Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 21, 2018

«Η ενανθρώπηση του Θεού ως αντίποδας στην σύγχρονη αμαρτωλότητα»

Αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, σήμερα εορτάζουμε το μεγαλύτερο γεγονός όλων των εποχών και όλων των αιώνων, την γέννηση του Χριστού, την «μητρόπολιν πασών των εορτών» κατά τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο. Ο Θεός εισέρχεται στην ζωή μας, μέσα στον χρόνο, μέσα στην ιστορία, ως «άνθρωπος Χριστός Ιησούς» (Α  Τιμ. 2,5).
«Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α  Τιμ. 3,16). Ο Θεός Λόγος κενώνει τον εαυτό Του, ταπεινώνεται, αυτοελαττώνεται, σμικρύνεται κατά ένα ασύλληπτο τρόπο και γίνεται ένα βρέφος. Βρέφος ανθρώπινο και θείο. Γίνεται άνθρωπος όπως και εμείς με σάρκα και αίμα, με ψυχή και σώμα, με νου και θέληση. Ο Χριστός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός.
Η είσοδος του αιωνίου, του ανάρχου, του απροσίτου αλλά και φιλανθρώπου Θεού μέσα στην δική μας πραγματικότητα είναι κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό «πάντων των καινών καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον». Με αυτό το μεγάλο και άφατο μυστήριο, δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε και αυτή η δημιουργία του κόσμου από τον Θεό. Τότε δημιουργούσε ανύπαρκτα κτίσματα· τώρα γίνεται ο ίδιος κτίσμα, δημιούργημα. «Ο Ων γίνεται, ο Άναρχος άρχεται». Όσο φωτισμένη και διεισδυτική μπορεί να είναι μία ανθρώπινη η αγγελική διάνοια, το μυστήριο παραμένει άρρητο και ακατάληπτο. Δεν θα ερμηνευθεί ούτε στην παλιγγενεσία ο τρόπος ενώσεως της θείας φύσεως με την ανθρώπινη φύση στην μία υπόσταση του Θεού Λόγου.

Όταν ο Θεός φόρεσε την ανθρώπινη φύση δεν αισθάνθηκε μειονεκτικά, δεν δυσφόρησε, διότι η ανθρώπινη φύση είναι κατά έναν ανερμήνευτο τρόπο χωρητική της Θεότητος. Ο άνθρωπος είναι συγγενής του Θεού, το οντολογικό περιεχόμενο του ανθρώπου είναι θεοειδές. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης για να μας τονίσει ότι ο Θεός δεν είναι κάτι ξένο προς τον άνθρωπο λέγει για τον Χριστό ότι «εις τα ίδια ήλθεν» (Ιω. 1,11). Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τονίζει, ότι μόνον η ανθρώπινη φύση —και όχι η αγγελική— είναι θεοϋπόστατη και ομόθεη και μπορεί να διαθέτει υπερτέλεια καθαρότητα, να είναι χωρητική κάθε λαμπρότητος, δόξας, δυνάμεως και ενεργείας του Αγίου Πνεύματος, ότι «εξ αρχής ο άνθρωπος ου κτίσμα μόνον υπήρξε Θεού, αλλά και υιός εν πνεύματι».
Ο Θεός γνώριζε ότι εν χρόνω, κάποια χρονική στιγμή, θα ενδυθεί τον άνθρωπο. Οπότε και η εξ αρχής δημιουργία του ανθρώπου έγινε για τον Χριστό, αφού πλάσθηκε κατ  εἰκόνα Θεού, για να μπορέσει κάποτε να χωρέσει το αρχέτυπο. Όχι μόνο τα επίγεια, αλλά και όλα τα υπερκόσμια, οι αγγελικές φύσεις και τάξεις προς αυτόν τον σκοπό τείνουν από την αρχή, δηλαδή προς την θεανδρική οικονομία, την οποία και υπηρέτησαν από την αρχή ως το τέλος.
Ορισμένοι δυτικοί θεολόγοι του Μεσαίωνα, αλλά δυστυχώς και νεώτεροι ορθόδοξοι υποστήριξαν ότι η ενανθρώπηση του Θεού είναι ανεξάρτητη από την πτώση του ανθρώπου. Ισχυρίσθηκαν ότι ο Θεός Λόγος θα γινόταν άνθρωπος, ακόμη και αν ο άνθρωπος δεν αμάρτανε και δεν είχε ανάγκη σωτηρίας, ομιλούν δηλαδή για μία «απροϋπόθετη ενανθρώπηση», όπως ονομάζεται στην θεολογική ορολογία. Σκοπός όμως της θείας ενανθρωπήσεως δεν ήταν άλλος παρά η σωτηρία, η θέωση του ανθρώπου. Ο σκοπός της σαρκώσεως του Θεού Λόγου δεν βρίσκεται στον Χριστό αλλά στον άνθρωπο. Βέβαια ο προ των αιώνων αμήτωρ Θεός αποκτά εν χρόνω Μητέρα από την ανθρώπινη φύση· Μητέρα αναμάρτητη, Μητέρα Παρθένο. Αν δεν υπήρχε όμως ανάγκη να σωθεί ο άνθρωπος, γράφει σαφέστατα ο Μέγας Αθανάσιος, δεν θα γινόταν ο Θεός άνθρωπος. Προηγείται η ανάγκη της σωτηρίας του ανθρώπου και έπεται η οικονομία της θείας ενανθρωπήσεως. Αυτό που δεν πέτυχε ο άνθρωπος επειδή απατήθηκε από τον διάβολο και δεν τήρησε την εντολή, το προσφέρει ο Θεός με την ενανθρώπησή Του.
Ο σκοπός του κρυμμένου και αγνώστου από αιώνες μυστηρίου ακόμα και στους αγγέλους, αποκαλύπτεται τώρα με την εκ της πανάγνου Παρθένου γέννηση του Χριστού. Και ποιός είναι αυτός; Ο Θεός κένωσε τον Εαυτό Του και κατέβηκε μέχρι τον άνθρωπο, ώστε ο άνθρωπος να υψωθεί μέχρι τον Θεό· ο Θεός έγινε μέτοχος της δικής μας ανθρωπίνης φύσεως, για να γίνουμε εμείς μέτοχοι της θείας· ο Θεός έγινε Υιός ανθρώπου, για να γίνει ο άνθρωπος υιός του Θεού· ο Θεός ενανθρωπίζεται για να θεωθεί ο άνθρωπος.
Όλη η ένσαρκος οικονομία του Θεού έγινε «δι  ἡμᾶς», «υπέρ ημών». Αυτά τα «δι  ἡμᾶς» και «υπέρ ημών» αναφέρονται και τονίζονται πολύ στην θεολογικωτάτη υμνολογία της Εκκλησίας μας. Στο Κοντάκιο των Χριστουγέννων ψάλλουμε «δι  ἡμᾶς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον», ενώ στης Αναλήψεως «την υπέρ ημών πληρώσας οικονομίαν». Η σκέψη ότι ο Θεός «εκένωσεν εαυτόν μορφήν δούλου λαβών» (Φιλιπ. 2,7) για εμάς, για την δική μας σωτηρία και ανάπλαση, οδηγεί τον πιστό σε βάθος ταπεινώσεως και ευγνωμοσύνης προς τον Σωτήρα του Θεό και σε φιλότιμο αγώνα για να Τον αναπαύσει με την τήρηση του αγίου θελήματός Του και την άσκηση φιλοπονίας. Έτσι δεν μας εκπλήσσει η περίπτωση του αββά Ισιδώρου που διαβάζουμε στο Γεροντικό. Ο αββάς Ποιμήν προέτρεπε τον αββά Ισίδωρο να ξεκουράσει λίγο τον εαυτό του από την μεγάλη φιλοπονία του, επειδή ήταν και σε γεροντική ηλικία, και ο αββάς Ισίδωρος απάντησε: «Εάν καύσωσιν τον Ισίδωρον, και την σποδόν αυτού ανέμω σκορπίσωσιν, ουδέ μία μοι χάρις ακμήν, ότι ο Υιός του Θεού ώδε ήλθε δι  ἡμᾶς».
Για τον Θεό ο άνθρωπος δεν αποτελεί ένα κτίσμα, αλλά ένα ιδιαίτερο γεγονός, ένα ξεχωριστό αιώνιο πρόσωπο, και αυτό είναι μία μεγάλη αλήθεια, όσο τολμηρό και αν φαίνεται. Ο μακάριος Γέροντας Σωφρόνιος έλεγε ότι το να υποβαθμίζει κάποιος το ευαγγελικό μήνυμα, ότι δηλαδή προορισθήκαμε για το πλήρωμα της τελειότητος, της θεώσεως, δεν είναι μόνο σφάλμα, αλλά και μεγάλο αμάρτημα. Έγκειται όμως στην προαίρεση του ανθρώπου το να αποδεχθεί και να βιώσει την θεοείδιά του η την έκπτωσή του από τον Θεό της ζωής και της αγάπης. Γιατί όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς «νους αποστάς της θεωρίας του Θεού γέγονε η δαιμονιώδης η κτηνώδης».
Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο για όλη την ανθρωπότητα βλέπουμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ξεπέσει στην παραφύση ζωή, είτε με τα σαρκικά πάθη της πορνείας, της μοιχείας και της ομοφυλοφιλίας είτε με τα ψυχικά πάθη του εγωισμού, της υπερηφανείας, της φιλοδοξίας και της πλεονεξίας. Η προσευχή μας για αυτούς τους ανθρώπους, που δεν πρέπει να τους απορρίπτουμε ως πρόσωπα (την αμαρτία στηλιτεύουμε πάντοτε και όχι τα πρόσωπα), αλλά να τους βλέπουμε ως ασθενή μέλη του δικού μας σώματος, πρέπει να είναι έντονη και πύρινη. Χρειάζεται ένας ισχυρός αντίποδας για να μπορέσει ο άνθρωπος να απωθήσει την αμαρτωλότητα, να βρει τον δρόμο του, να σταθεί στο πραγματικό ύψος του και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά από το μήνυμα που απορρέει από την γέννηση του Χριστού, η κατά Χάριν υιοθεσία του ανθρώπου από τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει, «Θεός θεοίς ενούμενός τε και γνωριζόμενος», και αυτή η εμπειρική γνώση είναι μάλιστα τόσο διάφανη και πληρωτική από την πλευρά του ανθρώπου όσο και από του Θεού.
«Ο Λόγος σαρξ εγένετο» «ίνα καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου» και για να ελευθερώσει και να σώσει από τα δεσμά του θανάτου και της αμαρτίας τον άνθρωπο. Αυτή η μεγάλη δωρεά και ευλογία που δίνει ο Χριστός με την γέννησή Του στον άνθρωπο, η οντολογική σωτηρία του ανθρώπου μέσα στον Θεό, η θέωση, αποτελεί το κέντρο της ζωής του μοναχού. Ο μοναχός έχει υπαρξιακή επίγνωση αυτής της καταστάσεως και γι  αὐτό έκανε και την αποταγή του από τον κόσμο. Αυτό που συνέχει την καρδία, τον νου, το πνεύμα του μοναχού είναι η γνώση και η αγάπη του Θεού, η κατά το δυνατόν πληρεστέρα ένωση και συνάφεια μαζί Του, γι  αὐτό εξάλλου έχει νεκρωθεί για τον κόσμο. Μπορεί να ζει εν τω κόσμω αλλά τίποτε δεν αγγίζει την καρδία του. Το πολίτευμά του και όλο το είναι του βρίσκεται όντως εν ουρανοίς, κατά τον απόστολο Παύλο (βλ. Φιλιπ. 3,20).
Αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, η παρουσία και η διδαχή του Χριστού επί της γης μας καθιστά υπευθύνους ενώπιόν Του και ενώπιον όλου του κόσμου. Αποδεχόμεθα και τείνουμε να αφομοιώσουμε το μήνυμά Του τηρώντας με ακρίβεια την συνείδησή μας; Αν ναι, τότε δικαίως συμπορευόμεθα και συνεορτάζουμε με τον Χριστό. Η γέννηση του Χριστού εορτάζεται πραγματικά όταν εμείς βιώνουμε αισθητώς δια της μεθέξεως της θείας Χάριτος την εν Θεώ αναγέννησή μας. Και αν πρέπει όλοι οι χριστιανοί να αναγεννηθούν άνωθεν εν Πνεύματι Αγίω, πόσο μάλλον οι μοναχοί, οι οποίοι οφείλουν να είναι φως για τους λαϊκούς σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη;
Ευχόμεθα ο γεννηθείς εκ της παναχράντου Παρθένου Θεός Λόγος, Αυτός που εκουσίως επτώχευσε, να πλουτίζει όλους εμάς τους ορθοδόξους χριστιανούς με τους γλυκυτάτους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, την ειρήνη, την χαρά, την αγάπη και να δώσει πλουσίως την ευλογία Του ώστε να ανατείλει το φως της γνώσεώς Του και να φωτισθούν όλοι οι άνθρωποι της οικουμένης. «Χριστός ετέχθη». «Αληθώς ετέχθη».

