Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Παίσιος Λαρεντζάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Παίσιος Λαρεντζάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Μαρτίου 21, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Δ΄ Νηστειών «Βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ»

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


«Βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ»
    Ο λόγος αυτός του δυστυχισμένου πατέρα με το βαριά άρρωστο παιδί φανερώνει πως η πίστη του ήταν μερική, όχι δυνατή και ολοκληρωμένη. Όταν οι Μαθητές απέτυχαν να θεραπεύσουν το παιδί του κλονίζεται και πλησιάζει τον Κύριο με αμφιβολία. «Εἲ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθείς ἐφ’ ἡμᾶς». Και όταν ο Κύριος τον επιτιμά, λέει: «Πιστεύω Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».
    Ούτε ο πόνος του, ούτε τα όσα θα είχε ακούσει για τις θαυματουργικές θεραπείες του Κυρίου ήταν αρκετά να τον υψώσουν στις κορυφές της μεγάλης και ακράδαντης πίστης. Ζούσε κι ο πατέρας εκείνος στο δραματικό κλίμα της ολιγοπιστίας.
    Αλλά όχι μόνο ο πατέρας εκείνος. Και πολλοί άλλοι κι εμείς ακόμη συχνά ζούμε μέσα στο κλίμα της ολιγοπιστίας. Δεν είμαστε άπιστοι. Είμαστε οι ολιγόπιστοι, οι κλονιζόμενοι. Όταν όλα στη ζωή μας πάνε καλά, όταν υπάρχει ειρήνη, όταν όλα μάς τα δίδει ο Θεός, τότε καλά. Όταν όμως έρθει μια συμφορά, μια αρρώστια ανίατη, ένας θάνατος, μια οικονομική δυσχέρεια, μια θλίψη, ένας δυνατός πειρασμός, τότε κλονιζόμαστε. Μοιάζουμε με τον Απόστολο Πέτρο πάνω στα κύματα. Μόλις σηκώθηκε μια βίαια πνοή του ανέμου άρχισε να καταποντίζεται. Και δεν κλονιζόμαστε μόνο. Κάποτε φτάνουμε και στην απιστία. Τότε βγαίνει από το στόμα μας ο σκληρός λόγος: «Δεν ενδιαφέρεται για μένα ο Θεός» ή «Ο Θεός με έχει ξεχάσει».
    Το πρωταρχικό αίτιο του κλονισμού αυτού είναι εσωτερικό, βαθύ. Προέρχεται από την ψυχή, που δεν έχει βαθιά ρίζα. Από την ψυχή που δεν έχει ρίξει άγκυρα, η οποία να φθάνει και να γαντζώνεται από τον ασάλευτο βράχο. Ο άνθρωπος αυτός αρκείται στην επιφάνεια, στην επιφανειακή πίστη. Πηγαίνει κάπου κάπου στην Εκκλησία, τηρεί μερικά θρησκευτικά καθήκοντα, παρουσιάζεται όπου τον συμφέρει, άνθρωπος πιστός. Δεν έχει όμως ενδιαφερθεί για μια βαθύτερη αυτοκαλλιέργεια, για μια συστηματική τόνωση της πίστεώς του, ώστε όταν έρθουν οι καταιγίδες, οι άνεμοι και οι βροχές να είναι ακλόνητος. Αυτός κτίζει το πνευματικό του οικοδόμημα πάνω στην άμμο. Γι’ αυτό όταν λυσσομανά ο βοριάς και οι ορμητικές καταιγίδες παρασύρουν τα πάντα, παρασύρουν κι αυτό το οικοδόμημα. Και τότε η πτώση είναι μεγάλη.
    Η ολιγοπιστία πολλών ανθρώπων έχει και μια δεύτερη αιτία. Το κλίμα της εποχής μας, που είναι κλίμα αμφιβολίας και κλονισμού της πίστης στην πρόνοια του Θεού, όπως συχνά λέγεται. Τα κηρύγματα και συγχρόνως ο ρυθμός της εποχής, ο θόρυβος, και ότι άλλο βιώνουμε στον κόσμο που ζούμε, σπρώχνουν πολλούς να αδιαφορούν για κάθε τι το πνευματικό, το θεϊκό. Οι γέφυρες με τον ουρανό είναι μισογκρεμισμένες. Κρατάμε τον Θεό μακριά μας και ζούμε χωρίς την ζωογόνο πνοή της ελπίδας.
    Αλλά ο πατέρας του ταλαιπωρημένου εκείνου παιδιού, δεν μένει στην ολιγοπιστία. Προχωρεί. Την ομολογεί στον Κύριο. Αυτό είναι το πρώτο και σημαντικό βήμα. Και ζητάει να τον βοηθήσει. «Βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Βοήθησέ με να υπερνικήσω την απιστία μου.
    Και οι Μαθητές είχαν κάποτε ζητήσει από τον Κύριο να τους τονώσει την πίστη, όταν κι αυτοί βρέθηκαν σε δύσκολες ώρες. Είχαν τότε παρακαλέσει τον Κύριο με φωνή σπαρακτική: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν, Κύριε».
    Η προσευχή, που ζητάει ενίσχυση της πίστεως σε ώρες σκληρές είναι από τις πιο υπέροχες αιτήσεις. Πολλοί είναι αυτοί που το έχουν δοκιμάσει, ακόμα και στις ημέρες μας. Κάποια ώρα που λυγίζουμε από τον πόνο, που κάμπτεται η εμπιστοσύνη μας στον Θεό, όταν γονατίσουμε και προσευχηθούμε, όταν μπούμε σε μια κατανυκτική Εκκλησία και ζητήσουμε να μάς ενισχύσει την πίστη, επιστρέφουμε με φτερά στο σπίτι μας. Ο Κύριος, ο σπλαγχνικός Πατέρας περιμένει αυτή την προσευχή και την ακούει και δίνει την χάρη και τη συμπαράστασή του.
    Και όσοι αμφιβάλλουμε για την αλήθεια αυτή, δεν έχουμε παρά στην δύσκολη στιγμή, που θα νοιώσουμε κάποια αμφιβολία, να πούμε και εμείς όπως ο πατέρας του παιδιού: «Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».

Σάββατο, Μαρτίου 07, 2015

Τό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς: Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη, Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης.

«Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου»
Την Δεύτερη Κυριακή της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ακούμε κατά την Θεία Λειτουργία, το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ, ημέρα που ακριβώς πανηγυρίζουμε τη μνήμη του Αγίου Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Παλαμά.
Και μάς το διάβασε αυτό η Εκκλησία μας, για να μάς οδηγήσει στην μετάνοια αφού ο Χριστός πρώτα θεράπευσε την ψυχή του παραλύτου και έπειτα το σώμα του.
Τέσσερις σπλαγχνικοί άνθρωποι είδαν τον παράλυτο και αποφάσισαν ότι δεν έπρεπε να τον αφήσουν αβοήθητο. Πίστευαν ότι ο Χριστός μπορούσε να τον θεραπεύσει. Πολλοί έβλεπαν τον παράλυτο. Τον έβλεπαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, τον έβλεπε κι όλος ο Ιουδαϊκός λαός. Τι έκαναν όμως; Τίποτα.
Οι τέσσερις αυτοί άνθρωποι, άγνωστοι μεν σε μας, γνωστοί όμως στο Θεό, ήθελαν να μεταφέρουν τον παράλυτο κοντά στο Χριστό. Δεν περίμεναν να πάει ο Χριστός στον παράλυτο. Πως όμως; Σκέφτηκαν διάφορους τρόπους. Η αγάπη είναι εφευρετική. Έτσι βρήκαν τον τρόπο μεταφοράς του παραλύτου. Τον έβαλαν πάνω σε ένα φορείο και τον πήγαν στο σπίτι όπου δίδασκε εκείνο τον καιρό ο Χριστός. Τότε όμως βρέθηκαν προ ενός άλλου μεγάλου προβλήματος. Στο σπίτι υπήρχε πλήθος λαού, που δεν άνοιγε δρόμο να περάσει το φορείο με τον παράλυτο. Όλοι κρατούσαν σφικτά τις θέσεις τους. Το θέαμα του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου κανέναν απ’ αυτούς δεν συγκινεί. Θα περιμέναμε οι Γραμματείς και Φαρισαίοι που διάβαζαν το Νόμο, να φανούν και εφαρμοστές του. Αλλά δεν τον εφάρμοζαν. Τότε, οι τέσσερις σπλαγχνικοί άνθρωποι βρήκαν τον τρόπο. Ανέβηκαν στη σκεπή του σπιτιού, «απεστέγασαν την στέγη», όπως μας λέει ο Ευαγγελιστής Μάρκος, και κατέβασαν τον παράλυτο μπροστά στο Χριστό.
Κι ο Χριστός σταματώντας για λίγο την ομιλία του, βλέπει την πίστη των τεσσάρων αυτών ανθρώπων, των αχθοφόρων της αγάπης, και απευθύνεται προς τον παράλυτο λέγοντάς του: «τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Παιδί μου, του λέει, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου.
Η πίστη των τεσσάρων αυτών ανθρώπων τους έκανε να αγαπήσουν τον άγνωστο άνθρωπο γι’ αυτούς, και να τον σώσουν οδηγώντας τον στο Χριστό.
Αλλά γιατί ο Χριστός να θεραπεύσει πρώτα την ψυχή του παραλύτου; Γιατί, όπως μάς λέει ο Απόστολος Παύλος, όλες οι ασθένειες οφείλονται στην αμαρτία. Γι’ αυτό και ο Χριστός συγχώρεσε πρώτα τις αμαρτίες του. Οι Γραμματείς και Φαρισαίοι όμως, που ήταν γεμάτοι υποκρισία, έλεγαν μέσα τους ότι ο Χριστός είναι βλάσφημος.
Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Μόνον ο Θεός. Πως τότε, έλεγαν μέσα τους, ο Χριστός λέει ότι μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Θεός είναι; Δεν καταλάβαιναν ότι μπροστά τους είχαν τον Υιό και Λόγο του Θεού. Αλλά ο Χριστός που διαβάζει και τις πιο κρυφές μας σκέψεις είπε: τι είναι πιο εύκολο σε μένα, να πω στον άνθρωπο αυτό σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου ή να του πω «σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε υγιής στο σπίτι σου»; Για να δείτε πως είμαι Αληθινός Θεός, λέει στον παράλυτο: παιδί μου σήκω υγιής και πήγαινε σπίτι σου.
Εκείνο που έκανε το Χριστό να θεραπεύσει τον παράλυτο είναι τόσο η πίστη των τεσσάρων, όσο και η αγάπη τους.
Εμείς πως διδασκόμαστε από το παράδειγμα των τεσσάρων αυτών ανθρώπων;
Η παρουσία του Χριστού στη ζωή μας είναι μια πραγματικότητα. Με το λόγο Του, με τις ευεργεσίες Του, με τις επεμβάσεις Του, με τις δοκιμασίες που επιτρέπει. Πως την αντιμετωπίζουμε; Ποια είναι η στάση μας απέναντί Του; Αδιαφορία, ενδιαφέρον, περιφρόνηση, πίστη, αντίδραση; Ας εξετάσει ο καθένας τον εαυτό του και ας δώσει μια τίμια και ειλικρινή απάντηση.
Ίσως να μην υπάρχει άνθρωπος ανάμεσά μας που να μην πιστεύει στο Θεό, στη θεότητα του Χριστού, στην Εκκλησία. Δεν αρκεί όμως αυτό. Η πίστη είναι άχρηστη όταν δεν τη ζει κανείς και δεν την εκδηλώνει σωστά και γνήσια.
Μερικοί την εκδηλώνουν «διά τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Για να εντυπωσιάσουν. Δεν τους συγκινεί βαθιά. Είναι μια πίστη επιπόλαιη και επιφανειακή. Μόνο για να τους εξυπηρετεί στις επιδιώξεις τους. Στην ουσία είναι ανύπαρκτη. Δεν υπάρχει καν πίστη. Πρόκειται για υποκρισία και για συμφέρον που χρησιμοποιεί την πίστη σαν μέσο για την ικανοποίησή του.
Άλλοι έχουν μια πίστη ξεθωριασμένη και αστήρικτη. Δεν επιθυμούν να την στηρίξουν. Κλονίζονται μπροστά στο παραμικρό αντίθετο ρεύμα. Είναι μια πίστη ξερή και άκαρπη. Χωρίς αρετή, χωρίς αγάπη. Χωρίς αγώνα για λύτρωση από τον κλοιό της αμαρτίας. Δεν θέλουν να ξεφύγουν και να ξεχωρίσουν από το πνεύμα της εποχής τους. Τους ελκύει ο Θεός. Αντιλαμβάνονται πως κοντά Του θα βρουν τη πραγματική χαρτά και ευτυχία. Επιχειρούν μερικές απόπειρες. Δεν έχουν όμως το θάρρος και τη δύναμη να ξεφύγουν από τις αντιλήψεις του κόσμου. Κάμπτονται, αχρηστεύονται.
Από το βαθμό της πίστεως εξαρτάται και η στάση μας απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Η αγάπη είναι ζωντανή και καρποφόρα, μόνο όταν στηρίζεται και θερμαίνεται από την πίστη. Μόνο αν ταυτίζεται με την πίστη είναι γνήσια. Αλλιώς μπαίνει στη μέση η σκοπιμότητα. Και φθάνει να καταντήσει υποκρισία. Αν όμως η αγάπη ζυμωθεί με την πίστη, τότε ο άνθρωπος γίνεται ευεργετικός. Εφ’ όσον «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί», καθένας που ενώνεται μαζί Του γίνεται κρουνός της αληθινής, της γνήσιας αγάπης. Της απέραντης θεϊκής αγάπης που δε γνωρίζει όρια θυσίας.
Και επειδή μιλήσαμε για πίστη, και σήμερα εορτάζουμε την μνήμη του Αγίου Γρηγορίου, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Παλαμά, που ήταν άνθρωπος πίστεως, αγάπης, ταπεινοφροσύνης και κάθε αρετής, και ως εκ τούτου, μας διδάσκει την αγάπη. Δεν πρέπει η προσευχή μας και η αγάπη μας να είναι μόνον για τους δικούς μας. Γιατί ο Χριστός δεν ήρθε για λίγους ανθρώπους. Δεν ήρθε για μια φυλή και ένα έθνος. Ήρθε για όλο τον κόσμο. Η καρδιά μας ως χριστιανών, πρέπει να αγαπά κάθε άνθρωπο στη γη μας.
Υπάρχουν άπιστοι που λένε ότι η πίστη του Χριστού χάθηκε. Λάθος! Όσο υπάρχουν άνθρωποι που έχουν την αρετή της αγάπης, ως την μεγαλύτερη στη ζωή τους, η πίστη Ζει, και ο Χριστός είναι μέσα μας. Όταν εφαρμόζουμε το Ευαγγέλιο στη ζωή μας, η πίστη του Χριστού είναι ζωντανή.
Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, άγιος Γρηγόριος, εκτός του ότι πολέμησε τους αιρετικούς παπικούς, ζητά από το Θεό το φωτισμό Του. «Κύριε, λέει, φώτισόν μου το σκότος». Αυτός που ήταν φωτισμένος, και είχε αγωνισθεί σ’ όλη τη ζωή του μέσα στις σπηλιές και τις ερήμους, λάμποντας εν τέλει ως φως μέσα στην μεγαλούπολη Θεσσαλονίκη, ζητά το φωτισμό του Θεού. Εμείς ποιοι είμαστε, που πολλές φορές λέμε ότι δεν έχουμε αμαρτίες, ώστε να πάμε στον πνευματικό και να εξομολογηθούμε; Χρειαζόμαστε την εξομολόγηση για να φωτίζουμε τη ψυχή μας, και να καθαριζόμαστε ψυχικά.
Ας αγωνιστούμε, ιδιαίτερα την περίοδο αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, να γίνουμε πιστοί και ευλαβείς χριστιανοί, άνθρωποι αγάπης και ελπίδος στο Θεό, για να κερδίσουμε μαζί με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά και όλη τη χορεία των Αγίων τη Βασιλεία των ουρανών.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Ορθοδοξίας



Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Ο άνθρωπος γιορτάζει πολλούς θριάμβους. Καθημερινά έχει επιτεύγματα και υπέροχες νίκες. Κραυγές χαράς ακούγονται από κάθε σημείο της γης όταν η μια ανακάλυψη δέχεται την άλλη.
Δεν είναι όμως μόνο οι θρίαμβοι αυτοί. Διότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο μυαλό και τεχνικές κατακτήσεις. Είναι και πνεύμα. Είναι και ψυχή. Για το λόγο αυτό υπάρχουν και άλλου είδους θρίαμβοι. Θρίαμβοι στη σφαίρα του πνεύματος.
Ένα τέτοιο θρίαμβο γιορτάζουμε σήμερα. Τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Δηλαδή, πανηγυρίζουμε τον θρίαμβο της αληθινής πίστης, τον θρίαμβο ενάντια στις αιρέσεις, δηλαδή τη διαστροφή της αλήθειας που κήρυξε ο Χριστός, τη νίκη εναντίον των εικονοκλαστών και την αναστήλωση των εικόνων το 843 μ. Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Η ορθόδοξη πίστη ύστερα από τόσους αγώνες, από κατατρεγμούς και διωγμούς, μαρτύρια και κατακόμβες πέρασε στον θρίαμβο. Οι μεγάλοι Πατέρες και οι Σύνοδοι μάς χάρισαν την μόνη σωστή πίστη, την μόνη ανόθευτη διδασκαλία. Και παράλληλα με τη ζωή τους οι Άγιοι, οι Μάρτυρες και οι Όσιοι μάς έδωσαν το τέλειο πρότυπο.
Ο συνδυασμός της καθαρότητας της διδασκαλίας με την αγνότητα της ζωής είναι η Ορθοδοξία. Η λάμψη της αλήθειας και η ευωδία της αγιότητος είναι το σύμβολο της πίστεως ενσαρκωμένο στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτή είναι η βαριά μας κληρονομιά. Αυτή την Ορθοδοξία καλούμαστε να διαφυλάξουμε και στην εποχή μας, από τόσους και τόσους εχθρούς που μάς πολιορκούν.
Είναι πρώτα οι πολέμιοι του ορθόδοξου δόγματος, της μόνης ανόθευτης διδασκαλίας. Είναι εκείνοι που εγκαταλείπουν «τό λογικόν καί ἂδολον γάλα» της ορθόδοξης διδασκαλίας για να τραφούν με τους «βεβήλους καί γραώδεις μύθους». Είναι οι αιρετικοί, που σαν λύκοι βαρείς αποδεκατίζουν το ποίμνιο των πιστών. Οι διάφορες ομάδες των αιρετικών που τρέχουν από σπίτι σε σπίτι, κτυπούν κάθε πόστα και μεταδίδουν το δηλητήριο της πλάνης τους. Μερικοί, δυστυχώς, παρασύρονται από τα γλυκόλογά τους και τις ψεύτικες υποσχέσεις τους. Αρνούνται την πίστη που έχει ποτισθεί με τόσο αίμα, τόσο δάκρυ, τόσο πόνο, και γίνονται οπαδοί της αίρεσης. Πόσο φοβερό είναι κάτι τέτοιο. Πόσο πρέπει να λυπούμαστε αυτούς τους ανθρώπους και να κρατάμε πάντα την πόστα του σπιτιού και της καρδιάς μας κλειστή στους εχθρούς αυτούς της Ορθοδοξίας.
Αυτό ας είναι και το δικό μας σύνθημα και αυτό το σύνθημα ας μεταδίδουμε και στους γύρω μας: Κλειστές οι πόστες της ψυχής και του σπιτιού στον κάθε πλανεμένο, στον κάθε αιρετικό. Ούτε κουβέντες μαζί του, ούτε από περιέργεια να πιάνουμε στα χέρια μας τα βιβλία και περιοδικά τους. Έχουμε, ευτυχώς, όσο άφθονη ορθόδοξη πνευματική τροφή που δεν χρειαζόμαστε τα έντυπά τους.
Δεν είναι όμως μόνο αυτοί εχθροί της Ορθοδοξίας. Εδώ, ας επιτραπεί να κάνουμε μια αληθινή διαπίστωση. Μπορεί κι εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί να γίνουμε εχθροί της Ορθοδοξίας, χωρίς να παρασυρθούμε από αιρετικούς και να αφήσουμε την πίστη μας. Και γινόμαστε εχθροί και δολιοφθορείς του θείου τούτου Οικοδομήματος όταν, ενώ πιστεύουμε, δεν ζούμε σαν ορθόδοξοι. Όταν έχουμε μόνο φύλλα και όχι καρπούς. Όταν δεν παρουσιάζουμε στην εποχή μας τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος: την αγάπη, την χαρά, την μακροθυμία, την αγαθότητα, την πραότητα, την δικαιοσύνη. Όταν αφήνουμε να εγκατασταθούν μέσα μας «ἒχθραι, ἓρεις, ζῆλοι, θυμοί, ἐριθεῖαι, διχοστασίαι».
Τότε «δι’ ἡμᾶς βλασφημεῖται τό ὂνομα τοῦ Θεοῦ», διαβάλλεται δηλαδή στην κοινωνία μας. Τότε δίνουμε, σ’ όσους ζητούν αφορμή, να κατηγορήσουν την πίστη. Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει για τον ένα ή τον άλλο: Κάνει τον χριστιανό και όμως είναι τέτοιος και τέτοιος. Και πόσοι άλλοι μένουν μακριά από το ναό ή από τα μυστήρια της Εκκλησίας μας εξ αιτίας της ανάρμοστης διαγωγής του ενός ή του άλλου κληρικού.
Ήρθε όμως η ώρα να προσπαθήσουμε να ζήσουμε το μοναδικό συνδυασμό αλήθειας και αγιότητας. Αποστολή μας είναι να παρουσιάσουμε στην εποχή μας πίστη και ηθική.
Πίστη θερμή, αδιάσειστη στο ορθόδοξο δόγμα, μετουσιωμένο σε ηθική ζωή, σε ζωή αρετής και αγιότητας. Οι καιροί μας θέλουν ηθικά αναστήματα που δεν λιποψυχούν στις όποιες δυσκολίες, που δεν κάμπτονται μπροστά σε καμιά πίεση. Δεν κάνουν συμβιβασμούς, υποχωρήσεις. Κρατούν πολύ ψηλά τη σημαία τους.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 21, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Τυρινής


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Το στάδιο των αρετών εγκαινιάζει η αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οι αθλητές των πνευματικών αγώνων καλούνται στα πνευματικά αγωνίσματα. Ο δρόμος της αρετής είναι μακρύς. Η άνοδος της κλίμακας της αγιότητας είναι τέχνη τεχνών και επιστήμη ψυχής. Η Εκκλησία μας καθοδηγεί τους αθλητές με τα συνθήματά της. Και είναι πολλά τα γυμνάσματα, στα οποία μάς προτρέπει. Εμείς σήμερα ας σταθούμε στο θέμα της συγχωρητικότητας και της μνησικακίας.
    Ο Κύριος του ουρανού και της γης μάς αναμένει με ανοικτή και στοργική αγκαλιά για να μάς δεχθεί κοντά του, για να ξεκουράσει την ψυχή μας από το βάρος της ενοχής, με μια όμως βασική προϋπόθεση, που σήμερα, Κυριακή της Τυρινής, με το ευαγγελικό ανάγνωσμα που ακούσαμε μάς θέτει. Ποια είναι αυτή;  Να συγχωρήσουμε κι εμείς όσους μάς έχουν κάνει κάποιο κακό. Τότε και Εκείνος θα συγχωρήσει και σε μάς οποιοδήποτε αμάρτημα έχουμε διαπράξει εναντίον του. Το βεβαιώνει ο ίδιος κατηγορηματικά. «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ οὐράνιος».
    Ο Κύριος θεωρεί την προϋπόθεση αυτή τόσο απαραίτητη, ώστε δήλωσε το ίδιο κατηγορηματικά ότι χωρίς αυτή δεν μπορούμε να πετύχουμε τη δική μας συγχώρηση. «Ἐάν μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ Πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τα παραπτώματα ὑμῶν».
    Θα θεωρούσαμε ανόητο τον άνθρωπο εκείνο που δεν αγοράζει κάτι, που θα του προσφερόταν νόμιμα και σε πολύ χαμηλή τιμή, σχεδόν δωρεάν. Οι περισσότεροι όμως από μας διαπράττουν ένα σφάλμα ακόμη μεγαλύτερο. Εκείνος που δεν ανταλλάσσει τα λίγα χρήματά του με κάτι πολύτιμο που του προσφέρεται, στο τέλος κρατάει τα λίγα χρήματά του. Ενώ εμείς χάνουμε ένα ολόκληρο θησαυρό, την συγχώρηση των αμαρτιών μας, για να κρατήσουμε στην ψυχή μας την μνησικακία, που είναι ένα πάθος τόσο βλαβερό. Ένα πάθος που τόσο πολύ μάς ταλαιπωρεί.
    Νοιώθω τόσο άσχημα και όμως δεν θέλω να τον συγχωρήσω, λένε μερικοί. Μου έκανε τόσο και τόσα, με έβλαψε, με κατέστρεψε. Ζω σε δυστυχία εξ αιτίας του. Μου διέλυσε το σπίτι, την οικογένεια. Έβλαψε τα παιδιά μου. Γι’ αυτό τον μισώ. Και το πάθος της μνησικακίας τον κάνει να βλέπει βουνά και τις πιο μικρές αδικίες.
    Στον καθένα μας φαίνεται υπεράνθρωπο να συγχωρήσει τον άλλο. Κι όσο καλοί κι αν παρουσιαζόμαστε σε άλλες περιπτώσεις, δύσκολα διώχνουμε την αντιπάθεια, την εχθρότητα που μάς αναστατώνει. Το μίσος και η αντιπάθεια δεν φωλιάζουν στις ψυχές για πρόσωπα μακρινά μας, μα κάποιες φορές και για τα πιο αγαπημένα. Γονείς και παιδιά, αδέλφια μισούνται μεταξύ τους γιατί κάτι έκανε ο ένας στον άλλο, τον έβλαψε, τον αδίκησε.
    Με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τόσες και τόσες αναστατώσεις καθημερινά. Σπίτια συγκλονίζονται, επιχειρήσεις διαλύονται, κοινωνικά δράματα παρατηρούνται. Αιτία όλων αυτών η αντιπάθεια, το μίσος που έχει φωλιάσει στις ψυχές των ανθρώπων.
    Αναμφίβολα εκείνος που αδικεί τον άλλο, που του κάνει κακό, που τον βλάπτει, είναι ένοχος και θα δώσει λόγο των πράξεων του αυτών στον ουράνιο Πατέρα. Κανείς δεν αμνηστεύει τον αδελφό, που καταπατεί το δίκαιο του αδελφού.
    Με αφορμή όμως το ευαγγελικό ανάγνωσμα, θα πρέπει όλοι μας να δούμε πως αντιμετωπίζουμε το κακό που μάς κάνουν οι άλλοι ή σωστότερα πως πρέπει να το αντιμετωπίζουμε, αν θέλουμε να πάρουμε και εμείς τη συγγνώμη από τον ουράνιο Πατέρα μας.
    Θα μιλήσουμε σε εκείνο που μάς βλάπτει και μάς αδικεί, θα του υποδείξουμε με ευγένεια του σφάλμα του. Θα ζητήσουμε να του μιλήσουν κι άλλοι. Να του πουν ότι η συμπεριφορά του δεν είναι η πρέπουσα. Αν παρ’ όλα αυτά, εκείνος συνεχίζει να μάς αδικεί, να μάς βλάπτει, δεν επιτρέπεται να κυριαρχήσει μέσα μας το μίσος, η αντιπάθεια, την ώρα που εμείς ζητάμε από τον Θεό να μάς συγχωρήσει από τόσα και τόσα παραστρατήματα. Πως τότε τολμάμε κάθε μέρα να επαναλαμβάνουμε στη Κυριακή Προσευχή: «Καί ἂφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»;
    Ζητάμε κάτι που δεν δίνουμε. Είναι ανάρμοστη εντελώς μια τέτοια συμπεριφορά. Παρουσιάζει μια φοβερή αντινομία, την οποία όταν κι εμείς την δούμε στον άλλο δεν τη συγχωρούμε.
    Εδώ ακριβώς βρίσκεται η βάση του θέματός μας. «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος». Με τη σκέψη μας, τα λόγια μας, την συμπεριφορά μας καθημερινά παραβαίνουμε το θέλημα του Θεού. Και συχνά ζητούμε την συγχώρηση. Δεν την παίρνουμε όμως όταν αρνούμαστε να συγχωρήσουμε τον συνάνθρωπό μας. Την λαμβάνουμε όταν κι εμείς, συχνά με σκληρό αγώνα, με πολύ προσπάθεια και θερμή προσευχή, ξεχνούμε τι μάς έκανε ο άλλος, τον συγχωρούμε, και τρέχουμε πρώτοι να συμφιλιωθούμε μαζί του.
    Θα αφήσουμε με τη συμπεριφορά μας αυτή για πολύ ακόμα κλειστή τη θύρα του θείου ελέους, κλείνοντας την πόρτα της ευσπλαχνίας στον συνάνθρωπό μας;
     Η δύναμη της συγχωρήσεως είναι καρπός της εν Χριστώ αναγεννήσεως του ανθρώπου, γιατί προϋποθέτει ταπείνωση και αυτογνωσία. Σημαίνει συναίσθηση της συγκαταβάσεως του Θεού απέναντι σε όλους μας. Γιατί ο Θεός είναι πάντα πρόθυμος να μάς συγχωρήσει. Περιμένει συνεχώς την μετάνοιά μας, για να μάς δώσει απλόχερα την αγάπη Του. Τότε μόνο αποκτάμε την δύναμη να συγχωρούμε και να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλο, όταν ακριβώς βρισκόμαστε σε ορθή σχέση με τον Θεό – Πατέρα και έχουμε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της αγάπης Του.

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Τυρινής «Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς».

