Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 24, 2014

«Χριστός γεννάται – Αλητινώς γεννάται» Χριστουγεννιάτικα έθιμα Καππαδοκίας

 Τὸ νὰ ἀπαριθμήσει κανεὶς τὰ διάφορα ἔθιμα τῶν Καππαδοκῶν, τουρκοφώνων καὶ ἑλληνοφώνων, τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ Δωδεκαημέρου ἀποτελεῖ ἴσως μία στείρα ἐπαναλαμβανόμενη ἐτησίως περιγραφικὴ λαογραφία μὲ ἀντικειμενικὸ ἐρώτημα: πρὸς τὶ; Μήπως τὰ ἴδια ἤ περίπου τὰ ἴδια ἔθιμα δὲν ἐπαναλαμβάνονται καὶ σὲ ἄλλες περιοχὲς τοῦ Μικρασιατικοῦ ἤ τοῦ ἐν γένει Ἑλληνισμοῦ; Θὰ μποροῦσε ἄραγε ἡ ἔκθεση τῶν χριστουγεννιάτικων ἐθίμων, ὅπως ἡ προετοιμασία ἐδεσμάτων, στὴν ὁποία ἀναφερόμαστε συχνὰ, νὰ προσφέρει μία εἰκόνα μεγαλύτερου πνευματικοῦ βάθους στὸν ἀναγνώστη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ ἔχει ἤδη σχηματίσει γιὰ τὸν καππαδοκικὸ Ἑλληνισμὸ; Ἤ ἄλλως, ἦταν ὁμοιογενὴς αὐτὸς ὁ Ἑλληνισμὸς ἤ περιέκλειε ἰδιαιτερότητες καὶ διαφορὲς στὶς κοινότητὲς του, οἱ ὁποῖες ἀντανακλῶνται καὶ στὰ ἔθιμα;
Ἐν τέλει, ποιὰ ἡ σχέση τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ καὶ κυρίως τοῦ σημερινοῦ μὲ αὐτὸν ποὺ προϋπῆρχε τῆς ἐπαισχύντου ἱστορικῆς λοβοτομῆς του τὸ 1922-1924; Τέτοιου εἴδους ἐρωτήματα δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀπαντηθοῦν κυρίως διότι μᾶς φέρνουν μπροστὰ σὲ ἱστορικὰ, ἐθνικὰ ἀλλὰ καὶ προσωπικὰ ἀδιέξοδα.
Ὡστόσο, ὅπως κάποτε τὰ παιδιὰ ἔπαιζαν μὲ τὶς ψηφίδες, ἔτσι καὶ τώρα ἀπὸ ἱστορικὲς ψηφίδες καὶ μαρτυρίες παλαιοτέρων παίρνουμε μία γεύση τοῦ χαρακτήρα καὶ τῆς νοοτροπίας τῶν μικρασιατῶν προγόνων μας.
kappadokia2
Göreme, Çaricli Kilise – Ἐκκλησία τῶν Σανδάλων, τέλη ιβ’-ἀρχὲς ιγ’αἰ.
Ἦταν ἰδιαίτερα φλύαροι οἱ Καππαδόκες, περισσότερο, ὡς εἴθισται, οἱ Καππαδόκισσες, κυρίως ἀπευθυνόμενοι στὸν Χριστὸ, στὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους. Ἡ ἐπικοινωνία τους αὐτὴ ἦταν συχνότατη, γινόταν δὲ μὲ ἀφορμὴ κάθε καθημερινὴ τους ἀπασχόληση. Βγαίνοντας ἀπὸ τὸ σπίτι ἔκαναν τὸ σταυρὸ τους λέγοντας «Κύργε ᾿Σοῦ Χριστὲ καὶ Παναΐα, ἤλεαμ᾿». Στὴν ἐργασία στὰ χωράφια, στὸ σκάψιμο «Παναΐα μ᾽, νὰ δὼκ᾿ς ᾿ λάφρωση καὶ καλοσύνη. Ἐμεῖς σὴν ποδιὰ σ᾿ κι ἐσὺ φύτρωσὲ το». Στὶς οἰκειακὲς ἀσχολίες, στὸ μαγείρεμα, στὸ ἄλεσμα τοῦ σταριοῦ, ἀδειάζοντας τὰ ἄλευρα στὴν ἀποθήκη τὰ σταύρωναν καὶ ἔκαναν εὐχή. Σταύρωναν καὶ θύμιαζαν τὰ ζῶα καὶ τοὺς σταύλους, τὰ ἔπιπλα, τὰ ροῦχα, τὰ σκεύη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βρίσκονται σὲ μία διαρκὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Οὐρανὸ. Οἱ ἑτοιμόγεννες γυναῖκες, οἱ ταξιδιῶτες πρὶν τὴν ἀναχώρηση, οἱ μελλόνυμφοι κοινωνοῦσαν. Στὴν ἀρρώστεια «Χριστὲ δῶσ᾿ με τὴν καλοσύνη μου» (κάνε με καλὰ). Στὸ θάνατο «Χριστὲ, ἔπαρ᾿ τὴν ψυσὴ μου» (πάρε τὴν ψυχὴ μου). Θύμιαζαν ὅλα τὰ δωμάτια τοῦ σπιτιοῦ καὶ τοὺς ἐνοίκους κάθε Τετάρτη, Παρασκευὴ, Σάββατο καὶ Κυριακὴ βράδυ, καθὼς καὶ τὸ απόγευμα τῆς παραμονῆς καὶ ἀνήμερα τῶν ἑορτῶν. Τὸ καντήλι τοῦ κάθε σπιτιοῦ ἔκαιγε συνεχῶς καὶ μόνο οἱ πολὺ φτωχοὶ τὸ ἄναβαν παραμονὴ καὶ ἀνήμερα τῶν μεγάλων ἑορτῶν καὶ κάποτε Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ (Ἀνακού).
Ἡ δεσποτικὴ ἐορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ λεγόταν ἀπὸ τοὺς τουρκόφωνους Καππαδόκες προγόνους μας «Κιουτσούκ Πασκελέ» (Μικρὸ Πάσχα) (Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι) ἤ «Κιουτσκούκ Μπαϊράμ» (Ἰκόνιο), ἐνῶ ἀπὸ τοὺς ἑλληνόφωνους Φαρασιῶτες «Τοῦ Χριστοῦ ὁ Πάσκας» καὶ στὴν Ἀνακού «Χριστοῦ τὸ Πάσκα». Σὲ κάθε περίπτωση δηλαδὴ ἡ ἀναφορὰ τους στὴν ἡμέρα τῆς Γεννήσεως γινόταν πάντα σὲ σχέση μὲ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος, τὴν «Μπουγιοὺκ Πασκελὲ» (Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι) ἤ «Μέγα Πάσκα» (Ἀνακοὺ) ἤ «Μέγα Πάσκας»«Τὸ Μέγον ὁ Πάσκας» (Φάρασα).
Ἀπὸ τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ γιὰ ὅλο τὸ Δωδεκαήμερο, «τὰ Δωδεκάμερνα» (Ἀνακού), «Ρωρεκαήμερο» (Σίλλη Ἰκονίου), ποὺ λεγόταν καὶ «βγκοημένα ἡμέρες»«μεγάλα ἡμέρες» (Φάρασα) οἱ ψυχὲς τῶν νεκρῶν ἔβγαιναν καὶ τριγύριζαν στὴ γῆ, ὁπότε οἱ ἐν ζωῇ εὔχονταν ὑπὲρ αὐτῶν «Ἐτὰ τὰ Δωδεκάμερνα νὰ ἦταν δώδεκα χρόνους, νὰ χόρταιναμ᾿ τὸν κόσμο μας, νὰ χόρταιναμ᾿ τὰ μέρη μας» (Ἀνακού).
Λίγα μόνο χρόνια πρὸ τῆς Ἀνταλλαγῆς ἐπετράπησαν ἀπὸ τὸ τουρκικὸ καθεστὼς οἱ κωδωνοκρουσίες κατὸπιν ἀδείας ἀπὸ τὶς ἀρχὲς, ὁπότε ἀρκετὲς ἐκκλησίες ἐξοπλίστηκαν μὲ καμπάνες, φυσικὰ μικρῶν διαστάσεων. Πρὸ αὐτῶν λειτουργοῦσαν, πάλι κατόπιν ἀδείας, τὰ ξύλινα ἤ σιδερένια σήμαντρα, «τοὺς σημίντρους» ἤδη ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ ἐποχὴ, ἐνῶ σὲ περιόδους ἀπαγόρευσης ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς, οἱ Χριστιανοὶ εἰδοποιοῦνταν γιὰ τὶς ἀκολουθίες μὲ σεντόνι ποὺ ἀνέμιζε ὁ καντηλανάφτης ἀπὸ τὴ στέγη τοῦ ναοῦ. Λόγῳ τῆς νυκτερινῆς ἔναρξης τῆς χριστουγεννιάτικης λειτουργίας, πέρα ἀπὸ τὶς καμπάνες ἤ τὰ σήμαντρα, ὁ καντηλανάφτης μαζί μὲ ἐπιτρόπους εἰδοποιοῦσαν τοὺς Χριστιανοὺς χτυπώντας τὶς πόρτες τους. Ἀλλὰ καὶ οἱ γείτονες μεταξὺ τους παρακινοῦσαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ νὰ ξεκινήσουν μαζί γιὰ τὴν ἐκκλησία.
Οἱ Χριστιανοὶ, ντυμένοι στὰ γιορτινὰ τους, (συνήθως φορεσιὲς ἀπὸ τσόχα) προχωροῦσαν γιὰ τὴν ἐκκλησία παρέες-παρέες . Ὅπως βλέπουμε σήμερα καὶ στὴν ἀναπαράσταση τοῦ πομπικοῦ χορευτικοῦ φαρασιώτικου τραγουδιοῦ Χυτᾶτε νὰ ὑπᾶμε σὸν Ἐζ-Βασίλη, γιὰ νὰ βλέπουν τὸ δρόμο κρατοῦσαν φαναράκια ἤ πυρσοὺς, διότι τὴν ὥρα τῆς χριστουγεννιάτικης θείας λειτουργίας ἐπικρατεῖ τὸ πιὸ βαθὺ σκοτάδι. Ἐνδεχομένως δὲ νὰ βάδιζαν ὁ ἕνας πίσω ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ νὰ κρατιόντουσαν ἀπὸ τὸ ροῦχο τοῦ μπροστινοῦ τους λόγῳ τοῦ δύσβατου τῆς περιοχῆς, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸν ὡς ἄνω χορό.Τὴ νύχτα τῆς Παραμονῆς δὲ, ὅπως καὶ τῶν Φώτων, ἀγρυπνοῦσαν στὰ δώματα τῶν σπιτιῶν καὶ ἔβλεπαν ποὺ ἀνοίγουν οἱ οὐρανοί.
Τόσο οἱ ἱερεῖς, στὴν πλειονότητὰ τους ἀγράμματοι, ὅσο καὶ τὸ πλήρωμα ζοῦσαν τὸ μυστήριο ὡς ἄνθρωποι ἁπλοὶ, ἀγαθοὶ, μὲ βαθιὰ πίστη καὶ εὐλάβεια. Οἱ ἱερεῖς εἰδικὰ ἦταν τόσο σεβαστοὶ ἀπὸ ὅλους ὥστε Χριστιανοὶ καὶ μουσουλμάνοι σηκώνονταν ὄρθιοι ὅταν τοὺς ἔβλεπαν ἀπὸ μακριά, τὰ δὲ παιδιὰ ἔσπευδαν τρέχοντας νὰ τοὺς φιλήσουν τὸ δεξὶ χέρι καὶ νὰ ἀποσπάσουν τὴν εὐλογία τους. Οἱ ἱερεῖς ἀμοίβονταν ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα κάθε χρόνο μὲ μία συμμετοχὴ ἀνάλογη τῶν δυνατοτήτων τῆς κάθε οἰκογένειας πλὴν τῶν ἀπόρων.
Οἱ Χριστιανοὶ, μὲ τὴν εἴσοδὸ τους στὴν ἐκκλησία προσκυνοῦσαν στὸ προσκυνητάρι, ἕνα γιὰ τοὺς ἄνδρες καὶ ἕνα γιὰ τὶς γυναῖκες, ἄναβαν τὸ κερὶ τους καὶ πήγαιναν στὶς θέσεις τους. Οἱ ἄνδρες δεξιὰ, οἱ ἡλικιωμένες γυναῖκες ἀριστερὰ, οἱ νεώτερες στὸν γυναικωνίτη. Τὰ κορίτσια πήγαιναν στὴν ἐκκλησία μόνο τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα καὶ τὸ Δεκαπενταύγουστο καὶ στέκονταν πάντοτε ὄρθια. Τὰ παιδιὰ ἐκκλησιάζονταν πάντοτε. Ἄν κάποιος ἀπὸ τοὺς ἄνδρες ποὺ βρίσκονταν στὸ χωριὸ δὲν ἀπουσίαζε στὴν ξενητειὰ ἀλλὰ δὲν ἐμφανιζόταν οὔτε στὴν ἐκκλησία, οἱ φίλοι του κρατώντας ἀναμμένη λαμπάδα τὸν ἀναζητοῦσαν στὸ σπίτι του καὶ τὸν συνόδευαν μέχρι τὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας.
Στὶς μεγάλες δεσποτικὲς καὶ θεομητορικὲς ἑορτὲς σταματοῦσαν τὶς μεταξὺς τους προστριβές, ἐξομολογοῦνταν, ζητοῦσαν συγχώρεση ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ κοινωνοῦσαν ὅλοι μικροὶ καὶ μεγάλοι. «Σχώρει με καὶ Θεγὸς συχωρέσ᾿- Θεγὸς συχωρέσ᾿ » (Ἀνακού). Ἄν εἶχαν πολλὲς ἁμαρτίες, ὁ κανόνας τους ἦταν ἑκατὸ ἤ καὶ περισσότερες μετάνοιες. Ἄν ἐπρόκειτο γιὰ θανάσιμα ἀμαρτήματα, δὲν μποροῦσαν νὰ κοινωνήσουν. Στὸ τέλος τῆς χριστουγεννιάτικης λειτουργίας ὁ ἱερέας ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη ἔλεγε τὸ «Χριστὸς γεννᾶται», «Χριστὸς ἐτέχθη» (Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι) ἤ «Χριστὸς ἀτέχτη», (Φάρασα) καὶ τὸ πλήρωμα ἀπαντοῦσε «Ἀλητινῶς γεννᾶται», «Ἀλητινῶς ἐτέχθη» (Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι) ἤ «᾿ληθώτικ᾿ ἀτέχτη», «᾿ληθώτικα ἦρτε» (Φάρασα), χαιρετισμὸς ποὺ ἐπαναλαμβάνονταν ἀπὸ ὅλους ὅλη τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καὶ τὶς δύο ἐπόμενες ἡμέρες.
Τὰ χαράματα, κατὰ τὴν ἀπόλυση τῆς ἐκκλησίας ἔφευγαν πρῶταν οἱ γυναῖκες μὲ τὰ κορίτσια ἐνῶ οἱ ἄνδρες ἀκολουθοῦσαν. Μετὰ τὴ χριστουγεννιάτικη θεία λειτουργία, ἕνα μέλος ἀπὸ κάθε οἰκογένεια μοίραζε στὴν ἔξοδο φαγώσιμα, συνήθως καϊμάκι μὲ μέλι ἤ χαλβὰ ἤ τηγανιτὰ αὐγὰ σὲ ψωμί καὶ λίγο ρακὶ γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν νεκρῶν ἤ γιὰ τάματα.
Ἐπιστρέφοντας στὰ σπίτια τους τὰ παιδιὰ ἀσπάζονταν τὰ χέρια τῶν μεγαλυτέρων τους καὶ χαιρετοῦσαν μὲ τὸ «Χριστὸς ἐτέχθη-Ἀλητινῶς ἐτέχθη», «Καῶς ἦρτεν τζαὶ ὁ Πάσκας-᾿ληθώτικα ἦρτε» (Φάρασα). Τὸ ἀπαραίτητο χριστουγεννιάτικο ἔδεσμα ἦταν τὸ «χέρσε» δηλαδὴ πληγούρι βρασμένο σὲ ζωμὸ ἀπὸ χοντρὰ κόκκαλα. Πέραν τούτου στὸ τραπέζι συνήθως ὑπῆρχε εἴτε κοτόπουλο εἴτε κάποιο μεγάλο ζῶο, τὸ ὁποῖο ἐσφάζετο καὶ μοιράζονταν ἀνάμεσα σὲ πολλὲς οἰκογένειες μαζί. Πίτες, τυρί καὶ γλυκὰ συμπλήρωναν τὸ γιορτινὸ τραπέζι. Πάντα χώριζαν ἕνα πιάτο φαγητὸ γιὰ τοὺς φτωχοὺς. «Τσὴ φουκαράροι ὅ,τι μαείριβναμ, ρώνιναμ ἕνα μικρὸ πιάτο, ψήναμι καλὰ φαϊά. Ἀφήνης κι ἄν ρὲν ἦταν, ἄλλη μέρα τὸ πρωὶ ἔρωναμ᾿ το, ρώιναμ᾿ ἀπὸ᾿να μικρὸ πιάτο» (Στοὺς φτωχοὺς ὅ,τι μαγειρεύαμε δίναμε ἕνα μικρὸ πιάτο, ψήναμε καλὰ φαγιά. Παρεκτὸς κι ἄν δὲν ἦταν, τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωὶ τὸ δίναμε, δίναμε ἀπὸ ἕνα μικρὸ πιάτο) (Σίλλη Ἰκονίου).
Ἄν ὁ καιρὸς βοηθοῦσε, τὸ ἀπόγευμα τῆς ἡμέρας τῶν Χριστουγέννων συγκεντρώνονταν οἱ ἡλικιωμένες γυναῖκες καὶ τὰ κορίτσια ντυμένα μὲ τὰ γιορτινὰ τους στὰ δώματα τῶν σπιτιῶν (Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι) ἤ στὸ χοροστάσι τοῦ χωριοῦ (Ἀνακού), ὅπου ξεκινοῦσε ὁ χορὸς καὶ ὅπου διστακτικὰ ὕστερα ἐμφανίζονταν τὰ λίγα παλληκάρια, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν χόρευαν. Οἱ ἄνδρες διασκέδαζαν στὰ σπίτια. Χαρακτηριστικὰ τῆς συνείδησης τῆς ἱστορικῆς συνέχειας τῆς Ρωμιοσύνης στὶς διάφορες περιοχὲς τῆς Καραμανίας ἦταν τὰ τραγούδια ποὺ ἐλέγοντο καὶ χορεύονταν κατὰ τὶς γιορτινὲς αὐτὲς ἡμέρες στὰ χοροστάσια. Οἱ καππαδοκικοὶ χοροὶ εἶναι γενικὰ ἀργόσυρτοι, ἱεροπρεπεῖς καὶ τελετουργικοὶ, καθὼς καὶ αὐστηρὰ προορισμένοι νὰ χορεύονται ἀπὸ συγκεκριμένα πρόσωπα καὶ σὲ συγκεκριμένη διάταξη. Ἐπρόκειτο γιὰ τὰ τραγούδια τοῦ ἀκριτικοῦ κύκλου καὶ τῶν παραλογῶν ὅπως αὐτὰ διέσωζαν τὰ κατὰ τόπους γλωσσικὰ ἰδιώματα:
Σήραν παιδὶν ἐγέννησεν καὶ λέιν᾿ τονε Πορφύρη
Ἕνα χωριὸ καλὸ χωριό, ἀμὰ νερὸν δὲν ἔσει
Ἦρταν τὰ γιορτὲς καὶ τοὺς ἁγιὰς ἡμέρες
Ἐννιὰ μαστόροι τὄχτιναν τ᾿ Ἄντανας τὸ γεφύρι (Ἀνακού)
Τὴ δεύτερη ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων οἱ παντρεμένες γυναῖκες πήγαιναν ἐπίσκεψη στοὺς γονεῖς τους, τοὺς χαιρετοῦσαν μὲ τὸν χριστουγεννιάτικο χαιρετισμὸ καὶ τοὺς φιλοῦσαν τὸ χέρι.
Ὅλες οἱ ὡς ἄνω συνήθειες, ὅπως καὶ ἄλλες ποὺ χαρακτήριζαν τοὺς Μικρασιάτες ἐν γένει, δὲν περιορίζονταν σὲ ἕνα στεγνὸ τύπο ἀλλὰ, ὅπως ἐλέχθη, συνοδεύονταν ἀπὸ τὴν ἁπλότητα, τὴν καθαρότητα καὶ τὴν ἀμεσότητα τῆς κοινωνίας τῶν μελῶν εἰς ἕν ὡς μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Ακούστε το κείμενο:


