Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαΐου 04, 2014

Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχή του κατὰ τὴν ὥρα θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ

Ὁ Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς τονίζει:

«Θά ἤθελες νά μάθης ἄν ἡ ἐξομολόγησι εἶναι τόσο ἀπαραίτητη; Παλαιότερα πήγαινες πιό συχνά στήν ἐξομολόγησι μά σταμάτησες ἐπειδή κάποιος σέ εἰρωνεύθηκε γι’ αὐτό. Δέν ἔπρεπε νά διακόψης. Ποιόν δέν εἰρωνεύθηκαν οἱ ἄνθρωποι; 
Ξέρεις τί εἶπε ὁ διορατικότατος ὅλων: “οὐαί ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καί κλαύσετε”(Λκ 6, 25). Μοῦ γράφεις ὅτι ἐκτός ἀπό τήν τέχνη σου ἔχεις καί ἕνα ἀμπέλι, πού σοῦ δίνει καλή παραγωγή, ἐπειδή τό καλλιεργεῖς πολύ. Ἄν κάποιος ἐγκατέλειπε τό ἀμπέλι του καί εἰρωνευόταν ἐσένα πού φροντίζεις μέ ἐπιμέλεια τό δικό σου, μήπως θά σήκωνες τά χέρια σου ἀπό τ’ ἀμπέλι καί θά σταματοῦσες νά τό καλλιεργῆς; Σίγουρα, δέν θά τό ἔκανες αὐτό.
Πῶς μπορεῖς, λοιπόν, νά ταλαντεύεσαι ἀναφορικά μέ τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς σου ἡ ὁποία εἶναι σημαντικότερη ἀπ’ ὅλα τ’ ἀμπέλια τοῦ κόσμου; Ἐπειδή ὅταν πεθάνης, τήν ψυχή σου θά τήν πάρης ἐνῶ τό ἀμπέλι θά τό ἀφήσης. Ἀπ’ ὅλες τίς καλλιέργειες, ἡ σημαντικότερη εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς. Καί ἀπ’ ὅλους τούς κόπους τούς ὁποίους ὁ ἄνθρωπος καταβάλλει πάνω στῆ γῆ, ὁ κόπος γιά τήν ψυχή εἶναι ὁ πιό συνετός. Γιά τοῦτο, γύρνα στήν προηγούμενη προσπάθειά σου γύρω ἀπό τήν ψυχή σου καί ξεκίνα πάλι νά ἐξομολογῆσαι».
Λέει ὁ ἀπ. Ἰάκωβος: «ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα…» (Ἰακ. ε´16).
Οἱ ἁμαρτίες θεριεύουν καὶ πολλαπλασιάζονται μέσα στὴ μυστικότητα. Μόλις ὅμως βγοῦν στὸ φῶς, ξηραίνονται καὶ πεθαίνουν. 
Μὴ πεῖς: «Δὲν ἔχω ἁμαρτίες»! Διάβασε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ δίκαιος στὰ Ψαλτήρι: «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψ. 50,7). 
Μὴν πεῖς πάλι: «ἐγὼ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου στὸν ἴδιο τὸν Θεὸ καὶ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξομολογοῦμαι σὲ ἀνθρώπους». Ποιός ἦταν περισσότερο δίκαιος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο; Καὶ ὁ Παῦλος αὐτός, εἶχε μία ἁμαρτία πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποστολική του κλήση ὡς Σαῦλος καὶ τὴν ἁμαρτία του αὐτὴ τὴν ἐξομολογήθηκε δημόσια, ὄχι μία φορὰ ἀλλὰ πολλὲς καὶ ὄχι μονάχα μπροστὰ σὲ πιστοὺς ἀλλὰ καὶ σὲ εἰδωλολάτρες. 

Γράφει στοὺς βαπτισμένους Γαλάτες: «ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτὴν» (Γαλ. α´13). Τὸ ἴδιο ἀποκαλύπτει καὶ μπροστὰ στὸν ἀβάπτιστο βασιλιὰ Ἀγρίππα.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐνεργοῦσε ἔτσι, ἐσὺ γιατί νὰ κρατᾶς τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς σου κρυμμένα; Γιατί νὰ ἀφήνεις τὰ φίδια νὰ πολλαπλασιάζονται στὸν κόρφο σου; Μήπως ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε; Καὶ ἂν σὲ εἰρωνεύτηκε μία φορά, μήπως θὰ σὲ εἰρωνεύεται αἰώνια; Προσευχήσου μυστικὰ γι’ αὐτὸν στὸν Θεό. Ἴσως μετανοήσει καὶ μὲ δάκρυα ἐκθέσει τὸ ἁμάρτημά του. Τί εἶναι πιὸ ἀσταθὲς ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σκέψη; Πόσοι καὶ πόσοι ἄνθρωποι δὲν μετανιώνουν τὸ βράδυ γιὰ λόγια ποὺ ξεστόμισαν τὴν ἡμέρα; 
Γι’ αὐτό, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ψυχή σου, μὴν ἀκοῦς τὸν καθένα πού σου λέει περιστασιακὰ κάτι ἄλλα ἄκουε αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ κηρύττει. Κάνε συζήτηση μὲ πνευματικοὺς ποὺ ἐξομολογοῦν ἀνθρώπους καὶ θὰ ἀκούσεις ἀπὸ ἐκείνους πολλὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πόση ψυχικὴ ἀνακούφιση ἔλαβαν ὅσοι ἀπὸ καρδιᾶς ἐξομολογήθηκαν.
Δὲν εἶναι κανένα παραμύθι ἀλλὰ ἡ ὠμὴ ἀλήθεια, ὅτι πολλοὶ ἑτοιμοθάνατοι, ὄντες σὲ πολύωρη ἀγωνία, μπόρεσαν νὰ ξεψυχήσουν μονάχα τότε, ὅταν ἐξομολογήθηκαν τὶς ἁμαρτίες τους στὸν ἱερέα. Θὰ μποροῦσα καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ σοῦ ἀναφέρω κάποια τέτοια παραδείγματα στὰ ὁποῖα ἤμουν αὐτόπτης. Ὁ Θεός μας εἶναι Θεὸς ἐλέους καὶ καλοσύνης καὶ θέλει τὴν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως θὰ σωθεῖ κάποιος ἄνθρωπος, ἂν ξεκάθαρα καὶ συνειδητὰ δὲν κάνει διάκριση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ἂν δὲν ἀπορρίψει τὴν ἁμαρτία καὶ δὲν ἀναγνωρίσει τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ;
 Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχή του κατὰ τὴν ὥρα θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἂν εἶναι δικαιοσύνη, τότε μὲ τὴν δικαιοσύνη. Ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ κάθε θνητὸ ἄνθρωπο τὴν μετάνοια καὶ ἡ μετάνοια περιλαμβάνει τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐπειδὴ κάθε ὥρα καὶ ἡμέρα μπορεῖ ὁ ἄγγελος τοῦ θανάτου νὰ ἔρθει γιὰ νὰ παραλάβει τὴν ψυχή μας, γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία συνιστᾶ στοὺς πιστούς, συχνὴ ἐξομολόγηση καὶ ἀκόμη συχνότερη Μετάληψη.

