Στήν Ἱεριχώ ἔγινε μία μεγάλη συνάντησις, τοῦ Χριστοῦ μέ τόν ἀρχιτελώνη Ζακχαῖο. Ἐάν τελώνης ἐσήμαινε κλέφτης, ἀρχιτελώνης ἐσήμαινε ἀρχικλέφτης. Ἄν τελώνης ἐσήμαινε ληστής, ἀρχιτελώνης ἐσήμαινε ἀρχιληστής.
Οἱ τελῶνες τήν ἐποχή ἐκεῖνοι ἦσαν ἔμπιστοι ὑπάλληλοι τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους. Προεπλήρωναν τούς φόρους στήν πολιτεία καί κατόπιν τούς εἰσέπρατταν ἀπό τούς πολίτες, ἀπό τόν ἁπλό λαό. Ἀλλά δέν ἔπαιρναν τό κανονικό, αὐτό πού ἀναλογοῦσε στόν καθένα. Ἅρπαζαν πολλαπλάσια, πολύ περισσότερα μέ ἀθέμιτα μέσα, μέ παράνομο τρόπο. Ἔτσι μέ τήν μέθοδο τοῦ ἐκβιασμοῦ καί τῆς ἁρπαγῆς πλούτιζαν εἰς βάρος τῶν φτωχῶν ἀνθρώπων. Πολλές φορές ἔπαιρναν τά σπίτια τους, τήν περιουσία τους ἤ τούς ἔρριχναν στή φυλακή.
Οἱ ἱστορικοί ἀναφέρουν ὅτι ὑπῆρχαν τελῶνες, οἱ ὁποῖοι ξέθαβαν καί τούς νεκρούς ἀκόμη, πού χρωστοῦσαν φόρους καί τούς μαστίγωναν, γιά νά συγκινηθοῦν οἱ συγγενεῖς τους καί νά πληρώσουν αὐτοί τούς φόρους. Ὁ φιλόσοφος Θεόκριτος ἔλεγε ὅτι στά βουνά τά ἀγριότερα θηρία εἶναι οἱ ἀρκοῦδες καί στίς πόλεις οἱ τελῶνες.
Ἕνας τέτοιος ἀρχιτελώνης ἦταν ὁ Ζακχαῖος, πού μᾶς ἀνέφερε σήμερα τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Κατεῖχε μεγάλη θέση, εἶχε πολλές γνωριμίες. Ἀπέκτησε χρήματα πολλά. Πλούτισε μέ ἁρπαγές, ἀδικίες καί ἐκβιασμούς. Ζοῦσε μέ πολλή ἄνεση καί πολυτέλεια. Οἱ σχέσεις του μέ τούς ἀνθρώπους ἦταν ὑποκριτικές. Οἱ ἄλλοι τόν μισοῦσαν, ἀλλά καί τόν ἐφοβοῦντο. Εἶχε τό χειρότερο ὄνομα στήν κοινωνία τῆς Ἱεριχοῦς καί στή γύρω περιοχή. Σωστός τύρανος, ἔκανε τά πάντα γιά νά ἐπιτύχει τόν σκοπό του, αὐτό πού τόν συνέφερε, ἀδιαφορώντας γιά τούς ἄλλους.
Αὐτός ὁ ἄνθρωπος μέ τήν μεγάλη περιουσία, μέ τοῦ κόσμου τά ὑλικά ἀγαθά δέν εἶχε εὐτυχία. Δέν ἦταν εὐχαριστημένος ἀπό τήν ζωή του. Δέν μποροῦσε νά βρεῖ ἡσυχία, νά ἀναπαυθεῖ. Μέσα του πάλευε μέ τήν συνείδησή του. Τόν ἤλεγχε δριμύτατα, γιατί ὅλα τά κατεῖχε παράνομα. Ὑπέβαλλε τούς ἄλλους σέ μαρτύρια, ἀλλά βασανιζόταν καί ὁ ἴδιος. Δέν ἔμενε ἱκανοποιημένος μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς του. Ζητοῦσε κάτι καλύτερο. Ζητοῦσε κάτι πού θά τόν ἀπελευθέρωνε ἀπό τίς ἐνοχές τῶν ἀδικιῶν, ἀπό τό μαστίγωμα τῆς συνειδήσεως. Ἡ συνείδηση ζεῖ καί ὑπάρχει ἀκόμη καί στούς πιό στυγνούς ἐγκληματίες, γιατί εἶναι ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι δέν ἄντεχε ἄλλο τό κλῖμα αὐτό πού τόν ἔπνιγε καί τόν καταπίεζε.
