ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» δὲν συνιστᾶ τὸν βιολογικὸ θάνατο. Ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ὑποκαταστήσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ παρεμποδίσει τὴν θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τῶν Ἁγίων πρὸς ἐπανόρθωση καὶ θεραπεία ὁποιασδήποτε σωματικῆς βλάβης, ἀκόμη καὶ ἐγκεφαλικῆς; Θὰ δεχθεῖ καὶ θὰ νομιμοποιήσει ἡ Ἐκκλησία ἕναν διαφορετικὸ θάνατο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ διδάσκει ἐπὶ αἰῶνες, στηριζόμενη στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Πατερικὴ Παράδοση, παρασυρόμενη ἀπὸ ἐπισφαλεῖς παραδοχὲς καὶ προσβάλλουσα τὸ «φοβερώτατον μυστήριον τοῦ θανάτου»; Θά κλείσωμε τά μάτια μας μπροστά στίς καταγεγραμμένες διεθνῶς ἀνανήψεις θεωρουμένων ὡς ἐγκεφαλικά νεκρῶν;
10. Ἡ Χριστιανικὴ Ἠθική, δεχόμενη τὴν ἀλήθεια ὅτι κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου εἶναι μόνον ὁ Θεός, ἐπαινεῖ κάθε ἰατρικὴ προσπάθεια, ὑπὲρ τῆς θεραπείας τῶν πάσης φύσεως ἀσθενειῶν• πιστεύουσα ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ἀγαθὸ ὑπέρτατης ἀξίας, περιμένει ἀπὸ τοὺς ἰατροὺς νὰ ἐργάζωνται μέχρι τέλους πρὸς διάσωση τῆς ζωῆς κάθε ἀνθρώπου, ἔστω καὶ ἀνιάτως πάσχοντος καὶ ὑποφέροντος ἀπὸ τοὺς πόνους, ἔστω καὶ ἐὰν ἔχουν νεκρωθεῖ ζωτικά του ὄργανα, ὅπως ὁ ἐγκέφαλος. Ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ πόνος παίζουν σπουδαῖο παιδαγωγικὸ καὶ σωτηριώδη ρόλο καὶ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
11. Ἡ ἔννοια τῆς «εἰκαζομένης συναινέσεως» τοῦ ἀσθενοῦς πού ἐφευρίσκεται μέ τόν νέο νόμο καί εἰσάγεται κατά πρόδηλο παράβαση τῶν ἄρθρων 2 παραγρ. 1 καί 5 παραγρ. 1 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος τίθεται σέ ἰσχύ ἀπό 1/6/2013 καί ἀποτελεῖ αὐθαίρετη κατάλυση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση βρίσκεται σέ ἀπόλυτη ἀντίθεση μέ τήν δωρεά ὀργάνων ἡ ὁποία εἶναι αὐτόβουλη πράξη πού δέν εἰκάζεται ὅπως δέν εἰκάζεται καί ἡ συναίνεση. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση ἑστιάζεται στόν λήπτη καί ἀδικεῖ τήν πράξη τοῦ δότη τόν ὁποῖο μεταμορφώνει ἀπό πρόσωπο πού ἀβίαστα δωρίζει σέ ἄτομο ἀπό τό ὁποῖο αὐθαίρετα ἀφαιροῦμε καί ὁδηγεῖ σέ τραγική ἐκκοσμίκευση πού θὰ διευκολύνη σέ περαιτέρω ἀμφισβήτηση τῶν ἠθικῶν φραγμῶν, σὲ σχετικοποίηση τῶν ἀφθάρτων καὶ αἰωνίων ἀληθειῶν μὲ τὴν θεοποίηση τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας καὶ σὲ ὑποκατάστα-ση τῆς Ὀρθόδοξης ἀπὸ τὴν «μηχανιστικὴ ἀνθρωπολογία».

Β' Ἰατρικὲς θέσεις

1. Ἡ ἔννοια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ἡ ὁποία τὸ πρῶτον εἰσήχθη στὴν ἰατρικὴ ὁρολογία καὶ πρακτικὴ τὸ 1968 ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard, (Χάρβαρντ) καὶ τὰ κριτήρια διαγνώσεώς του εἶναι μεταβαλλόμενα μὲ τάση περιορισμοῦ τους. Ἔτσι ἀρχικὰ περιελάμβανε τὴν κατάπαυση τῶν λειτουργιῶν ὅλου του νευρικοῦ συστήματος, κεντρικοῦ καὶ περιφερικοῦ. Τὸ 1981 ἡ ἐπιτροπὴ ἐμπειρογνωμόνων του Προέδρου τῶν ΗΠΑ μὲ τὸν ἑνιαῖο ὁρισμὸ τοῦ θανάτου περιόρισε τὴν ἔννοιά του στὴ μὴ ἀναστρέψιμη παύση ὅλων τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφάλου, ἐνῶ ἀπὸ τὸ 1973 στὴ Μ. Βρετανία καὶ ἀπὸ τὸ 1985 στὴν Ἑλλάδα γίνονται ἀποδεκτὰ τὰ κριτήρια τῆς Minnesota (Μιννεσότα), μὲ τὰ ὁποία ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος περιορίζεται στὴ μὴ ἀναστρέψιμη βλάβη τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους.

2. Οἱ λόγοι ἀντικαταστάσεως τῶν κλασικῶν κριτηρίων προσδιορισμοῦ τοῦ θανάτου, ποὺ ἦσαν ἡ μὴ ἀναστρέψιμη διακοπὴ τῆς ἀναπνευστικῆς καὶ καρδιακῆς λειτουργίας, μὲ τὸ κριτήριο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁμολογεῖται ἀπερίφραστα ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard πὼς ἦταν

α) ὅτι οἱ ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ ἀσθενεῖς ἀποτελοῦν «φορτίο» γιὰ τοὺς οἰκείους καὶ τὰ νοσοκομεῖα καὶ

β) ὅτι ἐὰν ἐξακολουθοῦσαν νὰ ἰσχύουν τὰ παλαιὰ κριτήρια τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ θανάτου, θὰ ἦταν δύσκολη ἡ ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμοσχεύσεις γιατί τά ὄργανα εἶναι ἄχρηστα μετά τήν παύση τῆς καρδιακῆς λειτουργίας τοῦ δότη.

3. Ἡ ἔννοια καὶ τὰ κριτήρια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁρίζονται αὐθαίρετα• αὐθαίρετη εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ διάγνωσή του, καὶ πολλὲς φορὲς ἐπισφαλής, μὲ ἀποτέλεσμα περιπτώσεις ἀσθενῶν ποὺ χαρακτηρίστηκαν ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ νὰ ἀποδειχθεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων ὅτι δὲν ἦταν τέτοιοι στὴν πραγματικότητα καί νά ἀνανήψουν.

4. Σὲ ἐγκεφαλικῶς νεκροὺς ἐπιτελοῦνται πολλὲς λειτουργίες, ὅπως• α) ἡ καρδιὰ πάλλει αὐτομάτως, β) οἱ πνεύμονες ἀνταλλάσσουν τὸ ὀξυγόνο καὶ τὸ διοξείδιο τοῦ ἄνθρακος, γ) συνήθως ὑπάρχει ἐπαρκὴς ἀγγειακὸς τόνος, δ) μερικὲς φορὲς ἡ χορηγούμενη τροφὴ πέπτεται ἀπὸ τὸ γαστρεντερικὸ σύστημα, ε) τὰ κύτταρα ἀφομοιώνουν τὶς θρεπτικὲς οὐσίες, στ) τὸ αἷμα κυκλοφορεῖ καὶ ἀπομακρύνει τὰ μεταβολικὰ προϊόντα ἀπὸ τὰ κύτταρα, ζ) τὸ ἧπαρ ἀποτοξινώνει τὸ αἷμα, η) οἱ νεφροὶ διατηροῦν τὸ ἰσοζύγιο τῶν ὑγρῶν καὶ τῶν ἠλεκτρολυτῶν, θ) τὸ ἀνοσοποιητικὸ σύστημα καταπολεμεῖ τὶς λοιμώξεις, ι) ὁρισμένοι ἐνδοκρινεῖς ἀδένες ἐξακολουθοῦν νὰ λειτουργοῦν. Ὅλα αὐτὰ καθὼς καὶ ἡ περίπτωση τῶν ἐμβρύων, στὰ ὁποῖα δὲν ἔχει ἀκόμη σχηματισθεῖ ὁ ἐγκέφαλος, δείχνουν, σαφῶς ὅτι καὶ χωρὶς τὸν ἐγκέφαλο τὸ σῶμα μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανὸς βιολογικὰ ὀργανισμός.

5. Ἡ συνείδηση (μὲ τὴν ἰατρικὴ ἔννοια) διακρίνεται στὴν ἐγρήγορση καὶ στὸ περιεχόμενό της, ἡ ἐλαττωμένη δὲ ἐγρήγορση ἐμποδίζει τὴν ἐκτίμηση τοῦ περιεχομένου τῆς συνείδησης. Ἑπομένως στὶς περιπτώσεις ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, στὶς ὁποῖες ἔχει κατασταλεῖ ἡ ἐγρήγορση, δὲν μπορεῖ νὰ λεχθεῖ (τουλάχιστον πρὸς τὸ παρὸν) τίποτε γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης. Τὸ νὰ θεωροῦνται δὲ νεκροὶ αὐτοὶ πού εὑρίσκονται σὲ θεωρούμενη μόνιμη ἀπώλεια τῆς συνείδησης, θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὴν φρικτὴ κατάσταση, τέτοιοι ἄνθρωποι νὰ θάπτονται ἢ νὰ καίγονται, ἐνῶ ἀναπνέουν μὲ τὴ δική τους αὐτόματη ἀναπνευστικὴ λειτουργία.

