Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 29, 2018

Νέον Ἔτος


Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ
 Τήν 1η Ἰανουαρίου ἑώρτασε ἡ Ἐκκλησία μας τήν Περιτομή τοῦ Χριστοῦ καί τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου. Τό διπλό αὐτό ἑορτολογικό περιεχόμενο ἔχει μία λαμπρά ἐκπροσώπησι στήν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας. Καί δικαίως, γιατί ἡ μέν περιτομή καί ὀνοματοδοσία τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τῆς γεννήσεως Του ἀποτελεῖ, τήν βεβαίωσι τῆς σαρκώσεως καί τῆς προσλήψεως ἀπό τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ τῆς τελείας ἀνθρωπίνης μορφῆς ἀναλλοιώτως καί τῆς εἰσόδου Του στόν λαό τοῦ Θεοῦ. Ὁ δέ Μέγας Βασίλειος εἶναι ὁ ἀληθινά μέγας ἱεράρχης, πού μέ τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του, τά σοφά του συγγράμματα καί τήν ἔξοχο δρᾶσι του ἀνεδείχθη Πατήρ καί φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐφάμιλλο τοῦ ὁποίου δέν ἐγνώρισε ἴσως ἄλλον ὁ χριστιανικός κόσμος. Καί ἡ δεσποτική ἑορτή τῆς Περιτομῆς καί ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου περιττό καί νά εἰποῦμε, ὅτι δέν ἔχουν καμμία σχέσι πρός τήν ἔναρξι τοῦ ἔτους, τήν πρωτοχρονιά.
 Ἡ περιτομή ἐτέθη τήν 1η Ἰανουαρίου, γιατί αὐτή εἶναι ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τά Χριστούγεννα. Ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γιατί κατά τήν 1η Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 379 συνέβη ὁ θάνατος, ἡ κοίμησις ἐπί τό χριστιανικώτερον, τοῦ ἁγίου Πατρός. Ἡ σύνδεσις τοῦ δευτέρου πρός τήν πρωτοχρονιά, τά δῶρα, τά γλυκίσματα κλπ., ἔχει καθαρῶς λαογραφικό χαρακτῆρα.
 Ἡ Ἐκκλησία ἐπισήμως φαίνεται σάν νά ἀγνοῇ τήν ἀλλαγή τοῦ ἔτους, τίς πανηγύρεις καί τίς ἐκδηλώσεις πού τήν συνοδεύουν, καί νά ζῇ σ᾿ ἕνα ἄλλο δικό της κόσμο, πού δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τήν ἀλλοίωσι τῶν φθαρτῶν καί ρεόντων χρονικῶν συστημάτων τοῦ προσκαίρου αὐτοῦ κόσμου. Ὁμολογουμένως αὐτό δέν θά ἦταν ἀσύμφωνο πρός τόν ὑπερκόσμιο χαρακτῆρα τῆς λατρείας μας. Γιά τόν ἄναρχο, αἰώνιο καί ἀτελεύτητο Θεό ἡμέρες, μῆνες καί ἔτη δέν ὑπάρχουν. Χίλια ἔτη γιά Ἐκεῖνον εἶναι σάν τήν χθεσινή ἡμέρα πού πέρασε καί σάν ἕνα τρίωρο νυκτερινῆς φρουρᾶς, κατά τόν ψαλμῳδό (Ψαλμ. 89, 4). Ἤ, ὅπως συμπληρώνει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «μία ἡμέρα παρά Κυρίῳ ὡς χίλια ἔτη καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β´ Πετρ. 3, 8).
Αὐτήν ἀκριβῶς τήν προσήλωσι καί τήν δουλική προσκόλλησι στά «ἀσθενῆ καί πτωχά στοιχεῖα» τῶν κοσμικῶν ὑπολογισμῶν καταδικάζει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας στούς Γαλάτας: «Ἡμέρας παρατηρεῖσθε καί μῆνας καί καιρούς καί ἐνιαυτούς! Φοβοῦμαι ὑμᾶς μήπως εἰκῆ κεκοπίακα εἰς ὑμᾶς» (Γαλάτ. 4, 10). Χωρίς ὅμως ἡ Ἐκκλησία νά ἀρνηθῇ τόν ὑπερκόσμιο χαρακτῆρα τῆς λατρείας της καί χωρίς νά δουλωθῇ στούς καιρούς τοῦ κόσμου τούτου, ἦταν ἑπόμενο καί νά μή μπορῇ νά παραβλέψῃ τήν διάκρισι καιρῶν καί ἐνιαυτῶν. Δέν εἶναι μόνο θεῖος ὀργανισμός, ἀλλά καί ἀνθρώπινος. Δέν εἶναι μόνο ὑπερκόσμιος, ἀλλά καί ἐγκόσμιος.
 Τέλειος τύπος συγκερασμοῦ τῶν δύο αὐτῶν στοιχείων τῆς ἐδόθη ἀπό τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό. Ὅπως Ἐκεῖνος ἦτο «τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος», «ὁμοούσιος τῷ Πατρί κατά τήν Θεότητα καί ὁμοούσιος ἡμῖν κατά τήν ἀνθρωπότητα», ὅπως αἱ δύο φύσεις ἡνώθησαν στόν Θεάνθρωπο Χριστό ἁρμονικά καί ἀχώριστα, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ Ἐκκλησία, κατά τό πρότυπο τῆς κεφαλῆς της, διεμορφώθη σέ θεανθρώπινο ὀργανισμό. Καί ἡ λατρεία της ἀκριβῶς συνεκέρασε τό θεῖο καί τό ἀνθρώπινο ἀτρέπτως καί ἀχωρίστως. Ὅπως δέ ἀκριβῶς ἡ θεία φύσις στόν Χριστό προσέλαβε καί ἐθέωσε καί τήν ἀνθρωπίνη, ἔτσι καί ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας προσέλαβε καί ἐξαγίασε τά σχήματα τοῦ κόσμου τούτου. Τά ἐξεχριστιάνισε, τά ἐθέωσε. Δέν τά ἀπέρριψε οὔτε τά συνέτριψε, ὅπως καί ὁ Χριστός δέν ἀπέρριψε οὔτε κατέκαυσε μέ τό πῦρ τῆς Θεότητος τό ὀστράκινο σκεῦος τῆς ἀνθρωπίνης σαρκός πού περιεβλήθη. Τήν ἐφαρμογή τῶν ἀνωτέρω εὑρίσκομε καί στό ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ἀκούσθηκε στόν κόσμο τό εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας καί συνεκροτήθη ἡ Ἐκκλησία, δέν ἐφρόντισε νά ἐφεύρῃ κανένα νέο ἡμερολόγιο, οὔτε νά ἐπινοήσῃ νέες ὑπερκόσμιες χρονικές ὑποδιαιρέσεις.
 Στά μέρη ὅπου διεδόθη βρῆκε πολλά συστήματα καταμετρήσεως τοῦ χρόνου, διάφορα ἡμερολόγια. Τά υἱοθέτησε καί τά ἐξεχριστιάνισε. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εἴδαμε στήν ἀναδρομή πού ἐκάμαμε κατά καιρούς στό λειτουργικό ἔτος. Τίς ἱερές ἡμέρες τῶν ἡμερολογίων τῶν Ἑβραίων ἤ εἰδωλολατρῶν δέν τίς κατήργησε· τίς ἐβάπτισε εἰς Χριστόν καί τίς ἐνέδυσε τόν Χριστόν, ὅπως καί τούς Ἑβραίους καί τούς εἰδωλολάτρας. Ἡ 14η τοῦ Νισάν, τό Πάσχα τῶν Ἑβραίων, ἡ ἀνάμνησις τῆς διαβάσεως τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης, ἔγινε Πάσχα Κυρίου, διάβασις τοῦ Χριστοῦ καί ὅλων ἡμῶν μαζί Του ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν. Ἡ ἑορτή τῆς παραδόσεως τοῦ Νόμου καί τοῦ θερισμοῦ, ἡ Πεντηκοστή, ἔγινε ἑορτή τῆς καθόδου τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί τῆς ἐνάρξεως τοῦ πνευματικοῦ θερισμοῦ. Τό Σάββατο, ἡ ἑβδομαδιαία ἑορτή τῆς καταπαύσεως τῶν ἔργων, ἔγινε Κυριακή, ἡ ἑβδομαδιαία ἑορτή τῆς ἀναστάσεως.
Ἡ 25η Δεκεμβρίου, ἡ εἰδωλολατρική ἑορτή τῆς γεννήσεως τοῦ ἡλίου, ἔγινε ἑορτή τῆς γεννήσεως τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης, τοῦ Χριστοῦ, κ.ο.κ. Καί ἡ πρώτη τοῦ ἔτους; Ἐδῶ τά πράγματα εἶναι περισσότερο πολύπλοκα, γι᾿ αὐτό καί ἡ ἱστορία τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῆς πρωτοχρονιᾶς εἶναι μακρά καί ἀνώμαλος. Ἴσως ὅμως γι᾿ αὐτό ἔχει καί περισσότερο ἐνδιαφέρον. Δέν θά παρακολουθήσωμε ὅλον αὐτόν τόν λαβύρινθο. Καί μόνο μιά ματιά στό πλῆθος καί στήν ποικιλία τῶν ἡμερολογίων, πού βρῆκε ὁ Χριστιανισμός κατά τήν πρώτη περίοδο τῆς ζωῆς του, εἶναι ἱκανή νά μᾶς δημιουργήσῃ τήν ἐντύπωσι βιβλικῆς Βαβέλ.
Σχεδόν κάθε πόλις καί περιοχή εἶχε τό ἰδικό της ἡμερολόγιο, πού πολλές φορές καί αὐτό διεκρίνετο σέ παλαιό καί σέ νέο. Αὐτό κυρίως ὠφείλετο στήν ἔλλειψι σταθεροῦ κριτηρίου γιά τήν μέτρησι τοῦ χρόνου, φυσικά καί στήν διάσπασι τῶν λαῶν τῆς γῆς. Ὁ ἥλιος καί ἡ σελήνη καί τά φυσικά φαινόμενα ἔδιδαν σέ ὅλους τούς λαούς τά μέτρα τῆς διαιρέσεως τοῦ χρόνου. Τό γράφει καί ἡ Γένεσις: «Καί εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ εἰς φαῦσιν ἐπί τῆς γῆς, τοῦ διαχωρίζειν ἀνά μέσον τῆς ἡμέρας καί ἀνά μέσον τῆς νυκτός· καί ἔστωσαν εἰς σημεῖα καί εἰς καιρούς καί εἰς ἡμέρας καί εἰς ἐνιαυτούς» (Γενέσ. 1, 14).
Ἀλλ᾿ ἀπό τοῦ σημείου αὐτοῦ μέχρι τοῦ νά ὑπάρξῃ κοινός τρόπος καταμετρήσεως τοῦ χρόνου ἡ ἀπόστασις εἶναι μεγάλη. Τό ἡλιακό καί τό σεληνιακό ἔτος, ἡ ἐναλλαγή τῶν ἐποχῶν τοῦ ἔτους καί τῶν φάσεων τῆς σελήνης, δέν μᾶς δίδουν τό ἴδιο μέτρο. Οὔτε ἦταν εὔκολος, ἰδίως μέ τίς ἀστρονομικές γνώσεις τῆς ἐποχῆς, ὁ ὑπολογισμός μέ ἀπόλυτο ἀκρίβεια τῆς διαρκείας τῶν περιόδων αὐτῶν. Ἄς προστεθῇ σ᾿ αὐτά καί ἡ παράλογος πολλές φορές, ἰδίως σέ τέτοιου εἴδους θέματα, συντηρητικότης τῶν ἀνθρώπων, πού προτιμοῦν νά μένουν προσκεκολλημένοι σέ μία παλαιά, ἀποδεδειγμένως ἐσφαλμένη, μορφή, ἀπό φόβο πρός τό νέο καί τό ἄγνωστο.
Εἰδικώτερα γιά τήν ἐκλογή τῆς ἡμέρας τῆς ἐνάρξεως τοῦ ἔτους τό κριτήριο ἦταν ἀκόμη περισσότερο ἀσταθές, ἀνάλογα μέ τίς προϋποθέσεις πού ἐπικρατοῦσαν. Ἄν δηλαδή θά ἐλαμβάνετο ὡς ἀρχή τό ἡλιοστάσιο καί ποῖο ἀπό τά δύο, τό θερινό ἤ τό χειμερινό, ἄν ἡ ἰσημερία καί ποία ἀπό τίς δύο, ἡ ἐαρινή ἤ ἡ φθινοπωρινή, ἄν οἱ ἐποχές τοῦ ἔτους καί ποιά ἀπό τίς τέσσαρες, ἄν καμμία θρησκευτική ἑορτή ἤ κάποιο σημαντικό πολιτικό γεγονός. Ὅλοι αὐτοί οἱ σταθμοί χρησιμοποιοῦνται ὡς ἀφετηρία τοῦ ἔτους στά ἐπί μέρους τοπικά ἡμερολόγια.
 Πολλές φορές ἔχομε στό ἴδιο ἡμερολόγιο διάφορες πρωτοχρονιές, παλαιά καί νεωτέρα, θρησκευτική καί πολιτική κλπ. Ἔτσι στήν Ρώμη κατά τό παλαιό ἡμερολόγιο τοῦ Ναουμᾶ Πομπηλίου ἀρχή τοῦ ἔτους ἦταν ἡ 1η Μαρτίου, τοῦ πρώτου μηνός τῆς ἀνοίξεως. Ἀπό αὐτό τό ἡμερολόγιο διατηροῦνται ἀκόμη τά ὀνόματα τοῦ ἑβδόμου, ὀγδόου, ἐνάτου καί δεκάτου μηνός (Σεπτέμβριος, Ὀκτώβριος, Νοέμβριος καί Δεκέμβριος), καίτοι κατά τό νεώτερο ἡμερολόγιο ἡ ἀρίθμησίς των εἶναι διαφορετική.
