Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 02, 2014

Παράδειγμα και πρότυπο μετανοίας…Οσία Μαρία η Αιγυπτία!

Οσία Μαρία η ΑιγυπτίαΕγεννήθηκε στην Αίγυπτο το 345μ.Χ., πολύ δε νωρίς άνθησε και ακτινοβόλησε θαυμασία η φυσική της ωραιότης. Αλλ’ η ανατροφή της δεν υπήρξε ικανή να διορθώση και να χαλιναγωγήση την εκτάκτως θερμήν και φλογεράν κράσιν της.
Μάταια οι γονείς της την συμβούλευσαν, και ανωφελώς οι ιερείς την ενουθέτησαν. Άκουεν αλλά για να παρακούη.
Κατά τους βιογράφους της, από δωδεκαετούς ηλικίας, την είχε κατακυριευμένην η μανία της ηδονής. Αδιάφορη προς τους καλλωπισμούς, μη δίνωντας καμμίαν προσοχήν εις τα χρήματα και τις παρόμοιες επιδείξεις, στις οποίες αρέσκονται οι πολυθέλγητροι και περιζήτητοι από τον διεφθαρμένο πλουσιόκοσμο συνεργάτες, αυτή ήθελε μόνον να ευχαριστή τα καίοντα σαρκικά πάθη της. Γι’ αυτό αντί να την κυνηγούν, κυνηγούσε.
Επί 17 ολόκληρα έτη διέρρευσε μ’ αυτό τον τρόπο η ζωή της, χωρίς φόβον Θεού, χωρίς ντροπήν ανθρώπων. Αλλ’ η θεία πρόνοια και στοργή δεν απεσύρθη απ’;αυτήν.
Παρ’ όλον το μέγεθος της ενοχής της υπήρχε κάποια γι’; αυτήν ελαφρυντικότητα  αυτή ακριβώς η υπερβολή της σαρκικής μανίας της, η οποία φαίνόταν ότι την παρέσυρεν ασυνειδήτως και την έσπρωχνεν ακατασχέτως προς την αμαρτίαν. Εις τρόπον ώστε απέβαινε μάλλον όχι εργάτις της αναισχυντίας της τόσης, αλλά θύμα αυτής και έρμαιον του βδελυρού εκείνου και εξευτελιστικού πάθους, το οποίον την κατετυράννει ως μυστηριώδης και ακαταμάχητος νόσος του φυσικού και ηθικού οργανισμού της.
Ποίος ήθελε την απαλλάξει ;
Περί το έτος 375, τριακοντούτις πλέον περίπου, αλλά με ακμαίαν ακόμη την καλλονήν και ακεραίους τους αμαρτωλούς της οίστρους, απεφάσισε να μεταβή εις Ιεροσόλυμα κατά Σεπτέμβριον μήνα, ότε εορτάζεται η ύψωσις του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.
Τι έκαμε την Αιγυπτίαν να παρακολουθήση τους δι’εκεί προσκυνητάς ;
Κατά τινα των βιογράφων της, περιπατούσα προς την θάλασσαν, όπου ειλκύοντο οι ζητούντες αναψυχήν κατά την θερμήν εκείνην-εν Αιγύπτω μάλιστα- εποχήν, είδε πολύν όχλον Λιβύων και Αιγυπτίων, οι οποίοι εσπευδαν προς την παραλίαν. Ηρώτησε λοιπόν εκ περιεργείας και της είπαν ότι τα σμήνη εκείνα ητοιμάζοντο δια τα Ιεροσόλυμα, όπου μετ’; ολίγας ημέρας θα εωρτάζετο η ύψωσις του τιμίου Σταυρού. Η πληροφορία αυτή ήρκεσε να διεγείρη εις την ψυχήν της Μαρίας τον πόθον του να συνακολουθήση.
Ωφείλετο τούτο εις φωνήν ευσεβείας, η οποία ανεδόθη από τα σύσκια βάθη της ψυχής της εν στιγμή σαρκικού κόρου και εκκρούσεως πνευματικού τινος σπινυήρος  Ή προήρχετο από την πλάνητα ακαταστασίαν της διεφθαρμένης γυναικός, η οποία επόθησεν απλώς να ίδη νέους τόπους και να συνάψη νέας γνωριμίας ;
Οι βιογράφοι της αποκλίνουν μάλλον προς την δευτέραν γνώμην. Αλλ’; εγώ νομίζω ότι εις την καρδίαν της εταίρας εκείνης είχεν ήδη αρχίσει μυστηριωδώς η σωτήριος μεταβολή. Διότι μάταια οι φιλόσαρκοι ζητούν να σβύσουν τους φλογερούς της ψυχής πόθους εις την απόλαυσιν ισχυρών, αλλά ματαίων και ευτελών ηδονών. Και τότε, εάν η ψυχή δεν εσάπισε αρχίζει να ακούη και τας εξ ουρανού φωνάς, που πρίν έσβυναν μέσα εις τας αενάους και θορυβώδεις ανακινήσεις του σαρκικού βορβόρου.
Η Μαρία η Αιγυπτία εισήρχετο ήδη εις τοιαύτην περίοδον. Ήτο το παγιδευμένον πτηνόν, το οποίον ήρχιζε ν’;ανακινή προς την απαλλαγήν τας πτέρυγάς του, η ψυχή η όζουσα, εντός της οποίας ανέτελλεν ο πόθος νέας ζωής, καθαράς και ευώδους. Εντός των οδών και των καταγωγίων της Αλεξανδρείας είχε λησμονήσει και Ιεροσόλυμα και Σταυρόν και τον Λυτρωτήν, τον χύσαντα το αίμα του υπέρ της σωτηρίας των ανθρώπων. Τι είχεν όμως κερδήσει; Η υπερβολή της αμαρτίας της την είχε περιβάλει και με υπερβολήν αίσχους.
Τον εξευτελισμόν αυτόν τον αντελαμβάνετο ήδη. Η ηθική όρασις, με την οποίαν ο Δημιουργός οπλίζει τας ψυχάς, δεν είχεν υποστή τελείαν την καταστροφήν εντός της. Βαρύς καταρράκτης, πρωίμως παγιωθείς, την έκαμε τυφλήν. Αλλά τώρα η νόσος ήρχισε να διαλύεται, και η Αιγυπτία αθυμούσε, βλέπουσα, έστω και παροδικώς και αμυδρώς προς το παρόν, τη αθλίαν ποιότητά της.
Αυτή ήτο η ψυχολογική της κατάστασις, όταν, παρά την θάλασσαν της Αλεξανδρείας, είδε τους δια τα Ιεροσόλυμα προσκυνητάς και ήκουσεν ότι όλοι εκείνοι οι συρρέοντες δι’ απόπλουν άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εκινούντο από τον πόθον του να παρασταθούν εις την πανήγυριν της υψώσεως του τιμίου Σταυρού. Η Αιγυπτία, εις το άκουσμα τούτο, ανεμνήσθη. Ανεμνήσθη την πολύ μικράν ηλικίαν της, όταν εζούσε πλησίον των γονέων της εις την κωμόπολίν των την ήσυχον, την οποίαν προ τόσου καιρού είχεν αυτή εγκαταλείψει. Τότε, παιδίσκη ακόμη αδίαφθορος, επήγαινεν εις την εκκλησίαν και είχεν ακούσει περί της ευρέσεως του τιμίου Σταυρού, χάριν του οποίου μία ένδοξος μητέρα του κραταιοτέρου αυτοκράτορος, έκαμε το ταξείδιον εις Ιεροσόλυμα, εθεώρησε δε την ανακάλυψίν του ως το ευτυχέστερον της ζωής της γεγονός. Η ανάμνησις εκείνη, ασθενώς εις την ψυχήν της επανακάμψασα, επέμενεν ουχ ήττον. Και η ευσπλαγχνία του Θεού παρενέβη αμέσως. Η Αιγυπτία, υπό μυστικήν ώθησιν, απεφάσισε την εις Ιεροσόλυμα μετάβασιν, χωρίς και αυτή να γνωρίζη ποίαν επιρροήν έμελλε να εξασκήση τούτο δια παντός εις την ζωήν της την έπειτα.
Εισελθούσα εις εν από τα πλοία, τα έτοιμα δια το ιερόν εκείνο ταξίδιον, άφηνε μετ’; ολίγον την πόλιν της Αλεξανδρείας, μάρτυρα του ελεεινού της βίου, της εσχάτης καταπτώσεως και καταισχύνης της. Και ευτυχώς δεν έμελλε να την επανιδή πλέον ποτέ.
Φθάσασα εις Ιεροσόλυμα, δεν είχε αποθέσει ακόμη τον παλαιόν άνθρωπον, τα ένστικτα της σαρκικότητος διετήρουν ακόμη το κράτος των επί της ψυχής και των πράξεών της. Η πάλη όμως είχεν εισδύσει εντός της. Εάν η αμαρτία την παρέσυρεν, αλλά δεν την έτερπε πλέον και δεν την ηυχαρίστει ως πριν. Ωλίσθαινε, παρεσύρετο, κατέπιπτεν, αλλά και υπέφερεν. Εν αυτή ετελείτο ο ηθικοσαρκικός εκείνος αγών, ο οποίος διαδραματίζεται εντός του ταλαιπώρου ανθρώπου, του μη γνωρίσαντος ακόμη τον Λυτρωτήν Ιησούν, και το οποίον τόσον δυνατά εχρωμάτισεν ο απόστολος Παύλος. Η Αιγυπτία έκαμνε το κακόν, και όμως ετύπτετο απ’ αυτό. Ενώ δε πάλιν την ετυράνει, η δύναμις της παλαιάς συνηθείας και της μακράς εξοικειώσεως την έρριπτεν εις τα ολεθρίας και μιαράς αγκάλας του.
Εν τοιαύτη καταστάσει της αξιοθρηνήτου γυναικός ανέτειλεν η ημέρα της 13ης Σεπτεμβρίου. Από βαθέως όρθρου των προσκυνητών τα πλήθη συνέρρεον εις την εκκλησίαν. Μαρία η Αιγυπτία, ασυνείθιστος εις εκκλησιαστικάς συνάξεις, έφθασεν αργότερα και ηναγκάσθη δια τούτο να μείνη εις τα προαύλια του ναού. Ότε όμως ήλθεν η ώρα της υψώσεως, οι έξω ιστάμενοι με σφοδράς και ακατασχέτους ωθήσεις εισώρμων εις τα εντός. Αλλά, πράγμα παράδοξον! Η Αιγυπτία αμαρτωλή έως μεν την θύραν εφέρετο μαζί με τους άλλους, πέραν όμως αυτής εστάθη αδύνατον να προχωρήση. Παρ’; όλην την ορμήν των κατόπιν ερχομένων, παρ’; όλας τας ιδικάς της προσπαθείας, έμενεν εκεί κρατουμένη από μυστηριώδη δύναμιν, η οποία δεν την άφηνε να εισέλθη. Ως να ήτο στήλη άσειστος και αμετακίνητος, τα κύματα του πλήθους ηδυνάτουν να την ωθήσουν προς τα πρόσω, αυτή δε η ιδία, μετά επανειλημμένας ματαίας αποπείρας, είδεν ότι μυστική αλλά εμφανής εκ της ενεργείας της χειρ, ανωτέρα των ανθρωπίνων δυνάμεων, την συνεκράτει και την παρημπόδιζεν από την είσοδον.
Δια να βεβαιωθή καλώς έκαμε και στροφήν εις τα οπίσω. Η ελευθερία των κινήσεων της ήτο πλήρης. Από τον ναόν ηδύνατο να εξέλθη και μόνον το να εισέλθη της ήτο απηγορευμένον.
Έμεινε λοιπόν εις την θύραν, και από την θέσιν εκείνην είδε μετ’; ολίγων να υψώνεται το τίμιον ξύλον, επί του οποίου είχε τελεσθή το μαρτύριον και η θυσία του Ιησού. Εις την θέσιν του η ψυχή της εσείσθη. Όλη των ιερωμένων και του λαού η συγκίνησης ως να διεχύθη και κατεπότισε και κατεπλημμύρισε την δυστυχή καρδίαν της, την ασυνείθιστον εις τοιαύτα άγια ρεύματα. Και ενώ εξηκολούθει να βλέπει τον ανυψωμένον σταυρόν, κάτωθι του οποίου επί του Γολγοθά εμπεπηγμένου είχον ακουσθή οι σπαρακτικοί στόνοι της Παρθένου, καυστική αλλά και σωτηρία κατάνυξις κατεκέντα την Αιγυπτίαν αμαρτωλήν και μεταστροφή ηθική ετελείτο εις τα εσώτατα της ψυχής της.
Εις τοιαύτην ηθικήν μεταβολήν άφησε την θύραν και απεσύρθη εις μίαν γωνίαν της αυτλής του ναού. Εκεί χείμαρρος δακρύων εξέρρευσεν ελευθέρως από τους οφθαλμούς της, κλαυθμοί αντήχησαν και στεναγμοί διάπυροι από τα βάθη της καρδίας της ανεδόθησαν. Και αποταθείσα προς την Παναγίαν Θεοτόκον, της οποίας η εικών ήτο τοποθετημένη υπεράνω του τόπου, εις τον οποίον ίστατο : «Παρθένε Δέσποινα, είπε, Συ η οποία εγγένησες τον ενανθρωπήσαντα Θεόν Λόγον, ειξεύρω ότι δεν είναι ευπρεπές ουδέ δίκαιον, ώστε εγώ, η τόσον ρυπαρά, η τόσον πανάσωτος, να ατενίζω την εικόνα Σου της αειπαρθένου, Σου της αγνής, Σου της με σώμα και ψυχήν καθαράν και αμόλυντον. Καλώς ειξεύρω ότι δίκαιον είναι η ακάθαρτος εγώ να είμαι μισητή και βδελυκτή ενώπιον της ιδικής Σου καθαρότητος. Πλην, επειδή, καθώς ήκουσα, δια τούτο έχει γίνει άνθρωπος ο Θεός, τον οποίον ε΄γεννησες, δια να καλέση τους αμαρτωλούς εις μετάνοιαν, βοήθησόν εμέ την ταλαίπωρον, η οποία, μόνη και έρημος εις τον κόσμον τούτον από κάθε αληθινήν συμπάθειαν, δεν έχω κανένα να με συντρέξη. Κάμε ώστε να συγχωρηθή και εις εμέ η εις την εκκλησίαν είσοδος. Μη με στερήσης εις το να προσκυνήσω μετά των άλλων χριστιανών το τίμιον αυτό ξύλον, επί του οποίου κατά σάρκα καθηλώθεις ο Θεός, τον οποίον εγέννησες, το ίδιον του αίμα έδωκεν υπέρ εμού εις λύτρωσιν από των αμαρτιών μου. Κάμε, ω Δέσποινα, ώστε να ανοιγή και εις εμέ η θύρα της θείας του Σταυρού προσκυνήσεως, και εις τον εκ Σου γεννηθέντα δίδω Σε εγγυητήν αξιόχρεων, ότιδεν θα ατιμάσω πλέον το σώμα μου τούτο δι’; οιανδήποτε αισχρότητος αλλ’; εάν αξιωθώ να προσκυνήσω τον Σταυρόν του Υιού Σου, αποτάσσομαι ευθύς από τον κόσμον και από όλα τα εν τω κόσμω, και αμέσως είμαι έτοιμος να υπάγω όπου Συ ως εγγυήτρια της σωτηρίας μου θα μου υποδείξης και με καθοδηγήσης».
Τους λόγους τούτους η Μαρία η Αιγυπτία είχεν είπη με τόσην θερμότητα πίστεως, ώστε μυστική και οιονεί επίσημος τις πληροφορία εξήγγειλεν εις αυτήν, ότι η εγκάρδιος της δέησης εισηκούσθη και ότι η θύρα του ναού δεν είχε πλεόν δι’ αυτήν δεσμούς και εμπόδια. Και πράγματι. Σπεύσασα ανεμίχθη και πάλιν με τα πλήθη των συνωθουμένων δια να εισέλθουν και την φοράν αυτήν ο πόθος της εξεπληρώθη. Εισήλθεν εις τον ναόν! κλονουμένη όμως από την σφοδράν συγκίνησιν και φρίσσουσα εν τη συναισθήσει της ενοχής της και του ανεξαντλήτου πελάγους της ευσπλαγχνίας. Αφού δε επροσκύνησε τον Τίμιον Σταυρόν με κατάνυξιν ανέκφραστον, εξήλθεν από τον ναόν και μεταβάσα προς την εικόνα της Θεομ΄τορος, αυτήν εκείνην, ενώπιον της οποίας προ ολίγου απηύθεινε την εισακουσθείσαν δέησιν, εγονάτισε και είπε : «Συ μεν, ω φιλάγαθε Δέσποινα, ευηρεστήθης να επιδείξης και δι’; εμέ όλην σου την φιλανθρωπίαν. Συ δεν εβδελύχθης εμού της αναξίας την δέησιν, χάρις εις την μεσιτείαν Σου είδα δόξαν, από την οποίαν δίκαια αποκλειόμεθα οι της ασώτου ζωής. Δόξα εις τον Θεόν, όστις,με τας ιδικάς σου φιλοστόργους πρεσβείας, δέχεται των αμαρτωλών την ματάνοιαν. Διότι εγώ, η υποδουλωθείσα εις την αμαρτίαν, τι ηδυνάμην να διανοηθώ μόνη και να είπω υπέρ της σωτηρίας μου ; Καιρός λοιπόν είναι, Δέσποινα, να εκτελέσω ό,τι υπέρ εμού ηγγυήθης. Τώρα όπου εγκρίνεις οδήγησέ με? το θέλημά σου είναι δι’; εμέ προσταγή? τώρα ικετεύω να μου γίνης της σωτηρίας διδάσκαλος, χειραγωγούσα με προς την οδόν, που φέρει εις την μετάνοιαν».