Ἑπομένως καὶ μὲ βάση τὰ ὅσα προαναφέρθηκαν:

α) Διαπιστώνουμε ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» πού ὁρίζει ὁ νέος Νόμος ὡς θάνατο γιά τήν λήψι τῶν σωματικῶν ὀργάνων εἶναι μία κατάσταση ἐννοιολογικῶς καὶ διαγνωστικῶς ρευστή, ὅλο δὲ καὶ περισσότερο ἀμφισβητούμενη. Μᾶλλον πρόκειται γιὰ κλινικὸ κατασκεύασμα ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὴν ἀποσυμφόρηση τῶν μονάδων ἐντατικῆς θεραπείας καὶ τὴν ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση.

β) Καὶ ἂν ἀκόμη ἠμποροῦσε νὰ διαγνωσθεῖ ἀναμφισβήτητα ὁλοσχερὴς καταστροφὴ τοῦ ἐγκεφάλου, αὐτὸ δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν σωματικὸ θάνατο ἀφοῦ πάλλεται ἡ καρδιά.

γ) Ἐφ' ὅσον ἡ ἐσωτερικὴ συνειδητὴ ζωὴ καὶ τὸ πρόσωπο διατηροῦνται, ὅπως οἱ Χριστιανοὶ πιστεύουμε, καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συνόλου σώματος, δὲν ἔχουμε κανένα λόγο νὰ δεχθοῦμε ὅτι αὐτὰ παύουν νὰ ὑπάρχουν ἐπὶ νεκρώσεως μόνο τοῦ ἐγκεφάλου (ἐγκεφαλικοῦ θανάτου).

δ) Ἑπομένως ἐπὶ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου δὲν τίθεται θέμα συνειδητῆς ζωῆς καὶ προσώπου ἀλλὰ τὸ μόνο θέμα εἶναι ἐὰν ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει ἡ συνάφεια ψυχῆς καὶ σώματος ἡ ὁποία ὅμως (διατήρηση τῆς συνάφειας) καταδεικνύεται ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ὑπολοίπου σώματος.

ε) Γενικῶς ὡς φιλόστοργος μητέρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑπὲρ τῶν μεταμοσχεύσεων ὅπως καί ὑπέρ τῆς αἱμοδοσίας, μάλιστα στήν Μητροπολή μας λειτουργεῖ τράπεζα αἵματος μέ 600 φιάλες αἵματος προσφερόμενο δωρεάν σέ ἔχοντας σχετική ἀνάγκη. Ἐπειδὴ ὅμως θεωροῦμε τοὺς εὑρισκομένους στὴν κατάσταση τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» ἀσθενεῖς καὶ ὄχι νεκρούς, σεβόμενοι πλήρως τὴν ἱερότητα, ἴσως καὶ κρισιμότητα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον, τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ἐντεῦθεν τοῦ τάφου ζωῆς των, δὲν μποροῦμε νὰ συμφωνήσουμε μὲ τὴν ἀπὸ αὐτοὺς ἀφαίρεση πρὸς μεταμόσχευση τῶν ζωτικῶν τους ὀργάνων καθ’ ἥν στιγμήν πάλλεται ἡ καρδία των. Ἡ μόνη ἠθικὰ καὶ κοινωνικὰ ἀδιάβλητη περίπτωση δωρεᾶς ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση εἶναι ἡ ἀπὸ ὑγιεῖς δότες μεταμόσχευση ἱστῶν ἢ ἑνὸς ἀπὸ τὰ διπλὰ ὄργανα, ἤ μυελοῦ τῶν ὀστέων προκειμένου δὲ περὶ ἀσθενῶν ἢ τραυματιῶν δοτῶν ἡ μεταμόσχευση ὅσων μποροῦν νὰ μεταμοσχευθοῦν μετὰ τὴν μόνιμη παύση τῆς καρδιοαναπνευστικῆς λειτουργίας».

Συνεπῶς ἡ ἀπαράδεκτος νομοθετική πρωτοβουλία τῆς Κυβερνήσεως πού δέν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν αὐτῆς τά ἀνωτέρω καί πού εἰσαγάγει τήν λειτουργία ἰδιωτικῶν συμφερόντων Κέντρων Μεταμοσχεύσεων, μέ ὅ,τι ἰδιοτελές αὐτό συνεπάγεται μᾶς ὑποχρεώνει νά προτρέψωμεν τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, πρός διασφάλισι τῆς ἱερότητος τῆς ζωῆς του νά προβῆ στίς σχετικές δηλώσεις στά ἁρμόδια Κέντρα Ἐξυπηρετήσεως Πολιτῶν (Κ.Ε.Π.) ὅτι δέν συναινεῖ διά τήν ἐφαρμογή σ’αὐτό τοῦ σχετικοῦ Νόμου.

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ








Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Μέ τόν Νόμο 3984/27.6.2011 πού ἐψηφίσθη ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων ρυθμίζεται, μέ ἀρχές πού ἀπάδουν στήν ἰδιοπροσωπεία τοῦ Γένους μας καί τήν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τό πολυσήμαντο θέμα τῆς δωρεᾶς καί μεταμοσχεύσεως τῶν ἀνθρωπίνων ὀργάνων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὑπέβαλε κατά τήν διαβούλευση τοῦ εἰρημένου Νόμου θέσεις Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικῆς βιοηθικῆς οἱ ὁποῖες προδήλως περιφρονήθησαν καί ἑπομένως διά τό μέγιστο αὐτό θέμα καθηκόντως ὀφείλομε νά ἐνημερώσωμε τούς πάντας καί νά καταδείξωμε οἱ Ἱεράρχαι τήν καταφανῆ διάστασι τοῦ ψηφισθέντος Νόμου μέ τήν ἀνθρώπινη ὀντολογία, τήν ὀρθόδοξη θεολογία καί τήν θεόσδοτη ἀνθρώπινη ἐλευθερία... Ἐν συνεχείᾳ τῇ συμβολῇ τῆς ἐργασίας εἰδικῶν, ἤτοι τῶν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου-Ἰατροῦ Λουκᾶ Τσιούτσικα, Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεβυτέρου Στεφάνου Στεφοπούλου καί Πανοσιολ. Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου παρατηροῦμεν ὅτι:

"Α'. Θεολογία - Ἀνθρωπολογία

1. Κατὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν φύση τοῦ εἶναι σύνθετο, μεικτό, ὄν. Πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὴν ψυχή, ποὺ συνιστᾶ τὸ πνευματικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ἐντάσσει στὸν πνευματικὸ κόσμο, καὶ ἀπὸ τὸ σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἐντάσσεται στὸν ὑλικό, αἰσθητὸ κόσμο. Εἶναι μείξη καὶ κράση πνεύματος καὶ ὕλης, «σύνδεσμος τῆς ὁρατῆς καὶ ἀοράτου φύσεως». Καὶ τὸ μὲν σῶμα εἶναι ὑλικό, σύνθετο καὶ φθαρτό, ἡ δὲ ψυχὴ εἶναι «οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματος, σωματικοῖς ὀφθαλμοῖς κατ' οἰκείαν φύσιν ἀόρατος, λογικὴ τὲ καὶ νοερά, ἀσχημάτιστος... ἀθάνατος» (Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Ἑπομένως ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἁπλὴ βιολογικὴ ἐνέργεια τοῦ σώματος, ὅπως εἶναι τῶν ζώων, τὰ ὁποία γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶναι θνητόψυχα, δὲν ἐπιβιώνουν μετὰ τὸν σωματικὸ θάνατο, ἀλλὰ εἶναι κτιστή, οὐσία ἀθάνατη μὲ δική της ἐνέργεια. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι παντελὴς ἐξαφάνιση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ἄλλα χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ ὁποῖο στὴ συνέχεια, φθείρεται καὶ διαλύεται, ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ ἐνεργεῖ• «Οὐχ ἡ ψυχὴ ἐστιν ἡ ἀποθνήσκουσα, ἀλλὰ διὰ τὴν ταύτης ἀναχώρησιν ἀποθνήσκει τὸ σῶμα» (Μ. Ἀθανάσιος).

2. Σχετικὰ μὲ τὸν χρόνο τῆς ἑνώσεως τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἡ Ἐκκλησία δέχεται ὅτι δημιουργοῦνται συγχρόνως• «Ἅμα δὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ πέπλασται, οὐ τὸ μὲν πρῶτον, τὸ δὲ ὕστερον» (Ἄγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πλάση κάθε νέου ἀνθρώπου• τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ συνυπάρχουν «ἐξ ἄκρας συλλήψεως». Συνεπῶς τὸ ἔμβρυο εἶναι πλήρης ἄνθρωπος, ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν σχηματισμὸ καὶ τὴ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτὸ καταδεικνύει ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος ἄλλα καὶ ἡ παντελὴς ἔλλειψη τοῦ ἐγκεφά-λου δὲν συνεπάγονται ὅτι ὁ εὑρισκόμενος στὶς καταστάσεις αὐτὲς ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι ἔμψυχο καὶ ζωντανὸ ὄν.

