Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 20, 2016

Ο γάμος δεν είναι βίος ανθόσπαρτος…



Τι σημαίνει ένα διαζύγιο; 
Την ανικανότητά μας να αγαπήσουμε. Αυτό βασικά σημαίνει. Όλα τα υπόλοιπα είναι οι δικαιολογίες μας. Την αποτυχία να αγαπηθούμε. Τη λαθεμένη αντίληψη που είχαμε για τον γάμο. Ο γάμος δεν είναι βίος ανθόσπαρτος. […] Μελετήστε με προσοχή την ακολουθία του Μυστηρίου [ενν. του γάμου]. Υπάρχει και μεταφρασμένη. Εκεί μέσα λοιπόν υπάρχουν όλα τα στοιχεία και όλες οι προϋποθέσεις που αν τις ζήσεις φθάνεις στην πληρότητα της σχέσης σου. Η Εκκλησία από την αρχή μάς δείχνει τον δρόμο: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός…». Κι εκείνη τη στιγμή με το Ευαγγέλιο κάνει ο ιερέας το σημείου του Σταυρού. Τι σημαίνει αυτό; Τρία πράγματα βασικά.
Ξέρετε, παιδιά μου, για πού ξεκινάτε; Δεν ξεκινάτε για το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Ξεκινάτε για τη Βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η πορεία του γάμου. Ποιος θα είναι ο οδηγός σας σ’ αυτήν την πορεία; Το Άγιο Ευαγγέλιο. Ποια είναι η πορεία σας; Η Σταυρική!
Λέω στα ζευγάρια που παντρεύω: «Αν το καταλάβατε, παιδιά μου,σήμερα πρέπει να πεθάνετε, πρέπει να πεθάνει ο εγωισμός σας. Ξεκινήσατε καθένας από το σπίτι του και ήρθατε εδώ και τώρα φεύγετε από εδώ μαζί σε ένα καινούργιο σπίτι. Πολύ ωραία. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ο κάθε ένας πρέπει να φύγει από τον εαυτό του πια. Από αυτό που ήταν μέχρι τώρα. Κι εδώ η Χάρις του Θεού σάς ένωσε».
Βλέπετε κάποια στιγμή ενώνουμε τα χέρια και τους λέω: «Έχετε δει δύο κλειδιά περασμένα σε κρίκο; Όπου και να ‘ναι, θα είναι μαζί. Στην τσέπη μας ευρίσκονται ή μας πέσαν στον δρόμο ή τα πετάξαμε στη θάλασσα, θα είναι πάντα μαζί γιατί τα ενώνει ένας κρίκος. Αν όμως βγουν από τον κρίκο είναι ζήτημα τύχης, αν θα μείνουν και τα δύο κοντά και μαζί. Ποιος είναι ο κρίκος; Η χάρη του Θεού. Βάλτε τα χέρια σας, βάλτε τις καρδιές σας και οι δυο σας στο χέρι του Θεού. Ο Θεός δεν μας παίρνει με το ζόρι, απλώνει το δικό Του χέρι και εάν εσείς με τη θέληση βάλετε τα δικά σας χέρια ο Θεός θα σας ενώσει σε μια ενότητα τέλεια και αγία και έτσι να πορευτείτε.»
Όταν στην Ελλάδα καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, εγώ πανηγύριζα. Είπα, «επιτέλους, θα αποφύγω την ταλαιπωρία να παντρεύω ανθρώπους που δεν ξέρουν τι κάνουν.» Να πας στον Δήμαρχο κι όπου θέλεις. Όχι όμως εδώ! Γιατί ο χώρος αυτός εδώ είναι για αυτούς που ξέρουν τι θέλουν και πιστεύουν τι κάνουν. Ένα διαζύγιο μπορεί να έχει πολλές αφορμές, αλλά οι αιτίες του είναι λίγες.
Πώς προετοιμάζονται δύο νέοι άνθρωποι για να παντρευτούν; Από ‘κεί θα καταλάβεις ποια θα είναι η συνέχεια.
Πόσο καλά γνωρίζονται; Ή πόσο βαθιά αγνοούνται;
Έχω ακούσει πολλές φορές την παρατήρηση «δεν ήτανε έτσι στην αρχή». Έτσι ήτανε, παιδί μου, αλλά εσύ δεν τον είδες. Ο αρραβώνας δεν είναι μια χαζοχαρούμενη περίοδος που θα κοιτάξουμε πώς θα περάσουμε καλά. Είναι ακριβώς μια περίοδος που οι άνθρωποι μιλάνε σοβαρά για το μέλλον τους, βλέπουν αν συμφωνούν, αν ταιριάζουν, αν έχουν την ίδια πλεύση μέσα στη ζωή τους, ακόμα μερικές φορές σε μερικά πράγματα, που φαίνονται πιο ρηχά, πιο εύκολα.
Κάποτε έλεγα σε δυο παιδιά που συνδεόντουσαν:
– Παιδιά χωρίστε τώρα γιατί θα χωρίσετε αύριο.
– Μα γιατί;
– Γιατί δεν έχετε καμία σχέση μεταξύ σας. Τα ενδιαφέροντα του ενός είναι τελείως διαφορετικά κι εξειδικευμένα, του άλλου είναι -τα παιδιά χρησιμοποιούν σήμερα αυτή τη λέξη- «μπάζα». Σε λίγο εσύ θα αρχίσεις να τη ζηλεύεις και εσύ σε λίγο θα αρχίσεις να κουράζεσαι. Λοιπόν, μην κάνετε λάθη!
Ευτυχώς κατάλαβαν έγκαιρα. Γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό να βλέπεις την αλήθεια. Το σ’ αγαπώ και μ’ αγαπάς είναι εύκολο να το λες, δύσκολο όμως να το ζεις. Εμείς μάθαμε ότι η αγάπη είναι σαρκωμένη. Κι αν δεν σαρκώνεται, δεν σταυρώνεται, τότε ακριβώς δεν προχωράει.
Το Διαζύγιο τελικά είναι μια αποτυχία. Το ερώτημα όμως είναι το εξής: Πώς θα αντιμετωπίσουμε ένα διαζύγιο; Διδασκόμεθα από τα λάθη μας; Καταλάβαμε γιατί φτάσαμε εδώ; Πρώτα-πρώτα έχουμε τη συνείδηση ότι αποτύχαμε; Και δεν αποτύχαμε τυχαία, αποτύχαμε για συγκεκριμένους λόγους, καθαρούς και ορατούς ή πιστεύουμε ότι φταίει μόνο ο άλλος; Στα ζευγάρια που παντρεύω τους εύχομαι:«Παιδιά μου, σας εύχομαι να μάθετε στη ζωή σας να φταίτε πάντα και οι δυο μαζί. Γιατί αν πιστέψετε ότι φταίει μόνο ο άλλος, κάτι δεν πάει καλά μεταξύ σας.»
Παντρεύομαι σημαίνει δέχομαι τον άλλο όπως είναι γιατί τον αγαπάω. Παντρεύομαι σημαίνει ότι αγωνίζομαι, κάνω τα πάντα για να δίνω χαρά σ’ αυτόν που αγαπάω. Άρα λοιπόν υπάρχει μια κοινή πορεία και των δύο, δηλαδή το ότι ο άλλος με δέχεται, δεν γεννάει ασυλία του εγωισμού μου, αφού με δέχεται όπως είμαι. Σε δέχεται γιατί σε αγαπάει, εσύ αγαπάς; Τότε διορθώσου. Τότε αφού βλέπεις ότι κάτι ενοχλεί τον άλλο, διόρθωσέ το. Όταν ακούω ανθρώπους να λένε: «εγώ αυτός είμαι ή εγώ αυτή είμαι, δεν αλλάζω», τους λέω: «Κακώς παντρευτήκατε, γιατί όταν κάποιος αγαπάει, αλλάζει.» Δεν αλλάζω σημαίνει δεν αγαπάω. Τα υπόλοιπα είναι περιττά.
Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος

ΓΙΑΤΙ ΕΧΟΥΝ ΤΟΣΗ ΕΜΜΟΝΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ‘666‘ ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ;

ΓΙΑΤΙ ΕΧΟΥΝ ΤΟΣΗ ΕΜΜΟΝΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ‘666‘ ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ; Για να δούμε…
2
ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ, ΑΠΟ ΠΟΛΛΩΝ ΕΤΩΝ, ΟΤΙ Ο ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΔΥΣΟΝΥΜΟΣ ΑΥΤΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ, ΜΕ ΤΑ 3 ΕΞΑΡΙΑ, ΠΡΟΩΘΕΙΤΑΙ ΜΕ ΚΑΘΕ ΤΡΟΠΟ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΕΘΝΗ ΣΙΩΝΙΣΜΟ, ΣΕ ΕΜΦΑΝΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ «ΑΦΑΝΗ» ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ ΣΗΜΕΙΑ…

3
Μπορεί να είναι λόγου χάριν, ένα «αθώο» αναψυκτικό, ή μία μπλούζα, ένα διεθνές συνέδριο, ή ένα σήμα μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας! (Που εκατομμύρια οδηγοί αγόρασαν αυτοκίνητα αυτής της εταιρείας, αλλά ΟΥΔΕΙΣ έχει «προσέξει» ΚΑΛΑ το σήμα!). Μπορεί να το «σερβίρουν» όπου φαντάζεσθε, αλλά συχνά, όπου ΔΕΝ φαντάζεσθε!
4
Πού οφείλεται όμως αυτή η τόσο έντονη ΕΜΜΟΝΗ; Μά στην Παλαιά Διαθήκη, υποστηρίζουν ορισμένοι θεολόγοι & κληρικοί, ώστε να βλέπουμε (ιδίως σε ζητήματα τεχνολογίας), τον αριθμό αυτό συνεχώς μπροστά μας!
5
Στα βιβλία ‘Γ’ Βασιλειών’ & ‘Β’ Παραλειπομένων’, της Παλαιάς Διαθήκης, πληροφορούμεθα πώς οι Εβραίοι όταν ΥΠΟΔΟΥΛΩΝΑΝ διαφόρους λαούς, τους επέβαλλαν μία ετησίας βάσεως φορολογία, που αποτελούσαν …666 τ ά λ α ν τ α χρυσού!!!
6
Επειδή λοιπόν, τους έχει γίνει έμμονη ιδέα, να συνδέσουν ‘πάσει δυνάμει’ την σημερινή εποχή με το «ένδοξο» παρελθόν τους, τοποθετούν ΣΥΝΕΧΩΣ την «σφραγίδα τους» με αυτόν τον αριθμό…
Οπότε, τα 3 εξάρια, αποτελούν το ‘Σύμβολο της Κυριαρχίας των Σιωνιστών’!
Ξεφυλλίζοντας τώρα τα ανάλογα 2 βιβλία που ανεφέρθησαν ανωτέρω, της Παλαιάς Διαθήκης, ‘διά του λόγου το αληθές’, θα διαπιστώσουμε ευκόλως, ότι οι θεολογικές αυτές απόψεις είναι απολύτως ΟΡΘΕΣ!
7
Ήτοι στο 10ο κεφάλαιο, παράγραφος 14η του βιβλίου των ‘Γ΄Βασιλειών’ διαβάζουμε:
«Και ήν ο σταθμός του χρυσίου του εληλυθότος τω Σαλωμών εν ενιαυτώ ενί εξακόσια εξήκονταέξ τάλαντα χρυσίου»!
8
Μετά! Στο 9ο κεφάλαιο, παράγραφος 13η του βιβλίου των ‘Β΄Παραλειπομένων’, διαβάζουμε (μέ βάση το κείμενο των εβδομήκοντα):
«Και ήν ο σταθμός του χρυσίου του ενεχθέντος τω Σαλαμών εν ενιαυτώ ενί εξακόσια εξήκονταέξ τάλαντα χρυσίου»!
...ΑΛΛΩΣ ΤΕ, ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΟΝΤΩΣ  ΠΙΟ 'ΧΡΥΣΟΦΙΛΟΙ'  & 'ΧΡΥΣΟΔΟΥΛΟΙ'  ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΛΑΩΝ!...
…ΑΛΛΩΣ ΤΕ, ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΟΝΤΩΣ ΠΙΟ ‘ΧΡΥΣΟΦΙΛΟΙ’ & ‘ΧΡΥΣΟΔΟΥΛΟΙ’
ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΛΑΩΝ!…
< Έτσι λοιπόν εξηγείται ΓΙΑΤΙ η σύγχρονη τεχνολογία, αρέσκεται τόσο πολύ ΕΠΙΜΟΝΑ, στην χρήση ΜΟΝΟΝ του συγκεκριμένου τριψηφίου – απεχθούς – αριθμού και όχι κάποιου άλλου.
Λόγω του γεγονότος, πώς ο αριθμός αυτός είναι το κατ΄εξοχήν ΣΥΜΒΟΛΟ της (παγκοσμίου) Κυριαρχίας των Εβραίων επί των 'Γκόϊμς' (αυτή η λέξη, αποδίδεται ως …'ζώα', όπως περιφρονιτικότατα μας αποκαλούν στα "ιερά" τους κείμενα των 'Ταλμούδς'), δηλαδή των άλλων λαών της υφηλίου…
'ΕΡΕΥΝΑΤΕ ΤΑΣ ΓΡΑΦΑΣ', είχε τονίσει ο Κύριος!