Ὁ Ἰούλιος Καῖσαρ μετερρύθμισε τό ἡμερολόγιο τοῦ Ναουμᾶ τό ἔτος 45 π.Χ (Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον) καί πρώτη τοῦ ἔτους καθωρίσθη ἡ 1η Ἰανουαρίου. Ἡ ἡμέρα αὐτή ἑωρτάζετο ἀπό τούς ἐθνικούς μέ μεγάλη ἐπισημότητα, θυσίες, μεταμφιέσεις, τυχηρά παιγνίδια, μέθες καί ὄργια. Μερικά ἀπό τά ἔθιμα αὐτά ἐπεβίωσαν στίς χριστιανικές κοινωνίες, παρά τήν ἀντίδρασι τῶν Πατέρων καί τίς ἀπαγορεύεις τῶν Συνόδων.
Ἡ 1η Ἰανουαρίου πάντως παρέμεινε ὡς πρώτη τοῦ ἔτους στήν Δύσι καί μετά τήν πλήρη ἐπικράτησι τοῦ χριστιανισμοῦ, ἄν καί σέ ὡρισμένα μέρη της ὡς πρώτη τοῦ ἔτους ἐθεωρεῖτο ἡ 1η Μαρτίου, ἡ παλαιά πρωτοχρονιά, τά Χριστούγεννα, ὁ Εὐαγγελισμός ἤ τό Πάσχα. Στήν Ἀνατολή ὑπῆρχαν περισσότερα ἡμερολόγια καί περισσότερες πρωτοχρονιές. Οἱ Ἑβραῖοι ὡς πρῶτο μῆνα θεωροῦσαν τόν σεληνιακό μῆνα Νισάν, τόν πρῶτο τῆς ἀνοίξεως, κατά τήν πανσέληνο τοῦ ὁποίου (14 Νισάν) ἑώρταζαν τό Πάσχα. Ἀργότερα ὡς πρῶτο μῆνα ὥρισαν τόν Τισρί, τόν πρῶτο σεληνιακό μῆνα τοῦ φθνοπώρου. Ἐπί μακρό πάντως χρονικό διάστημα συνυπῆρχαν οἱ δύο πρωτοχρονιές, ἡ 1η τοῦ Νισάν καί ἡ 1η τοῦ Τισρί.
Τά περισσότερα τοπικά προχριστιανικά ἡμερολόγια τῆς Ἀνατολῆς, ὅπως τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τῆς Ἐφέσου, τῆς Κρήτης, τῆς Κύπρου, τῆς Βιθυνίας καί τῆς Ἡλιουπόλεως τῆς Συρίας εἶχαν ὡς πρωτοχρονιά τήν ἡμέρα τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας, τήν 24η Σεπτεμβρίου, ἤ τήν πλησιεστέρα πρός αὐτήν ἀρχή νέου μηνός, δηλαδή τήν 1η Ὀκτωβρίου, ὅπως τά ἡμερολόγια τῆς Ἀντιοχείας καί τῆς Σελευκείας τῆς Συρίας.
 Ἡ 23η Σεπτεμβρίου ἐν τῷ μεταξύ ἔγινε ἡ ἐθνική ἑορτή τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους, γιατί ἦταν ἡ γενέθλιος ἡμέρα τοῦ Ὀκταβιανοῦ Αὐγούστου. Στήν 23η λοιπόν τοῦ Σεπτεμβρίου μετετέθη ἀπό τήν 24η ἡ πρώτη τοῦ ἔτους. Ἡ 23η Σεπτεμβρίου ὡρίσθη τό 312 μ. Χ. ὡς ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου ἤ τῆς Ἰνδικτιῶνος, δηλαδή τῆς περιόδου τοῦ περί φόρου ρωμαϊκοῦ διατάγματος, πού ἴσχυε γιά 155 ἔτη. Ἴνδικτος βραδύτερον κατήντησε νά σημαίνῃ καί τήν περίοδο ἑνός ἔτους, ἀρχή δέ τῆς Ἰνδίκτου τήν πρωτοχρονιά. Αὐτήν τήν πρωτοχρονιά τῆς 23ης Σεπτεμβρίου ἐδέχθη κατά πρῶτον καί ἐξεχριστιάνισε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς. Σ᾿ αὐτήν ἐτέθη τό πρῶτο γεγονός τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας, ἡ σύλληψις τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἀπό αὐτήν ἤ τήν μετά ἀπό αὐτήν Δευτέρα ἤρχιζε ἡ κατά συνέχειαν ἀνάγνωσις τοῦ Εὐαγγελίου, ἀπό τό Κατά Λουκᾶ Εὐαγγέλιο, πού ἐκτός ἀπό τήν σύλληψι τοῦ Βαπτιστοῦ μᾶς ἀφηγεῖται καί ἄλλα γεγονότα τῆς ἀρχῆς τῆς ἱστορίας τῆς Καινῆς Διαθήκης, πού δέν μᾶς διέσωσαν οἱ ἄλλοι εὐαγγελισταί, ὅπως τόν εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, τήν ἐπίσκεψι στήν Ἐλισάβετ καί τήν γέννησι τοῦ Προδρόμου. Τό ἔτος 462 μ.Χ. μετετέθη ἡ πρώτη τοῦ ἔτους στήν 1η Σεπτεμβρίου γιά πρακτικούς λόγους καί γιά νά συμπίπτῃ πρώτη τοῦ ἔτους καί πρώτη τοῦ μηνός.
 Ἡ ἡμέρα αὐτή ἦταν εἰς τό ἑξῆς ἡ ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου, ἡ πρωτοχρονιά, καθ᾿ ὅλη τήν βυζαντινή περίοδο. Καί αὐτή καθηγιάσθη ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀκολουθία τῆς 1ης Σεπτεμβρίου, πού περιέχεται σήμερα στά λειτουργικά μας βιβλία, ἀναφέρεται κατά μέγα μέρος στήν πρώτη τοῦ ἔτους. Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς λειτουργίας ἐλήφθη πάλι ἀπό τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ, πού περιγράφει τήν πρώτη δημοσία ἐμφάνισι τοῦ Κυρίου στήν συναγωγή τῆς Ναζαρέτ καί τό πρῶτό Του κήρυγμα γιά τόν «ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4, 16 ἐξ.).
Τό Τυπικό τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ι´ αἰῶνος προβλέπει λιτανεία «εἰς τόν φόρον» καί τό Τυπικό τῆς Ἁγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης τοῦ ΙΕ´ αἰῶνος λιτανεία ἀνά τήν πόλιν καί ἁγιασμό ὑδάτων. Τό τελευταῖο αὐτό μᾶς διασώζει καί τίς αἰτήσεις τῆς ἐκτενοῦς, πού ἐλέγοντο ἀπό τόν ἀρχιερέα εἰς τό τέλος τῆς λιτανείας: «Ὑπέρ τῆς οἰκουμενικῆς καταστάσεως καί εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν καί τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως…». «Ὑπέρ τῆς ἀπολυτρώσεως τῶν ψυχῶν ἡμῶν καί ὑπέρ τοῦ συντριβῆναι τόν Σατανᾶν ὑπό τούς πόδας ἡμῶν καί ὑπέρ τοῦ ἄσειστον καί ἄφλεκτον καί ἀναίμακτον διαφυλαχθῆναι τήν πόλιν ταύτην καί πᾶσαν πόλιν καί χώραν…».
Ὅταν κατά τούς νεωτέρους χρόνους ἡ ρωμαϊκή πρωτοχρονιά τῆς 1ης Ἰανουαρίου ἦλθε καί στήν Ἀνατολή, ἡ Ἐκκλησία γιά διαφόρους λόγους δέν εἶχε πιά τήν δύναμι νά τήν ἀφομοίωσῃ καί νά τήν ἐκχριστιανίσῃ. Ἔμεινε προσκεκολλημένη στήν μεσαιωνική της πρωτοχρονιά, στήν ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου, τήν 1η Σεπτεμβρίου, σέ μία ἡμέρα πού δέν ἦταν πιά πρωτοχρονιά. Κατά τήν 1η Ἰανουαρίου ἀκούονται σήμερα στούς ναούς μας λόγοι γιά τήν πρώτη τοῦ ἔτους κατά τό κήρυγμα – καί αὐτό εἶναι μέρος τῆς θείας λατρείας – καί στό τέλος τῆς λειτουργίας γίνεται μία δοξολογία ἀνάμικτη μέ δέησι γιά τήν εὐλογία τοῦ νέου χρόνου, πού ἔχει εἰσαχθῆ κάπως ἐμβαλωματικά στό κατά τά ἄλλα ἄσχετο πρός τήν πρώτη τοῦ ἔτους λειτουργικό περιεχόμενο τῆς ἡμέρας.
 Ἕνα ἀπαραμίλλου ὅμως κάλλους ὑμνογραφικό ὑλικό μένει ἀνεκμετάλλευτο, καταχωσμένο κάτω ἀπό τά ἐρείπια τῆς παλαιᾶς πρωτοχρονιᾶς, τῆς 1ης Σεπτεμβρίου. Ἀπό αὐτό θά ἀνασύρωμε μερικά ἐκλεκτά τροπάρια: Τό ἰδιόμελο τοῦ πλ. β´ ἤχου, ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Βυζαντίου, πού ψάλλεται στό «Καί νῦν» τῶν στιχηρῶν τοῦ ἑσπερινοῦ· «Ὁ Πνεύματι ἁγίῳ συνημμένος…». Τό πρῶτο κάθισμα τοῦ πλ. δ´ ἤχου, προσόμοιον τοῦ «Τήν Σοφίαν καί Λόγον»· «Ὁ καιρούς καρποφόρους…».
Τό πρῶτο ἐξαποστειλάριο «Θεέ θεῶν καί Κύριε…». Καί τέλος τό δεύτερο στιχηρό τῶν αἴνων, ἰδιόμελο τοῦ δ´ ἤχου, ποίῃμα Ἰωάννου μοναχοῦ· «Ἡ βασιλεία σου, Χριστέ ὁ Θεός…». Καί τά τέσσαρα αὐτά τροπάρια, ὅπως καί ὅλα τά ἄλλα τῆς ἡμέρας ἐκείνης, εἶναι γεμᾶτα ἐμπιστοσύνη πρός τόν Θεό, τόν δημιουργό καί προνοητή τοῦ παντός· στά χέρια Του ἀφήνουν τούς πόθους καί τούς φόβους τοῦ λαοῦ Του· ζητοῦν νά χαρίσῃ ὁ Θεός στόν κόσμο Του τήν εἰρήνη, νά κατευθύνῃ τά ἔργα τῶν χειρῶν τῶν δούλων Του, νά δώσῃ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εὐκαιρίες δοξολογίας τοῦ ὀνόματός Του καί νά εὐλογήσῃ «τόν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός» Του. Τί ἄλλα καλλίτερα καί πληρέστερα αἰτήματα θά μποροῦσε νά ἀπευθύνῃ ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό κατά τήν ἀνατολή τοῦ νέου ἔτους;
«Ὁ Πνεύματι ἁγίῳ συνημμένος, ἄναρχε Λόγε καί Υἱέ, ὁ πάντων ὁρατῶν καί ἀοράτων συμπαντουργός καί συνδημιουργός, τόν στέφανον τοῦ ἑνιαυτοῦ εὐλόγησον, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τῶν ὀρθοδόξων τά πλήθη, πρεσβείας τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν ἁγίων σου».
 «Ὁ καιρούς καρποφόρους καί ὑετούς οὐρανόθεν παρέχων τοῖς ἐπί γῆς καί νῦν προσδεχόμενος τάς αἰτήσεις τῶν δούλων σου, ἀπό πάσης λύτρωσαι ἀνάγκης τήν πόλιν σου· οἱ οἰκτιρμοί καί γάρ σου εἰς πάντα τά ἔργα σου. Ὅθεν τάς εἰσόδους εὐλογῶν καί ἐξόδους, τά ἔργα κατεύθυνον ἐφ᾿ ἡμᾶς τῶν χειρῶν ἡμῶν καί πταισμάτων τήν ἄφεσιν δώρησαι ἡμῖν, ὁ Θεός· σύ γάρ ἐξ οὐκ ὄντων τά σύμπαντα, εἰς τό εἶναι παρήγαγες».
«Θεέ θεῶν καί Κύριε, τρισυπόστατε φύσις, ἀπρόσιτε, ἀΐδιε, ἄκτιστε καί τῶν ὅλων δημιουργέ, παντοκράτορ, σοί προσπίπτομεν πάντες καί σέ καθικετεύομεν· Τό παρόν ἔτος τοῦτο, ὡς ἀγαθός, εὐλογήσας φύλαττε ἐν εἰρήνῃ τούς βασιλεῖς καί ἅπαντα τόν λαόν σου, οἰκτίρμον».
 «Ἡ βασιλεία σου, Χριστέ ὁ Θεός, βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων καί ἡ δεσποτεία σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καί γενεᾷ· πάντα γάρ ἐν σοφίᾳ ἐποίησας, καιρούς ἡμῖν καί χρόνους προθέμενος· διό εὐχαριστοῦντες κατά πάντα καί διά πάντα βοῶμεν· Εὐλόγησον τόν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου καί καταξίωσον ἡμᾶς ἀκατακρίτως βοᾶν σοι· Κύριε, δόξα σοι».
 Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ»

