Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΒΡΑΔΥ - ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ



«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».
Ὀκτώ αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου τό προφητικό ὄμμα τοῦ Ἡσαΐου βλέπει τόν Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ, καί ἡ θεοκίνητη γλῶσσα του περιγράφει μέ συγκλονιστικό τρόπο αὐτό πού τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν.

«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Τόν εἴδαμε καί ἡ μορφή του δέν εἶχε κάλλος, ἀλλά εἶχε ἐμφανῆ τά σημάδια τῆς ἀτιμώσεως καί τῆς περιφρονήσεως τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὄντως ἔτσι συνέβη. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ γιά νά σώσει τόν ἄνθρω­πο. Ἦλθε ἀπό ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία καί ἀντιμετώπισε τήν ἄρνηση καί τό μίσος. Ἐκεῖνος εὐεργέτησε τούς ἀνθρώπους, καί ἐκεῖνοι τοῦ προσέφεραν «ἀντί τοῦ μάνα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Προτίμησαν νά ὁδηγή­σουν τόν Χριστό στόν Σταυρό, στόν πιό ἐπώδυνο καί ἀτιμωτικό θά­νατο, ἀντί τοῦ Βαραββᾶ. Προτίμησαν νά δοῦν ἐξουθενωμένο νά σηκώνει τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου Ἐκεῖνον πού θεράπευσε τίς ἀσθένειες καί ἀνέ­στησε τούς νεκρούς τους. Προτίμησαν νά δοῦν μέ ἀλλοιωμένη τή μορφή του ἀπό τόν πόνο Ἐκεῖνον πού ἤθελε νά ἀποκαταστήσει τήν ἀλλοιωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία δική τους μορφή καί ψυχή.
Καί ὅμως Αὐτός πού δέν ἔχει «εἶδος», πού δέν ἔχει «κάλλος», Αὐτός πού σήκωσε χθές τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί ἀνέβηκε καρτερικά στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, Αὐτός πού ὑπέμεινε τήν ὀδύνη καί τήν ταπείνωση τῆς Σταυρώσεως καί πρόλαβε ἐπάνω στόν Σταυρό νά ἀνοίξει μέ ἕνα «μνή­σθη­τι» τήν πύλη τοῦ Παραδείσου στόν εὐγνώμονα ληστή, Αὐτός τοῦ ὁποίου τό νεκρό σῶμα θά δοῦμε σέ λίγο νά κατεβάζει ἀπό τόν Σταυρό ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, γιά νά προσφέρει τήν ὀφειλόμενη τιμή στόν ἀτιμασθένα ἀπό τήν κακία τῶν ἀνθρώπων Θεάνθρωπο, δέν θά παραμείνει ἐπί πολύ χω­ρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλ­λος». Θά ἀναστεῖ «καί αὖθις ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος» καί θά συναναστήσει μαζί του ὅσους δέν πίστευσαν ὅτι ὁ Σταυρός καί ὁ θάνατος θά τόν νικήσει καί θά τόν ἐξαφανίσει. Θά συναναστήσει μαζί του ὅσους θά πιστεύσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί δέν θά ἐπηρεασθοῦν ἀπό τήν προ­σωρινή ἀλλοίωση τῆς μορφῆς του καί τήν ἀτιμωτική συμπεριφορά τῶν ἐχθρῶν του.
«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».
Οἱ λόγοι τοῦ προφήτου Ἡσαΐα θά μποροῦσαν νά ἐπαναληφθοῦν, ἀδελ­φοί μου, καί σήμερα. Γιατί εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού κακοποιοῦν τή μορφή τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἐπιχειροῦν νά τήν παραμορφώ­σουν, νά τήν ἐξευτελίσουν, νά τήν ἀτιμάσουν, εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον του εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁ Χριστός ὀνό­μασε ἀδελφούς του. Καί εἶναι πολλοί οἱ τρόποι πού χρησιμοποιοῦν. Εἶναι ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεώς του καί τῆς θυσίας του ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀληθείας τῆς διδασκαλίας του μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι εἶναι ξεπερασμένη καί δέν ἰσχύει πλέον. Εἶναι ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῆς παναγίας μορφῆς του μέ λόγους καί πράξεις, μέ συκο­φα­ντίες καί βλασφημίες.
Συγχρόνως ὅμως εἶναι καί ἡ προσβολή καί ἡ βεβή­λωση τῶν εἰκόνων του, τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀδιαφορία γι᾽ αὐτούς καί γιά τή ζωή τους. Οἱ πό­λεμοι πού τούς καταστρέφουν, οἱ ταλαιπωρίες καί τά μαρτύρια ἐξαιτίας τῆς πίστεώς τους, ἡ ἐξαθλίωση πού τούς δημιουργεῖ ἡ ἀνέχεια καί ἡ προσφυγιά, ὅλα ὅσα προσβάλλουν καί παραμορφώνουν τό ἀνθρώπινο πρό­σωπο, στερώντας του τήν ἐλευθερία καί τή δυνατότητα νά ἔχει μέλλον καί προοπτική.
Ὅλοι ὅμως αὐτοί, οἱ ὁποῖοι σάν τούς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ νομίζουν πώς μποροῦν καί πάλι νά τόν θανατώσουν καί νά τόν ἐξαφα­νίσουν γιά νά μήν εἶναι ἐμπόδιο στά ἄνομα σχέδιά τους, πλανῶνται, ἀδελ­φοί μου. Γιατί μπορεῖ ὁ Χριστός ἤ οἱ ἀδελφοί του νά βρίσκονται προσω­ρινά χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος», νά δοκιμάζονται καί νά ἀτιμά­ζο­νται, νά ὑποφέρουν καί νά διασύρονται, νά ταλαιπωροῦνται καί νά συκο­φαντοῦνται, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι μόνιμο· γιατί ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί γι᾽ αὐτούς. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους ὑποφέρουν. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους διώκονται καί πονοῦν, γιά ὅσους ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τούς ἔχουν ἀλλοιώσει τό «εἶδος» καί ἐξαφανίσει τό «κάλλος». Σταυρώθηκε γιά νά ἄρει καί τόν δικό τους πόνο καί τόν δικό μας πόνο. Γιά νά τόν νεκρώσει καί νά τόν θανατώσει γιά πάντα, ἀναγεννώντας τή μορφή μας καί τήν ὕπαρξή μας μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή του.
Μία προϋπόθεση μόνο ὑπάρχει, ἀδελφοί μου. Νά τόν ἀναγνωρίσουμε ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή μας. Νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τόν Σταυρό του ὄχι σάν τούς στρατιῶτες, ἀλλά εὐλαβικά σάν τόν ἠγαπημένο μαθητή του, τόν Ἰωάννη, σάν τόν Ἰωσήφ καί τόν Νικόδημο, σάν τίς Μυροφόρες, σάν τόν εὐγνώμονα ληστή καί νά τόν παρακαλέσουμε νά ἀξιώσει καί ἐμᾶς τῆς Ἀνα­στάσεώς του καί τῆς βασιλείας του.

Διάπυρος πρός τόν δι᾽ ἡμᾶς Σταυρωθέντα Κύριον εὐχέτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων

Τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή – Πατρ. Χρήστου Παπαχρήστου «Τα Πάθη τα σεπτά», Υμνολογική εκλογή.

