ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ "ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ" ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΜΟ
Σήμερα δόθηκε στη δημοσιότητα η επίσημη θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος στο θέμα της ελεύθερης συμβίωσης ομοφύλων και την γενικότερη κρίση και απειλή την οποία αντιμετωπίζει στην εποχή μας η αξία και ο θεσμός της οικογένειας.
Η απάντηση της Εκκλησίας της Ελλάδος έρχεται μέσα από τη νέο εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου "Προς το Λαό" που δημοσιεύθηκε σήμερα. Σε αυτήν οι Ιεράρχες ασχολούνται διεξοδικά με τα θέματα των θεσμών της οικογένειας και του γάμου και αφού δίνουν την σαφή τοποθέτηση της Εκκλησίας σε αυτά,
εκφράζει έντονη ανησυχία γιατί "το βασικό κύτταρο της οικογένειας διαλύεται" και νέες μορφές "οικόγενειας" που προπαγανδίζονται συμβάλλουν, κινδυνεύουν να δώσουν το τελειωτικό κτύπημα στην οικογένεια και το γάμο.
Χαρακτηριστικό είναι το σημείο όπου η Ιερά Σύνοδος αναφέρει ότι "η αύξηση των διαζυγίων, αξιοπρόσεκτη στις μέρες μας, αποκαλύπτει την επιπολαιότητα των σημερινών ανθρώπων και τη ρηχότητα των αισθημάτων σε σχέση με τους παλαιοτέρους, οι οποίοι, ασφαλώς δεν ήταν τέλειοι, όμως οι γάμοι τους διαρκούσαν μια ζωή."
Ολόκληρη η εγκύκλιος έχει ως εξής:
Αριθμ Πρωτ. 5225
Διεκπ. 2370
Αθήνα 12 Δεκεμβρίου 2013
Εγκύκλιος 2945
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας συνήλθε τον παρελθόντα Οκτώβριο εν μέσω και πάλι ποικίλων κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, σε μία καμπή κρίσιμων ανακατατάξεων.
Ως κοινωνία, καλούμαστε να υπερβούμε σύνθετα προσκόμματα και σοβαρές παθογένειες και στρεβλώσεις. Ως Εκκλησία, καταθέτουμε την κοινή μας αγωνία για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας καιαναλογιζόμαστε τις ευθύνες μας και τις δυνατότητες εκπληρώσεως της αποστολής μας σε στιγμές φθοράς και ευτελισμού του ανθρωπίνου προσώπου, υποτιμήσεως του ιερού χαρακτήρα του και απαξιώσεως ουσιωδών πνευματικών αξόνων του κοινού μας βίου.
Καί ενώ η κοινωνία νοσεί βαθύτατα, το βασικό της κύτταρο, η οικογένεια, αργά αλλά σταθερά, αλλοιώνεται και διαλύεται.
Δεν γίνεται όμως να μας διαφεύγει το γεγονός ότι ο θεσμός της οικογένειας αποτελεί διαχρονικά το πιο εγγυημένο και ασφαλέστερο κοινωνικό πλαίσιο για την ορθή διαπαιδαγώγηση και την αγωγή των νέων μελών της κοινωνίας μας. Η οικογένεια διαπλάθει τις παιδικές ψυχές «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» και προετοιμάζει τα ενεργά μέλη της κοινωνίας, τους ανθρώπους όλων των επαγγελμάτων, τους κάθε είδους ηγέτες ενός τόπου.
Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση ότι στις μέρες μας ο οικογενειακός θεσμός δοκιμάζεται δεινά και πλήττεται, καθημερινά και συχνά αθέατα, από πολλές εκπτώσεις και στρεβλώσεις. Κάθε εκτροπή από την υγιή πορεία της οικογένειας οδηγεί σε διάφορες αλλοιώσεις. Βεβαίως, ο κίνδυνος να εκπέσει η οικογενειακή συμβίωση σε γυμνή σύμβαση υπήρχε και σε παλαιότερες εποχές. Σήμερα όμως, όλοι αναφέρονται κυρίως και κατ’ εξοχήν στα ατομικά δικαιώματά τους και λησμονούν τις υποχρεώσεις τους. Η ίδια η έννοια του φύλου ήδη θεωρείται μεταβλητή και επαμφοτερίζουσα. Η ικανότητα να διακρίνει κανείς την ιερότητα της ενώσεως των δύο φύλων στον σύγχρονο κόσμο μοιάζει να χάνεται βαθμηδόν.
Γιά την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, βεβαίως, ο γάμος δεν εγκαθιδρύει μόνο μία κοινή και εμπειρική πορεία προς τη θέωση και τον μεταμορφωμένο κόσμο του Θεού• εγγυάται, με την γέννηση και την ανατροφή των τέκνων, όχι απλώς τη βιολογική επέκταση της ανθρωπότητας, αλλά κυρίως την πνευματική διαιώνιση του ανθρωπίνου προσώπου.
Ο γάμος και η οικογένεια καθιστά, συνεπώς, τον άνθρωπο συνδημιουργό του Θεού και τον επιφορτίζει με τη μεγαλύτερη ευθύνη από όλες, την ευθύνη έναντι των παιδιών μας. Ο ιερός Χρυσόστομος προτρέπει τον ακροατή του με τα ακόλουθα λόγια: «Εκκλησίαν ποίησόν σου την οικίαν· και γαρ υπεύθυνος ει και της των παιδίων σωτηρίας»· δηλαδή: «Κάνε το σπίτι σου εκκλησία· γιατί είσαι υπεύθυνος και για τη σωτηρία των παιδιών σου».
Με τα λόγια του Αποστόλου Παύλου (Εφ 5, 32), το μυστήριο του Γάμου «μέγα εστίν», «εις Χριστόν και εις την εκκλησίαν». Κάθε οικογένεια διατηρεί μίαν ιερή, μοναδική και ανεπανάληπτη αξία, εφ’ όσον εικονίζει το μυστήριο που συνέχει και συγκροτεί την Εκκλησία του Χριστού.
Τούτο όμως σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να την υποβαθμίζει ή ακόμη και να την υποκαθιστά. Μπροστά στη σύγχρονη και πολυποίκιλη κρίση και αγωνία της ελληνικής κοινωνίας, «εν ημέραις πονηραίς, εν αίς η των πολλών αγάπη εψύγη», η χριστιανική ανασυγκρότηση του θεοίδρυτου θεσμού της οικογένειας μπορεί να αποτελέσει το καλύτερο φάρμακο σε οποιαδήποτε διαβρωτική κατάσταση. Χρειάζεται όμως να μαρτυρήσουμε και να επαναδιατυπώσουμε τη βαρύτατη αλλά σώζουσα, ζωοποιούσα και λυτρωτική αλήθεια, η οποία προκύπτει από κάθε σωστά δομημένη οικογένεια, από κάθε κατ’ οίκον Εκκλησία.
Οι «εκτροπές του οικογενειακού θεσμού» ή οι αναδυόμενες «εναλλακτικές μορφές οικογένειας» στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα συνιστούν φαινόμενα που αποδεικνύουν την εκκοσμίκευση και τον αποχριστιανισμό των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών –κοινωνιών και λαών, εν τούτοις, με πλούσιο χριστιανικό παρελθόν.
Αυτό, εν πολλοίς, ισχύει και για την ελληνική κοινωνία. Απαιτείται, συνεπώς, προβληματισμός και μελέτη σοβαρή για τη διαφύλαξη και την προκοπή του ιερού αυτού θεσμού, τον οποίον ορθά ονομάζουμε και «μικρή Εκκλησία». Άλλωστε, και αυτό που θεωρείται ως «κρίση» μπορεί τελικά, αν το θελήσουμε, να γίνει ευκαιρία για ανασυγκρότηση. Να σημάνει την κατάρρευση και το τέλος του παλαιού τρόπου ζωής και την αρχή μιάς νέας δημιουργίας εν Χριστώ, της αναπλάσεως του πεπτωκότος κόσμου.