Κυριακή μετά την Γέννηση του Χριστού – Ο Ναζωραίος (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία)


IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ
 1. Ἡ σημερινή Κυριακή, ἀδελφοί χριστιανοί, εἶναι μετά τήν Γέννηση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τόν γεννηθέντα Μεσσία τόν ἐπισκέφθηκαν μάγοι ἀπό τήν Ἀνατολή. Αὐτοί ἦταν ἐθνικοί, γιατί δέν εἶχαν λάβει τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι. Ἀλλά ἦταν γραμμένο στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι ὁ Μεσσίας θά προσκυνηθεῖ καί ἀπό τούς Ἐθνικούς. Ἔτσι στήν προσκύνηση τοῦ γεννηθέντος Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς μάγους βλέπουμε τήν ἐκπλήρωση τῆς παλαιᾶς αὐτῆς προφητείας. Οἱ μάγοι ὅταν ἔφθασαν στά Ἱεροσόλυμα ἐρώτησαν τόν βασιλέα Ἡρώδη ποῦ γεννήθηκε ὁ Μεσσίας. Μάλιστα δέν τόν εἶπαν «Μεσσία», ἀλλά τόν εἶπαν βασιλέα τῶν Ἰουδαίων. Αὐτό ἐτάραξε τόν Ἡρώδη, γιατί φοβήθηκε ὅτι θά χάσει αὐτός τήν βασιλεία του καί γι᾽ αὐτό θέλησε νά θανατώσει τόν γεννηθέντα Μεσσία. Ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς καί Γραμματεῖς δέ τῶν Ἰουδαίων ἔμαθε ὅτι ὁ Μεσσίας πρόκειται νά γεννηθεῖ στήν Βηθλεέμ.

Αὐτό ὁ βασιλεύς Ἡρώδης τό εἶπε στούς μάγους μέ τήν ἐντολή, ἄν βροῦν τόν νεογέννητο βασιλέα νά ἐπιστρέψουν νά τοῦ τό ποῦν, γιά νά πάει καί αὐτός νά τόν προσκυνήσει, στήν πραγματικότητα ὅμως νά τόν θανατώσει. Ἀλλά τό αἱμοβόρο σχέδιο τοῦ Ἡρώδη ματαιώθηκε, γιατί οἱ μέν μάγοι ἔλαβαν σέ ὄνειρο θεία ἀποκάλυψη νά μήν ἐπιστρέψουν στόν Ἡρώδη, στόν δέ Ἰωσήφ, ὅπως μᾶς εἶπε ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, δόθηκε ἐντολή ἀπό τόν ἄγγελο Κυρίου νά παραλάβει τό Παιδίο Ἰησοῦ καί τήν Μητέρα Του, τήν Παναγία, καί νά φύγει στήν Αἴγυπτο, γιατί ὁ Ἡρώδης σκοπεύει νά φονεύσει τό Παιδίο.
2. Πράγματι ὁ Ἰωσήφ, κατά τήν ἐντολή τοῦ ἀγγέλου, παρέλαβε τό Παιδίο καί τήν Μητέρα Του καί ἔφυγε στήν Αἴγυπτο. Πρέπει νά ὑποθέσουμε ἐδῶ ὅτι ἔχει γίνει ὁ σαραντισμός τοῦ Ἰησοῦ, γιά τόν ὁποῖο μᾶς ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς. Ἀλλά, γιατί τόση ταλαιπωρία γιά πορεία πρός τήν Αἴγυπτο, ἐνῶ μποροῦσε νά διασωθεῖ θαυματουργικά ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Οἱ ἑρμηνευτές τῶν Ἁγίων Γραφῶν μᾶς λέγουν ὅτι αὐτό ἔγινε γιά νά φανεῖ ὅτι πραγματικά σαρκώθηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὅτι πραγματικά ἔγινε ἄνθρωπος. Στήν πορεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρός τήν Αἴγυπτο καί στήν φυγή του πάλι ἀπό τήν Αἴγυπτο ὁ Εὐαγγελιστής βλέπει τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στόν προφήτη Ὠσηέ, πού λέγει «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου». Οἱ Ἰουδαῖοι βέβαια τόν λόγον αὐτόν τοῦ προφήτου τόν ἀναγάγουν στόν ἑαυτό τους, στό ἔθνος τους. Καί πραγματικά φαίνεται ὅτι ὁ προφήτης εἶπε τόν λόγο του γι᾽ αὐτούς. Ἀλλά, ὅπως λέγει ὡραῖα ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός, εἶναι νόμος προφητείας, πολλές φορές πολλά πράγματα νά λέγονται γιά ἄλλους, νά ἐκπληρώνονται ὅμως σέ ἄλλους. Γιά παράδειγμα: Τό «διαμεριῶ αὐτούς ἐν ᾽Ιακώβ καί διασπερῶ αὐτούς ἐν Ἰσραήλ» (Γεν. 49,7) πού λέχθηκε γιά τούς ἀδελφούς Συμεών καί Λευΐ, πραγματοποιήθηκε ὄχι σ᾽ αὐτούς, ἀλλά στούς ἐγγόνους του. Ἔτσι λοιπόν καί ἐδῶ: Τό λεχθέν στόν προφήτη Ὠσηέ «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου» λέχθηκε μέν κατά πρῶτον γιά τόν Ἰσραήλ πραγματοποιήθηκε ὅμως κυρίως στόν πραγματικά Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν σαρκωθέντα Ἰησοῦ Χριστό (βλ. Μ. 129,152). Πάντως ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος στήν πορεία αὐτή τοῦ Ἰησοῦ πρός τήν Αἴγυπτο βλέπει νά ἐπαναλαμβάνεται ἡ ζωή τοῦ λαοῦ του, ὁ ὁποῖος ἀπό τήν Χαναάν πῆγε στήν Αἴγυπτο, ἀλλά καί ἐξῆλθε ἀπό τήν Αἴγυπτο.
3. Βλέποντας ὁ Ἡρώδης ὅτι ἀπατήθηκε ἀπό τούς μάγους, διέταξε νά σφαγοῦν τά νήπια τῆς Βηθλεέμ ἀπό δύο ἐτῶν καί κάτω, γιά νά συμπεριληφθεῖ σ᾿ αὐτά καί ὁ Ἰησοῦς. Γιατί ἀπό δύο ἐτῶν καί κάτω; Φαίνεται ὅτι ὁ Ἡρώδης ὑπολόγισε ὅτι ὁ ἀστήρ φάνηκε κατά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι πρίν ἀπό αὐτήν, ὅπως εἶναι τό ὀρθό. Ὑπελόγησε τόν χρόνο τῆς πορείας ἀπό τήν Ἀνατολή στά Ἱεροσόλυμα περίπου στόν ἕνα χρόνο, ἔβαλε καί παραπάνω ἄλλον ἕνα, καί γι᾽ αὐτό ὑπελόγησε νά εἶναι ἕως δύο ἐτῶν τά νήπια πού θά σφαγοῦν, γιά νά εἶναι σ᾽ αὐτά ὁπωσδήποτε ὁ Ἰησοῦς. Τά σφαγέντα αὐτά νήπια ἦταν οἱ πρῶτοι μάρτυρες. Ἡ παράδοση μᾶς λέγει ὅτι τά νήπια πού σφάγησαν ἦταν 14.000. Ἡ Βηθλεέμ ὅμως ἦταν μία μικρή πολίχνη καί ἄς λάβουμε πάλι ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι ἐσφάγησαν μόνο τά ἄρρενα. Φαίνεται λοιπόν ὡς μεγάλος ὁ ἀριθμός τῶν νηπίων 14.000. Θά πρέπει ὅμως νά σεβαστοῦμε τήν παράδοση, πού ἀριθμεῖ σέ 14.000 τόν ἀριθμό τῶν σφαγέντων νηπίων, γιατί ὁ ἀριθμός αὐτός σχετίζεται μέ τόν ἀριθμό 144.000, πού γράφει ἡ Ἀποκάλυψη (εἰς 14,1) περί τῶν σεσωσμένων, πού ἀκολουθοῦν τό Ἀρνίον Ἰησοῦ Χριστό, ὅπου ἄν ὑπάγει. Ὁ συνδυασμός αὐτός τῶν δύο ἀριθμῶν σημαίνει ὅτι γιά νά σωθοῦμε, γιά νά ὑπαγόμεθα στόν ἀριθμό 144.000, πρέπει νά ἔχουμε ἁγνότητα καί τό μαρτύριο, γιατί αὐτά τά δύο εἶχαν τά σφαγέντα νήπια τῆς Βηθλεέμ. Αὐτά τά δύο μᾶς κάνουν ἀκολούθους τοῦ Ἀρνίου, μέ τό Ὁποῖο ἦταν οἱ 144.000. Διά τήν σφαγή τῶν νηπίων ἔγινε πολύς θρῆνος καί κλαυθμός τῶν μητέρων τους. Σ᾽ αὐτό ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, ὅπως ἀκούσαμε πάλι στήν σημερινή εὐαγγελική περικοπή, βλέπει τήν ἐκπλήρωση μιᾶς παλαιᾶς προφητείας τοῦ Ἱερεμίου. Ὁ προφήτης ὁμιλεῖ γιά τόν θρῆνο τῆς Ραχήλ, τῆς ἀγαπητῆς συζύγου τοῦ Ἰακώβ, γιά τά τέκνα της, πού τά βλέπει πορευόμενα ἐξόριστα στήν Βαβυλῶνα (βλ. 38,15).
4. Πέθανε ὁ Ἡρώδης. «Τελευτήσαντος δέ τοῦ Ἡρώδου» μᾶς εἶπε τό Εὐαγγέλιο. Ὅπως τό μαρτυρεῖ ἡ ἱστορία, ὁ θάνατος τοῦ Ἡρώδου ἦταν οἰκτρός. Κατά τήν ἐντολή τώρα τοῦ ἀγγέλου ὁ Ἰωσήφ φεύγει ἀπό τήν Αἴγυπτο πρός τήν «γῆ Ἰσραήλ», δηλαδή τήν Παλαιστίνη. Δέν πηγαίνει ὅμως στήν Ἰουδαία, γιατί ἐκεῖ βασίλευε ὁ σκληρός Ἀρχέλαος, ἀλλά πηγαίνει στήν Γαλιλαία, στήν ὁποία ἡγεμόνας ἦταν ὁ Ἡρώδης Ἀντίπας, λιγώτερο σκληρός ἀπό τόν ἀδελφό του Ἀρχέλαο. 
Ἀπό τά μέρη τῆς Γαλιλαίας ὁ Ἰωσήφ κατοίκησε στή πόλη Ναζαρέτ, καί ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, κατά τήν συνήθειά του, βρίσκει σ᾽ αὐτό ἐκπλήρωση παλαιοῦ προφητικοῦ λόγου ὅτι ὁ Μεσσίας θά κληθεῖ «Ναζωραῖος». Ἀλλά δέν βρίσκουμε πουθενά, σέ κανένα προφήτη, τέτοια προφητεία. Αὐτό συμβαίνει, ὅπως λέγουν οἱ ἑρμηνευτές, γιά τό ὅτι «γιά τήν ἀμέλεια τῶν Ἑβραίων καί γιά τίς συνεχεῖς αἰχμαλωσίες τους πολλά βιβλία χάθηκαν». Τά ἀπωλεσθέντα αὐτά βιβλία θά εἶχαν πιθανόν γραμμένη τήν προφητεία αὐτή. Ἀλλά πιθανόν πάλι, ὅπως μᾶς λέγουν πάλι οἱ ἑρμηνευτές, ἀγράφως θά λεγόταν μεταξύ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ὁ Μεσσίας θά κληθεῖ «Ναζωραῖος». Ἀλλά θά σᾶς πῶ, χριστιανοί μου, καί μία ἄλλη ἑρμηνεία, τήν ὁποία παρακαλῶ νά  προσέξετε. Οἱ προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη καλοῦν τόν Χριστό «βλαστό» ἀπό τήν γενεά τοῦ Δαβίδ (βλ. Ἠσ. 11,1. 53,2. Ζαχ. 3,8. 6,12).  Θυμηθεῖτε τήν Καταβασία πού ψάλλουμε στήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, «Ράβδος ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί (εἶναι ὁ πατέρας τοῦ Δαβίδ) καί ἄνθος ἐξ αὐτῆς Χριστέ ἐξ τῆς Παρθένου ἀνεβλάστησας (βλαστός)». Ὁ βλαστός δέ στήν ἑβραϊκή γλώσσα, στήν ὁποία γράφηκε πρωτοτύπως ἡ Παλαιά Διαθήκη, λέγεται «νέτσερ». Ἡ ὀνομασία αὐτή εἶναι πολύ κοντά στήν ὀνομασία «Ναζωραῖος». Δηλαδή ἐδῶ ἔχουμε ἕνα λογοπαίγνιο τῶν λέξεων «Νέτσερ» καί «Ναζωραῖος».
Ἀδελφοί χριστιανοί, νά ἀγαπᾶμε τόν Ναζωραῖο Ἰησοῦ Χριστό μας καί Αὐτόν νά ἀκολουθοῦμε πάντα καί στήν Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε, καί στήν Αἴγυπτο, ὅπου πῆγε πρόσφυγας καί στήν Ναζαρέτ, ὅπου κατοίκησε, ἀλλά καί στόν Γολγοθᾶ, ὅπου σταυρώθηκε, γιατί καί ἐκεῖ ἡ πινακίδα στήν κεφαλή Του γράφει «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος»!
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 28, 2018

Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό

Aλεξάντερ Σολτζενίτσυν 
Πριν από μισό αιώνα και πλέον, όταν ήμουν ακόμη παιδί, θυμάμαι ότι άκουγα πολλούς ηλικιωμένους να δίνουν την ακόλουθη εξήγηση για τι μεγάλες συμφορές που είχαν βρει τη Ρωσία: οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό, γι’ αυτό έγιναν όλα αυτά.
Από τότε έχω περάσει σχεδόν πενήντα χρόνια δουλεύοντας πάνω στην ιστορία της Επανάστασής μας. Στο διάστημα αυτό έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, έχω μαζέψει εκατοντάδες προσωπικές μαρτυρίες, κι έχω ήδη συνεισφέρει οκτώ δικούς μου τόμους στην προσπάθεια να καθαρίσουν τα συντρίμμια που απόμειναν από την αναστάτωση αυτή. Ωστόσο, αν με ρωτούσαν σήμερα να διατυπώσω όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά την κύρια αιτία της καταστροφικής Επανάστασης που κατάπιε κάπου εξήντα εκατομμύρια δικούς μας ανθρώπους, δεν θα μπορούσα να το κάνω με μεγαλύτερη ακρίβεια από το να επαναλάβω:  οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό, γι΄ αυτό έγιναν όλα αυτά. 
Ακόμη περισσότερο, τα γεγονότα της Ρωσικής Επανάστασης μπορούν μόνο να κατανοηθούν τώρα, στο τέλος του αιώνα, πάνω στο φόντο του τι έχει γίνει από τότε στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό που εμφανίζεται εδώ είναι μια διαδικασία με παγκόσμια σημασία. Κι αν μου ζητούσαν να επισημάνω με συντομία το κύριο χαρακτηριστικό ολόκληρου του εικοστού αιώνα, κι εδώ δεν θα μπορούσα να βρω κάτι πιο ακριβές και κοφτό από το να επαναλάβω: οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό.  
Οι αδυναμίες της ανθρώπινης επίγνωσης, στερημένης από τη θεϊκή της διάσταση, υπήρξαν καθοριστικός παράγων σε όλα τα μεγάλα εγκλήματα αυτού του αιώνα. Το πρώτο από αυτά ήταν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, και η σημερινή μας δύσκολη κατάσταση σε μεγάλο βαθμό ανάγεται σ’ εκείνον. Ήταν ένας πόλεμος (η ανάμνηση του οποίου φαίνεται να ξεθωριάζει) που έγινε όταν η Ευρώπη, που έσφυζε από υγεία και αφθονία, ξέσπασε σε ένα αμόκ αυτοκαταστροφής που εξάντλησε τη δύναμή της για έναν αιώνα ή και περισσότερο, ίσως και για πάντα. Η μόνη δυνατή εξήγηση για τον πόλεμο αυτό είναι μια ‘νοητική έκλειψη’ των ηγετών της Ευρώπης που οφείλεται στο ότι έχασαν την επίγνωση μιας Υπέρτατης Δύναμης πάνω από αυτούς. Μόνο μια άθεη πικρία θα μπορούσε να οδηγήσει φαινομενικά Χριστιανικά κράτη να χρησιμοποιήσουν δηλητηριώδη αέρια, ένα όπλο τόσο ολοφάνερα απάνθρωπο.
Το ίδιο ελάττωμα, το σφάλμα μιας συνείδησης που στερείται όλη τη θεϊκή διάσταση, εκδηλώθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν η Δύση υπέκυψε στον σατανικό πειρασμό της ‘πυρηνικής ομπρέλας’. Ήταν σαν να έλεγε: Ας πετάξουμε τις έγνοιες, ας ελευθερώσουμε τη νέα γενιά από καθήκοντα και υποχρεώσεις, ας μην κάνουμε καμιά προσπάθεια να υπερασπισθούμε τους εαυτούς μας (για να μη μιλήσουμε για την υπεράσπιση των άλλων), ας κλείσουμε τ' αυτιά μας στα βογγητά που έρχονται από την Ανατολή, κι αντί γι’ αυτά ας ζήσουμε με το κυνήγι της ευτυχίας. Αν μας απειλήσει κίνδυνος, θα μας προστατεύσει η πυρηνική βόμβα. Αν όχι, δεν μας νοιάζει αν καεί ο κόσμος στην Κόλαση. Η αξιολύπητη κατάσταση ανημπορίας στην οποία έχει βυθισθεί η σύγχρονη Δύση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μοιραίο αυτό λάθος: την πίστη ότι η υπεράσπιση της ειρήνης δεν εξαρτάται από γενναίες καρδιές και σταθερούς άνδρες, αλλά μονάχα από την πυρηνική βόμβα...
Ο σημερινός κόσμος έχει φτάσει σε ένα στάδιο που αν το περιγράφαμε σε προηγούμενους αιώνες θα προκαλούσε την κραυγή: «Μα, αυτό είναι η Αποκάλυψη!».    
Και όμως, έχουμε συνηθίσει στο είδος αυτό του κόσμου, θα έλεγα νιώθουμε άνετα σ’ αυτό.    
Ο Ντοστογιέφσκυ προειδοποίησε ότι «μεγάλα γεγονότα μπορεί να πέσουν πάνω μας και να μας βρουν διανοητικά απροετοίμαστους». Ακριβώς αυτό συνέβη. Και προέβλεψε ότι «ο κόσμος θα σωθεί μόνο αφού πρώτα κυριευθεί από τον δαίμονα του κακού». Θα περιμένουμε να δούμε αν πράγματι θα σωθεί: αυτό θα εξαρτηθεί από τη συνείδησή μας, την πνευματική μας διαύγεια, τις ατομικές και συλλογικές μας προσπάθειες μέσα σε καταστροφικές περιστάσεις. Όμως αυτό που ήδη συμβαίνει είναι ότι ο δαίμονας του κακού, σαν ανεμοστρόβιλος, θριαμβευτικά στριφογυρίζει γύρω από τις πέντε ηπείρους της γης…       
Στο παρελθόν της η Ρωσία γνώρισε μιας εποχή που το κοινωνικό ιδεώδες δεν ήταν η φήμη, τα πλούτη ή η υλική επιτυχία, αλλά ο ευσεβής τρόπος ζωής. Η Ρωσία τότε ήταν ποτισμένη με μια Χριστιανική Ορθοδοξία που παρέμενε πιστή στην Εκκλησία των πρώτων αιώνων. Η Ορθοδοξία εκείνης της εποχής ήξερε πώς να ασφαλίσει τους ανθρώπους της κάτω από τον ζυγό μιας ξένης κατοχής που κράτησε πάνω από δύο αιώνες, ενώ ταυτόχρονα απέκρουε τα άνομα χτυπήματα από τα ξίφη των Δυτικών σταυροφόρων.  Σ’ εκείνους τους αιώνες η Ορθόδοξη πίστη στη χώρα μας έγινε μέρος της νοοτροπίας και της προσωπικότητας του λαού μας, των μορφών της καθημερινής ζωής, του ημερολογίου της εργασίας, των προτεραιοτήτων σε κάθε επιχείρηση, της οργάνωσης της εβδομάδας και του έτους. Η πίστη ήταν η δύναμη που διαμόρφωνε και ένωνε το έθνος.  
Όμως τον 17ο αιώνα η Ρωσική Ορθοδοξία εξασθένησε σοβαρά από ένα εσωτερικό σχίσμα. Τον 18ο, η χώρα κλονίσθηκε από τις βίαιες μεταρρυθμίσεις του Μεγάλου Πέτρου, που ευνοούσαν την οικονομία, το κράτος και τον στρατό εις βάρος του θρησκευτικού πνεύματος και της εθνικής ζωής. Και μαζί με τον ανισόρροπο διαφωτισμό του Πέτρου, η Ρωσία γεύθηκε για πρώτη φορά την εκκοσμίκευση: τα ύπουλα δηλητήριά της διαπότισαν τις μορφωμένες κοινωνικές τάξεις στην πορεία του 19ου αιώνα και άνοιξαν το δρόμο στον Μαρξισμό. Μέχρι την εποχή της Επανάστασης, η πίστη είχε ουσιαστικά εξαφανισθεί στους Ρωσικούς μορφωμένους κύκλους, κι ανάμεσα στους αμόρφωτους η υγεία της απειλούνταν.   
Και πάλι ο Ντοστογιέφσκυ ήταν εκείνος που έβγαλε από τη Γαλλική Επανάσταση και το φανερό μίσος της για την Εκκλησία το μάθημα ότι «η επανάσταση υποχρεωτικά πρέπει να αρχίσει με τον αθεϊσμό». Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Όμως ο κόσμος δεν είχε γνωρίσει ποτέ έναν αθεϊσμό τόσο οργανωμένο, στρατιωτικοποιημένο και πεισματικά κακόβουλο όπως εκείνον που άσκησε ο Μαρξισμός. Μέσα στο φιλοσοφικό σύστημα του Μαρξ και του Λένιν, και στη καρδιά της ψυχολογίας τους, το μίσος προς τον Θεό είναι η κύρια οδηγός δύναμη, πιο θεμελιώδης απ’ όλες τις πολιτικές και οικονομικές διακηρύξεις τους. Ο μαχητικός αθεϊσμός δεν είναι απλώς συμπτωματικός ή περιθωριακός στην Κομμουνιστική πολιτική: δεν είναι μια παράπλευρη ενέργεια, αλλά ο κεντρικός άξονας.     