Η Μαρία η Αιγυπτία απήυθυνε την δέησιν αυτήν με όλην την θερμότητα ψυχής συντετριμμένης και ταπεινωμένης, αμέσως δε της εδόθη η απόδειξις, ότι η επίκλησις της δεν αντήχησε μάταια. Ακόμη δεν είχε τελειώσει την φλογεράν και συγκινητικήν ικεσίαν της, και ήκουσε φωνήν, ο οποία, αν και εφαίνετο ότι ήρχετο από μακράν, ήτο όμως πολύ καθαρά και απέπνεε μητρικωτάτην συμπάθειαν. Τι δε έλεγεν η φωνή αύτη : «Εάν τον Ιορδάνην περάσης, καλήν θα εύρης ανάπαυσιν».
Εις την μυστηριώδη, αλλά και σαφή αυτήν παράκλησιν η Αιγυπτία κατελήφθη από αγίαν φρικίασιν. Ούτω λοιπόν ! Αυτή η απόβλητος του βορβόρου η γυνή, η κατασπιλώσασα και μολύνασα ολόκληρον τον εαυτό της, δεν απεδιώκετο και δεν απεβάλλετο, αλλ’; εύρισκε σπλάγχνα συμπαθητικά και πρόθυμα.
Πλήρης τότε συκγινήσεως και δακρύων έκραξε : «Δέσποινα, Δέσποινα, μη εγκαταλίπης με». Συγχρόνως δε εξήλθεν από την αυλή του ναού και εβάδιζε ταχέως.
Κατά την οδηγίαν της φωνής, την οποία ήκουσεν, απεφάσισε να διευθυνθή πέραν του Ιορδάνου. Ηγνόει όμως εντελώς την οδόν. Τί λοιπόν να πράξη ; Αρτοποιός, από τον οποίον ηγόρασε τρεις άρτους, της έδειξε την πύλην της πόλεως. Από αποστάσεως εις απόστασιν ερωτώσα, έφθασε τέλος περί την δύσιν του ηλίου εις τον ναόν Ιωάννου του Βαπτιστού, ο οποίος έκειτο πλησίον του Ιορδάνου. Εισήλθε. Και εις το ημίφως της ώρας εκείνης, μόνη εντός της εκκλησίας εν μέσω τόσων ιερών αντικειμένων, τα οποία διήγειρον και διεθέρμαινον την ευσέβειαν, κατεκυριεύθη από κατάνυξιν. Γονατίσασα, προσηυχήθη θερμά, και διάβροχος εκ των φλογερών δακρύων, εξέχυσε προς τον Θεόν την ψυχήν της όλην, εθρήνησε δια τον πριν αμαρτωλόν βίον της και εδεήθη όπως η θεία χάρις, λούουσα αυτήν από του ρύπου της, την κρατήση του λοιπού επί του δρόμου της μετανοίας και της αρετής. Όταν εξήλθε, ευρέθη προς την όχθη του Ιορδάνου. Τα ύδατα εκείνα τα οποία περιέλουσάν ποτε το σώμα του Λυτρωτού, διεφαίνοντο εις τον ρουν των μετέχοντα μυστηριώδους τινός φύσεως. Κύψασα κατέβρεξε το πρόσωπον και τας χείρας της, και ησθάνθη ότι άρρητος δρόσος εισήλθε και κατεπότισε την ψυχήν της.
Εζήτησε ακολούθως πνευματικόν περίφημον δια την σύνεσιν, την πείραν και την χριστιανικήν του αγαθότητα. Ο σεβάσμιος εκείνος γέρων, εις την ειλικρινή της Αιγυπτίας εξομολόγησιν, είδεν όλην την συντριβήν της καρδίας της και της μετανοίας της την θέρμην, διέκρινε δε ότι η προς το Θεόν γνώμη της ήτο πλέον οριστική και αμετάτρεπτος. Και ως γνήσιος λειτουργός Εκείνου, όστις έδωκεν εις εν θέρμόν δάκρυ την θαυμασίαν δύναμιν να εξαλείφη τας μάλλον υπερμεγέθεις και χρονίους κηλίδας αμαρτιών, αφούτην παρηγόρησε και την ενίσχυσεν εις την νέαν οδόν της, της επέτρεψε να κοινωνήση των Αχράντων μυστηρίων.
Την νύκτα εκείνην διήλθεν η μετανοούσα γυνή εν υπαίθρω, προσευχομένη υπό τα άστρα και καθιστώσα θερμοτέραν πάντοτε την φωνήν των δεήσεων της. Το πρωί εκοινώνησε μετά φόβου και τρόμου και ησθάνθη εν τη ψυχή της την φαιδράν αυγήν νέας ζωής ελευθέρας από τας ακάνθας και τα δεσμά του κόσμου. Η δε φωνή, ότι ώφειλενα διέλθη τον Ιορδάνην, την έφερε και πάλιν παρά την όχθην του ποταμού.
Εκεί μια λέμβος εσάλευεν επί των υδάτων ο λεμβούχος, αγαθός άνθρωπος, την μετέφερεν αντικρύ. Εκείνη δε επροχώρησε τότε προς τα βαθύτατα της ερήμου του Ιορδάνου, όπου απεφάσισε να διανύση το υπόλοιπον της ζωής της. Κατά την αυτόθι διατριβήν της την συνήντησέ ποτε φάσμα πλέον του άλλοτε κάλλους και της νεότητος, ανήρ ευσεβέστατος, ο αββάς Ζωσιμάς, όστις και διηγήθη έπειτα την συγκινητικήν ιστορίαν της.
Η ερημική διαμονή Μαρίας της Αιγυπτίας δεν διέρρευσεν άνευ πνευματικών ενοχλήσεων και θυελλωδών πειρασμών. Η θέλησις και ο πόυος της ήσαν εξ ολοκλήρου προς την ευσέβειαν, αλλάτο παρελθόν με τας μακράς και βαρείας συνηθείας του δεν άφινε τόσον έυκολα ενταλώς την θέσιν του. Πολλάκις, εν μέσω της προσευχής της και της αγίας ανυψώσεως της ψυχής της, ο δαίμων της απωλείας την περιέβαλλε πανταχόθεν μα τας σαγήνας του και εζήτει να την παρασύρη εις το καταστρεπτικόν βάραθρόν του. Αι πολυτελείς τράπεζαι, εις τας οποίας παρεκάθητο άλλοτε, οι γλυκείς οίνοι, τους οποίους κατά κόρον ερρόφα, άσματα και χοροί και λοιπαί παρόμοιοι σκηναί της κοσμικής μέθης και εξάψεως, αναπαρίσταντο εις την φαντασίαν της και διέφλεγαν τη καρδίαν της με λυσσώδη προσπάθειαν να επανακτήσουν το επ’; αυτής κράτος των. Η σφοδρότης της εφόδου εγίνετο ενίοτε ανωτέρα των δυνάμεων της ταλαιπώρου αμαρτωλής. Και τότε την καταλάμβανε φόβος ως τον άνθρωπον, ο οποίος, μόλις κατορθώσας να ανασυρθή από απύθμενον βάραθρον γεμάτον σκορπίους και φίδια, απειλείτε να επαναπέση και πάλιν εις αυτό. Και τότε ανεκραύγαζε και εδάκρυζε και καθικεύτευε και το στήθος της έτυπτε και τον Λυτρωτήν επεκαλείτο και προς την παναγίαν Μητέρα του εδέετο, όπως την βοηθήση να μείνει πιστή εις την υπόσχεσιν του να σταθή έξω της πνοής της αμαρτίας. Και πίπτουσα προς το έδαφος, έμενεν εκεί επαναλαμβάνουσα τας ικεσίας και τας δεήσεις της, η θύελλα παρήρχετο και διέλαμπε το γλυκύ φως της ψυχικής γαλήνης και ασφαλείας.
Η πάλη αυτή διήρκεσε δέκα επτά ολόκληρα έτη. Τόσα δηλαδή όσα υπήρξαν και τα έτη του αμαρτωλού της βίου. Τοιουτοτρόπως η δοκιμασία της έλαβε τέλος. Η αθλήτρια απεδείχθη αξία στεφάνου. Η άλλοτε ασθενής και χρησιμεύουσα εις καταπάτημα του Πονηρού, υπό την βοήθειαν τώρα και την χειραγψγίαν του Πνεύματος του αγίου, ησκήθη και ενισχύθη και τον κατεπάλαισε και κατέστη απρόσιτος εις τας επιθέσεις του, συντρίψασα δια του Ιησού Χριστού την επ’; αυτής άλλοτε πανίσχυρον δύναμίν του.
Έκτοτε λογισμοί της πόθοι της, θελήματά της, όλαι τέλος πάντων αι δυνάμεις της, νοητικαί, ηθικαί, σωματικαί, κεκαθαρμέναι πλέον και ηγιασμέναι, εδόθησαν αποκλειστικώς εις την νέαν κατά Χριστόν ζωήν. Έγεινεν όλη φως και αγιασμός και πτήσις ουράνιος και διηνεκής και ολόψυχος προσήλωσις προς την ζωήν του Ευαγγελίου, προς τας εντολάς του και τας επαγγελίας του.
Υπέρ τα τριάκοντα ακόμη έτη διήλθεν η Αιγυπτίαν, εις την έρημον με την νέαν αυτήν της ζωής φάσιν, εντελώς αποχωρισθείσα από το θλιβερόν της νεότητος παρελθόν, κατασκευάσασα εντός της την νέαν πνευματικήν και ηθικήν κτίσιν, την οποίαν ο Χριστός δίδει, εις όσους τον πιστεύσουν και τον καταστήσουν βασιλέα της καρδίας και του βίου των.
Όταν ο αββάς Ζωσιμάς συνήντησε Μαρίαν την Αιγυπτίαν, είχε αύτη τεσσαράκοντα επτά ετών διαμονήν εις την έρημον. Έκπληκτος ο γέρων εκείνος ήκουσε την διήγησίν της και εδόξασε τον Θεόν, όστις γνωρίζει να κατορθώνη τα τοιαύτα θαυμάσια. Ότε δε ο Ζωσιμάς έμελλα να απέλθη, η οσία γυνή της ερήμου τον παρεκάλεσε θερμώς να μη ειπή εις κανένα τίποτε, έως ότου ο Θεός την ελευθερώση από την γην. Τον καθικέτευε δε όπως κατά την μεγάλην εβδομάδα του επομένου έτους, και ωρισμένως κατά την αγίαν εσπέραν του Δείπνου του μυστικού, λάβη από το Μοναστήριον του το ζωοποιόν Σώμα και Αίμα του Χριστού και το φέρη προς αυτήν δια να κοινωνήση. Και ώρισεν ότι θέλει τον περιμένει προς τα κατοικούμενα μέρη του Ιορδάνου.
Ο αββάς Ζωσιμάς επέστρεψεν εις το μοναστήριόν του, χωρίς να ειπή τίποτε παρί της Αιγυπτίας. Όταν δε αι ημέραι των νηστειών ήλθον και έφθασεν η εσπέρα του Δείπνου του μυστικού, θέσας εις εν μικρόν ποτήριον το άχραντον Σώμα και το τίμιον Αίμα του Σωτήρος Χριστού, προς την νύκτα πλέον, μετέβη παρά την όχθην του Ιορδάνου και προσηλώσας τους οφθαλμούς του προς το αντίπεραν μέρος, περιέμενε της Αιγυπτίας την εμφάνισιν. Ήτο δε πλήρης οδύνης και θλίψεως, διότι δεν υπήρχε πλοιάριον, όπως αυτός διέλθη προς το πέραν ή εκείνη δυνηθή να φθάση προς αυτόν. Αλλ’; η ταραχή του κατηυνάσθη, όταν η οσία εκείνη εφάνη εις το αντίκρυ μέρος του ποταμού. Το βλέμμα του αββά ιλαρύνθη, αλλά μόνον προς στιγμήν. Ματαίως περιέφερε τους οφθαλμούς του άνω και κάτω του ποταμού? τα ύδατα ήσαν έρημα. Κανέν πλοιάριον, καμμία λέμβος. Ο αββάς τότε εστέναξε και σηκώσας τους οφθαλμούς του προς τον ουρανόν επεκαλείτο τον Θεόν, όπως δώση διέξοδον εις την αμηχανίαν εκείνην.
Εξαίφνης, υπό το λαμπρόν φως της πανσελήνου, είδε την Αιγυπτίαν οιονεί να σφραγίζη τον ποταμόν με το σημείον του τιμίου σταυρού και ευθύς κατόπιν να προχωρή η ιδία δια του ποταμού, βαδίζουσα ελευθέρως επί της επιφανείας των υδάτων.
Ο αββάς έμεινεν έκπληκτος. Ότε δε η οσία ήλθε πλησίον του, ηθέλησε να κάμη μετάνοιαν εμπρός της. Αλλ’; εκείνη τον ημπόδισε. «Συ, του είπε, θα κάμης εις εμέ μετάνοιαν, εν ω ιερεύς είσαι και θεία μυστήρια βαστάζεις ; » Ο αββάς εκρατήθη, προσέφερε δε την θείαν κοινωνίαν εις Αιγυπτίαν. Και εκείνη τότε στενάξασα και δακρύσασα είπε : «Νυν απολύεις την δούλη σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου.»
Έπειτα λέγει προς τον Γέροντα : «Συγχώρησέν μου, αββά, να σου καθυποβάλω ακόμη ένα τελευταίον μου πόθον. Τώρα μεν πήγαινε εις το μοναστήριόν σου βοηθούμενος και φυλαττόμενος από την χάριν του Θεού. Το δε ερχόμενον έτος έλα πάλιν εις τον ερημικόνεκείνον χείμαρον, όπου με συνήντησες πέρυσι. Έλα, χωρίς άλλο εν ονόματι του Κυρίου μας, και θα με ιδής καθώς θέλει ο Κύριος.» Ακολούθως είπε πάλιν προς τον αββάν : «Να εύχεσαι υπέρ εμού και να μνημονεύης εμέ την ταλαίπωρον και αθλίαν.»
Ο γέρων Ζωσιμάς δεν έβλεπε πότε να παρέλθη η προσδιορισθείσα του έτους προθεσμία. Ότε δε αύτη διέρρευσεν, επέρασε τον Ιορδάνην, εισήλθεν εις την έρημον και ανεζήτει την οσίαν ανά τον τόπο του χειμάρρου. Αλλά μολονότι επί πολύ ανεζήτησε, δεν είδε να φανή πουθενά καμμία μορφή. Τότε εστέναξε πικρώς και ανατείνας τους οφθαλμούς εδεήθη και έλεγε : «δείξον μοι, Δέσποτα, τον θησαυρόν, δείξον μοι, δέομαι, τον εν σώματι άγγελον, του οποίου ο κόσμος δεν είναι επάξιος.» Επροχώρησε κατόπιν, ζητών τώρα να ανεύρη κατά γης την οσίαν, ίσως ανεπαύετό που, αλλά θέαμα λυπηρόν προσέβαλε τους οφθαλμούς του. Προς το ανατολικόν μέρος του χειμάρρου σώμά τι εφάνη κατακείμενον. Ο Ζωσιμάς έσπευσε με παλμούς ανησύχους. Φευ ! ήτο η Αιγυπτία, αλλά νεκρά πλέον.
Ο Ζωσιμάς εδάκρυσε και εδόθη εις κλαυθμούς. Ησπάσθη το μακάριον λείψανον, προσηυχήθη γονατίσας παρ’αυτό, εδεήθη υπέρ της ψυχής της μεταστάσης, καθικέτευσεν ώστε εκείνη να μεσιτεύση υπέρ αυτού του ευρισκομένου ακόμη επί του πολυμόχθου σταδίου της γης. Και κατόπιν έθεψεν της Αιγυπτίας το σώμα μη φέρον κανέν άλλο εντάφιον, παρά μόνο το παμπάλαιον φόρεμά της με ένα σταυρόν επί του στήθους. Ήτο δε τότε το έτος 421 μετά Χριστόν.
Τοιούτος υπήρξεν ο βίος της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Γυνή της αμαρτίας και του βορβόρου, απελούσθη δια των δακρύων της μετανοίας και ηγιάσθη δια της πίστεως και του αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτός από την υπερβολήν της ατιμίας την έφερεν εις υπερβολήν δόξης και τιμής. Και η οσία Μαρία μένει δια των αιώνων περιφανές και αθάνατον παράδειγμα της δυνάμεως της μετανοίας, και του ότι η γυνή, πτώμα ηθικόν μακράν του Χριστού, δι αυτού καθαίρεται και λαμπρύνεται και καθίστατο η πρών άσωτος αγνοτέρα από την χιόνα των ορέν και παρθενικωτέρα από τα κρίνα των αγρών.
Η Οσία εορτάζεται από την εκκλησία μας την 1η Απριλίου.

Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΞΕΦΤΙΛΑ…

papas-iera-sunodos1.ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ
2.ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
3.ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ
4.ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
5. ΣΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ
6. ΔΩΡΙΖΕΙ ΣΤΟΝ ΠΑΠΑ
7. ΕΙΚΟΝΑ ΜΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ “ΑΓΙΟΥ”
8. (ΟΧΙ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΔΩΡΟ) ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ
9. ΜΕ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ… ΣΤΗΝ “ΑΥΤΟΥ ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΚΟΠΩ ΡΩΜΗΣ”

Προσέξτε τα ακόλουθα σημεία:
1.) Ο Θεοφιλέστατος επίσκοπος Φαναρίου κ. Αγαθάγγελος, ως Γενικός Διευθυντής της “Αποστολικής Διακονίας”, δίδει δώρο στον Πάπα Φραγκίσκο την εικόνα του Φραγκίσκου της Ασσίζης.
2.) Η εικόνα του Φραγκίσκου της Ασσίζης Βυζαντινής τεχνοτροπίας τον παρουσιάζει ως Αγιο με φωτοστέφανο -και αναγράφεται σ’ αυτήν ότι είναι Αγιος-, για να δοθεί ως δώρο στον Πάπα Φραγκίσκο από τον Γενικό Διευθυντή της Αποστολικής Διακονίας.
3.) Αναφέρεται ρητά ότι η απεικόνιση του Φραγκίσκου της Ασσίζης ως Αγίου γίνεται για να φέρει κοντά Παπικούς και Ορθόδοξους.
5.) Με άλλα λόγια. Κορυφαίος Συνοδικός θεσμός, με την υπογραφή του Γενικού Διευθυντή του, δίνει εικόνα στον Πάπα Φραγκίσκο (τον οποίο μάλιστα αποκαλεί επίσκοπο Ρώμης) με την οποία αναγνωρίζει τον Φραγκίσκο της Ασσίζης ως Αγιο.
7.) Από πότε η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει ως Αγίους ανθρώπους που είναι εκτός Εκκλησίας;
8.) Ποια απόφαση υπάρχει οποιασδήποτε Ορθόδοξης Εκκλησίας που αγιοκατατάσσει τον Φραγκίσκο της Ασσίζης;
9.) Η εν λόγω απίστευτης ασχημίας οικουμενιστική ενέργεια έγινε προφανώς εν γνώσει του Μακαριότατου Αρχιεπισκόπου και με την πλήρη κάλυψή του αφού της αποστολής μετέσχε ο Αρχιδιάκονος Επιφάνιος.
10.) Εγινε όμως και εν γνώσει της Ιεράς Συνόδου;
11.) Αν δεν έγινε εν γνώσει της Ιεράς Συνόδου προφανώς πρέπει να υπάρξει αντίδραση και να αχθεί το θέμα για συζήτηση στη Σύνοδο.
12.) Αν δεν υπάρξει αντίδραση και αν δεν αχθεί το θέμα για συζήτηση, η Ιερά Σύνοδος μένει εκτεθειμένη ως συνυπεύθυνη για το ειδεχθές οικουμενιστικό εκκλησιαστικό έγκλημα διαρκείας που προέβη ο Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας.
13.) Η εν λόγω ενέργεια συνιστά ασφαλώς ακραίο φαινόμενο “λαικού Οικουμενισμού” το οποίο επ’ ουδενί λόγω δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο.
14.) Προσέξτε ότι ο “Αγιος Πατέρας” εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από το ανέλπιστοδώρο που στοιχείται 100% στους στόχους του Βατικανού.15.) Προσέξτε επίσης ότι απευθύνθηκε ιδιαίτερα στον Αρχιδιάκονο Επιφάνιο για να του ζητήσει να προσεύχεται γι’ αυτόν επειδή εκτίμησε προφανώς την αήθειά του να γονατίσει σε Παπικό ναό μια μέρα πριν για να προσευχηθεί με κομποσχοίνι με το πρόσχημα ότι βρίσκεται μπροστά σε μνημείο που συνδέεται με τον Απόστολο Παύλο.
16.) Ιδού ποιοι είναι οι Συνοδικοί Μητροπολίτες της παρούσας περιόδου -όπως αναγράφονται στην επίσημη ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος- από τους οποίους αναμένουμε να τοποθετηθούν:
Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ,
Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Προκόπιος,
Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος,
Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου κ. Τίτος,
Ιωαννίνων κ. Θεόκλητος,
Γρεβενών κ. Σέργιος,
Μηθύμνης κ. Χρυσόστομος,
Θηβών και Λεβαδείας κ. Γεώργιος,
Παροναξίας κ. Καλλίνικος,
Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας,
Ζακύνθου κ. Διονύσιος,
Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού κ. Κύριλλος
17.) Οι υπόλοιποι Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος, που δεν είναι μέλη της Ιεράς Συνόδου αυτή την περίοδο, προφανώς δεν μπορούν να μείνουν αδρανείς ιδιαίτερα αν οι συνοδικοί Μητροπολίτες σιωπήσουν.

