«Ὅποιος ἀγαπάει λίγο, δίνει λίγο ὅποιος ἀγαπάει περισσότερο δίνει περισσότερο κι ὅποιος ἀγαπάει πάρα πολύ τί ἔχει ἀντάξιο νά δώσει; Δίνει τόν ἑαυτό του…» Χριστός καί χαρά
…Ὁ Χριστός θέλει κι εὐχαριστεῖται νά σκορπάει τή χαρά, νά πλουτίζει τούς πιστούς Του μέ χαρά. Εὔχομαι «ἴνα ἡ χαρά ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη». Αὐτή εἶναι ἡ θρησκεία μας. Ἐκεῖ πρέπει νά πᾶμε. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Παράδεισος, παιδιά μου. Τί εἶναι Παράδεισος; Ὁ Χριστός εἶναι. Ἀπό ‘δῶ ἀρχίζει ὁ Παράδεισος. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο. Ὅσοι ἐδῶ στή γῆ ζοῦν τόν Χριστό, ζοῦν τόν Παράδεισο. Ἔτσι εἶναι, πού σᾶς τό λέγω. Εἶναι σωστό, ἀληθινό αὐτό, πιστέψτε με! Ἔργο μας εἶναι νὰ προσπαθοῦμε νά βροῦμε ἕναν τρόπο νά μποῦμε μέσα στό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι νά κάνει κανείς τά τυπικά. Ἡ οὐσία εἶναι νά εἴμαστε μαζί μέ τόν Χριστό. Νά ξυπνήσει ἡ ψυχή καί ν’ ἀγαπήσει τόν Χριστό, νά γίνει ἁγία. Νά ἐπιδοθεῖ στό θεῖο ἔρωτα. Ἔτσι θά μᾶς ἀγαπήσει κι Ἐκεῖνος. Θά εἶναι τότε ἡ χαρά ἀναφαίρετη. Αὐτό θέλει πιό πολύ ὁ Χριστός, νά μᾶς γεμίζει ἀπό χαρά, διότι εἶναι ἡ πηγή τῆς χαρᾶς… …Ὁ ἔρωτας πρός τόν Χριστό εἶναι κάτι ἄλλο. Δέν ἔχει τέλος, δέν ἔχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει ὑγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι ὅσο δίνει, τόσο πιό πολύ ὁ ἄνθρωπος θέλει νά ἐρωτεύεται. Ἐνῶ ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας μπορεῖ νά φθείρει τόν ἄνθρωπο, νά τόν τρελάνει. Ὅταν ἀγαπήσομε τόν Χριστό, ὅλες οἱ ἄλλες ἀγάπες ὑποχωροῦν. Οἱ ἄλλες ἀγάπες ἔχουν κορεσμό. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει κορεσμό…
Ἡ ἐσωτερική μας διάθεση ἐπηρεάζει τούς ἄλλους
…Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τέτοιες δυνάμεις, ὥστε νά μπορεῖ νά μεταδώσει τό καλό ἤ τό κακό στό περιβάλλον του. Αὐτά τά θέματα εἶναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Πρέπει νά βλέπομε τό καθετί μέ ἀγαθό τρόπο. Τίποτα τό κακό νά μή σκεπτόμαστε γιά τούς ἄλλους. Κι ἕνα βλέμμα κι ἕνας στεναγμός ἐπιδρᾶ στούς συνανθρώπους μας. Καί ἡ ἐλάχιστη ἀγανάκτηση κάνει κακό. Νά ἔχομε μέσα στήν ψυχή μας ἀγαθότητα κι ἀγάπη. Αὐτά νά μεταδίδομε. Νά προσέχομε νά μήν ἀγανακτοῦμε γιά τούς ἀνθρώπους πού μᾶς βλάπτουν, μόνο νά προσευχόμαστε γι’ αὐτούς μέ ἀγάπη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ὁ συνάνθρωπός μας, ποτέ νά μή σκεπτόμαστε κακό γι’ αὐτόν. Πάντοτε νά εὐχόμαστε ἀγαπητικά. Παντοντε νά σκεπτόμαστε τό καλό. [...]