Ἡ κοινὴ πνευματικὴ ζωὴ τῆς οἰκογένειας…

Γράφει  Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Ὁ ἐν τῷ κόσμῳ πιστὸς καὶ τὰ μέλη τῆς οἰκογένειας στὴν ὁποία ἀνήκει θὰ πρέπει νὰ λειτουργοῦν ὡς μέλη μιᾶς «κατ’ οἶκον Ἐκκλησίας». Ἡ οἰκογένεια εἶναι μία μικρὴ Ἐκκλησία. Θὰ πρέπει τὰ μέλη της, κατὰ μίμηση τῆς μοναστικῆς Ἐνορίας, νὰ καλλιεργήσουν τὴν κοινὴ λειτουργικὴ ζωή, τὴν νηστεία, τὴν φιλανθρωπία, τὴν ἁπλότητα καὶ ἀφελότητα, τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, τὴν κοινὴ προσευχὴ μέσα στὸ σπίτι καθὼς καὶ τὴν πνευματικὴ συμμελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατερικῶν συγγραφῶν.
Ὁ συμπνευματισμός, ἡ φιλόθεος ἀδολεσχία καὶ ἡ κοινὴ προσευχὴ καλὸ εἶναι νὰ γίνονται σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα καὶ σὲ καθορισμένες ὧρες ποὺ νὰ μποροῦν ὅλοι νὰ συμμετέχουν. Τὰ μικρὰ παιδιὰ ἃς συμμετέχουν γιὰ λιγότερο χρόνο. Ἡ νηστεία ἐπίσης προσαρμόζεται ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ ἀνάλογα μὲ τὶς δυνατότητες καὶ τὴν ἡλικία τοῦ καθενός.
Πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι ἡ κατήχηση τῶν παιδιῶν ἀπὸ τὸν πατέρα ποὺ ἔχει καὶ τὴν συμπαράσταση τῆς μητέρας, καθὼς καὶ ἡ κοινὴ τράπεζα τὸ μεσημέρι καὶ....
τὸ βράδυ εἶναι πρακτικὲς ποὺ ἔχουν καίρια σημασία γιά… τὴν πνευματικὴ πρόοδο τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἑνότητά τους.
Ἡ κοινὴ προσευχὴ ἃς γίνεται τουλάχιστον τὸ πρωί, τὸ βράδυ (τὸ Ἀπόδειπνο) καθὼς καὶ στὸ γεῦμα καὶ στὸ δεῖπνο (πρὶν καὶ μετά). Ὑπάρχουν στὰ συνήθη προσευχητάρια οἱ τυποποιημένες προσευχὲς πρὶν καὶ μετὰ τὸ φαγητὸ τὶς ὁποῖες καλὸ εἶναι νὰ τὶς γνωρίζουν ὅλα τα μέλη τῆς οἰκογένειας καὶ νὰ τὶς ἀπαγγέλουν. Πολὺ βοηθητικὸ γιὰ τὴν οἰκογένεια εἶναι νὰ ἔχουν ὅλα τα μέλη τῆς τὸν ἴδιο Πνευματικὸ ὁδηγό, στὸν ὁποῖον νὰ ἐξομολογοῦνται τακτικά.
Τὸ κορυφαῖο γεγονὸς στὴν χριστιανικὴ οἰκογένεια εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία στὴν ὁποία ὅλοι, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ, θὰ πρέπει νὰ μετέχουν πολὺ συχνά.
«Φύλακας ἄγγελος τῆς οἰκογενείας» δίδασκε ἕνας ἁγιασμένος σύγχρονος Ἁγιορείτης εἶναι ἡ ἄσκηση. «Ὅταν λέµε ἄσκηση ἐννοούµε τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς οἰκογενείας. Χωρὶς τὴν Ἐκκλησία δὲν µπορεῖ νὰ διατηρηθεῖ ἡ οἰκογένεια. Ἡ οἰκογένεια πρέπει νὰ ἔχει τὸν Πνευµατικό της σὰν τὸν οἰκογενειακό της γιατρό. Ὅταν εἶναι ὑπὸ τὴν παρακολούθηση τοῦ Πνευµατικοῦ λύνονται ὅλα τα προβλήµατα καὶ οἱ σύζυγοι ἀλληλοκατανοοῦνται.
Ἡ πνευµατικὴ ἀγάπη ἀνέχεται καὶ τὰ ἀρνητικὰ στοιχεῖα τοῦ ἄλλου. Δὲν ἐπιµένει ἐγωϊστικὰ νὰ ἐκπληρώνονται ὅλα τα θελήµατά του. Ἡ νηστεία, ἡ προσευχὴ καὶ ἡ Θεία Λειτουργία ἁγιάζουν τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς συζύγους. Ἡ καλυτέρη πρακτικὴ ἄσκηση εἶναι οἱ µἐτάνοιες.
Ἡ µἐγαλυτέρη ὄµως ἄσκηση καὶ εὐλογία στὴν οἰκογένεια εἶναι ἡ συµµετοχὴ στὴν Θεία Κοινωνία. Πρέπει νὰ ἐγκρατεύεστε καὶ νὰ ρυθµίζετε ἔτσι τὴν ζωή σας, ὥστε µἐ τὴν εὐλογία τοῦ Πνευµατικοῦ σας νὰ µπορεῖτε τακτικὰ νὰ κοινωνᾶτε Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Ὅταν τὸ ἐπιτύχετε αὐτὸ δὲν ζεῖτε σαρκικά, ἀλλὰ πνευµατικὰ καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀναπαύεται ἐπάνω σας. Τὸ προβληµα στὴν οἰκογένεια προέρχεται ἀπὸ τὸν σαρκικὸ τρόπο ζωῆς, διότι σκοτίζεται ὁ νοῦς καὶ ἀρχίζει ἡ ἐµπάθεια καὶ ὁ ἐγωϊσµός.
Ὅταν µἃς κατευθύνει µὄνο τὸ σώµα κάνουµε πολλὰ λάθη.
Ἀλλάζουν ὄµως τὰ κριτήρια ὅταν ὑπάρχει ἄσκηση καὶ ἡ βίωση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Τότε ὑπάρχει εὐλογία καὶ χαρὰ στὴν οἰκογένεια. Ὁ Χριστὸς µἃς τὰ δίνει ὅλα τα ἀγαθὰ καὶ εἶναι ὅλα εὐλογηµένα. Εἶναι κρίµα νὰ µἣν ἀγαπᾶτε τὴν ὀµορφιὰ καὶ τὴν ζεστασιὰ ποὺ φέρνει ὁ Χριστὸς στὴν οἰκογένεια!»
Πολὺ βοηθητικὸ γιὰ τὰ μέλη τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας εἶναι το νὰ ἐκμεταλλεύονται τὶς διάφορες πνευματικὲς εὐκαιρίες, νὰ παρακολουθοῦν τὶς διαλέξεις-κηρύγματα τοῦ Πνευματικοῦ τους καὶ ἄλλων ἁγιασμένων προσωπικοτήτων.
Ἐπίσης συντελοῦν πολὺ στὴν πνευματικὴ πρόοδο οἱ ἐπισκέψεις σὲ Μοναστήρια καὶ ὁ σύνδεσμος μικρῶν καὶ μεγάλων μὲ Γέροντες καὶ Γερόντισσες. Ἰδιαίτερά τα παιδιὰ πολὺ βοηθοῦνται ὅταν ἀναπτύξουν πνευματικὴ φιλία μὲ καλοὺς μοναχούς, τὰ ἀγόρια καὶ ἐξαγιασμένες μοναχές τα κορίτσια. Ἡ ἀλληλοσυμβουλευτικὴ ποὺ ἀναπτύσσεται μεταξύ των νέων δὲν βοηθεῖ, ἀντίθετά τους βλάπτει πολύ. Ἡ ἐπικοινωνία μὲ ἁγιασμένους μοναχοὺς μπορεῖ νὰ τὴν ὑποκαταστήσει πολὺ ἐπιτυχημένα.
Παράλληλα μὲ τὴν οἰκογενειακὴ Πνευματικὴ ζωὴ ὁ ποιμένας τῆς κοσμικῆς Ἐνορίας ὀφείλει ἰδιαίτερα νὰ μεριμνήσει ὥστε νὰ δημιουργηθεῖ στὴν Ἐνορία μία ἀκμάζουσα λατρευτικὴ ζωή.

Η χαρισματική Υιοθεσία

Δημήτριος Τσελεγγίδης
«Η χαρισματική υιοθεσία έχει οντολογικό περιεχόμενο και γι'αυτό διαφέρει ουσιωδώς από την υιοθεσία που γίνεται μεταξύ των ανθρώπων. Οι υιοθετούμενοι από τους ανθρώπους κοινωνούν μόνο στο όνομα αυτών που τους υιοθετούν. Δεν συνδέονται μ'αυτούς με καμιά πραγματική γέννηση. Στην οντολογική και χαρισματική υιοθεσία όμως υπάρχει αληθινή γέννηση και κοινωνία των υιοθετουμένων με το γεννήτορα τους. Έτσι οι υιοθετουμένοι πιστοί κοινωνούν όχι απλώς στο όνομα αλλά και στα ίδια τα πράγματα, κοινωνούν στο σώμα, το αίμα και την άκτιστη ζωή του Χριστού.
 
 

Αλλά η χαρισματική υιοθεσία ως πραγματική γέννηση συνεπάγεται συγγένεια, η οποία δεν υπερέχει μόνο από τη συγγένεια που προκύπτει από τη θετή υιοθεσία των ανθρώπων αλλά και από τη συγγένεια που δημιουργείται από τη φυσική υιότητα που παρέχουν οι γεννήτορες, αφού οι γεννώμενοι χαρισματικώς είναι περισσότερο παιδιά του Θεού παρά των κατά φύση γονέων τους. Και αυτό γιατί οι υιοθετούμενοι πιστοί έχουν κοινά με το Χριστό όχι μόνο τα μέλη αλλά και τη ζωή.

Άλλωστε αυτή ακριβώς είναι η αληθινή κοινωνία, (η κοινωνία στην πληρότητα της), όταν οι κοινωνούντες μετέχουν ταυτόχρονα στο ίδιο πράγμα. Και αυτό μπορεί να γίνεται χωρίς διακοπή από τους χαρισματικώς υιοθετουμένους που κοινωνούν στο μυστηριακό σώμα του Χριστού. Ο Χριστός δηλ., αφού αναγέννησε πραγματικά και ζωοποίησε τους πιστούς, δεν απομακρύνθηκε απ'αυτούς, όπως γίνεται με τους φυσικούς γεννήτορες τους, αλλά παραμένει πάντοτε οντολογικώς ενωμένος μαζί τους. Η χαρισματική υιοθεσία λοιπόν που παρέχεται μυστηριακώς στα πλαίσια της Εκκλησίας συνίσταται στη συνύπαρξη και κοινωνία των υιοθετουμένων με το γεννήτορα τους Χριστό· «η επί των μυστηρίων υιότης», σημειώνει ο Καβάσιλας,  «εν τω συνείναι και κοινωνείν εστί».
Η χαρισματική αυτή υιοθεσία δεν αποτελεί στατική αλλά δυναμική πραγματικότητα. Ερμηνεύοντας ο Παλαμάς σχετικό χωρίο του ευαγγελιστή Ιωάννη, που αναφέρεται στην υιοθεσία των πιστών, σημειώνει ότι η υιοθεσία χορηγείται στους πιστούς με το Βάπτισμα, απ'όπου και αντλούν την «εξουσία», δηλαδή την πνευματική δύναμη, να γίνουν κατά χάρη παιδιά του Θεού. Όταν λέει ο ευαγγελιστής ότι «έδωκεν ημίν εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι», παραατηρεί ο Παλαμάς, υπονοεί ότι αυτός που αναγεννήθηκε με το Βάπτισμα έλαβε τη δύναμη να γίνει «σύμμορφος τω σώματι της δόξης του Υιού του Θεού».
Η «συμμόρφωση» αυτή πραγματώνεται στην πληρότητα της στο μέλλοντα αιώνα, με την προϋπόθεση όμως ότι ο πιστός ζει στην παρούσα ζωή εν «καινότητι» και εν Χριστώ. Στην πνευματική αναγέννηση συμβαίνει κάτι ανάλογο με τη φυσική γέννηση. Όπως δηλαδή κατά τη φυσική γέννηση το νεογέννητο βρέφος έχει τη δύναμη από τη φύση του να γίνει σοφό και ενώ είναι σοφό «δυνάμει» γίνεται και «ενεργεία» σοφό μόνον όταν ενηλικιωθεί και υποστεί την ανάλογη αγωγή, έτσι συμβαίνει και με την χαρισματική υιοθεσία. Οι πιστοί με τη χαρισματική γέννηση τους από τον Θεό υιοθετήθηκαν απ'αυτόν, δεν έγιναν όμως αμέσως και «ενεργεία» παιδιά του Θεού. Πήραν απλώς τη δύναμη να γίνουν παιδιά του Θεού στα έσχατα, κατά τη μέλλουσα δηλαδή βασιλεία.
Την υιοθεσία που αποκτά ο πιστός με τη χάρη του Βαπτίσματους είναι δυνατό και να τη χάσει. Αυτό συμβαίνει, όταν ο πιστός διαπράξει την προς «θάνατον» αμαρτία. Αλλά και στο σημείο αυτό μπορούμε να επισημάνουμε την υπεροχή της χαρισματικής υιοθεσίας από τη φυσική υιότητα. Ενώ δηλ. «το της σαρκός τέκνον θανάτω περιπεσόν παρά του γεννήσαντος ουκ αναζεί πάλιν», ο εν Χριστώ αναγεννημένος και υιοθετημένος πιστός και μετά τον πνευματικό θάνατο του, που επιφέρουν οι θανάσιμες αμαρτίες, έχει τη μετάνοια, η οποία του δίνει τη δυνατότητα, αφού αποστραφεί την αμαρτία, να ζωοποιείται πάλι και να επανακτά την υιοθεσία του, για να μπορεί στη συνέχεια να γίνεται μέτοχος της άκτιστης ζωής του Θεού και να σώζεται».
«Χάρη και ελευθερία κατά την πατερική παράδοση του ΙΔ' αιώνα»
Δημητρίου Ι.Τσελεγγίδη, εκδόσεις Π.Πουρναρά

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΗΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ

 
 
ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΗΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ



Η συκοφαντία είναι ψευδής κατηγορία. Είναι, διαβολή. Και είναι βέβαιο ότι ο διάβολος είναι εφευρέτης της συκοφαντίας, ως πατέρας του ψεύδους, εφόσον ο συκοφάντης είναι εκείνος που κατεξοχήν ψεύδεται. Το να σηκώσει ο άνθρωπος τη συκοφαντία είναι μεγάλος άθλος. Και τον σηκώνει μόνο εκείνος που προσβλέπει προς τον Κύριο Ιησού, ο οποίος όταν «ενηνθρώπησε» και ήλθε στη γη, σήκωσε τον Σταυρό της συκοφαντίας και οδηγήθηκε ως τον ατιμωτικό θάνατο.