Βιβλιογραφία
Κωστάκης, Θ., Ἡ Ἀνακού, [Καππαδοκία 10] ΚΜΣ, Ἀθήνα 1963
Πετρόπουλος, Δ.-Ἀνδρεάδης, Ἑρμ., Ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ στὴν περιφέρεια Ἄκσεραϊ-Γκέλβερι, [Καππαδοκία 12] ΚΜΣ, Ἀθήνα 1971
Λουκόπουλος, Δ.,- Πετρόπουλος, Δ., Ἡ λαϊκὴ λατρεία τῶν Φαράσων, [Καππαδοκία 3] ΚΜΣ, Ἀθήνα 1949
Κελέσογλου, Κ., «’Σὸν Ἐζ-Βασίλη’: Χορευτικὸ πομπικὸ τραγούδι τῆς Καππαδοκίας», ἐφημ. Μνήμη 5 (Ἰαν. 2011) 23
Ἀρχεῖο Προφορικῆς Παράδοσης ΚΜΣ, Φάκελος Λυκαονία – Περιφέρεια Ἰκονίου 1, ΚΜΣ, Ἀθήνα

Πατριαρχική Απόδειξις επι τη εορτή των Χριστουγέννων Πατριάρχου & Πάπα Αλεξανδρείας Θεόδωρου Β


«Ὁ ὑψηλὸς Θεὸς ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος τοὺς αὐτοῦ βοῶντας, Ἀλληλούϊα» 
Αγαπητοί μου αδελφοί,
  Ο προαιώνιος Υιός του Θεού έγινε Υιός του ανθρώπου για να μπορέσει ο άνθρωπος να γίνει υιός του Θεού. Όπως στην πρώτη πλάση ο Θεός έλαβε χώμα από την παρθένο ακόμη γη και έδωσε στον άνθρωπο σάρκα, έτσι και με την εκ Μαρίας της Παρθένου γέννηση ο Θεός ενήργησε μιαν άλλη πλάση. Ο Υιός του Θεού ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση για να δημιουργήσει μια νέα κατάσταση ανθρώπινης ζωής.
  Η από άκρα συγκατάβαση του Θεού σάρκωση του Ιησού Χριστού άνοιξε μια νέα σελίδα στην ανθρώπινη ιστορία. Ο Ιησούς Χριστός έγινε μεσίτης Θεού και ανθρώπου. Υιοθέτησε τον κτιστό άνθρωπο και τον κοινώνησε με τον άκτιστο Θεό. Του εξασφάλισε τη δυνατότητα να σπάσει τα δεσμά των δυνάμεων που συνέθλιβαν την ύπαρξή του και να γίνει μέτοχος Θεού. Η σάρκωση έγινε τελικά η αγγελία της βουλής του Θεού να ανοίξει για τους ανθρώπους ο δρόμος της σωτηρίας.
  Ο Χριστός, που με τη θέλησή Του ανέλαβε τα αλγεινά της ανθρωπίνης φύσεως για να τα θεραπεύσει, ήρθε ήδη από τα πρώτα βήματα της επί γης ζωής Του σε οδυνηρή επαφή με το ηγεμονικό των ανθρώπων πάθος. Κυνηγήθηκε από τον τόπο Του Εκείνος, που, κατά την προσταγή του αγγέλου προς τον Ιωσήφ, θα έσωζε τον λαό Του. Διώχθηκε Εκείνος, που ήρθε κοντά στους ανθρώπους για να τους ευεργετήσει. Εξορίστηκε από την πατρίδα Του ο φιλάνθρωπος Υιός του Θεού. Έγινε πρόσφυγας στη μακρινή τότε Αίγυπτο και ταλαιπωρήθηκε για χρόνια ολόκληρα. Κι αυτό εξ αιτίας της αχόρταγης φιλαρχίας του Ηρώδη.
  Δύο χιλιάδες χρόνια μετά η ακόρεστη δίψα του ανθρώπου για δύναμη απειλεί τον συνάνθρωπο και την κτίση του Θεού. Η δύναμη ως αυτοσκοπός τρέφει την άνιση κατανομή του πλούτου μεταξύ των ατόμων και των λαών. Στηρίζεται στην καταστολή και στη βίαια επιβολή της θελήσεως του ισχυρού. Αποστρέφεται το διαφορετικό και εχθρεύεται τον αντίλογο. Αλλοτριώνει τον άνθρωπο από τις αξίες του και εξαντλεί αλόγιστα τη φύση. Αποθεώνει το εγώ και απαξιώνει το εμείς.
  Η δίψα για την υπερίσχυση έναντι του αντιπάλου αδιαφορεί για τον απλό άνθρωπο και έχει εκτοξεύσει τον αριθμό των προσφύγων στα υψηλότερα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επίπεδα. Η αδιαφορία για την ευημερία του αδυνάμου έχει μετατρέψει τη Μεσόγειο σε θάλασσα των απελπισμένων. Η εξυπηρέτηση μόνο του εθνικού συμφέροντος έχει αφήσει τις χώρες της δυτικής Αφρικής να παλεύουν ανοχύρωτες με τον ιό του Έμπολα. Η επιθυμία επιβολής παράλογων ιδεολογικών επιταγών πυροδοτεί την τρομοκρατία και ο τζιχαντισμός απειλεί τη διεθνή νομιμότητα.
Αγαπητοί μου αδελφοί,
  Όποια προσπάθεια να απαντηθούν αυτές οι προκλήσεις των καιρών θα αποδειχθεί μάταια, εάν δεν έχει ως αφετηρία την εξής παραδοχή: είναι ζωτική ανάγκη η αγάπη για τη δύναμη να δώσει τη θέση της στη δύναμη της αγάπης. Στη δύναμη της αγάπης όπως την ενσάρκωσε ο Υιός του Θεού πριν από δύο χιλιετίες, όταν με άκρα ταπείνωση έγινε άνθρωπος για να μας προσφέρει ουρανό. Στη δύναμη της αγάπης που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη και απαρνημένη, ξέρει που να βρει καταφύγιο. Το βασίλειό της είναι οι καρδιές των ανθρώπων της γης που δεν σταματούν να ψελλίζουν «ἐπί τῷ Θεῷ ἤλπισα, οὐ φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι ἄνθρωπος».
  Σε αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, η αλλαγή θα έλθει μόνο εάν αναζητήσουμε πρώτα στον εαυτό μας τον Ιησού Χριστό. Ο  Θεάνθρωπος, ως άρρηκτος δεσμός, μας ενώνει όλους!
Χρόνια Πολλά!
†Ο Πάπας καί Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής
  Θ Ε Ο Δ Ω Ρ Ο Σ  Β΄ 

Εν τη Μεγάλη Πόλει
της Αλεξανδρείας
Χριστούγεννα 2014

Πατριαρχική Απόδειξις επί τοις Χριστουγέννοις

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *
Ἀδελφοὶ καὶ Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
«Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε!»
Ἐφάνη ἐπὶ τῆς γῆς ὁ Θεὸς καὶ ἐφανερώθη συγχρόνως ὁ τέλειος ἄνθρωπος καὶ ἡ ἀσύλληπτος ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Oἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ἰδιαιτέρως ζῶμεν τὴν μεταπτωτικὴν κατάστασιν, κατὰ τὴν ὁποίαν καθημερινῶς διαπιστώνομεν μετὰ τοῦ Ψαλμῳδοῦ ὅτι «πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ψαλμ. ΙΓ΄ 3 - Ρωμ. γ΄ 12-13).
Πρὸ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἠδύνατο ὁ ἄνθρωπος νὰ φαντασθῇ τὴν ἀσύλληπτον ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, διότι μετὰ τὴν πτῶσιν ἠσθένησε καὶ ἠλλοιώθη.
Μόνον οἱ πολὺ φωτισμένοι ἄνθρωποι διῃσθάνθησαν καὶ πρὸ Χριστοῦ τὴν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ εἰς τὴν ἀπορίαν τοῦ Ψαλμῳδοῦ «τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ;» (Ψαλμ. Η΄ 5), διεκήρυξαν: «ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτὸν» (ἐ.ἄ. 6).
Τὴν ὑπερτάτην αὐτὴν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἐφανέρωσεν ὁ Θεάνθρωπος Κύριος καί, ἔκτοτε, ἐπαναλαμβάνουν κατ᾿ ἔτος διακηρύξεις κρατῶν, κυβερνήσεων καὶ κοινωνικῶν ὁμάδων καὶ διεθνεῖς συμβάσεις ἀναφερόμεναι εἰς τὸν σεβασμὸν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ τὰ δικαιώματα αὐτοῦ.
Ἐν τούτοις, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας βλέπομεν καθημερινῶς τὸν χείριστον ἐξευτελισμὸν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τὴν ἀτίμωσιν καὶ τὸν διασυρμὸν αὐτοῦ.
Ὀφείλομεν, λοιπόν, ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα ἄξιοι τῆς δόξης καὶ τιμῆς διὰ τῆς ὁποίας περιέβαλε τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον ὁ «δι᾿ ἡμᾶς καθ᾿ ἡμᾶς γενόμενος» Δημιουργὸς μας, νὰ πράξωμεν πᾶν τὸ δυνατὸν διὰ νὰ παύσῃ ἡ ἐσχάτως διογκουμένη ἐξευτελιστικὴ διὰ τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον συμπεριφορά.
***
Παρακολουθοῦμεν ἔκπληκτοι τὸ ἐπαναλαμβανόμενον συνεχῶς «δρᾶμα τῆς Βηθλεέμ». Διότι περὶ δράματος πρόκειται καὶ ὄχι περὶ χαρμοσύνου γεγονότος, ἐφ᾿ ὅσον ἀγνοεῖται ὁ σπαργανούμενος ἐν φάτνῃ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ δημιούργημά Του, ὁ ἄνθρωπος, δὲν ἀντιμετωπίζεται ὡς «εἰκὼν Θεοῦ».
Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας καὶ ἡ θεολογία της διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ ἀνθρώπινον σῶμα ἀξιοῦνται πλήρους σεβασμοῦ, διότι ἡνώθησαν μὲ τὸν Θεὸν εἰς τὸν σαρκωθέντα Κύριον.
Ὅθεν, ὀφείλομεν ὅλοι νὰ ἐντείνωμεν τὰς προσπαθείας μας διὰ νὰ γίνῃ ὑπὸ πάντων σεβαστὴ ἡ ὑπερτάτη ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
***
Μετὰ πολλῆς συνοχῆς καρδίας καὶ βαθείας θλίψεως τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον καὶ ἡ ἡμετέρα Μετριότης παρακολουθοῦμεν τὰ ὁσημέραι ὀγκούμενα κύματα ταῦτα βίας καὶ βαρβαρότητος, τὰ ὁποῖα ἐξακολουθοῦν νὰ μαστίζουν διαφόρους περιοχὰς τοῦ πλανήτου μας, καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Μέσην Ἀνατολήν, καὶ μάλιστα τοὺς γηγενεῖς ἐκεῖ χριστιανούς, εἰς τὸ ὄνομα συχνάκις τῆς θρησκείας.
Δὲν θὰ παύσωμεν δὲ νὰ διακηρύττωμεν ἀπὸ τοῦ Ἱεροῦ τούτου Κέντρου τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς πάντας, τοὺς ἀδελφοὺς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, τοὺς ἐκπροσώπους τῶν Θρησκειῶν, τοὺς Ἀρχηγοὺς Κρατῶν, πρὸς πάντα ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως, μάλιστα δὲ πρὸς τούς, κατόπιν ὑποκινήσεων ἤ μὴ θέτοντας τὴν ἰδίαν ζωὴν αὐτῶν εἰς κίνδυνον διὰ νὰ ἀφαιρέσουν ἀνθρωπίνους ζωάς, συνανθρώπους - δημιουργήματα καὶ αὐτὰ τοῦ Θεοῦ-, καὶ πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, ὅτι οὐδεμία εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξῃ μορφὴ ἀληθοῦς καὶ γνησίας θρησκευτικότητος ἢ πνευματικότητος ἄνευ ἀγάπης πρὸς τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον.
Οἱονδήποτε ἰδεολογικόν, κοινωνικὸν ἢ θρησκευτικὸν μόρφωμα περιφρονεῖ τὸν κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ πλασθέντα ἄνθρωπον καὶ διδάσκει ἢ ἐπιτρέπει τὸν θάνατον συνανθρώπων μας, μάλιστα δὲ μὲ βάναυσον καὶ πρωτόγονον τρόπον, οὐδεμίαν ἀσφαλῶς ἔχει σχέσιν μὲ τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης.
***
Στρέφοντες, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, τοὺς ὀφθαλμούς μας εἰς τὴν κρατοῦσαν σήμερον ἐν τῷ κόσμῳ κατάστασιν ἀποστρέφομεν τὸ πρόσωπόν μας ἐκ τῶν θλιβερῶν γεγονότων μισαλλοδοξίας καὶ ἐχθρότητος, τὰ ὁποῖα μαστίζουν τὴν ἀνθρωπότητα καὶ φθάνουν πλέον, διὰ τῶν συγχρόνων μέσων γενικῆς ἐπικοινωνίας, εὐχερέστερον εἰς τὰς ἀκοὰς καὶ τὴν ὅρασίν μας προκαλοῦντα τρόμον διὰ τὰ ἐπερχόμενα δεινά, καὶ προβάλλομεν ὡς ἰσχυρὸν ἀντίδοτον εἰς τὴν σύγχρονον βίαν τὴν καταπλήξασαν τοὺς μάγους καὶ τὸν κόσμον «ἐσχάτην πτωχείαν» τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ πάντοτε ὡς ἀγάπη.
Αὐτὴ εἶναι ἡ μυστικὴ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἡ μυστικὴ δύναμις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ μυστικὴ δύναμις τοῦ γένους τῶν χριστιανῶν.
Ἡ δύναμις ἡ ὁποία νικᾷ καὶ ὑπερβαίνει διὰ τῆς ἀγάπης τὴν κάθε εἴδους βίαν καὶ κακίαν.
***
Οὕτως ἀποτιμῶντες κατὰ τὰ ἐφετεινὰ Χριστούγεννα τὴν κατάστασιν τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, εὐχόμεθα ὅπως βιώσωμεν οἱ πάντες τὴν χαρὰν τοῦ ἀπολύτου σεβασμοῦ τῆς ἀξίας τοῦ προσώπου, τοῦ συνανθρώπου, καὶ τὴν παῦσιν τῆς βίας κάθε μορφῆς, τὴν νίκην ἐπὶ τῆς ὁποίας διὰ τῆς ἀγάπης προβάλλει καὶ προσφέρει ὁ σάρκα λαβὼν «μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος», ὁ «Ἄρχων εἰρήνης» καὶ Σωτὴρ ἡμῶν Χριστός.
Αὐτοῦ τοῦ τεχθέντος καὶ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου τῆς δόξης, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης ἡ Χάρις καὶ τὸ ἄπειρον Ἔλεος καὶ ἡ εὐδοκία εἴησαν μετὰ πάντων.
Χριστούγεννα ,βιδ΄
+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