πηγή

ΚΥΡΙΕ ΣΩΣΟΝ ΜΕ " Θ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. Ιδ’ 22-34)



Θ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Η Ευαγγελική Περικοπή της Θείας Λειτουργίας. (Ματθ. Ιδ’ 22-34)

Τω καιρώ εκείνω, ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν, έως ού απολύση τους όχλους. Και απολύσας τους όχλους ανέβη εις το όρος κατ’ ιδίαν προσεύξασθαι. Οψίας δέ γενομένης, μόνος ήν εκεί. Το δέ πλοίον ήδη μέσον της θαλάσσης ήν, βασανιζόμενον υπό των κυμάτων’ ήν γάρ εναντίος ο άνεμος. Τετάρτη δέ φυλακή της νυκτός, απήλθε προς αυτούς ο Ιησούς περιπατών επι της θαλάσσης. Και ιδόντες Αυτόν οι μαθηταί επι την θάλασσαν περιπατούντα, εταράχθησαν λέγοντες ότι φάντασμά εστί, και απο του φόβου έκραξαν. Ευθέως δέ ελάλησεν αυτοίς ο Ιησούς λέγων” θαρσείτε, εγώ ειμί, μή φοβείσθε. Αποκριθείς δέ Αυτώ ο Πέτρος είπε” Κύριε, ει σύ εί, κέλευσόν με προς σε ελθείν επι τα ύδατα. Ο δέ είπεν” ελθέ. Και καταβάς απο του πλοίου ο Πέτρος περιεπάτησεν επι τα ύδατα, ελθείν προς τον Ιησούν. Βλέπων δέ τον άνεμον ισχυρόν εφοβήθη, και αρξάμενος καταποντίζεσθαι έκραξε λέγων” Κύριε, σώσόν με. Ευθέως δέ ο Ιησούς εκτείνας την χείρα επελάβετο αυτού και λέγει αυτώ” ολιγόπιστε! Εις τί εδίστασας; Και εμβάντων αυτών εις το πλοίον, εκόπασεν ο άνεμος, οι δέ εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν Αυτώ λέγοντες” αληθώς Θεού υιός εί. Και διαπεράσαντες ήλθον εις την γήν Γεννησαρέτ. 


Απόδοση.
Αμέσως ύστερα, ο Ιησούς υποχρέωσε τους μαθητές του να μπουν στο καΐκι, και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη. Αφού τους διέλυσε, ανέβηκε μόνος του στο βουνό να προσευχηθεί. Όταν βράδιασε ήταν μόνος του εκεί. Στο μεταξύ το καΐκι βρισκόταν κιόλας στη μέση της λίμνης και το παίδευαν τα κύματα, γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος. Κατά τα ξημερώματα, ήρθε ο Ιησούς κοντά τους περπατώντας πάνω στη λίμνη. Οι μαθητές, όταν τον είδαν να περπατάει πάνω στη λίμνη, τρόμαξαν• έλεγαν πως είναι φάντασμα κι έβαλαν τις φωνές από το φόβο τους. Αμέσως όμως ο Ιησούς τους μίλησε και τους είπε: «Θάρρος! Εγώ είμαι• μη φοβάστε». Ο Πέτρος του αποκρίθηκε: «Κύριε, αν πράγματι είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να έρθω κοντά σου, περπατώντας στα νερά». Κι εκείνος του είπε: «Έλα». Κατέβηκε τότε από το πλοίο ο Πέτρος κι άρχισε να περπατάει πάνω στα νερά για να πάει στον Ιησού. Βλέποντας όμως τον ισχυρό άνεμο φοβήθηκε, κι άρχισε να καταποντίζεται• έβαλε τότε τις φωνές: «Κύριε, σώσε με!». Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το χέρι, τον έπιασε και του λέει: «Ολιγόπιστε, γιατί σε κυρίεψε η αμφιβολία;». Και μόλις ανέβηκε στο καΐκι κόπασε ο άνεμος. Τότε όσοι ήταν στο καΐκι ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας: «Αληθινά, είσαι ο Υιός του Θεού!». Αφού διασχίσανε τη λίμνη, ήρθαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ. 




Το Ευαγγέλιο αναφέρεται στην κατάπαυση της τρικυμίας η οποία βασάνιζε το πλοίο στο οποίο βρισκόταν οι Μαθητές. Και αυτή η κατάπαυση έγινε με την θαυματουργική ενέργεια του Χριστού.
Ο Χριστός, μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων, ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθή, ενώ στο πλοίο οι Μαθητές υπέφεραν από τα κύματα. Σε αυτήν την δύσκολη στιγμή ο Χριστός ήλθε περπατώντας πάνω στα κύματα και πρώτα θεράπευσε την ολιγοπιστία του Πέτρου και μετά κατέπαυσε τον άνεμο με αποτέλεσμα να ηρεμήσουν οι υπόλοιποι Μαθητές.
Αν διαβάσουμε προσεκτικά την περικοπή αυτή θα δούμε πολλούς τρόπους με τους οποίους μας βοηθά ο Χριστός, αλλά και εμείς ανταποκρινόμαστε διαφοροτρόπως στην Χάρη Του. Πάντως για να γίνη συνάντηση, πρέπει να υπάρχη συντονισμός.
Ο Χριστός κινείται με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο προς εμάς. Άλλοτε αποσύρεται από την ζωή μας, αναστέλλει την Χάρη Του και μας αφήνει να δοκιμασθούμε, ώστε έτσι να καταλάβουμε και την αδυναμία μας και να εκφρασθή και η ελευθερία μας. Υπάρχουν πολλές τέτοιες περιπτώσεις στην ζωή μας που φαίνεται ότι τα προβλήματα είναι πολλά και είμαστε μόνοι, εγκαταλελειμμένοι και από αυτόν τον Ίδιο τον Θεό. Άλλοτε ο Χριστός έρχεται μέσα στα κύματα της ζωής μας, στους πειρασμούς που μας βασανίζουν και μας ζητά να βγούμε από το πλοίο της ζωής μας, να βγούμε, δηλαδή, από την φιλαυτία και τον εγωϊσμό μας και να βαδίσουμε πάνω στα κύματα γιατί εκεί θα δοκιμασθή η πίστη μας. Όμως εμείς ολιγοπιστούμε, δεν έχουμε την ψυχική ανδρεία να βγούμε από το καταφύγιο του εαυτού μας, και κλεινόμαστε μέσα στην φυλακή του εγώ μας. Και άλλοτε ο Χριστός εισέρχεται μέσα στο πλοίο της ζωής μας και τότε έρχεται μεγάλη γαλήνη και ειρήνη. Ο Χριστός χρησιμοποιεί και τους τρεις τρόπους για να μας βοηθήση και να μας σώση.
Αλλά και εμείς ανταποκρινόμαστε διαφορετικά σε κάθε κίνηση του Χριστού. Άλλοτε απογοητευόμαστε από την φαινομενική απομάκρυνση του Χριστού και χάνουμε το θάρρος μας η στρεφόμαστε εναντίον Του, χωρίς να καταλαβαίνουμε την σημασία αυτής της παιδαγωγικής ενεργείας του Χριστού. Άλλοτε, ενώ Εκείνος μας καλεί να βγούμε από τον εαυτό μας, από τα πάθη μας και να ελευθερωθούμε από την δουλεία τους, εμείς δυσανασχετούμε και διαμαρτυρόμαστε. Λέμε: «Γιατί Θεέ μας ενοχλείς; Άφησε μας στην ησυχία μας. Δεν θέλουμε να σε ακολουθήσουμε». Και άλλοτε τον αφήνουμε να έλθη μέσα στο πλοίο της ζωής μας και της οικογενείας μας, οπότε δοκιμάζουμε την ευεργετική παρουσία Του.
Πολλούς τρόπους χρησιμοποιεί ο Χριστός για να μας θεραπεύση, αλλά και εμείς χρησιμοποιούμε πολλούς τρόπους για να τον αποδεχθούμε η να τον αρνηθούμε. Το ευτύχημα θα είναι να συντονιζόμαστε πάντοτε στον τρόπο που χρησιμοποιεί κάθε φορά ο Χριστός για να μας βοηθήση, αν υπομένουμε στην σιωπή Του, αν ανταποκρινόμαστε στην κλήση του για έξοδο από την φυλακή των παθών και αν ανοίγουμε την καρδιά μας για να Τον δεχθούμε μέσα σε αυτήν. Γιατί, αν Εκείνος προτιμά την σιωπή και εμείς θέλουμε λόγο, αν Εκείνος ενδιαφέρεται για την ελευθέρωσή μας από τα πάθη και εμείς αρεσκόμαστε στην ζωή των παθών, αν Εκείνος θέλη να έλθη στην καρδιά μας και εμείς του το αρνούμαστε, τότε δεν μπορεί να γίνη η συνάντηση. Κάθε συνάντηση, και η συνάντηση με τον Θεό, πρέπει να έχη το στοιχείο του συντονισμού. Διαφορετικά ο Θεός θα θεωρήται απροσπέλαστος και άγνωστος.  




Πηγή  
το είδαμε εδώ

Κυριακή Θ΄Ματθαίου Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ.14, 22-34


