Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 02, 2011

Ένας πανεπιστημιακός γιατρός για ένα σύγχρονο άγιο

ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ († 2 Δεκ. 1991): Μαρτυρία καθηγητή καρδιολογίας
Δεκατέσσερα χρόνια κοντά του
του Γεωργίου Παπαζάχου
(Επίκ. Καθηγητή Καρδιολογίας)


Γράφω αυτή την επιστολή από μια εσωτερική πίεση να μιλήσω για τον Γέροντα Πορφύριο, που κοιμήθηκε πριν από 40 μέρες. Έζησα τόσα γεγονότα 14 χρόνια κοντά του, σαν ένας από τους γιατρούς του, που δεν πρέπει να το κρύψω από τους αδελφούς μου. Θα διηγηθώ μερικά περιστατικά, που παρουσιάζουν το Γέροντα σαν άρρωστο και σαν γιατρό. Συγχωρέστε μου τα προσωπικά στοιχεία, που αν αφαιρεθούν αλλοιώνουν τα γεγονότα. Ασφαλώς, άλλοι έζησαν άλλες συγκινήσεις κοντά του. Και δεν πρέπει να χαθούν, γιατί αποτελούν σημάδια της αγίας βιοτής του, αποδείξεις της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας και υποθήκες για ολόκληρη τη γενιά μας.


Ο Γέροντας και η αρρώστια του

Ήταν πραγματικά άρρωστος. Με πλήθος αρρώστιες επάνω του. Τα περισσότερα συστήματα έπασχαν. Προσωπικά διεπίστωσα: έμφραγμα μυοκαρδίου (προσθιοδιαφραγματικό με πλαγία ισχαιμία), χρονία νεφρική ανεπάρκεια, έλκος δωδεκαδακτύλου (με επανειλημμένες γαστρορραγίες), χειρουργηθείς καταρράκτης (με αποβολή του φακού και τύφλωση), έρπης ζωστήρ στο πρόσωπο, σταφυλοκοκκική δερματίτιδα στο χέρι, βουβωνοκήλη (με συχνή περίσφιγξη), χρονία βρογχίτιδα, αδένωμα της υποφύσεως στο κρανίο.

Και η υπομονή του ιώβειος. Όταν είχε τον έρπητα σε έξαρση και όλο το δεξιό του πρόσωπο (τριχωτό κεφαλής, παρειά, αυτί, σαγόνι) ήταν μια ανοιχτή πληγή, τον ερώτησα πόσο έντονο πόνο αισθάνεται. Μου απάντησε: Σάν να ακουμπάω το δεξί μου μάγουλο σε τηγάνι με ζεματιστό λάδι”. Και ήταν απόλυτα ήρεμος. Δεν άφηνε ούτε υποψίες ότι υποφέρει, ούτε ένα βογγητό.

Πολλές φορές, ενώ βρισκόμουν στο κελλί του και κουβεντιάζαμε, συνέβαινε περίσφιγξη της βουβωνοκήλης του, πάντα επώδυνη. Δεν ζητούσε βοήθεια. Αγωνιζόταν να την ανατάξη μόνος του κάτω από τις κουβέρτες του.. Κανείς δε μιλούσε, ενώ από τα χείλη του ακουγόταν ψιθυριστά, με μια ανεπανάληπτη γαλήνη, το “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ μας”.

Μερικοί τον παρεξήγησαν κάποτε που φίλησαν το χέρι του καλυμμένο με μια γάζα, νομίζοντας ότι σιχαίνεται. Ήταν η εποχή που εμείς το καλύψαμε, γιατί είχε την σταφυλοκοκκική δερματίτιδα και ήταν ολόκληρο εξελκωμένο.

Αλλ’ η κουβέντα μας ένα βράδυ, μετά την καρδιολογική εξέταση και το τυπικό ηλεκτροκαρδιογράφημα, με συνεκλόνισε. Ούτε φαντάσθηκα ποτέ ότι θα μπορούσε ένας άνθρωπος να αντιμετωπίση έτσι την αρρώστια του. Μου είπε: “Θα σου εξομολογηθώ κάτι, αλλά να μείνη μυστικό. Έχω καρκίνο στην υπόφυση. Ήδη αισθάνομαι τη γλώσσα μου μεγαλωμένη και δεν γυρίζει καλά μέσα στη στοματική κοιλότητα”. Ύστερα μου ανέλυσε ιατρικά και σωστά τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων και κατέληξε: “Πρέπει να ξέρης ότι, όταν ήμουν καλογεράκος -ίσως 16 χρονών- στο Άγιο Όρος αισθανόμουνα τόσο ευτυχισμένος, ιδίως μετά τη Θεία Κοινωνία, ώστε έβγαινα στο δάσος και με δάκρυα φώναζα: Δόξα Σοι, Κύριε! Ήρθες ολόκληρος μέσα μου’ σε μένα τον αμαρτωλό’ Εσύ ο Χριστός μου, που σταυρώθηκες και πόνεσες για μένα και σήκωσες τις αμαρτίες μου.
Κι εγώ τι κάνω για σένα; Ποιόν πόνο υποφέρω για σένα; Κύριε, στείλε μου έναν καρκίνο! Χριστέ μου, χάρισέ μου έναν καρκίνο, να υποφέρω και γω μαζί Σου! Αυτή την προσευχή την έκανα συνέχεια και μετά το εξομολογήθηκα στους Γεροντάδες μου. Εκείνοι μου σύστησαν να μην την επαναλάβω, γιατί εκπειράζω τον Θεό. Ξέρει εκείνος τι θα κάνη. Δεν την ξανάκανα αυτή την προσευχή. Αλλά τώρα, Γιωργάκη μου, μου τον έστειλε τον καρκίνο! Καταλαβαίνεις την ευεργεσία; Έστω και αργά, θα υποφέρω λίγο μαζί Του”. Έμεινα ενεός. Πρώτη φορά στην ιατρική σταδιοδρομία μου άκουγα τη φράση: “Δόξα τω Θεώ, έχω καρκίνο!”. Είχα ξεχάσει ότι μπροστά μου δεν βρισκόταν άνθρωπος κοινός - ήταν ο Γέροντας Πορφύριος.

Ωστόσο ποτέ δεν αρνήθηκε την ιατρική βοήθεια των πολλών γιατρών-πνευματικών του παιδιών. Μάλιστα μια μέρα τον ερώτησα: “Γιατί πολλοί πνευματικοί άνθρωποι, κυρίως μοναχοί, αρνούνται την ιατρική βοήθεια, πιστεύοντας ότι θα τους βοηθήση κατ’ ευθείαν η Παναγία;”. Μου απάντησε: “Είναι εγωϊσμός -πονηρή ενέργεια- να νομίζης ότι ο Θεός θα κάνη, κατ’ εξαίρεση από τους πολλούς, θαυματουργική επέμβαση για σένα. Ο Θεός κάνει θαύματα και τώρα, αλλά εσύ δεν πρέπει να το προσδοκάς για σένα. Είναι εγωϊστική εξαίρεση. Άλλωστε και μέσω των γιατρών ο ίδιος ο Θεός ενεργεί. “Ιατρούς και φάρμακα Κύριος έδωκεν”, λέει η Αγία Γραφή”.

Δεχόταν δε μόνο την κλασσική ιατρική, πολλά κεφάλαια της οποίας γνώριζε άριστα. Με την εμπειρία του από τη μακρά θητεία στην Πολυκλινική Αθηνών και με το θεϊκό “χάρισμά” του έβλεπε βαθύτερα την αρρώστια και πολλές φορές μας στρίμωχνε με σαφώς επιστημονικές ερωτήσεις.

Ο Γέροντας θεραπεύει

Ειδικότητά του η “τηλε-διαγνωστική”! Έβλεπε με καταπληκτική ακρίβεια αλλαγές στον εαυτό του και σε άλλους’ συχνά και στους γιατρούς του.

Ο ίδιος μου διηγήθηκε ότι διέγνωσε υπογοναδισμό σε έναν νέο μόνο κοιτάζοντάς τον, κάταγμα σπονδύλου σε μια μοναχή που βρισκόταν σε άλλη πόλη. Είναι ίσως χιλιάδες αυτοί που δέχθηκαν τη διαγνωστική του ενέργεια και επιβεβαιώθηκε η νόσος αργότερα και επιστημονικά.

Εδώ θα αναφέρω μια αυτοδιάγνωσή του. Διεπίστωσε μεταβολές στο ηλεκτροκαρδιογράφημά του, χωρίς καρδιογράφο. Ένα βράδυ μου τηλεφώνησε ανήσυχος: “Έλα, έστω και αργά, και θα δης αλλοιώσεις στο καρδιογράφημα. Πονάω σήμερα, πολλές φορές, και ο πόνος είναι στηθαγχικός”. Διαπίστωσα πράγματι ισχαιμικές μεταβολές (στις απαγωγές v3-v6) και τον ρώτησα σε ποιο stress βρέθηκε σήμερα. Άρχισε να κλαίη και με διακοπές να μου περιγράφη λεπτομερώς σκηνές από τις οδομαχίες στη Ρουμανία. Ήταν η ημέρα της εξεγέρσεως του λαού κατά του Τσαουσέσκου και με το “χάρισμά” του έβλεπε τους πυροβολισμούς και τους θανάτους στις πλατείες, όπως τις δημοσίευσαν οι εφημερίδες τις επόμενες ημέρες. Συνέχισε να κλαίη και τον παρεκάλεσα να ζητήση από τον Θεό να του αφαιρέση για λίγο αυτή την “όραση”. Η καρδιά του βρισκόταν σε κίνδυνο από την ένταση. Θα μπορούσε να κάνη επέκταση του εμφράγματός του. Στην ίδια ένταση βρισκόμουν κι εγώ, βλέποντας την ευαισθησία της “άλλης” καρδιάς ενός αγίου. Έκρυψα τα μάτια μου με το καρδιογράφημα και σκεφτόμουν: Τι σημασία έχουν, Γέροντα, για σένα τα νιτρώδη αντιστηθαγχικά φάρμακα που ετοιμάζομαι να σου δώσω; Εσύ δεν είσαι εκ του κόσμου τούτου. Η καρδιά σου χτυπά στον Ωρωπό και ζη στην Ρουμανία. Στο ηλεκτροκαρδιογράφημα η καρδιά φαίνεται με ισχαιμική “κατάσπαση” του Sε διαστήματος, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται σε μεγάλη “ανάσπαση” προς τον ουρανό. Έφυγα αργά με τον τρόμο ότι είδα λίγο από το φως ενός αγίου.

Εγώ πήγαινα στο κελί του σαν διαγνώστης γιατρός, αλλά πολλές οι φορές που εκείνος έκανε διαγνώσεις για μένα. Θα αναφέρω δύο: Είχα χειρουργηθή από τον καθηγητή κ. Βασ. Γολεμάτη (δύο βουβωνοκήλες ταυτόχρονα) και ενώ ήμουν στη φάση της αναρρώσεως, πήγαμε με τη γυναίκα μου στον Ωρωπό. Δεν ξέρω αν είχε μάθει από φίλους ότι ήμουν χειρουργημένος, αλλά μόλις μπήκαμε με κοίταξε επίμονα για πολλή ώρα στην κοιλιά και μου είπε: “Βλέπω ότι δεξιά έγινε καλή εγχείρηση, αλλά αριστερά αριστοτεχνική’ γιατί περιποιήθηκε τόσο εκεί;”. Η γυναίκα μου μου έκανε νόημα: “Τι λέει ο Γέροντας;”. Δεν είχα πει ούτε σε εκείνη ούτε σε άλλον ότι ο χειρουργός είχε εφαρμόσει την μέθοδο Soudaice αριστερά, επειδή ήταν μεγάλη. Ο Γέροντας το “είδε”.

Τον Δεκέμβριο του 1990 ήμουν στο κρεβάτι με την πολλοστή γαστρορραγία μου. Σε κάποια στιγμή έντονου προβληματισμού μου αν πρέπη να χειρουργηθώ ή όχι, χτύπησε το τηλέφωνο. Μεταφέρω αυτούσια τα λόγια του Γέροντα: “Αυτές τις μέρες σε επισκέπτομαι συχνά και με το “χάρισμα”, που μου έδωσε ο Θεός ενεργώ θεραπευτικά. Ποτέ δεν είχα μπει στο σπίτι σου τόσες πολλές φορές σε λίγες μέρες.....Κάτι μου λέει να μην το χειρουργήσης τώρα, αλλά να αλλάξης τρόπο ζωής, να χαλαρώσης. Άφησε το χειρουργείο να το σκεφθούμε αργότερα. Τι κάνω εγώ τώρα το γιατρό στο γιατρό; (γελάει). Να ξεκουράζεσαι περισσότερο, γιατί σε αγαπάει ο κόσμος. Μου έφαγες τη δόξα (γελάει)”. Φαντάζεσθε πώς ένοιωσα κάτω από αυτή την προστατευτική του παρουσία!

Αγαπούσε τόσο πολύ όλους τους ανθρώπους που τον πλησίαζαν και, φυσικά, και τους γιατρούς του, ώστε να ενεργοποιή για μας το θεραπευτικό χάρισμά του. Όσοι τον πλησίαζαν ανεπιτήδευτα έχουν παρόμοιες εμπειρίες. Πολλές φορές έπαιρνα μαζί μου φιλικά ή συγγενικά πρόσωπα, που εξεπλήσσονταν, όταν άρχιζε να μιλάη για το πρόβλημά τους, χωρίς εγώ να τον ενημερώσω εκ των προτέρων. Κάποια κυρία, φεύγοντας, ήθελε να δώσω όρκο ότι δεν του μίλησα για κείνη πριν πάμε στον Ωρωπό.

Το χάρισμά του τον έκανε περισσότερο ευαίσθητο απέναντι στον ανθρώπινο πόνο. Ένα σούρουπο διέκοψαν την καρδιολογική εξέταση οι μοναχές, γιατί έξω είχαν συγκεντρωθεί πολλοί άνθρωποι και περίμεναν να πάρουν την ευχή του πριν νυχτώση. Βγήκα έξω από το κελί και οι επισκέπτες φίλησαν απλώς το χέρι του. Ήταν κουρασμένος και δε μίλησε σε κανέναν. Η τελευταία κυρία βγήκε κλαίγοντας. Όταν ξαναμπήκα βρήκα τον Γέροντα να κλαίη. “Αυτά παθαίνω πάντα, μου είπε. Είδα τώρα αυτή τη μητέρα να τη δέρνη αύριο ο ναρκομανής γιος της, για να του δώση χρήματα. Και η καημένη ασφαλώς θα σκανδαλίστηκε που έχει τέτοιο πρόβλημα και έφυγε χωρίς βοήθεια... Τι μπορείς εσύ να κάνης, φτωχέ Πορφύριε... Κύριε Ιησού...”. Και επανέλαβε πολλές φορές ψιθυριστά τη λέξη “Ιησού”.

Οι άγιοι Γέροντες Πορφύριος και Παΐσιος

Ήταν τόσο απλός και γλυκός άνθρωπος, ώστε να μη κωλύεσαι να του απευθύνης οποιαδήποτε ανόητη ερώτηση. Έτσι μια μέρα τον προκάλεσα αδιάκριτα: “Πώς ξέρεις, Γέροντα, ότι αυτό το προορατικό σου χάρισμα είναι από τον Θεό και όχι από τον Διάβολο;”. Γέλασε καλοκάγαθα και μου είπε: “Το δοκίμασα. Είναι εκ Θεού, γιατί δεν λανθάνει. Να σου δώσω παράδειγμα; Η νεωκόρος στην Πολυκλινική πόναγε στο δεξιό άνω γομφίο και κράταγε το δεξιό μάγουλό της. Της είπα ότι είναι χαλασμένος ο αριστερός γομφίος. Εκείνη επέμενε, αλλά όταν γύρισε από τον οδοντίατρο μου είπε ενθουσιασμένη ότι είχα δίκαιο. Στην ακτινογραφία η βλάβη ήταν αριστερά, αλλά αισθανόταν τον πόνο δεξιά, επειδή ήταν στο ίδιο νευροτόμιο. Αν, λοιπόν, ήταν από τον πονηρό, αυτή η προόραση θα βασιζόταν στο αίσθημα του ασθενούς και θα’ βγαινε λανθασμένη. Του Θεού η ενέργεια δεν σφάλλει”.

Ο Γέροντας σαν γιατρός μου δεν “έβλεπε” μόνο τις σωματικές μου ασθένειες. Φρόντιζε και για τις πολλές πνευματικές ατέλειές μου. Προσπάθειά του να βρω την ταπείνωση. Ένα απόγευμα μου τηλεφώνησε στο ιατρείο, ακριβώς μετά την υπερβολική εκδήλωση αγάπης ενός ζεύγους ασθενών μου που περιποιήθηκα. Μεταφέρω τα λόγια του: “Γιωργάκη, είμαι ο Γέροντας. Εμείς οι δυο θα πάμε μαζί στην κόλαση. Θα ακούσουμε: Άφρον, άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου... Τα αγαθά σου εν τη ζωή σου απήλαυσες, α δε ητοίμασας τίνι έσται;”. Τον διέκοψα: “Τι απολαύσαμε, Γέροντα, σ’ αυτή τη ζωή; Το σαράβαλο αυτοκίνητο, το άδειο βιβλιάριο ή τον ανύπαρκτο ύπνο μας;”. Απάντησε απότομα: “Τι είναι αυτά που λες; Δε σου λέει ο κόσμος: Τι καλός γιατρός που είσαι; Μας αγαπάς, μας φροντίζεις, δε μας γδέρνεις. Και συ τα αποδέχεσαι, τα χάφτεις. Έ! Τον έχασες το μισθό σου. Το ίδιο παθαίνω και εγώ. Μου λένε πως έχω “χαρίσματα”, πως μπορώ να τους ακουμπήσω και να κάνω θαύματα, πως είμαι άγιος. Και τα χάφτω, ο ανόητος και αδύναμος. Έ! Γι’ αυτό σου είπα ότι μαζί θα πάμε στην κόλαση!”. “Αν είναι να πάμε μαζί”, του απάντησα, “πάμε και στην κόλαση!”. Κι εκείνος έκλεισε το τηλέφωνο, λέγοντας: “Εγώ σου μιλάω σοβαρά και συ πάντα αστειεύεσαι. Καλή μετάνοια και στους δυο μας”.

