Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2014

Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ



Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ (78 - Ν)  

Σήμερα, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, ὡς γνωστόν, ἑορτάζει τήν Σκέπην τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἀφορμή καί αἰτία τῆς καθιερώσεως αὐτῆς τῆς Θεομητορικῆς μεγάλης ὄντως ἑορτῆς ἐστάθη ἕνα ὑπερφυές ὅραμα, τό ὁποῖο εἶδε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός. Αὐτό τό ὅραμα, περιληπτικά, ἔχει ὡς ἑξῆς:
Στήν νότια πλευρά τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὑπῆρχε τό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σοροῦ, ὅπου ἐκεῖ ἐφυλάσσοντο ἡ Ἐσθῆτα, ὁ Πέπλος καί μέρος τῆς Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ λοιπόν, στό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σοροῦ, σέ μία ὁλονυκτία, πῆγαν κάποτε, ὁ μακάριος Ἀνδρέας μέ τόν μαθητή του Ἐπιφάνιο. Κατά τήν διάρκεια ἐκείνης τῆς ἀγρυπνίας, ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ''βλέπει'', μέ τήν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πνευματική του ὅρασι, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο νά προχωρῆ, ἀπό τίς βασιλικές πύλες πρός τό Ἅγιο Θυσιαστήριο.
Φαινόταν, ὅπως ἀναφέρεται στόν θαυμαστό καί σπανιώτατο βίο τοῦ Ὁσίου Ἀνδρέα - οἱ περιπτώσεις τῶν διά Χριστόν σαλῶν εἶναι ὄντως μετρημένες στά δάχτυλα, διότι ὁ διά Χριστόν σαλός εἶναι μία πολύ σπανία καί εἰδική περίπτωσις Ἁγίου -, φαινόταν λοιπόν ἡ Παναγία Μητέρα μας πολύ ὑψηλή καί εἶχε λαμπρή, λαμπρότατη, τιμητική συνοδεία λευκοφόρων Ἁγίων.  Ἄλλωστε, ὅραμα ἦταν, πού σημαίνει, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶχε μετασχηματισθῆ, στά μάτια τοῦ Ὁσίου Ἀνδρέα, σέ αὐτές τίς μεγάλες διαστάσεις, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πάντα.
Εἰς τό ὅραμα, ἀνάμεσα στούς ἐκεῖ φαινομένους Ἁγίους ἐξεχώριζαν ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὁ Βαπτιστής τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ὁ Εὐαγγελιστής, πού ἐστέκοντο ἔνθεν καί ἔνθεν, δηλ. δεξιά καί ἀριστερά, τῆς Θεοτόκου. Ὁπότε βλέπομε, ἀμέσως-ἀμέσως, ὅτι εἰς τό ὅραμα αὐτό παρίστατο ἡ τριάδα τῶν κατ᾽ ἐξοχήν παρθένων τῆς Ἀνατολικῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Διότι εἰς τό πέρασμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, εἶναι ἀμέτρητη, ἀναμφισβήτητα, ἡ χορεία τῶν κατά Θεόν παρθένων. Ὅμως, τιμῆς ἕνεκεν, ὅλως ἐξαιρέτως, αὐτοί οἱ τρεῖς - ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ὁ Τίμιος Πρόδρομος καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος - ἔχουν τόν τίτλο τοῦ κατ᾽ ἐξοχήν παρθένου.
Ἀπό τούς λευκοφόρους, εἰς τό ὅραμα αὐτό, ἄλλοι προπορεύονταν καί ἄλλοι ἀκολουθοῦσαν, ψάλλοντας ὕμνους καί ᾄσματα πνευματικά, τά ὁποῖα αὐτά, ἐννοεῖται, ὅτι ὀντολογικά, δέν ὑποπίπτουν στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις καί δυνατότητες.
Αὐτά ὑποπίπτουν στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, μόνον ἐάν καί ὅταν καί ὅσον ὁ Θεός τό ἐπιτρέψη, καί στόν βαθμό, τόν ποιοτικό καί ποσοτικό, πού θά τό ἐπιτρέψη καί ὅταν, βέβαια, ἐννοεῖται, ὑπάρχη κάποιος λόγος. 
 Ὅταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐπλησίασε στόν ἄμβωνα, εἶπε ὁ Ὅσιος στόν Ἐπιφάνιο: «Βλέπεις παιδί μου, τήν Κυρία καί Δέσποινα τοῦ κόσμου;» «Ναί, τίμιε πάτερ», ἀποκρίθηκε ὁ νέος. Στό ὅραμα, ἡ Θεοτόκος, εἶχε ἐν τῷ μεταξύ γονατίσει καί προσευχόταν γιά πολλή ὥρα. Παρακαλοῦσε τόν Θεό καί Υἱό Της γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου καί ἔρραινε μέ δάκρυα τό ἅγιο πρόσωπό Της.
Μετά τήν δέησι, εἰσῆλθε στό Θυσιαστήριο, ὅπου προσευχήθηκε γιά τούς πιστούς πού ἀγρυπνοῦσαν.
Ὅταν ὡλοκλήρωσε τήν δέησί Της, ἔβγαλε ἀπό τήν ἄχραντη κεφαλή Της τό ἀστραφτερό, μεγάλο καί ἐπιβλητικό Της μαφόριο καί, μέ μία κίνησι χαριτωμένη καί ταυτόχρονα σεμνή, τό ἅπλωσε, μέ τά πανάγια καί πανάχραντα χέρια Της, σάν σκέπη, ἐπάνω στό ἐκκλησίασμα.
 ''Μαφόριο'' εἶναι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τό ἔνδυμα τῆς Θεοτόκου, πού, τρόπον τινά ὁμοιάζει μέ ἐσάρπα, ἀλλά καλύπτει καί τήν κεφαλή, καί τό ὁποῖο συνήθως στήν Ἁγιογραφία, εἰκονίζεται μέ βαθύ κόκκινο χρῶμα.
Ἔτσι λοιπόν ἁπλωμένο, τό ἔβλεπαν καί οἱ δυό τους, ἐπί πολλήν ὥρα, νά ἐκπέμπη δόξα θεϊκή, σάν ἤλεκτρο. Καί λέμε ''σάν'', γιατί ὅλα αὐτά τά ὁράματα δηλ., δέν περιγράφονται ἀκριβῶς. Εἰδικά μάλιστα οἱ θεϊκές ἐμπειρίες τοῦ ἀκτίστου Φωτός δέν περιγράφονται καθόλου.
Αὐτό ἄλλωστε τό μήνυμα, δίνει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στίς ἐπιστολές του, ὅταν λέγη ''οἶδα ἄνθρωπον πρό ἐτῶν δεκατεσσάρων ἁρπαγέντα ἕως τρίτου οὐρανοῦ, ἐντός τοῦ σώματος, ἐκτός τοῦ σώματος, οὐκ οἶδα'' . Αὐτό τό ''οὐκ οἶδα'',  τό δέν γνωρίζω δηλ., τά λέγει ὅλα… Σημαίνει δηλ., ὅτι αὐτά δέν περιγράφονται καί αὐτό ἀκριβῶς, τό ἀπερίγραπτο εἶναι ἕνας δείκτης τῆς ὑγιοῦς καί ἔγκυρης θεοφάνειας τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ὅτι δηλ. αὐτό δέν περιγράφεται μέ λόγια. Γιατί, μεταξύ τῶν ἄλλων μηνυμάτων, πού ἤθελε νά ἐκπέμψη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἦταν ὅτι αὐτές οἱ ἄκτιστες ἐμπειρίες δέν περιγράφονται καθόλου μέ κτιστά ἀνθρώπινα λόγια.
Ὅταν δέ, μετά τήν δέησι ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου καί ὅλως ἐξαιρέτως ὑπέρ τῶν ἀγρυπνούντων, ἡ Παναγία μας ἄρχισε νά ἀνεβαίνη στόν Οὐρανό, ἄρχισε, ταυτόχρονα, καί ἡ Ἁγία Σκέπη, σιγά-σιγά, νά συστέλλεται καί, λίγο-λίγο, νά χάνεται.
Ὅλην αὐτήν τήν ὀπτασία τήν εἶδε καί ὁ Ἐπιφάνιος, ὁ μαθητής τοῦ Ὁσίου Ἀνδρέα, ἐννοεῖται μέ τήν δύναμι καί τήν μεσιτεία τοῦ Γέροντά του, τοῦ Ὁσίου Ἀνδρέα.
Σέ αὐτό τό θαυμαστό ὅραμα, φαίνεται, γιά ἄλλη μία φορά, ἡ παρρησία κατ᾽ ἀρχάς, καί ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας μας, πού ὄντως εἶναι διαχρονικά, πνευματική Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Εἶναι πνευματική Μητέρα ὅλων μας.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὅτι ὅποιος δέν ἔχει αἰσθανθῆ τήν παρηγοριά καί τήν προστασία τῆς Θεοτόκου, ὄχι κατά φάντασίαν, ἀλλά ἐξ ἀντικειμένου ἐμπειρικά δηλ., μοιάζει μέ τά παιδιά τοῦ ὀρφανοτροφείου, πού δέν ἔχουν αἰσθανθῆ τήν ζεστασιά, τήν στοργή καί τήν φροντίδα τῆς μάνας τους.
Αὐτόν τόν σοφόν λόγο τοῦ Γέροντα, ὁ ὁποῖος Γέρων, ἐννοεῖται, ὅτι εἶχε ὁ ἴδιος πλεῖστες ὅσες αἰσθητές ἀντιλήψεις τῆς Παναγίας μας, θά μπορούσαμε νά τόν διασκευάσωμε λίγο καί νά ποῦμε, ὅτι ὅποιος πραγματικά δέν ἔχει βιώσει στήν ζωή του τήν αἰσθητή βοήθεια τῆς Παναγίας μας, μοιάζει μέ κάποιον, πού, ἐνῶ ἔχει τήν καλύτερη τῶν καλυτέρων μητέρα, δέν τήν ἀφήνει, μέ τήν στάσι του καί τήν συμπεριφορά του, νά τοῦ τό δείξη καί νά τοῦ τό ἐξωτερικεύση. Καί αὐτό, μπορεῖ νά γίνεται σέ τέτοιο βαθμό, πού καί ὁ ἴδιος αὐτός ἄνθρωπος νά καταλήξη, σέ κάποια στιγμή, νά πιστεύση, ὅτι δέν ἔχει μία τέτοια φιλόστοργη καί ἱκανή μητέρα, πού μπορεῖ πάντα νά τόν προστατεύη, ἤ ὅτι δέν ἔχει καθόλου μητέρα. Πρᾶγμα πού δυστυχῶς, γενικά συμβαίνει σέ μᾶς τούς Χριστιανούς καί πού εἶναι πολύ χειρότερο ἀπό τοῦ νά εἶσαι πραγματικά ὀρφανός.
Διότι, στήν περίπτωσι τῆς ὀρφάνειας, ἐκτός τῶν ἄλλων, δέν φταῖς καθόλου προσωπικά, ὑπό κανονικές συνθῆκες. Ἐνῶ, ὅταν ἔχης ὡς Χριστιανός αὐτήν τήν Μητέρα, ἀλλά ἀποποιῆσαι θεληματικά τό νά ἔχης τέτοια Μητέρα, τότε γίνεσαι ὀρφανός, ἐν δυνάμει, θεληματικά χωρίς στήν πραγματικότητα νά εἶσαι, καί, τότε, ὅλο τό μερίδιο τῆς εὐθύνης ἀναλογεῖ σέ σένα, ἄνθρωπέ μου. Καί μετά, ψάχνεις ἀλλοῦ γιά ἄλλες ἀσφάλειες, ἀνθρώπινες, καί προστασίες, γιά νά καλύψης τό ὑπαρξιακό σου κενό, ὅλες τίς φοβίες σου καί ὅλα τά συναφῆ καί, στό τέλος, ἀπό τίς πολλές ἀσφάλειες, νοιώθεις, τελικά, μεγαλύτερη προσωπική ἀνασφάλεια σέ ὅλα σου τά ἐπίπεδα. Τί κρῖμα!
Ἔτσι, ἐνῶ, ἄνθρωπέ μου, εἶσαι βασιλόπαιδο, καταντᾶς τελικά, νά εἶσαι ρακένδυτος. Ἐνῶ εἶσαι ''θεός κατά Χάριν'', ἐνῶ σοῦ χαρίζεται δωρεάν ἡ υἱοθεσία ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, καταντᾶς νά καταλήγης ἀπόπαιδο, ἄσωτος υἱός, παιδί τοῦ Διαβόλου, ἤ μᾶλλον ὀρθότερα, θῦμα τοῦ φθονεροῦ καί ἀρχεκάκου ὄφεος, πού ποτέ δέν ἔχει παιδιά, καί ὁ ὁποῖος ψάχνει μόνο γιά θύματα καί δέν πιάνεται φίλος οὔτε καί μέ αὐτούς πού τόν ὑπηρετοῦν νύχτα-μέρα. Ὦ τῆς παρανοϊκότητος, ὦ τῆς ἀστοχίας, ἤγουν τῆς ἁμαρτίας, γιατί αὐτό θά πῆ ''ἁμαρτία'' ἀστοχία.
Ἕνα ἄλλο τώρα σημεῖο, ἕνα μήνυμα πού ἀπορρέει ἀπό τό σήμερα ἑορταζόμενο ὅραμα τῆς Ἁγίας Σκέπης, εἶναι ἡ δύναμις καί ἡ ἀσφάλεια τῆς πνευματικῆς πατρότητος μέσα στήν Ὀρθόδοξη Παράδοσι καί Ἱστορία.
Πλεῖστα ὅσα εἶναι τά παραδείγματα ἀπό τούς βίους τῶν Ἁγίων καί τῶν ἐν γένει ἀγωνιστῶν στό σκάμμα τῆς ἀρετῆς καί ἰδιαίτερα, τῆς ὑπακοῆς, ὅπου μέ τίς εὐχές τῶν Γεροντάδων, μέ τήν στενή ἤ μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια, πολλοί ὑποτακτικοί καί μαθηταί κατώρθωσαν πράγματα θαυμαστά καί ὑπερφυσικά, τά ὁποῖα διαφορετικά, χωρίς δηλ. τήν ἐπίκλησι τῆς μεσιτείας τῶν Γεροντάδων καί τῶν πνευματικῶν πατέρων τους, θά ἦσαν ἀδύνατα, ἀκατόρθωτα καί ἀδιανόητα.
Τί νά πρωτοθυμηθοῦμε! 
Ἄς ἀναφέρωμε τήν περίπτωσι τοῦ Ἁγίου Νέστορος, μιᾶς καί τόν ἑωρτάσαμε μόλις χθές. Τί ἔκανε ὁ Ἅγιος; Τότε, στήν ἐποχή του, ὑπῆρχε κάποιος εἰδωλολάτρης ὀνόματι Λυαῖος, ὁ ὁποῖος μέ τό φοβερό παρουσιαστικό του - ἦταν σωματώδης - καί τήν δρᾶσι του, ἔδινε τιμή καί ἔπαινο στόν εἰδωλολάτρη βασιληᾶ Μαξιμιανό. Ἦταν, ἄς τό ποῦμε καί ἔτσι, τρόπον τινά ''σύμβολο'' τῆς δυνάμεως τοῦ βασιληᾶ. Αὐτός, σέ ἕνα ἀπό τά ἀγωνίσματα τοῦ Πεντάθλου, στήν πάλη, ἐνίκα καί ἐφόνευε πολλούς ἀνθρώπους - ἄς μή κάνωμε σχόλια τώρα γιά τό ''᾽ἐφόνευε'', τί ἀγωνίσματα δηλ. ὑπῆρχαν…
Ὁ Ἅγιος Νέστωρ λοιπόν, πού ἦταν Χριστιανός ἐν τῷ κρυπτῷ, ἐπειδή ἴσως δέν τοῦ εἶχε, μέχρι τότε, δοθῆ κάποια σχετική τρανταχτή ἀφορμή γιά νά ἀποκαλυφθῆ τό ἐσωτερικό του ἐν Χριστῷ πιστεύω, ὅταν ἔμαθε τήν μάταιη καύχησι τοῦ εἰδωλολάτρη βασιληᾶ Μαξιμιανοῦ, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ εἰδωλολάτρη Λυαίου,  δέν ἄντεχε αὐτήν τήν μάταιη καύχησι τῶν εἰδωλολατρῶν καί θέλοντας νά γνωρίσουν οἱ πάντες τήν δύναμι τῆς πίστεως, θέλοντας νά γίνη γνωστή σέ ὅλους ἡ δύναμις τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ δηλ., πῆγε σέ ἐκεῖνο τό λουτρό πού ἦταν φυλακισμένος ὁ Ἅγιος Δημήτριος καί ἐζήτησε, ἀπό τόν ἅγιο Δημήτριο πού εὑρίσκετο στήν φυλακή, τήν εὐλογία, τήν ἐνδυνάμωσι καί τήν συγκατάθεσί του - προσέξτε τήν λέξι ''συγκατάθεσι'' - γιά νά ἀγωνισθῆ ἐναντίον τοῦ Λυαίου.
Καίτοι ὁ Ἅγιος Νέστωρ ἦτο πολύ πιό ἀνίσχυρος ἀπό τόν Λυαῖο, καί νά τόν νικήση, ὄχι φυσικά μέ τήν δική του δύναμι, ἀλλά μέ τήν δύναμι τοῦ Χριστοῦ, χωρίς αὐτό νά σημαίνη ὅτι δέν θά ἐξαντλοῦσε τήν δική του μικρή ἀνθρώπινη δύναμι, μικρή, σέ σχέσι μέ τήν ἀνθρώπινη δύναμι  τοῦ Λυαίου.
Οὐσιαστικά, ἐπρόκειτο περί μιᾶς διαμάχης μεταξύ τοῦ Χριστοῦ ἐνάντια στήν πλάνη τῶν εἰδώλων, ἐνάντια στήν παγιωμένη τότε εἰδωλολατρεία, ἡ ὁποία τότε ὑπερίσχυε στήν περιρέουσα ἀτμόσφαιρα, περί μιᾶς διαμάχης μεταξύ τῶν «μωρῶν» καί ἀνισχύρων (Χριστιανῶν) ''οὕς ἐξελέξατο'' ὁ Θεός, ὅπως λέγει ἡ Γραφή, ''ἵνα καταισχύνῃ τούς σοφούς καί ἰσχυρούς τῆς γῆς''. Καί τοῦτο, ἐπειδή ἡ σοφία τῶν ἀνθρώπων μπροστά στήν σοφία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα τεράστιο μηδενικό.
Τότε, ὁ Ἅγιος Δημήτριος, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, στό μέτωπο τοῦ Ἁγίου Νέστορος, εἶπε πρός αὐτόν εὐλογῶντας τον καί προφητεύοντας: «Ὕπαγε».
Πήγαινε. «Καί τόν Λυαῖον θέλεις νικήσει καί ὑπέρ Χριστοῦ θέλεις μαρτυρήσει»! Ὅπερ, μετ᾽ οὗ πολύ, σέ λίγο δηλ., καί ἐγένετο, ἐφ᾽ ὅσον, ὁ Ἅγιος Νέστωρ εὐθύς, παρακαλῶ, μόλις ἐπλησίασε τόν Λυαῖο, ρίπτοντας τό ἐπανωφόρι του, ἔκραξε, μέ πίστι ἀκράδαντη, καί ἐξωτερικά, ἀλλά κυρίως ἐσωτερικά, καί, προσέξτε παρακαλῶ, τί εἶπε ὁ Ἅγιος Νέστωρ: « Ὁ Θεός τοῦ Δημητρίου βοήθει μοι». Ὄχι ἁπλῶς ''ὁ Θεός'' δηλ., ἀλλά ὁ Θεός τοῦ Δημητρίου, ἐκείνου δηλ. πού μοῦ ἔδωσε τήν εὐλογία καί τήν συγκατάθεσι! «Ὁ Θεός τοῦ Δημητρίου βοήθει μοι».
 Τί σύντομη, ἀλλά καί τί δυνατή προσευχή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Καί μέ αὐτήν τήν ἐπίκλησι καί προσευχή, κατάφερε, μέ τό πρῶτο μάλιστα χτύπημα μέ τό ἐγχειρίδιό του, νά χτυπήση στήν καρδιά, μέ μιᾶς, τόν γιγαντόσωμο καί πολύ πιό δυνατό Λυαῖο καί νά τόν ρίψη νεκρό κατά γῆς.
Μία παρένθεσις: Πολύ πιό εὔκολα θά συντρίψη ὁ Χριστός, διαχρονικά, ὅταν ἔλθη τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ὅλους τούς ἐχθρούς τῆς ἀληθείας, ὅλους αὐτούς πού νύχτα-μέρα μάχονται τόν Χριστό, καί ὄχι μόνο σήμερα πού εἶναι τό κακό σέ ἔξαρσι, ἀλλά ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Κάϊν,  γιατί ἀπό τότε, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Κάϊν, πού σκότωσε τόν ἀδελφό του Ἄβελ, ἄρχισε νά ἐνεργῆται τό μυστήριο τῆς ἀνομίας καί νά διαιωνίζεται, σύμφωνα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού λέγει ὅτι τό μυστήριο τῆς ἀνομίας ''ἤδη ἐνεργεῖται ἐν τῷ κόσμῳ''.
Θά συντρίψη λοιπόν ὁ Χριστός πολύ πιό εὔκολα, χωρίς καμμία προσπάθεια θά λέγαμε, χωρίς καμμία ἰδιαίτερη κίνησι, ὅλους τούς ἐχθρούς τῆς Ἀληθείας, ὅλους αὐτούς πού, νύχτα-μέρα, πυρετωδῶς, ἔχοντας κοσμική ἐξουσία καί δύναμι - τί κρῖμα γι᾽ αὐτούς -, ὑπηρετοῦν δουλοπρεπῶς καί ἀνοήτως, τό μυστήριο τῆς ἀνομίας, τό μυστήριο τοῦ Διαβόλου, τό μυστήριο τοῦ Ἀντιχρίστου.
