Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2015

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»

«Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ οἱ ἄνθρωποι βλέπουν τούς ἀληθινούς χριστιανούς μέ περιφρόνηση καί συχνά τούς χλευάζουν, γιατί δέν εἶναι ὅμοιοί τους. Νομίζουν ὅτι ἔτσι μποροῦν νά δικαιολογήσουν τήν δική τους ἀπιστία καί νά ἡσυχάσουν τή συνείδησή τους.
 Ἐκεῖνο ὅμως πού ἔχει ἐνδιαφέρονεἶναι νά μάθουν οἱ χριστιανοί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά ἀντιμετωπίζουν τούς χλευαστές τουςὉ Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς συμβούλευε ὅτι στό χλευασμό πρέπει νά ἀπαντοῦμε μέ χαμόγελο. Ὁ χλευασμός τῶν κοσμικῶν πρός τούς χριστιανούς προέρχεται ἀπό τή μοχθηρή καρδιά τους, ἐνῶ τό χαμόγελο τῶν χριστιανῶν ἀπό τήν ἔλλειψη κακίας.
Ὁ χλευασμός ἁρμόζει στήν ἄγνοιαἐνῶ στή γνώση ἁρμόζει τό χαμόγελοὉ χλευασμός κάνει πιό ἔντονη τήν προσευχή, ἀλλά «αὐξάνει καί τήν τιμή τῆς προσευχῆς μπροστά στόν αἰώνιο Δικαστή.
Ἀφοῦ στόν Θεό εἶναι πιό ἀγαπητή ἡ προσευχή τῆς θαρραλέας ψυχῆς, περικυκλωμένης ἀπό τά βέλη τῆς κακίας, τοῦ μίσους, τοῦ φθόνου καί τοῦ χλευασμοῦ. Ὅλα αὐτά τά βέλη ἔχουν ἀμβλυμένη τήν κορυφή καί αἰχμηρή τήν βάση, ὥστε ἀποκρούονται ἀπό αὐτή καί λαβώνουν τούς ἴδιους τούς τοξότες».
 Ὅταν ὁ χριστιανός εἶναι σταθερός στή ζωή του καί τηρεῖ τίς ἐντολέςχωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀπό τούς χλευασμούςσύντομα θά διαπιστώσει ὅτι οἱ χλευασμοί τόν ὠφελοῦνγιατί τόν ὠθοῦν γιά κάτι πε-ρισσότεροδηλαδή γιά ἐνεργότερη προσευχή καί ἐντονότερο πνευματικό ἀγώναΘά συμβεῖ ἀκόμα καί αὐτό πού δέν φανταζόταν. «Θά σταματήσει ὁ χλευασμός καί θά ἀρχίσει νά γίνεται συναίνεση καί θαυ- μασμός καί ἔπαινος».
Ὁ Χριστός εἶπε «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθροὺς ὑμῶν» (Ματε΄ 44), γιατί μᾶς κάνουν καλό χωρίς νά τό ξέρουνὉ Ἅγιος Νικόλαος ἔλεγε: «Πικραίνοντάς μας καί στεναχωρώντας μας, ἀνάβουν τή φλόγα τοῦ θεϊκοῦ πυρός μέσα μας. Γαβγίζοντας πισώπλατα, ὅταν ἐμεῖς βαδίζουμε στόν ναό τοῦ Θεοῦ, μᾶς σπρώχνουν πιό κοντά στόν Θεό. Κάνοντάς μας τή γῆ πιό ἀνιαρή, μᾶς κάνουν τόν οὐρανό ἀκόμα πιό ἀγαπητό. Ἡ παγωνιά καί ὁ ἄνεμος δέν σκέφτονται τό καλό τοῦ δέντρου, ἀλλά, ἄν καί ἄθελά τους, τοῦ κάνουν καλό. Ἔτσι συμβαίνει καί μέ τούς ἐχθρούς μας».
Ἐκεῖνος πού θά πετύχει αὐτό, θά ἐλευθερωθεῖ κυριολεκτικά ἀπό πολλές δυσάρεστες καταστάσεις, πού τοῦ δημιουργοῦν γνωστοί καί ἄγνωστοι ἄνθρωποι. Οἱ ποικίλες ἐπιθέσεις πού θά δέχεται θά τόν ἀφήνουν ἀδιάφορο. Στήν περίπτωση ὅμως πού δέν ὑπάρχει πνευματική ζωή, παραμένει ἡ πικρία ἀπό τό χλευασμό καί ἡ ἀντιμετώπισή του εἶναι σχεδόν ἀδύνατη.