Άλλη μέρα ήμουν βαρύθυμος, σκεπτόμενος ότι έφυγαν τα περισσότερα χρόνια μου άκαρπα μέσα από άχρηστες καθημερινές λεπτομέρειες. Τηλεφώνησε ο Γέροντας και με αναπτέρωσε με δυο-τρεις φράσεις του: “Άκουσες ποτέ, γιατρέ, το “ου μη γεύσονται θανάτου”; Μπορούμε, αν θέλουμε, να αποφύγουμε την πεθαμενίλα. Αρκεί να αγαπήσουμε τον Χριστό. Και συ “εξ όλης της καρδίας σου”, κύριε καρδιολόγε” (γελάει).
Ο Γέροντας δεν ήταν μόνο γιατρός. Ήταν και κτηνίατρος. Αγαπούσε τα ζώα. Εξημέρωσε επιθετικούς παπαγάλους και τους έμαθε την Ευχή. Εξεπλάγην όταν άκουσα μέσα στο κελί τον παπαγάλο να επαναλαμβάνη την ευχή. “Είναι πιο πνευματικός από μένα”, είπε. “Εγώ αποκάμνω και κοιμούμαι, αλλ’ αυτός αγρυπνεί”. Τελευταία προσπαθούσε να εξημερώση έναν αετό. Κάποιο Σαββατοκύριακο, στη βόρειο Εύβοια που ησύχαζε, συνέβη το εξής, που μου διηγήθηκε ο ίδιος: “Μιά τσομπάνισσα παρακάλεσε να διαβάσω μια ευχή στο κοπάδι της, γιατί αρρώσταιναν τα γίδια της. Συμφώνησα και έφεραν όλο το κοπάδι κοντά στο εκκλησάκι που έμενα. Στάθηκα μπροστά στο κοπάδι, σήκωσα τα χέρια μου ψηλά και είπα διάφορες προσευχές από ψαλμικούς στίχους που αναφέρονται στην κτίση. Επικρατούσε απόλυτη σιωπή στα ζώα. Κανένα δεν κουνιόταν. Ύστερα κατέβασα τα χέρια μου και ο τράγος κινήθηκε μόνος του. Ήρθε κοντά, μου φίλησε το χέρι και υποχώρησε ήρεμα... Τα λέω σωστά Πηνελόπη;” φώναξε στην ανηψιά του, που στεκόταν πιο πέρα. “Ναι, Γέροντα. Ακριβώς έτσι έγιναν. Εγώ ήμουν εκεί”.

Κάθε φορά που πήγαινα στον π. Πορφύριο με συνείχε φόβος μήπως αυτή είναι η τελευταία φορά που τον εξετάζω. Έτσι φρόντιζα να κάνω ψηλάφηση καρδιακής ώσεως και καρωτίδων για αρκετή ώρα, με την βεβαιότητα ότι ψηλαφώ το σώμα ενός αυριανού αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Όταν έπαιρνα το χέρι μου από το προκάρδιο επανελάμβανε το “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον κόσμο σου”. Πόσα να οφείλη άραγε αυτός ο κόσμος, η γενιά μας, σ’ αυτές τις προσευχές του Γέροντα Πορφυρίου! Και πόσα του οφείλω εγώ προσωπικά!

Φεύγοντας, έσκυβα να πάρω την ευχή του και άλλοτε μου έδινε χαστούκι (ήταν η άκρα εκδήλωση της χαράς του) ή άλλοτε έσφιγγε το κεφάλι μου στα δυο του χέρια, λέγοντας την ευχή (ήταν το δικό του ηλεκτροεγκεφαλογράφημα).

Τώρα εξηγώ γιατί ο Θεός φύτεψε μέσα μου την επιθυμία να σπουδάσω ιατρική σε μεγάλη ηλικία και να γίνω καρδιολόγος. Ήθελε να γνωρίσω και να ψηλαφήσω από κοντά τον απλό, προσηνή και χαρισματικό άγιο Γέροντα Πορφύριο Μπαϊρακτάρη.

Κάποια μέρα μου είπε: “Όταν θα φύγω θα είμαι πιο κοντά σας. Μετά θάνατον καταργούνται οι αποστάσεις”. Ελπίζω τώρα να μπαίνη ευκολότερα στα σπίτια μας και στις καρδιές μας.

Περισσότερα για τον Γέροντα Πορφύριο, μπορείτε να βρειτε στις ιστοσελίδες: http://www.porphyrios.net/ & Σύγχρονοι Γέροντες.


«Ὁ Χριστὸς εἶναι φίλος καὶ τὸ φωνάζει:
Σᾶς ἔχω φίλους, βρὲ δὲν τὸ καταλαβαίνετε; Εἴμαστε ἀδέλφια.
Βρέ, ἐγὼ δὲν βαστάω τὴν κόλαση στὰ χέρια, δὲν σᾶς φοβερίζω·
σᾶς ἀγαπάω!»
«Ἀγαπήσατε τὸν Χριστὸν
καὶ μηδὲν προτιμῆστε τῆς Ἀγάπης Αὐτοῦ»
«Νὰ εὔχεσαι ἔτσι ἁπλά, ἁπλὰ καὶ ταπεινά, μὲ πίστη ἁπλή, χωρὶς νὰ περιμένεις νὰ σοῦ ἀπαντήσει ὁ Θεός. Χωρὶς νὰ δεῖς τὸ χέρι του ἢ τὸ πρόσωπό του ἢ τὸ φωτισμό του. Τίποτα! Νὰ πιστεύεις!
Ἐφόσον μιλᾶς μὲ τὸν Θεό, μιλᾶς πραγματικὰ μὲ τὸν Θεό».
Γέρων Πορφύριος

Ο ΑΒΒΑΣ ΖΗΝΩΝ ΚΑΙ Ο ΝΗΣΤΕΥΤΗΣ




Σέ μια κωμόπολη ζούσε κάποιος πού τόσο πολύ νήστευε, ώστε όλοι να τον διαφημίζουν σαν μεγάλο νηστευτή. Ή φήμη του έφθασε καί στον άββά Ζήνωνα. Τότε ό άββάς τον κάλεσε κο­ντά του. Εκείνος ήρθε. Χαιρετήθηκαν καί κάθησαν. Ό άββάς άρχισε το εργόχειρο του καί ή ώρα περνούσε σε απόλυτη σιω­πή. Ό νηστευτής, μη μπορώντας να μιλήση, άρχισε να στενοχωρήται καί ν'άδημονή. Στό τέλος δεν άντεξε καί είπε:
- Εύχήοου για μένα, άββά, γιατί θέλω να φύγω.
- Γιατί; τον ρώτησε εκείνος.
- Νιώθω σφίξιμο στην καρδιά μου καί δεν ξέρω τι συμβαίνει.
Όταν ήμουν στον κόσμο νήστευα μέχρι το βράδυ καί δεν ένιω­θα καμμιά δυσκολία. Εδώ στην έρημο δεν αντέχω.
- Στόν κόσμο, του άπαντα ό άββάς, από τα αυτιά σου τρεφό­σουν. Σέ έτρεφαν οι έπαινοι των ανθρώπων. Πήγαινε λοιπόν καί,όπως οι άλλοι, να κάνης κάθε μέρα ενάτη (δηλ. να γευματίζης μια φορά στις τρεις το απόγευμα).
Ό νηστευτής πήγε στον κόσμο καί με δυσκολία καί θλίψι περί­μενε την ώρα του φαγητού, ενώ άλλοτε με ευκολία νήστευε μέχρι το βράδυ. Το διαπίστωσαν αυτό οι γνωστοί του καί έλε­γαν μεταξύ τους:
- Φαίνεται ότι δαιμόνιο τον κυρίευσε.
Λυπημένος εκείνος πήγε στον άββά Ζήνωνα καί του περιέ­γραψε τη νέα κατάστασι. Καί ό γέροντας του είπε:
- Αυτός είναι ό σωστός δρόμος. Αυτό είναι το θέλημα του
Θεού. Μακριά από τους επαίνους να εργάζεσαι μυστικά καί με
κόπο την αρετή.
πηγή

Η θέση της γυναίκας στην Ορθόδοξη εκκλησία

 




Από την προσφώνηση τoυ Αρχιεπισκόπου Αθηνών στο 14ο διεθνές συνέδριο
του δικαίου των ανατολικών εκκλησιών
( Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Σεπτ. 1999)

Ἡ παρουσία τῆς γυναίκας στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ταυτόσημη καί ἰσότιμη μέ ἐκείνη τοῦ ἄνδρα, διότι καί οἱ δύο ὡς πιστοί καί μέλη τοῦ ἰδίου σώματος ἑνώνονται μεταξύ τους καί μαζί μέ τή Θεία Κεφαλή τοῦ σώματος σέ μία "ἐν Χριστῷ" ζωή, μέ τήν ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἀντιλαμβάνεται τήν ἰσότητα ὡς ἰσοπέδωση. Ἡ ποικιλία σ' αὐτή δέν ἀντιστρατεύεται τήν ἑνότητα. Γι' αὐτό καί στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ὑπῆρξαν ποτέ ἐπαναστάσεις καί κινήματα διορθωτικά τῶν τάσεων πού εἶχε κατά καιρούς ἡ ἑνότητα.
Στήν Ὀρθοδοξία ἀνέκαθεν ἴσχυσεν ὁ κανών τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: Τό σῶμα ἔχει πολλά μέλη καί τό κάθε μέλος ἔχει τή δική του ἀποστολή, πού ἐκπληρούμενη συμβάλλει, μέ τήν ἀξία καί μοναδικότητά της, στή γενική ἁρμονία. Τό νά θέλουν ὅλα τά μέλη νά ἐκτελοῦν τήν ἴδια λειτουργία στό σῶμα ἀποτελεῖ ἔνδειξη σοβαρᾶς ἀσθένειας τῶν ἴδιων καί τοῦ σώματος. "Μή πάντες ἀπόστολοι; μή πάντες προφῆται; μή πάντες διδάσκαλοι; μή πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μή πάντες γλώσσαις λαλοῦσι; μή πάντες διερμηνεύουσι;" Στό ὀρθόδοξο ἦθος ὁ σεβασμός τῆς ἰδιαιτερότητος ἀποτελεῖ θεμελιώδη ἀρχή, τήν ὁποία οἱ σύγχρονες δυτικές κοινωνίες δέν ἀποδέχονται εὔκολα. Ἔτσι καί ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς γυναίκας καί τῶν λειτουργημάτων πού ἐπιτελεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία δέν ἔχει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό νόημα τῆς ὑποτιμήσεώς της.

Πράγματι, οἱ γυναῖκες ὄχι μόνο εἶναι ἰσότιμες μέ τούς ἄνδρες, ἀλλά κατέχουν καί τό κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ὡς ἀναπόσπαστα μέλη τῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας. Εἰδικότερα, ἡ γυναίκα συμβολίζει τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, τόν ναό τοῦ Θεοῦ, πού δέχεται τό σῶμα τῶν πιστῶν· γι' αὐτό καί τό διακονικό της ἔργο στήν Ἐκκλησία εἶναι ἔργο ἀγάπης καί φιλανθρωπίας πρός τόν πλησίον, μέ τήν ἐσωτερική καί τήν ἐξωτερική της ἱεραποστολή. Ἡ συμβολική προσφορά τῆς γυναίκας στήν ἐκκλησιαστική ζωή εἶναι ἔργο πού ἀγκαλιάζει ὅλο τό ποίμνιο καί δέν συγκρίνεται μέ ἀξίωμα ἀναγόμενο στή συνήθη ἱεραρχική δομή.

Ἡ θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία ἔχει τήν ἀξία της ἤδη ἀπό τή Θεοτόκο, πού προβλήθηκε, μέσα στό ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας, ὡς ὁ τύπος τῆς Ἐκκλησίας. Πρίν προχωρήσουμε στήν τυπολογική αὐτή σχέση, θά πρέπει νά ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ χριστιανισμός δέν ὑποβάθμισε τή γυναικεία ὑπόσταση. Ἀντίθετα πρός τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό κόσμο, στόν ὁποῖο ἡ γυναίκα δέν εἶχε τό δικαίωμα νά ἀποκτήσει μιά εὐρεία μόρφωση καί νά συμμετέχει στίς κοινωνικές ἐκδηλώσεις τῆς πόλης, στόν χριστιανικό κόσμο ἡ γυναίκα προσφέρει, διακονεῖ, ἐνῶ στή χριστιανική διδασκαλία στηρίζονται τά ἀναγνωρισθέντα σέ αὐτήν ἀνθρώπινα δικαιώματα, πού ὁδηγοῦν καί στήν ἰσοτιμία τῶν δύο φύλων. "Ἀρετῆς δεκτικόν τό θῆλυ, ὁμοτίμως τῷ ἄρρενι παρά τοῦ Κτίσαντος γέγονε. Τό στερρόν καί εὔτονον καί ὑπομονητικόν ἐξ ἴσου τοῖς ἀνδράσι καί παρ' ἡμῶν ὀφείλεται τῷ Δεσπότῃ", εἶπεν ἡ ἁγία μάρτυς Ἰουλίττα ὀλίγον πρό τοῦ μαρτυρίου. Καί ὁ Μέγας Βασίλειος παρατηρεῖ πρός τίς γυναῖκες: "Πρός οὐδέν ὑμῖν τῶν ἀγαθῶν τό ἐλάττωμα τῆς φύσεως ἐμποδίζει".

Ὅμως, ὁ σημαντικός καί διακεκριμένος ρόλος τῶν γυναικῶν ἐκφράζεται στήν τυπολογική ἀναλογία Εὔας-Μαρίας, στήν ὁποία ἐμπεριέχεται μία "ἀνακύκληση", καθώς ἡ ἀνυπακοή τῆς Εὔας ἀποκαταστάθηκε μέ τήν ἀποδοχή τῆς βουλῆς τοῦ Θεοῦ διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τήν Παρθένο Μαρία γιά τήν Ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ Εὔα παρίσταται ὡς ἡ ἐκπέσουσα ἀρχαία ἀνθρωπότητα, ἡ ὁποία γιά τήν παρακοή της "τήν κατάραν εἰσωκίσατο", ἐνῶ ἡ Μαρία ὡς ἡ ἀνακαίνιση τῆς ἀρχαίας πεσούσης ἀνθρωπότητος, ἡ ὁποία συντελέσθηκε μέ τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ἐμφανίζεται ὡς νέα ἀνθρωπότητα, ἡ "καινή ἐν Χριστῷ κτίσις". Ἀπό τή θέση αὐτή γίνεται κατανοητό ὅτι τό κεντρικό πρόσωπο στό σχέδιο τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ Θεοτόκος. Ἀντιπροσωπευτικό τοῦ λειτουργήματός της εἶναι τό εἰδικό λειτούργημα τῆς γυναίκας, πού τιμᾶται ὡς ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς διαιώνισης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί ὡς λειτούργημα σιωπῆς εὔγλωττης.

Ἡ συμβολική ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Παρθένο Μαρία ἀναδεικνύει τήν ἐπικουρική σημασία τοῦ ἔργου τῶν γυναικῶν στό πεδίο τῆς ἐκκλησιαστικῆς δραστηριότητας. Ἤδη ἀπό τήν ἀρχέγονη καί μετέπειτα Βυζαντινή Ἐκκλησία εἶχε ἀνατεθεῖ στίς γυναῖκες ἀφ' ἑνός μέν ἡ συμμετοχή στή λειτουργική ζωή διά τοῦ θεσμοῦ τῶν διακονισσῶν, ἀφ' ἑτέρου δέ ἡ συνεισφορά των στίς θρησκευτικές καί στίς ἄλλες ἀνάγκες τοῦ γυναικείου κόσμου, ὅπως στά πτωχοκομεῖα, στά νοσοκομεῖα, σέ διάφορες ἀδελφότητες κ.ἄ. Κατ' οὐσίαν, οἱ γυναῖκες εἶχαν ἀναλάβει τό κοινωνικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, καί κυρίως ὅ, τι ἀφοροῦσε στήν περίθαλψη καί στήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν στά διάφορα ἐκκλησιαστικά ἱδρύματα.

Μέσα στό πλαίσιο τοῦ γυναικείου ἱεραποστολικοῦ ἔργου δέν πρέπει νά παραλειφθεῖ ἡ σπουδαιότητα τοῦ γυναικείου μοναχισμοῦ, πού συνέβαλε στήν ἀνύψωση τῆς θέσης τῶν γυναικῶν στήν Ἐκκλησία. Μέ αὐτό τό πρίσμα δηλώνεται ὄχι μόνο ἡ κοινωνική προσφορά τῶν γυναικῶν στήν κοσμική ζωή, ἀλλά καί ἡ πνευματική δύναμή τους. Ὁ μοναχισμός εἶναι ἕνα ἰδιαίτερος τρόπος ζωῆς, τόν ὁποῖο ἑκούσια διάγουν ἄνδρες καί γυναῖκες καί ὑπόκεινται στή δοκιμασία καί στήν ἐγκράτεια ἀνάλογα μέ τίς ἰδιαίτερες κλίσεις τους· γεγονός πού ἀναιρεῖ τήν πεποίθηση γιά διάκριση ἀρσενικοῦ καί θηλυκοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐφ' ὅσον καί τά δύο φύλα ἔχουν τό δικαίωμα νά ἀναχθοῦν στό θεῖο, ἐπιτυγχάνοντας τήν ὑπεροχή τους ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό ἕναν σχετικά δυσκολότερο δρόμο ἀπό ἐκεῖνον τοῦ ἐγκόσμιου βίου.



