Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 13, 2015

Εορτή των Αγίων Αποστόλων Ακύλα και Πρίσκιλλας


Εορτή των Αγίων Αποστόλων Ακύλα και Πρίσκιλλας
Τη μνήμη των Αγίων Αποστόλων Ακύλα και Πρίσκιλλας τιμά σήμερα, 13 Φεβρουαρίου, η Εκκλησία μας.

Οι Άγιοι Απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήταν ζευγάρι Ιουδαίων και καταγόταν από τον Πόντο. Κατοικούσαν στην Κόρινθο και εξασκούσαν το επάγγελμα του σκηνοποιού. Ήσαν δε άνθρωποι ενάρετοι και ευσεβείς.
Όταν ο απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιαστεί με το κήρυγμά του.
Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός και σωτήριος λόγος του απόστολου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του.

O απόστολος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική τους δράση ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι εκκλησίες των εθνών.

Αργότερα οι διώκτες του χριστιανισμού τούς συνέλαβαν και αποκεφάλισαν τούς Αγίους χαρίζοντάς τους μαζί με τον τίτλο των Αποστόλων και τον τίτλο των Μαρτύρων.

O Άγιος Aκύλας εορτάζεται και στις 14 Ιουλίου

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλιανταρίου Ἁγίου Ὄρους



Ὁ Ἅγιος Συμεών, κατὰ κόσμο Στέφανος Α’ Νεμάνια (στὶς Βυζαντινὲς πηγὲς Νεεμᾶν), ἦταν ἡγεμόνας τῆς Σερβίας.

Ἡ ἵδρυση καὶ ἡ ὀργάνωση τοῦ πρώτου Σερβικοῦ κράτους ἀπὸ τὸν Στέφανο (1167 – 1169) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συνένωση ὅλων σχεδὸν τῶν Σέρβων σὲ ἑνιαῖο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ τὴ Βυζαντινὴ κυριαρχία κράτος μὲ ἐπίκεντρο τὴ Ρασκία. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἰσαάκιος Β’ Ἄγγελος (1185 – 1195) σύνηψε, τὸ ἔτος 1190, εἰρήνη μὲ τὸν ζουπάνο τῶν Σέρβων. Ἡ ἵδρυση τοῦ κράτους ἀνέδειξε τὴν ἀνάγκη ἀναδιοργανώσεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἀνεξέλεγκτη δράση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων. Ὁ υἱὸς τοῦ ζουπάνου τῶν Σέρβων Στέφανου ἀποσύρθηκε σὲ ἡλικία μόλις δέκα ἕξι ἐτῶν στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Σάββας. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1195, ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του Στέφανο, ποὺ ἔγινε μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Συμεών, τὴ Μονὴ τοῦ Χιλανδαρίου μὲ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Γ’ τοῦ Ἀγγέλου (1195 – 1203).

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1200 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ νότια πλευρὰ τοῦ καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου. Κατὰ τὸ ἔτος 1208, ὁ Ὅσιος Σάββας ἀποφασίζει νὰ προβεῖ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πατέρα του καὶ τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν στὴν πατρίδα του. Τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς ἐκχύθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα ἄφθονο καὶ εὐῶδες μύρο, συνέχισε δὲ νὰ ρέει καὶ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνακομιδή, ἀπὸ τὸν κενὸ πλέον τάφο. Ἦταν καὶ αὐτὸ τρανὸ δεῖγμα τῆς ἁγιότητας τοῦ Ὁσίου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε ἐπονομάζεται «Μυροβλήτης». Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐναπέθεσε τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ μονὴ τῆς μετανοίας τοῦ πατρός του, τὴ μονὴ Στουντένιτσα, ὅπου καὶ φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλήτου, φέρει σήμερα ἀργυρὸ ἐπικάλυμμα μὲ ἀνάγλυφες παραστάσεις. Ἀπὸ τὸν τάφο, μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, φύτρωσε μόνο του μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, ἄνευ σπορᾶς, ἕνα κλῆμα γιὰ παρηγοριὰ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Τὰ σταφύλια τοῦ κλήματος αὐτοῦ θεραπεύουν θαυματουργικὰ τὴν στείρωση τῶν ἀτέκνων γυναικῶν.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐπιποθήσας, τὴν βασίλειον, ἔλιπες δόξαν, Συμεὼν καὶ ἰσαγγέλως ἐβίωσας, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ Ὁσίων ὡράϊσμα, καὶ τῆς Σερβίας κλεινὸν σεμνολόγημα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείαν πρόσκαιρον, λιπὼν ἐμφρόνως, Συμεὼν ὡς ἄγγελος, ἐπολιτεύσω ἐπὶ γῆς· διὸ καὶ βλύζειν ἠξίωσαι, ἀπὸ τοῦ τάφου σου μύρα πανεύοσμα.

Μεγαλυνάριον.
Μυροβλύτα Ὅσιε Συμεών, σκέπε τὴν Μονήν σου, ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς, καὶ τοῖς ἐν Σερβίᾳ, Χριστιανοῖς βοήθει, παρέχων αὐτοῖς Πάτερ, τὴν εὐλογίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας



Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Μαυρικίου (582-602) καὶ ἔκανε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας πρὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, στὰ χρόνια 579-607. Ἔζησε ζωὴ ἁγία, ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα, ἕνα ἀπὸ τὰ ὅποια εἶναι καὶ αὐτό.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Λέων, ἐπίσκοπος Ῥώμης, ἔγραψε τὴν πολυθρύλητη ἐκείνη ἐπιστολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν ἔστειλε στὴν Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα, τὴν διάβασε ὁ Ὅσιος αὐτὸς Εὐλόγιος καὶ ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὅλους τὴν διακήρυξε.

Ὁ Θεὸς θέλοντας νὰ χαροποιήσει καὶ τοὺς δυὸ Ἁγίους ἄνδρες, ἔστειλε Ἄγγελο στὸν Εὐλόγιο, μὲ σχῆμα Ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντα, ποὺ τὸν εὐχαριστοῦσε διότι ἀποδέχτηκε τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Λέοντα. Ὁ Εὐλόγιος συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἄγγελο, νομίζοντας ὅτι συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονο τοῦ Πάπα Λέοντα. Ὅταν ὅμως ἔγινε ἄφαντος ὁ Ἄγγελος ἀπὸ μπροστά του, τότε κατάλαβε ὅτι ἦταν Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν Θεό, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια Του.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν χαρίτων τὴν αἴγλην οὐρανόθεν δεξάμενος, τῆς Ἀλεξανδρείας προέστης, Ἱεράρχα Εὐλόγιε, θυσίας ἀναιμάκτους τῷ Θεῷ, προσάγων αἰς ἀνάπλασιν ψυχῶν, καὶ οἰκείωσιν θεόφρον τῷ Λυτρωτῇ, τῶν πίστει προσιόντων σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον.
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποιμάνας καλῶς, λαὸν τὸν περιόσιον, ὡς μύστης Χριστοῦ, καὶ μιμητὴς πανάριστος, οὐρανίου λήξεως, κληρονόμος ἐδείχθης Εὐλόγιε, λειτουργῶν τῇ Τριάδι ἀεί, ἐν ἀδύτῳ φωτί.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Ἀλεξανδρείας, ὁ σοφώτατος ὁδηγός· χαίροις μυροθήκη, τῶν θείων χαρισμάτων, Εὐλόγιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.

Συναξαριστής της 13ης Φεβρουαρίου

 
Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα οἱ Ἀπόστολοι

 


Ἦταν ζευγάρι Ἰουδαίων ἀπὸ τὸν Πόντο, σκηνοποιοὶ καὶ οἱ δυὸ στὸ ἐπάγγελμα. Κατοικοῦσαν στὴν Κόρινθο, ἐξασκοῦσαν τὸ ἐπάγγελμά τους καὶ εἶχαν ζωὴ εὐσεβέστατη. Ἡ θερμὴ φιλοξενία τους στὸν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν καὶ ὁμότεχνό τους Παῦλο, ὅταν αὐτὸς ἦλθε στὴν Κόρινθο, ἔμεινε παροιμιώδης.

Μάλιστα, τὸν ἀκολούθησαν καὶ σὲ διάφορες περιοδεῖες του, ὅπως στὴν Ἔφεσο, βοηθῶντας αὐτόν, ἀλλὰ συγχρόνως καταρτιζόμενοι ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ διδασκαλία του. Τόσο πολὺ εἶχε ἐνθουσιάσει τὸν Ἀπόστολο Παῦλο ἡ φλογερὴ πίστη καὶ ἡ ἀκούραστη ἐργατικότητα τοῦ Ἀκύλα καὶ τῆς Πρίσκιλλας, ὥστε σὲ μία ἐπιστολή του ἐκφράζεται γι᾿ αὐτοὺς ὡς ἑξῆς: «Χαιρετῆστε ἐγκάρδια τὴν Πρίσκιλλα καὶ τὸν Ἀκύλα, ποὺ εἶναι συνεργάτες μου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Αὐτοί, γιὰ νὰ σώσουν τὴν ζωή μου, ἔβαλαν τὸν τράχηλό τους κάτω ἀπὸ τὸ μαχαῖρι καὶ κινδύνευσαν νὰ σφαγοῦν. Στοὺς ὁποίους δὲν εἶμαι μόνο ἐγὼ εὐγνώμων, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ Ἐκκλησίες τῶν ἐθνῶν».

