Είναι γνωστόν ότι ή Φ. Ε. «επήγασε από την μέσην (αστικήν) τάξιν των Ελλήνων». Εν τούτοις το εθνεγερτήριο σάλπισμά της δεν περιορίσθηκε μόνο στους εμπόρους, τεχνίτες και τούς άλλους αστούς επαγγελματίες αλλά απευθύνθηκε σ’ όλα τα στρώματα, τις τάξεις και βαθμίδες τής ελληνικής κοινωνίας, πού ζούσαν από το ταπεινότερο καλύβι μέχρι το πιο εκθαμβωτικό παλάτι των παραδουναβίων περιοχών.
Σ’ εκείνους όμως πού κατ’ εξοχήν απευθύνθηκε και από τούς οποίους ζήτησε γενναία υλική και μάλιστα ηθική συνδρομή, συμπαράσταση, συμπαράταξη, καταφύγιο και προετοιμασία ήταν ό κλήρος τής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Και ό κλήρος, με προεξάρχοντας αυτό τούτο το Πατριαρχείο στην Κων/πολη και τούς λοιπούς αρχιερείς στις επαρχίες, άκουσε με προφητική αγαλλίαση, δέχθηκε με ευφροσύνη ψυχής, αγκάλιασε ολόθερμα το ελπιδοφόρο τούτο ευαγγέλιο, το εγκολπώθηκε, το έκαμε δικό του κτήμα, βίωμα και μήνυμα και συμμετέσχε ενεργά σ’ όλους τούς οραματισμούς και τις επιδιώξεις τής Φ. Ε.
Να τι γράφει ό υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, ό Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, στα απομνημονεύματά του:
«Ο αξιοσέβαστος κλήρος των Ελλήνων χριστιανών ευρίσκετο τότε (δηλ. στην προεπαναστατική περίοδο) παντού εμπρός και έδιδε την βαρύτητα και την βεβαιότητα εις τον σκοπόν τής επαναστάσεως και ένεκα τούτου εις τούς Έλληνας εφαίνετο, ότι ή σημαία τής Επαναστάσεως είναι εις τας χείρας του Θεού, δια των λειτουργών της θρησκείας του.»
Έτσι λοιπόν οι Φιλικοί από αυτή σχεδόν τη γενέθλια ημέρα τής Εταιρείας, 14η Σεπτεμβρίου, εορτή τής Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, 1814, καθώς μαρτυρεί ό Ξάνθος «εκατήχησαν διάφορους ομογενείς. . .καί τινα ιερωμένους και ηγουμένους ελληνικών μοναστηρίων».
Με την πάροδο δε των χρόνων ολοένα και περισσότεροι κληρικοί, κατώτεροι και ανώτεροι, γεμάτοι λαχτάρα και οραματισμούς, πλαισίωναν τη Φιλική Εταιρεία.
Έτσι στην Πελοπόννησο π.χ. από τού 1818 τόσο έντονος ήταν ό πόθος και ή πίεση από μέρους των κληρικών για μύηση στη Φιλική Εταιρεία, ώστε ό ένας μετά τον άλλον μυούνται όλοι σχεδόν οι αρχιερείς τής περιοχής αυτής στη Φ. Ε. και αναδεικνύονται μάλιστα και Γενικοί έφοροι των άλλων φιλικών, όπως ό Π. Πατρών Γερμανός, ο Μονεμβασίας Χρύσανθος και ό Χριστιανουπόλεως Γερμανός.
Αλλ’ αυτός ό πόθος για μύηση στη Φ. Ε. και κατ’ επέκταση για ελπίδα ελευθερίας δεν είχε καταλάβει μόνο τούς κληρικούς και μάλιστα τούς αρχιερείς τής Πελοποννήσου μα και των λοιπών τμημάτων και περιοχών τής Ελληνικής γης, καθώς και των παροικιών των άλλων χωρών.
Τόση έντονη και καθολική ήταν ή ένταξη των ανωτέρων κληρικών και μάλιστα των αρχιερέων στη Φ. Ε., ώστε αυτός ό επικριτής τής Φ. Εταιρείας και των αρχιερέων Γ. Σκαρίμπας να αναγκασθεί να ομολογήσει: «Η Φιλική Εταιρεία…στο «κόλπο» είχε «μυήσει» όλους σχεδόν τούς παλαιοελλαδίτες κοτσαμπασήδες και προπαντός τούς δεσποτάδες».
Μέσα λοιπόν στη διετία 1819-1821 ή συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αρχιερέων ο ένας ύστερα από τον άλλο μυήθηκαν και έγιναν ενεργά και δραστήρια μέλη τής Φ. Ε., ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλέγμα πού επεκτείνονταν σ’ ολόκληρο το δυτικό τμήμα τουλάχιστον τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Έτσι από το σύνολο των 195-200 αρχιερέων, πού διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν κατά τούς χρόνους εκείνους σ’ ολόκληρο το Οθωμανικό κράτος, υπάρχουν αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες ότι είχαν μυηθεί στη Φ. Ε. τουλάχιστον οι παρακάτω 81 αρχιερείς. Δηλ. περισσότεροι από το 1/3 του συνολικού αριθμού αυτών, χωρίς βέβαια να συνυπολογίζονται και εκείνοι πού πιθανώς να ήταν μεν μέλη τής Φ. Ε. αλλά δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή ενδείξεις γι’ αυτή τους τη μύηση.