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς».
Ο πόθος της αποκτήσεως αγαθών είναι έμφυτος στους ανθρώπους κάθε εποχής. Καθένας επιθυμεί να αποκτήσει αγαθά, κάτι που έχει αξία, πάνω στο οποίο θέλει να στηρίξει την άνεση, την ειρήνη και την ευτυχία της ζωής του. Αλλά συνήθως οι άνθρωποι κάνουν λάθος στην επιλογή του θησαυρού. Εντυπωσιάζονται πολύ από την λάμψη του χρυσού και των άλλων υλικών αγαθών και ξεχνούν τον αληθινό θησαυρό. Βεβαίως τα υλικά αγαθά είναι απαραίτητα για τη ζωή μας, γι’ αυτό τα έχει δώσει ο Θεός. Όμως αυτά δεν πρέπει να αποτελούν την κύρια επιδίωξή μας, τον αποκλειστικό σκοπό της ζωής μας και πολύ περισσότερο οι θησαυροί. «Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς» λέει ο Κύριος, απευθυνόμενος στον καθένα μας.
Ο άνθρωπος έχει βεβαίως υποχρέωση να εργάζεται, να ασχολείται με τα βιοτικά για να αποκτά, με την ευλογία του Θεού, εκείνα που του χρειάζονται για την συντήρησή του. Δεν αποκλείεται με την έντιμη και την ευσυνείδητη εργασία του να αποκτήσει περισσότερα από όσα του χρειάζονται, να αποκτήσει με τρόπο δίκαιο και πλούτο. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει.
Ο Αβραάμ ήταν «πλούσιος σφόδρα κτήνεσι καί ἀργυρίῳ καί χρυσίῳ». Κανείς όμως δεν τον κατηγόρησε για τον πλούτο του. Γιατί; Διότι δεν είχε δοσμένη την καρδιά του στους επίγειους θησαυρούς ούτε και τους είχε θέσει ως τον απόλυτο σκοπό της ζωής του. Είχε την συνείδηση ότι είναι διαχειριστής και όχι κύριος των αγαθών αυτών. Η καρδιά και η διάνοιά του, η ψυχή του ολόκληρη ήταν δοσμένη στον Θεό και την αιωνιότητα. Γι’ αυτό η ζωή του ήταν απλή και απέριττη. Είχε μεγαλύτερη πίστη, εκτίμηση και φλογερό πόθο για τα ουράνια αγαθά και όχι για τους επίγειους θησαυρούς. Ο Απόστολος Παύλος εξαίροντας αυτή την θαυμαστή αρετή του Αβραάμ γράφει στην προς Εβραίους επιστολή του: «Πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας…. Ἐξεδέχετο γάρ τήν τούς θεμελίους ἒχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καί δημιουργός ὁ Θεός» .
Ο άνθρωπος ο οποίος θησαυρίζει ή αγωνίζεται να αποκτήσει και να θησαυρίσει αφθονία υλικών αγαθών, αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό του είναι αξιοκατάκριτος. Αυτόν καταδικάζει ο Κύριος όταν λέει: «μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς». Έχει ιδιαίτερα σημασία αυτό το «ὑμῖν», που χρησιμοποιεί ο Κύριος. Με αυτό καταδικάζει την ιδιοτέλεια, την φιλαυτία, τον πόθο και την απόκτηση υλικών αγαθών για τον εαυτό μας μόνο. Μη θησαυρίζετε, λέει, για τον εαυτό σας θησαυρούς επιγείους. Γιατί ότι θεωρήσει κανείς θησαυρό, αυτό θα έχει στην καρδιά του. Σ’ αυτό θα αφιερώσει την ζωή του. Αυτό θα σκέπτεται συνεχώς, γι’ αυτό θα εργάζεται και θα μοχθεί. Αλλά σε ενός τέτοιου ανθρώπου την καρδιά δεν βρίσκει θέση ο Θεός, η αιωνιότητα, ο ουράνιος θησαυρός της βασιλείας του Θεού. Δεν βρίσκουν θέση ούτε και οι φτωχοί, διότι η καρδιά αυτού του ανθρώπου ευσυγκίνητη για κάθε τι, που αναφέρεται στους επίγειους θησαυρούς, μένει ασυγκίνητη και στην πιο μεγάλη δυστυχία και συμφορά των συνανθρώπων του.
Κι ακόμη τι τάχα έχει να κερδίσει από τους επίγειους θησαυρούς ο άνθρωπος, αν δεχθούμε ότι θα κατορθώσει να τους αποκτήσει; Στην πραγματικότητα δεν βρίσκει ικανοποίηση, άνεση και αληθινή χαρά. Ίσως κάποιοι άνθρωποι, χωρίς μεγάλη οικονομική δυνατότητα, τον θεωρούν ίσως ευτυχή. Αν όμως τον πλησιάσουν, αν τον γνωρίσουν κάπως καλύτερα, θα δουν ότι κάθε άλλο παρά ευτυχής είναι ο άνθρωπος αυτός. «Η μέριμνα και η απάτη του πλούτου», όπως είπε ο Κύριος είναι αγκάθια, τα οποία συνεχώς τον τρυπούν, τον κάνουν να πονάει και να υποφέρει ψυχικά και πολλές φορές σωματικά.
Ας σκεφθούμε όμως και το άλλο, που πολύ συχνά βλέπουμε να συμβαίνει, ότι δηλαδή οι επίγειοι θησαυροί δεν είναι ασφαλείς και μόνιμοι, δεν παραμένουν ισόβιο και αναφαίρετο κτήμα του ανθρώπου. Ο Κύριος λέει, ότι τα επίγεια συσσωρευμένα αγαθά και τους επίγειους θησαυρούς «σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί κλέπται διαρύσσουσι καί κλέπτουσι». Ο σκόρος, η σαπίλα, η φθορά καταστρέφουν τα πολυτελή ενδύματα, αποσυνθέτουν τα τρόφιμα, φθείρουν τα υλικά αγαθά. Εξ’ άλλου επιτήδειοι κλέπτες τα αρπάζουν και τα κλέπτουν.
Αλλά κι αν ακόμη κατορθώσει ο φιλάργυρος να κρατήσει μέχρι τέλους ασφαλείς τους θησαυρούς του, τι σημαίνει τούτο; Ασφαλώς θα έρθει κάποια ώρα κατά την οποία θα τον επισκεφθεί ο θάνατος. Θα υποχρεωθεί τότε, θέλοντας και μη, να εγκαταλείψει οριστικά και αμετάκλητα την παρούσα ζωή. Και μαζί μ’ αυτήν θα εγκαταλείψει στα χέρια «τίς οἶδε» ποιων ασώτων κληρονόμων τους επίγειους θησαυρούς του. «Ἂφρων, θα του πει ο Κύριος, ἃ ἡτοίμασας τίνι ἒσται;». Αυτά που μάζεψες, που θησαύρισες και στα οποία έδωσες την ψυχή σου σε ποιον ανήκουν τώρα; Σε σένα βεβαίως όχι. Αλλά κι αν σου ανήκουν, μήπως μπορείς με αυτά ή και με όλους τους θησαυρούς του κόσμου να εξαγοράσεις την ψυχή σου;
Λοιπόν, ας μη μας ελκύουν οι επίγειοι θησαυροί. Ποτέ να μη δώσουμε την καρδιά μας σ’ αυτούς. Η καρδιά μας και η ψυχή μας πρέπει να δοθούν στους θησαυρούς του ουρανού. Αυτοί πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός της ζωής μας και για την απόκτηση αυτών πρέπει με τον φωτισμό και τη δύναμη του Κυρίου να αγωνιστούμε μέχρι τέλους σε όλη μας τη ζωή, ιδιαιτέρως όμως την περίοδο αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ξεκινάει αύριο. Αμήν.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 27, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή μετά την Χριστού Γέννηση


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Ο Χριστός γεννήθηκε. Ο μεγάλος αναμενόμενος, τόσους αιώνες από την ανθρωπότητα. Εκείνος τον οποίο αιώνες πριν προκατήγγειλαν οι Προφήτες. Εκείνος ο οποίος γεννήθηκε σε ένα ψυχρό σπήλαιο και ανακλίθηκε στη φάτνη των αλόγων. Και εκτός από τους Μάγους και τους ποιμένες, όλοι τον δέχθηκαν με αδιαφορία. Όχι μόνο με αδιαφορία αλλά ο Ηγεμόνας τους, ο βασιλιάς Ηρώδης τον ερχομό του στον κόσμο τον αντιμετώπισε με εχθρότητα, με κακότητα.
Όταν ο Ηρώδης άκουσε από τους Μάγους ΄΄ότι γεννήθηκε ο βασιλιάς των Ιουδαίων και κάλεσε τους γραμματείς και φαρισαίους και εξακρίβωσε το γεγονός, ταράχθηκε και πήρε την απόφαση του «ἀπολέσαι αὐτό». Δεν θέλει να αναγνωρίσει το Θείο Βρέφος σαν βασιλιά του κόσμου, αντίθετα θέλει να το φονεύσει. Φοβάται το θρόνο του, τα μεγαλεία του, τα πλούτη του, που κινδυνεύουν τάχα από τον γεννηθέντα ουράνιο Βασιλέα. Στέλνει τότε και «ἀβεῖλε πάντας τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω» με την ελπίδα ότι ανάμεσά τους θα είναι και το Θείο Βρέφος, που στο μεταξύ είχε φύγει στην Αίγυπτο. Η κακότητα, ο φθόνος του ανθρώπου έχουν διώξει μακριά τον Κύριο των ανθρώπων.
Ακούγοντας τα γεγονότα αυτά η καρδιά μας αναστατώνεται. . μας φαίνονται ακατανόητα, απίστευτα, πρωτάκουστα. Αλλά μήπως και σήμερα αν ερχόταν ο Χριστός στον κόσμο, ο κόσμος και οι άνθρωποι του θα τον υποδεχόταν με ενθουσιασμό και οι άρχοντες θα του απέδιδαν άφθαστες τιμές;
Κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι πολλοί θα τον δέχονταν με χαρά, όπως τον δέχονται, διότι συνεχώς έρχεται ο Κύριος και κτυπάει την πόρτα της καρδιάς μας. Είναι όμως και οι άλλοι, εκείνοι που τον αρνούνται, που τον διώκουν, που τον πολεμούν, από τότε μέχρι σήμερα. Θέλουν και σήμερα «ἀπολέσαι αὐτόν». Είναι όσοι πολεμούν την πίστη μας. Όσοι αρνούνται τον Χριστό. Όσοι με την διαγωγή τους, με τα λόγια τους, με τα συγγράμματά τους, με τους σκληρούς διωγμούς τον διώχνουν μακριά από τη ζωή μας. Και γνώρισε και γνωρίζει η εποχή μας πολλούς τέτοιους πολέμιους του Χριστού, που δεν διαφέρουν καθόλου από τον Ηρώδη. Πόσο χριστιανικό αίμα κυλάει στην εποχή μας, στις ημέρες μας από τους Ηρώδεις της. Όπου και να κοιτάξει κανείς θα τους δει. Θέλουν να διώξουν τον Χριστό από την χριστιανική Ελλάδα. Θέλουν να αποϊεροποιήσουν τα πάντα. Πόσοι πιστοί σε όλα τα πλάτη της γης δεν μαρτυρούν για το όνομα του Κυρίου. Βλέπουμε τι γίνεται λίγο παραπέρα από μας. Χιλιάδες χριστιανοί καθημερινά υποβάλλονται σε φρικτά βασανιστήρια, θανατώνονται για την πίστη τους.
Δεν απομακρύνουν τον Κύριο μόνο οι φανατικοί πολέμιοι του χριστιανισμού.
Κι όλοι εμείς οι άλλοι συχνά συμπεριφερόμαστε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να διώχνουμε τον Κύριο από τις καρδιές μας. Η ψυχή μας είναι γεμάτη και καθημερινά γεμίζει από φτηνούς ήρωες και ταπεινά πράγματα. Θαμπωνόμαστε από τα ψεύτικα αστέρια και τον θόρυβο. Υποδουλωμένοι στην ακόρεστη δίψα του πλούτου, κυριευμένοι από τον φθόνο και το μίσος κάνουμε τον πράο και ταπεινό Ιησού Χριστό να φύγει και πάλι, όπως τότε…στην Αίγυπτο. Ο Κύριος θέλει πάντοτε να είναι κοντά μας και εμείς, δυστυχώς, τον απομακρύνουμε, τον διώχνουμε με τη ζωή μας, με τα λόγια μας, την απομάκρυνση μας από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας και ιδιαίτερα την Θεία Κοινωνία.
Το Θείο Βρέφος μετά τον θάνατο του Ηρώδη ξαναγύρισε στην Βηθλεέμ. Έτσι κι όταν στις καρδιές των ανθρώπων πεθάνει ο Ηρώδης, έρχεται και ενθρονίζεται ο Κύριος του ουρανού και της γης. Όταν πολεμάμε συστηματικά, με αγώνα και θερμή προσευχή τα πάθη μας και αδειάζουμε τις ψυχές μας από τους παρείσακτους και τους ξένους, γίνεται εξουσιαστής ο Κύριος του παντός.
Το βασικό έργο στην πνευματική μας ζωή είναι ακριβώς αυτό το καθάρισμα της ψυχής. Ο αγώνας εναντίον κάθε αμαρτωλού πράγματος που κυριεύει το είναι μας ολόκληρο. Η μάχη των διαφόρων εχθρών, που θέλουν να είναι κύριοι και αφεντικά μας. Ο κόσμος και οι θεοί του, όπως κι αν ονομάζονται, τα πάθη είναι οι εχθροί του πνεύματος. Όταν φύγουν οι εχθροί, τότε ακριβώς παρουσιάζονται οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Τότε έρχεται ο καιρός της πνευματικής ανθοφορίας, που έφερε στη γη ο ενανθρωπήσας Ιησούς Χριστός.
Για άλλη μια φορά γιορτάσαμε τα Χριστούγεννα. Η σκέψη μας, με τα φτερά των Αγγέλων πέταξε στη πόλη της Βηθλεέμ, στο παγωμένο Σπήλαιο, στην ταπεινή φάτνη των αλόγων ζώων. Η καρδιά μας, αν και φορτωμένη με την καθημερινότητα, συγκινημένη από το μεγάλο αυτό γεγονός πρόσφερε λατρεία στο Θείο Βρέφος που ήρθε στη γη για να φέρει την ειρήνη και την αγάπη στον κόσμο μας. Μαζί με τους ποιμένες Τον προσκυνήσαμε. Μαζί με τους Αγγέλους Τον δοξάσαμε. Μαζί με τους Μάγους της Ανατολής Του προσφέραμε τα δώρα της αγάπης και της λατρείας μας. Όλα αυτά να μην μείνουν μια προσωρινή συγκίνηση, που μετά από λίγο θα χαθεί. Ας αγωνιστούμε να μην αφήσουμε να φύγει ο Χριστός από κοντά μας. Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να μείνει μαζί μας αιώνια. Η ευεργετική παρουσία Του στη ζωή μας να είναι παντοτινή. Θέλει να μας συντροφεύει διαρκώς, να μας ευεργετεί, να μας κάνει χαρούμενους οδοιπόρους της νέας ζωής, της δικής Του ζωής. Εμείς το θέλουμε; Αν ναι, τότε να αγωνιστούμε, να διώξουμε τα πάθη και τις κακίες και να εγκολπωθούμε τις αρετές, για να νιώθουμε αιώνια μέσα μας Χριστούγεννα. Αμήν.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 20, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Πολλοί άνθρωποι ακόμα και στις ημέρες, μπροστά στα καταπληκτικά επιτεύγματα της επιστήμης και όχι μόνο, σηκώνουν εγωιστικά το ανάστημά τους και διακηρύσσουν: Από τι έχουμε ανάγκη να μάς σώσει ο Χριστός στον 21ο αιώνα; Και σήμερα πρέπει ο Χριστός να ονομάζεται Σωτήρ, ο μοναδικός Σωτήρας του κόσμου και των ανθρώπων;
Αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος που νομίζει συχνά ότι είναι παντοδύναμος, ισχυρός, αυτάρκης, πόσες φορές μπροστά σε μια αρρώστια, σε μια θεομηνία, σε ένα θάνατο, δεν νοιώθει αδύνατος και δεν καταφεύγει στον Θεό και την Εκκλησία Του;
Αλλά κι αν ακόμη πούμε ότι κάποια στιγμή όλα αυτά θα νικηθούν από τον άνθρωπο, αρρώστιες, φτώχεια, πόλεμοι, ένα δεν είναι δυνατόν να νικήσουν ούτε η μόρφωση, ούτε η επιστήμη, ούτε τα πλούτη. Κι αυτό είναι η αμαρτία, το κακό και τα προβλήματα που δημιουργεί στην ψυχή. Όλα αυτά ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνάμεις και ξεφεύγουν από τις δυνατότητες της επιστήμης.
Πόσες φορές δεν νοιώθουμε ανίσχυροι απέναντι στο κακό, που φωλιάζει μέσα μας; «Βλέπω ἓτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καί αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας» (Ρωμ. ζ΄ 23), μάς λέει ο Απόστολος Παύλος.
Βλέπουμε να μάς κυριεύουν διάφορα πάθη. Άλλον η φιλαυτία ή ο θυμός, η μνησικακία, ο φθόνος, η ανηθικότητα, πάθη που και εμάς τους ίδιους βασανίζουν αλλά και την οικογένεια και την κοινωνία αναστατώνουν. Μερικοί προσπαθούμε να απαλλαγούμε απ’ αυτά, αλλά καταλαβαίνουμε ότι μόνοι μας, με τις δικές μας δυνάμεις είναι εντελώς αδύνατο να το πετύχουμε. Και τότε μάς καταλαμβάνει η απελπισία και βυθιζόμαστε βαθύτερα στο βούρκο του κακού ή αδιαφορούμε με την δικαιολογία: δεν μπορώ να κάνω τίποτα.
Λίγοι είναι εκείνοι που ακούν την θεϊκή φωνή: «Αὐτός σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». Λίγοι που καρφώνουν τη ματιά τους στον μοναδικό Σωτήρα και του ζητούν την δύναμη, τη θεία χάρη για να καταπολεμήσουν την αμαρτία και να απαλλαγούν από τα δεσμά της.
Πρώτον, λοιπόν, και βασικό θέμα για την απαλλαγή από την αμαρτία είναι να νοιώσουμε ότι είμαστε «κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι». Ότι μακριά από τη χάρη του, χωρίς τη δύναμή του, θα είμαστε για πάντα αιχμάλωτοι του κακού. Και ότι αυτός μόνος μπορεί να μάς δώσει αυτό που κανείς άνθρωπος, καμιά ανθρώπινη ενέργεια, καμιά ανθρώπινη κατάκτηση δεν μπορεί να μάς δώσει την δύναμη να αγωνιστούμε εναντίον του κακού.
Δεύτερον, δεν μάς αναγκάζει. Δεν μάς προσφέρει τη σωτηρία με βία, με πειθαναγκασμό. «Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἐλεθῖν…», έχει τονίσει. Αν αισθανόμαστε το βάρος της αμαρτίας, θα σπεύσουμε, θα πάμε προς τον μοναδικό Σωτήρα μας. Αυτός μάς αναμένει με ανοικτή την αγκαλιά του. έχυσε το πανάγιο Αίμα του για μάς. Από εμάς, τώρα, εξαρτάται να πλησιάσουμε τον Σταυρό Του και να γίνουμε μέτοχοι στο μυστήριο των μυστηρίων, την Θεία Κοινωνία, του Σώματος και του Αίματός Του.
Ο Χριστός έχει προσφέρει την σωτηρία για όλο τον κόσμο, για όλους μας ανεξαιρέτως. Από μας εξαρτάται να οικειοποιηθούμε την σωτηρία. Όπως πάλι από μας εξαρτάται να προσπεράσουμε ή να περιφρονήσουμε τα μέσα, που μάς έχει δώσει για να πετύχουμε την αποδέσμευσή μας από το κακό και την αμαρτία.
Σε λίγες ημέρες θα γιορτάσουμε και πάλι φέτος τη Γέννηση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Εύκολο είναι να περάσουν και αυτά τα Χριστούγεννα με μια εξωτερική, επιφανειακή χαρά. Με γλέντια, ανταλλαγή δώρων και περισσότερη αμαρτία. Είναι δύσκολο όμως να δεχθούμε τον Κύριο ως δικό μας Σωτήρα και Λυτρωτή από τις αμαρτίες και τα πάθη μας. Το τελευταίο όμως αυτό είναι για μας βασικό στοιχείο, που μπορεί να αλλάξει και την εδώ ζωή μας και να μάς χαρίσει την αιωνιότητα.
Ας δεχθούμε τον Χριστό ως τη πηγή της θείας δύναμης, της θείας χάρης και τότε θα συνδεθούμε άρρηκτα μαζί του και θα αγωνιστούμε για την πνευματική μας αναγέννηση, για την δημιουργία μέσα μας του νέου εν Χριστώ ανθρώπου.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 06, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Ι΄ Λουκά

