Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 24, 2015

Ο ΣΥΝΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΤΟ ΕΤΟΣ 2015

Κατὰ τὸ ἔτος ποὺ διανύουμε (2015) ἡ μνήμη τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ
Ἑλένης (Ἁγίων), ποὺ ἑορτάζεται κάθε ἔτος τὴν 21η Μαΐου, συμπίπτει μὲ τὴν ἑορτὴ
τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου. Μὲ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κλείνει ἡ ἱστορικὴ τοῦ
Κυρίου διαδρομὴ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἀναλαμβάνεται στοὺς οὐρανούς, προκειμένου νὰ
καθήσει ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.
Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου πραγματοποιήθηκε σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν
Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Αὐτὸς ὁ Δεσπότης Χριστὸς παρουσίᾳ τῶν μαθητῶν Του
ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς. Εἶναι ἡ μόνη Δεσποτικὴ ἑορτή, τῆς ὁποίας τὴν ἡμέραν
ἑορτασμοῦ καθόρισε ὁ Κύριος. Ὡς ἐκ τούτου κανεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων δὲν μπορεῖ
νὰ μεταθέσει ἢ νὰ παραλείψει τὸν ἑορτασμὸ της, πέραν τῆς συγκεκριμένης ἡμέρας.
Κατὰ γενικὴ ἀρχὴ τοῦ τυπικοῦ, τὴν κυριώνυμο ἡμέρα τῶν Δεσποτικῶν καὶ
Θεομητορικῶν ἑορτῶν καὶ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀποδόσεώς τους δὲν συμψάλλεται
ἀκολουθία κανενὸς ἁγίου. Αὐτὴ ἡ ἀρχὴ ἰσχύει γιὰ ὅλες τὶς Δεσποτικὲς καὶ
Θεομητορικὲς ἑορτές.
Τὰ κυκλοφοροῦντα τυπικὰ α) «Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2015»
καὶ β) Τὸ «Μικρὸν Τυπικὸν» τῶν ἐκδόσεων Παναγόπουλου καὶ γ) Ἡ τυπικὴ διάταξη
τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τοῦ 2015 τοῦ Ἀποστόλου Παπαχρήστου ὁρίζουν γιὰ τὸ
τρέχον ἔτος, κατὰ τὸ ὁποῖο συμπίπτει ἡ μνήμη τῶν ἁγίων μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς
Ἀναλήψεως, νὰ συμψαλεῖ ἡ ἀκολουθία τῶν ἁγίων μὲ τὴν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῆς
Ἀναλήψεως, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν παραπάνω γενικὴ ἀρχή.
Ἡ διατυπωθεῖσα τάξη στὰ παραπάνω («Δίπτυχα…» καὶ «Μικρὸν Τυπικὸν»)
συγκροτεῖται ἀπὸ ὑμνολογικὰ στοιχεῖα τῶν ἀκολουθιῶν τῆς ἑορτῆς καὶ τῶν ἁγίων,
μὲ ἀποτέλεσμα τόσο ἡ ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως ὅσο καὶ ἡ ἀκολουθία
τῶν ἁγίων νὰ τελεῖται «ἀνακριβῶς καὶ ἐλλιπῶς».
Τὸ προβάδισμα τῶν ἰδιόμελων δοξαστικῶν τῶν ἁγίων στὸν ἑσπερινὸ καὶ
στοὺς αἴνους, ἔναντι τῶν τῆς ἑορτῆς, μετατρέπει τὴν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας στὸν
τύπο ποὺ προβλέπεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὸν ἑορτασμὸ ἁγίου σὲ μεθέορτο
περίοδο, ὑποβιβάζοντας τὴν ἑορτασιμότητα τῆς ἑορτῆς σὲ ὑποδεέστερο τῆς
ἑορτασιμότητας τῶν ἁγίων ἐπίπεδο. Αὐτὸ εἶναι ἀπαράδεκτο γιὰ τὴν κυρία ἡμέρα
τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως.
Βασικὸς κανόνας τοῦ τυπικοῦ ἐπιβάλλει ἀφ᾿ ἑνός στὶς Δεσποτικὲς ἑορτὲς νὰ
μὴν ψάλλεται μετὰ τὸ ἰδιόμελο δοξαστικὸ τῆς Δεσποτικῆς- Θεομητορικῆς ἑορτῆς
τοῦ ἑσπερινοῦ καὶ τῶν αἴνων «Καὶ νῦν…» παρὰ μόνον τὸ ἰδιόμελον τῆς ἑορτῆς,
προηγουμένου τοῦ «Δόξα–Καὶ νῦν», ἀφ᾿ ἑτέρου μετὰ τὸ ἰδιόμελον δοξαστικὸ τοῦ
ἑσπερινοῦ και τῶν αἴνων τῶν ἀκολουθιῶν τῶν ἁγίων νὰ ψάλλεται τὸ ἁρμόζον
Θεοτοκίον καὶ ὄχι ἰδιόμελο Δεσποτικῆς- Θεομητορικῆς ἑορτῆς.
Ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τῶν ἁγίων, ποὺ εἶναι διατυπωμένη
στὸ μηναῖο, οἱ ἅγιοι τιμῶνται σὲ ἕξ. Μὲ δεδομένο ὅτι ἡ μνήμη τῶν ἁγίων εἶναι
δυνατὸν νὰ συμπέσει ἀπὸ τὸ Σάββατο τοῦ Θωμᾶ μέχρι καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς
Πεντηκοστῆς μπορεῖ κάλλιστα ἡ ἀκολουθία τῶν ἁγίων νὰ συμψάλλεται στὴν
ἀκολουθία τῆς ἡμέρας μὲ τὶς προβλεπόμενες γιὰ τὸ διάστημα αὐτὸ ἀκολουθίες τῆς
περιόδου τοῦ Πεντηκοσταρίου.
Εἶναι ἐπίσης γνωστὸ ὅτι οἱ ἀκολουθίες τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν ἁγίων πρέπει νὰ
πραγματοποιοῦνται «ἐπακριβῶς καὶ πλήρως». Ἂν αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τηρηθεῖ γιὰ
διάφορους λόγους, πλεῖστοι τῶν ὁποίων ἐμφανίζονται τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου
καὶ τοῦ Πεντηκοσταρίου λόγῳ τῆς διαφοροποιήσεως τῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ
τοῦ Πάσχα, ὅπως συμβαίνει κατὰ τὸ τρέχον ἔτος, καὶ δὲν χωράει στὴν ἀκολουθία
τῆς ἡμέρας ἡ ἀκολουθία τοῦ ἁγίου, αὐτὴ μετακινεῖται. Καὶ ἂν ὁ ἅγιος τιμᾶται σὲ
τέσσερα, ἡ ἀκολουθία του ψάλλεται στὸ ἀπόδειπνο· ἂν ὁ ἅγιος τιμᾶται σὲ ἓξ ἢ
ὀκτώ, ἡ ἀκολουθία του μετατίθεται τὴν προηγουμένη τῆς ἑορτῆς ἡμέρα ἢ τὴν
ἑπομένη τῆς ἑορτῆς ἡμέρα.
Στὴν περίπτωση τοῦ τρέχοντος ἔτους, ποὺ ἡ μνήμη τῶν ἁγίων συμπίπτει μὲ
τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως, θεωρῶ ὅτι ἡ μνήμη τῶν ἁγίων πρέπει νὰ μετατεθεῖ τὴν
ἑπομένη τῆς Ἀναλήψεως μεθέορτον ἡμέρα. Δὲν μπορεῖ νὰ μετατεθεῖ τὴν
προηγουμένη τῆς ἑορτῆς Τετάρτη πρὸ τῆς Ἀναλήψεως, γιατὶ τὴν Τετάρτη
ἑορτάζεται ἡ ἀπόδοση τοῦ Πάσχα καὶ σύμφωνα μὲ τὴν παραπάνω γενικὴ ἀρχὴ δὲν
μπορεῖ νὰ συμψαλεῖ ἀκολουθία κανενὸς ἁγίου καὶ αὐτὸς ἀκόμη ὁ προεόρτιος
κανὼν τῆς Ἀναλήψεως ψάλλεται στὸ ἀπόδειπνο.
Πιστεύω ὅτι ἡ ἔρευνα, καὶ ὅταν ἀκόμη ὁδηγεῖται σὲ ἐσφαλμένα
ἀποτελέσματα, προκαλεῖ προβληματισμὸ ὁ ὁποῖος συντελεῖ στὴν καλύτερη
κατανόηση τοῦ τυπικοῦ καὶ τὴν ἀρτιότερη τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν.
Ἐξ υἱικοῦ ὀφλήματος κινούμενος, ὑποβάλλω τὴν πρότασή μου αὐτὴ στὴν
Ὑποεπιτροπὴ ἐκδόσεως Διπτύχων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ πρὸς
κάθε ἐνασχολούμενο μὲ τὰ θέματα τοῦ τυπικοῦ.
Εὐχαριστῶ τὴν «Ἑνωμένη Ρωμηοσύνη» γιὰ τὴν ἀνάρτηση τοῦ παρόντος
στὴν περιώνυμη ἱστοσελίδα της (www.enromiosini.gr), διὰ μέσου τῆς ὁποίας
μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθεῖ ἕνας γόνιμος καὶ τεκμηριωμένος διάλογος.

Νέα Μουδανιὰ Τρίτη τῆς Διακαινησίμου 14 Ἀπριλίου 2015
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
ΠΕΡΣΥΝΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
Ἐπίτιμος Διευθυντὴς Διεύθυνσης
Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης Ν. Χαλκιδικῆς
Διπλωματοῦχος Βυζαντινῆς Μουσικῆς
Πρωτοψάλτης Ι.Ν. Ἁγ. Γεωργίου Ν. Μουδανιῶν
Ταχυδρομικὴ Θυρίς: 231 Τ.Κ. 63200 Νέα Μουδανιά
Κιν: 6944 756963 ἠλεκτρ. ταχ. :persem65@gmail.com
Τηλ.: 2373022364 ἠλεκτρ. τηλ.: 2373022387
Πίνακας ἀποδεκτῶν:

1. Ὑποεπιτροπὴ Διπτύχων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Ἰωάννου Γενναδίου 14 Τ.Κ. 11521 ΑΘΗΝΑ ἠλεκτρ. ταχυδρ.: diptyxa@yahoo.gr

2. Ἐκδόσεις Παναγόπουλος Ἐπιτροπὴ Ἐκδόσεως τοῦ ΜΙΚΡΟΥ ΤΥΠΙΚΟΥ
Χαβρίου 3 (Σύνταγμα) Τ.Κ. 10562 ΑΘΗΝΑ
ἠλεκτρ. ταχυδρ.: nectarios.panagopoulos@gmail.com

3. Ἀρχιμανδρίτη Ἀναστάσιο Καντάνη ἐπιμελητὴ τῆς τυπικῆς διάταξης
τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν 2015 τοῦ Ἀποστόλου Παπαχρήστου
Ι.Μ. Παντοκράτορος Ἀγγελοκάστρου Αἰτωλοακαρνανίας Τ.Κ. 30400
ἠλεκτρ. ταχυδρ.: panastasiosk@gmail.com

4. Πρωτοπρεσβύτερον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Αἰδεσιμολογιώτατον
π. Γεώργιον Λαδουκάκη ἐπιμελητὴ τῆς συντάξεως τῶν διπτύχων
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Ἐμπεδοκλῆ 15 Τ.Κ. 71307 Ἡράκλειο

Ο θάνατος του Διάκου

Όταν ξεκίνησε η Μεγάλη Επανάσταση, στάλθηκαν δυο πασάδες για να την καταστείλουν. Ξεκίνησαν από την Ήπειρο και κατέβηκαν προς τη Ρούμελη. Οι Έλληνες οπλαρχηγοί της Στερεάς αποφάσισαν να τους εμποδίσουν.
Alamana_Gefyri_mesaΣτις 23 Απριλίου ο Αθανάσιος Διάκος έπιασε το γεφύρι της Αλαμάνας, στον Σπερχειό ποταμό κι οι άλλοι δύο οχυρώθηκαν σε άλλα σημεία, για να εμποδίσουν τους πασάδες να προχωρήσουν προς τη Βοιωτία και την Άμφισσα. Πρώτος από τους πασάδες ξεκίνησε ο Ομέρ Βριώνης κι επιτέθηκε κατά των Πανουργιά και Δυοβουνιώτη. Οι άντρες τους όμως φοβήθηκαν και διασκορπίστηκαν, καθώς είδαν τον όγκο του τουρκικού στρατού.
Κατόπιν ενωμένος όλος ο τουρκικός στρατός στράφηκε εναντίον του Διάκου, στην Αλαμάνα. Οι άντρες του, όταν είδαν το πλήθος του εχθρού, δείλιασαν και διασκορπίστηκαν. Έμειναν μόνο ο Αθανάσιος Διάκος και 48 παλικάρια του, αποφασισμένοι να πεθάνουν, όπως πέθαναν εκεί κοντά, στις Θερμοπύλες, πριν από 2300 χρόνια ο Λεωνίδας με τους 300 Σπαρτιάτες του πολεμώντας τους Πέρσες.
Η μάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή και σύντομα τα παλικάρια σωριάζονται νεκρά. Μόνο δέκα απομένουν όρθιοι,. Τότε το πρωτοπαλίκαρο του Διάκου του φέρνει ένα άλογο και τον παρακαλεί να φύγει, επειδή θα μπορούσε να φανεί και στο μέλλον χρήσιμος για την πατρίδα. Όμως το ηρωικό παλικάρι αρνείται και πολεμάει υπεράνθρωπα. Το τουφέκι του σπάζει. Τραβάει τότε το σπαθί του και αγωνίζεται σαν γίγαντας, ώσπου σπάζει κι αυτό. Πληγωμένος στον ώμο ο Διάκος πέφτει ζωντανός στα χέρια των εχθρών.
Θαύμασε ο Ομέρ Βριώνης την παλικαριά και τη λεβεντιά του Διάκου και του πρότεινε να του χαρίσει τη ζωή, αν δεχόταν να αλλαξοπιστήσει.
Περήφανα ο Διάκος του απάντησε: «Πάτε κι εσείς κι η πίστη σας να χαθείτε! Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός και θα πεθάνω». Οργισμένος τότε ο Τούρκος πασάς έδωσε διαταγή να τον σουβλίσουν ζωντανό. Ο Αθανάσιος Διάκος υπέφερε το μαρτύριο στις 24 Απριλίου 1821. Ήταν 34 ετών.
Η λαϊκή μούσα, μεταξύ άλλων, θυμάται το, θάνατο του παλικαριού με το παρακάτω τραγούδι.
Diakos_Omer_mesa
Οι εικόνες είναι του Severino Baraldi και περιέχονται στο βιβλίο «Αθανάσιος Διάκος» της πολύ καλής παιδικής σειράς «Πινακοθήκη των ηρώων» των εκδόσεων Στρατίκη.

Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)




Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. 

Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση.

 Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα.

(Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)

πηγή

Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος

Μαρτύρησε στη Μαγνησία της Μ. Ασίας στις 24 Απριλίου 1796
Ο Άγιος ζούσε στην περιοχή της Μαγνησίας μαζί με τον πατέρα του, τον χατζή Κανέλλο, ο οποίος ήταν γενικός επιστάτης στα κτήματα, στα κοπάδια και τα τσιφλίκια ενός σπουδαίου και μεγάλου αγά του Καρά Οσουμάνογλους στο χωριό Γιαγιά Κιόι.
Λόγω της θέσης του ο πατέρας του Αγίου ήταν γνωστός σε όλους τους Τούρκους της περιοχής, σημαντικούς και ασήμαντους, είχε θάρρος μαζί τους και εκείνοι τον είχαν σε μεγάλη εκτίμηση.
Ενώ λοιπόν ζούσε μαζί με τον πατέρα του στην υπηρεσία εκείνου του αγά, αρραβωνιάστηκε, με την άδεια του πατέρα του, μια σεμνή και ενάρετη νέα, με την οποία σχεδίαζε να στεφανωθεί την Κυριακή του Θωμά. Ο Νικόλαος ήταν τότε είκοσι δύο ετών.
Επειδή έπρεπε να βγάλει τις άδειες, πήγε στην πόλη της Μαγνησίας, με την άδεια πάντα του πατέρα του και του αγά, τον οποίο υπηρετούσαν. Πηγαίνοντας στη Μαγνησία φορούσε τούρκικα παπούτσια και κόκκινο φέσι, ξεθαρρεύοντας λόγω της υπηρεσίας του στον αγά, πράγμα που απαγορευόταν όμως στους Ρωμιούς, οι οποίοι φορούσαν άσπρο κάλυμμα κεφαλής.
Όταν τον είδαν οι υπηρέτες του Μουσελίμη, ανώτατου αξιωματούχου, ντυμένο έτσι, μολονότι γνώριζαν σε ποιού σπουδαίου αγά την υπηρεσία ήταν και γνώριζαν επίσης και τον πατέρα του, χωρίς να διστάσουν καθόλου τον έπιασαν και τον έφεραν στον αφέντη τους.
Ο μουσελίμης καμώθηκε πως δεν τον γνωρίζει και του είπε :
Η ενδυμασία σου είναι τούρκικη και δεν επιτρέπεται να την φοράει άνθρωπος άλλης πίστεως. Εκτός αν κατάλαβες πως η πίστη μας είναι αληθινή και ήρθες έτσι ντυμένος για να γίνεις Τούρκος.
Ο Νικόλαος κατάλαβε την πανουργία του μουσελίμη και χωρίς να δειλιάσει, με γενναιότητα του απάντησε :
Εγώ αυτά τα ρούχα τα φορώ με τη δική σας άδεια αφού ο πατέρας μου είναι στην υπηρεσία σας.
Ήταν εξάλλου γνωστός και στον μουσελίμη.
Μόλις τ’ άκουσε αυτά ο πασάς διέταξε τους υπηρέτες του να τον δείρουν λίγο και με ελαφρές ξυλιές, για να δείξει πως τον λυπάται, θέλοντας να τον ελκύσει στη θρησκεία του.
Ο Άγιος, αντιλαμβανόμενος τα σχέδια του μουσελίμη, με τη σοφία που ο Χριστός δίνει σε όσους ομολογούν μπροστά στους τυράννους, έμεινε σταθερός στην πίστη του, δεχόμενος με ευχαρίστηση τους ραβδισμούς.
Για δεύτερη φορά άρχισε ο πασάς με ήμερο τρόπο να τον παρακινεί να γίνει μουσουλμάνος., αν θέλει να γλυτώσει τα βάσανα. Ο Άγιος, αγωνιστής πλέον της αλήθειας, με μεγαλύτερη γενναιότητα του απάντησε :
Μάθε ότι εγώ δεν είναι δυνατόν να αρνηθώ την πίστη μου, όχι μόνο με ραβδισμούς αλλά ακόμη κι αν με θανατώσεις με επώδυνο θάνατο.
Τότε θύμωσε ο πασάς και πρόσταξε να τον δείρουν δυνατότερα. Έπειτα σκέφτηκε ότι ούτε έτσι θα μπορέσει να του αλλάξει τη γνώμη. Έβαλε κι άλλους ομοθρήσκους του να τον παρακινήσουν. Υποσχέθηκε πως αν αλλαξοπιστήσει θα του δώσει πολλά και μεγάλα αξιώματα, δώρα και τιμές, πράγματα ελκυστικά, ιδιαίτερα στους νέους. Ο γενναίος όμως μάρτυς του Χριστού δεν ελκύστηκε καθόλου από αυτά ούτε λυπήθηκε τη νεότητά του, ούτε σκέφτηκε πως θα στερηθεί τους γονείς του, τα αδέλφια του, πολύ δε περισσότερο την αρραβωνιαστικιά του. Αλλά σαν να μην ήταν από σάρκα και από αίμα, σαν να βρισκόταν πάνω από τα υλικά πράγματα, τα καταφρονούσε και φώναζε με παρρησία :
Εγώ μπροστά στα μάτια μου έχω τον θάνατό μου και την πίστη μου δεν πρόκειται να την αρνηθώ με κανένα τρόπο.
Τότε για τρίτη φορά ο πασάς διέταξε να τον δείρουν με σκληρό τρόπο και πάλι έπιασε να τον πιέζει,με όσους τρόπους ήξερε, να τουρκέψει. Όσο εκείνος προσπαθούσε, τόσο περισσότερο ο Άγιος φώναζε. :
Το να αρνηθώ τον Χριστό μου είναι πράγμα αδύνατο.
Τελικά βλέποντας ο πασάς τη σταθερότητα του μάρτυρος, διέταξε να τον χτυπήσουν σκληρότατα στην κοιλιά. Τον χτύπησαν τόσο που τον άφησαν μισοπεθαμένο. Έτσι αναίσθητο τον πέταξαν στη φυλακή.
Μέσα στη φυλακή ευρισκόμενος ο μακάριος Νικόλαος, ευχαριστώντας ολόψυχα τον Κύριο, διότι αξιώθηκε να πάθει για το όνομά Του, μετά από τρεις ημέρες παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού και έλαβε τον αμάραντο και λαμπρό του μαρτυρίου και της αθλήσεως στέφανο.

ο Πνευματικός πατέρας ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να είναι ούτε ψυχολόγος ούτε ψυχίατρος…

11080410_874271015944319_249709228832693410_o[1]
Ὁ Πνευματικὸς εἶναι ἕνα ἄλλο πρόσωπο. Δὲν έχει καμμία σχέση μὲ τὶς ἐπιστημονικὲς ἐπιδόσεις στὴ ζωὴ αὐτή. Δὲν ἔχει καμμία πληροφορία ἀπὸ τὶς θεωρίες τοῦ κόσμου.Ἴσως πολλὲς φορὲς νὰ τὶς ξέρει,ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ἐμπιστευτεῖ, γιατὶ οἱ θεωρίες τοῦ κόσμου ἔχουν καὶ τὶς μεταλλαγές τους καὶ τὶς ἐπιπτώσεις τους. Σήμερα λένε αὐτό, αὔριο λένε τὸ ἄλλο. Τὸ ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ πατρὸς θὰ ἔλεγα τελικὰ εἶναι χάρισμα. Δὲν εἶναι ἐκ τοῦκόσμου τούτου. Ὅπως αὐτὸς ποὺ δωρίζει ἕνα χάρισμα «οὔκ ἐστιν ἐκ τοῦ 