Ἀλλὰ ἡ ἀφοσίωση καὶ ἡ φιλόξενη διάθεση τοῦ ζευγαριοῦ αὐτοῦ πρὸς τὸ μεγάλο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, Παῦλο, μᾶς θυμίζει τὰ λόγια του Κυρίου μας: «Ὁ δεχόμενος δίκαιον εἰς ὄνομα δικαίου μισθὸν δικαίου λήψεται». Δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ ὑποδέχεται τὸν δίκαιο, λόγῳ τοῦ ὅτι εἶναι δίκαιος, θὰ πάρει τὴν ἴδια ἀνταμοιβὴ ποὺ θὰ πάρει καὶ ὁ δίκαιος. Καὶ πράγματι, ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα ἐντάχθηκαν στοὺς Ἁγίους της Ἐκκλησίας, καὶ μάλιστα μὲ τὸν τίτλο τῶν ἀποστόλων.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τῇ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγίᾳ σεμνῇ, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἦσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.

 
Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανός

 


Ὁ Μαρτινιανὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, στὶς ἀρχὲς τοῦ Ε´ μ.Χ. αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἀπὸ μικρὸς ἔτρεφε στὴν ψυχή του, ἀκοίμητη τὴν φλόγα τῆς εὐσέβειας.

Θέλοντας δὲ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐρημικὴ ζωή, ἔστησε τὴν σκήτη του στὰ ὅρια τοῦ ὄρους Κιβωτοῦ, ὅπου ἁπλωνόταν κατάλληλη ἔρημος γιὰ τὴν καλλιέργεια τοῦ ἡσυχαστικοῦ βίου. Ἐκεῖ περνοῦσε τὸν καιρό του μὲ προσευχή, μελέτη, ἐργασία καὶ ἄσκηση. Ἡ φήμη τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς του, δὲν ἄργησε νὰ φθάσει σ᾿ ὅλη τὴν γύρω περιοχὴ καὶ νὰ φέρει στὸ κελλί του πλήθη μετανοούντων καὶ δυστυχισμένων, ποὺ ζητοῦσαν τὶς συμβουλὲς καὶ τὴν παρηγοριά του. Μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔρχονταν καὶ γυναῖκες καὶ κόρες, ζητῶντας στήριγμα κατὰ τῶν καταιγίδων καὶ ἀσπίδα κατὰ τῶν πειρασμῶν τῆς ζωῆς.

Ὁ Μαρτινιανός, κάνοντας τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ, πῆγε σὲ πολλὰ μέρη. Τελικὰ κατέληξε σ᾿ ἕνα ἡσυχαστήριο ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Συχνὰ δὲ ἔλεγε τὰ λόγια τῶν ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου: ὅτι ὁ Διάβολος περιέρχεται σὰ θηρίο καὶ ζητᾷ ποιὸν νὰ καταπιεῖ.
Ὀφείλουμε λοιπὸν νὰ προφυλαγώμαστε ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις του, ἕτοιμοι πάντοτε γιὰ νὰ τὸν ἀποκρούσομε. Πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα στὸ ἐρημητήριό του.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος πλ. δ’.
Τὴν φλόγα τῶν πειρασμῶν, δακρύων τοῖς ὀχετοῖς, ἐναπέσβεσας μακάριε, καὶ τῆς θαλάσσης τὰ κύματα, καὶ τῶν θηρῶν τὰ ὁρμήματα, χαλινώσας, ἐκραύγαζες· Δεδοξασμένος εἶ Παντοδύναμε, πυρὸς καὶ ζάλης ὁ σώσας με

Κοντάκιον.
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἀσκητήν, τῆς εὐσεβείας δόκιμον, καὶ ἀθλητήν, τῇ προαιρέσει τίμιον, καὶ ἐρήμου καρτερόψυχον, πολίτην ἅμα καὶ συνίστορα, ἐν ὕμνοις ἐπαξίως εὐφημήσωμεν, Μαρτινιανὸν τὸν ἀεισέβαστον· αὐτὸς γὰρ τὸν ὄφιν κατεπάτησε.

Μεγαλυνάριον.
Ὁ διὰ γυναίου ἐπιβαλών, πάλαι τῷ Γενάρχῃ, καὶ συλήσας αὐτὸν οἰκτρῶς, οὕτω καὶ σοὶ Πάτερ, ὑπούλως ἐπετέθη, ἀλλ’ ἥττηται εἰς τέλος, τῇ καρτερίᾳ σου.


 
Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης

Αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Μεγάλου Θεοδοσίου (395-408) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρου, στὴν ὁποία γεννήθηκε καὶ ἀνατράφηκε ἀσκητικά. Ἔμαθε, ὅτι σὲ κάποιο χωριό του Λιβάνου, οἱ κάτοικοί του ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες. Πῆγε λοιπόν, ἐκεῖ, νοίκιασε ἕνα δωμάτιο καὶ κάθισε τρεῖς μέρες, ἐνῷ τὴν τέταρτη τὸν κατάλαβαν ὅτι ἦταν χριστιανὸς καὶ μὲ τὴν βία θέλησαν νὰ τὸν διώξουν μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπο τους.

Ἀλλ᾿ ἐκείνη τὴν ἐποχή, πίεζαν τοὺς κατοίκους τοῦ χωριοῦ ἐκείνου οἱ φοροεισπράκτορες νὰ πληρώσουν τοὺς φόρους τους. Τότε ὁ Ἀβραάμης τοὺς ἀπάλλαξε, πληρώνοντας αὐτὸς τοὺς φόρους. Οἱ κάτοικοι ἐκτίμησαν πολὺ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Ἀβραάμη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνουν ὅλοι χριστιανοί, νὰ κτίσουν Ναὸ στὸ χωριό τους καὶ εἶχαν σὰν ἱερέα τὸν Ὅσιο.

Μετὰ ἀπὸ τριετῆ θεάρεστη δράση, ἐπέστρεψε στὸ ἀσκητικό του κελλί, καὶ ἔπειτα ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν πόλη τῶν Κάρων στὴν Παλαιστίνη, ἀφοῦ τὴν καθάρισε ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του, ἔφτασε μέχρι καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν βασιλέα Θεοδόσιο, ποὺ τὸν κάλεσε καὶ τὸν εἶδε αὐτοπροσώπως στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ὅταν ἀπεβίωσε, μὲ βασιλικὴ διαταγή, ἐτάφηκε μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν πόλη τῶν Κάρων. Τὴν ζωή του ἔγραψε ὁ Κύρου Θεοδώρητος.

 
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

 


Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Μαυρικίου (582-602) καὶ ἔκανε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας πρὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, στὰ χρόνια 579-607. Ἔζησε ζωὴ ἁγία, ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα, ἕνα ἀπὸ τὰ ὅποια εἶναι καὶ αὐτό.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Λέων, ἐπίσκοπος Ῥώμης, ἔγραψε τὴν πολυθρύλητη ἐκείνη ἐπιστολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν ἔστειλε στὴν Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα, τὴν διάβασε ὁ Ὅσιος αὐτὸς Εὐλόγιος καὶ ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὅλους τὴν διακήρυξε.

Ὁ Θεὸς θέλοντας νὰ χαροποιήσει καὶ τοὺς δυὸ Ἁγίους ἄνδρες, ἔστειλε Ἄγγελο στὸν Εὐλόγιο, μὲ σχῆμα Ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντα, ποὺ τὸν εὐχαριστοῦσε διότι ἀποδέχτηκε τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Λέοντα. Ὁ Εὐλόγιος συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἄγγελο, νομίζοντας ὅτι συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονο τοῦ Πάπα Λέοντα. Ὅταν ὅμως ἔγινε ἄφαντος ὁ Ἄγγελος ἀπὸ μπροστά του, τότε κατάλαβε ὅτι ἦταν Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν Θεό, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια Του.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν χαρίτων τὴν αἴγλην οὐρανόθεν δεξάμενος, τῆς Ἀλεξανδρείας προέστης, Ἱεράρχα Εὐλόγιε, θυσίας ἀναιμάκτους τῷ Θεῷ, προσάγων αἰς ἀνάπλασιν ψυχῶν, καὶ οἰκείωσιν θεόφρον τῷ Λυτρωτῇ, τῶν πίστει προσιόντων σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον.
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποιμάνας καλῶς, λαὸν τὸν περιόσιον, ὡς μύστης Χριστοῦ, καὶ μιμητὴς πανάριστος, οὐρανίου λήξεως, κληρονόμος ἐδείχθης Εὐλόγιε, λειτουργῶν τῇ Τριάδι ἀεί, ἐν ἀδύτῳ φωτί.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Ἀλεξανδρείας, ὁ σοφώτατος ὁδηγός· χαίροις μυροθήκη, τῶν θείων χαρισμάτων, Εὐλόγιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.

