Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Αυγούστου 08, 2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΖΙΚΟΥ «Ὁ τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων ζηλωτής καί τῆς πλάνης καθαιρέτης» πανσεβάσμιος και θεόληπτος ιεράρχης της Κυζίκου


Κατά τη διάρκεια της περιόδου της Εικονομαχίας, όπου είχε ξεσπάσει έντονη θεολογική διαμάχη αναφορικά με την τιμητική προσκύνηση των ιερών εικόνων, διέλαμψαν αξιομνημόνευτες πνευματικές μορφές ιεραρχών που διακρίθηκαν για την αρετή, τη σοφία, το αγωνιστικό φρόνημα, τη σθεναρή ομολογία, τον ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και την ακλόνητη προσήλωση στην αμώμητο χριστιανική πίστη. Μ’ αυτόν τον τρόπο και χάρη στη διαρκή αγωνιστική τους δράση διατήρησαν αλώβητο και αναλλοίωτο τον θησαυρό της ορθής χριστιανικής πίστεως, υπερασπιζόμενοι με τόλμη και παρρησία την προσκύνηση των αγίων εικόνων. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους φωτισμένους ιεράρχες συγκαταλέγεται και ο «παρέχων παρά Χριστοῦ τήν χάριν κατά πνευμάτων ἀκαθάρτων, τοῖς πιστῶς αἰτουμένοις» πανσεβάσμιος και θεόληπτος Επίσκοπος της Κυζίκου της Μ. Ασίας, Άγιος Αιμιλιανός ο Ομολογητής, ο οποίος αναδείχθηκε «κραταιός πρόμαχος τῆς ἀληθείας», «γενναιότατος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ», «θερμότατος ἀντιλήπτωρ», «νικητής τῶν εἰκονομάχων» και «ἰσοστάσιος τῶν μαρτύρων».


Ο παμμακάριστος Άγιος Αιμιλιανός διέλαμψε ως υπέρλαμπρος φωστήρ της Ορθοδοξίας μεταξύ του 8ου και του 9ου μ.Χ. αιώνα. Αρχικά διακόνησε ως μοναχός στη Μονή που ίδρυσε στο στενό του Βοσπόρου ο Άγιος Ταράσιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, όπου διέπρεψε στα έργα της αρετής. Αργότερα αξιώθηκε να εκλεγεί Επίσκοπος Κυζίκου της Μικράς Ασίας, διαδεχθείς στον επισκοπικό θρόνο τον Μητροπολίτη Νικόλαο. Κατά τη διάρκεια της ευδοκίμου και θεαρέστου αρχιερατείας του από το 787 μέχρι το 815 αναδείχθηκε πιστός οικονόμος της θείας χάριτος και διακρίθηκε τόσο για την ελεήμονα καρδία του όσο και για την ιλαρότητα των ηθών του. Αγωνίσθηκε με ξεχωριστή παρρησία κατά την περίοδο της Εικονομαχίας για να υπερασπισθεί την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820). Αξιομνημόνευτο είναι μάλιστα το γεγονός ότι κατά τη συγκληθείσα Σύνοδο το 815, ο Άγιος Αιμιλιανός κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ να δώσει εξηγήσεις για την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων, γεγονός που του έδωσε την ευκαιρία να ομολογήσει με σθένος το μεγαλείο της αληθούς και ορθής χριστιανικής πίστεως. 


Ο παναοίδιμος ιεράρχης της Κυζίκου και κραταιός ομολογητής της Ορθοδοξίας, Άγιος Αιμιλιανός, αναδείχθηκε πύρινος διδάσκαλος και φλογερός κήρυκας της χριστιανικής αλήθειας, αφού κήρυττε με ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο, διδάσκοντας και στηρίζοντας τους χριστιανούς της επαρχίας του στην ορθή πίστη, αλλά και διαφυλάσσοντάς τους από τις αιρετικές διδασκαλίες. Υπεραμύνθηκε της τιμητικής προσκυνήσεως των αγίων εικόνων και πρωτοστάτησε στην αναστήλωσή τους. Όμως η φωταυγής παρουσία και η αγωνιστική του δράση προκάλεσαν την οργή των εικονομάχων, οι οποίοι προσπάθησαν να σταματήσουν το θεάρεστο έργο του με διωγμούς, φυλακίσεις και εξορίες. Ο φωτισμένος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος πανσεβάσμιος, ενάρετος και θεόληπτος ιεράρχης της Κυζίκου υπέμεινε με ξεχωριστή γενναιότητα τις θλίψεις, τους πειρασμούς, τους διωγμούς και τις ποικίλες δοκιμασίες. Έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην αμώμητο χριστιανική πίστη και αναδείχθηκε ζηλωτής των αποστολικών παραδόσεων και καθαιρέτης της πλάνης, στύλος και εδραίωμα της Εκκλησίας, σκεύος εκλογής και κρηπίς ομολογίας, όπως χαρακτηριστικά υμνείται μέσα από την Ακολουθία του.


Η εύτολμη και ορθή ομολογία της πίστεως τον οδήγησε στην εξορία, όπου και εκοιμήθη εν Κυρίῳ, λαμβάνοντας τον αμάραντο στέφανο της Βασιλείας των Ουρανών. Μ’ αυτόν τον τρόπο το καύχημα της Κυζίκου, ο υπέρλαμπρος αυτός φωστήρ της Ορθοδοξίας και πάνσοφος ιεράρχης του Χριστού, πέρασε στην αιωνιότητα για να τιμάται και να γεραίρεται εσαεί από τους όπου γης χριστιανούς και για να μας διδάσκει με το αγωνιστικό του φρόνημα και με τη σθεναρή ομολογία του υπέρ της αληθούς και ορθής χριστιανικής πίστεως. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 8 Αυγούστου, η δε ασματική του Ακολουθία εκδόθηκε συμπληρωμένη το έτος 1876 από τον Μητροπολίτη Κυζίκου Νικόδημο, ο οποίος εκ μητρός καταγόταν από την Καλλιμασιά της μυροβόλου και αγιοτόκου νήσου Χίου, όπου ο Άγιος Αιμιλιανός τιμάται από παλαιοτάτων χρόνων με ομώνυμο Ιερό Ναό και με λαμπρά παγχιακή πανήγυρη. Ιερός Ναός επ’ ονόματι του Αγίου και μάλιστα Ενοριακός υπάρχει και στη συνοικία Ταραμπούρα της πόλεως των Πατρών, ενώ ναΰδριο προς τιμήν του έχει ανεγερθεί και στην περιοχή του χωριού Τριπόταμος της Τήνου. Να διευκρινιστεί επίσης ότι τόσο ο περιώνυμος Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Λόφου Σκουζέ Αθηνών όσο και τα ναΰδρια που φέρουν το όνομα του Αγίου στο Πόρτο Χέλι, την Κέα, τη Μύκονο, τη Σύμη, τον Καστό Λευκάδος και τους Αντίπαξους τιμούνται επ’ ονόματι του εορταζομένου στις 18 Ιουλίου Αγίου ενδόξου μάρτυρος Αιμιλιανού. 


Ο Άγιος Αιμιλιανός υμνείται και γεραίρεται και μέσα από τα εξαίσια υμνογραφήματα του Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπους Μ. Μπούσια, ο οποίος κατόπιν αιτήματος του Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Κωνσταντίνου, Εφημερίου του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασιάς Χίου, εποίησε Παρακλητικό Κανόνα και Χαιρετιστηρίους Οίκους προς τιμήν του Αγίου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Άγιος Αιμιλιανός Επίσκοπος Κυζίκου και η Καλλιμασιά της Χίου αποτελούν ταυτόσημες έννοιες, αφού ο ιστορικός Ιερός Ναός του Αγίου στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή της Καλλιμασιάς αποτελεί το σημείο ευλαβικής αναφοράς για τους κατοίκους της περιοχής, αλλά και το επίκεντρο των λαμπρών λατρευτικών εκδηλώσεων κατά το διήμερο του πανηγυρικού εορτασμού της μνήμης του, 7 και 8 Αυγούστου, ο οποίος παρουσιάζει ιδιαίτερο λατρευτικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτό και προσελκύει κάθε χρόνο πλήθος προσκυνητών από ολόκληρο το νησί, αλλά και πολυάριθμους ξένους επισκέπτες. Την παραμονή της εορτής του Αγίου, 7 Αυγούστου, μεταφέρεται με αυτοκινητοπομπή στο επίνειο Άγιος Ιωάννης η ανθοστολισμένη παλαιά εφέστια εικόνα του Αγίου, η οποία φυλάσσεται στον Ιερό Ενοριακό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασιάς. Την αυτοκινητοπομπή συνοδεύουν νέοι και νέες με παραδοσιακές στολές, οι οποίοι μαζί με πολλούς προσκυνητές επιβιβάζονται σε πλοιάρια, ψαροκάικα και φουσκωτά σκάφη, δεδομένου ότι ο Άγιος Αιμιλιανός είναι και προστάτης του Ομίλου Φουσκωτών Σκαφών Χίου. Η θαλάσσια νηοπομπή φθάνει σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον μώλο της παραλίας που φέρει το όνομα του Αγίου, όπου αναμένουν κλήρος, αρχές, στρατός και πλήθος προσκυνητών. Κατόπιν όλοι μαζί ανεβαίνουν πεζοί μέχρι τον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου, ενώ οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα και ακούγονται οι συριγμοί των πλοιαρίων. Στη συνέχεια ψάλλεται στον Ιερό Ναό με ιδιαίτερη ευλάβεια και κατάνυξη ο Μέγας Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός. Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής της μνήμης του Αγίου, 8 Αυγούστου, τελείται το πρωί ο Όρθρος και η Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, μετά δε το πέρας αυτής προσφέρεται σε όλους τους προσκυνητές το παραδοσιακό χταποδοπίλαφο. (Δείτε εδώ, εδώ και εδώ, σχετικό φωτογραφικό υλικό


Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και η λαϊκή ευσέβεια του χιακού λαού για τον τιμώμενο Άγιο της Καλλιμασιάς, αφού σύμφωνα με τη χιακή παράδοση ο Άγιος Αιμιλιανός θεραπεύει, εκτός από τα άλλα νοσήματα, και την αφωνία των νηπίων. Γι’ αυτό και οι γονείς έκαναν τάματα στον Άγιο για να θεραπεύσει τα παιδιά, τα οποία καθυστερούν να μιλήσουν ή έχαναν τη φωνή τους από φόβο ή από κάποια ασθένεια. Μαρτυρούνται μάλιστα πάμπολλα θαύματα, τα οποία έχει επιτελέσει ο Άγιος με τη χάρη του Θεού, αφού πολλά είναι τα παιδιά που επανέκτησαν τη φωνή τους. 

Στη σημερινή πνευματικά αλλοτριωμένη εποχή μας, όπου η ορθή χριστιανική πίστη κινδυνεύει από αιρετικές διδασκαλίες και σύγχρονα είδωλα, προβάλλει ο Άγιος Αιμιλιανός Επίσκοπος Κυζίκου, ο «κραταιός αὐτός πρόμαχος τῆς ἀληθείας» ως πνευματικός καθοδηγητής και διδάσκαλος για όλους όσους αγωνίζονται νυχθημερόν, εμπνεόμενοι από τη χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και από το μεγαλείο της αληθούς χριστιανικής πίστεως και ζωής. 

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός


Βιβλιογραφία 

Ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου του Ομολογητού, Εν Κωνσταντινουπόλει, 1876. 

Μπούσια Χαραλάμπους Μ., Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας, Χαιρετισμοί και Παρακλητικός Κανών εις τον εν Αγίοις πατέρα ημών Αιμιλιανόν Επίσκοπον Κυζίκου, εξαιρέτως τιμώμενον εν Καλλιμασιᾴ Χίου, Εκδόσεις «άλφα πι», Χίος 2015. 

Εικόνες

[01] Η παλαιά εφέστια εικόνα του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου από τον ομώνυμο Ιερό Ναό της Καλλιμασιάς Χίου.

[02] Ο ιστορικός Ιερός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου στην ομώνυμη παραθαλάσσια περιοχή της Χίου.

[03] Άποψη από το εσωτερικό του Ιερού Ναού Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου.

[04] Η εικόνα του Αγίου Αιμιλιανού στην Αγία Τράπεζα του ομωνύμου Ιερού Ναού της Καλλιμασιάς Χίου.

[05] Ο Ιερός Ενοριακός Ναός του Αγίου Αιμιλιανού Επισκόπου Κυζίκου στη συνοικία Ταραμπούρα των Πατρών. www.panoramio.com

[06] Στιγμιότυπο από τον Πανηγυρικό Αρχιερατικό Εσπερινό της 7ης Αυγούστου 2013 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιας Χίου χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κ. Μάρκου.

[07] Στιγμιότυπο από την Αρχιερατική Πανήγυρη της 8ης Αυγούστου 2011 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου, όπου προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μηθύμνης κ. Χρυσόστομος.

[08] Στιγμιότυπο από την Αρχιερατική Πανήγυρη της 7ης Αυγούστου 2008 στον Ιερό Ναό Αγίου Αιμιλιανού Καλλιμασιάς Χίου, χοροστατούντος του μακαριστού Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κυρού Διονυσίου.

Η αναδημοσίευση επιτρέπεται με την απαραίτητη προϋπόθεση της αναφοράς του συγγραφέα και του ιστολογίου πρώτης δημοσίευσης: http://kallimasia.blogspot.gr

Λάμπρος Σκόντζος, Άγιος Νεομάρτυρας Τριαντάφυλλος έκ Ζαγοράς του Πηλίου





ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ ΕΚ ΖΑΓΟΡΑΣ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου  – Καθηγητού
       Μια μεγάλη πλειάδα Νεομαρτύρων ήταν νεαρά παιδιά, αγόρια και κορίτσια, τα οποία, παρά το άγουρο της ηλικίας τους, ενέταξαν την εδραία πίστη τους στον αληθινό Τριαδικό Θεό, απέναντι στους αλλόθρησκους Οθωμανούς τυράννους, οι οποίοι ήθελαν να τους εξισλαμίσουν και αυτόματα να χάσουν και την ελληνική τους συνείδηση. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Νεομάρτυρας Τριαντάφυλλος.
       Γεννήθηκε στα 1663 στην Ζαγορά του Πηλίου, στα μαύρα χρόνια, που Το Γένος μας και όλοι οι ορθόδοξοι λαοί των Βαλκανίων ζούσαν κάτω από μια, από της πιο τυραννικές περιόδους της ιστορίας. Οι γονείς του ήταν άνθρωποι απλοί και φτωχοί, αλλά θεοσεβούμενοι, οι οποίοι τον ανάθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Στάλαξαν στην παιδική του ψυχή την πίστη στον μόνο αληθινό Τριαδικό Θεό, τον Οποίο μας γνώρισε ο ενανθρωπίσας Υιός και Λόγος Του, Ιησούς Χριστός. Να έχει προσήλωση στην αγία Εκκλησία Του, το ασφαλές καταφύγιο κάθε ψυχής. Γι’ αυτό και τον οδηγούσαν συχνά στην εκκλησία. Και εκείνος έτρεχε με χαρά και αγαλλίαση για να βοηθά τον ιερέα και τον ψάλτη του χωριού. Έμαθε να αγαπά το Χριστό και τους αγίους, να τους θεωρεί φίλους του, να κουβεντιάζει ώρες ολόκληρες μαζί τους. Ιδιαίτερα σέβονταν και αγαπούσε την Παναγία μας και τον άγιο Γεώργιο, ο οποίος είχε υποφέρει και είχε πεθάνει ηρωικά για την πίστη του στο Χριστό. 

