Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιουνίου 26, 2014

Η ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΑΒΑΤΟΥ ΤΗΣ ΑΘΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟ 1930 ΑΠΟ ΤΗΝ «ΜΙΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΗΣ


Χερσόνησος του Αγίου Όρους - Ρωσικός χάρτης του 1839.
Το 1930 ήμουν αντιπρόσωπος της Μονής μου παρά τη Ιερά Κοινότητι και κατά Οκτώβριον ελήφθη επιστολή της εκλεγείσης «Μις Ελλάς» δεσποινίδος* …………. έχουσα επί λέξει ούτως :

Εν Νταβώς Ελβετίας κλπ.

Σεβάσμιοι Πατέρες, σας εξομολογούμαι ολοψύχως το σφάλμα που διέπραξα τον περασμένον Μάϊον εις την Μονήν Βατοπαιδίου. Έφθασα εκεί δια πλοίου του μνηστήρος μου κ. Μωράν, και συνέπεσε να είναι αγκυροβολημένα εκεί και τα θωρηκτά Λήμνος και Κιλκίς, οπότε ο πονηρός μοι ενέβαλε την σκέψην να ανέλθω εις την Μονήν καίτοι εγνώριζα, ότι απαγορεύετο. Και δανεισθείσα ναυτικήν στολήν εισήλθον μετά του μνηστήρος μου και περιήλθον εκκλησίας και άλλα μέρη ως ναύτης, χωρίς να με γνωρίσει τινάς. Έκτοτε Πατέρες μου έχασα την υγείαν μου και κατήντησα εδώ εις τα σανατόρια της Ελβετίας δια την σωτηρίαν μου, και δυστυχώς δεν βλέπω βελτίωσιν. Εγνώρισα όμως και το πιστεύω ακράδαντα, ότι είναι τιμωρία εκ μέρους της Παναγίας προς την οποίαν ησέβησα, δεν έπρεπε εγώ μορφωμένη κοπέλα να κάμω αυτό που έκαμα, και μετανοώ, τώρα, παρακαλώντας την Παναγία μου να με συγχωρέσει. Παρακαλέσατε και σεις άγιοι Πατέρες. Προς τούτο, δεχθήτε δε και 5.000 δραχμές, ίνα κάμετε λειτουργίας και παρακλήσεις δια την υγείαν μου.

                                          Μετά πολλού σεβασμού κλπ.

Η πολυεύσπλαχνη Άνασσα του Ουρανού και της γης, δέχθηκε την μετάνοια και της χάρισε πάλι την υγεία.

*Το 1930 είχε εκλεγεί Μις Ελλάδος η Αλίκη Διπλαράκου.

ΠΗΓΗ : ΑΡΧΙΜ. ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗ (+), ΤΟ ΑΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», τευχ. 38-39, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 1990, σ. 59.

Αυτή είναι η τέλεια εργασία του μοναχού, το να έχει πάντοτε τον νου στραμμένο στον Θεό, χωρίς να περισπάται.


Κάποιος αδελφός έκανε σε έναν γέροντα τις ακόλουθες ερωτήσεις.

Ερώτηση: Ποιά εργασία οφείλει να έχει η καρδιά και να είναι αφοσιωμένη σε αυτήν;

Απόκριση: Αυτή είναι η τέλεια εργασία του μοναχού, το να έχει πάντοτε τον νου στραμμένο στον Θεό, χωρίς να περισπάται.

Ερώτηση: Όμως οι κακοί λογισμοί δεν αφήνουν τον νου να είναι διαρκώς στραμμένος στον Θεό. Πως λοιπόν οφείλει να τους διώχνει;

Απόκριση: Καθόλου δεν μπορεί να το κάνει αυτό ο νους από μόνος του, γιατί δεν έχει τέτοια δύναμη. Όταν όμως του επιτίθενται οι λογισμοί, αμέσως οφείλει να καταφεύγει στον Θεό, και εκείνος τους λιώνει σαν κερί. Γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει.

Ερώτηση: Πως λοιπόν οι πατέρες της Σκήτης χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο του αντίλογου στους λογισμούς;

Απόκριση: Και εκείνη η πνευματική εργασία είναι σπουδαία και εξαιρετική, όμως έχει κόπο και δεν είναι ασφαλής για όλους.

Ερώτηση: Γιατί δεν είναι ασφαλής για όλους;

Απόκριση: Όταν επιτεθεί στην ψυχή ένας λογισμός και εκείνη μπορέσει με πολύν αγώνα να τον διώξει, επιτίθεται άλλος και την πιάνει. Έτσι η ψυχή, καθώς όλη τη μέρα αντιλέγει στους λογισμούς που έρχονται, ποτέ δεν έχει καιρό για τη θεωρία του Θεού.

Ερώτηση: Με ποιόν τρόπο λοιπόν καταφεύγει ο λογισμός στον Θεό;

Απόκριση: Αν σου έρθει, ας πούμε, λογισμός πορνείας, αμέσως απόσπασε από εκεί τον νου και ύψωσε τον με βιασύνη στον Θεό. Μην αργοπορήσεις, γιατί η αργοπορία σημαίνει συγκατάθεση.

Ερώτηση: Αν όμως έρθει λογισμός κενοδοξίας, δεν οφείλει ο λογισμός μας να προβάλει αντίλογο;

Απόκριση: Οποιαδήποτε ώρα αντιλέγει κανείς στον λογισμό, εκείνος αμέσως γίνεται πιο ισχυρός και πιο ραγδαίος, γιατί βρίσκει να πει περισσότερες αντιλογίες από εσένα. Επιπλέον το Πνεύμα το άγιο δεν σε βοηθά και τόσο, γιατί παρουσιάζεσαι σαν να καυχιέσαι και να νομίζεις ότι μπορείς μόνος σου να πολεμήσεις τα πάθη. Μάλλον λοιπόν πρέπει να καταφεύγεις στον Θεό.

Όπως εκείνος που έχει πνευματικό πατέρα, στον πατέρα τα αναθέτει όλα και ο ίδιος είναι αμέριμνος, έτσι και εσύ: αφού παρέδωσες τον εαυτό του στον Θεό, καθόλου δεν πρέπει να έχεις φροντίδα για τον λογισμό η να προβάλεις αντίλογο η γενικά να τον αφήσεις να μπει μέσα. Αν όμως μπει, πάρε τον επάνω στον Πατέρα σου λέγοντας στον λογισμό: «Εγώ δεν έχω δουλειά μ΄ εσένα να ο Πατέρας μου, αυτός ξέρει». Και την ώρα που θα τον οδηγείς επάνω, θα σε αφήσει στα μισά του δρόμου και θα φύγει, γιατί δεν μπορεί να έρθει μαζί σου σε εκείνον ούτε να σταθεί μπροστά του.

Από αύτη την πνευματική εργασία ανώτερη και πιο αμέριμνη δεν υπάρχει σε όλη την Εκκλησία.

Ερώτηση: Πως λοιπόν οι Σκητιώτες ευαρέστησαν στον Θεό με το να αντιλέγουν στους λογισμούς;

Απόκριση: Επειδή εκείνοι το έκαναν με απλότητα και φόβο Θεού, γι’ αυτό ο Θεός τους βοηθούσε. Και αργότερα ήρθε σε αυτούς αυτή η εργασία της θεωρίας, επειδή ευδόκησε ο Θεός, για τον μεγάλο τους κόπο και την αγάπη τους προς αυτόν.

Αυτό το διαπίστωσα και εγώ ο ίδιος. Κάποτε, που πήγα στη Σκήτη, επισκέφτηκα έναν άγιο που είχε χρόνια εκεί. Αυτός σηκώθηκε, με ασπάστηκε, και μόλις καθίσαμε, δεν μου είπε τίποτε, άλλα συνέχισε να κάνει το εργόχειρο του χωρίς διόλου να σηκώνει κεφάλι η να με προσέχει. Και εγώ καθόμουν σιωπηλός και αφοσιωμένος στη θεωρία. Έτσι πέρασε η μέρα, και ούτε να φάμε μου είπε, άλλα έμεινε όλη την ήμερα κοιτώντας κάτω και πλέκοντας, αν και είχε έξι μέρες νηστικός.

Την άλλη μέρα κατά τις τέσσερις το απόγευμα γύρισε και με ρώτησε: «Αδελφέ, από που έμαθες αύτη την πνευματική εργασία;» «Εμείς από παιδιά διδαχτήκαμε αυτή την εργασία από τους πατέρες μας», του απάντησα, και αυτός συνέχισε: «Εγώ τέτοια εργασία δεν παρέλαβα από τους πατέρες μου, άλλα όπως με βλέπεις τώρα, έτσι έμεινα όλα τα χρόνια μου: λίγο εργόχειρο και λίγη μελέτη και, όσο μπορώ, να κρατώ καθαρό τον λογισμό μου και να αντιλέγω στους λογισμούς που έρχονταν. Και έπειτα ήρθε το πνεύμα της θεωρίας, χωρίς εγώ να ξέρω και ούτε καθόλου να μάθω ότι μερικοί είχαν τέτοια εργασία». «Εγώ όμως», του είπα, «από παιδί τη διδάχτηκα».

Ερώτηση: Με ποιόν τρόπο οφείλει να έχει τον νου στη θεωρία αυτός που ασχολείται με αυτή;

Απόκριση: Όπως μας διδάσκουν οι άγιες Γραφές: ο Δανιήλ κατά τη θεωρία έβλεπε τον Θεό ως τον “Παλαιό των ήμερων” (τον Προαιώνιο), ο Ιεζεκιήλ τον έβλεπε επάνω σε χερουβικό άρμα, ο Ησαΐας επάνω σε θρόνο ψηλό και μεγαλόπρεπο, ενώ ο Μωυσής πρόσμενε καρτερικά τον αόρατο σαν να τον έβλεπε.

Ερώτηση: Πως μπορεί ο νους να θεωρεί αυτό που ποτέ δεν είδε;

Απόκριση: Ποτέ δεν είδες βασιλιά στον θρόνο του, όπως απεικονίζεται σε πίνακες;

Ερώτηση: Πρέπει όμως ο νους να αναπαριστά τον Θεό;

Απόκριση: Δεν είναι καλύτερο να τον αναπαριστά και να μη δίνει συγκατάθεση στους ακάθαρτους λογισμούς;

Ερώτηση: Μήπως αυτό θεωρηθεί αμαρτία;

Απόκριση: Για την ώρα κράτα αυτό που είδαν και περιέγραψαν οι προφήτες, και το ίδιο το τέλειο έρχεται έπειτα, όπως λέει ο απόστολος: «Τώρα βλέπουμε θαμπά, σαν μέσα από καθρέφτη τότε όμως θα δούμε τον Θεό πρόσωπο με πρόσωπο». Το “τότε” είναι φανερό ότι ο απόστολος το εννοεί μετά τη διάλυση του σώματος ωστόσο, όταν ο λογισμός φτάσει στην τελειότητα, και εδώ βλέπει με παρρησία.

