Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 12, 2013

2ο Γράμμα από τις φυλακές του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και Μητροπολίτου Σκοπίων κ. Ιωάννη


Ιωάννης
ελέω Θεού, αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και μητροπολίτης Σκοπίων, προς την Εκκλησίαν εις την οποίαν από Θεού ετοποθετήθη ως Αρχιποιμήν Αυτής και προς πάσας τας ανά την οικουμένην Εκκλησίας συναγομένας εν ενί του Χριστού Σώματι και εν Πνεύματι Αγίω συνδεδεμένας, από τας φυλακάς της πόλεως των Σκοπίων, όπου έχει εγκλειστεί για έκτη φορά κατά τα δέκα τελευταία έτη εκπέμπει αυτήν
την Δευτέραν, από φυλακάς, Εγκύκλιον επιστολήν,
Όταν αποκτήσωμεν την αγάπη του Χριστού και την αρετή, τότε αξίζει να υποστούμε ακόμη και διωγμούς ένεκεν Αυτού, αν χρειαστεί και εξορία να ανεχτούμε, αλλά και έτοιμοι να ακούσουμε γιά τους εαυτούς μας τις πιο απρεπείς συκοφαντίες, και ακόμη, να χαιρόμαστε για όλα αυτά, λέει ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας. Όταν μέσα στον άνθρωπο ανάψει αυτή η αγάπη του Θεού και όταν οι αρετές λάμψουν μέσα του, τότε ο άνθρωπος είναι έτοιμος όχι μόνον να υποφέρει βάσανα, όχι μόνον να υπομένει φαύλα έργα εναντίον του και δεσμά εγκλεισμού, αλλά είναι ακόμη έτοιμος και να χαίρεται για όλα αυτά. Η χαρά όμως αυτή δεν διαδίδεται ανάλογα με το πόσο την αξίζει κάποιος, δεν αποτελεί επ’ ουδενί ανταμοιβή για τις ασκήσεις, αλλά είναι χάρις, υπέροχη και τέλεια δωρεά του ελέους του Θεού που Αυτός μόνος ο Πατήρ ευδοκεί, όπως εισέλθωμεν εις την χαράν του Κυρίου ημών (Ματθ. 25,21-23). Διότι, εκείνοι που εισήλθαν εις την χαράν του Πατρός, χαίρονται με την χαράν του Χριστού και έτσι, εκείνο το οποίον χαροποιεί τον Χριστόν, Αυτός κάνει να χαίρονται με αυτό και εκείνοι που είναι δικοί Του, ενώ ουσιαστικά ο Ίδιος χαίρεται εν Αυτώ.
Επειδή Εσείς, οι οποίοι είσαστε εν τω Σώματι Αυτού και χαίρεστε με τη χαρά του Χριστού, εύκολα θα αναγνωρίσετε τη χαρά με την οποίαν χαρήκαμε εκ νέου εγκλωβισμένοι στα δεσμά ένεκεν Αυτού, σε Εσάς απευθύνομεν την Δευτέραν κατά σειράν αυτήν Εγκύκλιον επιστολήν, γεγραμμένην μέσα εις τας φυλακάς, διά να Σας παρακαλέσω μεν, όπως διατηρείτε εις την μνήμην Τμών τα δεσμά ημών και όπως μην αισχύνεσθε ένεκεν ημών, διότι και περαιτέρω υπ’ αυτά παραμένομεν.
Όταν ο θείος Παύλος ζητά από τον Τιμόθεο να μην εντραπεί για το μαρτύριόν του (Β’ Τιμοθ. 1,8), δεν το κάνει αυτό για να τον επικρίνει επειδή αισχυνόταν αυτός από τα δεσμά του Παύλου, αλλά το έκανε για να τον ενθαρρύνει, έτσι ώστε και ο ίδιος να δεχθεί να υποφέρει τα δικά του δεινά, εάν και εφ’ όσον βρεθεί στην ίδια κατάσταση. Εάν λοιπόν, έως κάποιου σημείου, θα ήταν επιτρεπτό στον Παύλο να έχει έστω και την ελάχιστην αμφιβολίαν και υποψίαν έναντι κάποιων οι οποίοι ακόμη δεν ήταν σταθεροί εις την πίστην, κι είχαν ανάγκη ακόμη όχι από στερεά τροφή αλλά από βρεφικό γάλα (Α’ Κορ. 3,2), δεδομένου του ότι στην πρώτη του απολογία στο δικαστήριο κανείς δεν του είχε συμπαρασταθεί αλλά όλοι τον είχαν εγκαταλείψει (Β’ Τιμοθ. 4,16), και γι’ αυτό λέει στον Τιμόθεο ότι το Πνεύμα το οποίον ο Θεός μάς έδωσε δεν είναι πνεύμα φόβου αλλά πνεύμα δυνάμεως, αγάπης και σοφίας (Β’ Τιμοθ. 1,2), εις ημάς δεν είναι επιτρεπτή καμία αμφιβολία έναντι Υμών, διότι Εσείς μας υποστηρίξατε και κατά την πρώτην και κατά την δευτέραν, όσο και σε όλες κατά σειράν μέχρι και αυτήν την έκτην απολογίαν της πίστεως ημών, ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων της ΠΓΔΜ.
Ως εκ τούτου, αυτήν την επιστολήν δεν την αναγράφομεν διά να ενθαρύνωμεν την ανδρείαν Υμών εν τη πίστη, η οποία αποδείχθηκε ημίν μέσω των μαρτυριών Υμών και κατά τας προηγούμενας φοράς, καθ’ ον χρόνον τελούσαμεν υπό κράτησιν, παρά, την αποστέλλομεν προς Υμάς, όπως μοιρασθώμεν μεθ’ Υμών την χαράν με την οποίαν ο Κύριος μάς χαροποίησε, χαράν η οποία πηγάζει από τα δεσμά του Χριστού, και με την οποίαν χαίρεται καθείς, όστις και ο ίδιος υπομένει τοιαύτα με τον έναν ή τον άλλον τρόπον. Εκείνοι όμως οι οποίοι θα αγαπήσουν τα δεσμά Αυτού έναντι κάθε είδους φυσικής ελευθερίας, θα καταλάβουν και την δική μας χαρά, χαράν με την οποίαν χαίρεται η καρδία ημών όταν φέρομεν εις την μνήμην μας Εσάς και την μέριμναν Τμών δι’ ημάς. Διότι, κανείς άλλος εκτός από εκείνον που επλήγη από την τρελή αγάπη του Θεού δεν δύναται να ανακαλύπτει και να αναγνωρίζει αυτήν την χαράν, η οποία εκχέεται από τα πάθη, από τη λύπη, τις δυσκολίες, τις φυλακίσεις, τις διώξεις ή τις εξορίες. Εκείνος όμως, που άνοιξε την καρδιά του στο έλεος του Θεού και επέτρεψε να τον τραυματίσει αυτή η ανείπωτη αγάπη, όχι μόνον επιτρέπει αυτή να τον πληγώνει συχνά, αλλά τις πληγές που δέχεται από αυτήν την αγάπη τις εκτιμά περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο.
Εκείνοι δε, οι οποίοι γνωρίζουν ότι οι πειρασμοί που υπομένει κανείς ένεκεν του Χριστού αυξάνουν το χάρισμα της χαράς, αυτοί ζηλεύουν τα δεσμά με τα οποία είμαστε δεμένοι στη φυλακή των Σκοπίων, μάλιστα όχι με αρρωστημένη ζήλεια αλλά με συναγωνιστικό καλό ζήλο και αυτός ο ζήλος δεν είναι ίδιος με εκείνων που με κάθε τρόπο προσπαθούν να μας αποτρέψουν από τον σκοπόν μας, ο οποίος δεν είναι άλλος από την ίδιαν την ενότητα της Εκκλησίας. Οι μεν πρώτοι, ζηλεύουν άδολα, με ζήλεια που φαίνεται ότι είναι ζήλος προς τον Θεόν, οι δε άλλοι, ζηλεύουν ημάς με κακεντρέχεια και απροκάλυπτη επιθυμία να κάνουν κακό, υποτιμώντας ακόμη και τα δεινά του Χριστού, μόνον και μόνον επειδή σε αυτήν την στιγμή αυτά έγιναν και δικά μας πάθη.
Τι λοιπόν; Ένα είναι το ζητούμενον, λέει ο απόστολος: «πλήν παντί τρόπω, είτε προφάσει, είτε αληθεία, Χριστός καταγγέλλεται» (Φιλ. 1,18). Όποιος μπορεί να καταλάβει, θα καταλάβει και εκείνο που ακολουθεί: «Έμοί γαρ το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλ. 1,21).
Μπορεί να εκληφθεί ο θάνατος ως κέρδος μόνον εάν προηγουμένως με χαρά αποδεχθεί κάποιος και τις δυσβάσταχτες ταπεινώσεις, τους λοιδωρισμούς, τις βλασφημίες και συκοφαντίες, τους διωγμούς και τις φυλακίσεις διά Χριστόν (Α’ Κορ. 4,9-13)· Και αυτό, εάν και εφόσον, στην αδικία που υπομένει δεν απαντάει εκδικητικά, με οργή, με μίσος, πεπεισμένος για της αρετές του. Διότι, κάθε είδος αρετής ξευτίζει όταν έρθει σε επαφή με το μίσος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ο απόστολος προτρέπει τους Κορινθίους στους λοιδωρισμούς να απαντούν με ευλογία, στους διωγμούς με ανοχή και στις βλασφημίες με λόγους φιλικούς.
Όπλον στον πνευματικόν αγώνα αποτελεί η αδυναμία του σταυρού· όπλο για το οποίο οι περισσότεροι σε αυτόν τον κόσμο δεν πιστεύουν ότι είναι νικηφόρο. Στην ουσία όμως, όταν όλα δείχνουν ότι απωλέσαμε όλη μας τη δύναμη, τότε είμαστε αληθινά δυνατοί (Β’ Κορ. 12,10). Γι’ αυτό εμάς, που επιλέξαμε αυτόν τον αγώνα, μας θεωρούν μωρούς, όπως ακριβώς συνέβαινε και στα χρόνια των αποστόλων (Α’ Κορ. 1,23-24). Ποιος, όμως, υπέφερε περισσότερα δεινά από τον ίδιο τον θείον Παύλο; Φυλακισμένος πολλές φορές, ραβδισμένος με ασύλληπτη αυστηρότητα, πολλάκις εν κινδύνοις ακόμη και εις θάνατον. Διήλθε όλων των ειδών τους πειρασμούς, εν ξηρά, εν ερήμω, εν θαλάσση (Β’ Κορ. 11,23-29). Όμως δεν προκάλεσαν όλ’ αυτά, το να χαραχθεί βαθιά μέσα του η πεποίθησις, ότι οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα και ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει (Ρωμ. 5,3-5).