κόσμου τούτου» ὁΧριστὸς δηλαδή, ποὺ μὲ τὸ Ἅγιό του Πνεῦμα Χριστοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, ἔτσι καὶ τὸ χάρισμα ποὺ λαβαίνει ὁ Πνευματικὸς δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν εἶναι ἔργο τῆς ἐπιστήμης καὶ γνώσεως ἐπιστημονικῆς. Γι᾿αὐτὸ καὶ ἀκολουθεῖ καὶ ἄλλες διαδικασίες.
Πολλοὶ Πνευματικοὶ ἔπεσαν σ᾿ αὐτὴν τὴν πλάνη καὶ νόμισαν ὅτι θὰ προσφέρουν ἔργο Πνευματικὸ μὲ τὸ ν᾿ ἀκολουθήσουν γνωστικὲς μεθόδους τοῦ κόσμου. Καὶσπούδασαν ψυχολογία καὶ σπούδασαν κοσμικὲς ἐπιστῆμες καὶ μπῆκαν μέσα στὴ διαδικασία τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς θεραπείας τῶν ἀνθρώπων καὶἐφήρμοσαν μεθόδους ὄχι παραδοσιακούς-ἐκκλησιαστικούς, ὅπως τὶς παραλάβαμε ἀπὸ τὴν δισχιλιετὴ πεῖρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ ἐφήρμοσαν μεθόδους ἐπιστημονικὲς καὶ στὸ τέλος ἀπέτυχαν.
Γνώρισα κάποιον Πνευματικό, ὁ ὁποῖος ἀποδελτίωνε ὅλες τὶς πράξεις ὅλων τῶν πνευματικῶν του τέκνων. Πῶς κάνουνε μερικὲς φορὲς ὁρισμένοι ἄνθρωποι ποὺ φτιάχνουν καρτέλα καὶ ξέρουν κάθε φορὰ ὅταν ἔρθει ὁ ἐξομολογούμενος, τί ἔχει πράξει στὸ παρελθόν, βγάζει τὴν καρτέλα καὶ προσθέτει ἢ ἀφαιρεῖ στοιχεῖα ποὺ ἀναφέρει ὁ ἐξομολογούμενος. Μέθοδος καὶ μεθόδευση δηλαδὴ σπάνια. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος τελικὰ ἔφτασε νὰ βλάπτει τοὺς ἐξομολογουμένους καὶ βλάφτηκε καὶ ὁ ἴδιος καὶ ἀσθένησε καὶ παρ᾿ ὀλίγο νὰ πεθάνει, ἀπὸ τὴν μεθοδολογία ποὺ χρησιμοποίησε τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ τὴν κοσμική.
Ἡ Πνευματικὴ πατρότης εἶναι γέννημα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἕνας Πνευματικὸς Πατὴρ δὲν μπορεῖ νὰ γεννηθεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ,τιδήποτε ἄλλος πατέρας, ἐκτὸς ἀπὸ Πνευματικὸς Πατέρας.
Καὶ ἔχουμε τέτοιους πατέρες, εἴτε λέγονται Ἐθνοπατέρες,  εἴτε λέγονται Φυσικοὶ Πατέρες.
Δὲν εἶναι ὅμως Πνευματικοὶ Πατέρες. Ἡ Πνευματικὴ πατρότης, ἐπαναλαμβάνω, προέρχεται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ζωή.
Μπαίνει κανεὶς ἀπὸ τὰ μικρά του χρόνια, μέσα στὴν Ὀρθόδοξη ζωή. Συνηθίζει νὰ κολυμπᾷ μέσα στὴν πεῖρα τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ μὲ τὸν χρόνο καὶ μὲτὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, μπαίνει στὴ διαδικασία μετὰ τῆς καθάρσεως τῶνἄλλων. Γνωστὸ εἶναι τὸ κλασσικὸ χωρίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου: «Εἶναι ἀδύνατον νὰ καθάρεις ἕναν ἄνθρωπο, ἂν δὲν καθαρθεῖς ἐσύ. Εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸν φωτίσεις, ἂν δὲν ἔχεις τρόπο καὶ μέσο φωτισμοῦ». Δηλαδὴ πρῶτα καθαρθεῖναι καὶ ὕστερα καθάραι, πρῶτα φωτισθῆναι καὶ ὕστερα φωτῖσαι.
Αὐτὴ εἶναι ἡ μέθοδος τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς γενικά.
Εἰδικώτερα δὲ διὰ τὸ χάρισμα τοῦ Πνευματικοῦ πατρός, ὄχι μόνον αὐτὸς πρέπει νὰ ἔχει αὐτὴν τὴν προετοιμασία, νὰ μπεῖ δηλαδὴ μέσα στὴ διαδικασία τῆς ὑπακοῆς στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀπέραντες μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἴσως δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ εἰς πέρας μερικὲς φορές, γιαυτὸ καὶ μπαίνει κάτωἀπὸ τὴν Πνευματικὴ πατρότητα καὶ αὐτὸς καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Πνευματικοῦ πατρὸς αἰσθητὰ γιὰ νὰ μπορέσει κι αὐτὸς νὰ κόψει τὸ θέλημά του, κι ὅπως ἀναφέρει ἕνας Ἅγιος εἶναι κοινὴ πεῖρα τῶν Πατέρων, ὅτι μέσα στὸνἄνθρωπο κυκλοφοροῦν τὰ ἑξῆς τρία θελήματα:
Τὸ ἕνα θέλημα εἶναι τὸ θέλημα τῆς καρδίας μας, τὸ δεύτερο θέλημα εἶναι τὸ θέλημα τοῦ σατανᾶ καὶ τὸ τρίτο θέλημα εἶναι ἡ σποραδικὴ παρουσία κατ᾿ἀρχὰς καὶ ἐν συνεχείᾳ τὸ μόνιμο δένδρο, τὸ θαλερό, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦ Πνεύματος τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὴν διαδικασία τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν. Λέει σ᾿ ἕνα σημεῖο ἡ Γραφή: <Ἐὰν τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσετε, ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ εἰσελευσόμεθα καὶ Μονὴ παρ᾿ ἐμοὶ ποιήσωμεν>. Ἐγὼκαὶ ὁ Πατὴρ καὶ τὸ Πνεῦμα.
Λέει ἕνας Ἅγιος: Προέλαβε τὸ Πνεῦμα μόλις μπῆκε στὸν κόπο ὁ ἄνθρωπος νὰ θελήσει νὰ τηρήσει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, προέλαβε τὸ Πνεῦμα καὶ ἐπισκέφθηκε τὸν ἄνθρωπο καὶ βοηθὸς πλέον τοῦ ἀνθρώπου στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, περιμένει τὴν ἔλευση τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ὁπότε βρίσκεται μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος, μ᾿ ἕναν τρόπο θαυμαστὸ καὶ μὲ ἀρχικὴ πρόθεση νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν γίνει αὐτό, ἂν δὲν μπεῖ μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν διαδικασία κανείς, μὴν περιμένει νὰ ἔχει ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ κατὰ συνέπεια δὲν θἄχει τὴν δυνατότητα νὰ βοηθήσει κι᾿ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο.
Μετάνοια κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι ἡ μεταστροφὴ τοῦ νοὸς ἀπὸ τὰ χείρονα στὰ κρείττονα. Ἐὰν δὲν συμβεῖ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κάθαρση.
Ἡ διαδικασία τῆς καθάρσεως ἀρχὴ ἔχει τὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια εἶναι ἕναἔργο ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας. Ὅτι ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ ἐκριζώσω τὸ κακό, γι᾿ αὐτὸ καὶ μπαίνω μέσα στὸ Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι δυνατὸς νὰ ἐκριζώσει τὸ κακό.
Λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος, ὅτι ἔργο δικό μας εἶναι νὰ πολεμοῦμε τὸν διάβολο καὶνὰ τὸν ἀντιμαχόμαστε καὶ νὰ ἀντιπαλεύουμε καὶ νὰ ἀντιπολεμούμεθᾳ ἀπ᾿αὐτόν. Ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ <ἐκριζῶσαι τὸ κακό. Ἂν δὲν ἔχει κανεὶς αἴσθηση αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας του, δὲν μπορεῖ νὰ πιστέψει στὸν Θεό, ὅτι θὰ τὸν κάνει καλά. Καὶ ἡ πεῖρα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ ἔρχεται ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἀκριβῶς.
Ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ εἶπε, χωρὶς νὰ καταλάβω τί συνέβη μέσα στὴν ψυχή του, μπαίνει στὸ ἐξομολογητήριο καὶ κάθησε καὶ μοῦ λέει: «Ἐπιτέλους θὰ τὰπῶ», χαρούμενος,- δὲν μποροῦσε νὰ τὰ πεῖ καὶ ν᾿ ἀναφέρει τὶς ἁμαρτίες του – «ἐπιτέλους τὰ ἔγραψα». Γιατὶ τὴν ὥρα ποὺ ἄρχισε νὰ γράφει τὶς ἁμαρτίες του,ἄρχισε καὶ μέσα του ἡ χαρὰ καὶ ᾖρθε τρέχοντας νὰ πεῖ τὶς ἁμαρτίες του.
Ἡ μετάνοια δηλαδή, ἀρχίζει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ μέσα στὸ νοῦ μαςἀντιλαμβανόμαστε τὴν ἀδυναμία μας καὶ τὴν ἀνάγκη καθάρσεως καὶμπαίνουμε σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία καὶἐν συνεχείᾳ τὸ τέλος της εἶναι ἡ συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ τὰ ἔργα τῆς μετάνοιας, ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι ἡπροσπάθεια νὰ μὴν ἐπανέλθουμε καὶπέσουμε ξανὰ στὶς ἁμαρτίες.
Θὰ σᾶς ἀναφέρω πάλι μία γνώμηἑνὸς Ἁγίου Πατρός: «Ἡ μετάνοια εἶναιἀνεκτίμητο δῶρο πρὸς τὴνἀνθρωπότητα. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ θεῖο θαῦμα διὰ τὴν ἀποκατάστασιν ἡμῶν μετὰ τὴν πτῶσιν. Ἡ μετάνοια εἶναι ἔκχυση θείας ἐμπνεύσεως ἐφ᾿ ἡμᾶς, δυνάμει τῆς ὁποίας ἀνυψούμεθα εἰς τον Θεό, τὸν Πατέρα ἡμῶν, ἵνα ζήσουμε αἰωνίως ἐν τῷ φωτὶ τῆς Ἀγάπης Αὐτοῦ. Διὰ τῆς μετανοίας συντελεῖται ἡ θέωσις ἡμῶν, τοῦτο εἶναι γεγονὸς ἀσυλλήπτου μεγαλείου. Ἡ δωρεὰ αὐτὴ κατέστη δυνατὴ διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇΓεθσημανῇ, διὰ τοῦ θανάτου ἐπὶ τοῦ Γολγοθᾶ καὶ διὰ τῆς Ἀναστάσεως».
Εἴδατε ὅλα αὐτὰ βρίσκονται μέσα στὴν Ὀρθόδοξη ζωή. Ἔξω ἀπὸ τὴνὈρθόδοξη ζωὴ δὲν μποροῦμε νὰ βροῦμε μετάνοια. Μεταμέλειες ὑπάρχουν, μετάνοιες δὲν ὑπάρχουν. Ἄλλο μεταμέλεια, ἄλλο μετάνοια. Μεταμελήθηκε ὁἈδὰμ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Δὲν μετανόησε ὅμως ὅταν προσκλήθηκεἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα στὸν Παράδεισο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπέφερε τὶς συνέπειες στὸἀνθρώπινο γένος.
Ὁ Πνευματικὸς ποὺ ἔχει αὐτὴ τὴν ἀρχὴ ἐργάζεται κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶποὺ τελικὰ δὲν αὐτοκαλεῖται, ἀλλὰ καλεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Αὐτὸς ὁΠνευματικὸς μόλις μπαίνει μέσα στὴν γνώση τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, μπαίνει σ᾿ἕνα δίλημμα. Βλέπει τὴν ἐξωτερικὴ γενικὴ ἀποστασία, βλέπει τὴν ἐσωτερικὴκακοποίηση καὶ βλέπει καὶ τὴν ἀδυναμία διορθώσεως καὶ πάρ᾿ ὅλο ποὺ πολλὲς φορὲς ἀνθρωπίνως ἢ καὶ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσπαθεῖ, βλέπει πάρα πολλὲς φορὲς ἀναποτελεσματικότητα στὸ ἔργο του, γι᾿ αυτὸ καὶμπαίνει στὸ δίλημμα: Νὰ προχωρήσει ἢ νὰ σταματήσει;
Οἱ Ἅγιοι λένε ὅτι εἶναι προτιμώτερο νὰ σῴζεις τὴν ψυχή σου παρὰ νὰπροσπαθεῖς νὰ σῴζεις τοὺς ἄλλους. «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδίσῃτὸν κόσμον ὅλον, ζημιωθῇ δὲ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;»
Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέει ὅτι ἐὰν θὰ μπεῖς στὴν ἔρημο νὰ ἐργαστεῖς τὴν Ὀρθόδοξη ζωὴ διὰ τῆς Προσευχῆς, εἶναι χίλιες φορὲς καλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ μπεῖς μέσα στὴζοῦγκλα τῶν παθῶν, γιὰ νὰ σώσεις ἀνθρώπους.
Καὶ γνωρίζοντας αὐτὰ τὰ μηνύματα καὶ τὶς διδασκαλίες τῶν Πατέρων ἕνας Πνευματικὸς μπαίνει σ᾿ αὐτὸ τὸ δίλημμα.
Τί νὰ κάνει;
Ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ βλέπει τὶς ἀσθένειες καὶ γνωρίζει ὅτι οἱ ἀσθένειες αὐτές, οἱπερισσότερες ἀπὸ αὐτές, θεραπεία βρίσκουν μόνο μέσα ἀπὸ τὴν διαδικασίαἐπανασυνδέσεως μὲ τὸν Θεὸ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος σ᾿ ἕνα σημεῖο ὅτι: δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰμένει ἀθεράπευτο, ἐὰν μπεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο ὅλος ὁ Χριστός. «Ἐὰν ὅλος εἰσδέξῃς τὸν Χριστὸν πάσας τὰς Χριστοῦ θεραπείας ἐπὶ τὰς σεαυτὸν συνάξεις τῆς ψυχῆς, ἂς κατὰ μέρος ἕκαστος θεθησαύρισαι».
Δὲν θὰ μπορεῖς νὰ βρεῖς ἀλλιῶς θεραπεία, τὴν πᾶσα θεραπεία, ἐὰν δὲν δεχθεῖς μέσα σου ὅλον τὸν Χριστόν. Αὐτὴ εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων. Γι᾿ αὐτὸβλέπετε μερικοὺς Γεροντάδες ποὺ ἔχουν Πνεῦμα Ἅγιον, δὲν ἔχουν ἀσθένειες καὶσωματικές.
Ἀσφαλῶς θὰ ὑπάρχουν ἀντιρρήσεις ἐδῶ θὰ τὶς συζητήσουμε μετά.
Τί θὰ κάνει λοιπόν;
Κι ἐγὼ προσωπικὰ ἔχω ἔρθει πολλὲς φορὲς σαυτὸ τὸ δίλημμα. Νὰ συνεχίσω ἢ νὰ μὴ συνεχίσω;
Γιατὶ βλέπω τὶς προσωπικές μου ἀδυναμίες. Ὅταν πάω ν᾿ ἀντιμετωπίσω ἕναν ἄνθρωπο ἀνακαλύπτω τὶς δικές μου δυσκολίες. Καὶ ὅταν μάλιστα μὲ ψυχολογικὲς μεθόδους, δηλαδὴ μὲ συζητήσεις, μὲ ἐπιχειρήματα, μὲ ἐξαγορεύσεις κλπ. ποὺ πολλὲς φορὲς ἐπιχειροῦμε στοὺς ἐξομολογουμένους μας, βλέπω αὐτὴν τὴν ἀναποτελεσματικότητα καὶ λέω: Τί συμφέρει νὰ συνεχίσω ἢ νὰ ὑποχωρήσω;
Ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος λέει ἕνα τρομακτικὸ ἐδῶ: «Ἐάν, λέει, μπεῖς στὴ διαδικασία τῆς τελείας σταυρώσεως, διὰ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν ἄλλον, ἔστω κὶ ἂν χάνεις μερικὲς φορὲς τὶς ὡραῖες ἐμπειρίες τῆς προσευχῆς, βγαίνεις στὸ ἴδιο ἀποτέλεσμα τῆς σωτηρίας. Γιατὶ ἡ Γραφὴ λέει ἐὰν ἐξαγάγεις ἄξιον ἐξἀναξίου οὗτος ὡς τὸ στόμα μου ἐστί.». Σὰν τὸ στόμα μου εἶναι αὐτός..
