Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Ιουνίου 11, 2013

Συναξαριστής της 11ης Ιουνίου

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καὶ Κριμαίας 



Ὁ Ἅγιος ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς, κατὰ κόσμον Βαλεντὶν τοῦ Φέλιξ Βόινο - Γιασενέτσκι, γεννήθηκε στὶς 14/27 Ἀπριλίου 1877 μ.Χ. στὸ Κέρτς τῆς χερσονήσου τῆς Κριμαίας. Τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον μέσα στὸ ὁποῖο μεγάλωσε ἦταν ἰδιόμορφο καθὼς ὁ πατέρας τοῦ ἦταν Ρωμαιοκαθολικὸς ἐνῶ ἡ μητέρα του, ἂν καὶ ὀρθόδοξη, περιοριζόταν σὲ καλὲς πράξεις χωρὶς νὰ συμμετέχει ἐνεργὰ στὴ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Πολὺ νωρὶς μετακομίζουν στὸ Κίεβο.

Στὸ Κίεβο ὁ Βαλεντὶν ἀποφασίζει νὰ σπουδάσει Ἰατρική. Παίρνει τὸ πτυχίο τοῦ τὸ 1903 μ.Χ. καὶ παρακολουθεῖ μαθήματα ὀφθαλμολογίας.

Τὸ 1904 μ.Χ., μὲ τὸ ξέσπασμα τοῦ Ρωσο - Ἰαπωνικοῦ πολέμου, βρέθηκε στὴν Ἄπω Ἀνατολή, ὅπου ἐργάστηκε ὡς χειρουργὸς μὲ μεγάλη ἐπιτυχία. Ἐκεῖ συναντήθηκε καὶ μὲ τὴν Ἄννα Βασιλίεβνα Λάνσκαγια, τὴ μέλλουσα σύζυγό του, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησε τέσσερα παιδιά. Μετὰ τὸ τέλος τοῦ πολέμου ἐργάζεται σὲ διάφορα ἐπαρχιακὰ νοσοκομεῖα. Οἱ ἐπιτυχίες τοῦ εἶναι τόσες πολλὲς ποὺ ἡ φήμη τοῦ ἐξαπλώνεται γρήγορα καὶ ἀσθενεῖς καταφθάνουν ἀπὸ παντοῦ. Τὴν ἴδια ἐποχὴ μελετᾶ σχετικὰ μὲ τὴν τοπικὴ ἀναισθησία καὶ συντάσσει ἐπιστημονικὰ ἄρθρα. Διαπρέπει στὶς ἐγχειρήσεις τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἀποφασίζει νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὴ θεραπεία τῶν πυογόνων λοιμώξεων.

Τὸ 1917 μ.Χ. ὁ Βαλεντὶν ἐκλέγεται καθηγητὴς στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Τασκένδης. Ἡ ρωσικὴ ἐπανάσταση εἶχε ἤδη ἀρχίσει καὶ ἡ ἐκκλησία βρέθηκε στὸ στόχαστρο τῶν Μπολσεβίκων. Ἡ κατάσταση εἶχε ξεφύγει ἀπὸ κάθε ἔλεγχο. Τότε ὁ Βαλεντὶν συνελήφθη γιὰ πρώτη φορά. Αἰτία ἦταν ἡ συκοφαντία ἑνὸς νοσοκόμου. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε ἡ ἀλήθεια καὶ ὁ γιατρὸς ἀφέθηκε ἐλεύθερος. Ἡ περιπέτεια αὐτὴ ὅμως, παρὰ τὸ αἴσιο τέλος της, ἀναστάτωσε τὴν Ἄννα, ἡ ὁποία ἔπασχε ἤδη ἀπὸ φυματίωση, καὶ ἡ ὑγεία τῆς ἐπιδεινώθηκε σὲ βαθμὸ ποὺ λίγες ἡμέρες ἀργότερα ὑπέκυψε. Μετὰ τὸν θάνατό της ὁ γιατρὸς ἐμπιστεύτηκε τὰ παιδιά του στὴ Σοφία Σεργκέγεβνα, μία πιστὴ νοσοκόμα, ἡ ὁποία τοὺς στάθηκε σὰν δεύτερη μητέρα γιὰ πολλὰ χρόνια.

Ὁ Βαλεντὶν ἦταν πολὺ πιστὸς καὶ αὐτὸ ἦταν ἔκδηλο στὸν τρόπο ποὺ ἐργαζόταν. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ δημιουργηθοῦν οἱ πρῶτες ἀντιδράσεις ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τοῦ ἀθεϊστικοῦ καθεστῶτος. Στὸ μεταξὺ στοὺς διωγμοὺς προστίθεται καὶ ἡ πληγὴ τῆς «ζώσης ἐκκλησίας» ποὺ σκοπὸ εἶχε νὰ ὑπηρετήσει τὰ συμφέροντα τοῦ κράτους διαιρώντας τοὺς κληρικοὺς καὶ τοὺς πιστούς, καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ πίστη.

Σ' αὐτὴ τὴν ἐποχὴ τῶν δοκιμασιῶν γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ὁ γιατρὸς συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας. Ὅταν κατηγορήθηκε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Τασκένδης καὶ Τουρκεστᾶν Ἰννοκέντιος ἀπὸ τοὺς σχισματικούς, ὁ γιατρὸς ὑπερασπίστηκε μὲ σθένος τὴν κανονικὴ τάξη. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἰννοκέντιος, ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ τὴν παρρησία τοῦ Βαλεντίν, τοῦ προτείνει νὰ γίνει ἱερέας. Πράγματι, ἡ χειροτονία του σὲ διάκονο ἔγινε στὶς 26 Ἰανουαρίου 1921 μ.Χ. καὶ μία ἑβδομάδα ἀργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.

Τὸ καλοκαίρι τοῦ 1923 μ.Χ. ἡ «ζῶσα ἐκκλησία» κάνει τὴν ἐπίθεσή της καὶ ἐκτοπίζει τὸν ἐπίσκοπο Ἰννοκέντιο. Ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαὸς τῆς Τασκένδης, ὄντας στὸ ἔλεος τῶν σχισματικῶν, ἐκλέγουν στὴ θέση τοῦ ἐπισκόπου τὸν π. Βαλεντὶν Βόινο - Γιασενέτσκι. Ἡ κουρά του σὲ μοναχὸ ἔγινε κρυφὰ στὸ σπίτι τοῦ ἱερέα - καθηγητῆ. Καταλληλότερο ὄνομα γιὰ τὸ νέο ἐπίσκοπο κρίθηκε ἐκεῖνο τοῦ ἀποστόλου, εὐαγγελιστῆ, ἁγιογράφου καὶ ἰατροῦ Λουκᾶ. Στὴ συνέχεια, ταξίδεψε ὡς Πεντζικὲντ γιὰ νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν πέρασε ἀπαρατήρητο καὶ πολὺ σύντομα ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς συνελήφθη. Κατηγορήθηκε γιὰ προδοσία καὶ φυλακίστηκε. Στὴ φυλακὴ εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ ὁλοκληρώσει καὶ τὸ σύγγραμμά του: «Δοκίμια γιὰ τὴν χειρουργικὴ τῶν πυογόνων λοιμώξεων», τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν ἐκδόθηκε γιὰ πολλὰ χρόνια, παρόλη τὴ σημασία του γιὰ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, ἐπειδὴ ὁ συγγραφέας ἐπέμεινε νὰ γραφεῖ στὸ ἐξώφυλλο τὸ ἀρχιερατικό του ἀξίωμα.