Η δεκαετία του 1920 στην ΕΣΣΔ γνώρισε μια αδιάκοπη παρέλαση θυμάτων και μαρτύρων μέσα από τον Ορθόδοξο κλήρο. Δυο μητροπολίτες τουφεκίσθηκαν, ο ένας από τους οποίους, ο Βενιαμίν του Πέτρογκραντ, είχε εκλεγεί με τη λαϊκή ψήφο της επισκοπής του. Ο ίδιος ο Πατριάρχης Τύχων πέρασε από τα χέρια της Τσεκά-GPU [Σ.τ.Μ. Η τότε μυστική αστυνομία, πρόδρομος της Κα-Γκε-Μπε] κι έπειτα πέθανε υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Δεκάδες αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι χάθηκαν. Δεκάδες χιλιάδες ιερείς, μοναχοί και μοναχές πιέσθηκαν από τους Τσεκιστές να αποκηρύξουν τον Λόγο του Θεού, βασανίσθηκαν, εκτελέσθηκαν σε υπόγεια, στάλθηκαν σε στρατόπεδα, εξορίσθηκαν στην ερημική τούνδρα του μακρινού Βορρά, ή πετάχτηκαν στους δρόμους στα γηρατειά τους χωρίς τροφή ή στέγη. Όλοι αυτοί οι Χριστιανοί μάρτυρες βάδισαν ακλόνητοι προς τον θάνατο για την πίστη τους. Οι περιπτώσεις αποστασίας ήταν λίγες και αραιές. Για δεκάδες εκατομμύρια λαϊκούς η πρόσβαση στην Εκκλησία ήταν αποκλεισμένη, και τους απαγορεύθηκε να ανατρέφουν τα παιδιά τους με την Πίστη. Θρησκευόμενοι γονείς αποσπάστηκαν από τα παιδιά τους και ρίχθηκαν στη φυλακή, ενώ τα παιδιά μεταστράφηκαν από την πίστη με απειλές και ψέματα…   
Για ένα βραχύ διάστημα, όταν χρειαζόταν να συγκεντρώσει δυνάμεις για τον αγώνα κατά του Χίτλερ, ο Στάλιν κυνικά υιοθέτησε μια φιλική στάση απέναντι στην Εκκλησία. Αυτό το απατηλό παιχνίδι, που συνεχίσθηκε αργότερα από τον Μπρέζνιεφ με τη βοήθεια δημοσιεύσεων και άλλων έργων βιτρίνας, δυστυχώς η Δύση το εξέλαβε μάλλον ως αλήθεια. Ωστόσο, οι πεισματικές ρίζες που έχει το μίσος της θρησκείας στον Κομμουνισμό μπορούν να κριθούν από το παράδειγμα του πιο φιλελεύθερου ηγέτη Χρουστσώφ: αν και έκανε πολλά σημαντικά βήματα για την επέκταση της ελευθερίας, ο Χρουστσώφ ταυτόχρονα αναζωπύρωσε την ξέφρενη Λενινιστική μανία για καταστροφή της θρησκείας.
Υπάρχει όμως κάτι που δεν το περίμεναν: σε μια χώρα όπου οι εκκλησίες ισοπεδώθηκαν, όπου ένας θριαμβευτικός αθεϊσμός μαίνεται ανεξέλεγκτος για δύο τρίτα του αιώνα, όπου ο κλήρος ταπεινώνεται μέχρις εσχάτων και στερείται κάθε ανεξαρτησίας, όπου ό,τι απομένει από την Εκκλησία ως θεσμό γίνεται ανεκτό μόνο χάριν της προπαγάνδας που στρέφεται προς τη Δύση, όπου ακόμη και σήμερα άνθρωποι στέλνονται σε στρατόπεδα εργασίας για την πίστη τους, και όπου, μέσα στα ίδια τα στρατόπεδα, εκείνοι που μαζεύονται να προσευχηθούν το Πάσχα κλείνονται σε κελιά τιμωρίας, δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι κάτω από αυτόν τον Κομμουνιστικό οδοστρωτήρα η Χριστιανική παράδοση θα επιβίωνε στη Ρωσία. Είναι αλήθεια ότι εκατομμύρια συμπατριώτες μας έχουν διαφθαρεί και πνευματικά εξουθενωθεί από έναν επίσημα επιβεβλημένο αθεϊσμό, ωστόσο όμως απομένουν πολλά εκατομμύρια πιστών: μόνο οι εξωτερικές πιέσεις τους εμποδίζουν να μιλούν, αλλά, όπως συμβαίνει πάντα σε καιρούς διωγμών και βασάνων, η επίγνωση του Θεού στη χώρα μου έχει φθάσει σε μεγάλη οξύτητα και βάθος.     
Εδώ είναι που βλέπουμε την αυγή της ελπίδας: όσα άρματα και πυραύλους κι αν έχει στο φοβερό οπλοστάσιό του ο Κομμουνισμός, όσες επιτυχίες κι αν σημειώσει στην κατάκτηση του πλανήτη, είναι καταδικασμένος να μη νικήσει ποτέ τον Χριστιανισμό.      
Η Δύση δεν έχει ακόμη δοκιμάσει μια Κομμουνιστική εισβολή: η θρησκεία εδώ παραμένει ελεύθερη. Όμως η ιστορική εξέλιξη της ίδιας της Δύσης είναι τέτοια που και αυτή σήμερα δοκιμάσει μια αποξήρανση της θρησκευτικής συνείδησης. Κι αυτή έχει γνωρίσει βασανιστικά σχίσματα, αιματηρούς θρησκευτικούς πολέμους, και πικρία, για να μη μιλήσουμε για το κύμα της εκκοσμίκευσης που, από τα τέλη του Μεσαίωνα και μετά, έχει προοδευτικά κατακλύσει τη Δύση. Αυτή η βαθμιαία εξάντληση της δύναμης εκ των έσω είναι μια απειλή κατά της πίστης που ίσως είναι ακόμη πιο επικίνδυνη από οποιαδήποτε προσπάθεια βίαιης επίθεσης κατά της θρησκείας εκ των έξω.
Αδιόρατα, μέσα από δεκαετίες βαθμιαίας διάβρωσης, το νόημα της ζωής στη Δύση έχει πάψει να θεωρείται ως κάτι πιο υψηλό από το «κυνήγι της ευτυχίας», ένα στόχο που εγγυώνται επίσημα ακόμη και τα συντάγματα. Οι έννοιες του καλού και του κακού έχουν χλευασθεί εδώ και πολλούς αιώνες: διώχθηκαν από την κοινή χρήση και αντικαταστάθηκαν από πολιτικές ή ταξικές θεωρήσεις βραχύβιας αξίας. Ντρεπόμαστε να πούμε ότι το κακό κατοικεί πρώτα στην μεμονωμένη ανθρώπινη καρδιά πριν περάσει σε ένα πολιτικό σύστημα. Ωστόσο, δεν θεωρούμε ντροπή να κάνουμε καθημερινά υποχωρήσεις σ’ ένα θεμελιώδες κακό. Κρίνοντας από τη συνεχή κατολίσθηση των υποχωρήσεων που γίνονται μπροστά στα μάτια της ίδιας της γενιάς μας, η Δύση αναπόφευκτα γλιστράει προς την άβυσσο. Οι Δυτικές κοινωνίες χάνουν όλο και περισσότερη από τη θρησκευτική τους ουσία καθώς απερίσκεπτα παραδίδουν τη νεότερη γενιά τους στον αθεϊσμό. Όταν ένα βλάσφημο φιλμ για τον Ιησού προβάλλεται παντού στις Ηνωμένες Πολιτείες, που φημίζεται ως μια από τις πιο θρήσκες χώρες του κόσμου, ή όταν μια μεγάλη εφημερίδα δημοσιεύει μια αδιάντροπη γελοιογραφία της Παναγίας, τι άλλες ενδείξεις αθεΐας χρειάζεται κανείς; Όταν τα εξωτερικά δικαιώματα είναι τελείως απεριόριστα, γιατί κάποιος να κάνει μια εσωτερική προσπάθεια να συγκρατηθεί από ανήθικες πράξεις;
Ή πάλι, γιατί να αποφύγει το καυτό μίσος, σε οποιαδήποτε βάση—φυλετική, ταξική ή ιδεολογική; Ένα τέτοιο μίσος κατατρώγει πολλές καρδιές σήμερα. Άθεοι δάσκαλοι στη Δύση ανατρέφουν μια νεότερη γενιά μ’ ένα πνεύμα μίσους για την ίδια την κοινωνία τους. Μέσα σ’ όλες τις υβριστικές επικρίσεις ξεχνούμε ότι τα ελαττώματα του καπιταλισμού αντιπροσωπεύουν τα βασικά σφάλματα της ανθρώπινης φύσης, που απολαμβάνει απεριόριστη ελευθερία μαζί με τα διάφορα ανθρώπινα δικαιώματα. Ξεχνούμε ότι στον Κομμουνισμό (και ο Κομμουνισμός ακολουθεί κατά πόδα όλες τις μετριοπαθείς μορφές σοσιαλισμού, που είναι ασταθείς) τα ίδια αυτά σφάλματα οργιάζουν σε κάθε πρόσωπο που έχει την ελάχιστη εξουσία, ενώ όλοι οι άλλοι μέσα στο σύστημα αυτό επιτυγχάνουν πράγματι «ισότητα»--την ισότητα των στερημένων σκλάβων. Αυτό το πρόθυμο συνδαύλισμα των φλογών του μίσους γίνεται σήμα κατατεθέν του σημερινού ελεύθερου κόσμου. Μάλιστα, κατά παράδοξο τρόπο, όσο ευρύτερες είναι οι προσωπικές ελευθερίες, όσο υψηλότερο το επίπεδο ευημερίας ή ακόμη και αφθονίας, τόσο πιο βίαιο γίνεται αυτό το τυφλό μίσος. Έτσι, η σύγχρονη ανεπτυγμένη Δύση δείχνει με το παράδειγμά της ότι η σωτηρία του ανθρώπου δεν μπορεί να βρεθεί ούτε στην πληθώρα υλικών αγαθών ούτε στην απλή απόκτηση χρήματος.     
Αυτό το σκόπιμα καλλιεργημένο μίσος στη συνέχεια απλώνεται σε όλα τα ζωντανά, στην ίδια τη ζωή, στον κόσμο με τα χρώματα, τους ήχους, τα σχήματά του, στο ανθρώπινο σώμα. Η κατάπικρη τέχνη του εικοστού αιώνα χάνεται ως αποτέλεσμα αυτού του άσχημου μίσους, διότι η τέχνη είναι άκαρπη χωρίς αγάπη. Στην Ανατολή η τέχνη έχει καταρρεύσει διότι κατεδαφίστηκε και ποδοπατήθηκε, αλλά στη Δύση η πτώση είναι εκούσια, μια ολίσθηση σε μια προσποιητή, επιτηδευμένη αναζήτηση όπου ο καλλιτέχνης, αντί να προσπαθεί να αποκαλύψει το θεϊκό σχέδιο, προσπαθεί να βάλει τον εαυτό του στη θέση του Θεού.     
Εδώ και πάλι γινόμαστε μάρτυρες της μοναδικής έκβασης μιας παγκόσμιας διεργασίας, όπου Ανατολή και Δύση αποφέρουν τα ίδια αποτελέσματα, και πάλι για τον ίδιο λόγο: Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει τον Θεό.      
Με τέτοια παγκόσμια γεγονότα να υψώνονται από πάνω μας σαν βουνά, ή μάλλον σαν ολόκληρες οροσειρές, μπορεί να φαίνεται παράδοξο και αταίριαστο να θυμίσουμε ότι το πρωταρχικό κλειδί για την ύπαρξη ή την ανυπαρξία μας κατοικεί σε κάθε μεμονωμένη ανθρώπινη καρδιά, στην συγκεκριμένη προτίμηση της καρδιάς για το καλό ή το κακό. Ωστόσο αυτό ισχύει ακόμη και σήμερα, και μάλιστα είναι το πιο αξιόπιστο κλειδί που έχουμε. Οι κοινωνικές θεωρίες που υποσχέθηκαν τόσα πολλά έχουν αποδείξει τη χρεωκοπία τους, αφήνοντάς μας σε αδιέξοδο. Θα περίμενε λογικά κανείς ότι οι ελεύθεροι άνθρωποι της Δύσης θα αντιλαμβάνονταν ότι βασανίζονται από πολυάριθμες ελεύθερα καλλιεργημένες πλάνες, και δεν θα επέτρεπαν να τους φορτώνουν με ψέματα τόσο εύκολα. Όλες οι προσπάθειες να βρούμε διέξοδο από τα βάσανα του σημερινού κόσμου θα είναι άκαρπες αν δεν ξαναστρέψουμε την επίγνωσή μας, εν μετανοία, προς τον Δημιουργό των πάντων: χωρίς αυτό καμιά έξοδος δεν θα φωτισθεί, και μάταια θα την αναζητούμε. Τα αποθέματα που έχουμε βάλει στην άκρη για τους εαυτούς μας είναι πολύ φτωχά για το έργο αυτό. Πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουμε τη φρίκη που διαπράττεται όχι από κάποια εξωτερική δύναμη, όχι από ταξικούς ή εθνικούς εχθρούς, αλλά μέσα στον καθένα μας ατομικά, και μέσα σε κάθε κοινωνία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για μια ελεύθερη και πολύ ανεπτυγμένη κοινωνία, διότι ειδικά εδώ σίγουρα όλα τα προκαλέσαμε μόνοι μας, με την ελεύθερη βούλησή μας. Εμείς οι ίδιοι, με τον καθημερινό απερίσκεπτο εγωισμό μας, σφίγγουμε τη θηλειά…  
Η ζωή μας συνίσταται όχι στην επιδίωξη υλικής επιτυχίας αλλά στην αναζήτηση μιας άξιας πνευματικής αύξησης. Ολόκληρη η γήινη ύπαρξή μας δεν είναι παρά ένα μεταβατικό στάδιο στην κίνηση προς κάτι υψηλότερο, και δεν πρέπει να σκοντάφτουμε ή να πέφτουμε, ούτε να καθυστερούμε άκαρπα σ’ ένα σκαλί της κλίμακας. Οι υλικοί νόμοι από μόνοι τους δεν εξηγούν τη ζωή μας ούτε της δίνουν κατεύθυνση. Οι νόμοι της φυσικής και της φυσιολογίας ποτέ δεν θα αποκαλύψουν τον αναμφισβήτητο τρόπο με τον οποίο ο Δημιουργός συνεχώς, νύχτα και μέρα, συμμετέχει στη ζωή του καθενός μας, δίνοντάς μας αδιάκοπά την ενέργεια της ύπαρξης: όταν αυτή η βοήθεια μας αφήσει, πεθαίνουμε. Και στη ζωή ολόκληρου του πλανήτη μας, το Θεϊκό Πνεύμα σίγουρα κινείται με όχι λιγότερη δύναμη: αυτό πρέπει να συλλάβουμε στη σκοτεινή και τρομερή ώρα μας.    
Στις μάταιες ελπίδες των τελευταίων δυο αιώνων, που μας εξαθλίωσαν και μας έφεραν στο χείλος του πυρηνικού και μη πυρηνικού θανάτου, μπορούμε να αντιπροτείνουμε μόνο μια αποφασιστική αναζήτηση για το ζεστό χέρι του Θεού, που με τόση απερισκεψία και αυτοπεποίθηση απορρίψαμε. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να ανοίξουν τα μάτια μας στα σφάλματα του άτυχου εικοστού αιώνα και τα χέρια μας θα στραφούν στο να τα διορθώσουν. Στην κατολίσθηση αυτή δεν υπάρχει τίποτε άλλο για να πιαστούμε: το συνδυασμένο όραμα όλων των διανοητών του Διαφωτισμού είναι το μηδέν.  
Οι πέντε ήπειροί μας είναι μπλεγμένες σε ανεμοστρόβιλο. Όμως ακριβώς μέσα σε τέτοιες δοκιμασίες εκδηλώνονται τα υψηλότερα χαρίσματα του ανθρωπίνου πνεύματος. Αν χαθούμε και χάσουμε αυτόν τον κόσμο, το σφάλμα θα είναι μόνο δικό μας.     
 
Η μετάφραση έγινε από τoν φίλο της ιστοσελίδας κ. Αντώνη Παπαγιάννη.  Το Αγγλικό κείμενο είναι εδώ
 
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα ("Προσωπογραφία", 1948) είναι έργο του Nίκου Νικολάου.
 
