Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 29, 2014

Κυριακὴ Δ Νηστειῶν Παιδί, τὸ σπουδαιότερο πρόβλημα «Ὁ δὲ εἶπε· Παιδιόθεν» (Μᾶρκ. 9,21). +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


Ὁ τόπος μας, ἀγαπητοί μου, εἶνε φτωχός· οἱ πόροι ἐλάχιστοι. Πῶς νὰ ζήσουμε, πῶς νὰ ἀναπτυχθοῦμε; Σπάζουν τὰ κεφάλια τους οἱ εἰδικοὶ καὶ προτείνουν διάφορα σχέδια· ἕνας τὸ ἕνα, ἄλλος τὸ ἄλλο, καθένας τὸ δικό του.
Καὶ μπορεῖ ὅλα ὅσα προτείνουν νὰ γίνουν, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ πατρίδα μας θὰ γίνῃ εὐτυχής; Διότι εὐτυχία δὲν εἶνε οἱ δρόμοι, οἱ πλατεῖες, τὰ ἐργοστάσια, ἡ βιομηχανία κ.τ.λ..
Ἡ εὐτυχία εἶνε κάπου ἀλλοῦ. Τὸ πρόβλημά μας εἶνε ἄλλο.
Τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας εἶνε κρυμμένο μέσα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσα- με σήμερα. Εἶνε σὲ μία λέξι του, ποὺ ἂν μπορούσαμε νὰ τὴ νιώσουμε ὅλοι καὶ νὰ τὴν κάνουμε ἐθνικὸ σύνθημα, ἡ πατρίδα μας θὰ γινόταν ἡ εὐτυχέστερη χώρα. Ποιά εἶνε λοιπὸν αὐτὴ ἡ λέξι, τὸ «κουμπὶ» ποὺ ἂν τὸ πατήσουμε θὰ δοῦμε ἀληθινὴ ἀλλαγή; Εἶνε τὸ «Παιδιόθεν» (Μᾶρκ. 9,21).
Προσέξτε αὐτὴ τὴ λέξι. Διότι καὶ μιὰ λέξι τοῦ Εὐαγγελίου φτάνει γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ.
 * * * 

«Παιδιόθεν», δηλαδὴ «ἀπὸ παιδί», ἀπὸ τὴν κούνια. Αὐτὴ ἡ λέξι, ποὺ ὁ Κύριος ἀνάγκασε τὸν πατέρα τοῦ δυστυχισμένου νέου νὰ πῇ, εἶνε ἔλεγχος ὅλων τῶν μεγάλων. Αὐτὸ τὸ «Παιδιόθεν» σημαίνει, ὅτι ἀπὸ ὅσα προβλήματα ἔχει ἕνας τόπος τὸ σπουδαιότερο εἶνε τὸ παιδί, ἡ ἀνατροφὴ τῆς νέας γενεᾶς. Τὸ παιδὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ἀπὸ μικρὴ ἡλικία κατελήφθη ἀπὸ δαιμονικὴ ἐπήρεια. Ἄλλοτε ἔπεφτε στὸ νερό, ἄλλοτε στὴ φωτιά· ἄφριζε, ἔτριζε τὰ δόντια.

Ἔτρεχαν, τὸ ἔπιαναν, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ ἴδια κατάστασι. Βασανιζόταν τὸ παιδί, μὰ περισσότερο βασανιζόταν ὁ πατέρας. Δὲν μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο ποιά ἦταν ἡ οἰκονομικὴ κατάστασι τοῦ πατέρα. Μπορεῖ νὰ εἶχε σπίτια καὶ περιουσία, νὰ ἦταν πλούσιος· ἀλλ᾿ ἀσφαλῶς ὅλα αὐτὰ θὰ τὰ ἔδινε, γιὰ νὰ γίνῃ τὸ παιδί του καλά.
Ἄρα ἡ εὐτυχία τοῦ σπιτιοῦ του ἦταν ὄχι στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχε, ἀλλὰ κυρίως στὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ του. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ «Παιδιόθεν», ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ἔχει μεγάλη σημασία καὶ γιὰ μᾶς.
 Αὐτὸς ὁ νέος, ποὺ τὸν βασάνιζαν τὰ δαιμόνια, εἶνε ἡ φωτογραφία καὶ τῆς συγχρόνου νεότητος, ὁ ἀντιπροσωπευτικὸς τύπος τῶν παιδιῶν καὶ τῶν νέων καὶ τῆς σημερινῆς γενεᾶς. Ῥίξτε μιὰ ματιά. Κοιτάξτε τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους πῶς ζοῦν, πῶς συμπεριφέρονται, ποιά εἶνε ἡ ἐν γένει διαγωγή τους. Ὁ ἕνας βρίζει, ὁ ἄλλος αἰσχρολογεῖ, ὁ τρίτος ἀναιδέστερος βλαστημάει τὰ θεῖα, ὁ τέταρτος βγαίνει τὴ νύχτα καὶ δὲν τολμάει νὰ περάσῃ κο- ρίτσι, ὁ πέμπτος σηκώνει χέρι καὶ χτυπᾷ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα του, ὁ ἄλλος…
Γενικὰ οἱ νέοι μας ζοῦν σήμερα ἕνα βίο ποὺ προκαλεῖ μεγάλη ἀνησυχία. Δὲν ντρέπονται νὰ κάνουν ἀσχημίες μέσ᾿ στὸ δρόμο, σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα καὶ σὰν ἄλογα ἀχαλίνωτα. Ἐγκλήματα πάνω στὰ ἐγκλήματα, ποὺ τὰ διαπράττουν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον νέοι ἡλικίας 15 ἕως 30 ἐτῶν. Πολλοὶ ἀποροῦν, πῶς κατήντησε ἡ Ἑλληνικὴ νεολαία ἔτσι, πῶς ἔγινε δαιμονισμένη, χειρότερη ἀπὸ τὸ νέο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα.
Ἀποροῦν; Ἐγὼ δὲν ἀπορῶ. Ἐγὼ ἀπορῶ γιὰ κάτι ἄλλο· ἀπορῶ καὶ θαυμάζω, πῶς κατορθώνουν ἀκόμα μερικὰ παιδιὰ καὶ πιστεύουν στὸ Θεὸ καὶ ἐκκλησιάζονται καὶ ἀγαποῦν τοὺς γονεῖς τους. Ἐγὼ αὐτό ἀπορῶ. Διότι –ἂς τὸ ὁ μολογήσουμε– ὅλοι μας εἴμαστε ὑπαίτιοι γι᾿ αὐτὸ τὸν κατήφορο, ὅλοι διαφθείραμε τὴ νεολαία· ἄλλοι ἀμέσως καὶ ἄλλοι ἐμμέσως.
Τὸ παιδί, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βγῇ ἀπὸ τὸ σπίτι μέχρι τὴν ὥρα ποὺ θὰ γυρίσῃ, εἶνε μέσ᾿ στοὺς πειρασμούς. Τί εἶπα; Λάθος ἔκανα. Εἶπα «ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βρῇ ἀπὸ τὸ σπίτι». Ὄχι· καὶ μέσα στὸ σπίτι ἀκόμα κινδυνεύει!
 «Ἐγενόμην ἐν Πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ καὶ ἤκουσα φωνὴν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος» (Ἀπ. 1,10) Κινδυνεύει ἀπὸ τὰ κακὰ πρότυπα ποὺ βλέπει. Ἄλλωστε, ἕνα κουμπὶ νὰ πατήσῃ, ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς ὑφηλίου ἦρθαν μέσα στὸ σπίτι.
Κινδυνεύει μέσα στὸ σπίτι. Ἀλλὰ μόλις βγῇ κινδυνεύει ἀκόμη περισσότερο. Γιατὶ ἔξω τὸ περιμένουν τὰ μεγάλα δαιμόνια· μέσα τὰ μικρά, ἔξω τὰ μεγάλα δαιμόνια. Ἀπ᾿ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τὸν περιμένει πρῶτα - πρῶτα – ποιός; ⃝ Ὁ κακὸς φίλος. Αὐτὸς θὰ πῇ τὸν πρῶτο λόγο. Καὶ ὁ πρῶτος λόγος εἶνε, νὰ μὴν ἀκούῃ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα, νὰ μὴ δίνῃ σημασία στὰ λόγια τῶν γονέων.
Ἔτσι ἀρχίζει ὁ κατήφορος. Μετὰ τὸν κακὸ φίλο τὸ περιμένουν τὰ διεφθαρμένα γύναια. Ἔγραψαν στὸ ἐξωτερικό, ὅτι ἔχουμε τὰ πιὸ διεφθαρμένα κέντρα. Πήχτωσε ὁ τόπος. Ἂς τ᾿ ἀκούσουν οἱ γονεῖς. Ἄλλο δαιμόνιο ποὺ περιμένει ἔξω τὸ νέο εἶ νε τὸ χυδαῖο ἔντυπο, τὸ αἰσχρὸ περιοδικό.  Ἀλλὰ τὰ μεγάλα «σχολεῖα» τῆς διαφθορᾶς, σχολεῖα μὲ …διπλώματα, εἶνε τὰ θεάματα· ὁ κινηματογράφος, τὸ θέατρο, ἡ τηλεόρασι.
 Τὸ κακὸ συμπληρώνουν τὰ γήπεδα μὲ τὰ μάτς, οἱ ἐκδρομές, τὰ διάφορα τυχερὰ παιχνίδια, τὰ χαρτιά, τὰ λαχεῖα, ἡ ὅλη διαφθορά. Χίλιοι διαβόλοι σπρώχνουν τὸ νέο νὰ πέσῃ. Ὄχι αὐτὰ τὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ Μέγας Ἀντώνιος ἀκόμη νὰ ζοῦσε σήμερα, μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν κοινωνία θὰ ἐπειράζετο.
Ἐνῷ λοιπὸν ὅλοι σπρώχνουν τὸ παιδὶ στὸ κακό, κατόπιν ἀποροῦν πῶς κατήντησε ἔτσι ἡ νεότης. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς λέω, ὅτι ἐγὼ ἀπορῶ πῶς ὑπάρχουν ἀκόμη νέοι ποὺ κρατᾶνε ψηλὰ τὴν πίστι καὶ τὴν τιμή τους. Εἶνε θαῦμα Θεοῦ. Μόνο χέρι Θεοῦ τοὺς κρατάει. ―Μὰ τὸ κράτος, θὰ πῆτε, δὲν κάνει τίποτε; Δὲν βλέπει ποῦ πάει ἡ νεολαία;… Τὸ κράτος; Ἄσ᾿ το τὸ κράτος.
Τὸ κράτος εἴμαστε ὅλοι. Καὶ ὅπως εἴπαμε προηγουμένως ὅλοι φταῖμε. Φταίει κι ὁ παπᾶς, κι ὁ δάσκαλος, κι ὁ δεσπότης· ἀλλὰ τὴ μεγαλυτέρα εὐθύνη τὴν ἔχουν οἱ γονεῖς. Γιατί; Γιατὶ οἱ γονεῖς εἶνε κοντὰ στὸ παιδί. Γιατὶ πατέρας καὶ μάνα δὲν λέγεται κάποιος ἁπλῶς διότι γέννησε. Τὸ νὰ γεννήσῃς, λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶνε εὔ κολο.
Γεννοῦν καὶ τὰ ζῷα, εἶνε νόμος βιολογικὸς μέσα στὴν πλάσι. Τὸ νὰ γεννήσῃς λοι πὸν εἶνε τὸ εὔκολο. Ποιό εἶνε τὸ δύσκολο· νὰ πάρῃς –ὦ Θεέ μου!– αὐτὸ τὸ κομμάτι τὸ «κρέας», ποὺ θὰ πέσῃ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας, νὰ τὸ μεγαλώσῃς, νὰ τὸ μορφώσῃς, νὰ τὸ κάνῃς ἄνθρωπο μὲ ὑψηλὰ ἰδανικά. Ὄχι δηλαδὴ ἁπλῶς τὸ νὰ γεννήσῃς, ἀλλὰ τὸ νὰ ἀναθρέψῃς σωστά, αὐτὸ σὲ κάνει πατέρα καὶ μάνα.
Τί μεγάλη εὐθύνη ἔχουν οἱ γονεῖς! Μὰ τί νὰ κάνουν οἱ γονεῖς οἱ δυστυχισμένοι; Τὸ παιδί τους τὸ πᾶνε κατηχητικό, τὸ πᾶ - νε στὴν ἐξομολόγησι… Τί νὰ σοῦ κάνῃ ὅμως καὶ τὸ κατηχητικό, τί νὰ σοῦ κάνῃ καὶ τὸ κήρυγμα; Δὲ μοῦ λέτε, ὅταν ἐγὼ χτίζω κι ὁ ἄλλος γκρεμίζῃ, μπορεῖ νὰ χτιστῇ σπίτι; Ἔ αὐτό γίνεται ἐδῶ.
Ἄλλοι χτίζουν κι ἄλλοι γκρεμίζουν. Χτίζει ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ κατηχητικά, χτίζει ἡ μάνα κι ὁ πατέρας, χτίζει ὁ δάσκαλος· ἔρχεται ὁ διάβολος, δίνει μιὰ κλωτσιὰ καὶ τὰ κάνει ἄνω - κάτω. Πῶς φταῖνε τότε οἱ γονεῖς; ―Μὰ ὑπάρχουν, σοῦ λένε, σύλλογοι γονέων. Πῶς ἀνέχονται νὰ βλέπουν αὐτὸ τὸ χάλι;
* * * 