Μέσα σ᾿ αὐτήν τήν δυστυχία του ἄκουσε ὅτι ὁ Χριστός θά περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ, ἀπό τήν πόλη πού ζοῦσε. Αὐτό καί μόνο ἔφτανε νά πυροδοτήσει τήν μικρή σπίθα πού ὑπῆρχε μέσα στά βάθη τῆς ὑπάρξεώς του. Σέ μιά μόνη στιγμή ἡ σπίθα ἔγινε φλόγα καί ἔγινε ἡ ἔκρηξη. Βγῆκε στό δρόμο καί ἐζήτη ἰδεῖν τόν Ἰησοῦν τίς ἐστί. Λέει ὁ κόσμος, ὅσα φέρνει ἡ ὥρα δέν τά φέρνει ὁ χρόνος. Στήν περίπτωση τοῦ Ζακχαίου ὅ,τι δέν ἔγινε σέ μιά ζωή ὁλόκληρη ἔγινε μέσα σέ μία στιγμή μόνο. Αἰσθανόταν νά πνίγεται, κόντευε νά πάθει ἀσφυξία. Ἡ μόνη θεραπεία τοῦ κακοῦ, ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τό μαρτύριο ἦταν ὁ Χριστός. Μόνο ἔτσι θά ἡρεμήσει ἡ ταραγμένη συνείδησή του. Γυρεύει ἐπίμονα, μέ λαχτάρα θέλει νά δεῖ τόν Χριστό. Ἔκανε τόσα πολλά σέ τόσους πολλούς. Κάτι θά κάνει καί γι᾿ αὐτόν.
Μέχρι ἐδῶ ὅλα καλά. Ὑπάρχει ὅμως κάποια ἐμπόδια, τό ἀνάστημά του καί ὁ πολύς κόσμος. Πῶς τελικά θά κατορθώσει νά δεῖ τόν Ἰησοῦ; Κάποτε σ᾿ ἕνα ἵδρυμα στή Θεσσαλονίκη διάβασα κάτι μέσα σέ κορνίζα. Σάν ἀγαπᾶς, δέν περπατᾶς, πετᾶς καί πᾶς. Καί ὁ Ζακχαῖος πέταξε κυριολεκτικά. Ἀνέβηκε πάνω σ᾿ ἕνα δέντρο, γιά νά πετύχει τό ποθούμενο. Ἦταν τόσο εὔκολα αὐτό πού ἔκανε; Ὄχι, πολύ δύσκολο ἦταν. Ἆθλος μεγάλος ἦταν. Νεκρανάσταση θά μπορούσαμε να ὀνομάσουμε τό τόλμημά του. Ἀπό τόν θάνατο μεταβαίνει στή ζωή. Διεξάγει μία μεγάλη μάχη καί ἀναδεικνύεται νικητής. Πρῶτα νικᾶ τόν ἑαυτό του. Ταπεινώνεται, θυσιάζει τήν ἀξιοπρέπειά του, τό κῦρος του, τήν ἔπαρσή του. Ὁ κόσμος πού τόν βλέπει ἀσφαλῶς τόν εἰρωνεύεται. Αὐτός ὅμως δεκάρα δέν δίνει γι᾿ αὐτό. Δέν σκέφτεται τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Τά πονηρά χαμόγελα καί τά σκώμματα τά θεωρεῖ λουτρό καθάρσεως καί ἐξαγνισμοῦ. Κάνει τό πρῶτο βῆμα, γιά νά συναντήσει τόν Χριστό. Ἀπαρνεῖται τόν ἑαυτό του, τόν ξεγράφει. Κάνει αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός: Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀκολουθήτω μοι.