Αναλυτικώτερα κατά περιοχή αρχιερείς – μέλη της Φιλικής Εταιρείας, μαρτυρούνται:
Α’ Αρχιερείς τής Πελοποννήσου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Μονεμβασίας Χρύσανθος
2) Χριστιανουπόλεως Γερμανός
3) Ναυπλίου και Άργους Γρηγόριος
4) Δημητσάνης Φιλόθεος
5) Ωλένης Φιλάρετος
6) Μεθώνης, Ναυαρίνου και Νεοκάστρου Γρηγόριος
7) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
8) Βρεσθένης Θεοδώρητος
9) Έλους Άνθιμος
10) Ανδρούσης Ιωσήφ
11) Π. Πατρών Γερμανός
12) Τριπολιτζάς Δανιήλ
13) Κορίνθου Ζαχαρίας
14) Κερνίτσης Προκόπιος
15) Μαΐνης Νεόφυτος
16) Μαΐνης Ιωσήφ
17) Ζαρνάτας Γαβριήλ
18) Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
19) Πλάτζης Ιερεμίας
20) Καρυουπόλεως Κύριλλος
21) Μηλέας Ιωσήφ
22) Μαλτσίνης Ιωακείμ ή Ιερώνυμος
23) Χαριουπόλεως Βησσαρίων
Β’ Αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Αθηνών Διονύσιος
2) Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
3) Σαλώνων Ησαΐας
4) Ταλαντίου Νεόφυτος
5) Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
6) Ρωγών Μακάριος
7) Ρωγών Ιωσήφ
8) Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
9) Μενδενίτσης Γρηγόριος
Γ’ Αρχιερείς νήσων Αιγαίου Πελάγους – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Καρύστου Νεόφυτος
2) Παροναξίας Ιερόθεος
3) Χίου Πλάτων
4) Ρόδου Αγάπιος
5) Σαντορίνης Ζαχαρίας
6) Κέας Νικόδημος
7) Τήνου Γαβριήλ
8) Μυτιλήνης Καλλίνικος
Δ’ Αρχιερείς τής Κρήτης – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Κρήτης (Ηρακλείου) Γεράσιμος
2) Κνωσού Νεόφυτος
3) Χερσονήσου Ιωακείμ
4) Αυλοποτάμου Παρθένιος
5) Αρκαδίας Νεόφυτος
6) Κυδωνίας Καλλίνικος
7) Λάμπης και Σφακίων Ιερόθεος
8) Πέτρας Ιωακείμ
9) Σητείας Ζαχαρίας
10) Ιεράς Αρτέμιος
11) Κισσάμου (Χανίων) Μελχισεδέκ
12) Διουπόλεως (τιτουλ. επίσκοπος) Καλλίνικος
Ε’ Αρχιερείς τής Κύπρου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Κύπρου Κυπριανός
2) Πάψου Χρύσανθος
3) Κιτίου Μελέτιος
4) Κυρηνείας Λαυρέντιος
ΣΤ’ Αρχιερείς τής Επτανήσου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Ζακύνθου Αγαθάγγελος
Ζ’ Αρχιερείς τής Θεσσαλίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Λαρίσης Πολύκαρπος
2) Σταγών Αμβρόσιος
3) Φαναρίου και Φαρσάλων Δαμασκηνός
Η’ Αρχιερείς τής Μακεδονίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Σερρών Χρύσανθος
2) Κοζάνης Βενιαμίν
3) Ιερισσού και Αγ. Όρους Ιγνάτιος
4) Αρδαμερίου Ιγνάτιος
5) Γρεβενών Άνθιμος
6) Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου (τιτουλ.) Γρηγόριος
Θ’ Αρχιερείς τής Θράκης – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Δέρκων Γρηγόριος
2) Αγχιάλου Ευγένιος
3) Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
4) Βάρνης Ζαχαρίας
5) Βιζύης Ιωάσαφ
6) Μαρωνείας Κωνστάντιος
7) Σιατίστης και Σισανίου Ιωαννίκιος
7) Μεσημβρίας Ιωσήφ
8) Σωζοαγαθουπόλεως Παΐσιος
9) Φιλιππουπόλεως Παΐσιος
I’ Αρχιερείς Παραδουναβίων χωρών – μέλη της Φιλικής Εταιρείας.
1) Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος
2) Μολδοβλαχίας Βενιαμίν
ΙΑ’ Αρχιερείς Μ. Ασίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας
1) Εφέσου Διονύσιος
ΙΒ’ Αρχιερείς Πατριαρχείου Αλεξανδρείας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος
ΙΓ’ Αρχιερείς Πατριαρχείου Ιεροσολύμων- μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Πατριάρχης Ιεροσολύμων Πολύκαρπος (;)
Στην Κωνσταντινούπολη
Η Φιλική Εταιρεία όμως δεν περιορίσθηκε στη μύηση μόνον των αρχιερέων των διαφόρων επαρχιών αλλά τόλμησε να μεταφέρει και μεταδώσει το ευαγγέλιο τού λυτρωμού του Γένους και σ’ αυτούς τούς αρχιερείς, πού, λόγω καθηκόντων, ήταν υποχρεωμένοι να διαβιούν στο στόμα τού λύκου, την Κωνσταντινούπολη, όπως στον Εφέσου Διονύσιο και τον Δέρκων Γρηγόριο. Υπάρχουν μάλιστα πολλές βάσιμες υποψίες ότι και πολλοί άλλοι αρχιερείς τής Πόλεως – συνοδικοί και μη, – όπως και ό ίδιος ό Οικουμενικός Πατριάρχης, δεν ήταν άμοιροι και ανίδεοι τού ελπιδοφόρου μηνύματος των φιλικών.
Σχετικά ό Th.. Gordon έγραψε: «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε πώς ό Πατριάρχης και τα μέλη τής Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά τού κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε ότι ό Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη τής Εταιρείας και ότι μερικοί από τούς άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανογραφίες της.»
Ο δε Κ. Παπαρρηγόπουλος σημείωνε : «Εντός ολίγων ενιαυτών ή εταιρεία εξέτεινε τους πλοκάμους αυτής καθ’ άπασαν την Ανατολήν, από των Παριστρίων ηγεμονιών μέχρι της Μάνης και από των Ιονίων νήσων μέχρι των παραλίων τής Μικράς Ασίας…και επί τέλους περιέλαβε συνεργούς τούς εγκριτωτάτους του έθνους άνδρας, τον Πατριάρχην Γρηγόριον, πολλούς ιεράρχας, τούς Υψηλάντας…»
Και ό Απ. Βακαλόπουλος αναγνώριζε: «κάποια δειλή συνωμοτική κίνηση παρατηρείται, φαίνεται, και μέσα στα Πατριαρχεία. Μνημονεύεται γράμμα του «μεγάλου γραμματικού» του προς τον Ξάνθο».
Εξ άλλου, είναι πολύ χαρακτηριστικά τα όσα γράψει ό ίδιος ό Εμμαν. Ξάνθος στα απομνημονεύματά του για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’. «(Ο Φιλικός Ιωάννης Φαρμάκης) διαβάς και εις Άγιον Όρος του Άθωνος προς τοις άλλοις κατήχησεν και τον αοίδιμον Πατριάρχην Γρηγόριον». Όπως δε διευκρινίζει ένας μεταγενέστερος μελετητής, ό Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος,: «περί τα μέσα του 1818 (ενώ ό Γρηγόριος Ε’, ως εξόριστος, βρισκόταν στον Άθωνα) μεταβάς εις Άγιον Όρος ό Ιωάννης Φαρμάκης ανεκοίνωσεν εις τον Πατριάρχην τα τής Φιλικής Εταιρείας. Ακούσας ό Πατριάρχης έδειξε ευθύς ζωηρότατον ενθουσιασμόν υπέρ του πνεύματος αυτής. Όταν ανέπτυξεν κατήχησιν και εζήτησεν Όρκον, ό Πατριάρχης ηρνήθη ειπών «εμένα μ’ έχετε πού μ’ έχετε» και υπέδειξε ότι δεν ηδύνατο να ορκισθή ως κληρικός και ότι τοιούτος όρκος ηδύνατο να βλάψη».