πηγή κειμένου: Aντίφωνο

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν (30.12.2018)

Καταφυγή

Πριν μερικά χρόνια μου δόθηκε η ευκαιρία να μεταφράσω ένα κείμενο του Αλέξανδρου Σολζενίτσυν με τίτλο 'Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό' (γραμμένο αρχικά το 1983), που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα ‘Αντίφωνο’. Το ξαναδιάβασα αυτές τις μέρες, και το συνιστώ  διότι το περιεχόμενό του είναι πάντα επίκαιρο. Αρχίζει ως εξής:
     «Πριν από μισό αιώνα και πλέον, όταν ήμουν ακόμη παιδί, θυμάμαι ότι άκουγα πολλούς ηλικιωμένους να δίνουν την ακόλουθη εξήγηση για τις μεγάλες συμφορές που είχαν βρει τη Ρωσία: οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό, γι’ αυτό έγιναν όλα αυτά.
     Από τότε έχω περάσει σχεδόν πενήντα χρόνια δουλεύοντας πάνω στην ιστορία της Επανάστασής μας. Στο διάστημα αυτό έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, έχω μαζέψει εκατοντάδες προσωπικές μαρτυρίες, κι έχω ήδη συνεισφέρει οκτώ δικούς μου τόμους στην προσπάθεια να καθαρίσουν τα συντρίμμια που απόμειναν από την αναστάτωση αυτή. Ωστόσο, αν με ρωτούσαν σήμερα να διατυπώσω όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά την κύρια αιτία της καταστροφικής Επανάστασης που κατάπιε κάπου εξήντα εκατομμύρια δικούς μας ανθρώπους, δεν θα μπορούσα να το κάνω με μεγαλύτερη ακρίβεια από το να επαναλάβω:  οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό, γι΄ αυτό έγιναν όλα αυτά».
     Ο μεγάλος Ρώσος διανοητής αναπτύσσει την πορεία της επίσημης αθεΐας στη Σοβιετική Ένωση, αλλά και την τραγική πνευματική έκπτωση της Δύσης. Γράφει χαρακτηριστικά: «Η Δύση δεν έχει ακόμη δοκιμάσει μια Κομμουνιστική εισβολή: η θρησκεία εδώ παραμένει ελεύθερη. Όμως η ιστορική εξέλιξη της ίδιας της Δύσης είναι τέτοια που και αυτή σήμερα δοκιμάσει μια αποξήρανση της θρησκευτικής συνείδησης. Κι αυτή έχει γνωρίσει βασανιστικά σχίσματα, αιματηρούς θρησκευτικούς πολέμους, και πικρία, για να μη μιλήσουμε για το κύμα της εκκοσμίκευσης που, από τα τέλη του Μεσαίωνα και μετά, έχει προοδευτικά κατακλύσει τη Δύση. Αυτή η βαθμιαία εξάντληση της δύναμης εκ των έσω είναι μια απειλή κατά της πίστης που ίσως είναι ακόμη πιο επικίνδυνη από οποιαδήποτε προσπάθεια βίαιης επίθεσης κατά της θρησκείας εκ των έξω».
     Έχοντας απογοητευθεί από την εξέλιξη των πραγμάτων και στους δυο κόσμους, καταλήγει: «Στις μάταιες ελπίδες των τελευταίων δυο αιώνων, που μας εξαθλίωσαν και μας έφεραν στο χείλος του πυρηνικού και μη πυρηνικού θανάτου, μπορούμε να αντιπροτείνουμε μόνο μια αποφασιστική αναζήτηση για το ζεστό χέρι του Θεού, που με τόση απερισκεψία και αυτοπεποίθηση απορρίψαμε. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να ανοίξουν τα μάτια μας στα σφάλματα του άτυχου εικοστού αιώνα και τα χέρια μας θα στραφούν στο να τα διορθώσουν. Στην κατολίσθηση αυτή δεν υπάρχει τίποτε άλλο για να πιαστούμε: το συνδυασμένο όραμα όλων των διανοητών του Διαφωτισμού είναι το μηδέν».
     Να γιατί έχει νόημα να γιορτάζουμε Χριστούγεννα και να ξέρουμε τι ακριβώς σημαίνουν αυτά. Είναι η τελευταία και μοναδική καταφυγή όλων των απογοητευμένων από τα ιδεολογήματα του κόσμου μας.

πηγή

Οι άγιοι δισμύριοι μάρτυρες οι εν Νικομηδεία

Σήμερα τιμάται η μνήμη των αγίων Δισμυρίων, δηλαδή των είκοσι χιλιάδων μαρτύρων που κάηκαν στη Νικομήδεια!
 Ο  βασιλιάς Μαξιμιανός δεν θέλησε  μόνο να προσφέρει  θυσία στα είδωλα για  την νίκη του στον πόλεμο κατά των Αιθιόπων το 304, αλλά έστειλε επίσης επιστολές σε όλους  προτρέποντας τους να έρθουν στη Νικομήδεια για να προσκυνήσουν.
28 ΔΙΣΜΥΡΙΟΙ 2
Πηγή:voutsinasilias.blogspot.gr/
          Τότε ο άγιος Άνθιμος, επίσκοπος της Νικομήδειας συγκέντρωσε όλο το  χριστιανικό λαό στην εκκλησία ώστε να συνεορτάσουν τη γιορτή της Γέννησης του Χριστού και να τους διδάξει την αληθινή πίστη.
Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο Μαξιμιανός πρόσταξε να συγκεντρώσουν φρύγανα και ξύλα γύρω από την εκκλησία και να τα ανάψουν για να  καούν οι παρευρισκόμενοι πιστοί, πράγμα το οποίο    κατάλαβε ο  προαναφερθείς άγιος επίσκοπος γι’ αυτό  και φρόντισε μια ώρα νωρίτερα να βαπτίσει τους κατηχουμένους και αφού τέλεσε τη λειτουργία, να κοινωνήσουν όλοι των αχράντων μυστηρίων. Και έτσι άναψαν τα φρύγανα και έκαψαν τους είκοσι χιλιάδες  πιστούς που βρισκόταν μέσα στο ναό.
Τον Άγιο Άνθιμο διατήρησε αβλαβή η θεία χάρις, ώστε όχι μόνο  να ωφελήσει και άλλους με τη διδασκαλία του και βαπτίζοντας τους να τους  οδηγήσει  στη σωτηρία, αλλά και αυτός ο ίδιος, να μεταβεί στον Κύριο μετά από περισσότερες  δοκιμασίες, με μεγαλύτερη παρρησία απολαμβάνοντας περισσή δόξα στη βασιλεία Του. Έτσι λοιπόν εκείνος μαρτύρησε και τιμάται στις 3 Σεπτεμβρίου.
(Σ. Πεμπτουσία): Τμήμα των ιερών λειψάνων των Δισμυρίων Αγίων φυλάσσεται και εκτίθεται εις προσκύνηση στην Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρα του Αγίου Όρους.
 Απόδοση: Μαρία Βλάχου

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 27, 2018

Υπάρχουν άραγε τα ιερά λείψανα των αγίων Νηπίων;

Φωτογραφία του Panteleimon Krouskos.
Στον Ναό , πίσω από την Βασιλική της Γέννησης στην αγία Βηθλεέμ. Κατεβαίνοντας στο παρεκκλήσιο αυτό, σε συνεπαίρνει μια ευωδία από τα ιερά λείψανα των αγίων Νηπίων, πού φυλάσσονται εκεί.Πλάι στο λίκνο του Χριστού έβαλαν το επιτάφιο των νηπίων, να θυμίζει την κακία του κόσμου που θέλησε να σβήσει το φως και δεν μπόρεσε. 

Έπειτα η επαφή σου με την τεράστια εικόνα της βρεφοκτονίας και τα άγια λειψανάκια των παιδιών αυτών, σου φέρνει δάκρυα στα μάτια. Πανταχού της οικουμένης και όλους τους καιρούς σκοτώνουν τους μικρούς και τους αδύναμους. Θυμάσαι την θηριώδη παράνοια του Ηρώδη.

 Όλη η εκδίκηση της εξουσίας ξέσπασε πάνω στα τρυφερά αυτά κοκαλάκια.

Είναι σαν να βλέπεις όλο το άδικο του κόσμου να στέκεται βουβό και παραπονεμένο μπροστά σου. Τί να πείς; Ο Ηρώδης πέθανε σκουληκιασμένος ενώ ήταν ακόμα ζωντανός, πριν κατέβει στον τάφο και εξαφανιστεί κι αυτός όπως τόσοι άλλοι και τα μωρά αυτά έρχονται από τα πέρατα του κόσμου και τα προσκυνάνε οι λαοί. Δεν ξέρω αν αυτό είναι παρηγοριά πνευματική αλλά δεν μπορεί κανείς να σταματήσει να βλέπει με αποτροπιασμό και αγανάκτηση τους ψυχανώμαλους της εξουσίας, που γαντζώνονται σε έναν θρόνο και παριστάνουν τον θεούλη, μοιράζοντας ζωή και θάνατο, πριν πεθάνουν και αυτοί μέσα στις κατάρες των πολλών.

Για να θυμηθώ τον ποιητή πόσοι γονείς μοιράζουν στα πεινασμένα παιδιά τους, αντί ψωμί φιλιά και δάκρυα για να τα παρηγορήσουν , ενώ αυτοί οι αντίχριστοι πίνουν από χρυσά ποτήρια το κρασί της ανομίας τους! Είναι ανόητη περηφάνια να καταλογίζει κάποιος στον θεό όλα τα δεινά του κόσμου τα δικά μας αμαρτήματα δηλαδή. Πιο αβάσταχτη βλασφημία όμως θεωρώ να σιωπάς και να μην σκιρτά έστω η καρδιά σου για όλον αυτό τον πόνο. Ημέρα Κυρίου έρχεται. Και θα εξαλείψει παν δάκρυον από το πρόσωπο των ταπεινών. Ας μην μας βρει κοιμισμένους σαν τα κτήνη.

Μεσολόγγι: Το θαύμα που κατέγραψε ένας πρωθυπουργός σαν σήμερα 27 Δεκεμβρίου…


Ήταν παραμονή του Αγίου Στεφάνου και στον πολιούχο της πόλεως του Μεσολογγίου, του Αγίου Σπυρίδωνα, μια οικογένεια παρακαλεί τον ιερέα να ξενυχτήσει το παράλυτο παιδί τους μέσα στην εκκλησία.

Γράφει ο Σπύρος Συμεών

     Με ικεσίες, παρακλήσεις και πολύ πίστη για ένα θαύμα.
    Η αγάπη ενός γονιού για το παιδί του, εκεί που δεν το χωράει ο νούς του να βλέπει το παιδί του, το ίδιο του το σπλάχνο να μην μπορεί να περπατήσεικαι ειδικά εκείνες τις παλεές εποχές αυτό γινόταν πιο δύσκολο μιας και δεν μπορούσε να έχει ειδικές φροντίδες αυτό το παιδί από κανέναν πέραν αυτής, των γονιών του.
        -Και τι θα απογίνονταν αν οι γονείς έφευγαν από την ζωή; -Ποιος θα διακονούσε με τόση αγάπη και υπομονή το παράλυτο παιδάκι τους; -Ποιος;

      Ο Ιερέας δέχεται και τους επιτρέπει να «ξενυχτήσουν» το παιδί μέσα στον ναό. Τους αποχαιρετά ευχόμενος να πιάσουν οι παρακλήσεις τους.
         Όλη την νύχτα ξάγρυπνοι οι γονείς, γονατιστοί, με ικεσίες προς τον Πανάγαθο Θεό μπροστά στην εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνος, του προστάτου της πόλεως τους, αυτουνού που άκουγε κάθε μέρα τα παρακάλια τους.......



      Του ζήταγαν για ακόμη μια φορά να μεσιτεύσει στον Θεό να κάνει καλά το παιδί τους.

      Και ω του θαύματος!!!!! εκεί κάπου στα ξημερώματα το παιδί ξαπλωμένο και ανήμπορο όπως ήταν να σταθεί στα πόδια του, μπροστά στην εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα, βλέπει τον Άγιο Σπυρίδωνα να βγαίνει από την εικόνα του να του απλώνει το χέρι δίνοντάς του κάτι, σαν ένα μικρό κομμάτι αντίδωρου έμοιαζε, και να του λέει σήκω.
«Σήκω και περπάτα, μπορείς, είσαι καλά τώρα»

            Το παιδί σηκώνεται και ξαφνικά το βλέπουν οι γονείς του να περπατά,άρχισαν τα κλάματα. Αυτήν την φορά δάκρυα χαράς κύλισαν στα ξάγρυπνα πρόσωπά τους.
        Δεν πίστευαν στα μάτια τους και όταν ρώτησαν το παιδί τους τι έγινε αυτό τους είπε τι είχε δεί.
        Γονατιστοί ευχαριστούσαν τον Θεό μα και τον Άγιο που πραγματοποίησε την μεγαλύτερη ευχή τους, να γιάνει το παιδί που τόσο αγαπούσαν.

          Το θαύμα αυτό έγινε ξημερώνοντας του Αγίου Στεφάνου, δυστυχώς ο χρόνος μα και τα λοιπά στοιχεία δεν διεσώθησαν.
        Διασώθηκε όμως η καταγραφή αυτού του θαύματος από τον ένανπρωθυπουργό της Ελλάδας. Τον Σπυρίδωνα Τρικούπη.
          Όχι μόνο κατέγραψε το θαύμα αλλά συνέταξε και ειδική ακολουθία για το γεγονός αυτό προς τιμήν του Αγίου Σπυρίδωνος και του Αγίου Στεφάνου ανήμερα της μνήμης του οποίο έγινε το θαύμα.
          Από τότε και κάθε χρόνο ψάλετε ανήμερα του Αγίου Στεφάνου αυτή ηακολουθία που συνέταξε ένας πρωθυπουργός και εκείνη την ημέρα σαν σήμερα δηλαδή στο Μεσολόγγι έχουν την λεγόμενη Μονοεκκλησία.