Τα Πάθη τα σεπτά!
Με την Μεγάλη εβδομάδα, μπήκαμε ήδη στην καρδιά της Πνευματικώτερης Περιόδου του Εκκλησιαστικού μας έτους, είμαστε πλέον, θα μπορούσαμε να πούμε, στην καρδιά όλου του εκκλησιαστικού έτους .
Όλη η Περίοδος του Τριωδίου που αρχίζει την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, και τελειώνει το Μ. Σάββατο, έχει κορωνίδα την Μ. Εβδομάδα, την Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου μας.
Τα Πάθη του Κυρίου μας, δεν αρχίζουν την ημέρα που αρχίζουν τα φρικτά Του βασανιστήρια, αλλά όλη η επίγειος ζωή του είναι ένα Πάθος .
Α΄
Από τη στιγμή που εκκένωσε Εαυτόν «μορφήν δούλου λαβών» (Φ.λ. β΄ 7) αρχίζει η προσφορά της Θυσίας Του.
Βηθλεέμ … Αίγυπτος … Ναζαρέτ … «Ούκ είχε πού την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. η΄ 20) .
Θυσία … η φρικτή αγωνία της Γεθσημανή, οι εξευτελισμοί … αρχόντων και λαού, ραπίσματα, το φοβερό φραγγέλωμα.
Ερώτ.: Τί ήταν το φραγγέλωμα ;
Απάντ.: Εγύμνωναν τον κατάδικο, τον έδεναν σε πάσαλο. ΄Επαιρνε ο δήμιος το φραγγέλιον = ένα ξύλο, που στην άκρη είχε λουριά με δεμένα μολύβια ή οστά ανθρώπου . Και με αυτό κτυπούσαν τον κατάδικο, μέχρι θανάτου. Με τα πρώτα κτυπήματα, έφευγε το δέρμα και φαινόταν η διάταξη των μελών και των τενόντων. Ο κατάδικος έχανε την όψη του. Έτσι κτύπησαν τον Κύριον .
Θυσία, ο ακάνθινος Στέφανος και όλη η ψυχική και σωματική
ταλαιπωρία των προηγουμένων ωρών. Στο Σταυρό, σταλαγματιά – σταλαγματιά το αίμα Του … Όλες τις αμαρτίες επάνω Του …
Ο αναμάρτητος = όλος αμαρτία … «τον μή γνόντα αμαρτίαν υπέρ ημών αμαρτία εποίησεν, ίνα ημείς γενόμεθα δικαιοσύνη Θεού εν αυτώ» (Β΄ Κορ. ε΄ 21). Πήρε επάνω του, όλου του ανθρωπίνου γένους τας αμαρτίας .
Έτσι ο αθώος, εξ αιτίας μας, έγινε ο μεγάλος ένοχος και υπόδικος εμπρός στη Θεία Δικαιοσύνη .
Τιμωρήθηκε για μας, εκείνος .
Ερώτ.: Ποια ήταν η κατ΄ εξοχήν τιμωρία του Κυρίου ;
Απάντ.: Τιμωρία όχι μόνον ο Σταυρός, ο Θάνατος … οι πόνοι .. στο Σταυρό … Ήταν η εγκατάλειψη εκ μέρους του Πατρός και η τιμωρία της Θείας Δικαιοσύνης, που ξέσπασε επάνω Του .
Τι σημαίνουν, αυτές οι δύο φράσεις, δεν μπορεί καμμιά διάνοια να εννοήση . Και αν δεν μας τις απεκάλυπτε η Αγία Γραφή θα ήταν αδύνατο να τις φαντασθούμε. Ο Αναμάρτητος και Άγιος θα γινόταν κατάρα . «Ο εν κόλποις του Πατρός προαιωνίως ανακείμενος» θα εγκαταλειπόταν από τον Πατέρα. «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του Νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ. γ΄ 13). Και ο ίδιος ο Κύριος, καθώς κρεμόταν από τον Σταυρό, όταν έφθασε εκείνη η ώρα, αφήκε να ξεφύγη από το πικραμένο στόμα Του η σπαρακτική κραυγή : «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες» (Ματθ. κζ΄ 46).
Ούτε για τους αφόρητους πόνους, ούτε για τις αδιάντροπες βρισιές και ειρωνείες, ούτε για την άλλη απερίγραπτη οδύνη του Σταυρού, παραπονέθηκε ο Κύριος. Παραπονέθηκε μόνο για την εγκατάλειψη του ουράνιου Πατρός .
Αυτή η εγκατάλειψις έπρεπε να ήταν πολύ φρικτή, απερίγραπτα
οδυνηρότερη από όλους μαζί τους πόνους της Σταυρώσεως, η υψίστη τιμωρία της Θείας Δικαιοσύνης.
Αυτό το αφάνταστα πικρό, ψυχικό μαρτύριο είχε ολοκάθαρα ενώπιόν Του ο Κύριος, ως Παντογνώστης, εκεί στη Γεθσημανή και έπεσε σε απερίγραπτη αγωνία, ενώ έτρεχε σαν ποτάμι ο ιδρώτας «ωσεί θρόμβοι αίματος» έλουζε το άχραντο σώμα Του και πότιζε τη Γή.
Γι΄ αυτό γονατιστός και πρηνής παρακαλούσε εναγώνια τον Πατέρα, ενώ ολόθερμα δάκρυα έτρεχαν από τα πάναγνα μάτια Του λέγοντας : «Πάτερ μου, ει δυνατόν εστί, παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο» (Ματθ. ηστ΄ 39), «αββά ο Πατήρ, πάντα δύνασαι, παρένεγκε το ποτήριον απ΄ εμού τούτο» (Μάρκ. ιδ΄ 36) .
Με τον τρόπον αυτόν και μόνον «πληρώθηκε πάσα δικαιοσύνη» εκ μέρους του Αγίου των Αγίων, δόθηκε η Μεγάλη Θυσία, για να βρούμε εμείς τη λύτρωση. Το πανάχραντο Αίμα του Αγιωτάτου αυτού Θύματος, είναι το λύτρον της ψυχής μας, η απαλλαγή μας από την αιώνια καταδίκη, η ανάστασή μας από το θάνατο, η εξαγορά μας από την κατάρα, η πληρωμή του βαρυτάτου χρέους μας. «Ελυτρώθημεν τιμίω, αίματι ως αμώμου και ασπίλου Χριστού» (Α΄ Πέτρ. α΄ 19).
Ο Ιωάννης Χρυσόστομος, γεμάτος από βαθιά ευλάβεια, γράφει ότι ο Θεός Πατήρ «τον μή γνόντα αμαρτίαν, τον αυτοδικαιοσύνην όντα, ως αμαρτωλόν αφήκεν αποθανείν», για να κάμη τους αμαρτωλούς δικαίους.
Και ταύτα επί Ποντίου Πιλάτου, ο οποίος παρά την προσπάθεια μερικών να διαγράψουν ή να μετριάσουν την ευθύνην του, φέρει βαρυτάτην την ευθύνην, διότι ως πανίσχυρος αυτός δικαστής και γνωρίζοντας άριστα την πλήρη αθωότητα του Κυρίου, αλλά και την μοχθηρία και κυνικότητα των αρχόντων του Ισραήλ αρνήθηκε να αποδώσει δικαιοσύνην.
Και έγινε έτσι και αυτός συνεργός στο μεγαλύτερο έγκλημα των αιώνων .
Β΄
Θεοφώτιστοι άνδρες της Π. Διαθήκης, οι προφήτες, περιέγραψαν την θανατική καταδίκη του Κυρίου μας, το φρικτό Σταυρικό Θάνατό Του, καθώς και όλα τα δραματικά γεγονότα που προηγήθηκαν της Σταυρώσεως , με ζωηρά χρώματα, με δύναμη και παραστατικότητα τόση, σαν να ήταν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες των γεγονότων που πολύ αργότερα πραγματοποιήθηκαν .
Επιλεκτικά θα σημειώσουμε μερικές περικοπές . Ο Προφήτης και Ψαλμωδός Δαβίδ στον ξη΄ ψαλμό , στίχ. 2 – 16 προλέγει ότι η αθώα και αγνή ψυχή του Κυρίου μας, θα κυριευόταν από θλίψη και θα ξεσπούσε σε θερμή ικεσία προς τον πατέρα.
Να πώς το περιγράφει :
«Σώσον με, ο Θεός, ότι εισήλθοσαν ύδατα έως ψυχής μου (σώσε με, ώ Θεέ μου. τα κύματα των θλίψεων κατακλύζουν την ψυχή μου). Απειλούν και αυτή ακόμη την ζωή μου. Έχω χωθεί στη λάσπη του βυθού κάτω από την οποία δεν υπάρχει στερεός πυθμένας . Μοιάζω ως εάν έχω βυθισθεί στα βάθη της θαλάσσης, ως εάν φοβερά καταιγίδα να με καταπόντισε στο πέλαγος. Απόκαμα να φωνάζω προς Σέ δυνατά. Ο λάρυγγάς μου βράχνιασε, τα μάτια μου προσηλωμένα προς Σε τον Θεό μου, έχασαν το φώς τους, διότι έχασαν την ελπίδα βοηθείας. Εκείνοι πού με μισούν χωρίς καμία αιτία και αφορμή, επληθύνθησαν περισσότερο από τις τρίχες της κεφαλής μου. Έγιναν πολλοί ισχυροί οι εχθροί μου». Και με το ίδιο πνεύμα συνεχίζει ο Ψαλμωδός μέχρι τον στίχο 16 αυτού του ψαλμού.
Ποιά ποτέ ανθρώπινη πένα και ποιά γλώσσα θα μπορούσε να περιγράψη τόσο παραστατικά το τραγικό μαρτύριο της Γεθσημανή ; Ο Προφήτης όμως είχε το Πνεύμα το ΄Αγιο πού τον ενέπνεε, ώστε να ζωγραφίζη με τόση ζωντάνια την αγωνία της Γεθσημανή.
Γεμάτος έκπληξη και οδύνη μπροστά στο φρικτό μαρτύριο του Κυρίου, ο Προφήτης Ησαΐας θρηνολογεί: «Ούκ έστιν είδος αυτώ (δεν υπάρχει ωραιότητα σ΄ αυτόν) ουδέ δόξα . και είδομεν αυτόν, και ούκ είχεν είδος ουδέ κάλλος . αλλά το είδος αυτού άτιμον (άδοξον, παραμορφωμένο, άσχημο) και εκλείπον παρά πάντας τους υιούς των ανθρώπων» (Ησ. νγ΄ 2-3).
Μεγάλη εντύπωση κάνει στον προφήτη Ησαΐα, που για τις λεπτομέρειες των προρρήσεών του ονομάστηκε «πέμπτος Ευαγγελιστής», η υπομονή και εγκαρτέρηση του Μεσσίου. Η σιωπή με την οποία δέχεται το μαρτύριο. Ούτε μια φωνή διαμαρτυρίας : «Και αυτός δια το κεκακώσθαι ούκ ανοίγει το στόμα αυτού . ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος, ούτως ούκ ανοίγει το στόμα» (Ησ. νγ΄ 7).