Ερώτηση: Αυτό όμως δεν προκαλεί σάλεμα του νου;

Απόκριση: Αυτό αποκλείεται, αν κανείς αγωνίζεται αληθινά. Εγώ θυμάμαι μια φορά που πέρασα όλη την εβδομάδα και δεν θυμήθηκα άνθρωπο. Και κάποιος άλλος μου διηγήθηκε: «Κάποτε περπατούσα στον δρόμο και είδα δύο αγγέλους να περπατούν μαζί μου από τη μια πλευρά και από την άλλη, και δεν τους έδωσα προσοχή».

Ερώτηση: Γιατί δεν τους έδωσε προσοχή;

Απόκριση: Επειδή, όπως λέει η Γραφή, ούτε άγγελος ούτε πνεύμα θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την Αγάπη του Θεού.

Ερώτηση: Ο νους πάντοτε μπορεί να ασχολείται με τη θεωρία;


Απόκριση: Αν και όχι πάντοτε, όμως όταν ο λογισμός καταδυναστεύεται από τα πάθη, ας μην καθυστερεί να καταφεύγει στον Θεό με τη "θεωρητική προσευχή. Σε βεβαιώνω ότι, αν ο λογισμός φτάσει στην τελειότητα ως προς αυτό το έργο, είναι πιο εύκολο να μετακινήσεις ένα βουνό, παρά να απομακρυνθεί από εκεί ο λογισμός. Όπως δηλαδή ένας φυλακισμένος στο σκοτάδι, όταν απολυθεί και δει το φως, δεν θέλει πια να θυμάται το σκοτάδι, έτσι και ο λογισμός όταν αρχίζει να βλέπει το δικό του φως, δεν θέλει να απομακρυνθεί από αυτό ούτε για λίγο.

Υπόθεση ΚΔ΄ 24 , ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ λόγοι και διδασκαλίες αγίων πατέρων Τόμος Δ΄ 254-258, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ   

Μία αυτοκτονία

Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
῞Ενα περιστατικό 18χρονου χρήστη τοῦ ῎Ιντερνετ πού αὐτοκτόνησε παίρνοντας ὁδηγίες ἀπό κάποιον ἂλλο, παρότι πρωτοφανές στήν ῾Ελλάδα, ἀνέδειξε ἕνα μεῖζον πρόβλημα πού ἔχει νά κάνει μέ τίς νέες τεχνολογίες. Αὐτό τῶν
κριτηρίων στή χρήση τους καί τοῦ κατά πόσον ὑπάρχει ἡ ὡριμότητα ὥστε ὁ ἂνθρωπος, καί ἰδίως ὁ νέος, νά ἐπιλέγει αὐτό πού πραγματικά θά τόν ὠφελεῖ.

῾Ο σκοπός ὕπαρξης τῶν νέων τεχνολογιῶν εἶναι ἐκ φύσεως χρησιμοθηρικός. ᾿Αξιοποιώντας τες ὁ ἂνθρωπος καθιστᾶ πιό εὔκολη τή ζωή του, βρίσκει ἐναλλακτικούς τρόπους ψυχαγωγίας, μπορεῖ νά ἐπικοινωνήσει μέ γνώριμα πρόσωπα ἤ καί νά ἀναπτύξει νέες γνωριμίες συμμετέχοντας σέ προγράμματα ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καί συζήτησης -ὅπως εἶναι τά διάσημα ὴ῍ὰὦ-ἶ῏῏ἣὖ στό ῎Ιντερνετ- καί γενικότερα, καταργεῖ τά σύνορα καί τούς φραγμούς πού ὑπάρχουν στόν κόσμο. ῎Αν ὑπάρχει ἕνα μέσο πού ἔφερε πιό κοντά τόν κόσμο καί ἔκανε πράξη τήν παγκοσμιοποίηση, αὐτό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν τεχνολογία τοῦ Διαδικτύου. Κι ὅλα αὐτά μέσα σέ μηδενικό σχεδόν χρόνο καί μέ ἀσήμαντο κόστος. Γι’ αὐτό καί ἡ ἐλλειπτικότητα στή χρήση τῆς γλώσσας, ἡ ταχύτητα στήν ἐπικοινωνία, ἀλλά καί τό μεγάλο ἐνδιαφέρον, πού -ἰδίως γιά τούς νέους- ἔχει ἡ ἠλεκτρονική ἀλληλογραφία.
Δέν εἶναι ὅμως πάντοτε θετικές οἱ ἐπιπτώσεις ἀπό τήν χρήση τοῦ Διαδικτύου καί δέν εἶναι μόνο τό περιστατικό τῆς αὐτοκτονίας πού τό μαρτυρεῖ. Οἱ ἱστοσελίδες μέ πορνογραφικό καί παιδοφιλικό ὑλικό, τό μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τόν ἀποκρυφισμό καί τόν σατανισμό, ἀλλά καί ἡ συνεχής κατανάλωση διαφημίσεων, εὔκολων αἰσθημάτων καί κακῆς ποιότητας πληροφοριῶν μέσα ἀπό τό ῎Ιντερνετ, μαρτυροῦν ἀπό τή μία, ὅτι ἡ λογοκρισία δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει μέ τήν παγκόσμια δημοκρατία τοῦ κυβερνοχώρου καί, ἀπό τήν ἄλλη, ὅτι ὁ κάθε χρήστης ὀφείλει νά θέσει ὁ ἴδιος τά κριτήρια τῆς ἐπιλογῆς τοῦ ὑλικοῦ πού θά ἐπισκεφθεῖ καί θά ἀξιοποιήσει.

Τό ῎Ιντερνετ εἶναι μία παγκόσμια βιβλιοθήκη γνώσης, ψυχαγωγίας, ἐνημέρωσης, ἀλλά καί ἐπικοινωνίας. Τό νά περιμένει κανείς ἀπό τό κράτος καί τό νόμο νά τόν βοηθήσει νά διαλέξει τί πρέπει ἤ τί δέν πρέπει νά δεῖ, εἶναι δηλωτικό μιᾶς κακῆς νοοτροπίας πού ὑπάρχει, ὅτι γιά ὅλα φταῖνε οἱ ἄλλοι κι ὅτι ἐμεῖς παρασυρόμαστε γιατί δέν ἔχουμε κάποιον νά μᾶς βοηθήσει νά διαλέξουμε. Δέν μαρτυρεῖ χαρακτήρα ὑπεύθυνο καί ἐσωτερικά ἐλεύθερο αὐτή ἡ νοοτροπία, οὔτε εἶναι δεῖγμα προόδου ἡ ἐνασχόληση μέ ὑλικό πού βλάπτει τόν ἐσωτερικό μας κόσμο, μόνο καί μόνο ἐπειδή στό ῎Ιντερνετ μπορεῖ κανείς νά τά βρεῖ ὅλα!
Στό ῎Ιντερνετ μπορεῖ νά βρεῖ κανείς τό Θεό καί τό διάβολο, σέ δόσεις πού κυμαίνονται ἀνάλογα μέ τό τί ψάχνει. ῾Υπάρχουν ἱστοσελίδες πού παρέχουν ὑλικό προβληματισμοῦ γιά τή ζωή, ἀλλά καί ἀντίστοιχες πού γεννοῦν παραίτηση ἀπό τή ζωή. Μπορεῖ κανείς νά ἐπικοινωνήσει μέ ἀνθρώπους πού θά τοῦ δείξουν γνήσια ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον καί μέ ἄλλους πού θά τόν ἐκμεταλλευθοῦν καί θά τόν ὠθήσουν στό κακό. Μπορεῖ νά βοηθηθεῖ γιά νά ἀντισταθεῖ στό ψεύτικο καί τό ἐφήμερο ἢ νά παραδοθεῖ βορά σέ αὐτό.
Παρότι ἡ ᾿Εκκλησία ἀντιμετωπίζει μέ σκεπτικισμό, ὁ ὁποῖος γιά πολλά μέλη της φτάνει στά ὅρια τῆς προκατάληψης καί τῆς ἄρνησης, τή νέα τεχνολογία, χρειάζεται νά ἔχει λόγο τόσο πρός τούς χρῆστες ὅσο καί πρός τούς γονεῖς καί μεγαλυτέρους γιά τά κριτήρια πού θά βοηθήσουν, ἰδίως τούς νέους, στήν ἐπιλογή τοῦ ἐπισκέψιμου ὑλικοῦ ἀπό τόν χῶρο τοῦ Διαδικτύου. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία προσφέρει στόν ἄνθρωπο τίς ἀξίες ἐκεῖνες πού δυναμώνουν πνευματικά καί ἠθικά τόν χαρακτήρα του, ὥστε νά μήν ἐνδίδει σέ πειρασμούς πού ἀλλοτριώνουν τήν ὑπόστασή του.

Εἰδικότερα, ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀγαθοῦ καί ἡ ὑπέρβαση τοῦ πονηροῦ, ἡ ἀποφυγή τῆς κακῆς περιέργειας, ἡ καλλιέργεια τοῦ πνεύματος δημιουργίας καί ὄχι ἁπλῶς τῆς ἐκτόνωσης ὡς κριτηρίου ψυχαγωγίας, ἡ ἀγάπη πρός τόν ἄλλο καί τό ἐνδιαφέρον πού ὑπερβαίνει τό συμφέρον καί τήν φιλήδονη ἀντιμετώπιση, ὁ προβληματισμός γιά τή ζωή καί ὄχι ἕνα στεῖρο καί ἐμπαθές κουτσομπολιό, ἡ ἀναζήτηση τῆς γνώσης καί ὄχι μόνο τῆς πληροφορίας, ἡ στροφή πρός τόν ἔσω ἄνθρωπο καί τίς πνευματικές ἀνάγκες, εἶναι κριτήρια τά ὁποῖα ἡ ᾿Εκκλησία μπορεῖ μέ κάθε παρέμβασή της σέ μικρούς καί μεγάλους νά καλλιεργήσει, γιά νά δώσει ἔτσι ἄλλες προοπτικές στή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Διαδίκτυο.
῾Η αὐτοκτονία τοῦ 18χρονου χρήστη τοῦ ῎Ιντερνετ μπορεῖ νά μᾶς κατέπληξε γιατί δέν εἴχαμε τέτοιο ἀνάλογο περιστατικό στήν πατρίδα μας. Στό ἐξωτερικό ὅμως εἶναι σύνηθες φαινόμενο, γιατί στό ῎Ιντερνετ ἀνθίζουν τά πάντα, καί τά στάχυα καί τά ζιζάνια. Τελικά, μόνο ὁ προβληματισμός μας γιά τά κριτήρια ἐπιλογῆς τῆς γνώσης καί τῆς πληροφορίας θά βοηθήσει ὥστε νά μήν καεῖ ἡ νέα τεχνολογία στόν κλίβανο τῆς κινδυνολογίας, τοῦ φόβου καί τῆς λογοκρισίας, ἀλλά νά λειτουργήσει ὡς ἀφετηρία γνήσιας μόρφωσης καί ἐπικοινωνίας γιά ὅλους.