Ὅταν κακομελετᾶμε, κάποια κακή δύναμη βγαίνει ἀπό μέσα μας καί μεταδίδεται στόν ἄλλον, ὅπως μεταφέρεται ἡ φωνή μέ τά ἠχητικά κύματα, καί ὄντως ὁ ἄλλο παθαίνει κακό. Γίνεται κάτι σάν βασκανία, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει γιά τούς ἄλλους κακούς λογισμούς… Δέν προκαλεῖ ὁ Θεός τό κακό ἀλλά ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων. Δέν τιμωρεῖ ὁ Θεός, ἀλλά ἡ δική μας κακή διάθεση μεταδίδεται στήν ψυχή τοῦ ἄλλου μυστηριωδῶς καί κάνει τό κακό.
Ὁ Χριστός ποτέ δέν θέλει τό κακό. Ἀντίθετα παραγγέλλει: «Εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμᾶς…» Μέσα μας ὑπάρχει ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς πού λέγεται ἠθικολόγος. Αὐτός ὁ «ἠθικολόγος», ὅταν βλέπει κάποιον νά παρεκτρέπεται, ἐπαναστατεῖ, ἐνῶ πολλές φορές αὐτός πού κρίνει ἔχει κάνει τήν ἴδια παρεκτροπή. Δέν τά βάζει ὅμως μέ τόν ἑαυτό του ἀλλά μέ τόν ἄλλον. Κι αὐτό δέν τό θέλει ὁ Θεός. Λέει ὁ Χριστός στό Εὐαγγέλιο: «Ὁ οὔν διδάσκων ἕτερον σεαυτόν οὐ διδάσκεις; Ὁ κηρύσσων μή κλέπτειν, κλέπτεις;». Μπορεῖ νά μήν κλέπτομε, ὅμως φονεύομε. Κακίζουμε τόν ἄλλον κι ὄχι τόν ἑαυτό μας. Λέμε, π.χ. «Ἔπρεπε νά κάνεις αὐτό. Δέν τό ἔκανες, νά τί ἔπαθες!» Στήν πραγματικότητα, ἐπιθυμοῦμε νά πάθει ὁ ἄλλος κακό. Ὅταν σκεπτόμαστε τό κακό, τότε μπορεῖ πράγματι νά συμβεῖ.
[...] Εἶναι δυνατόν νά πεῖ κάποιος: «ἔτσι πού φέρεται ὁ τάδε θά τιμωρηθεῖ ἀπ’ τόν Θεό» καί νά νομίζει ὅτι τό λέει χωρίς κακία. Δέν φαίνεται καθαρά. Εἶναι πολύ μυστικό πράγμα τί κρύβει ἡ ψυχή μας καί πῶς αὐτό μπορεῖ νά ἐπιδράσει σέ πρόσωπα καί πράγματα. Ὑπάρχει μία ζωή ἀόρατη, ἡ ζωή τῆς ψυχῆς. Αὐτή εἶναι πολύ ἰσχυρή καί μπορεῖ νά ἐπιδράσει στόν ἄλλον, ἔστω κι ἄν μᾶς χωρίζουν χιλιόμετρα… Καί χωρίς νά μιλήσομε, μπορεῖ νά μεταδώσουμε τό καλό ἤ τό κακό, ὅση κι ἄν εἶναι ἡ ἀπόσταση πού μᾶς χωρίζει ἀπ’ τόν πλησίον. Αὐτό πού δέν ἐκφράζεται ἔχει συνήθως περισσότερη δύναμη ἀπ’ τά λόγια …Ἅμα δοθοῦμε στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τότε ὅλα θά μεταβληθοῦν, ὅλα θά μεταστοιχειωθοῦν, ὅλα θά μεταποιηθοῦν, ὅλα θά μετουσιωθοῦν. Ὁ θυμός, ἡ ὀργή, ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, ἡ ἀγανάκτηση, ἡ κατάκριση, ἡ ἀχαριστία, ἡ μελαγχολία, ἡ κατάθλιψη, ὅλα θά γίνουν ἀγάπη, χαρά, λαχτάρα, θεῖος ἔρως. Παράδεισος!