Όπως στον κήπο της Γεθσημανή, έτσι και ανάμεσα στους μοχθηρούς ανθρώπους θα έμενε μόνος. Και ο προφήτης παρουσιάζει τον Κύριο να λέει: «Όπου και αν στραφή η ψυχή μου, δεν περιμένει τίποτα άλλο παρά βρισιές και ταλαιπωρίες. Μέσα στον πόνο μου περίμενα κάποιον να με συμπονέση και δεν φάνηκε κανείς. Αναζήτησα κάποιους να με παρηγορήσουν, και δεν παρουσιάστηκε ούτε ένας» (Ψαλμ. ξη΄ 21).
Μόνος, κατάμονος, λοιπόν, θα σήκωνε το βαρύ φορτίο του θανάτου ο Κύριος .
Ο Προφήτης Ησαΐας πάλι, ενώπιον αυτής της Θυσίας διερωτάται : Γιατί υποφέρει τόσο σκληρά ο δίκαιος αυτός επάνω στο Σταυρό ; Και δίνει ο ίδιος την απάντηση : «Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται, και ημείς ελογισάμεθα αυτόν είναι εν πόνω και εν πληγή υπό Θεού και εν κακώσει. Αυτός ετραυματίσθη δια τας αμαρτίας ημών … Αίρεται από της γης η ζωή αυτού, από των ανομιών του λαού μου ήχθη εις θάνατον». Και προσθέτει ο προφήτης ότι η σωτηρία μας είναι ανεκτίμητος καρπός της μεγάλης αυτής θυσίας, «τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν».Ο Θεός παρέδωκε αυτόν στο σταυρικό θάνατο, για να ελευθερώση εμάς από τις αμαρτίες (Ησ. νγ΄ 1-8).
Τη φρικτή αυτή αδικία που έκαναν οι άνθρωποι εις βάρος του Λυτρωτή, ο ήλιος δεν μπορούσε να την βαστάξη. ΄Εκρυψε τις ακτίνες του, βυθίστηκε στο σκοτάδι και άπλωσε ένα κατασκότεινο πέπλο στην αμαρτωλή γή. Αυτό περιγράφει ο Προφήτης Αμώς : «Και έσται εν τη ημέρα εκείνη… και δύσεται ο ήλιος μεσημβρίας, συσκοτάσει επί της γης εν ημέρα το φως» (Αμώς η΄ 9).
Και ενώ τραγικός και καταφρονεμένος θα ήταν ο θάνατος του Κυρίου, ο ενταφιασμός εντούτοις θα ήταν ειρηνικός, μεγαλοπρεπής, σαν σε «ένδοξο βασιλέα». Ο Προφήτης Ησαΐας προείπε πάλι ότι ενώ «από προσώ-που αδικίας ήρται ο δίκαιος», δηλαδή εξαιτίας των ξένων αμαρτιών θανατώθηκε ο Δίκαιος, εν τούτοις «έσται εν ειρήνη η ταφή αυτού» (Ησ. νζ΄ 1,2).
Γ΄
Έτσι και έγινε «ήλθεν, οψίας γενομένης» όταν δεν είχε καλοβραδυάσει, ήλθε στον Γολγοθά ο Ιωσήφ και βουλευτής, και είδε τον θάνατο του Ιησού. Ήταν μαθητής του Ιησού κεκρυμμένος δια τον φόβον των Ιουδαίων. Αφού συνεννοήθηκε με τις μαθήτριες και τους μαθητάς του Κυρίου, για να ετοιμάσουν τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον», «και ητήσατο το σώμα του Ιησού», «ο δε Πιλάτος εθαύμασε εί ήδη τέθνηκε».
Αφού συνεννοήθηκε με τον Κεντυρίωνα (Εκατόνταρχο) και βεβαιώθηκε για το θάνατο του Ιησού «εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ».
Ο Ιωσήφ «ήλθεν και ήρε το σώμα του Ιησού». Μαζί με τον Ιωσήφ και ο Νικόδημος, κρυφός και αυτός μαθητής του Κυρίου, ο οποίος έφερε «μίγμα σμύρνης και αλόης ως λίτρας εκατόν» δηλ. 32 κιλά αρώματα.
Πήραν το Σώμα, του Ιησού, το τύλιξαν σε καθαρό σεντόνι, που είχε αγοράσει ο Ιωσήφ. Ακολούθως έσπευσαν και έδεσαν το ΄Αγιο Σώμα με τα οθόνια, τα οποία βούτηξαν στα αρώματα, όπως ήταν συνήθεια στους Ιουδαίους να ενταφιάζουν τους νεκρούς.
Η ταφή έγινε στον Οικογενειακό Τάφο του Ιωσήφ, στον οποίον ουδείς είχε ταφή. Ο τάφος ήταν λαξευμένος επί του βράχου, και ασφαλώς έγινε η ταφή σ΄ αυτόν τον τάφο, κατά Θείαν Οικονομίαν, ώστε να είναι αδύνατος η κλοπή. Διότι δεν ήταν δυνατόν να γίνη όπισθεν ή υπογείως, παρά διά της θύρας, η οποία εφράσσετο υπό λίθου, και εφρουρείτο υπό των στρατιωτών.
«΄Ην δε εν τω τόπω ου εσταυρώθη κήπος, και εν τω κήπω μνημείον καινόν, εν ώ ουδέπω ουδείς ετέθη».
Δηλαδή. Υπήρξε πλησίον του τόπου όπου εσταυρώθη, ο Ιησούς, σε απόσταση 40 περίπου μέτρων, ένας κήπος, ο οποίος ανήκε στον Ιωσήφ. Εκεί είχε λαξευθή ο τάφος στον οποίον ετάφη ο Κύριος .
Αγαπητοί μου.
Και εφέτος θα εορτάσωμε την Μ. Εβδομάδα και το ΄Αγιον Πάσχα.
Ένας ύμνος της Μ. Εβδομάδος λέει : «Μη ως Ιουδαίοι εορτάσωμεν το Πάσχα …» . Οι Εβραίοι τότε γιόρτασαν το Πάσχα τους, με χέρια βουτηγμένα στο Αίμα του Χριστού μας, πού εσταύρωσαν …
Εμείς, ας μη κάνωμε εφέτος ένα τέτοιο Πάσχα … Πώς το Πάσχα μας, θα είναι ΄Αγιο και Πνευματικό, πώς θα είναι ευλογημένο ;
Με νηστεία και Προσευχή. Με την συχνή, κάθε ημέρα παρακολούθηση των Ιερών Ακολουθιών. Με σιωπή και περισυλλογή. Με μελέτη και συμμετοχή στα ζωοπάροχα Μυστήρια, της εξομολογήσεως και της Θείας Ευχαριστίας. Ενθυμούμενοι τα Πάθη του Κυρίου, τα οποία για μας υπέφερε , να αισθανώμαστε αιώνια Ευγνωμοσύνη, και να αγωνιζόμαστε, να μη Τον λυπούμε με τις αμαρτίες μας .
Έτσι, με τη Χάρη Του, θα περάσουμε μια Αγία Μεγάλη Εβδομάδα και θα ζήσουμε ένα Πνευματικό, Χαρούμενο
΄Αγιον Πάσχα
Σού το εύχομαι
αδελφέ μου !
Κείμενον του πρωτοπρεσβυτέρου, Πατρός,
Χρήστου Παπαχρήστου.
Υμνολογική εκλογή.
Κοντάκιον Ήχος πλ. δ”
Τόν δι” ημάς Σταυρωθέντα, δεύτε πάντες υμνήσωμεν, αυτόν γάρ κατείδε Μαρία επί τού ξύλου, καί έλεγεν. Ει καί σταυρόν υπομένεις, σύ υπάρχεις ο Υιός καί Θεός μου.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Τον Χριστό, που για μας σταυρώθηκε και υπέμεινε τον θάνατο του σταυρού, όλοι μαζί ας υμνήσουμε. Αυτόν είδε πάνω στο σταυρό η Παναγία Θεοτόκος Μαρία και έλεγε: Αν και υπομένεις τον θάνατο του σταυρού, Εσύ είσαι και θα είσαι ο Υιός και Θεός μου.
Ο Οίκος
Τόν ίδιον Άρνα, η αμνάς θεωρούσα πρός σφαγήν ελκόμενον, ηκολούθει Μαρία, τρυχομένη μεθ” ετέρων γυναικών, ταύτα βοώσα. Πού πορεύη Τέκνον, τίνος χάριν, τόν ταχύν δρόμον τελείς; μή έτερος γάμος πάλιν εστίν εν Κανά; κακεί νύν σπεύδεις, ίν εξ ύδατος αυτοίς οίνον ποιήσης; συνέλθω σοι Τέκνον, ή μείνω σοι μάλλον, δός μοι λόγον Λόγε, μή σιγών παρέλθης με, ο αγνήν τηρήσας με, σύ γάρ υπάρχεις ο Υιός καί Θεός μου.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Βλέποντας το δικό της προβατο, τον Χριστό, η αμνάς, δηλαδή η Παναγία, να Τον σέρνουν προς την σφαγή, δηλαδή τον θάνατο του σταυρού, Τον ακολουθούσε μαζί με άλλες γυναίκες θρηνώντας και λέγοντας: Πού πηγαίνεις, παιδί μου? Για χάρη ποιού διανύεις αυτόν τον γρήγορο δρόμο? Μήπως άλλος γάμος γίνεται στην Κανά και εκεί τώρα τρέχεις, για να κάνεις πάλι για χάρη τους το νερό κρασί? Ναέλθω μάζί Σου, παιδί μου ή να μείνω εδώ? Πες μου ένα λόγο, παιδί μου, Εσύ που είσαι ο Λόγος του Θεού. Μη περάσεις μπροστά μου σιωπηλός χωρίς να μου πεις ένα λόγο. Εσί είσαι που με διατήρησες αγνη. Κι αν ακόμη υπομένεις τον θάνατο του σταυρού, Εσύ είσαι ο Υιός και Θεός μου.
Συναξάριον
Τή αγία καί μεγάλη Παρασκευή, τά άγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τού Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν, τούς εμπτυσμούς, τά ραπίσματα, τά κολαφίσματα, τάς ύβρεις, τούς γέλωτας, τήν πορφυράν χλαίναν, τόν κάλαμον, τόν σπόγγον, τό όξος, τούς ήλους, τήν λόγχην, καί πρό πάντων, τόν σταυρόν, καί τόν θάνατον, ά δι” ημάς εκών κατεδέξατο, έτι δέ καί τήν τού ευγνώμονος Ληστού, τού συσταυρωθέντος αυτώ, σωτήριον εν τώ Σταυρώ ομολογίαν.
Στίχοι εις τήν Σταύρωσιν
• Ζών ει Θεός σύ, καί νεκρωθείς εν ξύλω,
• Ω νεκρέ γυμνέ, καί Θεού ζώντος Λόγε.