Από το βιβλίο «ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟΝ ΤΙ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΩ;»! του Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζανού.
Κυκλοφορείται από τις εκδόσεις «ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ»

Κυριακή Γ Ματθαίου Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς τοῦ κόσμου Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωὴλ



Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα γιορτάζει τοὺς Πατέρες ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴν τετάρτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀσχολήθηκε καὶ ἀποφάνθηκε ὁριστικὰ γιὰ τὴν ἕνωση τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ. Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ διαβάζεται σήμερα στοὺς Ναοὺς εἶναι ἀφιερωμένο σ’ αὐτοὺς καὶ εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Θεάνθρωπος ὀνομάζει τοὺς μαθητὲς Του φῶς τοῦ κόσμου. Ἂς δοῦμε πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ.


Τὸ παράδειγμα τοῦ φωτὸς τί ὑπονοεῖ;

Ὁ Κύριος χρησιμοποίησε γιὰ τοὺς μαθητὲς Του τὸ παράδειγμα τοῦ ἁλατιοῦ (Ματθ. 5,13) καὶ τοῦ φωτός. Τὸ παράδειγμα τοῦ φωτὸς εἶναι τὸ ὑψηλότερο. Ὅταν λέγει πὼς ἡ πόλη ποὺ εἶναι πάνω στὸ βουνό, δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ, θέλει νὰ τοὺς τονίσει «ἀκρίβειαν τοῦ βίου, καθαρὴ ζωή», λέγει ὁ Χρυσόστομος. Τοὺς διαπαιδαγωγεῖ νὰ εἶναι ἐναγώνιοι στὴ ζωή τους, νὰ ἔχουν στραφεῖ τὰ μάτια ὅλων τῶν ἀνθρώπων πάνω τους καὶ νὰ ἀγωνίζονται ἐνώπιον ὅλης τῆς οἰκουμένης.

Ὁ Χριστὸς ἄναψε τὸ φῶς τῆς χάριτός Του μέσα μας. Ἡ δική μας προσπάθεια εἶναι νὰ διατηρήσουμε τὸ φῶς αὐτὸ ἄσβεστο. Ἡ λαμπρότητα τῆς ζωῆς μας ἔχει ἐπίδραση στοὺς ἄλλους. Ἀπόλυτο φῶς εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ μάλιστα εἶπε γιὰ τὸν ἑαυτό Του, πὼς εἶναι “τὸ φῶς τοῦ κόσμου” (Ἰω. 8,12). Φῶς καὶ φωστῆρες εἶναι μὲ σχετικὴ ἔννοια καὶ οἱ πιστοὶ καὶ οἱ ἅγιοι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: “διότι κάποτε ἤσασταν στὸ σκοτάδι, τώρα ὅμως ποὺ πιστεύετε στὸν Κύριο, εἶστε στὸ φῶς· νὰ ζεῖτε λοιπὸν σὰν ἄνθρωποι ποὺ ἀνήκουν στὸ φῶς.” (Ἐφ. 5,8). Ὁ ἴδιος θὰ πεῖ σὲ ἄλλη του ἐπιστολὴ γιὰ τοὺς πιστοὺς πὼς εἶναι “σὰν λαμπερὰ ἀστέρια στὸν κόσμο, μένοντας σταθεροὶ στὸ εὐαγγέλιο ποὺ δίνει ζωὴ” (Φιλιπ. 2,15-16).


Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου

Πράγματι ὁ Κύριος εἶναι φῶς, ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν πλάνη στὴν ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴν ἀρετή, ποὺ φωτίζει τὸ ἡγεμονικὸ (τὸ νοῦ) τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ τὸ κάνουν κι οἱ πιστοί. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ τὸ πεῖ αὐτὸ χαρακτηριστικά: Ἡ σωτηρία δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἀτομικὴ ὑπόθεση, οὔτε περιορίζεται σὲ κάποιο στενὸ κύκλο “ἐκλεκτῶν”, ἀλλὰ προσφέρεται σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ σωτηρία δὲν εἶναι ἕνα εἶδος πνευματικότητας, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἀντίθεση σὲ κάποιο δαιμονικὸ κατεστημένο, στὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἀποσύνθεση.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Αὐτὸ σημαίνει τὴν καθολικὴ καὶ παγκόσμια εὐθύνη της, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐθύνη τοῦ καθενός μας. Δὲ ζοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας ἢ γιὰ ἕναν ὁρισμένο κύκλο ἐθνικό, ἰδεολογικό, θρησκευτικὸ· ζοῦμε γιὰ τὰ ἀδέλφια μας παντοῦ πάνω στὴ γῆ, ὅσο κι ἂν διαφέρουν ἀπὸ μᾶς κι ὅσο κι ἂν μᾶς ἀντιμάχονται. Ὁ Χριστὸς εἶχε πεῖ στοὺς μαθητὲς του τὸ ἑξῆς σπουδαῖο παράγγελμα· “καὶ θὰ γίνετε δικοί μου μάρτυρες στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία καὶ Σαμάρεια καὶ ὥς τὰ πέρατα τῆς γῆς” (Πράξ. 1,8). Μέχρι καὶ στὸ τελευταῖο μέρος τῆς γῆς ὀφείλουμε νὰ ἀνάψουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἠσαΐας ἀναφέρεται στὸν Πατέρα ποὺ ἀπευθύνεται στὸ Μεσσία καὶ τοῦ λέγει· “Ἰδοὺ δέδωκά σε εἰς διαθήκην γένους, εἰς φῶς ἐθνῶν τοῦ εἶναι σε εἰς σωτηρίαν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς” . Τὸ φῶς τῶν ἐθνῶν, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία μὲ τοὺς πιστοὺς νὰ τὸ μεταδώσει στὰ πέρατα τῆς γῆς. Οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ποὺ καθαρίζουν συνέχεια τὸν ἑαυτό τους μὲ πόνους γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταπεινώνουν τὴ σάρκα τους μὲ διάφορες ἀσκήσεις, ποὺ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη γεμίζουν τὸ νοῦ τους μὲ φῶς, αὐτοὶ ποὺ γνώρισαν «τοὺς λόγους τῶν ὄντων» καὶ ξεπέρασαν κάθε αἴσθηση τοῦ κόσμου, αὐτοὶ μποροῦν νὰ κηρύξουν τὸ Χριστὸ καὶ νὰ μεταδώσουν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, λέγει ὁ ὅσιος Νικήτας. Πρὸς αὐτοὺς ἀπευθύνεται ὁ Κύριος, ὅταν λέει:” Σεῖς εἶστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου” (Ματθ. 5,14).


Τὸ χρέος τῶν πιστῶν

Μεγάλη εἶναι ἡ εὐθύνη τῶν πνευματικῶν ταγῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ τῶν ἁπλῶν πιστῶν στὴ διάδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Ἐπίσκοποι, κληρικοί, λαϊκοὶ ποὺ γνώρισαν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὸ βίωσαν, μεταδίδουν καὶ στοὺς ἄλλους τὸ βίωμά τους. Ἀντίθετα, ἐὰν αὐτοὶ ποὺ εἶναι ταγμένοι νὰ στέκονται «ἐπὶ τὴν λυχνίαν» δείχνουν ἀδυναμία πρὸς τὴν πίστη, τότε καθυστερεῖ ὁ εὐαγγελισμὸς τῶν ἀνθρώπων καὶ γίνεται μάλιστα καὶ σκανδαλισμὸς στὶς ψυχές τους. Οἱ ἁμαρτίες μας καὶ ἡ κακὴ προσωπική μας ζωὴ ἐνεργεῖ ἀρνητικὰ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν γνώρισαν τὸ Χριστό. Ἂς φροντίσουμε νὰ ἔχουμε συνέπεια λόγων καὶ πράξεων, ὥστε νὰ ἀνάπτεται συνεχῶς τὸ σωτήριο φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου σ’ ὅλη τὴ γῆ.



 

Μία ἀδιάσπαστη ἁλυσίδα εἶναι ἡ Ἐκκλησία -Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+) Διονύσιος




Ἡ Ἐκκλησία γιορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων τῆς τετάρτης καὶ μαζὶ τῶν ἄλλων τεσσάρων οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῆς δεύτερης, τρίτης, πέμπτης καὶ ἕκτης. Ἡ μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς πρώτης οἰκουμενικῆς Συνόδου ἑορτάζεται στὴν ἕκτη Κυριακὴ μετὰ τὸ Πάσχα, καὶ ἡ μνήμη τῶν ἀγίων Πατέρων τῆς ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἑορτάζεται μία Κυριακὴ μέσα στὸ μήνα Ὀκτώβριο. 

Ἡ τέταρτη οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἔγινε στὰ 451 χρόνια μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ στὴ Χαλκηδόνα τῆς Βιθυνίας. Ἐκεῖ συνάχθηκαν 630 Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ καταδίκασαν τὸν ἀρχηγὸ τῆς αἵρεσης τοῦ μονοφυσιτισμοῦ Εὐτυχῆ καὶ τοὺς ὀπαδούς του. Μονοφυσιτισμὸς εἶναι ἡ αἵρεση καὶ ἡ πλανεμένη διδασκαλία, ποὺ παραδέχεται τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ μόνο ὡς Θεό. Ἡ Σύνοδος δογμάτισε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Θεάνθρωπος, τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος, κι ὅπως τὸ ψάλλουμε στὸ Δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ στὸν πλ. δ’ ἦχο, «διπλοῦς τὴν φύσιν, ἀλλ’ οὐ τὴν ὑπόστασιν». 