Ἄν κατανοήσουμε ὅτι ὁλόκληρη ἡ χριστιανική διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπικεντρώνεται στή θεωρητική καί στήν πρακτική σημασία τῆς ἔννοιας τῆς ἀγάπης, θά διαπιστώσουμε δύο καίρια σημεῖα γιά τό θέμα μας:

1. Ὁ εὐρύτατος κύκλος τῶν διακονημάτων, δηλαδή τό λειτουργικό, ποιμαντικό, κατηχητικό, διδακτικό ἱεραποστολικό καί κοινωνικό ἔργο, ἔχει μεγάλη σπουδαιότητα καί ἀποτελεῖ τό ὑπόβαθρο γιά τό ἱερατικό ἀξίωμα καί τήν ἐν γένει ἀποστολή τοῦ ἱερέα μέσα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ συμμετοχή τῆς γυναίκας στά διακονήματα αὐτά ἐνθαρρύνεται σήμερα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά καί συνδέεται ἄρρηκτα μέ τήν πνευματικότητά της καί τίς προσωπικές κλίσεις της. Τά λειτουργήματα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν τά ἀντιλαμβάνεται ὡς ἐξουσία καί δύναμη, ἀλλά ὡς διακονία καί θυσία, ὡς μαρτυρία καί ἐνίοτε συνεπάγεται τό μαρτύριο. Στή σύγχρονη δυτική σκέψη, πού εἶναι συνηθισμένη στή διεκδίκηση δικαιωμάτων, τά λειτουργήματα ἀποτελοῦν δικαιώματα πρός ἀπολαβήν καί ὄχι πρός θυσίαν. Ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, ἀποκλείοντας τή γυναίκα ἀπό τήν ἱεροσύνη, δέν θεωρεῖ ὅτι τήν ὑποτιμᾶ, μιά καί τῆς ἀναγνωρίζει ἄλλου εἴδους σημαντικές διακονίες, πού εἶναι μία ἄλλη μορφή θυσίας. Γι' αὐτό καί οἱ ὀρθόδοξες γυναῖκες πού διαπνέονται ἀπό αὐτή τή νοοτροπία δέν συμμερίζονται οὔτε τή διαμαρτυρία τῶν γυναικῶν ἄλλων ὁμολογιῶν γιά τόν ἀποκλεισμό των ἀπό τήν ἱεροσύνη, πού ὀφείλεται σέ καθαρά δογματικούς καί παραδοσιακούς λόγους, οὔτε τόν ἀγώνα ἐκείνων γιά τήν κατάκτηση τοῦ ὀχυροῦ τῆς ἱεροσύνης. Ἀρκοῦνται στή λειτουργική διακονία τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας καί ἀξιοποιοῦν τά χαρίσματά των στή διακονία τῆς σύγχρονης κοινωνίας, πού ξηραίνεται καί μαραίνεται ἀπό τόν καυστικό λίβα τοῦ ἀτομισμοῦ καί τοῦ συμφέροντος.

2. Ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης αὐτῆς μέ τήν προσφορά καί τήν ἀνανέωση τῆς ἐνοριακῆς καί τῆς καθόλου ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι κάτι πού ἁρμόζει στή γυναίκα, ἡ ὁποία, ἐκ φύσεως εὐαίσθητη λόγῳ μητρότητός της, ἐπιδεικνύει πάντοτε μεγάλο ζῆλο, πίστη καί ἀφοσίωση στό κοινωνικό της ἔργο.

Ἡ γυναίκα, λόγῳ τῆς μητρότητος, μᾶς μαθαίνει νά ζοῦμε ὡς πρόσωπα καί ὄχι ὡς ἄτομα, ὡς ὄντα σχέσεως καί ὄχι ὡς αὐτονομημένα καί ἀνεξάρτητα ὄντα. Χρειάζεται ὁ δυτικός πολιτισμός νά ἀναθεωρήσει τήν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας πού κληρονόμησε ἀπό τήν κοινή μας χριστιανική παράδοση, ἑδραίωσε μέ τόν καρτεσιανό διαφωτισμό καί ἐξάντλησε μέ τόν ὑπαρξιακό μηδενισμό. Πρέπει νά ἀντιληφθεῖ ὅτι ἐλευθερία δέν σημαίνει ἀπελευθέρωση ἀπό κάποιον ἤ ἀπό κάτι, ἀλλά γιά κάποιον ἤ γιά κάτι.

Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά τονισθεῖ ἡ σπουδαιότητα τοῦ σύγχρονου ἔργου πού ἔχουν ἀναλάβει σήμερα οἱ γυναῖκες στόν χῶρο τῆς ἐνορίας, ὅπου συχνά δημιουργοῦνται προβλήματα ἀπό τήν ἴδια τήν ποιμαίνουσα. Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας ἡ ὑποστήριξη καί ἡ ἐνθάρρυνση συχνά δέν ἐπαρκοῦν. Μάλιστα, ἡ προσφορά τῆς γυναίκας καί ἡ παρουσία της ἀποτελοῦν ἐπιτακτική ἀνάγκη γιά τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα, διότι ἡ πνευματική καθοδήγηση, ἡ χριστιανική ἀγωγή καί ἡ συνείδηση τῶν πιστῶν εἶναι πολύ πιό δύσκολο ἔργο, σήμερα πού οἱ κοινωνίες μαστίζονται ἀπό αἱρέσεις, παραθρησκευτικές ὀργανώσεις, πολιτικά καί οἰκονομικά συμφέροντα σέ τοπικό καί διεθνές ἐπίπεδο, τά ὁποῖα ἐπικαλύπτονται πίσω ἀπό τίς ἀντιπαραθέσεις τῶν θρησκειῶν, κλονίζοντας τήν πίστη καί τίς συνειδήσεις τῶν λαῶν. Ἡ γυναίκα, ἀποκτώντας ἐνεργό ρόλο στή ζωή τῆς ἐνορίας, δείχνει τόν δρόμο πρός τόν ἐξανθρωπισμό τῆς κοινότητας καί συμβάλλει στήν προσφορά τῆς εὐχαριστιακῆς σύναξης. Ἡ γυναίκα ἐνορίτις, ἡ γυναίκα παρασκευάστρια τοῦ προσφόρου, δηλαδή τοῦ ἄρτου πού θά εὐλογηθεῖ καί θά γίνει Σῶμα Χριστοῦ, ἡ γυναίκα ὡς ἐκκλησιαστική ἐπίτροπος, ἡ γυναίκα ὡς κατηχήτρια, ὡς διακόνισσα τῶν ἔργων ἀγάπης, ὡς μοναχή, ὡς ψάλτρια, ὡς φιλάνθρωπος μέσα στά πλαίσια τῆς ἐνορίας μετέχει στά ἐκκλησιαστικά πράγματα μέ ἐπίγνωση, ὑπευθυνότητα καί ἀποδοτικότητα.

Τά τελευταῖα χρόνια διατυπώνεται, βέβαια, καί στόν χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀρκετά δειλά ἡ διεκδίκηση τῆς ἱεροσύνης γιά τίς γυναῖκες. Τό θέμα αὐτό πρέπει νά ἀντιμετωπισθεῖ μέ ἐξαιρετικά μεγάλη σοβαρότητα, γιατί κατ' ἀρχήν δέν πρέπει, ἐπαναλαμβάνω, νά ἀποδοθεῖ ἡ ἀρνητική τοποθέτηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σέ ὁποιεσδήποτε προκαταλήψεις ἀπέναντι στό γυναικεῖο φύλο ἤ σέ μιά προϊούσα τάση ὑποβάθμισης τῆς σημασίας τῆς γυναικείας παρουσίας μέσα στή χριστιανική κοινωνία. Χωρίς νά θέλω νά προκαταλάβω τό συνέδριο ὑπαγορεύοντας τά συμπεράσματά του στό συγκεκριμένο θέμα τῆς χειροτονίας τῶν γυναικῶν, θά ἤθελα ἁπλῶς νά ὑπενθυμίσω σέ γενικές γραμμές τά ἐπιχειρήματα πού προβάλλονται γιά τήν ἀπόρριψη τῆς μυστηριακῆς ἱεροσύνης τῶν γυναικῶν.

Πρωτεύουσα θέση μεταξύ τῶν ἐπιχειρημάτων κατέχει ἡ προβολή τῆς παραδοσιακῆς τακτικῆς τῆς Ἐκκλησίας, τό γεγονός δηλαδή ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέν ἐπέλεξε γυναῖκες μεταξύ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων, μολονότι δέν ἔλειπαν οἱ γυναῖκες ἀπό τόν εὐρύτερο κύκλο τῶν μαθητῶν Του. Ἐξαίρεση δέν ἀπετέλεσε οὔτε ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος, διά τῆς ὁποίας τελειοποιήθηκε τό ἔργο τῆς "ἐν Χριστῷ" οἰκονομίας. Τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου ἀκολούθησαν καί οἱ Ἀπόστολοι, πού δέν χειροτόνησαν γυναῖκες. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, μάλιστα, ρητῶς τῆς ἀποκλείει ἀπό τό ἱερατεῖο. Ἀπό τήν πρακτική αὐτή δέν ἀπομακρύνθηκε ἡ Ἐκκλησία στή διάρκεια τοῦ δισχιλιετοῦς βίου της.
Οἱ ὑποστηρικτές τῆς ἱεροσύνης τῶν γυναικῶν παραγνωρίζουν τό θεολογικό νόημα τῆς ἱεροσύνης. Ὁ ἱερεύς δέν ἐνεργεῖ ὡς ὄργανο ἐξουσιοδοτημένο κατά τήν ἄσκηση τῶν τελετουργικῶν του καθηκόντων, ἀλλά εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ σωματική παρουσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη, δηλαδή, θεολογία ταυτίζει τόν λειτουργό ἱερέα μέ τόν Ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας. Παρίσταται, μέ ἄλλες λέξεις, "εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ", κατά τήν φρασεολογία τῶν Πατέρων. Περαιτέρω, κατά τήν ἀνθρώπινή Του ὑπόσταση, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν ἄνδρας. Στήν ἐκκλησιαστική γλώσσα τό πρόσωπό Του λέγεται "θεανδρικό". Αὐτή, λοιπόν, ἡ ταύτιση ἀπετέλεσε τή βάση γιά τήν παροχή τοῦ χαρίσματος τῆς ἱεροσύνης μόνο σέ ἄνδρες.

Ἄλλο, τέλος, ἐπιχείρημα ἀναφέρεται στόν νυμφικό συμβολισμό τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ συμβολισμός ἐπιβάλλει νά εἶναι ὁ τελετουργός τῶν Μυστηρίων ἄνδρας, ἐφ' ὅσον παρίσταται "εἰς τόπον Χριστοῦ", τοῦ νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Ζωή και παράδοσις της Εκκλησίας



πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 2/12/2011
ΖΩΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ χριστιανοὶ εἶναι δέσμιοι τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος καὶ συχνὰ διερωτῶνται τί εἶναι ζωὴ καί παράδοση τῆς Ἐκκλησίας; Σὲ τί διαφέρει ἡ δική τους ζωὴ ἀπὸ αὐτὴ ποὺ προβάλλει καὶ ζητάει ἡ Ἐκκλησία; Αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἀλλὰ δυσκολεύονται νὰ διορθώσουν τὴ δική τους πορεία. Τοὺς ἀρέσει ὁ κόσμος, οἱ μικρὲς χαρές του καὶ οἱ μικρὲς ἁμαρτίες. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ μεγάλος πειρασμός・ νὰ τὰ θέλει ὅλα καὶ ἀπὸ λίγο. Τὸ “λίγο” φυσικὰ δὲν μειώνει τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν. Οἱ χριστιανοὶ σκέφτονται ἐπιχειρήματα. Βρίσκουν παραδείγματα καὶ ἐπικαλοῦνται γνῶμες διαφόρων κοσμικῶν θεολόγων, προκειμένου νὰ δικαιολογηθοῦν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Κόβουν καὶ ράβουν τὴ χριστιανικὴ ζωὴ στὰ μέτρα τους καὶ διαμορφώνουν μία ζωὴ χωρὶς Χριστό, χωρὶς ἐντολὲς καὶ ἄσκηση. Δὲν χρειάζονται δεινοὶ θεολόγοι, γιὰ νὰ τοὺς πείσουν ὅτι βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας...

Ποιός, ἀλήθεια, δὲν γνωρίζει ὅτι ἡ ἱστορία τῆςἘκκλησίας γράφτηκε μὲ τὸ αἷμα τῶν Μαρτύρων, τὰ δάκρυα τῶν Ὁσίων καὶ τὴ σοφία τῶν Πατέρων; Τὸ αἷμα τῶν Μαρτύρων χύθηκε ἄφθονο τούς πρώτους αἰῶνες, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἑπόμενους μέχρι τὸν 20ό αἰώνα, ὅπου ὁ κομμουνισμὸς κήρυξε ἐπὶ δεκαετίες σκληρὸ διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν σὲ πολλὰ κράτη. Τὰ δάκρυα τῶν Ὁσίων χύθηκαν καὶ χύνονται στὴν ἄνυδρη καὶ ἀπόκοσμη ἔρημο, μὲ διαρκῆ ἄσκηση, ἄρνηση τῶν ἐγκοσμίων, πλήρη ἀφοσίωση στὸ Θεὸ καὶ καθημερινὴ μετάνοια, τόσο γιὰ τὶς δικές τους ἁμαρτίες ὅσο καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀδελφῶν τους στὸν κόσμο. Καὶ τέλος, ἡ σοφία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία συνεχῶς ἐμπλουτίζεται, γιατί σὲ ὅλους τούς αἰῶνες ὑπῆρχαν πατέρες. Σήμερα ἡ σοφία τῶν Πατέρων εἶναι πλουσιότατη καὶ μπορεῖ νὰ ἱκανοποιήσει ὅλους τούς ἀνθρώπους, ποὺ θὰ ἐντρυφήσουν σὲ αὐτή. Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀδιαφορήσει γιὰ τὸ αἷμα τῶν Μαρτύρων καὶ νὰ μὴ συγκινηθεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ μείνει ἀπαθὴς στὰ ἑκούσια δάκρυα τῶν Ἀσκητῶν, οἱ ὁποῖοι θυσίασαν τὰ πάντα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ ἢ στὸν συνεχῆ ἱδρώτα τῶν Δικαίων, οἱ ὁποῖοι ἀντιστέκονται στοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ ἀντιμετωπίζουν τὰ διάφορα προβλήματα μὲ βάση τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ; Ἐπίσης, ποιὸς δὲν θὰ θελήσει νὰ φωτιστεῖ ἀπὸ τὴν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι σοφία τῶν Πατέρων;
Τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάντα ὁ Χριστός, “ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος”. “Δὲν γίνεται μὲ κανένα τρόπο νὰ μετακινηθῆ τὸ θεμέλιο. Κανένας συγχρονισμός, καμία προσαρμογὴ στὶς ἀντιλήψεις τοῦ καιροῦ δὲν χωρεῖ στὴν πίστι τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νὰ ἀλλάζουν ἴσως καὶ νὰ προσαρμόζωνται στὴν κάθε ἐποχὴ οἱ τρόποι ἐργασίας καὶ δράσεως τῆς Ἐκκλησίας, μὰ ἡ πίστις μένει ἀμετακίνητη καὶ ἀσάλευτη. Ἀλλιῶς ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι θεία οἰκοδομή, εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, μεταβαλλόμενο καὶ πρόσκαιρο”, τονίζει ὁ Κοζάνης Διονύσιος. Καὶ συμπληρώνει: “Ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀποτελεῖ μία θεωρητικὴ καὶ δογματικὴ μόνο ἀλήθεια, μὰ εἶναι ἡ οὐσία καὶ τὸ πάθος τοῦ Χριστιανισμοῦ・ ἡ ζωὴ καὶ ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας”.

ΩΡΑ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΕΩΣ ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ





ΩΡΑ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΕΩΣ

ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ

Είναι γνωστόν ότι, και τῆς πιό μικρᾶς μητροπόλεως επίσκοπος έχει το κύρος, την αποστολή και το πνευματικό βάρος για όλη την ανά την Οικουμένην Ορθόδοξο Εκκλησία. Ο πρῶτος είναι πρῶτος μεταξύ ίσων (primus inter pares).Ας αναλάβουν όλοι τις ευθύνες των έναντι τῆς Ορθοδοξίας, μᾶς καλεί το παρατιθέμενον κατωτέρω άρθρον.
Νικόλαος Γ. Σαββόπουλος
Θεολόγος

ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΛΟΓΟΣ
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ
κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
«ΕΠΙ ΑΙΡΕΣΕΙ;»



του Πρωτοπρεσβ. Ευσταθιου ΚΟΛΛΑ


Οι φόβοι ότι θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στην ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ μας, ο κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, είχε προβλεφθεί, πριν ακόμη εκλεγεί. Λίαν ευθαρσώς είχε δηλωθεί τότε, (1991) που ήταν επικρατέστερος υποψήφιος για τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και εκείθεν ως Οικουμενικός: «Για τον τύπο αυτό του Κληρικού, να βάλει ο Θεός το χέρι Του, γιατί αν τελικά εκλεγεί θα οδηγήσει την Ορθοδοξία μας σε περιπέτειες», και οι περιπέτειες δεν άργησαν να παρουσιαστούν αμέσως μετά την εκλογή του, με τους δήθεν διαλόγους με τον αιρεσιάρχη Πάπα της Ρώμης, και που τελικά κατέληξαν στις συμπροσευχές.

Οι συμπροσευχές αυτές, για τον Οικουμενικό και τους συνοδοιπόρους του, σημαίνει ότι έχει ήδη γίνει η ένωση με τον αιρεσιάρχη Πάπα, και αν κρίνουμε από τα κατηγορηματικώς λεγόμενα του υπεύθυνου του Γραφείου της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρώπη, ψευτοΜητροπολίτου Αχαίας κ. Αθανασίου, τώρα προσπαθούν, με υπόγειες διαδρομές, να επιβάλλουν στους πιστούς αυτή «την άμικτον μί-ξιν», αλλά στην σατανοκίνητη αυτή προσπάθειά τους συναντούν, ως είναι τούτο επόμενον, σκληρές αντιδράσεις από το κέντρον της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, την Ελλάδα και εκείθεν, από τον υπερασπιστή δηλαδή της πίστεώς μας πιστό λαό του Θεού. «Παρ’ ημίν ούτε Πατριάρ-χαι ούτε Σύνοδοι ηδυνήθησάν ποτε εισαγαγείν νέα, διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το σώμα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοειδές τω των Πατέρων αυτού», (Απόκρισις των Πατριαρχών της Ορθοδόξου Ανατολής προς τον πάπαν Πίον τον Θ’, έτος 1848).

Ο Αχαίας λοιπόν κ. Αθανάσιος, «γυμνή τη κεφαλή», απολογούεμνος, ως φαίνεται, προς το Βατικανό για την καθυστέρηση της υποταγής της Εκκλησίας της Ελλάδος στον αιρεσιάρχη Πάπα ομολογεί, όλως ανερυθρίαστα: «Στην Ελλάδα βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ λεπτή κατάσταση, γιατί ο αρχιεπίσκοπος και οι μητροπολίτες επιθυμούν να έχουν μια σημαντική συνεργασία με την Καθολική Εκκλησία, αλλά οι πιστοί δεν είναι προετοιμασμένοι στην προοπτική του διαλόγου… Αυτό για μας είναι η μεγάλη πρόκληση να προετοιμάσουμε τον κόσμο, να τον διαπαιδαγωγήσουμε, για να μη αντιδράσει επηρεασμένος από τις προκαταλήψεις και πληροφορίες, που δεν ανταποκρίνονται στα γεγονότα. Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι έχουμε ανάγκη χρόνου, ελπίζω όχι υπερβολικού, για να σχηματίσουμε την συνείδηση του κόσμου» (ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ, Μάιος – Ιούνιος 2011, σελ. 9).