Αὐτό εἶναι τό ἕνα παράδειγμα, ἀπό τούς βίους τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καί τοῦ Ἁγίου Νέστορος, εἰς τό ὁποῖο φαίνεται ἡ δύναμις τῆς πνευματικῆς πατρότητος, ὅπως φαίνεται καί στό σημερινό σήμερα ἑορταζόμενο ὅραμα τῆς Ἁγίας Σκέπης, ἀπό τό ὁποῖο δίδεται ἡ πρώτη ἀφορμή γιά νά μιλήσωμε γιά τό θέμα τῆς πνευματικῆς πατρότητος.
Ἀλλά, νά μή νομισθῆ ὅτι αὐτό τό φαινόμενο τῆς πνευματικῆς πατρότητος συναντᾶται μόνο εἰς τόν χῶρο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἤ εἰς τόν χῶρο τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ἄς ἀναφέρωμε καί κάτι ἀπό τόν χῶρο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά νά φανῆ αὐτή ἡ μεγάλη ἀλήθεια, ἡ ὁποία φαίνεται καί στό Δευτερονόμιο, ἐκεῖ πού λέγει ''ἐπερώτησον τόν πατέρα σου καί ἀναγγελεῖ σοι'', ἀλλά καί σέ πολλές ἄλλες συνάφειες. Ἀλλά, καί γιά νά φανῆ ἡ ἑνότητα τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἄς ἀναφέρωμε μόνο μία περίπτωσι, τήν περίπτωσι τοῦ Προφήτου Ἐλισαίου. Δέν θά τήν ἀναλύσωμε πολύ, γιά νά μή πᾶμε ἀλλοῦ τόν λόγο.
Ὡς γνωστόν ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, ὁ Προφήτης Ἐλισαῖος εἶχε κρατήσει γιά εὐλογία τήν μηλωτή τοῦ διδασκάλου του, τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, ὁ ὁποῖος πρίν ''ἀναληφθῆ'', ἐσταμάτησε τήν ροή τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνη, τόν ὁποῖο διεπέρασε μαζί μέ τόν μαθητή του, τόν Προφήτη Ἐλισαῖο, ἀβρόχοις ποσί. Δηλ., διεπέρασαν τόν ποταμό Ἰορδάνη καί δέν ἐβράχησαν. Ἀμέσως μετά, ὁ Προφήτης Ἠλίας ''ἀνελήφθη'' μέ τό φθαρτό του σῶμα - ὄχι μέ ἄφθαρτο σῶμα, ὅπως ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία -, ὄχι εἰς τόν Οὐρανόν, ἀλλά, ὅπως λέγει τό κείμενο, ''ὡς εἰς οὐρανόν'', πού σημαίνει, ὅτι ὁ Προφήτης Ἠλίας εὑρίσκεται μέ τό φθαρτό του σῶμα ποῦ; Κανείς δέν ξέρει. Πάντως, ὄχι εἰς τόν πνευματικό Οὐρανό, διότι δέν ἔχει πάρει ἀκόμη τό ἄφθαρτο σῶμα του.
Μία φορά, ὅταν μᾶς ρώτησε ὁ Γέροντας Παΐσιος ''ποῦ βρίσκεται ὁ Προφήτης Ἠλίας καί τί κάνει;'', ἐμεῖς δέν ξέραμε φυσικά τί νά τοῦ ἀπαντήσωμε. Καί μᾶς εἶπε ἀστειευόμενος, ἀλλά καί σοβαρολογῶντας, μέ τό ἁγιασμένο, ὠφέλιμο καί σοφό χιοῦμορ του: «Τροχάει τά μαχαίρια»! Ἑτοιμάζεται δηλ. ὅταν θά ἔλθη ἡ ἐποχή τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἄγνωστο, βέβαια, πότε.
Ὅταν λοιπόν, μετά τήν ''ἀνάληψι'' τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, ὁ Ἐλισαῖος ἔπρεπε ἐκ νέου νά περάση τόν Ἰορδάνη, μόνος τώρα, χωρίς τόν διδάσκαλό του, ἐκτύπησε μέ τήν μηλωτή τοῦ Γέροντά του, τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, τό ὕδωρ τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνη, ἀλλά δέν ἐσχίσθη τό ὕδωρ, ὅπως εἶχε γίνει λίγο πιό πρίν, ἀπό τόν ἴδιο τόν Προφήτη Ἠλία, πρίν φυσικά ''ἀναληφθῆ'' ''ὡς εἰς οὐρανόν''.
Τότε, τί εἶπε ὁ Ἐλισαῖος; Ἀκοῦστε παρακαλῶ: «Ποῦ εἶναι ὁ Θεός Ἠλιοῦ;» τοῦ πατρός μου δηλ.!  Τί φοβερός λογος!  Καί, ἀφοῦ εἶπε αὐτό, ξαναχτύπησε ἐκ δευτέρου τά νερά τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνη καί, τότε, καί μόνον τότε, ἄνοιξαν τά νερά τοῦ ποταμοῦ, (ὅπως τότε στήν Ἐρυθρά Θάλασσα, ἐπί Μωϋσέως), μέ τίς εὐχές τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, τοῦ Γέροντα τοῦ Προφήτου Ἐλισαίου, καί ἔτσι τότε μόνο μπόρεσε καί πέρασε ὁ Προφήτης Ἐλισαῖος στήν ἀπέναντι ὄχθη, ἐκ δευτέρου, τόν ποταμό Ἰορδάνη, ὡς διά ξηρᾶς, σάν νά ἦταν δηλ. χωρίς νερό ὁ ποταμός.
Αὐτή ἡ ἱστορία, ἔχει καί κάποια συγκινητική καί θαυμάσια συνέχεια, γεμάτη νόημα, ὅπως λέγει τό ἱερό κείμενο: ''Καί τότε ἐννόησαν οἱ υἱοί τῶν Προφητῶν, πού ἦσαν ἐκεῖ εἰς τήν Ἰεριχώ, καί εἶπαν: «Ἀνεπαύθη τό πνεῦμα τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ ἐπί τόν Ἐλισαῖον»''. Καί τόσο ἐσεβάσθησαν τόν Ἐλισαῖο οἱ υἱοί τῶν Προφητῶν, ὥστε αὐτοί ἐξῆλθαν πρός συνάντησί του, ''ἀγαλλομένῳ ποδί'' θά λέγαμε ἐμεῖς, καί τόν προσεκύνησαν, προσέξτε, ἕως εἰς τήν γῆν.
Τί σεβασμό καί τί εὐλάβεια εἶχαν πρός τόν Προφήτη Ἐλισαῖο...! Γιατί; Ἐπειδή ἐννόησαν, ἐπείσθησαν καί διεπίστωσαν μέ αὐτό τό θαυμαστό γεγονός, ὅτι ἀνεπαύθη τό πνεῦμα τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ ἐπί τόν Ἐλισαῖον. Τόν προσεκύνησαν ἕως εἰς τήν γῆν, διότι, τό ξαναλέμε, ἐννόησαν, ὅτι εἶχε ἀναπαυθῆ τό πνεῦμα τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ ἐπί τό τέκνον αὐτοῦ, τόν Προφήτη Ἐλισαῖο.
Τό εἴπαμε καί τό ξαναείπαμε γιά νά δείξωμε τί σημασία δίνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, διαχρονικά, ἀλλά καί ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας, εἰς τό νά ἀναπαύσωμε, πνευματικά, ἀλλά καί κάποιες φορές, κατά κυριολεξίαν, τόν Γέροντά μας. Τί μεγάλη, ὄντως, εὐλογία καί ἐφόδιο εἶναι αὐτό. Καί πόσο ὁ Θεός εὐαρεστεῖται καί, κάποιες φορές, ἐκδηλώνει τήν εὐαρέσκειά Του, καί μάλιστα, πολλές φορές, σέ βαθμό χαρακτηριστικό, πού νά μήν ἐπιδέχεται καμμία ἀμφισβήτησι, ὅταν κάποιος ἀναπαύη, καί μέ τήν στενή, καί μέ τήν εὐρεῖα ἔννοια, τόν Γέροντά του.  
Πόσα, ἀλήθεια, περιστατικά ὑπάρχουν στούς βίους τῶν Ἁγίων μας, στά Γεροντικά, κλπ., πού διατρανώνουν αὐτήν τήν ἀλήθεια καί, ἰδιαίτερα, κάποιες φορές, μέ τόν τρόπο πού γίνεται ὁ ἀποχωρισμός, τί προηγεῖται αὐτοῦ τοῦ ἀποχωρισμοῦ, τί λόγια, τί νουθεσίες, τί γεγονότα, ὑπέρ πᾶσαν ἔννοιαν καί προσδοκίαν, ὄντως.
Ἔτσι λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθωμε στό ἀρχικό μας θέμα, ἀπό τό ὁποῖο ἀντλοῦμε ὅλα αὐτά τά ἐξαίσια πνευματικά μηνύματα, μέ τίς εὐχές τοῦ Ὁσίου Ἀνδρέα, ὁ μαθητής του Ἐπιφάνιος ἠξιώθη νά δῆ τό ὅραμα τῆς Ἁγίας Σκέπης.
Ἐμεῖς ὅμως σήμερα, μέ ἀφορμή τό σημερινό θαυμαστό καί ὑπερφυές γεγονός τῆς Ἁγίας Σκέπης, θά θέλαμε εἰς τήν ἀγάπη σας, νά στρέψωμε καί κάπου ἀλλοῦ τόν λόγο.
 Εἶναι τό σημεῖο ἐκεῖνο, ὅπου κανείς  εὔκολα διαπιστώνει, ὅτι ἀνάμεσα σέ ἕνα τόσο εὐλαβές πλῆθος, πού εἶχε πάει ἐκεῖ εἰς τήν ὁλονυκτία καί ἄοκνα ἀγρυπνοῦσε ὅλην τήν νύχτα στόν τότε πάνσεπτο καί ἱστορικό ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν - καί ὅταν λέμε ''ὁλονυκτία'' δέν ἐννοοῦμε μέχρι τίς 1.00 τό πρωΐ, ἀλλά ὅ,τι λέγει ἡ λέξις: ''ὁλο-νυκτία'' -,  μόνον ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας, καί δι᾽ εὐχῶν του ὁ μαθητής του ὁ Ἐπιφάνιος, μόνον αὐτοί, εἶδαν, μέ τήν πνευματική τους αἴσθησι, ἐκεῖνο τό μοναδικό καί ὑπέρλογο ὅραμα τῆς Ἁγίας Σκέπης. Αὐτό τό συμπέρασμα σαφῶς βγαίνει ἀπ᾽ ὅ,τι ἀναφέρεται σχετικά στόν βίο τους.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς ἀναφέρωμε ἐν παρενθέσει, ὅτι αὐτό ἀκριβῶς τό ὅραμα ἐστάθη ἡ αἰτία γιά νά καθιερωθῆ ἡ ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης τήν 1η Ὁκωβρίου σέ ὅλο τό πανορθόδοξο οἰκουμενικό πλήρωμα. Βέβαια, ὀρθῶς, ἀξίως καί δικαίως ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τήν ἔχει μεταφέρει τήν 28η Ὀκτωβρίου, λόγῳ τῶν θαυμαστῶν γεγονότων καί τῶν θαυματουργικῶν ἐπεμβάσεων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στόν ἑλληνοϊταλικό πόλεμο, στό ἑλληνοϊταλικό μέτωπο, τοῦ 1940, ἀλλά καί μετά ἀπό αὐτό. Αὐτά, τά θεωροῦμε γνωστά. 
Καί, γιά νά ἐπανέλθωμε, στό ὅραμα τῆς Ἁγίας Σκέπης φαίνεται ξεκάθαρα, πῶς τά πνευματικά φαινόμενα καί γεγονότα εἶναι τελικά, ὄντως ὑπέρ αἴσθησιν, ὑπέρ λόγον καί ὑπέρ ἔννοιαν καί γι᾽ αὐτόν τόν λόγο ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δέν γίνονται ἀντιληπτά ἀπό τίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, γιατί εἶναι πάνω ἀπό τίς παντός εἴδους ἀνθρώπινες δυνατότητες.
Αὐτή ἡ ἀλήθεια, ἔστω καί συνεσκιασμένα, πού τελικά δέν εἶναι καί τόσο συνεσκιασμένα, ἀλλά ἐμεῖς λόγῳ τῆς πνευματικῆς μας ρηχότητος ἴσως τίς πιό πολλές φορές μᾶς διαφεύγουν ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα ὅμως εἶναι διάχυτα καί στήν Ἁγία Γραφή. Τί νά πρωτοαναφέρωμε....
Ἄς ἀνατρέξωμε στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Εὐαγγελιστή, στό σημεῖο ἐκεῖνο, στό Εὐαγγέλιό του, ἐκεῖ πού λέγει ὁ Χριστός τά ἑξῆς. Θά σᾶς τό διαβάσω ἀπό τό κείμενο: «''Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται. Καί τί εἴπω; Πάτερ, σῶσον με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. Ἀλλά, διά τοῦτο ἦλθον εἰς τήν ὥραν ταύτην. Πάτερ, δόξασόν σου τό ὄνομα''. Ἦλθεν οὖν φωνή ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λέγουσα ''καί ἐδόξασα καί πάλιν δοξάσω''.
Ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστώς καί ἀκούσας ἔλεγε βροντήν γεγονέναι. Ἄλλοι ἔλεγον ''ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν''. Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καί εἶπεν: ''Οὐ δι᾽ἐμέ αὕτη ἡ φωνή γέγονε, ἀλλά δι᾽ ὑμᾶς''».
Ἐνῶ λοιπόν ἦλθε φωνή ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ, σαφής φωνή λέγουσα ''καί ἐδόξασα καί πάλιν δοξάσω'', δηλ. ἐγώ ὁ Θεός ἐδόξασα τό ὄνομά μου, διά τῆς μέχρι τοῦδε ἐν μέσῳ τοῦ Ἰσραήλ δράσεώς σου - διότι, ἀπευθύνεται σέ εὐθύ λόγο στόν Υἱό, ὡς ἄνθρωπο - καί πάλιν θά δοξάσω ἐννοῶντας, διά τοῦ ἐνδόξου Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς σου καί διά τῆς ἐξαπλώσεως τοῦ Εὐαγγελίου εἰς τά ἔθνη.
Δηλ., καί εἶχε ἤδη δοξασθῆ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, μέ τήν διδασκαλία καί μέ τά θαύματα, πού μέχρι τότε εἶχε κάνει ὁ Χριστός καί εἶχαν μείνει ὅλοι ἄναυδοι καί ἔκθαμβοι, εἰδικά ὁ ἁπλός ὄχλος, ὁ ἁπλός λαός, ἀλλά καί θά ἐδοξάζετο πιό πολύ ὁ Θεός, ὅταν θά ἐπακολουθοῦσαν τά ''ποιητικά τῆς σωτηρίας'', ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, πού εἶναι, κυρίως, ἡ Σταύρωσις, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ἀνάληψις τοῦ Χριστοῦ εἰς τούς Οὐρανούς.
Κατόπιν λοιπόν τῆς φωνῆς αὐτῆς, ὁ πολύς κόσμος, ὁ ὄχλος, ὁ λαός, πού ἐστέκετο ἐκεῖ καί ἄκουσαν τόν ἦχο τῆς θεϊκῆς φωνῆς, δέν μπόρεσαν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά ξεχωρίσουν τά θεϊκά λόγια. Ἄλλοι ἔλεγαν, ὅτι ἔγινε βροντή, ἐνῶ ἀκούστηκε ἐκείνη ἡ ξεκάθαρη θεϊκή φωνή, δηλ. τό ''καί ἐδόξασα καί πάλιν δοξάσω'', καί εἴπαμε τί ἐσήμαιναν ὅλα αὐτά, ὅτι θά ἐδόξαζετο ξάνα ὁ Χριστός, μέ τήν Ἀνάστασί Του καί διά τῆς ἐξαπλώσεως τοῦ Εὐαγγελίου εἰς τά ἔθνη. Κάποιοι λοιπόν ἄκουσαν - ἐξέλαβαν - τήν φωνή σάν νά ἔγινε κάποια βροντή. Ἄλλοι ἄκουγαν κάτι τό διαφορετικό - δέν ξέρομε τί ἀκριβῶς - καί, ὡς ἐκ τούτου, ἐνόμιζαν ὅτι κάποιος ἄγγελος ὡμίλησε στόν Χριστό.
Ὅλα αὐτά προφανῶς δέν σημαίνουν, ὅτι ὑπῆρχε κάποια ἀκουστική βλάβη καί διαφοροποίησις στήν ἀκουστική ἱκανότητα τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾽ ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἐπέτρεπε καί παραχωροῦσε, ἄλλοι μέν νά ἀκοῦν ἔτσι καί ἄλλοι ἀλλιῶς, ποικίλλα πράγματα, ἀλλά νά μήν ἀκοῦν, πάνω καί πέρα ἀπό ὅλα, ξεκάθαρα ἐκείνην τήν φωνή.
Ἀνάλογα πνευματικά φαινόμενα συμβαίνουν σέ πλεῖστες ὅσες ἄλλες συνάφειες καί γεγονότα, ὅπως συνέβη μέ τόν Χριστό, μετά τήν Ἀνάστασί Του, σέ κάποια ἀπό τίς ἐμφανίσεις Του, ἀναφέρεται ἐκεῖ, σέ κάποιο ἀπό τά ἑωθινά Εὐαγγέλια πού διαβάζομε κάθε Κυριακή πρωΐ, ὅτι ''οἱ μέν προσεκύνησαν αὐτόν, οἱ δέ ἐδίστασαν''. Ἄλλοι, δηλ., ἅμα τῇ ὁράσει, ἀμέσως ἐννόησαν καί ἐπείσθησαν ὅτι ἦτο ὁ ἀναστάς Χριστός, ἄλλοι ὅμως, γιά λόγους παρομοίους μέ ἐκείνους πού προανεφέραμε, ἐπειδή δηλ. τόν ἔβλεπαν κάπως διαφορετικά, ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, - κάπως ἀλλιῶς - ἐδίσταζαν νά προσκυνήσουν ἀμέσως, ἐπειδή δέν εἶχαν ἀκόμη πεισθῆ, μέ τίς ἀνθρώπινές τους αἰσθήσεις ὅτι ἦταν ὁ ἀναστημένος Χριστός.
Ἐν συνεχείᾳ ὅμως, ὁ Θεός ἐπέτρεπε νά Τόν ἐννοήσουν μέ τόν α´ ἤ β´ τρόπο, ὅπως συνέβη μέ τούς δύο Ἀποστόλους κατά τήν πορεία τους πρός τούς Ἐμμαούς, ὅπου μετά τόν διάλογο πού εἶχαν μέ τόν Χριστό καί τό κόψιμο τοῦ ψωμιοῦ πού ἔκανε ''διηνήχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί καί ἔγνωσαν ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου'', ὅτι ἦτο ὁ Χριστός (ε´ ἑωθινό Εὐαγγέλιο) κλπ...
Ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, μᾶς ἔλεγε, ὅτι μπορεῖ σέ ἕναν χῶρο νά εὑρίσκωνται κάποια ἄτομα καί ὁ ἕνας νά βλέπη κάποιον Ἅγιο, ἐάν εἶναι σέ μέτρα ἐννοεῖται, ἐνῶ ἕνας ἄλλος νά μή τόν βλέπη, ἀλλά, ἐπί παραδείγματι, νά ἀκούη μόνον τήν φωνή του, ἤ ἕνα μέρος τῆς φωνῆς του. Ἕνας τρίτος νά μή βλέπη, οὔτε τόν Ἅγιο, οὔτε νά ἀκούη τήν φωνή του, οὔτε ἕνα μέρος τῆς φωνῆς του, ἤ ἔστω κάποιον οὐράνιο ἦχο, ἀλλά νά αἰσθάνεται μόνο μία εὐωδία, ἤ ἕνα μέρος τῆς εὐωδίας, ἤ κάτι ἀνάλογο, χωρίς νά βλέπη ἤ νά ἀκούη τίποτε, οὔτε φωνή, οὔτε Ἅγιο.
Καί, ἕνας τέταρτος, ὅπως καί ἄλλοι, νά μήν ἀντιλαμβάνωνται τίποτε, ἤ νά ἀντιλαμβάνωνται κάτι τό διαφορετικό ἀπό τά προηγούμενα πού ἀνεφέραμε, χωρίς ὅλα αὐτά νά σημαίνουν, ὅτι π.χ. ὁ τελευταῖος, πού δέν ἀντιλαμβάνεται τίποτε, πάντα, ὑποχρεωτικά, εἶναι κατωτέρας πνευματικῆς καταστάσεως. Τίποτε δέν εἶναι ἀπόλυτο στήν πνευματική ζωή.
Ἄπειρες εἶναι οἱ περιπτώσεις καί τά αἴτια τῶν πνευματικῶν φαινομένων. Ἀξιομνημονευτέον, νομίζομε, ὅτι εἶναι ἐδῶ τό ὅραμα πού εἶδε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πηγαίνοντας πρός τήν Δαμασκό γιά νά διώξη τούς Χριστιανούς, ὡς ἐχθρός δηλ. τοῦ Χριστοῦ, μέχρι τότε, ὁ Σαούλ. Ὄχι, βέβαια, ἐκ κακῆς προθέσεως, ἀλλά λόγῳ τῆς ἀγνοίας πού εἶχε καί λόγῳ τῆς ἀγάπης του πρός τίς ἰδικές του ἰουδαϊκές παραδόσεις.