Ἡ δημιουργία καί ἡ πίστη
Νά χαίρεσθε ὅσα μᾶς περιβάλλουν. Ὅλα μᾶς διδάσκουν καί μᾶς ὁδηγοῦν στόν Θεό. Ὅλα γύρω μας εἶναι σταλαγματιές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καί τά ἔμψυχα καί τά ἄψυχα καί τά φυτά καί τά ζῶα καί τά πουλιά καί τά βουνά καί ἡ θάλασσα καί τό ἡλιοβασίλεμα καί ὁ ἔναστρος οὐρανός. Εἶναι οἱ μικρές ἀγάπες, μέσα ἀπ’ τίς ὁποῖες φθάνομε στή μεγάλη Ἀγάπη, τόν Χριστό. Τά λουλούδια, γιά παράδειγμα, ἔχουν τή χάρη τους, μᾶς διδάσκουν μέ τό ἄρωμά τους, μέ τό μεγαλεῖο τους. Μᾶς μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Σκορποῦν τό ἄρωμά τους, τήν ὀμορφιά τους σέ ἁμαρτωλούς καί δικαίους. Γιά νά γίνει κανείς χριστιανός, πρέπει νά ἔχει ποιητική ψυχή, πρέπει νά γίνει ποιητής…Προσευχή εἶναι νά πλησιάζεις τό κάθε πλάσμα τοῦ Θεοῦ μέ ἀγάπη καί νά ζεῖς μέ ὅλα, καί μέ τ’ ἄγρια ἀκόμη, ἐν ἁρμονίᾳ…
Εὐχαριστῶ τόν Θεό πού μοῦ ἔδωσε πολλές ἀρρώστιες. Πολλές φορές τοῦ λέω: «Χριστέ μου, ἡ ἀγάπη Σου δέν ἔχει ὅρια!». Τό πῶς ζῶ εἶναι ἕνα θαῦμα. Μέσα στίς ἄλλες μου ἀρρώστιες ἔχω καί καρκίνο στήν ὑπόφυση. Δημιουργήθηκε ἐκεῖ ὄγκος πού μεγαλώνει καί πιέζει τό ὀπτικό νεῦρο. Γι’ αὐτό τώρα πιά δέν βλέπω. Πονάω φοβερά. Προσεύχομαι ὅμως σηκώνοντας τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μέ ὑπομονή. [...] Πονάω πολύ, ὑποφέρω, ἀλλά εἶναι πολύ ὡραία ἡ ἀρρώστιά μου. Τήν αἰσθάνομαι ὡς ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ…
Ἡ ἀρρώστιά μου εἶναι μιὰ ἰδιαίτερη εὔνοια τοῦ Θεοῦ, πού μέ καλεῖ νά μπῶ στό μυστήριο τῆς ἀγάπης Του καί μέ τή δική Του τήν χάρη νά προσπαθήσω ν’ ἀνταποκριθῶ. Ἀλλά ἐγώ δέν εἶμαι ἄξιος. Θά μοῦ πεῖτε: «Ὄλ’ αὐτά ποὺ σοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός δέν σέ κάνουν ἄξιο;». Αὐτά μέ κατακρίνουν. Γιατί αὐτά εἶναι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι τίποτα δικό μου. Ὁ θεός μοῦ ἔδωσε πολλά χαρίσματα, ἀλλά ἐγώ δέν ἀνταποκρίθηκα, φάνηκα ἀνάξιος. Τήν προσπάθεια ὅμως οὔτε μία στιγμή δέν τήν ἄφησα… Γι’ αὐτό δέν προσεύχομαι νά μέ κάνει ὁ Θεός καλά. Προσεύχομαι νά μέ κάνει καλό… Ὁ θάνατος εἶναι μία γέφυρα πού θά μᾶς πάει στόν Χριστό. Μόλις κλείσομε τά μάτια μας, θά τ’ ἀνοίξομε στήν αἰωνιότητα. Θά παρουσιασθοῦμε μπροστά στόν Χριστό. Στήν ἄλλη ζωή θά ζοῦμε «ἐκτυπώτερον» τήν χάρι τοῦ Θεό.