Πάνω στο θέμα αυτό ό Τρικούπης έχει τη γνώμη ότι «εγνώριζε ό Πατριάρχης τα τής Φιλικής Εταιρείας αλλά συνωμότης κατά τής τουρκικής εξουσίας δεν ήτο». Ο Τούρκος όμως ιστορικός Σανί Ζαντέ δέχεται ότι «τα σχέδια τής Φ. Ε. ετηρούντο μυστικά μεταξύ Πατριαρχών, των μητροπολιτών, των παπάδων, των δημογερόντων και των προκρίτων.»
Κατά συνέπεια δεν ήταν μόνο οι παραπάνω 81 αρχιερείς πού μαρτυρούνται ως μέλη της Φ. Ε. αλλά ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός αυτών, ώστε και αν είναι υπερβολή να δεχθούμε τον ισχυρισμό τού Κ. Βοβολίνη ότι «ουδείς των Ελλήνων μητροπολιτών όλων των τμημάτων τής χώρας έμεινεν αμύητος», νομίζω ότι δεν θα είμασταν πολύ μακριά από την αλήθεια εάν δεχόμασταν ότι ή συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αρχιερέων ήταν μύστες τού σκοπού και των οραματισμών τής Φ. Ε. και περίμεναν με Συμεωνική αδημονία το «πλήρωμα τού χρόνου».
Και όταν κάποτε «ευδόκησε ό Θεός» να έλθει το έαρ της αναστάσεως τού Γένους, οι αρχιερείς όχι μόνο δεν αντέδρασαν, αποδοκίμασαν ή χλεύασαν την παλιγγενεσία, όπως διατείνονται οι κατήγοροί τους, αλλά επαναλαμβάνοντας το τού Συμεών «Νυν απολύεις τον δούλον σού Δέσποτα», έσπευδαν αυτόβουλοι και αυτόκλητοι να ευλογήσουν και να αδράξουν οι ίδιοι, εάν οι σωματικές τους δυνάμεις το επέτρεπαν, τα όπλα ή να προσφέρουν τον εαυτόν τους εξιλαστήρια «θυσία ευάρεστον» ‚προκειμένου να κορεσθεί επάνω τους ή μανία και ή εκδικητικότατα των τυράννων.
Έτσι π.χ. «Ο καθαγιασμός τής (πρώτης) επαναστατικής σημαίας (τού Υψηλάντη) έγινε την 26ην Φεβρουαρίου εις την εκκλησίαν των τριών Ιεραρχών, ιερουργούντος τού μητροπ. Ιασίου Βενιαμίν. Ο Ιεράρχης χωρίς να προσκληθή έσπευσεν εις την εκκλησίαν διά την εκτέλεσιν τού ιερού καθήκοντος.» Ο δε Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος Παγκώστας απευθυνόμενος στους κατοίκους τής Σύμης, πού τον ρώτησαν τι να κάμουν, στην παρακίνηση για ξεσηκωμό, τούς απάντησε: «Κάτοικοι των νήσων, όσοι μένετε ακόμη υπό τον τυραννικόν ζυγόν εγέρθητε, λάβετε τα όπλα υπέρ τής κοινής ελευθερίας, οι έχοντες καράβια μικρά ή μεγάλα οπλίσατε αυτά και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον, συγκροτούμενον υπό τας ναυτικάς δυνάμεις των Υδριωτών και Σπετζιωτών και Ψαριανών και υποσχόμενοι ελευθερίαν όλου του Αιγαίου Πελάγους.»
Ο Φωτάκος έχοντας άμεση γνώση τής καθόλου βιωτής και συμπεριφοράς των κληρικών, και μάλιστα των αρχιερέων, αναφωνεί «τις δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον;» και προσθέτει «οι λειτουργοί ούτοι τού αληθινού θεού τού Υψίστου εφρόντισαν και ετοίμασαν το Έθνος των διά να επαναστατήση, ν’ αλλάξη τον δεσπότην τής δουλείας του, τον κατακτητήν των εθνικών του δικαιωμάτων και τον υβριστήν τής θρησκείας του και των ιερών του»
Και να ληφθεί υπόψη ότι όλη αυτή ή ενθουσιαστική και μεσσιανική αποδοχή και υιοθέτηση του ελπιδοφόρου μηνύματος τής Φ. Ε. γινόταν από μέρους των κατά τόπους ιεραρχών παρά τον προφανή, εξόφθαλμο και βέβαιο κίνδυνο, στον οποίο, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ό Περραιβός, αυτοί (μαζί με τούς προεστούς) «περισσότερο υπέκειντο.. .ως συνεχή σχέσιν έχοντες μετά των Τούρκων, αντιπρόσωποι όντες των επαρχιών.»
Ύστερα από όλα αυτά έχω τη γνώμη ότι το να αμφισβητήσει κάποιος την ενεργό, άμεση, υπεύθυνη και ουσιαστική συμμετοχή των αρχιερέων στη Φ. Ε. Φανερώνει, αν μη τι άλλο, έλλειψη αγαθής προαιρέσεως για την εξιχνίαση τής ιστορικής αλήθειας και εγωιστική έμμονή στη στείρα και παθιασμένη θέση τού «ού με πείσεις καν με πείσεις». Και τούτο γιατί οι αρχιερείς όχι απλώς έδωσαν και αυτοί το παρόν τους στο κάλεσμα τής Φ. Ε. και εγκολπώθηκαν τους οραματισμούς για αποτίναξη τού τυραννικού ζυγού με κάθε θυσία αλλ’ ακόμα και τέθηκαν επικεφαλής πολλών άλλων Φιλικών και ανέλαβαν πρωταγωνιστικό ρόλο για την πραγμάτωση της εθνεγερσίας. Η ένταξη δε και σύνταξή τους στη Φ. Ε. δεν Φαίνεται να έγινε ασυνείδητα ή τυχαία ούτε από παραπλάνησή τους. Η συμμετοχή τους σ’ αυτή ήταν απόλυτα ενσυνείδητη και προϊόν τής προσωπικής τους επιθυμίας και της ελεύθερης βουλήσεώς τους, εκφράζει δε τούς μύχιους πόθους και τούς οραματισμούς αυτών για ανάσταση τού γένους χωρίς ίχνος ιδιοτέλειας ή καιροσκοπισμού.
