Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2018

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ


 


Γεννήθηκε στὴ Ῥώμη, στὰ χρόνια του Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου, γιῶν τοῦ Μ. Θεοδοσίου (378-395). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Εὐφημιανὸς καὶ ἡ μητέρα του Ἀγλαΐα. Ἦταν εὐσεβέστατοι χριστιανοὶ καὶ εἶχαν μεγάλη περιουσία, ποὺ διέθεταν στὰ ὀρφανὰ καὶ στοὺς φτωχοὺς μὲ μεγάλη προθυμία καὶ γενναιοδωρία. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὸ γιό τους Ἀλέξιο. Μὲ τὸ δικό του χέρι μοίραζαν τὰ περισσότερα ἐλέη τους.

Ὅταν ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία ὁ Ἀλέξιος, θέλησαν νὰ τὸν νυμφεύσουν, πρᾶγμα ποὺ ὁ ἴδιος δὲν ἐπιθυμοῦσε. Ἀλλὰ στὴν ἐπιμονὴ τῶν γονέων του, ὁ Ἀλέξιος νυμφεύθηκε μία γυναῖκα ποὺ κι αὐτὴ ἤθελε νὰ μείνει ἄγαμη. Ὁπότε συμφώνησαν νὰ διατηρήσουν καὶ οἱ δυὸ τὴν παρθενία τους. Αὐτό, ὅμως, τὸ κατάλαβαν οἱ γονεῖς τοῦ Ἀλεξίου καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάζεται νὰ φύγει σὲ μακρινὸ μέρος, στὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ στὶς ἀσκήσεις, ἀλλὰ καὶ στὴ βοήθεια καὶ φροντίδα τῶν φτωχῶν.

Μετὰ 17 χρόνια, ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ βρῆκε στὴ ζωὴ τοὺς γονεῖς του καὶ τὴν σύζυγό του. Αὐτοὶ ὅμως δὲν τὸν ἀναγνώρισαν. Ἔμεινε κοντά τους, συνεχίζοντας καὶ καλλιεργώντας τὸ θεάρεστο ἔργο του. Ὅταν πέθανε, ἀποκάλυψε ποιὸς ἦταν. Αὐτὸ στὴν ἀρχὴ λύπησε τοὺς δικούς του, ἀλλὰ ἔπειτα χάρηκαν, διότι ὁ Ἀλέξιος μέχρι τέλους ἦταν «ἄρτιος τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος», δηλαδή, τέλειος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ ῥίζης ἐβλάστησας, περιφανοῦς καί κλεινῆς, ἐκ πόλεως ἤνθησας, βασιλικῆς καί λαμπρᾶς, Ἀλέξιε πάνσοφε· πάντων δ᾽ ὑπερφρονήσας, ὡς φθαρτῶν καί ῥεόντων, ἔσπευσας συναφθῆναι, τῷ Χριστῷ καί Δεσπότῃ. Αὐτόν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀλεξίου σήμερον τοῦ πανολβίου, ἑορτήν τήν πάνσεπτον, ἐπιτελοῦντες εὐσεβῶς, αὐτόν ὑμνήσωμεν λέγοντες· χαίροις Ὁσίων τερπνόν ἐγκαλλώπισμα.

Ὁ Οἶκος 
Τὶς τὰς σεπτάς σου ἀρετὰς ἀξίως εὐφημήσει, καὶ ἱκανῶς ὑμνήσει, Ἀλέξιε θεόφρον, τὴν σωφροσύνην, τὴν ὑπομονήν, τὴν πραότητα, τὴν ἐγκράτειαν, τὸν ἀκατάπαυστον ὕμνον, τὴν ἄκραν σκληραγωγίαν, καὶ ἄμετρον ταπείνωσιν, δι' ὧν Ἀγγέλοις ἐφάμιλλος γενόμενος. Πρεσβεύεις ἀεὶ ὑπὲρ τοῦ κόσμου παντός· διὸ ἀκούεις Ὅσιε, νῦν παρὰ πάντων Πιστῶν. Χαίροις Ὁσίων τερπνὸν ἐγκαλλώπισμα.

Κάθισμα 
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τοὺς ἱδρῶτας καὶ πόνους τους σοὺς Σοφέ, νοερῶς θεωροῦντες πάντες πιστοί, πάσης κατανύξεως τὰς ψυχὰς ἐμπιπλάμεθα, καὶ πρὸς θείους ὕμνους καὶ δόξαν καὶ αἴνεσιν, τοῦ Δεσπότου τῶν ὅλων, παμμάκαρ Ἀλέξιε, πόθῳ ἐγκαρδίῳ, ἑαυτοὺς συγκινοῦμεν, ᾠδαῖς σε γεραίροντες, καὶ πιστῶς ἐκβοῶντές σοι, ὡς Κυρίου θεράποντι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον 
Κλῆσιν τὴν οὐράνιον ἐσχηκώς, μόνος ἐν Ἁγίοις, Θεοῦ ἄνθρωπος θαυμαστός, Ἀλέξιε σὺ ὤφθης, τῷ ἰσαγγέλῳ βίῳ· διὸ τῆς τῶν Ἀγγέλων, χαρᾶς ἠξίωσαι.

Ὁ Ἅγιος Patrick (Ἰρλανδός)


 


Ὁ Ἅγιος Patrick (Πατρίκιος) γεννήθηκε στὴν πόλη Γκλέβουμ τῆς Σκωτίας, κοντὰ στὴν ἐκβολὴ τῶν ποταμῶν Σέβερν καὶ Ἄβον περὶ τὸ 380 μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ βρεττανορωμαϊκὴ οἰκογένεια. Ὁ πατέρας τοῦ ἦταν διάκονος καὶ δεκουρίονας καὶ ὀνομαζόταν Καλφουρίνος καὶ ὁ παπποὺς τοῦ ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Πότιτος. Τὸ ὄνομα τῆς μητέρας τοῦ ἦταν Κονκέσσα. Σὲ ἡλικία 16 ἐτῶν συνελήφθη αἰχμάλωτος καὶ μεταφέρθηκε στὴν Ἰρλανδία, ὅπου καὶ παρέμεινε ἔξι χρόνια. Οἱ ὧρες τῆς μοναξιᾶς, ὅταν ὡς σκλάβος ἔβοσκε τὸ κοπάδι του, περνοῦσαν μὲ προσευχὴ στὸν Θεό, τὸν Ὁποῖο μέσα στὴν δοκιμασία τοῦ ὁ Ἅγιος εἶχε ἀνακαλύψει. Ὁ ἴσιος ὁ Κύριος θὰ μιλήσει στὸν Ἅγιο, ἐνῶ αὐτὸς κοιμόταν καὶ θὰ τοῦ πεῖ νὰ γυρίσει στὴν πατρίδα μὲ ἕνα πλοῖο ποὺ ἦταν ἕτοιμο γι' αὐτόν. Αὐτὴ ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τοῦ μίλησε ὁ Κύριος, δὲν θὰ εἶναι καὶ ἡ τελευταία. Θὰ ἀκολουθήσει μία σειρὰ ἀπὸ καθοριστικὲς ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου στὴν ζωή του. Οἱ ἐμφανίσεις αὐτὲς καθὼς καὶ οἱ προτροπὲς τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα στοιχεῖο ποὺ τονίζεται ἰδιαίτερα στὰ γραπτά του Ἁγίου.

Ὁ Ἅγιος, τὸ 402 μ.Χ., ἀπέδρασε ἀπὸ ἐκεῖ, ὅπως τοῦ προεῖπε ὁ Θεός, ἀλλὰ ἡ τρικυμία ὁδήγησε τὸ πλοῖο στὶς βορειοδυτικὲς ἀκτὲς τῆς Γαλατίας, στὴν Ἀρμορική. Τὸ πλοῖο ἔφθασε στὴν Γαλατία, ἀλλὰ ἐκεῖ τὸ πλήρωμά του δὲν στάθηκε δυνατὸ νὰ βρεῖ τροφή. Τότε ὁ καπετάνιος παρακάλεσε τὸν Ἅγιο νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό, γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει. Ὁ Ἅγιος τους μίλησε γιὰ τὴν παντοδυναμία καὶ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, καλώντας τους νὰ μεταστραφοῦν στὸν Κύριο καὶ νὰ μετανοήσουν καὶ τοὺς διαβεβαίωσε ὅτι τὴν ἴδια κιόλας ἡμέρα θὰ βροῦν τροφή. Πράγματι, ἔτσι κι ἔγινε. Ἡ περιπλάνηση τοῦ Ἁγίου συνεχίζεται στὰ νησιὰ τοῦ Τυρρηνικοῦ πελάγους. Τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ Βρετανία, ἀλλὰ ἕνα ὅραμα ποὺ εἶδε τὸν κάλεσε νὰ γυρίσει καὶ πάλι στὴν Ἰρλανδία, γιὰ νὰ βοηθήσει τοὺς Χριστιανούς. Ἀμέσως μετὰ μετέβη στὴν Γαλλία, στὴν πόλη τῆς Ὠξέρρης, ὅπου παρέμεινε ἐπὶ πολλὰ ἔτη προετοιμαζόμενος γιὰ τὴν ἱεροσύνη. Λέγεται ὅτι γνώρισε τὸν Ἅγιο Μαρτίνο καὶ τὸν Ἅγιο Γερμανό, ὁ ὁποῖος τὸν ἀπέστειλε στὴν Ἰρλανδία τὸ 432 μ.Χ. ὡς Ἐπίσκοπο.

Τὸ κήρυγμά του ἐκεῖ, εἶχε μεγάλη ἀπήχηση στὸν λαό. Βάπτισε χιλιάδες πιστῶν, χειροτόνησε πολλοὺς ἱερεῖς, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ ἐπισκοπῆ. Ἐνθάρρυνε τὸ μοναχισμό, ὁ ὁποῖος μέχρι τότε εἶχε κέλτικο χαρακτήρα. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἱεραποστολικῶν περιοδειῶν του, ὁ Ἅγιος συνήθιζε νὰ μὴν ταξιδεύει ἀπὸ τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου ἕως τὸ πρωὶ τῆς Δευτέρας. Προετοιμαζόταν γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς καὶ ἀφιέρωνε τὸ χρόνο αὐτὸ στὸν Κύριο.

Ὁ λαὸς τῆς Ἰρλανδίας τὸν ἀγάπησε πολὺ καὶ ἑορτάζει τὴν μνήμη του μὲ λαμπρότητα. Ὁ Ἅγιος Πατρίκιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 461 μ.Χ., στὸ Σάουτ τῆς Οὐαλίας.

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκοποῦ Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985, καθὼς ἐπίσης καὶ στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. «Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.

Κοντάκιον 
Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.
Της Ιρλανδίας τον φωστήρα τον υπέρλαμπρον και των αποστόλων μιμητήν και ισοστάσιον συνελθόντες ανυμνήσωμεν χαρμοσύνως· παρρησίαν γαρ ευράμενος προς Κύριον ικετεύει λυτρωθήναι πάσης θλίψεως τους κραυγάζοντας· Χαίροις, Πάτερ Πατρίκιε.

Ὁ Οἶκος 
Άπασαν Ιρλανδίαν τω φώτι της Τριάδος κατηύγασας, σοφέ Ιεράρχα· όθεν σου την μνήμην την σεπτήν κατά χρέος χαίρουσα τελεί σήμερον τους πόνους σου γεραίρουσα και ποθώ μελωδούσα ταύτα·
Χαίρε, ο γόνος της Βρεττανίας· χαίρε η δόξα της Ιρλανδίας.
Χαίρε, Ορθοδόξων δογμάτων διδάσκαλε· χαίρε, Πελαγίου της πλάνης αντίπαλε.
Χαίρε, θείον εγκαλλώπισμα των σεπτών Ιεραρχών· χαίρε, τύπος και παράδειγμα διδασκάλων ευκλεών.
Χαίρε, ότι εκτήσω Αποστόλων τον ζήλον· χαίρε, ότι καθείλες των δρυΐδων τον λήρον.
Χαίρε, πολλούς της πλάνης ρυσάμενος· χαίρε, εχθρού το κράτος τρεψάμενος.
Χαίρε, πιστών προς Χριστόν μεσιτεία· χαίρε, ψυχών ασθενών θεραπεία.
Χαίρε, Πάτερ Πατρίκιε.

Ὁμιλία εἰς τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν






Κυριακή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος!

Γιατί ἡ Ἐκκλησία τοποθετεῖ αὐτόν τόν Ἅγιο στό μέσον τῆς νηστείας, ὡσάν τήν πιό ἅγια εἰκόνα, ὥστε νά ἀτενίζουν ὅλοι σέ Αὐτόν;

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ποιός εἶναι αὐτός; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἐβίωσε καί ἔγραψε τήν Κλίμακα τοῦ Παραδείσου, πού ἐβίωσε τήν ἀνάβασι τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν κόλασι μέχρι τόν Οὐρανό, μέχρι τόν Παράδεισο. Αὐτός ἐβίωσε τήν κλίμακα ἀπό τήν γῆ μέχρι τόν Οὐρανό, τήν κλίμακα πού ἐκτείνεται ἀπό τόν πυθμένα τῆς κολάσεως τοῦ ἀνθρώπου μέχρι τήν κορυφή τοῦ παραδείσου. Ἐβίωσε καί ἔγραψε. Ἄνθρωπος πολύ μορφωμένος, πολύ σπουδαγμένος. Ἄνθρωπος πού ὡδήγησε τήν ψυχή του εἰς τάς ὁδούς τοῦ Χριστοῦ, πού τήν ὡδήγησε ὁλόκληρη ἀπό τήν κόλασι στόν παράδεισο, ἀπό τόν διάβολο στόν Θεό, ἀπό τήν ἁμαρτία στήν ἀναμαρτησία, καί πού θεόσοφα μᾶς περιέγραψε ὅλη αὐτή τήν πορεία, τί δηλαδή βιώνει ὁ ἄνθρωπος πολεμώντας μέ τόν κάθε διάβολο πού βρίσκεται πίσω ἀπό τήν ἁμαρτία.

Μέ τήν ἁμαρτία μᾶς πολεμάει ὁ διάβολος, καί μένα καί σένα, ἀδελφέ μου καί ἀδελφή μου. Σέ πολεμάει μέ κάθε ἁμαρτία. Μήν ἀπατᾶσαι, μή νομίζῃς πώς κάποια μικρή καί ἀσθενής δύναμις σοῦ ἐπιτίθεται. Ὄχι! Αὐτός σοῦ ἐπιτίθεται! Ἀκόμη κι’ ἄν εἶναι ἕνας ρυπαρός λογισμός, μόνο λογισμός, γνώριζε ὅτι αὐτός ὁρμᾶ κατεπάνω σου. Λογισμός ὑπερηφανείας, κακῆς ἐπιθυμίας, φιλαργυρίας,... ἕνα ἀναρίθμητο πλῆθος λογισμῶν ἔρχεται κατεπάνω σου ἀπό ὅλες τίς πλευρές. Καί σύ, τί εἶσαι ἐσύ;

Ὤ, Κλίμακα τοῦ Παραδείσου! Πῶς, πάτερ Ἰωάννη, μπόρεσες νά στήσῃς αὐτή τήν κλίμακα τοῦ Παραδείσου ἀνάμεσα στήν γῆ καί στόν Οὐρανό; Δέν τήν ἔσχισαν οἱ δαίμονες, δέν τήν ἔκοψαν, δέν τήν ἔσπασαν; Ὄχι!... Ἡ νηστεία του ἦταν μιά φλόγα, μιά φωτιά, μιά πυρκαϊά. Ποιός διάβολος θά τήν ἄντεχε; Ὅλοι ἔφυγαν πανικοβλημένοι, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν κινηγημένοι ἀπό τήν ἔνδοξη καί θεία του προσευχή, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν τρομοκρατημένοι ἀπό τήν νηστεία του, ὅλοι οἱ δαίμονες ἐξαφανίσθηκαν ἀπό τήν πύρινη, τήν φλογερή, προσευχή του.