Έτεροι εις τόν ευγνώμονα Ληστήν
• Κεκλεισμένας ήνοιξε τής Εδέμ πύλας,
• Βαλών ο Ληστής κλείδα τό, Μνήσθητί μου.
Τή υπερφυεί καί περί ημάς παναπείρω σου ευσπλαγχνία, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς.
Αμήν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Κατά την αγία και ΜΕΓΆΛΗ Παρασκευή, επιτελούμε τα άγια και σωτήρια και φρικτά πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτηρος ημών Ιησού Χριστού, δηλαδή τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα χτυπήματα, τις ύβρεις, τα ειρωνικά γέλια, την κόκκινη περιπαικτική χλαμύδα, τον κάλαμο, το σφουγγάρι το βαπτισμένο μέσα σε πικρά υγρά, το ξίδι, τα καρφιά, την λόγχη, που τρύπησε την πλευρά Του, και προ πάντων αυτόν το Σταυρό και τον θάνατο, που με τη θέληση Του υπέμεινε για μας. ΑκόΜη και τη σωτήρια ομολογία του ευγνώμονος και μετανοημένου ληστού, που σταυρώθηκε μαζί Του.
ΣΤΙΧΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΤΑΥΡΩΣΗ
Είσαι ζωντανός Θεός παρά το ότι νεκρώθηκες πάνω στο ξύλο του σταυρού. Είσαι ο Λόγος του Θεού παρά το ότι φαίνεσαι γυμνός νεκρός.
ΣΤΙΧΟΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΓΝΩΜΟΝΑ ΛΗΣΤΗ:
Ο ληστής άνοιξε τις κλεισμένες για την αμαρτία μας πύλες της Εδέμ, βάζοντας για κλειδί: το μμνήσθητί μου.
Ελέησέ μας Κύριε Χριστέ ο Θεός μας, με την
υπερφυσική και αγία Σου ευσπλαχνία.
Αντίφωνον ΙΕ” Ήχος πλ. β”
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι τήν γήν κρεμάσας. (εκ γ”). Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο τών Αγγέλων Βασιλεύς. Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τόν ουρανόν έν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τόν Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη, ο Νυμφίος τής Εκκλησίας. Λόγχη εκεντήθη, ο Υιός τής Παρθένου. Προσκυνούμέν σου τά Πάθη Χριστέ. (εκ γ”). Δείξον ημίν, καί τήν ένδοξόν σου Ανάστασιν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Σήμερα βρίσκεται κρεμασμένος πανω στο ξύλο του σταυρού για τις αμαρτίες μας Αυτός, που κρέμασε και κρατά κρεμασμένη μέσα στα ννερά των ωκεανών τη γη.
Στεφάνι από αγκάθια τοποθετείται περιφρονητικά και βασανιστικά πάνω στο κεφάλι Αυτου, που είναι ο Βασιλιάς των αγγέλων, αντί για βασιλικό διάδημα.
Ενδύουν με ψεύτικη και περιφρονητική πορφύρα
Αυτόν που σκεπάζει και κλείνει με τα σύννεφα τον ουρανό.
Καταδέχθηκε να υποφέρει ράπισμα ααπό τους αμαρτωλούς ανθρώπους Αυτός που με το βάπτισμά Του στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον Αδάμ.
Απλώθηκε εξαντλητικά πάνω στο σταυρό με τα καρφιά, ώστε να είναι ακίνητος, Αυτός που είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας.
Κεντήθηκε στην πλευρά αυτός ΠΟΥ ΕΊΝΑΙ Ο ΥΙΟΣ Της Παρθένου.
Προσκυνούμε τα Αγια Πάθη Σου, Χριστέ. Δείξε και σε μας, αξίωσε μας να δούμε και την ένδοξη Ανάστασή Σου.
Απολυτίκιον Ήχος δ”
Εξηγόρασας ημάς, εκ τής κατάραςτού νόμου, τώ τιμίω σου Αίματι, τώ Σταυρώ προσηλωθείς, καί τή λόγχη κεντηθείς, τήν αθανασίαν επήγασας ανθρώποις. Σωτήρ ημών δόξα σοι.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Με το Τίμιό Σου Αίμα μας εξαγόρασες από την κατάρα του Ιουδαικού νόμου. Επήγασες για τους ανθρώπους την αθανασία, αφού προσηλώθηκες πάνω στο σταυρό και αφου κεντήθηκες με τη λόγχη στην πλευρά Σου. Δόξα σε Σένα, Σωτήρ του κόσμου.
Απόδοση, Θεοδοσίας Μοναχής.