Η συκοφαντία είναι μέγα άλγος για τον συκοφαντούμενο και φοβερή δοκιμασία για την πνευματική του υπόσταση. «Ουκ έστιν», μας λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, «ουδέν αφορητότερον τοις οδυνωμένοις λόγον δυνάμενον δακείν ψυχήν»Δεν υπάρχει δηλαδή τίποτε πιο αφόρητο για όσους υφίστανται την οδύνη της συκοφαντίας, γιατί η συκοφαντία είναι πραγματικά δάγκωμα για την ψυχή. Γι' αυτό και ο προφήτης Δαβίδ έλεγε προς τον Κύριο: «Λύτρωσέ με από τις συκοφαντίες των ανθρώπων και θα φυλάξω τις εντολές σου».

Τί είναι όμως εκείνο που κινεί τον άνθρωπο στο να συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του και να λέει ψέματα εναντίον του;

Η ασκητική εμπειρία μας έχει υποδείξει ότι τα κίνητρα του συκοφάντη συνήθως είναι η ζήλεια, ο φθόνος, η μνησικακία, η υπερηφάνεια και τα σαρκικά πάθη. Γι' αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατάκριση, η κακολογία, και πολύ περισσότερο η συκοφαντία, είναι επισφράγισμα και ενεργοποίηση άλλων παθών, τα οποία λερώνουν την ψυχή και της προκαλούν ανεπανόρθωτη βλάβη.

Μας λέει ο όσιος Θαλάσσιος: «Η ψυχή του κακόγλωσσου και του συκοφάντη έχει πολύ κακή γλώσσα. Ένας τέτοιος άνθρωπος βλάπτει τον εαυτό του, αυτόν που τον ακούει και καμιά φορά και αυτόν που συκοφαντεί».

Επίσης αυτός που εξευτελίζει και συκοφαντεί τον πλησίον του εξοργίζει τον Θεό και οι συνέπειες για τη στάση του αυτή είναι πολύ βαριές, διότι έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τη Χάρη του Θεού. Ο αββάς Ησαΐας λέει ότι «αυτός που κατηγορεί και εξουθενώνει τον αδελφό του, αποξενώνει τον εαυτό του από το έλεος που απολαμβάνουν οι Άγιοι». Και ο Νικήτας Στηθάτος μας υπογραμμίζει ότι η εγκατάλειψη της Χάρης έχει σαν αποτέλεσμα την πτώση ή σε παράπτωμα σαρκικό ή σε παράπτωμα γλώσσας ή λογισμού . Και η πτώση αυτή, αν δεν επέλθει η μετάνοια, ώστε να αποκατασταθεί η σχέση με τον Θεό και τον αδελφό, «είναι θάνατος της ψυχής», δηλαδή βίωμα κόλασης πριν από την επικείμενη κόλαση.

Οι Άγιοι σκέπαζαν τα αμαρτήματα του πλησίον, για να μας υποδείξουν την αγάπη και τη συγχωρητικότητα και το ότι πρέπει να ασκήσουμε τον εαυτό μας στο να μην κακολογούμε και να μη λέμε ψέματα εναντίον του αδελφού μας.

Αναφέρει το Γεροντικό ότι κάποιος από τους Πατέρες είδε έναν αδελφό να αμαρτάνει Έκλαψε τότε πικρά και είπε: «Αυτός σήμερα, εγώ αύριο!», θέλοντας να δείξει πόσο τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο όλοι είμαστε επιρρεπείς προς την αμαρτία.

Συνήθως βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι δεν κακολογούν και δεν συκοφαντούν κανέναν, αλλά ότι εκείνοι υφίστανται κατηγορίες και συκοφαντίες από το περιβάλλον τους. Όμως και οι ανακρίβειες, οι υπερβολές, οι εύκολες κρίσεις και κατακρίσεις, που τόσο πολύ ασύστολα σήμερα διατυπώνονται από μερικούς από μας για οποιονδήποτε ήθελε πέσει στην κριτική μας, είναι συχνά δυσφημιστικές και συκοφαντικές για το πρόσωπο του πλησίον.

Όλοι έχουμε δοκιμάσει την πικρότητα και το φαρμάκι της συκοφαντίας. Κι αυτό γιατί άλλα κίνητρα είχαμε εμείς σε κάποια κίνηση μας και άλλα κίνητρα μας απέδωσαν οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας. Και συχνά μπορεί αυτοί να είναι και φίλοι μας ή συγγενείς μας ή και πνευματικοί αδελφοί μας, οπότε ο πόνος μας γίνεται μεγαλύτερος και περισσότερο απαράκλητος.

Ας προσέχουμε λοιπόν να μην έχουμε στο στόμα μας δολιότητα για τον αδελφό μας. Γιατί η συκοφαντία είναι εξουθενωτική για τον κάθε άνθρωπο, «ακόμη και τον πιο συνετό τον κάνει να παραφέρεται και να χάσει την ευγένειά του»

Εκτός όμως απ' αυτά η πείρα έχει δείξει ότι ο Κύριος «ταπεινώνει τον συκοφάντη»ο οποίος με τη μοχθηρία του αυξάνει πάρα πολύ τις συμφορές του και πέφτει τελικά στο λάκκο που ανοίγει για τον πλησίον του.

Η κακολογία και η συκοφαντία δείχνουν ότι ο άνθρωπος που τις έχει εγκολπωθεί νοσεί και χρειάζεται θεραπεία η ψυχή του. Και η θεραπεία επέρχεται με το να «έλθουμε στον εαυτό μας», να δούμε τα δικά μας πάθη και να θεωρήσουμε ότι όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι για τις αμαρτίες και τα λάθη που γίνονται στο χώρο μας και ανάμεσά μας. Θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας, διότι αυτή δεν είναι πάντα ασφαλής. Τα αισθητήριά μας συχνά κάνουν λάθος. Δεν γνωρίζουμε την πρόθεση του άλλου, γι' αυτό ερμηνεύουμε λανθασμένα τη συμπεριφορά του. Άλλωστε δεν έχουμε τη δυνατότητα να κρίνουμε τον άλλο, γιατί δεν μπορούμε να μπούμε στην ψυχή του. Η κρίση είναι έργο μόνο του Θεού.

Και σε τελευταία ανάλυση, τί ωφελεί το να συκοφαντήσουμε τον συνάνθρωπό μας ή το να παρουσιάσουμε το τυχόν σφάλμα του, έστω κι αν ακόμη είναι αληθινό; Αν το σκεφθούμε ώριμα, θα δούμε ότι αυτή η ενέργειά μας εξυπηρετεί μόνο την εμπάθειά μας.

Πώς όμως θα αντιμετωπίσουμε τους άλλους όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε θύματα της συκοφαντίας τους;

Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να διατηρήσει αλώβητη τη σχέση του με τον Κύριο Ιησού και τον αδελφό, που είναι απαραίτητα στοιχεία για να μη χάσει το πρόσωπό του, αφενός μεν φροντίζει να υπομείνει την αδικία της συκοφαντίας με σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί πάθος και εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, και αφετέρου φροντίζει με τη στάση του να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. Εκείνο δε που τον παρηγορεί και τον κάνει να πάρει δύναμη είναι το ότι έχει ως στόχο του την Κρίση του Πανάγιου και Δικαιοκρίτη Θεού, καθώς το λέει και ο Μ. Βασίλειος προς τη Σιμπλικία, μια αιρετική γυναίκα που τον κατηγόρησε και τον συκοφάντησε πολύ προκλητικά: «Προτιμώ», της λέει, «από τους γήινους διχαστές, να περιμένω τον Ουράνιο Δικαστή, ο Οποίος ξέρει να υπερασπίζεται κάθε είδους αδικία καλύτερα από τον καθένα»

Άλλωστε αυτός που μας συκοφαντεί γίνεται αίτιος να λάβουμε μεγάλη Χάρη. Μας το παραγγέλλει κι ο Κύριός μας, όταν λέει: «Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι... και σας χλευάσουν και δυσφημήσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. Να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε όταν συμβεί αυτό, γιατί θα είναι μεγάλος ο μισθός σας, μεγάλη δη λαδή η Χάρη, που θα λάβετε στον Ουρανό»

Στον μεγάλο αυτό άθλο της υπέρβασης της συκοφαντίας, που πολύ λίγοι βέβαια μπορούν να τον σηκώσουν με χρηστότητα, αναφέρεται το μικρό τούτο τευχίδιο με τον τίτλο: «Το πάθος της συκοφαντίας».

Για να γνωρίσουμε το φοβερό αυτό πάθος της συκοφαντίας, διαλέξαμε και μεταφράσαμε ένα λόγο του Αντιόχου του μοναχού που αναφέρεται στη συκοφαντία και ένα λόγο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου από το βιβλίο του «Χρηστοήθεια». Επίσης προσθέσαμε και μερικές ωφέλιμες ιστορίες από την Αγία Γραφή και τη ζωή των ασκητών της ερήμου, οι οποίες μας μαλακώνουν την ψυχή και μας βοηθούν να είμαστε πιο ευαίσθητοι στο θέμα της κακολογίας και της συκοφαντίας προς τους αδελφούς μας. Ή, αν είμαστε στη δυσμενή θέση του συκοφαντημένου, να σηκώσουμε τον πόνο της συκοφαντίας με καρτερικότητα και, όσο γίνεται, με ειρήνη ψυχής, για να επιδοθούμε με περισσότερη θέρμη στο έργο της εν Χριστώ τελειώσεως και οικοδομής μας.

Αυτή είναι και η ευχή μας για όλους τους αδελφούς αναγνώστες και αυτής της Εκδόσεώς μας.

Κάντε Προσευχή και θα δείτε θαύματα!

  Κάντε Προσευχή και θα δείτε θαύματα!