Μπορεί, άραγε, να βρεθεί κανείς κακοπροαίρετος που θα πει ότι ο Απόστολος Παύλος ήταν μακράν του Θεού και ότι η οργή του Θεού στράφηκε εναντίον του, και ότι γι΄αυτό του συνέβησαν όλα τα παραπάνω; Αντιθέτως, όλα αυτά εκείνος τα υπομένει με χαρά, λόγω ακριβώς της ζωντανής και φανερής παρουσίας του Θεού σ’ Αυτόν. «Αρκεί σοι η χάρις μου», του λέει, διότι «η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β’Κορ.12,9). Μακάριος ο υπομένων τους πειρασμούς με ελπίδα. Διότι, εάν τους υπομείνει με αταλάντευτη την πίστη εις τα επαγγελλόμενα, «λήψεται τον στέφανον της ζωής, όν επηγγείλατο ο Κύριος τοις αγαπώσιν αυτόν» (Ιακωβ. 1,12).
Κανένας όμως πειρασμός δεν είναι επάνω από τα όρια αντοχής αυτού που δοκιμάζεται. Ο Θεός, που είναι καρδιογνώστης και ετάζων τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, που γνωρίζει τις πνευματικές δυνάμεις και ικανότητες του καθενός ξεχωριστά, δεν επιτρέπει στους πειρασμούς που αντιμετωπίζουμε να υπερβαίνουν τα όρια της ανθεκτικότητος ημών. Εκείνος που πιστεύει, σε κάθε δοκιμασία που του δίδεται να αντιμετωπίσει, ταυτόχρονα λαμβάνει και την δύναμιν να την υπερβεί (Α’ Κορ. 10,13). Αυτή η υπέρβασις, εντούτοις, δεν είναι πάντοτε ορατή στην αρχή της δοκιμασίας. Είναι κεκρυμμένη μέσα σε ένα πλέγμα υπομονής και ελπίδος, και αποκαλύπτεται μόνον όταν φανούμε υπομονετικοί ως προς τα ελπιζόμενα (Ιακωβ. 1,4).
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι ο Θεός εκείνος ο Οποίος μας θέτει εις πειρασμόν. Εις πειρασμόν οδηγούμεθα υπό της προς λάθος κατεύθυνση στραμμένης ιδίας επιθυμίας (Ιακωβ. 1,13-14). Αλλά, σε πειρασμούς, και χωρίς την συμμετοχή της θελήσεώς μας, δύνανται να μας οδηγήσουν και εκείνοι οι οποίοι μας ζηλεύουν, που μας μισούν ή έχουν για σκοπό τους να αφαιρέσουν από εμάς την περιουσία μας. Κάποιες φορές λοιπόν, χωρίς αυτό να είναι θέλημα Θεού αλλά ούτε και εξαιτίας δικής μας υπαιτιότητος, υποφέρουμε διάφορους πειρασμούς· σε αυτές τις περιπτώσεις, ο στέφανος που προορίζεται για εμάς θα είναι κατά πολύ ενδοξότερος από εκείνον που θα στεφώμασταν, εάν αντέχαμε κάποια δοκιμασία στην οποία υποπέσαμε εξαιτίας της εσφαλμένα παρασυρόμενης ημών βουλήσεως. Όταν οι άλλοι μας παρασύρουν στο πειρασμό, τότε αυτό μπορεί να ονομαστεί πάθος. Ο μισθός, δηλαδή, για τα υπομείναντα πάθη τα οποία ανεχθήκαμε με ευχαριστία και χωρίς γογγυσμούς, χωρίς να καταβληθούμε από μίσος προς εκείνους που μας έσπρωξαν στο ακούσιον πάθος και τα ανεπιθύμητα δεινά, θα είναι μεγαλύτερος και από εκείνον που χαρίζεται για την ενάρετη και στολισμένη με κάθε αγαθοεργία ζωή κάποιου.
Παράδειγμα όλων αυτών είναι ο μακάριος Ιώβ. Πότε αυτός αποδείχθηκε περισσότερο άξιος για το στέφανο; όταν διέπρεψε με έργα αγαθά όπως η φιλοξενία, η συμπόνοια, οι ελεημοσύνες, οι φιλανθρωπίες, η δικαιοσύνη, η φιλοπονία, η πραότητα, η σοφία, η εγκράτεια και πολλά άλλα; ή μήπως, όταν φάνηκε υπομονετικός στα δεινά τα οποία επ’ ουδενί δεν άξιζε, δεχόμενος επιθέσεις από διαβολική ζήλεια και μόνον; Οπωσδήπωτε, οι αγαθοεργίες του Ιώβ είναι αναμφισβήτητες και υπέρ αρκετές για την απόκτηση του στεφάνου, όμως η υπομονή των αδίκως προκληθέντων αυτώ παθημάτων αναδεικνύει τον Ιώβ ακόμη πιο άξιο. Η υπομονή των παθών αποτελεί το δυσκολότερο μέρος του αγώνος μας, κατά το οποίον για τη νίκη, πέραν της μεγάλης επιμονής και καρτερίας, είναι απαραίτητη και η ανυπολόγιστη αγάπη προς τον Θεόν.
Όταν υποφέρουμε αδίκως και ένεκεν της αγάπης του Χριστού, στην ουσία γινόμαστε συμμέτοχοι των αδίκων Αυτού παθών, αλλά συνάμα και Εκείνος γίνεται μέτοχος του δικού μας πόνου. Τοιαύτη ακριβώς συσσωμάτωση μετά του Χριστού είναι που μας δίδει και την μεγαλύτερη παρηγορίαν στα πάθη μας. Η ζωή μας είναι κεκρυμμένη στην ζωή του Χριστού και ημείς ήδη έχουμε αποθάνει εν Χριστώ (Κολ. 3,3), όπως και ο Ίδιος έχει αποθάνει για εμάς εφάπαξ. Εντούτοις, όταν οι πολιτικές αρχές στην πατρίδα μας συνειδητοποίησαν ότι για εκείνον που έχει αποθάνει εν Χριστώ και εκ νέου έχει γεννηθεί ως αιχμάλωτος της αγάπης Αυτού, η κάθειρξη σε φυλακές δεν μπορεί να προξενήσει ούτε πόνο ούτε πληγές, αποφάσισαν να επιτεθούν στους πιο αγαπημένους, στους αξιοσέβαστους Επισκόπους και τους ευλαβεστάτους ιερείς, στους μοναχούς και τις μοναχές, χωρίς να εξαιρέσουν ούτε το λογικόν ποίμνιον, μεταξύ αυτού και ανήμπορους ηλικιωμένους ανθρώπους. Τους σέρνουν σε δικαστικές αγωγές με κατηγορίες εναντίων των, προκειμένου να τους καταστήσουν συμμέτοχους κακών για τα οποία πρώτον ημάς, ψευδώς και χωρίς καμία τύψη συνειδήσεως κατηγόρησαν και επιβάρυναν. Τοιουτοτρόπως, εξισώθησαν με εκείνους τους διώκτες της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων, γενόμενοι και οι αυτοί διώκτες του Ιδίου του Χριστού, διότι εκείνος που καταδιώκει τα μέλη του Σώματος Αυτού, που δεν είναι άλλο από την Εκκλησίαν Του, διώκει Αυτόν τον Ίδιον τον Κύριον ημών, ο Οποίος κατοικεί μέσα εις τον καθένα από εμάς ξεχωριστά και μέσα σε όλους εμάς μαζί.
Εάν τα δεσμά της φυλακής δεν μας έχουν καταβάλει με την βαρύτητά τους, ο πόνος για τα δεινά στα οποία υποβλήθηκαν οι αδελφοί ημών αρχιερείς, οι κληρικοί, οι μοναχοί και ο πιστός καθ’ ημάς λαός του Θεού, μας έχουν κόψει σαν το πιο κοφτερό δρεπάνι και έχουν ενχύσει εις τα σπλάχνα ημών πικρόν ποτήριον όξους και χολής. Ασυγκρίτως οδυνηρότερη είναι η πληγή που προκλήθηκε εις ημάς από τα δεινά αυτών που αγαπούμε, από την πληγή για τα δικά μας πάθη. Διότι, όντως, σε εκείνον που είναι εν Χριστώ νεκρός, η αγάπη ακριβώς προς τα αγαπημένα του πρόσωπα δεν του επιτρέπει αληθώς και καθ’ ολοκληρίαν να αποθάνει. Ο αγαπών, θέτει εαυτόν εις διάθεσιν εκείνου που αγαπάει, καρτερώντας την στιγμή που, αν χρειαστεί, και θα αποθάνει χάριν αυτού. Έτσι μας δίδαξε ο Σωτήρ ημών, όταν μας είπε, ότι μείζον αυτού δεν υφίσταται, από το να δίδουμε την ίδια μας τη ζωή για εκείνους που αγαπούμε (Ιωαν. 15,13).
Μας είπε όμως και το εξής: «Μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μή δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. 10,28). Δεν δύνανται οι διώκτες ημών να βλάψουν τις ψυχές μας, αν και ήδη έχουν καταφέρει να βλάψουν την σωματική υγεία κάποιων από εμάς. Δεν κατάφεραν όμως, με τη δύναμη της εξουσίας, να μας ταλαντεύσουν εις την πίστην προς Εκείνον που προσδωκούμε να έλθει για να μας ενδύσει το νέο σώμα, αυτό που είναι αντάξιο των ανεκτίμητων ψυχών μας, με τις οποίες μας προίκησε ο Κύριος. Και όταν είναι ο Θεός μεθ’ ημών, τις δύναται εναντίον ημών; Δεν εφείσθη, όμως, ο Θεός, ούτε του μονογενούς Αυτού Υιού, μας θυμίζει ο ιερώτατος Παύλος, και παρέδωκεν Αυτόν θανάτω δι’ ημάς. Συνεπώς, αδελφοί μου, εάν δι’ ημάς παραδίδει τον Τιόν Του τον αγαπητόν εις το πάθος, αυτό σημαίνει ότι δεν θα παραμείνει αδιάφορος και αδρανής ούτε όταν κάποιος αποπειραθεί να αγγίξει όχι μόνον το σώμα μας, αλλά και την ψυχή μας.
