Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουλίου 05, 2014

Ο άγ. Σισώης ο Μέγας στον τάφο του Μεγαλέξανδρου


Ο άγιος Σισώης ο Μέγας (γιορτάζει 6 Ιουλίου)
Έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. και ανήκει στην πρώτη γενιά μεγάλων ασκητών που ακολούθησε το Μέγα Αντώνιο. Στα ασκητικά & τα αγιολογικά κείμενα χαρακτηρίζεται Όσιος (=άγιος μοναχός) Σισώης ή Αββάς (=πατέρας) Σισώης. Το βιογραφικό του, με συντομία, έχει έτσι 
Ο Όσιος Σισώης έλαμψε με την πνευματική του σύνεση, την ταπεινοφροσύνη, τη φιλαδελφία και το ενδιαφέρον του στο να επιστρέψει και ένα μόνο αμαρτωλό. Μεταξύ των ασκητών αναδείχτηκε ονομαστός και μέγας, αθλητής της πρώτης γραμμής, τύπος εγκρατείας, αλλά και ψυχή πού προσευχόταν για δικαίους και αδίκους, πλούσιους και φτωχούς, άρχοντες και ιδιώτες, κληρικούς και λαϊκούς και γενικά για όλο τον κόσμο.
Στη γη ήταν, αλλά η ζωή του ήταν ουράνια. Υψωμένος πάνω από τη σάρκα, που χαλιναγωγούσε τέλεια με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τη θεία κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού. Η μνήμη του μένει υπόδειγμα σ' όσους θέλουν την ασκητική ζωή, για να είναι γνήσιοι και πραγματικοί ασκητές, όχι μόνο με την αντοχή του σώματος, αλλά και με την πνευματική αναγέννηση και τη λάμψη της αρετής.

   
Ο άγιος Σισώης στον τάφο του Μ. Αλεξάνδρου

Από τη βιογραφία του αγίου ένα περιστατικό έγινε ιδιαίτερα γνωστό και απεικονίστηκε πολλές φορές στις ορθόδοξες εικόνες: η επίσκεψή του στον τάφο του Μεγαλέξανδρου.
Εκεί ο άγιος συνειδητοποίησε βαθύτατα τη ματαιότητα της γήινης δόξας και της βασιλικής εξουσίας και θρήνησε για την κοινή μοίρα των ανθρώπων, το θάνατο. Τότε φιλοσόφησε για το θάνατο και τη ζωή, τα προσωρινά και τα αιώνια. Η φιλοσοφία αυτή του αγίου Σισώη, και όλων των Πατέρων της ορθόδοξης πνευματικής κληρονομιάς, δεν είναι λιγότερο σημαντική από τη φιλοσοφική στάση του Διογένη π.χ. (τον οποίο, ως γνωστόν, είχε θαυμάσει ο Μ. Αλέξανδρος) ή από τη φιλοσοφία ως "μελέτη θανάτου" κατά τον Πλάτωνα.

Στην απεικόνιση του επεισοδίου βλέπουμε δύο δόξες: τη γήινη δόξα του ανθρώπου που έγινε ταυτόχρονα Μεγάλος Βασιλιάς (της Περσίας), Φαραώ της Αιγύπτου και Βασιλιάς των Ινδιών - αλλά μαράθηκε καταλήγοντας σ' ένα τάφο - και την ουράνια δόξα του αγίου, που είναι γεμάτη φως και μένει στους αιώνες. Υπόψιν ότι η θέωση (η ένωση με το Θεό εν Χριστώ και η πλήρης μεταμόρφωση του ανθρώπου σε θείο ον) ονομάζεται στην Αγία Γραφή "δοξασμός", δηλ. φωτισμός (στην Αγία Γραφή η λ. δόξα έχει και την κοινή έννοια, αλλά σημαίνει και φως).
Ένδοξος λοιπόν είναι ο άγιος, κάθε άγιος, και η εικόνα του προτείνει ένα δρόμο και ένα παράδειγμα προς μίμηση για κάθε άνθρωπο που ενδιαφέρεται για την αληθινή ελευθερία και τη ζωή. Δε χρειάζεται να πούμε άλλα.


Ένας άλλος μεγάλος άγιος, ο άγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ο μεγάλος ποιητής. Εικονίζεται λουσμένος στο θεϊκό Φως, δηλ. στη θεϊκή "δόξα", πράγμα που είχε συμβεί αρκετές φορές όταν ζούσε 

Στιγμές από τη ζωή του αγίου Σισώη του Μεγάλου



1) Αδελφός που αδικήθηκε από άλλο αδελφό ήλθε προς τον αββά Σισώη και του λέγει:
- Αδικήθηκα από ένα αδελφό και θέλω να τον εκ­δικηθώ. 
Ο δε γέρων [=πνευματικός διδάσκαλος, δηλ. ο άγ. Σισώης] τον παρακαλούσε:
- Μη, τέκνο· αντιθέτως μάλιστα άφησε στο Θεό το έργο της εκδικήσεως.
Αυτός όμως έλεγε:
- Δεν θα παύσω, έως ότου εκδικηθώ για τον εαυτό μου.
Είπε δε ό γέρων:
- Ας προσευχηθούμε, αδελφέ. Και ο γέρωντας, αφού σηκώθηκε, είπε:
- Θεέ, δεν σε έχουμε πλέον ανάγκη να φροντίζεις για μας· διότι εμείς εκδικούμαστε μόνοι για λογαριασμό μας.
Μόλις λοιπόν άκουσε αυτά τα λόγια ο αδελφός, έπεσε στα πόδια του γέροντος λέγοντας:
- Δεν θα είμαι πλέον σε αντιδικία με τον αδελφό, συγχώρεσε με, αββά.

2) Επισκέφθηκε κάποιος από τους αδελφούς τον αββά Σισώη στο όρος του αββά Αντωνίου. Και ενώ συνομιλούσαν, είπε στον αββά Σισώη:
- Δεν έφθασες ακόμα στά μέτρα του αββά Αντωνίου, πάτερ; Και του λέγει ο γέρων:
- Εάν είχα ένα από τους λογισμούς του αββά Αντω­νίου, θα γινόμουν όλος φωτιά άλλ’ όμως γνωρίζω άνθρωπο πού με δυσκολία μπορεί να βαστάξει το λογισμό του.

3) Πειράσθηκε κάποτε ο Αβραάμ, ο μαθητής του αββά Σισώη, από δαίμονα και είδε ό γέρων ότι έπεσε και αφού σηκώθηκε, δήλωσε τα χέρια στον ουρανό λέγοντας:
- Θεέ, θέλεις δεν θέλεις, δεν θα σε αφήσω, εάν δεν τον θεραπεύσεις.
Και αμέσως θεραπεύτηκε.

4) Αδελφός ανακοίνωσε στον αββά Σισώη:
- Βλέπω ότι η μνήμη του Θεού παραμένει μέσα μου. Του λέγει ο γέρων:
- Δεν είναι σπουδαίο το να ευρίσκεται ο λογισμός σου στο Θεό σπουδαίο είναι το να βλέπεις τον εαυτό σου κατώτερο από όλη την κτίση. Διότι αυτό μαζί με το σωματικό κόπο οδηγεί στον τρόπο της ταπεινοφρο­σύνης.

5) Επισκέφθηκε ο αββάς Αδέλφιος, επίσκοπος Νειλουπόλεως, τον αββά Σισώη, στο όρος του αββά Αντωνίου. Και όταν επρόκειτο ν’ αναχωρήσουν, πριν αρχίσουν την πορεία, τους έβαλε να φάγουν το πρωί, ήταν δε νηστεία. Και μόλις έστρωσαν τραπέζι, αδελφοί κρούουν τη θύρα. Είπε δε στο μαθητή του:
- Δώσε τους λίγο τραχανά, διότι έρχονται από κοπια­στική πορεία. Του λέγει ο αββάς Αδέλφιος:
- Άφησε τώρα, για να μη ειπούν ότι ο αββάς Σισώης τρώγει από το πρωί. Άλλα δεν τον επρόσεξε ο γέρων και λέγει στον αδελφό:
- Πήγαινε, δώσε τους. Όταν λοιπόν είδαν τον τραχανά, είπαν:
- Μήπως έχετε ξένους; Μήπως τρώγει και ο γέρων μαζί σας; Και τους είπε ό αδελφός:
- Ναι. Άρχισαν λοιπόν να στενοχωρούνται και να λέγουν ο Θεός να σάς συγχώρηση πού αφήσατε το γέροντα να φάγει. Η δεν γνωρίζετε ότι έχει κοπιάσει πολλές ήμερες; Και τους άκουσε ό επίσκοπος και έβαλε μετάνοια στο γέ­ροντα λέγοντας:
- Συγχώρεσε με, αββά, που σκέφτηκα κάτι ανθρώ­πινο· εσύ δε έκανες την εντολή του Θεού.
Και του λέγει ο αββάς Σισώης:
- Εάν δεν δοξάσει τον άνθρωπο ο Θεός, η δόξα των ανθρώπων δεν είναι τίποτε.


Ο ηρωικός άγιος μάρτυρας Άστιος, επίσκοπος Δυρραχίου (Αλβανίας). Ένας από τους αρχαιότερους αγίους, μαρτύρησε το 98 μ.Χ., αλειμμένος με μέλι & εκτεθειμένος στις μέλισσες, δεμένος σ' ένα σταυρό! Γιορτάζει την ίδια μέρα με τον άγ. Σισώη.


6) Ρώτησε ο αββάς Άμμων της Ραϊθού στον αββά Σισώη:
- Όταν αναγινώσκω τη Γραφή, ο λογισμός μου θέλει να συντάξει ένα λόγιο για να το έχω σε περίπτωση επερωτήσεως. Του λέγει ο γέρων:
- «Ούκ έστι χρεία, αλλα μάλον εκ της καθαρότιτος του νοός κτήσαι σεαυτω και το αμεριμνειν και το λέγειν».

7) Τρείς γέροντες επισκέφθηκαν τον αββά Σισώη, επειδή είχαν ακούσει σχετικά με αυτόν. Και του λέει ο πρώτος:
- Πάτερ, πώς μπορώ να σωθώ από τον πύρινο ποταμό; Αυτός δε δεν του αποκρίθηκε. Του λέει ο δεύτερος:
- Πάτερ, πώς μπορώ να σωθώ από το βρυγμό των οδόν­των και από τον ακοίμητο σκώληκα; Του λέγει ο τρίτος:
- Πάτερ, τί να κάνω πού με σκοτώνει η μνήμη του πηκτού σκότους; Αποκρινόμενος δε ο γέρων τους είπε:
- Εγώ δεν θυμούμαι τίποτε από αυτά· διότι, καθώς εί­ναι φιλεύσπλαχνος ο θεός, ελπίζω ότι θα με ελεήσει. Όταν άκουσαν αυτόν το λόγο οι γέροντες έφυγαν λυπη­μένοι. Επειδή όμως ο γέρων δεν ήθελε να τους αφήσει να φύγουν λυπημένοι, γυρίζοντας προς αυτούς είπε:
- Είσθε μακάριοι, αδελφοί, διότι σας εζήλευσα. Ο πρώ­τος σας είπε για τον πύρινο ποταμό, ό δεύτερος για τον Τάρταρο και ο τρίτος για το σκότος. Εάν λοιπόν ο νους σας κυριαρχεί σε τέτοια μνήμη, είναι αδύνα­το να αμαρτήσετε. Τί να κάνω εγώ όμως ο σκληρόκαρδος που δεν αφήνομαι ούτε να γνωρίσω ότι υ­πάρχει κόλαση για τους ανθρώπους και γι' αυτό αμαρτάνω κάθε ώρα; 
Και μετανοημένοι του είπαν:
- Όπως ακούσαμε, έτσι και είδαμε [δηλ. ο άγιος είναι τόσο ταπεινός και ενάρετος, όσο λένε γι' αυτόν].

8) Ερώτησε ο αββάς Ιωσήφ τον αββά Σισώη:
- Σε πόσο χρόνο πρέπει να αποκόπτει ο άνθρωπος τα πάθη; Του λέγει ό γέρων:
- Τους χρόνους θέλεις να μάθεις; Λέγει ο αββάς Ιωσήφ:
- Ναι. Λέγει λοιπόν ο γέρων:
- Όποια ώρα έρχεται το πάθος, αμέσως κόψε το.

9) Ήρθαν κάποτε μερικοί Αρειανοί [οπαδοί της αίρεσης του αρειανισμού] στον αββά Σισώη, στο όρος του αββά Αντωνίου, και άρχισαν να κατακρίνουν τους Ορθοδόξους. Ο δε γέρων δεν τους αποκρίθηκε τί­ποτε και αφού φώναξε το μαθητή του, είπε:
- Αβραάμ, φέρε μου το βιβλίο του αγίου Αθανασίου και διάβασε το. Και ενώ αυτοί σιωπούσαν, αποκαλύφθηκε η αίρεση τους. Και τους απέλυσε ειρηνικά.

10) Ήρθε κάποτε ο αββάς Αμμούν από τη Ραϊθού στο Κλύσμα για να επισκεφθεί τον αββά Σισώη. Και βλέπον­τας τον στενοχωρημένο πού άφησε την έρημο του λέγει:
- Τί στενοχωρείσαι, αββά; Διότι τι μπορούσες πλέον να κάνεις στην έρημο τώρα πού γέρασες τόσο; Ο δε γέρων κοιτάζοντας τον με δυσαρέσκεια λέγει:
- Τί μου λέγεις, Αμμούν; Δεν μου αρκούσε τάχα μό­νη η ελευθερία του λογισμού μου στην έρημο;

11) Είπε ο αββάς Σισώης:
- Όταν υπάρχει άνθρωπος πού σε φροντίζει, δεν πρέ­πει να τον διατάσσεις.

12) Ήρθαν κάποτε Σαρακηνοί και έγδυσαν το γέροντα και τον αδελφό του. Και όταν αυτοί βγήκαν στην έρημο για να βρουν τίποτε φαγώσιμο, βρήκε ο γέρων κόπρα­να καμήλων και σπώντας τα βρήκε μέσα σπόρους κριθαριού· έτρωγε δε ένα σπόρο και τον άλλο έβαλλε στο χέρι του. Όταν δε ερχόμενος ο αδελφός του τον βρήκε να τρώγει, του λέγει:
- Αύτη είναι ή αγάπη, ότι βρήκες φαγώσιμο και το τρώγεις μόνος σου και δεν με φώναξες; Του λέγει ο αββάς Σισώης:
- Δεν σε αδίκησα, αδελφέ, ιδού το μερίδιο σου, το κράτησα στο χέρι μου.

Ο αββάς Σισώης & η αγία μάρτυς Λουκία, που έκανε χριστιανό τον ηγεμόνα που την είχε συλλάβει (συνελήφθη & μαρτύρησε κι εκείνος). Γιορτάζει την ίδια μέρα

13) Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες για τον αββά Σι­σώη του Καλαμώνος, ότι θέλοντας κάποτε να νικήσει τον ύπνο, κρεμάσθηκε από τον κρημνό της Πέτρας· και ήλθε άγγελος πού τον έλυσε και του παράγγειλε να μη κάνει πλέον αυτό το πράγμα ούτε σε άλλους να αφήσει τέτοια παράδοση.

14) Ερώτησε κάποιος από τους πατέρες τον αββά Σισώη:
- Εάν κάθομαι στην έρημο και έλθει βάρβαρος πού θέλει να με φονεύσει και τον καταφέρω, να τον φο­νεύσω; Και του είπε ό γέρων:
- Όχι, αλλά παράδωσε τον στο Θεό. Διότι όποιος πει­ρασμός έλθει στον άνθρωπο, να λέγει, τούτο συνέβη­κε για τις αμαρτίες μου, οποιοδήποτε δε αγαθό, με τη χάρη του Θεού.

15) Αδελφός παρακάλεσε τον αββά Σισώη το Θηβαίο:
- Είπε μου ένα λόγο. Και λέγει:
- Τί έχω να σου πω; Ότι την Καινή Διαθήκη αναγινώσκω και στην Παλαιά γυρίζω.

16 ) Αδελφός ερώτησε γέροντα:
- Τί να κάνω πού θλίβομαι για το εργόχειρο; Διότι αγαπώ το πλεκτό, άλλα δεν μπορώ να το εργασθώ. Λέγει Ο γέρων:
- Ό αββάς Σισώης έλεγε ότι δεν πρέπει να εργαζόμαστε το έργο πού μας ικανοποιεί.

17 ) Είπε ο αββάς Σισώης:
- Να εξουδενωθείς, να βάλεις το θέλημα σου πίσω και να γίνεις αμέριμνος και θα έχεις ανάπαυση.

18 ) Αδελφός ερώτησε τον αββά Σισώη:
- Τί να κάνω για τα πάθη; Και λέγει ό γέρων:
- Ό καθένας μας πειράζεται από την δική του επι­θυμία.

19 ) Αδελφός παρεκάλεσε τον αββά Σισώη:
- Είπε μου ένα λόγο. Αυτός δε είπε:

- Τί με αναγκάζεις να φλυαρήσω. Ιδού, ότι βλέπεις, κάνε το.

Άλλα τρία :

Το επίγειο τέλος του αγ. Σισώη

΄Ελεγαν περί του Αββά Σισώη, ότι, όταν επρόκειτο να πεθάνει, και ενώ ευρίσκονταν οι πατέρες της σκήτης γύρω του, έλαμψε το πρόσωπό του όπως ο ήλιος και είπε στους παρευρισκομένους ότι:
« Ο ΄Αγιος Αντώνιος ήλθε».
Και μετά από λίγο είπε: «να ο χορός [=ομάδα] των Προφητών ήλθε». Και πάλιν το πρόσωπο του έλαμψε περισσότερο και είπε: «να ο χορός των Αποστόλων ήλθε». Και διπλασιάστηκε ο φωτισμός του προσώπου του και άρχισε να ομιλεί με κάποιους. Τότε τον ρώτησαν οι πατέρες: «με ποιόν ομιλείς πάτερ»; Και αυτός τους απάντησε: «με τους Αγγέλους που ήλθαν να παραλάβουν την ψυχή μου και τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο για να μετανοήσω». 
Και λέγουν προς αυτόν οι πατέρες: «Δεν έχεις ανάγκη μετανοίας πάτερ». Και τους απάντησε ο Αββάς Σισώης: «αλήθεια σας λέγω ότι δεν έχω βάλει ακόμη αρχή»!!! Και έμαθαν πάντες ότι ήταν τέλειος. Και πάλι ξαφνικά έγινε το πρόσωπό του ολόλαμπρο και εφοβήθηκαν όλοι, που ήσαν κοντά του, και είπε προς αυτούς: «Βλέπετε ο Κύριος ήλθε και λέγει, φέρετε μου το σκεύος της ερήμου», και αμέσως παρέδωσε το πνεύμα και γέμισε όλο το κελλί του από άρρητη ευωδία.

Ελπίδα και στήριξη στον αμαρτωλό

Ένας μοναχός εξομολογήθηκε στον Αββά Σισώη:
«΄Επεσα πάτερ. Τι να κάνω;»
«Σήκω», του είπε, με τη χαρακτηριστική του απλότητα ο άγιος Γέροντας.
«Σηκώθηκα Αββά μα πάλι έπεσα στην καταραμένη αμαρτία», ομολόγησε με θλίψη ο αδελφός.
«Και τι σε εμποδίζει να ξανασηκωθείς;»
«Ως πότε Αββά» ρώτησε ο αδελφός.
«΄Εως ότου να σε βρή ο θάνατος ή στην πτώση ή στην έγερση. Δεν είναι γραμμένο όπου ευρώ σε εκεί και κρινώ σε; Μόνο εύχου στο Θεό να βρεθείς την τελευταία σου στιγμή σηκωμένος με την αγία μετάνοια.» του εξήγησε ο Αββάς Σισώης.

Από τη φιλοσοφία του αγίου περί θανάτου
Τρία πράγματα με συγκλονίζουν, αδελφοί, έλεγε ο Αββάς Σισώης:
1. Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα.
2. Η εμφάνισή μου ενώπιον του αδεκάστου Κριτού.
Και 3. Η εναντίον μου καταδικαστική απόφαση.

Τροπάρια για τον άγιο Σισώη

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Ἁμαρτίας ἀκάνθας κατεπυρπόλησας, τῷ πυρὶ ἐγκρατείας καὶ χαμευνίας στεῤῥᾶς, καὶ πρὸς φῶς τὸ νοητὸν, μετῆλθες ὅσιε. Ὅθεν Σισώη τοῖς χοροῖς, τῶν Ἀγγέλων συνοικεῖς, καὶ χαίρων ἀεὶ πρεσβεύεις, τῷ Κυρίῳ ὑπὲρ τῶν πίστει, ἐπιτελούντων τὴν σὴν μνήμην λαμπρῶς.

Μεγαλυνάρια
Δειλιῶν καὶ τρέμων ὁ Ἀσκητής, τάφῳ Ἀλεξάνδρου, Βασιλέως ποτὲ τρανοῦ, τοῦ καιροῦ τὸ ῥέον, καὶ πρόσκαιρον τῆς δόξης, ἐξίσταται Σισώης, θαυμάζων καὶ θρηνῶν.

Μνήμην τοῦ θανάτου διηνεκῶς, μελετῶν Σισώη, κατεμάρανας τὰς ὁρμάς, καὶ πρὸς ἀναβάσεις, αἰρόμενος μεγίστας, τοῦ οὐρανίου κάλλους, χαίρων ἀπήλαυσας.
Νέκρωσιν Σισώη ζωοποιόν, παθῶν τῇ ἐκδύσει, ἐνδυσάμενος ὁλικῶς, νεκροὺς ὡς ἐξ ὕπνου, τῷ ἱερῷ σου λόγῳ, ἐξήγειρας νεκρώσας, τὸν παναλάστορα.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ :Αλλαγή πνευματικού


- Γέροντα, όταν κανείς αναγκασθή για κάποιον λόγο να αλλάξη πνευματικό, χρειάζεται να εξομολογηθή πάλι αμαρτίες που έχει εξομολογηθή;
- Καλά είναι να ενημερώση τον καινούριο πνευματικό, όπως ο ασθενής, όταν αλλάζη γιατρό, λέει πάλι το ιστορικό του, για να μπορέση ο γιατρός να τον βοηθήση καλύτερα.
- Γέροντα, όταν κάποιος θέλη να αλάξη πνευματικό και μας ρωτάη αν είναι σωστό, τι πρέπει να πούμε;
- Να πάρη ευλογία από τον πνευματικό του. Δεν είναι καλό να αλλάζη κανείς εύκολα πνευματικό. Μια οικοδομή δεν θα γίνη ποτέ σωστή, αν αλλάζουν συνέχεια οι μηχανικοί και οι οικοδόμοι.
Παλιά πήγαιναν οι άνθρωποι σε Γέροντες, για να ζητήσουν συμβουλή για ένα θέμα που τους απασχολούσε και να βοηθηθούν. Σήμερα πολλοί δεν πάνε για συμβουλή, αλλά για να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους ή για να πουν ότι συμβουλεύτηκαν και τον τάδε Γέροντα. «Πήγα στον τάδε ,και στον τάδε ρώτησα και τον πατέρα Παϊσιο γι’ αυτό το θέμα», λέει ο άλλος, και εγώ μπορεί να τον μάλωσα ή να ήρθε μέχρι την πόρτα και να μη χτύπησε! Έτσι καταλήγουν να γυρίζουν από τον ένα πατέρα στον άλλον, χωρίς να έχουν κάποιο μόνιμο πνευματικό, με αποτέλεσμα να μπερδεύωνται.
Άλλοι πάλι κάνουν ένα σφάλμα και δεν πάνε να το πουν στον πνευματικό τους, αλλά πάνε και το λένε σε άλλον πνευματικό, για να μη χάσουν τη αξιοπρέπειά τους. Μετά από λίγο καιρό κάνουν το ίδιο σφάλμα και το λένε σε άλλον, ύστερα σε άλλον, και τελικά παρουσιάζονται στον έναν πνευματικό ότι το έκαναν μία φορά, στον άλλον μια φορά, και έτσι συνεχίζουν να σφάλλουν και μένουν αδιόρθωτοι.
Είναι και μερικοί, έχω παρατηρήσει, οι οποίοι αποφεύγουν να πουν κάτι στον πνευματικό τους, αν και ξέρουν ότι θα τους βοηθήση και δεν πρόκειται να το διαδώση, και το λένε σε κάποιον γνωστό τους, που δεν μπορεί να τους βοηθήση και που σίγουρα θα το πη και σε άλλους. Θυμάμαι, όταν ήμουν αρχάριος μοναχός στο Κοινόβιο, είχε έρθει κάποιος να κοινοβιάση. Κάθησε ένα διάστημα και μετά είχε λογισμούς να φύγη. Στον ηγούμενο δεν πήγε να πη τους λογισμούς του ούτε σε κανέναν άλλο πνευματικό πατέρα, αλλά τα είπε σε έναν εργάτη από την Ιερισσό, που εργαζόταν στο μοναστήρι. Ήμουν και εγώ εκεί κοντά ,όταν του τα έλεγε∙ καθάριζα κρεμμύδια έξω από την κουζίνα. Άρχισε λοιπόν από δύο μέτρα πιο πέρα να του κάνη εξομολόγηση δυνατά. «Μετάνοιωσα που έγινα μοναχός». «Όταν ήρθες , δεν δοκίμασες;», των ρωτάει ο εργάτης. «Δοκίμασα δύο χρόνια». «Καλά, γιατί δεν έφυγες νωρίτερα;». «Να, δεν έφυγα». «Με το ζόρι σε έκαναν καλόγερο;». «Όχι, ήθελα και εγώ». «Καλά, του λέει ,τα είπες όλα αυτά στον ηγούμενο;». «Όχι», του απαντά. «Σ’ εμένα που τα λες, τι θα ωφεληθής;», του λέει. Του είχε πει ολόκληρο το ιστορικό του. Βλέπετε; Στον ηγούμενο που έπρεπε να τα πη, για να βοηθηθή, δεν τα είπε, και πήγε να εξομολογηθή στον εργάτη. Και εκείνος θα τα έλεγε το Σαββατοκύριακο στο καφενείο στην Ιερισσό, για να γελάσουν, και θα γέμιζε το χωριό. Και να πης πως ήταν λειψός; Ξέρετε πόσα λεξικά είχε; Τα αρχαία ελληνικά τα ήξερε απταίστως.
- Γέροντα, μπορεί ένας λαϊκός να ρωτήση για ένα πρόβλημά του ή για έναν πειρασμό του κάποιον πνευματικό αδελφό του, αν ο πνευματικός του απουσιάζη;
- Δεν μπορεί να τηλεφωνήση στον πνευματικό του; Ο αδελφός άλλοτε μπορεί να βοηθήση και άλλοτε δεν μπορεί να βοηθήση ή, παρά την καλή του διάθεση, μπορεί ακόμη και να τον βλάψη. Σε μια ανάγκη με ένα τηλεφώνημα στον πνευματικό βολεύονται τα πράγματα. Και αν δεν μπορή να επικοινωνήση με τον πνευματικό του και είναι κάτι σοβαρό και επείγον, ας ρωτήση έναν άλλον πνευματικό. Καλά είναι να τον έχη ρωτήσει εκ των προτέρων ποιόν πνευματικό μπορεί να συμβουλευθή σε τέτοια περίπτωση, ώστε να πάη σε κάποιον που έχει το ίδιο πνεύμα. Γιατί κάθε πνευματικός έχει δικό του σχέδιο. Μπορεί να είναι καλό και το ένα σχέδιο και το άλλο, αλλά είναι διαφορετικά.


Από το βιβλίο «Πνευματικός αγώνας »
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ’
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Πηγή

ΑΝΑΒΑΛΛΩ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

Κάποιος είπε: «Τα θαύματα του Κυρίου είναι παραβολές και οι παραβολές θαύματα»! Κάθε παραβολή ένα θαύμα, γιατί κρύβει μια υπέροχη αλήθεια. Η παραβολή του Ασώτου είναι το θαύμα των θαυμάτων, η ελπίδα όλων των αμαρτωλών, ο δρόμος για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Ο νεαρός άσωτος αρχικά παρουσιάζεται αλαζόνας, υπερήφανος, αχάριστος προς τον πλούσιο πατέρα του! Έλαβε μια τεράστια περιουσία και τη σκόρπισε σ’ ασωτίες, αμαρτωλές πράξεις. Όλοι καταδικάζομε τα βήματά του. Τί ανεβάζει στα μάτια μας τον Άσωτο; Η τραγική του κατάσταση, το κατάντημά του, η πείνα, η γύμνια, η τραγωδία του; Σίγουρα όχι! Μας συγκινεί η ομολογία του, η μετάνοιά του, η κραυγή του! 


Μπορούσε να μη ζητήσει συγγνώμη, μπορούσε ν’ αποφύγει την ομολογία των αμαρτιών του.
Όταν είδε τη χαρούμενη υποδοχή, θα μπορούσε να σιωπήσει ,να «κάμει» τον «ψόφιο κοριό».
Η μετάνοιά του είναι ειλικρινέστατη, ηφαίστειο η καρδιά του, λάβα το εσωτερικό του. Είδε το έγκλημά του! Παράτησε ένα ανάκτορο, ένα παλάτι και κατέληξε χοιροβοσκός, το πιο ταπεινό και ελεεινό και παράνομο για τους Εβραίους επάγγελμα!
Ο Άσωτος δεν παραμένει στην πτώση του, δεν «καυχάται» για το κατάντημά του! Μερικοί θριαμβολογούν δημόσια, γιατί παραβαίνουν θεϊκές εντολές, γιατί έχουν σπάσει τα ταμπού της θρησκείας, γιατί ακολουθούν τον ελεύθερο έρωτα, την αμαρτωλή ζωή!
Ο Άσωτος βλέπει τα χάλια του και ταπεινά λέει: «Αναστάς πορεύομαι προς τον πατέρα μου».
Πρότυπό μας ο Άσωτος! Δρόμο για το εξομολογητήριο! Εκεί μας περιμένει ο Χριστός μας για να σηκώσει το βάρος μας, για να εξαφανίσει τα χρέη μας!


Η ΑΝΑΒΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ 

Ένας διάβολος παρουσιάζεται σε κάποιο γέροντα.
- Γέρο, σήμερα, φάε , πιες, γλέντα τη ζωή σου. Στα χέρια σου βρίσκεται το σήμερα, το αύριο δεν το ξέρεις.
Ο μοναχός ήρεμα του λέει:
- Σήμερα μετανοώ, σήμερα κλαίω, σήμερα προσεύχομαι στο Χριστό, γιατί σήμερα μπορώ. Το αύριο το αφήνω στα χέρια του Θεού. Ας γίνεται το δικό Του θέλημα, όχι το δικό μου!
Ο σατανάς χάνεται, ουρλιάζοντας:
- Φεύγω! Με καίει η ταπείνωσή σου!
Ο ουρανός φωνάζει στους ανθρώπους:
- Σήμερα να ζείτε χριστιανικά, σήμερα να μετανοείτε.
Η γη απαντά:
-Σήμερα αμαρτάνουμε, σήμερα κολυμπούμε σ’ αμαρτωλά , γλυκά νερά, αύριο μετανοούμε, αύριο θα ζήσουμε χριστιανικά.
Πρέπει να εκτελούμε το καλό, τις αρετές σ’ αυτή τη ζωή, σήμερα, τώρα και να μην αναβάλλουμε για το μέλλον.
Μετά το θάνατο δεν υπάρχει μετάνοια, ούτε διόρθωση.


Από το βιβλίο: «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»
ΤΕΥΧΟΣ 8ΟΝ 

πηγή

Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου - Ὁ ἑκατόνταρχος ὑπόδειγμα πίστεως +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου


Ὁ ἑκατόνταρχος ὑπόδειγμα πίστεως
«Μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. 8,8)
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου)

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε νὰ διαβάζεται ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου μία περικοπή, ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ ἕναν ἄνθρωπο πίστεως. Πόσο ἀξίζει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος! Αὐτὸς ἦταν ἑκατόνταρχος, δηλαδὴ ἀξιωματικός. Ἀξιωματικὸς ὄχι ἑνὸς μικροῦ κράτους ἀλλὰ τῆς πανισχύρου Ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἁπλωνόταν πρὸς Βορρᾶν,Νότον, Ἀνατολὰς καὶ Δυσμάς· τῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ πρωτεύουσα εἶχε τὴ Ῥώμη καὶ οἱ λεγεῶνες της ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς ἀνθρωπότητος. Ἐκπρόσωπος λοιπὸν τῆς Ῥωμαϊκῆς ἐξουσίας κάτω στὴν Ἁγία Γῆ ἦταν ὁ ἑκατόνταρχος αὐτός. Ἀλλὰ ἦταν εὐγενὴς ὕπαρξις . Δὲν ὑπερηφανευόταν οὔτε γιὰ τὸ ἔθνος του, οὔτε γιὰ τὸ ἀξίωμά του, οὔτε γιὰ τίποτε ἄλλο. Καὶ τὸ ἀπέδειξε ὅτι ἦτο εὐγενὴς ὕπαρξις. Πῶς;Εἶχε στὸ σπίτι του ἕναν ὑπηρέτη, ἕνα δοῦλο.