Ενάτη Κυριακή του Ματθαίου η σημερινή και η Εκκλησία μας όρισε να διαβάζεται η Ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στο θαυμαστό γεγονός κατά το οποίο ο Ιησούς Χριστός περπατάει πάνω στα ταραγμένα νερά της λίμνης της Γεννησαρέτ. Το θαυμαστό αυτό γεγονός μας το αναφέρουν, εκτός από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο (14, 22-33), και οι Ευαγγελιστές Μάρκος (6, 45-52) και Ιωάννης (6, 16-21), πληροφορώντας μας ότι έγινε αμέσως μετά τον πολλαπλασιασμό των πέντε άρτων, των δυο ψαριών και τον χορτασμό των πέντε χιλιάδων ανδρών που ακούσαμε την περασμένη Κυριακή.
Ο πολλαπλασιασμός των πέντε άρτων και των δύο ψαριών είχε ενθουσιάσει το μεγάλο πλήθος που μαζεύτηκε στην έρημο για να ακούσει τον Ιησού Χριστό και δεν έλεγε να σκορπιστεί και να γυρίσει πίσω στις διάφορες πόλεις από όπου είχε μαζευτεί. Έτσι ο Ιησούς Χριστός υποχρεώνει τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη μέχρι να διαλύσει το πλήθος. Οι μαθητές του φαίνεται ότι δεν ήθελαν να τον αποχωριστούν, ήθελαν να μείνουν κοντά του, έτσι τους υποχρεώνει να φύγουν με το πλοίο. Όταν σκόρπισε το πλήθος, ανέβηκε στο βουνό μόνος του, για να προσευχηθεί. Η νύκτα προχώρησε για τα καλά και το πλοίο είχε φθάσει στη μέση της λίμνης. Εκεί λόγω του αντίθετου ανέμου που έπνεε παιδευόταν από τα κύματα. Κατά τα ξημερώματα ο Ιησούς Χριστός επιβάλλεται πάνω στα στοιχεία της φύσης και πηγαίνει κοντά τους, περπατώντας πάνω στη λίμνη. Το να περπατά κανείς πάνω στα νερά δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Έτσι οι μαθητές όταν είδαν τον Ιησού Χριστό να περπατά πάνω στη λίμνη και να έρχεται προς το μέρος τους τρόμαξαν και έβαλαν τις φωνές από το φόβο τους, νομίζοντας ότι είναι φάντασμα. Ο Ιησούς Χριστός όμως τους καθησυχάζει λέγοντάς τους να έχουν θάρρος, να μην φοβούνται γιατί αυτός είναι.
Ο Απόστολος Πέτρος παίρνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο όπως έπραττε πολύ συχνά λέγει στον Ιησού Χριστό: «Κύριε αν είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να έρθω κοντά σου περπατώντας πάνω στα νερά». Και ο Ιησούς Χριστός του είπε: «Έλα». Τότε ο Απόστολος Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο και άρχισε να κατευθύνεται προς τον Ιησού Χριστό περπατώντας πάνω στα νερά της λίμνης. Βλέποντας όμως τον ισχυρό άνεμο φοβήθηκε και άρχισε να καταποντίζεται και να φωνάζει «Κύριε Σώσε με». Βαθύτερη αιτία, όπως θα δούμε στη συνέχεια είναι ο κλονισμός της πίστης του Αποστόλου Πέτρου προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ο Κύριος τότε απλώνει το χέρι του, τον πιάνει και του λέει «ολιγόπιστε, γιατί σε κυρίεψε η αμφιβολία;» Τον ονομάζει ολιγόπιστο θέλοντας να του υποδείξει ότι αν συνέχιζε με την πίστη που είχε όταν ανέβηκε και περπατούσε πάνω στα νερά, θα τον κρατούσε σταθερό και ενάντια στον άνεμο.
Μόλις ανέβηκαν στο πλοίο σταμάτησε ο άνεμος. Τότε οι υπόλοιποι μαθητές που βρισκόντουσαν στο πλοίο ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας ότι: «Αληθινά είναι ο Υιός του Θεού». Έχουμε δει και άλλες φορές τους μαθητές να έχουν αμφιβολίες για τον Ιησού Χριστό, αλλά όταν βλέπουν τη δύναμη του να δαμάζει τη δύναμη της φύσης, να θεραπεύει ασθένειες, να εκδιώκει τα πονηρά πνεύματα, να ανασταίνει νεκρούς τότε ομολογούν ακράδαντα τη θεότητά του. Αυτό εξάλλου αποτελεί και το βαθύτερο νόημα του σημερινού αναγνώσματος, να μας δείξει δηλαδή αυτό που μας διδάσκει ολόκληρη η Αγία Γραφή ότι ο Ιησούς Χριστός είναι πραγματικά ο Υιός του Θεού, ο Λυτρωτής του κόσμου, ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Η πίστη μας και η ζωή μας πρέπει να περιστρέφονται γύρω από τον Ιησού Χριστό. Στις θλίψεις και στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε στην καθημερινή μας ζωή αποτελεί βάλσαμο ο λόγος του Κυρίου προς τους Αποστόλους «θαρσείτε εγώ ειμί μη φοβείσθε» αλλά και προς τον καθένα μας. Το θάρρος που παίρνουμε από την πίστη μας στο ζωντανό και αληθινό Θεό τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό αποτελεί το μέσο με το οποίο υπερβαίνουμε τα διάφορα εμπόδια που συναντάμε καθημερινά. Ο Απόστολος Παύλος τονίζει : «Πάντα ισχύων εν τω εν δυναμούντι με Χριστώ» (φιλ. 4, 13). Με αυτό το θάρρος οπλίστηκε και ο Απόστολος Πέτρος βλέποντας και ακούοντας τον Ιησού Χριστό, έτσι ώστε να βγει από το πλοίο και να περπατήσει προς την κατεύθυνση του Κυρίου πάνω στα κύματα. Παρόλη όμως την πίστη και το θάρρος του εντούτοις ολιγοπιστεί μπροστά στον άνεμο και αρχἰζει να καταποντίζεται στη θάλασσα.
Η εικόνα του κλυδωνιζόμενου σκάφους και ο κίνδυνος καταποντισμού του, αποτελεί μια παρομοίωση της Εκκλησίας, η οποία πορεύεται μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Βλέποντας την μακραίωνη ιστορία της Εκκλησίας διαπιστώνουμε πόσες τρικυμίες πέρασε και περνά και σήμερα, μέσα από τους διωγμούς και τη γενικότερη πολεμική εναντίον της.  Όλα αυτά όμως δεν μπορούν να την καταποντίσουν γιατί η Εκκλησία έχει ως κατάρτι της το σταυρό και κυβερνήτη της τον ίδιο τον  Ιησού Χριστό, ο οποίος γνωρίζει και κατευθύνει πολύ καλά το σκάφο της σε ασφαλές λιμάνι. Πραγματικός κίνδυνος προκύπτει όταν αρχίσουν οι πιστοί να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στον Ιησού Χριστό και να ολιγοπιστούν. Έτσι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη  πίστη και την απόλυτη εμπιστοσύνη που πρέπει να έχουμε στον αρχηγό της πίστεως μας Ιησού Χριστό.
Οι δοκιμασίες, οι τρικυμίες και οι πειρασμοί υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε στη ζωή μας. Η ολιγοπιστία την οποία δείχνουμε πολλές φορές κινδυνεύει να μας καταποντίσει και να μας τσακίσει. Η φωνή του Κυρίου προς τους μαθητές αλλά και προς εμάς «θαρσείτε εγώ ειμί• μη φοβείσθε» ας μας δυναμώνει και ας μας δίνει το θάρρος που χρειαζόμαστε για να ανταπεξέλθουμε στις όποιες δυσκολίες θα συναντήσουμε  μέσα στην οικογένεια, την κοινωνία και τη ζωή μας γενικότερα. Αμήν. 

Κυριακή Θ' Ματθαίου –«Λέγει αυτώ∙ ολιγόπιστε»!




Απόστολος: Α΄ Κορ. γ΄ 9-17
Ευαγγέλιο: Ματθ. ιδ΄ 22-24
«Λέγει αυτώ∙ ολιγόπιστε»!
  Ο βίος του Πέτρου, αγαπητοί αδελφοί, κοντά στον Κύριο, ήταν πιο πολύ μια σειρά αποτυχιών παρά μια σειρά κατορθωμάτων. Κανείς άλλος μαθητής δεν παραπάτησε τόσο συχνά και τόσο εμφαντικά στον δρόμο του Ιησού, όπως αυτός, ο κορυφαίος και πρωτόθρονος. Είναι γνωστά στο καθένα σας τα σφάλματα και τα παραπτώματα του Πέτρου, που αναφέρονται στο Ευαγγέλιο, και δεν χρειάζεται να τα απαριθμήσουμε.
Ένα απ’ αυτά είναι κι εκείνο, που μνημονεύει η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Η ψαρόβαρκα των μαθητών, έχοντας ενάντιο τον άνεμο, βασανιζόταν από τα κύματα, στην αναστατωμένη λίμνη. Κατά τα χαράματα – στην τέταρτη φυλακή της νυκτός, όπως σημειώνει ο ιερός ευαγγελιστής – πήγε σε συνάντηση τους ο Ιησούς, περπατώντας πάνω στο νερό. Και σαν τον αντίκρισαν οι απόστολοι να περπατά έτσι πάνω στη λίμνη, νόμισαν πως ήταν κάποιο φάντασμα, ταράχθηκαν μα από τον πολύ τους φόβο ξεφώνησαν. Αλλά ευθύς ο Ιησούς τους μίλησε και τους είπε:

-        Κουράγιο, εγώ είμαι∙ μη φοβάστε.
Τότε, λοιπόν, ο Πέτρος, γεμάτος λαχτάρα και χαρά, αυθόρμητα είπε:
-        Κύριε, αν είσαι συ πρόσταξε με να έλθω σε συνάντηση σου πάνω στο νερό.
Κι ο Ιησούς του είπε:
-        Έλα
Κατέβηκε, λοιπόν, ο Πέτρος από την ψαρόβαρκα και περιπάτησε πάνω στο νερό για να πάει προς τον Ιησού. Αλλά ύστερα, βλέποντας γύρω του δυνατό τον αγέρα, φοβήθηκε κι αρχίζοντας να βουλιάζει, φώναξε:
-        Κύριε, σώσε με!
Ευθύς τότε τον έπιασε ο Κύριος, απλώνοντας το χέρι, του, και του λέγει:
-        Ολιγόπιστε! Γιατί δίστασες;
Δυο πράγματα ας προσέξουμε σήμερα, αδελφοί, στην ιερή αυτή διήγηση. Δυο σημεία, που αποτελούν ελαφρυντικά στο πάθημα του Πέτρου, μια αξιέπαινη πλευρά στη θλιβερή περίπτωση του. Γιατί ο Πέτρος δεν πρέπει να μας κινήσει, σε όσα ακούσαμε, μονάχα τη συμπάθεια και τη λύπη, αλλά και τον θαυμασμό. Δεν στάθηκε μονάχα ένας ένοχος, ένας που προβάλλει σαν παράδειγμα προς αποφυγή, αλλά στα δυο αυτά σημεία είναι παράδειγμα για μίμηση, είναι αξιοθαύμαστο πρότυπο.
Ποιο είναι το πρώτο απ’ αυτά τα σημεία; Ενώ οι άλλοι μαθητές έμεναν καρφωμένοι στις θέσεις τους και δεν πρόφεραν τίποτε τα χείλη τους, όταν ο Ιησούς τους ανήγγειλε την παρουσία του, ο γιός του Ιωνά, ο Πέτρος, δεν έμεινε ούτε αδρανής ούτε αμίλητος.
«Κύριε – λέγει πιάνοντας με τα δάκτυλα του την κουπαστή και γέρνοντας προς τα έξω, - αν είσαι συ, πρόσταξε με να κάνω ότι κάνεις κι εσύ. Πες μου να έλθω προς εσένα. Αφήνομαι στη δύναμη σου και στην αγάπη σου. Θεωρώ τα άστατα και κρύα νερά πιο γλυκό και πιο ποθητό τόπο να στέκομαι, παρά αυτή τη βάρκα. Γιατί πατώντας σ’ αυτά, θα είμαι όπου είσαι συ, θα βρεθώ κοντά σου. Και κοντά σου μονάχα είναι η ασφάλεια. Η βάρκα είναι καταφύγιο, είναι σωτηρία από τα μανιασμένα κύματα. Αλλά μια και συ είσαι στα κύματα, η καταφυγή μου είναι κοντά σου.
Πώς να μην επαινέσουμε την κίνηση αυτή του Πέτρου; Πώς να μη διδαχθούμε απ’ αυτή του Πέτρου; Πώς να μην διδαχθούμε απ’ αυτή και να μην τη ζηλέψουμε; Δεν αποφεύγει τον κίνδυνο, μένοντας στο εύθραυστο σκαρί, που κόντευε να ανατραπεί. Πηγαίνει μέσα στον ίδιο τον κίνδυνο, γιατί εκεί είναι ο Χριστός. Κι ο Χριστός είναι το μόνο αληθινό καταφύγιο. Δεν σκέφτηκε ο Πέτρος τίποτε άλλο παρά ότι θα πήγαινε κοντά στον Χριστό. Κι ότι ο Χριστός δεν θα τον εγκατέλειπε. Μεγάλο, λοιπόν, πρότυπο είναι για τον καθένα αυτή η κίνηση του κορυφαίου αποστόλου προς τον Κύριο, μια κίνηση που αψηφά και τα ανθρώπινα καταφύγια – τη βάρκα – και τον ίδιο τον κίνδυνο – τα κύματα.
Το δεύτερο σημείο, αγαπητοί αδελφοί, είναι το εξής: Ο Πέτρος δεν λιγοπίστησε αμέσως, αλλά την τελευταία στιγμή. Κατόρθωσε να περπατήσει πάνω στα νερά και να φτάσει κοντά στον Ιησού. Γράφει ο ιερός ευαγγελιστής: «Και καταβάς από του πλοίου ο Πέτρος περιεπάτησεν επί τα ύδατα ελθείν προς τον Ιησούν». Περπάτησε, λοιπόν. Δεν βούλιαξε ευθύς, όπως θα ήταν επόμενο να συμβεί αν είχε διστάσει αμέσως, με την πρώτη επαφή του νερού. Και παρά κάτω σημειώνει ο ευαγγελιστής, όταν πια αυτό άρχισε να γίνεται, όταν ο Πέτρος, φοβισμένος ξαφνικά από την ανεμοζάλη, άρχισε να καταποντίζεται: «Ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας την χείρα, επελάβετο αυτού». Ο Κύριος δεν κινήθηκε για να σώσει τον Πέτρο, όπως θα συνέβαινε αν ο μαθητής βούλιαζε αμέσως. Άπλωσε το χέρι και τον έπιασε. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο Πέτρος είχε διανύσει την απόσταση, που τον χώριζε από τον διδάσκαλο του, ότι είχε διαδράμει όλο σχεδόν το μήκος εκείνο,. Λοιπόν, έδειξε πίστη για κάμποσο χρονικό. Κατόρθωσα να μείνει όχι πάνω στο νερό. Απλώς, στο τέλος φοβήθηκε, στο τέλος δίστασε, στο τέλος λιγοπίστησε. Άρα τόσο η διάθεση το, όσο κι ένα μέρος από την πραγματοποίηση της διαθέσεως του είναι αναμφισβήτητα στο ενεργητικό του. Αποτελούν αξιοθαύμαστο κατόρθωμα πλάι στο πάθημα του.
Ας αποφύγουμε, λοιπόν, την πτώση του Πέτρου, την κατοπινή του ολιγοψυχία, το κακό τέλος της πράξεως του. Κι ας μιμηθούμε την έμπνευση του, την ορμητική του διάθεση, την αρχή και τη  μέση της πράξεως του.