         Τελείτε δηλαδή (εκτός αν πέσει ημέρα Κυριακή) Θεία Λειτουργία μόνο στον μητροπολιτικό ναό της πόλης, αυτόν του Αγίου Σπυρίδωνοςπαρευρισκόμενων όλων των ιερέων της πόλεως και σύσσωμου του πληρώματος της εκκλησίας.
        Ενώ περίλαμπρο προσκυνητάρι με την εικόνα του μαρτυρίου του πρωτομάρτυρα και Αρχιδιακόνου Στεφάνου κοσμεί τον ναό.
Θαυμαστά τα έργα σου Κύριε εν τοις Αγίοις σου!!!

romfea.gr

Οι άγιοι δισμύριοι μάρτυρες οι εν Νικομηδεία καέντες (28 Δεκεμβρίου)

Οι άγιοι δισμύριοι μάρτυρες οι εν Νικομηδεία καέντες
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Όταν ο βασιλιάς Μαξιμιανός επέστρεψε νικητής από τον πόλεμο κατά των Αιθιόπων, θέλησε για επινίκια να θυσιάσει στα είδωλα. Στάλθηκαν λοιπόν γράμματα παντού που προέτρεπαν να έλθουν όλοι στη Νικομήδεια, προκειμένου να προσκυνήσουν τους θεούς τους δικούς του. Ο άγιος Άνθιμος τότε, που ήταν επίσκοπος της Νικομήδειας, συνάθροισε στην Εκκλησία τον λαό του Χριστού (διότι ήταν η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού) και συνεόρταζε μαζί τους και τους δίδασκε την αληθινή πίστη. Μόλις το έμαθε ο Μαξιμιανός, πρόσταξε να βάλουν φρύγανα γύρω από την Εκκλησία και να αναφτούν, ώστε να κατακαούν οι ευρισκόμενοι μέσα Χριστιανοί. Το έμαθε ο επίσκοπος και έσπευσε να βαπτίσει του κατηχουμένους, επιτέλεσε έπειτα τη θεία Λειτουργία και μετέδωσε σε όλους τους Χριστιανούς τα θεία και άχραντα μυστήρια. Έτσι από τα αναμμένα φρύγανα κάηκαν και τελειώθηκαν όλοι. Ο δε άγιος Άνθιμος διαφυλάχτηκε με τη χάρη του Θεού, ώστε αφού ωφελήσει και άλλους και με το άγιο βάπτισμα να τους οδηγήσει στον Χριστό, με πολλά βάσανα να μετασταθεί προς Αυτόν, για να απολαύσει τη βασιλεία των ουρανών».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ αξιοποιεί από το συναξάρι των αγίων δυσμυρίων μαρτύρων κυρίως το μέσο του μαρτυρίου τους: τη φωτιά, ώστε και να προβάλει την αγιότητά τους και να εποικοδομήσει τους πιστούς. Τη φωτιά, διά της οποίας οδηγήθηκαν στη Βασιλεία του Θεού, την αντιμετωπίζει καταρχάς - σαν να εισέρχεται στη σκέψη των αγίων - ως αδελφή αυτών, μπροστά στην οποία οι άγιοι δεν νιώθουν κάποια δειλία. Κτίσμα και αυτή του Θεού, υπακούουσα συνεπώς στα κελεύσματα του Δημιουργού της, λειτουργεί μέσα στο σχέδιο Εκείνου για τη σωτηρία των ανθρώπων. «Ου δειλιώμεν πυρ ομόδουλον, οι γενναίοι άμα εκραύγαζον» (Δεν δειλιάζουμε μπροστά στη φωτιά, που και αυτή είναι δούλη του Θεού σαν κι εμάς, κραύγαζαν οι γενναίοι μάρτυρες). Κι είναι μία αντιμετώπιση που φανερώνει την απόλυτη πεποίθηση των αγίων στην Πρόνοια του Θεού, ότι δηλαδή τίποτε δεν γίνεται αν ο ίδιος ο Κυβερνήτης του παντός δεν επιτρέψει να γίνει.
Την υπέρβαση του φόβου για τη φωτιά όμως ερμηνεύει ο υμνογράφος και με άλλον τρόπο. Δεν την φοβούνταν οι άγιοι, διότι δρούσε μέσα στην καρδιά τους μία άλλη φωτιά, πιο δυνατή και πυρωμένη από την αισθητή φωτιά. Κι αυτή ήταν η αγάπη του Χριστού. «Ωραιοτάτως εκπυρούμενοι τη Χριστού αγάπη Πανεύφημοι, υφαπτομένης της πυράς, ουδαμώς επτοήθητε» (Πυρακτωμένοι κατά ωραιότατο τρόπο από την αγάπη του Χριστού, πανεύφημοι μάρτυρες, καθόλου δεν φοβηθήκατε τη φωτιά που αναβόταν). Κι είναι τούτο μία από τις σημαντικότερες αλήθειες: εκεί που η αγάπη του Χριστού κατακαίει την ανθρώπινη καρδιά, όλα τα οχληρά του βίου, όλες οι θεωρούμενες δοκιμασίες ούτε καν σχεδόν γίνονται αντιληπτά. Ό,τι συνέβη και με τους αγίους τρεις παίδες στη Βαβυλώνα, που εξίσου τους είχαν ρίξει στην καμμένη κάμινο πυρός, κι όμως η πίστη και η αγάπη τους στον Θεό τους έκανε να είναι υπέρτεροι αυτού («ώσπερ οι τρεις εν Βυβυλώνι θείοι παίδες, του πυρός ανώτεροι ώφθητε, θείω φωτί καταλαμπόμενοι», δηλαδή: όπως τα τρία θεϊκά παιδιά στη Βυβυλώνα, έτσι κι εσείς φανήκατε ανώτεροι από τη φωτιά, γιατί λάμπατε εντελώς από το θεϊκό φως).  Το σημειώνει και ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή κίνδυνος ή μάχαιρα; Πέπεισμαι γαρ ότι ουδεν ημάς χωρίσει από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού» (Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη ή στενοχώρια ή διωγμός ή κίνδυνος ή μαχαίρι; Είμαι πεπεισμένος βεβαίως ότι τίποτε δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, όπως φανερώθηκε στον Ιησού Χριστό).
Ο άγιος Ιωσήφ όμως, ως μέγας ποιητής και ευφυέστατος άνθρωπος, αξιοποιεί κατά εποικοδομητικό τρόπο και τον αριθμό των μαρτύρων. Το πλήθος τους τον παραπέμπει στο πλήθος των αμαρτιών του, και βεβαίως εννοείται και στις αμαρτίες του καθενός πιστού. Και τι λέει; Όπως είστε τόσοι πολλοί, παρακαλέστε τον Κύριο να εξαλείψει το πλήθος των αμαρτιών μου και να μου δώσετε λόγο για να ανυμνήσω το πανηγύρι σας. «Πληθύς πολυάριθμε σεπτών μαρτύρων, τα πλήθη εξάλειψον των πολλών πταισμάτων μου, τη μεσιτεία σου, και δίδου λόγον ανυμνείν την σήν πανήγυριν». Η επισήμανση αυτή του αγίου υμνογράφου αποτελεί βεβαίως φανέρωση και του δικού του ύψους αγιότητας. Μόνον ένας συνεπής και εν επιγνώσει πιστός μπορεί να βλέπει τον εαυτό του αληθινά, με πλήθος αμαρτιών. Όσο με άλλα λόγια στέκεται κανείς σωστά απέναντι στον Θεό, τόσο και φωτίζεται να βλέπει το βάθος του εαυτού του. Κι αυτό δυστυχώς δεν είναι ό,τι καλύτερο: εκεί λειτουργούν οι αιτίες των αμαρτιών, οπότε ο πιστός κινητοποιείται στην αληθινή μετάνοια.
Και πέραν τούτων: ο άγιος Ιωσήφ, ο κατανυκτικός και θεολόγος ποιητής, αξιοποιεί από το μαρτύριο των αγίων και τον τόπο του μαρτυρίου τους: τον ναό του Κυρίου. Οι άγιοι μαρτύρησαν από τη φωτιά μέσα σε μία Εκκλησία. Και κάνει τριπλή αναφορά στην έννοια του ναού: οι άγιοι λόγω του αγίου βαπτίσματός τους έγιναν ως μέλη Χριστού πια ναός Θεού. Δέχτηκαν το μαρτυρικό τέλος τους μέσα στον επίγειο ναό, και οδηγήθηκαν έτσι στον επουράνιο Ναό, τη Βασιλεία του Θεού, την «πρόσωπον προς πρόσωπον» πια σχέση τους με τον ίδιον τον Κύριο. «Ναοί Θεού υπάρχοντες άγιοι, διά βαπτίσματος, τέλος άγιον ομού εδέξασθε εν οίκω θείω, και προς επουράνιον Ναόν ανηνέχθητε». Μακάρι ως ναοί του Θεού και εμείς λόγω του βαπτίσματός μας, να έχουμε αυτήν τη συναίσθηση: ότι ο φυσικός χώρος μας στη ζωή αυτή είναι ο οίκος του Θεού, ο ναός, και ότι πορευόμαστε με τον τρόπο αυτό προς ένταξή μας στον επουράνιο Ναό, την Εκκλησία των πρωτοτόκων αδελφών.

Ακολουθείν

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 26, 2018

ΙΣΩΣ ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΣΜΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ



Γράφει ο Νίκος Βαξεβανίδης

Πως θα ένιωθες άραγε αν κοιτούσες τον Χριστό στα μάτια και σου έλεγε αυτά τα λόγια;

~ Όπως θα ξέρεις, πλησιάζουμε ξανά στην ημερομηνία των γενεθλίων μου. Κάθε χρόνο γίνεται γιορτή προς τιμή μου, έτσι και φέτος.

Αυτές τις μέρες ο κόσμος κάνει πολλά ψώνια, γίνονται διαφημίσεις μέχρι και στο ράδιο, την τηλεόραση και παντού κανείς δεν μιλά για κάτι άλλο εκτός από το τι λείπει μέχρι να έρθει εκείνη η μέρα…

Είναι ευχάριστο να ξέρω ότι τουλάχιστον μία μέρα τον χρόνο κάποιοι με σκέφτονται.

Όπως θα γνωρίζεις πριν από πολλά χρόνια ξεκίνησαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά μου. Στην αρχή φαινόντουσαν να καταλαβαίνουν και με ευχαριστούσαν γι’ αυτό που έκανα για εκείνους. Όμως σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τι γιορτάζουν.

Οι άνθρωποι συναντώνται και περνούν πολύ καλά όμως κανείς δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται….

Θυμάμαι πέρυσι, την ημέρα των γενεθλίων που έκαναν μια μεγάλη γιορτή προς τιμή μου. Στο τραπέζι υπήρχαν τα πάντα, όλα ήταν διακοσμημένα όμορφα και υπήρχαν πολλά δώρα, αλλά …; Ξέρεις τι;…

Ούτε που με κάλεσαν, ενώ ήμουν ο επίτιμος καλεσμένος κανείς δεν θυμήθηκε να με καλέσει. Και η γιορτή γινόταν για μένα…

Και όταν έφτασε η μεγάλη μέρα… με άφησαν απ’ έξω, μου έκλεισαν την πόρτα… εγώ ήθελα να βρεθώ στο τραπέζι μαζί τους…

Η αλήθεια είναι ότι δεν εξεπλάγην γιατί τα τελευταία χρόνια όλοι μου κλείνουν την πόρτα. Μιας και δεν με κάλεσαν, σκέφτηκα να παραβρεθώ χωρίς να κάνω θόρυβο κι έτσι μπήκα και στάθηκα σε μια γωνίτσα.

Διασκέδαζαν όλοι, κάποιοι έλεγαν ιστορίες, γελούσαν, πέρναγαν πολύ καλά, μέχρι που έφτασε ένας….

Γέρος χοντρός, ντυμένος στα κόκκινα με άσπρα γένια… Και φώναζε… χο, χο, χο!, λες και είχε πιει λίγο παραπάνω…κάθισε βαριά βαριά σε μια πολυθρόνα και… Όλοι έτρεξαν καταπάνω του λέγοντας…Άγιε Βασίλη! …λες και η γιορτή ήταν γι’ αυτόν…

Ήρθαν τα μεσάνυχτα και όλοι άρχισαν να αγκαλιάζονται, άπλωσα κι εγώ τα χέρια μου ελπίζοντας πως κάποιος θα με αγκαλιάσει… Και ξέρεις; Κανείς δεν με αγκάλιασε.

Ξαφνικά άρχισαν όλοι να ανταλλάσσουν δώρα, ένας ένας τα άνοιγαν μέχρι που τελείωσαν όλα… Πλησίασα να δω μήπως παρ’ ελπίδα υπήρχε κάποιο για μένα, αλλά δεν υπήρχε τίποτα…

Πώς θα αισθανόσουν αν την ημέρα των γενεθλίων σου αντάλλασσαν δώρα όλοι μεταξύ τους κι εσένα δεν σου δώριζαν τίποτα;

Τότε κατάλαβα ότι εγώ περίσσευα σε εκείνη τη γιορτή, βγήκα χωρίς να κάνω θόρυβο, έκλεισα την πόρτα κι αποσύρθηκα…

Κάθε χρόνος που περνάει είναι χειρότερα, ο κόσμος θυμάται μόνο το δείπνο, τα δώρα και τις γιορτές. Κανείς δεν θυμάται εμένα…

Θα ήθελα αυτά τα Χριστούγεννα να μου επιτρέψεις να έρθω στη ζωή σου, να αναγνωρίσεις ότι πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να δώσω τη ζωή μου για σένα, στον σταυρό, και να σε σώσω.