Ο υλιστικός και μηδενιστικός τρόπος ζωής, η έκλειψη εκκλησιαστικού ήθους και αληθινής αγάπης, τα νέα εργασιακά και οικονομικά δεδομένα, οι αλλαγές των ρόλων και άλλοι ενδεχομένως παράγοντες, αλλοίωσαν και «σμίκρυναν» την οικογένεια. Ο μυστηριακός χαρακτήρας της, η υπερβατική της αναφορά «εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν», μοιάζει να ατονεί ή να μην υφίσταται για πολλούς συνανθρώπους μας.
Όλοι αυτοί οι λόγοι, ίσως και άλλοι, συνετέλεσαν στην εμφάνιση μορφών γάμου και οργάνωσης του οικογενειακού βίου, οι οποίοι, υπό το φως της χριστιανικής διδασκαλίας, θεωρούνται εκτροπές της οικογένειας και, κατά τη σύγχρονη εκκοσμικευμένη αντίληψη, εναλλακτικές μορφές της. Πρόκειται για τον πολιτικό γάμο, τη μονογονεική οικογένεια, την ελεύθερη συμβίωση και τον λεγόμενο γάμο των ομοφυλοφίλων.
Κατά την πρόσφατη θέσπισή του, το λεγόμενο Σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης αποτελεί καθεστώς διαφορετικό από τον γάμο: πρόκειται για εναλλακτική μορφή μόνιμης συμβίωσης και όχι για μορφή «χαλαρού» γάμου. Κατά τη νομική προσέγγιση, επιχειρείται να ρυθμιστεί νομοθετικά ένα υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο, δηλαδή η γέννηση παιδιών εκτός γάμου, οι μονογονεικές οικογένειες, που συνεχώς αυξάνονται, και οι απροστάτευτες γυναίκες από τη μακροχρόνια πολλές φορές ελεύθερη συμβίωση.
Αναμφίβολα, στην κατηγορία αυτή θα βρεθούν και πολίτες που είναι βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, οι οποίοι όμως είτε δεν γνωρίζουν είτε εμφορούνται από ιδέες και αντιλήψεις ξένες και αντίθετες προς τη διδασκαλία, την παράδοση και το ήθος της Εκκλησίας.
Ωστόσο, το συγκεκριμένο σχήμα συμβίωσης, νομοθετικά πλέον κατοχυρωμένο, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη χριστιανική αντίληψη περί γάμου και οικογένειας της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Ορισμένα μέλη της Εκκλησίας, εκείνα που για διάφορους λόγους, επιπόλαια κι αβασάνιστα, θα επιλέξουν για κάποιο διάστημα ή και μονίμως τον συγκεκριμένο τρόπο ελεύθερης συμβίωσης, πρόκειται να αρνηθούν την εκκλησιαστική ιερολογία της συζυγίας τους.
Η Εκκλησία μελετά εις βάθος τα φαινόμενα αυτά και με τη συμβολή στελεχών της, κληρικών και λαικών, με εξειδικευμένες γνώσεις και θεολογική συγκρότηση, διαμορφώνει την εκκλησιαστική μαρτυρία της, καθώς και την ποιμαντική αντιμετώπιση όλων αυτών των νέων εναλλακτικών προς τη συμβατική οικογένεια σχημάτων οργάνωσης του ιδιωτικού βίου στην εποχή μας.
Στην περίπτωση της ελεύθερης συμβίωσης, βιώνουμε πλέον τη βαθιά θεολογική και κοινωνική αλλοίωση του θεσμού της οικογένειας. Η οικογένεια δεν θεωρείται πλέον «μικρή Εκκλησία», αλλά απλή συμβίωση του ενός με τον άλλον.