3. Σχετικὰ μὲ τὸ ποὺ βρίσκεται καὶ πὼς ἐνεργεῖ ἡ ψυχὴ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν ἑδρεύει σὲ συγκεκριμένο ὄργανο, ἀλλὰ εὑρίσκεται σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ σώματος, ζωοποιοῦσα καὶ κινοῦσα τὰ μέλη. Κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἡ ψυχὴ «συνέχουσα τὸ σῶμα, ὅ καὶ ἐκτίσθη, πανταχοῦ τοῦ σώματος ἐστίν, οὐχ ὡς ἐν τόπω οὐδ' ὡς περιεχομένη, ἀλλ' ὡς συνέχουσά τε καὶ περιέχουσα καὶ ζωοποιοῦσα τοῦτο, κατ' εἰκόνα καὶ τούτ' ἔχουσα Θεοῦ», κατὰ δὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ «ὀργανικῶ κεχρημένη σώματι καὶ τούτῳ ζωῆς αὐξήσεως τὲ καὶ αἰσθήσεως καὶ γεννήσεως παρεκτική».

4. Βιολογικὴ ζωὴ χωρὶς τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα δὲν νοεῖται. Στὴν περίπτωση ἀποκοπῆς, καταστροφῆς ἢ νεκρώσεως ἑνὸς ζωτικοῦ ὀργάνου, ὅποτε ὁ ἄνθρωπος ἐπιβιώνει μὲ ὑποστηρικτικὲς ἐνέργειες, ἐξακολουθεῖ ἡ ψυχὴ νὰ παραμένει συνδεδεμένη μὲ τὸ σῶμα καὶ νὰ ἐνεργεῖ σὲ ἄλλα σωματικὰ ὄργανα. Στὴν κατάσταση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ἡ ἰατρικὴ κατορθώνει μὲ τὴ βοήθεια τῆς τεχνολογίας νὰ διατηρεῖ τὴ βιολογικὴ ζωή, ἀφοῦ ὁ ὑπόλοιπος ὀργανισμός, πλὴν τοῦ ἐγκεφάλου, λειτουργεῖ. Ἡ διατήρηση τῆς βιολογικῆς ζωῆς προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα καὶ δείχνει ὅτι δὲν λύθηκε ἀκόμη ὁ μεταξύ τους δεσμός, δὲν ἐπισυνέβη δηλαδὴ ὁριστικῶς καὶ καθ' ὁλοκληρίαν ὁ θάνατος. Συνεπῶς ἡ διακοπὴ τῆς ὑποστηρικτικῆς λειτουργίας, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν συγκατάθεση τοῦ ἀσθενοῦς, πολὺ περισσότερο ἡ λήψη ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση ἀπὸ τοὺς «ἐγκεφαλικὰ νεκρούς», ἀποτελοῦν ἐνεργητικὴ πρόκληση θανάτου, ἡ ὁποία κατὰ τὴν κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἰσοδυναμεῖ μὲ φόνο, καὶ μάλιστα ἀσθενοῦς καὶ ἀνυπερασπίστου ἀνθρώπου κατ' ἀναλογίαν πρὸς τὴν ἔκτρωση τῶν ἐμβρύων.

5. Εἰδικώτερα, κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἡ ψυχὴ φανερώνεται μὲ τὸ νὰ ἐνεργεῖ πάνω στὰ μέλη τοῦ σώματος, ἀνάλογα μὲ τὴν δυνατότητα ποὺ ἔχουν. Κάθε σωματικὸ ὄργανο δέχεται ἐκείνη τὴν ψυχικὴ ἐνέργεια, τὴν ὁποία ἐκ φύσεως ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἐκφράσει. Ὅταν δὲ κάποιο ὄργανο ὑποστεῖ βλάβη, ἁπλῶς παύει νὰ ἐκφράζεται ἡ ἀντίστοιχη λειτουργία τῆς ψυχῆς. Ἔτσι, ὅταν στὸν ἐγκεφαλικὸ θάνατο τὸ νευρικὸ σύστημα, σὲ ποικίλο βαθμό, δὲν λειτουργεῖ, δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς σκέψεις ἢ τὰ συναισθήματα, αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποκλείει τὴν ὕπαρξή τους στὸ χῶρο τῆς ψυχῆς. Τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης παραμένει, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχει ἀδυναμία νὰ ἐκφρασθεῖ. Στὸν «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸ» καταργεῖται μὲν ὁ προφορικὸς λόγος, ὄχι ὅμως ὁ ἐνδιάθετος, οὔτε οἱ ἄδηλοι λόγοι. Μὲ ἄλλα λόγια, συνεχίζει νὰ «ἐργάζεται» ἡ νοερὰ του ἐνέργεια.

6. Κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ μέρος τῆς ψυχῆς, «τὸ καθαρώτατον», εἶναι ὁ νοῦς, τοῦ ὁποίου ἡ μὲν οὐσία εὑρίσκεται στὴν σαρκικὴ καρδιά, χωρὶς νὰ περικλείεται ἀπὸ αὐτὴν σὰν σὲ ἀγγεῖο, οὔτε πολὺ περισσότερο νὰ ταυτίζεται μὲ αὐτήν, ἀλλὰ ἁπλῶς τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο καὶ ὄχημα, ἡ ἐνέργειά του ὅμως στὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο εὑρίσκεται στὸν ἐγκέφαλο• στὸν κατὰ φύσιν ἄνθρωπο πρέπει νὰ ἐπανέλθει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ στὴν οὐσία της, στὴν καρδιά, ὥστε νὰ παύσει ἡ διάχυση, νὰ ἑνοποιηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Θεό.
7. Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ καρδιά, «ὁ κρυπτός της καρδίας ἄνθρωπος» (Ἀπ. Πέτρος), εἶναι ὁ χῶρος στὸν ὁποῖο ἀναπτύσσεται ὅλη ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖ ἐνοικεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τὸν καταστήσει «ναὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ἀπ. Παῦλος). Ἐκεῖ οὐσιώνεται καὶ ὑποστασιοποιεῖται τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στὸ «καθ' ὁμοίωσιν». Εἶναι προφανές, ὅτι ἡ ἐσωτερικὴ αὐτὴ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ζωὴ συνειδητὴ καὶ χαρισματική, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο καὶ τὶς λειτουργίες του.

8. Ἡ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής, συνειδητή, καὶ ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Δὲν ἐκτιμᾶται μὲ τὴν ἀντικειμενικὴ ἀξία τοῦ προσφερομένου ἢ μὲ τὴν ἀξία ποὺ ἔχει αὐτὸ γιὰ τοὺς ἀποδέκτες του, ἀλλὰ μὲ τὸ πόσο στοιχίζει στὸν δότη ἡ προσφορά του, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα διδάσκει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ δίλεπτο τῆς χήρας, μὲ τὸ ἐὰν δηλαδὴ στερεῖται κανεὶς κάτι ποὺ τοῦ εἶναι χρήσιμο, ἐὰν θυσιάζει κάτι χρήσιμο αὐτός, γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἄλλος. Ἐὰν ὅμως ὁ «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸς» εἶναι νεκρός, ἡ προσφορὰ τῶν ὁποιωνδήποτε ὀργάνων του στερεῖται τοῦ χαρακτήρα τῆς ἀγάπης, ἐφ' ὅσον αὐτὴ δὲν τοῦ στοιχίζει τίποτε, γιατί προσφέρει ἄχρηστα γι' αὐτὸν ὄργανα, δὲν στερεῖται οὔτε θυσιάζει κάτι χρήσιμο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Πρόκειται γιὰ πράξη συμφεροντολογική, ἰδιοτελῆ καὶ ἐγωιστική, διότι περιμένει κανεὶς ἀμοιβὲς καὶ ἀνταπόδοση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ στερηθεῖ ἢ νὰ θυσιάσει κάτι ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἀντίθετα οἱ ἀρετὲς τῆς θυσίας καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ἐφαρμόζονται ἀπόλυτα στὴν προσφορὰ ὀργάνων ἀπὸ ζῶντες δότες, ὅταν πρόκειται γιὰ διπλὰ ὄργανα καὶ ἱστούς ὅπως καί στήν αἱμοδοσία. Προσφέρουν τότε θυσιάζοντες καὶ ἐλαττούμενοι.
9. Δὲν ὑπάρχει μέχρι σήμερα ἀπόλυτη ὁμοφωνία τῶν ἰατρῶν διεθνῶς γιὰ τὸν «ἐγκεφαλικὸ θάνατο». Πολλοὶ ἰατροὶ ἔχουν ἀναπτύξει ἔγκυρη καὶ συγκροτημένη ἐπιχειρηματολογία, περὶ τοῦ ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» δὲν συνιστᾶ τὸν βιολογικὸ θάνατο. Ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ὑποκαταστήσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ παρεμποδίσει τὴν θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τῶν Ἁγίων πρὸς ἐπανόρθωση καὶ θεραπεία ὁποιασδήποτε σωματικῆς βλάβης, ἀκόμη καὶ ἐγκεφαλικῆς; Θὰ δεχθεῖ καὶ θὰ νομιμοποιήσει ἡ Ἐκκλησία ἕναν διαφορετικὸ θάνατο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ διδάσκει ἐπὶ αἰῶνες, στηριζόμενη στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Πατερικὴ Παράδοση, παρασυρόμενη ἀπὸ ἐπισφαλεῖς παραδοχὲς καὶ προσβάλλουσα τὸ «φοβερώτατον μυστήριον τοῦ θανάτου»; Θά κλείσωμε τά μάτια μας μπροστά στίς καταγεγραμμένες διεθνῶς ἀνανήψεις θεωρουμένων ὡς ἐγκεφαλικά νεκρῶν;
10. Ἡ Χριστιανικὴ Ἠθική, δεχόμενη τὴν ἀλήθεια ὅτι κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου εἶναι μόνον ὁ Θεός, ἐπαινεῖ κάθε ἰατρικὴ προσπάθεια, ὑπὲρ τῆς θεραπείας τῶν πάσης φύσεως ἀσθενειῶν• πιστεύουσα ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ἀγαθὸ ὑπέρτατης ἀξίας, περιμένει ἀπὸ τοὺς ἰατροὺς νὰ ἐργάζωνται μέχρι τέλους πρὸς διάσωση τῆς ζωῆς κάθε ἀνθρώπου, ἔστω καὶ ἀνιάτως πάσχοντος καὶ ὑποφέροντος ἀπὸ τοὺς πόνους, ἔστω καὶ ἐὰν ἔχουν νεκρωθεῖ ζωτικά του ὄργανα, ὅπως ὁ ἐγκέφαλος. Ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ πόνος παίζουν σπουδαῖο παιδαγωγικὸ καὶ σωτηριώδη ρόλο καὶ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
11. Ἡ ἔννοια τῆς «εἰκαζομένης συναινέσεως» τοῦ ἀσθενοῦς πού ἐφευρίσκεται μέ τόν νέο νόμο καί εἰσάγεται κατά πρόδηλο παράβαση τῶν ἄρθρων 2 παραγρ. 1 καί 5 παραγρ. 1 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος τίθεται σέ ἰσχύ ἀπό 1/6/2013 καί ἀποτελεῖ αὐθαίρετη κατάλυση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση βρίσκεται σέ ἀπόλυτη ἀντίθεση μέ τήν δωρεά ὀργάνων ἡ ὁποία εἶναι αὐτόβουλη πράξη πού δέν εἰκάζεται ὅπως δέν εἰκάζεται καί ἡ συναίνεση. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση ἑστιάζεται στόν λήπτη καί ἀδικεῖ τήν πράξη τοῦ δότη τόν ὁποῖο μεταμορφώνει ἀπό πρόσωπο πού ἀβίαστα δωρίζει σέ ἄτομο ἀπό τό ὁποῖο αὐθαίρετα ἀφαιροῦμε καί ὁδηγεῖ σέ τραγική ἐκκοσμίκευση πού θὰ διευκολύνη σέ περαιτέρω ἀμφισβήτηση τῶν ἠθικῶν φραγμῶν, σὲ σχετικοποίηση τῶν ἀφθάρτων καὶ αἰωνίων ἀληθειῶν μὲ τὴν θεοποίηση τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας καὶ σὲ ὑποκατάστα-ση τῆς Ὀρθόδοξης ἀπὸ τὴν «μηχανιστικὴ ἀνθρωπολογία».