Στὸ διάστημα τῆς ἀπουσίας τοῦ οἱ ἐκπρόσωποι τῆς «ζώσης ἐκκλησίας» κατέλαβαν τὶς ἐκκλησίες, μὰ ὁ λαός, πιστὸς στὶς συμβουλὲς τοῦ ποιμένα του, ἀπεῖχε ἀπὸ τοὺς ναούς. Λόγω τῆς μεγάλης του ἐπιρροῆς οἱ ὑπεύθυνοί της G.P.U. («Κρατικὴ Πολιτικὴ Διεύθυνση») ἀποφάσισαν νὰ ἀπομακρύνουν τὸν ἐπίσκοπο Λουκᾶ ἀπὸ τὴν Τασκένδη. Τὴν ὥρα τῆς ἀποχώρησής του πλῆθος κόσμου στάθηκε στὶς γραμμὲς τοῦ τρένου προκειμένου νὰ ἐμποδίσει τὴν ἀναχώρηση. Ὁ κόσμος ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὶς ἀστυνομικὲς δυνάμεις καὶ ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς πῆρε τὸν μακρὺ καὶ βασανιστικὸ δρόμο τῆς ἐξορίας.

Φυλακίζεται κάτω ἀπὸ ἄθλιες συνθῆκες στὴ Μόσχα. Ἐκεῖ διαπιστώνει τὰ πρῶτα συμπτώματα καρδιακῆς ἀνεπάρκειας ποὺ θὰ τὸν συνοδεύσει σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Παρόλες τὶς κακουχίες, ἡ συμπεριφορὰ τοῦ ἐπισκόπου ἀπέναντι σὲ ὅλους τους κρατουμένους προκαλοῦσε τὸ σεβασμὸ ἀκόμη καὶ τῶν πιὸ ἀρνητικῶν.

 


Ἐνῶ οἱ γιατροὶ βεβαίωναν πὼς ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του δὲν τὸ ἐπιτρέπει, ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς ἀναχώρησε ἐξόριστος γιὰ τὴ Σιβηρία. Τὸ καθεστὼς τὸν ἐγκαθιστᾶ στὴν πόλη Γενισέισκ, γιὰ νὰ τὸν στείλει ἀργότερα ἀκόμη 2000 χλμ μακρύτερα στὴν πόλη Τουρουχάνσκ. Καὶ στὸ νέο τόπο τῆς ἐξορίας δὲν ἀρνήθηκε νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του σὲ ὅσους τὶς χρειάζονταν, παρόλες τὶς ἀντίξοες συνθῆκες. Ὁ λαὸς τοῦ Τουρουχὰνσκ τὸν περιέβαλλε μὲ πολὺ ἀγάπη καὶ σεβασμό. Αὐτὸ ἦταν ἀρκετὸ γιὰ τοὺς ἀθέους ποὺ σχεδίασαν νέα ἐξορία γιὰ τὸν ἐπίσκοπο - γιατρό, αὐτὴ τὴ φορὰ τὸν ἔστειλαν πέρα ἀπὸ τὸν ἀρκτικὸ κύκλο, στὸ χωριὸ Πλάχινο, ὅπου κατὰ τὸ χειμερινὸ ἡλιοστάσιο ὁ ἥλιος δὲν ἀνατέλλει. Ἡ ὑγεία τοῦ ἐπισκόπου εἶχε ἐπιδεινωθεῖ καὶ μία τέτοια ἐξορία ἦταν πολὺ ἐπικίνδυνη γιὰ τὴ ζωή του. Αὐτὸς ἦταν καὶ ὁ σκοπὸς τῶν διωκτῶν του. Ἐκεῖ, στὸ Πλάχινο, ὑπέφερε τὰ πάνδεινα, τόσο λόγω τῶν καιρικῶν συνθηκῶν, ὅσο καὶ λόγω τὶς ἀντιμετώπισης ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς. Εὐτυχῶς, δύο μῆνες ἀργότερα, μὲ αἰτία τὸ θάνατο ἑνὸς ἀγρότη οἱ κάτοικοι τοῦ Τουρουχὰνσκ ξεσηκώθηκαν καὶ ἀπαίτησαν τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἐπισκόπου. Οἱ ἀρχὲς δὲν εἶχαν ἄλλη ἐπιλογὴ παρὰ νὰ ὑποχωρήσουν. Ἔτσι ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς, ποὺ ἀπὸ ὅραμα εἶχε εἰδοποιηθεῖ γιὰ τὸ πέρας τῆς δοκιμασίας του, ἐπέστρεψε στὸ Τουρουχὰνσκ καὶ συνέχισε ἀπερίσπαστος τὶς ἀσχολίες του γιὰ ὀκτὼ ἀκόμη μῆνες, μέχρι, δηλαδή, τὸ τέλος τῆς ἐξορίας του.

Παρόλες τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπισε, δὲν ξέχασε ποτὲ τὰ παιδιά του καὶ ἐπικοινωνοῦσε μαζί τους ὅσο πιὸ συχνὰ μποροῦσε.

Στὸ Κρασνογιὰρσκ παρουσιάζεται στὴ G.P.U. γιὰ ἀνάκριση. Ἐκεῖ ὁ βοηθὸς τοῦ διοικητῆ ἀνακοίνωσε στὸν ἐπίσκοπο πὼς μποροῦσε νὰ πάει ὅπου ἤθελε, ἦταν ἐλεύθερος. Ὅπως ἦταν φυσικὸ ὁ ἐπίσκοπος ξεκίνησε γιὰ τὴν Τασκένδη. Δυστυχῶς ἐκεῖ ἀντιμετωπίζει τὶς συκοφαντίες ἀκόμη καὶ συνεργατῶν του, γεγονὸς ποὺ τὸν ὁδήγησε σὲ παραίτηση ἀπὸ τὴν ἕδρα τοῦ ἐπισκόπου.

Στὴν Τασκένδη συνεχίζει τὶς φιλανθρωπίες του, μὰ οἱ ἀντίπαλοί του δὲν ἔπαψαν νὰ ψάχνουν εὐκαιρία γιὰ νὰ τὸν διώξουν.