        Ενωρίς είχε χάσει τους αγαπημένους του γονείς, μένοντας ορφανός. Η ακράδαντη πίστη του στο Θεό τον στήριξε στη δύσκολη εκείνη περίοδο της ζωής του. Για να μπορέσει να επιβιώσει αναζήτησε εργασία ως ναυτικός. Πράγματι ένας καραβοκύρης τον πήρε τη δούλεψή του. Τον έκαμε ναύτη στο εμπορικό του καράβι, το οποίο ταξίδευε στο βόρειο Αιγαίο, μεταφέροντας εμπορεύματα. Ο νεαρός Τριαντάφυλλος τον ευχαρίστησε και του υποσχέθηκε πως δεν θα μετανιώσει ποτέ, που τον προσέλαβε στο πλοίο του, δείχνοντας ασυνήθιστη ευσυνειδησία, τιμιότητα, εργατικότητα και καλοσύνη. Όμως οι άλλοι ναύτες, άνθρωποι σκληροί και άπονοι, συμπεριφέρονταν βάναυσα  στον νεαρό Τριαντάφυλλο, τον οποίο λοιδορούσαν και περιέπαιζαν. Ανάμεσά τους υπήρχαν και τούρκοι, οι οποίοι τον περιγελούσαν για την θεοσέβειά του, βλέποντάς τον να προσεύχεται συχνά και να μιλά για το Χριστό και τους αγίους. Εκείνος τους απέκρουε με ευγένεια και ανεξικακία και συνέχιζε να προσεύχεται με θέρμη και πίστη στο Θεό. Να εναποθέτει τις ελπίδες του σ’ Αυτόν. Να προσεύχεται και γι’ αυτούς, διότι ήξερε ότι ήταν θύματα του διαβόλου, ο οποίος τους έβαζε για να τον πειράξουν και να τον αποσπάσουν από την ευσέβειά του.
      Ο καιρός περνούσε και ο ναύκληρος Τριαντάφυλλος κέρδιζε όλο και περισσότερο τη συμπάθεια των συναδέλφων του χριστιανών ναυτικών. Όχι όμως των μουσουλμάνων, οι οποίοι τον μισούσαν θανάσιμα και αποζητούσαν ευκαιρία να τον εκδικηθούν. Η ευκαιρία τους δόθηκε σε ένα ταξίδι του πλοίου στηνΚωνσταντινούπολη. Μετά το αγκυροβόλι, μια παρέα από τους μουσουλμάνους ναύτες, προκάλεσαν διαμάχη με τον Τριαντάφυλλο, με σκοπό να τον παγιδέψουν. Μηχανεύτηκαν φρικτή συκοφαντία, ότι δήθεν τους είχε εκμυστηρευτεί ότι σκόπευε να αλλαξοπιστήσει και να ασπασθεί το Ισλάμ και κατόπιν άλλαξε γνώμη.
       Με την ευκαιρία θέλουμε να τονίσουμε πως ο πιο συνηθισμένος τρόπος εκδίκησης των τούρκων κατά των Ελλήνων ήταν η συκοφαντία της δήθεν εκδήλωσης πρόθεσης εξισλαμισμού. Αυτό για την σαρία, δηλαδή τον ισλαμικό νόμο, αποτελεί σοβαρότατο παράπτωμα, το οποίο ισοδυναμεί, ή τον ακούσιο εξισλαμισμό του κατηγορουμένου, ή την θανάτωσή του! Με αυτήν την συκοφαντία βρήκαν μαρτυρικό θάνατο πλήθος Νεομαρτύρων.
        Πήγαν λοιπόν οι απαίσιοι εκείνοι συκοφάντες στον επίτροπο του Σουλτάνου για θρησκευτικά θέματα, τον διαβόητο Μουσταφά, στον οποίο τον κατήγγειλαν ως
αρνητή του Ισλάμ, προσθέτοντας επίσης και την κατηγορία ότι δήθεν είχε προσβάλει την θρησκεία τους και τονΜωάμεθ. Απλή άλλωστε άρνηση εξισλαμισμού σήμαινε ύβρη κατά του Ισλάμ. Σε λίγη ώρα κατέφθασε απόσπασμα αγρίων στρατιωτών, οι οποίοι συνέλαβαν, έδεσαν πισθάγκωνα τον Τριαντάφυλλο και τον οδήγησαν στον τούρκο διοικητή της πόλεως για να απολογηθεί. Ο ανακριτής πασάς μεταχειρίστηκε αρχικά κολακείες και ταξίματα, προκειμένου να τον δελεάσει και να αλλαξοπιστήσει. Το επαίνεσε για τα νιάτα του και τη λεβεντιά του και του έταξε πλούτη, τιμές και αξιώματα αν απαρνιόταν την πίστη του και ασπάζονταν το Ισλάμ. Εκείνος όμως με ασυνήθιστο θάρρος αρνήθηκε και ομολόγησε: «Τον αληθινό Θεό και Σωτήρα μου Ιησού Χριστό δε θα δεχτώ ποτέ να απαρνηθώ»!
       Μετά από αυτή την θαρραλέα ομολογία του, ο ανακριτής άρχισε τις φοβέρες και τις προειδοποιήσεις πως, για να γλυτώσει τις τιμωρίες και το θάνατο, έπρεπε να εξισλαμισθεί. Εκείνος όμως έμεινε αμετακίνητος στην πίστη του και φώναζε δυνατά: «είμαι Χριστιανός και Χριστιανός θέλω να πεθάνω»! Ύστερα από αυτό έδωσε διαταγή να αρχίσουν τα βασανιστήρια, ευελπιστώντας ότι το νεαρό παιδί θα λύγιζε, μπροστά στα μαρτύρια και θα αλλαξοπιστούσε. Τον παρέδωσε σε άξεστους, άγριους και απάνθρωπους βασανιστές, οι οποίοι τον μαστίγωσαν ανελέητα και τον βασάνισαν φρικτά. Αλλά ο Μάρτυρας έμεινε εδραίος, παρ’ όλους τους αφόρητους πόνους του.

         Όταν είδαν ότι δεν μπορούσαν να τον μεταπείσουν, αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Τον οδήγησαν στον ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, όπου χιλιάδες Χριστιανοί έχυσαν το αίμα τους για την πίστη τους στο Χριστό. Ήθελαν να παρακολουθήσει ο όχλος την εκτέλεση για παραδειγματισμό. Να σπείρουν το φόβο στους υπόδουλους Χριστιανούς, ώστε να μην διανοούνται να σηκώσουν κεφάλι. Ο δήμιος πλησίασε τον μόλις δεκαεπτάχρονο Μάρτυρα και του έκοψε το κεφάλι. Ήταν 8 Αυγούστου του 1680.  Το νεαρό αυτό βλαστάρι, ένα από τα εύοσμα άνθη του μυστικού λειμώνα του Θεού, ο άγιος Τριαντάφυλλος, αντάλλαξε τα πλούτη και τις δόξες της επίγειας πρόσκαιρης ζωής με την αιώνια και ατελεύτητη ζωή.  Η μνήμη του εορτάζεται στις 8 Αυγούστου, την ημέρα του μαρτυρίου του.              

Κυριακή, Αυγούστου 07, 2016

Δωσίλογος η πολιτική της αγλωσσίας

Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς 

Η ​​κοινή και κοινωνούμενη πείρα βεβαιώνει ότι η ανάπτυξη μιας χώρας, η ευζωία των πολιτών, είναι συνάρτηση όχι πρωτίστως του κατά κεφαλήν εισοδήματος αλλά πρωτίστως του επιπέδου ποιότητας της ζωής. Οτι η ποιότητα της ζωής είναι συνάρτηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, όχι της καταναλωτικής ευχέρειας. Και δείχτης της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, σε όσες χιλιάδες χρόνια διαρκεί η ανθρώπινη Ιστορία, είναι η γλώσσα: η διεύρυνση των δυνατοτήτων (πλούτος του λεξιλογίου και εύκαμπτη όσο και διαυγής συντακτική δομή) της γλωσσικής εκφραστικής.

Κοινότοπες διαπιστώσεις, τετριμμένες. Αυτονόητες όσους αιώνες το πολιτισμικό «παράδειγμα» (ο κοινός τρόπος του βίου και η νοηματοδότησή του) δεν ήταν στεγανά ιστορικο-υλιστικό. Οσο δεν είχε ακόμα «παγκοσμιοποιηθεί» ο θρίαμβος του διδύμου Ανταμ Σμιθ-Καρλ Μαρξ, δηλαδή ο ολοκληρωτισμός του «Διαφωτισμού», ο πρωτογονισμός του ατομοκεντρισμού. Οι κοινωνίες που γέννησαν το εφιαλτικό δίπολο (τη μεταποίηση της συλλογικότητας ή σε «κολεκτίβα» ή σε «αγορά») είχαν θητεύσει για αιώνες στον θρησκευτικό ατομοκεντρισμό: της ατομικής «πίστης», της ατομικής «ηθικής», της ατομικής «σωτηρίας». Γι’ αυτό και είχαν προλάβει να γεννήσουν και «αντισώματα» στην εγωτική ιδιοτέλεια: θεσμικά χαλινάρια και κατεστημένες «νοο-τροπίες» που να τιθασεύουν (κάπως) την ενορμητική φιλαυτία, τη βουλιμική αρχομανία, τον ακόρεστο ναρκισσισμό: Γέννησαν τον ρωμαιοκαθολικό νομικισμό, την προτεσταντική Ηθική και, αργότερα, τους κώδικες (μάλλον ευχετήριους) κατασφάλισης των «ατομικών δικαιωμάτων».

Η γλωσσική εκφραστική αυτών των κοινωνιών, καταγωγικά διαμορφωμένη για να εξυπηρετεί «την χρείαν» (όχι την «πολιτικήν κοινωνίαν»), ελάχιστα επηρεάστηκε από την παγκοσμιοποίηση του Ιστορικού Υλισμού – τη διεθνοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τον ολοκληρωτισμό των «Αγορών». Συρρικνώθηκε η γλωσσική εκφραστική σε μία και μόνη, λατινο-γερμανικού μείγματος λαλιά, την αγγλική, που κάθε λαός του πλανήτη παραμορφώνει κατά το κέφι του την προφορά της, σώζοντας (παραδόξως) τη χρηστική της δυναμική.

Η ελληνική ήταν μια διεθνοποιημένη γλώσσα, «κοινή» στην ελληνο-ρωμαϊκή «οικουμένη», για πολλούς αιώνες. Κοινή σε ένα πολιτισμικό «παράδειγμα» κοινωνικοκεντρικό (τουλάχιστον στις στοχεύσεις του), στους αντίποδες του ατομοκεντρικού της μετα-ρωμαϊκής (βαρβαρικής τότε) Δύσης.