Β' Ἰατρικὲς θέσεις

1. Ἡ ἔννοια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ἡ ὁποία τὸ πρῶτον εἰσήχθη στὴν ἰατρικὴ ὁρολογία καὶ πρακτικὴ τὸ 1968 ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard, (Χάρβαρντ) καὶ τὰ κριτήρια διαγνώσεώς του εἶναι μεταβαλλόμενα μὲ τάση περιορισμοῦ τους. Ἔτσι ἀρχικὰ περιελάμβανε τὴν κατάπαυση τῶν λειτουργιῶν ὅλου του νευρικοῦ συστήματος, κεντρικοῦ καὶ περιφερικοῦ. Τὸ 1981 ἡ ἐπιτροπὴ ἐμπειρογνωμόνων του Προέδρου τῶν ΗΠΑ μὲ τὸν ἑνιαῖο ὁρισμὸ τοῦ θανάτου περιόρισε τὴν ἔννοιά του στὴ μὴ ἀναστρέψιμη παύση ὅλων τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφάλου, ἐνῶ ἀπὸ τὸ 1973 στὴ Μ. Βρετανία καὶ ἀπὸ τὸ 1985 στὴν Ἑλλάδα γίνονται ἀποδεκτὰ τὰ κριτήρια τῆς Minnesota (Μιννεσότα), μὲ τὰ ὁποία ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος περιορίζεται στὴ μὴ ἀναστρέψιμη βλάβη τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους.

2. Οἱ λόγοι ἀντικαταστάσεως τῶν κλασικῶν κριτηρίων προσδιορισμοῦ τοῦ θανάτου, ποὺ ἦσαν ἡ μὴ ἀναστρέψιμη διακοπὴ τῆς ἀναπνευστικῆς καὶ καρδιακῆς λειτουργίας, μὲ τὸ κριτήριο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁμολογεῖται ἀπερίφραστα ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard πὼς ἦταν

α) ὅτι οἱ ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ ἀσθενεῖς ἀποτελοῦν «φορτίο» γιὰ τοὺς οἰκείους καὶ τὰ νοσοκομεῖα καὶ

β) ὅτι ἐὰν ἐξακολουθοῦσαν νὰ ἰσχύουν τὰ παλαιὰ κριτήρια τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ θανάτου, θὰ ἦταν δύσκολη ἡ ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμοσχεύσεις γιατί τά ὄργανα εἶναι ἄχρηστα μετά τήν παύση τῆς καρδιακῆς λειτουργίας τοῦ δότη.

3. Ἡ ἔννοια καὶ τὰ κριτήρια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁρίζονται αὐθαίρετα• αὐθαίρετη εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ διάγνωσή του, καὶ πολλὲς φορὲς ἐπισφαλής, μὲ ἀποτέλεσμα περιπτώσεις ἀσθενῶν ποὺ χαρακτηρίστηκαν ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ νὰ ἀποδειχθεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων ὅτι δὲν ἦταν τέτοιοι στὴν πραγματικότητα καί νά ἀνανήψουν.

4. Σὲ ἐγκεφαλικῶς νεκροὺς ἐπιτελοῦνται πολλὲς λειτουργίες, ὅπως• α) ἡ καρδιὰ πάλλει αὐτομάτως, β) οἱ πνεύμονες ἀνταλλάσσουν τὸ ὀξυγόνο καὶ τὸ διοξείδιο τοῦ ἄνθρακος, γ) συνήθως ὑπάρχει ἐπαρκὴς ἀγγειακὸς τόνος, δ) μερικὲς φορὲς ἡ χορηγούμενη τροφὴ πέπτεται ἀπὸ τὸ γαστρεντερικὸ σύστημα, ε) τὰ κύτταρα ἀφομοιώνουν τὶς θρεπτικὲς οὐσίες, στ) τὸ αἷμα κυκλοφορεῖ καὶ ἀπομακρύνει τὰ μεταβολικὰ προϊόντα ἀπὸ τὰ κύτταρα, ζ) τὸ ἧπαρ ἀποτοξινώνει τὸ αἷμα, η) οἱ νεφροὶ διατηροῦν τὸ ἰσοζύγιο τῶν ὑγρῶν καὶ τῶν ἠλεκτρολυτῶν, θ) τὸ ἀνοσοποιητικὸ σύστημα καταπολεμεῖ τὶς λοιμώξεις, ι) ὁρισμένοι ἐνδοκρινεῖς ἀδένες ἐξακολουθοῦν νὰ λειτουργοῦν. Ὅλα αὐτὰ καθὼς καὶ ἡ περίπτωση τῶν ἐμβρύων, στὰ ὁποῖα δὲν ἔχει ἀκόμη σχηματισθεῖ ὁ ἐγκέφαλος, δείχνουν, σαφῶς ὅτι καὶ χωρὶς τὸν ἐγκέφαλο τὸ σῶμα μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανὸς βιολογικὰ ὀργανισμός.

5. Ἡ συνείδηση (μὲ τὴν ἰατρικὴ ἔννοια) διακρίνεται στὴν ἐγρήγορση καὶ στὸ περιεχόμενό της, ἡ ἐλαττωμένη δὲ ἐγρήγορση ἐμποδίζει τὴν ἐκτίμηση τοῦ περιεχομένου τῆς συνείδησης. Ἑπομένως στὶς περιπτώσεις ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, στὶς ὁποῖες ἔχει κατασταλεῖ ἡ ἐγρήγορση, δὲν μπορεῖ νὰ λεχθεῖ (τουλάχιστον πρὸς τὸ παρὸν) τίποτε γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης. Τὸ νὰ θεωροῦνται δὲ νεκροὶ αὐτοὶ πού εὑρίσκονται σὲ θεωρούμενη μόνιμη ἀπώλεια τῆς συνείδησης, θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὴν φρικτὴ κατάσταση, τέτοιοι ἄνθρωποι νὰ θάπτονται ἢ νὰ καίγονται, ἐνῶ ἀναπνέουν μὲ τὴ δική τους αὐτόματη ἀναπνευστικὴ λειτουργία.

Ἑπομένως καὶ μὲ βάση τὰ ὅσα προαναφέρθηκαν:

α) Διαπιστώνουμε ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» πού ὁρίζει ὁ νέος Νόμος ὡς θάνατο γιά τήν λήψι τῶν σωματικῶν ὀργάνων εἶναι μία κατάσταση ἐννοιολογικῶς καὶ διαγνωστικῶς ρευστή, ὅλο δὲ καὶ περισσότερο ἀμφισβητούμενη. Μᾶλλον πρόκειται γιὰ κλινικὸ κατασκεύασμα ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὴν ἀποσυμφόρηση τῶν μονάδων ἐντατικῆς θεραπείας καὶ τὴν ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση.

β) Καὶ ἂν ἀκόμη ἠμποροῦσε νὰ διαγνωσθεῖ ἀναμφισβήτητα ὁλοσχερὴς καταστροφὴ τοῦ ἐγκεφάλου, αὐτὸ δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν σωματικὸ θάνατο ἀφοῦ πάλλεται ἡ καρδιά.