Ἡ ἀφορμὴ δὲν ἄργησε νὰ βρεθεῖ καὶ ὁ ἐπίσκοπος βρέθηκε πάλι ὑπόλογος ἀπέναντι στὰ κομματικὰ στελέχη. Ὁ σκοπὸς αὐτὴ τὴ φορὰ ἦταν νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὸ ἱερό του ἀξίωμα. Μετὰ ἀπὸ ἐξαντλητικὲς ἀνακρίσεις καὶ ἀπεργίες πείνας καὶ ἀφοῦ πέρασε ἕνα ὁλόκληρο χρόνο στὴ φυλακή, ὁ ἐπίσκοπος, ἐξορίστηκε γιὰ μία ἀκόμη φορᾶ στὴ Βόρεια Ρωσία. Οἱ δραστηριότητές του ἐκεῖ ἐνόχλησαν ὄχι μόνο τὶς ἀρχὲς ἀλλὰ καὶ τοὺς κατοίκους. Σύντομα ἕνα σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας τὸν ἀνάγκασε νὰ πάει στὸ Λένινγκραντ.

Μετὰ τὴν ἀνάρρωσή του πέρασε μία μακρὰ περίοδο δοκιμασιῶν καὶ περιπλανήσεων. Οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ Κόμματος πιέζουν τὸν ἐπίσκοπο νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἱερωσύνη. Στὴν περίοδο αὐτὴ τῆς πνευματικῆς δοκιμασίας ἀρχίζει νὰ χάνει τὴν ὅραση ἀπὸ τὸ ἀριστερὸ μάτι λόγω ἀποκόλλησης τοῦ ἀμφιβληστροειδοῦς χιτώνα. Ἐπίσης, τὰ «Δοκίμια γιὰ τὴ χειρουργικὴ τῶν πυογόνων λοιμώξεων» ἐκδίδονται χωρὶς νὰ ἀναγραφεῖ τὸ ἀξίωμά του. Ἐν καιρῶ ἐπανακτᾶ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη, ποὺ εἶχε στερηθεῖ, καὶ περνᾶ δύο χρόνια ἠρεμίας καὶ εἰρήνης κοντὰ στὰ παιδιά του.

Ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς ἦταν 60 ἐτῶν, ὅταν συνελήφθη γιὰ τέταρτη φορά. Ἀπὸ τὸ φάκελλο ποὺ διατηροῦσαν στὴν Ἀσφάλεια, μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε τὶς δραστηριότητές του. Ἐνῶ ἀπὸ τοὺς ἀσθενεῖς του δὲν ἔπαιρνε ποτὲ χρήματα, ἔδινε καὶ τὸ μισθό του σὲ ἀγαθοεργίες, δηλαδὴ βοηθοῦσε ὅσους φτωχούς, ἄπορους καὶ ἐξόριστους ἀνθρώπους τύχαινε νὰ γνωρίζει. Οἱ φιλανθρωπικὲς ἐνέργειές του ἐνόχλησαν καὶ πάλι τὸ καθεστὼς ποὺ τὸν συνέλαβε ἐκ νέου καὶ τὸν ὁδήγησε στὴ Σιβηρία.

Ὅταν στὶς 21 Ἰουνίου 1941 μ.Χ. τὰ χιτλερικὰ στρατεύματα μπαίνουν στὴ Ρωσία, ὁ ἐπίσκοπος - γιατρός, ἂν καὶ ἐξόριστος, προσφέρεται ἐθελοντικὰ νὰ ἐργαστεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῶν τραυματιῶν. Τὰ Κόμμα ἀναγνωρίζει τὴν ἀξία του ὡς γιατροῦ καὶ τὸν διορίζει ἀρχίατρο τοῦ στρατιωτικοῦ νοσοκομείου καὶ σύμβουλο ὅλων τῶν νοσοκομείων τῆς περιοχῆς. Παρόλα αὐτὰ οἱ συνθῆκες εἶναι οἰκτρὲς ἐνῶ παράλληλα δὲν τοῦ ἀναγνωρίζουν κανένα πολιτικὸ δικαίωμα.

Τὴν Ἄνοιξη τοῦ 1942 μ.Χ. ἀλλάζει ἡ στάση τῆς πολιτείας ἀπέναντι στὸν ἴδιο, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι στὴν Ἐκκλησία. Σὲ ὅλη τὴν ἐπικράτεια τῆς Ρωσίας ἀνοίγουν ἐκκλησίες καὶ ὁ λαὸς βρίσκει καταφύγιο στοὺς ναοὺς ἀπὸ τὴν παραφροσύνη τοῦ πολέμου. Γιὰ νὰ καλυφθοῦν οἱ ὑπάρχουσες ἀνάγκες ὁ ἐπίσκοπος Λουκᾶς προάγεται σὲ ἀρχιεπίσκοπο Κρασνογιάρσκ.

Οἱ Γερμανοὶ ὑποχωροῦν καὶ ὁ ἀρχιεπίσκοπος μεταφέρεται δυτικότερα, στὸ Ταμπώφ. Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ 150 στρατιωτικὰ νοσοκομεῖα. Ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ τὸν διευκολύνει τὸν μεταθέτει στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ταμπὼφ καὶ Μιτσούρινσκ.

Τὸ 1946 μ.Χ. ὁ ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς βραβεύθηκε μὲ τὸ βραβεῖο Στάλιν γιὰ τὴν ἡρωικὴ ἐργασία του στὸν Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, καὶ γιὰ τὴν μεγάλη προσφορά του στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη.

Στὰ 70 τοῦ χρόνια γίνεται ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καὶ Κριμαίας. Ἐκεῖ τὸ ἔργο τοῦ εἶναι δύσκολο. Ἡ φτώχεια ἔχει πάρει τέτοιες διαστάσεις ποὺ ἀναγκάζεται νὰ ταΐζει καθημερινά, στὸ σπίτι του, τοὺς ἄπορούς της περιοχῆς. Στρέφει τὸ ἐνδιαφέρον του στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καθὼς τὸν ἀποκλείουν ἀπὸ κάθε ἐπιστημονικὸ συνέδριο. Κάνει ὑπεράνθρωπες προσπάθειες γιὰ νὰ ἀνοίξουν ἐκκλησίες. Ταυτόχρονα προσπαθεῖ νὰ πατάξει τὴν ἀμέλεια καὶ τὴν ἀδιαφορία τῶν ἱερέων τονίζοντας πὼς πρέπει οἱ ἴδιοι νὰ ἀποτελοῦν παράδειγμα πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πιστούς. Παράλληλα ἐξασκεῖ τὸ ἔργο τοῦ ἰατροῦ προσφέροντας ἀναργύρως τὶς ὑπηρεσίες του στὸν πάσχοντα ἄνθρωπο. Ἀκολουθώντας τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Θεανθρώπου ὅλη του τὴ ζωὴ «διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος».