Μεγάλη Πέμπτη βράδυ. Ο Όρθρος της Μεγάλης Παρασκευής ῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽

 ῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽




1.῾Τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ πού ἐπιτελοῦμε τήν ῾Αγία καί Μεγάλη Παρασκευή, ἀποτελοῦν τό ἀποκορύφωμα τῶν ὅλων Παθῶν τοῦ Κυρίου. Διότι ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ἦταν ἕνα Πάθος, ἀπαρχῆς τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο - ἄς θυμηθοῦμε τά γεγονότα τῆς Γεννήσεώς Του -, ἀλλά καί μετέπειτα. Αὐτά πού συντελοῦνται ἑπομένως τίς
τελευταῖες ἡμέρες τῆς ἐπί γῆς ζωῆς Του καί κυρίως ἡ σταυρική Του θυσία ἀποκορυφώνουν τά Πάθη Του. Κι ἀκόμη περισσότερο: ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού τονίζει καί μιά ἄλλη μυστική διάσταση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί μετά τήν ᾽Ανάσταση: τή συνέχεια Αὐτοῦ τοῦ Πάθους μέσα ἀπό τά παθήματα τῶν μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τῶν ἐπιμέρους Χριστιανῶν, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος τελικῶς εἶναι πάντοτε στόν Σταυρό μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. ῾Χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπέρ ὑμῶν καί ἀνταναπληρῶ τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ᾽Εκκλησία᾽ (Κολ. 1,24). Δηλαδή: Χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά χάρη σας καί συντελῶ ἔτσι μέ τά σωματικά μου παθήματα, ὥστε νά ὁλοκληρωθοῦν οἱ θλίψεις πού πρέπει νά ὑπομείνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλ. ἡ ᾽Εκκλησία.
Γι᾽ αὐτό καί ἔχει διατυπωθεῖ ἡ θεολογική ἄποψη ὅτι τό Πάθος τοῦ Κυρίου ἐπί τῆς γῆς πρέπει νά σχετίζεται καί μέ τά ἰδιώματά Του ὡς τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς ῾Αγίας Τριάδος, κάτι βεβαίως πού ἑρμηνεύει καί τήν αἰτία σαρκώσεως τοῦ συγκεκριμένου Προσώπου καί ὄχι κάποιου ἄλλου.

       2. Τά πάθη τοῦ Κυρίου καί μάλιστα ἡ σταυρική Του θυσία ἐκφεύγουν τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ὁ Σταυρός Του συνιστᾶ μυστήριο, γιατί ἀκριβῶς Αὐτός πού πάσχει δέν εἶναι ἕνα κοινό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀλλ᾽ ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός. Πάσχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατά τό ἀνθρώπινο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε μέ μέτρο τίς δυνάμεις μας – τή λογική μας, τά συναισθήματά μας, τή διαίσθησή μας ἀκόμη – νά κατανοήσουμε αὐτό πού διαδραματίζεται. Βλέπουμε μέν ἕναν ἄνθρωπο νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά μᾶς διαφεύγει τό βάθος Του, ἡ κρυμμένη πραγματικότητα. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ, ἔστω καί ἐκ μέρους, νά βοηθήσει στήν προσέγγιση αὐτή τοῦ μυστηρίου; Μόνον ἡ πίστη πού φωτίζεται βεβαίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς φώτιζε καί δέν μεταποιοῦσε τίς ἀνθρώπινες δυνατότητές μας, ὥστε μέ ἐνδυναμωμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια νά βλέπαμε τά γινόμενα, θά παραμέναμε πάντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ὁριζόντιας διάστασης τῶν πραγμάτων, σέ νύκτα πνευματική. Κι ἐκεῖνο πού προϋποτίθεται γι᾽ αὐτόν τό φωτισμό εἶναι ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάθους Του, πού καθαρίζει τά μάτια καί ἐνεργοποιεῖ ἐν γένει τίς πνευματικές μας αἰσθήσεις. ῾Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται᾽.

       3. Τί μποροῦμε λοιπόν νά ψηλαφήσουμε μέ τόν πνευματικό αὐτόν τρόπο; Τί μποροῦμε ἑπομένως νά ποῦμε γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, καθοδηγούμενοι ἀπό τούς κατεξοχήν πνευματοφόρους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς ᾽Εκκλησίας μας; ῎Οχι βεβαίως αὐτό πού ἐπιχείρησε ἡ σχολαστική θεολογία τῆς Δύσης, ἐκφρασμένη διά στόματος κυρίως τοῦ ᾽Ανσέλμου Κανταουρίας, ὅτι δηλ. τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἐξιλέωση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, πού ζητοῦσε ἱκανοποίηση λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀνθρώπου, διότι κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὑπόκυψη ἀκριβῶς στήν παγίδα πού ἀναφέραμε: τή διά λογικῆς προσέγγιση τοῦ Σταυροῦ, ἄρα στήν οὐσία στή διαστρέβλωση καί τήν ἀλλοίωση τοῦ νοήματος καί τοῦ περιεχομένου του. Τόν Θεό στήν περίπτωση αὐτή τόν κάνει κατ᾽ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου,καί μάλιστα τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Πατέρων μας, σέ στάση ἄπειρου σεβασμοῦ πρός τό μυστήριο, εἶδε κυρίως δύο πράγματα καί αὐτά πρωτίστως ἐτόνισε:
      (α) τήν ἄβυσσο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, τέτοιας πού ἔπρεπε νά σταυρωθεῖ ἕνας Θεός, κάτι πού σημαίνει τήν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης λύτρωσης μέ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπινο τρόπο, ἄρα καί τήν καταδίκη ὁποιουδήποτε μεσσιανισμοῦ, στηριγμένου σέ ἀνθρώπινα κηρύγματα καί σέ ἀνθρώπινες μόνο δυνατότητες, καί
      (β) τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ῾κενώνει᾽ τόν ἑαυτό Του, ῾κλίνει οὐρανούς καί κατέρχεται᾽, προκειμένου νά ἄρει ἐπάνω Του Αὐτός τή δική μας ἁμαρτία καί νά μᾶς προσφέρει τή γλυκύτητα τῆς θεραπείας μας καί τή δικαιοσύνη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ λειτούργησε καί λειτουργεῖ μ᾽ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ ἀνθρώπινος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τοῦ ἐνόχου καί τήν ἀθώωση τοῦ ἀθώου. Βάσει τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀθῶος, ὁ Χριστός, τιμωρεῖται, ἐνῶ ὁ ἔνοχος, ὁ ἄνθρωπος, δικαιώνεται καί ἀθωώνεται, κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς ὅτι ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιά τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα ἦταν ἡ θεραπεία της. ῎Ετσι μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός: θεραπεύοντάς μας!

       4. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό ῾αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽κυριολεκτεῖται: πάνω στόν Σταυρό σβήστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὄχι μόνον τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῆς καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν. Δέν ὑπῆρξε, δέν ὑπάρχει καί δέν θά ὑπάρξει ἄνθρωπος μετά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού νά μή βρίσκεται αἰρόμενος ἐπί τοῦ Σταυροῦ, γεγονός πού εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης καί μάλιστα τόν Ἡσαΐα, καί πού αὐτήν τήν πίστη στίς προφητεῖς ζητοῦσε ὁ Κύριος ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους καί μάλιστα τούς μαθητές Του. ῾῏Ω, ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, τοῦ πιστεύειν ἐπί πᾶσιν οἷς ἐκήρυξαν οἱ προφῆται᾽! Ὁ Κύριος ῾ἔδει παθεῖν᾽ ἀκριβῶς γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε: τήν ἄρση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ ὅ,τι πιό παρήγορο ἔχει ἀκουστεῖ ποτέ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι αὐτό γιατί μετά τόν Σταυρό δέν ὑπάρχει ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας ἄνθρωπος, ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἁμαρτίες κι ἄν ἐπιτελέσει, μπροστά στήν ἐσταυρωμένη ἀγάπη σβήνει καί χάνεται. Κι ἔκτοτε θεωρεῖται βλασφημία ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀπειρίας τῆς ἀγάπης αὐτῆς. ᾽Εκεῖνος δηλ. πού θά ἐπικαλεστεῖ τίς πολλές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες του γιά νά θέσει ἐρωτηματικό στή δυνατότητα τῆς συγγνώμης του ἀπό τόν Χριστό, στήν οὐσία εὐθέως βλασφημεῖ τόν Σταυρό Του καί ἀποκαλύπτει ἁπλῶς τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα του. Τίθεται στήν περίπτωση αὐτή σέ προτεραιότητα ἡ ἀνθρώπινη λογική ἔναντι τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Γιά νά τό διατυπώσουμε μέ τά λόγια τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Ὅλη ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἄν μαζευτεῖ ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἄλλη, εἶναι σάν μιά σπίθα μπροστά σ᾽ ἕνα πέλαγος. Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ σπίθα στό πέλαγος; Κι αὐτό τό παράδειγμα δέν εἶναι ἀπολύτως σωστό. Διότι τό πέλαγος ἔχει καί κάποια ὅρια, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη.