γ) Ἐφ' ὅσον ἡ ἐσωτερικὴ συνειδητὴ ζωὴ καὶ τὸ πρόσωπο διατηροῦνται, ὅπως οἱ Χριστιανοὶ πιστεύουμε, καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συνόλου σώματος, δὲν ἔχουμε κανένα λόγο νὰ δεχθοῦμε ὅτι αὐτὰ παύουν νὰ ὑπάρχουν ἐπὶ νεκρώσεως μόνο τοῦ ἐγκεφάλου (ἐγκεφαλικοῦ θανάτου).

δ) Ἑπομένως ἐπὶ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου δὲν τίθεται θέμα συνειδητῆς ζωῆς καὶ προσώπου ἀλλὰ τὸ μόνο θέμα εἶναι ἐὰν ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει ἡ συνάφεια ψυχῆς καὶ σώματος ἡ ὁποία ὅμως (διατήρηση τῆς συνάφειας) καταδεικνύεται ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ὑπολοίπου σώματος.

ε) Γενικῶς ὡς φιλόστοργος μητέρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑπὲρ τῶν μεταμοσχεύσεων ὅπως καί ὑπέρ τῆς αἱμοδοσίας, μάλιστα στήν Μητροπολή μας λειτουργεῖ τράπεζα αἵματος μέ 600 φιάλες αἵματος προσφερόμενο δωρεάν σέ ἔχοντας σχετική ἀνάγκη. Ἐπειδὴ ὅμως θεωροῦμε τοὺς εὑρισκομένους στὴν κατάσταση τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» ἀσθενεῖς καὶ ὄχι νεκρούς, σεβόμενοι πλήρως τὴν ἱερότητα, ἴσως καὶ κρισιμότητα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον, τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ἐντεῦθεν τοῦ τάφου ζωῆς των, δὲν μποροῦμε νὰ συμφωνήσουμε μὲ τὴν ἀπὸ αὐτοὺς ἀφαίρεση πρὸς μεταμόσχευση τῶν ζωτικῶν τους ὀργάνων καθ’ ἥν στιγμήν πάλλεται ἡ καρδία των. Ἡ μόνη ἠθικὰ καὶ κοινωνικὰ ἀδιάβλητη περίπτωση δωρεᾶς ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση εἶναι ἡ ἀπὸ ὑγιεῖς δότες μεταμόσχευση ἱστῶν ἢ ἑνὸς ἀπὸ τὰ διπλὰ ὄργανα, ἤ μυελοῦ τῶν ὀστέων προκειμένου δὲ περὶ ἀσθενῶν ἢ τραυματιῶν δοτῶν ἡ μεταμόσχευση ὅσων μποροῦν νὰ μεταμοσχευθοῦν μετὰ τὴν μόνιμη παύση τῆς καρδιοαναπνευστικῆς λειτουργίας».

Συνεπῶς ἡ ἀπαράδεκτος νομοθετική πρωτοβουλία τῆς Κυβερνήσεως πού δέν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν αὐτῆς τά ἀνωτέρω καί πού εἰσαγάγει τήν λειτουργία ἰδιωτικῶν συμφερόντων Κέντρων Μεταμοσχεύσεων, μέ ὅ,τι ἰδιοτελές αὐτό συνεπάγεται μᾶς ὑποχρεώνει νά προτρέψωμεν τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, πρός διασφάλισι τῆς ἱερότητος τῆς ζωῆς του νά προβῆ στίς σχετικές δηλώσεις στά ἁρμόδια Κέντρα Ἐξυπηρετήσεως Πολιτῶν (Κ.Ε.Π.) ὅτι δέν συναινεῖ διά τήν ἐφαρμογή σ’αὐτό τοῦ σχετικοῦ Νόμου.

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Μέ τόν Νόμο 3984/27.6.2011 πού ἐψηφίσθη ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων ρυθμίζεται, μέ ἀρχές πού ἀπάδουν στήν ἰδιοπροσωπεία τοῦ Γένους μας καί τήν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τό πολυσήμαντο θέμα τῆς δωρεᾶς καί μεταμοσχεύσεως τῶν ἀνθρωπίνων ὀργάνων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὑπέβαλε κατά τήν διαβούλευση τοῦ εἰρημένου Νόμου θέσεις Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικῆς βιοηθικῆς οἱ ὁποῖες προδήλως περιφρονήθησαν καί ἑπομένως διά τό μέγιστο αὐτό θέμα καθηκόντως ὀφείλομε νά ἐνημερώσωμε τούς πάντας καί νά καταδείξωμε οἱ Ἱεράρχαι τήν καταφανῆ διάστασι τοῦ ψηφισθέντος Νόμου μέ τήν ἀνθρώπινη ὀντολογία, τήν ὀρθόδοξη θεολογία καί τήν θεόσδοτη ἀνθρώπινη ἐλευθερία... Ἐν συνεχείᾳ τῇ συμβολῇ τῆς ἐργασίας εἰδικῶν, ἤτοι τῶν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου-Ἰατροῦ Λουκᾶ Τσιούτσικα, Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεβυτέρου Στεφάνου Στεφοπούλου καί Πανοσιολ. Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Ἁγιορείτου παρατηροῦμεν ὅτι:

"Α'. Θεολογία - Ἀνθρωπολογία

1. Κατὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν φύση τοῦ εἶναι σύνθετο, μεικτό, ὄν. Πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὴν ψυχή, ποὺ συνιστᾶ τὸ πνευματικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ἐντάσσει στὸν πνευματικὸ κόσμο, καὶ ἀπὸ τὸ σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἐντάσσεται στὸν ὑλικό, αἰσθητὸ κόσμο. Εἶναι μείξη καὶ κράση πνεύματος καὶ ὕλης, «σύνδεσμος τῆς ὁρατῆς καὶ ἀοράτου φύσεως». Καὶ τὸ μὲν σῶμα εἶναι ὑλικό, σύνθετο καὶ φθαρτό, ἡ δὲ ψυχὴ εἶναι «οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματος, σωματικοῖς ὀφθαλμοῖς κατ' οἰκείαν φύσιν ἀόρατος, λογικὴ τὲ καὶ νοερά, ἀσχημάτιστος... ἀθάνατος» (Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Ἑπομένως ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἁπλὴ βιολογικὴ ἐνέργεια τοῦ σώματος, ὅπως εἶναι τῶν ζώων, τὰ ὁποία γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶναι θνητόψυχα, δὲν ἐπιβιώνουν μετὰ τὸν σωματικὸ θάνατο, ἀλλὰ εἶναι κτιστή, οὐσία ἀθάνατη μὲ δική της ἐνέργεια. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι παντελὴς ἐξαφάνιση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ἄλλα χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ ὁποῖο στὴ συνέχεια, φθείρεται καὶ διαλύεται, ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ ἐνεργεῖ• «Οὐχ ἡ ψυχὴ ἐστιν ἡ ἀποθνήσκουσα, ἀλλὰ διὰ τὴν ταύτης ἀναχώρησιν ἀποθνήσκει τὸ σῶμα» (Μ. Ἀθανάσιος).

2. Σχετικὰ μὲ τὸν χρόνο τῆς ἑνώσεως τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἡ Ἐκκλησία δέχεται ὅτι δημιουργοῦνται συγχρόνως• «Ἅμα δὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ πέπλασται, οὐ τὸ μὲν πρῶτον, τὸ δὲ ὕστερον» (Ἄγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πλάση κάθε νέου ἀνθρώπου• τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ συνυπάρχουν «ἐξ ἄκρας συλλήψεως». Συνεπῶς τὸ ἔμβρυο εἶναι πλήρης ἄνθρωπος, ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν σχηματισμὸ καὶ τὴ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτὸ καταδεικνύει ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος ἄλλα καὶ ἡ παντελὴς ἔλλειψη τοῦ ἐγκεφά-λου δὲν συνεπάγονται ὅτι ὁ εὑρισκόμενος στὶς καταστάσεις αὐτὲς ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι ἔμψυχο καὶ ζωντανὸ ὄν.

3. Σχετικὰ μὲ τὸ ποὺ βρίσκεται καὶ πὼς ἐνεργεῖ ἡ ψυχὴ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν ἑδρεύει σὲ συγκεκριμένο ὄργανο, ἀλλὰ εὑρίσκεται σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ σώματος, ζωοποιοῦσα καὶ κινοῦσα τὰ μέλη. Κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἡ ψυχὴ «συνέχουσα τὸ σῶμα, ὅ καὶ ἐκτίσθη, πανταχοῦ τοῦ σώματος ἐστίν, οὐχ ὡς ἐν τόπω οὐδ' ὡς περιεχομένη, ἀλλ' ὡς συνέχουσά τε καὶ περιέχουσα καὶ ζωοποιοῦσα τοῦτο, κατ' εἰκόνα καὶ τούτ' ἔχουσα Θεοῦ», κατὰ δὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ «ὀργανικῶ κεχρημένη σώματι καὶ τούτῳ ζωῆς αὐξήσεως τὲ καὶ αἰσθήσεως καὶ γεννήσεως παρεκτική».

4. Βιολογικὴ ζωὴ χωρὶς τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα δὲν νοεῖται. Στὴν περίπτωση ἀποκοπῆς, καταστροφῆς ἢ νεκρώσεως ἑνὸς ζωτικοῦ ὀργάνου, ὅποτε ὁ ἄνθρωπος ἐπιβιώνει μὲ ὑποστηρικτικὲς ἐνέργειες, ἐξακολουθεῖ ἡ ψυχὴ νὰ παραμένει συνδεδεμένη μὲ τὸ σῶμα καὶ νὰ ἐνεργεῖ σὲ ἄλλα σωματικὰ ὄργανα. Στὴν κατάσταση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ἡ ἰατρικὴ κατορθώνει μὲ τὴ βοήθεια τῆς τεχνολογίας νὰ διατηρεῖ τὴ βιολογικὴ ζωή, ἀφοῦ ὁ ὑπόλοιπος ὀργανισμός, πλὴν τοῦ ἐγκεφάλου, λειτουργεῖ. Ἡ διατήρηση τῆς βιολογικῆς ζωῆς προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μέσα στὸ σῶμα καὶ δείχνει ὅτι δὲν λύθηκε ἀκόμη ὁ μεταξύ τους δεσμός, δὲν ἐπισυνέβη δηλαδὴ ὁριστικῶς καὶ καθ' ὁλοκληρίαν ὁ θάνατος. Συνεπῶς ἡ διακοπὴ τῆς ὑποστηρικτικῆς λειτουργίας, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν συγκατάθεση τοῦ ἀσθενοῦς, πολὺ περισσότερο ἡ λήψη ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση ἀπὸ τοὺς «ἐγκεφαλικὰ νεκρούς», ἀποτελοῦν ἐνεργητικὴ πρόκληση θανάτου, ἡ ὁποία κατὰ τὴν κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἰσοδυναμεῖ μὲ φόνο, καὶ μάλιστα ἀσθενοῦς καὶ ἀνυπερασπίστου ἀνθρώπου κατ' ἀναλογίαν πρὸς τὴν ἔκτρωση τῶν ἐμβρύων.

5. Εἰδικώτερα, κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἡ ψυχὴ φανερώνεται μὲ τὸ νὰ ἐνεργεῖ πάνω στὰ μέλη τοῦ σώματος, ἀνάλογα μὲ τὴν δυνατότητα ποὺ ἔχουν. Κάθε σωματικὸ ὄργανο δέχεται ἐκείνη τὴν ψυχικὴ ἐνέργεια, τὴν ὁποία ἐκ φύσεως ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἐκφράσει. Ὅταν δὲ κάποιο ὄργανο ὑποστεῖ βλάβη, ἁπλῶς παύει νὰ ἐκφράζεται ἡ ἀντίστοιχη λειτουργία τῆς ψυχῆς. Ἔτσι, ὅταν στὸν ἐγκεφαλικὸ θάνατο τὸ νευρικὸ σύστημα, σὲ ποικίλο βαθμό, δὲν λειτουργεῖ, δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς σκέψεις ἢ τὰ συναισθήματα, αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποκλείει τὴν ὕπαρξή τους στὸ χῶρο τῆς ψυχῆς. Τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης παραμένει, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχει ἀδυναμία νὰ ἐκφρασθεῖ. Στὸν «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸ» καταργεῖται μὲν ὁ προφορικὸς λόγος, ὄχι ὅμως ὁ ἐνδιάθετος, οὔτε οἱ ἄδηλοι λόγοι. Μὲ ἄλλα λόγια, συνεχίζει νὰ «ἐργάζεται» ἡ νοερὰ του ἐνέργεια.

6. Κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ μέρος τῆς ψυχῆς, «τὸ καθαρώτατον», εἶναι ὁ νοῦς, τοῦ ὁποίου ἡ μὲν οὐσία εὑρίσκεται στὴν σαρκικὴ καρδιά, χωρὶς νὰ περικλείεται ἀπὸ αὐτὴν σὰν σὲ ἀγγεῖο, οὔτε πολὺ περισσότερο νὰ ταυτίζεται μὲ αὐτήν, ἀλλὰ ἁπλῶς τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο καὶ ὄχημα, ἡ ἐνέργειά του ὅμως στὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο εὑρίσκεται στὸν ἐγκέφαλο• στὸν κατὰ φύσιν ἄνθρωπο πρέπει νὰ ἐπανέλθει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ στὴν οὐσία της, στὴν καρδιά, ὥστε νὰ παύσει ἡ διάχυση, νὰ ἑνοποιηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Θεό.
7. Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ καρδιά, «ὁ κρυπτός της καρδίας ἄνθρωπος» (Ἀπ. Πέτρος), εἶναι ὁ χῶρος στὸν ὁποῖο ἀναπτύσσεται ὅλη ἡ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖ ἐνοικεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τὸν καταστήσει «ναὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ἀπ. Παῦλος). Ἐκεῖ οὐσιώνεται καὶ ὑποστασιοποιεῖται τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στὸ «καθ' ὁμοίωσιν». Εἶναι προφανές, ὅτι ἡ ἐσωτερικὴ αὐτὴ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ζωὴ συνειδητὴ καὶ χαρισματική, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο καὶ τὶς λειτουργίες του.

8. Ἡ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής, συνειδητή, καὶ ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Δὲν ἐκτιμᾶται μὲ τὴν ἀντικειμενικὴ ἀξία τοῦ προσφερομένου ἢ μὲ τὴν ἀξία ποὺ ἔχει αὐτὸ γιὰ τοὺς ἀποδέκτες του, ἀλλὰ μὲ τὸ πόσο στοιχίζει στὸν δότη ἡ προσφορά του, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα διδάσκει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ δίλεπτο τῆς χήρας, μὲ τὸ ἐὰν δηλαδὴ στερεῖται κανεὶς κάτι ποὺ τοῦ εἶναι χρήσιμο, ἐὰν θυσιάζει κάτι χρήσιμο αὐτός, γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἄλλος. Ἐὰν ὅμως ὁ «ἐγκεφαλικὰ νεκρὸς» εἶναι νεκρός, ἡ προσφορὰ τῶν ὁποιωνδήποτε ὀργάνων του στερεῖται τοῦ χαρακτήρα τῆς ἀγάπης, ἐφ' ὅσον αὐτὴ δὲν τοῦ στοιχίζει τίποτε, γιατί προσφέρει ἄχρηστα γι' αὐτὸν ὄργανα, δὲν στερεῖται οὔτε θυσιάζει κάτι χρήσιμο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Πρόκειται γιὰ πράξη συμφεροντολογική, ἰδιοτελῆ καὶ ἐγωιστική, διότι περιμένει κανεὶς ἀμοιβὲς καὶ ἀνταπόδοση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ στερηθεῖ ἢ νὰ θυσιάσει κάτι ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἀντίθετα οἱ ἀρετὲς τῆς θυσίας καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ἐφαρμόζονται ἀπόλυτα στὴν προσφορὰ ὀργάνων ἀπὸ ζῶντες δότες, ὅταν πρόκειται γιὰ διπλὰ ὄργανα καὶ ἱστούς ὅπως καί στήν αἱμοδοσία. Προσφέρουν τότε θυσιάζοντες καὶ ἐλαττούμενοι.
9. Δὲν ὑπάρχει μέχρι σήμερα ἀπόλυτη ὁμοφωνία τῶν ἰατρῶν διεθνῶς γιὰ τὸν «ἐγκεφαλικὸ θάνατο». Πολλοὶ ἰατροὶ ἔχουν ἀναπτύξει ἔγκυρη καὶ συγκροτημένη ἐπιχειρηματολογία, περὶ τοῦ ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» δὲν συνιστᾶ τὸν βιολογικὸ θάνατο. Ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ὑποκαταστήσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ παρεμποδίσει τὴν θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τῶν Ἁγίων πρὸς ἐπανόρθωση καὶ θεραπεία ὁποιασδήποτε σωματικῆς βλάβης, ἀκόμη καὶ ἐγκεφαλικῆς; Θὰ δεχθεῖ καὶ θὰ νομιμοποιήσει ἡ Ἐκκλησία ἕναν διαφορετικὸ θάνατο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ διδάσκει ἐπὶ αἰῶνες, στηριζόμενη στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Πατερικὴ Παράδοση, παρασυρόμενη ἀπὸ ἐπισφαλεῖς παραδοχὲς καὶ προσβάλλουσα τὸ «φοβερώτατον μυστήριον τοῦ θανάτου»; Θά κλείσωμε τά μάτια μας μπροστά στίς καταγεγραμμένες διεθνῶς ἀνανήψεις θεωρουμένων ὡς ἐγκεφαλικά νεκρῶν;
10. Ἡ Χριστιανικὴ Ἠθική, δεχόμενη τὴν ἀλήθεια ὅτι κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου εἶναι μόνον ὁ Θεός, ἐπαινεῖ κάθε ἰατρικὴ προσπάθεια, ὑπὲρ τῆς θεραπείας τῶν πάσης φύσεως ἀσθενειῶν• πιστεύουσα ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ἀγαθὸ ὑπέρτατης ἀξίας, περιμένει ἀπὸ τοὺς ἰατροὺς νὰ ἐργάζωνται μέχρι τέλους πρὸς διάσωση τῆς ζωῆς κάθε ἀνθρώπου, ἔστω καὶ ἀνιάτως πάσχοντος καὶ ὑποφέροντος ἀπὸ τοὺς πόνους, ἔστω καὶ ἐὰν ἔχουν νεκρωθεῖ ζωτικά του ὄργανα, ὅπως ὁ ἐγκέφαλος. Ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ πόνος παίζουν σπουδαῖο παιδαγωγικὸ καὶ σωτηριώδη ρόλο καὶ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
11. Ἡ ἔννοια τῆς «εἰκαζομένης συναινέσεως» τοῦ ἀσθενοῦς πού ἐφευρίσκεται μέ τόν νέο νόμο καί εἰσάγεται κατά πρόδηλο παράβαση τῶν ἄρθρων 2 παραγρ. 1 καί 5 παραγρ. 1 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος τίθεται σέ ἰσχύ ἀπό 1/6/2013 καί ἀποτελεῖ αὐθαίρετη κατάλυση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση βρίσκεται σέ ἀπόλυτη ἀντίθεση μέ τήν δωρεά ὀργάνων ἡ ὁποία εἶναι αὐτόβουλη πράξη πού δέν εἰκάζεται ὅπως δέν εἰκάζεται καί ἡ συναίνεση. Ἡ εἰκαζομένη συναίνεση ἑστιάζεται στόν λήπτη καί ἀδικεῖ τήν πράξη τοῦ δότη τόν ὁποῖο μεταμορφώνει ἀπό πρόσωπο πού ἀβίαστα δωρίζει σέ ἄτομο ἀπό τό ὁποῖο αὐθαίρετα ἀφαιροῦμε καί ὁδηγεῖ σέ τραγική ἐκκοσμίκευση πού θὰ διευκολύνη σέ περαιτέρω ἀμφισβήτηση τῶν ἠθικῶν φραγμῶν, σὲ σχετικοποίηση τῶν ἀφθάρτων καὶ αἰωνίων ἀληθειῶν μὲ τὴν θεοποίηση τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας καὶ σὲ ὑποκατάστα-ση τῆς Ὀρθόδοξης ἀπὸ τὴν «μηχανιστικὴ ἀνθρωπολογία».