Η Ελπίδα σας στο Θεό!
Έχουμε μεγάλο και σκληρό αγώνα, πρέπει να νικηθούν οι δαίμονες και πρέπει να νικήσει ο χριστιανισμός.
Να έχεις πίστη στο Θεό και να κάνεις προσευχή και ο Θεός θα βοηθήσει περισσότερο από δικηγόρους και περισσότερο από ανθρώπους. Του κόσμου τους ανθρώπους να έχεις, άμα ο Θεός δεν θέλει, δεν γίνεται τίποτα. Όσα και να πούμε, χιλιάδες κηρύγματα να ακούσετε, αν δεν έρθει το άγιο Πνεύμα για να μας στερεώσει, να μας στηρίξει και να μας βοηθήσει, αν δεν έρθει η χάρις του Θεού, τίποτε δεν κάνουμε.
Γι’ αυτό λέει ο απόστολος Παύλος· «Αυτός δε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και ο Θεός και πατήρ ημών, ο αγαπήσας ημάς και δους παράκλησιν αιωνίαν και ελπίδα αγαθήν εν χάριτι, παρακαλέσαι υμών τάς καρδίας και στήριξαι υμάς εν παντί λόγω και έργω αγαθώ» (Β Θεσ. 2,16-17).
Σας τα είπα αυτά, λέει, και παρακαλώ το Θεό να σας στηρίξει, να σας δυναμώσει, να σας βοηθήσει για να μην πέσετε στην αμαρτία.
Πέτρος να είσαι, Παύλος να είσαι, ασκητής Αντώνιος να είσαι στα βουνά να πας, μην έχεις αυτοπεποίθηση. Να φοβάσαι τον εαυτό σου και να μην του έχεις εμπιστοσύνη. Ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας. Οι άλλοι δεν μπορούν τόσο να σε βλάψουν, όσο μπορείς να βλάψεις εσύ τον εαυτό σου, με τις βλακείες σου, με τις ανοησίες σου, με τα εγκλήματα σου, με τις απατεωνιές σου και με τα σφάλματά σου. Εσύ λοιπόν είσαι ο μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού σου.
Να μην έχουμε ποτέ εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, αλλά να παρακαλούμε το Θεό για να μας στερεώσει στην πίστη. Γιατί αν έρθει κανένας διωγμός εδώ πέρα -και προφητεύω ότι θα έρθει-, θα γίνουν φοβερά πράγματα· τότε θα πέσει το κόσκινο το μεγάλο. Και θα είμεθα τότε ευτυχείς, αν μείνουν μέσα στην πόλη 100-200 Χριστιανοί. Τους άλλους θα τους πάρει το ρεύμα. Θα τους σηκώσει ως άχυρο, που το φυσά το σηκώνει και το πετά ο άνεμος. Έτσι θα τους σηκώσει όλους αυτή η θύελλα του διαβόλου, αυτός ο άνεμος. Και θα μείνουν μόνο τα βράχια. Όσοι είναι σταθεροί, μόνο αυτοί θα μείνουν κοντά στο Θεό. Τους άλλους θα τους πάρει το ρεύμα του ποταμού και θα τους καταστρέψει και θα τους διαλύσει.
Η προσευχή πανίσχυρο όπλο
Τι πρέπει να κάνουμε, ευρισκόμενοι σ’ αυτό τον αιώνα, σ’ αυτή τη γη, για να μείνουμε με το Χριστό; Ιδού τι μας συμβουλεύει ο απόστολος Παύλος. Ένα όπλο πανίσχυρο, που πρέπει πάντοτε να έχουμε μαζί μας οι Χριστιανοί, είναι η προσευχή. Να μην είμαστε άοπλοι σ’ αυτή την σκληρά μάχη.
«Το λοιπόν προσεύχεσθε, αδελφοί, περί ημών» (Β Θεσ. 3,1). Σ’ αυτά τα χρόνια που ζούμε, σας παρακαλώ πολύ, λέει ο απόστολος, προσεύχεσθε για μένα. Ένας Παύλος παρακαλούσε τους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης να προσεύχονται γι’ αυτόν! Το σκεφτήκατε αυτό; Αν ο Παύλος είχε ανάγκη από τις προσευχές των Χριστιανών, πόσο μάλλον εμείς;
Αλλά εμείς αυτή την προσευχή, που είναι όπλο ισχυρό - πανίσχυρο για όλες μας τις ανάγκες, υλικές και πνευματικές, την αμελούμε.
Έχουμε μεγάλο και σκληρό αγώνα. Πρέπει να νικηθούν οι δαίμονες. Και πρέπει να νικήσει ο χριστιανισμός. Βοηθήστε και εσείς οι Χριστιανοί. Και σήμερα, αν δεν έχουν επιτυχία οι επίσκοποι και οι ιεροκήρυκες, αιτία είναι ότι δεν προσεύχονται γι’ αυτούς οι Χριστιανοί.
Αν πίσω από κάθε επίσκοπο, πίσω από κάθε κήρυκα του ευαγγελίου, υπήρχαν δέκα άνθρωποι να προσεύχονται, για να τους δυναμώνει ο Θεός και να τους φωτίζει, θαύματα θα γίνονταν. Τώρα εμείς είμαστε θεομπαίκτες. Βλέπεις τον κήρυκα του ευαγγελίου να ανεβαίνει στον άμβωνα; Παρακάλεσε το Θεό να τον φωτίσει, για να πει πέντε λόγια σωστά. Βλέπεις τον ιερέα; Παρακάλεσε το Θεό να τον δυναμώσει στον σκληρό αυτό αγώνα που έχουμε.
Κάντε προσευχή και θα δείτε θαύματα
Το πρωί που σηκώνεστε κάνετε προσευχή; Διαβάζετε Γραφή; Ψάλλετε το Θεό; Προσευχή, παιδιά· «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α Θεσ. 5,17).
Θα δούμε θαύματα - θα δείτε θαύματα, παιδιά, στη ζωή σας. Τώρα στα γηρατειά μου, κάθομαι καμιά φορά και θυμούμαι τα θαύματα που έκανε ο Θεός στη ζωή μου και δακρύζω.
Θαύματα· μικρό παιδί πως εσώθηκα! Είχαμε ένα κήπο μικρό εκεί στο σπιτάκι και ήταν τότε τα πηγάδια ανοιχτά. Και εγώ μικρός ήμουν πολύ ζωηρός. Ξαφνικά, εκεί που έτρεχα, γλιστρώ και πέφτω κάτω στο στόμιο του πηγαδιού. Το σώμα μου το μισό σχεδόν κοιτούσε μέσα στο πηγάδι, ευτυχώς η ισορροπία του σώματος μου ήταν προς τα έξω. Λίγο τι και θα έπεφτα μέσα. Αφού έβλεπα σαν καθρέπτη το νερό. Μόλις κατόρθωσα και γλίτωσα. Αν έπεφτα μέσα, θα είχα πνιγεί. Κάποια προσευχή με έσωσε.
Έχω κι άλλες πολλές περιπτώσεις, μεγάλες. Βλέπει ο άνθρωπος θαύματα στην προσευχή. Λοιπόν έτσι να κάνετε και εσείς και ο Κύριος θα σας σώσει και από σωματικούς κινδύνους και από πνευματικούς κινδύνους· μεγάλα και θαυμαστά θα ποιήσει ο Κύριος. Μεγάλα εν Χριστώ. Όχι εμείς οι μικροί και ανάξιοι, αλλά η δύναμη του Κυρίου, «η Θεία χάρις η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλειπόντα αναπληρούσα» (ακολ. χειροτ.).
Ο Θεός θα δώσει τη χάρη, όταν υπάρχει ταπείνωση, αγάπη, συναίσθηση ότι είμεθα ένα μηδενικό. Και τα μηδενικά αξιοποιούνται. Διαβάστε το βιβλίο «Ακολούθει μοι». Εκεί στο τέλος γράφει· Τα μηδενικά αξιοποιούνται, όταν υπάρχει μπροστά η μονάδα.
Αν έχεις ένα μηδενικό, γίνεται δέκα· αν έχεις δύο μηδενικά, γίνεται εκατό· αν έχεις τρία μηδενικά γίνεται χίλια… Η συναίσθηση της μηδαμινότητος μας όταν έχουμε μπροστά τον Ένα. «Έν τω Θεώ ποιήσομεν δύναμιν» (Ψαλμ. 59,14). Θα τα δούμε αυτά. Δεν είναι μύθος ο χριστιανισμός, αλλά είναι μία πραγματικότης την οποία την αισθανόμεθα και καθένας Χριστιανός είναι ένας μικρός Χριστός. Διαβάστε το βιβλίο που συνέστησα και στους ιερείς «Η ζωή Του ζωή μου».
Λοιπόν είμεθα σύμφωνοι; Πνευματικοί άνθρωποι να είστε, να προσεύχεστε και για μας και για την Εκκλησία ολόκληρον. Άντε στο καλό, στην ευχή του Χριστού· και δεν πειράζει, παιδάκι μου, θα τραβήξομε εμείς το δρόμο μας.
Ο Χριστός «Λοιδορούμενος ούκ αντελοιδόρει» (Α΄ Πετρ. 2,23) και οι απόστολοι έλεγαν «λοιδορούμενοι ευλογούμεν» (Α ΄ Κορ. 4,12).
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Οι Χριστιανοί στους Έσχατους καιρούς» 

πηγή

Άναψε τη ψυχή με τη Προσευχή.

Άναψε τη ψυχή με τη Προσευχή

Άναψε τη ψυχή με τη προσευχή. Πίστεψέ με, δεν έχει τόσο την ικανότητα να καθαρίζει τη σκουριά η φωτιά, όσο η νυχτερινή προσευχή τη σκουριά των αμαρτιών μας. 
Ας ντραπούμε, αν όχι κανέναν άλλον, τους νυκτερινούς φύλακες.