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Πονεμένη, βασανισμένη η γυναίκα του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος. Ήταν ανάπηρη για δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια. «Συγκύπτουσα καί μή δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τό παντελές», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Παρ’ όλη όμως την αναπηρία της το Σάββατο πήγε στη Συναγωγή για να προσευχηθεί. Δεν αμελούσε το καθήκον της προσευχής. Κι εκεί ο μεγάλος Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, ο Ιησούς Χριστός, της έδωσε αυτό που τόσο πολύ ποθούσε. Ποιο ήταν αυτό; Η υγεία της. «Ἐπέθηκεν αὐτῇ τάς χεῖρας˙ καί παραχρῆμα ἀνωρθώθη καί ἐδόξαζε τόν Θεόν».
Μεγάλη δωρεά έλαβε η γυναίκα αυτή. Κάτι που ίσως δεν περίμενε μετά από τόσα χρόνια. Όμως όσο μεγάλη κι αν ήταν η χαρά της που έλαβε την υγεία της, δεν παρέλειψε να δοξάσει και να ευχαριστήσει τον Θεό γι’ αυτό το μεγάλο και ανέλπιστο δώρο του. Τι μάς διδάσκει αυτή η απλή γυναίκα; Ότι μετά από κάθε δωρεά που λαμβάνουμε οφείλουμε να δοξολογούμε και να ευχαριστούμε. Πολύ χρήσιμο δίδαγμα, μια και πολύ πιο συχνά θυμόμαστε την παράκληση, από την ευχαριστία. Η προσευχή μας είναι γεμάτη αιτήσεις, με ελάχιστο μέρος δοξολογίας και ευχαριστίας.
Μάς το θυμίζει όμως και πάλι το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Μετά από κάθε δωρεά, πρέπει να ακολουθεί η δοξολογία και ευχαριστία στον Δωρεοδότη Θεό.
Κι όλοι μας ανεξαιρέτως δεχόμαστε αναρίθμητες δωρεές, είτε ατομικές, είτε οικογενειακές, είτε στην κοινωνία που ζούμε από τον Χριστό. Είναι οι καθημερινές φανερές και αφανείς ευεργεσίες του. Είναι τόσες φορές που μάς χάρισε  την υγεία ή τόσες άλλες υλικές δωρεές. Αλλά και οι περιπτώσεις εκείνες που μάς έσωσε χωρίς εμείς να το αντιληφθούμε. Είναι τόσες και τόσες δωρεές. Ακόμα ο Κύριος δίνει και πνευματικά δώρα στον καθένα μας. Είναι η χάρη Του, η αγάπη Του, η θυσία Του που για μάς προσέφερε και προσφέρει. Είναι τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Είναι ότι μάς παίρνει από τα χαμηλά και μάς ανεβάζει στα υψηλά. «Ὁ Θεός πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει διά τήν πολλήν ἀγάπη αὐτοῦ, ἣν ἡγάπησεν ἡμᾶς, καί ὂντας ἐν τοῖς παραπτώμασι, συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ… καί συνήγειρε καί συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Εφ. β΄ 4-6).
Πόσοι όμως από μάς τον ευγνωμονούμε και τον δοξάζουμε όσο πρέπει για όλα αυτά; 
Ίσως ελάχιστοι είναι οι πιστοί που είναι ευγνώμονες και δοξάζουν τον Θεό. Οι περισσότεροι πολύ λίγο θυμούνται τις δωρεές του και άτονα, χωρίς δύναμη και θέρμη ψυχής, κάποτε - κάποτε ψιθυρίζουν ένα ευχαριστώ.
Κι όμως καθήκον μας είναι να δοξολογούμε το άγιο όνομά Του, όπως η συγκύπτουσα «ἐδόξαζε τόν Θεόν», και να Τον ευχαριστούμε για τις ποικίλες πνευματικές και υλικές δωρεές Του. Ας γίνει η προσευχή μας, προσευχή δοξολογίας και ευχαριστίας. Ας λέμε κάθε βράδυ: Κύριε, σ’ ευχαριστώ γιατί σήμερα μου έδωσες τόσες πολλές δωρεές. Ευχαριστώ για την υγεία, για την ειρήνη, για τις πνευματικές σου δωρεές. Σ’ ευχαριστώ Κύριε για όλα, από το πιο μικρό μέχρι το μεγαλύτερο.
Για να δείχνουμε όμως ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, αυτό που ο ίδιος ο Κύριος τονίζει, ότι είμαστε «ὀφειλέται μυρίων ταλάντων». Ότι έχουμε είναι δώρα του ουρανού. Κάθε δωρεά που παίρνουμε, όλα ο Θεός μας τα χορηγεί.
Επίσης η ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στην προσευχή. Πρέπει να παρουσιάζεται και στη ζωή μας. Ή σωστότερα, ζωή και προσευχή να είναι δεμένα μεταξύ τους. Όχι να λέμε ένα ευχαριστώ, μόνο με τα χείλη και η ζωή μας να είναι αντίθετη από το θέλημα του Θεού. Δεν είναι δύσκολο με την ζωή μας, την καθημερινή μας συμπεριφορά να δείχνουμε ότι νοιώθουμε τις δωρεές του Θεού και ανταποκρινόμαστε σ’ αυτές. Τον Κύριο μας θα τον ευχαριστήσουμε πραγματικά αν βαδίζουμε στα ίχνη του. Δεν θέλει την ευγνωμοσύνη μας να την περιορίζουμε μόνο στα χείλη. Θέλει η καρδιά μας να είναι στραμμένη πάντα σ’ Αυτόν και η ζωή μας σύμφωνη με τις θείες εντολές Του.
Το παιδί δείχνει ευγνωμοσύνη στους γονείς του, όχι μόνο όταν αρκείται σε ένα ευχαριστώ, αλλά όταν ακούει τις συμβουλές τους και συμμορφώνεται μ’ αυτές. Ο μαθητής δείχνει την ευγνωμοσύνη του στον δάσκαλό του περισσότερο με την καλή διαγωγή και πρόοδό του. Κι εμείς την ευγνωμοσύνη μας θα την δείξουμε στον Κύριο με την γνήσια, με την αληθινή χριστιανική ζωή μας.
Η ευγνωμοσύνη προς τον Θεό εξυψώνει την άνθρωπο. Ο ευεργετούμενος που δεν ευχαριστεί τον ευεργέτη του, είναι ένας υλιστής, ένας άνθρωπος χωρίς αγάπη, αλλά με πολύ εγωισμό. Εκείνος που δοξολογεί τον Θεό, που δείχνει με κάθε τρόπο την ευγνωμοσύνη του είναι άνθρωπος με πλούσιο πνευματικό υπόβαθρο. Ένας άνθρωπος που αγωνίζεται καθημερινά να εφαρμόσει την εντολές του Θεού, το ιερό Ευαγγέλιο. Είναι άνθρωπος με βαθιά πνευματική καλλιέργεια. Γι’ αυτό νιώθει τις ανεκτίμητες δωρεές του Θεού. Αποτέλεσμα δε αυτού είναι η ευχαριστία και η δοξολογία του Ονόματος του ουράνιου Πατέρα μας. Αμήν.