Πνευματικά βιώματα τῆς Θείας Χάριτος
Ἕνα ἄλλο μυστικό τώρα θά σᾶς πῶ. Τίς νύκτες ἐπικοινωνῶ τηλεφωνικῶς μ’ ἕναν ἁγιορείτη ἀσκητή. Αὐτός μελετάει πολύ τοὺς Πατέρες καί μοῦ ἐξηγεῖ πολλά πράγματα. Συζητοῦμε πνευματικά ζητήματα. Τρέλα, τί νά σᾶς πῶ! …Αὐτό ἔγινε καί σήμερα πρωί πρωί, δηλαδή νύχτα στίς τρεῖς. Οἱ καμπάνες χτυποῦσαν ἐκείνη τήν ὥρα πού συνομιλούσαμε. Ἐπί μιςὴ ὥρα κουβεντιάζαμε πάρα πολύ ὡραία πράγματα. Εἰλικρινά, μεγάλη χαρά αἰσθάνθηκα, μεγαλύτερη ἀπ’ ὅ,τι μπορῶ νά σᾶς ἐκφράσω. Δόξα Σοι ὁ Θεός!. Ἐνῶ λέγαμε αὐτά τά πνευματικά, μοῦ λέει:
- Χτυπάει ἡ καμπάνα γιά τήν ἐκκλησία καί τρέχω νά προλάβω. Τοῦ λεῶ: – Γέροντα, μή μ’ ἀφήνεις! – Μετά χαρᾶς μοῦ λέει. Ἔλα νά πᾶμε στήν ἐκκλησία, νά εἴμαστε μαζί, νά βλέπομε τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, τήν Θεία Λειτουργία, τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἔλα, δέν ὑπάρχει ἀπόσταση ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν. Καμία ἀπόσταση! Καί «πῆγα» μαζί του στήν ἐκκλησία. Ὅλες τίς ὧρες μαζί του προσευχόμουνα. Ἔβλεπα ὅλες τίς ἱερές καί ἅγιες εἰκόνες, τίς λαμπάδες, τά κεράκια, τά καντηλάκια νά τσιτσιρίζουν. Ἔβλεπα τούς ἱερεῖς νά λειτουργοῦν μεταρσιωμένοι. Ἦταν γεμάτη ἡ ἐκκλησία ἀπό ἀσκητές κι ὅλοι εἶχαν μεγάλη χαρά μέσα τους καί ψάλλανε: «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός… Ἡ Γέννησίς σου… Ἡ Παρθένος σήμερον… Χριστός γεννᾶται δοξάσατε…» Στό «Μετά φόβου Θεοῦ» πῆγε νά μεταλάβει. Δίπλα του κι ἐγώ, μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου, συγκινημένος. Συγχωρᾶτε με πού σᾶς τά λέγω. Ἔβλεπα ὅλους τοὺς ἀδελφούς νά δέονται. Αἰσθάνθηκα μεγάλη ἀγαλλίαση. Ὅ,τι ἔβλεπαν ἐκεῖνοι, ἔβλεπα κι ἐγώ. Μά ἦταν πνευματική πανδαισία αὐτή ἡ Λειτουργία μέ τούς ἁγίους ἀσκητές, τίς χαρούμενες ψυχοῦλες πού τά αἰσθανόντουσαν ὅλα, πού ἐζούσανε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων! Τήν ἐζούσανε!
