Γράφει ὁ Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητὴς Παιδαγωγικῆς –
Χριστιανικῆς Παιδαγωγικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ
Ὁ Χριστὸς γεννᾶται, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὡς Σωτήρας τοῦ κόσμου, μὲ σκοπὸ «νὰ βοηθήσει στὴν ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ὁ ἴδιος ἔπλασε». Οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἔλαβαν ἐντολὴ νὰ διαδώσουν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας σὲ ὅλα τὰ ἔθνη. Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος ἦλθε στὴν Ἑλλάδα ἐδῶ καὶ 20 αἰῶνες περίπου, κηρύττοντας τὸν Χριστό, ὡς Σωτήρα καὶ Λυτρωτή, βοηθώντας ἔτσι τὸν Ἑλληνισμὸ νὰ ἀρνηθεῖ, σταδιακὰ καὶ ἐν ἐλευθερία, τοὺς ψεύτικους Θεοὺς - εἴδωλα καὶ νὰ υἱοθετήσει τὴ νέα πίστη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀποτέλεσε, ἔκτοτε γιὰ τοὺς Ἕλληνες, τὴν πνευματικὴ πυξίδα καθοδήγησής τους πρὸς τὴ ἀληθινὴ σωτηρία καὶ λύτρωση.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὄργωσε τὴν Ἑλλάδα, διδάσκοντας στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, καὶ σὲ αὐτὴν ἔστειλε πολλὲς ἀπὸ τὶς Ἐπιστολές του πρὸς Ἕλληνες. Στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ἐπίσης, γράφτηκαν καὶ τὰ ἄλλα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης καθὼς καὶ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἔργων τῶν...
Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ σὲ αὐτὴν ἔγιναν οἱ συζητήσεις καὶ διατυπώθηκαν οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεγάλων καὶ καθοριστικῶν γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἑλλάδα ὑποδέχτηκε καὶ φιλοξένησε ἐπίσης Ἀποστόλους, ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, ὁ Πρωτόκλητος, ἐνῶ σὲ αὐτὴν γεννήθηκαν καὶ ἁγίασαν χιλιάδες ἅγιοι καὶ ἁγίες, ὅσιοι καὶ ὁσίες, μάρτυρες καὶ νεομάρτυρες. Στὴν Ἑλλάδα, ἐπίσης, ὑπάρχει καὶ ἀκμάζει, ἐδῶ καὶ αἰῶνες, ὁ Μοναχισμὸς (Ἅγιον Ὅρος, Μετέωρα καὶ τόσες ἄλλες Μονὲς καὶ Ἀσκητήρια), ποὺ διακονεῖ καὶ προβάλλει σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη.
Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀναφέρθηκαν παραπάνω καὶ πολλὰ ἄλλα ἀποτελοῦν χαρακτηριστικά τῆς θρησκευτικῆς ταυτότητας καὶ τῆς πολιτισμικῆς κληρονομιᾶς καὶ αὐτοσυνειδησίας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἀλλά, παράλληλα, παρακαταθῆκες ὑψηλῆς πνευματικῆς ἀξίας, μὲ παγκόσμιες διαστάσεις. Γι΄ αὐτὸ ἡ χριστιανικὴ πίστη, σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, ἀκόμη καὶ στοὺς αἰῶνες τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ σὲ ἀλλόδοξους καὶ ἀλλόθρησκους κατακτητές, φυλασσόταν ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ, προβαλλόταν καὶ διατηρεῖτο, μέσω τῆς διδασκαλίας της, ὡς στοιχεῖο ταυτότητας, ἐνῶ τυχὸν ἀπώλεια ἢ ἀλλοίωσή της, σήμαινε τραυματισμὸ τῆς πολιτισμικῆς συνείδησης μὲ ἄμεσες πνευματικὲς καὶ ἠθικοκοινωνικὲς συνέπειες.
Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, ὡς πρῶτος κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας, ἐκτιμώντας τὸν ρόλο τῆς Ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀγωγῆς στὰ σχολεῖα, μέσα στὸ γενικότερο ἐκπαιδευτικὸ καὶ πολιτικό του ἔργο, τόνιζε, σὲ ὁδηγίες του πρὸς τοὺς δασκάλους τῆς χώρας: «Θέλετε καταβάλει θεμέλιον τῆς παιδείας εἰς τὰς ἁπλᾶς ψυχᾶς τῶν παίδων τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας, καὶ στοιχειοῦντες αὐτοὺς εἰς τὴν ἀληθινὴ παιδεία, τὴν εὐσέβειαν, θέλετέ τοὺς διδάσκει τὰ ἀληθινά τοῦ χριστιανοῦ χρέη καὶ τὰ τοῦ ἀγαθοῦ πολίτου καθήκοντα διὰ τῆς ἠθικῆς προσαρμοζόμενης εἰς τὸν οὐράνιον νόμον τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου».