Τάχθηκαν, όλοι τους, ως άπλοί, πειθαρχικοί, στρατιώτες κάτω από την «αόρατη (και ανύπαρκτη) ανωτάτη αρχή» χωρίς να αξιώνουν ή να θέλουν να γίνουν αυτοί αρχηγοί ή έστω να πληροφορηθούν αυτή την αρχή. Γιατί ό πόθος τους δεν ήταν οι εξουσίες αλλά ή λύτρωση τού γένους. Όλοι τους ζούσαν όπως οι προφήτες τής Π. Δ. με τη μεσσιανική ελπίδα και τον οραματισμό τής ελευθερίας και σαν το δίκαιο Συμεών αναζητούσαν ανάμεσα στους συμπατριώτες τους τούς νέους εκείνους φερέλπιδες Μεσσίες, πού θα αναλάμβαναν να οδηγήσουν τον κατατυραννισμένο λαό τού Θεού, τον καθήμενο «εν σκότει και σκιά θανάτου» από την κόλαση τής δουλείας στον παράδεισο τής ελευθερίας και τού εθνικού Πάσχα.
Αν λοιπόν, όπως θέλουν να διατείνονται όσοι αρέσκονται να λασπολογούν κατά των τότε αρχιερέων, πραγματικά οι αρχιερείς δεν ήταν υπέρ τής αποτινάξεως τού ζυγού των δυναστών, κι’ αν ήταν στα αλήθεια τουρκόφιλοι και τουρκολάτρες ή δεν ήθελαν την επανάσταση, θα τούς δεχόταν οι εταίροι ως μέλη πιστά, αφοσιωμένα και έμπειστα της Εταιρείας και μάλιστα να τούς εμπιστεύονται ηγετικές θέσεις και να αναδεικνύονται έφοροι των άλλων Φιλικών; Ή κι’ αν από προσποίηση και υποκρισία κατόρθωναν να αποσπάσουν την εμπιστοσύνη των πρωτεργατών και αρχηγών τής Φ. Ε. και να διεισδύσουν μέσα σ’ αυτή, δε θα τούς ήταν εύκολο έπειτα να καταδώσουν όλο το δυναμικό και τα άτομα πού ήταν ενεργά και δραστήρια μέλη τής Φ. Ε.;
Ή ιστορία όμως τίποτε τέτοιο δε μαρτυρεί. Καμιά προδοσία από μέρους των κληρικών και μάλιστα των αρχιερέων. Αν και δεν είναι γνωστό αν έδιναν το φρικτό όρκο των λαϊκών Φιλικών, όμως ή διαβεβαίωση τους στην αρχιερωσύνη τους ήταν γι’ αυτούς φρικωδέστερος όρκος και ή αθέτηση του θα ήταν το πλέον επαχθές είδος επιορκίας.
Εάν υπήρχε και ή παραμικρή, όχι απόδειξη αλλά, έστω, υποψία για προδοτική συμπεριφορά ενός και μόνου αρχιερέως, ασφαλώς οι σύγχρονοί τους ιστορικοί και απομνημονευματογράφοι θα το σημείωναν και οι πολέμιοι των αρχιερέων Κορδάτος, Σκαρίμπας κ.λπ. θα την έκαμαν βούκινο και θα την ανέμιζαν σαν την αδιαμφισβήτητη απόδειξη τής τουρκοφιλίας και τουρκολατρίας αφ’ ενός και τής αντιδραστικότητας των αρχιερέων για ελευθερία τού γένους αφ’ ετέρου.
Αντίθετα ή ιστορία απέδειξε περίτρανα και οι πολέμιοι με την σιωπή τους παραδέχονται ότι οι αρχιερείς αναδείχθηκαν τα πιο πιστά και αφοσιωμένα μέλη τής Φιλικής Εταιρείας και χάρη στο ειδικό βάρος και υπευθυνότητα πού εγγυάτο ή προσωπικότητά τους κατόρθωσε ή Φ. Ε. να εξαπλωθεί και να αναδειχθεί ή μαμμή τής Ελληνικής παλιγγενεσίας.
Αυτός ό «επίτροπος τής ανωτάτης αρχής» τής Φ. Ε., ό Αλέξανδρος Υψηλάντης δείχνοντας το πόσο υπολόγιζε στη σύμπραξη των αρχιερέων για την προετοιμασία τού αγώνα έστειλε επιστολές προς όλους τούς αρχιερείς τού Αιγαίου Πελάγους ως συστατικό τού Φιλικού Δημ. Θέμελη. Θα το έκαμε αυτό αν δεν είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στους αρχιερείς;
Δίκαια λοιπόν ό Φωτάκος έγραψε ότι «κανείς (από τούς κληρικούς) έξω τού εθνικού κλήρου δεν εβάδισεν. Τις δε δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον; Και όμως μετά την αλλαγήν τής Τουρκικής δυναστείας ό,τι θέλει κανείς λέγει κατά αδυνάτων ανθρώπων. Οι εχθροί π. χ. τού Ελληνικού Έθνους και τής θρησκείας του είπον πολλά εναντίον του… .αλλά σ φ ά λ λ ο υ ν μ ε γ ά λ ω ς εις τούτο.»
Αλήθεια πόσο διαχρονικά είναι αυτά τα λόγια του Φωτάκου!
Κλείνοντας θα μπορούσε να λεχθεί ότι παρά τα κοάσματα παλαιών και νεωτέρων βατράχων «αλλ’ εκ τελμάτων», οι αρχιερείς υπήρξαν για τη Φ. Εταιρεία ό,τι ή σπονδυλική στήλη για το ανθρώπινο σώμα.
*Απαραίτητη σημείωση. Ότι βλέπετε και υπάρχει μέσα σε εισαγωγικά, ο συγγραφέας του έργου στο τέλος της σελίδας που βρίσκετε το κείμενο αυτό παραθέτει και την πηγή του. Σ’ ολόκληρο το βιβλίο (400 σελ. περίπου) υπάρχουν πάνω από 800 τέτοιες σημειώσεις(!!).