 Καὶ παρ᾿ ὅλο ποὺ οἱ δοῦλοι δὲν εἶχαν τότε καμμία ἀξία, ὁ ἑκατόνταρχος ἔδειξε γι᾿ αὐτὸν μεγάλο ἐνδιαφέρον. Ἀρρώστησε ὁ δοῦλος κ᾿ ἔπεσε στὸ κρεβάτι. Ὁ κύριός του καὶ γιατροὺς κάλεσε, καὶ φάρμακα ἀγόρασε, καὶ κάθε ἄλλη περιποίησι τοῦ προσέφερε. Ἀλλ᾿αὐτὸς χειροτέρευε, κι ὁ ἑκατόνταρχος ἦταν περίλυπος.Ξαφνικὰ ἀκούει, ὅτι παρουσιάστηκε κάποιος ποὺ θεραπεύει καὶ τὶς πιὸ βαρειὲς ἀσθένειες, ποὺ ἀνασταίνει καὶ νεκρούς. Εἶνε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τότε ὁ ἑκατόνταρχος εἶπε μέσα του· Αὐτός θὰ θεραπεύσῃ τὸ δοῦλο μου!Πῆγε στὸ Χριστὸ καὶ ταπεινώθηκε μπροστά του. Δὲν ὑπολόγισε οὔτε τὸ ἀξίωμα οὔτε τὸ βαθμό του· δὲν τὸν ἐνδιέφερε τί θὰ πῇ ὁ κόσμος. Τοῦ μίλησε γιὰ τὸν ἄρρωστο δοῦλο του. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· «Θὰ ἔλθω ἐγὼ νὰ τὸν θεραπεύσω» (Ματθ. 8,7). Μόλις ὅμως ἄκουσε αὐτὸ τὸ λόγο ὁ ἑκατόνταρχος, εἶπε· Κύριε,δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ μοῦ κάνῃς ἐπίσκεψι· πὲς μόνο ἕνα λόγο, καὶ ὁ δοῦλος μου θὰ γίνῃ καλά(ἔ.ἀ. 8,8). Ἂν ἐγὼ δίνω διαταγὲς καὶ ἐκτελοῦνται, πόσῳ μᾶλλον ἐσύ; Ἐγὼ εἶμαι ἕνας μικρὸς ἀξιωματοῦχος, ἐξουσιάζω ἑκατὸ στρατιῶτες·ἐνῷ ἐσὺ ἐξουσιάζεις τὸ σύμπαν ὁλόκληρο.Δῶσε λοιπὸν μιὰ διαταγή, καὶ ὁ δοῦλος μου θὰ γίνῃ καλά.Καὶ θαύμασε, λέει, ὁ Χριστὸς τὴν πίστι του.Καὶ ἔδωσε διαταγή. Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ δοῦλος θεραπεύθηκε.
Τί μεγάλα νοήματα ἔχει ἡ Ἐκκλησία! Σύ,Κύριε, λέει, ἐξουσιάζεις τὰ σύμπαντα, ποὺ πειθαρχοῦν σ᾿ ἐσένα ὅπως ὁ στρατιώτης.Τώρα καὶ στὸ στρατὸ χαλάρωσε ἡ πειθαρχία ποὺ γνωρίσαμε ἐμεῖς ἄλλοτε. Ἀλλὰ τότε,στὴ ῥωμαϊκὴ ἐποχή, εἶχαν σιδηρᾶ πειθαρχία.Ὑπακούουν, λέει, σ᾿ ἐμένα οἱ στρατιῶτες· ἀλλὰ σύ, Κύριε, εἶσαι ὁ βασιλεὺς καὶ ὁ Κύριος τοῦ παντός, σ᾽ ἐσένα ὑπακούουν τὰ σύμπαντα.
Τὸν παραδέχεται, δηλαδή, ὄχι ὡς ἄνθρωπο ἀλλ᾿ ὡς Θεό · ἔβλεπε κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸσχῆμα τοῦ ἀνθρώπου νὰ κρύβεται τὸ μεγαλεῖο τῆς Θεότητος. Ἂν διατάζω ἐγώ, λέει, διατάζεις κ᾿ ἐσύ, Κύριε, ἀφοῦ εἶσαι Θεός.
.⃝ Καὶ πράγματι ὁ Κύριος ὅλα τὰ ἐξουσιάζει.Στέκουν μπροστά του τὰ σύμπαντα σὰν στρατιῶτες. Παράδειγμα ὁ ἥλιος . Τὸ σκεφτήκατε; Ποτέ στρατιώτης δὲν ἔδειξε τόση πειθαρχία ὅση ὁ ἥλιος. Εἶνε σὲ ἕνα σημεῖο, ποὺ τοῦ ὥρισε ὁ Μεγαλοδύναμος. Ἀνατέλλει στὴν ὥρα του, βασιλεύει στὴν ὥρα του, στρατιώτης πιστὸς στὰ διατάγματα τοῦ Κυρίου. Ὁ Φλαμμαριών, ὁ μεγάλος ἀστρονόμος, τὸ λέει αὐτὸ κάπου. Γιά φανταστῆτε, νὰ διατάξῃ ὁ Χριστὸς τὸν ἥλιο νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴ θέσι του καὶ ποῦ νὰ πάῃ; Πέρα, βαθειὰ μέσα στὸ ἄπειρο.
Ἂν ἀπομακρυνθῇ, θὰ τὸν δοῦμε σὰν ἕνα ἀστεράκι. Καὶ τότε, ὤ τότε, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ μᾶς θερμάνῃ· ἡ θερμοκρασία τῆς γῆς θὰ πέσῃ ἑκατὸ βαθμοὺς κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἡ ἐπιφάνειά της θὰ γίνῃ πάγος, Βόρειος Πόλος,καὶ ποιός τότε θὰ μπορέσῃ νὰ ζήσῃ πάνω σ᾿αὐτήν; Θὰ πεθάνουμε ἀπὸ τὸ κρύο. Ἂν πάλι δώσῃ ἄλλη ἐντολὴ ὁ Θεὸς καὶ πῇ τὸ ἀντίθετο, νὰ φύγῃ ὁ ἥλιος ἀπὸ ᾿κεῖ ποὺ βρίσκεται καὶ τί νὰ κάνῃ; Νὰ πλησιάσῃ. Τότε θὰ τὸν δοῦμε δέκα καὶ ἑκατὸ φορὲς μεγαλύτερο, ἡ θερμοκρασία μας θὰ φτάσῃ σὲ μεγάλα ὕψη πάνωἀπὸ τὸ μηδέν, καὶ ἡ γῆ θὰ γίνῃ ξηραΰλα, κάρβουνο.
.⃝ Ὦ Χριστέ! στρατιώτης σου ὁ ἥλιος, σὲ ὑπ-κούει. Καὶ μόνο ὁ ἥλιος; Καὶ ἡ γῆ εἶνε στρατιώτης. Ὁ κόκκος αὐτὸς τῆς ἄμμου –ἐν συγκρίσει μὲ τὸ ἄπειρο σύμπαν– κινεῖται. Αὐτὴ ἡὑδρόγειος σφαῖρα εἶνε ἕνα λεωφορεῖο, ποὺ τρέχει μὲ μεγάλη ταχύτητα. Καὶ τὸ λεωφορεῖο αὐτὸ μεταφέρει ὄχι 50 ἢ 60 ἐπιβάτες, ἀλλὰ –παρακαλῶ μετρῆστε– 5 δισεκατομμύρια ἀνθρώπους. Καὶ τρέχει, τρέχει μέσα στὸ ἄπειρο. Ποιός συγκρατεῖ τὴ γῆ; Ποιά τροχαίαῥυθμίζει τὴν κίνησί της.
;⃝ Ἄλλο παράδειγμα πειθαρχίας ἡ θάλασσα .Ὑπακούει. Εἶνε κτίσμα, δὲν εἶνε Θεός. Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας εἶχαν φθάσει σὲ μεγάλα ἐπιτεύγματα, ἀλλὰ στὸ θέμα τῆς θρησκείας εἶχαν πλάνη, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Κολοκοτρώνης. Παιδιά, λέει, οἱ ἀρχαῖοι ἦταν σπουδαῖοι·ἐπιστῆμες εἴχανε, Παρθενῶνες χτίσανε, ἀλλὰ ζοῦσαν σὰν τὰ ζῷα, λέει· πέτρες καὶ εἴδωλα λάτρευαν, μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ τὴ θάλασσα.Ὅταν τὴ ἔβλεπαν ν᾿ ἀφρίζῃ, θαύμαζαν. Ἐμεῖς –δόξα τῷ Θεῷ– ἔχουμε τὴν ἀληθινὴ θρησκεία· καὶ γνωρίζουμε, ὅτι καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούει στὸ Θεό. Πῶς ὑπακούει; Πρῶτα - πρῶτα τὴν ἔχει περιορίσει ὁ Θεὸς σὲ ὡρισμένη ἔκτασι. Ἀρχικὰ θάλασσα ἦταν ὅλη ἡ ὑδρόγειος.Καὶ εἶπε ὁ Θεὸς καὶ ἀπεχώρησε ἡ θάλασσα καὶ ἐμφανίσθηκε ἡ ξηρά, καὶ πάνω σ᾿ αὐτὴν ἐμφανίσθησαν οἱ πηγές, οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ λί-μνες. Ἔπειτα, ὡς πρὸς τὴν ποσότητα τοῦ νεροῦ, ὑπάρχει μιὰ συμμετρία θαυμαστή. Ποια συμμετρία; Τὸ νερὸ τῆς θαλάσσης ἐξατμίζεται συνεχῶς· ἀλλὰ ἐξατμίζεται μὲ μιὰ ἀναλογία θαυμαστή. Ἐὰν ἐξατμιζόταν περισσότερο τοῦ δέοντος, ἡ θάλασσα θὰ ἐξαντλεῖτο καὶ θὰ ξεραινόταν· ἐὰν ἐξατμιζόταν λιγώτερο τοῦ δέοντος, ἡ στάθμη της θὰ ἀνέβαινε ἐπικίνδυνα. Τώρα ὅμως ὅσο ἐξατμίζεται τόσο καὶ ἀναπληρώνεται μὲ τὴ βροχή, ποὺ δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἐξάτμισι τοῦ νεροῦ τῆς θαλάσσης. Μιὰ γυναίκα στὸ χωριό μου εἶχε βάλει τὸν τέντζερη πάνω στὴ φωτιὰ γεμᾶτο νερό, ἄρχισε νὰ φλυαρῇ καὶ ξεχάστηκε, καὶ τὸνερὸ ἐξατμίσθηκε. Ἔτσι μποροῦσε νὰ ἐξατμισθῇ καὶ ἡ θάλασσα, καὶ τότε θὰ φαινόταν ὁ πυθμένας. Ἐὰν πάλι ἡ ἐξάτμισι ἦταν μικρότερη, τότε θὰ ἐκαλύπτετο ὅλη ἡ γῆ ἀπὸ τὰ νερὰ καὶ θὰ εἴχαμε παγκόσμιο κατακλυσμό. Θαυμαστὸ ἐπίσης εἶνε, ὅτι μέσα στὴ θάλασσα ὁΘεὸς ἔρριξε ἁλάτι. Ἂν δὲν ἔρριχνε τὸ ἁλάτι,θὰ βρωμοῦσε καὶ θὰ σάπιζε ὁ κόσμος. Καὶ ἄλλα ἀκόμη θαυμαστὰ ὑπάρχουν. Μὲ ἀξίωσε ὁΘεός, ὡς νησιώτη, νὰ γράψω ἕνα βιβλίο μὲ τίτλο «Ἡ θάλασσα» –400 περίπου σελίδες εἶνε–, στὸ ὁποῖο περιγράφω τὰ θαυμάσια τῆς θαλάσσης.
Φτάνει μόνο ἡ θάλασσα ν᾿ ἀποδείξῃ, ὅτι ὑπάρχει Θεός. Ὦ Θεέ μου, πόσο ἀσύνετοι εἴμαστε καὶ δὲν σκεπτόμαστε τὰ μεγαλεῖα σου, πόσο ἀχάριστοι καὶ ἀγνώμονες εἴμαστε καὶ δὲν νιώθουμε τὶς εὐεργεσίες σου! Ὁμιλοῦμε περὶ πραγμάτων φυσικῶν, ἐνῷ πί-σω ἀπ᾿ ὅλα στέκει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ.Ὅλα λοιπὸν ὑπακούουν στὸ Θεό, καὶ εἶχεδίκιο ὁ ἑκατόνταρχος. Ὑπακούει ὁ ἥλιος, ὑπακούει ἡ γῆ καὶ ἡ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα, ὑπακούει ἡ θάλασσα καὶ τὰ νερά, τὰ πάντα ὑπακούουν· καὶ ὁ μόνος ποὺ δὲν ὑπακούει εἶνε ὁἄνθρωπος . Τὸ σκουλήκι ὁ ἄνθρωπος πάει κόντρα μὲ τὸ Θεό. Αὐτὸς ἀποτελεῖ παραφωνίαμέσα στὸ σύμπαν.
Αὐτὰ τὰ λίγα εἶχα, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ ἐξἀφορμῆς τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, καὶ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς δώσῃ δύναμι νὰ πειθαρχοῦμε στὸ θέλημά του τὸ ἅγιο.
Ὦ Θεέ μου! σ᾿ ἐσένα ὑπακούουν τὰ πάντα. Σὲ παρακαλοῦμε, βοήθησέ μας νὰ ὑπακούσουμε κ᾿ ἐμεῖς, τὰ ἀτίθασα ὄντα.Ἐάν, ἀγαπητοί μου, ὑπακούσουμε στὸ Θεό, θὰ δοῦμε ἀκόμη μεγαλύτερα θαύματα καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς ἔθνος. Τώρα μᾶς περιφρονοῦν καὶ μᾶς ἀπειλοῦν νὰ μᾶς θάψουν. Ἀλλ᾿ἐὰν μᾶς ἐλεήσῃ ὁ Θεός, θὰ δοῦμε πάλι εὐλογίες ὅπως καὶ παλαιότερα. Τὸ ᾿12, ποὺ ὡρμήσαμε ὡς λέοντες καὶ φθάσαμε μέχρι τὴν Ἄγκυρα μὲ ἐπὶ κεφαλῆς ἥρωες (μὲ Πλαστήρα καὶ Κονδύλη καὶ Κουντουριώτη), τότε ἕνας Ἕλληνας πέθαινε, καὶ ὀκτὼ γεννιόντανε. Τώρα ἕνας πεθαίνει καὶ μισὸς γεννιέται… Μόνο ἂν ἐπιστρέψουμε στὶς ἀθάνατες ῥίζες μας, ἐ-ὰν πιστέψουμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, τότε πάλι θὰ δοῦμε καλύτερες ἡμέρες, διὰ πρεσβειῶν πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γερμανοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ - Πρεσπῶντὴν 1-7-1990.