Το κοινωνιοκεντρικό «παράδειγμα» καταλύθηκε με τη συνδυασμένη δράση (το πάθος-μένος) Σταυροφόρων και Οθωμανών. Και, τέσσερις αιώνες μετά, η ελάχιστη χούφτα απελευθερωμένων Ελλήνων υποτάχθηκε στους όρους του «έθνους-κράτους» (που συμπύκνωνε τον τρόπο - πολιτισμό του ατομοκεντρικού «παραδείγματος»). Οι συνέπειες για την ελληνική γλώσσα ήταν μοιραίες: Για δυο ολόκληρους αιώνες οι Ελληνόφωνοι βιάζουμε τη γλώσσα μας να εξυπηρετήσει τις εντελώς αντίθετες ανάγκες, τις ατομοκεντρικές, από τις ανάγκες τις κοινωνιοκεντρικές που γέννησαν την ίδια και τον μοναδικό πραγματικά εκφραστικό της πλούτο.

Μιλάμε σήμερα για συντελεσμένη μακάβρια καταστροφή: Το νοηματικό περιεχόμενο (βιωματικό φορτίο) πολύτιμων λέξεων έχει αλλοιωθεί ή διαστραφεί. Λέμε «δημοκρατία» και εννοούμε την καλοστημένη απάτη διαχείρισης εντυπώσεων την επιλεγόμενη «αντιπροσωπευτικό σύστημα». Λέμε «αλήθεια» και εννοούμε την ορθότητα της πληροφορίας, όχι την προφάνεια της κοινωνούμενης εμπειρίας. Λέμε «πίστη» και εννοούμε ατομικές πεποιθήσεις, όχι αμοιβαιότητα εμπιστοσύνης. Λέμε «ελευθερία» και εννοούμε δικαίωμα εγωτικών επιλογών ή συνδικαλισμένης αυθαιρεσίας, όχι το (κορυφαίο για τον άνθρωπο) άθλημα απεξάρτησης από τυφλά ένστικτα και ενορμήσεις. Λέμε «διάλογο» και εννοούμε παράλληλους μονολόγους. Λέμε «πρόσωπο» και καταλαβαίνουμε απρόσωπο άτομο, λέμε «έρωτας» και καταλαβαίνουμε «σεξ» – απειράριθμα τα ανάλογα εκτρωματικά.

Η Ελλάδα χωρίς γλώσσα που να κομίζει την πολιτισμική διαφορά των Ελλήνων (να την κομίζει όχι σαν μουσειακό παρελθόν αλλά σαν επικαιρική πρόταση με πανανθρώπινη εμβέλεια – αντιπρόταση στον ιστορικο-υλιστικό εφιάλτη) είναι αναπότρεπτο να υποταχθεί στο «μοντέλο» Ταϋλάνδης, Μαλαισίας, Γεωργίας, Ρουμανίας: Το μεροκάματο, για όσους αρνηθούν την προσφυγιά, ισοδύναμο με φυσική εξόντωση. Και η αγγλωσία δοκιμασμένη συνταγή εξαθλίωσης των μαζών, υποταγή τους σε σωστικά «μνημόνια» – μαζί με κατάργηση βαθμολογίας και εξετάσεων, δηλαδή με την εκδοχή της αριστείας ως «ρετσινιάς». Οι πολιτικές του υπουργείου Παιδείας, τα τελευταία σαράντα χρόνια, υπηρέτησαν, χωρίς εξαίρεση, τη δρομολογημένη επιδίωξη (ας ελπίσουμε, ανεπίγνωστα).

Η καταστροφή της γλώσσας συνεχίζεται αδυσώπητη – κάθε μέρα υπάρχουν τρεις έως πέντε εκφωνητές ή ανταποκριτές ή σχολιαστές στα κανάλια που θα έπρεπε να απολυθούν αυθημερόν για την αγραμματοσύνη τους, και άλλοι τόσοι από πολιτικούς θώκους, γελοιωδέστεροι. Ακούμε φρικαλεότητες, όπως: «ο αναλογούν φόρος», «η πλήρη εφαρμογή», «τον επικεφαλήν» ή «του επικεφαλή», «αυτή τη στιγμή συνδράμουν στην κατάσβεση», «κάτι άλλο δεν παρατηρούμε μέχρι στιγμή», «τους υπαγάγει τώρα δωρεάν», «άνευ άδεια», «να μην εκτίθεται στον ήλιο υπέρ του δέοντος»…

Το πιο αδιάντροπο είναι η αυθαίρετη στρέβλωση της γλώσσας επειδή ο ρήτορας λογαριάζει κάποιους γραμματικούς τύπους σαν «καθαρευουσιάνικους» που μολύνουν την «προοδευτική» του εκφραστική. Ο κ. Τσίπρας, π.χ., υιοθετεί το ανύπαρκτο «έχει παράξει πλεόνασμα η κυβέρνηση» (το έχει παραγάγει του μοιάζει «συντηρητικό», ακατάλληλο για υπέρμαχους «της Αριστεράς και της προόδου». Για τον ίδιο λόγο, προφανώς, και ο κ. Σημίτης καταργούσε τη διάκριση «στιγμιαίου» και «διαρκούς»: έλεγε «η Ελλάδα πέρυσι παρήγε» – τον ενοχλούσε το «παρήγαγε».

Ενας φιλόλογος θα μπορούσε να εντοπίσει ευστοχότερες και πολυπληθέστερες ενδείξεις της καταστροφής που συντελείται, τα πολύ τελευταία χρόνια, στη γλώσσα των Ελλήνων. Με ιστορικές συνέπειες ασύγκριτα εφιαλτικότερες από αυτές της οικονομικής χρεοκοπίας, της χαμένης κρατικής ανεξαρτησίας, της διοικητικής διάλυσης, του κυρίαρχου κυνικού αμοραλισμού. Δύσκολο να πείσει κανείς γλωσσικά απαίδευτους κομματανθρώπους πού οδηγεί η σύγχυση οριστικού και υποτακτικού λόγου («θα υπάρξει επιδείνωση του καιρού», αντί, «θα επιδεινωθεί ο καιρός» – «να σε ευχαριστήσω, Ανδρέα», αντί, «σε ευχαριστώ Ανδρέα»).

Πού οδηγεί η κατάργηση των άρθρων (όπως σε γλώσσες υπανάπτυκτης εκφραστικής): «θα πάμε Μοναστηράκι», «μένω Αγρίνιο». Γιατί τα ρήματα εις -έω μεταποιούνται εις -άω: «ζητά», «παρακαλά», «προχωρά», «μιλά», «εξηγά», «οδηγά». Γιατί η «προοδευτική» εκδοχή απαιτεί να λέμε: «η μέθοδο», «η πρόοδο», «η λεωφόρο», «η ψήφο», «η είσοδο». Γιατί το ανατριχιαστικό, πασοκικό και συριζαίικο: «η πλήρη εφαρμογή», «η διεθνή εκτίμηση», «η επισφαλή λύση».

Αυτό που συμβαίνει με τη γλώσσα στην Ελλάδα θα είχε το ανάλογο αν η Σαουδική Αραβία αχρήστευε τις πετρελαιοπηγές της και η Νότια Αφρική τα αδαμαντωρυχεία της. Το πολιτικό μας προσωπικό αντιλαμβάνεται τη σύγκριση σαν εικόνα, συμβολικά. Δεν καταλαβαίνουν ότι η σύγκριση κυριολεκτεί.