 
 


Εκείνοι περιέρχονται τους δρόμους για τον ανθρώπινο νόμο, φωνάζοντας δυνατά μέσα στην παγωνιά και περπατώντας μέσα από τα στενά, και πολλές φορές βρέχονται και παγώνουν για σένα και την σωτηρία σου και για τη φύλαξη των χρημάτων σου. Εκείνος για τα χρήματα σου παίρνει τόσα προνοητικά μέτρα, ενώ εσύ ούτε για τη δική σου ψυχή;

Και μάλιστα εγώ δεν σε αναγκάζω να περιφέρεσαι έξω στο ύπαιθρο όπως εκείνος, ούτε να πιέζεσαι φωνάζοντας δυνατά, αλλά μένοντας μέσα σ' έναν απόμερο χώρο, στο ίδιο το δωμάτιο σου, γονάτισε, παρακάλεσε τον Δεσπότη. Γιατί αυτός ο ίδιος ο Δεσπότης διανυκτέρευσε πάνω στο όρος των Ελαιών; Όχι για να γίνει πρότυπο για μας;
Τότε αναπνέουν τα φυτά, τη νύχτα εννοώ· τότε και η ψυχή, ακόμη περισσότερο απ' αυτά, δέχεται τη δροσιά Αυτά τα οποία ο ήλιος της ημέρας τα ξήρανε, αυτά τη νύχτα δροσίζονται. Αποτελεσματικότερα από κάθε δροσιά είναι τα δάκρυα που χύνονται εναντίον των επιθυμιών και κάθε φλογώσεως και καύσωνα και δεν αφήνουν να πάθουμε κανένα κακό.
Αν δεν απολαύσει (η ψυχή) αυτή τη δροσιά, την ημέρα θα ξεραθεί εντελώς. Αλλά όχι, να μη συμβεί κανένας από μας να τροφοδοτήσει εκείνη τη φωτιά, αλλά αφού δροσιστούμε και απολαύσουμε τη φιλανθρωπία του Θεού, έτσι όλοι να ελευθερωθούμε από το φορτίο των αμαρτιών μας με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αμήν.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
πηγή το  είδαμε εδώ

«ΔΕΝ ΑΠΟΔΕΧΟΜΑΙ ΤΗΝ ΕΝ ΛΟΓΩ ΔΙΑΚΡΙΣΗ» ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ ΕΠΙΦΑΝΙΟ ΜΥΛΟΠΟΤΑΜΙΝΟ, ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΜΙΛΟ ΡΟΤΑΡΙΑΝΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ἐν ἉγίῳὌρει 16.4.2014 (29.4.2014)

 

Πρός τόν Ὄμιλον

Ροταριανῶν Θεσσαλονίκης

Ἀνατόλια

 

Κύριοι

Διά τῆς παρούσης μου ἐπιστολῆς ἐν βαθυτάτῃ λύπῃ καί ἀγανακτήσει ἐπιθυμῶ νά διευκρινίσῳ πρός ὑμᾶς ὅτι ὡς ὀρθόδοξος χριστιανός καί δή ἁγιορείτης μοναχός, ουδεμιάν σχέσιν, προσέγγισιν, ταύτησιν ἰδεῶν πεποιθήσεων καί ἐπιδιώξεων ἔχω μετά τοῦ ὑμετέρου ὁμίλου.

Προσῆλθον εἰς ὑμετέραν ἐκδήλωσιν ἐξ ἀγνωσίας καί κατόπιν λανθασμένης συνηγορίας καί ἀτυχοῦς προτροπῆς ὑμετέρων μελῶν, τῶν ὁποίων οὐδέποτε ἐγνώριζα τήν ἰδιότητα καίτοι ἐπί ἔτη εἰργάζοντο ἤἐπισκέπτοντο τό Ἅγιον Ὄρος καί ἀπέκρυπτον (τήν ἰδιότητά των αὐτήν) ἐπιμελῶς.

Ἐκεί δέ διεπίστωσα ὅτι προτάσει τῶν ὡς ἄνω ἀπεφασίσατε νά μοῖ ἐπιδόσητε «Τιμητικήν Διάκρισιν» ὀνομάζοντές με «’Επίτιμον μέλος» τοῦ ὁμίλου σας.

Εὐρεθεῖς πρό ἀπροόπτου καί ἐκ λόγων μόνον εὐγενείας καί μοναχικῆς σεμνότητος δέν διεμαρτυρήθην ἀλλά ἀπεχώρησα μόλις τοῦτο ἤτο μοι ἐφικτόν.

Ἐπιθυμῶ νά σᾶς δηλώσῳ ὅτι δέν ἀποδέχομαι τήν ἐν λόγῳ διάκρισιν διότι θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀσύμβατος μέ τήν ἰδιότητά μου ὡς ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ καί ἁγιορείτου μοναχοῦ καί ἀντίθετος πρός τά μοναχικά μου πιστεύω.

Τέλος παρακαλῶ ὅπως μή με ἐνοχλήσητε ἀπό τοῦδε καί εἰς τό ἐξῆς ἀφίοντές με εἰς τήν μοναχικήν μου πορείαν ἤτις ἑλπίδαν μόνην ἔχει τό τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μου Ἰησοῦ Χριστοῦ Θεῖον ἔλεος.

Ἐπί δέ τούτος διατελῶ.

Μον Ἐπιφάνιος.

 

(ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Athos mount.)

πηγή    το είδαμε  εδώ

Εἰς τὴν Κυριακὴν τῶν Μυροφόρων Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς



῞Οπου λέγεται καί ὅτι πρώτη ἡ Θεοτόκος εἶδε τόν Κύριο μετά τήν ἀνάστασί του ἐκ νεκρῶν


Ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου εἶναι ἀνανέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἀναζώωσις καί ἀνάπλασις καί ἐπάνοδος πρός τήν ἀθάνατη ζωή τοῦ πρώτου ᾿Αδάμ πού καταβροχθίσθηκε ἀπό τόν θάνατο λόγω τῆς ἁμαρτίας καί διά τοῦ θανάτου ἐπαλινδρόμησε πρός τήν γῆ ἀπό τήν ὁποία ἐπλάσθηκε. ῞Οπως λοιπόν ἐκεῖνον στήν ἀρχή δέν τόν εἶδε κανείς ἄνθρωπος νά πλάττεται καί παίρνη ζωή, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κανείς ἄνθρωπος ἐκείνη τήν ὥρα, μετά δέ τήν λῆψι τῆς πνοῆς ζωῆς μέ θεῖο ἐμφύσημα πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, διότι μετά ἀπό αὐτόν πρῶτος ἄνθρωπος ἦταν ἡ Εὔα· ἔτσι τόν δεύτερο ᾿Αδάμ, δηλαδή τόν Κύριο, ὅταν ἀνίστατο ἀπό τούς νεκρούς, κανείς ἄνθρωπος δέν τόν εἶδε, ἀφοῦ δέν παρευρισκόταν κανείς δικός του καί οἱ στρατιῶτες πού ἐφύλασσαν τό μνῆμα ταραγμένοι ἀπό τόν φόβο εἶχαν γίνει σάν νεκροί, μετά δέ τήν ἀνάστασι πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, ὅπως ἀκούσαμε νά εὐαγγελίζεται σήμερα ὁ Μάρκος.διότι, λέγει, “ὅταν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀναστήθηκε τό πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή”.

Φαίνεται βέβαια σαφῶς ὅτι ὁ εὐαγγελιστής εἶπε καί τήν ὥρα κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, δηλαδή πρωί, καί ὅτι παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή καί ὅτι ἐφάνηκε ἀκριβῶς τήν ὥρα τῆς ἀναστάσεως. Δέν λέγει ὅμως ἔτσι, ὅπως θά φανῆ ἄν ἐξετάσωμε προσεκτικώτερα τά πράγματα. διότι λίγο παραπάνω καί αὐτός σέ συμφωνία μέ τούς ἄλλους εὐαγγελιστάς λέγει ὅτι αὐτή ἡ Μαρία ἦλθε καί προηγουμένως μαζί μέ τίς ἄλλες Μυροφόρες στόν τάφο, καί ἀφοῦ τόν εἶδε ἀδειανό ἀπῆλθε. ῞Ωστε ὁ Κύριος ἀναστήθηκε πολύ ἐνωρίτερα ἀπό τό πρωί πού τόν εἶδε. ᾿Επισημαίνοντας δέ καί τήν ὥρα ἐκείνη, δέν εἶπε ἁπλῶς πρωί, ὅπως ἐδῶ, ἀλλά πολύ πρωί· ἑπομένως ὡς ἀνατολή ἡλίου ἐκεῖ ἐννοεῖ τό ἀμυδρό φῶς πού προτρέχει στόν ὁρίζοντα, τό ὁποῖο δηλώνοντας καί ὁ ᾿Ιωάννης λέγει ὅτι ἦλθε τό πρωί, ὅταν ἀκόμη ἦταν σκοτεινά ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή στό μνημεῖο καί εἶδε τήν πέτρα σηκωμένη ἀπό τό μνημεῖο.

Δέν ἦλθε δέ μόνο πρός τό μνῆμα τότε αὐτή, κατά τόν ᾿Ιωάννη, ἀλλά καί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό μνῆμα, χωρίς νά ἰδῆ τόν Κύριο ἀκόμη. Τρέχει κι᾿ ἔρχεται πρός τόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, καί ἀναγγέλει ὄχι ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἀλλ᾿ ὅτι μεταφέρθηκε ἀπό τόν τάφο, ὥστε δέν ἐγνώριζε ἀκόμη τήν ἀνάστασι. ῾Επομένως ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στή Μαρία ὄχι ἐντελῶς πρώτη, ἀλλά μετά τήν πλήρη ἔλευσι τῆς ἡμέρας. ῾Υπάρχει λοιπόν κάτι πού ἀναφέρεται συνεσκιασμένως ἀπό τούς εὐαγγελιστάς, τό ὁποῖο θ᾿ ἀποκαλύψω πρός τήν ἀγάπη σας. Πραγματικά τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πρώτη ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν σωστό καί δίκαιο, ἐδέχθηκε ἀπό τόν Κύριο ἡ Θεοτόκος καί αὐτή εἶδε πρίν ἀπό ὅλους τόν ἀναστάντα καί ἀπήλαυσε τή θεία ὁμιλία του, καί ὄχι μόνο τόν εἶδε μέ τούς ὀφθαλμούς της καί ἔγινε αὐτήκοος αὐτοῦ, ἀλλά καί πρώτη καί μόνη ἄγγιξε τά ἄχραντα πόδια του, ἔστω καί ἄν οἱ εὐαγγελισταί δέν τά λέγουν φανερά ὅλα αὐτά, μή θέλοντας νά προσαγάγουν ὡς μάρτυρα τήν μητέρα, γιά νά μήν δώσουν ἀφορμή ὑποψίας στούς ἀπίστους. ᾿Επειδή δέ τώρα ἐμεῖς μέ τή χάρη τοῦ ἀναστάντος ὁμιλοῦμε πρός πιστούς καί ἡ ὑπόθεσις τῆς ἑορτῆς ἀπαιτεῖ ἐπείγουσα διευκρίνησι τῶν σχετικῶν μέ τίς Μυροφόρες, μέ τήν ἄδεια αὐτοῦ πού εἶπε “δέν ὑπάρχει κρυφό πού δέν θά γίνη φανερό”, θά τό φανερώσωμε καί τοῦτο.