       5. Ἡ μόνη στάση τοῦ πιστοῦ μπροστά στόν Σταυρό, ἔτσι, εἶναι ἡ προσκύνηση.῾Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ᾽! Δηλαδή:

       - ἐν πίστει τά ἀποδεχόμαστε καί τά πιστεύουμε,

       - γονατίζουμε ἐν κατανύξει μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κτυπᾶμε τό στῆθος μας, σάν τόν τελώνη, γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας,

       - Τόν παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀκολουθοῦμε τά χνάρια τῆς ζωῆς Του, ὥστε νά Τόν νιώθουμε ἐν αἰσθήσει στήν καρδιά μας,
       - προσερχόμαστε προπάντων πάντοτε ἐν μετανοίᾳ γιά νά κοινωνήσουμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του, ὅπως τό λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: ὅταν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις, νά προσέρχεσαι μέ τήν πεποίθηση ὅτι κοινωνᾶς ἀπό τή λογχευμένη πλευρά τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, πού ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τελικῶς, ἡ προσκύνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ταυτίζεται ὡς διάθεση τουλάχιστον μέ τό βίωμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: ῾Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός᾽. Στό μέτρο πού ζοῦμε τόν Σταυρό, βλέπουμε καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ζωντανή στή ζωή μας.
᾽Αλλ᾽ αὐτό σημαίνει καί τήν ὅραση τῆς ᾽Αναστάσεώς του. ῾Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου ᾽Ανάστασιν᾽

«Ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου στέφανον ἐξ ἀκανθῶν»

Αποτέλεσμα εικόνας για «Ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου στέφανον ἐξ ἀκανθῶν»



«Ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου
στέφανον ἐξ ἀκανθῶν»

.                Στὸ θεῖο Πάθος ὁ δημόσιος διασυρμὸς καὶ ἐξευτελισμὸς τοῦ βασιλικοῦ ἀξιώματος τοῦ Κυρίου μας εἶναι ἰδιαίτερα χαρακτηριστικός. Καὶ τί δὲν ἔκαναν οἱ σταυρωτές Του γιὰ νὰ Τὸν ἐξουθενώσουν! Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἡγεμόνα Τὸν ὁδήγησαν στὴν ἐσωτερικὴ αὐ­λὴ τοῦ παλατιοῦ, ὅπου ἔμενε ὁ ἐπίτροπος τῆς Ρώμης, καὶ μαζεύτηκαν ὅλοι τριγύρω Του γιὰ νὰ Τὸν περιπαίξουν ὅπως παίζει ἡ τίγρις μὲ τὸ θήραμά της, ὅταν τὸ κρατάει ἀσφαλῶς στὰ γαμψὰ νύχια της.
.                Περιγράφουν οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος (βλ. κζ´ [27] 27-31), Μάρκος (βλ. ιε´ 16-19) καὶ Ἰωάννης (βλ. ιθ´ [19] 1-3) ὅτι Τὸν ἔγδυσαν ἀπὸ τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσε καὶ Τὸν ἔντυσαν μὲ κόκκινη χλαμύδα. Τὸ ἄχραντο σῶμα Του τὸ εἶχαν προηγουμένως μαστιγώσει, καὶ ἦταν ὅλο μία πληγή. Τὰ ροῦχα Του εἶχαν κολλήσει ἐπάνω στὶς πληγές. Τώρα τὰ ξεκολλοῦν μὲ βία καὶ Τοῦ φοροῦν χοντρὸ κόκκινο μανδύα, γιὰ νὰ μοιάζει ὑποτυπωδῶς μὲ τὴν αὐτοκρατορικὴ πορφύρα ποὺ φοροῦσαν οἱ βασιλεῖς.
.                 Ἔπειτα ἔπλεξαν στεφάνι ἀπὸ ἀγκάθια καὶ τὸ ἔβαλαν ἐπάνω στὸ κεφάλι Του ἀντὶ γιὰ στέμμα καὶ στὸ δεξί Του χέρι Τοῦ ἔδωσαν ἕνα καλάμι ἀντὶ γιὰ σκῆπτρο. «Τὸν ἐξ ἀκανθῶν ἐπέθηκαν στέφανον ἀντὶ διαδήματος καὶ τὸν κάλαμον ἀντὶ σκήπτρου», σημειώνει ὁ ἑρμηνευτὴς Ζιγαβηνός. Μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ Τοῦ ἔκαναν, «ὡς βασιλέα αὐτὸν διέπαιζον»!
.                Ἀπὸ τὴν περιγραφὴ αὐτὴ ἐμπνέεται τὸ ἐξαίρετο δοξαστικὸ τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ποὺ ψάλλεται τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης: «Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου, καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην· ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου στέφανον ἐξ ἀκανθῶν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χεῖρα ἔδωκαν κάλαμον…». Μὲ ξέντυσαν ἀπὸ τὰ ἐνδύματά μου καὶ μὲ ἔντυσαν μὲ κόκκινη χλαμύδα· τοποθέτησαν στὸ κεφάλι μου στεφάνι ἀπὸ ἀγκάθια καὶ στὸ δεξὶ χέρι μοῦ ἔδωσαν ἕνα καλάμι.
.                Κατόπιν γονάτισαν μπροστά Του, ὅ­πως τὸ συνήθιζαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη νὰ προσκυνοῦν τοὺς βασιλεῖς, καὶ Τὸν ἐνέπαιζαν λέγοντας: «Χαῖρε ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων» (Ματθ. κζ´ 29)! Ἔπειτα Τὸν ἔφτυνανπῆραν τὸ καλάμι καὶ Τὸν χτυποῦσαν μ’ αὐτὸ στὸ κεφάλι. Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση τῆς πλήρους ἐξουθενώσεως Τὸν παρουσίασε ὁ Πιλάτος στὰ πλήθη καὶ φώναξε: «Ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν» (Ἰω. ιθ´ [19] 14). Γιὰ δεῖτε σὲ ποιὰ ἀθλιότητα καὶ καταφρόνηση κατάντησε ὁ Βασιλιάς σας.
.                Ἀφοῦ Τὸν ἐνέπαιξαν τὰ ὄργανα τῆς ρω­μαϊκῆς ἐξουσίας, Τοῦ ἔβγαλαν τὸν μανδύα, Τὸν ἕντυσαν μὲ «τὰ ἱμάτια τὰ ἴδια» (Μάρκ. ιε´ [15] 20), καὶ Τὸν πῆγαν γιὰ νὰ Τὸν σταυρώσουν.
.                Τὸ ἀκάνθινο στεφάνι δὲν Τοῦ τὸ ἀφήρεσαν. Τὸ ἄφησαν, γιὰ νὰ πληγώνεται ἀκόμη βαθύτερα ἡ θεία Του κεφαλὴ σὲ κάθε νέο τιναγμὸ ποὺ προκαλοῦσαν τὰ ἀλλεπάλληλα κτυπήματα τῆς σφύρας, ὅ­ταν Τὸν ὕψωσαν ἐπάνω στὸ Σταυρό. Ἐπιπλέον τοποθέτησαν στὸ ἐπάνω μέρος τοῦ Σταυροῦ τρίγλωσση ἐπιγραφὴ ποὺ ἔγραφε: «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων» (Ἰω. ιθ´ [19] 19).
.                Βεβαίως ὅλα αὐτὰ τὰ ἔκαναν γιὰ νὰ δια­κωμωδήσουν τὸ βασιλικό Του ἀξίωμα. Ἀλλὰ «καὶ ἄκοντες τὴν ἀλήθειαν ἐσχημάτιζον», σημειώνει ὁ ἑρμηνευτὴς Ζιγαβηνός. Χωρὶς νὰ τὸ πολυκαταλαβαίνουν, ὁμολογοῦσαν τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι «ὁ βασιλεὺς» ὄχι μόνο τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶναι «ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης»! Ὁ αἱματοβαμμένος Σταυρός Του εἶναι σύμ­βολο τῆς βασιλείας Του! Ἐπάνω στὸ Σταυρὸ κέρδισε τὴν πιὸ λαμπρὴ νί­κη Του, ἔστησε τὸ ἀθάνατο τρόπαιό Του. Νίκησε κατὰ κράτος τὸν διάβολο, κατήργησε τὸν θάνατο, ἀχρήστευσε τὸ δηλητηριῶδες κεντρὶ τῆς ἁμαρτίας. Χάρισε ζωὴ καὶ ἀφθαρσία στοὺς πιστοὺς καὶ ἀναδείχθηκε αἰώνιος Βασιλέας ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων. Ἀναγνωρίσθηκε Βασιλιὰς ἐπάνω στὸ Σταυρό. Κέρδισε τὸν εὐγνώμονα ληστὴ καὶ τὸν ἑκατόνταρχο, οἱ ὁποῖοι ὁμολόγησαν τὴ θεότητα καὶ τὴ βασιλεία Του: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. κγ΄ [23] 42)! «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. κζ´ [27] 54). Ἀλλὰ καὶ «οἱ συμπαραγενόμενοι ὄχλοι… τύπτοντες ἑαυτῶν τὰ στήθη ὑπέστρεφον» (Λουκ. κγ´ [23] 48), ἐκδηλώνοντας τὴ λύπη τους καὶ τὴ μετάνοιά τους καὶ τὴν ἀναγνώρισή τους ὅτι εἶναι «ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ», «ὁ βασιλεύς»!
.                Ἀπὸ τότε συνεχίζονται μέσα στοὺς αἰ­ῶνες οἱ μεγάλες κατακτήσεις τοῦ ἀήττητου Βασιλέως Χριστοῦ, τοῦ αἰώνιου Κατακτητῆ. Ἑκατομμύρια μάρτυρες προσ­έρχονται στὸ μαρτύριο, μυριάδες ὁσίων καὶ ἀσκητῶν ἀπαρνοῦνται τὰ τερπνὰ τῆς ζωῆς, ἀπειράριθμα πλήθη πιστῶν ἑλκύονται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου! Τὸν ὁμολογοῦν Βασιλέα καὶ Κύριό τους, ἀσπάζονται τὸν πανσεβάσμιο Σταυρό Του καὶ ψελλίζουν: «Ὦ Λυτρωτή μου, καθὼς Σὲ βλέπω στὸ Σταυρὸ χλωμό, ὑβρισμένο, πονεμένο, Σὲ νιώθω δυὸ φορὲς Θεὸ καὶ δυὸ φορὲς ἀγαπημένο»! Εἶσαι ὁ Βασιλιὰς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ Βασιλιὰς ὅλου τοῦ κόσμου, ὁ Βασιλιὰς τῶν καρδιῶν μας, ὁ Κύριος καὶ Θεός μας, ὁ Σωτήρας καὶ Λυτρωτής μας! «Προσκυνοῦμέν Σου τὰ πάθη, Χριστέ· δεῖξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν Σου Ἀνάστασιν». Ἀμήν.