Πῶς θά ἤθελα νά ἤσασταν κι ἐσεῖς, ν’ ἀκούγατε τά λόγια πού λέγανε! Ἡ χαρά μου γίνεται πολύ μεγάλη, ὅταν ὁ ἄλλος μοῦ βεβαιώνει ὅτι αὐτό πού «βλέπω» εἶναι πράγματι ἔτσι, γιατί καταλαβαίνω πώς αὐτή ἡ γνώση δέν προέρχεται παρά μόνον ἐκ Θεοῦ. Νά σᾶς πῶ τί ἐννοῶ. Σᾶς ζητάω πολλές φορές νά μοῦ διαβάσετε μία παράγραφο, παραδείγματος χάριν, ἀπό κάποιον Πατέρα, καί σᾶς λέγω: «Κοιτάξτε στή σελίδα δέκα, στήν παράγραφο δύο, στό μέσον τῆς σελίδας καί θά τό βρεῖτε αὐτό πού σᾶς εἶπα». Ἀνοίγετε, πράγματι, στή συγκεκριμένη σελίδα, τό βρίσκετε, μοῦ τό διαβάζετε. Εἶναι γραμμένο ἀκριβῶς ὅπως σᾶς τό ἔχω πεῖ. Παραξενεύεσθε ἐσεῖς, γιατί μοῦ ἔρχεται μεγάλη χαρά καί λέω: «ἅ! Δέν τό ἤξερα, πρώτη φορά τό ἀκούω!», ἐνῶ σᾶς τό ἔχω πεῖ πιό πρίν ἀπ’ ἔξω. Κι ὅμως, ἀλήθεια σᾶς λέγω, δέν λέγω ψέματα. Ὄντως δέν τό ἤξερα, διότι ποτέ δέν τό εἶχα διαβάσει πιό πρίν. Τή στιγμή πού σᾶς εἶπα τήν παράγραφο, ἐκείνη τή στιγμή μοῦ τό ἐφανέρωσε μέσα μου ἡ θεία χάρις, τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ἐγώ, ὅμως τ’ ἄκουσα γιά πρώτη φορά τήν ὥρα πού τό διαβάσατε, γιατί ποτέ δέν τό εἶχα διαβάσει καί μοῦ ἔκανε ἐντύπωση καί χάρηκα πού ἐπιβεβαιώσατε αὐτό πού μοῦ ἐφανέρωσε ἡ θεία χάρις…. Καταλάβατε;
Ὑπάρχουν κι ἄλλα μάτια, τά μάτια τῆς ψυχῆς. Μέ τά μάτια τά σαρκικά μπορεῖ νά βλέπεις περιορισμένα, ἐνῶ μ’ ἐκεῖνα τῆς ψυχῆς μπορεῖ νά βλέπεις καί πίσω ἀπ’ τό φεγγάρι. Ἐσεῖς βλέπετε μέ τά μάτια τοῦ σώματος. Τά ἴδια πράγματα βλέπω κι ἐγώ μέ τή χάρη ἀκόμη πιό καλά, πιό καθαρά. Μέ τά μάτια τά σαρκικά βλέπεις τά πράγματα ἐξωτερικά. Μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς βλέπεις πιό βαθιά. Ἐσεῖς βλέπετε ἐξωτερικά, ἐγώ βλέπω καί πῶς εἶναι ἐσωτερικά. Βλέπω καί διαβάζω τήν ψυχή τοῦ ἄλλου Ὅταν «βλέπω» κάτι μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τό χαίρομαι πολύ κατά βάθος. Μέ τήν ἐν Κυρίῳ χαρά. Ἐκεῖ πού μέ ἐπισκέπτεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ πού κοιτάζω καί διαβάζω τήν ψυχή τοῦ ἄλλου διά τῆς θείας χάριτος, τή στιγμή ἐκείνη ἡ θεία χάρις φέρνει μέσα μου ἕναν ἐνθουσιασμό. Μέ τόν ἐνθουσιασμό ἐκδηλώνεται ἡ θεία χάρις, πού φέρνει ἕνα εἶδος φιλικότητος, οἰκειότητος, ἀδελφικότητος, ἑνώσεως. Μετά ἀπ’ αὐτήν τήν ἕνωση ἔρχεται μεγάλη χαρά, τόση χαρά πού πάει νά σπάσει ἡ καρδιά μου. Φοβᾶμαι ὅμως νά ἐκδηλωθῶ. Βλέπω, ἀλλά δέν μιλάω, ἔστω κι ἄν μοῦ τό βεβαιώνει ἡ χάρις ὅτι αὐτά εἶναι ἀληθινά. Ὅταν, ὅμως, μέ πληροφορήσει ἡ χάρις νά μιλήσω, τότε μιλάω. Λέω μερικά πράγματα πού ὁ Θεός φωτίζει νά πῶ ἀπ’ τήν ἀγάπη μου γιά ὅλους. Γιά νά αἰσθανθεῖ ὁ κόσμος τό ἀγκάλιασμα πού κάνει ὁ Χριστός σέ ὅλους μας…