Γονεῖς, μανάδες, πατεράδες! Θὰ σᾶς πῶ τώρα ποιό εἶνε τὸ κλειδὶ τῆς ὑποθέσεως. Πόσα συλλαλητήρια ἔχει δεῖ ὁ τόπος μας; Στὰ χρόνια μας εἶδε πολλά· συλλαλητήρια γιὰ σοβαρὰ ζητήματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλα, μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα.
Ἕνα δὲν εἶδε. Ἂν θέλουμε λοιπὸν ὁ τόπος αὐτὸς νὰ ζήσῃ, πρέπει νὰ γίνῃ τὸ μεγαλύτερο συλλαλητήριο. Ν᾿ ἀφήσουν οἱ γυναῖκες τὴν κουζίνα καὶ οἱ ἄντρες τὰ ἐργοστάσια καὶ τὰ γραφεῖα τους, νὰ μαζευτοῦν ὅλοι, καὶ νὰ φωνάξουν – γιὰ τί; Οὔτε γιὰ ἐνοίκια, οὔτε γιὰ γεφύρια, οὔτε γιὰ πλατεῖες, οὔτε γιὰ τίποτε ἀπ᾿ αὐτά.
Νὰ πᾶνε στὸ ὑπουργεῖο παιδείας, στὴν ἀρχιεπισκοπή, νὰ πᾶνε καὶ στὸν πρωθυπουργὸ τῆς χώρας, νὰ κρατᾶνε μιὰ ταμπέλλα μεγάλη καὶ πάνω νὰ γράφουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου· «Παιδιόθεν». Κι ἂν βγῇ ἀπ᾿ τὸ παράθυρο κανένας μεγάλος ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς διοικοῦν καὶ ποῦν, –Τί πάθανε, τί ζητᾶνε αὐτοί; νὰ τοὺς ποῦμε· –«Παιδιόθεν»! Κι ἂν ρωτήσουν, ―Τί σημαίνει «Παιδιόθεν»; νὰ τοὺς ἀ ναλύσουμε· ―«Παιδιόθεν» θὰ πῇ προστασία τῆς νέας γενεᾶς. Ζητοῦμε πρῶτον νὰ γίνεται ἔλεγχος καὶ ν᾿ ἀπαγορεύωνται ὅλα τὰ ἄ θλια θεάματα· εἶνε ντροπή μας νὰ παρουσιάζωνται ἐδῶ τέτοια «σκουπίδια».
Δεύτερον, μιὰ νύχτα ἡ ἀστυνομία νὰ μαζέψῃ καὶ νὰ περιορίσῃ ὅλα τὰ διεφθαρμένα γύναια ποὺ μὲ τὴ δρᾶσι τους ἐκμαυλίζουν κάθε ἄνθρωπο. Τρίτον…, τέταρτον…, πέμπτον…, ἕκτον… Γονεῖς, τὸ κάνετε αὐτό; ὤ χαρά! τότε θὰ κοι μᾶστε ἥσυχοι.
Ἐὰν ληφθοῦν ῥιζικὰ μέτρα, τότε μέσα σὲ λίγα χρόνια –ἐλᾶτε νὰ σᾶς ὑπο- γράψω συμβόλαιο– ἡ πατρίδα μας θὰ γίνῃ ἡ πιὸ εὐτυχισμένη χώρα. Διαφορετικά, τὸ «Παιδιόθεν» θά ᾿νε ἔλεγχος καὶ κατάρα γιὰ μᾶς.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Η βεβαία ελπίδα της Χάριτος και οι «φρούδες ελπίδες της διπλωματίας» Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής της Δ΄ Νηστειών (Εβρ. ΣΤ΄ 13-20)

Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. & Κονίτσης
Με τη Χάρη του Θεού, διανύουμε το άλλο μισό της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Ήδη αντλήσαμε δυνάμεις από την προσκύνηση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού και τώρα γεμάτοι ελπίδα ατενίζουμε προς τα Πανάχραντα Πάθη και την ένδοξη Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Και η ελπίδα, η ευλογία αυτή του Θεού, μας είναι τόσο αναγκαία και απαραίτητη στην πνευματική μας πορεία. Γι΄αυτό και το Αποστολικό ανάγνωσμα, μας τονίζει αυτήν ακριβώς την αρετή. Την ελπίδα! Ότι δηλ. θα εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεού. Καλύτερα θα λέγαμε ότι η αγάπη του Θεού θα μας βάλει στην Βασιλεία του.
Πόσο πράγματι συγκινητικά αναφέρεται ο Απόστολος στην περίπτωση του Αβραάμ!
Στο περιστατικό δηλ. εκείνο που ο Θεός ορκίστηκε, προκειμένου να βεβαιώσει τον μεγάλο Πατριάρχη της Παλαιάς Διαθήκης, ότι θα χαρίσει στον ίδιο και στους απογόνους του την «γην της επαγγελίας». Τον τόπο δηλ. εκείνο που του υποσχέθηκε. Την Παλαιστίνη.
Και όντως, ο όρκος αυτός, και οι υποσχέσεις του Θεού, έδωσαν θάρρος στον Αβραάμ, και παρά το ότι τα έτη περνούσαν και έφθανε στα βαθιά γηρατειά του, εντούτοις, δεν έχασε την πίστη του. Δεν κλονίστηκε, αλλά έδειξε υπομονή και έτσι «επέτυχε της επαγγελίας». Είδε δηλ. να εκπληρώνεται η Θεϊκή υπόσχεση δια του Ισαάκ, μέσω του οποίου προήλθε στη συνέχεια ο Εβραϊκός λαός.
Βεβαίως, όλοι κατανοούμε ότι η υπόσχεση του Θεού, ήταν μια προτύπωση που στην ουσία της αναφέρεται όχι σε κάτι το πρόσκαιρο και γήϊνο, (όπως δυστυχώς πιστεύουν σήμερα οι Εβραίοι), αλλά υπονοούσε και αναφερόταν στην «γην της επαγγελίας», δηλ. στον Παράδεισο και πρωτίστως στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Στον Ουράνιο εκείνο τόπο, στην Θριαμβεύουσα εν ουρανοίς Εκκλησία των Αγίων, που υπόσχεται ο Θεός να χαρίσει στους «κληρονόμους της επαγγελίας». Στους πραγματικά πιστούς που θα υπάρχουν σε κάθε εποχή έως το τέλος των αιώνων.
Αυτή ακριβώς η υπόσχεση και ο όρκος του Θεού, οπωσδήποτε μας γεμίζει ελπίδα. Ελπίδα ότι όπως ο Ιησούς που προς χάριν μας εισήλθε πρώτος ως μεσίτης και αληθινός Αρχιερεύς στα αληθινά «Άγια των Αγίων», έτσι κι εμείς, ένεκα της θυσίας Του, της Πίστεώς μας και της Ελπίδος μας, τελικώς θα εισέλθουμε στην μεγάλη Σκηνή του Ουρανού. Στην Βασιλεία των Ουρανών.
Χωρίς κανένα δισταγμό αδελφοί μου, ομολογούμε ότι δεν θα υπήρχε καταλληλότερο Βιβλικό κείμενο, για να τονίσει την Ελπίδα μας και να δυναμώσει την συνείδησή μας, όχι μόνο κατά την ευλογημένη αυτή περίοδο που διανύουμε, αλλά για πάντα. Για πάντα, αφού, χωρίς Ελπίδα ο πιστός είναι φύσει αδύνατον να σημειώσει πρόοδο στην πνευματική του ζωή.
Γι΄αυτό καλόν είναι να σταθούμε για λίγο στο σημείο αυτό και να δούμε σε ποιο έδαφος καλλιεργείται η Ελπίδα, που μας είναι τόσο απαραίτητη.
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που όταν κάνουν λόγο για την αρετή αυτή, δείχνουν να πιστεύουν ότι η Ελπίδα είναι κάτι το ανεξάρτητο από την εν γένει Ορθόδοξη πνευματικότητα, και ότι μπορεί να ανθίσει από το τίποτε και να βλαστήσει από το μηδέν.
Όμως, όπως βλέπουμε τα πράγματα δεν είναι καθόλου μα καθόλου έτσι.
Όπως κάθε αρετή χρειάζεται το ιδιαίτερο κλίμα για να αυξηθεί, και το κάθε χάρισμα το κατάλληλο έδαφος για να καλλιεργηθεί και να αποδώσει καρπούς, έτσι ακριβώς ή μάλλον περισσότερο τώρα, στην περίπτωση της Ελπίδας, χρειάζεται ο άνθρωπος να έχει οικοδομηθεί στην εν Χριστώ Πίστη.
Χρειάζεται με άλλα λόγια, να υφίσταται το σταθερό έδαφος και να υπάρχουν τα θεμέλια της ορθής Πίστεως, ούτως ώστε επάνω στην ακράδαντη αυτή βάση ν΄αρχίσει να οικοδομείται αυτό που ο λόγος του Θεού ονομάζει Ελπίδα.
Θα αναγκασθούμε και πάλι να αναφερθούμε σε παραδείγματα από την καθημερινότητα, ώστε να γίνει κατανοητό το όλον θέμα μας. Είναι δυνατόν ένα μαθητής που δεν ανοίγει βιβλίο και θεωρεί το σχολείο και τον καθημερινό του καταρτισμό ως πάρεργο; Είναι δυνατόν να έχει ελπίδα για επιτυχία στις εισαγωγικές πανεπιστημιακές του εξετάσεις;
Και πάλι. Είναι δυνατόν έναν ασθενής που ενώ γνωρίζει από τον θεράποντα ιατρό του, ποια είναι η σωστή θεραπεία, είναι δυνατόν όταν παρακούει την επιστήμη και κάνει το δικό του, δηλ.υπακούει στα πάθη που τον αρρωσταίνουν, να έχει ελπίδα θεραπείας και σωματικής σωτηρίας;
Και για να έρθουμε απ΄ευθείας τώρα στην ουσία του θέματός μας. Είναι δυνατόν οιοσδήποτε «πιστός» να παραβαίνει συνειδητά τον αμετάθετο και αιώνιο νόμο του Θεού, να ζει δηλ. μέσα στην δυσωδία της ποικίλης αμαρτίας, και να έχει βεβαία την Ελπίδα ότι τελικώς θα σωθεί;
Όπως λοιπόν στις περιπτώσεις, τόσο του κακού μαθητή και του επιπόλαιου ασθενή, είναι απολύτως αδύνατη η επιτυχία και η θεραπεία, και οι ελπίδες τους είναι κενές, έτσι και πολύ περισσότερο τώρα στην περίπτωση του «πιστού», είναι φύσει αδύνατον η σωτηρία. Έτσι λοιπόν οι ελπίδες αποδεικνύονται φρούδες και καθαρώς διαβολικές.
Ας μην εκπλησσόμαστε αδελφοί μου από τον όρο που χαράξαμε «διαβολικές ελπίδες». Ναι. Είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα. Διότι, όπως ο εχθρός πλαστογραφεί και διαστρέφει όλες τις αρετές, έτσι ακριβώς και στην περίπτωση της Βασιλικής αυτής αρετής, της Ελπίδας, διαστρέφει την βάση αλλά και το περιεχόμενό της. Αποτέλεσμα; Ο πλανεμένος άνθρωπος, τελικώς να χάνεται, ακριβώς μέσω αυτής της ψεύτικης ελπίδας, αφού όπως βλέπουμε η κατάσταση αυτή τον εμποδίζει να αφυπνιστεί ώστε να ξεκινήσει τον συνειδητό του αγώνα. Τον ηρωϊκό πράγματι αγώνα, κατ΄αρχάς προς μετάνοιαν και στη συνέχεια προς καλλιέργεια των Ευαγγελικών αρετών.
Να προσθέσουμε τώρα ότι υπάρχουν και άνθρωποι της Εκκλησίας (ποιμένες, πνευματικοί, αρχιερείς κ.τ.λ) που ενώ είναι οι καθ΄ύλην αρμόδιοι στο να αφυπνίζουν και μέσω της μετανοίας να καλλιεργούν στις ψυχές την ανορθωτική Ελπίδα σωτηρίας, αυτοί, άθελά τους βεβαίως, πραγματοποιούν το αντίθετο; Θωπεύουν δηλ. τις αμαρτωλές συνειδήσεις, και δίνουν στους ανθρώπους την αίσθηση ότι όλα βαίνουν καλώς. Και το αποτέλεσμα; Αντί προόδου και πνευματικής αφυπνίσεως, μέσω μάλιστα του ιερού μυστηρίου της εξομολογήσεως, κάποιες φορές, να βγαίνουν τα αγκάθια και τα τριβόλια της κακής επλίδας, που τελικώς οδηγούν στην απώλεια.
Δεν θα είμαστε εκτός πραγματικότητας, εάν επιμέναμε σ΄αυτό που ακροθιγώς ήδη αναφέραμε. Και φυσικά αναφερόμαστε στην αμνήστευση ακόμα και σαρκικών αμαρτημάτων και άλλων ατοπημάτων για να μην πούμε και εγκλημάτων, τόσο εκτός, όσο αλλοίμονο και εντός του γάμου.
Φυσικά, άλλο η ευλογημένη οικονομία και άλλο πράγμα η «ανοικονόμητη οικονομία»...
Ποια, αλήθεια, ελπίδα σωτηρίας μπορεί ν΄ανθίσει στις καρδιές του ποιμνίου, όταν απουσιάζει από την Εκκλησιαστική ζωή ο αφυπνιστικός λόγος και το «προφητικό» κήρυγμα, το οποίο από τη φύση του οδηγεί στην γνησία ελπίδα;
Πώς να τονωθούν΄ οι ψυχές και να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη του πνευματικού αγώνα, όταν οι άμβωνες, εν πολλοίς έχουν καταντήσει διακοσμητικά και μόνο στοιχεία των Ναών; Για να μην υποστηρίξουμε ότι αρκετές φορές εκεί που ακούγεται λόγος, είναι ένας λόγος που μπορεί χωρίς κανένα πρόβλημα ν΄ακουστεί και σ΄οποιοδήποτε άλλο μέρος, ακόμα και σε συνάξεις αθέων, άνευ ουδενός προβλήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα «οικολογικά κηρύγματα» με όλα τα συμπαρομαρτούντα και τις λεγόμενες «οικολογικές προσευχές» μπροστά στους πάγους και στις γαλάζιες γυάλινες σφαίρες. (Κύριε ελέησον και δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε δόξα σοι).
Και γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί αυτή η περιφρόνησις του ζωντανού κηρύγματος; Διότι τείνει, δυστυχώς να κυριαρχήσει η σατανική άποψη που τεχνιέντως ρίχνουν όσοι ανήκουν στο λόμπυ των αντιχριστιανικών δυνάμεων, ότι δήθεν το κήρυγμα δεν χρειάζεται, όπως δυστυχώς πέρασε και στις «θεολογικές σχολές» ότι δεν χρειάζεται η απολογητική. Το αποτέλεσμα τώρα ήταν να καταργηθεί το δυναμικό αυτό μάθημα. (Πρωταρχικώς, το να καταργηθεί δηλ. η απολογητική και γενικώτερα το ζωντανό κήρυγμα, ήταν εισήγηση της εγκλωβισμένης, επί Κομμουνισμού, Εκκλησίας της Ρωσίας, σε διορθόδοξα συνέδρια, για τους γνωστούς προπαγανδιστικούς λόγους...). Δεν χρειάζεται, εισηγούνται κάποιοι το κήρυγμα, και τούτο διότι, άκουσον-άκουσον, ο κόσμος είναι κουρασμένος από τα λόγια! (Βεβαίως, η σατανική αυτή αλλά και βλακώδης άποψη, ακούγεται μόνο για το κήρυγμα, και για τίποτε άλλο. Για όλα τ΄άλλα είδη των λόγων, ο κόσμος βλέπετε δεν έχει κουραστεί και είναι πρόθυμος εις ακρόασιν, όπως π.χ. συμβαίνει με τον πολιτικό λόγο...).
Φυσικά, όλα αυτά εκφράζονται είτε, ως ήδη τονίσαμε, από ανθρώπους που δουλεύουν στο σύστημα, είτε από ανθρώπους της Εκκλησίας, με παγωμένες όμως καρδιές προς την αγάπη του Ιησού, αλλά και από ημιμαθείς και άσχετους ποιμένες, αφού επιτέλους το κήρυγμα χρειάζεται πόνο, μόχθο και έντονη προσευχή.
Όχι αγαπητοί μου, δεν έχει κουραστεί ο κόσμος από τον λόγο του Κυρίου. Ας μη διαστρέφουμε την φυσική τάξη των πραγμάτων, όπως την έθεσε σε λειτουργία ο ίδιος ο Θεός. Εκείνο που έχουν βαρεθεί οι άνθρωποι πράγματι και δεν εννοούμε να το συνειδητοποιήσουμε, είναι τα διάφορα φολκλόρ και οι κενοί περιεχομένου λόγοι, που αντί ελέγχου του κακού και αντί πνευματικής οικοδομής, αρχίζουν οι εκνευριστικοί λιβανωτοί, σε πρόσωπα και καταστάσεις...
Και ας μη λησμονούμε ποτέ πως όταν οι άθεοι θέλουν να στραγγαλίσουν την ελπίδα στους λαούς, το πρώτο που καταργούν είναι το κήρυγμα. Το ευλογημένο και ακέραιο κήρυγμα, τόσο το προφορικό όσο και αυτό το γραπτό.
Ας περάσουμε όμως τώρα να δούμε κάτι που ελέγχεται απολύτως και που κυρίως τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στην επικαιρότητα, και που έχει άμεση σχέση με την Ελπίδα.
Προ ολίγου μόλις καιρού, έγινε η ενθρόνισις του νέου πάπα. Το ποιος είναι ο μετονομασθής εις Φραγκίσκον, όχι μόνο θα το δείξει η ιστορία, αλλά γι΄αυτούς που θέλουν να έχουν ανοιχτούς τους οφθαλμούς, ήδη γνωρίζουν ότι ο «αγιώτατος αλάθητος», πλην των άλλων ήταν και ο υπεύθυνος για την ουνία. Δηλ. ό,τι χειρότερο και υπουλότερο για την Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία.
Φυσικά ο παπισμός κατά τους Αγίους, και για όσους διαθέτουν τον «κοινόν νουν» στα Θεολογικά και οπωσδήποτε για όσους πιστεύουν και δεν παίζουν κακόγουστο θέατρο, είναι αίρεση. Μάλλον σύνολο αιρέσεων.
Και τίθεται τώρα το ερώτημα. Οι δικοί μας Ορθόδοξοι ταγοί, για ποίο λόγο είπαν ψέματα και αναφέρθησαν στα ευχητήρια τηλεγραφήματά τους ωσάν να εύχονταν σε Ορθόδοξο Πατριάρχη; Δε νομίζουμε να έγραφαν διαφορετικά εάν απευθύνονταν στην ενθρόνιση ενός Ορθοδόξου ποιμένος.
Γιατί λοιπόν όλ΄αυτά; Και στη συνέχεια.
Καλά, δεν ντρέπονται το Ορθόδοξο ποίμνιο, ενώπιον του οποίου ψεύδονται ασύστολα. Για ποιο λόγο δίνουν σ΄όλους τους παπικούς, ψευδή βεβαίωση ότι δήθεν ανήκουν στην Εκκλησία και κατ΄επέκταση ότι άρα και δεν χρειάζεται μετάνοια και επιστροφή στην αλήθεια; Γιατί, και πάλι ερωτούμε, σπέρνουν αίολες ελπίδες στους ανθρώπους, και τελικώς τους οδηγούν στην καταστροφή; Γιατί αυτή η διπλωματία (η πόρνη της Αποκαλύψεως) στα θέματα της εκκλησιολογίας και τελικώς και αυτής της σωτηρίας; Γιατί κάποιοι ποιμένες παίρνουν στον λαιμό τους τόσες και τόσες ψυχές και ταυτοχρόνως σκανδαλίζουν το Ορθόδοξο ποίμνιο, το οποίο επιτέλους (εκεί βεβαίως που υπάρχει συνείδηση Χριστιανική), γνωρίζει ότι όλα αυτά αποτελούν προδοσία της Αποστολική αλήθειας και του Πατερικού τρόπου εκφράσεως και κυρίως βιωτής;
Και καλά, δεν υπάρχει η ανδρεία (κακώς κάκιστα), να στείλουν ξεκάθαρα τα μηνύματα στον πάπα περί επιστροφής του στην Εκκλησία. Θα μπορούσαν όμως έστω διά της σιωπής να τηρήσουν τα «προσχήματα» και τελικώς να μην εξευτελιστούν, πράγμα που τώρα έγινε...
Ήταν δηλ. ανάγκη, Ορθόδοξος Επίσκοπος και μάλιστα υπεροχικό, όπως θεωρείται πρόσωπο, στα εκκλησιαστικά τεκταινόμενα, να κάμψει τον αυχένα του και να βάλει μετάνοια στον «ποντίφικα», στον άνθρωπο δηλ. που μέχρι χθες ήταν επισήμως, και φυσικά απ΄ εδώ και πέρα είναι έτι πλέον ο υπεύθυνος της Ουνίας;
Τόσο δύσκολο λοιπόν είναι να υπολογίζει κανείς αφ' ενός στο σκανδαλισμό των συνειδήσεων, αφ' ετέρου δε στον δικό του ξεπεσμό;
Και ναι μεν, υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι υπολογίζουν στις επίγειες και ανθρώπινες δυνάμεις. Καυχώνται δε ότι στηρίζονται σε «δεξιούς ή αριστερούς ή αμφοτεροδέξιους βραχίονες», αφού στην εποχή μας καλλιεργούνται βλέπετε επισήμως και σε όλα τα επίπεδα οι αμφιβολίες και οι αμφισβητήσεις περί της ορθότητος των Αγίων. Προωθούνται δε οι «εκκλησιαστικές αμφικτιονίες» με ό,τι αυτό συνεπάγεται και γενικώς ειπείν τον πρώτο λόγο σε κομβικά σημεία, φαίνεται να τον έχουν τα «αμφί».
Αρνούνται, δυστυχώς γι΄αυτούς, την Παράδοση και την Ευλογία των Αγίων Πατέρων, και δείχνουν να καταντούν υπενάντιοι του ίδιου του Θεού με την όλη τακτική τους. Αποτέλεσμα; Να γίνονται καταγέλαστοι από τους εχθρούς της Ορθοδοξίας και ταυτοχρόνως να προξενούν πόνο στις καρδιές των πιστών. Ας μη λησμονούν όμως οι κύριοι αυτοί τον λόγο του Πνεύματος: «η δεξιά σου Κύριε δεδόξασθαι εν ισχύι, η δεξιά σου Κύριε έθραυσεν εχθρούς και τω πλήθει της δόξης σου συνέτριψας τους υπεναντίους» (Εξόδου ΙΕ΄6-7).
Και πάλι λοιπόν πέφτει ως ουράνιος μετεωρίτης το ερώτημα. Μέσα στο πλαίσιο αυτό της λεγομένης «εκκλησιαστικής διπλωματίας» (όντως, δεν πρόκειται να υπάρξει περισσότερο αδόκιμος όρος από αυτόν, για να μην πούμε περισσότερος απαίσιος), υπάρχει ελπίδα σωτηρίας; Οικοδομείται στη συνείδηση των «δεσποτοδιπλωματών» η ελπίδα της σωτηρίας; Πιστεύουν πως θα αντιμετωπίσουν κατά πρόσωπο Αυτόν που δίδαξε το «έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου;» (Ματθ.Ε΄37).
Είναι απορίας άξιον το πώς σκέπτονται κάποιοι άνθρωποι, που λόγω θέσεως, εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση των πραγμάτων θα ανέμενε κανείς απ΄αυτούς. Είναι σαν να υποστηρίζει ένας ιατρός ότι το aids κάνει καλό στην υγεία. Δεν γνωρίζουμε πώς σκέπτονται (μάλλον γνωρίζουμε πολύ καλά...), αλλά θα πρέπει να ομολογηθεί άνευ περιστροφών και ψευτοδιπλωματικών λόγων, ότι η τακτική αυτή, μόνο την αλήθεια δεν μπορεί να διακονήσει. Και αλήθεια είναι ο Χριστός.
Οι εντελώς απαράδεκτοι αυτοί τρόποι και οι κενοί αληθείας λόγοι άνευ αντιρρήσεως ακυρώνουν την Ορθοδοξία και Ορθοπραξία και ο φτηνός πολιτικαντισμός της «εκκλησιαστικής διπλωματίας» στραγγαλίζει την βεβαία ελπίδα της σωτηρίας των ψυχών.