Αναμένουμε.
Παναγιώτης Τελεβάντος

Απάντηση σε νεωτερίστικη άποψη που υποστηρίζει ότι ¨Ο Γέροντας Παίσιος μιλώντας για την Πόλη μιλούσε πνευματικά για την επουράνια Πόλη.¨

Κατά τον εισηγητή αυτής της παράδοξης άποψης ο Γέροντας Παίσιος διέθετε τόσο πτωχό λεξιλόγειο ώστε στις τόσες φορές που χρησιμοποιούσε την λέξη Πόλη πάντα να την ταυτίζει με την Βασιλεία των Ουρανών ή την Άνω Ιερουσαλήμ !! Αν είναι δυνατόν…

Ομιλία Ιερομονάχου Μακαρίου Αγιορείτη

Την Κυριακή Ε’ Νηστειών, 30 Μαρτίου 2014, τελέσθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου ο Ε’ Κατανυκτικός Εσπερινός της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

¨..! Ευελπιστούμε ότι θα μας δώσει την Αγιά Σοφιά παίρνοντάς την από τα ανόσια χέρια των εχθρών της Πίστεώς μας..! Λες και οι Τούρκοι νοιάζονται για το αν εμείς είμαστε χριστιανοί και αν η Αγιά Σοφιά ήταν χριστιανικός ναός. Αυτούς το μόνο που τους νοιάζει σήμερα είναι ότι η Αγιά Σοφιά είναι το μνημείο που κόβει παγκοσμίως τα περισσότερα εισιτήρια από τους τουρίστες-επισκέπτες. Και το χειρότερο: βάζουνε στο στόμα του Αγίου Γέροντα Παϊσίου

λόγια που ποτέ δεν είπε. Ο Γέροντας μιλώντας για την Πόλη μιλούσε πνευματικά για την επουράνια Πόλη.

Εμείς σήμερα τελείως κοσμικά σκεφτόμενοι, εθνικιστικά και μικρονοϊκά βάζουμε στο στόμα του Γέροντα «προφητείες.¨ http://www.pentapostagma.gr/Posted: March 31, 2014 at 6:00 pm, Last Updated: March 31, 2014 at 6:04 pm

Δηλ στα παρακάτω περιστατικά που αναφέρονται ο ΓΈΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ εννοούσε την Βασιλεία των Ουρανών και όχι την Κωνσταντινούπολη;

Mια ομάδα μαθητών της Αθωνιάδος Σχολής συμφώνησαν να ρωτήσουν τον Γέροντα αν θα πάρουμε την Πόλη και αν θα ζουν και οι ίδιοι τότε . Πήγαν στο καλύβι του , πήραν κέρασμα , αλλά ντρέπονταν να ρωτήσουν . Ο ένας έκανε νόημα στον άλλο και τελικά κανείς δεν τολμούσε να κάνει την ερώτηση . Τότε τους λέγει ο Γέροντας : «Τι είναι , βρε παλληκάρια; Τι θέλετε να ρωτήσετε ; Για την Πόλη ; Θα την πάρουμε και θα ζείτε κιόλας » . ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ , Ιερομονάχου Ισαάκ, Καλύβη Αναστάσεως, Καψάλα, ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ Στην Λιτανεία της Φοβεράς Προστασίας το 1992 , την ομπρέλα της Παναγίας την κρατούσε ο ανθυπασπιστής της Μοίρας Καταδρομών , Β.Τ. , από τα Ιωάννινα. Όπως προχωρούσαμε , δεξιά του ήμουν εγώ και αριστερά του ο Γέροντας , ο οποίος κάποια στιγμή είπε στον αξιωματικό : -Άντε , εύχομαι με το καλό να είσαι σημαιοφόροςκαι στην Πόλη (Κων/πολη) , που θα μπούμε : Και γυρνώντας προς τα εμένα μου είπε : - Άκουσες τι είπα ; - Ναι , Γέροντα το άκουσα . Αμήν του απάντησα . Τότε γέλασες εκείνος και πρόφερε το χαρακτηριστικό του επιφώνημα - Α! (εντάξει , δηλαδή) . Μια μέρα αργότερα κατέβηκα από το κελί του και τον ρώτησα σχετικά με την Πόλη και μου είπε:

- Την Κωνσταντινούπολη θα την πάρουμε πίσω , αλλά όχι εμείς . Εμείς , έτσι όπως κατάντησε η πλειονότητα της νεολαίας μας , δεν είμαστε ικανοί για τέτοια . Όμως ο Θεός θα οικονομήσει να πάρουν άλλοι την Πόλη και να την δώσουν σε εμάς , σαν λύση στο πρόβλημα τους . Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ, Ιερομονάχου Χριστοδούλου Αγγελόγλου

Σεβαστέ Άγιε Πατέρα που ισχυρίζεσαι τα παραπάνω ¨παράδοξα¨ σε σχέση με τα λεγομένα του Πατρός ημών Γέροντος Παισίου σκύβουμε και φιλάμε την δεξιά σας.

Παρακαλούμε πείτε μας Γέροντα Μακάριε Χιλανδαρινέ ( κελίον Μαρούδα) οι προηγούμενοι Αγιορείτες Πατέρες συγγραφείς των παραπάνω εκτεθειμένων, όπως ο γνωστός μακαριστός Γέροντας Ισαάκ ο Λιβανέζος με την συνοδεία της Καλύβης της Αναστάσεως στην Καψάλα, ο Γέροντας Χριστόδουλος και τόσοι άλλοι που στις γραπτές και ζωντανές τους μαρτυρίες στα εκδοθέντα βιβλία σχετικά με τον ΓΈΡΟΝΤΑ ΠΑΙΣΙΟ και την Πόλη δηλ την Κωνσταντινούπολη βρίσκονται σε πλάνη;

Kαθ ότι με το δικό σας σκεπτικό συσκοτίζουν άθελα τους ή εσκεμμένα την Πόλη δηλ την Κωνσταντινούπολη με την Βασιλεία των Ουρανών κατά την δική σας ερμηνεία;;;

Ποιος τελικά έχει δίκαιο;

Το γεγονός σεβαστέ Γέροντα Μακάριε ότι είναι πολλοί αυτοί που ¨εκμεταλλεύονται ¨τον Γέροντα Παίσιο προς ίδιον όφελος μπορεί να υφίσταται.

Αυτή η πράξη τους καθ όλα κατακριτέα μπορεί να σας δώσει την ¨ευλυγισία ερμηνείας και ανάλυσης¨ των λόγων του Γέροντος σχετικά με την Πόλη ώστε να τα επεξηγείται κατά το δοκούν και να διατυπώνονται απόψεις νεωτεριστικές και παράδοξες εν μέσω του χριστεπώνυμου πλήρωματος που αναζητά στις αποξηραμένες από πνευματικό – πατερικό λόγο ημέρες μας σταγόνες ζωοποιού αναψυχής;

Και όχι μόνο αυτό αλλά σε αυτούς που πιστεύουν το αντίθετο από εσάς να τους περιθωριοποιείτε με το σκεπτικό σας ως¨ κοσμικά σκεφτόμενοι, εθνικιστικά και μικρονοϊκά¨

Σεβαστέ πατέρα η Κωνσταντινούπολη δεν είναι το τέλος της διαδρομής και φυσικά δεν ταυτίζεται με την Βασιλεία των Ουρανών.

Η Κωνσταντινούπολη είναι το ΠΟΘΟΥΜΕΝΟ των πασών γενεών της Ρωμιοσύνης και όπως γνωρίζεται η Ρωμιοσύνη δεν είναι ιδέα που εμπεριέχει τίποτε από τις εθνικιστικές αλχημείες της εποχής μας , ακριβώς γιατί είναι Οικουμενική και Φύλακας των Δογμάτων των Οικουμενικών Συνόδων που μας οδηγούν στην Ορθοπραξία και η μετ αυτής βιωτή και μυστηριακή συνύπαρξη μας οδηγεί κατά το Θέλημα του ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΎ ΘΕΟΥ στην Βασιλεία των Ουρανών, δηλ. στην Άνω Ιερουσαλήμ .

Σεβαστέ Πατέρα φαίνεται ότι βρισκόμαστε στο τέλος προς ανάκτηση του Ποθούμενου και αυτό εξηγεί τον απηνή πνευματικό πόλεμο που ξέσπασε κατά των λεγομένων του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ στις ημέρες μας . Μάλλον ο Γέροντας εννοούσε ατό το περιβάλλον για τις ημέρες μας στο ιδιόγραφο σημείωμα του ¨ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ¨ και το χαρακτήριζε σαν δαιμονική μπόρα.

Σεβαστέ Γέροντα, μπόρα είναι και θα περάσει. Όμως τόσο πολύ στενοχωρήθηκα που δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι παραπάνω λόγοι εξήλθαν από θεόπνευστο στόμα Αγιορείτη Μοναχού.

Τέλος πάντων να με συγχωρείτε.

Αλλά εγώ θα σας ευχηθώ

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ και με το καλό στην ΠΟΛΗ

Φυσικά σε όποια Πόλη εννοείται!!

Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας

Κλῖμαξ, Λόγος 19, περὶ Ἀγρυπνίας

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος


 



(Διὰ τὴν σωματικὴν ἀγρυπνίαν, καὶ διὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ ἐπιτελῶμεν αὐτήν)

Στοὺς ἐπιγείους βασιλεῖς, ἄλλοι παρίστανται ἄοπλοι καὶ γυμνοί, ἄλλοι μὲ ράβδους, ἄλλοι μὲ ἀσπίδες καὶ ἄλλοι μὲ ξίφη. Εἶναι δὲ μεγάλη καὶ ἀσύγκριτη ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στοὺς πρώτους καὶ στοὺς τελευταίους. Διότι οἱ πρῶτοι εἶναι συνήθως συγγενεῖς καὶ οἰκειακοὶ τοῦ βασιλέως. Καὶ αὐτὰ μὲν συμβαίνουν σ᾿ αὐτούς.

Ἐμπρὸς λοιπὸν καὶ ἐμεῖς νὰ ἐξετάσωμε πῶς παριστάμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλέως μας στὶς ἑσπερινές, τὶς νυκτερινὲς καὶ τὶς λοιπὲς παραστάσεις καὶ προσευχές.