Έχουν την δύναμιν οι διώκτες ημών ψευδώς να μας ενοχοποιήσουν και με τον πιο απρεπή τρόπο να μας συκοφαντήσουν, μπορούν να μας δικάσουν και να μας καταδικάσουν, μπορούν να μας φυλακίσουν και διώξουν, μπορούν με τη δύναμη του εξαναγκασμού σε κάτι στο οποίο μπορεί να καταφεύγει κάθε ανεύθυνη γήινη εξουσία, να πολλαπλασιάσουν τα σωματικά μας βάσανα έως τα όρια της ανθεκτικότητός μας. Μπορούν, όμως, έτσι άραγε, να μας χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού; Δύνανται, μήπως, τα δεινά, οι απειλες, οι διώξεις, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι, ή ακόμη και αυτός ο μαρτυρικός θάνατος, να μας χωρίσουν από τον Χριστό; –ρωτάει ο απόστολος Παύλος τους Ρωμαίους. Και απαντάει έτσι όπως θα απαντούσε κάθε ένας από εμάς, τους χτυπημένους και σκλαβωμένους από την τρελή αγάπη του Θεού «πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άρχαί ούτε δυνάμεις ούτε ενεστώτα ουτε μέλλοντα ούτε ύψωμα ουτε βάθος ούτε τις κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης τού Θεού της έν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. 8,38-39)·
Γι΄ αυτό, μην ανησυχείτε υπέρ του δέοντος, αδελφοί, ούτε για τα δικά μας δεσμά ούτε για τους διωγμούς εναντίον μας, των οποίων το τέλος δεν λέει να φανεί στον ορίζοντα. Γιατί δεν έχουμε εδώ μόνιμη πολιτεία αλλά λαχταρούμε την μελλοντική (Εβρ. 13,14)· Ας μην Σας ανησυχούν ούτε οι ψευδείς κατηγορίες με τις οποίες κάποιους από Εσάς σας αντιμετωπίζουν σαν συμμέτοχους στις συκοφαντίες εναντίον ημών, θέλοντας έτσι να εντροπιάσουν την αφοσίωσήν μας στον Θεό και την Εκκλησία. Ο Κύριος μάς διδάσκει να μην μεριμνούμεν για το τι θα απολογηθούμε όταν μας παραδώσουν στα δικαστήρια. Αυτός θα μας φωτίσει εκείνη την ώρα τι να είπωμεν, διότι δεν θα είμαστε εμείς εκείνοι που θα μιλούμε ενώπιον των δικαστών, αλλά το Πνεύμα του Πατρός ημών το λαλούν εν ημίν (Ματθ. 10,19-20). Για εμάς που είμαστε στην Εκκλησία και προικιστήκαμε από το Θεό με όλα τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, επειδή η συμμετοχή έστω και σε ένα μέρος και μόνον του πιο μικρού χαρίσματος είναι αρκετό να μας καταστήσει κοινωνούς των μεγαλυτέρων δωρεών του Θεού, είναι χαρακτηριστικό να λέμε μόνον την αλήθεια, διότι αυτή για εμάς σημαίνει την ίδια τη ζωή. Εντούτοις, δεχτείτε σαν κάποια εκ των προτέρων γνώση, και την καθόλου μικρή δική μας εμπειρία από τα δικαστήρια της πατρίδος μας και τις εναντίον ημών άδικες και παράνομες αποφάσεις τους. Όταν οι δικαστικές αποφάσεις είναι υπό επιρροή από τις πολιτικές καταστάσεις, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις σχετικές με την Ορθόδοξο Αρχιεπισκοπή Αχρίδος δικαστικές διαδικασίες τα τελευταία δέκα χρόνια, τότε η δικαιοσύνη στερείται της αισθήσεως του δικαίου και η αλήθεια ουσιαστικά παραγνωρίζεται. Και παρ’ όλο που έχουν θεσμοθετηθεί για να κρίνουν με βάση το δίκαιο και την αλήθεια, τα δικαστήρια που κρίνουν εμάς, είναι σαν να έθεσαν για σκοπό τους να κάνουν ακριβώς το αντίθετο.
Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να μας δημιουργηθεί η εντύπωσις, ότι από μια τέτοια εν γένει κατάσταση δεν διαφαίνεται καμία διέξοδος. Αλλ’ όμως, δεν υπάρχει χώρος για απογοήτευση. Εμείς είμεθα πήλινα δοχεία αδύναμοι, ευθραύστοι, φτωχοί για κάποιους ίσως μηδαμινοί και ανάξιοι. Για το Θεό, όμως, έχουμε ανεκτίμητη αξία (Β’ Κορ. 4, 7-8). Ας επιρρίψομεν επ’ Αυτόν πάσαν τήν μέριμναν ημών, διότι Αυτός νοιάζεται και ενδιαφέρεται δι ημάς (Α’ Πετρ. 5,7). Όσο·περισσότερο συμμετέχουμε εις τα πάθη του Χριστού, τόσο περισσότερο έχουμε τη δική Του στήριξη. Ακόμα και τότε όταν περνάμε μέσα από λύπες εξαιτίας αναξιοπαθούντων δεινών που μας βρίσκουν στη ζωή, αυτό συμβαίνει ένεκεν της υποστηρίξεως και της σωτηρίας μας. Κι όταν ο Θεός στηρίζει κάποιον που πάσχει, δι’ αυτού στηρίζει και εκείνους που μέσω των δεσμών της αγάπης συμμετέχουν στα δεινά του αναξιοπαθούντος.
Όπως οι Κορίνθιοι, μέσω των δεσμών της αγάπης, συνέπασχον με τον απόστολο Παύλο, και ως εκ τούτου, εύλογα Εκείνος ανέμενε να βοηθηθούν αυτοί από τον Θεόν (Β’ Κορ. 1,3-11), ούτως και ημείς ικετεύομεν τον Κύριον και αναμένομεν να Σας αναζωπυρώσει την πίστη εις την επαγγελία Αυτού, να Σας κραταιώνει και να Σας παρηγορεί στον αγώνα με τις δοκιμασίες στις οποίες Σας έσπρωξε η κακία των σχισματικών και να Σας ρυσθεί οριστικώς από αυτά που θα μπορούσαν να υπερβούν τις δυνάμεις Σας εις το να αντέξετε και να νικήσετε.
Αλλά σε εκείνους που γεύτηκαν τον πόνο που προκαλούν τα βάσανα στα οποία τους έριξε ο φθόνος των εχθρών τους, δεν χρειάζονται περαιτέρω εξηγήσεις γιατί είναι «αγαθόν πεποιθέναι επί Κύριον ή πεποιθέναι επ’ άνθρωπον» (Ψαλ. 117,8), όπως είναι καλύτερο και το να αναζητούμε καταφύγιο στο Θεό παρά να ελπίζουμε μόνον στους ανθρώπους και στους κοσμοκράτορες του αιώνος τούτου (Ψαλ. 117,8-9). Η ωμότητα και η αναισθησία των ανθρώπων μπορούν συχνά να είναι χειρότερες και από εκείνη την κακία του διαβόλου, και γι’ αυτό ο θεόπνευστος Δαυίδ επιλέγει ως καλύτερο το να πέσει κανείς στα χέρια του Θεού, ακόμη κι αν πρόκειται για θεία τιμωρία, παρά να πέσει στα χέρια ανθρώπων και να γίνει έρμαιο της εκδίκησης τους (Β’ Σαμ. 24,12).
Οι υποσχέσεις που δίνει ο άνθρωπος είναι άστατες και συχνά εξαρτώνται από το ατομικό συμφέρον. Οι υποσχέσεις που επαγγέλλεται ο Θεός εκπληρώνονται σίγουρα, κάθε μια στην ώρα της, όταν ο Κύριος αποφασίσει ότι είναι το πιο ωφέλιμο. Εκείνο που ο Θεός υπόσχεται το σφραγίζει και το υπογράφει με το αίμα που έχυσε στο σταυρό. Γι’ αυτό, όταν μας έρχεται να αναστενάξουμε βαθιά, θλιμμένοι από το βάρος των δυσκολιών, αισθανόμενοι ότι δεν έχουμε κανένα άλλο στήριγμα παρά μόνον τον Θεό, αναστενάζουμε αλλά χωρίς να απελπιζόμαστε, διότι «τί γάρ μοι υπάρχει εν τω ουρανώ, και παρά σού τί ηθέλησα επί της γής;» (Ψαλ. 72,25).
Ο Θεός ημών, εντούτοις, θα εισακούσει και θα παρηγορήσει σίγουρα ημάς, ιδιαιτέρως δε, εφόσον καταφέραμε να εφαρμόσουμε εκείνο το τελειώτερο το οποίο εντέλλεται ημίν, να αγαπούμε τους εχθρούς μας (Ματθ. 5,44). Να προσεύχεσθε για το καλό των διωκτών Υμών, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γί αυτούς, και όχι να τους καταριέστε (Ρωμ. 12,14). Ω, ποία μεγαλειότης, ω, ποία τελειότης! Το να σεβόμαστε τις αρχές του κράτους φαίνεται κάπως φυσικό ύστερα από αυτό που λέει ο απόστολος των εθνών στους Ρωμαίους, (Ρωμ. 13,1-7), ακόμη και το να προσευχόμαστε για τους έχοντας την εξουσία (Α’ Τιμ. 2,2), αλλά το να προσευχόμαστε για τους εχθρούς, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων των αρχόντων που είναι εχθρικά διακείμενοι προς την Εκκλησία, ε, αυτό πια, είναι παράδοξο! Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι άραγε γεμάτη η Εκκλησία μας από διαφόρων ειδών παράδοξα; Δεν είναι ακατανόητα παράδοξον η ενσάρκωση της υποστάσεως του Υιού του Θεού; Δεν είναι παράδοξον η άσπορος σύλληψις του Χριστού και η υπέρ φύσιν γέννησίς Του από Παρθένο; Δεν είναι άραγε παράδοξον το ότι τρώγοντας ψωμί και πίνοντας κρασί γινόμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού και με αυτό και μέτοχοι της εν Θεώ ζωής;
Οπότε, το να αγαπάει κάποιος τους εχθρούς του, και να ζητάει το έλεος του Θεού γί αυτούς είναι όντως παράδοξον. Όμως, ακριβώς αυτή η παραδοξότητα είναι που μας κάνει να ομοιάζουμε με τον Ίδιον τον Θεόν. Η κρίσις και η εκδίκησις είναι του Θεού. Εκείνος είπε ότι σε Αυτόν ανήκουν η εκδίκησις και η ανταπόδωσις. Ο Κύριος θα δικαιώσει τον αδικημένον (Δευτ. 32,35-36) και είναι φοβερό να πέσει κανείς στα χέρια του αληθινού Θεού (Εβρ. 10, 31)· Αυτός δεν τιμωρεί πάντοτε τους αδίκους· αλλά ακόμη, κι όταν τους τιμωρεί δεν το κάνει πάντοτε με ορατό τον τρόπο. Διότι, εάν τιμωρούσε όλους τους ενόχους κατά τάξην, και εάν το έκανε αυτό με ορατό τρόπο, τί θα απέμενε να συντελεστεί για την τελευταία Κρίση;