Ὡστόσο, 190 χρόνια, ἀργότερα, ἑορτάζοντας, στὴν Ἑλλάδα τοῦ Καποδίστρια, τὴ Θεία Γέννηση, διαπιστώνουμε, δυστυχῶς, ὅτι ἡ πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, περιφρονώντας αὐτὸ ποὺ παραδοσιακὰ πιστεύει ἐδῶ καὶ 2000 χρόνια ἡ ἑλληνικὴ ψυχή, προσπαθεῖ, μὲ τὴν ἰσχὺ τῆς ἐξουσίας, νὰ μεθοδεύσει τὸ ξερίζωμα τῆς πίστης ποὺ μᾶς ἔφερε ὁ Θεάνθρωπος, μέσω τῆς ἀλλοίωσης καὶ τῆς ὑποτίμησης τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ ζωῆς, ποὺ προγραμματίζει καὶ ἐφαρμόζει στὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα.
Τὰ νέα Θρησκευτικά, ποὺ ἰσχύουν ἀπὸ τὸ 2016, διδάσκουν στοὺς ὀρθόδοξους μαθητές, ἰσότιμα, ἰσάξια καὶ παράλληλα μὲ τὴν πίστη τους, ὅλες τὶς θρησκεῖες, ὡς νὰ εἶναι ἀβάπτιστοι καὶ χωρὶς πίστη καὶ πρόκειται νὰ ἐπιλέξουν μία ἀπὸ τὶς διδασκόμενες θρησκεῖες. Πρόκειται γιὰ προπαγάνδα στὴν πολυθρησκεία ἢ πολυθεΐα, ποὺ σημαίνει προσηλυτισμὸ καὶ μάλιστα μικρῶν παιδιῶν σὲ ἄλλες πίστεις καὶ σὲ ἄλλους Θεούς, μία ἀντιχριστιανικὴ ἑπομένως διδασκαλία, ποὺ θεωρήθηκε ἀνέκαθεν ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Πατέρες καὶ τοὺς Ἁγίους, ἀντίθετη καὶ ἐπικίνδυνη γιὰ ὅλους τούς Χριστιανοὺς μικροὺς καὶ μεγάλους.
Εἶναι ἀποκαλυπτικά, μάλιστα, ὅσα ἔγραψε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κ. Ἱερώνυμος, ἀπευθυνόμενος πρὸς τὴν πολιτικὴ ἡγεσία, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 2016, μόλις εἶδε ὅλα ὅσα διδάσκονται στὰ νέα πολυθρησκειακὰ Προγράμματα καὶ Βιβλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν.Διαπιστώνοντας ὅτι ἡ διδασκαλία τῶν θρησκειῶν σὲ ὀρθόδοξους μαθητές, ἀφενὸς δὲν γίνεται ἐπιστημονικά, δηλαδὴ μία - μία ξεχωριστά, ἀλλὰ ὅλες μαζί, ὡς συνονθύλευμα καί, ἀφετέρου, ὅτι δὲν γίνεται πλέον πρὸς πληροφόρηση, ὅπως γινόταν πάντοτε, ἀλλὰ πρὸς βίωση καὶ πίστη, ἔγραψε μεταξὺ ἄλλων ὅτι τὰ νέα θρησκευτικὰ εἶναι «ἀπαράδεκτα καὶ ἐπικίνδυνα», ὅτι «δὲν θὰ ἀποδώσουν καρπούς, ἀλλὰ μεγάλη ζημιὰ στὴν παιδεία καὶ στὴν κοινωνία», «θὰ προκαλέσουν σύγχυση καὶ ἀμφιβολία» καὶ ὅτι «πρόκειται, ὄχι γιὰ θρησκευτικά, ἀλλὰ γιὰ ἐπιχείρηση ἀλλοιώσεως τῆς πίστεώς μας». Σημειώνουμε ὅτι τὰ Προγράμματα καὶ τὰ Βιβλία, ἀπὸ τότε ἕως σήμερα, παραμένουν σχεδὸν τὰ ἴδια καὶ ὅτι ὁ Μακαριώτατος δὲν ἔχει ἀνακαλέσει τίποτα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶχε γράψει.