1.
Στὴν βραδυνὴ ἀγρυπνία μερικοὶ ὑψώνουν τὰ χέρια τους σὲ προσευχή, ἄϋλοι καὶ ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ κάθε φροντίδα. Ἄλλοι τὴν ἐπιτελοῦν μὲ ψαλμῳδία. Ἄλλοι ἐπιμένουν ἰδιαιτέρως στὴν ἀνάγνωσι. Ἄλλοι ἀπὸ ἀδυναμία πολεμοῦν ἀνδρείως τὸν ὕπνο μὲ τὸ ἐργόχειρο. Καὶ ἄλλοι ἀπασχολοῦνται μὲ τὴν σκέψι τοῦ θανάτου, θέλοντας ἔτσι νὰ αἰσθανθοῦν κατάνυξι. Ἐξ ὅλων αὐτῶν οἱ πρῶτοι καὶ οἱ τελευταῖοι κάνουν θεάρεστη ἀγρυπνία. Οἱ δεύτεροι μοναχική. Οἱ τρίτοι βαδίζουν σὲ κατώτερη ὁδό. Πάντως ἀναλόγως πρὸς τὴν προαίρεσι καὶ τὴν δύναμι τοῦ καθενός, δέχεται καὶ ἀξιολογεῖ τὰ δῶρα ὁ Θεός.
 
2.
Ὁ ἄγρυπνος ὀφθαλμὸς ἐξήγνισε τὸν νοῦ, ἐνῷ ὁ πολὺς ὕπνος ἐπώρωσε τὴν ψυχή. Ὁ ἄγρυπνος μοναχὸς εἶναι ἐχθρὸς τῆς πορνείας, ἐνῷ ὁ ὑπνώδης εἶναι σύζυγός της.
 
3.
Ἡ ἀγρυπνία εἶναι θραῦσις τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, λύτρωσις ἀπὸ τοὺς μολυσμοὺς τῶν ἐνυπνιασμῶν, δακρύβρεκτος ὀφθαλμός, ἁπαλὴ καρδία, προφύλαξις ἀπὸ τοὺς λογισμούς, χωνευτήριο τῶν φαγητῶν, δαμαστήριο τῶν παθῶν, κολαστήριο τῆς γλώσσης, φυγαδευτήριο τῶν αἰσχρῶν φαντασιῶν.
 
4.
Ὁ ἄγρυπνος μοναχὸς εἶναι ἁλιεὺς τῶν λογισμῶν, ἱκανὸς νὰ τοὺς ἀντιλαμβάνεται καὶ νὰ τοὺς συλλαμβάνη μὲ εὐχέρεια μέσα στὴν νυκτερινὴ γαλήνη. Ὁ φιλόθεος μοναχός, ὅταν σημαίνη ἡ σάλπιγγα τῆς προσευχῆς, ἀναφωνεῖ: Εὖγε! Εὖγε! (πρβλ. Ἰὼβ λα´ 29), ἐνῷ ὁ ρᾴθυμος ὀδύρεται: Ἀλλοίμονο! Ἀλλοίμονο!
 
5.
Ἡ προετοιμασία τῆς τραπέζης ἐδοκίμασε τοὺς γαστριμάργους καὶ ἡ ἐργασία τῆς προσευχῆς ἐδοκίμασε τοὺς φιλοθέους. Ὁ πρῶτος μόλις ἀντικρύση τὴν τράπεζα σκιρτᾶ, ἐνῷ ὁ δεύτερος σκυθρωπάζει.
 
6.
Ὁ πολὺς ὕπνος εἶναι πρόξενος τῆς λήθης, ἐνῷ ἡ ἀγρυπνία καθαρίζει τὴν μνήμη.
 
7.
Ὁ πλοῦτος τῶν γεωργῶν συναθροίζεται στὸ ἁλώνι καὶ στὸ πατητήρι, ἐνῷ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ γνῶσις τῶν μοναχῶν, στὶς ἑσπερινὲς καὶ νυκτερινὲς προσευχὲς καὶ στὴν νοερὰ ἐργασία.
 
8.
Ὁ πολὺς ὕπνος εἶναι σύζυγος ἄδικος, ποὺ ἀφαρπάζει τὸ ἥμισυ ἢ καὶ περισσότερο ἀκόμη ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ ρᾳθύμου.
 
9.
Ὁ ἀδόκιμος μοναχὸς εἶναι ἄγρυπνος στὶς συζητήσεις. Ὅταν ὅμως ἦλθε ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, ἐβάρυναν τὰ μάτια του. Ὁ ἀποχαυνωμένος μοναχὸς εἶναι ἱκανὸς γιὰ πολυλογίες. Ὅταν ὅμως ἀρχίση ἡ ἀνάγνωσις, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ κοιτάξη ἀπὸ τὴν νύστα.

Ὅταν θὰ ἠχήση ἡ ἐσχάτη σάλπιγγα, θὰ συμβῆ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Κατὰ παρόμοιο τρόπο μολὶς ἀρχίση ἡ ἀργολογία, θὰ συμβῆ ἡ ἀνάνηψις τῶν κοιμωμένων. Εἶναι ὕπουλος φίλος ὁ τύραννος ποὺ λέγεται ὕπνος. Πολλὲς φορές, ὅταν εἴμαστε χορτασμένοι ἀπὸ φαγητὰ ὑποχωρεῖ, ἐνῷ ὅταν πεινοῦμε καὶ διψοῦμε μᾶς πολεμεῖ δυνατά. Στὴν προσευχὴ προτρέπει νὰ κρατοῦμε ἐργόχειρο, διότι μὲ ἄλλον τρόπο δὲν μπορῆ νὰ χαλάση τὴν προσευχὴ αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν ἀγρυπνία.

Στοὺς ἀρχαρίους αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος πόλεμος ποὺ ἀντιμετωπίζουν· μὲ τὸν σκοπὸ νὰ τοὺς κάνη ἐξ ἀρχῆς ρᾳθύμους ἢ νὰ προετοιμάση τὸν δρόμο γιὰ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας. Ἕως ὅτου ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ αὐτόν, ἂς μὴν ἀφίνουμε τὴν κοινὴ ψαλμῳδία μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀδελφῶν· διότι ἔτσι πολλὲς φορὲς αἰσθανόμεθα ἐντροπὴ καὶ δὲν νυστάζομε.

10.
Ὁ σκύλος εἶναι ἐχθρὸς τῶν λαγῶν· ὁμοίως καὶ ὁ δαίμων τῆς κενοδοξίας εἶναι ἐχθρός του ὕπνου.
 
11.
Ὁ ἔμπορος μετρᾶ τὸ κέρδος, ὅταν τελειώση ἡ ἡμέρα, καὶ ὁ ἀγωνιστὴς μοναχός, ὅταν τελειώση ἡ ψαλμῳδία.
 
12.
Περίμενε καὶ πρόσεχε καὶ θὰ ἰδῆς μετὰ ἀπὸ τὴν προσευχὴ στίφη δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι ἐπειδὴ πολεμήθηκαν ἐκ μέρους μας προσπαθοῦν νὰ μᾶς τραυματίσουν μὲ τὶς ἀπρεπεῖς φαντασίες. Κάθησε καὶ παρατήρει, καὶ θὰ ἰδῆς αὐτοὺς ποὺ συνηθίζουν νὰ ἀφαρπάζουν τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς ψυχῆς.
 
13. 
Συμβαίνει μερικὲς φορὲς ἐνῷ κοιμόμαστε, νὰ μελετοῦμε τοὺς στίχους τῶν Ψαλμῶν. Τοῦτο συμβαίνει, διότι προηγήθηκε αὐτὴ ἡ μελέτη. Μερικὲς ὅμως φορὲς μᾶς τὰ προκαλοῦν αὐτὰ οἱ δαίμονες, γιὰ νὰ μᾶς δημιουργήσουν ἔπαρσι ὑπερηφανείας. Ὑπάρχει καὶ τρίτη περίπτωσις ποὺ δὲν ἤθελα νὰ ἀναφέρω, ἀλλὰ κάποιος μὲ ἐξηνάγκασε: Ἡ ψυχὴ ποὺ μελετᾶ ἀκατάπαυστα κάθε ἡμέρα τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, συνηθίζει καὶ στὸν ὕπνο νὰ προσκολλᾶται σ᾿ αὐτὰ τὰ νοήματα. Τὸ δεύτερο αὐτὸ εἶναι κυρίως ἡ ἀνταμοιβὴ τοῦ πρώτου, γιὰ νὰ ἀπομακρύνωνται ἀπὸ τὴν ψυχὴ ἁμαρτίες καὶ νυκτερινὲς φαντασίες!




Δεκάτη ἐνάτη βαθμίδα! Ὅποιος τὴν ἀνέβηκε, ἐδέχθηκε φῶς στὴν καρδιά του.

Τὸ μεγαλεῖο καὶ οἱ εὐθύνες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς Anthony Bloom

Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς του (2 Κορ. 12.9) ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ τελειώνεται καὶ ἀποκαλύπτεται στὴν ἀσθένεια. Πάντοτε νομίζουμε ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ ἀφοροῦν τὸν καθένα μας ὡς ἄτομο, τὸ κάθε πρόσωπο στὸ ὁποῖο ἀποκαλύπτεται ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ παρὰ τὸ εὔθραυστο, παρὰ τὴν ἁμαρτία διότι ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν στιγμὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ λόγος μας εἶναι λόγος ἀληθινὸς καὶ οἱ ἐνέργειές μας ἔργα τῆς ἀλήθειας, ὅτι λέμε καὶ κάνουμε πράγματα πολὺ ἀνώτερα ἀπ' αὐτὸ ποὺ εἴμαστε καὶ ἀπ' αὐτὸ τὸ ὁποῖο εἴμαστε ἄξιοι νὰ διακηρύξουμε. Κατὰ περίεργο ὅμως τρόπο αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία: μὲ τρόπο παράδοξο ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἄρρωστο καὶ ὅμως ἱκανὸ νὰ γιατρέψει.

Ἡ ἀρρώστια εἶναι κάτι τὸ πραγματικὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία, βρίσκεται στὴν ἁμαρτία τοῦ καθενὸς μας γίνεται φανερὴ στὴν μερικὲς φορὲς καταστρεπτικὴ ἀτέλεια τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας σωμάτων, τῶν ἐνοριῶν ἡ τῶν πιὸ πολυάριθμων ὁμάδων. Καὶ ὅμως μὲ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται σ' ἐμᾶς παρὰ τὴν ἀδυναμία μας, διὰ μέσου τῆς ἀδυναμίας μας, ἡ ἐκκλησία εὐπαθής, ἁμαρτωλὴ στὰ μέλη της, δίνει ἕνα μήνυμα ἀλήθειας καὶ ζωῆς καὶ κάτι ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ ἕνα μήνυμα: δίνει ζωὴ καὶ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ κοινωνοῦν μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτὸ γιατί ὁ Θεὸς βρίσκεται ἀνάμεσά μας.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνο μία ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ πιστεύουν στὸν Κύριο, ποὺ προσπαθοῦν νὰ Τὸν ὑπακοῦνε καὶ οἱ ὁποῖοι μερικὲς φορὲς πλησιάζουν στὸ νὰ εἶναι ἄξιοι τοῦ Κυρίου τους καὶ ἄλλες φορὲς ἀποτυχαίνουν. Ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα στὸ ὁποῖο εἶναι παρὼν ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ πρωτότοκος τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ πρόσωπό Του ἀποκαλύπτονται ὅλη ἡ πληρότητα, ὅλο τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ὡραιότητα καὶ ὅλο τὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ βάθος αὐτὸ εἶναι τόσο μεγάλο ποὺ ὁ ἄνθρωπος νὰ μπορεῖ νὰ χωράει τὴ θεϊκὴ παρουσία. 

Ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας ἐνοίκησε στὴ σάρκα μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πληρότητα τῆς θεϊκῆς Του παρουσίας ἐξακολουθεῖ νὰ ἐνεργεῖ σπερματικὰ μέσα μας μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Κοινωνίας καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀκόμη παρὼν μὲ τὴ ζωοδοτική, ἀναδημιουργικὴ καὶ μεταμορφωτικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ δόθηκε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴ βραδιά τῆς Ἀνάστασής Του καὶ ποὺ ἔγινε δεκτὴ ἀπ' ὅλα τὰ μέλη της μέσῳ τῆς δωρεᾶς τοῦ Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους τὴν Πεντηκοστὴ ἡ παρουσία τοῦ Πνεύματος συνεχίζεται μὲ τὴ μετάδοση τῆς ἴδιας δωρεᾶς σ' ἐμᾶς. 

Μέσῳ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖται μία νέα σχέση ἀνάμεσα σ' ἐμᾶς καὶ τὸ Θεὸ κι ὄχι ἁπλῶς μία σχέση, κάτι περισσότερο: ἐγκεντριζόμαστε στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, γινόμαστε κλαδιὰ ἑνὸς ἀμπελιοῦ, σὰν ἕνα μπόλι τὸ ὁποῖο παίρνει ζωὴ ἀπὸ τὸ χυμὸ καὶ τὴ δύναμη ἑνὸς δέντρου. Αὐτὸ ποὺ ἀληθεύει γιὰ τὸ Χριστὸ γίνεται ἀληθινὸ καὶ γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς ἂν μόνο ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ὑπερνικήσει, νὰ μᾶς μεταμορφώσει, νὰ μᾶς σώσει. Μέσα στὴν ὁρατὴ αὐτὴ Ἐκκλησία στὴν ὁποία οἱ ἀπ' ἔξω βλέπουν τὴν ἀδυναμία μας καὶ ἀντιλαμβάνονται τὴν ἁμαρτία μας, στὴν ὁποία ὁ καθένας μας ὑποφέρει μὲ τὴ δική του ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἁμαρτωλότητα τοῦ καθενὸς καὶ τῶν πάντων ὑπάρχει μία θεϊκὴ παρουσία καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἀληθινῆς ἀνθρωπότητας. Στὸ σύμβολο λοιπὸν τῆς Πίστεως μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ μία ἁγία Ἐκκλησία ἐφ' ὅσον αὐτὴ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ἁγιότητα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.

Εὐπαθεῖς, ἁμαρτωλοί, ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νὰ ἀνήκουν στὸ Θεό, οἱ ὁποῖοι ἔχουν διαλέξει γιὰ Θεὸ τους τὸ Θεὸ ἀντὶ γιὰ ὅλα τὰ εἴδωλα τοῦ κόσμου. Παρὰ τὴν ἀναξιότητά μας ἀποτελοῦμε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ὁ ζωντανὸς Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ δυναμικὰ δραστήριος στὸν κόσμο. Αὐτὸ βέβαια ἀντὶ νὰ ἐλαττώνει αὐξάνει τὴν εὐθύνη μας διότι ἡ ἁμαρτία μέσα μας ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στὴν ἐλεύθερη καὶ ἀποτελεσματικὴ δράση τοῦ Θεοῦ: εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει μέσω μας, γιὰ τὸ ὅτι φέρνουμε ἐμπόδια στὸ δρόμο Του καὶ σκοτίζουμε τὶς βουλὲς Του τὸ ὄνομά Του βλαστημιέται ἐξ αἰτίας μας.

Ὑπάρχουν δυὸ ἀπόψεις τῆς ἁμαρτωλότητάς μας τὶς ὁποῖες ὀφείλουμε νὰ ὑπερνικήσουμε. Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες ἐνῶ ἀναγνωρίζουμε ἔχουμε φτάσει στὸ σημεῖο νὰ μισοῦμε καὶ νὰ ἀπορρίπτουμε, ἔστω καὶ μὲ τὴν πρόθεση καὶ τὴ θέλησή μας. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, ὅσο σκοτεινὲς καὶ ἂν εἶναι ἐξακολουθοῦν νὰ ἀποτελοῦν σημεῖα συνάντησής μας μὲ τὸ Θεό, διότι ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία μας ὅσο κι ἐμεῖς καὶ πραγματικὰ ἀκόμη περισσότερο. 

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑπάρχει μέσα στὸν καθένα μας καὶ στὴν κάθε ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἀνήκουν στὸ Χριστὸ μία πιὸ σκοτεινὴ περιοχή: ὑπάρχει ὁ ἀλύτρωτος ἄνθρωπος, ὁ παλιὸς Ἀδὰμ ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ μέσα μας καὶ ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ ἐγκαταλείψει τὶς ἀξιώσεις του γιὰ αὐτονομία, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ παραδώσει τὸν ἑαυτὸ του ἀνεπιφύλακτα στὸ Θεὸ καὶ φοβᾶται νὰ πέσει στὰ χέρια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἄποψη τῆς ζωῆς μᾶς φαίνεται ἀκόμα πιὸ σκοτεινὴ σ' ἐμᾶς ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς τόπους ἐνοίκησης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡς ἄτομα ἀλλὰ καὶ στὴ θλιβερὴ ἀλληλεγγύη μας μέσα στὴν ἁμαρτία διατηροῦμε τὸ δικαίωμά μας νὰ παραμείνουμε εἰδωλολάτρες, νὰ κρατήσουμε ἔξω ἀπὸ τὸ θεϊκὸ χῶρο κάτι ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας τὸ ὁποῖο θεωροῦμε πολύτιμο, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸ εἶναι θάνατος καὶ φθορά.

Ἡ ἐκκλησία εἶναι πραγματικὰ ἕνα ἄρρωστο σῶμα καὶ παρ' ὅλον ὅτι μὲ τὴ δύναμη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπιφέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴ σωτηρία ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ὀφείλει νὰ ρωτήσει τὸν ἑαυτό του: «μέχρι ποιοῦ σημείου ἔχω μετανοήσει γιὰ τὴν ἁμαρτία μου, μέχρι ποιοῦ σημείου ἡ ἁμαρτία μου μὲ στρέφει στὸ Θεὸ μὲ μία κραυγὴ γιὰ σωτηρία καὶ μέχρι ποιοῦ σημείου δὲν εἶναι αὐτὴ μία ἑκούσια ἄρνηση νὰ ἀποδεχτῶ τὸ ζωντανὸ Θεὸ καὶ νὰ Τοῦ ἀνήκω;» Ἡ τελευταία αὐτὴ εἶναι μία ἀληθινὰ δαιμονικὴ ἀξίωση γιὰ τὸ δικαίωμα νὰ εἴμαστε ὁ ἐαυτὸς μας ξεχωριστὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀκόμη παρὰ τὸ Θεό.

Ἂς τὸ σκεφτοῦμε αὐτό. Ὄχι μόνο οἱ προσωπικὲς σχέσεις καὶ οἱ σχέσεις μέσα στὴ Χριστιανικὴ κοινότητα θὰ ἄλλαζαν, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρος ὁ κόσμος θὰ ἄλλαζε ἂν ὅσοι ὀνομάζονται Χριστιανοὶ δεχόντουσαν νὰ Τοῦ ἀνήκουν ἀνεπιφύλακτα, ὄχι μόνο σ' ἐκεῖνο ποὺ ἤδη εἶναι δικό Του ἀλλὰ καὶ στὰ μύχια ἐκεῖνα τοῦ μυαλοῦ ποὺ πρέπει νὰ ὑποταχτοῦν, νὰ καταστραφοῦν ἀπὸ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ γίνουν κτῆμα τοῦ Θεοῦ.


Κλῖμαξ, Λόγος 17, περὶ Ἀναισθησίας

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος


 


(Διὰ τὴν νέκρωσιν τῆς ψυχῆς καὶ διὰ τὸν θάνατον τοῦ νοῦ, πρὸ τοῦ σωματικοῦ θανάτου)

1. Ἀναισθησία καὶ στὰ σώματα καὶ στὶς ψυχὲς εἶναι ἀπονεκρωμένη αἴσθησις, ἡ ὁποία ἀπὸ χρονία ἀσθένεια καὶ ἀμέλεια κατέληξε νὰ ἀναισθητοποιηθῆ.

2. Ἡ ἀναλγησία εἶναι πολυκαιρισμένη καὶ μονιμοποιημένη ἀμέλεια, ναρκωμένη σκέψις, γέννημα τῶν «προλήψεων». Εἶναι παγίδα τῆς πνευματικῆς προθυμίας, βρόχος τῆς ἀνδρείας, ἄγνοια τῆς κατανύξεως, θύρα τῆς ἀπογνώσεως. Εἶναι μητέρα τῆς λήθης, (λησμοσύνης τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν του), καὶ ἐν συνεχείᾳ θυγατέρα τῆς ἰδικῆς της θυγατέρας (1). Εἶναι ἀκόμη ἀπόκρουσις ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ.

3. Ὁ ἀνάλγητος εἶναι ἄφρων φιλόσοφος. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐξηγεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στοὺς ἄλλους πρὸς ἰδική του κατάκρισι. Αὐτὸς ποὺ φιλολογεῖ εἰς βάρος τοῦ ἑαυτοῦ του. Αὐτὸς ποὺ εἶναι τυφλός, καὶ διδάσκει τοὺς ἄλλους πῶς νὰ βλέπουν. Ὁμιλεῖ στοὺς ἄλλους γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ τραύματός των, ἐνῷ συνεχῶς ἐρεθίζει καὶ χειροτερεύει τὸ ἰδικό του. Ὁμιλεῖ ἐναντίον τοῦ πάθους, καὶ συνεχῶς τρέφεται μὲ ὅσα τὸ προκαλοῦν. Ἐναντίον τοῦ πάθους προσεύχεται, καὶ ἀμέσως σπεύδει νὰ τὸ ἱκανοποιήση. Ἰκανοποιώντας το ἐξοργίζεται κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ δὲν ἐντρέπεται τὰ λόγια του ὁ ταλαίπωρος.

«Ἄσχημα κάνω» φωνάζει, καὶ μὲ εὐχαρίστησι ἐπιμένει στὴν ἁμαρτία. Τὸ στόμα προσεύχεται ἐναντίον τοῦ πάθους, ἀλλὰ τὸ σῶμα ὑπὲρ αὐτοῦ ἀγωνίζεται. Περὶ θανάτου φιλοσοφεῖ, καὶ συμπεριφέρεται σὰν ἀθάνατος. Γιὰ τὸν χωρισμὸ στενάζει, καὶ σὰν νὰ εἶναι αἰώνιος ἀμελεῖ καὶ νυστάζει. Ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἐγκράτεια, καὶ δίνει ἀγῶνες γιὰ τὴν γαστριμαργία. Μακαρίζει τὴν ὑπακοή, καὶ πρῶτος αὐτὸς παρακούει.

Ἐπαινεῖ τοὺς ἀπροσπαθεῖς καὶ δὲν ἐντρέπεται νὰ μνησικακῆ καὶ νὰ φιλονεικῆ γιὰ ἕνα κουρέλι. Παρασυρόμενος στὴν ὀργὴ πικραίνεται, καὶ ἐν συνεχείᾳ ὀργίζεται πάλι ἐπειδὴ πικράθηκε. Καὶ ἔτσι προσθέτει ἥττα στὴν ἥττα χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται.

Διαβάζει γιὰ τὴν Κρίσι, καὶ ἀρχίζει νὰ χαμογελᾶ. Γιὰ τὴν κενοδοξία, καὶ κενοδοξεῖ τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως. Ἀποστηθίζει λόγους περὶ ἀγρυπνίας, καὶ παρευθὺς καταβυθίζεται στὸν ὕπνο. Ἐγκωμιάζει τὴν προσευχή, καὶ τὴν ἀποφεύγει σὰν μαστίγιο. Μόλις χορτάσει φαγητὸ μετανοεῖ, καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τρώει καὶ χορταίνει περισσότερο. Μακαρίζει τὴν σιωπή, καὶ τὴν ἐγκωμιάζει μὲ πολυλογία. Διδάσκει περὶ πραότητος, καὶ πολλὲς φορὲς ὀργίζεται τὴν ὥρα τῆς διδασκαλίας. Μόλις συνῆλθε ἀπὸ τὸ σφάλμα του ἐστέναξε, καὶ ἀφοῦ κούνησε τὸ κεφάλι πάλι ὑπέκυψε στὸ πάθος του.

Κατηγορεῖ τὸ γέλιο καὶ χαμογελαστὸς διδάσκει περὶ πένθους. Κατηγορεῖ πολὺ ἐμπρὸς σὲ ἄλλους τὸν ἑαυτόν του ὡς κενόδοξο, καὶ μὲ τὴν κατηγορία αὐτὴ κοιτάζει νὰ προσπορίση στὸν ἑαυτόν του δόξα. Μὲ ἐμπάθεια ἀτενίζει στὰ εὐειδῆ πρόσωπα, καὶ ὁμιλεῖ περὶ σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος. Ἐπαινεῖ τοὺς ἐρημίτας καὶ τοὺς ἡσυχαστὰς, ἐνῷ περνᾶ τὸν καιρό του στὸν κόσμο, καὶ δὲν ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἔτσι ἐξευτελίζει τὸν ἑαυτό του. Ἐπαινεῖ καὶ δοξάζει τοὺς ἐλεήμονας, ἀλλὰ ὑβρίζει τοὺς πτωχούς. Πάντοτε γίνεται κατήγορος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ νὰ συνέλθη δὲν θέλει, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ δὲν μπορεῖ.