Σε τούτον τον κόσμο, αγαπημένοι μας αδελφοί, υποφέρουν και οι καλοί και οι κακοί. Αλλά, αν και τα παθήματα είναι ίδια, και για αυτούς που κατά κάποιο τρόπο τα αξίζουν και για εκείνους που δεν έχουν καμία υπαιτιότητα, εντούτοις, η διάκρισις μεταξύ των μεν και των δε, δεν εξαφανίζεται, λέει ο ιερός Αυγουστίνος. Υπάρχει διαφορά μεταξύ αυτών που υποφέρουν, ακόμη κι αν ο τρόπος που υποφέρουν τα δεινά είναι όμοιος, έστω και ο πόνος ακόμη να είναι ίδιος, όμως ούτε η καταδίκη, αλλά ούτε η βοήθεια που είναι του Θεού είναι ίδιες. Όπως ακριβώς μέσα στην ίδια φωτιά ο χρυσός αστράφτει ενώ τα άχυρα καίγονται, ή όπως κάτω από το ίδιο αλώνι, τα στάχυα κόβονται ενώ το σιτάρι αλωνίζεται, έτσι και όταν η ίδια δύναμη χτυπάει, τους μεν καλούς τους δοκιμάζει, τους καθαρίζει, τους διορθώνει, τους δε κακούς τους τιμωρεί, τους συντρίβει και τους διαλύει. Έτσι, κατά τον ίδιο πειρασμό, οι κακοί καταρώνται και βλασφημούν τον Θεό ενώ οι καλοί προσεύχονται και Τον δοξολογούν. Δεν είναι, λοιπόν, πρωτίστως σημαντικό το ποια και πόσα είναι τα βάσανα, αλλά το ποιος και πώς τα υπομένει.
Εν τέλει, δεν είναι, άραγε, περισσότερο μακάριοι εκείνοι ακριβώς οι ονειδιζόμενοι, οι δεδιωγμένοι και υβριζόμενοι με ψευδείς και πονηρές κατηγορίες ένεκεν του Χριστού (Ματθ. 5,11); Το αποκορύφωμα όλων των μακαρισμών δεν είναι στην πραότητα, ούτε στην καθαρότητα της καρδίας, ούτε ακόμη, στην ειρήνη της ψυχής και στην μετάδοση αυτής, ούτε καν, στην δικαιοσύνη. Το αποκορύφωμα είναι στο χάρισμα του να υπομένει κάποιος την αδικία, τους ονειδισμούς, τους διωγμούς και τις συκοφαντίες χάριν της ζωής εν Χριστώ. Κι όταν ο άνθρωπος αγγίξει αυτήν την κορυφή τότε η χαρά μόνη της τον επισκέπτεται, μη ερχόμενη αυτή κατ’ αναλογίαν με τα έργα, ούτε πάλι ως αμοιβή για τους μεγάλους άθλους και τις αρνήσεις, αλλ’ όπως είπαμε στην αρχή, έρχεται ως χάρις, ως υπέροχο και τέλειο δώρο του ελέους του Θεού.
Αυτή η εγκύκλιος επιστολή, αγαπημένοι μας εν Χριστώ αδελφοί και αδελφές, είναι γραμμένη στο κελί των προφυλακισμένων των φυλακών των Σκοπίων όπου είμεθα εγκλεισμένοι ήδη εδώ και δέκα μήνες. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες κρατούμεθα είναι ωμές και απάνθρωπες. Κατά τους θερινούς μήνες, σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας δεν είχαμε νερό, με λίγη τροφή και κανενός είδους ιατρική παρακολούθηση. Κλειδωμένοι για 23 ώρες και με μία μόνον ώρα παραμονής στον καθαρό αέρα την ημέρα. Κάθε τι που λαμβάνουμε περνάει από ενδελεχή έλεγχο και για οτιδήποτε είναι γραμμένο σε ξένη γλώσσα περιμένουμε μήνες την άδεια από το δικαστήριο για να μας παραδοθεί. Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού και διαθέτει χαρίσματα ώστε να μπορεί να προσαρμόζεται στις εξωτερικές συνθήκες, και έτσι, κάθε προφυλακισμένος, αργά ή γρήγορα, αποδέχεται την ωμά διαγραφόμενη πραγματικότητα και ζει σ’ αυτήν και μαζί μ’ αυτήν. Οι περισσότεροι από τους προφυλακισμένους δεν έχουν καταδικαστεί, αυτοί ή περιμένουν την ημέρα της δίκης τους ή την απόφαση της καταδίκης τους. Αυτή ακριβώς η αβεβαιότητα είναι το πιο δύσκολο πράγμα στην προφυλάκιση. Ο άνθρωπος μπορεί να συνηθίσει τον αποπνικτικά μικρό χώρο του κελίου των ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων να τον μοιράζει και με άλλους συγκρατούμενους του, μπορεί να προσαρμοστεί και σε μια ζωή μέσα σε τέσσερις υγρούς και μουχλιασμένους τοίχους, ακόμη και η έλλειψη τροφής και ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως δεν μπορούν να τον πτοήσουν τόσο, όσο έχει τη δύναμη αυτό να το κάνει και να τον πτοήσει η αναμονή της εκδικάσεως της υποθέσεώς του και η δικαστική απόφασις.
Η κατάστασις των προφυλακισμένων ίσως μπορεί να συγκριθεί με αυτήν των εγκληματιών που μετά τον θάνατο τους αναμένουν την προσωρινή τους καταδίκη. Αυτοί, αργότερα, ύστερα από την τελική κρίση, θα εκτίσουν την ποινή τους, αλλά η ίδια η αναμονή της ποινής είναι ήδη ποινή. Εάν θα μπορέσουμε να ισχυριστούμε για τους εγκληματίες, ότι και πριν από την δίκαια απόφαση για την κόλαση ήδη την περιμένουν αυτή σε ένα είδος κολάσεως, τότε για τους προφυλακισμένους μπορούμε να πούμε, ότι τελούν υπό δεσμά, συχνά πιο βαριά από εκείνα που θα αντιμετωπίσουν ύστερα από την εκδίκαση και την απόφαση.
Ύστερα από όλα αυτά, θα θέλαμε μόνον να Σας παρακαλέσουμε έτσι όπως ο Απόστολος Παύλος παρακαλεί τους φωτισμένους «μιμνήσκεσθε των δεσμίων ως συνδεδεμένοι, των κακοχουμένων ώς και αυτοί όντες εν σώματι» (Εβρ. 13,3)
Ενθυμήσθε ημάς αλλά μην μεριμνάτε υπέρ του δέοντος περί ημών. Τα άδικα δεσμά ελευθέρωσαν πολλούς από τις αμαρτίες τους, τις εκούσιες και τις ακούσιες. Έτσι και τα δικά μας αυτά δεσμά και δεινά, εάν τα υπομένουμε εξ αιτίας κάποιας αμαρτίας με την οποίαν κάποιον αδικήσαμε ή βλάψαμε, είναι δίκαια. Εάν πάλι, δεν υποφέρουμε εξ αιτίας κάποιων δικών μας αμαρτιών, τότε αυτοί οι πόνοι και τα βάσανα που υπομένουμε θα συντελέσουν μόνον εις το εκτυπώτερον μετασχείν του Χριστού και Υμών. Τα από αδικία πάθη, εν Χριστώ αγαπημένοι αδελφοί, είναι ο συντομότερος δρόμος προς τα βάθη της θεογνωσίας. Οπωσδήποτε, όταν τα πάθη αυτά γίνουν αποδεκτά εκουσίως, χωρίς εναντιώσεις και αντιρρήσεις και όταν υποστούν με χαρά. Με τα παθήματα και τις συμφορές που μας βρίσκουν, ιδιαιτέρως δε, εάν αυτά είναι αναξιοπαθούντα βάσανα, ανακαλύπτουμε και αληθινά επιβεβαιώνουμε το κατά πόσον είμεθα πλησίον του Θεού, ή καλύτερα, το πόσον Αυτός μας πλησίασε.
Ημείς πλησιάζουμε Αυτού, όταν με τα παθήματα μας συμμετέχουμε στη δική Του θυσία για τη ζωή του κόσμου. Μόνον η δική μας θυσία δεν είναι αρκετή για την συμφιλίωσή μας με το Θεό. Γι’ αυτό και ήταν απαραίτητη η θυσία του Χριστού. Όμως, η θυσία που εμείς προσφέρουμε, κάποτε μπορεί να μας συμφιλιώσει μεταξύ μας. Εάν αυτή η δική μας ελάχιστη θυσία, την οποίαν εκουσίως και εθελουσίως προσφέρομεν εις τον Θεόν, συντελέσει εις το να επέλθει πλήρης συμφιλίωσις μετά των σχισματικών και εις την υπέρβασιν του υπάρχοντος σχίσματος, τότε όλα όσα υπομένουμε τα δέκα τελευταία χρόνια, μεταξύ των άλλων μερικές διώξεις, εξορίες και μεγάλο αριθμό φυλακίσεων, ας είναι από εμάς μόνον ένα μικρό λιθαράκι προς εκείνο το οποίον είναι το πιο πολύτιμο για την Εκκλησίαν, και αυτό είναι η Ενότητά Της.
Έτι ευχόμεθα, προς τον Θεόν και Πατέρα, να Σας ενισχύει και να Σας στερεώνει στην ενότητα μετά του αγαπημένου Αυτού Υιού, ώστε συναζόμενοι εν ενί Σώματι συνεργεία του Αγίου Πνεύματος, από κοινού να δοξάζομεν τον εν Τριάδι Θεόν, αναμένοντας την παρουσία του Χριστού, διότι εν Αυτώ απεθάνομεν, και η ζωή ημών κέκρυπται σύν τω Χριστώ εν τω Θεώ. Και όταν ο Χριστός φανερωθεί, η ζωή ημών, τότε και ημείς συν Αυτώ θα φανερωθούμε δοξασμένοι στην παρουσία Του (Κολ. 3,3-4).
08 / 21 Σεπτεμβρίου 2012
Γέννησις της Θεοτόκου
Τμήμα προφυλακίσεως του ποινικού σωφρονιστικού ιδρύματος
Φυλακών Σκοπίων
Ο υπέρ Υμών ευχέτης προς Κύριον
Ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και
Μητροπολίτης Σκοπίων
Ιωάννης