Ὁπότε βάζουμε τὸν ἑαυτό μας στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ οὔτε ἀποφασίζουμε ἐμεῖς,ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀρνούμαστε καὶπαρατηροῦμε μέσα στὴ διαδρομὴ τῆς πορείας μας σὰν Πνευματικοὶ ἂν τὸ θέλει ὁΘεὸς νὰ προχωρήσουμε ἢ ὄχι. Κι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι δὲν τὸθέλει ὁ Θεὸς καὶ θὰ δώσει τρόπο ὁ Θεὸς νὰτὸ ἀντιληφθοῦμε, πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ποῦμε: ΣΤΟΠ! Εἶσαι ἀνάξιος νὰ προχωρήσεις. Καὶ ὅποιος προχωρεῖ ἀντιλαμβανόμενος αὐτὴν τὴν ἀναξιότητα, σίγουρα θὰ κάνει πολὺ κακὸ ἀντὶ νὰ κάνει καλό. Γιατὶ ὑπάρχουν καὶ πολλὲς ἐκτροπὲς γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό. Καὶἀντὶ νὰ ὠφελήσει καὶ νὰ θεραπεύσει θὰ φτάσει στὴν ἀντίστροφη κατάσταση νὰβλάψει καὶ νὰ πάει μαζὶ μὲ τοὺς ἐξομολογούμενούς του στὴν κόλαση καὶ ὁ ἴδιος.
Ἑπομένως, λέει, ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος, σ᾿ ἕνα ἄλλο σημεῖο, ὅτι χρειάζεται νὰἔχουμε μία εὐκτικὴ προσοχή. Μία προσοχή, δηλαδή, ποὺ νὰ συνοδεύεται ἀπὸτὴν συνεχῆ εὐχή.
Ἀπὸ τὶς λεπτομέρειες ποὺ θ᾿ ἀντιμετωπίσουμε στὸν ἐξομολογούμενο, μέχρι τὰ γενικότερα θέματα ὅλης της ἀνθρωπότητας ὁ Χριστὸς ἀνέλαβε νὰ σώσει τὴν ἀνθρωπότητα χωρὶς νὰ προστρέξει σὲ διδασκαλία πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Ἀλλὰ μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Γεθσημανῆς, ποὺ ἦταν ἔμπονη καὶ ἔμπυρη καὶ μὲτὴν ἀνάληψη τῆς εὐθύνης ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν τιμωρία ποὺ ὑπέστη οἰκειοθελῶς χάριν τῶν ἀνθρώπων, ἔσωσε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι θέλει καὶτοὺς Πνευματικούς. Ὁ Πνευματικὸς δὲν μπορεῖ ἀλλιῶς νὰ ζήσει καὶ νὰ δώσειὠφέλεια στοὺς ἀνθρώπους ἂν δὲν μπεὶ μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία τῆς θυσίας.
Καὶ εἶναι μία μεγαλειώδης κατάσταση αὐτή, ὅταν ἀρχίζουμε ν᾿ἀντιμετωπίζουμε τὸν ἄνθρωπο ξεκινώντας ἀπὸ τὸ συμφέρον τοῦ ἐαυτοῦ μας, χωρὶς πρόθεση νὰ θυσιαστοῦμε γιὰ τὸν ἄλλον σὲ κάθε στιγμή, εἴτε μέρα εἶναι, εἴτε νύκτα, εἴτε μὲ τὴν παρουσία τοῦ ἄλλου, εἴτε μὲ τὴν ἀπουσία τοῦ ἄλλου διὰτῆς προσευχῆς, ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πρόθεση, ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ τόλμη νὰ μπεῖ μέσα σ᾿ αὐτὴν την θυσία, σίγουρα δὲν θὰ μπορέσει νὰ κάνει δουλειά.
Γιατὶ μέσα στὸν Πνευματικὸ Πατέρα ὑπάρχουν δυὸ στοιχεῖα: Τὸ ἕνα στοιχεῖο εἶναι τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ποὺ φέρει καὶ τὴν δυνατότητα τῆς θεραπείας καὶ τὸ ἄλλο στοιχεῖο εἶναι ἡ προσωπικὴ μετοχὴ στὴν χάρη ποὺ φέρει καὶ μέσῳ τῆς ἱερωσύνης, ἀλλὰ καὶ μέσῳ τῆς πίστεώς του στὸν Θεό. Ἐὰν τὸ χάρισμα τῆςἱερωσύνης συνοδεύεται μὲ τὴν ῥᾳθυμία τοῦ πνευματικοῦ, ὅταν θὰἐξομολογεῖται, ὁ ἄλλος θ᾿ ἀπαλλάσσεται μὲν ἀπὸ τὶς ἐνοχές, δὲν θὰ οἰκοδομεῖταιὅμως στὴν πνευματικὴ ζωή. Ὁπότε θὰ εἶναι, κάθε μέρα καὶ κάθε ὥρα, εὔκολη λεία τοῦ διαβόλου, κάθε ἄνθρωπος, ἔστω καὶ ἂν καθαίρεται.
Σκοπὸς τοῦ Πνευματικοῦ δὲν εἶναι μόνον ν᾿ ἀντιληφθεῖ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε εἶναι μόνο νὰ διαβάζει τὴν εὐχή, νὰ τοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες του.
Σκοπὸς τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι, νὰ προσπαθήσει μὲ τὴν προσωπικὴ ἐμπειρία, τὴν φυσικὴ καὶ τὴν πνευματικὴ ποὺ ἀποκτᾷ μέσα ἀπὸ τὴν δική του βίωση, τὴν πνευματική, νὰ μπορέσει νὰ βοηθήσει τὸν ἄνθρωπο νὰβρεῖ τὸν Θεό, νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνει μέτοχος τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ δυνατότης δὲν μπορεῖ ἀνθρωπίνως νὰ ἐπιτευχθεῖ.
Θὰ ἔρθει ἐπὶ παραδείγματι μέσα στὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἡ διάκριση καὶ ἡ διείσδυση, ὥστε νὰ μπεῖ καὶ νὰ κατανοήσει στὸ βάθος τὸν ἄνθρωπο;
Ἀνθρωπίνως εἶναι ἀδύνατον.
Μπορεῖ ἐξωτερικὰ κάτι ν᾿ ἀντιληφθεῖ ἀπὸ τὶς ἐξαγορεύσεις. Σκοπὸς εἶναι νὰ ἔχει ἕνα χάρισμα, μία δυνατότητα νὰ μπεῖ στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ τοῦἀποκαλύψει καὶ ἀνακαλύψει ἐκεῖνα τὰ βάθη, ποὺ οὔτε ὁ ἴδιος τὰ ἔχει προσεγγίσει ποτὲ καὶ μὲ ἐπιμονὴ τὰ ἀρνεῖται καὶ τὰ ἀπωθεῖ στὸ ὑποσυνείδητο, φοβούμενος οὔτε καὶ νὰ τ᾿ ἀγγίξει. Καὶ τοῦτο ἐδῶ εἶναι ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ, νὰ βγάζει τὸν δειλὸ ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ βάθος ποὺ συσπειρώνει ὅλες τὶς δυνάμεις του, στὸ βάθος τοῦ ὑποσυνείδητου, νὰ τον βγάλει στὴν ἐπιφάνεια καὶ νὰ τὸν θεραπεύει μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν ὁδηγεῖ σὲ μία Θεογνωσία τέτοια, ποὺ νὰ τοῦ δίνει τελικὰ τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν εὐτυχία, μέσα στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς του.
Ἐὰν δὲν ὑπάρχει λοιπὸν αὐτὴ ἡ Ἀγάπη, ἡ θυσιαστικὴ Ἀγάπη, εἶναι ἀδύνατον νὰ μπορέσει κανεὶς νὰ βοηθήσει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ἀγάπη λέει ὁ Πατὴρ Σωφρόνιος μεταφέρει τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀγαπῶντος προσώπου, εἰς τὸ ἀγαπώμενοὂν καὶ οὕτως ἀφομοιώνει τὴν ζωὴ τοῦ ἀγαπώμενου. Ἡ Ἀγάπη ἔχει δυνατότητα νὰ μεταφέρει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀγαπῶντος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀγαπώμενου νὰμεταφέρει τὴν ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος, ποὺ οὐσιαστικὰ διὰ τῆς Ἀγάπηςἐμφανίζεται, χωρὶς νὰ βλάπτει τὸ ἄλλο πρόσωπο. Γιατὶ λέει ὅτι τὸ πρόσωπο εἶναι διεισδυτὸν Ἀγάπης. Δηλαδὴ τὸ πρόσωπο ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀφομοιώνει αὐτὴν τὴν ἀγάπη, νὰ διαπερνᾷ διὰ τοῦ προσώπου ἡ Ἀγάπη, νὰ εἰσέρχεται στὴν πληγωμένη φύση, χωρὶς νὰ βλάπτει τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ προσώπου καὶ νὰθεραπεύει καὶ νὰ κοινωνεῖ καὶ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο διὰ τοῦΘεοῦ.
Μ᾿ ἕνα παράδειγμα: Ὅπως ἡ ἀτμόσφαιρα ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀφομοιώνει τὸν ἥλιο καὶ νὰ διεισδύει ὁ ἥλιος μέσα ἀπὸ τὴν ἀτμόσφαιρα καὶ νὰ διαπερνᾷ τὶςἀκτῖνες του σὲ ὅλα τὰ ὄντα, χωρὶς νὰ παθαίνει τίποτα ἡ ἀτμόσφαιρα, ὄχι μόνο δὲν παθαίνει, ἀλλὰ φωτίζεται περισσότερο καὶ ὅπως ἡ ἀκτίνα τοῦ ἡλίου ἀκόμα καὶ μέσα ἀπὸ τὸ νερὸ περνᾷ, χωρὶς τὸ νερὸ νὰ παθαίνει τίποτα, ἔτσι ἀκριβῶς καὶἢ Ἀγάπη, ἡ Εὐαγγελικὴ ὅμως Ἀγάπη, τοῦ Θεοῦ ἡ Ἀγάπη, διεισδύει ἀπὸ τὸ ἕνα πρόσωπο στὸν ἄλλο χωρὶς νὰ καταργεῖ τὸ ἄλλο πρόσωπο, χωρὶς νὰ δεσμεύει καὶχωρὶς νὰ αἰχμαλωτίζει τὸ πρόσωπο, ἀλλὰ νὰ τὸ ἑνώνει Θεοπρεπῶς καὶ νὰ γίνονται ταυτόχρονα δυὸ πράγματα. Νὰ ἑνώνεται ἡ φύσις ἡ μία, γιατὶ οὐσιαστικά, ὅπως εἴπαμε, μία εἶναι ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ἑνώνεται ἐν Χριστῷ, διατηρώντας τὴν προσωπικὴ ὕπαρξη καὶ ἐλευθερία ποὺ ἔχει ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς.
Αὐτὸ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη ἑνότητα.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι προσπαθοῦν νὰ ἑνωθοῦν καὶ δημιουργοῦν προϋποθέσειςἑνότητας, ἀλλὰ οἱ προϋποθέσεις ἑνότητας συνήθως καταλήγουν στὴν ἐπιβολὴτῆς μίας θελήσεως πάνω στὴν ἄλλη καὶ μάλιστα τὴν βίαιη. Ἔχουμε παραδείγματα τὶς δικτατορίες, τὰ ἀπολυταρχικὰ καθεστῶτα, τὰ θρησκευτικὰκαθεστῶτα, προσπαθοῦν διὰ νόμου νὰ ἐπιβάλλουν τὶς θελήσεις τους. Ἔχουμεἀκόμη καὶ τὰ χριστιανικὰ καθεστῶτα, τὸ ἀπολυταρχικὸ καθεστὼς τοῦΠαπισμοῦ, ποὺ μ᾿ ἕνα τρόπο πρωτοφανῆ στὴν ἱστορία, πολλὰ ἀπολυταρχικὰκαθεστῶτα ἔρχονται καὶ φεύγουν καὶ αὐτὸ δὲν φεύγει καὶ διατηρεῖται καὶ δίνει καὶ τὴν αἴσθηση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας του καὶ σ᾿ ὅλες τὶς Δυτικὲς κοινωνίες καὶποὺ πάρ᾿ ὅλο ποὺ πᾶνε νὰ ἐφαρμόσουν δημοκρατικοὺς θεσμούς, γιὰ νὰἐπιβάλλουν τάχα στὴν ἀνθρωπότητα ἐλεύθερα καὶ δυναμικὰ τὶς θελήσεις τους, οὐσιαστικὰ δεσμεύουν μ᾿ ἕναν ἄλλο τρόπο δικτατορικὸ τὶς θελήσεις τῶν ἄλλωνἀνθρώπων, ὥστε νὰ κάνουν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους νὰ γράψουν ἀκόμη καὶβιβλία καὶ νὰ μιλᾶμε γιὰ τὴν τυραννία τῆς σύγχρονης Δημοκρατίας, τῆς σύγχρονης πλειοψηφίας.
Ἡ ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ στὴν Ὀρθόδοξη Ζωὴ ἐπιτυγχάνεται μ᾿ἕνα τέτοιο θαυμαστὸ τρόπο, ὥστε νὰ ἑνώνεται ἡ φύσις καὶ ἑνωμένη ἡ φύσις νὰἀποκτᾷ εἰδικές, θὰ λέγαμε ἑνωμένες δυνάμεις μία θέληση, μία καρδία, μίαἀγάπη, μία πορεία, ἕνα συγχνωτισμὸ καὶ ταυτοχρόνως νὰ μὴν βλάπτεται ἡἰδιαιτερότητα τοῦ προσώπου.
Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀλλιῶς ἂν δὲν μπεῖ σ᾿ αὐτὴν τὴν διαδικασία τῆς καθάρσεως, νὰ φύγουν τὰ σκουπίδια ποὺ ἔχουν συσσωρευτεῖ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, νὰ καθαριστεῖ ἡ φύσις, νὰ μπορεῖ νὰ ἑνωθεῖ ἡ φύσις ἐν Χριστῷ καὶ νὰ διατηρηθεῖ καὶ τὸ πρόσωπο, μὲ ἕναν τρόπο μυστηριακό, αὐτὸν ποὺ ἔχουμε παραλάβει ἐμεῖς ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας καὶ τοὺς Ἀποστόλους μας. Καὶ δὲν προσπαθεῖ κανεὶς μὲ ἄλλον τρόπο νὰ ἑλκύσει τὸν ἄλλον σ᾿ αὐτὴν τὴν ἑνότητα, παρὰ διὰ τῆς προβολῆς αὐτῆς τῆς ἀνιδιοτελοῦς καὶ ΕὐαγγελικῆςἈγάπης.
Ἄλλο νὰ ἐπιβάλλεις τὸ καλὸ καὶ ἄλλο νὰ προβάλλεις τὸ καλὸ καὶ ἄλλο νὰ διεισδύεις δι᾿ αὐτῆς τῆς προβολῆς στὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου θὰ τὸν «ἀναγκάζεις», ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, μ᾿ ἕναν ἐλεύθερο τρόπο νὰ ἑνώνεται μαζί σου καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνεται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα μία φύσις διατηρώντας τὶςἰδιαιτερότητές της.
Αὐτὴ λοιπὸν ἡ παράδοση ἡ δισχιλιετὴς ποὺ φέρουμε ἐμεῖς ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δημιουργεῖ καὶ τὴν Πνευματικὴ οἰκοδομή.
Ἐμεῖς σὰν Ὀρθόδοξοι δὲν μποροῦμε νὰ λειτουργήσουμε διαφορετικά, δὲν μποροῦμε νὰ πιέσουμε συνειδήσεις, μποροῦμε ὅμως διὰ τῆς Ἀγάπης νὰπροκαλέσουμε τὸν ἄλλον ἄνθρωπο σὲ κοινὴ ζωὴ καὶ αὐτὴ ἡ κοινὴ ζωὴσυσπειρώνεται στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὸ θυσιαστήριο.
Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ζωὴ χωρὶς θυσιαστήριο γίνεται κατακερματισμένη. Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ζωὴ μὲ τὴν πεῖρα τοῦ θυσιαστηρίου, μὲ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ μ᾿ὅλη τὴν προσευχὴ ποὺ παρέδωσαν οἱ Πατέρες εἶναι ἡ ζωὴ μέσα στὸ σῶμα τοῦΧριστοῦ, ὁπότε εἶναι ζωὴ χαρούμενη, εἶναι ζωὴ εἰρηνική, ἔστω καὶ ἂν πιέζεται ἐκ τῶν ἔξω, ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ κακοῦ, ν᾿ ἀλλάξει πορεία.
Κι ἀκολουθώντας αὐτὲς τὶς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτονται, ὅπως εἶπα προηγουμένως, μέσα μας, αὐτὰ τὰ ἰδιώματα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, τῆςἐνέργειας τῆς Ἁγίας Τριάδος, τῆς δημιουργικῆς ἐνέργειας τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶβλέπουμε στὸ βάθος μας, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα Ὂν Θεοειδές, ὅτι εἶναι ἕνα πρόσωπο ποὺ ἔχει μία πρωταρχικὴ ὕπαρξη, εἶναι μία εἰκόνα ποὺ μόνοἀποκαλύπτεται ἡ ἀξία της, ὅταν ἀντιπαραβληθεῖ πρὸς τὸ πρωτότυπο. Γι᾿ αὐτὸκι᾿ ἔχει ἀνάγκη τῆς παρουσίας τοῦ πρωτοτύπου, γιὰ ν᾿ ἀξιολογηθεῖ ἡ εἰκόνα. Ἀλλιῶς ὅταν ἀπομακρύνουμε τὸ πρωτότυπο, τότε μειώνουμε τὴν ἀξία τοῦἀνθρώπου καὶ ἡ μείωση αὐτῆς τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰἔχει μικρότερη ἀξία κι ἀπὸ τὸ ἄλογο ζῷο.
Καὶ γι᾿ αὐτὸ καὶ σήμερα μία ἐμπειρία τῆς σύγχρονης ζωῆς περὶ τῆς ἀξίας τοῦἀνθρώπου, εἶναι αὐτὴ ἀκριβῶς καὶ ἀπ᾿ ἐδῶ μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πόσο μακριὰ ἀπὸ τὶς κοινωνίες μας εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός.
[imverias.blogspot.gr]
το ρχιμανδρίτου Μαξίμου Κυρίτση
Απόσπασμα από ὁμιλία που δόθηκε στὴν αἴθουσα 
τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου 
Θεσσαλονίκης στὶς 15.12.1997