 
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλιανταρίου Ἁγίου Ὄρους

 


Ὁ Ἅγιος Συμεών, κατὰ κόσμο Στέφανος Α’ Νεμάνια (στὶς Βυζαντινὲς πηγὲς Νεεμᾶν), ἦταν ἡγεμόνας τῆς Σερβίας.

Ἡ ἵδρυση καὶ ἡ ὀργάνωση τοῦ πρώτου Σερβικοῦ κράτους ἀπὸ τὸν Στέφανο (1167 – 1169) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συνένωση ὅλων σχεδὸν τῶν Σέρβων σὲ ἑνιαῖο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ τὴ Βυζαντινὴ κυριαρχία κράτος μὲ ἐπίκεντρο τὴ Ρασκία. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἰσαάκιος Β’ Ἄγγελος (1185 – 1195) σύνηψε, τὸ ἔτος 1190, εἰρήνη μὲ τὸν ζουπάνο τῶν Σέρβων. Ἡ ἵδρυση τοῦ κράτους ἀνέδειξε τὴν ἀνάγκη ἀναδιοργανώσεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἀνεξέλεγκτη δράση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων. Ὁ υἱὸς τοῦ ζουπάνου τῶν Σέρβων Στέφανου ἀποσύρθηκε σὲ ἡλικία μόλις δέκα ἕξι ἐτῶν στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Σάββας. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1195, ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του Στέφανο, ποὺ ἔγινε μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Συμεών, τὴ Μονὴ τοῦ Χιλανδαρίου μὲ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Γ’ τοῦ Ἀγγέλου (1195 – 1203).

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1200 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ νότια πλευρὰ τοῦ καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου. Κατὰ τὸ ἔτος 1208, ὁ Ὅσιος Σάββας ἀποφασίζει νὰ προβεῖ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πατέρα του καὶ τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν στὴν πατρίδα του. Τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς ἐκχύθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα ἄφθονο καὶ εὐῶδες μύρο, συνέχισε δὲ νὰ ρέει καὶ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνακομιδή, ἀπὸ τὸν κενὸ πλέον τάφο. Ἦταν καὶ αὐτὸ τρανὸ δεῖγμα τῆς ἁγιότητας τοῦ Ὁσίου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε ἐπονομάζεται «Μυροβλήτης». Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐναπέθεσε τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ μονὴ τῆς μετανοίας τοῦ πατρός του, τὴ μονὴ Στουντένιτσα, ὅπου καὶ φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλήτου, φέρει σήμερα ἀργυρὸ ἐπικάλυμμα μὲ ἀνάγλυφες παραστάσεις. Ἀπὸ τὸν τάφο, μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, φύτρωσε μόνο του μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, ἄνευ σπορᾶς, ἕνα κλῆμα γιὰ παρηγοριὰ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Τὰ σταφύλια τοῦ κλήματος αὐτοῦ θεραπεύουν θαυματουργικὰ τὴν στείρωση τῶν ἀτέκνων γυναικῶν.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐπιποθήσας, τὴν βασίλειον, ἔλιπες δόξαν, Συμεὼν καὶ ἰσαγγέλως ἐβίωσας, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ Ὁσίων ὡράϊσμα, καὶ τῆς Σερβίας κλεινὸν σεμνολόγημα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείαν πρόσκαιρον, λιπὼν ἐμφρόνως, Συμεὼν ὡς ἄγγελος, ἐπολιτεύσω ἐπὶ γῆς· διὸ καὶ βλύζειν ἠξίωσαι, ἀπὸ τοῦ τάφου σου μύρα πανεύοσμα.

Μεγαλυνάριον.
Μυροβλύτα Ὅσιε Συμεών, σκέπε τὴν Μονήν σου, ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς, καὶ τοῖς ἐν Σερβίᾳ, Χριστιανοῖς βοήθει, παρέχων αὐτοῖς Πάτερ, τὴν εὐλογίαν σου.

 
Οἱ Ἅγιοι Πατέρας καὶ Γιός

Μαρτύρησαν μὲ σταυρικὸ θάνατο.

 
Ὁ Ὅσιος Μαϊουμᾶς

(Βλέπε βιογραφικό του σημείωμα τὴν 23η Ἰανουαρίου σὰν Ἁγ. Μαυσιμᾶς).

 
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἀρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, κατὰ κόσμο Γρηγόριος Ἰωσήφοβιτς Κονίσκϊυ, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὶς 20 Νοεμβρίου 1717 στὴν πόλη Νεζίν. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Λευκορωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1795.

 
Ἡ Ὁσία Σεραφείμα ἐκ Ρωσίας

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα, κατὰ κόσμο Εὐθυμία Ἐφίμοβα Μοργκατσέβα, γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1806 στὸ χωριὸ Νίνζε – Λομὼφ τῆς ἐπαρχίας Ριαζὰν καὶ ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τοῦ Σεζένοβο τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1877.

 
Μνήμη ἐγκαινίων ἱεροῦ ναοῦ Θεοτόκου καὶ τῆς ἁγίας ἰσαποστόλου Θέκλης, ἐν τῷ ὄρει Ποσαλέως
 

 
Τὴ πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν 13ην τοῦ παρόντος μηνὸς ἑορτάζεται ἐν Ἀρχαίᾳ Κορίνθῳ, ἡ μνήμη τῶν συνεργατῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου Τιτίου, Ἰούστου, Χλόης καὶ Κρίσπου.

"Χρειάζεται πολλή προσευχή" - Γέροντας Παΐσιος.

Παλιά, για να κάνη κάτι κανείς, αν ήταν κοσμικός άνθρωπος, θα σκεφτόταν. Αν ήταν πνευματικός άνθρωπος, θα σκεφτόταν και θα 
προσευχόταν. 

Στην εποχή μας ακόμη και «πνευματικοί» άνθρωποι όχι μόνο δεν προσεύχονται, αλλά ούτε σκέφτονται. Και μάλιστα, συχνά πρόκειται για σοβαρά θέματα, και αυτοί κάνουν πρόβες με τον κόσμο. 

Σε όλες τις περιπτώσεις, πριν ενεργήσουμε, να λέμε: «Σκέφθηκα γι' αυτό; Προσευχήθηκα γι' αυτό;». 

Όταν κανείς ενεργή, χωρίς να σκεφθή και χωρίς να προσευχηθή, ενεργεί σατανικά. 

Και βλέπεις, συχνά πολλοί Χριστιανοί με τον τρόπο που ενεργούν, δεν αφήνουν τον Θεό να επέμβη. 

Νομίζουν ότι αυτοί θα τα καταφέρουν όλα μόνοι τους. 

Ενώ ακόμη και ο άπιστος λέει «έχει ο Θεός», αυτοί δεν το λένε. 

Τα βάζει λ.χ. κάποιος με τον καρνάβαλο, ενώ μπορεί να κάνη προσευχή και να ρίξη ο Θεός τέτοιο χαλάζι, που να σκορπίσουν όλοι και να ματαιωθή κάθε εκδήλωση. 

Ή, ας υποθέσουμε, μερικοί κατηγορούν έναν δεσπότη και οι άλλοι καταφεύγουν στο Συμβούλιο Επικρατείας. Αλλά ούτε εκεί σταματούν. Διαδηλώσεις, φασαρίες, άρθρα στις εφημερίδες... 

Συνέχεια ανθρώπινες προσπάθειες και δεν αφήνουν τον Θεό να ενεργήση. 

Δεν καταφεύγουν στην προσευχή, ώστε να απάντηση ο Θεός δια της προσευχής. 

Με την ταπείνωση και την προσευχή διορθώνονται όλα τα αδιόρθωτα.


Σήμερα ζούμε σε χρόνια Αποκαλύψεως. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς Προφήτης για να το καταλάβη. Τα πράγματα προχωρούν τακ-τάκ. 

Τί μας περιμένει δεν ξέρουμε. Όλη αυτή η κατάσταση που επικρατεί, το δείχνει. 

Γι' αυτό, για έναν λόγο παραπάνω τώρα, πρέπει να στηριχθούμε πιο πολύ στην προσευχή και να πολεμήσουμε το κακό με την προσευχή. 