 Γιώργος Σαββίδης – Μητρόπολη Πάφου

Ὁ Ἰησοῦς βαδίζει ἐπὶ τῆς θαλάσσης (Ματθ.14,24—36)




Ματθ. 14,24—36. Μάρκ. 6,47—56. Ἰωάν. 6,16—21

Εἴδομεν προηγουμένως, ὅτι ὁ Κύριος ἠνάγκασε τοὺς μαθητάς του νὰ εἰσέλθωσιν εἰς τὴν λέμβον, αὐτὸς δὲ ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος καὶ ἐκεῖ προσηύχετο. Οἱ δὲ ὄχλοι διελύθησαν, ἀφοῦ εἶδον ὅτι ὁ Κύριος ἀντέστη εἰς τὰς σκέψεις καὶ ἀποφάσεις των. «Ὡς δὲ ὀψία ἐγένετο κατέβησαν οἱ μαθηταί Αὐτοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἐμβάντες εἰς τὸ πλοῖον ἤρχοντο πέραν τῆς θαλάσσης εἰς Καπερναούμ». Μετὰ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου οἱ Ἀπόστολοι εἰσῆλθον εἰς τὴν λέμβον καὶ κατηυθύνοντο εἰς τὴν ἀντιπέραν ὄχθην καὶ συγκεκριμένως πρὸς τὴν Βηθσαϊδᾶ τὴν πατρίδα τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ἡ ὁποία ἦτο πλησίον τῆς Καπερναούμ. Κατ’ ἀρχὰς εἶχον εὐνοϊκὸν ἄνεμον καὶ προχώρησαν ταχέως. «Ὀψίας γενομένης» ἀργὰ μετὰ τὴν δύσιν δηλαδὴ τοῦ ἡλίου «ἦν τὸ πλοῖον ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων. Ἦν γὰρ ἐνάντιος ὁ ἄνεμος, Αὐτὸς δὲ μόνος ἐπὶ τῆς γῆς». Τὸ πλοῖον, ἡ λέμβος, ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου μέχρι τῆς τετάρτης φυλακῆς τῆς νυκτὸς ἦτο εἰς τὸ μέσον τῆς θαλάσσης βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων, διότι ὁ ἄνεμος ἦτο ἀντίθετος. «Σκοτία ἤδη ἐγεγόνει καὶ οὔπω ἐληλύθει πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς ἡ δὲ θάλασσα ἀνέμου μεγάλου πνέοντος διηγείρετο» γράφει πλήρης φόβου ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.

Καλῶς ἐχόντων τῶν πραγμάτων ἡ μέχρι τοῦ μέσου τῆς λίμνης ἀπόστασις ἦτο ζήτημα ταξιδιοῦ 2—3 ὡρῶν. Αὐτοὶ ὅμως εὑρίσκονται λόγῳ τῆς θαλασσοταραχῆς ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου μέχρι τῆς 3—6 πρωϊνῆς εἰς τὸ μέσον τῆς λίμνης. Ὁ Ἰησοῦς «ἰδὼν» ἀπὸ τοῦ ὄρους, ὅπου προσηύχετο τοὺς «μαθητάς βασανιζομένους ἐν τῷ ἐλαύνειν» ἤτοι ἰδών, ὅτι οἱ μαθηταί του λόγῳ τοῦ σφοδροῦ ἀνέμου μεγάλον κόπον κατέβαλον εἰς τὴν κωπηλασίαν «ἔρχεται πρὸς αὐτοὺς περὶ τὴν τετάρτην φυλακὴν τῆς νυκτὸς» τὴν τρίτην πρωϊνὴν δηλαδὴ περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. «Ἐληλακότες οὖν ὡς σταδίους εἴκοσι πέντε ἤ τριάκοντα θεωροῦσι τὸν Ἰησοῦν περιπατοῦντα ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ ἐγγύς τοῦ πλοίου γινόμενον καὶ ἐφοβήθησαν» προσθέτει ἀκριβέστερον ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ὅταν δηλαδὴ εἶχον διανύσει 25—30 στάδια ἤτοι 5 χιλιόμ. βλέπουσι τὸν Ἰησοῦν βαδίζοντα ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ εὑρισκόμενον πλησίον τοῦ πλοίου. Ἀπεῖχον τῆς ξηρᾶς, ὅθεν ἀνεχώρησαν 5 χιλιόμετρα. Ὑπελείποντο ἀκόμη 7 χιλιόμετρα μέχρι τῆς Βηθσαϊδᾶ. Περιπατῶν ὁ Κύριος ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ «ἐγγύς τοῦ πλοίου ἐλθών ἤθελε παρελθεῖν αὐτούς». Ὁ Κύριος πλησιάζει πρῶτον τὴν λέμβον καὶ κατόπιν προσποιεῖται, ὅτι θέλει νὰ προσπεράσῃ αὐτοὺς βαδίζων ἐπὶ τῆς θαλάσσης, ἵνα ἐνισχύσῃ τὴν πίστιν αὐτῶν, διότι θὰ βλέπωσι τὸν Ἰησοῦν βαδίζοντα ἐπὶ τῶν κυμάτων καὶ ἵνα διεγείρῃ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς προσκλήσεως Του ὑπ’ αὐτῶν.

Οἱ μαθηταὶ «ἰδόντες τὸν Ἰησοῦν ἐπὶ τῆς θαλάσσης περιπατοῦντα ἐταράχθησαν» κατ’ ἀρχάς, διότι πλήρεις προλήψεων «ἔδοξαν» ἐνόμισαν, ὅτι «φάντασμα ἐστι» εἶναι φάντασμα, κατευθυνόμενον πρὸς αὐτούς. Τόσον δὲ πολὺ ἐταράχθησαν, ὥστε «ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. Πάντες εἶδον αὐτὸν καὶ ἐταράχθησαν». Δὲν ἀνεγνώρισαν τὸν Ἰησοῦν ἀμέσως λόγῳ τοῦ σκότους τῆς νυκτός. Ὁ Ἰησοῦς μέσα ἀπὸ τὴν θύελλα καὶ θαλασσοταραχὴν κραυγάζει καὶ λέγει πρὸς αὐτούς˙ «θαρσεῖτε, ἐγὼ εἰμί, μὴ φοβεῖσθε». Ὁ Κύριος βαδίζων ἐπὶ τῶν ἀγριεμμένων κυμάτων παρὰ τὸν νόμον τῆς βαρύτητος δεικνύει τὴν δύναμίν Του εἰς τὰ πλέον ἀτίθασσα στοιχεῖα ἄνεμον καὶ θάλασσαν. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος συνέρχεται πρῶτος ἀπὸ τὸν φόβον ὁ ἔχων πάντοτε περισσότερον τῶν ἄλλων θάρρος πρὸς τὸν Χριστὸν δεικνύει εἰς τὴν περίστασιν αὐτὴν τὸν πόθον νὰ μεταβῇ πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ λέγει˙ «Κύριε, εἰ σὺ εἶ,» ἐὰν εἶσαι σὺ «κέλευσόν με ἐλθεῖν πρὸς σὲ ἐπὶ τὰ ὕδατα) διατάξόν με νὰ ἔλθω πρὸς σὲ βαδίζων ἐπὶ τῶν ὑδάτων. Ὁ Πέτρος ἐπιθυμεῖ νὰ ἀναγνωρίσῃ τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τὴν φωνήν του καὶ τὴν δύναμιν αὐτῆς, ἀφοῦ λόγῳ τοῦ σκότους δὲν ἠδύνατο νὰ ἴδῃ καθαρὰ τὴν μορφήν του. Μεγάλη ἡ τόλμη του! Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Πέτρος ὁ προτρέχων εἰς τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, εἰς τὸ μνῆμα αὐτοῦ, εἰς τὴν θάλασσαν τῆς Τιβεριάδος πρὸ τῶν ἄλλων μαθητῶν. Ἀδύνατος ἡ ἐπινόησις τοῦ θαύματος τούτου!

Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ «ἐλθέ». Ὁ Πέτρος ἀναγνωρίζει Αὐτόν, αἰσθάνεται δύναμιν εἰς τὸν ἑαυτόν του «καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα καὶ ἦλθε πρὸς τὸν Ἰησοῦν». Τὰ πράγματα μέχρι τίνος ἐβάδιζαν εὐχάριστα. Ὁ Πέτρος ὅμως ἀποστρέψας τὸ βλέμμα του ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν «καὶ βλέπων τὸν ἄνεμον ἐφοβήθη» καὶ ἤρχισε νὰ ὀλιγοπιστῇ. Ἡ τιμωρία δὲν ἐβράδυνε νὰ ἔλθῃ. Ὁ ψαρᾶς Ἀπόστ. Πέτρος δὲν ἀντέχει εἰς τὴν τρικυμίαν. Ἀρχίζει νὰ βυθίζεται « Ἀρξάμενος δὲ καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων: Κύριε, σῶσόν με». Τότε ὁ Ἰησοῦς «εὐθέως ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ» ἀμέσως ὁ Χριστὸς ἅπλωσε τὸ χέρι Του καὶ τὸν ἔπιασε «καὶ λέγει αὐτῷ˙ ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας;»

 



«Ἤθελον» οἱ Ἀπόστολοι «λαβεῖν Αὐτὸν εἰς τὸ πλοῖον». Ἐπεθύμουν οἱ Ἀπόστολοι νὰ εἰσέλθῃ ὁ Χριστὸς εἰς τὴν λέμβον των. Καὶ πράγματι! Ὁ Ἰησοῦς κρατῶν διὰ τῆς χειρὸς Του τὴν χεῖρα τοῦ Πέτρου εἰσέρχονται εἰς τὸ πλοῖον. «Ἀναβαντων δὲ αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος καὶ οἱ ἐν τῷ πλοίῳ» Ἀπόστολοι καὶ ἄλλοι ὑπηρέται «λίαν ἐκ περισσοῦ ἐν ἑαυτοῖς ἐξίσταντο». Ἔκαμε δηλαδὴ εἰς τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους τεραστίαν ἐντύπωσιν τὸ γεγονὸς τοῦτο. Ἐξεπλάγησαν δὲ τόσον πολὺ διὰ τὸ θαῦμα τοῦτο «οὐ γὰρ συνῆκαν ἐπὶ τοῖς ἄρτοις», διότι τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν 5 ἄρτων καὶ 2 ἰχθύων δὲν ἐνόησαν καὶ καλά, ὥστε νὰ προλειανθῇ ἡ ψυχὴ των εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Σωτῆρος. Δὲν ἐνόησαν δὲ τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων, διότι ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς «ἦν αὐτῶν ἡ καρδία πεπωρωμένη». Λόγῳ ὅμως τῆς μεγάλης ἐκστάσεώς των διὰ τὸ θαῦμα «προσεκύνησαν τῷ Ἰησοῦ λέγοντες ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ». Ὀνομάζοντες υἱὸν Θεοῦ οἱ Ἀπόστολοι τὸν Ἰησοῦν δὲν ἐννοοῦσιν, ὅπως θὰ ἐννοήσωσιν ἀργότερον ὡς Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸ ἕν πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλὰ κάτι περισσότερον ἀπὸ Μεσσίαν. Κοπάσαντος τοῦ ἀνέμου «εὐθέως ἐγένετο τὸ πλοῖον ἐπὶ τῆς γής, εἰς ἥν ὑπῆγον». Ἔπλευσαν ὁμαλῶς, ταχέως καὶ ἴσως καὶ θαυματουργικῶς ἔφθασαν ἐκεῖ ὅπου κατηυθύνοντο εἰς Βηθσαϊδᾶ κατὰ τὸν Μᾶρκον, ὅπου «προσωρμίσθησαν» ἠγκυροβόλησαν. Κατόπιν «διαπεράσαντες ἐπὶ τὴν γῆν» ἀποβιβασθέντες εἰς τὴν ξηρὰν ἦλθον εἰς «τὴν γῆν Γεννησαρέτ», εἰς τὴν πεδινὴν καὶ εὐφορωτάτην χώραν δηλαδὴ Γεννησαρέτ, ὅπου κεῖνται ἡ Βηθσαϊδᾶ καὶ Καπερναοὺμ καὶ ἄλλαι κωμοπόλεις.