Χριστούγεννα: Ὁμιλία στὴν γενεαλογία τοῦ Χριστοῦ από τον Μητροπολίτη Anthony Bloom

Χριστούγεννα

Κάθε χρόνο πρὶν τὰ Χριστούγεννα, διαβάζουμε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἀποστόλου Ματθαίου τὴν γενεαλογία τοῦ Χριστοῦ καὶ γιὰ χρόνια ἀναρωτιόμουνα, γιατί; Γιατί πρέπει νὰ διαβάζουμε ὅλα αὐτὰ τὰ ὀνόματα ποὺ σημαίνουν τόσο λίγα πράγματα γιά μᾶς, ἐὰν δὲν σημαίνουν τίποτα; Καὶ τότε μοῦ ἔγινε αἰσθητὴ ἡ σημασία ποὺ ἔχουν γιὰ μᾶς αὐτὰ τὰ ὀνόματα
Τὸ πρῶτο στοιχεῖο εἶναι, ὅτι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀπὸ τὶς οἰκογένειές τους προέρχεται ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὅλοι συγγενεῖς Του, καὶ αὐτὸ μᾶς εἶναι ἀρκετὸ γιὰ νὰ μᾶς προκαλοῦν βαθιὰ συγκίνηση: ὁ Χριστὸς εἶναι αἷμα τους, ἀνήκει στὴν οἰκογένειά τους. Ὁ καθένας τους ὅταν σκέφτεται τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ νὰ πεῖ, «εἶναι παιδὶ τῆς οἰκογένειάς μας», καὶ γιὰ τὸν Χριστό, «καὶ Ἐκεῖνος εἶναι παιδὶ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν οἰκογένειά μας, ἂν καὶ εἶναι ὁ Θεός, ὁ Σωτήρας μας, ἡ ἀληθινὴ Θεικὴ παρουσία ἀνάμεσά μας» . Ἐπιπλέον, κάποια ὀνόματα ξεχωρίζουν: ὀνόματα Ἁγίων, ἡρώων τοῦ πνεύματος, καὶ ὀνόματα ἁμαρτωλῶν.
Ἀνάμεσά τους οἱ Ἅγιοι θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς διδάξουν τί σημαίνει νὰ πιστεύουμε· ὄχι ἁπλὰ νὰ ἔχουμε μία πίστη διανοητική, μία ἄποψη γιὰ τὸν κόσμο, ποὺ συμπίπτει, στὸ βαθμὸ ποὺ μπορεῖ, μὲ τὸ ὅραμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μία πίστη ποὺ σημαίνει μία πλήρη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, μία πίστη χωρὶς ὅρια, ποὺ σημαίνει ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ δώσουμε τὴ ζωή μας γι’ αὐτὸ ποὺ ἀντιπροσωπεύει, γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι, ἐξαιτίας τῆς γνώσης ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν Θεό,. Ἂς σκεφτοῦμε τὸν Ἀβραὰμ τοῦ ὁποίου ἡ πίστη δοκιμάστηκε στὸ μέγιστο βαθμό. Πόσο δύσκολα προσφέρουμε στὸν Θεὸ κάτι δικό μας: Στὸν Ἀβραὰμ ζητήθηκε νὰ προσφέρει ὡς θυσία αἵματος τὸν γιό του, καὶ δὲν ἔχασε τὴν πίστη του ἀπέναντι στὸν Θεό. Καὶ ὁ Ἰσαάκ; Παραδόθηκε χωρὶς ἀντίσταση, ὡς δεῖγμα τέλειας ὑπακοῆς στὸν πατέρα του, καὶ μέσα ἀπ’ αὐτὸν- στὸν Θεό.
Μποροῦμε νὰ θυμηθοῦμε τὴν πάλη τοῦ Ἰακὼβ μὲ τὸν Ἄγγελο στὸ σκοτάδι, ὅπως κάποιες στιγμὲς ποὺ παλεύουμε γιὰ τὴν πίστη μας, γιὰ τὴν ἀκεραιότητά μας, στὸ σκοτάδι τῆς νύχτας, ἢ στὸ σκοτάδι τῆς ἀμφιβολίας μας, στὸ σκοτάδι ποὺ μᾶς κυριεύει κάποιες φορὲς ἀπὸ παντοῦ.
Ἀλλὰ ἐπίσης μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε κάτι ἀπὸ ἐκείνους πού, στὴν ἱστορία, στὴν Ἁγία Γραφή, ἐμφανίζονται σὰν ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί. Ἦταν ἄνθρωποι ἀδύναμοι, μὲ μιὰ ἀδυναμία ποὺ εἶχε καταλάβει τὴ ζωή τους, δὲν εἶχαν τὴ δύναμη νὰ ἀντισταθοῦν στὶς σωματικὲς καὶ ψυχικὲς παρορμήσεις τους, στὰ πολύπλοκα πάθη τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Καὶ ὅμως πίστεψαν μὲ πάθος στὸν Θεό. Ἕνας ἀπὸ ἐκείνους ἦταν ὁ Δαυίδ, καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς ψαλμοὺς του τὸ ἐκφράζει αὐτὸ τόσο καλά : «Ἐκ βαθέων ἐκέκραξά σοι, Κύριε..» Ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἀπελπισίας του, τῆς ντροπῆς, τῆς πτώσης του, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἀποξένωσής του ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπὸ τὰ πιὸ βαθιὰ σκοτάδια τῆς ψυχῆς του, δὲν σταμάτησε νὰ ἀναπέμπει κραυγὴ ἱκεσίας πρὸς τὸν Θεό. Δὲν κρύφτηκε ἀπὸ Ἐκεῖνον, δὲν ἔφυγε μακρυά Του, ἔρχεται σ’ Ἐκεῖνον μὲ τὴν ἀπελπισμένη κραυγὴ ἑνὸς ἀπελπισμένου ἀνθρώπου. Τὴν συγκεκριμένη συμπεριφορὰ ἔχουν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπως γιὰ παράδειγμα, ἡ Ραχάβ, ἡ πόρνη- καὶ τόσοι πολλοὶ ἄλλοι.
Ἐμεῖς, ὅταν περνᾶμε τὴν πιὸ σκοτεινὴ περίοδο τῆς ζωῆς μας, ὅταν εἴμαστε παγιδευμένοι στὸ σκοτάδι ποὺ ὑπάρχει μέσα μας – στρεφόμαστε στὸν Θεὸ γιὰ νὰ Τοῦ ποῦμε: Σὲ σένα, Κύριε, κραυγάζω! Ναὶ εἶμαι στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ ἐσὺ εἶσαι ὁ Θεός μου. Εἶσαι ὁ Θεὸς ποὺ δημιούργησε τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι καὶ Ἐσὺ ὑπάρχεις μέσα στὸ σκοτάδι καὶ στὸ ἐκτυφλωτικὸ φῶς· ὑπάρχεις στὸν θάνατο ὅπως καὶ στὴν ζωή· στὴν κόλαση ὅπως στὸν οὐράνιο Θρόνο Σου· καὶ μπορῶ νὰ σοῦ φωνάζω ἀπ’ ὅπου καὶ νὰ βρίσκομαι.
Ὑπάρχει ἀκόμα ἕνα τελευταῖο πράγμα ποὺ θὰ ἤθελα νὰ σκεφτεῖτε. Ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἐμᾶς εἶναι ὀνόματα· γιὰ κάποιους ἀπὸ αὐτοὺς γνωρίζουμε λίγα πράγματα ἀπὸ τὴν Βίβλο, γιὰ ἄλλους δὲν γνωρίζουμε τίποτα. Ἀλλὰ ὅλοι ὑπῆρξαν συγκεκριμένα πρόσωπα, ἄνδρες καὶ γυναῖκες σὰν κι ἐμᾶς μὲ ὅλες τὶς ἀδυναμίες καὶ τὶς ἐλπίδες, τοὺς κλυδωνισμοὺς στὸ θέλημα καὶ τοὺς δισταγμούς τους, μ’ ὅλη τὴν ἀρχικὴ ἀγάπη ποὺ τόσο συχνὰ ἀμαυρώνεται κι ὅμως παραμένει φλογερὴ καὶ φωτεινή. Εἶναι ἀληθινὰ πρόσωπα καὶ μποροῦμε νὰ διαβάζουμε τὰ ὀνόματά τους νοιώθοντας, ὅτι, ναὶ-δὲν σᾶς γνωρίζω, ἀλλὰ εἶστε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν πραγματικὴ καὶ συγκεκριμένη οἰκογένεια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ παρὰ τὶς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς, ἐξωτερικὲς ἢ ἐσωτερικές, ἀνήκουν στὸν Θεό. Κι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ προσπαθήσουμε, καὶ νὰ μάθουμε, μέσα στὴν συγκεκριμένη ζωὴ ποὺ ἔχουμε, κατὰ πόσον εἴμαστε ἀδύναμοι ἢ δυνατοὶ σὲ μία δεδομένη στιγμὴ καὶ ἂν ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε δικοί Του.
Λοιπὸν ἂς σκεφτοῦμε τὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή, τὴν ἑπόμενη φορὰ ποὺ θὰ ἔλθουμε νὰ τὴν ἀκούσουμε, ἂς τὴν δεχτοῦμε μὲ μιὰ λάμψη στὰ μάτια, μὲ μιὰ ζεστὴ καρδιά· αὐτὸ θὰ εἶναι δυνατὸ μονάχα στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ Χριστὸς θὰ γίνεται ὁλοένα πιὸ ἀληθινὸς στὴ ζωή μας καὶ μέσα ἀπὸ Ἐκεῖνον, θ’ ἀνακαλύπτουμε ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ἀνθρώπου εἶναι πρόσωπα ἀληθινά, ζωντανά, ποὺ ἀνήκουν σέ μᾶς καὶ στὸν Θεό. Ἀμήν.
πηγή: Μητρόπολη Βεροίας

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 20, 2018

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Τα Δώρα των Μάγων



 Τρία δῶρα ἔφεραν στὸ νεογέννητο Βασιλιά. Καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλουν συμβόλισαν τὴν ἁγία καὶ ζωοποιὸ Τριάδα, στὸ ὄνομα τῆς Ὁποίας ἦρθε στὸν κόσμο τὸ παιδὶ Ἰησοῦς, ἀλλὰ καὶ τὴν τριπλή διακονία τοῦ Κυρίου: τὴ βασιλική, τὴν ἱερατικὴ καὶ τὴν προφητική, γιατί ὁ χρυσὸς συμβολίζει τὴν αὐτοκρατορική, τὸ λιβάνι τὴν ἱερατικὴ καὶ ἡ σμύρνα τὴν προφητικὴ ἢ τὴ θυσιαστική.