Αγαπητοί μου, οπωσδήποτε υπάρχει η «άγκυρα της ψυχής, ασφαλής και βεβαία». Άγκυρα από την οποία εάν πιαστεί η ψυχή μας, με ασφάλεια και βεβαιότητα θα παραμείνει ακλόνητη από τα κύματα και τους φοβερούς κραδασμούς της πλάνης και των αιρέσεων. Από την λαίλαπα του κοσμικού κακού και του ακόμα φρικτότερου κακού που είναι το ψεύδος, καλυμμένο με θεολογικό μανδύα. Όμως, η άγκυρα αυτή της γνησίας και αυθεντικής Ελπίδας για σωτηρία, είναι η Ορθόδοξος Πίστη μας, όπως ακριβώς μας την παρέδωσαν οι Άγιοι Απόστολοι και όπως επακριβώς ερμηνεύεται από τις Οικουμενικές Συνόδους. Εννοείται δε ότι η Πίστη αυτή βιώνεται από τους Αγίους μας, των οποίων τα Άγια λείψανα προσκυνούμε και μας χαριτώνουν!

Αδελφοί μου, το θέμα της Ελπίδας γενικώτερα, αλλά και ειδικώτερα όπως το είδαμε σε αναφορά με την Πίστη, την μετάνοια, αλλά και την εκκλησιολογική ορθότητα των λόγων και των αποφάσεων, δεν είναι καθόλου απλό. Είναι το σημαντικότερο θέμα που θα πρέπει να μας απασχολεί, εάν όντως θέλουμε να ελπίζουμε ότι τελικώς θα δούμε Θεού πρόσωπον.

Άρα η ελπίδα μας θα πρέπει να είναι συνυφασμένη τόσο με τον αγώνα, όσο και με την σταθερή Πίστη και την ομολογία. Την ομολογία ότι, όπως στην Παλαιά Διαθήκη, στα ξένα θυσιαστήρια, απ΄αυτά του λαού του Θεού, δεν αναπαυόταν ο Άσαρκος Υιός και Λόγος του Θεού, έτσι και τώρα στον χώρο της Χάριτος και της Εκκλησίας, ας μην πιστέψουμε και ας μην ομολογήσουμε ποτέ, ότι στα ξένα προς τα Ορθόδοξα θυσιαστήρια, είναι δυνατόν να υφίσταται ιερωσύνη, αγιότητα, μυστήρια και άρα ελπίδα σωτηρίας.
Όσοι φρονούν διαφορετικά, βρίσκονται σε παχυλή πλάνη, έστω κι αν κατέχουν τα ύπατα εκκλησιαστικά αξιώματα.
Ευχή και προσευχή μας να μετανοήσουμε και να παραμείνουμε εδραίοι και αμετακίνητοι επί των επάλξεων της Ορθοδόξου Ομολογίας και Ελπίδος μας.
Αμήν.

Κλῖμαξ, Λόγος 12, περὶ Ψεύδους

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος




Ἀπὸ τὸν σίδηρο καὶ τὴν πέτρα (διὰ τῆς προσκρούσεως) γεννᾶται ἡ φωτιά, καὶ ἀπὸ τὴν πολυλογία καὶ τὰ εὐτράπελα τὸ ψεῦδος. Τὸ ψεῦδος εἶναι ἐξαφάνισις τῆς ἀγάπης· καὶ ἡ ἐπιορκία ἄρνησις τοῦ Θεοῦ.

2. Κανεὶς συνετὸς ἄνθρωπος ἂς μὴ θεωρῆ μικρὸ τὸ ἁμάρτημα τοῦ ψεύδους, διότι τὸ Πανάγιον Πνεῦμα ἐξέδωσε ἐναντίον του τὴν πιὸ φοβερὴ ἀπόφασι: «Ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος» (Ψαλμ. ε´ 7), ὅπως λέγει ὁ Δαβὶδ πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ ἐὰν συμβῆ αὐτό, τί πρόκειται νὰ πάθουν ἐκεῖνοι ποῦ συρράπτουν ἐπὶ πλέον τὸ ψεῦδος μὲ τοὺς ὅρκους;

3. Ἐγνώρισα μερικοὺς ποὺ ἐκαυχῶντο γιὰ τὰ ψεύδη τους. Αὐτοὶ κατώρθωναν καὶ ἔκαναν τοὺς ἄλλους νὰ γελοῦν μὲ τὶς ἀστειότητες καὶ τὶς ἀργολογίες τους, καὶ ἔτσι ἐξαφάνιζαν ἐλεεινὰ τὸ πένθος τῶν μοναχῶν ποὺ τοὺς ἀκροάζονταν.

4. Ὅταν ἰδοῦν οἱ δαίμονες ὅτι, μόλις ἀρχίση ὁ ἄθλιος ὁμιλητὴς νὰ διηγῆται τὰ εὐτράπελα, προσπαθοῦμε νὰ φύγωμε σὰν ἀπὸ λοιμώδη ἀσθένεια, ἐπιχειροῦν νὰ μᾶς παρασύρουν μὲ δυὸ ἀπατηλοὺς λογισμούς: «Μὴ λυπήσης τὸν ὁμιλητή», μᾶς συμβουλεύουν, ἢ «μὴ θέλεις νὰ φανῆς πιὸ εὐλαβὴς ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους»! Φεῦγε ἀμέσως, μὴν ἀργοπορήσης· εἰδεμὴ στὴν ὥρα τῆς προσευχῆς θὰ σοῦ ἔρχωνται στὸν νοῦ ἀστεῖα. Καὶ ὄχι μόνο νὰ φεύγης, ἀλλὰ καὶ νὰ διαλύης μὲ εὐσεβῆ τρόπο τὸ «πονηρὸν συνέδριον», φέροντας στὸ μέσον τὴν μνήμη τοῦ θανάτου καὶ τῆς Κρίσεως. Εἶναι καλύτερο ἴσως νὰ σὲ βρέξουν μερικὲς σταγόνες κενοδοξίας, προκειμένου νὰ γίνης πρόξενος ὠφελείας σὲ τόσους.

5. Ἡ ὑποκρισία εἶναι πολλὲς φορὲς μητέρα καὶ αἰτία τοῦ ψεύδους. Τίποτε ἄλλο, λέγουν μερικοί, δὲν εἶναι ἡ ὑποκρισία, παρὰ μελέτη καὶ δημιουργὸς τοῦ ψεύδους ποὺ ἔχει μαζί της συμπεπλεγμένο τὸν ἔνοχο καὶ ἄξιο τιμωρίας ὅρκο. Αὐτὸς ποὺ ἀπέκτησε τὸν φόβο τοῦ Κυρίου, ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸ ψεῦδος, διότι ἔχει μέσα του ὡς ἀδέκαστο δικαστῆ τὴν συνείδησί του.