Τί λέγουν σχετικά οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων; Ὅτι, ξαφνικά, τόν περιέλουσε θεῖο Φῶς, χωρίς δηλ. νά τό περιμένη, χωρίς νά τό ἀναζητήση, ἀφοῦ οὔτε κἄν ἤξερε ὅτι ὑπάρχει - ἄρα πῶς νά τό ἀναζητήση; Ἄλλωστε, ἐδίωκε τόν Χριστό. Παρά ταῦτα, ὅμως, ἔτσι ἔκρινε ἡ Θεία Πρόνοια, πού προεγνώριζε ὅτι ὁ Σαούλ ἦτο σκεῦος ἐκλογῆς καί ὅτι θά ἐβάσταζε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἰς τά ἔθνη.
Ἔτσι, τόν περιέλουσε, αἴφνης, θεῖο Φῶς, ἄστραψε δηλ. γύρω του τό οὐράνιο Φῶς καί, λόγῳ τῆς ἐκθαμβωτικῆς Του λάμψεως, ὁ Σαούλ ἔπεσε κατά γῆς καί ἄκουσε τήν φωνή τοῦ Χριστοῦ λέγουσα τό περίφημο ''Σαούλ, Σαούλ, τί μέ διώκεις;'' Ποιοῦ Χριστοῦ; Ἐννοεῖται, τοῦ ἀναληφθέντος Χριστοῦ.
Ἐννοεῖται ἐπίσης, ὅτι ὁ μετέπειτα Παῦλος δέν πίστευε, μέχρι τότε, ὅτι ὁ Χριστός ἦταν ὁ σαρκωμένος Θεός, διότι, διαφορετικά, δέν θά τόν κατεδίωκε. Ἔτσι, ὅταν, ἀπορημένος ὁ Σαούλ, ὁ Σαῦλος, ὁ ὁποῖος τά εἶχε χαμένα καί εἶχε γοητευθῆ, εἶχε τρομάξει, μέ τήν καλή ἔννοια, ἀπό ἐκεῖνο πού ἔβλεπε καί τόν εἶχε καταλάβει θάμβος καί ἔκστασις, ρώτησε ''ποιός εἶσαι, Κύριε;'', ἡ φωνή, οὐρανόθεν, τοῦ εἶπε: «Ἐγώ εἰμί, ὁ Ἰησοῦς, ὅν σύ διώκεις».
Τί ἁγία, θεϊκή, γεμάτη ἀγάπη μέ τήν καλή ἔννοια εἰρωνεία! «...Ὅν σύ διώκεις». Δηλ., «ἐγώ εἶμαι ὁ Χριστός, τόν ὁποῖον ἐσύ καταδιώκεις». Σάν νά τοῦ ἔλεγε, καί, μέσῳ ἐκείνου σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅτι πολεμῶντας τούς Χριστιανούς πολεμοῦσε τόν ἴδιο τόν Χριστό.
 Διότι, ἐννοεῖται, ὅτι ὅποιος πολεμάει τούς Χριστιανούς μέ τόν α´ ἤ β´ τρόπο, οὐσιαστικά, πολεμάει τόν ἴδιο τόν Χριστό. Καί γιά νά τό προχωρήσωμε - καλή εὐκαιρία αὐτή - ὅποιος πολεμάει ὁ,τιδήποτε ἐδίδαξε ὁ Χριστός, πολεμάει τόν ἴδιο τόν Χριστό. Καί, ὅποιος πολεμάει ὁ,τιδήποτε ὑπάρχει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ στήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἰσόκυρος καί ἰσοστάσιος μέ τήν Ἁγία Γραφή, τόν Χριστό πολεμάει. Γιά παράδειγμα, ὅποιος πολεμάει τόν Μοναχισμό, οὐσιαστικά εἶναι θεομάχος καί χριστομάχος.
Ἐπανερχόμενοι στό ὅραμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στόν δρόμο του πρός τήν Δαμασκό, εὐθύς πιό κάτω λέγει τό ἱερό κείμενο, ὅτι οἱ ἄνδρες πού τόν συνώδευαν  - ἐδῶ δίνομε τώρα σημασία, γιατί αὐτό τό σημεῖο ἔχει σχέσι μέ τό θέμα μας - ''καί ἦσαν συνοδεύοντες τόν Σαούλ'', στόν ἀγῶνα του ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν ἐννοεῖται, ἐστέκοντο μέ ἀνοιχτό τό στόμα καί ἄφωνοι - ἔτσι λέγει τό κείμενο σέ ἐλευθέρα μετάφρασι. Ἄκουγαν μέν τήν βοή καί τόν ἦχο τῆς φωνῆς, χωρίς ὅμως νά ξεχωρίζουν τίς λέξεις. Ἄκουγαν δηλ. μία βοή, ἄκουγαν τόν ἦχο αὐτῆς τῆς φωνῆς, ἀλλά δέν μποροῦσαν νά ξεχωρίσουν ἐπακριβῶς ὅλες αὐτές τίς θαυμάσιες λέξεις, οἱ ὁποῖες εἶχαν λεχθῆ ἀπό τόν δεδοξασμένο Χριστό πρός τόν Σαῦλο, ἀλλά οὔτε ἔβλεπαν καί κανέναν.
Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ὁ μέν Παῦλος ἐτυφλώθη, ἐγοητεύθη, τόν κατέλαβε φόβος καί δέος καί, κυριολεκτικά, παρέλυσε ἀπό αὐτό τό θεῖο Φῶς. Ἀλλά, πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, ἄκουγε ξεκάθαρα καί διαπεραστικά τήν φωνή τοῦ δεδοξασμένου Χριστοῦ, ἐνῶ οἱ συνοδοιπόροι του, οἱ ἄνδρες του, οἱ μέχρι τότε συνκαταδιώκοντες τούς Χριστιανούς, ἐνῶ ἄκουγαν τόν ἦχο τῆς φωνῆς, καί, ὡς ἐκ τούτου, ἐννόησαν, θέλοντες καί μή, ὅτι κάτι τό ὑπερφυσικό ἐλάμβανε χώρα, ὅμως δέν μποροῦσαν νά ξεχωρίσουν τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Καί, ὅπως ἀφήνει τό κείμενο, ἐμμέσως πλήν σαφῶς, νά ἐννοηθῆ, οὔτε ἀντελήφθησαν τό ἄκτιστο θεῖο Φῶς, τό οὐρανόθεν ἀποσταλέν, ἐκχυθέν καί ἀποκαλυφθέν, τό ὁποῖο ἦτο περιαστράπτον μόνο γιά τόν Ἀπόστολο Παῦλο!
Νομίζω, ὅτι τό προαναφερθέν παράδειγμα εἶναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό γιά τό θέμα τό ὁποῖο ἐξετάζομε σήμερα, εἰς τήν ἀγάπη σας.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἕνας μπορεῖ, καί νά αἰσθάνεται, καί νά κολυμπάη στό θεῖο Φῶς καί νά τό ἐκπέμπη ὁλικῶς ἤ μερικῶς - νά ἐκπέμπη δηλ. ἐκεῖνο τό Φῶς πού ἔχει μέσα του -, νά τό ἐκπέμπη ἐξ ὁλοκλήρου ἤ ποσοστιαίως, νά τό ἐκπέμπη πρός τά ἔξω σάν ἕνας πνευματικός καθρέπτης. Γιατί οἱ Ἅγιοι τί ἦσαν; Ἦσαν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καθαρίσει τό ἐσωτερικό τους, καί, ὡς ἐκ τούτου, ὁ καθρέφτης τῆς ψυχῆς τους, ὄντας καθαρός, ἐξέπεμπε τό θεῖο Φῶς πού ἔπεφτε ἐπάνω τους. Μποροῦσε δηλ. το θεῖο Φῶς νά ἀντανακλασθῆ, ἐφ᾽ ὅσον ἦταν καθαρός ὁ καθρέφτης τῆς ψυχῆς τους.
Σέ κάποιες περιπτώσεις, μπορεῖ, λοιπόν, κάποιος καί νά αἰσθάνεται, καί νά κολυμπάη στό θεῖο Φῶς, καί νά τό ἐκπέμπη, ὁλικῶς ἤ μερικῶς, πρός τά ἔξω, ἤ γενικῶς σέ ὅλους πρός κάθε κατεύθυνσι, ἤ καί μόνο πρός κάποιον ἤ πρός κάποια συγκεκριμἐνα πρόσωπα καί ἀποκλειστικῶς πρός αὐτά. Δηλ., νά μή βλέπουν τό φῶς του ὅλοι, ἀλλά νά τό βλέπουν ἕνας, δύο, τρεῖς, ἀνάλογα. Οἱ περιπτώσεις εἶναι ἀπειράριθμες.
Ἀναφέρει ὁ Γέρων Ἰωακείμ Σπετσιέρης ὁ Ἁγιορείτης, ὅτι εἶχε δῆ στά Ἱεροσόλυμα, τόν Ἅγιο Ἀρσένιο τόν Καππαδόκη, - πού ἐβάπτισε τόν γνωστό μας π. Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, - νά ἀστράφτη, καί τόσο ἐγοητεύθη, πού ζητοῦσε διακαῶς ἀπό τούς παρευρισκομένους νά πάρη πληροφορίες περί τοῦ ἀνδρός. ''Ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἱερέας, ἀπό ποῦ εἶναι, κλπ.'' Τόσο, μά τόσο πολύ εἶχε γοητευθῆ. Κι αὐτή ἡ μαρτυρία τοῦ Γέροντος Ἰωακείμ Σπετσιέρη, πού ἦτο ἄνθρωπος λόγιος καί μεγάλης πνευματικῆς ἐμβέλειας, ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, μέ τήν ἔννοια, ὅτι εἶναι μία πληροφορία διαφορετικῆς φύσεως ἀπό ἐκεῖνες πού συνέλλεξε ὁ π. Παΐσιος ἀπό διάφορους Φαρασιῶτες, πού ἄλλοι εἶχαν μόνο ἀκούσει καί ἄλλοι εἶχαν προλάβει καί εἶχαν ζήσει τόν Ἅγιο Ἀρσένιο τόν Καππαδόκη. Αὐτή εἶναι μία περίππτωσι...
Μπορεῖ ὅμως κάποιος ἄλλος, νά ἔχη αἴσθησι τοῦ ἀκτίστου Φωτός, νά ἔχη κυριολεκτικά παραλύσει ἀπό τήν ὑπερβολική δόσι θεϊκῆς ἡδονῆς καί οἱ ἄλλοι, γύρω του, νά μή ἀντιλαμβάνονται ἀπολύτως, μά ἀπολύτως, τίποτε.
Ὑπάρχουν βέβαια καί περιπτώσεις μεταξύ τῶν ἄλλων, πού κάποιος χωρίς ὁ ἴδιος νά αἰσθάνεται ἐκείνη τήν στιγμή τό θεῖο Φῶς, κάποιος ἄλλος, ἤ κάποιοι ἄλλοι νά τόν βλέπουν ἐξαστράπτοντα, ἤ νά τόν βλέπουν ἀλλοιωμένο ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ - ἐξαρτᾶται, καί τί εἴδους μορφή - νά εὑρίσκεται δηλ. σέ ἄλλη πνευματική διάστασι χωρίς ὁ ἴδιος, ἐκείνη τήν στιγμή, νά καταλαβαίνη τίποτε - δέν ξέρομε γιά ποιόν λόγο, ἴσως, εἴτε γιά νά εἶναι πρός τούς ἄλλους πιό φυσικός, εἴτε γιά νά μήν ἔχη κάποια συστολή καί ντροπή, ἀπό ταπείνωσι, γιατί ὅσοι ἔχουν αὐτές τίς καταστάσεις δέν θέλουν, ἐννοεῖται, ὁ Θεός νά τούς δοξάζη.
Πολλές εἶναι οἱ παρόμοιες περιπτώσεις πού ἀναφέρονται στό Γεροντικό, ὅπως π.χ. ἡ περίπτωσις ἑνός μοναχοῦ, πού παρακαλοῦσε τόν Θεό νά μή τόν δοξάση καθόλου ἐπί τῆς γῆς, μᾶλλον τό ἀντίθετο νά τοῦ συμβῆ. Ἐκεῖνον, χωρίς νά τό καταλαβαίνη, ὅταν περπατοῦσε κάποιες φορές, οἱ ἄλλοι τόν ἔβλεπαν μέ θεϊκό Φῶς, νά τόν περιβάλλη ἐκεῖνο τό Φῶς, πού προανεφέραμε εἰς τήν ἀγάπη σας, χωρίς δηλ. ὁ ἴδιος νά τό ἀντιλαμβάνεται ἐκείνη τήν στιγμή, ἄν καί ἄλλες στιγμές ὁ ἴδιος εἶχε τήν ἐμπειρία καί τήν αἴσθησι αὐτοῦ τοῦ θεϊκοῦ Φωτός, χωρίς, βέβαια, αὐτό πού λέμε νά εἶναι ἀπόλυτο.
Τώρα, γιά ποιούς λόγους γίνεται αὐτό ἔτσι; Ὁ Θεός μόνο ξέρει ὅλους τούς λόγους καί τίς αἰτίες, τό γιατί δηλ. συμβαίνει νά μή καταλαβαίνη ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ὅτι κάτι ὑπερφυσικό τοῦ συμβαίνει, τήν στιγμή πού οἱ ἄλλοι τόν βλέπουν νά τόν περιβάλλη θεῖο Φῶς.
Βλέπετε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τί ἀμέτρητα καί γοητευτικώτατα μυστήρια κρύβει ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Γι᾽ αὐτό, ποτέ, μά ποτέ δέν πρέπει νά αἰσθανώμεθα πνευματική αὐτάρκεια. Διότι, αὐτό εἶναι ἕνας ἄχαρος καί κρύος εὐσεβισμός καί μία καθηκοντολογία, ἐπειδή  ὅλα αὐτά εἶναι δείκτης πνευματικῆς στειρότητος, γιά νά μή ποῦμε καί τυφλότητος. Διότι, ὅσο κανείς ἀγωνίζεται, τόσο  διευρύνονται οἱ πνευματικοί του ὁρίζοντες, καί ὅσο αὐτοί οἱ πνευματικοί προσωπικοί του ὁρίζοντες διευρύνονται, τόσο περισσότερο εἶναι εἰς θέσιν νά ἀντιληφθῆ τήν πνευματική του πτωχεία. Ὧδε ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, ὧδε τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος.
Καί, ἐπειδή αὐτά μᾶς ἀρέσουν νά τά ἀκοῦμε, ποτέ νά μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ μοναδικός μας στόχος δέν εἶναι, οὔτε τά θεῖα Φῶτα, οὔτε κάποια ἀπό αὐτά πού ἀνεφέραμε. Ἐμεῖς, ἐδῶ, τά ἀνεφέραμε κυρίως γιά νά δοῦμε πόσο πίσω εἴμαστε καί αὐτό εἶναι ἕνα κίνητρο γιά ταπείνωσι, ἔστω τῶν ἀρχαρίων.
Ποτέ ὅμως νά μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ μοναδικός μας στόχος δέν πρέπει νά εἶναι ἄλλος, ἀπό τί; Ἀπό τήν ἀπέκδυσι τοῦ παλαιοῦ μας ἀνθρώπου ἀπό ὅλα αὐτά τά πνευματικά ἐσωτερικά φίδια, τά ὁποῖα μᾶς περιζώνουν, ἤ μᾶλλον, βγαίνουν ἀπό μέσα μας, καί τά ὁποῖα πρέπει, πρῶτα μέ τόν ἀγῶνα, νά βγοῦν στήν ἐπιφάνεια καί, μετά, ἡ θεία Χάρις, μακροπρόθεσμα, νά τά θανατώση. Γιατί ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος πού θά τά θανατώση. Ἀλλά, ἐμεῖς πρέπει νά ὑποστοῦμε τίς ὀδυνηρές συνέπειες αὐτῆς τῆς πνευματικῆς ἐν Χριστῷ ἐγχειρήσεως.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ νικῶν, ἀλλά δέν εἶναι ντροπή νά τό ποῦμε - καί αὐτό συμβαίνει στούς Ἁγίους - ὅτι οἱ Ἅγιοι ὑποφέρουν, δείχνουν δηλ. τήν προαίρεσί τους - καί αὐτό ἔχει ἀξία, διότι, ἄν δέν τήν ἔδειχναν δέν θά εἶχε καμμία ἀξία ἡ στεφάνωσίς τους, διότι διαφορετικά ὁ Θεός θά ἦταν προσωπολήπτης, ὅπερ ἄτοπον.
Δίνουν, λοιπόν τήν προαίρεσί τους, ὑποφέρουν κατά Θεόν, ὅπως θέλει ὁ Θεός, διακριτικῶς καί εὐστόχως - διότι μπορεῖ νά ὑποφέρης, ἀλλά αὐτό νά μήν εἶναι κατά Θεόν - ἀλλά ὁ Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, τελικά, νικᾶ. Τό ἕνα δηλ. δέν ἀναιρεῖ τό ἄλλο.
Γιά τήν ἀπέκδυσι λοιπόν τοῦ παλαιοῦ μας ἀνθρώπου, πρέπει νά ταπεινώσωμε τόν ἐγωκεντρισμό τοῦ σώματός μας, τήν σαρκολατρεία, τά πάθη τῆς σαρκός τά ἀτελείωτα, τήν γαστριμαργία, ὅλα τά τῆς πορνείας κ.λ.π. δέν εἶναι ντροπή νά τά λέμε ὅλα αὐτά, ἄλλωστε προηγουμένως ἀνεφέραμε τούς τρεῖς ἐξόχους παρθένους τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ἡ παρθενία καί ἡ ἁγνεία, στήν Ὀρθόδοξη Παράδοσι, δέν ἐξαντλεῖται μόνο σέ κάποιες πράξεις - ἐντολές, πού πολλές φορές αὐτές δέν τίς τηροῦμε ὅπως πρέπει, ἀλλά εἶναι καί ἡ ἁγνότης τῶν αἰσθημάτων, τῶν λογισμῶν, καί δέν ἔχει τελειωμό ὅλη αὐτή ἡ κατάστασις.
Γιά ὅσους δέν τό ξέρετε, ἀναφέρομε, ὅτι ἐδῶ, στήν γειτονιά μας, ὁ π. Ἰάκωβος Τσαλίκης, ὅταν πήγαινε στήν Ἀθήνα καί ἀναγκαζόταν ὁ γιατρός, γιά θέματα ὑγείας, νά δῆ γιά λίγο τό στῆθος του, ἠσθάνετο, ἄκουσον, ἄκουσον, ὅτι ἐπόρνευε - ἔτσι τό ἔνοιωθε ὁ ἄνθρωπος καί ἔτσι τό ἀναφέρομε - ἐπειδή ὁ γιατρός τοῦ κοιτοῦσε λίγο τό στῆθος του. Αὐτό, ἐμεῖς τώρα, νά μή τό ἑρμηνεύσωμε μέ τά δικά μας τά μυαλά, ἁπλῶς νά θαυμάσωμε τήν ἀρετή τοῦ ἀνδρός. Αὐτό τό ἔλεγε δημόσια καί μέ συναίσθησι, μέ πόνο, παρακαλῶ.
Ἔλεγε δηλ., ὅτι ''μέ ταπείνωσε ὁ Θεός καί πηγαίνω στήν Ἀθήνα καί κάθε φορά πού πηγαίνω στήν Ἀθήνα πορνεύω''! Καί ἐννοοῦσε αὐτό δηλ. - νά μή πάη τό μυαλό μας κάπου ἀλλοῦ.
Ἤ, σέ ἄλλη περίπτωσι, συνέβαινε σέ κάποιους ἀσκητές καί ἡσυχαστές, ὅταν ἔφευγε ὁ νοῦς τους ἀπό τήν νοερά προσευχή, πρᾶγμα σπάνιο, ἠσθάνοντο ὅτι ἐπόρνευαν, μέ τήν ἔννοια, ὅτι ἔφευγε ὁ νοῦς τους, ἡ πνευματική τους καρδία, ἀπό τήν ἐπαφή πού συνέχεια εἶχαν μέ τό πνευματικό κέντρο, πού εἶναι ὁ Θεός.
Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Ἀλλά, ἐμεῖς πρέπει, σιγά-σιγά, νά ξεκινήσωμε μέ τό νά χτυπᾶμε τά πάθη τῆς σαρκός, γιατί αὐτό εἶναι τό πρῶτο βῆμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, μέ τήν νηστεία, γιατί χωρίς νηστεία δέν γίνεται τίποτε - ἀλλά πρέπει ἡ νηστεία νά εἶναι σωστή - καί στήν συνέχεια νά μετέλθωμε ὅλα τά ὑπόλοιπα ἀσκητικά ὅπλα. Διότι, ἀπαιτεῖται ἀπό ὅλους, καί ἀπό τούς λαϊκούς, καί ἀπό τούς ἐγγάμους, καί ἀπό τούς ἡλικιωμένους, καί ἀπό τούς νέους, ἀσκητική ζωή μέ διάκρισι. Πρέπει ὅλοι νά εἴμαστε ἀσκητές.
 Δέν ἔχει ἔννοια ὁ Χριστιανός νά μήν εἶναι ἀσκητής, διότι δέν εἶναι τότε Χριστιανός, ἀφοῦ εἶναι ἐχθρός τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Τί λέγουν ὁ ἀπ. Παῦλος καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, στήν Ἁγία Γραφή, περί αὐτῶν; Ἄς μή τά ἀναλύσωμε τώρα. Ἀπαιτεῖται νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, ὑπακοή σέ διακριτικό πνευματικό, γιά νά διακρίνωμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά διακρίνωμε πῶς πρέπει νά ἀγωνισθοῦμε, ἐπειδή ἐμεῖς δέν ἔχομε τήν διάκρισι τῶν πνευμάτων και τῶν λογισμῶν. Πρέπει δηλ. νά χτυπήσωμε τόν ἐγωκεντρισμό τοῦ πνεύματός μας, ὥστε νά ἀφήσωμε ὅλα τά ἁμαρτωλά μας θελήματα. Γιά μᾶς δέ τούς μοναχούς, πολλές φορές ἀπαιτεῖται νά ἐγκαταλείψωμε καί τά φυσικά μας θελήματα, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, καί πράγματα που δέν εἶναι αὐτά καθ᾽ ἑαυτά ἁμαρτωλά, ὅταν μᾶς τό ζητάη ὁ Γέροντάς μας, ἤ ὅταν ἐμεῖς, θεληματικά, τόν ρωτᾶμε κάτι καί ἐκεῖνος ἔτσι κρίνει ὅτι πρέπει νά κάνωμε.