[...] Σᾶς λέω πολλά πού εἶναι βαθιά, ἐσωτερικά, δικά μου. Ἴσως κάποιος θά μέ παρεξηγοῦσε πού δέν κρατάω μυστικά τά βιώματά μου, αὐτά πού μοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός καί λέω τόσα πολλά. Θά πεῖ κανείς ὅτι εἶμαι ἐγωιστής, πού λέω κι ἐγώ τά βιώματά μου. Τό κάνω ἀπ’ τήν πολλή μου ἀγάπη γιά σᾶς, τά παιδιά μου. Γιά νά σᾶς ὠφελήσω νά πάρετε κι ἐσεῖς αὐτόν τόν δρόμο. Τί λέει ὁ σοφός Σολομῶν; Κάπως τό λέει αὐτό… Λέει: «…οὔτε μήν φθόνῳ τετηκότι συνοδεύσω, ὅτι οὗτος οὐ κοινωνήσει σοφίᾳ». Κι ἀκόμη κάτι: «Οὐκ ἀποκρύψω ὑμῖν μυστήρια». [...] «Μετάδοση» σημαίνει: Πῆρες κάτι; Νά τό μεταδώσεις ἀπό ἀγάπη. Δέν πιστεύεις ὅτι ἔχεις κάτι δικό σου. Εἶναι τοῦ Θεοῦ καί τό μεταδίδεις. Αὐτό εἶναι ἀληθινή ταπείνωση …Κι ὅταν καμιά φορὰ βλέπω ὅτι κάποιος πάει γιά καταστροφή στή ζωή του, δέν μπορῶ νά κάνω τίποτα. Τοῦ τό δείχνω λίγο, δέν καταλαβαίνει. Δέν πρέπει νά ἐπέμβω ἰσχυρά καί νά περιορίσω τήν ἐλευθερία του. Δέν εἶναι ἁπλό τό πράγμα.
Γνωρίσματα αὐθεντικότητας τῆς χριστιανικῆς πίστης
…Ἡ θρησκεία μας εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἔρωτας, εἶναι ἐνθουσιασμός, εἶναι τρέλα, εἶναι λαχτάρα τοῦ θείου. Εἶναι μέσα μᾶς ὅλ’ αὐτά. Εἶναι ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς μας ἡ ἀπόκτησή τους. Γιά πολλούς ὅμως ἡ θρησκεία εἶναι ἕνας ἀγώνας, μία ἀγωνία κι ἕνα ἄγχος. Γι’ αὐτό πολλούς ἀπ’ τούς «θρήσκους» τοὺς θεωροῦνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σέ τί χάλια βρίσκονται. Κι ἔτσι εἶναι πράγματι. Γιατί ἄν δέν καταλάβει κανείς τό βάθος τῆς θρησκείας καί δέν τή ζήσει, ἡ θρησκεία καταντάει ἀρρώστια καί μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή πού ὁ ἄνθρωπος χάνει τόν ἔλεγχο τῶν πράξεών του, γίνεται ἄβουλος κι ἀνίσχυρος, ἔχει ἀγωνία κι ἄγχος καί φέρεται ὑπό τοῦ κακοῦ πνεύματος. Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι ὅλη αὐτή ἡ ταπείνωση εἶναι μία σατανική ἐνέργεια. Ὁρισμένοι τέτοιοι ἄνθρωποι ζοῦνε τή θρησκεία σάν ἕνα εἶδος κολάσεως. Μέσα στήν ἐκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε: «εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀνάξιοι» καί μόλις βγοῦνε ἔξω ἀρχίζουν νά βλασφημᾶνε τά θεῖα, ὅταν κάποιος λίγο τοὺς ἐνοχλήσει.