Η ιερολογία του Γάμου δίνει την εντύπωση βαρύτατης δέσμευσης και φαντάζει σαν αναχρονιστικό γεγονός, σαν πράξη που δεν έχει νόημα, εν τέλει απλώς σαν μία φολκλορική τελετή. Δεν εκφράζει για εκείνους τίποτε το υπαρξιακό ούτε ενέχει εσχατολογικές ή άλλες μεταφυσικές προσδοκίες.
Η αύξηση των διαζυγίων, αξιοπρόσεκτη στις μέρες μας, αποκαλύπτει την επιπολαιότητα των σημερινών ανθρώπων και τη ρηχότητα των αισθημάτων σε σχέση με τους παλαιοτέρους, οι οποίοι, ασφαλώς δεν ήταν τέλειοι, όμως οι γάμοι τους διαρκούσαν μια ζωή.
Παρατηρείται επίσης στην εποχή μας το φαινόμενο οι άνθρωποι δύσκολα να αποφασίζουν να προχωρήσουν σε γάμο, συνεπώς και στη δημιουργία οικογένειας, όχι μόνον εξ αιτίας αντικειμενικών δυσκολιών, της οικονομικής κρίσης, της ανεργίας και της δυσκολίας να ενταχθούν στην αγορά εργασίας, αλλά και για άλλους δευτερεύοντες λόγους.
Παρά την κρίση των μορφών του σύγχρονου κοινωνικού βίου, ο κόσμος πάντοτε θα προσδοκά από την οικογένεια καλούς και καλλιεργημένους ανθρώπους οι οποίοι θα του προσφέρουν την καλή και δημιουργική του «αλλοίωση».
Σε αυτήν την αγωνιώδη προσδοκία της εποχής, η αγία μας Εκκλησία εκφράζει δημοσίως τη θεολογική της μαρτυρία και συγχρόνως την συχνά αθέατη και αθόρυβη ποιμαντική της διακονία και προσφορά. Σε αυτό το πλαίσιο, η επαναθεώρηση της οικογένειας, η οποία είναι απολύτως αναγκαία για την κατά Χριστόν ζύμωση της κοινωνίας και την επί τα βελτίω αλλαγή, δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά τον εκ νέου «εκκλησιασμό» της και την επανασύνδεσή της με την ευχαριστιακή εμπειρία της τοπικής Εκκλησίας.
Η «μικρά Εκκλησία», όπως ονομάζει την οικογένεια ο ιερός Χρυσόστομος, καλείται να διευρυνθεί βιωματικά και υπαρξιακά στις διαστάσεις της μεγάλης Εκκλησίας. Απαραίτητες είναι ακόμη τόσο η πνευματική προετοιμασία των νέων ζευγών στην πορεία τους προς τον γάμο, όσο και η διαρκής στήριξή τους στην οικοδόμηση της μικρής τους Εκκλησίας, ώστε να μην αισθάνονται εγκαταλελειμμένα αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις.
Η αποστολή και η προσφορά της Εκκλησίας προς την κατεύθυνση αυτή είναι η δημόσια, μετά παρρησίας και προς κάθε κατεύθυνση κατάθεση της μαρτυρίας της για όλον τον κόσμο, χωρίς διακρίσεις φύλου, ηλικίας, κοινωνικής θέσης, εθνότητας ή πίστης, περί του νοήματος της εν Χριστώ ζωής και της υπερβάσεως της φθοράς και του θανάτου• περί της δυνάμεως της πίστεως στον Χριστό• περί της οικογενείας ως ευλογημένης μορφής κοινωνίας προσώπων, όχι ως αυτοαναφορικής ενώσεως ατόμων, και η παντοειδής στήριξη και υπεράσπισή της.