Ο σταυρωθείς και Αναστάς Κύριος η μόνη αλήθεια – Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη.

Καθώς ο Κύριος πορεύε­ται στο εκούσιο Πάθος για μας και για την σωτηρία μας, οδηγείται και ενώπιον του Πιλάτου για ανάκρισι και τελική έγκρισι της θανατικής ποινής, που του επέβαλε το Συνέδριο των Ιουδαίων.
Ο Πιλάτος, άνθρωπος με φιλοσοφικές αναζητή­σεις, όταν άκουσε από τον Κύριο ότι η βασιλεία Του δεν είναι εκ του κόσμου τούτου και ότι ήλθε να μαρτυρήση «τη αληθεία», δη­λαδή να φανερώση την αλήθεια, ερώτησε: «Τι εστίν αλήθεια» (Ιωάν. ιη” 38). Δεν περίμενε την απάντησι, προφανώς, γιατί ήξερε ότι κανένας φιλόσο­φος δεν μπόρεσε να δώση ικανοποιητική απάντησι. Πολλώ μάλλον δεν περίμε­νε την απάντησι από ένα υπόδουλο στους Ρωμαίους Εβραίο, που οι συμπατριώται του τον έκριναν ένοχο θανάτου. Αλλά και ο Ιησούς παρότι πολλές φο­ρές ωμίλησε για την απο­στολή Του να φέρη στον κόσμο την Αλήθεια, δεν απήντησε στον Πιλάτο.
Ο Πιλάτος δεν έλαβε απά­ντησι, γιατί δεν ερώτησε σωστά. Εάν ερωτούσε όχι «τι εστίν αλήθεια» αλλά «τίς εστίν Αλήθεια», θα ελάμβανε την απάντησι: «Εγώ ειμί η Αλήθεια» (Ιω­άν. ιδ΄ 6).
Γράφει ο π. Σωφρόνιος του Έσσεξ: «Η επιστήμη και η φιλοσοφία θέτουν στον εαυτό τους το ερώτη­μα «τί εστίν αλήθεια», ενώ η γνήσια χριστιανική συνείδηση αποτείνεται προς την αλήθεια ρωτώντας «τίς». Οι εκπρόσωποι της επιστή­μης και της φιλοσοφίας συ­χνά θεωρούν τους χριστια­νούς ονειροπόλους χωρίς βάθος, ενώ για τον εαυτό τους έχουν τη γνώμη πως πατούν σε στέρεη βάση και γι’ αυτό αυτοαποκαλούνται «θετικιστές». Κατά παρά­δοξο τρόπο δεν αντιλαμ­βάνονται τον αφηρημένο χαρακτήρα που έχει το «τί» τους. Δεν καταλαβαί­νουν πως η Αλήθεια, η συ­γκεκριμένη, η απόλυτη, μπορεί να είναι μόνο «τίς» και σε καμμία περίπτωση «τί». Γιατί η Αλήθεια δεν είναι ένας θεωρητικός τύ­πος ή μία αφηρημένη ιδέα, αλλά η Αυτοζωή, το «Εγώ ειμι» (Ιωάν. η΄ 58), («Αγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», σελ. 119).
Πράγματι, ο Κύριος δεν ενηνθρώπησε για να εισηγηθή μία νέα φιλοσοφική πρότασι για την αλήθεια ή έστω και μία νέα ηθική συ­μπεριφορά ή μία νέα μετα­ξύ άλλων θρησκεία, αλλά για να φέρη στον κόσμο σαρκωμένη την Αλήθεια, τον εαυτό Του. Εκτοτε για τους Χριστιανούς η Αλή­θεια είναι ο Χριστός. Κατά τον Αγιο Ιωάννη τον Θεο­λόγο και Ευαγγελιστή: «ο νόμος δια Μωϋσέως εδό­θη, η χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιωάν. α΄ 17). Και επειδή ο Χριστός είναι η Αλήθεια, ελευθερώ­νει από την πλάνη και άγνοια και σώζει τον άνθρωπο: «γνώσεσθε την Αλήθειαν, και η Αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν. η΄ 32). Υπάρχουν πολλές απόψεις για την αλήθεια, αλλά ένας μόνος είναι η Αλήθεια.
Αυτόν τον Χριστό – Αλή­θεια προεφήτευσαν οι Προφήται, εκήρυξαν οι Απόστολοι, ωμολόγησαν οι Μάρτυρες, εδογμάτισαν οι Πατέρες. Αυτός ο Χριστός είναι «φως εκ φωτός, Θεός αλη­θινός εκ Θεού αληθινού, ομοούσιος με τον Πατέ­ρα». Αυτός ο Χριστός ένωσε, τελικά και αδιάσπαστα, την θεία φύση με την ανθρώπι­νη φύσι στην υπόστασί Του, στο ένα πρόσωπό Του, στο πρόσωπο του Λό­γου.
Αυτός ο Χριστός είναι η Αλήθεια, γιατί με τον θάνα­τό Του νικά τον θάνατό μας και με την Ανάστασί Του μας χαρίζει την αιώνιο ζωή.
Αυτήν την Χριστοαλήθεια δεν μπορούμε να την συμβιβάσουμε με τις «αλήθειες» των άλλων θρη­σκειών και άλλων πίστεων. Ο Χριστός είναι όλη η Αλήθεια. Δεν είναι η μισή Αλήθεια, που πρέπει να συμπληρωθή από άλλες αλήθειες.
Έχοντας αυτήν την πίστι και ο μεγάλος Ντοστογιέφσκη έγραψε: «Πιστεύω ότι ο Χριστός είναι η Αλή­θεια, αλλά εάν με πείση κα­νείς ότι ο Χριστός δεν είναι αλήθεια, εγώ θα προ­τιμούσα να είμαι με τον Χριστό παρά με την αλή­θεια». Ο Ντοστογιέφσκη και όλοι οι άλλοι πιστοί Χρι­στιανοί πράγματι προτι­μούμε, πιστεύουμε στην προσωποποιημένη και σαρ­κωμένη Αλήθεια και όχι σε κάποιες απρόσωπες αλή­θειες, ιδέες. Στην Ρωσία, στα χρόνια του μαχητικού αθεϊσμού, κάποιος κομματικός παράγων προσπάθησε με μία «επιστημονική» ομιλία του να πείση το ακροατήριό του ότι η Ανάστασις του Χριστού είναι μύθος. Ενό­μισε ότι όλοι επείσθησαν. Όταν ερώτησε, εάν κάποι­ος έχη να ειπή κάτι, εζήτησε τον λόγο ένας ευσεβής Ρώσος, ο οποίος είπε δύο λέξεις μόνον: «Χριστός Ανέστη». Όλο το ακροα­τήριο εβροντοφώνησε: «Αληθώς Ανέστη». Η σαρ­κωμένη Αλήθεια, ο Χρι­στός, ενίκησε τις «αλήθει­ες» του κόσμου τούτου.
Οι σταυρωταί του Κυρίου προσπάθησαν να κρύψουν το γεγονός της Αναστάσε­ως και να συκοφαντήσουν τους μαθητάς ότι έκλεψαν τον Κύριο από τον Τάφο. Δεν μας είπαν όμως πώς αυτοί, οι κατ” αυτούς απα­τεώνες μαθηταί, εκήρυξαν τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Κύριο σε όλο τον κόσμο και πώς για την αγάπη Του υπέστησαν διωγμούς, βασανιστήρια και φρικτούς θανάτους.
Η ιστορία επαναλαμβά­νεται. Σύγχρονοι σταυρω­ταί του Κυρίου συκοφα­ντούν τον Αναστάντα Κύ­ριο. Προσπαθούν να τον γελοιοποιήσουν, χρησιμο­ποιώντας τον τύπο, τα ρα­διόφωνα, τις τηλεοράσεις, το διαδίκτυο. Κυκλοφο­ρούν Dvd-video με βλάσφη­μες, ψευδείς και αναπόδεικτες κατηγορίες κατά του Κυρίου, που δια μεγάλων καθημερινών εφημερίδων και περιοδικών μπαίνουν σε κάθε σπίτι, ώστε μικροί και μεγάλοι να κλονίζωνται στην πίστι τους, αφού δεν υπάρχει και η δυνατότης να ακούσουν και την άλλη άποψι. Αυτόν τον στόχο εξυπηρετεί και η νεοποχίτικη πανθρησκειακή κίνησι του συγκρητιστικού Οικου­μενισμού, που προσπαθεί να εξισώση τον Θεάνθρω­πο Κύριο και την Αγία μας Ορθόδοξο πίστι με τις άλλες θρησκείες και άλλες ομολογίες.
Φοβεροί εχθροί της Εκκλησίας υπήρξαν οι αιρέσεις. Φοβερώτερος όλων είναι ο Συγκρητισμός, δηλαδή η ανάμιξις και σχετικοποίησις κάθε πί­στεως. Υποβαθμίζει, μειώ­νει, υποσκάπτει όχι κάποιο από τα δόγματα αλλά όλα τα δόγματα, δηλαδή όλη την Αλήθεια, τον Θεάν­θρωπο Κύριο, για να ανοίξη τον δρόμο στην Πανθρησκεία της Νέας Εποχής, με την πίεση των ισχυρών της γης.
Η απάντησίς μας σ’ αυτόν τον γενικευμένο πό­λεμο κατά της Αληθείας -Χριστού θα πρέπη να είναι η με παρρησία ομολογία μας ότι μόνος ο Χριστός είναι η μόνη Αλήθεια και γι’ αυτό ο Σωτήρ του κόσμου, και μόνον η Αγία Ορθόδο­ξος Εκκλησία είναι η αληθι­νή, αποστολική, ακαινοτόμητη συνέχεια της Μιας, Αγίας, Καθολικής Εκκλη­σίας των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέ­ρων.
Ομολογούμε την πίστι μας, έστω και εάν γι’ αυτήν την ομολογία υφιστάμεθα ή θα υποστούμε στο μέλλον εντονώτερο κοινωνικό αποκλεισμό. Καιρός μαρτυρίας και μαρτυρίου για την ομολο­γία του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού, της Αυτοαληθείας και σωτη­ρίας μας.
Χριστός Ανέστη!
Αληθώς Ανέστη!
(Πηγή: «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» 5/4/2007)