Το μόνο που θέλω σήμερα είναι να το πιστέψεις με όλη σου την καρδιά …

Θα σου πω κάτι: σκέφτηκα, μιας και πολλοί δεν με προσκαλούν στη γιορτή που κάνουν, θα κάνω τη δική μου γιορτή και θα είναι σπουδαία, όπως κανένας δεν την έχει φανταστεί, μια γιορτή πολύ μεγάλη. Ακόμη κάνω τις τελευταίες προετοιμασίες, στέλνω πολλές προσκλήσεις και σήμερα υπάρχει μία ειδικά για εσένα.

Θέλω μόνο να μου πεις αν θέλεις να βοηθήσεις, θα σου κρατήσω μια θέση και θα γράψω το όνομά σου, στη μεγάλη λίστα μου με τους καλεσμένους με κράτηση και… Θα πρέπει να μείνουν απ’ έξω εκείνοι που δεν θα απαντήσουν στην πρόσκλησή μου… 

Ετοιμάσου γιατί όταν όλα θα είναι έτοιμα, μια μέρα που δεν θα το περιμένει κανείς, θα κάνω μια μεγάλη γιορτή…

Ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος

Μέσα στην εορτή των γενεθλίων του Σωτήρα Χριστού, Η Εκκλησία εορτάζει σήμερα «την γενέθλιον ημέραν» του αγίου πρωτομάρτυρα και πρωτοδιακόνου Στεφάνου. Γενέθλιος ημέρα των αγίων Μαρτύρων είναι η ημέρα του θανάτου τους τότε, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου στο ευαγγέλιο, οι άγιοι μεταβαίνουν «εκ του θανάτου εις την ζωήν». Ο ευαγγελιστής Λουκάς, στα κεφάλαια, έκτο και έβδομο των Πράξεων των Αποστόλων, μας δίνει το πρώτο «μαρτύριο της Εκκλησίας», τη δραματική δηλαδή απολογία και το θάνατο του πρωτομάρτυρα, που είναι η πρώτη αιματηρή μαρτυρία για τον Ιησού Χριστό και την Ανάσταση. Η τελευταία λέξη στη διήγηση του Ευαγγελιστή για τον πρωτομάρτυρα είναι το «εκοιμήθη», γεμάτη παρηγοριά κι ελπίδα, σαν μια φυσική πράξη που κλείνει το βίο του Αγίου· τελευτή του βίου και τελείωση της ζωής.
Γεμάτος ελπίδα και βεβαιότητα, βλέποντας ανοιγμένο τον ουρανό και μπροστά του χαραγμένο το δρόμο, που θα συνέχιζε η ζωή του, σκεπαζόταν κάτω από τις πέτρες κι έλεγε «Κύριε Ιησού, δέξαι το πνεύμα μου». Ο θάνατος του Στεφάνου κι όλων των Αγίων δεν είναι τέλος, αλλά καθώς διδάσκει η Εκκλησία, τελείωση. Οι μάρτυρες «ξίφει τελειούνται» και οι όσιοι «εν ειρήνη τελειούνται», φτάνουν δηλαδή στον ανώτατο βαθμό και στο ακρότατο όριο της πνευματικής τους προκοπής.
Από το λόγο ενός ιερομάρτυρα επισκόπου, που τον είπε λίγο πριν από το μαρτυρικό του θάνατο που τον έβλεπε να πλησιάζει, παίρνομε τα παρακάτω λόγια, που αφορούν στον άγιο Στέφανο και γενικότερα στο χριστιανικό μαρτύριο. «Την άλλη μέρα από την εορτή των Χριστουγέννων εορτάζουμε το μαρτύριο του πρώτου μάρτυρα, του αγίου Στεφάνου. Αυτό δεν είναι τυχαίο, ότι δηλαδή η ημέρα του πρώτου μάρτυρα έρχεται υστέρα από την ημέρα της γέννησης του Χριστού. Όπως ακριβώς χαιρόμαστε, μαζί και πενθούμε για τη γέννηση και τα πάθη του Κυρίου μας, έτσι σε μικρότερη αναλογία χαιρόμαστε μαζί και πενθούμε για το θάνατο των μαρτύρων. Πενθούμε για τις αμαρτίες του κόσμου, που τους έκαμαν να μαρτυρήσουν και χαιρόμαστε γιατί ένας ακόμα πήγε να προστεθεί στους Αγίους των ουρανών, για τη δόξα του Θεού και για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ένα χριστιανικό μαρτύριο δεν είναι τυχαίο πράγμα. Οι Άγιοι δεν γίνονται στην τύχη. Το χριστιανικό μαρτύριο δεν είναι το αποτέλεσμα της βουλής ενός άνθρωπου να γίνει Άγιος, όπως ένας άνθρωπος με τη θέληση και την προσπάθειά του μπορεί να γίνει κυβερνήτης ανθρώπων. Ο μαρτυρικός θάνατος είναι πάντα βουλή Θεού, είναι σημείο της αγάπης του Θεού για τους ανθρώπους, για να τους φωτίσει και να τους οδηγήσει, για να τους ξαναφέρει στο δρόμο του. Το μαρτύριο δεν είναι ποτέ ανθρώπινη επιδίωξη· γιατί ο αληθινός μάρτυρας είναι εκείνος που έγινε όργανο του Θεού, που έχασε τη δική του θέληση μέσα στο θέλημα του Θεού και που δεν επιθυμεί πια τίποτε για τον εαυτό του ούτε καν τη δόξα του μάρτυρα».
Αλλ’ ας ξαναγυρίσουμε στον πρωτομάρτυρα Στέφανο, στα τελευταία λόγια που είπε το στόμα του, φεύγοντας με μαρτυρική τελείωση από τούτο τον κόσμο. Γιατί πάντα έχει σημασία όχι πότε φεύγει ο καθένας, αλλά πώς φεύγει· με ποιόν τρόπο κάνει το πέρασμα από τα εδώ προς τα εκεί.
Σε κάθε ιερή ακολουθία ακούμε και δέεται η Εκκλησία. «Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών…». Μπορεί και να ρωτήσαμε καμιά φορά. Τί τάχα εννοεί εδώ η δέηση της Εκκλησίας και ποιά είναι τα χριστιανά τέλη της ζωής κάθε πιστού; Όπως το βλέπομε στους αγίους και τώρα στον άγιο Στέφανο· γεμάτος ελπίδα και βεβαιότητα φεύγει ο πιστός άνθρωπος, βλέποντας πού πηγαίνει, παραδίνοντας τη ψυχή του στους φωτεινούς Αγγέλους, για να την φέρουν στα χέρια του Θεού. «Κύριε Ιησού, δέξαι το πνεύμα μου» λέει ο πιστός με την τελευταία του πνοή, κι υστέρα κλείνει τα μάτια του και κοιμάται, για να ξυπνήσει στη δεύτερη παρουσία του Ιησού Χριστού.
Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν νεκροί. Στην Εκκλησία υπάρχουν κεκοιμημένοι, και οι τόποι που αναπαύονται τα σώματά τους είναι και λέγονται κοιμητήρια. Γι’ αυτό η θεία Λειτουργία τελείται και για τους εδώ και για τους εκεί, γιατί όπως υπάρχουμε οι εδώ υπάρχουν και οι εκεί, εκείνοι είναι οι κεκοιμημένοι εμείς είμαστε οι ζώντες. Και εμείς και εκείνοι «ζώντες»· εκείνοι οι «προοδοιπορήσαντες» κι εμείς οι «περιλειπόμενοι». Αυτές είναι λέξεις που σημαίνουν και εκφράζουν την ιερή πραγματικότητα της ύπαρξής μας, που είναι μαζί ζωή και θάνατος· ή, για να το πούμε καλύτερα, που είναι ζωή και εδώ και εκεί, με ένα επεισόδιο στη μέση που λέγεται θάνατος. Κι αυτός ο θάνατος δεν είναι παρά το πέρασμα από εδώ προς τα εκεί, από τη μια όψη της ζωής στην άλλη. Ένας προσωρινός χωρισμός της ψυχής από το σώμα· το σώμα σαν φθαρτό πεθαίνει και διαλύεται, για να αναστηθεί και να ζήσει μαζί με τη ψυχή άφθαρτο και αθάνατο. Αυτό εννοεί ο Ιησούς Χριστός, όταν λέει ότι όποιος τον ακούει και πιστεύει σ’ εκείνον που τον έστειλε δεν πεθαίνει, αλλά «μεταβέβηκεν εκ του θάνατου εις τήν ζωήν».
Αυτή είναι η πίστη μας και η ιερή πραγματικότητα της ύπαρξης και του προορισμού μας. Μέσα σ’ αυτή την πίστη και την αλήθεια που την αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, πρέπει να τοποθετηθεί στερεά κάθε πιστός και να δει τον εαυτό του μέσα στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου. Και δεν φωτίζεται το μυστήριο αυτό παρά μόνο, όταν ο πιστός μπορεί, σαν τον πρωτομάρτυρα Στέφανο, να κλείνει τα μάτια του στο φως του κόσμου και να βλέπει τον αναστάντα Ιησού Χριστό «εκ δεξιών του Θεού εστώτα».
Ας κλείσουμε το λόγο, ξαναφέρνοντας τη σκέψη μας στο μαρτύριο του αγίου Στεφάνου. Ο πρωτομάρτυρας στον υπέρτατο βαθμό της τελείωσής του, σαν και να τελούσε τη θεία Λειτουργία, έκανε δέηση στο Θεό. «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην». Κι έκλεισε τα μάτια του με την ελπίδα και το όραμα της ανάστασης«Και τούτο ειπών έκοιμήθη».
 Αμήν
.
Πηγή: Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου (Ψαριανού), Ο Λόγος του Θεού, τ.Α΄, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Γιατί γιορτάζουμε τη Σύναξη της Θεοτόκου

Σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας, μετά από κάθε σημαντικό γεγονός που συνδέεται με την έλευση του Υιού του Θεού στον κόσμο για τη σωτηρία του, εορτάζεται η σύναξη προς τιμήν του προσώπου που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτό.
Για παράδειγμα, όπως μετά τη Βάπτιση του Χριστού έχουμε τη Σύναξη του Αγίου Ιωάννη του  Βαπτιστού, έτσι μετά  τη Γέννησή Του έχουμε τη Σύναξη της Θεοτόκου.
Η κάθε Σύναξη  προεκτείνει την καθεαυτό γιορτή εμβαθύνοντας στο νόημά της και επαναλαμβάνοντας τους περισσότερους ύμνους της.
xristou genna2
Συνεπώς,  η Σύναξη της Θεοτόκου τονίζει μεν τη Γέννηση του Κυρίου δίνοντας  όμως έμφαση στην πραγματικότητα της  Σάρκωσής Του, πράγμα που μπορεί να λανθάνει της προσοχής μας σήμερα,  ενώ ήταν ζωτικής σημασίας  για την Εκκλησία κατά τους πρώτους αιώνες που είχε να αντιμετωπίσει  αιρετικούς που αμφισβητούσαν την Ενσάρκωση. Θεωρούσαν την εμφάνιση του Υιού του Θεού «κατά δόκησιν» και πίστευαν ότι η παρουσία του στη γη ήταν φαινομενική. Στην ουσία ήταν οπαδοί του ιρανικού ζωροαστρισμού ο οποίος πρέσβευε τη δυαρχία, την ύπαρξη δηλαδή ενός καλού και ενός κακού θεού  σε συνδυασμό με την δυαλιστική αντίληψη κατά την οποία  ο πρώτος είναι δημιουργός της ψυχής ενώ ο δεύτερος του σώματος και της ύλης του κόσμου. Γι’ αυτό, ήταν ασύλληπτο γι’ αυτούς να διανοηθούν πως ο καλός θεός που ήρθε να σώσει την ψυχή του ανθρώπου,   μπορούσε να προσλάβει και να σώσει την ανθρώπινη σάρκα, την οποία θεωρούσαν δημιούργημα του κακού θεού.
Η Εκκλησία αντέδρασε με σθένος κατά των προαναφερθεισών  δοξασιών γιατί διαστρέφουν την αλήθεια, αφού ο Ένας και  Αγαθός από τη φύση του Θεός δημιούργησε τον κόσμο, δηλαδή την ύλη και το σώμα του ανθρώπου.
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος επισημαίνει πόσο σημαντική για τη σωτηρία είναι η αλήθεια αυτή  καθώς η  αποδοχή της  πραγματικότητας της Σάρκωσης του Θεού, αποτελεί  ίδιον του Χριστιανού.
Αυτή την αλήθεια τονίζει η Σύναξη της Παναγίας αλλά και το γεγονός ότι από όλα τα δώρα που προσέφερε η  δημιουργία του Θεού προς ευχαριστία για την αποστολή του Υιού Του, το ανώτερο είναι  η Παναγία Παρθένος, που με την  προσφορά τους εαυτού της έγινε συνεργός  στο υπέρτατο μυστήριο, γι’ αυτό και αποτελεί μεσίτρια του ανθρωπίνου γένους, παρηγοριά και ελπίδα μας!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...