Πηγή εφημ. "Καθημερινή"
πηγή   //  αντιγραφή

Σάββατο, Αυγούστου 06, 2016

Πατὴρ Ἰωάννης Ῥωμανίδης: «Τὸ ἄκτιστο Φῶς, εἶναι τὸ ἴδιο τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως»

Εἰκόνα τοῦ «Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Πατερικὴ Θεολογία», τοῦ πατρὸς Ἰωάννου Σ. Ῥωμανίδου (†)
Ὅταν κάποιος δῆ τὸν Θεόν, ἡ πίστις καὶ ἡ ἐλπὶς καταργοῦνται καὶ μένει μόνον ἡ ἀγάπη. Αὐτὸ τὸ λέγει ξεκάθαρα ὁ ἀπόστολος Παύλος. Ἡ πίστις δηλαδὴ πρὸς τὸν Θεὸν μαζὶ μὲ ὅλα τὰ συναφῆ νοήματά της, καθὼς καὶ ἡ ἐλπίδα πρὸς τὸν Θεὸ μαζὶ μὲ ὅλα τὰ συναφῆ νοήματά της καταργοῦνται, ὅταν κανεὶς βλέπη τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι ἡ Ἀγάπη. Τὰ νοήματα ἀντικαθίστανται τότε ἀπὸ τὴν ἴδια τήν θέα τοῦ ἀγαπωμένου. Τότε ὁ ἄνθρωπος δοξάζεται, δηλαδὴ βλέπει τὸν Χριστὸ ἐν δόξῃ, και μετέχει στήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ὑφίσταται μέθεξι Θεοῦ.
Οἱ ἄνθρωποι συνήθως ἀντιμετωπίζουν τοὺς συνανθρώπους των μὲ βάση τὶς ἤδη διαμορφωμένες γι’ αὐτοὺς ἀντιλήψεις. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνος ποὺ ἀντικρύζει τὸν Χριστὸν κατὰ τὴν...
ἐμπειρία τῆς θεώσεως, δηλαδὴ ἐκεῖνος στὸν ὁποῖον ἀποκαλύπτεται ὁ Χριστὸς μὲ τὴν δεδοξασμένη Θεανθρώπινη Του φύσι, δὲν μπορεῖ νὰ κρατήση τότε στὸν νοῦ του κανένα ἀνθρώπινο νόημα ἢ προηγούμενη γνώμη, ποὺ ἐνδεχομένως εἶχε σχηματίσει γιὰ τὸν Χριστό, διότι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀπολύτως στὴν ὑλικὴ ἢ ἄϋλη δημιουργία, τίποτε τὸ κτιστὸ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ νὰ μοιάζη μὲ τὴν ἄκτιστη πραγματικότητα τῆς δόξης τοῦ δεδοξασμένου Χριστοῦ, τὸν ὁποῖον τώρα ἀντικρύζει. 

Ἁπλῶς δέχεται τὸν Χριστὸ ὅπως τὸν βλέπει. Οὔτε νὰ Τὸν περιγράψη μπορεῖ οὔτε νὰ μιλήση γι’ Αὐτὸν μὲ ἀντικειμενικότητα μπορεῖ. Διότι δὲν ὑπάρχουν ἀνθρώπινες λέξεις, ποὺ νὰ μποροῦν νὰ περιγράψουν τὴν ἄκτιστη πραγματικότητα τοῦ Χριστοῦ, τῆς θεϊκῆς φύσεως τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότης μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου.

Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε τὸ ἑξῆς: Ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως στὴν Χριστιανικὴ παράδοσι δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ κανενὸς εἴδους ἔκστασι. Δὲν εἶναι ἔκστασις οὔτε ἔχει νὰ κάνη μὲ τὸ λογιστικό τοῦ ἀνθρώπου μόνο, διότι κατὰ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως μετέχει ὅλος ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ σῶμα του δηλαδή, μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις του ἐν πλήρει λειτουργία. Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν βλέπη τὸν Χριστὸν ἐν δόξῃ, βρίσκεται σὲ κατάστασι πλήρους ἐγρηγόρσεως. Ὁπότε δὲν βλέπει μόνο ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ βλέπει καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.

…Τὸ ἄκτιστο Φῶς, ὅταν ὀρᾶται, εἶναι πολὺ πιὸ φωτεινὸ σὲ ἔντασι ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου καὶ διαφορετικῆς φύσεως ἀπὸ αὐτό. Εἶναι τὸ ἴδιο τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Ἀλλὰ τὸ Φῶς αὐτὸ δὲν εἶναι κἂν φῶς, ὅπως τὸ ἐννοοῦμε, ὅπως τὸ γνωρίζομε ἐμεῖς τὸ φῶς. Γιατί; Διότι ὑπερβαίνει τὸ φῶς!

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται στὴν κατάστασι αὐτὴ τοῦ δοξασμοῦ, ὅταν παρέλθη ἡ ὅρασις τοῦ Φωτός, συνεχίζει νὰ συναναστρέφεται κανονικὰ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός του, γιὰ ὅσο διάστημα συνεχίζεται αὐτὴ ἡ θεωτικὴ ἐνέργεια ἐπάνω του. Αὐτὸ τὸ βλέπομε καθαρὰ στοὺς βίους τῶν Ἁγίων. Βλέπομε δηλαδὴ ὅτι, ὅταν βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος σὲ ὑπὲρ φύσιν κατάστασι, συνεχίζει νὰ συναναστρέφεται τοὺς ἄλλους γύρω του μὲ μόνη τὴ διαφορὰ ὅτι δὲν τρώγει, δὲν πίνει, δὲν κοιμᾶται, δὲν πηγαίνει γιὰ φυσική του ἀνάγκη κατὰ τὴν διάρκεια τῆς καταστάσεως αὐτῆς, διότι βρίσκεται σὲ ὑπὲρ φύσιν κατάστασι καὶ τὸν συντηρεῖ στὴν ζωὴ μόνη ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.


Ὁπότε, ἂν αὐτὴ ἡ κατάστασις διαρκέση π.χ. 40 ἡμέρες καὶ 40 νύχτες, ὅπως συνέβη στὸν Μωϋσῆ στὸ ὅρος Σινά, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος γιὰ τόσες ἡμέρες καὶ νύχτες δὲν κοιμᾶται, δὲν κουράζεται, δὲν τρώει, δὲν πίνει κλπ. Εἶναι δηλαδὴ ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ ἀδιάβλητα πάθη, τὰ φυσικὰ πάθη τοῦ σώματος. Καὶ τοῦτο συμβαίνει, διότι γίνεται τότε μία ἀναστολὴ τῆς λειτουργίας τοῦ πεπτικοῦ συστήματος καθὼς καὶ τοῦ ὕπνου καὶ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἐπίγειος ἄγγελος. Κατὰ τὰ ἄλλα ὅμως συμπεριφέρεται ὅπως οἱ ἄλλοι. Περπατάει, μιλάει, συναναστρέφεται μὲ τοὺς ἄλλους, μπορεῖ νὰ διδάσκη κλπ. καὶ ταυτόχρονα νὰ βρίσκεται καὶ στὴν κατάστασι αὐτή.

Παρασκευή, Αυγούστου 05, 2016

Τί γιορτάζουμε την ημέρα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος;

Κατά τη διήγηση των Ευαγγελιστών, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός πήρε από τους μαθητές τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο και ανέβηκε στό όρος Θαβώρ για να προσευχηθεί. 
Όπως σημειώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Eπήρε δε τρεις μόνους Aποστόλους, ως προκρίτους και υπερέχοντας. 
O μεν γαρ Πέτρος επροκρίθη, επειδή ηγάπα πολλά τον Xριστόν. O δε Iωάννης, επειδή ηγαπάτο από τον Xριστόν. O δε Iάκωβος, επειδή εδύνετο να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον και ο Kύριος έπιεν».

Οι τρεις μαθητές Του, όπως ήταν κουρασμένοι από τη δύσκολη ανάβαση στο Θαβώρ και ενώ κάθισαν να ξεκουραστούν, έπεσαν σε βαθύ ύπνο. Όταν, ξύπνησαν, αντίκρισαν απροσδόκητο και εξαίσιο θέαμα. Το πρόσωπο του Κυρίου άστραφτε σαν τον ήλιο, και τα φορέματα Του ήταν λευκά σαν το φως. Τον περιστοίχιζαν δε και συνομιλούσαν μαζί Του δυο άνδρες, ο Μωϋσής και ο Ηλίας.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Έφερε δε εις το μέσον τους τον Mωυσήν και τον Ηλίαν, διά να διορθώση τας σφαλεράς υποψίας, οπού είχον οι πολλοί περί αυτού. Kαθότι, άλλοι μεν έλεγον τον Kύριον, πως είναι ο Ηλίας. Άλλοι δε, πως είναι ο Iερεμίας. Διά τούτο λοιπόν επαράστησεν εις το Θαβώρ τους πρώτους και κορυφαίους Προφήτας, διά να γνωρίσουν οι μαθηταί, και διά των μαθητών όλοι οι άνθρωποι, πόση διαφορά είναι αναμεταξύ του Xριστού, και των Προφητών.

O μεν γαρ Xριστός, είναι Δεσπότης. Oι δε Προφήται, είναι δούλοι. Kαι ίνα μάθουν, ότι ο Kύριος έχει την εξουσίαν του θανάτου και της ζωής. Διά τούτο, από μεν τους αποθαμένους, έφερε τον Mωυσήν. Aπό δε τους ζωντανούς, έφερε τον Ηλίαν».

Αφού οι μαθητές συνήλθαν κάπως από την έκπληξη, ο πάντα ενθουσιώδης, Πέτρος, θέλοντας να διατηρηθεί αυτή η αγία μέθη που προκαλούσε η ακτινοβολία του Κυρίου, ικετευτικά είπε να στήσουν τρεις σκηνές. Μια για τον Κύριο, μια για το Μωϋσή και μια για τον Ηλία.