Σάββατο, Νοεμβρίου 29, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Αποστόλου Ανδρέου

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Ο Κύριος με την παρουσία του και μόνο επιβλήθηκε σε όσους πλησίασε. Η γαλήνια μορφή Του, τους ειρήνευσε. Τα λόγια του μάγευαν τα πλήθη. Η προσωπικότητα του τους έθελξε. Η χάρη του δημιούργησε κάτι νέο και συνταρακτικό στην ψυχή τους. Επιθυμούσαν να τον πλησιάσουν, να είναι πάντα κοντά του. 
Οι δύο μαθητές του Τιμίου Προδρόμου, ο Ανδρέας και ο Ιωάννης, κινούμενοι από μια ακαταμάχητη εσωτερική δύναμη, αφήνουν το διδάσκαλό τους και τρέχουν να ακολουθήσουν τον Μεσσία. Και ο Καρδιογνώστης – αφού αυτοί δεν του είπαν για ποιο λόγο τον ακολουθούν και τι θέλουν – τους ρωτά: «Τί ζητεῖτε;»
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις και στιγμές κατά τις οποίες ο άνθρωπος δεν μπορεί να απαντήσει κατ’ ευθείαν και ή σιωπά ή δίνει άλλη διαφορετική απάντηση από την αληθινή. Το δεύτερο συνέβη  με τους δύο αυτούς Μαθητές. Ο Κύριος τους ρωτά «τί ζητεῖτε», αυτοί ξαφνιάζονται από την ερώτηση και δεν απαντούν αμέσως, αλλά τον ρωτούν που μένει. Κι τους απαντά να έρθουν κοντά του και να δουν που μένει, να Τον ακολουθήσουν. Ήταν κι αυτό μια έκφραση του πόθου τους να επικοινωνήσουν με τον Σωτήρα. Τον προσδοκούσαν. Τον περίμεναν. Και τώρα που ο Πρόδρομος Ιωάννης τους έδειξε τον Μεσσία, τρέχουν κοντά του. Πρώτος ο Απόστολος Ανδρέας. Οι μιμητές του. οι Απόστολοι. Πάτησαν πάνω στα ίχνη των βημάτων τους. Πέρασα απ’ όπου πέρασε κι Εκείνος. Στην αρετή και την αγνότητα. Στην θυσία και στην αγάπη. 
Αλλά ο Πρωτόκλητος Μαθητής δεν μένει μέχρι εδώ. Δεν του είναι αρκετό ότι βρήκε αυτός τον Μεσσία. Θέλει να κάνει μετόχους της χαράς του και άλλους. Βρίσκει τον αδελφό του, τον Σίμωνα και του λέει: «Εὑρύκαμεν τόν Μεσσίαν˙ ὃ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός».
Ο άνθρωπος δια μέσου των αιώνων, έκανε και κάνει συνεχώς καταπληκτικές και εκθαμβωτικές ανακαλύψεις και ποιος μπορεί να φαντασθεί πόσες θα κάμει ακόμα. Αλλά αυτό που βρήκε ο Ανδρέας είναι και θα παραμείνει στους αιώνες ασύγκριτη ανακάλυψη. Τι βρήκε; Βρήκε τον Μεσσία. Ότι μεγάλο και πολύτιμο ήταν δυνατόν να ποθήσει και να βρει ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος όμως της εποχής μας άλλα διψά και άλλα ζητάει. Λίγο ή καθόλου δεν αναζητά τον Κύριο και Θεό του. Αν όμως με όση δίψα επιδιώκει τόσες άλλες ανακαλύψεις, ζητούσε να βρει και τον Μεσσία, πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος μας, η κοινωνία μας. Γιατί η γνωριμία με τον Χριστό και ο σύνδεσμος του ανθρώπου μαζί του τον μεταμορφώνει, τον αλλάζει. Τον κάνει άνθρωπο αγάπης, δικαιοσύνης, τιμιότητας και ειλικρίνειας. Τον κάνει ομολογητή, άνθρωπο γεμάτο αυταπάρνηση και αυτοθυσία, όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Πρωτόκλητου Μαθητή.
Ο Πρωτόκλητος Ανδρέας όταν έγινε μαθητής του Κυρίου και δέχθηκε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος κατά την ημερά της Πεντηκοστής, αναδείχθηκε διδάσκαλος της Οικουμένης. Με ζήλο και εν μέσω πολλών διωγμών διέδωσε το μήνυμα του Ευαγγελίου στην Ασία, το Βυζάντιο, την ηπειρωτική Ελλάδα και την Πάτρα. Εκεί προσέφερε την ίδια του τη ζωή στο βωμό της πίστεως.
Ο Ανθύπατος Αιγεάτης προσπάθησε με κάθε τρόπο να κάνει τον Απόστολο να αρνηθεί την χριστιανική του πίστη. Ο Πρωτόκλητος όμως έμεινε ακλόνητος. Τότε ο σκληρός και απάνθρωπος τύραννος διέταξε να τεντωθεί το σώμα του Αποστόλου και να δεθούν τα πόδια του επί του Σταυρού. Σε σχήμα χιαστή πάνω σε ελιά σταυρώθηκε ο Απόστολος Ανδρέας, γράφει ο Ιππόλυτος Ρώμης. Σκληρός ο θάνατος αυτός του Αποστόλου. Όμως τον υπέμεινε με αξιοθαύμαστη καρτερία, ατενίζοντας ένα άλλο σταυρό, που λίγα χρόνια πριν είχε στηθεί στον Γολγοθά.
Η αγιασμένη ζωή του, οι θυσίες του και το ένδοξο μαρτύριο του θα παραμείνουν ως το πιο εύγλωττο κήρυγμά του. ένα κήρυγμα που διασαλπίζει σε όλους μας, ότι δεν αρκεί μόνο να γνωρίσουμε τον Μεσσία, αλλά οφείλουμε πάνω απ’ όλα να Τον ακολουθούμε και στο δρόμο της αυταπάρνησης και της θυσίας. Ίσως από μας δεν ζητηθεί να χύσουμε το αίμα μας, ούτε να ανέβουμε στο σταυρό, θα μάς ζητηθούν όμως μικρές καθημερινές προσφορές και θυσίες στο όνομα του Χριστού. Θα μας ζητηθεί να συγχωρέσουμε τον εχθρό μας, να ανεχθούμε τις ιδιοτροπίες των συγγενών μας, να ζήσουμε με δικαιοσύνη και τόσα άλλα.
Θα μάς ζητηθεί να παραμελήσουμε το εγώ μας και να προσφέρουμε κάτι στον αδελφό μας. Να βοηθήσουμε κάποιον που έχει ανάγκη, να συμπαρασταθούμε στον άρρωστο, στον φτωχό. Κι αυτά ίσως μάς ζητήσουν κάποια προσφορά, κάποια θυσία χρημάτων, ανέσεως, ξεκούρασης. Όταν όμως δε θέλουμε να δώσουμε κάτι από αυτά τα μικρά, που μάς ζητούνται, πως μπορεί κατόπιν να θυσιάσουμε και την ζωή μας;
Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από τις μικρές και ανώδυνες θυσίες. Ακόμη κι αυτές είναι ευπρόσδεκτη προσφορά στο βωμό του Θεού. Είναι η καλή απαρχή για να προχωρήσουμε και στις μεγάλες θυσίες, από τις οποίες ο στέφανος που θα λάβουμε είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερος στη βασιλεία του Θεού. Αμήν.

Σάββατο, Νοεμβρίου 22, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Θ΄ Λουκά

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Οι αμαρτίες, οι αδυναμίες και τα πάθη, εφόσον μένουν ελεύθερα και απολέμητα στην καρδιά του ανθρώπου, τον υποδουλώνουν, του σκοτίζουν το νου και τον οδηγούν στις πλέον παράλογες και ολέθριες για τον ίδιο, αποφάσεις και πράξεις. Του δημιουργούν μια κατάσταση αφροσύνης.
Αυτό ακριβώς συνέβη και στον πλούσιο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής.
Ο άνθρωπος για τον οποίο μάς μιλάει το σημερινό ευαγγέλιο ήταν πλούσιο, πολύ πλούσιος. Είχε στην ιδιοκτησία του πολλά κτήματα, «χώρας» όπως χαρακτηριστικά λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Μεγάλη δηλαδή εκτάσεις, με ποικιλία καλλιεργειών και προϊόντων. Είχε αποθήκες μεγάλες και πολλές. Τα σπίτια του σίγουρα θα ήταν πολυτελέστατα, με πολλούς υπηρέτες. Τίποτα δεν του έλειπε, είχε τα πάντα, ότι ζητούσε η ψυχή του. Σ’ όλα αυτά ήρθε να προστεθεί, την περίοδο εκείνη, η πρωτοφανής ευφορία των κτημάτων του.
Εδώ όμως φαίνεται καθαρά το δράμα του άφρονα πλούσιου. Αντί να ευχαριστήσει τον δωρεοδότη Κύριο για την μεγάλη αυτή ευλογία της πλούσιας σοδειάς και από τα δώρα αυτά του Θεού να προσφέρει κι αυτός στους συνανθρώπους του, ως ιδιοτελής και φίλαυτος βυθίστηκε σε πολλές και καταθλιπτικές μέριμνες, που αφορούσαν τον εαυτό του και μόνον. Διαπίστωσε ότι οι αποθήκες που είχε, όσοι μεγάλες κι αν ήταν, δεν επαρκούσαν να χωρέσουν την πλούσια σοδειά. Κι αυτός δεν ήθελε να χάσει τίποτε από αυτά, ούτε να διαθέσει κάτι για τους πτωχούς, για τους συνανθρώπους του.
Έλεγε ξανά και ξανά, ημέρα και νύκτα, ότι «οὐκ ἒχω ποῦ συνάξω τούς καρπούς μου». «Τούς καρπούς μου», έλεγε, «τά ἀγαθά μου». Τα θεωρεί όλα δικά του. Νομίζει ότι έχει το απόλυτο δικαίωμα επ’ αυτών. Μέσα σ’ αυτή του την παραζάλη της αφροσύνης του δεν σκέφθηκε ότι επιτέλους γι’ αυτά εργάστηκαν οι υπηρέτες του, οι γεωργοί και προ πάντων ότι ο Θεός έφερε ευνοϊκούς τους καιρούς για την πλούσια απόδοση των κτημάτων του.
Ύστερα από πολλές και αγωνιώδεις σκέψεις και συνδυασμούς, βρήκε, όπως νόμιζε, τη λύση. Κατέληξε στην απόφαση να γκρεμίσει τις αποθήκες του και να ανοικοδομήσει άλλες μεγαλύτερες. Να συνάξει εκεί με κάθε επιμέλεια τα πάντα και να μην αφήσει τίποτα να χαθεί, για να έχει άφθονα τα αγαθά, ώστε να τρώει, να πίνει και να ευφραίνεται καθημερινά και για πολλά χρόνια.
Ίσως και να ξεκίνησε την ανοικοδόμηση των νέων αποθηκών. Ίσως και να επιστάτησε με πολύ προσοχή στη συγκομιδή των καρπών. Και γεμάτος από ικανοποίηση έλεγε στον εαυτό του, στην ψυχή του˙ «ψυχή μου, ἒχεις πολλά ἀγαθά κείμενα εἰς ἒτη πολλά˙ ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει την σκέψη του, τα γεμάτα αφροσύνη λόγια του. Γιατί; Διότι συνέβη σ’ αυτόν το κοινό για όλους τους ανθρώπους γεγονός, ο θάνατος, το οριστικό και αναπόφευκτο τέρμα της επίγειας ζωής. Όλα τα σκέφθηκε, όλα τα υπολόγισε ο άφρονας πλούσιος, για όλα φρόντισε με κάθε σχολαστικότητα. Ένα μόνο δεν ήθελε να σκεφθεί˙ τον θάνατο και την μετά θάνατο αιωνιότητα. Και έτσι έχασε ανεπανόρθωτα τα πάντα και το πλέον χειρότερο, τον ίδιο τον εαυτό του εις αιώνας αιώνων.
«Ἂφρον» του είπε ο Θεός, ανόητε και απερίσκεπτε, σκοτισμένε από τη φοβερή ιδιοτέλεια και υλοφροσύνη, που ήλπιζες για μια μεγάλη και γεμάτη απολαύσεις ζωή, τώρα, αυτό το βράδυ, το οποίο πριν από πολύ καιρό ονειρευόσουν ως αρχή της ευτυχίας σου, οι άγγελοι του σκότους, οι δαίμονες της κολάσεως απαιτούν και θα πάρουν με βία τη ψυχή σου για να την μεταφέρουν όχι στους κόλπους του Αβραάμ, όπου η χαρά και η ευφροσύνη, αλλά στην απερίγραπτη οδύνη της αιώνιας καταδίκης. «Ἃ δέ ἠτοίμασας, τίνι ἒσται;». Δεν είναι πλέον δικά σου. Δεν γνωρίζεις σε ποια χέρια θα καταλήξουν, ίσως και σε εχθρούς σου. Κι όλα αυτά τα οποία ετοίμαζες για τον εαυτό σου, άλλοι θα τα απολαμβάνουν ενώ εσύ θα φλέγεσαι στη γέενα του πυρός του αιωνίου.
Ταλαίπωρος ο άνθρωπος αυτός. Ο Θεός τον ονόμασε άφρονα. Και πραγματικά ήταν άφρονας από την αρχή μέχρι το τέλος, σε όλες τις ιδιοτελείς επιθυμίες, ενέργειες και επιδιώξεις της αχόρταστης καρδιάς του. Κι αν μερικοί τον θεωρούσαν έξυπνο όταν τον έβλεπαν να συγκεντρώνει θησαυρούς, στην πραγματικότητα όμως ήταν άφρονας. Ήταν άφρονας, διότι δεν θέλησε να διδαχθεί ούτε από τη δική του ως τότε πείρα, ούτε από την πείρα των άλλων, ότι τα πλούτη, όσο πολλά κι αν είναι, δεν είναι ικανά να χαρίσουν την αληθινή χαρά στον άνθρωπο. Του δίνουν κάποια προσωρινή τέρψη, κι αυτή ανάμικτη με στυφότητα και πικρία για να αφήσουν αμέσως μετά το κενό και το άγχος, την πλήξη και την ανία μέσα στην ψυχή.
Ήταν άφρονας, διότι δεν σκέφθηκε ότι ο πλούτος δεν είναι πάντοτε ισόβιο κτήμα του ανθρώπου. Μια πυρκαγιά, ένας σεισμός, ένας πόλεμος, μια οικονομική κρίση και τόσα άλλα που γίνονται καθημερινά στον κόσμο είναι ικανά να εξαφανίσουν και τις πιο μεγάλες περιουσίες, να αφήσουν πτωχό και γυμνό τον άλλοτε πλούσιο. Δυστυχώς δεν είναι λίγα τα παραδείγματα τέτοιων καταστροφών. Τα έχουμε ζήσει είτε στο άμεσο περιβάλλον μας είτε στην Πατρίδα μας, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Πόσοι και πόσοι από πλούσιοι μέσα σε λίγες στιγμές έφτασαν στο έσχατο σημείο της φτώχειας.
Ήταν άφρονας ο πλούσιος της παραβολής, διότι δεν έλαβε υπ’ όψιν του ότι τα χρόνια της ζωής του, όσα πολλά και αν φανταζόταν ότι θα είναι, κάποια στιγμή θα έφθανε το τέλος. Κι έπειτα από το αναπόφευκτο αυτό τέλος, θα ανοιγόταν ενώπιον του η αιωνιότητα. Πως θα παρουσιαζόταν μπροστά στον αδέκαστο Κριτή; Ποια καλά έργα θα είχε να του παρουσιάσει; Πως θα λογοδοτούσε  για την χρήση των αγαθών που του είχε δώσει ο Θεός; Τότε θα έβλεπε, όπως και είδε, ότι έχασε την ψυχή του για τα λίγα αυτά υλικά αγαθά της περιουσίας του.
Και ο Κύριος, για να επιστήσει την προσοχή όλων μας, μήπως και βρεθούμε κι εμείς στην αφροσύνη του πλούσιου, έκλεισε την παραβολή με το συγκλονιστικό δίδαγμα˙ «οὓτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καί μή εἰς Θεόν πλουτῶν».
Ο καθένας από μας τι θα παρουσιάσει στον Θεό, όταν βρεθεί ενώπιον του; Τι απολογία θα δώσουμε; Χωρίς αγάπη οι πύλες του ουρανού μένουν κλειστές. Όλα περνούν και φθείρονται. Εκείνο που μένει είναι η καλοσύνη και η αγάπη. Για το λόγο αυτό ας αξιολογήσουμε ορθά τη ζωή μας. Ας δούμε ειλικρινά και χωρίς προκαταλήψεις ότι αφορά τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ας ανοίξουμε τα μάτια μας και ας ατενίσουμε το μέλλον χωρίς φόβο. Ας δούμε την κάθε μας πράξη μέσα από το πρίσμα της αιωνιότητας. Αυτό είναι η πραγματική σοφία, η πραγματική σύνεση. Τότε αποβλέπουμε αληθινά στο αιώνιο συμφέρον μας. Ας ανοίξουμε, λοιπόν την καρδιά μας. Ας δώσουμε ανακούφιση και χαρά στους γύρω μας. Αυτό θα μάς βοηθήσει να διατηρήσουμε την ψυχική μας ισορροπία, ξεφεύγοντας από το επικίνδυνο κλείσιμο στον εαυτό μας. Σ’ αυτό θα μάς βοηθήσει πολύ η σκέψη: Αυτό που ζεις, αυτό που σκέφτεσαι, αυτό που κάνεις σε τι αποβλέπει; Αμήν.