Βέβαια, εἶναι γνωστὸ ὅτι στὸ χῶρο τῆς πολιτικῆς καὶ στὸ ὄνομα μίας δῆθεν προόδου, κυριαρχεῖ ἕνα ἐκκοσμικευμένο μεταχριστιανικὸ καὶ μετανεωτερικὸ πλαίσιο ἀποδόμησης ἢ σχετικοποίησης καὶ ἄρνησης ὅλων τῶν ἑλληνορθόδοξων ἀρετῶν, προτύπων καὶ ἀξιῶν, μέσω τῶν ὁποίων δομοῦνταν, βιώνονταν καὶ διατηροῦνταν, διαχρονικά, τὰ πιστεύω καὶ τὰ ὁράματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Στὸ πλαίσιο αὐτό, σχεδιάζεται, καθὼς φαίνεται, ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας μία πνευματικὴ μετάλλαξη τῆς χώρας, βασισμένη σὲ μία μετανεωτερικὴ ἀντίληψη, ποὺ ὑποτιμᾶ, περιφρονεῖ καὶ ἀποδομεῖ κάθε τι ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν παράδοση καὶ ἐπιδιώκει νὰ ἐπιβάλει, ὡς νέο, αὐτὸ ποὺ στὴν οὐσία, δὲν ἀνανεώνει καὶ δὲν ἀναπλάθει τὸν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς καὶ ὅλο τὸ σωτηριακὸ του ἔργο, δὲν ἀντιμετωπίζεται, πλέον, ὡς πρόταση ἀναγέννησης, ἀνακαίνισης καὶ πνευματικῆς ἐλευθερίας, ἀλλὰ ὡς παρότρυνση πρὸς ὀπισθοδρόμηση, συντήρηση ἢ ἀναπαλαίωση.
Στὸ πλαίσιο αὐτό, ἐπιχειρεῖται στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο μία ἔμμεση καὶ μεθοδευμένη δίωξη καὶ ἀποπομπὴ τῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ζωῆς τοῦ Εὐαγγελίου τῆς σωτηρίας. Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι τὰ νέα θρησκευτικὰ στοχεύουν, ἀφενός, στὴν ἀλλοιωμένη καὶ ἐλλιπῆ διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης πίστης καί, ἀφετέρου, στὴ σταδιακὴ διάβρωσή της, μέσω τῆς παράλληλης καὶ ἰσότιμης μὲ αὐτὴν διδασκαλίας τῶν Θρησκειῶν. Οἱ ἐπίδοξοι ἀποδομητες ἐλπίζουν ὅτι βῆμα – βῆμα, μέσω τῆς πολυθρησκείας, θὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ σύγχυση, ὁ συγκρητισμός, ὁ μηδενισμὸς καί, τελικά, ἡ θρησκειοποίηση ἢ ἀποορθοδοξοποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας καὶ ἡ ἐπιβολὴ καὶ ἐπικράτηση μίας διαθρησκειακῆς θρησκευτικότητας, μὲ σταδιακὴ ἐξίσωση καὶ ὁμογενοποίηση ὅλων τῶν θρησκειῶν.
Στὴν πραγματικότητα, ὅμως, ὅλες οἱ θρησκεῖες καὶ οἱ Θεοί, ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἐπιβάλουν στοὺς ὀρθόδοξους μαθητές, ὡς ἰσότιμους μὲ τὸν Χριστό, εἶναι εἴδωλα, ἀφοῦ ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ Τριαδικὸς Θεός. Τὰ Χριστούγεννα εἶναι μοναδικὸ φαινόμενο στὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία, διότι μία καὶ μοναδικὴ φορὰ ἑορτάζει ἡ ἀνθρωπότητα τὴ μοναδικὴ ἐνσάρκωση καὶ φανέρωση Θεοῦ στὸν κόσμο, στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι οἱ Θεοί, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Τριαδικό, ἐφευρέθηκαν (δημιουργήθηκαν), ἀπὸ τὴ φαντασία, τὸ φόβο ἢ τὴ διανόηση τῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν ὑπάρχει κανείς, πλὴν τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ποὺ νὰ ἔχει φανερωθεῖ στὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία, ὡς ἱστορικὸ πρόσωπο καὶ ἀληθινὸς Θεός, ταυτόχρονα.
Κατὰ συνέπεια, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες πιστεύουν καὶ θὰ πιστεύουν στὸν ἐνανθρωπήσαντα ἀληθινὸ Θεὸ τῆς ὀρθόδοξης πίστεώς τους καὶ Αὐτὸν μόνο θεωροῦν ὡς ἀληθινὸ Θεό, ὁποιαδήποτε μέσα καὶ ἂν ἐφαρμόζουν οἱ ὅποιοι ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν διῶκτες τῶν ἱερῶν καὶ τῶν ὁσίων τῆς πίστεως τοῦ ἑλληνορθόδοξου λαοῦ.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, μάλιστα, οἱ ὀρθόδοξοι γονεῖς ἐπιστρέφουν, ὡς ἀπαράδεκτα, τὰ βιβλία - φακέλους τῶν Θρησκευτικῶν στὴν πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ποὺ ἀμφισβητοῦν καὶ ἀλλοιώνουν τὴν πίστη τῶν παιδιῶν τους.
πηγή