Αγία Ευγενία: Ένας … ταπεινός Επίσκοπος!

Σήμερα γιορτάζει μια μεγάλη αγία. Η αγία οσιοπαρθενομάρτυς Ευγενία. Ήταν στα χρόνια του Δεκίου, 3ος  αιώνας στα μισά. Στην παλιά Ρώμη. Στην κοσμοκράτειρα Ρώμη. Γιατί μετά είναι και η νέα Ρώμη, η Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό το Συνα­ξάρι την αντιδιαστέλλει. Αν και τότε δεν είχε γίνει ακόμη. Λοιπόν. Οι γονείς της ειδωλολάτρες, αλλά καλόκαρδοι και φιλάνθρωποι. Κι η Ευγενία βλαστά­ρι καλό. Δεν ήτο χριστιανή. Αλλά είχε χριστιανική και καλοσυνάτη ψυχή. Έφυγαν οι γονείς της από τη Ρώμη, τους έστειλε ο αυτοκράτορας, τον πατέρα της Φίλιππο, δηλαδή, να γίνει διοικητής στην Αλεξάν­δρεια. Στην πόλη του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Την ένδοξη. Εκεί που άνθισαν τα Γράμματα, οι τέχνες, ο πολιτισμός, και τόσα άλλα. Η Ευγενία, που της άρεσαν τα Γράμματα κι η Φιλοσοφία και οι τέχνες, σπούδασε και ελληνική και λατινική φιλολογία, Φι­λοσοφία και τα υπόλοιπα. Και το μέλλον της προοιωνίζετο καλόν.
Πηγή: http://pyrography-falideas.blogspot.gr/
Πηγή: http://pyrography-falideas.blogspot.gr/
Αλλά ένα βράδυ, καθώς ήτο στο σπίτι του πατέ­ρα της, του έπαρχου, της ήλθε μια φώτιση. Της ήλθε μια θέληση ουράνια. Ντύνεται ανδρικά και φεύγει κρυφά από το σπίτι. Με δυο υπηρέτες αγαπημένους. Πάει στον επίσκοπο και του λέει: «Εγώ θέλω να φύ­γω. Θέλω να γίνω χριστιανός, και θέλω να μονά­σω.» Την έστειλε σ’ ένα μοναστήρι, την βάπτισαν και την έκαναν μοναχή, με το όνομα Ευγένιος. Ευ­γένιος η Ευγενία! Ευγένιος! Μάλιστα. Καλού γένους άνθρωπος. Και ήτο όνομα και πράγμα. Πρόκοψε τό­σο πολύ, στο μοναστήρι, που υπερέβη και τους παλαιούς και όλους. Κι είχε τέλειο τρόπο. Ταπείνωση μεγάλη, αγάπη πολλή, εξυπνάδα και σύνεση. Κι όλοι την καμάρωναν. Και τον ταπεινό άνθρωπο και τον άνθρωπο της αγάπης, τον θέλουν όλοι. Κι ο ταπεινός δεν έχει να πέσει από πουθενά, γιατί είναι κάτω απ’ όλους και απ’ όλα, λέει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
Πέθανε ο ηγούμενος και όλων τα βλέμματα εστράφησαν στην Ευγενία. Στον Ευγένιο. «Εσύ κάνεις για ηγούμενος.» Κι άρχισαν να λένε και να λένε και να λένε κι επειδή το ’θελε κι ο Θεός, έγινε ο Ευγένιος ηγούμενος. «Γυναίκα ανδρεία τίς ευρήσει; Τιμιωτέρα δε εστίν λίθων πολυτελών τοιαύτη», λέει ο μεγά­λος Σολομών, που ήξερε καλά από γυναίκες. Λοιπόν. Έγινε ηγούμενος, πρόσφερε πολλά, τον αγαπούσαν όλοι κι ερχόντουσαν από παντού να πάρουν την ευχή του. Τον φθόνησε ο δαίμονας κι ήλθε και μία γυναί­κα, που ήταν σκεύος του σατανά.
Και ζήτησε, τάχα, βοήθεια και προσπαθούσε να παρασύρει τον ηγούμενο στην ακολασία και στην αμαρτία. Και σε κάποια στιγμή λέει στον ηγούμενο, στην Ευγενία στην ου­σία, ότι «Έχω κάποιον πόνο στην κοιλιά, και θέλω να τον δείτε, να τον σταυρώσετε.» Ο πονηρός όλα τα σκέπτεται. Κι εκείνη, αγαθή ούσα, πήγε. Αλλά η άλλη αποκαλύφθηκε, τί ήθελε, και τότε έγινε αντρειωμένη η Ευγενία. Ο Ευγένιος. «Όχι τέτοια, κυρά μου,» της λέει. «Να πας στο καλό και φύγε από εδώ, μη σε πετάξω έξω.» Τί κάνει! «Γυναίκα αν­δρεία τίς ευρήσει;» Κι εκείνη εκδικήθηκε. Πιάνει και στέλλει στον έπαρχο μια γραφή. Και λέει: «Ο τάδε ηγούμενος, στο τάδε μοναστήρι, καλοπιάνει τις γυ­ναίκες, τις θωπεύει τις γυναίκες και μετά μάς παρα­σέρνει στο κακό και μας χαλάει τη ζωή.» Ψέματα!
Παίρνει, λοιπόν, την επιστολή ο έπαρχος, ο πα­τέρας της, που την είχε χάσει, και τί κάνει η Θεία Πρόνοια; Παίρνει, λοιπόν, και διατάσσει να φέρουν δεμένους και τους πατέρες, γιατί κατηγορούσε και τους καλόγερους, η κυρία, Μελανθία, πώς ελέγετο, τέλος πάντων, λοιπόν, και τον ηγούμενο. Και απο­φάσισε να τους δικάσει ο έπαρχος. Ήταν καλός εκεί­νος. Ειδωλολάτρης, όμως. Και δίκασε ο έπαρχος ο ίδιος, τα παιδιά του, η γυναίκα του, οι υπηρέτες του, ήταν όλοι μαζί. Μια φαμελιά. Δίκαιοι άνθρωποι. Ήλθε η ώρα, λοιπόν, να καταθέσει και η κατήγο­ρος. Και έλεγε και τί δεν έλεγε. Για τον ηγούμενο, για τους καλόγερους, όλα ψέματα.
Φοβερά ψέματα, όμως, που μπορούσαν να πείσουν τους ανθρώπους. Και τους πιο συνετούς. Και τότε η αγία δεν άντεξε άλλο, ο ηγούμενος Ευγένιος, και αποκαλύπτει πως ήταν γυναίκα! Βγάζει τα ενδύματά της από τη μέση και πάνω και λέει: «Ορίστε, ποιός είναι ο Ευγένιος. Ορίστε, ποιός είναι ο ηγούμενος.» Και λέει: «Δεν θα το έκανα, θα δεχόμουνα αυτό τον αγώνα, αλλά δεν θέλω οι άνθρωποι να περιφρονούν και να κατηγο­ρούν το μοναχικό σχήμα, που είναι το σχήμα των αγ­γέλων. Το σχήμα του Χριστού. Γι’ αυτό έχασα το στεφάνι, για να τιμήσω το σχήμα το μοναχικό.»
Γι’ αυτό να προσέχουμε. Να μην ιεροκατηγορούμε. Είναι πολύ φοβερό αυτό. «Και να», λέει, «ο έπαρχος, ο δικαστής, είναι ο πατέρας μου. Δίπλα η μάνα μου. Τα παιδιά, οι άλλοι δικαστές, τ’ αδέλφια μου. Και οι υπηρέτες οι φίλοι μου.» Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Φίλιππος ο έπαρχος, συγκλονίστηκε. Έμεινε άφωνος για ώρα πολλή. Καταδίκασαν, τότε, την κατή­γορο, για όλα τα ασύστολα ψεύδη και τα υπόλοιπα, την έδιωξαν, πήγε στο σπίτι αυτή, δεν μπόρεσε να χωνέψει ότι έπαθε τέτοια ζημιά, αλλά δεν ήθελε ούτε και να μετανοήσει και τότε ο Κύριος, μ’ ένα αστροπελέκι, την έστειλε αλλού. Μπορεί να ήταν για καλό της αυτό. Λοιπόν.
Και βαπτίζεται ο Φίλιππος, ο έπαρχος, ο πατέρας της αγίας Ευγενίας, και η οικογένειά του όλη. Και έλαμψε ο άνθρωπος. Έλαμψε. Η Ευγενίτσα έμεινε στο σπίτι της. Κοντά στη μανούλα της, στον πατέρα της. Τί κάνει η Θεία Πρόνοια! Για δέκα χρόνια. Και ύστερα παρέδωσε την εξουσία, αφού βοήθησε αμέτρη­τους ο Φίλιππος, και έγινε επίσκοπος στην Αλεξάν­δρεια. Και τότε πρόσφερε τόσα πολλά, περισσότερα και από πριν, ως έπαρχος. Οι ειδωλολάτρες, όμως, υποκινούμενοι από τον διάδοχό του, που ήταν κακός άν­θρωπος, όρμησαν, μια μέρα, στην εκκλησία που λειτουργούσε και τον κατέσφαξαν μέσα στο άγιο θυσιαστήριο. Τον πατέρα της αγίας Ευγενίας, τον Φίλιπ­πο. Και έγινε ιερομάρτυρας. Άγιος. Κι υστέρα, η μάνα της και τα άλλα παιδιά και οι δούλοι, μαζί με την Ευ­γενία, έφυγαν για τη Ρώμη. Το πατρικό τους σπίτι.
Και πήγαν εκεί. Πάλι διωγμός, από τους επόμε­νους αυτοκράτορες, τον Αυρηλιανό και Γαλλιηνό. Είχαν βγάλει τέτοια φοβερά διατάγματα, όποιος και μόνο να έλεγε ότι είναι χριστιανός ή να έκανε κάποιο σημείο και να έδειχνε αυτή την ιδιότητα, τον πήγαι­ναν στο δικαστήριο, κι αν δεν άλλαζε, τον έστελλαν στον άγιο Πέτρο. Κάλεσαν και την αγία Ευγενία. Εκείνη δεν άλλαζε. Ούτε η μάνα της ούτε τ’ αδέλ­φια της. Και λοιπόν, επειδή αυτή την είδαν πιο αντρειωμένη και πιο θαρραλέα, ήταν θαρραλέα, το απέδειξε, άλλωστε, την πήραν χωριστά και την υπέ­βαλαν στα μεγαλύτερα μαρτύρια και βασανιστήρια. Της έδεσαν μια πέτρα και την πέταξαν στη θάλασσα να εξαφανιστεί. Άγγελος Κυρίου έλυσε την πέτρα, έβγαλε στην επιφάνεια την αγία κι ήλθε στην πόλη, στον έπαρχο και στους λοιπούς.
Εκείνοι ξαφνιάστηκαν και φοβήθηκαν. Δεν ήξεραν τι να κάμουν. Και ύστερα, στη συνέχεια, την έβαλαν σε καμίνι πυρακτωμένο. Και η αγία βγήκε κι από εκεί σώα και αβλαβής. Σαν τους Τρεις Παίδες εν τη Καμίνω. Και ύστερα την έριξαν στη φυλακή και την άφησαν να πεθάνει από την πείνα. «Εν πείνη και δίψη», που θα έλεγε κι ο μέγας απόστολος Παύλος. Αλλά άγγελος Κυρίου της έφερνε τροφή κάθε μέρα. Αυτή είναι η Θεία Πρόνοια. Κι όταν πιστεύομε, δεν φοβούμεθα τίποτε. Αυτό είχαν καταλάβει οι άγιοι και οι μάρτυρες και άφηναν τον εαυτό τους και τους άλλους στον Χριστό και Θεό μας. Και γινόντουσαν μάρτυρες και άγιοι. Οικήτορες του Παραδείσου. Και αφού είδαν, λοιπόν, πως δεν γίνεται τίποτα, την έβγαλαν από τη φυλακή, την απείλησαν, την βασά­νισαν, αλλά εκείνη ήταν άφοβη και αντρειωμένη. Και στο τέλος την αποκεφάλισαν. Και την έστειλαν κοντά στον ιερομάρτυρα πατέρα της και στους τόσους άλλους της επουρανίου βασιλείας. Και στη συνέχεια μαρτύρησε και η μητέρα της και οι υπηρέτες και τ’ αδέλφια της όλα.
(Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης, Χειμερινό Συναξάρι, τ. Α΄ εκδ. Ακτή, σ. 94-99)

“Έκτακτο στρατοδικείο εκτέλεσε τον παππού του Χρυσοβαλάντη Αλεξόπουλου γιατί βίαζε και σκότωνε Έλληνες”

tagmatasfalites

Μια ιστορία από τα παλιά  που έβγαλε στο φως  εθνικιστική εφημερίδα αλλά επίκαιρη λόγω του “Ναι” του Χρυσοβαλάντη Αλεξόπουλου για τον Σταύρο Δήμα .Ένα ιστορικό ντοκουμέντο- κατά την εφημερίδα- για τον παππού του “αποστάτη”. Ένα άρθρο μέσα στους καπνούς και τα ερείπια του εμφυλίου με ταγματασφαλίτες και ένοπλους χαφιέδες
Η εβδομαδιαία εφημερίδα “Στόχος” έχει ένα αποκαλυπτικό ιστορικό ντοκουμέντο για τον παππού του αποστάτη Αλεξόπουλου, ο οποίοςείναι έτοιμος να ψηφίσει Πρόεδρο Δημοκρατίας, στηρίζοντας έτσι την Χούντα Σαμαρά.
Σύμφωνα με ιστορικά ντοκουμέντα της εποχής η εκτέλεση του Ελευθέριου Αλεξόπουλου το 1944 από τους Γερμανούς κατακτητές, δεν έγινε γιατί μετέφερε τρόφιμα στους αντάρτες όπως ισχυρίστηκε ψευδώς στην Βουλή και στην κατάθεσή του, αλλά επειδή βίασε, λήστεψε και σκότωσε Έλληνες!
Ολόκληρο το αποκαλυπτικό άρθρο της εφημερίδας “Στόχος”:
Είναι δύσκολο να το πιστέψεις αλλά τα ντοκουμέντα είναι τρανταχτά και αδιαμφισβήτητα…Μέχρι σήμερα γνωρίζουμε από τις δηλώσεις του ίδιου, πως τον παππού του τον εκτέλεσαν οι Γερμανοί, στην κατοχή γιατί μετέφερε τρόφιμα στους… αντάρτες! Πολύ ωραία όμως το παραμύθι για να είναι αληθινό… Η πραγματικότητα είναι πως ναι… οι Γερμανοί αποφάσισαν την εκτέλεση του Ελευθέριου Αλεξόπουλου το 1944, αλλά όχι για τους λόγους που νομίζαμε ή που μας άφηναν να νομίζουμε…
Ένα εκπληκτικό ντοκουμέντο από την εποχή που καταγράφεται μάλιστα σε εργασία πρωταγωνιστή των γεγονότων λέει εντελώς διαφορετικά πράγματα. Σοκαριστικά και αδιανόητα. Όπως αδιανόητη και σοκαριστική ήταν η δράση του Ελευθέριου Αλεξόπουλου στην κατοχή!
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή… Από τον Σεπτέμβριο του 1943 όταν φαινόταν πως οι Γερμανοί αργά ή γρήγορα θα έχαναν τον πόλεμο, ειδικά μετά την ενεργή ένταξη των ΗΠΑ κατά της Σοβιετικής Ένωσης (που μέχρι και το 1942 είχε συμφωνίες με την Ναζιστική Γερμανία).
Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου, προέτρεψε και ενθάρρυνε (σχεδόν διέταξε) Αξιωματικούς και άλλα κρατικά όργανα που είχαν παραμείνει στον Ελλαδικό χώρο για την δημιουργία των ταγμάτων ασφαλείας προς αντιμετώπιση του κομμουνισμού, ο οποίος μέσω του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε απόλυτα επικρατήσει στην Ελλαδική ύπαιθρο και ετοιμαζόταν με την απελευθέρωση να αναλάβει την εξουσία δια της βίας βεβαίως έχοντας ήδη εξαφανίσει με σφαγές και δολοφονίες κάθε ένοπλη αντιστασιακή δράση που δεν ελεγχόταν…
Στα αυτά τα πλαίσια στην Θεσσαλία και με την ανοχή των Γερμανικών Δυνάμεων κατοχής στην αρχή και την πλήρη στήριξη τους αργότερα, δημιουργήθηκε ο ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομουνιστικής δράσης) στον οποίο βέβαια προσχώρησαν όπως ήταν λογικό και «ιδεολόγοι» εθνικοσοσιαλιστές, άλλοι άνευ ιδεολογίας, οι οποίοι δήλωναν αντικομουνιστές, άλλοι που προηγουμένως ήταν ενταγμένοι στο ΕΔΕΣ ή ακόμα και στο ΕΑΜ, οι οποίοι κατά καιρούς, είχαν εκδιωχθεί από τις γραμμές τους για να εκδικηθούν τους διώκτες τους, αλλά και οικονομικούς δεινοπαθούντες, με την ελπίδα ότι οι αποδοχές και άλλα ωφέλη που ανάμεναν από την ένταξη τους θα ανακούφιζαν την δυστυχία τους, αλλά και πολλά περιθωριακά στοιχεία που διείδαν «λούφα» και πλιάτσικο.
Τον Μάιο του 1944 τα εγκλήματα και οι θηριωδίες μερίδας ενταγμένων στον ΕΑΣΑΔ ήταν τέτοια που ο Ερυθρός Σταυρός, ο τοποτηρητής του ασθενή και απουσιάζοντα στην Αθήνα Μητροπολίτη Λάρισας και Πλαταμώνα Δωροθέου, Κύριλλου καθώς και άλλοι παράγοντες της πόλης, έκαναν διαβήματα στις γερμανικές αρχές κατοχής, για την τήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, και για τα στυγερά εγκλήματα κάποιον εκ των ΕΑΣΑΔιτών, που άλλωστε ήταν υπεύθυνες (οι Γερμανικές δυνάμεις κατοχής) σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις περί πολέμου για την τήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας στην κατεχόμενη χώρα.
Η φρίκη αυτών των εγκλημάτων και οι έντονες διαμαρτυρίες που ακολούθησαν ανάγκασαν τους Γερμανούς να συλλάβουν μερικούς από τους ενεχόμενους στα εγκλήματα ΕΣΑΔίτες, να συγκροτήσουν στρατοδικεία και να τους δικάσουν δημόσια στις 15-20 Μαρτίου 1944 στην αίθουσα του κεντρικού κινηματογράφου «ΠΑΛΛΑΣ» και κάποιους από αυτούς να τους καταδικάσουν στην ποινή του θανάτου, με την κατηγορία ότι «ως όργανα των δυνάμεων κατοχής στη Ελλάδα εξέθεσαν με τις εγκληματικές τους πράξεις το γόητρο του γερμανικού στρατού».
Σε αυτή την δημόσια δίκη, η οποία ήταν ανοιχτή και οι Γερμανοί είχαν καλέσει τον ντόπιο πληθυσμό να την παρακολουθήσει, δύο από τους κατηγορούμενους και ΕΑΣΑΔίτες καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν με απαγχονισμό: ο Δημήτρης Ψαθάς στον Αμπελώνα ως υπαίτιος του θανάτου των 17 εκτελεσθέντων εκεί στις 17 και 27 Μαΐου 1944, και ο Ελευθέριος Αλεξόπουλος στη Γιάννουλη, ως υπαίτιος της ληστείας και του φόνου του προέδρου του τοπικού γεωργικού συνεταιρισμού.
Χαρακτηριστικότατη είναι η ανακοίνωση του ιδίου του Στρατιωτικού Διοικητή του ΕΑΣΑΔ που δημοσιεύθηκε στον «Λαρισαϊκό τύπο» στις 22 Ιουνίου του 1944 και την οποία παραθέτουμε:
ntokoumento-alexopoulos
«Ε.Α.Σ.Α.Δ ΛΑΡΙΣΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ.
Την 18ην Ιουνίου 1944 εξετελέσαμεν εν Γιαννούλη δημοσία, δι΄ απαγχονισμού, τον στατιώτην της οργανώσεως μας Αλεξόπουλο Ελευθέριον διότι, ως όργανον του Ε.Α.Σ.Α.Δ., ενώ είχεν υποχρέωσιν να υποστηρίξει την τιμήν, οικογένειαν και περιουσίαν των Ελλήνων, ούτος μόνον δεν προσεπάθησεν να ανταποκριθεί εις τας υποχρεώσεις του αυτός, αλλά προέβη εις Καζακλάρ εις μοιχείαν γυναικών, βιασμών αδελφών Ελληνίδων, εις λεηλασίας και αρπαγήν περιουσιών, τελικώς δε εξετέλεσε και τον Πρόεδρον Συνεταιρισμού Γιαννούλης με σκοπόν να τον ληστεύσει. Ατυχώς, εν Καζακλάρ εξετράπησαν ευθείας οδού και της ψηλής Αντικομμουνιστικής αποστολής των και άλλα μέλη της οργανώσεως μας, όπως ο Μαλλιάρας Δημ(ήτριος( ο Τζανής ]τζώκας [ Κωνσταντίνος, ο Σπυρόπουλος Θεόδ[ωρος[, ο Αρχιμανδρίτης Ηλείας. Ούτοι, μετά το παραστράτημα των, εδραπέτευσαν και κρύβονται βοβούμενοι την σύλληψιν και τον πέλεκιν της δικαιοσύνης.
- Παρακαλούμεν τους πάντας να παράσχουν υμίν στοιχεία δια την ενεστώσαν διαμονήν και σύλληψιν των.
Εν Λαρίση την 20ην Ιουνίου 1944.
Ο Στρατιωτικός Διοικητής
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΟΣ»
Υπάρχουν βέβαια και άλλα στοιχεία …εξόχως σημαντικά, αλλά νομίζουμε πλέον είναι ξεκάθαρο. Δεν χωράει καμία αμφιβολία για την δράση του Ελευθέριου Αλεξόπουλου τον οποίον καταδίκασαν ακόμη και οι φρικαλέοι Ούννοι, ενώ εκτέλεσαν οι ίδιοι οι συναγωνιστές του. Και βέβαια όλα αυτά δεν τα καταθέτουμε τυχαία τώρα…
Τα ερωτηματικά που προκύπτουν όχι μόνο από το μεγάλο ψέμα που μας έδωσε να φάμε ο πρωταγωνιστής των ημερών, είναι πολλά. Αλλά αυτό που προκαλεί κάποιες εντυπώσεις παραπάνω είναι η στήριξη που του παρέχει το συγκρότημα του στην κατοχή συνεργάστηκε με τους Γερμανούς και που προφανώς θεωρεί τον ελευθέριο Αλεξόπουλο «συναγωνιστή», ετοιμάζοντας με δημοσιεύματα τον Χρυσοβαλάντη Αλεξόπουλο, (που αποκλείεται να μην γνωρίζει την κατοχική δράση του πρόγονού του) να εκλέξει Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας…
Μας προκαλεί εντύπωση πως το σύστημα δεν γνωρίζει αυτή την ιστορία. Κι εντάξει το σύστημα, οι Εβραίοι της Λάρισας που δεν είναι και μετρημένοι στα δάχτυλα, δεν γνώριζαν; Ή όλοι αυτοί γνώριζαν αλλά η συγκεκριμένη ιστορία δεν ταίριαζε με το σχέδιο τους και για αυτό την απέκρυψαν; Τι να πει και τι να αναρωτηθεί και να αναλογιστεί; Το μόνο σίγουρο είναι ότι… όχι δεν έχει πιάσει πάτο… Πάει ακόμα παρακάτω!
πηγή

Άγ. Αχμέτ, ένας Οθωμανός Άγιος


Άγιος Αχμέτ (†24 Δεκεμβρίου)
π Βασίλειος Καλλιακμάνης

α) Σε κάθε εποχή η Εκκλησία κοσμείται από αγίους. Αυτό σημαίνει ότι ο μακρόθυμος και οικτίρμων Θεός, η Παναγία και Ομοούσιος Τριάς, δεν αφήνει απαράκλητο τον κόσμο. Έτσι, προφήτες, δίκαιοι, απόστολοι, ευαγγελιστές, μάρτυρες, ιεράρχες, όσιοι, ιερομάρτυρες αλλά και νεομάρτυρες, ενεργοποιώντας τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, καθίστανται ζωντανά μέλη του σώματος του Χριστού (βλ. Α΄ Κορ. 12, 27).
AgiosAhmet
β) Ανάλογα με τις κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες φανερώνονται και οι άγιοι. Έτσι, στην περίοδο των διωγμών είχαμε τους μάρτυρες, ενώ σε περιόδους ελευθερίας της πίστεως και ακμής της παιδείας και των γραμμάτων αναδείχθηκαν λόγιοι συγγραφείς και σπουδαίοι υμνογράφοι. Οι νεομάρτυρες ανέτειλαν στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ως αντιστασιακοί της ρωμιοσύνης και του ελληνισμού, ως πρότυπα πίστεως και υπομονής. Κι όπως σημειώνει ο Απόστολος, από τη δοκιμασία της πίστεως γεννιέται η υπομονή, η οποία πρέπει να κρατήσει μέχρι τέλους (βλ. Ιακ. 1, 4).
γ) Ο όσιος Νικόδημος Αγιορείτης στο Νέον Μαρτυρολόγιον αναφέρει ότι ο Θεός ευδόκησε να εμφανιστούν οι νεομάρτυρες για πέντε λόγους: Διότι συμβάλλουν στον ανακαινισμό της ορθόδοξης πίστης, καθιστούν αναπολόγητους τους αλλοπίστους την ημέρα της κρίσεως, αποτελούν δόξα και καύχημα της Ανατολικής Εκκλησίας και καταισχύνη των ετεροδόξων, είναι παραδείγματα υπομονής αλλά και πρότυπα μιμήσεως για τους χριστιανούς.
δ) Ανάμεσα στους βίους των νεομαρτύρων περιλαμβάνεται και σύντομος βίος του Αχμέτ του Κάλφα, ο οποίος ενώ ήταν μωαμεθανός, με θαυμαστό τρόπο έγινε χριστιανός και μαρτύρησε το 1682. Η μνήμη του τιμάται στις 24 Δεκεμβρίου και στις 3 Μαΐου. Στο Νέον Μαρτυρολόγιον αναφέρεται: «Ούτος έχων σκλάβαν Ρώσσαν συνεμίγνυτο με αυτήν, άφηνεν όμως αυτήν να πηγαίνη εις την Εκκλησίαν των Χριστιανών εἰς τας επισήμους ημέρας. Επειδή δε όταν εκείνη ήρχετο από την Εκκλησίαν, αυτός ησθάνετο ευωδίαν άρρητον απού έβγαινεν από το στόμα της, την ηρώτησεν τί τρώγει και μυρίζει έτζη;».
ε) «Εκείνη του είπεν, ότι τρώγει αντίδωρον, και πίνει αγιασμόν. Ταύτα ακούσας προσκαλεί έναν εφημέριον της Μεγάλης Εκκλησίας, και του λέγει να ετοιμάση τόπον διά να υπάγη αυτός, όταν ελειτούργει ο Πατριάρχης. Ου γενομένου, έβλεπεν, ω του θαύματος! όταν ευλόγει ο Πατριάρχης τον λαόν, και εύγαιναν από το τρικήριον, και από τα δάκτυλά του ακτίνες, και έπιπτον επάνω εις όλων των χριστιανών τας κεφαλάς, αυτού δε την κεφαλήν άφιναν άμοιρον».
στ) «Τούτο το θαυμάσιον ιδών, κράζει τον ιερέα, και βαπτίζεται, και ήτο κρυφά χριστιανός ικανόν καιρόν. Επειδή δε εις μίαν σύναξιν λογοτριβούντες οι μεγιστάνες ποίος άραγε να είναι μεγαλύτερος; και ερωτήσαντες και αυτόν, αυτός εφώναξεν όσον εδύνατο: μεγαλωτάτη από όλα είναι η πίστις των χριστιανών. Και ωμολόγησεν τον εαυτόν του χριστιανόν, και όλον το μυστήριον της ενσάρκου οικονομίας του Χριστού κηρύξας παρρησία, το μακάριον τέλος του μαρτυρίου εδέξατο».
ζ) Ο Αχμέτ ήταν άνθρωπος καλής προαιρέσεως, γι’ αυτό επέτρεπε στη ρωσίδα σύντροφό του να εκκλησιάζεται. Αυτή προφανώς είχε επιτίμιο και δεν κοινωνούσε, αλλά έπαιρνε αντίδωρο και έπινε αγιασμό. Η πίστη της όμως αγίασε και τον Αχμέτ. Εδώ βρίσκει εφαρμογή το αποστολικό λόγιο: «και γυνή ει τις έχει άνδρα άπιστον, και αυτός συνευδοκεί οικείν μετ᾿ αυτής, μη αφιέτω αυτόν. ηγίασται γαρ ο ανήρ ο άπιστος εν τη γυναικί, και ηγίασται η γυνή η άπιστος εν τω ανδρί.» (Α΄ Κορ. 7, 13-14). Προκύπτει όμως το ερώτημα: Πώς ένας αλλόθρησκος όντας στη Θεία Λειτουργία βλέπει το άκτιστο φως, που πηγάζει από τα χέρια του Πατριάρχη και εκχέεται στους χριστιανούς; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Υπάρχουν φαίνεται περιπτώσεις γνωστές μόνο στον Θεό, που κατά θεία παραχώρηση γεύονται πνευματικές εμπειρίες και αλλόθρησκοι. Το παράδοξο αυτό γεγονός αναδεικνύει τη μέγιστη ευθύνη των χριστιανών για τον τρόπο μετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας και όχι μόνο…

Συναξαριστής της 24ης Δεκεμβρίου

Ἡ Ἁγία Εὐγενία ἡ Ὀσιοπαρθενομάρτυς καὶ Παραμονὴ Χριστουγέννων (Νηστεία ἐκ πάντων)
 

Ἔζησε στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 3ου αἰῶνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώμη καὶ οἱ γονεῖς της ὀνομαζόταν Φίλιππος καὶ Κλαυδία. Ἐπίσης, εἶχε καὶ δυὸ ἄλλα ἀδέλφια, τὸν Ἀβίτα καὶ τὸ Σέργιο.