Η μόνη λύση αυτή είναι. Να παρακαλούμε τον Θεό να λυπηθή τα πλάσματα Του - αν και δεν είμαστε για να μας λυπηθή. 
Δεν θα βρεθή άκρη. Καθένας ό,τι του λέει ο λογισμός θα κάνη. Θα γίνη αυτό που λέει ο Άγιος Κοσμάς: «Θα περπατάς ώρα, για να βρής άνθρωπο" και όσοι ζήσουν, θα τρώνε με χρυσά κουτάλια».
Μερικοί βέβαια έχουν τον λογισμό: «Αφού οι προφητείες θα εκπληρωθούν οπωσδήποτε, τί θα ωφελήση η προσευχή;». 
Ο Θεός βλέπει ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα, αλλά εμείς κάνουμε προσευχή, για να είναι πιο ανώδυνο ένα κακό και να μην πάρη έκταση. 

Γι' αυτό λέει και στο Ευαγγέλιο ότι για τους εκλεκτούς θα κολοβωθούν οι ημέρες (1). 

Σε έναν πόλεμο λ.χ. με την δύναμη της προσευχής γίνεται ένα θαύμα, σώζονται περισσότεροι, υπάρχουν λιγώτερα θύματα, οπότε βοηθιούνται πνευματικά οι άνθρωποι, πιστεύουν και αλλοιώνονται με την καλή έννοια. 

Τα πράγματα είναι σοβαρά. Και μέχρι τώρα που δεν τινάχθηκε ο κόσμος στον αέρα, θαύμα είναι. 

Ο Θεός να βάλη το χέρι Του, γιατί όλος ο κόσμος εξαρτάται από τρία-τέσσερα άτομα. Κρέμεται η τύχη τού κόσμου στα χέρια μερικών παλαβών. 

Λέει μιά παροιμία: «Τα άλογα κλωτσούν και τα κοτόπουλα ψοφούν». Έτσι είναι. 

Τα μεγάλα κράτη όταν πιάνωνται, τα μικρά τα καημένα αδικούνται. Κλωτσιούνται τα μεγάλα και καταστρέφονται τα μικρά. 

Χρειάζεται πολλή προσευχή, πολλή προσευχή, για να φωτίση ο Θεός τους μεγάλους, γιατί, αν θέλουν, μπορούν να καταστρέψουν τον κόσμο. 

Ξέρει ο Θεός πολύ εύκολα και σ' αυτούς να δώση λίγη φώτιση. 

Αν ο Θεός φωτίση, βγάζει ένας μιά διαταγή και αλλάζουν όλα.
 


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β'
    πηγή

Παιδί μου, εάν προσέχεις ό,τι σου γράφω...

(Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού)
Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκώς την ευχή. Να μη σταματά καθόλου το στόμα. Έτσι θα την συνηθίσεις μέσα σου και κατόπιν θα την παραλάβει ο νους. Μη ξεθαρρεύεις στους λογισμούς, διότι γίνεσαι μαλθακός και μολύνεσαι.
«Ευχή, βία φύσεως διηνεκής», και θα δεις πόση Χάρη θα λάβεις.
Η ζωή του ανθρώπου, παιδί μου, είναι θλίψη, διότι είναι στην εξορία. Μη ζητείς τελεία ανάπαυση. Ο Χριστός μας σήκωσε το σταυρό, και μείς θα σηκώσουμε. Όλες τις θλίψεις εάν τις απομένουμε, βρίσκομε Χάρη παρά Κυρίου. Γι’ αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, για να δοκιμάζει το ζήλο και την αγάπη που έχουμε προς αυτόν. Γι’ αυτό χρειάζεται υπομονή. Χωρίς υπομονή δεν γίνεται ο άνθρωπος πρακτικός, δεν μαθαίνει τα πνευματικά, δεν φθάνει σε μέτρα αρετής και τελειώσεως.
Αγάπα τον Ιησού και λέγε αδιάλειπτα την ευχή και αυτή θα σε φωτίζει στο δρόμο του.
Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. Αλλ’ όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος, τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή. Συ όμως τότε μη χάνεις την προθυμία σου, άλλα φώναζε διαρκώς την ευχή με βία,
με το ζόρι, με πόνο πολύ. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και πάλι και πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς. Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις• «…Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός…
Η άσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις. Θέλει αγώνα και κόπο πολύ. Θέλει να φωνάζεις μέρα και νύκτα στον Χριστό. Θέλει υπομονή σε όλους τους πειρασμούς και τις θλίψεις. Θέλει να πνίξεις θυμό και επιθυμία.
Θα κουρασθείς πολύ, μέχρι να καταλάβεις ότι προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη είναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή. Πρέπει σε όλες τις αισθήσεις μέσα έξω να βάλεις άγρυπνο φύλακα την προσοχή διότι χωρίς αυτήν ο νους και οι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται στα μάταια και συνήθη, σαν το άχρηστο νερό που τρέχει στους δρόμους. Ποτέ κανένας δεν βρήκε προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη. Κανένας ποτέ δεν αξιώθηκε να ανεβεί προς τα άνω χωρίς πρώτα να καταφρονήσει τα κάτω.
(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος-αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση)

Φράγκοι και Ευρωπαϊκή Ένωση, Ρωμιοί και Καθολική (Οικουμενική) Ορθοδοξία.


εικόνα5
Όχι μόνο ενδιαφέρον, αλλά επιτακτική ανάγκη είναι να ασχοληθούμε με μια αλήθεια της ιστορίας που είναι μείζονος σημασίας για να συνειδητοποιήσουμε το ιστορικό παρελθόν μας, όπως πραγματικά είναι αυτό, διαμέσου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παρ’ όλες τις προσπάθειες που έχουν κάνει ως τώρα για να μας το αποκρύψουν. Και είναι βασικό να γνωρίζουμε ξεκάθαρα τις προθέσεις και τους σκοπούς των Φραγκολατίνων, που είχαν από τη στιγμή της εμφάνισής τους ως απειλή για την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μιας και η εμφάνιση και η πορεία τους είναι άμεσα συσχετισμένες με την ιστορία αυτής. Ποια ήταν όμως η στάση αυτών εξαρχής απέναντι στην Αυτοκρατορία που συνάντησαν; Δεν δέχονταν με κανένα τρόπο την πολιτισμική ανωτερότητα της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης, της Ρωμανίας, έστω και αν προς στιγμή τους θάμπωνε, οπότε υπό αυτή την στάση τους δεν ήταν σε θέση να συμβιώσουν μαζί της, εξαρχής καταλήγοντας στο να ναυαγεί οποιοσδήποτε διάλογος με τους κατοίκους αυτής. Την ίδια στιγμή, είχαν πάντα αντί αυτού επεκτατικές βλέψεις, μετά την επιβολή τους στο χώρο της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και προς το χώρο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Προς το σκοπό αυτό ‘αναβάπτισαν’ την Αυτοκρατορία και τους κάτοικούς της με νέα αυθαίρετα ονόματα. Τι ακριβώς συνέβη;
Ο Αυτοκράτορας των Ρωμαίων ή Ρωμνιών.
Ο Αυτοκράτορας των Ρωμαίων ή Ρωμνιών.
Η ονομασία της Αυτοκρατορίας ως ‘Βυζαντινή’ είναι μεταγενέστερο δημιούργημα των Δυτικών (του 16ου αιώνα), που επί τους χρόνους της Αυτοκρατορίας δεν χρησιμοποιούταν για αυτή ως σύνολο, ούτε για τους κατοίκους, με άλλα λόγια δηλαδή, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, έστω και αν χρησιμοποιείται ως η επίσημη ονομασία στα σχολικά εγχειρίδια όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, σε βιβλία, σε άρθρα, γενικά παντού, κατά τις επιταγές τις Δύσης, προς ικανοποίηση των επιδιώξεών της, που οπωσδήποτε είναι εις βάρος των σημερινών απογόνων των τότε κατοίκων της Αυτοκρατορίας. Δεν ονομαζόταν λοιπόν η Αυτοκρατορία ‘Βυζαντινή’ και οι κάτοικοί της ‘Βυζαντινοί’, αλλά μετά την μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην πόλη που ίδρυσε ο νέος Αυτοκράτοράς της, ο Μέγας Κωνσταντίνος, δηλαδή στην Νέα Ρώμη ή Κωνσταντινούπολη, το νέο γνήσιο όνομά της είναι Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, ή της Ρωμανίας, ή απλά Ρωμανία. Ωστόσο δεν παύει να ισχύει και εδώ και το προηγούμενό όνομα της, δηλαδή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ καλείται όμως και Ρωμαίικη Αυτοκρατορία. Τέλος, ανάλογα με το ακριβές γεωγραφικό τμήμα της Αυτοκρατορίας που αναφερόμαστε (ελεύθερο ή υπόδουλο μετά τις κατακτήσεις των Τούρκων), αυτή ονομάζεται εκτός από Ρωμανία (υπόδουλες περιοχές Μ.Ασίας) και Ρούμελη (ελεύθερες περιοχές στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο και Κωνσταντινούπολη). Κατά ανάλογο τρόπο και οι πολίτες της Αυτοκρατορίας ονομάζονταν Ρωμνιοί (όπως και Ρωμιοί ή Ρωμηοί) ή Ρωμαίοι, Ρωμανοί ή Ρουμάνοι, ή και Ρουμ από τους Τούρκους και τους Άραβες.
Το Βυζάντιο, που ήταν αρχαία πόλη στην θέση που ιδρύθηκε η Κωνσταντινούπολη, στους χρόνους της Αυτοκρατορίας, δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ, σύμφωνα με όλες τις σύγχρονές της εποχής εκείνης πηγές, για να εκφράσει όλη την Αυτοκρατορία και τους κατοίκους της. Αν έχει χρησιμοποιηθεί, αυτό έχει γίνει κατά μέρος μόνο για την Πρωτεύουσα συγκεκριμένα, και για τους κατοίκους αυτής και μόνο. Η χρήση του Βυζαντίου ως ονομασία για όλη την Αυτοκρατορίας που εισήγαγαν σκόπιμα οι Δυτικοί, θα πρέπει να αποφεύγεται, γιατί οδηγεί σε αυτό στο οποίο οι εμπνευστές της σκόπευαν όταν την εισήγαγαν, δηλαδή στην απομάκρυνση και στην αποκοπή των δεσμών μεταξύ των απογόνων των κατοίκων της Αυτοκρατορίας, διαφόρων προελεύσεων εκτός από ελληνική, που όλοι δικαιωματικά μπορούν να καλούνται Ρωμνιοί, έχοντες κοινή πίστη, την Ορθόδοξη, και ομιλούντες στον τότε καιρό κοινή γλώσσα, την ελληνική.
Μια ανάλογη σκόπιμη αλλοίωση των ονομάτων της Αυτοκρατορίας και των πολιτών της είχε προηγηθεί από τους Φραγκολατίνους πάλι, γύρω στον 7ο με 8ο αιώνα, οπότε οι κάτοικοι της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν ονομαστεί από αυτούς ‘Γραικοί’, δηλαδή είχαν λάβει όλοι ανεξαιρέτως μια εθνική ονομασία, άσχετα αν ήταν ελληνικής προέλευσης ή άλλης, ενώ ταυτόχρονα οι κάτοικοι της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δεν έπαψαν να διατηρούν το όνομά τους ως Ρωμαίοι. Ο σκοπός τότε ήταν πρόδηλος, δηλαδή: H εξάλειψη κάθε ενοποιητικού στοιχείου μεταξύ των κατοίκων του δυτικού και του ανατολικού τμήματος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ο σφετερισμός του τίτλου ‘Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία’ για το νεοϊδρυθέν υπό τον φραγκικό έλεγχο δυτικό κράτος.
εικόνα2
Ο δικέφαλος αετός, σύμβολο της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης, όπου η αριστερή κεφαλή (στραμμένη προς την δύση) συμβολίζει τη Ρώμη, ενώ η δεξιά (στραμμένη προς την ανατολή) συμβολίζει την Κωνσταντινούπολη, δηλαδή είναι σύμβολο της κοινής, ενωμένης Αυτοκρατορίας σε δύση και ανατολή.