Σάββατο, Νοεμβρίου 15, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Ευαγγελιστού Ματθαίου

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Στη ζωή ορισμένων ανθρώπων υπήρξαν κάποιες στιγμές αποφασιστικές, μεγάλοι σταθμοί για την μετέπειτα πορεία τους, αλλά και για την ιστορία της ανθρωπότητας. Τέτοια ήταν η στιγμή που ο Κύριος στην αρχή του κοσμοσωτήριου έργου του, έφθασε στην πόλη της Καπερναούμ, πλησίασε τον τελώνη Λευΐ και του απηύθυνε δύο μόνο υπέροχες λέξεις: «ἀκολούθει μοι». Με το άκουσμα των λέξεων αυτών, ο τελώνης «ἀναστάς ἠκολούθησεν αὐτῷ», για να γίνει μια μεγάλη μορφή του χριστιανισμού.
Στην εποχή εκείνη τελώνης και αμαρτωλός είχαν καταντήσει να σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Τελώνης ήταν αυτός που εισέπραττε τους δυσβάστακτους φόρους που επέβαλλαν οι Ρωμαίοι στους Ιουδαίους. Η είσπραξη των φόρων αυτών γινόταν με άδικα μέσα, με αποτέλεσμα οι τελώνες κατά την εξάσκηση του επαγγέλματός τους καταντούσαν τύραννοι, απατεώνες, εκμεταλλευτές και απάνθρωποι. Μπορεί να είχαν την εύνοια του κράτους, αλλά δεν είχαν καμία σχέση με τον λαό, που τους φοβόταν και τους μισούσε. Ο τελώνης ήταν άνθρωπος του χρήματος και θεωρούνταν πολύ αμαρτωλός. Η αμαρτία τον είχε απομακρύνει από τον Θεό και τον είχε βυθίσει στις απολαύσεις του κόσμους. Ζούσε μεν μέσα στην κοινωνία, λόγω του επαγγέλματός του, αλλά κατά βάθος δεν τον αγαπούσε κανείς, αφού ήταν μισητός και χωρίς πνευματική αξία. Σε μια τέτοια θέση βρήκε ο Κύριος τον Λευΐ «καθήμενον ἐπί τό τελώνειον» και τον κάλεσε να αφήσει αυτή την άδικη και αμαρτωλή ζωή και να τον ακολουθήσει.
Μόλις ο Κύριος καλεί τον Λευΐ κοντά του, η ψυχή του φλογίζεται και κάνει μια πράξη αληθινού ηρωισμού. Χωρίς να ζητήσει κάποια πίστωση χρόνου για να σκεφθεί, χωρίς να εκφράσει δισταγμό ή την παραμικρή επιφύλαξη, χωρίς να υπολογίσει το προσοδοφόρο επάγγελμά του ή τα σχόλια ορισμένων συναδέλφων του, «καταλιπών ἃπαντα, ἀναστάς ἠκολούθησεν αὐτῷ», σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς.
Ο ιερός Χρυσόστομος λέει ότι η αυταπάρνηση του Ματθαίου ήταν μεγαλύτερη των άλλων μαθητών, διότι εκείνοι όταν ήθελαν μπορούσαν να επανέλθουν στα πλοία και στα δίκτυα, ενώ ο Ματθαίος δεν θα ήταν δεκτός πια στους κύκλους των τελωνών, επειδή οι θέσεις ήταν ελάχιστες και οι υπόλοιποι αμέσως έσπευδαν να τις καταλάβουν.
Όλα αυτά βέβαια θα πέρασαν από το μυαλό του κι όμως τα εγκαταλείπει όλα, αφήνει την σημαντική θέση του, τα πλούτη του, βάζει στο περιθώριο φίλους και κοινωνικές γνωριμίες, κόβει κάθε δεσμό με τις ως τότε συνήθειές του και τον τρόπο ζωής, για να χαράξει μια νέα πορεία. Είχε πράγματι μεγάλη θέληση ο Ματθαίος για να τα περιφρονήσει όλα και να ακολουθήσει τον Χριστό.
Κι από την πρώτη στιγμή γίνεται ο θερμός και αφοσιωμένος μαθητής του Κυρίου. τρία χρόνια παρακολουθεί τον Διδάσκαλο, συμμετέχει στις στερήσεις και τους κόπους των συνεχών οδοιποριών, παρακολουθεί το πάθος. Δέχεται τη χάρη του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής και εργάζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ των Ιουδαίων. Αργότερα μεταδίδει το μήνυμα του Ευαγγελίου μέχρι τα βάθη της Αφρικής. Στα Συναξάρια αναφέρεται ότι τελείωσε την ζωή του με μαρτυρικό θάνατο.
Το έργο του Ματθαίου δεν περιορίσθηκε μόνο στο προφορικό κήρυγμα. Έγραψε και το θεόπνευστο ευαγγέλιό του, το πρώτο στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, με το οποίο διδάσκει, φωτίζει, μορφώνει πνευματικά τους ανθρώπους όλων των αιώνων.
Πράγματι πόσο μεγάλη ηθική επίδραση άσκησε και ασκεί ένας πρώην τελώνης και κατόπιν Απόστολος και Ευαγγελιστής. Μακριά από τον Χριστό θα ήταν ο άγνωστος Ματθαίος και θα ήταν ένα αρνητικό στοιχείο στην κοινωνία. Όταν όμως ακολούθησε τον Χριστό και έγινε μαθητής του, έγινε οικουμενικός Απόστολος και μεγάλη προσωπικότητα.
Αλλά κι εμείς σήμερα έχουμε νιώσει το κάλεσμα της θείας κλήσεως στη ζωή μας. Έχουμε, με διάφορους τρόπους ακούσει την πρόσκληση: «ἀκολούθει μοι». Και ίσως έχουμε πει ένα ναι!
Είπαμε αυτό το ναι, αλλά έχει ανάψει μέσα μας η πίστη μια τέτοια θεία φωτιά, ώστε να αναπλάσει ένα νέο κόσμο; Έχουμε δεχθεί τις απαιτήσεις της ιεράς μας κλήσεως; Έχουμε προβεί σε συγκινητικές ενέργειες και ηρωικά διαβήματα; Πολλοί είναι εκείνοι που δε θα αφήσουν πλούτη και επάγγελμα για να αφοσιωθούν στο έργο του Θεού. Ο δρόμος αυτός είναι για τους λίγους. Λίγοι αλλά εκλεκτοί
Αλλά και από τους πολλούς η κλήση του Θεού έχει απαιτήσεις. Θέλει να ακολουθήσουν την αληθινή χριστιανική ζωή. Να γίνουν «νέοι ἂνθρωποι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Άνθρωποι με ανεκτικότητα και αληθινή αγάπη. Άνθρωποι με ειλικρίνεια και δικαιοσύνη, με τιμιότητα και αγνότητα. Η κλήση και η γνωριμία μας με τον Ιησού απαιτεί να είμαστε πρώτοι στα καλά έργα, στα έργα της αγάπης. Και συγχρόνως πρώτοι στο έργο της ιεραποστολής. Δεν είναι ανάγκη να γυρίσουμε σε πόλεις και χώρες μακρινές για να μεταφέρουμε το μήνυμα του ευαγγελίου, όπως οι Απόστολοι. Μπορούμε όμως να παρουσιάσουμε την αλήθεια του Θεού με το παράδειγμά μας και το λόγο μας παντού, όπου κι αν βρεθούμε.
Αληθινή γιορτή των Αποστόλων και Ευαγγελιστών είναι η μίμηση της ζωής τους. Αυτοί βάδισαν πάνω στα ίχνη του Διδασκάλου τους Ιησού Χριστού. Εμείς ας προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε τα ίχνη τους. Μια τέτοια πορεία θέλει κόπο και αγώνα. Οδηγεί όμως στην αληθινή προσφορά, που δεν είναι άλλη από την αληθινή, την ζωντανή χριστιανική πίστη. Αυτό είναι που ζητάει όχι μόνο ο ουρανός, αλλά και η κάθε εποχή, όπως και η δική μας. Αμήν.

Σάββατο, Νοεμβρίου 08, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Ζ΄ Λουκά

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Δεν υπάρχει άνθρωπος πάνω στη γη που να μη θέλει να γίνει δυνατός, να αποκτήσει δύναμη με την οποία θα κατορθώνει να ξεπερνά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες της ζωής και να ευδοκιμεί στο έργο του. Κι αν κάποιες στιγμές αισθάνεται να τον κυριεύει η αδυναμία, τόσο περισσότερο νιώθει την ανάγκη να αποκτήσει δύναμη. Ιδιαίτερα όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με αρρώστιες και θανάτους, τότε ζητάει περισσότερο δύναμη.
Κι ο Ιάειρος, ο άρχοντας της συναγωγής, όπως ακούσαμε στην ευαγγελική περικοπή, και η γυναίκα που ήταν δώδεκα χρόνια άρρωστη κατέφυγαν στον Κύριο, για να πάρουν δύναμη και ίαση, που θα τους ελευθέρωνε από την τρομερή δοκιμασία τους. Θάνατος από τη μια, αρρώστια από την άλλη. Δύσκολες καταστάσεις για όσους τις έχουν ζήσει. Και την πήραν πλούσια τη θεία δύναμη. Η γυναίκα θεραπεύτηκε από τη χρόνια και ανίατη αρρώστια της και η κόρη του Ιάειρου επέστρεψε ξανά στη ζωή.
Εκείνη την ημέρα δεν ήταν μόνο τα δύο αυτά πρόσωπα που πλησίασαν τον Κύριο. Πλήθος λαού τον είχε περιβάλλει. «Οἱ ὂχλοι συνέχουσιν αὐτόν» μάς λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Πολλοί είναι αυτοί που πλησιάζουν τον Κύριο, δεν παίρνουν όμως τη θαυματουργική δύναμη, που πήρε ο Ιάειρος και η αιμορροούσα γυναίκα. Κι αυτοί είναι οι αδιάφοροι ή απλώς οι περίεργοι. Είναι αυτοί για τους οποίους λέει η Παλαιά Διαθήκη «ὁ λαός οὗτος τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δέ καρδιά αὐτοῦ πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ».
Αλλά μήπως και στην εποχή μας δεν υπάρχουν άνθρωποι σαν κι αυτούς;
Η εποχή μας που παρουσιάζει τόση πρόοδο σε κάθε πτυχή της ζωής και τιθασεύει ακόμη και τις δυνάμεις της φύσης, βρίσκεται, συχνά, στην έσχατη πνευματική αδυναμία να αντιμετωπίσει και να λύσει τα προβλήματα που την πιέζουν. Έχει τον παντοδύναμο Κύριο κοντά της, μαζί της. Και είτε δεν τον πλησιάζει καθόλου είτε τον πλησιάζει όχι όπως πρέπει. Τον πλησιάζει με τέτοιο τρόπο, που να μην παίρνει τη δύναμη, τη χάρη και την ευλογία Του.
Είναι οι άνθρωποι που έχουν σαν τύπο τη χριστιανική τους ιδιότητα, που δεν πηγαίνουν συχνά στην Εκκλησία, ίσως τις μεγάλες γιορτές, «για το καλό», όπως λένε, που ποτέ δεν κοινωνούν των αχράντων Μυστηρίων ή αν κάποια φορά κοινωνήσουν το κάνουν από συνήθεια, χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία. Κι όμως θα μπορούσαν όλοι να πάρουν δύναμη από την πηγή της δυνάμεως, τον Ιησού Χριστό, να ενισχυθούν, να λάβουν αποφάσεις ισχυρές, να ανέβουν ψηλά, να παρηγορηθούν στις θλίψεις, να βοηθηθούν στις δύσκολες στιγμές, να γίνουν δυνατοί και νικητές. Αρκεί όμως να πλησιάσουν τον Χριστό όπως πρέπει.
Εδώ ακριβώς έγκειται η διαφορά του αληθινού πιστού από εκείνο που μόνο στο όνομα είναι. Πλησιάζει τον Χριστό με όλη του την καρδιά, με πίστη, με εμπιστοσύνη, με αφοσίωση. Συνδέεται στενά μαζί του και τον κάνει οδηγό της ζωής του.
Οι αληθινά πιστοί δεν έρχονται τυπικά στη θεία Λειτουργία. Συμμετέχουν με προσοχή και ευλάβεια. Προσεύχονται με ταπείνωση. Δεν ακούν με αδιαφορία το κάλεσμα του ιερέα «μετά φόβου Θεοῦ πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», αλλά προσέρχονται στο μυστήριο της ζωής και μεταλαμβάνουν του Σώματος και Αίματος του Κυρίου, ύστερα από ειλικρινή εξομολόγηση, με βαθειά ευλάβεια και θερμή πίστη. Και παίρνουν ζωή από την πηγή της ζωής, της πνευματικής ζωής, της αρετής, της αγιότητος. Παίρνουν θάρρος, ενίσχυση και παρηγοριά. Μελετούν την αλήθεια του Χριστού. Και την μελετούν όχι απλώς για να αποκτήσουν γνώσεις, αλλά για να την αισθάνονται στα βάθη της καρδιάς τους σαν πηγή δύναμη και ενίσχυσης. Σαν θεία και ουράνια τροφή που τρέφει το πνεύμα, την ψυχή, ολόκληρη την ψυχοσωματική ύπαρξη του ανθρώπου.
Πως, λοιπόν, ο άνθρωπος αυτός που συνδέεται κατ’ αυτό τον τρόπο με τον Θεό, να μην αναφωνήσει μαζί με τον προφήτη Δαυβίδ «ἐν τῷ Κυρίῳ ποιήσομεν δύναμιν»; Πώς να μην πει μαζί με τον Απόστολο Πέτρο «ὁ Κύριος πάρεστη καί ἐνεδυνάμωσέ με»; Αυτός ο σύνδεσμος έκανε τον Ιερό Χρυσόστομο μαζί με χιλιάδες πιστούς να λέει «Χριστός μετ’ ἐμοῦ, τίνα φοβηθήσομαι»;
Πραγματικά πόση μεγάλη είναι η δύναμη, η χάρη, η ευλογία που παίρνουν όσοι πλησιάζουν τον Κύριο με τον σωστό τρόπο. Θαυμάζει πράγματι κανείς, ότι ρίχνει μια ματιά στην ιστορία του χριστιανισμού πως παλαιοί και σύγχρονοι «κατηγωνίσαντο βασιλείας, είργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἒφραξαν στόματα λεόντων…»
Πολλοί επιστήμονες απορούν που βρήκαν τη δύναμη οι μάρτυρες και οι ήρωες της πίστεως και πρόσφεραν θυσία και τη ζωή τους ακόμη στο βωμό της αλήθειας. Ο Κύριος ήταν εκείνος που τους έδινε δύναμη, ο Κύριος με τον οποίο είχαν συνδεθεί τόσο στενά.
Οι άνθρωποι αν έχουν κάποια δύναμη την κρατούν για τον εαυτό τους. Ζητούν να την εκμεταλλευθούν εις βάρος των άλλων. Πόσα δεν έχει υποστεί η ανθρωπότητα από τέτοιους ανθρώπους.
Ο Κύριος όμως, που είναι η πηγή της δυνάμεως, αγαθοποιεί, ευεργετεί, και αρέσκεται να την μεταδίδει σε όλους. Αρκεί εμείς να στρεφόμαστε προς την πηγή, να συνδεόμαστε στενά με τον Χριστό, για να παίρνουμε δύναμη. Μια δύναμη που θα μας κάνει αληθινά δυνατούς.