Πριν προλάβει, όμως, να τελειώσει τη φράση του, ήλθε σύννεφο που τους σκέπασε και μέσα απ' αυτό ακούστηκε φωνή που έλεγε: «Οὗτος ἐστὶν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε» (Λουκά, θ' 28-36). Δηλαδή, Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, που τον έστειλα για να σωθεί ο κόσμος. Αυτόν να ακούτε.

Οφείλουμε, λοιπόν, και εμείς όχι μόνο να Τον ακούμε, αλλά και να Τον υπακούμε. Σε οποιοδήποτε δρόμο μας φέρει, είμαστε υποχρεωμένοι να πειθαρχούμε.
πηγή

Η ιστορία των παρακλήσεων στην Υπεραγία Θεοτόκο


004   Η αγάπη, ο σεβασμός και η τιμή των πιστών για το πρόσωπο της Θεοτόκου Μαρίας εκδηλώθηκαν από πολύ νωρίς, από την αρχή της σωτηρίου οικονομίας, όπως λέγουν οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, και είναι τόσο μεγάλη, ώστε αδυνατεί ο ανθρώπινος λόγος να περιγράψει τα αισθήματα αυτά επαρκώς.
    Από αυτήν την αγάπη, την τιμή και την ελπίδα στην μεσιτεία της προς τον μέγα και Μόνο Μεσίτη Χριστό και Υιό της, κατά το ανθρώπινον η Εκκλησία καθιέρωσε να τελείτε κατά την περίοδο της νηστείας του Δεκαπενταυγούστου, η ι. Ακολουθία του Μικρού και του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος εναλλάξ, εκτός των εορτών της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
    Έτσι επ' ευκαιρίας του γεγονότος αυτού καλόν είναι να δούμε και να γνωρίσουμε μερικά πράγματα για το τι είναι κανόνας, και ποιος συνέθεσε τον Μικρό και τον Μεγάλο Παρακλητικό κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο.
Κανόνας στην εκκλησιαστική υμνογραφία είναι ύμνοι μακροσκελής, αποτελούμενοι από μικρότερες ενότητες, που ονομάζονται Ωδές. Η κάθε ωδή αποτελείτε από τον ειρμό, που είναι η πρώτη στροφή κάθε Ωδής και χρησιμεύει σαν υπόδειγμα στα τροπάρια, που τρέπονται σύμφωνα με τον ήχο του ειρμού και τέλος το εφύμνιο όπου επαναλαμβάνεται σε κάθε τροπάριο «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς».

H Μεγάλη και Μικρή Παράκληση στην Ύπεραγία Θεοτόκο, είναι από τις πιο λαοφιλείς ακολουθίες της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι υμνολογικά ποιήματα του δεκάτου τρίτου αιώνα, κληρονομιές της Αυτοκρατορίας της Νικαίας και της επανασυγκροτηθείσης Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως αντίστοιχα.
Ελάχιστη έρευνα έχει γίνει πάνω στις ιστορικές συγκυρίες που οδήγησαν στην ποίηση όσο και στην τελική μορφολογία των δύο κανόνων.
Το σίγουρο γεγονός της Ιστορίας των δύο Παρακλήσεων είναι ότι ο Κανών της Μεγάλης Παρακλήσεως είναι ποίημα του Αυτοκράτορα της Νικαίας Θεοδώρου Β” Δούκα του Λασκάρεως.
Ο τίτλος του δούκα μάς δείχνει ότι συνέθεσε τον Κανόνα πριν την άνοδό του στον θρόνο της Νικαίας τον Νοέμβριο 1254.
Ο Θεόδωρος Β” Λάσκαρις ήταν προικισμένος υμνογράφος και υπήρξε συνθέτης πολλών Κανόνων και άλλων ύμνων, όμως δοκιμαζόταν από κάποια ασθένεια, η οποία τον ανάγκασε να παραιτηθεί από τον θρόνο της Νικαίας και να αποσυρθεί στην Μονή των Σωσάνδρων, δυτικά της Νικαίας, όπου και εκάρη μοναχός λίγο πριν τον θάνατο του.
Ο Θεόδωρος συνέθεσε τον Κανόνα της Μεγάλης Παρακλήσεως, ενώ ακόμα ήταν δούκας, μάλλον σε κάποια ύφεση της ασθενείας του που διήρκεσε περισσότερο του συνήθους, γεγονός που αποδόθηκε σε θαύμα της Θεοτόκου προς αυτόν.
Ο Κανών γρήγορα διαδόθηκε στις Μονές της Νικαίας και κατά πάσα πιθανότητα διαμορφώθηκε σε ακολουθία από τους μοναχούς των Σωσάνδρων ή των πέριξ Μονών.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Θεοδώρου ο Κανών χρησιμοποιείται ήδη με την σημερινή του μορφή ως Παράκλησις σαν Βασιλική Ακολουθία και διαδίδεται σε όλη την Αυτοκρατορία της Νικαίας.
Ακόμα και κατά τις τελευταίες ώρες του Θεοδώρου η Μεγάλη Παράκλησις ετελείτο καθημερινώς προς ίασή του. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημέρα της Κοιμήσεως τού Θεοδώρου, αλλά αφού συνέπεσε κοντά στην Κοίμηση της Θεοτόκου είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι οι μοναχοί των Σωσάνδρων αφιέρωσαν αυτή την ακολουθία στην μνήμη του Θεοδώρου και κατέστη συνήθεια έκτοτε να ψάλλεται η ακολουθία κάθε Αύγουστο εις μνήμην τού ποιητού της.
Βεβαίως το όνομα της ακολουθίας δεν ήτο ίδιο με το σημερινό της Μεγάλης Παρακλήσεως, αφού δεν υπήρχε ακόμα Μικρή Παράκλησις.
Θα μπορούσε κάλλιστα να είχε ονομαστή ευθύς εξ αρχής «Παρακλητικός Κανών», αφού αποτελούσε επίκληση προς βοήθεια και παρηγοριά άνωθεν.
Στις 25 Ιουλίου 1261 o Αλέξιος Στρατηγόπουλος καταλαμβάνει την Κωνσταντινούπολη για λογαριασμό του Αυτοκράτορα της Νικαίας Μιχαήλ Η” Παλαιολόγου τερματίζοντας έτσι την λατινική κατάληψη των Σταυροφόρων τού 1204.
Η αναίμακτη ανάκτηση της Πόλης χαρακτηρίστηκε αμέσως ως θαυματουργή παρέμβαση της Θεοτόκου. Ο Αυτοκράτωρ για να τιμήσει το θαύμα και την Θεοτόκο αποφάσισε να ηγηθεί θρησκευτικής πομπής και να εισέλθει στην Πόλη κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις τού δεκαπενταύγουστου.
Μεταξύ της 25ης Ιουλίου και 15 Αυγούστου πολλές ευχαριστήριες ακολουθίες γινόντουσαν στην Κωνσταντινούπολη και μεταξύ αυτών ήταν και ο προσφάτως εισαχθείς Παρακλητικός Κανών τού Θεοδώρου Λασκάρεως.
Η νέα Βασιλική Αυλή του Μιχαήλ,, ευρέθη προ διλήμματος. Οι δύο βασιλικές δυναστείες τού Θεοδώρου Λασκάρεως και Μιχαήλ Παλαιολόγου ευρίσκοντο σε μεγάλο μίσος μεταξύ τους. Ο Μιχαήλ είχε ήδη σφετερισθεί την εξουσία από τον νόμιμο διάδοχο και γιο τού Θεοδώρου, Ιωάννη. Ήταν δύσκολο κατά συνέπεια να δεχθεί η Βασιλική Αυλή ακολουθίες που θύμιζαν την δυναστεία τού Θεοδώρου.
Ο άγνωστος μέχρι τότε μοναχός Θεοστήρικτος έδωσε την λύση. Χρησιμοποιώντας τον ήδη γνωστό Κανόνα προς την Υπεραγία Θεοτόκο τού Θεοφάνους Γραπτού και άλλα λειτουργικά στοιχεία, όπως βιβλικά αναγνώσματα, ευαγγέλιο, έφτιαξε την Ακολουθία τού Μικρού Παρακλητικού Κανόνος.
Ο Κανών τού Θεοφάνους Γραπτού είχε ήδη εισαχθεί ως πρώτος κανών τού όρθρου στις εορτές μεγάλων αγίων.
Ο Θεοφάνης με την σειρά του είχε χρησιμοποιήσει, προϋπάρχοντα στοιχεία από τον Κανόνα τού Ιωάννου Δαμάσκηνου στην έγερση τού Λαζάρου. Συγκεκριμένα είχε δανειστή τους ειρμούς της α”, γ”, ζ και η” ωδής, ενώ τους υπολοίπους ή τους συνέθεσε μόνος του ή τους δανείσθηκε από προγενέστερο λειτουργικό υλικό.
Έτσι ο Μικρός Παρακλητικός Κανών πήρε ανάλογη μορφή και σχήμα με τον ήδη υπάρχοντα Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα.
Ο τελευταίος παρέμεινε εις χρήση μόνο κατά την νηστεία του δεκαπενταύγουστου αφού ήταν τόσο στενά συνδεδεμένος με την μνήμη τού Θεοδώρου, ενώ βαθμιαία άρχισε να εναλλάσσεται με τον Μικρό, ο όποιος διεδόθη εξ ίσου ευρέως και χρησιμοποιείτο πλέον καθ” όλη την διάρκεια τού χρόνου (εις πάσαν περίστασιν). Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς καθιερώθη η εναλλακτική χρήση των δύο Παρακλήσεων κατά το δεκαπενταύγουστο.
Είναι φυσικό να υποθέσουμε πως αρκετά χρόνια μετά τον θάνατο τον Μιχαήλ και την λησμόνηση των διαφορών των δύο δυναστειών καθιερώθηκε η εναλλαγή των δύο Παρακλήσεων κατά το δεκαπενταύγουστο ως εναρμόνιση των δύο παραδόσεων Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως.
Έτσι σήμερα αποδίδουμε τιμή στην πρώτη πρέσβειρα και μεσίτρια, μετά τον Θεάνθρωπο Χριστόν, η Παναγία μας είναι εκείνη, που μπορεί και θέλει να μεταφέρει τις ικεσίες και τις δεήσεις μας στα πόδια του Παμβασιλέως Θεού.
Ας καταφύγουμε λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, με πίστη, με αληθινή ταπείνωση και με αγάπη στην φυσική μας μητέρα και ας την παρακαλούμε καθημερινά, ειλικρινά για τα προβλήματά μας, και εκείνη Πολυεύσπλαχνη, θα μας συμπαραστέκεται στις δύσκολες ώρες και θα μας ελεεί με τη μεγάλη χάρη της. Αμήν..