Προς το σκοπό της ουσιαστικής διαφοροποίησης και επιβολής τους πάνω στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, έστω και αν εξωτερικά προσπαθούσαν να παρουσιάζουν ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο, οι Φράγκοι, εκτός από την μέθοδο του αυθαιρέτου ‘αναβαπτίσματος”, χρησιμοποίησαν ακόμα και την θεολογία του θρησκευτικού πιστεύω της Αυτοκρατορίας, που υπέταξαν το δυτικό τμήμα της, κάνοντάς αυτήν εργαλείο για τους σκοπούς τους. Αρνήθηκαν την ορθόδοξη πατερική γραμμή της Εκκλησίας που ο λαός και κλήρος που υπέταξαν ακολουθούσε ως τότε, και υιοθέτησαν μια άλλη γραμμή, βασισμένη σε διαφορετικές προϋποθέσεις, τις αυγουστίνειες, εξετάζοντας τα θεολογικά ζητήματα με εντελώς διαφορετικό τρόπο, το σχολαστικό, που οδηγεί τελικά σε μεγάλα αδιέξοδα και στο κοσμικό πνεύμα, με αποκορύφωμα την συγκέντρωση όλης της εξουσίας στο πρόσωπο του πάπα. Μόνο και μόνο η δογματική διαφορά του Filioque της παπικής Έκκλησίας’ των Φραγκολατίνων από την Εκκλησία των Ρωμνιών, το οποίο δέχεται το Άγιο Πνεύμα να εκπορεύεται και εκ του Πατρός και εκ του Υιού, λόγω των άμεσων συνεπειών της σε όλο το δογματικό οικοδόμημα, είναι αρκετή να διαφοροποιήσει ουσιαστικώς την πίστη αυτών από την πίστη των Ρωμνιών,
εικόνα3
Οι Τρεις Νέοι Ιεράρχες που διαφύλαξαν την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας ακέραια από την απειλή του παπισμού.
Τελικά το σχίσμα του 1054 μ.Χ. ήταν το αναπόφευκτο τραγικό αποτέλεσμα. Η μόνη δυνατότητα προσέγγισης μεταξύ Φράγκων και κατοίκων της Ρωμαίικης Αυτοκρατορίας ήταν η αφομοίωσή τους από τους Φράγκους, εγκαταλείποντας της πίστη τους και δεχόμενοι τον παπισμό ευθέως ή πλαγίως μέσω της επαίσχυντης Ουνίας με τακτικές που έφταναν τα άκρα, ή και κατέληγαν πολλές φορές βίαιες και εγκληματικές. Βέβαια η τραγωδία του κοσμοκρατορικού παπισμού των Φραγκολατίνων δεν σταμάτησε εδώ, καθώς ακολούθησε και η απόσπαση τμήματος παπικών που δημιούργησε δικό του ομολογιακό παρακλάδι, την ‘Εκκλησία’ των Προτεσταντών, η οποία κατέληξε κατακερματισμένη σε εκατοντάδες άλλα παρακλάδια. Έτσι οι πικροί καρποί του παπικού δημιουργήματος των Φραγκολατίνων γέμισαν όλη την οικουμένη.
εικόνα4
Ο Λέων Θ΄ (στα αριστερά) που στις μέρες του πραγματοποιήθηκε το σχίσμα του 1054 και ο πάπας Ουρβανός Β’(στα δεξιά), ο υπεύθυνος της Α΄ Σταυροφορίας.

Ωστόσο χρειάστηκε να περάσει ακόμα ενάμισος αιώνας, για να ικανοποιηθεί το 1204 μ.Χ. η επεκτατική μανία των Φραγκολατίνων προς της Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με την πραγματοποίηση της Δ΄ Σταυροφορίας. Τότε τελικά άλωσαν γι πρώτη φορά με το φοβερότερο τρόπο την Πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, κρυμμένοι πίσω από ένα σταυρό, αυτήν την πόλη που ίδρυσε ο Αυτοκράτορας εκείνος που είδε στον ουρανό τον Τίμιο Σταυρό. Όμως το όνειρό τους που καλλιέργησαν εξαρχής για μια ενωμένη Ευρώπη δεν μπόρεσαν να το δουν να γίνεται πραγματικότητα, πριν έρθει η σημερινή εποχή που ζούμε τώρα, όπου ικανοποιούνται να μας βλέπουν υποταγμένους κάτω από τα σκληρά οικονομικά μέτρα που κατάφεραν με τη βοήθεια των ίδιων των δικών μας ηγετών να λαμβάνουν εις βάρος μας. Ας τους καταλάβουμε λοιπόν καλά, κι αν ζητούμε να μη ζούμε σαν σκλάβοι δικοί τους, ακόμα κι αν αυτοί που έχουν βρεθεί στην ηγεσία του τόπου μας κατευθύνουν το τόπο μας υπακούοντας στα κελεύσματα των οικονομικών αυτών κατακτητών, ας υπερασπιστούμε την αλήθεια της ιστορίας μας και της πίστης μας, κάτω από το όνομα της Ρωμιοσύνης, που μας ενώνει όσους λαούς έχουμε κοινή πίστη και ιστορία, από τον καιρό που ζήσαμε μαζί στην Ρωμαίική Αυτοκρατορία. Το φως δεν μπορεί να κρυφτεί, αλλά διαλύει το σκοτάδι. Ας φωτιζόμαστε με αυτό, για να μην ντροπιαστούμε σαν αυτούς που κρύβονται μέσα στο σκοτάδι μη θέλοντας να τους βλέπει το φως, το οποίο σκοτάδι όμως θα διαλυθεί τελικά από το φως, που είναι η αλήθεια.
εικόνα5
H άλωση και η λεηλασία της Βασιλεύουσας από τους Φράγκους σταυροφόρους το 1204 (δεξιά), η κατοχή της Αθήνας από τους απόγονούς τους (επίσης σταυροφόροι) με πολλές καταστροφές και χιλιάδες εκτελέσεις το 1941 (αριστερά), πριν τελικά ακολουθήσει τη σημερινή μνημονιακή κατοχή μας.
Bασίλειος Ευσταθίου,
Δρ Φυσικής, Πτυχιούχος Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ.
Πηγές.
Βιβλία – Άρθρα
Τα παρακάτω βιβλία ή άρθρα χρησιμοποιήθηκαν για την συγγραφή αυτού του άρθρου:
1. π.Ρωμανίδης Ιωάννης, Ρωμηοσύνη, Ρωμανία, Ρούμελη, Πουρνάρας, 2η έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1982.
2. π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης και οι πολίτες της.
3. π. Γεώργιος. Δ. Μεταλληνός, Το όνομα Ρωμηός και η Ιστορική του σημασία, ΕΡΩ, 2010.
4. Αναστασίου Φιλιππίδη, Ρωμηοσύνη ή βαρβαρότητα. Οι ιστορικές ρίζες της μακραίωνης σύγκρουσης Ελληνισμού και Δύσης, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου.
5. Ράνσιμαν Στήβεν, Βυζαντινός Πολιτισμός, μετάφραση Δέσποινας Δετζώρτζη, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Αθήνα, 1979.
6. Χρήστου Παναγιώτη, Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων, Κυρομάνος, 2η έκδοση, Αθήνα, 1989.
7. π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Η άλωση της Πόλης από τους Φράγκους στις 12/12 Απριλίου 1204, Εφημερ. «Χριστιανική», αριθ. 681 (994)/6.5.2004
Ιστοχώροι
Οι παρακάτω ιστοχώροι με σχετικό υλικό χρησιμοποιήθηκαν για την συγγραφή αυτού του άρθρου:
1. el.wikipedia.org/wiki/
2. www.impantokratoros.gr/
3. www.apologitis.com/gr/keimena/
4. oodegr.co/oode/
4. aioniaellinikipisti.blogspot.gr