Ἀφήνουμε τὰ περισσότερα κι ἐρχόμαστε στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ διαβάζεται στὴ θεία Λειτουργία. Στὴν περικοπὴ αὐτή, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴν «ἐπὶ τοῦ ὄρους» ὁμιλία, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁμιλεῖ γιὰ τὴ θέση τῶν χριστιανῶν στὸν κόσμο, ὅτι εἶναι μία θέση ξεχωριστὴ καὶ φανερή, ὑπεύθυνη δηλαδὴ καὶ καθοδηγητική. Αὐτὸ ἰσχύει βέβαια πολὺ περισσότερο γιὰ τοὺς ἱεροὺς ποιμένες τῶν χριστιανῶν, ποὺ εἶναι καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, στὴ μνήμη τῶν ὁποίων καὶ διαβάζεται αὐτὴ ἡ περικοπή. Ἂς ἀκούσουμε ὅμως ἄλλη μία φορά, τώρα στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα, τὰ θεῖα καὶ σωτήρια λόγια τοῦ θείου διδασκάλου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Εἶπε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές του. «Ἐσεῖς εἴσαστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ μία πόλη, ποὺ εἶναι χτισμένη πάνω στὸ βουνό· οὔτε ἀνάβουν τὸ λύχνο καὶ τὸν βάζουν κάτω ἀπὸ τὸ καυκί, ἀλλὰ τὸν τοποθετοῦν στὸ λυχνοστάτη καὶ φέγγει σ’ ὅλο τὸ σπίτι. Ἔτσι νὰ λάμψει καὶ τὸ δικό σας φῶς μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ δοῦν τὰ καλά σας ἔργα καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Πατέρα σας, ποὺ εἶναι στοὺς οὐρανούς. Νὰ μὴ σᾶς περάσει ἀπὸ τὸ νοῦ πὼς ἦλθα γιὰ νὰ καταργήσω τὸ Νόμο ἢ τοὺς Προφῆτες. Δὲν ἦλθα γιὰ νὰ τὰ καταργήσω, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ πραγματοποιήσω. Σᾶς βεβαιώνω πὼς ὅσο στέκει ὁ κόσμος ἕνα γιώτα ἤ μία γραμμὴ δὲν θὰ καταργηθεῖ ἀπὸ τὸ νόμο. Ὅποιος λοιπὸν θὰ καταργήσει καὶ μία ἀπὸ τὶς πιὸ μικρὲς ἐντολὲς αὐτοῦ τοῦ νόμου καὶ θὰ γίνει ἔτσι κακὸς δάσκαλος στοὺς ἀνθρώπους, θὰ κριθεῖ κι αὐτὸς μὲ τὸ ἴδιο μέτρο τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως. Μὰ ὅποιος θὰ τὶς τηρήσει καὶ θὰ διδάξει ἔτσι τοὺς ἄλλους, αὐτὸς θὰ τιμηθεῖ πολὺ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως».

Οἱ ἱεροὶ καὶ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ τήρησαν στὸ βίο τους τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ κήρυξαν στοὺς ἀνθρώπους. Τὸ κήρυξαν ὄχι μόνο μὲ τὸ λόγο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ βίο τους. Αὐτὸ ἐννοοῦμε, ὅταν λέμε Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ἐπισκόπους, ἱερεῖς καὶ μοναχούς, ποὺ ἀνάμεσα στοὺς χριστιανοὺς διακρίθηκαν γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τους καὶ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τους. Τὰ δύο αὐτά, ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία, πρέπει νὰ πηγαίνουν μαζί, κι ἂν εἶναι νὰ λείψει ἕν’ ἀπὸ τὰ δύο, καλύτερα νὰ λείψει ἡ διδασκαλία μὲ τὰ λόγια. Τί νὰ τὴν κάνεις τὴ διδασκαλία χωρὶς τὴν ἁγιότητα; Τί ἀξία ἔχει ἡ ἐπιστήμη χωρὶς τὴν ἀρετή; Τί ὠφελεῖ ἡ θεολογία χωρὶς τὴν εὐσέβεια; 

Μὰ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς δίνει πάντα πρῶτα ἀρετὴ κι ὕστερα λόγο· περισσότερη προθυμία γιὰ νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολές του καὶ λιγότερη σπουδὴ γιὰ νὰ διδάσκουμε τοὺς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε• «ὃς ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ…»• ὅποιος δηλαδὴ θὰ ἐφαρμόσει πρῶτα στὸν ἑαυτό του τὸ Εὐαγγέλιο κι ὑστέρα θὰ τὸ κηρύξει στοὺς ἄλλους. Αὐτός, κι ἂν δὲν εἶναι σοφὸς στὰ γράμματα, κι ἂν δὲν ἔχει τὸ χάρισμα τοῦ λόγου, ὅμως μὲ τὸ παράδειγμά του διδάσκει. Κι εἶναι ἀλήθεια πὼς τὸ καλὸ παράδειγμα διδάσκει καλύτερα ἀπὸ τὸ πιὸ εὔγλωττο καὶ σοφὸ κήρυγμα. Αὐτὸ θὰ πεῖ πὼς διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου δὲν εἶναι μόνο ὅποιος ἔχει στὴν ἐκκλησία τὸν τίτλο καὶ τὴ θέση τοῦ ἱεροκήρυκα, ἀλλὰ κι ὁ κάθε χριστιανὸς μὲ τὸ βίο του. 

Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ζωή. Κι αὐτὸ ποὺ λέμε κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἐνάρετος βίος, σύμφωνα μὲ τὸ Εὐάγγελο ἤ, γιὰ νὰ τὸ ποῦμε ἀλλιώτικα, προσωπικὴ μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὴν Ἐκκλησία ὅλα εἶναι ζωντανά, ὅλα εἶναι προσωπικά, ὅλα εἶναι μαρτυρία. Ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι πρόσωπο, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος εἶναι πρόσωπο, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πρόσωπο, οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι εἶναι πρόσωπα, κι ἐμεῖς εἴμαστε πρόσωπα. Ὅλα εἶναι συνείδηση καὶ ἐλευθερία. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας δὲν εἶναι κήρυγμα καὶ μάθημα θεωρητικό· εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, ζωντανὸς ὁ ἴδιος καὶ ζωντανεμένος στὸ βίο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Μέσα στὸ κόσμο ἡ Ἐκκλησία εἶναι σὰν μία πόλη, χτισμένη ψηλὰ στὸ βουνό· δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ καὶ τὴν βλέπουν οἱ ἄνθρωποι γύρω-γύρω. Εἶναι ἀκόμα σὰν τὸ λυχνάρι, ποὺ τὸ ἀνάβουν καὶ τὸ βάζουν ψηλὰ γιὰ νὰ φέγγη σ’ ὅλο τὸ σπίτι. Ἡ πόλη ἐπάνω στὸ βουνὸ εἶναι ὁ βίος, τὸ λυχνάρι τοποθετημένο ψηλά, εἶναι ἡ διδασκαλία. Πρῶτα ὁ βίος καὶ τὸ παράδειγμα κι ὑστέρα ὁ λόγος καὶ ἡ διδασκαλία. Μέσα στὸ βίο εἶναι ὁ λόγος καὶ μέσα στὸ παράδειγμα ἡ διδασκαλία. Ἡ φωνὴ τῶν ἔργων εἶναι ἠχηρότερη ἀπὸ τὰ λόγια καὶ ὁ βίος διδάσκει καλύτερα ἀπὸ τὸ εὐγλωττότερο κήρυγμα.

Μὰ ποιὰ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ πόλη ἡ χτισμένη ἐπάνω στὸ βουνό; Εἶναι τάχα μόνο οἱ κληρικοί; Γιατί ἔτσι νομίζουν πολλοί. Γι’ αὐτοὺς μόνο ὁμιλεῖ στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Μεγάλη τιμὴ θὰ ἦταν γιὰ τοὺς κληρικοὺς νὰ εἶναι αὐτοὶ μόνο ἡ Ἐκκλησία· μεγάλη τιμή, μὰ καὶ μεγάλο κι ἀσήκωτο βάρος. Ἀλλὰ καὶ μεγάλη ἀδικία γιὰ τοὺς λαϊκούς. Ἐκκλησία ὅμως εἴμαστε ὅλοι μας, ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαός· οὔτε μόνο οἱ κληρικοί, ἱεροκρατία, οὔτε μόνο οἱ λαϊκοί, λαϊκοκρατία. Οἱ κληρικοὶ πηγαίνουν μπροστὰ καὶ οἱ λαϊκοὶ ἀκολουθοῦν· οἱ κληρικοὶ εἶναι οἱ πνευματικοὶ ποιμένες, καὶ οἱ λαϊκοὶ τὰ λογικὰ πρόβατα τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. 

Ὁ λόγος ἴσως καὶ νὰ προσκρούει στὶς δημοκρατικὲς ἀντιλήψεις τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, ἀλλὰ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας προφητική, ποὺ τὴν μεταχειρίζεται κι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς στὴν παραβολὴ τοῦ καλοῦ ποιμένα. Οἱ κληρικοὶ σηκώνουν πολλὰ βάρη κι ἔχουν μεγάλες εὐθύνες στὴν Ἐκκλησία, καὶ τὸ πρῶτο ποὺ ζητοῦν ἀπὸ τοὺς λαϊκοὺς εἶναι νὰ τοὺς ἀκολουθοῦν. Γιατί ἡ Ἐκκλησία ἐδῶ στὴ γῆ ἔχει πάντα πόλεμο κι ὅταν ὁ στρατηγός, ποὺ εἶναι ὁ ποιμένας, πηγαίνει στὸν πόλεμο χωρὶς στρατιῶτες, τότε πῶς θὰ πολεμήσει; Νὰ μὴν τὰ φορτώνουμε λοιπὸν ὅλα στοὺς ἱερεῖς μας, ἂν κι ἐκεῖνοι πρέπει νὰ σηκώνουν περισσότερα, ἀλλ’ ὁ καθένας μας νὰ ξέρει τὰ χρέη καὶ τὶς εὐθύνες του στὴν Ἐκκλησία. Ὁ καθένας μας πρέπει νὰ ἔχει νὰ δείξει παράδειγμα, γιατί ὁ καθένας εἶναι δάσκαλος καὶ κήρυκας τῆς πίστεως. 

Παραπονιέται ὁ πατέρας κι ἡ μητέρα πὼς δὲν ἀκοῦνε τὰ παιδιά· στὸν καιρὸ μας αὐτὸ εἶναι τὸ παράπονο ὅλων τῶν γονέων. Τὰ βάζεις μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ βάζεις μὲ τὸ σχολεῖο. Μὲ τὴν κοινωνία καλὰ κάνεις καὶ δὲν τὰ βάζεις, γιατί ἡ κοινωνία σήμερα εἶναι ἕνα ἀπρόσωπο σύνολο ἀτόμων. Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν καὶ τὸ σχολεῖο θὰ σὲ ρωτήσουν• «Ἐσὺ ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα, μὲ ποιὸν τρόπο διδάξατε τὰ παιδιά σας; μὲ ποιὸ παράδειγμα καὶ μὲ ποιὸ λόγο; Τί βλέπουν καὶ τί ἀκοῦνε τὰ παιδιά σας μέσα στὸ σπίτι σας; Ὅ,τι βλέπουν ἐκεῖνο κάνουν κι ὅ,τι ἀκοῦν ἐκεῖνο μαθαίνουν». Τὸ σπίτι τοῦ κάθε χριστιανοῦ εἶναι μία Ἐκκλησία κι εἶναι σὰν καὶ νὰ γίνεται ἐκεῖ μέσα θεία Λειτουργία. Τὰ παιδιά, ποὺ γεννιοῦνται κι ἀνατρέφονται, ἡ ἀγάπη κι ἡ στοργή, ἡ προσευχὴ κι ἡ ἐργασία, ἡ οἰκονομία καὶ ἡ τάξη, ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία στὸ σπίτι τοῦ κάθε χριστιανοῦ. Κι ἀπ’ ὅλα αὐτὰ βγαίνει τὸ μεγάλο κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου· ὅλα αὐτὰ εἶναι τὸ φῶς τῆς πίστεως, ποὺ τὸ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι καὶ δοξάζουν τὸ Θεό.