Τὸ νεογέννητο βρέφος θὰ γινόταν ὁ Βασιλιᾶς τοῦ ἀθάνατου βασιλείου, ὁ ἀναμάρτητος ἱερέας καὶ προφήτης καί, ὅπως οἱ περισσότεροι προφῆτες πρὶν ἀπ’ Αὐτόν, θὰ θανατωνόταν.
Ὅλοι τὸ γνωρίζουν πὼς ὁ χρυσὸς μαρτυρεῖ κάποιον βασιλιὰ καὶ τὴ βασιλεία του. Ὅλοι γνωρίζουν πὼς τὸ λιβάνι μαρτυρεῖ ἱερωσύνη καὶ προσευχή. Κι ἐπίσης ὅλοι γνωρίζουν ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ πὼς τὸ λιβάνι μαρτυρεῖ τὴ θνητότητα. Ὁ Νικόδημος ἄλειψε τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ Ἰησοῦ μὲ μύρα (Ἰωάν. Ιθ΄ 39-40). Ἄλειφαν τὰ σώματα γιὰ νὰ τὰ διατηρήσουν κάπως περισσότερο ἀπὸ τὴ φθορὰ τοῦ θανάτου. Ὁ κόσμος φωτίστηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ ἔλαμψε σὰν χρυσός. Καὶ γέμισε ἀπὸ προσευχὲς καὶ θυμιάματα, ὅπως ἕνας ναός. Ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη γέμισε ἀπὸ τὸ ἄρωμα τῆς διδασκαλίας Του.
Τὰ τρία δῶρα ὅμως συμβολίζουν ἐπίσης τὴν καρτερία καὶ τὸ ἀμετάβλητο. Ὁ χρυσὸς παραμένει χρυσός, τὸ λιβάνι παραμένει λιβάνι καὶ τὸ μύρο παραμένει μύρο. Κανένα ἀπ’ αὐτὰ δὲ χάνει τὴν ἰδιότητά του ὅσα χρόνια κι ἂν περάσουν. Μετὰ ἀπὸ χίλια χρόνια ὁ χρυσὸς ἐξακολουθεῖ νὰ λάμπει, τὸ λιβάνι νὰ καίει καὶ τὸ μύρο διατηρεῖ τὸ ἄρωμά του. Δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ βρεθοῦν ἄλλα πιὸ ἀντιπροσωπευτικὰ ἀντικείμενα στὴ γῆ ποὺ νὰ συμβολίζουν τόσο πιστὰ τὴν ἐπίγεια ἀποστολὴ τοῦ Χριστοῦ ἢ νὰ δείχνουν πιὸ καθαρὰ καὶ ἐκφραστικὰ τὸν αἰώνιο χαρακτήρα τοῦ ἔργου Του στὴ γῆ, καθὼς καὶ ὅλες τὶς πνευματικὲς καὶ ἠθικὲς ἀξίες ποὺ ἔφερε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὸν κόσμο. Ἔφερε τὴν ἀλήθεια, τὴν προσευχή, τὴν ἀθανασία.
Μὲ ποιὸ ἄλλο ἀντικείμενο στὴ γῆ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ χρυσό, θὰ μποροῦσε νὰ συμβολιστεῖ καλύτερα ἡ ἀλήθεια; Ὅ,τι καὶ νὰ κάνεις στὸ χρυσό, αὐτὸς θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ λάμπει.
Μὲ ποιὸ ἄλλο ἀντικείμενο θὰ μποροῦσε νὰ συμβολιστεῖ καλύτερα ἡ προσευχὴ ἂν ὄχι μὲ τὸ λιβάνι; Ὅπως ὁ καπνὸς ἀπὸ τὸ λιβάνι γεμίζει τὴν ἐκκλησιὰ ὁλόκληρη, ἔτσι γεμίζει κι ἡ προσευχὴ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ὁ καπνὸς ἀνεβαίνει ψηλά, ἔτσι ἀνεβάζει ἡ προσευχὴ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεό. «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου», λέει ὁ Ψαλμωδὸς (Ψαλμ. ρμα΄ 2). Εἶναι γεγονὸς πὼς κι ἄλλα πράγματα βγάζουν καπνό, μὰ κανένας καπνὸς δὲν ἐμπνέει τὴν ψυχὴ γιὰ προσευχή.
Ποιὸ ἄλλο ἐπίγειο ἀντικείμενο θὰ μποροῦσε νὰ συμβολίσει καλύτερα τὴν ἀθανασία ἀπὸ τὸ μύρο; Ἡ θνητότητα ἀποπνέει δυσωδία, ἐνῶ ἡ ἀθανασία ἔχει μία διαρκή εὐωδία.
Οἱ μάγοι ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ συμβόλισαν ἔτσι ἔστω κι ἀνεπίγνωστα ὁλόκληρη τὴ χριστιανικὴ πίστη. Ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Ἁγία Τριάδα κι ἔφτασαν ὡς τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν ἀθανασία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ τῶν πιστῶν Του. Δὲν εἶναι ἁπλοὶ προσκυνητές, μὰ πραγματικοὶ προφῆτες. Προφῆτες τόσο τῆς χριστιανικῆς πίστης ὅσο καὶ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ μόνοι τους, μὲ τὴ δική τους ἀντίληψη καὶ γνώση, δὲν θὰ τὰ ἤξεραν ὅλα αὐτά. Ἦταν ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ποὺ τοὺς ἔστειλε στὴ Βηθλεὲμ καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ παράξενο αὐτὸ ἄστρο νὰ τοὺς ὁδηγεῖ.
«Θεός επί γής άνθρωπος εν Ουρανώ», Ὁμιλίες Α΄.


Το άγνωστο μήνυμα των Χριστουγέννων: να γίνεις θεός! Ο άνθρωπος γίνεται θεός;




Το άγνωστο μήνυμα των Χριστουγέννων:
να γίνεις θεός!


Ποιο είναι το νόημα και το μήνυμα των Χριστουγέννων, αν ξεφύγουμε από τα λαμπερά περιτυλίγματα, τα φωτάκια και τον καταναλωτισμό; «Η αγάπη» ασφαλώς θα πουν όλοι. Είναι μέρες αγάπης. «Και επί γης ειρήνη»:αυτό είναι το μήνυμα των Χριστουγέννων.

Αν και η απάντηση αυτή βασίζεται σε μια μεγάλη αλήθεια (η αγάπη πράγματι είναι το θεμέλιο όλων των χριστιανικών εορτών και πράξεων, όταν γίνονται σωστά), όμως κι αυτή η απάντηση δε φτάνει στο βάθος και στην αλήθεια της εορτής, όπως μας την παραδίδει η πνευματική μας κληρονομιά και όπως την εκφράζουν οι άγιοι της Ορθοδοξίας, αλλά και οι μεγάλοι και άγιοι ποιητές και μουσικοί που έγραψαν τα μουσικά έργα (κανόνες, κοντάκια, άλλα τροπάρια) που ψάλλουμε στην εκκλησία τη μέρα της γιορτής.
  • Σύμφωνα με όλους αυτούς, το νόημα των Χριστουγέννων είναι: ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος θεός.
Το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος (σύμφωνα με τους χριστιανούς) το ξέρουν και το καταλαβαίνουν, σε γενικές γραμμές, όλοι: ο Θεός είναι η Αγία Τριάδα. Το ένα από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, ο Υιός του Θεού Πατέρα (που είναι κι αυτός Θεός), πήρε ανθρώπινο σώμα (ΚΑΙ ψυχή) και έγινε άνθρωπος, δίδαξε την αγάπη και σταυρώθηκε, λυτρώνοντας το ανθρώπινο γένος (από τι όμως το λύτρωσε;).
  • Ο άνθρωπος γίνεται θεός;
Αλλά το δεύτερο, ότι ο Χριστός γεννήθηκε για να γίνει θεός ο άνθρωπος, σίγουρα πρώτη φορά το ακούνε οι πιο πολλοί και ασφαλώς χρειάζεται εξήγηση.

Να πούμε κατ’ αρχάς ότι μιλάμε κυριολεκτικά: στ’ αλήθεια γίνεται θεός ο άνθρωπος, όχι συμβολικά ή μεταφορικά. Γιατί; Επειδή με το να γίνει άνθρωπος ο Θεός, δημιούργησε μια γέφυρα που ενώνει Θεό και ανθρώπους. Έτσι, όταν κάποιος βαφτίζεται ορθόδοξος χριστιανός, μεταλαβαίνει το σώμα και το αίμα του Χριστού και αξιοποιεί τις δυνάμεις του για να καθαρίσει την καρδιά του από τα πάθη (τον εγωισμό, το μίσος, την ιδιοτέλεια, το ν’ αγαπάει το χρήμα, τις απολαύσεις ή τη δόξα πιο πολύ απ’ όσο αγαπά τους συνανθρώπους του κ.λ.π.) και να εγκαταστήσει μέσα του την ταπεινή και ανιδιοτελή αγάπη (που περιλαμβάνει οπωσδήποτε συγχώρεση των εχθρών, άσχετα αν αυτοί μετανοούν ή όχι), τότε ο άνθρωπος ενώνεται με το Χριστό.

Και, επειδή ο Χριστός είναι Θεός, η ένωση αυτή φέρνει τον άνθρωπο σε ένωση με το Θεό. Έτσι ο άνθρωπος γίνεται άγιος, δηλαδή θεός «κατά χάριν» (αποκτά έντονα θεϊκά στοιχεία, που τα διατηρεί αιώνια, χωρίς όμως να πάψει να είναι άνθρωπος). Γι’ αυτό οι άγιοι κάνουν θαύματα: επειδή δεν είναι πια κοινοί άνθρωποι, αλλά έχουν γίνει πλάσματα ανώτερου επιπέδου: θεϊκά όντα.

Βέβαια οι άγιοι – το ξαναλέω – παραμένουν άνθρωποι, δε γίνονται θεοί «κατά φύσιν». Μόνο ο Θεός είναι Θεός κατά φύσιν. Γι’ αυτό, τους αγίους ΔΕΝ τους λατρεύουμε, δεν είναι «οι θεοί μας», αλλά πάντα είναι συνάνθρωποι και αδελφοί μας. Αυτή είναι και μια μεγάλη διαφορά των αγίων από τους άλλους ανθρώπους, που ονειρεύονται να γίνουν «θεοί» εγωιστικά: ότι όλοι, λίγο πολύ, θέλουμε να γίνουμε οι «θεοί» των άλλων και να έχουμε εξουσία και δύναμη πάνω τους, ενώ οι άγιοι δεν ζητούν λατρεία από κανέναν, γιατί αυτό που έχουν μέσα τους είναι η ταπείνωση και η αγάπη, όχι η δίψα για δύναμη και εξουσία.

Καταλαβαίνετε τώρα, ελπίζω, γιατί έχει τεράστια διαφορά αν ο Χριστός είναι Θεός από το αν είναι απλά «ένας σοφός άνθρωπος που μίλησε για αγάπη και δικαιοσύνη». Αν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε δεν υπάρχει ένωση ανθρώπου και Θεού, άρα δεν υπάρχει και σωτηρία. Τελικός νικητής είναι ο θάνατος.