πηγή
Τπ είδαμε    εδώ

ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ;




ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ;

Κάθε δεσποτική εορτή της Εκκλησίας μας αποκαλύπτει στους πιστούς θεολογικές αλήθειες του μυστηρίου της θείας οικονομίας, οι οποίες είναι απαραίτητες για την σωτηρία μας. Έτσι και η εορτή της Μεταμορφώσεως μας αποκαλύπτει·

α´) Ότι ο Χριστός είναι Υιός Θεού και Θεός.

Το άκτιστο φως που βγαίνει μέσα από τον Χριστό και τον περιλούζει και λάμπει το πρόσωπό του ως ο ήλιος· η «φωτεινή νεφέλη», που είναι στην αγία Γραφή σημείο της παρουσίας του Θεού και η φωνή του Θεού πατρός που ακούγεται μέσα από τη νεφέλη να λέγει «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε» και (Ματθ. 17,5)· ο Μωυσής και ο Ηλίας οι θεόπτες και μεγάλοι προφήτες που τον αναγνωρίζουν ως Κύριό τους και αποκαλύπτουν ότι ο Χριστός είναι Κύριος ζώντων και νεκρών, ότι δεν είναι ένας προφήτης σαν κι αυτούς, ότι δεν είναι κάποιος που εκφράζεται αντίθετα απ’ αυτούς και εναντίον του Θεού, όπως τον παρουσίαζαν οι Ιουδαίοι, και που συζητούν μαζί του για την «έξοδο του» (Λκ. 9,32)· οι μαθητές που πέφτουν κάτω μπρούμυτα έκπληκτοι και θαμπωμένοι από τη Θεοφάνια του Χριστού, όλα αυτά αποκαλύπτουν και παρουσιάζουν παραστατικά και με μεγαλοπρέπεια τη θεία φύση του Χριστού. Τη θεία φύση που κρυβόταν θεληματικά πίσω από την ανθρώπινη. Τη θεία φύση που ο Χριστός αποκαλύπτει σε όσους τον αναζητούν και είναι καλοπροαίρετοι και χωρίς δόλο (πρβλ. Ιω. 1, 42·46·48).

β´) Τη δόξα της ανθρώπινης φύσεως.

Κατά τη μεταμόρφωση του Χριστού, το ανθρώπινο του πρόσωπο και το ανθρώπινο του σώμα –που αργότερα σταυρώθηκε και θάφτηκε– αυτό έλαμπε, αυτό ακτινοβολούσε. Ακόμη και τα ρούχα που το καλύπταν κι αυτά έλαμπαν και ακτινοβολούσαν (Λκ. 9,29). Η λάμψη του σώματος του Χριστού επεκτεινόταν και σ’ αυτά. Συνεπώς στη Μεταμόρφωση, φάνηκε εκτός από την θεότητα του και η δόξα της ανθρώπινης του φύσεως. Η δόξα του νέου Αδάμ, που δεν μολύνθηκε ποτέ από την αμαρτία.
Η ανθρώπινη του φύση ήταν μεν δοξασμένη από τα σπλάχνα της Θεοτόκου, αλλά μέχρι τότε δεν φαινόταν. Κρατούντο τα μάτια των μαθητών και δεν την έβλεπαν. Τώρα όμως, για πρώτη φορά άνοιξαν, για να δουν αυτό που είχε ο Χριστός από τη στιγμή που ενανθρώπισε. Δηλαδή στην πραγματικότητα δεν μεταμορφώθηκε ο Χριστός, αλλά μεταμορφώθηκαν τα μάτια των μαθητών του πνευματικά, ώστε να μπορούν να δουν το άκτιστο φως. Το φως το οποίο θα φωτίζει την ανέσπερη βασιλεία του Θεού (Αποκ. 22,5).
Και με την πράξη του αυτή ήταν σαν να έλεγε ο Χριστός· «Προσέξτε· έτσι όπως λάμπω τώρα, έτσι θα λάμψετε και εσείς οι άνθρωποι. Όλοι οι πιστοί και αφοσιωμένοι χριστιανοί». Αυτό που είχε πει κάποτε σ’ ένα κήρυγμα του ότι «οι δίκαιοι εκλάμψουσι ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτών» (Ματθ. 13,43), έρχεται τώρα να το πιστοποιήσει και να το αποδείξει εμπειρικά. Και θα το πιστοποιήσει και αργότερα ο Χριστός, όταν θ’ αποστείλει το Πνεύμα το Άγιο, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, και οι τότε πιστοί θα ζήσουν θείες εμπειρίες και θ’ αποκτήσουν κατά Θεό ένδοξα χαρίσματα. Και θα το πιστοποιεί συνεχώς δια του φωτισμού και της λάμψεως που εκπέμπουν οι ανά τους αιώνες άγιοί του.

γ´) Να υπακούμε στο Θεάνθρωπο Χριστό και το λόγο του.
Είναι ο Χριστός τέλειος Θεός, ο ένας της Αγίας Τριάδος, που ενσαρκώθηκε και έγινε και τέλειος άνθρωπος. Πρέπει να τον αναγνωρίζουμε ως Σωτήρα μας και να ακολουθούμε το θέλημά του. Αυτό πρέπει να είναι και το κύρια αίτημά στην προσευχή μας, όπως μας δίδαξε ο ίδιος. «Αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου» λέμε στο «Πάτερ ημών».
Όταν έτσι ζούμε και έτσι πολιτευόμαστε, απ’ αυτή τη ζωή θα ζούμε τη δόξα του και τη βασιλεία του, όπως οι προφήτες, οι απόστολοι και οι ανά τους αιώνες άγιοι. Τα υλικά αιτήματα και οι υλικές ανάγκες δεν θα είναι το πρόβλημά μας. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που παρατηρούμε στην εποπτεία της Μεταμορφώσεως. Στο Θαβώρ αναστέλλονται όλες οι ανθρώπινες επιθυμίες. Δεν σκέφτονται οι απόστολοι τι θα φάνε, τι θα πιούνε, που θα μείνουνε. Σκέφτονται μόνο για τον Χριστό, τον Μωυσή και τον Ηλία, να τους κάνουνε τρεις σκηνές. Και το λένε αυτό, γιατί εκείνη τη στιγμή τα έχουνε χαμένα και δεν ξέρουν τι λένε (Μαρκ. 9,7·Λκ. 9,34). Και όχι γιατί σκέπτονται με υλική προοπτική για τον Χριστό και τους δύο προφήτες. Να συνεπώς τι είναι η βασιλεία του Θεού. Ελαχιστοποιεί και ασημαντοποιεί όλα αυτά που θεωρούμε σπουδαία, ζωτικά και αναγκαία για την ύπαρξή μας. Και γι’ αυτό ο Χριστός μας γυμνάζει με τις εντολές του να μη εξαρτώμαστε από πράγματα τα οποία δεν θα υπάρχουν στη βασιλεία του.