Να υποθέσουμε ότι απόδειξη τούτου αποτελεί η απερίσκεπτη και λίαν αντικανονική, Πατριαρχική Συνοδική Επιστολή του Οικουμενικού προς ένα μόνον επιλεγμένο κομμάτι της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ, ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, χωρίς να υπάρχει σοβαρό θέμα, που να απασχολεί ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, και όχι μόνον τον Οικουμενικό, ώστε να απαιτεί την επέμβαση της Οικουμενικής ιδιότητός του, για σύγκληση μιας τέτοιας Συνόδου, αλλά και πάλι αν υπήρχε ένα τέτοιο θέμα θα έπρεπε να συγκληθεί σύμπασα η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, από Ανατολή, Δύση, Βορρά και Νότο. Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, αυτός ο ΑΡΡΑΦΟΣ ΧΙΤΩΝΑΣ Εκείνου, δεν κόβεται ποτέ σε κομμάτια, μόνον ο αρχέκακος και ανθρωποκτόνος διάβολος επιθυμεί να την διαμελίσει με σκοπό να την εξαφανίσει από τη γη, ώστε να μη δύναται ο άνθρωπος να σώζεται.

Το όλον θέμα, που προτάθηκε από τον Οικουμενικό για την σύγκληση αυτή ήταν «τραβηγμένο από τα μαλλιά». Συγκάλεσε τους τέσσερις (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Κύπρου), με θέμα την δήθεν «Αναστάτωση και αβεβαιότητα που αντιμετωπίζουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Μέσης Ανατολής».

Δηλαδή, ούτε λίγο, ούτε πολύ, «πιάσε τ’ αυγό και κούρευτο», και τελικά αυτό το .σοβαρό θέμα, για τον Οικουμενικό, κατέληξε στο «όπερ έδει δείξαι» των λεγομένων μας, δηλαδή στην «δια κεκλεισμένων των θυρών συζήτηση, και για θέματα όχι που συμφωνούν με τις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες, οι τέσσερις καμπαλέ-ρος, αλλά που διαφωνούν, ώστε να αρθούν τα εμπόδια και να επιτύχει την Μεγάλη Πα-νορθόδοξη Σύνοδο, που είναι και ο μεγάλος στόχος του, ο διακαής του πόθος». (ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 9-9-2011, σελ. 7). Δηλαδή, κ. Οικουμενικέ, «αλλού τα κακαρίσματα και αλλού γεννούν οι κότες;».

Όμως, το θέμα αυτό που επικαλέστηκε ο Οικουμενικός, για να δείξει μάλλον την οικουμενική του ταυτότητα και παρουσία, δεν είναι οικουμενικής φύσεως, δεν συζητείται με την επέμβαση του Οικουμενικού αλλά με τοπικές Συνόδους των αρμοδίων Εκκλησιαστικών Αρχών. Συνεπώς, η ενέργεια αυτή του Οικουμενικού είναι, «ωμή επέμβαση σε θέματα άλλων αδελφών Εκκλησιών», κα άρα ενήργησε όλως αντ/Κανονικά και αυταρχικά (;). Προσέτι δε η παράτολμη αυτή ενέργειά του είναι και παραμένει μεγάλος κίνδυνος, «βραδύκαυστη Ωρολογιακή Βόμβα» στα θεμέλια της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, που απειλεί άμεσα την ΕΝΟΤΗΤΑ της. Θα μπορούσε, ο κ. Οικουμενικός, αν υπήρχε πράγματι υπαρκτό πρόβλημα στους Χριστιανούς της Ανατολής, να απευθυνθεί με μια, εντελώς προσωπική του αδελφική επιστολή, στους υπεύθυνους Ταγούς των εκεί αδελφών Εκκλησιών, να τους εκφράσει την συμπάθειά του, και να τους ερωτήσει αν ήθελαν οποιαδήποτε περαιτέρω άλλη βοήθειά του.

Αλλά ερωτάται: Γιατί, κατά τη γνώμη του Φαναρίου οι Χριστιανοί της Ανατολής ευρίσκονται πράγματι σε «αναστάτωση και αβεβαιότητα;». Τους έχει πειράξει κανείς την Ορθόδοξη πίστη τους, και οι εκεί Θρησκευτικοί Ταγοί τους αδιαφορούν, ή απλώς, ο κ. Οικουμενικός, μεθοδεύει αυτή την επέμβαση, για να δείξει την παρουσία του εκεί, και να παίξει το ρόλο του Πάπα της Ρώμης, επεμβαίνοντας και στα πολιτικά των Ανατολικών Χωρών;

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ:

ΩΣΤΟΣΟ, υπάρχει θέμα και μάλιστα πολύ σοβαρό για συζήτηση. Υπάρχει θέμα και μάλιστα ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ, που απασχολεί εδώ και χρόνια σοβαρώς την ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ μας, και δεν έχει συγκληθεί ακόμη η Οικουμενική Σύνοδος για το θέμα αυτό, που έπρεπε να επιληφθεί για την επίλυσή του. Εστω και τώρα να συγκληθεί ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ, το ταχύτερον δυνατόν, ώστε να μην αφεθούν έτι περαιτέρω ελεύθεροι οι διαβόλοι και ανενόχλητοι να συνεχίσουν να αλωνίζουν, ώστε με υπόγειες διαδρομές να κατορθώσουν την άλωση της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ μας, και τότε να φθάσουμε στο σημείο, «να κλαίμε, του κάκου, στο αίμα».

Υπάρχει λοιπόν το σοβαρό – σοβαρότατο θέμα, αυτό του αιρετίζοντος Οικουμενικού, κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, ο οποίος συναλλάσσεται εδώ και χρόνια, ανενόχλητος και χωρίς ενδοιασμούς, με τον «καταραμένο και μέγα αι-ρεσιάρχη Πάπα της Ρώμης» (Κοσμάς ο Αιτωλός), και «γυμνή τη κεφαλή» συμπροσεύχεται μαζί του. Τούτο αποτελεί σοβαρό θέμα ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ και Οικουμενικής διερεύνησης το συντομότερο δυνατόν, πριν μας προλάβουν τα δυσάρεστα. Η ώρα του χρέους για τους αρμοδίους της σύγκλησης της Οικουμενικής Συνόδου και του καθενός μας έχει φτάσει. Εδώ πλέον δεν κινδυνεύει κάτι μικρό και ασήμαντο, Εδώ απειλείται, ό,τι πολυτιμότερο έχουμε ως Χριστιανοί. Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ!

ΝΑΙ. Να δουλέψουν ταχύτατα τα αρμόδια εκείνα Εκκλησιαστικά όργανα, για την σύγκληση ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ με θέμα τις αντιγραφικές και αντικανονικές συναλλαγές και συμπροσευχές του αιρετίζοντος Οικουμενικού κ. Βαρθολομαίου, ως υπόλογου «ΕΠΙ ΑΙΡΕΣΕΙ», και κατόπιν ενδελεχούς έρευνας και μελέτης να του επιβληθούν, αν τούτο θα καταστεί αναγκαίον, οι θεραπευτικές ποινές που προβλέπουν οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες, δηλαδή, ανάλογα: Του Αφορισμού, της Καθαίρεσης, του Αναθεματισμού, ή και της διαγραφής του ακόμη από τον κατάλογο των Χριστιανών.

«.. .Ειδέ τις των απάντων μη τα προειρημένα της ευσεβείας δόγματα κρατοί και ασπάζοιτο και ούτω δοξάζοιται και κηρύττοι, αλλ’ εξ εναντίας ιέναι τούτων επιχειροί, έστω ανάθεμα. και του Χριστιανικού καταλόγου, ως αλλότριος και εξωθείσθω και εκπιπτέτω. Ειδέ τις αλώ Κανόνα τινά των ειρημένων και-νοτομών, ή ανατρέπειν επιχειρών, υπεύθυνος έστι κατά τον τοιούτον Κανόνα, ως ούτος δια-γορεύει την επιτιμίαν δεχόμενος, και δι’ αυτού εν ώπερ πταίει θεραπευόμενος», (Καν. 1ος & 2ος ΣΤ’ Οικ. Συν. κ.ά.).

Και όλα αυτά να γίνουν, «αμ’ έπος, αμ’ έργον», από τους υπευθύνους Ταγούς της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ μας, ώστε να τελειώνουμε με τον κ. Βαρθολομαίο και τις αντορθόδοξες ενέργειες και βλέψεις του, γιατί η Βασιλεία του Θεού μας ΣΗΜΑΔΕΥΕΙ. Εμπρός, λοιπόν, και ευθύς αμέσως να γρηγορήσουμε, για «να μη μας βρει ραθυμούντας, όταν έλθει Εκείνος, και ως ανάξιοι όντες μείνουμε κλεισμένοι έξω της Βασιλείας Του».

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος
Επ/μος πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος

Πῶς μποροῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό

Lewis C.S.



«Πῶς μποροῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό;»

Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἐρώτημα ποὺ περιέχει μιὰ κωμικὴ χροιά. Γιατί τὸ πραγματικὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε ἐμεῖς τὸν Χριστό, ἀλλὰ πῶς ἑρμηνεύει Ἐκεῖνος ἐμᾶς. Ἡ εἰκόνα μιᾶς μύγας ποὺ κάθεται καὶ σκέφτεται πῶς θὰ ἑρμηνεύσει ἕναν ἐλέφαντα εἶναι ἀρκετὰ κωμική. Ἴσως ὅμως ἡ ἐρώτηση τί μποροῦμε ἐμεῖς νὰ συμπεράνουμε γιὰ Ἐκεῖνον, νὰ ἐννοεῖ πὼς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ δώσουμε λύση στὸ ἱστορικὸ πρόβλημα ποὺ μᾶς ἐτέθη ἀπὸ τὰ καταγεγραμμένα λόγια καὶ τὶς πράξεις αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Ἡ λύση στὸ πρόβλημα αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μπορεῖ νὰ συμφιλιώσει δύο πράγματα. Ἀπὸ τὴ μιὰ ἔχουμε τὸ σχεδὸν γενικὰ παραδεκτὸ βάθος καὶ λογική τῆς ἠθικῆς Του διδασκαλίας, ἡ ὁποία ἀμφισβητεῖται ἐλάχιστα, ἀκόμα καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀντιστρατεύονται τὸν Χριστιανισμό. Ἔχω διαπιστώσει, κατὰ τὴ διάρκεια διαφωνίας μου μὲ φανατικὰ ἄθεους ἀνθρώπους, ὅτι προτιμοῦν νὰ καταλήγουν στὸ ἑξῆς σχόλιο: «Συμφωνῶ ἀπόλυτα μὲ τὰ ἠθικὰ διδάγματα τοῦ Χριστιανισμοῦ!» Καὶ μοιάζει νὰ ὑπάρχει μιὰ γενικὴ ὁμοφωνία πὼς στὴ διδασκαλία αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ τῶν πρώτων διαδόχων του, ἡ ἠθικὴ ἀλήθεια βρίσκεται στὴν πιὸ ἁγνὴ καὶ βαθιά της μορφή. Δὲν εἶναι γλυκανάλατος ἰδεαλισμός, εἶναι γεμάτη ἀπὸ σοφία καὶ ἐξυπνάδα. Ἡ ὅλη ἠθικὴ διδασκαλία εἶναι ρεαλιστική, ἀνανεωμένη στὸν πιὸ ψηλὸ βαθμό, προϊὸν ἑνὸς πολὺ λογικοῦ μυαλοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα φαινόμενο.

Τὸ ἄλλο φαινόμενο, εἶναι ἡ σχεδὸν ἀποκρουστικὴ φύση τῶν θεολογικῶν τοποθετήσεων αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Ξέρετε ὅλοι τί ἐννοῶ, καὶ προτιμῶ νὰ τονίσω τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἀποκρουστικοὶ ἰσχυρισμοὶ αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου δὲν γίνονται μόνο μία φορὰ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πορείας Του. Ὑπάρχει, βέβαια, ἐκείνη ἡ φορὰ ποὺ τὸν ὁδήγησε στὴν ἐκτέλεσή Του. Ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀνώτατος Ἱερέας τὸν ρώτησε, «ποιὸς εἶσαι;» «εἶμαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ μὲ δεῖτε νὰ ἐμφανίζομαι στὸ τέλος τῆς ἱστορίας ὡς Κριτὴς τοῦ σύμπαντος.» Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ἰσχυρισμὸς δὲν περιορίζεται μόνο σὲ αὐτὴ τὴ δραματικὴ στιγμή. Ἂν προσέξει κανεὶς τὶς συζητήσεις του θὰ δεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνεται παντοῦ. Γιὰ παράδειγμα, ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους «συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου.» Εἶναι πολὺ φυσικὸ γιὰ ἕναν ἄνθρωπο νὰ σοῦ συγχωρέσει κάτι ποὺ ἔχεις κάνει σὲ ἐκεῖνον. Ἂν κάποιος μοῦ κλέψει 5 λίρες, εἶναι ἀρκετὰ πιθανὸ καὶ λογικὸ νὰ τοῦ πῶ «σὲ συγχωρῶ, τὸ θέμα ἔκλεισε.» Ἀλλὰ πῶς θὰ ἀντιδρούσατε ἂν κάποιος σᾶς ἔκλεβε 5 λίρες καὶ ἐγὼ τοῦ ἔλεγα «εἶναι ὅλα ἐντάξει, σὲ συγχωρῶ;» Μετὰ ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο περίεργο πρᾶγμα ποὺ μοιάζει σὰν νὰ ξέφυγε τυχαία. Κάποια στιγμὴ Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος κάθεται σὲ ἕνα λόφο κοιτάζοντας τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ξαφνικὰ κάνει ἕνα ἀξιοπερίεργο σχόλιο: «δὲν ἔχω σταματήσει νὰ σοῦ στέλνω προφῆτες καὶ σοφοὺς ἄντρες.» Κανεὶς δὲν τὸ σχολιάζει. Ὡστόσο, ξαφνικά, σὰν φράση ποὺ τοῦ ξέφυγε, ἰσχυρίζεται πὼς εἶναι ἡ δύναμη ποὺ μέσα στοὺς αἰῶνες στέλνει σοφοὺς ἀνθρώπους καὶ ἡγεμόνες στὸν κόσμο.

Ἂς δοῦμε τώρα καὶ μία ἄλλη παράξενη παρατήρηση. Σχεδὸν σὲ κάθε θρησκεία ὑπάρχουν κάποιες δυσάρεστες ὑποχρεώσεις ὅπως ἡ νηστεία. Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος ξαφνικὰ μία μέρα λέει: «Κανεὶς δὲν χρειάζεται νὰ νηστέψει ὅσο εἶμαι μαζί σας.» Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος ποὺ ἰσχυρίζεται πὼς ἡ παρουσία Του καὶ μόνο καταλύει ὅλους τοὺς κανόνες; Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ πεῖ στὸ σχολεῖο πὼς μποροῦν νὰ ἔχουν ἡμιαργία; Πολλὲς φορὲς τὰ λόγια Του ὑποδηλώνουν πὼς ὁ ἴδιος εἶναι ἐντελῶς ἀναμάρτητος; Αὐτὴ εἶναι πάντα ἡ στάση Του. «Ἐσεῖς στοὺς ὁποίους ἀπευθύνομαι εἶστε ὅλοι ἁμαρτωλοί», χωρὶς νὰ ἀφήνει ποτὲ νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ὑπαινιχτεῖ τὸ ἴδιο καὶ γιὰ Ἐκεῖνον. Λέει ξανά, «εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Μοναδικοῦ Θεοῦ, πρὶν τὸν Ἀβραὰμ ἐγὼ ὑπάρχω,» καὶ μὴν ξεχνᾶτε τί σημαίνει ἡ φράση «ὁ ὤν» στὰ ἑβραϊκά. Ἦταν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ξεστομίσει κανεὶς ἄνθρωπος.

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἄλλη πλευρά. Ἀπὸ τὴ μία ἔχουμε ἠθικὰ διδάγματα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, τοὺς ἰσχυρισμοὺς ἑνὸς μεγαλομανῆ, μπροστὰ στὸν ὁποῖο ὁ Χίτλερ μοιάζει νὰ ἦταν ὁ πιὸ λογικὸς ἄνθρωπος. Δὲν ὑπάρχει ἐνδιάμεση λύση ὅπως δὲν ὑπάρχει καὶ ἀντίστοιχο παράδειγμα σὲ ἄλλες θρησκεῖες. Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Βούδα «εἶσαι ὁ γιὸς τοῦ Βράχμα;» ἐκεῖνος θὰ ἀπαντοῦσε «γιέ μου σὲ σκεπάζει τὸ βέλο τῶν παραισθήσεων.» Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Σωκράτη ἂν εἶναι ὁ Δίας, ἐκεῖνος θὰ ξεσποῦσε σὲ γέλια. Ἂν πήγαινε κάποιος στὸν Μωάμεθ καὶ τὸν ρώταγε, «εἶσαι ὁ Ἀλλάχ;» θὰ ἔσκιζε πρῶτα τὰ ροῦχα του καὶ μετὰ θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὸ κεφάλι. Ἂν ρωτοῦσε κάποιος τὸν Κομφούκιο «εἶσαι ὁ Παράδεισος;» νομίζω πὼς πιθανότατα θὰ ἀπαντοῦσε «παρατηρήσεις ποὺ δὲν ἔρχονται σὲ συμφωνία μὲ τὴν φύση εἶναι κακόγουστες.» Ἡ ἰδέα ἑνὸς μεγάλου ἠθικοῦ διδασκάλου ποὺ ἰσχυρίζεται ὅσα ἰσχυρίστηκε ὁ Χριστὸς ἁπλὰ δὲν ὑφίσταται. Ἡ γνώμη μου εἶναι πὼς ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει παρόμοιους ἰσχυρισμοὺς εἶναι ἤ ὁ Θεὸς ἤ κάποιος θεότρελος ποὺ οἱ ψευδαισθήσεις ἔχουν κυριαρχήσει πλήρως πάνω στὴ λογική του. Μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι ποτὲ δὲν Τὸν εἶδαν ἁπλὰ σὰν ἕνα δάσκαλο ἠθικῆς. Δὲν προκάλεσε αὐτὴν τὴν ἐντύπωση σὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συναναστράφηκε. Προκάλεσε κυρίως τρεῖς ἀντιδράσεις. Μῖσος, τρόμο, θαυμασμό. Δὲν ὑπῆρχε κανένα δεῖγμα ἀνθρώπων ποὺ νὰ ἐκφράζουν ἤπια ἀποδοχή.


Πῶς μποροῦμε ἄραγε νὰ συμφιλιώσουμε τὰ δύο αὐτὰ ἀντιθετικὰ φαινόμενα; Μία λύση θὰ ἦταν νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔκανε ποτὲ παρόμοιους ἰσχυρισμούς, ἀλλὰ πὼς οἱ ὀπαδοὶ του ὑπερέβαλλαν στὰ ὅσα διηγήθηκαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ περάσουν οἱ ἰσχυρισμοὶ αὐτοὶ ὡς δικοί Του στὴν ἱστορία. Αὐτὸ εἶναι δύσκολο νὰ συνέβη, ἀφοῦ οἱ ὀπαδοὶ του ἦταν ὅλοι Ἑβραῖοι, ἑπομένως ἀνῆκαν σὲ ἐκεῖνο τὸ ἔθνος ποὺ ἦταν πιὸ πεπεισμένο ἀπὸ κάθε ἄλλο γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ. Θὰ ἦταν πολὺ περίεργο, τὸ ἀπαίσιο αὐτὸ δημιούργημα σχετικὰ μὲ ἕναν θρησκευτικὸ ἡγέτη, νὰ ἐξαπλωθεῖ στοὺς τελευταίους ἀνθρώπους στὴ γῆ ποὺ θὰ ἔκαναν αὐτὸ τὸ λάθος. Ἀντιθέτως παρατηροῦμε ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ὀπαδούς του, οὔτε κἄν οἱ συγγραφεῖς τῶν εὐαγγελίων, δὲν μπόρεσε νὰ ἀποδεχτεῖ μὲ εὐκολία τὸ νέο δόγμα.

Ἕνα ἄλλο θέμα εἶναι πώς, ἀκολουθώντας τὴν πρώτη ἄποψη θὰ πρέπει νὰ θεωρήσουμε τὶς πράξεις αὐτοῦ τοῦ Ἀνθρώπου ὡς θρύλους. Σὰν ἱστορικός τῆς λογοτεχνίας εἶμαι ἀπόλυτα πεπεισμένος ὅτι τὰ Εὐαγγέλια μπορεῖ νὰ εἶναι ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ θρῦλοι. Ἔχω διαβάσει πάρα πολλοὺς θρύλους καὶ μπορῶ νὰ πῶ ὅτι εἶναι δύο διαφορετικὰ πράγματα. Τὰ εὐαγγέλια δὲν εἶναι ἀρκετὰ καλλιτεχνικὰ γιὰ νὰ εἶναι θρῦλοι. Ἀπὸ ἄποψη φαντασίας εἶναι ἀδέξια, δὲν εἶναι καλοδουλεμένα. Τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ μᾶς εἶναι ἄγνωστο, ὅπως καὶ κάθε ἄλλου ποὺ ἔζησε τὸν καιρὸ ἐκεῖνο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ χτίζουν τοὺς θρύλους δὲν θὰ τὸ ἐπέτρεπαν αὐτό.

Ἐκτὸς ἀπὸ κάποια τμήματα τῶν διαλόγων τοῦ Πλάτωνα, δὲν ὑπάρχουν διάλογοι ποὺ νὰ γνωρίζω στὴν ἀρχαία λογοτεχνία, ὅπως αὐτοὺς ποὺ συναντᾶμε στὸ τέταρτο εὐαγγέλιο. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ἀντίστοιχο, οὔτε κἄν στὴ μοντέρνα λογοτεχνία, μέχρι περίπου ἑκατὸ χρόνια πρὶν ποὺ δημιουργήθηκε τὸ ρεαλιστικὸ διήγημα. Στὴν ἱστορία τῆς γυναίκας ποὺ πιάστηκε νὰ πορνεύει βλέπουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔσκυψε καὶ ἔγραψε στὸ χῶμα μὲ τὸ δάχτυλό του. Ἀπὸ τὸ συμβὰν αὐτὸ δὲν συμπεραίνουμε κάτι συγκεκριμένο. Κανεὶς ποτὲ δὲν βάσισε κάποιο δόγμα σὲ αὐτό. Καὶ ἡ τέχνη τοῦ νὰ ἐφευρίσκεις μικρὲς ἄσχετες λεπτομέρειες γιὰ νὰ κάνεις πιὸ πειστικὴ μιὰ φανταστικὴ σκηνή, εἶναι ἀμιγῶς μοντέρνα. Σαφέστατα ἡ μόνη ἐξήγηση αὐτῆς τῆς περικοπῆς εἶναι ὅτι συνέβη στὰ ἀλήθεια. Ὁ συγγραφέας περιέγραψε αὐτὴ τὴ σκηνὴ ἐπειδὴ ἁπλὰ τὴν εἶχε δεῖ.

Μετὰ ἐρχόμαστε στὴν πιὸ παράξενη ἱστορία ἀπὸ ὅλες, τὴν ἱστορία τῆς Ἀνάστασης. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ ξεκαθαρίσουμε τὰ πράγματα. Ἄκουσα μιὰ φορὰ κάποιον νὰ λέει. «Ἡ σημαντικότητα τῆς Ἀνάστασης ἔγκειται στὸ ὅτι μᾶς δίνει ἀποδείξεις ἐπιβίωσης, ἀποδείξεις πὼς ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα ἐπιβιώνει τοῦ θανάτου.» Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν ἄποψη αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Χριστὸ θὰ ἦταν αὐτὸ ποὺ συνέβαινε πάντα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν μόνη διαφορὰ ὅτι στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ εἴχαμε τὸ προνόμιο νὰ τὸ δοῦμε νὰ συμβαίνει. Αὐτὸ βέβαια δὲν εἶναι ὅ,τι πίστευαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ συγγραφεῖς. Κάτι ἀπόλυτα καινούριο στὴν ἱστορία τοῦ σύμπαντος εἶχε συμβεῖ. Ὁ Χριστὸς εἶχε νικήσει τὸν θάνατο. Ἡ πόρτα ποὺ παρέμενε πάντα κλειδωμένη εἶχε σπάσει γιὰ πρώτη φορά. Αὐτὸ εἶναι κάτι πολὺ διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν ἐπιβίωση ἑνὸς φαντάσματος. Δὲν ἐννοῶ ὅτι δὲν πίστευαν στὰ φαντάσματα. Ἀντιθέτως, τὸ πίστευαν τόσο πολύ, ποὺ ὁ Χριστὸς χρειάστηκε νὰ τοὺς διαβεβαιώσει πολλὲς φορὲς ὅτι δὲν ἦταν φάντασμα. Τὸ θέμα εἶναι, ὅτι ἐνῷ πίστευαν στὴν ἐπιβίωση, ὡστόσο εἶδαν τὴν Ἀνάσταση ὡς κάτι τελείως διαφορετικὸ καὶ καινούριο. Τὰ κείμενα ποὺ περιγράφουν τὴν Ἀνάσταση δὲν εἶναι μιὰ εἰκόνα ἐπιβίωσης μετὰ τὸν θάνατο, καταγράφουν τὸ πῶς ἕνας καθόλα νέος τρόπος ὕπαρξης δημιουργήθηκε στὸ σύμπαν. Κάτι καινούριο εἶχε ἐμφανιστεῖ στὸ σύμπαν, τόσο νέο ὅσο καὶ ἡ πρώτη ἐμφάνιση τῆς ὀργανικῆς ζωῆς. Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος, μετὰ τὸν θάνατο, δὲν χωρίζεται σὲ ‘πνεῦμα’ καὶ ‘πτῶμα’. Ἕνας νέος τρόπος ὕπαρξης γεννήθηκε. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορία. Πῶς θὰ τὴν ἑρμηνεύσουμε;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι, ὑποθέτω, ἂν κάποια ἀπὸ τὶς ὑποθέσεις ἐξηγεῖ τὰ γεγονότα τόσο καλὰ ὅσο ἡ χριστιανικὴ ὑπόθεση. Ἡ χριστιανικὴ ὑπόθεση εἶναι πὼς ὁ Θεὸς κατέβηκε στὰ δεδομένα τοῦ δημιουργημένου σύμπαντος, στὰ μέτρα τῆς ἀνθρωπότητας, καὶ ἀνέβηκε ξανά, τραβώντας καὶ τὴ δημιουργία μαζί Του. Ἡ ἐναλλακτικὴ ὑπόθεση δὲν εἶναι οὔτε ὁ θρῦλος, οὔτε οἱ ὑπερβολές,, οὔτε ἡ ὀπτασία ἑνὸς φαντάσματος. Εἶναι εἴτε παράνοια εἴτε ψέματα. Ἐὰν κάποιος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδεχτεῖ τὴν ἐναλλακτικὴ ὑπόθεση (καὶ ἐγὼ δὲν μπορῶ) τότε στρέφεται στὴν Χριστιανικὴ θεώρηση.

Πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν Χριστό; Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει τέτοιο θέμα. Ὅλο τὸ θέμα εἶναι πῶς σκοπεύει Αὐτὸς νὰ ἑρμηνεύσει ἐμᾶς. Πρέπει νὰ τὸ δεχτεῖς ἤ νὰ τὸ ἀπορρίψεις.

Τὰ λόγια Του διαφέρουν πολὺ ἀπὸ ὅσα ἔχει πεῖ κάθε ἄλλος διδάσκαλος. Οἱ ἄλλοι λένε, «αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια περὶ τοῦ σύμπαντος, αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ πρέπει νὰ πάρεις,» ἀλλὰ Αὐτὸς λέει, «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὁδός, καὶ ἡ Ζωή.» Λέει, «Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει τὴν ἀπόλυτη ἀλήθεια, ἐκτὸς μέσα ἀπὸ μένα. Προσπαθῆστε νὰ σώσετε τὴν ζωή σας καὶ ἀναπόφευκτα θὰ καταστραφεῖτε. Θυσιάστε τοὺς ἑαυτούς σας καὶ θὰ σωθεῖτε.» Ἐκεῖνος λέει, «Ἐὰν ντρέπεστε γιὰ μένα, ἂν ὅταν ἀκοῦτε τὸ παραγγελμά μου, στρέφετε τὸ πρόσωπό σας ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, τὸ ἴδιο θὰ κάνω καὶ Ἐγὼ ὅταν ἐπιστρέψω ξανὰ σὰν Θεός. Ἂν κάτι σὲ κρατάει μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ Ἐμένα, ὅτι καὶ νὰ εἶναι, πέταξέ το μακριά. Ἂν εἶναι τὸ μάτι σου, βγάλε το. Ἂν εἶναι τὸ χέρι σου ξερίζωσέ το. Ἂν βάλεις πρῶτο τὸν ἑαυτό σου θὰ ἔρθεις τελευταῖος. Ἐλᾶτε σὲ μένα ὅλοι ὅσοι κουβαλᾶτε βαρὺ φορτίο καὶ Ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω. Ὅλες οἱ ἁμαρτίες σας ξεπλύθηκαν, ἔχω τὴ δύναμη νὰ τὸ κάνω αὐτό. Εἶμαι ἡ Ἀναγέννηση, εἶμαι ἡ Ζωή. Φᾶτέ Με, πιεῖτέ Με, εἶμαι ἡ Τροφή σας. Καὶ ἐπιτέλους, μὴν φοβᾶσθε, ἔχω ξεπεράσει ὁλόκληρο τὸ Σύμπαν.» Αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα.

Εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα καὶ Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία

Ἰωάννης Ζηζιούλας (Μητροπολίτης Περγάμου)

Ι

Ἡ ἔνταξη τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρωπαϊκὴ κοινότητα εἶναι, πάνω ἀπ' ὅλα γεγονὸς πνευματικῆς σημασίας. Ἡ πολιτικὴ ἡγεσία τῆς χώρας μας στὸ σύνολό της δίνει συχνὰ τὴν ἐντύπωση ὅτι ἀγνοεῖ ἤ παραγνωρίζει τὴν πλευρὰ αὐτὴ τοῦ θέματος. Ἔτσι ὅλα τὰ ἐπιχειρήματα ὑπὲρ καὶ κατὰ τῆς εἰσόδου τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρώπη, ποὺ ἔχουν ἀκουσθῆ ὡς τώρα ἀπὸ ὅλες τὶς πλευρὲς τοῦ πολιτικοῦ κόσμου, συνοψίζονται κυρίως στὴν οἰκονομικὴ καὶ τὴν πολιτικὴ πλευρὰ τοῦ θέματος.

Ἡ ἔνταξη τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρώπη εἶναι γεγονὸς πνευματικό, γιατί οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης φαίνονται διατεθειμένοι νὰ προχωρήσουν σὲ μία ἑνότητα βαθύτερη ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴ ἤ ἀκόμα καὶ τὴν πολιτική. Αὐτὸ ποὺ κινεῖ τὶς ἐξελίξεις πρὸς τὴν εὐρωπαϊκὴ ἑνότητα δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς ἐπιβιώσεως ἤ κάποια δίψα δυνάμεως• εἶναι κυρίως ἡ πίστη στὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα. Αὐτὴ ἡ πίστη εἶναι διττή: ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος εἶναι πίστη στὸ ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ ὀνομασθῆ εὐρωπαϊκὴ πνευματικὴ ταυτότητα• τὸ ἄλλο σκέλος τῆς πίστεως αὐτῆς εἶναι ὅτι τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα ἀξίζει νὰ ὑπάρχει, νὰ προστατευθῆ καὶ νὰ προβληθῆ, γιατί ἔχει κάτι νὰ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο. Χωρὶς μιὰ τέτοια πίστη κάθε ἑνότητα εὐρωπαϊκὴ εἶναι καταδικασμένη νὰ ἀποτύχη, ἀκριβῶς ὅπως κάθε ἔθνος καὶ κάθε λαὸς ποὺ δὲν ἔχει μία τέτοια πίστη γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ἀργὰ ἤ γρήγορα θὰ πεθάνη.

Ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ δημιουργεῖται τὸ μεγάλο πρόβλημα γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Ποιὰ εἶναι ἐκεῖνα τὰ πνευματικὰ στοιχεῖα ποὺ ἑνώνουν τὴν Ἑλλάδα μὲ τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα; Ποιὰ εἶναι ἐκεῖνα ποὺ τὴ διαφοροποιοῦν; Καὶ πῶς μποροῦν νὰ ἑνωθοῦν τὰ τελευταῖα μὲ τὰ προηγούμενα σὲ μία δημιουργικὴ ἑνότητα ποὺ θὰ προωθήση καὶ δὲν θὰ τινάξη στὸν ἀέρα τὴν πνευματικὴ ἑνότητα τῆς Εὐρώπης; Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ δὲν εἶναι ἀκαδημαϊκὰ καὶ ἀερώδη. Ἔχουν πελώριες συνέπειες ποὺ θὰ πρέπει νὰ προσέξουν ὅσοι χειρίζονται ὑπεύθυνα τὶς ἐξελίξεις τοῦ μεγάλου θέματος.

Ὡς πρὸς τὰ κοινὰ πνευματικὰ στοιχεῖα μεταξὺ Ἑλλάδος καὶ Εὐρώπης ἔχουν λεχθῆ πολλά, ἀκόμα καὶ ἀπὸ χείλη ἐπίσημα, ὄχι μόνον πνευματικῶν ἀλλὰ καὶ πολιτικῶν προσώπων. Ἀρκεῖ νὰ φέρη κανεὶς στὸ νοῦ του δηλώσεις τοῦ Ἕλληνα καὶ τοῦ Γάλλου προέδρου τῆς Δημοκρατίας, στὴν περίοδο τῆς ἐντάξεως τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρωπαϊκὴ Κοινότητα, γιὰ νὰ καταλάβη πόσο βαθειὲς εἶναι οἱ κοινὲς πνευματικὲς ρίζες τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Εὐρώπης. Ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν εἶναι ἁπλά. Ὅταν μιλᾶμε γιὰ κοινὰ πνευματικὰ στοιχεῖα ἔχομε κυρίως στὸ νοῦ μας —πολὺ δίκαια— τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα καὶ τὴν ὀφειλὴ τῆς Εὐρώπης πρὸς αὐτό. Χωρὶς τὸ κλασσικὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε Εὐρώπη οὔτε Ἑλλάδα σημερινή. Ἀλλὰ ἡ ἱστορία δὲν ἐπιδέχεται ἁπλουστεύσεις. Οὔτε ἡ Εὐρώπη οὔτε ἡ σύγχρονη Ἑλλάδα εἶναι ἁπλῶς ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα. Οἱ διεργασίες ποὺ ὑπέστη τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα γιὰ νὰ γίνη Εὐρώπη ἡ σύγχρονη Ἑλλάδα εἶναι βαθύτατες. Ἀκριβῶς στὶς διεργασίες αὐτὲς ὀφείλεται ὄχι μόνο ἡ θετικὴ σχέση Εὐρώπης καὶ Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ ἡ διαφοροποίησή τους. Ἂν δὲν συλλάβουμε τὶς λεπτὲς αὐτὲς διεργασίες καὶ δὲν ἐκτιμήσουμε χωρὶς περιστροφὲς τὶς διαφοροποιήσεις, δὲν θὰ ποῦμε ὅλη τὴν ἀλήθεια στὸν ἑαυτό μας καὶ δὲν θὰ βοηθήσουμε κανένα, οὔτε τὴν ὑπόθεση τῆς Εὐρώπης.