Ὁ δογματικὸς ὄρος, ἡ πράξη δηλαδὴ ποὺ ὑπέγραψαν οἱ ἅγιοι Πατέρες στὴν τέταρτη οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀρχίζει μὲ τὴ φράση• «Ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι…», δηλαδὴ ἀκολουθώντας τοὺς ἁγίους Πατέρες. Αὐτὴ εἶναι ἡ γραμμὴ τῆς Ὀρθοδοξίας· οἱ Ἀπόστολοι ἀκολουθοῦν τὸ Χριστό· οἱ Πατέρες ἀκολουθοῦν τοὺς Ἀποστόλους, κι ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τοὺς Πατέρες. Μία ἀδιάσπαστη ἁλυσίδα εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἕως ἐμᾶς. Αὐτὴ τὴ γραμμὴ ἂς κρατήσουμε κι ἐμεῖς. Ἂς μείνουμε πιστοὶ κι ἀφοσιωμένοι στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ εἴμαστε μὲ τοὺς Πατέρες, μὲ τοὺς Ἀποστόλους καὶ μὲ τὸ Χριστό. Ὅποιος εἶναι μὲ τὸ Χριστὸ εἶναι μὲ τὸ Θεό· ὅποιος εἶναι μὲ τὸ Θεὸ ἔχει ζωὴ αἰώνια. Ἀμήν.

Εὐαγγέλιον Ματθαίου 5, 14-19


«Ὑμεῖς ἐστέ τὸ ἅλας τῆς γῆς˙ ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἀλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων. Ὑμεῖς ἐστέ τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη. Οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».


Θέμα: Χριστιανικὸς χαρακτὴρ

Τὸ σοφὸν στόμα τοῦ Κυρίου φροντίζει διὰ ποικίλων τρόπων νὰ εἰσαγάγῃ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου τὰς θείας ἀληθείας. Τοῦτο πράττει ἄλλοτε διὰ θαυμάτων, ἵνα δὶ’ αὐτῶν δώσῃ ἐγκυρότητα εἰς τὴν ἀποστολήν του καὶ ἄλλοτε διὰ παραβολῶν, παρομοιώσεων καὶ ἀλληγοριῶν, ἵνα εἰσαγάγῃ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ πλέον ἀγραμμάτου τὰς θείας ἀληθείας. Ὅπως τὸ καλὸν σῶμα, ὅταν ἔχῃ ὡραῖον ἔνδυμα, εἶναι ὡραῖον, κατὰ παρόμοιον τρόπον, ὅταν αἱ ὡραῖαι ἰδέαι ἐνδύωνται διὰ καλῶν ἐκφράσεων, παραβολῶν, εἶναι ὡραιόταται.

Ὁ Κύριος τὰς παραβολὰς καὶ ἀλληγορίας ἐκλέγει ἀπὸ τὴν ἀγροτικήν, κοινωνικὴν καὶ οἰκογενειακὴν ζωήν, ἵνα λαμβάνῃ εἰκόνας κοινάς καὶ γίνῃ ἀντιληπτὸς ὑπὸ μορφωμένων καὶ μή. Τρεῖς ἐκ τῶν πολλῶν ἄλλων ἀλληγοριῶν, τὰς ὁποίας ἐκλέγει καὶ χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος, εἶναι καὶ αἱ τοῦ ἀνωτέρω Εὐαγγελίου. Παρομοιάζει δηλαδὴ τοὺς χριστιανοὺς ὡς φῶς, ὡς ἅλας, ὡς πόλιν περίβλεπτον. Ἐπὶ λέξει. «Ὑμεῖς ἐστὲ τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὑμεῖς ἐστὲ τὸ ἅλας τῆς γῆς, ὑμεῖς ἐστὲ πόλις ἐπάνω ὄρους κειμένη», λέγει ὁ Κύριος. Ἂς ἴδωμεν λοιπὸν ποῖαι αἱ ἰδιότητες τῶν τριῶν αὐτῶν συμβόλων τοῦ φωτὸς τοῦ ἅλατος καὶ τῆς πόλεως καὶ δεύτερον ποίας ἠθικάς τῶν πιστῶν ἰδιότητας συμβολίζουσιν.


Α΄. Ἐκ τοῦ Εὐαγγελίου: Φῶς, ἅλας, πόλις.

Τὸ φῶς. Δὲν ὑπάρχει καθαρώτερον πρᾶγμα ἀπὸ τὸ φῶς. Λάβετε μίαν λάμπαν ἠλεκτρικὴν οἱασδήποτε ἐντάσεως. Ἀσφαλῶς θὰ ἴδητε πόσην καθαρότητα ἔχει τὸ φῶς ἰδίως κατὰ τὴν νύκτα. Λάβετε ἐπίσης μίαν λάμπαν ὄχι ἠλεκτρικήν, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκείνας τοῦ παλαιοῦ καιροῦ, ἡ ὁποία καίει μὲ πετρέλαιον καὶ φυτίλιον. Ἴσως νὰ παρατηρήσετε ἀκαθαρσίαν εἰς τὸ πετρέλαιον, εἰς τὸ φυτίλι, εἰς τὸν σκελετὸν τῆς λάμπας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ πόσον καθαρὸν τὸ φῶς, ἡ λαμπάδα ἡ τρεφόμενη ἀπὸ τόσην ἀκαθαρσίαν ! Τὸ ἴδιον δύνασθε νὰ παρατηρήσητε εἰς τοὺς ἀκόμη ἀκάθαρτους λύχνους τοῦ χωρίου. Ἡ τροφὴ τοῦ φωτὸς ἀκάθαρτος, τὸ τρεφόμενον φῶς καθαρόν!

Τὸ φῶς ὄχι μόνον εἶναι τὸ καθαρότερον ἀλλὰ καὶ τὸ φωτεινότερον πρᾶγμα. Φωτεινὸν δὲ αὐτὸ δεικνύει τὰς ἀκαθαρσίας καὶ καθαρότητας τῶν ἄλλων πραγμάτων, τὰ ὁποῖα πλησιάζουν εἰς αὐτό. Τὸ φῶς δεικνύει μέχρι τῶν τελευταίων λεπτομερειῶν τὰς καθαρότητας καὶ ἀκαθαρσίας, ἐπὶ ἐκείνων ὅπου αἱ ἀκτῖνες τῶν προσπίπτουν. Ὥστε τὸ φῶς εἶναι καθαρὸν δὶ’ ἑαυτό, φωτεινὸν διὰ τοὺς ἄλλους!

Τὸ ἅλας. Τὸ ἁλάτι ἔχει τὴν ἰδιότητα καὶ ἱκανότητα νὰ διεισδύῃ εἰς τὰ φαγητά, ἐπὶ τῶν ὁποίων τίθεται, καὶ νὰ διαποτίζῃ μέχρι τοῦ τελευταίου μορίου, ἐὰν εἶναι ἀνόργανος οὐσία, ὡς τὸ ὕδωρ, μέχρι τοῦ τελευταίου κυττάρου, ἂν εἶναι ὀργανικὴ οὐσία, ὡς αἱ τροφαί. Διαποτίζον ὅμως οὕτω ὁλόκληρον τὸ φαγητὸν κάμνει αὐτὸ περισσότερον εὔγεστον, περισσότερον νόστιμον. Ἀλλὰ ἐνῷ εἶναι διεισδυτικώτατον στοιχεῖον καὶ θὰ ἐπερίμενε κανεὶς νὰ ἐπιφέρῃ τὴν διάλυσιν καὶ ἀποσύνθεσιν, τοὐναντίον! Τὸ ἅλας εἶναι ὄχι μόνον διεισδυτικὸν ἀλλὰ καὶ συνεκτικὸν τῶν τροφῶν, ἐπὶ τῶν ὁποίων τίθεται, προλαμβάνει τὴν σαπίλαν. Διά νὰ προφυλάξωμεν λ.χ. τὸ κρέας ἐκ τῆς ἀποσυνθέσεως, εἰς τὴν ὁποίαν τείνει, τὸ ἀλατίζομεν. Διά νὰ προφυλάξωμεν τὸν τυρὸν κ.λ.π. οὐσίας ἀπὸ τὴν διάλυσιν, τὰς ἁλατίζομεν. Ὥστε τὸ ἁλάτι ἔχει τὰς ἰδιότητας νὰ διαποτίζῃ, νὰ νοστιμεύῃ τὰς τροφᾶς ἐπὶ τῶν ὁποίων τίθεται, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκρατῇ μερικῶν ἐξ αὐτῶν τὴν ἀποσύνθεσιν. Μὲ ὀλίγα λόγια τὸ ἅλας εἶναι διεισδυτικὸν καὶ συνεκτικὸν τῶν τροφῶν μας. Τὸ ἁλάτι εἰς περίπτωσιν κατὰ τὴν ὁποίαν χάσῃ τὴν στυφτικὴν τοῦ ἰδιότητα, περιφρονεῖται καταπατούμενον ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων ὡς ἄχρηστον.

Ὁ Κύριος ὅμως φέρει πλὴν τῶν ἀνωτέρω καὶ τὴν πόλιν τὴν ἐπάνω ὄρους κειμένην. Ὅπως εἰς τὸ φῶς δὲν δύναται τίποτε νὰ κρυφθῇ, οὕτω καὶ ἡ ἐπὶ τοῦ ὄρους κειμένη πόλις εἶναι περίβλεπτος εἰς πάντας. Ὅλοι οἱ διαβᾶται ὑψώνουσι τὸ βλέμμά των πρὸς αὐτήν. Ὁ πρὸς αὐτὴν κατευθυνόμενος διαβάτης γνωρίζει πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει, δὲν πελαγοδρομεῖ. Βαδίζει ἐπὶ τοῦ ἀσφαλοῦς, διότι βλέπει τὸν ἀντικειμενικὸν σκοπόν, πρὸς τὸν ὁποῖον κατευθύνεται.

Ὁ Κύριος παρομοιάζει τοὺς χριστιανοὺς ὡς φῶς, ἅλας, πόλιν περίβλεπτον. Εἴδομεν τὰς ἰδιότητας τῶν συμβόλων τούτων. Ἂς ἴδωμεν τώρα καὶ τὰ δὶ’ αὐτῶν συμβολιζόμενα.


Β΄. Ἐκ τῆς ζωῆς. Ὁ χαρακτὴρ τοῦ πιστοῦ.

Εἴπομεν, ὅτι αἱ συμβολιζόμεναι ἰδιότητες εἶναι: Καθαρότης καὶ φωτεινότης τοῦ φωτός, διεισδυτικότης καὶ συνεκτικότης τοῦ ἅλατος, τὸ περίβλεπτον τῆς πόλεως. Τοιοῦτος πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὁ Χριστιανός. Καθαρός! Ἔργα, λόγια, βλέμματα, ἀκούσματα, λογισμοὶ τοῦ χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι καθαροί, πεντακάθαροι. Δὲν πρέπει ὁ Χριστιανὸς νὰ ἐπιτρέπῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του νὰ ἐκστομίζῃ λόγους ἀπρεπεῖς, δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέπῃ νὰ εἰσέρχωνται εἰς τὸν λογισμὸν του σκέψεις κατὰ τοῦ ἄλλου μοχθηραί, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ βλέπῃ ἐκεῖ, ὅπου τὸ μόλυσμα θὰ τοῦ λερώσῃ τὴν ψυχήν, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀκούῃ λόγια μοχθηρὰ ἤ προσβάλλοντα τὴν αἰδημοσύνην. Μὲ ἕνα λόγον πρέπει νὰ καθαρίσῃ γλῶσσαν, μάτια, αὐτιά, χεῖρας καὶ πόδας.