4. Ἔτυχε νὰ ἰδῶ πολλοὺς τέτοιους ποὺ ἐδάκρυζαν ἀκούοντας περὶ θανάτου καὶ περὶ τῆς φοβερᾶς κρίσεως, καὶ μὲ τὰ δάκρυα ἀκόμη στὰ μάτια ἔτρεχαν γρήγορα στὴν τράπεζα. Καὶ ἐδοκίμασα θαυμασμό, πῶς κατώρθωσε ἡ δέσποινα αὐτὴ καὶ ὀζοθήκη, δηλαδὴ ἡ κοιλία, δυναμωμένη ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀναλγησία, νὰ κατατροπώση καὶ τὸ πένθος ἀκόμη.

5. Μὲ τὴν μικρὴ γνῶσι καὶ τὴν ἱκανότητα ποὺ διαθέτω, ἀπεγύμνωσα τὶς δολιότητες καὶ τὶς πληγὲς τῆς πετρώδους αὐτῆς καὶ ἀποκρήμνου καὶ μανιώδους καὶ ἀνοήτου ἀναισθησίας. Δὲν ἔχω διάθεσι νὰ φιλολογῶ περισσότερο εἰς βάρος της. Ὅποιος ὅμως δύναται μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου νὰ παρουσιάση ἀπὸ πείρα καὶ δοκιμασία κατάλληλα φάρμακα γιὰ τὶς πληγὲς αὐτές, ἂς μὴ διστάξη νὰ τὸ κάνη. Ἐγὼ δὲν τὸ θεωρῶ ἐντροπὴ νὰ προβάλω ἀδυναμία, ἀφοῦ εἶμαι τόσο πολὺ αἰχμαλωτισμένος ἀπὸ αὐτή. Ἀλλ᾿ οὔτε καὶ τὶς δολιότητές της καὶ τὰ τεχνάσματά της κατώρθωσα νὰ καταλάβω μόνος μου· παρὰ μόνο ἀφοῦ κάπου τὴν συνέλαβα καὶ τὴν ἐκράτησα διὰ τῆς βίας καὶ τὴν ἐβασάνισα καὶ τὴν ἐμαστίγωσα μὲ τὸ μαστίγιο τοῦ θείου φόβου καὶ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τὴν ἀνάγκασα νὰ ὁμολογήση ὅσα προανέφερα.

Μοῦ φαινόταν δὲ ὅτι ἔλεγε ἡ τυραννικὴ καὶ κακοῦργος: «Οἱ ἰδικοί μου σύντροφοι ἐνῷ βλέπουν νεκρούς, γελοῦν. Ἐνῷ παρίστανται στὴν προσευχή, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου πετρώδεις καὶ σκληροὶ καὶ σκοτεινοί. Ἐνῷ ἀντικρύζουν τὴν ἁγία Τράπεζα, μένουν ἀναίσθητοι. Ἐνῷ μεταλαμβάνουν ἀπὸ τὰ ἅγια Δῶρα, εἶναι σὰν νὰ ἐγεύθησαν ἁπλῶς ψωμί. Ἐγώ, ὅταν τοὺς βλέπω νὰ κατανύσσωνται, τοὺς καταγελῶ. Ἐγὼ ἔχω μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα ποὺ μὲ ἐγέννησε, νὰ φονεύω ὅ,τι καλὸ γεννᾶται ἀπὸ τὴν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καὶ τὸν εὐσεβῆ πόθο. Ἐγὼ εἶμαι μητέρα τοῦ γέλωτος, ἐγὼ τροφὸς τοῦ ὕπνου, ἐγὼ φίλη του χορτασμοῦ. Ἐγώ, ὅταν ἐλέγχωμαι δὲν πονῶ. Ἐγὼ εἶμαι σφικτὰ ἀγκαλιασμένη μὲ τὴν ψευτοευλάβεια».

Κατάπληκτος δὲ ἐγὼ ἀπὸ τὰ λόγια αὐτῆς τῆς παράφρονος, ἐρωτοῦσα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ποὺ τὴν ἐγέννησε. Καὶ ἐκείνη μοῦ ἀπήντησε:

«Ἐγὼ δὲν ἔχω μία μόνο γέννησι. Ἡ δὲ κυοφόρησίς μου εἶναι κάπως ποικίλη καὶ ἄστατη. Ἐμένα μὲ ἐνδυναμώνει ὁ χορτασμὸς τῆς κοιλίας. Ἐμένα μὲ αὔξησε ἡ πολυκαιρία. Ἐμένα μὲ ἔχει παγιώσει ἡ κακὴ συνήθεια· καὶ ὅποιος τὴν ἀπέκτησε, ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ ἐμένα. Ἐὰν μελετᾶς ἐπίμονα καὶ μὲ πολλὴ ἀγρυπνία τὴν αἰωνία Κρίσι, ἴσως μὲ κάνης νὰ χαλαρώσω ὀλίγο. Κοίταξε ἀπὸ ποιὰ αἰτία γεννῶμαι σ᾿ ἐσένα -δὲν ἔχω σὲ ὅλους τὴν ἴδια αἰτία-, καὶ ἀγωνίζου ἐναντίον τῆς μητέρας μου αὐτῆς. Νὰ προσεύχεσαι συχνὰ στοὺς τάφους, ζωγραφίζοντας ἀνεξίτηλα τὴν εἰκόνα τους στὴ καρδιά σου. Ἐὰν μάλιστα αὐτὴ δὲν ζωγραφισθῆ μὲ τὸν χρωστήρα τῆς νηστείας, δὲν πρόκειται νὰ μὲ νικήσης εἰς τὸν αἰώνα».

----------

1. Ἀπὸ τὴν ἀναλγησία δηλαδὴ γεννᾶται ἡ λήθη καὶ ἀπὸ τὴν λήθη γεννᾶται πάλι ἡ ἀναλγησία.

Γέρο-Τρύφων:«Και τα μουλαράκια μας εδώ εις το Άγιον Όρος ηθικά είναι».


Φωτο:el.wikipedia.org

Μια μέρα ήταν συγκεντρωμένοι αρκετοί Μοναχοί εκεί στη Νέα Σκήτη και πέρασε ένας Αρχιμανδρίτης, αλλά δεν χαιρέτησε, δεν είπε «ευλογείτε», δεν είπε «καλημέρα» ή «χαίρεται».


Είπε τότε ένας Μοναχός: «Γέρο-Τρύφων, πολύ καλός και ηθικός άνθρωπος αυτός ο Αρχιμανδρίτης». Και απάντησε ο Γέρο-Τρύφων σ’ αυτή τη φράση του Μοναχού: «Και τα μουλαράκια μας εδώ εις το Άγιον Όρος ηθικά είναι».

 

Για να δηλώσει ότι δεν φτάνει μόνο να έχει κάποιος μια σωματική αρετή, μια σωματική εγκράτεια, πρέπει να έχει και έλεος,να έχει επιείκεια και καλοσύνη. Άλλωστε στην παραβολή των Δέκα Παρθένων που είπε ο Χριστός, αυτό τονίζεται.


 Και οι δέκα παρθένες είχαν σωματική παρθενία, σωματική άσκηση. Οι πέντε όμως ήταν φρόνιμες και οι πέντε ήταν μωρές, διότι δεν είχαν έλεος, δεν είχαν κατανόηση, δεν έλεγαν ένα καλημέρα.




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ - ΣΑΤΑΝΟΚΡΑΤΙΑ - GAY ΑΚΤΙΒΙΣΤΕΣ ΣΕ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ , ΕΣΚΙΣΑΝ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΣΚΟΥΠΙΣΑΝ ΜΕ ΤΑ ΦΥΛΛΑ ΤΗΣ ΤΑ ΚΟΠΡΑΝΑ ΤΟΥΣ - Gay activists hurl feces at German parents protesting pro-gay school curriculum.....


ΓΕΡΜΑΝΙΑ 28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2014Χριστιανοί γονείς έκαναν συγκέντρωση ενάντια στα μαθήματα που γίνονται στα σχολεία για την σεξουαλική απελευθέρωση. 

Κατά την διάρκεια της συγκέντρωσης οι Χριστιανοί που έκαναν διαμαρτυρία, δέχτηκαν άγρια επίθεση από ομοφυλόφιλους ακτιβιστές οι οποίοι άρχισαν να τους φτύνουν ,να τους βρίζουν , και έφτασαν μέχρι στο σημείο να πάρουν την ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ , να σκίσουν τα φύλλα της και να σκουπίσουν με αυτά τα κοπρανά τους τα οποία εν συνεχεία τα πετάγανε στους Χριστιανούς που ήταν στην συγκέντρωση διαμαρτυρίας. ΦΡΙΞΟΝ ΗΛΙΕ ΚΑΙ ΣΤΕΝΑΞΟΝ ΓΗ..... 

ΔΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟ ΣΧΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ.... 

Gay activists hurl feces at German parents protesting pro-gay school curriculum: report BY THADDEUS BAKLINSKI Fri Mar 28, 2014 12:27 ESTGERMANY, March 28, 2014 (LifeSiteNews.com)


ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΣΧΑΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ..... 

ΑΓΙΟΣ ΝΕΙΛΟΣ ΜΥΡΟΒΛΙΤΗΣ Ο ΕΝ ΑΘΩ ΑΣΚΗΘΕΙΣ: «Οι άνθρωποι στερούμενοι την Χάριν του Αγίου Βαπτίσματος, εξ’ αιτίας της αμαρτίας και της ανομίας, θα διάγουν εν μέσω θλίψεων και θανάτων, δυστυχούντες από την έλλειψη αγάπης και σωφροσύνης, στερούμενοι από Αρχιερείς και Ιερείς Αγίους και δίκαιους. 

Κατά το 1900 έτος, βαδίζοντας προς τον μεσασμό του 8ου αιώνος, ο κόσμος του καιρού εκείνου θα αρχίσει να γίνετε αγνώριστος, πλησιάζοντας η έλευση του αντίχριστου

Θα θολώσει η διάνοια των ανθρώπων από τα σαρκικά πάθη και θα αυξηθεί η ανομία και η ασέβεια, θα μετασχηματιστούν οι μορφές των ανθρώπων και δεν θα γνωρίζονται οι άνδρες από τις γυναίκες, δια την αναίσχυντο ενδυμασία και των τριχών της κεφαλής τους. Οι άνθρωποι εκείνων των καιρών θα αγριέψουν και θα γίνουν σαν θηρία, από την πλάνη του αντίχριστου. 

Δεν θα υπάρχει σεβασμός και οι ποιμένες των Χριστιανών, Αρχιερείς και Ιερείς, θα είναι άνθρωποι ματαιόδοξοι και ασεβείς. Τότε θα αλλάξουν τα ήθη και οι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας και αλίμονο εις τους Χριστιανούς, διότι θα στερηθούν τελείως την Πίστη».  

Εορτή του Οσίου Τίτου, του Θαυματουργού

Εορτή του Οσίου Τίτου, του Θαυματουργού

Γιορτάζουμε σήμερα 2 Απριλίου, ημέρα μνήμης του Οσίου Τίτου, του Θαυματουργού.

Ο Όσιος Τίτος είχε ψυχή με θερμή αγάπη στο Θεό και τον πλησίον. Όπως ο Κύριος είχε πει στους μαθητές του, «εμόν βρώμά εστιν ίνα ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με» ( Ιωάν., δ' 34), δικό μου, δηλαδή, φαγητό είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου (του Πατέρα Θεού) που με απέστειλε, έτσι συνέβαινε και στον όσιο Τίτο.

Τροφή του ήταν να πράττει με κάθε τρόπο το θέλημα του ουρανίου Πατέρα και να χρησιμοποιεί τη ζωή του για την ηθική και πνευματική οικοδομή των αδελφών του.

Όταν έγινε μοναχός, έλαμψε με την φιλάδελφη συμπεριφορά του, την πραότητα και την επιείκεια. Ήταν χαρακτήρας που γνώριζε να παραβλέπει, να μακροθυμεί, να ανέχεται, να συνδιαλέγεται, να διαλύει τις παρεξηγήσεις, να κερδίζει γρήγορα την εμπιστοσύνη και να κατακτά τις καρδιές των άλλων.

"Ετσι, έγινε πνευματικός ηγέτης μεγάλης αποδοχής και πλήθος λαϊκών και μοναχών ζητούσαν να ωφεληθούν από την συντροφιά του. Μάλιστα, ο Θεός αντάμειψε την καθαρότητα της ψυχής και της ζωής του με το χάρισμα να θαυματουργεί.