Καὶ γιὰ τὸν πιὸ ἁπλὸ μελετητὴ τῆς Ἱστορίας εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ κυριώτερος ἱστορικὸς παράγων ποὺ παρεμβάλλεται ἀνάμεσα στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα, στὴν Εὐρώπη καὶ στὴ σύγχρονη Ἑλλάδα εἶναι ὁ Χριστιανισμός. Εἶναι ἀδύνατο νὰ γίνη λόγος γιὰ συνάντηση Εὐρώπης καὶ Ἑλλάδος ἔξω ἀπὸ τὸ χῶρο αὐτό, ἔστω καὶ ἂν ἐπιφανειακά, μετὰ τὸ Διαφωτισμὸ καὶ τὸν Οὑμανισμὸ ποὺ ἀκολούθησε μὲ διάφορες μορφὲς (Μαρξισμὸς κ.λ.π.), δίνεται ἡ ἐντύπωση πὼς τὸ στοιχεῖο «Χριστιανισμὸς» δὲν εἶναι οὐσιαστικὸ στὴν Εὐρωπαϊκὴ (ἡ καὶ τὴν Ἑλληνικὴ) ταυτότητα. Εἶναι ἀφέλεια νὰ διατείνεται κανεὶς ὅτι οἱ ἱστορικὲς καταβολὲς λαῶν μὲ τόσο ἔντονη παραδοσιακὴ συνείδηση ὅσο οἱ εὐρωπαϊκοὶ λαοί, ἐξαφανίζονται μὲ ὁποιουδήποτε εἴδους ἐπαναστάσεις. Ὅπως ὁ Χριστιανισμὸς δὲν μπόρεσε, παρὰ τὶς σκληρὲς συγκρούσεις, νὰ ἐξαφανίση τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα καὶ προτίμησε νὰ τὸ μεταπλάση, ἔτσι καὶ οἱ μετὰ τὴ «σύνθεση» ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ ἐξελίξεις στὸν χῶρο τῆς Εὐρώπης δὲν μπόρεσαν νὰ ἐξαφανίσουν τὸ στοιχεῖο τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ ταυτότητα. Αὐτὸ ἰσχύει ἐξ ἴσου καὶ γιὰ τὴ σύγχρονη Ἑλλάδα ποὺ ζῆ τὸ ὅλο πρόβλημα στὴ μορφὴ ἑνὸς τραγικοῦ διχασμοῦ τῆς συνειδήσεώς της.

Γιὰ τὴ σύγχρονη Ἑλλάδα ἡ φυσικὴ σύνδεση μὲ τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα εἶναι ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία. Ὅταν λέμε ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία ἐννοοῦμε τὴν μορφὴ ἐκείνη κατανοήσεως καὶ βιώσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν προσπάθεια τῶν Ἑλλήνων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐκχριστιανίσουν τὸν Ἑλληνισμό, νὰ δώσουν δηλαδὴ νέες ἀπαντήσεις, προερχόμενες ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη, στὰ μεγάλα καὶ θεμελιώδη ἐρωτήματα ποὺ ἔθεσε τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα. Αὐτὴ ἡ μεγάλη πνευματικὴ διεργασία ἄρχισε κιόλας στὸν β/ μ.Χ. αἰώνα μὲ τοὺς Ἀπολογητὲς καὶ κυρίως μὲ τὸν Εἰρηναῖο, καὶ ἔφθασε στὸ καίριο καὶ ἀποφασιστικό της στάδιο στὸν δ/ αἰώνα μὲ τὸν Ἀθανάσιο καὶ τοὺς Καππαδόκες πατέρες Βασίλειο, Γρηγόριο θεολόγο καὶ Γρηγόριο Νύσσης. Τότε κρίθηκαν τὰ μεγάλα θέματα καὶ πάρθηκαν οἱ μεγάλες ἀποφάσεις ποὺ διέπλασαν ὁριστικὰ τὴν Ὀρθοδοξία στοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους. Σ' ὅλους τοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν μέσα ἀπὸ τὴν Τουρκοκρατία καὶ ὡς τὴν ἵδρυση τοῦ σύγχρονου ἑλληνικοῦ κράτους ὁ ἑλληνικὸς λαὸς ζοῦσε τὴν ἑλληνικότητά του μὲ τὴν μορφὴ τῆς Ὀρθοδοξίας• ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν καὶ ἡ ἑλληνικότητά του.

Τὰ πράγματα ὅμως ἄλλαξαν ριζικὰ στὰ νεώτερα χρόνια. Στὴν πραγματικότητα ἡ ἀλλαγὴ ἔχει τὴν προϊστορία της στοὺς Βυζαντινοὺς ἀκόμα χρόνους, ὅταν ἐπιχειρήθηκε ἀπὸ τὸν Μιχαὴλ Τελλό, τὸν Γεώργιο Πλήθωνα Γεμιστὸ καὶ ἄλλους μία ἀπ' εὐθείας ἀνασύνδεση τοῦ Ἑλληνισμοῦ μὲ τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα χωρὶς τὴ μεσολάβηση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ ἡ προσπάθεια αὐτὴ ξεχάστηκε γιὰ τὸ ἑλληνικὸ γένος. Βρῆκε διέξοδο καὶ καρποφόρησε μᾶλλον στὴ Δύση προετοιμάζοντας τὴν Ἀναγέννηση, παρὰ στὸ ὑπόδουλο ἔθνος μας. Πῆρε ἐν τούτοις τὴν ἐκδίκησή της μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος, ὅταν ὁλοκληρωμένη πλέον καὶ καρποφοροῦσα στὴν Εὐρώπη ἡ προσπάθεια τοῦ κλασσικοῦ οὑμανισμοῦ ἦλθε καὶ κτύπησε τὴν πόρτα τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδος. Καὶ ἡ πόρτα ἄνοιξε μὲ εὐκολία (ποιὸς νὰ ἔφερνε ἀντίρρηση, ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία; — ἀστεῖο πράγμα), γιὰ νὰ δημιουργηθῆ ἡ διχοτόμηση τῆς συνειδήσεως, γιὰ τὴν ὁποία μιλήσαμε πιὸ πάνω.

Ὁλόκληρη ἡ ἑλληνικὴ παιδεία ἀπὸ τὴν κατώτερη ὡς τὴν ἀνώτατη βαθμίδα της εἶχεν ὡς βάση τὰ ἀρχαῖα κλασσικὰ γράμματα. Οὔτε ἴχνος ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἤ τοὺς Βυζαντινοὺς καὶ μεταβυζαντινοὺς συγγραφεῖς στὰ προγράμματα διδασκαλίας. Ἔτσι ὁ νεοέλληνας ἔμαθε νὰ καυχᾶται γιὰ τοὺς ἀρχαίους προγόνους του, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς συνδέση μὲ τὸ ἄμεσο παρελθὸν ἤ καὶ μὲ τὸ παρόν του. Στὸ Σχολεῖο μάθαινε ὅτι ἑλληνισμὸς εἶναι ὁ κλασσικὸς ἑλληνισμός, ἀλλὰ στὴν καθημερινὴ ζωή του, ποὺ ἄρχιζε ἀπὸ τὸ παραμύθι τῆς γιαγιᾶς καὶ περνοῦσε μέσα ἀπ' τὸ Βυζαντινὸ εἰκόνισμα καὶ τὶς τελετὲς τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ φθάνη ὡς τὸ λαϊκὸ τραγούδι καὶ τοὺς καημοὺς τῆς ξενητειᾶς καὶ τοῦ θανάτου, ζοῦσε σὲ ἕνα ἄλλο κόσμο. Αὐτὸς ὁ «ἄλλος κόσμος» ἦταν ἡ φυσικὴ ἑλληνικότητά του• ὁ κόσμος τῆς παιδείας ἦταν μία ἑλληνικότητα πλαστή, διανοητικὴ καὶ χωρὶς ὑπαρξιακὲς ρίζες. Ἔτσι μπαίνει στὴν Εὐρωπαϊκὴ κοινότητα φέρνοντας μαζί του ἕνα διχασμὸ ποὺ κυριαρχεῖ στὴν ἑλληνικότητα τοῦ νεοέλληνα, δηλαδὴ στὴν ἴδια τὴν ταυτότητά του.

Ἂν θελήσουμε νὰ παραστήσουμε συμβολικὰ καὶ θεσμικὰ τὸ διχασμὸ αὐτό, θὰ μπορούσαμε νὰ μιλήσουμε γιὰ μιὰ σύγκρουση μεταξὺ Σχολείου καὶ Ἐκκλησίας, διανοήσεως καὶ Ὀρθοδοξίας. Οἱ πρακτικὲς συνέπειες αὐτοῦ τοῦ διχασμοῦ εἶναι τρομακτικὲς καὶ ἄρχισαν ἤδη νὰ ὑψώνονται ἀπειλητικές, χωρὶς νὰ εἶναι καθόλου ἄσχετες μὲ τὸ θέμα τῆς εἰσόδου μας στὴν Εὐρωπαϊκὴ κοινότητα. Ὅλοι μιλοῦν σήμερα γιὰ σοβαρὴ κρίση στὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μιλάει γιὰ διωγμὸ ἐναντίον της. Στὴν πραγματικότητα κανένα ἀντικειμενικὸ γεγονὸς δὲν ἄλλαξε σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νὰ δικαιολογῆ τὴν κατάσταση αὐτή. Σκάνδαλα κληρικῶν ὑπῆρχαν πάντοτε καὶ μάλιστα σὲ πολὺ μεγαλύτερο βαθμό, ποτὲ ὅμως στὸ παρελθὸν δὲν γίνονταν θέματα δημοσιογραφικοῦ ἀναγνώσματος. Αὐτὸ ποὺ ἄλλαξε δὲν εἶναι ἡ ζωὴ τῶν κληρικῶν, ἀλλὰ ἡ ἀπέναντί τῆς Ἐκκλησίας στάση τῶν νεοελλήνων. Ἔπαυσαν πιὰ νὰ βλέπουν στὸν ἐπίσκοπό τους τὸν ἐκφραστὴ καὶ ἐγγυητὴ τῆς ἑλληνικότητάς τους, ὅπως ἄλλοτε, (κι ὅπως ἀκόμα τώρα στὴν Πόλη καὶ στὴ διασπορὰ γενικότερα). Ἄλλοτε κάθε πλῆγμα κατὰ τοῦ ἐπισκόπου ὁ Ἕλληνας τὸ θεωροῦσε πλῆγμα κατὰ τῆς ταυτότητός του. Γύρω ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο —τὸν πολὺ «ἁμαρτωλότερο» ἀπὸ τοὺς σημερινούς— μαζεύονταν οἱ Ἕλληνες γιὰ νὰ αἰσθανθοῦν πὼς ἦταν Ἕλληνες, καὶ φυσικὰ δὲν ρίχνει κανεὶς λάσπη στὰ σύμβολα ποὺ ἐγγυῶνται καὶ ἐκφράζουν τὴν ταυτότητά του.

Τώρα ὅμως τὸ νὰ εἶσαι Ἕλληνας καὶ τὸ νὰ εἶσαι ὀρθόδοξος δὲν εἶναι πιὰ τὸ ἴδιο πράγμα. Ὁ διχασμὸς Σχολείου καὶ Ἐκκλησίας εἶναι πιὰ ὁριστικός. Δὲν μένει παρὰ νὰ φύγη κι αὐτὸ τὸ σκιῶδες καὶ περιπαιζόμενο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἤ τουλάχιστο νὰ καταστῆ προαιρετικὸ γιὰ νὰ ἐπισφραγισθῆ ὁ χωρισμὸς ὁριστικά. Τὸ ἴδιο σὲ εὐρύτερη κλίμακα ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας στὴν Ἑλλάδα. Τὸ ἰσχῦον Σύνταγμα κάνει τὰ πρῶτα βήματα πρὸς τὸν χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, ὁ ὁποῖος φαίνεται νὰ εἶναι πιὰ ἡ ἱστορικὴ μοίρα τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ.

Μέσα στὴν κατάσταση αὐτὴ εἶναι πολὺ φυσικὸ νὰ τίθεται θέμα Ὀρθοδοξίας στὴν ἱστορικὴ αὐτὴ καμπὴ τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, ποὺ εἶναι ἡ ἔνταξή του στὴν εὐρωπαϊκὴ οἰκογένεια. Μὲ ποιὰ ἑλληνικὴ ταυτότητα θὰ πᾶμε στὴν Εὐρώπη; Μ' αὐτὴν ποὺ μᾶς ἔδωσαν τὰ Σχολεῖα καὶ ἡ νεώτερη ἑλληνικὴ διανόηση ἤ μ' αὐτὴν ποὺ μᾶς ἔδωσεν ἡ Ὀρθοδοξία; Ἐπὶ πλέον τὸ ὅλο ζήτημα εἶναι πρακτικὰ ὀξύτατο: πῶς θὰ συμβαδίσουμε μὲ τὸ παράγωγο δίκαιο τῶν εὐρωπαϊκῶν κοινοτήτων, ὅταν πολλὰ ἀπὸ τὰ ἰσχύοντα στὴν ἑλληνικὴ νομοθεσία, ἀποτέλεσμα τῆς εἰδικῆς στενῆς σχέσεως Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, συγκρούονται μὲ βασικὲς ἀρχὲς καὶ αὐτῆς ἀκόμα τῆς συνθήκης τῆς Ρώμης;

Πράγματι, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ποὺ συνήθισε νὰ θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ της ἐκφραστὴ τῆς ἑλληνικότητας τοῦ ἔθνους περνᾶ ἀπὸ τέτοια ἀμηχανία ὥστε νὰ γελοιοποιῆ τὸν ἑαυτό της μὲ προβολὴ νομοθετικῶν ἀξιώσεων ποὺ ἁπλούστατα δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτύχη. Δὲν βλέπει τὴ ρίζα τοῦ προβλήματος καὶ τὰ βάζει μὲ τὰ κλαδιὰ τοῦ δέντρου. Ἀγνοεῖ ὅτι, ὅπως διαμορφώθηκε ἀπὸ τὴν παιδεία του ὁ ἑλληνικὸς λαὸς δὲν τὴ βλέπει πλέον ὡς ἀναγκαῖο ἐκφραστὴ τῆς ἑλληνικότητάς του, (διαφορετικὰ θὰ μποροῦσε μὲ ἕνα νεῦμα της νὰ ρίχνη κυβερνήσεις) καὶ θέλει νὰ ἐπιμένη σὲ ἕνα ρόλο ποὺ δὲν τῆς ἀνήκει πλέον. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀντιμετωπίζει τὸν σοβαρὸ κίνδυνο νὰ κλείση τὰ μάτια της στὴν νέα πραγματικότητα καὶ ἤ νὰ φωνασκῆ χωρὶς ἀποτέλεσμα ἤ νὰ ταυτισθῆ μὲ μία μερίδα μόνον Ἑλλήνων, αὐτῶν ποὺ συμβαίνει νὰ ἀντιτίθενται σὲ κάθε ἀλλαγὴ καὶ νὰ βλέπουν τὴν Ἐκκλησία ὡς προστάτη ὠρισμένων ἠθικῶν κανόνων ἤ ἑνὸς στείρου συντηρητισμοῦ καὶ τίποτε περισσότερο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἡ Πολιτεία, ἀκριβῶς γιατί ἡ Ἐκκλησία ἀρνεῖται νὰ δεχθῆ τὴ νέα πραγματικότητα, εἶναι ἕτοιμη νὰ προχωρήση στὴν Εὐρώπη χωρὶς τὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ λάθος εἶναι τεράστιο καὶ στὶς δυὸ πλευρές, καὶ εἶναι λάθος ρεαλισμοῦ. Γιατί ἁπλούστατα οὔτε ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ πλέον νὰ προσποιῆται ὅτι ἐκφράζει, ὅπως ἄλλοτε, τὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα, οὔτε ἡ Πολιτεία μπορεῖ νὰ ἀγνοήση ὅτι ἡ πνευματικὴ ταυτότητα τοῦ νεοέλληνα, ἡ ἑλληνικότητά του, εἶναι δεμένη μὲ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἔτσι τὸ συμπέρασμα φαίνεται νὰ εἶναι ὅτι γιὰ τὴν εἴσοδό μας στὴν Εὐρώπη καὶ τὴ συμβολή μας στὴν πνευματική της ἑνότητα χρειαζόμαστε τὴν ἑλληνική μας ταυτότητα, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ ἐκείνη ποὺ διαμόρφωσεν ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία.


Τὸ πείραμα μιᾶς ἑλληνικότητας χωρὶς Ὀρθοδοξία ποὺ ἔγινε στὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα ἀπέτυχε καὶ τὴν ἀποτυχία του τὴ μαρτυρεῖ ὄχι ἡ Ἐκκλησία ἀλλὰ ἡ ἔντονη ἀναζήτηση τῆς ἱστορικῆς κληρονομιᾶς μας ποὺ διαπυρώνει τὴ νέα ἑλληνικὴ πνευματικὴ ζωή, τὴν μουσική, τὴν ποίηση, τὴν τέχνη γενικά. Ὅσο πιὸ πολὺ ἀντλοῦμε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν ἑλληνικότητά μας, τόσο πιὸ πολὺ πίνουμε τὸ νερὸ τῆς Ὀρθοδοξίας, ξαναγυρίζοντας ἄθελά μας στὴ Βυζαντινὴ εἰκόνα καὶ μουσική, ἀκόμα καὶ στὸ μοναστήρι, ἀλλὰ καμιὰ ἐπιστροφὴ δὲν δημιουργεῖ ταυτότητα πνευματική, ἂν εἶναι ἁπλῶς ἐπιστροφὴ στὸ παρελθόν. Ὁ Ἰουλιανὸς ἀπέτυχε καὶ μαζί του καὶ ἡ ἑλληνικὴ ταυτότητα ποὺ ἤθελε νὰ ἀναστήση, γιατί πῆρε τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ Ὀρθοδοξία κέρδισε τότε τὸ μέλλον τοῦ Ἑλληνισμοῦ γιατί δὲν ἦταν ἐπιστροφή, ἀλλὰ δημιουργικὴ σύνθεση.

Ἔτσι καὶ σήμερα, γιὰ νὰ φέρη στὸ φῶς τὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα ἡ Ὀρθοδοξία δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἁπλὴ ἐπιστροφὴ στὶς μορφὲς τοῦ παρελθόντος, ἕνας νοσταλγικὸς «ἔρως ὀρθοδοξίας» ποὺ δὲν περνᾶ ἀπὸ τὴ σημερινὴ πραγματικότητα. Καὶ ἡ σημερινὴ πραγματικότητα γιὰ τὴν Ἑλλάδα εἶναι ἡ Εὐρώπη. Ὁ ἑλληνισμὸς πρέπει νὰ ἀναπλασθῆ στὰ βασικὰ συστατικὰ στοιχεῖα του, χωρὶς νὰ χάση τὴν ἑλληνικότητά του, περνώντας μέσα ἀπὸ τὴ νέα αὐτὴ πραγματικότητα τῆς Εὐρώπης. Καὶ ἀφοῦ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναπόφευκτα βασικὰ συστατικά του εἶναι ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, εἶναι καιρὸς νὰ μελετήσουμε βαθειὰ τὸ πρόβλημα τῆς συμβολῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα μὲ τὴν ὁποία καλούμεθα νὰ ἐμφανισθοῦμε σήμερα.