Καθοριζόμενος οὕτω ὁ Χριστιανὸς καὶ γενόμενος φῶς, θὰ φωτίζῃ τοὺς ἄλλους. Οἱ ἄλλοι φωτιζόμενοι θὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ βλέπουν τὰς ἀκαθαρσίας των. Τὸ καλὸν παράδειγμα, τὰ συνετὰ λόγια ἔχουν τόσην δύναμιν καὶ τόσον φῶς, ὥστε θὰ χρησιμεύσουν ὡς καθρέπτης τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.Θὰ ξεδιπλώνωνται ἐμπρὸς εἰς τὴν φωτιστικὴν αὐτὴν δύναμιν οἱ πλέον κρυφὲς δίπλες τῆς ψυχῆς. Οἱ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ εἶναι φῶς καὶ καθρέπτης διὰ τοὺς ἄλλους μέσα στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Ὅπως δηλαδὴ τὸ βράδυ προκειμένου νὰ ἴδῃ τις τὸν ἑαυτὸν του ἔχει ἀνάγκην καθρέπτου καὶ φωτός, οὕτω καὶ ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ εἶναι φῶς καὶ καθρέπτης εἰς τοὺς ἄλλους.

Ἀλλὰ ἐν ᾧ τὸ καλὸν παράδειγμα εἶναι τὸ διεισδυτικώτερον εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἄλλου εἶναι καὶ τὸ συνεκτικώτερον. Αὐτὸ ὡς τὸ ἅλας θὰ συγκράτησῃ καὶ θὰ σύνδεσῃ τὴν οἰκογένειαν μεταξύ της, τὸν πατέρα μὲ τὸ παιδί, τὸ παιδὶ μὲ τὸν πατέρα, τὸν ἀδελφὸν μὲ τὸν ἀδελφόν, τὸν φίλον μὲ τὸν φίλον, τὴν φίλην μὲ τὴν φίλην. Θὰ συνδέῃ καὶ θὰ νοστιμεύῃ τοὺς δεσμοὺς τῆς κοινωνίας, τῆς οἰκογενείας, τῆς φιλίας, συγγενείας κ.λ.π. ὅπως τὸ ἁλάτι νοστιμεύει τὰ φαγητά. Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὴν δύναμιν καὶ ἀποστολὴν νὰ προφυλάξουν τὴν κοινωνίαν ἀπὸ τὴν σαπίλαν, ὅπως τὸ ἁλάτι προφυλάσσει τὰ φαγητὰ ἀπὸ τὴν σῆψιν.

Ὅπως ὅμως τὸ ἁλάτι, ὅταν χάσῃ τὴν ἁλιστικὴν του δύναμιν, ἀπορρίπτεται καὶ ὑπὸ οὐδενὸς ἄλλου ἁλατίζεται, κατὰ παρόμοιον τρόπον ὁ Χριστιανὸς διδάσκαλος, ὅταν χάσῃ τὴν φωτιστικήν του δύναμιν πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὑπὸ οὐδενὸς ἄλλου φιλοσοφικοῦ συστήματος δύναται νὰ ἱκανοποιηθῇ καὶ ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων περιφρονεῖται.

Οἱ Χριστιανοὶ εἶναι «πόλις ἐπάνω ὄρους κειμένη», διότι αὐτοὶ θὰ φωτίζουν, θὰ ἐμπνέουν, θὰ κατευθύνουν τὸν κόσμον καὶ εἶναι ἀδύνατον νὰ κρυβῶσιν. Ἑπομένως πρέπει νὰ προσέχωσι πολὺ εἰς τὸν ἑαυτὸν των. Διὰ τὸν αὐτὸν λόγον ὁ Κύριος παρομοιάζει τοὺς μαθητάς του πρὸς λύχνον, ὁ ὁποῖος δὲν σκεπάζεται ὑπὸ οἰκιακοῦ σκεύους, «τοῦ μοδίου» (Ρωμαϊκοῦ μέτρου σιτηρῶν 1/6 τοῦ Ἕλλην. μεδίμνου) ἀλλὰ τίθεται εἰς τὴν λυχνίαν, τὸν λυχνοστάτην, ἵνα φωτίζῃ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ οἴκου. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ καλὸς Χριστιανὸς γίνεται πολικὸς ἀστήρ, κατευθεντήριος γραμμὴ τοῦ περιβάλλοντος, εἰς τὸ ὁποῖον ζῇ, εἰς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους συναναστρέφεται. Ὁσονδήποτε καὶ ἂν κρύβῃ οὗτος τὰς ἀρετάς του, οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι τὸν περιβάλλουν, ὀσφραίνονται τὸ κρυφὸν ἄρωμα, τὸ ὁποῖον πνέει καὶ γίνεται περίβλεπτος σἄν τὴν πόλιν τὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους κειμένην. Τέλος ὁ Κύριος συνιστᾷ, ὅτι σκοπὸς ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, «ὅπως ἂν ἴδωσι τὰ καλὰ ὑμῶν ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».

Διδακτικώτατον παράδειγμα χριστιανικοῦ φωτός, τὸ ὁποῖον ἔγινε σκότος καὶ χριστιανικοῦ ἅλατος, τὸ ὁποῖον ἠχρηστεύθη εἶναι ὁ μάρτυς Σαπρίκιος. Οὗτος συνεδέετο φιλικώτατα μετὰ ἄλλου τινὸς κληρικοῦ ὀνομαζόμενου Νικηφόρου. Ἡ φιλία των ὅμως ἔπειτα ἀπὸ ἔτη ἔσπασε. Κηρύσσεται ὁ διωγμὸς τῶν Χριστιανῶν ἐπὶ Βαλεριανοῦ. Ὁ Σαπρίκιος συλλαμβάνεται καὶ ὁδηγεῖται εἰς φρικτὰ μαρτύρια. Ὁ Νικηφόρος σπεύδει, γονατίζει ἐνώπιόν του καὶ ζητεῖ συμφιλίωσιν μαζί του. Ὁ Σαπρίκιος ἀρνεῖται. Ὁδηγεῖται εἰς τὸ μαρτύριον ὁ Σαπρίκιος καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἀρνῆται τὴν συμφιλίωσιν μετὰ τοῦ Νικηφόρου. Ὅταν ἦτο ἕτοιμος ὁ δήμιος νὰ καταφέρῃ τὴν μάχαιραν, ὁ Σαπρίκιος δειλιάζει καὶ ἀρνεῖται τὸν Χριστὸν ὑποσχόμενος νὰ θυσιάσῃ εἰς τὰ εἴδωλα. Βλέπων ὁ Νικηφόρος τοῦτο σπεύδει αὐτὸς ὁμολογῶν, ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ λαμβάνει τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου Πόσον φῶς καὶ ἅλας ἦτο ὁ Νικηφόρος, πόσον σκότος καὶ ἀνάλατος ἐφάνη ὁ Σαπρίκιος!



Ἡ συμπλήρωσις τοῦ Νόμου γενικῶς (Ματθ. 5,17—20)

«Μὴ νομίσητε, ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἤ τοὺς προφήτας. Οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι. Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου, ἕως πάντα γένηται».

Νόμος ἐνταῦθα, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ παρέλθῃ, εἶναι ὁ ὑπὸ τοῦ Εὐαγγελίου συμπληρωθείς παλαιὸς νόμος τῶν προφητῶν καὶ τοῦ Μωϋσέως. Ὁ Κύριος συνεπλήρωσε τοὺς προφήτας πληρώσας δὶ’ ἔργων, ὅσα ἐκεῖνοι προεφήτευσαν περὶ Αὐτοῦ. Ἐπλήρωσε δὲ τὸν νόμον τοῦ Μωϋσέως συμπληρώσας αὐτόν, ὡς θὰ ἴδωμεν κατωτέρω λεπτομερῶς, ἐκριζῶν τὰς ἀφορμάς τῶν παθῶν. Ὅ,τι οἱ ἄλλοι ὁ Μωϋσῆς δηλαδὴ καὶ οἱ προφῆται ὡς σκιὰν ἀφῆκαν, ἐσκιαγράφησαν, ὁ Κύριος ἐζωγράφησε συμπληρώσας τὴν σκιὰν διὰ τῶν χρωμάτων. Ὁ ζωγράφος δὲν καταλύει τὴν σκιαγραφίαν ἀλλὰ συμπληροῖ. Οὕτω καὶ ὁ Χριστός. Ὅπως ὁ σπόρος ὁ πεσῶν εἰς τὴν γῆν δὲν ἀνανεοῦται, ἂν πρῶτον δὲν φθαρῇ, κατὰ παρόμοιον τρόπον ὁ εὐαγγελικὸς νόμος εἶναι ἄνθος καὶ κορωνὶς τοῦ παλαιοῦ νόμου, τοῦ σπόρου ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ἀποσυνετέθη. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ παλαιὸς νόμος ἐξευγενίζεται, γίνεται αἰώνιος συμπληρούμενος ὑπὸ τοῦ Εὐαγγελικοῦ νόμου.

«Ἰῶτα» εἶναι ἡ ἰδικὴ μας ὑπογεγραμμένη καὶ «κεραία» εἶναι ὁ ἰδικὸς μας τόνος εἰς τὰς λέξεις. Ἑπομένως τὰ πλέον νομιζόμενα ἀσήμαντα εἰς τὰ λόγια τοῦ Κυρίου θὰ ἐκπληρωθῶσι θὰ ἐφαρμοσθῶσιν ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Χριστιανῶν. Ἐὰν δὲν ἐφαρμοσθῶσι, θὰ τιμωρηθῶσιν οἱ παραβᾶται. «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὃς δ’ ἂν ποίησῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».