Θρησκεία ἢ Ἐκκλησία



Πρόσφατα ἔγινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Πεντέλης μιὰ ἡμερίδα ἀπὸ τοὺς Μεταπτυχιακοὺς Φοιτητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν μὲ θέμα: «Θρησκεία ἢ Ἐκκλησία», ἐὰν δηλαδὴ ὁ Χριστιανισμὸς πρέπει νὰ κατανοεῖται ὡς ἕνα ἱστορικὸ θρησκειολογικὸ φαινόμενο ἢ ὡς μιὰ ἀποκεκαλυμμένη ἐκκλησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. Μοῦ προξένησε μεγάλη ἐντύπωση, ὅτι ὑπῆρχαν στὸ Συνέδριο αὐτὸ εἰσηγητὲς ἀπὸ ὅλους σχεδὸν τοὺς χώρους τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς σκέψης, ἀπὸ τὸν ἱστορικό, φιλοσοφικό, κοινωνιολογικό, θρησκειολογικό, συστηματικῆς θεολογίας καὶ πατρολογίας, ἀλλὰ περιέργως ἀπουσίαζε κάποια εἰσήγηση ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς βιβλικῆς θεολογίας. Καὶ νομίζω, ὅτι ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ γνωρίζουμε ποιά εἶναι ἡ θέση τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης στὸ θέμα τῆς θρησκείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ πῶς βίωσαν τὴ νέα πραγματικότητα οἱ Μαθητὲς καὶ Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου.

Βέβαια, ἐκεῖ στὸ Συνέδριο, μοῦ δόθηκε ἡ δυνατότητα νὰ κάνω μιὰ αὐθόρμητη καὶ μικρὴ σχετικὴ παρέμβαση ὡς βιβλικὸς θεολόγος ποὺ εἶμαι. Θὰ ἤθελα, ὅμως, καὶ ἀπὸ τὸ βῆμα αὐτὸ νὰ ἐκθέσω ἀναλυτικότερα τὴ δική μου προσωπικὴ προβληματικὴ γιὰ ἕνα θέμα τόσο βασικὸ καὶ οὐσιαστικό, ποὺ συζητεῖται μάλιστα ἐπίμονα τὸν τελευταῖο καιρὸ καὶ στὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ ἔχει ἐνδιαφέρουσες προεκτάσεις στὸ χῶρο τῆς ποιμαντικῆς διακονίας καὶ τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα, ποὺ ὑπηρετεῖ σεμνὰ καὶ ἀθόρυβα καὶ τὸ περιοδικὸ αὐτὸ Ἐφημέριος.


1. Ἡ θέση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν πρώτων κεφαλαίων τοῦ βιβλίου Γένεσις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης διαπιστώνει κανείς, ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε ἀρχικὰ τὴν κτίση καὶ τὴ φύση «καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῇ κατ' εἶδος καὶ καθ' ὁμοιότητα» (Βλ. Γεν. 1, 12) καὶ μετὰ «ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν αὐτοῦ» (Βλ. Γεν. 1, 2627), ποὺ σημαίνει ὅτι δημιούργησε μιὰ κοινωνία καὶ κοινότητα ἀνθρώπων, μιὰ εὐλογημένη ἀνθρωπότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο μὲ τὴ δυνατότητα ἄμεσης προσωπικῆς κοινωνίας μὲ τὸν Δημιουργό. Ὁ Θεός, ἑπομένως, δημιουργεῖ κοινωνία καὶ κοινότητα ἀνθρώπων, δημιουργεῖ ἐκκλησία ἑνότητας προσώπων καὶ ἀγάπης. Δὲν φαίνεται πουθενὰ ὁ Θεὸς νὰ δημιουργεῖ κάποια θρησκεία, μιὰ ὑπέρτατη ἐξουσία ποὺ θὰ ὑποδουλώνει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ θὰ ἐλέγχει τὴν προσωπικὴ βούληση καὶ θέληση πρὸς τὸ καλὸ ἢ τὸ κακό. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται ἀπαρχῆς σὲ μιὰ διαρκῆ καὶ ζῶσα κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς του συνανθρώπους. Αὐτὸ συνιστᾶ ἀσφαλῶς καὶ τὴν οὐσία τῆς ἐκκλησίας.

Ἡ αὐτονόμηση, ὅμως, τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ προσπάθεια αὐτοθέωσής του καὶ ἡ ἀνυπακοὴ ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ βίωσης τῆς ἀγάπης μεταξύ τους, θέτει τελικὰ τὸν ἄνθρωπο-Ἀδὰμ ἐκτὸς τῆς Ἐδὲμ καὶ ἐκτὸς τῆς κοινωνίας-ἐκκλησίας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἔξοδος αὐτὴ στὴ χώρα τῆς ἐρήμου, τῆς ἀπώλειας καὶ τοῦ θανάτου συνιστᾶ ἔκπτωση καὶ κατ' ἐπέκταση «θρησκειολογικὴ» αἵρεση. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, κατὰ συνέπεια, ἔχει ὡς βασικὴ ἀξία καὶ θέτει ὡς κέντρο τῆς ζωῆς στὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη κάθε ἀνθρώπινης προσπάθειας τὴν ἐνεργοποίηση καὶ βίωση αὐτῆς τῆς θείας ἑνότητας καὶ τῆς ἀγάπης, σὲ μιὰ σχέση χαρισματικῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ λαό Του καὶ τὴν ἐκκλησία Του.

Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρον, ἐὰν ἀνοίξει κανεὶς τὴν Concordance ἢ τὸ Ταμεῖον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἰδεῖ, ὅτι σὲ ὅλα τὰ ἱερὰ κείμενα παρουσιάζονται μόνο ἑπτὰ χωρία ποὺ ἀναφέρονται στοὺς ὅρους «θρησκεία» καὶ «θρησκεύειν». Καὶ μάλιστα σ' αὐτὰ τὰ χωρία ὑπάρχει μιὰ ἀπορρητικὴ καὶ ἀπωθητικὴ ἔννοια, ἀφοῦ ἡ θρησκεία σχετίζεται ὡς ἀρνητικὸ μέγεθος μὲ τὰ εἴδωλα καὶ τὴν εἰδωλολατρία (Βλ. Σοφία Σολομ. 11, 15• 14, 16• 14, 18• 14, 27• Σοφία Σειρὰχ 22,5• Δʹ Μακ. 5, 6• 5, 13). Ἡ θρησκεία κατὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀντὶ νὰ θεραπεύει καὶ νὰ ὑψώνει τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὸ ἀγαθὸ καὶ τὸ καλό, τὸν ταπεινώνει οὐσιαστικὰ ὡς λογικὸ ὂν ποὺ εἶναι μὲ τὴ λατρεία «ἀλόγων ἑρπετῶν» καὶ ἀψύχων «γλυπτῶν» (Σοφία Σολομ. 11, 15• 14, 16) καὶ συγχρόνως τὸν «καταισχύνει» στὴν ἱστορία ὡς ἀνθρώπινη πνευματικὴ ὕπαρξη (Σοφία Σειρὰχ 22, 5). Ἄρα ἡ θρησκεία ἐδῶ λειτουργεῖ ἀρνητικὰ καὶ δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸ «καλὸν λίαν» τῆς δημιουργίας. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸ κακὸ καὶ δὲν εἶναι δημιουργὸς καμιᾶς θρησκείας εἴτε εἰδωλολατρικῆς καὶ πολυθεϊστικῆς εἴτε «ἀποκαλυπτικῆς» καὶ μονοθεϊστικῆς. Αὐτὰ εἶναι ἀνθρώπινα δημιουργήματα, ἔστω ἀπὸ ἱκανοὺς καὶ «χαρισματικοὺς» ἀνθρώπους τῆς ἱστορίας (Ἰουδαϊσμός-Μωυσῆς, Βουδισμός-Βούδας, Ἰσλαμισμός-Μωάμεθ κ.λπ.).