Απορώ, πως μερικοί δίνουν τόση σημασία στην ανθρώπινη δόξα και όχι στην δόξα του Θεού που μας περιμένει.

Αξιώματα και ανθρώπινη δόξα

Απορώ, πως μερικοί δίνουν τόση σημασία στην ανθρώπινη δόξα και όχι στην δόξα του Θεού που μας περιμένει, όταν «των ανθρώπων την δόξαν φύγωμεν». Σε τι θα μας ωφελήση, αν αποκτήσουμε και το πιο μεγάλο αξίωμα που υ πάρχει και μας εγκωμιάζη όλος ο κόσμος; Θα μας οδηγήσουν στον Παράδεισο τα εγκώμια του κόσμου ή θα μας ωθήσουν στην κόλαση; Τι είπε ο Χριστός; «Δόξαν παρά ανθρώπων ου λαμβάνω»Σε τι θα με ωφελούσε αν μπορούσα να γίνω από μοναχός ιερομόναχος, δεσπότης, πατριάρχης; Θα με βοηθούσαν τα αξιώματα να σωθώ ή θα ήταν μεγάλο βάρος σε έναν αδύνατο Παΐσιο και θα με γκρέμιζαν στην κόλαση; Εάν δεν υπήρχε άλλη ζωή, μπορούσε να δικαιολογηθή μια τέτοια ανοησία, Ένας όμως που επιδιώκει την σωτηρία της ψυχής του όλα τα βλέπει «σκύβαλα»και δεν επιδιώκει αξιώματα.

Ο Μωυσής, παρ’ όλο που ήταν απεσταλμένος από τον Θεό να ελευθερώση τον λαό του Ισραήλ, δεν αξιώθηκε να πάη στην Γη της Επαγγελίας, γιατί έφθασε σε σημείο να αγανακτήση κατά του Θεού εξ αιτίας του λαού. Ζούσε συνέχεια μέσα στην γκρίνια του λαού και μια φορά αγανάκτησε. «Μου ζητούν νερό, είπε. Που να τους βρω νερό;»Μα πριν από λίγο χτύπησες την πέτρα και έβγαλες νερό και τους έδωσες! Δύσκολο ήταν; Αλλά είχε μπλέξει με τα θέματα, με τις υποθέσεις του λαού και ξέχασε πόσο νερό είχε βγάλει νωρίτερα, και από τις πολλές σκοτούρες που είχε, δεν το κατάλαβε, για να ζητήση συγχώρεση από τον Θεό. Αν ζητούσε συγχώρεση, θα τον συγχωρούσε ο Θεός. Το να μην πάη στην Γη της Επαγγελίας ήταν ένας μικρός κανόνας από τον Θεό, ένα επιτίμιο για την αγανάκτησή του. Φυσικά ο Θεός τον πήρε στον Παράδεισο και τον τίμησε με το να τον στείλη μαζί με τον Προφήτη Ηλία στο Όρος Θαβώρ, στην Μεταμόρφωση του Κυρίου. Όλα αυτά βοηθούν να καταλάβουμε πόσο μεγάλο εμπόδιο γίνεται το αξίωμα με τις ευθύνες για την πορεία ενός Χριστιανού προς τον Παράδεισο.
  
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

ΓΙΑ ΤΟ "ΑΥΡΙΟ" ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ Ο ΘΕΟΣ



Το  αύριο κατάντησε ένας εφιάλτης στη ζωή των περισσοτέρων
 ανθρώπων. Μας απασχολεί το αύριο, μας φοβίζει το μέλλον. 
Πολλοί άνθρωποι το αντιμετωπίζουν με φόβο και αγωνία!
Απασχολεί το αύριο τον πατέρα και  τη μάνα. Τι να γίνουν τα
 παιδιά τους; Θα μπορέσουν να τα ζήσουν και να τα 
μεγαλώσουν; Θα μπορέσουν να τα μορφώσουν και να 
τα αποκαταστήσουν;
Τι θα γίνει αύριο, αναρωτιέται ο νέος.
Τι θα γίνει αύριο, αναρωτιέται ο γέροντας και η γερόντισσα. 
Αν αρρωστήσω, αν μείνω μόνος, αν με εγκαταλείψουν τα 
παιδιά μου; Αυτό το αν, απασχολεί τους περισσότερους 
ανθρώπους. Ο κάθε άνθρωπος αισθάνεται ανασφαλή τον
 εαυτό του για το αύριο. Ποιος μας εξασφαλίζει το μέλλον, 
το αύριο;
Την απάντηση μας τη δίνει εκείνος που έκανε το σήμερα
 και το αύριο. Ο Κύριος είπε: «μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες,
 τι φάγωμεν ή τι πίωμεν ή τι περιβαλλώμεθα; 
Πάντα γαρ τάυτα τα έθνη επιζητεί, οίδε ο πατήρ υμών
 ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων».(Ματθ. 6,31)
Η ανησυχία μας για το αύριο οφείλεται στην έλλειψη 
εμπιστοσύνης στο Θεό. Το παράδειγμα του Κυρίου
 είναι πολύ πειστικό.
Αυτός που μεριμνά για τα άνθη του αγρού, αυτός που 
φροντίζει για τα πετεινά του ουρανού, είναι ποτέ 
δυνατό να αδιαφορήσει για τα παιδιά του;
Έχουμε ξεχάσει, έχουμε λησμονήσει, οι περισσότεροι
 άνθρωποι, ότι έχουμε πατέρα στον ουρανό. 
Σε απασχόλησε ποτέ εάν αύριο θα βγει ο ήλιος, 
εάν θα έχει οξυγόνο για να αναπνεύσεις;
Γιατί γνωρίζεις πολύ καλά, ότι αυτός που έβγαλε τον
 ήλιο χθες και έδωσε το οξυγόνο σήμερα, θα το κάνει 
και αύριο. Διότι γνωρίζει ότι το έχουμε ανάγκη.
Πού οφείλεται η ανησυχία αυτή για το αύριο;
Οφείλεται κατά μέγα μέρος στην έλλειψη
 εμπιστοσύνης στο Θεό.
Είδες ποτέ το παιδί σου να ανησυχεί για το
 αύριο; Ποτέ! Γιατί άραγε; Διότι γνωρίζει ότι
 έχει πατέρα που φροντίζει για αυτό.
Γιατί εμείς λησμονούμε ότι έχουμε πατέρα που
μεριμνά και φροντίζει για μας; Για μια ματιά στο
 παρελθόν της ζωής σου. Δεν πέρασες δυσκολίες,
 δεν βρέθηκες πολλές φορές σε αδιέξοδο και όμως
 ο Θεός δεν σε εγκατέλειψε,
δεν σε άφησε.
Πόσες φορές δεν είδες το χέρι του Θεού να 
απλώνεται επάνω σου!
Γιατί τώρα ανησυχείς, γιατί αγωνιάς, γιατί
χάνεις τον ύπνο σου; Άλλαξε ο Θεός; 
Λιγόστευσε η δύναμη του; Μη γένοιτο!
Ο Θεός εξακολουθεί να είναι ο πατέρας σου. 
Σε σκέπτεται, σε αγαπά, σε παρακολουθεί. 
Το αύριο ανήκει στο Θεό. Στα χέρια Του βρίσκεται
 η ζωή μας, η υγεία μας, τα παιδιά μας.
Εμπιστεύσου το Θεό. Άφησε τη ζωή σου στα χέρια Του.
 Μην ανησυχείς για το αύριο, για το μέλλον.
Ο Θεός θα σε αναλάβει κάτω από τη σκέπη του. 
Βέβαια εμπιστοσύνη στο Θεό δεν σημαίνει μοιρολατρεία,
 σταύρωμα των χεριών. Ο γεωργός θα σπείρει το χωράφι 
του, αλλά ο Θεός
θα βρέξει για να καρποφορήσει.
 Εμείς θα σκεφτούμε, θα σχεδιάσουμε. 
Αλλά ο Θεός θα πραγματοποιήσει. 
Ο προφήτης λέγει:
«Εάν μη Κύριος οικοδομήσει οίκον, εις μάτην
 εκοπίασαν οι οικοδομούντες» (Ψαλμός 126,1)
Με αυτό το πνεύμα, με αυτή την πίστη,
 ο πιστός άνθρωπος εμπιστεύεται το παρόν και
 το μέλλον στα χέρια του Θεού.