Η Κατερίνα Μάρκου εξηγεί γιατί δεν πρέπει να έχουν ρεύμα οι φτωχοί!


Η Κατερίνα Μάρκου εξηγεί γιατί δεν πρέπει να έχουν ρεύμα οι φτωχοί!


Η αλήθεια είναι, πως μεγάλη μερίδα του ελληνικού (προτιμώ η λέξη να αντικατασταθεί με την λέξη "ραγιαδάκου") λαού, εκλέγει πολιτικά τσόλια...προφανώς κοιτάζεται στο καθρεπτάκι που κουβαλάει στην τσέπη ή στην τσάντα του, την ώρα της ψήφου.


Υ.Γ.1. Τόση πολιτική σαβούρα, ίσως δεν είχε ποτέ το ελληνικό κοινοβούλιο, όση αυτή που έχει τα τελευταία 40 χρόνια.
Υ.Γ.2. Αυτό είναι το πρόσωπο της... Αριστεράς...







Η Κατερίνα Μάρκου είναι βουλευτής του Ποταμιού και πρώην βουλευτής της ΔΗΜΑΡ.
Στην ομιλία της στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων είπε, ανάμεσα σε άλλα, τα παρακάτω, εκφράζοντας την αντίθεσή της στην κυβερνητική απόφαση για ηλεκτροδότηση των σπιτιών των απόρων:
«…πώς μπορεί να διαφωνήσει κανείς επί της αρχής σε ορισμένα πράγματα όπως δωρεάν ρεύμα για 300.000 νοικοκυριά. Γιατί όχι για όσους δεν πληρώνουν, δηλαδή 600.000. Σίγουρα θα βρεθούν κι άλλοι εδώ μέσα να πουν 900.000, ή και 1.000.000.
Μπορεί να διαφωνήσει κανείς;
Υπάρχει κανείς μας που μπορεί να είναι εναντίον;
Φαντάζομαι πως όχι.
Αυτό που θέλω να πω, όμως είναι ότι
δυστυχώς, όσους περισσότερους δωρεάν ηλεκτροδοτήσουμε σήμερα, τόσο περισσότεροι θα είναι αυτοί που θα έχουν ανάγκη αύριο.

Φέρνω αυτό το παράδειγμα από το “πρόγραμμα” της κυβέρνησης γιατί διαθέτει αυτή τη χαρακτηριστική, επιτρέψτε μου να πω, κάπως ξεπερασμένη εκ της πραγματικής εμπειρίας φιλοσοφία, που κόντρα στο ρεύμα της πλειοψηφίας στη Βουλή, εγώ θα πω ότι είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου».
(Από την ομιλία της βουλευτή του Ποταμιού Κατερίνας Μάρκου, στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων του Πρωθυπουργού).

Και συνεχίζει σε άλλο σημείο: «Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η κυβέρνηση, έχει κηρύξει ανένδοτο σε δανειστές και Ευρωπαίους, αυτό πολιτικά την ευνοεί συγκυριακά, αλλά το βαρύ κόστος – που το απεύχομαι – θα πέσει στην παραγωγική μηχανή της χώρας. Προειδοποιώ ότι ο λογαριασμός τότε θα έρθει υψηλός και μη μας πείτε ότι φταίμε εμείς και οι δανειστές».

Αυτό το κοριτσάκι, που λέει αυτά, είχε εκλεγεί στις προηγούμενες εκλογές ως «αριστερή» με τη ΔΗΜΑΡ και τώρα ως… σοσιαλφιλελεύθερη με Το ΠΟΤΑΜΙ! Αυτή είναι η μεταρρυθμιστική αριστερά του Κουβέλη και του Κύρκου, που «κληρονόμησε» σχεδόν «σύσσωμη» ο Σταύρος Θεοδωράκης.

Είναι η πιο σκληρή ακροδεξιά «μεταμφιεσμένη» σε «αριστερά». Για όσους ακόμα δεν λένε να καταλάβουν τι εκφράζει ο συγκεκριμένος «χώρος»…

Πηγή
To είδαμε εδώ 

 

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 12, 2015

Οι Άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα

Οι Άγιοι Απόστολοι Ακύλας και ΠρίσκιλλαΣτις 13 Φεβρουαρίου, μια ημέρα πριν από την ξενόφερτη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου, τιμά η Ορθόδοξη Εκκλησία τους δικούς της Αγίους, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, που θεωρούνται η Ορθόδοξη απάντηση στη δυτικής προέλευσης εορτή  του Βαλεντίνου, γνωστή και ως «εορτή των ερωτευμένων». Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα ήταν ένα αγαπημένο χριστιανικό ζευγάρι που  μαρτύρησαν την εποχή του Νέρωνα.
Οι Άγιοι αυτοί κατάγονταν από τον Πόντο. Όταν εκδιώχθηκαν από την Ρώμη  όλοι οι  Ιουδαίοι, λόγω των αναταραχών που γινόντουσαν μεταξύ τους στις συναγωγές για τον Ιησού, ο Ακύλας, που ήταν σκηνοποιός στο επάγγελμα, και η γυναίκα του Πρίσκιλλα αναγκάστηκαν και αυτοί να φύγουν για την Κόρινθο.
    Στην Κόρινθο τους συναντάει ο Απόστολος Παύλος, όπως αναφέρεται στις Πράξεις 18, 1-4:  «...αναχώρησε (ο Παύλος) από την Αθήνα και ήρθε στην Κόρινθο. Εκεί βρήκε έναν Ιουδαίο από τον Πόντο, που τον έλεγαν Ακύλα. Αυτός είχε έρθει πρόσφατα από την Ιταλία μαζί με τη γυναίκα του την Πρίσκιλλα, επειδή ο Κλαύδιος είχε διατάξει να φύγουν όλοι οι Ιουδαίοι από τη Ρώμη. Ο Παύλος ήρθε σ΄ αυτούς, κι επειδή είχαν την ίδια τέχνη, έμεινε μαζί τους και εργαζόταν. Η τέχνη τους ήταν να φτιάχνουν σκηνές. Κάθε Σάββατο συζητούσε στη συναγωγή και προσπαθούσε να πείσει Ιουδαίους και Έλληνες». Όταν, λοιπόν, ο Απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιαστεί με το κήρυγμά του. Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός λόγος του Απόστολου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του.
    Ο Απόστολος Παύλος έμεινε μαζί τους συνολικά 16 μήνες, όπου και τους δίδαξε  και τους μύησε στο Χριστιανισμό. Στη συνέχεια τον ακολούθησαν στην Έφεσο της Μικράς Ασίας, όπου ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα αγαπημένοι και ευσεβείς, διαδίδουν τον Χριστιανισμό (Πράξ. 18,18-21). Από εκεί επιστρέφουν στη Ρώμη, για να συνεχίσουν να διδάσκουν το λόγο του Θεού.O Απόστολος Παύλος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική τους δράση, ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι, για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι εκκλησίες των εθνών.
    Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα έμειναν ενωμένοι και αγαπημένοι μέχρι και την τελευταία στιγμή, αφού σύμφωνα με την Ακολουθία του Όρθρου, όταν ο Ακύλας είδε την γυναίκα του να αποκεφαλίζεται και να μαρτυρεί είπε : «Μπορώ να μην φανώ άνδρας εγώ, ανάλογα προς την γυναίκα μου ανδρείος και πρόθυμος για αποκεφαλισμό για την Πίστη του Χριστού;» και την ακολούθησε στον θάνατο.