Ὁ Κύριος βεβαιοῖ, ὡς εἴπομεν, ὅτι δὲν καταργεῖ ἀλλὰ συμπληροῖ τὸν Ἑβραϊκὸν νόμον διὰ τοῦ Εὐαγγελίου δίδων τόνον καὶ εἰς τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα. Ὅταν θὰ ἀδιαφορήσῃ τις διὰ τὰς μικρᾶς ἁμαρτίας, θὰ ἀδιαφορήσῃ δὶ’ αὐτὸν ὁ Θεός. Δὲν πρόκειται περὶ ἀθετήσεως τῶν μικρῶν ἐντολῶν ἐκ συναρπαγῆς στιγμιαίας ἀλλὰ περὶ συστηματικῆς παραγνωρίσεως, ὥστε νὰ διδάσκῃ τὴν παραγνώρισιν ταύτην ὡς ἀλήθειαν. Ἵνα μὴ νομίσωμεν ὅμως, ὅτι ὁ μὴ προσέχων τὰς ἐλαχίστας ἐντολάς τοῦ συμπληρωθέντος Ἑβραϊκοῦ νόμου «ἐλάχιστος κληθήσεται» ἤτοι θὰ ἀξιωθῇ μὲν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἐλάχιστος, θ’ ἀπολαμβάνῃ μικράν δόξαν, ὁ Κύριος συνεχίζει, «Λέγω γὰρ ὑμῖν, ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν». Πρέπει ἡ ἀρετή μας νὰ εἶναι μεγαλύτερα τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ μὲν Φαρισαῖοι προσεῖχον εἰς τὰς παραδόσεις, οἱ δὲ γραμματεῖς εἰς τὸ γράμμα τοῦ νόμου. Ὁ χριστιανὸς θὰ προσέχῃ εἰς τὰς ῥίζας τῶν κακιῶν. Ἑπομένως ἡ συμπλήρωσις αὕτη τοῦ Παλαιοῦ νόμου συνίσταται εἰς τὴν προσθήκην μεγαλυτέρων ἀρχῶν καὶ ὁ παραβὰς αὐτάς ἐκ συστήματος δὲν θὰ ἀξιωθῇ τῆς χαρᾶς τοῦ Θεοῦ.

Ποίαν ἀξίαν ἔχει ἡ μικρὰ ἁμαρτία, τὴν ὁποίαν περιφρονοῦμεν, ἐνῷ ὁ Κύριος συνιστᾷ προσοχὴν καὶ εἰς αὐτήν, φαίνεται ἀπὸ τὸ ἑξῆς: Ἡ βασίλισσα Σεμίραμις παρεκάλεσε τὸν βασιλέα τῶν Ἀσσυρίων νὰ τῆς ἐπιτρέψῃ νὰ βασιλεύσῃ καὶ αὐτὴ ἐπὶ χρόνον τινά. Ἐκεῖνος δὲν ἤθελεν. Ἡ Σεμίραμις τὸν παρεκάλεσε νὰ βασιλεύσῃ μίαν μόνον ἡμέραν. Ὁ βασιλεὺς ἀρνεῖται. Ἡ Σεμίραμις κλαίουσα παρακαλεῖ νὰ βασιλεύσῃ μίαν μόνην ὥραν. Ὁ βασιλεὺς καμφθείς ἀπὸ τὰ δάκρυά της καὶ τὴν μικράν αἴτησιν της ἐπιτρέπει. Ἡ Σεμίραμις γινομένη βασίλισσα διατάσσει νὰ ἀποκεφαλίσουν τὸν βασιλέα. Αὐτὸ καὶ ἔγινεν. Κατόπιν ἡ Σεμίραμις βασιλεύει διὰ πάντα. Ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἁμαρτία. Ὁσονδήποτε μικρὰ καὶ ἂν εἶναι ἔχει μεγάλας συνεπείας.


Στὴ μνήμη τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου π . Ἀντώνιος Πινακούλας


 


Α. ΠΡΟΛΟΓΟΣ

1. Ἡ θέση τῆς γιορτῆς στὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔτος

2. Ἀναφορὰ στὴν ἑορτὴ καὶ ἀναγγελία τοῦ θέματος


1. Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, γιορτάζουμε σήμερα τοὺς Ἀποστόλους Πέτρο καὶ Παῦλο. Γιατί σὰν σήμερα μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ γιορτή τους, ἂν καὶ ἀκίνητη, ὁλοκληρώνει τὶς ἑορτὲς τοῦ Πάσχα. Ἀρχίσαμε νὰ προετοιμαζόμαστε γι' αὐτὴν νηστεύοντας ἀπὸ τὴν ἑπομένη τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πάντων.

2. Τί σημαίνει ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ; Γιὰ νὰ ἀπαντήσουμε σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, χρειάζεται πρῶτα νὰ μάθουμε ποιὰ εἶναι ἡ μαρτυρία τους. Ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τὸ ἐπεισόδιο ἐκεῖνο ὅπου ὁ Χριστὸς ρωτάει τοὺς μαθητὲς του τί νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος καὶ ποιὰ γνώμη ἔχουν ἐκεῖνοι γι' αὐτόν. Κι ἐκεῖ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὁμολογεῖ καὶ λέει ὅτι «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ». Αὐτὴ ἦταν ἡ μαρτυρία τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Ὁ εὐαγγελιστὴς συνεχίζει γράφοντας ὅτι ὁ Χριστὸς τὸν ἐπαίνεσε καὶ τοῦ εἶπε ὅτι πάνω σ' αὐτὸ ποὺ εἶπες ἐγὼ θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία. Οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος καὶ οἱ ἄλλοι αὐτὸ μαρτύρησαν καθ' ὅλη τὴ ζωή τους καὶ γι' αὐτὸ τὸ λόγο πέθαναν μαρτυρικά. Αὐτὴ ἦταν ἡ μαρτυρία τους.


Β. Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

1. Τί εἶναι μαρτυρία;

2. Τὸ μαρτύριο τῶν Ἀποστόλων

1. Τί σημαίνει ὅτι γίνομαι μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ; Ὅταν ὁ Χριστὸς ρώτησε τοὺς μαθητὲς «Ποιὸς λένε οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶμαι ἐγώ;», ἐκεῖνοι τοῦ ἀπάντησαν ὅτι «Λένε πὼς εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ἄλλοι ὅτι εἶσαι ὁ Ἠλίας, ἄλλοι ὅτι εἶσαι ὁ Ἱερεμίας ἤ ἕνας ἀπὸ τοὺς προφῆτες». Μὲ λίγα λόγια τοῦ εἶπαν πὼς οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τὴν καλύτερη γνώμη γιὰ Ἐκεῖνον χωρὶς νὰ γνωρίζουν ὅμως τὴν ἀλήθεια. Τὴν ἀλήθεια τὴ γνώριζαν μόνο οἱ Ἀπόστολοι. Ὅταν ὁ Πέτρος τοῦ εἶπε ὅτι «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ», ὁ Χριστὸς τὸν διαβεβαίωσε ὅτι αὐτὸ τοῦ τὸ ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ οὐράνιος Πατέρας. Ὅτι δηλαδὴ αὐτὸ εἶναι ἕνα μυστικὸ ποὺ τοῦ τὸ μαρτύρησε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἀὐτὸ τὸ μυστικὸ δὲν τὸ μάθανε οἱ Μαθητὲς τυχαῖα. Δὲν τὸ ἄκουσαν κάπου ποὺ κυκλοφοροῦσε σὰν εἴδηση. Διαβάζουμε στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ γιὰ τοὺς ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι «οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως» (Ἑβρ. 11, 39). Γιὰ ὅλους αὐτοὺς δίδεται ἡ μαρτυρία ὅτι ἦταν πιστοί. Καὶ βέβαια ἐκεῖνος ποὺ μαρτυρεῖ γιὰ τὴν πίστη τῶν ἁγίων περισσότερο ἀπὸ ὅλους εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀπόλυτος καὶ μοναδικὸς μάρτυρας πάντων τῶν ἀνθρώπων καὶ πάντων τῶν γεγονότων. Ἡ πίστη λοιπὸν τῶν μαθητῶν στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἡ προϋπόθεση τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Πίστεψαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ περίμεναν καὶ σιγουρεύτηκαν ὅτι εἶναι ἴδιος ποὺ θὰ ξανάρθει.

Τί περιέχει τὸ μυστικό; Πρῶτα ἀπ' ὅλα περιέχει τὸ τί εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ πῶς διακρίνεται ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλον. Τὸ δεύτερο ποὺ περιέχει εἶναι μία ἀπαίτηση ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ μυστικὸ γι' αὐτὸν ποὺ τὸ μαθαίνει. Τὸ μυστικὸ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ μάθουν καὶ ἄλλοι. Ἐὰν εἶναι δυνατόν, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Αὐτὸ τὸ μυστικὸ δὲν εἶναι σὰν τὰ ἄλλα μυστικά, ποὺ ὅποιος τὰ μαθαίνει τὰ κρύβει γιὰ νὰ μὴν τὰ μάθουν ἄλλοι. Ἐπίσης ὅποιος τὸ μαθαίνει δὲν τὸ μαθαίνει σὰν εἴδηση ἤ σὰν πληροφορία, ἀλλὰ ὅπως τὸ ἔμαθε ὁ ἀπόστολος Πέτρος: ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ἔτσι ὅσοι καὶ ἂν τὸ μάθουν, αὐτὸ θὰ παραμένει μυστικό, ἐπειδὴ εἶναι μυστικὸς ὁ τρόπος ποὺ ἀποκαλύπτεται. Ὅσο καὶ ἂν τὸ γνωρίσουν, αὐτὸ θὰ παραμένει ἄγνωστο ἐὰν καθένας ποὺ τὸ γνωρίζει δὲν τὸ ζήσει προσωπικά, ἐὰν δὲν τὸ βιώσει βαθιὰ μὲ τὴν καρδιά του.

2. Τὸ νὰ γνωρίσουν καὶ ἄλλοι τὸ μυστικὸ συνεπάγεται γιὰ τὸν κάτοχό του μία εὐθύνη. Μπροστὰ σ' αὐτὴν τὴ εὐθύνη δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς ὄχι, ἀκόμη καὶ ἂν αὐτὸ σημαίνει μεγάλες θυσίες, ἴσως καὶ τὸν θάνατο. Ἡ εὐθύνη αὐτὴ ὁδήγησε τοὺς Ἀποστόλους μέχρι τὰ πέρατα τοῦ κόσμου.