Πηγή: Η εκπληκτική έρευνα του Κου ΠΕΤΡΟΥ Α. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ δ Θ., «ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ’21 (αντίδραση ή προσφορά; ), Ξάνθη 1905.
Σ’ εκείνους όμως πού κατ’ εξοχήν απευθύνθηκε και από τούς οποίους ζήτησε γενναία υλική και μάλιστα ηθική συνδρομή, συμπαράσταση, συμπαράταξη, καταφύγιο και προετοιμασία ήταν ό κλήρος τής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Και ό κλήρος, με προεξάρχοντας αυτό τούτο το Πατριαρχείο στην Κων/πολη και τούς λοιπούς αρχιερείς στις επαρχίες, άκουσε με προφητική αγαλλίαση, δέχθηκε με ευφροσύνη ψυχής, αγκάλιασε ολόθερμα το ελπιδοφόρο τούτο ευαγγέλιο, το εγκολπώθηκε, το έκαμε δικό του κτήμα, βίωμα και μήνυμα και συμμετέσχε ενεργά σ’ όλους τούς οραματισμούς και τις επιδιώξεις τής Φ. Ε.
Να τι γράφει ό υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, ό Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, στα απομνημονεύματά του:
«Ο αξιοσέβαστος κλήρος των Ελλήνων χριστιανών ευρίσκετο τότε (δηλ. στην προεπαναστατική περίοδο) παντού εμπρός και έδιδε την βαρύτητα και την βεβαιότητα εις τον σκοπόν τής επαναστάσεως και ένεκα τούτου εις τούς Έλληνας εφαίνετο, ότι ή σημαία τής Επαναστάσεως είναι εις τας χείρας του Θεού, δια των λειτουργών της θρησκείας του.»
Έτσι λοιπόν οι Φιλικοί από αυτή σχεδόν τη γενέθλια ημέρα τής Εταιρείας, 14η Σεπτεμβρίου, εορτή τής Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, 1814, καθώς μαρτυρεί ό Ξάνθος «εκατήχησαν διάφορους ομογενείς. . .καί τινα ιερωμένους και ηγουμένους ελληνικών μοναστηρίων».
Με την πάροδο δε των χρόνων ολοένα και περισσότεροι κληρικοί, κατώτεροι και ανώτεροι, γεμάτοι λαχτάρα και οραματισμούς, πλαισίωναν τη Φιλική Εταιρεία.
Έτσι στην Πελοπόννησο π.χ. από τού 1818 τόσο έντονος ήταν ό πόθος και ή πίεση από μέρους των κληρικών για μύηση στη Φιλική Εταιρεία, ώστε ό ένας μετά τον άλλον μυούνται όλοι σχεδόν οι αρχιερείς τής περιοχής αυτής στη Φ. Ε. και αναδεικνύονται μάλιστα και Γενικοί έφοροι των άλλων φιλικών, όπως ό Π. Πατρών Γερμανός, ο Μονεμβασίας Χρύσανθος και ό Χριστιανουπόλεως Γερμανός.
Αλλ’ αυτός ό πόθος για μύηση στη Φ. Ε. και κατ’ επέκταση για ελπίδα ελευθερίας δεν είχε καταλάβει μόνο τούς κληρικούς και μάλιστα τούς αρχιερείς τής Πελοποννήσου μα και των λοιπών τμημάτων και περιοχών τής Ελληνικής γης, καθώς και των παροικιών των άλλων χωρών.
Τόση έντονη και καθολική ήταν ή ένταξη των ανωτέρων κληρικών και μάλιστα των αρχιερέων στη Φ. Ε., ώστε αυτός ό επικριτής τής Φ. Εταιρείας και των αρχιερέων Γ. Σκαρίμπας να αναγκασθεί να ομολογήσει: «Η Φιλική Εταιρεία…στο «κόλπο» είχε «μυήσει» όλους σχεδόν τούς παλαιοελλαδίτες κοτσαμπασήδες και προπαντός τούς δεσποτάδες».
Μέσα λοιπόν στη διετία 1819-1821 ή συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αρχιερέων ο ένας ύστερα από τον άλλο μυήθηκαν και έγιναν ενεργά και δραστήρια μέλη τής Φ. Ε., ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλέγμα πού επεκτείνονταν σ’ ολόκληρο το δυτικό τμήμα τουλάχιστον τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Έτσι από το σύνολο των 195-200 αρχιερέων, πού διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν κατά τούς χρόνους εκείνους σ’ ολόκληρο το Οθωμανικό κράτος, υπάρχουν αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες ότι είχαν μυηθεί στη Φ. Ε. τουλάχιστον οι παρακάτω 81 αρχιερείς. Δηλ. περισσότεροι από το 1/3 του συνολικού αριθμού αυτών, χωρίς βέβαια να συνυπολογίζονται και εκείνοι πού πιθανώς να ήταν μεν μέλη τής Φ. Ε. αλλά δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή ενδείξεις γι’ αυτή τους τη μύηση.