Μὲ τὴ βελτίωση στὶς σχέσεις Ἐκκλησίας - Κράτους ὁ ἀρχιεπίσκοπος βρίσκει τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπιστρέψει στὴν ἀγαπημένη τοῦ ἀσχολία, δηλαδὴ τὸ κήρυγμα. «Θεωρῶ βασικὸ ἀρχιερατικό μου καθῆκον νὰ κηρύττω παντοῦ καὶ πάντα τὸ Χριστό». Σημειώνει ὁ ἴδιος. Ἀπὸ τὰ κηρύγματά του καταγράφηκαν περίπου 750, τὰ ὁποία ἀποτέλεσαν 12 τόμους (4500 σελίδες), καὶ ἔχουν χαρακτηριστεῖ «ἐξαιρετικὸ φαινόμενο στὴ σύγχρονη ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ καὶ θεολογία».

Τὴν Ἄνοιξη τοῦ 1952 ἐπιδεινώνεται ἡ ὅρασή του, ἐνῶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 1956 τυφλώνεται ὁριστικά.

Τὸ 1953 μ.Χ. τὸν Στάλιν διαδέχεται ὁ Νικήτας Κρουτσώφ, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε νέο κύμα διωγμῶν κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ κορυφώνονται τὸ 1959 μ.Χ. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος μεριμνᾶ γιὰ τὸ ποίμνιό του καὶ προσπαθεῖ νὰ τοῦ δώσει κουράγιο.

Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ γράφει στὸ μεγαλύτερο γιὸ τὸ Μιχαήλ: «Εἶναι ὅλο καὶ πιὸ δύσκολο νὰ διευθύνει κανεὶς τὶς ὑποθέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἐκκλησίες κλείνουν ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη, δὲν ὑπάρχουν ἱερεῖς καὶ ὁ ἀριθμὸς τοῦ ὅλο καὶ ἐλαττώνεται...Κατὰ τόπους ἡ ἀντίδραση φτάνει μέχρι ἐξεγέρσεως κατὰ τῆς ἀρχιερατικῆς ἐξουσίας μου. Δὲν μπορῶ νὰ τὸ ὑποφέρω στὰ ὀγδόντα μου χρόνια. Ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου, συνεχίζω τὸ δύσκολο ἔργο μου».

Ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου πρὸς τὸν ἀρχιεπίσκοπο Λουκᾶ ἦταν ἔκδηλη. Ἀκόμα καὶ ἀλλόθρησκοι ἡ ἄπιστοι τὸν ἔβλεπαν μὲ σεβασμό.

Ὁ ἀρχιεπίσκοπος εἶναι ἤδη 84 ἐτῶν. Διαισθάνεται πὼς τὸ τέλος τοῦ πλησιάζει. Τὰ Χριστούγεννα τοῦ 1960 μ.Χ. λειτουργεῖ γιὰ τελευταία φορὰ καὶ γιὰ τὸν καιρὸ ποὺ ἀπομένει, περιορίζεται στὸ νὰ κηρύττει. Τελικὰ τὴν Κυριακὴ 11 Ἰουνίου 1961 μ.Χ., ἡμέρα ποὺ γιορτάζουν οἱ Ἅγιοι Πάντες τῆς Ἁγίας Ρωσίας, κοιμήθηκε ὁ ἀρχιεπίσκοπος - γιατρὸς Λουκᾶς Βόινο - Γιασενέτσκι. Παρὰ τὴν ἔντονη ἀντίδραση τῶν Κομματικῶν, ἡ κηδεία τοῦ ἀρχιεπισκόπου μετατράπηκε σὲ λαϊκὴ ἐπανάσταση. Η Ε.Π. Λέικφελντ περιγράφει: «Οἱ δρόμοι πλημμύρησαν ἀπὸ γυναικοῦλες μὲ ἄσπρα μαντίλια στὰ κεφάλια. Προχώρησαν σιγὰ - σιγὰ μπροστὰ ἀπὸ τὴ σορὸ τοῦ Δεσπότη. Ἀκόμη καὶ οἱ γερόντισσες δὲν πήγαιναν πίσω. Τρεῖς σειρὲς τεντωμένων χεριῶν λὲς καὶ ὁδηγοῦσαν τὸ αὐτοκίνητο. Ὁ δρόμος μέχρι καὶ τὸ κοιμητήριο ἦταν στρωμένος μὲ τριαντάφυλλα. Καὶ μέχρι τὴν πόρτα τοῦ κοιμητηρίου ἀκουγόταν πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μὲ τὰ ἄσπρα μαντίλια, ὁ ὕμνος: «Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἠμᾶς». Ὅ,τι καὶ νὰ ἔλεγαν σὲ αὐτὸ τὸ πλῆθος, ὅσο κι' ἂν προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς κάνουν νὰ σιωπήσουν, ἡ ἀπάντηση ἦταν μία, κηδεύουμε τὸν ἀρχιεπίσκοπό μας».

Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1995 μ.Χ. ἀνακηρύχτηκε ἅγιος ἀπὸ τὴν Οὐκρανικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Στὶς 17 Μαρτίου 1996 μ.Χ. ἔγινε μὲ ἐπισημότητα ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, ποὺ τέθηκαν γιὰ λαϊκὸ προσκύνημα στὸ ναὸ τοῦ κοιμητηρίου, ἀφιερωμένο στὴ μνήμη τῶν Ἁγίων Πάντων. Τὰ λείψανά του ἐξέπεμπαν μίαν ἄρρητη εὐωδία, ἐνῶ πολλοὶ ἀσθενεῖς θεραπεύτηκαν θαυματουργικά. Τρεῖς μέρες ἀργότερα, στὶς 20 Μαρτίου 1996 μ.Χ., τὰ λείψανά του μεταφέρθηκαν στὸν Ι. Ναὸ Ἄγ. Τριάδος. Ἡ μνήμη τοῦ ὁρίστηκε νὰ τιμᾶται στὶς 11 Ἰουνίου ἐπέτειο τῆς κοιμήσεώς του.

Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὅταν ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ἦταν στὸ Γενισέισκ ἐπιχείρησε μία πρωτοποριακὴ καὶ δυσκολοτατη ἐπέμβαση. Τοῦ ἔφεραν ἕνα νέο ἄνδρα μὲ βαριὰ νεφρικὴ ἀνεπάρκεια σὲ ἀπελπιστικὴ κατάσταση. Ὁ ἐπίσκοπος γιατρός, μὴν ἔχοντας ἄλλη λύση, ἀποφάσισε νὰ κάνει μία «ἡρωικὴ» ἐπέμβαση κι ἐπεχείρησε μεταμόσχευση νεφροῦ ἀπὸ μοσχάρι στὸ νεαρὸ ἀσθενῆ, παρὰ τὰ πενιχρὰ μέσα ποὺ διέθετε. Ὁ γιατρὸς ποὺ διηγήθηκε τὸ γεγονὸς αὐτό, χαρακτηρίζει ἐπιτυχημένη τὴν ἐπέμβαση, δίχως ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὸ πόσο ἔζησε ὁ ἀσθενής, τὰ μετεγχειρητικὰ προβλήματα κ.λπ. Παρόλο ποὺ ἦταν ἡ πρώτη ἐγχείρηση μεταμόσχευσης, δὲν ἔγινε εὐρύτερα γνωστή, προφανῶς γιὰ πολιτικοὺς λόγους. Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ προβληθεῖ ἕνας «ἐχθρός του λαοῦ»! Γι’ αὐτὸ ἐπίσημα ὡς πρώτη τέτοια ἐγχείρηση θεωρεῖται τοῦ καθηγητῆ Ι. Ι. Βορόνη τὸ 1934 (μία δεκαετία μετά), ὅταν ἔκανε μεταμόσχευση νεφροῦ χοίρου σὲ μία γυναίκα μὲ οὐραιμία.