Προσευχή για τους λαούς της γης



Αγίου Σιλουανού

Κύριε αξίωσε όλους τους λαούς
της γης να γνωρίσουν ποια θαυμαστή ζωή
χαρίζεις σε όσους πιστεύουν σε Σένα.
Σε ικετεύω, φιλεύσπλαχνε Κύριε,
αξίωσε όλους τους ανθρώπους,
από τον Αδάμ μέχρι της συντέλειας των αιώνων,
να Σε γνωρίσουν, να μάθουν ότι είσαι ελεήμων και επιεικής.
Είθε όλοι οι λαοί να χαρούν την ειρήνη Σου
και είθε όλοι να δουν το φως του Προσώπου Σου.

Το βλέμμα Σου, ιλαρό και πράο,
ελκύει την ψυχή μου.
Όταν η ψυχή πληρωθεί από τη θεία αγάπη
και ενώ ζεί μια άμετρη χαρά,
θλίβεται και προσεύχεται με
δάκρυα γιά ολόκληρο τον κόσμο,
ώστε όλοι οι άνθρωποι να μπορέσουν
να γνωρίσουν τον Κύριο
και ουράνιο Πατέρα τους.
Δεν γνωρίζει ανάπαυση, αλλά ούτε
και την επιθυμεί, όσο δεν βρίσκονται
ακόμα όλοι μέσα στη χαρά
της αγάπης του Κυρίου.

Κύριε, αφού αξίωσες εμένα τον
αμαρτωλό να Σε γνωρίσω διά του
Αγίου Πνεύματος, Σε ικετεύω,
δώσε να Σε γνωρίσουν
και όλοι οι λαοί της γής

Ω, λαοί όλης της γης, πέφτω
στα γόνατα μπροστά σας και σας
ικετεύω με δάκρυα: Ελάτε στον Χριστό.
Γνωρίζω την αγάπη Του για σας.
Τη γνωρίζω καλά γι’ αυτό
και την φωνάζω σε ολόκληρη τη γη.
Πως θα μπορούσε κανείς να μιλήσει
για κάτι που δεν γνωρίζει;


Πηγή: Τριμηνιαίο περιοδικό «Πάντα τα Έθνη», Έτος Ι΄, τ.37, 1ο τρίμηνο 1991, εκδότης «Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος».

πηγή / αντιγραφή

ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΕΙ ΟΛΟΥΣ


Τα τέσσερα ανήλικα παιδιά στο σπίτι πεινούσαν. Πίνανε τσάι για τρείς μέρες . Ο πατέρας και η μητέρα άνεργοι.
Ο πατέρας πήγε σε μια γνωστή αλυσίδα φούρνων, πήρε γάλα και ψωμί και ζήτησε τον υπεύθυνο του καταστήματος ο οποίος απουσίαζε.
Τότε λέει της κοπέλας στο ταμείο «Δεν έχω λεφτά να πληρώσω και τα παιδιά μου πεινάνε , κράτησε την ταυτότητα μου και μόλις έχω λεφτά θα έρθω να σε πληρώσω και θα περάσω να την πάρω». Όταν ήρθε ο υπεύθυνος του καταστήματος κάλεσε την αστυνομία.

Πήγαν δύο αστυνομικοί στο σπίτι του ανθρώπου και δεν μπορούσαν να πιστέψουν.
Με το φώς των κεριών βρήκαν τους γονείς και τα ανήλικα παιδιά να βάζουν το ψωμί μέσα στο γάλα και να τρώνε.
Ο αστυνομικός δάκρυσε και έφυγε.
Πήγε πίσω στον φούρνο και πλήρωσε ο ίδιος τον λογαριασμό του πατέρα και προπλήρωσε γάλα και ψωμί για την οικογένεια για ακόμα ένα μήνα !!!

Τί είναι και τι συμβολίζει το “δέντρο της ζωής”;


Το δέντρο τῆς ζωῆς, «ξύλο τῆς ζωῆς», ἀναφέρεται γιά πρώτη φορά στο Γεν 2,9 ὅπου γίνεται ἀναφορά σέ τριῶν εἰδῶν δέντρα τοῦ παραδείσου:
1ον ἐκεῖνα πού ἔχουν βρώσιμους καρπούς
2ον τό δέντρο πού θά συντελοῦσε στήν πνευματική αὔξηση τοῦ ἀνθρώπου (ἤ καί στήν ὁλοκληρωτική ἀποξένωσή του ἀπό τό Θεό) τό δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ καί
3ον τό δέντρο πού θά τοῦ χάριζε τήν αἰώνια ζωή. Γιά τό ἴδιο δέντρο ὑπάρχει ἀναφορά στό Γεν 3,22.24
Οἱ περισσότεροι πατέρες συμφωνοῦν ὅτι πρόκειται γιά πραγματικά δέντρα πού ἐπιφορτίστηκαν μέ ἔνα ἐπιπλέον χαρακτηριστικό. Τό δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ ἦταν πραγματικό δέντρο καί ὄχι συμβολισμός, πού παρεῖχε στόν ἄνθρωπο τήν ἀφορμή τῆς ὑπακοῆς ἤ ἀνυπακοῆς στήν ἐντολή τῆς νηστείας πού τοῦ εἶχε δοθεῖ. Κατά παρόμοιο τρόπο, γιά νά ἐνθαρρύνει καί νά ὑπενθυμίζει στούς πρωτόπλαστους τή δυνατότητα τῆς ἄμεσης μετοχῆς στήν ἀθανασία, ὑπῆρχε τό δέντρο τῆς ζωῆς.
Ὅπως παρατηρεῖ στήν ἑρμηνεία τῶν παραπάνω χωρίων ὁ μακαριστός π. Ἱωήλ Γιαννακόπουλος, δέν ἦταν ὁ καρπός τοῦ δέντρου πού θά παρεῖχε τήν ἀθανασία. Αἴτιο τῆς ἀθανασίας εἶναι μόνο ἡ θεία βουλή καί ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ πού θά δινόταν ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος καθιστοῦσε τόν ἑαυτό του (μέ τήν πνευματική ἄσκηση πού τοῦ παρεῖχε τό δέντρο τῆς γνώσης) ἕτοιμο νά δεχτεῖ τή θεία αὐτή δωρεά.
Ἡ εἰκόνα τοῦ «ξύλου τῆς ζωῆς» ἐπανέρχεται στήν Ἀποκάλυψη. Στο 2,7 ὁ καρπός του δίνεται πρός βρώση σ’ ὅποιον νικήσει καί ἐξασφαλίζει τή θεραπεία ὅλων τῶν ἐθνῶν στο 22,2.14. Ἐπειδή στό βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης ἡ γλῶσσα εἶναι συμβολική, ὅπως συμβαίνει γενικά μέ τόν προφητικό λόγο, θά εἶναι ἄστοχο ἑρμηνευτικά νά δοῦμε ἐκεῖ τό δέντρο τῆς ζωῆς κυριολεκτικά, ὅπως βέβαια καί ὅλη την περιγραφή τῆς ἄνω Ἰερουσαλήμ, ὡς πόλης γεμάτη ἀπό πολύτιμους λίθους. Ἀναμφίβολα πρόκειται γιά συμβολισμούς. Ἄλλωστε στήν Ἀποκάλυψη γενικά ἐπαναλαμβάνονται πολλές ἀπό τίς εἰκόνες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού βρίσκουν πιά τήν τελική τους πραγμάτωση.
Στή λατρευτική γλώσσα τό «ξύλο τῆς ζωῆς» συνδέθηκε μέ τό ξύλο τοῦ σταυροῦ πού ἔγινε πρόξενος καί πηγή ζωῆς καί σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητας. Εἰδικά στήν ὑμνογραφία, μέ ποιητικό τρόπο ἀντιπαρατίθεται ο Σταυρός ἔναντι τῆς παρακοῆς τοῦ Ἀδάμ. Ψάλουμε στα τροπάρια τῆς μεγάλης ἑβδομάδας «Διά ξύλου ὁ Ἀδάμ, παραδείσου γέγονε ἄποικος, διά ξύλου δέ σταυροῦ, ὁ ληστής παράδεισον ῳκησεν…», ἤ στό ἐξαπόστειλάριο τῆς Μ. Παρασκευῆς «… καμέ τῶ ξύλῳ τοῦ σταυροῦ, φώτισον καί σῶσον με» κ.α.

Τρία φοβερά πάθη


normal_gk0005.jpg
Η  φιλαργυρία,  η  φιλοδοξία  κα  η  φιληδονία  εχουν  τέτοια  γλυκύτητα 
 και  δύναμη, που μαραίνουν  τις  ευγενικές  και  πνευματικές  εφέσεις  του 
 ανθρώπου.
Μ' έναν ανεξήγητο  τρόπο,  τον  κανουν  να  πιστεύει  πως  γεννήθηκε 
 για  ν' αποκτάει  χρήμα, δόξα και ηδονή.
Κι' έτσι υποδουλώνεται!

 Αγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος

Προφήτες και προφητείες.