Ορθόδοξος Τύπος, 27/1/2015 
Το είδαμε εδώ

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Ορθοδοξίας



Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Ο άνθρωπος γιορτάζει πολλούς θριάμβους. Καθημερινά έχει επιτεύγματα και υπέροχες νίκες. Κραυγές χαράς ακούγονται από κάθε σημείο της γης όταν η μια ανακάλυψη δέχεται την άλλη.
Δεν είναι όμως μόνο οι θρίαμβοι αυτοί. Διότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο μυαλό και τεχνικές κατακτήσεις. Είναι και πνεύμα. Είναι και ψυχή. Για το λόγο αυτό υπάρχουν και άλλου είδους θρίαμβοι. Θρίαμβοι στη σφαίρα του πνεύματος.
Ένα τέτοιο θρίαμβο γιορτάζουμε σήμερα. Τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Δηλαδή, πανηγυρίζουμε τον θρίαμβο της αληθινής πίστης, τον θρίαμβο ενάντια στις αιρέσεις, δηλαδή τη διαστροφή της αλήθειας που κήρυξε ο Χριστός, τη νίκη εναντίον των εικονοκλαστών και την αναστήλωση των εικόνων το 843 μ. Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Η ορθόδοξη πίστη ύστερα από τόσους αγώνες, από κατατρεγμούς και διωγμούς, μαρτύρια και κατακόμβες πέρασε στον θρίαμβο. Οι μεγάλοι Πατέρες και οι Σύνοδοι μάς χάρισαν την μόνη σωστή πίστη, την μόνη ανόθευτη διδασκαλία. Και παράλληλα με τη ζωή τους οι Άγιοι, οι Μάρτυρες και οι Όσιοι μάς έδωσαν το τέλειο πρότυπο.
Ο συνδυασμός της καθαρότητας της διδασκαλίας με την αγνότητα της ζωής είναι η Ορθοδοξία. Η λάμψη της αλήθειας και η ευωδία της αγιότητος είναι το σύμβολο της πίστεως ενσαρκωμένο στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτή είναι η βαριά μας κληρονομιά. Αυτή την Ορθοδοξία καλούμαστε να διαφυλάξουμε και στην εποχή μας, από τόσους και τόσους εχθρούς που μάς πολιορκούν.
Είναι πρώτα οι πολέμιοι του ορθόδοξου δόγματος, της μόνης ανόθευτης διδασκαλίας. Είναι εκείνοι που εγκαταλείπουν «τό λογικόν καί ἂδολον γάλα» της ορθόδοξης διδασκαλίας για να τραφούν με τους «βεβήλους καί γραώδεις μύθους». Είναι οι αιρετικοί, που σαν λύκοι βαρείς αποδεκατίζουν το ποίμνιο των πιστών. Οι διάφορες ομάδες των αιρετικών που τρέχουν από σπίτι σε σπίτι, κτυπούν κάθε πόστα και μεταδίδουν το δηλητήριο της πλάνης τους. Μερικοί, δυστυχώς, παρασύρονται από τα γλυκόλογά τους και τις ψεύτικες υποσχέσεις τους. Αρνούνται την πίστη που έχει ποτισθεί με τόσο αίμα, τόσο δάκρυ, τόσο πόνο, και γίνονται οπαδοί της αίρεσης. Πόσο φοβερό είναι κάτι τέτοιο. Πόσο πρέπει να λυπούμαστε αυτούς τους ανθρώπους και να κρατάμε πάντα την πόστα του σπιτιού και της καρδιάς μας κλειστή στους εχθρούς αυτούς της Ορθοδοξίας.
Αυτό ας είναι και το δικό μας σύνθημα και αυτό το σύνθημα ας μεταδίδουμε και στους γύρω μας: Κλειστές οι πόστες της ψυχής και του σπιτιού στον κάθε πλανεμένο, στον κάθε αιρετικό. Ούτε κουβέντες μαζί του, ούτε από περιέργεια να πιάνουμε στα χέρια μας τα βιβλία και περιοδικά τους. Έχουμε, ευτυχώς, όσο άφθονη ορθόδοξη πνευματική τροφή που δεν χρειαζόμαστε τα έντυπά τους.
Δεν είναι όμως μόνο αυτοί εχθροί της Ορθοδοξίας. Εδώ, ας επιτραπεί να κάνουμε μια αληθινή διαπίστωση. Μπορεί κι εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί να γίνουμε εχθροί της Ορθοδοξίας, χωρίς να παρασυρθούμε από αιρετικούς και να αφήσουμε την πίστη μας. Και γινόμαστε εχθροί και δολιοφθορείς του θείου τούτου Οικοδομήματος όταν, ενώ πιστεύουμε, δεν ζούμε σαν ορθόδοξοι. Όταν έχουμε μόνο φύλλα και όχι καρπούς. Όταν δεν παρουσιάζουμε στην εποχή μας τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος: την αγάπη, την χαρά, την μακροθυμία, την αγαθότητα, την πραότητα, την δικαιοσύνη. Όταν αφήνουμε να εγκατασταθούν μέσα μας «ἒχθραι, ἓρεις, ζῆλοι, θυμοί, ἐριθεῖαι, διχοστασίαι».
Τότε «δι’ ἡμᾶς βλασφημεῖται τό ὂνομα τοῦ Θεοῦ», διαβάλλεται δηλαδή στην κοινωνία μας. Τότε δίνουμε, σ’ όσους ζητούν αφορμή, να κατηγορήσουν την πίστη. Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει για τον ένα ή τον άλλο: Κάνει τον χριστιανό και όμως είναι τέτοιος και τέτοιος. Και πόσοι άλλοι μένουν μακριά από το ναό ή από τα μυστήρια της Εκκλησίας μας εξ αιτίας της ανάρμοστης διαγωγής του ενός ή του άλλου κληρικού.
Ήρθε όμως η ώρα να προσπαθήσουμε να ζήσουμε το μοναδικό συνδυασμό αλήθειας και αγιότητας. Αποστολή μας είναι να παρουσιάσουμε στην εποχή μας πίστη και ηθική.
Πίστη θερμή, αδιάσειστη στο ορθόδοξο δόγμα, μετουσιωμένο σε ηθική ζωή, σε ζωή αρετής και αγιότητας. Οι καιροί μας θέλουν ηθικά αναστήματα που δεν λιποψυχούν στις όποιες δυσκολίες, που δεν κάμπτονται μπροστά σε καμιά πίεση. Δεν κάνουν συμβιβασμούς, υποχωρήσεις. Κρατούν πολύ ψηλά τη σημαία τους.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ = ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής της Ορθοδοξίας (Εβρ. ια' 24-26, 32-40)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ = ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ
Αποστολικό ανάγνωσμα
Κυριακής της Ορθοδοξίας
(Εβρ. ια' 24-26, 32-40)