Ὁ πατέρας της διορίστηκε ἔπαρχος στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ πῆγε ἐκεῖ μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια. Ἐκεῖ ἡ Εὐγενία σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο καὶ ἔμαθε ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ καὶ ρωμαϊκὴ φιλολογία. Ὅταν τελείωσε τὶς σπουδές της, ψάχνοντας γιὰ περισσότερη γνώση πῆρε στὰ χέρια της ἀπὸ μία χριστιανὴ κόρη τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν τὶς διάβασε, ἐντυπωσιάσθηκε πολύ.

Ἐκεῖ μέσα δὲν ὑπῆρχαν θεωρίες καὶ φιλοσοφικὲς δοξασίες. Οἱ γραμμές τους ἐνέπνεαν ζωὴ καὶ ἐλπίδα. Ἐκείνη τὴν περίοδο, οἱ γονεῖς της ἤθελαν νὰ τὴν δώσουν σύζυγο σὲ κάποιο Ῥωμαῖο ἀξιωματοῦχο, τὸν Ἀκυλίνα. Τότε ἡ Εὐγενία, ἀρνούμενη νὰ δεχθεῖ αὐτὴ τὴν πρόταση τῶν γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ ἔφυγε σὲ ἄλλη πόλη.

Ἐκεῖ κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανὴ καὶ ἔλαβε συγχρόνως τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Μετὰ ἀπὸ χρόνια, ἐπέστρεψε στὸ σπίτι της καὶ ἡ ἀναγνώριση ἀπὸ τοὺς γονεῖς της ἔγινε μέσα σὲ δάκρυα καὶ ἀνέκφραστη χαρά.

Δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ ὅλοι στὸ σπίτι τῆς Εὐγενίας δέχθηκαν τὸ χριστιανισμό. Ἀπὸ μῖσος τότε οἱ εἰδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τὸν πατέρα της. Καὶ ὅταν ἡ Εὐγενία ἐπέστρεψε στὴ Ῥώμη, ἐπειδὴ δὲ θυσίαζε στὰ εἴδωλα, τὴν ἀποκεφάλισαν, τερματίζοντας ἔτσι ἔνδοξα «τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως» μαζὶ μὲ τὴν ἐπίγεια ζωή της.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος τῇ ὑμνωδίᾳ, φῶς προσέλαβες θεογνωσίας, Εὐγενία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· καὶ ἐν ὁσίων χορείᾳ ἐκλάμψασα, ἀθλητικῶς τὸν ἐχθρὸν ἐθριάμβευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὴν τοῦ κόσμου πρόσκαιρον, φυγοῦσα δόξαν, τὸν Χριστὸν ἐπόθησας, τὸ εὐγενές σου τῆς ψυχῆς, ἀδιαλώβητον σῴζουσα, Μάρτυς θεόφρον, Εὐγενία πανεύφημε.


 

 
Ἡ Ἁγία Βάσιλα

Στοὺς Συναξαριστὲς σημειώνεται μόνο, ὅτι συμμαρτύρησε μὲ τὴν Ἁγία Εὐγενία καὶ θανατώθηκε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.

Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, νομίζει ὅτι ἡ Ἁγία αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, διότι μαζὶ μ᾿ αὐτὴ ἀναφέρεται καὶ ἡ μνήμη τοῦ πατέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, Φιλίππου, καθὼς καὶ τῶν ὑπηρετῶν της, Πρωτᾶ καὶ Ὑακίνθου, ποὺ ὅλοι μαζὶ μαρτύρησαν στὴν Ῥώμη ἐπὶ Κομόδου (180-192 μ.Χ.).

Ἀλλ᾿ ὁ Γαλανὸς στοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» ἀναφέρει ὅτι τὴν Βάσιλα προσήλκυσε στὸ χριστιανισμὸ ἡ Ἁγία Εὐγενία στὴ Ῥώμη. Ὁ μνηστῆρας ὅμως τῆς Ἁγίας Βασίλας, Πομπήιος, ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ κατέδωσε στὶς ἀρχὲς τὴν Ἁγ. Βάσιλα καὶ τὴν Ἁγία Εὐγενία, μὲ ἀποτέλεσμα, ἡ μὲν πρώτη νὰ ἀποκεφαλιστεῖ, ἡ δὲ δεύτερη ἀφοῦ πρῶτα ῥίχτηκε στὸν ποταμὸ Τίβερη καὶ διασώθηκε, κατόπιν νὰ ἀποκεφαλιστεῖ καὶ αὐτή.


 

 
Ὁ Ἅγιος Φίλιππος

Ἦταν πατέρας τῆς Ἁγίας Εὐγενίας καὶ μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε μὲ μαχαῖρι.


 

 
Οἱ Ἅγιοι Πρωτᾶς καὶ Ὑάκινθος

Ἦταν ὑπηρέτες καὶ ἀργότερα συνασκητὲς τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὴ Ῥώμη.


 

 
Ὁ Ὅσιος Νικόλαος «ὁ ἀπὸ στρατιωτῶν»

Αὐτὸς ὁ Ἅγιος ἦταν στρατιώτης καὶ πῆρε μέρος στὸν πόλεμο κατὰ τῶν Βουλγάρων, ἐπὶ Νικηφόρου τοῦ Λογοθέτου (802-811).

Σὲ μία ὁδοιπορία διανυκτέρευσε σὲ ἕνα ξενοδοχεῖο. Τὴ νύχτα ὅμως, ἡ κόρη τοῦ ξενοδόχου τοῦ ἐπιτέθηκε μὲ ἁμαρτωλὲς προθέσεις. Ἀλλ᾿ ὁ Νικόλαος συγκρατήθηκε καὶ δὲν μόλυνε τὸ σῶμα του ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ πράξη, στὴν ὁποία τὸν καλοῦσε καὶ τὸν ἐρέθιζε ἡ πονηρὴ κόρη.

Τότε ἀξιώθηκε νυκτερινῆς ὀπτασίας, ποὺ ἐπιβράβευσε τὴν ἁγνότητά του. Ὅταν ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν πόλεμο σῶος καὶ ἀβλαβῆς, ἀποσύρθηκε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἔγινε μοναχός. Καὶ ἀφοὺ ἔζησε ζωὴ ὁσία, πέθανε εἰρηνικά.


 

 
Ὁ Ἅγιος Ἀχαϊκός
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


 

 
Ὁ Ὅσιος Ἀντίοχος

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὑποθέτει, ὅτι ὁ Ὅσιος αὐτὸς εἶναι ὁ λεγόμενος Πάνδεκτος (δηλαδὴ ὁ συγγραφέας τῆς Πανδέκτου), ποὺ ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 7ου αἰῶνα, καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία καὶ ἦταν μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυμα.

Αὐτὸς μάλιστα περιέγραψε καὶ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Ἄραβες καὶ θρήνησε τὸ φόνο τῶν μοναχῶν τῆς Λαύρας ἀπὸ τοὺς ἐπιδρομεῖς.

Γιὰ τὸν Ἀντίοχο καλὴ μελέτη ἔγραψε ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος (1910) καὶ ὁ Ἰ. Φωκυλίδης στὸ ἔργο του «Ἡ Ἱερὰ Λαύρα Σάββα τοῦ ἡγιασμένου».


 

 
Ὁ Ὅσιος Βιτιμίων

Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


 

 
Ὁ Ὅσιος Ἀφροδίσιος

Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


 

 
Οἱ Ἅγιοι Σόσσιος καὶ Θεόκλειος

Ἄγνωστοι στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου.

Ἀναφέρονται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, μὲ λίγα βιογραφικὰ στοιχεῖα.

Μαρτύρησαν ἐπὶ Μαξιμιανοῦ (286-305) καὶ Μαγνεντίου. Συνελήφθησαν σὰν χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Βαῦδο (ποὺ ἦταν ἡγεμόνας τῆς Ἀδριανουπόλεως τῆς Μακεδονίας) καὶ ἐπειδὴ δὲν πείστηκαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, βασανίστηκαν ἀνελέητα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Τόσα πολλὰ εἶναι τὰ βασανιστήριά τους, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀπαριθμηθοῦν καὶ ἀπορεῖ κανεὶς πὼς κατόρθωσαν νὰ ἐπιζήσουν. Τελικά τους ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ ἄφθαρτα στεφάνια τοῦ μαρτυρίου.


 

 
Ὁ Ἅγιος Κάστουλος

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα.

Ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 μὲ σύντομο βιογραφικὸ ὑπόμνημα.

Σύμφωνα λοιπὸν μ᾿ αὐτό, ὁ Ἅγιος αὐτὸς μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323), στὸν ὁποῖο καταγγέλθηκε σὰν χριστιανός. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρμα. Κατόπιν τὸν παρέδωσαν στὸν ἡγεμόνα Ζηλικίνθιο καὶ ἐπειδὴ δὲν κατάφερε κι᾿ αὐτὸς νὰ ἀλλαξοπιστήσει τὸν μάρτυρα, τὸν βασάνισε σκληρὰ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.


 

 
Ὁ Ἅγιος Ἀχμέδ ὁ Νεομάρτυρας

Ἦταν μωαμεθανὸς στὸ θρήσκευμα καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη σὰν γραφέας τοῦ «δευτεράρη», ἐπικαλούμενος Πατσουρούνης.

Στὸ σπίτι του εἶχε σὰν ὑπηρέτρια κάποια χριστιανὴ Ῥωσίδα, στὴν ὁποία ἐπέτρεπε νὰ τελεῖ ἐλεύθερα τὰ θρησκευτικά της καθήκοντα στοὺς ναούς. Ὁ ἴδιος βαπτίσθηκε κρυφὰ καὶ ἔγινε χριστιανός.

Σὲ κάποια ἐπίσημη συζήτηση, ποὺ ἔγινε μὲ μορφωμένους μωαμεθανοὺς ἰσχυρίστηκε ὅτι ἡ μόνη ἀληθινὴ θρησκεία εἶναι ἡ Χριστιανικὴ καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό.

Τότε καταγγέλθηκε στὶς τουρκικὲς ἀρχές, συνελήφθη καὶ ἀπαγχονίστηκε στὶς 3 Μαΐου 1682 στὸ Κεάτχανε Μπαξὲ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τὸ μαρτύριό του συνέγραψε ὁ Ἰ. Καρυοφύλλης.


 

 
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ νεώτερος

Ὁ Ἀγάπιος ὁ νεώτερος, κατὰ κόσμον Ἀντώνιος Ἀντωνόπουλος, γνωστὸς καὶ ὡς Ἀγάπιος Παπαντωνόπουλος (Δημητσάνα, 1753-1812).

Φοίτησε στὴ σχολὴ τῆς γενέτειράς του, ὅπου εἶχε διδασκάλους τὸν Ἀγάπιο Λεονάρδο καὶ τὸν Γεράσιμο Γοῦνα. Ὅταν μὲ τὰ Ὀρλοφικὰ ἡ σχολὴ ἔκλεισε, ὁ Ἀγάπιος ἀκολούθησε τὸν Γεράσιμο Γοῦνα στὴ Σμύρνη, ὅπου συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ φημισμένη σχολὴ τῆς πόλης μὲ σχολάρχη τὸν Ἰερόθεο Δενδρινό.

Στὴ Σμύρνη πῆρε καὶ τὸ σχῆμα τοῦ μοναχοῦ. Ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν Γεράσιμο Γοῦνα στὴ Χίο καὶ τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ γενέτειρά του Δημητσάνα, ὅπου τὸν Αὔγουστο τοῦ 1781 ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς παλιᾶς σχολῆς του.

Τὴ φήμη της ἡ σχολὴ τῆς Δημητσάνας τὴν ὀφείλει κατὰ κύριο λόγο στὸν Ἀγάπιο τὸν νεώτερο, ὁ ὁποῖος ἐπὶ 32 ὁλόκληρα χρόνια ἄσκησε τὰ καθήκοντα τοῦ σχολάρχη μὲ μοναδικὴ εὐσυνειδησία, ἐργατικότητα καὶ ἐντιμότητα.

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό του Ἀγάπιου, ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτεται στὴν ἀλληλογραφία του, εἶναι ἡ ἁπλότητα καὶ λιτότητα τῆς ζωῆς του: «... ζῶμεν δημητσανίτικα», γράφει στὸν Ἄνθιμο Καράκαλλο, ποὺ ἔνθερμα ὑποστήριζε τὸ ἔργο τῆς σχολῆς, «πότε μὲ μολόχες, πότε μὲ τζικνίδες, πότε μὲ ἁβρονιές, πότε μὲ ἀριάνι, πότε μὲ μοναχὸ ψωμί». Συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ἀγάπιου δὲν ἔχουμε. Ἡ διδασκαλία του ὅμως, ἦταν ὁ σπόρος ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλάστησαν πολλοὶ ἔξοχοι διδάσκαλοι καὶ κληρικοὶ τῆς ἐποχῆς.