6. Ὅπως σὲ ὅλα τὰ πάθη, ἔτσι καὶ στὸ ψεῦδος παρατηροῦμε διαφορὰ ὡς πρὸς τὴν πνευματικὴ βλάβη ποὺ προξενεῖ. Ἐπὶ παραδείγματι: Διαφορετικὴ εἶναι ἡ ἐνοχὴ ἑνὸς ποὺ ψεύδεται ἀπὸ τὸν φόβο τῆς τιμωρίας, καὶ διαφορετικὴ ὅταν δὲν ὑπάρχη κίνδυνος. Ἄλλος πάλι εἶπε ψεῦδος χάριν τῆς τρυφῆς, ἄλλος χάριν τῆς φιληδονίας, κάποιος γιὰ νὰ κάνη τοὺς ἄλλους νὰ γελάσουν καὶ ἄλλος γιὰ νὰ ἐπιβουλευθῆ καὶ κακοποιήση τὸν ἀδελφό του.

7. Μὲ τὶς τιμωρίες τῶν κοσμικῶν ἀρχόντων τὸ ψεῦδος μειώνεται πολύ. Μὲ τὸ πλῆθος ὅμως τῶν δακρύων τῆς κατανύξεως, ἐξαφανίζεται ὁλοσχερῶς. Ὁ δαίμων ποὺ μᾶς προτρέπει στὸ ψεῦδος προφασίζεται διαφόρους «οἰκονομικούς» λόγους καὶ ἔτσι παρουσιάζει σὰν μεγάλη ἀρετὴ αὐτὸ ποὺ ἀποτελεῖ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς. Ἐκεῖνος ποὺ πλάθει ψεύδη παρουσιάζεται ὅτι μιμεῖται τὴν Ραάβ, (ἡ ὁποία ἐχρησιμοποίησε τὸ ψεῦδος, γιὰ νὰ σώσῃ τοὺς κατασκόπους του Ἰσραήλ), καὶ νομίζει ὅτι μὲ τὴν ἰδική του ἀπώλεια προξενεῖ σωτηρία στοὺς ἄλλους.

8. Ὅταν καθαρισθοῦμε τελείως ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ ψεύδους, τότε, σὲ μία ἐξαιρετικὴ περίστασι, ἂς τὸ χρησιμοποιήσωμε, ἀλλὰ καὶ πάλι μὲ φόβο. Τὸ νήπιο δὲν γνωρίζει τὸ ψεῦδος. Ὁμοίως καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ δὲν ἔχει πονηρία. Ἐκεῖνος ποὺ εὐφράνθηκε ἀπὸ τὸν οἶνο (καὶ ἐμέθυσε), θὰ ὁμολογήση ἀκουσίως κάθε ἀλήθεια. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐμέθυσε ἀπὸ τὴν κατάνυξι, δὲν θὰ μπορέση νὰ ψευσθῆ.

Παρασκευή, Μαρτίου 28, 2014

«Ἁγία καὶ Μεγάλη» μόνο μία Σύνοδος σύμφωνη μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρες

τοῦ Ἰωάννη Τάτση, Θεολόγου
Στὴ Σύναξη τῶν Προκαθημένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ποὺ συνῆλθε στὸ Φανάρι καὶ ὁλοκληρώθηκε τὴν Κυριακή της Ὀρθοδοξίας ἀποφασίστηκε ἡ λεγόμενη «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» νὰ συγκληθεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 2016. Ἀσχέτως τοῦ ἐὰν μέχρι τότε θὰ προκύψουν ἐμπόδια ποὺ θὰ ὁδηγήσουν σὲ ἀναβολὴ τῆς σύγκλησης, εἶναι σαφὲς ὅτι τὸ Φανάρι ἐπιδιώκει μὲ κάθε τρόπο ἡ Σύνοδος αὐτὴ νὰ συγκληθεῖ ἄμεσα καὶ σίγουρα ἐπὶ ἡμερῶν Πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Εἶναι μάλιστα ἐμφανὴς ἡ προσπάθεια νὰ δοθεῖ στὴ Σύνοδο αὐτὴ πολὺ μεγάλη βαρύτητα καὶ ἱστορικὴ σημασία μολονότι ἔχει πλέον ἐγκαταλειφθεῖ ὁ ἀρχικός της χαρακτηρισμὸς ὡς Ὀγδόης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Γιὰ τὴ σύγκληση τῆς Συνόδου αὐτῆς ὑπάρχουν πολλὰ ἐρωτήματα ὅπως γιατί δὲν γνωστοποιοῦνται στὸν εὐρύτερο θεολογικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ κόσμο τὰ θέματα ποὺ πρόκειται νὰ συζητηθοῦν καὶ ἡ μέχρι σήμερα προετοιμασία τους. Οἱ Ἱεράρχες τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν θὰ ἀποφασίσουν δηλαδὴ γιὰ....
τὸν πιστὸ κλῆρο καὶ λαὸ χωρὶς αὐτόν;
Μεῖζον θέμα εἶναι τὸ ποιοὶ Ἱεράρχες θὰ συμμετέχουν στὴν λήψη τῶν ἀποφάσεων αὐτῆς τῆς «Μεγάλης Συνόδου». Οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι δὲν συγκλήθηκαν οὔτε ὡς «Οἰκουμενικὲς» οὔτε ὡς «Μεγάλες» ἀλλὰ ἀναγνωρίστηκαν ἐκ τῶν ὑστέρων ὡς «Οἰκουμενικὲς» λόγω τῆς ἐγκυρότητας τῶν ἀποφάσεών τους. Οἱ ἅγιοι Πατέρες ποὺ συμμετεῖχαν σὲ αὐτὲς ἦταν πραγματικὰ θεοφόροι, σκεύη ἐκλογῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ γιὰ τοῦτο ἔλαβαν ἀποφάσεις ἁγιοπνευματικές. Ὁποιαδήποτε σύγκριση τῶν μεγάλων Πατέρων ποὺ συμμετεῖχαν στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους μὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς Ἱεράρχες ποὺ ἐκπροσωποῦν σήμερα τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίας στὶς συνάξεις Προκαθημένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν δημιουργεῖ εὔλογη ἀνησυχία στοὺς παρακολουθοῦντες μὲ ἀγωνία τὶς ἐξελίξεις. Ἱεράρχες ποὺ διακρίνονται γιὰ τὴν πιστότητά τους στὴν ἁγιοπατερικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ γιὰ τοὺς ἀντιοικουμενιστικοὺς τους ἀγῶνες ἀποκλείονται μεθοδικὰ ἀπὸ τέτοιες πανορθόδοξες συναντήσεις γιὰ νὰ μὴν προκαλέσουν τριγμοὺς στὰ φαναριώτικα –καὶ ὄχι μόνο- σχέδια προώθησης τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ μιᾶς ἐκκοσμικευμένης «ὀρθοδοξίας».
Τὸ κύρος τῆς λεγόμενης «Μεγάλης καὶ Ἁγίας Συνόδου τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» ὅποτε καὶ ἐὰν συγκληθεῖ, δὲν θὰ κριθεῖ οὔτε ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν Ἱεραρχῶν ποὺ θὰ συμμετέχουν σὲ αὐτὴν οὔτε ἀπὸ τὴν πλειονότητα τῶν ψήφων μὲ τὶς ὁποῖες θὰ ληφθοῦν οἱ σχετικὲς ἀποφάσεις. Τὸ κύρος της θὰ κριθεῖ ἀπὸ τὴ συμφωνία τῶν ἀποφάσεών της μὲ τὴν παραδοθεῖσα ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες Πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. «Μεταπατερικὲς» ἀναθεωρήσεις τῆς Πίστης, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς δὲν μποροῦν νὰ γίνουν ἀποδεκτὲς ἀκόμη κι ἂν κάποιοι ἐπιχειρήσουν νὰ τὶς περιβάλλουν μὲ τὸ «κύρος» μιᾶς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου».
Ὀρθόδοξος Τύπος, 28/3/2014
πηγή

Ο χριστιανός αν θέλει ακόμη και το πρόβλημα το κάνει αγιασμό

«Σήμερα βρέθηκα στο Κοιμητήριο που αναπαύεται ο κατά σάρκα πατέρας μου.
Υπήρχε μια αναστάτωση. Κάποιοι πήραν από τους τάφους όλα τα μπουκάλια με το ελαιόλαδο που ανάβονται τα καντήλια των κεκοιμημένων.

Έγινε ένας διάλογος στην «γειτονιά» των τάφων με τους λοιπούς παρισταμένους. Ανάλυση του περιστατικού ο ένας, κακιούλες ο άλλος…. τα γνωστά! Κάποιος δεν μιλούσε καθόλου.
Ένας άλλος τον ρώτησε… «Μα δεν μιλάς;».
Ο Χριστιανός αυτός ανασήκωσε το κεφάλι και είπε: «Τώρα που μας πήραν τα μπουκάλια με το λάδι θα σας παρακαλέσω να φέρνετε ακόμα μεγαλύτερα!!!».
«Γιατί ρε Τάδε» τον ρώτησε κάποιος τρίτος.

Και η απάντηση ήταν: 
«Για να βρεθούν άνθρωποι να πάρουν το λάδι από τα μνήματα σημαίνει πως ο κόσμος πεινάει! Βοηθήστε έτσι διακριτικά!».

Η συζήτηση έπαψε με ηρεμία και προβληματισμό.
Με χαμόγελο βρήκαμε μια μπουκάλα λάδι και ανάψαμε από την ίδια όλοι μας τα καντήλια των ανθρώπων μας. 
Ήταν η πρώτη φορά που είδα κεκοιμημένους να Κοινωνούν!
Μεγάλη η Πίστη μας!!! 
Αν θέλει ακόμα και το πρόβλημα το κάνει αγιασμό!