Κυριακή τής Ορθοδοξίας! Ένας σταθμός πνευματικός μέσα στον ενιαυτόν τής Χρηστότητος του Κυρίου που κάνει τον κάθε συνειδητό πιστό αλλά και ολόκληρο το εκκλησιαστικό σώμα να χαίρει για την διηνεκή νίκη τής Ορθοδόξου πίστεώς μας, αλλά και να αντλεί δυνάμεις για την έως τέλους ευλογημένη πορεία.
Στο καταπληκτικό Αποστολικό ανάγνωσμα της εορτής, που κάθε στίχος του περιλαμβάνει και ολόκληρη βιβλική ιστορία, βλέπουμε να κατέχει περίοπτη θέση ο μεγάλος προφήτης Μωυσής. Ο ηγέτης τού εκλεγμένου λαού, ο οποίος έζησε χίλια πεντακόσια έτη προ Χριστού και εν τούτοις υπέστη παθήματα, που τον παρουσιάζουν ως άνθρωπον ο οποίος είχε ενώπιόν του και εμιμείτο το πρότυπον του Χριστού. Αλλ' εκτός αυτού, τα όσα έπασχε, τα δέχεται με υπομονή χάριν Αυτού τού Χριστού, αφού κατά την Γραφή και τους Πατέρες, Αυτός που αοράτως προστάτευε και καθοδηγούσε τον αρχαίον Ισραήλ ήταν αυτός ο ίδιος ο Χριστός. Ο άσαρκος Υιός και Λόγος τού Θεού, ο αρχηγός τού νέου Ισραήλ τής Χάριτος, τουτέστιν της Εκκλησίας. Η ιστορία είναι γνωστή. “Ένεκα της πίστεως, ο Μωυσής, όταν ανδρώθηκε, αρνήθηκε να λέγεται υιός τής θυγατέρας του Φαραώ. Προτίμησε μάλλον να συγκακουχείται με το λαό του Θεού, παρά να έχει πρόσκαιρη αμαρτωλή απόλαυση. Και από τους θησαυρούς τής Αιγύπτου, θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο τον εξευτελισμό, όμοιο με εκείνον που υπέφερε ο Χριστός, διότι απέβλεπε στην θεία ανταπόδοση”.
Επιβάλλεται όμως να εμβαθύνουμε έστω και για λίγο στο σημείο αυτό, διότι έχει να κάνει με την ουσία τής πίστεώς μας και άρα με τον θησαυρό τής Ορθοδοξίας μας που εορτάζουμε.
Εάν για τον Μωυσή ο ονειδισμός τού Χριστού αποτελούσε πλούτο και δόξα, πολύ περισσότερο αυτός ο ονειδισμός αποτελεί αγία κατάσταση, δόξα, τιμή και σημείο γνησιότητος για τον κάθε πιστό Ορθόδοξο Χριστιανό. Και πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά αφού στο πρόσωπο του ίδιου τού αρχηγού τής πίστεώς μας εκπληρώθηκε η προφητεία: “Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ' εμέ”! (Ψαλμ. Ξη΄10 – Ρωμ. ιε΄3). Οι εξευτελισμοί εκείνων που ζητούν να σε εξευτελίσουν, Θεέ μου, έπεσαν επάνω μου.
Από την αρχή τού δημοσίου του βίου ο Κύριος Ιησούς εδέχετο τις ριπές και τα σκώμματα των ονειδισμών με κορυφαίο αυτό το γεγονός τής Σταυρώσεως (το οποίο αποτελούσε και την δόξα Του). Ο συνασπισμός τού διαβόλου και των οργάνων του επέφεραν τους εξευτελισμούς, τις περιφρονήσεις, τις βλασφημίες, την διαπόμπευση και όλα εκείνα που αποτελούσαν τον Σταυρόν του πριν από τον Σταυρό. Και ενώπιον αυτών τι έκαμε ο Κύριος; Δεν εγόγγυσε· δεν παραπονέθηκε· δεν οργίστηκε. Αλλά με τέλεια υπομονή, εδέχθη όλους τούς εξευτελισμούς των σατανικών οργάνων και εγένετο “υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού”! (Φιλιπ. Β΄8).
Το ότι έτσι έχει η πραγματικότης, αυτό είναι γνωστόν τοις πάσι. Λησμονούμε όμως οι πιστοί, αρκετές φορές, ότι οι ονειδισμοί τής πίστεως δεν ξεκινούν από τον Μωυσή και τελειώνουν επάνω στον οδυνηρό Σταυρό, αλλά ότι ο ονειδισμός τού Χριστού, συνεχίζεται και δεν πρόκειται να παύσει παρά στο τέλος τής παγκόσμιας ιστορίας. Συνεχίζουν ακαταπαύστως, με την διαφορά ότι τώρα αυτοί οι ονειδισμοί στρέφονται εναντίον των μαθητών τού Χριστού. Εναντίον των γνησίων Χριστιανών.
Είναι βεβαίως αλήθεια ότι πολλοί εκτιμούν και επαινούν την Ορθόδοξη Πίστη και τους συνειδητούς Χριστιανούς. Αλλά αυτά, όταν δεν θίγεται το συμφέρον τους και δεν γίνεται η πίστις εμπόδιο στις αδυναμίες και στα πάθη τους. Εκτιμούν την πίστη κατά ένα γενικό και αόριστο τρόπο, όταν φερ' ειπείν η Εκκλησία δείχνει να έχει ένα “κοινωνικό προφίλ” και μια παρουσία δίκην “ερυθρού σταυρού” μέσα στο κοινωνικό χάος που όλοι υφιστάμεθα. Όμως την ίδια ακριβώς εκτίμηση θα έδειχναν οι μακράν του Θεού άνθρωποι στους υπευθύνους φορείς, εάν τα συσσίτια τα πρόσφεραν είτε ομάδες αιρετικών, είτε αθέων, ακόμα δε και αντιχρίστων. Έτσι ξεγελιούνται και αυτοί οι ποιμένες τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, θεωρώντας ότι η επιφανειακή εκτίμηση που απολαμβάνουν εκ μέρους τού κόσμου, αποτελεί σημείο και ένδειξη αυθεντικής ποιμαντικής και πατερικής συμπεριφοράς (οποία πλάνη). Το πόσο έξω όμως πέφτουν όσοι σκέπτονται κατ' αυτόν τον τρόπο το διαπιστώνει κανείς από τα “διασταυρούμενα πυρά” των ονειδισμών, αυτών ακριβώς που έως εκείνη την ώρα επαινούσαν το “έργο τής Εκκλησίας” όταν κάποιος κληρικός, μοναχός (σπάνιο δυστυχώς), ή λαϊκός, τολμήσει να αγγίξει τα κακώς κείμενα. Όσα δηλ. “κοινωνικά κεκτημένα” έρχονται σε άκρα αντίθεση με τις εντολές τού Θεού.
Έτσι λοιπόν καταλήγουμε στο αυταπόδεικτο και Βιβλικό – Θεολογικό – Ιστορικοκοινωνικό συμπέρασμα, ότι δείγμα γνησιότητας για τον πιστό, δεν αποτελεί η κοσμική αποδοχή τής Εκκλησίας, αλλά ο ονειδισμός για την αγάπη και την δόξα τού Χριστού.
Ο έως τώρα εορτασμός τής Ορθοδοξίας εκ μέρους της κρατικής πλευράς - μάλλον θα λέγαμε του εξευτελισμού τής πίστεώς μας εκ μέρους των ιθυνόντων που ουδεμία σχέση έχουν με την ορθόδοξη πραγματικότητα και τις εντολές τού Χριστού - ξεγελούσε τους αφελείς και θεωρούσαν την εορτή ως ένα θρίαμβο κοσμικού χαρακτήρος. Καιρός όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι εφεξής, ο εορτασμός της νικηφόρου πίστεως, νομοτελειακώς και αυθεντικώς θα φέρει (πρέπει να φέρει) όχι την “αυτοκρατορική αλουργίδα” με όλα τα εξαρτήματα των παρωχημένων εποχών, αλλά την στολή τής συνεπείας και τον μανδύα τής εν Χριστώ ταπεινώσεως που δύναται να θεραπεύσει τις πνευματικές πρωτίστως αλλά και αυτές τις χαίνουσες πληγές τής κοινωνίας, αφού “κάν μόνον άψηται του ιματίου Αυτού, σωθήσεται”.
Ας το πάρουμε δε επιτέλους απόφαση, ότι στενές σχέσεις και φιλίες με ανθρώπους τής απιστίας, της κακίας και ιδίως με όσους με το “προπέτασμα καπνού” τής πίστεως, λυσσωδώς και δαιμονικώς, προσπαθούν να αλλοιώσουν την παρακαταθήκη τής Ορθοδοξίας μας, δεν μπορούμε να έχουμε, αφού “πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται”! (Β΄ Τιμ. Γ' 12)
Αμήν.

Άρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Αγία Νεομάρτυς Κυράννα ( 28 Φεβρουαρίου)