Τι θα γίνει αν δεν αναγνωρίσουμε τον Θεάνθρωπο Χριστό ως Σωτήρα μας και δεν υπακούσουμε στο λόγο του; Αν σκεπτόμαστε συνεχώς ανθρωποκεντρικά και πιστεύουμε «πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος» (Πρωταγόρας 490-420 π. Χ.) και όχι ο Θεάνθρωπος;

Την απάντηση μας δίνει ιστορικό γεγονός που συνέβη την ίδια μέρα με την οποία γιορτάζει η Εκκλησία μας τη Μεταμόρφωση του Χριστού μας, το 1945. Στις 6 Αυγούστου του 1945 οι Αμερικανοί ρίχνουν την πρώτη ατομική βόμβα στην Χιροσίμα και την κάνουν στάχτη. Τυχαίο γεγονός ή σατανική επινόηση; Αγνοούμε. Πάντως γνωρίζουμε ότι ο φασίστας Χίτλερ όλους τους πολέμους τους άρχιζε Κυριακή και ότι οι δημοκρατικοί και πολιτισμένοι και «χριστιανοί» Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι κηρύξαν τον πόλεμο στην Σερβία το 1999 την παραμονή της 25ης Μαρτίου, ημέρας του Ευαγγελισμού, και οι Άγγλοι συνέχισαν τους βομβαρδισμούς και το Πάσχα που ακολούθησε, ρίχνοντας βόμβες με την επιγραφή «καλό Πάσχα».
Λοιπόν, αν δεν δεχθούμε ­–δια της υπακοής στον Χριστό– να μας φωτίσει και να μας αγιάσει το άκτιστο φως της Μεταμορφώσεως, θα έρθουν τα «φώτα» της σύγχρονης τεχνολογίας, χρησιμοποιούμενα από δαιμονικά μυαλά, να κονιορτοποιήσουν και να καταστρέψουν ολοσχερώς τον ανθρώπινο πολιτισμό. Κι αυτό θα γίνει όχι μόνο με τις πολεμικές συγκρούσεις αλλά και με ατυχήματα σαν το Τσερνομπίλ και της Φουκοσίμα, στα οποία αποδείχτηκε, ότι ο άνθρωπος, αφού επένδυσε όλες τις ελπίδες του κι όλα τα όνειρά του στις προόδους της επιστήμης, για ν’ απολαμβάνει μέσω της αλόγιστης χρήσεως των επιστημονικών ανακαλύψεων μια ξέφρενη ζωή απολαύσεων και ανέσεων με το πιο χαμηλό κόστος, στο τέλος χλώμιασε από φόβο και ανασφάλεια για το μέλλον του.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ.

Άγιος Ευγένιος ο Αιτωλός: Ένας άγνωστος διδάσκαλος του γένους


α) Κάθε εποχή και κάθε γωνιά της πατρώας ελληνικής γης έχει αναδείξει σπουδαίες προσωπικότητες, που αγωνίστηκαν σε δύσκολους χρόνους για την πνευματική αναγέννηση του λαού. 

Με τον τρόπο αυτό στερεώθηκε η χριστιανική πίστη, διατηρήθηκε η ελληνική γλώσσα και συνεχίστηκε η παράδοση του βυζαντινού πολιτισμού. Το έργο αυτό ήταν ιδιαζόντως επίπονο κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Η περιοχή της Αιτωλίας είχε το προνόμιο να είναι γενέτειρα σπουδαίων ανδρών, που διακρίθηκαν για την καλοκαγαθία, τον ένθεο ζήλο και την προσφορά στο γένος.
Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός. Κληρικός, διδάσκαλος του Γένους. Εικόνα του Β. Κοκοράκη (Αθήνα, Συλλογή Π.Κ. Βλάχου).
Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός. Κληρικός, διδάσκαλος του Γένους. Εικόνα του Β. Κοκοράκη (Αθήνα, Συλλογή Π.Κ. Βλάχου).

β) Από την Αιτωλία κατάγονται τρεις διδάσκαλοι του γένους που έδρασαν κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Πρόκειται για τον Ευγένιο Γιαννούλη, τον Κοσμά Αιτωλό και τον αδελφό του Χρύσανθο. Οι δύο πρώτοι έχουν ενταχθεί στο αγιολόγιο της Εκκλησίας, ενώ αναμένεται η ένταξη του Χρύσανθου. Ο Ευγένιος και ο Κοσμάς γεννήθηκαν στο Μέγα Δένδρο, ενώ ο Χρύσανθος στον Ταξιάρχη, χωριά που ανήκουν στον σημερινό δήμο Θέρμου. Κατά την τουρκοκρατία, μπορεί η περιοχή αυτή να έφτασε σε έσχατο όριο απαιδευσίας, αλλά ταυτόχρονα γέννησε σοφούς και φιλογενείς άνδρες.
γ) Ο Ευγένιος Αιτωλός, ο οποίος είναι άγνωστος στο ευρύ κοινό, γεννήθηκε στα τέλη του 16ου αιώνα και αναπαύθηκε εν ειρήνη το 1682 στην «ανήλιο Γούβα» των Αγράφων, ξημερώματα της εορτής της θείας Μεταμορφώσεως. Το 1982 το οικουμενικό πατριαρχείο, ύστερα από εισηγήσεις εγκρίτων κληρικών και λαϊκών αλλά και τεκμηριωμένη πρόταση του μητροπολίτου Καρπενησίου και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανακήρυξε άγιο τον Ευγένιο Αιτωλό και όρισε η μνήμη του να τιμάται στις 5 Αυγούστου.
δ) Ο βιογράφος του, ιερομόναχος Αναστάσιος Γόρδιος, διέσωσε πολλές πληροφορίες για τον οσιακό βίο και τη δράση του αγίου Ευγενίου. Καταρχήν ασκήθηκε στην ιερά μονή Βλοχού Τριχωνίδος κοντά στον ιερομόναχο Αρσένιο, από τον οποίο έμαθε τα πρώτα γράμματα, καλλιγραφία και μουσική. Στην ιερά μονή Τατάρνης Ευρυτανίας χειροτονήθηκε διάκονος, ενώ στην ιερά μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους κοντά στον επίσκοπο Χαραλάμπην εντρύφησε βαθύτερα στην πνευματική ζωή και διδάχθηκε ανώτερα ελληνικά και τα «ποιητών έπη».
ε) Περνώντας από την Αλεξάνδρεια, προκειμένου να μεταβεί για προσκύνημα στο Σινά, γνωρίστηκε με τον πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη, ο οποίος βλέποντας την ευσέβειά του τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Η πρώτη λειτουργία του Ευγενίου ως πρεσβυτέρου έγινε στον ναό της Παναγίας στην κορυφή του όρους Σινά. Υπήρξε μαθητής του Θεοφίλου Κορυδαλλέως και του Μελετίου του Συρίγου και δίδαξε ο ίδιος στην Άρτα, στο Αιτωλικό, στο Μεσολόγγι, στο Καρπενήσι και αλλού.
στ) Τιμούσε ιδιαίτερα την Παναγία και τους αγίους και συνέθεσε ασματικούς κανόνες για τον Άγιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω. Δείγμα της ποιητικής σοφίας ο παρακάτω θεομητορικός ύμνος: «Η κόσμου κοσμήσασα την ακοσμίαν ως τέξασα του κόσμου κοσμήτορα κόσμησον δέομαι, θεοκόσμητε, την άκοσμον ψυχήν μου ευκόσμοις κοσμούσαν σε ύμνοις, πανύμνητε».
ζ) Υπερασπιζόμενος την ελευθερία του ανθρώπου έναντι των δεισιδαιμονιών της εποχής γράφει: «Ότι οι δαίμονες προβάλλουσι μόνον και κολακεύουσι και κεντούσιν τον άνθρωπον εις το κακόν και δείχνουσι το πικρόν γλυκύ και το φαρμάκι γλυκύτερον του μέλιτος, αλλά την θέλησιν του ανθρώπου και το αυτεξούσιον δεν το δυναστεύουσι μήτε δύνονται· την θέλησιν και το αυτεξούσιον του ανθρώπου μήτε ο δημιουργός των όλων Θεός δεν το εξουσιάζει, αλλ’ όλα τα λογικά τα άφηκεν αυτεξούσια». Αλλού αναφερόμενος στο ευμετάβολο της γνώμης των ανθρώπων σημειώνει: «Τα των ανθρώπων και απλώς τα υπό την σελήνην πάντων των ποταμίων ρευμάτων ευμεταβολώτερα -καθ’ Ηράκλειτον- πεφύκασι και των παλιρροιών ασθενέστερα». Και μόνη η παράθεση των κειμένων αυτών φανερώνει τη σοφία του ανδρός και την επικαιρότητα των θεόπνευστων λόγων του σε μια κοινωνία ακοσμίας, διαστροφής, παραλογισμού, ιδιότυπης δεισιδαιμονίας και έλλειψης του μέτρου.
Πηγή: Εφημ. “Μακεδονία”, 4-8-2013

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...