Καλό δηλ. εἶναι νά ἀφήνωμε καί τά φυσικά μας θελήματα, πού δέν εἶναι, αὐτά καθ᾽ ἑαυτά, ἁμαρτωλά. Αὐτό, βέβαια, ἰσχύει, ἐπαναλαμβάνομε, μόνο γιά μοναχούς. Νά κάνωμε αὐτήν τήν σαφεστάτη διάκρισι, γιατί πολλά παρατράγουδα συμβαίνουν καί στόν τομέα αὐτόν.
Καί, γενικῶς, ὅπως ἔλεγε καί ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, κυρίως γιά μοναχούς, ὁ ὑποτακτικός, ἐκτός ἀπό τά ἁμαρτωλά θελήματα πού πρέπει νά ἀφήνη, πρέπει νά πηγαίνη - κοιτᾶξτε τί χαριτωμένα τό ἔλεγε - ''μέ τά νερά'' τοῦ Γέροντά του. Ὅπως δηλ. τό ξύλο, ὅταν τό κόβουμε, ἔχει τά νερά του καί πρέπει νά πηγαίνωμε μέ τά νερά του κατά τήν κατεργασία του, ἔτσι καί ὁ ὑποτακτικός πρέπει νά πηγαίνη πάντα, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, μέ τά ''νερά'' τοῦ ἑκάστοτε Γέροντά του.
Αὐτό εἶναι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄς μή κρυβώμαστε, ἐκεῖνο πού, κυρίως, λείπει ἀπό τούς συγχρόνους, καλούς, κατά τά ἄλλα, Χριστιανούς, δηλ. τό κατά Θεόν σταυρικό φρόνημα, τό θεληματικό ἑκούσιο θάψιμο τοῦ παλαιοῦ ἑαυτοῦ μας, ἤ, καλύτερα τῶν παθῶν μας, γιά νά βροῦμε -  καί μόνο ἔτσι θά βροῦμε καί θά λαμπικάρωμε - τόν χαμένο καί κατακερματισμένο ἑαυτό μας.  Μόνο δηλ. ἔτσι θά γνωρίσωμε τήν χαρά, τήν ἀληθινή, τήν πνευματική χαρά, «τήν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν», ὄχι χαρά συναισθηματική ἤ διανοητική, ἀλλά τήν ὀντολογική ὑπαρξιακή ἐν Θεῷ χαρά καί θεϊκή ἡδονή, θά γνωρίσωμε δηλ. τήν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, μέσα ἀπό τήν ἀνάστασι τῆς ψυχῆς μας. 
Διότι, πολλές φορές, δυστυχῶς, κάνομε μέν ὅ,τι κάνομε γιά τόν Χριστό, ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό προσπαθοῦμε, προσφέρομε, κουραζόμαστε, κάνομε ἐλεημοσύνη, προσευχές, συμμετέχομε σέ διάφορες ἐκδηλώσεις, σέ προσκυνήματα, σέ ἀγρυπνίες...
Ὅλα λοιπόν αὐτά εἶναι καλά καί ἅγια, ὅταν τά κάνωμε, γιατί, πολλές φορές, οὔτε αὐτά κάνομε. Ἀλλά, τό μέγα μας καί ὀλέθριο δυστύχημα - νά ποῦμε, κάποιες φορές, νά ποῦμε, πολλές φορές; Κύριος οἶδε - εἶναι ὅτι, ἀνεξάρτητα, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, σέ τί συχνότητα ἀγωνιζόμαστε, ποιοτικῶς καί ποσοτικῶς, ἀνεξάρτητα μέσα ἀπό ποιό πρίσμα προσβλέπομε στόν Χριστό, ἀπό ποιό πόστο ὑπηρετοῦμε τήν ἁγία Του Ἐκκλησία, ἀπό τό ποῦ ἐκλήθημεν, ἀπό τό τί κλίσι ἔχομε, τί ἐπιλέξαμε δηλ., εἴτε εἴμαστε λαϊκοί, εἴτε εἴμαστε μοναχοί, ἔγγαμοι, ἄγαμοι, μεγάλοι, νέοι, κλπ., παρά τόν ὑποτιθέμενο ἀγῶνα μας, ὅταν δηλ. καί ἐάν ὑπάρχη.
Τελικά, ἀντί νά ἀγωνιζώμαστε ἀλύπητα, μέ «μῖσος ἄμισον», καί μέ αὐτομεμψία, κατά τοῦ παλαιοῦ ἡμῶν ἀνθρώπου, κατά τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅλως περιέργως - τί κακός ἐσωτερικός πνευματικός μηχανισμός ἀμύνης εἶναι αὐτός; - ''ἀγωνιζόμαστε'' καί ἀγωνιοῦμε πῶς, τελικά, παρά ταῦτα, νά περισώσωμε, τήν κατάλληλη στιγμή, τά γλυκόπικρα τερτίπια τῶν ποικίλων καί δυσκολοδιακρίτων παθῶν μας.
Θέλομε, δηλ., νά περισώσωμε τό φίλαυτο ἐγώ μας, ὅταν προκύπτουν οἱ κατάλληλες συγκυρίες, οἱ κατάλληλες στιγμές, οἱ ἀδικίες δηλ., τά διάφορα γεγονότα, ἀρκεῖ νά ἁρπάξωμε τίς εὐκαιρίες. Δηλ., ἀντί νά χτυπήσωμε τόν ἑαυτό μας, νά κόψωμε τό θέλημά μας, νά ζητήσωμε νά μάθωμε πράγματι τί θέλει ὁ Θεός καί νά μή γλυκαινώμαστε ἀπό διάφορες ἄλλες ἐμπαθεῖς κινήσεις τοῦ ἑαυτοῦ μας, εἴτε ἐξ ἀριστερῶν, εἴτε καί ἐκ δεξιῶν, γιατί κι ἐμεῖς οἱ μοναχοί, πολλές φορές, ἐπηρεαζόμαστε ἀπό ἐπαίνους τοῦ κόσμου, καί κατά βάθος θέλομε τόν ἔπαινο τοῦ κόσμου, δέν θέλομε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄν καί νομίζωμε ὅτι τό θέλομε. Καί πολλά ἄλλα, ἀτελείωτα... Καί γι᾽ αὐτό ἀποτυγχάνομε, καί σέ προσωπικό ἐπίπεδο, καί σέ γενικώτερο ἐπίπεδο. Κρίμα, κρίμα, κρίμα...
Καί μετά, κάνομε ἀναλύσεις καί συσκέψεις, ἄμεσα, ἔμμεσα, μέ τόν ἑαυτό μας, μέ τούς γνωστούς μας, γιά νά βροῦμε τίς αἰτίες, ἔξω ἀπό τόν ἐμπαθῆ καί ταλαίπωρο ἑαυτό μας, ἐνῶ οἱ πλεῖστες ὅσες αἰτίες εἶναι μόνο μέσα στόν ἑαυτό μας. Ἐάν, ὅμως, ὑποτεθείσθω, ὑπάρχουν καί ἄλλες αἰτίες, ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἄν τίς ἐκμεταλλευθοῦμε, μέ τήν καλή τήν ἔννοια, ὅλα αὐτά θά ἀποτελέσουν τό μεγαλύτερο κίνητρο καί τήν μεγαλυτέρα γενεσιουργό αἰτία τῆς προσωπικῆς μας προόδου καί προσωπικῆς μας ἐν Χριστῷ ἐνηλικιώσεως.
Καί, γιά νά μιλήσωμε πιό συγκεκριμένα, μπορεῖ νά προσκυνᾶμε μέ πίστι καί εὐλάβεια τίς εἰκόνες ὅλων τῶν Ἁγίων ὅμως, ἄν δέν ἀφηνώμαστε στό πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, οὔτε μιμούμαστε στήν πρᾶξι τό φρόνημα τῶν Ἁγίων, αὐτό δέν ἐπαρκεῖ. Μάλιστα δέ, ἐάν ἐπί παραδείγματι κάποιο παιδί μας ἔχει ὄντως τίς προϋποθέσεις καί θελήση νά μιμηθῆ πράγματι τήν ζωή ἑνός Ἁγίου, πού ἐμεῖς οἱ ἰδιοι ἀπό μικρό παιδί τοῦ μαθαίναμε νά προσκυνάη τόν Ἅγιο, τοῦ διαβάζαμε τόν βίο του... 
Ἄν αὐτό τό παιδί ἔχη τίς προϋποθέσεις, καί θελήση νά μιμηθῆ τήν ζωή τοῦ Ἁγίου  πολλές φορές, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, μέ διάφορες καλοστημένες και εὐσεβοφανεῖς δικαιολογίες, προσπαθοῦμε νά τό ἀποτρέψωμε, ἄν ὄχι ἄμεσα, πάντως ἔμμεσα καί νά τοῦ στρέψωμε τήν προσοχή σέ ἄλλα πνευματικά σκάμματα τά ὁποῖα ὅμως, εἶναι πολύ ὑποδεέστερα ποιοτικά, ἀπό τήν ἐπιλογή πού θά ἤθελε νά κάνη τό παιδί μας. Κι ἔτσι, ἄμεσα ἤ ἔμμεσα, λίγο-πολύ, γινόμαστε τρόπον τινά θεομάχοι, ἐπειδή ἐμποδίζομε τό ἔργο τοῦ Κυρίου. Ὁ Θεός, βέβαια, νά μᾶς ἐλεήση.
Δηλ., πάλι νά τό γενικεύσωμε, ''κλωτσᾶμε'' στήν πρᾶξι τίς εὐκαιρίες πού εἴτε μᾶς στέλνει ὁ Θεός, εἴτε μᾶς συμβαίνουν ἀπό τίς ἀδικίες τῶν ἄλλων... Βέβαια, μεταξύ σοβαροῦ καί ἀστείου, «δόξα τῷ Θεῷ» πού ὑπάρχουν καί αὐτές οἱ  ἀρνητικές συγκυρίες, ἄν καί δέν θά ἔπρεπε νά ὑπάρχουν. Ἀλλά ἀφοῦ ὑπάρχουν ὅλα αὐτά, εἶναι τελικά ἕνα πλούσιο ὑλικό πού μπορεῖ νά χρησιμοποιηθῆ ἀπό ἐμᾶς πρός χάριν τῆς πνευματικῆς μας προόδου, τό ὁποῖο ὅμως ἀφίνομε νά πηγαίνη χαμένο. Καί μετά ἀπό τήν ἄλλη, προσπαθοῦμε, ματαίως καί ἀνεπιτυχῶς, νά προσφέρωμε στό γεώργιο τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τόν λογισμό μας, σύμφωνα μέ τόν ἐμπαθῆ ἑαυτό μας, σύμφωνα μέ ὅ,τι ἀρέσει σέ μᾶς, καί ὄχι ὅπως ὁ Θεός θά ἤθελε, ἄν καί μᾶς ἔδωσε εὐκαιρίες νά καταλάβωμε, ὅτι ἔτσι θά ἤθελε ὁ Θεός νά πράξωμε.
Ἀλλά, δυστυχῶς, κινούμεθα ὅπως μᾶς ἀρέσει καί ὀρθώνομε ἕνα τεῖχος ἀνάμεσα σέ μᾶς καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐθελοτυφλῶντας, χωρίς δηλ. νά ἔχωμε δικαιολογίες καί ἐλαφρυντικά. Διότι, ἐκτός τῶν ἄλλων, βάζομε, πάνω καί πέρα ἀπό ὅλα, τήν δική μας ἐμπαθῆ λογική, γιατί δέν θέλομε νά σταυρώσωμε τόν ἑαυτό μας, τήν ἀδυναμία μας, τά πάθη μας. Καί λέμε ὅτι ''ἐγώ ἔχω αὐτήν τήν ἱκανότητα'', δῆθεν, ἐνῶ αὐτό εἶναι μία ἀδυναμία, ἕνα πάθος. Διότι, καί τό πιό καλό πρᾶγμα, ὅταν δέν γίνεται σωστά, ὅταν ἔχωμε ἐξάρτησι ἀπό αὐτό, τί εἶναι; Οὐσιαστικά, εἶναι ἕνα πάθος. Πόσῳ μᾶλλον, ὅλα τά ὑπόλοιπα...
Σκεφθεῖτε, ἐπί παραδείγματι, κατά τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἔλαβε χώρα ἡ θαυμαστή ἁλιεία, πού ὅλην τήν νύχτα ψάρευαν οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ καί δέν μπόρεσαν νά πιάσουν κανένα ψάρι, ἐνῶ, στήν ἀρχή δέν ὑπῆρχε κανένα ψάρι στά δίχτυα τους, μετά, κατόπιν τῶν ρημάτων τοῦ Χριστοῦ, κάνοντας ὑπακοή, ξαναέρριξαν τά δίχτυα καί γέμισαν ἀπό ψάρια, τόσο, πού ἐκόντευαν νά σπάσουν τά δίχτυα τους ἀπό τά πολλά  ψάρια.
Σκεφθεῖτε λοιπόν, ὅταν μετά ἀπό αὐτό τό ὑπερφυσικό γεγονός, πού τούς προέτρεψε  ὁ Χριστός, νά ἀφήσουν τά ψάρια καί νά τόν ἀκολουθήσουν εὐθέως, σκεφθεῖτε νά τοῦ ἔκαναν οἱ Μαθηταί, κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καί νά τοῦ ἔλεγαν «κρίμα, αὐτό εἶναι μεγάλη σπατάλη, νά πᾶνε τά ψάρια χαμένα,  πρῶτα Χριστέ μου νά πουλήσωμε τά ψάρια, πού παρ᾽ ἐλπίδα καί ἐξ αἰτίας σου πιάσαμε, καί ἔπειτα νά σέ ἀκολουθήσωμε»!
Ὅταν διατάζη καί προτρέπη ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δέν ὑπάρχει ''ἀλλά'', δέν ὑπάρχει δικαιολογία, δέν ὑπάρχει δεύτερη κουβέντα, δέν ὑπάρχει κανένας ὀρθολογισμός, ὅσο εὐσεβοφανής καί νά εἶναι.  Ἀπαιτεῖται, δηλ., πάνω ἀπ᾽ ὅλα, ἐμπιστοσύνη στόν Χριστό.
Ἄλλο παράδειγμα: Ἄς ἀναλογισθοῦμε, τί ἐμπιστοσύνη ἔδειξε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, στό ''ἐν τούτῳ νίκα''. Ὅταν δηλ., σάν τόν Ἀπόστολο Παῦλο, εἶδε τό ὅραμα μέ τόν Σταυρό, καί τίς λέξεις ''μέ αὐτόν νά νικᾶς'', μέ τό σύμβολο δηλ. τοῦ Σταυροῦ. Βέβαια, αὐτό, τώρα, σ᾽ ἐμᾶς, δέν κάνει καί τόσο αἴσθησι καί ἐντύπωσι - καί μοιραῖα καί δικαιολογημένα, ἴσως, καί ἀναπόφευκτα, θά λέγαμε -, γιατί, ἐνθυμούμενοι τό ''ἐν τούτῳ νίκα'', αὐτόματα, στό πίσω μέρος τοῦ μυαλοῦ μας, ξέρομε τήν τελική ἔκβασι τῶν γεγονότων πού ἀναφέρονται στόν Μέγα Κωνσταντῖνο, πῶς δηλ. πράγματι, μετά, ἐνικοῦσε μέ τήν δύναμι τοῦ Σταυροῦ.
Ὅμως, τότε, ὁ ὄντως Μέγας Κωνσταντῖνος δέν ἐγνώριζε τήν μελλοντική ἔκβασι τῶν γεγονότων, οὔτε ἐζήτησε ἐγγυήσεις ἤ ὁ,τιδήποτε ἄλλο γιά νά κάμψη γόνυ στό θεῖο πρόσταγμα, γιατί τότε, τό ''ἐν τούτῳ νίκα'', μέ τήν ἀνθρώπινη λογική, ἐφαίνετο ἀμφίβολο καί ὄχι βέβαιο. Καί σέ αὐτό ἔγκειται ἡ ἀρετή του, στήν ἐμπιστοσύνη δηλαδή πού ἔδειξε τότε, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, στό ὄντως θεῖο πρόσταγμα, κάτω δηλ. ἀπό ἐκεῖνες τίς συνθῆκες, τίς ἐμπειρίες καί τίς γνωστικές δυνατότητες.
Βέβαια, πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, παμμέγιστο παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ περίπτωσις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, πού εἶπε ἐκεῖνο τό περίφημο ''ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου''. Δέν εἶπε δηλ. στόν Ἀρχάγγελο ''πῶς εἶναι δυνατόν  νά κυοφορήσω, χωρίς νά φαίνωμαι στό Νόμο ὅτι ἔχω ἄντρα'', ἐφ᾽ ὅσον ὁ ὑπόλοιπος κόσμος ἀγνοοῦσε ὅλα τά ὑπερφυῆ, τά ὁποῖα ἔλαβαν χώρα κατά τόν Εὐαγγελισμό Της, πού μέ τρόπο δηλ. ὑπερφυσικό συνέλαβε τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στά ἄχραντα σπλάγχνα Της. Ἤ, δέν εἶπε ἡ Παναγία ''τί θά πῆ ὁ κόσμος γιά μένα;''
Διότι, οὔτε στήν Παναγία εἶχαν δοθῆ οἱ ἀπαιτούμενες ἐγγυήσεις, πού θά ζητοῦσε κάθε λογικός καί συνετός καί σώφρων ἄνθρωπος... Ἀλλά, καί πέραν τούτου, ἡ Παναγία, ἀργότερα, ὄντως καί θεληματικῶς καί προθύμως ὑπέστη, καί τί δέν ὑπέστη, γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καί στήν Αἴγυπτο ἔφθασε, προκειμένου νά γίνη, θεληματικά, τό κατ᾽ ἐξοχήν ὄργανο τῆς θείας εὐδοκίας γιά τήν σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου, καί τῶν ἀνθρώπων, καί τῶν ἀγγέλων καί γιά τόν ἀνακαινισμό ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως.
   Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἴχαμε νά ποῦμε μέ ἀφορμή τήν σημερινή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης, αὐτά ἔγιναν τότε, ἐπί βασιλέως Λέοντος τοῦ Σοφοῦ, καί ἀνάλογα θαυμαστά γεγονότα γίνονται καί θά γίνωνται, διαχρονικά, μέσα στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, γιατί ἡ Παναγία πάντα σκεπάζει καί θά σκεπάζη τούς πραγματικούς Χριστιανούς. Ἄλλωστε, ἰσάξια γεγονότα, ἔλαβαν χώρα καί κατά τό Ἔπος τοῦ 40.
Ὅμως, ἀντί ἐπιλόγου, καί ὄχι ἀπαισιοδοξίας ἕνεκεν, ἀλλά γιά να ἔχωμε κίνητρο γιά νά μετανοοῦμε μιά ὁλόκληρη ζωή, ἄς ἀναφέρωμε τό ἑξῆς σχετικά πρόσφατο γεγονός, πού ἀφορᾶ τήν προσφάτως ἀνακηρυχθεῖσα Ἁγία Σοφία,  στήν Δυτική Μακεδονία.
Κάποτε ἐθεάθη ἄκρως συγκινημένη καί λυπημένη, καί, ὅταν ἐρωτήθη γιά ποιόν λόγο αἰσθανόταν ἔτσι, ἀπεφάνθη ἡ Ἁγία Σοφία, λέγουσα, ὅτι εἶδε τήν Παναγία Μητέρα μας νά κλαίη καί νά λέη στήν Ἁγία μεταξύ τῶν ἄλλων, τά ἑξῆς. Ἀκοῦστε τί σοβαρός λόγος ἐλέχθη: «Ἔφυγε ἡ παρθενία ἀπό τήν Ἑλλάδα». Εἶπε κι ἄλλα ἡ Παναγία, πού γιά λόγους διακρίσεως δέν πρέπει νά τά ἀναφέρωμε καί τά ὁποῖα εἶναι ἐξ ἴσου σοβαρά. Σημειωτέον, ὅτι αὐτό ἔλαβε χώραν πρίν τό 1974, γιατί τότε ἐκοιμήθη ἡ Ἁγία Σοφία.
Σκεφθεῖτε δηλ., τί θά ἔλεγε ἡ Παναγία μας σήμερα, ἐν ἔτει 2012, μετά ἀπό ὅλα τά σημερινά μας ''κατορθώματα''. Γιατί, κάθε ἄλλο παρά κατορθώματα εἶναι, καί σέ προσωπικό ἐπίπεδο, καί σέ ἐθνικό ἐπίπεδο, καί σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο, καί σέ πανορθόδοξο ἐπίπεδο. Τί γίνεται μέ τόν Οἰκουμενισμό, μέ τό α´, μέ τό β´..... Τά ξέρετε.
Καί τοῦτο, διότι ἡ σημερινή κοινωνία εἶναι, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, θεληματικά μία ἀσκεπής πνευματικά κοινωνία, εἶναι μία χωρίς οὐράνια σκέπη ἁμαρτωλότατη κοινωνία καί ἀκάλυπτη σέ ὅλες τίς μορφές τῶν πνευματικῶν καταιγίδων κ.λ.π. Καί τοῦτο, διότι δέν καταφεύγομε ἔμπρακτα, καί ὡς ἄτομα, καί ὡς κοινωνία, στήν ὁλόφωτη καί ἀκατάλυτη Σκέπη τῆς Παναγίας Μητέρας μας.
Ὀψόμεθα. Καί ἐλπίζομε.
Εὔχομαι, διά πρεσβειῶν Της, νά ἀνανήψωμε πνευματικά. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται, καί μόνο ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται. Καί τότε, καί προσωπικά, καί καθολικά, νά εἴμαστε ὑπερβέβαιοι, ὅτι θά γνωρίσωμε καί θά βιώσωμε, ἀπό αὐτήν τήν ζωή, ἀπό ἐδῶ καί τώρα, τήν κραταιά Της καί ἀπόρθητη Ἁγία Σκέπη.
Καί, τότε, πάντα τά ὑπόλοιπα, γιά τά ὁποῖα τόσο ἀγωνιοῦμε, ''προστεθήσεται ἡμῖν'', σύμφωνα μέ τό ἀψευδές καί προφητικό στόμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν. Γένοιτο!
Εὐχαριστῶ πάρα πολύ. Νά εὔχεσθε, καί νά μέ συγχωρῆτε, πού, λόγῳ τῆς δικῆς σας μεγάλης προθυμίας καί προσοχῆς, ἄθελά μας, μακρύναμε τόν λόγο.
Νά εἶσθε ὅλοι καλά.
  