Β' Ἰατρικὲς θέσεις

1. Ἡ ἔννοια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ἡ ὁποία τὸ πρῶτον εἰσήχθη στὴν ἰατρικὴ ὁρολογία καὶ πρακτικὴ τὸ 1968 ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard, (Χάρβαρντ) καὶ τὰ κριτήρια διαγνώσεώς του εἶναι μεταβαλλόμενα μὲ τάση περιορισμοῦ τους. Ἔτσι ἀρχικὰ περιελάμβανε τὴν κατάπαυση τῶν λειτουργιῶν ὅλου του νευρικοῦ συστήματος, κεντρικοῦ καὶ περιφερικοῦ. Τὸ 1981 ἡ ἐπιτροπὴ ἐμπειρογνωμόνων του Προέδρου τῶν ΗΠΑ μὲ τὸν ἑνιαῖο ὁρισμὸ τοῦ θανάτου περιόρισε τὴν ἔννοιά του στὴ μὴ ἀναστρέψιμη παύση ὅλων τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφάλου, ἐνῶ ἀπὸ τὸ 1973 στὴ Μ. Βρετανία καὶ ἀπὸ τὸ 1985 στὴν Ἑλλάδα γίνονται ἀποδεκτὰ τὰ κριτήρια τῆς Minnesota (Μιννεσότα), μὲ τὰ ὁποία ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος περιορίζεται στὴ μὴ ἀναστρέψιμη βλάβη τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους.

2. Οἱ λόγοι ἀντικαταστάσεως τῶν κλασικῶν κριτηρίων προσδιορισμοῦ τοῦ θανάτου, ποὺ ἦσαν ἡ μὴ ἀναστρέψιμη διακοπὴ τῆς ἀναπνευστικῆς καὶ καρδιακῆς λειτουργίας, μὲ τὸ κριτήριο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁμολογεῖται ἀπερίφραστα ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ τοῦ Harvard πὼς ἦταν

α) ὅτι οἱ ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ ἀσθενεῖς ἀποτελοῦν «φορτίο» γιὰ τοὺς οἰκείους καὶ τὰ νοσοκομεῖα καὶ

β) ὅτι ἐὰν ἐξακολουθοῦσαν νὰ ἰσχύουν τὰ παλαιὰ κριτήρια τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ θανάτου, θὰ ἦταν δύσκολη ἡ ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμοσχεύσεις γιατί τά ὄργανα εἶναι ἄχρηστα μετά τήν παύση τῆς καρδιακῆς λειτουργίας τοῦ δότη.

3. Ἡ ἔννοια καὶ τὰ κριτήρια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὁρίζονται αὐθαίρετα• αὐθαίρετη εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ διάγνωσή του, καὶ πολλὲς φορὲς ἐπισφαλής, μὲ ἀποτέλεσμα περιπτώσεις ἀσθενῶν ποὺ χαρακτηρίστηκαν ἐγκεφαλικῶς νεκροὶ νὰ ἀποδειχθεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων ὅτι δὲν ἦταν τέτοιοι στὴν πραγματικότητα καί νά ἀνανήψουν.

4. Σὲ ἐγκεφαλικῶς νεκροὺς ἐπιτελοῦνται πολλὲς λειτουργίες, ὅπως• α) ἡ καρδιὰ πάλλει αὐτομάτως, β) οἱ πνεύμονες ἀνταλλάσσουν τὸ ὀξυγόνο καὶ τὸ διοξείδιο τοῦ ἄνθρακος, γ) συνήθως ὑπάρχει ἐπαρκὴς ἀγγειακὸς τόνος, δ) μερικὲς φορὲς ἡ χορηγούμενη τροφὴ πέπτεται ἀπὸ τὸ γαστρεντερικὸ σύστημα, ε) τὰ κύτταρα ἀφομοιώνουν τὶς θρεπτικὲς οὐσίες, στ) τὸ αἷμα κυκλοφορεῖ καὶ ἀπομακρύνει τὰ μεταβολικὰ προϊόντα ἀπὸ τὰ κύτταρα, ζ) τὸ ἧπαρ ἀποτοξινώνει τὸ αἷμα, η) οἱ νεφροὶ διατηροῦν τὸ ἰσοζύγιο τῶν ὑγρῶν καὶ τῶν ἠλεκτρολυτῶν, θ) τὸ ἀνοσοποιητικὸ σύστημα καταπολεμεῖ τὶς λοιμώξεις, ι) ὁρισμένοι ἐνδοκρινεῖς ἀδένες ἐξακολουθοῦν νὰ λειτουργοῦν. Ὅλα αὐτὰ καθὼς καὶ ἡ περίπτωση τῶν ἐμβρύων, στὰ ὁποῖα δὲν ἔχει ἀκόμη σχηματισθεῖ ὁ ἐγκέφαλος, δείχνουν, σαφῶς ὅτι καὶ χωρὶς τὸν ἐγκέφαλο τὸ σῶμα μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανὸς βιολογικὰ ὀργανισμός.

5. Ἡ συνείδηση (μὲ τὴν ἰατρικὴ ἔννοια) διακρίνεται στὴν ἐγρήγορση καὶ στὸ περιεχόμενό της, ἡ ἐλαττωμένη δὲ ἐγρήγορση ἐμποδίζει τὴν ἐκτίμηση τοῦ περιεχομένου τῆς συνείδησης. Ἑπομένως στὶς περιπτώσεις ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, στὶς ὁποῖες ἔχει κατασταλεῖ ἡ ἐγρήγορση, δὲν μπορεῖ νὰ λεχθεῖ (τουλάχιστον πρὸς τὸ παρὸν) τίποτε γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς συνείδησης. Τὸ νὰ θεωροῦνται δὲ νεκροὶ αὐτοὶ πού εὑρίσκονται σὲ θεωρούμενη μόνιμη ἀπώλεια τῆς συνείδησης, θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὴν φρικτὴ κατάσταση, τέτοιοι ἄνθρωποι νὰ θάπτονται ἢ νὰ καίγονται, ἐνῶ ἀναπνέουν μὲ τὴ δική τους αὐτόματη ἀναπνευστικὴ λειτουργία.

Ἑπομένως καὶ μὲ βάση τὰ ὅσα προαναφέρθηκαν:

α) Διαπιστώνουμε ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικὸς θάνατος» πού ὁρίζει ὁ νέος Νόμος ὡς θάνατο γιά τήν λήψι τῶν σωματικῶν ὀργάνων εἶναι μία κατάσταση ἐννοιολογικῶς καὶ διαγνωστικῶς ρευστή, ὅλο δὲ καὶ περισσότερο ἀμφισβητούμενη. Μᾶλλον πρόκειται γιὰ κλινικὸ κατασκεύασμα ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὴν ἀποσυμφόρηση τῶν μονάδων ἐντατικῆς θεραπείας καὶ τὴν ἀπόκτηση ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση.

β) Καὶ ἂν ἀκόμη ἠμποροῦσε νὰ διαγνωσθεῖ ἀναμφισβήτητα ὁλοσχερὴς καταστροφὴ τοῦ ἐγκεφάλου, αὐτὸ δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν σωματικὸ θάνατο ἀφοῦ πάλλεται ἡ καρδιά.

γ) Ἐφ' ὅσον ἡ ἐσωτερικὴ συνειδητὴ ζωὴ καὶ τὸ πρόσωπο διατηροῦνται, ὅπως οἱ Χριστιανοὶ πιστεύουμε, καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συνόλου σώματος, δὲν ἔχουμε κανένα λόγο νὰ δεχθοῦμε ὅτι αὐτὰ παύουν νὰ ὑπάρχουν ἐπὶ νεκρώσεως μόνο τοῦ ἐγκεφάλου (ἐγκεφαλικοῦ θανάτου).

δ) Ἑπομένως ἐπὶ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου δὲν τίθεται θέμα συνειδητῆς ζωῆς καὶ προσώπου ἀλλὰ τὸ μόνο θέμα εἶναι ἐὰν ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει ἡ συνάφεια ψυχῆς καὶ σώματος ἡ ὁποία ὅμως (διατήρηση τῆς συνάφειας) καταδεικνύεται ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ὑπολοίπου σώματος.