Αναλυτικώτερα κατά περιοχή αρχιερείς – μέλη της Φιλικής Εταιρείας, μαρτυρούνται:
Α’ Αρχιερείς τής Πελοποννήσου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Μονεμβασίας Χρύσανθος
2) Χριστιανουπόλεως Γερμανός
3) Ναυπλίου και Άργους Γρηγόριος
4) Δημητσάνης Φιλόθεος
5) Ωλένης Φιλάρετος
6) Μεθώνης, Ναυαρίνου και Νεοκάστρου Γρηγόριος
7) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
8) Βρεσθένης Θεοδώρητος
9) Έλους Άνθιμος
10) Ανδρούσης Ιωσήφ
11) Π. Πατρών Γερμανός
12) Τριπολιτζάς Δανιήλ
13) Κορίνθου Ζαχαρίας
14) Κερνίτσης Προκόπιος
15) Μαΐνης Νεόφυτος
16) Μαΐνης Ιωσήφ
17) Ζαρνάτας Γαβριήλ
18) Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
19) Πλάτζης Ιερεμίας
20) Καρυουπόλεως Κύριλλος
21) Μηλέας Ιωσήφ
22) Μαλτσίνης Ιωακείμ ή Ιερώνυμος
23) Χαριουπόλεως Βησσαρίων
Β’ Αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Αθηνών Διονύσιος
2) Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
3) Σαλώνων Ησαΐας
4) Ταλαντίου Νεόφυτος
5) Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
6) Ρωγών Μακάριος
7) Ρωγών Ιωσήφ
8) Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
9) Μενδενίτσης Γρηγόριος
Γ’ Αρχιερείς νήσων Αιγαίου Πελάγους – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Καρύστου Νεόφυτος
2) Παροναξίας Ιερόθεος
3) Χίου Πλάτων
4) Ρόδου Αγάπιος
5) Σαντορίνης Ζαχαρίας
6) Κέας Νικόδημος
7) Τήνου Γαβριήλ
8) Μυτιλήνης Καλλίνικος
Δ’ Αρχιερείς τής Κρήτης – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Κρήτης (Ηρακλείου) Γεράσιμος
2) Κνωσού Νεόφυτος
3) Χερσονήσου Ιωακείμ
4) Αυλοποτάμου Παρθένιος
5) Αρκαδίας Νεόφυτος
6) Κυδωνίας Καλλίνικος
7) Λάμπης και Σφακίων Ιερόθεος
8) Πέτρας Ιωακείμ
9) Σητείας Ζαχαρίας
10) Ιεράς Αρτέμιος
11) Κισσάμου (Χανίων) Μελχισεδέκ
12) Διουπόλεως (τιτουλ. επίσκοπος) Καλλίνικος
Ε’ Αρχιερείς τής Κύπρου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Κύπρου Κυπριανός
2) Πάψου Χρύσανθος
3) Κιτίου Μελέτιος
4) Κυρηνείας Λαυρέντιος
ΣΤ’ Αρχιερείς τής Επτανήσου – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Ζακύνθου Αγαθάγγελος
Ζ’ Αρχιερείς τής Θεσσαλίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Λαρίσης Πολύκαρπος
2) Σταγών Αμβρόσιος
3) Φαναρίου και Φαρσάλων Δαμασκηνός
Η’ Αρχιερείς τής Μακεδονίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Σερρών Χρύσανθος
2) Κοζάνης Βενιαμίν
3) Ιερισσού και Αγ. Όρους Ιγνάτιος
4) Αρδαμερίου Ιγνάτιος
5) Γρεβενών Άνθιμος
6) Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου (τιτουλ.) Γρηγόριος
Θ’ Αρχιερείς τής Θράκης – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Δέρκων Γρηγόριος
2) Αγχιάλου Ευγένιος
3) Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
4) Βάρνης Ζαχαρίας
5) Βιζύης Ιωάσαφ
6) Μαρωνείας Κωνστάντιος
7) Σιατίστης και Σισανίου Ιωαννίκιος
7) Μεσημβρίας Ιωσήφ
8) Σωζοαγαθουπόλεως Παΐσιος
9) Φιλιππουπόλεως Παΐσιος
I’ Αρχιερείς Παραδουναβίων χωρών – μέλη της Φιλικής Εταιρείας.
1) Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος
2) Μολδοβλαχίας Βενιαμίν
ΙΑ’ Αρχιερείς Μ. Ασίας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας
1) Εφέσου Διονύσιος
ΙΒ’ Αρχιερείς Πατριαρχείου Αλεξανδρείας – μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος
ΙΓ’ Αρχιερείς Πατριαρχείου Ιεροσολύμων- μέλη τής Φιλικής Εταιρείας.
1) Πατριάρχης Ιεροσολύμων Πολύκαρπος (;)
Στην Κωνσταντινούπολη
Η Φιλική Εταιρεία όμως δεν περιορίσθηκε στη μύηση μόνον των αρχιερέων των διαφόρων επαρχιών αλλά τόλμησε να μεταφέρει και μεταδώσει το ευαγγέλιο τού λυτρωμού του Γένους και σ’ αυτούς τούς αρχιερείς, πού, λόγω καθηκόντων, ήταν υποχρεωμένοι να διαβιούν στο στόμα τού λύκου, την Κωνσταντινούπολη, όπως στον Εφέσου Διονύσιο και τον Δέρκων Γρηγόριο. Υπάρχουν μάλιστα πολλές βάσιμες υποψίες ότι και πολλοί άλλοι αρχιερείς τής Πόλεως – συνοδικοί και μη, – όπως και ό ίδιος ό Οικουμενικός Πατριάρχης, δεν ήταν άμοιροι και ανίδεοι τού ελπιδοφόρου μηνύματος των φιλικών.
Σχετικά ό Th.. Gordon έγραψε: «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε πώς ό Πατριάρχης και τα μέλη τής Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά τού κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε ότι ό Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη τής Εταιρείας και ότι μερικοί από τούς άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανογραφίες της.»
Ο δε Κ. Παπαρρηγόπουλος σημείωνε : «Εντός ολίγων ενιαυτών ή εταιρεία εξέτεινε τους πλοκάμους αυτής καθ’ άπασαν την Ανατολήν, από των Παριστρίων ηγεμονιών μέχρι της Μάνης και από των Ιονίων νήσων μέχρι των παραλίων τής Μικράς Ασίας…και επί τέλους περιέλαβε συνεργούς τούς εγκριτωτάτους του έθνους άνδρας, τον Πατριάρχην Γρηγόριον, πολλούς ιεράρχας, τούς Υψηλάντας…»
Και ό Απ. Βακαλόπουλος αναγνώριζε: «κάποια δειλή συνωμοτική κίνηση παρατηρείται, φαίνεται, και μέσα στα Πατριαρχεία. Μνημονεύεται γράμμα του «μεγάλου γραμματικού» του προς τον Ξάνθο».
Εξ άλλου, είναι πολύ χαρακτηριστικά τα όσα γράψει ό ίδιος ό Εμμαν. Ξάνθος στα απομνημονεύματά του για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’. «(Ο Φιλικός Ιωάννης Φαρμάκης) διαβάς και εις Άγιον Όρος του Άθωνος προς τοις άλλοις κατήχησεν και τον αοίδιμον Πατριάρχην Γρηγόριον». Όπως δε διευκρινίζει ένας μεταγενέστερος μελετητής, ό Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος,: «περί τα μέσα του 1818 (ενώ ό Γρηγόριος Ε’, ως εξόριστος, βρισκόταν στον Άθωνα) μεταβάς εις Άγιον Όρος ό Ιωάννης Φαρμάκης ανεκοίνωσεν εις τον Πατριάρχην τα τής Φιλικής Εταιρείας. Ακούσας ό Πατριάρχης έδειξε ευθύς ζωηρότατον ενθουσιασμόν υπέρ του πνεύματος αυτής. Όταν ανέπτυξεν κατήχησιν και εζήτησεν Όρκον, ό Πατριάρχης ηρνήθη ειπών «εμένα μ’ έχετε πού μ’ έχετε» και υπέδειξε ότι δεν ηδύνατο να ορκισθή ως κληρικός και ότι τοιούτος όρκος ηδύνατο να βλάψη».