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἑσπερινή ὁμιλία στήν Ἱ. Μονή Ἁγ. Νικολάου  28-10-2012)




Η μάχη της Πίνδου

Η επικίνδυνη ισχνότητα του μετώπου μας στην Πίνδο απαιτεί μια ερμηνεία. Η οποία για έναν αντικειμενικό ερευνητή οδηγεί στην ανακάλυψη αλυσιδωτών ευθυνών στα ανώτερα κλιμάκια της τότε πολιτικοστρατιωτικής ηγεσίας μας, αν και υποστηρίχθηκε, ότι ακόμα και στα αμέσως προϊστάμενα του Δαβάκη; κλιμάκια επικρατούσε κάποια εχθρότητα εναντίον του, που οδήγησε στην ανεξήγητη έλλειψη ενισχύσεως του.
..Η επιτυχία του Δαβάκη συνίσταται "στην άμεση διάγνωση ενός τακτικού λάθους που έκανε ο Ιταλός μέραρχος να προχωρήσει γοργά προς τη Σαμαρίνα χωρίς να καλύψει το πλευρό της φάλαγγάς του". Ο Δαβάκης το είδε αμέσως και από τη δεύτερη μέρα του σκληρού αγώνα ήταν σίγουρος ότι χάρη σ' αυτό το λάθος "θα μάντρωνε τους Ιταλούς".

..Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης υπήρξε από τους πρωτοπόρους της ιδέας της μηχανοκίνησης του πεζικού και της χρησιμοποίησης αρμάτων ως κύριου όπλου για τη διάσπαση και καταδίωξη του εχθρού, καθώς πρόκρινε την ευελιξία των μηχανοκίνητων μονάδων έναντι της γραμμής οχυρών. Έγραψε αρκετά στρατιωτικά έργα, μεταξύ των οποίων και το βιβλίο «Ο πόλεμος του μέλλοντος»Κάνοντας τον Τζών Φρήμαν να γράψει πως ο Αντισυνταγματάρχης ήταν ο θεωρητικός προφήτης του μηχανοκίνητου πολέμου.  Ο τροβαδούρος των τανκς πάνω στις άγριες βουνοκορφές, όπου μόνον άνθρωποι και μουλάρια μπορούσαν να ανεβαίνουν στις γιδόστρατες. Είχε αφομοιώσει τον πρωτόγονο πόλεμο που έπρεπε να διεξαγάγει. Και κάθε τόσο τηλεφωνούσε στους ήρωές του στα ακραία φυλάκια. Στο 25 της Κιάφας, μια αετοφωλιά στα 2398 μέτρα, στο 24 του Κουκουλιού, στο 23 της Μπάτρας και από εκεί σε ολόκληρη την υφήλιο!

 ,,,Ο Σ. Μελάς έχει χαρακτηρίσει τον Κωνσταντίνο Δαβάκη ως "μοναδική σύνθεση προσόντων που σπάνια πάνε μαζί: Σπουδαίος 'τρουπιέ', όπως λένε οι Γάλλοι, πολέμαρχος, καπετάνιος με καρδιά βουνό, αισιοδοξία τρελή, θάρρος απροσπέλαστο, διοικητής ασύγκριτος, χέρι δυνατό, θέληση αλύγιστη, αλλά και ιδιοφυία στρατηγική, κάτοχος του εδάφους όσο λίγοι διοικητές στρατευμάτων. Ακούραστος μελετητής και γνώστης βαθύτατος της τέχνης του πολέμου, πρωτεύων στις ξένες πολεμικές Ακαδημίες, δάσκαλος αξιωματικών σπάνιος, συγγραφεύς στρατιωτικός πρωτότυπος και πρωτοπόρος - ολόκληρη βιβλιοθήκη τα έργα του - μοναδικός ιχνηλάτης των 'τακτικών καταστάσεων', ξάστερος στην κρίση, ευφάνταστος και γοργότατος στη σύλληψη του σχεδίου κι εκτελεστής άμεσος, μεγάλος μαέστρος του ελιγμού, επίμονος και παράφορος στον αγώνα". (Η δόξα του '40, σελ. 21).

Η μάχη της Πίνδου

Αλλά το κρίσιμο πρόβλημα της ελληνικής αντίστασης στην επίθεση των ιταλικών στρατευμάτων ήταν η Πίνδος. Οι λιγοστοί άνδρες του Αποσπάσματος Πίνδου με διοικητή τον Δαβάκη ήταν εντελώς ανεπαρκείς για να υπερασπιστούν ένα μέτωπο 70 χιλιομέτρων, από την Κόνιτσα ως το Επταχώρι όπου βρισκόταν και ο Σταθμός Διοικήσεως.
Ο Δαβάκης ήταν καινούργιος στην περιοχή. Είχε αναλάβει τη διοίκηση του τομέα της Πίνδου μόλις δύο μήνες πριν και είχε υπό τις διαταγές του όλα κι όλα τρία τάγματα ή μάλλον δύο, αφού το ένα, στις 28 Οκτωβρίου, βρισκόταν καθ' οδόν προς το Επταχώρι από τον Πεντάλοφο. Ετσι, όταν τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου εμφανίστηκαν οι αλπινιστές της μεραρχίας «Τζούλια», σε ένα μέτωπο από τον Γράμμο ως την Κόνιτσα, ο Δαβάκης, εκτός από το πεζικό, διέθετε μόνο έξι διμοιρίες πυροβολικού, ελάχιστα πολυβόλα στους λόχους και ακριβώς μιάμιση ορεινή πυροβολαρχία. Είχε επίσης και δύο σωλήνες όλμων, χωρίς όμως βλήματα, μια και τους όλμους τους μετέφερε το τάγμα που ερχόταν από τον Πεντάλοφο στο Επταχώρι.
Οι ειδήσεις που έφθαναν στο Επταχώρι ήταν απελπιστικές: Τα λιγοστά φυλάκια προκάλυψης που είχε ο Δαβάκης δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στον εχθρό, ο οποίος προχωρούσε ακάθεκτος στη διείσδυσή του στην Πίνδο. Τι μπορούσαν να κάνουν οι λίγοι αυτοί στρατιώτες, εκ των οποίων μάλιστα οι περισσότεροι έβλεπαν για πρώτη φορά πόλεμο; Ο Δαβάκης κρατώντας την ψυχραιμία του προσπάθησε να εμψυχώσει τους άνδρες του λέγοντάς τους ότι σε λίγο θα έφθαναν ενισχύσεις. Ωστόσο τις τρεις επόμενες ημέρες (29, 30 και 31 Οκτωβρίου) οι Ιταλοί έμοιαζαν αήττητοι: Από το βόρειο μέρος του μετώπου προσπαθούσαν να ανοίξουν δίοδο προς την Καστοριά, στο κέντρο το 8ο Σύνταγμα της «Τζούλια» ήθελε να περάσει ανάμεσα στον Γράμμο και στον Σμόλικα προς το Κεράσοβο και τη Σαμαρίνα και στα νότια το 9ο Σύνταγμα βάδιζε προς τη Βωβούσα για να φθάσει από εκεί στο Μέτσοβο. Ο Δαβάκης ήξερε ότι μόνο η έγκαιρη άφιξη ενισχύσεων μπορούσε να ανακόψει την προέλαση των Ιταλών και να αποτρέψει την κατάρρευση του μετώπου. Με τις λιγοστές δυνάμεις του προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο ούτως ώστε να φθάσουν οι ενισχύσεις.

Και, σαν πραγματικό θαύμα, χωρίς μεταγωγικά μέσα, με πεζοπορία ατέλειωτων ωρών, νηστικοί και άυπνοι έφθασαν στις 3 Νοεμβρίου στο Επταχώρι οι άνδρες της Ι Μεραρχίας Πεζικού της V Ταξιαρχίας Πεζικού ενώ ολόκληρη η Μεραρχία Ιππικού είχε αποστολή να ανακόψει την προέλαση των Ιταλών προς το Μέτσοβο. Σημαντικότατη βοήθεια στον αγώνα κατά των Ιταλών στην Πίνδο πρόσφεραν οι γυναίκες των γύρω χωριών. Με απαράμιλλο θάρρος και υπεράνθρωπη προσπάθεια κάλυπταν τις ελλείψεις του στρατού σε μεταγωγικά. Μέσα από δύσβατα μονοπάτια, κουβαλώντας στην πλάτη τους κάσες με πυρομαχικά και όπλα, ανέβαιναν στις βουνοκορφές για να δώσουν τα εφόδια στους μαχομένους.
Στο μεταξύ οι ιταλικές δυνάμεις είχαν ήδη καταλάβει τη Σαμαρίνα και τη Βωβούσα και απείχαν μόλις έξι ώρες με τα πόδια από το Μέτσοβο, το οποίο, αν το έπαιρναν, θα έκοβε την Ελλάδα στα δύο.
Στις 3 Νοεμβρίου ωστόσο οι Ιταλοί κατάλαβαν ότι οι νίκες τους ήταν πρόσκαιρες. Τα τμήματα της «Τζούλια» που είχαν προωθηθεί από το Κεράσοβο προς τη Σαμαρίνα αποκόπηκαν. Προσπάθησαν να ξεφύγουν προς τα Γρεβενά και, όταν συνειδητοποίησαν ότι η δίοδος φυλασσόταν από την Ταξιαρχία Ιππικού, εξαπέλυσαν εναντίον της μια τρομερή επίθεση. Οι ιππείς κινδύνεψαν να αποδεκατιστούν αν δεν επενέβαινε την κατάλληλη στιγμή η μικρή, εξαθλιωμένη αλλά ηρωική Ελληνική Αεροπορία. Την ίδια ημέρα η Ταξιαρχία Ιππικού μπήκε θριαμβευτικά στη Σαμαρίνα. Την επομένη τμήματα της Ι Μεραρχίας Πεζικού ανακατέλαβαν τη Βωβούσα. Ο δρόμος προς το Μέτσοβο είχε αποκοπεί για τους Ιταλούς, οι οποίοι προσπαθούσαν να ξεφύγουν όπως όπως. Ο μόνος δρόμος που τους απέμενε ήταν η οπισθοχώρηση.
Τις επόμενες ημέρες το σφυροκόπημα των Ιταλών από τους Ελληνες συνεχίστηκε και στις 10 Νοεμβρίου τα ράκη της υπερήφανης «Τζούλια» σύρθηκαν προς την Κόνιτσα όπου τους περίμενε η μεραρχία «Μπάρι», η οποία αρχικά προοριζόταν για την κατάκτηση της Κέρκυρας αλλά το ιταλικό Επιτελείο αποφάσισε να τη στείλει στην Κόνιτσα για να αντιμετωπίσει το φιάσκο των πρώτων ημερών του πολέμου.

Η Εποποιία της Πίνδου-Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αλεξάνδρου Λ. Ζαούση: 
Αλλά το πιο κρίσιμο πρόβλημα ήταν και παρέμενε η Πίνδος. Το μέτωπο που είχε να καλύψει ο Δαβάκης είχε μήκος περίπου 70 χιλιόμετρα κι εκτεινόταν σε αδρές γραμμές από την Κόνιτσα μέχρι το Επταχώρι (σ1). Το πρόβλημα όμως στην Πίνδο δεν ήταν τα χιλιόμετρα... Ήταν ο ορεινός της όγκος με την παντελή έλλειψη αμαξιτών δρόμων και τις δαιδαλώδεις διαβάσεις μέσα από ποταμιές και μονοπάτια, οι οποίες έπρεπε να αποφραχτούν από τη διείσδυση ειδικευμένων ορεινών μονάδων του εχθρού. Για το σκοπό αυτό το "απόσπασμα" του Δαβάκη διέθετε τη νύχτα της 27 προς 28 Οκτωβρίου, όλα - όλα τρία τάγματα! Ή μάλλον δύο, διότι το τρίτο τάγμα κινήθηκε από τον Πεντάλοφο προς το Επταχώρι, όπου βρισκόταν ο Σταθμός Διοικήσεως του Δαβάκη, μόλις το πρωί της 28 Οκτωβρίου... Ο Δαβάκης είχε αναλάβει τη διοίκηση του τομέα της Πίνδου μόλις δύο μήνες πριν από την εισβολή. Με το ίδιο πάθος που είχε δείξει και ο Κατσιμήτρος όργωσε την περιοχή του και προσπάθησε να δημιουργήσει εστίες αντιστάσεως. Με τη διαφορά, ότι στα οχυρά σημεία που οργάνωσε δεν είχε να διαθέσει παρά μόνο λόχους και διμοιρίες! Διέσπειρε στην Πίνδο το απόσπασμα του κυριολεκτικά κερματίζοντάς το, δηλαδή "τα σα εκ των σων"... Το πρωί της 28 Οκτωβρίου, όταν εμφανίστηκε η ΤΖΟΥΛΙΑ, εκτός από το πεζικό, διέθετε μόνο 6 διμοιρίες πολυβόλων, λίγα πολυβόλα στους λόχους και για την ακρίβεια μιάμιση (αριθμός 11/2) πυροβολαρχία ορειβατικού πυροβολικού! Στον Σταθμό Διοικήσεως στο Επταχώρι είχε κρατήσει κοντά του τα πολύτιμα "μεταγωγικά", δηλαδή τα μουλάρια... Καθώς και δύο σωλήνες όλμων, οι οποίοι όμως "εστερούντο προωθητικών φυσιγγίων". Τους όλμους τους είχε το τρίτο τάγμα που ήταν ακόμα "εν κινήσει" από τον Πεντάλοφο [04,05]...