Λοιπόν Μυροφόρες εἶναι οἱ γυναῖκες πού ἀκολουθοῦσαν τόν Κύριο μαζί μέ τήν Μητέρα του, ἔμειναν μαζί της κατά τήν ὥρα τοῦ σωτηριώδους πάθους καί ἐφρόντισαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα τοῦ Κυρίου. ῞Οταν δηλαδή ὁ ᾿Ιωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἐζήτησαν καί ἔλαβαν ἀπό τόν Πιλᾶτο τό δεσποτικό σῶμα, τό κατέβασαν ἀπό τόν σταυρό, τό περιέβαλαν σέ σινδόνια μαζί μέ ἐκλεκτά ἀρώματα, τό ἐτοποθέτησαν σέ λαξευτό μνημεῖο, καί ἔβαλαν μεγάλη πέτρα ἐπάνω στή θύρα τοῦ μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τόν εὐαγγελιστή Μάρκο ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία πού ἐκαθόταν ἀπέναντι τοῦ τάφου. Μέ τήν φράσι καί ἡ ἄλλη Μαρία ἐννοοῦσε ὁπωσδήποτε τήν Θεομήτορα· διότι αὐτή ἐλεγόταν μητέρα καί τοῦ ᾿Ιακώβου καί τοῦ ᾿Ιωσῆ, πού ἦσαν ἀπό τόν ᾿Ιωσήφ τόν Μνήστορα. Δέν παρευρίσκονταν μόνο αὐτές παρατηρώντας, ὅταν ἐνταφιαζόταν ὁ Κύριος, ἀλλά καί ἄλλες γυναῖκες, ὅπως ἱστόρησε ὁ Λουκᾶς γράφοντας· “παρακολουθώντας κάποιες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει μαζί του ἀπό τήν Γαλιλαία, εἶδαν τό μνημεῖο καί τήν σ᾿ αὐτό τοποθέτησι τοῦ σώματός του· ἦσαν ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ᾿Ιωάννα καί ἡ Μαρία τοῦ ᾿Ιακώβου καί οἱ ἄλλες μαζί τους”.

᾿Αφοῦ δέ ἐπέστρεψαν, λέγει, ἀγόρασαν ἀρώματα καί μῦρα· διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκριβῶς ὅτι αὐτός εἶναι ἀληθινά ἡ ὀσμή τῆς ζωῆς γιά ἐκείνους πού τόν πλησιάζουν μέ πίστι, ὅπως ὀσμή θανάτου καταλαμβάνει τούς ἕως τό τέλος ἀπειθεῖς, καί ἡ ὀσμή τῶν ἐνδυμάτων του, δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, εἶναι ἀνωτέρα ἀπό ὅλα τά ἀρώματα καί τό ὄνομά του εἶναι μῦρο χυμένο, μέ τό ὀποῖο ἐγέμισε θεία εὐωδία τήν οἰκουμένη. ῾Ετοιμάζουν λοιπόν μῦρα καί ἀρώματα, ἀφ᾿ ἑνός μέν πρός τιμήν τοῦ νεκροῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ γιά παρηγοριά ἀπό τή δυσωδία τοῦ σώματος, ὅταν θά ἔλειωνε, βοηθώντας μέ τήν ἀλοιφή των τούς ἐπιθυμοῦντας νά παραμένουν δίπλα.

᾿Αφοῦ λοιπόν ἑτοίμασαν τά μῦρα καί τά ἀρώματα, κατά τήν ἐντολή τό Σάββατο ἡσύχασαν· διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη τά ἀληθινά σάββατα, οὔτε εἶχαν γνωρίσει καλά τό εὐλογημένο ἐκεῖνο σάββατο πού μεταφέρει τή φύσι τους ἀπό τά βάραθρα τοῦ ἅδη στό ὁλόφωτο καί θεῖο καί οὐράνιο ὕψος. “Τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, ὄρθρο βαθύ”, ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, “ἦλθαν στό μνῆμα, φέροντας τά ἀρώματα πού ἑτοίμασαν”· ὁ δέ Ματθαῖος λέγει, “ἀργά τό Σάββατο, ξημερώνοντας τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι οἱ προσελθοῦσες εἶναι δύο· ὁ ᾿Ιωάννης “τό πρωί, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη σκοτεινά”, καί ὅτι μιά εἶναι ἡ προσελθοῦσα, Μαρία ἡ Μαγδαληνή· ὁ δέ Μάρκος “πολύ πρωί τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ προσελθοῦσες. Πρώτη λοιπόν τῆς ἑβδομάδος λέγουν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί τήν Κυριακή· ἀργά τό Σάββατο, ὄρθρο βαθύ, πολύ πρωί καί πρωί σκοτεινά ἀκόμη, ὀνομάζουν τόν χρόνο γύρω ἀπό τόν ὄρθρο, ἀνάμικτο ἀπό φῶς καί σκότος· αὐτός ὁ χρόνος εἶναι, ἀφοῦ ἀρχίζει νά αὐγάζει τό ἀνατολικό μέρος τοῦ ὁρίζοντος πού προκαταγγέλλει τήν ἡμέρα. Μπορεῖ δέ κανείς παρατηρώντας ἀπό μακριά, πρός αὐτό, νά τό ἰδῆ νά ἀρχίζη νά χρωματίζεται ἀπό φῶς γύρω ἀπό τήν ἐνάτη ὥρα τῆς νυκτός, ὥστε ἕως τήν πλήρη ἡμέρα νά ὑπολείπωνται τρεῖς ὥρες.

Φαίνονται βέβαια νά διαφωνοῦν κάπως οἱ εὐαγγελισταί μεταξύ τους τόσο γιά τήν ὥρα, ὅσο καί γιά τόν ἀριθμό τῶν γυναικῶν, ἐπειδή, ὅπως εἶπα, οἱ Μυροφόρες ἦσαν πολλές, καί ἦλθαν στόν τάφο ὄχι μιά φορά, ἀλλά καί δύο καί τρεῖς φορές, συντροφιά μέν, ἀλλ᾿ ὄχι οἱ ἴδιες, καί κατά τόν ὄρθρο μέν ὅλες, ἀλλ᾿ ὄχι τόν ἴδιο χρόνο ἀκριβῶς, ἡ δέ Μαγδαληνή ἦλθε πάλι μόνη της καί ἔμεινε περισσότερο. Κάθε εὐαγγελιστής λοιπόν ἀναφέρει μιά προέλευσι μερικῶν καί παραλείπει τίς ἄλλες. ῞Οπως δέ ἐγώ ὑπολογίζω καί συνάγω ἀπό ὅλους τούς εὐαγγελιστάς, σύμφωνα μέ ὅσα εἶπα προηγουμένως, πρώτη ἀπό ὅλες ἦλθε στόν τάφο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ Θεοτόκος, ἔχοντας μαζί τήν Μαγδαληνή Μαρία. Τοῦτο κυρίως τό συμπεραίνω ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο. Διότι, λέγει, “ἦλθε ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ἄλλη Μαρία”, πού ἦταν ὁπωσδήποτε ἡ Θεομήτωρ, γιά νά ἰδοῦν τόν τάφο. Καί ἰδού ἔγινε μέγας σεισμός· διότι ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, προσῆλθε, ἀπεκύλισε τήν πέτρα ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου κι᾿ ἐκαθόταν ἐπάνω σ᾿ αὐτήν· ἦταν δέ ἡ μορφή του σάν ἀστραπή καί τό ἔνδυμά του λευκό σάν τό χιόνι, ἀπό τόν φόβο δέ ἐμπρός του ἐταράχθηκαν οἱ φύλακες κι᾿ ἔγιναν σάν νεκροί”.

῞Ολες λοιπόν οἱ ἄλλες γυναῖκες ἦλθαν μετά τό σεισμό καί τήν φυγή τῶν φυλάκων, κι᾿ εὑρῆκαν τόν τάφο ἀνοιγμένο καί τήν πέτρα ἀποκυλισμένη· ἡ δέ Παρθενομήτωρ ἔφθανε τή στιγμή πού ἐγινόταν ὁ σεισμός, ἀποκυλίσθηκε ἡ πέτρα καί ἀνοιγόταν ὁ τάφος καί οἱ φύλακες ἦσαν παρόντες, ἄν καί συγκλονισμένοι ἀπό τόν φόβο· γι᾿ αὐτό μετά τόν σεισμό αὐτοί ἀνασηκώθηκαν καί ἐκύτταξαν ἀμέσως νά φύγουν, ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἐντρυφοῦσε στή θέα. ᾿Εγώ πάντως νομίζω ὅτι γι᾿ αὐτήν πρώτη ἀνοίχθηκε ὁ ζωηφόρος ἐκεῖνος τάφος (διότι γι᾿ αὐτήν πρώτη καί δι᾿ αὐτῆς ἔχουν ἀνοιχθῆ σ᾿ ἐμᾶς ὅλα, ὅσα εἶναι ἐπάνω στόν οὐρανό καί κάτω στή γῆ) καί ὅτι γι᾿ αὐτήν ἄστραπτε ἔτσι ὁ ἄγγελος, ὥστε, ἄν καί ἡ ὥρα ἦταν ἀκόμη σκοτεινή, αὐτή μέ τό πλούσιο φῶς τοῦ ἀγγέλου ὄχι μόνο νά ἰδῆ τόν τάφο κενό, ἀλλά καί τά ἐντάφια νά εἶναι τακτοποιημένα καί πολυτρόπως νά μαρτυροῦν τήν ἔγερσι τοῦ ἐνταφιασθέντος.

῏Ηταν δέ προφανῶς ὁ εὐαγγελιστής ἄγγελος ὁ ἴδιος ὁ Γαβριήλ. Διότι μόλις τήν εἶδε αὐτός νά σπεύδη πρός τόν τάφο, αὐτός πού παλαιότερα τῆς εἶχε εἰπεῖ, “μή φοβῆσαι, Μαρία, διότι εὑρῆκες χάρι ἀπό τόν Θεό”, σπεύδει καί τώρα καί κατεβαίνει νά εἰπῆ τό ἴδιο πάλι στήν ἀειπάρθενο καί νά ἀναγγείλη τήν ἀπό τούς νεκρούς ἀνάστασι τοῦ γεννηθέντος ἀπό αὐτήν ἀσπόρως, νά σηκώση τήν πέτρα, νά ὑποδείξη τόν κενό τάφο καί τά ἐντάφια, κι᾿ ἔτσι νά ἐπιβεβαιώση τήν καλή ἀγγελία. Διότι, λέγει, “ἀποκρινόμενος ὁ ἄγγελος, εἶπε στίς γυναῖκες· μή φοβῆσθε ἐσεῖς, ζητεῖτε τόν ᾿Ιησοῦ, τόν ἐσταυρωμένο; ἀναστήθηκε· ἰδού ὁ τόπος ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος”. ᾿Εάν, λέγει, βλέπετε τούς φύλακες συγκλονισμένους ἀπό τόν φόβο, ἀλλά ἐσεῖς νά μήν φοβῆσθε· διότι γνωρίζω ὅτι ζητεῖτε ᾿Ιησοῦν τόν ἐσταυρωμένο.ἐσηκώθηκε, δέν εἶναι ἐδῶ. Διότι αὐτός, ὄχι μόνο εἶναι ἀκράτητος ἀπό τοῦ ἅδη καί τοῦ θανάτου καί τοῦ τάφου τά κλεῖστρα καί τούς μοχλούς καί τίς σφραγίδες, ἀλλ᾿ εἶναι καί κύριος τῶν ἀθανάτων καί οὐρανίων ἀγγέλων μας καί μόνος αὐτός εἶναι Κύριος τοῦ σύμπαντος.“ἰδέτε”, λέγει, “τόν τόπον ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος καί πηγαίνετε γρήγορα νά εἰπῆτε στούς μαθητάς του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς”.