Πάνω στο θέμα αυτό ό Τρικούπης έχει τη γνώμη ότι «εγνώριζε ό Πατριάρχης τα τής Φιλικής Εταιρείας αλλά συνωμότης κατά τής τουρκικής εξουσίας δεν ήτο». Ο Τούρκος όμως ιστορικός Σανί Ζαντέ δέχεται ότι «τα σχέδια τής Φ. Ε. ετηρούντο μυστικά μεταξύ Πατριαρχών, των μητροπολιτών, των παπάδων, των δημογερόντων και των προκρίτων.»
Κατά συνέπεια δεν ήταν μόνο οι παραπάνω 81 αρχιερείς πού μαρτυρούνται ως μέλη της Φ. Ε. αλλά ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός αυτών, ώστε και αν είναι υπερβολή να δεχθούμε τον ισχυρισμό τού Κ. Βοβολίνη ότι «ουδείς των Ελλήνων μητροπολιτών όλων των τμημάτων τής χώρας έμεινεν αμύητος», νομίζω ότι δεν θα είμασταν πολύ μακριά από την αλήθεια εάν δεχόμασταν ότι ή συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αρχιερέων ήταν μύστες τού σκοπού και των οραματισμών τής Φ. Ε. και περίμεναν με Συμεωνική αδημονία το «πλήρωμα τού χρόνου».
Και όταν κάποτε «ευδόκησε ό Θεός» να έλθει το έαρ της αναστάσεως τού Γένους, οι αρχιερείς όχι μόνο δεν αντέδρασαν, αποδοκίμασαν ή χλεύασαν την παλιγγενεσία, όπως διατείνονται οι κατήγοροί τους, αλλά επαναλαμβάνοντας το τού Συμεών «Νυν απολύεις τον δούλον σού Δέσποτα», έσπευδαν αυτόβουλοι και αυτόκλητοι να ευλογήσουν και να αδράξουν οι ίδιοι, εάν οι σωματικές τους δυνάμεις το επέτρεπαν, τα όπλα ή να προσφέρουν τον εαυτόν τους εξιλαστήρια «θυσία ευάρεστον» ‚προκειμένου να κορεσθεί επάνω τους ή μανία και ή εκδικητικότατα των τυράννων.
Έτσι π.χ. «Ο καθαγιασμός τής (πρώτης) επαναστατικής σημαίας (τού Υψηλάντη) έγινε την 26ην Φεβρουαρίου εις την εκκλησίαν των τριών Ιεραρχών, ιερουργούντος τού μητροπ. Ιασίου Βενιαμίν. Ο Ιεράρχης χωρίς να προσκληθή έσπευσεν εις την εκκλησίαν διά την εκτέλεσιν τού ιερού καθήκοντος.» Ο δε Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος Παγκώστας απευθυνόμενος στους κατοίκους τής Σύμης, πού τον ρώτησαν τι να κάμουν, στην παρακίνηση για ξεσηκωμό, τούς απάντησε: «Κάτοικοι των νήσων, όσοι μένετε ακόμη υπό τον τυραννικόν ζυγόν εγέρθητε, λάβετε τα όπλα υπέρ τής κοινής ελευθερίας, οι έχοντες καράβια μικρά ή μεγάλα οπλίσατε αυτά και ενωθήτε με τον ελληνικόν στόλον, συγκροτούμενον υπό τας ναυτικάς δυνάμεις των Υδριωτών και Σπετζιωτών και Ψαριανών και υποσχόμενοι ελευθερίαν όλου του Αιγαίου Πελάγους.»
Ο Φωτάκος έχοντας άμεση γνώση τής καθόλου βιωτής και συμπεριφοράς των κληρικών, και μάλιστα των αρχιερέων, αναφωνεί «τις δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον;» και προσθέτει «οι λειτουργοί ούτοι τού αληθινού θεού τού Υψίστου εφρόντισαν και ετοίμασαν το Έθνος των διά να επαναστατήση, ν’ αλλάξη τον δεσπότην τής δουλείας του, τον κατακτητήν των εθνικών του δικαιωμάτων και τον υβριστήν τής θρησκείας του και των ιερών του»
Και να ληφθεί υπόψη ότι όλη αυτή ή ενθουσιαστική και μεσσιανική αποδοχή και υιοθέτηση του ελπιδοφόρου μηνύματος τής Φ. Ε. γινόταν από μέρους των κατά τόπους ιεραρχών παρά τον προφανή, εξόφθαλμο και βέβαιο κίνδυνο, στον οποίο, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ό Περραιβός, αυτοί (μαζί με τούς προεστούς) «περισσότερο υπέκειντο.. .ως συνεχή σχέσιν έχοντες μετά των Τούρκων, αντιπρόσωποι όντες των επαρχιών.»
Ύστερα από όλα αυτά έχω τη γνώμη ότι το να αμφισβητήσει κάποιος την ενεργό, άμεση, υπεύθυνη και ουσιαστική συμμετοχή των αρχιερέων στη Φ. Ε. Φανερώνει, αν μη τι άλλο, έλλειψη αγαθής προαιρέσεως για την εξιχνίαση τής ιστορικής αλήθειας και εγωιστική έμμονή στη στείρα και παθιασμένη θέση τού «ού με πείσεις καν με πείσεις». Και τούτο γιατί οι αρχιερείς όχι απλώς έδωσαν και αυτοί το παρόν τους στο κάλεσμα τής Φ. Ε. και εγκολπώθηκαν τους οραματισμούς για αποτίναξη τού τυραννικού ζυγού με κάθε θυσία αλλ’ ακόμα και τέθηκαν επικεφαλής πολλών άλλων Φιλικών και ανέλαβαν πρωταγωνιστικό ρόλο για την πραγμάτωση της εθνεγερσίας. Η ένταξη δε και σύνταξή τους στη Φ. Ε. δεν Φαίνεται να έγινε ασυνείδητα ή τυχαία ούτε από παραπλάνησή τους. Η συμμετοχή τους σ’ αυτή ήταν απόλυτα ενσυνείδητη και προϊόν τής προσωπικής τους επιθυμίας και της ελεύθερης βουλήσεώς τους, εκφράζει δε τούς μύχιους πόθους και τούς οραματισμούς αυτών για ανάσταση τού γένους χωρίς ίχνος ιδιοτέλειας ή καιροσκοπισμού.