Κάθε οικογένεια είναι αληθινά μία «μικρή εκκλησία» και, επομένως, αποτελεί πρόγευση και δρόμο προς το μυστήριο της Βασιλείας του Θεού. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας (Μτ 9, 15· 25, 1 κ.ε· Μκ 2, 19-20· Λκ 5, 34-35· Ιω 3, 29) και ο Ίδιος αναφέρει στην παραβολή του γαμήλιου δείπνου ότι «ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, όστις εποίησεν γάμους τω υιώ αυτού» (Μτ 22, 2).
Ο Απόστολος Παύλος συμβουλεύει τους άνδρες να αγαπούν τις γυναίκες τους «καθώς και ο Χριστός ηγάπησεν την εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής, ίνα αυτήν αγιάση καθαρίσας τω λουτρώ του ύδατος εν ρήματι, ίνα παραστήση αυτός εαυτώ ένδοξον την εκκλησίαν, μη έχουσαν σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων, αλλ’ ίνα η αγία και άμωμος» (Εφ 5, 25-27).
Η «κατ’ οίκον» μικρή αυτή εκκλησία υφίσταται στην πληρότητα και την αυθεντικότητά της ως οργανικό τμήμα της κατά τόπους Εκκλησίας και όχι ανεξάρτητα από αυτή. Στη χριστολογική και εκκλησιολογική της προοπτική η οικογένεια βρίσκει την πραγματική της αξία και γίνεται κοιτίδα για την ολοκλήρωση και τελείωση των μελών της.
Έξω από αυτήν, κινδυνεύει να μεταβληθεί σε εστία ανάπτυξης ομαδικού εγωισμού και ιδιοτέλειας. Μέσα στην ίδια προοπτική ενεργείται η ενότητα της χριστιανικής οικογένειας και η ιεράρχηση των μελών της. Ο λόγος του Χριστού «ει τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος» (Μκ 9, 35) δεν ισχύει μόνο για την Εκκλησία, αλλά και για την οικογένεια.
Το πραγματικό πρόβλημα του Γάμου σήμερα δεν είναι τόσο η διάσπαση των σχέσεων, η ασυμφωνία ή η βαναυσότητα του ενός συζύγου προς τον άλλον, όσο η ειδωλοποίηση και η αυτονόμηση της οικογένειας, η έλλειψη πορείας, μαρτυρίας και προσανατολισμού του Γάμου προς τη Βασιλεία του Θεού.
Στην περίπτωση αυτή, η οικογένεια έχει πάψει να υπάρχει για τη δόξα του Θεού και να αποτελεί μυστηριακή είσοδο στην παρουσία Του.
Αυτό που διαλύει τόσο εύκολα τη σύγχρονη οικογένεια και κάνει το διαζύγιο σχεδόν φυσική σκιά της, δεν είναι η έλλειψη σεβασμού προς τον οικογενειακό θεσμό, αλλά η ειδωλοποίησή του, η άρνηση να αποδεχθούμε τον Σταυρό μέσα στον Γάμο.
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια εκδηλώνεται περισσότερο το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Εκκλησίας μας για την κατάσταση της οικογένειας και τη στήριξή της. Σε Συνοδικό επίπεδο, στην πατρίδα μας λειτουργεί, ως γνωστόν, από το 1999, η Ειδική Επιτροπή Γάμου, Οικογενείας, προστασίας του παιδιού και του δημογραφικού προβλήματος, η οποία, με τη σοβαρή και εθελοντική εργασία των μελών της, προσφέρει ικανό και σπουδαίο έργο, με τη διοργάνωση πανελλαδικών συνεδρίων, την εφαρμογή πιλοτικών ποιμαντικών προγραμμάτων, την κατάρτιση στελεχών και άλλες δραστηριότητες.