 


Ἀπολυτίκιον Νέον ἅγιόν του Παρακλήτου, σὲ ἀνέδειξεν, Λουκᾶ ἡ Χάρις, ἐν καιροῖς διωγμῶν τὲ καὶ θλίψεων Νόσους μὲν ὡς ἰατρὸς ἐθεράπευσας, καὶ τὰς ψυχᾶς ὡς ποιμὴν καθοδήγησας πάτερ τίμιε, ἐγγάμων τύπος καὶ μοναστῶν, πρέσβευε σωθῆναι τὰς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἰατρὸν καὶ ποιμένα, Λουκᾶ τιμήσωμεν, Συμφερουπόλεως ποίμνης, Ἀρχιερέα λαμπρόν, τὸν βαστάσαντα Χριστοῦ τὰ θεία στίγματα, τὰς ἐξορίας, τὰ δεινά, ἐγκλεισμοὺς ἐν φυλακαῖς, τὰς θλίψεις καὶ τὰ ὀνείδη, τὸν ἒπ ἐσχάτων φανέντα, ἐν Ρωσία νέον Ἅγιον.

Κοντάκιον Ἀνεδείχθης ἥλιος, νυκτὶ βαθεία, διωγμοῦ, μακάριε, διο καὶ θάλπος νοητόν, τὸ ἐκ Θεοῦ σὺ ἐξέχεας, χειμαζομένοις, Λουκᾶ πανσεβάσμιε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ'. Τὴ Ὑπερμάχω.
Συμφερουπόλεως Λουκᾶν τὸν ἀρχιποίμενα, καὶ ἰατρὸν τὸν ἐπιστήμονα τὸν ἄριστον, οἱ φιλάγιοι ὑμνήσωμεν ἐγκαρδίως, ἐν Ρωσία γὰρ βιώσας ὥσπερ ἄγγελος, ὠμολόγησε Χριστοῦ τὸ θεῖον ὄνομα. Διο κράζομεν, χαίροις πάτερ ἀοίδιμε.

Μεγαλυνάριον 
Χαίροις τῆς Ρωσίας νέος βλαστός, καὶ τῶν θεραπευομένων ὁ προστάτης καὶ βοηθός, χαίροις Ἐκκλησίας Χριστοῦ ὁ Ἱεράρχης, Λουκᾶ ποιμὴν θεοφρον, ἀξιοτίμητε.


------------------------------------------------------------------------------

Οἱ Ἅγιοι Βαρθολομαῖος καὶ Βαρνάβας

 


Ὁ Βαρθολομαῖος ἦταν ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀπόστολους τοῦ Κυρίου καὶ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Ἰνδούς. Ἀλλὰ στὴν Οὐρβανούπολη οἱ εἰδωλολάτρες τὸν σταύρωσαν, καὶ ἔτσι ἔνδοξα τελείωσε τὴν ζωή του μὲ τὸ μαρτύριο.

Ὁ Βαρνάβας ἦταν Ἰουδαῖος Λευΐτης, ἀπὸ τὴν Κύπρο. Ἀλλὰ στὰ χρόνια τῶν Ἀποστόλων κατοικοῦσε στὴν Ἱερουσαλήμ. Βασικὸς συνεργάτης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὁ Βαρνάβας, κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ, στὴ Ῥώμη, στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ στὴ γενέτειρά του Κύπρο.
 Ἐκεῖ λιθοβολήθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες, καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔκαψαν.

 


Ὁ Βαρνάβας ὑπῆρξε μεγάλη καὶ ἔνδοξη ἐκκλησιαστικὴ φυσιογνωμία, ποὺ διακρίθηκε γιὰ τὴν φλογερή του πίστη καὶ γιὰ τὴν ἱκανότητά του στὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου.

Καὶ οἱ δυὸ Ἀπόστολοι συνέβαλαν κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο στὴν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τοῦ Κυρίου, ὅτι «εἰς πάντα τὰ ἔθνη δεῖ πρώτον κηρυχθῆναι τὸ εὐαγγέλιον». Δηλαδή, πρέπει σὲ ὅλα τὰ ἔθνη, σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο σχέδιο νὰ κηρυχθεῖ προηγουμένως τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ εἶναι τὸ κήρυγμα αὐτὸ ἔλεγχος γιὰ ἐκείνους ποὺ δὲ θὰ πιστέψουν.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θεία ὄργανα, τοῦ Παρακλήτου, καὶ ἐκφάντορες, τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀνεδείχθητε θεόπται Ἀπόστολοι, Βαρθολομαῖε τῶν Δώδεκα σύσκηνε, καὶ Βαρνάβα ὡς υἱὸς παρακλήσεως. Ἀλλὰ αἰτήσασθε, Χριστὸν τὸν Θεὸν πανεύφημοι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤφθης μέγας ἤλιος τῇ οἰκουμένῃ, διδαγμάτων λάμψεσι, καὶ θαυμασίων φοβερῶν, φωταγωγῶν τοὺς τιμώντάς σε, Βαρθολομαῖε Κυρίου Ἀπόστολε.

ΜεγαλυνάριονΧαίροις Ἀποστόλων ἡ ξυνωρίς, τῆς οἰκονομίας, τοῦ Σωτῆρος οἱ λειτουργοὶ, σὺν Βαρθολομαίῳ, Βαρνάβας ὁ θεόφρων, πνευματικαὶ κινύραι, τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν.


------------------------------------------------------------------------------
 
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τῷ « Ἀδειν»
δηλαδὴ ἡ παράδοση ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριὴλ τοῦ ὕμνου «Ἄξιον Ἐστίν»

 


Ἡ παράδοση αὐτὴ τοῦ γνωστοῦ ὕμνου « Ἄξιον Ἐστίν» ἔγινε μὲ θαυματουργικὸ τρόπο σὲ κάποιο κελλὶ τῆς Μονῆς Παντοκράτορος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ ἐπονομάζεται « Ἄξιον Ἐστίν», ἡ δὲ τοποθεσία ὀνομάζεται « Ἄδειν».

Ὁ δὲ Ἄγγελος, ποὺ παρέδωσε τὸν ὕμνο αὐτὸ σὲ κάποιο μοναχό, ἦταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ.

Τὸ παρακάτω ἱστορικὸ γράφηκε ὡς ὑπόμνημα ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Σεραφεὶμ τὸν Θυηπόλο τὸ 1548 (ἀπὸ κτίσεως κόσμου 7056) ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε καὶ Πρῶτος τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ διέσωσε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.


Κατὰ τὴ Σκήτη τοῦ Πρωτάτου, ποὺ βρίσκεται στὶς Καρυὲς τοῦ Ἁγ. Ὄρους – στὴν ἀριστερὴ ὄχθη τοῦ κατιόντος χειμάρρου τοῦ Λιβαδογένη, κάτω ἀπὸ τὴ ρωσικὴ Σκήτη τοῦ Ἁγ. Ἀνδρέα - ἐκεῖ κοντὰ στὴν τοποθεσία τῆς Ι. Μονῆς Παντοκράτορος, εἶναι ἕνας λάκκος (χαράδρα) μεγάλος ποὺ ἔχει διάφορα Κελλιά.

Σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ Κελλιὰ ποὺ ἦταν ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, κατοικοῦσε ἕνας ἐνάρετος Ἱερομόναχος γέροντας μὲ τὸν ὑποτακτικό του. Ἐπειδὴ δὲν συνηθίζονταν νὰ γίνεται ἡ καθιερωμένη ἀγρυπνία κάθε Κυριακὴ στὴν παραπάνω Σκήτη τοῦ Πρωτάτου, κατὰ τὸ ἑσπέρας ἑνὸς Σαββάτου θέλοντας ὁ Γέροντας νὰ πάει στὴν ἀγρυπνία λέγει στὸν ὑποτακτικὸ :

- Ἐγὼ Τέκνο μου θὰ πάω νὰ ἀκούσω τὴν ἀγρυπνία ὡς συνήθως. Ἐσὺ μεῖνε στὸ κελὶ καὶ ἀνάγνωσε τὴν ἀκολουθία σου. Καὶ ἔτσι ἔφυγε.

Ἀφοῦ ἦρθε τὸ βράδυ, ἀκούει ὁ ὑποτακτικὸς νὰ χτυπάει κάποιος τὴν πόρτα τοῦ κελλιοῦ. Πῆγε, τὴν ἄνοιξε καὶ βλέπει κάποιον ξένο καὶ ἄγνωστο μοναχό, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ παρακάλεσε, μπῆκε καὶ ἔμεινε ἐκείνη τὴ βραδιὰ στὸ κελλί.

Τὴν ὥρα τοῦ ὄρθρου σηκώθηκαν καὶ ἔψαλλαν καὶ οἱ δύο τὴν ἀκολουθία. Ὅταν ὅμως ἦλθαν στὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ, ὁ ὑποτακτικὸς ἔψαλλε ἕως τέλους τὸ συνηθισμένο καὶ παλαιὸ ὕμνο τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ τοῦ Ποιητοῦ, ἐνῷ ὁ ξένος μοναχὸς στάθηκε μπροστὰ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καὶ μὲ περισσὴ εὐλάβεια καὶ φόβο κάνοντας ἄλλη ἀρχὴ τοῦ ὕμνου τὸν ἔψαλλε μελιρρύτως ὡς ἑξῆς: « Ἄξιον ἐστὶν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον, καὶ παναμώμητον, καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Μετὰ ἐπισύναψε καὶ τὴν Τιμιωτέραν μέχρι τέλους.


Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ ὁ ὑποτακτικὸς ἐνθουσιάστηκε ἀφ’ ἑνὸς γιὰ τὸ νέο ὕμνο ἀφετέρου γιὰ τὴν κατὰ κάποιο τρόπο Ἀγγελοειδῆ φωνὴ καὶ οὐράνιο μελῳδία ποὺ ἄκουσε καὶ λέει πρὸς τὸν ξένο μοναχό:

- Ἐμεῖς μόνο τὴν Τιμιωτέρα ψάλλουμε. Τὸ Ἄξιον Ἐστίν, δὲν τὸ ἔχουμε ἀκούσει ποτέ, οὔτε ἐμεῖς ἀλλὰ οὔτε καὶ οἱ πρωτύτεροι ἀπό μᾶς. Ἀλλὰ σὲ παρακαλῶ, κάνε ἀγάπη καὶ γράψε σὲ μένα τὸν ὕμνο αὐτὸ γιὰ νὰ τὸν ψάλλω καὶ ἐγὼ στὴν Θεοτόκο.

- Φέρε μου μελάνι καὶ χαρτὶ γιὰ νὰ γράψω τὸν ὕμνο, τοῦ εἶπε ὁ ξένος μοναχός.

- Δὲν ἔχω οὔτε μελάνι, οὔτε χαρτὶ ,εἶπε ὁ ὑποτακτικός. Τότε ὁ ξένος μοναχὸς εἶπε:

- Φέρε μου μία πλάκα .

Ὁ ὑποτακτικὸς πῆγε τότε καὶ ἔφερε (μάλιστα λέγεται ὅτι ἡ πλάκα αὐτὴ ἦταν ἀπὸ τὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ κάτι ποὺ εἶναι πολὺ πιθανόν). Τὴν πῆρε λοιπὸν ὁ ξένος, καὶ ἔγραψε πάνω σ’ αὐτὴν μὲ τὸ δάκτυλό του τὸν παραπάνω ὕμνο, τὸ Ἄξιον Ἐστίν. Κι ὦ τοῦ θαύματος!!! Τὰ γράμματα χαράχθηκαν τόσο βαθιὰ πάνω στὴν σκληρὴ πλάκα σὰν νὰ γράφηκαν σὲ μαλακὸ πηλό.

Καὶ ποιὸς νὰ περιγράψει τὴν ἔκπληξη τοῦ ὑποτακτικοῦ ποὺ βρέθηκε μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ ἐξαίσιο γεγονός, ὁ ὁποῖος δίκαια στάθηκε ἐμβρόντητος καὶ παράλαβε τὴν πλάκα ἀπὸ τὸν ξένο. Μετὰ εἶπε ὁ ξένος στὸν ὑποτακτικό:

- Ἀπὸ σήμερα καὶ στὸ ἑξῆς ἔτσι νὰ ψάλλετε αὐτὸ τὸν ὕμνο καὶ ἐσεῖς, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι στὴν Κυρία ἡμῶν Θεοτόκο. Καὶ μετὰ ἐξαφανίστηκε. Ἦταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸ Θεό, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἀγγελικὸ αὐτὸ ὕμνο στὴν ἀνθρωπότητα.

Ὁ ὑποτακτικὸς μοναχὸς δοκιμάζοντας ἔκπληξη στὴν ἔκπληξη καὶ χαρὰ στὴν χαρά, προσκύνησε τὸν τόπο ὅπου στάθηκε ὁ Ἄγγελος καὶ ξεφώνησε: «Νῦν εἶδα ἀληθῶς ὅτι ἐξαπέστειλε Κύριος τὸν Ἄγγελο Αὐτοῦ» καὶ ἀτενίζοντας τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου «Δεδοξασμένα ἐλαλήθη περί σοῦ ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ, Δέσποινά μου Μαρία».

Ἀφοῦ ἐπέστρεψε καὶ ὁ Γέροντας ἀπὸ τὴν Ἀγρυπνία στὸ κελλί, ἄρχισε ὁ ὑποτακτικὸς νὰ τοῦ διηγεῖται τὰ συμβαίνοντα καὶ νὰ τοῦ ψάλλει τὸ Ἄξιον Ἐστίν, ὅπως τοῦ παρήγγειλε ὁ Ἄγγελος καὶ στὴ συνέχεια τοῦ ἔδειξε καὶ τὴν πλάκα μὲ τὰ ἀγγελοχάρακτα γράμματα. Ὁ Γέροντας ἀκούγοντας καὶ βλέποντας ὅλα αὐτά, ἔμεινε ἐκστατικὸς ἀπέναντι στὸ θαῦμα αὐτό.

Πῆραν καὶ οἱ δύο τὴν ἀγγελοχάρακτη πλάκα καὶ πῆγαν στὸ Πρωτᾶτο. Τὴν ἔδειξαν στὸν Πρῶτο ἀλλὰ καὶ στοὺς Γέροντες τῆς Κοινῆς Σύναξης καὶ τοὺς διηγήθηκαν ὅλα τὰ γενόμενα. Αὐτοὶ δόξασαν τὸ Θεὸ καὶ εὐχαρίστησαν τὴ Κυρία Θεοτόκο γιὰ τὸ ἐξαίσιο αὐτὸ Θαῦμα. Ἀμέσως ἔστειλαν τὴν πλάκα στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τὸν Πατριάρχη καὶ τὸν Αὐτοκράτορα ἀφοῦ τοὺς ἔγραψαν καὶ γράμματα ποὺ ἐξιστοροῦσαν ὅλη τὴν ὑπόθεση τοῦ γεγονότος.

Ἀπὸ τότε καὶ μετὰ ὁ Ἀγγελικὸς αὐτὸς ὕμνος διαδόθηκε σὲ ὅλη τὴν Οἰκουμένη καὶ ψάλλεται στὴ Θεομήτορα ἀπὸ ὅλους τούς Ὀρθοδόξους.

Ἡ δὲ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ποὺ βρισκόταν στὴν Ἐκκλησία τοῦ Κελλίου στὸ ὁποῖο ἔγινε αὐτὸ τὸ Θαῦμα, μὲ κοινὴ ἀπόφαση τῶν Πατέρων ἀποφασίσθηκε νὰ μεταφερθεῖ στὸ Ι. Βῆμα τοῦ Πρωτάτου. Ἔτσι ἀφοῦ συνήχθησαν πολλοὶ Πατέρες, ἔκαναν μία μεγαλειώδη λιτανεία (κρατώντας κεριά, προσφέροντας θυμιάματα, καὶ θείους ὕμνους) ὅπως ἅρμοζε στὴν περίπτωση καὶ ἀφοῦ πῆγαν στὸ κελλὶ ὅπου εἶχε λάβει χώρα τὸ Θαῦμα προσκύνησαν τὴν ἐν λόγῳ Ἱερὰ Εἰκόνα τῆς Θεομήτορος. Στὴ συνέχεια τὴν λιτάνευσαν πρὸς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Πρωτάτου. Ὅταν ἔφθασαν στὸν Ναὸ τὴν ἀπέθεσαν στὸν κυρίως Ἱερὸ Ναὸ καὶ στὴ συνέχεια τέλεσαν ἀγρυπνίας εἰς δόξα καὶ τιμὴ τῆς Θεομήτορος καὶ τοῦ Ὑπηρέτη Αὐτῆς Μεγίστου Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ. Μετὰ ἀφοῦ τὴν ἔλαβαν σὰν τίμιο ἁγίασμα, χρυσοπορφύρωτο κιβωτὸ καὶ τιμαλφέστατο θησαυρό, μὲ τὴν δέουσα τιμὴ καὶ εὐλάβεια τὴν εἰσήγαγαν στὸ Ι. Βῆμα σύμφωνα μὲ τὴν προσυμφωνηθεῖσα ἀπόφαση καὶ τὴν ἐνθρόνισαν στὸ Ἱερὸ σύνθρονο τοῦ Ἁγίου Βήματος πίσω ἀπὸ τὴν Ἅγια Τράπεζα, ὅπου βρίσκεται μέχρι καὶ σήμερα, σὰν σὲ θρόνο βασιλικό.

Ἀπὸ τότε ἡ Ἱερὰ αὐτὴ Εἰκόνα πῆρε τὴν ὀνομασία τοῦ ἀγγελικοῦ ὕμνου «Ἄξιον Ἐστίν», ἂν καὶ ἀρχικὰ εἶχε ἄλλη ὀνομασία, ἐπειδὴ μπροστὰ στὴν εἰκόνα αὐτὴ ψάλθηκε γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τὸν Ἄγγελο ὁ ὕμνος αὐτός. Τὸ κελλὶ πῆρε τὴν ἐπωνυμία «Ἄξιόν Ἐστι» ἐνῷ ὁ λάκκος ( ἡ τοποθεσία) ποὺ βρίσκεται τὸ κελλὶ ὀνομάζεται ἀπὸ ὅλους μέχρι σήμερα «Ἄδειν» (δηλαδή, ψάλλειν), ἐπειδὴ ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορὰ ψάλθηκε ὁ ἀγγελικὸς καὶ Θεομητροπρεπὴς αὐτὸς ὕμνος.

Τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι παλαιὸ καὶ ἔγινε τὸ 980 μ.Χ. (6488 ἔτη ἀπὸ κτίσεως κόσμου) ἐπὶ τῆς Βασιλείας Βασιλείου καὶ Κωνσταντίνου τῶν αὐταδέλφων ποὺ ὀνομαζόντουσαν καὶ Πορφυρογέννητοι, υἱῶν τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ νέου καὶ ἐπὶ πατριαρχίας Νικολάου τοῦ Χρυσοβέργου.

Τὸ ὅτι ὁ Ἄγγελος ποὺ φάνηκε ὡς ξένος μοναχὸς ἦταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, μαρτυρεῖ καὶ τὸ βιβλίο τοῦ μηναίου κατὰ τὴν ἑνδεκάτη Ἰουνίου ὡς ἑξῆς: «Τῆ αὐτῆ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν».

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πατέρων ἀθροίσθητε, πᾶσα τοῦ Ἄθω πληθύς, πιστῶς ἑορτάζοντες, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνῃ, τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, νῦν παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, παραδόξως ὑμνεῖται διό ὡς Θεοτόκον ἀεὶ ταύτην δοξάζομεν


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Θεόπεμπτος μαζὶ μὲ ἄλλους τέσσερις

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ὅσιος Βαρνάβας ὁ θαυματουργὸς ὁ ἐν Λεμεσῷ

 


O Ὅσιος Βαρνάβας ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ Βάσα. Σύμφωνα μὲ τὶς παραδόσεις τῶν κατοίκων τῆς Βάσας καὶ τὴν ἀκολουθία του, ἀσκήτεψε σὲ μία σπηλιὰ ποὺ βρίσκεται στὰ δυτικά του χωριοῦ καὶ στὴ ρίζα ἑνὸς πέτρινου γκρεμοῦ ἀπὸ ἄσπρα ὑδατώδη πετρώματα.

Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος γ’.
Χαίρει ἔχουσα Βάσεων πόλις, θείαν λάρνακα τῶν σῶν λειψάνων, ἀναβρύουσαν πηγᾶς τῶν ἰάσεων, καὶ διασῴζουσαν πᾶν τᾶς ἐκ θλίψεων, τοὺς σοὶ προστρέχοντας, πάτερ, ἐκ πίστεως Βαρνάβα ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης Τσί-Σοὺνκ (Κινέζος) καὶ οἱ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν μαρτυρήσαντες: Τατιανὴ ἡ Πρεσβυτέρα του, Ἡσαΐας καὶ Ἰωάννης οἱ γιοί του, Μαρία ἡ νύφη του καὶ ἄλλοι 222 Κινέζοι Μάρτυρες

 


Στὴ δύση τοῦ 19ου αἰώνα μ.Χ., στὴ Κίνα, ἀναπτύσσετε τὸ κίνημα τῶν Μπόξερ ποὺ ἀποτελούταν ἀπὸ ξενόφοβους συντηρητικοὺς ἀριστοκράτες ποὺ ἐναντιώνονταν σὲ ὁτιδήποτε νέο καὶ ἐκσυγχρονιστικό. Οἱ Μπόξερ, ἔπνιγαν στὸ αἷμα κάθε ἀντίδραση καὶ ζητοῦσαν τὴν ἔξωση ὅλων τῶν ξένων ποὺ ζοῦσαν στὴν Κίνα, στοὺς ὁποίους κατὰ τὴν γνώμη τοὺς ὀφειλόταν κάθε κακὸ ποὺ συνέβη σ' αὐτή.

Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὴν πρώτη καὶ κύρια θέση στὸ διωγμὸ ποὺ ἐπέβαλαν οἱ Μπόξερ. Στὶς 11 Ἰουνίου τοῦ 1900 μ.Χ., στὸ Πεκίνο, μία πομπὴ μὲ Μπόξερ, ξεκίνησε μὲ ἀναμμένους δαυλούς, ὑψώνοντας στὰ χέρια τὰ εἴδωλα τῶν πατροπαράδοτων θεῶν τῆς κινέζικης φυλῆς καὶ κρατώντας θυμιατήρια γιὰ νὰ τοὺς θυμιάσουν οἱ χριστιανοί, ἀρνούμενοι τὴν «ξενόφερτη» πίστη τους. Ἡ πίεση ἦταν ἀφόρητη καὶ τὰ μαρτύρια τῶν χριστιανῶν φρικτά. Πολλοὶ δυστυχῶς κάμφθηκαν καὶ ἔκαιγαν θυμίαμα γιὰ νὰ σώσουν τὴ ζωή τους. Ἄλλοι ὅμως ὁμολογοῦσαν θαρραλέα τὴν πίστη τους στὸ Χριστό.

Ἀνάμεσα στοὺς τελευταίους ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Μητροφάνης Τσὶ-Σούνγκ, ὁ πρῶτος Κινέζος ὀρθόδοξος ἱερέας ποὺ εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπὸ τὸν ἅγιο Νικόλαο τῆς Ἰαπωνίας. Στὴν ἀρχή, οἱ Μπόξερ ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν βάναυσα μὲ γροθιὲς στὸ στῆθος. Ἔσφαξαν μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ τὴν πρεσβυτέρα τοῦ Τατιανὴ καὶ τὸν 23χρονο γιὸ τῆς Ἠσαΐα, ἐνῶ ἔκοψαν τὴ μύτη, τὰ αὐτιὰ καὶ τὰ δάκτυλα τῶν ποδιῶν τοῦ μικρότερου γιοῦ του, Ἰωάννη. Τέλος ἐκτέλεσαν καὶ τὸν Ἅγιο Μητροφάνη.

Λίγο ἀργότερα, ἔφτασε στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ ἡ νύφη τοῦ Μητροφάνη, Μαρία, μνηστὴ τοῦ μάρτυρα πιὰ Ἠσαΐα, 19 ἐτῶν, ἐπιθυμώντας νὰ πεθάνει μὲ τὴν οἰκογένεια τοῦ μνηστήρα της. Οἱ Μπόξερ, ἀφοῦ τὴν βασάνισαν τὴν σκότωσαν καὶ αὐτή.

Ἀπὸ τοὺς περίπου χίλιούς της ἐνορίας τοῦ Πεκίνου, οἱ τριακόσιοι χάθηκαν στὰ αἱματηρὰ γεγονότα τῆς 11ης Ἰουνίου 1900 μ.Χ., ἐκ τῶν ὁποίων 222 ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῶν τῶν ἁγίων της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο "Συναξάριον Ὀρθοδόξων Κινέζων Μαρτύρων", τοῦ Γεωργίου Ε. Πιπεράκη, Ἀθῆναι 1997.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α' Χορὸς ἀγγελικός.
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὧν τῆς δόξης, θυσίαν λογικὴν καὶ τὸ ἄμωμον θύμα, ἀθλήσεως στάδιον, σεαυτὸν προσενήνοχας σὺν ποιμνίω σου, πάτερ Τσὶ-Σοὺνγκ ἐν Πεκίνω, ὅθεν πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν πίστει ὑμνούντων τὴν παντιμον μνήμην σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος β'.
Καὶ τρόπων μέτοχος καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος τὴν πράξη εὖρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν• δὶ' ἰ πίστει ἐνήθλησας ἐν Πεκίνω, μέχρις αἵματος, ἱερομάρτυς Τσὶ-Σούνγκ. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῶ, σωθῆναι τὰς ψυχᾶς ἠμῶν.

Μεγαλυνάριον 
Ἦχος γ'
Χαίροις τοῦ Πεκίνου ἱερουργὸς σὺν τῷ σῶ ποιμνίω, μαρτυρήσας πανευκλεῶς, δυσσεβοὺς τυράννου, τὰς μηχανᾶς συνθλίψας, δυνάμει τοῦ Κυρίου, πάτερ Μητρόφανες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...