 Αμήν.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 27, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Α΄ Λουκά


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Η απροσδόκητη αλιεία, αποτέλεσμα της παρουσίας του Κυρίου, έκαμε κατάπληξη στους ψαράδες της λίμνης Γεννησαρέτ. Την θεώρησαν ένα θαυμαστό, ανερμήνευτο – σύμφωνα με τα όσα γνώριζαν – γεγονός. Την είδαν, όπως και πραγματικά ήταν, σαν ένα θαύμα.
Τα δύο αδέλφια ψαράδες, ο Πέτρος και ο Ανδρέας, είχαν κοπιάσει ολόκληρη τη νύκτα στη θάλασσα της Τιβεριάδος. Έριξαν ξανά και ξανά τα δίκτυα, αλλά μάταιος ο κόπος, δεν έπιασαν τίποτε. Σαν να είχαν χαθεί τα ψάρια από τη θάλασσα εκείνη τη νύκτα. Είχαν, λοιπόν, αράξει το πλοίο στην παραλία κι απ’ αυτό ο Κύριος δίδασκε τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί να ακούσουν τα θεϊκά λόγια Του. Οι δύο αδελφοί άκουγαν με προσοχή και ενδιαφέρον τα λόγια του Διδασκάλου. Αισθανόταν βαθιά συγκίνηση και ενδιαφέρον, ως καλοπροαίρετοι και αγαθοί που ήταν.
Όταν ο Κύριος σταμάτησε τη διδασκαλία του, είπε στον Πέτρο να ανοιχθούν με το πλοίο τους στη θάλασσα. Ενώ προχωρούσαν ο Κύριος τους είπε: «ρίξτε τα δίκτυα στη θάλασσα για να πιάσετε ψάρια».
Ο Πέτρος, ως έμπειρος ψαράς, είπε στον Κύριο: «Διδάσκαλε, όλη τη νύκτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τα δίκτυα και δεν πιάσαμε τίποτε. Και στη θάλασσα αυτή η νύκτα είναι κατάλληλη για ψάρεμα και όχι η ημέρα. Επειδή όμως το θέλεις εσύ και το ζητάς, εμείς θα κάνουμε υπακοή στο θέλημά σου και θα ρίξουμε ξανά τα δίκτυα». Ίσως ο Πέτρος να νόμισε ότι ο Κύριος ήθελε να δει τον τρόπο ψαρέματός τους. Δεν αποκλείεται, καθώς έριχνε τα δίκτυα στη θάλασσα, να εξηγούσε στον Κύριο πως ψαρεύουν.
Ξαφνικά ο Πέτρος αισθάνθηκε τα δίκτυα να βαραίνουν. Κατάλαβε ότι τα δίκτυα ήταν γεμάτα ψάρια. Άρχισαν να βαραίνουν περισσότερο. Δεν πίστευε στα μάτια του. Τα δίκτυα υπερβολικά γεμάτα από ψάρια, με αποτέλεσμα να υπάρχει ο κίνδυνος να σπάσουν. Κατάλαβε, ότι ήταν αδύνατο στο πλοίο του να χωρέσουν όλα. Φώναξε τότε δύο συναδέλφους, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, τα παιδιά του Ζεβεδαίου, που είχαν αράξει το πλοίο τους στην παραλία «τοῦ ἐλθόντος συλλαβέσθαι αὐτοῖς», να έλθουν δηλαδή να πιάσουν μαζί τους τα γεμάτα δίκτυα και να τους βοηθήσουν να τα σύρουν πάνω στο πλοίο. Ήλθαν εκείνοι, έσυραν τα δίκτυα και με τα ψάρια γέμισαν και τα δύο πλοία, ώστε να κινδυνεύουν να βυθιστούν.
Τότε ο Πέτρος σκέφθηκε καλά το εξαιρετικό γεγονός που έζησε. Είδε ότι πρόκειται για ένα καταπληκτικό θαύμα. Αντιλήφθηκε ότι ο Διδάσκαλος, ως κύριος και εξουσιαστής της άψυχης και άλογης φύσης, αυτός είχε διατάξει τα ψάρια κι αυτός τα είχε κλείσει μέσα στα δίκτυα. Θάμβος, κατάπληξη και ιερό δέος κυρίευσε τον Πέτρο και τους άλλους τρείς. Αμέσως κατάλαβε πόσο μικροί και ανάξιοι ήταν εκείνοι μπροστά του. Έπεσε στα γόνατα του Κυρίου και με ταπείνωση του είπε: «Κύριε, βγες από το πλοίο μου. εγώ είμαι ένας αμαρτωλός άνθρωπος και δεν μου αξίζει να βρίσκομαι τόσο κοντά σου».
Κι ο Κύριος του είπε: «Μη φοβάσαι. Βγείτε κι εσείς από τα πλοία σας. Αφήστε πλοία και δίκτυα, διότι από δω και πέρα θα γίνετε αλιείς ανθρώπων». Αμέσως οι ψαράδες εκείνοι άφησαν τα πάντα, πλοία, δίκτυα, ψάρια, γονείς και τον ακολούθησαν. Το θαύμα του Κυρίου είχε μιλήσει βαθιά μέσα στην καρδιά τους και αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στη ζωή τους.
Μήπως όμως μόνο στη ζωή του Πέτρου συνέβησαν τέτοια συγκλονιστικά θαύματα; Για τον Πέτρο μόνο επεφύλαξε ο Θεός την ιδιαίτερη αυτή στοργική μεταχείριση; Από τότε μέχρι και σήμερα μήπως σταμάτησαν να γίνονται τέτοια θαύματα, που να αποτελούν ένα συγκλονιστικό γεγονός στη ζωή των ανθρώπων; Αλλά ο Θεός «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Πάντοτε περιβάλλει τον κάθε άνθρωπο με άπειρο αγάπη και φροντίδα και θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. β΄ 4). Η αγάπη του, η πανσοφία του, η παντοδυναμία του δεν εξαντλήθηκε ποτέ ούτε και θα εξαντληθεί. Ο Κύριος εργάζεται την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, σαν να υπήρχε μόνος αυτός πάνω στη γη. Και θαύματα ακόμη κάνει για να μας προφυλάξει από σωματικούς και πνευματικούς κινδύνους και ιδιαίτερα για να μας οδηγήσει και να μάς κρατήσει σταθερούς μέχρι τέλους στο δρόμο της σωτηρίας και του αγιασμού. Αν προσέξουμε κάπως την ζωή μας, αν με βλέμμα ερευνητικό εξετάσουμε τις ημέρες που πέρασαν και κάθε ημέρα που έρχεται, θα δούμε καθαρά την επέμβαση του Θεού. Θα δούμε γεγονότα, τα οποία δεν μπορούσαμε με κανένα φυσικό τρόπο να τα εξηγήσουμε.
Μια θαυμαστή διάσωση από αιφνίδιο θάνατο. Μια απροσδόκητη τακτοποίηση ενός σοβαρού ζητήματος, για το οποίο δεν βλέπαμε ότι υπάρχει κάποια λύση. Η επανόρθωση κάποιας αδικίας που μάς είχε γίνει παλαιότερα. Η διάλυση μιας συκοφαντίας που μάς έθιγε προσωπικά. Πόσες και πόσες φορές δεν βρεθήκαμε σε αδιέξοδο, δεν ταραχθήκαμε από οικογενειακές υποθέσεις, δεν αντικρύσαμε την καταστροφή να έρχεται και νομίσαμε ότι δεν πρόκειται να σωθούμε, ότι ο καταποντισμός είναι βέβαιος, είδαμε τον ουρανό της ζωής μας κατασκότεινο και την άβυσσο να χαίνει ενώπιον μας. Κι όμως ο ζωογόνος ήλιος έλαμψε, η όποια καταστροφή απεφεύχθη, το όποιο δράμα της ζωής μας λύθηκε κατά τον καλύτερο τρόπο. Κάναμε μια μικρή, μια ελάχιστη προσευχή προς τον Κύριο και Αυτός απάντησε με ένα μεγάλο θαύμα.
Δεν είναι καθόλου υπερβολή εάν πούμε ότι συνεχώς ζούμε μέσα στα θαύματα της αγάπης του Θεού για όλους μας.
Εάν θέλουμε, λοιπόν, τις ευλογίες του Θεού στη ζωή μας, οφείλουμε να στραφούμε σ’ Αυτόν, να υποκλιθούμε μπροστά Του και να δείξουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη θεία Πρόνοιά Του. Ας δείξουμε πίστη και εμπιστοσύνη προς τον Κύριό μας. Ας εφαρμόσουμε στη ζωή μας τις εντολές του Ευαγγελίου. Ας φανούμε αντάξιοι της κλήσεως μας, ως μαθητές του Διδασκάλου Χριστού. Αυτός ο τρόπος ζωής θα επιφέρει πάνω μας τις ευλογίες του Θεού. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος της σωτηρίας. Αμήν.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 20, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή μετά την Ύψωση