Η σωτηριολογική προοπτική των Χριστουγέννων, απέναντι στη παγανιστική – μαγική παρουσία, διαφόρων καινοφανών πνευμάτων

Πολύς ο λόγος αναφορικά με τα Χριστούγεννα κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, ένας λόγος όμως παραπειστικός, κενός νοηματικού περιεχομένου, αφού ξαστοχά συστηματικά και δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ, στο ουσιαστικό νόημα των Χριστουγέννων, ως αφορμή υπαρξιακής σωτηρίας του ανθρώπου, με την ενανθρώπιση του θεανθρώπου Χριστού.
Τα λαμπιόνια τα στολίδια, οι εξωπραγματικές φάτνες και τα πρόσωπα που ανεπιτυχώς προσομοιάζονται για να θυμίσουν το γεγονός,  απέχουν μακράν από το να αποδώσουν το νόημα, του σωτηριολογικού γεγονότος της  γέννησης του Χριστού.
Από τη στιγμή που τα Χριστούγεννα απέκτησαν παγκοσμιοποιημένη διάσταση, ήταν μοιραίο να αδειάσουν ουσίας και να παραμείνουν νομιναλιστικά (ονομαστικά) μόνο, αφού κατάντησαν μια «απογυμνωμένη» ματεριαλιστική φιέστα, εμπορικού και οικονομικού χαρακτήρα. Τα Χριστούγεννα για τον «κόσμο» και το φρόνημά του, κατέστησαν μια «πλαστική» εορτή δίχως «σχήμα», «είδος» και «κάλλος», όπως και τόσες άλλες γιορτές και επέτειοι που κενώθηκαν νοήματος και απέμειναν άρρωστα σύμβολα, αφού ότι χάνει το νόημά του μέσα στο χρόνο, είναι καταδικασμένο να απενεργοποιηθεί, να στοιχειώσει,  και να μετατραπεί σε σαμανικό ξόανο.
Την  θέση όμως της απούσας ουσίας, τελολογικά σχεδόν πάντα, την καταλαμβάνει ο «τύπος» ή το «είδωλο» και αυτό ακριβώς συνέβη και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Έρχονται – φεύγουν τα Χριστούγεννα και εμείς μένουμε άγευστοι και άοσμοι της συγκλονιστικής φανέρωσης πως ένας «Θεός εφανερώθη εν σαρκί»(1), ως «Υιός του Ανθρώπου»(2). Εμείς παραμένουμε αυτιστικά «αλλού» τυρβάζοντας και μεριμνώντας περί πολλών και διαφόρων ενώ «ενός δε εστί χρεία»(3).
Είναι διάχυτη πλέον, στη ζωή που μας πλαισιώνει,  η προσπάθεια που καταβάλουν εγνωσμένα ή ανεπίγνωστα οι περισσότεροι από εμάς, να κρυφτούν από την πραγματικότητα και να δραπετεύσουν από τις ευθύνες τους, η πίεση για αποφυγή του εαυτού μας, τις μέρες των Χριστουγέννων, αυξάνεται κάθε χρόνο με την αύξηση της εμπορικότητας, της εκοσμικεύσεως, και των διαφόρων ψευδο – ανθρωπιστικών θρησκευτικών εκδηλώσεων αυτής της περιόδου(4), ως  μπαλώματα και άλλοθι μιας καταρρακωμένης συνείδησης.
Επειδή λοιπόν το γεγονός αυτό καθαυτό του περιεχομένου των Χριστουγέννων,  δημιουργεί αδιαχείριστο άγχος αφού αρνούμαστε να μεταμορφωθούμε (μετανοήσουμε), ως ψυχική αντίσταση  επιλέγουμε να μεταμορφώσουμε τα Χριστούγεννα, από γεγονός πανανθρώπινης λυτρωτικής σωτηρίας, σε ένα «σκηνικό δράσης» απροσδιόριστων πνευμάτων παγανιστικής ιδιοπροσωπίας, με μαγικά χαρακτηριστικά, τα οποία  δήθεν, αν μας αγγίξουν θα μας χαρίσουν τύχη, υγεία, πλούτο, δόξα και βιολογική μακροζωία, δηλαδή τις τέσσερις βασικές πύλες της ψευδαίσθησης ανάμικτης με  την φθαρτότητα, την χοϊκότητα, την οίηση και την ματαιότητα.
Το τέλος των ψευδαισθήσεων όμως σήμανε πλέον οριστικά, και είναι μια ευκαιρία πρώτης τάξης, αυτό να το συνδέσουμε με το γεγονός των Χριστουγέννων, για μια προσωπική νέα αρχή, μια επανεκκίνηση, αφού προηγηθεί ένα ενσυνείδητο σβήσιμο, μια κάθαρση, μια μετανοημένη αυτοσυνειδησία, του εμπαθούς παθογόνου παρελθόντος μας, με την οριστική καταστροφή των παντός είδους «ιών», που κατάντησαν τη ζωή μας  αβίωτη  και οδήγησαν  την αυτοεκτίμησή μας  στο ναδίρ, δίχως μελλοντικό όραμα και ελπίδα.
Η υπέρβαση του ανθρωπίνως αδυνάτου, περιγράφεται με θεολογική σαφήνεια, από τον μακαριώτατο αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο  ως εξής: H πίστη και η προσωπική σχέση με τον Χριστό, αποδεσμεύουν και ενεργοποιούν κρυμμένες μέσα μας δυνάμεις για την υπέρβαση των ανθρωπίνως αδυνάτων Μεταγγίζουν συγχρόνως εκπληκτική ζωτικότητα στην ανθρώπινη ψυχή, για να αντέχει και στις πιο αντίξοες συνθήκες στερήσεως, κατατρεγμού, πιέσεων• και να συνεχίζει να δρα με αισιοδοξία δημιουργική. Την εμπειρία αυτή συμπυκνώνει η μαρτυρία του Αποστόλου Παύλου: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. 4:13). Οι εορτές της Εκκλησίας, μας καλούν να αναθεωρήσουμε τη ζωή μας. Να συνέλθουμε από την ταραχή και την κατάθλιψη. Να ανανεώσουμε την πίστη και τη βεβαιότητά μας ότι ο Χριστός, του Οποίου την έλευση στόν κόσμο εορτάζουμε, παραμένει “μεθ᾽ ἡμῶν”• ότι ῍τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν” (Λουκ. 18:27). Να αλλάξουμε τρόπο σκέψεως και συμπεριφοράς. Να συντονίσουμε τη ζωή μας με το θέλημα το δικό Του. Και η προσωπική αυτή αλλαγή αντανακλά πάντοτε ευεργετικά στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο• τονώνει την αντοχή, την αλληλεγγύη, την ειρήνη, τη δημιουργικότητα, με τρόπους που συχνά παραμένουν αθέατοι αλλά που είναι ουσιαστικοί. Η υπέρβαση του ανθρωπίνως αδυνάτου παραμένει κεντρικό μήνυμα των Χριστουγέννων και προσωπική εμπειρία εκείνων που ζουν εν Χριστῷ (5).
Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες τους, δεν έχουν ανάγκη από μια νέα εποχή, που θα κουβαλάει στο DNA της την νοσογόνο παθογένεια των προηγουμένων εποχών, αλλά από μια νέα αρχή  η οποία θα εδράζεται στην αυτό-συναίσθηση και την μετάνοια, ως προοπτικών μιας καινής επανανοημαδοτημένης ζωής.
________________________________

1.Καινή Διαθήκη  Α΄ Τιμ. γ΄ 16
2.Καινή Διαθήκη  Ιωαν. ιβ΄23
3.Καινή Διαθήκη  Λουκ. ι΄42
4.παπα-Σταύρος Κοφινάς «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ» Εκδόσεις Ακρίτας, Αθήνα 1982, σ.150
5.Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος  http://www.amen.gr/article7859 (22/12/2011)\

πηγή

Ξέσπασµα τῆς καρδιᾶς µου








Γλυκύτατε Ἰησοῦ µου, σκέπτοµαι πόσο µὲ ἀγάπησες.

Κάτι µὲ τραβοῦσε κοντά Σου.

Πόσες φορές, τὸ γνωρίζεις, τὸ εἶδες, Σὲ ἄφησα.

Μὲ τὴ ζωή µου τὴν ἁµαρτωλή Σοῦ ἔλεγα: δὲν σὲ ἀγαπῶ.

Καὶ ὅµως Σύ, Κύριε, “ἐπέτασας χείρας” σ΄ ἕνα παιδὶ ἄτακτο καὶ δύστροπο.

Ἔφτασα µέχρι τὸ χεῖλος τῆς ἀβύσσου.

Τὴν τελευταία στιγµὴ µὲ ἔπιανες καὶ µὲ τραβοῦσες ἀπὸ τὴν καταστροφή.

Πολλὲς φορὲς ἔφυγα ἀπὸ κοντά Σου, κι ἄλλες τόσες φορές, Φίλε µου Καλέ,

Γλυκέ, Σύντροφε τῆς ζωῆς µου, Παρηγοριὰ τῆς ψυχῆς,

πεφιληµένε µου καὶ ἀγαπητικὲ τῆς καρδιᾶς µου,

µὲ δάκρυα καὶ λυγµούς Σοῦ ἔλεγα:

“Σοὶ µόνῳ ἁµαρτάνω καὶ Σοὶ µόνῳ προσπίπτω”.

Ἐλέησόν µε . . . καὶ µὲ ἐλεοῦσες.

Δὲν µποροῦσα ὅµως ποτέ, Κύριέ µου, νὰ φαντασθῶ

Πὼς τόσο πολὺ θὰ µ΄ ἀγαποῦσες.

Τί νὰ πῶ; Ἐσὺ ξέρεις πιὸ πολλὰ ἀπ΄ ὅλους µας.

Οἱ ἀναστεναγµοί µου Σοῦ τὰ λένε.

Κύριε, Κύριε, θὰ ἀπαντήσω πὼς εἶσαι ὁ πόθος τῆς καρδιᾶς µου.

Ναί, Κύριε, Σ΄ ἀγαπῶ, παρ΄ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα στοιχεῖα µου.

Πορεύου, Κύριε µαζί µου κάθε στιγµή !