Ἡ Κλίμακα τοῦ Παραδείσου!

Τί εἶναι αὐτή; Εἶναι οἱ ἅγιες ἀρετές, οἱ ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές: ἡ ταπείνωσις, ἡ πίστις, ἡ νηστεία, ἡ πραότης, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγαθότης, ἡ καλωσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ φιλαλήθεια, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, τά παθήματα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Αὐτές καί ἄλλες πολλές ἅγιες καινοδιαθηκικές ἀρετές. Κάθε ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, ἀδελφοί μου· αὐτό εἶναι ἀρετή. Τήν τηρεῖς; Τήν ἐφαρμόζεις; Π.χ. τήν ἐντολή του περί νηστείας τήν τηρεῖς, τήν ἐφαρμόζεις; Ἡ νηστεία εἶναι ἁγία ἀρετή, εἶναι σκαλοπάτι τῆς κλίμακος ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό. Ἡ νηστεία, ἡ εὐλογημένη νηστεία, ὅπως καί ὅλη ἡ κλίμακα ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό.

Κάθε ἀρετή εἶναι ἕνας μικρός παράδεισος. Κάθε ἀρετή τρέφει τήν ψυχή σου, τήν κάνει μακαρία, κατεβάζει στήν ψυχή σου θεία, οὐράνια ἀνάπαυσι. Κάθε ἀρετή εἶναι ἕνα χρυσό καί διαμαντένιο σκαλοπάτι στήν κλίμακα τῆς σωτηρίας σου, στήν κλίμακα πού ἑνώνει τήν γῆ μέ τόν Οὐρανό, πού ἐκτείνεται ἀπό τήν δική σου κόλασι μέχρι τόν δικό σου παράδεισο. Γι’ αὐτό καμμία ἀπό αὐτές δέν εἶναι ποτέ μόνη της. Ἡ πίστις στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό δέν εἶναι ποτέ μόνη της. Ἐκδηλώνεται μέ τήν προσευχή, μέ τήν νηστεία, μέ τήν ἐλεημοσύνη, μέ τήν ταπείνωσι, μέ τά παθήματα χάριν τοῦ πλησίον. Ὅχι μόνο ἐκδηλώνεται ἀλλά καί ζῆ κάθε ἀρετή, ἐπειδή ὑπάρχει ἡ ἄλλη ἀρετή. Ἡ πίστις ζῆ μέ τήν προσευχή, ἡ προσευχή ζῆ μέ τήν νηστεία, ἡ νηστεία τρέφεται μέ τήν προσευχή, ἡ νηστεία τρέφεται μέ τήν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη τρέφεται μέ τήν εὐσπλαχνία. Ἔτσι κάθε ἀρετή ζῆ διά τῆς ἄλλης. Καί ὅταν μία ἀρετή κατοικήσῃ στήν ψυχή σου, ὅλες οἱ ἄλλες θά ἀκολουθήσουν, ὅλες σιγά-σιγά ἀπό αὐτήν θά προέλθουν καί θά ἀναπτυχθοῦν δι’ αὐτῆς καί μαζί μέ αὐτήν.

Ναί, ἡ κλίμακα τοῦ Παραδείσου ἐξαρτᾶται ἀπό σένα. Πές ὅτι νηστεύω μέ φόβο Θεοῦ, μέ εὐλάβεια, μέ πένθος, μέ δάκρυα. Μετά ὅμως τά παρατάω. Νά, ἄρχισα νά κτίζω τήν κλίμακα καί ἐγώ ὁ ἴδιος τήν γκρέμισα, τήν ἔσπασα. Ἐσύ πάλι, ἐσύ, νηστεύεις συχνά, ἐγκρατεύεσαι ἀπό κάθε σωματική τροφή. Ἀλλά νά, τόν καιρό τῆς νηστείας ἀφήνεις νά κατοικήσῃ στήν ψυχή σου ἡ ἁμαρτία, νά σπείρωνται στήν ψυχή σου διάφοροι ἀκάθαρτοι λογισμοί, ἐπιθυμίες. Σέ σένα ἀνήκει νά τούς διώχνῃς ἀμέσως μακρυά σου μέ τήν προσευχή, τό πένθος, τήν ἀνάγνωσι ἤ μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἄσκησι. Ἀλλά, ἄν ἐσύ, ἐνῶ νηστεύῃς σωματικῶς, τρέφῃς τήν ψυχή σου μέ κάποια ἁμαρτία ἤ μέ κάποιο κρυφό πάθος, νά! ἐσύ, ἐνῶ ἀρχίζῃς νά χτίζῃς ἕνα-ἕνα τά σκαλοπάτια τῆς νηστείας ἀπό τήν γῆ πρός τόν Οὐρανό, ἐσύ ὁ ἴδιος πάλι τά γκρεμίζεις, τά καταστρέφεις.

Ἡ νηστεία ἀπαιτεῖ εὐσπλαχνία, ταπείνωσι, πραότητα. Ὅλα αὐτά πᾶνε μαζί. Εἶναι σάν ἕνα συνεργεῖο οἰκοδόμων, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ἡ προσευχή. Αὐτή εἶναι ὁ ἀρχιμάστορας, ὁ ἀρχιτέκτονας, ὁ ἀρχιμηχανικός τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, τῶν πνευματικῶν μας ἐφέσεων, τῆς κλίμακος πού θά στήσουμε μεταξύ γῆς καί Οὐρανοῦ. Ἡ προσευχή κατέχει τήν πρώτη θέσι. Ὅταν ἡ προσευχή ἐγκατασταθῇ στήν καρδιά σου καί αὐτή φλέγεται ἀπό ἀδιάλειπτη δίψα γιά τόν Κύριο, ὅταν Αὐτόν συνέχεια βλέπει, Αὐτόν συνέχεια αἰσθάνεται, τότε μέ τήν προσευχή εἰσάγεις στήν ψυχή σου ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές. Τότε ὁ μηχανικός (ἡ προσευχή) ἔχει ἄριστους τεχνίτες, κτίζει γρήγορα-γρήγορα θαυμάσιες κλίμακες ἀπό τήν γῆ μέχρι τόν Οὐρανό, τίς κλίμακες τῶν σταδιακῶν σου ἀναβάσεων πρός τόν Θεό, πρός τήν τελειότητά Του. Ὅταν ἔχῃς δύναμι, δυνατή προσευχή, τότε καμμία νηστεία δέν θά σοῦ εἶναι δύσκολη, τότε καμμία ἀγάπη δέν θά σοῦ εἶναι ἀδύνατη. Ἁγία εὐαγγελική ἀγάπη!

Ἡ προσευχή ἁγιάζει τά πάντα μέσα σου, τήν κάθε ἄσκησί σου, τόν κάθε λογισμό σου, τήν κάθε αἴσθησί σου, τήν κάθε διάθεσί σου. Προσευχή! Δύναμις θεϊκή, τήν ὁποία μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος γιά νά ἁγιάζουμε ὁ,τιδήποτε ἐναγές μέσα μας, στήν ψυχή μας. Ἡ προσευχή σέ ἑνώνει μέ τόν Πανεύσπλαχνο Κύριο, καί Αὐτός ἐκχέει μέσα στήν καρδιά σου τήν συμπάθεια γιά κάθε ἄνθρωπο, γιά τόν ἁμαρτωλό, γιά τόν ἀδελφό πού εἶναι ἀδύναμος ὅπως καί σύ, πού πέφτει ὅπως καί σύ, ἀλλά καί πού μπορεῖ νά σηκωθῇ ὅπως καί σύ· πού τοῦ χρειάζεται ὅμως ἡ δική σου βοήθεια, ἡ ἀδελφική σου βοήθεια, ἡ προσευχητική σου βοήθεια, ἡ ἐκκλησιαστική σου βοήθεια. Τότε, ὅταν δώσῃς βοήθεια, χωρίς ἀμφιβολία θά κτίσῃς τήν δική σου κλίμακα, τήν κλίμακα πού ὁδηγεῖ ἀπό τήν κόλασί σου στόν παράδεισό σου· τότε, μέ βεβαιότητα στήν καρδιά θά ἀνεβαίνῃς ἀπό σκαλοπάτι σέ σκαλοπάτι, ἀπό ἀρετή σέ ἀρετή, καί θά φθάσῃς ἔτσι στήν κορυφή τῆς κλίμακος, στόν Οὐρανό, θά ἀποβιβασθῇς στόν Οὐρανό, θά ἀποβιβασθῇς στόν οὐράνιο Παράδεισο.

Ὅλα τά ἔχουμε, καί σύ καί ἐγώ: ἐννέα Μακαρισμοί, ἐννέα ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές. Αὐτό εἶναι τό εὐαγγέλιο τῆς νηστείας, τό εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος. Ἀρετές, ἀδελφοί, μεγάλες ἀρετές. Τίς δύσκολες ἀσκήσεις τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς, τῆς ταπεινώσεως, ὁ Κύριος τίς παρουσίασε ὡς Μακαρισμούς. Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. ε΄ 3)...

Ἡ ταπείνωσις! Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πίστεώς μας, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς μας, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀναβάσεώς μας πρός τόν Οὐρανό, αὐτή εἶναι τό θεμέλιο τῆς κλίμακός μας. Κύριε, ἐγώ εἶμαι ἕνα τίποτα, Ἐσύ εἶσαι τό πᾶν! Ἐγώ τίποτα, Ἐσύ τό πᾶν! Ὁ νοῦς μου εἶναι τίποτα μπροστά στόν δικό Σου Νοῦ, τό πνεῦμα μου εἶναι τίποτα μπροστά στό Πνεῦμα Σου, ἡ καρδιά μου, ἡ γνῶσις μου... ὤ! τίποτα, τίποτα, μπροστά στήν γνῶσι Σου Κύριε! Ἐγώ, ἐγώ, μηδέν, μηδέν... καί πίσω ἀπό αὐτό ἀναρίθμητα ἄλλα μηδενικά. Αὐτό εἶμαι ἐγώ μπροστά Σου, Κύριε. Ἡ ταπείνωσις! Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἁγία ἀρετή, ἡ πρώτη χριστιανική ἀρετή. Ὅλα ἀρχίζουν ἀπό αὐτήν...

Ἀλλά οἱ Χριστιανοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού οἰκοδομοῦμε τήν κλίμακα τῆς σωτηρίας μας, πάντοτε κινδυνεύουμε ἀπό τίς ἀκάθαρτες δυνάμεις. Ποιές εἶναι αὐτές; Οἱ ἁμαρτίες, οἱ ἁμαρτίες μας, τά πάθη μας. Καί πίσω ἀπό αὐτές ὁ διάβολος, ... Ὅπως οἱ ἅγιες ἀρετές οἰκοδομοῦν τήν οὐράνια κλίμακα μεταξύ Οὐρανοῦ καί γῆς, ἔτσι καί οἱ ἁμαρτίες μας φτιάχνουν μία σκάλα γιά τήν κόλασι. Κάθε ἁμαρτία. Ἄν ὑπάρχουν ἁμαρτίες στήν ψυχή σου, πρόσεχε! Ἄν κρατᾶς μῖσος στήν ψυχή σου μιά, δυό, τρεῖς, πενήντα μέρες, πρόσεξε νά δῇς σέ τί κόλασι ἔχει μεταβληθῆ ἡ ψυχή σου. Τό ἴδιο κι ἄν κρατᾶς θυμό, φιλαργυρία, αἰσχρή ἐπιθυμία... Καί σύ, τί κάνεις; Πραγματικά, μόνος σου φτιάχνεις μιά σκάλα γιά τήν κόλασι.

Ἀλλά ὁ Ἀγαθός Κύριος μᾶς δίνει θαυμαστό παράδειγμα. Νά, στό μέσον τῆς νηστείας, προβάλλει τόν μεγαλώνυμο, τόν θαυμάσιο, τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Ὅλος λάμπει ἀπό τίς ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές. Τόν βλέπουμε πῶς ἀνεβαίνει γρήγορα καί σοφά τήν κλίμακα τοῦ Παραδείσου, τήν ὁποία ἔστησε ἀνάμεσα στήν γῆ καί στόν Οὐρανό. Ὡς διδάσκαλος, ὡς ἅγιος ὁδηγός, μᾶς δίνει τήν Κλίμακά του σέ μᾶς τούς Χριστιανούς ὡς πρότυπο γιά νά ἀνεβοῦμε ἀπό τήν κόλασι στόν Παράδεισο, ἀπό τόν διάβολο στόν Θεό, ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό...

Εὔχομαι ὁ ἐλεήμων καί μέγας ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἰωάννης τῆς Κλίμακος... νά μᾶς χειραγωγῇ στούς ἀγῶνες μας ἐναντίον ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν μας μέ στόχο τίς ἅγιες ἀρετές· νά οἰκοδομήσουμε καί ἐμεῖς μέ τήν βοήθειά του τήν δική μας κλίμακα καί ἀκολουθώντας τον νά φθάσωμε στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στόν Παράδεισο, ὅπου ὑπάρχουν ὅλες οἱ οὐράνιες ἀναπαύσεις, ὅλες οἱ αἰώνιες χαρές, ὅπου μαζί του ἐκεῖ θά δοξάζουμε τόν Βασιλέα ὅλων ἐκείνων τῶν ἀγαθῶν, τόν Αἰώνιο Βασιλέα τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ᾯ ἡ δόξα καί ἡ τιμή νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Προφητείες Αγίων και Γερόντων: Θα πραγματοποιηθούν επί των ημερών μας;


Αποτέλεσμα εικόνας για προφητειες για την πολη 

Προφητείες Αγίων και Γερόντων: Θα πραγματοποιηθούν επί των ημερών μας;

Άγιος Παΐσιος: «Όταν ακούσουμε ότι η Ελλάδα πήρε τον πρέσβη της από την Τουρκία και οι Τούρκοι κάναν το ίδιο, τότε όσοι από εμάς τους λίγους που πιστεύουμε, πρέπει να πάμε κατευθείαν σπίτια μας να ανάψουμε το καντήλι και λέγοντας από μέσα μας στην εικόνα της Παναγιάς με τον Χριστό: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ σώσον ημάς».