Ἡ πρώτη ἐνέργεια λοιπόν εἶναι νά φτιάξει τίς σχέσεις του μέ τόν Θεό. Ἡ δεύτερη προσπάθεια νά ἀποκαταστήσει τίς σχέσεις του μέ τούς συνανθρώπους του. Ἀναγνωρίζει ὅτι ἀδίκησε πολλούς καί ὑπόσχεται ὅτι θά ἀποκαταστήσει τίς ἀδικίες. Δέν γυρίζει πίσω μόνο τά κλοπιμαῖα, ἀλλά καί εὐεργετεῖ ἐκείνους πού ἀδίκησε, ἀφοῦ τώρα ἐπιστρέφει στό τετραπλάσιο ὅ,τι πῆρε καί μοιράζει τήν μισή περιουσία του στούς φτωχούς. Φαντασθεῖτε τί ἀδικίες, τί κλοπές, τί ὑπερβολές ἔκανε, ἀλλά καί τί εὐεργεσίες τώρα. Τελικά ἡ γνωριμία του μέ τόν Χριστό τοῦ στοίχισε πολύ. Ὅμως ἀπό ἐκείνη τήν ὥρα πού ἀπογυμνώθηκε ἀπό τά πλούτη, ἀπό τήν δύναμή του, ἀπό τήν δόξα του βρῆκε τήν πραγματική χαρά καί εὐτυχία. Ἔτσι ἐπαληθεύεται γιά μιά ἀκόμη φορά ὅτι ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει καθαρή συνείδηση, ἀνάλαφρη καρδιά καί δικαιοσύνη, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ πραγματική χαρά.
Ἀγαπητοί μου,
Ὁ ψηλότερος ἄνθρωπος σήμερα στόν κόσμο εἶναι ἕνας κάτοικος τῆς Νέας Ὑόρκης πού ἔχει ὕψος 2,75 μ. Δίπλα ὅμως στούς οὐρανοξύστες τῆς Νέας Ὑόρκης φαίνεται νάνος. Οἱ οὐρανοξύστες μπροστά στά Ἰμαλάϊα φαίνονται πολύ μικροσκοπικοί. Τό ἴδιο φαίνονται τά Ἰμαλάϊα, ἄν συγκριθοῦν μέ τά δυσθεώρητα ὕψη τῶν ἄστρων. Καί ὅμως ὁ μικρόσωμος Ζακχαῖος, αὐτός ὁ νάνος Ζακχαῖος ξεπέρασε ὅλα αὐτά τά ὕψη. Πῶς; Μέ τό ἰλιγγειῶδες ὕψος τῆς ταπεινώσεως καί τῆς μετανοίας. Ὁ Ζακχαῖος γνωρίζοντας τόν Χριστό ἀναγεννήθηκε, γεννήθηκε γιά δεύτερη φορά. Ἔγινε δάσκαλος γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, πού θέλουν νά γνωρίσουν τόν Χριστό καί νά κατακτήσουν τούς οὐρανούς. Κι᾿ ἐμεῖς μποροῦμε νά τό ἐπιτύχουμε αὐτό, πρῶτα ἄν πάψει νά μᾶς ἀπασχολεῖ τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Θά τό ἐπιτύχουμε ὕστερα ἄν ἐπιδείξουμε τήν μετάνοια, τήν ταπείνωση, τήν δικαιοσύνη τοῦ Ζακχαίου, τήν συγχωρητικότητα τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, τήν τόλμη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τήν πίστη τοῦ Ἑκατοντάρχου καί τῆς Χαναναίας γυναίκας. Αὐτά θά μᾶς ἀνεβάσουν σέ οὐράνια ὕψη, πιό ψηλά καί ἀπό τά ἀστέρια, θά μᾶς χαρίσουν τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.-