ε) Γενικῶς ὡς φιλόστοργος μητέρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑπὲρ τῶν μεταμοσχεύσεων ὅπως καί ὑπέρ τῆς αἱμοδοσίας, μάλιστα στήν Μητροπολή μας λειτουργεῖ τράπεζα αἵματος μέ 600 φιάλες αἵματος προσφερόμενο δωρεάν σέ ἔχοντας σχετική ἀνάγκη. Ἐπειδὴ ὅμως θεωροῦμε τοὺς εὑρισκομένους στὴν κατάσταση τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» ἀσθενεῖς καὶ ὄχι νεκρούς, σεβόμενοι πλήρως τὴν ἱερότητα, ἴσως καὶ κρισιμότητα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον, τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ἐντεῦθεν τοῦ τάφου ζωῆς των, δὲν μποροῦμε νὰ συμφωνήσουμε μὲ τὴν ἀπὸ αὐτοὺς ἀφαίρεση πρὸς μεταμόσχευση τῶν ζωτικῶν τους ὀργάνων καθ’ ἥν στιγμήν πάλλεται ἡ καρδία των. Ἡ μόνη ἠθικὰ καὶ κοινωνικὰ ἀδιάβλητη περίπτωση δωρεᾶς ὀργάνων γιὰ μεταμόσχευση εἶναι ἡ ἀπὸ ὑγιεῖς δότες μεταμόσχευση ἱστῶν ἢ ἑνὸς ἀπὸ τὰ διπλὰ ὄργανα, ἤ μυελοῦ τῶν ὀστέων προκειμένου δὲ περὶ ἀσθενῶν ἢ τραυματιῶν δοτῶν ἡ μεταμόσχευση ὅσων μποροῦν νὰ μεταμοσχευθοῦν μετὰ τὴν μόνιμη παύση τῆς καρδιοαναπνευστικῆς λειτουργίας».

Συνεπῶς ἡ ἀπαράδεκτος νομοθετική πρωτοβουλία τῆς Κυβερνήσεως πού δέν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν αὐτῆς τά ἀνωτέρω καί πού εἰσαγάγει τήν λειτουργία ἰδιωτικῶν συμφερόντων Κέντρων Μεταμοσχεύσεων, μέ ὅ,τι ἰδιοτελές αὐτό συνεπάγεται μᾶς ὑποχρεώνει νά προτρέψωμεν τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, πρός διασφάλισι τῆς ἱερότητος τῆς ζωῆς του νά προβῆ στίς σχετικές δηλώσεις στά ἁρμόδια Κέντρα Ἐξυπηρετήσεως Πολιτῶν (Κ.Ε.Π.) ὅτι δέν συναινεῖ διά τήν ἐφαρμογή σ’αὐτό τοῦ σχετικοῦ Νόμου.

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 30, 2011

Μαγεία και Ορθόδοξη Εκκλησία -π.Γερασιμάγγελος Στανίτσας

Στη σημερινή λογοκρατούμενη εποχή μας φαίνεται λίγο παράδοξο να γίνεται λόγος για το φαινόμενο της μαγείας. Κι’ όμως πολλοί άνθρωποι ακόμη και μορφωμένοι καταφεύγουν σε κάθε είδους μάγους έναντι μεγάλης αμοιβής, για να τους αποκαλύψουν τα μέλλοντα να συμβούν. Στη συνηθέστερη περίπτωση οι πελάτες της μαγείας πέφτουν θύματα κερδοσκοπίας αδίστακτων απατεώνων που θησαυρίζουν από την ανθρώπινη δυστυχία και ευπιστία.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που οι πελάτες αυτοί βρίσκονται μπροστά σε πραγματικές μαγικές δυνατότητες και τότε μπλέκονται μέσα στα σκοτεινά μονοπάτια αναζητώντας λύση κάποιου προβλήματος και παρασύρονται στο φαύλο κύκλο της δαιμονικής κυριαρχίας.
Η μαγεία είναι μια ανθρώπινη επινόηση και τεχνική με την οποία ο άνθρωπος που αισθάνεται αδύναμος μέσα στο σύμπαν που του προκαλεί φόβο επιζητεί να αποκτήσει μια δύναμη πάνω από τις δικές του δυνάμεις, για να τον κάνει κυρίαρχο πάνω σ’αυτά τα στοιχεία του σύμπαντος. Η αρχή της μαγείας χάνεται στην προϊστορική εποχή. Ο πρωτόγονος άνθρωπος με διάφορα μαγικά καμώματα προσπαθούσε να κυριαρχήσει στα εχθρικά στοιχεία της φύσης. Στην αρχαία Ελλάδα η μαγική τέχνη ήταν γνωστή όπως φαίνεται από τα στόματα γνωστών μάγων και μαγισσών της Ελληνικής Μυθολογίας. Μεγάλη παράδοση στις μαγικές τέχνες είχαν οι ανατολικοί λαοί, Αιγύπτιοι, Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι και απ’αυτούς παρέλαβε τα μαγικά ακόμη και ο Ισραηλιτικός λαός.
Πάντως από την πρώτη στιγμή το πνεύμα της θείας Αποκαλύψεως ήταν αντίθετο σε κάθε μαγική δραστηριότητα. Ο Μωσαϊκός Νόμος πρόβλεπε την ποινή του θανάτου για τη μαγεία. Με αποτροπιασμό απαγορεύονταν όλες οι μαγικές συνήθειες των ειδωλολατρικών λαών. Η μαγεία ενοχοποιείται σαν μια δραστηριότητα που αποξενώνει τον άνθρωπο από τον Θεό. Οι προφήτες παρουσιάζονται ασυμβίβαστοι εχθροί της ειδωλολατρίας και αντίπαλοι της μαγείας. Οι δε δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης εξευτελίζουν τους μάγους των εθνικών αποδεικνύοντας την δύναμη του ζώντος Θεού.
Ο Χριστός δέχτηκε να υπομείνει τους πειρασμούς της μαγείας. Ο διάβολος στην έρημο του πρότεινε να κάνει χρήση των θεϊκών του δυνάμεων για να ικανοποιήσει την πείνα Του κάνοντας τις πέτρες ψωμί, κάτι που αρνήθηκε, λέγοντας ότι ο άνθρωπος δεν ζει μόνον με ψωμί. Ο Ιησούς ήρθε στον κόσμο για να λύσει τα έργα του διαβόλου άρα και της μαγικής τέχνης.
Στην Καινή Διαθήκη έχουμε πληροφορίες για τον θρίαμβο των αποστόλων πάνω στη μαγεία και τους εκπροσώπους της.
Στη Σαμάρεια ο διάσημος μάγος Σίμωνας αναγνώρισε την ανωτερότητα του αποστόλου Φιλίππου και δέχτηκε το βάπτισμα. Ο απ. Παύλος στην Κύπρο επιτίμησε το μάγο Ελύμα αποκαλώντας τον « υιόν του διαβόλου και εχθρόν πάσης δικαιοσύνης διαστρέφοντας τας οδούς του Κυρίου» και τον τιμώρησε με προσωρινή τύφλωση.
Στην Έφεσο το κήρυγμα των αποστόλων έγινε αιτία να καούν δημόσια τα μαγικά βιβλία. Η Εκκλησία σ’ολη της την πορεία στάθηκε αμείλικτη κατήγορος κάθε μαγικής συνήθειας. Η μαγεία μέσω της λαϊκής δεισιδαιμονίας προσπάθησε να εισχωρήσει στην Εκκλησία, αλλά στην ορθόδοξη Ανατολή παρέμεινε η διαχωριστική γραμμή πάντοτε με σαφήνεια.
Το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας απαγορεύει αυστηρά την άσκηση της μαγείας και της μαγγανείας, αν και εμείς εδώ δεν γνωρίσαμε το κυνήγι των μαγισσών του δυτικού μεσαίωνα.
Όσοι σήμερα καταφεύγουν στη μαγεία θεωρούνται πρόσωπα με κάποια συγκεκριμένη ψυχοπαθολογία. Πρόκειται για άτομα που ζητούν λύσεις έξω από τον εαυτό τους, για ν’αποφύγουν την προσωπική τους ευθύνη. Είναι άτομα με υπαρξιακές περιπλοκές και ψυχολογικά αδιέξοδα.
Οι άνθρωποι αυτοί υποφέρουν από έλλειψη πνευματικής τροφοδοσίας και υπαρξιακή αδράνεια. Και με τα αδιέξοδα της σημερινής εποχής τα άτομα αυτά όλο και αυξάνουν. Ισχυρίζονται, ότι οι καλύτερος τρόπος ν’ απαλλαγεί κανείς από τις δεισιδαιμονίες και την ανάγκη της μαγείας είναι ο ορθολογισμός και η αθεΐα. Αυτό όμως είναι ανακριβές. Διότι όταν πάψει κανείς να πιστεύει στο Θεό, συνήθως αρχίζει να πιστεύει ό,τιδήποτε. Γι’ αυτό και έχει παρατηρηθεί ένα υψηλό ποσοστό ανθρώπων που αναζητούν μαγικές λύσεις μεταξύ δεδηλωμένων άθεων.
Το αληθινό αντίδοτο της μαγείας είναι η ορθή πίστη και ορθόδοξη πνευματικότητα.
Ο άνθρωπος πλάστηκε από τον Θεό ελεύθερος και έλαβε σαν θεία δωρεά την κυριαρχικότητα σαν κορωνίδα της δημιουργίας.. Δεν είναι ανάγκη λοιπόν να καταφεύγει στη μαγεία και το νοσηρό αποκρυφισμό, γιατί το μόνο που θα καταφέρει είναι μια κακή χρήση των στοιχείων του κόσμου και μια δαιμονικού χαρακτήρα σύγχυση.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...