Ακόμα και το περίεργο το κάνει καλό λογισμό.
Ακόμα και τον εγωισμό τον κάνει Κοινωνία.
Δόξα τω Θεώ!!! 
Καθώς δυνάμεθα βλέπουμε και φέτος τον Χριστό να Μεταμορφώνεται και να μεταμορφώνει!»
Βασίλειος Γκρίλλας, Θεολόγος-δογματολόγος
 

Κυριακή Δ Νηστειών Αδυναμία Αποστόλων, δύναμη Χριστού του Αρχιμ.Χρυσόστομου Χρυσόπουλου,

Άλλη μια φορά πρόβλημα νέου ανθρώπου απασχολεί  τον Κύριο και γεμάτος συμπόνια έρχεται και προσφέρει θεραπεία.  Το θαύμα αποδεικνύει την  αγάπη Του. Τα λόγια Του  δείχνουν την αγανάκτησή Του.  Βλέπει  την απιστία του γένους μας. Το ερώτημα «μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας;»  σφραγίζει την αντίδρασή Του.
Ο πατέρας  του δαιμονιζομένου  έχει πρώτος απελπιστεί  από το χρόνιο πρόβλημα  του παιδιού του και τώρα απελπίζεται πιο έντονα,  όταν βλέπει την αδυναμία των μαθητών του Χριστού. Εκεί  είχε τις ελπίδες του. Δεν βρήκε όμως  την επιθυμητή ανταπόκριση,  την ίαση.
Σε ανάλογες περιπτώσεις ο Κύριος ήταν η πρώτη και άμεση επιλογή. Εδώ οι μαθητές Του στα μάτια του βασανισμένου  πατέρα φαίνονται  ως σίγουρα  ικανοί να αλλάξουν την κακή σχέση του νεαρού με τον περίγυρό του. Είχε γίνει σημείο κακής αναφοράς. Η θάλασσα  και η φωτιά ήταν οι «φίλοι»  του.  Η εκεί  βουτιά  του ήταν λύση στο αδιέξοδο που τα πονηρά  δαιμόνια τον οδηγούσαν.
Μια προσευχή,  παρ’ όλα αυτά,  είναι αρκετή για ν’ αλλάξει  την κατάσταση, η απελπισία να παραχωρήσει την θέση της στη χαρά για το θαύμα. Με λίγες  κουβέντες  που θα εκστομίσει ο Ιησούς  θα μας λυτρώσει.  Η ομολογία  της δικής μας πίστης γίνεται η πόρτα  για να περάσουμε στον κόσμο  των υγιών σωματικά και πνευματικά ατόμων.  Η πίστη που θα δείξουμε  θα μας κάνει συγκάτοικους  ανθρώπων λογικών  και όχι υποχείρια  δαιμόνων  με παρενέργειες βλαβερές  σε προσωπικό και κοινωνικό  επίπεδο.
Ο πατέρας είχε  ένα παράπονο,  πήγε στους μαθητές Του και εκείνοι δεν κατάφεραν  το ποθητό. Το ίδιο συμβαίνει και μ’ εμάς.  Τις πληγές σώματος  ή ψυχής,  τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας,  θέλουμε μεν  να τα λύσουμε αλλά  όμως με οποιονδήποτε  τρόπο.  Γι’ αυτό και  απογοητευόμαστε. Η συνεργασία μας  με ακατάλληλα  άτομα  φέρνει αποτυχία.  Το ανεκπλήρωτο αίτημα διαιωνίζεται, χειροτερεύει  το πρόβλημα.  Αν προστρέχαμε  έγκαιρα και μόνον στον Θεό, τότε δεν  θα φερόμασταν επιπόλαια και σίγουρα  θα κερδίζαμε. Θα βλέπαμε επιτέλους το χέρι που απλώνεται  μπροστά μας  για να μας  απαλλάξει από δαιμόνια  πολλά και διάφορα.  Στοιχείο  αναγνώρισης  είναι οι πληγές  από τον Σταυρό. Εκείνος μόνο  θα μπορούσε  να σταυρωθεί  για την σωτήρια θεραπεία  των παιδιών Του και να χαρίσει την απαλλαγή από ασθένειες.
  Οι περισσότεροι γύρω μας  ζητούν ανταλλάγματα,  πολλά και μεγάλα,  για να μας εξυπηρετήσουν.  Πουθενά και κανένας δεν λέει ότι με λίγα λόγια και μικρές κινήσεις  θα  πετύχουμε  απείρως  πολλαπλάσια  απ’ ότι ζητήσαμε. Η αγάπη  του Χριστού δεν ζητά  τίποτα περισσότερο  από την πίστη. Όταν  διαπιστώσει την ύπαρξη της  ή  όταν  ακούσει την ομολογία της,  δεν  αρνείται το θαύμα Του.
  Ο Χριστός  έρχεται  όχι για να διδάξει απλά  και μόνο. Δεν κάνει άμβωνα κάθε  πόλη και γειτονιά  του τόπου του για άσκηση μονολόγου.  Προχωρεί παραπέρα, δίνει τον λόγο  και στον άλλο, τον ρωτά  και αποφασίζει.  Ο νέος της  ευαγγελικής περικοπής  ομολόγησε  την πίστη του και θεραπεύτηκε. Σπάραξε  και έφυγε  το δαιμόνιο.  Η  ομολογία  έφερε  την θεραπεία και εκείνη  την κοινωνικότητα.

ΧΑΙΡΕ ΑΡΧΗΓΕ ΝΟΗΤΗΣ ΑΝΑΠΛΑΣΕΩΣ, ΧΑΙΡΕ ΧΟΡΗΓΕ ΘΕΪΚΗΣ ΑΓΑΘΟΤΗΤΟΣ




                Οι άνθρωποι καθημερινά διαπιστώνουμε τα αδιέξοδα που χαρακτηρίζουν τη ζωή μας. Το μεγαλύτερο από αυτά ο θάνατος. Υπάρχουν όμως και άλλα που έχουν να κάνουν τόσο με τον εαυτό μας και την πορεία μας, την απογοήτευση από την έκβαση των προσωπικών μας σχέσεων, ιδίως όσο βλέπουμε τα χρόνια να περνούνε και να λιγοστεύει η ποιότητα σ’ αυτές, με την επικράτηση της συνήθειας, όταν βλέπουμε το πείσμα, το εγωκεντρικό θέλημα, τον αγώνα για επικράτηση, ο οποίος κυριαρχεί μεταξύ μας, όπως επίσης και την σταδιακή φθορά της ύπαρξής μας, εξαιτίας της δύναμης του χρόνου, αλλά και του άγχους και για την επιβίωση και για την πορεία της κοινωνίας μας. Προσπαθούμε να ξεχάσουμε τα αδιέξοδα, παραδίδοντας τον εαυτό μας στην εικόνα και τον πολιτισμό της, στις ηδονές του βίου, στην διανόηση, στις επιλογές του κόσμου. Μέσα μας όμως πάντοτε υφέρπει εκείνη η βαθιά ανάγκη για ανάπλαση.
                Η Εκκλησία μας δείχνει το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου ως την αρχηγό της νοητής αναπλάσεως. Δι’ αυτής σαρκώθηκε ο Χριστός. Εκείνος οδήγησε το ανθρώπινο γένος στην ανάπλαση. Το λύτρωσε από την καταλυτική επίδραση και την φθορά της αμαρτίας. Του έδωσε προσανατολισμό και περιεχόμενο στη ζωή. Το ανέστησε από το Θάνατο. Του άφησε την Εκκλησία ως το σπίτι μέσα στο οποίο μπορεί να βρίσκει νόημα και παρηγορά. Και την ίδια στιγμή του πρόσφερε την αγιότητα ως ευκαιρία συνάντησης μαζί του και ριζικής ανακαίνισης της ζωής. Η Παναγία γίνεται το πρόσωπο εκείνο το οποίο βιώνει αυτή την ανάπλαση. Γίνεται η κεχαριτωμένη. Αυτό σημαίνει ότι η καρδιά της αποκτά καθαρότητα πνευματική χάρις στην αγάπη προς τον Χριστό. Δεν υπάρχει σπίλος επάνω της και γι’ αυτό την χαρακτηρίζουμε «άσπιλον, αμόλυντον, άφθορον άχραντον». Αγιάζεται η ύπαρξή της και δεν μένει επάνω σ’ αυτήν περιθώριο φθοράς πνευματικής. Την ίδια στιγμή η ζωή της αποκτά νόημα και περιεχόμενο. Είναι ο Υιός της, όχι μόνο ως το γέννημα της σαρκός της το οποίο καλείται να αναθρέψει ως φυσική μητέρα, αλλά και ως το Θεανδρικό Πρόσωπο το οποίο οδηγεί όλο τον κόσμο στην σωτηρία και η Παναγία Τον ακολουθεί σ’ αυτήν την οδό, παρακαλώντας για τους ανθρώπους, να μην τους λείψει η χαρά, όπως επίσης και να μπορέσουν δια της υπακοής σ’ Εκείνον να βρούνε και εκείνοι νόημα και σκοπό. Και φτάνει μέχρι το Σταυρό και την Ταφή του παιδιού της, βιώνοντας τον πόνο όσο καμία άλλη μάνα στον κόσμο, για το εντελώς άδικό του, και την ίδια στιγμή την χαρά της Ανάστασης, που δεν είναι μόνο για Εκείνον, αλλά και για όλους τους ανθρώπους.
            Η Παναγία μας δείχνει την οδό της ποιότητας στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Ξεκινώντας από την σχέση μας με τον Θεό βρίσκουμε ρόλο και στην κοινωνία με τους ανθρώπους. Εκείνη αγάπησε τον Θεό και Του αφιερώθηκε παιδιόθεν. Έκανε πράξη το θέλημά Του. Και βρήκε την ουσία της αποστολής της και μέσα από αυτήν έχτισε τις σχέσεις της. Διακόνησε τον Ιωσήφ τον μνήστορά της και την οικογένειά του. Διακόνησε τον Υιό της. Υπέμεινε αγόγγυστα την φυγή στην Αίγυπτο και την απόρριψή της από τους συμπατριώτες της εξαιτίας του Υιού της. Έδειξε την αγάπη σε όλους και παραμένει η Μητέρα όλων μας και μετά θάνατον. Έχτισε λοιπόν σχέσεις αγάπης, υπομονής, σιωπής, ταπείνωση, προσφοράς, προσευχής. Αυτό μας καλεί να ζήσουμε δια της αναπλάσεως του εαυτού μας από τον Υιό και Θεό της. Να γίνουμε πιο δοτικοί στις σχέσεις μας. Πιο υπομονετικοί στην απογοήτευση που οι άλλοι μας προσφέρουν, ενίοτε και ο εαυτός μας. Πιο ταπεινοί και με λιγότερους λόγους έπαρσης, αυτοδικαίωσης ή και επίκρισης στους άλλους. Πιο προσευχητικοί. Και με επίγνωση ότι το θέλημα του Θεού είναι αυτό το οποίο καλούμαστε να αποτυπώνουμε στη συνάντησή μας με τους άλλους. Όχι  κάνοντας κήρυγμα, αλλά αποπνέοντας την χαρά και την πραότητα της διακονίας.  
            Η Παναγία μας δείχνει την οδό της ανάπλασης δια της ασκήσεως στη ζωή μας. Και άσκηση σημαίνει απεγκλωβισμό από την δύναμη των παθών και παράδοση του εαυτού μας στην αγάπη του Θεού. Σημαίνει ήθος εκκλησιοκεντρικό και εκκλησιαστικό.  Σημαίνει αξιοποίηση του χρόνου μας κατά Θεόν. Μέριμνά μας , όσο είναι εφικτό, όχι οι ηδονές του βίου και η ραθυμία που αυτές φέρουν, ούτε το σκότωμα του χρόνου μας, αλλά η εκζήτηση της κοινωνίας με τον Θεό και η στροφή εντός μας. Αντί να λειτουργούμε στην λογική της πληροφορίας, να βλέπουμε τη ζωή μας και τις ρίζες των παθών και των λογισμών μας. Αντί να εξετάζουμε τις αιτίες που οι άλλοι σκέπτονται και συμπεριφέρονται κατά τον τάδε τρόπο, να βλέπουμε τον δικό μας εαυτό και τις δικές μας αδυναμίες, αναλαμβάνοντες τον αγώνα να έρθει ο Θεός στις καρδιές μας. Και η άσκηση έρχεται δια της προσευχής, της νηστείας, της υπακοής στον νόμο του Θεού.
            Μέσα από την ανάπλαση της ύπαρξής μας έρχεται και η χορηγία της θεϊκής αγαθότητος. Έρχεται η χαρά του να είμαστε τέκνα Θεού και να απολαμβάνουμε την κοινωνία μαζί Του ως κοινωνία ανάστασης και αιωνιότητας. Κι εδώ η Παναγία είναι η γέφυρα που μας οδηγεί στο πλήρωμα της αγαθότητας. Ας μην βλέπει η εποχή μας και το κοσμικό μας φρόνημα ότι από αλλού ξεκινά η χαρά και η χάρις. Χρειάζεται να ξεκολλήσουμε από τα πρότυπα με τα οποία νομίζουμε ότι θα μπορέσουμε να ευτυχήσουμε και να κάνουμε βήματα πνευματικά. Δεν είμαστε μόνοι. Εκείνη προσεύχεται και μας στηρίζει. Αρκεί να μην τρέφουμε την ψευδαίσθηση ότι καλά είμαστε παραδομένοι στον κόσμο και τον τρόπο του. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν μαζί της την πορεία της συνεχούς συνάντησης με τον Υιό της. Για να είναι η ανάπλασή μας αφορμή και για την ανάπλαση και άλλων. Στο πρόσωπο άλλωστε του καθενός μας εικονίζεται ο Θεός και το σύμπαν ανθρώπινο γένος. Πνευματική ποιότητα το ζητούμενο. Έτσι τελικά θα αναμορφωθεί η ζωή μας σε όλες τις πτυχές της. Το χρειαζόμαστε αληθινά. 