Αφού έμεινε σταθερός στην πίστη μέχρι τέλους της ζωής του, αποδήμησε στον Κύριο, αφήνοντας πίσω του πολλούς μιμητές.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ανατεθείς από παιδός τω Κυρίω, αγγελικώς επολιτεύσω εν κόσμω, και των θαυμάτων είληφας την χάριν εκ Θεού, όθεν εχρημάτισας, Μοναζόντων αλείπτης, Τίτε παμμακάριστε, και σοφός οικονόμος. Άλλα μη παύση Πάτερ εκτενώς, υπέρ του κόσμου, Θεόν ιλεούμενος.

Τρίτη, Απριλίου 01, 2014

Ο “ζήλος” του ιερέως: Ένα διδακτικό όνειρο

zilos
Η πρώτη βαθμίδα αμαρτίας είναι να κάνης το καλό, αλλά όχι με καλό τρόπο.
Και ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει επτά περιπτώσεις κατά τις οποίες κάνοντας το καλό αμαρτάνουμε.
Μία από αυτές είναι όταν κάνουμε το καλό, αλλά όχι με καλό σκοπό.
Στο παρακάτω άρθρο από το περιοδικό Εφημέριος, το οποίο φυλάσσει στο αρχείο του ο π. Αρσένιος Κομπούγιας, διαφαίνεται μια τέτοια περίπτωση, κατά την οποία ένας Ιερέας δεν είχε ζυγίσει τις προθέσεις του…

Ένας ιερεύς ζηλωτής με πλούσια δράσι είδε κάποτε ένα όνειρο. Ο ίδιος μας το έχει περιγράψει ως εξής: “Καθόμουνα στην πολυθρόνα μου, κουρασμένος κι εξαντλημένος από την εργασία. Το σώμα μου πονούσε απ’ τη μεγάλη κόπωσι. Πολλοί στην ενορία μου ζητούσαν τον πολύτιμο μαργαρίτη. Και πολλοί τον είχαν βρή. Η ενορία μου προώδευε από κάθε άποψι. Η ψυχή μου πλημμύριζε από χαρά, ελπίδα και θάρρος. Τα κηρύγματά μου έκαναν μεγάλη εντύπωσι. Πολλοί προσήρχοντο στην εξομολόγησι. Η Εκκλησία μου ήταν πάντοτε ασφυκτικά γεμάτη. Είχα κατορθώσει να κινητοποιήσω ολόκληρη την ενορία. Ικανοποιημένος απ’ όλα εργαζόμουνα κάθε μέρα μέχρι εξαντλήσεως. Ενώ σκεπτόμουνα όλα αυτά, χωρίς να το καταλάβω, με πήρε ο ύπνος.
Τότε συνέβη το εξής, που θα σάς περιγράψω:
Ένας ξένος μπήκε στο δωμάτιο χωρίς να χτυπήση την πόρτα. Το πρόσωπό του ήταν γλυκό κι είχε μεγάλη πνευματικότητα. Ήταν καλά ντυμένος και κρατούσε στο χέρι του μερικά όργανα χημικού εργαστηρίου. Η όλη του εμφάνισις προκαλούσε παράξενη εντύπωσι. Ο ξένος με πλησίασε. Κι ενώ μου άπλωνε το χέρι του για να με χαιρετήση, μ’ ερώτησε: “Πώς πάει ο ζήλος σου;”. Η ερώτησις αυτή μου προξένησε μεγάλη χαρά. Γιατί ήμουν πολύ ικανοποιημένος με το ζήλο μου. Και δεν είχα καμιά αμφιβολία, πώς κι αυτός ο ξένος θα ήταν πολύ χαρούμενος, αν το γνώριζε. Τότε, όπως θυμάμαι απ’ το όνειρό μου, για να του δείξω πόση αξία έχει ο ζήλος μου, σαν να έβγαλα απ’ το στήθος μου μια συμπαγή μάζα, που ακτινοβολούσε σαν χρυσάφι. Του την έβαλα στο χέρι. Και του λέω: “Αυτός είναι ο ζήλος μου!”. Εκείνος την πήρε και τη ζύγισε προσεκτικά πάνω στη ζυγαριά του: “Ζυγίζει 50 οκάδες”, λέει σοβαρά. Εγώ μόλις μπορούσα να συγκρατήσω τη χαρά μου για το βάρος αυτό. Εκείνος όμως με σοβαρότητα σημείωσε το βάρος σ’ ένα χαρτί και συνέχισε την εξέτασί του. Έσπασε τη μάζα εκείνη σε κομμάτια και την έβαλε μέσα σ’ ένα χημικό τηγάνι πάνω στη φωτιά. Όταν η μάζα έλυωσε και καθαρίστηκε, την έβγαλε απ’ τη φωτιά. Ξεχώρισε τα διάφορα στοιχεία. Όταν αυτά κρύωσαν, σχηματίσθηκαν διάφορα κομμάτια. Τα άγγιζε με ένα σφυράκι και ζύγιαζε το καθένα ξεχωριστά. Έπειτα σημείωνε προσεκτικά το βάρος κάθε κομματιού πάνω στο χαρτί. Όταν τελείωσε, μου έριξε μια ματιά, γεμάτη από συμπόνια και μου λέγει:“Εύχομαι να σε λυπηθή ο Θεός και να σωθής”. Κι αμέσως εγκατέλειψε το δωμάτιο. Στο χαρτί, που μου άφησε στο τραπέζι, ήταν γραμμένα τα εξής: “Ανάλυσις του ζήλου του ιερέως Χ. Συνολικόν βάρος: 50 οκάδες. Η προσεκτική ανάλυσις παρουσιάζει τα εξής στοιχεία: Φανατισμός – 5 οκάδες Προσωπική φιλοδοξία – 15 οκάδεςΦιλοχρηματία – 12 οκάδες Επίδειξις – 9 οκάδες Τάσις προς επιβολήν και κυριαρχίαν πάνω στις ψυχές – 6 οκάδες Αγάπη προς τον Θεόν – 2 οκάδες Αγάπη προς τους ανθρώπους – 1 οκάΣύνολον – 50 οκάδες.” Η παράξενη συμπεριφορά του ξένου και η ματιά με την οποία με αποχαιρέτησε, μου μετέδωσαν κάποια ανησυχία. Μά όταν είδα το αποτέλεσμα της εξετάσεώς του, ένοιωσα τα γόνατά μου να λυγίζουν. Θέλησα στην αρχή ν’ αμφισβητήσω την ορθότητα των αριθμών. Μά εκείνη τη στιγμή άκουσα έναν αναστεναγμό του ξένου, που είχε φθάσει στην εξώπορτα. Ηρέμησα κι άρχισα να σκέπτωμαι πιο ψύχραιμα. Μά καθώς σκεπτόμουνα, σκοτείνιαζε μπροστά μου. Δεν μπορούσα να διαβάζω το χαρτί, που κρατούσα στα χέρια μου. Αγωνία και φόβος με κατέλαβαν. Στα χείλη μου ήλθε η κραυγή: “Κύριε, σώσε με”. Έρριξα πάλι μια ματιά στο χαρτί. Ξαφνικά μεταμορφώθηκε αυτό σ’ έναν ολοκάθαρο καθρέπτη, που καθρέπτιζε την καρδιά μου. Ένοιωσα και ανεγνώρισα την κατάστασί μου. Με δάκρυα στα μάτια παρακαλούσα τον Κύριο να μ’ ελευθερώση απ’ το Εγώ μου. Τέλος ξύπνησα με μια κραυγή αγωνίας. Στα περασμένα χρόνια παρακαλούσα τον Θεό να με σώση από διαφόρους κινδύνους. Μα απ’ τη μέρα εκείνη άρχισα να παρακαλώ το Θεό να μ’ ελευθερώση απ’ το δικό μου Εγώ. Για πολύν καιρό ένοιωθα ταραγμένος. Τέλος, ύστερ’ από επίμονες προσευχές, ένοιωσα το φως του Κυρίου να πλημμυρίζη την καρδιά μου και να καίη τ’ αγκάθια του εγωκεντρισμού. Όταν ο Κύριος με καλέση κοντά Του, θα Τον ευχαριστήσω ολόθερμα για την αποκάλυψι εκείνης της ημέρας. Μου φανέρωσε τότε τον αληθινό εαυτό μου και ωδήγησε τα πόδια μου στον πιο στενό, αλλά πιο όμορφο δρόμο. Κάθε μέρα ανανέωνα τις αποφάσεις μου. Εκείνη η επίσκεψις που μου έκαμε Εκείνος που “ετάζει καρδίας και νεφρούς”, με έκαμεν άλλον άνθρωπο και ωφέλησε πολύ την εργασία μου”. Άραγε τί αποτέλεσμα θα παρουσίαζε η εξέτασις του ιδικού μου ζήλου; Θα παρουσίαζε τους γλυκούς εκείνους καρπούς του Πνεύματος, για τους οποίους ομιλεί ο Απόστ. Παύλος (Γαλ. ε΄, 22); Ή μήπως θα φανέρωνε εγωκεντρικές εκδηλώσεις; Ας κλίνωμε γι’ αυτό όλοι ταπεινά τα γόνατά μας μπροστά στο μεγαλείο του Θεού! Ας αφήνωμε το φως του να διεισδύη ως τα τρίσβαθα της ψυχής μας, για να γνωρίζωμε τον αληθινό εαυτό μας.
Ας μη συγχέωμε ποτέ το καθήκον με εγωκεντρικές αποκλίσεις και επιθυμίες μας.
(Αναδημοσίευση από τον “Εφημέριο”, 1-11-1956)

Στην πνευματική ζωή, ποτέ ο διάβολος δεν αρχίζει τη μάχη από τα μεγάλα και σοβαρά αμαρτήματα +Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος

Ποτέ ο διάβολος δεν αρχίζει τη μάχη από τα μεγάλα και σοβαρά αμαρτήματα. Προτιμά να αγωνιστεί για να πείσει τον άνθρωπο να κάνει μία μικρή παράβαση σε ένα μικρό σφάλμα. Εδώ έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Ευκολότερα κανείς προχωρεί σε μία μικρή υποχώρηση. Έτσι αρχίζει το ξήλωμα και ο κατήφορος. Το μικρό οδηγεί στο μεγαλύτερο. Και σιγά-σιγά φθάνει ο άνθρωπος στην έσχατη αθλιότητα. Γιατί; Γιατί δεν πρόσεξε στο πρώτο ολίσθημα.
 
Ο Ιούδας δεν έγινε μονομιάς προδότης. Άρχισε με την κλοπή ενός μικροποσού. Προχώρησε σε μεγαλύτερο. Έγινε δέσμιος της φυλαργυρίας. Οδηγήθηκε στην προδοσία του Διδασκάλου Του. Πάντοτε η αρχή των πιο μεγάλων κακών γίνεται με τρόπο ανεπαίσθητο. Οι μεγάλοι διαρρήκτες ξεκίνησαν κλέβοντας ένα αυγό. Και οι μεγάλοι απατεώνες άρχισαν τη δράση τους από μερικά αθώα ψέματα.
 
Πράγματι αυτά που φαίνονται μικρά και ασήμαντα είναι τα πιο επικίνδυνα. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας γι΄αυτό το θέμα έλεγε ότι ακριβώς επειδή οι άνθρωποι νομίζουν μικρό το αμάρτημα για τούτο εκείνος λυπάται και ανησυχούσε περισσότερο.
 
Τέχνασμα φοβερό και επιτυχημένο του διαβόλου είναι να μας ωθεί σε νομιζόμενα μικροσφάλματα. Μία πρώτη υποχώρηση ζητά. Εάν του την παραχωρήσουμε, τότε εκείνος κάνει ένα είδος κατοχής στην ψυχή μας και υφαίνει τα δίχτυα της αιχμαλωσίας μας.
 
Μικρή και ασήμαντη λεπτομέρεια στον όλο μηχανισμό του αυτοκινήτου ο πίρος που συγκρατεί τον τροχό. Εάν όμως αυτός λείψει, ο τροχός θα φύγει και το δυστύχημα θα ακολουθήσει.
 
Από ένα καρφί χάθηκε κάποτε μία μάχη. Έλειπε ένα καρφί από το πέταλο του αλόγου που ίππευε ο στρατηγός. Κατά τη μάχη λόγω χαλαρότητος, έφυγε και το δεύτερο καρφί και το τρίτο. Έπειτα έφυγε όλο το πέταλο. Το άλογο, χωρίς πέταλο σκόνταψε, έπεσε, έριξε καταγής τον αναβάτη, τον σκότωσε. Το ακέφαλο στράτευμα ηττήθηκε.

 
Από το βιβλίο «Πόλεμος κατά του Σατανά», Μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Χριστοδούλου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...