Αὐτὸ πρέπει νὰ γίνη χωρὶς χρονοτριβή, ἂν θέλουμε ἡ εἴσοδός μας στὴν Εὐρώπη νὰ γίνη μὲ τὴ δική μας ἑλληνικὴ ταυτότητα καὶ συγχρόνως νὰ σημάνη τὴ βεβαίωση τῶν ἑλληνικῶν καταβολῶν τῆς ἑλληνικότητας τῆς Εὐρώπης.


ΙΙ

Ποιὰ ἦταν ἡ μοίρα τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος στὰ χέρια τοῦ Χριστιανισμοῦ; Μὲ ποιὸν τρόπο οἰκοιώθηκε καὶ μετέπλασε τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα ἡ Εὐρώπη καὶ μὲ ποιὸν ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία; Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ εἶναι θεμελιακὰ καὶ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ βροῦν τὴν ὁλοκληρωμένη ἀπάντησή τους σὲ ἕνα ἄρθρο τόσο περιορισμένο ὅσο αὐτὸ ἐδῶ. Μόνο τὰ πιὸ βασικὰ καὶ καίρια σημεῖα μποροῦν νὰ ἐπισημανθοῦν ἐδῶ μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ διαφωτισθεῖ κάπως τὸ τεράστιο πρόβλημα ποὺ θέσαμε.

Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία ὅτι τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα ξεπήδησε ἀπὸ τὴν πρώιμη σκέψη τοῦ Αὐγουστίνου. Ἂν ἀφαιρέσεις τὸν Αὐγουστίνο ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ σκέψη, ὅλο τὸ οἰκοδόμημά της καταρρέει, ἀκριβῶς ὅπως ἂν ἀφαιρέσεις τοὺς Ἕλληνες πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχεις πιὰ Ὀρθοδοξία. Ἔτσι εἶναι ἀνάγκη νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴ σημασία τῶν ἐξελίξεων ποὺ ὑφίσταται τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα καθὼς περνάει ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ κανάλια γιὰ νὰ φθάσει ὡς ἐμᾶς.

Ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ πρόσωπα ποὺ ἐπιλέγαμε γιὰ νὰ συστηματοποιήσουμε τὴν πορεία τῆς Ἱστορίας, ἔτσι καὶ μὲ τὸν Αὐγουστίνο, ἡ σκέψη του ἐκφράζει μιὰ γενικότερη στάση ἀπέναντι στὸν κόσμο, ποὺ χαρακτηρίζει μία ὁλόκληρη παράδοση. Καὶ ἡ παράδοση αὐτή, αὐτὴ ἡ γενικότερη στάση ποὺ ἐνσαρκώνεται ἀπὸ πολλούς, εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ μπορούσαμε στὴν περίπτωση αὐτὴ νὰ τὸ ὀνομάσουμε Δύση. Ὁ Αὐγουστίνος ἐκφράζει τὴ Δύση μὲ ἕνα τρόπο χριστιανικό, μία Δύση ποὺ εἶχε ἤδη πρὶν ἀπ' αὐτὸν οἰκειωθεῖ τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα μὲ τὸ δικό της τρόπο. Ἡ προσφορὰ τοῦ Αὐγουστίνου ἔγκειται στὸ ὅτι προσπάθησε νὰ ἐκχριστιανίσει τὸ δυτικοποιημένο αὐτὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα, πράγμα ποὺ τὸν ἔκαμε πατέρα τῆς Εὐρώπης.

Ἡ δυτικὴ στάση ἀπέναντι τοῦ κόσμου, ὅπως τὴν ἐξέφραζαν οἱ Λατίνοι τῆς Ρώμης καὶ τῆς Βόρειας Ἀφρικῆς, εἶχε κοινὸ χαρακτηριστικό της τὴν μέριμνα γιὰ τὴν ὀργάνωση τῶν ὄντων ἔτσι ὥστε νὰ εἶναι χρήσιμα. Αὐτὸ ἐξωτερικὰ ὁδήγησε στὴ θαυμαστὴ ἐπιτυχία τῆς ὀργανώσεως τῶν θεσμῶν καὶ τοῦ κράτους ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους ἐνῶ φιλοσοφικὰ εἶχε ἄλλες βαθύτερες συνέπειες. Γιὰ νὰ εἶναι τὰ ὄντα πρόσφορα σὲ ὀργάνωση, ταξινόμηση, χρησιμότητα κ. λ. π., χρειάζεται μιὰ κάποια σταθερότητα, μιὰ ἀντικειμενοποίηση. Ἔτσι ὅλες οἱ θέσεις - κλειδιὰ τῆς κλασικῆς ἑλληνικῆς σκέψεως δυτικοποιήθηκαν περνώντας ἀπ' αὐτὴ τὴν στατικοποίηση καὶ ἀντικειμενοποίηση.

Ὅπως, ἐπὶ παραδείγματι, ἔδειξε τόσο πειστικὰ ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ ὅρος «φύσις» μεταφερόμενος στὴ σκέψη τῶν Ρωμαίων ὡς narura ἔχασε τὴν ἀρχικὴ δυναμικότητά του («φύσις» ἀπὸ τὸ «φύω» — τὸ εἶναι στὴ δυναμική του ἀνάπτυξη) καὶ ἔγινε στατικὴ ἀντικειμενικὴ «πραγματικότητα». Τὸ ἴδιο καὶ «ὁ «λόγος» τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ποὺ ἦταν αὐτὴ «ἡ μυστικὴ δύναμη τῆς «συλλογῆς» τῶν ὄντων σὲ μιὰ ἑνότητα θαμβωτικὴ καὶ κάτ’ ἐξοχὴν αἰσθητικὴ (οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν «ὁ πιὸ αἰσθητικὸς λαὸς τῆς Ἱστορίας), ἔγινε στὰ χέρια τῶν Ρωμαίων μιὰ δύναμη τοῦ νοῦ νὰ ἀναλύει μᾶλλον παρὰ νὰ συλλέγει τὰ ὄντα, ἤ νὰ τὰ συλλέγει ἀφοῦ τὰ ἀναλύσει, δηλαδὴ μία καταδυνάστευση τοῦ εἶναι ἀπὸ τὸ σκέπτεσθαι — ἡ πηγὴ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ πιθανῶς καὶ τῆς τεχνολογίας.

Τελικά, γιὰ νὰ ἀναφερθοῦμε στὸ πιὸ ἄμεσα ἐνδιαφέρον θέμα, παρόμοια ἦταν ἡ τύχη καὶ τῆς νέας πιά, καθαρὰ χριστιανικῆς προελεύσεως, κατηγορίας γιὰ τὴν ὁποία τόσο πολλὰ χρωστᾶ ἡ Δύση στὸν Αὐγουστίνο εἰδικά. Πρόκειται γιὰ τὴν ἔννοια τοῦ προσώπου.

Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου προϋποθέτει ἱστορικὰ τὴν χριστιανικὴ προβληματικὴ ὡς πρὸς τὸ θέμα τοῦ Θεοῦ, καὶ ἰδιαίτερά της Τριαδικῆς ὑπάρξεώς Του. Ὁ Αὐγουστίνος πράγματι ἔδωσε στὴν κατηγορία τοῦ προσώπου τόσο κεντρικὴ σημασία ὥστε νὰ σημειώνει, χάρη σ' αὐτὴ τὴν ἔννοια καὶ μόνο, αὐτὴ τὴν ἴδια τὴ γένεση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος. Ἀλλὰ πῶς ἐννοεῖ ὁ Αὐγουστίνος τὸ πρόσωπο; Ἐδῶ κεῖται τὸ καίριο πρόβλημα τῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας.

Τὸ πρόσωπο, ὅπως τὸ ἀναπτύσσει ὁ Αὐγουστίνος, φαίνεται νὰ εἶναι μία ἄρνηση τῆς ἑλληνικῆς σκέψεως πρὸς χάριν τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Αὐγουστίνος, μὲ μιὰ ρωμαλέα πνευματικὴ κίνηση, στρέφει τὸν καταρρέοντα δυτικὸ ἄνθρωπο πρὸς τὰ «ἔσω». Ὅταν ἡ ἐμπιστοσύνη στοὺς θεσμοὺς κλονίζεται καὶ ὅλα φαίνονται νὰ ἀπειλοῦνται μὲ ἀφανισμό, σ' αὐτὸ τὸ κρίσιμο σημεῖο τῆς Ἱστορίας τῆς Δύσεως στὸ ὁποῖο ζεῖ ὁ Αὐγουστίνος, ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος μαθαίνει νὰ κοιτάζει μέσα του καὶ νὰ ἀνακαλύπτει ἐκεῖ ὁλόκληρους κόσμους, πιὸ μεγάλους καὶ πιὸ θαυμαστοὺς ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ θάμπωνε τὴν ἑλληνικὴ σκέψη. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος τῆς Δύσεως ἀνακαλύπτει, χάρη στὸν Αὐγουστίνο, τὸ ὑποκείμενο, αὐτὸν τὸν μυστηριώδη ἐσωτερικὸ κόσμο ποὺ εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀντιφατικὲς δυνάμεις, ἀκόμα καὶ σκοτεινὰ διαμερίσματα, τὰ ὁποῖα ὁ κλασικὸς Ἕλληνας θὰ ἔσπευδε νὰ τὰ ἐκθέσει στὸ φῶς.

Μὲ τὸν Αὐγουστίνο ἡ Δύση μπῆκε στὸ μεγάλο δικό της πιὰ δρόμο. Δὲν ξέχασε ποτὲ τὸ ρωμαϊσμό της καὶ ποτὲ δὲν ἔπαυσε νὰ πιστεύει στὴ δύναμη τῶν θεσμῶν, τῆς ὀργανώσεως τῶν ὄντων σὲ χρήσιμα καὶ ἀποδοτικὰ ἀντικείμενα. Ἀλλὰ κάθε φορὰ ποὺ ἡ πίστη αὐτὴ ἀποδεικνύονταν μάταιη, ἀφοῦ οἱ θεσμοὶ μοιραία κάποτε καταρρέουν, εἶχε πιά, χάρη στὸν Αὐγουστίνειο χριστιανισμό της, τὴ δυνατότητα νὰ στρέφεται στὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τοῦ ὑποκειμένου. Ψυχολογία, μυστικισμός, εὐσεβισμός, Καρτεσιανὴ σκέψη, ὁ Pascal, Ρομαντισμός, ἀκόμα καὶ σύγχρονος ὑπαρξισμός, ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ τυπικὰ ἐπιτεύγματα τῆς Δύσεως, εἶναι γεννήματα αὐτοῦ του ἐκχριστιανισμένου ἀπὸ τὸν Αὐγουστίνο ἑλληνισμοῦ ποὺ δημιούργησε τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα. Μὲ μιὰ γενίκευση πού, παρὰ τὸν κίνδυνο νὰ κατηγορηθεῖ γιὰ ἁπλούστευση, μπορεῖ νὰ εὐσταθήσει, ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ σὰν μία ἀδιάκοπη παλινδρόμηση ἀπὸ τὰ ἀντικείμενα στὸ ὑποκείμενο, ἀπὸ τὴν δράση στὴν πίστη, ἀπὸ τὸ σύνολο στὸ ἄτομο, ἀπὸ τὴν θεσμοποίηση στὴν ἐπανάσταση, ἀκόμα καὶ στὸν μηδενισμό.

Τὸ τελευταῖο αὐτὸ σημεῖο μᾶς εἰσάγει στὸ βάθος τοῦ προβλήματος. Πῶς ἐξηγεῖται τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ εὐρωπαϊκὴ σκέψη, παρὰ τὶς ἑλληνικὲς ρίζες της, παρήγαγε ἕνα Nietzche καὶ ἔθρεψε μέσα στοὺς κόλπους της αὐτὸ ποὺ ἡ κλασικὴ Ἑλλάδα δὲν θὰ μποροῦσε οὔτε νὰ διανοηθεῖ: τὸν μηδενισμό; Εἶναι ἄραγε ἡ ροπὴ γιὰ τὴ δύναμη, (αὐτὴν ποὺ φθάνει ὡς τὴν καταστροφὴ) ποὺ τὸ δυνατὸ τευτονικὸ πνεῦμα συνεισέφερε στὴν εὐρωπαϊκὴ σκέψη, ἤ εἶναι καὶ κάτι ποὺ ἀνάγεται σ' αὐτὲς τὶς ρίζες τῆς Εὐρώπης, δηλαδὴ στὸν ἐκχριστιανισμὸ τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὸν Αὐγουστίνο; Ἀνεξάρτητα ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐξήγηση, καὶ μόνο τὸ δεύτερο αὐτὸ σημεῖο θὰ μποροῦσε νὰ διαφωτίσει τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἱκανοποιητικά. Μὲ τὴν προβολὴ τοῦ προσώπου ὡς ὑποκειμένου ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν Αὐγουστίνο, ἤ ὡς ἀτόμου ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν Βοήθιο, δημιουργήθηκε μία αὐτονόμηση τοῦ «ἐγὼ» καὶ μιὰ ἀντιπαράταξή του πρὸς τὸν κόσμο ἤ τὴν φύση. Ἡ Ἱστορία ἀντικατέστησε τὴν ὀντολογία, καὶ τὸ ἀνθρώπινο «ἐγὼ» ὡς ὁ κατασκευαστὴς τῆς Ἱστορίας ἔγινε αὐτόνομη περιοχὴ ὑπάρξεως, μὲ τοὺς δικούς της νόμους καὶ αὐτοτέλεια.

Στὸ χῶρο τῆς θεολογίας καὶ τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας αὐτὸ ἐσήμανε τὴν ἐσωτερικοποίηση καὶ «πνευματοποίηση» τοῦ «ἐγὼ» ἤ τῆς ψυχῆς μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε ἀπὸ τὸν Αὐγουστίνο καὶ πέρα νὰ μπορεῖ νὰ γίνει λόγος ἀκόμα καὶ γιὰ αἰώνια ζωὴ ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» μὲ μόνη ἀναφορὰ στὰ ἀνθρώπινα ὑποκείμενα καὶ χωρὶς μιὰ γενικότερη μεταμόρφωση τοῦ φυσικοῦ κόσμου ὁλόκληρου. Στὴ φιλοσοφικὴ σκέψη ἡ ἐξέλιξη αὐτὴ ἐσήμανε τὴν τραγικὴ διχοτόμηση ἀνάμεσα στὴν Ἱστορία καὶ στὴν ὀντολογία, ποὺ συνοδεύει ἀκόμη τὴν εὐρωπαϊκὴ σκέψη. Ἔτσι κάθε ἔξαρση τοῦ προσώπου ὁδηγεῖ ἀργὰ ἤ γρήγορα τὴν εὐρωπαϊκὴ σκέψη στὴν ἀπόρριψη τῆς ὀντολογίας, ὅπως καὶ κάθε ἔξαρση τῆς ὀντολογίας (π.χ. ἀπὸ τὴ Μεσαιωνικὴ Σχολαστικὴ φιλοσοφία) ὁδηγεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ ἐξαρθεῖ τὸ πρόσωπο σὲ βάρος τῆς οὐσίας (ὅπως συμβαίνει στὸν Ὑπαρξισμό). Ὁ μηδενισμὸς γίνεται ἔτσι τὸ συνακόλουθό τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τὸν θανάσιμο ἐναγκαλισμό του, ὑποχρεώνεται συχνὰ σὲ ἀκρωτηριασμὸ ἤ καὶ αὐτοαναίρεση.


III

Στὴν Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, ὅπως διαμορφώθηκε κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν Ἑλλήνων Πατέρων, ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου πῆρε ἐντελῶς διαφορετικὸ περιεχόμενο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἔδωσε στὴ Δύση ὁ Αὐγουστίνος. Ἐδῶ τὸ πρόσωπο δὲν ἐκφράστηκε ψυχολογικά, σὰν ἐσωτερίκευση καὶ ἐνδοστρέφεια τοῦ ὑποκειμένου. Ὁ εὐσεβισμός, ὁ ρομαντισμὸς καὶ ὁ ψυχολογικὸς ἀτομικὸς μυστικισμὸς δὲν βρῆκαν πρόσφορο ἔδαφος στὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ πρόσωπο δὲν θεωρήθηκε ὡς ἄτομο, ὡς ὑποκείμενο, καὶ γι' αὐτὸ ἡ ἐλευθερία του δὲν τέθηκε ποτὲ σὲ ἀντιπαράθεση ἤ ἀντιδικία μὲ τὸν «ἄλλο», ὅπως συνέβη ἐπὶ παραδείγματι στὸν ὑπαρξισμὸ τοῦ Sartre. Μὲ βάση κυρίως τὴν Τριαδικὴ θεολογία τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τὸ πρόσωπο θεωρήθηκε πάντοτε ὡς μία ταυτότητα ποὺ πηγάζει ἀπὸ κάποια σχέση, ὡς ἑτερότητα ποὺ γεννιέται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ μία σχέση μὲ κάποιον ἄλλον. Ἔτσι ἡ ἐλευθερία ἔγινε ταυτόσημη μὲ τὴν ἀγάπη: ὅσο πιὸ πολὺ ἀγαπᾶ κανείς, τόσο πιὸ ἐλεύθερος εἶναι. Γιατί ἐλευθερία εἶναι πρῶτα καὶ κύρια ἡ ἀποδέσμευση ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ «ἐγώ», ὄχι ἡ συνειδητοποίηση τῶν ὁρίων καὶ τῆς αὐτονομίας του. Εἶναι τὸ σπάσιμο τῶν ὁρίων ποὺ θέτει γύρω του τὸ ἄτομο, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τὸν «ἄλλο», ἡ ἔξοδός του ἀπὸ τὸν ἑαυτό του πρὸς τὸν ἄλλο. Ἡ ἐλευθερία στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν εἶναι, ὅπως στὸν Αὐγουστίνο, καὶ τὴ μετέπετα Δυτικὴ σκέψη ἀπὸ τὸν Καρτέσιο ὡς τὸν Διαφωτισμὸ καὶ τὸν Ρομαντισμό, ἀποτέλεσμα τῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ προσώπου, ἀλλὰ τῆς ἐκστάσεώς του σὲ μία κίνηση ἑνώσεως μὲ τὸ «σὺ» καὶ τὸ «ἐμεῖς». Ἀπὸ αὐτὴ τὴν «ἀγαπητικὴ σχέση», ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ξεπηδάει ἡ ἑτερότητα καὶ ἡ ἀπόλυτη ταυτότητα τοῦ προσώπου. Κάθε ἐνδοστρέφεια, κάθε «ἀναχώρησις εἰς ἑαυτὸν» ἀπειλεῖ ἀντὶ νὰ τροφοδοτεῖ τὸ πρόσωπο, τὴν ἑτερότητα καὶ τὴν ἐλευθερία του.