Ὁδήγησε τὸν Πέτρο καὶ τὸν Παῦλο στὴ Ρώμη καὶ στὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι μαρτύρησαν στὴ Ρώμη, ἦταν πολὺ λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ ἤξεραν γιὰ ποιὸ λόγο μαρτύρησαν καὶ γιατί πέθαναν. Ἦταν οἱ χριστιανοὶ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μιὰ πολὺ μικρὴ ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ ἤξεραν τοὺς Ἀποστόλους. Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι νόμισαν πὼς δίκαια τιμωρήθηκαν, κάποια παράβαση εἶχαν κάνει καί, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο, ἔπρεπε νὰ τιμωρηθοῦν, δικάστηκαν καὶ τιμωρήθηκαν. Κι ὅταν ἀκούγανε ὅτι τιμωρήθηκαν γιὰ κάποιες ἰδέες ποὺ εἶχαν στὸ μυαλό τους, θὰ σκέφτονταν αὐτὰ ποὺ γράφει ἡ Ἁγία Γραφή. Ὅτι πέθαναν τζάμπα. «Ἐδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι, καὶ ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν καὶ ἡ ἀφ' ἡμῶν πορεία σύντριμμα» (Σοφ. Σολ. 2, 2-3). Ἡ ζωὴ τους ἦταν μία συμφορὰ καὶ τὸ τέλος τους μία καταστροφή, σὰν ἕνα πράγμα ποὺ γίνεται συντρίμμια καὶ δὲν μένει τίποτα ἀπ' αὐτό, ἕνας θάνατος χωρὶς ἀξία. Ἔτσι εἶπαν οἱ ἄνθρωποι, ἀφοῦ οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν στὸ μυαλό τους ἰδέες καὶ μάλιστα ἐπικίνδυνες γιὰ τὴν κοινωνία καὶ τὸ κράτος. Καὶ καλά τοὺς ἔκαναν καὶ τοὺς ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ μέση. Ἔτσι σκέφτονταν.
Ὅμως, ἐνῶ αὐτοὶ μιλοῦσαν γιὰ τὸν ἴδιο θάνατο, ὅπως μιλοῦσαν καὶ οἱ χριστιανοὶ γιὰ τὸ θάνατο τῶν Ἀποστόλων, μόνο οἱ χριστιανοὶ μαρτυροῦσαν γι' αὐτό. Ἐπειδὴ μόνο οἱ χριστιανοὶ γνώριζαν τὸ μυστικό τους. Κι ἐκεῖνοι μετέφεραν τὴ μαρτυρία τους στοὺς ἑπόμενους, μέχρις ἐμᾶς. Γιατί μόνο αὐτοὶ γνώριζαν τὸ μυστικό τους ποὺ ἦταν τὸ ἴδιο μὲ αὐτὸ τῶν Ἀποστόλων. Ἐπειδή, ὅπως εἴπαμε, ἡ μαρτυρία δὲν εἶναι μία πληροφορία. Δὲν εἶναι κάτι ποὺ μεταδίδεται ὡς γνώση. Εἶναι κάτι διαφορετικό. Αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ μαρτυρήσει γι' αὐτοὺς ποὺ μαρτύρησαν δεσμεύεται νὰ μᾶς μεταφέρει τὸ μυστικό τους. Εἶναι κάποιος ποὺ συμμετέχει σ' αὐτὸ ποὺ ἐκεῖνοι ἔζησαν.


Γ. ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ


1. Σύνδεση μὲ τὰ προηγούμενα
2. Ἡ δική μας μαρτυρία

3. Ἡ δική μας γιορτὴ



1. Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ σήμερα λένε ὅτι οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος μαρτύρησαν γιὰ τὸν Χριστό; Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποῦ συνεχίζουν τὴ μαρτυρία τῶν Ἀποστόλων; Εἴμαστε ἐμεῖς. Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτό; Θυμόσαστε, στὸ βιβλίο τοῦ Ἰώβ, στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅταν συμβαίνουν ὅλα ἐκεῖνα τὰ κακά, ἔρχεται ἕνας δοῦλος γιὰ νὰ πεῖ στὸν Ἰὼβ ὅτι ἐκεῖ ποὺ ἦταν τὰ παιδιά σου «ξαφνικὰ φύσηξε ἄνεμος δυνατὸς ἀπὸ τὴν ἄλλη ἄκρη τῆς ἐρήμου, χτύπησε τὸ σπίτι ἀπὸ παντοῦ καὶ τὸ γκρέμισε. Τὰ παιδιὰ πλακώθηκαν στὰ ἐρείπια καὶ σκοτώθηκαν καὶ μόνο ἐγὼ κατάφερα νὰ γλιτώσω γιὰ νὰ σοῦ φέρω τὰ νέα» (Ἰὼβ 1, 19). Αὐτὸς ποὺ γλίτωσε ἀπὸ τὸν ἴδιο θάνατο, αὐτὸς ποὺ ἐπέζησε, τὴν ὥρα ποὺ τὰ παιδιὰ τοῦ Ἰὼβ πέθαιναν, αὐτὸς μετέφερε τὴ μαρτυρία. Μετέφερε κάτι ποὺ τὸ εἶχε μέσα του, ποὺ τὸ ζοῦσε ὁ ἴδιος, ἦταν κάτι ζωντανό, κάτι ποὺ τὸν εἶχε συνταράξει. «Ἐγὼ γλίτωσα καὶ ἦρθα νὰ σᾶς πῶ». Κάπως ἔτσι λοιπὸν καὶ οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ μαρτυροῦσαν γιὰ τὸ μαρτύριο τῶν Ἀποστόλων. Τὸ ἴδιο συνέβη σ' αὐτοὺς καὶ στοὺς Ἀποστόλους. Ἦταν κάτι τὸ κοινό. Ζοῦσαν τὴν ἴδια ἐμπειρία στὴν ὁποία τοὺς ὁδήγησε ἡ πίστη στὸ Χριστὸ μὲ τὸν τρόπο ποὺ εἴπαμε.

2. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο μποροῦμε νὰ δοκιμάσουμε τὴ δική μας κατάσταση. Μποροῦμε νὰ θέσουμε στὸν ἑαυτό μας τὸ ἐρώτημα. Βγαίνοντας ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ὅπου συναζόμαστε, θὰ μπορούσαμε νὰ ἀπαντήσουμε στὸ Χριστὸ μὲ τὰ λόγια ποὺ ἀπάντησε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος; Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, πρῶτα πρέπει νὰ ξεχωρίσουμε τὴ μαρτυρία τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὸ μαρτύριό τους. Τὸ μαρτύριό τους, ὁ θάνατός τους, μποροῦσε καὶ νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ ἐὰν ἦταν ἄλλες οἱ πολιτικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς. Ἀντίθετα, ἡ μαρτυρία τους εἶναι κάτι ποὺ ἔχει μόνιμη καὶ διαρκὴ σημασία. Εἶναι κάτι ποὺ προσδιορίζει τὴ ζωὴ τῶν χριστιανῶν. Χωρὶς τὴ μαρτυρία χριστιανοὶ δὲν ὑπάρχουν. Μπορεῖ νὰ εἴμαστε καλοὶ ἄνθρωποι, μπορεῖ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ καλὰ πράγματα, ἀλλὰ ἐὰν δὲν μεταφέρουμε στὸν κόσμο ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, τότε δὲν πιστεύουμε στὸ Θεό. Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, πρέπει νὰ προσανατολιστοῦμε, ὅσο εἶναι δυνατό, στὴ ζωὴ τῶν Ἀποστόλων. Πίστη καὶ ἀφοσίωση στὸ πρόσωπό του, τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, συνείδηση ὅτι ἀνήκουμε σ' αὐτοὺς ποὺ κάλεσε ὁ Θεὸς καὶ ἀποτελοῦμε μαζί τους τὴν Ἐκκλησία του.


3. Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, γιορτάζουμε σήμερα τὸ μαρτύριο τῶν Ἀποστόλων, ποὺ στὴ σκέψη μας τὸ θεωροῦμε δεδομένο. Σὰν κάτι ποὺ ἦταν αὐτονόητο γι' αὐτοὺς καὶ σχεδὸν ὑποχρεωτικό. Ἐμεῖς πανηγυρίζουμε γι' αὐτό, εἶναι μία χαρούμενη μέρα γιὰ ἐμᾶς. Πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ἔχουν τὸ ὄνομά τους, εἶναι ἀκόμα πιὸ πολὺ χαρούμενοι γιατί ἔχουν τὴ γιορτή τους. Ἔχει σημασία ὅμως ἂν μᾶς συνδέει κάτι μὲ τὴ μαρτυρία τους. Μὲ αὐτὸ ποὺ τοὺς ὁδήγησε στὸ μαρτύριο. Ἐὰν μᾶς συνδέει κάτι μὲ τὸ δικό τους μυστικό, μὲ τὴ δική τους δέσμευση ἀπέναντι στὸ Θεό, τότε μποροῦμε νὰ γιορτάζουμε κι ἐμεῖς, ὅπως θέλει ὁ Θεὸς καὶ ὅπως ταιριάζει στοὺς Ἀποστόλους. Ἐὰν δηλαδή, ὅπως ἐκεῖνοι γνώρισαν τὸν Χριστὸ ὡς ἀληθινὸ Θεὸ καὶ αὐτὸ τὸ ὁμολογοῦσαν δημόσια κι αὐτὸ ἔγινε ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς τους, ἔτσι κι ἐμεῖς ποὺ βαπτιστήκαμε στὸ ὄνομά του καὶ γίναμε χριστιανοὶ καὶ συναζόμαστε ἐδῶ κάθε Κυριακή, ἔχουμε τὴν ἴδια δέσμευση ἀπέναντί του. Ἐὰν αἰσθανόμαστε τὴν ἴδια εὐθύνη ἀπέναντι στοὺς ἀδελφούς μας κι ἀπέναντι στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Νὰ μεταφέρουμε τὴν ἴδια μαρτυρία.


Δ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

1. Περίληψη προηγουμένων

2. Προτροπὴ


1.
 Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ἐγὼ μαρτυρῶ τὴν ἀλήθεια». Καὶ πρὸς τοὺς Φαρισαίους εἶπε: «Ἐσεῖς αὐτὴ τὴν ἀλήθεια δὲν τὴ λαμβάνετε. Δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει στὶς καρδιές σας. Γιατί; Γιατί εἶστε μακριὰ ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.» Ἀντίθετα, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος, ποὺ τὸ μαρτύριό τους γιορτάζουμε σήμερα, ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μιλοῦν οἱ γενιὲς τῶν χριστιανῶν γι' αὐτοὺς δύο χιλιάδες χρόνια τώρα. Αὐτὸ ἔγινε γιατί ἔβαλαν βαθιὰ μέσα στὴν καρδιὰ τοὺς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ γνωρίσουν τὸν Χριστὸ ὡς ἀληθινὸ Θεὸ ποὺ τὸ βεβαίωσε μέσα τους ὁ ἴδιος ὁ οὐράνιος Πατέρας. Ἀπέναντι σ' αὐτὸ τὸ μυστικὸ δεσμεύτηκαν καὶ τὸ μετέφεραν στὴ Ρώμη γιὰ νὰ τὸ γνωρίσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.

2. Ἀλλοίμονο σέ μᾶς, ἐὰν ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ, ἡ μαρτυρία τῶν Ἀποστόλων, ἡ μαρτυρία τῶν μεγάλων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου δὲν παραλαμβάνεται. Ἀλλοίμονό μας, ἐὰν δὲν ὑποψιαζόμαστε κἄν τὴν ὕπαρξή της καὶ τὴν μπερδεύουμε μὲ ἄλλα πράγματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μποροῦμε νὰ μαρτυρήσουμε στὸν κόσμο γιὰ τὸ Χριστό. Τότε πιὰ ὡς Χριστιανοὶ θὰ ἔχουμε μόνο τὸ ὄνομα καὶ θὰ εἴμαστε πολὺ μακριὰ ἀπ' αὐτὸ ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Ἀλλὰ μὲ τὶς εὐχὲς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς κάνει μάρτυρές Του, ὅπως Ἐκεῖνος θέλει. Ἀμήν!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...