Ἀντίθετα, ἡ Παλαιὰ Διαθήκη δείχνει ἕνα ἰδιαίτερο καὶ ἐντυπωσιακὸ ἐνδιαφέρον σχετικὰ μὲ τὴν ἔννοια καὶ τὸν ὅρο «ἐκκλησία», τὴν ὁποία μάλιστα ἀνάγει στὴν ἀγαπητικὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν χαρακτηρίζει ὡς τὴν ὕψιστη λειτουργία ζωῆς γιὰ ὁλοκλήρωση καὶ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ χωρία τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στοὺς ὅρους «ἐκκλησία» καὶ «ἐκκλησιάζειν» ὑπερβαίνουν τὴ μία ἑκατοντάδα καὶ παρουσιάζονται σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐνῶ γιὰ τὴν ἔννοια τῆς «θρησκείας» ἐνδιαφέρεται ἀποσπασματικὰ μόνο ἡ σοφιολογία τῶν ἱερῶν κειμένων, ὅπως εἴδαμε πιὸ πάνω, καὶ αὐτὸ ἔχει τὴ σημασία του.

Ἐπειδή, ὅμως, εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀναφερθοῦμε ἐδῶ σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ εὖρος τῶν σχετικῶν χωρίων, θὰ περιορισθοῦμε μόνο σὲ μερικὲς βασικὲς παραμέτρους ποὺ νοηματοδοτοῦν τὴν οὐσία καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ παλαιοδιαθηκικοῦ αὐτοῦ ὅρου «ἐκκλησία». Ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ τονισθεῖ, ὅτι ὅλα σχεδὸν τὰ χωρία αὐτὰ συγκλίνουν στὴ σχέση κοινωνίας τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ λαό Του μὲ μιὰ ἔννοια καθαρὰ ἀποκαλυπτικὴ καὶ σωτηριολογική. Ἔτσι, ἡ ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς ὁ ἀποκλειστικὸς χῶρος, ὁ «οἶκος» τοῦ Κυρίου, ὅπου οὐσιαστικὰ κατοικεῖ ὁ Θεὸς καὶ ἐνεργοποιεῖται ἡ πρόνοια καὶ ἡ ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἀνθρώπους (Δευτ. 23, 1-3• Αʹ Παραλ. 28, 8).

Κατὰ συνέπεια, ἔχουμε μιὰ «ἐκκλησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ» (Κριταὶ 20, 2• Ἰουδὶθ 14, 6), μιὰ «ἐκκλησία» τοῦ λαοῦ Ἰσραὴλ (Γʹ Βασ. 8, 14• Aʹ Παραλ. 13, 2) ἢ «τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ» (Σοφία Σειρὰχ 50, 20). Καὶ γιὰ νὰ μὴν μᾶς δημιουργηθεῖ ἡ ἐντύπωση, ὅτι ἔχουμε μιὰ «ἐκκλησία» κλειστὴ καὶ περιχαρακωμένη γεωγραφικὰ καὶ ἐθνικά, ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀνοίγεται πρὸς τὰ ἔθνη καὶ ὁμιλεῖ γιὰ μιὰ «ἐκκλησία λαῶν πολλῶν» καὶ ἐθνῶν (Ἔσδρας 32, 3).

Ἀκόμη ἡ «ἐκκλησία» ὡς πνευματικὴ πραγματικότητα, ὡς «ἐκκλησία τοῦ Ὑψίστου» (Σοφία Σειρὰχ 24, 2) καὶ «ἐκκλησία τῶν προφητῶν» (Αʹ Βασ. 19, 20), στὴν ἱστορική της παρουσία καὶ ὀντότητα καλεῖται νὰ γίνει «ἐκκλησία ἁγίων» (Ψαλμ. 88, 5) καὶ «ἐκκλησία ὁσίων» (Ψαλμ. 149, 1), ἄρα «ἐκκλησία τῶν πιστῶν» τοῦ Θεοῦ (Αʹ Μακ. 3, 13) καὶ «ἐκκλησία» ἁγιασμοῦ τῶν ἀνθρώπων (Ἰωὴλ 2, 16). Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ «ἐκκλησία» τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀποκαλυπτικὴ καὶ σωτηριολογικὴ πραγματικότητα στὴν ἱστορική της ἔκφραση νοεῖται μόνο ὡς ἐκκλησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, ἐκκλησία ἁγιασμοῦ καὶ διακονίας καὶ δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ αὐτὸ ποὺ ἀποκαλοῦμε «θρησκεία» ὡς ἱστορικὸ μόρφωμα ἄσκησης κοσμικῆς ἐξουσίας, ποὺ ἡ δύναμή της στηρίζεται στὸ «νόμο» καὶ ὄχι στὴ χάρη.


2. Ὁ Χριστιανισμὸς ὡς «Θρησκεία ἢ Ἐκκλησία» κατὰ τὴν Καινὴ Διαθήκη

Ἡ Καινὴ Διαθήκη, ἀκολουθώντας τὴν ἀποκαλυπτικὴ παράδοση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν Προφητῶν καὶ τοῦ παλαιοῦ Ἰσραὴλ ὡς λαοῦ τοῦ Θεοῦ, κάνει καὶ αὐτὴ σαφῆ διάκριση μεταξὺ θρησκείας καὶ ἐκκλησίας. Ὁ Χριστιανισμός, ὡς γνωστόν, ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ὀρθοδόξους θεολόγους δὲν ἀντιμετωπίζεται ὡς μιὰ μονοθεϊστικὴ θρησκεία, ἡ ὁποία ἐμφανίζεται καὶ ἑδραιώνεται σὲ κάποια ἱστορικὴ στιγμή, ἀλλὰ οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἐκκλησίας ἀνάγονται ἱστορικὰ στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καὶ φθάνει ἐσχατολογικὰ ἕως τοῦ «τέλους» τῶν αἰώνων, μὲ μιὰ ἔννοια τριαδολογική, κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἄρα, ἡ ἐκκλησία ἔχει τὴν ἀρχή της στὴν πρωτολογία, δομεῖται στὴν ἱστορία καὶ ἀνακεφαλαιοῦται στὴν ἐσχατολογία, ὅπου καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Πορευόμαστε, λοιπόν, ὡς κοινωνία καὶ ἐκκλησία ἀπὸ τὴν Ἐδὲμ στὴν ἔρημο τῆς ἱστορίας καὶ καταλήγουμε στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἐὰν ἀνατρέξουμε συγκεκριμένα στὰ ἱερὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης, θὰ διαπιστώσουμε καὶ πάλι μὲ ἔκπληξη, ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον τῶν ἱερῶν συγγραφέων γιὰ τὸ θέμα τῆς θρησκείας εἶναι πολὺ περιορισμένο καὶ ἀνέρχεται σὲ τέσσερα μόνο χωρία (Πράξ. 26, 5· Κολοσ. 2, 18· Ἰακ. 1, 26· 1, 27) καὶ ἔχει ἀρνητικὴ σημασία. Ἐδῶ ἡ θρησκεία χαρακτηρίζεται ὡς «αἵρεσις» τῶν Φαρισαίων (Πράξ. 26, 5) μὲ τὴν ἄσκηση πολιτικῆς καὶ κοινωνικῆς ἐξουσίας, ποὺ συχνὰ ἡ «αἵρεσις» αὐτὴ ἐκτρέπεται καὶ σὲ θρησκευτικὴ λατρευτικὴ τυπολατρία γιὰ λόγους ἐντυπωσιασμοῦ (Κολοσ. 2, 18).

Μὲ τὴν ἀπόκλιση αὐτὴ ἀποβαίνει νὰ εἶναι μιὰ «μάταιος θρησκεία» καὶ ἀσφαλῶς «ἀπάτη», ἐὰν δὲν ἀσκεῖ ἔργα φιλαθρωπίας καὶ ἀγάπης (Ἰακ. 1, 26). Ἡ θρησκεία, ὅμως, ἐὰν θέλει νὰ εἶναι μιὰ θετικὴ πνευματικὴ παρέμβαση, ἔστω περιορισμένης ἀξίας στὴν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων, τότε ὁ μόνος δρόμος ποὺ τῆς ἀπομένει εἶναι αὐτὸς τῆς αὐτοκάθαρσης ἀπὸ τὶς συνέπειες τῆς ἐκτροπῆς της καὶ τῆς ἀποφυγῆς τῶν πιστῶν της ἀπὸ τὶς ἐπιρροὲς τῶν ἁμαρτωλῶν διασυνδέσεών της καὶ τῆς ἐκκοσμίκευσης τῆς ἐξουσίας της (βλ. Ἰακ. 1, 27).

Ἀντίθετα, ὁ ὅρος «ἐκκλησία» μὲ θετικὴ σημασία καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπως καὶ στὴν Παλαιά, εἶναι σὲ εὐρύτατη χρήση καὶ ἀπαντᾶ σὲ ἑκατὸν δεκαπέντε χωρία, μὲ ἰδιαίτερο θεολογικὸ καὶ σωτηριολογικὸ ἐνδιαφέρον. Ἡ ἱστορικὴ παρουσία τῆς ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐσχατολογικὴ προοπτική της διαγράφουν ἕνα εἶδος διπολικότητας τῆς λειτουργίας της σὲ οὐρανὸ καὶ γῆ, στὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴ χώρα τῶν Ὁσίων καὶ τῶν Ἀγγέλων. Ἡ ἐκκλησία τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἕνα οἰκουμενικὸ μέγεθος καὶ περιλαμβάνει πιστοὺς ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊκὸ καὶ τὸν Ἐθνικὸ κόσμο. Πρόκειται γιὰ μιὰ ἐκκλησία, ἁγία καὶ καθολικὴ στὸ εὖρος καὶ στὸ μέγεθός της, ἀγκαλιάζοντας ὅλα τὰ ἔθνη καὶ τὶς φυλὲς τῆς γῆς καὶ εἶναι ἡ παρουσία της ζωντανὴ στὰ Ἱεροσόλυμα, στὶς πόλεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Γαλατίας καὶ τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἀχανοῦς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Ἔτσι, παρουσιάζεται πάντοτε διαχρονικὰ οἰκουμενικὴ καὶ ἱστορικὰ καὶ γεωγραφικὰ (Ρωμ. 16, 4).

Ἡ χριστιανικὴ αὐτὴ ἐκκλησία ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν «ἐκκλησία τῶν προφητῶν» καὶ τοῦ «λαοῦ τοῦ Θεοῦ» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ μὲ μιὰ εὐρύτερη καὶ καθολικότερη πλέον ἔννοια (Πράξ. 13, 1). Ὅπως καὶ πρὶν ἔτσι καὶ τώρα εἶναι ἡ «ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ» (Αʹ Κορ. 10, 32· 11, 22) καὶ ἡ «ἐκκλησία τῶν ἁγίων» (Αʹ Κορ. 14, 33), ποὺ ἔχει «κεφαλή» της τὸν Χριστὸ (Ἐφεσ. 5, 23) καὶ γι' αὐτὸ εἶναι καὶ «ἐκκλησία τοῦ Κυρίου» (Πράξ. 20, 28). Στὴν ἱστορική της λειτουργία παίρνει τὴ μορφὴ τῆς «κατ' οἶκον ἐκκλησίας» (Ρωμ. 16, 5· Κολοσ. 4, 15) ἀλλὰ καὶ τῆς «ἐκκλησίας» λαῶν καὶ ἐθνῶν (Ρωμ. 16,4). Σημαίνοντα ρόλο στὴν ἱστορία τῆς ἐκκλησίας, ποιμαντικό, χαρισματικὸ καὶ μυστηριακό, παίζουν οἱ Προφῆτες, οἱ Διδάσκαλοι, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πρεσβύτεροι καὶ οἱ Ἅγιοι (Πράξ. 13, 1-3· 14, 23· Αʹ Κορ. 14, 33). Καὶ ὡς «ἐκκλησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ» (Αʹ Κορ. 14, 23) λειτουργεῖ σωτηριολογικὰ γιὰ τὴν οἰκουμένη ὅλη καὶ ἐργάζεται πρὸς «οἰκοδομὴν» καὶ «ἁγιασμὸν» ὅλων τῶν ἀνθρώπων (Αʹ Κορ. 14, 4-5).