Ἔτσι ἀποφεύχθηκαν στὴν Ὀρθοδοξία δύο βασικοὶ κίνδυνοι πού, ὅπως εἴδαμε, παρεισέφρυσαν στὴ Δυτικὴ εὐρωπαϊκὴ σκέψη. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ κίνδυνος τοῦ μηδενισμοῦ. Στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο ὁ μηδενισμὸς δὲν εἶχε θέση καὶ ἀποφεύχθηκε, πάντοτε ὅμως χάρη στὴν ἀντίληψη ποὺ ἐκφράζει τόσο σκληρά, θὰ ἔλεγε κανείς, ὁ Πλάτων στὸ 10ο βιβλίο τῶν Νόμων του, ὅτι τὸ μερικὸ ὑπάρχει πρὸς χάριν τοῦ ὅλου, καὶ ὄχι τὸ ὅλο πρὸς χάριν τοῦ ἐπὶ μέρους — δηλαδὴ στὴν ἀντίληψη ποὺ οὐσιαστικὰ ὑποτάσσει τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου στὸ «ὅλον», στὴν κοσμική, κοινωνικὴ ἤ ἠθικὴ ἑνότητα καὶ ἁρμονία τονίζοντας στὸν ἄνθρωπο πὼς «αὐτὸ (τὸ ὅλο) δὲν ἦρθε στὴν ὕπαρξη πρὸς χάρη σου, ἀλλὰ ἐσὺ πρὸς χάρη του» (Νόμοι Χ, 905 cd).

Ὁ Χριστιανισμὸς μὲ τὴ Βιβλικὴ ἀντίληψη ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπάρχει χάριν τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἀντίθετα — ὁ κόσμος ὑπάρχει χάριν τοῦ ἀνθρώπου, ἔκαμε τὴν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου ἀπόλυτη καὶ πρωταρχική. Ἀλλά, ἐνῶ στὴ Χριστινικὴ Δυτικὴ σκέψη, ποὺ ταύτισε τὸ πρόσωπο μὲ τὴν αὐτοσυνειδησία τοῦ ὑποκειμένου, ἡ ἐλευθερία αὐτὴ ἔφερε τὸ πρόσωπο ἀντιμέτωπο στὸν «ἄλλο», καὶ παρήγαγε ἔτσι τὰ σπέρματα τοῦ ἀτομισμοῦ καὶ τοῦ μηδενισμοῦ, στὴν ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου νοήθηκε ὡς ἀγάπη, ὡς ἐλευθερία ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ ἀτόμου, ὡς ἐλεύθερη ὑποταγὴ τοῦ θελήματος τοῦ «ἐγὼ» στὸ θέλημα τοῦ «σύ», ὡς «ἀγαπητικὴ σχέση».

Ἂν ἡ εἰδοποιὸς διαφορὰ τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὸ Χριστιανισμὸ δὲν εἶναι σὲ τελικὴ ἀνάλυση ἄλλο ἀπὸ τὴν ἀγάπη — μία ἀγάπη ὅμως ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε λογικὴ αἰτιότητα, ὅπως τὴν περιγράφει ὁ ἀείμνηστος Συκουτρὴς ἀντιπαραβάλλοντάς την πρὸς τὸν Πλατωνικὸ ἔρωτα στὴν «Εἰσαγωγή» του στὸ Συμπόσιο τοῦ Πλάτωνα — ἡ Ὀρθοδοξία ἔδωσε σ' αὐτὴν τὴν ἐλεύθερη ἀγάπη ὀντολογικὸ περιεχόμενο κάνοντάς την ἀρχὴ καὶ αἴτιο ὑπάρξεως: ἀντὶ νὰ τὴν ὑποτάξει στὸ λόγο τῶν ὄντων, ὑπέταξε τὸ λόγο τῶν ὄντων σ' αὐτήν, ἤ μᾶλλον τὸν ταύτισε μαζί της. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διατηρήθηκε ἡ κλασικὴ ἑλληνικὴ ἀποστροφὴ πρὸς τὸν μηδενισμό, χωρὶς νὰ θυσιαστεῖ ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου, στὴν ὁποία ἐπέμεινε ὁ Χριστιανισμός.

Ὁ δεύτερος κίνδυνος, ποὺ ἀποφεύχθηκε στὴν ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, συνδέεται ἄμεσα μὲ τὸν πρῶτο. Πρόκειται γι' αὐτὸ ποὺ ὀνομάσαμε πιὸ πάνω παλινδρόμηση ἀνάμεσα στὴ Σκύλλα τοῦ ἀτομισμοῦ καὶ τὴ Χάρυβδη τοῦ κολλεκτιβισμοῦ. Ὅταν ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου ταυτίζεται μὲ τὴν ἀγάπη, τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸ «ἐγὼ» πρὸς τὸ «σὺ» ὅταν τὸ πρόσωπο ὡς ἑτερότητα ἀναδύεται ἀπαραίτητα ἀπὸ μιὰ σχέση μὲ τὸν ἄλλο καὶ ὄχι ἀπὸ μιὰ ἐνδοστρεφῆ αὐτοβεβαίωση τοῦ ὑποκειμένου• τότε δὲν τίθεται ποτὲ τὸ δίλημμα «ἀτομικότητα ἤ συλλογικότητα». Ἀντὶ τοῦ διλήμματος αὐτοῦ ἀναπτύσσεται στὸν πολιτισμὸ μία ὑγιὴς ἔννοια κοινότητας, μέσα στὴν ὁποία ἀνθεῖ ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου. «Ὑγιὴς» δὲ ἔννοια κοινότητας σημαίνει μία κοινωνία, ἡ ὁποία ὑπάρχει ὄχι γιὰ νὰ ὑποχρεώνει τὸ πρόσωπο σὲ συμμόρφωση πρὸς μία δεδομένη (ἰδεολογικὰ ἡ ἠθικὰ) ἁρμονία τοῦ ὅλου, ἀλλὰ ποὺ ἀντλεῖ τὴν ἑνότητα τοῦ ὅλου ἀπὸ τὴν ἐλευθερία τῶν προσώπων καὶ περιθάλπει τὸ πρόσωπο νὰ ἀναδυθεῖ ὡς ἐλεύθερη, μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη ταυτότητα — μία κοινότητα δηλαδὴ πού, ἀντὶ νὰ ἀντιμάχεται, καλλιεργεῖ καὶ σέβεται τὴν ἑτερότητα, δίνοντας αὐτὴ πλέον τὴν πρέπουσα προτεραιότητα στὸ πρόσωπο καὶ ἀντλώντας ἡ ἴδια τὴν ἑνότητα καὶ ἁρμονία τοῦ συνόλου της ἀπὸ τὴν ἐλευθερία καὶ ἑτερότητα τῶν προσώπων.


IV

Ὅλα αὐτὰ ἴσως νὰ μὴν ἔγιναν ποτὲ πλήρεις ἱστορικὲς πραγματικότητες, ὑλοποιημένες θεσμικὰ στὴν ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας (θὰ ἦταν παράτολμο νὰ ταυτίσει κανεὶς ἐπὶ παραδείγματι τὸ Βυζάντιο μὲ μία μορφὴ ἱστορικῆς ὑλοποιήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας). Ἀποτέλεσαν ὅμως τὸ πνεῦμα ποὺ κυριάρχησε στὴν ἱστορία αὐτή. Καὶ ἐνῶ τὸ πνεῦμα δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ἐξαντληθεῖ στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, ἐν τούτοις αὐτὸ εἶναι ποὺ τὴν νοηματίζει καὶ τὴν κατευθύνει, καί, ἂν μὴ τί ἄλλο, τὴν προφυλάσσει ἀπὸ καταστρεπτικοὺς κινδύνους. Τὸ πνεῦμα αὐτὸ φέρνει μαζί της ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία. Καὶ εἶναι ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχει ἡ Ἑλλάδα νὰ προσφέρει στὴν Εὐρώπη σήμερα.

Ἀλλὰ γιὰ νὰ κάμει τὴν προσφορὰ αὐτὴ ἡ σύγχρονη Ἑλλάδα πρέπει ἡ ἴδια νὰ συνειδητοποιήσει τὴ σημασία αὐτοῦ τοῦ πνεύματος. Αὐτὸ δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση. Τὴ δυσκολεύει πρῶτα τὸ ὅτι οἱ φορεῖς ποὺ εἶναι κατ' ἐξοχὴν ταγμένοι στὴ διαφύλαξη, ἑρμηνεία καὶ μετάδοση αὐτοῦ τοῦ πνεύματος — κυρίως ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία — ἔχουν περιπέσει εἴτε σὲ ἀδράνεια εἴτε σὲ μία οὐσιαστικὴ ἄγνοια τῆς σημασίας τοῦ πνεύματος ποὺ εἶναι ταγμένοι νὰ ἐκπροσωποῦν. Μία ἄλλη δυσκολία προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐπίσημη παιδεία, ποὺ δὲν ἔχει καταλάβει ὅτι χωρὶς τὴν Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία δὲν ὑπάρχει ἑλληνικὴ ταυτότητα ἄξια νὰ συμβάλει θετικὰ στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Εὐρώπης. Γιὰ νὰ ξεπεραστοῦν οἱ δυσκολίες αὐτὲς εἶναι ἀνάγκη νὰ δοθεῖ ἀπόλυτη προτεραιότητα ἀπὸ τοὺς ἐπισήμους θεσμοὺς ποὺ διαθέτει ἡ χώρα (Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Πανεπιστήμια, Ἱδρύματα ἐρευνῶν κ.λ.π.) στὴ μελέτη τοῦ τεράστιου θέματος τῆς σχέσεως Ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ, τόσο στὸ ἱστορικό του εὖρος ὅσο καὶ κυρίως στὸ φιλοσοφικὸ καὶ ὑπαρξιακό του βάθος. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ γίνει μὲ τὸ ἕνα μάτι στραμμένο στὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα καὶ τὸ ἄλλο στὴν Ἱστορικὴ πορεία τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος. Ἂν δὲν γίνει αὐτὸ τώρα, ἴσως νὰ εἶναι πιὰ ἀργὰ γιὰ τὴν τύχη ὄχι μόνο τῆς Εὐρώπης, ποὺ χρειάζεται ἀπόλυτα τὴν Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία γιὰ νὰ ἐπιζήσει, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἴδια τὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα, ποὺ θὰ κινδυνεύει νὰ ἀλλοιωθεῖ καὶ ἴσως νὰ χαθεῖ ὁλοσχερῶς.

Οι δοκιμασίες

 

Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ
* Εάν επιτρέψει ο Κύριος να δοκιμάσει ο άνθρωπος ασθένειες, τότε Εκείνος θα του δώσει και τη δύναμη της υπομονής.
* Όποιος σηκώνει την αρρώστια με υπομονή και ευγνωμοσύνη στο Θεό, στεφανώνεται σαν μάρτυρας.
* Πρέπει να τα υπομένουμε όλα για χάρη του Θεού με ευχαρίστηση. Η ζωή μας, συγκριτικά με την αιωνιότητα, είναι μια στιγμή. Γι’ αυτό και ο απόστολος λέει πως «όσα υποφέρουμε τώρα, δεν ισοσταθμίζουν τη δόξα που μας επιφυλάσσει ο Θεός στο μέλλον» (Ρωμ. 8,18).
* Όπως το κερί, αν δεν ζεσταθεί και δεν μαλακώσει, δεν μπορεί να δεχθεί πάνω του σφραγίδα, έτσι και η ψυχή, αν δεν δοκιμαστεί με τους κόπους και τις ασθένειες, δεν μπορεί να δεχθεί πάνω της τη σφραγίδα της αρετής.
* Η απελπισία είναι η μεγαλύτερη χαρά του διαβόλου. Είναι αμαρτία θανάσιμη.
* Η ειρήνη της ψυχής αποκτάται με τις θλίψεις. Η Γραφή λέει: «Περάσαμε από τη φωτιά και τον κατακλυσμό των θλίψεων. Τελικά, όμως, μας οδήγησες σε τόπο αναψυχής» (Ψαλμ. 65,12).

Βρώμικο σχέδιο κατά της Ορθοδοξίας

 



Προσωρινά ελεύθερος αφέθηκε ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου Εφραίμ, μετά τη διαφωνία ανακρίτριας και εισαγγελέα για την ποινική αντιμετώπισή του, μετά την ολοκλήρωση της πολύωρης απολογίας του.

Στοχοποίηση Εφραίμ με διόγκωση ενός κατασκευασμένου σκανδάλου με τη συμμέτοχη της ΕΥΠ, των Αμερικανών και του Παπανδρέου

Προσωρινά ελεύθερος αφέθηκε ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου Εφραίμ, μετά τη διαφωνία ανακρίτριας και εισαγγελέα για την ποινική αντιμετώπισή του, μετά την ολοκλήρωση της πολύωρης απολογίας του.
Έχέι γίνει πλέον κατανοητό, και εμείς τα έχουμε γράψει με αποκαλυπτικά στοιχεία, ακόμα και σε ανθρώπους που ήταν τελείως αρνητικοί για το Άγιον Όρος και την Ορθοδοξία ότι η υπόθεση Βατοπαιδίου όχι μόνο δεν ήταν σκάνδαλο της Μονής ή της εκάστοτε Κυβερνήσεως που ασχολήθηκε καθηκόντως με το θέμα αυτό, αλλά αντίθετα αποκαλύφθηκε και θα συνεχίσει να αποκαλύπτεται ότι σαφώς πρόκειται για σκευωρία.

Η σκευωρία αυτή θα έπρεπε να προβληματίσει τη δικαιοσύνη όχι απλώς και ως έτυχε, αλλά πολύ οημαντικά καθότι από ότι φαίνεται οι αποκαλύψεις θα συνεχιστούν πολύ έντονα και θα εμφανιστεί όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και στο λαό η μοναδικά εντυπωσιακή σκευωρία η οποία κατασκευάστηκε κατά της Μονής Βατοπαιδίου, αλλά ουσιαστικά κατά της Εκκλησίας. Θα υπενθυμίσουμε ότι έχει γίνει ήδη γνωστό πώς πλεχθηκε η υπόθεση αυτή απο αυτούς που είχαν Λόγους και σκοπιμότητες προκειμένου να ωφεληθούν και «πως ωφελήθηκαν».
Είδαμε άγνωστους να γίνονται βουλευτές και βουλευτές άγνωστοι να παίρνουν κυβερνητικούς θώκους, πατώντας πάνω στην αδικία την οποία έφτιαξαν και τρυγώντας τώρα τους καρπούς της πτώσεως τους. Θα αποδειχθεί ότι οι σκευωροί έστησαν σκηνικό αντίθετα με τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και τις απόψεις των καλύτερων νομικών του 20ου και του 21ου αιώνα, ότι η Λίμνη Βιστωνίδα δεν μπορεί να ανήκει στη Μονή Βατοπαιδίου και έτσι ποινικοποίησαν μία καθαρά αστική υπόθεση. Θα ντρέπεται η δικαιοσύνη για την ενέργεια αυτή και θα καταγραφεί στην ιστορία, σαν μοναδικό υπόδειγμα καταισχύνης της, αν και η καταισχύνη αυτή δεν θα αναφέρεται σε όλη τη δικαιοσύνη, αλλά σε αυτούς που την σκαρφίστηκαν ή την έκαναν αποδεκτή. Πολύ σωστά αναφερόταν σε δημοσιεύματα, ότι οι δικαστικές Αρχές στην υπόθεση αυτή υποτιμούν την νοημοσύνη μας,
Μπήκαν απίθανες εγγυήσεις σε ακτήμονες μοναχόύς που προκαλούν τον οίκτο για αυτούς που το επινόησαν. Έθεσαν θέμα προφυλάκισης για τον γέροντα Εφραίμ, ο οποίος γίνεται αποδεκτός σαν μια από τις πιο σεβαστές προσωπικότητες της παγκόσμιας Ορθοδοξίας, πράγμα το οποίο κατανοήσαμε όλοι μας ιδιαίτερα με το προσκύνημα της Αγίας Ζώνης στη Ρωσία.
Το γεγονός αυτό σημαίνει για αυτούς που το επινόησαν, ότι είναι κατατρομαγμένοι από τις αποκαλύψεις και προσπαθούν έσττω και την τελευταία στιγμή επικοινωνιακά να επηρεάσουν αυτούς, που δεν γνωρίζουν το μέγεθος της προσαπτικότητάς του.
Με επικοινωνιακά τρικ στυλ προφυλακίσεων δεν θα μπορέσουν να αποτρέψουν τη δίκαια αγανάκτηση του κόσμου, για τους σκευωρούς και την σκευωρία που έστησαν όχι μονό στην Ορθοδοξία αλλά και σε ολόκληρη την Ελλαδα. Ψεύτικα εγκώμια περί καθαρότητας για δικαστικούς, που επινόησαν την προφυλάκιση δεν γίνονται αποδεκτά από τον κάθε λογικό άνθρωπο.
Η ιστορία είναι γεμάτη από αμαυρωμένα ονόματα διωκτών – συκοφαντών, που με τον απίθανο αυτόν τρόπο ανέδειξαν χωρίς να το θέλουν την αρετή που κρύβεται σε προσωπικότητες που αντιμετωπίζουν πνευματικά τις επιθέσεις τους, μέσα από τα παθήματα που τους προκάλεσαν.
Στην προκείμενη περίπτωση ηδη έχει γίνει πλήρως γνωστό ποιοι icai για π< ιιούς λΛ>’ους έ« mjowv τΐ]ν απί- θαν>) αυτή σκευωρία, οι αποκαλύψεις όμως όπως είναι φυσικό συνεχίζονται.
Εν τω μεταξύ, προσωρινά ελεύθερος αφέθηκε ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου Εφραίμ, μετά τη διαφωνία ανακρίτρίας και εισαγγελέα για την ποινική αντιμετώπισή του, μετά την ολοκλήρωση της πολύωρης απολογίας του. Την οριστική απόφαση για το εάν θα καταστεί κρατούμενος ή όχι θα λάβει σε λίγες ημέρες το Συμβούλιο Εφετών.
πηγή: Εφημερίδα Ακρόπολις

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...