Επιμέλεια: Ρένος Κωνσταντίνου

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΑΡΤΙΝΙΑΝΟΣ


 «Ο όσιος αυτός καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης. Ξεκίνησε την ασκητική του ζωή όταν ήταν δεκαοκτώ ετών, ζώντας στις ερημιές και τα όρη. Όταν είχε περάσει στην αναχώρηση είκοσι πέντε έτη μαζί με πολλούς άλλους, δέχτηκε και έναν τέτοιο πειρασμό από τον πονηρό. Κάποια πόρνη δηλαδή που εμφανίστηκε  σαν πτωχή γυναίκα, έφτασε στο όρος όπου ζούσε ο άγιος. Και αφού βράδιασε, έκλαιγε με αναφιλητά, διότι δήθεν έχασε τον δρόμο και θα γινόταν τροφή για τα θηρία, γι’ αυτό και παρακαλούσε τον όσιο να την δεχθεί μέσα στο κελί του και να μη κατασπαραχθεί από τα δόντια αυτών. Αυτός τότε (διότι ήταν αδύνατο να την αφήσει έξω), της είπε να περάσει μέσα, ενώ ο ίδιος προχώρησε στα εσώτερα του κελιού. Το πρωί ο όσιος βλέποντας τη μεταβολή της εμφάνισής της (διότι φορούσε ιμάτια, με τα οποία στολίστηκε τη νύκτα), ρωτούσε να μάθει ποια ήταν και για ποιο λόγο πήγε εκεί; Αυτή τότε του είπε με αναίδεια «εξαιτίας σου». Κι αφού έλεγξε με κακία την ασκητική του διαγωγή και πρόσθεσε ότι και όλοι οι Δίκαιοι κατά την Παλαιά Διαθήκη βρέθηκαν με γυναίκες, τον προσκαλούσε να συνευρεθούν. Αυτός όμως, ελαφρά ταραγμένος αλλά έχοντας ήδη υπό έλεγχο και υπακοή τον εαυτό του, και εξετάζοντας πώς, αν διαπράξει τούτο, θα κρυφτεί από τη θεία χάρη, πριν να πέσει σε αμαρτία, ήδη σηκώθηκε. Τι έκανε λοιπόν; Έβαλε φωτιά σε πλήθος από ξερά κλαδιά  και μπήκε στο μέσο, νουθετώντας  τον εαυτό του και λέγοντας: «Αν μπορείς να υποφέρεις τη φωτιά της γέεννας, αφού ποθείς την αισχρή ηδονή, υπάκουσε στη γυναίκα και πήγαινε μαζί της». Αφού κατέφλεξε έτσι τον εαυτό του και ταπείνωσε το ξεσήκωμα της σάρκας του, και τη γυναίκα που σωφρονίστηκε από όσα είδε την έστειλε σε μοναστήρι, και ο ίδιος, γιατρεμένος με τη χάρη του Θεού από τις πληγές της φωτιάς, με την καθοδήγηση ενός ναύκληρου, πήγε σε ένα ξερονήσι, που απείχε από τη γη μιας ημέρας οδό.
Σ’ αυτό έμεινε επί δέκα χρόνια, παίρνοντας τροφή από τον ναύκληρο. Πάλι όμως σηκώθηκε και έφυγε από εκεί, όταν κάποια κοπέλα που γλύτωσε από ναυάγιο πάνω σε μία σανίδα, έφτασε κοντά του. Και την μεν κοπέλα την τράβηξε να βγει ο όσιος, αυτός όμως έφυγε και από εκεί, λέγοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία χορταριού και φωτιάς. Οδηγήθηκε μάλιστα στην ξηρά, πάνω σε δελφίνια. Έπειτα από εκεί διάβηκε από χώρες και πόλεις και έχοντας ως σύνθημα το «Φεύγε, Μαρτινιανέ, μη σε προφθάσει πειρασμός» (διότι έτσι αποφάσισε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του), έφτασε στην Αθήνα. Μόλις πήγε εκεί, εκδήμησε προς τον Κύριο, ενώ αξιώθηκε ένδοξης ταφής από τον επίσκοπο και όλο τον λαό. Λέγεται δε και για τις γυναίκες, ότι η μεν πρώτη που πήγε από το όρος σε μοναστήρι και έζησε εκεί, αξιώθηκε να κάνει θαύματα, η δε άλλη ότι έμεινε υπομονετικά στο ξερονήσι μέχρι το τέλος της ζωής της, ντυμένη με ανδρικά ρούχα που της τα έφερε ο ναύκληρος. Τελείται η σύναξή του στο σεπτό Αποστολείο του αγίου και κορυφαίου των αποστόλων Πέτρου, που βρίσκεται δίπλα στη αγιότατη Μεγάλη Εκκλησία».
 
Ο όσιος Μαρτινιανός αποτελεί κλασική περίπτωση νέου ανθρώπου που απεφάσισε να αφιερωθεί στον Κύριο από αγάπη προς Αυτόν. Κι αυτός, όπως πλειάδα παρομοίων περιπτώσεων, αποτελεί την εμπροσθοφυλακή της Εκκλησίας και δίνει το στίγμα της καθαρής πορείας προς Εκείνον. Δεν είναι δυνατόν όμως να ακολουθεί κανείς τον Χριστό, χωρίς να αγωνίζεται για την υπέρβαση των παθών του – «τα πάθη χάλκινο τείχος είναι, που με εμποδίζουν από τον Θεό» κατά την γνωστή έκφραση του αββά του Γεροντικού – χωρίς δηλαδή να ασκεί βία διά παντός πάνω στη δεχομένη επιρροές δαιμονικές ανθρώπινη ύπαρξή του. Ο ίδιος ο Κύριος με απόλυτο και οριστικό τρόπο το αποκάλυψε: «Η βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». Γι’ αυτό και έκτοτε έτσι ορίστηκε ο αληθινός χριστιανός, τύπος του οποίου αποτελεί ο αφιερωμένος στον Θεό μοναχός: Ως «βία φύσεως διηνεκής», μία διαρκής άσκηση βίας πάνω στα αμαρτωλά φρονήματα του ανθρώπου. Μία διαφορετικού τύπου πορεία, μία πορεία ζωής δηλαδή χωρίς ασκητική διαγωγή, είτε στον κόσμο είτε εκτός, συνιστά, κατά τον απόστολο Παύλο, αδόκιμη πορεία: δεν οδηγεί προς τον Χριστό. «Υποπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ, μήπως άλλοις κηρύξας, αυτός αδόκιμος γένωμαι»: Ταλαιπωρώ το σώμα μου και το καθιστώ δούλο, μήπως πάω να κηρύξω σε άλλους, ενώ ο ίδιος βρεθώ αδόκιμος. Ακριβώς τούτο τονίζει και ο άγιος Θεοφάνης ο υμνογράφος για τη σημερινή περίπτωση του οσίου Μαρτινιανού. «Μόνασες – σημειώνει – και ανέλαβες τον σταυρό σου, όσιε, γιατί πόθησες, με τη νέκρωση των παθών του σώματός σου,  να ακολουθείς Αυτόν που υπέμεινε εκούσια για χάρη σου Σταυρό και ταφή» («Μονάσας και τον σταυρόν σου, όσιε, αναλαβόμενος, τω δια σε εκούσιον Σταυρόν και ταφήν υπομείναντι, ακολουθείν επόθησας, πάθη νεκρώσας τα του σώματος») (ωδή α΄). 