“᾿Αφοῦ δέ ἐξῆλθαν”, λέγει, “μέ φόβο καί χαρά μεγάλη”. ᾿Εγώ νομίζω πάλι ὅτι τόν μέν φόβο ἔχει ἀκόμη ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί οἱ ἄλλες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει ἕως τότε μαζί (διότι αὐτές δέν κατενόησαν τήν σημασία τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου οὔτε μπόρεσαν νά συλλάβουν τελείως τό φῶς, ὥστε νά ἰδοῦν καί μάθουν ἀκριβῶς), ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἀπέκτησε τή μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τά λόγια τοῦ ἀγγέλου καί παραδόθηκε ὁλόκληρη στό φῶς, ὡς τελείως καθαρά καί θείως χαριτωμένη, ἐγνώρισε μέ ὅλα αὐτά τήν ἀλήθεια κι᾿ ἐπίστευσε στόν ἀρχάγγελο, ἐπειδή αὐτός ἀπό πολύν καιρό τῆς ἐφάνηκε διά τῶν ἔργων ἀξιόπιστος. Πῶς ἄλλωστε, ἀφοῦ ἦταν παροῦσα στά γεγονότα ἡ θεόσοφος Παρθένος, δέν θά κατανοοῦσε τό συμβάν, ἀφοῦ δηλαδή εἶδε σεισμό, καί μάλιστα μεγάλο, ἄγγελο νά κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό, καί μάλιστα ἀστραποβόλο, τή νέκρωσι τῶν φυλάκων καί τοῦ λίθου τήν μετάθεσι, τήν κένωσι τοῦ τάφου καί τό μέγα θαῦμα τῶν ἐνταφίων, πού ἦσαν ἄλυτα καί συγκρατημένα μέ σμύρνα καί ἀλόη καί συγχρόνως ἐφαίνονταν ἀδειανά ἀπό τό σῶμα, καί ἐπί πλέον ἀφοῦ ἔλαβε τήν χαρμόσυνη πρός αὐτήν θέα καί ἀγγελία τοῦ ἀγγέλου; ῞Οταν δέ ἐξῆλθαν μετά τόν εὐαγγελισμό τοῦτον, ἡ μέν Μαγδαληνή Μαρία, σάν νά μήν ἄκουσε κἄν τόν ἄγγελο, ἀφοῦ ἄλλωστε οὔτε ἐκεῖνος ὡμίλησε γι’ αὐτήν, διαπιστώνει μόνο τήν κένωσι τοῦ τάφου, χωρίς νά ἀναφέρει καθόλου τά ἐντάφια· καί τρέχει πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί τόν ἄλλο μαθητή, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης.

῾Η δέ Θεομήτωρ Παρθένος, συνοδευομένη ἀπό ἄλλες γυναῖκες, ἐπανερχόταν πάλι ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἦλθε· καί ἰδού, ὅπως λέγει ὁ Ματθαῖος “ὁ ᾿Ιησοῦς τίς συνάντησε λέγοντας, χαίρεται”. Βλέπετε ὅτι καί πρίν ἀπό τήν Μαγδαληνή Μαρία ἡ Θεομήτωρ εἶδε αὐτόν πού γιά τήν σωτηρία μας ἔπαθε σαρκικά καί ἐτάφηκε καί ἀναστήθηκε; “Αὐτές δέ”, λέγει, “προσῆλθαν, ἔπιασαν τά πόδια του καί τόν προσκύνησαν”. ῞Οπως δέ, ὅταν ἡ Θεοτόκος ἄκουσε τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως μαζί μέ τήν Μαγδαληνή Μαρία ἀπό τόν ἄγγελο, μόνο αὐτή κατάλαβε τή σημασία τῶν λόγων, ἔτσι καί μαζί μέ τίς ἄλλες γυναῖκες, ὅταν συνάντησε τόν Υἱό καί Θεό, πρώτη ἀπό ὅλες τίς ἄλλες εἶδε καί ἀναγνώρισε τόν ἀναστάντα καί προσπίπτοντας ἔπιασε τά πόδια του κι᾿ ἔγινε ἀπόστολός του πρός τούς ᾿Αποστόλους. ῞Οτι δέ ἡ Μαγδαληνή Μαρία δέν ἦταν μαζί μέ τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τόν τάφο τήν συνάντησε καί τῆς παρουσιάσθηκε καί τῆς ὡμίλησε ὁ Κύριος, διδασκόμαστε ἀπό τόν ᾿Ιωάννη· διότι, λέγει, “τρέχει αὐτή πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί πρός τόν ἄλλο μαθητή, τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ ᾿Ιησοῦς, καί λέγει σ᾿ αὐτούς, ἐσήκωσαν τόν Κύριο ἀπό τό μνῆμα καί δέν γνωρίζομε πού τόν ἐτοποθέτησαν”. Πῶς τάχα, ἄν τόν εἶδε καί τόν ἄγγισε μέ τά χέρια της καί τόν ἄκουσε νά ὁμιλῆ, θά ἔλεγε τέτοια πράγματα, ὅτι τόν ἐσήκωσαν καί τόν μετέθεσαν, ποῦ ὅμως, δέν γνωρίζομε; ᾿Αλλά μετά τό δρόμο τοῦ Πέτρου καί τοῦ ᾿Ιωάννη πρός τόν τάφο καί τήν ἐκεῖ θέα τῶν σινδονιῶν καί τήν ἐπιστροφή, λέγει, “ἡ δέ Μαρία ἐστεκόταν κόντα στό μνημεῖο ἔξω κλαίοντας”.

Βλέπετε ὅτι ὄχι μόνο δέν τόν εἶχε ἰδεῖ ἀκόμη, ἀλλ᾿ οὔτε κἄν εἶχε πληροφορηθῆ σχετικά; Καί ὅταν δέ τήν ἐρώτησαν οἱ παρουσιασθέντες ἄγγελοι, γυναῖκα, “γιατί κλαίεις”, ἐκείνη πάλι ἀποκρίνεται σάν γιά νεκρό. Καθώς δέ ἐστράφηκε καί εἶδε τόν ᾿Ιησοῦ, οὔτε τότε δέν ἐκατάλαβε, ἀλλά ἐρωτωμένη ἀπό αὐτόν, τί κλαίει, ἀπαντᾶ παρόμοια, ἕως ὅτου ἐκεῖνος, καλώντας την ὀνομαστικά, παρουσίασε τόν ἑαυτό του ζωντανό. Τότε λοιπόν προσπίπτοντας καί αὐτή καί ζητώντας νά προσφέρη τόν ἀσπασμό στά πόδια ἐκείνου, ἄκουσε ἀπό αὐτόν τίς λέξεις, “μή μ᾿ ἐγγίζης”. ᾿Από αὐτό μαθαίνομε ὅτι, ὅταν προηγουμένως ἐφάνηκε στή μητέρα καί στίς γυναῖκες πού ἦσαν μαζί, μόνο σ᾿ αὐτήν ἐπέτρεψε νά πιάση τά πόδια του, ἄν καί ὁ Ματθαῖος ἀποδίδει τοῦτο καί στίς ἄλλες γυναῖκες, μή θέλοντας γιά τήν αἰτία πού εἴπαμε στήν ἀρχή νά προβάλη φανερά τήν μητέρα στό θέμα αὐτό.

᾿Αφοῦ δέ πρώτη ἦλθε στόν τάφο ἡ ἀειπάρθενος Μαρία καί πρώτη ἐδέχθηκε τό μήνυμα τῆς ἀναστάσεως, ἔπειτα ἦλθαν πολλές μαζί, εἶδαν καί ἐκεῖνες τήν πέτρα ἀποκυλισμένη καί ἄκουσαν τούς ἀγγέλους, πού ἐπιστρέφοντας μέ τό ἄκουσμα αὐτό καί τήν θέα ἐχωρίσθηκαν. ῎Αλλες, ὅπως λέγει ὁ Μάρκος, “ἔφυγαν ἀπό τό μνῆμα, κυριαρχημένες ἀπό φόβο καί ἔκστασι καί δέν εἶπαν σέ κανένα τίποτε, διότι ἐφοβοῦνταν“· ἄλλες ἀκολούθησαν τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, καί αὐτές ἦσαν πού ἐπέτυχαν τήν θέα καί συνομιλία τοῦ Δεσπότη. ῾Η δέ Μαγδαληνή ἐπῆγε στόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, μαζί μέ τούς ὁποίους ἔρχεται πάλι μόνη στόν τάφο· ὅταν δέ ἐκεῖνοι ἀναχώρησαν, αὐτή παραμένοντας ἀξιώνεται τῆς δεσποτικῆς θέας, στέλλεται καί αὐτή πρός τούς ᾿Αποστόλους καί ἔρχεται πάλι πρός αὐτούς, γιά ν᾿ ἀπαγγείλη σέ ὅλους, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης, “ὅτι εἶδε τόν Κύριο, πού εἶπε σ᾿ αὐτήν αὐτά”. Αὐτή λοιπόν ἡ θέα λέγει καί ὁ Μάρκος ὅτι ἔγινε πρωί, δηλαδή κατά τήν πλήρη ἀρχή τῆς ἡμέρας, ἀφοῦ ἐπέρασε ὅλος ὁ ὄρθρος, ἀλλά δέν ἰσχυρίζεται ὅτι τότε ἔγινε ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἤ ἡ πρώτη ἐμφάνισίς του.

