Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 29, 2014

Η μηλιά… «μίλησε»! Θαυμάσιος τρόπος ανεύρεσης της Ιερής εικόνας της Αγίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντω στα Βαλσαμάτα

Βίντεο – εικόνες - Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπαδάτος -Επιμέλεια: Γιώργος Χαλαβαζής
Η μηλιά… «μίλησε» και υπέδειξε το μυστικό που έκρυβε για χρόνια στις ρίζες της! Μια πραγματικά πολύ όμορφη ιστορία, αποκαλύφθηκε πριν μερικές μέρες έξω από την εκκλησία των Βαλσαμάτων (Παμμεγίστων Ταξιαρχών).
«Σε προγραμματισμένη δενδροφύτευση, ανεβρέθη με θαυμάσιο τρόπο η ιερή εικόνα της αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντω» μας λέει ο ιερέας της εκκλησίας πατήρ Ξενοφώντας Ζαρκάδας και συνεχίζει: «Διαπιστώθηκε από την ομάδα της δεντροφύτευσης ένα μικρό κλαδάκι μηλιάς να εξέχει, που αποφασίστηκε να μεταφυτευτεί. Στις ρίζες της διαπιστώθηκε ένα δέμα που μέσα ήταν τυλιγμένη προσεκτικά η εικόνα της Αγίας Ειρήνης».
Ο πατήρ Ξενοφώντας συνεχίζοντας την θαυμάσια ιστορία ανεύρεσης της εικόνας δηλώνει: «Η εικόνα δεν είναι παλαιά, αλλά ανάγεται στο 2ο μισό του προηγούμενου αιώνα. Προφανώς είναι από γυναικείο χέρι φιλοτεχνημένη, είναι μοναδικής ομορφιάς και αναγράφει η Αγία Χρυσοβαλάντω».
Την Παρασκευή 20 Ιουνίου η εκκλησία των Βαλσαμάτων (Παμμεγίστων Ταξιαρχών), τέλεσε την πρώτη παράκληση στην χάρη της Οσίας Ειρήνης, καθηγουμένης της Ιεράς Μονής Παμμεγίστων Ταξιαρχών Κωνσταντινουπόλεως (Μονή Χρυσοβαλάντου).
«Ο κόσμος της περιοχής, "αγκάλιασε" τη θαυμαστή εύρεση της εικόνας, η οποία ευλογεί και αγιάζει τον ευλογημένο τόπο των Ομαλών» μας λέει ο ιερέας της εκκλησίας, ενώ ο επίτροπος της εκκλησίας Δημήτρης Καλογηράς αναφέρει, όπως θα δείτε στο πολύ ενδιαφέρον βίντεο του Γιάννη Παπαδάτου που ακολουθεί, για το προφητικό όνειρο που είδε πριν μερικές μέρες.
Πολλά σενάρια έχουν ειπωθεί για το πώς βρέθηκε η εικόνα εκεί. Από τα επικρατέστερα είναι ότι στο παρελθόν υπήρχε μεγάλη διάθεση για προσκύνηση από τα Ομαλά στην Λυκόβρυση Αττικής όπου βρίσκεται η Ιερά Μονή Χρυσοβαλάντου. Ίσως κάποιος πήρε την εικόνα από εκεί την μετέφερε στην Κεφαλονιά και για κάποιο προσωπικό του λόγο την έθαψε στο σημείο που ανεβρέθη.
Κατά δήλωση του ιερέα, "είναι παντελώς αδιάφορο η χρονολόγηση της εικόνας και τα σενάρια που την περιβάλλουν. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι το θαυμαστό γεγονός ότι η εικόνα θέλησε να φανερωθεί με την αγαπημένη μηλιά της Αγίας!".
Η εικόνα της Αγίας Χρυσοβαλάντω και η μηλιά αγιάζει με την χάρη της τον ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών στα Βαλσαμάτα…
Η μικρή μηλιά που κάτω απο τις ρίζες της βρέθηκε η εικόνα της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντω

“Να κοιτάτε ψηλά!”


Ἕνας πολύπειρος γέροντας Ἀσκη­τὴς τοῦ Ἁγίου Ὄρους σ’ ὅσους τὸν ἐπισκέπτονταν στὸ κελλί του καὶ ζητοῦσαν κάποια συμβουλή του ἐπανελάμβανε: «Νὰ κοιτᾶτε ψηλά, νὰ κοιτᾶτε ψηλά!».
Τί σπουδαία πραγματικὰ ­συμβουλή! Αὐτὸ καὶ μόνο ἔλεγε ὁ γέροντας καὶ ὅ­­­μως ἔλεγε πολλά. Καὶ κάποιος ἀείμνηστος τώρα δάσκαλος – πέθανε πολὺ νωρίς – μὰ τί δάσκαλος ἦταν αὐτός! Λὲς καὶ μάγευε τὰ παιδιὰ καὶ κρεμόντουσαν ἀπὸ τὰ χείλη του καὶ δένονταν μὲ τὴ ματιά του, τὰ μάθαινε νὰ τραγουδοῦν: «Σήκωσε ψηλὰ τὰ μάτια, στεῖλε πιὸ ψηλὰ τὸ νοῦ...».
Τί ἐννοοῦσαν ὁ γέροντας καὶ ὁ δάσκαλος προτρέποντας τοὺς μεγάλους καὶ τοὺς μικροὺς νὰ στρέφουν τὰ μάτια πρὸς τὰ ὕψη, πρὸς τὰ οὐράνια; Δὲν εἶναι καλὴ καὶ ἡ γῆ μὲ τὰ θαυμάσια τῆς Δημιουργίας; Ὁ Θεὸς δὲν «ἐποίησε πάν­τα τὰ ὡραῖα τῆς γῆς», ὅπως ­ψάλλει ὁ Δαβίδ (Ψαλ. ογ΄ [73] 17), γιὰ νὰ τὰ χαίρεται καὶ νὰ τὰ ἀπολαμβάνει ὁ ἄν­θρωπος; Τὰ βουνά, τὰ ποτάμια,τὶς θάλασσες, τὰ δέντρα, τὰ λουλούδια τὰ πολύχρωμα; Ὅλα μιλοῦν γιὰ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ, ὅλα μιλοῦν γιὰ τὴν ἀγάπη Του πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Ἀναμφιβόλως ὅλα αὐτὰ εἶναι σωστά. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μάλιστα γράφει σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ σπουδαῖα βιβλία του ὅτι ἡ ὀμορφιὰ τῆς ὑλικῆς Δημιουργίας, τοῦ κόσμου, ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός, εἶναι μιὰ ἀμυδρὴ εἰκόνα τῆς ὡραιότητας τοῦ οὐρανίου κόσμου, τοῦ Παραδείσου, ποὺ μᾶς περιμένει(*).
Ὅμως ἀφότου μπῆκε στὴ μέση ὁ Διάβολος καὶ παρέσυρε τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἁμαρτία καὶ πλήθυναν οἱ ἁμαρτίες, ἀπὸ τότε καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῆς Δημιουργίας μολύνθηκε. Μόνοι μας οἱ ἄν­θρωποι μολύναμε τὸ περιβάλλον μας. Μὲ τὶς πλεονεξίες μας, μὲ τὶς ἀδικίες καὶ τοὺς πολέμους καταστρέψαμε τὸν ὄμορφο ­κόσμο ποὺ μᾶς εἶχε φτιάξει καὶ παραδώσει ὁ Θεός. Καὶ ὁ παμπόνηρος σατανᾶς κατάφερε νὰ πείσει πολλοὺς ὅτι ἡ Δημιουργία ἡ τόσο ὡραία δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κανένα Δημιουργό. «Ἔδιωξαν» ἔτσι μὲ τὴν εἰσήγηση τοῦ Διαβόλου τὸν Οἰκοδεσπότη ἀπὸ τὸ σπίτι Του. Ἄφησαν τὶς κρυστάλλινες πηγὲς τοῦ θείου Νόμου καὶ τρέχουν στὶς θολὲς πηγὲς τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς, ποὺ ὑποδεικνύει ὁ εἰσηγητὴς τῆς ἁμαρτίας Διάβολος. Βυθίσθηκαν στὴ ζωὴ τῆς σαρκικότητας, τῆς ἀδικίας, τῆς ἐκμεταλλεύσεως τῶν ἀδυνάτων καὶ φτωχῶν, τοῦ πλουτισμοῦ μὲ ὁποιοδήποτε μέσο, ἀκόμη καὶ παράνομο καὶ ἀθέμιτο.
Τὸ ἀποτέλεσμα; Τὸ ζοῦμε καθημερινὰ καὶ κλαίει ἡ καρδιά μας. Πτωχεύουν τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο τὰ κράτη τῆς γῆς. Πεθαίνουν ἑκατομμύρια παιδιὰ κάθε χρόνο στὸν κόσμο ἀπὸ τὴν πείνα. Οἱ πόλεμοι εἶναι ἀσταμάτητοι, γιὰ νὰ πλουτίζουν οἱ πολεμικὲς βιομηχανίες. Οἱ ἀσθένειες ποὺ ὀφείλονται σὲ ἁμαρτίες αὐξά­νονται ἁλματωδῶς. Ἡ κτηνώδης ἁμαρτία ξεδιάντροπη παρελαύνει μὲ αὐθάδεια στοὺς δρόμους. Οἱ ὑπόνομοι τῶν πόλεων γεμίζουν μὲ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Τί νὰ δεῖ κανεὶς σήμερα στὴ γῆ καὶ νὰ μὴν πονέσει;
Ποῦ νὰ στρέψει τὸ βλέμμα του καὶ νὰ μὴ λυπηθεῖ; Ἀκόμη καὶ τὰ ὡραιότερα μέρη τῆς γῆς τὰ μολύνει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὶς ἁμαρτίες του. 
Αὐτὰ ἀσφαλῶς εἶχαν ὑπ’ ὄψιν τους ὁ Ἀσκητὴς καὶ ὁ δάσκαλος, γι’ αὐτὸ συμβούλευαν νὰ ὑψώνουμε ψηλὰ τὰ μάτια. Ὄχι στὰ γήινα καὶ χαμηλά, στὰ κατώτερα καὶ μολυσμένα, γιατὶ ὅπου καὶ νὰ δεῖς σ’ αὐτά, κινδυνεύεις νὰ μολυνθεῖς· ἀλλὰ στὰ ψηλά, στὰ οὐράνια τὰ μάτια μας, διότι εἶναι καθαρά, ἀφοῦ ἐκεῖ κατοικεῖ ὁ Θεός, μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους καὶ ἐπικεφαλῆς τὴν Παναγία· ἐκεῖ ἡ χορεία τῶν Ἀγγέλων, ἐκεῖ ὁ Παράδεισος μᾶς περιμένει.
Κι ἂν κάποτε εἴμαστε πεσμένοι ψυχικά, ἂν ­κάποια ἀσθένεια, κάποια οἰκονομικὴ δυσχέρεια, κάποια οἰ­­κογενειακὴ δυσκολία ἢ ἄλλη αἰτία ἔχουν ρίξει τὸ ἠ­­­θικό μας, τότε προπάντων νὰ μὴ λησμονοῦμε νὰ κοι­­τᾶμε ψηλά. Τότε μᾶς χρειάζεται ἐπειγόντως νὰ ση­κώνουμε ψηλὰ τὰ μάτια. Ψηλά! Πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ κάθε ἀδιέξοδο.
Λοιπόν, ψηλὰ τὰ μάτια καὶ ψηλότερα ἡ καρδιά!
(*) Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἀόρατος Πόλεμος, κεφ. κα΄.