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ευαγγέλιο: Μτ. 8, 5-13 ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ, ΑΛΛΟΘΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ; π. Γερασιμάγγελος Στανίτσας





ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ, ΑΛΛΟΘΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ;

          Εν ολίγοις

          Η σημερινή ευαγγελική διήγηση μας αναφέρει ένα ακόμα από τα θαύματα που επιτέλεσε ο Χριστός. Πρόκειται για το θαύμα της θεραπείας του δούλου του εκατόνταρχου της Καπερναούμ.
          Ποιος ήταν ο εκατόνταρχος; Το επάγγελμά του σημαίνει τον αξιωματικό του Ρωμαϊκού στρατού πού έχει υπό τις διαταγές του εκατό στρατιώτες. Πρόκειται λοιπόν για έναν μη Ισραηλίτη, για έναν άνθρωπο διαφορετικής θρησκείας-ειδωλολάτρη- με τον οποίο ο Χριστός έρχεται αντιμέτωπος. Ο εκατόνταρχος εκδηλώνει μία ισχυρή πίστη προς το πρόσωπο του Χριστού, χωρίς το επάγγελμά του να του δημιουργεί κανένα πρόβλημα ή πρόφαση, για να μην δεχθεί  την αξία της πίστεως ή ν’ αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Χριστού τον απεσταλμένο του Θεού.
          Αυτό πρέπει να γίνει σοβαρό παράδειγμα προς όλους εμάς οι οποίοι χρησιμοποιούμε επιχειρήματα και μία καθησυχαστική λογικοφάνεια, για να δικαιολογήσουμε παρεκκλίσεις από την εφαρμογή του νόμου του Θεού. Γι’ αυτό και επιχειρούμε να καθησυχάσουμε τη συνείδηση μας προβάλλοντας την έμφυτη αδυναμία μας και τον κόσμο καθώς και το φρόνημα που τον χαρακτηρίζει.
          Έτσι, ορισμένες φορές οι δικαιολογίες μας στρέφονται προς το επάγγελμα που ασκούμε, ότι δήθεν φταίει η εργασία που κάνουμε, και γι’ αυτό η πίστη μας δεν είναι και τόσο θερμή και οι σχέσεις μας με το Θεό δεν είναι τόσο φιλικές και στενές.
          Είναι σωστή η δικαιολογία αυτή; Και βέβαια όχι, αν λάβουμε υπ’ όψη μας τη σημερινή ευαγγελική διήγηση. Κεντρικό πρόσωπο του σημερινού ευαγγελίου είναι ο εκατόνταρχος της Καπερναούμ. Ο ι. ευαγγελιστής δεν μας αναφέρει το όνομά του, όμως μας διάσωσε το ήθος του και την αξιοθαύμαστη πίστη του. Πλησιάζει τον Χριστό και ζητάει υγεία και ζωή για το δούλο του που κινδυνεύει να πεθάνει. Ο Κύριος προθυμοποιείται να επισκεφθεί το σπίτι του εκατόνταρχου, αλλ’ αυτός αρνείται αυτή την επίσκεψη με την δικαιολογία, ότι δεν κρίνει τον εαυτό του άξιο να μπει ο Χριστός στο σπίτι του. Μπροστά στο Χριστό ο εκατόνταρχος αισθάνεται τον εαυτό του αμαρτωλό, πιστεύει όμως, ότι αν ο Χριστός ήθελε μπορούσε να πραγματοποιήσει το θαύμα που του ζητά.
          Ο εκατόνταρχος παρακαλεί το Χριστό να θεραπεύσει όχι το παιδί του, αλλά το δούλο του. Σε μία εποχή που οι φτωχοί δούλοι θεωρούνταν άχρηστα «πράγματα», ο εκατόνταρχος δείχνει μία σπάνια στοργή και ενδιαφέρον για τον άρρωστο δούλο του. «Κύριε, ο παις μου βέβληται εν τη οικία παραλυτικώς, δεινώς βασανιζόμενος».
          Είναι ν’ απορεί κανείς πώς ένα σκληρό επάγγελμα, όπως είναι του στρατιωτικού, δεν επηρέασε τον συναισθηματικό του  κόσμο, ώστε η καρδιά του να φιλοξενεί  τέτοια αισθήματα στοργής και συμπάθειας για έναν δούλο!
          Αλλά εκείνο που προσελκύει περισσότερο το ενδιαφέρον μας από την ζωή του εκατόνταρχου είναι η πίστη του στο πρόσωπο του Χριστού. Ο εκατόνταρχος ζώντας μέσα σ’ ένα έθνος υπόδουλο στη ρωμαϊκή εξουσία έμεινε ανεπηρέαστος από την αλαζονεία της εξουσίας και διαφύλαξε την ανθρωπιά του. Γνώριζε ο ευγενής αυτός ρωμαίος στρατιωτικός την Ιουδαϊκή θρησκεία και έτσι προετοιμάστηκε να δεχθεί τον Χριστό ως θαυματουργό και σοφό διδάσκαλο κα υιό του Θεού.
          Η συμπεριφορά και το παράδειγμα του ευγενούς αυτού ρωμαίου εκατόνταρχου αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για όλες τις γενιές των χριστιανών και καθοδηγητικό υπόδειγμα στη σχέση του επαγγέλματος και της θρησκευτικής πίστεως. Πολλοί που πίστευαν στο ευαγγέλιο δεν διαφοροποιήθηκαν στο θέμα του επαγγέλματός τους. Εξακολούθησαν να ασκούν τα συνηθισμένα επαγγέλματα για να συντηρηθούν, όπως λ .χ. ο απ.  Παύλος που ασκούσε το επάγγελμα του σκηνοποιού για να μην επιβαρύνει την χριστιανικές κοινότητες.
          Εξ άλλου στη χορεία των αγίων απαριθμούνται και στρατιωτικοί άγιοι οι οποίοι ανεδείχθησαν ήρωες και μάρτυρες της πίστεως, όπως οι Άγιοι Δημήτριος, Γεώργιος κ. α.
          Συνεπώς όσοι θέλουν να ζήσουν κατά Θεό δεν μπορούν να επικαλούνται τη φύση του  επαγγέλματος τους ως  ένα εμπόδιο για τη γνησιότητα της πίστεως τους. Για τους πιστούς το πρώτο «επάγγελμα» είναι πώς να τηρήσουν τις εντολές του Θεού, να είναι καλοί και συνεπείς χριστιανοί. Το επάγγελμα δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον για να επιτευχθεί ο ύψιστος σκοπός της ζωής μας που είναι η σωτηρία μας. «Οι χριστιανοί επί γης διατρίβουν, αλλ’ εν ουρανώ πολιτεύονται».
          Ο χριστιανός δεν δίνει υπεροχική αξία σε κάποια επαγγέλματα, όμως το ευαγγέλιο  αποτρέπει τους πιστούς από κάποια επαγγέλματα τα οποία έρχονται σε αντίθεση με βασικά στοιχεία της πίστεώς μας. Ο χριστιανισμός τιμά και το ευτελέστερο επάγγελμα. Τιμά αυτόν που αγωνίζεται και κουράζεται για την προκοπή προπαντός του κοινωνικού συνόλου, αλλά τιμά και τον οδοκαθαριστή που εργάζεται για την υγεία όλων μας. Απεναντίας δεν έχει καμία εκτίμηση για όσους επιλέγουν επαγγέλματα με σκοπό μόνο και μόνο να πλουτίζουν εις βάρος των άλλων χρησιμοποιώντας κάθε μέσον θεμιτό και αθέμιτο καταπατώντας αρχές, συνείδηση, και κάθε έννοια δικαιοσύνης.
          Αν λοιπόν θέλουμε να είμαστε συνεργοί του Θεού, έχουμε τη δυνατότητα να εργασθούμε το οποιοδήποτε τίμιο επάγγελμά μας χωρίς  αυτό να γίνεται αφορμή και εμπόδιο για παρεκκλίσεις και παρασπονδίες από την πίστη μας, για να  κερδίσουμε το πολυπόθητο αγαθό, τη βασιλεία του Θεού.