Παράλληλα και προς την ίδια κατεύθυνση εργάζεται και η Ειδική Συνοδική Επιτροπή Γυναικείων ζητημάτων. Εκτός των άλλων, εξ ίσου σημαντικό είναι και το πιλοτικό πρόγραμμα της Ιεράς Συνόδου για την οικονομική ενίσχυση των τρίτεκνων οικογενειών της Θράκης, το οποίο αγόγγυστα ενισχύουν εδώ και 14 έτη όλες οι Ιερές Μητροπόλεις.
Ήδη πολλές από αυτές, με την πρόθυμη και αξιόλογη βοήθεια κληρικών και λαικών, έχουν δημιουργήσει νέες δομές για την κατάρτιση των γονέων και την παροχή συμβουλευτικής στην αγωγή των παιδιών.
Σχολές προετοιμασίας των υποψηφίων για γάμο, Σχολές Γονέων, Συμβουλευτικοί Σταθμοί, Κέντρα Στηρίξεως της Οικογενείας (ΚΕ.Σ.Ο.), Βιωματικές Ομάδες, Συνέδρια, ομιλίες, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, εκδόσεις βιβλίων, κατασκηνώσεις, νεανικές συναντήσεις και κατηχητικές συντροφιές, προσωπική-ατομική συμβουλευτική στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως, στήριξη των πολυτέκνων, των άγαμων μητέρων και παροχή υλικής βοήθειας όπου χρειάζεται, σε χρήματα, τρόφιμα, ρουχισμό και φάρμακα.
Η ενημέρωση των νέων και των μεγαλύτερων ζευγαριών και ο διάλογος μαζί τους κρίνονται ποιμαντικά απαραίτητες πρωτοβουλίες, ώστε να οδηγούνται προς την «τελείαν αγάπην» και να προλαμβάνονται παράνομες σχέσεις, διαζύγια και εκτρώσεις μεταξύ εκείνων που, ενώ δηλώνουν πιστοί και προτιμούν το εκκλησιαστικό μυστήριο, το βιώνουν όμως μάλλον επιφανειακά, ως πολιτιστικό αυτονόητο. Ακόμη, η διεκδίκηση δικαιωμάτων υπέρ των ευπαθών κυρίως ομάδων δεν μπορεί να είναι έξω από το στοργικό ενδιαφέρον των Ποιμένων.
Σε κάθε περίπτωση, η Εκκλησία μελετά νέες μορφές ποιμαντικής δράσης προκειμένου να αναζητήσει τους εγγύς και τους μακράν και να μην αφήσει καμία ευκαιρία επικοινωνίας με τις οικογένειες να χαθεί ανεκμετάλλευτη, αλλά να είναι ουσιαστικά και εποικοδομητικά παρούσα σε κάθε χαρά ή θλίψη των παιδιών της. Δίχως να εφησυχάζει από τη σπανιότητα των περιπτώσεων, ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει ποιμαντικά τις προσωπικές και γαμικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ χριστιανών και αλλοπίστων στο πλαίσιο της θρυλούμενης αλλά υπαρκτής πλέον πολυπολιτισμικότητας και του σαγηνευτικά προβαλλόμενου πλουραλισμού.
Η Εκκλησία, στις σύγχρονες αυτές συνθήκες της ραγδαίας εκκοσμίκευσης, θα συνεχίσει να κατηχεί τόσο τους πιστούς, όσο κι εκείνους που επιθυμούν να ζούν εκτός των κόλπων της, προς το βαθύτερο νόημα και τη σημασία της χριστιανικής οικογένειας, σε μια προσπάθεια επανευαγγελισμού των ανθρώπων στην εποχή του άκρατου μηδενισμού και της γενικευμένης έκπτωσης κάθε νοήματος.
Στην αποκατάσταση και την επανεύρεση της χριστιανικής συνείδησης σχετικά με το νόημα της προσωπικής πίστης και των διαπροσωπικών σχέσεων των ανθρώπων βρίσκεται και το νόημα της οικογένειας σήμερα.
Με άπειρες εν Κυρίω Ευχές
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
† Ο Αθηνών Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
Ο Αρχιγραμματεύς