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ ΦΟΒΕΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς


Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς


   Ποτέ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δέν εἶχε λιγώτερο Θεό μέσα του ὁ ἄνθρωπος ἀπό σήμερα. Ποτέ λιγώτερος Θεός ἀπό σήμερα. Σήμερα ὁ διάβολος “σαρκώθηκε” μέσα στόν ἄνθρωπο, γιά νά ἀποσαρκώσῃ τόν Θεάνθρωπο. Σήμερα ὅλο τό κακό μπῆκε στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά ἀποδιώξῃ τόν Θεό ἀπό τό σῶμα. Σήμερα ὅλος ὁ Ἅδης μεταφέρθηκε στήν γῆ. Ποιός νά θυμᾶται ὅτι ἡ γῆ κάποτε ἦταν παράδεισος; Ἡ σημερινή πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀπό τήν πρώτη πτῶσι [τοῦ Ἀδάμ]. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό, ἀλλά σήμερα ἐσταύρωσε τόν Θεό, σκότωσε τόν Θεό. Ἄνθρωπε, πῶς ἀλλοιῶς νά σέ ὀνομάσω παρά διάβολο; Μά καί αὐτό εἶναι ὕβρις γιά τόν διάβολο. Ὁ διάβολος ποτέ δέν ὑπῆρξε τόσο κακός, τόσο ἔντεχνα κακός ὅπως ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος κατέβηκε καί στόν Ἅδη, μά ἐκεῖ δέν τόν ἐσταύρωσαν. Ἐμεῖς ὅμως τόν ἐσταυρώσαμε! Δέν εἶναι λοιπόν οἱ ἄνθρωποι χειρότεροι ἀπό τόν διάβολο; Δέν εἶναι ἡ γῆ χειρότερος Ἅδης ἀπό τόν Ἅδη; Ἀπό τόν Ἅδη δέν ἔδιωξαν τόν Χριστό, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι σήμερα τόν ἔδιωξαν ἀπό τήν γῆ, τόν ἔδιωξαν ἀπό τό σῶμα τους, ἀπό τήν ψυχή, ἀπό τήν πόλι τους…
   Στά κατάβαθα τῆς ψυχῆς μου, ἀδελφοί, κουλουριάσθηκε σάν φίδι ἕνα πονηρό ἐρώτημα καί χαιρέκακα μέ ἐρωτᾶ: Ὑπῆρξε ἄραγε ποτέ καλός ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ μπόρεσε νά σταυρώσῃ τόν Χριστό;
  Ἐσύ [ὁ οὐμανιστής] πιστεύεις στόν ἄνθρωπο. Καυχιέσαι γι’ αὐτόν. Τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Ὤ…! κοίταξε τόν ἄνθρωπο, κοίταξέ τον τήν Μεγάλη Παρασκευή, κοίταξέ τον πῶς σκοτώνει τόν Θεάνθρωπο καί πές μου, ἀκόμη τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Δέν αἰσθάνεσαι ντροπή πού εἶσαι ἄνθρωπος; Δέν βλέπεις ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι χειρότερος ἀπό τόν διάβολο;
   Ξεχᾶστε ὅλες τίς ἡμέρες πρίν καί μετά τήν Μεγάλη Παρασκευή, δεῖτε τόν ἄνθρωπο στό πλαίσιο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Δέν σᾶς φαίνεται ὁ ἄνθρωπος ἡ συμπύκνωσις ὅλων τῶν κακῶν, ὅλων τῶν πειρασμῶν, ὄλων τῶν ἀθλιοτήτων; Δέν δείχνει σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ γῆ ἀποτρελάθηκε; Δέν ἀπέδειξε σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὅτι, σκοτώνοντας τόν Θεάνθρωπο εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παραφροσύνη τῆς γῆς;
   Καί ἡ Μέλλουσα Κρίσις δέν θά εἶναι, ἀδελφοί, φοβερώτερη ἀπό τήν Μεγάλη Παρασκευή· δέν θά εἶναι. Ἀναμφίβολα θά εἶναι λιγώτερο φοβερή, διότι τότε ὁ Θεός θά κρίνῃ τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ σήμερα ὁ ἄνθρωπος κρίνει τόν Θεό. Σήμερα εἶναι ἡ Φοβερά Καταδίκη τοῦ Θεοῦ· Τόν καταδικάζει ὁ ἄνθρωπος. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὁρίζει ὅτι ὁ Θεός ἀξίζει τριάκοντα ἀργύρια. Ὁ Χριστός τριάκοντα ἀργύρια! Καί εἶναι τάχα ἡ τελευταία φορά; Μήπως ὁ Ἰούδας εἶναι ὁ τελευταῖος ἀπό ἐμᾶς πού ἀποτίμησε τόν Χριστό τριάκοντα ἀργύρια;
    Σήμερα ὁ ἄνθρωπος κατεδίκασε τόν Θεό σέ θάνατο. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀνταρσία στόν οὐρανό καί στήν γῆ. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία στόν οὐρανό καί στήν γῆ.  Οὔτε οἱ πεπτωκότες ἄγγελοι δέν τό ἔκαναν αὐτό. Σήμερα ὡλοκληρώθηκε ἡ Φοβερά Δίκη κατά τοῦ Θεοῦ. Ποτέ δέν ὑπῆρξε πιό ἀθῶος κατάδικος. Ποτέ ὁ κόσμος δέν εἶδε πιό παράλογο δικαστή.
   Περιγελᾶται σήμερα ὁ Θεός χειρότερα ἀπό κάθε ἄλλη φορά. Ὁ «παγγέλαστος Ἅδης» μπῆκε σήμερα στόν ἄνθρωπο καί περιγέλασε τόν Θεό καί κάθε τι τό θεϊκό. Περιγελᾶται σήμερα Ἐκεῖνος πού δέν ἐγέλασε ποτέ. Λένε πώς ὁ Κύριος ποτέ δέν ἐγέλασε, ἐνῶ συχνά τόν ἔβλεπαν νά κλαίει. Ὀνειδίζεται σήμερα Ἐκεῖνος πού ἦρθε νά μᾶς δοξάσῃ. Βασανίζεται σήμερα Ἐκεῖνος πού ἦρθε νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τά βάσανα. Παραδίδεται σήμερα σέ θάνατο Ἐκεῖνος πού ἔφερε τήν Αἰώνιο Ζωή. Ἄνθρωπε! ὑπάρχει τέλος στόν παραλογισμό σου; τέρμα στήν πτώση σου;
   Σέ Ἐκεῖνον πού μᾶς ἐδώρισε τήν αἰώνια δόξα, ἀντιπροσφέραμε τόν Σταυρό, τό πιό εἰδεχθές ἀντίδωρο. Ἐσύ ὁ λεπρός, γι’ αὐτό τοῦ δωρίζεις τόν Σταυρό, ἐπειδή σέ ἐκαθάρισε ἀπό τήν λέπρα; Ἐσύ ὁ τυφλός, γι’ αὐτό σοῦ ἄνοιξε τούς ὀφθαλμούς, γιά νἄχεις μάτια νά φτιάξῃς τόν Σταυρό καί νά Τόν σταυρώσῃς ἐπάνω σ’ Αὐτόν. Ἐσύ ὁ νεκρός, γι’ αὐτό σέ ἀνέστησε ἐκ νεκρῶν, γιά νά τόν στείλῃς στόν τάφο; Μέ χαρᾶς εὐαγγέλια ἐγλύκανε ὁ Γλυκύτατος Ἰησοῦς τό πικρό μυστήριο τῆς ζωῆς μας, ἀδελφοί, καί ἐμεῖς ἀντί αὐτῶν τοῦ προσφέρουμε τέτοια πίκρα;
            «Λαέ μου, τί ἐποίησά σοι, καί τί μοι ἀνταπέδωκας;»
    Ἡ Μεγάλη Παρασκευή εἶναι ἡ ντροπή μας, ἀδελφοί, τό ὄνειδος καί ἡ ἀποτυχία μας. Κατά κάποιον τρόπο στόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη ἔχει μερίδιο ἡ ψυχή ὅλων μας. Ἄν δέν ἦταν ἔτσι, θά ἤμασταν ἀναμάρτητοι. Διά τοῦ Ἰούδα ὅλοι μας πέσαμε, ὅλοι μας προδώσαμε τόν Χριστό, ὅλοι μας καταλιμπάνουμε τόν Χριστό καί παραλαμβάνουμε τόν διάβολο, ἐναγκαλιζόμεθα τόν σατανᾶ. Ναί, τόν σατανᾶ. Γιατί στό ἱερό Εὐαγγέλιο γράφει: «καί μετά τό ψωμίον τότε εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον [τόν Ἰούδα] ὁ σατανᾶς» (Ἰω. ιγ΄ 27). Μετά ἀπό ποιό ψωμί; Μετά ἀπό ἐκεῖνο πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός· μετά πού Κοινώνησε· μετά πού πῆρε τόν Χριστό. Ἄχ, ὑπάρχει μεγαλύτερη πτῶσις, μεγαλύτερη φρίκη;
   Ὤ φιλαργυρία, ἐσύ πρόδωσες τόν Χριστό! Ἐσύ καί σήμερα τόν προδίδεις. Τόν Ἰούδα, πού ἦταν μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού ἐπί τρία χρόνια ἦταν μαζί Του, πού ἦταν παρών σέ ὅλα τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ, πού στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ καθάριζε λεπρούς, θεράπευε ἀρρώστους, ἀνάσταινε νεκρούς, ἔδιωχνε ἀκάθαρτα πνεύματα, αὐτόν τόν Ἰούδα ἡ φιλαργυρία τόν ἔκανε προδότη καί Χριστοκτόνο. Πῶς λοιπόν νά μή κάνῃ καί μένα καί σένα προδότη καί Χιστοκτόνο, ἐμένα πού δέν εἶδα ἐπί τρία χρόνια τόν Θεό ἐν σαρκί, πού δέν λεπρούς ἐκαθάρισα στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, οὔτε ἀσθενεῖς ἐθεράπευσα οὔτε νεκρούς ἀνέστησα; Ὁ Ἰούδας τόσον καιρό ἦταν μαζί μέ Ἐκεῖνον πού δέν εἶχε ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ, μαζί μέ Ἐκεῖνον πού καί μέ ἔργα καί μέ λόγια ἐδίδαξε πώς δέν πρέπει νά ἔχουμε πάνω μας οὔτε ἄργυρο οὔτε χρυσό. Ἐνῶ ἐγώ; Ἐνῶ ἐσύ; Δέν ξέρεις νά χαίρεσαι μέ τήν φτώχεια, ἀδελφέ, νά εἶσαι χαρούμενος μέ τήν φτώχεια; Ἔχε ὑπ’ ὄψιν σου πώς εἶσαι ὑποψήφιος Ἰούδας. Μή ρωτᾶς: «μή τι ἐγώ Κύριε;», διότι ἀναμφίβολα θά ἀκούσῃς τήν ἀπάντησι: ναί, «σύ εἶπας». Λαχταρᾶς τά πλούτη; Ἄναψε μέσα σου ἐπιθυμία γιά χρήματα; Νά ξέρεις ὅτι μέσα σου κυοφορεῖται ὁ Ἰούδας. Φίλε μου καί ἀδελφέ μου, μή ξεχνᾶς σέ ὅλη σου τήν ζωή: ἡ φιλαργυρία σταύρωσε τόν Χριστό, σκότωσε τόν Θεό· ἡ φιλαργυρία ἔκανε τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ ἐχθρό τοῦ Χριστοῦ, φονιά τοῦ Χριστοῦ. Καί ὄχι μόνο αὐτό: ἡ ἴδια σκότωσε καί τόν Ἰούδα. Ἡ φιλαργυρία ἔχει ἐκεῖνο τό καταραμένο ἰδίωμα, νά κάνει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο Χριστοκτόνο ἀλλά καί αὐτο-κτόνο. Αὐτή σκοτώνει πρῶτα μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή τόν Θεό καί ὕστερα σκοτώνει τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο.
   Ὁ θάνατος εἶναι φοβερό μυστήριο, ἀδελφοί. Πιό φοβερό ὅμως εἶναι νά παραδίδουν οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό σέ θάνατο καί νά ἐπιθυμοῦν νά τόν ἐξαφανίσουν ἐντελῶς. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν φοβεροί γιά τόν Θεό, γιατί βασανίζουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν Τόν βασάνισε· φτύνουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν τόν ἔφτυσε· σκοτώνουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν τόν ἐσκότωσε. «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία»! Κανείς νά μή καυχιέται γιά τόν ἄνθρωπο, κανείς νά μή καυχιέται γιά τήν ἀνθρωπότητα, διότι ἰδού! ἡ ἀνθρωπότης δέν ἀνέχεται τόν Θεό ἀνάμεσά της· τόν παραδίδει σέ θάνατο. Τί νά καυχηθῇς γιά μιά τέτοια ἀνθρωπότητα; Κανείς νά μή καυχιέται γιά τόν οὐμανισμό, γιατί εἶναι μόνο σατανισμός, σατανισμός, σατανισμός…
   Σήμερα ὄχι δαίμονες, ὄχι θηρία, ὄχι τσακάλια, ἀλλά ἄνθρωποι ἔπλεξαν ἀκάνθινο στεφάνι καί τό φόρεσαν στήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ. Μέ ἀκάνθινο στεφάνι στολίζουν Ἐκεῖνον πού ἐστόλισε τόν ἄνθρωπο μέ ἀθανασία. Ἀκάνθινο στεφάνι πλέκει ἡ ἀνθρωπότης γύρω ἀπό τήν κεφαλή Ἐκείνου πού περιέβαλλε τήν γῆ μέ στεφάνι ἀπό ἀστέρια! Ἀκάνθινο στεφάνι πλέκουμε γιά τόν Χριστό, καί ἐγώ καί ἐσύ φίλε, ἄν εἶμαι φιλάργυρος, ἄν εἶμαι πόρνος, ἄν εἶμαι μοιχός, ἄν εἶμαι βλάσφημος, ἄν εἶμαι συκοφάντης, ἄν εἶμαι κατάλαλος, ἄν εἶμαι μέθυσος, ἄν εἶμαι ἀνελεήμων, ἄν εἶμαι θυμώδης, ἄν κάνω ἁμαρτωλές σκέψεις, ἄν ἔχω ἀκάθαρτα αἰσθήματα, ἄν δέν ἔχω πίστι, ἄν δέν ἔχω ἀγάπη. Κάθε μου ἁμαρτία, κάθε μας ἁμαρτία, εἶναι ἀγκάθι στό καταραμένο στεφάνι πού ἡ παραλογιασμένη ἀνθρωπότητα πλέκει ἀδιάκοπα γύρω ἀπό τήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ.
   Ὁ ἄνθρωπος βασανίζει τόν Θεό πιό ἀνοικτίρμονα καί ἀπό τόν διάβολο. Δέν τό πιστεύετε; Ἀκοῦστε τί λέει ἕνας αὐτόπτης: «τότε ἐνέπτυσαν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ» (Ματθ. κστ΄ 67), στό ἐξαίσιο καί ὡραιότατο Πρόσωπό Του… Κύριε, πῶς τά χείλη τους δέν γέμισαν λέπρα καί πληγές; Ἀσφαλῶς, γιά νά διδαχθοῦμε ἐμεῖς τήν ὑπομονή καί τήν πραότητα. Ἔφτυσαν σ’ ἐκεῖνο τό θαυμαστό, τό γλυκύ Πρόσωπο, τό ὁποῖο ἀξίζει πιό πολύ ἀπ’ ὅλους τούς γαλαξίες, ἀπ’ ὅλες τίς μακαριότητες. Τί λέγω; Μάλιστα! περισσότερο ἀπό ὅλες τίς μακαριότητες, διότι σ’ αὐτό τό πρᾶο Πρόσωπο ὑπάρχει ὅλη ἡ αἰωνία θεότης, ὅλη ἡ αἰωνία χαρά… Ἔφτυσαν σ’ ἐκεῖνο τό φωτεινό Πρόσωπο, μπροστά στό ὁποῖο ἡ θάλασσα γαλήνεψε· σ’ ἐκεῖνο τό Πρόσωπο πού εἰρήνευσε ταραγμένες ψυχές καί χορήγησε σέ ὅλους τήν ἀνάπαυσι.
   Καί σεῖς πλέκετε ἐγκώμια στόν ἄνθρωπο; Ὤ, χαμηλῶστε τούς τόνους οὐτιδανοί… σκουλήκια! Κανείς καί τίποτα δέν πρέπει νά ντρέπεται τόσο, ὅσο ὁ ἄνθρωπος, οὔτε οἱ δαίμονες, οὔτε τά θηρία, οὔτε τά κτήνη… Οἱ ἄνθρωποι φτύνουν τόν Θεό! Ὑπάρχει πιό φοβερό ἀπό αὐτό; Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν τόν Θεό. Ὑπάρχει πιό σατανικό ἀπό αὐτό; Ἀδελφοί, ἄν δέν ὑπάρχει κόλασις, ἔπρεπε νά ἐπινοήσουμε μία γιά τούς ἀνθρώπους, ναί γιά τούς ἀνθρώπους…
Ἐκεῖνον, τόν Δημιουργό καί Σωτῆρα, τόν φτύνουν καί τόν φονεύουν, ἐνῶ Ἐκεῖνος ταπεινά καί σιωπηλά τά ὑπομένει ὅλα. Ποιά δικαιολογία ἔχεις ἐσύ πού σέ κάθε ὕβρι ἀνταποδίδεις ὕβρι, σέ κάθε κακό κακό, στό μίσος μίσος; Ὅταν ἀνταποκρίνεσαι μέ κακία στήν κακία, φτύνεις τόν Δεσπότη Χριστό· ὅταν μισῇς αὐτούς πού σέ μισοῦν, φονεύεις τόν Χριστό καί τόν βασανίζεις· ὅταν ὑβρίζῃς αὐτούς πού σέ ὑβρίζουν, ἐξευτελίζεις τόν Χριστό, ἀφοῦ Ἐκεῖνος δέν ἔκανε τό ἴδιο.
    Παρέδωκε ὁ Πιλᾶτος τόν πρᾶο Κύριο, ἵνα σταυρωθῇ (Ἰω. ιθ΄ 16). Οἱ ἄνθρωποι τόν ὁδηγοῦν ἀπό τελώνιο σέ τελώνιο, ἀπό βάσανο σέ βάσανο, ἀπό χλεύη σέ χλεύη. Καί τόν ἐχλευασμένο Θεό τόν σταυρώνουν, τόν καρφώνουν στόν Σταυρό.
    Καρφιά ἐμπήγετε στά χέρια τοῦ Χριστοῦ, στά χέρια πού τόσους ἀρρώστους ἐθεράπευσαν, τόσους λεπρούς ἐκαθάρισαν, τόσους νεκρούς ἀνέστησαν; Πῶς νά σιωπήσουν τά χείλη πού μίλησαν ὅπως κανείς ποτέ ἄλλος ἄνθρωπος; Ἰάειρε, ποῦ εἶσαι; Λάζαρε, ποῦ εἶσαι; Χήρα τῆς Ναΐν, ποῦ εἶσαι νά ὑπερασπισθῇς τόν δικό σου καί δικό μου Κύριο; Σταυρώνετε [ἄνθρωποι] Ἐκεῖνον, τήν ἐλπίδα τῶν ἀπηλπισμένων, τήν παρηγορία τῶν ἀπαρακλήτων, τόν ὀφθαλμό τῶν τυφλῶν, τό οὖς τῶν κωφῶν, τήν ἀνάστασι τῶν νεκρῶν; Καρφιά ἐμπήγετε σέ ἐκεῖνα τά ἅγια πόδια, πού ἔφεραν τήν εἰρήνη, πού ἔφεραν τό εὐαγγέλιο, πού περιεπάτησαν στήν θάλασσα σάν νἆταν ξηρά, πού ἔτρεξαν σέ ὅλους τούς ἀρρώστους, στόν νεκρό Λάζαρο, στόν δαιμονισμένο τῶν Γαδαρηνῶν;
  Σταυρωμένος Θεός. Ἱκανοποιηθήκατε θεομάχοι; χαρήκατε θεοκτόνοι; Τί νομίζετε πώς εἶναι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό; Ἀπατεώνας; ἀδύναμος; σκανδαλοποιός; «Ὁ καταλύων τόν ναόν καί ἐν τρισίν ἡμέραις οἰκοδομῶν, σῶσον σεαυτόν, εἰ υἱός εἶ τοῦ Θεοῦ, καί κατάβηθι ἀπό τοῦ σταυροῦ» (Ματθ. κζ΄ 40).
   Τί ὅμως σκέπτεται ὁ Κύριος ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά τούς ἀνθρώπους πού εἶναι κάτω ἀπό τόν Σταυρό; Ἐκεῖνο πού μόνο ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς πραότητος μπορεῖ νά σκέπτεται: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι!» (Μάρκ. κγ΄ 34).
     Πραγματικά, δέν ξέρουν τί κάνουν στόν σεσαρκωμένο Θεό.
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...