Ὁ Κύριος βαδίζει πρὸς τὴν Καπερναούμ. «Ἐξελθόντων αὐτῶν ἐκ τοῦ πλοίου ἐπιγνόντες αὐτὸν οἱ ἄνθρωποι τοῦ τόπου ἐκείνου» μαθόντες δηλ. τὴν ἄφιξιν τοῦ Κυρίου οἱ κάτοικοι τῆς Γεννησαρὲτ «ἀπέστειλον εἰς ὅλην τὴν περίχωρον ἐκείνην», ἵνα εἰδοποιήσωσι τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ἀσθενεῖς περὶ τῆς ἀφίξεώς Του. Πόσον ἀγαθοὶ ἀγγελιοφόροι! Οἱ ἄνθρωποι τῶν πόλεων «ἤρξαντο ἐπὶ τοῖς κραββάτοις τοὺς κακῶς ἔχοντας περιφέρειν, ὅπου ἤκουον ὅτι ἐκεῖ ἐστι». Καὶ ὅπου ἐὰν «εἰσεπορεύετο εἰς κώμας ἤ εἰς πόλεις ἤ εἰς ἀγρούς, ἐν ταῖς ἀγοραῖς ἐτίθεσαν τοὺς ἀσθενοῦντας καὶ παρεκάλουν Αὐτόν, ἵνα κἄν τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου Αὐτοῦ ἅψωνται καὶ ὅσοι ἥψαντο ἐσώζοντο». Εἰς τὰς μεταξὺ δηλαδὴ τοῦ τόπου τῆς ἀποβάσεως καὶ τῆς Καπερναοὺμ κῶμας, ἀγροὺς καὶ πόλεις ἔφερον διαφόρους ἀσθενεῖς, ἐτοποθέτουν αὐτοὺς εἰς τὰς πλατείας τῶν κωμοπόλεων, ὅπου θὰ διήρχετο ὁ Κύριος, ἵνα οὗτοι ἐγγίσωσι μόνον τὰ κράσπεδα, τοὺς ἱεροὺς δηλαδὴ θυσάνους εἰς τὰς τεσσάρας γωνίας τοῦ ἐπανωφορίου Του μὲ τὴν πίστιν, ὅτι θὰ θεραπευθῶσιν. Αὐτὸ καὶ ἔγινε. Ὅσοι ἤγγισαν μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν τὰ κράσπεδα τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, ἐθεραπεύθησαν. Τὰ θαύματα ταῦτα εἶναι προετοιμασία τοῦ λόγου Του περὶ τῆς ὑποσχέσεως τῆς θείας εὐχαριστίας, διὰ τὴν ὁποίαν θὰ ὁμιλήσῃ ἀμέσως κατωτέρω. Ἀφοῦ ἡ ἁφὴ μόνον τῶν ἐνδυμάτων Του ἔδιδε τὴν ὑγείαν, πολὺ περισσότερον ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Του σώματος.



Θέμα: Ἀπελπισία — Ἐλπίς.

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπελπιζόμενος ἀπὸ τὴν βίαν τῶν κυμάτων βυθίζεται εἰς τὴν θάλασσαν. Ὁ αὐτὸς Ἀπόστολος ἐλπίζων εἰς τὸν Ἰησοῦν βαδίζει ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Ἰδοὺ αἱ δύο εἰκόνες. Ἀπελπισία καὶ ἐλπίς. Μελετήσωμεν ἀμφοτέρας βάσει τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς.

1) Ἀπελπισία. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον ἡ θάλασσα, τὰ κύματα, ἡ νύχτα εἶναι ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα εἵλκυσαν τὴν προσοχὴν τοῦ Ἀποστόλου ὅστις «ἰδὼν τὸν ἄνεμον ἐφοβήθη» καὶ ἀπέσυραν τὴν προσοχήν του ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤρχισε νὰ καταποντίζεται. Εἰς τὴν ζωὴν μας θάλασσα εἶναι ὁ κόσμος, διότι εἶναι ρευστός, κύματα οἱ πειρασμοί του, νύχτα τὸ σκότος ποὺ προξενοῦν εἰς τὸν νοῦν ἡ ῥευστότης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἡ βιαιότης τῶν λογισμῶν ἡ ἐκ τῆς προσκαιρότητος τῶν ἐγκοσμίων προερχομένη. Ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν, ὅταν καρφώσωμεν τὸν νοῦν μας εἰς αὐτά. Πράγματι! Ἔχασες κάτι που εἶχες; Σοῦ λείπει κάτι, τοῦ ὁποίου ἔχεις ἀνάγκην; Ἀμέσως τὰ κύματα τῶν λογισμῶν σοῦ σκοτίζουν τὸν νοῦν καὶ σὲ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ἀπελπισίαν. Καὶ συγκεκριμένως˙ Ἔχασες ῥοῦχα, χρήματα, σπίτι τὰ ὁποῖα εἶχες καὶ δὲν ἔχεις νὰ φορέσῃς, νὰ οἰκονομηθῇς, νὰ στεγασθῇς καὶ ἀμέσως ἀπελπίζεσαι. Τί νὰ κάμω; Χάθηκα! Ἡ ὑγεία σου παρουσιάζει δέκατα. Σωρὸ αἱ ὑποψίαι σου διὰ τὸ εἶδος τῆς νόσου καὶ τὴν τύχην σου. Ἀπελπισία! Θὰ πεθάνω! Ἔχει ἀνάγκην νὰ ἀναπαυθῇ ἡ ψυχή σου, διότι εἶχες παιδί, εἰς τὸ ὁποῖον εἶχες δώσει ὅλην σου τὴν καρδιὰ καὶ τὤχασες. Τόσον σκοτίζεσαι καὶ ἀπελπίζεσαι,ὥστε ὅλα σοῦ φαίνονται μαῦρα !

Τὸ δηλητήριον τῆς ἀπελπισίας εἶναι τόσον διεισδυτικόν τοῦ ψυχικοῦ ὀργανισμοῦ, ὥστε προέρχεται καὶ ἐκ στερήσεων ἐλαχίστων καὶ πολλάκις ἁγιωτάτων. Ἔρχεται ἡ Τετάρτη, Παρασκευὴ καὶ πρόκειται νὰ νηστεύσῃς. Ἐλαφρὰ τις ἀπόγνωσις καταλαμβάνει τὴν ψυχήν σου. Τί θὰ φᾶμε;

Ἰδίως ὅμως ἡ ἀπελπισία ἔρχεται, ὅταν ἁμαρτία τὶς κόψῃ μικρὸ ἤ μεγάλο κομμάτι τῆς ψυχῆς σου. Ἠμάρτησα! χάθηκα! αὐτοκτονία! Μεγάλο σκοτάδι ἀκολουθεῖ πᾶσαν ἀπώλειαν σωματικὴν ἤ ψυχικήν, ἡ ὁποία ἄγει εἰς ἀπελπισίαν. Ἔχασες τὸ ῥοῦχο σου, τὸ σπίτι σου. Πόσον ἀνόητον εἶναι, ὅταν μαζὶ μὲ αὐτὰ χάνῃς τὴν ψυχήν σου, τὴν χαράν σου! Ποῖο ἀξίζει περισσότερο; Τὸ ῥουχό σου ἤ ἡ χαρά σου; Ἔχασες τὸ ἕνα. Διατὶ νὰ χάσῃς καὶ τὸ ἄλλο; Ἔχεις δέκατα καὶ ἀπελπίζεσαι. Μὲ τὴν στενοχώρια θὰ πέσουν τὰ δέκατα; Τοὐναντίον θὰ αὐξηθοῦν. Ἔχασες τὸ παιδί σου. Μὲ τὴν ἀπελπισία θὰ ξαναφέρῃς εἰς τὴν ζωὴν τὸ παιδί σου; Ὄχι, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ λυπεῖς μὲ τὴν ὑπέρμετρον λύπην σου καὶ τὸν ἑαυτόν σου φθείρεις. Ἐνῷ τὴν Πέμπτην τρώγεις χόρτα χωρὶς στενοχώρια, τὴν περίοδον τῆς κατοχῆς ἐπεθύμεις νὰ ἔχῃς ἄρτον, τώρα ἀπελπίζεσαι νὰ νηστεύσῃς μίαν Τετάρτην ἡ Παρασκευήν! Δὲν εἶναι ἐδῶ σκότος, διάβολος; Σκοτάδι κυρίως ἔχουν αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ ἠμάρτησαν ἰδίᾳ γυναῖκες, ἰδίᾳ εὐσεβεῖς ἰδίως εἰς σαρκικὰ ἁμαρτήματα, ἐπιθυμοῦν νὰ αὐτοκτονήσουν. Διορθώνεται ποτὲ τὸ ἕνα κακὸ διὰ τοῦ ἄλλου κακοῦ καὶ μάλιστα χειρότερου; Ὑπάρχει χειρότερον ἀπὸ τὴν ἀπόγνωσιν, τὴν αὐτοκτονίαν; Σὺ κόρη τὸν ἤκουσες μία ἤ δύο φορὲς καὶ ἠμάρτησες. Δὶ’ αὐτὸ πρέπει νὰ παραδώσῃς τὴν ψυχήν σου εἰς αὐτὸν γιὰ πάντα; Σκότος! Τί πρέπει; Ἐλπίς.


2) Ἐλπίς. Κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον. Ὅταν ἀπέσυρεν ὁ Ἀπόστολος τὰ βλέμματά του ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ ἐπρόσεχε τὰ κύματα, ἐβυθίζετο. Ὅταν ὅμως ἔστρεψε τὰ βλέμματά του, τὴν φωνήν του, τὴν ψυχὴν του εἰς τὸν Χριστόν, ἡ θάλασσα γίνεται ξηρά, τὰ κύματα σκαλοπάτια, ἵνα βαδίσῃ καὶ ἀναβῇ εἰς τὸν Χριστόν, ἡ δὲ νύκτα κάνει φωτεινοτέρους τοὺς ἀφροὺς τῶν κυμάτων, οἱ ὁποῖοι σὰν χυμένο φῶς εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου ὁδηγοῦν αὐτὸν εἰς τὸ Μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν. Τὸ αὐτὸ δύναται νὰ συμβῇ καὶ εἰς ἡμᾶς. Ὅταν τὸ βλέμμα μας, ἡ ψυχή μας, ἡ φωνὴ μᾶς στρέφωνται εἰς τὸν Χριστόν, ἡ ῥευστότης τῶν ἐπιγείων μας ἀνάβει περισσότερον τὴν λαχτάραν τῆς αἰωνιότητος τῶν οὐρανίων. Τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν ὅσῳ μεγαλύτερα εἶναι, τόσῳ μεγαλύτερα σκαλοπάτια γίνονται διὰ νὰ ἀνέλθωμεν ἐπάνω καὶ αὐτὸ τὸ μάνιασμα καὶ τὸ ἄφρισμα τῶν πειρασμῶν γίνεται περισσότερον φῶς εἰς τὰ πόδια μας, ἵνα ἀνέλθωσιν εἰς τὸ μέγα Φῶς, τὸν Χριστόν!

Καὶ πράγματι! Ὅταν ἕνας εἶναι ἀσθενὴς ὄχι μόνον ἀπὸ δέκατα, ἀλλὰ ἀπὸ χρόνιαν νόσον καὶ στρέφῃ τὸ βλέμμα του, τὴν ἐλπίδα του εἰς τὸν Χριστόν, ἀποκτᾷ ψυχικὴν γαλήνην, ὅτε τὰ δέκατα θὰ πέσουν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ ὑγεία ἤ τὰ δέκατα θὰ ἀνεβοῦν καὶ θὰ ἔλθῃ ἡ αἰωνιότης. Ποῖος ἔχασε παιδὶ καὶ δὲν αἰσθάνεται περισσότερον τὴν αἰωνιότητα εἰς τὴν ὁποίαν μετέβη ὁ υἱός του; Διότι, ἐὰν μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ του εὐσεβὴς ὤν ἔβλεπε μία φορὰ τὸν οὐρανόν, τώρα θὰ στρέφῃ τὸ βλέμμα του συχνότερα πρὸς τὰ ἄνω. Ἡ ἀπώλεια τοῦ παιδιοῦ, ὅταν ἐλπίζῃ τις εἰς τὸν Θεόν, γίνεται σκαλοπάτι διὰ τὰ ἄνω! Εἰς πόσους ἡ ἀπώλεια τοῦ προσφιλοῦς υἱοῦ δὲν ἔγινε φῶς διὰ νὰ ὁδηγηθοῦν εἰς τὸν Χριστόν; Ἡ διὰ τῆς νηστείας στέρησις εἰς πόσους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔγινε μετὰ τῆς προσευχῆς ὄχι σκαλοπάτι, ἀλλὰ πτερὰ διὰ νὰ πετάξουν εἰς τὰ οὐράνια; Ἀλλὰ καὶ σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἀπελπίζεσαι, ὅταν ἐλπίσῃς εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ ἡ πτῶσις σου θὰ γίνῃ σκαλοπάτι νὰ πετάξῃς εἰς τὸν οὐρανόν. Θὰ σοῦ γίνῃ μέγα φῶς, διότι θὰ αἰσθανθῇς, πόσον ὕπουλος εἶναι ἡ ἁμαρτία. Σὺ ὁ ὁποῖος ἠμάρτησες καὶ ἐντρέπεσαι καὶ φοβᾶσαι τὸν πνευματικὸν ὡς ἄγριον μὲ τὴν μάχαιραν ἕτοιμον ἀνὰ χεῖρας, ὅταν ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου, θὰ νοιώσῃς νὰ ἀνοίξουν τὰ οὐράνια. Πόρναι καὶ τελῶναι δὲν λέγει ὁ Κύριος προάγουσιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; Ἐὰν αὐτὰ τὰ μεγάλα κύματα γίνωνται σκαλοπάτια, πόσῳ ὀλίγον τὰ μικρὰ ἀτυχήματα θὰ ἐνοχλοῦν τὴν ἐλπίδα μας. Καὶ γενικῶς ὅ,τι ἔφερε πρὶν τὴν ἀπελπισίαν, διότι ἐβλέπαμε τὰ κύματα, τοὺς πειρασμοὺς καὶ ὄχι τὸν Χριστόν, θὰ φέρῃ τώρα τὴν ἐλπίδα, διότι βλέπομεν τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι τὰ κύματα.

Ὁ Ἰούδας ἦτο Ἀπόστολος. Διότι ὅμως ἀπηλπίσθη ἐγένετο ὁ πλέον κατηραμένος. Ὁ λῃστὴς ἦτο κακοῦργος. Διότι ὅμως ἤλπισεν εἰς τὸν Χριστόν, εἰσῆλθε πρῶτος εἰς τὸν Παράδεισον. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦτο κορυφαῖος καὶ ἔγινεν ἀρνητής. Μὴ ἀπελπισθείς, ἀλλὰ ἐλπίσας ἔγινε πάλιν κορυφαῖος! Ἰδοὺ ἡ ἀπελπισία, ἰδοὺ ἡ ἐλπίς. Ἰδοὺ ὁ βυθὸς τῆς θαλάσσης, ὅπου ἄγει ἡ ἀπελπισία. Ἰδοὺ ὁ οὐρανός, ὅπου ἄγει ἡ ἐλπὶς εἰς τὸν Χριστόν.

ΘΑΡΡΟΣ, ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΣΙΣ, ΘΡΑΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Θ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ΙΔ’ 22-34)

Δεν έχουμε ίσως μελετήσει το πόση αξία έχει και πόσο αναγκαίο είναι το θάρρος για την ζωή γενικώτερα και ιδίως για την Ορθόδοξη Χριστιανική μας ζωή.
Αυτό το βλέπουμε από την ίδια την πραγματικότητα, αλλά το δεχόμαστε και ως εντολή τού ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού. “Θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε” (Ματθ. ΙΔ’ 27). Έχετε θάρρος. Εγώ είμαι. Μη φοβείσθε, απάντησε στους περίτρομους μαθητές όταν εκείνοι δεν τον κατάλαβαν και νόμισαν ότι μέσα στην νύκτα και επάνω στα κύματα της θαλάσσης έβλεπαν φάντασμα. Αλλά και  στην συνέχεια, όταν ο Πέτρος είδε τον άνεμο πως ήταν δυνατός και εκλονίσθη η πίστις του, όταν φοβήθηκε καθώς εβάδιζε επάνω στα κύματα και άρχισε “καταποντίζεσθαι και έκραξε λέγων, Κύριε, σώσον με”.
Ο Ιησούς, αφού άπλωσε το χέρι του, τον έπιασε και του είπε: “ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας;”. Ολιγόπιστε, γιατί εδειλίασες;
Χρειάζεται άραγε να τονίσουμε ότι έρχονται στιγμές που και εμείς οι ίδιοι αισθανόμαστε ωσάν τον Απόστολο Πέτρο, να ανοίγει δηλ. η θάλασσα κάτω από τα πόδια μας και να είναι έτοιμη να μας καταπιεί; Και υπάρχει αμφιβολία ότι τέτοιες στιγμές έχουμε την ανάγκη ενός αδελφικού λόγου για να αναθαρρήσουμε και ενός στιβαρού χεριού για να μας συγκρατήσει;
Ναι, θάλασσα και μάλιστα αρκετές φορές θάλασσα μανιασμένη είναι η ζωή μας. Την γαλήνη διαδέχεται η τρικυμία των περιστάσεων του βίου και την τρικυμία η γαλήνη της χάριτος και της αδελφικής συμπαραστάσεως.
Ν’ αναφερθούμε σε περιστατικά; Εδώ μεν βρίσκεται ένας εγκαταλελειμμένος ασθενής, εκεί ένας πτωχός αγωνίζεται (δίχως να έχει πάντοτε τα επιθυμητά αποτελέσματα) και έτσι να υποφέρει ψυχοσωματικώς, συνάμα δε να παραμένει αξιοπρεπής. Πιο κάτω ένας αθώος συκοφαντείται από τους επιτήδειους και γενικώς υπάρχουν τόσα και τόσα περιστατικά που κάνουν τον άνθρωπο να κλονίζεται το θάρρος του. Καταστάσεις οδυνηρές, απρόοπτες και μακροχρόνιες που δεν έχουν τέλος…
Πολύ προσφυώς έλεγε κάποιος “ευκολότερα  θα μετρήσεις τα πλατανόφυλλα, παρά θα απαριθμήσεις τους πειρασμούς, τους κινδύνους, τις ταλαιπωρίες και τις ταπεινώσεις της ζωής”.
Φυσικά, ούτε λόγος για το ότι σε αυτές τις περιπτώσεις το μόνο που δεν πρέπει να χαθεί είναι το θάρρος. Το θάρρος που τελικώς αποδεικνύεται πως αποτελεί μια εκ των μεγαλυτέρων αρετών. Αρετής αναγκαίας, τόσο για το πέλαγος της ζωής γενικώτερα, όσο και γι΄ αυτή την ορθόδοξη πνευματική ζωή ειδικώτερα.
Έτσι λοιπόν, ανακύπτει ενώπιόν μας το ερώτημα: “έχουμε το θάρρος που απαιτείται για την πίστη μας;”. Το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και κινούμαστε αποκαλύπτει αποστασία και μάλιστα μεγάλη. Ακούγονται αντιρρήσεις, ειρωνίες, σχόλια και παροτρύνσεις ώστε να εφαρμόσει ο πιστός, πράγματα εντελώς αντίθετα απ΄ όσα ο Χριστός ορίζει δια του Νόμου του.
Καταστάσεις δηλ. εντελώς αντίθετες με αυτά που εβίωσαν και ζουν οι άγιοι της κάθε εποχής. Και χωρίς αντίρρηση, βλέπει κανείς αυτή η αποστασία να στοχεύει στους νέους κυρίως ανθρώπους. Στις υπάρξεις εκείνες που θα έπρεπε ακριβώς λόγω του νεανικού τους σφρίγους και του δυναμισμού της ηλικίας να αγωνίζονται και με θάρρος να ζουν αλλά και να ομολογούν την Χριστιανική πίστη και ζωή.
Και ενώ ο Χριστός καλεί την ψυχή να βαδίσει επάνω στα κύματα, ενώ η Ορθοδοξία μάς παρέχει αυτήν ακριβώς την δυνατότητα του θάρρους, από την άλλη ο άνθρωπος κλονίζεται και αποθαρρύνεται. Βλέπει τις φουρτούνες και τις τρικυμίες της ζωής να θέλουν να τον καταποντίσουν. Πώς άραγε τα αντιμετωπίζει ο Χριστιανός όλα αυτά; Μήπως σκύβει το κεφάλι με ντροπή μπροστά στο προκλητικό ρεύμα της ζωής χωρίς Θεό; Μήπως πάλι τα χάνει και δεν γνωρίζει τι να απαντήσει; Μήπως στο στόμα τίθεται φραγή; Μήπως, αλλοίμονον, παρασύρεται και χάνει την σιγουριά του για την μοναδικότητα της πίστεώς μας και για την ορθότητα της ζωής των αγίων; Αλλοίμονο εάν κανείς παλεύει μέσα του με τα κύματα τέτοιων συμπεριφορών και καταστάσεων. Όλα αυτά ούτε καν θα πρέπει να αγγίζουν τις καρδιές που δια του αγίου βαπτίσματος ενεδύθησαν τον Χριστό. Αντιθέτως μάλιστα, όσο περισσότερο δέχεται κανείς τις προκλήσεις και τον ζοφερό πειρασμό της αποθαρρύνσεως, το ύπουλο αυτό όπλο του εχθρού, τόσο και περισσότερο ο πιστός θα πρέπει να μένει σταθερός και ολοένα και περισσότερο να βελτιώνει το θάρρος του.
Ο συνειδητός Ορθόδοξος πιστός γνωρίζει καλά (οφείλει να γνωρίζει καλά) ότι ακολουθεί τον σωστό δρόμο. Ζει την πραγματικότητα ότι  “ο Χριστός είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή”. Ότι ο τρόπος της εκκλησιαστικής βιοτής, δια των Ιερών μυστηρίων, της προσευχής, της ασκήσεως, και γενικώς όλα όσα περιέχει η ζωή της πίστεως, αποτελούν την μοναδική οδό προς ευλογία, ευτυχία, εξαγιασμό και σωτηρία.
Αυτός δε είναι και ο λόγος που όταν ο πιστός, το μέλος της Εκκλησίας δέχεται τις ποικίλες προκλήσεις, όχι μόνον δεν χάνει το θάρρος του και την ψυχραιμία του, αλλά λαμβάνει τον λόγο και απαντά. Απαντά με τρόπο δυναμικό ως προς την ουσία των επιχειρημάτων. Θέλοντας και μη, εκφράζει τον αυθεντικό, τον φωτεινό τρόπο της γνησίας ζωής του Χριστού, αλλά ταυτοχρόνως με το θάρρος φανερώνει τρόπους αγαθούς και κυρίως λεπτότητα και ευγένεια ψυχής.
Ανατρέπει τα ψευδοεπιχειρήματα των αντιθέτων, αλλά δεν παρασύρεται σε προσωπικές αντιπαραθέσεις, όταν μάλιστα οι άλλοι, στο όνομα δήθεν της αλήθειας, χάνουν (εάν ποτέ είχαν) την ευπρεπή συμπεριφορά και προσπαθούν να καλύψουν την εμπάθεια και πολλά άλλα προσωπικά τους και όχι μόνο προβλήματα, με ένα ύφος που τελικώς αποκαλύπτει τα πάντα.
Και στο σημείο αυτό καθίσταται ανάγκη να αναφέρουμε ότι ναι μεν το θάρρος αποτελεί μεγάλη πηγή ψυχικής δυνάμεως, αλλά στην νεανική ηλικία ιδίως, οι άνθρωποι δεν το έχουν πάντοτε και φυσικά δεν το γνωρίζουν όσο πρέπει. Χρειάζεται λοιπόν ο νέος άνθρωπος και βεβαίως ο Χριστιανός να το μελετήσει, να το αναγνωρίσει και να το καλλιεργήσει καταλλήλως και όσο χρειάζεται. Χρειάζεται προσοχή μεγάλη διότι καθώς ωριμάζει η ψυχοσωματική του ύπαρξις, κινδυνεύει από το ένα άκρο που ονομάζεται δειλία και συμβιβασμός να μετατεθεί στο άλλο άκρο που αποκρυπτογραφεί θράσος και πνευματική αναίδεια. Καυχησιολογίες δηλ. και συμπεριφορές που οδηγούν όχι μόνο σε προσωπικό κατάντημα, αλλά και σε πνευματικά ατυχήματα που ταράσσουν την κοινωνία και την Εκκλησία και επιφέρουν αποστασίες και ακόμα σχίσματα κι αιρέσεις. Φυσικά μόνο θάρρος χριστιανικό δεν αποκαλύπτουν όλα αυτά.
Γενικώς, όταν ο άνθρωπος συγχέει την αρετή του θάρρους με την αδυναμία και τον πειρασμό του θράσους, φέρεται προς τους όλους με αυθάδεια, δίχως ίχνος σεβασμού και εξοστρακίζοντας από την ύπαρξη την δική του και των άλλων την αξιοπρέπεια.
Το κατάντημα τώρα της όλης πορείας με το απαράδεκτο αυτό πνεύμα του θράσους, είναι να κάνει κανείς τον δάσκαλο και τον ομολογητή της πίστεως. Και χτυπά μεν, ευκαίρως ακαίρως τον πάπα, ο ίδιος όμως έχει αναδείξει τον εαυτόν του σε “ορθόδοξο πάπα” ή μάλλον σε “οικουμενική σύνοδο” ο οποίος εκ καθέδρας αποφαίνεται ποιοί είναι οι σωστοί και ποιοί όχι. Ποιοί ανήκουν στην “κιβωτόν της σωτηρίας” που ο ίδιος πηδαλιουχεί και ποιοί είναι ήδη χαμένοι, αφού δεν τον παραδέχονται και δεν υποτάσσονται στο “θαρροθράσος” της δικής του επιλογής και δεν φλέγονται από την δική του “υψικάμινον” του ζήλου και της μοναδικότητας της “εκκλησίας” του.
Ας αφήσουμε όμως τα ανερμάτιστα σκάφη αφού επιμένουν να πελαγοδρομούν στον “ειρηνικό τους ωκεανό” που κατασκεύασαν και ας στρέψουμε την προσοχή στην ευγενική δύναμη της ψυχής η οποία κινεί την θέληση να εργαστεί για έναν ορισμένο και ανώτερο σκοπό που ονομάζεται αγιασμός.
Το θάρρος του Χριστιανού, όπως μας το διδάσκουν οι Απόστολοι και το σύνολο των Αγίων, δεν έχει, δεν μπορεί να έχει καμμία σχέση με την απρέπεια, την ταραχή και τις συκοφαντίες των
“αντιπάλων”. Ένας σωστά θαρραλέος άνθρωπος διαθέτει μέσα του την δύναμη να κάνει το καλό και τούτο βεβαίως προϋποθέτει Χριστιανική ανατροφή και ισορροπημένη συμπεριφορά. Πράγματα δηλ. που καλλιεργούνται μέσα στο περιβάλλον την ορθοδόξου χριστιανικής οικογένειας, περνώντας κατόπιν είτε στον χώρο της Ιερωσύνης, είτε του αυθεντικού μας Μοναχισμού.
Ομολογουμένως, το θάρρος είναι εσωτερική υπόθεσις και όχι ψυχολογικά τρικ και τέχνασματα που αποσκοπούν στο να φανατίσουν τους οπαδούς. Αποτελεί πεποίθηση της ψυχής στον αγώνα του Χριστού και στη νίκη της Εκκλησίας μας.
Ναι, είναι μεγάλο πράγμα ο πιστός να ακούει μέσα στην καρδιά του την φωνή του Ιησού: “Θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε”.
“Θαρσείτε”! Έχετε θάρρος, θα έρθει μια μέρα…
Μόνο ας μάθουμε να υπομένουμε τον μόχθο. Να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες ηρωικά. Να σηκώνουμε την θλίψη με καρτερία. Και πώς όχι, αφού κοντά μας, δίπλα μας, μέσα μας βρίσκεται ο ίδιος ο Κύριος;
Ας παρακαλέσουμε λοιπόν τον Αρχηγό της σωτηρίας μας, να μας χαρίσει την δωρεά τού θάρρους και εμείς να την καλλιεργήσουμε εντός της Εκκλησίας, δια της διακρίσεως στην ορθή της διάσταση.
Το θάρρος, είναι κυρίως η πεποίθηση και η εμπιστοσύνη της ψυχής. Είναι η Ελπίδα και το φως. Το φως του Χριστού που ποθούμε, λαχταρούμε και που μας χαριτώνει.
Αμήν.
Αρχιμ.  Ιωήλ  Κωνστάνταρος

Ἡ ἐμπιστοσύνη στόν ἀρχηγό τῆς πίστεως(Ματθ.14,22)

Κυριακή Θ’ Ματθαίου

Ἡ διήγηση ἔχει σάν ἱστορικό πυρήνα τό βίωμα τοῦ κινδύνου πού ἔνιωσαν κάποτε οἱ μαθητές τοῦ Ἰησοῦ καί τῆς διασώσεως ἀπ’ αὐτόν πού τούς πρόσφερε ἡ παρουσία τοῦ διδασκάλου τους ἐπάνω στήν τρικυμισμένη θάλασσα. Συγκεκριμένα τό γεγονός ἔγινε ἀμέσως μετά τόν θαυματουργικό χορτασμό τῶν πεντακισχιλίων, γιά τόν ὁποῖο ἔκανε λόγο ἡ περικοπή τῆς προηγούμενης Κυριακῆς. Πέρα ὅμως ἀπό τό βίωμα αὐτό πού συγκλόνισε τούς μαθητές, οἱ εὐαγγελιστές διασώζουν τό γεγονός, γιατί βλέπουν σέ αὐτό κάποιο βαθύτερο μήνυμα γιά τήν Ἐκκλησία.

Ὁ ὄχλος πού ἦταν μάρτυρας τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων βρίσκεται σέ ἕνα παραλήρημα μεσσιανικοῦ ἐνθουσιασμοῦ, νομίζοντας ὅτι ἔφτασε ἡ μεγάλη στιγμή τῆς ἱκανοποιήσεως τῶν ἀναγκῶν του. Ὁ Ἰησοῦς, πού γνωρίζει καλά ὅτι αὐτός ὁ ἐνθουσιασμός μπορεῖ νά σημάνει ἀποτυχία τοῦ πνευματικοῦ ἔργου του, διώχνει τούς μαθητές του μέ τό πλοιάριο στό ἀπέναντι μέρος τῆς λίμνης Γεννησαρέτ κι ὁ ἴδιος ἀποσύρεται στό ὄρος γιά νά προσευχηθεῖ. Ὅταν ὅμως ἀντιλαμβάνεται ὅτι οἱ μαθητές κινδυνεύουν ἀπό τόν ἀντίθετο ἄνεμο καί τίς δυσμενεῖς καιρικές συνθῆκες ἐμφανίζεται μπροστά τους καί λέει: «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμί· μή φοβεῖσθε». Ἡ ἐνθαρρυντική αὐτή φράση ἔκανε ἀσφαλῶς μεγάλη αἴσθηση στούς φοβισμένους μαθητές. Κι ἄν τήν κατέγραψαν, εἶναι γιατί εἶδαν σέ αὐτή τή φράση μία ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ πρός τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας του.

Ἀλήθεια, πόσες τρικυμίες καί πόσους ἀντιθέτους ἄνεμους δέν συνάντησε ἡ Ἐκκλησία στή διάρκεια τῆς ἱστορίας της μέχρι σήμερα! Ὅταν λείψει ἡ πίστη καί ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Ἀρχηγό της, τότε κινδυνεύει νά καταποντισθεῖ μέσα στή θάλασσα τῶν συμβιβασμῶν, τῶν ὑποχωρήσεων, τῆς προδοσίας. Τό ἐπεισόδιο μέ τόν πάντα αὐθόρμητο καί ὁρμητικό ἀλλά μερικές φορές ὀλιγόπιστο μαθητή, τόν Πέτρο, αὐτό ἀκριβῶς θέλει νά δείξει: Ὅσο ἔβλεπε ὁ μαθητής μέ ἐμπιστοσύνη τό Χριστό, μποροῦσε νά βαδίζει πάνω στή θάλασσα· ὅταν ὅμως φοβήθηκε ἀπό τόν ἄνεμο καί σκέφτηκε τόν ἐνδεχόμενο κίνδυνο -λογικό ἄλλωστε καί πολύ δικαιολογημένο- ἄρχισε νά βυθίζεται. Ὅσο δηλ. λιγότερο συνειδητοποιεῖ κανείς τήν παρουσία τοῦ Κυρίου δίπλα του, καί ὅσο ἀμφιβάλλει γιά τή δύναμή του, τόσο περισσότερο εἶναι ἐκτεθειμένος στό φόβο καί στόν κίνδυνο. Ἀλλ’ ὅταν μέ ἐμπιστοσύνη ἀπευθύνεται στό Κύριο, δέν μένει χωρίς βοήθεια. Στό «Κύριε, σῶσόν με» πού πρόφερε ὁ Πέτρος ἔλαβε σάν ἀπάντηση τήν ἄμεση βοήθεια. Στήν πίστη δέν χωροῦν πειραματισμοί καί δοκιμές. Δέν χρειάζεται νά περπατήσει κανείς πάνω στή θάλασσα γιά νά πιστέψει στό Χριστό, ἀλλ’ ἄν πράγματι πιστεύει, μπορεῖ νά προχωρεῖ μέ θάρρος πάνω στήν τρικυμισμένη θάλασσα τῆς ζωῆς, χωρίς νά βυθίζεται καί νά χάνεται. Αὐτός πού εἶναι ὁ χορηγός της τροφῆς, αὐτός πού χορταίνει τούς ἀνθρώπους μέ τόν ἄρτο τῆς ζωῆς, εἶναι καί Κύριος τοῦ θανάτου. 

Ἡ διήγησή μας μέ τήν ἀναφορά σ’ ἕνα βίωμα τῶν μαθητῶν καί ἰδίως τοῦ Πέτρου, ὑπογραμμίζει τήν ἀκόλουθη ἀλήθεια: Ἡ πίστη στόν Ἀρχηγό τῆς πίστεως εἶναι ἀπαραίτητο ἐφόδιο γι’ αὐτούς πού βρίσκονται στό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας πού πλέει μέσα στήν τρικυμία τοῦ κόσμου. Ὅποιος ἐπηρεάζεται ἀπό τούς ἄνεμους καί ἀφήνει τόν ἑαυτό του ἐκτεθειμένο σ’ αὐτούς κινδυνεύει νά καταποντισθεῖ. Ἄς γνωρίζει ὅμως ὅτι στή κραυγή «Κύριε, σῶσόν με» θά ἔλθει ἄμεσος βοηθός ὁ νικητής τῶν ἀντίθεων δυνάμεων Υἱός τοῦ Θεοῦ.

Στό «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι μή φοβεῖσθε» τῆς περικοπῆς μας πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε τή ρητή ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας του ὅτι μέσα στίς ταραχές τῆς ζωῆς, στούς διωγμούς, στίς θλίψεις, στούς ἀντίθετους ἀνέμους καί, στά ὑπόλοιπα ἐμπόδια Ἐκεῖνος θά βρίσκεται δίπλα τους, σύμφωνα ἄλλωστε μέ τή διαβεβαίωσή του μέ τήν ὁποία τελειώνει τό εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου: «Ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος».

Κυριακή θ’ Ματθαίου (Η πάλη με τα κύματα) (Ματ. ιδ’, 23-34) κήρυγμα επί του Ευαγγελίου

Μετά το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων οι μαθητές του Χριστού βρέθηκαν στο μέσο της θάλασσας και ταλαιπωρούνταν πολύ από τα κύματα, γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος. Κατά τα χαράματα δε, ήρθε ο Ιησούς προς τους μαθητές του περπατώντας πάνω στη θάλασσα. Όταν τον είδαν οι μαθητές να περπατάει πάνω στη θάλασσα, ταράχτηκαν και έλεγαν ότι είναι φάντασμα, και από τον φόβο έκραξαν. Η ταραχή αυτή της θάλασσας και η ταραχή των μαθητών, μας δίνει την αφορμή να πούμε λίγα λόγια για την έννοια της ειρήνης που είναι αντίθετη της ταραχής.
Η λέξη ειρήνη ασκεί μεγάλη επίδραση στη ζωή των ανθρώπων σε άτομα, ομάδες και λαούς. Και τα μεν άτομα έχουν ανάγκη εσωτερικής ειρήνης χωρίς την οποία αδυνατούν να σταθούν στη ζωή, η δε οικογένεια, ως ομάδα, έχει επίσης ανάγκη από ειρήνη, γιατί διαφορετικά θα περιπέσει σε διχόνοια και θα διαλυθεί. Αλλά και η κοινωνία χρειάζεται το δώρο της ειρήνης για να αποφύγει τους πολέμους και τον αλληλοσπαραγμό.
Η ειρήνη, όπως είναι γνωστό, είναι δώρο του Θεού. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Χριστός προφητεύεται ως Άρχων ειρήνης και στην Καινή εμφανίζεται ως χορηγός αυτής. Ο Ίδιος είπε. «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν». Μακαρίζει δε αυτούς που αγωνίζονται για την ειρήνη με το γνωστό μακαρισμό «μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται». Ο δε Παύλος συνιστά προς τους χριστιανούς να επιδιώκουν την ειρήνη με τα λόγια, «Ειρήνην διώκετε μετά πάντων». Αλλά και η Εκκλησία στη λατρεία της χρησιμοποιεί ποικιλοτρόπως την λέξη ειρήνη.
Η εικόνα της εσωτερικής ζωής των ατόμων συγγενεύει κατά πολύ προς την εικόνα της θάλασσας η οποία συχνά μεν είναι ήμερη, αλλά πολλές φορές οργίζεται με το να ορθώνει απειλητικά τα κύματα της. Έτσι και η ανθρώπινη ψυχή, άλλοτε μεν γαληνεύει και ηρεμεί, άλλοτε δε ξεσπά μέσα της λαίλαπα που απειλεί να πνίξει, τον άνθρωπο. Η κυριότερη αιτία αυτής της εσωτερικής αναταραχής είναι η αμαρτία η οποία μοιάζει με ογκόλιθο που ρίπτεται μέσα στην ήρεμη δεξαμενή της ψυχής και έτσι επέρχεται η ταραχή. Η ψυχοσωματική οντότητα του ανθρώπου δοκιμάζει τότε μεγάλη δυσφορία, στενοχώρια, νευρική υπερένταση και ενοχές. Όταν ο Χριστός απέστειλε τους μαθητές Του στο έργο Του, τους είπε να λένε κατά την είσοδο στις οικίες, «ειρήνη τω οίκω τούτω» και, εάν ο οίκος θα είναι άξιος, η ειρήνη θα παραμείνει εκεί, διαφορετικά θα επιστρέψει σε σας.
Όμως το σώμα του ανθρώπου είναι οίκος του Θεού, και για να βρει έδαφος μέσα του η ειρήνη πρέπει να υπάρχει δεκτικότητα και ταπεινή καρδιά. Διαφορετικά η ειρήνη φυγαδεύεται αφού, «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».
Ας σημειωθεί ότι η είσοδος του Χριστού στον κόσμο έγινε με την συνοδεία του αγγελικού ύμνου ο οποίος αναφέρεται και στην ειρήνη,«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αλλά και μετά την Ανάστασή Του ο Κύριος είπε στους Μαθητές Του, «Ειρήνη υμίν».
Ας έχουμε λοιπόν αγαθές σχέσεις με τον Άρχοντα της ειρήνης, γιατί Αυτός θα μας χαρίζει την πραγματική ειρήνη που είναι, «η ειρήνη του Θεού η υπερέχουσα πάντα νούν». Αμήν.

Μνήσθητι ἡμῶν, Κύριε (Ματθ. 14, 22-34) Anthony Bloom

«Μνήσθητι ἡμῶν, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου»


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅσο πιὸ βαθιὰ βιώνουμε τὴν πνευματικὴ ζωὴ στὴν Θ.Λειτουργία ἢ βάσει τῶν καταστάσεων ποὺ μᾶς κάνουν ν’ ἀντιλαμβανόμαστε σαφέστερα τὰ κείμενα, τόσο πιὸ πλατιὰ ξεδιπλώνεται μπρός μας, ἀποκαλύπτοντας τὸ μεγαλύτερο βάθος ποὺ ἀποκτοῦν πράγματα ἀνθρώπινα καὶ θεϊκά.

Πόσο συχνὰ ἔχουμε ἀκούσει στὴν ἀρχὴ τῶν Μακαρισμῶν τὶς λέξεις: «Μνήσθητί μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου..»- στὴν δόξα τῆς Βασιλείας Σου… Κι αὐτὲς οἱ λέξεις ἀκούγονται τόσο φυσικὲς κι ἁπλές. Κι ἀκόμα, ἂν φαντασθοῦμε γιὰ ἕνα λεπτό, ὅτι, ὅταν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἔλθει ἐν δόξῃ, ἔχοντας νικήσει ἐν ὀνόματι ἡμῶν καὶ τοῦ Θεοῦ, ὑπερισχύοντας τοῦ κακοῦ, καὶ ἔχοντας κάνει αὐτὸν τὸν κόσμο σὲ Βασιλεία τῆς ἀγάπης, τῆς ἁγιότητας, τῆς ἀπόλυτης ὀμορφιᾶς, ἄς φαντασθοῦμε ὅτι κάποιος ἀπὸ μᾶς θὰ μποροῦσε νὰ λησμονηθεῖ: τί θὰ συνέβαινε σέ μᾶς; Λησμονημένοι ἀπ’ τὸν Θεό……Κι αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ ἀναθυμόμαστε ὅτι ὑπάρχουμε, ὅτι ζοῦμε.! Συμβαίνει μόνο γιατί μᾶς θυμᾶται Ἐκεῖνος ἀκόμα κι ἂν ἐμεῖς λησμονοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, συνεχίζουμε νὰ ὑπάρχουμε χάρη στὴν δύναμη τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι δική Του, χάρη στὴν εὐλογία Του, χάρη στὴν ὅλο θυσία Ἀγάπη Του.

Πόσο ὄμορφο εἶναι νὰ σκεφτόμαστε ὅτι εἴμαστε ἀσφαλισμένοι στὴν μνήμη Θεοῦ ποὺ περικλείει ὅλους, ἀκόμα κι ἂν οἱ ἄνθρωποι μᾶς ξεχνοῦν! Καὶ αὐτὸ συνέβη, συνέβη: Θυμᾶμαι μιὰ σκοτεινὴ μέρα ποὺ ἤμουν μὲ μία οἰκογένεια, κι ἄνοιξε ἡ πόρτα, κι ἕνας ἄνδρας ποὺ ἦταν 5 χρόνια στὸν πόλεμο καὶ θεωρεῖτο νεκρὸς, μπῆκε· ἡ γυναίκα του τὸν κοίταξε καὶ τοῦ εἶπε: «Ζεῖς; Σὲ εἴχαμε γιὰ νεκρό…!». Κι αὐτὲς οἱ λέξεις σήμαιναν «ὑπολογίζαμε στὸν θάνατό σου, γιατί ἂν ἤσουν νεκρὸς ἡ ζωὴ θὰ ξαναρχίσει, μ’ ἕνα νέο τρόπο· θὰ συναντοῦσα νέα ἄτομα, θὰ παντρευόμουν ἕναν ἄλλο ἄνδρα· ἦλθες -θὰ μποροῦσες νὰ μὴν ἔρθεις, θὰ μποροῦσες νὰ ’χες παραμείνει νεκρός…»

Πῶς φαντάζεσθε ὅτι θὰ ἔνιωσε αὐτὸς ὁ ἄνδρας; Καὶ μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε τί θὰ συμβεῖ στὸν καθένα μας, ὅσο ἁμαρτωλοὶ κι ἂν εἴμαστε, ἂν καθὼς στεκόμαστε μπροστά Του δοῦμε ὅτι δὲν θυμᾶται οὔτε τὸ ὄνομα, οὔτε τὴν ὄψη, οὔτε τὴν ὕπαρξή μας… Καὶ πόσο ὄμορφο ἀντίθετα εἶναι νὰ συλλογιζόμαστε ὅτι ἀκόμα κι ἂν ὅλος ὁ κόσμος μᾶς ξεχάσει - ὑπάρχει Ἕνας ποὺ ποτὲ – ποτὲ δὲν θὰ μᾶς ξεχάσει: εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ἕνας τῆς Τριάδος, ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ….

Τὸ γεγονὸς ποὺ συνέβη στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ (Ματθ. 14, 22-34): ὁ Πέτρος, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μαθητές, εἶδαν τὸν Κύριο σὰν φάντασμα, σὰν ὀπτασία νὰ περπατᾶ στὰ νερά, καὶ γέμισαν μὲ φόβο: ἕνα φάντασμα! Κι ὅλοι φώναξαν μὲ φόβο. Κι ὁ Κύριος: «Μὴ φοβεῖσθε, Ἐγὼ εἰμί…». Τοὺς χτυποῦσαν τὰ κύματα, ὅπως μᾶς χτυποῦν οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς, ἀπὸ τὶς καταιγίδες ποὺ ξεσηκώνονται μέσα μας. Ἀλλὰ ὅταν ἄκουσαν τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ Πέτρος εἶπε: «Κύριε ἄφησέ με νὰ ’ρθω πρὸς τὰ σένα, περπατώντας στὰ νερά…» Ἤξερε ὅτι ἦταν ἀνθρωπίνως ἀδύνατο, ἀλλὰ ἦταν δυνατὸν γιατί ὅλα εἶναι δυνατὰ στὸν Θεό, καὶ μὲ τὸν Θεό…. Κι ὁ Χριστὸς εἶπε: «ἔλα…» Κι ὁ Πέτρος ἄφησε τὴν ἐλάχιστη ἀσφάλεια τοῦ σκάφους πάνω στὸ ὁποῖο βρισκόταν μὲ τοὺς ἄλλους μαθητές, κι ἄρχισε νὰ βαδίζει· καὶ ξαφνικὰ κοίταξε στὰ κύματα ἀντὶ νὰ κοιτάξει πρὸς τὸν Χριστό, κοίταξε τὴν καταιγίδα ἀντὶ νὰ κοιτάξει Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὁ Κύριος τῆς καταιγίδας, ὅπως εἶναι ὁ Κύριος τῆς Εἰρήνης. Κι ἐπειδὴ θυμήθηκε τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν καταιγίδα, ἄρχισε νὰ βυθίζεται· κι ὅταν ἀκριβῶς εἶχε χάσει ἀπ’ τὰ μάτια του τὸν Κύριο, φώναξε: «βοήθει μοι..», κι ὁ Χριστὸς τὸν ἐπίασε ἀπ’ τὸ χέρι καὶ τὸν ἔφερε στὴν ἀκτή..

Ἐδῶ βλέπουμε πάλι ὅτι ὅταν παρασυρόμαστε ἀπὸ τοὺς φόβους μας, τὶς ἀμφιβολίες μας, παρασυρόμαστε ἀπὸ τὴν καταιγίδα ποὺ μαίνεται μέσα ἢ γύρω μας, εἶναι ὁ Ἕνας ποὺ μᾶς θυμᾶται μὲ ἀγάπη, μὲ συμπόνια, μὲ μιὰ κατανόηση ποὺ φτάνει πέρα ἀπ’ τὴν δική μας κατανόηση. Γιατί Αὐτὸς βυθίστηκε στὰ κατάβαθα τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας κι ἔφερε ὅλο τὸ βάρος τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, αὐτὸς μπορεῖ νὰ πεῖ: «μὴ φοβεῖσθε! ..» - καὶ νὰ μᾶς πάρει ἀπ’ τὸ χέρι καὶ νὰ μᾶς σώσει.

Ἂς σκεφτοῦμε γιὰ μιὰ στιγμὴ τί σημαίνει αὐτό: νὰ θυμόμαστε τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ ὅλους μας, τὸν καθένα μας ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ μᾶς θυμοῦνται, γιὰ τοὺς ὁποίους ὑπάρχουμε, γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχουμε σημασία. Ἕνας Γάλλος συγγραφέας ἔλεγε: Τὸ νὰ πεῖς σ’ ἕναν ἄνθρωπο «Σ’ ἀγαπῶ..» ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ πεῖς «δὲν θὰ πεθάνεις ποτέ…». Ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ μιὰ ἔξοχη δήλωση πρὸς ἕνα πρόσωπο, τὸ πρόσωπο ποὺ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ προσφωνήθηκε, δὲν μπορεῖ νὰ ἐκπέσει ἀπ’ τὴν αἰωνιότητα, τὴν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, γιατί ὅλη ἡ ἀγάπη ἀνήκει στὸν Θεό. Πόσο ὑπέροχο εἶναι αὐτὴ ἡ σωτηρία νὰ προσφέρεται καὶ νὰ δίνεται, πόσο ὄμορφο νὰ εἴμαστε μέτοχοι αὐτῆς τῆς δωρεᾶς, χαρίζοντάς την στοὺς ἄλλους μὲ τὴν ἀγάπη μας καὶ μιὰν αἰώνια ἀνάμνηση.

Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...