Καλή  Κυριακή

π .γ. στ.      

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου π.Μιχαήλ Μεγαγιάννης




συναίσθηση τῆς ἀναξιότητας τοῦ ἑκατόνταρχου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καὶ κατ’ ἐπέκταση ἡ ταπείνωσή του, εἶναι στοιχεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ μπορούσαμε νὰ ἀντλήσουμε ἕνα ἰσχυρὸ μήνυμα γιὰ τὴν πορεία τὴν ὁποία ἀκολουθοῦμε στὴ ζωή μας. «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ δεχθῶ στὸ σπίτι μου, πὲς ὅμως μόνο ἕνα λόγο σου, καὶ θὰ γιατρευθεῖ ὁ δοῦλος μου». Συγκλονίζουν, πράγματι, τὰ λόγια αὐτὰ γιατί σηματοδοτοῦν μία στάση, τὴν ὁποία δύσκολα ὁ ἄνθρωπος καὶ ἰδιαίτερα ὁ σημερινός, υἱοθετεῖ. Εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ ἀποτολμᾶ μὲ ἕνα ἱερὸ «θράσος», νὰ γκρεμίσει τὰ ὀχυρὰ ποὺ συνήθως ἀνεγείρει, τὰ ὁποία ἀφήνουν τὸν ἑαυτό του σὲ μία παγερὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ συνάνθρωπο. Εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ ἀποκτᾶ συναίσθηση τῆς δικῆς του ἀδυναμίας καὶ κάνει τὴ μεγάλη κίνηση: νὰ ζητήσει τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖο πλησιάζει μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα.

Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος βιώνει μἰα τραγικότητα. Πολλὲς φορὲς ἀκολουθεῖ τὸ δικό του ἐγωιστικὸ δρόμο, ἐκεῖνο τῆς αὐτοθεοποίησης, καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τρέφοντας τὴν ψευδαίσθηση ὅτι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτύχει στὴ ζωή του. Ἐπιχειρεῖ μὲ τὶς δικές του καὶ μόνο δυνάμεις νὰ κάνει ἀκόμα καὶ «θαύματα», ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ συνεχῶς δοκιμάζει εἶναι ἀπογοήτευση καὶ ἀγωνία. Αὐτὸ συμβαίνει διότι ἀρνεῖται τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου στὴ ζωή του, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς προσφέρει θεραπεία σὲ κάθε μας ἀσθένεια καὶ βοήθεια, σὲ κάθε μας περίσταση.

Ὅταν ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴν Καπερναούμ, ὁ ἑκατόνταρχος τὸν πλησίασε καὶ τὸν παρακάλεσε γιὰ ἕνα δοῦλο του. Τὸν παρακάλεσε συγκεκριμένα νὰ θεραπεύσει τὸν παράλυτο δοῦλο του. Ἡ καρδιὰ τοῦ Ρωμαίου στρατιωτικοῦ δὲν ἀντέχει νὰ τὸν βλέπει νὰ ὑποφέρει στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου.

Σὲ μία ἐποχὴ κατά τὴν ὁποία οἱ Ρωμαῖοι, θεωροῦσαν τοὺς δούλους, περίπου σὰν ἀντικείμενα, ὁ ἑκατόνταρχος παρὰ τὴ θέση καὶ τὸ ἀξίωμά του, θεωρεῖ τὸν δοῦλο τοῦ σπιτιοῦ του σὰν δικό του παιδί. Ταπεινώνεται μπροστὰ στὸ Χριστὸ καὶ ζητᾶ τὸ ἔλεός του. Παρακαλεῖ νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ ὁ Κύριος ἀνταποκρίνεται ἀμέσως.

Ὁ ἑκατόνταρχος μπροστὰ στὴν προθυμία τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔλθει στὸ σπίτι του γιὰ νὰ θεραπεύσει τὸν ἄρρωστο δοῦλο του, αἰσθάνεται τὴ δική του ἀναξιότητα καὶ ὁμολογεῖ: «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανός, ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθης». 
Συνεχίζοντας, ἐκφράζει δημόσια τὴν πίστη του στὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «Μόνον εἰπὲ λόγον καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου». Ὡς Θεὸς ποὺ εἶσαι πὲς ἕναν λόγο. Αὐτὸς καὶ μόνον ἀρκεῖ γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ὁ δοῦλος μου.

Εἶναι πράγματι ἀξιοθαύμαστη ἡ ταπείνωση τοῦ ἑκατόνταρχου, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη πίστη ποὺ ἐπέδειξε. Ἕνας πολὺ ἁρμονικὸς συνδυασμὸς ἀρετῶν ποὺ ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο πολὺ ψηλὰ καὶ τὸν καταξιώνει ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὴν πιὸ αὐθεντική της μορφή.

Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας, σήμερα ποὺ μαστίζεται ἀπὸ τόσα πάθη, καὶ ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ἀπιστία ἐμφωλεύουν στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἑκατόνταρχος τῆς εὐαγγελικῆς διήγησής μας ἔρχεται νὰ φωτίσει ἕναν ἄλλον δρόμο ζωῆς. Ἐκεῖνον ποὺ περνᾶ μέσα ἀπὸ τὴ συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς μας καὶ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ ἐπιζητοῦμε τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνας δρόμος μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο προβάλλεται ἡ πίστη, ἡ ὁποία ἐκφράζεται ὡς ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα καὶ σωτηρία μας. Ἀμήν.

Αββά Ισαάκ Σύρου - Η σωστή αντιμετώπιση των θλίψεων


* Όπως πλησιάζουν τα βλέφαρα το ένα το άλλο, έτσι και οι πειρασμοί είναι κοντά στους ανθρώπους. Και αυτό το οικονόμησε ο Θεός να είναι έτσι, με σοφία, για να έχουμε ωφέλεια. για να κρούεις δηλ. επίμονα, εξαιτίας των θλίψεων, τη θύρα του ελέους του Θεού και για να μπει μέσα στο νου σου, με το φόβο των θλιβερών πραγμάτων, ο σπό­ρος της μνήμης του Θεού, ώστε να πας κοντά του με τις δεήσεις, και να αγιασθεί η καρδιά σου με τη συνεχή ενθύμησή του. Και ενώ εσύ θα τον παρακαλείς, αυτός θα σε ακούσει...

* Ο πορευόμενος στο δρόμο του Θεού πρέπει να τον ευχαριστεί για όλες τις θλίψεις που τον βρί­σκουν, και να κατηγορεί και να ατιμάζει τον αμελή εαυτό του, και να ξέρει ότι ο Κύριος, που τον αγαπά και τον φροντίζει, δε θα του παραχωρούσε τα λυπηρά, για να ξυπνήσει το νου του, αν δεν έδειχνε κάποια αμέλεια. Ακόμη μπορεί να επέτρεψε ο Θεός κάποια θλίψη, διότι ο άνθρωπος έχει υπερηφανευθεί, οπότε ας το καταλάβει και ας μην ταραχθεί κι ας βρίσκει την αιτία στον εαυτό του, ώστε το κακό να μη γίνει διπλό, δηλ. να υποφέρει και να μη θέλει να θεραπευθεί. Στο Θεό που είναι η πηγή της δικαιοσύνης, δεν υπάρχει αδικία. Αυτό να μην περάσει από το νου μας.

* Μην αποφεύγεις τις θλίψεις, διότι βοηθούμενος απ' αυτές μαθαίνεις καλά την αλήθεια και την αγάπη του Θεού. Και μη φοβηθείς τους πειρασμούς, διότι μέσα από αυτούς βρίσκεις θησαυρό. Να προσεύχεσαι να μην εισέλθεις στους ψυχικούς πειρασμούς όσο για τους σωματικούς, να ετοιμάζε­σαι να τους αντιμετωπίσεις με όλη τη δύναμή σου, γιατί χωρίς αυτούς δεν μπορείς να πλησιάσεις το Θεό. Μέσα σ' αυτούς εμπεριέχεται η θεία ανάπαυση. Όποιος αποφεύγει τους σωματικούς πειρασμούς, αποφεύγει την αρετή.

* Χωρίς πειρασμούς η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο δε φανερώνεται, και είναι αδύνατο, χωρίς αυτούς, να αποκτήσεις παρρησία στο Θεό, και να μάθεις τη σοφία του αγίου Πνεύματος και, ακόμη, δε θα μπορέσει να στεριωθεί μέσα στην ψυχή σου ο θεϊκός πόθος. Προτού να έρθουν οι πειρασμοί, ο άνθρωπος προσεύχεται στο Θεό σαν ξένος. Από τότε όμως που θα εισέλθει σε πειρασμούς για την αγάπη του Θεού, και δεν αλλάξει γνώμη, έχει το Θεό, να πούμε, υποχρεωμένο απέναντί του, και ο Θεός τον λογαριάζει για γνήσιο φίλο του. Διότι πολέμησε και νίκησε τον εχθρό του, για να εκπληρώσει το θέλημα του Θεού.

* Ο Θεός δεν δίνει μεγάλο χάρισμα χωρίς να προηγηθεί μεγάλος πειρασμός γιατί ανάλογα με την σφοδρότητα των πειρασμών ορίσθηκαν τα χαρίσματα από τη σοφία του Θεού, την οποία όμως δεν καταλαβαίνουν συνήθως οι άνθρωποι. Από το μέγεθος των μεγάλων θλίψεων που σου στέλνει η πρόνοια του Θεού, καταλαβαίνεις πόση τιμή σου κάνει η μεγαλοσύνη του. Διότι ανάλογη με τη λύπη που δοκιμάζεις είναι και η παρηγοριά που δέχεσαι.