Άγιος Παΐσιος: «Τα πουλιά θα μην τα λογαριάζετε αλλά άμα δείτε τα ψάρια να έρχονται κοντά, έρχεται το ποθούμενο».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Όταν το καλοκαίρι η Χατιτζέ θα ανοίγει φύλο για μπακλαβά, μια γριά ετοιμοθάνατη θα σηκωθεί από το νεκροκρέβατο για να φτιάξει κόλλυβα».
Πατέρας Τσίγκος: «Τα Δύο Νησιά και το Τρίτο το Πέρα θα τα μακελέψουν οι Τούρκοι για μια εποχή».
Πατέρας Τσίγκος: «Η γριά θα λαχταρά το ’40».
Πατέρας Γεννάδιος: «Θα χτυπήσουν μέχρι και τον Άγιο Νικόλα οι Σαρακηνοί επειδή είναι Άγιος». [Σαρακηνούς εννοεί τους Τούρκους]
Κων/νος Παλαιολόγος: «Ο Ισμαήλ θα δει ξανθό αγόρι με σταυρό και το αγόρι θα τον σκοτώσει».
Άγιος Ανδρέας: «Αυτοί που ήρθαν από τον βορά θα τεμαχίζουνε ακόμα και τα πτώματα τους».
Πατέρας Τσίγκος: «Οι Γάλλοι θα θυμώσουν με τους Γερμανούς και θα θέλουν να κάνουν αυτοί το κουμάντο και έτσι θα αποφασίσουν να στείλουνε καράβια στην Ελλάδα μαζί με τους Ρώσους».
Άγιος Παΐσιος: «Όσοι Τούρκοι μείνουν ή θα γίνουνε αναγκαστικά χριστιανοί ή θα πάνε στην Κόκκινη Μηλιά και την Έρημο».
Άγιος Παΐσιος: «Οι χριστιανοί θα περπατάνε εφτά ώρες για να βρούνε άνθρωπο να μάθουν τα νέα».
π. Ιωσήφ Βατοπαιδινός: «Την Τουρκία θα την διαλύσει ο Θεός επειδή ήταν πονηρός λαός».
Πατέρας Σίμωνας: «Ο Θεός έφερε τους Τούρκους εδώ να μας δοκιμάσει. Αφού μας δοκιμάσει άλλη μια φορά θα τους εξοντώσει για να φανούν οι Χριστιανοί».
Άγιος Μεθόδιος: «Τους Οβραίους θα τους κυνηγήσουν ακόμα και οι Γερμανοί».
Άγιος Παΐσιος: «Οι Κούρδοι και οι Αρμένιοι θα σφάζουνε Τούρκους και οι Τούρκοι θα θυμούνται αυτά που κάνανε στους Έλληνες και θα καταριούνται».
Άγιος Μεθόδιος: «Θα σπείρουμε τα λάχανα και όταν τα βράσουμε θα ‘χουν φύγει οι ξανθοί αδερφοί». [τα λάχανα θέλουν πέντε μήνες για να γίνουν, οπότε οι Ρώσοι θα έχουνε την Πόλη για περίπου μισό χρόνο]
Πατέρας Λεόντιος: «Όσες χώρες δεν έχουν τον Χριστό θα πάθουνε μεγάλο κακό».
Πατέρας Τσίγκος: «Δύο και κάτι δισεκατομμύρια άνθρωποι θα πεθάνουν».
π. Ιωσήφ Βατοπαιδινός: «Εξακόσια εκατομμύρια θα πεθάνουν μόνο στην Πόλη».
Άγιος Παΐσιος: «Επειδή οι Εβραίοι κακολογούσαν το όνομα του Χριστού, ο Θεός θα στείλει τους Ρώσους να τους δώσουν ένα μάθημα. Εκεί η Σιών θα καταλάβει τα σφάλματα που έκανε τόσους αιώνες».
Πατέρας Ηλίας: «Τα αραβικά θα γίνουν ρωσικά, μέχρι και ο Τίγρης με τον Ευφράτη».
Άγιος Παΐσιος: «Η Νεκρά Θάλασσα θα γίνει θάλασσα των νεκρών. Ο τάφος των Εβραίων».
π. Ιωσήφ Βατοπαιδινός: «Μόλις δούνε οι Αμερικάνοι ότι πάμε να ενωθούμε με τους Ρώσους και τους Σέρβους θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν την ένωση των ορθόδοξων κρατών. Τότε θα μπει το ΝΑΤΟ στον πόλεμο».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Την Πόλη θα την πάρουμε μόνο όταν κατέβει οριστικά το χιλιάρμενο».
Πατέρας Τσίγκος: «Επειδή θα έχει καταστραφεί το οδικό δίκτυο οι ξένοι [ΝΑΤΟ] θα χρησιμοποιήσουν την Εγνατία Οδό. Από όπου θα περνάνε θα βιάζουν μέχρι και τα τρίχρονα και θα δέρνουν ακόμη κι όποιον τους δίνει νερό».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Καλό είναι τα γυναικόπαιδα να πάρουν τα βουνά».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Όταν σας ρωτούν πού ‘ν’ η Πόλη, να κάμετε πως δεν ξέρετε διότι θα σας κάμουν φριχτά πράματα».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Τόσο αίμα στην Πόλη, που τα κατσίκια θα κολυμπάνε».
Πατέρας Τσίγκος: «Το αίμα στην Πόλη θα φτάνει μέχρι τον αστράγαλο που στο σκοτάδι θα νομίσουν ότι έσπασε κάποιο φράγμα».
Αγιάννης Χοζεβίτης: «Θα γεννηθεί ξανά η Βυζαντινή Αυτοκρατορία».
Πατέρας Αρσένιος: «Στην Εφτάλοφο εφτά κράτη θα μαζευτούν. Από τα εφτά τα έξι θα χάσουν. Ένας θα ‘ναι ο νικητής: οι Ρώσοι».
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Στα μισά της διαδρομής θα έρθει το χαμπέρι ότι οι Ρώσοι πήρανε την Πόλη».
Πατέρας Χατζής: «Θα δούμε στην τηλεόραση ότι οι Ρώσοι μας παραχωρούν την διοίκηση της Πόλης».
Άγιος Παΐσιος: «Θα επιστρέψει ο Βασιλιάς για να διοικήσει την Πόλη».
Πατέρας Ηλίας: «Ο λαός θα εκλέξει βασιλιά με έξι δάχτυλα στο ένα χέρι».
Άγιος Παΐσιος: «Θα φοβηθούν όλοι οι άπιστοι και θα γίνουν όλοι τους Χριστιανοί».
Γιαγιά Βάνγκα: «Όλα θα λιώσουν σαν πάγος εκτός από την δόξα του Βλαδίμηρου»…

Ἡ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας


 



Ἡ ἁγία μας ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της εἶναι ἡ μάννα, ποὺ ταΐζει τὰ τέκνα της οὐράνια τροφή, γιὰ νὰ γίνουν ὅμοια μὲ τὸν Πατέρα τους. Ἡ τροφὴ αὐτὴ εἶναι τὸ ἴδιο τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ δύναμη τῶν θαυμάτων, εἶναι ἀκόμα τὸ παράδειγμα τῶν μαρτύρων.

Πέρα, ὅμως, ἀπ’ αὐτὰ ἤ μᾶλλον στὴν πράξη πρὶν ἀπ’ αὐτὰ εἶναι ὁ λόγος. Ὁ λόγος κατηχεῖ, διδάσκει ἀλλὰ καὶ τελετουργεῖ τὴ Θεία Λειτουργία καὶ ὅλα τὰ μυστήρια.

Ἡ Πεντηκοστή, ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄρχισε μὲ πολυγλωσσία. Ἀπὸ αὐτὸ καὶ μόνο ἐλέγχεται ἡ θεωρία περὶ ἱερῶν γλωσσῶν, ὅτι τάχα τὰ Ἑβραϊκά, τὰ Ἑλληνικὰ καὶ τὰ Λατινικὰ εἶναι ἱερὲς γλῶσσες καὶ σ’ αὐτὲς πρέπει νὰ λειτουργεῖται ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ λατρεία. Ἡ ἰδέα περὶ ἱερῶν γλωσσῶν ἔχει τὶς ρίζές της στὴν εἰδωλολατρεία, ποὺ ἀναζητᾶ μὲ μαγικὴ ψυχολογία τὸ ἀγαθὸ μέσα στὴ φύση τῶν πραγμάτων. Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναζητᾶ τὸ ἀγαθὸ στὴν Τριαδικὴ Θεότητα καὶ τὸ δέχεται ὡς πνοὴ χάριτος, ποὺ διαπνέει ὅλη τὴ κτίση χωρὶς διάκριση, γιατί κατὰ τὸν ψαλμωδὸ "τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς", τὰ "σύμπαντα δοῦλα Σά".

Γι’ αὐτό, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, Ἑβραῖοι αὐτοί, ἔγραψαν τὰ Εὐαγγέλια στὴν Ἑλληνικὴ καὶ τὶς ἐπιστολές, γιατί αὐτὸ ἐξυπηρετοῦσε τὴν διάδοση τοῦ κηρύγματος. Ὅταν, ὅμως, τὸ κήρυγμα ἔφτασε σὲ περιοχὲς ποὺ ὁμιλοῦνταν ἄλλη γλώσσα, ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο τὴ χρησιμοποίησε ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνέδειξε σὲ γραπτὴ γλώσσα, ὅπως ἔγινε μὲ τὰ Σλαβονικά.

Πάντως, ἡ γλώσσα τοῦ κηρύγματος στὸ χῶρο τῆς Μεσογείου ἦταν μία ἁπλούστερη γλώσσα, ἡ Ἑλληνιστική. Ἡ γλώσσα τῆς λατρείας, ὅμως, ὅπως διαμορφώθηκε μὲ τὸν καιρό, εἶναι γλώσσα λογοτεχνική, ὁπωσδήποτε ὑψηλοτέρου ἐπιπέδου καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς προβληματίσει, γιατί μέσα στοὺς αἰῶνες ποὺ πέρασαν δὲν ἀκούστηκε νὰ ἔχουν οἱ χριστιανοὶ πρόβλημα γλώσσας μέσα στὴν Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα, ὅταν ἡ πλειοψηφία τοῦ λαοῦ ἦταν ἀναλφάβητοι καὶ γεωργοὶ ἢ βοσκοί. Ἂν μπορέσομε νὰ ἀπαντήσομε σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, θὰ μπορέσομε νὰ ἐξηγήσομε καὶ γιατί στὶς μέρες μας ἔχομε ἢ ἔστω προβάλλομε πρόβλημα κατανόησης τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας.

Μία διαπίστωση ἀποκαλυπτικὴ εἶναι ὅτι οἱ χριστιανοί, ποὺ τακτικὰ ἐκκλησιάζονται, δὲν προβάλλουν θέμα γλώσσας, μολονότι ἔχουν ἄγνοια πολλῶν ὅρων. Φαίνεται πὼς αὐτὰ ποὺ κατανοοῦν εἶναι ἀρκετὰ καὶ τὰ ἀγνοούμενα ἢ εἶναι λίγα ἢ λόγῳ κάποιας ὀκνηρίας τοῦ πνεύματος δὲν τὰ ἀναζητοῦν. Καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ τάξη φαίνεται νὰ ἀναγνωρίζει αὐτὴ τὴν ὀλιγάρκεια στὴν κατανόηση τῶν κειμένων καὶ γι’ αὐτὸ ἀπευθύνεται σὲ διάφορα ἐπίπεδα γλωσσικῆς ἱκανότητας μὲ ἄλλα κείμενα γιὰ τὸ κάθε ἐπίπεδο. Μὲ τὴ γλώσσα τῆς Λειτουργίας τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀπευθύνεται σὲ ὅλους, μὲ τὶς Καταβασίες, ὅμως, στοχεύει σὲ χριστιανοὺς κάποιας γλωσσικῆς παιδείας, χωρὶς νὰ ἀγνοεῖ βέβαια τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ οἱ ἄλλοι θὰ συλλαμβάνουν γενικότερα καὶ κάπως πιὸ ἀόριστα. Τέλος, μὲ τοὺς ἰαμβικοὺς κανόνες, ποὺ παρεμβάλλει στοὺς πεζοὺς κανόνες Χριστουγέννων, Θεοφανείων καὶ Ἁγίου Πνεύματος, ἀσφαλῶς ἀπευθύνεται σὲ πολὺ ὑψηλότερα ἐπίπεδα γλωσσικῆς κατάρτισης. Ὅλα, ὅμως, ντυμένα μὲ τὴν εὐλαβῆ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ δίνουν ἕνα χρῶμα ἑορταστικό, ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὴ λατρεία.

Οἱ χριστιανοί, καθὼς ἐζοῦσαν σὲ μία συχνὴ καὶ πυκνὴ ἐπαφὴ μὲ τὴ λατρεία καὶ μὲ τὴν εὐλάβεια ζωηρή, ἀναπαύονταν καὶ μὲ τὴν ἀνεπαρκῆ κατανόηση, ὅπως ὅταν μπαίνει ὁ πιστὸς σ’ ἕνα ἱστορημένο ναὸ καὶ ἀρκεῖται στὴν παρατήρηση λίγων εἰκόνων, ἂν καὶ τὸν περιβάλλουν πολὺ περισσότερες.

Εἶναι, πάντως, ἀποδεδειγμένο ὅτι πάντοτε ἡ λατρεία ἐκφράζονταν μὲ γλώσσα τοῦ παρελθόντος, ὄχι μόνο ἡ χριστιανικὴ λατρεία ἀλλὰ καὶ ἡ εἰδωλολατρική. Μέχρι τοὺς πρώτους αἰῶνες μετὰ Χριστὸν οἱ εἰδωλολάτρες ἐλάτρευαν τοὺς θεούς τους μὲ τοὺς Ὀρφικοὺς καὶ Ὁμηρικοὺς Ὕμνους σὲ γλώσσα καθαρὰ Ὁμηρική, τουλάχιστον χιλίων χρόνων. Εἶναι, δηλαδή, ψυχολογικὴ ἀνάγκη νὰ ξεφύγει ὁ πιστὸς στὴ λατρεία ἀπὸ τὴν καθημερινότητα τοῦ ρεαλισμοῦ καὶ νὰ ἀναζητᾶ μία γλώσσα, ποὺ οἱ ὅροι της δὲν θυμίζουν τὰ φευγαλέα καθημερινὰ γεγονότα καὶ αἰσθήματα. Γὶ αὐτό, παρὰ τὶς ἀπόψεις περὶ ἁπλουστεύσεως τῆς λειτουργικῆς γλώσσας, νομίζω ὅτι ἤ λίγο ἢ καθόλου δὲν θὰ ἁπλουστευθεῖ, γιατί θὰ ἀντιδράσει τὸ κοινὸ αἴσθημα.

Μποροῦμε, ὅμως, καὶ πρέπει νομίζω νὰ ἀνεβάσομε τὴν ἱκανότητα τῶν πιστῶν νὰ καταλαβαίνουν τὴν λειτουργικὴ γλώσσα. Ἔχομε τὴν εὐλογία νὰ μιλοῦμε μία γλώσσα, ποὺ εἶναι πολὺ κοντὰ στὴν ἀρχαία Ἑλληνική. Οἱ πιστοὶ χρειάζονται μία ἐνθάρρυνση, γιὰ νὰ ξεπεράσουν τὰ λίγα καὶ μικρὰ ἐμπόδια στὴν κατανόηση. Κι αὐτὸ χρειάζεται μία ζωηρότερη διάθεση τῶν πιστῶν καὶ μία βοήθεια ἀπὸ τὴ μεριὰ τῆς κατήχησης.

Τρίτη, Μαρτίου 13, 2018

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΙΚΟΝΙΖΟΜΕΝΑ ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΕΡΟΝΤΑΚΙΑ ΜΕ ΤΟ ΜΟΥΣΙ;


Ποια είναι τα εικονιζόμενα στη φωτογραφία γεροντάκια με το μούσι;

Τουρίστες; Πολιτικοί; Λαικοί;

Όχι ακριβώς!

Ο εξ δεξιών είναι ο Σεβ. Βελγίου Αθηναγόρας που φίλησε το χέρι του Πάπα και ο εξ ευωνύμων ο πολύς Παγκοσμιοσυμβουλίτης Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου π. Γεώργιος Τσέτσης.!!!

Όταν πριν λίγο καιρό είδα τα ίδια χάλια στη Γενεύη ανέφερα ότι η εκκοσμίκευση έχει εισχωρήσει στα interna sacra της ψυχής των Φαναριωτών.

Και ο π. Γεώργιος; 

Εξανέστη και διαμαρτυρήθηκε έντονα.

Όταν σας ρωτούμε γιατί δεν φοράτε ράσα στην Τουρκία, π. Γεώργιε, μας απαντάτε ότι υπάρχει απαγόρευση από το Σύνταγμα της Τουρκίας.

Όταν σας ρωτήσαμε για ποιο λόγο δεν φοράτε ράσα στη Γενεύη μας απαντήσατε ότι υπάρχει αρχαία νομοθεσία στην πόλη που απαγορεύει τη ρασοφορία.