Τάχθηκαν, όλοι τους, ως άπλοί, πειθαρχικοί, στρατιώτες κάτω από την «αόρατη (και ανύπαρκτη) ανωτάτη αρχή» χωρίς να αξιώνουν ή να θέλουν να γίνουν αυτοί αρχηγοί ή έστω να πληροφορηθούν αυτή την αρχή. Γιατί ό πόθος τους δεν ήταν οι εξουσίες αλλά ή λύτρωση τού γένους. Όλοι τους ζούσαν όπως οι προφήτες τής Π. Δ. με τη μεσσιανική ελπίδα και τον οραματισμό τής ελευθερίας και σαν το δίκαιο Συμεών αναζητούσαν ανάμεσα στους συμπατριώτες τους τούς νέους εκείνους φερέλπιδες Μεσσίες, πού θα αναλάμβαναν να οδηγήσουν τον κατατυραννισμένο λαό τού Θεού, τον καθήμενο «εν σκότει και σκιά θανάτου» από την κόλαση τής δουλείας στον παράδεισο τής ελευθερίας και τού εθνικού Πάσχα.
Αν λοιπόν, όπως θέλουν να διατείνονται όσοι αρέσκονται να λασπολογούν κατά των τότε αρχιερέων, πραγματικά οι αρχιερείς δεν ήταν υπέρ τής αποτινάξεως τού ζυγού των δυναστών, κι’ αν ήταν στα αλήθεια τουρκόφιλοι και τουρκολάτρες ή δεν ήθελαν την επανάσταση, θα τούς δεχόταν οι εταίροι ως μέλη πιστά, αφοσιωμένα και έμπειστα της Εταιρείας και μάλιστα να τούς εμπιστεύονται ηγετικές θέσεις και να αναδεικνύονται έφοροι των άλλων Φιλικών; Ή κι’ αν από προσποίηση και υποκρισία κατόρθωναν να αποσπάσουν την εμπιστοσύνη των πρωτεργατών και αρχηγών τής Φ. Ε. και να διεισδύσουν μέσα σ’ αυτή, δε θα τούς ήταν εύκολο έπειτα να καταδώσουν όλο το δυναμικό και τα άτομα πού ήταν ενεργά και δραστήρια μέλη τής Φ. Ε.;
Ή ιστορία όμως τίποτε τέτοιο δε μαρτυρεί. Καμιά προδοσία από μέρους των κληρικών και μάλιστα των αρχιερέων. Αν και δεν είναι γνωστό αν έδιναν το φρικτό όρκο των λαϊκών Φιλικών, όμως ή διαβεβαίωση τους στην αρχιερωσύνη τους ήταν γι’ αυτούς φρικωδέστερος όρκος και ή αθέτηση του θα ήταν το πλέον επαχθές είδος επιορκίας.
Εάν υπήρχε και ή παραμικρή, όχι απόδειξη αλλά, έστω, υποψία για προδοτική συμπεριφορά ενός και μόνου αρχιερέως, ασφαλώς οι σύγχρονοί τους ιστορικοί και απομνημονευματογράφοι θα το σημείωναν και οι πολέμιοι των αρχιερέων Κορδάτος, Σκαρίμπας κ.λπ. θα την έκαμαν βούκινο και θα την ανέμιζαν σαν την αδιαμφισβήτητη απόδειξη τής τουρκοφιλίας και τουρκολατρίας αφ’ ενός και τής αντιδραστικότητας των αρχιερέων για ελευθερία τού γένους αφ’ ετέρου.
Αντίθετα ή ιστορία απέδειξε περίτρανα και οι πολέμιοι με την σιωπή τους παραδέχονται ότι οι αρχιερείς αναδείχθηκαν τα πιο πιστά και αφοσιωμένα μέλη τής Φιλικής Εταιρείας και χάρη στο ειδικό βάρος και υπευθυνότητα πού εγγυάτο ή προσωπικότητά τους κατόρθωσε ή Φ. Ε. να εξαπλωθεί και να αναδειχθεί ή μαμμή τής Ελληνικής παλιγγενεσίας.
Αυτός ό «επίτροπος τής ανωτάτης αρχής» τής Φ. Ε., ό Αλέξανδρος Υψηλάντης δείχνοντας το πόσο υπολόγιζε στη σύμπραξη των αρχιερέων για την προετοιμασία τού αγώνα έστειλε επιστολές προς όλους τούς αρχιερείς τού Αιγαίου Πελάγους ως συστατικό τού Φιλικού Δημ. Θέμελη. Θα το έκαμε αυτό αν δεν είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στους αρχιερείς;
Δίκαια λοιπόν ό Φωτάκος έγραψε ότι «κανείς (από τούς κληρικούς) έξω τού εθνικού κλήρου δεν εβάδισεν. Τις δε δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον; Και όμως μετά την αλλαγήν τής Τουρκικής δυναστείας ό,τι θέλει κανείς λέγει κατά αδυνάτων ανθρώπων. Οι εχθροί π. χ. τού Ελληνικού Έθνους και τής θρησκείας του είπον πολλά εναντίον του… .αλλά σ φ ά λ λ ο υ ν μ ε γ ά λ ω ς εις τούτο.»
Αλήθεια πόσο διαχρονικά είναι αυτά τα λόγια του Φωτάκου!
Κλείνοντας θα μπορούσε να λεχθεί ότι παρά τα κοάσματα παλαιών και νεωτέρων βατράχων «αλλ’ εκ τελμάτων», οι αρχιερείς υπήρξαν για τη Φ. Εταιρεία ό,τι ή σπονδυλική στήλη για το ανθρώπινο σώμα.
*Απαραίτητη σημείωση. Ότι βλέπετε και υπάρχει μέσα σε εισαγωγικά, ο συγγραφέας του έργου στο τέλος της σελίδας που βρίσκετε το κείμενο αυτό παραθέτει και την πηγή του. Σ’ ολόκληρο το βιβλίο (400 σελ. περίπου) υπάρχουν πάνω από 800 τέτοιες σημειώσεις(!!).
Πηγή: Η εκπληκτική έρευνα του Κου ΠΕΤΡΟΥ Α. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ δ Θ., «ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ’21 (αντίδραση ή προσφορά; ), Ξάνθη 1905.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά