Κάθε ημέρα του χρόνου κρύβει και κλείνει μια επέτειο. Έτσι, η 10η Απριλίου έρχεται για να μας θυμίσει τα δεκαπέντε χρόνια από τότε που ο μακροβιότερος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ (oΤίκας) άλλαζε κεφάλαιο στην ζωή του. Τελείωνε αυτό των 85 ετών και άνοιγε εκείνο της αιωνιότητας.
Αρχή της ζωής του ήταν το 1913 στο Αρτεσιανό Καρδίτσας, την συνέχισε στην Αθήνα για σπουδές και ως κληρικός, την πέρασε διαδοχικά ως Μητροπολίτης από τις Μητροπόλεις Άρτας και Ιωαννίνων. Σταθμός στην ζωή του σημαντικός ήταν η έμπρακτη συμμετοχή του στον αγώνα κατά των κατακτητών Γερμανών, μέσα από αντιστασιακές ομάδες. Εμψύχωνε διαρκώς με τα πατριωτικά του κηρύγματα στρατιώτες και αντάρτες, όπως και τον άμαχο πληθυσμό. Την τελείωσε πάλι στην Αθήνα, ως Αρχιεπίσκοπος. Η διακονία του παντού και πάντα είχε σφραγίδα ευανάγνωστη και ανεξίτηλη, ήταν σφραγίδα προσφοράς και αγώνων.
Μπορεί να μην είχε πανεπιστημιακές περγαμηνές και ιδιαίτερες γνώσεις, είχε λάβει όμως αριστείο φιλανθρωπίας σ’ όλο το πλάτος των δυνατοτήτων του και των απαιτήσεων. Από τότε που έδινε τρόφιμα και σίτιζε τους πολεμόπληκτους ενορίτες του, μέχρι την ίδρυση και συντήρηση ιδρυμάτων, όπου η Εκκλησία τον καθιστούσε Επίσκοπο και Ποιμένα. Λύγιζε εμπρός στον ανθρώπινο πόνο, το δάκρυ στα μάτια των ανήμπορων το μετέτρεπε σε αποφασιστικότητα για πρωτοβουλίες και δράση, μέχρι την τελική νίκη.
Ανεπιτήδευτος και άμεσος στην συμπεριφορά, αυθόρμητος και αυθεντικός στις εκφράσεις, λιτός και απέριττος στην εμφάνιση, μεγαλοπρεπής στην Θεία Λατρεία. Είναι στοιχεία που τον χαρακτήριζαν ως άνθρωπο ειλικρίνειας και άφοβο να δει τον άλλο κατάματα, ακόμα και μέσα από τον φακό της τηλεόρασης. Με τον χαρακτηριστικό του τρόπο στο λεξιλόγιο και στις κινήσεις, μιλούσε την γλώσσα της αλήθειας. Ήταν ευθύς στους τρόπους του και στους λόγους του.
Αγαπούσε τους κληρικούς και όπου τους συναντούσε τους αντιμετώπιζε με έκδηλη στοργή και πατρικό ενδιαφέρον. Σίγουρα έκανε και λάθη στην ζωή του, οι επιλογές του κάποιες φορές δεν ήταν και οι καλύτερες. Ποιος άλλωστε μπορεί ν’ αποφύγει τις κακοτοπιές και τις λάθος εκτιμήσεις.
Δεν μπορούμε όμως να ξεχάσουμε ότι με νηφαλιότητα και μεθοδικότητα εκείνος έφερε την ηρεμία στην διοίκηση της Ελλαδικής Εκκλησίας, που είχε ταλαιπωρηθεί από την καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου και κανονικότητας την παρελθούσα επταετία, περίοδο που το εκκλησιαστικό καθεστώς ήταν πιο στυγνό, άδικο και βίαιο ακόμα και από την πολιτική δικτατορία. Ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας (του 1977) είναι ο αψευδής μάρτυρας των φιλοπρόοδων φρονημάτων του και της θέλησής του για ουσιαστικό εκδημοκρατισμό των δομών διοίκησης και λειτουργίας της ποιμένουσας Ελλαδικής Εκκλησίας.
Δέχθηκε κατά καιρούς κριτικές άδικες τις περισσότερες φορές από τους ευεργετημένους απ’ εκείνον. Δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη με ισχυρούς της πολιτικής, για χάρη του καλώς εννοούμενου συμφέροντος της Εκκλησίας. Είχε τον τρόπο του να κάμπτει τα όποια αντιεκκλησιαστικά τους αισθήματα. Δεν πρέπει να ξεχαστεί ότι ενδοεκκλησιαστικές κρίσεις δεν φάνηκαν ή δεν αναπτύχθηκαν χάρη στην δική του στάση. Δεν πολυλογούσε με επιχειρήματα, μιλούσε με την σιωπή του και τα κατάφερνε καλά. Με περηφάνια και χιούμορ αντιμετώπισε και δεόντως απάντησε στα σενάρια «διαδοχολογίας», ενώ βρισκόταν ακόμα στην ζωή.
Στην δεκαπενταετή επέτειο αλλαγής του θυσιαστηρίου του, από το επίγειο στο επουράνιο, καταγράφηκαν γραμμές λίγες και απλές για τον αξέχαστο Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ό,τι έπραξε με λόγια και έργα, ο Θεός και η ιστορία υπάρχουν για να τον κρίνουν με συγκατάβαση. Δίδαγμα έχουμε λάβει όλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Αυτοί που τον γνώρισαν άμεσα και εκείνοι που δεν τον γνώριζαν προσωπικά αλλά πάντως περίμεναν υπομονετικά να φιλήσουν το χέρι του άψυχου «παππού» και όλοι να τον παρακαλούν να τους ευλογεί τώρα και απ’ εκεί.
Αρχή της ζωής του ήταν το 1913 στο Αρτεσιανό Καρδίτσας, την συνέχισε στην Αθήνα για σπουδές και ως κληρικός, την πέρασε διαδοχικά ως Μητροπολίτης από τις Μητροπόλεις Άρτας και Ιωαννίνων. Σταθμός στην ζωή του σημαντικός ήταν η έμπρακτη συμμετοχή του στον αγώνα κατά των κατακτητών Γερμανών, μέσα από αντιστασιακές ομάδες. Εμψύχωνε διαρκώς με τα πατριωτικά του κηρύγματα στρατιώτες και αντάρτες, όπως και τον άμαχο πληθυσμό. Την τελείωσε πάλι στην Αθήνα, ως Αρχιεπίσκοπος. Η διακονία του παντού και πάντα είχε σφραγίδα ευανάγνωστη και ανεξίτηλη, ήταν σφραγίδα προσφοράς και αγώνων.
Μπορεί να μην είχε πανεπιστημιακές περγαμηνές και ιδιαίτερες γνώσεις, είχε λάβει όμως αριστείο φιλανθρωπίας σ’ όλο το πλάτος των δυνατοτήτων του και των απαιτήσεων. Από τότε που έδινε τρόφιμα και σίτιζε τους πολεμόπληκτους ενορίτες του, μέχρι την ίδρυση και συντήρηση ιδρυμάτων, όπου η Εκκλησία τον καθιστούσε Επίσκοπο και Ποιμένα. Λύγιζε εμπρός στον ανθρώπινο πόνο, το δάκρυ στα μάτια των ανήμπορων το μετέτρεπε σε αποφασιστικότητα για πρωτοβουλίες και δράση, μέχρι την τελική νίκη.
Ανεπιτήδευτος και άμεσος στην συμπεριφορά, αυθόρμητος και αυθεντικός στις εκφράσεις, λιτός και απέριττος στην εμφάνιση, μεγαλοπρεπής στην Θεία Λατρεία. Είναι στοιχεία που τον χαρακτήριζαν ως άνθρωπο ειλικρίνειας και άφοβο να δει τον άλλο κατάματα, ακόμα και μέσα από τον φακό της τηλεόρασης. Με τον χαρακτηριστικό του τρόπο στο λεξιλόγιο και στις κινήσεις, μιλούσε την γλώσσα της αλήθειας. Ήταν ευθύς στους τρόπους του και στους λόγους του.
Αγαπούσε τους κληρικούς και όπου τους συναντούσε τους αντιμετώπιζε με έκδηλη στοργή και πατρικό ενδιαφέρον. Σίγουρα έκανε και λάθη στην ζωή του, οι επιλογές του κάποιες φορές δεν ήταν και οι καλύτερες. Ποιος άλλωστε μπορεί ν’ αποφύγει τις κακοτοπιές και τις λάθος εκτιμήσεις.
Δεν μπορούμε όμως να ξεχάσουμε ότι με νηφαλιότητα και μεθοδικότητα εκείνος έφερε την ηρεμία στην διοίκηση της Ελλαδικής Εκκλησίας, που είχε ταλαιπωρηθεί από την καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου και κανονικότητας την παρελθούσα επταετία, περίοδο που το εκκλησιαστικό καθεστώς ήταν πιο στυγνό, άδικο και βίαιο ακόμα και από την πολιτική δικτατορία. Ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας (του 1977) είναι ο αψευδής μάρτυρας των φιλοπρόοδων φρονημάτων του και της θέλησής του για ουσιαστικό εκδημοκρατισμό των δομών διοίκησης και λειτουργίας της ποιμένουσας Ελλαδικής Εκκλησίας.
Δέχθηκε κατά καιρούς κριτικές άδικες τις περισσότερες φορές από τους ευεργετημένους απ’ εκείνον. Δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη με ισχυρούς της πολιτικής, για χάρη του καλώς εννοούμενου συμφέροντος της Εκκλησίας. Είχε τον τρόπο του να κάμπτει τα όποια αντιεκκλησιαστικά τους αισθήματα. Δεν πρέπει να ξεχαστεί ότι ενδοεκκλησιαστικές κρίσεις δεν φάνηκαν ή δεν αναπτύχθηκαν χάρη στην δική του στάση. Δεν πολυλογούσε με επιχειρήματα, μιλούσε με την σιωπή του και τα κατάφερνε καλά. Με περηφάνια και χιούμορ αντιμετώπισε και δεόντως απάντησε στα σενάρια «διαδοχολογίας», ενώ βρισκόταν ακόμα στην ζωή.
Στην δεκαπενταετή επέτειο αλλαγής του θυσιαστηρίου του, από το επίγειο στο επουράνιο, καταγράφηκαν γραμμές λίγες και απλές για τον αξέχαστο Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ό,τι έπραξε με λόγια και έργα, ο Θεός και η ιστορία υπάρχουν για να τον κρίνουν με συγκατάβαση. Δίδαγμα έχουμε λάβει όλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Αυτοί που τον γνώρισαν άμεσα και εκείνοι που δεν τον γνώριζαν προσωπικά αλλά πάντως περίμεναν υπομονετικά να φιλήσουν το χέρι του άψυχου «παππού» και όλοι να τον παρακαλούν να τους ευλογεί τώρα και απ’ εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά