Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 02, 2017

Γιατί τιμούμε τους Αγίους;

Γιατί τιμούμε τους Αγίους;
† π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας  Δρ. Φιλοσοφίας
ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΗΧΗΣΕΩΣ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ

Το θέμα αυτό είναι πολύ βασικό, γιατί όλες οι προτεσταντικές αιρέσεις ασκούν σφοδρότατη κριτική εναντίον της Εκκλησίας μας, υποστηρίζοντας πως εμείς λατρεύουμε τους αγίους και προσβλέπουμε σ' αυτούς για σωτηρία, όχι στον Σωτήρα Χριστό!
Είναι λοιπόν ποιμαντική ανάγκη να εξηγήσουμε με ποια έννοια η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τους αγίους και πού τελικά μεταβαίνει αυτή η τιμή. Να τονίσουμε σε ποια σχέση βρισκόμαστε εμείς με τους αγίους και τι συνεπάγεται αυτή η σχέση. Πρέπει ακόμη να απαντήσουμε στην ένσταση των προτεσταντών, ότι οι άγιοι δεν είναι πανταχού παρόντες και συνεπώς δεν ακούουν τις προσευχές μας. Να ερμηνεύσουμε τα θαύματα που επιτελούν οι άγιοι και να τα κατοχυρώσουμε αγιογραφικά- να αναφερθούμε στην πρώτη Εκκλησία, για να διαπιστώσουμε αν υπήρχε σ' αυτήν η τιμή των αγίων και προ παντός, να καταστήσουμε φανερή τη διάκριση μεταξύ τιμής και λατρείας, λατρευτικής προσκύνησης και προσκύνησης σαν εκδήλωση τιμής και αγάπης, που αποδίδεται από μέρους μας στους αγίους.
Κατά την πίστη της Εκκλησίας μας οι άγιοι αντικατοπτρίζουν τη δόξα του Κυρίου (Β' Κορ. γ' 18) και ακτινοβολούν το άκτιστο φως του Θεού (Ματθ. ε' 14. Ιω. η' 12. Εφεσ. ε' 8. Κολ. α' 12. Αποκ. κβ' 5).
Η δόξα των αγίων και των αγγέλων δεν είναι ανεξάρτητη από τη δόξα του Χριστού, γιατί είναι μέλη του σώματος Αυτού (Έφεσ. α' 23. δ' 16. ε' 23. Κολ. α' 18.24). Ονομάζονται αγαπητοί του Θεού (Β' Παραλ./Χρον. κ' 7. Ησ. μα' 8), φίλοι του Θεού (Ψαλμ. ρλη' 17, κατά τους Ο'. Ιω. ιε' 14. Ιακ. β' 23), αδελφοί του Χριστού (Ματθ. ιβ' 50). Είναι ναός και κατοικητήριο του Θεού (Α' Κορ. γ' 16-17. στ' 19. Β' Κορ. στ' 16), τέκνα Θεού (Ιω. α' 12. Γαλ. γ' 26-27), κληρονόμοι και συγκληρονόμοι του Χριστού (Ρωμ. η' 17). Το μνημόσυνο των άγιων είναι αιώνιο (Ψαλμ. ρια/ριβ' 1-9. Παροιμ. Γ 7. Εβρ. ια' 4-38).
Ο ίδιος ο Θεός, μέσω του αγίου Σώματος του Χριστού, έρχεται σε προσωπική κοινωνία με τον άνθρωπο και του μεταδίδει την αγιότητα. Πρόκειται για την αγιότητα του Σώματος του Χριστού, όχι για την αγιότητα του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την κοινωνία του με τον Χριστό (Ιω. ιδ' 23. Α' Κορ. γ' 5-17. στ' 19. Β' Κορ. στ' 16. Εφεσ. β' 22). Έτσι ο Χριστός θριαμβεύει μέσω των αγίων (Ίω. κα' 19. Β' Κορ. β' 14).
Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, οι είκοσι τέσσερις πρεσβύτεροι, που εκπροσωπούν τη θριαμβεύουσα Εκκλησία, έχουν «επί τας κεφαλάς των στεφάνους χρυσούς» (Αποκ. δ' 4). Το αναρίθμητο πλήθος των αγίων, που «έπλυναν τας στολάς αυτών και ελεύκαναν αυτάς εν τω αίματι του αρνίου» (Αποκ. ζ' 14), ευρίσκονται «ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του αρνίου» ως νικητές (Αποκ. ζ' 9-10), σ' αυτούς δόθηκαν «θρόνοι», για να βασιλεύσουν «επί χίλια έτη», μέχρι τη δευτέρα παρουσία, οπότε το σώμα του Χριστού, η Εκκλησία, θα παραδοθεί από την ίδια την κεφαλή της στον Τριαδικό Θεό, για να είναι πλέον «ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Αποκ. κ' 4. Α' Κορ. ιε' 23-28).
Ο Χριστός είναι ο μόνος «Παράκλητος», ο μοναδικός «μεσίτης» και «σωτήρας» (Α' Ιω. β' 1. Ιω. ιδ' 6. 13-14. Α' Τιμ. β' 5. Πράξ. δ' 12), μόνο με το αίμα του Χριστού πραγματοποιείται η συμφιλίωση (Α' Πέτρ. α' 18-19), ο «άλλος Παράκλητος», το Πνεύμα το Άγιο, με τα άγια μυστήρια ενεργοποιεί προς χάρη μας τις δωρεές του Χριστού: με το βάπτισμα μας εντάσσει στο Σώμα του Χριστού (Γαλ. γ' 27. Πρβλ. α' Κορ. ιβ' 3), με τη θεία κοινωνία μας τρέφει με τον «άρτο της ζωής» (Ίω. στ' 48-53). Με αυτή την απόλυτη έννοια δεν υπάρχει άλλος σωτήρας, ούτε δεύτερος μεσίτης.
Και όμως στην αγία Γραφή γίνεται λόγος για μεσιτεία ανθρώπων και αγγέλων, μέσω προσευχής και παράκλησης (Γεν. m' 23-33. κ' 3-18. λβ' 9-14. Ίώβ μβ' 8-10. Παροιμ. ιε' 8. Ζαχ. α' 12-13. Ίερεμ. ζ' 16). Άνθρωποι ονομάζονται «πρεσβευτές» (Β' Κορ. ε' 18-20. Έφεσ. στ' 20) και «σωτήρες», με την έννοια όμως πως οδηγούν στο μόνο Σωτήρα, τον Χριστό (Α' Κορ. θ' 22). Ο Θεός βεβαιώνει τον προφήτη πως αν βρεθεί ακόμη και ένας άγιος άνθρωπος, για χάρη του θα σώσει ολόκληρη την πόλη (Ιερεμ. ε' 1. Ίεζ. κβ' 30).
Αλλά μήπως η «μεσιτεία» με σχετική έννοια αναφέρεται μόνο σε ζώντες; ΟΧΙ ο Θεός λέγει στον προφήτη Ιερεμία: «Εάν σταθούν ενώπιόν μου ο Μωϋσής και ο Σαμουήλ, η ψυχή μου δεν θα κλίνει προς αυτούς» (Ιερ. ιε' 1), πράγμα που σημαίνει πως σε άλλες περιπτώσεις ο Θεός ανταποκρινόταν στις δεήσεις των άγιων ανδρών υπέρ του λαού. Στην Αποκάλυψη βλέπουμε τη θριαμβεύουσα Εκκλησία (τους 24 πρεσβύτερους) να κρατούν «φιάλας γεμούσας θυμιαμάτων, αι εισίν αι προσευχαί των αγίων», δηλαδή των επί γης ζώντων πιστών τις οποίες ενώνουν με τις δικές τους προσευχές (Αποκ. ε' 8).
Η ουράνια Εκκλησία δέχεται τις επικλήσεις μας, μάλιστα μεσιτεύει στον Κύριο να σταματήσει το μαρτύριο των αδελφών τους στη γη (Αποκ. στ' 9-11), πράγμα που εισακούεται τελικά από τον Θεό (Αποκ. ζ' 9-11. η' 3-5. ια' 16-18. ιδ' 14-20. Πρβλ. Δ/Β' Βασιλ. κ' 4-6. Β' Μακ. ιε' 12-16).

Όταν λοιπόν επικαλούμεθα τους αγίους, οι ελπίδες μας δεν είναι μάταιες, οι άγιοι είναι συνδεδεμένοι μαζί μας με τον σύνδεσμο της αγάπης, η οποία «ουδέποτε εκπίπτει» (Α' Κορ. ιγ' 8). Πιστεύουμε δηλαδή πως είμαστε πράγματι «συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. β' 19-20).
Είναι οι άγιοι «πανταχού παρόντες» για να εισακούουν τις επικλήσεις μας; Όχι, οι άγιοι, ανεξάρτητα από τη χάρη του Θεού, δεν είναι πανταχού παρόντες, ούτε πληροφορούνται με τη δική τους δύναμη τι γίνεται μακριά από αυτούς. Όμως λουσμένοι στην άκτιστη θεία χάρη, μέσω του Αγίου Πνεύματος, σαν μέλη του σώματος του Χριστού, που είναι ενωμένο με την Θεότητα, μπορούν να ξεπεράσουν τους όρους της φύσης και να μετέχουν στη ζωή των αδελφών τους επί της γης.
Αν οι άνθρωποι του Θεού που ζουν στη γη μπορούν να ξεπεράσουν με τη χάρη του Θεού τους όρους της φύσης, πρέπει να συμπεράνουμε πως αυτό μπορεί να γίνει πολύ περισσότερο από τα μέλη της θριαμβεύουσας Εκκλησίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικά παραδείγματα από την αγία Γραφή.
Η «καρδιά» του Ελισσαίου ήταν μετά του Γιεζί και μπορούσε να γνωρίζει αυτό που συνέβη μακριά (Δ/Β' Βασιλ. ε' 25-27). Ο Αβραάμ «είδε» την ημέρα του Κυρίου «και εχάρη» (Ίω. η' 56). Ο απόστολος Πέτρος εγνώριζε την πονηρία του Ανανία (Πράξ. ε' 3).
Ο Θεός αποκαλύπτει τα θαυμαστά πράγματα «διά του Πνεύματος προς το συμφέρον», όλα τα ενεργεί το Πνεύμα το Άγιο, χωρίς να δεσμεύεται από φυσικούς όρους, που ο Θεός έθεσε για ορισμένο σκοπό (Α' Κορ. ιβ' 7-11, πρβλ. Β' Κορ. ιβ' 2-4). Ο ίδιος ο Κύριος μας βεβαιώνει για την κοινωνία αγάπης της ουράνιας Εκκλησίας, η οποία πληροφορείται τα γεγονότα της ζωής μας και χαίρει για την επιστροφή κάθε αμαρτωλού (Λουκ. ιε' 7-10).
Ο Θεός θαυματοποιεί μέσω των αγίων και δικαίων (Γ/ Α' Βασιλ. ιζ' 21-22. Δ/Β' Βασιλ. δ' 33-35. Πράξ. ε' 12-16. ιβ' 11-12), όχι μόνο μέσω ζώντων πάνω στη γη, αλλά και μέσω κεκοιμημένων άγιων. Έτσι ο προφήτης Ησαΐας λαμβάνει εντολή να διαβιβάσει «προς τον Εζεκίαν τον ηγούμενον του λαού» πώς θα σώσει την πόλη από τους Ασσυρίους «διά Δαυίδ τον δούλον μου», δηλαδή χάρη του Δαυίδ, που ήδη είχε απέλθει από αυτή τη ζωή (Δ/Β' Βασιλ. κ' 4-6).
Το να ισχυρισθεί κανείς πως ο δεσμός της αγάπης μεταξύ αγωνιζομένης και θριαμβεύουσας Εκκλησίας μειώνει το μεσιτικό υπούργημα του Παράκλητου, είναι αφέλεια, γιατί οι άγιοι δεν έχουν δύναμη από μόνοι τους να θαυματουργούν και να επεμβαίνουν στη ζωή μας, ανεξάρτητα από την χάρη του Θεού. «Το πνεύμα του Ηλία» που «ανεπαύθη επί τον Ελισσαίον» ήταν η χάρη του Αγίου Πνεύματος, όχι κάτι ανεξάρτητο από αυτήν γι' αυτό και «οι υιοί των προφητών» τον προσκυνούν με εδαφιαία μετάνοια (Δ/Β' Βασιλ. β' 14-15). Το ίδιο παρατηρούμε και για την ανάσταση του ανθρώπου εκείνου που ενταφιάστηκε στον τάφο του Ελισσαίου (Δ/Β' Βασιλ. ιγ' 21). Δεν είναι τα τίμια οστά από μόνα τους εκείνα που θαυματουργούν, αλλά η θεϊκή χάρη που τα περιβάλλει και χαριτώνει ολόκληρο τον άνθρωπο, όχι μόνο το πνεύμα του.
Η τιμή και ο σεβασμός στους αγίους εκδηλώνεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία και με την προσκύνηση. Δεν πρόκειται για λατρευτική προσκύνηση, η οποία απαγορεύεται ρητά από την αγία Γραφή (Έξοδ. κ' 4-5. Δευτερ. στ' 12-14. Ματθ. δ' 10), γιατί ποτέ κανείς ορθόδοξος χριστιανός δεν έχει συναίσθηση πως προσκυνεί οποιοδήποτε ον (άγγελο ή άνθρωπο) ως Θεό, μόνο τότε η προσκύνηση θα ήταν απόλυτη, δηλαδή λατρεία.
Τους αγίους προσκυνούμε χωρίς να παραγνωρίζουμε τη φύση τους, χωρίς δηλαδή να τους εκλαμβάνουμε για θεούς, γιατί παραδεχόμαστε πως η προσκύνηση δεν είναι πάντοτε εκδήλωση λατρείας. Αν αυτόν που προσκυνούμε δεν τον δεχόμαστε για Θεό, τότε με την προσκύνηση δεν του αποδίδουμε λατρεία, είναι εκδήλωση τιμής και αγάπης. Μ' αυτή την τιμητική έννοια ο Δαυίδ προσκυνεί τον Ιωνάθαν (Α' Βασιλ. / Α' Σαμ. κ' 41) και τον Σαούλ (Α' Βασιλ. / Α' Σαμ. κδ' 9), ο Νάθαν προσκυνεί τον Δαυίδ (Γ/Α Βασιλ. α' 23), οι υιοί των προφητών τον Ελισσαίο (Δ/Β' Βασιλ. β' 15), ο Ναβουχοδονόσωρ τον Δανιήλ (Δαν. β' 46).
Ακόμη και στην Καινή Διαθήκη ο δεσμοφύλακας προσκυνεί τον Παύλο και τον Σίλα (Πράξ. ιστ' 29), ενώ ο ίδιος ο Κύριος υπόσχεται πως θα αναγκάσει τους Ιουδαίους να προσκυνήσουν τον επίσκοπο Φιλαδέλφειας (Αποκ. γ' 9. Πρβ. Α' Βασιλ./ Α' Σαμ. ε' 4).
Όσοι απορρίπτουν την τιμή και την προσκύνηση των αγίων, επικαλούνται περιπτώσεις από την αγία Γραφή (Πράξ. ιδ' 11-15 και Αποκ. ιθ' 10. κβ' 8-9).
Στο Πράξ. ιδ' 11-15 φαίνεται καθαρά, πως οι άνθρωποι εξέλαβαν τον Παύλο και τον Βαρνάβα ως θεούς, γι' αυτό και οι απόστολοι δίκαια αντέδρασαν. Τέτοια προσκύνηση δεν τους άνηκε, γιατί ήταν λατρευτική.
Στη δεύτερη περίπτωση ο Ιωάννης, κατάπληκτος από εκείνα που αξιώθηκε να δει, κάτω από την επίδραση της οπτασίας του ίδιου του Κυρίου (Αποκ. α' 17-18), νόμισε πως ήταν και πάλι ο Κύριος, γι' αυτό και σπεύδει να τον προσκυνήσει. Ο άγγελος όμως τον επαναφέρει στην αλήθεια των γεγονότων: «σύνδουλος σου ειμί», δεν μου ανήκει τέτοια προσκύνηση, ανήκει μόνο στον Θεό!
Αν παραδεχθούμε πως ο Ιωάννης θέλησε να προσκυνήσει τον άγγελο τιμητικά, είχε αυτό το δικαίωμα (Αριθ. κβ'31. Ίησ. Ναυή ε' 14), και ασφαλώς στην περίπτωση αυτή η προσκύνηση δεν θα ήταν λατρευτική. Τότε η άρνηση του αγγέλου θα ήταν ένδειξη ταπεινοφροσύνης. Διαφορετικά πώς ο Ιωάννης αποτολμά να προσκυνήσει τον άγγελο για δεύτερη φορά; (Αποκ. κβ' 8-9).
Αυτή είναι η ερμηνεία της Γραφής, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας (Α' Τιμ. γ' 15). Αυτό μαρτυρείται ήδη σε πρωτοχριστιανικά κείμενα. Οι πρώτοι χριστιανοί ομολογούσαν:
«Δεν θα δυνηθώμεν ούτε τον Χριστόν να εγκαταλείψωμεν ποτέ, τον παθόντα υπέρ της σωτηρίας των σωζομένων εις ολόκληρον τον κόσμον, τον άμωμον υπέρ των αμαρτωλών, ούτε κάποιον άλλον να λατρεύσωμεν. Διότι τούτον μεν προσκυνούμεν ως Υιόν του Θεού, τους δε μάρτυρας αγαπώμεν ως μαθητάς του Κυρίου, επαξίως λόγω της ανυπερβλήτου αφοσιώσεως εις τον βασιλέα και διδάσκαλόν των». Αυτό αναφέρεται στο μαρτύριο του άγιου Πολυκάρπου 156). Εκεί σημειώνεται ακόμη πως οι χριστιανοί συνέλλεξαν τα οστά του μάρτυρα, «τα τιμιώτερα από πολυτελείς λίθους, και ευγενέστερα από χρυσόν» και τα ενεταφίασαν σε κατάλληλο τόπο, ώστε να συναθροίζονται εκεί και να εορτάζουν «την γενέθλιον ημέραν του μαρτυρίου του» (Μαρτ. Πολυκ. 17-18. Βλ. και στο 3β 3Θ).
Ο Ωριγένης ( 253/4) αναφέρει πως «αι ψυχαί των πεπελεκισμένων ένεκεν της μαρτυρίας του Ιησού, μη μάτην τω εν ουρανοίς θυσιαστηρίω παρεδρεύουσαι, διακονούσι τοις ευχομένοις άφεσιν αμαρτημάτων» (Ωριγ. Εις μαρτ. προτρ. 30. Πρβλ. Αποκ. κ' 4).
Ο άγιος Βασίλειος (330-379) αναφέρεται στις πανηγύρεις που γίνονταν στις μνήμες των αγίων (Έπιστ. 227, προς τους επισκ. του Πόντου. Όροι κατά πλάτος 8,40) και στην επίκληση των αγίων (Ομιλ. 4, εις άγ. Μάμαντα 1): «Αυτός που θλίβεται καταφεύγει εις τους σαράντα, αυτός που ευφραίνεται προς αυτούς σπεύδει. Ο ένας μεν διά να εύρη λύσιν εις τας δυσκολίας, ο άλλος δε διά να διαφύλαξη εις τον εαυτόν του τα πιο καλά αγαθά... τα αιτήματά σας ας γίνουν μαζί με τους μάρτυρας» (Μ. Βασ, Ομιλ. 5, εις τους αγ. τεσσαράκοντα 8). Η τιμή των αγίων τεσσαράκοντα, μας πληροφορεί ο Μ. Βασίλειος, είχε διαδοθεί σε πολλές περιοχές και οι άγιοι αυτοί «κοσμούν πολλάς πατρίδας» (Εις τους αγ. τεσσαρακ. 8).
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (344-407) κάνει λόγο για «λιτανείες και παρακλήσεις ... εις τον ναόν όπου και τα λείψανα των αποστόλων», προκειμένου να αποφευχθούν τα δεινά της πόλης (Χρυσ, Προς τους καταλείψαντας την Εκκλ.). Η δύναμη των αγίων μαρτύρων, αναφέρει ο Χρυσόστομος, «καθημερινώς ζει και ενεργεί, εκδιώκει δαιμόνια, απομακρύνει τας ασθενείας, εμψυχώνει πόλεις ολοκλήρους και συναθροίζει εδώ πλήθος» (Περί απολαύσεως της των μελλόντων 2). Υπογραμμίζει ακόμη πως η τιμή των άγιων «θα μεταβιβασθεί οπωσδήποτε προς τον Δεσπότην» (Ότε πρεσβ. προεχ. 2. Πρβλ. Ματθ. ε' 16).
Τα ίδια αναφέρει και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (329-390): «Πρέπει να πανηγυρίζουμε όλους τους μάρτυρες...» (Λόγος κδ' 3-4, εις τον άγιο Κυπριανό), «τώρα οι μάρτυρες κάνουν να ανοίξει ο ουρανός...» (Λόγος μδ' 12, εις την Νέαν Κυριακ.). «Και τώρα εκείνος είναι στον ουρανόν και εκεί προσφέρει τις θυσίες του για εμάς» (Λόγος μγ' 80, εις Μ. Βασίλ.). «Παρακαλούμε να μας παρακολουθείς καλοδιάθετα από υψηλά και το λαό που είναι γύρω σου να τον κατευθύνεις στην τελειότητα...» (Λόγος κα' 37, Εις τον Μ. Αθαν.).
Έτσι η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος διατύπωσε την πίστη της Ορθοδοξίας: «Τον μεν (Χριστόν) ως Θεόν και Δεσπότην, τους δε (αγίους) διά τον κοινόν Δεσπότην, ως αυτού γνησίους θεράποντος τιμώντες και σέβοντες και την κατά σχέσιν προσκύνησιν απονέμοντες (Συνοδικόν της Ορθοδο-ξίας της Ζ' Οικ. Συνόδου).


Αυτή είναι η ορθόδοξη διδασκαλία για τους αγίους. Δεν πιστεύουμε λοιπόν πως οι άγιοι μπορούν να σώσουν τους εαυτούς τους ή τους άλλους ανθρώπους. Όποια και αν είναι τα έργα των άγιων, δεν επαρκούν ούτε και για τη δική τους σωτηρία, γιατί δεν ξεπερνούν την εκτέλεση του καθήκοντος (Λουκ. ιζ' 10). Όμως ο Θεός λογαριάζει την προαίρεσή τους και τους αμείβει χωρίς να το αξίζουν. Συνεπώς η διδαχή αυτή της Ορθοδοξίας δεν θίγει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού.
Π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ
Γ' ΕΚΔΟΣΗ ΕΠΑΥΞΗΜΕΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1994

Ὁμιλία στὴν ἀγρυπνία τῶν Θεοφανείων Anthony Bloom

Ἡ ἡμέρα τῶν Θεοφανείων εἶναι ἡ μέρα ποὺ ὅλος ὁ κόσμος ἀναγεννᾶται καὶ γίνεται μέτοχος τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ συγχρόνως εἶναι ἡ μέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστός, εἰσέρχεται στὴν ὁδὸ πρὸς τὸν Γολγοθά.
Ἦλθε στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, ὄχι γιὰ νὰ καθαριστεῖ, ἐπειδὴ ἦταν ἀναμάρτητος, σὰν Θεὸς καὶ συνάμα κατέστη ἁγνὸς ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση Του καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ ἐκείνους τοὺς προγόνους ποὺ εἶχαν προσφέρει τὴ ζωή τους στὸν Θεό, καὶ τῶν ὁποίων ἡ ἁγιότητα ἔφτασε στὸ κορύφωμά της στὴν καθαρότητα τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἦταν τόσο ἁγνή, τόσο ἄμεμπτη ποὺ μποροῦσε νὰ εἰσέλθει στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἐκεῖ ὅπου οὔτε ὁ Ἀρχιερέας δὲν τολμοῦσε νὰ εἰσέλθει, ἐκτὸς ἀπὸ μία φορὰ τὸ χρόνο μετὰ ἀπὸ ἕναν ἰδιαίτερο ἁγιασμό.
Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀνάγκη νὰ καθαριστεῖ. Ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ νερά, ὅπου εἶχαν πλυθεῖ ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ εἶχαν ἔλθει στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ ὁμολογώντας τὸ κακὸ ποὺ βάραινε τὴ ζωή τους, ἦταν βαριὰ ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἑπομένως ἐξαιτίας τῆς θνητότητας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Εἶχαν γίνει νερὰ θανατηφόρα, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ νερὰ εἶναι ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καταδύεται ἐκείνη τὴν ἡμέρα σηκώνοντας στοὺς ὤμους Του τὴν θνητὴ φύση ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.
Ἔρχεται, ἀθάνατος ὡς πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὴν Θεότητά Του, καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἐνδύεται τὴν θνητότητα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας Του πρὸς τὸν Γολγοθά. Αὐτὴ τὴν ἡμέρα θαυμάζουμε τὴν ἀτελείωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὅπως σὲ κάθε ἄλλη περίσταση, ὁ ἄνθρωπος ἔπρεπε νὰ λάβει μέρος στὸ σχέδιο ποὺ ὁ Θεὸς εἶχε προνοήσει γιὰ τὴ σωτηρία του. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Θεὸς ἔρχεται καὶ μοιράζεται τὴν θνητή μας φύση, ὁ λόγος ποὺ ἔρχεται καὶ μᾶς σώζει. Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς Θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἔλθει στὸν Γολγοθὰ ὅταν θὰ πεῖ, «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;» Θὰ εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός, ὅπως ὅταν ἦταν ἐνδεδυμένος τὴν ἀνθρώπινη φύση Του, θὰ ἔχει χάσει τὴν ἐπαφή Του μὲ τὸν Πατέρα μετέχοντας στὸ πεπρωμένο τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔσχατη πράξη Θεικὴς ἀγάπης.
Συνεπῶς ἂς θαυμάσουμε, ἂς ἀναρωτηθοῦμε, καὶ ἂς λατρέψουμε αὐτὴ τὴν Θεικὴ ἀγάπη, καὶ ἂς μάθουμε ἀπὸ Ἐκεῖνον· ἐπειδὴ εἶπε στὸ Εὐαγγέλιο, «Σᾶς ἔδωσα ἕνα παράδειγμα. Ἀκολουθεῖστε το.» Καλούμαστε, ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς ἁμαρτωλῆς καὶ θνητῆς φύσης μας, νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου στὴ ζωὴ καὶ στὸν θάνατο. Ἂς μάθουμε ἀπ’ αὐτό. Θεωροῦμε ὅτι εἶναι τόσο δύσκολο νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ἀκόμα κι ἐκείνων ποὺ ἀγαπᾶμε· καὶ πρακτικὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐπωμιστοῦμε τὰ βάρη τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἀγαπᾶμε μὲ μιὰ εἰλικρινῆ, φυσικὴ τρυφερότητα. Ἂς μάθουμε, ἐπειδὴ διαφορετικὰ δὲν θὰ ἔχουμε μάθει τὸ πρῶτο μάθημα ποὺ θὰ μᾶς δώσει ὁ Χριστός, ὅταν εἰσέλθει στὴν διακονία Του. Ἀμήν.

Κυριακή, Ιανουαρίου 01, 2017

“Επικηρυγμένος” ο π.Νικόλαος Μανώλης στην Ι.Μ. Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως


 Είναι εντυπωσιακό το φαινόμενο που λαμβάνει χώρα στη σύγχρονη εκκλησιαστική πραγματικότητα. Για τα δογματικά θέματα, τον Οικουμενισμό, τις Πατριαρχικές εκτροπές, την Ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου και τις Συμπροσευχές, τα αντανακλαστικά των Αρχιερέων είναι ασθενέστατα έως ανύπαρκτα. Για την φίμωση και τη δίωξη των κληρικών, που επαναστατεί η συνείδησή τους, τα αντανακλαστικά τους λειτουργούν τέλεια, η μέθοδος γνωστή, οι διαδικασίες συνοπτικές: “Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει” που λέει και ο λαός.  
Ο π. Νικόλαος Μανώλης, προανήγγειλε πως θα κάνει ειδική ομιλία, για τις δημόσιες θέσεις των μητροπολιτών, Κορίνθου κ.Διονύσιο και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως  κ.Ιερεμία, διότι επαναστάτησε η Ιερατική του συνείδηση.

Ο μητροπολίτης Γόρτυνος, επιδεικνύοντας εξαιρετικά αντανακλαστικά, προβαίνει σε τετρασέλιδη ανακοίνωση, προς τους Ιερείς, το ποίμνιό του και το διαδίκτυο.
Πληροφορούμε τους αγαπητούς αναγνώστες μας, πως ο π.Νικόλαος Μανώλης, δεν απάντησε ακόμη, προανήγγειλε πως θα απαντήσει. Συγκεκριμένα ο π. Νικόλαος είχε δηλώσει τα εξής:
"Πίκρα και αγανάκτηση αισθάνομαι από όσα είδα και άκουσα σε βίντεο..
..Θα τους απαντήσω, με ελέγχει η ιερατική μου συνείδηση. Θα απαντήσω με θεολογικό και πατερικό τρόπο σε όσα ανακριβή, αθεολόγητα και αντιεκκλησιαστικά διατύπωσαν οι δύο μητροπολίτες. Δεν μπορούν οι επίσκοποί μας να καθησυχάζουν το λαό εν καιρώ οικουμενιστικής προπαγάνδας και πολεμικής εναντίον της Πίστης μας και κανείς να μην αντιδρά. Δεν ανέχομαι να προσβάλλεται η πατερική μας Παράδοση με αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο από Ορθοδόξους Ιεράρχες.
Δημόσια τοποθετήθηκαν, δημόσια θα λάβουν και την αρμόζουσα απάντηση".
Μικρό το θίξιμο, μεγάλη η ταραχή, τεράστιος ο εγωισμός” 
(γ. Ιωσήφ ο ησυχαστής και Σπηλαιώτης).
Δεν επιδεικνύει ο Σεβασμιότατος, ούτε τη στοιχειώδη ψυχραιμία και υπομονή, ώστε να ακούσει τις (θεολογικές και πατερικές) θέσεις του πατρός Νικολάου και σπεύδει να προκαταλάβει τον πιστό λαό Του Θεού. Βιάζεται και χαρακτηρίζει την πολύ σύντομη δήλωση του πατρός Νικολάου ως κείμενο!!! Γράφει στον υπότιτλο της μητροπολιτικής επιστολής: “Μέ ἀφορμή τό κατ᾽ ἐμοῦ κείμενο τοῦ Πρωτ. Νικολάου Μανώλη”.  Είναι προφανές πως ο Σεβασμιότατος,  ευρίσκεται σε πανικό και ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος. Τι φοβάται;
Η στοιχειώδης ευγένεια που ευαγγελίζεται για τον έλεγχο των αιρετικών, ο επιστημονικός διάλογος, ακόμη και η διαφωνία, σε θεολογικό επίπεδο, δεν του επιβάλει πρώτα να ακούσει την άλλη πλευρά;
Η αυστηρότητα των Αρχιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος, εξαντλείται φυσικά εκεί που τους παίρνει. Η στάση τους απέναντι στην αίρεση, τον Πατριάρχη και τους ομοϊδεάτες του, στην λαίλαπα του Κολυμπαρίου, αποτελούν μνημείο ανοχής, παθητικότητας και υποτέλειας.
Αξίζει να ενημερώσουμε τους αγαπητούς αναγνώστες του Ιστολογίου μας, πως ο μητροπολίτης Γόρτυνος με κάθε ευκαιρία μέσω κοινών γνωστών ή συνεργατών, μέχρι προσφάτως, δεν έχανε την ευκαιρία να στέλνει τα προσκυνήματά του στον π.Νικόλαο Μανώλη και να εκφράζει την εκτίμησή του, στο πρόσωπό του. Άλλωστε και ο π.Νικόλαος με πάρα πολλές Ομιλίες του, ευχαριστούσε και επαινούσε τον μητροπολίτη για τις αντιοικουμενιστικές του θέσεις.
Η εκτίμηση αυτή, που είναι ατράνταχτη απόδειξη πως ο π. Νικόλαος δεν κινείται από κάποια προσωπική εμπάθεια, είχε χρόνια τώρα ως αποτέλεσμα, ο Σεβασμιότατος να χαίρει της δημοσίευσης των κυρηγμάτων του στο Ιστολόγιο Κατάνυξις, ασχέτως αν πολλοί από εμάς, διατυπώσαμε εγκαίρως τις επιφυλάξεις μας,  όταν πήρε πίσω την υπογραφή του στην “Ομολογία Πίστεως” της Συνάξεως κληρικών και μοναχών,  υμνώντας τότε μάλιστα τον Αιρεσιάρχη Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
        Ο π. Νικόλαος ρωτήθηκε για την εξέλιξη, ενημερώθηκε για το ότι θεωρήθηκε επικίνδυνος πρωτοχρονιάτικα, από τον Μητροπολίτη Γόρτυνος κ. Ιερεμία, ο οποίος έσπευσε να “προφυλάξει” το ποίμνιό του, και μας δήλωσε πως θα σεβαστεί την εορταστική περίοδο του Δωδεκαημέρου. Μετά τα Θεοφάνεια, ενώ δεν είχε σκοπό να ασχοληθεί κυρίως με τον μητροπολίτη Γόρτυνος, τώρα με την αφορμή που του δίδει η παρακάτω ανακοίνωση, θα ασχοληθεί ιδιαιτέρως με τις αντιεκκλησιαστικές του θέσεις, ασχέτως που ο κ. Ιερεμίας τον υποτίμησε σφόδρα με την παρούσα επιστολή.
Ένα παράδειγμα απαξιωτικής αναφοράς του μητροπολίτη που φανερώνει εχθρικά και εμπαθή συναισθήματα είναι και το παρακάτω απόσπασμα της επιστολής. Φυσικά είναι πρόδηλο σε ποιον αναφέρεται: “Ἀφοῦ, ἐσύ πάτερ καί ἐσύ λαϊκέ ἀδελφέ, πού θέλετε νά κάνετε τόν ἀγωνιστή, ἀφοῦ, ὅπως σᾶς γνωρίζουμε, εἶστε θυμώδεις καί ὀργίλοι στήν ψυχή καί ἀφοῦ δέν γνωρίζετε τήν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς οὔτε ἔχετε μελετήσει τήν πατερική θεολογία, ποῦ πᾶτε χωρίς ἅρματα γιά ἀντιαιρετικό ἀγώνα; Μπορεῖ δηλαδή ὁ καθένας νά κάνει τόν χειροῦργο ἰατρό;
Παραθέτουμε ολόκληρη την επιστολή του κ.Ιερεμία, δηλώνοντας απογοητευμένοι για τους λόγους που προαναφέραμε. Ένας ακόμα επίσκοπος που κατατάσσει τον πνευματικό μας πατέρα Νικόλαο Μανώλη, εκτός εκκλησιαστικής κανονικότητας. Από αυτόν ομολογουμένως, όλοι, δεν το περιμέναμε...
            ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
    ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, 1η Ἰανουαρίου 2017
ΕΠΙΣΤΟΛΗ 4η
ΠΕΡΙ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ
(Μέ ἀφορμή τό κατ᾽ ἐμοῦ κείμενο τοῦ Πρωτ. Νικολάου Μανώλη)
Ἀγαπητοί μου συλλειτουργοί Ἀδελφοί
καί εὐσεβεῖς χριστιανοί
τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως
Σᾶς εὔχομαι εὐλογημένο ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό τό νέο ἔτος 2017.
Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, νά διαβάσετε τήν παροῦσα μου ἐπιστολή, τήν ὁποία ἔγραψα μέ πόνο καί ἀγάπη πρός Σᾶς. Καί παρακαλῶ νά τήν διαβάσετε, γιατί πρόκειται γιά τήν σωστή πνευματική μας πορεία, τήν ἐκκλησιολογική μας πορεία, δηλαδή, πρόκειται γιά τήν σωτηρία μας.
1. Μέ ἀφορμή τά φιλοπαπικά καί φιλοοικουμενιστικά κινήματα πού παρατηροῦνται στίς ἡμέρες μας, ὅπως συνέβαιναν καί παλαιότερα καί τά ὁποῖα ἀσφαλῶς καταδικάζουμε, γιατί ὁ παπισμός εἶναι αἵρεση, ὁ δέ οἰκουμενισμός παναίρεση, μερικοί, κληρικοί καί λαϊκοί, δείχνουν ἕναν ὑπέρμετρο ἄκριτο καί ἄτακτο ζῆλο καί ἐπιτίθενται ἐναντίον τῶν Ἀρχιερέων κυρίως, τούς ὁποίους ἀποκαλοῦν μέ προσβλητικές ἐκφράσεις καί τούς παρουσιάζουν ὡς προδότες τῆς πίστης μας καί ἀνάξιους, λοιπόν, γιά τήν διαποίμανση τῆς ποίμνης τους. Μία φράση ἄν πεῖ κάποιος Ἀρχιερεύς στήν ροή τοῦ λόγου του, θά ἁρπαχθοῦν αὐτοί ἀπ᾽ αὐτήν καί θά παρουσιάσουν στά διαδίκτυά τους τόν Ἀρχιερέα αὐτόν καί ὡς αἱρετικό ἀκόμη.
Ἔτσι καί ἐγώ σέ μία πρόσφατη ὁμιλία μου στήν πόλη τῆς Κορίνθου, καλεσμένος σ᾽ αὐτήν ἀπό τόν καλό της Ποιμένα, τόν ἀγαπητό συλλειτουργό ἀδελφό κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟ, εἶπα κάπου στήν πρόχειρή μου ἐκείνη ὁμιλία: «Ἄντε στό καλό του ἀπ᾽ ἐκεῖ μ᾽ αὐτόν τόν Πάπα καί τούς δογματισμούς. Ὅλο μ᾽ αὐτά θά ἀσχολούμαστε; Ἄς κοιτάξουμε καί λίγο τήν ψυχή μας». Αὐτήν τήν φράση μου, λοιπόν, τήν πῆρε ἕνας ἱερεύς τῆς Ἱ. Μ. Θεσσαλονίκης, ὁ πρωτοπρ. π. Νικόλαος Μανώλης, τήν ἀνέβασε στήν ἱστοσελίδα Κατάνυξη καί τήν ἔκριναν καί τήν κατέκριναν αὐτός καί οἱ ἀναγνῶστες μέ σκληρά σχόλια, δυσφημίζοντάς με βέβαια στόν λαό τοῦ Θεοῦ καί σέ σᾶς τό ποίμνιό μου ἰδιαίτερα.
2. Τήν φράση πού εἶπα, ἀγαπητοί μου, δέν τήν ἀνακαλῶ, ἀλλά τήν ἐπαναλαμβάνω καί τώρα. Ναί! Δέν θά ἀσχολούμαστε μονομερῶς μέ τήν αἵρεση, ἀλλά θά φροντίζουμε γιά τόν καθαρμό τῆς ψυχῆς μας πρῶτα, γιά νά ἔχουμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἶναι εὐλογημένοι οἱ λόγοι μας καί οἱ ἀγῶνες μας γιά τήν πίστη.
Τήν φράση μου αὐτή, γιά τήν ὁποία ὁ π. Νικόλαος Μανώλης «αἰσθάνεται πίκρα καί ἀγανάκτηση», τήν ἐμπνεύστηκα ἀπό ἕνα σύντομο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού μοῦ ἔκανε φοβερή ἐντύπωση. Τόν παραθέτω: «Ποθήσωμεν τήν εἰρήνην... Τό ζυγοστατεῖν καί σταθμίζειν τάς λέξεις τοῦ δόγματος καταλείπωμεν. Παυσώμεθα τοῦ θέλειν εἶναι διδασκάλων διδάσκαλοι. Μισήσωμεν τό λογομαχεῖν ἐπί καταστροφήν τῶν ἀκουόντων. Οὐκ ἐσμέν τῶν ποιμένων ποιμένες, ἀλλά πρόβατα» (MPG 64,38). Στόν λόγο του αὐτόν ὁ ἱερός πατήρ, πού πρέπει νά τόν ἐξεφώνησε ὅταν ἦταν ἀκόμη πρεσβύτερος, μᾶς λέγει αὐτό πού εἶπα καί ἐγώ κατ᾽ ἔμπνευσή του: Νά μήν ἀσχολούμαστε μέ λογομαχίες μέ τά δογματικά θέματα, ἀλλά νά ἐπιδιώκουμε τήν μεταξύ μας εἰρήνη καί ἀγάπη. Ἀλλά καί ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες δέν ἔνοιωθαν εὐχάριστα ὅταν ἦταν ἀναγκασμένοι ἀπό τά πράγματα νά ἀσχοληθοῦν ἐξονυχιστικά μέ δογματισμούς. Ὁ Μ. Βασίλειος, γιά παράδειγμα, λέγει ὅτι ἀρκεῖ ἡ παράδοση τῶν Ἀποστόλων καί ἡ ἁπλότητα τῆς πίστης, ἀλλά ἐπειδή ὁ Εὐνόμιος ἀσχολήθηκε μέ ὑψηλά θέματα, σπέρνοντας ζιζάνια, θά ἀσχοληθεῖ ἀναγκαστικά καί ὁ ἴδιος μέ αὐτόν (βλ. MPG 29,500ΑΒ. 32,949ΒC). Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος πάλι μᾶς λέγει νά ἀποφεύγουμε τόν δογματισμό σάν νά εἶναι ἕνα ἐξαγριωμένο λιοντάρι. Μακρυά – λέγει – ἀπό τέτοιες συζητήσεις εἴτε μέ μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἴτε καί μέ ἀνθρώπους ἔξω ἀπ᾽ αὐτήν. Λέγει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος πατέρας: «Φεῦγε τοῦ δογματῖσαι, ὡς ἀπό λέοντος ἀτάκτου· μήτε μήν μετά τῶν τροφίμων τῆς Ἐκκλησίας εἰς τοῦτο συνεισέλθῃς, μήτε μετά τῶν ἀλλοτρίων» (Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Τά εὑρεθέντα ἀσκητικά, ἐν Ἀθήναις 1895, σ. 35).
Μέ τόν λόγο μου, λοιπόν, «ἄντε στό καλό του μέ τόν Πάπα καί τούς δογματισμούς, ἄς κοιτάξουμε τήν ψυχή μας», ἐξέφρασα, νομίζω, τό πατερικό πνεῦμα, ὅπως ἀποδείχθηκε ἀπό τούς παραπάνω λόγους.
3. Ἀγαπητοί μου, ἡ ἀγωνιστικότητα εἶναι ἕνα χάρισμα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν δίνεται σέ ὅλους τό χάρισμα αὐτό. Τά χαρίσματα τά λαμβάνουν οἱ καθαροί στήν ψυχή. Ντροπή μας, νά θέλουμε νά κάνουμε τόν ἀγωνιστή, ἐνῶ βαρυνόμαστε μέ ποικίλλα πάθη. Ἰδιαίτερα οἱ ἀγῶνες γιά τήν πίστη πρέπει νά γίνονται μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη καί μέ πλουτισμό θεολογίας. Ἀφοῦ, ἐσύ πάτερ καί ἐσύ λαϊκέ ἀδελφέ, πού θέλετε νά κάνετε τόν ἀγωνιστή, ἀφοῦ, ὅπως σᾶς γνωρίζουμε, εἶστε θυμώδεις καί ὀργίλοι στήν ψυχή καί ἀφοῦ δέν γνωρίζετε τήν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς οὔτε ἔχετε μελετήσει τήν πατερική θεολογία, ποῦ πᾶτε χωρίς ἅρματα γιά ἀντιαιρετικό ἀγώνα; Μπορεῖ δηλαδή ὁ καθένας νά κάνει τόν χειροῦργο ἰατρό;
Τά λέγω αὐτά, ἀδελφοί μου, πατέρες καί χριστιανοί μου, γιά νά μήν ἐμπιστεύεστε σ᾽ ὅλες τίς ἀκουόμενες φωνές καί νά μήν ἀκολουθεῖτε τό κάθε κίνημα τοῦ κάθε τάχα ἀγωνιστοῦ. Νά εἶστε σεσοφισμένοι καί νά ἔχετε φωτισμένο νοῦ, γιά νά δοκιμάζετε τά πνεύματα, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ποιά εἶναι τοῦ Θεοῦ καί ποιά τοῦ πονηροῦ (Α´ Ἰωάν. 4,1 ἑξ.). Προσέχετε τούς «σοῦπερ ὀρθοδόξους», τούς «λίαν φιλοθέους καί φιλοχρίστους», ὅπως τούς λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος (Α´ Εἰρηνικός, ΣΤ´ 3), οἱ ὁποῖοι τοῦ ἦταν τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο στόν ἀγώνα του ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν. Γιατί αὐτός σάν ἅγιος ἔκανε τόν ἀγώνα αὐτόν μέ προσευχή, μέ ἀγάπη καί μέ τούς θεολογικούς του λόγους, ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι ἤθελαν καί ἔλεγαν οἱ «σοῦπερ ὀρθόδοξοι».
Ἴσως, πατέρες μου καί ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά σᾶς ἔκανα καί ἐγώ ζημιά στό θέμα πού σᾶς μιλῶ, ἐκφράζοντας θέσεις, οἱ ὁποῖες θεωροῦνταν ἀκραῖες καί λέγοντας μάλιστα ἐνίοτε μέ ἔνταση τίς θέσεις αὐτές. Σᾶς ζητῶ συγγνώμη, ἄν σᾶς ἔκανα ζημιά. Σᾶς δηλῶ ὅμως ὅτι ἡ προσευχή μου καί ἡ ἐπιθυμία μου εἶναι νά εἶμαι ὁμολογητής τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ἀλλά μέ ταπείνωση καί μέ εὐγένεια καί στούς λόγους μου νά φαίνεται ἡ ἀγάπη πρός τούς αἱρετικούς καί ὄχι μῖσος καί ἐχθρότητα πρός αὐτούς· καί κυρίως ὁ ἀγώνας μου αὐτός ὑπέρ τῆς πίστεως νά γίνεται μέ θεολογία, τήν ὁποία ὁμολογῶ ὅτι δέν γνωρίζω. Γιατί θέλει εἰδική θεολογική γνώση ὁ ἀντιαιρετικός ἀγώνας. Ἔχω περιπλακεῖ, πατέρες, μέ τήν ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι καί τά ποιμαντικά τῆς Μητροπόλεως καί δέν ἀπομένει χρόνος γιά τήν μελέτη τῆς ἀντιαιρετικῆς θεολογίας. Ἀλλά προσπαθῶ νά τόν ἐξευρίσκω. Ἐκεῖνο ὅμως πού σᾶς παρακαλῶ, πατέρες καί ἀδελφοί, εἶναι νά μοῦ δίνετε ἐμπιστοσύνη. Ὅσο καί ἄν εἶμαι ἁμαρτωλός καί ἀδύναμος στήν θεολογία, ὅμως προσεύχομαι στήν Παναγία καί τό πιστεύω ὅτι δέν θά μέ ἀφήσει ἡ Κυρία Θεοτόκος νά πλανηθῶ καί νά ὁδηγήσω καί ἐσᾶς, τό ποίμνιο, σέ λάθος δρόμο. Καί δέν θά πλανηθῶ γιατί ὡς βάση μου ἔχω τό, «ὅ,τι λέγει ἡ Ἐκκλησία»!
Προσέχετε τούς ἄλλους, τούς «σοῦπερ Ὀρθοδόξους», ὅπως τούς εἶπα. Μήν τούς ἀκοῦτε, γιατί θά σᾶς κάνουν τήν μεγάλη ζημιά, τό νά σᾶς βγάλουν ἀπό τά τείχη τῆς Ἐκκλησίας. Ναί! Τό πᾶνε γιά τήν «ἀποτείχιση». Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ζημιά καί μεγαλύτερο κακό ἀπ᾽ αὐτό. Ἐμεῖς εἴμαστε σφόδρα ἐναντίον τῆς Ἀποτειχίσεως. Θά παραμείνουμε ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί ὅταν βλέπουμε λάθη τῶν Ἀνωτέρων μας, θά διαμαρτυρόμαστε πονετικά, θά κλαῖμε, ἀλλά μέσα στήν Ἐκκλησία.
4. Αὐτοί πού λέγουν καί γράφουν καί κινοῦν τά πράγματα πρός τήν Ἀποτείχιση, τό κάνουν αὐτό, γιατί, ὅπως τά κρίνουν, βλέπουν παραπλάνηση καί αἵρεση σέ ᾽μᾶς, πού εἴμαστε ἐντός τῶν τειχῶν. Ἀλλά, τούς λέγουμε: Ἐξετᾶστε, κύριοι, καλύτερα τά πράγματα. Ἀφῆστε τά ὅπλα καί τίς ἀπειλές καί δέστε μας μέ θεολογικό καί εὔσπλαγχνο μάτι καί θά δεῖτε ὅτι εἴμαστε ἀδελφοί καί ὄχι ἐχθροί. Θά τελειώσω, πατέρες καί χριστιανοί μου, μέ μία σχετική περικοπή ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, πού παρακαλῶ νά τήν προσέξετε:
Οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ Ρουβήμ, Γάδ καί ἡ μισή φυλή τοῦ Μανασσῆ, πού κατοικοῦσαν ἀνατολικά τοῦ Ἰορδάνου, χωρισμένοι, δηλαδή, ἀπό τίς ὑπόλοιπες φυλές τοῦ Ἰσραήλ, πού κατοικοῦσαν στήν δυτική πλευρά τοῦ ποταμοῦ, αὐτοί, λοιπόν, γιά νά μή φαίνονται κομμένες ἀπό τίς ἄλλες, τίς πολλές φυλές, καί τά παιδιά τους λησμονήσουν ὅτι ἔχουν τόν ἴδιο Θεό μέ αὐτές, ἔκτισαν ἕνα πελώριο βωμό, γιά νά τούς θυμίζει ἁπλᾶ τόν Θεό τους. Ὄχι βωμό γιά νά προσφέρουν θυσία, γιατί ὅλος ὁ Ἰσραήλ ἕνα βωμό καί ἕνα ναό ἔπρεπε νά ἔχει, τήν Σκηνή τοῦ Μαρυτίου. Ἀλλά ἔκτισαν βωμό ὡς ἀναμνηστικό μόνο  τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ τους. Εἶδαν ὅμως οἱ δυτικά τοῦ Ἰορδάνου Ἰσραηλῖτες αὐτόν τόν νέο βωμό τῶν Ἰσραηλιτῶν τῆς ἄλλης πλευρᾶς τοῦ Ἰορδάνου καί, μή γνωρίζοντες τόν εὐσεβῆ σκοπό τους, τούς θεώρησαν προδότες, ὅτι δηλαδή ἀνακηρύττουν ἄλλο θεό, καί πῆραν τά ὅπλα γιά πόλεμο ἐναντίον τους. Ἔμαθαν ὅμως ἀπό τούς ἰδίους τά κίνητρά τους γιά τήν ἀνέγερση τοῦ βωμοῦ καί χαιρετήθηκαν ἔπειτα ὡς ἀδελφοί. Παρ᾽ ὀλίγον, δηλαδή, ἐμφύλιος πόλεμος μεταξύ ἀδελφῶν (βλ. Ἰησ. Ν. 22,1-34).
Τό περιστατικό αὐτό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί, εἶναι ἕνα ὡραῖο δίδαγμα γιά τούς ἀγωνιστές τῶν πατρώων παραδόσεων. Πολλές φορές συμβαίνει νά λέγουμε, νά γράφουμε καί νά ἐνεργοῦμε ἐναντίον ἄλλων, γιατί τούς νομίζουμε γιά προδότες καί ἀρνητές τῶν ἱερῶν παραδόσεων. Ἀλλά ἡ παραπάνω ἁγιογραφική περικοπή μᾶς λέει νά ἐξετάζουμε καλά τά κίνητρα τῶν ἄλλων. Μήπως οἱ ἄλλοι δέν εἶναι προδότες; Μήπως τούς παρεξηγήσαμε; Μήπως εἶναι ἀδελφοί μας καί ὄχι ἐχθροί μας;
5. Καί συγκεκριμένα: Πολύς λόγος ἔγινε γιά τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ὅτι ὀνόμασε «Ἐκκλησίες» τίς αἱρέσεις. Καί ἐγώ γραπτῶς ἐξεδήλωσα τήν διαφωνία μου γι᾽ αὐτό καί ἐμμένω στήν ἀντίθεσή μου αὐτή, γιατί, ὁμοῦ μέ πολλούς ἄλλους, δέν θά ἤθελα σέ ἐπίσημο κείμενο Συνόδου νά ὑπάρχει ἡ ἔκφραση αὐτή. Ἀλλά δέν μπορῶ ἀπό τήν ἔκφραση αὐτή νά πῶ, οὔτε καί συμφέρει γιά τήν λατρευτή Ἑλλαδική Ἐκκλησία τήν Ὁποία διακονῶ νά πῶ αὐτά τά ἀποτροπιαστικά πού λέγονται ἀπό φανατικούς, ὅτι ὅλοι οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο μαζί πρόδωσαν τήν πίστη καί φράγκεψαν καί ἀναγνώρισαν τίς αἱρέσεις ὡς Ἐκκλησίες, μέ τήν ἔννοια τῆς Μιᾶς, τῆς σώζουσας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως πολλοί Ἀρχιερεῖς στήν Ἱεραρχία τοῦ παρελθόντος Νοεμβρίου μᾶς ἐξήγησαν καί διαβεβαίωσαν, ἡ ἔκφραση «Ἐκκλησίες» γιά τά ξένα δόγματα στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ἐλέχθη καταχρηστικῶς μέ τήν ἔννοια τῶν συγκεντρώσεων καί δέν εἶχε καθόλου τήν ἔννοια τοῦ σώζοντος καθιδρύματος πού ἵδρυσε ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό Ὁποῖο εἶναι ἡ ΜΙΑ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Αὐτό μᾶς τό εἶπαν καθαρά ὅλοι οἱ Ἱεράρχες.  
Δέν ἐπιτρέπεται, λοιπόν, γράφω τώρα ὅτι ἀπό τήν ὀνομασία τῶν ξένων δογμάτων ὡς «Ἐκκλησίες», μέ αὐτή τήν παραπάνω ἑρμηνεία καί ἐξήγηση τῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν, νά τούς χαρακτηρίσουμε «προδότες», ὅπως ἔχει γραφεῖ. Ἐπαναλαμβάνω ὅμως ὅτι καί ἐγώ θά ἤθελα νά ἀπεφεύγετο ἡ ἔκφραση αὐτή, γιατί διευκολύνει τόν Οἰκουμενισμό.
Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ λόγου ἄς ἐρωτήσω: Ἐπανειλημμένως ὁ μακαριστός Γέροντας Φλωρίνης π. Αὐγουστῖνος καί σέ κηρύγματά του καί σέ γραπτά του ἔλεγε τήν ἔκφραση «Ρωμαϊκή Ἐκκλησία». Τό ἴδιο καί ὁ πολύς Τρεμπέλας. Τό ἴδιο καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος. Θά τολμήσουμε, λοιπόν, νά χαρακτηρίσουμε ὡς ἀθεολογήτους (!....) καί, τό χειρότερο, ὡς προδότες (!.....), τούς ἁγίους αὐτούς πατέρες καί διδασκάλους, γιατί ὀνομάζουν τούς Παπικούς «Ἐκκλησία»;
6. Σᾶς ἐκούρασα, ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί χριστιανοί. Σᾶς ζητῶ συγγνώμην. Καί ἐγώ κουράστηκα. Τά ἔγραψα αὐτά ἐξ αἰτίας τῆς ἀποτόμου καί ἀσπλάγχνου κατ᾽ ἐμοῦ ἐπιθέσεως τοῦ πρωτ. π. Νικολάου Μανώλη. Μαζί μέ ἐμέ ὁ εἰρημένος αὐτός κληρικός ἐπιτίθεται καί κατά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κορίνθου κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. Μέ τά ὅσα εἶπε ὁ λόγιος καί δραστήριος Ἱεράρχης κ. ΔΙΟΝΣΙΟΣ στό περιεκτικό του λογίδιο, ἀνέπτυξε τό ἄλλο δεύτερο ἥμισυ τοῦ χρυσοστομικοῦ χωρίου, πού ἀνέφερα, τό «παυσώμεθα τοῦ θέλειν εἶναι τῶν διδασκάλων διδάσκαλοι... Οὐκ ἐσμέν τῶν ποιμένων ποιμένες, ἀλλά πρόβατα».
Γιά τήν συμβουλή ὅμως αὐτή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου θά σᾶς μιλήσω στήν ἑπόμενή μου ἐπιστολή.
– Σᾶς ἀνακοινώνω ὅτι τό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς στό ἑξῆς θά εἶναι ἁπλούστερο καί πνευματικώτερο καί θά κυκλοφορεῖ σέ ἰδιαίτερο φυλλάδιο μέ τόν τίτλο ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΚΗΡΥΓΜΑ. Παρακαλῶ τούς ἁγίους ἱερεῖς νά φροντίζουν νά τό παίρνουν οἱ Χριστιανοί μας. Νά τό διανέμετε μαζί μέ τό Ἀντίδωρο.
Καλή χρονιά καί εὐλογημένη,
Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Ξεκίνα να φυτεύεις νέους παραδείσους


παράδεισος


Έλεγε ένας αγιορείτης, «όταν σου πετάει ο διάολος πέτρες, πάρε της και κτίσε εκκλησία» και ο Χριστιανόπουλος από άλλο μετερίζι αναφέρει, «έχτισα τον παράδεισο μου με τα υλικά της κόλασης σου..».

Ότι σε χρησιμοποίησαν για να πατήσουν στα πόδια τους και μόλις πάτησαν σε κλότσησαν με τον πιο χυδαίο τρόπο.
Θα έρθει η μέρα που καλά θα καταλάβεις, ότι ήσουν η ανάγκη τους και όχι η αγάπη τους.
Η μοναξιά τότε θα θεριέψει, η θλίψη θα κυματίσει με άγριες διαθέσεις προς την στεριά σου. Μια ορφάνια θα τυλίξει ολάκερο το κορμί σου και τα μάτια σου θα δανειστούν στα πελάγη για να κυλήσει ολόκληρη η αλμύρα τους.
Όμως, στάσου. Στάσου και δες, ότι οι πέτρες που σου πέταξαν μπορούν να φτιάξουν νέα μονοπάτια.
Ότι στην κόλαση που σου χάρισαν μπορείς να κτίσεις νέους παραδείσους.
Τίποτε δεν τελείωσε όλα τώρα αρχίζουν.
Ποτέ μια ήττα δεν είναι το τέλος. Μπορεί να σημάνει μια πιο υψηλή αρχή. Το νέο πάντα σε περιμένει όσο εσύ θα επιμένεις να αλητεύεις στην χώρα των ονείρων….
Ο Θεός αγαπά τους ηττημένους που μυρίζουν ελπίδα.
π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου (π. Λύβιος)
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

HΜΕΡΕΣ AΠΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΧΡΟΝΟΣ AΠΩΛΕΙΑΣ (Χαρ. Μπούσιας)

ΚΑΛΗ ΚΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ 
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΑΝΤΟΣ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 
Η ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ 2017


Ἡμέρες ἀποστασίας, χρόνος ἀπωλείας


ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

.           Εὑρισκόμενοι στὸ τέλος καὶ αὐτοῦ τοῦ χρόνου καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ νέου βλέποντας τὴν ἀποστασία νὰ βασιλεύει γύρω μας τολμοῦμε νὰ ἀναρωτηθοῦμε, ἂν ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος σωτηρίας ἢ χρόνος ἀπωλείας!
.           Ἀπὸ χρόνια ἀπομακρυνόμαστε διαρκῶς ἀπὸ τὸ θέλημα καὶ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ πράττοντες τὸ δικό μας θέλημα καὶ ἡ ἀποστασία μας βαθαίνει ὅσο πέρναει ὁ καιρός, ἀφοῦ ὁ δρόμος ποὺ ἔχουμε πάρει εἶναι κατηφορικός, εἶναι ὁ εὔκολος δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἡ ἀποστασία μας ἀπὸ τὸν Θεὸ   προχωρεῖ πρὸς τὸ ἀποκορύφωμά της καὶ δὲν στηρίζεται μόνο στὴ θεωρητική, ἀλλὰ καὶ στὴν πρακτικὴ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς, τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καὶ τῆς αἰωνιότητος. Ἡ ἀγάπη πάγωσε στὶς καρδιές μας. Δὲν βλέπουμε τὸ διπλανό μας μὲ συμπόνοια, μὲ σπλαχνικὸ μάτι. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι ἡ δική μας καλοζωΐα, τὰ δικά μας συμφέροντα. Γιὰ ἐμᾶς γράφηκε τὸ παλιὸ τραγούδι ποὺ λέει «Ὅποιος τρώει καὶ πίνει καὶ καλοπερνᾶ, δὲν τὸν νοιάζει, μάνα μου, ὁ ἄλλος ἂν πεινᾶ». Χωρὶς ἀγάπη καὶ χωρὶς μεταθανάτιες ἀνησυχίες ἡ ζωή μας δὲν διαφέρει σὲ τίποτα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ζώων, αὐτῶν ποὺ ζοῦν γιὰ νὰ τρῶνε, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, καὶ μάλιστα οἱ πιστοὶ στὸν Χριστό μας, πρέπει νὰ τρῶμε μόνο γιὰ νὰ ζοῦμε. Ἔχουμε ἀποστατήσει, δυστυχῶς, καί, ἔτσι, μὲ μεγάλη ἄνεση προχωροῦμε στὴν ἀσέβεια καὶ στὴ διαφθορά, στὴν ἀρχαιοελληνικὴ ρήση «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀπονθήσκομεν».
.         Τὸ κακὸ στὶς ἡμέρες μας πλήθυνε καὶ διαπράττεται εὐκολότερα καὶ ἀνετώτερα μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ ἐξέλιξη. Ζοῦμε σὲ ἐποχή, σὰν αὐτὴ ποὺ ὁμολογεῖ πρῶτα ὁ Ψαλμωδὸς Δαβὶδ (Ψαλμ. ΝΒ´ 4) καὶ ἔπειτα ἐπαναλαμβάνει ὁ θεῖος Παῦλος: “Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν· οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ῥωμ. γ΄ 12). Ὅλοι γύρω μας παρεκτράπησαν ἀπὸ τὸ σωστὸ δρόμο, τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ ἐξαχρειώθηκαν. Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ἐνεργεῖ τὸ ἀγαθό, νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μας, σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου Του. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας καί, ἀλλοίμονο, ὅταν θὰ ξεχειλίσει τὸ ποτήρι τῆς ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ!

.               Δὲν ἔφθασε, ὅμως, στὶς ἡμέρες μας μόνο ἡ ἀποστασία μας. Εἶναι καὶ ἡ διαστροφή! Τὸ ἄσπρο τὸ λέμε μαῦρο, τὸ κακὸ καλό, τὸ ἄσχημο ὄμορφο. Ἡ κακία προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ ἡ ἀρετὴ ὡς ἁμαρτία. Καὶ ὅταν ἀμνηστεύουμε τὴν ἁμαρτία δὲν ὁδηγούμαστε σὲ μετάνοια καὶ φυσικὰ σὲ ἐξομολόγηση, σὲ συντριβὴ καρδιᾶς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη πλάνη, ἡ χειρότερη ἁμαρτία, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ ἀμνήστευση τῶν θανασίμων ἁμαρτιῶν μας. Βλασφημοῦμε δηλαδὴ μὲ τὴ ζωή μας τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καὶ ἀρνούμαστε κάθε θεϊκὴ βοήθεια αὐτονομούμενοι καὶ νομίζοντας ὅτι ἐξουσιάζουμε τὰ πάντα καὶ ἰδίως τὸν ἑαυτό μας. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι περιττός. Καὶ χωρὶς Αὐτὸν φθάσαμε σὲ ἰσοπέδωση θρησκειῶν, φυλῶν, κρατῶν, γλωσσῶν, ἐθίμων καὶ παραδόσεων. Φθάσαμε στὴν παγκοσμιοποίηση καὶ ἀπολαμβάνουμε τοὺς καρπούς της, τὴν κρίση, τὸ ἔγκλημα, τὴν ἀνεργία, τὴ φτώχεια. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι βαδίζουμε ὅλοι σὰν ὑπνωτισμένοι καὶ ἐνῶ γνωρίζαμε τὸ στραβὸ δρόμο ποὺ πήραμε δὲν ἀντιδρούσαμε, ὅπως καὶ ἀκόμη καὶ τώρα δὲν ἀντιδροῦμε καθόλου ἢ ἀντιδροῦμε ἐλάχιστα. Νομίζουμε πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ὅτι ζοῦμε χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ γελιόμαστε καὶ κοροϊδεύουμε καὶ τὸν Θεό μας. Πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία, συνήθως πρὸς τὸ τέλος τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ὄχι γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεό μας, γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του πρὸς ἐμᾶς καὶ νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανοῦμε στὰ μάτια τῶν συνανθρώπων μας ὅτι θρησκεύουμε, ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Πόσο ἐπιφανειακοὶ ἄνθρωποι εἴμαστε! Ὁ Θεός μας, ὅμως, ὁ ὁποῖος «οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. ϛ´ 7), μᾶς λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα «ὁ λαός μου ταῖς χείλεσι μὲ τιμᾷ· ἡ καρδία αὐτοῦ πόῤῥῳ ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» (Ἡσ. κθ´ 13).
.              Ὅλοι μας μας, ἐκτὸς ἀπὸ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις, κυλιόμαστε καθημερινὰ στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔχει γίνει συνήθεια, δὲν νοιώθουμε ὅτι κάνουμε κάτι κακό, ἀλλὰ τὴν ἀπολαμβάνουμε σὰν κάτι τὸ φυσιολογικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο, ἀφοῦ φθάνουμε στὴ διαστροφή. Ζοῦμε σὲ μιὰ κοσμογονικὴ ἐποχή, ὅπου κυριαρχεῖ τὸ παγκόσμιο πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, τοῦ πλεονασμοῦ τῆς ἁμαρτίας, τοῦ ψεύδους, τῆς καταπτώσεως τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, τῆς τροφοδοσίας μας μὲ τὰ ξυλοκέρατα ποὺ μᾶς προσφέρουν γιὰ φαγητὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως, οἱ τηλεοράσεις, τὰ περιοδικά, τὸ διαδίκτυο. Ζοῦμε τὴν ἀποχαλίνωση τῶν πάντων στὴν ἐποχὴ τῆς «πληθύνσεως τῆς γνώσεως» (Δαν. ιβ´ 1,2,4).
.            Ἡ γνώση τῶν ἀνθρώπων αὐξάνεται συνεχῶς, ἡ ἐπιστήμη προοδεύει. Ἀλλὰ τί μὲ αὐτό; Ἔγραφε κάποιες δεκαετίες πρίν ποὺ ἡ ἀποστασία δὲν εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, ὅπως σήμερα, ὁ ἀγωνιστὴς Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὅτι «ὁ κόσμος σήμερα καυχᾶται γιὰ τὰ ἐπιτεύγματά του. Ἐπληθύνθη ἡ γνῶσις καὶ ἡ ἐπιστήμη. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι ζοῦμε στὶς πιὸ εὐτυχεῖς ἡμέρες. Καὶ ὅμως ὁ κόσμος σήμερα εἶναι δυστυχέστερος. Γιατί; Ἔχει τηλέφωνα, ἀεροπλάνα, πυραύλους, τὰ πάντα· τί τοῦ λείπει; Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη. Ἔλειψε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄλλο. Μέσα στὶς καρδιὲς ὁ διάβολος ἔχυσε τὸ φαρμάκι του. Φαρμάκωσε φτωχούς, πλουσίους, ἄντρες, γυναῖκες, παιδιά, κλῆρο, λαό· φαρμάκωσε τὰ ἔθνη, φαρμάκωσε τὰ πάντα. Πικρὸ φαρμάκι πίνει ὁ κόσμος. Τί νὰ τὰ κάνῃς τὰ ἄλλα; Πάνω ἀπ᾿ τὰ κεφάλια, ἀπὸ μιὰ τρίχα ἀλόγου, ὁ διάβολος κρέμασε τώρα τὸ σπαθί του. Ἔπεσε; Ἀλλοίμονο. Αὐτὸ συμβαίνει σήμερα. Κι ὅπως τὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔβαλε τὸν Κάϊν νὰ μισήσῃ καὶ νὰ σκοτώσῃ τὸν ἀδερφό του, ἔτσι καὶ τώρα ἔρριξε τὸ φαρμάκι του καὶ ὁ κόσμος μισεῖται θανασίμως. Ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα, ὢ συμφορά! Μιὰ προφητεία λέει, ὅτι θ᾿ ἀραιώσῃ ὁ κόσμος τόσο, ποὺ θὰ περπατᾷς 100 χιλιόμετρα καὶ ἄνθρωπο δὲν θὰ βλέπῃς».
.            Ἡ ἀποστασία μας σήμερα βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμά της. Μαζὶ μὲ αὐτὴν βλέπουμε καὶ σημεῖα στὸν οὐρανό. Σημεῖα ἐσχατολογικά, ἀκαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, ἐγκλήματα, ποὺ δείχνουν ὅτι «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. γ´ 6). Τὰ βλέπουμε, ὅμως, καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ἢ τὰ παραβλέπουμε; Συνειδητοποιοῦμε τοὺς τρόπους καταργήσεως τῆς θρησκείας μας μὲ τὰ μέτρα ἀποχριστιανοποιήσεως, ἀπαρθοδοξοποιήσεως, ἀφελληνισμοῦ; Βλέπουμε τὸν πολιτικὸ γάμο, τὴν πολιτικὴ κηδεία, τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ μὲ ὀνοματοδοσία στὰ ληξιαρχεῖα, τὴν καύση τῶν νεκρῶν μας; Βλέπουμε τὴν κατάργηση τοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴ σημαία μας, τὴν ἀποκαθήλωση τῶν εἰκόνων μας ἀπὸ τὰ σχολεῖα καὶ τὰ δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε τὴ μεώση τῶν γεννήσεων, τὴν αὔξηση τῶν διαζυγίων, τὴν ἐλευθερία στὶς ἐκτρώσεις, τὸν κιναιδισμὸ ποὺ ὀνομάζουν «προσωπικὴ ἰδιαιτερότητα» καί, ἀλλοίμονο, ἂν τολμήσει κάποιος νὰ θίξει τοὺς δυστυχεῖς αὐτοὺς διαστροφεῖς; Βλέπουν τὴ λατρεία τοῦ διαβόλου ἢ τὴν προβολὴ τῆς πανθρησκείας καὶ τῆς οἰκουμενικότητος;
.          Ἀδελφοί μου, πολὺ θλίβομαι ποὺ ἐλάχιστοι ἀσχολοῦνται μὲ τὴν τρομακτικὴ αὐτὴ ἀποστασία καὶ τὸν παγκόσμιο κατήφορο τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ ὁδηγεῖ στὸ χάος. Οἱ ἡμέρες μας μοιάζουν μὲ τὶς ἡμέρες τοῦ Νῶε, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε τὸν κατακλυσμὸ τῆ γῆς. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ὅλοι ἀδιαφοροῦσαν γιὰ ὅτι γινόταν γύρω τους. Μήπως καὶ σήμερα δὲν ἀδιαφοροῦμε; Ἀσχολούμαστε μόνο μὲ τὰ ὑλικὰ πράγματα καὶ τὰ γλέντια καὶ ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος ἀπωλείας. Στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας, ὅπου βυθιζόμαστε, δὲν μποροῦσε νὰ κινήσουμε τὰ χέρια μας, γιὰ νὰ κολυμβήσουμε καὶ νὰ βγοῦμε ἀπὸ αὐτόν. Ἔχουμε κολλήσει. Βλέπουμε, ὅμως, ἕνα Χέρι ἀπὸ ψηλὰ νὰ θέλει νὰ μᾶς τραβήξει. Μᾶς τὸ τείνει, ἀλλὰ δὲν τὸ παίρνουμε. Προτιμοῦμε νὰ πνιγοῦμε. Εἶναι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τῆς σωτηρίας μας, Αὐτοῦ ποὺ θελει νὰ μᾶς σώσει, ἂν καὶ ἐμεῖς τὸ θελήσουμε καὶ τοῦ δώσουμε τὸ βρωμερὸ χέρι μας, ποὺ δὲν τὸ σιχαίνεται. Ὁ χρόνος κυλάει. Ἄλλος ἕνας χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας τελειώνει. Ἂν τώρα δὲν τείνουμε τὸ χέρι μας στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ νὰ μᾶς σώσει, θὰ βυθισθοῦμε μέσα στὸ τέλμα καὶ θὰ πγιγοῦμε σίγουρα στὰ βρώμικα νερὰ τῆς αἰώνιας ἀπωλείας. Παρακαλῶ, μὴν ἀρνηθοῦμε νὰ δώσουμε τὸ χέρι μας στὸν Χριστό μας, τὸν Σωτήρα μας. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Ῥωμ. ιγ´ 12).       
       


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Επιστολή Μητροπολίτου Γόρτυνος Ιερεμία περί Αποτειχίσεως



           ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
    ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, 1η Ἰανουαρίου 2017
ΕΠΙΣΤΟΛΗ 4η
ΠΕΡΙ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ
(Μέ ἀφορμή τό κατ᾽ ἐμοῦ κείμενο τοῦ Πρωτ. Νικολάου Μανώλη)
Ἀγαπητοί μου συλλειτουργοί Ἀδελφοί
καί εὐσεβεῖς χριστιανοί
τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως
Σᾶς εὔχομαι εὐλογημένο ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό τό νέο ἔτος 2017.
Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, νά διαβάσετε τήν παροῦσα μου ἐπιστολή, τήν ὁποία ἔγραψα μέ πόνο καί ἀγάπη πρός Σᾶς. Καί παρακαλῶ νά τήν διαβάσετε, γιατί πρόκειται γιά τήν σωστή πνευματική μας πορεία, τήν ἐκκλησιολογική μας πορεία, δηλαδή, πρόκειται γιά τήν σωτηρία μας.

1. Μέ ἀφορμή τά φιλοπαπικά καί φιλοοικουμενιστικά κινήματα πού παρατηροῦνται στίς ἡμέρες μας, ὅπως συνέβαιναν καί παλαιότερα καί τά ὁποῖα ἀσφαλῶς καταδικάζουμε, γιατί ὁ παπισμός εἶναι αἵρεση, ὁ δέ οἰκουμενισμός παναίρεση, μερικοί, κληρικοί καί λαϊκοί, δείχνουν ἕναν ὑπέρμετρο ἄκριτο καί ἄτακτο ζῆλο καί ἐπιτίθενται ἐναντίον τῶν Ἀρχιερέων κυρίως, τούς ὁποίους ἀποκαλοῦν μέ προσβλητικές ἐκφράσεις καί τούς παρουσιάζουν ὡς προδότες τῆς πίστης μας καί ἀνάξιους, λοιπόν, γιά τήν διαποίμανση τῆς ποίμνης τους. Μία φράση ἄν πεῖ κάποιος Ἀρχιερεύς στήν ροή τοῦ λόγου του, θά ἁρπαχθοῦν αὐτοί ἀπ᾽ αὐτήν καί θά παρουσιάσουν στά διαδίκτυά τους τόν Ἀρχιερέα αὐτόν καί ὡς αἱρετικό ἀκόμη.
Ἔτσι καί ἐγώ σέ μία πρόσφατη ὁμιλία μου στήν πόλη τῆς Κορίνθου, καλεσμένος σ᾽ αὐτήν ἀπό τόν καλό της Ποιμένα, τόν ἀγαπητό συλλειτουργό ἀδελφό κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟ, εἶπα κάπου στήν πρόχειρή μου ἐκείνη ὁμιλία: «Ἄντε στό καλό του ἀπ᾽ ἐκεῖ μ᾽ αὐτόν τόν Πάπα καί τούς δογματισμούς. Ὅλο μ᾽ αὐτά θά ἀσχολούμαστε; Ἄς κοιτάξουμε καί λίγο τήν ψυχή μας». Αὐτήν τήν φράση μου, λοιπόν, τήν πῆρε ἕνας ἱερεύς τῆς Ἱ. Μ. Θεσσαλονίκης, ὁ πρωτοπρ. π. Νικόλαος Μανώλης, τήν ἀνέβασε στήν ἱστοσελίδα Κατάνυξη καί τήν ἔκριναν καί τήν κατέκριναν αὐτός καί οἱ ἀναγνῶστες μέ σκληρά σχόλια, δυσφημίζοντάς με βέβαια στόν λαό τοῦ Θεοῦ καί σέ σᾶς τό ποίμνιό μου ἰδιαίτερα.
2. Τήν φράση πού εἶπα, ἀγαπητοί μου, δέν τήν ἀνακαλῶ, ἀλλά τήν ἐπαναλαμβάνω καί τώρα. Ναί! Δέν θά ἀσχολούμαστε μονομερῶς μέ τήν αἵρεση, ἀλλά θά φροντίζουμε γιά τόν καθαρμό τῆς ψυχῆς μας πρῶτα, γιά νά ἔχουμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἶναι εὐλογημένοι οἱ λόγοι μας καί οἱ ἀγῶνες μας γιά τήν πίστη.
Τήν φράση μου αὐτή, γιά τήν ὁποία ὁ π. Νικόλαος Μανώλης «αἰσθάνεται πίκρα καί ἀγανάκτηση», τήν ἐμπνεύστηκα ἀπό ἕνα σύντομο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού μοῦ ἔκανε φοβερή ἐντύπωση. Τόν παραθέτω: «Ποθήσωμεν τήν εἰρήνην... Τό ζυγοστατεῖν καί σταθμίζειν τάς λέξεις τοῦ δόγματος καταλείπωμεν. Παυσώμεθα τοῦ θέλειν εἶναι διδασκάλων διδάσκαλοι. Μισήσωμεν τό λογομαχεῖν ἐπί καταστροφήν τῶν ἀκουόντων. Οὐκ ἐσμέν τῶν ποιμένων ποιμένες, ἀλλά πρόβατα» (MPG 64,38). Στόν λόγο του αὐτόν ὁ ἱερός πατήρ, πού πρέπει νά τόν ἐξεφώνησε ὅταν ἦταν ἀκόμη πρεσβύτερος, μᾶς λέγει αὐτό πού εἶπα καί ἐγώ κατ᾽ ἔμπνευσή του: Νά μήν ἀσχολούμαστε μέ λογομαχίες μέ τά δογματικά θέματα, ἀλλά νά ἐπιδιώκουμε τήν μεταξύ μας εἰρήνη καί ἀγάπη. Ἀλλά καί ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες δέν ἔνοιωθαν εὐχάριστα ὅταν ἦταν ἀναγκασμένοι ἀπό τά πράγματα νά ἀσχοληθοῦν ἐξονυχιστικά μέ δογματισμούς. Ὁ Μ. Βασίλειος, γιά παράδειγμα, λέγει ὅτι ἀρκεῖ ἡ παράδοση τῶν Ἀποστόλων καί ἡ ἁπλότητα τῆς πίστης, ἀλλά ἐπειδή ὁ Εὐνόμιος ἀσχολήθηκε μέ ὑψηλά θέματα, σπέρνοντας ζιζάνια, θά ἀσχοληθεῖ ἀναγκαστικά καί ὁ ἴδιος μέ αὐτόν (βλ. MPG 29,500ΑΒ. 32,949ΒC). Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος πάλι μᾶς λέγει νά ἀποφεύγουμε τόν δογματισμό σάν νά εἶναι ἕνα ἐξαγριωμένο λιοντάρι. Μακρυά – λέγει – ἀπό τέτοιες συζητήσεις εἴτε μέ μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἴτε καί μέ ἀνθρώπους ἔξω ἀπ᾽ αὐτήν. Λέγει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος πατέρας: «Φεῦγε τοῦ δογματῖσαι, ὡς ἀπό λέοντος ἀτάκτου· μήτε μήν μετά τῶν τροφίμων τῆς Ἐκκλησίας εἰς τοῦτο συνεισέλθῃς, μήτε μετά τῶν ἀλλοτρίων» (Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Τά εὑρεθέντα ἀσκητικά, ἐν Ἀθήναις 1895, σ. 35).
Μέ τόν λόγο μου, λοιπόν, «ἄντε στό καλό του μέ τόν Πάπα καί τούς δογματισμούς, ἄς κοιτάξουμε τήν ψυχή μας», ἐξέφρασα, νομίζω, τό πατερικό πνεῦμα, ὅπως ἀποδείχθηκε ἀπό τούς παραπάνω λόγους.
3. Ἀγαπητοί μου, ἡ ἀγωνιστικότητα εἶναι ἕνα χάρισμα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν δίνεται σέ ὅλους τό χάρισμα αὐτό. Τά χαρίσματα τά λαμβάνουν οἱ καθαροί στήν ψυχή. Ντροπή μας, νά θέλουμε νά κάνουμε τόν ἀγωνιστή, ἐνῶ βαρυνόμαστε μέ ποικίλλα πάθη. Ἰδιαίτερα οἱ ἀγῶνες γιά τήν πίστη πρέπει νά γίνονται μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη καί μέ πλουτισμό θεολογίας. Ἀφοῦ, ἐσύ πάτερ καί ἐσύ λαϊκέ ἀδελφέ, πού θέλετε νά κάνετε τόν ἀγωνιστή, ἀφοῦ, ὅπως σᾶς γνωρίζουμε, εἶστε θυμώδεις καί ὀργίλοι στήν ψυχή καί ἀφοῦ δέν γνωρίζετε τήν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς οὔτε ἔχετε μελετήσει τήν πατερική θεολογία, ποῦ πᾶτε χωρίς ἅρματα γιά ἀντιαιρετικό ἀγώνα; Μπορεῖ δηλαδή ὁ καθένας νά κάνει τόν χειροῦργο ἰατρό;
Τά λέγω αὐτά, ἀδελφοί μου, πατέρες καί χριστιανοί μου, γιά νά μήν ἐμπιστεύεστε σ᾽ ὅλες τίς ἀκουόμενες φωνές καί νά μήν ἀκολουθεῖτε τό κάθε κίνημα τοῦ κάθε τάχα ἀγωνιστοῦ. Νά εἶστε σεσοφισμένοι καί νά ἔχετε φωτισμένο νοῦ, γιά νά δοκιμάζετε τά πνεύματα, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ποιά εἶναι τοῦ Θεοῦ καί ποιά τοῦ πονηροῦ (Α´ Ἰωάν. 4,1 ἑξ.). Προσέχετε τούς «σοῦπερ ὀρθοδόξους», τούς «λίαν φιλοθέους καί φιλοχρίστους», ὅπως τούς λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος (Α´ Εἰρηνικός, ΣΤ´ 3), οἱ ὁποῖοι τοῦ ἦταν τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο στόν ἀγώνα του ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν. Γιατί αὐτός σάν ἅγιος ἔκανε τόν ἀγώνα αὐτόν μέ προσευχή, μέ ἀγάπη καί μέ τούς θεολογικούς του λόγους, ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι ἤθελαν καί ἔλεγαν οἱ «σοῦπερ ὀρθόδοξοι».
Ἴσως, πατέρες μου καί ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά σᾶς ἔκανα καί ἐγώ ζημιά στό θέμα πού σᾶς μιλῶ, ἐκφράζοντας θέσεις, οἱ ὁποῖες θεωροῦνταν ἀκραῖες καί λέγοντας μάλιστα ἐνίοτε μέ ἔνταση τίς θέσεις αὐτές. Σᾶς ζητῶ συγγνώμη, ἄν σᾶς ἔκανα ζημιά. Σᾶς δηλῶ ὅμως ὅτι ἡ προσευχή μου καί ἡ ἐπιθυμία μου εἶναι νά εἶμαι ὁμολογητής τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ἀλλά μέ ταπείνωση καί μέ εὐγένεια καί στούς λόγους μου νά φαίνεται ἡ ἀγάπη πρός τούς αἱρετικούς καί ὄχι μῖσος καί ἐχθρότητα πρός αὐτούς· καί κυρίως ὁ ἀγώνας μου αὐτός ὑπέρ τῆς πίστεως νά γίνεται μέ θεολογία, τήν ὁποία ὁμολογῶ ὅτι δέν γνωρίζω. Γιατί θέλει εἰδική θεολογική γνώση ὁ ἀντιαιρετικός ἀγώνας. Ἔχω περιπλακεῖ, πατέρες, μέ τήν ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι καί τά ποιμαντικά τῆς Μητροπόλεως καί δέν ἀπομένει χρόνος γιά τήν μελέτη τῆς ἀντιαιρετικῆς θεολογίας. Ἀλλά προσπαθῶ νά τόν ἐξευρίσκω. Ἐκεῖνο ὅμως πού σᾶς παρακαλῶ, πατέρες καί ἀδελφοί, εἶναι νά μοῦ δίνετε ἐμπιστοσύνη. Ὅσο καί ἄν εἶμαι ἁμαρτωλός καί ἀδύναμος στήν θεολογία, ὅμως προσεύχομαι στήν Παναγία καί τό πιστεύω ὅτι δέν θά μέ ἀφήσει ἡ Κυρία Θεοτόκος νά πλανηθῶ καί νά ὁδηγήσω καί ἐσᾶς, τό ποίμνιο, σέ λάθος δρόμο. Καί δέν θά πλανηθῶ γιατί ὡς βάση μου ἔχω τό, «ὅ,τι λέγει ἡ Ἐκκλησία»!
Προσέχετε τούς ἄλλους, τούς «σοῦπερ Ὀρθοδόξους», ὅπως τούς εἶπα. Μήν τούς ἀκοῦτε, γιατί θά σᾶς κάνουν τήν μεγάλη ζημιά, τό νά σᾶς βγάλουν ἀπό τά τείχη τῆς Ἐκκλησίας. Ναί! Τό πᾶνε γιά τήν «ἀποτείχιση». Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ζημιά καί μεγαλύτερο κακό ἀπ᾽ αὐτό. Ἐμεῖς εἴμαστε σφόδρα ἐναντίον τῆς Ἀποτειχίσεως. Θά παραμείνουμε ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί ὅταν βλέπουμε λάθη τῶν Ἀνωτέρων μας, θά διαμαρτυρόμαστε πονετικά, θά κλαῖμε, ἀλλά μέσα στήν Ἐκκλησία.
4. Αὐτοί πού λέγουν καί γράφουν καί κινοῦν τά πράγματα πρός τήν Ἀποτείχιση, τό κάνουν αὐτό, γιατί, ὅπως τά κρίνουν, βλέπουν παραπλάνηση καί αἵρεση σέ ᾽μᾶς, πού εἴμαστε ἐντός τῶν τειχῶν. Ἀλλά, τούς λέγουμε: Ἐξετᾶστε, κύριοι, καλύτερα τά πράγματα. Ἀφῆστε τά ὅπλα καί τίς ἀπειλές καί δέστε μας μέ θεολογικό καί εὔσπλαγχνο μάτι καί θά δεῖτε ὅτι εἴμαστε ἀδελφοί καί ὄχι ἐχθροί. Θά τελειώσω, πατέρες καί χριστιανοί μου, μέ μία σχετική περικοπή ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, πού παρακαλῶ νά τήν προσέξετε:
Οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ Ρουβήμ, Γάδ καί ἡ μισή φυλή τοῦ Μανασσῆ, πού κατοικοῦσαν ἀνατολικά τοῦ Ἰορδάνου, χωρισμένοι, δηλαδή, ἀπό τίς ὑπόλοιπες φυλές τοῦ Ἰσραήλ, πού κατοικοῦσαν στήν δυτική πλευρά τοῦ ποταμοῦ, αὐτοί, λοιπόν, γιά νά μή φαίνονται κομμένες ἀπό τίς ἄλλες, τίς πολλές φυλές, καί τά παιδιά τους λησμονήσουν ὅτι ἔχουν τόν ἴδιο Θεό μέ αὐτές, ἔκτισαν ἕνα πελώριο βωμό, γιά νά τούς θυμίζει ἁπλᾶ τόν Θεό τους. Ὄχι βωμό γιά νά προσφέρουν θυσία, γιατί ὅλος ὁ Ἰσραήλ ἕνα βωμό καί ἕνα ναό ἔπρεπε νά ἔχει, τήν Σκηνή τοῦ Μαρυτίου. Ἀλλά ἔκτισαν βωμό ὡς ἀναμνηστικό μόνο  τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ τους. Εἶδαν ὅμως οἱ δυτικά τοῦ Ἰορδάνου Ἰσραηλῖτες αὐτόν τόν νέο βωμό τῶν Ἰσραηλιτῶν τῆς ἄλλης πλευρᾶς τοῦ Ἰορδάνου καί, μή γνωρίζοντες τόν εὐσεβῆ σκοπό τους, τούς θεώρησαν προδότες, ὅτι δηλαδή ἀνακηρύττουν ἄλλο θεό, καί πῆραν τά ὅπλα γιά πόλεμο ἐναντίον τους. Ἔμαθαν ὅμως ἀπό τούς ἰδίους τά κίνητρά τους γιά τήν ἀνέγερση τοῦ βωμοῦ καί χαιρετήθηκαν ἔπειτα ὡς ἀδελφοί. Παρ᾽ ὀλίγον, δηλαδή, ἐμφύλιος πόλεμος μεταξύ ἀδελφῶν (βλ. Ἰησ. Ν. 22,1-34).
Τό περιστατικό αὐτό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί, εἶναι ἕνα ὡραῖο δίδαγμα γιά τούς ἀγωνιστές τῶν πατρώων παραδόσεων. Πολλές φορές συμβαίνει νά λέγουμε, νά γράφουμε καί νά ἐνεργοῦμε ἐναντίον ἄλλων, γιατί τούς νομίζουμε γιά προδότες καί ἀρνητές τῶν ἱερῶν παραδόσεων. Ἀλλά ἡ παραπάνω ἁγιογραφική περικοπή μᾶς λέει νά ἐξετάζουμε καλά τά κίνητρα τῶν ἄλλων. Μήπως οἱ ἄλλοι δέν εἶναι προδότες; Μήπως τούς παρεξηγήσαμε; Μήπως εἶναι ἀδελφοί μας καί ὄχι ἐχθροί μας;
5. Καί συγκεκριμένα: Πολύς λόγος ἔγινε γιά τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ὅτι ὀνόμασε «Ἐκκλησίες» τίς αἱρέσεις. Καί ἐγώ γραπτῶς ἐξεδήλωσα τήν διαφωνία μου γι᾽ αὐτό καί ἐμμένω στήν ἀντίθεσή μου αὐτή, γιατί, ὁμοῦ μέ πολλούς ἄλλους, δέν θά ἤθελα σέ ἐπίσημο κείμενο Συνόδου νά ὑπάρχει ἡ ἔκφραση αὐτή. Ἀλλά δέν μπορῶ ἀπό τήν ἔκφραση αὐτή νά πῶ, οὔτε καί συμφέρει γιά τήν λατρευτή Ἑλλαδική Ἐκκλησία τήν Ὁποία διακονῶ νά πῶ αὐτά τά ἀποτροπιαστικά πού λέγονται ἀπό φανατικούς, ὅτι ὅλοι οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο μαζί πρόδωσαν τήν πίστη καί φράγκεψαν καί ἀναγνώρισαν τίς αἱρέσεις ὡς Ἐκκλησίες, μέ τήν ἔννοια τῆς Μιᾶς, τῆς σώζουσας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως πολλοί Ἀρχιερεῖς στήν Ἱεραρχία τοῦ παρελθόντος Νοεμβρίου μᾶς ἐξήγησαν καί διαβεβαίωσαν, ἡ ἔκφραση «Ἐκκλησίες» γιά τά ξένα δόγματα στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ἐλέχθη καταχρηστικῶς μέ τήν ἔννοια τῶν συγκεντρώσεων καί δέν εἶχε καθόλου τήν ἔννοια τοῦ σώζοντος καθιδρύματος πού ἵδρυσε ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό Ὁποῖο εἶναι ἡ ΜΙΑ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Αὐτό μᾶς τό εἶπαν καθαρά ὅλοι οἱ Ἱεράρχες. 
Δέν ἐπιτρέπεται, λοιπόν, γράφω τώρα ὅτι ἀπό τήν ὀνομασία τῶν ξένων δογμάτων ὡς «Ἐκκλησίες», μέ αὐτή τήν παραπάνω ἑρμηνεία καί ἐξήγηση τῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν, νά τούς χαρακτηρίσουμε «προδότες», ὅπως ἔχει γραφεῖ. Ἐπαναλαμβάνω ὅμως ὅτι καί ἐγώ θά ἤθελα νά ἀπεφεύγετο ἡ ἔκφραση αὐτή, γιατί διευκολύνει τόν Οἰκουμενισμό.
Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ λόγου ἄς ἐρωτήσω: Ἐπανειλημμένως ὁ μακαριστός Γέροντας Φλωρίνης π. Αὐγουστῖνος καί σέ κηρύγματά του καί σέ γραπτά του ἔλεγε τήν ἔκφραση «Ρωμαϊκή Ἐκκλησία». Τό ἴδιο καί ὁ πολύς Τρεμπέλας. Τό ἴδιο καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος. Θά τολμήσουμε, λοιπόν, νά χαρακτηρίσουμε ὡς ἀθεολογήτους (!....) καί, τό χειρότερο, ὡς προδότες (!.....), τούς ἁγίους αὐτούς πατέρες καί διδασκάλους, γιατί ὀνομάζουν τούς Παπικούς «Ἐκκλησία»;
6. Σᾶς ἐκούρασα, ἀγαπητοί μου πατέρες καί ἀδελφοί χριστιανοί. Σᾶς ζητῶ συγγνώμην. Καί ἐγώ κουράστηκα. Τά ἔγραψα αὐτά ἐξ αἰτίας τῆς ἀποτόμου καί ἀσπλάγχνου κατ᾽ ἐμοῦ ἐπιθέσεως τοῦ πρωτ. π. Νικολάου Μανώλη. Μαζί μέ ἐμέ ὁ εἰρημένος αὐτός κληρικός ἐπιτίθεται καί κατά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κορίνθου κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. Μέ τά ὅσα εἶπε ὁ λόγιος καί δραστήριος Ἱεράρχης κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ στό περιεκτικό του λογίδιο, ἀνέπτυξε τό ἄλλο δεύτερο ἥμισυ τοῦ χρυσοστομικοῦ χωρίου, πού ἀνέφερα, τό «παυσώμεθα τοῦ θέλειν εἶναι τῶν διδασκάλων διδάσκαλοι... Οὐκ ἐσμέν τῶν ποιμένων ποιμένες, ἀλλά πρόβατα».
Γιά τήν συμβουλή ὅμως αὐτή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου θά σᾶς μιλήσω στήν ἑπόμενή μου ἐπιστολή.
– Σᾶς ἀνακοινώνω ὅτι τό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς στό ἑξῆς θά εἶναι ἁπλούστερο καί πνευματικώτερο καί θά κυκλοφορεῖ σέ ἰδιαίτερο φυλλάδιο μέ τόν τίτλο ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΚΗΡΥΓΜΑ. Παρακαλῶ τούς ἁγίους ἱερεῖς νά φροντίζουν νά τό παίρνουν οἱ Χριστιανοί μας. Νά τό διανέμετε μαζί μέ τό Ἀντίδωρο.
Καλή χρονιά καί ελογημένη,
Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Το είδαμε εδώ

Κυριακὴ μετὰ Χρ. Γέννησιν (Γαλ. 1,11-19) Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτη ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΙ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ» «Γνωρίζω ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον…» (Γαλ. 1,11)

Κυριακὴ μετὰ Χρ. Γέννησιν (Γαλ. 1,11-19)
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτη

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΙ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ»

«Γνωρίζω ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον…» (Γαλ. 1,11)

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, Κυριακὴ με­τὰ τὴν Χρι­στοῦ Γέννησιν, ὁ ἀπόστολος ποὺ ἀκούσαμε ὁμιλεῖ περὶ «τοῦ εὐαγγελίου» (Γαλ. 1,11). Ὁ ἀ­πό­στολος Παῦλος θέλει νὰ προφυλάξῃ τοὺς Χρι­στιανοὺς ἀπὸ τὴν διαστρέβλωσι τοῦ ἱεροῦ εὐ­αγγελίου· καὶ προηγουμένως ἔκανε λόγο πε­ρὶ «ἄλλων εὐαγγελί­ων» («ἕτερον εὐαγγέλιον» ἔ.ἀ. 1,6), ποὺ ἀποτελοῦν πλαστογράφησι τοῦ πρα­γματικοῦ εὐαγγελίου. Γι᾽ αὐτὸ θὰ μιλήσουμε περὶ τοῦ μοναδικοῦ εὐαγγελίου, ἐν ἀντιθέ­­σει καὶ ἀντιπαραβολῇ πρὸς τὰ «ἕτερα εὐαγγέλια» ποὺ κηρύττει ὁ κόσμος. Τὸ θέμα εἶνε εὐ­ρὺ καὶ χρειάζεται ὥρα πολλή· θὰ προσπαθήσω νὰ τὸ ἀναπτύξω κάπως συνεπτυγμένα.

* * *

Τί σημαίνει «εὐαγγέλιον»; Καὶ ἡ λέξι αὐτὴ εἶνε τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, ποὺ μπο­ρεῖ καὶ ἐκφράζει καὶ τὶς λεπτότερες ἀποχρώσεις τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας. Εὐαγγέλιον εἶ­νε ἡ κα­λὴ – εὐχάριστη εἴδησι. Ὑπάρχουν στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας μερικὲς λέξεις ποὺ δὲν μποροῦν νὰ μεταφραστοῦν· μένουν ἔτσι ἀμετάφραστες, στὸ κάλλος τοῦ ἀρχαίου λόγου.
Ἡ λέξι «εὐαγγέλιον» ὑπῆρχε καὶ πρὸ Χριστοῦ, καὶ ὑπάρχει πάντοτε, ὡς καλὴ – εὐ­χάρι­στη εἴδησι. Οἱ καλὲς – εὐχάριστες εἰδήσεις εἶ­­νε ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες καὶ τὶς ἐπιθυμίες. Ὅ­σοι ἄν­θρω­ποι, τόσες καὶ ἐπιθυμίες, τόσες ἄ­ρα καὶ οἱ κα­λὲς εἰ­δήσεις. Θέλετε παραδείγματα;
⃝ Ἂν ἕνα πλοῖο κινδυνεύῃ στὸν ὠκεανὸ κι ὁ ἀ­σύρματος ἐκπέμπῃ τὸ S.O.S. – «σώσατε τὰς ψυχάς μας», γιὰ τοὺς ἐπιβάτες ποὺ φοβοῦν­ται ὅτι θὰ τοὺς φάῃ ἡ μαύρη θάλασ­σα, ἡ καλὴ εἴδησι εἶνε, ν᾿ ἀκούσῃ ὁ ἀσυρματι­στὴς ὅτι ἔρ­χονται ἄλλα πλοῖα νὰ τοὺς σώσουν.
⃝ Ἂν κάποιος εἶνε χρεωμένος καὶ παρὰ τὶς προ­σπάθειές του δὲν μπο­ρῇ ν᾽ ἀνταπο­κριθῇ στὴν ὀ­φειλὴ καὶ πιέζεται, καὶ ξαφνικὰ βρεθῇ κά­ποιος πρόθυμος νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ πο­σό, αὐτὸ γι᾽ αὐ­­τὸν εἶνε εὐαγγέλιο, εὐχάριστη εἴδησι.
⃝ Ἂν ἕνας ἄλλος πάσχῃ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια, οἱ για­τροὶ τὸν ἔχουν πλέον ἀπελπίσει, καὶ ἀ­νοίγοντας τὸ ῥαδιόφωνο ἀκούσῃ ὅτι βρέθηκε τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει τὴ μάστιγά του, ἡ εἴδησι αὐτὴ εἶνε γι᾿ αὐτὸν χαρᾶς εὐαγγέλιο.
⃝ Κι ἂν ὑποθέσουμε ὅ­τι κάποιος ἔχει καταδικασθῆ εἰς θάνατον κι ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ περιμένῃ νὰ τὸν πάρουν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσε­ως, ποιά ἆ­ραγε θὰ ἦ­ταν γι᾽ αὐτὸν εὐχάριστη εἴδησι; μήπως νὰ τοῦ ποῦν ὅτι τοῦ ἔπεσε τὸ πρῶτο λαχεῖο, ἢ νὰ τοῦ ἑ­τοιμάσουν ἕνα καλὸ φαγητό, ἢ νὰ μάθῃ ὅτι κάποιος συγγενὴς τοῦ ἄ­φησε μιὰ με­γάλη κληρονο­μιά; Τίποτε ἀπ᾿ αὐ­τά. Γι᾿ αὐ­τὸν εὐαγγέλιο θὰ ἦταν, νὰ τρέξῃ κάποιος νὰ τοῦ ἀ­ναγγεί­λῃ, ὅτι πρὶν λίγα λεπτὰ ὁ βασιλιᾶς ὑ­πέγραψε γι᾽ αὐτὸν διάταγμα χάριτος.
Ἡ εὐχάριστη λοιπὸν εἴδησι εἶνε· γιὰ τὸ ναυ­αγὸ ὅτι ἔρχεται ναυαγοσωστικό, γιὰ τὸν χρε­ωμένο ὅτι βρέθηκε φιλάνθρωπος ἐξοφλητής, γιὰ τὸν ἀσθενῆ ὅτι ἀνακαλύφθηκε τὸ φάρμακό του, γιὰ τὸν μελλοθάνα­­το ὅ­τι ὑπεγράφη δι­άτα­γμα χάριτος. Καταλάβατε;
Θέλησα μὲ παραδείγματα νὰ σᾶς δώσω μία σκιὰ τοῦ μεγαλείου τῶν ἡμερῶν ποὺ δι­ανύουμε. Διότι, ἀδελφοί μου, ἀπ᾽ ὅ­λες αὐτὲς τὶς εἰδήσεις ἡ ἀνώτερη ποὺ μπορεῖ ν᾽ ἀκού­σῃ ἀνθρώπου αὐτί –γιὰ ἐκείνους ἐννοεῖ­ται ποὺ πιστεύουν– εἶνε αὐτὴ ποὺ ἀκούσα­με τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων· ἡ εἴ­δησι ποὺ μετέ­δωσε ὁ ἄγγελος ὄχι σὲ φιλοσό­φους τῆς Ἀ­καδημίας οὔτε σὲ συγκλητικοὺς τῆς ῾Ρώ­­μης, ἀλλὰ –ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο– σὲ βοσκοὺς τῆς Βηθλεέμ. Ἡ εἴδησι αὐτὴ λέει· «Ἰδοὺ εὐ­αγ­γελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγά­λην, ἥτις ἔσται παν­τὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμε­ρον σωτήρ, ὅς ἐ­στι Χριστὸς Κύριος…» (Λουκ. 2,10-11). Νά γιατί αὐ­τὸ εἶνε ὄντως «εὐαγγέλιον»· μᾶς φέρνει τὴ μεγά­λη εἴδησι, ὅτι γεννήθηκε ὁ Σωτήρας μας.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ δοκιμάσῃ κανεὶς αὐτὴ τὴ χαρά, ὅτι γεννήθηκε ὁ Σωτήρας του καὶ Σωτήρας ὅ­λου τοῦ κόσμου, εἶνε ἀ­νάγκη – τί; νὰ συν­αισθανθῇ τὴν ἀθλία του κατάστασι· νὰ νιώσῃ καὶ νὰ πα­ραδεχθῇ, ὅτι αὐτὸς εἶνε σὲ χειρότερη μοῖ­­­ρα ἀ­πὸ τὸ ναυαγό, ἀπὸ τὸν χρεωμένο, ἀπὸ τὸν καρ­κινοπαθῆ, ἀπὸ τὸν μελλοθάνατο. Ὅ­πως ὁ ναυ­αγὸς χαίρεται γιατὶ ἔφθασε ὁ ναυαγοσώ­στης, ὅ­πως ὁ χρεωμένος χαίρεται γιατὶ βρέθηκε ἕνας φιλάνθρωπος εὐεργέτης, ὅπως ὁ ἄρρωστος χαίρε­ται γιατὶ ἀνακαλύφθηκε τὸ φάρμακό του, ὅπως ὁ μελλο­θάνατος χαίρεται γιατὶ ὑπεγράφη δι­ά­ταγμα χά­ριτος, ἔτσι ἀδελφοί μου –ἂν πιστεύουμε ὅ­τι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σῶ­μα, τὸ φθαρτὸ τοῦτο περί­βλη­μά μας, ὑπάρχει καὶ κάτι ἄλ­λο ἄ­υλο καὶ ἀθάνατο καὶ συναισθανώμεθα ὅτι τοῦτο κιν­δυνεύει–, ἔ­τσι μύριες φο­ρὲς περισσότερο θὰ χαροῦμε καὶ θὰ δοξάσουμε καὶ θὰ προσ­κυνήσουμε τὸ Χριστό, ποὺ μᾶς ἔσωσε ἀπὸ τὸ μέγα κακό, τὴν ἁμαρτία.
Αὐτὴ λοιπὸν εἶνε ἡ ἔννοια τοῦ «εὐαγγελίου»· «ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ».

* * *

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, οἱ πολλοὶ δὲν ἀκοῦ­νε δυστυχῶς τὴν εὐχάριστη αὐτὴ εἴδησι· τ᾽ αὐ­­τιά τους εἶνε φραγμένα, τά ᾿χει φράξει ὁ δι­άβο­λος μὲ βουλοκέρι. Ἀλλοῦ στρέφονται. Ἔ­χουν τὰ αὐτάκια τους τεντωμένα ν᾿ ἀκούσουν «ἕτερα εὐαγγέλια» (Γαλ. 1,6). Διότι, ἐκτὸς τοῦ αἰ­ωνί­ου καὶ ἀθανάτου εὐαγγελίου, κυκλοφοροῦν ἄλ­λα «εὐαγγέλια», ποὺ τάζουν ὑποσχέσεις στὴν κουρασμένη ἀνθρωπότητα, στὸν ἄνθρωπο τὸν πιεσμένο ἀπὸ τὰ ἄγχη καὶ τὰ προβλήματά του (τὰ ἀτομικά, οἰκογενειακά, ἐθνικά, παγκόσμια), τὸν ἄνθρωπο ποὺ κουράστηκε μέσα ἀπὸ δύο φρικτοὺς παγκοσμίους πολέμους. Ἔρχονται τώρα κάποιοι ἄλλοι καὶ κηρύττουν «ἄλλα εὐ­αγγέλια». Δὲν εἶνε τοῦ παρόντος νὰ τὰ παρου­σιάσω· θὰ χρειαζόταν ἕνα εἰ­δικὸ κήρυγμα ἐ­πάνω στὰ «ἕτερα εὐαγγέλια» ποὺ προσφέρει ὁ κόσμος. Ἡ Ἐκκλησία λέει «Ἐκ τοῦ κατὰ Ματ­θαῖον» ἢ «Ἐκ τοῦ κατὰ Μᾶρκον», ἢ «Ἐκ τοῦ κα­τὰ Λουκᾶν» ἢ «Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην ἁγίου Εὐ­αγγελίου…»· ὁ διάβολος ἀνοίγει τὰ δικά του «εὐαγγέλια» καὶ λέει «Ἐκ τοῦ κατὰ Νῦ…» ἢ «Ἐκ τοῦ κατὰ Φῖ…» ἢ «Ἐκ τοῦ κατὰ Μῦ…» – δὲν θέλω ν᾽ ἀναφέρω τὰ ὀνόματα. Καὶ αὐτὴ τὴν ὥρα τὰ αὐτάκια ὅλων εἶνε ἐκεῖ· στήνουν τὸ αὐτί τους ν᾽ ἀκούσουν τὸν ἄλφα ἢ τὸν βῆ­τα, ποὺ ὑ­πόσχονται μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο νὰ τοὺς δώσουν τὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία.
Εἶνε γεγο­νὸς –γιὰ νὰ εἴμαστε τίμιοι–, ὅτι μέσα στὰ «εὐ­αγγέλια» αὐτὰ τοῦ κόσμου ὑ­πάρχουν καὶ μερικὲς σταγόνες ἀλήθειας, ἀ­λήθειας ποὺ εἶ­νε κλεμμένη ἀπὸ τὸ αἰώνιο Εὐ­αγγέλιο τοῦ Χρι­στοῦ. Ἀλλὰ οἱ λίγες αὐτὲς σταγόνες δὲν φτάνουν γιὰ νὰ ξεδιψάσουν τὸν ἄν­θρωπο, δὲν μπο­ροῦν νὰ ἱκανοποιήσουν τοὺς βαθύτερους – ἐν­δόμυχους πόθους του. Εἶνε ἀν­επαρκῆ τὰ «εὐ­αγγέλια» αὐτά· ὁ χρόνος θ᾽ ἀποδείξῃ, ὅτι περι­έχουν σκουριὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ θὰ χαθοῦν. Ἐνῷ πάνω στὸν οὐρανὸ καὶ κάτω στὴ γῆ καὶ παν­τοῦ δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο· ὁ κόσμος θὰ πει­σθῇ, ὅτι ἕνα καὶ μόνο εὐαγγέλιο ὑπάρχει, τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ κήρυξε ὁ Χριστὸς καὶ ἑρμήνευσαν οἱ ἀπόστολοι καὶ ὁ Παῦλος, καὶ διέδωσαν στὸν κόσμο οἱ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας.
Λένε μερικοὶ εἰρωνικά· Αὐτὰ «τῷ καιρῷ ἐ­κείνῳ»… Ὄχι, κύριε· ὑπάρχουν μερικὰ πρά­γματα, ὅπως τὸ ὀξυγόνο ἢ τὸ νερὸ ἢ ὁ ἥλιος, ποὺ δὲν παλιώνουν. Ἔτσι καὶ πολὺ πε­ρισσότερο τὸ Εὐαγγέλιο. Ποιός μπορεῖ νὰ πῇ ὅτι αὐ­τὰ πάλιωσαν; Ὁ ἥλιος δὲν παλιώνει· πάν­τοτε ὅλοι θὰ ἔχουμε τὴν ἀνάγκη του. Παραπά­νω ὅ­μως ἀπὸ τὸν ἥλιο αὐτὸν εἶνε ὁ ἄλλος ἥ­λιος, ὁ «Ἥ­λιος τῆς δικαιοσύνης». Ὁ ἥλιος τοῦτος θὰ σβήσῃ καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν σὰν τὰ φύλλα· ὁ ἄλλος Ἥλιος δὲν θὰ σβήσῃ ποτέ, εἶ­νε αἰώνιος. Ἥλιος εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό του.

* * *

Τὰ λόγια αὐτά, ἀδελφοί μου, σᾶς τὰ εἶπα ἀ­πὸ πίστι στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ στὸ αἰώνιο Εὐαγγέλιό του. Αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο κρατῆστε το. Κάψτε ἐφημερίδες περιοδικὰ βιβλία τοῦ κόσμου. Βυθισθῆτε – κο­λυμ­πῆ­στε στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ θὰ βγῆτε ἀετοί. Δὲν εἶνε λόγια αὐτά, πρέπει νὰ δοκιμάσῃς, γιὰ νὰ πιστέψῃς ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε τὸ μοναδι­κὸ φάρμακο, ὁ βασιλιᾶς τῶν βιβλίων, ἡ πιὸ εὐ­χάριστη εἴδησι. Κι ἀφοῦ πιστέψῃς, νὰ ζήσῃς τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ γίνῃ ὁ κανόνας τοῦ βίου σου. Προχωρῶ· τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε μόνο γιὰ τὴν ἁγία τράπεζα· τὸ Εὐαγγέλιο νὰ μπῇ παντοῦ, καὶ στὰ σπίτια καὶ στὰ σχολεῖα καὶ στὰ παν­επι­στήμια καὶ στὴ βουλὴ καὶ στὰ παλάτια καὶ στὸ στρατὸ καὶ στὰ δικαστήρια· ὄχι ἁπλῶς στὴν ἕ­δρα ἀλλὰ στὶς καρδιὲς τῶν δικαστῶν.
Νὰ γίνουμε λαὸς τῆς Βίβλου, λαὸς τοῦ Εὐ­αγγελίου. Ἂς ἔχουν οἱ ἄλλοι τὰ «ἕτερα εὐαγγέλια»· ἐμεῖς νὰ κρατήσουμε αἰωνίως τὸ Εὐ­αγ­γέλιο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ καθένας μας νὰ τὸ ἐφαρμόζῃ, ὥστε ἡ ζωή του, ἡ ἀτομικὴ καὶ ἡ οἰκογενειακή, νὰ γίνῃ ἕνα εἰκονογραφημένο Εὐαγγέλιο, ποὺ μὲ ὅλες τὶς σελίδες του θὰ διδάσκῃ, ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἦταν μόνο «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἀλλὰ καὶ σήμερα ζῇ καὶ θριαμβεύει· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀθανασίου Ἄνω Κυψέλης – Ἀθηνῶν τὴν 29-12-1963. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 25-11-2013.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...