   Η επικίνδυνη ισχνότητα του μετώπου μας στην Πίνδο απαιτεί μια ερμηνεία. Η οποία για έναν αντικειμενικό ερευνητή οδηγεί στην ανακάλυψη αλυσιδωτών ευθυνών στα ανώτερα κλιμάκια της τότε πολιτικοστρατιωτικής ηγεσίας μας, αν και υποστηρίχθηκε, ότι ακόμα και στα αμέσως προϊστάμενα του Δαβάκη; κλιμάκια επικρατούσε κάποια εχθρότητα εναντίον του, που οδήγησε στην ανεξήγητη έλλειψη ενισχύσεως του. Από ότι φαίνεται το Γ.Ε.Σ. είχε από τον Σεπτέμβριο του '40 δώσει την απαιτούμενη σημασία στον τομέα της Πίνδου. Και το ενδιαφέρον είναι, ότι αυτό οφειλόταν όχι τόσο στις πληροφορίες ότι οι Ιταλοί θα επιχειρούσαν διείσδυση μέσα από τα βουνά αλλά διότι ήθελε να χρησιμοποιήσει, το Επιτελείο μας, τη μεθόριο κατά μήκος της Πίνδου σαν βατήρα για την πρώιμη εξαπόλυση επιθετικών ενεργειών! Συγκεκριμένα, το Επιτελείο γνώριζε, ότι οι κύριες οδικές αρτηρίες από τις οποίες θα κατέβαιναν στην Ήπειρο οι Ιταλοί ήταν δύο. Η μία από το Αργυρόκαστρο στα δυτικά και η άλλη από την Κορυτσά στα ανατολικά. Η δεύτερη περνούσε από τον αναφερθέντα δρόμο Ερσέκα - Λεσκοβίκι και κατέληγε στη Μέρτζανη, την πύλη εισόδου προς την Κόνιτσα. Και από κει προς το Καλπάκι. Το Γ.Ε.Σ. γνωρίζοντας, ότι η VIII Μεραρχία θα υφίστατο το κύριο βάρος της ιταλικής εισβολής, ήθελε να την ανακουφίσει δημιουργώντας στην Πίνδο ένα ισχυρό συγκρότημα, το οποίο θα εξαπέλυε άμεσα επίθεση εναντίον της οδού Ερσέκα - Λεσκοβίκι. Ώστε να εμποδίσει την προώθηση των δυνάμεων του εχθρού προς Μέρτζανη - Κόνιτσα και Καλπάκι. Για τον σκοπό αυτό, στα μέσα Σεπτεμβρίου, ο Παπάγος ζήτησε από τον Μεταξά να προεπιστρατευθεί τουλάχιστον η Ι Μεραρχία και μετακινούμενη από Καλαμπάκα προς Πίνδο να επιτεθεί από κει στον αμαξιτό δρόμο Ερσέκα - Λεσκοβίκι. Το επιπλέον πλεονέκτημα ήταν, ότι η μεραρχία αυτή εγκαθιστάμενη στην Πίνδο, θα αποτελούσε ένα σιδερένιο κρίκο μεταξύ VIII Μεραρχίας και του Τμήματος Στράτιάς Δ. Μακεδονίας. Όπως αναφέρθηκε (σελ. 65) ο Μεταξάς, σε μια από τις τελευταίες επικίνδυνες και αντιφατικές ταλαντεύσεις του, αρνήθηκε την προεπιστράτευση, επικαλούμενος τις συμβουλές του Βερολίνου! Τις τελευταίες βδομάδες προ της εισβολής, το Τ.Σ.Δ.Μ. αλλά και το Β' Σ.Σ. (Β' Σώμα Στρατού) ζήτησαν, με δική τους πρωτοβουλία, από το Γ.Ε.Σ. να συγκροτηθούν εσπευσμένα για την Πίνδο τουλάχιστον μερικά ειδικά αποσπάσματα. Με σύνθεση το καθένα: ένα τάγμα πεζικού, μια ορειβατική πυροβολαρχία και έναν ουλαμό ιππικού. Το αίτημα αυτό δεν έγινε δεκτό [06]. στην Πίνδ όχι μόνο δεν υπήρχαν διαθέσιμες μονάδες για να εξορμήσουν από τη μεθόριο, αλλά ούτε καν επαρκείς για να την προστατεύσουν από τη διείσδυση της ΤΖΟΥΛΙΑ. Κι έτσι το "απόσπασμα αυτοκτονίας" του Δαβάκη βρέθηκε μόνο του για να γράψει κι αυτό ένα από τα μεγαλύτερα έπη του πολέμου...


Η εποποιία της Πίνδου, όπως την έχουμε βαφτίσει, είχε αρχίσει λίγο μετά τις πέντε το πρωί στις 28 Οκτωβρίου. Στον Σταθμό Διοικήσεως του Δαβάκη, στο Επταχώρι, ένας παγωμένος αέρας κατέβαινε από τον Γράμμο ενώ το χωριό κοιμόταν σκεπασμένο από την καταχνιά του ποταμού. Του Σαραντάπορου. Το σκοτάδι ήταν ακόμα πηχτό, όταν το τηλέφωνο στο Υπασπιστήριο άρχισε να χτυπάει. Ο διοικητής του ΤΣΔΜ στρατηγός Πιτσίκας ειδοποιούσε από την Κοζάνη τον Δαβάκη ότι στις 6 το πρωί θ' άρχιζε η ιταλική επίθεση! Εκεί που βρισκόταν ο Δαβάκης δεν ήταν σε θέση να ξέρει, ότι μερικά συνοριακά φυλάκια είχαν ήδη προσβληθεί από ανυπόμονους αλπινιστές στις 4 το πρωί... Λίγο μετά τις πέντε οι κορφές του Γράμμου και του Σμόλικα φωτίστηκαν σαν από αστραπές. Το βαρύ πυροβολικό που συνόδευε τη μεραρχία ΤΖΟΥΛΙΑ είχε αρχίσει το προπαρασκευαστικό "μπαράζ"... Αλλά εδώ οι μάχες δεν επρόκειτο να κριθούν με πυροβολικό και άρματα. Εδώ ο αγώνας θα γινόταν σώμα με σώμα. Και το "Απόσπασμα Πίνδου", που όλο-όλο διέθετε με βία τρία τάγματα, δεν είχε προκάλυψη επιβραδυντική άλλη παρά τις μικρές φρουρές των μεθοριακών φυλακίων! Η ιταλική ορεινή μεραρχία εισέδυσε με πρωτοφανή τόλμη στον ορεινό όγκο της Πίνδου, χρησιμοποιώντας δύο κυρίως συντάγματα. Το 8ο και το 9ο. Το πρώτο από αυτά επετέθη στο βορειότερο άκρο του μετώπου με κατεύθυνση προς Αετομηλίτσα και Λυκορράχη αφ' ενός και νοτιότερα προς τη Βούρμπιανη. Στην πρώτη κατεύθυνση το ιταλικό σύνταγμα διέθεσε σχετικά περιορισμένες δυνάμεις, αλλά πάντως συντριπτικά υπέρτερες των δικών μας, που έχασαν κάθε επικοινωνία με τον Σταθμό Διοικήσεως στο Επταχώρι. Στην κατεύθυνση Βούρμπιανης και Πυρσόγιαννης προς την οποία στράφηκε ο όγκος του 8ου συντάγματος της ΤΖΟΥΛΙΑ, υπήρχαν μόνο δύο ελληνικοί λόχοι για να το αντιμετωπίσουν... Κράτησαν όσο μπορούσαν κι έπειτα συμπτύχθηκαν. Από τη δύναμη αυτή μια διμοιρία γενναίων υπό τον ανθυπασπιστή Καφαντάρη και τον λοχία Σκυλογιάννη διολίσθησαν προς τα βόρεια και εγκαταστάθηκε στην Κιάφα σε ύψος 2.400 μέτρων υπό συνθήκες πολικού ψύχους... Στο νότιο άκρο του ορεινού μετώπου προς το οποίο μ' αιχμή την Κόνιτσα ετοιμαζόταν να επιτεθεί το άλλο σύνταγμα, το 9ο, ολόκληρη τη μέρα της 28 Οκτωβρίου βασίλευε μια ανησυχαστική ηρεμία... Και ξαφνικά στις 5 το απόγευμα μπροστά σε δύο λόχους του Αποσπάσματος Πίνδου, στην περιοχή Μόλιστας και Καστάνιανης, στα βόρεια της Κόνιτσας, ξεφυτρώνει ολόκληρο το 9ο σύνταγμα της ΤΖΟΥΛΙΑ! Οι δύο λόχοι ανατρέπονται κι αυτοί... Απεγνωσμένα ο Δαβάκης ζητάει ενισχύσεις από το τάγμα Προκαλύψεως της Κόνιτσας, που υπάγεται στην VIII Μεραρχία. Δεν υπάρχει τηλεφωνική επικοινωνία και ο Δαβάκης ζητάει να φύγουν σύνδεσμοι με "κτήνη ιδιωτικά και οδηγούς..." για να ειδοποιήσουν το τάγμα Κονίτσης. Αλλά δεν το βρίσκουν... Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Αποσπάσματος Δαβάκη και VIII Μεραρχίας έχει σπάσει...

   Η νύχτα της 28ης Οκτωβρίου βρίσκει το Απόσπασμα (σε πλήρη σύμπτυξη, αλλού με τ' όπλο στο χέρι, αλλού μ' εκδηλώσεις μεγάλης αταξίας. Για τον Δαβάκη αρχίζει τώρα ο εφιάλτης. Για το Γενικό Στρατηγείο θ' αρχίσει τις επόμενες τρεις μέρες. Φυγάδες φτάνουν στο Επταχώρι κι ένας διμοιρίτης ανθυπολοχαγός φυλακίζεται με βαριά κατηγορία - δειλία ενώπιον του εχθρού. Τον περιμένει το Στρατοδικείο. Τι ·να κάνουν οι άνδρες της ισχνής αυτής προκαλύψεως; Με την εξαίρεση του Δαβάκη, των ανώτερων επιτελών του και τριών λοχαγών, όλοι οι άλλοι αξιωματικοί και άνδρες βλέπουν για πρώτη φορά πόλεμο. Θα πάρουν το βάπτισμα του πυρός στην Πίνδο... Τις τρεις επόμενες μέρες 29, 30 ακόμα και στις 31 Οκτωβρίου, η ιταλική απειλή στην Πίνδο παίρνει διαστάσεις δραματικές... Λόχοι και διμοιρίες αποκόπτονται, ένα όργιο φημών απλώνεται που φέρνει αλπινιστές παντού, ακόμα και κει που δεν έχουν εμφανιστεί. Αλλά το πιο επικίνδυνο από στρατιωτική άποψη είναι, ότι οι διεισδύσεις της ΤΖΟΥΛΙΑ, το επιτελείο της οποίας μοιάζει να έχει μελετήσει όλες τις διαβάσεις, δείχνουν πλέον καθαρά τις απώτερες προθέσεις της μεραρχίας. Στο βόρειο άκρο του μετώπου η επιθετική αιχμή δείχνει προς το Νομό Καστοριάς, προς τον σπουδαίο οδικό κόμβο του Νεστορίου. Στο κέντρο, ο κύριος όγκος του 8ου συντάγματος διεισδύει ανάμεσα στον Γράμμο και τον Σμόλικα με κατεύθυνση το Κεράσοβο και από κει τη Σαμαρίνα! Στο νότιο άκρο το 9ο σύνταγμα επιχειρεί έναν ιδιοφυή ελιγμό. Αναστρέφεται προς τα ανατολικά και ακολουθώντας τη βόρεια όχθη του Αώου προωθείται ραγδαία προς το Δίστρατο. Αν φτάσει εκεί δεν χρειάζεται παρά να αναστραφεί άλλη μια φορά προς τα νότια. Να πάρει τη Βωβούσα και μ' ένα ακόμα άλμα το Μέτσοβο!

   Μέσα σ' αυτόν τον κατακλυσμό των τραγικών ειδήσεων ο συνταγματάρχης Δαβάκης διατηρεί την ψυχραιμία του. Παρόλο ότι βλέπει το Απόσπασμά του σχεδόν να διαλύεται, μπαλώνει, και αυτός εκ των ενόντων τα επικίνδυνα σημεία... Στις 29 Οκτωβρίου το πρωί ρίχνει το 3ο τάγμα του, που μόλις την προηγούμενη νύχτα είχε φτάσει στο Επταχώρι, σε αντεπίθεση στο ύψωμα Μούκα, από όπου οι Ιταλοί απειλούν ακόμα και τον Σταθμό Διοικήσεώς του... Προς την κατεύθυνση των αλπινιστών που προωθούνται για τη Σαμαρίνα, ρίχνει και τις τελευταίες εφεδρείες του. Από τις σχεδόν ανύπαρκτες.

   Αλλά ο Δαβάκης ξέρει πια, ότι μόνο η έγκαιρη άφιξη ενισχύσεων θ' αποσοβήσει την κατάρρευση του μετώπου. Κάνει τα πάντα για να εμψυχώσει τους άνδρες του, μεταχειριζόμενος ακόμα και ψέματα. Τους λέει, ότι από στιγμή σε στιγμή φτάνουν 4 τάγματα με πυροβολικό... Τη νύχτα της 29 προς 30 Οκτωβρίου και το μεσημέρι της 30ης, συγκλονιστικές στιγμές διαδραματίζονται στην περιοχή του Επταχωρίου. Φορεία με πληγωμένους ή αναίσθητους από το ψύχος ήρωες ροβολούν προς το χωριό. Αλλά απ' έξω από το Επταχώρι μαζεύονται και άνδρες, που έχουν συρρεύσει από όλα τα σημεία του μετώπου σαστισμένοι και φοβισμένοι. Οι περισσότεροι κρατούν ακόμα τα όπλα τους σαν να θέλουν να δείξουν ότι δεν είναι δειλοί. Καβάλα σ' ένα μαύρο κέλητα ο Δαβάκης σπεύδει προς το σημείο που συγκεντρώνονται οι "φυγάδες". Τους μιλάει και τους τονώνει το ηθικό όσο μπορεί. Μη φοβάστε... θα φτάσουν ενισχύσεις. Τούτη τη φορά δεν τους έχει πει ψέματα. Το απομεσήμερο της 30.10.40 φτάνει στο Επταχώρι η πρώτη μικρή ενίσχυση. Ένα τάγμα πεζικού υπό τον ταγματάρχη Γ. Ποτιστή και, πράγμα πολύ σημαντικό, ένας αξιωματικός σύνδεσμος από το ΤΣΔΜ. Ο ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας (σ4), που πολύ αργότερα θα συνδέσει το όνομά του με λαμπρή πολεμική δράση στη Μ. Ανατολή και στην Ιταλία. Ο Δαβάκης καταλαμβάνεται από μια απερίγραπτη ευφορία. Οι ενισχύσεις έφτασαν... Λέει στον Καραβία ότι ήρθε η στιγμή να αντεπιτεθεί! Μέσα στις τραγικές στιγμές των τριών πρώτων ημερών, ο χαλκέντερος Δαβάκης οραματιζόταν μια μεγάλη αντεπίθεση... Ο συλλογισμός του ήταν απλός. Οι δύο μεγάλες σφήνες της ΤΖΟΥΛΙΑ προωθούντο προς τη Σαμαρίνα και Δίστρατο, "αυτοκαλυπτόμενες" κατά το αριστερό τους ιδίως πλευρό, όπως λέγεται στη στρατιωτική ορολογία. Εφ' όσον στο αριστερό τους υπήρχαν ακόμα σαν πυρήνας δυνάμεις του Αποσπάσματος και κατέφθαναν εγκαίρως σημαντικές ενισχύσεις, υπήρχε η δυνατότητα να πλευροκοπηθούν και ενδεχομένως να αποκοπούν τελείως οι φάλαγγες των αλπινιστών. Στις 5 το απόγευμα της 30.10.40 στη μικρή πλατεία του Επταχωρίου έλαμψαν οι χρυσές επωμίδες... Είχε καταφθάσει ο ίδιος ο στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, διοικητής της Ι Μεραρχίας μαζί με το επιτελείο του. Η παρουσία του συμβόλιζε τη μεγάλη κινητοποίηση που είχε διατάξει το Γενικό Στρατηγείο για να φράξει την εισβολή στην Πίνδο. Αλλά ο συμβολισμός ήταν ακόμα συμβολισμός... Η Ι Μεραρχία βρισκόταν ακόμα "εν κινήσει" και ο εφιάλτης της Πίνδου θα κρατούσε ακόμα τέσσερις ολόκληρες μέρες. Μέχρι και τις 3 Νοεμβρίου...

  
Για την ακρίβεια, την τρίτη μέρα τον πολέμου οι ενισχύσεις που φτάσαν κοντά στον Δαβάκη εκτός από το τάγμα Ποτιστή, ήταν ένα απόσπασμα ιππικού υπό τον ίλαρχο Δ. Γεωργιάδη και μια διλοχία πεζικού υπό τον Βασιλόπουλο, που ακολουθούσε τους ιππείς. Η μικρή αυτή δύναμη είχε ξεκινήσει από τα Γρεβενά και υπό καταρρακτώδη βροχή και με συνεχείς πορείες έφτασε πρώτη στο Επταχώρι. Όταν μετά μερικές μέρες ανακοινώθηκε στην Αθήνα η αντεπίθεση των μεγάλων μονάδων στην Πίνδο, κυκλοφόρησε από μη γνωρίζοντες η φήμη -τη θυμάμαι κι εγώ καλά σαν έφηβος- ότι η Πίνδος σώθηκε από τη "Μεραρχία Ιππικού του Βραχνού" που κατάφερε τρόπον τινά... καλπάζοντας να φτάσει πρώτη στα βουνά. Μεραρχία ιππικού υπήρχε όχι υπό τον Βραχνό αλλά υπό τον υποστράτηγο Γ. Στανωτά και πράγματι διατέθηκε στην αντεπίθεση, αλλά λίγο αργότερα.

   Η ιστορία των τριών πρώτων ημερών της "εποποιίας της Πίνδου" παρουσιάζει μερικά αμφιλεγόμενα. Τα οποία συναντά κανείς κυρίως σε στρατιωτικά συγγράμματα. Με απόψεις ακραίες όπως ότι "ο Δαβάκης διαλύθηκε" και θα πρέπει να μιλάμε μόνο για "εποποιία Καλπακίου" μέχρι τον τίτλο ενός βιβλίου που αποκαλεί τον συνταγματάρχη Δαβάκη "Δρυν του Ταϋγέτου και Αετόν της Πίνδου"... Δεν έχω καμιά διάθεση να αναμιχθώ στις ενδοοικογενειακές αντιζηλίες των στρατιωτικών αλλά ούτε έχω και επαρκείς γνώσεις για να κρίνω. Η πιο νηφάλια πληροφορία που σημείωσα είναι ότι, στο τέλος της τρίτης μέρας (30.10.40), από το Απόσπασμα Πίνδου, μισό τάγμα κρατούσε ακόμα στο βόρειο άκρο το ύψωμα Σούφλικα του Γράμμου προς την κατεύθυνση του Νομού Καστοριάς. Το άλλο μισό είχε συμπτυχθεί "εν διαλύσει" προς το Επταχώρι. Το άλλο τάγμα είχε συμπτυχθεί προς το Βούζιον όρος και την περιοχή Σαμαρίνας. Το τρίτο τάγμα, όπως είδαμε, είχε εισέλθει καθυστερημένα στον αγώνα. Όσον αφορά το τάγμα Κονίτσης. που υπήγετο στην VIII Μεραρχία και έπρεπε να χρησιμεύσει σαν κρίκος με το Απόσπασμα Πίνδου, έχοντας χάσει επαφή με τον Δαβάκη, αλλά αντιλαμβανόμενο, ότι στο δεξιό του το Απόσπασμα υποχώρησε, κινήθηκε προς τα πίσω και εγκαταστάθηκε στη νότια όχθη του Αώου. Συνεπώς δεν επρόκειτο για ολοσχερή διάλυση του Αποσπάσματος Πίνδου. Όπως και στο μέτωπο της Ηπείρου, οι άνδρες του Δαβάκη στη μεγάλη πλειοψηφία τους πολέμησαν υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και κάτω από τη συντριπτική υπεροχή μιας ειδικευμένης στον ορεινό πό
λεμο εχθρικής μονάδας.


**Πριν από τη μάχη του Προφήτη Ηλία Φούρκας, είχε προηγηθεί το πρωί της 1ης Νοε η μάχη της Λυκορράχης, όπου ενισχυμένη Διλοχία υπό τον Ανχη Δ. Μισύρη είχε καταφέρει το πρώτο σοβαρό πλήγμα κατά των Ιταλών, με τη σύλληψη των πρώτων 220 αιχμαλώτων και 120 υποζυγίων. Ο Μισύρης τραυματίστηκε και μετά τη μάχη μεταφέρθηκε στα μετόπισθεν.Την ίδια ημέρα (1η Νοε), Διλοχία υπό τον Τχη Καραβία Ι., επιτεθείσα προς κατάληψη Ταύρου - Τσούκας αποκρούστηκε, ενώ το απόγευμα έπεσε ηρωικά μαχόμενος στην Τσούκα, κατόπιν σκληρού και εναλλασσόμένου αγώνα ο Δκτής του ενός Λόχου, ο πρώτος νεκρός Αξκός, Δωδεκανήσιος μόνιμος Υπολοχαγός Αλεξ. Διάκος, καθώς και ο αντικαταστάτης, του Εφ. Ανθλγός Ελευθ. Ντάσκας, από τα Θεοδωριανά 'Aρτας.Επίσης, την 1η Νοε, Διλοχία υπό το Σχη Κ. Δαβάκη, μετά από ηρωικό και εναλασσόμενο αγώνα, καταλαμβάνει τον Προφήτη Ηλία Φούρκας. Την επομένη (2 Νοε), ο Δαβάκης, ενώ προβαίνει σε αναγνώριση για να επιτεθεί μαζί με τη Διλοχία Καραβία προς Ταμπούκι, τραυματίζεται σοβαρά στο στήθος και μεταφέρεται αναίσθητος στα μετόπισθεν.Ο Τχης Καραβίας ακολούθως, στις 2 Νοε, επικεφαλής και των δύο Διλοχιών και τμημάτων του ΙΙΙ/52 Τάγματος, επιχειρεί ηρωική εξόρμηση προς Ταμπούρι, το οποίο καταλαμβάνει στις 3 Νοε, και στη συνέχεια τη Φούρκα - Τσούκα και τη Γύφτισσα. Ύστερα απ' αυτά, εξέλιπε κάθε δυνατότητα επικοινωνίας και ανεφοδιασμού των Αλπινιστών, βορείως του Σμόλικα. 


Οι πρώτες κρίσιμες ημέρες του πολέμου: Οι δυνάμεις των αντιπάλων και οι πρωταγωνιστές.


Από pheidias.antibaro.gr
(Δ. Λιμνιάτης, Αντιστράτηγος ε.α., “Το έπος του 1940 και ο στρατηγός Κατσιμήτρος”, περιοδικό “Ιστορία”, τ. 352, Οκτ. 1997.)
Φειδίας Ν. Μπουρλάς
Αθήνα, 3 Δεκεμβρίου 1998
“Αναφέρατε παρακαλώ εις τον κ. Αρχηγόν του ΓΕΣ ότι η προσωπική μου γνώμη είναι ότι αύριο την πρωίαν, ίσως δε και κατά την διάρκειαν της νυκτός 27 με 28 Οκτωβρίου, θα έχωμεν ιταλικήν επίθεσιν. Η Μεραρχία θα επιτελέση το καθήκον της προς την πατρίδα, συμφώνως προς διαταγάς και οδηγίας του ΓΕΣ. Δύναμαι να βεβαιώσω υπευθύνως τον κ. Αρχηγόν του ΓΕΣ, και τονίζω τούτο ιδιαιτέρως, ότι δεν θα περάσουν Ιταλοί από το Καλπάκι.”
(Υποστράτηγος Χ. Κατσιμήτρος, Διοικητής VIII Μεραρχίας Ηπείρου, σε τηλεφωνική επικοινωνία με το ΓΕΣ (Ανσχη Κορώζη), 27 Οκτωβρίου 1940.)

Οι δυνάμεις των αντιπάλων κατά την έναρξη του πολέμου.

Οι πρώτες κρίσιμες ημέρες μέχρι την ανάσχεση της επιθέσεως των Ιταλών (μάχη Ελαίας (Καλπάκι) – Καλαμά, 2-8 Νοεμ. 1940), την ολοκλήρωση της επιστρατεύσεως και την Ελληνική αντεπίθεση.

Ιταλικές δυνάμεις:

Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση: Διοικητής Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα. Θέατρο επιχειρήσεων Ηπείρου.

XXV Σώμα Στρατού:
Διοικητής Στρατηγός Κάρλο Ρόσσι. Τέσσερις μεραρχίες (23η: “Φερράρα”, 51η: “Σιένα”, 131η: Τ/Θ “Κενταύρων” και μια μεραρχία ιππικού). Συνολική δύναμη: 42000 άνδρες περίπου.
XXVI Σώμα Στρατού:
Διοικητής Στρατηγός Γκαμπριέλε Νάσσι. Τέσσερις μεραρχίες (49η: “Πάρμα”, 29η: “Πιεμόντε”, 19η: “Βενέτσια”, 53η: “Αρέτζο”). Συνολική δύναμη: 44000 άνδρες περίπου.
Μεταξύ των δύο σωμάτων στρατού, στον Τομέα της Πίνδου: 3η Μεραρχία Αλπινιστών “Τζούλια”.
Συνολική δύναμη:
59 τάγματα πεζικού, 135 πυροβολαρχίες (23 βαριές), 150 άρματα μάχης, 18 ίλες ιππικού, 6 τάγματα όλμων και ένα τάγμα πολυβόλων.

Ελληνικές δυνάμεις:

Θέατρο επιχειρήσεων Ηπείρου:
VIII Μεραρχία Πεζικού:
Διοικητής Υποστράτηγος Χ. Κατσιμήτρος, και το στρατηγείο της III Ταξιαρχίας Πεζικού με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Πεζικού Δημήτριο Γιατζή. Συνολικά περιελάμβανε: 4 διοικήσεις συνταγμάτων πεζικού, 15 τάγματα πεζικού, 16 πυροβολαρχίες, 5 ουλαμούς πυροβολικού συνοδείας, 2 τάγματα πολυβόλων κινήσεως, μία πυροβολαρχία βαρέων πολυβόλων, μία μεραρχιακή μονάδα αναγνωρίσεως. Το 39ο Σύνταγμα Ευζώνων της III Μεραρχίας (κινούμενο από την Αιτωλοακαρνανία προς Ήπειρο).
Στις 12 Οκτωβρίου 1940: Τέθηκε στη διάθεση της Μεραρχίας ο Υποστράτηγος Ν. Λιούμπας, στον οποίο ανατέθηκε η διοίκηση του τομέα της Θεσπρωτίας. Έφθασε μια αντιαεροπορική πυροβολαρχία (3 πυροβόλα), η οποία διατέθηκε για την προστασία των Ιωαννίνων. Συμπληρώθηκαν οι διοικήσεις της Μεραρχίας ως ακολούθως: Αρχηγός Πεζικού Μεραρχίας: Συνταγματάρχης Γεώργιος Ντρες. Διοικητής 4ου Συντάγματος Πεζικού: Συνταγματάρχης Κ. Παπαδόπουλος. Διοικητής 40ου Συντάγματος Ευζώνων: Συνταγματάρχης Θρ. Τσακαλώτος.
Στις 27 Οκτωβρίου 1940 η Μεραρχία έχει συμπληρώσει την επιστράτευσή της.
Θέατρο επιχειρήσεων Δυτικής Μακεδονίας:

Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ):
Διοικητής Αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας (έδρα Κοζάνη).
Το Β’ Σώμα Στρατού:
Διοικητής Αντιστράτηγος Δημήτριος Παπαδόπουλος, με τις: I Μεραρχία: Διοικητής Υποστράτηγος Δημήτριος Βραχνός, IX Μεραρχία: Διοικητής Υποστράτηγος Χρήστος Ζυγούρης, V Ταξιαρχία Πεζικού: Διοικητής Συνταγματάρχης Πεζικού Αναστάσιος Καλής, IX Συνοριακό Τομέα.
Το Γ’ Σώμα Στρατού:
Διοικητής Αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου (έδρα Θεσσαλονίκη), με τις: X Μεραρχία: Διοικητής Υποστράτηγος Χρήστος Κίτσος, XI Μεραρχία: Διοικητής Συνταγματάρχης Πυροβολικού Γεώργιος Κώσταλος, IV Ταξιαρχία Πεζικού, Διοικητής Υποστράτηγος Αγαμέμνων Μεταξάς, και τους IX, X, XI Συνοριακούς Τομείς.
Το Απόσπασμα Πίνδου:

Διοικητής ο μόνιμος εξ εφέδρων Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης (Επταχώρι). Τομέας ευθύνης μεταξύ του δεξιού της VIII Μεραρχίας και του αριστερού της IX Μεραρχίας (ανάπτυγμα ΖΕ 37 χλμ. περίπου). Περιελάμβανε: Το 51ο Σύνταγμα Πεζικού (μείον), μία ορειβατική πυροβολαρχία 75 χιλ., έναν ουλαμό πυροβολικού συνοδείας των 65 χιλ. και έναν ουλαμό ιππικού. Είχε σοβαρές ελλείψεις σε οπλισμό, ιματισμό, υπόδηση και εφεδρικά πυρομαχικά. Από 8 διοικητές λόχων 2 ήταν Ανθυπολοχαγοί και 2 Έφεδροι Λοχαγοί. Από τους 32 Διμοιρίτες 3 μόνο ήταν μόνιμοι.
Συνολική δύναμη:
39 τάγματα πεζικού, 40½ πυροβολαρχίες διαφόρων διαμετρημάτων. Δύναμη περίπου 35000 άνδρες.

Σύγκριση δυνάμεων:

Στην Ήπειρο: Έναντι των 22 ταγμάτων πεζικού, 3 συνταγμάτων ιππικού, 61 πυροβολαρχιών (18 βαριές) και 90 αρμάτων μάχης του XXV Ιταλικού Σώματος Στρατού, υπήρχαν 15 τάγματα πεζικού, μία ομάδα αναγνωρίσεως και 16 πυροβολαρχίες (2 μόνο βαριές) της VIII Μεραρχίας.
Στην Πίνδο:
Έναντι 5 ταγμάτων πεζικού, μιας ίλης ιππικού της Ιταλικής Μεραρχίας Αλπινιστών, υπήρχαν 2 τάγματα πεζικού, μια ίλη ιππικού και μιάμιση πυροβολαρχία του αποσπάσματος Πίνδου.
Στη Δυτική Μακεδονία:
Έναντι 17 ταγμάτων πεζικού, μιας ίλης ιππικού, 24 πυροβολαρχιών (5 βαριές) και 10 αρμάτων μάχης του XXVI Ιταλικού Σώματος Στρατού, υπήρχαν 22 τάγματα πεζικού, 2 ομάδες αναγνωρίσεως και 22 πυροβολαρχίες (7 βαριές) του ΤΣΔΜ.
Συμπεράσματα:
Στην Ήπειρο ήταν συντριπτική η υπεροχή των Ιταλών σε πυροβολικό και άρματα. Στην περιοχή Δυτ. Μακεδονίας οι μονάδες ήταν ισοδύναμες με μικρή υπεροχή των Ελληνικών. Στην περιοχή της Πίνδου οι Ιταλοί υπερτερούσαν σε αναλογίες 1:2 περίπου στο πεζικό και 1:4 στο πυροβολικό.
Να επισημανθούν και τα ακόλουθα: Η ασφάλεια των Ελληνικών ακτών ήταν επισφαλής, λόγω της συντριπτικής υπεροχής του Ιταλικού ναυτικού. Στηριζόμαστε μόνο στις ναυτικές δυνάμεις της Μ. Βρετανίας και στις δεσμεύσεις της Ιταλίας με τη Λιβύη. Στην αεροπορία, η Ιταλική είχε την κυριαρχία. Έναντι 400 Ιταλικών αεροσκαφών, διαθέταμε 143 παλαιού τύπου και μικρής αποδόσεως. Τα 65 διαφόρων αποστολών (βομβαρδιστικά κ.λπ.) ήταν σε καλή κατάσταση.
Να προσθέσουμε ακόμα ότι: Η αμυντική οργάνωση του Ελληνικού εδάφους, κυρίως στην Ήπειρο, με τις έντονες προσπάθειες της VIII Μεραρχίας, το δύσβατο του εδάφους με τα περιορισμένα δρομολόγια και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ήταν αρνητικοί παράγοντες για τις επιθετικές επιχειρήσεις των Ιταλών.
Στρατηγικό συμπέρασμα:
Η έκβαση των επιχειρήσεων κυρίως στην Ήπειρο (τοποθεσία Ελαίας-Καλαμά) ήταν υπόθεση τόλμης και αντοχής της VIII Μεραρχίας τις 5-10 πρώτες ημέρες, διότι, με τον ερχομό των ενισχύσεων και την πτώση του ηθικού των Ιταλών (επακόλουθο της αποτυχίας), η πλάστιγγα θα έγερνε υπέρ των Ελληνικών δυνάμεων. Αυτό πέτυχε η VIII Μεραρχία με διοικητή τον γενναίο Υποστράτηγο Χ. Κατσιμήτρο. 
το είδαμε εδώ

Μία λευκή σελίδα ιστορίας μας περιμένει όλους...

Γράφει ο Κωνσταντίνος Τερζής

Κλείσανε οι ουρανοί από τα σύννεφα που απλώθηκαν πάνω από τούτη την γη.
Σφίγγουν οι καρδιές όλων γιατί ξέρουν πως σιμώνει το μεγάλο κακό.
Χορεύουν οι δαίμονες γιατί κατάφεραν να χωρίσουν αδερφούς, και να τους βάλουν τον ένα απέναντι στον άλλο.
Κλείνει ο χρόνος κι όλοι ετοιμάζονται…
Πριν σκύψουμε ας σκεφτούμε τι θα είμαστε, τι θα γίνουμε μετά...

Φίλοι για τούτη τη χώρα δεν υπήρξαν ποτέ, ούτε και τώρα. Κάναμε φίλους που μετρούσαν το συμφέρον τους και δίνανε τα χαμόγελά τους για να πάρουν ασήμια και χρυσαφικά.

Έρχεται η ώρα που θα μετρήσει η ιστορία για όλους.
Γι ανθρώπους και για κτήνη.

Μείναμε πάλι μονάχοι απέναντι στα θηρία και τα δουλικά τους.

Εσύ, εγώ, όλοι μας, γυρίσαμε την μαύρη σελίδα του βιβλίου της ζωής και τώρα έχουμε μπροστά μας μία λευκή σελίδα ιστορίας που περιμένει από εμάς να γραφτεί…

Εσύ κι εγώ δεν έχουμε άλλο δρόμο από εκείνον της αξιοπρέπειας, από εκείνον που θα μας φέρει ίσα με άξιους προγόνους…

Εσύ, εγώ, όλοι μας, μείναμε μονάχοι να παλέψουμε για να κρατήσουμε εκείνα που μας παραδόθηκαν, μα πιότερο για να σταθούμε όρθιοι στις σύγχρονες παγκόσμιες Θερμοπύλες, και να ξαναφέρουμε το φως που κρύβουν οι δαίμονες κι οι υποτακτικοί τους…

Εσύ, εγώ, εμείς όλοι, για τα ιερά και τα όσια της φυλής, για την ζωή που θέλουμε κι όχι γι αυτή που μας προορίζουν, μείναμε εδώ να παλέψουμε για το αληθινό το χρέος, το χρέος σε νεκρούς μα και σε αγέννητους...

Μ’ όλα τ’ ανάποδα και τα στραβά που κουβαλάει η φυλή μας, τώρα καλούμαστε να αρνηθούμε υποταγή στην ισχύ των δαιμόνων και ν’ αγωνιστούμε ενάντιά τους, γιατί ο Πλάστης και Δημιουργίας μας έκαμε ανθρώπους λεύτερους κι όχι δούλους…

Κι αν έχουμε μέσα μας Θεό, με την Παναγία κι όλους τους Αγίους στο πλευρό μας, θα κάμωμε τον σταυρό μας και θα ριχτούμε σαν τρελοί στη νέα μεγάλη μάχη του ανθρώπου ενάντια του κακού…
Ήρθε ο χρόνος που το σκοτάδι θα γίνει πηχτό, γιατί πάντα έτσι γίνεται πριν να χαραξει...
Ας αδράξουμε, λοιπόν, την ευκαιρία που μας δίνεται, να τιμήσουμε και να τιμηθούμε...

Καλή δύναμη, αδερφοί, στα δύσκολα που έρχονται…
Κι όσοι σταθείτε δυνατοί κι όρθιοι, να δίνετε χέρι στους αδύναμους κι άμαθους, να τους σηκώνετε και να τους βάζετε στο πλευρό σας, μην τους αφήσετε μόνους, μην χωριστείτε... Γιατί ετούτες τις μαύρες ημέρες, δεν πρέπει να λείψει κανείς, για να γιορτάσουμε την επομένη, όλοι μαζί, της λευτεριάς μας το ποθούμενο…


πηγή 
Το είδαμε εδώ

Τεστ διασπορας ψευδων ειδησεων



Το οποιο τιμωρειται απο τον νομο. Δημητρης Καμμενος
Ππ



 
 πηγή

Ἑλλάδα μου

Γράφει ὁ π. Ἀνδρέας Κονάνος
 (σχετικά με την 28η Οκτωβρίου) 
 
Ἂς βρουμε λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας αὐτὲς τὶς μέρες  νὰ σκεφτοῦμε μὲ εὐγνωμοσύνη ὅλους αὐτοὺς  ποὺ ἔκαναν κάτι μεγάλο ἢ μικρὸ γι' αὐτὴ τὴν πατρίδα, τὴν Ἑλλάδα μας!...
Πού πείνασαν, κρύωσαν, φοβήθηκαν, τρόμαξαν,  μὰ τὰ ξεπέρασαν, οἱ περισσότεροι, καὶ πολέμησαν.  Πού βγῆκαν ἀπ' τὴ στενὴ μικρή τους οἰκογένεια,  καὶ σκέφτηκαν κάτι εὐρύτερο. Πού αἰσθάνθηκαν ἑνωμένοι σὲ μεγάλο βαθμὸ μὲ ὅλους. Πού ἀγάπησαν ἀρκετὰ ἁγνά, καὶ ἔδωσαν χρόνο, χρῆμα,  δάκρυ, αἷμα, μέλλον κι ὄνειρα,  γιὰ τὸ γενικὸ καλό του τόπου.


Ἂς βάλουμε νοερὰ μία βαθιὰ μετάνοια,  ἂς φιλήσουμε τὸ χῶμα ποὺ πατᾶμε, κι ἂς νιώσουμε τὰ πνεύματα αὐτῶν τῶν πεινασμένων καὶ τυμπανισμένων κορμιῶν νὰ μᾶς ραίνουν καὶ νὰ μᾶς φυσοῦν τὸ δικό τους ἀέρα, τῆς λεβεντιᾶς καὶ τοῦ θάρρους. Κι ἂς δοῦμε, νοερὰ καὶ προσευχητικά, τὴν Ἑλλάδα τῆς....