Πηγή: Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ"
το είδαμε εδώ

Οἱ Ἀπόστολοι π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου






Ἀπόστολοι ὀνομάζονται οἱ Δώδεκα μαθητές τοῦ Κυρίου ποὺ ἄφησαν τά πάντα καί ἀκολούθησαν τόν Κύριο σέ ὅλη τή δημόσια διακονία Του μέχρι τῆς Ἀναλήψεως. Στή συνέχεια μετά τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔγιναν κήρυκες καί μάρτυρες τῆς πίστεως στόν Χριστό πρός λύτρωση τῆς ἀνθρωπότητας ἀπό τήν ἁμαρτία καί συνέβαλαν στήν ἐξάπλωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στή γῆ.

Τό ἱερό καί τιμητικότατο αὐτό ὄνομα δόθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο στούς Μαθητές Του, ὅταν διανυκτέρευσε στό ὄρος προσευχόμενος· τότε, «προσεφώνησε τούς μαθητὰς αὐτοῦ, καί ἐκλεξάμενος ἀπ' αὐτῶν δώδεκα, οὕς καί Ἀποστόλους ὠνόμασεν...» (Λουκ. στ', 12-13).

Οἱ Εὐαγγελιστές Ματθαῖος, Μάρκος καί Ἰωάννης χρησιμοποιοῦν περισσότερο τό ὄνομα «οἱ Δώδεκα», ὁ δέ Λουκᾶς καί Παῦλος τό «Ἀπόστολοι». Ἀργότερα χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη σέ εὐρύτερη ἔννοια καί ὀνομάζονται Ἀπόστολοι καί ἄλλοι πλήν τῶν Δώδεκα, (οἱ ἑβδομήκοντα), ἀλλά καί οἱ συνεργάτες αὐτῶν.

Κατάλογοι τῶν ὀνομάτων τῶν δώδεκα Ἀποστόλων ὑπάρχουν τέσσερις: Ματ. ι', 2' Μάρ. γ', 13' Λουκ. στ', 14 καί Πράξ. α', 13. Οἱ κατάλογοι αὐτοί συμφωνοῦν μόνο στόν πρῶτο, τόν Πέτρο καί τόν τελευταῖο τόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη. Ἡ διαφωνία - ἀσυμφωνία τους ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι συνήθιζαν νά ἔχουν δύο ὀνόματα καί ἄλλοι Εὐαγγελιστές ἀναφέρουν τό πρῶτο, ἐνῶ ἄλλοι προτιμοῦν τό δεύτερο.

Κατά τήν ἐκλογή τῶν Μαθητῶν Του, ὁ Κύριος ἐσταμάτησε στόν ἀριθμό δώδεκα, γιατί ὅπως οἱ δώδεκα υἱοί τοῦ Ἰακώβ, οἱ δώδεκα Πατριάρχες, θεωροῦνται οἱ ἀρχηγοί τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ, δηλαδή ὅλου τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ἔτσι καί οἱ Δώδεκα αὐτοί πρῶτοι Μαθητές τοῦ Κυρίου, ἔγιναν οἱ πνευματικοί ἀρχηγοί τοῦ νέου Ἰσραήλ, δηλαδή τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἄλλα καί διότι τά δωδέκα κουδουνάκια στό κάτω μέρος τοῦ χιτώνα τοῦ Ἀρχιερέως Ἀαρὼν ποὺ κουδούνιζαν, ὅταν βημάτιζε στή Σκηνή, τούς δώδεκα Ἀποστόλους ἐδήλωναν, ποὺ ἤχησαν (κουδούνισαν) καί ἐκήρυξαν σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη τό Εὐαγγέλιο τῆς ἀπολυτρώσεως. Γι' αὐτό καί ὁ Ὠσηὲ προφήτευσε ὅτι δώδεκα δρύες θά ἀκολουθήσουν τόν Θεό ποὺ θά φανεῖ στή γῆ.

Ἐκτὸς ἀπό τούς Δώδεκα, ὁ Κύριος ἐξέλεξε καί τούς «Ἑβδομήκοντα», οἱ ὁποῖοι κατά διαλείμματα Τόν ἀκολουθοῦσαν. Αὐτούς ἀπέστειλε γιά νά προετοιμάσουν τό ἔδαφος ἀπ' ὅπου ἐπρόκειτο νά περάσει καί νά διδάξει (Λουκ. Γ, 1). Καί ὁ ἀριθμός αὐτός ἀνταποκρίνεται πρός τούς ἑβδομήκοντα ἐκείνους Πρεσβυτέρους τούς ὁποίους ὁ Μωυσῆς, κατ' ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἐξέλεξε ὡς βοηθούς του. Ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι τά παραδείγματα τῆς Παλαιᾶς εἶναι σύμφωνα μέ τά τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Μεταξύ τῶν Δώδεκα ὁ Κύριος εἶχε τρεῖς, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν τό στενότερο κύκλο Του καί παρευρίσκονταν μόνο αὐτοί σέ ἐξαιρετικές περιπτώσεις, (ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου, στή Μεταμόρφωση, στήν προσευχή τῆς Γεσθημανῆς). Τόν πρῶτο, γιατί ἀγάπησε τόν Χριστό «σφόδρα». Τόν τρίτο, γιατί ἀγαπήθηκε ἀπό τόν Χριστό «σφόδρα». Καί τόν δεύτερο, γιατί μποροῦσε νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου τό ὁποῖο καί ὁ Κύριος ἤπιε.

Οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι ποὺ ἐξέλεξε ὁ Κύριος γιά νά μυήσει στά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά συνεχίσουν ἀργότερα τό ἔργον Του, οὔτε μόρφωση εἶχαν οὔτε ἀπό ἀνώτερη κοινωνική τάξη τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ προέρχονταν. Ὅλοι κατάγονταν ἀπό τήν πτωχή καί καθυστερημένη πολιτιστικά Γαλιλαία, ἐκτός ἀπό τόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη, πού προερχόταν ἀπό τήν Ἰουδαία. Ἦσαν ἄνθρωποι ἁπλοί, βιοπαλαιστές, ἁλιεῖς στό ἐπάγγελμα καί τελῶνες, ἀλλά μέ ἁγνά θρησκευτικά ἐνδιαφέροντα καί μέ πίστη στόν Θεό τοῦ Ἰσραήλ καί στίς Μεσσιανικές παραδόσεις. Οἱ υἱοί τοῦ Ζεβεδαίου ἦσαν σχετικά εὔποροι, γιατί καί πλοῖο ἰδιόκτητο εἶχαν καί γνωριμίες μέ τούς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἱερουσαλήμ διατηροῦσαν. Ἡ ἐξωτερική τους ἐμφάνιση προξενοῦσε τήν ἐντύπωση ὅτι ἦσαν ἄνθρωποι «ἀγράμματοι καί ἰδιῶται» (Πράξ. δ', 13). Εἶχαν ὅμως τήν Ἀποστολικότητα: Ἦσαν αὐτόπτες καί ἀκόλουθοι τοῦ Κυρίου, (γεγονός ποὺ συνιστᾶ τήν ἐξωτερική μαρτυρία ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων) καί εἶχαν τήν ἄνωθεν κλήση καί ἀποστολή (ἐσωτερικό γνώρισμα τῆς ἀποστολικότητας). Τ' ἀνωτέρω σημαίνουν ὅτι ἡ αὐθεντία τῶν Ἀποστόλων, κατά τή δράση τους στήν Ἐκκλησία, στηριζόταν στόν ἴδιο τόν Θεό. Ἔτσι συνέχισαν τό ἔργο τοῦ Διδασκάλου τους κινούμενοι διαρκῶς ἀπό πόλη σέ πόλη καί χειροτονοὺντες κατάλληλους διαδόχους.

Αὐτούς τούς δώδεκα ἱερούς Ἀποστόλους ἔχουμε χρέος ὅλοι οἱ Χριστιανοί νά τιμοῦμε καί νά γεραίρουμε σάν φωστῆρες τοῦ κόσμου, κήρυκες τῆς εὐσέβειας καί καταλύτες τῆς πλάνης. Καί κάνω ἀπ' ὅλα νά τούς γνωρίζουμε.

Πρῶτος Ἀπόστολος εἶναι ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος προηγουμένως ὀνομαζόταν Σίμων. Ἦταν ἔγγαμος ψαράς, ἀγράμματος, ἀδελφός τοῦ Ἀνδρέα τοῦ Πρωτοκλήτου, ἀπό τή Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαΐας, υἱός τοῦ Ἰωνᾶ.

Αὐτόν τόν Ἀπόστολο μακάρισε ὁ Κύριος καί τόν ὀνόμασε Πέτρο, ἐνῶ τήν πίστη του ἀπεκάλεσε πέτρα πάνω στήν ὁποία ἀπεφάσισε νά οἰκοδομήσει τήν Ἐκκλησία Του. «Μακάριος εἶ, Σΐμων Βαριωνὰ... σύ εἶ Πέτρος, καί ἐπί ταύτῃ τῇ πέτρᾶ οἰκοδομήσω μου τήν ἐκκλησίαν, καί πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματ. ιστ', 17, 18).
Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο πρῶτα στήν Ἰουδαία καί Ἀντιόχεια ἀκολούθως στή Μικρά Ἀσία καί κατέληξε στή Ρώμη. Ἐπειδή ἐκεῖ ἐνίκησε μέ ὑπερφυσικό τρόπο τό μάγο Σίμωνα, σταυρώθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Νέρωνα κατακέφαλα, (πάνω τά πόδια - κάτω τό κεφάλι), ὅπως ὁ ἴδιος τό ζήτησε καί ἔτσι ἔλαβε τό ἄφθαρτο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, μεταξύ τῶν ἐτῶν 66 καί 69, ἀφοῦ ἄφησε δύο καθολικές ἐπιστολές στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Δευτερος εἶναι ὁ Ἀνδρέας, ὁ Πρωτόκλητος, ὁ ἀδελφός τοῦ Πέτρου.
Ὑπῆρξε ἐνωρίτερα μαθητής τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἀλλά τόν ἐγκατέλειψε γιά νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό. Προσέλκυσε καί τόν ἀδελφό του λέγοντας: «Εὑρήκαμεν τόν Μεσσίαν». Θεωρεῖται ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κων/πόλεως.

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο σέ ὅλα τά παραθαλάσσια μέρη τῆς Μαύρης θάλασσας, Βιθυνίας καί Βυζαντίου. Ἀργότερα μέσω Θράκης καί Μακεδονίας κατῆλθε μέχρι τήν Ἀχαΐα. Στήν Πάτρα ἐνήργησε πολλά θαύματα καί ἐπειδή πολλοί ἐπίστευαν στόν Χριστό ὁ Ἀνθύπατος τῆς πόλεως Αἰγεάτης ἐκάρφωσε τόν Ἀπόστολο τοῦ Χρίστου σέ ἕνα Σταυρό ἀνάποδα κι' ἐκεῖ παρέδωσε τό πνεῦμα του. Τό λείψανό του μετά ἀπό πολλά χρόνια μεταφέρθηκε στό Ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Κωνσταντινουπόλεως.

Τρίτος Ἀπόστολος εἶναι ὁ Ἰάκωβος, ὁ τοῦ Ζεβεδαίου, ἀδελφός τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί Εὐαγγελιστοῦ. Εἶναι ὁ τρίτος τῆς τριάδος Ἀπόστολος, τόν ὁποῖον ὁ Κύριος ἐλάμβανε μαζί μέ τόν Πέτρο καί Ἰωάννη ἰδιαιτέρως στίς προσευχές, ἀλλά καί στή Μεταμόρφωσή Του.

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο σ' ὁλόκληρη τήν Ἰουδαία. Ὁ Ἡρώδης ὅμως ὁ Ἄγρίππας γιά τήν πολλή παρρησία ποὺ εἶχε, τόν ἐθανάτωσε μέ μαχαίρι τό 44 μ.Χ. καί ἔτσι ἔγινε ὁ δεύτερος μάρτυρας τῆς πίστεώς μας μετά τόν Πρωτομάρτυρα Στέφανο ( 43 μ.Χ.).

Τέταρτος εἶναι ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής καί Θεολόγος, ἀδελφός τοῦ Ἰακώβου. Εἶναι ὁ Ἀπόστολος ποὺ ἀγαπήθηκε ἀπό τόν Χριστό «σφόδρα» καί ὁ ἐπιπεσὼν ἐπί τό στῆθος Αὐτοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἔχει λάβει τά περισσότερα ἐπίθετα: Ἀπόστολος, Εὐαγγελιστής, Θεολόγος, Μαθητής τῆς ἀγάπης, Ἠγαπημένος μαθητής, Ἐπιστήθιος, Παρθένος, Βοανεργές - υἱός τῆς Βροντῆς.

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο στή Μικρά Ἀσία. Ἐξορίστηκε στήν Πάτμο, ὅπου πλήθη ἀπίστων προσῆλθαν στό Χριστιανισμό. Ὅταν ἐπέστρεψε στήν Ἐφεσο ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ (περίπου 95 χρονῶν). Ἐνωρίτερα μᾶς ἄφησε τό Εὐαγγέλιό του, τρεῖς Καθολικές ἐπιστολές καί τήν Ἀποκάλυψη.

Πέμπτος Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Φίλιππος ὁ ἀπό Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, συμπατριώτης τοῦ Ἀνδρέου καί Πέτρου.
Εἶναι αὐτός ποὺ εἶπε στό Ναθαναήλ «ὅν ἔγραψε Μωσῆς καί Προφῆται εὑρήκαμεν,Ἰησοῦν τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ» (Ἰω. α', 46).

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο στή Μικρά Ἀσία (Λυδία καί Μυσία) καί στήν Ἱεράπολη μαζί μέ τόν Βαρθολομαῖο (Ναθαναήλ) καί τήν ἀδελφή του Μαριάμνη. Μαρτύρησε τρυπημένος στούς ἀστραγάλους καί καρφωμένος σ' ἕνα ξύλο στήν Ἱεράπολη. Λόγω σεισμοῦ ποὺ ἀκολούθησε οἱ συνοδοί του ἀφέθησαν ἐλεύθεροι.

Ἕκτος εἶναι ὁ Βαρθολομαῖος ἤ Ναθαναήλ. Ὅταν ὁ φίλος του Φίλιππος τοῦ εἶπε γιά τόν Χριστό τ' ἀνωτέρω καί πλησίασε, ὁ Χριστός τόν προϋπάντησε λέγοντας: «Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι» (Ἰω. α', 48).

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο στούς Ἰνδούς, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζονταν Εὐδαίμονες καί τούς παρέδωσε τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον. Ἀπό τούς ἀπίστους ὅμως σταυρώθηκε στήν Οὐρβανούπολη. Ἐκεῖ παρέδωσε τό πνεῦμα του καί ἔλαβε τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἕβδομος Ἀπόστολος εἶναι ὁ Θωμᾶς ποὺ λεγόταν καί Δίδυμος.
Εἶναι ὁ Μαθητής ποὺ γιά τήν ἀπιστία του εἶπε ὁ Κύριος: «Μή γίνου ἄπιστος, ἀλλά πιστός» (Ἰω. κ', 27) καί αὐτός ψηλαφώντας Τον εἶπε: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου» (κ', 28).

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στούς Παρθους, Μήδους, Πέρσες καί Ἰνδούς. Ὁ Βασιλεύς τῶν τελευταίων, ἐπειδή ὁ Θωμᾶς ἐβάπτισε καί τόν υἱό του, τόν φυλάκισε καί τελικά τόν καταδίκασε σέ θάνατο: Οἱ στρατιῶτες τόν κατατρύπησαν μέ τίς λόγχες τους.


Ὄγδοος εἶναι ὁ Ματθαῖος, ὁ Τελώνης, ἀδελφός τοῦ Ἰακώβου τοῦ Ἀλφαίου. Εἶναι αὐτός πού ἀκολούθησε τόν Χριστό ἀφοῦ ἐγκατέλειψε «τήν ὑπηρεσίαν του». Μετά τό μεγάλο δεῖπνο ποὺ προσέφερε στόν Χριστό ἔγινε Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής. Τό Εὐαγγέλιό του τό ἔγραψε στήν Ἀραμαική γλώσσα ὀκτώ χρόνια μετά τήν Πεντηκοστή, ἀργότερα ὅμως μεταφράστηκε στά Ἑλληνικά.

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο στούς Παρθους καί Μήδους στούς ὁποίους ἵδρυσε Ἐκκλησία, μετά ἀπό πολλά θαύματα ποὺ ἔκανε σ' αὐτούς. Τελικά θανατώθηκε ἀπό τούς ἀπίστους διά πυρᾶς.

Ἔνατος εἶναι ὁ Ἰάκωβος ὁ υἱός τοῦ Ἀλφαίου, ἀδελφός τοῦ Λευί δηλ. τοῦ Ματθαίου. Λέγεται καί Ἰάκωβος ὁ μικρός, πρός διάκριση ἀπό τόν Ἰάκωβο τό μεγάλο, τόν ἀδελφό τοῦ Ἰωάννου, ἀλλά καί πρός διάκριση ἀπό τόν Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο.

Ὁ τόπος στόν ὁποῖο ἐκήρυξε ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος δέν εἶναι ἐξακριβωμένος. Ἀναγράφεται ὅτι ἐκήρυξε στά ἔθνη καί ὀνομάστηκε σπέρμα θεῖο. Κηρύττοντας καί ἐλέγχοντας τούς ἀπαίδευτους λαούς κρεμάστηκε σέ σταυρό καί ἔτσι παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Θεό.

Δέκατος Ἀπόστολος εἶναι ὁ Σίμων ὁ Κανανίτης δηλ. ὁ Ζηλωτής, ἀπό τήν Κανά τῆς Γαλιλαίας. Ὁ Σίμων ἀνῆκε στό κόμμα τῶν Ζηλωτῶν (ποὺ στά Ἀραμαικά ὁ ζηλωτής λέγεται Κanana καί μέ Ἑλληνική κατάληξη Κανανίτης = Ζηλωτής) καί διατήρησε τήν ὀνομασία του αὐτή καί ὡς Ἀπόστολος, (ὅπως καί ὁ Ματθαῖος ὁ Τελώνης).

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στή Μαυριτανία καί γενικά στήν Ἀφρική. Τελικά μαρτύρησε μέ σταυρικό θάνατο.

Ἑνδέκατος εἶναι ὁ Ἰούδας Ἰακώβου, τόν ὁποῖο ὁ Ματθαῖος ὀνομάζει Λεββαῖο ἤ Θαδδαῖο. Ὁ Ἰούδας, δηλαδή αὐτός διακρινόμενος ἀπό τόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη, τόν προδότη, εἶναι ἀδελφός τοῦ Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου καί ἑπομένως υἱός τοῦ Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος. Ἄρα εἶναι «ἀδελφός» τοῦ Κυρίου. Λεββαῖος σημαίνει θαρραλέος καί Θαδδαῖος (στά Ἀραμαϊκά) σημαίνει μεγάθυμος, μεγαλόψυχος. Εἶναι συγγραφεύς τῆς Καθολικῆς ἐπιστολῆς Ἰούδα.

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο στή Μεσοποταμία καί ἐφώτισε τά εὑρισκόμενα στή χώρα αὐτή ἔθνη. Πῆγε καί στήν Ἐδεσσα, ὅπου ἐθεράπευσε τόν Τοπάρχη. Τελικά τόν κρεμάσανε καί τόν θανάτωσαν μέ ἐκτοξευόμενα βέλη.

Δωδέκατος Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Ματθίας, στή θέση τοῦ προδότη Ἰούδα. Μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, οἱ Ἀπόστολοι, ἀφοῦ ἐπιλέξανε δύο, τούς καταλληλότερους ἀπό τούς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, ἔβαλαν κλῆρο «καί προσευξάμενοι... ἔπεσεν ὁ κλῆρος ἐπί Ματθίαν καί συγκατεψηφίσθη μετά τῶν ἕνδεκα Ἀποστόλων» (Πράξ. α', 24.26).

Ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στήν Αἰθιοπία καί ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλά βασανιστήρια ἀπό τούς ἀπίστους παρέδωσε τήν ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ.

Οἵ ἀνωτέρω πανεύφημοι Ἀπόστολοι, οἱ δώδεκα καί οἱ ἀνήκοντες στόν εὐρύτερο κύκλο τῶν ἑβδομήκοντα, μαζί μέ τίς σεπτές Μυροφόρες καί πιστές ἀκόλουθες τοῦ Κυρίου, αὐτοί ὅλοι, ποὺ ἦσαν ἑκατόν εἴκοσι (120) στόν ἀριθμό (Πραξ. α', 15), πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι δέν ἐβαπτίστηκαν μέ τό βάπτισμα δι' ὕδατος, ἀλλά βαπτίστηκαν τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ».

Πρῶτον γιατί ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέγει φανερά ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέν ἔβαπτιζε «...ὁ Ἰησοῦς οὐκ ἔβαπτιζε, ἀλλ' οἱ Μαθηταί αὐτοῦ» (Ἰω. δ', 2) καί δεύτερον γιατί ὁ μέν Πρόδρομος ἐκήρυξε λέγοντας γιά τόν Κύριο: «Ἐγώ μέν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτός δέ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καί πυρί» (Λουκ. γ', 16), ὁ δέ Χριστός τό ἐβεβαίωσε λέγοντας: «Ἰωάννης μέν ἔβαπτισε ὕδατι, ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ οὐ μετά πολλας ταύτας ἡμέρας» (Πράξ. α', 5). Ἡ ὑπόσχεση αὐτή τοῦ Κυρίου πραγματοποιήθηκε τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «Καί ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας... καί ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός, ἐκάθισε τε ἐφ' ἕνα ἕκαστον αὐτῶν καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. β', 2-4). Γι' αὐτό δέν χρειάστηκαν ἄλλο βάπτισμα. Τό ἴδιο πιστοποιεῖ καί ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγοντας ὅτι τό ὑπερῶον στό ὁποῖο κατῆλθε τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἔγινε κολυμβήθρα στήν ὁποία βαπτίστηκαν ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ λοιποί ἐκεῖ εὐρισκόμενοι. Ἀλλὰ καί ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος, στήν ἑρμηνεία τοῦ Εὐαγγελίου, ἀναφέρει ὅτι οἱ Ἀπόστολοι βαπτίστηκαν ἀπό τό βάπτισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.



1. Ὅ Ἅγιος Νικόδημος, δεύτερο Ἀπόστολο, ἀναφέρει, τόν Παῦλο, τό σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπερνίκησε ὅλους τοὺς Ἀποστόλους στό ζῆλο τῆς πίστεως καί στούς κόπους. Αὐτός ἐκήρυξε τόν Χριστό ἀπό Ἱεροσολύμων μέχρι τοῦ Ἰλλυρικοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει καί ἔφθασε στή Ρώμη ἀποκεφαλίστηκε.

Παραπονιέσαι ότι δεν σου συμπεριφέρονται καλά…



Παραπονιέσαι ότι δεν σου συμπεριφέρονται καλά…
Παραπονιέσαι ότι δεν σου συμπεριφέρονται καλά αυτοί με τους οποίους συναναστρέφεσαι. Άκου τη συμβουλή μου: Εάν κάποιος δεν σου συμπεριφέρεται καλά, εσύ να του συμπεριφέρεσαι με καλωσύνη. Όλη η υπόθεση θέλει ταπείνωση.
Ας πούμε ένα παράδειγμα: Σου λέγει κάποιος πως η δουλειά σου δεν είναι καλή. Να του πης: “Ευχαριστώ, που με συμβουλεύεις. Βοήθησε με να γίνω καλύτερος. Λέγε μου τα λάθη μου, για να τα διορθώσω”. Να δέχεσαι απ’ όλους συμβουλές, από ταπείνωση όμως και όχι από δειλία. Έτσι θα διατηρής στην ψυχή σου την ουράνια χαρά και την ειρήνη.
Σου είπε ο αδελφός σου ότι είσαι ύπουλος! Πάρε το για αστείο, και μη σου κακοφανεί! Αλλά, κι άν ακόμη το εννοούσε, σε ερωτώ: Μήπως στην πραγματικότητα δεν είμαστε όλοι ύπουλοι; Ποιός μπορεί να ισχυρισθεί πως είναι παντού και πάντοτε ευθύς και ειλικρινής; Πες ότι σου το είπε αυτό ο αδελφός σου κατά παραχώρηση Θεού, για να ταπεινωθείς και να διορθωθείς. Και εσύ να νοιώθεις όχι αντιπάθεια, αλλά αγάπη και ευγνωμοσύνη για τον αδελφό σου, που, έστω και μ’ αυτό τον τρόπο, σε βοηθά να διορθωθείς και να σωθείς!
Όταν σε λυπούν ή όταν σε προσβάλλουν, τότε να ενθυμήσαι τα Πάθη του Κυρίου μας: Όταν τον ύβρισαν, αυτός δεν ύβριζε, όταν τον ειρωνεύονταν, αυτός δεν ειρωνευόταν, όταν τον κτυπούσαν, αυτός δεν κτυπούσε, όταν τον κακολογούσαν, αυτός δεν κακολογούσε, αλλά σ’ όλα αυτά ανταποκρινόταν με ηρεμία: “Ει κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού” (Ιω. ιη’ 23). Και προσευχόταν για τους σταυρωτές Του. Να ζούμε, όπως έζησε ο Χριστός, δηλαδή με ταπείνωση, με υπακοή, με ανεξικακία. Να φροντίζουμε να Τον μιμούμαστε, όσο γίνεται, σε όλα. Μετά χαράς να βαδίζουμε τη στενή και τεθλιμμένη οδό, και να μισούμε τον φαρδύ και αστόχαστο βίο.
Πρόσεξε να μη σου κακοφαίνεται, όταν σου πουν λόγο σκληρό. Οι λόγοι οι σκληροί, οι υβρισιές, οι καταφρονήσεις απαλλάτουν τον άνθρωπο από τους κακούς λογισμούς, και μάλιστα τους αισχρούς. Τον απαλλάτουν απ’ όλα τα πάθη, αρκεί να υπομένει όλα αυτά αγόγγυστα. Όταν φθάσης στο σημείο να ευχαριστείσαι, όταν σε καταφρονούν, σε υβρίζουν και σε συκοφαντούν, τότε να ξέρεις σίγουρα ότι θα απολαύσης στέφανον αμάραντον στους ουρανούς.
Αν σε κοροϊδεύουν, εσύ κάνε καλούς λογισμούς, παίρνε το π.χ. για αστείο, και έτσι φεύγει εύκολα η παρεξήγηση και το σκάνδαλο. Να σας πω ένα παράδειγμα: Στο διακόνημα της γεωργίας, είχα δύο λαϊκούς βοηθούς, μισθωτούς της Μονής. Ο ένας ήταν έμπειρος στη γεωργία, ενώ ο άλλος εργαζόταν προηγουμένως ως κουρέας, και μόνο πρόσφατα είχε αρχίσει να επιδίδεται και αυτός στη γεωργία. Ο έμπειρος ήταν μικρότερος στην ηλικία από τον άλλο. Κι όμως τον πείραζε, αποκαλώντας τον “ψωμά”, υπονοώντας ότι δεν ήταν άξιος στη δουλειά του, αλλά μόνο για να τρώει ψωμί ήταν ικανός. Όμως ο άλλος ήταν πράος και ανεξίκακος, άν και ήταν μεγαλύτερος και είχε και δέκα παιδιά. Έλεγε με τον λογισμό του: “γιατί να μου κακοφανεί, άν με αποκάλεσε “ψωμά”; Ας τον να λέει. Δεν πειράζει!” Δηλαδή ταπεινώθηκε εκούσια, εξέλαβε την προσβολή για αστείο, δεν στενοχωρήθηκε, και έτσι κέρδισε ό,τι πιο πολύτιμο: Τη Χάρη του Θεού!
Ο Κύριος μακαρίζει τους πραείς. Λέγει ότι “αυτοί κληρονομήσουσι την γην” (Ματθ. ε’ 5). Αυτός, που είναι πραγματικά πράος, όχι μόνο εξωτερικά δεν οργίζεται, αλλ’ ούτε και μέσα στην ψυχή του. Την ώρα του παροξυσμού να προτιμάς τη σιωπή, την προσευχή και τη φυγή, και ποτέ σου δεν θα το μετανοιώσης.
Πολλοί οργίζονται όχι μόνον εναντίον ανθρώπων, αλλά και εναντίον αψύχων πραγμάτων, και αρχίζουν να σπάνε αντικείμενα και να χτυπούν τα ζώα, που νομίζουν ότι τους έφταιξαν. Όμως ο αληθινά πράος και ανεξίκακος δεν οργίζεται με τίποτε και είναι πάντοτε ειρηνικός. Το Πνεύμα το Άγιο κατοικεί μέσα στην ψυχή του.
Η πραότης, όταν είναι κατά Θεόν, δεν είναι ούτε δειλία, ούτε αδυναμία, αλλά είναι δύναμη πνευματική και πίστη στον Θεό αληθινή.
Ο πράος παραμένει ανεπηρέαστος στον νου και στην καρδιά του. Δεν ταράσσεται, ούτε όταν τον κατηγορούν, ούτε όταν τον επαινούν ούτε όταν τον υπολογίζουν, ούτε όταν τον αγνοούν, ούτε όταν τον εξυψώνουν, ούτε όταν τον ταπεινώνουν. Αυτή όμως η αρετή είναι καρπός μεγάλης πίστης στον Θεό, βαθιάς ταπείνωσης και καθαρής προσευχής.
Ο πράος επηρεάζει και τους άλλους γύρω του. Ειρηνεύει αυτούς, που διαπληκτίζονται, γαληνεύει αυτούς, που έχουν ταραχή και σύγχυση.
Ο πράος, και με μόνη τη θέα του, σκορπίζει ειρήνη και χάρη

Η αλλαγή της στάσης των Προτεσταντών στη σημασία των Ιερών Λειψάνων

Η διαχείριση κάποιων αρνητικών αποτελεσμάτων θα είναι ακόμη δυσχερέστερη. Αν τα αποτελέσματα μιας χρονολόγησης κάποιου λειψάνου είναι αρνητικά, δηλαδή αν η ραδιοχρονολόγηση δείξει πως τα λείψανα που χρονολογήθηκαν είναι μεταγενέστερα της εποχής που έζησε ο Άγιος, του οποίου φέρεται πως είναι, γεννάται το ερώτημα τι θα πουν οι εκκλησιαστικοί ηγέτες στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Και κανείς δεν θα ήθελε να αναλάβει την ευθύνη μιας λάθος χρονολόγησης ενός πραγματικού κειμηλίου. Έστω, πως για κάποιο λόγο γίνεται λάθος χρονολόγηση και ένα πραγματικό κειμήλιο θεωρείται μεταγενέστερο. Προκαλείται η αμφισβήτηση ενός πραγματικού κειμηλίου.
Ερείπια Ναού του Τιμίου Προδρόμου
Ερείπια Ναού του Τιμίου Προδρόμου
 Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, ώστε η όποια εξέταση και έρευνα γίνεται σε ιερά λείψανα να μην προκαλεί σύγχυση στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Και να μην εισάγει έμμεσα την αμφισβήτηση της αυθεντικότητας όλων των κειμηλίων, αλλά και της Παράδοσης που, μέσα από τους αιώνες, μας παρέδωσε ως αυθεντικά αυτά τα κειμήλια. Άλλωστε, όπως πολύ ορθά έχει τονιστεί, « Abusus non tollit usum »· η κατάχρηση και η παράχρηση δεν αίρει, δεν καταργεί τη χρήση [64]. Και είναι γνωστό πως η εξαίρεση δεν καταργεί αλλά επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ας προβάλλουμε, λοιπόν, τον κανόνα της αυθεντικότητας των ιερών κειμηλίων, ας τον υπενθυμίζουμε σε κάθε ευκαιρία, ας τον διακηρύττουμε urbi et orbi.
 Επίσης, θα πρέπει να τονίσουμε πως στην Ορθόδοξη Παράδοση, ανέκαθεν, η αυθεντικότητα των κειμηλίων καταδεικνυόταν όχι μόνο με ανθρώπινα μέσα, όπως είναι π.χ. η αρχαιολογική και ιστορική έρευνα, αλλά και με ουράνια σημεία. Απόδειξη της αυθεντικότητας των ιερών κειμηλίων είναι και οι θαυματουργικές ιάσεις, η υπερκόσμια ευωδία, τα ουράνια οράματα. Ας μην ξεχνάμε πως η πρώτη βιβλική αρχαιολόγος, αν όχι η πρώτη αρχαιολόγος γενικά, η Αγία Ελένη, στηρίχτηκε όχι μόνο σε ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία αλλά και σε ένα θεϊκό σημάδι για να βρει τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου, το κατ’ εξοχήν κειμήλιο της Χριστιανοσύνης, και να τον διακρίνει από τους δύο σταυρούς των ληστών.
Με υπόδειξη του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Μακαρίου, τοποθέτησε διαδοχικά τους τρεις σταυρούς, που είχαν βρεθεί στο Γολγοθά, στο κρεβάτι ενός βαρύτατα ασθενούς. Ο ασθενής θεραπεύτηκε αμέσως μόλις ήρθε σε επαφή με τον Τίμιο Σταυρό. Οι τρεις ευρέσεις της Τιμίας Κάρρας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου συνδέονται με οράματα και θαυματουργίες. Έχουμε, όμως, και πολλά νεότερα η και σύγχρονα παραδείγματα. Πριν δύο περίπου αιώνες, η εύρεση της Τιμίας Εικόνας της Παναγίας της Μεγαλόχαρης στην Τήνο ήταν αποτέλεσμα θείων εμφανίσεων της Μητέρας του Θεού στην Αγία Πελαγία την Τηνία και άλλα πρόσωπα, και συνδέθηκε με την παύση ενός φοβερού λοιμού και πολυάριθμα άλλα θαύματα.
Τον προηγούμενο αιώνα, οι ανασκαφές στις Καρυές Μυτιλήνης αλλά και στο όρος των Αμώμων, στη Μάκρη Ατικής, κυριολεκτικά, καθοδηγούνταν από τους Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη στην πρώτη περίπτωση, και τον Άγιο Εφραίμ τον Νεοφανή στη δεύτερη. Επισφραγίστηκαν από πολλά και εντυπωσιακά θαύματα [65]. Στην Ορθοδοξία το θαύμα δεν είναι, απλά, υπόθεση ιστορικής έρευνας, αλλά είναι συνεχής πραγματικότητα και καθημερινό βίωμα. Πρέπει να τονιστεί πως τα ουράνια πράγματα δεν μπορεί να εξετάζονται αποκλειστικά με γήινα μέσα.
osta
Οστά του Τιμίου Προδρόμου
ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΜΕΡΙΔΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΕΙΜΗΛΙΩΝ – ΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
 Δεν είναι άσκοπο να σημειωθεί πως όλη αυτή η ενασχόληση με τα ιερά κειμήλια συνδέεται και με μια κάποια αποπροτεσταντοποίηση του δυτικού χριστιανικού κόσμου, μια κάποια στροφή του προς την Ορθοδοξία πάνω στο ζήτημα της ιερότητας της ύλης. Τα κειμήλια, που καταστρέφονταν στην Ευρώπη του 16ου αιώνα[66], τώρα πια, αντιμετωπίζονται, κατά κανόνα, με σεβασμό, συχνά με δέος, κάποτε με ενθουσιασμό. Σε άλλο κείμενό μου έχω αναφερθεί στην επιστροφή των ιερών Εικόνων στον δυτικό προτεσταντικό κόσμο. Το ίδιο συμβαίνει, γενικότερα, με τα ιερά κειμήλια. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Οι βασικές αιτίες αυτού του φαινομένου είναι οι εξής:
1) Η πάροδος του χρόνου. Οι αρχές του προτεσταντισμού, σταδιακά, φθείρονται και ξεθωριάζουν.
2) Η γενικότερη πολιτισμική ατμόσφαιρα, το περιρρέον περιβάλλον και τα σύγχρονα πολιτιστικά πρότυπα, που είναι φιλικά προς την ύλη και την εικόνα.
3) Η επαφή του προτεσταντικού κόσμου με άλλες θεολογίες.
4) Η επίθεση που δέχεται ο χριστιανικός κόσμος, γενικότερα, από αντιχριστιανικά κέντρα, που αμφισβητούν την ιστορικότητα του Χριστιανισμού. Τα ιερά κειμήλια τονίζουν αυτή την ιστορικότητα.
5) Η απουσία προτεσταντικής παράδοσης. Οι ηγέτες της Διαμαρτύρησης, αρνούμενοι την εκκλησιαστική παράδοση, την παράδοση του ιερού Χρυσοστόμου και του Μεγάλου Βασιλείου, άφησαν το σπέρμα της κατάργησης της δικής τους διδασκαλίας. Ο σύγχρονος προτεστάντης αδυνατεί να κατανοήσει γιατί θα πρέπει να αρνείται την παράδοση του Μεγάλου Βασιλείου και του ιερού Χρυσοστόμου, που έζησαν μόλις 3-4 αιώνες μετά τον Χριστό, και να σέβεται την παράδοση του Λουθήρου, ο οποίος έζησε, περίπου, μια χιλιετία αργότερα από αυτούς τους Πατέρες της Εκκλησίας. Σήμερα, ο προτεστάντης, λαμβάνοντας ποικίλα ερεθίσματα, επιλέγει ο,τι τον κάνει να αισθάνεται καλύτερα, χωρίς να δεσμεύεται από κανέναν και τίποτε. « Sola Scriptura ». Ερμηνεύει την Αγία Γραφή, όπως θέλει αυτός. Όμως, μια προσεκτική ανάγνωση της Αγίας Γραφής οδηγεί στην τιμή των ιερών εικόνων και των ιερών κειμηλίων.
 Για όλους αυτούς τους λόγους παρατηρείται, σήμερα, στον προτεσταντικό κόσμο, μια στροφή προς την Ορθόδοξη Θεολογία, αναφορικά με την τιμή των ιερών κειμηλίων και τη χρήση των ιερών εικόνων. « Matter matters », « η ύλη μετράει », διαπιστώνει, σήμερα, ο δυτικός άνθρωπος. Οι Προτεστάντες, άλλοι σε μικρότερο και άλλοι σε μεγαλύτερο βαθμό, αναθεωρούν τις απόψεις τους σε διάφορα θέματα, και, μάλιστα, στο ζήτημα της στάσης τους απέναντι στις ιερές εικόνες και τα ιερά κειμήλια.
 Ενδεικτικός είναι ο ενθουσιασμός ενός προτεστάντη πάστορα, του Paul Begley, ο οποίος, σε βίντεο που ανέβασε στο διαδίκτυο, ανακοίνωσε στους θεατές του διαδικτυακού καναλιού του την είδηση για την εύρεση των τιμίων λειψάνων του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στη Βουλγαρία [67]. Μάλιστα, ανέφερε και δύο περιστατικά από την Παλαιά Διαθήκη, για να καταδείξει την αξία των ιερών λειψάνων. Το περιστατικό της ανάστασης ενός νεκρού από την επαφή του με τα λείψανα του Προφήτου Ελισσαίου [68]· και την ανακομιδή των λειψάνων του δικαίου Ιωσήφ από τους Εβραίους, οι οποίοι, φεύγοντας από την Αίγυπτο για τη γη της Επαγγελίας, τα πήραν μαζί τους [69]. Ειδικά το περιστατικό για την ανάσταση του νεκρού από τη χάρη των ιερών λειψάνων του Προφήτου Ελισσαίου, μπορεί να το βρει κάποιος σε κάθε εγχειρίδιο Ορθόδοξης Χριστιανικής Απολογητικής κατά του Προτεσταντισμού. Ο προτεστάντης Begley, προφανώς, δεν το βρήκε εκεί. Διαβάζοντας την Αγία Γραφή, το συνάντησε. Και, στη δεδομένη στιγμή, το θυμήθηκε και το ανέφερε.
 Βέβαια, πρέπει να τονίσουμε πως υπάρχει, ακόμη, μεγάλη απόσταση μεταξύ της θετικής στάσης πολλών σύγχρονων προτεσταντών απέναντι στα ιερά κειμήλια και της απόδοσης τιμής προς αυτά. Πάντως, η απόσταση μικραίνει. Και αυτό είναι κάτι. Και το κάτι είναι, πάντα, καλύτερο από το τίποτε.
 Αυτή η στροφή του δυτικού κόσμου προς μια ορθόδοξη θεώρηση των ιερών κειμηλίων συνιστά, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, μια ευκαιρία, αλλά, ταυτόχρονα, και μια ευθύνη. Ο δυτικός Χριστιανός, κουρασμένος από τις συνεχείς αντιχριστιανικές επιθέσεις και σε ιστορικό επίπεδο, μελετά την ιστορία και ερευνά τους πρώτους εκκλησιαστικούς χρόνους, για να βρει απαντήσεις. Και αυτή η ιστορική έρευνα τον οδηγεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Πρέπει, λοιπόν, και η Ορθόδοξη Εκκλησία να αναδείξει και να προβάλει τέτοια θέματα και με τέτοιους τρόπους, που θα βοηθούν τον δυτικό άνθρωπο να βρει την αλήθεια, δηλαδή την Ορθοδοξία.
                                                           ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
 « Μνήμη Δικαίου μετ’ εγκωμίων, σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Πρόδρομε », αναφέρεται στο απολυτίκιο του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού. Και πράγματι. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος δεν χρειάζεται κανένα έπαινο, κανένα εγκωμιαστικό λόγο. Η μαρτυρία του Κυρίου για την αρετή του Βαπτιστού Ιωάννου, ο λόγος Του πως αυτός είναι ο « Μείζων εν γεννητοίς γυναικών» [70], υπερβαίνει κάθε εγκώμιο. Και ο έπαινος του Υιού του Θεού για αυτόν που υπήρξε Πρόδρομός Του, υπερνικά κάθε άλλο έπαινο. Οι δικοί μας προς αυτόν εγκωμιαστικοί λόγοι και η υπόμνηση της αρετής και των θαυμάτων του, εμάς ωφελούν, εμάς οικοδομούν, τη δική μας πνευματική πρόοδο απεργάζονται. Και το μήνυμα που φέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής στη σύγχρονη εποχή, μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την αμφισβήτηση της θεότητας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι το ίδιο μήνυμα, που εκόμισε και πριν 2000 περίπου χρόνια. Όπως και τότε, έτσι και τώρα, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, πέρα και πάνω από όλα τα άλλα, μας δείχνει Αυτόν που είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. « Ίδε ο αμνός του Θεού… Ούτός εστιν ο Υιός του Θεού» [71], μας λέγει. Ακολουθείστε τον.
[64] Βλ. και Πάσχου Β. Π., Άγιοι, οι φίλοι του Θεού, Εισαγωγή στην Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο.π., σελ. 158.
[65] Αξίζει, σ’ αυτό το σημείο, να σημειωθεί και πως ο Φώτης Κόντογλου, μια απ’ τις πιο γνήσιες φωνές της Ορθοδοξίας του περασμένου αιώνα, έγραψε το πρώτο βιβλίο για τους Νεοφανείς Αγίους της Μυτιλήνης ( Σημείον Μέγα, Τα θαύματα των Αγίων της Θέρμης Ραφαήλ-Νικολάου-Ειρήνης, Εκδόσεις Παπαδημητρίου, Αθήνα 1962) και ζωγράφισε την πρώτη εικόνα του Οσιομάρτυρα Εφραίμ. Επέλεξε για τελευταία του κατοικία μια γωνιά στην Ιερά Μονή του Αγίου Εφραίμ στο Όρος των Αμώμων.
[66] Η άρνηση της τιμής των Ιερών Λειψάνων ήταν και είναι χαρακτηριστικό της αιρέσεως. Αρνούνταν την τιμή των ιερών κειμηλίων οι Μοντανισταί, οι Μαρκιωνίται, οι Μελιτιανοί, οι Δονατισταί, οι Γνωστικοί, οι Μανιχαίοι, οι Παυλικιανοί, οι Αρειανοί και οι Αρειανίζοντες, όπως οι Ευνομιανοί και οι Ευσταθιανοί, και, βέβαια, οι εικονομάχοι, οι Βογόμιλοι και οι Προτεστάντες. Βλ. Πάσχου Β. Π., Άγιοι, οι φίλοι του Θεού, Εισαγωγή στην Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο.π., σελ. 38-39, Τσάμη Δ., Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο.π., σελ. 154 και Αντωνίου Παπαδοπούλου, Αγιολογία, Θέματα γενικά, ειδικά και εορτολογίου, Ι, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 61-63.
[67] Βλ. http://www.youtube.com/watch?v=evUhT4VqdcE και http://www.youtube. com/watch?v=1vWUCw8og_Q
[68] Βλ. Δ΄ Βασιλειών, 13,21.
[69] Βλ. Εξ., 13,19.
[70] Λκ.  7,28 και Μθ. 11,11.
[71] Βλ. Ιω. 1,29.34.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΗΓΕΣ
Αγαθαγγέλου, Ιστορία του Αγίου Γρηγορίου ( του Φωτιστού της Μεγάλης Αρμενίας ) και του εκχριστιανισμού της Αρμενίας, ( σε αγγλική μετάφραση στο www.vehi.net/istoriya/armenia/agathangelos/en/AGATHANGELOS.html ).
Γεωργίου Κεδρηνού, Σύνοψις Ιστοριών, P.G. 121,23-122,368.
Διονυσίου του μικρού, Εις την πρώτην εύρεσιν της τιμίας κεφαλής του τιμίου και ενδόξου Προφήτου του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, στο έργο του Charles Du Fresne, Sieur Du Cange, Traite Historique du Chef De S. Jean Baptiste, ο.π., σελ. 208-229.
Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 20, 45-1316.
Θεοδωρήτου Κύρου, Εκκλησιαστική Ιστορία, 82, 881-1280.
-          Φιλόθεος Ιστορία, P.G. 83,1153-1164 και Ε.Π.Ε. 4, κείμενο-μετάφραση-σχόλια Ζαχαριάδου Σταυρούλα.
Θεοφάνους Ομολογητού, Χρονικόν, P.G. 108, 55-1009.
Ιερωνύμου, Ονομαστικόν των Αγίων Προσκυνημάτων, Στοιχείον Σ, Βιβλίον Ιησού του Ναυή, Λήμμα Someron ( 829 ), The Onomasticon of Eusebius Pamphili, compared with the version of Jerome andannotated by C. Umhan Wolf ( 1914-2004 ), 1971, digitised 2006.
-          Επιστολή 108, Στην Ευστοχία, NPNF, Series 2, vol. 6.
-          Επιστολή 46, Στην Μαρκέλλα, ο.π..
-          Ερμηνεία εις τον Οβδιού, P.L. 25.
Ιωάννου Νικίου, Χρονικόν, London 1916.
Ιωάννου Φωκά, Ἔκφρασις ἐν συνόψει τῶν ἀπ’ Ἀντιοχείας μέχρις Ἰεροσολύμων κάστρων, καὶ χωρῶν Συρίας, Φοινίκης, καὶ τῶν κατὰ Παλαιστίνην Ἁγίων Τόπων, P.G. 133, 927-962.
Ιωσήπου, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Oxford α.χ..
Μαρκελλίνου Κόμη, Χρονικόν, P.L. 51 και Croke Brian ( transl. ), The Chronicle of MarcellinusAtranslation and commentary ( with a reproduction of Mommsen’ s edition of the text ), Australian Association for Byzantine Studies, Byzantina Australiensia 7, Sydney 1995.
Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Βασιλείου Πορφυρογεννήτου του νέου, Μηνολόγιον P.G. 117, 13-632.
Νικηφόρου Καλλίστου Ξανθοπούλου, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 145, 560-147,4 45.
Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των Δώδεκα Μηνών του Ενιαυτού, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη.
Ρουφίνου, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.L. 21, 461-540.
Συμεών Μεταφραστού, Βίος και Πολιτεία και Μαρτύριον του Αγίου Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας, P.G. 115, 943-996.
Φιλοστοργίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 65, 459-638.
Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 67, 29-842.
Σωζομενού, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 67, 29-842.
Χρονικόν Πασχάλιον, P.G. 92, 69-1028. 
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Βενιαμίν Ιωαννίδου, Προσκυνητάριον της Αγίας Γης, Η Αγία Πόλις Ιερουσαλήμ και τα Περίχωρα Αυτής, Ανατύπωσις από την Έκδοση , Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2004.
Γαλίτη Γεωργίου, Ιστορία Εποχής της Καινής Διαθήκης, Επιμέλεια Ιω. Γαλάνη, Εκδόσεις Πουρναρά, Ζ΄ Έκδοση, Ανατύπωση, Θεσσαλονίκη 2004.
Γρατσέα Γεωργίου, Ιωάννης ο Βαπτιστής βάσει των Πηγών, Αθήνα 1968.
Ευδοκίμου Ξηροποταμινού, Η εν Αγίω Όρει Άθω Ιερά, Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Σεβασμία Μονή του Ξηροποτάμου 424-1925, Θεσσαλονίκη 1971.
Ζαφείρη Σ. Γερασίμου-Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου Γαρδικίου, Τα προευαγγελικά κείμενα, Η μαρτυρία των Πατέρων περί της αρχικής μορφής της Ευαγγελικής Παραδόσεως και η αξία των Πατερικών Βιβλικών Παραθέσεων, Ανάτυπον εκ της « Θεολογίας », Αθήναι 1978.
Κατσιώτη Αγγελικής, Οι σκηνές της ζωής και ο εικονογραφικός κύκλος του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στη βυζαντινή τέχνη, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 1998.
Κόντογλου Φώτη, Σημείον Μέγα, Τα θαύματα των Αγίων της Θέρμης, Ραφαήλ, Νικολάου, Ειρήνης, 11η Έκδοση, Εκδόσεις Παπαδημητρίου, Αθήνα α.χ..
Παπαδοπούλου Αντωνίου, Αγιολογία, Θέματα γενικά, ειδικά και εορτολογίου, Ι, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1996.
Πάσχου Β. Π., Άγιοι, οι φίλοι του Θεού, Εισαγωγή στην Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Εκδόσεις Αρμός, Υμνοαγιολογικά Κείμενα και Μελέτες 2, Β΄ Έκδοση 1997
Στογιόγλου Γεωργίου, « Μανδαίοι », Θ.Η.Ε., τ. 8, 548-553.
Τασιά Ιωάννου, Μητροπολίτου Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης, Το χρονικόν της ευρέσεως των ιερών λειψάνων της Αγίας Κυράννης, Λαγκαδάς-Θεσσαλονίκη 2011.
Τσάμη Δημητρίου, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2008.
            – Μητερικόν, Διηγήσεις και βίοι των Αγίων Μητέρων της ερήμου ασκητριών και οσίων γυναικών της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος ΣΤ΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002.
Φυτράκη Ιωάννου, Λείψανα και τάφοι Μαρτύρων κατά τους τρεις πρώτους αιώνας, Αθήνα 1955.
Βασιλείου Χάδου, « Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος στα “ χέρια ” των επιστημόνων και του National Geographic; », Πεμπτουσία,  16 Αυγούστου 2012, στο http://www.pemptousia.gr/2012/08/%CE%BF-%CE%AC%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%B9%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B1-%CF%87%CE%AD%CF%81%CE%B9%CE%B1/.
Χριστινάκη Ελένης, Βιβλική Αρχαιολογία-Θεσμολογία, Ειδικά Θέματα, Τεύχος Β΄, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα 2008.
Ι.Μ. Βατοπαιδίου, Παράδοση-Ιστορία-Τέχνη, Τόμος Α΄, Άγιον Όρος 1996.
ΞΕΝΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Amidon R. Philip ( Transl. ), The Church History of Rufinus of Aquileia, Books 10 and 11, Oxford University Press, New York 1997.
Benelli Carla, Associazione Pro Terra Sancta, The Tomb of Nabi/St. John the Baptist in Sabastiya: Documentation and Historical Analysis, Sabastiya Conference 14/4/2011, BirZeitUniversity.
Brooke Chris, Scientists claim positive tests on 1st-century relics which are from one man, from the right place at the right time, στο www.dailymail.co.uk/news/article-2159578/John-Baptist-bones-theory-Scientists-claim-positive-tests-1st-century-relics.html.
Bourbon Fabio, Οι Άγιοι Τόποι χτες και σήμερα, Λιθογραφίες και Ημερολόγιο του Ντέιβιντ Ρόμπερτς, Κείμενα Φάμπιο Μπουρμπόν, Φωτογραφίες Αντόνιο Ατίνι, Εκδόσεις Καρακώτσογλου, Αθήνα 2001.
Croke Brian ( transl. ), The Chronicle of MarcellinusA translation and commentary, Australian Association for Byzantine Studies, Sydney 1995.
-          Count Marcellius and his chronicle, Oxford University Press, Oxford 2001.
Charles Du Fresne, Sieur Du Cange, Traite Historique du Chef De S. Jean Baptiste, Paris 1665.
Charles Rohault de Fleury, Memoire sur les instruments de la passion de N. S. J. C., Paris 1870.
Frolow Anatole, « The Veneration of the Relics of the True Cross at the End of the Sixth and the Beginning of the Seventh Centuries », St. Vladimir’ s Seminary Quarterly, 2, 1 ( Χειμώνας 1958 ) και AtlaReligion ( 22 Φεβρουαρίου 2004 ).
            – La relique de la Vraie Croix: recherches sur le developpement d’ un culte, Paris 1961.
Hooper Simon, Are these the bones of John the Baptist? στο www.edition.cnn.com/2010/WORLD/europe/08/12/bulgaria.john.baptist.relics/index.html.
Kazan Georges, The Head of StJohn the Baptist – the Early Evidence, Εισήγηση στο επιστημονικό συνέδριο για τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή ( St. John the Baptist Conference ), που έλαβε χώρα στο Κολλέγιο του Αγίου Ιωάννου ( St. John’ s College ) στην Οξφόρδη στις 24 / 06 / 2011.
-          Arks of the New Jerusalem, London 2012.
-          The origins of the Byzantine Sarcophagus Reliquary, King’ s College London, Centre for Hellenic Studies, 11/12/2012.

Malan Solomon Caesar, The life and times of S. Gregory the illuminator, the founder and Patron Saint of the Armenian Church, translated from the armenian by the Rev. S.C. Malan, Riningtons, London 1868.
J. Robinson, « The others of John 4,38 », Studia Evangelica, τομ. Ι.
            – « New and Old in Jesus’s Relation to John », JBL 48 ( 1925 ), σελ. 40-81.
Renan Εrnest, Βίος του Ιησού, Μεταφρασθείς εκ της 13ης οριστικής γαλλικής εκδόσεως υπό Αρίστου Καμπάνη, Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 2003.
 Renfrew C. – Bahn P., Αρχαιολογία, Θεωρίες, Μεθοδολογία και Πρακτικές Εφαρμογές, Μετάφραση Ι. Καραλή-Γιαννακοπούλου, Αθήνα 2001.
Rossina Kostova, Kazimir Popkonstantinov and Tom Higham, Relics of the Baptist: Scientific researchplanned for the finds excavated in SozopolBulgaria in 2010 ( Radiocarbon Dating, DNA testing ), Εισήγηση στο επιστημονικό συνέδριο για τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή ( St. John the Baptist Conference ), που έλαβε χώρα στο Κολλέγιο του Αγίου Ιωάννου ( St. John’ sCollege ) στην Οξφόρδη στις 24 / 06 / 2011.
Than Ker, John the Baptist’s Bones Found?, στο www.news.nationalgeographic.com.news/2012/06/120618-john-the-baptist-bones-jesus-christ-bible-bulgaria-science-higham.
Voros Gyozo, « Machaerus: Where Salome Danced and John the Baptist was Beheaded », Biblical Arcaeology Review, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2012.
Θρίλερ με την κλοπή των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη, στο www.newsbomb.gr/diethnh/story/127904/thriler-me-tin-klopi-ton-leipsanon-toy-agioy-ioanni.
Dating Evidence: Relics could be of John the Baptist, University of Oxford 15 Ιουνίου, στο www.ox.ac.uk/media/news_stories/2012/120615.html.

Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΡΧΙΜ. ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ. Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΦΑΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ - π. Ευάγγελος Κ. Πριγκιπάκης



Ο  ΟΣΙΟΣ  ΓΕΡΟΝΤΑΣ
 ΑΡΧΙΜ. ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ.
Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΦΑΡΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ
                                        
Η Αποστολική Εκκλησία των Πατρών καυχάται δίκαια, καθώς έχει ευεργετηθεί ιδιαίτερα από το Θεό όχι μόνο για τη θεμελίωσή της από το κήρυγμα και τη στερέωσή της στο μαρτυρικό αίμα του Πρωτοκλήτου Αγίου Αποστόλου Ανδρέου, αλλά και για την κατά καιρούς φωταυγή παρουσία και δράση στους κόλπους της ιερών και θαυμάσιων προσωπικοτήτων, οι οποίες έλαμψαν και φώτισαν μυστικά με τη διδαχή και την αγία βιωτή τους τις φιλόθεες ψυχές του πληρώματός της· προσωπικότητες οι οποίες, με τη θερμότητα της πίστης τους στο Θεό, αναλώθηκαν ως καιόμενες λαμπάδες στην αδιάλειπτη αγαπητική διακονία του συνανθρώπου.
         Μια τέτοια κατ’ εξοχήν σπουδαία και ανεπανάληπτη προσωπικότητα, η οποία διέλαμψε στο νοητό στερέωμα της Εκκλησίας του Πρωτοκλήτου, υπήρξε ο όσιος Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, ο οποίος εργάστηκε ποιμαντικά, άκμασε πνευματικά και διέπρεψε εκκλησιαστικά στην αχαϊκή μεγαλούπολη. Ο μακάριος Πατέρας, υπήρξε πρότυπο ενάρετου κληρικού και γνήσιου εκκληστιαστικού άνδρα με αποστολικό φρόνημα. Αναδείχθηκε δηλαδή υπόδειγμα ανθρώπου που προσωποποιούσε κυριολεκτικά την ιερά εκκλησιαστική παράδοση· ανθρώπου που αποτελούσε αυθεντικό φορέα του ήθους της Εκκλησίας, καθώς διακρινόταν πρώτιστα για την οσιότητα και το ανεπίληπτο του βίου του, ο οποίος υπήρξε ένας αδιάκοπος και ακατάπαυστος αγώνας για την εσωτερική πνευματική εν Χριστώ μεταμόρφωση των μελών του ποιμνίου του, όπως επίσης και για την ουσιαστική αναμόρφωση και καλυτέρευση της κοινωνίας στην οποία ζούσε και εργαζόταν ως ευαγγελικός ποιμένας.


        Ως προσωπικότητα ο π. Γερβάσιος ήταν πολυεδρικός, πολυσύνθετος, πολυτάλαντος, σφαιρικά συγκροτημένος και πνευματικά ολοκληρωμένος, ταυτόχρονα δε ασκητικός και προφητικός. Άνθρωπος βαθύτατης πίστης, αδιάλειπτης προσευχής, εντονότατης άσκησης, μύστης βαθύς της πνευματικής ζωής και παράλληλα άριστος κοινωνικός εργάτης, πλήρης αγάπης και ελέους για κάθε άνθρωπο και ιδιαιτέρως για τον μετανοούντα αμαρτωλό και τον ποικιλοτρόπως πάσχοντα. Η καρδιά του φλεγόταν από ιερό ενθουσιασμό. Σκοπός της ζωής του ήταν η δόξα του Χριστού και της Εκκλησίας. Επιδίωξή του μοναδική να καταστήσει τους ανθρώπους κοινωνούς και μετόχους της θείας χάριτος, γι’ αυτό κι επιστράτευσε όλα τα πλούσια τάλαντα που έλαβε  από το Άγιο Πνεύμα.
       Ως ποιμένας διέθετε ισχυρότατη θέληση, αστείρευτη εργατικότητα, ακαταπόνητο χαρακτήρα, εκπλήσσουσα ζωτικότητα και ακατάβλητη μαχητικότητα, με αποτέλεσμα να κατορθώσει θαυμαστά επιτεύγματα στο πνευματικό του έργο.
       Ως λειτουργός των ιερών μυστηρίων ο π. Γερβάσιος ήταν πάντοτε ιεροπρεπής και διαρκώς μεταρσιωμένος, καθόσον η ψυχή του φλεγόταν από τη θέα και την εμπειρία των συντελούμενων ενώπιόν του  φρικτών μυστηρίων.
       Ως κήρυκας του λόγου του Θεού υπήρξε ακαταπόνητος και ακατάβλητος., καθώς είχε κατορθώσει να μεταδίδει σε όσους παρακολουθούσαν τη διδασκαλία του και μιμούνταν την αγία του ζωή, την ορθόδοξη ευσέβεια, πνευματικότητα και αρετή, ούτως ώστε ο ευσεβής λαός του Θεού να αισθάνεται απεριόριστο σεβασμό και βαθύτατη αφοσίωση και ευλάβεια στο ιερό του πρόσωπο.
       Ως εξομολόγος αποδείχθηκε απαράμιλλος. Το εξομολογητήριό του είχε μετατραπεί σε ιατρείο πνευματικό, στο οποίο θεράπευε αριστοτεχνικά και ανέπαυε τις κουρασμένες ψυχές· είχε δηλαδή καταστεί το πνευματικό εκείνο μετερίζι, απ’ όπου μοχθούσε ακατάπαυστα για να ελευθερώσει από το βάρος της αμαρτίας τις χιλιάδες των πνευματικών του τέκνων.
        Ως κατηχητής υπήρξε ασύγκριτος, πρωτότυπος και ρηξικέλευθος. Τα κατηχητικά σχολεία του Αγ. Δημητρίου, απέβησαν πνευματικό φυτώριο για την Εκκλησία, ενώ η Αναπλαστική Σχολή και οι εκκλησιαστικές κατασκηνώσεις στον Προφήτη Ηλία Συχαινών προσέφεραν τα μέγιστα στην υγιή και ισορροπημένη σωματική ανάπτυξη και πνευματική ανέλιξη των πνευματικών του παιδιών.
        Ο Κύριος τον κάλεσε στην εν ουρανοίς Εκκλησία Του το έτος 1964 κι έπειτα από μισό και πλέον αιώνα διαρκούς και αδιάλειπτης διακονίας και προσφοράς στην Εκκλησία και το λαό του Θεού στην Πάτρα. Η κοίμησή του προκάλεσε πάνδημο πένθος. Όλοι τον θρήνησαν ως πνευματικό τους Πατέρα και τον κήδεψαν με μεγάλες τιμές. Αν και απήλθε «εκ του κόσμου τούτου» όμως, το ευσεβές πλήρωμα της τοπικής μας Εκκλησίας ουδέποτε τον λησμόνησε, αλλά τον θυμάται με πολλή αγάπη και άπειρο σεβασμό, τον ευλαβείται εξαιρετικά και τον τιμά βαθύτατα για την αγιότητα του βίου του, το ακέραιο του χαρακτήρα του, καθώς και για το μέγεθος της τεράστιας υλικής και πνευματικής του προσφοράς στην πόλη του Πρωτοκλήτου.
        Η μνήμη του μισό αιώνα μετά την οσιακή κοίμησή του παραμένει ακόμη ζωηρότατη. Η αγάπη και ο σεβασμός του πληρώματος της τοπικής Εκκλησίας των Πατρών στον άγιο Γέροντα παραμένουν αμείωτα, εφ’ όσον τον διατηρεί στη μνήμη του ως το μακάριο εκείνο άνθρωπο, ο οποίος εφάρμοσε πλήρως στη ζωή του το λόγο του αγαπημένου του Νυμφίου, Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και στη συνείδηση του λαού του Θεού ο π. Γερβάσιος είναι Άγιος. Η ανάδειξη των αγίων όμως είναι έργο μόνον του Θεού και της Εκκλησίας Του. Εκείνο που μένει σ’ εμάς είναι να προσευχόμαστε, ώστε γρήγορα να αξιωθεί η τοπική Εκκλησία των Πατρών να τιμήσει στη χορεία των αγίων ένα ακόμη από τα εκλεκτότερα μέλη της.  Έως τότε ο μακάριος Γέροντας θα βρίσκεται πάντοτε στην προσευχή μας, το όλο έργο του θα αποτελεί ιερά παρακαταθήκη για όλους εμάς τους πνευματικούς του απογόνους, κληρικούς και λαϊκούς, ενώ στις καρδιές μας θα κατέχει ξεχωριστή θέση το ιερό του πρόσωπο, το δε φωτεινό του πέρασμα από την πόλη μας θα διατηρεί την οσία μνήμη του ζωντανή εις τους αιώνας των αιώνων.     



                                                                                              π. Ευάγγελος  Κ. Πριγκιπάκης

«ΜΗΝ ΠΡΟΧΩΡΑΣ ΑΛΛΟ ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΑΛΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ» - Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΑΓΙΑ


Ήταν καρδιά του καλοκαιριού 2 Ιουλίου. Συμμαζεύτηκα στο σπιτάκι μου να αναπαυθώ γιατί το σπίτι μου είχε πολύ δουλειά. Την νύκτα εν πνεύματι βρέθηκα σ΄ ένα υπέρκαλλον κόσμον ολόφωτον. Βρήκα μια θύρα ανοικτή και με μεγάλη προσοχή παρατηρούσα τι άραγε θα έβλεπα σ΄ αυτόν τον παράδοξο κόσμο. Βλέπω μέσα από την πόρτα δύο ολόλευκα ψηλά παλικάρια κάπου δύο μέτρα. Ενώ ήταν ανοικτή η διάβασις με την έκλεισαν με την ολόφωτη κορμοστασιά τους. Μέχρις εδώ μου είπαν, μη προχωράς άλλο, εδώ είναι ο θάλαμος της Αγίας Θεοδότης. Πρόλαβα όμως και είδα την πάγκαλο μακαριότητά της. Ήταν μια λεβεντόκορμη αγία παρθένος στα ολόλευκα ντυμένη, ευφραινομένη σε ένα κατάλευκο μεγάλο σιδερένιο κρεβάτι και γύρω της  ήταν επτά μικρά και μεγάλα αγγελούδια. Τί χαρά και τί μακαριότης. Ο θάλαμος θα ήταν περίπου 5 χ 5, οι δε τοίχοι του έλαμπαν σαν λάμπες φθορίου. Μακαριότητα και πάλι μακαριότητα είπα. Μετάνιωσα που ξύπνησα. Αχ γιατί να ξυπνήσω ! Τί καλά που ήμουν εκεί !
Το πρωί τρέχω στην εκκλησία μου, ανοίγω στα γρήγορα τα μηναία του Ιουλίου και διαβάζω στο Συναξαριστή μνήμες Αγίων της ημέρας. Βλέπω με θαυμασμό. τη αυτή ημέρα μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Θεοδότης (29 Ιουλίου). Η χαρά μου δεν περιγράφεται που η Θεία Χάρις με αξίωσε να γνωρίσω μια άγνωστη για εμένα Αγία, αλλά και την μακαριότητα αυτής και πάντων των Αγίων…….. Δι΄ αυτό ας κάνουμε υπομονή στις δοκιμασίες της ζωής. Ας περιφρονήσουμε τα πρόσκαιρα και φθαρτά αγαθά, και ας έχουμε βεβαίαν την ελπίδα στην κληρονομία των μελλόντων αγαθών, τα οποία μάτι δεν γνώρισε και αυτί δεν άκουσε στον παρόντα κόσμο.
ΠΗΓΗ : ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΞΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΕΝΑΡΕΤΟΥ ΚΛΗΡΙΚΟΥ, «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», Τευχ. 38-39, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1990, σ. 109 κ.ε.

ΤΙΣ ΑΣΘΕΝΕΙ ΚΑΙ ΟΥΚ ΑΣΘΕΝΩ;



 Η γιορτή των Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου αποτελεί μία σπουδαία πνευματική ευκαιρία υπενθύμισης  στον καθέναν μας τι σημαίνει να είναι κάποιος ηγέτης στη ζωή της Εκκλησίας. Ο λόγος του Παύλου στην Β’ προς Κορινθίους επιστολή του θέτει το μέτρο της αποστολικότητας, αλλά και της ηγετικής αποστολής, στην οποία καλείται ο κάθε χριστιανός να προβληματιστεί, πολύ ψηλά. Γιατί δεν είναι μόνο το αποστολικό αξίωμα καθαυτό, το οποίο περιγράφεται στα λόγια του Παύλου, αλλά και η όλη χριστιανική παρουσία μέσα στον κόσμο, η ιδιότητα του χριστιανού η οποία αποτυπώνεται στην διακονία των Αποστόλων.
«Τις ασθενεί και ουκ ασθενώ;» (Β’ Κορ. 11, 29) αναρωτιέται ο Παύλος. Απόστολος σημαίνει αυτός που δεν έχει ως κέντρο της ζωής και της ύπαρξής του τον εαυτό του, αλλά τον πλησίον του, τον κάθε πλησίον. Ο ηγέτης δεν λειτουργεί αυτοαναφορικά, αλλά πραγματοποιεί μία συνεχής έξοδο στον συνάνθρωπο, η οποία πηγάζει από την σχέση του με τον Χριστό και από την μίμηση προς τον Κύριο. Όπως ο Χριστός εκένωσε τον εαυτό του και έδειξε την συγκατάβαση προς τους ανθρώπους εξερχόμενος από το να είναι μόνο Θεός, όπως ήταν η φύση Του και προσλαμβάνοντας και το ανθρώπινο, με μόνη αιτία της κίνησης αυτής την αγάπη, έτσι και ο Απόστολος των Εθνών δείχνει ότι τα χαρακτηριστικά του ηγέτη εν τη Εκκλησία είναι η κένωση, η συγκατάβαση και την ίδια στιγμή μία συνεχής έξοδος από τον εαυτό, όχι για να προσλάβει την ανθρώπινη φύση, διότι ο ηγέτης δεν είναι θεός, αλλά είναι άνθρωπος, αλλά για να προσλάβει τις ασθένειες των άλλων ανθρώπων, να αναλάβει όσο το δυνατόν το σταυρό τους και να αναφερθεί λόγοις και προσευχαίς στο Χριστό γι’ αυτούς και την ίδια στιγμή να αναφέρει τον Χριστό προς εκείνους ως την μόνη θεραπεία για την κάθε ανθρώπινη ασθένεια. Σημείο της εξόδου η πρόσληψη, όχι των χαρισμάτων των άλλων, αλλά των ασθενειών, των αμαρτιών, των αδυναμιών. Ο ηγέτης υποφέρει για τα πάθη των άλλων. Ο ηγέτης αγωνίζεται για την θεραπεία τους. Ο ηγέτης συμπάσχει μαζί τους. Το ίδιο όμως και ο κάθε χριστιανός. Καλείται εκ της χριστιανικής του ιδιότητας και εκ της σχέσεώς του με το Χριστό να πραγματοποιεί μία συνεχή έξοδο από τον εαυτό του και την ίδια στιγμή να συνυπάρχει, να συμπάσχει, να συνασθενεί με τους άλλους.
Ο Παύλος δείχνει ότι και ο ίδιος αισθάνεται τον εαυτό του ασθενή. Αυτό σημαίνει ότι δεν τον ανεβάζει ψηλά, λόγω του αξιώματος και της αποστολής του, λόγω της κλήσης του από τον ίδιο το Χριστό και λόγω της τιμής και του σεβασμού που απολαμβάνει από τους χριστιανούς και την Εκκλησία. Η μόνη καύχησή του είναι οι ασθένειές του (Β’ Κορ. 12, 5). Αυτό σημαίνει ότι έχει επίγνωση πως όσο ανεβαίνει κανείς ψηλά στη ζωή της Εκκλησίας, τόσο περισσότερο καλείται να βιώνει την υψοποιό ταπείνωση. Ηγέτης δεν είναι αυτός που επαίρεται, αλλά ο ταπεινός. Ηγέτης είναι αυτός που έχει επίγνωση των αδυναμιών του. Που κατανοεί ότι σε σχέση με τον Δωρεοδότη Χριστό δεν μπορεί να καυχηθεί για τίποτε, ενώ ό,τι έχει λάβει από τους ανθρώπους δεν είναι αποτέλεσμα του τι δικαιούται, αλλά του τι ο Χριστός επιτρέπει να έχει. Έτσι το μόνο αυθεντικό που βρίσκεται επάνω του, το μόνο αληθινά δικό του, η μόνη περιουσία του είναι οι ασθένειες, οι αμαρτίες, οι αδυναμίες, η φθορά, οι ήττες του. Και αυτό ακριβώς τον καθιστά αληθινό ηγέτη. Ότι έχει μέτρο σύγκρισης και αυτογνωσία. Και την ίδια στιγμή γνωρίζει πού να στραφεί για οποιοδήποτε έργο, διδασκαλία, στόχο εκκλησιαστικό και πνευματικό. Το ίδιο και ο κάθε χριστιανός. Καλείται να βλέπει αληθινά τον εαυτό του και να λειτουργεί με ταπείνωση. Να κατανοεί ότι η μόνη του περιουσία είναι οι ασθένειές του και την ίδια στιγμή η αγάπη του Θεού, ο Οποίος, δια Χριστού, συγχωρεί, θεραπεύει και αναπληρώνει.
Την ίδια στιγμή ο Παύλος αφήνει να διαφαίνεται και μία άλλη διάσταση στην ασθένεια: «ποιανού η πίστη ασθενεί και δεν ασθενώ κι εγώ;». Δεν μένει μόνο στην αμαρτία, την ήττα, την φθορά από το κακό και τις δοκιμασίες. Ο Παύλος μιλά και για την ασθένεια της πίστης, την ολιγοπιστία, τον κλονισμό από τις δυσκολίες της ζωής, την αμφιβολία, την αίσθηση ότι ο Θεός δεν ακούει τους ανθρώπινους καημούς.  Ο Παύλος προσπάθησε να βλέπει στη ζωή του τι σκανδάλιζε τους άλλους και τι απειλούσε να γίνει πρόσκομμα στη σωτηρία τους. Και γι’ αυτό   τονίζει ότι πονά για την ανθρώπινη ολιγοπιστία. Η αδυναμία του ανθρώπου να ερμηνεύσει τι θέλει πραγματικά ο Θεός από αυτόν, αλλά και η συμπεριφορά των άλλων, των υπεύθυνων, των ηγετών που μπορούσε να αποτελέσει πρόφαση ή επιχείρημα, γίνεται πόνος για τον Απόστολο των Εθνών. Όμως αυτός ο πόνος δεν είναι μία παθητική διεργασία. Με όλη του τη ζωή ο Παύλος απέδειξε ότι αγωνίστηκε να στερεωθεί η πίστη των ανθρώπων, να τους παρηγορήσει, να μην επιτρέψει να σχηματιστεί μώμος εναντίον της Αλήθειας, ακόμη κι αν χρειάστηκε να θυσιάσει τα όσα δικαιούνταν, πολλές φορές και τα αυτονόητα. Γι’ αυτό εργάστηκε με τα χέρια του, παραιτήθηκε από το δικαίωμά του να «φάει κρέας», έγινε «τα πάντα τοις πάσι» και θα επιθυμούσε να γίνει ακόμη και «ανάθεμα υπέρ των αδελφών του», μόνο και μόνο για να στερεωθεί η πίστη τους. Έτσι καλούμαστε κι εμείς να πορευτούμε στη ζωή μας. Να έχουμε υπόψιν τι δυσκολεύει τους άλλους, να προσπαθούμε να στερεώσουμε την πίστη τους στο Θεό, με την προσευχή, τα λόγια, την υπομονή, την θυσία των δικαιωμάτων μας. 
Αντίστοιχος υπήρξε και ο δρόμος του αποστόλου Πέτρου. Αυτοί οι δρόμοι δεν θα είχαν νόημα αν δεν υπήρχε η ζωντανή σχέση με το Χριστό, η διαρκής επιβεβαίωση της κλήσης τους από Εκείνον και η συνάντηση μαζί Του και με τους άλλους χριστιανούς στη ζωή της Εκκλησίας. Μία τέτοια αποστολική ζωή μπορεί να φαντάζει αδιανόητη για την εποχή μας, όπου συνήθως αποφεύγουμε να μοιραστούμε με τους άλλους τις δυσκολίες και λειτουργούμε εγωκεντρικά αποστασιοποιημένοι, ενώ την ίδια στιγμή επαιρόμεθα γι’ αυτά που έχουμε και αποκρύπτουμε τα σφάλματά μας, χωρίς να ενδιαφερόμαστε για το πόσο πιστεύουν οι άλλοι στο Χριστό και τι τους εμποδίζει, κάποτε και από την δική μας ζωή. Τον αποστολικό όμως δρόμο προβάλλει η Εκκλησία και ζητά από όλους μας συμπόρευση επί τοις ίχνεσιν αυτών. Ας εντρυφούμε λοιπόν σ’ αυτή την πορεία και ας αναζητούμε ηγέτες όχι μόνο εκκλησιαστικούς, αλλά και σε κάθε θεσμό που να έχουν αυτά τα αποστολικά χαρακτηριστικά και την ίδια στιγμή ο καθένας μας, με τον τρόπο του, ας βάζει το δικό του λιθαράκι στο οικοδόμημα της Εκκλησίας και στη σχέση με τον πλησίον, μιμούμενος το αγιόλεκτον ζεύγος των Πρωτοκορυφαίων.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...