Αυτή η καλή σε όλα νύμφη του Χριστού ήταν από ένα χωριό της Θεσσαλονίκης, που λεγόταν Αβυσσώκα, τέκνο Χριστιανών γονέων, ήταν δε πολύ όμορφη και ζούσε ζωή σεμνή και συνετή. Αλλά ο διάβολος, που μισεί το καλό, τη φθόνησε για την τόση αρετή της και, μη μπορώντας να την μολύνει με αισχρούς λογισμούς και με άτοπες κρυφές πράξεις, βρήκε ως όργανο της κακίας του έναν Αγαρηνό Γενίτζαρο, που ήταν σε εκείνο το χωριό σούμπασης και συγκέντρωνε τα αρχοντικά εισοδήματα, ο οποίος χτυπήθηκε από σατανικό έρωτα για την κόρη και άρχισε ο μιαρός να την κολακεύει με διαφόρους τρόπους, για να την φέρει στο σκοπό του, αλλά η παρθένος δεν τον δεχόταν καθόλου. Ύστερα εκείνος της έταζε να της δώσει, όσα χρήματα θέλει και να της κάμει και φορέματα πολύτιμα, εάν παραδεχθεί, αλλιώς την απειλούσε, ότι θα την υποβάλει σε μεγάλα βασανιστήρια και τελευταία θα της δώσει και θάνατο.
AgiaKyranna
Η κόρη όμως, έχουσα όλο της τον πόθο προς τον Χριστό, δεν υπολόγιζε καθόλου ούτε τα χαρίσματα και τις υποσχέσεις του, ούτε τις φοβέρες του. Επειδή λοιπόν εκείνος έβλεπε, ότι δεν κατορθώνει το σκοπό του, συμφωνεί με άλλους γενίτζαρους του ιδίου τάγματος και αρπάζουν ξαφνικά την κόρη και την πηγαίνουν στο δικαστή της Θεσσαλονίκης ψευδομαρτυρώντας, ότι είπε τάχα η κόρη πως θα τον πάρει άνδρα και θα έλθει στην πίστη τους. Ακολούθησαν δε και οι γονείς της κόρης, αλλά επειδή δείλιασαν από τις φοβέρες εκείνων, κρύφθηκαν. Εκεί λοιπόν οι Τούρκοι έκαναν πολλά στην παρθένο, για να την φέρουν στο σκοπό τους, πότε με κολακείες και ταξίματα, πότε με φοβέρες. Αλλά η μακάρια έστεκε ατάραχη και μόνο ένα λόγο είπε σ’ αυτούς• «Εγώ είμαι Χριστιανή και έχω νυμφίο τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, στον οποίο προσφέρω ως προίκα την παρθενία μου, και αυτόν πόθησα και ποθώ από τα νιάτα μου και για την αγάπη του είμαι έτοιμη να χύσω και το αίμα μου, για να αξιωθώ να τον απολαύσω. Ακουστέ λοιπόν την απάντησή μου και πλέον άλλο λόγο μη περιμένετε να σας πω».
Μόλις είπε αυτά, σιώπησε και πλέον δεν θέλησε να αποκριθεί καθόλου σε όσα την ρωτούσαν αργότερα, αλλά γέρνοντας κάτω την κεφαλή, έστεκε με πολλή σεμνότητα σαν να ντρεπόταν να βλέπει και τα ίδια τα πρόσωπα των ανδρών, προσευχόμενη νοερά και παρακαλώντας τον νυμφίο της Χριστό, να την ενδυναμώσει έως τέλους. Και την ώρα εκείνη γέμισε η καρδιά της από αγαλλίαση και χαρά πνευματική και, καθώς φανταζόταν νοερά τον γλυκύτατό της Χριστό, της φαινόταν σαν να ήταν ανεβασμένη στον παράδεισο και λησμόνησε όλα τα λυπηρά της παρούσας ζωής και επιθυμούσε να λάβει το γρηγορότερο τον θάνατο υπέρ του Χριστού. Βλέποντας όμως εκείνοι το αμετάθετο της γνώμης της και την χαρά στο πρόσωπό της καταντράπηκαν και έτσι την έστειλαν στη φυλακή και την έβαλαν σε σίδερα.
Ο δε γενίτζαρος εκείνος, φλεγόμενος ακόμη από τον δαιμονικό έρωτα, πήγε σε έναν αγά μεγάλο του κάστρου, που ονομαζόταν Αλή αφέντης, μπέης ως προς το αξίωμα, και τον παρακαλεί να προστάξει τον δεσμοφύλακα να τον αφήνει να μπαίνει μέσα στη φυλακή, όταν θέλει. Το οποίο και έγινε. Και πήγαινε ο μιαρός κάθε ώρα και της έκανε πολλές τυραννίες με πείσμα ή να την φέρει στο θέλημά του ή να την σκοτώσει. Και δεν έφθανε μόνο αυτός, άλλα έπαιρνε μαζί του και άλλους ομοίους του γενιτζάρους, για να την τιμωρούν αυστηρά, αλλά η μακάρια, όταν τους έβλεπε, έσκυβε κάτω την κεφαλή, σκέπαζε το πρόσωπό της και, σταυρώνοντας τα χέρια της ούτε τους κοίταζε, ούτε τους αποκρινόταν.
Εκείνοι δε πρώτα άρχιζαν να παρακινούν την Αγία με κολακείες και ταξίματα, ύστερα όμως, βλέποντάς την πως ήταν τόσο σταθερή και ασάλευτη, άρχιζαν τα βασανιστήρια· ο ένας την κτυπούσε με ξύλο, ο άλλος με μαχαίρι, άλλος με κλωτσιές και άλλος με γροθιές έως ότου την άφηναν σαν νεκρή και έτσι αναχωρούσαν, για να πάρει χρόνο και να συνέλθει και πάλι να την βασανίσουν.
Και αυτά μεν έκαναν εκείνοι τις ημέρες. Ενώ τις νύχτες ο δεσμοφύλακας την κρεμούσε από τις μασχάλες, παρόλο που είχε και τα χέρια της αλυσοδεμένα και, αρπάζοντας ό,τι ξύλο εύρισκε, την έδερνε άσπλαχνα, έως ότου κουραζόταν και τότε την άφηνε κρεμασμένη στην τόση ψύχρα του χειμώνα, που ήταν τότε.
Ένας Χριστιανός, που ήταν μέσα επιθεωρητής περίμενε την ευκαιρία, και όταν καταλάβαινε πως του περνούσε ο θυμός, πήγαινε και τον παρακαλούσε και του έδινε άδεια και την κατέβαζε. Η Αγία ωστόσο είχε τόση υπομονή, ηρεμία και σιωπή, που σου φαινόταν ότι άλλη πάσχει και όχι εκείνη, και όλος ο νους της και η προσοχή της βρισκόταν στους ουρανούς.
Ήταν δε στη φυλακή και άλλοι Χριστιανοί και Εβραίοι και μερικές Τουρκάλες για ατιμίες τους, οι οποίες έλεγχαν τον δεσμοφύλακα ως άσπλαχνο και μη φοβούμενο το Θεό, επειδή τυραννούσε έτσι μία γυναίκα, που δεν τον έβλαψε. Αλλά και ο Χριστιανός εκείνος δεν έπαυε, πότε με το καλό, πότε με ήπιους ελέγχους (διότι είχε θάρρος προς αυτόν), να του θυμίζει την κρίση του Θεού και άλλα τέτοια να του λέει, για να τον μαλακώνει να μη παιδεύει την Αγία· αλλά ο σατανάς σκλήρυνε πολύ την καρδιά του και όσο εκείνοι τον παρακαλούσαν, τόσο εκείνος περισσότερο τη βασάνιζε. Εκείνοι πάλι οι γενίτζαροι πηγαίνοντας να την τιμωρήσουν, πολλές φορές άφηναν τις τιμωρίες και προσπαθούσαν να της δώσουν να φάει, για να μην πεθάνει, και πότε της έδιναν σταφίδες, πότε φοίνικες. Και καθώς η Αγία δεν ήθελε καθόλου φαγητό, εκείνοι προσπαθούσαν με τη βία να της ανοίξουν το στόμα, αλλά δεν το κατάφερναν.
Παρόμοια και οι Χριστιανοί, που βρίσκονταν στη φυλακή πολύ την παρακαλούσαν, να φάει το παραμικρό, η Μάρτυς όμως δεν πειθόταν καθόλου να γευτεί τίποτε, επειδή είχε μέσα στην καρδιά της τη φλόγα της αγάπης του Κυρίου της και νυμφίου Χρίστου, που την έτρεφε και την ενδυνάμωνε.
Την έβδομη ημέρα πήγαν πάλι οι γενίτζαροι και την τυράννησαν πολύ δυνατά. Γι’ αυτό παρακινούμενος από θείο ζήλο ο προαναφερθείς Χριστιανός άρχισε να επιπλήττει αυστηρά τον δεσμοφύλακα και να τον φοβερίζει, ότι μπορεί να τον καταδώσει στον πασά, που αφήνει και έρχονται απ’ έξω άνθρωποι και τιμωρούν τους φυλακισμένους που είναι ενάντιο στο νόμο τους και που άλλη φορά τέτοιο πράγμα δεν έγινε· αλλά και οι Τουρκάλες εκείνες πολύ τον έβρισαν, λέγοντάς τον άπιστο και φονιά και θέλησαν να φωνάξουν και δυνατά.
Ύστερα όμως από λίγη ώρα, να, και έφθασαν πάλι οι γενίτζαροι για να την τιμωρήσουν, αλλά ο δεσμοφύλακας δεν τους άφησε. Γι’ αυτό εκείνοι πήγαν αμέσως και παραπονέθηκαν στον αλήμπεη. Ο οποίος φωνάζει το βράδυ τον δεσμοφύλακα και τον βρίζει, γιατί παρακούει εκείνο που τον πρόσταξε. Τότε εκείνος γύρισε πίσω πολύ θυμωμένος και αρπάζει την Αγία και την κρεμά και πιάνοντας μία σχίζα ξύλινη, που έτυχε να είναι εκεί πολύ μεγάλη και κρατώντάς την με τα δύο χέρια χτυπούσε επάνω στην Αγία, όπου έφθανε χωρίς έλεος, τόσο που άρχισαν οι φυλακισμένοι να φωνάζουν.
Ακόμη και οι Τουρκάλες εκείνες φώναζαν δυνατά. Βλέποντας δε την αναταραχή ο καταραμένος, την άφησε κρεμασμένη και πήγε στον οντά του με μεγάλη στενοχώρια και ταραχή στην καρδιά του και είπε σ’ εκείνον τον Χριστιανό να του ψήσει καφέ να πιεί. Ψήνοντας όμως τον καφέ ο Χριστιανός, άρχισε πάλι ήρεμα να τον επιπλήττει για την ασπλαχνία που επέδειξε, τόσο που τον έκανε και έπεσε μπρούμυτα και έκλαιγε ή από τον έλεγχο της συνειδήσεώς του ή από την ντροπή του. Και εκείνη την ώρα, που ήταν η Αγία ακόμη κρεμασμένη, ω του θαύματος!, έξαφνα έλαμψε φως μέγα στη φυλακή, που κατέβαινε από ψηλά από τη σκεπή σαν αστραπή, το οποίο περικυκλώνοντας το σώμα της Μάρτυρος, ξεχύθηκε και σε όλη την φυλακή και την φώτιζε σαν να έμπαινε μέσα όλος ο ήλιος. (Ήταν δε τότε τέσσερις ή πέντε η ώρα τη νύχτα).
Και οι μεν Χριστιανοί φώναζαν το, Κύριε ελέησον. Οι δε Εβραίοι έπεσαν μπρούμυτα να μη βλέπουν το φως. Οι Τουρκάλες φώναζαν, ωχ, ωχ, το κρίμα της φτωχής ρωμαίας μάς έφθασε και έπεσε αστραπή να μας κάψει, ο δε δεσμοφύλακας από το φόβο του άρχισε να τρέμει ολόκληρος και είπε σ’ εκείνον τον Χριστιανό να ξεκρεμάσει την Αγία. Ο δε Χριστιανός πηγαίνοντας την βρήκε τελειωμένη. Το δε φως έφυγε και έμεινε ύστερα μία μυστηριώδης ευωδία για πολλή ώρα.
Παίρνοντας λοιπόν ο Χριστιανός εκείνος τα κλειδιά από τον δεσμοφύλακα, άνοιξε τα σίδερα και, αφού έλυσε τα χέρια της ταχτοποίησε με σεβασμό και ευλάβεια το Άγιό της λείψανο και, αφού άναψε κεριά και θυμίασε, καθόταν δίπλα, προσμένοντας με χαρά την ημέρα και δοξάζοντας τον Θεό που τον αξίωσε να δει τέτοια θαύματα και να πιάσει και να περιποιηθεί Μαρτυρικό λείψανο.
Την αυγή διαδόθηκε στην πόλη η φήμη του θανάτου της Αγίας και η έλαμψη του Αγίου φωτός. Και οι μεν Αγαρηνοί καταντροπιασμένοι σιωπούσαν και έδωσαν άδεια στους Χριστιανούς να πάρουν το λείψανο και να το κάνουν ό,τι θέλουν. Οι δε Χριστιανοί όλοι ευχαριστήθηκαν και έτρεξαν πολλοί στη φυλακή και, αφού πήραν το Άγιο λείψανο με ευλάβεια, το ενταφίασαν έξω από την πόλη, εκεί όπου ενταφιάζονται και των υπολοίπων Χριστιανών τα λείψανα. Τα δε ενδύματα της Αγίας τα διαμοίρασαν πολλοί Χριστιανοί προς αγιασμό τους και σωτηρία.
(Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής τ. Γ΄, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος, σ. 416-420)

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 27, 2015

Πόσο αγαπάει η Παναγία μας τους Χαιρετισμούς

Το έτος 620 οι Πέρσες από την Ανατολή και οι Άβαροι από την Δύση ήρθαν με πολυάριθμο στρατό και επολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη, ενώ απουσίαζε ο βασιλιάς Ηράκλειος.

Ξαφνικά φοβερός ανεμοστρόβιλος συνέτριψε τα πλοία, τα δε πτώματα εξέβρασε μπροστά στο Ναό των Βλαχερνών, που τιμάται επ' ονόματι της Θεοτόκου. Έτσι ο λαός πήρε θάρρος και νίκησαν τους βαρβάρους.

Το βράδυ συγκεντρώθηκαν όλοι στο Ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών και κανένας τους δεν εκάθισε και όλη την νύχτα απέδωσαν εις την Θεοτόκον, τον ευχαριστήριο ύμνο, που ονομάστηκε Ακάθιστος. Τους δε οίκους της Θεοτόκου ή Χαιρετισμούς, άλλοι λένε ότι τους εποίησε ο Πατριάρχης Σέργιος της Κωνσταντινουπόλεως τότε και άλλοι ο Γεώργιος ο Πισίδης, χαρτοφύλαξ της Μεγάλης Εκκλησίας.

Οι Χαιρετισμοί είναι ο υψηλότερος, ο οσιότερος και θεοπρεπέστερος Ύμνος προς την Υπεραγία Θεοτόκο και πολύ ευχαριστείται με την ανάγνωση τούτων και παρέχει τη Χάρη και την Βοήθεια της σε εκείνους, που τους αναγιγνώσκουν, καθώς και η ίδια το είπε σε πολλούς αγίους:

«όστις Με χαιρετίζει μίαν φοράν την ημέραν με τους Χαιρετισμούς, τους οποίους πολύ αγαπώ, θα τον προστατεύω, θα τον διαφυλάττω από παν κακόν, θα τον επιβλέπω καθ' όλην την ζωή του και εν εκείνη την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας, θα τον υπερασπισθώ ενώπιον του Υιού μου».

Μετά από αυτά, θα πρέπει όλοι μας από σήμερα να αναγιγνώσκουμε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας όσες περισσότερες φορές μπορούμε την ημέρα και σε κάθε περίσταση θλίψεως και ανάγκης καθότι «πολλά ισχύει δέησις Μητρός πρός ευμενείαν Δεπότου».

Ποιμαντορική εγκύκλιος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ.κ. Κοσμά για την Κυριακή της Ορθοδοξίας

Μητροπολίτης-ΚοσμάςΗ Ποιμαντορική Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ.κ. Κοσμά για την Κυριακή της Ορθοδοξίας:
Ο  ΧΑΡΙΤΙ  ΘΕΟΥ  ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ  ΚΑΙ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΚΟΣΜΑΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ  ΑΙΤΩΛΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Πρὸς  τόν  εὐσεβῆ  κλῆρον  καί  λαόν
τῆς  καθ’ ἡμᾶς  Ἱερᾶς  Μητροπόλεως
Χαρμόσυνα κτύπησαν σήμερα οἱ καμπάνες καί τά σήμαντρα τῶν Ἱερῶν Ναῶν καί τῶν ἁγιασμένων μοναστηριῶν μας. Κτύπησαν καί μετέδωσαν θριαμβευτικά τό πανηγυρικό μήνυμα τῆς νίκης καί τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Πανηγυρίζουμε σήμερα ὅλοι οἱ ὅπου γῆς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί τήν ἀναστήλωσι τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί συγχρόνως φέρουμε ἐνώπιόν μας τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες, ὅλων ἐκείνων τῶν ἡρωικῶν προμάχων καί ἁγίων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, χάριν τῆς ἀμωμήτου πίστεως.
Χαίρουμε καί δοξάζουμε τόν Τριαδικό Θεό μας.
Χαίρουμε χαρά μεγάλη διότι μᾶς χάρισε ὁ Κύριος τῆν ἀληθῆ πίστι καί μᾶς ἀνέδειξε μέ τό ἅγιο μυστήριο τοῦ βαπτίσματος μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ μεγάλος πολιοῦχος καί προστάτης μας, βεβαιώνει καί δικαιολογεῖ τή χαρά μας:  «Ἐγώ, λέει, διάβασα καί περί ἱερέων καί ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καί ἀθέων. Τά βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα, ὅλαι αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες∙ τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλή καί ἁγία, τό νά πιστεύωμεν καί νά βαπτιζώμεθα εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦτο σᾶς λέγω τώρα εἰς τό τέλος νά εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε ὀρθόδοξοι χριστιανοί».
Ἡ μητέρα μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, «ἥν ὁ Χριστός ἐκτήσατο τῷ τιμίῳ Αὐτοῦ αἵματι», εἶναι ἡ ἱερά κιβωτός μέσα στήν ὁποία διαφυλάσσεται ὁ θησαυρός τῆς ἀμωμήτου πίστεως μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ καί τούς αἱματηρούς ἀγῶνες τῶν ἁγίων καί θεοφόρων πατέρων. Κρατεῖ καί διαφυλάσσει ἡ Ἐκκλησία μας τήν θεία ἀλήθεια ὅπως τήν ἐδίδαξε ὁ Κύριος, ὅπως τήν ἐκήρυξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ὅπως τήν ἐδογμάτισαν καί τήν κατωχύρωσαν οἱ ἅγιες Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί οἱ πνευματοφόροι ἅγιοι Πατέρες.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν εἶναι μόνο ἡ ἀληθής Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ μόνη Ἐκκλησία, διότι κατέχει τό πλήρωμα τῆς Ἀληθείας καί τῆς χάριτος. Σέ αὐτή τή μόνη καί μία Ἐκκλησία μπορεῖ νά ὑπάρχῃ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἵδρυσε μόνο μία Ἐκκλησία.
Ἔτσι, ὁ συνειδητός χριστιανός μπορεῖ νά ζῆ μέ ἀσφάλεια, μέ βεβαιότητα γιά τή σωτηρία του καί χαρά μέσα στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί νά ἐπαναλαμβάνει μέ τά λόγια καί τή ζωή του τά ὅσα λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Ἡ πίστις μου εἶναι αὐτή τήν ὁποία ἤκουσα ἀπό τά θεῖα λόγια τά ὁποῖα ἐδιδάχθην παρά τῶν ἁγίων πατέρων….χωρίς νά συμμορφοῦμαι πρός τίς διάφορες περιστάσεις καί τούς διαφόρους καιρούς. Τήν πίστι αὐτή δέν θά πάψω νά τή διδάσκω. Μαζί της ἐγεννήθηκα καί μέ αὐτήν ἀπέρχομαι τῆς παρούσης ζωῆς».
Δοξάζουμε τόν Κύριο καί χαιρώμαστε σήμερα καί διότι δέν εἴμαστε αἱρετικοί.
Αἱρετικοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς πλάνης καί τῆς κακοδοξίας, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι θολωμένοι ἀπό τόν ἄκρατο ἐγωισμό τους διαστρέφουν τόν καθαρό εὐαγγελικό λόγο, ἐπιλέγουν τό ψεῦδος καί κηρύσσουν τήν αἵρεσι.
Αἱρετικοί εἶναι πρωτίστως οἱ αὐτοκαλούμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἤ Χιλιασταί, ἤ μᾶλλον ὄχι ἁπλῶς αἱρετικοί, ἀλλά ἀρνούμενοι κάθε ἀλήθεια. Ἑπομένως εἶναι ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς σωτηρίας μας.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ ἀποκρυφισταί, οἱ Μασσῶνοι , οἱ Πνευματισταί.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ λεγόμενοι ἑτερόδοξοι. Ἀφοῦ ἔχουν καί πιστεύουν ἑτέρα δόξα, διαφορετική ἀπό τήν ὀρθόδοξο διδασκαλία καί γνώμη, ἔχουν περιπέσῃ σέ πλάνη καί διαστροφή τῆς ἁγιογραφικῆς ἀληθείας καί τῆς ἀμωμήτου πίστεως. Ἔτσι, οἱ κατακερματισμένοι Προτεστάντες, Ἀγγλικανοί, Λουθηρανοί, Εὐαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί, οἱ ὁποῖοι κατεπάτησαν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τά δόγματα καί ὅλη τήν ἱερά παράδοση, εἶναι αἱρετικοί.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ πολυδιαφημιζόμενοι Παπικοί, οἱ ὁποῖοι ἀπό ἀσυγκράτητο ἐγωισμό, ἀχαλίνωτη φιλοπρωτία καί ἀντίθεο κοσμικότητα, ζητοῦν πρωτεῖα, κοσμικά ἀξιώματα, ἀποσπάθηκαν ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί παραποίησαν ἱερές παραδόσεις καί εὐαγγελικές ἀλήθειες.
Γι’ αὐτούς τούς αἱρετικούς ὁ Ἁγ. Κοσμᾶς προτρέπει: «Νά κλαίετε διά τούς ἀσεβεῖς καί αἱρετικούς, ὅπου περιπατοῦν εἰς τό σκότος».
Σήμερα, ἑορτή τῆς μητέρας μας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἄς μή μείνουμε μόνο στή χαρά τῆς ἑορτῆς της. Ἄς προχωρήσουμε στήν συναίσθησι τῆς εὐθύνης μας.
Ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην, διάβολος, καί οἱ πιστοί ὑπηρέται καί δορυφόροι του, οἱ αἱρετικοί, ἐργάζονται ὡς «λύκοι βαρεῖς» (Πραξ. κ΄ 29) γιά νά συλήσουν, νά προσβάλουν, νά μολύνουν, νά νοθεύσουν, νά ἀφανίσουν τήν πατροπαράδοτη κληρονομιά μας, τόν πανάγιο πνευματικό πλοῦτο μας, τήν δόξα, τόν στέφανό μας, τήν αἰώνια παρακαταθήκη μας. τό καύχημά μας, τήν ὀρθόδοξο πίστι μας, τήν νύμφη τοῦ Χριστοῦ μας, Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία.
Δέν μισοῦμε τούς αἱρετικούς, τούς ἀγαποῦμε καί κλαῖμε γιά τήν ἀπώλειά τους. Ὅμως, ἀν δέν ἐπιστρέψουν μέ μετάνοια, ἄν δέν ἀποκηρύξουν τήν αἱρεσί τους , δέν μποροῦμε νά τούς δεχώμαστε στήν ὀρθόδοξο μάνδρα.
Καί ἐμεῖς ἄς καλλιεργήσουμε τόν ἑαυτό μας. Βέβαια ἡ Ἐκκλησία δέν φοβᾶται τήν μανία τῶν ἐχθρῶν. «Πύλαι ἄδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Μτθ. ζ΄, 25), «τεθεμελίωτο γάρ ἐπί τήν πέτραν» (Μτθ. ζ΄, 25).
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί κινδυνεύουμε ἀπό τήν ἀλλοίωσι τῆς πίστεως.
Γι’ αὐτό ἄς καλλιεργήσουμε ἀφ’ ἑνός μέν τόν ἑαυτό μας μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, τήν ταπείνωσι, τήν ὑπακοή στό ἱερό Εὐαγγέλιο, τήν φλογερή ἀγάπη στό Χριστό μας. Ἀφ’ ἑτέρου ἄς βιάσουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά μένουμε πιστοί καί ἀσάλευτοι στήν Ὀρθοδοξία μας, ὑπερασπισταί καί ὁμολογηταί τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας καί γιά νά ζοῦμε τή συνειδητή, τήν ἁγιάζουσα καί σώζουσα λατρευτική καί μυστηριακή ζωή της.
Ἔτσι, θά λάμπει ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία. Ἐμεῖς θά ζοῦμε τήν ἀλήθεια καί ἡ ζωή μας θά ἁγιάζεται γιά νά φθάσουμε ἄξιοι στήν ἐν οὐρανοῖς τοῦ Χριστοῦ μας Ἐκκλησία.
Τό εὔχομαι ὁλοψύχως.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ  ΚΟΣΜΑΣ

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ


zeugari1Ἕνα πάρα πολύ σοβαρό θέμα, πού ἀπασχολεῖ τήν ἐποχή μας, εἶναι ἡ διάλυση τῆς οἰκογένειας. Ὑπάρχει σήμερα σωστή χριστιανική οἰκογένεια; Σπάνιο…Ἡ καλή οἰκογένεια, εἶναι ὅπως ἡ κατοικία.
Δέν φυτρώνει, κατασκευάζεται ἀπό τήν χριστιανική ἀγωγή τῶν γονέων, πού δέν ξέρουμε σέ ποιό βαθμό ὑπάρχει σήμερα.
Παλαιότερα, τό ἀνδρόγυνο ἔπρεπε νά ἔχη ἕνα πολύ σοβαρό λόγο γιά νά χωρίσει. Σήμερα, ἀναζητεῖ ἕνα πολύ σοβαρό λόγο γιά νά μή χωρίσει.
Συζητᾶνε οἱ γονεῖς πολύ γιά τά παιδιά τους. Δέν συζητᾶνε ὅμως μέ τά παιδιά τους.
Λέει ἕνα γνωμικό: «Σέ ὅποιο σπίτι δέν μπαίνει ὁ ἥλιος, μπαίνει ὁ γιατρός». Οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι, στίς σημερινές οἰκογένειες, διαπιστώνουν ὅτι: «Σέ ὅποιο σπίτι δέν μπαίνει ὁ Χριστός, μπαίνει ὁ ψυχίατρος». Ἕνα παιδί, ἐπισκέφθηκε ἕναν ψυχίατρο, καί ὁ γιατρός τό ρώτησε: «Σέ ἀγαπᾶνε, παιδί μου, οἱ γονεῖς σου;» Καί τό πληγωμένο παιδί ἀπάντησε: «Τό πρόβλημα δέν εἶναι ἄν μέ ἀγαπᾶνε, ἀλλά ἄν ἔχουν οἱ ἴδιοι ἀγάπη μεταξύ τους».
Μία κυρία εἶπε σέ κάποιο Γέροντα γιά τόν γυιό της, ὅτι δέν ἔδινε καμμία σημασία, στά ὅσα αὐτή τοῦ ἔλεγε γιά τόν Θεό καί τήν πίστη. «Θά σᾶς δώσω μία συμβουλή», τῆς εἶπε ὁ Γέροντας. «Νά μιλήσετε στόν Θεό γιά τόν γυιό σας καί ὄχι μόνο στόν γυιό σας γιά τόν Θεό».
Μέ πόνο καί λύπη εἶπε κάποιος: «Μή καταπιέζετε τά παιδιά σας. Σκεφθεῖτε ὅτι ἔχουν ‟δίκαιο’’. Μεγαλώνουν σ’ ἕνα κόσμο ἐντελῶς ἀπάνθρωπο. Ἐσεῖς, μεγαλώσατε σ’ ἕναν κόσμο, ὅπου εἴχατε καί πεῖνα καί ἀνέχεια καί δυστυχία καί φτώχεια. Ἑπομένως μπορούσατε νά ἐλπίζετε!…
Σήμερα, τά παιδιά σας δέν ἔχουν σέ τί νά ἐλπίζουν, ὅταν τά ἔχουν πρό πολλοῦ ὅλα. Καί τοῦ πουλιοῦ τό γάλα, χάμπουργκερ, χρήματα, τηλεόραση, ὑπολογιστές, κινητά, ἐπώνυμα ὡραῖα ροῦχα κ.λ.π.. εἶναι τά φτωχά, μπουκωμένα. Λυπηθεῖτε τα!»
Εἶπε Γέρων: «Κάποιος, εἶχε τά πάντα, ὅλα ὅσα ἤθελε, ἐκτός ἀπό τά ἀναγκαῖα. Γι’ αὐτό ἤτανε φτωχός».
πηγή

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ηλίας ο Τραπεζούντιος

Μαρτύρησε στις 27 Φεβρουαρίου 1749 στην Τραπεζούντα
Ο Άγιος καταγόταν από το χωριό Κρυονέρι της Τραπεζούντας και ήταν υιός ιερέως ονόματι Κωνσταντίνου. Συνελήφθη από τους Τούρκους, βασανίστηκε σκληρά και απαγχονίστηκε για την πίστη στον Μόλο της Τραπεζούντας (Μουμ – Χανέ).
Το Άγιο λείψανό του το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το έθαψαν στη Μονή Θεοσκεπάστου.

Εορτή του Αγίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου και Ομολογητού

Εορτή του Αγίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου και Ομολογητού
Τη μνήμη του Αγίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου και Ομολογητού τιμά σήμερα, 27 Φεβρουαρίου, η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Προκόπιος έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., επί αυτοκρατορίας Λέοντος Γ' του Ίσαύρου. Ο Άγιος Προκόπιος διακρίθηκε για την θαρραλέα του πίστη στο Θεό. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίστηκε κατά των εικονομάχων.
Σκεπτόμενος και ενθαρρυνόμενος, από τον Λόγο του Θεού: "Ανδρίζου και ίσχυε, μη φόβου μηδέ πτοηθης". Δηλαδή, προχώρησε με αποφασιστικότητα σαν γενναίος άνδρας και έχε θάρρος, μη φοβηθείς και μη δειλιάσεις.
Κυρίως ο Άγιος Προκόπιος διέπρεψε στον έλεγχο κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών, καθώς και στην υποστήριξη στην τιμητική προσκύνηση των Αγίων Εικόνων. Ο αυτοκράτορας Λέων καθώς ήταν εικονομάχος, προέβη σε διωγμούς και βασανιστήρια εναντίον των Χριστιανών.
Σ'αυτούς τους διωγμούς ήταν και ο Άγιος Προκόπιος όπου υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες.
Για τον θάνατο του Αγίου Προκοπίου υπάρχουν δύο εκδοχές, η πρώτη αναφέρει: Ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε. Ενώ η δεύτερη: Ότι παρέδωσε μαρτυρικά την ψυχή του στον Κύριο.
Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Της ερήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκύπτων εν ασκήσει Προκόπιε, ήρθης εκ δυνάμεως Πάτερ, προς αθλήσεως έλλαμψιν Χρίστου γαρ την Εικόνα προσκυνών, Μαρτύρων ανεδείχθης κοινωνός, μεθ' ων πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, υπέρ των εκβοώντων σοι, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενερνούντι διά σού, πασιν ιάματα.

Δύο συμβουλές, πού μοῦ ἔδωσε ὁ Άγιος Παΐσιος


 

του Πρωτοπρεσβυτέρου ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΡ. ΕΥΘΥΜΙΟΥ

Δύο συμβουλές, πού μοῦ ἔδωσε ὁ Γέροντας, ὅταν τόν ἐπεσκέφθηκα γιά τήν τελική ἐπιβεβαίωση τοῦ Θεοῦ, ὡς πρός τήν εἴσοδό μου στήν ἱερωσύνη.

Ἦταν ἡ 1η Νοεμβρίου 1986, ὁπού ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ ὁσίου Δαβίδ τοῦ Γέροντος. Μέσα στό ὑγρό φθινοπωρινό ἀπόγευμα κατέβαινα μέ λαχτάρα ἀπό τίς Καρυές πρός τό κελλί τοῦ Γέροντος, τήν Παναγούδα. Λίγο πιό κάτω ἀπό τήν μονή Κουτλουμουσίου, δύο σκυλιά ἔγιναν «συνοδοιπόροι» μου. Προπορεύονταν στό μονοπάτι, τό ὁποῖο δέν ἐγνώριζα καλά. Ὅταν μέ ὡδήγησαν μπροστά στήν ἐξώπορτα τῆς αὐλῆς τοῦ κελλιοῦ καί βγῆκε ὁ Γέροντας γιά νά μέ ὑποδεχθῆ, τούς εἶπε μέ νόημα· «ἄντε, πηγαίνετε τώρα». Καί ἐκεῖνοι, σάν καλοί «ὑποτακτικοί», ἔφυγαν ἀμέσως, ἀφοῦ εἶχαν ἐκπληρώσει τήν ἀποστολή τους. Αὐτή τήν φορά μέ δέχθηκε ὁ Γέροντας μέσα στό κελλί, ὅπου ἡ ξυλόσομπα ἔκαιγε. Μετά τό «κλασσικό» κέρασμα, περάσαμε στό ἐκκλησάκι τοῦ κελλιοῦ. Τοῦ ἀνέφερα τόν σκοπό τῆς ἐπισκέψεώς μου καί μετά τήν ἀνεπιφύλακτη καί συγχρόνως συγκλονιστική γιά μένα ἀπάντησή του «καί βέβαια εἶναι θέλημα Θεοῦ», συζητήσαμε γιά διάφορα θέματα. Ἐκεῖ, μεταξύ τῶν ἄλλων, μοῦ ἔδωσε τίς παρακάτω συμβουλές, τίς ὁποῖες ἀναφέρω ἐλπίζοντας, ὅτι θά βοηθήσουν τούς ἀδελφούς μου, ὅπως ἐβοήθησαν κι ἐμένα.

Ἡ πρώτη συμβουλή του ἦταν· «μή βάζης τά προγράμματά σου μπροστά ἀπό τά προγράμματα τοῦ Θεοῦ». Ὁ λόγος του αὐτός ὑπῆρξε λυτρωτικός γιά μένα. Μέ ἐλευθέρωσε ἀπό τό ἄγχος καί τήν ἀγωνία. Μου ἐδίδαξε, νά προτάσσω πάντοτε τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ στήν ζωή μου ἀπό τό δικό μου θέλημα, νά ζητῶ ἀπό τόν Χριστό νά προπορεύεται καθημερινῶς στήν ζωή μου καί νά μέ κατευθύνει στό κάθε τί. Καί εἶδα μέσα ἀπό τήν καθημερινή πείρα τόσων χρόνων, ὅτι ὁ Χριστός ξέρει καί μπορεῖ νά κάνει τό «κουμάντο» κατά τόν ἄριστο τρόπο, ὅταν ἐλεύθερα, ἀβίαστα καί ἀνεπιφύλακτα τόν ἀγαποῦμε, τόν ἐμπιστευόμαστε καί τοῦ τό ζητοῦμε. Κι ὅλοι καταλαβαίνουμε τήν σημασία, πού ἔχει αὐτό, ἰδιαιτέρως γιά τήν διακονία τοῦ ποιμένος λογικῶν προβάτων καί γιά τούς πιστούς, πού τοῦ ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστός.

Ἡ δεύτερη συμβουλή του ἦταν· «Γιά ὅ,τι εἶσαι, ὅ,τι ἔχεις καί ὅ,τι ἐπιτυγχάνεις νά εὐχαριστεῖς τόν Θεό· εὐχαριστώντας τόν Θεό, θά συνειδητοποιῆς, ὅτι δέν εἶναι ἰδικά σου κατορθώματα, ἀλλά εἶναι δῶρα του καί θά ταπεινώνεσαι». Ἀντιλαμβάνεται κανείς χωρίς πολλά σχόλια τήν σημασία τῆς ὑποθήκης αὐτῆς τοῦ Γέροντος, πού μέ ἕνα ἁπλό, ἀλλά «τετράγωνο», τρόπο ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν αὐτογνωσία καί τήν ἰσορροπία, μακρυά, ἀπό τά νοσηρά συμπλέγματα μειονεξίας καί ὑπεροψίας, καθώς καί ἀπό τόν θανάσιμο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὑπερηφάνεια. Τά λόγια αὐτά τοῦ Γέροντος μοῦ θυμίζουν πάντα αὐτό πού γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος· «Τί ἔχεις ὅ οὐκ ἔλαβες; Εἰ δέ καί ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μή λαβών;» (Α´ Κορ. 4,7).
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...