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ




῾Η προσέλευση τῶν Χριστιανῶν στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας συνιστᾶ τή μεγαλύτερη κατάφαση καί ἀποδοχή τοῦ γεγονότος τῆς ᾽Ενανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Θεός μας ἦλθε μέν στόν κόσμο ὡς ἄνθρωπος ῾ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου᾽, κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, θέλησε ὅμως νά διαιωνίσει τή σάρκωσή Του αὐτή μέ τήν ἵδρυση τῆς ᾽Εκκλησίας Του. ῾Η ᾽Εκκλησία, κατά τήν αὐγουστίνεια ἔκφραση, εἶναι ῾ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας᾽, ὁ ῾Οποῖος θέλησε νά ὑπάρχει στόν κόσμο καί μετά τήν ᾽Ανάληψή Του στούς οὐρανούς μέ ἄλλον τρόπο ἀπό ὅ,τι ἦταν στήν πρώτη Του παρουσία: ἐν Πνεύματι καί μάλιστα ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου. Στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας  βλέπουμε αὐτό πού εἶναι ἡ ᾽Εκκλησία: ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πού βρίσκεται μαζί μέ τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι καλοῦνται νά Τόν φᾶνε καί νά Τόν πιοῦνε, προκειμένου νά γίνουν ῞Ενα μ᾽ ᾽Εκεῖνον. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή καταλαβαίνει κανείς τήν ἐπιμονή τῆς ᾽Εκκλησίας γιά τή συμμετοχή τοῦ πιστοῦ στή Θεία Λειτουργία. Χωρίς τή συμμετοχή αὐτή ὁ χριστιανός ἀκυρώνει τήν πίστη του καί δέν ἐνεργοποιεῖ τό βάπτισμά του. Χριστιανός λοιπόν χωρίς ἑτοιμασία γιά Θεία Κοινωνία ἰδιαιτέρως τά Χριστούγεννα, ὅπως καί τίς ἄλλες μεγάλες ἑορτές τῆς Χριστιανοσύνης, δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει.
Ἡ παραπάνω ἀλήθεια καθιστᾶ φανερή τή σημασία τελικῶς τῶν Χριστουγέννων. ῎Αν ἡ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ ἐκτείνεται μέσα στόν χρόνο εἶναι γιατί Αὐτός πού σαρκώθηκε δέν ἦταν ἕνα τυχαῖο ὄν, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού ῾ἔκλινε οὐρανούς καί κατέβη᾽. Κατά τή μαρτυρία τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ ἤδη στήν ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου του ῾ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καί ὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν καί Θεός ἦν ὁ Λόγος...Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν᾽. Καί γιά ποιο σκοπό πραγματοποιήθηκε ἡ κάθοδος αὐτή; Κατέβηκε ὁ Θεός γιά νά ἀνέβη ὁ ἄνθρωπος. Σκοπός τῆς ᾽Ενανθρωπήσεως ἦταν ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐπανασύνδεσή του δηλαδή μέ τόν Δημιουργό του, ἀπό τόν ῾Οποῖο εἶχε ξεπέσει λόγω τῆς ἁμαρτίας του. ῾Ο Χριστός ἔρχεται στόν κόσμο γιά νά καθαρίσει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα στόν ἄνθρωπο καί νά τοῦ ἀνοίξει καί πάλι τή χαμένη του προοπτική, νά μοιάσει στόν Θεό.
Σέ ὅλο αὐτό τό μεγαλειῶδες σχέδιο τοῦ Θεοῦ πού ἡ ἀνθρώπινη λογική ἀδυνατεῖ νά κατανοήσει ἐπισημαίνουμε μεταξύ τῶν ἄλλων δύο καίριες ἀλήθειες: τό μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρῶτον, τήν ἄπειρη ταπείνωσή Του δεύτερον.
Καί ὡς πρός τό πρῶτο. ῾Ο πιστός ἄνθρωπος στό γεγονός τῶν Χριστουγέννων ἀναγνωρίζει ὡς γενεσιουργό αἰτία τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κανένας καί τίποτε δέν κίνησε τόν Θεό, παρά μόνον ἡ ἐλεύθερη ἀγάπη Του. ῾Οὔτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον – σημειώνει ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης ὁ Εὐαγγελιστής - ὥστε τόν Υἱόν Αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον᾽. Κι αὐτή ἡ ἀγάπη Του διαπιστώνεται ὄχι μόνο κατά τή συγκεκριμένη στιγμή τῆς ᾽Ενανθρωπήσεώς Του, ἀλλά καί κατά τήν προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ Του, ὅπως καί στή συνέχεια μετά από αὐτήν. Τί ἐννοοῦμε;
῾Η προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ Του γίνεται μέ τήν ἀποστολή τῶν προφητῶν τοῦ Θεοῦ τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. ῾Η Π. Διαθήκη συνιστᾶ ἀκριβῶς τήν προετοιμασία, τήν ὑπόσχεση τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού ὁ Θεός εἶχε ὑποσχεθῆ ἤδη ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τῶν Πρωτοπλάστων – τό λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο: θά ἔρθει στόν κόσμο ὁ ἀπόγονος τῆς γυναίκας πού θά συντρίψει τόν διάβολο καί θά ἀποκαταστήσει τή χαλασμένη λόγω τῆς ἁμαρτίας σχέση τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό – αὐτό διαρκῶς ἀνανεωνόταν μέ τήν ἀποστολή τῶν διαφόρων προφητῶν. Οἱ προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης ὡς ἔργο εἶχαν ἀκριβῶς νά κηρύσσουν τή μετάνοια στόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐκεῖνος ἀπομακρυνόταν ἀπό τήν ὀρθή πορεία του, καί νά ἀνανεώνουν τήν ἀρχική ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. ῎Ετσι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν ἄφηνε τόν κόσμο, κάτι πού ἰδιαιτέρως φάνηκε, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα γιά νά ἔλθει ὄχι κάποιος ἁπλός ἀπεσταλμένος Του ἀλλά ὁ ῎Ιδιος ὁ Υἱός Του.
Ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου λοιπόν ἀποτελεῖ κορυφαία ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, ἀγάπης ὅμως πού συνεχίστηκε καί μετέπειτα, μέ ἀποκορύφωση τή σταυρική Του θυσία. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ θεολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας ἀπαρχῆς συνέδεσε τά δύο αὐτά γεγονότα, διότι ἀκριβῶς τά εἶδε κάτω ἀπό τήν ἴδια προοπτική τῆς ἀγάπης. Γέννηση καί Σταυρός συνυπάρχουν, γι᾽ αὐτό καί ὁ χρωστήρας τῶν θεολόγων ζωγράφων τῆς ᾽Εκκλησίας ἀποτύπωσε τή συνύπαρξη αὐτή  κ α ί  στήν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ - ὅταν στό σπήλαιο ὁ μικρός Χριστός κείτεται σπαργανωμένος πάνω σέ μία λάρνακα – κ α ί  στή γνωστή εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς τοῦ χάρου, καθώς λέγεται, στήν ὁποία ἡ Παναγία κρατᾶ τόν μικρό Χριστό ὄχι στή συνηθισμένη Του μορφή, ἀλλ᾽ ὡς μικρό ἐσταυρωμένο. Τό ῾ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν᾽ καί τό γεγονός ὅτι εἶναι ῾τό ἀρνίον τό ἐσφαγμένον ἀπό καταβολῆς κόσμου᾽ βρίσκουν στό σημεῖο αὐτό τήν ἀκριβή τους ἐκπλήρωση.
῾Ως πρός τό δεύτερο σημεῖο τῆς ταπείνωσης τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Θεός μας δέν διστάζει, κινούμενος ἀπό τήν ἀπειρία τῆς ἀγάπης Του, νά ἔλθει ὡς ἄνθρωπος, νά προσλάβει δηλαδή τήν ἀνθρώπινη φύση, σῶμα καί ψυχή, χωρίς νά ἀποστρέφεται τήν ῾ἀνοστιά᾽ αὐτῆς (ἱ. Χρυσόστομος). Δέν θεώρησε ὅτι ἦταν κάτι ὑποτιμητικό γιά τή μεγαλοσύνη Του τό γεγονός τοῦτο. Δέν θεώρησε ὅτι ὑποβαθμίστηκε. Κι αὐτό συμβαίνει γιατί ὁ Θεός μας - ἄς ἐπιτραπῆ ἡ προκλητική ἔκφραση – δέν εἶναι ῾κομπλεξικός᾽. ᾽Εμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κομπλεξικοί, γι᾽ αὐτό καί πιστεύουμε ὅτι δέν ἀξίζει νά ῾ρίχνουμε᾽ τόν ἑαυτό μας καί θά πρέπει νά τόν κρατᾶμε στό ῾ὕψος᾽ του. ῾Ο Θεός μας ὅμως εἶναι τέλειος καί δέν περιμένει ἀναγνώριση ἀπό κανέναν. Ἡ αὐτοσυνειδησία Του εἶναι ἀπόλυτη καί ὁ ῎Ιδιος εἶναι ὁ μόνος κριτής τοῦ ῾Εαυτοῦ Του. ῾Η μόνη ἀναγνώριση πού θέλει ὁ Θεός εἶναι ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου σέ Αὐτόν, διότι ἀπό αὐτήν ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία του. ῎Ετσι ὁ Θεός μας ἐπιλέγει νά ἔλθει ὡς ἄνθρωπος, ἀλλά καί πάλι μέ τρόπο πού προκαλεῖ τήν ἀνθρώπινη ῾χαλασμένη᾽ λογική: νά περικλεισθεῖ μέσα σέ ἕνα ῾μικρό κομμάτι κρέας καί ὑποκάτω εἰς τήν μωρίαν ἑνός ἀγνώστου καί ἀφώνου νηπίου᾽ ( ἅγιος Νικόδημος ἁγιορείτης), καί μάλιστα σέ μία περιοχή ἀπό τίς πιό ἄγνωστες τῆς γῆς: σ᾽ ἕνα χωριό τῆς ᾽Ιουδαίας! Τά χτυπήματα στή λογική τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνεχῆ καί ἀπανωτά! Δέν φτάνει δηλαδή τό γεγονός ὅτι γίνεται ἄνθρωπος, πράξη δηλαδή ἐντελῶς ὑποτιμητική γι᾽ Αὐτόν, ἔρχεται καί ὡς βρέφος καί μάλιστα ἄσημα καί ἄδοξα! Τουλάχιστον, θά σκεφτόταν κάποιος μέ ῾τετράγωνη᾽ λογική, ἄς ἐρχόταν ὡς πριγκηπόλουλο. Θεός εἶναι! Κι ὅμως! Δέν ἐπιλέγει οὔτε αὐτό, τό ἐντελῶς ἁπλό καί λογικό. Γιατί; Διότι θέλει νά μᾶς σώσει, δηλαδή νά κερδίσει ὄχι τόν θαυμασμό μας, ὄχι τήν ὑποταγή μας, ἀλλά τήν καρδιά μας. Γιά νά μήν ἀφήσει περιθώριο σέ κανέναν, ἀκόμη καί σ᾽ ἐκεῖνον πού θά ἔλεγε ὅτι ἔρχεται ῾ταξικά᾽, γι᾽ αὐτό καί ἐπιλέγει καί τήν πιό ταπεινή θέση. ῾Μυστήριον ξένον ὁρῶ καί παράδοξον, οὐρανόν τό σπήλαιον, θρόνον χερουβικόν τήν Παρθένον, τήν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστός ὁ Θεός, ὅν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνωμεν᾽! ῾Οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευναν. Πίστει μόνῃ τοῦτο πάντες δοξάζομεν᾽.
῾Η ἱστορία τῆς Θείας Οἰκονομία, ἤδη ἀπό τήν πρώτη φάση της μέ τήν Παλαιά Διαθήκη, μᾶς ἔχει προσανατολίσει στόν τρόπο αὐτῆς τῆς ταπεινῆς ἐμφάνισης τοῦ Θεοῦ. ᾽Ενδεικτικά καί μόνον νά μνημονεύσουμε τό γνωστό καί πάντα συγκινητικό περιστατικό τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στόν προφήτη ᾽Ηλία. ῾Ο προφήτης διωγμένος καί ἐξόριστος βρίσκεται μόνος καί ἀπελπισμένος. Κατά τή γνώμη του ὅλοι εἶχαν ἀλλαξοπιστήσει στόν ᾽Ισραήλ. Καί προσφεύγει στόν Θεό, ὁ ῾Οποῖος τοῦ ὑπόσχεται ὅτι τήν ἑπομένη τῆς προσευχῆς του θά τοῦ φανερωθεῖ. ῾Ετοιμάζεται ὁ προφήτης καί τήν ἑπομένη πράγματι βγαίνει ἀπό τό σπήλαιό του γιά νά ὑποδεχθεῖ τόν Δημιουργό του. Τά γεγονότα εἶναι ὄντως συγκλονιστικά: βίαιος ἄνεμος ἀρχίζει καί σαρώνει τά πάντα στό πέρασμά του. ῾῾Ο Θεός!᾽, σκέφτεται ὁ προφήτης κι ἑτοιμάζεται νά προσκυνήσει. ᾽Αλλά ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ μέσα του εἶναι σαφής: δέν εἶναι ὁ Θεός στόν δυνατό καί βίαιο ἄνεμο! ῞Υστερα μέγας σεισμός συγκλονίζει τόν τόπο πού βρίσκεται ὁ προφήτης. Καί στή σκέψη του πάλι ὅτι ἦλθε ὁ Θεός παίρνει τήν ἀπάντηση: δέν εἶναι στόν σεισμό ὁ Θεός! ῎Επειτα δυνατή φλόγα ἀρχίζει καί καίει τόν ὅλο χῶρο. ᾽Αλλά γι᾽ ἀκόμη μία φορά ἀκούει ὁ προφήτης: δέν εἶναι στή φλόγα ὁ Θεός. Καί τέλος, ἕνα ἁπλό καί δροσερό ἀεράκι ἀρχίζει νά φυσάει, μία αὔρα πού ἔνιωθε ὁ προφήτης ὅτι τόν ἀναζωογονεῖ καί τόν παρηγορεῖ. Κι ἀκούει πιά τή φωνή: ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός! Στό περιστατικό μαθαίνει ὁ προφήτης τόν τρόπο ἐμφάνισης τοῦ Θεοῦ. ῞Οσο ὁ κόσμος αὐτός βρίσκεται στήν κατάσταση πού εἶναι, ὅσο ἀκόμη δέν ἔρχεται ἡ γενική κρίση τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ κόσμου, ὁ Θεός μας θά ἐπιλέγει τήν ἁπαλή παρουσία, τήν ταπεινή ἐμφάνεια, αὐτό πού κατεξοχήν εἴδαμε μέ τήν ᾽Ενανθρώπή Του ἐν Βηθλεέμ τῆς ᾽Ιουδαίας.
Κι αὐτό τό γεγονός βεβαίως καθορίζει καί τήν πορεία ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων: ὄχι μόνο καλούμαστε νά ζοῦμε τήν ᾽Ενανθρώπηση μέ τήν κοινωνία τοῦ σώματος και τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ στή Θεία Κοινωνία, ἀλλά καί μέ τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση πού πρέπει νά ἔχουμε στή ζωή μας. Οἱ ἅγιοί μας ἄν ἔχουν τή μεγάλη σημασία πού ἔχουν στήν ᾽Εκκλησία μας εἶναι διότι καί μετεῖχαν πάντα στά μυστήρια τῆς ᾽Εκκλησίας καί μάλιστα στή Θεία Εὐχαριστία, ἀλλά καί ἐπέλεγαν διαρκῶς στήν ὅλη συμπεριφορά τους τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας! ῾Η διπλή αὐτή ἐπιλογή – συμμετοχή στά μυστήρια καί ζωή ταπείνωσης καί ἀγάπης – κάνει τελικῶς τόν ἄνθρωπο νά μορφώνει μέσα του τόν Χριστό, νά παίρνει δηλαδή ᾽Εκεῖνος μορφή μέσα μας. ᾽Αλλά αὐτό συνιστᾶ καί τόν σκοπό μας ὡς ἀνθρώπων πάνω σ᾽ αὐτή τή γῆ πού βρεθήκαμε: νά γίνουμε Χριστός. Καί γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἦλθε ὁ Χριστός στόν κόσμο. 
πηγή

Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2014

Πώς πάμε Στο Χριστό;

Ἅγια, εἶναι ἡ νύχτα, πού ἦρθε στόν κόσμο ὁ Χριστός. Ἅγια· καί ὁλόφωτη.
•Τότε ἦρθε στόν κόσμο τό ΦΩΣ· τό ΦΩΣ τό ἐκ ΦΩΤΟΣ.
Μά, αὐτό τό γενικό, μόνο του ΔΕΝ ἀρκεῖ! Πρέπει καί ἐμεῖς, ὁ καθένας μας, νά Τόν δεχθῆ· νά ᾿ρθῆ σέ σχέση προσωπική μαζί Του. Πρέπει νά γίνει πιστός· χριστιανός. Πιστός στόν Χριστό!
Τότε κάποιοι Τόν βρῆκαν. Μποροῦμε νά Τόν βροῦμε καί ἐμεῖς. Ἀρκεῖ νά Τόν ἀναζητήσουμε σωστά· ἀκολουθώντας, ὄχι κάποιο δρόμο, ἀλλά ἕνα ἐγγυημένο δρόμο.
Καί δρόμοι ἐγγυημένοι εἶναι δύο:
Ὁ ἕνας εἶναι ὁ δρόμος τῆς Παναγίας.
Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ δρόμος τῶν Ποιμένων καί τῶν Μάγων.
* * *
1. Ἡ Παναγία, ἡ Μαρία ἀπό τήν Ναζαρέτ, ἦταν μιά ἁπλῆ κοπέλλα. Δέν ἦταν, οὔτε ἱστοριοδίφης· οὔτε φυσιοδίφης· οὔτε στοχαστής. Πίστευε στήν πραγματικότητα. Καί εἶχε ὁδηγό της, τήν πραγματικότητα.
Τῆς μίλησε ὁ ἄγγελος Γαβριήλ. Τῆς εἶπε, ὅτι θά γεννήσει τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Μά αὐτή ΔΕΝ χάρηκε. Ἀντέδρασε. Καί ἀπάντησε: Πῶς μπορεῖ γυναίκα νά γεννήσει παιδί, χωρίς συνεύρεση μέ ἄνδρα;
Τῆς ἀπάντησε ὁ ἄγγελος: Μπορεῖ! Ὅταν θέλει ὁ Θεός, δέν λειτουργοῦν, πάνε στήν ἄκρη, οἱ νόμοι τῆς φύσης! ΔΕΝ στέκουν ἐμπόδιο στήν θέληση τοῦ Θεοῦ!
Καί ἡ Μαρία, τό κατάλαβε. Τό κατάλαβε σωστά. Καί εἶπε:
Ἐγώ εἶμαι ΔΟΥΛΗ τοῦ Κυρίου. Γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου!
Καί συνέλαβε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ: «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου».
Καί γι᾿ αὐτό ἡ Παναγία ξέροντας, ὅλα αὐτά καί τόν τρόπο πού γέννησε, μόλις ἔτεκε τόν Χριστό, Τόν προσκύνησε! Σάν Θεό της. Σάν σωτήρα της. Σάν σωτήρα ὅλου τοῦ κόσμου.
2. Ἄλλος δρόμος, ἁπλούστερος, πιό βατός σέ μᾶς τούς ἀδύναμους, εἶναι ὁ δρόμος τῶν ποιμένων.
Ἀγρυπνοῦσαν κοντά στά πρόβατά τους. Καί ἐκεῖ εἶδαν ξαφνικά ἄγγελο. Καί ὁ ἄγγελος τούς μίλησε καί τούς εἶπε:
-Σᾶς φέρνω χαρμόσυνο μήνυμα. Γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου! Πηγαίνετε νά Τόν ἰδεῖτε· καί νά Τόν προσκυνήσετε!
Καί αὐτοί μέ ἁπλότητα· μά ἀποφασιστικά εἶπαν:
- Πᾶμε! Ἐπιτρέπεται, μετά ἀπό τέτοιο μήνυμα, νά διστάζει ἄνθρωπος καί νά βαριέται; Νά μετράει βήματα;
Καί ξεκίνησαν νά ἰδοῦν. Τί νά ἰδοῦν; Ἕνα νεογέννητο! Καί ἐπῆγαν. Καί τό βρῆκαν στό σπήλαιο. Καί τό εἶδαν. Καί τό προσκύνησαν! Τόσο εὔκολα;
Ναί. Γιατί κατάλαβαν, ὅτι τά λόγια τοῦ Ἀγγέλου, ἦταν λόγια σοβαρά. Καί τά δέχθηκαν. Γιατί κατάλαβαν, ὅτι τό βρέφος ἐκεῖνο, δέν ἦταν ἕνα κάποιο βρέφος, ἀλλά ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ συνάναρχος, καί ὁμόθρονος μέ τόν ΠΑΤΕΡΑ.
Καί «ἐθαύμασαν». Δηλαδή κατάλαβαν, πόσο μεγάλη εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ· καί πόσο ἀπέραντη ἡ ἀγάπη Του γιά μᾶς.
Κάτι ἀνάλογο ἔκαμαν καί οἱ μάγοι. Εἶδαν ἀστέρι στόν Οὐρανό. Καί κατάλαβαν. Καί ξεκίνησαν, ψάχνοντας γιά ἕνα μεγάλο βασιλιά, κυρίαρχο στόν κόσμο ὅλο! Καί ἐπῆγαν. Καί Τόν βρῆκαν μικρό παιδί, μωρουδάκι. Καί κατάλαβαν πολύ περισσότερα ἀπό ὅσα ἄφιναν νά φανοῦν τά φαινόμενα. Κατάλαβαν, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί ταπείνωση.
Ἀγάπη πού ἦρθε νά μᾶς σώσει μέ τήν ταπείνωσή Του.
Καί Τόν προσκύνησαν μέ διπλό πόθο καί μέ ἀπέραντη πίστη!...
* * *
Γιά τήν Παναγία, γιά τούς μάγους καί γιά τούς ποιμένες, αὐτά ἦταν... αὐτονόητη πορεία!
Γιατί γιά μᾶς ἁπλῶς μένουν ἀπορία; Μήπως, γιατί δέν ἔχομε καλή καί καθαρή καρδιά;
Ἄς φροντίσωμε, νά κάνωμε τήν καρδιά μας λίγο πιό καθαρή. Γιά νά μπορεῖ νά ᾿ρθῆ ὁ Χριστός κοντά μας, καί νά τήν γεμίσει μέ τήν χάρη Του, μέ τήν εἰρήνη Του, μέ τήν εὐλογία Του.
+ ὁ Ν. Μ.
Το είδαμε εδώ

Λόγος στη Γέννηση του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Μυστήριο παράξενο και παράδοξο βλέπω. Ποιμένες ακούγονται στα αυτιά μου, όχι επειδή παίζουν ένα υπαίθριο σκοπό, αλλά επειδή τραγουδούν ουράνιο ύμνο. Άγγελοι τραγουδούν, Αρχάγγελοι μέλπουν, υμνούν τα Χερουβίμ, δοξολογούν τα Σεραφίμ, οι πάντες γιορτάζουν επειδή βλέπουν τον Θεό πάνω στην γή και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Τον (Θεό πού είναι) άνω (τώρα να είναι) κάτω από οικονομία και τον (άνθρωπο που είναι) κάτω (τώρα να είναι) άνω από φιλανθρωπία. Σήμερα η Βηθλεέμ τον ουρανό εμιμήθηκε. Επειδή αντί για αστέρια αγγέλους που υμνούν δέχθηκε και αντί για τον ήλιο τον Ήλιο της Δικαιοσύνης απεριγράπτως εχώρεσε. Και μην αναζητάς πως. Επειδή όπου θέλει ο Θεός νικιέται η τάξη της φύσεως. Επειδή θέλησε, το κατόρθωσε, κατήλθε, έσωσε. Όλα (τα κτίσματα) συντρέχουν με τον Θεό (τον Κτίστη). Σήμερα ο Ων τίκτεται και ο Ων γίνεται αυτό που δεν ήταν. Γιατί ενώ είναι Θεός, γίνεται άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός. Επειδή δεν έγινε άνθρωπος με το να πάψει να είναι Θεός, αλλά ούτε πάλι με το να προκόψει από άνθρωπος έγινε Θεός. Αλλά ενώ είναι ο (Θεός) Λόγος, έγινε σαρξ (δηλαδή και άνθρωπος) με απάθεια, χωρίς να μεταβληθεί η φύση Του (σημ: στο Ένα πρόσωπο του Χριστού αποδίδονται η Θεία και η ανθρώπινη φύση)...