Πάνω στα ανθρώπινα ψεκτά πάθη, τη φιληδονία δηλαδή, τη φιλαργυρία και τη φιλοδοξία, που πηγάζουν από τη ρίζα της αμαρτίας φιλαυτία ή εγωισμό, δουλεύει και ο διάβολος. Ο διάβολος δεν γνωρίζει επακριβώς, αλλ’ υποψιάζεται, λόγω της μακροχρόνιας εμπειρίας του, το ποια πάθη ιδιαιτέρως μας ταλαιπωρούν. Και αυτά αντιστοίχως τροφοδοτεί. Ρίχνει τα δολώματά του κι ό,τι πιάσει. Κι εκείνους που κατεξοχήν προσβάλλει είναι οι αφιερωμένοι στον Θεό, οι μοναχοί. Αυτούς προσπαθεί να καταβάλει – όχι βεβαίως ότι αφήνει τους άλλους τους εν τω κόσμω -  χωρίς να καταλαβαίνει ο δυστυχής ότι με τον τρόπο αυτό τους προξενεί στεφάνια νίκης, αφού έτσι κυρίως, μέσα από τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες, ανεβαίνει ο πιστός την κλίμακα των αρετών. «Ποιος σε έμαθε να προσεύχεσαι;», ρώτησαν κάποια φορά έναν όσιο. Κι εκείνος πολύ απλά απάντησε: «Ο διάβολος. Με τις προσβολές του αναγκαζόμουν να βρίσκομαι διαρκώς σε ανάταση προς τον Θεό και να κραυγάζω να με βοηθήσει».  Με τις επιθέσεις του διαβόλου, τις συνεχείς οχλήσεις του, και μάλιστα πάνω στο πάθος της φιληδονίας, αγίασε κατεξοχήν και ο όσιος Μαρτινιανός. Ο Πονηρός υπενόησε ότι με το αρχαίο όπλο: τις δόλιες λαλιές της γυναίκας, θα ρίξει και τον άγιο του Θεού. Ό,τι με άλλα λόγια έπαθε ο προπάτορας Αδάμ, να παρακούσει τον Θεό,  γιατί παρασύρθηκε από τα λόγια της Εύας, το ίδιο θα πάθαινε και ο Μαρτινιανός. Αλλά βεβαίως στην περίπτωση του οσίου απατήθηκε πλάνην οικτράν. Ο άγιος με έξυπνο τρόπο απέφυγε τον πειρασμό και προχώρησε σε αγιότητα. «Με δόλιες λαλιές της γυναίκας – γράφει ο άγιος Θεοφάνης -  σου επιτέθηκε ο δυσμενής όφις, όπως παλιά στον Προπάτορα. Αλλά με τη σοφή σου σκέψη καταργήθηκαν τα σοφίσματά του» («Δολίαις γυναικός λαλιαίς σοι προσέβαλεν, ως τω Προπάτορι πάλαι, δυσμενής ο όφις∙ αλλ’  επινοία τη σοφή σου, κατηργήθη αυτού τα σοφίσματα») (ωδή ς΄).

Ο όσιος βεβαίως με τη χάρη του Θεού νίκησε τον πειρασμό. Αλλά η νίκη του αυτή ήταν επώδυνη. Ρίχτηκε στην αισθητή πυρά, για να γλιτώσει από τη νοητή, την αποστροφή του προσώπου του Θεού. Κι έτσι, μας λέει ο υμνογράφος μας, αναδείχτηκε και σε δικαστή του εαυτού του και σε μάρτυρα. Χωρίς να δικαστεί από άλλους, σαν τους υπόλοιπους μάρτυρες της Εκκλησίας μας, χωρίς να τον ρίξουν σε φωτιά, εκείνος μόνος του και έκρινε τον εαυτό του και τον καταδίκασε σε φωτιά. Και βγήκε νικητής και στεφανωμένος. «Με τη θέλησή σου χρημάτισες μάρτυρας και δικαστής και κατήγορος του εαυτού σου. Διότι επειδή φλεγόσουν από άτοπη ηδονή, άναψες για τον εαυτό σου, πάτερ, πολύ δυνατή φωτιά και τον έριξες στο μέσον της κατακαιόμενος» («Μάρτυς εθελούσιος και δικαστής και κατήγορος σεαυτού εχρημάτισας∙ πυρί γαρ φλεγόμενος ηδονής ατόπου, πυράν λαυροτάτην, Πάτερ, ανάψας, σεαυτόν μέσον εισήξας κατακαιόμενος») (στιχηρό εσπερινού). Τι ήταν εκείνο που τον έκανε, έστω και υπό πειρασμόν, να νικήσει; Μας το εξηγεί ο άγιος Θεοφάνης: «μπήκες με προθυμία στη δημιουργημένη κι αυτή από τον Θεό φωτιά, γιατί είχες μέσα στην καρδιά σου τη θεϊκή φωτιά» («επέβης προθύμως τω ομοδούλω πυρί, το θείον πυρ εγκάρδιον έχων») (Δοξαστικό αποστίχων εσπερινού).

Ο όσιος Μαρτινιανός όμως εξυψώνεται ενώπιόν μας και ενώπιον όλων των γενεών ως τύπος συνετού και προσγειωμένου στην πραγματικότητα ανθρώπου. Θέλουμε να πούμε ότι ο όσιος δεν «πήρε θάρρος» από τη νίκη του αυτή. Δεν σκέφτηκε ότι όπως νίκησε τώρα, θα νικήσει και μετά. Αντίθετα: «τρόμαξε» με την πονηρία του διαβόλου και θέλησε να φύγει και από το όρος. Η καταφυγή του σε ξερονήσι, μακριά από την ξηρά, ήταν η νομιζόμενη από αυτόν λύτρωση: δεν θα ερχόταν καμία γυναίκα ή κανένας να τον υποβάλει σε πειρασμό. Κι έζησε εκεί με τρόπο που θυμίζει τις χίλιες ημέρες και τις χίλιες νύκτες πάνω σε βράχο του νεωτέρου και αγαπημένου Ρώσου οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ: με ολοκληρωτική αναφορά στον Θεό, είτε σε ψύχος είτε σε καύσωνα. «Δεν χαυνώθηκε ο νους σου από το ψύχος κι ούτε φλέχτηκε η ψυχή σου από τον καύσωνα, ώστε να υποχωρήσεις έστω και για λίγο, θλίβοντας το σαρκίο σου. Αλλά υπέφερες, έχοντας κατά νου τη μακαριότητα των δικαίων» («Ου ψύχει χαυνούμενος τον νουν αλλ’ ουδέ καύσωνι ψυχήν φλεγόμενος όλως ενέδωκας θλίβων σου το σαρκίον∙ αλλ’ υπέφερες την τοις δικαίοις εννοών μακαριότητα») (ωδή η΄).
 
 Έμαθε όμως ότι η πονηρία του Πονηρού δεν έχει όρια. Τα πάντα εφευρίσκει, πάντα βεβαίως με την παραχώρηση του Κυρίου – μη ξεχνάμε ότι ο διάβολος δεν είναι ανεξέλεγκτος, αλλ’ υπόκειται και αυτός στο θέλημα του Θεού: τον αφήνει να δρα, όσο διευκολύνει την παιδαγωγία του ανθρώπου – προκειμένου να πειράξει τον δούλο του Θεού. Κι όταν αντιμετωπίζει από το «πουθενά» νέο πειρασμό στο πρόσωπο μιας ναυαγισμένης κόρης, σηκώνεται και φεύγει, για να αποφασίσει εσαεί να είναι περιπλανώμενος. Πόσο προσγειωμένος πράγματι είναι! Τι εμπιστοσύνη να δείξει στον εαυτό του, όταν βλέπει ότι ακόμη βρίσκεται στον κόσμο τούτο; Όπως το έλεγε και ο Γέροντας των Αθηνών μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: «το θέμα σαρξ τελειώνει με το θέμα πλαξ», δηλαδή όσο η πλάκα του τάφου δεν μας έχει κλείσει, δεν μπορεί κανείς να εμπιστεύεται τη σάρκα του, το ίδιο βλέπουμε στον όσιο Μαρτινιανό και σε κάθε άλλο βεβαίως άγιο. Κι ο υμνογράφος μας γι’ αυτό, δεν τονίζει μόνο τον αγώνα του απέναντι στην πρώτη γυναίκα, αλλά απέναντι και στη δεύτερη. Και τι ωραία τον παραλληλίζει με τον προφήτη Ιωνά: όπως εκείνος ρίχτηκε στη θάλασσα για να ησυχάσει αυτή, και θαλάσσιο κήτος τον έβγαλε στην ξηρά, έτσι και ο όσιος Μαρτινιανός, ρίχτηκε στη θάλασσα να ξεφύγει νέο πειρασμό, βγαίνοντας στην ξηρά πάνω κι αυτός σε θαλάσσια κήτη: τα νώτα των δελφινιών. «Κυβερνώμενος, Πάτερ, από το θεϊκό χέρι, σαν τον Ιωνά έριξες τον εαυτό σου στον βυθό της θάλασσας, όσιε, έχοντας ως όχημα τα θηρία και βγαίνοντας φωτισμένος στην ξηρά» («Υπό της θείας κυβερνώμενος, Πάτερ, χειρός, ώσπερ Ιωνάς απέρριψας σεαυτόν εις βυθόν θαλάσσης, όσιε, θηρσίν οχούμενος και τη χέρσω λαμπρός εκδιδόμενος») (ωδή ζ΄ ).
π.Γεώργιος Δορμπαράκης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...