Κέρκυρα, 28 Μαρτίου 2014

ΣΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΑ Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΩΣΙΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕ ΝΑ ΣΕΒΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ

1Στα πνευματικά του παιδιά ό στάρετς Ζωσιμάς δίδασκε να σέβονται και να αγαπούν την Αγία Τριάδα. Ό Θεός είναι Ένας, αλλά και Τριάς, και αυτό το μυστήριο της Αγίας Τριάδος είναι ή υψίστη Αγάπη και Σοφία και Αλήθεια. Δεν είναι δυνατόν να σκεφτεί ή να αισθανθεί κανείς τον Θεό, ει μη εν Τριάδι. Ό Θεός είναι ή Τριάς. Ό πατήρ Ζωσιμάς παρατηρούσε και έβαζε ευλαβώς στην καρδιά του κάθε τι πού τού ενθύμιζε την Αγία Τριάδα. Εάν τύχαινε τρεις μαζί άνθρωποι απλώς να συναντηθούν, αμέσως σκεφτόταν για την Αγία Τριάδα και έλεγε: «Μα πόσο ωραίο είναι για τρεις ανθρώπους να καθίσουν, να φάνε μαζί, να μιλήσουν για τα Θεία, εις τιμήν της Αγίας Τριάδος!».

Εάν έκαιγε ένα κανδήλι, ό Στάρετς θα έλεγε: «Να, καίει ή φλόγα- μπορεί να καίει επειδή έχει φυτίλι, λάδι και φωτιά. Τα τρία πράγματα αυτά κάνουν ένα – το κάψιμο τού κανδηλιού».

Ό Στάρετς έδωσε σέβονται μια από τις πνευματικές κόρες του την ευλογία να ζωγραφίσει την παλαιοδιαθηκική εικόνα της Αγίας Τριάδος, ή οποία είκονογραφίζεται ως έξης: ό Αβραάμ δέχεται τρεις προσκυνητές σέβονται μορφή αγγέλων και τούς εξυπηρετεί.

Ό Στάρετς ουδέποτε αποχωρίστηκε την εικόνα της Αγίας Τριάδος και την είχε πάντοτε στο κελί του. Μετά από τον θάνατο του, ή εικόνα αυτή τον συνόδευσε και στην εκκλησία και στον τάφο.

«Κάθε χριστιανός πρέπει να γνωρίσει και να αγαπήσει την Αγία Τριάδα», προέτρεπε ό Στάρετς τα πνευματικά παιδιά του. «Έτσι να προσεύχεσθε: Ή ελπίς μου ό Πατήρ, καταφυγή μου ό Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Αγιον, Τριάς Αγία, δόξα Σοι”, και “Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς, Κύριε, ίλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών, Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν, Άγιε, έπίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών, ένεκεν τού ονόματος Σου”, και το “Κύριε, ελέησον” τρεις φορές. Μετάβαλε και μεταμόρφωσέ με από κάθε είδος κακίας στην αρετή. Ας με φωτίσει ή αδιαίρετη και ανέκφραστη Τριάς με το φώς Σου».

-«Κάθε χριστιανός είναι ανάγκη να ξεύρη τις ακολουθίες για την Αγία Τριάδα. Πρέπει να μελετά κανείς τις εκκλησιαστικές ακολουθίες και τα τυπικά τής Εκκλησίας, επειδή το κάλλος και το βάθος τής χριστιανικής λατρείας είναι ανώτερα από αυτή των Αγγέλων, είναι ό σύνδεσμος μεταξύ γης και ουρανού. Είναι ή λατρεία ένας χορός αγγέλων και ανθρώπων πού αγωνίζεται για την ένωση των καρδιών τους με τον Θεό και των θελημάτων τους με το θέλημα τού Θεού».

-«Πρέπει να φροντίσει κανείς ή ψυχή του να είναι καθαρή, δηλαδή εντελώς δοσμένη στον Θεό. Δεν πρέπει να ψεύδεται κανείς, ή να πονηρεύεται, ή να απελπίζεται. Πρέπει να κάνουμε ακριβή διάκριση μεταξύ των διαφόρων ειδών των ψεμάτων πού είναι με την σκέψη, με την γλώσσα, με τα λόγια, με τα έργα μας, ή με την ζωή μας• όποιος δε ψεύδεται, κάνει τον διάβολο πατέρα του». 
Πηγή

Τέσσερις φοιτητές,ένας Άγιος και μια συνομιλία

Συμεών Πηγαδουλιώτη


Πριν μερικά χρόνια είχε δημοσιευθεί από το Μ. Μελινό ένα βιβλίο πού έφερε τον τίτλο «Μίλησα με τον Άγιο Νεκτάριο». 
 Σ' αυτό παρουσιάζονταν πρόσωπα πού γνώρισαν τον Άγιο προσωπικά. Ό γράφων καίτοι ανάξιος εν παντί και ανεπρόκοπος πνευματικά μπορεί να καυχηθεί εν Κυρίω ότι μαζί με τρεις άλλους φοιτητές συνάντησε στη μονή του Τσέλιε τον Άγιο Ιουστίνο. Μια συνάντηση πού τη θεωρεί σαν την σπουδαιότερη της ζωής του. Εδώ καταθέτει την εμπειρία του από τη συνάντησή του με τον Άγιο, όπως την κατέγραψε τρία χρόνια μετά.

«Είχα εντυπωσιασθεί διαβάζοντας το περίφημο βιβλίο του «Άνθρωπος και θεάνθρωπος». Είχα ακόμα συναντήσει ορισμένα πνευματικό- παιδιά του στην Αθήνα, και είχα αντιληφτεί εν ολίγους ότι δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο, ένας διανοούμενος πού κάθεται στο γραφείο του και αραδιάζει βαθυστόχαστες σκέψεις για να εντυπωσιάσει και να καταπλήξει τούς αναγνώστες του. Ό γέροντας Ιουστίνος είχε σ' όλη του την ζωή «την πράξιν εις θεωρίας έπίβασιν».
Αυτά είχα ύπ' όψιν μου όταν ένας φίλος, ό Παναγιώτης, μου πρότεινε να επιχειρήσουμε μια επίσκεψη στον γέροντα Ιουστίνο. Λέγω να επιχειρήσουμε διότι μια επίσκεψη σ' αυτόν δεν ήτο καθόλου εύκολο εγχείρημα. 
Διέμενε σ' ένα μικρό μοναστήρι, το Τσέλιε, κοντά στην πόλη Βάλιεβο τής κεντρικής Σερβίας και δεν δεχόταν επισκέπτες εκτός ανάξιος έρχονταν συστημένοι από το Βελιγράδι. Οι αρχές, πού τον είχαν περιορίσει εκεί από το 1946, δεν ήθελαν να δέχεται επισκέψεις και απέφευγε όσο μπορούσε να δίνει προσχήματα.
Αφού κανονίσαμε τις λεπτομέρειες τού ταξιδιού, ξεκινήσαμε από' την Αθήνα στις 8 Φεβρουαρίου τού 1977 σιδηροδρομικώς. Την επομένη βρεθήκαμε στην Γιουγκοσλαβία. Ταξιδεύαμε ώρες ατέλειωτες με το τραίνο. Κάποτε στην πόλη Νύσσα (Νύς) μπήκε στο κουπέ μας ένας ηλικιωμένος Σέρβος μαζί με ένα ξανθό νεαρό. Ή συζήτηση ξεκίνησε με το Μέγα Κωνσταντίνο, πού γεννήθηκε ως γνωστόν στη Νύσσα.
Όταν τού είπαμε ότι είμαστε ορθόδοξοι, ό γέρος μας άνοιξε την καρδιά του. «Γιέτνα βέρα, μια πίστη είμαστε, τίποτα δεν μας χωρίζει». Πράγματι όταν υπάρχει ή πίστη στον Χριστό, όπως αναφέρει ό ιερός Χρυσόστομος, καμιά διάκριση είτε γλωσσική είτε εθνική δεν μπορεί να χωρίσει τούς ανθρώπους.

Είχε νυχτώσει για καλά όταν φτάσαμε στο Βελιγράδι. Αφού ανακαλύψαμε μετά από περιπετειώδη αναζήτηση κάποιο γνωστό μου φοιτητή, τον Πέταρ Νοβάκοβιτς, ήρθαμε μέσω του σ' επαφή με τον ιερομόναχο Αθανάσιο Γιέβτιτς (νυν επίσκοπο πρώην Ερζεγοβίνης) που γνώριζε τον γέροντα Ιουστίνο σχετικά με το ταξίδι μας στο Τσέλιε. Την επομένη το πρωί ξεκινήσαμε με λεωφορείο για το Βάλιεβο. Μαζί μας ήταν ό Πέταρ και ένας Ρουμάνος μεταπτυχιακός φοιτητής του πανεπιστημίου Αθηνών, ό Ίαν, πού τον βρήκαμε στο Βελιγράδι. Φτάσαμε στο Βάλιεβο το μεσημέρι κι αλλάξαμε λεωφορείο. Δεν πήραμε ταξί, διότι οι οδηγοί ήταν, όπως μας είπαν, άνθρωποι της αστυνομίας και ζητούσαν διαβατήρια από τους ξένους και γενικά δυσκόλευαν αυτόν πού ήθελε να συναντήσει το Γέροντα. 

Μια ώρα αργότερα νάμαστε στο Τσιέλιε. Ήταν ένα μικρό μοναστήρι στο βάθος μιας κοιλάδας σκεπασμένης από δάση με οξιές. Βιαστήκαμε να κατηφορίσουμε την πλαγιά. Ή ξύλινη πύλη του μοναστηριού ήταν λίγο αργότερα μπροστά μας. Ησυχία απόλυτη βασίλευε. Μια μοναχή έτρεξε να μάς αναγγείλει στην ηγουμένη. Σε λίγο εμφανίστηκε ή σεβάσμια ηγουμένη Γλυκερία. Ό Σέρβος συνοδός μας τής ανάφερε το σκοπό πού μάς έφερε μέχρις εκεί και από ποιες χώρες ήμασταν. Απαντώντας ή ηγουμένη μάς πληροφόρησε ότι ό Γέροντας δεν αισθανόταν και τόσο καλά, διότι το βράδυ είχε σκοντάψει και κτύπησε στη μύτη με αποτέλεσμα να υποστεί ρινορραγία. Αυτό μάς έκαμε να μελαγχολήσουμε απότομα. Όμως ή ηγουμένη συνέχισε: Καθίστε εδώ στο κιόσκι μέχρι να δούμε τί μπορεί να γίνει. Πήραμε από μια καρέκλα και καθίσαμε στο ξύλινο κιόσκι. Ή ηγουμένη μας έφερε σε λίγο την ευχάριστη είδηση ότι ό Γέροντας θα μας δεχόταν. Μόνο πού έπρεπε να περιμένουμε λίγο. Πήγε ή καρδιά μας στο τόπο της. Ό αρχιμανδρίτης Ιουστίνος, με την διάκριση πού τον χαρακτήριζε, δεν ήθελε να μάς στείλει πίσω χωρίς την ευλογία του. Περπατήσαμε προς την παλιά εκκλησία του μοναστηριού συζητώντας. Προηγουμένως ή μοναχική φιλοξενία μάς παρέθεσε ένα πλούσιο τραπέζι.
Ήταν τρεις το απόγευμα όταν ό Γέροντας μάς δέκτηκε στο γραφείο του. Ανεβήκαμε μια σκάλα και βρεθήκαμε σ' ένα ευρύχωρο δωμάτιο στον πρώτο όροφο. Οι τοίχοι κατάφορτοι από βιβλία. Μια εικόνα του Αγίου Ιουστίνου του φιλόσοφου και μάρτυρα. Ένα γραφείο γεμάτο βιβλία, άλλα ανοικτά και άλλα κλειστά, σημάδι πώς ό Γέροντας παρά την αρρώστια του «ως άρτι» εργαζόταν, και ένας μειλίχιος Γέροντας με χιονισμένα γένια και μαύρο ράσο μάς υποδέχθηκε με παιδική απλότητα. Αφού μάς ευλόγησε ένα, ένα, μάς έβαλε να καθίσουμε γύρω από το γραφείο. Ένα πρόσωπο γαλήνιο πού αντικαθρέφτιζε την ειρήνη τής ψυχής του, χωρίς κανένα ίχνος αλαζονείας. Το ύφος εκείνο το ψυχρό και σπουδαίο πού έχουν οι μορφωμένοι και οι ακαδημαϊκοί απουσίαζε εντελώς. Ό αρχιμανδρίτης Ιουστίνος είχε υποστεί την «καλήν άλλοίωσιν» και ούτε ό τίτλος του καθηγητή του Πανεπιστημίου, ούτε ή μεγάλη φήμη πού είχε στους διεθνείς θεολογικούς κύκλους ήταν ικανοί να τον συγκινήσουν και να τον κινήσουν σε έπαρση.
Του μιλήσαμε για την Κύπρο και ή λύπη, μια λύπη αληθινή και όχι επίπλαστη, ζωγραφίστηκε στη σεβάσμια μορφή του. Ό Ιαν άρχισε βροχή τις ερωτήσεις. Για τον οικουμενισμό, για τον μοναχισμό και για πολλά άλλα. Ό Γέροντας τον άφησε να μιλάει χωρίς να τον διακόπτει. Όταν τελείωσε, άρχισε ν' άπαντάει στα ερωτήματα του. Φτάνοντας στο θέμα του μοναχισμού, τόνισε ότι ή Ελλάδα βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, διότι έχει το Αγιον Όρος. - Εμείς εδώ στη Σερβία δεν έχουμε κάτι τέτοιο, ανέφερε ενδεικτικά.
Ό χρόνος κυλούσε γοργά κι όμως όλοι ήμασταν προσηλωμένοι στις διδαχές του και ακούγαμε, ακούγαμε. Σε μια στιγμή ή συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τον μακαριστό αρχιμανδρίτης Έπιφάνιο Θεοδωρόπουλο. Και ή γνώμη του Γέροντος Ιουστίνου πού δεν περίμενε καν το μεταφραστή τον Πέταρ να μεταφράσει, απευθείας στα ελληνικά: - Ήκουσα περί τούτου. Είναι σπουδαίος. Συνεχίζοντας ό Γέροντας μας ανάφερε ότι ασχολείται συστηματικά με το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο και ότι ετοιμάζει μια ερμηνεία σ' αυτό.
Ξαφνικά ένας απρόσμενος θόρυβος μάς ανάγκασε να γυρίσουμε προς τη μεριά της πόρτας. Ή ηγουμένη μάς υπενθύμισε ευγενικά ότι μιλούσαμε περισσότερο από μια ώρα και έπρεπε ν' αφήσουμε τον Γέροντα ν' αναπαυτεί λίγο. Σηκωθήκαμε απρόθυμα. Ό Γέροντας στάθηκε όρθιος, μάς ευλόγησε και δίνοντάς μας από δύο βιβλία του σαν ευλογία μάς κατευόδωσε μέχρι την πόρτα.
Όπως μάς πληροφόρησε μια πολύ αξιόπιστη πηγή στο Βελιγράδι, ό πατήρ Ιουστίνος μέχρι και θαύματα έκανε με την προσευχή του. Τόση παρρησία είχε μπροστά στο Θεό. Όμως αισθάνομαι ότι είναι πολύ φτωχά τα λόγια μου, για να περιγράψω αντάξια το γεροπλάτανο της σερβικής ορθοδοξίας, πού κάτω από' τα κλωνάρια του μεγάλωσαν ως «νεόφυτα ελαίων» πλήθος πνευματικά παιδιά.
Ό Γέροντας αναχώρησε από το μάταιο τούτο κόσμο πέρσι(+25 Μαρτίου/7 Απριλίου 1979 τον Απρίλη. Κοντά στο θρόνο του Θεανθρώπου δέεται «συν πάσι τοις άγίοις» για την χειμαζόμενη Εκκλησία, για την μαρτυρική χώρα των Σέρβων, για όλους εμάς».
Αυτά έγραφα τότε, στα 1980, μετά από παράκληση του Παναγιώτη και δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Οικοδομή» της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας.
Σήμερα, αναλογιζόμενος την ευλογία πού δεκτικά από τον Άγιο, τον ικετεύω εκτενώς ως έχοντα παρρησία να παρακαλεί τον Κύριον τής δόξης και για μένα ίσως και ανοίξουν τα μάτια τής ψυχής μου και αισθανθώ έστω και τώρα την μετάνοια, τώρα πού τα μάτια μου τα σωματικά είναι ακόμα ανοικτά...
ΣΥΜΕΩΝ ΠΗΓΑΔΟΥΛΙΩΤΗΣ
ΒΙΒΛ. ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 93/ΠΗΓΉ/ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ

Οἱ φύλακες δὲν ἔχουν γνῶσιν! Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Πρωτοπρ. Δημήτριος Στανιλοάε

Οἱ φύλακες δὲν ἔχουν γνῶσιν!
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Πόσοι χριστιανοὶ χαίρονται ποὺ εἶναι Ὀρθόδοξοι καὶ δοξολογοῦν γι᾽ αὐτὸ τὸ Θεό; Πόσοι ἔχουν γευθεῖ τοὺς πνευματικοὺς καρποὺς τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς; Πόσοι ἀρνοῦνται τὶς οἰκουμενιστικὲς θεωρίες τῶν μεγαλόσχημων κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι ἡ ὑπόθεση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀποκλειστικὰ δική τους καὶ οἱ πιστοί, τὸ ἀνώνυμο πλῆθος, πρέπει νὰ ὑπακούει, γιατὶ ἔχουν γνῶσιν οἱ φύλακες, ὅπως ψευδῶς ἰσχυρίζονται, τὴν ὥρα ποὺ τοὺς βλέπουμε νὰ ἔχουν νυστάξει στὴ βίγλα τους, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ παρατηροῦν καὶ νὰ ἐλέγχουν τὶς κινήσεις τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλοι ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ ἐνημερώνουν σχετικὰ τοὺς πιστούς;

Στὰ ἐρωτήματα ποὺ ἀνέφερα εὔκολα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δὲν εἶναι πολλοὶ οἱ ὄντως Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἐννοῶ τοὺς ἄγρυπνους καὶ ἀγωνιζόμενους. Ὑπάρχει, ὡστόσο, καλὴ προαίρεση σὲ πολλούς, ἀρκεῖ νὰ ἐπισημανθεῖ ὁ μέγιστος κίνδυνος ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία νὰ θεωρηθεῖ μία ἀπὸ τὶς πολλὲς «ἐκκλησίες», ποὺ ὑπάρχουν καὶ τότε ἡ πτώση θὰ εἶναι μεγάλη.
Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούγεται ὁ καθαρὸς λόγος ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρὶς νὰ ὑπολογίζει κανεὶς τυχὸν ἀντιδράσεις τῶν οἰκουμενιστῶν, ὅσο ὑψηλὰ καὶ ἄν βρίσκονται. Πρέπει νὰ μιλᾶμε γιὰ τοὺς αἱρετικούς, Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες, μὲ τοὺς ὁποίους, ἀλίμονο, ἐπικοινωνοῦν, συμπροσεύχονται καὶ συνευφρένονται οἱ δικοί μας οἰκουμενιστὲς σὰν νὰ μὴ συμβαίνει τίποτα. Δὲν καταλαβαίνουν ὅτι ἡ φωτιά ποὺ ἔχουν ἀνάψει, γιγαντώνεται καὶ κατακαίει τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια τῆς πίστεώς μας.
Ὁ πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε, καθηγητής, εἶχε ἐπισημάνει αὐτὸν τὸν κίνδυνο καὶ τόνιζε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μία καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία. Τὰ λόγια του εἶναι ἀποκαλυπτικὰ καὶ πειστικά: «Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη Ἐκκλησία, ἡ μόνη ἀλήθεια καὶ ἡ οἰκουμενικὴ ἀποστολή της δὲν δύναται νὰ εἶναι ἄλλη, εἰ μὴ ἡ πλήρης ὁμολογία αὐτῆς τῆς ἀληθείας. Ὁ Δυτικὸς Χριστιανισμὸς εἶναι νενοθευμένος ὑπὸ τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ ἀπώλεσε τὴν ἔννοιαν καὶ τὴν κατοχὴν τοῦ Θείου Μυστηρίου καὶ τὴν πλήρη ἀποτελεσματικότητα τῆς σωτηρίας. Θεωρῶ ἀναγκαῖον, ὅπως ἀκουσθῇ, ἡ μετὰ πάσης δυνάμεως, ἡ ἀλήθεια αὕτη σήμερον, ὅτε ὁ κίνδυνος τῆς ὀλισθήσεως πρὸς τὰς σχετικοκρατικὰς θεωρίας εἶναι τόσον μέγας καὶ μεταξὺ αὐτῶν τῶν ὀρθοδόξων θεολόγων».
Μακαρίζω τοὺς ταπεινοὺς κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ζοῦν μέσα στὴν Ἐκκλησία, εἶναι ζωντανὰ μέλη της καὶ ἐλπίζουν ὅτι θὰ πετύχουν τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς τους, ζητώντας ἐν μετανοίᾳ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ορθόδοξος Τύπος, 28/03/2014

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...