Επειδή λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, να σκιρτήσω θέλω κι εγώ, να χορεύσω επιθυμώ, να πανηγυρίσω θέλω. Αλλά χορεύω χωρίς να παίζω κιθάρα, χωρίς να κινώ κλαδιά κισσού, χωρίς να κρατώ αυλούς, χωρίς να ανάβω λαμπάδες, αλλά αντί για μουσικά όργανα κρατώντας τα σπάργανα του Χριστού. Γιατί αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι’ αυτό κι έρχομαι κρατώντας αυτά, για να λάβω με την δύναμή τους ισχύ λόγων και να πω μαζί με τους Αγγέλους “Δόξα εν υψίστοις Θεώ” και μαζί με τους ποιμένες “κι επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία”. Σήμερα αυτός, που γεννήθηκε αρρήτως εκ του Πατρός, αφράστως τίκτεται από Παρθένο για μένα. Αλλά τότε γεννήθηκε κατά φύσιν από τον Πατέρα πριν τους αιώνες, καθώς ο Πατέρας γνωρίζει. Ενώ πάλι σήμερα παρά φύσιν ετέχθη καθώς γνωρίζει η Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και η άνω γέννησή του αληθής και η κάτω γέννηση αψευδής. Και αληθινά Θεός εκ Θεού εγεννήθη και αληθινά άνθρωπος ο Ίδιος εκ Παρθένου ετέχθη. Άνω μόνος εκ μόνου Μονογενής, κάτω μόνος εκ Παρθένου μόνης Μονογενής ο Ίδιος. Επειδή όπως ακριβώς (είναι) ασεβές να εννοήσουμε μητέρα για την άνω γέννηση έτσι (είναι) βλάσφημο να υπονοήσομε πατέρα για την κάτω γέννηση. Ο Πατέρας γέννησε απαθώς χωρίς να μειωθεί η Θεία Του φύση και η Παρθένος αφθόρως έτεκε. Επειδή ούτε ο Πατέρας έπαθε κάποια μείωση όταν γέννησε, επειδή θεοπρεπώς εγέννησε. Ούτε η Παρθένος έπαθε φθορά όταν έτεκε, επειδή πνευματικώς έτεκε.
Όπως ακριβώς ο τεχνίτης όταν βρει χρησιμότατο υλικό κατασκευάζει ωραιότατο σκεύος έτσι κι ο Χριστός όταν βρήκε της Παρθένου άγιο το σώμα και την ψυχή, κατεκόσμησε για τον εαυτόν Του έμψυχο ναό, με τρόπο που θέλησε έπλασε άνθρωπο μέσα στην Παρθένο και αφού ντύθηκε αυτόν (σημ: από την σύλληψή Του ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος), σήμερα έρχεται, χωρίς να ντραπεί την ασχήμια της (ανθρώπινης) φύσεως. Επειδή δεν θεωρούσε ύβρη για τον εαυτόν Τον να φορέσει το δικό του έργο. Και το πλάσμα απέκτησε μεγίστη δόξα επειδή έγινε ένδυμα του Τεχνίτη. Επειδή όπως ακριβώς κατά την πρώτη δημιουργία ήταν αδύνατον να κατασκευάσει τον άνθρωπο πριν έλθει ο πηλός στα χέρια Του, έτσι και το φθαρμένο σκεύος ήταν αδύνατον να μεταποιηθεί εάν δεν γινόταν ένδυμα του Δημιουργού. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; Επειδή το θαύμα με εκπλήττει. Ο Παλαιός των ημερών Παιδί έγινε, Αυτός που κάθεται σε θρόνο υψηλό και ανυψωμένο τοποθετείται σε φάτνη, ο ανέγγιχτος, ο απλός κι ασύνθετος κι ασώματος με ανθρώπινα χέρια τυλίγεται, Αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας με σπάργανα εμπλέκεται, επειδή αυτό θέλει. Επειδή θέλει την ατιμία να την κάνει τιμή, την αδοξία να την ντύσει με δόξα, την ύβρη να κάνει αρετή. Γι’ αυτό και λαμβάνει το δικό μου σώμα για να χωρέσω εγώ τον δικό του Λόγο (σημ: με την Θεία Μετάληψη ο πιστός γίνεται ναός του Χριστού). Και επειδή έλαβε την δική μου σάρκα μου δίνει το δικό Του Πνεύμα. Έτσι ώστε δίνοντας και λαμβάνοντας να μου εμπορευθεί τον θησαυρό της ζωής. Μου λαμβάνει την σάρκα για να με αγιάσει. Μου δίνει το Πνεύμα για να με διασώσει. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; “Να, η Παρθένος θα συλλάβει”. Δεν λέγεται πια σαν κάτι που θα γίνει, αλλά θαυμάζεται σαν πεπραγμένο.
Διασκευασμένο απόσπασμα από το
“ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ” του Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου

Χριστούγεννα...οπως ξέρειησιάζουμε ξανά στην ημερομηνία των γενεθλίων μου...

 Όπως θα ξέρεις, πλησιάζουμε ξανά στην ημερομηνία των γενεθλίων μου. Κάθε χρόνο γίνεται γιορτή προς τιμή μου, έτσι και φέτος.

Αυτές τις μέρες ο κόσμος κάνει πολλά ψώνια, γίνονται διαφημίσεις μέχρι και στο ράδιο, την τηλεόραση και παντού κανείς δεν μιλά για κάτι άλλο εκτός από το τι λείπει μέχρι να έρθει εκείνη η μέρα...

Είναι ευχάριστο να ξέρω ότι τουλάχιστον μία μέρα τον χρόνο κάποιοι με σκέφτονται.

Όπως θα γνωρίζεις πριν από πολλά χρόνια ξεκίνησαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά μου. Στην αρχή φαινόντουσαν να καταλαβαίνουν και με ευχαριστούσαν γι' αυτό που έκανα για εκείνους. Όμως σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τι γιορτάζουν.

Οι άνθρωποι συναντώνται και περνούν πολύ καλά όμως κανείς δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται....

Θυμάμαι πέρυσι, την ημέρα των γενεθλίων που έκαναν μια μεγάλη γιορτή προς τιμή μου. Στο τραπέζι υπήρχαν τα πάντα, όλα ήταν διακοσμημένα όμορφα και υπήρχαν πολλά δώρα, αλλά ...; Ξέρεις τι;...

Ούτε που με κάλεσαν, ενώ ήμουν ο επίτιμος καλεσμένος κανείς δεν θυμήθηκε να με καλέσει. Και η γιορτή γινόταν για μένα...

Και όταν έφτασε η μεγάλη μέρα... με άφησαν απ' έξω, μου έκλεισαν την πόρτα... εγώ ήθελα να βρεθώ στο τραπέζι μαζί τους...

Η αλήθεια είναι ότι δεν εξεπλάγην γιατί τα τελευταία χρόνια όλοι μου κλείνουν την πόρτα. Μιας και δεν με κάλεσαν, σκέφτηκα να παραβρεθώ χωρίς να κάνω θόρυβο κι έτσι μπήκα και στάθηκα σε μια γωνίτσα.

Διασκέδαζαν όλοι, κάποιοι έλεγαν ιστορίες, γελούσαν, πέρναγαν πολύ καλά, μέχρι που έφτασε ένας....




Γέρος χοντρός, ντυμένος στα κόκκινα με άσπρα γένια... Και φώναζε... χο, χο, χο!, λες και είχε πιει λίγο παραπάνω...κάθισε βαριά βαριά σε μια πολυθρόνα και... Όλοι έτρεξαν καταπάνω του λέγοντας...Άγιε Βασίλη! ...λες και η γιορτή ήταν γι' αυτόν...


Ήρθαν τα μεσάνυχτα και όλοι άρχισαν να αγκαλιάζονται, άπλωσα κι εγώ τα χέρια μου ελπίζοντας πως κάποιος θα με αγκαλιάσει... Και ξέρεις; Κανείς δεν με αγκάλιασε.

Ξαφνικά άρχισαν όλοι να ανταλλάσσουν δώρα, ένας ένας τα άνοιγαν μέχρι που τελείωσαν όλα... Πλησίασα να δω μήπως παρ' ελπίδα υπήρχε κάποιο για μένα, αλλά δεν υπήρχε τίποτα...

Πώς θα αισθανόσουν αν την ημέρα των γενεθλίων σου αντάλλασσαν δώρα όλοι μεταξύ τους κι εσένα δεν σου δώριζαν τίποτα;

Τότε κατάλαβα ότι εγώ περίσσευα σε εκείνη τη γιορτή, βγήκα χωρίς να κάνω θόρυβο, έκλεισα την πόρτα κι αποσύρθηκα...

Κάθε χρόνος που περνάει είναι χειρότερα, ο κόσμος θυμάται μόνο το δείπνο, τα δώρα και τις γιορτές. Κανείς δεν θυμάται εμένα...

Θα ήθελα αυτά τα Χριστούγεννα να μου επιτρέψεις να έρθω στη ζωή σου, να αναγνωρίσεις ότι πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να δώσω τη ζωή μου για σένα, στον σταυρό, και να σε σώσω.

Το μόνο που θέλω σήμερα είναι να το πιστέψεις με όλη σου την καρδιά ...

Θα σου πω κάτι: σκέφτηκα, μιας και πολλοί δεν με προσκαλούν στη γιορτή που κάνουν, θα κάνω τη δική μου γιορτή και θα είναι σπουδαία, όπως κανένας δεν την έχει φανταστεί, μια γιορτή πολύ μεγάλη. Ακόμη κάνω τις τελευταίες προετοιμασίες, στέλνω πολλές προσκλήσεις και σήμερα υπάρχει μία ειδικά για εσένα.

Θέλω μόνο να μου πεις αν θέλεις να βοηθήσεις, θα σου κρατήσω μια θέση και θα γράψω το όνομά σου, στη μεγάλη λίστα μου με τους καλεσμένους με κράτηση και... Θα πρέπει να μείνουν απ' έξω εκείνοι που δεν θα απαντήσουν στην πρόσκλησή μου... Ετοιμάσου γιατί όταν όλα θα είναι έτοιμα, μια μέρα που δεν θα το περιμένει κανείς, θα κάνω μια μεγάλη γιορτή...


ΧΡΙΣΤΕ,

Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ


πηγή

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ κ.κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ


ΚΥΡΙΑΚΉ, 21 ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 2014

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 105 ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ κ.κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Phi_12_25
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 105
ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΟΣ & ΙΘΑΚΗΣ κ.κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ
ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τόν εὐσεβῆ Λαόν
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
                                                 
«Χριστός Γεννᾶται· δοξάσατε.
Χριστός ἐξ Οὐρανῶν· ἀπαντήσατε.
Χριστός ἐπί γῆς· ὑψώθητε…»

Ἀγαπητά μου παιδιά Πνευματικά,
Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ περιβάλλεται τή χοϊκή καί ἐφάμαρτη ἀνθρώπινη φύση, γιά νά τήν ἐξαγνίσει, νά τήν ἀφθαρτοποιήσει, νά τήν κάνει κοινωνό Θείας φύσεως.
«Ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» (Λκ. 1,68). Ὁ Κύριός μας πτώχευσε, γιὰ νὰ πλουτίσουμε ἐμεῖς (Β΄ Κορ. 8,9). Τό μεγαλεῖο τῆς οὐράνιας δόξας ἔσμιξε μέ τή φτώχεια τῆς ἀνθρωπότητας γιά τήν ὑπέρβαση τῆς γήϊνης ζωῆς.
Τήν ἐλευθερία μᾶς τή χάρισε ἡ συγκλονιστική συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, πού σαρκώθηκε, γιά νά μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό τήν ἁμαρτία. «Ἦλθε γάρ ἡ προσδοκία τῶν Ἐθνῶν· ἦλθεν, ἔσωσεν ἡμᾶς ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ». Ἡ ἐλευθερία πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός εἶναι μιά μεγάλη προσωπική εὐθύνη τοῦ καθενός μας. Ἔχει σημασία πῶς θά τήν χρησιμοποιήσουμε· σέ ποιούς ὑψηλούς στόχους θά τήν ἀφιερώσουμε· πῶς θά τήν προφυλάξουμε ἀπό τή φθορά τοῦ ἀνθρώπινου βίου καί ἀπό τούς ἐχθρούς της. Πρέπει ἡ ζωή μας νά εἶναι τίμια, γόνιμη, χαρακτηρισμένη ἀπό σεμνότητα καί ἀμετακίνητη ἀπόφαση γιά τήν ἀρετή.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἀγάπη. Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τούς ἀδελφούς μας, ὅπως τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Ν’ ἀπομακρύνουμε ἀπό τίς καρδιές μας τή φιλαυτία καί τήν ἰδιοτέλεια, τό φθόνο καί τήν ἔχθρα, τή διχόνοια καί τήν ὀργή, τή μνησικακία καί τήν ἐμπάθεια. Νά συγχωροῦμε τούς ἄλλους, ὅπως θέλουμε νά μᾶς συγχωροῦν κι ἐκεῖνοι. Νά συγκαταβαίνουμε στίς ἀδυναμίες τους. Νά τούς βοηθοῦμε ἐγκάρδια καί μέ προθυμία, ὅταν μᾶς χρειάζονται. Ἡ ἀγάπη εἶναι τό κυριώτερο γνώρισμα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἑμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλλοις» (Ἰω. 13,35).
Ἡ ἔλλειψη τοῦ μηνύματος αὐτῆς τῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνης τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν ψυχή τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν κοινωνικῶν καταστροφικῶν ἐξελίξεων, τῶν ὁποίων καθημερινῶς εἶναι αὐτόπτης μάρτυς, καί τίς ὁποῖες καλεῖται ἐνσυνείδητα ἤ ἀσυνείδητα νά ζήση. Ἔτσι ὁ κόσμος δέν ξέρει πιά πώς ἡ πιό μεγάλη χαρά εἶναι νά προσφέρεις καί ὄχι νά παίρνεις· νά θυσιάζεσαι καί ὄχι νά ἀπαιτῇς θυσίες· νά ἔχεις τή χαρά, ἀλλά καί τή Χάρη.
Χτυπιέται ἡ χριστιανική Πίστη, ἡ Πίστη τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τή βαρβαρότητα τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου καί ἀπό τήν ἀπελπισία τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός μας ἦλθε γιά νά ἐλευθερώση τούς ἀνθρώπους. Ἦλθε νά φέρει τήν «ἐπὶ γῆς Εἰρήνη», πού εἶναι ὁ δίκαιος καημός τοῦ ἀνθρώπου καί νά μᾶς δώσῃ καί πάλι τή δυνατότητα νά ἀντλήσουμε ἐφόδια πνευματικά ἀπό τή «λησμονημένη πηγή τοῦ Θεοῦ»: τήν ἀγάπη, τόν σεβασμό, τήν ἀξιοπρέπεια καί τήν ἐλπίδα.
Ἀδελφοί μου εὐλογημένοι,
Ἡ σάρκωση τοῦ Θεανθρώπου εἶναι προϊόν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς. Εἶναι θυσία τοῦ Οὐρανοῦ γιά χάρη μας. Ἄς ψάλλουμε μαζί μέ τούς ὁδοιπόρους πρός τό Σπήλαιο:
«Χορεύουσιν Ἄγγελοι πάντες ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀγάλλονται σήμερον· σκιρτᾶ δὲ πᾶσα ἡ κτίσις διὰ τὸν γεννηθέντα ἐν Βηθλεέμ, Σωτῆρα Κύριον· ὅτι πᾶσα πλάνη τῶν εἰδώλων πέπαυται καὶ βασιλεύει Χριστός εἰς τοὺς αἰῶνας…»
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ!
Διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης σας
Ο ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΗΣ ΣΑΣ



† Ὁ Λευκάδος καί Ἰθάκης Θεόφιλος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...