* Αν με ρωτήσεις ποια είναι η αιτία για όλα αυ­τά, σου απαντώ: Η αμέλεια σου. γιατί δε φρόντισες να βρεις τη γιατρειά τους. Η γιατρειά όλων αυτών είναι μία, και μ' αυτή ο άνθρωπος βρίσκει αμέσως στην ψυχή του την παρηγοριά που ποθεί. Και ποια λοιπόν είναι αυτή η γιατρειά; Είναι η ταπεινοφροσύνη της καρδιάς. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατο να χαλάσεις το φράχτη των πειρασμών. απεναντίας μάλιστα βρίσκεις ότι οι πειρασμοί είναι ισχυρότεροι και σε εξουθενώνουν....

* Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, σου δίνει ο Θεός και τη δύναμη να υπομένεις τις συμφορές σου. Και κατά το μέτρο της υπομονής σου, το βάρος των θλίψεών σου γίνεται ελαφρό και, έτσι, παρηγοριέσαι. Και όσο παρηγοριέσαι, τόσο η αγάπη σου προς το Θεό αυξάνει. Και όσο αγαπάς το Θεό, τόσο μεγαλώνει η χαρά που σου χαρίζει το άγιο Πνεύμα. Ο εύσπλαχνος Πατέρας μας, θέλοντας να βγάλει σε καλό τους πειρασμούς των πραγματικών του παιδιών, δεν τους παίρνει, παρά τους δίνει τη δύναμη να τους υπομείνουν. Όλα αυτά τα αγαθά (την παρηγοριά, την αγάπη, τη χαρά) τη δέχονται οι αγωνιστές ως καρπό της υπομονής, για να φτάσουν οι ψυ­χές τους στην τελειότητα. Εύχομαι ο Χριστός και Θεός μας να μας αξιώσει με τη χάρη του να υπομένουμε την πίκρα των πειρασμών για την αγάπη του και με ευχαριστίες της καρδιάς μας. Αμήν.

* Οι άγιοι δείχνουν έμπρακτα την αγάπη τους στο Θεό με όσα υποφέρουν για το όνομά του, όταν δηλ. τους στέλνει στενοχώριες, χωρίς όμως να απο­μακρύνεται απ' αυτούς, γιατί τους αγαπά. Απ' αυτή την πάσχουσα αγάπη τους αποκτά η καρδιά τους παρρησία, ώστε να ατενίζουν προς αυτόν ελεύθερα και με την πεποίθηση ότι θα εισακουσθούν τα αιτήματά τους και θα εκπληρωθούν. Μεγάλη είναι η δύναμη της προσευχής που έχει παρρησία. Γι' αυτό αφήνει ο Θεός τους αγίους του να δοκιμάσουν κάθε λύπη, για να αποκτήσουν πείρα και να βεβαιωθούν για τη βοήθειά του και για το πόσο προνοεί και νοιάζεται γι' αυτούς. Έτσι, αποκτούν σοφία και σύνεση από τους πειρασμούς, για να μη γίνουν αμαθείς, καθώς θα τους λείπει η πνευματική άσκηση και στο καλό και στο κακό, και για να αποκτήσουν, από τη δοκιμασία τους, τη γνώση όλων των πραγμάτων που χρειάζονται. γιατί, αλλιώς, θα παρασυρθούν από άγνοια και θα γίνουν καταγέλαστοι από τους δαίμονες. Διότι, αν γυμνάζονταν μόνο στα καλά και δεν είχαν την εμπειρία της πάλης με το κακό, θα πήγαιναν στον πόλεμο εντελώς άπειροι....

* Ο άνθρωπος δεν μπορεί να γευθεί και να εκτι­μήσει το καλό, αν προηγουμένως δε δοκιμάσει την πίκρα από τους πειρασμούς....

* Οι άνθρωποι τότε έρχονται σε αληθινή επίγνωση, όταν ο Θεός τους στερήσει τη δύναμή του και τους κάνει να συναισθανθούν την ανθρώπινη αδυναμία, και τη δυσκολία που προκαλούν οι πειρασμοί, και την πονηριά του εχθρού, και με ποιον α­ντίπαλο έχουν να παλέψουν, και πόσο ασθενής είναι η ανθρώπινη φύση τους, και πώς τους φυλάει η θεϊκή δύναμη, και πόσο προχώρησαν και προόδευσαν στην αρετή, και ότι χωρίς τη δύναμη του Θεού είναι ανίσχυροι μπροστά σε οποιοδήποτε πάθος. Κι αυτό το κάνει ο Θεός, για να αποκτήσουν, από όλες αυτές τις αρνητικές εμπειρίες, αληθινή ταπείνωση, και να πλησιάσουν κοντά του, και να περιμέ­νουν τη βέβαιη βοήθειά του, και να προσεύχονται με υπομονή. Και όλα αυτά από που θα τα μάθουν, παρά από την πείρα των πολλών θλίψεων τις οποίες επιτρέπει ο Θεός και δοκιμάζουν; Αλλά και πίστη σταθερή αποκτά κανείς από τους πειρασμούς καθώς βεβαιώνεται για τη θεϊκή βοήθεια, που πολλές φορές βρίσκει στον αγώνα του....

* Οι αγωνιστές, λοιπόν, πειράζονται για να αυξήσουν τον πνευματικό τους πλούτο. οι αμελείς, για να φυλαχθούν απ' ό,τι τους βλάπτει. οι κοιμισμένοι, για να ξυπνήσουν. οι απομακρυσμένοι, για να πλησιάσουν στο Θεό. και οι φίλοι του Θεού, για να εισέλθουν στον άγιο οίκο του με παρρησία. Ένας γιος, άβγαλτος στη ζωή, δεν μπορεί να διαχει­ρισθεί τον πλούτο του πατέρα του και να βοηθηθεί απ' αυτόν. Γι' αυτό λοιπόν, στην αρχή στέλνει δυσκολίες και βάσανα ο Θεός στα παιδιά του και, με­τά, τους φανερώνει τι τους χαρίζει. Δόξα τω Θεώ που, με πικρά φάρμακα, μας χαρίζει την απόλαυση της πνευματικής υγείας.

* Είναι κανείς που δε στενοχωριέται και δεν κουράζεται, ενόσω γυμνάζεται; Και είναι κανείς, στον οποίο να μη φαίνεται πικρός ο καιρός, που πίνει το φαρμάκι των πειρασμών και των θλίψεων; Χωρίς, λοιπόν, να περάσει απ' αυτό το στάδιο δεν μπορεί να αποκτήσει ισχυρή κράση. Αλλά και η υ­πομονή στους πειρασμούς δεν είναι δική μας. Πώς μπορεί, αλήθεια, ο άνθρωπος, ένα πήλινο αγγείο, να βαστάζει μέσα του το νερό, αν δε το κάνει στέρεο η θεϊκή φωτιά; Αν σκύψουμε το κεφάλι, τότε ό,τι καλό και ωφέλιμο ζητήσουμε από το Θεό στην προσευχή μας με ταπείνωση, με διαρκή πόθο και με υπομονή, όλα θα μας τα δώσει.

* Όπως τα μικρά παιδιά τρομάζουν από τα φοβε­ρά θεάματα, και τρέχουν και πιάνονται από τα φορέματα των γονέων τους, και ζητούν τη βοήθειά τους, έτσι και η ψυχή: όσο στενοχωριέται και θλίβεται από το φόβο των πειρασμών, προστρέχει και κολλάει στο Θεό, και τον παρακαλεί με ακατάπαυτες δεήσεις. Και όσο οι πειρασμοί πέφτουν επάνω της, ο ένας μετά τον άλλο, τόσο και παρακαλεί περισσότερο. Αλλά όταν σταματήσουν και ξαναβρεί την ανά­παυσή της, συνήθως χάνει την επαφή της με την πραγματικότητα και απομακρύνεται από το Θεό.

* Οι θλίψεις και οι κίνδυνοι θανατώνουν την ηδυπάθεια, ενώ η καλοπέραση και η αδιαφορία την τρέφουν. Γι' αυτό και ο Θεός και οι άγιοι Άγγελοι χαίρονται στις θλίψεις και στις στενοχώριες μας, ενώ ο διάβολος και οι συνεργάτες του χαίρονται ό­ταν τεμπελιάζουμε και καλοπερνούμε.

* Άφησε λοιπόν τη φροντίδα σου στο Θεό, και σε όλες τις δυσκολίες σου κατάκρινε τον εαυτό σου, ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο αίτιος για όλα...

*  Όλες οι λυπηρές περιστάσεις και οι θλίψεις, αν δεν έχουμε υπομονή, μας διπλοβασανίζουν. Γιατί ο άνθρωπος με την υπομονή του διώχνει την πί­κρα των συμφορών, ενώ η μικροψυχία γεννά την απελπισία της κόλασης. Η υπομονή είναι μητέρα της παρηγοριάς. είναι μια δύναμη ψυχική, που γεν­νιέται από την πλατιά καρδιά. Αυτή τη δύναμη ο άνθρωπος δύσκολα τη βρίσκει πάνω στις θλίψεις του, αν δεν έχει τη θεία χάρη, που την αποκτά με την επίμονη προσευχή και με δάκρυα.

πηγή

Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου - Θλίψη

Θλίψη (μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης)
Επικρατεί μια συννεφιά στον τόπο μας. Πρόσωπα σκυθρωπά, αγέλαστα, θλιμμένα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην πέρασε θλίψη. Διάφορες είναι οι πηγές της θλίψεως. Κουράζουν το σώμα και την ψυχή.


Οι θλίψεις μπορούν να αρρωστήσουν τον άνθρωπο, αλλά μπορούν και να τον ωριμάσουν και να τον καλλιεργήσουν. Να τον κάνουν να δει τον συνάνθρωπό του με μεγαλύτερη επιείκεια, κατανόηση και συμπάθεια.

Η υπομονή και η ελπίδα στις θλίψεις ανακουφίζουν. Μπορεί οι θλίψεις να οδηγήσουν σε καλό, σε μετάνοια. Δεν είναι κανείς που να μην πέρασε θλίψεις, πόνους, πειρασμούς και δοκιμασίες. Σαν σαράκι η θλίψη κατατρώει τον έσω άνθρωπο. Ο σκοπός των θλίψεων στη ζωή μας δεν είναι ότι ο Θεός αρέσκεται να τιμωρεί και να βασανίζει τους ανθρώπους σαν ένας σαδιστής πατέρας, αλλά η διόρθωσή μας, η βελτίωσή μας, η κατεύθυνσή μας στα άνω. Οι θλίψεις μπορούν να γίνουν ένας δρόμος προς συνάντησή μας με τον ζώντα Θεό.

Οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι και όχι το φως, και γι’ αυτό θλίβονται. Μερικές φορές οι θλίψεις διώχνουν την οκνηρία, τη νωχέλεια και την αδιαφορία. Μπορούν να συγκεντρώσουν τον άνθρωπο στον εαυτό του, να γίνει αφορμή περισυλλογής, ενδοσκαφής, αυτοανάκρισης, αυτογνωσίας και αυτομεμψίας. Οι πολλές και διάφορες ανέσεις μπορούν να κάνουν τον άνθρωπο πιο ράθυμο, χλιαρό και χαλαρό. Μπορεί να νομίζει ότι είναι ευτυχισμένος, μέσα του όμως να έχει μια ανεκπλήρωτη χαρά. Η γενναία αντιμετώπιση των θλίψεων της ζωής θα δώσει τη νίκη της ανδρείας. Μπορεί οι θλίψεις να μας φέρουν πιο κοντά στο Θεό. Ο Θεός αγαπά να δοκιμάζει παιδαγωγικά για να βοηθήσει, να φωτίσει, να ανορθώσει. Οι θλιμμένοι μπορούν να γίνουν πιο συμπάσχοντες και φιλάδελφοι.