Τώρα που βρίσκεστε στις Βρυξέλλες, Άγιε Μεγάλε Πρωτοπρεσβύτερε του Οικουμενικού Θρόνου, γιατί δεν φοράτε ράσα;

Υμέτερον το συμπέρασμα, π. Γεώργιε, επειδή το δικό μας το βγάλαμε από καιρό. 

Δυστυχώς!

Η εκκοσμίκευση, οι νεωτερισμοί και ο Οικουμενισμός είναι το τρίπτυχο της πυξίδας της πορείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος προς αναρχικούς: Είστε μαύρη νύχτα, τάγματα εφόδου όπως η Χρυσή Αυγή

Ο Μητροπολίτης Σιατίστης, Παύλος -Φωτογραφία αρχείου: Eurokinissi

Μια διάπυρη ανοικτή επιστολή προς τους αναρχικούς που ανέλαβαν την ευθύνη για τα γκαζάκια στην Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως απάντησε ο Μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος.
«Δέν εἶναι ἀναρχικοί, ἀλλά κακοποιοί καί τό δηλώνουν τά ἔργα τους» γράφει μεταξύ άλλων ο Μητροπολίτης.
Απαντώντας επίσης στην αιτιολογία που προέβαλαν για το χτύπημα ως ένδειξη αντίστασης στη «φασιστική στάση της Εκκλησίας» και στη «συμπάθεια που έχει σε φασιστικά μορφώματα, όπως η Χρυσή Αυγή» ο Σιατίστης Παύλος σχολιάζει:
«Ἀπό πότε οἱ φασίστες μιλᾶνε γιά φασισμό; Εἶχα ὀνομάσει κάποτε τήν Χρυσή Αὐγή, ΜΑΥΡΗ ΝΥΚΤΑ. Σᾶς λέω λοιπόν ξεκάθαρα ὅτι εἶστε μιά ἄλλη ΜΑΥΡΗ ΝΥΚΤΑ πανομοιότυπη μέ τήν πρώτη. Μέσα στό σκοτάδι τῆς νύκτας κινεῖσθε καί οἱ δυό σας. Τάγματα ἐφόδου ἡ Χρυσή Αὐγή, τάγματα ἐφόδου καί ἐσεῖς καί ἕνα τέτοιο τάγμα ἔκανε τήν καταστροφή» τονίζει.
Δείτε το κείμενο του Μητροπολίτη Σιατίστης όπως το δημοσίευσε η romfea.gr:
«Μέ έκπληξη διαπίστωσα την καταστροφή πού δημιουργήθηκε στό κτίριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως ἀπό κάποιους πού ἔβαλαν γκαζάκια καί προκάλεσαν ἔκρηξη καλυπτόμενοι ἀπό τό σκοτάδι τῆς νύκτας.
Διάβασα ἐπίσης ὅτι κάποιοι ἀνέλαβαν τήν εὐθύνη καί ἔβαλαν τήν ὑπογραφή τους στήν ἀνακοίνωση τους μέ τήν ἔνδειξη «ἀναρχικοί/ές» καί μέ τήν δικαιολογία ὅτι «εἶναι μιά πράξη ἀντίστασης στήν φασιστική στάση πού δείχνει ἡ Ἐκκλησία καί συμπάθεια πού ἔχει σέ φασιστικά μορφώματα ὅπως ἡ Χρυσή Αὐγή κλπ».
Τί νά σχολιάσεις; Τήν πράξη ἤ τήν δικαιολογία; Ἡ μία χειρότερη ἀπό τήν ἄλλη καί μάλιστα ἄν ἐξειδικεύσουμε τά πράγματα.
Τό κτίριο τό ὁποῖο οἱ ἀναρχικοί, καί γιά τήν ἀκρίβεια κακοποιοί, ἐπεχείρησαν νά καταστρέψουν στεγάζει τήν καρδιά μιᾶς πηγῆς ἀγάπης πού ἐκτοξεύεται πρός κάθε κατεύθυνση.
Ἡ συγκεκριμένη Μητρόπολη δημιουργήθηκε στίς πτωχές συνοικίες τῆς Δυτικῆς Θεσσαλονίκης, ἕνα χῶρο ξεχασμένο ἀπό τήν ὑπόλοιπη πόλη καί συμπορεύτηκε μέ τήν φτώχεια καί τίς δοκιμασίες αὐτοῦ τοῦ λαοῦ.
Ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπός της, ὁ Μακαριστός Διονύσιος καί ὁ σημερινός διάδοχος του, ὁ Μητροπολίτης Βαρνάβας, ἦταν καί εἶναι πηγές ἀστείρευτης ἀγάπης καί προσφορᾶς γι’αὐτό τό λαό.
Ἀγάπησαν καί ἀγαπήθηκαν ἀπό τό λαό καί συμπορεύθηκαν. Ἕνα πλῆθος Ἐκκλησιῶν δημιουργήθηκαν πού καί σήμερα προσφέρουν διακονία ἀγάπης σέ αὐτό τό λαό.
Αὐτός ὁ λαός εἶναι πού ἀνήγειρε αὐτούς τούς ναούς μέ τίς οἰκονομίες του.
Καθημερινά ἄπειρες μερίδες φαγητοῦ ἑτοιμάζονται καί προσφέρονται ἀπό ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ πού καθημερινά καί ἀνιδιοτελῶς ἐργάζονται γιά τήν ἀνακούφιση τῶν ἀδελφῶν τους.
Αὐτή τήν ἑστία ἀγάπης βρῆκαν νά κτυπήσουν; Ναί! Πρῶτον γιατί δέν εἶναι ἀναρχικοί, ἀλλά κακοποιοί καί τό δηλώνουν τά ἔργα τους καί δεύτερον γιατί εἶναι ἀνίκανοι νά ἀγαπήσουν οἱ ἴδιοι καί μισοῦν αὐτούς πού ἀγαποῦν.
Ἄν εἶχαν ἀγάπη θά ἦταν πρό πολλοῦ στρατευμένοι καί οἱ ἴδιοι σέ αὐτό τό ἔργο τῆς ἀγάπης, θά τό στήριζαν, θά ἦταν πρόθυμοι νά μαγειρεύουν τίς χιλιάδες μερίδες φαγητοῦ ἡμερησίως καί θά ἔνιωθαν ἀνακούφιση καί χαρά γιά τήν προσφορά τους.
Ἀλλά αὐτοί εἶναι ἐχθροί τοῦ λαοῦ, μισοῦν τόν λαό, δέν ἐνδιαφέρονται γι’αὐτόν. Κρύβονται γιατί ἴσως εἶναι κάποια καλοβολεμένα ἀνθρωπάκια πού δέν ἔχουν ὄρεξη γιά δημιουργία, ἀλλά γιά καταστροφή.
Νά σταθῶ λίγο καί στήν δικαιολογία. Ἔγινε λέει ἡ ἐμπρηστική ἐπίθεση σέ ἔνδειξη ἀντίστασης στήν φασιστική στάση πού δείχνει ἡ Ἐκκλησία καί συμπάθεια πού ἔχει σέ φασιστικά μορφώματα ὅπως ἡ Χρυσή Αὐγή.
Τό δικό μου σχόλιο: Ἀπό πότε οἱ φασίστες μιλᾶνε γιά φασισμό; Εἶχα ὀνομάσει κάποτε τήν Χρυσή Αὐγή, ΜΑΥΡΗ ΝΥΚΤΑ. Σᾶς λέω λοιπόν ξεκάθαρα ὅτι εἶστε μιά ἄλλη ΜΑΥΡΗ ΝΥΚΤΑ πανομοιότυπη μέ τήν πρώτη.
Μέσα στό σκοτάδι τῆς νύκτας κινεῖσθε καί οἱ δυό σας. Τάγματα ἐφόδου ἡ Χρυσή Αὐγή, τάγματα ἐφόδου καί ἐσεῖς καί ἕνα τέτοιο τάγμα ἔκανε τήν καταστροφή.
Ἕνα ὄμορφο κτίριο, τό λευκό τῆς ἀγάπης, τό μαυρίσατε γιατί μέσα στό μαῦρο καί στό σκοτάδι κινεῖσθε, σκοτάδι ὑπάρχει στήν ψυχή σας, εἶστε ἐκφραστές τοῦ μηδέν καί τοῦ τίποτα πού μόνη σας ἱκανότητα εἶναι νά καταστρέφετε καί ἡ μόνιμη ἀνικανότητα σας νά δημιουργεῖτε καί νά ἀγαπᾶτε.
Δυστυχισμένοι καί θλιβεροί ἄνθρωποι ἀξιολύπητοι, ἀλλά ὄχι ἀξιομίσητοι. Ἁπλά ταλαίπωροι. Δυστυχεῖς, βουλιαγμένοι μέσα στό κενό σας, ἀπό τό ὁποῖο βγαίνετε γιά νά διασκεδάσετε τήν ἀνία σας καί νά πιστέψετε ὅτι ὑπάρχετε.
Δέν σᾶς φοβᾶμαι, ὄχι γιατί δέν εἶστε ἱκανοί νά κάνετε καί σέ ἐμένα κακό, ἀλλά γιατί μόνο τό κακό μπορεῖτε νά κάνετε.
Ἄν μοῦ κάνετε τό ἴδιο κακό, ἐγώ θά ἀφήσω τό κτίριο μαῦρο μέ μιά ταμπέλα: «Αὐτό τό ἔκαναν οἱ κακοποιοἰ πού παριστάνουν τούς ἀναρχικούς. Αὐτό τό ἔκαναν οἱ δειλοί πού παριστάνουν τούς ἥρωες».
Καί ἐάν μέ σκοτώσετε, γιατί καί γι’αὐτό εἶσθε ἱκανοί, θά εἶμαι ἐλεύθερος γιατί σέ πεῖσμα σας θά ζήσω!
Εἶπα «παριστάνετε τούς ἀναρχικούς» γιατί δέν εἶστε ἱκανοί νά εἶστε ἀναρχικοί. Ἀναρχικοί εἶναι μόνον οἱ Ἅγιοι. «Δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται».
Γιά τόν δίκαιο δέν ὑπάρχει νόμος. Ὁ δίκαιος ὑπερβαίνει τό νόμο καί δέν σκοντάφτει ἐπάνω του. Εἶσθε ἀνίκανοι νά εἶσθε ἀναρχικοί.
Οἱ Ἅγιοι κινήθηκαν στό φῶς καί ὄχι στό σκοτάδι, αὐτό φῶς πού φώτιζε τήν ψυχή τους, ἐνῶ στή δική σας φωλιάζει τό σκοτάδι. Τοῦτες τίς ἡμέρες ἔχουμε στήν πόλη μας τό Ἅγιο Λουκᾶ τόν ἰατρό.
Ἕνα μεγάλο ἐπιστήμονα, πρωτοπόρο στήν ἐποχή του, ἄνθρωπο πού ἀγάπησε τό λαό.
Αὐτόν τόν ἄνθρωπο ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού ζοῦσαν στό ἴδιο σκοτάδι μέ σᾶς, τόν πολέμησαν, τόν προπηλάκησαν, τόν βασάνισαν, τόν ἔριξαν στά κάτεργα, τόν ἔστειλαν στή Σιβηρία, ἀλλά στό τέλος τόν ἀναγνώρισαν. Τό φῶς εἶναι πάντα πιό δυνατό ἀπό τό σκοτάδι.
Κάποτε κάποιοι σάν καί ἐσᾶς πού παρίσταναν τούς ἀναρχικούς, ἀποφάσισαν καί ἔγιναν ἀληθινά ἀναρχικοί καί στρατεύτηκαν στήν διακονία τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀληθινῆς συμπόρευσης μέ τό λαό. Ἄς κλείσω μέ τήν ἐλπίδα νά γίνει αὐτό καί μέ σᾶς»

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2018

Τούτη τη σκοτεινή ώρα, να συνταχθούμε στο πλευρό του-Του το χρωστάμε...

Τούτη τη σκοτεινή ώρα, να συνταχθούμε στο πλευρό του-Του το χρωστάμεΓράφει ο Ανδρέας Μ. Καραγιάννης-


Τις τελευταίες εβδομάδες έχει κλιμακωθεί η ένταση μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, ιδιαίτερα μετά την απαγωγή των στρατιωτικών στον Έβρο. 


Η κατάσταση αντί να εξομαλύνεται δείχνει να χειροτερεύει επικίνδυνα.
Προ ολίγων ωρών, ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, προέβη σε μια απίστευτη επίθεση εναντίον του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλου, απειλώντας ευθέως πλέον την Ελλάδα με πόλεμο. Είναι πασιφανές ότι σε αυτό το κλίμα μειώνονται κατά πολύ οι πιθανότητες της γρήγορης επιστροφής των ελλήνων στρατιωτικών.
Δεν είναι όμως μονάχα τα δύο αυτά άξια παλικάρια σε δύσκολη θέση. Σε δύσκολη θέση είναι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Όχι μόνο αυτή τη χρονική περίοδο.
 Αλλά μόνιμα. 
Η πίεση που ασκείται σε αυτόν τον άνθρωπο, όσο και να μην το αντιλαμβάνονται πολλοί, είναι τρομακτική.
Όσο και να κατηγορούμε το ελληνικό πολιτικό σύστημα κτλ, το καθεστώς στην Τουρκία είναι τρομακτικό. Είναι τρομακτικό διότι εκεί είναι πραγματική δικτατορία.
Όσοι έχουν επισκεφθεί το Φανάρι, τη Χάλκη, τις κοιτίδες της Ελληνικής Ομογένειας και έχουν μιλήσει με απλούς ανθρώπους, με κληρικούς, θα έχουν διαπιστώσει πως όλα εκεί κρέμονται από μια κλωστή. Τα ΄΄γυμνάσια΄΄ των Τούρκων στην Ελληνική ομογένεια είναι καθημερινά, βάρβαρα.
Στην Τουρκία δεν υφίσταται διεθνές δίκαιο, ανεξάρτητη δικαιοσύνη, ανθρώπινα δικαιώματα.
Συχνά ακούω Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, ιερείς και τον απλό κόσμο να λέει: ΄΄ Ο Βαρθολομαίος είναι Οικουμενιστής, είναι φίλος των Τούρκων, ακόλουθος του Ερντογάν, δεν αγαπάει την Ελλάδα κτλ΄΄.
Τί θα κάνατε στη θέση του Σεβασμιώτατοι Ποιμενάρχες, Σεβαστοί Πατέρες και αγαπητοί αναγνώστες;
Τι θα κάνατε όταν ήσασταν ένα μικρό κτίριο, γεμάτο αγάπη, γεμάτο Φως και προσφορά για την Ορθοδοξία, σε μια περιοχή, σε μια πόλη με φανατικούς ισλαμιστές μουσουλμάνους, που ακόμα και στην Πόλη εκφράζουν ακραία την Πίστη τους, που δεν υπάρχει δικαιοσύνη, που μπορεί οποιαδήποτε ακραία ομάδα, οποιαδήποτε στιγμή να επιτεθεί στο Πατριαρχείο, το οποίο ζήτημα αν έχει έναν-δύο φρουρούς, οι οποίοι και αυτοί έχουν οικογένειες και παιδιά.
Τι θα γίνει σε περίπτωση σύρραξης ή θερμού επεισοδίου το έχετε σκεφθεί; Οι Ιεράρχες της Ελλάδος θα βρίσκονται στην πατρίδα τους, στο σπίτι τους, στην ασφάλεια του Κράτους τους, ενώ Αυτός θα βρίσκεται εκεί. Μόνος του, σε μια Κωνσταντινούπολη που δεν θυμίζει σε τίποτα αυτό που έχουμε στο μυαλό μας όσοι την αγαπάμε και τη νοσταλγούμε.
Μιλάμε όλοι για τον Οικουμενισμό, τον διαθρησκειακό διάλογο και κατηγορούμε και λέμε ντροπή και τα συναφή.
Πόσο ελεύθερα πιστεύετε ότι είναι τα χέρια ενός Πατριάρχη στην Τουρκία του Ερντογάν; Θεωρείτε ειλικρινά ότι δεν παρεμβαίνει η κεντρική διοίκηση στον τρόπο που θα λειτουργεί το Φανάρι, σε τι δηλώσεις θα προβαίνει;
Έχετε ιδέα πόσο ενοχλεί τους φανατικούς ισλαμιστές Τούρκους (ο αριθμός των οποίων μεγαλώνει ραγδαία) η παρουσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου;
Γνωρίζετε ότι έχουμε στην κατοχή μας ρεπορτάζ και φωτογραφίες για τον τρόπο που φέρονται οι Τούρκοι στους Ιερείς εκεί που η δημοσίευση θα προκαλούσε πανδαιμόνιο, και δεν το βγάζουμε διότι ξέρουμε τί θα σημάνει γι αυτούς τους ανθρώπους κάτι τέτοιο.
Όταν πρωτοσυνάντησα  τον Παναγιώτατο, και βρέθηκα στο Φανάρι, είδα έναν άνθρωπο απλό, έναν άνθρωπο που μιλούσε σε όλο τον κόσμο, που ρωτούσε με πραγματικό ενδιαφέρον για τον κάθε έναν ανεξαρτήτως πόσο σημαντικός ή ασήμαντος ήταν ο συνομιλητής του.
Αυτός ο άνθρωπος δεν κάνει διακρίσεις. Δεν συναναστρέφεται επιχειρηματικά τζάκια, δεν αφήνει να γίνονται μηχανορραφίες και δολοπλοκίες μέσα στο Πατριαρχείο. Είναι πιο ταπεινός, και το λέω μετά λόγου γνώσεως, από τους περισσότερους από τους Ιεράρχες που έχω γνωρίσει.
Βολεύει κάποιους να του επιτίθενται. Διότι δεν απαντάει.
Μιλά μόνο για ειρήνη. Αυτή είναι η μοναδική του αλλά ΤΕΡΑΣΤΙΑ συμβολή στο σήμερα από το πόστο, το περιορισμένο πόστο στο οποίο είναι. Μέσω του διαθρησκειακού διαλόγου, που όλοι τον κατηγορούμε, αυτό προσπαθεί να επιτύχει την Ειρήνη.
Το υπέρτατο αγαθό, το μόνο που κανείς Ερντογάν δεν μπορεί να του στερήσει, το να μάχεται για την ειρήνη και να πονά σιωπηλά για τον Ελληνισμό.