κρίσης καὶ τῆς γενικῆς κατάπτωσης, πάλι μέσα στὸ Φῶς καὶ τὸ ἐρχόμενο Μεγαλεῖο. Καὶ μετά, ἂς ξυπνήσουμε.  Κι ἂς κάνουμε πράξεις ἀνάλογες. Ἱστορικὰ ὑπεύθυνες, πολιτικὰ ὥριμες, ἔξυπνες καὶ δημιουργικές. Γιὰ νὰ γίνει τὸ Ὅραμα πραγματικότητα. Ή, ἂς συνεχίσουμε νὰ βλέπουμε ἐκστατικοὶ τὸ ¨Dancing with the stars¨, ἢ τὸ καταπληκτικὸ Pretty bra, μὲ 50% ἔκπτωση.
Το είδαμε  εδώ

Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2014

Έτσι κερδίζονται οι νίκες…



Γράφει ο Δημητρης Νατσιος
Δάσκαλος, Κιλκίς Ξεφύλλιζα αυτές τις ημέρες έναν τόμο, τιτλοφορείται: «Η εποποιΐα 1940-41», εκδόσεις «Αρχείον Ιστορικόν Σελίδων» (του 1965), ο οποίος περιέχει, σε φωτοτυπίες, πρωτοσέλιδα εφημερίδων της εποχής του 1940-41, κατά την διάρκεια τής μεγαλειώδους νίκης. Σε πολλά διαβάζουμε κείμενα πολεμικών ανταποκριτών.
Σ’ ένα απ’ αυτά ο Αλέκος Λιδωρίκης (δημοσιογράφος και γνωστός θεατρικός συγγραφέας 1907-1988), τον Ιανουάριο του 1941, γράφει στην εφημερίδα «Η ΝΙΚΗ», για «το μεγάλο μυστικό των πολεμιστών μας». Ζει με τους στρατιώτες, μοιράζεται τα πάθια και τους καημούς τους, χαίρεται και καμαρώνει την αντρειοσύνη τους. «Κάπου στο μέτωπο», όπως σημειώνει, συναντά έναν φαντάρο.
Αντιγράφω: «Αυτό που μου ‘κανε κατάπληξη, που μου ‘δωσε συγκίνηση, που έκθαμβο με κράτησε για αρκετά λεπτά, ήταν το θέαμα ενός φαντάρου, που κουρασμένος, τσακισμένος, με γένεια ατίθασα και άτακτα, αιματωμένος, λασπωμένος, είχε τραβήξει μοναχός κάτω από ένα δέντρο και κάτι χάραζε σ’ ένα χαρτί. Πλησίασα για να τον δω, βέβαιος πως γράφει στην μάνα, στη γυναίκα του, στο σπίτι… Μα τί μεγάλο λάθος! Με τη ορθογραφία που κρατώ, διάβασα αυτούς τους στίχους:
“Βρε τη κανόνια, τη ντουφέκια, τη κακό/στους Ιταλούς σκορπίσαμαι παντού τον πανικό/Βόηθα Χριστέ και Παναγιά και ση άγιου Ανδρέα/στη χάρη σου να φθάσωμε όλος ο στρατός παρέα”.
Τον κοίταξα, με κοίταξε… Αυθόρμητα με πήρε το γέλιο, που ίσως να έμοιαζε με κλάμα…
-Βρέ συ, τι κάνεις; τον ρώτησα χτυπώντας τον στον ώμο…
Σήκωσε το κεφάλι του, έξυσε τ’ αγριωπά του γένεια, με την παλάμη ολόκληρη. Κι απάντησε:
-Γλεντάω!
Μία λέξη… Μέσα σ’ αυτήν ας διακρίνει ο αναγνώστης κάτι από το μυστήριο, το ανεξάντλητο γοητευτικό μυστήριο που κρύβει στην ψυχή του ο αγαπημένος στρατιώτης μας».
Γλέντι ήταν το ’40 για τον λαό μας, τον οπλίτη και τον πολίτη. Πανηγύρι ήταν ο πόλεμος. Γλεντούσε, καταματωμένος ο άγνωστος στρατιώτης. Το μυστικό, το γοητευτικό μυστήριο, που τάραζαν τα σπλάχνα του-και δεν μας το αποκαλύπτει ο αείμνηστος Λιδωρίκης-ήταν ένα, απλό και μεγαλοπρεπές: το ντροπή να ντροπιαστούμε. Εκείνη η γενιά, η γενιά του ’40, σκαρφάλωσε στις περήφανες αετοκορφές, «κομμένες θαρρείς απ’ το χέρι του Θεού», γιατί άφηναν πίσω τους «λίκνα και τάφους, που μουρμουρίζουν» (Νικ. Βρεττάκος), το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα την μέθυσε, μία νηφάλιος μέθη που στην γλώσσα μας λέγεται φιλοπατρία.
Θυμήθηκα μια φράση του αγίου Κοσμά του Αιτωλού: « …Καθώς ένα χελιδόνι χρειάζεται δύο πτέρυγας διά να πετά εις τον αέρα, ούτω και ημείς χρειαζόμεθα αυτάς τα δύο αγάπας-αγάπην εις τον Θεόν μας και εις τους αδελφούς μας-διότι χωρίς αυτών είναι αδύνατον να σωθώμεν» («Κοσμάς ο Αιτωλός», επ. Αυγουστίνου Καντιώτου, σελ. 109).
Αν θέλουμε και μεις ως πατρίδα να πετάξουμε, πρέπει να αποκτήσουμε και πάλι τα πρωτινά μας φτερά τα μεγάλα. Και η μία «πτέρυγα» λέγεται φιλοπατρία και η άλλη πίστη.
Το ’40, το βράδυ που επισκέφτηκε ο Γκράτσι τον Μεταξά και κηρύχτηκε ο πόλεμος, ξεκίνησε μία κρίση. Σ’ εκείνη την κρίση ο λαός μας, δεν κρύφτηκε στα υπόγεια, όπως τον θέλουν οι Γραικύλοι της σήμερον, που γράφουν τις έντυπες μαγαρισιές και τις περνούν και στα σχολικά βιβλία. (Βιβλίο Γλώσσας Ε’ Δημοτικού, σελ. 44-45). Σ’ εκείνη την κρίση δεν περίμεναν από τα κεντρικά δελτία ειδήσεων των καναλιών, να βρουν παρηγοριά.
Διαβάζω και πάλι μία άλλη ανταπόκριση του Αλ. Λιδωρίκη, στην εφ. «Ασύρματος» αυτή τη φορά, στις 25 Μαρτίου του 1941.
«Απάνω στην Κλεισούρα μία νύχτα βροχερή και σκοτεινή, θυμάμαι ένα παλληκαρόπουλο που άκουγε σκεπτικό τ’ άλλα παιδιά να τραγουδάνε σιγά-σιγά, γλυκά-γλυκά, πεσμένα και κουκουλωμένα πάνω και μέσα στις κουβέρτες τους και στα αντίσκηνά τους. Θολώσανε έξαφνα τα μάτια του.
-Ξέρεις τι σκέπτομαι; μου είπε. Πώς ήμασταν ως τώρα γενιά φτωχή και αλογάριαστη και παρεξηγημένη. Μας έλεγαν ανάξιους των προγόνων μας, μιλούσανε μόνο γι’ αυτούς και μας ξεγράφανε τους νέους, σαν να μην είχαμε και μεις στα στήθη μας φωτιά…
Αυτό ήταν το μεγάλο λάθος που φτάσαμε ως κι οι ίδιοι-εμείς οι Έλληνες-να το πιστέψουμε απόλυτα. Είχαμε λησμονήσει κι αυτούς τους στίχους του μεγάλου Σολωμού:
-Η ψυχή μου αναγαλλιάζει
πως ο κόρφος καθεμιάς
γλυκοβύζαχτο ετοιμάζει
γάλα αντρειάς και ελευθεριάς».
Ίσως και σήμερα αυτό το άθλιο, τρισάθλιο και κακόβουλο ψέμα μας καθηλώνει, μας παραλύει. Πώς νέρωσε πια το γάλα της Ελληνίδας μάνας μας, πως σβήστηκε η Παράδοση. Όχι. Τίποτε δεν χάθηκε. Αν φύγουν τα σάβανα και οι σαβανωτές μας, ξένοι και οι ημέτερες ανθρωποκάμπιες της πολιτικής, θα λάμψει και πάλι η ηλιόλουστη Ελλάδα μας.
Να κλείσω μ’ ένα από τα ηρωϊκότερα επεισόδια εκείνου του καιρού. Το διηγήθηκε ο Στρατής Μυριβήλης, κατά την εκφώνηση του πανηγυρικού στην Ακαδημία Αθηνών στις 27 Οκτωβρίου του 1960.
«Είχε οργανωθή, όπως θα θυμάστε, κατά τη διάρκεια του αγώνος υπηρεσία μεταγγίσεως αίματος, από τον Ερυθρό Σταυρό της Ελλάδος. Είχα ένα φίλο γιατρό, σ’ αυτή την υπηρεσία, λοιπόν πήγαινα κάπου-κάπου να τον δω και να τα πούμε.
Ο κόσμος έκαμε ουρά κάθε μέρα για να δώση το αίμα του για τους τραυματίες μας. Ήταν εκεί νέοι, κοπέλες, γυναίκες, μαθητές, παιδιά, που περίμεναν τη σειρά τους. Μια μέρα λοιπόν ο επί της αιμοδοσίας φίλος μου γιατρός, είδε μέσα στη σειρά των αιμοδοτών που περίμεναν, να στέκεται και ένα γεροντάκι.
-Εσύ, παπούλη, του είπε ενοχλημένος, τι θέλει εδώ;
Ο γέρος απάντησε δειλά:
-Ήρθα κ’ εγώ, γιατρέ, να δώσω αίμα.
Ο γιατρός τον κοίταξε με απορία και συγκίνηση. Ο γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Η φωνή του έγινε πιό ζωηρή.
-Μη με βλέπεις έτσι, γιατρέ μου. Είμαι γερός, το αίμα μου είναι καθαρό, και ακόμα ποτές μου δεν αρρώστησα. Είχα τρεις γιούς. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας. Όμως μου είπαν πως οι δυό, πήγαν από αιμορραγία. Λοιπόν, είπα στη γυναίκα μου, θα ‘ναι κι άλλοι πατεράδες, που μπορεί να χάσουν τα παλληκάρια τους γιατί δε θα ‘χουν οι γιατροί μας αίμα να τους δώσουν. Να πάω να δώσω κ’ εγώ το δικό μου. “Άϊντε, πήγαινε, γέρο μου” μου είπε κι ας είναι για την ψυχή των παιδιών μας. Κ’ εγώ σηκώθηκα και ήρθα.
Αγαπητοί φίλοι.
Σας ανέφερα περιπτώσεις που μπορούν και έπρεπε να γράφουνται στα βιβλία των παιδιών μας, όταν θ’ αποχτήσουν τα παιδιά μας τα βιβλία που πρέπει, όπως αναφέρουνται παραδείγματα για την ανδρεία και την αρετή των Ελλήνων, ξεσηκωμένα απ’ την αρχαία μας ιστορία. Από κανένα απ’ αυτά τα ιστορικά παραδείγματα δεν είναι κατώτερα αυτά που είδα και άκουσα στην προκάλυψη του Ελληνικού Στρατού, το χειμώνα του ’41. Όμως καμμιά ιστορία, ούτε η αρχαία ελληνική, δεν αναφέρει ένα παράδειγμα, σαν κι αυτό που μου διηγήθηκε ο φίλος μου ο γιατρός του Ερυθρού Σταυρού. Το νέο στοιχείο που προσθέτει τούτη η διήγηση, είναι το στοιχείο της αγάπης. Είναι το στοιχείο του χριστιανικού αλτρουισμού, με το οποίο η θρησκεία του Ιησού συμπλήρωσε τον κανόνα της αρετής που μας παράδωσε η αρχαία Ελλάδα. Ανδρείους μπορεί να βγάλη κάθε πατρίδα. Αγίους, όμως, μόνο η Ελλάδα».
πηγή

Θα ξαναπούμε ΟΧΙ;




Γράφει ο Απόστολος Παπαδημητρίου
Ο ελληνισμός διέρχεται την τρίτη μεγάλη παρακμή στη μακραίωνη ιστορική του πορεία. Κατά τις δύο προηγούμενες κατέστη εύκολη λεία εισβολέων, Ρωμαίων και Τούρκων. Αποφεύγοντας να εγκύψουμε στα αίτια της παρακμής και να διδαχθούμε από τα σφάλματα των προγόνων μας συνήθως υπερτονίζουμε την προσφορά των πολιτιστικών αγαθών μας στους κατακτητές. Σήμερα δεν διατρέχουμε κίνδυνο κατάκτησης της ίδιας μορφής με τις άλλες του παρελθόντος, είμαστε όμως, δυστυχώς, εν αγνοία μας κατακτημένοι. Έχουμε υποταχθεί σε τρόπο βίου αλλοτριωτικό, τα πρότυπα του οποίου είναι η παντελής λήθη της παράδοσης και των πολιτιστικών αξιών μας, η παραίτηση από κάθε είδους δημιουργία, ο άκρατος καταναλωτισμός και ο δουλοπρεπής μιμητισμός. Υποταγμένοι στο πλασματικό αυτό είδος βίου, άβουλοι και μοιραίοι, προβαίνουμε σε απόπειρα εορτασμού των λαμπρών επετείων του παρελθόντος οκνοί και ράθυμοι υπό την επήρεια κάποιων τύψεων για την αναξιότητά μας έναντι εκείνων που έγραψαν τα έπη ή με διάθεση να τους μειώσουμε, ώστε να σμικρύνουμε το χάσμα που μας ξεχωρίζει απ’ αυτούς!   
Βέβαια δεν μας λείπουν τα παχιά λόγια κατά τον εορτασμό των επετείων, καθώς η «ξύλινη» γλώσσα των πολιτικών έχει ιδιαίτερη πέραση τέτοιες ημέρες. Πολύς ο λόγος κατ’ αυτές για την εθνική ενότητα και ομοψυχία από τους εκποιητές του έθνους στις αγορές του διεθνισμού και η εκ του ασφαλούς καταδίκη του ολοκληρωτισμού, τον οποίο δεν παύουν να εκτρέφουν όσοι φυγάδευσαν ιδανικά και οράματα και οδήγησαν σε ακραία πείνα την ψυχή του λαού, ο οποίος άγεται και φέρεται από τους δημαγωγούς, ώσπου να κορυφωθεί η αγανάκτησή του και να ζητήσει λύτρωση σε επίδοξους σωτήρες, που υπόσχονται την ανάσταση της πατρίδας!
Είπαμε ΟΧΙ το 1940 στον επίβουλο εισβολέα. Φλυαρία ακατάσχετη μας καταλαμβάνει σχετικά με το ποιος το είπε, ο Μεταξάς ή ο λαός. Και χάνεται η ουσία του ΟΧΙ κάτω από τον σωρό γελοίων απόψεων ένθεν και ένθεν. Η ουσία είναι ότι μπορεί το δικτατορικό τότε καθεστώς της χώρας μας να είχε στοιχεία έκδηλα της συγγένειας με τα άλλα του ολοκληρωτισμού, όμως η πατρίδα μας ήταν γερά δεμένη στο άρμα της Βρετανίας, η οποία είχε τότε τον τελευταίο λόγο για κάθε τι το συμβαίνον στη χώρα μας. Αυτή την υποταγή, η οποία μας οδήγησε λίγο αργότερα στον εμφύλιο σπαραγμό και ως σήμερα μας οδηγεί σε πλήθος εθνικών ταπεινώσεων, αποφεύγουμε να σχολιάσουμε έστω και κατ’ ελάχιστο. Πώς να σταθούν οι σήμερα κρατούντες μπροστά στους νεκρούς, που βροντοφώναξαν το ΟΧΙ, αφού γνώρισμά τους είναι το ΝΑΙ σε όλες τις εντολές των πατρώνων τους. Γι’ αυτό και είναι ανυπόφορες γι’ αυτούς οι επέτειοι! Τελικά ποιός είπε το ΟΧΙ; Ασφαλώς ο δοτός από τους Άγγλους πρωθυπουργός Μεταξάς. Το κύριο όμως είναι το ποιος έγραψε το έπος. Και πέρα από κάθε αμφισβήτηση απάντηση στο ερώτημα είναι: Ο λαός μας! Ένας λαός ψυχωμένος, ενωμένος και με πίστη ότι είναι υπόθεση ιερή το «αμύνεσθαι περί πάτρης». Από πού άντλησε τις δυνάμεις ο λαός να αντισταθεί με τόσο σθένος στον εισβολέα; Το ερώτημα συνήθως αποφεύγεται να τεθεί, καθώς η απάντηση αποκαλύπτει τη γυμνότητά μας!    
Ο λαός μας είχε τότε ακόμη βαθειά πίστη στο Θεό και επίκεντρο του βίου του αποτελούσε η Εκκλησία. Ακόμη και εκείνοι, που είχαν δηλώσει υποταγή στο πνεύμα της Δύσης, πριν ο εχθρός προσβάλει τα σύνορά μας, και είχαν επηρεαστεί από την υλιστική φιλοσοφία, είχαν τρυφερές αναμνήσεις από την παιδική τους ηλικία μιας γιαγιάς, που άναβε το καντηλάκι και σταυροκοπιούνταν ατέλειωτα μπροστά στα εικονίσματα. Κι αυτή είχε επαρκή τη σοβαρότητα, που εκδηλωνόταν ως στάση βίου, ώστε να μην πιάνουν τα επιχειρήματα των «φωτισμένων» περί της πατροπαράδοτης δεισιδαιμονίας των αγραμμάτων. Αυτές οι γιαγιές και οι μανάδες ξεπροβόδισαν τα βλαστάρια τους με πόνο ψυχής προσφέροντάς τους για φυλακτό ένα σταυρουδάκι ή ένα εικονισματάκι. Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί την προσφορά τους; Γιατί άραγε όλες εκείνες οι μάνες δεν κλαψούριζαν απεγνωσμένα, αφού αντιλαμβάνονταν ότι ενδεχομένως να μην ξανάβλεπαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα; Γιατί οι νέες δεν ζήλευαν την πατρίδα, που άρπαζε από την αγκαλιά τους τον αγαπημένο τους; Γιατί τότε τα ιδανικά αποτελούσαν το άρωμα του βίου κι’ αυτά εξύμνησε και η τραγουδίστρια της νίκης! Σήμερα λέμε ΝΑΙ σε όλα, γιατί δεν έχουμε τη διάθεση να χάσουμε την χοιροτροφή, που μας προσφέρουν ως αντάλλαγμα της υποταγής μας! Έχουμε απομακρυνθεί από την πίστη στον Θεό και τη φιλοπατρία, για να απολαύσουμε τα αγαθά της ειρήνης, όπως ισχυριζόμαστε. Μόνο που η απόλαυση της χοιροτροφής οδηγεί σε κορεσμό και βυθιζόμαστε στο υπαρξιακό κενό, το οποίο καταβάλλουμε απέλπιδες προσπάθειες να πληρώσουμε με πλήθος υποκαταστάτων των ιδανικών, τα οποία υποκατάστατα απλώς εντείνουν τα αδιέξοδα! Να το ομολογήσουμε; Δεν μας αφήνει η έπαρση και η αλαζονεία μας. Γι’ αυτό επιμένουμε να αυτοδικαιωνόμαστε ισχυριζόμενοι ότι ακολουθούμε ορθή πορεία.    
Πώς να προβάλουμε το έπος του 40; Πώς να πιστέψουμε το θαύμα, που καταθέτουν οι πολεμιστές, που είχαν έντονη την αίσθηση της παρουσίας της Παναγίας στο πλάι τους. Είναι προτιμότερο για μας, τους βιώνοντες χωρίς ελπίδα (άρα και ελεύθερους κατά Καζαντζάκη) να τους χαρακτηρίσουμε αλαφροΐσκιωτους και ονειροπαρμένους. Πώς να δεχθούμε ότι στέκονταν όρθιοι στο ξεροβόρι σε βουνοκορφές με τον υδράργυρο να ταπεινώνεται στους τριάντα βαθμούς υπό το μηδέν; Πώς να δεχθούμε ότι κάποιοι πέθαναν στην προσπάθειά τους να περισώσουν τη σημαία της μονάδας, αυτήν που εμείς σήμερα απολαμβάνουμε, όταν αποσπάται από τα Ίμια ή καίεται σε διαδηλώσεις;    
Έχουμε πολλούς λόγους να ταπεινώνουμε κατ’ έτος με τον ψευτοεορτασμό των επετείων τους πρωταγωνιστές του έπους. Δυστυχώς δεν αντιλαμβανόμαστε ότι επιτείνουμε τη δική μας ταπείνωση, καθώς αποκαλύπτουμε τη μικρότητά μας. Αν η στάση μας αυτή συνεχιστεί για γενιές, τότε η άτεγκτη ιστορία δεν θα μας διατηρήσει στο προσκήνιο με το να την δωροδοκήσουμε με δάφνες προγονικές. Ο εχθρός που μας κατέλαβε δεν είναι σαν τους άλλους. Είναι ύπουλος και εκμαυλιστικός. Λέει πως δεν ζητά τίποτε από μας και ήδη μας τα πήρε όλα. Διορθώνουμε: Του τα δώσαμε όλα και μάλιστα τον υποδεχθήκαμε ως ελευθερωτή από το χρέος που μας κληρονόμησαν οι πρόγονοί μας: Να μαχόμαστε υπέρ πίστεως και πατρίδος. Εκείνο το χρέος ήταν επαχθές και απεχθές. Προτιμούμε το οικονομικό χρέος, που, όπως μας λένε, είναι βιώσιμο ακόμη και αν εμείς σβήσουμε!
 «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»

Πηγή
Το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...