Προφήτες και προφητείες

       Οι προφητείες είναι ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα της εποχής μας. Ο άνθρωπος ανησυχεί για το τι θα συμβεί στο μέλλον και αναζητά διαρκώς από κάπου να γαντζωθεί ώστε να νιώσει ασφαλής. Εάν κάποιος κάνει μια βιαστική έρευνα θα διαπιστώσει πως υπάρχουν πάμπολλες προφητείες προερχόμενες από διαφόρους προφήτες ποικίλων θρησκευτικών χώρων. Ασφαλώς δεν είναι δυνατόν όλες οι προφητείες να είναι αληθινές. Πολλοί είναι οι ψευδοπροφήτες που κορόιδεψαν ή ακόμη και οδήγησαν ανθρώπους στον όλεθρο, είτε προς χάριν του κέρδους είτε εξαιτίας προσωπικής τους παράνοιας (βλ. ομαδικές αυτοκτονίες υπακούοντας σε «προρρήσεις» γκουρού). Το ζητούμενο λοιπόν είναι να εξετάσουμε προσεκτικά από πού προέρχονται οι προφητείες και εάν ο προφήτης είναι αληθινός.
       Η Εκκλησία του Χριστού (δηλ. η Ορθοδοξία) διδάσκει ξεκάθαρα πως κανείς άλλος δεν μπορεί να προγνωρίζει το μέλλον εκτός από τον Θεό, αφού Αυτός είναι ο δημιουργός και προνοητής του παντός. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από τις χιλιάδες προφητείες που καταγράφτηκαν στην Παλαιά Διαθήκη εκατοντάδες χρόνους προ της ελεύσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού και επαληθεύθηκαν κατά γράμμα κατά την επί γής βιοτή Του. Οι λόγοι αυτοί των Προφητών είναι ακόμη μια αναντίρρητη απόδειξη για την θεότητα του Χριστού αλλά και φραγή προς τα στόματα που βλασφημούν κατά της Π. Διαθήκης. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με προφητείες της Καινής Διαθήκης (π.χ. λόγοι της Παναγίας).
       Έτσι λοιπόν κατανοούμε ότι μπορεί να προφητέψει αληθινά μόνον όποιος έχει τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Κανένας άλλος! Και φυσικά ούτε αυτοί που με πονηρία επικαλούνται το όνομα του Κυρίου (π.χ. μέντιουμ). Η αλήθεια για τα όσα πρόκειται να συμβούν αποκαλύπτεται από τον Θεό μόνον σ' αυτούς που βίωσαν την ζωή του Ευαγγελίου και φωτίσθηκαν από το Άγιο Πνεύμα (δηλ. οι Άγιοι).
       Πρέπει να σημειωθεί πως καμμία αληθινή προφητεία δεν αποκαλύπτεται προς όφελος του Προφήτη (κέρδος, διαφημίσεως του ονόματος κτλ.)- όπως γίνεται αναμφισβήτητα με τα μέντιουμ, χαρτορίχτρες, γκουρού, αστρολόγους, μάγους κτλ.- ούτε προς ικανοποίηση της περιέργειας ή των σκοπών του ενδιαφερομένου. Η προφητεία εκφράζεται όταν θέλει ο Θεός προς πνευματική ωφέλεια των πιστών (ενίσχυση στην πίστη και στην ελπίδα, πνευματική προετοιμασία για το επερχόμενο, οδήγηση στην μετάνοια). Άλλωστε αυτό που επιθυμεί ο Κύριος και αυτό που πρέπει να ποθήσει ο καθένας μας είναι η σωτηρία της ψυχής μας. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής! Όχι η ενασχόληση με διάφορα κείμενα που τρέφουν την περιέργεια και την φαντασία.    
       πηγή

Η ΓΑΛΙΛΑΙΑ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ ΚΑΙ Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός


         Μετά τη Βάπτισή Του ο Χριστός και την παραμονή Του επί σαράντα ημέρες στην έρημο, όπου νήστεψε, προσευχήθηκε και προετοιμάστηκε για την επίγεια δράση Του, φεύγει για την Γαλιλαία. Συναντά τον λαό που κατοικεί «εν χώρα και σκιά θανάτου» (Ματθ. 4, 16) και γίνεται ο ίδιος το Φως που ανατέλλει. Δεν θα είναι μόνο η φυσική Του παρουσία ανάμεσα στους ανθρώπους της Γαλιλαίας των εθνών. Δεν θα είναι ο λόγος Του και η κλήση των αποστόλων που θα σηματοδοτήσει μία νέα πορεία. Δεν θα είναι μόνο οι θεραπείες που θα κάνει, δείχνοντας ότι θα είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Είναι η ίδια η Βασιλεία των Ουρανών που φέρει στον κόσμο και στον άνθρωπο που γίνεται Φως για τα έθνη και για όλους τους ανθρώπους. Από τότε το ανατείλαν Φως φέγγει και διαλύει τα σκοτάδια της χώρας και της σκιάς του θανάτου. Και είναι ο Χριστός το Φως που σώζει, αγιάζει και δίνει νόημα στη ζωή όλων όσων θα επιλέξουν να Τον ακολουθήσουν.
        Ο Χριστός ως το Φως που ανατέλλει είναι η  πρόταση ζωής που κομίζει η Εκκλησία σε κάθε εποχή, σε κάθε άνθρωπο και στο σήμερα. Ομοιάζει ο κόσμος μας με την παλιά εκείνη Γαλιλαία των εθνών. Κατοικούμε σε μια σύγχρονη Γαλιλαία. Ιδέες, είδωλα, πρότυπα ζωής, σκοτίζουν την ύπαρξή μας. Ο πολιτισμός μας έχει το δικό του άνθρωπο-είδωλο, μακριά από την αιωνιότητα και την πίστη. Ο καθένας μας έχει την δική του θεώρηση, τα δικά του δικαιώματα, τις δικές  του απόψεις σχετικά με το νόημα της ζωής. Άλλοτε δεν έχουμε καθόλου προσανατολισμό. Πορευόμαστε σύμφωνα με τις επιταγές του χρόνου και του κόσμου και αδυνατούμε να έχουμε ελευθερία στον τρόπο που θα σκεφτούμε και θα αναλάβουμε δράση για τη ζωή μας.  Άλλοι αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς. Κι εμείς απλώς ακολουθούμε. Κατοικούμε λοιπόν εν χώρα και σκιά θανάτου σήμερα.  
         Ας σταθούμε σε τρεις από τις αποκλίσεις μας σε σχέση με το μήνυμα της Βασιλείας των Ουρανών: την αδιαφορία για τον λόγο του Θεού, την αδιαφορία για την μετάνοια και την αδιαφορία μας για την προσωπική κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού. 
         Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία πνευματικής δίψας. Ο άνθρωπος μένει στην αυτάρκεια των όσων γνωρίζει. Στα όσα η μόρφωση και η πρόοδος της εποχής του προσφέρουν. Στο υλιστικό πρότυπο ζωής. Θεωρεί περιττό τον λόγο του Θεού, γιατί τον έχει περιορίσει σε μία εξωτερική, ηθικιστική θεώρηση. Τον θεωρεί ένα κήρυγμα, το οποίο μοιάζει ανεφάρμοστο. Και κυρίως, αυτός ο λόγος έρχεται σε σύγκρουση με τους προσανατολισμούς που ο χρόνος φέρνει στον καθέναν μας. Δεν έχουμε χρόνο να ακούσουμε για το Ευαγγέλιο. Είμαστε μονίμως απασχολημένοι, είτε στην εργασία είτε στις βιοτικές μέριμνες είτε στο σκόρπισμα του χρόνου με την διασκέδασή του. Δεν έχει ενδιαφέρον ο λόγος του Θεού. Μας μιλά για έναν άλλο τρόπο ζωής και έναν άλλο χρόνο, που δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες του δικού μας παρόντος.
          Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία μετάνοιας. Θεωρούμε την αμαρτία δικαίωμά μας και φυσική κατάσταση. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι η αμαρτία μάς χωρίζει από τον Θεό, γιατί καταλαμβάνει τη θέση Του στην καρδιά μας, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να σκεφτούμε τι θέλει Εκείνος και πώς μπορούμε να σωθούμε. Χωρίς μετάνοια δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά δεν είναι η σωτηρία η κύρια μέριμνα της ύπαρξής μας. Και έχουμε πάντοτε μία φαινομενικά εύλογη δικαιολογία. Ότι όλοι έτσι κάνουν. Ότι είμαστε άνθρωποι και ότι δεν πρέπει να στερηθούμε τις χαρές αυτής της ζωής. Ο λόγος της μετανοίας είναι λόγος που μας φέρνει ενώπιον αποφάσεων να αλλάξουμε τρόπο και σκέψη για τη ζωή μας. Να δούμε τις ρίζες των παθών μας και να πάψουμε να φορτώνουμε τις ευθύνες στον κόσμο και τους άλλους και να προσπαθήσουμε, με τη βοήθεια της πίστης και της ζωής που ο Θεός θέλει, να αφήσουμε το Φως της Βασιλείας να μας φωτίσει και να μας βοηθήσει να αλλάξουμε. 
            Χαρακτηριστικό της χώρας και της σκιάς του θανάτου είναι η απουσία προσωπικής μας κοινωνίας με το Πρόσωπο του Χριστού.  Καθιστούμε την Εκκλησία στοιχείο του παρελθόντος μας ή έναν χρήσιμο οργανισμό, που προσφέρει αξίες, γιορτές, παραδόσεις ή φιλανθρωπία και στήριξη στις δυσκολίες και αγνοούμε ότι όλα αυτά πηγάζουν από την κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού, που γεννά στην ύπαρξη αγάπη για όλο τον κόσμο, ιστορία, μνήμη, ελπίδα. Και για να υπάρξει κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού χρειάζεται να Τον ζητήσουμε. Να συμμετάσχουμε στην πνευματική ζωή που μας προτείνει η Εκκλησία. Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στο μυστήριο της αγάπης για την εικόνα του Θεού που είναι ο κάθε άνθρωπος. Στο μυστήριο της συγχώρησης και της συνάντησης. Στην αναδοχή του προσωπικού μας σταυρού και στην πίστη στην ανάστασή μας. Στην προσευχή. Στην θεώρηση της ζωής μέσα από την προοπτική της αιωνιότητας.  
          Ο Ιησούς Χριστός αποτελεί την ανανέωση και την ανακαίνιση του κόσμου. Αυτόν περίμενε  όλη η ανθρωπότητα. Ας επιστρέψουμε κι εμείς πραγματικά στην Εκκλησία, ας λάβουμε  κι εμείς με τη σειρά μας Φως, ας έχουμε σχέση ζωής με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και τίποτε δεν θα είναι αξεπέραστο. Ο χριστιανός είναι χαρούμενος κι αισιόδοξος, γιατί μέσα από τη ζωή της αναζήτηση για το Χριστό, τη ζωή της μετανοίας, τη ζωή της αγάπης και της κοινωνίας μαζί Του, αντέχει τις δυσκολίες.  Και αγωνίζεται για όλο τον κόσμο να γευθεί αυτή τη σχέση με την Βασιλεία του Θεού. Είτε σιωπηλά, με την προσευχή του, είτε δυναμικά, είτε και με τους δύο τρόπους μαζί. Και καρπίζει μήνυμα αιώνιο στον κόσμο, κι ας είμαστε κι ας φαινόμαστε λίγοι.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΣ...