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


«Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…».
Είναι κάπως εύκολο να ακολουθεί ο άνθρωπος, είτε από εσωτερική παρόρμηση, είτε από συνήθεια, μερικές μόνο τυπικές διατάξεις και μερικές εντολές του χριστιανισμού.
Είναι επίσης κάπως εύκολο να ασκεί τα λατρευτικά του καθήκοντα, να πηγαίνει κάποιες φορές στην Εκκλησία, αν το κάνει κι αυτό – να εκτελεί μερικά άλλα θρησκευτικά καθήκοντα. Δεν είναι όμως αρκετό.
Ο Κύριος, στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, Κυριακή μετά την Ύψωση του τιμίου Σταυρού, μάς ζητάει αν θέλουμε να τον ακολουθήσουμε να σκοπεύουμε σε υψηλότερους στόχους. Απευθύνεται στον κάθε άνθρωπο, κάθε ηλικίας, κάθε μορφωτικού επιπέδου. Και από όλους αυτό που ζητάει είναι απάρνηση του εαυτού μας και άρση του σταυρού. Να αγωνισθούμε εναντίον κάθε τι κατωτέρου που φωλιάζει στην καρδιά μας, εναντίον των παθών μας και του αμαρτωλού εαυτού μας. Και στη θέση τους να καλλιεργήσουμε τις αρετές της ανεξικακίας, της αγάπης, της δικαιοσύνης. Να απαρνηθούμε τον εγωκεντρισμό μας και να ενδιαφερθούμε για τον πλησίον μας. Κι όλα αυτά με διάθεση θυσίας. Σηκώνοντας με υπομονή κάθε σταυρό που θα συναντήσουμε στη ζωή μας, κάθε δυσκολία που θα βρούμε στην επί γης πορεία μας. «Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».
Αλλά για τον άνθρωπο της εποχής μας, που είναι τόσο επηρεασμένος από το εγωκεντρικό πνεύμα, που δεν θέλει να ακούσει κάτι για προσφορά και θυσία, το μήνυμα αυτό φαίνεται τόσο απόκοσμο, τόσο ξένο, τόσο δυσκολοκατόρθωτο. Δεν είναι εύκολο να απαρνηθείς τον παλαιό άνθρωπο, τον άνθρωπο της αμαρτίας και να σηκώνεις τον σταυρό της θυσίας και της προσφοράς. Δεν είναι εύκολο να υπερνικάς τον εγωκεντρισμό σου για την εξυπηρέτηση του πλησίον σου.
Και γι’ αυτό το παραβλέπει, το προσπερνά ο σύγχρονος άνθρωπος το σύνθημα αυτό. Αυτό που ζητάει να βολευθεί με ένα πιο βολικό χριστιανισμό, στα μέτρα του. Ο χριστιανισμός της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας του φαίνεται βαρύς, δυσβάστακτος. Ας αρκεστούμε, λένε πολλοί – κι αν δεν το λένε το εφαρμόζουν στη ζωή τους, σε μερικές άλλες πιο εύκολες εντολές, ας μείνουμε σε μερικά τυπικά καθήκοντα. Όποιος στην εποχή μας εφαρμόζει την αρετή της αυταπάρνησης, όποιος ζει το πνεύμα της θυσίας, θεωρείται από τους άλλους «καθυστερημένος», έξω από το πνεύμα της εποχής. Και αργά ή γρήγορα θα μείνει στο περιθώριο. Αν κοιτάζουμε τους άλλους και αδιαφορούμε για τον εαυτό μας, γινόμαστε τα θύματα. Οι άλλοι μας προσπερνούν, και ίσως πατήσουν επάνω μας για να ανεβούν. Γι’ αυτό να βολευτούμε όπως μπορούμε, να συμβιβαστούμε κάπως με το πνεύμα της εποχής,
Αυτό το πνεύμα του συμβιβασμού, η ζωή του εύκολου χριστιανισμού, δεν χαρίζει στην ψυχή ειρήνη. Συχνά ο άνθρωπος που ακολουθεί τούτο το μονοπάτι στη ζωή του νοιώθει ανησυχία. Και συγχρόνως, όχι μόνο δεν βοηθάει στην ηθική ανύψωση της κοινωνίας μας, αλλά και, είτε το καταλαβαίνει είτε όχι ο άνθρωπος, ενισχύει την κατάπτωση.
Να όμως που για άλλη μια φορά στο πέρασμα των αιώνων, η φωνή του Κυρίου μας επαναλαμβάνεται. Ο Κύριος, που είναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», φωνάζει στον άνθρωπο του 21ου αιώνα: Όποιος…θέλει να με ακολουθήσει σαν γνήσιος μαθητής μου, όποιος θέλει να είναι αληθινός, σωστός μαθητής μου, όποιος δεν αγαπά τους συμβιβασμούς, ας ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο της αυταπάρνησης και της άρσης τους σταυρού.
Πρώτος βέβαια ο ίδιος ο Κύριος βάδισε το δρόμο της υπέρτατης θυσίας και σήκωσε τον σταυρό του, γι’ αυτό θέλει τους μαθητές Του ανθρώπους της προσφοράς και της θυσίας. Τους θέλει σταυροφόρους και όχι ανθρώπους που αγαπούν τις κερκίδες. Ανθρώπους που επιζητούν το στίβο.
Ας ακούγαμε κι εμείς σήμερα τη φωνή αυτή του Κυρίου μας, και ας ακολουθούσαμε στα ίχνη Του. Τότε θα νιώθαμε περισσότερη ειρήνη στη ψυχή μας. Θα νιώθαμε γαλήνη από τη συνείδησή μας που θα μάς επαινούσε. Αλλά και πόση θα ήταν η προσφορά μας στην τόσο δύσκολη εποχή μας. Αμήν.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα την παγκόσμιο Ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού, ο οποίος, κατά τον ιερό υμνογράφο, προτρέπει όλη τη κτίση να ανυμνήσει «τό πάθος τό ἂχραντο τοῦ ἐν αὐτῷ ὑψωθέντος», του Σωτήρα μας Χριστού, ο οποίος με το να θανατώσει πάνω σ’ αυτόν «τόν ἡμᾶς κτείναντα», τον διάβολο, «νεκρωθέντας ἀνεζώωσε, καί κατεκάλλυνε, καί εἰς οὐρανούς πολιτεύεσθαι, ἠξίωσεν ὡς εὐσπλαγχνος, δι’ ὑπερβολήν ἀγαθότητος».
Τιμούμε και προσκυνούμε τον Τίμιο Σταυρό του Χριστού, και ενθυμούμαστε το Πάθος Του και την σταύρωσή Του. Τιμούμε και προσκυνούμε τον Σταυρό εξαιτίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που εκουσίως σταυρώθηκε για να παράσχει σε όλους μας την λύτρωση από τα δεσμά του θανάτου, την ευκαιρία της συγγνώμης και την προοπτική της Αναστάσεως.
 Πώς είναι δυνατόν να μη συγκινηθούμε βλέποντας την άπειρο αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο; Πώς είναι δυνατόν να μη θαυμάσουμε, όταν ολόκληρη η κτίση έφριξε μπροστά στο εκούσιο Πάθος του Κυρίου μας, στις μαστιγώσεις, στα ραπίσματα, στο ακάνθινο στεφάνι, στον σταυρό, στη λόγχη και στον θάνατο του Θεανθρώπου; Οι άγγελοι έφριξαν, ο ήλιος σκοτείνιασε, η γη εσείσθη, τα μνήματα ανοίχτηκαν, οι ρωμαίοι στρατιώτες εθαύμασαν, και εμείς εν κατανύξει ψυχής προσκυνούμε και τιμούμε τον Σταυρό του Κυρίου μας, που έγινε από όργανο καταδίκης το Ξύλον της Ζωής, το όπλο κατά του Διαβόλου και το φάρμακο ενάντια στον πνευματικό θάνατο.
Ο σταυρικός θάνατος είναι το Πάσχα της Καινής Διαθήκης. Ο σταυρικός θάνατος είχε αποτέλεσμα όχι γιατί πέθανε κάποιος αθώος, αλλά γιατί εκείνος που πέθανε ήταν ο σαρκωμένος Κύριος.
Υμνούμε και δοξάζουμε «τό μακάριον ξύλον», που πάνω σ’ αυτό πέθανε ο Βασιλεύς της Δόξης, για να σκορπίσει αιώνια ζωή σ’ ολόκληρη την κτίση. Ο Σταυρός του Χριστού είναι το κορύφωμα μαζί και το κλειδί της ευαγγελικής ιστορίας. Η Εκκλησία μας ψάλλει τη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού: «Ἡ ἀήττητος καί ἀκατάλυτος καί θεία δύναμις τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ μή ἐγκαταλείπῃς ἡμᾶς τούς ἀμαρτωλούς».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας κάνουν έναν σοφό παραλληλισμό: Όπως το ξύλο της γνώσεως έγινε αιτία για την καταδίκη του Αδάμ, έτσι το ξύλο του Σταυρού γίνεται η απαρχή της σωτηρίας μας. Και για τον λόγο αυτό ο Σταυρός είναι το καύχημα και το τρόπαιο όλων των χριστιανών. Ο Σταυρός, σύμφωνα και με έναν υπέροχο ύμνο της Εκκλησίας είναι ο φύλακας της οικουμένης, είναι το κόσμημα της Εκκλησίας, είναι το στήριγμα των πιστών, είναι η δόξα των Αγγέλων και των δαιμόνων το τραύμα. Η ιστορία της Εκκλησίας μας έχει πολλά παραδείγματα να μάς υποδείξει από τη ζωή των Αγίων, όπου με μόνο το σημείο του σταυρού έγιναν μέγιστα θαύματα, και θεραπείες ασθενών, και εξορίες δαιμόνων. Αλλά και πολλές φορές, με μόνο το σημείο του σταυρού, οι άγιοι διασώθηκαν και έμειναν αλώβητοι από σαρκοβόρα θηρία ή από δηλητήρια που έδιναν στους μαθητές του Χριστού οι διάφοροι κατά καιρούς εχθροί της πίστεώς μας.
Ο Σταυρός επομένως του Κυρίου μας, ο ποτισμένος με το αίμα του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά ακόμη και ο σταυρός που φέρουμε στο λαιμό μας και αυτό ακόμη το σημείο του σταυρού που κάνουμε με πίστη και ευλάβεια, έχει μεγάλη δύναμη και παρέχει μέγιστες ωφέλειες για κάθε πιστό χριστιανό. Γι’ αυτό και η Εκκλησία τον προβάλλει και τον υψώνει ενώπιον μας, και μάς προσκαλεί όλους να προσέλθουμε και να τον προσκυνήσουμε με δέος και με πίστη, και να αγιασθούμε από τον Τίμιο Σταυρό.
Για τον λόγο αυτό ας προσέλθουμε όχι μόνο με πίστη, αλλά και με κατάνυξη ψυχής. Ας προσέλθουμε με αγάπη στην καρδιά μας προς τον Θεό και προς τον πλησίον, ώστε να ελκύσουμε την χάρη, το έλεος και την αγάπη του Θεού και την συγχώρεση των αμαρτιών μας. Ας προσέλθουμε με καθαρή καρδιά, μακριά από πονηρούς λογισμούς, έξω από κάθε κακία, αφού διώξουμε από την καρδιά μας μίσος, ή ζήλεια, ή αντιπάθεια κατά του πλησίον, ή θυμό ή οργή ή κάθε επιθυμία που αντιστρατεύεται στην εντολή της Αγάπης και σε ότι ο Σταυρός του Χριστού εκπροσωπεί.
Αν επιθυμούμε πράγματι η προσκύνηση του Σταυρού να είναι για εμάς αφορμή αγιασμού και σωτηρίας, ας προσπαθήσουμε να γίνουμε μιμητές του Χριστού στην αγάπη, στη συγγνώμη, στην αυτοθυσία.
Ας ανοίξουμε κι εμείς τα χέρια μας, κι ας αγκαλιάσουμε τον πλησίον, τον κάθε συνάνθρωπό μας, κι ας απορρίψουμε από την καρδιά μας το πνεύμα της ατομικότητας, του εγωισμού και της αποξένωσης από τους συνανθρώπους μας. Αντί να ζητάμε πώς θα πάρουμε, ας αναζητούμε πώς θα προσφέρουμε γύρω μας, αυθόρμητα και ανιδιοτελώς, όπως έπραξε ο Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου.
Ο Σταυρός του Κυρίου υπενθυμίζει σε όλο τον κόσμο και στο καθένα από μας ότι, όταν διαλέξουμε τον Σταυρό ως τρόπο της ζωής μας, ως πολίτευμα του εκκλησιαστικού μας βίου, τότε έχουμε και την Ανάσταση. Τότε έχουμε την αληθινή μας ελευθερία, την αληθινή ανάπαυσή μας μέσα στην αγάπη του Θεού και την αγάπη των αδελφών μας, την αληθινή ειρήνη της ψυχής. Και όταν περιστάσεις και θλίψεις και ανάγκες ποικίλες μας κυκλώνουν, υψώνουμε τα μάτια της ψυχής μας και ατενίζουμε με πίστη τον Σταυρό του Χριστού μας. Και με ελπίδα προχωράμε. Σταυρωμένοι και αναστημένοι. Συσταυρωμένοι και συναναστημένοι με τον Ιησού Χριστό.
Ας υψώσουμε και τα δικά μας βλέμματα επάνω στο Γογλοθά, επάνω στον Τίμιο Σταυρό και ας ψάλλουμε μέσα από την καρδιά μας, με πίστη και ελπίδα: «Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῆ δυνάμει σου». «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου»

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 06, 2014

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή προ της Υψώσεως


Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


«Οὓτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον…».
Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, Κυριακή προ της Υψώσεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού, ο Κύριος κάνει μια μεγάλη ιερή αποκάλυψη. Ποια είναι αυτή; Αποκαλύπτει το μέγεθος της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο. «Οὓτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὣστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἒδωκεν…». Η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο δεν είναι μια απλή συμπάθεια, μια φιλάνθρωπη συγκατάβαση του άπειρου Θεού προς τον μικρό και αμαρτωλό άνθρωπο, αλλά ένα πατρικό ενδιαφέρον, μια τρυφερή στοργή, που το μέγεθός της ξεπερνά κάθε όριο και περιγραφή.
Ο Θεός έδειξε την αγάπη του με τον πιο τρανό τρόπο. Δεν δίστασε να στείλει στον κόσμο τον μονογενή του Υιό, τον Κύριό μας, και να τον παραδώσει σε ατιμωτικό θάνατο για χάρη των ανθρώπων.
Ποιος πατέρας θυσιάζει το παιδί του για να σωθεί κάποιος άλλος; Κανένας. Κι όμως, αυτό που δεν κάνουν οι άνθρωποι για τους συνανθρώπους τους, το κάνει ο Θεός για τους ανθρώπους. Θυσιάζει πάνω στο ξύλο του Σταυρού τον αγαπημένο του Υιό, για να φανερώσει στο πλάσμα του, τον άνθρωπο, πόσο βαθειά, πόσο ειλικρινά το αγαπά. Θυσία για την σωτηρία των ανθρώπων, την σωτηρία από την αμαρτία και τα πάθη. Και ο Αβραάμ θέλησε να θυσιάσει τον υιό του για την αγάπη του Θεού. Γνωρίζουμε όμως πόση διαφορετική έκβαση είχε η υπόθεση αυτή. Έφθασε την ώρα της θυσίας, είδε ο εύσπλαχνος Θεός την αγάπη του και τον απέτρεψε. Τόση είναι η συγκατάβαση του Θεού. Λυπήθηκε τον γιο ενός ανθρώπου και δεν τον άφησε να θυσιασθεί και δεν λυπήθηκε τον ίδιο τον Υιό του, αλλά άφησε να πεθάνει. «Τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ’ ὑπέρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν», έστω κι αν είμαστε παραβάτες του θείου Νόμου και εχθροί του Θεού.
Μπροστά στην τόση αγάπη, στην τόση στοργή του Θεού που εκδηλώθηκε με την θυσία του Υιού του, μερικοί στέκουν διστακτικοί. Πιστεύουν ή νομίζουν ότι πιστεύουν σε όλα, όχι όμως στην σταυρική θυσία του Κυρίου. Είναι μωρία, είναι σκάνδαλο για τους ανθρώπους αυτούς ο Σταυρός. «Ἡμεῖς κηρύττομεν Χριστόν ἐσταυρωμένον Ἰουδαίοις μέν σκάνδαλον, ἓλλησι δέ μωρίαν», λέει ο Απόστολος των Εθνών Παύλος. Έτσι πολλοί και σήμερα αρνούνται τη σταυρική θυσία. Είναι οι αρνητές του Εσταυρωμένου με τον λόγο και την ζωή τους.
Υπάρχουν όμως και άλλοι που μπροστά στο μοναδικό, στο ανεπανάληπτο αυτό γεγονός, νιώθουν θαυμασμό, δέος, συγκίνηση για την τόση αγάπη του Θεού. Μια συγκίνηση όχι παροδική, αλλά βαθύτερα, αναγεννητική.
Γι’ αυτούς η πίστη στην σταυρική θυσία του Κυρίου είναι η μεγάλη και ισχυρή εκείνη δύναμη που τους βοηθάει να αποφύγουν την απώλεια και τον θάνατο της ψυχής. Ο Σταυρός δεν είναι ένα απλό σύμβολο. Είναι όπλο δυνατό κατά των δαιμόνων. Όπλα κατά των πειρασμών. Είναι φυλακτήριο και πηγή πνευματικής δύναμης. Ενισχύει, τονώνει τον άνθρωπο, που όχι απλώς τον φέρει σαν κόσμημα στο στήθος του, αλλά τον έχει στην καρδιά του. και επικαλείται την θεία Χάρη στις δύσκολες ώρες του πνευματικού αγώνα.
Η πίστη στη σταυρική θυσία του Κυρίου δίνει ακόμη τη δύναμη στον άνθρωπο να φεύγει μακριά από τους τόπους, όπου ακόμη σταυρώνουν τον Κύριο. Και υπάρχουν πολλοί τόποι και πολλές καρδιές που ξανασταυρώνεται ο Χριστός. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά γύρω του και θα συναντήσει πολλούς και σε αρκετούς τόπους να σταυρώνουν τον Χριστό.
Από τέτοια ολισθήματα φεύγει ο πιστός, από την θεληματική σύσφιξη με την αμαρτία ελευθερώνεται ο πιστός του Εσταυρωμένου. Πορεύεται τη ζωή, που καταλήγει στην αιωνιότητα. Καθένας που πιστεύει στον Χριστό δεν χάνεται, «ἀλλ’ ἒχει ζωήν αἰώνιον».
Κάποιος διάσημος συγγραφέας, πεθαίνοντας, είπε: Αισθάνομαι πολύ εξουθενωμένος, ταλαιπωρημένος, η καρδιά μου όμως είναι ειρηνική, γαλήνια, γιατί στηρίζεται πάνω σε τέσσερεις λέξεις.
Και όταν τον ρώτησαν ποιες είναι αυτές οι τέσσερεις λέξεις, απάντησε: «Ο Ιησούς πέθανε για μένα».
Ακόμη όποιος πιστεύει ακράδαντα στην σταυρική θυσία του Κυρίου, πιστεύει στην θεία του παρουσία. Έστω κι αν δεν τον βλέπει πάνω στο Σταυρό, αισθάνεται την παρουσία του. μια παρουσία που κάνει ελαφρότερο κάθε πόνο. Και κάθε άνθρωπος έχει πολλούς και διάφορους πόνους.
Οι γονείς που έχασαν το παιδί τους. Ο σύζυγος που έχει άρρωστη τη σύζυγο. Το ορφανό, ο ανάπηρος, έχουν την δυνατότητα να πουν: ο σταυρός που σηκώνουμε, είναι ο σταυρός του Σωτήρα μας. Ο Κύριος τον σηκώνει αυτή τη στιγμή μαζί μας.
Και ενώ η θύελλα μαίνεται, η καρδιά νοιώθει ειρήνη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως συχνά την ώρα που η θύελλα δέρνει τους πρόποδες του βουνού, η κορυφή του μπορεί να λούζεται με άφθονο φως. Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...