Ἐπειδή, ὅμως, κάθε ἱστορικὸ φαινόμενο καὶ κοσμικὸ ἀνθρώπινο μέγεθος ἐνδύεται πάντοτε σῶμα φθορᾶς καὶ θανάτου στὸν πεπερασμένο αὐτὸν κόσμο μας, ἔτσι καὶ ἡ ἐκκλησία τῆς πρωτολογίας καὶ τῆς ἐσχατολογίας κατὰ τὴν ἱστορικοποίηση καὶ τὴν «ἐνανθρώπησή» της στὸν παρόντα αἰῶνα ἐνδύθηκε τοὺς «δερματίνους χιτῶνες» (Γεν. 3, 31) τῆς θρησκείας, τῆς ὀδύνης καὶ τῆς φθορᾶς στὴν πιὸ ἀκραία κοσμική της μορφή. Ἡ ἐκκλησία εἶναι τὸ οὐράνιο καὶ θεῖο, τὸ ἀποκεκαλυμμένο καὶ ἄφθαρτο πνευματικὸ γεγονὸς καὶ ἡ θρησκεία εἶναι τὸ γήινο καὶ ἀνθρώπινο, τὸ φθαρτὸ περιένδυμα καὶ εὐάλωτο στοὺς πειρασμοὺς τῆς ἱστορίας. Ἴσως κάποτε στὸ μέλλον τῆς ἱστορίας φθάσουμε στὸ «τέλος» καὶ στὸ «θάνατο» τῆς θρησκείας ἢ τῶν θρησκειῶν, ἡ ἐκκλησία ὅμως ὡς αἰώνια καὶ ἄφθαρτη βρίσκεται ἐκτὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς ἀναγκαιότητας τοῦ θανάτου καὶ τοῦ τέλους.

Σήμερα πολλοὶ φιλόσοφοι καὶ στοχαστὲς κοινωνιολόγοι ὁμιλοῦν γιὰ τὴ δύση τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ, πολλοὶ δὲ ἀπ' αὐτοὺς ἐννοοῦν καὶ τὴ δύση τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπου ὁ Χριστιανισμὸς κατανοήθηκε ὡς θρησκεία, ὡς ὑπέρτατη ἐξουσία καὶ κοσμικὴ δύναμη καὶ ἀπώλεσε τὸ χαρισματικό, μυσταγωγικὸ καὶ σωτηριολογικό του στοιχεῖο. Κατανοήθηκε καὶ βιώθηκε ὡς πολιτιστικὸ ἱστορικὸ μέγεθος καὶ ἄρα ὅ,τι εἶχε νὰ προσφέρει τὸ προσέφερε καὶ φυσικὸ εἶναι νὰ φθάσουμε στὸ τέλος του καὶ στὴ δύση του.

Στὴν Ἀνατολὴ ὁ Χριστιανισμὸς κατανοήθηκε καὶ βιώθηκε ὡς ἐκκλησία καὶ γι' αὐτὸ διατήρησε τὴ λατρεία, τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀσκητικότητα καὶ ὁ ἁγιασμὸς γιὰ τελείωση καὶ θέωση ἦταν πάντοτε «σημεῖο» καὶ κέντρο ἀναφορᾶς σὲ κάθε της προσπάθεια. Κατὰ συνέπεια, μέσα στὴν ἱστορική της παρουσία καὶ ποιμαντικὴ διακονία ἡ ἐκκλησία στοχεύει καὶ στὴν ἐσχατολογική της προοπτικὴ ποὺ εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου καὶ ἡ «μέλλουσα» πολιτεία μας· «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13, 14).

Δυστυχῶς, ὅμως, πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ἐκκλησία στὸ πρόσωπο τῶν φορέων της ὁδηγεῖται σὲ «πτώση» καὶ ἱστορικὴ φθορά. Ὅταν, μάλιστα, ἔχουμε ἐμπορευματοποίηση τοῦ ἱερατικοῦ καὶ μοναχικοῦ ἀξιώματος καὶ οἱ πιστοὶ ὁδηγοῦνται σὲ ζηλωτικὲς καταστάσεις συντηρητισμοῦ καὶ φανατισμοῦ καὶ ὁ θρησκευτικὸς φονταμενταλισμὸς γίνεται κυρίαρχο ἰδεολόγημα, τότε τὸ θρησκευτικὸ στοιχεῖο ὡς «ἔνδυμα» τῆς ἐκκλησίας παίρνει τὴ μορφὴ «φύλλου συκῆς» καὶ «περιζώματος» ντροπῆς (βλ. Γεν. 3, 7). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅμως, ἀντιδρώντας σ' αὐτὴν τὴν ἐκκοσμίκευση μᾶς καλεῖ σὲ μιὰ διαχρονικὴ ἀπέκδυση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου τοῦ «νόμου», τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου τῆς θρησκείας καὶ ἔνδυση τῆς «χάριτος» καὶ τῆς ἐκκλησίας, ἑνὸς νέου καὶ ἀνακαινισμένου κόσμου ἑνότητας καὶ ἀγάπης, κατὰ τὸν τύπο καὶ τὴν εἰκόνα τῆς τριαδικῆς θείας κοινωνίας· «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσι αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ' εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστὸς» (Κολοσ. 3, 9-11).

«Πάτερ, το καράβι πάει στα βράχια, τι κάνουμε;»

alt
Διάλογος πνευματικού με πνευματικοπαίδι του: 
- Πάτερ, το καράβι πάει στα βράχια, τι κάνουμε από πρακτικής πλευράς, πέρα τα πνευματικά;
- Πάρε από τρόφιμα τα βασικά, χωρίς φασαρία και άγχος και λάβε τα μέτρα σου γιατί θα έχουμε σοβαρά θέματα εσωτερικής ασφάλειας.

Υ.Σ.
Νομίζω πως είναι φρόνιμο να ρωτήσει ο καθένας τον πνευματικό του,τώρα, αφού φαίνεται σχεδόν βέβαιη η επερχόμενη παύση μισθών και συντάξεων, τι πρέπει να κάνει.
Δεν έχουμε όλοι ούτε τον ίδιο χαρακτήρα, ούτε τον ίδιο πνευματικό, ούτε ζούμε στις ίδιες συνθήκες.
ο είδαμε εδώ

Τα αποτελέσματα της αμετανοησίας και σκληροκαρδίας - Συγκλονιστική Αληθινή Ιστορία




Είναι φοβερό το γεγονός, αλλά αληθινό. Κάποιοι χριστιανοί φοιτητές του Πανεπιστημίου το διηγήθηκαν πολύ εντυπωσιασμένοι, όταν ήρθαν στην Παναγιά για να προσκυνήσουν. Είπαν συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον:
 

“- Είχαμε έναν καθηγητή, που φαινόταν πολύ καλός και μελιστάλακτος. Επειδή μας φερόταν ήπια, τον συμπαθούσαμε. Τον βλέπαμε δε μερικές φορές να έρχεται και στην Εκκλησία και να κοινωνάει. Μετά από αυτά, πιστεύαμε πως ήταν καλός χριστιανός. Όμως μας περίμενε μεγάλη έκπληξη , για να μην πούμε φρίκη!
 
Κάποια μέρα μάθαμε ότι αρρώστησε βαριά. Αποφασίσαμε να τον επισκεφτούμε. Πήγαμε σπίτι του σε μια μοναχική βίλλα σε αριστοκρατικό προάστιο, αλλά η γυναίκα του σχεδόν μας έδιωξε , ταραγμένη και ενοχλημένη. Ενώ δε μας μιλούσε από την πόρτα, ακούγονταν μέσα στο σπίτι γαυγίσματα και ουρλιαχτά. Μερικοί το σχολίασαν και είπαν:
 
- Αυτοί οι πλούσιοι και τρανοί, πολλές φορές τα σκυλιά τους τα βάζουν μέσα στο σπίτι και ζουν μαζί τους. Δεν έχουν καταλάβει ότι τα ζώα πρέπει να ζουν στους κήπους ή στα κτήματα. Αυτός είναι ο προορισμός τους.
 


Τέλος πάντων , φύγαμε απογοητευμένοι. Όταν όμως μάθαμε ότι τον καθηγητή μας τον πήγαν στο νοσοκομείο ετοιμοθάνατο, αποφασίσαμε να τον επισκεφθούμε εκεί. Αγοράσαμε και λουλούδια και σε λίγο ανεβαίναμε τις σκάλες του νοσοκομείου που οδηγούσαν σε ειδικές σουίτες, ιδιαίτερα πολυτελή δωμάτια για τους οικονομικά ισχυρούς. Καθώς πλησιάζαμε , πάλι σκυλιά ακούγαμε , πάλι ουρλιαχτά. Ένας είπε αγανακτισμένος:
 
- Κι εδώ σκυλιά; Ούτε στο νοσοκομείο δεν τ’ αποχωρίζονται;
 
Εκείνη τη στιγμή έβγαινε από ένα διαμέρισμα η προϊσταμένη , η οποία έτυχε να είναι γνωστή ενός φοιτητή της συντροφιάς μας. Μας ρώτησε ποιόν θέλαμε και όταν άκουσε το όνομα, ταράχθηκε και μας λέει:
 

- Φύγετε! Φύγετε γρήγορα! Αυτά τα γαυγίσματα και τα ουρλιαχτά που ακούτε είναι από αυτόν! Δεν υπάρχουν σκυλιά. Έχει φοβερή αγωνία και επιθετικότητα. Σηκώνεται και παλεύει με αόρατους για μας εχθρούς. Οι νοσοκόμες αρνούνται να μπουν στο δωμάτιό του. Μάθαμε ότι ανήκε σε μια σκοτεινή αίρεση, που είναι αντίχριστη και αντίθεη. Εκεί θεό έχουν τον μαμωνά (το χρήμα) και την ανθρώπινη δόξα.
 
- Μα αυτός κοινωνούσε!... , παρατήρησε ένας από μας.
 
- Ίσως γι’ αυτό η ευθύνη του είναι μεγαλύτερη. Ήθελε να κοροϊδέψει τον Θεό και τους ανθρώπους αλλά “ο Θεός ου μυκτηρίζεται” ,παρατήρησε η προϊσταμένη λυπημένη , και συνέχισε:
 
- Τώρα , οι δαίμονες , που έχουν δικαιώματα επάνω του, απαιτούν την ψυχή του!... Κάντε του λίγη προσευχή, παιδιά μου, να τον ελεήσει ο Θεός, μας προέτρεψε φιλάνθρωπα.
 

Φύγαμε από κει πολύ προβληματισμένοι . Καταλάβαμε πολύ καλά όλοι πως δεν πρέπει να παίζουμε με την ψυχή μας και την σωτηρία μας”.
 
Αυτά είπαν τα νιάτα, που μερικές φορές ξεπερνούν σε σύνεση τις μεγαλύτερες ηλικίες, και τα γηρατιά ακόμη. Και πράγματι, δεν είναι φοβερό να φθάνει ο άνθρωπος στο τέλος της ζωής του και να μην αισθάνεται την ανάγκη να πει ένα “Θεέ μου, συγχώρεσε με ” ή “ελέησέ με”; Είναι φοβερή η σκληροκαρδία και η πόρωση. Να μην αισθάνεται την ανάγκη της αφέσεως των αμαρτιών του από τον Θεό μέσω του ιερού Μυστηρίου της Εξομολογήσεως; Ο Θεός ο φιλανθρωπότατος δίνει το έλεος. Έχει πει: “Τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω”. Όταν ο άνθρωπος όμως αδιαφορεί και αφήνει τον δαίμονα να του νεκρώνει τον σωτήριο αυτό πόθο; Τότε θα δει, μόλις έρθει στις τελευταίες αναπνοές του, τα φοβερά αποτελέσματα, αλλά θα είναι πλέον αργά!
 
Οι συγγενείς, οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό έχουν ευθύνη και πρέπει να βοηθούν τον ετοιμοθάνατο στο να μετάσχει στα σωτήρια Μυστήρια , έστω και την τελευταία στιγμή.
 
Το καλύτερο όμως είναι ο άνθρωπος σε όλη του τη ζωή να ετοιμάζεται για την ιερώτατη αυτή στιγμή της γεννήσεώς του στην αιωνιότητα. Τότε θα έχει μια ωραία κατά Θεόν ζωή κι ένα γλυκό ειρηνικό τέλος, μέσα στη Χάρη και την αγάπη του Χριστού και της Παναγίας.
 
Μια ωραία μέρα έχει και μια ωραία δύση, που πορεύεται για την αιώνια ανατολή στη βασιλεία του Θεού.

 

Πηγή: «ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ & ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ» ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ ΔΩΡΙΔΑ 2007

ΘΕΑΤΡΟ ΣΚΙΩΝ: Ο ΑΔΩΝΙΣ ΟΥΡΛΙΑΖΕΙ ΚΙ Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΒΓΑΖΕΙ SELFIE ....

ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΜΕΤΕΤΡΕΨΑΝ ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΣΕ ΤΣΙΡΚΟ

Τα όσα έγιναν εχθές Τετάρτη 22/04/2014 δείχνουν ξεκάθαρα τις προθέσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να μην συζητηθεί σοβαρά καμία πρωτοβουλία της κυβέρνησης.
Όπως αποδεικνύεται από τους διαλόγους οι εκπρόσωποι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στερούνται σοβαρότητας. Με θεατρινισμούς και απίστευτες ατάκες οι κύριοι Λοβέρδος και Γεωργιάδης διέκοπταν τη διαδικασία και εκτόξευαν βολές κατά του προεδρεύοντος Βαγγέλη Διαμαντόπουλου και του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Δημήτρη Μάρδα.
Η αστειότητα σε όλο της το μεγαλείο: Την ώρα που ο Άδωνις έδινε ένα από τα γνωστά του σόου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τραβούσε selfies φωτογραφίες μετατρέποντας τη συζήτηση για τα ταμειακά αποθέματα της γενικής κυβέρνησης σε παρωδία του χειρίστου είδους.
mitsotakis
Αυτοί οι άνθρωποι, εκπροσωπούν τον ελληνικό λαό και ήθελαν να μας σώσουν επί δυο χρόνια.
Δείτε τους διαλόγους και το βίντεο και βγάλτε τα συμπεράσματά σας.
Λοβέρδος: Να τοποθετηθούμε επί της διαδικασίας
Διαμαντόπουλος: Ο υπουργός θα πάρει τον λόγο για παρέμβαση επί της διαδικασίας
Λοβέρδος: Η διαδικασία δεν αφορά τον υπουργό. Εμείς επιλέγουμε, εμείς πρέπει να αποφασίσουμε
Κουτσούκος: Εχει δίκιο ο Πανούσης όταν σας λέει «πως σας εκλέγουν»
Λοβέρδος (σε Μάρδα): Αυτό αφορά τους αντιπροσώπους του λαού, εσάς τι σας αφορά; Τι θέλετε εδώ;
Μάρδας: Θα είχε ήδη τελειώσει
Λοβέρδος: Δεν έπρεπε καν να αρχίσετε
Διαμαντόπουλος: Ποιο το πρόβλημα; Εδωσα στον υπουργό τον λόγο για μια παρέμβαση. Κατηγορείτε άλλους για νομολάγνους, αλλά δεν πάτε και εσείς πίσω
Γεωργιάδης: Εσύ θα μας μιλήσεις για ήθος ρε τρομοκράτη;
Μάρδας: Για το διαδικαστικό της υπόθεσης η πρότασή μου είναι να γίνει μια συνεδρίαση και να κλείσει
Σε αυτό το σημείο στην αίθουσα ακούστηκαν πολλές φωνές και το θερμόμετρο ανέβηκε κι άλλο
Διαμαντόπουλος: Εκτίθεστε. Δεν σας τιμά
Γεωργιάδης: Καθίστε κάτω κύριε Μάρδα
Μάρδας: Να καθίσετε εσείς πρώτα
Λοβέρδος: Θα μας πει πως να συνεδριάσουμε ένας εξωκοινοβουλευτικός υπουργός;
Διαμαντόπουλος: Ο αθλιότερος χουλιγκανισμός που έχει συμβεί

Ο αδαής κύριος Λοβέρδος
Πολλά μαργαριτάρια ειπώθηκαν στην επεισοδιακή συνεδρίαση της Βουλής. Κι όχι μόνο μαργαριτάρια. Πολλοί βουλευτές της αντιπολίτευσης συνελήφθησαν να έχουν και κοντή, πολύ κοντή μνήμη, σε ό,τι αφορά στα πεπραγμένα της συγκυβέρνησης των σαμαροβενιζέλων. Αλλά ας είναι, άλλωστε την κοντή τους μνήμη την έχουμε αναδείξει… Ας επανέλθουμε στα μαργαριτάρια.
Ο αποκαλούμενος (εμείς δεν το αποδεχόμαστε πάντως…) «Βασιλάκης Καΐλας» βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, τέως υπουργός που διάλυσε την Υγεία, επίδοξος διάδοχος του Βενιζέλου, ου μην και αναπληρωτής καθηγητής του Παντείου στο Συνταγματικό Δίκαιο, κατά κόσμον Α. Λοβέρδος σε οίστρο ευρισκόμενος ( η αγωνία του για το πολιτικό του μέλλον δεν κρύβεται…) είπε πως η ΠΝΠ έχει αντισυνταγματικές διατάξεις σε ό,τι αφορά ειδικότερα στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
«Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλά την υπέγραψε», είπε στεντόρεια τη φωνή.
Εμείς συνταγματολόγοι δεν είμαστε, σαν τον καθηγητή, συγγνώμη, τον αναπληρωτή καθηγητή Συνταγματικού του Παντείου.
Επειδή όμως απλώς έχουμε διαβάσει το Σύνταγμα, θα είχαμε να του πούμε ότι μάλλον θα τρίζουν τα κόκαλα του αειμνήστου (πραγματικού) καθηγητή Δημ. Τσάτσου, μαθητής του οποίου υπήρξε ο εν λόγω Λοβέρδος, με τα όσα ξεστομίζει ο μαθητής του!
Διότι σύμφωνα με την συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγχει τη συνταγματικότητα νομοθετημάτων!
Παρακάμπτοντας δηλαδή το αν πράγματι έχει αντισυνταγματική χροιά η ΠΝΠ (που όπως λένε έγκριτοι συνταγματολόγοι, δεν έχει) παρακολουθούμε ένα συνταγματολόγο, έστω αναπληρωτή καθηγητή, να συλλαμβάνεται αγνοών βασική συνταγματική διάταξη!
Ε, σε λίγες βδομάδες που ο κύριος αναπληρωτής καθηγητής θα βρίσκεται –μαζί με τον Βενιζέλο το φίλο του- πολιτικά άνεργος, θα μπορεί να κάνει εντατικές επαναλήψεις συνταγματικού δικαίου.
Ίσως μάλιστα να κάνει ο ένας στον άλλο ερωτήσεις, για να εμπεδώσουν καλύτερα τις επαναλήψεις! Και να μην εκτίθενται!


Το είδαμε: εδώ

Εορτή της Οσίας Ελισάβετ της Θαυματουργού

Εορτή της Οσίας Ελισάβετ της Θαυματουργού
Γιορτάζουμε σήμερα 24 Απριλίου, ημέρα μνήμης της Οσίας Ελισάβετ, της Θαυματουργού.
Η Οσία Ελισάβετ καταγόταν από την Ηράκλεια της Θράκης και έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ. Οι γονείς της, Ευνομιανός και Ευφημία, ήταν ξακουστοί και ονομαστοί, φημισμένοι για τα πλούτη τους και περίφημοι για την αρετή τους.
Κατοικούσαν κοντά στην Ηράκλεια, στον τόπο που από παλιά ονομαζόταν Θρακοκρήνη και αργότερα Αβυδηνοί. Ζούσαν με ευσέβεια έχοντας ως πρότυπο τον Ιώβ. Ποθώντας δε με πάθος να μιμηθούν την φιλοξενία του Αβραάμ, απλόχερα βοηθούσαν όλους, όσοι είχαν ανάγκες υλικές.
Όμως είχαν περάσει δεκαέξι χρόνια από τότε που νυμφεύθηκαν και ήταν ακόμη άτεκνοι. Γι' αυτό παρακαλούσαν αδιάκοπα τον Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί, διάδοχο του γένους τους και κληρονόμο του πλούτου τους. Ο Κύριος, που ικανοποιεί τα αιτήματα των πιστών Του, άκουσε με ευμένεια τη δέησή τους και δεν παρέβλεψε την προσευχή τους.
Υπήρχε στον τόπο εκείνο ένα παλαιό έθιμο να συγκεντρώνονται οι Χριστιανοί στην μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Γλυκερίας (τιμάται 13 Μαΐου) και να εορτάζουν μια ολόκληρη εβδομάδα. Τότε λοιπόν, βρέθηκαν εκεί μαζί με τους άλλους Χριστιανούς και οι γονείς της Οσίας. Έκαναν λιτανείες και ολονύκτιες δοξολογίες και επισκέπτονταν τους ναούς της πόλεως, που σε αυτούς φυλάσσονταν τα ιερά λείψανα των σαράντα Αγίων Γυναικών, του διακόνου Αμώς (βλέπε 1 Σεπτεμβρίου) και πολλών άλλων Αγίων.
Λιτάνευαν τότε και την πολυσέβαστη κάρα της Αγίας Γλυκερίας. Όμως κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, την οποία τελούσε ο Επίσκοπος της πόλεως Λέων, ο πατέρας της Ελισάβετ, Ευνομιανός, έβλεπε την αγία κάρα πότε να χαμογελά και πότε να λυπάται. Αυτό το θεώρησε ως σημείο της πίστεώς του στη Μάρτυρα και η ψυχή του γέμισε με χαρά και λύπη μαζί. Μαζί με την σύζυγό του ικέτευσαν την αθληφόρο Αγία, να λύσει τα δεσμά της στειρώσεώς τους και να τους χαρίσει ένα παιδί.
Έτσι, όταν τους πήρε για λίγο ο ύπνος, ο Ευνομιανός είδε σε όνειρο την Αγία Γλυκερία, η οποία του είπε: «Γι' αυτό μου δημιουργείς κόπους, άνθρωπέ μου, και μου ζητάς αυτό που μόνο ο Θεός μπορεί να σου δώσει; Όμως, εάν στ' αλήθεια δίνεις τον λόγο σου πως θ' αποκτήσετε καρδιά και πνεύμα ταπεινό και πως ποτέ δεν θα καυχιέσαι σε βάρος των άλλων, ευχή κάνω να σου δώσει με τις πρεσβείες μου ο μεγαλόδωρος Κύριος, το γρηγορότερο, ένα κορίτσι. Αυτό θα το ονομάσεις Ελισάβετ, γιατί θα αναδειχθεί όμοια στην ψυχή με την μητέρα του Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτισθού».
Ο πατέρας της Οσίας συμφώνησε ότι θα κάνε αυτό που ζήτησε η Αγία Γλυκερία. Τότε εκείνη τον σφράγισε με το σημείο του Σταυρού και έφυγε. Η γυναίκα του συνέλαβε αμέσως και μετά από τη συμπλήρωση εννέα μηνών γέννησε κορίτσι.
Όταν η Ελισάβετ έγινε δώδεκα ετών, η μητέρα της έφυγε από την πρόσκαιρη ζωή. Μετά από τρία χρόνια έφυγε από την ζωή και ο πατέρας της. Η μακαρία Ελισάβετ απέμεινε ορφανή. Όμως αμέσως εμπιστεύθηκε τον εαυτό της στον Θεό και διακρίθηκε στη διακονία των φτωχών και των ελαχίστων αδελφών της. Χάρισε την περιουσία της στους φτωχούς και έτσι με τα χέρια τους την κατέθεσε στον Θεό, ενώ στους δούλους χάρισε την ελευθερία τους.
Έπειτα αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη. Έφθασε στη μονή του Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, που είχε το όνομα «Μικρός Λόφος» και που ηγουμένη εκεί ήταν κάποια θεία από τον πατέρα της. Στη μονή αυτή απαρνήθηκε τα εγκόσμια και τις βιοτικές μέριμνες και εκάρη μοναχή. Ζούσε με σκληραγωγία, νηστεία και άσκηση και περπατούσε ανυπόδητη. Το σώμα της ποτέ δεν δέχθηκε να το πλύνει με νερό. Το διατηρούσε όμως καθαρό λούζοντάς το καθημερινά με τις αστείρευτες πηγές των δακρύων της. Έτσι έφθασε στα ύψη της αγιότητας και ο Άγιος Θεός την αξίωσε του προορατικού χαρίσματος και αυτού της θαυματουργίας.
Δύο χρόνια αργότερα η ηγουμένη της μονής έφυγε από την παρούσα ζωή, αφού όρισε διάδοχό της την Οσία Ελισάβετ, την οποία εγκατέστησε ο Πατριάρχης Γεννάδιος Α' (458 - 471 μ.Χ.).
Η Οσία γέμιζε με φως αυτούς που με πίστη την πλησίαζαν. Κάποτε, την ώρα που ετελείτο η Θεία Λειτουργία στο ναό, είδε να αστράφτει ένα απερίγραπτο φως και το Πανάγιο Πνεύμα να κατέρχεται μετά τον Χερουβικό ύμνο μέσα στο Θυσιαστήριο και να καλύπτει τον ιερέα που στεκόταν μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Η Οσία πλημμύρισε από θάμβος και έκπληξη. Όμως αυτό δεν το είπε σε κανένα, μέχρι που έφθασε ο καιρός της εκδημίας της στον Θεό.
Όσο πλησίαζε η ώρα της, ο πόθος της - όπως έλεγε - να δει την πατρίδα της, περίσσευε. Ήλθε λοιπόν στην Ηράκλεια και προσκύνησε τους εκεί σεπτούς ναούς των Αγίων. Και εκεί, στο ναό της Θεοτόκου, είδε σε όραμα την Παναγία, που την υποδέχθηκε. Το πρόσωπο της Θεοτόκου το αναγνώρισε σε εικόνα, όταν έφθασε στο ναό του Ιερομάρτυρα Ρωμανού. Η φωνή της Παναχράντου την κάλεσε να επιστρέψει στο μοναστήρι της, γιατί ο καιρός της κοιμήσεώς της ήταν κοντά. Έτσι η Οσία Ελισάβετ, αφού επέστρεψε πίσω, κοιμήθηκε με ειρήνη. Το ιερό λείψανό της ενταφιάσθηκε στο ναό του Αγίου Γεωργίου, μένοντας ακέραιο και ανέπαφο.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.Μητρικών εκ λαγόνων Χριστόν ηγάπησας, ώσπερ βλαστός Ελισάβετ δικαιοσύνης τερπνός, και τοις ίχνεσιν αυτού ακολουθήσασα, των αιωνίων αγαθών, γεωργείς τας απαρχάς, αμέμπτω σου πολιτεία, θαυματουργούσα θεόφρον, προς σωτηρίαν των ψυχών ημών.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...