Tά σύννεφα τών λογισμών μόνο με θερμές προσευχές διαλύονται...




Αν σε κάθε οικογένεια υπήρχε έστω και ένα πρόσωπο που υπηρετούσε τον Θεό με ζήλο, τί αρμονία θα υπήρχε στον κόσμο! 
Γέροντας Θαδδαίος της Βιτόβνιτσα

Θυμάμαι συχνά την ιστορία κάποιας κοπέλας. Συνήθιζε να έρχεται και να συζητάμε τότε που ήμουν ακόμα στο Μοναστήρι του Τουμάν . 
Ήρθε κάποια μέρα στο Μοναστήρι μαζί με ένα οργανωμένο γκρουπ προσκυνητών, και μου διαμαρτυρήθηκε το εξής: «Δεν το αντέχω πια! Οι άνθρωποι είναι τόσο αγενείς μεταξύ τους!». Και κατόπιν μου είπε ότι θα κοίταζε να βρει άλλη δουλειά. 
Την απέτρεψα , λέγοντας ότι ήταν λίγες οι δουλειές εκείνο τον καιρό και τα επίπεδα της ανεργίας υψηλά. Της είπα να πάψει να πολεμά τους συναδέλφους της στη δουλειά. 
-- «Μα δεν μάχομαι κανένα!», απάντησε. Της εξήγησα ότι μολονότι δεν μάχεται κανένα σωματικά  εντούτοις με το να είναι δυσαρεστημένη στη θέση της, διεξάγει πόλεμο εναντίον των  συναδέλφων της με τους λογισμούς της. Εκείνη αντέτεινε ότι κάθε άλλη αντίδραση θα υπερέβαινε τα όρια αντοχής του καθενός. 
-- «Μα ασφαλώς και τα υπερβαίνει», της είπα, «αλλά δεν μπορείς να το κάνεις μόνη σου. Χρειάζεσαι τη βοήθεια του Θεού. Κανείς δεν γνωρίζει αν προσεύχεσαι ή όχι την ώρα της δουλειάς σου. Κατά συνέπεια, όταν αρχίζουν να σε προσβάλλουν, μην τους αντιγυρίζεις τις προσβολές ούτε με λόγια ούτε με αρνητικές σκέψεις. 
Προσπάθησε να μην τους προσβάλλεις ούτε καν με τους λογισμούς σου∙ προσευχήσου στον θεό να τους στείλει έναν άγγελο ειρήνης. Ζήτησέ Του επίσης να μην ξεχάσει και σένα. Αυτό δεν θα μπορέσεις να το κάνεις αμέσως , αλλά αν προσεύχεσαι πάντοτε έτσι, θα δεις πώς θα αλλάξουν τα πράγματα με τον καιρό και πώς θα αλλάξουν επίσης και οι άνθρωποι.  Κατ’ ουσίαν θα αλλάξεις  κι εσύ». Εκείνο τον καιρό δεν ήξερα αν επρόκειτο να δώσει βάση στη συμβουλή μου.
Αυτό συνέβη στο Μοναστήρι του Τουμάν το 1980. 
Το 1981 με έστειλαν στο μοναστήρι της Βιτόβνιτσα. Κάποια μέρα στεκόμουν πλάι στην κυδωνιά , όταν είδα ένα γκρουπ προσκυνητών να πλησιάζει. Ήταν κι εκείνη ανάμεσα στο γκρουπ και με πλησίασε για να πάρει ευλογία. Και να τι μου είπε: 
«Αχ πάτερ! Δεν είχα ιδέα ότι οι άνθρωποι είναι τόσο καλοί!». Τη ρώτησα αν αναφερόταν στους συναδέλφους της στη δουλειά κι εκείνη  μου απάντησε θετικά.«Άλλαξαν τόσο πολύ  πάτερ, είναι απίστευτο! Κανείς δεν με προσβάλλει πλέον, και βλέπω και σε μένα επίσης τη διαφορά!». 
Τη ρώτησα αν είχε ειρηνεύσει με όλους και μου απάντησε ότι υπήρχε μόνο ένα πρόσωπο μονάχα με το οποίο δεν μπορούσε να ειρηνεύσει για πολύ καιρό. Κατόπιν ,καθώς διάβαζε τα Ευαγγέλια, έφτασε κάποια στιγμή στο σημείο όπου ο Κύριος μας ζητά να αγαπάμε τους εχθρούς μας. 
Και τότε είπε στον εαυτό της: «Θα αγαπήσεις αυτό το πρόσωπο είτε το θέλεις είτε όχι, διότι αυτό είναι που μας ζητά ο Κύριος». Και τώρα, ξέρετε, είναι οι δυό τους οι καλύτεροι φίλοι!
Μακάρι να υπήρχε έστω και ένας τέτοιος άνθρωπος σε κάθε επιχείρηση, εργοστάσιο ή γραφείο! Έτσι θα ανοιγόταν ο δρόμος προς την ειρήνη. Μόνο ένας άνθρωπος χρειάζεται, ένας άνθρωπος συνδεδεμένος προσευχητικά με τον Θεό, και θα έχουμε παντού ειρήνη- στην οικογένεια, στην δουλειά, στην κυβέρνηση και παντού. 
Η παρουσία λοιπόν καί μόνο ενός τέτοιου ανθρώπου είναι αρκετή να μας ελευθερώσει από πολλούς ζοφερούς και δυσβάσταχτους λογισμούς.  

Από το βιβλίο : «ΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ,  Βίος και διδαχές του γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα» Εκδόσεις : «Εν πλω»

Οικογενειακές στενοχώριες και αγιασμός - Γερων Πορφύριος




Για να διορθώσει σ' έναν αδελφό τα πολλά 
ελαττώματα του, όπως καί σέ όλους μας,
 έπαιρνε ό Γέροντας παραδείγματα άπό 
τή φύση και τή ζωή του και τοϋ έλεγε:
«Να ξέρεις, παιδί μου, τίποτα δεν έγινε
 εκεί  και ώς έτυχε.
Όλα έχουν τό σκοπό τους. Και τίποτα δέν 
γίνεται χωρίς νά υπάρχει αίτία. 
Ούτε μια πευκοβελόνα δέν πέφτει άπό 
τό πεύκο αν δέ θέλει ό Θεός.
Γι' αυτό θά πρέπει νά μή στενοχωριέσαι 
γιά ό,τι σού γίνεται. Έτσι αγιαζόμαστε.
Νά! εσύ στενοχωριέσαι μέ τά πρόσωπα 
τού σπιτιού σου και βασανίζεσαι πότε μέ
 τή γυναίκα σου καί πότε μέ τά παιδιά σου.
Αυτά είναι όμως πού σέ κάνουν καί
 ανεβαίνεις πνευματικά ψηλά.
"Αν δέν ήσαν αυτοί, έσύ δέν θά προχωρούσες 
καθόλου. Σού τους έχει δώσει ό Θεός γιά σένα.
 Μά θά μού πείς -συνέχισε ό Γέροντας- είναι 
καλό νά υποφέρουμε άπό τους αγαπημένους μας;
Έ! έτσι τό θέλει ό Θεός.
Καί έσύ είσαι ευαίσθητος πολύ καί άπό τή
 στενοχώρια σου, σού πονάει τό στομάχι σου
 καί ή κοιλιά σου εκεί χαμηλά. "Ετσι δέν είναι;»
Ναί, μά είναι κακό Παππούλη, τον ρωτάει 
ό αδελφός, νά είναι κανείς ευαίσθητος;
«Ναί, τού απαντάει ό Γέροντας, είναι κακό νά είναι
 κανείς πολύ ευαίσθητος σαν εσένα, γιατί με τη 
στενοχώρια δημιουργείς διάφορες σωματικές
 αρρώστιες. Δέν ξέρεις ακόμα ότι καί όλες οί
 ψυχικές αρρώστιες είναι δαιμόνια;»
Όχι, τοΰ λέει ό αδελφός.
«Έ! μάθε το τώρα άπό μένα» κατέληξε ό Γέροντας.
πηγή

Ο Αντίχριστος



 



Ο Αντίχριστος, επειδή είναι εχθρός του Θεού, 
επιθυμεί να χαθούμε όλοι και αυτός ο τύρανος
 θα χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους για
 να πάρουν όλοι τη σφραγίδα του θηρίου, 
μόλις θα έρθει για να παραπλανήσει όλο τον κόσμο.
Να προσέχετε αδελφοί μου, τους διάφορους 
πονηρούς τρόπους που θα χρησιμοποιήσει το θηρίο. 
Η αρχή γίνεται από την κοιλιά, ώστε όταν κανείς βρεθεί
 σε δύσκολη θέση, αφού δε θα έχει τροφές, θ' αναγκαστεί
 να πάρει το σφράγισμα του Αντίχριστου στο
 δεξί χέρι και στο μέτωπο, όχι τυχαία, αλλά για να μην
 μπορεί ο άνθρωπος να κάνει με το δεξί του χέρι το
 σημείο του Σταυρού, και να μην μπορεί να σημειώνει 
το Άγιο όνομα του Κυρίου στο μέτωπο.
Επειδή ξέρει ο πανάθλιος, ότι όταν ο άνθρωπος 
σφραγισθεί με το σημείο του Σταυρού, ελευθερώνεται 
ο άνθρωπος απ' τις δυνάμεις του διαβόλου.
Γι αυτό το λόγο σφραγίζει το δεξί χέρι του ανθρώπου"


(Οσιος Εφραίμ ο Σύρος).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...