Ξανθιά η νέα «Αθανασία του Αιγάλεω».


ΣΧΟΛΙΟ : Τεράστια προσοχή στις νέες αιρέσεις που κυκλοφορούν.
Ισχυρίζεται ότι βλέπει οράματα και συνομιλεί με τον Χριστό! 
Από τον
Θάνο Μακρογαμβράκη.

Συναγερμό έχει προκαλέσει στην Εκκλησία και στους πιστούς η άφιξη στην Αθήνα της Βασούλας Πεντάκη - Ρύντεν, που εδώ και 30 χρόνια ισχυρίζεται ότι για χάρη των πιστών όλου του κόσμου πιάνει... ψιλή κουβέντα με τον ίδιο τον Χριστό, σαν άλλη «αγία Αθανασία του Αιγάλεω», η οποία διέδιδε επί μια 20ετία ότι είχε καθημερινά τετ α τετ με την Παναγία!

Σύγχρονη ψευδοπροφήτης ή απατεώνισσα που προσπαθεί μέσα από υποτιθέμενα χαρίσματα να εκμεταλλευτεί πλούσιους, φτωχούς και πονεμένους; Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει αποκηρύξει την Ελληνοαιγύπτια συγγραφέα, η οποία βρίσκεται στην Αθήνα για την παρουσίαση της ελληνικής έκδοσης του αυτοβιογραφικού βιβλίου της με τίτλο «Υπάρχει ο παράδεισος, αλλά υπάρχει και η κόλαση».

Από την άλλη, οι βουδιστές μοναχοί απένειμαν το 2003 στη Βασούλα Πεντάκη - Ρύντεν το «χρυσό βραβείο ειρήνης» για τη συμβολή της στην καθιέρωση της διαθρησκευτικής αρμονίας και την προώθηση της παγκόσμιας ειρήνης μεταξύ λαών και θρησκευμάτων! Σύμφωνα με το βιογραφικό της, που είναι αναρτημένο στο διαδικτυακό «σπίτι» της και στη σελίδα «Αληθινή εν Θεώ ζωή» (www.tlig.org), η Βασούλα Ρύντεν είναι Ελληνίδα από χριστιανική ορθόδοξη οικογένεια και έζησε τα παιδικά της χρόνια στην Αίγυπτο. Είναι παντρεμένη με Σουηδό διπλωμάτη και μητέρα δύο αγοριών, και ισχυρίζεται ότι από μικρή έβλεπε πέρα από τον φυσικό κόσμο, καθώς την επισκέπτονταν οι ψυχές των νεκρών, είχε οράματα και μπορούσε να δει την πάλη μεταξύ αγγέλων και δαιμόνων! Στο βιβλίο της «Υπάρχει ο παράδεισος, αλλά υπάρχει και η κόλαση» μοιράζεται μηνύματα που υποστηρίζει ότι έλαβε από τον Θεό για όσα πρόκειται να συμβούν στον κόσμο. Από τότε που άρχισαν τα οράματά της, έχει ταξιδέψει σε 87 χώρες, ενώ εκατοντάδες είναι ακόλουθοί της στους λογαριασμούς της στα social media.
Ολα ξεκίνησαν το 1985 στο Μπανγκλαντές, όταν συνέβη ένα γεγονός που άλλαξε οριστικά τη ζωή της. Γράφοντας τη λίστα για τα ψώνια της, το χέρι της άρχισε να γράφει κινούμενο από μια ακατανίκητη δύναμη: «Είμαι ο φύλακας-άγγελός σου και ονομάζομαι Δανιήλ». Οπως εκμυστηρεύτηκε αργότερα η Βασούλα Ρύντεν, που μιλά άπταιστα και την ελληνική γλώσσα, ο φύλακας-άγγελός της την προετοίμαζε επί τρεις μήνες.
Ηταν μια περίοδος κάθαρσης και εξαγνισμού, όπου είδε τις αμαρτίες της με τα μάτια του Θεού. Αυτή ήταν η αρχή μιας μυστικής επικοινωνίας και η προετοιμασία της για την αποστολή που της ανέθεσε ο Κύριος και που απευθύνεται σε όλη την ανθρωπότητα.

Αυτή η ιδιαίτερη επικοινωνία -υποστηρίζει- συνεχίζεται ως και σήμερα και οι συνομιλίες της με τον Θεό μεταφέρουν ένα σαφές μήνυμα για όλη την ανθρωπότητα, να επιστρέψει στην οδό της αρετής.
Σε ένα από τα μηνύματα που υποστηρίζει ότι έλαβε, στις 27 Μαρτίου 2002, ο Χριστός την παρότρυνε να δημιουργήσει ένα πρόγραμμα παροχής βοήθειας σε όλον τον κόσμο με το όνομα Μπετ Μύριαμ (σπίτια της Μαρίας): «Ανακούφισε τον καταπιεσμένο και βοήθησε το ορφανό. Προστάτεψέ Με, γλίτωσέ Με από τη λάσπη, δώσε Μου καταφύγιο και τροφή, ξαλάφρωσε το φορτίο Μου και την κούρασή Μου. Στήριξέ Με κι ενθάρρυνέ Με, αλλά πάνω από όλα, αγάπα Με. Ο,τι κάνεις για έναν από τους άσημους αδελφούς Μου, το κάνεις για Μένα...»
Σήμερα, τέτοια προγράμματα λειτουργούν σε 16 χώρες -μεταξύ άλλων εδώ και επτά χρόνια και στην Αθήνα-, με τους υποστηρικτές της να συντηρούν συνολικά 30 οικογένειες, από δωρεές τροφίμων ή καταθέσεις χρημάτων μέσω τραπεζικών λογαριασμών που είναι αναρτημένοι στο site της.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: ΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΤΗΣ ΔΕΝ ΣΥΜΒΙΒΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
Ανακοινώσεις κατά της δράσης της Βασούλας Ρύντεν έχουν εκδώσει τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και η Ιερά Σύνοδος της Ελλάδας, με σκοπό να προστατεύσουν τους πιστούς. Χαρακτηριστικά, o γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων, πατήρ Kυριάκος Τσουρός, σχολιάζει στην «Espresso»:
«Στις ανακοινώσεις σχετικά με το θέμα της Βασούλας Ρύντεν, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος της Ελλάδας υπογραμμίζουν και δηλώνουν ότι οι διδασκαλίες της εν λόγω κυρίας δεν συμβιβάζονται με την αληθινή ορθόδοξη πίστη.
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις καλούνται να ακολουθούν την προειδοποίηση του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή, ο οποίος μας συμβουλεύει: “Ἀγαπητοί, μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον” (Α΄ Ιωάν. 4,1)». Στην ανακοίνωσή του, μάλιστα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο μεταξύ άλλων αναφέρει ότι οι πιστοί επιβάλλεται να παραμένουν σταθεροί στην «πίστιν τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν βιώνει τό χριστεπώνυμον πλήρωμα αὐτῆς διά μέσου τῆς συμμετοχῆς εἰς τήν μυστηριακήν καί τήν καθόλου πνευματικήν ζωήν τοῦ θεοϊδρύτου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος».

Πώς αυτοανακηρύχτηκε «αγία» η βοσκοπούλα από τη Μανωλάδα
Στα 92 της χρόνια πλέον, η Αθανασία Κρικέτου - Σάμαρη παραμένει ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα πρόσωπα που απασχόλησαν την Ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Γεννημένη το 1926 στη Μανωλάδα Ηλείας, ήταν 17 ετών όταν ισχυρίστηκε ότι την ώρα που καθοδηγούσε το κοπάδι της εμφανίστηκε μπροστά της η Παναγία.
Από εκείνη την ημέρα υποστήριζε ότι είχε όλο περισσότερα οράματα, ενώ ισχυριζόταν ότι από τα 14 της χρόνια η Μητέρα όλων των χριστιανών τής έστελνε μηνύματα, τα οποία αποτυπώνονταν στο στήθος της εν είδει «θαύματος». Η φήμη της σταδιακά άρχισε να εξαπλώνεται, καθώς έτρεχε δεξιά και αριστερά με στόχο να δείξει σε όλους «τα σημάδια του Θεού» και, τελικά, πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το χωριό της.

Από τη Μανωλάδα έφυγε ως «αδελφή Αθανασία» και μέσα σε 20 χρόνια αυτοανακηρύχτηκε «αγία», εκμεταλλευόμενη (όπως αποδείχτηκε) μια σπάνια περίπτωση δερμογραφισμού, μιας δερματικής νόσου που έκανε να εμφανίζονται στο σώμα της σημάδια!
«Από 14 ετών τα γράμματα βγαίνουν στο στήθος μου, βλέπω την Παναγία, με χτυπά στο στήθος και αισθάνομαι καούρα. Τα γράμματα δεν βγαίνουν όποτε θέλω εγώ. Εγώ σταυρώνω τους αρρώστους και όποιος έχει πίστη θεραπεύεται» ισχυριζόταν η «αγία» του Αιγάλεω!
Οι πολέμιοί της δεν έχουν σταματήσει έως σήμερα να καταγγέλλουν ότι στα χρόνια της νιότης της χάραζε με μυτερό αντικείμενο φράσεις στο κορμί της, οι οποίες ύστερα από λίγα λεπτά γίνονταν «θεϊκά σημάδια», με τα οποία κορόιδευε τον κόσμο. Την είπαν απατεώνισσα, τυχοδιώκτρια, πανούργα, ενώ η ίδια ύψωνε το ποτήρι της φωνάζοντας «Πίνω στην υγεία της ελληνικής Δικαιοσύνης». Πίσω της ακολουθούσε ένας πολυπληθής «στρατός» θρησκόληπτων -κυρίως, γυναικών με γκρι τσεμπέρια και γαλάζιες ποδιές-, που της υπόσχονταν να την υπηρετούν έως το τέλος της ζωής της! Πράγματι, ακόμη και σήμερα δεκάδες άτομα παραμένουν στο πλευρό της και εκατοντάδες την επισκέπτονται από όλη την Ελλάδα.

Η Ελλαδική Εκκλησία απέπεμψε από τους κόλπους της την «αγία Αθανασία του Αιγάλεω», αυτή όμως συνέχισε ακάθεκτη αψηφώντας θεούς και δαίμονες, που την κυνηγούσαν μια ζωή.
Σήμερα διεκδικεί τον τίτλο μιας σύγχρονης δισεκατομμυριούχου, με τεράστια κινητή και ακίνητη περιουσία. Εχει στην κατοχή της το ίδρυμα «Παναγία Φανερωμένη» στη θέση Παλαιοκούντουρα, λίγο έξω από τη Μάνδρα Αττικής, και ένα γηροκομείο 300 κλινών που φιλοξενεί υπέργηρους και ασθενείς. Στην κατοχή του σωματείου Πανελλήνια Ενωση Ορθοδόξων Χριστιανών βρίσκεται και το παλιό στρατηγείο της στο Αιγάλεω, ένα τριώροφο κτίριο επί της οδού Βαρδουσίων 57, απ' όπου στα τέλη της δεκαετίας του '50 η Αθανασία Κρικέτου δημιούργησε και διέδωσε τα «θεϊκά» της χαρίσματα στους χιλιάδες πιστούς που την πίστεψαν και της εμπιστεύτηκαν τα υπάρχοντά τους.
Βασούλα Πεντάκη - Ρύντεν.

Πέμπτη, Μαρτίου 08, 2018

Ὁμιλία στοὺς Ἁγίους Σαράντα Μάρτυρες



(Τὸ θαυμάσιο τοῦτο κείμενο δὲ ξέρουμε ποιὸ χρόνο γράφηκε. Ἐκφωνήθηκε ὅμως στὴ μνήμη τῶν 40 Μαρτύρων, ποὺ τὸ 320 θανατώθηκαν κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Λικινίου. Τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀθλητές, ἐπειδὴ γενναίως ὁμολόγησαν πίστη στὸν Χριστό, τοὺς σύναξαν καὶ τοὺς ἔστησαν στὴν παγωμένη λίμνη στὸ κέντρο τῆς Σεβάστειας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, χάρη στὶς ἄριστες ἰατρικές του γνώσεις, περιγράφει μὲ τρόπο ἐκπληκτικὸ τὶς διεργασίες ποὺ συντελοῦνται στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ ἀπὸ τὸ ψύχος καὶ τὸ πάγωμα καὶ πῶς ἐπέρχεται ὁ θάνατος. Πέραν ὅμως τούτου ἔχουμε στὰ μάτια μας ἕνα πολὺ ἀρρενωπὸ κείμενο, ἔξοχα δομημένο, ποὺ δίνει ἀνάγλυφη τὴ θεολογία τοῦ μαρτυρίου, τὴ σημασία ποὺ αὐτὸ ἔχει γιὰ τὸν ἴδιο τὸ μάρτυρα, γιὰ τοὺς λοιποὺς πιστοὺς καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία γενικά.)




Ποῖος κορεσμὸς θὰ ἠμποροῦσε νὰ ὑπάρξῃ ἀπὸ τὴν μνήμην τῶν μαρτύρων, δι᾿ αὐτὸν ὁ ὁποῖος ἀγαπᾷ τοὺς μάρτυρας; Διότι ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς ἀνδρείους ἀπὸ μέρους τῶν συνδούλων των, ἀποδεικνύει τὴν εὔνοιαν πρὸς τὸν κοινὸν Κύριον. Εἶναι ἄλλωστε ὁλοφάνερον ὅτι αὐτὸς ὁ ὁποῖος παραδέχεται τοὺς γενναίους ἄνδρας, δὲν θὰ ὑστερήσῃ κατὰ τὴν μίμησιν, ὅταν εὑρεθῇ εἰς παρομοίας περιστάσεις. Νὰ μακαρίσῃς ἀληθινὰ αὐτὸν ποὺ ἐμαρτύρησε, διὰ νὰ γίνῃς μάρτυς κατὰ τὴν διάθεσιν, καὶ θὰ καταλήξῃς νὰ ἀξιωθῆς τοὺς ἰδίους μισθοὺς μὲ ἐκείνους, χωρὶς νὰ διωχθῆς, χωρὶς νὰ καῆς εἰς τὴν φωτιάν, χωρὶς νὰ μαστιγωθῆς. Ἠμεῖς δὲ δὲν πρόκειται νὰ θαυμάσωμεν ἕνα, οὔτε μόνον δύο, οὔτε ὁ ἀριθμὸς τῶν μακαριζομένων φθάνει μέχρι τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δέκα. Ἀλλὰ σαράντα ἄνδρες, ποὺ ὡσὰν νὰ εἶχαν μίαν ψυχὴν εἰς ξεχωριστὰ σώματα, μὲ μίαν σύμπνοιαν καὶ ὁμόνοιαν τῆς πίστεως, μίαν ἐπέδειξαν καὶ τὴν καρτερίαν εἰς τὰ βάσανα καὶ τὴν ἀντίστασιν, χάριν τῆς ἀληθείας. Ὅλοι ὑπῆρξαν ἕνας καὶ ἕνας· ἴσοι εἰς τὴν διάθεσιν καὶ ἴσοι εἰς τὸν ἀγῶνα. Διὰ τοῦτο καὶ μὲ τὴν ἰδίαν τιμὴν κατηξιώθησαν νὰ λάβουν τὰ στεφάνια τῆς δόξης. Ποιὸς λόγος θὰ ἠμποροῦσε νὰ περιγράψῃ τὴν ἀξίαν των; Δὲν θὰ ἐπαρκοῦσαν οὔτε σαράντα γλῶσσαι νὰ ἐξυμνήσουν τὴν ἀρετὴν τόσων μεγάλων ἀνδρῶν. Καὶ ὅμως, καὶ ἂν ἀκόμη ἦταν ἕνας ὁ τιμώμενος, θὰ ἑξαρκοῦσε νὰ νικήσῃ τὴν δύναμιν τῶν λόγων μου, πολὺ δὲ περισσότερον τώρα ποὺ εἶναι τόσον μεγάλο πλῆθος, στρατιωτικὴ φάλαγγα, παράταξις δυσκολοκαταγώνιστος, ἐξ ἴσου ἀνίκητος εἰς τοὺς πολέμους καὶ ἄφθαστος εἰς τοὺς ἐπαίνους.

Ἐμπρὸς λοιπὸν τώρα, ἀφοῦ τοὺς φέρομεν ἐνώπιόν μας διὰ τῆς ἐνθυμήσεως, ἂς καταστήσωμεν κοινὴν τὴν ὠφέλειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ εἶναι παρόντες, ἀφοῦ δείξωμεν πρῶτα εἰς ὅλους ὡσὰν εἰς ζωγραφιάν, τὰ κατορθώματα τῶν ἀνδρῶν. Ἄλλωστε καὶ τὰ πολεμικὰ ἀνδραγαθήματα, πολλᾶς φορὰς καὶ οἱ λογογράφοι καὶ οἱ ζωγράφοι ἐξιστοροῦν. οἱ μὲν μὲ τὸ νὰ τὰ ἐγκωμιάζουν μὲ τὸν λόγον, οἱ δὲ μὲ τὸ νὰ τὰ ζωγραφίζουν εἰς τοὺς πίνακας, διεγείρουν πολλοὺς πρὸς τὴν ἀνδραγαθίαν, καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δέ. Διότι αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἡ ἱστοριογραφία παρουσιάζει διὰ τῆς ἀκοῆς, αὐτὰ τὰ ἴδια ἡ ζωγραφικὴ σιωπηλῶς τὰ παριστάνει διὰ τῆς μιμήσεως. Ἔτσι τώρα καὶ ἠμεῖς θὰ ὑπενθυμήσωμεν εἰς τοὺς παρόντας τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν. καὶ ἀφοῦ κατὰ κάποιον τρόπον φέρωμεν κάτω ἀπὸ τὰ μάτια σας τὰς πράξεις των, θὰ παρακινήσωμεν πρὸς μίμησιν, αὐτοὺς ποὺ εἶναι γενναιότεροι καὶ οἰκειότεροι κατὰ τὴν διάθεσιν πρὸς αὐτούς. Διότι «ἐγκωμιασμὸς μαρτύρων» σημαίνει προτροπὴ πρὸς ἀρετήν, αὐτῶν ποὺ εἶναι συγκεντρωμένοι. Οἱ λόγοι διὰ τοὺς ἁγίους δὲν καταδέχονται νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς κανόνας τῶν ἐγκωμίων. Διότι οἱ ἐγκωμιασταὶ παίρνουν τὰς ἀρχὰς τῶν εὐφημιῶν, ἀπὸ τὰς ἀφορμᾶς τοῦ κόσμου. Δι᾿ αὐτοὺς ὅμως, οἱ ὁποῖοι ἔχουν σταυρώσει τὸν κόσμον, πῶς ἠμπορεῖ, κάτι ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτόν, νὰ δώσῃ ἀφορμὴν δι᾿ ὑπερηφάνειαν; Οἱ ἅγιοι δὲν εἶχαν μίαν πατρίδα. Διότι ὁ καθένας κατήγετο ἀπὸ διαφορετικὴν πατρίδα. Τί λοιπόν; θὰ τοὺς εἴπωμεν ἀπάτριδας, ἢ οἰκουμενικοὺς πολίτας; Διότι ὅπως εἰς τὰς συνεισφορὰς ἀπὸ τοὺς ἐράνους, αὐτὰ ποὺ ἔχουν προσφερθῆ ἀπὸ τὸν καθένα, γίνονται κοινὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ τὰ προσέφεραν, ἔτσι καὶ εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν μακαρίων τούτων ἀνδρῶν, τοῦ καθενὸς ἡ πατρίδα εἶναι κοινὴ δι᾿ ὅλους. καὶ ὅλοι προερχόμενοι ἀπὸ παντοῦ, ἀνταποδίδουν ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον τὴν πατρίδα ποὺ τοὺς προσέφερεν. Ἄλλωστε διατί πρέπει νὰ ἀναζητοῦμεν τὰς εὐρισκομένας εἰς τὴν ὕλην πατρίδας, ἐνῷ εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζωμεν ποία εἶναι ἡ τωρινὴ πατρίδα τους; Πόλις λοιπὸν μαρτύρων εἶναι ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς εἶναι ὁ τεχνίτης καὶ ὁ δημιουργός. Εἶναι ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἡ ἐλευθέρα, ἡ μητέρα τοῦ Παύλου καὶ ὅλων ἐκείνων ποὺ εἶναι ὅμοιοι μὲ αὐτόν. Τὸ ἔθνος, αὐτὸ μὲν ποὺ εἶναι ἀνθρώπινον, εἶναι διάφορον διὰ τὸν καθένα, τὸ πνευματικὸν ὅμως ἔθνος εἶναι ἕνα δι᾿ ὅλους. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι κοινὸς πατέρας αὐτῶν, καὶ ὅλοι εἶναι ἀδελφοί, ἂν καὶ δὲν ἔχουν γεννηθῆ ἀπὸ ἕνα πατέρα καὶ μίαν μάνναν, ἀλλ᾿ ἔχουν συναρμοσθῆ ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον εἰς τὴν ὁμόνοιαν διὰ τῆς ἀγάπης μὲ τὴν υἱοθεσίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἕτοιμος χορός! Μεγάλη συνδρομὴ αὐτῶν ποὺ ἀνὰ τοὺς αἰῶνας δοξάζουν τὸν Κύριον! Δὲν ἔχουν μαζευθῆ ἕνας-ἕνας, ἀλλὰ ὅλοι μαζὶ ἔχουν μετατεθῆ εἰς τὴν ἄλλην ζωήν. Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ τρόπος αὐτῆς τῆς μεταθέσεως; Αὐτοὶ ἐπειδὴ ὑπερεῖχαν καὶ κατὰ τὸ μέγεθος τοῦ σώματος καὶ κατὰ τὴν ἀκμὴν τῆς ἡλικίας, καὶ κατὰ τὴν δύναμιν ἀπὸ ὅλους τοὺς συνομήλικάς των, ἐτάχθησαν νὰ ὑπηρετοῦν εἰς τὰς στρατιωτικᾶς τάξεις. Λόγω δὲ τῆς πολεμικῆς πείρας καὶ τῆς ψυχικῆς γενναιότητος, εἶχαν λάβει κιόλας τὰς πρώτας τιμὰς ἐκ μέρους τοῦ αὐτοκράτορος, καὶ ἦταν ξακουστοὶ εἰς ὅλους διὰ τὴν ἀνδρείαν των.

Ὅταν δὲ ἐξηγγέλθη ἐκεῖνο τὸ ἄθεον καὶ ἀσεβὲς διάταγμα, νὰ μὴ ὁμολογοῦν πίστιν εἰς τὸν Χριστόν, ἢ διαφορετικὰ νὰ τιμωροῦνται, ἠπειλεῖτο δὲ κάθε εἶδος τιμωρίας καὶ εἶχε ξεσηκωθῆ πολὺς καὶ ἄγριος ὁ θυμὸς ἀπὸ μέρους τῶν ἀδίκων δικαστῶν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἐμηχανορραφοῦντο δὲ ἐπιβουλαὶ καὶ δολοπλοκίαι ἐναντίον των, καὶ ἐπενοοῦντο ποικίλα εἴδη βασανισμοῦ, -καὶ οἱ βασανισταὶ ἦταν ἀπολύτως ἀναγκαῖοι-, ἡ φωτιὰ ἦταν ἑτοιμασμένη, τὸ ξίφος ἀκονισμένον, ὁ σταυρὸς εἶχε στηθῆ, ὁ λάκκος, ὁ τροχός, τὰ μαστίγια ἔτοιμα· καὶ ἄλλοι μὲν ἔφευγαν εἰς τὴν ἐρημίαν, ἄλλοι δὲ ὑπέκυπταν καὶ ἐπροσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, ἄλλοι δὲ ἐκλονίζοντο, μερικοὶ δὲ κατετρόμαζαν καὶ μὲ μόνην τὴν δοκιμασίαν τῆς ἀπειλῆς, ἄλλοι δὲ ἀφοῦ ἤρχοντο κοντὰ εἰς τὰ δεινὰ ἐτρελλαίνοντο, ἄλλοι δὲ μόλις ἔμβαιναν εἰς τὸν ἀγῶνα, ἔπειτα ἀδυνατοῦσαν νὰ ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος τὰ βασανιστήρια, διότι ἐλύγιζαν εἰς τὸ μέσον περίπου τῆς ἀθλήσεως, ὅπως αὐτοὶ ποὺ κλυδωνίζονται εἰς τὴν θάλασσαν καὶ καταποντίζουν ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ ἐμπορεύματα τοῦ μόχθου των. Τότε λοιπὸν οἱ ἀνίκητοι καὶ γενναῖοι στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ, παρουσιασθέντες εἰς τὸ μέσον, ἐνῷ ὁ ἄρχων τοὺς ἐπεδείκνυε τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως καὶ ἀπαιτοῦσε τὴν ὑπακοήν, μὲ θαρρετὴν τὴν φωνήν, μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα, χωρὶς νὰ φοβηθοῦν τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπαν, χωρὶς νὰ τρομάξουν ἀπὸ τὰς ἀπειλάς, ὡμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανοί. Ὦ μακάριοι γλῶσσαι, ποὺ ἀφήκατε ἐκείνην τὴν ἱερὰν ὁμολογίαν, τὴν ὁποίαν ὁ ἀέρας μὲν ποὺ τὴν ἐδέχθη ἠγιάσθη, οἱ Ἄγγελοι δὲ ποὺ τὴν ἤκουσαν τὴν ἐπεκρότησαν, ὁ διάβολος μαζὶ μὲ τὰ δαιμόνια ἐπληγώθη, ὁ δὲ Κύριος τὴν κατέγραψεν εἰς τοὺς οὐρανούς!

Ὁ καθένας λοιπὸν παρουσιασθεὶς εἰς τὸ μέσον εἶπεν «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ ὅπως εἰς τὰ στάδια αὐτοὶ ποὺ προσέρχονται εἰς τὴν ἄθλησιν, λέγουν συγχρόνως καὶ τὰ ὀνόματά τους, καὶ μεταβαίνουν εἰς τὸν τόπον τοῦ ἀγωνίσματος, ἔτσι λοιπὸν καὶ αὐτοὶ τότε, ἀφοῦ περιεφρόνησαν τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς εἶχαν ὀνομάσει ἀπὸ τὴν γέννησίν των, ὁ καθένας ὠνόμαζε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸ κοινὸν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος. καὶ ὅλοι ἔκαμναν τὸ ἴδιον μὲ τὸ νὰ συνδέῃ ὁ ἑπόμενος τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸν προηγούμενον. Ὥστε ὅλοι εἶχαν ἕνα ὄνομα, διότι δὲν ἦταν πιὰ ὁ δεῖνα ἢ ὁ τάδε, ἀλλ᾿ ὅλοι ὠνομάζοντο Χριστιανοί. Τί λοιπὸν ἔπραττεν ὁ τότε κυρίαρχος; Διότι ἦταν φοβερὸς καὶ πολυμήχανος εἰς τὸ νὰ μεταχειρίζεται τὰς κολακείας, καὶ νὰ μεταπείθῃ μὲ τὰς ἀπειλάς. Κατ᾿ ἀρχὴν τοὺς ἐδελέαζε μὲ τὰς κολακείας, προσπαθώντας νὰ παραλύσῃ τὸν τόνον τῆς πίστεως. Μὴ χαραμίζετε τὰ νειάτα σας καὶ ἀνταλλάσσετε τὴν γλυκεῖαν αὐτὴν ζωὴν μὲ τὸν ἄγωρον θάνατον. Διότι εἶναι πρᾶγμα ἀνάρμοστον, αὐτοὶ ποὺ ἔχουν συνηθίσει νὰ ἀριστεύουν εἰς τοὺς πολέμους, νὰ πεθαίνουν τὸν θάνατον τῶν κακούργων. Κοντὰ εἰς αὐτὰ ὑπέσχετο καὶ χρήματα. Ἄλλα δὲ προσέφερε, δηλαδὴ τὰς βασιλικὰς τιμὰς καὶ τὰς ἀπονομὰς τῶν ἀξιωμάτων καὶ μὲ μυρίας ἐπινοήσεις τοὺς ἐδελέαζεν. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐκάμτττοντο μὲ τὴν δοκιμασίαν αὐτήν, ἐχρησιμοποίει τὸ ἄλλο εἶδος τῶν τεχνασμάτων. Τοὺς ἀπειλοῦσε μὲ πληγὰς καὶ θανάτους, καὶ μὲ δοκιμασίαν ἀθεραπεύτων κακῶν. Καὶ αὐτὰ μὲν ἔπραττεν αὐτός. Ποῖα ὅμως ἦταν τὰ ἔργα τῶν μαρτύρων; Διατί, λέγουν, μᾶς δελεάζεις, ὦ θεομάχε, νὰ ἀποστατήσωμεν ἀπὸ τὸν ζῶντα Θεόν, καὶ νὰ δουλεύωμεν εἰς τοὺς καταστρεπτικοὺς δαίμονας, μὲ τὸ νὰ μᾶς προτείνῃς τὰ ἀγαθά σου; Τί προσφέρεις τόσα πολλά, ὅσα φροντίζεις νὰ ἀφαιρέσῃς; Μισῶ τὴν δωρεὰν ποὺ προξενεῖ ζημίαν. Δὲν δέχομαι τὴν τιμὴν ποὺ εἶναι μητέρα τῆς ἀτιμίας. Προσφέρεις χρήματα ποὺ παραμένουν ἐδῶ, καὶ δόξαν ποὺ μαραίνεται. Μὲ κάμνεις γνωστὸν εἰς τὸν βασιλέα, ἀλλὰ μὲ ἀποξενώνεις ἀπὸ τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα. Διατὶ μὲ τσιγκουνιὰν προτείνεις ὀλίγα ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ἠμεῖς ὁλόκληρον τὸν κόσμον περιεφρονήσαμεν. Αὐτὰ ποὺ βλέπομεν δὲν εἶναι ἀντάξια τῆς ποθητῆς ἐλπίδος μας. Βλέπεις τὸν οὐρανὸν αὐτόν, πόσον καλὸς εἶναι εἰς τὸ νὰ τὸν βλέπῃς, καὶ πόσον μεγάλος; Καὶ τὴν γῆν πόσον μεγάλη εἶναι; Καὶ τὰ ἀξιοθαύμαστα ἐπάνω εἰς αὐτήν; Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν ἐξισώνεται μὲ τὴν μακαριότητα τῶν δικαίων. Διότι ὅλα αὐτὰ παρέρχονται. Τὰ ἰδικά μας ὅμως παραμένουν αἰώνια. Μίαν χάριν ποθῶ, τὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης. Μίαν δόξαν λαχταρῶ, αὐτὴν τῆς οὐρανίου βασιλείας. Εἶμαι φιλόδοξος διὰ τὴν οὐρανίαν τιμήν. Μίαν δὲ τιμωρίαν φοβοῦμαι, αὐτὴν τῆς κολάσεως. Ἐκεῖνο τὸ πῦρ εἶναι δι᾿ ἐμὲ φοβερόν, αὐτὸ δὲ ποὺ ἀπειλεῖται ἀπὸ σᾶς εἶναι ὁμόδουλον. Γνωρίζει νὰ σέβεται αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦν τὰ εἴδωλα. Τὰ κτυπήματά σας τὰ λογαριάζω σὰν παιδικὰ βέλη. Διότι κτυπᾷς τὸ σῶμα, ποὺ ἐὰν ἀνθέξῃ περισσότερον, στεφανώνεται λαμπρότερα. Ἐὰν δὲ γρηγορώτερα ὑποκύψη, φεύγει ἀπαλλαγμένον ἀπὸ δικαστᾶς τόσον σκληρούς, οἱ ὁποῖοι ἐνῷ ἔχετε ἀναλάβει τὴν ὑπηρεσίαν τῶν σωμάτων, φιλοδοξεῖτε νὰ κυριαρχήσετε καὶ ἐπάνω εἰς τὰς ψυχάς. Σεῖς οἱ ὁποῖοι βεβαίως, ἐὰν δὲν τιμηθῆτε περισσότερον καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν μας, μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι ὑβρίζεσθε ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὸ ἔπακρον, δυσανασχετεῖτε, καὶ ἀπειλεῖτε τὰς φοβερὰς αὐτὰς τιμωρίας, μὲ τὸ νὰ κατηγορῆτε τὴν πίστιν μας ὡς ἔγκλημα. Ἀλλ᾿ ὅμως δὲν θὰ εὕρετε δειλούς, οὔτε φιλοτομαριστάς, οὔτε εὐκολοτρομάκτους, λόγω τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεόν. Νά, ἠμεῖς εἴμεθα ἕτοιμοι καὶ νὰ τροχισθοῦμεν καὶ νὰ στρεβλωθοῦμεν καὶ νὰ κατακαοῦμεν καὶ νὰ καταδεχθοῦμεν κάθε εἶδος ἀπὸ τὰ βασανιστήρια.

Ὅταν δὲ ἐκεῖνος ὁ ἀλαζὼν καὶ βάρβαρος ἤκουσεν αὐτά, μὴ δυνάμενος νὰ ὑποφέρῃ τὸ θάρρος τῶν ἀνδρῶν καὶ βράζων ἀπὸ τὸν θυμόν του, ἐσκέπτετο, τί τρόπον θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἐξεύρῃ, ὥστε νὰ κάμῃ δι᾿ αὐτοὺς καὶ διαρκῆ καὶ πικρὸν τὸν θάνατον. Εὑρῆκε λοιπὸν τὸν τρόπον. Καὶ κυττάξετε πόσον εἶναι φοβερός· Ἀφοῦ δηλαδὴ παρετήρησε προσεκτικὰ τὸ κλῆμα τῆς χώρας, ὅτι ἦταν ψυχρόν, καὶ ὅτι ἡ ἐποχὴ τοῦ ἔτους ἦταν χειμῶνας, καὶ παρεφύλαξε νὰ εἶναι νύκτα κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ ψῦχος ἐπιτείνεται πολύ, ἄλλωστε δὲ τότε κατ᾿ αὐτὴν ἐφυσοῦσε καὶ βοριᾶς, τοὺς διέταξεν ὅλους, ἀφοῦ ξεγυμνωθοῦν εἰς τὸ ὕπαιθρον, νὰ πεθάνουν εἰς τὸ μέσον τῆς πόλεως ἀπὸ τὴν παγωνιάν. Ἐξάπαντος δὲ γνωρίζετε, ὅσοι ἔχετε πεῖραν ἀπὸ τὸν χειμῶνα, πόσον ἀνυπόφορον εἶναι τὸ βασανιστικὸν αὐτὸ εἶδος. Διότι εἰς τοὺς ἄλλους δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δειχθῇ, παρὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὰ παραδείγματα αὐτῶν ποὺ λέγομεν ἐκ τῶν προτέρων ἀποκείμενα μέσα τῶν ἀπὸ τὴν ἴδιαν τὴν πεῖραν. Διότι, τὸ σῶμα ποὺ θὰ ἐκτεθῇ εἰς τὸ ψῦχος, κατ᾿ ἀρχὴν μέν, ἐνῷ τὸ αἷμα πήζει, γίνεται ὁλόκληρον μαυροκίτρινον, ἔπειτα δὲ χοροπηδᾷ καὶ ἀνατινάσσεται πρὸς τὰ ἐπάνω, ἐνῷ τὰ δόντια κτυποῦν, αἱ ἶνες συσπῶνται καὶ ὅλον τὸ σῶμα χωρὶς νὰ θέλῃ συσπᾶται. Κάποιος δὲ τσουχτερὸς πόνος, καὶ πόνος ἀνείπωτος, ποὺ φθάνει ὡς τὸν μυελὸ τῶν ὀστῶν, κάμνει δυσκολοβάστακτον τὸ αἴσθημα εἰς αὐτοὺς ποὺ παγώνουν. Ἔπειτα ἀκρωτηριάζεται, ἐνῷ τὰ ἄκρα καίονται, ὡσὰν ἀπὸ φωτιάν. Διότι μὲ τὸ νὰ ἀπομακρύνεται ἡ θερμότης ἀπὸ τὰ ἄκρα τοῦ σώματος, καὶ νὰ φεύγῃ συγχρόνως εἰς τὸ βάθος, ἀφήνει νεκρὰ μὲν τὰ μέρη ἀπ᾿ ὅπου ἀπεμακρύνθη, παραδίδει δὲ εἰς δυνατοὺς πόνους αὐτὰ πρὸς τὰ ὁποῖα ὑποχωρεῖ, ἐνῷ ὁ θάνατος πλησιάζει ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον μὲ τὸ πάγωμα. Τότε λοιπὸν κατεδικάσθησαν νὰ διανυκτερεύουν ὑπαίθριοι, ὅταν ἡ μὲν λίμνη, γύρω ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἡ πόλις εἶναι κτισμένη, καὶ μέσα εἰς τὴν ὁποίαν οἱ ἅγιοι ἠγωνίζοντο τὰ ἀγωνίσματα αὐτά, ἦταν ἱπποδρόμιον εἰς τὸ ὁποῖον τὴν εἶχε μεταβάλλει ἡ παγωνιά, καὶ ποὺ ἀπὸ τὸ κρύον εἶχε μεταβληθῆ εἰς ξηράν, μὲ ἀσφάλειαν προσεφέρετο εἰς τοὺς περιοίκους νὰ περιπατοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειάν της. Τὰ δὲ ποτάμια ποὺ συνεχῶς ἔρρεαν, ἀφοῦ ἐπάγωσαν, ἐσταμάτησαν τὴν ροήν των, καὶ ἡ ἁπαλὴ φύσις τοῦ νεροῦ μετεβλήθη εἰς τὴν σκληρότητα τῶν λίθων. Σφοδρὰ δὲ φυσήματα τοῦ βοριᾶ ἔσπρωχναν κάθε τι τὸ ἔμψυχον εἰς τὸν θάνατον.

Τότε λοιπὸν ἀφοῦ ἤκουσαν τὴν προσταγὴν (καὶ νὰ παρατηρήσῃς ἐδῶ, παρακαλῶ, τὸ ἀνίκητον φρόνημα τῶν ἀνδρῶν), εὐχαρίστως ὁ καθένας ἔβγαλεν ἀπὸ ἐπάνω του καὶ τὸν τελευταῖον χιτῶνα, καὶ ἐβάδιζαν διὰ νὰ πεθάνουν τὸν θάνατον τοῦ ψύχους, προτρέποντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡσὰν εἰς διαρπαγὴν λαφύρων. Ἂς μὴ βγάλωμεν, ἔλεγαν, τὸ ἔνδυμα, ἀλλὰ νὰ ἀποβάλλωμεν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, αὐτὸν ποὺ φθείρεται σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης . Σὲ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, διότι μαζὶ μὲ τὸ ἱμάτιον τοῦτο ἀποβάλλομεν καὶ τὴν ἁμαρτίαν. Ἀφοῦ ἐξ αἰτίας τοῦ φιδιοῦ τὸ ἐφορέσαμεν, ἂς τὸ βγάλωμεν διὰ τὸν Χριστόν. Ἂς μὴ κρατήσωμεν τὰ ἱμάτια, πρὸς χάριν τοῦ παραδείσου ποὺ ἐχάσαμεν. Τί θὰ ἀνταποδώσωμεν εἰς τὸν Κύριον; Καὶ ὁ Κύριός μας ἐξεγυμνώθη. Τί εἶναι πιὸ μεγάλη τιμὴ διὰ τὸν δοῦλον, ἀπὸ τὸ νὰ πάθῃ αὐτὰ ποὺ ἔπαθεν ὁ Κύριος του; καὶ μάλιστα ἠμεῖς εἴμεθα ἐκεῖνοι, ποὺ ἐξεγυμνώσαμεν καὶ τὸν ἴδιον τὸν Κύριον. Διότι τὸ ἐγχείρημα ἐκεῖνο ἦταν ἔργον τῶν στρατιωτῶν. Ἐκεῖνοι ἐξεγύμνωσαν τὸν Κύριον καὶ ἐμοίρασαν τὰ ἱμάτιά του. θὰ ἑξαλείψωμεν λοιπὸν ἀπὸ μόνοι μας τὴν κατηγορίαν ποὺ ἔχει καταγραφῆ εἰς βάρος μας. Ὁ χειμὼν εἶναι δριμύς, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος. Τὸ πάγωμα ὀδυνηρόν, ἀλλὰ γλυκεῖα ἡ ἀνάπαυσις. Ἂς Ἀναμείνωμεν λιγάκι, καὶ ὁ κόλπος τοῦ πατριάρχου θὰ μᾶς περιθάλψη· θὰ ἀνταλλάξωμεν μίαν νύκτα μὲ ὁλόκληρον τὴν αἰωνιότητα. Ἂς κατακαοῦν τὰ πόδια, διὰ νὰ χορεύουν διαρκῶς μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους. Ἂς ἀποκοποῦν τὰ χέρια, διὰ νὰ ἔχουν παρρησίαν νὰ ὑψώνωνται πρὸς τὸν Δεσπότην. Πόσοι ἀπὸ τοὺς στρατιώτας μας δὲν ἔπεσαν εἰς τὴν μάχην, μὲ τὸ νὰ τηροῦν τὴν πίστιν εἰς τὸν φθαρτὸν βασιλέα; Ἠμεῖς δὲ διὰ τὴν πίστιν εἰς τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα, δὲν θὰ χαρίσωμεν τὴν ζωὴν αὐτήν; Πόσοι ἀπὸ τοὺς κακούργους ἐθανατώθησαν, ἀφοῦ συνελήφθησαν δι᾿ ἀδικήματα; Ἠμεῖς δὲ δὲν θὰ ὑποφέρωμεν τὸν θάνατον χάριν τῆς δικαιοσύνης; Ἂς μὴ ξεστρατήσωμεν, ὦ στρατιῶται, ἂς μὴ δώσωμεν τὰ νῶτα μας εἰς τὸν διάβολον. Σάρκες εἶναι, ἂς μὴ λυπηθοῦμεν. Ἐπειδὴ πρέπει ἐξάπαντος νὰ πεθάνωμεν, ἂς πεθάνωμεν διὰ νὰ ζήσωμεν. «Ἂς γίνῃ, Κύριε, ἡ θυσία μᾶς ἐνώπιόν σου». Καὶ μακάρι νὰ γίνωμεν δεκτοὶ «ὡς ζωντανὴ θυσία» ἡ, εὐάρεστος εἰς σέ, μὲ τὸ νὰ γίνωμεν ὁλοκαυτώματα διὰ μέσου του ψύχους τούτου, καλὴ προσφορά, καινούργια θυσία, ποὺ προσφέρεται ὄχι ἐπάνω εἰς τὴν φωτιὰν ἀλλὰ μὲ τὸ ψῦχος. Αὐτὰ τὰ παρακλητικὰ λόγια μεταδίδοντες ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον καὶ προτρέποντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὡσὰν νὰ ἐκτελοῦν κάποιαν προφυλακὴν εἰς τὸν πόλεμον, περιεφρονοῦσαν τὴν νύκτα. Ὑπέμεναν τὰ παρόντα μὲ γενναιότητα, ἔχαιραν διὰ τὰ ἐλπιζόμενα ἀγαθὰ καὶ περιεφρονοῦσαν τοὺς ἐχθρούς. Ὅλων δὲ μία ἦταν ἡ εὐχή. Σαράντα ἐμβήκαμεν εἰς τὸ στάδιον, μακάρι, Δέσποτα, σαράντα νὰ στεφανωθοῦμεν. Ἂς μὴ λείψῃ οὔτε ἕνας ἀπὸ τὸν ἀριθμόν. Εἶναι τίμιος αὐτός, τὸν ὁποῖον ἐτίμησες μὲ τὴν νηστείαν τῶν σαράντα ἡμερῶν, διὰ τοῦ Ὁποίου ἡ νομοθεσία εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον. Μὲ νηστείαν ἐπὶ σαράντα ἡμέρας ὁ Ἠλίας ἀφοῦ παρεκάλεσε τὸν Κύριον, ἐπέτυχε νὰ τὸν ἴδῃ. Καὶ τέτοια μὲν ἦταν ἡ εὐχὴ ἐκείνων. Ἕνας δὲ ἀπὸ τὸν ἀριθμὸν ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ δεινά, ἔφυγεν ὡς λιποτάκτης, καὶ ἄφησεν ἀπαρηγόρητον πένθος εἰς τοὺς ἁγίους. ὁ Κύριος ὅμως δὲν ἐπέτρεψε νὰ γίνουν ἀτελεσφόρητοι αἱ παρακλήσεις των. Διότι ἐκεῖνος ποὺ εἶχεν ἀναλάβει τὴν φρούρησιν τῶν μαρτύρων, θερμαινόμενος πλησίον εἰς κάποιο φυλάκιον, παρετήρει αὐτὸ ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ, ἕτοιμος διὰ νὰ δεχθῇ αὐτοὺς ἀπὸ τοὺς στρατιώτας ποὺ θὰ κατέφευγαν. Πράγματι καὶ τοῦτο πάλιν ἐπενοήθη, νὰ εἶναι δηλαδὴ κοντὰ ἐκεῖ λουτρόν, διὰ νὰ ὑπόσχεται ταχεῖαν τὴν βοήθειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ θὰ μετανοοῦσαν. Αὐτὸ ὅμως κατὰ τρόπον κακοῦργον ἐπενοήθη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Νὰ ἐξεύρουν δηλαδὴ τέτοιον τόπον κοντὰ εἰς τὸ μαρτύριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἡ ἕτοιμος περιποίησις ἔμελλε νὰ ἐξουδετερώνῃ τὴν ἀντίστασιν τῶν ἀγωνιζομένων. Αὐτὸ ἀνεδείκνυε λαμπροτέραν τὴν ὑπομονὴν τῶν μαρτύρων. Διότι ὑπομονητικὸς δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὰ ἀναγκαῖα, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἔχει ἄφθονα τὰ ἀγαθά, καὶ ὑπομένει τὰ δεινά!

Καθ᾿ ὃν χρόνον δὲ οἱ μὲν ἠγωνίζοντο, αὐτὸς δὲ παρετηροῦσε τὴν ἔκβασιν, εἶδε παράδοξον θέαμα· Δυνάμεις νὰ κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν οὐρανόν, καὶ τρόπον τινὰ νὰ διανέμουν εἰς τοὺς στρατιώτας μεγάλα δῶρα ἀπὸ τὸν Βασιλέα. Αὗται εἰς ὅλους μὲν τοὺς ἄλλους ἐμοίραζαν τὰ δῶρα, ἕνα δὲ μονάχα ἄφησαν ἀβράβευτον, διότι τὸν ἔκριναν ἀνάξιον διὰ τὰς οὐρανίους τιμάς. Αὐτὸς ἀμέσως ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ βασανιστήρια, ἐλιποτάκτησε πρὸς τοὺς ἀντιπάλους. Ἦταν ἐλεεινὸν θέαμα διὰ τοὺς δικαίους. Ὁ στρατιώτης νὰ γίνῃ φυγάς, ὁ ὑποψήφιος διὰ τὸ βραβεῖον νὰ γίνῃ αἰχμάλωτος, τὸ πρόβατον τοῦ Χριστοῦ νὰ ἁρπαγῇ ἀπὸ τὰ θηρία. Καὶ τὸ πιὸ θλιβερὸν βέβαια ἦταν ὅτι καὶ ἠστόχησεν εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν, καὶ δὲν ἀπήλαυσε τὴν παροῦσαν, διότι ἀμέσως ἡ σάρκα μὲ τὴν ἐπαφὴν τοῦ θερμοῦ διελύθη. Καὶ αὐτὸς μὲν ποὺ ἠγάπησε τὴν ζωήν, ἔπεσεν, ἠμάρτησε χωρὶς κανένα κέρδος· ὁ δήμιος ὅμως, μόλις τὸν εἶδε νὰ ξεπέφτῃ ἀπὸ τὴν θέσιν του καὶ νὰ τρέχῃ πρὸς τὸ λουτρόν, ἔλαβεν ὁ ἴδιος τὴν θέσιν τοῦ λιποτάκτου, καὶ ἀφοῦ ἀπέβαλε τὰ ροῦχα του, ἀνεμίχθη μὲ τοὺς γυμνούς, κραυγάζοντας τὴν ἰδίαν φωνὴν μὲ τοὺς Ἁγίους «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ μὲ τὴν ἀπότομον μεταβολὴν ἐξέπληξε αὐτοὺς ποὺ παρίσταντο, καὶ ἀνεπλήρωσε τὸν ἀριθμὸν καὶ μὲ τὴν πρόσθεσιν τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐπαρηγόρησε τὴν λύπην των δι᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ ἀδυναμίαν ἐκάμφθη. Ἔτσι ἐμιμήθη τοὺς στρατιώτας ποὺ ἀγωνίζονται εἰς τὴν στρατιωτικὴν παράταξιν, καὶ οἱ ὁποῖοι ἀμέσως συμπληρώνουν τὴν θέσιν αὐτοῦ ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν πρώτην γραμμήν, ὥστε νὰ μὴ διαρραγῇ ὁ συνασπισμός τους μὲ αὐτὸν ποὺ ἔλειψε. Τέτοιαν λοιπὸν πρᾶξιν ἔκαμε καὶ αὐτός! Εἶδε τὰ οὐράνια θαύματα, ἐγνώρισε τὴν ἀλήθειαν, προσέφυγεν εἰς τὸν Δεσπότην καὶ συνηριθμήθη μὲ τοὺς μάρτυρας. Ἐπανέλαβε τὴν πρᾶξιν τῶν μαθητῶν. Ἀπεχώρησεν ὁ Ἰούδας, καὶ εἰς τὴν θέσιν του ἦλθεν ὁ Ματθίας. Ἔγινε μιμητὴς τοῦ Παύλου. Αὐτὸς ποὺ χθὲς ἦταν διώκτης, σήμερα γίνεται κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ αὐτὸς εἶχεν ἀπὸ τὸν οὐρανὸν τὴν κλῆσιν καὶ «ὄχι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε διὰ μέσου ἀνθρώπου». Ἐπιστευσεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐβαπτίσθη εἰς αὐτόν, ὄχι ἀπὸ ἄλλον, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστιν του. Ὄχι εἰς τὸ νερόν, ἀλλὰ εἰς τὸ αἷμα του.

Καὶ ἔτσι ὅταν ἐξημέρωσε, ἐνῷ ἐζοῦσαν ἀκόμη, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τὰ λείψανα ἀπὸ τὴν φωτιάν, τὰ ἔρριψαν εἰς τὸ ποτάμι, ὥστε ἡ ἄθλησις τῶν μακαρίων ἐπέρασεν ἀπὸ ὁλόκληρον τὴν κτίσιν. Ἠγωνίσθησαν εἰς τὴν γῆν, ὑπέμειναν εἰς τὸν ἀέρα, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τέλος, τοὺς ἐδέχθη τὸ νερόν. Ἰδικός των εἶναι ὁ λόγος· «ἐπεράσαμεν ἀπὸ τὴν φωτιὰν καὶ τὸ νερόν, καὶ μᾶς ἔβγαλεν εἰς ἀνάπαυσιν». Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ περιέβαλαν τὴν χώραν μας, ὡσὰν κάποιοι συνεχεῖς πύργοι, προσφέροντες ἀσφάλειαν ἀπὸ τὴν ἐπιδρομὴν τῶν ἐχθρῶν. Δὲν περιώρισαν τοὺς ἑαυτούς των εἰς ἕνα τόπον, ἀλλ᾿ ἔχουν γίνει κιόλας φίλοι εἰς πολλὰς περιοχὰς καὶ κοσμοῦν πολλὰς πατρίδας. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι ὅτι δὲν ἐπισκέπτονται ὁ καθένας χωριστὰ αὐτοὺς ποὺ τοὺς δέχονται, ἀλλ᾿ ὅλοι μαζὶ ὡς χορός, ἡνωμένοι μεταξύ των. Ὢ τί θαῦμα! Οὔτε εἶναι ἐλλιπεῖς εἰς τὸν ἀριθμόν, οὔτε ἐπιδέχονται προσθήκην. Ἐὰν τοὺς διαιρέσῃς εἰς ἑκατόν, δὲν βγαίνουν ἔξω ἀπὸ τὸν ἀριθμόν τους· ἐὰν εἰς ἕνα τοὺς μαζεύσῃς, καὶ ἔτσι σαράντα παραμένουν, ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὴν φύσιν τοῦ πυρός. Διότι καὶ ἐκείνη προχωρεῖ πρὸς αὐτὸν ποὺ τὸ ἀνάπτει, καὶ ὅλον μένει εἰς αὐτὸν ποὺ τὸ ἔχει. Καὶ οἱ σαράντα μάρτυρες καὶ ὅλοι μαζὶ εἶναι, καὶ εὑρίσκονται ὅλοι εἰς τὸν καθένα. Αὐτοὶ εἶναι ἡ πλούσια εὐεργεσία, ἡ χάρις ποὺ δὲν ἐξοδεύεται, εἶναι ἑτοίμη βοήθεια τῶν Χριστιανῶν, ἐκκλησία μαρτύρων, στρατὸς τροπαιοφόρων, χορὸς ἀπὸ δοξολογοῦντες. Τί δὲν θὰ ἔπραττες διὰ νὰ εὕρῃς ἕνα ποὺ νὰ παρακαλῇ διὰ σὲ τὸν Κύριον; Σαράντα εἶναι, ποὺ ἀναπέμπουν σύμφωνον προσευχήν. «Ὅπου εἶναι μαζευμένοι δύο ἢ τρεῖς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Κύριος ἀνάμεσα εἰς αὐτούς». Ὅπου ὅμως εἶναι σαράντα, ποιὸς ἀμφιβάλλει διὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ; Αὐτὸς ποὺ θλίβεται καταφεύγει εἰς τοὺς σαράντα, αὐτὸς ποὺ εὐφραίνεται πρὸς αὐτοὺς σπεύδει· ὁ ἕνας μὲν διὰ νὰ εὕρῃ λύσιν εἰς τὰς δυσκολίας, ὁ ἄλλος δὲ διὰ νὰ διαφυλάξῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἀπὸ τὰ πιὸ καλά, τὰ ἀγαθά. Ἐδῶ ἡ εὐσεβὴς γυναῖκα συναντᾶται νὰ προσεύχεται διὰ τὰ τέκνα της, νὰ ζητῇ τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ ἀνδρός της ἀπὸ τὴν ξενητείαν, τὴν ὑγείαν διὰ τὸν ἄρρωστον. Τὰ αἰτήματά σας ἂς γίνουν μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρας· οἱ νεαροὶ ἂς μιμηθοῦν τοὺς συνομήλικάς των, οἱ πατέρες ἂς εὐχηθοῦν νὰ εἶναι πατέρες τέτοιων παιδιῶν. Αἱ μητέρες ἂς διδαχθοῦν τὸ παράδειγμα τῆς καλῆς μητρός. ἡ μητέρα κάποιου ἀπὸ τοὺς μακαρίους ἐκείνους, ὅταν ἀντικρυσε τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουν κιόλας πεθάνει ἀπὸ τὸ ψῦχος, τὸ παιδί της δὲ ἀκόμη νὰ ἀναπνέῃ λόγω καὶ τῆς ρωμαλεότητος καὶ τῆς καρτερίας εἰς τὰ δεινά, καὶ ἐνῷ οἱ δήμιοι τὸ ἄφηναν μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἀλλάξῃ γνώμην, αὐτὴ ἀφοῦ τὸ ἐσήκωσε μὲ τὰ χέρια της, τὸ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸ ἁμάξι, εἰς τὸ ὁποῖον εὐρισκόμενοι καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ὡδηγοῦντο εἰς τὴν φωτιάν, γνησία πράγματι μητέρα μάρτυρος. Δὲν ἄφησε δάκρυα ἀπρεπῆ, δὲν ἐξεστόμισε κάτι τί τὸ ταπεινὸν καὶ ἀνάξιον πρὸς τὴν περίστασιν. Ἀλλ᾿ εἶπε «βάδιζε, παιδί μου, τὸν καλὸν δρόμον, μαζὶ μὲ τοὺς συνομηλίκους σου, μαζὶ μὲ τοὺς ὁμοσκήνους. Μὴ ἀπουσιάσῃς ἀπὸ τὴν χορείαν, μὴ ἐμφανισθῇς δεύτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους εἰς τὸν Κύριον». Πράγματι ὑπῆρξε βλαστάρι καλόν, ἀπὸ καλὴν ρίζαν. Ἔδειξεν ἡ γενναία μητέρα ὅτι τὸν εἶχεν ἀναθρέψει μὲ τὰ δόγματα τῆς πίστεως μᾶλλον, παρὰ μὲ τὸ γάλα της. καὶ αὐτὸς μὲν ἔτσι ἀφοῦ ἀνετράφη, ἔτσι κατευωδώθη ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ μητέρα του, ὁ δὲ διάβολος ἔφυγεν ἐντροπιασμένος. Διότι ἀφοῦ ἐξεσήκωσεν ἐναντίον αὐτῶν ὁλόκληρον τὴν κτίσιν, ὅλα τὰ εὑρῆκε νὰ νικώνται ἀπὸ τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν δηλαδὴ τὴν ἀνεμοτάρακτον νύκτα, τὴν πατρίδα μὲ τὸν βαρὺν χειμῶνα, τὴν ἐποχὴν τοῦ ἔτους, τὴν γύμνιαν τῶν σωμάτων. Ὢ τί ἅγιος χορός! Ὢ τί σύνταγμα ἱερόν! Ὢ τί ἀδιάσπαστος συνασπισμός! Ὢ τί κοινοὶ φρουροὶ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους! Ἀγαθοὶ συμμέτοχοι εἰς τὰς φροντίδας, συνεργοὶ εἰς τὴν προσευχήν, πρεσβευταὶ δυνατώτατοι, ἄστρα τῆς οἰκουμένης, ἄνθη τῶν Ἐκκλησιῶν. Δὲν σᾶς ἐκάλυψε τὸ χῶμα, ἀλλὰ ὁ οὐρανὸς σᾶς ὑπεδέχθη. ἀνοίχθησαν εἰς σᾶς αἱ πύλαι τοῦ παραδείσου. Ἄξιον θέαμα εἰς τὴν Ἀγγελικὴν στρατιάν, ἀντάξιον τῶν πατριαρχῶν, τῶν προφητῶν, τῶν δικαίων. Ἄνδρες ἐπάνω εἰς τὸ ἄνθος τῆς νεότητος ποὺ κατεφρόνησαν τὴν ζωήν, ποὺ περισσότερον ἀπὸ τοὺς γονεῖς καὶ ἀπὸ τὰ τέκνα τοὺς ἠγάπησαν τὸν Κύριον. Ἐνῷ διῆγον αὐτὸ τὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας, περιεφρόνησαν τὴν πρόσκαιρον ζωὴν διὰ νὰ δοξάσουν μὲ τὰ μέλη των τὸν Θεόν, «μὲ τὸ νὰ γίνουν θέαμα εἰς τὸν κόσμον καὶ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους», ἐσήκωσαν αὐτοὺς ποὺ εἶχαν πέσει, ἐστερέωσαν τοὺς ἀμφιβόλους, ἐδιπλασίασαν τὸν πόθον εἰς τοὺς εὐσεβεῖς. Ὅλοι, ἀφοῦ ὕψωσαν ἕνα τρόπαιον ὑπὲρ τῆς πίστεως, μὲ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης ἐστεφανώθησαν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας, εἰς τὸν ὁποῖον πρέπει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...