[...] Στήν πραγματικότητα, ἡ χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο καί τόν θεραπεύει. Ἡ κυριότερη, ὅμως προϋπόθεση γιά νά ἀντιληφθεῖ καί νά διακρίνει ὁ ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια εἶναι ἡ ταπείνωση. Ὁ ἐγωισμός σκοτίζει τό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τόν μπερδεύει, τόν ὁδηγεῖ στήν πλάνη, στήν αἵρεση. Εἶναι σπουδαῖο νά κατανοήσει ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀλήθεια… …Τό οὐσιαστικότερο εἶναι νά φεύγεις ἀπ’ τόν τύπο καί νά πηγαίνεις στήν οὐσία. Ὅ,τι γίνεται, νά γίνεται ἀπό ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη ἐννοεῖ πάντα νά κάνεις θυσίες… …Ὁ Χριστός δέν θά μᾶς ἀγαπήσει ἅμα ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἄξιοι νά μᾶς ἀγαπήσει. Γιά νά μᾶς ἀγαπήσει, πρέπει νά βρεῖ μέσα μας κάτι τό ἰδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθεῖς, παρακαλεῖς, δέν παίρνεις ὅμως τίποτα. Ἑτοιμάζεσαι ν’ ἀποκτήσεις ἐκεῖ πού θέλει ὁ Χριστός, γιά νά ἔλθει μέσα σου ἡ θεία χάρις, ἀλλά δέν μπορεῖ νά μπεῖ, ὅταν δέν ὑπάρχει ἐκεῖνο πού πρέπει νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Ποιό εἶναι αὐτό; Εἶναι ἡ ταπείνωση. Ἄν δέν ὑπάρχει ταπείνωση, δέν μποροῦμε ν’ ἀγαπήσουμε τόν Χριστό. Ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια στή λατρεία τοῦ Θεοῦ. «Μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου». Κανείς νά μή σᾶς βλέπει, κανείς νά μήν καταλαβαίνει τίς κινήσεις τῆς λατρείας σας πρός τό θεῖον. Ὅλ’ αὐτά κρυφά, μυστικά, σάν τούς ἀσκητές. Θυμάστε ποῦ σᾶς ἔχω πεῖ γιά τ’ ἀηδονάκι; Μές στό δάσος κελαηδεῖ. Στή σιγή. Νά πεῖς πὼς κάποιος τ’ ἀκούει, πὼς κάποιος τό ἐπαινεῖ; Κανείς. Πόσο ὡραῖο κελάηδημα μές στήν ἐρημιά! Ἔχετε δεῖ πῶς φουσκώνει ὁ λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει ἡ γλώσσα. Πιάνει μία σπηλιά, ἕνα λαγκάδι καί ζεῖ τόν Θεό μυστικά, «στανεγμοῖς ἀλαλήτοις»…
…Ὅλο τό μυστικό εἶναι ἡ ἀγάπη, ὁ ἔρωτας στόν Χριστό. Τό δόσιμο στόν κόσμο τόν πνευματικό. Οὔτε μοναξιά νιώθει κανείς, οὔτε τίποτα. Ζεῖ μέσα σ’ ἄλλον κόσμο. Ἐκεῖ πού ἡ ψυχή χαίρεται, ἐκεῖ πού εὐφραίνεται, πού ποτέ δέν χορταίνει…
πηγή