Μη στη στενοχώρια προσθέτουμε στενοχώρια και στη θλίψη άλλη θλίψη. Κατά τον Μέγα Βασίλειο κακό δεν είναι η ασθένεια, η απόρριψη, η οικονομική ζημιά, η φτώχεια και η στέρηση παρά μόνο η αμαρτία. Η σοφία του Θεού αφαιρεί τον πλούτο από αυτούς που τον μεταχειρίζονται λαθεμένα, εσφαλμένα, πλεονεκτικά και απάνθρωπα. Επιτρέπει τις ασθένειες στο σώμα για να το ταπεινώσει, να δώσει υγεία στην ψυχή, να μην αφηνιάσει στην αμαρτία. Παίρνει, παρά τη θλίψη μας, εκείνους που κρίνει πως είναι η καλύτερή τους ώρα. Μην τα βάζουμε με τον Θεό. Ξέρει καλά τι κάνει. Δεν γνωρίζουμε το σωτήριο σχέδιο και τον λυτρωτικό Θεό. Αρκετές φορές το φάρμακο είναι πικρό, δεν θέλουμε να το πάρουμε, όμως δίνει θεραπεία.

Η αμαρτία είναι η κύρια και η μεγάλη πηγή των θλίψεων. Η αμαρτία τυραννά, παρασύρει, δεσμεύει, φυλακίζει, εξαθλιώνει. Ο Θεός δεν θα κρίνει όσους αμάρτησαν, αλλά όσους δεν μετανόησαν. Η ταπεινοφροσύνη, η προσευχή, η υπομονή ελαφρύνει το βάρος των θλίψεων. Μη λοιπόν αφήσουμε εξαιτίας μας να μεγαλώσουν οι θλίψεις. Μην επιτρέψουμε θλίψη επί των θλίψεων. Ας τις δούμε και με αυτό το άλλο μάτι που αναφέρουμε. Μην, παρακαλώ, οδηγηθεί ποτέ κανείς στην απελπισία. Μετά τη συννεφιά συνήθως η λιακάδα είναι πιο γλυκιά.
πηγή

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Δ΄ Ματθαίου


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Η ευαγγελική περικοπή είναι και πάλι παρμένη από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο και μάς παρουσιάζει δύο πολύ μεγάλες αρετές. Την αγάπη και την ταπεινοφροσύνη. Οι αρετές αυτές αποτελούν τα θεμέλια της χριστιανικής ζωής· το συνεκτικό δεσμό της οικογένειας και της κοινωνίας· τη βάση για την ειρηνική συμβίωση των ανθρώπων. Όπου υπάρχουν οι αρετές αυτές εκεί βρίσκονται και οι ευλογίες, οι δωρεές και οι θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού. Αυτές τις δύο αρετές τις βλέπουμε και τις θαυμάζουμε στο πρόσωπο ενός εθνικού, ενός Ρωμαίου αξιωματικού, του εκατοντάρχου της Καπερναούμ.
Όπως ακούμε, ο εκατόνταρχος αυτός είχε ένα δούλο ασθενή, κατάκοιτο, ο οποίος υπέφερε και βασανιζόταν από μια ασθένεια, ανίκανος να κινηθεί για να υπηρετήσει όχι μόνο τον κύριό του, αλλά και τον ίδιο τον εαυτό του. Τα βογγητά του, οι στεναγμοί του έβγαιναν συνεχώς από το στόμα του, προκαλώντας δυσφορία σε όσους τον άκουγαν. Ένας άλλος στη θέση του εκατοντάρχου θα άφηνε τον δούλο, νηστικό ίσως διψασμένο, για να πεθάνει γρηγορότερα και να μην περνάει αυτό το μαρτύριο. Ή θα τον πετούσε κάπου μακριά από το σπίτι του, όπως ένα ετοιμοθάνατο ζώο. Άλλωστε οι Ρωμαίοι την εποχή εκείνη θεωρούσαν τους δούλους ως ζώα, χωρίς καμία αξία. Δεν τους έδιναν καμία σημασία. Όμως η στάση του εκατοντάρχου της Καπερναούμ ήταν πολύ διαφορετική, απ’ αυτή που θα περίμενε κάποιος.
Ο άνθρωπος αυτός είχε αγαθή καρδιά. Έβλεπε τον δούλο του σαν άνθρωπο. Υπέφερε κι ο ίδιος μαζί του. Ζητούσε κι αυτός την θεραπεία του. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αγάπη του θα τον είχε κάνει να καλέσει γιατρούς, να αγοράσει φάρμακα, για να χαρίσει την θεραπεία στον δούλο του. Όλα αυτά όμως αποδείχθηκαν μάταια. Η οδυνηρή ασθένεια παρέμενε αθεράπευτη. Και ο εκατόνταρχος έπασχε και συνέπασχε με τον δούλο του. Εκείνη την στιγμή ακριβώς που σύννεφα απελπισίας τον είχαν κυκλώσει, πληροφορήθηκε για τον Κύριο. Άκουσε να γίνετε πολύ λόγος γι’ Αυτόν, για τα θαύματα και τις θεραπείες που πραγματοποιούσε. Η καρδιά του σκίρτησε. Η ελπίδα για την θεραπεία του δούλου του φώτισε το πρόσωπό του. Κι αυτός, αν και είναι Ρωμαίος αξιωματικός, με μεγάλη εξουσία στην Καπερναούμ, από ανιδιοτελή αγάπη κινούμενος, έτρεξε κοντά στον Κύριο. Δεν έστειλε στρατιώτες, ούτε κάποιον άλλο δούλο να καλέσει στο σπίτι που βρισκόταν ο άρρωστος δούλος τον Κύριο. Πήγε ο ίδιος. Ήθελε αυτοπροσώπως να τον παρακαλέσει για να κάνει το θαύμα.
Αλήθεια, δεν είναι για όλους μας συγκινητική και διδακτική η θερμή και ανιδιοτελής αγάπη του εκατοντάρχου; Δεν μάς εκπλήσσει το διάβημα που έκανε προς τον Κύριο και το γεγονός ότι πήγε να παρακαλέσει και κατά κάποιο τρόπο να υποχρεωθεί στον Χριστό για την θεραπεία του δούλου του; Όπου όμως υπάρχει αγάπη, εκεί γίνονται πολλές θυσίες με χαρά και προθυμία.
Αλλά δεν είναι μόνο η αγάπη. Ο εκατόνταρχος παρουσίασε και μια άλλη αρετή, αδελφή της αγάπης, την ταπείνωση. Και το γεγονός ότι πήγε ο ίδιος να παρακαλέσει τον Κύριο ήταν ταπείνωση. Διότι αυτός ήταν αξιωματικός, Ρωμαίος πολίτης με πολλές εξουσίες και δικαιώματα. Ενώ ο Χριστός ανήκε σε ένα υπόδουλο έθνος, το οποίο περιφρονούσαν οι Ρωμαίοι κατακτητές. Η ταπείνωση του εκατοντάρχου φαίνεται ακόμη καθαρότερα και από τον διάλογο που έκανε με τον Κύριο. Τον προσφωνεί με τον τιμητικό τίτλο: «Κύριε, του λέει, ο δούλος μου κατάκειται στο σπίτι μου δεινώς βασανιζόμενος». Και από συστολή μεγάλη δεν προχώρησε να υποβάλει την παράκληση.
Όταν ο Κύριος του είπε: «εγώ θα έρθω στο σπίτι σου να τον θεραπεύσω», εκείνος απάντησε κατά ένα τρόπο απροσδόκητο, που μαρτυρούσε το βάθος της ταπεινοφροσύνης που τον διακατείχε: «Κύριε, του είπε, δεν είμαι άξιος να σε υποδεχθώ στο σπίτι μου. δεν μου αξίζει η μεγάλη τιμή να εισέλθεις, εσύ ο Παντοδύναμος Κύριος κάτω από την στέγη του σπιτιού μου». Δεν λέει ότι ο δούλος μου δεν αξίζει τέτοια τιμή να τον επισκεφθεί ο ίδιος ο Κύριος, αλλά ότι αυτός είναι ανάξιος αυτής της μεγάλης τιμής.
Και η ταπείνωσή του εξακολουθεί να εκδηλώνεται και με όσα είπε κατόπιν. Λέει στον Χριστό ο εκατόνταρχος: «Κύριε, δεν είναι έπειτα ανάγκη να υποβληθείς στον κόπο αυτής της επισκέψεως. Αρκεί, από εδώ που είσαι να ένα λόγο και αμέσως θα θεραπευθεί ο δούλος. Μπορείς να διατάξεις και η παντοδύναμη διαταγή σου θα γίνει αμέσως έργο. Δεν εμποδίζεται από την απόσταση. Διότι κι εγώ είμαι άνθρωπος και βρίσκομαι κάτω από την εξουσία ανωτέρων. Και σαν αξιωματικός έχω υπό τις διαταγές μου στρατιώτες και ότι τους διατάζω το εκτελούν. Λέω στον ένα πήγαινε και πηγαίνει, και στον άλλο έλα και έρχεται. Λέω στο δούλο μου κάμε αυτό και το κάνει». Ασυγκρίτως περισσότερο εσύ Κύριε, που είσαι ισχυρότερος από κάθε αρχή και εξουσία, που είσαι ο Κύριος του κόσμου, μπορείς να διατάξεις το πνεύμα της ασθενείας να φύγει από τον δούλο μου, και να έρθει πνεύμα υγείας και ζωής.
Οι πάντες θαύμασαν την απάντηση αυτή, μέσα στην οποία έλαμπε η ταπεινοφροσύνη και η βαθειά πίστη. Κι ο ίδιος ο Κύριος θαύμασε και απευθυνόμενος προς τους ανθρώπους, που τον περιστοίχιζαν, είπε: «σας διαβεβαιώνων ότι ούτε μεταξύ των Ισραηλιτών δεν βρήκα τέτοια πίστη».
Ο Κύριος στράφηκε προς τον εκατόνταρχο και του είπε: «πήγαινε στο σπίτι σου και όπως πίστευσες, ότι δηλαδή μπορώ να θεραπεύσω τον δούλο σου, ας γίνει για χάρη σου». Και πράγματι, εκείνη ακριβώς την ώρα θεραπεύθηκε και σηκώθηκε εντελώς υγιής ο άρρωστος δούλος.
Ο εκατόνταρχος για την αγάπη και την ταπεινοφροσύνη του, για την θερμή πίστη του προς τον Κύριο βραβεύτηκε. Έλαβε την θεραπεία του δούλου του και εγκωμιάστηκε από τον Κύριο. Πάνω απ’ όλα όμως έγινε και παραμένει αιώνιο παράδειγμα για όλους μας. Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...