῎Εχομε λοιπόν τά συμβάντα ἐξακριβωμένα καί τήν ἀπό τήν ἀρχή ζητουμένη συμφωνία τῶν τεσσάρων εὐαγγελιστῶν ὡς πρός αὐτά. Οἱ δέ μαθηταί κατά τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τήν ἴδια, ἐνῶ ἄκουσαν ἀπό τίς Μυροφόρες καί τόν Πέτρο, καθώς καί ἀπό τόν Λουκᾶ καί τόν Κλεόπα, ὅτι ὁ Κύριος ζῆ καί ἐθεάθηκε ἀπό αὐτές, ἀπίστησαν· γι᾿ αὐτό ὀνειδίζονται ἀπό αὐτόν, ὅταν τούς ἐμφανίσθηκε ὕστερα, καθώς ἦσαν συναθροισμένοι μαζί. ῞Οταν ὅμως παρέστησε τόν ἑαυτό του ζωντανό κατά πολλούς τρόπους καί πολλές φορές, ὄχι μόνο ἐπίστευσαν ὅλοι, ἀλλά καί ἐκήρυξαν παντοῦ· “ὁ λόγος τους ἐξῆλθε σέ ὅλη τή γῆ καί τά ρήματά τους ἔφθασαν στά πέρατα τῆς οἰκουμένης”, “ἐνῶ ὁ Κύριος συνεργοῦσε καί ἐβεβαίωνε τόν λόγο μέ τά συνοδευτικά θαύματα”· διότι τά θαύματα ἦσαν ἀναγκαιότατα, μέχρις ὅτου κηρυχθῆ ὁ λόγος σέ ὅλη τή γῆ. ᾿Αλλά χρειάζονται μέν σημεῖα καί τεράστια θαύματα πρός παράστασι καί βεβαίωσι τῆς ἀληθείας τοῦ κηρύγματος.χρειάζονται ὅμως σημεῖα, ἀλλ᾿ ὄχι τεράστια πρός παράστασι αὐτῶν πού ὑποδέχθηκαν τόν λόγο, ἄν βεβαίως ἐπίστευσαν. Ποιά δηλαδή σημεῖα; Τά ἀπό τά ἔργα. “Δεῖξε μου”, λέγει, “τήν πίστη σου ἀπό τά ἔργα σου”, καί “ποιός εἶναι πιστός, ἄς δείξη τά ἔργα του ἀπό τήν καλή διαγωγή”. Ποιός θά πιστεύση πραγματικά ὅτι ἔχει διάνοια θεία καί ὑψηλή, καί θά ἐλέγαμε οὐράνια, ὅπως εἶναι ἡ εὐσέβεια, αὐτός πού ἐπιδίδεται σέ φαῦλα ἔργα καί εἶναι προσηλωμένος στή γῆ καί στά γήινα;

Δέν ὠφελεῖ τίποτε λοιπόν, ἀδελφοί, ἐάν λέγη κανείς ὅτι ἔχει θεία πίστι, δέν ἔχει ὅμως ἔργα κατάλληλα στήν πίστι. Τί ὠφέλησαν οἱ λαμπάδες τίς μωρές παρθένους, ἀφοῦ δέν εἶχαν ἔλαιο, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς συμπαθείας; Τί ὠφέλησε ἡ ἐπίκλησις τοῦ ᾿Αβραάμ σάν πατρός τόν πλούσιο ἐκεῖνον πού τηγανιζόταν στήν ἄσβεστη φλόγα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσυμπαθείας πρός τόν Λάζαρο; Τί ὠφέλησε ἡ δῆθεν εὐπείθεια πρός τήν πρόσκλησι ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπον πού δέν εἶχε ἀποκτήσει διά τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἔνδυμα κατάλληλο γιά τό θεῖο γάμο καί γιά τόν ἄφθαρτο ἐκεῖνο νυμφῶνα; Προσκλήθηκε μέν καί προσῆλθε, διότι ἐπίστευσε ὁπωσδήποτε, καί παρακάθησε μέ τούς ἁγίους ἐκείνους συνδαιτυμόνες, ἀλλ᾿ ὅταν ἐξεσκεπάσθηκε καί καταισχύνθηκε, ὡς ἐνδεδυμένος τήν φαυλότητα ἀπό τά ἤθη καί τίς πράξεις ἐδέθηκε ἀνηλεῶς χειροπόδαρα κι᾿ ἐρρίφθηκε στή γέεννα τοῦ πυρός, ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ κλαυθμός καί ὁ τρυγμός τῶν ὀδόντων.

Αὐτήν εἴθε νά μή τήν δοκιμάση κανείς Χριστιανός, ἀλλ᾿ ἐπιδεικνύοντας ὅλοι διαγωγή πρέπουσα στήν πίστι, νά εἰσέλθωμε στόν νυμφώνα τῆς ἄφθαρτης εὐφροσύνης καί νά ζήσωμε αἰωνίως μαζί μέ τούς ἁγίους ἐκεῖ, ὅπου εἶναι ἡ κατοικία ὅλων τῶν εὐφραινομένων. Γένοιτο.

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ



Μαρκ. 15,43ἐλθὼν Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
Μαρκ. 15,43ήλθεν ο Ιωσήφ, που κατήγετο από την πόλιν Αριμαθαίαν, διακεκριμένος και ευϋπόληπτος βουλευτής, ο οποίος είχε πιστεύσει στον Χριστόν και επερίμενε την βασιλείαν του Θεού. Αυτός ετόλμησε και παρουσιάσθηκε με θάρρος στον Πιλάτον και εζήτησε το σώμα του Ιησού.
 
Μαρκ. 15,44ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε·
Μαρκ. 15,44Ο δε Πιλάτος ηπόρησε, εάν τόσον γρήγορα πράγματι απέθανε ο Ιησούς. Και αφού επροσκάλεσε τον εκατόνταρχον, τον ηρώτησε, εάν είχε πολλήν ώραν που απέθανε ο Ιησούς.
 
Μαρκ. 15,45καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ.
Μαρκ. 15,45Και όταν επληροφορήθη από τον εκατόνταρχον το γεγονός, εχάρισε στον Ιωσήφ το σώμα.
 
Μαρκ. 15,46καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου.
Μαρκ. 15,46Και εκείνος, αφού ηγόρασε καινούριο σινδόνι και τον εκατέβασε από τον σταυρόν, ετύλιξε το σώμα στο σινδόνι και έβαλε αυτόν εις μνημείον, που ήτο σκαμμένον εις βράχον· και εκύλισε βαρύν λίθον επάνω εις την θύραν του μνημείου.
 
Μαρκ. 15,47ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται.
Μαρκ. 15,47Η δε Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η μητέρα του Ιωσή παρακολουθούσαν με προσοχήν, που ετέθη το σώμα του Κυρίου.
 
Μαρκ. 16,1Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν.
Μαρκ. 16,1Κατά την επομένην, όταν έδυσε το ήλιος και επερασε το Σαββατον, η Μαρία Μαγδαληνή και Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, και η Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα, δια να έλθουν στον τάφον και αλείψουν τον Ιησούν.
 
Μαρκ. 16,2καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου.
Μαρκ. 16,2Και πολύ πρωϊ την πρώτην ημέρα της εβδομάδος, την ώρα που εγλυκοχάραζε το φως του ήλιου, ήλθαν στο μνημείον.
 
Μαρκ. 16,3καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου;
Μαρκ. 16,3Και έλεγαν μεταξύ των· ποιός θα μας αποκυλίση τον βαρύν λίθον από την θύραν του μνημείου;
 
Μαρκ. 16,4καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα.
Μαρκ. 16,4Και μόλις εσήκωσαν τα βλέματά των είδαν ότι είχε αποκυλισθή ο λίθος ο οποίος άλωστε ήτο πολύ μεγάλος.
 
Μαρκ. 16,5καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν.
Μαρκ. 16,5Και αφού εμπήκαν στο μνημείον, είδαν να κάθεται εις τα δεξιά ένας νέος, ντυμένος λευκήν στολήν και κατελήφθησαν από φόβον και κατάπληξιν.
 
Μαρκ. 16,6ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν.
Μαρκ. 16,6Αυτός δε τους είπε· “μη απορείτε και μη φοβείσθε. Γνωρίζω ότι ζητείτε Ιησούν τον Ναζαρηνόν, τον εσταυρωμένον. Ανεστήθη, δεν είναι εδώ. Ιδού ο τόπος που τον είχαν θέσει.
 
Μαρκ. 16,7ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν.
Μαρκ. 16,7Αλλά πηγαίνετε, πέστε στους μαθητάς του, και ιδιαιτέρως στον Πετρον, ότι πηγαίνει ενωρίτερα από σας εις την Γαλιλαίαν. Εκεί θα τον ίδετε, όπως άλωστε σας είχε πη”.
 
Μαρκ. 16,8καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
Μαρκ. 16,8Και αυταί αφού εβγήκαν, έφυγαν από το μνημείον. Τας είχε δε καταλάβει τρόμος και κατάπληξις και δεν είπαν εις κανένα τίποτε, διότι εφοβούντο.(Τας κατέλαβε δέος και κατάπληξις δια τον άγγελον που είδαν και προ παντός δια την ανάστασιν, που ήκουσαν).
 

Εορτή της Αγίας Πελαγίας

Εορτή της Αγίας Πελαγίας 

Γιορτάζουμε σήμερα 4 Μαΐου, ημέρα μνήμης της Αγίας Πελαγίας.
Η Αγία Πελαγία γεννήθηκε στην πόλη Ταρσό της Κιλκισίας και έζησε στη Ρώμη στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Μεγάλωσε σε ειδωλολατρικό περιβάλλον, όμως σε νεαρή ηλικία είδε σε όραμα τον Επίσκοπο της Ρώμης, ο οποίος την προέτρεπε να βαπτισθεί. Όταν ξύπνησε και συνήλθε ζήτησε άδεια από τη μητέρα της και με το πρόσχημα ότι θα μεταβεί στην τροφό της, πού ζούσε σε άλλη πόλη, πήγε στον Επίσκοπο, ο οποίος τη βάπτισε χριστιανή. Η χαρά της ήταν μεγάλη.
Αφού παρέδωσε τα πολυτελή της ενδύματα στον Επίσκοπο για να τα πουλήσει και να διαθέσει τα χρήματα στους πτωχούς και αδύνατους... ντύθηκε τη στολή του βαπτίσματος και εν συνεχεία πήγε στην τροφό της η οποία όμως όταν την είδε έτσι ντυμένη έγινε έξαλλη από θυμό και την έδιωξε.
Αποφάσισε τότε να επιστρέψει στη μητέρα της, ελπίζοντας στη μητρική κατανόηση και στοργή. Όταν όμως και η μητέρα της αντίκρισε αυτή της την ενδυμασία αναστατώθηκε και πέφτοντας στο πόδια της, την ικέτευσε να επανέλθει στην αρχική της πίστη. Η Πελαγία απογοητεύτηκε, στενοχωρήθηκε αλλά της δήλωσε ότι η απόφασή της ήταν οριστική και αμετάκλητη. Όταν όμως πληροφορήθηκε το γεγονός ο γιος του Διοκλητιανού, ο οποίος ήταν αρραβωνιαστικός της Πελαγίας, από τη θλίψη του αυτοκτόνησε.
Όταν ο αυτοκράτορας ανακάλυψε την αιτία θανάτου του γιου του κάλεσε την Πελαγία και τη διέταξε να θυσιάσει στο είδωλα. Η Αγία με παρρησία αρνήθηκε, λέγοντάς του ότι γνώρισε τον αληθινό Θεό. Έξαλλος ο Διοκλητιανός, διέταξε να πυρώσουν ένα χάλκινο βόδι και να την τοποθετήσουν εντός του, χαρίζοντάς της την ουράνια δόξα.
Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τη επιγνώσει, ζόφον έλιπες, της αγνωσίας, Πελαγία Χριστού, καλλιπάρθενε. Ου την αείζωον δρόσον πλουτήσασα, διά πυρός τον αγώνα ετέλεσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...