Αλλά το ότι ο Χριστός είναι Θεός και υπάρχει αγιότητα και σωτηρία, αποδεικνύεται από την ύπαρξη των αγίων σε κάθε εποχή και, φυσικά, και στην εποχή μας. Οι σύγχρονοι άγιοι, όπως οι μεγάλοι Γέροντες Ευμένιος από τα Ρούστικα, Γεννάδιος της Ακουμιανής Γιαλιάς, Πορφύριος, ΠαΐσιοςΙάκωβος της Εύβοιας κ.π.ά., σύγχρονες αγίες όπως η Σοφία της Κλεισούρας, η Ταρσώ η διά Χριστόν σαλή κ.π.ά., είναι η απόδειξη ότι ο χριστιανισμός είναι αληθινός και ότι ο δρόμος του Χριστού οδηγεί πράγματι τον άνθρωπο στην αγιότητα – σε αυτό που οι θεολόγοι λέμε «θέωση», δηλ. στο να γίνει ο άνθρωπος θεός.
  • Μικροί καθημερινοί άγιοι
Να πούμε εδώ ότι, ενώ μεγάλοι άγιοι είναι σχετικά λίγοι σε κάθε εποχή, υπάρχουν χιλιάδες «μικροί άγιοι», που ζουν δίπλα μας ή ίσως και μέσα στο σπίτι μας…

Άνθρωποι γεμάτοι πίστη και ταπεινή αγάπη, που συγχωρούν εύκολα και τους πάντες και αγαπούν τους πάντες με καρδιά μικρού παιδιού. Άνθρωποι που υπομένουν τρομερές δυσκολίες, αλλά έχουν πάντα μέσα τους πίστη στο Θεό, αγάπη και συγχώρεση (ανεξικακία) για τους άλλους.

Αλλά και πόσες μανάδες δεν προσεύχονται για τα παιδιά τους μέρα νύχτα και οι προσευχές αυτές δεν ωφελούν τα παιδιά τους, χωρίς οι ίδιες – ή τα ίδια – να το μαθαίνουν ποτέ… Κι αυτές οι μανάδες, λόγω της αγάπης τους, έχουν μια αγιότητα, γιατί οι φλογερές προσευχές τους, με τη βοήθεια του Θεού, κάνουν αυτό το μικρό θαύμα.

Επίσης, αρκετοί παπάδες και μοναχοί (καλόγεροι) είναι μικροί άγιοι και κάνουν τον αγώνα τους για τη σωτηρία της ψυχής τους και για τη σωτηρία όλων μας. Αν κοιτάξουμε με ειλικρίνεια γύρω μας, θα δούμε σίγουρα μερικούς.

Υπάρχουν και παιδιά ή έφηβοι, που πιστεύουν στο Θεό, προσεύχονται, πηγαίνουν στην εκκλησία, νηστεύουν, εξομολογούνται και μεταλαβαίνουν – και συχνά γίνονται στόχος των άλλων, υπομένουν πόλεμο, όχι μόνο από τα πειραχτήρια του σχολείου, αλλά και από την ίδια την οικογένειά τους, που… ανησυχεί για τα παιδιά τους, ενώ αν ήταν εγωιστικά, αν κοιτούσαν μόνο το συμφέρον τους ή τη διασκέδασή τους, θα τα θεωρούσαν φυσιολογικά και θα τα αποδέχονταν εύκολα.

Γενικά, κάθε σοβαρός χριστιανός αντιμετωπίζει προβλήματα στην κοινωνία, γιατί είναι τόσο καλός, που οι περισσότεροι γύρω του τον θεωρούν αφελή και τον λυπούνται ή τον εκμεταλλεύονται. Αυτός το καταλαβαίνει και πικραίνεται, αλλά πάντα συγχωρεί και πάντα επιμένει στην πίστη και την αγάπη. Και ζητάει βοήθεια απ’ το Χριστό για να συνεχίσει ν’ αγωνίζεται, συγχωρώντας, πιστεύοντας και αγαπώντας, και θυσιάζοντας πολλές φορές το συμφέρον του για τους άλλους, χωρίς αντάλλαγμα. Αυτή η βοήθεια του Χριστού είναι απαραίτητη για να μπορέσει ο άνθρωπος ν’ αντέξει έναν τόσο μεγάλο αγώνα…

Έτσι ο Χριστός λυτρώνει τον άνθρωπο: τον λυτρώνει από τα πάθη, που φέρνουν τη μοναξιά, το θάνατο και την αιώνια μοναξιά, που ονομάζεται κόλαση. Και τον οδηγεί στην αιώνια αγάπη και συνύπαρξη, που φέρνει την αιώνια χαρά και ονομάζεται παράδεισος.
  • Ο δρόμος της αγάπης και του Χριστού
Ολόκληρη η πνευματική ζωή και η ασκητική προσπάθεια του χριστιανού αποσκοπεί σ’ αυτό ακριβώς: στην προσωπική μας μεταμόρφωση σε θεία όντα γεμάτα αγάπη, που σημαίνει την ένωσή μας με τον Τριαδικό Θεό μέσα από την οδό (το δρόμο) του Ιησού Χριστού.

Η οδός αυτή (κυριολεκτικά «ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος», για να δανειστώ μια φράση από άλλη συνάφεια) μάς έχει αποκαλυφθεί από το Χριστό (που είπε «εγώ ειμί η οδός», «δεύτε προς με», κατά Ιωάννην, 14, 6, κατά Ματθαίον, 11, 28) και έχει αναλυθεί από τους αγίους διδασκάλους του ορθόδοξου χριστιανισμού, που δίδαξαν και διδάσκουν τους ανθρώπους με βάση την εμπειρία τους κι όχι θεωρητικές διανοητικές κατασκευές.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτούς, πρώτο βήμα είναι η κάθαρση της καρδιάς μας από τα πάθη, δηλαδή η απελευθέρωσή μας απ’ ό,τι μας προκαλεί εξάρτηση μονοπωλώντας την αγάπη μας και μας εμποδίζει ν’ αγαπήσουμε ολοκληρωτικά και χωρίς όρους το Θεό, το συνάνθρωπο και κατ’ επέκτασιν όλα τα όντα.

Η απελευθέρωση αυτή προϋποθέτει σκληρό αγώνα εναντίον των παθών, που μπορεί να κρατήσει και μια ολόκληρη ζωή. Περιέχει επίσης και μια παγίδα, τοποθετημένη όχι απ’ το Θεό, αλλά από τον εχθρό του ανθρώπινου γένους (το διάβολο) ή από τον εαυτό μας, που εύκολα παρασύρεται: η παγίδα είναι το ν’ αγωνιστούμε ενάντια στα πάθη με κίνητρο «να είμαστε δυνατοί», δηλ. υπηρετώντας και τροφοδοτώντας ένα απ’ αυτά τα πάθη, το χειρότερο, τον εγωισμό μας.

Ο αγώνας, όπως διδάσκεται στην πνευματική μας παράδοση, έχει αποτέλεσμα όταν γίνεται με ταπείνωση, ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, αποσκοπεί ακριβώς στην απόχτηση της ταπείνωσης, χωρίς την οποία δε μπορεί να υπάρξει εντός μας ούτε αγάπη ούτε φως. «Μία είναι η αρετή, η ταπείνωση», έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, «αλλά, επειδή δε θα το καταλάβετε, άντε, ας πω και την αγάπη»… Μόνο ο ταπεινός άνθρωπος μπορεί να πραγματοποιήσει όσα ζητάει ο Ιησούς στο κατά Λουκάν, κεφ. 6, που συνοψίζονται σε μια φράση: αγάπη στους εχθρούς και παραίτηση υπέρ των άλλων από τα δικαιώματά μας.

Ο κόσμος ποτέ δε θα συγχωρήσει τον Ιησού που δίδαξε τέτοια πράγματα – ποτέ δε θα Τον συγχωρήσει που αποκάλυψε στους ανθρώπους πως αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στην πνευματική τελειότητα και μάλιστα πως αυτός ο δρόμος περνάει απ’ τη συνάντηση με τον ίδιο το Χριστό. Δεν τους άφησε να πιστεύουν πως η τελειότητα έρχεται αποχτώντας δύναμη, όπως για χιλιάδες χρόνια μας είχε παραπλανήσει ο όφις, ή πως έρχεται κάνοντας ατομικό αγώνα, με σκοπό καθαρά ατομικό, όπως μας παραπλανά τώρα.

Γιατί ο Χριστός, βλέπεις, είπε πως αυτός ο αγώνας γίνεται μέσα στην Εκκλησία, δηλαδή με την ένταξή μας στο πανανθρώπινο σώμα Του, όπου όλοι μαζί κι όχι κατά μόνας, στηρίζοντας ο ένας τους άλλους, κατευθυνόμαστε προς το Θεό (το Φως – ή μάλλον «το Φως που δεν είναι Φως και γνωρίζει το όνομά μας», όπως το χαρακτήρισε ο Νείλος Στράικερ, ο Αμερικανός βουδιστής ιερέας που έγινε ορθόδοξος χριστιανός μετά από ένα πολυήμερο χριστιανικό βίωμα).

Τα στοιχεία που περιέχει η εκκλησιαστική ζωή του χριστιανού (η θεία μετάληψη, η εξομολόγηση, η νηστεία, η προσευχή και ο εκκλησιασμός) είναι τα μέσα που παρέχει ο Χριστός στους ανθρώπους ως ενίσχυση στον αγώνα για την κάθαρση της καρδιάς. Και στη συνέχεια είναι τα μέσα για την εγκατάσταση μέσα μας της θείας χάριτος, δηλαδή της άκτιστης θείας ενέργειας, που σημαίνει εγκατάσταση του ίδιου του Χριστού (κατά Ιωάννην 14, 23) και φέρνει τον άνθρωπο στην τελειότητα.
  • Μήπως αυτά μοιάζουν με… βουδιστικά;
Ο ορθόδοξος δρόμος προς την τελειότητα (την αγιότητα, τη σωτηρία, τον παράδεισο – τρεις λέξεις για το ίδιο πράγμα) διαφοροποιείται από τους δρόμους που διδάσκει η σοφία των ανατολικών θρησκειών και οι διάσημες δυτικοποιημένες εκδοχές τους, κυρίως κατά τρία στοιχεία του:

Ο χριστιανός προσπαθεί ν’ ακολουθήσει το δρόμο που χάραξε ο Χριστός κι όχι να χαράξει ο ίδιος το δρόμο που προτιμά ή που θεωρεί ότι «του ταιριάζει». Έτσι πρέπει να γίνει, για να νικηθεί ο εγωισμός μας, που είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, κατά τους Πατέρες ανυπέρβλητο χωρίς τη βοήθεια του Θεού.

Αν και η πνευματική πρόοδος μπορεί να συνοδεύεται από την παροχή «υπερφυσικών χαρισμάτων» που κάνουν κάποιον να είναι ιαματικός, διορατικός, αδέσμευτος από χώρο και χρόνο κ.π.ά., αλλά και να συνειδητοποιήσει την ενότητά του με όλα τα όντα και να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους και να τα βοηθήσει με την προσευχή του κ.τ.λ., τα χαρίσματα αυτά θεωρούνται δώρα του Αγίου Πνεύματος κι όχι ανάδυση δικών μας εσωτερικών δυνάμεων, που μπορεί να γίνει και με απλή εξάσκηση, χωρίς ενότητα με το Θεό. Εξάλλου, κίνητρο του αγώνα δεν είναι καθόλου μια τέτοια πνευματική ανάπτυξη, αλλά ο πόθος του Χριστού.

Ο χριστιανός αγωνιστής είναι «εραστής του Χριστού», Αυτόν επιθυμεί και απορρίπτει κάθε άλλη υπόσχεση (ανώτερης συνειδητότητας, σοφίας, γνώσης, ευεργετικών δυνάμεων κ.τ.λ.), γιατί μπορεί να τον αποπροσανατολίσει.

Τέλος, οι χριστιανοί αγωνιστές και οι άγιοι χριστιανοί διδάσκαλοι γνωρίζουν πολύ καλά και προειδοποιούν τους ανθρώπους ότι μπορεί ένα πνευματικό βίωμα, εντελώς όμοιο με αγαθό και θεϊκό, να είναι στην πραγματικότητα δαιμονικό και απατηλό.

Διδάσκουν επίσης την αποφυγή τέτοιων παγίδων με την επιστήμη της «διάκρισης των πνευμάτων». Ίσως δεν είναι τυχαίο, που έχοντας αναπτύξει στο έπακρο αυτή την επιστήμη, απορρίπτουν τις μεθόδους τελειοποίησης των ανατολικών θρησκειών ως ατελείς, ενώ σε μερικές περιπτώσεις διακρίνουν και σκοτεινό υπόβαθρο.

*★ ☆★ ΚΑΛΕΣ ΑΓΙΕΣ ΜΕΡΕΣ!
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ! *★ ☆★
www.sophia-ntrekou.gr

Γιατί ο Θεός έγινε άνθρωπος;


Αποτέλεσμα εικόνας για εικονα χριστουγεννων
Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

Πράγματι η αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους δεν μπορούσε με τίποτα να καταδειχθεί καλύτερα παρά με τούτο: «απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον» (τον Θεό Λόγο), ώστε οι άνθρωποι να «ζήσωμεν δι’ αυτού».
Η ζωή του Θεού με την ενσάρκωση του Λόγου έγινε η δική μας, ανθρώπινη ζωή. Ο λόγος έγινε άνθρωπος, για μα δώσει στον άνθρωπο την ζωή του Θεού, να τον μάθει αυτήν την ζωή και να του δώσει τις δυνάμεις να μπορεί να πραγματώνει τούτη την ζωή και ανθρώπινες συνθήκες.

Ποια είναι η θεϊκή ζωή; Η ζωή του Ιησού Χριστού στην γη. Σε τι έγκειται τούτη η θεϊκή ζωή; Στο βίωμα της θείας Αλήθειας, της θείας Αγάπης, της θείας Δικαιοσύνης, της θείας Αγιοσύνης, και των υπολοίπων θείων ιδιοτήτων. Όλες αυτές τις θεϊκές ζωτικές δυνάμεις ο Θεάνθρωπος τις μετέφερε στο δικό μας ανθρώπινο κόσμο και τις μεταμόρφωσε στη δική μας ανθρώπινη ζωή. Εκείνος μπήκε στην ζωή μας, έφερε μέσα της τις δυνάμεις της θεϊκής ζωής κι έτσι μεταμόρφωσε τη δική μας ανθρώπινη ζωή σε θεοζωή. Σε τούτο έγκειται όλο το μυστήριο, όλη η αγάπη του Θεού προς εμάς τους ανθρώπους.
Έτσι ο Θεάνθρωπος με τον πιο τέλειο τρόπο έλυσε το πρόβλημα της ανθρώπινης ζωής.
Οι άνθρωποι είναι κτισμένοι θεόμορφοι λόγω τούτης της θεοζωής. Εάν οι άνθρωποι ζούσαν με τις δυνάμεις της θεομορφίας και του θεοπόθου, όλο και περισσότερο και πληρέστερα θα πραγμάτωναν την θεοζωή και έτσι για πάντα θα παρέμεναν στον παράδεισο. Επειδή ο παράδεισος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εν Θεώ ζωή, η ζωή με τον Θεό, η θεοζωή. Μόλις ο άνθρωπος έβαλε την αμαρτία μέσα του, στην ζωή του, άρχισε να μεταμορφώνει την ζωή του σε διαβολοζωή. Επειδή ζωή με την αμαρτία σημαίνει ζωή με τον διάβολο, επειδή ο διάβολος ζεί μόνο με την αμαρτία. Θέλεις να μάθεις με τι ζει ο διάβολος; Πράττε την αμαρτία και θα μάθεις. Επειδή στην αμαρτία είναι όλο το μυστικό της ζωής του.
Ο διάβολος είναι όλος στην αμαρτία και ούτε καν υφίσταται έξω απ’ αυτήν. Και όπου είναι ο διάβολος, εκεί είναι και η κόλαση. Η κόλαση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ζωή μέσα στις αμαρτίες. Στην πραγματικότητα, η θεοζωή και η διαβολοζωή, η θεοφιλία και η διαβολοφιλία, είναι οι μόνοι δύο τρόποι ανθρώπινης ζωής στην γη και σε άλλους κόσμους, οι μόνες δύο κατηγορίες της ανθρώπινης ύπαρξης σε οποιονδήποτε κόσμο. Είναι οι δύο αιώνιοι καθορισμοί του ανθρωπίνου όντος. Ο άνθρωπος με τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτούς. Εάν μπορούσε να απελευθερωθεί απ’ αυτούς, θα έπαυε να είναι ανθρώπινο ον.
«Ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού», εν Χριστώ. Και εμείς θα ζήσουμε «δι’ αυτού», όταν ζούμε με την Αλήθεια Του, με την Αγάπη Του, με την Δικαιοσύνη Του, με την Καλωσύνη Του. Δηλαδή όταν ζούμε με το Ευαγγέλιό Του, με την Εκκλησία Του. Δεν είναι μόνο το Ευαγγέλιό Του στην Εκκλησία, αλλά και Αυτός ο ίδιος, ο θαυμαστός Θεάνθρωπος, με όλες τις τελειότητές Του και όλες τις άγιες δυνάμεις Του και αρετές. Και κάτι ακόμα περισσότερο βρίσκεται εδώ: η Εκκλησία είναι το αείζωο Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού, ο αείζωος οργανισμός Του και τα μέλη της Εκκλησίας είναι μόρια και κύτταρα αυτού του οργανισμού, και όλοι «ζήσωμεν δι’ Αυτού», με τον Θεάνθρωπο.
Ως εκ τούτου, το μεγάλο Ευαγγέλιο του αγίου Βοανεργές «ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού», διαρκώς πραγματώνεται στην Εκκλησία, σε όλα τα μέλη της, από την αρχή της έως και σήμερα, επειδή όλοι αυτοί ζούν εν Αυτώ και δι’ Αυτού. Είναι μία αδιάκοπη ανέλιξη της θεοζωής. Σ’ αυτήν εισέρχεσαι με τα άγια μυστήρια. Σ’ αυτήν για πάντα μένεις με τις άγιες αρετέςΗ Εκκλησία δεν είναι άλλο, παρά ο Θεάνθρωπος παρατεταμένος δι’ όλων των αιώνων, και εν Αυτώ η θεοζωή.

Πηγή: π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ

Χριστούγεννα Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

   Ἀπό τήν σημερινή μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ θά βγάλουμε καί θά κρατήσουμε κάποια διδάγματα, ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἀπό τήν ἱστορία. Ὅταν ὁ βασιλιάς Ἡρώδης κατάλαβε, ὅτι τόν ἐνέπαιξαν οἱ Μάγοι, ὅτι ἔφυγαν στήν πατρίδα τους ἀπό ἄλλο δρόμο, θύμωσε πάρα πολύ καί διέταξε νά σφαγοῦν ὅλα τά νήπια τῆς Βηθλεέμ καί τῆς γύρω περιοχῆς, ἀπό ἡλικίας δύο ἐτῶν καί κάτω. Ἔτσι ὑπολόγιζε, ὅτι μεταξύ αὐτῶν θά εἶναι καί ὁ Χριστός, ὁ βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλά λέμε, ἄλλαι αἱ βουλαί ἀνθρώπων, ἄλλα ὁ Θεός κελεύει. Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στόν Ἰωσήφ καί τοῦ εἶπε: Σήκω, πᾶρε τό παιδί καί τήν μητέρα του καί πήγαινε στήν Αἴγυπτο, γιατί πρόκειται ὁ Ἡρώδης νά τό σκοτώσει. Καί ὁ Ἰωσήφ σηκώθηκε ἀμέσως, τούς πῆρε καί ἔφυγε. Ἐδῶ τί ἔχουμε νά παρατηρήσουμε; Τί μᾶς λένε τά λόγια αὐτά;
  Ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Μαρία εἶναι γυναίκα του. Διαφορετικά θά ἔλεγε, πᾶρε τό παιδί σου καί τήν γυναίκα σου. Ὅμως οὔτε ὁ Χριστός ἦταν παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Παναγία γυναίκα του. Γι᾿ αὐτό λέγει τό παιδί καί τήν μητέρα του.  Στήν ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου του γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος τό γενεαλογικό δέντρο τοῦ Μεσία: Ἀβραάμ ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ, Ἰσαάκ δέ ἐγέννησε τόν Ἰακώβ κλπ. Ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα γιά μέν τόν ἄνδρα χρησιμοποιεῖ τό ρῆμα γεννῶ, ἐγέννησεν, γιά δέ τήν γυναίκα τό ρῆμα τίκτω, ἔτεκεν.  Ὅταν ὅμως φτάνει στήν Παναγία, ἐνῷ θά ἔπρεπε νά γράψει ἐξ ἧς ἐτέχθη, γράφει ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς, ὁ λεγόμενος Χριστός.   Αὐτό φανερώνει, ὅτι ἡ Παναγία ἐγέννησε τόν Ἰησοῦ ἄνευ ἀνδρός. 
Ἐπίσης, ὅταν φάνηκε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Παναγίας, φίδια ἔζωσαν τόν Ἰωσήφ. Τί νά εἶναι    τώρα αὐτό; τί νά συμβαίνει, ἀφοῦ τό κυοφορούμενο δέν εἶναι δικό μου παιδί;  Ἔτσι σκέφθηκε νά τήν ἀποπέμψει, νά τήν διώξει, νά τήν χωρίσει στά κρυφά. 
Ὅταν πάλι πῆγαν στή Βηθλεέμ γιά νά ἀπογραφοῦν, λέγει τό ἱερό κείμενο, ὅτι πῆγε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Μαριάμ, πού ἦταν μνηστή του καί ὄχι γυναίκα του. Μνηστή, πού μάλιστα ἦταν ἔγκυος. 
Ἄρα λοιπόν ὁ Ἰωσήφ δέν ὑπῆρξε σύζυγος τῆς Παναγίας, οὔτε ὁ Χριστός ἦταν γυιός του.  
Λοιπόν σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο, τούς παίρνει καί φεύγουν γιά τήν Αἴγυπτο. Αὐτό πάλι μᾶς λέει πολλά καί σπουδαῖα.
Δέν διαμαρτυρήθηκε, δέν παραπονέθηκε. Δέν εἶπε, ποῦ νά πάω, Κύριε; Ποῦ θά πήγαινε στό ἄγνωστο ἀνάμεσα σέ ξένους χωρίς κανένα γνωστό, συγγενῆ ἤ φίλο; Δέν εἶχε κάνει καμμιά προετοιμασία, δέν εἶχε χρήματα, συνάλλαγμα θά λέγαμε σήμερα, οὔτε φαγητό, οὔτε ροῦχα γιά τόσο μακρινό ταξίδι. Κι᾿ ἐκεῖ πού θά πάνε, πῶς θά ζήσουν; πῶς θά τά βγάλουν πέρα; πόσο καιρό θά κάνουν; δέν γνωρίζει τίποτε. Καί ὅμως κάνει ὑπακοή καί φεύγει. Ἀφοῦ τό λέει ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά γίνει. Λέγει τό εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Ἰωσήφ ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος, δηλαδή εὐσεβής καί ἐνάρετος. Εἶχε μεγάλη πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Ἔχει ὁ Θεός, θά τά οἰκονομήσει, θά τά φέρει βολικά. Σύμφωνα μέ κάποια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τούς λόγους κάποιων Πατέρων, ἔμειναν στήν Αἴγυπτο ἑπτά χρόνια.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, εἶναι μεγάλο δίδαγμα γιά μᾶς. Νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Νά μή ἀμφιβάλουμε γιά τήν θεία Του πρόνοια. Ὅταν ἐμεῖς θελήσουμε νά ἐφαρμώσουμε τό ἅγιο θέλημά Του, Ἐκεῖνος θά μᾶς βοηθήσει νά τό ἐπιτύχουμε. Τό λάθος εἶναι, ὅταν μόνοι μας, μέ τίς δικές μας δυνάμεις προσπαθοῦμε νά τά βγάλουμε πέρα, χωρίς τόν Θεό. Τότε εἶναι πού  θά ἀποτύχουμε, θά φᾶμε τά μοῦτρα μας.
Πολλοί διερωτῶνται, τί θά κάνουμε στά δύσκολα χρόνια τοῦ ἀντιχρίστου; Ὅσοι δέν δεχτοῦν τό χάραγμά του πῶς θά ζήσουν; Ὅπως ἔζησε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Παναγία καί τόν διετῆ Χριστό κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ Θεοῦ στήν Αἴγυπτο. Ἔχει ὁ Θεός πολλούς τρόπους νά φροντίσει τούς δικούς του. Ὅταν ἔρθει ἐκεῖνος ὁ καιρός, θά μᾶς τό δείξει ὁ Θεός. Δέν θά ἀφήσει τούς δικούς του στά χέρια καί στήν τυραννία τοῦ ἀντιχρίστου.
Ἀκόμη κάτι πολύ σπουδαῖο, πού πρέπει νά προσέξουμε. Μέσα στό κρύο καί στή νύχτα ἡ Ἁγία Οἰκογένεια φεύγει γιά τήν Αἴγυπτο. Ἄν κάποιος τούς ἔβλεπε καί τούς ρωτοῦσε, γιατί φεύγετε; Τί θά ἀπαντοῦσαν; Ἀποφεύγουμε τήν ὀργή τοῦ Ἡρώδη. Δέν μποροῦσε διαφορετικά νά γλυτώσει ὁ Χριστός; Ἀσφαλῶς καί μποροῦσε, Θεός εἶναι. Χίλιους δυό τρόπους μποροῦσε νά χρησιμοποιήσει. Γιατί χρησιμοποιεῖ αὐτόν τόν συγκεκριμένο τρόπο τῆς φυγῆς; Γιά νά διδάξει ἐμᾶς. Τί νά μᾶς διδάξει; Νά δίνουμε τόπο στήν ὀργή καί νά ἀποφεύγουμε τίς ἐντάσεις. Ὅταν ἕνας Θεός δίνει τόπο στήν ὀργή, ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε; Θά ἐπιμένουμε μέ πεῖσμα στήν δική μας ἄποψη καί θά χαλᾶμε τίς καρδιές μας;
Αὐτά ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἄς μάθουμε τό τέλος τοῦ Ἡρώδη. Νά δοῦμε καί νά τρομάξουμε γιά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν. Γιά νά σώσει τόν θρόνο του, πού οὕτως ἤ ἄλλως κάποια μέρα θά τόν ἔχανε, σκότωσε τήν γυναίκα του, τήν πεθερά του, ἀκόμη καί δύο παιδιά του. Μετά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔσφαξε 14.000 νήπια. Εἶναι αἱμοσταγής, παρανοϊκός καί ἀδίστακτος ἐγκληματίας.
Ἀλλά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν εἶναι ἄθλιο καί ὀδυνηρό. Λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός. Ὁ θάνατος τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι φοβερός, γεμάτος πόνο. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Ἡρώδης. Ὅλο του τό σῶμα, ἀπό τήν κορφή μέχρι τά νύχια γέμισε πληγές, σάπησε καί τόν ἔτρωγαν τά σκουλίκια. Ἔπεφταν οἱ σάρκες καί φαινόταν γυμνά τά ὀστᾶ του. Ὁ πόνος ἦταν ἀφόρητος, γι᾿ αὐτό καί πολλές φορές ἀποπειράθηκε νά αὐτοκτονήσει. Τοῦ ἔπαιρναν ὅμως τά μαχαίρι ἀπό τά χέρια καί ἔτσι τό μαρτύριό του συνεχιζόταν. Ἡ βρώμα καί ἡ δυσοσμία ἦταν ἀνυπόφορη. Κανείς δέν μποροῦσε νά τόν πλησιάσει. Μέ ἕνα μακρύ φτυάρι, σάν αὐτό πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἀρτοποιοί, τοῦ ἔδιναν φαγητό.
Γνώριζε πολύ καλά πώς, σάν πεθάνει, ὅλοι θά χαίρωνται καί θά πανηγυρίζουν. Γι᾿ αὐτό ἔδωσε ἐντολή καί ἔκλεισαν στή φυλακή πολλούς ἀξιωματούχους, μέ τήν ἐντολή, ὅταν οἱ σάλπιγγες ἀνακοινώσουν τόν θάνατό του, οἱ στρατιῶται  νά σφάξουν τούς φυλακισμένους, γιά νά κλαῖνε κάποιοι τήν ὥρα τοῦ θανάτου του. Βέβαια ἡ διαταγή αὐτή δέν ἐκτελέσθηκε ποτέ. Τόσο πολύ δέ εἶχε πρησθεῖ, ὥστε μετά τόν θάνατό του, γιά νά τόν βγάλουν καί νά τόν κηδεύσουν χάλασαν τήν πόρτα τοῦ δωματίου του. Τέτοιο ἄσχημο τέλος θά ἔχουν οἱ ἁμαρτωλοί καί ὅλοι ἐκεῖνοι γονεῖς καί γιατροί, πού σκοτώνουν τά παιδιά, εἴτε γεννημένα, εἴτε ἀγέννητα, ἄν δέν μετανοήσουν εἰλικρινά.
Ἀγαπητοί μου,
Ἄς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη πάντοτε στήν πρόνοια καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Νά ζοῦμε κατά τό ἅγιο θέλημά Του καί νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία, τήν κάθε εἴδους ἁμαρτία. Νά παρακαλοῦμε δέν τόν δίκαιο Ἰωσήφ καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, νά μεσιτεύουν γιά μᾶς, ὥστε ὁ ἐν σπηλαίῳ τεχθείς Κύριος νά μᾶς συναριθμήσει μέ τούς δικούς  Του ἀνθρώπους, νά μᾶς κατατάξει στήν δική Του οἰκογένεια, στήν οἰκογένεια τοῦ οὐρανοῦ. Ἀμήν.-

Ἡ Γιορτὴ καὶ τὸ γιατί

Γιανναρᾶς Χρῆστος



Τὸ μέγα σκάνδαλο στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ σκέψη ἦταν ὁ περιορισμὸς τῆς ἐλευθερίας σὲ μόνη τὴ βούληση, ὁ ἀποκλεισμός της ἀπὸ τὸ πεδίο τῆς ὕπαρξης. O ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος νὰ θέλει, νὰ ὀρέγεται, νὰ ἐπιθυμεῖ ἀκόμα καὶ τὸ ἀνέφικτο. Ὅμως τὸ νὰ ὑπάρχει καὶ τὸ πῶς ὑπάρχει εἶναι δεδομένο, δὲν τὸ ἐπιλέγει, τὸ ὑφίσταται ὡς ἀναγκαιότητα. H ἐλευθερία γιὰ τοὺς Ἕλληνες τελείωνε στὰ ὅρια τῆς βούλησης, τῆς συμπεριφορᾶς – στὸ πεδίο τοῦ ἤθους. Ἀπέκλειε τὸ πεδίο τοῦ εἶναι.

H ὕπαρξη ἦταν μία νομοτέλεια, ἀνερμήνευτη ἀναγκαιότητα. Ποὺ θὰ πεῖ: ὅ,τι ὑπάρχει εἶναι προϊὸν ἑνὸς δεδομένου λόγου-τρόπου ποὺ πρὸ-καθορίζει τὸ πῶς καὶ τὸ γιατί τῶν ὑπαρκτῶν. Ἕνας «ξυνὸς» (κοινὸς) λόγος προηγεῖται καὶ δίνει εἶδος, μορφικὴ καὶ τροπικὴ ἑτερότητα, σὲ κάθε ὑπαρκτό, ἐνῶ ταυτόχρονα συνιστᾶ καὶ τὸ πῶς (τὸν τρόπο) τῆς συνύπαρξης τῶν ὑπαρκτῶν. Ὁρίζει τὴν ποικιλότητα τῶν εἰδῶν-οὐσιῶν, ἀλλὰ καὶ τὴ λογική τους συνύπαρξη, τὸν συσχετισμό τους. Ἡ «κατὰ λόγον», συνύπαρξη τῶν ἐπιμέρους λόγων-τρόπων καθιστᾶ τὸ σύμπαν «κόσμον», δηλαδὴ κόσμημα, ὁλοκληρία ἁρμονίας καὶ κάλλους.

Αὐτὴ ἡ ὀντολογικὴ ὀπτικὴ ἀναδείχνει τὸ κάλλος, τὸ μέτρο, τὴν ἁρμονία, τὴν κοσμιότητα ὡς τὸ μόνο αὐθύπαρκτο δεδομένο τῆς πραγματικότητας, τὸ μόνο πραγματικὰ ὑπαρκτὸ (τὸ «ὄντως ὄν»). Εἶναι ἡ ἀλήθεια: αὐτὸ ποὺ δὲν μεταβάλλεται, δὲν φθείρεται, δὲν πεθαίνει. Ἄρα καὶ τὸ «κριτήριον ἀληθείας», ποὺ ἀναζητᾶμε οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε τὸ σωστὸ ἀπὸ τὸ λάθος, δὲν εἶναι ἕνα «τί» (κάτι τί) ἀλλὰ ἕνα «πῶς»: ὁ τρόπος τῆς τοῦ παντὸς διοικήσεως. Ἂν θέλουμε λοιπὸν νὰ «ἀληθεύει» ὁ συλλογικός μας βίος, νὰ εἶναι «κατ’ ἀλήθειαν», δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ καταστήσουμε τὴ συλλογικότητα «κοινὸν ἄθλημα» μετοχῆς στὸν τρόπο τῆς συμπαντικῆς λογικότητας καὶ κοσμιότητας. Ἔτσι γεννιέται ἡ «πόλις» καὶ τὸ «πολιτικὸν ἄθλημα ἀληθείας».

Ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ ἐλευθερία παραμένει ἐγκλωβισμένη στὸ ἐπίπεδο τῶν ἐπιλογῶν τοῦ πράττειν, ἐπίπεδο συμπεριφορᾶς, δὲν ἀφορᾶ στὴν ὕπαρξη τὴν κατ’ ἀναγκαιότητα δεδομένη. Προηγεῖται ὁ ἀνερμήνευτος λόγος ὁ καθοριστικός τοῦ τρόπου τῆς ὕπαρξης κάθε ὑπαρκτοῦ, ἀκόμα καὶ τῶν θεῶν. Στὴν ὀντολογικὴ προοπτικὴ τῶν Ἑλλήνων, αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν Θεὸ νὰ εἶναι Θεός: τὸ «ἀκίνητον πρῶτον κινοῦν», καθαρὴ ἐνέργεια, ἐνέργεια νοῦ, εἶναι ὁ ἐπίσης δεδομένος λόγος-τρόπος (ἡ οὐσία) τῆς ὕπαρξής του – ὁ Θεὸς εἶναι ὑποχρεωμένος, «ὡς ἐκ τοῦ λόγου τῆς οὐσίας» του, νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι ὑποταγμένος στὴν ἀνάγκη ποὺ τὸν καθορίζει ὑπαρκτικά.

Τὸ σκάνδαλο τῆς ἀνελεύθερης ὕπαρξης εἶναι τὸ κεντρικὸ συνήθως θέμα στὴν τραγωδία: Ὁ τραγικὸς ἥρως ἐπαναστατεῖ ἐνάντια στὸν τυφλὸ προκαθορισμὸ τῆς ὕπαρξής του, ἡ ἐπανάστασή του εἶναι «ὕβρις» ποὺ νομοτελειακὰ τιμωρεῖται, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἀπονενοημένη ἀνταρσία του φωτίζεται ἡ δίψα τοῦ Ἕλληνα γιὰ ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία.
* * *

Αὐτὴ ἡ δίψα εἶναι τὸ μόνο δεδομένο ποὺ μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύσει τὸν ραγδαῖο ἐκχριστιανισμὸ τῶν Ἑλλήνων – μέσα σὲ ἕναν μόλις αἰώνα καὶ μὲ συνθῆκες ἐφιαλτικοῦ διωγμοῦ τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τῆς ὁποίας ὑπονόμευε τὴ religio imperii, τὴ βάση τῆς πολιτικῆς της ἑνότητας.

Ἡ χριστιανικὴ «ἐκκλησία» κόμιζε στὸν Ἕλληνα (μὲ τὸν ἑλληνικὸ τρόπο τῆς ἐμπειρικῆς, κοινωνούμενης μετοχῆς καὶ ὄχι τῆς ἀτομικῆς κατα-νόησης) τὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἐλευθερία ὡς καταγωγικὴ Αἰτία τοῦ ὑπάρχειν καὶ στόχο-σκοπὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Αὐτὴ τὴν Αἰτία δὲν μποροῦμε νὰ τὴ σημάνουμε μὲ τὴ λέξη «Θεός», γιατί προϋποθέτει δεδομένο τὸν λόγο-τρόπο (τὴν οὐσία) τῆς θεότητας ὡς ὑπαρκτικὸ προκαθορισμὸ τῆς Πρώτης Αἰτίας. Αἰτία τοῦ ὑπάρχειν εἶναι μία λογικὴ αὐτοσυνείδητη ἐλευθερία, ποὺ ὑπάρχει, ἐπειδὴ θέλει νὰ ὑπάρχει, καὶ θέλει νὰ ὑπάρχει, ἐπειδὴ ἀγαπάει. Ἡ ἀγάπη, γιὰ νὰ εἶναι ἀγάπη, προϋποθέτει τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἀναγκαιότητα.

Δὲν εἶναι «ἰδιότητα» τῆς Αἰτιώδους Ἀρχῆς ἡ ἀγάπη, δὲν ὑπάρχει πρῶτα καὶ στὴ συνέχεια ἀγαπάει, δὲν εἶναι «ἀρετή», ἠθικὴ ποιότητα, εἶναι ὁ τρόπος της νὰ ὑπάρχει. Αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν σημαίνουμε, στὴ συμβατική μας γλώσσα, μὲ τοὺς ὅρους πατρότητα, υἱότητα, ἐκπόρευση. Ὁ πάντων Αἴτιος εἶναι ὁ Πατήρ, ποὺ πραγματοποιεῖ τὸ εἶναι του ὡς ἐλευθερία πατρότητας: «γεννᾶ» τὸν Υἱὸ καὶ «ἐκπορεύει» τὸ Πνεῦμα. Καὶ οἱ τρεῖς γλωσσικοὶ προσδιορισμοὶ παραπέμπουν ὄχι σὲ αὐτόνομες ἀτομικὲς ὀντότητες. (Δίας, Κρόνος, Ποσειδών) ἀλλὰ σὲ ὑπάρξεις ποὺ ὑπάρχουν μόνο ὡς πρός, μόνο ὡς σχέση: Δὲν ὑπάρχει πρῶτα ὁ Πατὴρ καὶ στὴ συνέχεια «γεννᾶ» τὸν Υἱὸ καὶ «ἐκπορεύει» τὸ Πνεῦμα, ὑπάρχει ἐπειδὴ «γεννᾶ» καὶ «ἐκπορεύει», δηλαδὴ ἐπειδὴ ἐλεύθερα ἀγαπάει. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Υἱὸς - Λόγος τοῦ Πατρὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Πατρός. Ὁ Θεὸς ποὺ μαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία «ἀγάπη ἐστι», εἶναι (ὄχι ἔχει) ἀγάπη, ἀπόλυτη πληρωματικὴ ἐλευθερία.

Ὅλα τὰ παραπάνω θὰ ἦταν ἕνα εὐφυὲς καὶ εὐφραντικό, ἀφηρημένο φιλοσόφημα, ἂν δὲν συνιστοῦσε μαρτυρία μιᾶς πολὺ συγκεκριμένης ἱστορικῆς ἐμπειρίας: Μὲ ἀκριβέστατες ἱστορικὲς χρονολογήσεις («ἐν ἔτει πέντε καὶ δεκάτῳ τῆς ἡγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ἡγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου τῆς Ἰουδαίας, τετραρχοῦντος τῆς Γαλιλαίας Ἡρώδου» κ.λπ., κ.λπ.) γεννιέται στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἕνα βρέφος, ποὺ τόσο ἡ γέννησή του ὅσο καὶ πολλὰ μεταγενέστερα «σημεῖα» (σημαδιακὰ γεγονότα) τῆς μαρτυρούμενης ἱστορικῆς του παρουσίας, δηλώνουν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ὑπαρκτικὸ περιορισμὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξής του.

Στὸ πρόσωπό του ὅσοι συγκροτοῦν διαχρονικὰ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, εἴκοσι αἰῶνες τώρα, ψηλαφοῦν τὴν ἀπόλυτη ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ κάθε προκαθορισμὸ καὶ ἀναγκαιότητα. Ἐλεύθερος ἀπὸ τὴ θεότητά του ὁ Θεός, «δι’ ὑπερβολὴν ἔρωτος», προσλαμβάνει στὸν τρόπο τῆς ἀπόλυτης ὑπαρκτικῆς ἐλευθερίας καὶ τὸν «κατ’ εἰκόνα» του ἄνθρωπο: Χαρίζει στὴ σχετικὴ ἀνθρώπινη ἐλευθερία τὴ δυναμική τῆς μετοχῆς στὴν ἀπόλυτη ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία τοῦ Ἀκτίστου, ἐλευθερία ἐρωτικῆς αὐτοπραγμάτωσης σὲ συνεχῆ αὐτοπροσφορὰ «ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν».

Εὐτυχισμένοι («μακάριοι» λέει ἡ Ἐκκλησία) ὅσοι στὸ κλαυθμηρίζον βρέφος τῆς Βηθλεὲμ μποροῦν νὰ δοῦν τὴ δυνατότητα τὴ χαρισμένη στὸν ἄνθρωπο γιὰ τὴν πληρωματικὴ ἐλευθερία, ὅταν ἐπίπονα καταθέσει τὸ «ναὶ» τῆς χιλιοπεριορισμένης θέλησής του στὸν μανικὸ ἔρωτα τοῦ Θεοῦ Νυμφίου, τοῦ «διὰ τὴν ἐρωτικὴν αὐτοῦ ἀγαθότητα ἐνανθρωπήσαντος».

Η γέννηση του Ιησού, είναι η Γέννηση του Χριστού

ιησού

Τι σημαίνει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός;
Η σωτηρία του ανθρώπου δεν ήταν θέμα διδασκαλίας και καθοδήγησης.
Εάν ήταν τέτοιο ζήτημα, ο Θεός θα μπορούσε να διδάξει με διάφορους τρόπους τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην σωτηρία.
Το θέμα όμως αυτό ήταν οντολογικό, πολύ πιο βαθύ από μία απλή τήρηση κάποιων εντολών. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε να νικήσει τον θάνατο και την φθορά. Ακόμα και ως δίκαιος -μετα θάνατον- κατέληγε στον Άδη. Ο Θεός λοιπόν για να σώσει τον άνθρωπο γίνεται Άνθρωπος. Η Ζωή γίνεται ένας θνητός για να νικήσει δια του θανάτου τον Θάνατο. Η ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού είναι σημαντική όχι με τον τρόπο που έγινε αλλά για το ότι έγινε. Πολλές φορές μένουμε σε μία συναισθηματική προσέγγιση της Γέννησης του Θεανθρώπου ξεχνώντας τον Γεγονός. Μένουμε στη φάτνη, στο κρύο, στη νύχτα (βεβαίως και αυτά δείχνουν την ταπείνωση και την απλότητα του Θεού) και όχι στην πραγμάτωση της Σωτηρίας του Ανθρώπου δια της Ενανθρωπήσεως. Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να εορτάζουμε Χριστούγεννα ρομαντικά και όχι εκκλησιαστικά. Και ακριβώς εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, διότι ουσιαστικά καταλήγουμε να χαιρόμαστε χωρίς τον Λόγο της εορτής. Μένουμε στα πέριξ και όχι στην ουσία των Θείων γεγονότων.
Διαβάζοντας τα σχετικά κείμενα στην Καινή Διαθήκη, βλέπουμε ότι οι Ευαγγελιστές δεν μένουνε στις λεπτομέρειες, στο πώς δηλαδή γεννήθηκε ο Ιησούς, διότι δεν είναι το μείζον αυτό. Το μείζον είναι ότι γεννήθηκε.
Το μείζον είναι ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και πλέον δια του Ιησού Χριστού η ανθρώπινη φύση θεώνεται.
Η Γέννηση του Ιησού Χριστού είναι το γεγονός αυτό που αλλάζει πλέον την ιστορία της ανθρωπότητας, όχι επειδή απλά την χωρίζει σε π.Χ. και μ. Χ. αλλά διότι πλέον η ανθρώπινη φύση μπορεί να γίνει κοινωνός Θείας φύσεως δια Ιησού Χριστού εν Πνεύματι Αγίω.
Το σημαντικό είναι νομίζω, αυτές τις ημέρες να εμβαθύνουμε σ’αυτό το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Σωτήρος Χριστού βλέποντας την Γέννησή Του ως το γεγονός της προσωπικής μας σωτηρίας, της προσωπικής μας δυνατότητας όχι απλά να μπούμε στον αισθητό παράδεισο των πρωτοπλάστων αλλά να εισέλθουμε σε κάτι απείρος ανώτερο, στην Βασιλεία του Θεού Πατρός.
Ο Θεός σώζει τον άνθρωπος από αγάπη και όχι από ανάγκη. Ο Θεός μπαίνει σ’αυτήν την διαδικασία της σωτηρίας του ανθρώπου ό,τι κι αν Του «στοιχίσει». Αυτός είναι ο Θεός μας. Πατέρας.
Η αγάπη του Θεού κινεί την Θεία Οικονομία και ο Θεός σώζει τον άνθρωπο.
αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 19, 2018

ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΧΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ;

Γράφει ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος

«Τι Χριστούγεννα να κάνεις φέτος χωρίς λεφτά; Άστο καλύτερα...» 
«Πού να τη βρω τη γιορτινή διάθεση, όταν δεν έχω να φάω ψωμί και να ζεσταθώ;» 
«Δεν έχει Χριστούγεννα φέτος. Περιμένουμε να περάσουν οι μέρες για να πληρώσουμε τους νέους φόρους» 


Αυτά και άλλα πολλά, είναι ελάχιστα απ' όσα ακούγονται στην Ελλάδα του 2012, παραμονές Χριστουγέννων. Μια απέραντη κατήφεια, μελαγχολία, κατάθλιψη και απογοήτευση.

Άδειοι δρόμοι, θλιβερές κενές βιτρίνες με "ενοικιάζεται" και "πωλείται", σκοτεινές πολυκατοικίες. Ακόμα και στα χριστουγεννιάτικα στολίδια έφτασε η κρίση...!
Μοιάζουν αλλόκοτες αυτές οι ημέρες. Διαφορετικές από τις προηγούμενες χρονιές. Σα να μην περιμένουμε ένα σπουδαίο γεργονός, αλλά απλώς να καρτερούμε να περάσει, για να συνεχίσουμε στη μιζέρια των φόρων, των χαρατσιών και της ανεργίας.
Κάνουμε αγγαρεία. Μήπως όμως κάναμε και μέχρι τώρα; 
Μήπως απλά είχαμε συνηθίσει να γεμίζουμε αυτή την "μη διάθεση" με πανάκριβα δώρα, συνεχείς διασκεδάσεις και ατελείωτο ξεφάντωμα;

Τι απέμενε απ' όλα αυτά; Η "μελαγχολία των γιορτών", όπως αποφάνθηκαν κάποιοι επιστήμονες. ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΕΝΟ, όπως είναι η πραγματικότητα. 

Γιατί; Διότι συνδέσαμε ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (!!!) με το τι θα αγοράσουμε. Τι θα φάμε. Τι θα πιούμε. Πού θα διασκεδάσουμε. Πώς θα ξοδέψουμε.


Απασχολημένοι με τις εφόδους μας στις λαμπερές βιτρίνες, σκασμένοι από τις υπεργεμισμένες γαλοπούλες και εν τέλει αποβλακωμένοι από το άκρατο κυνήγι του καταναλωτισμού, αφοσιωθήκαμε στα περιττά. Και ξεχάσαμε τα ουσιώδη.

Όμως, το υλιστικό τέρας λαβώθηκε. Το "επιτυχημένο" μοντέλο "ζωής" ταρακουνήθηκε. Η πεπλασμένη"ευμάρεια" αμφισβητήθηκε. Τα μετρητά και δανεικά στέρεψαν. Τα ψέματα τελείωσαν. 
Έχουμε κρίση τώρα. Τι κάνουμε λοιπόν; Χώνουμε το κεφάλι ακόμα πιο βαθιά στη γη, ως άλλοι στρουθοκάμηλοι. Κλεινόμαστε ακόμα περισσότερο στον εαυτό μας, όντας αποξενωμένοι από τον κοινωνικό μας περίγυρο. Ξορκίζουμε τις "γιορτές", γιατί πλέον δεν έχουμε λόγο να τις "γιορτάσουμε". Κάποιοι, δυστυχώς πολλοί, παραμένουν αμετανόητοι κι αποζητούν να περάσουν όσο το δυνατόν καλύτερα. "Η φτώχεια θέλει καλοπέραση", είναι το μότο τους, "πόσο μάλλον στις γιορτές". 

Αλήθεια, ποιες "γιορτές"; Φτάσαμε να ονομάζουμε έτσι τα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, για να καλύψουμε τις ενοχές των Α - Χριστουγέννων που ζούσαμε.

Τι γιορτάζουμε; Κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν ασχολείται.
Βλέπεις, ενοχλεί η Γέννηση του Χριστού. 


Εμποδίζει τον υλιστικό τρόπο ζωής μας η ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ.
Μας ελέγχουν οι βοσκοί με τα τριμμένα ρούχα, εμάς με τα αστραφτερά ενδύματα των "ρεβεγιόν".
Μας προκαλούν ενοχές τα άλογα, το σανό και ο στάβλος, εμάς που συνηθίσαμε να περνάμε εκείνες τις μέρες σε σαλόνια και κέντρα διασκέδασης.

Κι ο Χριστός; Αυτός κι αν μας ενοχλεί! 

Η ΑΓΑΠΗ που πρεσβεύει, δεν ταιριάζει με την "αγάπη" που εννοούμε.

Η ΕΥΤΥΧΙΑ που φέρνει η εορτή της Γέννησής Του, είναι διαφορετική από την "ευτυχία" των ολίγων λεπτών που προκαλεί ένα ωραίο δώρο ή μια καλή διασκέδαση.

Μα πάνω απ' όλα, είναι εντελώς ξένη Η ΥΨΙΣΤΗ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ, απέναντι στον κατώτατης υποστάθμης υλισμό της καλοπέρασης και του "δε βαριέσαι". 


Καιρός να σκεφτούμε. Να αναλογιστούμε τι γιορτάζουμε ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ τα Χριστούγεννα. Ν' αλλάξουμε τρόπο εορτασμού τους. 
Και να πάμε, καταρχήν, στην Εκκλησία της γειτονιάς μας το βράδυ της μεγάλης γιορτής. Έτσι θα τιμήσουμε το τιμώμενο πρόσωπο της ημέρας, που παρότι Θεός, γεννιέται όπως όλοι οι άνθρωποι. 

Έπειτα, να κάτσουμε στο οικογενειακό τραπέζι με ό,τι διαθέτουμε. Παλιότερα την έβγαζαν, χρονιάρες μέρες, με ξερό ψωμί. Μήπως τα ξέχασαν, ακόμα και οι γηραιότεροι; 
Να υπάρξει επιτέλους η ζεστασιά και θαλπωρή του σπιτικού, που δεν μπορεί να αναπληρώσει κανένα ξενοδοχείο, κανένα "σαλέ" και καμία άλλη "διασκέδαση". 


Να σκεφτούμε τους φτωχούς ή πιο φτωχούς από μάς. Και να κάνουμε αυτή τη φιλανθρωπία πράξη, μακριά από τα πλαστικά χαμόγελα της τηλεοπτικής υποκρισίας επαγγελματιών "φιλανθρώπων", που κοιτάζουν να έχουν κέρδος και από τη βοήθεια στον συνάνθρωπο. 

Έτσι, θα γιορτάσουμε επιτέλους Χριστούγεννα!
Χωρίς πολλά λεφτά, με άδειες τσέπες, αλλά γεμάτες καρδιές! 
Θα καταλάβουμε επιτέλους πως δεν πρόκειται για "γιορτές", γενικώς και αορίστως, αλλά για την ΓΕΝΝΗΣΗ του Χριστού! 

Και ταυτόχρονα, το τέλος των υλιστικών μας ψευδαισθήσεων, μια για πάντα...! 


ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!!!

Ήταν οι τρεις Μάγοι αστρολόγοι

μάγοι



Οι αστρολόγοι επικαλούνται επίσης τους Μάγους εξ Ανατολών και το αστέρι της Βηθλεέμ. Στη Βαβυλώνα, λένε, γνώριζαν ότι η αστρική Σύνοδος των Ιχθύων επεδείκνυε ένα νέο άνδρα, που γεννιέται στις Ιουδαϊκές πόλεις της Παλαιστίνης.

Οι αστρολόγοι λένε ότι αυτό το σπάνιο ουράνιο γεγο­νός ήταν για τους σοφούς από την Ανατολή σίγουρο ση­μείο για την γέννηση ενός πνευματικού ηγέτη. Έτσι από όλο τον αστρολογικό συσχετισμό αναγνωρίσθηκε, όχι μόνο το γεγονός της γεννήσεως τού ηγέτη αυτού, αλλά προσδιορίσθηκε και η γεωγραφική θέση που επρόκειτο να γεννηθεί (Dr. Lohmer, Christus und die Astrologie, Baumgartenverlag, Warpe-Billerbeck 1955, σ. 16).
Κατ’ αρχήν στο Ματθ. β’ 1 δεν αναφέρονται μάγοι εκ Βαβυλώνος, αλλά μάγοι από ανατολών. Εδώ μπορούμε να υποθέσουμε την ανατολή τού ήλιου, μπορούμε όμως να εκλάβουμε ως ανατολάς και κάποια περιοχή που βρίσκεται ανατολικά της Ιουδαίας. Επομένως ο Ι­σχυρισμός ότι ήσαν μάγοι από την Βαβυλώνα είναι καθα­ρή φαντασία.
Οι αστρολόγοι συνδέουν το πρόσωπο τού Χριστού με τον Κυρίαρχο πάνω σε μια Εποχή ή σε ένα Κοσμι­κό Μήνα. Ο Χριστός, λέγουν, είναι ο Δάσκαλος της Εποχής των Ιχθύων. Κατά συνέπεια, με την έναρξη της Εποχής αυτής ανεμένετο από τους αστρολόγους να εμφανισθεί στη γη και ο Δάσκαλος (Αβατάρ) αυτής της εποχής, δηλαδή ο Χριστός.
Όμως οι μάγοι, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, δεν αναζητούν κάποιο Ηγέτη τού Κοσμικού Μήνα των Ι­χθύων, αλλά ρωτούν: που έστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; (Ματθ. 6′ 2). Το Ευαγγέλιο δεν μιλάει για κάποιο υπολογισμό τού τόπου γεννήσεως με βάση τους συνδυασμούς των αστέρων. Οι μάγοι ακολουθούν ένα ο­ρατό αστέρι: είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανα­τολή και ήλθομεν…. Παρετήρησαν δηλαδή το αστέρι ε­κείνο και δεν έκαναν κάποιους υπολογισμούς.
Ο F.W. Haack, συγκρίνοντας τους μάγους από ανα­τολών με τους σημερινούς αστρολόγους, υπογραμμίζει ότι οι μάγοι εκείνοι δεν μπορούν να ταυτιστούν με τους σημερινούς αστρολόγους. Ο σημερινός αστρολόγος βρί­σκεται σε αντίθεση με τον αστρονόμο η με τον επιστημονι­κό παρατηρητή των άστρων. Η διάκριση ανάμεσα στον αστρονόμο και τον αστρολόγο δεν υπήρχε κατά την επο­χή τού Ιησού Χριστού. Στους ειδικούς, που κατά την αρ­χαιότητα εξέταζαν τα άστρα, δεν έχουμε μόνο τους προ­γόνους των αστρονόμων, αλλά και τους προπάτορες των αστρολόγων. Δίπλα από τους μάγους, δηλαδή τους σο­φούς από την Ανατολή, υπήρχαν και οι επαγγελματίες μάντεις, που στη μέθοδο τους δεν διέφεραν καθόλου από τους σημερινούς αστρολόγους των ωροσκοπίων. Για τέ­τοιους μάντεις δεν γίνεται λόγος στο δεύτερο κεφάλαιο του Ευαγγελίου τού Ματθαίου.
Το αστέρι, λοιπόν, της Βηθλεέμ δεν έχει καμμία απο­λύτως σχέση με τους σημερινούς αστρολόγους. Αλλά και οποιοδήποτε άλλο εδάφιο της Αγίας Γραφής κι αν επικαλεσθούν οι αστρολόγοι, δεν λέει γι’ αυτούς τίποτα, γιατί σίγουρα είναι άσχετο: Δεν μπορούμε να το ερμη­νεύσουμε με τρόπο που να ακυρώνει το κύριο μήνυμα της Βίβλου. Τα μόνα σχετικά εδάφια της Γραφής, που αφορούν τους αστρολόγους και όλους τους μάντεις, είναι ε­κείνα, με τα οποία ο Θεός μας συνιστά να μην έχουμε σχέση μ’ αυτούς. Δεν παραλείπει μάλιστα να υπογραμμί­σει τις συνέπειες, στην περίπτωση που θα παραβούμε το θέλημά Του.
Πηγή: Βιβλίο: Η αστρολογία στο φως της Ορθοδοξίας – Αθήνα 1995

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...